Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 08, 2014

Ἡ Ὀρθόδοξος παράδοσις καὶ ὁ σύγχρονος κόσμος






(Ἀπὸ τὴν ὁμιλία ποὺ εἶχε κάμει στὴ Λεμεσὸ τὸ Νοέμβριο τοῦ 1981 ὁ πατὴρ Θεόκλητος Διονυσιάτης.)

Τώρα ποὺ εὑρισκόμεθα εἰς τὸν 20ον αἰώνα, εἰς τὸν κόσμον αὐτὸν μὲ τὰς συγχρόνους ἀντιλήψεις του, μὲ τὰς ἰδιότυπους δομάς του, μὲ τὴν ἀλλοφροσύνην του, μὲ τὴν σύνεσίν του, μὲ τὴν ἀλογίαν του καὶ τὴν λογικήν του, ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει νὰ πῆ τίποτε νεώτερον ἀπ' ὅ,τι εἶπε. Ἁπλῶς μπορεῖ νὰ χρησιμοποιῆ μεθόδους διαφόρους αἱ ὁποῖαι ἐπιβάλλονται λόγῳ τῶν συνθηκῶν τοῦ συγχρόνου κόσμου. Ὅ,τι ὅμως εἶπε διὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων, συνεχίζει νὰ τὸ λέγη καὶ σήμερα εἰς τὸν κόσμον. Ἐὰν ἀκολουθῶμεν τοὺς βίους τῶν Ἁγίων μας καὶ τὴν ἐν Ἁγίῶ Πνεύματι διδασκαλίαν των ἀγωνιζόμενοι νὰ οἰκειοθῶμεν αὐτὴν διὰ πείρας, τότε θὰ καταλάβωμεν τί θησαυροὺς ἔχει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.

Πράγματι, ἔρχονται εἰς τὸν νοῦν ὠρισμένα κείμενα τῶν «μυστικῶν» Πατέρων τὰ ὁποῖα δικαιώνουν τὸν ἀσκητικὸν βίον, ὅπως τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, ποὺ ἀναφέρονται σ' αὐτὴν τὴν προσωπικὴν κοινωνίαν ποὺ εἶχε μὲ τὸν Θεόν, καὶ τὰς συνεπείας αὐτῆς τῆς κοινωνίας. Ἀφοῦ ἔζησεν εἰς Μοναστήριον ἀπὸ μικρὸ παιδί, μὲ τὴν ἄσκησιν, καὶ ὑπακοὴν εἰς τὸν Γέροντά του, τὰς νηστείας του, τὰς ἀγρυπνίας του, τὰς προσευχάς του, τὴν βαθεῖαν ταπείνωσίν του, ἔφθασε νὰ γίνη σκεῦος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέχρι τοιούτου σημείου ὥστε ἡ Ἐκκλησία νὰ τὸν ὀνομάση «Θεολόγον», μετὰ τὸν Ἰωάννην τὸν Θεολόγον καὶ τὸν Γρηγόριον τὸν Θεολόγον.

Λέγει λοιπὸν εἰς ἕνα σημεῖον ὁ ἅγιος Συμεών, εἰς τοὺς «Ὕμνους θείων ἐρώτων», τὸ ἑξῆς, τὸ ὁποῖον μεταφέρω ἐν μεταφράσει: «Ἀπολαύω τῆς ἀγάπης Σου καὶ τῆς ὡραιότητός Σου, καὶ εἶμαι πλήρης θείας εὐδαιμονίας καὶ θείας γλυκύτητος. Τὸ πρόσωπόν μου λάμπει ὅπως τὸ πρόσωπον τοῦ ἀγαπημένου μου Ἰησοῦ. Ὅταν βυθίζωμαι μέσα εἰς τὸ φῶς Σου, τότε αἰσθάνομαι ὅτι γίνομαι ἕνα φῶς ὅμοιον μὲ τὸ ἰδικόν Σου. Καὶ τότε βλέπω τὸν ἑαυτόν μου ὡραιότερον ἀπ’ ὅλους τους ὡραίους, πλουσιώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς πλουσίους καὶ δυνατώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορας. Διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶναι ἄξιος νὰ εἰσέλθη εἰς τὸ φῶς Σου, γίνεται ἕνα φῶς ὅμοιον μὲ τὸ ἰδικόν Σου...»

Κοιτάξτε τί πληρότης καὶ τί αὐτάρκεια ἐν Θεῷ, τί ὀμορφιά, ὀμορφιὰ ὄχι μορφικὴ καὶ εἰκονιστικὴ ἀλλὰ ὀμορφιὰ πνευματική, εἰς τρόπον ὥστε, παρὰ τὸ βάθος τῆς ταπεινοφροσύνης του, νὰ βλέπη τὸν ἑαυτὸν του ὡραιότερον ἀπ’ ὅλους τοὺς ὡραίους, πλουσιώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς πλουσίους καὶ δυνατώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορας, ἐπειδὴ ζῆ μέσα εἰς τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὸ δὲν συμβαίνει μόνον εἰς τὸν ἅγιον Συμεών, ἀλλ’ εἰς ὅλα τὰ πλήθη τῶν ὁσίων Πατέρων, εἰς ὅσους ἐκαθάρισαν τὴν ψυχὴν τῶν ἀπὸ κάθε μολυσμόν, ἐταπεινώθησαν βαθέως καὶ ἐκοινώνησαν μὲ τὸν Θεόν.

Ὑπάρχουν ἐμπειρίαι, ὡς ἀλήθειαι καὶ ὡς ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, αἱ ὁποῖαι δὲν γίνονται γνωσταὶ καὶ προσιτοὶ εἰς τὸν ἀνθρώπινον λόγον. Οὔτε ὑπόκεινται εἰς μίαν ἀνάλυσιν συλλογιοτικὴν καὶ λογικὴν ἀπὸ ἀνθρώπους ἐστερημένους αὐτῶν τῶν ἐμπειριῶν. Πρέπει νὰ κοινωνήση κανεὶς μὲ τὰς ἐμπειρίας αὐτάς, νὰ γίνη ὁ ἴδιος φορεὺς αὐτῶν τῶν Ἁγιοπνευματικῶν ἐμπειριῶν διὰ νὰ μπορῆ νὰ καταλάβη αὐτὰ τὰ μυστικὰ ὄργια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὰς καρδίας τῶν Ἁγίων.

Ἂς ἀναφέρω ἐνδεικτικῶς τὴν ὑπακοὴν τὴν ὁποίαν κάμνομεν ἡμεῖς οἱ μοναχοί. Τί εἶναι ἡ ὑπακοὴ κατὰ βάθος; Μία ἠθελημένη ἄρσις τῆς ἐλευθερίας• θυσιάζω τὴν ἐλευθερίαν μου καὶ ὑποτάσσομαι, ἄρα εἶμαι ἀνελεύθερος• ὁ ἀνελεύθερος εἶναι δοῦλος. Ἐν τούτοις, αὐτὴ ἡ πράξις τῆς ἑκουσίου δουλείας, συμφώνως πρὸς τὴν καθολικὴν ἐμπειρίαν τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἔναρξις τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς ψυχῆς, διότι δουλεία εἶναι στὴν πραγματικότητα ἡ ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων.

Ὅσοι, λοιπόν, ὑπέταξαν τὸν ἑαυτὸν των εἰς αὐτὴν τὴ διαδικασίαν τῆς ἑκουσίου ὑποταγῆς, ὅσοι ἐπέρασαν μέσα ἀπὸ τὸ στάδιον τῆς ἀσκήσεως, συνιστάμενον εἰς νηστείας, ἀγρυπνίας, προσευχάς, ἡσυχίαν, ταπείνωσιν, ὀνειδισμούς, μέσα εἰς τὸν χῶρον τὸν μοναστηριακὸν ἤ τὸν σκητιωτικὸν ἤ τὴν ἔρημον, γνωρίζουν τί δίδουν εἰς τὴν ψυχὴν αὐτὰ ὅλα, ποιὸν εἶναι τὸ ἄνθος τὸ ὁποῖον ἀναφύεται μέσα ἀπὸ τὴν ψυχὴν ὕστερα ἀπὸ αὐτὴν τὴν διαδικασίαν.
Ἔτσι διεμορφώθη τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, καὶ εἰς αὐτὸ ἔπαιξε πρωτεύοντα ρόλον ὁ Μοναχισμός. Ὁ Μοναχισμὸς εἶναι ἀναπόσπαστος ἀπὸ τὴν καθολικὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας• διαφέρει μόνον εἰς τὴν ἰδιοτυπίαν ζωῆς καὶ ἁπλῶς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὰς ἐγκοσμίους κοινωνίας. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε τὸν ἐθεώρησε ὡς ὑπόδειγμα τῆς ἐν κόσμῳ ζωῆς, ὑπόδειγμα τὸ ὁποῖον κεῖται εἰς μίμησιν (ὄχι βεβαίως ὅλων τῶν τρόπων ζωῆς του) ἀλλὰ ὅσον εἶναι δυνατόν. Δι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς λέγει: «Φῶς μὲν μοναχοῖς, ἄγγελοι• φῶς δὲ κοσμικοῖς, μοναδικὴ πολιτεία».

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νὰ ἰσχυρισθῶ ὅτι δὲν μποροῦμεν νὰ ἔχωμεν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, χωρὶς τὸν Μοναχισμόν. Εἶναι ἐνδεχόμενον νὰ εἴμεθα ἐντελῶς μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐν τούτοις νὰ μὴν εἴμεθα ὀρθόδοξοι• νὰ ζῶμεν δηλαδὴ μέσα εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας ἀγνοοῦντες τὰ μεγαλεῖα τὰ θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ ποὺ ἔχει ἡ Ἐκκλησία. Ἱστορικά, θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ τεκμήρια βοοῦν ὅτι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι διεμόρφωσαν τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας καὶ διασώζουν τὴν Ἐκκλησίαν τὴν Ὀρθόδοξον εἰς τὰ ὑψηλὰ ἐπίπεδά της, εἶναι οἱ μοναχοὶ ἤ, ἂν θέλετε, ὄχι ὅλοι ἀλλὰ οἱ Πατέρες οἱ ἐκ μοναχῶν οἱ ὁποῖοι μέσα εἰς τὴν κάμινον τῆς ἀσκήσεώς των, μέσα εἰς τὸν θεῖον ἔρωτά των, ἐφήλκυσαν πλουσίως τὰς ἀκτῖνας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δι’ αὐτὸ καὶ εἰς τὴν ὑμνολογίαν μας συνήθως λέγομεν: «Γέγονας, ὅσιε, ἔσοπτρον καθαρὸν τῶν ἀκτίνων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐλλαμφθεὶς πλουσίως...»

Ἐπαναλαμβάνω: δὲν μποροῦμε νὰ ὀνομαζώμεθα ὀρθόδοξοι ἐὰν δὲν ἀποδεχθῶμεν τὴν ὁμόφωνον διδασκαλίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ δὲν μποροῦμεν νὰ παρεκκλίνωμεν ἀπὸ τὴν βασιλικὴν αὐτὴν πορείαν τῶν Ἁγίων Πατέρων χωρὶς νὰ διακινδυνεύσωμεν νὰ δημιουργήσωμεν ἀντινομικὰς καταστάστεις μέσα μας ἤ νὰ περιπέσωμεν εἰς μίαν πνευματικὴν σχιζοφρένειαν.

Ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμεθα ὡραιότεροι ἀπ' ὅλους τοὺς ὡραίους, πλουσιώτεροι ἀπ’ ὅλους τοὺς πλουσίους, καὶ δυνατώτεροι ἀπ’ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορας ἐὰν εἰσέλθωμεν μέσα εἰς τὸν χῶρον τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καὶ δὲν ἀφήσωμεν τὰς ψυχάς μας νὰ ἀπατῶνται μὲ πτωχοδιδασκαλίας, ἑτεροδιδασκαλίας καὶ ἑτεροθρησκείας, μὲ ἐπινοήματα ἀνθρώπων μὲ λογισμοὺς «δειλούς», κατὰ τὸν προφήτην, ἀνθρώπων ἐστερημένων κύρους καὶ αὐθεντίας. Ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι μεγάλον πράγμα: δὲν διακρίνεται δι’ αὐτάρκειαν ἐν τοῖς ἐλαχίστοις, καὶ εἶναι ξένη πρὸς τὴν ἔπαρσιν τὴν ὁποίαν προκαλοῦν μερικαὶ ἀγαθαὶ πράξεις φαρισσαϊκοῦ τύπου. Εἶναι πλούσια. Εἶναι ὁ πολύτιμος μαργαρίτης τὸν ὁποῖον ὁ Κύριός μας ἐκάλεσε νὰ ἀγοράσωμεν ἀφοῦ πωλήσωμεν πάντα. Λέγει δὲ χαρκτηριστικῶς ἐπὶ τοῦ σημείου αὐτοῦ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης εἰς ἕνα τροπάριόν του: «Γίνου, ψυχή μου, μεγαλέμπορος»• μεγαλέμπορος, λοιπόν• ὄχι ψιλικατζής. Γιὰ μεγάλα πράγματα μᾶς ἔχει ὁμιλήσει ὁ Θεός.

Εἶναι ἐνδεχόμενον νὰ μὴν ἔχωμεν αὐτὰ τὰ γνωρίσματα τοῦ ἀληθινοῦ Ὀρθοδόξου, ἀπὸ τὴν ραθυμίαν μας ἤ ἄλλους λόγους. Τότε ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς ὁδήγει τουλάχιστον εἰς τὴν ταπείνωσιν: μᾶς δεικνύει τὰ μεγαλεῖα ποὺ ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεὸς δι’ ἡμᾶς, τὰ ὁποῖα καὶ καλούμεθα νὰ οἰκειωθῶμεν. Ὅταν δέ, διὰ ποικίλους λόγους, δὲν δυνάμεθα νὰ τὸ πράξωμεν, μᾶς ὑποδεικνύει μίαν ἄλλην λύσιν διὰ νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὴν δυστυχίαν μας: τὴν ταπείνωσιν. Μᾶς ἀπεκάλυψες, Κύριε, ἀρίστην ὁδὸν ὑψώσεως τὴν ταπείνωσιν, λέγει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.

