Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 22, 2014

Κυριακή Γ' Νηστειών: Ο Σταυρός δεν είναι λυπηρός αλλά χαρμόσυνος!
























 Σταυρς το Χριστο μας εναι τ σύμβολο τς νίκης τς ζως π τοθανάτου.  παροσα ζω εναι νας δυσώπητος γνας πέρβασης τοθανάτου. Κάθε κτίσμα γωνίζεται ν ξεπεράσ τ ρια τς κτιστότητός του, νξεπεράσ τν φθορ το κόσμου, τ μηδενισμ κα τν πιστροφ στννυπαρξία.  
λα τ ντα γαπον τν ζωή. Γι’ ατ κα εναι παραίτητη  σύνδεση μτν πηγ τς ζως. Κα ατ γίνεται μόνον δι το Σταυρο, διότι πάνω του καρφώθηκε  πηγ τς ζως,  σαρκωμένος Λόγος το Πατρός. Χωρς Σταυρεναι σίγουρη  κυριαρχία το αώνιου θανάτου, χειρότερο το ποίου δνπάρχει.  

 κκλησία σήμερα, στ μέσον κριβς τς γίας κα Μεγάλης Τεσσαρακοστς, τν προβάλλει, γι ν μς διδάξ πώς, ταν χουμε τν Σταυρστ μέσον τς ζως μας, μπορομε ν φθάσουμε ως τ τέρμα, πο εναι νάσταση. Θέλει ν μς δώσ δύναμη ν συνεχίσουμε τν πνευματικό μαςγνα μ διάθεση θυσιαστική, μέσα σ πνεμα κατανύξεως, δακρύων κατανύξεως, λλ κα χαρς γι τ περχόμενο τέλος, τν νάσταση.
 Σταυρς δν εναι λυπηρός, λλ χαρμόσυνος. Τν τενίζουμε μ λαχτάρα κα θαυμασμό, τν σπαζόμαστε ς σωτήριο, τν προσκυνομε σαρκωθέντα, γιατ  Σταυρς δν εναι πρωτίστως τ σχμα το ξύλου, λλ Ατς ποπλωσε τ χέρια Του πάνω Του κα γινε Σταυρός, δίνοντας ξία μ τ σχμα τν χεριν κα το σώματός Του στ ξύλο. Σταυρς εναι  διος  Χριστς στΓολγοθά,  νικητς το κόσμου, γι’ ατ κα τ πάνσεπτο σχμα το ξύλου,πάνω στ ποο καρφώθηκε, γίνεται π ργανο καταδίκης φορμ σωτηρίας.
Φρίττουν κα τρέμουν ο δαίμονες, κάθε φορ πο δι το Σταυρο γιάζεται κόσμος, γιατ θυμονται τι δι’ ατο  θάνατος θανατώθηκε, τι δι τοθανάτου το Σωτρος κατελύθη τ κράτος το δη κα σώθηκε  νθρωπότηταπ τν ξουσία τους. Τρελαίνονται στ σκέψη πς  νθρωπος τος ξευτέλισε κα τος νίκησε στ πρόσωπο το Θεανθρώπου, γι’ ατ κα λυσσαλέαγωνίζονται νυχθημερν κα δίχως σταματημ ν ποτρέψουν τν κάθενθρωπο π τ σταύρωμα τν παθν του.
 ρθοδοξία εναι  πίστη το Σταυρο κα τς ναστάσεως. κτς π τνφορμ τς νισχύσεως τς σκησής μας στν περίδο ατή,  κκλησία βλέπει τν τρίτη Κυριακ τν Νηστειν ς συνέχεια τν Κυριακν τς ρθοδοξίας κα το φωστρος τς ρθοδοξίας, γίου Γρηγορίου το Παλαμ. Στς θρησκεες το κόσμου κα τς χριστιανικς αρέσεις  λήθεια εναι διαστρεβλωμένη, κουτσουρεμένη, ψευδής, νυπόστατη, δύναμη, καταστροφική, δαιμονιώδης. Γι’ ατ κα κτς τς ρθοδόξου σκήσεως κα πνευματικς μυστηριακς ζωςλα πιτρέπονται, π τ πιό χαλαρ μέχρι κα τ πιό αστηρ κα πάνθρωπα. ζυγς μως το Χριστο εναι χρήσιμος κα λαφρς γι σους διακρίνουν μέσα του τν λήθεια πο σζει.
Στος κνηρος κα χαλαρος χριστιανος  πορεία δι το Σταυρο φαντάζει δύσκολο γχείρημα.  πλειονότητα τν χριστιανν θέλει ν φθάσ στν Θεβασάνιστα, λλ δν μπορε ν κατανοήσ πς ατ  πορεία εναι ντως εκολη κα πς  μοναδικ δυσκολία της εναι  γεναία πόφαση.  νθρωπος εναι ν μ περιόριστες δυνατότητες κα τ μόνο πο τν περιορίζει εναι μμονή του στν ναποφασιστικότητα. Χρειαζόμαστε να ξύπνημα, γι νσηκωθομε π τν πνο το κοσμικο φρονήματος. Ναί! κοιμώμαστε, δελφοί μου, σο εμαστε σ γρήγορση γι τ το κόσμου, διότι ατς  κόσμος θπαρέλθ νεπιστρεπτί.  Σταυρς εναι τ ξυπνητήρι μας·  ρα περν· τ τέλος πλησιάζει·  χρόνος γγίζει στ τέρμα του·  Χριστς ρχεται· κι ρχεται μ τν Σταυρό Του, πο θ φαν σ λη τ γ, σ λο τ σύμπαν. ν δν μς βρ μ τν Σταυρ στος μους, τότε κι μες δν θ νήκουμε στν μερίδα Του, δν θχουμε θέση στν πλευρά Του, στν πλευρ τν σταυροαναστημένων πιστν Του.
Γι ν σηκώσουμε στος μους μας τν δικό μας Σταυρό, χρειάζεται πρωτίστως ν γαπήσουμε τ σταυρικ φρόνημα, πο εναι θυσία το αυτομας. Ατ τ σταυρικ φρόνημα μως δηγε στν νάσταση. ν θέλουμε τν Χριστ ναστάντα, δν γίνεται ν μν Τν θέλουμε κα Σταυρωθέντα. Γι’ ατκα ν θέλουμε κι μες ν βιώσουμε τν προσωπική μας νάσταση, χρειάζεται ν περάσουμε μέσα π τν δίοδο τς προσωπικς μας σταυρώσεως, πο θὰ μς  βγάλ στν Βασιλεία τν ορανν. 

