Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Μαΐου 01, 2014

Τιμάται ο Ζηζιούλας στην αίθουσα του "Πρωτόκλητου" στὴν Πάτρα



νας-ἕνας (πρόσωπα καὶ χριστιανικοὶ σύλλογοι) ὑποκλίνονται στὴ Νέα Θρησκεία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὑπὸ τὸν νέο Πάπα τῆς Ἀνατολῆς Πατριάρχη Βαρθολομαῖο καὶ τὸν δεξιό του βραχίονα Μητροπ. Περγάμου, Ἰωάννη Ζηζιούλα, μὲ πρώτους τοὺς Ἐπισκόπους (φανεροὺς Οἰκουμενιστὲς ἢ ἀδιαφοροῦντες σιγονταρο-Οἰκουμενιστές).

Προχθὲς ὁ Κ. Χολέβας ὡς περιοδεύων ὑποψήφιος Εὐρωβουλευτής, δέχθηκε τὶς εὐλογίες τοῦ Οἰκουμενιστὴ Μητροπολίτη Δημητριάδος Ἰγνάτιου, καὶ λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὸν καταλαβόντα τὴν θέση τοῦ ἀείμνηστου Θεολόγου Μητροπολίτη Λαρίσης Ἰγνάτιου.

Σήμερα –ἄλλη ἔκπληξη– ὁ Σύλλογος Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς “Ὁ Πρωτόκλητος”» φιλοξενεῖ στὴν αἴθουσά του Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο, τὸ ὁποῖο «ἀφιερώνεται στὸν ἐξέχοντα ἐκπρόσωπο τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας, Σεβ. Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ἰωάννη (Ζηζιούλα)»!

Μέχρι τώρα, οἱ διευθύνοντες τὸν Σύλλογο, ἔκαναν τὰ «στραβὰ μάτια» γιὰ τὰ Οἰκουμενιστικὰ παρατράγουδα τῶν Ἑλλήνων Ἐπισκόπων, τώρα, ἀποδέχονται νὰ τιμᾶται στὴν αἴθουσά τους ὁ Μεγάλος αἱρετικὸς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Μητροπολίτης κ. Ἰωάννης Ζηζιούλας!
Τὴν ἐκλεκτὴ ὁμήγυρη συμπληρώνουν οἱ θαυμαστὲς τοῦ Ζηζιούλα καὶ θεολόγοι τοῦ «Καιροῦ» Γιαγκάζογλου Σταῦρος, Ἀγόρας Κωνσταντῖνος, Καλαϊτζίδης Παντελῆς, Παπαθανασίου Ἀθανάσιος.
Παρακαλοῦμε  κάποιον ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ Συμβουλίου τοῦ «Πρωτοκλήτου» ἢ κάποιον ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς νὰ ρωτήσει τοὺς διοργανωτές, ἂν ὁ Περγάμου, μετανόησε ἢ διόρθωσε τὶς ἕως τώρα αἱρετικές του διδασκαλίες περὶ Βαπτισματικῆς Θεολογίας ἢ δύο ἀπὸ τὶς κακοδοξίες του ποὺ στὴ συνέχεια ἐνδεικτικὰ παραθέτουμε:

1. Γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὸ προωθούμενο «ὀρθοδοξοποιημένο» Πρωτεῖο τοῦ Πάπα, μᾶς διδάσκει τὴν κακόδοξη θεωρία ὅτι μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα ἔχουμε «διαβάθμηση»! Εἶπε τὴν 23 Φεβρουαρίου 2008 στὴν Θεολογικὴ Ἀκαδημία Βόλου: 
«Ὁ πρῶτος λοιπὸν αὐτομάτως γεννᾷ τὴν Ἱεραρχία. Ὀντολογικὰ ἡ Ἱεραρχία ὑπάρχει καὶ στην Ἁγ. Τριάδα. Ἡ πηγή, ἡ Ἀρχή, εἶναι ὁ Πατήρ, ἀπὸ ’κεῖ πηγάζουν τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγ. Τριάδος. Στὴν Ἁγία Τριάδα, λοιπόν, ἔχουμε μία διαβάθμιση, δὲν ἔχουμε αὐτόματη συνύπαρξη, ἀλλὰ ἔχουμε ὕπαρξη ἡ ὁποία μεταφέρεται ἀπὸ τὸν ἕναν στὸν ἄλλον. Ἐὰν βάλουμε τὰ πρόσωπα νὰ ἐμφανίζονται ἔτσι ταυτόχρονα, τότε καταργοῦμε τὴν ἔννοια τῆς αἰτιότητος. Ἡ αἰτιότητα δὲν εἶναι κάτι ποὺ μποροῦμε νὰ παραβλέψουμε».
Πέρασαν ἀπὸ τότε 6 χρόνια. Ἐζητήθησαν ἐξηγήσεις γιὰ τὴν κακοδοξία αὐτὴ ποὺ μᾶς γυρίζει πίσω στὸν Ἀρειανισμό, ἀλλὰ δὲν ἀπάντησε.

2. Ἰσχύει ἀκόμα γιὰ τὸν κ. Ζηζιούλα ὅσα δίδαξε γιὰ τὸν Ἐπίσκοπο στὴν Πάτρα; Ὅτι δηλ., «δὲν μποροῦμε νὰ παρακάμψουμε τὴν εἰκόνα καὶ νὰ φθάσουμε ἀπευθείας στὸ πρωτότυπο. Μὲ ἄλλα λόγια δὲν μποροῦμε νὰ προσευχόμεθα ἀπευθείας στὸ Χριστό, ἀλλὰ πρέπει νὰ παρεμβάλλεται ἡ εἰκόνα του, ὁ Ἐπίσκοπος»! Διαφορετικὰ «ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τὸ Θεὸ παρακάμπτει τὸν ἀνθρωπο καὶ πραγματοποιεῖται μέσῳ τῆς φαντασίας»! (περ. “Διάβαση”, Ἱ. Μ. Περιστερίου τ. 54ο, 2005).

 

Συνέδριο Ανοικτού Πανεπιστημίου για τις Θεολογικές Σπουδές

Δημοσιεύθηκε: 28 Απριλίου 2014
 

Το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία» της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου διοργανώνει το Α΄ Επιστημονικό Συνέδριο, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στην πόλη των Πατρών, στις 3 και 4 Μαΐου 2014, και στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Ορθόδοξης Ιεραποστολής «Ο Πρωτόκλητος» (Πάτρα, Μιαούλη 68, τηλ: 2610.329737).
Χειροφίλημα τοῦ πασιχαρῆ Πάπα ἀπὸ Ζηζιούλα!
Το Συνέδριο, παράλληλα, αφιερώνεται στον εξέχοντα εκπρόσωπο της Ορθόδοξης Θεολογίας, Σεβ. Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη (Ζηζιούλα). Όπως φαίνεται και από το Πρόγραμμα του Συνεδρίου, το οποίο παρατίθεται κατωτέρω, πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα επιστημονική συνάντηση, με επιφανείς προσωπικότητες της σύγχρονης ελλαδικής Θεολογίας, και με μια άκρως επίκαιρη θεματική, που περιλαμβάνει όλο το φάσμα των κοινωνικών προκλήσεων που απευθύνει η τρέχουσα πραγματικότητα στη θεολογική σκέψη.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
 Α΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΣΑΒΒΑΤΟΥ (03-05-14)
Προεδρείο: Δεσπότης Σωτήριος & Παπαθανασίου Αθανάσιος
10.25 Έναρξη Συνεδρίου από τον καθ. κ. Χρήστο Τερέζη
10.30 Καραμούζης Πολύκαρπος, Δρ., O θρησκευτικός εαυτός και η διαμόρφωση των θρησκευτικών αντιλήψεων στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία
11.00 Φανάρας Γ. Βασίλειος, Δρ.. Μεταμοσχεύσεις: η θεολογική συζήτηση στην Ελλάδα τα τελευταία τριάντα έτη
11.30 Ζαφειρόπουλος Δ. Ανδρέας, υπ. M.Sc., Οι σχέσεις της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Πολιτεία την περίοδο του κομμουνισμού στην τέως Γιουγκοσλαβία (1943-1990)
12.00 Αντωνόπουλος Αθανάσιος, Δρ., Η αναζήτηση του Ιστορικού Ιησού και οι προσπάθειες οπτικής αποτύπωσής της. Αισθητική και θεολογική ανάλυση
12.30 Φίλιας Γεώργιος, Δρ., Από τη θρησκεία του Νόμου στη θρησκεία της Χάριτος»: η λατρεία στον αρχέγονο Χριστιανισμό ως συστατικό στοιχείο της Εκκλησίας.
13.00 Συζήτηση
13.45 Λήξη Α΄ Συνεδρίας
Β΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΣΑΒΒΑΤΟΥ (03-05-14)
Προεδρείο:  Αγόρας Κωνσταντίνος & Γιαγκάζογλου Σταύρος
17.30 Λόης Αθ. Γεώργιος Νεκτάριος, Δρ., Η πολιτική και η εκκλησιαστική κατάσταση στην Σερβία μετά τον Στέφανο Δουσάν και η είσοδος των Οθωμανών στα Βαλκάνια (1355-1389)
18.00 Μαράς Γ. Αναστάσιος, Δρ., Οι Διδάσκαλοι της πρώτης Εκκλησίας
18.30 Τερέζης Χρήστος, Δρ, Γρηγορίου Νύσσης. Προς Σιμπλίκιον περί πίστεως. Ο Θεός ως τριάδα και ως δημιουργική «πρόοδος».
19.00 Χαιρετισμός Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου
19.10 Χαιρετισμός Προέδρου Διοικούσας Επιτροπής του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Καθηγητού κ. Δρ. Χαράλαμου Κοκκώση
Προεδρείο: Τερέζης Χρήστος & Λόης Γεώργιος Νεκτάριος
19.20 Δεσπότης Σωτήριος, Δρ., Αναψηλάφηση του ονόματος και του λειτουργήματος του Επισκόπου στην χριστιανική κοινότητα στη σύγχρονη εποχή επί τη βάσει της μαρτυρίας της Α΄ Τιμόθεον
19.50 Παπαθανασίου Ν. Αθανάσιος, Δρ., Ο νόμος των αθώων. Αποστολή του κέλτικου Χριστιανισμού και η έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
20.20 Καλαϊτζίδης Λ. Παντελής, Δρ., π. Ιωάννης Μέγιεντορφ και π. Ιωάννης Ρωμανίδης: δύο αντικρουόμενες ερμηνείες της παλαμικής θεολογίας
20.50 Συζήτηση
21.30 Λήξη Β΄ Συνεδρίας
Γ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (04-05-14)
8.30 Επίσκεψη και Εκκλησιασμός στον Νέο Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέου Πατρών
Προεδρείο: Καλαϊτζίδης Παντελής & Μαράς Αναστάσιος
10.30 Μαντζανάρης Κωνσταντίνος, Δρ., Σχοινοβασίες στη χώρα του εαυτού: η αναζήτηση της αγιότητας στον Ο. Ελύτη
11.00 Κασσελούρη-Χατζηβασιλειάδη Ελένη, Δρ., Η Ερμηνευτική των Γραφών και η Ορθόδοξη Θεολογία τον 21ο αιώνα. Ερωτήματα, προκλήσεις, προοπτικές
11.30 Γιαγκάζογλου Σταύρος, Δρ., Ο χριστοκεντρικός μυστικισμός του Αποστόλου Παύλου στη θεολογία του αγίου Νικολάου Καβάσιλα
12.00 Αγόρας Κωνσταντίνος, Δρ., Πίστη και Ιστορία στη χριστιανική θεολογία
12.30 Αθανασοπούλου-Κυπρίου Σπυριδούλα, Δρ., Η σχέση λογοτεχνίας και θρησκείας και ο ρόλος των λογοτεχνικών αφηγήσεων στη θρησκευτική εκπαίδευση
13.00 Συζήτηση
13.45 Συμπεράσματα Επιστημονικού Συνεδρίου από τον καθ. κ. Χρήστο Τερέζη
14.00 Λήξη Γ΄ Συνεδρίας
Η Οργανωτική Επιτροπή του Συνεδρίου αποτελείται από τους:
Δρ. Τερέζης Χρήστος (Πρόεδρος)
Δρ. Λόης Γεώργιος Νεκτάριος
υπ. M.Sc. Ζαφειρόπουλος Ανδρέας
Περισσότερα στοιχεία και Περιλήψεις των εισηγήσεων του Συνεδρίου μπορούν να βρεθούν στον ιστότοπο:  www.eap-orthodoxi-theologia.blogspot.gr
 Πηγή: http://www.diakonima.gr

Ο Άγιος Άγγελος άνοιξε διάπλατα

1Ένα συγκινητικό περιστατικό, που αποδεικνύει αφ’ ενός τη δύναμη και τη θεϊκή Χάρη που έχει η Παναγία μας και αφ’ ετέρου το πόσο την αγαπούν και Την σέβονται οι άγιοι Άγγελοι, συνέβη προσφάτως σε έναν Έλληνα ξενιτεμένο.

Μια συγγενής του πιστή και ευλαβής, όταν συναντηθήκαν, του έδωσε σαν ευλογία και φυλαχτό έναν Σταυρό, στο κέντρο του οποίου ήταν τοποθετημένη μια μικρή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της Βαρνάκοβας. Εκείνος με ευλάβεια την έβαλε στην τσέπη του για προστασία, γιατί είχε κάποια προβλήματα με την καρδιά του και οι γιατροί είχαν τοποθετήσει στο στήθος του βηματοδότη για την καλή λειτουργία της.

Μια μέρα, αιφνίδια, ο βηματοδότης χάλασε τόσο πολύ, που σχεδόν διαλύθηκε! Η καρδιά του έμεινε αβοήθητη και η ζωή του έσβηνε! Εκείνη τη μεγάλη στιγμή που βρέθηκε μεταξύ ζωής και θανάτου, είδε τί πραγματικά συμβαίνει στον πνευματικό κόσμο! 

Είδε τον άγιο Άγγελό του αλλά και το κακό πνεύμα, που με θράσος και μανία διεκδικούσε την ψυχή του. “Αυτός είναι δικός μου!”, φώναζε. Έφριξε ο άνθρωπος και απλώνοντας το χέρι του στην τσέπη του έπιασε τον Σταυρό με την εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και φώναξε “Παναγία μου!”

Και τότε – πόση Χάρη στ’ αλήθεια έχει το άγιο όνομά Της! – ο άγιος Άγγελος άνοιξε διάπλατα τις φωτεινές φτερούγες του και στοργικά αλλά και με χαρά τον έκλεισε μέσα τους!… Η πίστη του και η ένθερμη επίκληση της Υπεραγίας Θεοτόκου άνοιξαν τη θύρα του θείου ελέους. Η καρδιά του άντεξε με θείο “βηματοδότη”, ώσπου να τον πάνε στο νοσοκομείο και να αντικαταστήσουν τον χαλασμένο βηματοδότη, τον ιατρικό. Π

αράταση ζωής του εδόθη άνωθεν, ασφαλώς για να καλλιεργηθεί βαθύτερα και να προετοιμαστεί καλύτερα για την αιωνιότητα, έτσι ώστε ο ανθρωποκτόνος αντίδικος να μην έχει κανένα δικαίωμα επ’ αυτού. Όχι μόνον επί του συγκεκριμένου ανθρώπου, αλλά και σε όλους. Είθε !

ΝΕΩΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ & ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
EΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ, ΔΩΡΙΔΑ 2007
πηγή

Τα τρία εἴδη ἀθεΐας κατά τόν Ἁγίο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ


Κατά τόν Ἁγίο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὑπάρχουν τρία εἴδη ἀθεΐας· στὸ πρῶτο ἀνήκουν οἱ κατ᾽ ἐξοχὴν ἄθεοι, ὅσοι, δηλαδή, δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, στὸ δεύτερο ἀνήκουν οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαστρέφουν τὰ τοῦ Θεοῦ ...καὶ στὸ τρίτο ὅσοι κινούμενοι ὑπό «ἀνευλαβοῦς εὐλαβείας»...
...Σιωποῦν καὶ δὲν ὁμιλοῦν γιὰ τὴν διαστροφὴ τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας. 
«Τρίτον δὲ ἐστιν εἶδος, οὐ πόρρῳ τῆς ἀνωτέρω πονηρᾶς ξυνωρίδος, τὸ παραιτεῖσθαί τι λέγειν τῶν δεδογμένων περὶ Θεοῦ».

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359), ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, σὲ ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς «Τὸν εὐλαβέστατον μοναχὸν κὺρ Διονύσιον»(Ε.Π.Ε.4,404) γράφει ὅτι τρία εἶναι τὰ εἴδη τῆς ἀθεΐας. 

Α) Ἢ πολυειδὴς πλάνη τῶν ἑλληνιζόντων φιλοσόφων. 

Αὐτοὶ δέχονται ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεὸς παρὰ μόνο οἱ κατ’ αἴσθηση ἡδονές (Ἐπίκουρος) ἢ ὑπάρχουν κάποια στοιχεῖα ὕλης (Ἐμπεδοκλῆς, Ἠράκλειτος, Ἀναξιμένης, Δημόκριτος) ἢ ὅτι ὑπάρχει πλήρης ἀκαταληψία τῶν ὄντων ἀπὸ ὅλους' σὲ ὅλα ἐπικρατεῖ ἡ δόκηση (Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος) ἢ φαντάσθηκαν τὸν Θεό, ἀλλὰ πολὺ ἀμυδρά (Σωκράτης, Πλάτων). 

Ὁ αἱρετικὸς Βαρλαὰμ τὸν ὁποῖο ἀντιμετώπισε ἐπιτυχῶς ὁ Παλαμᾶς ἀνήκει στὴ πρώτη αὐτὴ κατηγορία τῶν ἀθέων διότι ἰσχυριζόταν ὅτι ἡ ἄκτιστη οὐσία τοῦ Θεοῦ δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια. Αὐτὸς ὅμως ποὺ ταυτίζει οὐσία καὶ ἐνέργεια, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰουστίνο τὸ φιλόσοφο καὶ μάρτυρα καὶ ἄλλους πατέρες, ἀναιρεῖ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Διότι αὐτὸ ποὺ δὲν ἔχει καμμία ἐνέργεια, οὔτε ὑπάρχει, οὔτε εἶναι κάτι. 

Β) Ἢ πολυσχιδὴς καὶ πολύμορφος πλάνη τῶν αἱρετικῶν. 

Ἄλλοι θεωροῦν τὸν πατέρα ἄτεκνο (Ἰουδαῖοι), ἄλλοι τὸν θεωροῦν υἱό- πάτορα (Σαβέλλιος ποὺ δίδασκε ὅτι Πατήρ, Υἱὸς καὶ Πνεῦμα εἶναι μία ὑπόσταση καὶ ἁπλῶς φέρει διαφορετικὰ ὀνόματα ἢ φορεῖ διαφορετικὲς μάσκες κατὰ καιρούς), ἄλλοι τὸν θεωροῦν ἄκτιστο πατέρα κτιστοῦ υἱοῦ καὶ πνεύματος(Ἄρειος, Εὐνόμιος, Μακεδόνιος) καὶ ἄλλοι ἄλλα.

Ὅλοι αὐτοὶ δὲν διαφέρουν σὲ τίποτα ἀπὸ τοὺς ἀθέους. Λυμαίνονται τὴν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν θεία φύση τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος. Αὐτοὺς ζήλεψαν ὁ Βαρλαὰμ καὶ ὁ Ἀκίνδυνος οἱ ὁποῖοι ἀφ’ ἑνὸς ταύτιζαν ἄκτιστη οὐσία καὶ ἄκτιστη ἐνέργεια ὅπως προαναφέραμε, ἀφ’ ἑτέρου στὶς σχέσεις τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο δεχόταν κτιστὴ ἐνέργεια. Ἔτσι ἔκαναν τὸ Θεὸ κτίσμα ἀφοῦ δεχόταν κτιστὴ ἐνέργεια' διότι ἀπὸ τὴν ἐνέργεια φαίνεται ἡ φύση λένε οἱ πατέρες. 

Γ) Τὸ ν’ ἀποφεύγει κανεὶς ν’ ἀναφέρει ὅλα τὰ δόγματα περὶ Θεοῦ. 

Αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς ἀθεΐας δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴν προηγούμενη πονηρὴ δυάδα. Κι ὅμως τὸ μετέρχονται θεολόγοι καὶ κληρικοὶ καὶ δὲν ἀναφέρονται σ’ αὐτὰ ποὺ εἶναι δύσληπτα στὸ μυαλὸ τῶν πολλῶν. 

Δὲν ἐξηγοῦν τὶς θεολογίες τῶν ἁγίων πατέρων σ’ αὐτοὺς ποὺ δὲν τὶς ξέρουν, προφασιζόμενοι ὅτι δὲν εἶναι εὔληπτες οὔτε ἐφικτὲς γιὰ τὸν πολὺ κόσμο.

Κι ὅμως ἂν ἀποσιωπήσεις ἀκόμη καὶ μία δογματικὴ διδασκαλία καταστρέφεται ὁ δογματικὸς φράκτης τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ εἰσβάλλει ἔτσι τὸ δηλητήριο τῆς αἱρετικῆς διδασκαλίας.

Οἱ αἱρετικοὶ φοβοῦνται καὶ δυσαρεστοῦνται ἀπὸ τὴν ἀνάπτυξη τῆς συνολικῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδοξίας. Διότι ἔτσι πέφτει τὸ προσωπεῖο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσεβείας ποὺ αὐτοὶ φέρουν. 

Συνοψίζοντας' Πρῶτο εἶδος ἀθεΐας ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. - Δεύτερο' ὅτι ὑπάρχει ἀλλ’ ὄχι ἀλάθητα.  -  Τρίτο ἡ ἐλλειπῇς παρουσίαση τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ.

Η σιωπηλή προσευχητική υπέρβαση της “Κοινωνίας του Θεάματος”

Δημητρίου Π. Λυκούδη, Θεολόγου – Φιλολόγου,
Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών
Η φράση του Perniola στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα ότι «η φαινομενικότητα κινδυνεύει να επεκταθεί τόσο ώστε να καλύψει το ¨Είνα騻[1], συνετάραξε τα δεδομένα της φαινομενικής πραγματικότητας της ¨Κοινωνίας του Θεάματος¨. OPerniola εστιάζει τις παρατηρήσεις του γύρω από την έννοια
 
