Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 02, 2013

Τι σημαίνει ότι οι ψυχές είναι αθάνατες;

einai-athanates-oi-psuhes
Φυσικά ο μόνος που μπορεί να απαντήσει σ’ αυτή την ερώτηση είναι η Εκκλησία που περιλαμβάνει όλη την Αλήθεια. Η Αγία Γραφή το λέει καθαρά. Εκείνο που δίνει απροσμέτρητη αξία στον άνθρωπο είναι η αθάνατη ψυχή. Χάρη σ’ αυτήν ονομάσθηκε ο άνθρωπος βασιλιάς της κτίσεως, παιδί του Θεού, προορισμένος να ζήσει στην αιωνιότητα και να κληρονομήσει τη βασιλεία των ουρανών. Γι’ αυτή την ψυχή, τον ατίμητο θησαυρό, μιλούσε ο Κύριος και έλεγε: « Τι ωφελείται ο άνθρωπος αν κερδίσει όλο τον κόσμον, αλλά ζημιωθεί την ψυχή του; » (Ματθ. ιστ΄ 26).
Οι αναφορές της Αγίας Γραφής στην αθανασία της ψυχής και τη μετά θάνατο ζωή είναι αναρίθμητες. Νομίζουμε πως αρκεί να δούμε τι λέει το τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής για αυτό το θέμα: « Είδα κάτω από το ουράνιο θυσιαστήριο τις ψυχές εκείνων, που είχαν σφαγεί για το λόγο του Θεού και για την πίστη στο Χριστό… Και δόθηκε στον καθένα απ’ αυτούς στολή λευκή και τους ειπώθηκε να ξεκουραστούν ακόμη λίγο καιρό, μέχρι να ολοκληρώσουν και οι σύνδουλοί τους στη γη και οι αδελφοί τους που πρόκειται να σκοτωθούν όπως και αυτοί » (Αποκ. στ΄ 11). Είναι φανερό ότι αναφέρεται σε ψυχές ζωντανές και με πλήρη συνείδηση, που ζουν και επικοινωνούν μεταξύ τους.
Παρόμοιες αλήθειες εκφράζουν και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Η ψυχή, κατά το Μ. Αθανάσιο, είναι αυθυπόστατη και αυτοκίνητη. Αυτή κινεί το σώμα και η ίδια δεν κινείται από άλλη δύναμη. Επομένως αφού η ψυχή κινείται μόνη της και μετά την εκδημία της από το σώμα, μπορεί να κινείται με τις δικές της δυνάμεις. Διότι δεν είναι η ψυχή που πεθαίνει, αλλά επειδή αυτή αναχωρεί, πεθαίνει το σώμα. Αν το υλικό σώμα διαλύεται μετά το χωρισμό του από την ψυχή, όμως δεν ισχύει το ίδιο και για την πνευματική φύση της ψυχής. Αυτή εξακολουθεί να ζει.
Η διδασκαλία του Χριστιανισμού είναι ξεκάθαρη. ΤΙ άλλο μαρτυρεί η υπόσχεση του Χριστού στο μετανοημένο ληστή πάνω στο σταυρό; « Σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω » . Συνδέει τη μία ζωή με την άλλη χωρίς να μεσολαβεί τίποτε. Ο ληστής ζήτησε από τον Κύριο να τον θυμηθεί. Και ο Χριστός του παραχωρεί θέση μαζί Του στον Παράδεισο. Και του την παραχωρεί όχι στο απώτερο μέλλον, αλλά στο άμεσο παρόν, σήμερα πριν ο ήλιος δύσει.
Η ψυχή, λοιπόν, του πιστού, ευθύς μετά την εκδημία, μεταφέρεται σε τόπο όπου είναι ο Χριστός. Και όλα αυτά με πλήρη συνείδηση και εγρήγορση. Πώς αλλιώς θα ερμηνεύσουμε την επιθυμία του αποστόλου Παύλου, « επιθυμώ να πεθάνω και να είμαι μαζί με το Χριστό » (Φιλ. α΄ 23). Η άμεση αυτή κοινωνία και επικοινωνία των ψυχών με το Χριστό είναι γι’ αυτές πηγή χαράς, ειρήνης, αναπαύσεως. Προαπολαμβάνουν πνευματικά αγαθά, έως ότου αναστηθούν και τα σώματα άφθαρτα, για να συναπολαύσουν « ά οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν αναθρώπου ουκ ανέβη … » (Α΄ Κορ. β΄ 9)
Βρίσκονται επομένως μακριά από τη χριστιανική διδασκαλία, όσοι νομίζουν ότι οι ψυχές φθείρονται ή εξαφανίζονται ή κοιμούνται ή ναρκώνονται ή μετασαρκώνονται μετά την εκδημία. Οι ψυχές και μετά το θάνατο του σώματος εξακολουθούν να ζουν, να αισθάνονται, να γνωρίζουν και να αναγνωρίζουν με πλήρη αυτοσυνειδησία.+

πηγη

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
 
    Το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης συνεργούν στη μετοχή του πιστού στο καλοάγγελτο γεγονός της ενανθρώπισης. Μέσα στο χώρο της Εκκλησίας ο πιστός ζει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, που μεταμορφώνονται για να γίνουν μέσα επικοινωνίας με το άρρητο. Προσκυνώντας την εικόνα της Γεννήσεωςανταποκρίνεται στο κέλευσμα της ψαλμωδίας «δεύτε ίδωμεν πιστοί» και «βλέπει» με τα μάτια του την θεολογία της σαρκώσεως αισθανόμενος την ευφροσύνη της θείας συγκαταβάσεως και κενώσεως
    Ο εικονογραφικός τύπος διαμορφώθηκε έτσι ώστε να συνοψίζει τη θεολογία της Γεννήσεως ντύνοντάς την με άρτια αισθητική μορφή. Η παράσταση έχει οργανωθείαντιρρεαλιστικά και συμβολικά συνθέτοντας στοιχεία από την ιστορική πραγματικότητα, πνευματικά και διαχρονικά. Το βουνό, το σπήλαιο, η φάτνη, τα ζώα συνυπάρχουν με τον χρυσό κάμπο που είναι ο πνευματικός χώρος του ουρανού. Έτσι η εικόνα αμέσως παρουσιάζει την σύνθεση του γήινου και του ουράνιου, του ανθρώπινου και του θείου. 
 
    Όλες οι μορφές έχουν ειδικό νόημα και συμβολισμό. Η Γέννηση τοποθετείται μέσα σε σπήλαιο, στοιχείο που δεν προέρχεται από τα Ευαγγέλια, αλλά από την παράδοση που ξεκινάει μεν από το απόκρυφο το λεγόμενο Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου αλλά την παίρνει οορθόδοξος θεολογικός στοχασμός (Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς) και την καθιερώνει η υμνογραφία με τον Ρωμανό «και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει» (Κοντάκιον), και τους άλλους Υμνωδούς των Χριστουγέννων: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος… η γη το σπήλαιον» (Ιδιόμελον Εσπερινού), «τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι» (κάθισμα Όρθρου). 
 
    Το σκοτεινόχρωμο σπήλαιο συνδέεται και με τον Άδη που θα φωτίσει ο Χριστός με την Ανάστασή Του. Συμβολίζει όμως και τησκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου στην οποία θα λάμψει το χαρούμενο, λυτρωτικό φως «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις αυτοίς εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ. 4,16). 
 
    Ο Χριστός εικονίζεται σπαργανωμένος. Η εικονογραφία εδώ ακολουθεί πιστά την ευαγγελική διήγηση «και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινε αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. 2,7). Το φασκιωμένο βρέφος παραπέμπει οπτικά σε μορφές νεκρών (όπως του Λαζάρου), δίνοντάς μας έτσι μια ακόμα νύξη για το σάββανο και την ταφή του Κυρίου
 
    Η θέση της Παναγίας είναι καίρια στην εικόνα δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το ρόλο της μέσα στο έργο της σωτηρίας. Εικονίζεται σε άμεση σχέση με το γλυκύτατο Τέκνο της, αλλά διατηρεί και κάποια απόσταση απ’ Αυτό, υπαγορευόμενη από την γνώση της θεότητάς Του. Για τη στάση στην οποία ζωγραφίζεται η Θεοτόκος έχει διατυπωθεί η άποψη ότι καθορίζεται από τον με ή χωρίς ωδίνες τοκετό. Τόσο όμως η υμνολογία της Εκκλησίας όσο και μεγάλοι Πατέρες (Μ. Φώτιος) αποφαίνονται με σαφήνεια ότι έτεκεν ανωδίνως. Η μητρική τρυφερότητα και κάποια προορατική αίσθηση της ρομφαίας που θα διαπεράσει την καρδιά της ίσως προσδιορίζουν αυτή τη στάση της Θεομήτορος. 
 
    Μέσα στο σπήλαιο δεν υπάρχει άλλο πρόσωπο από την Μητέρα και το Βρέφος. Μόνο τα δύο ζώα (βόδι και ονάριο), που η παρουσία τους είναι μια ζωγραφική υπόμνηση των καυτερών για το Ισραήλ λόγων του Ησαΐα. Η αποστασία του εκλεκτού λαού του Θεού στηλιτεύεται με τον διακριτικό αυτόν τρόπο μέσα στην εικόνα. 
 