π. Στυλιανός Μακρής

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΝΗΣΤΕΙΩΝ «Αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι».π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Αλήθεια ποιος είναι ο Σταυρός για τον οποίο κάνει λόγο ο Χριστός; Είναι μόνο ο σταυρός που έχει να κάνει με τον χαρακτήρα, την κλειστότητα, τη αδυναμία αληθινής κοινωνίας με τους άλλους ή αυτός που έχει να κάνει με τον πόνο και την ασθένεια, την απόρριψη, τα προβλήματα, την αδικία, την φτώχεια, την καταστροφή, τον θάνατο; Ο Χριστός δεν μιλά για τους σταυρούς αυτούς αλλά και για τον σταυρό της αυταπάρνησης και τον σταυρό της ακολούθησης του Ιδίου. Αυτοί οι σταυροί είναι ιδιαίτεροι και δυσβάσταχτοι.
Ο σταυρός της αυταπάρνησης είναι ο σταυρός της παραίτησης από το «εγώ», της παραίτησης από το δικαίωμα, από το θέλημα. Ζητείται η θυσία. Καλούμαστε να σταυρώσουμε το «εγώ» μας, χάριν του άλλου. Και συμφέρον του πλησίον δεν είναι η υλική ανακούφιση, αλλά η σωτηρία του. Ούτε βέβαια περιμένει την αναγνώριση των κόπων του.
Αποτελεί μίμηση του Χριστού κατά πάντα. Ο Κύριός μας παραιτήθηκε από το να είναι μόνο Θεός και ανέβηκε στο Σταυρό, για τη σωτηρία των πάντων.
Ο σταυρός της ακολούθησης του Χριστού είναι η επιλογή να ακολουθήσει ο γνήσιος μαθητής του Χριστού την οδό του Ευαγγελίου. Δεν υπάρχει θέμα της ανθρώπινης ζωής στο οποίο να μην απαντά το Ευαγγέλιο. Είτε κατά γράμμα είτε κατά πνεύμα. Και είναι Σταυρός η βίωση του Ευαγγελίου. Γιατί όποιος επιχειρεί να το εφαρμόσει στη ζωή του θα έρθει σε σύγκρουση με τον τρόπο του πολιτισμού. Με τους ανθρώπους. Θα λοιδορηθεί. θα περιφρονηθεί. Θα θεωρηθεί παρωχημένος. Θα γευτεί την αδιαφορία. Ακόμη και το μαρτύριο και το θάνατο. Και το Ευαγγέλιο αποκαλύπτει την ουσία της πίστης που είναι η σχέση με το Χριστό. 
Στη μέση της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μας θέτει στο μέσο των ναών τον Τίμιο Σταυρό. Ατενίζοντας το Ξύλο της Ζωής και προσκυνώντας Το μας υπενθυμίζει ότι ο δρόμος που ο κόσμος θεωρεί αφορμή αισχύνης είναι αυτός που σώζει αιώνια τον άνθρωπο. Αυτόν που εξακολουθεί να μην αισχύνεται για την αμαρτωλότητά του, αλλά να περηφανεύεται. Αυτόν που έχει ως σημείο προόδου τα δικαιώματά του και το «εγώ» του και όχι την αγάπη. Αυτόν που λησμονεί το Ευαγγέλιο και το υποκαθιστά από ιδέες, φιλοσοφίες, σοφίες του κόσμου, συζητήσεις για ασήμαντα και σημαντικά της παρούσης ζωής, χωρίς προοπτική αιωνιότητας. Αυτόν που δε διστάζει να εκμεταλλεύεται τον πλησίον του. Αυτόν που δεν γνωρίζει να συγχωρεί. Είναι αισχύνη από την μία ο δρόμος του Σταυρού, αλλά και λύτρωση από την άλλη. Γιατί ο Σταυρωθείς διέρρηξε τα δεσμά του θανάτου και έδωσε τη χαρά της Ανάστασης. 
Μαζί Του λοιπόν ως την Ανάσταση!
π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

Παρασκευή, Μαρτίου 21, 2014

Ομιλία εις την Γ΄ Κυριακήν των Νηστειών (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς)

«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυ­τόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι» (Μάρκ. η' 34).

