Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιουλίου 02, 2014

Χωρὶς ναούς; «Εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς» (Ἑβρ. 9,6-7) +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος



«Ἐγενόμην ἐν Πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ καὶ ἤκουσα φωνὴν ὀπίσω μου μεγάλην ὡς σάλπιγγος» (Ἀπ. 1,10)
Περίοδος Δ΄ - Ἔτος ΙΘ΄ Φλώρινα - ἀριθμ. φύλλου 8792
Κατάθεσις τῆς ἐσθῆτος τῆς Θεοτόκου Τετάρτη 2 Ἰουλίου 2014 (2002)
Συντάκτης (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης

                       Χωρὶς ναούς;

«Εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς» (Ἑβρ. 9,6-7)


Σ
ΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζουμε τὴν κα τάθεσι τῆς τιμίας ἐσθῆτος τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τῇ ἁγίᾳ σορῷ». Tί σημαίνει αὐ τό; Ὅτι σὰν σήμερα τὸ ἱερὸ ἔνδυμα, ποὺ φο ροῦ- σε ἡ Παναγία ὅταν ἦταν στὴ γῆ, τοποθετήθη κε μὲ τιμὴ μέσα σὲ εἰδικὴ θή κη, γιὰ νὰ φυ λάσσεται ἐκεῖ καὶ νὰ προσ κυνῆ ται. Πότε συν έβη αὐτό; Ἐπὶ Λέ οντος τοῦ Μεγάλου(457-474 μ.X.). Ποῦ; Στὸ Βυζάντιο, στὸ ναὸ τῆς Θε ο τόκου τῶν Βλαχερ νῶν στὴν Κων σταν τινού πολι. Καὶ πῶς βρέ θηκε ἐκεῖ τὸ φόρεμα τῆς Θε οτόκου ἀπὸ τὴν Πα λαιστίνη; Δυὸ ἀδέρφια, ἀξιωματοῦχοι ἀπὸ τὴν Kων σταν τινού πολι, ὁ Γάλβιος καὶ ὁ Κάν δι δος, εἶχαν πάει στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ προσ κυ νή σουν, κ᾿ ἐκεῖ, κοντὰ στὴ Γαλιλαία στὸ σπίτι μιᾶς γριᾶς Ἑβραίας, εἶδαν νὰ φυ λάσσεται τὸ φόρεμα τῆς Παναγίας. Βρῆκαν λοι πὸν τρόπο, ἔκλεψαν τὸν πολύτιμο θησαυ ρό, τὸν ἔφεραν στὴν Πόλι καὶ ἔκτισαν πρὸς τι μήν του ἕνα ναό. Ἀργό τερα ὅμως τὸν παρέδωσαν στὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος τὸν το πο θέτησε στὸν δικό του ναὸ τῶν Βλαχερνῶν ὅπως εἴπαμε.
Tὸ ἱστορικὸ αὐτό, σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ τὸν ση μερινὸ ἀπόστολο, μᾶς δίνει ἀφορμὴ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ἀνέγερσι τῶν ἱερῶν ναῶν.
Παρακαλῶ προσέξτε.
* * *
Δὲν ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, λαὸς ἄθρησκος. Κ᾿ ἐκεῖ ἀκόμη ποὺ ἔχουν ἀθεΐα καὶ καταδιώκουν τὴ θρησκεία, ναί, κ᾿ ἐκεῖ ὑ πάρχει λαὸς ποὺ πιστεύει στὸ Θεὸ καὶ τὸν λατρεύει σὲ μέ ρη ποὺ δὲν φτάνει ἡ ἀστυνομικὴ παρακολούθησις. ⃝ Ὅλοι οἱ λαοὶ τοῦ κόσμου θρησκεύουν, ἄλλος περισσότερο ἄλλος λιγώτερο. Ἀλλ᾿ ἀνάμεσα σὲ ὅλους ὑπάρχει κ᾿ ἕνας λαός, ποὺ ἦ ταν πέρα γιὰ πέρα λαὸς θρησκευτικός. Εἶνε ὁ Ἑβραϊκὸς λα ός. Αὐτὸς εἶχε τὸ προνόμιο νὰ πιστεύῃ στὸν ἀ ληθινὸ Θεό, καὶ εἶχε διοργανώσει τὴν ἀτομική, οἰκογενειακή, κοινωνικὴ καὶ ἐθνικὴ ζωή του σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἀποτε λοῦ σε κράτος θεοκρατικό. Ὁ Θεὸς βασίλευε ἀ- νάμεσά τους. Καὶ τὸν λάτρευαν ὄχι μόνο τὸ Σάββατο, ἀλλὰ ὅλες τὶς ἡμέρες, προσ φέρον τας θυσίες. Ποῦ λάτρευαν τὸ Θεό; Ὅταν ἦταν σκλάβοι στοὺς Αἰγυπτίους, οἱ τύραννοί τους δὲν τοὺς ἄφηναν νὰ χτίσουν δικό τους ναό. Τὸ Θεὸ τὸν λάτρευαν τότε μέσα στὰ σπίτια τους καὶ στὶς καρδιές τους. Ἀλλ᾽ ὅταν ὁ Θεὸς μὲ τὸ Μωυσῆ τοὺς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴν αἰγυπτια κὴ τυραννία, οἱ Ἑβραῖοι ξεκίνησαν γιὰ τὴν ἀγαπη μένη τους πατρίδα. Ἐλεύθεροι πλέον τότε λά τρευαν τὸ Θεό. Ποῦ; Ὑποχρεωμένοι κάθε μέρα νὰ βαδίζουν, δὲν μποροῦσαν νὰ χτίσουν ναό. Ὁ Θεὸς τότε τοὺς διέταξε νὰ κάνουν ἕνα ναὸ κινητό, ποὺ μποροῦσαν νὰ τὸν λύνουν καὶ νὰ τὸν στήνουν ὅπου ἤθελαν. Καὶ τὸν ἔκαναν. Ὁ ναὸς κατασκευάστηκε ἀπὸ σανίδες, δέρματα ζῴων καὶ πολυτελῆ ὑφάσματα. Ὁ ναὸς αὐτὸς ὠνομαζόταν σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου.