    Ο Ιωσήφ κάθεται έξω και κάπως απόμακρα από το σπήλαιο. Μ’ αυτό το τρόπο διατρανώνει η βυζαντινή ζωγραφική την θεμελιώδη πίστη της Εκκλησίας για την απείρανδρο γέννηση του Ιησού. Ο Ιωσήφ κάθεται συλλογισμένος, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα μοιάζει να έχει σαν πρότυπο αγάλματα σκεπτόμενων μορφών. Η στάση αυτή υποσημαίνει τις αμφιβολίες που φαίνεται ακόμα να έχει
 
    Σε μερικές εικόνες μπροστά στον Ιωσήφ στέκεται και συνομιλεί ένας τσοπάνος, συνήθως γέρος, κακόμορφος, που σύμφωνα με τα Απόκρυφα είναι ο διάβολος μεταμορφωμένος σε τσοπάνη που πειράζει τον Ιωσήφ δείχνοντας την ροζιασμένη μαγκούρα του λέγοντας ειρωνικά, πως αν αυτό το ξεραμένο ξύλο βλαστήσει με φύλλα και κλαδιά, τότε μπορεί και μια Παρθένα να γεννήσει. Σε κάποιες μάλιστα εικόνες, σαν άλλη επίρρωση της Παρθενίας της Θεοτόκου, ζωγραφίζεται βλαστημένη η ποιμενική ράβδος. 
 
    Η ένταξη των αμφιβολιών του Ιωσήφ στην εικόνα της Γεννήσεως, έχει χαρακτήρα διδακτικό. «Στο πρόσωπο του αγίου Ιωσήφ, η εικόνα αφηγείται ένα παγκόσμιο δράμα που παράγεται δια μέσου όλων των αιώνων… Το Μυστήριο του Ευαγγελίου απευθύνεται στη πίστη και συναντά το εμπόδιο τις αμφιβολίες» (Π. Ευδοκίμωφ). Η συλλογισμένη και συνεσταλμένη στάση του δείχνει άνθρωπο που βρέθηκε σε γεγονότα πάνω από τις δυνάμεις του, αλλά που δεν του λείπει η αγαθή προαίρεση. Για αυτό και τη Μαρία δεν θα τη διώξει κρυφά, όπως προς στιγμή σκέφτηκε, αλλά θα σταθεί δίπλα στη Μητέρα και το Παιδίον σαν προστάτης. Έτσι η αμφιβολία του Ιωσήφ γίνεται στήριγμα γι’ αυτούς που δοκιμάζονται από λογισμούς αμφιβολίας και δυσπιστίας.
 
    Οι ποιμένες, ανοιχτόκαρδοι, καλοκάγαθοι, ειρηνικοί άνθρωποι δέχονται με κατάπληξη, αλλά και χαρά το μήνυμα του ερχομού του Μεσσία, αντιπροσωπεύοντας την αγαθή μερίδα των αληθινών Ισραηλιτών που άκουσαν το καλό άγγελμα της σωτηρίας και το ενστερνίστηκαν αμέσως.
 
    Οι Μάγοι είναι οι σοφοί και διαβασμένοι, που όμως η γνώση τους δεν στέκει εμπόδιο στην προσκύνηση του σαρκωθέντος Λόγου. Γι’ αυτό και η τέχνη της Εκκλησίας δίνει μεγάλη σημασία στην παρουσία τους. Οι Μάγοι, με τις λαμπρές και παράξενες στολές τους, είναι οι αναζητητές που πασχίζουν να βρουν την Αλήθεια έξω από το χώρο του Ισραήλ. Αντιπροσωπεύουν τους ανά τους αιώνες αναζητητές της αλήθειας που μέσα από τους πολυδαίδαλους ατραπούς της σκέψης ακολουθώντας τον αστέρα της εσώτερης παρόρμησής τους φτάνουν κάποτε με ταπείνωση στην απλότητα της Φάτνης για να καταθέσουν τα δώρα του πνευματικού τους μόχθου και να χαρούν μαζί με τους ποιμένες. Τέλος, οι Μάγοι εικονίζονται με διαφορετική ηλικία για να υποδηλωθεί ότι ο Χριστός φωτίζει όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από ηλικία.
 
    Οι Άγγελοι ολόσωμοι, ευγενικοί και μεγαλόπρεποι, ντυμένοι με τα αρχαία ενδύματά τους (ιμάτιο και χιτώνα), σε στάσεις και κινήσεις που δείχνουν το σεβασμό στο Βρέφος αναγγέλλουν στους ποιμένες το μέγα γεγονός ότι «ετέχθη σήμερον σωτήρ ος εστίν Χριστός Κύριος». Και όταν όμως σκύβουν για να εκφράσουν το σεβασμό τους δεν ζωγραφίζονται μέσα στη σπηλιά, αλλά στέκουν απ’ έξω, ώστε να προβάλλεται ανεμπόδιστα και αδιάσπαστα το κεντρικό θέμα. Οι αγγελικές δυνάμεις προσφέρουν τη δοξολογία. Σε κάποιες εικόνες υπάρχει σε κυκλικό σχήμα η επιγραφή από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο, «Δόξα εν υψίστοις Θεό και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».
 
    Από τον ουρανό εξέρχεται μια ακτίνα και καταλήγει στο σπήλαιο πάνω από το βρέφος. Η ακτίνα αυτή σημαίνει την μια ουσία του Θεού αλλά χωρίζεται σε τρεις λάμψεις, για να προσδιορίσει τη συμμετοχή των τριών προσώπων στην θεία οικονομία της σωτηρίας.
 
    Η όλη σύνθεση κλείνει με ένα ακόμα επεισόδιο, που προέρχεται από τα Απόκρυφα: το πρώτο λουτρό του βρέφους. Στο πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου περιγράφονται διάφορες φροντίδες για τον τοκετό της Μαρίας καθώς και η μαία και η βοηθός της που συνδράμανε την Παναγία και έλουσαν το αρτιγέννητο. Εικονογραφικά η σκηνή κατάγεται από αρχαία παράσταση λουτρού του Διονύσου. Η χριστιανική τέχνη από τους πρώτους αιώνες προσέλαβε το θέμα. Εξαίρεση σημειώνεται τον 18ον αι. στο Άγιο Όρος, όπου η σκηνή θεωρήθηκε μειωτική της θεότητος και κατά συνέπεια απόβλητη. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι «το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον». Εξηγώντας αυτή τη θέση του ο Άγιος λέει ότι η Θεοτόκος δε γέννησε με πόνους και ωδίνες όπως οι άλλες γυναίκες για να χρειάζεται η σκηνή του λουτρού. Έτσι το θείο βρέφος ήταν καθαρό από την ακαθαρσία.
 
    Παραταύτα όμως η σκηνή επεκράτησε. Στην ορθόδοξο αίσθηση του λαού της εκκλησίας δεν προξένησε κανένα σκανδαλισμό. Είδε στην απεικόνιση αυτή μια ακόμη έκφανση της σαρκώσεως και ενανθρωπίσεως. Μερικοί μελετητές και θεολόγοι βλέπουν και μια προεικόνιση της Βαπτίσεως.
 
***
 
    Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί την διδασκαλία της Εκκλησίας κρατώντας όλο το θεολογικό βάθος της, καθώς βρήκε στην έκφραση το μέτρο ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο. Με την ταυτόχρονη αναπαράσταση μέσα στη ίδια σύνθεση γεγονότων που διαφέρουν μεταξύ τους χρονικά σημαίνει απελευθέρωση από την αντίληψη του χρόνου ροής και διαδοχής, δίνεται μια άλλη αίσθηση του χρόνου που τα αντιμετωπίζει όλα σαν παρόν. Αυτή η αντίληψη είναιαποτέλεσμα της κατανόησης του μυστηρίου της Σαρκώσεως, σαν γεγονότος ιστορικού, αλλά και μυστηριακού, εξωχρονικού. Γιατί ο Χριστός που γεννήθηκε στην ορισμένη χρονική στιγμήν «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ. 4,4) δεν έπαυσε να είναι ο «προ αιώνων υπάρχων» ο άχρονος Υιός. 
 