του «ομοιοματικού φαινομένου»[2], υποστηρίζοντας ότι το τελευταίο, επειδή δεν εντάσσεται στο ίδιο το ¨Είναι¨, βρίσκεται σε μια αέναη πορεία και αναζήτηση ανάμεσα στο ¨Είναι¨ και στο ¨τίποτα¨[3]. Ο άνθρωπος αδυνατεί να παρακολουθήσει αυτή την επέκταση της φαινομενικότητας, γιατί ταυτόχρονα αποδεικνύεται ότι αδυνατεί πρωτίστως να αντιληφθεί την ψευδεπίφαση του φαινομένου, την έντεχνη «απόκρυψη του γεγονότος ότι η φαινομενικότητα έχει αποκρύψει το ¨Είναι¨, είναι με άλλα λόγια απόκρυψη μιας απόκρυψης»[4].
Χωρίς υπερβολή, η επέκταση της φαινομενικότητας καταργεί την ίδια την κριτική ικανότητα του ανθρώπου, τη δυνατότητα της διάκρισης και θέασης της επίπλαστης παρουσίας της. Κατά συνέπεια, το φαινόμενο «δοξάζεται ως ¨Είνα騻[5], το ομοίωμα λαμβάνει τη θέση του πρωτοτύπου, το φαινομενικό προωθείται ως πραγματικό και παράλληλα αυτοδεσμεύει και αυτοκαταργεί τη δυνατότητα θέασης και βιωματικής σύμπραξης στην αποκαλυπτική έκφανσή του. Ο Perniola τονίζει χαρακτηριστικά: «Το ομοίωμα δεν είναι ούτε αγία εικόνα, ούτε όραμα. Δεν έχει μία σχέση ταυτότητας με το πρωτότυπο, με το πρότυπο, ούτε συνεπάγεται τη συντριβή όλων των επιφάσεων και την αποκάλυψη μιας καθαρής ουσιαστικής αλήθειας. Το ομοίωμα είναι μια εικόνα χωρίς πρωτότυπο, εικόνα κάποιου πράγματος που δεν υπάρχει. Εικονολάτρες και εικονοπλάστες το θεωρούν σχεδόν συνώνυμο του ειδώλου και ως τέτοιο ¨prope nixil¨ σχεδόν τίποτε»[6]. Παρουσιάζει δηλαδή, όχι την αλήθεια καθεαυτή, αλλά ¨ομοίωμα¨ της αλήθειας ή καλύτερα τη ¨φαινομενική¨ αλήθεια χωρίς οντολογικό περιεχόμενο. Με άλλα λόγια, το θέαμα υπάρχει ως καθαρή εξωτερικότητα και ταυτόχρονα αναδύεται ως βαρύνουσα αλήθεια, που όμως δεν περιλαμβάνει ¨υπόσταση¨, αλλά περιορίζεται στην κάλπικη έκδοση της φαινομενικότητας της αλήθειας. Έτσι, αμαυρώνεται ή και εξαλείφεται παντελώς η ανθρώπινη δυνατότητα της διάκρισης ανάμεσα στο αναγκαίο και στο περιττό, στο αληθινό και στο ψεύτικο, στο φανταστικό και πραγματικό. Το θέαμα καλλιεργείται στους κόλπους και αρμούς μιας κοινωνίας, η οποία, όχι μόνο αναζητά να χαράξει και να οριοθετήσει τον προσδιορισμό της, αλλά και ¨αναπαύεται¨ εφησυχασμένη σε μια συνειδητά φανταστική διάσταση της φαινομενικής πραγματικότητας. Αυτό είναι και το πραγματικό περιεχόμενο της ¨Θεαματικής Κοινωνίας¨. Προωθεί την προβολή ενός κάλπικου φαινομένου, ένα αλλότριο και οξύμωρο προς το πρότυπο και αρχέγονό του και μέσω αυτού ή καλύτερα εξαιτίας αυτού, εξαιτίας δηλαδή της παρωχημένης, όπως παρουσιάζεται, πραγματικότητάς του εδραιώνει την κυριαρχία του ¨θεάματος¨ στη σημερινή πραγματικότητα.
Και συνεχίζει ο Perniola: «Το θέαμα της εποχής είναι μια σκηνοθεσία στερημένη από οντολογική αξία […] Σε αντίθεση, το προφητικό όραμα είναι ουσιαστικά εσχατολογικό και μεσσιανικό. Διεκδικεί το επικείμενο ενός ¨ δέοντος γενέσθαι¨, που φωτίζει και αποκαλύπτει το υπέρτατο πεπρωμένο της ανθρωπότητας και αναγγέλλει την έλευση μιας έσχατης εποχής σωτηρίας και την εγκαθίδρυση του βασιλείου του Θεού στη γη»[7]. Υποστηρίζει δηλαδή, ότι το θέαμα επειδή αυτούσιο αδυνατεί να θεαθεί και να κατανοήσει τη δυνατότητα μεταφυσικής αναγωγής και προσέγγισης Θείου και ανθρώπινου, την αυτοκαταργεί. Έτσι, στα πλαίσια της ¨Θεαματικής Κοινωνίας¨, τέχνη, πολιτιστική παράδοση, συμφέρον, χρήσιμο, απαραίτητο, αναγκαίο, περιττό, αλληλοσυγχωνεύονται και οδηγούν στο μηδενισμό, παραμερίζοντας κριτήρια, ηθικούς φραγμούς και λειτουργική λογική. ¨Φετιχισμός¨ και ¨ναρκισσισμός ¨ αποποιούνται τον αυτοπροσδιορισμό τους και τη σημασιολογία τους και καταντούν ισοδύναμοι στα φαινομενικά πλαίσια της ιδιοπροσωπίας τους.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό, ότι η ¨Θεαματική Κοινωνία¨ στην προσπάθειά της να εδραιωθεί και να διατηρηθεί ως κοινωνία ¨θεαματική¨, εισήγαγε το ομοίωμα – είδωλο του φαινομένου και το αντικατέστησε στη θέση του πραγματικού. Η αδυναμία της να οδηγηθεί στο αρχέτυπο και στην ¨ουσία¨ των όντων καλύφθηκε με τη σχάση και τη διάσταση που επέφερε μεταξύ του ανθρώπου και του εαυτού του. Όμως , αυτή η σχάση δεν είναι οντολογική. Πρόκειται για διακοπή της σύμπραξης του ανθρώπου με το ψευδοείδωλό του, με την κάλπικη δηλαδή ¨ταυτότητα¨ του εαυτού του, που το θέαμα μέσω της διαφήμισης προωθεί. Η διακοπή της κοινωνίας του υποκειμένου με τη συνείδησή του δεν αποτελεί διάσταση ουσίας, καθώς το ίδιο το υποκείμενο εδράζεται με ασφαλώς αλλοτριωμένη λειτουργική διάκριση στο χώρο του ¨Θεάματος¨, στη χώρα της φαινομενικής αλήθειας και της επίπλαστης πραγματικότητας.
Όμως, το αίτημα του σύγχρονου ανθρώπου «δεν είναι η ύπαρξη, αλλά η συνύπαρξη, όχι απλώς η ατομική επιβίωση, αλλά η κοινωνική συμβίωση»[8]. «Άν δεν υπάρξει η οντολογική προϋπόθεση μιας ¨πνευματικής ετερότητας¨ μέσα σ΄ έναν ολοκληρωμένο κόσμο, οι ιδεολογίες ήδη θα βρουν μέσα στο πλαίσιο τους διαλεκτικούς όρους της αλλοτρίωσης. Θα προσπαθούν από την αρνητικότητα να γεννήσουν μια θετικότητα. Αλλά θα το επιχειρούν ήδη μέσα στα όρια της ξεπεσμένης πτώσης. Και έτσι, το θέαμα, ως ύψιστη ¨αρνητική ετερότητα¨, θα εξακολουθεί να παραμένει»[9].
Η υπέρβαση της ¨πραγματικότητας¨ της κοινωνίας του θεάματος έγκειται στην προσευχή ως ουσιαστική προσέγγιση και κοινωνία με το Υπερβατικό, ως οντολογική μέθεξη στην πραγματικότητα, που δεν είναι άλλη από τη Σάρκωση. Η μέθεξη του ανθρώπου στην Κοινωνία του Σώματος του Χριστού ενέχει και την πραγματική λύτρωση[10], καθώς η αγιοπνευματική προσευχή «όχι μόνο δεν ακυρώνει την πνευματική υπόσταση του προσώπου, αλλά και μεταβάλλει την ίδια τη χωροχρονική διάσταση της ύλης σε ¨κοινωνία¨ των δύο θεμελιωδών στοιχείων: της θείας ενέργειας και της ανθρώπινης συνείδησης»[11]. Η προσευχή, ως θεωρία της θέας και δόξας του Θεού υπερβαίνει κάθε ψεύτικη έκφανση και έκδοση του ¨κοσμικού θεάματος¨. Είναι ουσιαστική και πραγματικά αληθινή αναγωγή προς το πρωτότυπο γιατί είναι Χριστολογική και κατά συνέπεια Τριαδολογική και καθιστά τον άνθρωπο εξαγιασμένη και ανεπανάληπτη προσωπικότητα.
Είναι γεγονός ότι η ¨Θεαματική Κοινωνία¨ αποδείχθηκε ανίκανη να κατανοήσει τις ύψιστες αλληγορίες και τις συμβολικές εκφράσεις των γεγονότων. Παρέμεινε εγκλωβισμένη στη μίμηση της εξωτερικότητας[12], στηριζόμενη στην εικονοκεντρική σκέψη και οδήγησε στη διάλυση της πνευματικής ταυτότητας του προσώπου[13]. Ο άνθρωπος αυτοδεσμευμένος στην κίβδηλη μίμηση του εαυτού του, απορρίπτει το ¨λογοκεντρικό¨ κριτήριο διαβίωσης και «δια της μαζικής διαφυγής» οδηγείται στην ομοιομορφοποίηση και ομαδοποίηση[14], χωρίς αναφορά σε αξίες και ιδανικά, σε πνευματικές αρχές και ανθρωπολογικούς ενδοιασμούς. «Το θέαμα είναι έτσι, η έσχατη και πιο πλήρης ¨αποπλάνηση¨. ¨Επιφάνεια¨ και ¨φαινόμενο¨ είναι τα δύο κυρίαρχα σημεία του. Η ¨επιφάνεια¨ σημαίνει στο βάθος της, την ¨εξαϋλωμένη οντολογία¨, την πρωτοκαθεδρία του ¨φαίνεσθαι¨ έναντι του ¨είναι¨. Το ¨φαίνεσθαι¨ απολυτοποιείται ως ¨είναι¨ και αποπλανά το υποκείμενο, το οποίο όμως θέλει κατά βάθος ν΄ αποπλανηθεί. Πρόκειται για μια ¨οντολογική λευχαιμία¨, για ένα ¨ξέπλυμα¨ του ίδιου του όντος από το υπερβατικό νόημά του»[15]. Έτσι, η κοινωνία του θεάματος χωρίζει το πρόσωπο από την ψευδοταυτότητά του και ακολούθως από την κοινωνία, αλλοτριώνοντας την ιδιοπροσωπία του και επιφέροντας καίριο πλήγμα στη δυνατότητα της επανόδου της λογοκεντρικής διάκρισης, καθώς επενδύει και συνεχώς προκαλεί χάσμα μεταξύ υποκειμενικού και αντικειμενικού κόσμου.
Σε αντίθεση, στην Ορθόδοξη Θεολογία μέσω της αγιοπνευματικής προσευχής, ο άνθρωπος οδηγείται στην ενότητα , στη «συμφιλίωση»[16] με τους συνανθρώπους του και με την κτίση ολόκληρη, καθώς η ένταξή του στο Σώμα του Χριστού συνεπάγεται την «χαρισματική μετοχή του στον ίδιο τον Χριστό, εξαιτίας της ενανθρωπίσεώς Του»[17]. Η προσευχή ως προσέγγιση του Θείου δύναται να οδηγήσει τον άνθρωπο στη ¨Θεωρία ¨ του Θεού. Βέβαια, το φως που θεωρείται από τον θεωρητικό κατά την θεωρία, θεωρείται κατά τρόπο ενυπόστατο, καθώς «η θεωρία και το πάθος της λαμπρότητας του Θεού είναι η θεωρία της άκτιστης ενέργειάς Του, μια και η ουσία Του είναι απρόσιτη και αμέθεκτη»[18]. Παρ΄όλα αυτά, ας γίνει κατανοητό ότι η θεωρία δεν είναι μόνο αφαίρεση και αποφατική κατάσταση, αλλά και επιπλέον ένωση με την Παναγία Τριάδα και επομένως και εκθέωση. Άλλωστε, ως τονίσαμε, η προσευχητική διάσταση περιθωριοποιεί τα επιφαινόμενα και αναζητά το βάθος του ανθρωπίνου προσώπου, στοχεύει στην ουσία των όντων χωρίς να παραγράφει τη μεταφυσική αναγωγή τους. Δεν διεκδικεί τα πρωτεία στη μίμηση, ούτε προτάσσει τον εικονοκεντρικό – εγωκεντρικό νομιναλισμό. Αντίθετα, αναπαύεται στην ησυχία και στη σιωπηλή αγιότητα.
Να λοιπόν γιατί η προσευχή αποτελει σιωπηλή υπέρβαση της ¨Θεαματικής Κοινωνίας¨. Γιατί μακριά από επίπλαστες και ανούσιες φαινομενικότητες της πραγματικότητας, μπορεί και αφουγκράζεται την ουσία των όντων, την ουσιαστική δηλαδή πραγμάτωση της μαρτυριακής και βιωματικής παρουσίας του ανθρώπου στον κόσμο. Έχει με άλλα λόγια τη δυνατότητα να ¨μεταμορφώνει¨ την ανθρώπινη ύπαρξη με μυσταγωγικό – ουράνιο τρόπο και να την οδηγεί στην χαρισματική ταύτιση συνείδησης και υποκειμένου, προς αγιασμό του προσευχόμενου και απώτερο φωτισμό της συμπαντικής κτίσης. Γι΄ αυτό η προσευχή βιώνεται σιωπηλά και αθόρυβα, ακριβώς γιατί εστιάζει και κοινωνεί το φως της Αποκαλυπτικής δόξας του Λυτρωτού Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι΄αυτό και τελικά αποτελεί υπέρβαση της θεαματικής κοινωνίας, διότι έχει την αγιοπνευματική χάρη και δωρεά να «κατεβάζει τον Ουρανό στη γη».
Παραπομπές:
1. Perniola Mario, Η Κοινωνία των Ομοιωμάτων, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1991, σελ. 69. Σχετικά με την ¨Κοινωνία του θεάματος¨ βλ., Debord Guy, Η Κοινωνία του θεάματος, Διεθνής Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2000, Postman N., Amousing Ourselves to Death, Discoursein the Age of the Show Business, Penguin Books, NewYork 1985.
2.Γαϊτάνη Βασιλείου, Homo mediator and homo theologicus, Γρηγόρη, Αθήνα 2008, σελ. 281.
3. Αυτόθι, σελ. 281.
4. Αυτόθι, σελ. 282.
5. Αυτόθι, σελ. 282.
6. Perniola M., Η Κοινωνία των Ομοιωμάτων, σελ. 130.
7. Αυτόθι, σελ. 126.
8.Μπέγζου Μάριου, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 239.
9.Γαϊτάνη Β., Η Ετερότητα της Επικοινωνίας, Η δυνατότητα μιας Ορθόδοξης Επικοινωνίας σε αλλοτριωμένους καιρούς, Αθήνα 2004, σελ. 8.
10. Πρβλ., Του Ιδίου, Το κείμενο του Zean Baudrillard  «The procession of Simulacra» και η ερμηνεία των διαστάσεων της Υπερπραγματικότητας, Αθήνα 2008, σελ. 76.
11.Του Ιδίου, Η θεώρηση της «Παγκοσμιοποίησης»(Globalisierung) στον επικοινωνιολόγο Ulrich Beck και η υπέρβαση της «Επικοινωνιακής Θεολογίας», Αθῆναι 2002, σελ. 653.12
12. Πρβλ., Του Ιδίου, Homo mediator and homo theologicus, σελ. 348.
13. Αυτόθι, σελ. 343.
14. Αυτόθι, σελ. 345.
15. Γαϊτάνη Β., Το κείμενο του Zean Baudrillard  «The procession of Simulacra» και η ερμηνεία των διαστάσεων της Υπερπραγματικότητας, σελ. 67.
16. Γιαννουλάτου Αναστασίου(Αρχιεπ. Τιράνων και πάσης Αλβανίας), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Ακρίτας, Αθήνα 2005, σελ. 51.
17. Γαϊτάνη Β., Από την Επικοινωνία στην Κοινωνία, Σύγχρονες θεωρίες Επικοινωνίας και Ορθόδοξος Επικοινωνιακή Θεολογία, Γρηγόρη, Αθήνα 2008, σελ. 275.
18. Καρανικόλα Παντελεήμονος(Πρ. Μητροπολίτου Κορινθίας), Μυστική Θεωρία, στο περιοδικό ¨Χριστιανικόν Συμπόσιον¨, τόμος Δ΄, Εστία, Αθήνα 1970, σελ. 25.

Η σιωπηλή προσευχητική υπέρβαση της “Κοινωνίας του Θεάματος”

Δημητρίου Π. Λυκούδη, Θεολόγου – Φιλολόγου,
Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών
Η φράση του Perniola στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα ότι «η φαινομενικότητα κινδυνεύει να επεκταθεί τόσο ώστε να καλύψει το ¨Είνα騻[1], συνετάραξε τα δεδομένα της φαινομενικής πραγματικότητας της ¨Κοινωνίας του Θεάματος¨. OPerniola εστιάζει τις παρατηρήσεις του γύρω από την έννοια
 