Ἀλλὰ τί σκηνή! Ὅσο καιρὸ ὁ Ἑβραϊκὸς λα ὸς περιπλανόταν στὴν ἔρημο, σκηνὲς (τσαν τίρια) ἦταν οἱ κατοικίες τους. Ἀνάμεσα ὅμως σ᾽ αὐ τὲς ἦταν καὶ μιὰ σκηνὴ ποὺ ξεχώριζε ἀπ᾽ ὅλες τὶς ἄλλες· ἦταν ἡ σκηνὴ - κινητὸς ναὸς τῶν Ἑ βραίων. Οἱ παλαιότεροι θὰ θυμᾶστε, ὅτι σὲ και-  ρὸ πολέμου πάνω στὰ ψηλὰ βουνά, ποὺ δὲν ὑ πῆρχαν ἐκκλησίες, ὁ στρατιωτικὸς ἱερεὺς ἔ στηνε ἕνα πρόχειρο θυσιαστήριο καὶ πάνω σ᾽ αὐτὸ τελοῦσε τὴ θεία λειτουργία. Ἔτσι λάτρευ αν καὶ οἱ Ἑβραῖοι στὰ χρόνια ποὺ περιπλανιόν ταν στὴν ἔρημο. Εἶχαν τὴ σκηνή. Καὶ μέσα σ᾽ αὐτὴν φύλαγαν τὰ πιὸ ἱερὰ πρά γματα τῆς θρησκείας τους.
2
Ἡ σκηνὴ χωριζόταν σὲ δυὸ μέρη μὲ παραπέτασμα, μὲ μεγάλη χοντρὴ κουρτίνα. Τὸ πρῶ το μέρος λεγόταν ἅγια. Σ᾽ αὐτὸ κάθε μέρα ἔμ παιναν οἱ ἱερεῖς καὶ προσέφεραν θυσίες. Τὸ δεύτερο μέρος λεγόταν ἅγια ἁγίων. Σ᾽ αὐτὸ μιὰ φορὰ τὸ χρόνο ἔμπαινε μόνο ὁ ἀρχιερεὺς καὶ προσέφερε θυσία ζητώντας συγχώρησι γιὰ τὰ ἁμαρτήματα τὰ δικά του καὶ τοῦ λαοῦ. Σ᾽ αὐτὴ τὴ σκηνὴ ὁ Ἑβραϊκὸς λαὸς λάτρευε τὸν ἀληθινὸ Θεό.
⃝ Ὅταν ὅμως ἐγκαταστάθηκαν στὴν πατρίδα τους καὶ ὕστερα ἀπὸ περιπέτειες καὶ ἀγῶνες κατώρθωσαν νὰ γίνουν ἰσχυρὸ βασίλειο, τὸ πιὸ ἰσχυρὸ τῆς Ἀνατολῆς, μιὰ ἐπιθυμία τοὺς κυρί ευσε· νὰ χτίσουν στὰ Ἰεροσόλυμα, στὴν πρωτεύ ουσά τους, ναό. Ναό, ποὺ νά ᾽νε τὸ πιὸ μεγάλο κτήριο, τρανὸ δεῖγμα τῆς ἑβρα ϊκῆς δόξης καὶ δυνάμεως, κέντρο ἐθνικὸ καὶ θρησκευτικό.
Καὶ ἔχτισαν ναό. Τὸν ἔχτισε ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἔνδοξους βασιλιᾶδες τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Σολο- μῶν, γυιὸς τοῦ Δαυΐδ. Γι᾽ αὐτὸ ὠνομάστηκε να- ὸς τοῦ Σολομῶντος. Τὸ ναὸ αὐτὸ τὸν θαύμαζε ὅλος ὁ κόσμος. Ἦταν χτισμένος μὲ πέτρες πε λε κητές, μὲ μάρμαρα πολύχρωμα, μὲ ξυλεία σπάνια. Οἱ τοῖχοι καὶ ἡ ὀροφὴ ντυμένα μὲ χρυ σάφι. Τὸ σχέδιο τοῦ ναοῦ αὐτοῦ δὲν δι έφερε ἀπὸ τὸ σχέδιο τῆς σκηνῆς· ὅπως ἡ σκη νὴ ἔτσι καὶ ὁ ναὸς χωριζόταν σὲ δυὸ μέρη. Τὰ ἐγκαίνιά του ἔγιναν μὲ μεγάλη ἐπισημότητα, ἡ χα ρὰ τοῦ λαοῦ ἦταν ἀφάνταστη.
Μέσα στὸ ναὸ αὐτὸν 400 χρόνια οἱ Ἑβραῖοι λάτρευαν τὸ Θεό. Ἀλλ᾽ ὅταν ἁμάρτησαν, τότε ἦρθε ἡ συμφορά. Ἕνας ἀσεβὴς βασιλιᾶς, ὁ Να βουχοδονόσορ, ἦρθε ἀπὸ τὴ Βαβυλῶνα μὲ πολὺ στρατό, νίκησε τοὺς Ἰουδαίους, κυρίευ σε τὰ Ἰεροσόλυμα, γκρέμισε τὸ ναὸ τοῦ Σολο μῶντος, καὶ πῆρε αἰχμαλώτους στὴ Βαβυλῶ- να χιλιάδες λαό. Ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια οἱ αἰχμάλωτοι γύρισαν πάλι πίσω καὶ ἄρχισαν νὰ χτίζουν σπίτια. Μὰ ναὸ δὲν εἶχαν.
–Ντροπή σας, τοὺς εἶπε τότε ὁ προφήτης Ἀγ γαῖ ος, νὰ χτίζετε ὄμορφα σπίτια, καὶ ναὸ νὰ μὴν ἔχετε!…