Αίροντες τον σταυρό, ευαρεστούμε τον Κύριο Ιησού Χρι­στό, Τον ακολουθούμε. Αν ακολουθούμε τον εαυτό μας, δεν μπορούμε να ακολουθούμε Εκείνον. Όποιος δεν απαρνηθή τον εαυτό του, δεν μπορεί να Με ακολουθήση (Ματθ. ι' 38).
Αν ακολουθήσης τον δικό σου νου και όχι τον νου του Χριστού, αν ακολουθήσης το θέλημά σου και όχι το θέλημα του Χριστού, όπως αναφέρεται στο άγιο Ευαγγέλιο, η ψυ­χή σου δεν είναι καθαρή, δεν είναι αγιασμένη, είναι χαμένη στην ζούγκλα των ψυχοφθόρων και φρικτών πλανών. Διότι η αμαρτία, το κακό, κατόρθωσε να χτίση μέσα μας, δίπλα σε εκείνη την θεοειδή ψυχή που ελάβαμε από τον Θεό, την δική της ψυχή. Αν η αμαρτία μας γίνη έξις, δημιουργεί μέσα μας την δική της ψυχή. Αν πράττωμε την αμαρτία, εκείνη σταδια­κά μορφώνεται στην ψυχή μας. Κοντά σε εκείνη την θεοειδή ψυχή, την οποία ο Θεός σου έδωσε, εσύ φέρνεις ένα ξένο, ο οποίος σε αιχμαλωτίζει. Αυτός διαφεντεύει, ενώ ό,τι θεϊκό είναι μέσα σου, είναι σαν κοιμισμένο, σαν μουδιασμένο. Το απέρριψες, και εκείνο δεν ζη μέσα σου, πεθαίνει.

