Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 31, 2014

Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου

 Νικαίας το καύχημα, Oικουμένης αγλάϊσμα
Την εβδόμη κατά σειρά Κυριακή από το Πάσχα, η Εκκλησία τοποθετεί την εορτή των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, οι οποίοι συγκρότησαν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το 325 μ.Χ. Η Α΄ Οικ. Σύνοδος συγκλήθηκε σε κλίμα ελευθερίας και ισοτιμίας, που επεκράτησε μεταξύ των θρησκευμάτων μετά το Διάταγμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου περί ανεξιθρησκείας. Στη Σύνοδο αυτή έδωσε την μαρτυρία τους υπέρ της πίστεως ο Άγιος Σπυρίδων ο θαυματουργός, ενώ με την πολύτιμη συμβουλή του τότε διακόνου  και μετέπειτα Πατριάρχου Αλεξανδρείας Μεγάλου Αθανασίου, συντάχθηκαν τα 6 πρώτα άρθρα του συμβόλου της Πίστεως.
Ο σημερινός εορτασμός, μια Κυριακή πριν την Πεντηκοστή, θεσπίστηκε για να τονιστεί η θεότητα του προσώπου του Χριστού και η μεγάλη σημασία αυτής της αλήθειας για ολόκληρη την Εκκλησία. Όπως  χαρακτηριστικά εξηγείται μέσα στο συναξάρι της εορτής «ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αφού ενσαρκώθηκε, αφού φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα και αφού εκπλήρωσε  όλο το σωτηριώδες σχέδιο του – τη πραγμάτωση της θείας οικονομίας-, ανελήφθη στους ουρανούς ως Θεός και ως άνθρωπος συγχρόνως, και κάθισε στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Θεού και Πατρός. Αυτό ακριβώς διακήρυξαν οι Άγιοι Πατέρες και με τις θεολογικές αποφάσεις που πήραν σ’ αυτή την Σύνοδο «Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίου, μίαν ουσίαν εδογμάτισαν και φύσιν», ότι δηλαδή ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος με τον Πατέρα, και αυτό  εναντίον της αιρέσεως του Αρείου, ο οποίος δίδασκε ότι ο Χριστός δεν ήταν Θεός, δεν ήταν διπλούς στη φύση αλλά ήταν μόνο ως άνθρωπος. Απέρριπτε ουσιαστικά με άλλα λόγια την θεότητα του Χριστού.
Η προσευχή του Χριστού υπέρ των μαθητών του και υπέρ των μελών της Εκκλησίας
Η ευαγγελική περικοπή που διαβάζετε σήμερα, είναι ένα απόσπασμα από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου την οποία απήγγειλε, λίγο πριν αναχωρήσουν με τους μαθητές από το υπερώο όπου έλαβε χώρο ο Μυστικός Δείπνος. Ο Διδάσκαλος μετά την παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, συνομίλησε αρκετά με τους Μαθητές Του και η συνομιλία έληξε με μια προφητεία - μια ενθαρρυντική ρήση του Ιησού Χριστού «Eν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον». (Ιω. ιστ’ 13).
Η αρχιερατική αυτή προσευχή είναι μια συνομιλία του Υιού και Λόγου του Θεού μετά του ουρανίου Πατρός και χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στο σκοπό της αποστολής του Ιησού Χριστού στον κόσμο. Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στη βεβαίωση του Ιησού Χριστού για την εκπλήρωση του έργου του μέσα στον κόσμο και το τρίτο μέρος αναφέρεται στην καθιέρωση των Μαθητών ως συνεχιστών του έργου του Ιησού Χριστού. Είχε τρία αιτήματα: υπέρ Εαυτού, υπέρ των Αποστόλων και υπέρ της Εκκλησίας.
Γιατί ο Ιησούς αφήνει τον παραμυθητικό και παραινετικό τόνο των υποθηκών προς τους Μαθητές και στρέφει το βλέμμα του προς τον Πατέρα και συνδιαλέγεται; Για να διδάξει και μας, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, πως όταν βρισκόμαστε σε ώρες δοκιμασίας και πειρασμού να καταφεύγουμε στον ουράνιο Πατέρα μας’ για ν’ αντιμετωπίσουμε το μίσος και τους διωγμούς των ανθρώπων. Ο σκοπός της παρουσίας του Ιησού Χριστού στον κόσμο είναι η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους: «ίνα παν ο δέδωκας αυτώ δώση αυτοίς ζωήν αιώνιον». Αυτή η αιώνια ζωή είναι η αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο, η γνώση του αληθινού Θεού, αλλά και η πίστη στον Ιησού Χριστό ως Υιό του Θεού και απεσταλμένο του Πατρός για την σωτηρία του κόσμου: «Αύτη δε εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν».
«Εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις»
Η γνώση και επίκληση του ονόματος του Θεού δεν είναι ένα εξωτερικό καθήκον ή μια θρησκευτική δοξασία. Είναι θεμελιώδης αλήθεια ύπαρξης και νοήματος ζωής που μας φανέρωσε ο Χριστός και πρέπει να εμπιστευόμαστε, επιζητώντας με πολλή ταπείνωση το έλεος του. Με τη συνεχή αυτή επίκληση μαστίζουμε τους εχθρούς μας τα παρακλάδια του διαβόλου δαίμονες, αγιαζόμαστε και σωζόμαστε. Ο λόγος του Χριστού επιμένει ν’ ανατρέπει τη λογική μας. Μας λέει ότι υψωνόμαστε κάθε φορά που θυσιαζόμαστε. Δοξαζόμαστε κάθε φορά που μαθαίνουμε να υπομένουμε πειρασμούς, συκοφαντίες, αδικίες. Καταξιωνόμαστε κάθε φορά που συγχωρούμε, κάθε φορά που σταυρώνουμε τον εαυτό μας και τα πάθη του.
Η «ενότητα», επιτακτικό ζητούμενο της εποχής μας
Σε συνάφεια με την εορτή των Αγίων Πατέρων, ένας  άλλος σκοπός που η Εκκλησία μας παραθέτει αυτή την περικοπή είναι και ο εξής: Η αίρεση του αρειανισμού διέσπασε το ενιαίο φρόνημα του λαού για το ανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού, ενώ ο Κύριος ζήτησε στην Αρχιερατική Προσευχή «ίνα ώσιν εν», να είναι ένα (οι Μαθητές) και όσοι πίστευαν σε αυτόν.
Το ζήτημα της ενότητας μεταξύ των ανθρώπων είναι από τα πλέον δύσκολα, αν αναλογιστούμε την παγκόσμια, αλλά και την προσωπική ιστορία του καθενός μας. Ιδιαίτερα στις μέρες μας, όπου η σύγχρονη βαβυλωνία της ατομοκεντρικότητας, της «πολυ-πολιτισμικότητας» και της «αλληλεγγύης» μεταξύ των λαών, σφυροκοπούν τα θεμέλια της κοινωνίας, διαβρώνοντας αντίστοιχα κάθε ευαισθησία προς τον πλησίον και κάθε δυνατότητα συμφωνίας στο πολιτισμικό και πνευματικό πεδίο για αντιμετώπιση των δυσκολιών που διέρχεται η πατρίδα μας. Το ότι η ενότητα προϋποθέτει την ταύτιση στα θέματα της πίστεως, το εκφράζει η Εκκλησία μας σε κάθε Θεία Λειτουργία, όταν λίγο πριν κοινωνήσουμε μας καλεί να ζητήσουμε από τον Χριστό «την ενότητα της πίστεως καί τήν κοινωνίαν του Αγίου Πνεύματος» και να εμπιστευτούμε σε Αυτόν «εαυτούς καί αλλήλους καί πάσαν τήν ζωήν ημών».
Η κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό, εξασφαλίζει την γνησιότητα της ανθρώπινης ενότητας. Η γνήσια ενότητα υπάρχει επίσης με τη θεωρία του Θεού: «και εγώ την δόξα ην δέδωκας μοι δέδωκα αυτοίς ίνα ώσιν εν…θέλω όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν…» (Ιω. ιζ΄ στ.22). Όλα αυτά δείχνουν ότι όταν οι άνθρωποι βιώνουν την δόξα της Αγίας Τριάδος στην ανθρώπινη φύση του Χριστού, όταν είναι συνδεδεμένοι με τον Χριστό, τότε είναι και μεταξύ τους ενωμένοι. Στην αρχιερατική προσευχή δεν γίνεται λόγος για μια εξωτερική ενότητα, που είναι αποτέλεσμα εξωτερικών προσπαθειών και γνωρισμάτων και που είναι προσδοκία του μέλλοντος, αλλά για ενότητα στο Σώμα του Χριστού, που δόθηκε την ημέρα της Πεντηκοστής και είναι πραγματικά παρούσα.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - π.Νικόλαος Φαναριώτης

   ΤΗΣ ΕΝ  ΝΙΚΑΙΑ  Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ   ΣΥΝΟΔΟΥ  .  Ιω ΙΖ ΄1-13   


Σήμερα εορτάζομε την επέτειον της συγκροτήσεως  της  Α΄. Οικ. Συνόδου , οι Κανόνες της οποίας, όπως και των άλλων έξι, έχουν κύρος αλάθητον. Ας δούμε λοιπόν το ιστορικόν αυτής της Συνόδου για να μην είμαστε  αγράμματοι , γιατί  αυτό  σημαίνει  όχι  μόνον  φτώχεια γνώσεων αλλά και εκτροχιασμόν της πορείας ζωής ,της δικής μας και των παιδιών μας που  θαμπώνονται από  τις  γνώσεις  πολύ διαβασμένων Αιρετικών που είναι πολύ επικίνδυνο.