⃝ Ἔτσι παρακινήθηκαν νὰ χτίσουν ναὸ μὲ πρωτοστάτη τὸν Ζοροβάβελ. Μὲ πολλὲς δυσ- κολίες καὶ ἐμπόδια τὸν ἔχτισαν. Λαμπρὸς ἦ ταν κι αὐτὸς ὁ ναὸς τοῦ Ζοροβάβελ, ἀλλὰ πο λὺ κατώτερος ἀπὸ τὸν πρῶτο. Γι᾽ αὐτὸ οἱ γεροντότεροι, ποὺ εἶχαν δεῖ μικρὰ παιδιὰ τὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος, ἔκαναν σύγκρισι, ἔβλεπαν τὴ διαφορά, συγκινοῦνταν καὶ ἔκλαιγαν.
Μέσα στὸν καινούργιο αὐτὸ ναὸ 500 χρόνια οἱ Ἑβραῖοι λάτρευαν τὸ Θεό. Ἀλλὰ ἦρθε καὶ πάλι ἡ συμφορά. Ἐχθροὶ τοὺς κυρίευσαν καὶ γκρέμισαν καὶ τὸ ναὸ αὐτόν.
⃝ Τέλος πάνω στὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ τοῦ Ζορο βάβελ ὁ Ἡρῴδης ὁ Μέγας ἔχτισε καινούργιο ναό, στολισμένο μὲ μάρμαρα καὶ χρυσάφι. Σ᾽ αὐτὸ τὸ ναὸ τοῦ Ἡρῴδη πῆγε ἡ Παναγία τὸ Χριστὸ ὅταν ἦταν 12 ἐτῶν. Στὸ προαύλιο αὐ τοῦ τοῦ ναοῦ πολλὲς φορὲς στάθηκε ὁ Χριστὸς καὶ κήρυξε. Καὶ προφήτευσε, ὅτι ὁ ναὸς αὐτὸς θὰ καταστραφῇ καὶ δὲν θὰ μείνῃ λιθάρι πάνω στὸ λιθάρι(βλ. Ματθ. 24,2). Ἡ προφητεία τοῦ Χριστοῦ ἐκπληρώθηκε. Τριάντα χρόνια μετὰ τὴ σταύρωσί του ἦρθαν οἱ ῾Ρωμαῖοι, κυρίευσαν τὰ Ἰεροσόλυμα, ἔβαλαν φωτιά, γκρέμισαν τὸ ναό, σκότωσαν, σταύρωσαν χιλιάδες. Οἱ Ἑβραῖοι, ἂν καὶ πέρασαν ἀπὸ τότε 1900 χρόνια, δὲν κατώρθωσαν νὰ χτίστουν ἄλλο ναό. Κάθε Σάββατο εὐσεβεῖς Ἑβραῖοι πηγαίνουν καὶ κλαῖνε σὲ κάτι λιθάρια - ἀγκωνάρια, ποὺ ἔμειναν ἀπὸ τὸ ναὸ ἐκεῖνο.
* * *
Τί μᾶς διδάσκουν, ἀγαπητοί μου, ὅλα αὐτά; Πρῶτον, ὅτι τὸ νὰ χτίζουμε καὶ νὰ ἔχουμε ναὸ εἶνε ἔργο θεάρεστο. Τὸ διατάζει ὁ Θεός. Αὐ τὸς εἶπε καὶ ἔγινε ἡ πρώτη σκηνή, ἡ σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου· αὐτὸς εὐλόγησε νὰ γίνῃ ὁ να ὸς τοῦ Σολομῶντος· ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅ ταν ἦρθε στὸν κόσμο, πῆγε στὸ ναό, προσ κύνησε καὶ προσευχήθηκε σὰν ἄνθρωπος. Ὅλοι οἱ χρι στιανικοὶ λαοὶ ἔχουν τοὺς ναούς τους· μό νο οἱ χιλιασταὶ δὲν ἔχουν ναούς, δὲν θέλουν νὰ πατήσουν σὲ ναό, δὲν κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ.
Τὸ δεύτερο ποὺ διδασκόμαστε εἶνε, ὅτι δὲν φτάνει νὰ χτίζουμε καὶ νὰ ἔχουμε ναούς. Χρει άζεται καὶ κάτι ἄλλο, πιὸ σπουδαῖο καὶ ἀπαραί τητο. Ἅμα ἀκοῦμε τὴν καμπάνα, ἡ καρδιά μας νὰ συγκινῆται. Νὰ λέμε· Μὲ καλεῖ ὁ Θεός! Νὰ πηγαίνουμε ὅλοι μὲ προθυμία στὴν ἐκκλησία. Νὰ στεκώκαστε μὲ εὐλάβεια. Ν᾽ ἀκοῦμε μὲ προσοχὴ τὴ θεία λειτουργία. Νὰ προσευχώμαστε μὲ κατάνυξι καὶ δάκρυα. Νὰ κοινωνοῦμε μὲ φό βο Θεοῦ, πίστι καὶ ἀγάπη τὰ ἄχραντα μυστήρια, καὶ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὰ κάνουμε αὐτά; Τότε λατρεύουμε τὸ Θεό, τὸν λατρεύουμε ὅπως θέλει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸν λατρεύουμε «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ»(Ἰω. 4,23-24), καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ θὰ εἶνε μαζί μας. Ἀλλ᾽ ἂν κάνουμε τ᾽ ἀντίθετα; Ἂν τὶς Κυριακὲς γεμί ζουμε τὰ καφφενεῖα καὶ τὰ κέντρα τῶν διασκε- δάσεων καὶ τὰ γήπεδα, καὶ τὶς ἐκκλησίες τὶς ἀ φήνουμε ἔρημες, ἢ καμμιὰ φορὰ πᾶμε μέν, ἀλ λὰ τὸ μυαλό μας δὲν εἶνε στὸ Θεό, καὶ κουβεν τιάζουμε καὶ ἁμαρτάνουμε μέσα κ᾽ ἔξω ἀπὸ τὸ ναό, καὶ ζοῦμε σὰν εἰδωλολάτρες καὶ ἀντίχρι- στοι, ὤ τότε ἀλλοίμονό μας! Ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ σπίτια καὶ ἐκκλησίες γκρεμίζον ται, καὶ οἱ λαοὶ τιμωροῦνται γιὰ τὴν ἀπιστία καὶ τὴν ἀσέβειά τους.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