Η αμαρτία δημιουργεί μέσα μας δικό της κόσμο, δημι­ουργεί μέσα μας δική της φιλοσοφία, δική της αντίληψι για τον κόσμο. Η αμαρτία επιδιώκει να καταλάβη την θέσι του Θεού στην ψυχή σου, την θέσι της Εικόνος του Θεού. Αυτό θέλει να κάνη η αμαρτία. Η αμαρτία στην πραγματικότητα θέλει να στερήση τον άνθρωπο από εκείνες τις θεϊκές ωραιότητες που έχει στην ψυχή του. Ναι, αυτός ο διάβολος αγωνί­ζεται δια μέσου της αμαρτίας να δημιουργήση μέσα σου και μέσα μου την δική του εικόνα. Διότι η αμαρτία πάντοτε ο­μοιάζει στον διάβολο. Πάντοτε, όταν την εναγκαλιζόμαστε, τυπώνει σιγά-σιγά στην ψυχή μας την δική του σκοτισμένη μορφή. Έτσι, με την αμαρτία, με την έξι στην αμαρτία, μορ­φώνεται μέσα μας ένα άλλο εγώ, μία άλλη ψυχή, ένας άλ­λος εαυτός, εκείνος ο εαυτός, τον οποίο ζητεί ο Κύριος να απαρνηθούμε: «ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ' ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω» (Ρωμ. ζ' 19). Το κακό το δημιουργή­σαμε εμείς οι ίδιοι, ενώ το καλό είναι από τον Θεό, λέγει ο απόστολος Παύλος (Α' Τιμ. δ' 4). Εγώ θέλω να ζω σωστά, αλλά την δύναμι να το κάνω δεν την έχω. Δεν βρίσκω την δύναμι γι' αυτό, δεν βρίσκω την δύναμι μέσα μου.
Να, το σημερινό Ευαγγέλιο μας αποκαλύπτει τον τρόπο για να πραγματοποιήσουμε στην ζωή μας το καλό που επιθυ­μούμε. Αυτός είναι η απάρνησις του εαυτού σου, της αμαρ­τίας σου, αυτής της αμαρτωλής ψυχής που δημιουργήθηκε, χτίστηκε, μορφώθηκε μέσα σου. Με την νηστεία στην πρα­γματικότητα απωθούμε την αμαρτωλότητα που είναι μέσα μας. Αντικαθιστούμε σταδιακά τον εαυτό μας με τον Χρι­στό, μέχρις ότου φθάσουμε στην τελειότητα που έφθασε ο απόστολος Παύλος, ο οποίος λέγει: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β' 20). Να, τι σημαίνει «απαρνησάσθω εαυτόν»: Σημαίνει να απαλείψουμε όλες τις (κακές) μας επιθυμίες, κάθε τι ανθρώπινο, εφάμαρτο, και να τα αντικα­ταστήσουμε με τον Χριστό. Να αλλάξουν, να γίνουν όλα Χριστός!
«Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυ­τήν· ος δ' αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν» (Μάρκ. η' 35). Εάν, βεβαί­ως, απαρνηθούμε κάθε αμαρτία μας, κάθε πάθος μας· και αν ξέρουμε, αν αισθανόμαστε και αν θέλουμε να γίνη ο Χρι­στός ψυχή μέσα στην ψυχή μας, καρδιά μέσα στην καρδιά μας, να αντικαταστήση τον εαυτό μας, το εγώ μας με τον Εαυτό Του. Αυτή είναι η μόνη οδός, για να φυλάξουμε εγώ και εσύ και κάθε άνθρωπος την ψυχή μας από την κόλασι, α­πό την καταστροφή, από τον διάβολο, από κάθε κακό, από τα αιώνια βάσανα, να βρούμε μέσα μας εκείνη την θεοειδή ψυχή, εκείνη την θεϊκή ψυχή, την οποία ο Θεός μας έδωσε.
Θεοειδής ψυχή! -Πού είναι άραγε;- Στον Χριστό. Ο Χρι­στός έγινε άνθρωπος για να μας ειπή: Να, έτσι πρέπει να εί­ναι ο άνθρωπος. Εκείνος, ο Θεός, έγινε άνθρωπος. Εκείνος έδειξε στον εαυτό Του την Εικόνα του Θεού. Εμείς είμαστε πλασμένοι κατ' Εικόνα Θεού. Οφείλουμε να ζούμε σύμφωνα με αυτήν. Τί είναι ο νους μας; Εικόνα του νου του Χριστού, του νου του Θεού. Η δική μας υποχρέωσις είναι να κάνουμε τον νου μας όμοιο με τον νου του Χριστού, δηλαδή να χριστοποιήσουμε όλο τον νου μας και να μπορούμε να πούμε με τον απόστολο Παύλο: «ημείς νουν Χριστού έχομεν» (Α' Κορ. β' 16). Αλλά μέχρι να ταυτίσουμε το θέλημά μας με το θέλημα του Χριστού, του Θεού, το δικό μας θέλημα πάντα περιπλανιέται, είναι πάντα αδύνατο, πάντα σκοντάφτει και βυθίζεται στην αμαρτία. Εάν έχουμε τον Κύριο Ιησού Χρι­στό ως το αιώνιο πρότυπό μας, το αιώνιο όραμά μας, τότε ταυτίζουμε τον εαυτό μας με το δικό Του θέλημα. Τότε λέμε: δεν θέλω να γίνη το θέλημά μου, αλλά το δικό Σου (Κύριε). «Πάτερ ημών, γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης».
Όταν εμείς, τηρώντας τις εντολές του Θεού, θέλουμε να θεραπεύσουμε το θέλημά μας από όλες τις αδυναμίες, από όλες τις αρρώστειες του, από όλο τον θάνατό του, στην πρα­γματικότητα θεραπεύουμε τον εαυτό μας από κάθε αμαρτία και εξορίζουμε από τον εαυτό μας κάθε τι εφάμαρτο. Ναί! Όσο ολόκληρος ο άνθρωπος επιποθεί τον Θεό, όσο στ' α­λήθεια αγωνίζεται να απαρνηθή τον εαυτό του και να ακο­λουθή τον Χριστό, να σηκώνη τον Σταυρό, να σηκώνη τον Σταυρό του Χριστού, τότε αληθινά λαμβάνει από τον Κύριο Ιησού Χριστό την θεία δύναμι. Διότι, όπως έχει λεχθή, ο Σταυρός «ημίν τοις σωζομένοις δύναμις Θεού εστί» (Α' Κορ. α' 18). Ημίν, για μένα και για σένα και για κάθε άνθρωπο. Όταν αποφασίσης να βιάσης τον εαυτό σου να σηκώσης τον σταυρό σου, να! εσύ την ίδια στιγμή λαμβάνεις θεία δύ­ναμι. Αυτή την δύναμι την δίνει ο Κύριος για να μπορέσης να νικήσης κάθε αμαρτία μέσα σου, να μπορέσης να νικήσης κάθε κακό, κάθε κακή συνήθεια, να μπορέσης να παιδαγωγήσης την γλώσσα σου να μη λέγη άπρεπα λόγια, να παιδαγωγήσης το μάτι σου να μη βλέπη εκείνα που δεν πρέπει να βλέπη. Όλη η ζωή σου να γίνη χριστοειδής. Χάριν τίνος; Χά­ριν του Χριστού. Για να εγκατοικίσης τον Χριστό μέσα σου! Να, αυτός είναι ο σκοπός μας, αυτό είναι το όραμά μας, αυ­τό είναι η ανάπαυσις και η ειρήνη και ο αιώνιος παράδεισος της ψυχής μας, κάθε ανθρώπινης ψυχής. Χωρίς τον Χριστό η ανθρώπινη ψυχή δεν ειρηνεύει...
Η δική μας οδός, η οδός των Αγίων και της νηστείας, είναι βία στον εαυτό μας να πράττωμε κάθε αγαθό, διηνε­κής βία του εαυτού μας προς κάθε καλό. Διότι η φύσις μας δεν θέλει το καλό. Εκείνη κλίνει στο κακό. Εσύ όμως βίασε τον εαυτό σου να πνίγης κάθε κακό που υπάρχει μέσα σου. Ο Κύριος θα σου δώση την δύναμι της Αναστάσεως για να κάνης πραγματικά κάθε καλό. Να σηκώνουμε τον σταυρό μας, να χριστοποιούμε τον εαυτό μας και να προσέχουμε ότι νηστεία δεν είναι άλλο από το να αντικαταστήσουμε τον ε­αυτό μας με τον Χριστό, τον Θεό μας. Μέσω κάθε αρετής ο άνθρωπος πρέπει να αντικαθιστά τον εαυτό του με τον Θεό, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Διότι, «θεός η αρετή», όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος. Και αυτή η θεία δύναμις είναι πιο δυνατή από αυτόν εδώ τον κόσμο, αυτή η δύναμις μας χαρίσθηκε για να υπερνικούμε κάθε κακό, να υπερνικούμε κάθε αμαρτία, κάθε διαβολική δύναμι. Βίασε τον εαυτό σου σε κάθε καλό και ο Αγαθός Κύριος θα σου δώση την δύναμι της Αναστάσεως, ώστε να πορεύεσαι από την μεγαλύτερη θλίψι στην μικρότερη και από την μικρότερη χαρά στην μεγαλύτε­ρη χαρά. Να βαδίζουμε όλοι προς την βασιλεία των ουρα­νών, έως ότου μπορέσουμε να πούμε με την Χάρι του Θεού και εμείς: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δεν ζω πλέον εγώ· εσύ ζης μέ­σα μου δια των αγίων Μυστηρίων και των αγίων αρετών». Σε Εσένα ανήκει η δόξα και η ευχαριστία, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

[Μετάφρασις αδελφών της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, από το βιβλίο PASHALNE BESEDE (Πασχαλινές Ομιλίες), Βελιγράδι 1998]

(Πηγή: «Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ», τ.31, 2006, Περιοδική έκδοσις υπό των πατέρων της Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους)

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Ε΄) «Τα μικρά παιδιά φοβούνται το σκοτάδι, αντιθέτως, οι μεγάλοι το φως...». Αρχιμανδρίτης Ιωήλ Κωνστάνταρος

                                                    ΤΟ  ΒΛΕΜΜΑ  ΤΟΥ  ΘΕΟΥ (Ε΄)
              «Τα μικρά παιδιά φοβούνται το σκοτάδι, αντιθέτως, οι μεγάλοι το φως...».                             


