Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 11, 2014

«Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα» (Ματθ. 4, 16) του πατρός Γεωργίου Δορμπαράκη.

α. Η έναρξη της δημόσιας δράσης του Κυρίου, στην οποία αναφέρεται το ευαγγελικό ανάγνωσμα, συμβαδίζει με την αλλαγή του τόπου κατοικίας Του: ο Κύριος από τη Ναζαρέτ μεταβαίνει  πια στην παραθαλάσσια Καπερναούμ, η οποία, μολονότι «Γαλιλαία των εθνών», χώρα δηλαδή επηρεασμένη από τους ειδωλολάτρες, γίνεται κέντρο δράσεώς Του. Κι αυτή η έναρξη σήμαινε το τέλος της προετοιμασίας του ερχομού του Μεσσία, η οποία  σφραγίστηκε  από την παρουσία του μεγαλυτέρου των προφητών, του Ιωάννου του Προδρόμου. Όσο ζούσε και δρούσε ο Πρόδρομος, ο Κύριος βρισκόταν, θα λέγαμε, σε αναμονή. Ευθύς ως συλλαμβάνεται και φεύγει από τον κόσμο τούτο μαρτυρικά, ξεκινά τη δράση Του Εκείνος. Στην Καπερναούμ πια ο Ιησούς αρχίζει να κηρύσσει το κήρυγμα μετανοίας, ενόψει της ήδη στον κόσμο με τον Ίδιο ευρισκομένης Βασιλείας του Θεού, που σημαίνει ότι η Καπερναούμ και δι’ αυτής όλος ο κόσμος γίνεται δεκτική των φωτιστικών ακτίνων της παρουσίας Του: το φως του Θεού ανατέλλει σ’ έναν κόσμο βυθισμένο στο σκότος της αγνωσίας του Θεού και της αμαρτίας των ανθρώπων. «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα».

β. 1. Η αντιστοιχία καταρχάς είναι προφανής: όπως με το βάπτισμα του Κυρίου στον Ιορδάνη ποταμό «το ύδωρ καθάρσιον γίνεται», διότι ο Ιησούς «ενίησιν εις αυτόν» τον αγιασμό και το φως Του – το νερό από κοινό νερό που ήταν μέσα στα πλαίσια του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου, γίνεται αγιασμός και φωτισμός των ανθρώπων και της κτίσεως – έτσι και η Γαλιλαία των εθνών, με την εκεί εγκατοίκηση του Κυρίου φεύγει από το σκοτάδι της αμαρτίας και ζει το φως της παρουσίας του Θεού. Και αιτία γι’ αυτό είναι ότι  ο Ίδιος ο Κύριος αποτελεί το φως του κόσμου. Όπου υπάρχει η δική Του παρουσία, κατά φυσικό τρόπο υπάρχει και το φως του Θεού, όπως ο Ίδιος το απεκάλυψε: «Εγώ φως εις τον κόσμο ελήλυθα» και «Εγώ ειμι το φως του κόσμου∙ ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’  έξει το φως της ζωής».

2. Το φως αυτό του Θεού είναι η χάρη του Θεού, όχι δηλαδή κάτι από τον Θεό, αλλά ο Ίδιος ο Θεός, η εν τρισίν προσώποις κοινή ενέργεια της Θεότητας. Και δεν χρειάζεται κάτι άλλο πέρα από το φως αυτό για να εξαλειφθεί το πνευματικό σκοτάδι. Το σκοτάδι δεν υφίσταται ως κτίση, ως δημιουργία, δηλαδή δεν είναι μία αντικείμενη, ισάξια δύναμη που λειτουργεί ως αντίβαρο του φωτός του Θεού. Το σκοτάδι υπάρχει ως απουσία του Θεού, δηλαδή εκεί που ελλείπει ο Θεός η κτίση αλλοιώνεται και διαστρεβλώνεται, πορευόμενη αντίθετα προς τη φυσική της λειτουργία. Το πνευματικό σκοτάδι συνιστά με άλλα λόγια ανωμαλία, δεδομένου ότι όλα έχουν δημιουργηθεί από τον Θεό, για να λειτουργούν μέσα στο φως Εκείνου και να αυξάνουν με Εκείνον. Ο άνθρωπος θέλησε απαρχής να ματαιώσει τη σχέση του με τον Θεό, συνεπώς βρέθηκε στην έλλειψη του φωτός Του, άρα στο σκοτάδι. Και ήλθε ο Χριστός, ο ενανθρωπήσας Θεός, ως «το φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Όποιος πια στρέφεται προς τον Χριστό, αυτός βλέπει την ύπαρξή του να φωτίζεται από τη δόξα του Θεού και να γίνεται όλος φως και όλος μάτια.

3. Η στροφή του εν σκότει ευρισκομένου ανθρώπου προς το φως συνιστά το γεγονός της μετανοίας. Το κήρυγμα του Χριστού, «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των Ουρανών», ήταν ακριβώς η κλήση Του, προκειμένου ο άνθρωπος να βρει και πάλι τον φυσικό του προορισμό, τη φυσιολογική του πορεία, και να αρχίσει να ζει κατά αλήθεια. Το σκοτάδι της αμαρτίας στο οποίο ζούσε και ζει ο άνθρωπος χωρίς τον Χριστό, ήταν και είναι μία ζωή εν θανάτω, μία μη ζωή, έστω κι αν  κανείς υφίσταται βιολογικά. Κι αυτή είναι η τραγωδία του απίστου στον Χριστό ανθρώπου: έχει το όνομα του ζωντανού, αλλά στην πραγματικότητα είναι νεκρός. Με άλλα λόγια, όσο ο άνθρωπος ήταν και είναι μέσα στα πάθη του, όσο είναι βουτηγμένος στις φιλήδονες τάσεις του, στις φιλάργυρες επιθυμίες του, στις φιλόδοξες ή αλαζονικές αναζητήσεις του, τόσο και δεν υφίσταται εν χώρα ζώντων, τόσο και είναι διαγεγραμμένος από αυτό που είναι η αληθινή ζωή. Κι αν αυτό ισχύει για την εδώ ζωή, πόσο περισσότερο ισχύει για τη συνέχειά της, την άλλη λεγόμενη ζωή; Αιώνια, ζωή εν θανάτω! Ύπαρξη ανυπαρξίας ως ζωή στερημένη του φωτός του Θεού.

4. Η μετάνοια λοιπόν ως στροφή προς τον Θεό, κατά το παράδειγμα του ασώτου της ομώνυμης παραβολής του Κυρίου, κάνει τον άνθρωπο να βλέπει στην ύπαρξή του την ανατολή του φωτός Του. Και σημάδια της φωτοχυσίας αυτής είναι ό,τι ο απόστολος Παύλος έχει χαρακτηρίσει ως καρπό του Αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο: την αγάπη, τη χαρά, την ειρήνη της καρδιάς, τη μακροθυμία, την αγαθωσύνη, την πραότητα, την πίστη, την εγκράτεια. Όπου επισημαίνονται οι καταστάσεις αυτές, κατεξοχήν μάλιστα η αγάπη, εκεί σημαίνει ότι έχει αρχίσει το φως του Θεού να θερμαίνει την ύπαρξη του μετανοούντος ανθρώπου, στοιχείο που αποδεικνύει ότι η μετάνοια δεν είναι μία θεωρητική κατάσταση, αλλά απτή και εμπειρική πραγματικότητα, βιωματικό γεγονός. Κι από την άλλη κατανοεί κανείς ότι όπως έχουμε διαβαθμίσεις στην παρουσία του επιγείου φωτός – αυγή, πρωϊνός ήλιος, λαμπρός μεσημεριανός – κατά ανάλογο τρόπο έχουμε και την παρουσία του Θεού στον άνθρωπο. Με άλλα λόγια, η αγιότητα διαβαθμίζεται. Δεν είναι τυχαίο έτσι ότι και στους αγίους μας βλέπουμε τη λάμψη του Θεού, ακόμη και στον ίδιο τους το σώμα. Ζώντας πλούσια την παρουσία του Θεού ως φως στην ψυχή τους, ακτινοβολούσε τούτο και στο φυσικό τους σκήνωμα.

5. Είναι ευνόητο βεβαίως ότι η μετάνοια που οδηγεί τον άνθρωπο στον φωτισμό του από τον Θεό, έχει χαρακτήρα εκκλησιαστικό. Ο καλοπροαίρετος άνθρωπος που δέχεται την κλήση για αποδοχή του Χριστού, θα οδηγηθεί προς ένταξή του στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Κι η ένταξη αυτή γίνεται διά του αγίου βαπτίσματος, του κατεξοχήν μυστηρίου φωτισμού του ανθρώπου. Από εκεί και πέρα, η προσπάθειά του θα είναι να κρατήσει το φως αυτό και να το αυξήσει με τη χάρη του Θεού.  Κι αυτό σημαίνει ότι ναι μεν υφίσταται φωτισμός και εκτός της Εκκλησίας – η χάρη του Θεού που ελκύει τον άνθρωπο προς τον Χριστό – ο πραγματικός και βαθύς όμως φωτισμός αρχίζει από την ώρα που ο άνθρωπος θα γίνει μέλος Χριστού δια του βαπτίσματος, οπότε ο ίδιος ο Χριστός μ’ έναν άμεσο τρόπο θα παρέχει τον φωτισμό Του στον πιστό, κατά αναλογία της τηρήσεως πια των αγίων Του εντολών και της συμμετοχής του στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, ιδίως στη Θεία Ευχαριστία. Ο βαπτισμένος δηλαδή και χρισμένος από το Πνεύμα του Θεού άνθρωπος, που ενισχύεται από την εν συνεχεί μετανοία του συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία, ώστε να τηρεί τις άγιες εντολές του Κυρίου, είναι ο φωτισμένος άνθρωπος, που όχι μόνο ζει ο ίδιος μία παραδείσια κατάσταση, έστω και μέσα από θλίψεις και δοκιμασίες, αλλά την αντανακλά και στον γύρω του κόσμο, γινόμενος μία ευλογία και ευεργεσία για όλη την κτίση.

γ. Το ερώτημα πια που τίθεται στον καθένα μας, στον κάθε δηλαδή βαπτισμένο χριστιανό είναι: πόσο αφήνουμε το φως του Θεού να λάμπει στην ψυχή και το σώμα μας; Πόσο δηλαδή φωτισμένοι άνθρωποι είμαστε, που και με μόνη τη ζωή μας να γινόμαστε οδοδείκτες προς τον Θεό και για τους άλλους; Πόσο τελικά ζούμε εν μετανοία; Είναι τραγικό πάντως ο ήλιος να έχει ανατείλει πια στον κόσμο μας, να θερμαίνει τις καρδιές των ανθρώπων με την αγάπη, και να υπάρχουν «χριστιανοί» που να ζουν ακόμη στο πνευματικό σκοτάδι με την παγωνιά της κακίας μέσα τους.