(Ὁμιλία ληφθεῖσα ἀπὸ τὴν Α΄ ἔκδοσι τοῦ βιβλίου Ἀπόστολος, Ἀθῆναι 1973. Μικρὰ ἀναπλήρωσις καὶ προσαρμογὴ 2-7-2002. Ἐπανέκδοσις 16-6-2014)

Το Ευαγγέλιο της Εορτής της Καταθέσεως της Τιμίας Έσθητος της Υπεραγίας Θεοτόκου

                                                  
Λουκ. 1,39Ἀναστᾶσα δὲ Μαριὰμ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς εἰς πόλιν Ἰούδα,
Λουκ. 1,39Ανεχώρησε δε η Μαριάμ κατά τας ημέρας αυτάς, αμέσως μετά τον ευαγγελισμόν της, και επήγε γρήγορα εις την ορεινήν περιοχήν της Ιουδαίας, εις κάποιαν πόλιν της φυλής Ιούδα.
Λουκ. 1,40καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου καὶ ἠσπάσατο τὴν Ἐλισάβετ.
Λουκ. 1,40Και εισήλθε στο σπίτι του Ζαχαρίου και εχαιρέτησε την Ελισάβετ.
Λουκ. 1,41καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ
Λουκ. 1,41Και αμέσως μόλις ήκουσεν η Ελισάβετ τον χαιρετισμόν της Μαρίας, συνέβη τούτο το Θαυμαστόν· εσκίρτησε το βρέφος εις την κοιλίαν της. Και εγέμισε από Πνεύμα Αγιον η Ελισάβετ.
Λουκ. 1,42καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου.
Λουκ. 1,42Και από την πολλήν χαράν της εφώναξε με μεγάλην φωνήν και με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος είπε· “συ είσαι από τον Θεόν η ασυγκρίτως περισσότερον ευλογημένη μεταξύ όλων των γυναικών και ευλογημένος είναι ο καρπός της κοιλίας σου.
Λουκ. 1,43καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;
Λουκ. 1,43Και πως μου έγινε η μεγάλη αυτή τιμή να έλθη εις επίσκεψίν μου η μητέρα του Κυρίου μου;
Λουκ. 1,44ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου.
Λουκ. 1,44Εκατάλαβα ότι είσαι μητέρα του Κυρίου μου, διότι ιδού μόλις έφθασεν εις τα αυτιά μου η φωνή του χαιρετισμού σου, εσκίρτησε με αγαλλίασιν το βρέφος μέσα εις την κοιλίαν μου.
Λουκ. 1,45καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου.
Λουκ. 1,45Και μακαρία είσαι συ, η οποία επίστευσες, ότι θα λάβουν πλήρη και τελείαν πραγματοποίησιν όσα δια του αγγέλου σου έχει είπει ο Κυριος”.
Λουκ. 1,46Καὶ εἶπε Μαριάμ. Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον
Λουκ. 1,46Και είπεν η Μαριάμ· “Υμνεί και δοξάζει η ψυχή μου τον Κυριον.
Λουκ. 1,47καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου,
Λουκ. 1,47Και εγέμισε από αγαλλίασιν το πνεύμα μου δια τον Θεόν, τον Σωτήρα εμού και όλου του ανθρωπίνου γένους.
Λουκ. 1,48ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί.
Λουκ. 1,48Υμνολογεί η ψυχή μου τον Κυριον, διότι έρριψε το στοργικόν του βλέμμα εις την ταπεινήν και άσημον δούλην του. Και ιδού ότι από τώρα θα με μακαρίζουν όλαι αι γενεαί.
Λουκ. 1,49ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ,
Λουκ. 1,49Διότι έκαμε μεγάλα και θαυμαστά έργα εις εμέ ο παντοδύναμος Κυριος, του οποίου το όνομα είναι άγιον.
Λουκ. 1,56Ἔμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
Λουκ. 1,56Εμεινε δε η Μαριάμ μαζή με την Ελισάβετ τρεις περίπου μήνας και επέστρεψε κατόπιν εις την οικίαν της.

Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου

Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου
Χιτὼν μὲν Υἱοῦ Χριστοφρουροῖς δημίοις.
Ἐσθὴς δὲ Μητρὸς χριστοφρουρήτῳ πόλει.
Δευτερίῃ κατέθεντο σορῷ Ἐσθῆτα Πανάγνου.
Βιογραφία
Στο ναό των Βλαχερνών, που είχε κτίσει η βασίλισσα Πουλχερία, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και σύζυγος του αυτοκράτορα Μαρκιανού (451 - 457 μ.Χ.), είχαν κατατεθεί τα σπάργανα (εντάφια) της Θεοτόκου, τα όποια είχαν σταλεί από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιουβενάλιο (βλέπε ίδια ημέρα). Όταν δε ήταν αυτοκράτορας ο Λέων Α' ο Θράξ (457 - 474 μ.Χ.), οι πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδος έφεραν από τα Ιεροσόλυμα και την τίμια εσθήτα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο Λέων την παρέλαβε και την κατέθεσε στο ναό των Βλαχερνών, μέσα σε χρυσή λάρνακα.

Η εσθήτα αυτή υπήρχε μέσα στο ναό των Βλαχερνών μέχρι το έτος 820 μ.Χ. Αλλά ο ναός αυτός το 1070 μ.Χ. κάηκε και κατόπιν, αφού ανοικοδομήθηκε, από απροσεξία ξανακάηκε στις 19 Ιανουαρίου του 1434 μ.Χ. Βέβαια, πάντα τα τίμια αντικείμενα της Υπεραγίας Θεοτόκου γίνονται αφορμή στους αγωνιζόμενους χριστιανούς να μιμηθούν την αρετή της. Και όπως, λοιπόν, αυτή «διετήρει πάντα τὰ ρήματα (τοῦ Κυρίου) ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκά, θ' 51.), διατηρούσε, δηλαδή, τα λόγια του Υιού της βαθειά χαραγμένα στην καρδιά της, έτσι ας κάνουμε κι εμείς.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Θεοτόκε ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Ζώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα, ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις καινοτομεῖται καὶ χρόνος, διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον ἔνδυμα, τῶν οίκτιρμῶν σου, καὶ ἱμάτιον ἀθανασίας, τὴν ἁγίαν σου Ἐσθῆτα καὶ ἄφθαρτον, τῇ κληρουχίᾳ σου Κόρη δεδώρησαι, εἰς περιποίησιν πάντων καὶ σύναψιν. Ὅθεν Ἄχραντε, τὴν θείαν αὐτῆς κατάθεσιν, τιμῶντες εὐσεβῶς σὲ μεγαλύνομεν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθείς.
Περιβολὴν πᾶσι πιστοῖς ἀφθαρσίας, θεοχαρίτωτε Ἁγνὴ ἐδωρήσω, τὴν Ἱερὰν Ἐσθῆτά σου, μεθ᾽ ἧς τὸ ἱερόν, σῶμά σου ἐσκέπασας, σκέπη πάντων ἀνθρώπων, ἧς περ τὴν κατάθεσιν, ἑορτάζομεν πόθῳ, καὶ ἐκβοῶμεν φόβῳ σοι σεμνή· Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα.

Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Οἱ τῶν θαυμάτων ποταμοὶ Θεοτόκε, ἐκ τῆς πανσέπτου σου σοροῦ προερχόμενοι, ὡς ἐξ Ἐδὲμ ποτίζουσι τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, χάριτας προχέοντες, τοῖς πιστῶς σε τιμῶσιν· ὅθεν ἀνυμνοῦμέν σε, καὶ σεπτῶς εὐφημοῦμεν, καὶ εὐχαρίστως κράζομεν ἀεί· Χαῖρε ἡ μόνη, ἐλπὶς τῶν ὑμνούντων σε.

Ὁ Οἶκος
Τὴν καθαρὰν καὶ ἀληθῆ σκηνὴν τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὴν ἔμψυχον νεφέλην, καὶ στάμνον τὴν τοῦ Μάννα, τὴν Θεοτόκον Μαριάμ, πάντες οἱ σωθέντες διὰ τοῦ τόκου αὐτῆς ἐν πίστει μακαρίσωμεν, καὶ τὴν σεπτήν, Ἐσθῆτα προσπτυξώμεθα, ᾗπερ τὸν Δεσπότην περισχοῦσα, ὡς βρέφος ἐβάστασε φορέσαντα σάρκα, δι' ἧσπερ τῶν βροτῶν ἡ φύσις ἐπήρθη πρὸς μετάρσιον ζωὴν καὶ βασιλείαν· ὅθεν γεγηθότες, κραυγάζομεν μεγαλοφώνως· Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα. 

Μεγαλυνάριον
Τῆς ἀθανασίας τὸν χορηγόν, τέξασα Παρθένε, ἠθανάτισας τὸν Ἀδάμ· τοῦτο γοῦν δηλοῦσα, ἡ ἄφθαρτος Ἐσθής σου, φθορᾶς παθῶν λυτροῦται, τοὺς προσπελάζοντας.


Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς


Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς

Βιογραφία
Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στις 4 Ιουνίου του 1896 μ.Χ. στο χωριό Αντάμοβκα της επαρχίας Χαρκώβ της Νότιας Ρωσίας και το βαπτιστικό του όνομα ήταν Μιχαήλ. Ήταν απόγονος της αριστοκρατικής οικογένειας Μαξίμοβιτς που ένα μέλος της ανακηρύχτηκε Άγιος το 1916 μ.Χ. και είναι ο ιεράρχης Ιωάννης Μαξίμοβιτς Μητροπολίτης Τομπόλσκ, το λείψανό του οποίου παραμένει άφθαρτο μέχρι σήμερα στο Τομπόλσκ (βλέπε 10 Ιουνίου). Οι γονείς του ονομάζονταν Μπόρις και Γλαφύρα.