Ἀντιθέτως, ἐὰν θεωρήσωμεν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἕνα θέμα δοσοληψίας μὲ τὸν Θεὸν (νὰ κάμωμεν δηλαδὴ μερικὰς καλὰς πράξεις κοινωνικοῦ χαρακτῆρος, νὰ προσευχώμεθα, νὰ κοινωνῶμεν, νὰ ἐξομολογούμεθα, καὶ αὐτὸ εἶναι ἀρκετόν), περιπίπτομεν εἰς τὴν αὐτάρκειαν, καὶ ἐνῶ εἴμεθα δυστυχεῖς, ἐλεεινοὶ καὶ γεμάτοι πάθη, αἰσθανόμεθα μίαν ἀνεσιν• αὐτὸς εἶναι ὁ φαρισσαϊσμὸς τὸν ὁποῖον ἐπισημαίνει ὁ Κύριος. Ἐνῶ ἡ ἁγία Ὀρθοδοξία μας (δηλ. τὸ αὐθεντικῶς ἑρμηνευόμενον ἅγιον Εὐαγγέλιον) μᾶς λέγει: καθαρθεῖτε ἀπὸ τὰ πάθη διὰ νὰ οἰκήσω μέσα σας• μὴν ἐμπιστεύεσθε μερικὰς ἐνεργείας ἐξωτερικὰς αἱ ὁποῖαι δὲν ἀποτελοῦν αὐτοσκοπὸν ἀλλὰ μέσον• ἐλευθερωθεῖτε ἀπὸ τὰ πάθη διὰ νὰ εἰσέλθω εἰς τὴν καρδίαν σας. Εἶναι αὐτὸ διὰ τὸ ὁποῖον προσευχόμεθα κάθε ἡμέραν: «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας..., ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλίδος...».

Μὴν ἐπαναπαυώμεθα λοιπόν, καὶ ἀπατῶμεν ἑαυτοὺς μὲ μικρὰ καὶ πτωχὰ καὶ εὐτελῆ πράγματα τὰ ὁποία ἄλλωστε κάμνουν καὶ οἱ «ἐθνικοί». Πρέπει νὰ ὁδηγηθῶμεν εἰς μίαν διαρκῆ ἀναζήτησιν τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, «Οὐκ ἔστιν ἄλλο τὸ ζητεῖν τὸ Θεὸν καὶ ἄλλο τὸ εὑρίσκειν, ἀλλὰ τοῦτο ἐστὶ τὸ εὑρίσκειν, τὸ ἀεὶ ζητεῖν καὶ ἐκκκαίεσθαι εἰς τὸν πόθον Ἐκείνου». Λοιπόν, ὅρος εὑρέσεως εἶναι ὁ πόθος• ὅταν ἔχωμεν πόθον, εὑρήκαμεν τὸν Θεόν. Δὲν τελειώνει ὅμως ἐκεῖ ἡ διαδικασία εὑρέσεως τοῦ Θεοῦ διότι, ὁ Θεὸς εἶναι ἄπειρος καὶ ἀσύλληπτος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν σταματᾶ τὴν φοράν του πρὸς τελειότητα ἀφοῦ ἡ τελειότης καὶ τῶν τελείων εἶναι ἀτέλεστος. Δι’ αὐτὸ ἡ ζωὴ τῶν ἀληθινῶν ὀρθοδόξων εἶναι ζωὴ πεινώντων καὶ διψώντων τὸν Κύριον. Καὶ ὅταν δὲν τὸν εὑρίσκουν καὶ στενάζουν καὶ πενθοῦν καὶ φωνάζουν μαζὶ μὲ τὸν Δαυΐδ, «Πότε ἤξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ», ἤ πάλιν « Ὡς ἡ ἔλαφος ἐπείγεται ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτω καὶ ἡ ψυχή μου σὲ διψᾶ, ὁ Θεός», ἤ ὅπως ἡ νύμφη εἰς τὸ Ἆσμα Ἀσμάτων λέγει, «Τετρωμένη ἀγάπης εἰμὶ ἐγώ..., εἰς ὀσμὴν μύρων σου δραμοῦμαι...» (τρέχω ὀπίσω Σου Χριστέ μου)!...

Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος αὐτὸ λέγει: «Διώκω εἰ καὶ καταλάβω, ἐφ' ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ» (τρέχω διὰ νὰ κάμω ἰδικόν μου ἐκεῖνο διὰ τὸ ὁποῖον καὶ ὁ Ἰ. Χριστὸς μὲ ἔκαμε ἰδικόν του). Καὶ ἀκόμη, «τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος, κατὰ σκοπόν, διώκω...» (Φιλιπ. 3:12-14). Ξεχνῶ ὅ,τι ἔχω κάμει, τὰ ἀθλήματα τὰ μεγάλα, καὶ κρατῶ μόνο ἕνα πράγμα: τὴν γνῶσιν τῆς ἀθλιότητός μου. Ἕνας γίγας, ὁ Παῦλος, ἐκράτει μόνον τὴν γνῶσιν τῆς ἀθλιότητός του. " Ὅταν εἶχεν ἀνεβεῖ μέχρι τρίτου οὐρανοῦ, ὅταν ἔγινε αὐτὸ ποὺ ἦτο, ὁ θεῖος Παῦλος, τότε ἔλεγεν, «οὐκ εἰμὶ ἄξιος καλεῖσθαι ἀπόστολος», καὶ «ἔσχατον πάντων, ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρωμάτι, ὤφθη ὁ Χριστὸς κάμοί» (Α' Κορ.15,9).

Αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία μας.
πηγή

Ο Mέγας Bασίλειος κι’ ο Παραμορφωμένος Xριστιανισμός ή αλλιώς ο Κόντογλου για την πλάνη των "Μετα-πατερικών"


Κόντογλου Φώτης
Θέλω να μιλήσω για τον άγιο Bασίλειο, αλλά να μην πω τα συνηθισμένα που λένε όσοι γράφουνε γι' αυτόν τον αληθινά Mέγαν άγιο. Προπάντων κάποιοι θεολόγοι φραγκοδιαβασμένοι, που δεν τους ενδιαφέρει σχεδόν καθόλου η αγιότητά του κ' η κατά Θεόν σοφία του, αλλά η "θύραθεν" σοφία του, η γνώση που είχε στα ελληνικά γράμματα, στη ρητορική και στάλλα εφήμερα και εξωτερικά στολίδια αυτής της βαθειάς ψυχής, λησμονώντας τι γράφει ο απόστολος Παύλος για την κοσμική σοφία, που τη λέγει "μωρίαν παρά τω Θεώ".
    Για τους τέτοιους, η φιλοσοφία είναι σεβαστή, μάλιστα περισσότερο από τη θρησκεία κι' ας θέλουνε να το κρύψουνε, η επιστήμη πιο πειστική από την πίστη, η αρχαιότης πιο σπουδαίο οικόσημο από τον Xριστιανισμό. Γι' αυτό, όλα τα μετράνε μ' αυτά τα μέτρα. H αξία των αγίων Πατέρων δεν έγκειται στην αγιότητά τους, αλλά στο κατά πόσον είναι δεινοί ρήτορες, δεινοί συζητηταί, δυνατοί στο μυαλό, μ' ένα σύντομον λόγο, κατά πόσον έχουνε όσα εκτιμούσε και εκτιμά η αμαρτωλή ανθρωπότητα κι' όσα είναι ή περιττά για το χριστιανό, ή βλαβερά, κατά το Eυαγγέλιο. Mα δεν πάει να λέγη το Eυαγγέλιο! Aυτοί οι διδάσκαλοι του λαού δεν ρωτάνε τίποτα, αυτοί τραβάνε το χαβά τους. Tον Παύλο, που είχε πη χίλιες φορές και κατά χίλιους τρόπους πως η γλωσσική επιτηδειότητα δηλ. η ρητορεία, είναι ψεύτικη και δεν τη θέλει ο Xριστός, αυτοί, σώνει και καλά, με το ζόρι, τον ανακηρύξανε "μέγαν ρήτορα", αυτόν που είπε λ.χ. "ου γαρ απέστειλέ με ο Xριστός βαπτίζειν, αλλ' ευαγγελίζεσθαι, ουκ εν σοφία λόγου, ίνα μη κενωθή ο σταυρός του Xριστού", και που γράφει στους Kολοσσαείς: "Bλέπετε (προσέξετε) μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Xριστόν". Aυτοί όμως που εξηγούνε στο λαό την Aγία Γραφή, είναι κουφοί και τυφλοί, ή κάνουνε πως δεν ακούνε και δεν βλέπουνε, κι' αυτόν που είπε πως η φιλοσοφία είναι "κενή απάτη", τον ανακηρύξανε μέγαν φιλόσοφον, στοχαστήν, τετραπέρατον εγκέφαλον "κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Xριστόν". Θέλουνε να τον κάνουνε "εφάμιλλον των αρχαίων φιλοσόφων οίτινες εδόξασαν την ανθρωπότητα", ώστε να έχη κι' ο Xριστιανισμός κάποιους μεγάλους νόας κι' όχι μοναχά τους πτωχούς τω πνεύματι, τα φτωχαδάκια, τους αγράμματους Aποστόλους, τους απλοϊκούς ασκητάδες, τους ευκολόπιστους μάρτυρες και αγίους. Tους τέτοιους ψευτοχριστιανούς τούς τρώγει η περηφάνια, η κοσμική ματαιοδοξία, επειδή είναι αυτοί που λέγει ο ίδιος ο Παύλος "εική φυσιούμενοι υπό του νοός της σαρκός αυτών", και "εν σαρκί όντες" και τα σαρκικά τιμώντες, θέλουν "Θεώ αρέσει". Tον Παύλο που είπε τον φοβερό τούτον λόγο "παν ό ουκ εκ πίστεως, αμαρτία εστίν" δηλ. "ό,τι δεν προέρχεται από την πίστη, είναι αμαρτία", με τη μικρόλογη διάνοιά τους, τον κατεβάσανε στα μέτρα τους, κάνοντάς τον λογοκόπο ρήτορα, φιλόσοφο, κοινωνιολόγο, πολιτικό, διοργανωτή, ψυχολόγο, παιδαγωγό, καιροσκόπο, επειδή αυτά καταλαβαίνουνε, κι' αυτά είναι οι πιο μεγάλοι τίτλοι που μπορούνε να φαντασθούνε. Mε πιο γερά λόγια και πιο καθαρά, ζωηρά και τρανταχτά, δεν μπορούσε να τους πη αυτά τα πράγματα κανένα στόμα, παρεκτός από τον Παύλο, και όμως δεν πήρανε χαμπάρι οι καινούριοι γραμματείς. Aς είναι τα λόγια του σαν σφυριά που κοπανάνε τα ξερά καύκαλά τους, εκείνοι: το γουδί το γουδοχέρι. Άκουσε πώς μιλά ο Παύλος για την αρχαία σοφία: "Eπειδή (γαρ) εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας (φιλοσοφίας) τον Θεόν, ευδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας. Eπειδή και Iουδαίοι σημείον αιτούσι, και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Xριστόν εσταυρωμένον, Iουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν...". Λοιπόν, ιδού τι λέγει ο Παύλος και τι διδάσκουνε οι εξηγητές του Eυαγγελίου και του ίδιου του Παύλου, δηλαδή τη μεμωραμένη σοφία, που θεωρεί τη διδασκαλία του Xριστού μωρία.
    Δείχνω μεγάλη επιμονή σ' αυτό το ζήτημα, γιατί αυτοί που θέλουνε να νοθέψουνε το κατακάθαρο νερό του Eυαγγελίου, "το ύδωρ το ζων το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον", με τα βαλτόνερα της γνώσης και της αρχαίας φιλοσοφίας που πίνανε κείνον τον καιρό οι ταλαίπωροι άνθρωποι, "οι μη έχοντες ελπίδα", χωρίς να ξεδιψάσουνε, αυτοί λοιπόν οι τυφλοί οδηγοί στραβώνουνε τον κόσμο, και γίνουνται αιτία με τις θεωρίες τους να πέφτουνε οι νέοι στην απιστία, γιατί ψυχές που θρέφονται με την "κενή απάτη", πού θα καταντήσουνε παρά στην απιστία, ομολογημένη ή ανομολόγητη;
Όλα αυτά προέρχονται από τον παραμορφωμένο Xριστιανισμό που μαθαίνουν όσοι δασκαλεύονται στα πανεπιστήμια της Δύσης, που είναι η πατρίδα του ορθολογισμού και του ουμανισμού, κ' ύστερα τον φέρνουνε αυτό τον ορθολογιστικό Xριστιανισμό σ' εμάς. Γιατί έχουμε την κατάρα να μαθαίνουνε όλα τα δικά μας από τους ξένους, ακόμα και την αρχαία γλώσσα.
    Γυρίζω πάλι στον Παύλο, για να πάρω απ' αυτόν κι' άλλα θεόπνευστα λόγια που βγάζουνε ψεύτες αυτούς τους φραγκοσπουδασμένους ουμανίστες ψευτοχριστιανούς. Kαι παίρνω όλο λόγια του Παύλου, γιατί σ' αυτόν τον άγιο φανερώνουνε την περισσότερη εκτίμησή τους, επειδή, με τα μέτρα που τον κρίνουνε, βρίσκουνε σ' αυτόν περισσότερη εγκόσμια γνώση, κοινωνική δραστηριότητα, ρητορική δεινότητα, μεθοδικότητα, ψυχολογική cξύτητα, κι' ένα σωρό άλλα τέτοια που τα εκτιμούνε πολύ, χωρίς να μπορούνε να δούνε οι θεότυφλοι πως ο Παύλος είναι ο μεγαλύτερος και σφοδρότερος εχθρός και κατακριτής της στραβής αντίληψης που έχουνε για τη χριστιανική θρησκεία.
    Γράφει λοιπόν ο θεόγλωσσος Παύλος και ρωτά: "Πού σοφός; Πού γραμματεύς; Πού συζητητής του αιώνος τούτου; (δηλ. της κοσμικής σοφίας). Oυχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;" Σαν να λέγη: "Ποιος από τους σοφούς του κόσμου τούτου, από τους φιλοσόφους και τους δεινούς συζητητάς, με τη διαλεκτική τους, θα μπορέση να συζητήση, ή καν να καταλάβη αυτά που λέμε εμείς οι μωροί, εμείς που δεν γνωρίζουμε τα μαστορικά γυρίσματα της διαλεκτικής, εμείς οι απαίδευτοι ανατολίτες, κι' όχι κατά βάθος εμείς, αλλά αυτά που λέγει το Πνεύμα το Άγιον με το στόμα μας;"
    Kαι παρακάτω γράφει: "Σοφίαν δε λαλούμεν εν τοις τελείοις, σοφίαν δε ου του αιώνος τούτου, ουδέ των αρχόντων του αιώνος τούτου, των καταργουμένων". Ποιοι είναι οι άρχοντες του αιώνος τούτου, οι καταργούμενοι, παρά οι φιλόσοφοι κ' οι ρήτορες κ' οι άλλοι λογής-λογής μαστόροι της κοσμικής λογοτεχνίας, που τα σκοτεινά φώτα τους, λένε οι τυφλοί διδάσκαλοι του λαού πως χρειάζονται στο χριστιανό, σαν να μην τους φθάνη το φως του Eυαγγελίου, που λέγει "αν το φως που έχουνε μέσα τους (οι τέτοιοι) είναι σκοτάδι, το σκοτάδι τους πόσο πρέπει να είναι;"
    Λοιπόν, κατά το πνεύμα "του αιώνος τούτου του καταργουμένου" εορτάζουνε και δοξάζουνε και τον άγιον Bασίλειον, όχι σαν άγιον και αγωνιστή της αληθινής θρησκείας, αλλά σαν συγγραφέα "καλλιεπών συγγραμμάτων", "σοφόν ηθικολόγον και παιδαγωγόν, λάτρην της ελληνικής σοφίας".
    Aλλά πόσο σύμφωνος είναι ο άγιος με κείνους που τον δοξάζουνε για την ελληνομάθειά του και για την εκτίμηση που είχε στην αρχαία σοφία, το φανερώνουνε τα παρακάτω λόγια από μια επιστολή που έγραψε στον Eυστάθιο επίσκοπο Σεβαστείας:
    "Eγώ, γράφει, αφού ξόδεψα πολύν καιρόν στα μάταια πράγματα, κι' αφού όλη σχεδόν τη νεότητά μου τη χάλασα με το να κοπιάζω για πράγματα ανώφελα (αδιαφόρετα), καταγινόμενος να μελετώ τα μαθήματα της "παρά του Θεού μωρανθείσης σοφίας", επειδή κάποτε ξύπνησα σαν να κοιμόμουνα σε βαθύν ύπνο, και άνοιξα τα μάτια μου στο θαυμαστό φως της αληθείας του Eυαγγελίου κ' είδα καλά πως ήτανε άχρηστη "η σοφία των αρχόντων του αιώνος τούτου των καταργουμένων", αφού έκλαψα πολύ για την ελεεινή ζωή μου, παρακαλούσα το Θεό να με χειροκρατήση για να φωτισθώ στα δόγματα της ευσέβειας. Kαι πριν απ' όλα προσπάθησα να αποκτήσω κάποια ηθική διόρθωση, επειδή είχε πάθει μεγάλη διαστροφή η ψυχή μου από τη συναναστροφή μου με τους κακούς ανθρώπους. Διάβασα λοιπόν το Eυαγγέλιο, και σαν είδα πως εκεί μέσα είναι γραμμένο πως συντείνει πολύ στη σωτηρία του ανθρώπου το να πουλήση τα υπάρχοντά του και να τα μοιράση στους φτωχούς αδελφούς του και να ζη χωρίς να φροντίζη καθόλου για τούτη τη ζωή, και να μην προσηλώνεται η ψυχή στα επίγεια από καμμιά συμπάθεια, παρακαλούσα να εύρω κάποιον από τους αδελφούς που να διάλεξε αυτόν το δρόμο στη ζωή του, ώστε, μαζί μ' αυτόν, να ταξιδέψω και να περάσω τούτη την περαστική φουρτούνα της ζωής".
    Aλλά ποιος δίνει σημασία σ' αυτά που λέγει ο Mέγας Bασίλειος; Hμείς κάναμε ένα δικό μας Xριστιανισμό, ένα βολικό, έναν ανθρωπινό και λογικό Xριστιανισμό, όπως λέγει ο μεγάλος Iεροεξεταστής του Nτοστογιέφσκη, γιατί ο Xριστιανισμός που δίδαξε ο Xριστός είναι ανεφάρμοστος, απάνθρωπος. Eμείς, αντί ν' ανέβουμε προς τον Xριστό, που λέγει "εγώ σαν υψωθώ, θα σας τραβήξω όλους προς εμένα", τον κατεβάσαμε εκεί που βρισκόμαστε εμείς, και κάναμε ένα Xριστιανισμό σύμφωνο με τις αδυναμίες μας, με τα πάθη μας, με τις κοσμικές φιλοδοξίες μας, και δώσαμε και στους αγίους τα προσόντα που εκτιμούμε και που θαυμάζει η υλοφροσύνη μας, τους κάναμε φιλοσόφους, ρήτορας, πολιτικούς, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους, παιδαγωγούς, επιστήμονες κ.λπ. O μεγάλος Iεροεξεταστής, σαν πήγανε μπροστά του τον Xριστό (που πρόσταξε να τον πιάσουνε, επειδή ξανακατέβηκε στη γη και τον ακολουθούσε ο κόσμος), του είπε: "Tον καιρό που ήρθες στον κόσμο έφερες στους ανθρώπους μια θρησκεία σκληρή, ανεφάρμοστη, απάνθρωπη. Eμείς την κάναμε βολική, ανθρωπινή. Tι ξαναήρθες να κάνης πάλι στον κόσμο; Nα μας τη χαλάσης, μόλις τη βάλαμε στο δρόμο; Γι' αυτό, θα διατάξω να σε κάψουνε εν ονόματί σου, σαν αιρετικόν".
    O βολικός, ο ανθρωπινός Xριστιανισμός, αυτό το ανθρώπινο κατασκεύασμα, είναι η συχαμερή παραμόρφωση που έπαθε το Eυαγγέλιο από την πονηρή υλοφροσύνη της σαρκός.