Ο χρόνος κυλούσε με τον παράδοξο ρυθμό του, αφήνοντας την παρακαταθήκη των αιώνων και αποτυπώνοντας στο χώρο το πέρασμά του το τρομακτικό. Κάποιοι το έβλεπαν «συμβολικά» και κάποιοι άλλοι μέσα από «τη γλυπτική του χρόνου»...
Η αγωνία του ανθρώπου γι' αυτό που εσώψυχα λαχταρούσε, είχε φθάσει πλέον στο αποκορύφωμά της. Δεν θα μπορούσε και δεν άντεχε άλλη προσμονή.
Είχε φθάσει το «πλήρωμα του χρόνου»[1].
Η Ιστορία του ανθρώπου, με κομμένη την ανάσα, είδε το πρωτόγνωρο. Να γεμίζει δηλ. ο χώρος και ο χρόνος, από Αυτόν που «έκλινεν ουρανούς και κατέβη»[2].
Και μονομιάς τα ερωτηματικά των αιώνων έγιναν θαυμαστικά και μετατράπηκαν σε «ουράνιες δοξολογίες».
Ήδη, από καιρό, από αιώνες, τα μεγάλα πνεύματα των Προφητών είχαν δώσει με κάθε δυνατή ακρίβεια τα στοιχεία αυτά, που όταν συναρμολογηθούν παρουσιάζουν τον Μεγάλο Αναμενόμενο των γενεών.
Αλλά και σε άλλα σημεία της γης, όπου δίνονταν οι «χρησμοί» για θέματα σπουδαία και γενικού ενδιαφέροντος, όταν αργότερα, κατά τον τέταρτο αιώνα μ.Χ., κάποιος «νοσταλγός» που μίσησε όσο ελάχιστοι την «Σαρκωμένη Αλήθεια», θέλησε να λάβει τον χρησμό των Δελφών για την προσπάθειά του να επαναφέρει την «ρακένδυτη» ειδωλολατρεία, έλαβε την εξής απάντηση: «Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά. Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ού μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ»[3].
Και όπως είναι γνωστό, αυτός είναι και ο τελευταίος χρησμός των Δελφών προς τον Ιουλιανό τον επονομαζόμενο Παραβάτη, το 362 μ.Χ., προαναγγέλοντας το τέλος του δωδεκαθέου και γενικώς της απάτης της ειδωλολατρείας.
Έτσι λοιπόν, ξαναρχίζει  ο διάλογος που είχε διακοπεί μέσα στον Παράδεισο και ο άνθρωπος από δω και μπρός, έχει την δυνατότητα στην κυριολεξία να ατενίζει το βλέμμα του Θεού!
Βέβαια, όπως μελετούμε στο Ιερό Ευαγγέλιο, αυτή η θέα του Θεού, η θέα δηλ. του Θεανδρικού προσώπου, δεν έχει σε όλους τα ίδια αποτελέσματα. Όσοι έχουν και διαθέτουν καλοπροαίρετη την διάθεση, καταλαβαίνουν και αισθάνονται ότι ο Ιησούς είναι ο «Υιός του Θεού»! Αντιθέτως, όσοι  έχουν καταστρέψει την καθαρότητα του ψυχικού τους οφθαλμού, στη θέα του Προσώπου Του, βγάζουν μίσος και παράγουν κακία.
Ας μη μας κάνει τούτο εντύπωση. Το βλέπουμε άλλωστε και σ' αυτή την καθημερινότητά μας.
Συμβαίνει αρκετές φορές να κοιτάζουν πολλοί άνθρωποι το ίδιο πράγμα. Ο καθένας όμως το βλέπει με διαφορετικό τρόπο. Μέσα από τα «δικά του μάτια». Αναλόγως δηλ. με την ψυχική του διάθεση.
Ας δούμε αυτό που λέμε, μέσα από ένα παράδειγμα. Δύο άνθρωποι προσηλώνουν το βλέμμα τους σε μια βυζαντινή εικόνα. Ο πιστός που έχει αγωνισθεί να καλλιεργήσει τον ψυχικό του κόσμο, βλέπει την εικόνα και ο νους του «ανέρχεται στο πρωτότυπο», αποδίδοντας την προσκύνηση της τιμής που πρέπει στο εικονιζόμενο πρόσωπο.
Αντιθέτως, ο άλλος, αυτός που έχει κολλημένη την καρδιά του στην ύλη, και οι οφθαλμοί της ψυχής του «απολαμβάνουν το έρεβος», θα ρίξει την ματιά του στην εικόνα και θα την επεξεργάζεται από «καλλιτεχνικής» και κυρίως από «οικονομικής» απόψεως.
Κάτι δηλ. που συμβαίνει και με τα θεόπνευστα κείμενα τους ζωντανού λόγου του Θεού. Ο ευλαβής, ο άνθρωπος της Εκκλησίας, θα κρατήσει με δέος στα χέρια του το Ιερό Ευαγγέλιο για να το μελετήσει και να εμβαθύνει στους «λόγους της χάριτος». Αντιθέτως, ο «κριτικός επιστήμονας», θα το αρπάξει για να το «κομματιάσει». Και μάλιστα σε όσα περισσότερα στοιχεία που γι' αυτόν δεν φαίνονται «γνήσια» θα πέσει η ματιά του, τόσο και μεγαλύτερος στην «επιστήμη του» θα παρουσιαστεί. Θα θεωρηθεί μάλιστα από ορισμένους και ως «μεγάλος θεολόγος»...
Τι να κάνουμε φίλοι μου; Όλα τα πράγματα έχουν να κάνουν με τα «μάτια» μας και με το τι τα έχουμε μάθει να βλέπουν ή να μην βλέπουν.
Γι' αυτό και ένας ποιητής που είχε αγαπήσει «εξ' απαλών ονύχων» τον Κύριο της Δόξης, έχοντας μάθει και προσέχοντας από μικρό παιδάκι, το πού να ρίχνει τα βλέμματά του, έγραψε: 