Το ιστορικον της συγκροτήσεως  Συνόδου  που για πρώτη φορά  να ονομάζεται Οικουμε -νική είναι το εξής: Κατά τας αρχάς του 4ου αιώνος , ένας πρεσβύτερος (ιερέας ) της  Αλεξάν- δρείας ,αυστηρός μεν κατά τα ήθη, αλλά περισσότερο προσκείμενος εις τον Πλάτωνα παρά εις το Ευαγγέλιο  και  Άρειος ονομαζόμενος, εκήρυττεν ότι ο Υιός εκτίσθη υπό του Πατρός, ίνα δι΄ αυτού ως εργαλείου πλασθεί ο κόσμος. Συνέγραψε  δε και το σύγγραμμα ((ΘΑΛΕΙΑ)).

Τις πλατωνικές αυτές θεωρίες του Αρείου, η Εκκλησία τις καταδίκασε ωςαντιευαγγελικές . Αλλά ο  Άρειος φρονών ότι μόνον δια των θεωριών του ήτο δυνατόν να σωθεί η Χριστιανική Μονοθεΐα ,όχι μόνον εξακολούθησε να εμμένει εις τις ατομικές του ιδέες , αλλά και με ποιήματα και με τραγούδια …τις  διέδιδε  παντού.

Επειδή ο κύκλος διευρίνετο και η Εκκλησία κινδύνευε να διασπασθεί, ο Μέγας Κων/νος  συνεκάλεσεν εν Νικαία τω 325 μεγάλη Σύνοδον ,ητις ως αντιπροσωπευομένη εκ πάντων των μερών της Οικουμένης, ονομάσθηκε Οικουμενική.  Τα ειδικά χαρακτηριστικά των Αγίων οικουμενικών Συνόδων, είναι τα εξής τέσσερα; 

1ον Να συγκαλούνται δια προσταγών Βασιλικών, και όχι  Πατριαρχικών.

2ον Να εκδίδεται απόφασις και όρος δογματικός, δηλ. αλάθητος.

3ον Να είναι πάντα τα εκτιθέμενα δόγματα (κανόνες)  ευσεβή και  σύμφωνα με τας θείας Γραφάς   και τας προλαβούσας  Συνόδους .  και 

4ον  δε και τελευταίον, το να συμφωνήσουν και να αποδεχθούν τα παρά των  Οικουμενικών  συνόδων διορισθέντα και κανονισθέντα άπαντες  οι ορθόδοξοι Πατριάρχες  και  Αρχιερείς  της καθολικής  Εκκλησίας .

Διεκρίνοντο  σε αυτή την Σύνοδο άνδρες  επί πολυμαθεία  και αρετή διαπρέποντες  και άλλοι για την ασκητική ζωή τους και έτεροι για τα στίγματα του  μαρτυρίου και άλλοισημαιοφόροι και θαυματουργοί:  Ενδεικτικά , αναφέρουμε τον άγιο Σπυρίδωνα , τονάγιο Νικόλαο…  αλλά υπερείχε όλων κατά την Θεολογική δεινότητα ο μέγας Αθανάσιοςδιάκονος ακόμη του επισκόπου Αλεξανδρείας . Τότε για πρώτη φορά εμφανίστηκαν οι όροι:

                                  ΘΕΟΦΟΡΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ και ΣΥΝΟΔΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ.

Ας δούμε λοιπόν τι σημαίνουν οι όροι αυτοί :

Πατέρες λέγονται οι από του Δ΄. αιώνος , κατά τους αγώνας της εκκλησίας  αγωνισθέντες  εναντίον των μεγάλων Αιρέσεων,  εκείνοι των αρχαίων εκκλησιαστικών συγγραφέων, αδιάφορον αν επίσκοποι η ου, οίτινες  διεκρίθησαν α) επί συγγραφική δεξιότητι  β) επί  ορθοδόξω διδασκαλία αναγνωρισθείση υπό της Εκκλησίας  και  γ) επί αγιότητι βίου. 

Ενώ οι στερούμενοι μιας τουλάχιστον από τις τρεις ιδιότητες ονομάζονται απλώς Εκκλησιαστικοί συγγραφείς .Για παράδειγμα ο Ωριγένης. (απόλυτος  προορισμός )   Εγκ/παίδεια Πυρσός  τ.ΙΘ΄σελ. 781  (λ. ΠΑΤΗΡ) .

Το κυριότερο μέσον μεταφοράς , διαχρονικά  είναι το πλοίον (Πλωτοί  κολοσσοί).    Όλα  όμως  εξαρτώνται  από  ένα κομμάτι επίπεδης  πλάκας που λέγεται  ΠΗΔΑΛΙΟ.       Χωρίς  αυτό  μένουν  ακυβέρνητα  και τελικά καταποντίζονται.

Το  ίδιο και  η  εκκλησία  του  Χριστού,  η  νοητή  ναύς ,   είναι   η  νοητή   κιβωτός   της   Σωτηρίας , που προτυπώνεται  από την Κιβωτό του Νώε. Σαν νοητό πλοίο    πλέει μέσα στον χειμαζόμενο κόσμο με ασφάλεια, γιατί είναι αγιοπνευματική, παρ΄ όλο ότι χτυπιέται  από  τα  κύματα  της  αθεΐας  και  των αιρέσεων.

Κάποτε ο Ιούλιος Καίσαρας (του οποίου το ειδωλολατρικό Ημερολόγιο συντηρούν ακόμα οι Παλαιοημερολογίτες  με το όνομα Ιουλιανό) βγήκε σε θαλάσσιο  περίπατο με έναν έμπειρο ναυτικό σαν κυβερνήτη. Στην θάλασσα σηκώθηκε τρικυμία και το πλοιάριο κινδύνευε να βυθισθεί. Ο ναυτικός  τρομοκρατήθηκε, αλλ΄ ο  Καίσαρας  απαθής   του είπε: τι δέδιας Καίσαρα φέρεις. Είναι μια προτύπωσις της τρικυμίας  στη θάλασσα της Τιβεριάδος με τον Πέτρο  ((ολιγόπιστε εις τι εδίστασας )) .

Το  πλοίο όμως  της Εκκλησίας  έχει  ανάγκη όπως όλα τα πλοία από πηδάλιο  για να μη χάνει την ρότα της, την πορεία προς την Βασιλεία. Έτσι το Πνεύμα το Άγιον εφώτισε  δυο ορθόδοξους  λογίους  Μοναχούς ,τον Νικόδημο και τον  Αγάπιο  (επι Νεόφυτου Ζ΄), το 1800 και συγκέντρωσαν τις ΟΜΟΦΩΝΕΣ αποφάσεις  σε ένα βιβλίο  που το ονόμασαν :ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΤΗΣ ΝΟΗΤΗΣ ΝΗΟΣ , ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ . 

Περιέχει σε παράλληλες  διατάξεις : Όλους τους  ιερούς  Κανόνες  των αγίων Αποστόλων και των οικουμενικών  Συνόδων και την ερμηνεία αυτών.  Εκείνο που έχει κύρος αλάθητον είναι οι ίδιοι οι  Κανόνες,  όχι η ερμηνεία , ούτε  η   συμφωνία,  πολύ  δε  λιγότερο  οι  υποσημειώσεις, πράγμα που επισημαίνει  τόσο το ίδιο το Πηδάλιο ,όσο και ο συγγραφέας του  ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης .…ημίν ου μέλλει ,τι είπαν, η τι εφρόνησαν μερικοί  Πατέρες ,αλλά τι λέγει η Γραφή ,και αι  οικουμενικοί Σύνοδοι, και η κοινή των Πατέρων δόξα. Ου γαρ  Δόγμα  συνιστά  η γνώμη τινών εν τη Εκκλησία.    Ει δε άλλως λέγουσιν, ο τε Πατριάρχης  Νικόλαος και αι  Νομικαί Διατάξεις , αλλ΄ ούτοι ουκ εισί Νομοθεσία  καθολική  της  εκκλησίας εν τοις τοιούτοις αλλά τα των Άγίων Τυπικά.                                                                                       

( Σχόλιο εις το τέλος του Πηδαλίου).

 Αλλά και στη σ.7 στην υποσημείωση  του Ε΄ κανόνος  των  Αγίων Αποστόλων   εκεί  αναφέρεται  εις  την  κατάλυσιν  ελαίου  σε  όλο το  Πεντηκοστάριο.                                                

Ύστερα από αυτά βγάζουμε το συμπέρασμα ότι  όταν  μιλάμε εκ μέρους του Πηδαλίου  πρέπει να διαβάζουμε   όλο το Πηδάλιο  και όχι μόνο  μερικές  υποσημειώσεις .

                                                                         ΑΜΗΝ

Κυριακή των Αγίων Πατέρων - Το κήρυγμα του Ευαγγελίου

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμός 35

Κυριακή 27 Μαΐου 2012 – ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, Α΄ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ
(Ἰωάνν. ιζ΄ 1- 13)
«Ἵνα πάντες ἕν ὦσι»

Εἶναι ἕνας πόθος θεϊκός αὐτά τά λόγια, ἀδελφοί μου. Εἶναι ἀπό τά βαθειά αἰτήματα τῆς μεγάλης ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἕνα αἴτημα πού πέντε φορές ἔρχεται στά χείλη Του τό βράδυ ἐκεῖνο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου. Ἡ ἑνότης τῶν χριστιανῶν! Ἡ ὁμοφροσύνη τῆς Ἐκκλησίας! Ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀπό τά πρῶτα βήματα συνταράσσεται ἀπό αἱρέσεις καί πλάνες, ἀπό διαιρέσεις καί σχίσματα. Ἡ ἱστορία τῶν ἐθνῶν, πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἱστορία διχογνωμιῶν καί πολέμων. Ἡ σύγχρονη ζωή μέσα στίς οἰκογένειες καί στίς κοινότητες, στούς συνεταιρισμούς καί τίς συλλογικές προσπάθειες, πού τόσες πολλές φορές δυσχεραίνει τήν ὁμαλή συμβίωση καί συνεργασία...