του «ομοιοματικού φαινομένου»[2], υποστηρίζοντας ότι το τελευταίο, επειδή δεν εντάσσεται στο ίδιο το ¨Είναι¨, βρίσκεται σε μια αέναη πορεία και αναζήτηση ανάμεσα στο ¨Είναι¨ και στο ¨τίποτα¨[3]. Ο άνθρωπος αδυνατεί να παρακολουθήσει αυτή την επέκταση της φαινομενικότητας, γιατί ταυτόχρονα αποδεικνύεται ότι αδυνατεί πρωτίστως να αντιληφθεί την ψευδεπίφαση του φαινομένου, την έντεχνη «απόκρυψη του γεγονότος ότι η φαινομενικότητα έχει αποκρύψει το ¨Είναι¨, είναι με άλλα λόγια απόκρυψη μιας απόκρυψης»[4].
Χωρίς υπερβολή, η επέκταση της φαινομενικότητας καταργεί την ίδια την κριτική ικανότητα του ανθρώπου, τη δυνατότητα της διάκρισης και θέασης της επίπλαστης παρουσίας της. Κατά συνέπεια, το φαινόμενο «δοξάζεται ως ¨Είνα騻[5], το ομοίωμα λαμβάνει τη θέση του πρωτοτύπου, το φαινομενικό προωθείται ως πραγματικό και παράλληλα αυτοδεσμεύει και αυτοκαταργεί τη δυνατότητα θέασης και βιωματικής σύμπραξης στην αποκαλυπτική έκφανσή του. Ο Perniola τονίζει χαρακτηριστικά: «Το ομοίωμα δεν είναι ούτε αγία εικόνα, ούτε όραμα. Δεν έχει μία σχέση ταυτότητας με το πρωτότυπο, με το πρότυπο, ούτε συνεπάγεται τη συντριβή όλων των επιφάσεων και την αποκάλυψη μιας καθαρής ουσιαστικής αλήθειας. Το ομοίωμα είναι μια εικόνα χωρίς πρωτότυπο, εικόνα κάποιου πράγματος που δεν υπάρχει. Εικονολάτρες και εικονοπλάστες το θεωρούν σχεδόν συνώνυμο του ειδώλου και ως τέτοιο ¨prope nixil¨ σχεδόν τίποτε»[6]. Παρουσιάζει δηλαδή, όχι την αλήθεια καθεαυτή, αλλά ¨ομοίωμα¨ της αλήθειας ή καλύτερα τη ¨φαινομενική¨ αλήθεια χωρίς οντολογικό περιεχόμενο. Με άλλα λόγια, το θέαμα υπάρχει ως καθαρή εξωτερικότητα και ταυτόχρονα αναδύεται ως βαρύνουσα αλήθεια, που όμως δεν περιλαμβάνει ¨υπόσταση¨, αλλά περιορίζεται στην κάλπικη έκδοση της φαινομενικότητας της αλήθειας. Έτσι, αμαυρώνεται ή και εξαλείφεται παντελώς η ανθρώπινη δυνατότητα της διάκρισης ανάμεσα στο αναγκαίο και στο περιττό, στο αληθινό και στο ψεύτικο, στο φανταστικό και πραγματικό. Το θέαμα καλλιεργείται στους κόλπους και αρμούς μιας κοινωνίας, η οποία, όχι μόνο αναζητά να χαράξει και να οριοθετήσει τον προσδιορισμό της, αλλά και ¨αναπαύεται¨ εφησυχασμένη σε μια συνειδητά φανταστική διάσταση της φαινομενικής πραγματικότητας. Αυτό είναι και το πραγματικό περιεχόμενο της ¨Θεαματικής Κοινωνίας¨. Προωθεί την προβολή ενός κάλπικου φαινομένου, ένα αλλότριο και οξύμωρο προς το πρότυπο και αρχέγονό του και μέσω αυτού ή καλύτερα εξαιτίας αυτού, εξαιτίας δηλαδή της παρωχημένης, όπως παρουσιάζεται, πραγματικότητάς του εδραιώνει την κυριαρχία του ¨θεάματος¨ στη σημερινή πραγματικότητα.
Και συνεχίζει ο Perniola: «Το θέαμα της εποχής είναι μια σκηνοθεσία στερημένη από οντολογική αξία […] Σε αντίθεση, το προφητικό όραμα είναι ουσιαστικά εσχατολογικό και μεσσιανικό. Διεκδικεί το επικείμενο ενός ¨ δέοντος γενέσθαι¨, που φωτίζει και αποκαλύπτει το υπέρτατο πεπρωμένο της ανθρωπότητας και αναγγέλλει την έλευση μιας έσχατης εποχής σωτηρίας και την εγκαθίδρυση του βασιλείου του Θεού στη γη»[7]. Υποστηρίζει δηλαδή, ότι το θέαμα επειδή αυτούσιο αδυνατεί να θεαθεί και να κατανοήσει τη δυνατότητα μεταφυσικής αναγωγής και προσέγγισης Θείου και ανθρώπινου, την αυτοκαταργεί. Έτσι, στα πλαίσια της ¨Θεαματικής Κοινωνίας¨, τέχνη, πολιτιστική παράδοση, συμφέρον, χρήσιμο, απαραίτητο, αναγκαίο, περιττό, αλληλοσυγχωνεύονται και οδηγούν στο μηδενισμό, παραμερίζοντας κριτήρια, ηθικούς φραγμούς και λειτουργική λογική. ¨Φετιχισμός¨ και ¨ναρκισσισμός ¨ αποποιούνται τον αυτοπροσδιορισμό τους και τη σημασιολογία τους και καταντούν ισοδύναμοι στα φαινομενικά πλαίσια της ιδιοπροσωπίας τους.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό, ότι η ¨Θεαματική Κοινωνία¨ στην προσπάθειά της να εδραιωθεί και να διατηρηθεί ως κοινωνία ¨θεαματική¨, εισήγαγε το ομοίωμα – είδωλο του φαινομένου και το αντικατέστησε στη θέση του πραγματικού. Η αδυναμία της να οδηγηθεί στο αρχέτυπο και στην ¨ουσία¨ των όντων καλύφθηκε με τη σχάση και τη διάσταση που επέφερε μεταξύ του ανθρώπου και του εαυτού του. Όμως , αυτή η σχάση δεν είναι οντολογική. Πρόκειται για διακοπή της σύμπραξης του ανθρώπου με το ψευδοείδωλό του, με την κάλπικη δηλαδή ¨ταυτότητα¨ του εαυτού του, που το θέαμα μέσω της διαφήμισης προωθεί. Η διακοπή της κοινωνίας του υποκειμένου με τη συνείδησή του δεν αποτελεί διάσταση ουσίας, καθώς το ίδιο το υποκείμενο εδράζεται με ασφαλώς αλλοτριωμένη λειτουργική διάκριση στο χώρο του ¨Θεάματος¨, στη χώρα της φαινομενικής αλήθειας και της επίπλαστης πραγματικότητας.
Όμως, το αίτημα του σύγχρονου ανθρώπου «δεν είναι η ύπαρξη, αλλά η συνύπαρξη, όχι απλώς η ατομική επιβίωση, αλλά η κοινωνική συμβίωση»[8]. «Άν δεν υπάρξει η οντολογική προϋπόθεση μιας ¨πνευματικής ετερότητας¨ μέσα σ΄ έναν ολοκληρωμένο κόσμο, οι ιδεολογίες ήδη θα βρουν μέσα στο πλαίσιο τους διαλεκτικούς όρους της αλλοτρίωσης. Θα προσπαθούν από την αρνητικότητα να γεννήσουν μια θετικότητα. Αλλά θα το επιχειρούν ήδη μέσα στα όρια της ξεπεσμένης πτώσης. Και έτσι, το θέαμα, ως ύψιστη ¨αρνητική ετερότητα¨, θα εξακολουθεί να παραμένει»[9].
Η υπέρβαση της ¨πραγματικότητας¨ της κοινωνίας του θεάματος έγκειται στην προσευχή ως ουσιαστική προσέγγιση και κοινωνία με το Υπερβατικό, ως οντολογική μέθεξη στην πραγματικότητα, που δεν είναι άλλη από τη Σάρκωση. Η μέθεξη του ανθρώπου στην Κοινωνία του Σώματος του Χριστού ενέχει και την πραγματική λύτρωση[10], καθώς η αγιοπνευματική προσευχή «όχι μόνο δεν ακυρώνει την πνευματική υπόσταση του προσώπου, αλλά και μεταβάλλει την ίδια τη χωροχρονική διάσταση της ύλης σε ¨κοινωνία¨ των δύο θεμελιωδών στοιχείων: της θείας ενέργειας και της ανθρώπινης συνείδησης»[11]. Η προσευχή, ως θεωρία της θέας και δόξας του Θεού υπερβαίνει κάθε ψεύτικη έκφανση και έκδοση του ¨κοσμικού θεάματος¨. Είναι ουσιαστική και πραγματικά αληθινή αναγωγή προς το πρωτότυπο γιατί είναι Χριστολογική και κατά συνέπεια Τριαδολογική και καθιστά τον άνθρωπο εξαγιασμένη και ανεπανάληπτη προσωπικότητα.
Είναι γεγονός ότι η ¨Θεαματική Κοινωνία¨ αποδείχθηκε ανίκανη να κατανοήσει τις ύψιστες αλληγορίες και τις συμβολικές εκφράσεις των γεγονότων. Παρέμεινε εγκλωβισμένη στη μίμηση της εξωτερικότητας[12], στηριζόμενη στην εικονοκεντρική σκέψη και οδήγησε στη διάλυση της πνευματικής ταυτότητας του προσώπου[13]. Ο άνθρωπος αυτοδεσμευμένος στην κίβδηλη μίμηση του εαυτού του, απορρίπτει το ¨λογοκεντρικό¨ κριτήριο διαβίωσης και «δια της μαζικής διαφυγής» οδηγείται στην ομοιομορφοποίηση και ομαδοποίηση[14], χωρίς αναφορά σε αξίες και ιδανικά, σε πνευματικές αρχές και ανθρωπολογικούς ενδοιασμούς. «Το θέαμα είναι έτσι, η έσχατη και πιο πλήρης ¨αποπλάνηση¨. ¨Επιφάνεια¨ και ¨φαινόμενο¨ είναι τα δύο κυρίαρχα σημεία του. Η ¨επιφάνεια¨ σημαίνει στο βάθος της, την ¨εξαϋλωμένη οντολογία¨, την πρωτοκαθεδρία του ¨φαίνεσθαι¨ έναντι του ¨είναι¨. Το ¨φαίνεσθαι¨ απολυτοποιείται ως ¨είναι¨ και αποπλανά το υποκείμενο, το οποίο όμως θέλει κατά βάθος ν΄ αποπλανηθεί. Πρόκειται για μια ¨οντολογική λευχαιμία¨, για ένα ¨ξέπλυμα¨ του ίδιου του όντος από το υπερβατικό νόημά του»[15]. Έτσι, η κοινωνία του θεάματος χωρίζει το πρόσωπο από την ψευδοταυτότητά του και ακολούθως από την κοινωνία, αλλοτριώνοντας την ιδιοπροσωπία του και επιφέροντας καίριο πλήγμα στη δυνατότητα της επανόδου της λογοκεντρικής διάκρισης, καθώς επενδύει και συνεχώς προκαλεί χάσμα μεταξύ υποκειμενικού και αντικειμενικού κόσμου.
Σε αντίθεση, στην Ορθόδοξη Θεολογία μέσω της αγιοπνευματικής προσευχής, ο άνθρωπος οδηγείται στην ενότητα , στη «συμφιλίωση»[16] με τους συνανθρώπους του και με την κτίση ολόκληρη, καθώς η ένταξή του στο Σώμα του Χριστού συνεπάγεται την «χαρισματική μετοχή του στον ίδιο τον Χριστό, εξαιτίας της ενανθρωπίσεώς Του»[17]. Η προσευχή ως προσέγγιση του Θείου δύναται να οδηγήσει τον άνθρωπο στη ¨Θεωρία ¨ του Θεού. Βέβαια, το φως που θεωρείται από τον θεωρητικό κατά την θεωρία, θεωρείται κατά τρόπο ενυπόστατο, καθώς «η θεωρία και το πάθος της λαμπρότητας του Θεού είναι η θεωρία της άκτιστης ενέργειάς Του, μια και η ουσία Του είναι απρόσιτη και αμέθεκτη»[18]. Παρ΄όλα αυτά, ας γίνει κατανοητό ότι η θεωρία δεν είναι μόνο αφαίρεση και αποφατική κατάσταση, αλλά και επιπλέον ένωση με την Παναγία Τριάδα και επομένως και εκθέωση. Άλλωστε, ως τονίσαμε, η προσευχητική διάσταση περιθωριοποιεί τα επιφαινόμενα και αναζητά το βάθος του ανθρωπίνου προσώπου, στοχεύει στην ουσία των όντων χωρίς να παραγράφει τη μεταφυσική αναγωγή τους. Δεν διεκδικεί τα πρωτεία στη μίμηση, ούτε προτάσσει τον εικονοκεντρικό – εγωκεντρικό νομιναλισμό. Αντίθετα, αναπαύεται στην ησυχία και στη σιωπηλή αγιότητα.
Να λοιπόν γιατί η προσευχή αποτελει σιωπηλή υπέρβαση της ¨Θεαματικής Κοινωνίας¨. Γιατί μακριά από επίπλαστες και ανούσιες φαινομενικότητες της πραγματικότητας, μπορεί και αφουγκράζεται την ουσία των όντων, την ουσιαστική δηλαδή πραγμάτωση της μαρτυριακής και βιωματικής παρουσίας του ανθρώπου στον κόσμο. Έχει με άλλα λόγια τη δυνατότητα να ¨μεταμορφώνει¨ την ανθρώπινη ύπαρξη με μυσταγωγικό – ουράνιο τρόπο και να την οδηγεί στην χαρισματική ταύτιση συνείδησης και υποκειμένου, προς αγιασμό του προσευχόμενου και απώτερο φωτισμό της συμπαντικής κτίσης. Γι΄ αυτό η προσευχή βιώνεται σιωπηλά και αθόρυβα, ακριβώς γιατί εστιάζει και κοινωνεί το φως της Αποκαλυπτικής δόξας του Λυτρωτού Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι΄αυτό και τελικά αποτελεί υπέρβαση της θεαματικής κοινωνίας, διότι έχει την αγιοπνευματική χάρη και δωρεά να «κατεβάζει τον Ουρανό στη γη».
Παραπομπές:
1. Perniola Mario, Η Κοινωνία των Ομοιωμάτων, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1991, σελ. 69. Σχετικά με την ¨Κοινωνία του θεάματος¨ βλ., Debord Guy, Η Κοινωνία του θεάματος, Διεθνής Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2000, Postman N., Amousing Ourselves to Death, Discoursein the Age of the Show Business, Penguin Books, NewYork 1985.
2.Γαϊτάνη Βασιλείου, Homo mediator and homo theologicus, Γρηγόρη, Αθήνα 2008, σελ. 281.
3. Αυτόθι, σελ. 281.
4. Αυτόθι, σελ. 282.
5. Αυτόθι, σελ. 282.
6. Perniola M., Η Κοινωνία των Ομοιωμάτων, σελ. 130.
7. Αυτόθι, σελ. 126.
8.Μπέγζου Μάριου, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 239.
9.Γαϊτάνη Β., Η Ετερότητα της Επικοινωνίας, Η δυνατότητα μιας Ορθόδοξης Επικοινωνίας σε αλλοτριωμένους καιρούς, Αθήνα 2004, σελ. 8.
10. Πρβλ., Του Ιδίου, Το κείμενο του Zean Baudrillard  «The procession of Simulacra» και η ερμηνεία των διαστάσεων της Υπερπραγματικότητας, Αθήνα 2008, σελ. 76.
11.Του Ιδίου, Η θεώρηση της «Παγκοσμιοποίησης»(Globalisierung) στον επικοινωνιολόγο Ulrich Beck και η υπέρβαση της «Επικοινωνιακής Θεολογίας», Αθῆναι 2002, σελ. 653.12
12. Πρβλ., Του Ιδίου, Homo mediator and homo theologicus, σελ. 348.
13. Αυτόθι, σελ. 343.
14. Αυτόθι, σελ. 345.
15. Γαϊτάνη Β., Το κείμενο του Zean Baudrillard  «The procession of Simulacra» και η ερμηνεία των διαστάσεων της Υπερπραγματικότητας, σελ. 67.
16. Γιαννουλάτου Αναστασίου(Αρχιεπ. Τιράνων και πάσης Αλβανίας), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Ακρίτας, Αθήνα 2005, σελ. 51.
17. Γαϊτάνη Β., Από την Επικοινωνία στην Κοινωνία, Σύγχρονες θεωρίες Επικοινωνίας και Ορθόδοξος Επικοινωνιακή Θεολογία, Γρηγόρη, Αθήνα 2008, σελ. 275.
18. Καρανικόλα Παντελεήμονος(Πρ. Μητροπολίτου Κορινθίας), Μυστική Θεωρία, στο περιοδικό ¨Χριστιανικόν Συμπόσιον¨, τόμος Δ΄, Εστία, Αθήνα 1970, σελ. 25.