    Αυτή τη θεώρηση του χρόνου δίνει η Ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως και με αυτό το τρόπο κάνει σύγχρονο το γεγονός και καλεί τον πιστό να συμμετάσχει και να δει τον τόπο όπου εγεννήθη ο Χριστός. Αυτό είναι και το μεγάλο επίτευγμα της Βυζαντινής ζωγραφικής. Πέτυχε να φανερώσει με χρώματα και σχήματα την ενανθρώπιση στην σωτηριώδη, θεολογική διάσταση και χωρίς να μας στερήσει την αισθητική χαρά που γεννιέται από την μεγάλη τέχνη, κατόρθωσε να καταστήσει την εικόνα πύλη εισόδου στο μυστήριο που μπαίνουμε με ευφροσύνη και δοξολογία

Βιβλιογραφικές αναφορές: 

    - Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας, άρθρο κ. Νικόλαου Ζία

 
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Πῶς μποροῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν Ἰησοῦ Χριστό



«Πῶς μποροῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν Ἰησοῦ Χριστό;»

Αὐτὸ εἶναι ἕνα ἐρώτημα ποὺ περιέχει μιὰ κωμικὴ χροιά. Γιατί τὸ πραγματικὸ ἐρώτημα δὲν εἶναι πῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε ἐμεῖς τὸν Χριστό, ἀλλὰ πῶς ἑρμηνεύει Ἐκεῖνος ἐμᾶς. Ἡ εἰκόνα μιᾶς μύγας ποὺ κάθεται καὶ σκέφτεται πῶς θὰ ἑρμηνεύσει ἕναν ἐλέφαντα εἶναι ἀρκετὰ κωμική. Ἴσως ὅμως ἡ ἐρώτηση τί μποροῦμε ἐμεῖς νὰ συμπεράνουμε γιὰ Ἐκεῖνον, νὰ ἐννοεῖ πὼς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ δώσουμε λύση στὸ ἱστορικὸ πρόβλημα ποὺ μᾶς ἐτέθη ἀπὸ τὰ καταγεγραμμένα λόγια καὶ τὶς πράξεις αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου. Ἡ λύση στὸ πρόβλημα αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ μπορεῖ νὰ συμφιλιώσει δύο πράγματα. Ἀπὸ τὴ μιὰ ἔχουμε τὸ σχεδὸν γενικὰ παραδεκτὸ βάθος καὶ λογική τῆς ἠθικῆς Του διδασκαλίας, ἡ ὁποία ἀμφισβητεῖται ἐλάχιστα, ἀκόμα καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀντιστρατεύονται τὸν Χριστιανισμό. Ἔχω διαπιστώσει, κατὰ τὴ διάρκεια διαφωνίας μου μὲ φανατικὰ ἄθεους ἀνθρώπους, ὅτι προτιμοῦν νὰ καταλήγουν στὸ ἑξῆς σχόλιο: «Συμφωνῶ ἀπόλυτα μὲ τὰ ἠθικὰ διδάγματα τοῦ Χριστιανισμοῦ!» Καὶ μοιάζει νὰ ὑπάρχει μιὰ γενικὴ ὁμοφωνία πὼς στὴ διδασκαλία αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ τῶν πρώτων διαδόχων του, ἡ ἠθικὴ ἀλήθεια βρίσκεται στὴν πιὸ ἁγνὴ καὶ βαθιά της μορφή. Δὲν εἶναι γλυκανάλατος ἰδεαλισμός, εἶναι γεμάτη ἀπὸ σοφία καὶ ἐξυπνάδα. Ἡ ὅλη ἠθικὴ διδασκαλία εἶναι ρεαλιστική, ἀνανεωμένη στὸν πιὸ ψηλὸ βαθμό, προϊὸν ἑνὸς πολὺ λογικοῦ μυαλοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα φαινόμενο.

Τὸ ἄλλο φαινόμενο, εἶναι ἡ σχεδὸν ἀποκρουστικὴ φύση τῶν θεολογικῶν τοποθετήσεων αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου. Ξέρετε ὅλοι τί ἐννοῶ, καὶ προτιμῶ νὰ τονίσω τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἀποκρουστικοὶ ἰσχυρισμοὶ αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου δὲν γίνονται μόνο μία φορὰ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πορείας Του. Ὑπάρχει, βέβαια, ἐκείνη ἡ φορὰ ποὺ τὸν ὁδήγησε στὴν ἐκτέλεσή Του. Ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀνώτατος Ἱερέας τὸν ρώτησε, «ποιὸς εἶσαι;» «εἶμαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ μὲ δεῖτε νὰ ἐμφανίζομαι στὸ τέλος τῆς ἱστορίας ὡς Κριτὴς τοῦ σύμπαντος.» Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ἰσχυρισμὸς δὲν περιορίζεται μόνο σὲ αὐτὴ τὴ δραματικὴ στιγμή. Ἂν προσέξει κανεὶς τὶς συζητήσεις του θὰ δεῖ νὰ ἐπαναλαμβάνεται παντοῦ. Γιὰ παράδειγμα, ἔλεγε στοὺς ἀνθρώπους «συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου.» Εἶναι πολὺ φυσικὸ γιὰ ἕναν ἄνθρωπο νὰ σοῦ συγχωρέσει κάτι ποὺ ἔχεις κάνει σὲ ἐκεῖνον. Ἂν κάποιος μοῦ κλέψει 5 λίρες, εἶναι ἀρκετὰ πιθανὸ καὶ λογικὸ νὰ τοῦ πῶ «σὲ συγχωρῶ, τὸ θέμα ἔκλεισε.» Ἀλλὰ πῶς θὰ ἀντιδρούσατε ἂν κάποιος σᾶς ἔκλεβε 5 λίρες καὶ ἐγὼ τοῦ ἔλεγα «εἶναι ὅλα ἐντάξει, σὲ συγχωρῶ;» Μετὰ ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο περίεργο πρᾶγμα ποὺ μοιάζει σὰν νὰ ξέφυγε τυχαία. Κάποια στιγμὴ Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος κάθεται σὲ ἕνα λόφο κοιτάζοντας τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ξαφνικὰ κάνει ἕνα ἀξιοπερίεργο σχόλιο: «δὲν ἔχω σταματήσει νὰ σοῦ στέλνω προφῆτες καὶ σοφοὺς ἄντρες.» Κανεὶς δὲν τὸ σχολιάζει. Ὡστόσο, ξαφνικά, σὰν φράση ποὺ τοῦ ξέφυγε, ἰσχυρίζεται πὼς εἶναι ἡ δύναμη ποὺ μέσα στοὺς αἰῶνες στέλνει σοφοὺς ἀνθρώπους καὶ ἡγεμόνες στὸν κόσμο. 

Ἂς δοῦμε τώρα καὶ μία ἄλλη παράξενη παρατήρηση. Σχεδὸν σὲ κάθε θρησκεία ὑπάρχουν κάποιες δυσάρεστες ὑποχρεώσεις ὅπως ἡ νηστεία. Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος ξαφνικὰ μία μέρα λέει: «Κανεὶς δὲν χρειάζεται νὰ νηστέψει ὅσο εἶμαι μαζί σας.» Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος ποὺ ἰσχυρίζεται πὼς ἡ παρουσία Του καὶ μόνο καταλύει ὅλους τοὺς κανόνες; Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ πεῖ στὸ σχολεῖο πὼς μποροῦν νὰ ἔχουν ἡμιαργία; Πολλὲς φορὲς τὰ λόγια Του ὑποδηλώνουν πὼς ὁ ἴδιος εἶναι ἐντελῶς ἀναμάρτητος; Αὐτὴ εἶναι πάντα ἡ στάση Του. «Ἐσεῖς στοὺς ὁποίους ἀπευθύνομαι εἶστε ὅλοι ἁμαρτωλοί», χωρὶς νὰ ἀφήνει ποτὲ νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ ὑπαινιχτεῖ τὸ ἴδιο καὶ γιὰ Ἐκεῖνον. Λέει ξανά, «εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Μοναδικοῦ Θεοῦ, πρὶν τὸν Ἀβραὰμ ἐγὼ ὑπάρχω,» καὶ μὴν ξεχνᾶτε τί σημαίνει ἡ φράση «ὁ ὤν» στὰ ἑβραϊκά. Ἦταν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ξεστομίσει κανεὶς ἄνθρωπος. 

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἄλλη πλευρά. Ἀπὸ τὴ μία ἔχουμε ἠθικὰ διδάγματα καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, τοὺς ἰσχυρισμοὺς ἑνὸς μεγαλομανῆ, μπροστὰ στὸν ὁποῖο ὁ Χίτλερ μοιάζει νὰ ἦταν ὁ πιὸ λογικὸς ἄνθρωπος. Δὲν ὑπάρχει ἐνδιάμεση λύση ὅπως δὲν ὑπάρχει καὶ ἀντίστοιχο παράδειγμα σὲ ἄλλες θρησκεῖες. Ἂν ρωτοῦσε κάποιος τὸν Βούδα «εἶσαι ὁ γιὸς τοῦ Βράχμα;» ἐκεῖνος θὰ ἀπαντοῦσε «γιέ μου σὲ σκεπάζει τὸ βέλο τῶν παραισθήσεων.» Ἂν ρωτοῦσε κάποιος τὸν Σωκράτη ἂν εἶναι ὁ Δίας, ἐκεῖνος θὰ ξεσποῦσε σὲ γέλια. Ἂν πήγαινε κάποιος στὸν Μωάμεθ καὶ τὸν ρώταγε, «εἶσαι ὁ Ἀλλάχ;» θὰ ἔσκιζε πρῶτα τὰ ροῦχα του καὶ μετὰ θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὸ κεφάλι. Ἂν ρωτοῦσε κάποιος τὸν Κομφούκιο «εἶσαι ὁ Παράδεισος;» νομίζω πὼς πιθανότατα θὰ ἀπαντοῦσε «παρατηρήσεις ποὺ δὲν ἔρχονται σὲ συμφωνία μὲ τὴν φύση εἶναι κακόγουστες.» Ἡ ἰδέα ἑνὸς μεγάλου ἠθικοῦ διδασκάλου ποὺ ἰσχυρίζεται ὅσα ἰσχυρίστηκε ὁ Χριστὸς ἁπλὰ δὲν ὑφίσταται. Ἡ γνώμη μου εἶναι πὼς ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει παρόμοιους ἰσχυρισμοὺς εἶναι ἤ ὁ Θεὸς ἤ κάποιος θεότρελος ποὺ οἱ ψευδαισθήσεις ἔχουν κυριαρχήσει πλήρως πάνω στὴ λογική του. Μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε ὅτι ποτὲ δὲν Τὸν εἶδαν ἁπλὰ σὰν ἕνα δάσκαλο ἠθικῆς. Δὲν προκάλεσε αὐτὴν τὴν ἐντύπωση σὲ κανέναν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συναναστράφηκε. Προκάλεσε κυρίως τρεῖς ἀντιδράσεις. Μῖσος, τρόμο, θαυμασμό. Δὲν ὑπῆρχε κανένα δεῖγμα ἀνθρώπων ποὺ νὰ ἐκφράζουν ἤπια ἀποδοχή.