Ὅλα αὐτά μέσα στήν στοργική μέριμνα τοῦ προσευχομένου Κυρίου ἔχουν τήν πρώτη θέση. Τότε καί σήμερα καί πάντοτε, ἡ δύναμη καί ἡ γαλήνη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ χαρά κάι ἡ εὐτυχία τοῦ κόσμου, μιά πηγή τροφοδοσίας θά ἔχουν: τήν ἑνότητα καί τήν ὁμοφροσύνη μέσα στήν ἀνεξάντλητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ξεκινῶντας ἀπό τόν οὐρανό, ἡ Ἀγάπη ἀναδημιουργεῖ τή ζωή τῆς γῆς καί πάλι ἐκεῖ ξαναγυρίζει, στόν οὐρανό, ὅπου ὁ Θεός καί ἡ ποίμνη Του θά ζήσουν ἑνωμένοι ἀσύγχητα καί ἀδιαίρετα, ὄχι μόνο μέ τήν οὐσία καί τήν φύση τῆς Θεότητας, ἀλλά καί μέ τήν εὐτυχία τῆς τελείας ὁμοφροσύνης, συνεργασίας καί ἀγάπης. Γι’ αὐτό και ὁ Κύριος τήν Ἐκκλησία Του καί τή γῆ μας γενικώτερα τήν θέλει σάν ἀντικατοπτρισμό τῆς κοινωνίας τῆς Ἁγίας Τριάδος. «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτούς...ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς» προσεύχεται ὁ Κύριος, καί προσθέτει: Σέ παρακαλῶ, Πατέρα Μου, ὄχι μόνον διά τούς Ἕνδεκα τούτους μαθητάς Μου, ἀλλά καί δι’ἐκείνους πού θά πιστεύσουν στό μέλλον διά τοῦ κηρύγματός τους εἰς Ἐμέ. Σέ παρακαλῶ δι’ ὅλους αὐτούς, διά νά εἶναι ὅλοι ἕνα διά τῆς ἀγάπης καί ὁμοφροσύνης πού θά κυριαρχῇ μεταξύ τους. Καθώς Σύ Πάτερ, εἶσαι ἑνωμένος μέ Ἐμέ καί Ἐγώ εἶμαι ἑνωμένος μαζί Σου, λόγῳ τοῦ ὅτι ἔχομε καί οἱ δύο τήν αὐτήν οὐσίαν καί φύση, ἔτσι, Σέ παρακαλῶ, νά εἶναι καί αὐτοί ἕνα, διά τῆς κοινωνίας καί ἑνώσεώς τους μέ Ἡμᾶς. Ὕστερα, λοιπόν, ἀπό αὐτή τή βαθύτατη ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, μετά ἀπό τά διδάγματα τῶν παθημάτων πού μᾶς παρουσιάζει ἡ Ἰστορία, ἀλλά καί ἀπό τήν τόσον ἠλεκτρισμένην ἀτμόσφαιρα πού ἐπικρατεῖ στήν οἰκουμένη καί πού κρατεῖ ἄτομα καί λαούς σέ διαρκῆ ἀγωνία γιά τό μέλλον, ποιά εἶναι ἡ θέση ἡ δική μας, ἀδελφοί μου; Ἡ ἰδιότης μας ὡς χριστιανῶν, ὡς ἐκκλησιαζομένων μάλιστα χριστιανῶν, καί ἡ συμμετοχή μας αὐτή τήν ὥρα στό Μυστήριον τῆς Ἀγάπης, τήν Θείαν Εὐχαριστία, μᾶς τονίζει, μᾶς ἀναγκάζει – μπορῶ νά πῶ - νά ἐπιδιώξωμε, νά προσπαθήσωμε ἔντονα, ὥστε νά πραγματοποιεῖται μεταξύ μας ὁ θεϊκός πόθος τῆς ἑνότητας. Ὀ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει: «παρακαλῶ, ἀδελφοί μου, ἵνα τό αὐτό λέγητε πάντες καί μή ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα. Ὑμεῖς δέ πάντες τό ἕν φρονοῦντες, ὁμόψυχοι», ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν αὐτό δέν τό ἐπιδιώξωμε ἐμεῖς, ποιός ἄλλος θά τό πραγματοποιήση; Ἄν οἱ χριστιανοί πού ἐκκλησιάζονται, κοινωνοῦν, ἐξομολογοῦνται καί μελετοῦν τό Εὐαγγέλιον, δέν δημιουργοῦν στήν οἰκογένειά τους, στό κατάστημά τους, στήν ἐπιχείρησή τους, στήν ἐνορία τους, ἀτμόσφαιρα καλῆς καί ὁμαλῆς συνεργασίας, σταθερῆς ἑνότητας, μακρόθυμης καί μεγαλόψυχης καί ταπεινῆς ἀγάπης, ἀπό ποιούς ἄλλους ἔχομε τήν ἀπαίτηση νά τό κάμουν;

Ἀδελφοί μου! «Τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι, ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Αὐτός ὁ Κύριος Ἰησοῦς, μαζί Του ὁ Πατέρας ὁ οὐράνιος καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι τό κέντρο πού μᾶς ἕλκει καί πρός τό ὁποῖον ὅλοι πρέπει νά φερώμεθα. Ἐάν Αὐτός ἀποτελεῖ τό σημεῖον προσανατολισμοῦ μας καί τό μοναδικό μας Ἰδανικό, τότε σύν τῷ χρόνῳ καί ὁπωσδήποτε πλησιάζοντάς Τον, θά πλησιάζωμε καί ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ἑνωμένοι μαζί Του θά ἑνωθοῦμε, αὐτομάτως, καί μεταξύ μας. Εὐτυχισμένοι μέσα σ’ αὐτή τή θέωση ὡς πρόσωπα καθ’ ἑαυτά, θά εἴμεθα εὐτυχισμένοι καί ὡς Ἐκκλησία, ὡς σύνολο καί κοινωνία ἀνθρώπων, πού διά τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον μέσα στήν ἑνότητα τοῦ πνεύματος, ἐπέρασαν μέσα ἀπό τούς δρόμους τῆς γήϊνης ζωῆς, ἀντιμετώπιζαν τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ μέ ὑπομονή καί ἀνδρεία, ἐκαλλιέργησαν τήν ἀρετή, τήν ἁγιότητα, ἄνοιξαν μέ τήν πίστη καί τήν ἀγάπη των τούς οὐρανούς καί ἐκεῖ «τετελειωμένοι εἰς ἕν», χαίρονται «χαρᾷ ἀνεκλαλήτῳ καί δεδοξασμένῃ». Γένοιτο! 

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Κυριακη των Αγιων Πατερων Ενωμένοι μαζί του

Ενωμένοι μαζί του

Η πραγματική δόξα

Στο ιερό Ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ακούμε ένα τμήμα της λεγομένης αρχιερατικής προσευχής του Κυρίου μας· μιας προσευχής συγκλονιστικής που έκανε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές του τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ. Εκεί στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά το Μυστικό Δείπνο ο Κύριος, αφού ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε:
Πάτερ, ήλθε η ώρα να θυσιασθώ για τη σωτηρία του κόσμου. Δέξου τη θυσία μου αυτή και δόξασε τον Υιό σου, για να Σε δοξάσει και ο Υιός σου· για να λυτρώσει όσους πίστεψαν σ’ Αυτόν και να τους προσφέρει την αιώνια ζωή. Και αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι πιστοί Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό και εμένα που με έστειλες στον κόσμο. Εγώ Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία που θα προσφέρω σε λίγο πάνω στο σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω. Και τώρα που θα φύγω από τον κόσμο αυτό, δόξασέ με και ως άνθρωπο εσύ, Πάτερ, με την δόξα την οποία είχα κοντά σου πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος.
Μέσα στη συγκλονιστική αυτή αρχιερατική προσευχή ακούμε τον Κύριο πολλές φορές να μιλάει για τη δόξα του. Σε ποια όμως δόξα αναφέρεται; Όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο, ο Κύριος αναφέρεται στη δόξα της σταυρικής του θυσίας που θα ακολουθήσει. Βέβαια ο Κύριος δοξάστηκε και με τα εκπληκτικά θαύματά του, με την αγία ζωή του, με την απαράμιλλη διδασκαλία του, με την Ανάστασή του και την Ανάληψή του.
Όμως η μεγαλύτερη δόξα του Κυρίου μας δεν πραγματοποιήθηκε σ’ αυτές τις στιγμές του θριάμβου, αλλά στις τραγικότερες και πιο ταπεινωτικές στιγμές της ζωής του. Ο Κύριός μας ανήλθε στην κορυφή του μεγαλείου του όταν ανυψώθηκε στην κορυφή του Γολγοθά και αποκάλυψε στους ανθρώπους το ανυπέρβλητο ύψος της αρετής του. Μιας αρετής που ακτινοβόλησε στον ουρανό, στη γη και τα καταχθόνια. Διότι ο Κύριός μας πάνω στο σταυρό αποκάλυψε στο μεγαλύτερο βαθμό την τέλεια αγάπη του για τα πλάσματά του. Εκεί στην τρομερή αγωνία του Πάθους έδειξε τη βασιλική του μεγαλειότητα. Με ανεξικακία και υπομονή δοκίμασε όχι μόνο τους αφόρητους πόνους του μαρτυρίου, αλλά και σήκωσε με εγκαρτέρηση το αβάστακτο βάρος των αμαρτιών μας. Ο σταυρός του έγινε το υψηλότερο βήμα της ανθρωπότητας, που διακηρύττει μία δόξα άφθαστη.
Σε τέτοιου είδους δόξα όμως ο Κύριος καλεί και όλους εμάς. Διότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για τη δόξα. Δυστυχώς όμως αναζητούμε την καταξίωσή μας σε λάθος δρόμο: στη ματαιότητα, στα τάλαντα, στην εξουσία, στην αναγνώριση. Αυτή όμως η κοσμική καταξίωση είναι ψεύτικη, φευγαλέα. Η αληθινή δόξα βρίσκεται στο δρόμο της θυσίας, στην κοινωνία των παθημάτων του Κυρίου μας. Υψωνόμαστε όταν θυσιαζόμαστε· όταν υπομένουμε πειρασμούς, περιφρονήσεις, συκοφαντίες, αδικίες· όταν ξέρουμε να συγχωρούμε και να ευεργετούμε· όταν σταυρώνουμε καθημερινά τον εαυτό μας και τα πάθη του.