«Χριστέ μου, δεν θέλω τίποτε,
απ' όσα οι άνθρωποι ζητούνε.
Μόνο δυο μάτια θέλω παιδικά,
που να μπορούν να σε κοιτούνε».

Μάλιστα, φίλοι μου. Αυτό είναι. Να βλέπει κανείς κατάματα τον Ιησού και ν' αποδέχεται ωσάν μικρό παιδί μέσα στην καρδιά του την πίστη Του. Την πίστη που Αυτός μόνο χαρίζει. Την πίστη που ξεπερνά την οποιαδήποτε «λογική» και που κάνει τον άνθρωπο να παραμένει ένα «παιδί»! Άλλωστε το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: «αμήν λέγω υμίν, εάν μη στραφείτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών»[4]. Η διαβεβαίωσις του Κυρίου είναι ξεκάθαρη. Εάν δεν αλλάξετε φρόνημα και δεν γίνετε ταπεινοί, αθώοι και απονήρευτοι σαν τα παιδιά, δεν θα μπείτε στην βασιλεία των ουρανών.
Πράγματι, δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά και ομορφότερη απόλαυση, από το να βλέπει κανείς στα λαμπερά τους μάτια τα μικρά παιδιά. Αυτά, μέσα στην αθωότητά τους, διατηρούν «τον λύχνον του σώματος φωτεινόν»[5]. Αυτός δε είναι και ο λόγος για τον οποίο οι μεγάλοι αισθάνονται να λάμπουν τα αγγελικά τους προσωπάκια. Και ποιός ξέρει, άραγε, κάποιες φορές τι βλέπουν αυτά τα ματάκια μέσα στο Ναό, και μάλιστα όταν οι γονείς τους τα φέρουν ενώπιον του Αγίου ποτηρίου ώστε να γίνουν «σύσσωμα και σύναιμα Χριστού»!
Μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας μας, που αγωνίστηκαν να διατηρήσουν την παιδική – παρθενική αγνότητα, ομολογούν ότι τα βαπτισμένα νήπια, απολαμβάνουν τέτοιου είδους «θεωρία», όπως ακριβώς και οι κορυφαίοι όσιοι και ησυχαστές!
Αυτός είναι και ο λόγος που αρκεί η παρουσία ενός τέτοιου «επιγείου αγγέλου», για να γαληνεύσει η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα μέσα στο σπίτι και για να οδηγήσει την ταραγμένη σκέψη των γονέων στην αλήθεια ότι αξιώθηκαν να καταστούν «συνδημιουργοί του Θεού»!
Εάν όμως, αντιθέτως, θελήσει κανείς ν' απορρίψει την παιδική πίστη και απλότητα, εάν δηλ. βιαστεί να «μεγαλώσει» και να «ανοίξει τα μάτια του», τότε πράγματι θα τ' ανοίξει, εάν δεν τα «βγάλει», όμως θα έχει καταντήσει όχι μόνο να μη μπορεί να διασταυρώσει το βλέμμα του με αυτόν τον Ιησού, αλλά θα έχει ξεπέσει στην φρικτή εκείνη περίπτωση, για την οποία ο λόγος του Θεού αναφέρει: «εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός η, όλον το σώμα σου σκοτεινόν έσται, ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί, το σκότος πόσον;»[6] Εάν δηλ. ο οφθαλμός σου είναι άρρωστος και τυφλωμένος, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό. Εάν δε το εσωτερικό σου φως (ο νους και η συνείδηση) είναι σκοτάδι, το σκοτάδι πόσο θα είναι;
Ώστε λοιπόν, τα μικρά παιδάκια και όσοι θέλουν και προσπαθούν να διατηρήσουν την παιδική αγνότητα, χαίρονται το φως και αποστρέφονται το σκοτάδι. Αντιθέτως, όσοι «γνώρισαν» και «έβγαλαν τα μάτια τους» και επιμένουν, τελικώς ο μόνος χώρος που τους απομένει για να ζουν και να νιώθουν άνετα δεν είναι παρά ο ζόφος και το έρεβος. Όσο για το φως; μα αυτό τους έχει γίνει τόσο ενοχλητικό...
Και τι παράδοξο! Τα μικρά παιδιά να φοβούνται το σκοτάδι, αντιθέτως οι μεγάλοι, οι «ανοιχτομάτηδες», να φοβούνται το φως!...
Δε συμφωνείτε φίλοι μου;

(Συνεχίζεται).


Αρχιμ. Ιωήλ  Κωνστάνταρος


[1]     Γαλ. Δ΄4

[2]     Ψάλμ. ΙΖ΄10

[3]          Ο τελευταίος χρησμός των Δελφών προς τον Ιουλιανό τον Παραβάτη το 362
         

[4]     Ματθ. ΙΗ' 3

[5]     Μάτθ. ΣΤ' 22

[6]     Μάτθ. ΣΤ 23

Μην ζητάμε να δούμε τον Θεό, απροετοίμαστοι!