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή μετά τα Φώτα

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
 
«Τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς».
Την μεθέορτο αυτή περίοδο της μεγάλης Δεσποτικής εορτής των Θεοφανείων που διανύουμε, τονίζεται από την Εκκλησία μας ένα ιδιαίτερο στοιχείο που χάρισε στον κόσμο η φανέρωση του Θεού. Το φως. Ο Κύριος μας ήλθε στη γη σαν φως μέγα, σαν το μοναδικό φως. Η έλευση του Χριστού βρήκε τους ανθρώπους σε μια ατμόσφαιρα σκοταδιού. Καταθλιπτική, άχαρη, πληκτική, μονότονη, αποκαρδιωτική ζωή. Ο φόβος και η σκιά του θανάτου νέκρωνε κάθε ψυχική διάθεση. Το σκοτάδι της άγνοιας δεν άφηνε το ανθρώπινο πνεύμα να εισδύσει στην αλήθεια. Το σκοτάδι της αμαρτίας πάγωνε κάθε φιλότιμη προσπάθεια για την αρετή και την ηθική πρόοδο. Ο άνθρωπος βρισκόταν σε μια διαρκή νάρκη. Αδύναμος να ελευθερωθεί από τα δεσμά που τον κρατούσαν δέσμιο. Ήλθε όμως το φως. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε. Το πυκνό σκοτάδι διαλύθηκε. Ο άνθρωπος πλέον γνωρίζει τα πάντα. «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί»  και φάνηκε το πλήρωμα της Θεότητος. Τίποτε δεν μένει πλέον κρυφό. Τα μυστικά του ουρανού είναι προσιτά στον άνθρωπο. Οι δολοπλοκίες και οι παγίδες του σατανά έγιναν φανερές. Το φως του Χριστού φωτίζει, θερμαίνει, ζωογονεί τις ψυχές των ανθρώπων, που βρίσκονται ακόμα στο σκότος της αμαρτίας, της πλάνης και του θανάτου. Ο μεγαλοφωνότατος Προφήτης Ησαΐας προανήγγειλε τον Χριστό ως φως των λαών που βρισκόταν στο σκοτάδι, λέγοντας· «Τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς».
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη θλίψη και στεναχώρια για τον άνθρωπο από το να ζει χωρίς το φως του Χριστού και να περιπλανάται μέσα στα σκοτάδια της πλάνης, της δεισιδαιμονίας, μέσα στην σύγχυση των αιρέσεων και των προλήψεων. Αισθάνεται ένα άγχος να τον πιέζει, μια θόλωση του νου να τον βαρύνει. Είναι περισσότερο δυστυχής και αξιολύπητος από τον τυφλό. Ο άνθρωπος που έχει κλειστά τα μάτια της ψυχής δεν γνωρίζει που βαδίζει, ποιος είναι ο σκοπός της ζωής του, γιατί υπάρχει. Αγνοεί την αξία του ως ανθρώπου και πολλές φορές όσο σοφός κι αν είναι κατά κόσμον, υποβιβάζει τον εαυτό του και τον κατατάσσει στην τάξη των αλόγων ζώων. Δεν γνωρίζει ή δεν θέλει να γνωρίσει ότι η ψυχή του είναι ανεκτίμητη τόσο ώστε ούτε ολόκληρο το σύμπαν δεν μπορεί να την εξαγοράσει. Κάτι μέσα του λέει μέσα του για την αιωνιότητα, για την μέλλουσα ζωή, αλλά συγκεχυμένα και ακαθόριστα, πράγμα τον οποίο τον ανησυχεί και τον ταράσσει.
Δεν είναι σε θέση να διακρίνει καθαρά και να ξεχωρίσει το καλό από το κακό, την αλήθεια από το ψέμα, το σωστό από το λάθος, την υγιή αντίληψη από την πλανεμένη. Κάνει σύγχυση καθηκόντων και δικαιωμάτων, καλής και κακής συμπεριφοράς, ανάμεσα στο τι αρμόζει και τι δεν αρμόζει στον άνθρωπο. Προχωρεί στα τυφλά, κάνει συνεχώς λάθη, πέφτει σε σφάλματα, διαπράττει έργα αμαρτωλά και επιλήψιμα. Και όλα αυτά καθιστούν το σκοτάδι πυκνότερο και την κατάθλιψη που τον πιέζει βαρύτερη.
Αισθάνεται συνεχής εκρήξεις των τύψεων της συνειδήσεως. Γιατί η συνείδηση δεν ναρκώνεται, δεν κοιμάται, αυτή η θεόσδοτη φωνή. Ξεσηκώνεται εναντίον των κακών πράξεων, καταλογίζει ευθύνη, προαναγγέλλει τιμωρίες, ελέγχει τον ένοχο, δημιουργεί εσωτερική αναταραχή, πολλές φορές ανυπόφορη και δραματική. «Θλῖψις καί στενοχωρία ἐπί πᾶσαν ψυχήν ἀνθρώπου, τοῦ κατεργαζομένου τό κακόν» , λέει ο Απόστολος Παύλος. Ποθεί και ζητάει την λύτρωση και δεν γνωρίζει που θα την βρει. Καταφεύγει σε μαγείες και εξορκισμούς, σε αιρέσεις και σε πλάνες. Όλα αυτά όμως κάνουν πιο πυκνό το σκοτάδι μέσα στο οποίο έχει βυθιστεί.
Όλοι αυτοί που βρίσκονται σε μια τέτοια κατάσταση ανήκουν στον «λαόν τόν καθήμενον ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου».
Όμως υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει το φως. Ο ζωογόνος ήλιος της αλήθειας έχει ανατείλει. Ο τρόπος της λυτρώσεως είναι πλέον εύκολος. Ο φωτισμός της διανοίας, η απελευθέρωση της καρδιάς από την δουλεία των παθών και τις τύψεις της συνείδησης, η αληθινή της χαράς της ζωής είναι πλέον έτοιμα για όλους εκείνους που θέλουν να τα αποκτήσουν. Είναι ο ολόλαμπρος πνευματικός ήλιος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος προσφέρει πλούσιο το φως της αλήθειας και όλα τα ανεκτίμητα δώρα μιας φωτισμένης ζωής. Ο ίδιος ο Κύριος μας διακήρυξε στους ανθρώπους ολόκληρης της οικουμένης· «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἒξει τό φῶς τῆς ζωῆς» . Ως Θεός έχει μέσα στην άπειρη τελειότητά του το ανεπισκίαστο φως, το οποίο είναι στους αιώνες το ανέσπερο ζωογόνο φως για όλα τα λογικά δημιουργήματά Του.
Αυτός «φωτίζει πάντα ἂνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Μάς έχει αποκαλύψει, όσο μπορεί να χωρέσει η ανθρώπινη διάνοια, τον αληθινό Θεό, τον Θεό της αγάπης, της στοργής, της καλοσύνης και του ελέους, της συγκαταβάσεως και της επιείκειας. Δίδαξε ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε τα αγαπημένα τέκνα του Θεού. Ότι φέρουμε την εικόνα, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Πατέρα μας και ότι είμαστε προορισμένοι να γίνουμε κατά χάριν θεοί, όμοιοι με τον Θεό και Πατέρα μας.
Με το θείο Του φως μάς βοηθάει να δούμε με τα μάτια της ψυχής και της διανοίας μας την αιωνιότητα και, κατά δύναμη, να γνωρίσουμε τι είναι η αιώνια ζωή κοντά στον Θεό. Να γνωρίσουμε ότι εμείς, τα παιδιά του ουρανίου βασιλέως, είμαστε οι πρίγκιπες του ουρανού· ότι θα συμμετέχουμε και θα κάνουμε δική μας την δόξα και μακαριότητα του Πατέρα· ότι θα απολαύσουμε και θα απολαμβάνουμε στην ατελείωτη αιωνιότητα τα αγαθά «ἃ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἢκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» . Επίσης μάς διαβεβαιώνει ότι οι δίκαιοι θα λάμψουν σαν τον ήλιο στην βασιλεία των ουρανών.
Όποιος από μάς ακολουθεί τον Χριστό, δεν θα βαδίσει ποτέ μέσα στα φοβερά σκοτάδια της πλάνης· δεν θα βυθισθεί στο έρεβος της σκοτισμένης διάνοιας και της ταραγμένης συνείδησης. Αλλά με οδηγό το φως του Χριστού θα γνωρίζει γιατί ζει, ποιος είναι ο ύψιστος προορισμός του, πως θα γίνει άξιο τέκνο του Θεού και αγαπημένος αδελφός του Χριστού. Αυτό το φως του Χριστού, την ανεκτίμητη διδασκαλία του, ας την έχουμε οδηγό και χαρά στη ζωή μας, την παρούσα και την μέλλουσα. Αμήν

Κυριακή μετά τα Φώτα εν χώρα και σκιά θανάτου π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Μετά τη Βάπτισή Του ο Χριστός και την παραμονή Του επί σαράντα ημέρες στην έρημο, όπου νήστεψε, προσευχήθηκε και προετοιμάστηκε για την επίγεια δράση Του, φεύγει για την Γαλιλαία. Συναντά τον λαό που κατοικεί «εν χώρα και σκιά θανάτου» (Ματθ. 4, 16) και γίνεται ο ίδιος το Φως που ανατέλλει. Δεν θα είναι μόνο η φυσική Του παρουσία ανάμεσα στους ανθρώπους της Γαλιλαίας των εθνών. Δεν θα είναι ο λόγος Του και η κλήση των αποστόλων που θα σηματοδοτήσει μία νέα πορεία. Δεν θα είναι μόνο οι θεραπείες που θα κάνει, δείχνοντας ότι θα είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου. Είναι η εγκαθίδρυση της Βασιλείας των Ουρανών που πραγματοποιεί ο Χριστός στον κόσμο, ενώνοντας τον άνθρωπο με το Θεό και διαλύει τα σκοτάδια της χώρας και της σκιάς του θανάτου. 
Ο Χριστός ως το Φως που ανατέλλει είναι η πρόταση ζωής που κομίζει η Εκκλησία σε κάθε εποχή και στο σήμερα. Μοιάζει ο κόσμος μας με την παλιά εκείνη Γαλιλαία των εθνών. Ιδέες, είδωλα, πρότυπα ζωής, σκοτίζουν την ύπαρξή μας. Ο πολιτισμός μας έχει το δικό του άνθρωπο-είδωλο, μακριά από την αιωνιότητα και την πίστη. Ο καθένας μας έχει την δική του θεώρηση, τα δικά του δικαιώματα, τις δικές του απόψεις σχετικά με το νόημα της ζωής. Άλλοτε δεν έχουμε καθόλου προσανατολισμό. Πορευόμαστε σύμφωνα με τις επιταγές του χρόνου και του κόσμου και αδυνατούμε να έχουμε ελευθερία στον τρόπο που θα σκεφτούμε και θα αναλάβουμε δράση για τη ζωή μας. Άλλοι αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς. Κι εμείς απλώς ακολουθούμε. Κατοικούμε λοιπόν εν χώρα και σκιά θανάτου σήμερα.
Ας σταθούμε σε τρεις από τις αποκλίσεις μας σε σχέση με το μήνυμα της Βασιλείας των Ουρανών: την αδιαφορία για τον λόγο του Θεού, την αδιαφορία για την μετάνοια και την αδιαφορία μας για την προσωπική κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού. 
Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία πνευματικής δίψας. Ο άνθρωπος μένει στην αυτάρκεια των όσων γνωρίζει. Στα όσα η μόρφωση και η πρόοδος της εποχής του προσφέρουν. Στο υλιστικό πρότυπο ζωής. Θεωρεί περιττό τον λόγο του Θεού, γιατί τον έχει περιορίσει σε μία εξωτερική, ηθικιστική θεώρηση. Τον θεωρεί ένα κήρυγμα, το οποίο μοιάζει ανεφάρμοστο. Και κυρίως, αυτός ο λόγος έρχεται σε σύγκρουση με τις προτεραιότητες που ο χρόνος επιβάλει στον καθέναν μας. Δεν έχουμε χρόνο να ακούσουμε για το Ευαγγέλιο. Είμαστε μονίμως απασχολημένοι, είτε στην εργασία είτε στις βιοτικές μέριμνες είτε στη διασκέδαση. Δεν έχει ενδιαφέρον ο λόγος του Θεού. Μας μιλά για έναν άλλο τρόπο ζωής και έναν άλλο χρόνο, που δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες του δικού μας παρόντος.
Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία μετάνοιας. Θεωρούμε την αμαρτία είτε φυσική κατάσταση, είτε δικαίωμά μας. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι η αμαρτία μάς χωρίζει από τον Θεό, γιατί καταλαμβάνει τη θέση Του στην καρδιά μας, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να σκεφτούμε τι θέλει Εκείνος και πώς μπορούμε να σωθούμε. Χωρίς μετάνοια δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά δεν είναι η σωτηρία η κύρια μέριμνα της ύπαρξής μας. Και έχουμε πάντοτε μία φαινομενικά εύλογη δικαιολογία. Ότι όλοι έτσι κάνουν. Ότι είμαστε άνθρωποι και ότι δεν πρέπει να στερηθούμε τις χαρές αυτής της ζωής. Ο λόγος της μετανοίας είναι λόγος που μας φέρνει ενώπιον αποφάσεων να αλλάξουμε τρόπο και σκέψη για τη ζωή μας. Να δούμε τις ρίζες των παθών μας και να πάψουμε να φορτώνουμε τις ευθύνες στον κόσμο και τους άλλους και να προσπαθήσουμε, με τη βοήθεια του Θεού να αλλάξουμε. 
Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία προσωπικής μας κοινωνίας με το Πρόσωπο του Χριστού. Καθιστούμε την Εκκλησία στοιχείο του παρελθόντος ή έναν χρήσιμο οργανισμό, που προσφέρει αξίες, γιορτές, παραδόσεις ή φιλανθρωπία και στήριξη στις δυσκολίες και αγνοούμε ότι όλα αυτά πηγάζουν από την κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού, που γεννά στην ύπαρξή μας αγάπη για όλο τον κόσμο, ιστορία, μνήμη, ελπίδα. Και για να υπάρξει κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού χρειάζεται να Τον ζητήσουμε. Να συμμετάσχουμε στην πνευματική ζωή που μας προτείνει η Εκκλησία. Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στο μυστήριο της συγχώρησης. Στο μυστήριο της αγάπης για την εικόνα του Θεού που είναι ο κάθε άνθρωπος. Στην προσευχή. Στην αναδοχή του προσωπικού μας σταυρού και στην πίστη στην ανάστασή μας. Στην θεώρηση της ζωής μέσα από την προοπτική της αιωνιότητας.
Ο Ιησούς Χριστός αποτελεί την ανανέωση και την ανακαίνιση του κόσμου. Αυτόν περίμενε όλη η ανθρωπότητα. Αλλά και σήμερα, μέσα από την αναζήτηση του Χριστού, τη ζωή της μετανοίας, τη ζωή της αγάπης και της κοινωνίας μαζί Του, ο άνθρωπος αντέχει τις δυσκολίες, γίνεται αισιόδοξος, γίνεται χαρούμενος. Ας επιστρέψουμε κι εμείς πραγματικά στην Εκκλησία. 

Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα (Ματθ. δ΄ 12-17) +Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιοςσ

9 Ἰανουαρίου 1966


Ἀγαπητοὶ Χριστιανοί,

Πάλι καὶ σήμερα γιὰ τὴ μετάνοια θὰ ποῦμε. Καὶ μακάρι πάντα γιὰ τὴ μετάνοια νὰ λέγαμε, γιατί ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του σ' ἕνα πράγμα καὶ σὲ μία λέξη περιλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται· στὴ μετάνοια. Μὲ τὴ μετάνοια ὁ Χριστὸς ἄρχισε τὸ κήρυγμά του καὶ μὲ τὴ μετάνοια τὸ τελείωσε. Γιὰ τὸ πῶς τελείωσε μᾶς λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση παράγγειλε στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουνε μετάνοια στ' ὄνομά του σ' ὅλα τὰ ἔθνη. Γιὰ τὸ πῶς ἄρχισε μᾶς τὸ εἶπε τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα, μὰ ἂς τὸ ξανακούσουμε στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα.

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν ἀκουσεν ὁ Ἰησοῦς πὼς ὁ Ἰωάννης παραδόθηκε, ἔφυγε καὶ πῆγε στὴ Γαλιλαία. Καὶ ἀφίνοντας τὴ Ναζαρέτ, ἦλθε καὶ κατοίκησε στὴν Καπερναοὺμ ποὺ ἦταν κοντὰ στὴ θάλασσα, στὰ σύνορα ποὺ κατοικοῦσαν οἱ φυλὲς Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, γιὰ ν' ἀληθέψη κεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα. Ἡ γῆ τοῦ Ζαβουλῶν καὶ ἡ γῆ τοῦ Νεφθαλείμ, στὸ δρόμο κατὰ τὴ θάλασσα πέρ' ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἡ Γαλιλαία ποὺ τὴν κατοικοῦνε τὰ ἔθνη· ὁ λαὸς ποὺ κάθεται στὸ σκότος εἶδε μεγάλο φῶς καὶ σὲ κείνους ποὺ κάθονται στὴ χώρα καὶ στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου φῶς φανερώθηκε γι' αὐτούς. Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττη καὶ νὰ λέγη· Μετανοεῖτε· γιατί πλησιάζει ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.


 



Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅταν παραδόθηκε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, παρουσιάσθηκε φανερὰ κι ἄρχισε τὸ κήρυγμά του στὸ λαό. Μὲ τὰ ἴδια λόγια τοῦ Ἰωάννη· «Μετανοεῖτε...» ἐκήρυττε ὁ Ἰωάννης, «Μετανοεῖτε...» ἐκήρυττε κι ὁ Χριστός. Αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἦρθε ἐπαναστατικὰ νὰ κατάργηση τὸ νόμο τοῦ Μωϋσῆ καὶ τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν· δὲν ἦρθα, εἶπε ὁ ἴδιος, νὰ καταργήσω, μὰ νὰ συμπληρώσω. Αὐτὸ νὰ τὸ ἀκοῦνε κάμποσοι ἀπό μᾶς, ποὺ θέλουνε νὰ καταργήσουνε τὰ παληὰ καὶ νὰ διδάξουνε καινούργια· ποὺ πᾶνε νὰ γκρεμίσουνε τὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸν ξαναφτιάσουνε τάχατες ἀπὸ τὴν ἀρχή. Νὰ γκρεμίζης εἶναι πολὺ εὔκολο, μόνο νὰ δοῦμε πῶς ξαναχτίζεις. Καὶ νὰ λὲς πὼς ὅλα τὰ παληὰ εἶναι γιὰ πέταμα, εἶναι κι αὐτὸ ἕνας λόγος, μόνο νὰ δοῦμε, ὅταν τὰ πετάξης, τί θὰ βάλης στὴ θέση τους.

Μὰ ἂς τὸ ἀφήσουμε τώρα ἐτοῦτο τὸ ζήτημα γιὰ ἄλλη φορὰ κι ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ «Μετανοεῖτε...». Εἴπαμε λοιπὸν πὼς κι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουνε τὸ κήρυγμά τους μὲ τὴν ἴδια λέξη· κι αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Τὸ «Μετανοεῖτε...» ὅμως αὐτὸ φανερώνει ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο κι αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ προσέξουμε πολύ. Γιατί ἂν δὲν προσέξουμε κι ἂν δὲν καταλάβουμε γιατί ὁ Πρόδρομος κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουν μὲ τὸ «Μετανοεῖτε...», τότε δὲν θὰ καταλάβουμε τίποτα κι ἀπ' ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο. Εἴπαμε δὰ πὼς ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, δηλαδὴ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο συμπεριλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται στὴ μετάνοια.

Τὸ πιὸ μεγάλο κακό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ πιὸ μεγάλο κακὸ εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ὅλα τὰ κακὰ κι ὅλες oι ἁμαρτίες δὲν εἶναι τόσο μεγάλες ποὺ νὰ μὴν τὶς συχωρνάη ὁ Θεός. Μὰ εἶναι μία ἁμαρτία ποὺ μένει ἀσυχώρετη. Ὁ Χριστὸς εἶπε πὼς ἡ ἁμαρτία αὐτὴ εἶναι ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐξηγοῦνε πὼς ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ἡ μετάνοια εἶναι ζωὴ καὶ σωτηρία, ἡ ἀμετανοησία εἶναι θάνατος καὶ ἀπώλεια. Ὅποιος δὲν μετανοεῖ, δὲν καταλαβαίνει τὸ φταίξιμό του καὶ τὴν ἁμαρτία του, δὲ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχει συχώρεση ἀπὸ τὸ Θεό. Γιατί ὁ Θεὸς ἐλεᾶ καὶ συχωρνάει ἐκείνους ποὺ νιώθουνε τὰ φταιξίματά τους, ποὺ κλαῖνε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ποὺ ζητοῦνε τὸ θεῖο ἔλεος· μ' ἕνα λόγο ἐκείνους ποὺ μετανοοῦνε. Γιατί ἐτοῦτο εἶναι ἡ μετάνοια· νὰ λυπηθῆς, νὰ κλάψης, νὰ ζήτησης ἔλεος καὶ συχώρεση γιὰ τὸ φταίξιμό σου, νὰ δώσης λόγο πὼς δὲν θὰ ξανακάμης τὸ ἴδιο καὶ νὰ βάλης τὰ δυνατά σου νὰ μὴν τὸ ξανακάμης. Ὅλα ἐτοῦτα, χριστιανέ μου, εἶναι ποὺ σὲ κάνουνε καινούργιο ἄνθρωπο, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ποὺ σὲ ἀνεβάζουν, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ἡ μετάνοια κι ἡ μετάνοια εἶναι ἡ πρόοδός σου κι ἡ προκοπή σου, ἡ ζωή σου κι ἡ σωτηρία σου. Ἡ ἀμετανοησία σὲ ρίχνει καὶ σὲ κατεβάζει, σοῦ θολώνει τὸ μυαλὸ καὶ σὲ τυφλώνει κι ὕστερα τὰ βλέπεις ὅλα θολὰ καὶ τὰ καταλαβαίνεις ὅλα ἀνάποδα. Πολλοὶ θαρροῦνε πὼς ἡ μετάνοια εἶναι ἀδυναμία καὶ πὼς ἡ ἀμετανοησία εἶναι θέληση. Μακάρι νὰ 'χουμε ὅλοι μας μιὰ τέτοια ἀδυναμία, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει καὶ νὰ μᾶς λείπη τέτοια θέληση, ποὺ μᾶς καταστρέφει. Ἡ ἀμετανοησία, χριστιανοί μου, εἶναι ξεροκεφαλιά, ἡ μετάνοια εἶναι ἐξυπνάδα.


Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε νὰ μᾶς κάμη καινούργιους ἀνθρώπους. Μὰ καινούργιο στὸν κόσμο δὲν ὑπάρχει, παρεκτὸς ἀπ' ὅ,τι εἶναι ἀληθινὸ κι ἀληθινὸ πάλι δὲν εἶναι παρ' ἐκτὸς ἀπ' ὅ,τι εἶναι φυσικό, σύμφωνο δηλαδὴ μὲ τοὺς νόμους ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς στὴ δημιουργία του. Ὅ,τι εἶναι φυσικό, εἶναι ἀληθινό· ὅ,τι εἶναι ἀληθινό, εἶναι τοῦ Θεοῦ· κι ὅ,τι εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι πάντα καινούργιο, εἶναι ζωὴ αἰώνιος. Ἡ μετάνοια εἶναι κι αὐτὴ νόμος τοῦ Θεοῦ, ὅρος τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν μᾶς καλεῖ γιὰ νὰ μᾶς κάμη καινούργιους καὶ μᾶς βάζει ὅρο καὶ νόμο τὴ μετάνοια. Ἂς μετανοοῦμε, χριστιανοί μου, γιὰ νὰ προκόβουμε στὸ καλύτερο· γιὰ νὰ 'χουμε ζωή, ζωὴ αἰώνιο. Ἀμήν.

Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα (Ἐφεσ δ΄ 7-13) +Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος


 
8 Ἰανουαρίου 1967


Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Πέρασαν οἱ μεγάλες ἑορτὲς καὶ μᾶς ἀφήκαν πίσω τὸν ἀντίλαλό τους. Ἀντίλαλος τῶν ἑορτῶν τῆς θείας Ἐπιφανείας, ὅπως ἀλλιῶς λέγονται στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα οἱ ἑορτὲς τῶν Χριστουγέννων, εἶναι καὶ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα. Μᾶς μιλάει γιὰ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ τὴ Γέννηση κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ κι ὕστερα πάλι μὲ τὴν Ἀνάληψή του ἀνέβηκε στὸν οὐρανό· ἐκεῖνος ποὺ ἀναλήφθηκε μὲ θεϊκὴ δόξα εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν εἴδαμε τώρα νὰ γεννηθῆ ταπεινὸς ἄνθρωπος. Ἂς ξανακούσουμε τὰ ἀποστολικὰ λόγια, ἐξηγημένα τώρα στὴ δική μας ἁπλοελληνικὴ γλώσσα.

Ἀδελφοί, στὸν καθέναν δόθηκε ἡ θεία χάρη, σύμφωνα μὲ τὸ μέτρο ποὺ ἔχει, ὅταν μοιράζη τὴ δωρεά του ὁ Χριστός. Γι' αὐτὸ λέγει ὁ ψαλμός· ὅταν ἀνέβηκε ψηλά, αἰχμαλώτισε κι ἔσυρε μαζί του τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἔδωκε δῶρα. Κι αὐτὸ τὸ ἀνέβηκε, ποὺ λέγει, τί ἄλλο φανερώνει παρὰ πὼς κατέβηκε πρῶτα στὰ πιὸ χαμηλὰ μέρη τῆς γῆς; Ἐκεῖνος ποὺ κατέβηκε αὐτὸς εἶναι ποὺ ἀνέβηκε παραπάνω ἀπ' ὅλους τοὺς οὐρανούς, γιὰ νὰ γεμίση μὲ τὸν ἑαυτό του τὰ πάντα. Κι αὐτὸς ἔδωκε νὰ εἶναι ἄλλοι ἀπόστολοι, ἄλλοι προφῆτες, ἄλλοι εὐαγγελιστές, ἄλλοι ποιμένες καὶ διδάσκαλοι, πρὸς τὸ σκοπὸ νὰ καταρτίζωνται oι πιστοὶ καὶ νὰ 'ναι σὲ θέση νὰ προσφέρουν ἔμπρακτη ὑπηρεσία κι ἔτσι νὰ οἰκοδομῆται τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὥς ποὺ νὰ φτάσουμε ὅλοι νὰ ἔχουμε μία πίστη καὶ ξεκάθαρη γνώση γιὰ τὸν υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνουμε ὁ καθένας σωστὸς ἄνδρας, στὰ μέτρα τῆς ὡριμότητος τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτὰ εἶναι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου σήμερα στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα. Μὰ ὅπως τὸ εἴπαμε κι ἄλλη φορά, κάτω ἀπὸ τὰ ἁπλὰ λόγια τῆς θείας Γραφῆς κρύβονται πάντα μεγάλα νοήματα κι εἶναι ἀνάγκη, ὄχι μόνο νὰ ἐξηγοῦμε τὰ λόγια, μὰ καὶ νὰ τὰ ἑρμηνεύουμε, νὰ σκάβουμε δηλαδὴ σὲ βάθος, γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε κάθε φορὰ τὸ πνεῦμα κάτω ἀπὸ τὸ γράμμα. Γιατί, ἂν μείνουμε στὶς λέξεις καὶ στὸ γράμμα, μικρὸ κέρδος καὶ ὠφέλεια μποροῦμε νὰ ἔχουμε. Καμμιὰ φορὰ μάλιστα, ὅταν μένουμε στὶς λέξεις καὶ τὸ γράμμα, ὄχι μόνο δὲν κερδίζουμε, μὰ καὶ ζημιωνόμαστε.

Στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἔχουμε τὸ περιστατικὸ τοῦ αἰθίοπα καὶ τοῦ Φιλίππου. Ἕνας αἰθίοπας ἐπάνω σ' ἕνα ἁμάξι ἐπήγαινε στὸ δρόμο του καὶ διάβαζε τὸν προφήτη Ἠσαΐα· τὰ λόγια τὰ διάβαζε, μὰ τὰ νοήματα δὲν τὰ καταλάβαινε. Τότε ὁ Φίλιππος, ὄχι ἐκεῖνος ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ Διακόνους, ὠδηγημένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πλησίασε στὸν αἰθίοπα καὶ τὸν ρώτησε «Ἄρα γε γιγνώσκεις ἃ ἀναγιγνώσκεις;». Δηλαδὴ· τάχα καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ διαβάζεις; Κι ὁ αἰθίοπας ἀπάντησε· «Πῶς γὰρ ἂν δυναίμην, ἐὰν μὴ τὶς ὁδηγήσῃ με;»
Δηλαδὴ· καὶ πῶς θὰ μποροῦσα νὰ καταλάβω, ἂν κάποιος δὲν μὲ ὁδηγήση;

Νὰ διαβάζουμε λοιπὸν μόνο τὶς λέξεις καὶ νὰ ξέρουμε ἔστω τὴ σημασία τους δὲν θὰ πῆ πὼς καταλαβαίνουμε πάντα καὶ τὰ νοήματα τῆς θείας Γραφῆς, ποὺ εἶναι βιβλίο θεόπνευστο καὶ πνευματέμφορο, βιβλίο δηλαδὴ γραμμένο μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ γεμάτο ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μὰ τὸ Πνεῦμα τῆς θείας Γραφῆς δὲν εἶναι οἱ λέξεις· ἂν ἦσαν, τότε πῶς ἐμεῖς τολμοῦμε καὶ τὶς μεταφράζουμε στὴ δική μας γλώσσα; Οἱ λέξεις καὶ τὸ γράμμα εἶναι τὸ ὑλικὸ καὶ σαρκικὸ σῶμα τῆς θείας Γραφῆς, ὁ ἀνθρώπινος καὶ φυσικὸς τρόπος ὅπου μ' αὐτὸν ἐκφράζεται ὁ Θεὸς καὶ μᾶς μιλάει, κάθε φορὰ στὴ γλώσσα μας καὶ ἀνάλογα μὲ τὴ νοητική μας ἀντίληψη. Μέσα σὲ τοῦτο τὸ σῶμα, παρόμοια ὅπως μέσα στὸ ἀνθρώπινο σῶμα ὑπάρχει ἡ ψυχή, εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ δίνει ζωὴ στὸ γράμμα καὶ τὰ ἁπλὰ λόγια γίνονται «ρήματα ζωῆς αἰωνίου». Γι' αὐτὸ ὁ Χριστὸς λέγει κάπου στὸ Εὐαγγέλιο πὼς «τὸ πνεῦμα ἐστι τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σὰρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν». Καὶ γι' αὐτό, ἐπειδή, διαβάζοντας ὁ καθένας καὶ καταλαβαίνοντας τὶς λέξεις, δὲν εἶναι βέβαιο πὼς κατέχει καὶ τὸ πνεῦμα, ἡ Ἐκκλησία ἑρμηνεύει τὴ θεία Γραφὴ καί, ὅπως ὁ Φίλιππος στὸν αἰθίοπα, γίνεται ὁδηγὸς στοὺς πιστούς, γιὰ νὰ βαθύνουν καὶ νὰ καταλάβουν τὰ πνευματικὰ νοήματα τοῦ θείου λόγου. Τὸ εἴπαμε κι ἄλλη φορὰ πὼς οἱ Εὐαγγελικοί, οἱ Χιλιαστὲς κι ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ γι' αὐτὸ πλανιῶνται, γιατί διαβάζουν μόνοι τους κι ἑρμηνεύουν τὴ θεία Γραφὴ ὅπως ὁ καθένας νομίζει καὶ θέλει.

Ὕστερα ἀπ' ὅσα εἴπαμε ὡς ἐδῶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀντὶ γιὰ ἄλλη διδαχὴ ἐπάνω στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, ἂς ἑρμηνέψουμε πλατύτερα τὰ λόγια ποὺ ἐξηγήσαμε στὴ γλώσσα μας κι ἂς βαθύνουμε στὰ πνευματικά τους νοήματα. Μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος πὼς στὸν καθέναν δόθηκε ἡ θεία χάρη, σύμφωνα μὲ τὸ μέτρο τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ θὰ πῆ πὼς ὁ Χριστὸς δὲν δίνει σὲ ὅλους τὸ ἴδιο· σ' ἄλλον δίνει πολὺ καὶ σ' ἄλλον δίνει λίγο. Θὰ πῆς τώρα· αὐτὸ δὲν εἶναι δικαιοσύνη· καὶ πῶς μπορεῖ ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι ἄδικος; Δικαιοσύνη ὅμως δὲν εἶναι ἡ ἰσότητα, καθὼς τὸ φωνάζουν ὅλοι στὸν καιρό μας. Δικαιοσύνη εἶναι ἡ ἀναλογία, νὰ παίρνη δηλαδὴ ὁ καθένας ὅσο τοῦ ἀξίζει. Κι αὐτὸ τὸ «ἀξίζει» δὲν εἶναι πιὰ μέτρο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μέτρο δικό μας. Σοῦ ἀξίζει νὰ πάρης πολύ; Θὰ πάρης ἀπὸ τὸ Θεὸ πολύ. Δὲν σοῦ ἀξίζει; Θὰ πάρης λίγο ἤ καὶ θὰ χάσης κι ἐκεῖνο ποὺ ἔχεις. Γι' αὐτὸ κάπου λέγει στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός· «παντὶ τῷ ἔχοντι δοθήσεται». Ὅταν ἐσὺ θέλης κι εἶσαι ἄξιος νὰ πάρης ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἀρνηθῆ, μὰ θὰ σοῦ δώση μὲ τὸ παραπάνω· «δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται», λέγει πάλι ὁ Χριστός.


 



Αὐτὲς οἱ δωρεὲς καὶ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα τοῦ Χριστοῦ εἶναι οἱ καρποὶ τοῦ θείου καὶ ἀπολυτρωτικοῦ του ἔργου, ὅπως ἀκριβῶς προφητικὰ τὸ λέγει ὁ ψαλμός. Ὅταν ἀνέβηκε ψηλὰ ὁ Χριστός, ὅταν δηλαδὴ ὑψώθηκε στὸ Σταυρὸ κι ὕστερα ἀναστήθηκε κι ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανό, ἐλευθέρωσε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Σατανᾶ, τοὺς τράβηξε μαζί του, σὰν δικούς του αἰχμαλώτους, καὶ τοὺς ἔδωκε τὰ λάφυρα τῆς νίκης του. Λάφυρα τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὰ πνευματικὰ χαρίσματα.

Αὐτὸ ὅμως τὸ «ἀνέβηκε», γιὰ τὸ Χριστό, φανερώνει πὼς πρῶτα κατέβηκε· κατέβηκε πρῶτα, ὅταν ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ γεννήθηκε στὴ γῆ κι ὑστέρα, ὅταν μὲ τὸν θάνατό του ἔφτασε ὥς τὸν Ἅδη. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ κατέβηκε, αὐτὸς εἶναι καὶ ποὺ ἀνέβηκε παραπάνω ἀπὸ κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό. Ὥστε τώρα, ὄχι πιὰ σὰν Θεός, μὰ σὰν Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι παντοῦ καὶ ἡ παρουσία του νὰ γεμίζη τὰ πάντα. Καὶ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἵδρυσε στὴ γῆ τὴν Ἐκκλησία καὶ μοιράζει σ' αὐτὴν τὰ χαρίσματα· ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχουν χαρίσματα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἄλλοι νὰ εἶναι ἀπόστολοι, ἄλλοι προφῆτες, ἄλλοι εὐαγγελιστές, ἄλλοι ποιμένες καὶ διδάσκαλοι.

Τὰ διάφορα λοιπὸν ἀξιώματα καὶ τὰ διάφορα ἔργα στὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἀνθρώπινη ἐφεύρεση, καθὼς κάποιοι θέλουν νὰ λένε, μὰ εἶναι χαρίσματα τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὰ χαρίσματά του ὁ Χριστὸς δὲν τὰ δίνει χωρὶς σκοπὸ γιὰ νὰ μείνουν ἀχρησιμοποίητα· τὰ δίνει γιὰ νὰ καταρτίζωνται οἱ πιστοί, ποὺ καὶ αὐτοὶ πρέπει νὰ ἔχουν ἐνεργὸ θέση καὶ ὑπηρεσία στὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι οἰκοδομεῖται καὶ προάγεται τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὥσπου νὰ φτάσουμε ὅλοι στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ στὴν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ θὰ εἶναι σημεῖο τῆς πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς μας ὡριμότητος, ποὺ θὰ φανερώνη πὼς εἴμαστε πιὰ σωστοὶ καὶ τέλειοι ἄνδρες, στὰ μέτρα τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Γιατί αὐτὸ θὰ πῆ ἀληθινὸς χριστιανός, σωστὸς καὶ ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος, ποὺ κάθε μέρα πλησιάζει στὸ τέλειο πρότυπο, ποὺ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.



Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Καὶ μὲ τὴν ἑρμηνεία καὶ ἀνάπτυξη, ποὺ ἐπιχειρήσαμε τῆς σημερινῆς ἀποστολικῆς περικοπῆς, δὲν πήγαμε πολὺ πιὸ πέρα καὶ πιὸ βαθιὰ ἀπὸ τὴν ἁπλὴ γλωσσικὴ ἐξήγηση ποὺ ἐκάμαμε στὴν ἀρχή. Πρῶτα, γιατί δὲν ἔχουμε τὸν ἀπαιτούμενο χῶρο, κι ὕστερα, γιατί δὲν εἴμαστε βέβαιοι πὼς ἀκοῦτε καὶ παρακολουθεῖτε χωρὶς κόπο. Μὰ ἔστω καὶ τόσο εἶναι ἀρκετό, γιὰ νὰ καταλάβουμε πὼς τὸ θεῖο κήρυγμα, σὰν αὐθεντικὴ ἑρμηνεία τῆς πίστεώς μας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, εἶναι πολὺ βαρὺ καὶ ὑπεύθυνο ἔργο, καὶ γιὰ κεῖνον ποὺ κηρύττει καὶ γιὰ κείνους ποὺ ἀκοῦνε. Ἂς μείνουμε λοιπὸν γιὰ σήμερα ἐδῶ κι ἂς ἔχουμε ὅλοι μας τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴ χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ καταλαβαίνουμε καὶ νὰ τηροῦμε στὸ βίο μας τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός. Ἀμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑἜναρξις τοῦ κηρύγματος ἐν τῇ Γαλλιλαίᾳ




Φεβρουάριος τοῦ 28 μ.Χ. μέχρι τοῦ Πάσχα τοῦ 28 μ.Χ.

Ματθ. 4, 12-25. 8, 1 -4. 14- 17. 9,1 - 17. 13, 54-58 Μάρκ. 1, 14-2, 22. 6,1 - 6. Λουκ. 4, 14-5, 39. Ἰω. 4. 43-54



Ἡ ἐν Ἰουδαίᾳ δημοσία δρᾶσις τοῦ Κυρίου, δεδομένου ὅτι ὑπῆρχεν ἀκόμη ὁ Πρόδρομος, ἦτο ἡμιεπίσημος. Ὁ Κύριος ἀνεχώρησεν ἐκ τοῦ Ἰορδάνου, ὁποὺ ἐβάπτιζον οἱ μαθηταί του, διότι αἱ ἐπιτυχίαι του ἐφθονήθησαν ὑπὸ τῶν Φαρισαίων κατὰ τὴν ρητὴν δήλωσιν τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὡς εἴδομεν. Ἀναχωρήσας ἐκεῖθεν ἢ πρὸ τῆς ἀναχωρήσεώς του ἔμαθε τὴν φυλάκισιν τοῦ Προδρόμου. Τότε ἀπεφάσισε νὰ ἐξέλθῃ εἰς τὸν δημόσιον αὐτοῦ βίον ἐπισήμως πλέον. Ὡς κατάλληλον κέντρον ἐξέλεξε τὴν Γαλιλαίαν καὶ ἰδίως τὴν δυτικὴν ὄχθην τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, τὴν Καπερναοὺμ μακρὰν τοῦ κέντρου τῶν Φαρισαίων τῆς Ἱερουσαλήμ, ἵνα κινῆται καλλίτερον μεταξὺ τοῦ πυκνοῦ καὶ μικτοῦ ἐκεῖ κόσμου.

Ἔναρξις τοῦ κηρύγματος ἐν τῇ Γαλλιλαίᾳ

Ματθ. 4,12 καὶ 17. Μάρκ. 1,14-15. Λουκ. 4,14-15.