Πῶς μποροῦμε ἄραγε νὰ συμφιλιώσουμε τὰ δύο αὐτὰ ἀντιθετικὰ φαινόμενα; Μία λύση θὰ ἦταν νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔκανε ποτὲ παρόμοιους ἰσχυρισμούς, ἀλλὰ πὼς οἱ ὀπαδοὶ του ὑπερέβαλλαν στὰ ὅσα διηγήθηκαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ περάσουν οἱ ἰσχυρισμοὶ αὐτοὶ ὡς δικοί Του στὴν ἱστορία. Αὐτὸ εἶναι δύσκολο νὰ συνέβη, ἀφοῦ οἱ ὀπαδοὶ του ἦταν ὅλοι Ἑβραῖοι, ἑπομένως ἀνῆκαν σὲ ἐκεῖνο τὸ ἔθνος ποὺ ἦταν πιὸ πεπεισμένο ἀπὸ κάθε ἄλλο γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς καὶ μόνου Θεοῦ. Θὰ ἦταν πολὺ περίεργο, τὸ ἀπαίσιο αὐτὸ δημιούργημα σχετικὰ μὲ ἕναν θρησκευτικὸ ἡγέτη, νὰ ἐξαπλωθεῖ στοὺς τελευταίους ἀνθρώπους στὴ γῆ ποὺ θὰ ἔκαναν αὐτὸ τὸ λάθος. Ἀντιθέτως παρατηροῦμε ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ὀπαδούς του, οὔτε κἄν οἱ συγγραφεῖς τῶν εὐαγγελίων, δὲν μπόρεσε νὰ ἀποδεχτεῖ μὲ εὐκολία τὸ νέο δόγμα.

Ἕνα ἄλλο θέμα εἶναι πώς, ἀκολουθώντας τὴν πρώτη ἄποψη θὰ πρέπει νὰ θεωρήσουμε τὶς πράξεις αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου ὡς θρύλους. Σὰν ἱστορικός τῆς λογοτεχνίας εἶμαι ἀπόλυτα πεπεισμένος ὅτι τὰ Εὐαγγέλια μπορεῖ νὰ εἶναι ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ θρῦλοι. Ἔχω διαβάσει πάρα πολλοὺς θρύλους καὶ μπορῶ νὰ πῶ ὅτι εἶναι δύο διαφορετικὰ πράγματα. Τὰ εὐαγγέλια δὲν εἶναι ἀρκετὰ καλλιτεχνικὰ γιὰ νὰ εἶναι θρῦλοι. Ἀπὸ ἄποψη φαντασίας εἶναι ἀδέξια, δὲν εἶναι καλοδουλεμένα. Τὸ μεγαλύτερο τμῆμα τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ μᾶς εἶναι ἄγνωστο, ὅπως καὶ κάθε ἄλλου ποὺ ἔζησε τὸν καιρὸ ἐκεῖνο. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ χτίζουν τοὺς θρύλους δὲν θὰ τὸ ἐπέτρεπαν αὐτό. 

Ἐκτὸς ἀπὸ κάποια τμήματα τῶν διαλόγων τοῦ Πλάτωνα, δὲν ὑπάρχουν διάλογοι ποὺ νὰ γνωρίζω στὴν ἀρχαία λογοτεχνία, ὅπως αὐτοὺς ποὺ συναντᾶμε στὸ τέταρτο εὐαγγέλιο. Δὲν ὑπάρχει τίποτα ἀντίστοιχο, οὔτε κἄν στὴ μοντέρνα λογοτεχνία, μέχρι περίπου ἑκατὸ χρόνια πρὶν ποὺ δημιουργήθηκε τὸ ρεαλιστικὸ διήγημα. Στὴν ἱστορία τῆς γυναίκας ποὺ πιάστηκε νὰ πορνεύει βλέπουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ἔσκυψε καὶ ἔγραψε στὸ χῶμα μὲ τὸ δάχτυλό του. Ἀπὸ τὸ συμβὰν αὐτὸ δὲν συμπεραίνουμε κάτι συγκεκριμένο. Κανεὶς ποτὲ δὲν βάσισε κάποιο δόγμα σὲ αὐτό. Καὶ ἡ τέχνη τοῦ νὰ ἐφευρίσκεις μικρὲς ἄσχετες λεπτομέρειες γιὰ νὰ κάνεις πιὸ πειστικὴ μιὰ φανταστικὴ σκηνή, εἶναι ἀμιγῶς μοντέρνα. Σαφέστατα ἡ μόνη ἐξήγηση αὐτῆς τῆς περικοπῆς εἶναι ὅτι συνέβη στὰ ἀλήθεια. Ὁ συγγραφέας περιέγραψε αὐτὴ τὴ σκηνὴ ἐπειδὴ ἁπλὰ τὴν εἶχε δεῖ.

Μετὰ ἐρχόμαστε στὴν πιὸ παράξενη ἱστορία ἀπὸ ὅλες, τὴν ἱστορία τῆς Ἀνάστασης. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ ξεκαθαρίσουμε τὰ πράγματα. Ἄκουσα μιὰ φορὰ κάποιον νὰ λέει. «Ἡ σημαντικότητα τῆς Ἀνάστασης ἔγκειται στὸ ὅτι μᾶς δίνει ἀποδείξεις ἐπιβίωσης, ἀποδείξεις πὼς ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα ἐπιβιώνει τοῦ θανάτου.» Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν ἄποψη αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸν Χριστὸ θὰ ἦταν αὐτὸ ποὺ συνέβαινε πάντα σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν μόνη διαφορὰ ὅτι στὴν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ εἴχαμε τὸ προνόμιο νὰ τὸ δοῦμε νὰ συμβαίνει. Αὐτὸ βέβαια δὲν εἶναι ὅ,τι πίστευαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ συγγραφεῖς. Κάτι ἀπόλυτα καινούριο στὴν ἱστορία τοῦ σύμπαντος εἶχε συμβεῖ. Ὁ Χριστὸς εἶχε νικήσει τὸν θάνατο. Ἡ πόρτα ποὺ παρέμενε πάντα κλειδωμένη εἶχε σπάσει γιὰ πρώτη φορά. Αὐτὸ εἶναι κάτι πολὺ διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν ἐπιβίωση ἑνὸς φαντάσματος. Δὲν ἐννοῶ ὅτι δὲν πίστευαν στὰ φαντάσματα. Ἀντιθέτως, τὸ πίστευαν τόσο πολύ, ποὺ ὁ Χριστὸς χρειάστηκε νὰ τοὺς διαβεβαιώσει πολλὲς φορὲς ὅτι δὲν ἦταν φάντασμα. Τὸ θέμα εἶναι, ὅτι ἐνῷ πίστευαν στὴν ἐπιβίωση, ὡστόσο εἶδαν τὴν Ἀνάσταση ὡς κάτι τελείως διαφορετικὸ καὶ καινούριο. Τὰ κείμενα ποὺ περιγράφουν τὴν Ἀνάσταση δὲν εἶναι μιὰ εἰκόνα ἐπιβίωσης μετὰ τὸν θάνατο, καταγράφουν τὸ πῶς ἕνας καθόλα νέος τρόπος ὕπαρξης δημιουργήθηκε στὸ σύμπαν. Κάτι καινούριο εἶχε ἐμφανιστεῖ στὸ σύμπαν, τόσο νέο ὅσο καὶ ἡ πρώτη ἐμφάνιση τῆς ὀργανικῆς ζωῆς. Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος, μετὰ τὸν θάνατο, δὲν χωρίζεται σὲ ‘πνεῦμα’ καὶ ‘πτῶμα’. Ἕνας νέος τρόπος ὕπαρξης γεννήθηκε. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορία. Πῶς θὰ τὴν ἑρμηνεύσουμε;

Τὸ ἐρώτημα εἶναι, ὑποθέτω, ἂν κάποια ἀπὸ τὶς ὑποθέσεις ἐξηγεῖ τὰ γεγονότα τόσο καλὰ ὅσο ἡ χριστιανικὴ ὑπόθεση. Ἡ χριστιανικὴ ὑπόθεση εἶναι πὼς ὁ Θεὸς κατέβηκε στὰ δεδομένα τοῦ δημιουργημένου σύμπαντος, στὰ μέτρα τῆς ἀνθρωπότητας, καὶ ἀνέβηκε ξανά, τραβώντας καὶ τὴ δημιουργία μαζί Του. Ἡ ἐναλλακτικὴ ὑπόθεση δὲν εἶναι οὔτε ὁ θρῦλος, οὔτε οἱ ὑπερβολές,, οὔτε ἡ ὀπτασία ἑνὸς φαντάσματος. Εἶναι εἴτε παράνοια εἴτε ψέματα. Ἐὰν κάποιος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδεχτεῖ τὴν ἐναλλακτικὴ ὑπόθεση (καὶ ἐγὼ δὲν μπορῶ) τότε στρέφεται στὴν Χριστιανικὴ θεώρηση.

Πῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν Χριστό; Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει τέτοιο θέμα. Ὅλο τὸ θέμα εἶναι πῶς σκοπεύει Αὐτὸς νὰ ἑρμηνεύσει ἐμᾶς. Πρέπει νὰ τὸ δεχτεῖς ἤ νὰ τὸ ἀπορρίψεις.

Τὰ λόγια Του διαφέρουν πολὺ ἀπὸ ὅσα ἔχει πεῖ κάθε ἄλλος διδάσκαλος. Οἱ ἄλλοι λένε, «αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια περὶ τοῦ σύμπαντος, αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος ποὺ πρέπει νὰ πάρεις,» ἀλλὰ Αὐτὸς λέει, «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ὁδός, καὶ ἡ Ζωή.» Λέει, «Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει τὴν ἀπόλυτη ἀλήθεια, ἐκτὸς μέσα ἀπὸ μένα. Προσπαθῆστε νὰ σώσετε τὴν ζωή σας καὶ ἀναπόφευκτα θὰ καταστραφεῖτε. Θυσιάστε τοὺς ἑαυτούς σας καὶ θὰ σωθεῖτε.» Ἐκεῖνος λέει, «Ἐὰν ντρέπεστε γιὰ μένα, ἂν ὅταν ἀκοῦτε τὸ παραγγελμά μου, στρέφετε τὸ πρόσωπό σας ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, τὸ ἴδιο θὰ κάνω καὶ Ἐγὼ ὅταν ἐπιστρέψω ξανὰ σὰν Θεός. Ἂν κάτι σὲ κρατάει μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ Ἐμένα, ὅτι καὶ νὰ εἶναι, πέταξέ το μακριά. Ἂν εἶναι τὸ μάτι σου, βγάλε το. Ἂν εἶναι τὸ χέρι σου ξερίζωσέ το. Ἂν βάλεις πρῶτο τὸν ἑαυτό σου θὰ ἔρθεις τελευταῖος. Ἐλᾶτε σὲ μένα ὅλοι ὅσοι κουβαλᾶτε βαρὺ φορτίο καὶ Ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω. Ὅλες οἱ ἁμαρτίες σας ξεπλύθηκαν, ἔχω τὴ δύναμη νὰ τὸ κάνω αὐτό. Εἶμαι ἡ Ἀναγέννηση, εἶμαι ἡ Ζωή. Φᾶτέ Με, πιεῖτέ Με, εἶμαι ἡ Τροφή σας. Καὶ ἐπιτέλους, μὴν φοβᾶσθε, ἔχω ξεπεράσει ὁλόκληρο τὸ Σύμπαν.» Αὐτὸ εἶναι τὸ θέμα.
πηγή

Ἡ Ἁγία Μυρώπη ἢ Μερόπη




Ἀπὸ τὶς πιὸ γενναῖες γυναῖκες, ποὺ μαρτύρησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ἔζησε στὰ μέσα τοῦ 3ου αἰῶνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Ἔφεσο.

Ἔχασε νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἀνατράφηκε μὲ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν μητέρα της, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Χίο (λέγεται μάλιστα ὅτι στὴν Ἔφεσο, ἡ Ἁγία πήγαινε καθημερινὰ στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Ἐρμιόνης, θυγατέρας τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου καὶ ἔπαιρνε τὸ ἀναβλύζον ἀπ᾿ αὐτὸν μύρο καὶ τὸν ἔδινε μὲ ἀφθονία στοὺς πιστούς, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκε Μυρώπη).

Ὅταν ὁ Δέκιος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Μυρόπη μὲ τὴν μητέρα της ἄφησε τὴν Ἔφεσο καὶ πῆγαν στὴ Χίο, ὅπου εὐεργετοῦσαν ἀπόρους ἀσθενεῖς.

Ἀλλὰ ὁ διωγμὸς ἐξαπλώθηκε καὶ στὴν εἰρηνικὴ Χίο καὶ μεταξὺ τῶν θυμάτων ἦταν καὶ ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος (14 Μαΐου). Ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας Νουμέριος, διέταξε νὰ μείνει ἄταφο τὸ σεπτὸ λείψανο τοῦ μάρτυρα. Ἀλλὰ ἡ Μυρώπη, ἀφοῦ διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ φύλακα, μαζὶ μὲ τὶς ὑπηρέτριές της, πῆρε τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψε μὲ μεγάλη εὐλάβεια. Τότε ὁ Νουμέριος διέταξε νὰ τιμωρηθεῖ αὐστηρὰ ὁ φρουρός. Ἡ εἴδηση συντάραξε τὴν φιλοδίκαια καὶ εἰλικρινῆ κόρη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ παρουσιάστηκε χωρὶς δισταγμὸ καὶ εἶπε ὅλη τὴν ἀλήθεια στὸν ἄρχοντα.

Ὁ Νουμέριος, χωρὶς νὰ συγκινηθεῖ ἀπὸ τὴν εὐψυχία τῆς Μυρώπης, γεμάτος θυμὸ καὶ ἐκδίκηση, διέταξε νὰ τιμωρηθεῖ ἡ Μυρώπη μέχρι θανάτου. Τότε οἱ στρατιῶτες τὴν ξάπλωσαν στὴ γῆ καὶ τὴν ἔδειραν σκληρὰ μὲ χοντρὰ ῥαβδιά. Ἡ ἀνδρεία τῆς Μυρώπης ἦταν τόση ποὺ ὑπέμεινε τὶς θανατηφόρες πληγές, χωρὶς κραυγὴ καὶ λιποψυχία. Εὔψυχη μὲ τὴν θεία χάρη, ἔμεινε ἀκλόνητη στὴν πίστη. Καὶ παρέδωσε μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ πνεῦμα της στὴ φυλακή, ἀνεβαίνοντας στὰ ἀθάνατα σκηνώματα τῶν δικαίων.

Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye ἡ μνήμη της γιορτάζεται στὶς 23 Νοεμβρίου.

Ὁ Ὅσιος Κύριλλος ὁ Φιλεώτης


Γεννήθηκε τὸ 1015 στὸ χωριὸ Φιλέα τῆς ἐπαρχίας Δέρκων τῆς Θρᾴκης. Κατὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα ὀνομάστηκε Κυριάκος (Κύριλλος ὑπῆρξε ἔπειτα τὸ καλογερικό του ὄνομα) καὶ ἀπὸ μικρὸς διακρίθηκε στὰ ἱερὰ Γράμματα. 

Στὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε παιδί. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ εἶχε ζῆλο στὸ μοναχικὸ βίο, ὅπως ὅλοι της ἐποχῆς ἐκείνης, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν γυναῖκα του καὶ τὸ παιδί του καὶ νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ μοναστήρι, λέγοντας στὴ γυναῖκα του: «ἢ νὰ χωρίσουμε ἢ νὰ πᾶμε καὶ οἱ δυὸ σὲ μοναστήρι». Ἡ γυναῖκα του ὅμως δὲ δέχτηκε τίποτα ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἔτσι ὁ Κύριλλος ἔμεινε στὸ σπίτι του ζῶντας ἀσκητικά. 

Ἔπειτα ἵδρυσε (1060) μοναστήρι στὸ χωριὸ ἐκεῖνο, τοῦ ὁποίου τὸ ναὸ ἀνήγειρε ὁ Ἀλέξιος Κομνηνός. Ἔτσι ὁσιακὰ ἔζησε ὁ Κύριλλος. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1110.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ξένος καὶ πάροικος, τῶν ἐπιγείων τερπνῶν, ζωὴν τὴν ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, Πατὴρ ἠμῶν Κύριλλε• ὅθεν τὰς οὐρανίους, εἰληφῶς ἀντιδόσεις, πρέσβευε θεοφόρε, τῷ Σωτήρι τῶν ὅλων, δοθῆναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.

Συναξαριστής της 2ας Δεκεβρίου

Ὁ Προφήτης Ἀββακούμ

 


Ὁ Ἀββακούμ, ποὺ τὸ ὄνομά του σημαίνει «θερμὸς ἐναγκαλισμός», ἦταν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Συμεὼν καὶ γιὸς τοῦ Σαφάτ. Ὁ χρόνος ποὺ ἔδρασε τίθεται μεταξὺ 650 καὶ 672 π.Χ.