Κατά την παιδική του ηλικία ο Μιχαήλ ήταν φιλάσθενος και έτρωγε λίγο. Ήταν ήσυχο παιδί, πολύ ευγενικό και είχε βαθειά θρησκευτικότητα. Όταν έπαιζε, έντυνε τα στρατιωτάκια του μοναχούς, μάζευε εικόνες, θρησκευτικά βιβλία και του άρεσε να διαβάζει βίους Αγίων. Τα βράδια στεκόταν όρθιος για πολλή ώρα προσευχόμενος. Επειδή ήταν ο μεγαλύτερος από τα 5 αδέλφια του και γνώριζε καλά τους βίους των Αγίων, έγινε και ο πρώτος δάσκαλος τους στην πίστη. Ήταν πολύ αυστηρός με τον εαυτό του στην εφαρμογή των εκκλησιαστικών και εθνικών παραδόσεων. Μάλιστα, τόσο πολύ εντυπωσίασε με την χριστιανική του ζωή την παιδαγωγό του που ήταν Γαλλίδα και καθολική που βαπτίστηκε Ορθόδοξη.

Σε ηλικία 11 ετών οι γονείς του Μιχαήλ τον έστειλαν στην Στρατιωτική σχολή της Πολτάβα. Εκεί συνάντησε τον Επίσκοπο της Πολτάβα Θεοφάνη, έναν πολύ αγαπητό ιεράρχη, που επηρέασε πολύ τον Μιχαήλ. Σε μια στρατιωτική παρέλαση ενώ περνούσαν από τον Καθεδρικό Ναό ο μικρός Μιχαήλ (ήταν τότε 13 ετών) έκανε τον σταυρό του. Οι συμμαθητές του γέλασαν και τον κορόιδεψαν, ενώ οι καθηγητές του θέλησαν να τον τιμωρήσουν. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος όμως, που ήταν προστάτης της Σχολής, είπε να μην τιμωρηθεί ο δόκιμος Μιχαήλ γιατί με την πράξη του αυτή δηλώνει βαθειά και υγιή θρησκευτικά αισθήματα.

Το 1914 μ.Χ. αποφοίτησε από την Στρατιωτική σχολή και παρόλο που ο ίδιος ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή του Κιέβου, έκανε υπακοή στους γονείς του που ήθελαν να γίνει δικηγόρος και γράφτηκε στην Νομική σχολή.

Το 1921 μ.Χ. και αφού ξέσπασε στη Ρωσία εμφύλιος πόλεμος, φεύγει μαζί με την οικογένεια του και εγκαθιστάτε στην Γιουγκοσλαβία. Εκεί γράφετε στην Θεολογική σχολή του Βελιγραδίου ενώ παράλληλα πουλούσε εφημερίδες για να τα βγάζει πέρα.

Το 1924 μ.Χ. χειροτονήθηκε αναγνώστης στην Ρωσική Εκκλησία του Βελιγραδίου από τον Επίσκοπο Αντώνιο και το 1926 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκος και εκάρη μοναχός με τ' όνομα Ιωάννης στο Μοναστήρι του Μίλκοβ.

Λίγο χρόνια μετά, διορίστηκε στην Ιερατική σχολή στην πόλη Βιτόλ της Σερβίας και το 1934 μ.Χ. εκλέγετε Επίσκοπος Σαγκάης, παρόλο που ο ίδιος δεν ήθελε γιατί είχε πρόβλημα στην ομιλία του.

Όταν στις 21 Νοεμβρίου το 1934 μ.Χ. φτάνει στην Σαγκάη βρίσκει μονάχα μια μισοκτισμένη Εκκλησία και το ποίμνιο του διχασμένο από εθνικές έριδες. Αρχικά βοήθησε τους κατοίκους να ξεπεράσουν τα προβλήματα τους ώστε να ‘ρθει η ειρήνη και σιγά - σιγά οργάνωσε ορφανοτροφείο το οποίο αφιέρωσε στον Άγιο Τύχωνα του Ζαντόσκο που αγαπούσε τα παιδιά. Ξεκίνησε την προσπάθεια του με 8 παιδιά και στο τέλος κατάφερε να έχει 3.500.

Όταν ξέσπασε η Κομουνιστική Επανάσταση στην Σαγκάη, ο Άγιος Ιωάννης, πήρε τα παιδιά και τα μετέφερε στις Φιλιππίνες και από εκεί τα πήγε στην Αμερική και στην Αυστραλία.

Το 1951 μ.Χ. ο Άγιος Ιωάννης καταφεύγει στην Αμερική αλλά εκεί οι Επίσκοποι της Συνόδου αποφασίζουν να τον στέλνουν στην Επισκοπή του Παρισιού και των Βρυξελλών. Εκεί, εκτός των άλλων καθηκόντων του, ασχολήθηκε και με την συγγραφή των Βίων Αγίων που έζησαν πριν το Σχίσμα με αποτέλεσμα να γίνουν γνωστοί στην Ορθόδοξη Εκκλησία και να εορτάζονται ακόμα και σήμερα.

Στις 21 Νοεμβρίου του 1962 μ.Χ. επιστρέφει στην Αμερική και διορίζεται Επίσκοπος της Ρωσικής Εκκλησίας της διασποράς στο Σαν Φρανσίσκο.