Εορτή του Αγίου Προφήτου Ιερεμία














Εορτή του Αγίου Προφήτου Ιερεμία
Γιορτάζουμε σήμερα 1 Μαΐου, ημέρα μνήμης του Αγίου Προφήτου Ιερεμία.
Ο Προφήτης Ιερεμίας γεννήθηκε πιθανώς κατά το 650 π.Χ., στην μικρή πόλη της φυλής Βενιαμίν Αναθώθ, βορειοανατολικά της Ιερουσαλήμ. Ο πατέρας του ήταν ιερέας και ονομαζόταν Χελκίας. Ανατράφηκε στην ιερατική αυτή οικογένεια με αυστηρότητα. Μελετούσε τους προ αυτού Προφήτες Ησαΐα και Ωσηέ.
Νεότατος στην ηλικία, περίπου 23 - 25 ετών, περί το 627 - 625 π.Χ., καλείται από τον Θεό στο προφητικό αξίωμα. Ανταποκρίνεται στο θέλημα του Κυρίου και έτσι το όνομά του (Ιερεμίας), που σημαίνει ο Θεός ανυψώνει ή καθιστά, εκφράζει και την αποστολή του.
Κατάπληκτος από την τιμή αυτή ο Ιερεμίας, αρνείται την υψηλή τιμητική κλήση, προβάλλοντας τις ασθενείς νεανικές του δυνάμεις. Ο Θεός όμως ενισχύει αυτόν υποσχόμενος, όχι υλικές αμοιβές και τιμές, αλλά το πολυτιμότερο όλων: τη βοήθειά Του. Ο Ιερεμίας υπακούει.
Ο Προφήτης Ιερεμίας καθαγιάσθηκε πριν από τη γέννησή του, όπως γράφει ο Άγιος Ιερώνυμος. Πράγματι, στην αρχή του προφητικού του βιβλίου ο Ίδιος ο Θεός του λέγει: «Προ του με πλάσαι σε εν κοιλία επίσταμεί σε και προ του σε εξελθείν εκ μήτρας ηγίακά σε, προφήτην εις έθνη τέθεικά σε».
Σε τέσσερις περιόδους δυνάμεθα να διαιρέσουμε την δημόσια δράση του. Πρώτον, επί του βασιλέως Ιωσίου προ της μετερρυθμίσεως (627 - 621 π.Χ.), δεύτερον, επί του βασιλέως Ιωακείμ μέχρι του Σεδεκίου (609 - 598 π.Χ.), τρίτον, επί Σεδεκίου (598 - 586 π.Χ.) και τέταρτον, μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ και την αιχμαλωσία του Σεδεκίου.
Μετά την καταστροφή του βασιλείου του Ισραήλ, το βασίλειο του Ιούδα, όπου βρισκόταν ο Προφήτης Ιερεμίας, τελούσε υπό την επίδραση των Ασσυρίων, όχι μόνο πολιτικά αλλά και θρησκευτικά. Η πολυθεΐα των Ασσυρίων είχε εισχωρήσει στους Ιουδαίους, διότι ο βασιλέας Μανασσής (693 - 639 π.Χ.) ήταν υποτελής των Ασσυρίων και είχε παραδοθεί σε θρησκευτικό συγκρητισμό και σε ειδωλολατρία. Όσες πόλεις υπήρχαν στην Ιουδαία, τόσοι ήταν και οι θεοί, όσοι οι δρόμοι της Ιερουσαλήμ, τόσα θυσιαστήρια του Βαάλ.
Υπήρχε η ειδωλολατρία του Μολώχ με τα ανθρώπινα θύματα. Στις αυλές του ναού ήταν θυσιαστήρια των Ασσυρίων θεών και το είδωλο της Αστάρτης. Ο Ιερεμίας, επί της βασιλείας του Ιωσίου, από το 627 π.Χ., επέρχεται κατά της πολυθεΐας κηρύσσοντας τον Ένα και Μόνο Αληθινό Θεό και στηλιτεύοντας τη διαφθορά. Εκτός της ειδωλολατρίας και ανηθικότητας, ο Ιερεμίας πολεμάει κατά την περίοδο αυτή και τους ψευδοπροφήτες, οι οποίοι παραπλανούσαν τον λαό με ψευδείς προφητείες. Ο Προφήτης διαισθάνεται κάποια μεταβολή του λαού, κάποια μετάνοια, διότι στην πρόσκληση του Θεού, ο λαός απαντά: «Ὁδοῦ, πρὸς Σὲ ἔρχομαι».
Η μετάνοια όμως αυτή ήταν πρόσκαιρη λόγω της ανομβρίας. Ο Προφήτης πονάει, υποφέρει. Περιέρχεται σε απόγνωση. Όμως η μακροθυμία του Θεού δεν εξαντλείται. Ο Θεός συμβουλεύει τον Προφήτη να ερευνήσει την υπό του κακού τρυγηθείσα άμπελο, το λαό Του, μήπως εύρει ρώγα σταφυλιού, κάποιον άνθρωπο ευσεβή, ατρύγητο από το κακό. Έτσι τονίζεται η μεγάλη αξία του ανθρώπου. Ο Προφήτης δεν βρίσκει δυστυχώς καμία ρώγα σταφυλιού ατρύγητη από το κακό. Στην άκαρπη αυτή προσπάθεια του Προφήτη, ο Θεός συνιστά σε αυτόν και πάλι να συνεχίσει την εργασία του, για να πεισθεί και ο ίδιος ο Προφήτης για το αδιόρθωτο του λαού και τη δίκαιη τιμωρία του.
Ο Θεός παρομοιάζει τον Προφήτη με μεταλλουργό που δοκιμάζει τα μέταλλα και φροντίζει από το μείγμα να εξαγάγει αυτά που είναι ευγενή, δηλαδή το χρυσό και τον άργυρο. Μάταια όμως.
Εδώ τερματίζεται η πρώτη περίοδος της δράσεως του Προφήτη Ιερεμία. Κατόπιν έρχεται η κατάλυση του Ασσυριακού βασιλείου διά της πίστεως της Νινευή το 621 π.Χ. Ο ευσεβής βασιλέας Ιωσίας, επωφελούμενος από την κατάρρευση αυτή, ανέλαβε πολιτική εξωτερικής ανεξαρτησίας και προέβη σε εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, για να ορθώσει την πίστη στον Θεό. Ο Ιερεμίας, κατά το χρονικό διάστημα 621 - 608 π.Χ., αποσύρθηκε πιθανότατα σε μόνωση. Χαρακτηριστικό της ασκητικής του ζωής ήταν ότι αυτός «λινοῦν περίζωμα εἶχε μόνον. Ὡς δὲ τὰ εὐτραφῆ τῶν σωμάτων γυμνούμενα φανερωτέραν δείκνυσι τὴν ἀκμήν, οὕτω καὶ τῶν ἠθῶν τὸ κάλλος, μὴ ἀνειλούμενον ἀπειροκάλοις φλυαρίαις, τὸ μεγαλοπρεπὲς ἐνδείκνυται».
Κατά την δεύτερη περίοδο της δράσης του, επί της εποχής του βασιλέως Ιωακείμ (609 - 598 π.Χ.), ο Προφήτης Ιερεμίας στρέφεται κατά των ατόπων της Ισραηλιτικής θρησκείας. Ο μαγικός χαρακτήρας, τον οποίο απέδιδαν οι Ιουδαίοι στο ναό και στις τελετές, τον ενοχλούσε. Έλεγε δε, ότι «ο ναός, ο οποίος χρησιμεύει να καλύπτει τα κακουργήματα, είναι όχι ναός Θεού, αλλά σπήλαιο ληστών».
Κατά το πρώτο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ, σε κάποια μεγάλη εορτή, εμφανίζεται ο Προφήτης Ιερεμίας στην αυλή του ναού και μέσα στο ενθουσιώδες από τη θέα του ναού πλήθος, προσβάλλει την εσφαλμένη αυτή πίστη, την οποία είχε ο λαός περί του ναού και κηρύσσει την επερχόμενη καταστροφή του ναού. Όλος ο λαός εξεγείρεται και ζητεί τον θάνατό του. Σώζεται με την επέμβαση του Αχικάμ.
Μεταβαίνει στο εργαστήριο του κεραμέως και παρατηρεί ότι ο κεραμέας μεταπλάσσει όσα από τα πήλινα δοχεία δεν αρέσουν σε αυτόν. Έτσι, λέγει ο Προφήτης, θα κάνει ο Θεός σε έθνη και ανθρώπους, τα οποία δεν αρέσουν σε Αυτόν. Για την αποφυγή της καταστροφής συνιστά την εσωτερική μετάνοια του ανθρώπου. Άρχοντες και λαός αντιδρούν. Κουρασμένος ο Προφήτης από τους άκαρπους αγώνες του ζητεί τη μόνωση και προβλέποντας την αμετανοησία του λαού του Θεού, προλέγει την καταστροφή του.
Κάποιοι άνθρωποι αποφασίζουν να τον δηλητηριάσουν στην Αναθώθ. Συνωμοτούν εναντίον του και συγγενείς του. Ο Ιερεμίας αποδίδει την σωτηρία του στον Θεό. Στρέφεται κατά των αρχόντων, του βασιλέως Ιωακείμ και των ανακτόρων, των οποίων κηρύσσει την καταστροφή. Όλος ο κόσμος είναι εναντίον του.
Προς στιγμήν κάμπτεται, διότι νομίζει ότι έχει εγκαταλειφθεί από τον Θεό και παραπονείται. Συνέρχεται όμως και συνεχίζει το έργο του. Στην αυλή του ναού κηρύσσει και πάλι την καταστροφή του ναού. Το κήρυγμα αυτό προκαλεί αναταραχή. Γι' αυτό ο στρατηγός του ιερού χώρου του ναού Πασχώρ τον ραβδίζει και τον ρίχνει στη φυλακή. Τα κηρύγματά του γίνονται δεκτά με ειρωνείες. Του απαγορεύουν να επισκέπτεται το ναό.
Ο Προφήτης σκέπτεται να εγκαταλείψει τον αγώνα. Η φωτιά όμως του λόγου του Θεού, που είναι μέσα του, δεν τον αφήνει. Κατά το τέλος του 605 π.Χ., μετά την ήττα των Αιγυπτίων στο Χαρκαμύς, επειδή ο ίδιος δεν ήταν δυνατόν να εισέλθει στην αυλή του ναού, δίδει στον μαθητή του Βαρούχ να αναγνώσει στο μέσο της αυλής του ναού, προφητεία, διά της οποίας κηρυσσόταν η καταστροφή του ναού. Όλοι τότε επαναστατούν εναντίον του. Ο Ιερεμίας και ο Βαρούχ κρύβονται, για να μη συλληφθούν. Η προλεχθείσα όμως καταστροφή επήλθε.
Οι Βαβυλώνιοι κατέστησαν φόρου υποτελή, το βασιλέα Ιωακείμ. Αυτός, επιθυμώντας την ανεξαρτησία και αφού παρακινήθηκε από άκριτους ανθρώπους, προκαλεί τη Βαβυλώνιο εκστρατεία κατά της Ιερουσαλήμ. Ο Ναβουχοδονόσωρ επέρχεται εναντίον του και πολιορκεί την Ιερουσαλήμ. Ο Ιερεμίας μάταια συνιστά στον βασιλέα Ιωακείμ, υποταγή στους Βαβυλώνιους. Ο Ιωακείμ πεθαίνει και η πόλη καταλαμβάνεται και πολιορκείται.
Ο ναός καταστρέφεται. Ο άμεσος διάδοχος του Ιωακείμ, ο Ιωαχείμ (Ιεχονίας) πορεύεται σε αιχμαλωσία με τους αξιωματούχους της χώρας και δέκα χιλιάδες από το λαό. Ο βασιλέας Ναβουχοδονόσωρ ορίζει ως διάδοχο του Ιεχονίου, τον Σεδεκία.
Κατά την Τρίτη περίοδο της δράσεως του Προφήτη Ιερεμίου, το 594 π.Χ., απεσταλμένοι των Ιδουμαίων, Αμμωνιτών, Τύρου και Σιδώνος, παρακάλεσαν τον Σεδεκία να συμμαχήσουν κατά των Βαβυλωνίων. Οι ψευδοπροφήτες κηρύσσουν ότι τα ιερά σκεύη του ναού που είχαν κλαπεί θα επιστραφούν. Ο Ιερεμίας αντιτίθεται και συμβολικά θέτει ζυγό στον τράχηλό του, για να δηλώσει ότι θα είναι δούλοι του Ναβουχοδονόσορ.
Ο ψευδοπροφήτης Ανανίας σπάζει το ζυγό πάνω στον τράχηλο του Ιερεμία, για να τονίσει την αποτίναξη του ζυγού των Βαβυλωνίων. Ο Ιερεμίας απαντά: «Έσπασες ξύλινους ζυγούς; Σιδερένιους θα θέσει ο Θεός στον τράχηλό σας».
Ο Σεδεκίας τήρησε συνετή πολιτική προς τους απεσταλμένους των άλλων περιοχών και ενέκρινε την γνώμη του Προφήτη Ιερεμία. Όμως, κατά το 588 π.Χ., ο φαραώ της Αιγύπτου Ουαφρής επαναστατεί κατά των Βαβυλωνίων. Το φρόνημα των Ιουδαίων αναπτερώνεται και λαμβάνουν και αυτοί μέρος στην επανάσταση αυτή. Ο Ιερεμίας τους αποτρέπει από το να συμμαχήσουν με τους Αιγυπτίους κατά των Βαβυλωνίων.
Οι Ιουδαίοι δεν υπακούν και επαναστατούν. Ο Ιερεμίας επιμένει ότι η πόλη των Ιεροσολύμων θα καταστραφεί. Οι άρχοντες τον ρίχνουν σε λάκκο βορβορώδη, διότι με τον τρόπο που ο Προφήτης ομιλούσε παρέλυε τα χέρια των πολεμιστών. Με την επέμβαση όμως του Αβδεμέλεχ αποσύρεται από τον λάκκο. Η πόλη των Ιεροσολύμων καταλαμβάνεται και ο βασιλέας Σεδεκίας συλλαμβάνεται, τυφλώνεται και οδηγείται στη Βαβυλώνα. Η πόλις παραδίδεται στις φλόγες.
Κατά την τέταρτη περίοδο της δράσεώς του, ο Ιερεμίας, μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ, αποφασίζει να διαμείνει πλησίον του Γοδολίου. Τον Γοδολία, ο βασιλέας Ναβουχοδονόσωρ εγκαθιστά κυβερνήτη της Ιουδαίας. Μετά από λίγο, όμως, ο Γοδολίας δολοφονείται και ο Ιουδαϊκός λαός, φοβούμενος την τιμωρία από τους Βαβυλωνίους, αποφασίζει να απέλθει στην Αίγυπτο παρά την γνώμη του Ιερεμίου και την εντολή του Θεού.
Χωρίς την θέλησή του, παίρνουν μαζί τους και τον Ιερεμία, ο οποίος κηρύττει και στην Αίγυπτο. Προλέγει την εισβολή του Ναβουχοδονόσωρ, η οποία και έγινε. Εκεί οι Ιουδαίοι περιπίπτουν σε ειδωλολατρία. Ο Προφήτης επέρχεται και πάλι εναντίον αυτών. Εκείνοι όμως δεν υπακούουν και ο Προφήτης προλέγει την καταστροφή τους.
Ο Προφήτης Ιερεμίας λιθοβολήθηκε από τους συμπατριώτες του στην πόλη Τάφνα της Αιγύπτου ή απήχθη μαζί με τον Βαρούχ αιχμάλωτος από τον βασιλέα Ναβουχοδονόσωρ σε κάποια εισβολή του στην Αίγυπτο το 568 π.Χ., ως λέγει κάποια Ραββινική παράδοση.
Η Σύναξη αυτού ετελείτο στο ναό του Αποστόλου Πέτρου, που ήταν κοντά στην Μεγάλη Εκκλησία.
Το βιβλίο του Προφήτη Ιερεμία στην Παλαιά Διαθήκη δεν παρουσιάζει μόνο υψηλές θρησκευτικές ιδέες, αλλά κυρίως μια ζωηρή θρησκευτική προσωπικότητα, διότι ο Ιερεμίας δεν κήρυττε μόνο, αλλά ζούσε την διδασκαλία αυτή με τόση επιμονή, ώστε όχι μόνο ο θάνατός του υπήρξε μαρτυρικός, αλλά και ολόκληρη η ζωή του ήταν ένα διαρκές μαρτύριο. Η διδασκαλία του Προφήτη Ιερεμία αφορούσε, α) τον άνθρωπο, β) τον Θεό και γ) το λαό του Θεού. Κέντρο και των τριών αυτών είναι η καρδιά, η βάση της προσωπικότητας του ανθρώπου.
Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!
Απολυτίκιο:
Ήχος α'. Της ερήμου πολίτης.
Εκ γαστρός ηγιάσθης τη προγνώσει του Κτίσαντος, και προφητικής επληρώθης εκ σπαργάνων συνέσεως, εθρήνησας την πτώσιν Ισραήλ, σοφέ Ιερεμία εν στοργή, διά τούτο ως Προφήτην και Αθλητήν, τιμώμεν σε κραυγάζοντες, δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω χορηγούντι διά σού, ημίν τα κρείττονα.