Η ενότητα των πιστών

Στην συνέχεια της αρχιερατικής του προσευχής ο Κύριος προσεύχεται για τους μαθητές του και για όλους του πιστούς. Πάτερ άγιε, λέει, εγώ φανέρωσα το όνομά σου στους ανθρώπους που μου εμπιστεύθηκες. Απεκάλυψα σ’ αυτούς τις αλήθειες που μου έδωσες. Και αυτοί δέχθηκαν τον λόγο σου και πίστεψαν ότι όλα όσα έχω από Σένα προέρχονται και ότι εγώ από Σένα γεννήθηκα. Τη στιγμή αυτή Σε παρακαλώ για εκείνους που μου έδωσες. Εγώ δεν θα είμαι πλέον σωματικώς στον κόσμο. Αυτοί όμως θα είναι. Όσο ήμουν μαζί τους τους φύλαξα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική σου δύναμη, ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους. Να είναι ενωμένοι, όπως κι εμείς είμαστε ένα.
Στο δεύτερο αυτό τμήμα της αρχιερατικής προσευχής του ο Κύριος προσεύχεται για όλους τους μαθητές του, ώστε να έχουν μεταξύ τους ενότητα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη επιθυμία του Κυρίου κατά τη συγκλονιστική αυτή ώρα. Να μένουμε όλοι οι πιστοί ενωμένοι μαζί του και μεταξύ μας μέσα στην αγία του Εκκλησία. Και γιατί το επιθυμεί αυτό ο Κύριος τόσο πολύ; Διότι γνώριζε ότι οι αιρετικοί ως λύκοι άγριοι θα ορμήσουν να καταπληγώσουν το σώμα της και θα το κομματιάσουν. Και προσεύχεται για την ενότητα των πιστών, διότι γνωρίζει ότι όταν οι Χριστιανοί χάσουν την ενότητα της πίστεως, χάνουν και τη Χάρη του Θεού, συγκεκριμένα ότι όλοι οι αιρετικοί, Παπικοί, Προτεστάντες και τόσοι άλλοι, δεν είναι μέλη της μίας αγίας Εκκλησίας, και γι’ αυτό δεν έχουν τη Χάρη του Θεού, δεν έχουν πραγματικά Μυστήρια, δεν ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά είναι αιρετικές ομάδες. Όλοι αυτοί έχουν απομακρυνθεί από τον Χριστό και την αλήθεια του. Και δεν μπορούν να φθάσουν στον αγιασμό και στη θέωση έξω από τη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία.
Την αλήθεια αυτή τη γνώριζαν πολύ καλά οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Γι’ αυτό και πολέμησαν δυναμικά τον αιρεσιάρχη Άρειο. Διότι κατανοούσαν ότι όποιος δεν είναι ενωμένος με την Εκκλησία, είναι στην πλάνη, είναι στο σκοτάδι, είναι επικίνδυνος. Αυτή την παρακαταθήκη άφησαν και σε μας: να μένουμε άρρηκτα ενωμένοι με τον Χριστό μας και την Εκκλησία του. Διότι ή είσαι ενωμένος με τον Χριστό και ανήκεις στη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία ή είσαι αιρετικός, οπότε είσαι εκτός της Εκκλησίας. Ξεκάθαρα πράγματα!