Ο Άγιος Ιωάννης κοιμήθηκε στις 2 Ιουλίου του 1966 μ.Χ. Είχε πάει στο Σιάτλ μαζί με την θαυματουργική εικόνα της Παναγίας του Κούρση. Μόλις τελείωσε την Θεία Λειτουργία και αφού πέρασε 3 ώρες προσευχόμενος μέσα στο ιερό, πήγε στο δωμάτιο του να ξεκουραστεί. Κάθισε στην πολυθρόνα του και στις 4 παρά δέκα το απόγευμα κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο ήρεμα χωρίς πόνο. Ο Άγιος Ιωάννης προγνώριζε την ημέρα του θανάτου του και είχε προετοιμαστεί όπως οι μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Γι' αυτό και εκείνη την ημέρα του θανάτου του έστειλε ένα γράμμα, στέλνοντας για τελευταία φορά την ευλογία του στις μοναχές της Λέσνα στην Γαλλία που τόσο πολύ τον είχαν βοηθήσει και εξυπηρετήσει. Σχεδόν 24 ώρες αργότερα το σώμα του έφθασε στον Καθεδρικό Ναό του Σαν Φρανσίσκο που ο ίδιος είχε ολοκληρώσει. Τον προϋπάντησαν οι κληρικοί και έγινε ολονύχτια αγρυπνία που κράτησε 4 ώρες.

Μετά το τελευταίο ασπασμό έγινε 3 φορές η λιτάνευση του Ιερού λειψάνου του γύρω από τον Ναό. Το φέρετρο το βάσταζαν ορφανά που ο Άγιος είχε σώσει και μεγαλώσει στην Σαγκάη. Ένας Ιεράρχης παρομοίασε την λιτάνευση του Αγίου με την λιτάνευση του Επιταφίου του Χριστού την Μεγάλη Παρασκευή. Ετάφη στις 7 Ιουλίου το απόγευμα σ' ένα μικρό υπόγειο παρεκκλήσιο κάτω από το Ιερό.

Το φθινόπωρο του 1993 μ.Χ. η Σύνοδος των Επισκόπων της Αμερικής με υπεύθυνο τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο του Σαν Φρανσίσκο, άνοιξε τον τάφο του και βρήκαν το σώμα του άφθαρτο. Ένα χρόνο αργότερα, στις 2 Ιουλίου του 1994 μ.Χ. ανακηρύσσετε επίσημα Άγιος.

Επειδή ο Άγιος Ιωάννης ταξίδευε συχνά αεροπορικώς, θεωρείται προστάτης των ταξιδευόντων αεροπορικώς.

Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Ιωάννη Μαξίμοβιτς, αγγελόμορφε, ιεραρχών θεοφόρων και διδασκάλων σοφών εκλαμψάντων άρτι σάπφειρε πολύτιμε, ως Ορθόδοξων ασκητών καλλονήν και ποταμόν αστείρευτον θαυμασίων, σε ανυμνούντες ευχάς σου θερμάς προς Κύριον αιτούμεθα.

Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'. Τη Υπερμάχω.
Τον ταπεινόν, απλούν, φιλόθεον, φιλάρετον, σεμνόν, μακρόθυμον, πραυν και ευμπάθητον, ευφημήσωμεν Ορθόδοξον ιεράρχην, Ιωάννην τον Μαξίμοβιτς, μελίσμασιν ως θαυμάτων φρέαρ όντως ακεσώδυνον, πόθω κράζοντες, Χαίροις, χάριτος σκήνωμα.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις, ιεράρχα νεοφανές, μάκαρ Ιωάννη, ταπεινώσεως κορυφή, χαίροις, ο ανύσας ουρανοδρόμον άρτι πορείαν και θαυμάτων κρήνη γενόμενος.