Τετάρτη, Απριλίου 30, 2014

Τα εμπόδια για την εξομολόγηση

Η άγνοια, ο εγωισμός και η αμαρτωλή ζωή είναι οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους πολλοί χριστιανοί δεν εξομολογούνται.
Άλλοι λόγοι είναι η ιεροκατηγορία, το αντιεκκλησιαστικό πνεύμα, η πολεμική κατά της πίστεως και η ολιγοπιστία.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έρχεται και ο αντίδικος ημών διάβολος. Και προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας εμποδίσει από την εξομολόγηση. Γιατί;
Διότι γνωρίζει τα ευεργετικά και σωτήρια αποτελέσματα της εξομολογήσεως και διότι ενώ χαρά μεγάλη γίνεται στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί (Λουκ.ιε' 7), την ίδια ώρα ο διάβολος καίγεται από τον φθόνο και την κακία του. Αμφιβάλλετε; Ακούστε λοιπόν, ένα γεγονός, που συνέβη στην Μονή Γηροκομείου Πατρών.
Κάποια μέρα πήγε στη Μονή ένας νέος. Μόλις μπήκε στον ναό της Παναγίας, μια δαιμονισμένη την οποία ουδέποτε είχε συναντήσει του είπε: «Βρε, καλώς τον φίλο μου τον Κώστα! Τώρα που πήραμε και αυτοκίνητο, θα γυρίζουμε με γυναίκες!».
Ο νέος συγκλονίστηκε έτρεξε και γονάτισε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και άρχισε να προσεύχεται. Σε λίγο η δαιμονισμένη άρχισε να ουρλιάζει και να λέει: «Μην το κάνης αυτό. Δεν σου είπα αυτά για να κάνεις αυτό; Μην το κάνης αυτό». 
Αργότερα πλησίασε το νέο ένας αρχιμανδρίτης και τον παρακάλεσε να του πει τι έλεγε στην Παναγία την ώρα που φώναζε η δαιμονισμένη.
Και ο νέος είπε: «Παρακαλούσα την Παναγία να με συγχωρήσει για την αμαρτωλή μου ζωή. Και υποσχόμουν ότι θ’ αλλάξω ζωή και θα πάω να εξομολογηθώ». Βλέπετε, αδελφοί μου, ότι ο διάβολος καίγεται και μόνο με την απόφαση που παίρνει ένας άνθρωπος να εξομολογηθεί;
Γι’ αυτό με διάφορες σκέψεις, με την ειρωνεία των άλλων και των συγγενών καμιά φορά και με άλλους τρόπους προσπαθεί να μας εμποδίσει να μην εξομολογηθούμε.
Δύο όμως είναι τα κυριότερα εμπόδια του διαβόλου: α) η απόγνωση και β) η αμέλεια.
Α) Σε πολλούς ανθρώπους οι οποίοι συναισθάνονται την αμαρτωλότητά τους, ο διάβολος βάζει την εξής σκέψη: «Για σένα δεν υπάρχει πια σωτηρία». Έτσι προσπαθεί να τους ρίψη σε απόγνωση, σε απελπισία. Και δυστυχώς, πολλοί πιστεύουν αυτά τα λόγια και νομίζουν ότι είναι αδύνατο να σωθούν. Όμως ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ο Προφήτης Ησαΐας φωνάζει: «Επιστράφητε προς Κύριον και ελεηθήσεσθε ότι επί πολύ αφήσει τας αμαρτίας υμών». Στην δε Καινή Διαθήκη, βλέπομε τον Θεό να συγχωρεί την πόρνη, τον τελώνη, τον άσωτο και τον ληστή. Ακόμα τον βλέπομε να παίρνει έναν τελώνη και να τον κάνη Απόστολο Ματθαίο, να παίρνει τη Σαμαρείτιδα και να την κάνει Αγία Φωτεινή, να παίρνει έναν διώκτη και να τον κάνη Απόστολο των Εθνών. Και από τότε μέχρι σήμερα ο Θεός κανέναν άνθρωπο που μετανόησε ειλικρινά δεν απεστράφει, όσες αμαρτίες και αν είχε κάνη, αλλά όλους τους μετανοημένους αμαρτωλούς τους εκαθάρισε από την αμαρτία, τους έκανε υιούς Του και τους ανέδειξε εργάτες της αρετής και Αγίους. Και έπραξε και πράττει έτσι ο Θεός, διότι θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και έναν πόθο έχει: Να ελεή. Να ελεή. Ναι, να ελεή.
Ποτέ λοιπόν, να μην απελπιζώμεθα, όσες αμαρτίες και αν έχουμε διότι έστω κι αν οι αμαρτίες μας είναι σαν μια πελώρια φωτιά, η φωτιά αυτή σβήνει μέσα στον ωκεανό, δηλαδή στο άπειρο έλεος του Θεού.
Β)Σε άλλους ανθρώπους, οι οποίοι αισθάνονται την ανάγκη να εξομολογηθούν, ο διάβολος βάζει την σκέψη: «Έχεις καιρό». Έτσι, πολλοί ακούοντας αυτή την φωνή, λένε: «Θα πάω να εξομολογηθώ αύριο». Το αύριο όμως γίνεται η άλλη εβδομάδα, ο άλλος μήνας, ο άλλος χρόνος … ποτέ. Και δυστυχώς, έτσι χάνονται πολλές ψυχές.
Αλλ’ όχι, αδελφοί μου, μην αμελούμε. Σήμερα ας μετανοήσουμε, σήμερα ας εξομολογηθούμε, διότι δεν ξέρουμε πόσο θα ζήσουμε και διότι με το πέρασμα του χρόνου σκληραίνει η ψυχή.
Νικολάου Βοϊνέσκου 
πηγή

Χωρίς ταπείνωση και υπακοή μάταια κοπιάζουμε!

                                  Χωρίς ταπείνωση και υπακοή μάταια κοπιάζουμε!
Μπορεί κάνεις ίσως εύκολα να κάνει πεντακόσιες μετάνοιες ακολουθώντας το θέλημά του, τη γνώμη του, την κρίση του, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Το να κάνει όμως εκατό με υπακοή είναι πιο δύσκολο, επειδή στην περίπτωση αυτή είναι ο πονηρός που εμποδίζει και πολεμά, ενώ στην πρώτη περίπτωση ενδυναμώνει και ενισχύει.
Η διαφορά μεταξύ Ορθοδόξου ασκήσεως από τη μία πλευρά και δαιμονικής «ασκήσεως» από την άλλη, φαίνεται στη διήγηση του «Γεροντικού» τη σχετική με τον αββά Μακάριο τον Αιγύπτιο.
«Ενώ ο αββάς Μακάριος πήγαινε κάποτε από το έλος στο κελλί του, φορτωμένος φοινικοβλαστούς, τον συνάντησε ο διάβολος στον δρόμο, με δρεπάνι. Και καθώς θέλησε να τον χτυπήσει, δεν μπόρεσε. Και του λέγει: «Πολλή αντίσταση βρίσκω σε σένα, Μακάριε, μη μπορώντας να σου κάμω κακό. Και όμως, ό,τι κάνεις το κάνω και εγώ. Συ νηστεύεις; Και εγώ δεν τρώγω καθόλου. Αγρυπνείς; Και εγώ δεν κοιμάμαι καθόλου. Ένα μονάχα έχεις και με νικάς». Τον ρωτά ο αββάς Μακάριος «Ποιο είναι αυτό;» Και εκείνος αποκρίνεται∙ «Η ταπείνωσή σου. Αυτή με εξουδετερώνει».
 πηγή

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ – ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ένας ανούσιος χαιρετισμός ή μία ελπιδοφόρα είδηση;


anastasis_294Ζήση Μαριάννα

Ένας χαιρετισμός, που είθισται να ανταλλάσσεται μετά την Ανάσταση και για σαράντα ολόκληρα εικοσιτετράωρα ανεξαρτήτου ώρας και στιγμής. Όμως δημιουργείται το ερώτημα, κατά πόσο κατανοούμε αυτό που λέμε; Όταν το λέμε! Αν το λέμε!
Πολλές φορές η απάντηση στο Χριστός Ανέστη είναι χρόνια πολλά. Εκεί μάλλον τεχνηέντως δίδεται η συγκεκριμένη απάντηση, προφανώς επειδή το άτομο που απαντά δεν πιστεύει στην Ανάσταση του Χριστού.
Όμως, στις περιπτώσεις των ανθρώπων που χρησιμοποιούμε τον συγκεκριμένο χαιρετισμό συνειδητοποιούμε τι λέμε; Και αν ναι, πιστεύουμε αυτό που λέμε;
Δυστυχώς, νομίζω ότι και αυτός ο χαιρετισμός ανήκει στην πολύ μεγάλη κατηγορία των λέξεων που όταν χρησιμοποιούμε δεν τις εννοούμε. Όπως για παράδειγμα δεν εννοούμε και τη λέξη «σ’ αγαπώ». Μια που όταν μας θίξει ή μας πληγώσει το άτομο που υποτίθεται ότι αγαπάμε τότε η αγάπη μετατρέπεται σε ΄΄μίσος΄΄. Κάτι που επί της ουσίας είναι αδύνατον να συμβεί όταν η αγάπη είναι αυτή που πρέπει. Μας το επιβεβαίωσε ο Χριστός πάνω στο Σταυρό του μαρτυρίου.
Στο ίδιο πλαίσιο λοιπόν ανήκει και το «Χριστός Ανέστη», διότι όταν το λέμε δεν συνειδητοποιούμε ότι ο Χριστός Αναστήθηκε, Ζει και Υπάρχει μέσα στους αιώνες και μας περιμένει.
Ο χαιρετισμός αυτός της Αναστάσεως είναι ο πιο αισιόδοξος, γεμάτος πίστη, δύναμη και ελπίδα χαιρετισμός που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Ο ένας ανακοινώνει το μήνυμα της Αναστάσεως του Χριστού λέγοντας «Χριστός Ανέστη» και ο άλλος επιβεβαιώνει λέγοντας ότι είναι Αλήθεια, «Αληθώς Ανέστη», γιατί στ’ Αλήθεια Αναστήθηκε.
Σήμερα η γλώσσα βάλλεται είτε με τον ανούσιο επιδειξιομανή βερμπαλισμό είτε με την ισοπέδωση. Και στις δύο περιπτώσεις δεν υπηρετεί την αλήθεια. Καταλήγει να είναι ένα εργαλείο για το θεαθήναι χωρίς ουσία, χωρίς νόημα, χωρίς συνέπεια, χωρίς συναίσθηση, χωρίς οξυγόνο, χωρίς ζωή.
Εύχομαι με αφορμή αυτόν τον χαιρετισμό να προβληματιστούμε και να αποδώσουμε ζωή στη ζωή μας και ζωή στα λόγια μας.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
πηγή

Ο Μάης στην Λαογραφία μας

   Πιστεύεται ότι πήρε το όνομά του από την μητέρα του Ερμή, τη Μαία. Απεικονίζεται με ένα νέο άνδρα που φέρει στο κεφάλι καλάθι γεμάτο λουλούδια. Ο λαός μας, συσχετίζοντας παρετυμολογικά το όνομα του Μαΐου με τα μάγια, τον θεωρεί μαγεμένο μήνα. Ο μήνας των λουλουδιών και της βλάστησης. Οι Αγραφιώτες τον ονομάζουν «χαλαζά» και οι Τήνιοι «βροχάρη». Οι Θρακιώτες ονομάζουν τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο «Τριαντάφυλλα», γιατί το κυριότερο από τα λουλούδια του Μάη είναι το τριαντάφυλλο. Στη Μακεδονία ονομάζεται «Κερασάρης»,  στον Πόντο «Καλομήνας», στην Κύπρο «Πεντεφάς ή Πενταδείλινος», γιατί εξαιτίας του μεγάλου  μήκους των ημερών του, αναγκάζονται να τρώνε 5 φορές την ημέρα. Επίσης Πράσινος και Λούλουδος.
            
ΕΡΓΑΣΙΕΣ:
             Θερίζουν τα σανά, τη σίκαλη, τη βρώμη & το κριθάρι.
             Σπέρνουν μπαμπάκι, καλαμπόκι.
             Μεταφυτεύουν τα καπνά.
             Φυτεύουν λαχανικά.
             Κάνουν τα τελευταία «μπόλια» (=εμβολιασμούς).
             Παρασκευή τυριού.
             Κούρεμα προβάτων & γιδιών.
            