Κυριακη των Αγιων Πατερων

Κατά τήν ἑβδόμη ἀπό τοῦ Πάσχα Κυριακή ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τήν μνήμη τῶν ἁγίων 318 θεοφόρων Πατέρων τῆς Α’ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ μεγάλη αὐτή Σύνοδος συνεκλήθη, ὡς γνωστόν, ἀπό τόν πρῶτο χριστιανό αὐτοκράτορα, τόν Κωνσταντῖνο, στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τόν Μάϊο τοῦ ἔτους 325, κατεδίκασε τήν αἵρεσι τοῦ Ἀρείου καί ἀνεκήρυξε τόν Χριστό Θεό, ὁμοούσιο πρός τόν Πατέρα. Στίς 29 Μαΐου βρίσκομε σέ πολλά χειρόγραφα νά σημειώνεται ἡ μνήμη τῶν Πατέρων τῆς Συνόδου αὐτῆς.
Ὁ ἑορτασμός τῆς μνήμης των κατά τήν παροῦσα Κυριακή ὀφείλεται, ὅπως εἶναι φανερό, στό γνωστό καί ἀπό ἄλλες περιπτώσεις ἔθος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, νά μεταθέτῃ σέ Κυριακές τίς μνῆμες τῶν μεγάλων ἁγίων. Ἡ ἑβδόμη ἀπό τοῦ Πάσχα Κυριακή δέν εἶχε ἰδιαίτερο ἑορτολογικό θέμα καί προτιμήθηκε ὡς ἡ καταλληλοτέρα καί ἡ πλησιεστέρα πρός τήν μνήμη τῶν Πατέρων γιά νά μεταφερθῇ σ᾽ αὐτήν ὁ ἑορτασμός των.
Τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Πατέρων θά ἀκούσωμε μαζί μέ τήν συνήθη ἀναστάσιμο ἀκολουθία τῆς Κυριακῆς νά συμπλέκωνται τροπάρια μεθέορτα τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, πού ἑωρτάσαμε, ἀλλά καί προεόρτια τῆς ἑορτῆς πού θά πανηγυρίσωμε μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες, τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς. Ἔτσι Ἀνάστασις, Ἀνάληψις, Πεντηκοστή καί Πατέρες ἀπό κοινοῦ θά ὑμνηθοῦν αὐτήν τήν ἐνδιάμεσα τῶν μεγάλων αὐτῶν ἑορτῶν Κυριακή. Παρ᾽ ὅλα τά ἐκ πρώτης ὄψεως ἀσυμβίβαστα αὐτά ἑορτολογικά θέματα, δέν λείπει ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς ἡμέρας αὐτῆς μία σχετική ἁρμονία, πού τήν συνθέτουν ἀκριβῶς οἱ διαφορές καί οἱ ἀντιθέσεις τῶν ἐπί μέρους θεμάτων. Ἄν μάλιστα τήν τοποθετήσωμε στό ὅλο πλαίσιο τοῦ Πεντηκοσταρίου θά διακρίνωμε μέ πόση νηφαλία κρίσι καθωρίσθη ἡ διαδοχή αὐτή τῶν ἑορτῶν ἀπό τούς συντάκτας τοῦ ἑορτολογίου μας. Χάρις, πράγματι, στά θέματα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ἐπιτυγχάνεται ἡ δημιουργία ἑνός μεταβατικοῦ σταθμοῦ μεταξύ τῶν μεγάλων ἑορτῶν πού ἑωρτάσαμε καί ἐκείνης πού ἐπίκειται.
Μέ τήν μνήμη ἐξ ἄλλου τῶν Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου τονίζεται ἡ πιστότης τῆς Ἐκκλησίας στήν ἀληθινή καί ὀρθή διδασκαλία, ὅπως τήν ἄκουσε ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου καί ὅπως τήν εἶδε ἀνάγλυφη στό ὅλο σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς ὑπογραμμίζει καί τό συναξάριο τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων. «Τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζομεν δι᾽ αἰτίαν τοιαύτην. Ἐπειδή γάρ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός τήν καθ᾽ ἡμᾶς φορέσας σάρκα, τήν οἰκονομίαν ἅπασαν ἀρρήτως ἐνήργησε καί πρός τόν πατρῷον ἀποκατέστη θρόνον, θέλοντες δεῖξαι οἱ ἅγιοι ὅτι ἀληθῶς ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐγένετο ἄνθρωπος καί τέλειος ἄνθρωπος Θεός ἀνελήφθη καί ἐκάθισε ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης ἐν ὑψηλοῖς, καί ὅτι ἡ σύνοδος αὕτη τῶν ἁγίων Πατέρων οὕτως αὐτόν ἀνεκήρυξε καί ἀνωμολόγησεν ὁμοούσιον καί ὁμότιμον τῷ Πατρί. τούτῳ τῷ λόγῳ μετά τήν ἔνδοξον Ἀνάληψιν τήν παροῦσαν ἐθέσπισαν ἑορτήν, ὡσανεί τόν σύλλογον τῶν τοσούτων Πατέρων προβιβάζοντες τοῦτον δή ἐν σαρκί ἀναληφθέντα Θεόν ἀληθινόν καί ἐν σαρκί τέλειον ἄνθρωπον ἀνακηρυττόντων».
Στόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Ι’- ΙΑ’ αἰῶνα ἑώρταζαν τήν Κυριακή αὐτή ἐκτός ἀπό τούς Πατέρας τῆς Α’ καί τούς ἄλλους Πατέρας τῶν ἕξ οἰκουμενικῶν Συνόδων, προφανῶς γιά τόν ἴδιο λόγο. γιά νά παρασταθῇ δηλαδή ἡ ἑνότης τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί ἡ συνέπειά της πρός τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Λείψανο τοῦ κοινοῦ αὐτοῦ ἑορτασμοῦ βρίσκομε στό δοξαστικό τῆς λιτῆς τῆς ἀκολουθίας. Σ᾽ αὐτό ἐκτός ἀπό τόν Ἄρειο ἀπαριθμοῦνται καί ὁ Μακεδόνιος, ὁ Νεστόριος, ὁ Εὐτυχής, ὁ Σαβέλλιος καί ὁ Σεβῆρος, ἡ διδασκαλία τῶν ὁποίων κατεδικάσθη ἀπό τάς ἄλλας Οἰκουμενικάς Συνόδους. Τελικά ὅμως ἡ ἑορτή διετήρησε μόνον τό ἀρχικό της θέμα, τήν μνήμη τῶν 318 Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἀπό τό ὅλο λειτουργικό περιεχόμενο τῆς ἡμέρας θά σταθοῦμε στά δύο ἀναγνώσματα τοῦ ἑσπερινοῦ καί στά δύο τῆς θείας λειτουργίας. Τά δύο πρῶτα εἶναι παρμένα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουν δέ σημασία, γιατί στά ἐπεισόδια στά ὁποῖα ἀναφέρονται ἐκεῖ διεῖδε ἡ Ἐκκλησία τόν τύπο τῶν Πατέρων καί τόν ρόλο των στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Στό πρῶτο, ἀπό τήν Γένεσι, κεφάλαιο 14, 14-20, περιγράφεται ἡ θαυμαστή νίκη τοῦ Ἀβραάμ, πού ἐπί κεφαλῆς τῶν 318 «οἰκογενῶν» του κατετρώπωσε τούς ἑπτά περιοίκους βασιλεῖς, ἀπηλευθέρωσε τούς αἰχμαλώτους καί ἐδέχθη γιά τήν νίκη του τήν εὐλογία τοῦ βασιλέως τῆς Σαλήμ, τοῦ Μελχισεδέκ. Καί οἱ Πατέρες τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, 318 καί ἐκεῖνοι ὅπως οἱ δοῦλοι τοῦ Ἀβραάμ, θεῖο στρατόπεδο – θεία παρεμβολή καί αὐτοί, κατατροπώνουν μέ τήν ἀδάμαστο μαχητικότητά τους τούς ἐχθρούς τοῦ Χριστοῦ. Συντρίβουν τήν αἵρεσι καί ἀπελευθερώνουν τούς ἁρπαγέντας ἀπό αὐτήν πιστούς.
Στό δεύτερο ἀνάγνωσμα, Δευτερονομίου 1, 8-17, ὁ Μωυσῆς ἀφηγεῖται πῶς ἐξέλεξε ἀπό τό λαό «ἄνδρας σοφούς καί ἐπιστήμονας καί συνετούς» καί ἀνέθεσε σ᾽ αὐτούς τήν καθοδήγησι, τήν διακυβέρνησι τοῦ λαοῦ. Καί αὐτοί εἶναι τύπος τῶν Πατέρων, στούς ὁποίους ὁ Κύριος ἐνεπιστεύθη τήν διαποίμανσι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπάνω σ᾽ ἐκείνους ἐμερίσθη τό πνεῦμα τοῦ Μωυσέως. Σ᾽ αὐτούς μερίζει τό Πνεῦμα τό ἅγιον τά χαρίσματα τῆς σοφίας καί τῆς ὀρθῆς κρίσεως στά ἑκάστοτε ἀναφυόμενα στήν Ἐκκλησία διαφιλονικούμενα θέματα. Καί ἐδῶ ἡ κρίσις εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Τά δύο πάλι ἀναγνώσματα τῆς θείας λειτουργίας μᾶς μεταφέρουν ἀπό τήν σκιά καί τήν εἰκόνα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στήν ἀλήθεια τῆς Καινῆς. Τό πρῶτο εἶναι ἀπό τίς Πράξεις καί τό δεύτερο ἀπό τό Κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, κατά τό σύστημα τῆς ἀναγνώσεως τῶν βιβλίων αὐτῶν κατά τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου. Ὁ Παῦλος καλεῖ τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου στήν Μίλητο, ἀπό ὅπου περνοῦσε ἐπιστρέφοντας στά Ἱεροσόλυμα.
Οἱ λόγοι του ἦσαν προφητικοί καί ἀνεφέροντο στό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας καί στήν εὐθύνη τῶν ποιμένων γιά τήν περιφρούρησι τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί οἱ λόγοι ἀπετέλεσαν καί τό ἔμβλημα τῶν Πατέρων καί ὑπέκαυσαν τήν ἀνύστακτο φροντίδα των γιά τήν ὀρθή πίστι καί τήν ἀκεραιότητα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. «Προσέχετε ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγώ γάρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετά τήν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς, μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου. Καί ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα, τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αὐτῶν. Διό γρηγορεῖτε… Καί τά νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καί τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ» (Πράξ. 20, 16-18, 26-36).
Καί τέλος ἡ περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου, Ἰωάννου 17, 1-13, ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Χριστοῦ, παρουσιάζει τόν Κύριο δεόμενο γιά τούς μαθητάς, γιά τήν Ἐκκλησία Του. Εἶναι ἐκεῖνοι πού Τοῦ ἐδόθησαν ἀπό τόν Πατέρα, πού ἐνῷ ἐκεῖνος θά φύγῃ ἐκεῖνοι θά μείνουν στόν κόσμο. Πού ἔχουν ἀνάγκη τῆς προστασίας τοῦ Πατρός γιά νά διατηρηθοῦν πιστοί στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Πού πρέπει νά εἶναι «ἕν» ὅπως εἶναι ὁ Υἱός μέ τόν Πατέρα, γιά νά εἶναι ἡ μαρτυρία των ἀληθινή μέσα στόν κόσμο. Ὁ Χριστός τούς φύλαξε. ἕνας μόνο χάθηκε, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας. Καί στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας βρέθηκαν υἱοί ἀπωλείας. Ἀλλά οἱ Πατέρες τήρησαν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί κράτησαν τήν ἑνότητα τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτόν λοιπόν τόν θεοτίμητο χορό τῶν ἁγίων Πατέρων πού μαζεύτηκε ἀπό τά πέρατα τῆς Οἰκουμένης καί ἐδογμάτισε τήν ὀρθή σχέσι τοῦ Χριστοῦ πρός τόν Πατέρα, τό «ὁμοούσιον», καί διετύπωσε καί παρέδωκε τήν ὀρθή πίστι στήν Ἐκκλησία, μακαρίζομε. Ἀπό τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς νά δοῦμε τό χαρακτηριστικώτερο, τό δοξαστικό τῶν αἴνων τοῦ πλ. δ’ ἤχου, περίφημο γιά τήν σύνθεσί του καί γιά τήν μελῳδία του:
«Τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ χορός, ἐκ τῶν τῆς οἰκουμένης περάτων συνδραμών, Πατρός καί Υἱοῦ καί Πνεύματος ἁγίου μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισε καί φύσιν καί τό μυστήριον τῆς θεολογίας τρανῶς παρέδωκε τῇ Ἐκκλησίᾳ. οὕς εὐφημοῦντες ἐν πίστει, μακαρίσωμεν λέγοντες. Ὤ θεία παρεμβολή, θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου. ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος. τῆς μυστικῆς Σιών οἱ ἀκαθαίρετοι πύργοι. τά μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου. τά πάγχρυσα στόματα τοῦ Λόγου. Νικαίας τό καύχημα, οἰκουμένης ἀγλάϊσμα, ἐκτενῶς πρεσβεύσατε ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή


Είναι μεγάλο το μυστήριο του θανάτου. Σε κάθε εποχή οι άνθρωποι προσπάθησαν με διαφόρους τρόπους να το ερμηνεύσουν, να το κατανοήσουν, να το ξεπεράσουν ως φοβικό αίσθημα, να το υπερνικήσουν, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα. Ο θάνατος υφίσταται ως ο προορισμός του καθενός μας. Ψάχνουμε παρηγοριά στις θρησκείες, στη φιλοσοφία, ενίοτε στην υλιστική ζωή. Και μπορεί πρόσκαιρα να ανακουφιζόμαστε, όμως το γεγονός του θανάτου δεν αλλάζει. 
Η χριστιανική πίστη όμως δεν μένει στο θάνατο. Η χριστιανική πίστη βλέπει την προοπτική του κόσμου με κριτήριο την αιωνιότητα. Ο λόγος του Χριστού είναι ξεκάθαρος: «Αὕτη δέ ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν» (Ιωάν. 17, 3). Αιώνια ζωή είναι η επίγνωση του αληθινού Θεού και του ιδίου του Κυρίου μας. Αν γνωρίσουμε και αναγνωρίσουμε Ποιος είναι ο Δημιουργός και Ποιος Αυτός που μας δίνει την Ανάσταση και την αιωνιότητα, τότε ο θάνατος γίνεται Πάσχα, πέρασμα, μία ροπή, από την οποία θα περάσουμε, αλλά δεν θα νικηθούμε.
Για τους ορθολογιστές όλα αυτά είναι αδύνατα. Η επιστήμη παρατηρεί το ΠΩΣ μα δεν μπορεί να πει κάτι για το ΠΟΙΟΣ και ΓΙΑΤΙ. 
Υπάρχουν κι οι δρόμοι που ακολουθούν οι θρησκείες. Είτε αυτός της κατασκευής διδασκαλίας και της διαμόρφωσης ηθικής διδασκαλίας από τους ιδρυτές των θρησκειών, οι οποίοι προσπαθούν να ηθικοποιήσουν την κοινωνία και όσους πιστεύουν, με σκοπό την βελτίωση της ζωής και των ανθρώπινων προσώπων, αλλά και την αντοχή σε όλες τις δοκιμασίες. 
Είτε με την πίστη σε μια μεταθανάτια πραγματικότητα, για όσους ακολουθούν το δρόμο της θρησκείας και συνδέεται με την ανταμοιβή για την προσπάθεια στην παρούσα ζωή. Ο πιστός που επέδειξε ήθος και τήρησε τις εντολές θα ανταμειφθεί από την θεότητα απολαμβάνοντας χαρά και τιμή και αιώνια παρουσία στον ουρανό. Οι ανατολικές θρησκείες, μάλιστα, μιλούν για μετενσάρκωση και τελικό εκμηδενισμό του ανθρώπου, με σκοπό την αιώνια ευτυχία. 
Η χριστιανική πίστη δεν εγκλωβίζεται σε λογικά κατασκευάσματα, στην ηθική της βελτίωσης του ανθρώπου ούτε στη λογική της μεταθανάτιας ανταμοιβής. Μιλά και βιώνει τη σχέση με το Χριστό ως την αιώνια ζωή. Γιατί όποιος γνωρίζει τον Χριστό, την ίδια στιγμή μπορεί να γνωρίσει τον Θεό-Πατέρα (Ιωάν. 14,9). Και αυτός είναι ο δρόμος της αποκάλυψης που ο Χριστός έφερε στον άνθρωπο. Αιωνιότητα σημαίνει συνεχής κοινωνία της ύπαρξης με το Χριστό. Πρόγευση αυτής της κοινωνίας είναι το μυστήριο της Εκκλησίας, μέσα από το οποίο ο άνθρωπος υπενθυμίζει στον εαυτό του ότι πλάστηκε κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού και ακολουθώντας τις εντολές του Χριστού σπουδάζει την αγάπη και την ελευθερία. Αγάπη προς κάθε άνθρωπο, για τον οποίο ο Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε, και προς τον κόσμο που ο Θεό δημιούργησε. Ελευθερία από τα πάθη και το κακό. Οι εντολές του Χριστού δεν μας δίδονται για να μας βελτιώσουν ή να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Είναι σημεία της αγάπης, που μας οδηγούν στη βίωση του μυστηρίου της πίστεως στην Εκκλησία (Ιωάν. 15, 10). Και η αιωνιότητα γίνεται προέκταση του μυστηρίου αυτού. Περνώντας από το θάνατο ο άνθρωπος ξεκινά την αναστημένη ζωή μαζί με τον Χριστό που γνώρισε από τον κόσμο αυτό. Και προσδοκά την ανάσταση του σώματός του, για να γεύεται με πληρότητα την σωτηρία και την ανακαίνιση του κόσμου με αυτόν μέσα. Κι αυτό καθίσταται εφικτό, διότι ο Χριστός, δια της Αναλήψεώς Του, οδήγησε την ανθρώπινη φύση και πάλι στην κοινωνία με τον Θεό Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα.
π. ΑΛΕΞΙΟΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Η σχέση του Οικουμενικού Θρόνου με τις αδελφές τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες


Είναι χαρακτηριστικό αυτό που επισημαίνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας[123] προς τον Πατριάρχην Βουλγαρίας Κύριλλον σε επιστολή του (27.7.1961) κατά την ανύψωση της αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Βουλγαρίας σε Πατριαρχείο: «…εν τη πεποιθήσει, βεβαίως, και προσδοκία ότι εν τη αποφάσει ημών ταύτη έξομεν, κατά τα πρόσθεν γενόμενα, ομογνώμονας και συμψήφους και τους λοιπούς Μακαριωτάτους και Τιμιωτάτους Πατριάρχας και Προέδρους των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιώνέως ου και το ζήτημα τούτο τελειωτικώς καθορισθήυπό Οικουμενικής Συνόδου, μόνης εχούσης το δικαίωμα προάγειν τινά των επί μέρους αγίων του Θεού Εκκλησιών εις Πατριαρχικήν αξίαν και περιωπήν».
opor8ekkl2
Πηγή:http://www.kathimerini.gr/
Είναι προφανές ότι ο αοίδιμος Πατριάρχης Αθηναγόρας καταγράφει την κανονική ακρίβεια, η οποία και οφείλει να τηρηθεί στην πράξη. Η Εκκλησία της Βουλγαρίας είχε λάβει την αυτοκεφαλία με την υποχρέωση «αναφέρεσθαι τε προς τον καθ᾽ ημάς Αγιώτατον Πατριαρχικόν Οικουμενικόν θρόνον και δι᾽ αυτού επιζητείν και λαμβάνειν την έγκυρον γνώμην και αντίληψιν αυτού τε και των λοιπών αγίων αδελφών Εκκλησιών επί γενικώς εκκλησιαστικών ζητημάτων, της καθολικωτέρας ψήφου και δοκιμασίας δεομένων»[124].
• Ενώ λοιπόν σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις το αυτοκέφαλο δίδεται υπό μόνης της Μητρός Εκκλησίας, του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως, εκ των υστέρων συναινούντων των υπολοίπων Ορθοδόξων Εκκλησιών –η περίπτωσις της Εκκλησίας της Πολωνίας και της Γεωργίας καταδεικνύει εμφανέστατα ότι μόνο αρμόδιο προς τούτο είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αντιστρόφως δε η απονομή του αυτοκεφάλου στην «Ορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικής» υπό του Πατριαρχείου Μόσχας δεν αναγνωρίζεται από καμιά άλλη Ορθόδοξη Εκκλησία–, το Οικουμενικό Πατριαρχείο εκλήθη να ρυθμίσει πολλαπλά διορθοδόξου φύσεως θέματα. Δίδονται κατωτέρω περαιτέρω ενδεικτικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
• Ο Πατριάρχης της Ρωσσίας Τύχων (1918) διαμαρτύρεται προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο δια την εκ της Ρωσικής Εκκλησίας αποκοπή τής Εκκλησίας της Γεωργίας, ενώ και η Εκκλησία της Γεωργίας «εν αλλεπαλλήλοις ευκαιρίαις» και μερικές δεκαετίες αργότερα (1990), απετάνθη, «την κανονικότητα εις τα εαυτής βουλομένη», για να λάβει το αυτοκέφαλο προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο ασκώντας κανονικό δικαίωμα και καθήκον παρεχώρησε την αυτοκεφαλία[125].
Αποτελεί δε υποχρέωση της Εκκλησίας της Γεωργίας για θέματα διορθοδόξου ενδιαφέροντος να απευθύνεται προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δι᾽ αυτού να επικοινωνεί με τις άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες για τα θέματα αυτά. Είναι δε πρέπον για την Εκκλησία της Γεωργίας, σε ο,τι αφορά το Άγιο Μύρο, «όπως τηρήται η εν προκειμένω καθεστηκυία εκκλησιαστική τάξις, ίνα δι᾽ ορωμένων και δι᾽ αοράτων συγκροτήται και εμφαίνηται τοις πάσι, τοις τε εντός και τοις εκτός, και καταγγέλληται και πιστώται η αδιάρρηκτος ενότης της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Ο τόμος της αυτοκεφαλίας παραπέμπει στο Βαλσαμώνα, ο οποίος επισημαίνει ότι: «Λέγεται γαρ ότι και επί των ημερών του αγιωτάτου Πατριάρχου Θεουπόλεως μεγάλης Αντιοχείας κυρού Πέτρου γέγονε οικονομία συνοδική, ελευθέραν είναι και αυτόνομον της εκκλησίας της Ιβηρίας, υποκειμένην τότε τω πατριάρχη Αντιοχείας». Η επισήμανση δε αυτή είναι σημαντική όχι απλά γιατί μνημονεύει ένα ιστορικό γεγονός, αλλά γιατί καταδεικνύει ότι η Εκκλησία της Γεωργίας, πάλαι ποτέ υποκειμένη στο θρόνο της Αντιοχείαςαπετάνθηπρος το Οικουμενικό Πατριαρχείο για την παραχώρηση και αναγνώριση του αυτοκεφάλου, ως του μόνου κανονικών αρμοδίου γι᾽ αυτό.
Σύμφωνα με το Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο της Αυτοκεφαλίας η μέλλουσα να συνέλθει Οικουμενική Σύνοδος οφείλει να επικυρώσει την πράξη της αυτοκεφαλίας[126]: «….επ᾽ αναφορά μέντοι γε προς την μέλλουσαν Αγίαν Οικουμενικήν Σύνοδον, την αείποτε διασφαλίζουσαν και αλώβητον διατηρούσαν την εν τη πίστει και τη εκκλησιαστική κανονική τάξει ενότητα της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας».
• Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Δαμιανός (1898-1931) εκηρύχθη έκπτωτος από τη Σύνοδο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων για την υποχωρητικότητά του προς τους Άραβες. Η σύνοδος προσέφυγε προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη και ο Δαμιανός ανεγνωρίσθη υπό του Κωνσταντινουπόλεως ως κανονικός Πατριάρχης το 1909, οπότε και ανέλαβε ουσιαστικά τα καθήκοντά του[127].
• Το 1933 το Πατριαρχείο Αντιοχείας εδοκιμάσθη εξ αφορμής Πατριαρχικής εκλογής. Προσέφυγε προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπου εύρε και βοήθεια. Προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε καταφύγει και ο τελευταίος Έλληνας Πατριάρχης Αντιοχείας, Σπυρίδων (1891-1897), ο οποίος είχε καθαιρεθεί από τη Σύνοδο του Πατριαρχείου του, χωρίς όμως να αποκατασταθεί στο θρόνο του[128].
• Η Εκκλησία της Κύπρου δοκιμασθείσα εξ αιτίας της επαναστάσεως του 1933 κατά της αγγλικής κατοχής προσέφυγε προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο[129]. Το ίδιο έπραξε η Εκκλησία της Κύπρου κατά τα έτη 1946 και 1947.
• Ενδιαφέρον είναι ότι το έτος 1948 ο Αρχιεπίσκοπος Πράγας Σαββάτιος απέστειλε προς τον Οικουμενικό Πατριάρχην Μάξιμο επιστολή[130] δια του οποίου ζητούσε την υπαγωγή της αυτονόμου τότε Εκκλησίας του από του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Εκκλησίατης Ρωσσίας. Στην απάντησή του ο Οικουμενικός Πατριάρχης επισημαίνει: «…ει ο καθ᾽ ημάς Αγιώτατος Οικουμενικός Θρόνος παρείχε την προς τούτο ευλογίαν, πρώτος αυτός παρεβίαζεν αν και κατέλυε την κρατούσαν κανονική τάξιν, ης τέτακται φύλαξ και επιτηρητής. Η Ορθόδοξος Αρχιεπισκοπή Τσεχοσλοβακίας, δι᾽ ιστορικούς και κανονικούς λόγους αποτελούσα τμήμα του καθ᾽ ημάς κλίματος, πως αποτελέσειε μέρος τοπικής Εκκλησίαςης η δικαιοδοσία ου δύναται επεκταθήναι πέραν των αρχήθεν καθωρισμένων αυτή ορίωνει μη δια παραβιάσεως θεμελιωδών κανόνων των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων;»
• Η Εκκλησία της Βουλγαρίας εδοκιμάσθη προ ολίγων ετών (1998) εξ αιτίας σχίσματος. Η αποκατάσταση της κανονικής τάξεως επήλθε μετά από αίτημα του Πατριάρχου Βουλγαρίας Μαξίμου προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείο[131] με σύγκληση υπό την προεδρίαν του Οικουμενικού Πατριάρχου Μείζονος και Υπερτελούς Συνόδου στη Σόφια, η οποία και ανεγνώρισε ως κανονικό Πατριάρχη το Μάξιμο[132]. Διατυπώνοντας το αίτημά του προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην ο Πατριάρχης Μάξιμος επεσήμανε: «…We ask Your Holiness to resond to our anxious appeal and, in accordance with the practice of the Ecumenical Orthodoxyto convene and be at the head of the Council of Primates and Representatives of the Local Autocephalous Orthodox Churches in Sofia»[133].
• Η Σύνοδος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων κηρύξασα έκπτωτο το 2005 τον Πατριάρχη αυτής Ειρηναίο απετάνθη μετά της αγιοταφικής αδελφότητος προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο συνεκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη Πανορθόδοξο Σύνοδο και επικύρωσε την έκπτωση από το θρόνο του Πατριάρχου Ειρηναίου[134].
[Συνεχίζεται]
 