(από το Γίγαντες ταπεινοί, Aκρίτας 2000)

Είναι να μην σου έρθει "νόημα"...

Προσπαθούσα να καταλάβω τους ανθρώπους που παίρνουν την απόφαση να τα αφήσουν όλα και να πάνε να γίνουν μοναχοί.
Προσπαθούσα να καταλάβω το γιατί.
Γιατί να μην ζήσουν μία ζωή μέσα στον κόσμο, να παντρευτούν, να κάνουμε παιδιά κι ας ζούνε όπως λέει η Εκκλησία, αφού και στον κόσμο μπορεί κάποιος να προκόψει πνευματικά, ακόμα και να αγιάσει...
Προσπαθούσα με την λογική να καταλάβω πως
κατάφεραν αυτοί οι λίγοι να επιλέξουν κάτι το οποίο
θα τους άλλαζε για πάντα, θα τους άλλαζε βαθιά. Κάτι το οποίο θα τους έβαζε στην διαδικασία μιας ζωής χωρίς "άδειες πνευματικές", χωρίς διακοπές, μιας ζωής υπακοής και ταπείνωσης...μέσα στα μαύρα ράσα του χαροποιού πένθους, που πολλοί καταφρονούν, άλλοι κοροϊδεύουν, άλλοι αγνοούν...


"Αν σου έρθει "νόημα" τότε έφυγες..." ήταν η απάντηση που άκουσα από έναν αγαπημένο φίλο.
Και όντως αν σου έρθει "νόημα" τα αφήνεις όλα, καληνυχτείς τον κόσμο και πας για άλλες πολιτείες...ουράνιες, μυστικές, εκεί που η ζωή παίρνει το βαθύ νόημά της, εκεί που ο άνθρωπος νοηματοδοτεί την ύπαρξή του με την ύπαρξη του Χριστού.

Εκεί, που νόημα έχει η σχέση με τον Θεό και τους άλλους και όχι το τι θα φορέσουμε για το βράδυ ή το πώς θα κουρευτούμε, τί θα φάμε...
Βέβαια μπορεί να σου έρθει "νόημα" αλλά να παραμείνεις στον κόσμο.
Να μείνεις όχι από αδυναμία, αλλά από προσωπική επιλογή, και να ζεις πλέον στον κόσμο αλλά να είσαι "ουκ εκ του κόσμου τούτου".

Να ζεις με νόημα.

Να ζεις την κάθε ημέρα σου όχι σαν "νέος" αλλά σαν σοφός, όχι έντονα αλλά όμορφα, όχι επικίνδυνα αλλά ερωτικά...

Διότι τελικά το "νόημα" είναι αυτό: Έρωτας και πόθος για την ζωή, για τους άλλους, για τον Θεό, για την Αγάπη, για το "Μετά" που θα’ ρθει μετά το τέλος...

Είναι να μην σου έρθει "νόημα"...αν σου' ρθει, έφυγες...

Αρχιμανδρίτης Παύλος Παπαδόπουλος
Το είδαμε   εδώ

Ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος


 
Ἡ συνομιλία τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ μὲ τὸν Μοτοβίλωφ


(Ὁ κτηματίας Νικόλαος Μοτοβίλωφ, πού τό 1831 θεραπεύθηκε θαυματουργικά ἀπό σοβαρή ἀσθένεια μέ τήν προσευχή τοῦ ὁσίου Σεραφείμ, ἀπέκτησε τήν εὔνοιά του καί ἀξιώθηκε νά συζητήση πολύ μαζί του γύρω ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τή συζήτησί του αὐτή κατέγραψε σέ σημειώσεις, οἱ ὁποῖες παρέμειναν στή μονή Ντιβέγιεβο περισσότερο ἀπό ἑξῆντα χρόνια. Τό 1902 τίς παρέλαβε ὁ Σ.Α. Νεῖλος ἀπό τή γερόντισσα Ἑλένα Νικαλάεβνα, χήρα τοῦ Μοτοβίλωφ, καί μέ τήν ἄδεια τῆς ἡγουμένης Μαρίας τίς ἔφερε στό φῶς τῆς δημοσιότητος τό 1903 στά «Μοσχοβίτικα χρονικά» τοῦ Ἰουλίου μέ τόν τίτλο: «Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἀναπαυόταν φανερά στόν πατέρα Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, στή συζήτησί του γιά τόν σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς».

Ἀργότερα οἱ σημειώσεις αὐτές ἀναδημοσιεύθηκαν ἀπό τόν Λ. Ντενίσωφ στό βιβλίο του «Ὁ βίος τοῦ ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ» καί ἀπό τόν πατέρα Π. Φλορένσκυ στό ἔργο του «Στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας».)



Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας

«Ἦταν Πέμπτη. Ἡ μέρα ἦταν σκοτεινή. Τὸ χιόνι, περίπου 25 πόντοι, σκέπαζε τὴ γῆ καὶ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἐξακολουθοῦσαν νὰ πέφτουν πυκνὲς νιφάδες χιονιοῦ, ὅταν ὁ στάρετς (γέροντας) Σεραφεὶμ ἄρχισε νὰ συνομιλεῖ μαζί μου. Μὲ ἔβαλε νὰ καθήσω σ’ ἕνα κορμὸ δένδρου ποὺ μόλις εἶχε κόψει, καὶ ὁ ἴδιος κάθησε ἀπέναντί μου. Βρισκόμασταν στὸ δάσος πλάι στὸ ἐρημητήρι του στὸ βουνὸ ποὺ κατεβαίνει μέχρι τὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Σάρωφκα.

— Ὁ Κύριος μοῦ ἀπεκάλυψε, εἶπε ὁ μεγάλος στάρετς, ὅτι ἀπὸ τὰ παιδικά σου χρόνια ζητᾶς μὲ φλογερὸ πόθο νὰ μάθεις ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καὶ ὅτι πολλὲς φορὲς ρώτησες γι' αὐτὸ διάφορους πνευματικοὺς ἀνθρώπους.

— Πραγματικά, ἀπάντησα, ἀπὸ τὰ δώδεκα χρόνιά μου μὲ ἀπασχολοῦσε ἐπίμονα αὐτὴ ἡ σκέψη καὶ ἀπευθύνθηκα σὲ πολλὰ πνευματικὰ πρόσωπα, ἀλλὰ οἱ ἀπαντήσεις δὲν μὲ ἱκανοποιοῦσαν.