Ο Θεός είναι πολυεύσπλαχνος. Δεν έρχεται πρόωρα, παράκαιρα.

Μας δίνει την ευκαιρία να κρίνουμε τον εαυτό μας, να καταλάβουμε ορισμένα πράγματα και να μη επιζητούμε να μας εμφανιστεί σε στιγμές που η παρουσία Του θα σήμαινε καταδίκη για μας.

Θα ήθελα να σας πω ένα παράδειγμα πάνω σ’ αυτό. Πριν πολλά χρονιά ήρθε κάποιος να με δει. Μου ζήτησε να του δείξω το Θεό. του είπα ότι δεν μπορούσα να το κάνω, αλλά πρόσθεσα ότι, ακόμα και να μπορούσα, αυτός δεν θα ήταν δυνατό να ατενίσει το Θεό.

Σκέφτηκα πως για να συναντήσει κανείς το Θεό πρέπει να έχει κάτι κοινό μαζί Του, κάτι που δίνει μάτια να δει και νου να κατανοήσει.

Ο άνθρωπος εκείνος με ρώτησε γιατί τα έλεγα αυτά του πρότεινα λοιπόν να σκεφτεί λίγα λεπτά και να μου πει αν υπήρχε κάποιο χωρίο του Ευαγγελίου που να τον είχε συγκινήσει ιδιαίτερα, για να δει ποια σχέση υπάρχει μεταξύ του Θεού και του ιδίου.
Μου απάντησε λοιπόν «ναι, είναι στο όγδοο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ιωάννου, το χωρίο που μιλάει για το λιθοβολισμός της πόρνης». «Ά ναι!» είπα, «αυτό είναι ένα από τα πιο όμορφα και συγκινητικά κομμάτια στο Ευαγγέλιο». «Τώρα» του είπα, «κάθισε και σκέψου ειλικρινά: στη σκηνή που περιγράφεται, ποιος είσαι εσύ: ο Κύριος, ή τουλάχιστον είσαι με το μέρος Του, γεμάτος συγχώρηση, συγκατάβαση και πίστη γι’ αυτή τη γυναίκα που μπορεί να μετανοήσει και να γίνει ένας καινούργιος άνθρωπος; Είσαι η γυναίκα που τη συνέλαβαν να μοιχεύει; Είσαι ένας από κείνους που απομακρύνονται αμέσως γιατί έχουν επίγνωση των αμαρτημάτων του; Ή τέλος είσαι ένας από κείνους που στέκονται λίγο και περιμένουν;

Ο άνθρωπός μου σκέφτηκε λίγο και έπειτα είπε: «Όχι, νιώθω πως είμαι ο μόνος Εβραίος που δεν θα είχε απομακρυνθεί αλλά θα είχα λιθοβολήσει τη γυναίκα». Τον κοίταξα λοιπόν και του απάντησα: «Δόξαζε το Θεό που δεν σου επιτρέπει να Τον συναντήσεις πρόσωπο προς πρόσωπο!».

Αρχιεπισκόπου Anthony Bloom
«Μάθε να προσεύχεσαι»

Πέμπτη, Μαρτίου 20, 2014

Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως Anthony Bloom

Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἰοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Καθώς προχωρᾶμε τίς ἑβδομάδες τῆς Μ. Σαρακοστῆς, μποροῦμε να ποῦμε μὲ αὐξανόμενη αἴσθηση εὐγνωμοσύνης καὶ χαρᾶς, με μιά αἴσθηση γαλήνης καὶ χαρᾶς τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ «Ἡ ψυχή μου θα ζήσει, και μ’ εὐγνωμοσύνη θα δοξάζει τὸν Κύριο».

Τήν πρώτη ἑβδομάδα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἴδαμε τήν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας δοσμένη ἀπό τὴν Π. Διαθήκη νὰ ἐκπληρώνεται: ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ σωτηρία ἔρχεται κι ὅσα ἐλπίζουμε εἶναι δυνατά. Μετά τὴν δεύτερη ἑβδομάδα ἔχουμε τὴν διακήρυξη ἀπό ὅλους τούς Ἁγίους τῆς Χριστιανοσύνης ὅτι ὁ Θεός ὄχι μόνο κατοίκησε ἀνάμεσα μας. ἀλλά καί (ἐξεχύθη πάνω μας) μᾶς πλημμύρισε ἡ χάρις Του, μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλά καὶ σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή ἕτοιμη να δεχθεῖ Ἐκεῖνον, τὴν παρουσία Του, τὸ μεταμορφωμένο σέ Ἅγιο Πνεῦμα δῶρο, πού μᾶς κάνει νὰ κοινωνοῦμε ὅλο και πιό βαθιά (οὐσιαστικά) μὲ τόν ζώντα Θεό, μέχρι να γίνουμε μιά μέρα μέτοχοι τῆς θείας φύσης.

Καὶ σήμερα, ἄν ἀναρωτηθοῦμε «ἀλλά πῶς; Πῶς θα συγχωρηθοῦμε, πῶς τὸ κακό θὰ ἀναιρεθεῖ;» - ἕνα βῆμα μᾶς φέρνει βαθύτερα στήν εὐγνωμοσύνη, βαθύτερα στὴν χαρά, βαθύτερα στὴν σιγουριά, ὅταν σκεφτόμαστε, ὅταν ἀτενίζουμε τον Σταυρό.

Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Χριστός μιλᾶ γιά τὴν σωτηρία καί τὶς προϋποθέσεις, ὁ Πέτρος τοῦ λέει: «Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» -καὶ ὁ Χριστός τοῦ ἀπαντᾶ: «Τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά ἐστί παρά τῷ Θεῷ». Κι Ἐκεῖνος ἦρθε, ἡ πληρότητα τοῦ Θεοῦ κατοίκησε τὴν ἀνθρώπινη φύση, κι Ἐκεῖνος ἔχει τήν δύναμη να συγχωρεῖ γιατί Ἐκείνος εἶναι θύμα ὅλης τῆς κακίας, ὅλης τῆς σκληρότητας, τῆς καταστροφικότητας στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γιατί βέβαια κανείς ἄλλος ἐκτός ἀπό τὸ θύμα δεν μπορεῖ να συγχωρεῖ αὐτόν πού ἔφερε την κακία, τὴν ἀθλιότητα, τήν μιζέρια, τήν φθορά και τόν θάνατο στήν ζωή μας. Καὶ ὁ Χριστός δὲν συγχωρεῖ μόνο τούς φονιάδες Του, ὅταν λέει; «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», ἀλλά πῆγε και πέρα ἀπ’ αὐτό γιατί εἶπε: Ὅ δ’ ἄν ποιήσετε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» «Ὅ τι κάνει κανείς στόν πιὸ μικρό ἀδελφό ἤ ἀδελφή μου, (εἶναι σὰν ) το κάνει σε μένα»)- ὄχι μόνο τὸ καλό ἀλλά και τὸ χειρότερο - γιατί στήν συμπόνια, τήν ἀλληλεγγύη βρίσκεται Ἐκεῖνος, σὲ καθένα πού ὑποφέρει: στόν θάνατο, τὸν πόνο, τήν ἀγωνία τοῦ καθενός πού ὑποφέρει, εἶναι Αὐτός. Καί ἀκόμα, ὅταν προσεύχεται «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς! Δέν ξέρουν τί κάνουν, τὶ πᾶνε να κάνουν», Ἐκεῖνος προσεύχεται γιὰ τὸν καθένα ἀπό μᾶς, ὄχι μόνο στό δικό Του ὄνομα, ἀλλά καί στό ὄνομα (για λογαριασμό) ὅλων αὐτῶν στοὺς ὁποίους ἔχει ἐπιτεθεῖ τὸ κακό, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.

Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ὁ Χριστός πού συγχωρεῖ· καθένας πού ἔχει πονέσει στὴν ψυχή, τὸ σῶμα, τὸ πνεῦμα – ὁ καθένας καλεῖται νά δώσει χάρη σ’ αὐτόν πού τόν ἔκανε νὰ ὑποφέρει.

Κι ἀκόμα, μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸν Χριστό νά λέει «Συγχώρησε ὅπως συγχωρήθηκες» γιατί καὶ τὸ θύμα καὶ ὁ θύτης (ἔνοχος) δένονται μ’ ἕνα δεσμό ἀλληλεγγύης και ἀμοιβαίας ὑπευθυνότητας. Μόνο το θύμα εἶναι πού μπορεῖ νά πεῖ: «Κύριε συγχώρησέ τον, συγχώρησέ την» καί ὁ Κύριος μπορεῖ νά πεῖ «ναί, θα το κάνω!».

Ἀλλά συνειδητοποιοῦμε ποιά εὐθύνη βάζει στόν καθένα μας, ἀπέναντι στον ἄλλο; Ἀλλά ἐπίσης το βάθος, τὸ θαυμάσιο πλάτος ἐλπίδας πού ἀνοίγεται μπροστά μας ὅταν ἀντικρύζουμε τὸν Σταυρό και βλέπουμε ὅτι μέ τὴν συμπόνια ἀπέναντι σ’ ὅλο το ἀνθρώπινο εἶδος ὁ Χριστός παίρνει ἐπάνω Του ὅλο τὸν πόνο τοῦ κόσμου, δέχεται νά πεθάνει ἕναν ἀπίστευτο θάνατο λέγοντας ἐκ μέρους ὅλων ὅσων ὑποφέρουν «Ναί- σᾶς συγχωρῶ..!»

Αὐτό εἶναι ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία, ἕνα ἀκόμα βῆμα πρός τὴν στιγμή πού θα ἀντικρύσουμε τόν ἀναστημένο Χριστό, τὴν ἀνάσταση, πού θα περιλάβει κι ὅλους ἐμᾶς, γιατί ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί χάρισε σ’ ὅλους ἐμᾶς τήν πληρότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Καί μποροῦμε νὰ ποῦμε ξανά καί ξανά, ὅτι ἡ Σαρακοστή εἶναι μιά πηγή νέας ζωῆς, ἑνός νέου χρόνου, χρόνου ἀνανέωσης, ὄχι μόνο μὲ τήν μετάνοια, ἀλλά νὰ πιαστοῦμε ἀπό τὸν ἴδιο τόν Χριστό, πού σάν βοσκός ἅρπαξε τὸ χαμένο πρόβατο, καθώς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός σήκωσε τον Σταυρό Του, τὀν ἔβαλε στήν θέση τοῦ θανάτου, και ἀναίρεσε τόν θάνατο, ἀναίρεσε τὸ κακό (τήν ἁμαρτία) μὲ τὴν συγχώρεση και δίνοντας τήν ζωή Του. Γι’ ἄλλη μιά φορά ἐρχόμαστε ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία και τήν ἀνανέωση. Ἄς μποῦμε βαθύτερα στό μυστήριο, στὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας και εὐφραινόμενοι παρά Θεῷ, καί χαιρόμενοι βῆμα με βῆμα, ὅλο και πιό πολύ, ἄς ἐκφράζουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας γι’ αὐτήν τὴν ἀνακαίνιση τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...