[123]. Για το κείμενο της Επιστολής, Βλ. Ορθοδοξία 26 (1951) 515-516.
[124]. Για το Συνοδικό Τόμο της εν Βουλγαρία Εκκλησίας, Βλ. Ορθοδοξία 20 (1945) 72-74.
[125]. Ρ. Π., Β´, 172.
[126]. Βλ. Συνοδικό Τόμο Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Γεωργίας, Επίσκεψις 435 (1990) 7-9.
[127]. A. Kartaschoff, Το του εκκλήτου δικαίωμα…, Ορθοδοξία (1948) 297.
[128]. A. Kartaschoff, Το του εκκλήτου δικαίωμα…, Ορθοδοξία (1948) 296.
[129]. A. Kartaschoff, Το του εκκλήτου δικαίωμα…, Ορθοδοξία (1948) 298.
[130]. Για το κείμενο της επιστολής και την απάντηση του Πατριάρχου Μαξίμου, Βλ. Ορθοδοξία 23 (1948) 241-243.
[131]. Για το κείμενο της επιστολής, Βλ. Ορθοδοξία 5 (1998) 620-621.
[132]. Πρακτικά της Συνόδου και αποφάσεις αυτής, Ορθοδοξίας (1998) 633-639.
[133]. Γράμμα του Μακ. Πατριάρχου Σόφιας, αιτουμένου την υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου σύγκληση Μείζονος και Υπερτελούς Ιεράς Συνόδου, Ορθοδοξία 5 (1998) 621.
[134]. Ανακοινωθέν της Συνόδου, Απόστολος Βαρνάβας 66 (2005) 291. Επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου περί της διαγραφής του Πατριάρχου Ειρηναίου από τα Δίπτυχα, Εκκλησία 82 (2005) 526-527.

Ζούσε μέσα σε ένα θαύμα....

Μια φορά στην Ν. Σκήτη επρόσεξα, ότι τα πόδια μου ήταν λίγο πρησμένα. Τρομαγμένος λοιπόν τρέχω στον Γέροντα να τον πληροφορήσω , ότι κάτι σοβαρό μου συμβαίνει. Ο Γέροντας μόλις το άκουσε, μειδίασε λίγο και μου απάντησε:
- Τόσο μεγάλος αγωνιστής είσαι! Αμέσως τρομοκρατήθηκες; Δεν είναι τίποτε παιδί μου. Από την ορθοστασία είναι. Θέλεις να ιδής και τα δικά μου πόδια; 

Σηκώνει λίγο το ρούχο και μου ‘δειξε μέχρι το γόνατο. Πραγματικά τρόμαξα˙ ήταν φοβερό. Πρησμένα και τα δυό πόδια τόσο πολύ, ώστε να νομίζης πως είναι ασκιά. Δεν έφθανε όμως αυτό. Πατάει με τα δάκτυλά του γερά στα πρησμένα πόδια. Αμέσως βούλωσαν και τα δύο και έμειναν οι δαχτυλιές βουλωμένες. Τρομαγμένος, αυθόρμητα φώναξα:
- Γέροντα, κάτι σοβαρό σας συμβαίνει˙ προσέξετε τα πόδια σας.
Και ο Γέροντας με απάθειαν απαντά:
- Γιατί τρομάζεις παιδί μου; Αυτό το ‘χω από τον καιρόν που ήλθα στην καλογερική. Δεν είναι τίποτε. Από την ορθοστασίαν είναι. Το άλλο είναι που λίγο με ενοχλεί , αλλά δεν πειράζει, έχει ο Θεός.
- Δηλαδή, λέω, Γέροντα;
- Ε, να, από την πολλήν ορθοστασίαν με πονά η κήλη, όμως βρήκα μία λύσι. Δένω καλά τη μέση μου με ζώνη και από τη ζεστασιά μαλακώνει ο πόνος.
Πραγματικά εθαύμασα, ως αυτόπτης, την μεγάλην αυταπάρνησιν του Γέροντά μου, που και μέχρι τέλους της ζωής του το πρόβλημα αυτό με τα πόδια παρέμεινε, και εν τούτοις δεν εννοούσε να υποχωρήση στην σάρκα. Όσο τον βοηθούσαν οι σωματικές του δυνάμεις την ορθοστασίαν δεν εγκατέλειψε μέχρι γήρατος.
Αλλά και με την κήλην επί πολλά χρόνια δενόταν και υπέμενε αγογγύστως τον πόνον, που ως γνωστόν είναι εντονότερος με την ορθοστασίαν.
Εις μάτην πολλοί, και μάλιστα γιατροί του συνέστησαν να εγχειριστή , διότι υπήρχε κίνδυνος με το ζόρισμα της ορθοστασίας να δημιουργηθή περίσφιγξις. Αυτό εσήμαινε και κίνδυνον ακόμα της ζωής του. Και όμως το άφησε στην Παναγία μας με απόλυτην εμπιστοσύνη. Ύστερα από πολλά χρόνια από ενδιαφέρον ρώτησα:
- Τι άραγε γίνεται με την κήλη σου Γέροντα;
Και ο Γέροντας σαν να επρόκειτο για κάποιο ασήμαντο γεγονός:
- Εξαφανίσθηκε , παιδί μου και γλύτωσα. Έκαμε το θαύμα της η Παναγία μας.
Ένα τόσο θαυμαστό γεγονός και πραγματικά δεν του φαινόταν κάτι το εντυπωσιακό και ούτε θα το ‘λεγε αν δεν τον ρωτούσαμε. 
Θα πης γιατί; Ο Γέροντας σ’ όλη του τη ζωήν ζούσε καθημερινώς σ’ ένα θαύμα.
Για τους ανθρώπους αυτούς τί το παράξενο; Στα τόσα πολλά , άλλο ένα θαύμα. «Ο Κύριος ξέρει την δουλειά του. Αν συμφέρει , με κάνει καλά. Δεν συμφέρει, “ είη το όνομα Κυρίου ευλογημένο”». Έτσι νομίζω σκέφτονται οι τέλειοι.
Και πάλιν για να μας αφήση υπόδειγμα υπακοής και ταπεινοφροσύνης, ενώ για μερικές δεκαετίες δεν βγήκε από το Άγιον Όρος, αργότερα εκάμφθηκε στις προτροπές των τέκνων του και μεταχειρίσθηκε και ιατρικήν επιστήμην και περίθαλψιν, ως από Θεού.

Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος
της νοεράς προσευχής»

πηγή   το είδαμε εδώ

Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός Η πνευματική παιδεία του Γένους