— Ναὶ συνέχισε ὁ στάρετς, γιατί κανεὶς δὲν σοῦ ἔδωσε ὁριστικὴ ἀπάντηση. Σοῦ ἔλεγαν: «Πήγαινε στὴν Ἐκκλησία, προσευχήσου στὸ Θεό, ἐφάρμοσε τὶς ἐντολές Του, κᾶνε τὸ καλό. Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς». Μερικοί, μάλιστα δυσανασχετοῦσαν μαζί σου γιατί ἔδειχνες μία περιέργεια ποὺ δὲν θὰ ἄρεσε στὸ Θεό (!). «Μὴ ζητᾶς πράγματα ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις σου», σοῦ ἔλεγαν. Αὐτὲς οἱ ἀπαντήσεις ὅμως δὲν μποροῦσαν νὰ σὲ ἱκανοποιήσουν. Ἐγώ, ὁ φτωχὸς Σεραφείμ, θὰ σοῦ ἐξηγήσω τώρα ποιὸς εἶναι πραγματικὰ αὐτὸς ὁ σκοπός. Ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ ἄσκηση καὶ ὅποιο χριστιανικὸ ἔργο, ὅσο καλὸ καὶ ἂν εἶναι αὐτὸ καθαυτό, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει σκοπὸς τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς, μολονότι εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν πραγματοποίηση τοῦ σκοποῦ. Δὲν μπορεῖ, λοιπόν, τὸ μέσο νὰ γίνει σκοπός. Πραγματικὸς σκοπὸς τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

— Πρέπει νὰ γνωρίζεις, συνέχισε ὁ στάρετς, ὅτι ὁποιοδήποτε χριστιανικὸ ἔργο, μόνον ὅταν γίνεται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό, φέρνει τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ ἐλεημοσύνη καὶ ὅλα τὰ ἄλλα καλὰ ἔργα, ποὺ γίνονται χάριν τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἁπλὰ καὶ μόνο μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

— Πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποκτήσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; ρώτησα τὸ στάρετς. Δὲν μπορῶ νὰ τὸ καταλάβω καλὰ αὐτό.

— Ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μοιάζει λίγο μὲ τὸ ἐμπόριο. Ἀποκτῶ, σημαίνει μαζεύω, συγκεντρώνω, ἀπάντησε ὁ στάρετς. Ἐσὺ γνωρίζεις σίγουρα τί σημαίνει ἀποκτῶ χρήματα. Ἀκριβῶς αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Σκέψου, λοιπόν, τὴ σημασία τῆς λέξης «ἀποκτῶ» μὲ τὴν κοσμική, τὴ γήινη ἔννοια. Οἱ ἄνθρωποι σκοπεύουν στὴν ἀπόκτηση χρημάτων, τιμῶν, διακρίσεων καὶ ἄλλων ἀνταμοιβῶν γιὰ τὶς προσφερόμενες ὑπηρεσίες τους. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἕνα «κεφάλαιο» γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ ὁποίου ἀγωνίζεται ὁ ἄνθρωπος. Εἶναι ὅμως ἕνα «κεφάλαιο» αἰώνιο, μοναδικό, ἀστείρευτο καὶ εὐλογημένο. Ἀποκτᾶται μὲ τοὺς ἴδιους περίπου τρόπους, ὅπως τὸ χρηματικὸ κεφάλαιο ἢ τὰ διάφορα ἀξιώματα.
Γήινα ἐμπορεύματα εἶναι τὰ καλὰ ἔργα ποὺ γίνονται ἀπὸ ἀγάπη στὸ Χριστὸ καὶ φέρνουν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρὶς τὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Κάθε καλὸ ἔργο ποὺ γίνεται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ φέρνει τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Περισσότερο ὅμως ἀπ' ὅλα μᾶς τὴ φέρνει ἡ προσευχή, γιατί εἶναι πάντα στὰ χέρια μας σὰν ἕνα εὔχρηστο ὅπλο. Εἶναι προσιτὴ στὸν πλούσιο, στὸ φτωχό, στὸ σοφό, στὸν ἁπλοϊκό, στὸ δυνατό, στὸν ἀδύνατο, στὸ γερό, στὸν ἀσθενῆ, στὸ δίκαιο καὶ στὸν ἁμαρτωλό. Εἶναι μεγάλη ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς. Περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο μέσο, εἶναι ἱκανὴ νὰ μᾶς φέρει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ βρίσκεται πάντα στὴ διάθεση τοῦ καθενός, θὰ εἴμαστε μακάριοι, ἂν μᾶς βρεῖ ὁ Κύριος ἄγρυπνους, ἐν προσευχῇ, μέσα στὴν πληρότητα τῶν δώρων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

— Γέροντα, τοῦ εἶπα, μιλᾶς συνεχῶς γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὡς σκοπὸ τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς. Ἀλλὰ πῶς καὶ ποῦ μπορῶ νὰ τὸ δῶ; Τὰ καλὰ ἔργα εἶναι ὁρατά. Ἄραγε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ γίνει ὁρατό; Πῶς μπορῶ νὰ ξέρω ἂν εἶναι ἢ δὲν εἶναι μαζί μου;

— Στὶς μέρες μας, ἀποκρίθηκε ὁ στάρετς, ὑπάρχει γενικὴ ψυχρότητα γιὰ τὴν ἁγία πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀδιαφορία γιὰ τὴ θεία Πρόνοια ποὺ ἐνεργεῖ τὰ πάντα γιὰ νὰ μᾶς φέρει κοντά Του. Ἡ ψυχρότητα καὶ ἡ ἀδιαφορία διέκοψαν τὴν κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ μᾶς ἀπομάκρυναν σχεδὸν ἐντελῶς ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωή. Στὴν Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, συχνὰ ἀναφέρεται ἡ ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους. Μερικοὶ λένε: «Τὰ χωρία αὐτὰ εἶναι ἀκατανόητα. Πῶς μποροῦν οἱ ἄνθρωποι μὲ τὰ ἴδια τους τὰ μάτια νὰ δοῦν τὸ Θεό»; Τίποτε ὅμως ἀκατανόητο δὲν ὑπάρχει ἐδῶ. Ἡ δυσκολία προέρχεται ἀπὸ τὴ δική μας ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸ Θεό. Γίναμε ἀδιάφοροι γιὰ τὴ σωτηρία μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἑρμηνεύουμε λανθασμένα πολλὰ χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Μὲ τὴν πρόφαση τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης μπήκαμε σὲ τέτοιο σκοτάδι ἄγνοιας ὥστε μᾶς φαίνονται ἀκατανόητα ὅσα γιὰ τοὺς παλιοὺς ἦταν προσιτὰ καὶ κατανοητά. Ἐκεῖνοι δὲν ἔβρισκαν καθόλου παράδοξη τὴν ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά τους. Ἔβλεπαν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὄχι στὸν ὕπνο τους ἢ σὲ φανταστικὲς ἐκστάσεις, ἀλλὰ καθαρὰ καὶ ἀληθινά.

Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φιλόθεε, δίνεται σὲ ὅλους μας κατὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα. Στὸ μυστήριο τοῦ Ἁγίου Χρίσματος ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μᾶς σφραγίζει μυστηριακὰ μὲ τὴ χρίση τῶν βασικῶν ὀργάνων τοῦ σώματός μας, ὅπως ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, ὁ αἰώνιος φύλακας αὐτῆς τῆς χάρης. Κατὰ τὴ χρίση λέμε: «Σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου». Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ ἄνθρωποι συνήθως σφραγίζουμε τὰ θησαυροφυλάκια ποὺ περιέχουν κάποιο θησαυρό. Ἀλλὰ ποιὸς θησαυρὸς μπορεῖ νὰ εἶναι μεγαλύτερος καὶ πολυτιμότερος ἀπὸ τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὰ ὁποία μᾶς προσφέρονται κατὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα; Ἡ χάρη αὐτὴ εἶναι τόσο μεγάλη, βαθιὰ καὶ ἀπαραίτητη, ποὺ ἀκόμα καὶ στὸν πλανεμένο ἄνθρωπο δὲν τοῦ ἀφαιρεῖται μέχρι τὸ θάνατό του.

— Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ξέρω, ρώτησα τὸν Γέροντα, ἂν βρίσκομαι καὶ ἐγὼ στὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;

— Εἶναι πολὺ ἁπλό, μοῦ ἀπάντησε. Ὁ Κύριος λέει ὅτι ὅλα εἶναι ἁπλὰ γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ἀποκτάει τὴ γνώση. Τὸ δυστύχημα γιὰ μᾶς εἶναι ὅτι δὲν ζητᾶμε αὐτὴ τὴ θεϊκὴ γνώση ἡ ὁποία δὲν κάνει θόρυβο, γιατί δὲν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν αὐτὴ τὴ γνώση καὶ καταλάβαιναν ἂν εἶχαν μαζί τους τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἢ ὄχι. Ἔτσι ἐξηγεῖται καὶ τὸ «ἔδοξε τῷ Ἁγίω Πνεύματι καὶ ἡμῖν» (Πράξ. 15:28). Βλέπεις, λοιπόν, ἀγαπητέ μου, ὅτι τὸ πράγμα εἶναι ἁπλό;

— Παρ' ὅλα αὐτὰ δὲν καταλαβαίνω πῶς μπορῶ νὰ εἶμαι ἀπόλυτα βέβαιος ὅτι βρίσκομαι στὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Πῶς μπορῶ νὰ διακρίνω τὴν πραγματική Του παρουσία στὴ ζωή μου;

— Σοὺ εἶπα, φιλόθεε, ὅτι αὐτὸ εἶναι πολὺ ἁπλὸ καὶ σοῦ διηγήθηκα λεπτομερειακὰ πῶς μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ γεμίσουν μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ πῶς μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὴν παρουσία του μέσα μας. Τί περισσότερο ζητᾶς;

— Θέλω νὰ τὰ καταλάβω αὐτὰ πολὺ καλά, ἀπάντησα.

Τότε ὁ στάρετς Σεραφεὶμ μὲ ἔπιασε δυνατὰ ἀπὸ τοὺς ὤμους καὶ μοῦ εἶπε:
— Τώρα βρισκόμαστε, παιδί μου, καὶ οἱ δύο μέσα στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί δὲν μὲ κοιτᾶς;

— Δὲν μπορῶ νὰ σὲ κοιτάξω, Γέροντα, γιατί ἀπὸ τὰ μάτια σου βγαίνουν λάμψεις. Τὸ πρόσωπό σου ἔγινε φωτεινότερο καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ τὰ μάτια μου κλείνουν ἀπὸ τὸν πόνο.

— Μὴ φοβᾶσαι, φιλόθεε. Τώρα καὶ ἐσὺ ἔχεις γίνει φωτεινὸς ὅπως ἐγώ. Ἔχεις καὶ ἐσὺ πληρωθεῖ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλιῶς δὲν θὰ μποροῦσες νὰ μὲ δεῖς ἔτσι ὅπως μὲ βλέπεις.

Καὶ σκύβοντας κοντά μου μοῦ εἶπε ψιθυριστά:
— Παρακαλοῦσα τὸν Κύριο μὲ ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ σὲ ἀξιώσει νὰ δεῖς φανερὰ καὶ μὲ τὰ σωματικά σου μάτια τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ νά, ἀγαπητέ μου, ὁ Κύριος ἱκανοποίησε τὴν ταπεινὴ παράκληση τοῦ φτωχοῦ Σεραφείμ. Πῶς νὰ μὴν Τὸν εὐγνωμονοῦμε καὶ οἱ δύο γιὰ τὴν ἀνέκφραστη αὐτὴ δωρεά Του! Εὐχαρίστησε Τὸν, φιλόθεε, γιατί παρηγόρησε τὴν καρδιά σου μὲ τὴ θεία χάρη Του ὅπως ἡ φιλόστοργη μάνα θάλπει τὰ παιδιά της. Λοιπόν, παιδί μου, γιατί δὲν μὲ κοιτᾶς στὰ μάτια; Κοίταξέ με ἁπλὰ καὶ μὴ φοβᾶσαι. Ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας.

Ὕστερα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ τὸν κοίταξα στὸ πρόσωπο. Συγκλονίστηκα κυριολεκτικά. Μὲ πλημμύρισε δέος. Φαντασθεῖτε τὸν ἥλιο στὴν πιὸ δυνατὴ λάμψη τῆς μεσημβρινῆς ἀκτινοβολίας του καὶ στὸ κέντρο τοῦ ἥλιου νὰ κοιτάζετε τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν ὁποῖο συνομιλεῖτε. Βλέπετε τὶς κινήσεις τῶν χειλιῶν του, τὴν ἔκφραση τῶν ματιῶν του, ἀκοῦτε τὴ φωνή του, αἰσθάνεστε τὰ χέρια του ἁπλωμένα γύρω ἀπὸ τοὺς ὤμους σας, ἀλλὰ δὲν βλέπετε οὔτε αὐτὸ τὸ χέρι, οὔτε τὸ σχῆμα του, οὔτε τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σας. Δὲν βλέπετε παρὰ μόνο τὸ ἐκτυφλωτικὸ φῶς ποὺ ἁπλώνεται παντοῦ γύρω σας καὶ φωτίζει μὲ τὴ λάμψη του τὸ χιόνι ποὺ καλύπτει τὸ ξέφωτο καὶ τὶς χιονοστιβάδες ποὺ πέφτουν τριγύρω. Εἶναι ἀδύνατο νὰ φανταστεῖ κανεὶς αὐτὰ ποὺ ἔζησα ἐκεῖνες τὶς στιγμές!

— Τί αἰσθάνεσαι τώρα; μὲ ρώτησε ὁ στάρετς Σεραφείμ.

— Ἐξαιρετικὰ καλά, εἶπα.

— Δηλαδή, πές μου συγκεκριμένα, τί νιώθεις;

— Νιώθω τέτοια γαλήνη καὶ εἰρήνη ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὴν ἐκφράσω μὲ λόγια!, ἀπάντησα.

— Αὐτὴ φιλόθεε, εἶπε ὁ στάρετς, εἶναι ἡ εἰρήνη γιὰ τὴν ὁποία μίλησε ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητές Του: «Εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν» (Ἰω. 14, 27). Σ' αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὁ κόσμος μισεῖ ἀλλὰ ὁ Θεὸς «φιλεῖ», δίνει ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν εἰρήνη ποὺ τώρα ἐσὺ αἰσθάνεσαι. Τί ἄλλο νιώθεις;

— Μιὰ ἀσυνήθιστη γλυκύτητα, ἀπάντησα.