Ο Άγιος Στέφανος ο Μέγας, βοεβόδας της Μολδαβίας


Η προσωπικότητα του αγίου Στεφάνου του Μεγάλου είναι χαραγμένη βαθύτατα στη συνείδηση των Ρουμάνων όλων των εποχών.
Ο Άγιος Στέφανος γεννήθηκε το 1439 και ο βοεβόδας πατέρας του Μπογδάν Β΄ τον έκανε συμμέτοχο στο θρόνο του το 1450, το δε 1451 ο βοεβόδας Μπογδάν δολοφονείται στο Δεουσένι από τον Πέτρο Ααρόν. Αργότερα ο Στέφανος χτίζει μια εκκλησία πάνω στον τόπο της εκτελέσεως του πατέρα του.
Το 1457 οι εκπρόσωποι του κλήρου, ένα μέρος των βογιάρων και οι επικεφαλείς του στρατού κηρύττουν ηγεμόνα τον Στέφανο, ο οποίος χρίζεται από τον μητροπολίτη Θεόκτιστο.
Για την ορθόδοξη πίστη και την ελευθερία της Μολδαβίας έδωσε πολλές μάχες με τους Τούρκους, Πολωνους, Τατάρους και Ούγγρους προκαλώντας το θαυμασμό όλων των λαών της Ευρώπης και του πάπα Σίξτου Δ΄, ο οποίος τον ονόμασε «αληθή αθλητή της χριστιανικής πίστεως» και υποσχέθηκε να τον βοηθήσει. Η βοήθεια αυτή, όμως, δεν ήλθε ποτέ!
Ο βοεβόδας Στέφανος είχε συνήθεια μετά από κάθε μάχη να χτίζει μοναστήρια και εκκλησίες, ο αριθμός των οποίων ανέρχεται σε πέραν των σαράντα. Έδωσε δε περισσότερες από τριαντατέσσερεις νικηφόρες μάχες.
Ήταν ταπεινός και χαρακτηριστικά έλεγε ότι ο Θεός κατατρόπωσε τους εχθρούς μας. Κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ισχυρό κράτος. Είχε επίσης τη συνήθεια μετά από τις νικηφόρες μάχες να κρατάει πολυήμερη αυστηρή νηστεία όχι μόνο αυτός αλλά και οι υπήκοοί του.
Λέγεται επίσης ότι πρίν από τη διεξαγωγή διαφόρων πολεμικών επιχειρήσεων συνήθιζε να παντρεύει εικοσιτέσσερα αγόρια και άλλα τόσα κορίτσια προικίζοντάς τους και δίνοντάς τους διάφορες τιμές και αξιώματα.
Ο Άγιος Στέφανος είναι ένας από τους μεγαλύτερους ευεργέτες του Αγίου Όρους μετά από την άλωση της Βασιλεύουσας. Πολλές μονές δέχτηκαν τη βοήθειά του, όπως η Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου η οποία ανακαινίστηκε εξολοκλήρου από αυτόν, η Ιερά Μονή Ζωγράφου της οποίας είναι ο δεύτερος μεγάλος κτίτορας και η Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου της οποίας έχτισε τον αρσανά (λιμάνι) στον οποίο σώζεται μια μαρμάρινη πλάκα στην οποία παριστάνεται ο άγιος Στέφανος να δωρίζει τον αρσανά στην Παναγία.
Δώρισε δε πολλά χειρόγραφα (μηναία, τετραευάγγελα, ευαγγέλια, αποστόλους και άλλα) καθώς επίσης χρυσοκέντητα πετραχίλια, αέρα και «ποδιές» σε διάφορα μοναστήρια του Αγίου Όρους αλλά και της Μολδαβίας.
Έδωσε αρκετές μάχες ακόμη και ενάντια στους ηγεμόνες της Βλαχίας οι οποίοι ήταν υποταγμένοι στους Τούρκους. Προσπάθησε με διάφορες ενέργειες να δημιουργηθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη ένας γενικός συνασπισμός εναντίον των Τούρκων, πράγμα που δυστυχώς δεν κατάφερε.
Μετά από σαρανταεφτάχρονη καρποφόρα ηγεμονία κοιμήθηκε στις 2 Ιουλίου 1504, έτσι φέτος συμπληρώνονται 505 χρόνια από την κοίμησή του, και ετάφη στην Ιερά Μονή Πούτνα (Putna), μια μονή της οποίας ήταν μέγας ευεργέτης.
Στις 20 Ιουνίου 1992 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρουμανίας τον κατέταξε επισήμως στο αγιολόγιο.
Αυτού αγίες πρεσβείες Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον και σώσον ημάς αμήν.

Άγιος Κόιντος Ομολογητής και Θαυματουργός

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ θερμὸ ζῆλο του νὰ διαδίδει τὴν χριστιανικὴ πίστη μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν. Κάποτε πῆγε σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ ὀνομαζόταν Αἰολίς, ὅπου ἔδινε ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχοὺς καὶ γιάτρευε ἀνθρώπους ἀπὸ ἀκάθαρτα πνεύματα. 

Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἡγεμόνας Ροῦφος τὸν ἀνάγκαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, δαιμονίστηκε, ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος τὸν θεράπευσε καὶ ὁ ἡγεμόνας, ἀφοῦ τὸν ἀντάμειψε μὲ πολλὲς τιμὲς τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Κατόπιν πῆγε στὴν Πέργαμο, ὅπου συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες Κυμαίους, ποὺ ἄρχισαν νὰ τὸν βασανίζουν. Τ

ότε ξαφνικὰ ἔγινε μεγάλος σεισμός, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πέσει ὁ ναὸς τῶν Ἑλλήνων καὶ νὰ συντριβοῦν τὰ εἴδωλα ποὺ ἦταν μέσα σ᾿ αὐτόν. Φοβισμένοι οἱ Ἕλληνες, ἄφησαν τὸν Ἅγιο ἐλεύθερο. Ἀργότερα στὴν Πέργαμο ἦλθε ὁ ἄρχοντας Κλέαρχος, ὁ ὁποῖος συνέλαβε τὸν Ἅγιο καὶ τοῦ συνέτριψε τὰ σκέλη, ἀλλ᾿ αὐτὸς μὲ τὴν θεία χάρη ἔγινε ὑγιὴς καὶ ἀπὸ τότε ἔζησε ἄλλα 10 χρόνια καὶ κατόπιν ἀπεβίωσε εἰρηνικά. 

(Ἡ κυρίως μνήμη τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ εἶναι τὴν 2α Μαρτίου, ἐδῶ περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται ἀπὸ τοὺς Συναξαριστές).

Ὁ Ἅγιος Ἰουβενάλιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων

Ὁ Πατριάρχης αὐτός, κατέχει μία ἀπὸ τὶς ἐπισημότερες θέσεις στὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία. Κατὰ τὴν πιὸ πιθανὴ γνώμη, πατριάρχευσε 28 συνεχῆ χρόνια καὶ ὑπῆρξε σύγχρονος τῶν βασιλέων Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ, Πουλχερίας, Μαρκιανοῦ καὶ Λέοντος τοῦ Α´.
 
Στὴ Γ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴν Ἐφεσο, ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ἰουβεναλίου ἦταν ἐνεργητικότατη. Διότι ἦταν ἄνδρας ὄχι μόνο πολλοῦ ζήλου, ἀλλὰ καὶ λόγου καὶ παιδείας. 

Ὁ Ἰουβενάλιος ἔγραψε γιὰ τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν Μετάσταση αὐτῆς. Ἐπίσης, αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔστειλε στὸν αὐτοκράτορα Μαρκιανὸ τὰ ἐντάφιά της σπάργανα, ποὺ κατατέθηκαν στὸ Ναὸ τῶν Βλαχερνῶν. Πέθανε, σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενα τοῦ Δοσιθέου, τὸ ἔτος 457.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...