Ἰδοὺ πῶς ἐκθέτουσιν οἱ τρεῖς Εὐαγγελισταὶ τὴν ἔναρξιν ταύτην ἐν Γαλιλαίᾳ: Κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴν Ματθαῖον ὁ Χριστὸς «ἀκούσας ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Ὁμοίως καὶ ὁ Μᾶρκος «μετὰ τὸ παραδοθῆναι τὸν Ἰωάννην ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς προσθέτει καί τι νεώτερον «ὑπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Πλήρης δηλαδὴ Πνεύματος Ἁγίου ὁ Κύριος ἔπειτα ἀπὸ τοὺς πειρασμούς του ἐν τῇ ἐρήμῳ ἔρχεται εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἵνα ἀρχίσῃ τὸ κήρυγμά Του, ὅταν ὁ Πρόδρομος παρεδόθη εἰς φυλάκισιν. Ὁ Κύριος, ὡς εἴδομεν, ἐκ τῆς Σαμαρείας μετέβη εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Εἰς τὴν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ταύτην δρᾶσιν τοῦ Κυρίου δὲν φαίνονται οἱ 5 — 6 μαθηταί του, τοὺς ὁποίους εἶχε μέχρι τώρα μαζί του καὶ τοὺς ὁποίους θὰ καλέσῃ ὁριστικῶς μετ’ ὀλίγον, ὅταν μεταβῇ εἰς Καπερναούμ. Πιθανώτατα ὁ Κύριος ἀποσυρθεὶς ἐπ’ ὀλίγον πρὶν ἀρχίσῃ τὸ δημόσιον ἔργον ἐν Γαλιλαίᾳ ἀπέλυσεν αὐτους ἢ ἔφυγον μόνοι των τώρα ἢ ὅταν ἤκουσαν τὴν φυλάκισιν τοῦ Προδρόμου μετὰ τὴν συζήτησιν Ἰησοῦ καὶ Σαμαρείτιδος.

«Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ». Ἀφ’ ὅτου εἰσῆλθεν ὁ Πρόδρομος εἰς τὴν φυλακήν, ὁ Κύριος ἤρχισε τὸ δημόσιον αὐτοῦ ἔργον. Δὲν ἐξῆλθε προηγουμένως, «ἵνα μὴ τὸ πλῆθος σχίζηται» κατὰ τὸν ἱερὸν Χρυσόστομον, διότι ἄλλοι θὰ ἦσαν ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλοι ὑπὲρ τοῦ Προδρόμου. Ὁ Κύριος λέγει. «ΙΙεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ». Τὸ περιεχόμενον δηλαδὴ τοῦ κηρύγματός Του ἦτο κήρυγμα μετανοίας, ὅπως καὶ τοῦ Προδρόμου μὲ τὴν διαφορὰν ὅτι ὁ Κύριος προσθέτει «πεπλήρωται ὁ καιρὸς» ἔφθασε δηλαδὴ ὁ ὑπὸ τῶν προφητῶν προαγγελθεὶς χρόνος τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσίου καὶ ἑπομένως ἐπέρασεν ὁ παληὸς τῆς ἁμαρτίας χρόνος, ἡ παληὰ καταραμένη ἐποχή. Πόσον εὐχάριστον τὸ ἄγγελμα τοῦτο! Πλὴν τῶν ἀνωτέρω ὁ Κύριος κηρύττει τὸ «μετανοεῖτε καὶ τὸ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» τοῦ Προδρόμου καὶ τὸ ἰδικόν του «πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ». Τὸ κήρυγμα τοῦτο ὀνομάζεται Εὐαγγέλιον, διότι περιέχει τὴν καλλιτέραν ἀγγελίαν, τὴν πλέον χαρμόσυνον, τὴν ὁποίαν ἤκουσεν ὁ κόσμος. Ὀνομάζεται δὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἢ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, διότι ἡ ἐπὶ τῆς γῆς αὐτὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐπέκτασις τῶν Ἀγγέλων τοῦ Οὐρανοῦ καὶ βασιλεὺς ὁ Θεός. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ Χριστὸς συμπληρῶν τὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου ἐγκρίνει τοῦτο ἀλλὰ γίνεται μελωδικώτερος αὐτοῦ. Πόσον θαυμαστὴ ἡ συνεργασία τῶν δύο μεγάλων τούτων κηρύκων! Ἐφυλακίσθη ὁ Πρόδρομος ἀλλὰ ἦλθεν ἄλλος κῆρυξ ἰσχυρότερος ἐκείνου. Ἑπομένως μὲ τὸν θάνατον ἑνὸς κήρυκος τῆς ἀληθείας ἡ ἀλήθεια δὲν βλάπτεται, διότι ἄλλος ἰσχυρότερος τοῦ πρώτου θὰ ἀναφανῇ.

«Καὶ φήμη ἐξῆλθεν καθ’ ὅλης τῆς περιχώρου περὶ αὐτοῦ». Ἡ φήμη τοῦ Χριστοῦ διεδόθη καθ’ ὅλην τὴν Γαλιλαίαν καὶ τὰ γύρω μέρη. Ἡ φήμη αὕτη τοῦ Κυρίου ὀφείλεται εἰς τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα ἔκαμε τὸ προηγούμενον Πάσχα ἐν Ἱερουσαλήμ. Ταῦτα ἔγιναν γνωστὰ εἰς τὴν Καπερναούμ. «Καὶ αὐτὸς ἐδίδασκεν ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δοξαζόμενος ὑπὸ πάντων». Ὁ Κύριος ἐδίδασκεν εἰς τὰς συναγωγὰς τῶν Ἑβραίων δοξαζόμενος ὑφ’ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.

Ἑπομένως ἐνταῦθα ἔχομεν: Τὸ περιεχόμενον τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.


Θέμα: Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν

Ὁ Κύριος ἐκήρυξε τὴν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν. Ποία εἶναι ἡ βασιλεία αὕτη καὶ ποίαν σχέσιν ἔχει πρὸς ἡμᾶς; Διὰ νὰ ἐννοήσωμεν τὴν βασιλείαν ταύτην, πρέπει νὰ τὴν συγκρίνωμεν μὲ τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου τούτου.

Αἱ βασιλεῖαι τοῦ κόσμου τούτου ἔχουσιν ὡρισμένην ἔκτασιν τοπικὴν καὶ χρονικήν. Καὶ συγκεκριμένως ἡ παλαιὰ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία κατελάμβανε τὴν Μεσόγειον θάλασσαν καὶ διήρκεσεν ἀπό τοῦ 750 πρὸ Χριστοῦ μέχρι τοῦ 400 περίπου μετὰ Χριστόν. Ἡ βασιλεία ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἱδρυτοῦ της ἀλλὰ ἀπὸ τῶν προφητῶν καὶ ἀπ’ αὐτοῦ τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ, οἱ ὁποῖοι προεφήτευσαν Αὐτὸν μέχρι σήμερον 2000 ἔτη μ. Χριστόν. Ἀρχίζει ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων καὶ κατὰ τὴν ρητὴν διαβεβαίωσιν τοῦ Ἀρχηγοῦ της τοῦ Χριστοῦ, θὰ ὑπάρχῃ μέχρι τέλους καὶ πέραν τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ τοπικὴ δὲ ἔκτασις τῆς βασιλείας ταύτης δὲν εἶναι ἐπὶ τῆς Μεσογείου μόνον θαλάσσης ἀλλὰ ἐφ’ ὅλης τῆς γῆς, διότι Χριστιανοὶ ὑπάρχουν εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Ἡ βασιλεία αὕτη δὲν εἶναι ἐπὶ ὡρισμένων μόνον ἀνθρώπων τῶν Χριστιανῶν ἐν ὅλῃ τὴ γῆ, ἀλλὰ θὰ ἔλθῃ στιγμή, ὅτε «πᾶν γόνυ κάμψει καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται τῷ Θεῷ. Ἡ βασιλεία αὕτη δὲν ὑπάρχει μόνον ἐν τῇ γῇ ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ κυρίως ἐν τῷ οὐρανῷ, διὰ τοῦτο ὀνομάζεται βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἡ βασιλεία αὕτη ἐπεκτείνεται καὶ πέραν τῆς γῆς καὶ τοῦ οὐρανοῦ ἐν τῷ Ἅδῃ, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ἔχει τὴν δύναμιν ὅπως «δήσῃ τὸν ἰσχυρὸν» διάβολον καὶ ἀφοῦ κατὰ τὸν Ἀπόστολον Παῦλον «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθόνιων.

Πλὴν τῆς τοπικῆς καὶ χρονικῆς ἐκτάσεως τῶν βασιλειῶν τοῦ κόσμου καὶ τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, εἰς πᾶν βασίλειον ὑπάρχουν ἐσωτερικῶς μὲν νόμοι καὶ πολῖται καὶ Αὐτοκράτορες, ἐξωτερικῶς δὲ ἐχθροὶ καὶ πόλεμοι.Ἡ Ρωμαϊκὴ δηλαδὴ Αὐτοκρατορία εἶχε τοὺς νόμους της, τοὺς Ρωμαίους πολίτας καὶ τὸν Αὐτοκράτορά της. Ἐξωτερικῶς δὲ ἐχθροὺς εἶχε τοὺς Πάρθους, Πέρσας, Γότθους κ.λπ.

Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἔχει καὶ αὐτὴ τὸν νόμον της. Εἶναι τὸ Εὐαγγέλιον. Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τοῦ νόμου τῶν Ρωμαίων τοῦ Ρωμαϊκοῦ δικαίου καὶ τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὅτι μὲν Ρωμαϊκὸν δίκαιον ἴσχυεν ἐκεῖ ὅπου ἐξετείνετο τὸ Ρωμαϊκὸν κράτος, τὸ Εὐαγγέλιον ὅμως ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας εἶχε γίνει νόμος εἰς Πάρθους, Μήδους, Γότθους κ.λπ. Πλὴν αὐτοῦ τοὺς νόμους τῶν ἄλλων βασιλειῶν τοὺς «φκιάνουν» οἱ ἄνθρωποι, τὸ Εὐαγγέλιον ὅμως «φκιάνει» τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως λέγει ὁ Πασκάλ. Πόση διαφορά! Οἱ πολῖται τῶν ἄλλων βασιλειῶν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἄνθρωποι ψεῦται, ἅρπαγες, μοιχοί, πλεονέκται εἰδωλολάτραι κ.λπ. «Βασιλείαν ὅμως Θεοῦ οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοί, οὔτε μαλακοί, οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε κλέπται, οὔτε πλεονέκται οὐ μέθυσοι οὐ λοίδωροι οὐχ ἅρπαγες κληρονομήσουσι». Πολῖται τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κατ’ ἀρχὰς ἦσαν δύο ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα κατόπιν εἷς ὁ Ἄβελ μετὰ ταῦτα οἱ ἀπόγονοι αὐτοῦ, οἱ ὁποῖοι ὠνομάζοντο υἱοὶ Θεοῦ, ἔπειτα τὸ κράτος τῶν Ἑβραίων, ἔπειτα οἱ πιστοὶ ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τέλος οἱ ἐν Οὐρανῷ θριαμβεύοντες πιστοί. Ἑπομένως ἡ βασιλεία αὕτη ἔχει μεγάλην ἀρχαιότητα, μεγίστην πρόοδον καὶ μακαρίαν αἰωνιότητα! Πόση ὑπεροχὴ βασιλείας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλων βασιλειῶν εἰς τοὺς νόμους, τοὺς πολίτας!

Ἡ ὑπεροχὴ κορυφοῦται, ὅταν σκεφθῶμεν, τοὺς βασιλεῖς τῶν ἄλλων βασιλειῶν καὶ τὸν βασιλέα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν τὸν ἴδιον τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων τῆς γῆς!

Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις, ἂς μὴ λησμονῶμεν, ὅτι ὁ Χριστὸς ἐποίησε καὶ ἡμᾶς βασιλεῖς, διότι βασιλεύομεν ἐπὶ τῶν παθῶν μας. Πόσον ὑπέροχον νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του! «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστί», λέγει ὁ Κύριος, ἤτοι ἐμπρός σας καὶ μέσα σας!

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπερέχει μόνον εἰς νόμους, νομοθέτην καὶ πολίτας ἀλλὰ καὶ ἐχθρούς. «Οὐκ ἐστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα ἀλλὰ πρὸς τὰς Ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος» τοῦ κόσμου τούτου. Καὶ ἡ νίκη περίλαμπρος, διότι τὸν κοσμοκράτορα διάβολον δύναται νὰ νικήσῃ ὄχι μόνον ὁ ὑγιὴς διὰ τῆς δυνάμεώς του βοηθῶν τοὺς ἄλλους ἀλλὰ καὶ ὁ ἀσθενὴς ὑπομένων τὴν ἀσθένειάν του, ὄχι μόνον ὁ νέος διὰ τῶν θυσιῶν του ἀλλὰ καὶ ἡ νέα διὰ τῆς ἁγνότητός της, ὄχι μόνον ὁ μεγάλος μὲ τὴν σοφίαν του ἀλλὰ καὶ ὁ μικρὸς μὲ τὴν ἁπλότητά του, ἑπομένως πᾶς ἄνθρωπος. Πόσον ὑπέροχος εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τόσους ἐχθροὺς ἀλλὰ καὶ τόσον εὐκόλως καταβάλλει αὐτοὺς ὁ μικρότερος πολίτης της!