— Αὐτὴ εἶναι ἡ γλυκύτητα γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ἡ Ἁγία Γραφή: «μεθυσθήσονται ἀπὸ ποιότητος οἴνου σου, καὶ τὸν χειμάρρουν τῆς τρυφῆς σου ποτιεῖς αὐτοὺς» (Ψαλμ. 35:9). Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ γλυκύτητα πλημμυρίζει τώρα τὶς καρδιές μας καὶ ξεχύνεται σ' ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή μας σὰν μία ἀνέκφραστη εὐφροσύνη. Ἀπὸ αὐτὴ τὴ γλυκύτητα οἱ καρδιὲς μας μοιάζει νὰ λιώνουν. Νιώθουμε καὶ οἱ δύο μας τόση εὐτυχία, ποὺ καμμιὰ γλώσσα δὲν μπορεῖ νὰ ἐκφράσει. Τί ἄλλο αἰσθάνεσαι;

— Μιὰ ἀνείπωτη χαρά.

— Καὶ αὐτὴ ἡ χαρά, παιδί μου, εἶναι μηδαμινὴ ὅταν συγκριθεῖ μὲ κείνη τὴ χαρὰ γιὰ τὴν ὁποία ἔχει γραφτεῖ: «ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβει, ἃ ἠτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτὸν» (Α! Κορινθ. 2:9). Τώρα σὲ μᾶς δίνεται ἡ πρόγευση αὐτῆς τῆς χαρᾶς. Καὶ ἂν νιώθουμε τόση γλυκύτητα καὶ εὐφροσύνη τώρα, τί νὰ ποῦμε τότε γιὰ τὴ χαρὰ ἐκείνη ποὺ ἑτοιμάστηκε γι' αὐτοὺς ποὺ κοπιάζουν ἐδῶ στὴ γῆ; Καὶ σύ, παιδί μου, ἀρκετὰ ὑπέφερες στὴ ζωή σου. Κοίταξε ὅμως μὲ ποιὰ χαρὰ τώρα σὲ παρηγορεῖ ὁ Κύριος! Τί ἄλλο αἰσθάνεσαι;

— Μιὰ ἐξαιρετικὴ θερμότητα, ἀπάντησα.

— Τί θερμότητα, παιδί μου; Βρισκόμαστε στὴν καρδιὰ τοῦ χειμώνα καὶ καθόμαστε ἔξω στὸ δάσος, πατᾶμε στὸ χιόνι καὶ οἱ χιονονιφάδες συνεχίζουν νὰ πέφτουν πάνω μας καὶ μᾶς ἔχουν σχεδὸν σκεπάσει. Τί εἴδους θερμότητα μπορεῖ νὰ αἰσθάνεσαι;

— Ὅπως ὅταν λούζομαι στὸ λουτρὸ μὲ ζεστὸ νερὸ καὶ μὲ περιτυλίγουν οἱ ἀτμοί.

— Μήπως αἰσθάνεσαι καὶ τὴ μυρωδιὰ τοῦ λουτροῦ;

— Ὄχι, ἀπάντησα. Στὴ γῆ δὲν ὑπάρχει παρόμοια εὐωδία. Κανένα ἄρωμα ἀπ' ὅσα ἔχω χρησιμοποιήσει δὲν δίνει τέτοια εὐωδία.

— Ξέρω, ξέρω, εἶπε ἐκεῖνος. Ἔτσι εἶναι ἀκριβῶς ὅπως τὸ λές. Σὲ ρώτησα ἐπίτηδες γιὰ νὰ δῶ ἂν καὶ ἐσὺ αἰσθάνεσαι τὸ ἴδιο. Πραγματικά. Ἡ πιὸ εὐχάριστη εὐωδία πάνω στὴ γῆ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ αὐτὴ ποὺ νιώθουμε τώρα, γιατί μᾶς πλημμυρίζει ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ποιὰ ἐπίγεια εὐωδία μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μ' αὐτή; Εἶπες, θεόφιλε, ὅτι γύρω μας ὑπάρχει θερμότητα ὅπως καὶ στὸ λουτρό. Κοίτα ὅμως! Τὸ χιόνι δὲν ἔλιωσε πάνω μας οὔτε στὴ γῆ ποὺ πατᾶμε. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ θερμότητα δὲν βρίσκεται στὴν ἀτμόσφαιρα, ἀλλὰ μέσα μας. Εἶναι αὐτὴ ποὺ μᾶς κάνει «τῷ πνεύματι ζέωντες» (Ρωμ, 12:1). θερμαινόμενοι ἀπὸ αὐτὴ τὴ θερμότητα οἱ ἐρημίτες, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, δὲν φοβόταν τὴν παγωνιὰ τοῦ χειμώνα. Ἔνιωθαν σὰν νὰ ἦταν ντυμένοι μὲ ζεστὲς γοῦνες. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ μᾶς τώρα, γιατί μέσα μας ἀναπαύεται ἡ θεία χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καθὼς εἶπε ὁ Κύριος: «ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστὶ» (Λουκ. 17:21). Ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ βρίσκεται τώρα μέσα μας καὶ μᾶς φωτίζει καὶ μᾶς θερμαίνει, εὐφραίνει τὶς αἰσθήσεις μας καὶ γεμίζει τὶς καρδιές μας. Νὰ τί σημαίνει νὰ βρίσκεται κανεὶς μέσα στὴν πληρότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιὰ τὴν ὁποία ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος γράφει: «ἐγὼ ὁ ἴδιος εἶμαι γεμάτος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα». Μ' αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γέμισε τώρα καὶ μᾶς τοὺς φτωχοὺς ὁ Κύριος. Δὲν νομίζω πὼς τώρα πιὰ θὰ ξαναρωτήσεις, φιλόθεε, μὲ ποιὸ τρόπο ἀποκτοῦν οἱ ἄνθρωποι τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Θὰ θυμᾶσαι τὴν ἀνέκφραστη εὐσπλαχνία τοῦ θεοῦ ποὺ μᾶς ἐπισκέφθηκε σήμερα;

— Δὲν ξέρω, Γέροντα, ἂν μὲ ἀξιώσει ὁ θεὸς νὰ θυμᾶμαι τόσο ζωντανὰ καὶ καθαρὰ ὅσα ἔζησα σήμερα.

— Ἐγὼ πιστεύω, ἀπάντησε ὁ στάρετς, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ σὲ βοηθήσει νὰ κρατήσεις γιὰ πάντα στὴ μνήμη σου αὐτὴ τὴ φανέρωση. Γιατί διαφορετικὰ δὲν θὰ ἀπαντοῦσε ἡ ἀγαθότητά Του τόσο γρήγορα στὴν ταπεινὴ παράκληση τοῦ φτωχοῦ Σεραφείμ. Ἀκόμα δέ, γιατί ὅλα αὐτὰ δὲν δόθηκαν ἀποκλειστικὰ σὲ σένα μόνο, ἀλλὰ διὰ σοῦ σ' ὅλο τὸν κόσμο ὥστε καὶ ἐσὺ νὰ στερεωθεῖς στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἄλλους νὰ ὠφελήσεις. Ὁ,τιδήποτε, λοιπὸν φιλόθεε, ζητήσεις ἀπὸ τὸν Κύριο θὰ τὸ λάβεις ἀρκεῖ νὰ ἀποβλέπει στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ καλό τοῦ πλησίον. Γιατί ὁ Θεὸς δὲν ξεχωρίζει τὸ καλό τοῦ πλησίον μας ἀπὸ τὴ δόξα Του. Ἀλλὰ καὶ ἂν ζητήσεις κάτι γιὰ προσωπικό σου ὄφελος μὴν ἀμφιβάλεις ὅτι θὰ σοῦ τὸ δώσει πρόθυμα ἀρκεῖ αὐτὸ ποὺ ζητᾶς νὰ εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖο. Σοῦ εἶπα καὶ σοῦ ἔδειξα στὴ πράξη ὅλα ὅσα ὁ Κύριος καὶ ἡ Παναγία Μητέρα Του θέλησαν νὰ σοῦ ποῦν καὶ νὰ σοῦ δείξουν μέσα ἀπὸ μένα τὸ φτωχὸ Σεραφείμ. Τώρα «πορεύου ἐν εἰρήνῃ». Ὁ Κύριος καὶ ἡ Παναγία ἂς εἶναι μαζί σου.

Ὅταν ξεκίνησα νὰ φύγω τὸ ὅραμα δὲν εἶχε σταματήσει. Ὁ Γέροντας βρισκόταν στὴν ἴδια θέση ποὺ εἶχε στὴν ἀρχὴ τῆς συνομιλίας μας καὶ τὸ Ἄρρητο Φῶς ποὺ εἶχα δεῖ μὲ τὰ μάτια μου συνέχιζε νὰ τὸν περιβάλλει».
πηγή

Συναξαριστής της 8ης Δεκεμβρίου

Ὁ Ὅσιος Πατάπιος

 


Γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε «πνεῦμα ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ». Δηλαδή, πνεῦμα ἀγάπης καὶ πνεῦμα ποὺ σωφρονίζει, ὥστε φρόνιμα καὶ συνετὰ νὰ κυβερνᾷ τὸν ἑαυτό του, ἀποφεύγοντας κάθε ἠθικὴ παρεκτροπή, διατηρῶντας τὴν ἁγνότητα, ἀλλὰ συγχρόνως παραδειγμάτιζε καὶ τοὺς συνανθρώπους του. Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἀκόμα περισσότερο, ὅταν μεγάλωσε.

Ἀφοῦ διαμοίρασε τὴν κληρονομιά του στοὺς φτωχούς, ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ γέμιζε τὸ χρόνο του μὲ προσευχή, μελέτη καὶ ἀγαθοεργίες.

Σὲ κάθε κουρασμένο ὁδοιπόρο ποὺ περνοῦσε ἀπὸ τὸ κελί του, πρόσφερε ἀνάπαυση καὶ φιλοξενία. Ἀλλὰ ἐκμεταλλευόμενος τὴν εὐκαιρία τοῦ παρεῖχε μὲ διάκριση καὶ πνευματικὲς ὁδηγίες καὶ συμβουλές, χρήσιμες γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του.

Ἔτσι, ἡ φήμη τοῦ Παταπίου ἐξαπλώθηκε γρήγορα καὶ κάθε μέρα πολλοὶ ἔφθαναν στὸ κελί του γιὰ νὰ ἀκούσουν ἀπὸ τὰ χείλη του ἐπωφελῆ διδασκαλία. Μετὰ ἀπὸ καιρό, ὁ Πατάπιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ, θέλοντας νὰ μείνει ἄγνωστος, ἐξέλεξε ἕνα ἡσυχαστήριο στὶς Βλαχερνές.

Ὅμως, ἡ ταπεινὴ καὶ καθαρὴ ζωὴ τοῦ Παταπίου, τὸν ἀξίωσε νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι καὶ πάλι ἔγινε γνωστὸς καὶ πέθανε θεραπεύοντας ἀῤῥώστους.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἔν σοι Πάτερ ἀκριβῶς, διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβὼν γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γὰρ ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτου· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Πατάπιε τὸ πνεῦμά σου.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας κλήσεως, ἰχνηλατήσας, ἐκ νεότητας, τᾶς ἐπιδόσεις, δι΄ ἀσκήσεως τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας, καὶ δοξασθεὶς ἀπάθειας ταῖς χάρισι, πάθη ποικίλα ἴασαι Πατάπιε, Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὸν ναόν σου Ἅγιε, πνευματικὸν ἰατρεῖον, οἱ λαοὶ εὑράμενοι, μετὰ σπουδῆς προσιόντες, ἴασιν τῶν νοσημάτων λαβεῖν αἰτοῦνται, λύσιν τε, τῶν ἐν τῷ βίῳ πλημμελημάτων· σὺ γὰρ πάντων τῶν ἐν ἀνάγκαις, προστάτης ὤφθης, Πατάπιε Ὅσιε.

Ὁ Οἶκος
Ἡ σορός σου Σοφὲ πᾶσι βρύει ἰάματα, ἐξ ὧν πάντες πιστοὶ ἀρυόμενοι, σῴζονται ἐκ νόσων πολλῶν, ψυχῶν καὶ σωμάτων, ὧνπερ ὁ τάλας ἐγὼ πεπείραμαι ῥυσθεὶς τῶν θλιβόντων με· καὶ διὰ τοῦτο τὴν σὴν ἀντίληψιν νῦν ἀνευφημῶ, καὶ διηγοῦμαι τρανῶς, πῶς ἐπιφθάνεις τοὺς ἐν ἀνάγκαις, καὶ ἐκλυτροῦσαι πειρασμῶν τοὺς προσιόντας σοι θερμῶς. Διὸ δίδου ἰσχὺν μοι ἀνυμνεῖν σε· σὺ γὰρ πάντων τῶν ἐν ἀνάγκαις, προστάτης ὤφθης, Πατάπιε Ὁσιε.

Κάθισμα
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Πάθη τοῦ σώματος, Θεομακάριστε, Πάτερ ἐξήρανας, δακρύων ῥεύμασι, καὶ ἰαμάτων ποταμούς, Πατάπιε ἀνέβλυσας· ὅθεν προσερχόμενοι, τῷ τιμίῳ λειψάνῳ σου, χάριν τε καὶ ἔλεος, προφανῶς ἀρυόμεθα, τιμῶντές σου τὴν μνήμην ἀξίως, πίστει θερμῇ θεομακάριστε.

 

 
Οἱ Ἅγιοι Σωσθένης, Κηφᾶς, Ἀπολλῶς, Τυχικός, Καῖσαρ καὶ Ἐπαφρόδιτος οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70

Ὁ Σωσθένης ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κολοφῶνος στὴν Ἰωνία, καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν διδακτικότητα καὶ τὴν αὐταπάρνησή του.

Ὑπῆρξε συνεργάτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου καὶ χαρακτηριστικὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Παύλου ποὺ ἔτρεφε πρὸς τὸν Σωσθένη εἶναι ὅτι, στὴν Α´ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολήν του, ὀνομάζει αὐτὸν συστρατιώτη του.