Στὸ προφητικό του βιβλίο, ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἀξιόλογη λογοτεχνική του χάρη, ἐλέγχει τὸν ἰουδαϊκὸ λαό, ἐπειδὴ παρεξέκλινε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ θρησκεία στὴν εἰδωλολατρία.

Νὰ τί συγκεκριμένα ἀναφέρει, σχετικὰ μὲ τὸ πὼς πρέπει κανεὶς νὰ πιστεύει στὸ Θεό: «Ἐὰν ὑποστείληται, οὐκ εὐδοκεῖ ἡ ψυχή μου ἐν αὐτῷ· ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεώς μου ζήσεται. Ἐγὼ δὲ ἐν τῷ Κυρίῳ ἀγαλλιάσομαι, χαρίσομαι ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτήρι μου». Ἀββακούμ, Β´ 4, Γ´ 18. Ποῦ σημαίνει, ἂν κανεὶς λιποψυχήσει καὶ ἀδημονήσει στὶς διάφορες δοκιμασίες, ἂς μάθει, λέει ὁ Κύριος, ὅτι δὲν ἐπαναπαύεται ἡ ψυχή μου σ᾿ αὐτόν. Ὁ δίκαιος ποὺ πιστεύει σ᾿ ἐμένα καὶ τηρεῖ τὸ Νόμο μου, θὰ σωθεῖ καὶ θὰ ζήσει. Ἐγὼ ὅμως, λέει ὁ Προφήτης, θὰ ἀγάλλομαι ἐλπίζοντας στὸν Κύριο. Θὰ γεμίσει χαρὰ ἡ καρδιά μου γιὰ τὸ σωτῆρα μου Θεό. Ὁ πρ. Ἀββακοὺμ πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος β’.
Τοῦ Προφήτου σου Ἀββακοὺμ τὴν μνὴμην, Κύριε ἑορτάζοντες, δι᾽ αὐτοῦ σε δυσωποῦμεν· Σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ὄρος προέγραψας τὴν Θεοτόκον ἁγνήν, ἐξ ἧς ἡμῖν ἐλάμψεν ὁ τῶν ἁπάντων Θεός, σαρκὸς ὁμοιώματι. Ὅθεν σὲ ὡς προφήτην θεηγόρον τιμῶντες, χάριτος οὐρανίου μετασχεῖν δυσωποῦμεν, πρεσβείαις σου θεοδέκτοις, Ἀββακοὺμ ἔνδοξε.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἵππους ἑώρακας τοὺς ἱεροὺς Μαθητάς, θαλάσσας ταράσσοντας, τῆς ἀγνωσίας σαφῶς, καὶ πλάνην βυθίζοντας, δόγμασιν εὐσεβείας, Ἀββακοὺμ θεηγόρε· ὅθεν σε ὡς Προφήτην, ἀληθῆ εὐφημοῦμεν, αἰτούμενοι τοῦ πρεσβεύειν ἐλεηθῆναι ἡμᾶς.

Κάθισμα 
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐπὶ τῆς θείας φυλακῆς ἔστης μάκαρ, καὶ κατενόησας Θεοῦ παρουσίαν, προφητικοῖς ἐν ὄμμασι θεόπνευστε· ὅθεν καὶ ἐβόησας, Ἀββακοὺμ μετὰ φόβου, Κύριε ἀκήκοα, τὴν φρικτὴν ἔλευσίν σου, καὶ ἀνυμνῶ σε σάρκα χοϊκήν, ἐκ τῆς Παρθένου, φορέσαι θελήσαντα.

 
Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης, Ἠρακλαίμων, Ἀνδρέας καὶ Θεόφιλος οἱ Ἐρημῖτες

Κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη Ὀξύῤῥυγχο τῆς Κάτω Αἰγύπτου, στὴ δυτικὴ ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Νείλου καὶ ἦταν γιοὶ γονέων χριστιανῶν.

Διάβαζαν τὶς Ἅγιες Γραφὲς καὶ θέλησαν τὴν ἐρημικὴ ζωή. Στὴν ἔρημο, γνώρισαν κάποιο ὑπέργηρο εὐσεβῆ ἐρημίτη καὶ ἔμειναν κοντά του ἕνα χρόνο, ἀσκούμενοι. Ὅταν πέθανε ὁ γέροντάς τους, αὐτοὶ ἔμειναν ἐκεῖ γιὰ 60 ὁλόκληρα χρόνια μὲ πολλὴ ἄσκηση καὶ προσευχή.

Κάθε Σάββατο, πήγαιναν στοὺς πλησιέστερους συνοικισμοὺς καὶ κήρυτταν στοὺς ἀνθρώπους τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι στήριζαν ψυχές, μέχρι ποὺ εἰρηνικὰ ἀπεβίωσαν.

 
Ὁ Ἅγιος Σολομών Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου

Βλέπε 1 Δεκεμβρίου.

 
Ἡ Ἁγία Μυρώπη ἢ Μερόπη

 


Ἀπὸ τὶς πιὸ γενναῖες γυναῖκες, ποὺ μαρτύρησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ἔζησε στὰ μέσα τοῦ 3ου αἰῶνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Ἔφεσο.

Ἔχασε νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἀνατράφηκε μὲ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν μητέρα της, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Χίο (λέγεται μάλιστα ὅτι στὴν Ἔφεσο, ἡ Ἁγία πήγαινε καθημερινὰ στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Ἐρμιόνης, θυγατέρας τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου καὶ ἔπαιρνε τὸ ἀναβλύζον ἀπ᾿ αὐτὸν μύρο καὶ τὸν ἔδινε μὲ ἀφθονία στοὺς πιστούς, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκε Μυρώπη).

Ὅταν ὁ Δέκιος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Μυρόπη μὲ τὴν μητέρα της ἄφησε τὴν Ἔφεσο καὶ πῆγαν στὴ Χίο, ὅπου εὐεργετοῦσαν ἀπόρους ἀσθενεῖς.

Ἀλλὰ ὁ διωγμὸς ἐξαπλώθηκε καὶ στὴν εἰρηνικὴ Χίο καὶ μεταξὺ τῶν θυμάτων ἦταν καὶ ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος (14 Μαΐου). Ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας Νουμέριος, διέταξε νὰ μείνει ἄταφο τὸ σεπτὸ λείψανο τοῦ μάρτυρα. Ἀλλὰ ἡ Μυρώπη, ἀφοῦ διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ φύλακα, μαζὶ μὲ τὶς ὑπηρέτριές της, πῆρε τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψε μὲ μεγάλη εὐλάβεια. Τότε ὁ Νουμέριος διέταξε νὰ τιμωρηθεῖ αὐστηρὰ ὁ φρουρός. Ἡ εἴδηση συντάραξε τὴν φιλοδίκαια καὶ εἰλικρινῆ κόρη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ παρουσιάστηκε χωρὶς δισταγμὸ καὶ εἶπε ὅλη τὴν ἀλήθεια στὸν ἄρχοντα.

Ὁ Νουμέριος, χωρὶς νὰ συγκινηθεῖ ἀπὸ τὴν εὐψυχία τῆς Μυρώπης, γεμάτος θυμὸ καὶ ἐκδίκηση, διέταξε νὰ τιμωρηθεῖ ἡ Μυρώπη μέχρι θανάτου. Τότε οἱ στρατιῶτες τὴν ξάπλωσαν στὴ γῆ καὶ τὴν ἔδειραν σκληρὰ μὲ χοντρὰ ῥαβδιά. Ἡ ἀνδρεία τῆς Μυρώπης ἦταν τόση ποὺ ὑπέμεινε τὶς θανατηφόρες πληγές, χωρὶς κραυγὴ καὶ λιποψυχία. Εὔψυχη μὲ τὴν θεία χάρη, ἔμεινε ἀκλόνητη στὴν πίστη. Καὶ παρέδωσε μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ πνεῦμα της στὴ φυλακή, ἀνεβαίνοντας στὰ ἀθάνατα σκηνώματα τῶν δικαίων.

Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye ἡ μνήμη της γιορτάζεται στὶς 23 Νοεμβρίου.

 
Ὁ Ἅγιος Ἄβιβος ὁ νέος

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (307-323) καὶ ἦταν διάκονος στὴν πόλη Θαλσεῖ.

Ἐπειδὴ δίδασκε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ περιφερόμενος πόλεις καὶ χωριά, συνελήφθη. Ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἔπαρχο καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανὸς στὴ φωτιά. Οἱ χριστιανοὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ ἅγιο λείψανό του, μὲ τιμὲς τὸ ἔθαψαν μαζὶ μὲ αὐτὰ τῶν ἁγίων μαρτύρων Γουρία καὶ Σαμονᾶ (15 Νοεμβρίου) στὸ μέρος Βηθελακικλά\[α.

 
Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς (ἢ Μωσῆς) ὁ Ὁμολογητής

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου. Μνημονεύεται σὰν Ὁμολογητὴς τὴν 2α Δεκεμβρίου στὸν Συναξαριστὴ Delehaye.

Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 ἀναφέρεται τὴν 3η Δεκεμβρίου σὰν Μωϋσῆς ὁ οἰκονόμος, ποὺ μᾶλλον θὰ εἶναι ὁ ἴδιος με τὸν ὁμολογητή.

 
Ὁ Ὅσιος Κύριλλος ὁ Φιλεώτης

Γεννήθηκε τὸ 1015 στὸ χωριὸ Φιλέα τῆς ἐπαρχίας Δέρκων τῆς Θρᾴκης. Κατὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα ὀνομάστηκε Κυριάκος (Κύριλλος ὑπῆρξε ἔπειτα τὸ καλογερικό του ὄνομα) καὶ ἀπὸ μικρὸς διακρίθηκε στὰ ἱερὰ Γράμματα.

Στὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε παιδί. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ εἶχε ζῆλο στὸ μοναχικὸ βίο, ὅπως ὅλοι της ἐποχῆς ἐκείνης, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν γυναῖκα του καὶ τὸ παιδί του καὶ νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ μοναστήρι, λέγοντας στὴ γυναῖκα του: «ἢ νὰ χωρίσουμε ἢ νὰ πᾶμε καὶ οἱ δυὸ σὲ μοναστήρι». Ἡ γυναῖκα του ὅμως δὲ δέχτηκε τίποτα ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἔτσι ὁ Κύριλλος ἔμεινε στὸ σπίτι του ζῶντας ἀσκητικά.

Ἔπειτα ἵδρυσε (1060) μοναστήρι στὸ χωριὸ ἐκεῖνο, τοῦ ὁποίου τὸ ναὸ ἀνήγειρε ὁ Ἀλέξιος Κομνηνός. Ἔτσι ὁσιακὰ ἔζησε ὁ Κύριλλος. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1110.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ξένος καὶ πάροικος, τῶν ἐπιγείων τερπνῶν, ζωὴν τὴν ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, Πατὴρ ἠμῶν Κύριλλε• ὅθεν τὰς οὐρανίους, εἰληφῶς ἀντιδόσεις, πρέσβευε θεοφόρε, τῷ Σωτήρι τῶν ὅλων, δοθῆναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.

 
Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Ἔγκλειστος

«ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος).

 
Ὁ Ὅσιος Ἀββακούμ

 


Κύπριος ἀσκητὴς ἐκ τῶν Ἀλαμανῶν.


Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος α’.
Τῶν Κυπρίων τὸ κλέος, Καλαμιθάσης τὸ καύχημα, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Ἀββακοὺμ πατὴρ ἠμῶν, ὅσιε. Τῆς Σολέας ἀνεδείχθης φαεινός, ὡς λύχνος διαυγέστατος, σοφέ. θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας καὶ τοὺς κωφεύοντας ἅμα, μακάριε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.

 
Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος

ΘΑΥΜΑ! ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΞΥΛΙΝΗ ΠΟΡΤΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΑΜΠΟΒ.







Θαύμα ! Πρόσωπο του Αγίου Νικολάου εμφανίζεται στην ξύλινη πόρτα .

Στην πόρτα του υπόστεγου στο χωριό του Ταμπόβ εμφανίστηκε η εικόνας του Αγίου Νικολάου του  θαυματουργού στις Τετάρτη, 5 Μαΐου,  2013. Ο επίσκοπος της Ταμπόβ Κ.Κ  Θεοδόσιος Michurinsky πήγε προσωπικά στην περιοχή  στο χωριό του Âblonovec να επιβεβαιώσει  ένα πραγματικό θαύμα. Πριν από ένα χρόνο η οικογένεια αγόρασε στο χωριό Šibinyh, ένα  εγκαταλελειμμένο σπίτι που ήταν έτοιμο να κατεδαφιστεί. Το Κτίριο σιγά-σιγά άρχισε να αποσυναρμολογήσετε και η παλιά πόρτα αφαιρέθηκε και πήγε στον αχυρώνα. Έμεινε εκεί για σχεδόν ένα χρόνο. Όταν είδαν το θαύμα η πόρτα μεταφέρθηκε σε μια εκκλησία στο χωριό Šehman.


Κάτοικοι της περιοχής πιστεύουν ότι όταν περισσότεροι άνθρωποι έρχονται για να προσκυνήσουν την εικόνα τόσο ισχυρότερη εμφανίζεται η εικόνα. Αριστερά υπάρχει και  δεύτερη σιλουέτα. Το πρόσωπο δεν φαίνεται καθαρά, αλλά, σύμφωνα με τους ειδικούς, πιστεύουν ότι μάλλον είναι ο Άγιος, Τύχωνος του Ζαντόνσκ. 



Чудо! Ликът на Св.Николай се появява на дървена врата.
На двери сарая в Тамбовском селе проступило изображение св.Николая-Чудотворца.В среду, 5 мая, епископ Тамбовский и Мичуринский Феодосий лично отправился в Петровский район подтвердить, что в селе Яблоновец произошло настоящее чудо. Год назад семья Шибиных купила в селе заброшенный домик под снос. Строение потихоньку стали разбирать, старую дверь сняли и навесили на сарай. И она провисела почти год. «На днях дочка вышла во двор после дождя и увидела на двери икону, - говорит хозяйка дома Александра Шибина, - она бросилась к лику и стала его целовать, а потом прибежала и говорит мне: у нас чудо во дворе - Николай Угодник появился!». Дверь тут же сняли и отвезли в церковь в село Шехмань.

Местные жители уверены, чем больше людей приходят поклониться святыне, тем сильнее проступает изображение. Слева стал просматриваться второй силуэт. Лица пока не видно, но, по словам специалистов, уже понятно, что это какой-то святой в сане митрополита. Реставратор утверждает, что это местный святой, возможно, святитель Тихон Задонский. Уже сейчас к месту чуда приезжают прихожане из ближайших регионов. Когда же в селе Яблоновец появится своя часовня, икону должны отправить туда. В ближайшее время обретенная икона Николая Мирликийского будет находиться в церкви села Шехмань.

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

1
Προς τιμή του παρουσιάζουμε κείμενό του
για την ελληνική γλώσσα


— Χθες μιλήσανε στον «Παρνασσό». Και τί ωραία πράγματα είπαν! Τα είχε πάρει το ραδιόφωνο. Προσπαθούν τώρα να επαναφέρουν τα αρχαία ελληνικά. Εγώ λέω, δεν μπορεί, θα τη φέρουνε τη γλώσσα πάλι. Έτσι πού πάμε, τα παιδιά στην εκκλησία αρχίζουν να μην καταλαβαίνουν το Ευαγγέλιο. Πολύ άσχημο πράγμα. Έμενα κλωτσάει ή καρδιά μου. Πρέπει να φωνάξομε τώρα και να τονίσομε ότι δεν πρέπει να ξεχάσομε την ελληνική γλώσσα. 

Να βλέπατε τί έγινε χθες το απόγευμα στον «Παρνασσό»! Τί ωραία πράγματα! Πολύ ωραία πράγματα! Πολύ εξαρτάται το τί θα γίνει από τούς καθηγητές. Χωρίς να δημιουργείτε πείσμα στους υπεναντίους, αλλά με αγάπη Χριστού θα λέτε στους μαθητές σας για τα ελληνικά. Δεν πρέπει τα παιδιά να τα γνωρίζουν; Θα σου πουν οι συνάδελφοι: «Δεν τα γράφει το βιβλίο».

«Έ, δεν τα γράφει το βιβλίο, αλλά παρεμπιπτόντως με ρώτησαν τα παιδιά και τούς μίλησα». Καταλάβατε; "Η δεν είναι έτσι;

Να πάτε σήμερα ν' αγοράσετε ένα βιβλίο πού έγραψε ένας καθηγητής. Είναι σχολικό με αρχαία ελληνικά. Να μου διαβάζετε κι έμενα. Μεγάλα συγχαρητήρια ανήκουν στον καθηγητή για την προσπάθεια πού έκανε να διατηρήσει τη γλώσσα των Ευαγγελίων και των Πατέρων, αλλά και για τη σοφία πού μεταχειρίστηκε. Δηλαδή δεν έκανε κανένα συλλαλητήριο, για να διεγείρει τούς ομοϊδεάτες του πού αγαπούν τη γλώσσα. Δεν τούς παρακίνησε να βγουν στο πεζοδρόμιο και να φωνάζουν: «Θέλομε την ελληνική γλώσσα!». Δεν έκανε τέτοια πράγματα. Αλλά αναίμακτα, απλά, απαλά, σιωπηλά αγωνίζεται να κάνει τα ελληνόπουλα να αγαπήσουν τη γλώσσα των προγόνων τους.
Ή ελληνική γλώσσα είναι μουσική. Και αυτοί πού παλαιά ξέρανε καλά τη γλώσσα, όπως τα έψαλλαν, όπως τα ομιλούσαν, όλα τα νοήματα τους της ψυχής, όπως τα αισθανόντουσαν, τα μετέδιδαν ακριβώς με τούς τόνους, τη βαρεία, την οξεία, την περισπωμένη, τη δασεία και ξέρω κι εγώ πώς τα λένε... Ή ελληνική γλώσσα έχει πολύτιμους θησαυρούς, είναι ή γλώσσα πού την πλούτισαν οι Έλληνες Πατέρες τόσο ωραία και την τόρνευσαν έκαναν το κτίσιμο της τόσο τέλεια, σαν να είναι —μια λέξη να πω— «ίσοδομική».