Ἡ ὑπεροχὴ βασιλείου Χριστοῦ καὶ βασιλείου τοῦ κόσμου τούτου ἔγκειται καὶ εἰς τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα δίδουσιν αὗται. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει ἐκτάσεις γῆς, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐρανόν. Ἡ βασιλεία τῆς γῆς δίδει ἡδονήν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ χαράν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ἀγωνίαν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀγῶνα, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου χρυσόν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰρήνην, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει δύναμιν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐτυχίαν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ἀπόλαυσιν παροῦσαν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐλπίδα βεβαίαν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ὑποψίας κατὰ τῶν βασιλέων της, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ πίστιν εἰς τὸν βασιλέα της. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει ἄρτον, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ τὴν ἀλήθειαν. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει γλέντια, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίδει ἐνθουσιασμόν. Γενικὰ ἡ μὲν βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει πρόσκαιρα καὶ ὑλικά, ἡ δὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίδει κυρίως αἰώνια καὶ πνευματικά! Διὰ τοῦτο ὁ Κύριος βεβαιοῖ, ὅτι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». (Ἰωαν. 18,36).


Συμπεράσματα.

Ποῖος πολίτης τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν δὲν ἀγάλλεται συναισθανόμενος, ὅτι εἶναι μέλος μίας τοιαύτης βασιλείας, ἡ ὁποία ἔχει τόσην ἔκτασιν χρονικὴν καὶ τοπικήν; Ποῖος πιστὸς δὲν φιλοτιμεῖται νὰ γίνῃ στενώτερον μέλος τῆς βασιλείας ταύτης, ὅπου δὲν ὑπάρχουσι κακοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἅγιοι μόνον; Ποῖος πιστὸς δὲν φροντίζει νὰ γίνῃ βασιλεὺς τῶν παθῶν του, ἀφοῦ τοιαύτην τιμὴν ἔλαβεν ἀπὸ τὸν Χριστόν; Εἴδομεν, ὅτι τρομερὸν ἐχθρὸν ἔχομεν τὸν Σατανᾶν. Ποῖος δὲν θὰ προσέξῃ εἰς τὸν βίον του, ἀφοῦ ἔχει τοιοῦτον ἐχθρὸν νὰ ἀντιμετωπίσῃ; «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν», λέγει ὁ Κύριος (Ματθ. 21. 22). Εἴδομεν, ὅτι τὸν ἐχθρὸν αὐτὸν δύναται νὰ καταβάλῃ ὁ ἀσθενής, ὁ παῖς, ὁ ἀγράμματος. Ποῖος θὰ ἀπογοητευθῇ εἰς τὸν πόλεμον τοῦτον, ἀφοῦ ἀσθενεῖς, ἀγράμματοι, παιδία νικῶσιν; Εἴδομεν, ὅτι ἡ βασιλεία αὕτη δίδει χαράν, εἰρήνην, ἐλπίδα, ἐνθουσιασμόν, ὑπομονήν, ἀνάπαυσιν συνειδήσεως παροῦσαν καὶ μέλλουσαν ζωήν. Ποῖος γνωστικὸς θὰ προτιμήσῃ τὴν ὕλην ἔναντι τούτων; Ποίαν ἀξίαν ἔχει ὁ χρυσὸς ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ;

Ὁ Θεοδώριχος ὁ βασιλεὺς τῶν Γότθων γενόμενος τῷ 493 μ.Χ. κύριος τοῦ Δυτικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους συνεκάλεσεν εἰς γενικὴν συνέλευσιν ὅλους τοὺς ἐπισήμους καὶ εὐγενεῖς τῆς Ρώμης. Μεταξὺ αὐτῶν ἦτο καὶ εἷς ζηλωτὴς Χριστιανός. Οὗτος ἰδὼν τὴν τόσην λαμπρότητα τῶν ἐπισήμων αὐτῶν κυρίων ἀνέκραξεν: Ὦ Θεέ μου, πόσον ὡραία θὰ εἶναι ἡ ἐπουράνιος Ἱερουσαλήμ! Πόση θὰ εἶναι ἡ δόξα τῶν τέκνων σου ἐν οὐρανῷ, ἀφοῦ ἐν τῇ ἐπιγείῳ βασιλείᾳ ὑπάρχει τόση λαμπρότης!

Ἰδοὺ αἱ βασιλεῖαι τοῦ κόσμου καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Ἂς εἰσέλθωμεν εἰς τὴν βασιλείαν ταύτην τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς μετανοίας, ὅπως λέγει ὁ Κύριος. Ἀμήν.

Κυριακή μετά των Φώτων Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 4, 12-17) Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ


 


«Ἀκούσας δὲ ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν»


Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στοὺς ἀνθρώπους δὲν ἦταν μονολιθική. Εἶχε μιὰ ποικιλία ἐκδηλώσεων. Ἄλλωστε ὁ Χριστὸς ἐνσαρκώθηκε καὶ φανερώθηκε στοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ἡ σοφία του, μὲ σκοπὸ «προτεθῆναι τὴν αὐτοῦ πολιτείαν εἰς μίμησιν», δηλαδὴ γιὰ νὰ γίνει ἡ ζωή του σὲ μᾶς πρότυπο γιὰ μίμηση, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἀνάλογα μὲ τὴν κάθε περίπτωση ποὺ τοῦ παρουσιαζόταν, ἐνεργοῦσε. Ὄχι διπλωματικὰ καὶ μὲ ἰδιοτέλεια, ἀλλὰ πάντοτε ἔχοντας ὡς γνώμονα τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλοτε μιλοῦσε ταπεινὰ γιὰ τὸ πρόσωπό του κι ἄλλοτε ἀπεκάλυπτε τὴ θεότητά του. Ἄλλοτε ἐρχόταν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ μιλοῦσε μπροστὰ σ’ ὅλο τὸν κόσμο γιὰ θέματα σοβαρότατα κι ἄλλοτε ἔφευγε καὶ κρυβόταν στὴ Γαλιλαία γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸ φθόνο τῶν ἐχθρῶν του καὶ τὴν ἄκαιρη σύλληψή του. Μιὰ τέτοια περίπτωση εἶναι κι αὐτὴ ποὺ περιγράφει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο.



Γιατί ἀναχώρησε ὁ Κύριος στὴ Γαλιλαία;

Ἡ ἀναχώρησή του ἔγινε μετὰ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Ματθ. 4,12). Ἕνας λόγος εἶναι ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπεύφευγε τὴ δημοσιότητα καὶ ἀπέβλεπε στὴν προετοιμασία τῶν μαθητῶν του γιὰ τὸ ἐπικείμενο πάθος του. Ἄλλος λόγος εἶναι ὅτι ἀκόμα δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα του νὰ στευρωθεῖ «οὐ τὸ παθεῖν φεύγων, διὰ τοῦτο γὰρ ἐλήλυθεν, ἀλλὰ καιρὸν ἀναμένων ἐπιτήδειον εἰς τοῦτο», δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν ἦταν ἕνας δειλὸς ποὺ ἀπέφευγε τοὺς κινδύνους τοῦ ἔργου του, ἀλλὰ ἦταν συνετὸς καὶ ἐπεδίωκε τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ νὰ σταυρωθεῖ «ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην» (Ἰωάν. 12,27). Ἐὰν σταυρωνόταν γρήγορα, θὰ καταστρεφόταν μεγάλο μέρος τοῦ ἔργου του. Ἡ φυγή του δὲν ἦταν δειλία ἀλλὰ σωφροσύνη. Δὲν ἔβαζε σὲ ἄσκοπους κινδύνους τὸν ἑαυτό του.



Ἐπιτρέπονται οἱ ὑπερβολὲς στοὺς χριστιανούς;


Τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας, ποὺ ἀπέφευγε νὰ ἐκτεθεῖ ἄσκοπα ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς πεῖ. Τίποτε δὲν πρέπει νὰ κάνουμε μὲ διάθεση ὑπρβολῆς. Οὔτε συντηρητικοὶ νὰ εἴμαστε ἀλλὰ οὔτε καὶ φιλελεύθεροι νὰ εἴμαστε στὰ πνευματικὰ θέματα. Ἀκόμη καὶ στὶς κοσμικὲς ὑποθέσεις μας νὰ ἐνεργοῦμε συνετά. Πάντοτε νὰ ἀκολουθοῦμε τὴ μέση ὁδὸ ποὺ διατηρεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ παραδείγματα:

Ἂς δοῦμε τὸ παράδειγμα τῆς νηστείας. Ἄλλοι πολὺ ἄκριτα, κι ἄλλοι, ἴσως εἶναι οἱ πιὸ πολλοί, καθόλου. Ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης λέγει πὼς ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ εἶναι «δόκιμος ζυγοστάτης», δηλαδὴ καλὴ ζυγαριά. Οὔτε τὴν ἀσιτεία νὰ ἐπικροτήσει γιατί θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀτονία καὶ στὴν κατάρρευση, ἀλλ’οὔτε καὶ τὴν πολυφαγία γιατί θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀσωτία. Οἱ διάφορες πνευματικὲς ἀσκήσεις τῆς ἀρετῆς νὰ εἶναι σύμμετρες μὲ τὶς δυνάμεις μας γιὰ νὰ ἔχουμε κανονικὴ πνευματικὴ πρόοδο. Πολλὲς φορὲς ἄνθρωποι ποὺ πρωτογνώρισαν τὸν Χριστό, ἔπεσαν μὲ τὰ μοῦτρα στὴν πνευματικὴ ζωὴ κι ὅταν ἔφυγε ὁ ζῆλος ξαναγύρισαν στὶς προηγούμενες συνήθειές τους κι ἔγιναν χειρότεροι «καὶ γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων» (Ματθ. 12,45).

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ ἄλλα ζητήματα. Δὲν πρέπει νὰ βλέπουμε παντοῦ ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ ἀμνηστεύουμε αὐτοὺς ποὺ τὴν διαβάλλουν καὶ τὴν συκοφαντοῦν. Στὴν πνευματικὴ ζωὴ νὰ ὑπάρχει ἕνα μέτρο. Στὴ συναναστροφή μας μὲ τοὺς ἄλλους νὰ ἔχουμε διάκριση, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦμε ποιὸς εἶναι ὁ κατάλληλος καιρὸς γιὰ νὰ μιλήσουμε στὸν ἄλλο γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ θέματα πνευματικά. Ἐνδέχεται ἀντὶ γιὰ νὰ κάνουμε καλὸ νὰ κάνουμε κακό.

Ἀδελφοί μου, ἂς παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ συνετοὶ καὶ σώφρονες. Ἀμήν.

Κυριακή μετά τα Φώτα Τὸ ὅραμα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν




«Ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν... ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἡ θεμελιώδης πολυσήμαντη ἔννοια τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καὶ πίστεως, παραμένει θολὴ καὶ συγκεχυμένη στὴ σκέψη πολλῶν. Καὶ αὐτὸ ἐξαιτίας τῆς πληθώρας τῶν συμβολικῶν εἰκόνων μὲ τὶς ὁποῖες παρουσιάζεται στὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνάλογων ποικίλων ἑρμηνειῶν πάνω σ' αὐτές. Ἕνας σύγχρονος ἐπίσκοπος ἀναρωτιέται: «Τί εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Εἶναι κάτι τωρινὸ ἤ μελλοντικό; Κάτι γήινο ἤ οὐράνιο; Κάτι ἁπτὸ καὶ συγκεκριμένο ἡ μακρινὸ καὶ ἀκαθόριστο»;



Ἡ Ἐκκλησία ὡς μυστήριο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ

Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὴν προτύπωση καὶ τὸν «προθάλαμο» τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἱερέας, ὅταν ὑψώνει τὸ Εὐαγγέλιο, διακηρύσσει πανηγυρικὰ τὴ δοξολογικὴ φανέρωση αὐτῆς τῆς βασιλείας, λέγοντας «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ὅμως τί σημαίνει βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ποιὰ εἶναι ἡ ἔννοιά της; Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀλλὰ καὶ τὴν πατερικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη γι' Αὐτόν, ἡ ζωὴ ἐν Αὐτῷ, ἡ «καινὴ κτίσις». Εἶναι ἡ καινούργια πραγματικότητα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς προσπάθειας τοῦ ἀνθρώπου ἐντὸς αὐτῆς.

Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς αἰώνιας ζωῆς: «αὕτη ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκουσί σε» (Ἰω. 17,3). Γι' αὐτὴ τὴν ἀληθινή, τὴν ὄντως ζωὴ δημιουργήθηκε ὁ ἄνθρωπος. Ἀπὸ αὐτὴ ξέπεσε μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ ἔτσι ἐπικράτησε στὸν κόσμο τὸ πολύμορφο κακὸ καὶ ἡ φθορά. Ὁ κόσμος ἀρνήθηκε τὸν Θεό, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν γύρισε τὴν πλάτη Του στὸν κόσμο, «καὶ οὐκ ἀπέστη πάντα ποιῶν ἕως ἠμᾶς εἰς τὸν οὐρανον ἀνήγαγε καὶ τὴν βασιλείαν Του ἐχαρίσω τὴν μέλλουσαν», ὅπως χαρακτηριστικὰ τονίζει ἡ εὐχὴ τῆς Ἀναφορᾶς στὴ θεία Λειτουργία. Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι ἤδη παροῦσα, ὅμως τόσο συχνὰ σκιάζεται ποὺ μοιάζει νὰ βυθίζεται στὴ γῆ ἀπὸ πάθη, λάθη καὶ ἀδυναμίες πολλές, ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ὅλων μας.