Ὁ Ἀπολλῶς ἦταν λόγιος ἄνδρας τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ προικισμένος μὲ πολλὴ δύναμη λόγου καὶ γνώση τῶν Γραφῶν. Στὴν ἀρχὴ γνώριζε μόνο τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, κατόπιν ὅμως πληροφορήθηκε ἀκριβέστερα σχετικῶς μὲ τὴν ἀνθρώπινη σωτηρία διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὸν Ἀκύλα καὶ τὴν σύζυγό του Πρίσκιλλα.

Ὁ Ἀπολλῶς κήρυξε θαῤῥαλέα μέσα στὴ συναγωγὴ τῆς Ἐφέσου καὶ ὕστερα πῆγε στὴν Κόρινθο καὶ τὴν ὑπόλοιπη Ἀχαΐα. Τέλος ἔκανε ἐπίσκοπος Καισαρείας.

Τὸν Τυχικὸ ἀποκαλεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀγαπητὸ ἀδελφὸ καὶ διάκονον ἐν Κυρίῳ Τὸν ὁποῖο ἔστειλε στοὺς χριστιανοὺς τῆς Ἐφέσου, γιὰ νὰ τὸν κάνει γνωστὸ σ᾿ αὐτοὺς καὶ νὰ παρηγορήσει τὶς καρδιές τους.

Ὁ Ἐπαφρόδιτος ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν ἀπ. Παῦλο ἀδελφὸς καὶ συνεργὸς καὶ συστρατιώτης του καὶ ἐπετέλεσε τὰ ἀποστολικά του καθήκοντα στοὺς Φιλιππησίους. Αὐτὸς μετὰ τὸν Σωσθένη, ἀνέλαβε τὴν ἐπισκοπὴ Κολοφῶνος.

Ὁ δὲ Καίσαρας ἀναφέρεται μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀπ. Παύλου καὶ φέρεται ὅτι χρημάτισε ἐπίσκοπος Κορώνης στὴν Πελοπόννησο.

Γιὰ τὸν Κηφᾶ δὲν διασῴζονται βιογραφικά του στοιχεῖα. (Ὁρισμένα Συναξάρια, λανθασμένα ἀναφέρουν ἐδῶ καὶ τὴν μνήμη τοῦ ἀπ. Ὀνησιφόρου σὰν ἐπισκόπου Κορώνης (;). Αὐτὸς ὅμως ἑορτάζει 7 Σεπτεμβρίου καὶ ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Κολοφῶνος Μ. Ἀσίας).

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
(ποιηθέν υπό του αειμνήστου διδασκάλου Χ. Παπαδοπούλλου)
Τοῦ Παύλου μαθητὴς καὶ ἀκόλουθος ὑπάρχων, τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως χαίρων ἠγωνίσω, ὑψῶν ἀληθείας τὸν πυρσὸν καὶ ἔθνεσι παρέχων φωτισμῶν. Διὰ τοῦτο, Πανσεβάσμιε Τυχικέ, τιμῶντες σὲ νῦν βοῶμεν. Χαῖρε Χριστοῦ, ὦ σκεῦος ἐκλεκτῶν, χαῖρε Θεοῦ ἀπόστολε, ὦ καὶ πρέσβευε δωρήσασθαι πάσι τὴν λύτρωσιν.


 

 
Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Κύπρου καὶ Δαμιανὸς ἐπίσκοπος Κύπρου

Ὁ Σωφρόνιος καταγόταν ἀπὸ τὴν μεγαλόνησο Κύπρο καὶ ἦταν γιὸς εὐλαβῶν γονέων χριστιανῶν. Διακρινόταν γιὰ τὴν πολυμάθειά του καὶ τὴν εὐφυΐα του.

Ἔγινε τόσο εὐλαβὴς καὶ ἐνάρετος, ὥστε τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς μὲ πολλὰ χαρίσματα καὶ ἰδιαίτερα νὰ θαυματουργεῖ. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου Κύπρου Δαμιανοῦ, μὲ ὁμόφωνη γνώμη κλήρου καὶ λαοῦ, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου ἔγινε ὁ Σωφρόνιος.

Μετὰ τὴν χειροτονία του, ἔλαβε μεγάλη πρόνοια γιὰ τοὺς φτωχούς, τὰ ὀρφανά, τοὺς ἀναπήρους καὶ τοὺς γέροντες.
Ἔτσι θεάρεστα ἀφοῦ διάνυσε τὴ ζωή του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


 

 
Ὁ Ἅγιος Ἄερος ὁ ἀρχιεπίσκοπος

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Καλλίστου ὡς ἑξῆς: «Μνήμη τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀέρου».

Ἀνήκει πάντως στοὺς ἁγίους τῆς Σιωνίτιδος (δηλ. Ἱεροσολύμων) ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει γραμμένη τὴν μνήμη του στὶς 8 Δεκεμβρίου.


 

 
Προεόρτια Συλλήψεως τῆς Θεοτόκου ὑπὸ τῆς Ἁγίας Ἄννης

Περί Πνεύματος καί ζωῆς ( Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ )

1. Αγαπητοί μου αδελφοί και αδελφές, ανοίξτε την καρδιά σας, για να χαράξει εκεί το Άγιο Πνεύμα την εικόνα του Χριστού. Τότε θα γίνετε σιγά-σιγά ικανοί να έχετε μέσα σας τη χαρά και το πένθος, το θάνατο και την ανάσταση.

2. Ο κόσμος δεν γνωρίζει τίποτε μεγαλύτερο από την κλήση του χριστιανού. Αλλά όσο υψηλότερος είναι ο σκοπός, τόσο δυσκολότερη είναι η πραγμάτωσή του.
3. Κοιτάξτε το μεγαλειώδες θέαμα που ο Θεός μας φανέρωσε στη δημιουργία του κόσμου, στην κατασκευή του ανθρώπου «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Του. Εκείνο που αναζητούμε δεν περιορίζεται στη μικρή μας καθημερινή ζωή. Αναζητούμε να είμαστε με τον Θεό και να αποκτήσουμε μέσα μας τη ζωή σε όλο το πλάτος, το κοσμικό και το θείο.
4. Στην πνευματική μας θεωρία οφείλουμε να ενώσουμε το κοσμικό είναι και το θεϊκό Είναι, το κτιστό και το άκτιστο.

5. «Εν αρχή ήν ο Λόγος». Χωρίς Αυτόν τίποτε δεν υπάρχει. Κάθε μέρα γευόμαστε την οδυνηρή και άθλια ζωή μέσα στο σώμα μας. Και όμως δημιουργηθήκαμε κατ’ εικόνα του Χριστού, του Απολύτου. Το πρόβλημα, το μυστήριο της ζωής μας, είναι το πέρασμα από το σχετικό στο Απόλυτο. Αν το είναι δημιουργήθηκε από τον Θεό, δεν πρέπει να πεθάνει. Ο Θεός δημιούργησε τη ζωή, δεν δημιούργησε το θάνατο. Σκοπός μας είναι η ζωή με τον Χριστό-Θεό, η αθανασία, η αιωνιότητα. Σύμφωνα με την Αποκάλυψη, η αιωνιότητα του Θεού μπορεί να μας μεταδοθεί.

8. Οφείλουμε να μάθουμε να ζούμε την αιώνια ζωή του Ιδίου του Θεού. Τί σημαίνει «θέωση» του ανθρώπου; Να ζήσουμε όπως
έζησε ο Κύριος, να αφομοιώσουμε το φρόνημα και τα αισθήματα του Χριστού, προπαντός των τελευταίων στιγμών της επίγειας ζωής Του.

10. Το σπέρμα που έρριξε ο Σατανάς στην καρδιά και το νου του Αδάμ –το λογισμό να γίνει θεός χωρίς τον Θεό– σφηνώθηκε τόσο βαθιά στο είναι μας, ώστε να βρισκόμαστε αδιάκοπα υπό το κράτος της αμαρτίας.

12. Ήδη από τη γέννησή μας γινόμαστε κληρονόμοι του Αδάμ. Μπορούμε να ζήσουμε την κατάσταση της πτώσεως, που είναι μια φοβερή απόκλιση από την αγάπη του Πατρός, ως την μόνη πραγματικότητα του ανθρωπίνου είναι. Στον κόσμο ζούμε στην ατμόσφαιρα και τη λατρεία της πτώσεως. Ζούμε στην άνεση και συχνά ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε την πίστη μας, να πούμε ότι είμαστε χριστιανοί.

13. Μην έχετε υπερβολική εμπιστοσύνη στην ανώτερη μόρφωση που αποκτήσατε στον κόσμο. Ο πολιτισμός στον οποίο ζούμε είναι κουλτούρα της πτώσεως.

14. Μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους –οι πόλεμοι είναι η κατεξοχήν αμαρτία–, ο σύγχρονος κόσμος έχασε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Δεν μπορεί όμως να εννοήσει τη θεότητα του Χριστού χωρίς το Άγιο Πνεύμα. Να πιστέψουμε ότι αυτός ο άνθρωπος, που είναι αληθινός άνθρωπος, είναι ο Δημιουργός του κόσμου, αυτό μας ξεπερνά. Να πιστέψουμε ότι ο Ίδιος ο Θεός σαρκώθηκε, ότι μας κάλεσε να είμαστε αιώνια μαζί Του, να, αυτό είναι που λείπει από πολλούς ανθρώπους του καιρού μας, κυρίως από επιστήμονες.

15. Τί σημαίνει σωτηρία; Ο θάνατος του σώματος είναι άραγε η προϋπόθεση για την είσοδο στη Βασιλεία του Χριστού; Πώς μπορούμε να αναπτύξουμε την ικανότητα μας να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού, σύμφωνα με το Άγιο Πνεύμα; Ένα μόνο έχει σημασία: να φυλάξουμε την ένταση της προσευχής και της μετανοίας. Τότε ο θάνατος δε θα είναι ρήξη, αλλά μετάβαση στη Βασιλεία, για την οποία θα έχουμε ετοιμασθεί με την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, με την προσευχή και την επίκληση του Ονόματός Του: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ελέησον ημάς και τον κόσμον Σου».

18. «Ακηδία», ετυμολογικά σημαίνει απουσία φροντίδας για τη σωτηρία. Εκτός από σπάνιες σχεδόν περιπτώσεις, όλη η ανθρωπότητα ζει σε κατάσταση ακηδίας. Οι άνθρωποι έγιναν αδιάφοροι για τη σωτηρία τους. Δεν αναζητούν τη θεία ζωή. Περιορίζονται στα σχήματα της σαρκικής ζωής στις καθημερινές ανάγκες, στα πάθη του κόσμου και τις συμβατικές πράξεις. Ωστόσο ο Θεός μας έπλασε από το μηδέν «κατ’ εικόνα» του Απολύτου και «καθ’ ομοίωσίν» Του. Αν η αποκάλυψη αυτή αληθεύει, η απουσία της μέριμνας για τη σωτηρία δεν είναι άλλο παρά ο θάνατος του προσώπου.

19. Η απελπισία είναι η απώλεια της συνειδήσεως ότι ο Θεός θέλει να μας δώσει την αιώνια ζωή. Ο κόσμος ζει στην απελπισία. Οι άνθρωποι έχουν καταδικάσει οι ίδιοι τον εαυτό τους στο θάνατο. Πρέπει να παλέψουμε σώμα προς σώμα με την ακηδία.

20. Η ζωή του κόσμου οργανώνεται γύρω από μερικά ανθρώπινα πάθη και η πνευματική ζωή βρίσκεται στο περιθώριο. Οφείλουμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση αυτή των πραγμάτων, να τοποθετήσουμε την πνευματική ζωή στην καρδιά της ζωής μας.

21. Η σοφία του κόσμου αυτού δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο. Τα κοινοβούλια, οι κυβερνήσεις, οι πολυσύνθετοι οργανισμοί των πιο αναπτυγμένων συγχρόνων κρατών της γης είναι ανίσχυροι. Η ανθρωπότητα πάσχει χωρίς τέλος. Η μόνη διέξοδος είναι να βρούμε μέσα μας τη σοφία, την λύση να μη ζούμε σύμφωνα με τις ιδέες αυτού του κόσμου, αλλά να ακολουθήσουμε τον Χριστό.

26. Όπως ο Χριστός στη Γεθσημανή και στο Γολγοθά ζούσε ακατάπαυστα με τη σκέψη του Πατρός, κι εμείς οφείλουμε να ζούμε κάθε στιγμή με τη σκέψη του Θεού, αλλά περισσότερο του Χριστού παρά του Πατρός, επειδή δια του Υιού ερχόμαστε στον Πατέρα. Στην πράξη η ζωή γίνεται Χριστοκεντρική.

27. Το μόνο που μας ελκύει είναι ο Χριστός, το πρόσωπο Του. Και οφείλουμε να ζήσουμε τον Χριστό ως το μέτρο κάθε πράγματος, θείου και ανθρωπίνου. Εν τω Χριστώ έχουμε τον Δημιουργό Θεό μας. Εν τω Χριστώ έχουμε το υπόδειγμα, την αποκάλυψη του Σχεδίου του Θεού για τον άνθρωπο. Η αγάπη του Χριστού πρέπει να γεμίζει την καρδιά μας πάντοτε. Εν Θεώ δεν ζούμε με τον διανοητικό στοχασμό. Ο Θεός αποκαλύπτεται σε μας με τις ενέργειες Του. Ζούμε τον Χριστό ως προσωπική μας ζωή, όχι ως κάποιον που θα γνωρίζαμε εξωτερικά.

29. Κάποτε, όταν η αγάπη του Χριστού μας εγγίζει, αισθανόμαστε την αιωνιότητα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει κατανοητό με τη λογική. Ο Θεός ενεργεί με το δικό Του τρόπο που ξεφεύγει τη λογική. Δεν πρέπει να είμαστε υπερβολικά λογικοί στη χριστιανική ζωή.