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
Τον Μάη απέφευγαν να κάνουν γάμους και σημαντικές εργασίες.
             ΚΟΥΚΚΟΥΜΑΣ (Σύμη, 2/5). Στα πολύ παλιά χρόνια ο κουκκουμάς γινόταν σ' όλες τις γειτονιές, για να δουν οι κοπέλες (οι κόρες όπως τις αποκαλούν εκεί) αυτόν που θα παντρευτούν. Αποβραδίς (1/5), μια κοπελιά, που ζούσαν οι γονείς της έπαιρνε το «αμίλητο νερό» από 7 σπίτια, σ’ ένα δοχείο, που λεγόταν κουκκουμάρι, (απαραίτητο ήταν και στα 7 σπίτια, τη νοικοκυρά να την έλεγαν Ειρήνη). Έριχναν ύστερα όλες οι κοπέλες, στο κουκκουμάρι με το «αμίλητο νερό», τα δαχτυλίδια τους, το σκέπαζαν με κόκκινο πανί, το έδεναν με κόκκινη κορδέλα, έβαζαν από πάνω ένα κλειδί και έβγαζαν το κουκκουμάρι στο δώμα για να το δουν τ’ άστρα.
             Την επόμενη, 2/5, μετά τη θεία λειτουργία, οι κοπελιές ετοίμαζαν φαγητά (συνήθως γιαπράκια, ντολμάδες δηλαδή) και γλυκά, καθώς και μια πίτα, με μπόλικο αλάτι και «αμίλητο νερό». Την πίτα την ετοίμαζαν ανάποδα. Με τα χέρια δηλ. πίσω θα κοσκίνιζαν το αλεύρι, θα ζύμωναν, θα φούρνιζαν και θα ξεφούρνιζαν την πίτα.
             Μετά το φαγητό έβαζαν στη μέση ένα μεγάλο ταψί και μέσα σ’ αυτό το κουκκουμάρι, αφού το ξεσκέπαζαν και του έβαζαν βασιλικό και άλλα μυρωδικά φυτά, έπαιρναν όλες θέση γύρω του κι άρχιζαν να τραγουδούν σε επίσημη βυζαντινή μελωδία, χτυπώντας τα χέρια τους στο σινί:
                    Να βγάλουμε τον κουκκουμά, να ‘βγει η χαριτωμένη
                    να ‘βγει της Παναγιάς ο γιος και της κυράς η κόρη.
                                Να βγάλουμε τον κουκκουμά.
               Στη μια του Μα, στις δυο του Μα, τον κουκκουμά να βγάλω
                      κι αν είναι καλορίζικος, τον αγαπώ θα πάρω.
                       Αϊ Θανάση αφέντη μου έβγα απ’ το θρανί σου
                     να δεις χαρές που γίνονται έξω απ’ το πλατύ σου.
                                Να βγάλουμε τον κουκκουμά.
                      Γύρω τριγύρω στο σινί, πέρδικες πλουμισμένες
                     και του καιρού χαρούμενες και καλοπαντρεμένες…
              Το τραγούδι συναρπαστικό, κρατούσε πολλή ώρα. Έπειτα έβγαζαν το βασιλικό κι ένα ανήλικο κορίτσι, με τους γονείς της ζωντανούς, έπαιρνε ένα-ένα τα δαχτυλίδια από το κουκκουμάρι, λέγοντας ταυτόχρονα ένα ανδρικό όνομα.
Στη συνέχεια έτρωγαν την αλμυρή πίτα κι άρχιζαν το χορό, με συνοδεία λύρας και λαγούτου.
                        Κορίτσια τραγουδήστε και ρίξτε ένα γρόσι
                      να κάνουμε του λυριστή μαλαματένια στρώση…
               Το βράδυ οι κοπελιές, μετά τον πολύ χορό και την αλμυρή πίτα, ήταν σίγουρο ότι θα δίψαγαν. Θα έβλεπαν στον ύπνο τους ότι πήγαν σε κάποιο σπίτι να πιουν νερό. Αν το σπίτι, που στ’ όνειρό της έβλεπε η κάθε κοπελιά, πως πήγε να πιει νερό, έχει γιο ανύπαντρο, με το όνομα που της φώναξαν, βγάζοντας το δαχτυλίσι της από το κουκκουμάρι, θεωρείτο «σίγουρο» πως αυτόν θα έπαιρνε για άντρα της.
               ΤΑ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ. Πολυσυζητημένο έθιμο, που τελείται με μεγάλη δημοσιότητα, κατά το τριήμερο 21-23 Μάη, προς τιμήν των αγίων Κων/νου & Ελένης. Αποτελούν μία από τις πιο χαρακτηριστικές και ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις της λαϊκής λατρείας με μορφή δρώμενου. Παλαιότερα γινόταν σε μικρή περιοχή της επαρχίας Σωζοαγαθουπόλεως της Β.Α. Θράκης. Μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, βάσει της συνθήκης της Λοζάννης, το έθιμο μεταφυτεύθηκε και ρίζωσε στη Μακεδονία. Στο τελετουργικό μέρος τους περιλαμβάνονται εκστατικοί χοροί, πομπικές περιφορές εικονισμάτων, αρχαιότροπη θυσία ζώου, χρήση αγιάσματος και εντυπωσιακή πυροβασία (περπάτημα πάνω σε αναμμένα κάρβουνα) των τελεστών Αναστενάρηδων, από την οποία κυρίως  είναι γνωστό το δρώμενο. Τα όργανα, λύρα και νταούλι, παίζουν σ’ όλες τις φάσεις της τελετουργίας, στη διάρκεια της οποίας ακούγονται και ειδικά τραγούδια.
               Ένα από τα γνωστότερα έθιμα του Ν. Σερρών, που έγινε αντικείμενο έρευνας και μελέτης, τόσο των ελλήνων, όσο και των ξένων ερευνητών.
Τα αναστενάρια, μεταφυτευμένα από τους πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης στη Βόρεια Ελλάδα, τελούνται σε τέσσερα σημεία της χώρας αυτής, όπου είναι εγκατεστημένοι οι αναστενάρηδες. Τα μέρη αυτά είναι ο Λαγκαδάς, η Μελίκη Βέροιας, η Μαυρολεύκη  Δράμας και η Αγία Ελένη Σερρών. 
               Το έθιμο αυτό έχει την αρχή του στην αρχαιότητα, που οπωσδήποτε αποτελεί συνέχεια λατρευτικών τελετών, προς τιμή του θεού Διόνυσου. Αυτό προκύπτει από την ομοιότητα των εθίμων που γινόταν τότε, αλλά και εξακολουθούν να γίνονται και τώρα, όπως η θυσία του ταύρου, η χρησιμοποίηση του ιαματικού νερού, των αγιασμάτων, ο χορός, τα όργανα, η φωτιά. 
               Οι αναστενάρηδες, έχουν ως ανώτατο αρχηγό τους το "αναστενάρικο εικόνισμα του Αγίου" και ανώτατο ιεράρχη τους, τον Αρχιαναστενάρη.
               Οι εικόνες που κουβαλούν οι αναστενάρηδες μαζί τους, είναι οι λεγόμενες "χάρες" και παριστάνουν το ιερό ζεύγος των Αγίων και οι οποίες τους δίνουν την ικανότητα να βαδίζουν στη φωτιά. 
               Παρατηρώντας τον χορό των αναστενάρηδων, σ’ όλη τη διάρκεια του εθίμου, έκρινα σωστό να ταξινομηθεί σε τρεις φάσεις: α) πριν την πυροβασία β) κατά το ξεκίνημα και γ) κατά την επιστροφή από την πυροβασία.
               α) ο χορός πριν την πυροβασία.
               Ο χορός αρχίζει μέσα στο κονάκι, (δηλ. τα σπίτια των αρχιαναστενάρηδων, όπου φυλάσσονται οι εικόνες των Αγίων), όπου τελείται η αγρυπνία και γενικώς η προετοιμασία των μυστών για την οιστροπληξία.  Αυτή κορυφώνεται στις 21 Μαΐου και παρέχει τη δυνατότητα της πυροβασίας, καθώς επίσης, εξασφαλίζει στους πιστούς την ακαΐα. Ο χορός αρχίζει συγκεκριμένα, από τότε που οι "χάρες" εγκαλούν τον αναστενάρη.  Όταν λένε ότι "η εικόνα εγκαλεί τον καθαρό άνθρωπο", εννοούν ότι ο προσκαλεσμένος αισθάνεται μέσα του την ανάγκη να χορέψει αδίστακτα και αφοσιωμένα, μαζί με τις "χάρες". 
               Αφού, λοιπόν, συμβούν όλα αυτά, οι αναστενάρηδες αρχίζουν τον χορό. Κάνουν βήματα μπροστά (τροχαίους και ιάμβους) και γυρίζουν όμοια πίσω, χτυπώντας τα πόδια ρυθμικά, πότε ελαφρά, πότε βαριά, υψώνουν τα χέρια δεκτικά, τα συμπλέκουν πάνω από το κεφάλι, τα φέρνουν πλάγια, σκύβουν γυρτά προς το ένα μέρος.
               Τέλος, κάποτε, παύει ο χορός. Τότε, σταυροκοπιούνται, κάνουν μετάνοιες, θυμιατίζουν και αποσύρονται σε μία γωνιά σιωπηλοί. 
               Τα όργανα παίζουν όλη αυτή την ώρα της αγωνίας τους και οι παρόντες τραγουδούν.
               Στα αναστενάρια, οι οργανοπαίκτες είναι η μεγάλη δύναμη, που οδηγεί τους χορευτές στο ρυθμό και τους συγκλονίζει και τους οιστρηλατεί.  Κι αυτοί οι ίδιοι είναι μυημένοι, παίζουν τα όργανα τους με πάθος, συγκλονίζονται οι ίδιοι, συμπάσχουν, σκύβουν, υψώνουν το κεφάλι με τα μάτια ψηλά, καμπουριάζουν και με τα πόδια κρατούν το ρυθμό, χωρίς κανένα παραπάτημα.
               Τα όργανα τους είναι η γκάιντα, η λύρα, το νταούλι και το καβάλι, που σήμερα δεν υπάρχει. 
               β) ο χορός κατά το ξεκίνημα και την πυροβασία
               Η πομπή ξεκινά από το κονάκι. Έξω, στον αυλόγυρο του κονακιού, σχηματίζεται ο κυκλικός χορός.Ενώ τα όργανα παίζουν και το βήμα ρυθμίζεται από την έρρυθμη μουσική, βγαίνουν χορεύοντας οι αναστενάρηδες, προηγουμένου του αρχιαναστενάρη, κατευθυνόμενοι από το κονάκι προς το αλάνι. Εκεί τα όργανα παίρνουν θέση γύρω από τη φωτιά.
               Αφού οι αναστενάρηδες χορεύοντας καλύψουν τρεις γύρους γύρω από τη θρακιά, ξεκινούν την πυροβασία. Ο χορός κατά την πυροβασία είναι σε ρυθμό 2/4 και οργιώδης, χαρακτηριζόμενος από πολλά γρήγορα πηδήματα, με μικρά βήματα και περιστροφές. Ο χορός τους διαρκεί γύρω στις δύο με τρεις ώρες, ώσπου δηλαδή, να σβήσουν τη φωτιά.
               γ) ο χορός κατά την επιστροφή από την πυροβασία
               Η επιστροφή γίνεται και πάλι πομπική. Οι αναστενάρηδες χορεύουν, έως ότου όλη η πομπή φθάσει στο κονάκι. Μετά την εναπόθεση των εικόνων στο εικονοστάσιο, ξαναρχίζει ο χορός, όταν οι αναστενάρηδες με όλη τους την ψυχή, εκτελούν τον προτελευταίο του χορό.
               Τέλος, ο αρχιαναστενάρης μαζί με τα όργανα, βγαίνει χωρίς τις εικόνες στον αυλόγυρο. Εκεί στήνεται ο ύστατος χορός. Τα όργανα και ο ρυθμός ανάβουν. Στον κυκλικό αυτό χορό προηγείται ο αρχιαναστενάρης και ακολουθεί ο μεγάλος κύκλος του λαϊκού χορού, που πηδούν ρυθμικά. Συμπληρώνοντας τους τρεις γύρους, ο αρχιαναστενάρης λύνει τον κύκλο και κάνει την απόλυση.
               Θεωρώντας την πλήρη περιγραφή της διεξαγωγής της τελετής, όπως αυτή παρουσιάζεται ανά τον κόσμο, μη άμεσου ενδιαφέροντος, θα αρκεσθούμε να καταγράψουμε αυτήν, όπως διεξάγεται στον ελλαδικό χώρο.
               Η προετοιμασία, λοιπόν, αρχίζει από τις 27 Οκτωβρίου, όταν αρχίζουν να μαζεύουν τα χρήματα "δι' αγερμών", ποσό με εράνους δηλαδή, για να αγορασθεί το ζώο, που θα θυσιαστεί την 21η Μαΐου. Η 27η Οκτωβρίου στην αρχαιότητα, ήταν "των μυστηρίων ημέρα πρώτη". Την 18η Ιανουαρίου αγοράζεται το λεγόμενο ¨μπικάδι" ή "μπουγά" ή "κουρμπάνι", δηλαδή το ζώο για τη σφαγή. Το ζώο, ακολουθώντας την παράδοση, πρέπει να είναι ενός, τριών ή πέντε χρονών, δηλαδή με μονά έτη ηλικίας και ακόμη να είναι άζευκτο.
               Η κυρίως τελετή ξεκινά με την προετοιμασία των αναστενάρηδων, κατά την παραμονή της 21ης Μαΐου. Αναστενάρης μπορεί να γίνει οποιασδήποτε ηλικίας άτομο, αρσενικού ή θηλυκού γένους. Όλοι μαζεύονται στο "κονάκι" του αρχιαναστενάρη, όπου ακολουθείται κατά γράμμα η ίδια διαδικασία κάθε χρόνο, όπως άλλωστε και σ' όλη την τελετή. Το κονάκι έχει διαμορφωθεί κατάλληλα για να υποδεχθεί τους φιλοξενούμενους, έχει στολισθεί, ενώ ιδιαίτερα έχει στολισθεί η εικόνα του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης με αφιερώματα, μαντηλάκια, κορδέλες κ.α. Επίσης, τοποθετούνται σε σχήμα σταυρού μερικά κεριά.
               Η ψυχική προπαρασκευή για τη σωστή διεξαγωγή της τελετής της απώτερης ημέρας είναι ο απώτερος σκοπός αυτής της συγκέντρωσης. Αυτό φαίνεται να επιτυγχάνεται με την αυτοσυγκέντρωση που επιχειρείται, με τους εκκλησιαστικούς ψαλμούς και ύμνους, αλλά και με τα διάφορα θυμιατίσματα από λιβάνι, το οποίο δημιουργεί μια ομιχλώδη ατμόσφαιρα. 
               Ακόμη, το ασταμάτητο και εκνευριστικό - για τους αμύητους - παίξιμο του νταουλιού, της τρίχορδης θρακικής λύρας και της γκάιντας επιτείνει την προετοιμασία του οίστρου και αποτελεί το "εξοργίζον τη ψυχή μέλος, το μανίας επαγωγόν", κατά τον Αισχύλο. Ο χορός ξεκινά και συνεχίζεται μέσα στην ήδη βαριά διαμορφωμένη ατμόσφαιρα, όπως περιγράφεται παραπάνω.
               Το πρωί της 21ης Μαΐου, μετά τον εκκλησιασμό, σφάζεται το ιερό ζώο σε ειδική τελετή και αφού τεμαχισθεί μοιράζεται στους αναστενάρηδες. Μετά τη σφαγή ακολουθεί χορός και προσκύνημα των εικόνων έξω από το κονάκι του αρχιαναστενάρη, με τη συνοδεία των οργάνων, καθώς και η πομπή, που επισκέπτεται διάφορα κονάκια. Αυτό συνεχίζεται μέχρι το μεσημέρι, οπότε ακολουθεί ξεκούραση.
               Θα είναι γύρω στις πέντε το απόγευμα της 21ης Μαΐου, όταν ο χώρος της πυροβασίας θα αρχίσει να ετοιμάζεται. Η φωτιά ανάβει από το άγιο φως που καίει ασταμάτητα όλο το χρόνο μπροστά στα εικονίσματα των Αγίων. Μετά από μία περίπου ώρα, σχηματίζεται η δέουσα ανθρακιά διαμέτρου τριών έως τεσσάρων μέτρων και πάχους οκτώ έως δέκα εκατοστών. Από το σπίτι του αρχιαναστενάρη ξεκινά η πομπή, που αποτελείται από τους οργανοπαίκτες, παιδιά με λαμπάδες και τους αναστενάρηδες με το χορευτικό βηματισμό τους. Φθάνοντας στη φωτιά, οι αναστενάρηδες κάνουν έναν κύκλο γύρω από τη φωτιά χορεύοντας και ύστερα αρχίζουν να μπαίνουν στην ανθρακιά πατώντας αρχικά τα μικρά καρβουνάκια γύρω-γύρω, σα να θέλουν να δοκιμάσουν την ακαϊα τους. Με επικεφαλή τον αρχιαναστενάρη, υψώνουν τα εικονίσματα και διασχίζουν σταυρωτά το αλώνι με τα κάρβουνα. Κατόπιν, ο καθένας τους μάλλον αυτοσχεδιάζει, αφού δεν ακολουθείται κάποια συγκεκριμένη πορεία. Κατά τη διάρκεια της πυροβασίας, οι συμμετέχοντες αναστενάζουν λέγοντας "ιχ-ιχ, αχ-αχ, εχ-εχ, οχ-οχ" ή "άντε-άντε" ή σφυρίζοντας "σσσσσ". Τα παραπάνω υποστηρίζεται, πως αποτελούν απομεινάρι του επιφωνήματος "'Ίακχε-Βάκχε", που στην αρχαιότητα ήταν το μυστηριακό όνομα του Διόνυσου.
              Τα γρήγορα χορευτικά βήματα πάνω στη θράκα, από τη μία όχθη ως στην άλλη, δεν είναι παραπάνω από 5-8 περίπου, κάθε φορά. Η θερμοκρασία της θράκας ανέρχεται σε 220 βαθμούς Κελσίου και φθάνει μέχρι τους 450. Παρατηρήσεις απέδειξαν πως η διάρκεια επαφής του γυμνού πέλματος κάθε φορά με τη φωτιά είναι 0,30 ως 0,50 δευτερόλεπτα. 
              Παρ' όλα αυτά, σύμφωνα με τη μαρτυρία του γιατρού Ε. Ευαγγελίου, στις 21 Ιουλίου 1963, ομάδα νεαρών προέβησαν σε πυροβασία, χωρίς να ακολουθήσουν την καθιερωμένη τελετουργική διαδικασία και χωρίς να υπάρχουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τελετής (θυσία ζώου, μουσική, τραγούδια, χορός, έκσταση κ.λ.π.
             