Ὡστόσο, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔχει ἕναν ἐκρηκτικὸ δυναμισμό. Ἔστω καὶ ἂν δὲν φαίνεται ἐξωτερικά, μεταμορφώνει καὶ ἀλλάζει ἐσωτερικὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὴν ἀποδέχεται καὶ ἀγωνίζεται γι' αὐτή. Προσφέρεται στὸν κόσμο γιατί ὁ Χριστὸς ἔχει ἤδη ἔρθει, ἀλλὰ ἐπειδὴ θὰ ξαναέρθει, ἡ βασιλεία Του θὰ ὁλοκληρωθεῖ στὸ μέλλον. Αὐτὸ τὸ μυστήριο ἄρχισε μὲ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε, «εἰ ἐγὼ ἐν δακτύλῳ τοῦ Θεοῦ ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, ἄρα ἔφθασε ἐφ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λκ. 11,20). Συνεχίζεται μυστικὰ καὶ ἀθέατα ἀνάμεσά μας. Παρ' ὅλα αὐτὰ περιμένουμε νὰ ὁλοκληρωθεῖ μὲ ὅλη τὴ δόξα καὶ τὴ λαμπρότητα στὴ δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ποὺ ἀποτελεῖ ὅραμα τῶν προφητῶν, κήρυγμα τῶν ἀποστόλων καὶ προσμονὴ τῶν πιστῶν, εἶναι προετοιμασμένη γιὰ χάρη μας «πρὸ καταβολῆς κόσμου». Δόθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ του θυσία καὶ ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, σὲ κάθε θεία Λειτουργία προσφέρεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὸν κόσμο.



Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μέσα στὸ χρόνο

Ὁ ὁρατὸς καὶ ἀόρατος κόσμος συντονίζονται στὸν ἴδιο ἀγώνα καὶ στὴν ἴδια ἀγωνία, ὄχι γιὰ δύο διαφορετικὲς ζωές, ἀλλὰ γιὰ μία ζωὴ μὲ δύο ὄψεις καὶ μορφές. Ἀνάμεσα στὴν παραμορφωμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ὄψη καὶ τὴν ἀνακαινισμένη ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ κατάσταση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Τὸ Εὐαγγέλιο τονίζει ὅτι ὁ κόσμος «τοῦ παρόντος αἰῶνος» καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν συνυπάρχουν σὲ μία διαρκῆ ἔνταση καὶ ἀντιπαράθεση. Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἤδη βρίσκεται «ἐν μυστηρίῳ» στὴν Ἐκκλησία, ὅμως καλύπτεται καὶ κρύβεται.

Ὁ κόσμος τὴν ἀγνοεῖ ἤ τὴν ἀντιμάχεται, ἐνῶ ἐμεῖς συνήθως τὴν «ἐξορίζουμε» στὸ τέλος τοῦ κόσμου, ὅταν κλείσει ἡ πόρτα τῆς πανανθρώπινης ἱστορίας καὶ τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς. Ἔτσι βέβαια δὲν τὴν αἰσθανόμαστε σὰν ὁλοκλήρωση τῆς οὐσίας τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀποστολῆς μας. Σὰν κάτι ποὺ ὄχι ἁπλὰ πιστεύουμε ἀλλὰ καὶ πρέπει νὰ περιμένουμε καθημερινά. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἀτόνησε ἡ προσδοκία μας, δὲν νιώθουμε ὅπως οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ὅταν ἔλεγαν «ἔλθετω ἡ βασιλεία Σου».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μόνο ἂν ἀνανεώσουμε τὴν προσδοκία μας γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ νὰ περιμένουμε γιὰ νὰ καταρρεύσουν στὸ οὐράνιο μέλλοντα φαντάσματα τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἀκουσθοῦν στὴν αἰωνιότητα οἱ ἐκρήξεις τοῦ μηδενός του. Ἀμήν.



 
Bookmark and Share

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ ΟΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ π.ΘΕΜΟΣΤΟΚΛΗΣ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΣ

                Για ποιο λόγο γιορτάζουμε τις γιορτές της Εκκλησίας; Για ποιο λόγο συμμετέχουμε στην πνευματική ζωή του σώματος του Χριστού; Η απάντηση δεν είναι αυτονόητη. Κι αυτό γιατί συνήθως λείπει από τα μάτια, τόσο του σώματος όσο και της ψυχής, η προοπτική της πίστης στο Χριστό, ως Εκείνον που κατέβηκε  από τον ουρανό και στη συνέχεια ανέβηκε ψηλά και πήρε μαζί Του αιχμαλώτους, έδωσε δώρα στους ανθρώπους: «αναβάς εις ύψος ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν και έδωκε δόματα τοις ανθρώποις» (Εφεσ. 4,8). Συνήθως πιστεύουμε σε έναν Θεό ο Οποίος είναι ανώτερη δύναμη, δημιουργό του κόσμου, ο Οποίος μαγικά μας ακούει και δίνει λύσεις στα προβλήματά μας, ενίοτε μας τιμωρεί για τα σφάλματά μας και που μαζί Του θα μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε μετά την έξοδό μας από αυτόν τον κόσμο. Όμως για την Εκκλησία μας η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό δεν περιορίζεται σε μια τέτοια οπτική. Γιατί αν μείνουμε σ’ αυτόν τον δρόμο, τότε αρνούμαστε το μεγάλο γεγονός: ότι ο Θεός δεν είναι απρόσωπος, αλλά υπάρχει εν τρισίν προσώποις. Ότι η αγάπη Του δεν είναι γενική μόνο, αλλά εκφράζεται με τη συνεχή βούλησή του να αναδημιουργεί τον άνθρωπο, να τον αναγεννά στο πρόσωπο του Χριστού και την ίδια στιγμή να μας υπενθυμίζει την παρουσία της αγάπης Του μέσα από το μυστήριο της Εκκλησίας.
                Στις γιορτές της Εκκλησίας, αλλά και κάθε Κυριακή, θυμόμαστε την κάθοδο του Χριστού από τον ουρανό στη γη. Η λογική μας δεν αντέχει να προσεγγίσει το μυστήριο, αν θελήσουμε να σκεφτούμε τις διαστάσεις του. Μένουμε ενεοί μπροστά στο μέγεθος της αγάπης, της ταπείνωσης και της συγκατάβασης του Θεού. Από την άλλη, προσεγγίζουμε το μυστήριο αν θυμηθούμε τα λόγια του Παύλου. Δεν είναι μόνο ότι κατέβηκε στη γη και έγινε άνθρωπος. Ανέβηκε στη συνέχεια στον ουρανό και μαζί Του πήρε αιχμαλώτους. Πρώτα τον θάνατο και την απόγνωση. Στη συνέχεια, όλους τους ανθρώπους που δέχονται να αιχμαλωτισθούν από την αγάπη Του. Όλους εκείνους που δεν θεωρούν ότι η ζωή τους σταματά στον παρόντα κόσμο και χρόνο. Και την ίδια στιγμή μας δίνει ως δώρα «την ενότητα  της πίστεως και της επιγνώσεώς Του ως Υιού του Θεού» (Εφεσ. 4, 13), μέσα στο σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία. Γιατί η Εκκλησία είναι το σπουδαιότερο και ωραιότερο δώρο που μας άφησε ο Χριστός.
                Καλούμαστε στο Σώμα του Χριστού να συνειδητοποιούμε την ενότητα που μας δίνει η πίστη. Αυτό σημαίνει ότι αν πιστεύουμε στο Χριστό δεν κλεινόμαστε στον εαυτό μας, στο «εγώ» μας, στις ανάγκες μας, ούτε εγκλωβιζόμαστε στην κακία των άλλων ανθρώπων, ούτε και στην δική μας εμπάθεια, αλλά αποφασίζουμε να πορευόμαστε με βάση την βεβαιότητα που μας δίνει η πίστη μας για την παρουσία και την αγάπη του Χριστού προς τα πρόσωπά μας. Ο Χριστός μας ενώνει. Για το Χριστό βρισκόμαστε στην Εκκλησία. Για το Χριστό νικούμε τον παλαιό άνθρωπο που υπάρχει εντός μας, αλλά και συγκαταβαίνουμε στις αδυναμίες των άλλων ανθρώπων. Ο Χριστός είναι το μέτρο της ζωής μας και όχι οι άνθρωποι, οι οποίοι πολλάκις μας απογοητεύουν, όπως και εμείς τους απογοητεύουμε. Χωρίς πίστη δεν μπορεί να υπάρξει ενότητα. Και αξίζει η πίστη οποιαδήποτε θυσία, οποιαδήποτε υπέρβαση του πραγματικού ή νομιζόμενου «δίκιου μας», γιατί ούτε εμείς είμαστε όπως μας θέλουν οι άλλοι ούτε εκείνοι όπως τους θέλουμε εμείς.
                Την ίδια στιγμή η πίστη μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίζουμε το δυσθεώρητο βάθος της αγάπης του Υιού του Θεού για τα πρόσωπά μας. Η πίστη είναι αυτή που μας κάνει να βλέπουμε στα πρόσωπα των άλλων τον Χριστό. Η πίστη είναι αυτή που μας κάνει να σπουδάζουμε τις αλήθειες της Εκκλησίας. Να γιορτάζουμε σε δύσκολες εποχές και να μην αποκάμνουμε από την πίεση και το άγχος που ο κόσμος και οι μέριμνες συσσωρεύουν πάνω μας. Και γι’ αυτό όλη η ζωή της Εκκλησίας είναι μία ατελεύτητος γιορτή. Για να μας υπενθυμίζει τη χαρά που η αγάπη του Θεού μας προσφέρει. Και ότι κι εμείς μπορούμε να κοπιάσουμε αυτή τη αγάπη να γίνει δική μας στάση ζωής. Για να αναγνωρίζουμε τον Χριστό ως το νόημα και τον σκοπό της ζωής μας και ως Εκείνον που θα μας αιχμαλωτίσει με την αγάπη Του για να μας οδηγήσει στον ουρανό.
                Μας έδωσε «δόματα» ο Χριστός. Είναι ο ναός, το Ευαγγέλιο και η αγιότητα, μέσα από τα οποία μπορούμε να ζήσουμε την πίστη ως γιορτή. Ο ναός, στον οποίο γινόμαστε μέλη της ευχαριστιακής σύναξης, της οικογένειας του Θεού και συναντούμε τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Το Ευαγγέλιο, μέσα από το οποίο μαθαίνουμε και θυμόμαστε τι θέλει ο Θεός από εμάς. Και η αγιότητα, που μας δείχνει την αλυσίδα όλων όσων προηγήθηκαν από εμάς στον αγώνα της πίστης και που πρεσβεύουν για μας, ώστε να μην νικηθούμε από τον πόλεμο του κόσμου και του κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου, να μην διαλέξουμε την οδό της αδιαφορίας  ή της άρνησης. Με την βοήθεια αυτών των δομάτων μπορούμε να γνωρίζουμε γιατί γιορτάζουμε, γιατί η Εκκλησία θα παραμένει ο τρόπος εκείνος που θα δίνει νόημα και στην ύπαρξη και στο χρόνο μας.
                Για τον πολύ κόσμο, για τον θόρυβο των εικόνων, των ειδήσεων, των επιτευγμάτων, αλλά και των προβλημάτων η Εκκλησία δεν είναι ελκυστική. Ούτε και η γιορτή. Κρατά λίγο και μόνο ως στοιχείο του παρελθόντος. Όποιος όμως διαλέγει το πρόσωπο του Χριστού, τότε βιώνει την χαρά της γιορτής ως αφετηρία προσωπικής αλλαγής. Και είναι καιρός να αφεθούμε σ’ αυτόν τον δρόμο και τρόπο. Γιατί είναι βέβαιο ότι μόνο αυτός έχει διάρκεια. Διότι στηρίζεται στην ανεξάντλητη αγάπη του Χριστού, η οποία αιχμαλωτίζει τις καρδιές μας και μας αφήνει δώρα ζωής αιωνίου. Και για όποιον αφήνεται είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχει απογοήτευση, αλλά ελπίδα και συνεχές νέο ξεκίνημα στη ζωή, τόσο την προσωπική όσο και την κοινωνική. Αυτό που τελικά έχουμε ανάγκη για να ζήσουμε αληθινά.