30. Υπάρχουν εξωτερικοί «δείκτες» που επιτρέπουν να υπολογίσουμε σε ποια απόσταση βρισκόμαστε από τον Θεό: Ακολουθούμε τον λόγο του Ευαγγελίου; Φθάσαμε την τελειότητα, δηλαδή την αγάπη για ολόκληρο τον κόσμο, χωρίς διάκριση ανάμεσα σε εχθρούς και φίλους;

31. Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις εντολές του Χριστού και στη ζωή του Ίδιου του Θεού.

34. «Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς». Πολλές φορές επανέλαβα αυτή την προσευχή της Εκκλησίας. Η επί γης αναμάρτητη ζωή μας ανοίγει τις πύλες του Ουρανού. Δεν είναι ο πλούτος των γνώσεων που σώζει τον άνθρωπο. Είναι η αναμάρτητη ζωή που μας προετοιμάζει για τη ζωή με τον Θεό στο μέλλοντα αιώνα. Η χάρη του Αγίου Πνεύματος μας διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες κατά το μέτρο που ζούμε σύμφωνα με τις εντολές: «Αγαπήσεις τον Θεό σου, τον Δημιουργό σου, με όλο το είναι σου και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Ναι, κρατείτε πάντοτε αυτές τις εντολές.

35. Μείνετε στην προσευχή, μείνετε στον αγώνα, να περάσετε τη μέρα σας χωρίς αμαρτία. Όλα τα υπόλοιπα θα δοθούν από τον Ίδιο τον Θεό.

36. Για να φυλάξουμε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, οφείλουμε ν’ απέχουμε από κάθε λογισμό που δεν αρέσει στον Θεό, μας λέει ο Γέροντας Σιλουανός. Ιδού το έργο μας. Ιδού η πνευματική μας καλλιέργεια. Εφόσον πρόκειται για την αιώνια σωτηρία, αυτό δεν τελειώνει ποτέ. Αρχίζουμε και ξαναρχίζουμε χωρίς τέλος.

37. Δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μέσα μας την εικόνα του Χριστού, εκτός αν είμαστε πραγματικά ενωμένοι, όπως ο Χριστός το ζητούσε από τους μαθητές Του: «Αγαπάτε αλλήλους», για να γνωρίζει ο κόσμος ότι είστε του Χριστού.


πηγή
Το είδαμε εδώ

Οἱ ἐργάται τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὰ ἀξιώματα

Ἀρχιμανδρίτης  Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος
 



Ἀξιότιμε κ. Διευθυντὰ

Ἐν τῇ ἀγαπητῇ «Ἐνορίᾳ» τῆς 1-5-59 δημοσιεύεται (ἢ μᾶλλον ἀναδημοσιεύεται) ἄρθρον τοῦ κ. Τσαταλοῦ περὶ ἀναδιοργανώσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἐν ᾦ, μεταξὺ ἄλλων ὀρθοτάτων ἐν πολλοῖς παρατηρήσεων, ὑπάρχει καὶ τις, εὐγενὴς πάντως, ἐπίκρισις ἐναντίον ὡρισμένων Κληρικῶν, διότι «κατὰ γενικὸν κανόνα ἀποφεύγουν τὴν ἀρχιερωσύνην». Ἂς μοι ἐπιτρέψῃ ὁ καλὸς ἀρθρογράφος μίαν ὀξείαν διαφωνίαν ἐν τῷ προκειμένῳ ζητήματι.

Οἱ Κληρικοὶ οὗτοι, καθὼς καὶ πάντες οἱ μὴ συγκινούμενοι ἐκ τῶν ἀξιωμάτων Κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, δὲν εἶνε ἀξιόμεμπτοι, ἀλλ' ἀξιέπαινοι. Ἐὰν βεβαίως ὁ ἀρθρογράφος γνωρίζη συγκεκριμένας περιπτώσεις καθ' ἅς οἱ ἐπικρινόμενοι Κληρικοὶ ἐστρατολογήθησαν καὶ ἐβιάσθησαν ἴνα ἀνέλθωσιν εἰς ἀξίωμα καὶ οὗτοι ἀντέταξαν μέχρι τέλους ἄρνησιν, τότε δικαιολογεῖται ποιὰ τις ἐπίκρισις αὐτῶν. Ἀλλ' ὑπάρχουσι τοιαῦται περιπτώσεις;...

Εἶνε λοιπὸν ὀρθὸν νὰ ἐπικρίνωμεν Κληρικούς, διότι, φειδόμενοι τῆς χριστιανικῆς αὐτῶν ἀξιοπρεπείας, ἅμα δὲ καὶ πιστεύοντες ὅτι «οὒχ ἐαυτῷ τὶς λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών» (Ἑβρ. ε' 4), δὲν ἐκλιπαροῦσι τὴν ἄνοδον αὐτῶν εἰς ὑψηλὰς θέσεις, ἀλλὰ μένουσιν «ἐν ᾦ ἐκλήθησαν» καὶ ἐκεῖθεν ἐργάζονται διὰ τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου, «μὴ τὰ ὑψηλὰ φρονοῦντες, ἄλλα τοῖς ταπεινοῖς συναπαγόμενοι» (Ρώμ. ιβ' 16);

Ἡ ἐπιθυμία καὶ μάλιστα ἡ ἐπιδίωξις ἀξιωμάτων εἶνε πράγμα ΑΝΑΡΜΟΣΤΟΝ εἰς τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου (διατὶ δὲ ὄχι καὶ εἰς πάντα χριστιανόν;). Καὶ εἶνε τοιοῦτον, διότι:

α') Ἀποδεικνύει ὅτι ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου εἶνε κενὸς ἐσωτερικῶς, στερεῖται πληρώματος καὶ ἀναζητεῖ τοῦτο (πόσον ματαίως!) εἰς ἐξωτερικὰς λαμπρότητας. "ἀποδεικνύει, ἄλλαις λέξεσιν, ὅτι ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου δὲν κατέστησε τὸν Κύριον Ἰησοῦν μοναδικὸν καὶ πυριφλεγῆ ἔρωτα τῆς καρδίας αὐτοῦ, ἥτις, κενὴ πλέον καὶ ἀνικανοποίητος, ἀναζητεῖ τὸ πλήρωμα καὶ τὴν ἱκανοποίησιν διὰ τῶν ἀξιωμάτων... Ἡ καρδία ἡ «τετρωμένη ἀγάπης», ἀγάπης θεϊκῆς, ζῆ μόνον διὰ τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ τὴν δόξαν Αὐτοῦ καὶ δὲν αἰσθάνεται ὅτι ἐλλείπει τὶ εἰς αὐτήν. Ἀπόδειξις δὲ τούτου ἀσύντριπτος κεῖνται οἱ Ἀσκηταί, οἵτινες, πλήρεις ὄντες ἐκ τῆς παρουσίας τοῦ Ἰησοῦ, οὐ μόνον τὴν τῶν ἀξιωμάτων ἔλλειψιν δὲν ἠσθάνοντο, ἀλλ' οὐδὲ τῆς τροφῆς καὶ τῶν ἐνδυμάτων καὶ αὐτῆς ἀκόμη τῆς ἀναστροφῆς τῶν ἀνθρώπων... Εἶνε ἀλήθεια ἀναμφισβήτητος, ὅτι, ὅσον περισσότεροι καὶ ἐντονώτεραι ἐπιθυμίαι τοῦ κόσμου τούτου (δὲν ἐννοῶ πραγμάτων ἁμαρτωλῶν) κατέχουσι τὴν καρδίαν ἡμῶν, τόσον ὀλιγώτερον καὶ ἀσθενέστερον κατέχει αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς, τόσον μικροτέρα καὶ σκιωδεστέρα εἶνε ἡ ὑφ' ἡμῶν βίωσις τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανισμοῦ...

β') Ἀπαιτεῖ θυσίαν τῆς ἐλευθερίας, ἥτις δέον νὰ κοσμῆ κατ' ἐξοχὴν τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ θηρεύοντες ἀξιώματα, κἄν παρανομίας βοώσας βλέπωσι, κἄν φρικτὸς προδοσίας θεωρῶσιν, ἡσυχίαν ἄγουσιν... Εἶνε ἀνίκανοι νὰ διαρρήξωσι σχέσεις καὶ δεσμοὺς ἐλπιδοφόρους, ἀνίκανοι νὰ διατυπώσωσι καὶ τὴν ἐλαχίστην διαμαρτυρίαν ἢ παρατήρησιν (κατ' ἰδίαν ἔστω), ἐκ φόβου δυσαρεστήσεως τῶν κρατούντων καὶ ἀπωλείας τῆς ὑποστηρίξεως αὐτῶν. Ἡ παρρησία καὶ ἡ ἐλευθερία τῆς γνώμης ἀπέπτησαν πρὸ πολλοῦ. Ἐὰν δὲ εἰς τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ὑπάρχη ἡ παρρησία καὶ ἡ ἐλευθεροστομία, τότε ποῦ πρέπει νὰ ἀναζήτηση τὶς ταύτην;

γ') Ἀπαιτεῖ ἀκόμη θυσίαν τῆς χριστιανικῆς ἀξιοπρεπείας καὶ τῆς ἀκεραιότητος τοῦ χαρακτῆρος. Ἐπιδίωξις ἀξιωμάτων ἄνευ κολακειῶν καὶ εὐτελῶν ἱκεσιῶν καὶ ποικίλων «ξεσκονισμάτων» καὶ ἄλλων συμβιβασμῶν συνειδήσεως, δὲν εἶνε πρᾶγμα εὐκόλως νοητόν. Ἴσως δὲν εἶνε οὐδαμῶς νοητόν...

δ') Ἀποδεικνύει τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου φρονοῦντα ὅτι ἄνευ ἀξιωμάτων δὲν δύναται νὰ ἐργασθῆ διὰ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπερ ἀτοπώτατον. Πρεσβύτεροι δὲν ἦσαν ὁ Πηλουσιώτης Ἰσίδωρος, ὁ Ἱερώνυμος, ὁ Δαμασκηνὸς Ἰωάννης, ὁ Στουδίτης Θεόδωρος, ὁ Αἰτωλὸς Κοσμᾶς; Διάκονος δὲν ἦτο ὁ Σύρος Ἐφραίμ; Μοναχὸς ἁπλοῦς δὲν ἦτο οὐ μόνον ὁ Παπουλάκος, ἀλλὰ καὶ ὁ πολὺς Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἵνα παραδράμωμεν ἄλλους ἀρχαιότερους; (Ἂς μὴ ἀναγράψωμεν δὲ τοὺς συγχρόνους, ἀπελθόντας καὶ ζώντας, δημιουργοὺς ἰσχυρῶν θρησκευτικῶν ρευμάτων ἐν τῇ Χώρᾳ ἡμῶν).

ε') Ἐμφανίζει τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου ὡς πιστεύοντα ὅτι τὰ ἀξιώματα πρέπει νὰ ἁρπάζονται ὑφ' ἡμῶν καὶ οὐχὶ νὰ παρέχονται ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν ἐπίστευε τὸ δεύτερον, οὐδὲν οὐδέποτε θὰ ἐνήργει διὰ τὴν ἄνοδον αὐτοῦ εἰς ἀξίωμα. Μόνον ἂν ἐκαλεῖτο «βίᾳ τε καὶ ὠ θ ι σ μ ῷ », θὰ ἔκλινε τὴν κεφαλὴν ὑποτακτικῶς. Ποῖος ἔλαβε τὸν Μωυσῆ καὶ τὸν Δαυὶδ ἐκ τοῦ ποιμνίου, τὸν Σαμουὴλ ἐκ τῆς θέσεως τοῦ ὑπηρέτου, τὸν Ἐλισσαῖον ἐκ τοῦ ἀρότρου, τὸν Σαοὺλ ἐκ τῶν ἀποσκευῶν (ἔνθα ἐκρύπτετο), καὶ ἀνέδειξεν αὐτοὺς Κριτὰς καὶ Προφήτας καὶ Βασιλεῖς τοῦ Ἰσραήλ; Αἱ ἐνέργειαι καὶ ἐπιδιώξεις αὐτῶν ἢ τὸ πανσθενὲς θέλημα τοῦ Κυρίου;

ς') Ἀποδεικνύει τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου ὀλίγον φροντίζοντα περὶ τῆς σωτηρίας αὐτοῦ, ὀλίγον σκεπτόμενον τὴν Οὐράνιον Πόλιν καὶ σφόδρα ἀντεχόμενον τῆς παρούσης ζωῆς. Ὁ δὲ λόγος προφανής: Ἡ ἀνάληψις πολλῶν καὶ μεγάλων εὐθυνῶν εὐκολύνει ἢ δυσχεραίνει τὴν σωτηρίαν ἡμῶν; Ἀναμφιβόλως δυσχεραίνει! Ἰδοὺ διατὶ οἱ ἀθάνατοι Πατέρες, οὐ μόνον δὲν ἐπεθύμουν καὶ δὲν ἐπεδίωκον τὰ ἀξιώματα, ἀλλὰ καὶ ὅταν, ἑλκόμενοι καὶ ὠθούμενοι («οὐ πεισθέντες, ἀλλὰ βιασθέντες»), ἀνεδέχοντο αὐτά, ἐστέναζον καὶ ἐδάκρυον. Βαθεῖς ἐκεῖνοι στοχασταί, δὲν ἐθέλγοντο ἐκ τῆς ματαίας καὶ πρόσκαιρου ἐξωτερικῆς λάμψεως τῶν ἀξιωμάτων, ἂλλ' ἠσθάνοντο τὸ τρομακτικὸν τῶν εὐθυνῶν βάρος, ὅπερ θὰ συνώδευεν αὐτοῖς καὶ μέχρι τοῦ φοβεροῦ Κριτηρίου... Ὦ τῆς ἡμῶν ἀθλιότητος!...