«ΠΙΠΕΡΟΥΓΓΑ» (Θράκης): Άλλη μια πολιτιστικοθρεσκευτική εκδήλωση. Αυτή γινόταν την άνοιξη, Μάιο με Ιούνιο. Όχι, βέβαια, κάθε χρόνο. Είχε την ιδιαιτερότητα, να γίνεται στα χρόνια της λειψυδρίας και πάντα την άνοιξη. Με την ανομβρία τα σπαρτά δεν αναπτυσσόταν, κιτρίνιζαν. Το αποτέλεσμα σε αυτές τις περιπτώσεις: δε θέριζαν. Και αν θέριζαν, η παραγωγή ήταν πάρα πολύ μειωμένη. Σαν αποτέλεσμα, βέβαιος λιμός. Κάτω, λοιπόν, από αυτήν την απειλή προέβηκαν σε ενέργειες, όπως οι λιτανείες  με παπάδες στα μοναστήρια τους, θεωρούμενα δικά τους.
              Μαζευόταν όλοι χωριανοί την ημέρα που οριζόταν. Πάντα Κυριακή γινόταν λειτουργία. Έσφαζαν ζώα, λεγόμενη θυσία προς το Θεό να βρέξει. Χορός, τραγούδια κτλ. Εάν μετά τη λιτανεία και σε διάστημα μιας εβδομάδας τυχόν έβρεχε, ήταν, βέβαια, χάρη στη λιτανεία προς το Θεό τους. Λυπήθηκε και έβρεξε. Στην αντίθετη περίπτωση δεν έβρεχε.
             Τότε εκφραζόταν διαφορετικά, λέγοντας ότι ο κόσμος έχει αμαρτάνει τόσο που ούτε ο θεός δεν μπορεί να τους συγχωρέσει. Και γι' αυτό δε βρέχει. Και αποδίδουν την ευθύνη στον εαυτό τους. Τότε, ο τελευταίος τρόπος ήταν να κάνουν Πιπερούγγα. Ήταν και αυτή δέηση προς το Θεό. Την προσεχή Κυριακή οριζόταν. Η πρωτοβουλία σε αυτήν την πράξη άνηκε εκατό τοις εκατό στις γυναίκες. Καμιά συμμετοχή από άνδρες. Την ημέρα που οριζόταν να γίνει η Πιπερούγγα, έβγαιναν έξω από το χωριό. Μάζευαν αγριολούλουδα, ειδικά αυτά που φύτρωναν μέσα στα τσαλιά, λεγόμενες κοκομίξεις. Έχουν φύλλα στενόμακρα και τον ανθό τους τον βγάζουν στη μέση, μια υψηλή φούντα. Κουκομίξεις έχουν το ιδίωμα να κρατούν το νερό.
             Στην πιπερούγγα το ρόλο τον παίζει ένα κοριτσάκι, έως δέκα χρονών το πολύ, και αποκλειστικά να είναι ορφανό από μάνα και πατέρα, να έχουν πεθάνει. Το κοριτσάκι αυτό το ντύνανε, όλο το σώμα του, με φύλλα κοκομίξας, διότι έχει το ιδίωμα να αποβάλλει το νερό. Τα φύλλα της κοκομίξας εφαρμοζόταν με τέτοιον τρόπο επάνω στο σώμα του μικρού κοριτσιού, πάντα σαν σωστή φορεσιά.
Περνούσαν ένα - ένα φύλλο σε γερή κλωστή, σε αρμάθες, όπως περνούν τον καπνό. Κάθε αρμάθα κανονιζόταν ίσια που να φέρει έναν κύκλο το σώμα του κοριτσιού. Αρχινούσε το ντύσιμο από το λαιμό κυκλικά και έφτανε έως το γόνατο. Και στο κεφάλι του πάλι με το ίδιο υλικό γινόταν μαντίλα. Όταν ολοκληρωνόταν το ντύσιμο, το κοριτσάκι φάνταζε σαν Σαρακατσάνα από τα νύχια έως την κορυφή.
             Αφού τελειώνει το λεγόμενο ντύσιμο, η συμμετοχή ήταν μεγάλη, σχεδόν από όλες τις γυναίκες του χωριού. Και προτού ξεκινήσουν το παίξιμο σπίτι - σπίτι, γινόταν η απαιτούμενη πρόβα με τη διαπίστωση εάν όλα έχον γίνει σωστά.
             Μεγαλύτερη προσοχή δίνανε στις κινήσεις του κοριτσιού, αφού αυτό είναι πρωταγωνιστής του θιάσου. Άρχιζαν να τραγουδούν τους εξής στίχους, όπως:
"Πιπερούγγα περπατεί για να βρέξει μια βροχή. Για τα στάρια, για τα κθάρια, για του Θεού το μπερεκέτι".
             Αυτός ήταν ο μοναδικός στίχος και επαναλαμβανόταν συνέχεια. Αυτό συνεχιζόταν και στην πορεία, πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι. Η κίνηση της Πιπερούγγας περιοριζόταν στη μοναδική κίνηση με το στίχο.
             Περνούσε γύρω - γύρω, χωρίς βήματα και στη θέση θυμιατών. Και όπως γύριζε με το ρυθμό του, με το προσωπάκι του αντίκριζε τους πάντες, με τα ορθάνοιχτα πονεμένα ματάκια του σαν να θέλει να αντικρίσει τη μανούλα του που έχει πεθάνει. Το κοριτσάκι αυτό είναι τη στιγμή τόσο επιφορτισμένο με τα συναισθήματα της ορφάνιας, που από την αρχή του παιξίματος συνέχεια τα δάκρυα από τα ματάκια του τρέχουν.
             Δε φτάνουν όλα αυτά στο κοριτσάκι και κατά τη διάρκεια του παιξίματος η κάθε νοικοκυρά ρίχνει νερό επάνω στο σώμα του, λέγοντας: "Βρέξι, θεέ μου, βρέξι". Η νοοτροπία ήταν, όσο πιο πολύ νερό ρίξει στο σώμα του κοριτσιού, τόσο πολύ θα βρέξει και ο Θεός, έχοντας την αυταπάτη ότι το κοριτσάκι δε βρέχεται, το προστατεύουν οι κοκομίξεις (για αδιάβροχα δε μιλάμε, για την εποχή είναι άγνωστα). Πάντως, το νερό περνούσε όλο στο σώμα του κοριτσιού.  Ψυχή και σώμα βρεγμένα.
             Σκέψη να γίνει Πιπερούγγα κοριτσάκι να έχει γονείς και να ζει φυσιολογική ζωή δε γίνεται. Με το σκεπτικό, ότι δε θα το λυπηθεί ο Θεός να βρέξει.
             Σε αυτήν την περίπτωση για πληρωμή δε δίνουν σιτάρι. Δίνουν αλεύρι, λάδι, τυρί και αυγά. Αφού τελειώσουν, όλο το χωριό, πηγαίνουν σε σπίτι, βάζουν στεγνά ρούχα στην Πιπερούγγα και με τα υλικά που έχουν μαζέψει έφτιαχναν πίτες και τις έψηναν σε ένα φούρνο. Μαζεύονται όλες οι γυναίκες, τραγουδούν τραγούδια της Άνοιξης, οπότε τερματίζεται και αυτή η δέηση προς το θεό για βροχή.
             ΚΟΥΚΛΑ ΤΟΥ «ΖΑΦΕΙΡΗ»
            
«ΖΑΦΕΙΡΗΣ» (Ζαγόρι Ηπείρου). Ένα παιχνίδι που βρισκόταν στο μεταίχμιο με τη μαγεία. Το έπαιζαν τα κορίτσια την Πρωτομαγιά, αλλά κι όλες τις Κυριακές του Μάη. Ένα παιδί προσποιούταν ότι πέθανε και τότε τα κορίτσια το στόλιζαν με άνθη και πράσινα κλαδιά, μοιρολογώντας το. Ξαφνικά όμως ο «Ζαφείρης» σηκωνόταν και το παιχνίδι συνεχιζόταν πάνω στα καταπράσινα χωράφια. Τον «Ζαφείρη» τον παριστούσαν επίσης με μια κούκλα, ένα σταυρόσχημο ξύλινο σκελετό, ντυμένο με πολύχρωμα ρούχα. Πίστευαν ότι μ’ αυτό το παιχνίδι «πρόκοβαν τα χωράφια».
            
«ΦΟΥΣΚΟΔΕΝΤΡΙ» (Καστανιά Στυμφαλίας). Όμοιο παιχνίδι με τον «Ζαφείρη».
             «ΟΙ ΜΑΗΔΕΣ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ» (Μακρυνίτσα). Δρώμενο, κατά το οποίο περιφέρουν έναν νέο, το Μαγιόπουλο, στολισμένο με λουλούδια και φύλλα, συνοδευόμενο από προσωπιδοφόρους, στους δρόμους των χωριών και κάνουν αναπαράσταση γάμου, θανάτου του γαμπρού και ανάστασής του, με μαγιάτικα τραγούδια.
             «ΟΙ ΚΟΥΝΙΕΣ» (Νάξος). Τα παλαιότερα χρόνια συνηθιζόταν σε κάποιες γιορτές της Άνοιξης και κυρίως της Λαμπρής. Πρόκειται για ένα ψυχαγωγικό παιχνίδι και αγώνισμα μαζί, το οποίο τελούνταν όμως με τελετουργικό τρόπο και είχε μαγικό χαρακτήρα.
             Κατά κανόνα οι κούνιες γίνονταν στην εξοχή, αλλά και μέσα στο χωριό. Από τα ψηλά χοντρόκλαρα των δέντρων, κρεμούσαν σκοινιά και συνήθως κάθονταν πάνω τους -με μαξιλάρι ή σανίδα- κοπέλες. Τα παλικάρια τις πλησίαζαν και τις κουνούσαν, λέγοντάς τους δίστιχα, έμμεση εκδήλωση της αγάπης τους, που εκείνες δεν ντρέπονταν να ανταποδώσουν.
             Οι κούνιες, η τελετουργική αιώρηση στο πλαίσιο αγροτικών γιορτών, είναι συνήθεια διαδεδομένη σε πολλούς πολιτισμούς από αρχαιότατους χρόνους. Γνωστή μας είναι η «Αιώρα» των κοριτσιών κατά τα αθηναϊκά Ανθεστήρια στις αρχές της άνοιξης. Ο λαός μας πιστεύει ότι με την τέλεση του εθίμου αυτού θα εξασφαλίσει την υγεία, την ευκαρπία και την ευφορία. Το δέντρο σύγκορμο θα κουνήσει τη γη κι εκείνη θα ακούσει και θα δώσει στον λικνιζόμενο ό,τι ζητήσει… Ίσως ακόμα και με το λίκνισμα της κούνιας θα προκληθούν και ευεργετικοί για τη γεωργία άνεμοι…
             Εκτός όμως από το μαγικοθρησκευτικό περιεχόμενο, οι κούνιες έδιναν μια από τις σπάνιες ευκαιρίες στις κοπέλες και τα παλικάρια του χωριού να ιδωθούν από κοντά, να κάνουν τις γαμήλιες επιλογές τους, να εκφράσουν αμοιβαία, μέσα από τα τραγούδια, τις προτιμήσεις και τα αισθήματά τους. 
            
ΓΙΟΡΤΕΣ:
            
ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ (1/5). Γιορταστική απεργία των εργαζομένων. Η Πρωτομαγιά ως ημέρα εργατικών εορτασμών καθιερώθηκε στις Η.Π.Α. Την 1η Μαΐου του 1886, 400.000 εργαζόμενοι σε διάφορες πόλεις, συγκεντρώθηκαν ζητώντας την επιβολή οκτάωρου. Στα ναυπηγεία της ΣΥΡΟΥ το 1879 έγιναν απεργίες για το οκτάωρο. Ακολούθησε η απεργία στην Αθήνα και τον Πειραιά το 1882. Την επόμενη χρονιά έγινε η απεργία των μεταλλωρύχων στο Λαύριο.
             Βιώνεται σαν οριστική νίκη της φύσης, στον αγώνα της για νέα καρποφορία. Την ημέρα αυτή συνηθίζεται να πλέκουν στεφάνια, με λουλούδια, στάχυα και ένα σκόρδο ή ένα αγκάθι για τον βάσκανο οφθαλμό, τους ΜΑΗΔΕΣ, για την ευφορία της γης.
             Τα κρεμούν πάνω από τις εξώπορτες ή στους εξώστες των σπιτιών μέχρι τις 24 Ιουνίου, το θερινό ηλιοστάσιο, οπότε κατά το έθιμο, τουλάχιστο παλαιότερα, τα έκαιγαν στις φωτιές του Αϊ-Γιάννη.
            
ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ (11/5). Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους.
            
ΚΩΝ/ΝΟΥ & ΕΛΕΝΗΣ (21/5).
            
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:
             «Στον καταραμένο τόπο (στων αμαρτωλών τη χώρα), Μάη μήνα βρέχει».
             «Ζήσε, Μάη μου, να φας τριφύλλι & τον Αύγουστο σταφύλι».
             «Μάης άβροχος, τρυγητής άμετρος».
             «Μην βγάλεις μήτε μπάλωμα, πριν βγει ο Μάιος μήνας».
             «Απρίλης Μάης κουκιά μεστωμένα (ή μετρημένα)»
             «Θε μου, δος μου την υγειά μου κι ας φορώ το Μάη γούνα»
             «Τώρα είν’ ο Μάης κι Άνοιξη, τώρα είναι καλοκαίρι»
             «Μάης φτιάχνει τα σπαρτά κι ο Μάης τα χαλάει»
             «Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα τότε τ' αμπελοχώραφα χαίρονται τα καημένα».
             «Απρίλης, Μάης, κοντά ειν’ το θέρος».
             «Ένας κούκος (ή χελιδόνι) δε φέρνει την άνοιξη».
             «Ήρθεν ο Μας (Μάης);Των γυναικών ταμνάς» [δηλ. από τις πολλές δουλειές]
             «Κάθου, γέρο, λίμενε (περίμενε) να φας το Μάη χορτάρι».
             «Καλός ο ήλιος του Μαγιού, τ’ Αυγούστου το φεγγάρι».
             «Μάης άβρεχτος, χρόνια ευτυχισμένα».
             «Μάης άβροχος, τρυγητός χαρούμενος».
             «Μάης πενταδείληνος και πάντα δείλι θέλει».
             «Μην πάρεις το Μάη άλογο, μήτε γυναίκα τη Λαμπρή» [δηλ. το Μάιο τα άλογα φαίνονται πιο γερά γιατί τρώνε περισσότερο κι έτσι ο αγοραστής μπορεί να ξεγελαστεί- επίσης οι γυναίκες τη Λαμπρή στολίζονται με τα καλά τους ρούχα και μπορεί κανείς να νομίσει ότι κάποια είναι όμορφη μόνο και μόνο επειδή είναι καλοντυμένη]
             «Μήνας που δεν έχει ρο, ρίξε στο κρασί νερό».
             «Ο Απρίλης έχει τ' όνομα κι ο Μάης τα λουλούδια».
             «Ο Απρίλης με τα λούλουδα κι ο Μάης με τα ρόδα».
             «Ο Απρίλης ο γρίλλης, ο Μάης ο πολυψωμάς» [δηλ. το μήνα Απρίλιο οι γεωργοί έχουν λίγες αγροτικές εργασίες ενώ τον Μάιο έχουν πολλές και χρειάζονται πολλά ψωμιά για τους εργάτες]
             «Ο Αύγουστος πουλά κρασί κι Ο Μάης πουλά σιτάρι» [δηλ. μπορείς από πριν να κρίνεις τη σοδειά και να καθορίσεις την τιμή]
             «Ο γάμος ο μαγιάτικος πολλά κακά αποδίδει».
             «Ο Μάης ρίχνει την δροσιά κι ο Απρίλης τα λουλούδια».
             «Ο Μάης φτιάχνει τα σπαρτά κι ο Μάης τα χαλάει».
             «Οντά ’πρεπε δεν έβρεχε κι ο Μάης χαλαζώνει».
             «Όποιος φιλάει τον Αύγουστο, τον Μάη θερίζει μόνος».
             «Οπού σπείρει ή δε σπείρει, το Μάη μετανοεί» [δηλ. τότε κάποιος καταλαβαίνει αν έκανε καλά που καλλιέργησε τη γη ή όχι]
             «Όταν πρέπει δε βροντά και το Μάη δροσολογά».
             «Σαν έπρεπε δεν έβρεχε, το Μάη εχαμοβρόντα».
             «Στο κακορίζικο χωριό το Μάη ρίχνει το νερό».
             «Το Μάη βάζε εργάτες κι ας είναι κι ακαμάτες» [δηλ. όσο κι αν τεμπελιάζουν, Θα κάνουν δουλειά γιατί είναι οι μέρες μεγάλες]
             «Το Μάη εγεννήθηκα και μάγια δε φοβούμαι» [πρόληψη που συνδέει την ονομασία του Μαΐου με τη λέξη μάγια-έλεγαν ότι όσοι είναι γεννημένοι το Μάη δε παθαίνουν τίποτα από μάγια]
             «Το Μάη με πουκάμισο, τον Αύγουστο με κάπα».
             «Τον Απρίλη και το Μάη κατά τόπους τα νερά».
             «Τον Μάη κρασί μην πίνετε κι ύπνο μην αγαπάτε».
             «Του καλού γεμιτζή (ναύτη) η γυναίκα το Μάη χήρεψε» [δηλ. στη θάλασσα τον Μάιο κάνει ξαφνικές και μεγάλες φουρτούνες]
             «Των καλών ναυτών τα ταίρια τον Απριλομά χηρεύουν».
             «Τώρα μάγια, τώρα δροσιά, τώρα το καλοκαίρι».

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...