Τί θα πει «ίσοδομική»; Να σας πω εγώ. Δεν το έχω διαβάσει σε λεξικό, αλλά μόνος μου να σας πω πώς το καταλαβαίνω. Ξέρετε, έχομε στο μοναστήρι κάτι τσιμεντόλιθους, οι οποίοι όλοι έχουνε βγει από ένα καλούπι. Αυτοί οι τσιμεντόλιθοι είναι όλοι Ίσοδομικοί, ταιριάζουνε όπου να τούς βάλεις. Λοιπόν, παλαιά δεν είχανε τσιμέντο να κάνουνε καλούπια, άλλα παίρνανε τα μάρμαρα και τα μετρούσανε τα ίδια και τις γωνίες τους, το ύψος, το βάθος, με το χιλιοστό. Την Ακρόπολη και πολλά μνημεία πού είχανε κτίσει, έτσι τα είχανε μετρήσει. Δηλαδή ταιριάζανε. Έτσι, λοιπόν, και οι Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και οι αρχαίοι συγγραφείς, οι Πατέρες του Έθνους — μπορούμε κι εκείνους να τούς πούμε Πατέρες— ξέρανε τόσο καλά τη γλώσσα, ώστε, όταν μιλούσαν, δεν μπορούσαν να πούνε μια λέξη πού δεν ταίριαζε με το θέμα πού λέγανε. Ή λέξη «Ίσοδομική» είναι δική μου λέξη, δεν ξέρω αν υπάρχει. Κοιτάξτε τώρα στο λεξικό. Με συγχωρείτε, εγώ αυτά τα λέγω από μόνος μου, δεν τα ξέρω, δεν τα 'χω διαβάσει. Ρωτάω εσάς πού ξέρετε γράμματα.

— «Ίσόδομος»: ό έκτισμένος κατά σειράς Ισομεγεθών λίθων ή τεχνοτροπία του κατ` ίσους δόμους κτισίματος.
— Εγώ αυτό δεν το ξέρω, αλλά φαίνεται φώτισις Θεού. Είναι από τον Θεό, απ' ευθείας! Στο λόγο, όμως, καταλαβαίνεις ότι ό λόγιος έχει ταιριαστές λέξεις πού λέγει σε κάθε υπόθεση. Όταν δεν είναι ταιριαστές οι λέξεις, τις λέμε «σόλοικες». Το γράψιμο σου, λέμε, είναι σόλοικο.
Ή ελληνική γλώσσα είναι ίσοδομική. Το ίσοδομικόν, όπως εγώ το καταλαβαίνω, έχει σειρά, ομαλότητα, γραμμή. Όλοι οι λίθοι είναι βαλμένοι, όπως πρέπει. Κανείς δεν εξέχει πιο έξω ή πιο μέσα ή έχει κενό. Έτσι συμβαίνει και με την Ίσοδομική γλώσσα. Πω, πω, τί ωραία πράγματα!
Θυμάστε τούς λόγους του Αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου, τού Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στην αρχαία γλώσσα; Μοιάζουνε με του Δημοσθένη και με όλων των ρητόρων. Αυτούς τούς είχανε μελετήσει, τούς είχανε φάει, τρόπον τίνα, οι Πατέρες. Ναι, αλλά ζούσαν με το Πνεύμα του Θεού και έτσι στα έργα τους είχαν τέλειο περιεχόμενο και το εξέφραζαν με την τέλεια γλώσσα τους. Τους αρχαίους τους είχαν ξεπεράσει στη δομή.

Ακούστε να δείτε, εγώ δεν ξέρω ορθογραφία, δυστυχώς. Δεν έχω διδαχθεί ούτε γραμματική, ούτε συντακτικό. Όμως στην πρώτη Δημοτικού πού πήγαινα είχα μάθει τα φωνήεντα, τα σύμφωνα και τη δευτέρα κλίση. Αυτά τα ξέρω. Μετά επήρα και μελέτησα μεγάλος, μόνος μου. Τα μελέτησα όχι με επίγνωση, να καθίσω να τα μάθω. Τα μελέτησα έτσι, με περιέργεια και με έφεση, για να καταλάβω τί έχουνε μάθει στο Δημοτικό, πού εγώ δεν πήγα, ή στο Γυμνάσιο, πού εγώ δεν προχώρησα. Καταλάβατε; Διάβασα έτσι, όχι για να τα μάθω, αλλά για να ξέρω τί διδάχθηκαν οι άλλοι. Διάβασα βιβλία θεολογικά, για να μάθω τί διδάχθηκαν οι θεολόγοι. Δεν προσπάθησα να τα μάθω. Όχι. Μάλιστα, για να μην κουράζομαι, διάβασα πίνακα περιεχομένων και στη Δογματική και στην Εκκλησιαστική Ιστορία και στην Ηθική και στη Συμβολική και στην Εισαγωγή της Καινής Διαθήκης και στην Εισαγωγή της Παλαιάς Διαθήκης. Είδατε πού τα θυμάμαι; Δεν τα έχω διδαχθεί, αλλά τα έχω δει όλα τα βιβλία και έχω διαβάσει πίνακα περιεχομένων.

*ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΡΥΣΟΠΗΓΗΣ. ΧΑΝΙΑ 2010

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΑΒΒΑΚΟΥΜ

15Γιορτάζουμε σήμερα 2 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Προφήτου Αββακούμ.

Ο Αββακούμ, που το όνομά του σημαίνει«θερμός εναγκαλισμός», ήταν από τη φυλή του Συμεών και γιος του Σαφάτ και ο χρόνος που έδρασε τίθεται μεταξύ 650 και 672 π.Χ.

Στο προφητικό του βιβλίο, που διακρίνεται για την αξιόλογη λογοτεχνική του χάρη, ελέγχει τον ιουδαϊκό λαό, επειδή παρεξέκλινε από την αληθινή θρησκεία στην ειδωλολατρία. Να τι συγκεκριμένα αναφέρει, σχετικά με το πως πρέπει κανείς να πιστεύει στο Θεό: «Εάν υποστείληται, ουκ ευδοκεί η ψυχή μου εν αυτώ: ο δέ δίκαιος εκ πίστεώς μου ζήσεται. Εγώ δέ εν τώ Κυρίω αγαλλιάσομαι, χαρίσομαι επί τώ Θεώ τώ σωτήρι μου». ( Αββακούμ, β' 4, γ' 18). Που σημαίνει, αν κανείς λιποψυχήσει και αδημονήσει στις διάφορες δοκιμασίες, ας μάθει, λέει ο Κύριος, ότι δεν επαναπαύεται η ψυχή μου σ' αυτόν.

Ο δίκαιος που πιστεύει σ' εμένα και τηρεί το Νόμο μου, θα σωθεί και θα ζήσει. Εγώ όμως, λέει ο Προφήτης, θα αγάλλομαι ελπίζοντας στον Κύριο. Θα γεμίσει χαρά η καρδιά μου για το σωτήρα μου Θεό.

Ο προφήτης Αββακούμ πέθανε ειρηνικά και τάφηκε στον τόπο των πατέρων του.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως όρος προέγραψας την Θεοτόκον αγνήν, εξ ης ημίν ελάμψεν ο των απάντων Θεός, σαρκός ομοιώματι. Όθεν σε ως προφήτην θεηγόρον τιμώντες, χάριτος ουρανίου μετασχείν δυσωπούμεν, πρεσβείαις σου θεοδέκτοις, Αββακούμ ένδοξε.

ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΑΒΒΑΚΟΥΜ

Τῌ Β' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

Μνήμη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἀββακούμ.
Τῇ Β' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἀββακούμ.
Τάττει Θεὸς σοι τοὺς πόδας τεθνηκότι,
Εἰς συντέλειαν Ἀββακούμ, καθὼς ἔφης.
Δευτερίῃ Ἀββακοὺμ ἀνεβήσατο εἰς Θεοῦ ἄστυ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῶν Ὁσίων Πατέρων ἡμῶν καὶ ἐρημιτῶν, Ἰωάννου, Ἡρακλαίμονος, Ἀνδρέου καὶ Θεοφίλου.
Ἀνδρῶν τετρακτὺς εἰς ἄλυπον χωρίον,
Ἐκ θλίψεως γέμοντος ἦλθε χωρίου.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Μυρόπης.
Ὄντως μύρον πέφηνε Χριστῷ Μυρόπη,
Σῶμα προσδοῦσα διὰ τοῦτον βασάνοις.

Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Κυρίλλου Φιλεώτου ἀσκήσαντος ἐν ἔτει 1060.

Ἡ ἁγία Μυρόπη ἐν τῇ φυλακῇ τελειοῦται.

Ὁ ἅγιος Ἄβιβος ὁ νέος ἐν πυρὶ τελειοῦται.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...