Κέρκυρα, 12 Ιανουαρίου 2014  

ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (ΜΑΤΘ. Δ' 12-17)


ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ
(ΜΑΤΘ. Δ' 12-17)

Ο μεγαλύτερος των Προφητών, ο Τίμιος του Κυρίου Πρόδρομος, ο ασυμβίβαστος και κήρυκας της μετανοίας, υπέγραψε το ελεγκτικό του κήρυγμα κατά του Ηρώδη με το ίδιο του το αίμα. Με τον αποκεφαλισμό του, όχι μόνο ευαγγελίστηκε τις ψυχές στον Άδη, και κατέστη ο μεγαλύτερος των Αγίων, αλλά γίνεται και το παράδειγμα για όσους θέλουν να αγωνίζονται σταθεροί και ατρόμητα ένεκεν δικαιοσύνης και αληθείας.
Τώρα πλέον έφτασε η ώρα του Κυρίου Ιησού Χριστού. Εγκατέλειψε την ιδιωτική του ζωή και αρχίζει τη δημόσια δράση του.
Είχε ζήσει τριάντα έτη στη Ναζαρέτ, και ήλθε να εγκατασταθεί στην παραθαλάσσια πόλη Καπερναούμ. Σε ένα γεωγραφικό χώρο που βρισκόταν στα σύνορα των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ και στον οποίο διέμεναν πολλοί ειδωλολάτρες.
Άνθρωποι δηλ. που αγνοούσαν τον αληθινό Θεό και ως εκ τούτου βρίσκονταν βυθισμένοι μέσα στο πυκνό σκοτάδι της άγνοιας και της αμαρτίας. Αυτό το γεγονός της εγκαταστάσεως του Κυρίου στην περιοχή αυτή, το είπε και το είχε προφητεύσει ο μεγαλοφωνότατος Πρ. Ησαΐας, οκτακόσια χρόνια προ της ενανθρωπήσεως λέγοντας: « Γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ, οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου, Γαλιλαία των εθνών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς»(Ματθ. Δ' 15-16). Δηλ. Η χώρα της φυλής Ζαβουλών και η χώρα της φυλής Νεφθαλείμ, που εκτείνεται κοντά στη λίμνη, πέρα από τον Ιορδάνη, η Γαλιλαία των εθνικών (των ειδωλολατρών), ο λαός ο καθήμενος στο σκοτάδι είδε ήλιο μεγάλο, ναι, στους καθηλωμένους στη χώρα με το βαθύ σκοτάδι του θανάτου, σ΄ αυτούς ήλιος ανέτειλε». Πρόκειται για μία των πλέον λαμπροτάτων Xριστολογικών προφητειών της Π.Δ. Απευθύνεται ο θεόπνευστος Προφήτης προς τους κατοίκους των περιοχών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ, που ευρίσκοντο δυτικώς της λίμνης Γεννησαρέτ, προς την πολυσύχναστη παραθαλασσία οδό της Μεσογείου, που συνέδεε την Αίγυπτο με την Συρία. Η περιοχή αυτή θα έπινε πρώτη το πικρό ποτήριον της υποδουλώσεως στους Ασσυρίους κατακτητές, και για τούτο πρώτη αυτή ακούει το χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο μήνυμα της λυτρώσεως. Από αυτήν έκαναν την αρχή της κατακτήσεως της Παλαιστίνης οι Ασσύριοι με τον Τιγλάθ-Πιλεσάρ το 734 π.Χ.. Ονομάζεται «Γαλιλαία των Εθνών», διότι ήδη από τα παλαιότερα χρόνια κατοικείτο και από ειδωλολατρικούς πληθυσμούς.
Ο λαός αυτός, που θα ζούσε, λόγω της Ασσυριακής εισβολής, μέσα στην συμφορά και την εξαθλίωση, «εν σκότει...εν χώρα και σκιά θανάτου», θα φωτισθεί και θα αναζωογονηθεί. Το δε μέγα φως, για το οποίο κάνει λόγο ο Προφήτης, είναι ο Μεσσίας Χριστός. Η εποχή του Μεσσίου αναμενόταν ως εποχή σωτηρίας του λαού και υψώσεώς του στην προτέρα του δόξα.
Ο μεγαλόπνοος Προφήτης ομιλεί κατ' αρχάς για τα γεγονότα που επρόκειτο να συμβούν στις επερχόμενες δεκαετίες, κατά τις οποίες, ορισμένοι βασιλείς, όπως ο Εζεκίας, ο Ιωσίας κ.λ.π., θα έδιναν κάποια ανακούφιση στον ταλαιπωρημένο λαό του Θεού. Το βλέμμα του όμως το προφητικό, υπερπηδά τα συνήθη γεγονότα και αντικρίζει το νέο όραμα του κόσμου με την άφιξη της Βασιλείας του Θεού.
Βλέπει δηλ. τον Κύριο να κρατά στα χέρια Του τα νήματα της Ιστορίας και να την κατευθύνει προς τους ενδόξους εσχάτους καιρούς. Είναι δε βέβαιος ότι λόγω της επεμβάσεως του Θεού, αυτός που φαίνεται να είναι νικημένος σήμερα, θα είναι ο νικητής στο μέλλον.
Το βαθύτερο νόημα των λόγων του Προφήτου είναι ότι οι εσκοτισμένοι, λόγω της αμαρτίας Ιουδαίοι και εξαιτίας της πλάνης ειδωλολάτρες, θα φωτισθούν με το φως της διδασκαλίας του Κυρίου και θα ζήσουν μια όντως νέα εποχή. Την εποχή της χάριτος. «Ο λαός ο εν τη εθνική αγνοία εσκοτισμένος, είδε φως μέγα», όχι το φως του πυρός, ή των αστέρων, ή της σελήνης. Ούτε το ηλιακό ή το φως της αστραπής, «αλλά φως μέγα, ο και νοητοίς επιλάμπει και αισθητοίς (δηλ. που λάμπει και φωτίζει τα υλικά και πνευματικά) ο και Πατρί σύνεστι (δηλ. είναι το Φως του Μονογενούς Υιού και Λόγου του Θεού, που συνυπάρχει με τον Πατέρα) και ανθρώπους φωτίζει και Αγγέλους φαιδρύνει» (Μ. Βασίλειος).
Από αυτή την περιοχή, λοιπόν, άρχισε το έργο της απολυτρώσεως της ανθρωπότητας. Επίσης, η Ναζαρέτ, όπου ο Αρχάγγελος Γαβριήλ ευαγγελίστηκε το μήνυμα της σωτήριας στην Παναγία Παρθένο, ανήκε στην φυλή Ζαβουλών. Ο δε Θεάνθρωπος είχε ως ορμητήριό Του την πόλη Καπερναούμ, που βρισκόταν μεταξύ των ορίων Νεφθαλείμ και Ζαβουλών, παρά τας εκβολάς του Ιορδάνου και προς τη βορειοδυτική παραλία της Τιβεριάδος.
Έτσι λοιπόν φαίνεται ξεκάθαρα και στο σημείο αυτό, που ο Κύριος ξεκινά το σωτηριώδες Του έργο, πόσο το Πνεύμα το Άγιον, που φωτίζει τους ιερούς συγγραφείς στο να καταγράψουν τα θεόπνευστα κείμενα, συνδέει άμεσα την Παλαιά με την Καινή Διαθήκη. Πως ερμηνεύεται η Παλαιά από τα γεγονότα της Καινής και πως ο ίδιος ο Ιησούς συνδέει στο Θεανδρικό Του πρόσωπο τις δύο διαθήκες. Την πρώτη στην οποία κυριαρχεί η προσμονή της λυτρώσεως και στην δεύτερη η ευλογία και ο ενθουσιασμός, διότι αυτός ο αναμενόμενος Μεσσίας ενανθρώπησε και ίδρυσε την Εκκλησία του, το Σώμα Του.
Και είναι συγκλονιστικό το ότι η Παλαιά διαθήκη κλείνει με το προφητικό κήρυγμα του Ιωάννου του Βαπτιστού, που κηρύττει μετάνοια, αλλά και το ότι στην Καινή, ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς, εγκαινιάζει τον αποκαλυπτικό Του λόγο και πάλι με το κήρυγμα της μετανοίας.
Ο Ι. Ευαγγελιστής Ματθαίος δίνει μεγάλη έμφαση στο κύριο αυτό σημείο, το οποίο αποτελεί και το κεντρικό κήρυγμα στον χώρο της Εκκλησίας, στο γεγονός δηλ. της μετανοίας, γι' αυτό και καταγράφει: «Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. Δ' 17)+ Μετάφραση.
Να σταθούμε όμως για λίγο στην μετάνοια.
Όταν ο Κύριος άρχισε το δημόσιο κήρυγμά Του, καλούσε όχι μόνο κάποιες ψυχές, αλλά όλους τους ανθρώπους να αλλάξουν τρόπο σκέψης και στάση ζωής, και τούτο διότι έφτασε πλέον η Βασιλεία των Ουρανών.
Πλησίασαν δηλ. οι ημέρες της ίδρυσης της Εκκλησίας, η οποία είναι η Κιβωτός της Σωτηρίας. Εγκαθιδρύεται ήδη η επί γης, στρατευομένη του Εκκλησία, και με τα ζωοπάροχα Μυστήριά της φωτίζει και εξαγιάζει τον άνθρωπο που αποδέχεται την Πίστη στον Θεάνθρωπο Κύριο, και τον κατευθύνει προς τον προορισμό του που δεν είναι άλλος από την ουράνια και την αιώνια βασιλεία.
Ας μη πελαγοδρομεί ο άνθρωπος και ας μη μπερδεύεται στο ποίον δρόμο θα ακολουθήσει για τη σωτηρία του. Δεν υπάρχουν πολλοί δρόμοι. Ένας είναι. Και αυτός ονομάζεται μετάνοια. Το Αποστολικό κήρυγμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και στο θέμα αυτό είναι σαφέστατο και κρυστάλλινο.
Αφού, εννοείται, έχει προηγηθεί το Μυστήριο του Βαπτίσματος και το Χρίσμα, απαιτείται ο ισόβιος αγώνας. Ο όμορφος αγώνας της καθάρσεως, για να τον διαδεχθεί η ευλογημένα κατάσταση του φωτισμού. Αναγκαία όμως προϋπόθεση της οδού της χάριτος, όπως κηρύσσει ο Αρχηγός της Πίστεώς μας, είναι η μετάνοια. Η αλλαγή δηλ. της νοοτροπίας. Η αλλαγή-διόρθωση και ισορροπία του νοός που εδρεύει στην καρδιά, της παγίωσης του όλου φρονήματος στις θείες εντολές. Αυτή είναι η νόμιμη, η αποκαλυπτική και η Βασιλική οδός προς το καθ' ομοίωσιν και προς τον ακύμαντο λιμένα της Βασιλείας των ουρανών.
Υπάρχει άραγε αμφιβολία ότι η πραγμάτωσις του σαλπίσματος και του προσκλητηρίου αυτού της μετανοίας που μας κάνει ο ίδιος ο Κύριος, συντελείται μόνο μέσα στο χώρο της Εκλογής Του, της Εκκλησίας μας;
Μόνο άσχετοι ή πεμπτοφαλαγγίτες της Ορθοδοξίας μας θα μπορούσαν να ισχυριστούν το αντίθετο. Ότι δηλ. ο καρπός της μετανοίας μπορεί να παραχθεί και εκτός Εκκλησίας.
Και, οπωσδήποτε, αυτή η μετάνοια δεν χαρακτηρίζεται με ένα συναισθηματισμό «θρησκευτικού περιεχομένου».
Αποτελεί τρόπο ζωής που είναι αδύνατον ο άνθρωπος εξ' αρχής να αντιληφθεί την έκταση, και το βάθος της θείας αυτής δωρεάς που ονομάζεται μετάνοια. Ξεκινά μεν από την απόρριψη και το μίσος κατά της αμαρτίας , που σηματοδοτείται με την εξομολόγηση και τη θλίψη για το αμαρτωλό παρελθόν και φτάνει μέχρι τον θρήνο για όλον τον «Αδάμ». Για όλο το ανθρώπινο γένος. Βιώματα δηλ. της κατάστασης που γεύονται οι φωτισμένοι και οι θεούμενοι αδελφοί μας, οι οποίοι δια της παγκοσμίου μετανοίας και της θεοϋφαντης ταπείνωσης, μας αποκαλύπτουν τα μυστήρια και τον ασφαλή δρόμο για τη δική μας Χριστοποίηση.
Αδελφοί μου. Ήδη διανύουμε τον πρώτο μήνα του νέου έτους που μας αξίωσε η Χάρις του Θεού.
Συνειδητοποιούμε, ότι η κλεψύδρα του χρόνου και μάλιστα του προσωπικού μας , όσο περνά ο καιρός γίνεται ανελέητος. Δεν έχουμε λοιπόν, παρά να παραδεχθούμε ότι το κύριο έργο που μας καταρτίζει και που μας οδηγεί προς τον τελικό μας στόχο και σκοπό είναι η μετάνοια.
Η μετάνοια η αυθεντική που ξεκινά από τις αστοχίες μας έως και το σύνολο της παγκόσμιας αποστασίας που τραγικά όλοι βιώνουμε.
Είθε ο Κύριός μας, να μας χαρίσει το ατίμητο δώρο της αλλαγής του νοός και εμείς να συνειδητοποιούμε την την ταλαίπωρη κατάστασή μας, προσφέροντας την όλη ύπαρξή μας σ' Αυτόν τον Κύριό μας και Θεό μας.

Αμήν




Aρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...