Η αληθινή παιδεία, ο αληθινός φωτισμός δεν είναι άλλο παρά η ακτινοβολία του αγιασμού, διότι μόνον οι άγιοι είναι οι πραγματικά φωτισμένοι. Η θεία χάρις που αγιάζει, ταυτοχρόνως φωτίζει και διδάσκει. Παιδεία στην πραγματικότητα σημαίνει φωτισμός. Η θεία χάρις μας παρέχει το φωτισμό του   Αγίου Πνεύματος, ο οποίος είναι φορέας και δημιουργός της αγιότητας. Ο αγιασμός είναι η με τη βοήθεια της χάριτος ένωση με τον Θεό, με  τον αιώνιο Λόγο, με το νόημα της ζωής και της υπάρξεως, και σ’ αυτό ακριβώς έγκειται η πληρότητα και η τελειότητα της ανθρώπινης προσωπικότητας. Παιδεία χωρίς αγιότητα, χωρίς το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, επινόησε η ουμανιστική Ευρώπη και παραχάραξε την έννοια της προσωπικότητας.
pnpaidgen2
Η απόκλιση των ευρωπαϊκών λαών σε διάφορες μορφές ειδωλολατρίας δεν είναι αποτέλεσμα της λανθασμένης τους παιδείας; Όταν διαστρέφουν το νόημα του κατ’ εικόνα και  ομοίωσιν ανθρώπινου χαρακτήρα με υλιστικά συστήματα και σύμβολα της εικόνας του χοϊκού και  όχι του επουράνιου, δεν  αποπροσανατολίζονται από τον  καθολικό τους προορισμό; Διότι «ενώ γνώρισαν τον Θεό μέσα από τη δημιουργία, ούτε τον δόξασαν ούτε τον ευχαρίστησαν ως Θεό. Αντίθετα, η σκέψη τους ακολούθησε λαθεμένο δρόμο, και η ασύνετη καρδιά τους βυθίστηκε στο σκοτάδι της πλάνης. Έτσι, ενώ θριαμβολογούσαν για τη σοφία τους, κατάντησαν ανόητοι, ως το σημείο, αντί για το Δημιουργό αθάνατο Θεό, να προσκυνούν είδωλα που παρασταίνουν θνητούς ανθρώπους, πουλιά, τετράποδα ζώα και ερπετά»(Ρωμ. 1, 21-23).
Η αληθινή παιδεία ως θεανθρώπινη και  ευαγγελική φωτίζει τον άνθρωπο με το θείο φως της χάριτος και  τον  καθοδηγεί σε καθετί αθάνατο και αιώνιο. Αποστρέφεται την αμαρτία και την  αμαρτωλότητα, νικά κάθε θάνατο και κάνει τον  άνθρωπο άπειρο και  αθάνατο.
            Από τους διδασκάλους και παιδαγωγούς ο λαός ζητά κυρίως την  αγιότητα. Από όπου αυτή απουσιάζει, εκεί δεν υπάρχει ούτε παιδεία. Αυτή η αίσθηση και αντίληψη για την πραγματική παιδεία, ως δείγμα αγιότητας και  φωτισμού από το φως του Χριστού, ήταν η συνείδηση του ορθόδοξου λαού. Με  αυτό πέρασε τις δύσκολες ημέρες της δουλείας και δεν πρόδωσε τα ιδανικά του. Τα ιδανικά αυτά, τα οποία κρατούσαν τη φυλή, ήσαν απαύγασμα, δηλ. ακτινοβολία, των φωτισμένων προγόνων μας, που η πίστη τους στον Χριστό ήταν η κύρια φροντίδα τους· οτιδήποτε άλλο ερχόταν σε δεύτερη μοίρα.
Γι’ αυτό το λόγο και η παιδεία τους, και τα ήθη, και τα ιδανικά τους, ήσαν σύμφωνα με τον Θεό και για τον Θεό, όλος δε ο στόχος και ο σκοπός τους στρεφόταν γύρω από το θείο θέλημα, ενώ το  σύνθημά τους ήταν «ο Κύριος είναι ο φωτισμός μου και ο Σωτήρας μου, ο Κύριος είναι ο υπερασπιστής της ζωής μου» (Ψαλμ. 26, 1). Ο πρώτος και  κύριος σκοπός τους ήταν η σωτηρία τους από την αμαρτία, τον θάνατο και το διάβολο. Ακριβώς δε αυτό είναι το αποτέλεσμα της πραγματικής παιδείας την οποίαν ο Θεάνθρωπος Κύριος μάς παρέδωσε με τους Αποστόλους και τους αγίους ασκητές. Η πρώτη φράση, όταν αρχίζουμε την προσευχή μας είναι η επίκληση των αγίων μας πατέρων, των πραγματικών μας φωτιστών. «Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς».
Μέσα στους ναούς, όπου κι’ αν σταθούμε, τις μορφές των «αγίων πατέρων μας» βλέπουμε και σ’ αυτούς απευθυνόμαστε, για να μας βοηθήσουν. Αυτοί, επειδή βρίσκονται στους ουρανούς και στέκονται  μπροστά στην μεγαλοσύνη του Θεού, μπορούν να τον ικετεύσουν και για μας, ώστε να μην απομακρυνθεί από το νου και την  καρδιά μας το Πανάγιο Πνεύμα, και έτσι να μη βρει θέση ο πονηρός να μας παρασύρει στα έργα του θανάτου. Όταν παρασυρθούμε από τα κακά παραδείγματα των ανθρώπων αυτού του αιώνα, οι οποίοι «δεν σκέφτονται αυτά που θέλει ο Θεός αλλά αυτά που θέλει ο κόσμος που βρίσκεται στην εξουσία του διαβόλου» (πρβλ. Α΄ Ἰω. 5, 19) και εγκαταλείψουμε την θεανθρώπινη και ευαγγελική μας παιδεία και αγωγή, τότε τα αποτελέσματα της αμαρτίας, ο θάνατος και τα μόριά του, θα  μας μεταβάλουν σε  «ευγενή» αλλά πονηρότατα ανθρωπόμορφα θηρία.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι ο αγιασμός μας, ο φωτισμός μας και  η παιδεία μας. Αυτός έχει περπατήσει όλο το  δρόμο της ανθρώπινης ζωής και έκανε κατορθωτό το έργο του αγιασμού και φωτισμού του ανθρώπου με την  αιώνια αλήθεια και αιώνια ζωή. Εάν κάποιος στο δρόμο της ζωής του βρεθεί σε δύσκολη θέση στο τί θα κάνει, ας στρέψει το  νου του στον Κύριό μας και ας ρωτήσει τον εαυτό του: «Αυτό το πράγμα θα το  έκανε εκείνος»; Αν ναι, τότε ας το κάνει και αυτός. Εάν όμως δεν θα το έκανε εκείνος, ούτε αυτός να το κάνει. Έτσι μεταφέρει κοντά του και μπροστά στα μάτια του  το  πρότυπό μας ως ζωντανό διδάσκαλο και καθοδηγητή.
[Συνεχίζεται
πηγή

Ο Άγιος μάρτυς Ερμείας


Στις 31 Μαΐου γιορτάζει ένας πολύ γενναίος αξιωματικός του Ρωμαϊκού στρατού. Χριστιανός. Ο Ερμείας. Ο άνθρωπος του Ερμή. Ήταν στα Κόμανα της Καππα­δοκίας. Τον 1ο  μ.Χ. αιώνα, λένε οι ιστορικοί, η Καππαδοκία είχε τελείως εξελληνιστεί, ένεκα του Μεγάλου ’Αλεξάνδρου. Γι’ αυτό και από εκεί μεγά­λοι Ιεράρχες, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Γρηγόριος ο Νανζιανζηνός και Θεολόγος και τόσοι άλλοι. Και μέχρι σήμερα η Καππαδοκία φιλο­ξενεί κρυπτοχριστιανούς αμέτρητους. Κι ας γίνει κάτι με την Τουρκία, να δείτε πόσοι χριστιανοί θα ξεπεταχθούν και πόσοι θα φανούν πια ότι είναι γενναία παλληκάρια του Χριστού, που ήταν στον Σταυρό του Κρυφού Σχολειού και του κρυπτοχριστιανισμού.
Εκεί, λοιπόν, ήταν στρατιώτης ο Ερμείας. Και ομολογούσε την ιδιότητά του σ’ όλους. Αλλά ήταν τόσο γενναίος, τόσο ευγενικός, τόσο υπέροχος, που κανείς δεν μπορούσε να του βάλει χέρι. Κι όταν γέρασε, πια, και λευκάνθηκαν τα μαλλιά του, και τότε ομολογούσε με περισσότερη, έτσι, πίστη, την αγάπη του στον Χριστό. Και κάποιος ανόητος εκεί, στα χρό­νια του Αντωνίνου, του ευσεβούς, 161 μ.Χ., στο 2ο  αιώνα, ονόματι Σεβαστιανός ανθύπατος, συνέλαβε τον Ερμεία. Και τον οδήγησε στο μαρτύριο κατευ­θείαν. Και του είπε: «Τόσα χρόνια, βρε, μας βασα­νίζεις με την πίστη σου και τη ζωή σου. Δεν μπορούμε να σε βλέπομε. Είσαι βαρύς και βλεπόμενος.»
ermart1
Και άρχισαν τα βασανιστήρια. Και λέει το Συναξάριο του έσπασαν τα σαγόνια, του έγδαραν το δέρμα, του ξερίζωσαν τα δόντια, τον ρίξαν σε καμί­νι, σώζεται θαυματουργικώς, πίνει δηλητήριο, δεν παθαίνει τίποτα, κι αυτός που του ’δωσε το δηλητήριο, ο ειδωλολάτρης, μόλις είδε το θαΰμα, επίστεψε, και του ’κοψε ο ανθύπατος τον λαιμό κι έγινε μάρτυς, νέα βασανιστήρια, να μη σάς τα λέω, τα γρά­φει, τα ’χω εδώ, τα λέει και το Συναξάριο, να τ’ αφήσουμε, και στο τέλος πια, αφού τον έκανε μια πληγή, τον κρέμασαν κατακέφαλα επί τρεις ημέρες, μήπως βάλει μυαλό. Και στο τέλος εκείνος, με θαυ­μαστή γαλήνη και υπομονή, άντεχε όλους τους δριμύτατους και φοβερότατους πόνους, με τη χάρη του Χριστού. Και αφού εξευτέλισε και τον ανθύπατο και τα είδωλα και τα ψέματα και τα πάντα και τα βασα­νιστήρια, του απέκοψαν την τιμία κεφαλή και ανέβη­κε στον παράδεισο.
Σήμερα δεν έχομε διωγμούς, μ’ αυτό τον τρόπο, άλλα έχουμε τις ανίατες ασθένειες. Που λειτουργούν, όπως λειτουργούσαν οι Νέρωνες και οι Καλιγούλες και οι υπόλοιποι. Γι’ αυτό και σήμερα γεμίζει ο παράδεισος με τους νεομάρτυρες των ανιάτων ασθε­νειών. Να πούμε ότι είναι Κάι ευλογία αυτό; Είναι και ευλογία αυτό. Γιατί μ’ όλα αυτά ο Χριστός μάς ετοιμάζει για τον παράδεισο και για τη Βασιλεία Του.
( Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης, Εαρινό Συναξάρι, τ. Β΄, σ. 169-171)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...