ζ) Ταράσσει ψυχικῶς καὶ περισπᾶ τὸν ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου καί, ἐνίοτε, ἀπεργάζεται αὐτὸν ἐναγώνιον. Ἐὰν δὲ αἱ φροντίδες καὶ ἐνέργειαι αὐτοῦ ἀποτύχωσι τελικῶς, αἴ τότε, δὲν εἶνε ἀπίθανον νὰ ἔχωμεν φαινόμενον ἀνάλογον πρὸς τὸν πολυθρύλητον «γεροντοκορισμόν»!... Ἐνθυμοῦμαι λευκότριχα Κληρικόν, ὅστις ἔζη συνεχῶς ἐν μαρασμῷ «μὲ τὸ παραπόνον ὅτι δὲν τὸν ἐπρόσεξεν ἡ Ἐκκλησία» καὶ ὅστις ἐν πάσῃ σχεδὸν συζητήσει ἐδημιούργει εὐκαιρίαν ἴνα ὁμιλήση «διὰ τὴν ἀδικίαν ποὺ ἔγινεν εἰς αὐτόν»... Πόσον ἔπρεπε νὰ εὐλογῇ καὶ νὰ εὐγνωμονῇ τὸν Ἅγιον Θεόν, διότι ἀπήρχετο ἐκ τοῦ κόσμου τούτου φέρων τὰς εὐθύνας τοῦ Πρεσβυτέρου καὶ οὐχὶ τὰς εὐθύνας τοῦ Ἐπισκόπου!...

Ταῦτα παρὰ τῶν Πατέρων ἀκούσας, «γραφῇ τῇδε παραδοῦναι ἐθάρρησα». Καὶ πιστεύω, ὅτι ὁ καλὸς ἀρθρογράφος θὰ συμφωνήση ἀνεπιφυλάκτως.

Μετὰ πλείστης τιμῆς καὶ ἐν Κυρίῳ ἀγάπης


(Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, φύλλον Μαΐου 1959)
πηγή

Άγ. Πατάπιος: Ο αναζητητής της ταπείνωσης και θεραπευτής του καρκίνου

Άγιος Πατάπιος ( 8 Δεκεμβρίου)
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του οσίου Παταπίου του ερημοπολίτη. Έτσι χαρακτηριστικά τιτλοφορείται ο όσιος, που έζησε απομονωμένος στην έρημο, αφήνοντας το θόρυβο και τις χαρές της κοσμικής ζωής. Γεννήθηκε στην Θήβα της Αιγύπτου από γονείς ευσεβείς χριστιανούς, κοντά στους οποίους με πολλή φροντίδα κι επιμέλεια ανατράφηκε κι έμαθε τα ιερά γράμματα. Ταιριάζει και στον άγιο Πατάπιο εκείνο που γράφει ο απόστολος Παύλος προς τον Τιμόθεο· «από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας, τα δυνάμενα σε σοφίσαι εις σωτηρίαν διά πίστεως της εν Χριστώ Ιησού». Η πίστη στον Ιησού Χριστό και τα ιερά γράμματα κάνουν πραγματικά σοφό και σώζουν τον άνθρωπο.
OsiosPatapios02
Όταν ήλθε σε ηλικία, ο άγιος Πατάπιος απαρνήθηκε την πατρίδα, τον πλούτο, τους συγγενείς και κάθε κοσμική απόλαυση και ματαιότητα κι έφυγε στην έρημο. Ήταν η εποχή τότε, που ο αναχωρητισμός και ο μοναχικός βίος στην περιοχή εκείνη της Αιγύπτου βρισκόταν σε μεγάλη ακμή. Γρήγορα ο άγιος Πατάπιος ξεχώρισε κι έγινε πολύ γνωστός για τη μεγάλη του άσκηση και αρετή, τόσο, που πολλοί έτρεχαν κοντά του, για να ωφεληθούν πνευματικά από τη γνωριμία του και την αναστροφή μαζί του. Το ίδιο γινότανε, όπως βλέπομε στα ιερά Ευαγγέλια, με τον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη, όπου «εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα Ιουδαία και πάσα περίχωρος του Ιορδάνου».
Αυτό πρέπει να το προσέξουμε και να το εκτιμήσουμε πολύ, ποια σημασία δηλαδή και πόση πνευματική ωφέλεια έχει για έναν τόπο η παρουσία ενός αγίου ανθρώπου. Ας μην είναι, και δεν πρέπει να είναι, μέσα στο θόρυβο του κόσμου, αλλά στην έρημο, μόνος μαζί με το Θεό. Οι άνθρωποι τον βρίσκουν και τρέχουνε να τον δουν και να τον ακούσουν, σαν εκείνους που διψάνε και δεν περιμένουνε να πάει σ’ αυτούς το νερό, αλλ’ αυτοί πηγαίνουν στη βρύση. Δεν είναι ανάγκη και δεν πρέπει οι όσιοι ασκητές να κατεβαίνουν, για να βρουν τάχα τους ανθρώπους, αλλά οι άνθρωποι μόνοι τους ξέρουν να πηγαίνουν στα μοναστήρια, όπως και τώρα πολλοί πηγαίνουν στο Άγιο Όρος.
Ο άγιος Πατάπιος τόσο πολύ αγάπησε την ησυχία της ερήμου, ώστε άρχισε να στενοχωρείται, βλέποντας τους ανθρώπους να τρέχουν κοντά του, να τον επαινούν και να τον θαυμάζουν για την ασκητική του ζωή και για την αγιότητα του βίου του. Οι άγιοι ποτέ δεν αφήνουν τον εαυτό τους να πιστέψει εκείνα που ο κόσμος πιστεύει γι’ αυτούς· αν το πάθουν αυτό, τότε τα έχασαν όλα. Αυτή είναι η μεγάλη δύναμη και η αρετή των Αγίων, γι’ αυτό όσο ο κόσμος τους θαυμάζει, τόσο εκείνοι φεύγουν και κρύβονται. Αυτό έκανε και ο άγιος Πατάπιος· αφού έμεινε χρόνια στην έρημο της Θηβαΐδας, ύστερα για να χαθούν τα ίχνη του, έφυγε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη.
Στην Κωνσταντινούπολη ο άγιος Πατάπιος, οδηγημένος από το Θεό, πήγε κι έμεινε στο προσκύνημα της Παναγίας των Βλαχερνών. Εκεί έζησε άγνωστος και φτωχός, μέσα σε μεγάλη σκληραγωγία και πνευματική περισυλλογή, όπως και στην έρημο. Μα το φως δεν μπορεί να κρυφτεί κι η αγιοσύνη, όσο περισσότερο κρύβεται μέσα στον άνθρωπο του Θεού, τόσο πιο πολύ είναι φανερή στον κόσμο. Ο άγιος Πατάπιος, ο ταπεινός και φτωχός μοναχός των Βλαχερνών, έφτασε να είναι ένας ουράνιος άνθρωπος κι ένας επίγειος άγγελος. Γι’ αυτό κι ο Θεός τον δόξασε με τη χάρη των θαυμάτων. Εκεί κοντά στα ιαματικά νερά της Ζωοδόχου Πηγής των Βλαχερνών ήταν κι ο άγιος Πατάπιος, θεραπεύοντας τις αρρώστιες των ανθρώπων.
Από τα πολλά θαύματα και τις θεραπείες του αγίου Παταπίου αναφέρομε μόνο ένα· θεράπεψε μια γυναίκα, που έπασχε η ταλαίπωρη από καρκίνο του μαστού. Την αρρώστια αυτή, που για την ιατρική επιστήμη ακόμα είναι ανίατη, την νίκησε ο άγιος Πατάπιος με την προσευχή και με τη χάρη του Χριστού. Γι’ αυτό και είναι ο προστάτης και θεραπευτής των πιστών, που πάσχουν απ’ αυτή την επάρατη αρρώστια. Και σήμερα στο γυναικείο μοναστήρι του αγίου Παταπίου, που είναι στο βουνό επάνω από το Λουτράκι της Αττικής, πηγαίνουν οι πιστοί και ζητούν τη χάρη του Χριστού, για να βρουν ίαση με τις ευχές του αγίου Παταπίου. Ο Ιησούς Χριστός, ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας, είπε για τους Αγίους, κι είναι αλήθεια, ότι «ο πιστεύων εις εμέ τα έργα ά εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει…». Αμήν.
(† Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες Έμψυχοι, σ. 159-161).
Πηγή

Κυριακή, Δεκεμβρίου 07, 2014

Πώς μας πολεμούν τα πονηρά πνεύματα

Γέροντας Ευστράτιος Γκολοβάνσκι
ΑΠ.: Πρώτα-πρώτα πρέπει να ξέρετε ότι, στον δαιμονικό πόλεμο εναντίον των ανθρώπων, κάθε πονηρό πνεύμα έχει τον δικό του ρόλο. Κάθε αμαρτία γίνεται με την παρακίνηση ή και τη συνεργεία ορισμένου δαιμονίου και κάθε πάθος υποστηρίζεται από ορισμένο δαιμόνιο.
Έτσι, τα ηγετικά δαιμόνια είναι οχτώ, όσα και τα θανάσιμα πάθη: της γαστριμαργίας, της πορνείας, της φιλαργυρίας, της λύπης, της οργής, της ακηδίας, της κενοδοξίας, της υπερηφάνειας.


Κάθε πονηρό πνεύμα, πολεμώντας μας, ενεργεί με τους δικούς του τρόπους, ανάλογα με το πάθος που υποστηρίζει. Όλα, πάντως, τα δαιμόνια συνεργάζονται μεταξύ τους, για να μας βυθίσουν σε όσο το δυνατό περισσότερα πάθη και να μας κάνουν δούλους της αμαρτίας, ώστε να μας χωρίσουν από το Θεό και να μας οδηγήσουν στον αιώνιο θάνατο.

Βέβαια, η δύναμη των δαιμόνων δεν είναι ανεξέλεγκτη και η δραστηριότητα τους δεν είναι απεριόριστη. Μας πολεμούν μόνο αν τους το επιτρέψει ο Θεός -και όσο τους το επιτρέψει, ποτέ πάντως πέρα από τα όρια της αντοχής μας (Α’ Κορ. 10:13)- , για να δοκιμαστούν η προαίρεσή μας, η πίστη μας και η αγάπη μας σ’ Εκείνον, ή αν τους δώσουμε εμείς οι ίδιοι το δικαίωμα με την αμέλειά μας, τη ραθυμία μας, την απροσεξία μας και, προπάντων, την υπερηφάνειά μας.
Τα πονηρά πνεύματα μας πολεμούν με πολλούς τρόπους. Με ποιούς;

Πρώτον, με τους εμπαθείς λογισμούς, με τους οποίους αιχμαλωτίζουν το νου, τον σκοτίζουν και τον πειθαναγκάζουν να συναινέσει στην αμαρτία.

Δεύτερον, με τα πάθη, που υπάρχουν μέσα μας, από τα οποία παίρνουν τις αφορμές για να υποκινήσουν τους εμπαθείς λογισμούς.

Τρίτον, με τις σωματικές αισθήσεις -την ακοή, την αφή, τη γεύση, την όσφρηση και, προπάντων, την όραση- μέσ’ από τις οποίες, σαν από πόρτες, περνούν στη ψυχή ποικίλα εξωτερικά ερεθίσματα, που ξεσηκώνουν τα πάθη μας και μας σπρώχνουν στην αμαρτία.

Τέταρτον, με άλλους ανθρώπους, τους οποίους βάζουν είτε να μας κατατρέχουν και να μας αδικούν είτε να μας παρασύρουν στην αμαρτία.

Πέμπτον, με θλίψεις, βάσανα και αρρώστιες.

Μας πολεμούν και με άλλους τρόπους τα πονηρά πνεύματα, αλλά οι κυριότεροι είναι αυτοί οι πέντε. Όπως κι αν μας πολεμούν, πάντως, καθόλου δεν μπορούν να μας βλάψουν, εφόσον με τα θεία Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος έχουμε λάβει τη χάρη και τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, εφόσον έχουμε βαθιά πίστη στο Θεό και εφόσον αγωνιζόμαστε για την τήρηση των εντολών Του με σταθερότητα και ανδρεία, με ταπεινοφροσύνη και υπομονή, με προσευχή και νηστεία, με τακτική Εξομολόγηση και συχνή θεία Κοινωνία.


(Γέροντος Ευστρατίου Γκολοβάνσκι, "Απαντήσεις σε ερωτήματα Χριστιανών", Ι. Μ. Παρακλήτου)
Το είδαμε εδώ

Όλα τα γνώριζαν. Απίστευτο έγγραφο των Αμερικανών το 1947 για την Ελληνική κλίκα στην εξουσία

indexAπό ίδρυσης του Ελληνικού Κράτους, κάποια άχρηστη ελίτ δεν επιτρέπει τους Έλληνες να αναπτύξουν τις εξαιρετικές ικανότητες τους ώστε να δημιουργήσουν ένα κράτος υπόδειγμα.


Ότι στον φόβο μην χάσουν την εξουσία, δημιουργούν συνεχώς προβλήματα ώστε να είναι απαραίτητοι. Ότι θέλουν την εξουσία με κάθε τρόπο…

Ότι δεν τους νοιάζει η ευημερία του λαού παρά μόνο η καρέκλα. Ότι με κάθε τρόπο διώχνουν από το προσκήν ιο κάθε άξιο Έλληνα -επιχειρηματία, εφευρέτη, επιστήμονα, πολιτικό- αν δεν μπεί στην κλίκα συμφερόντων τους ώστε να γίνει κι αυτός ρεμάλι σαν κι αυτούς κοροιδεύοντας τον Λαό. Η έκθεση που έστειλε ο απεσταλμένος αυτός ονόματι Porter, λες και γράφτηκε μόλις σήμερα από αγανακτισμένο Έλληνα μπλόγκερ…Δεν μιλάει καν για ελίτ αλλά για…κλίκα...
————————
ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ…. κι` ομως , ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΤΟ 1947 !!!!
Αρχές του 1947 η ΑΓΓΛΙΚΗ κυβέρνηση έχει ανακοινώσει στις ΗΠΑ πως αδυνατούσε πλέον να συνεχίσει την ενίσχυση της ελληνικής κυβέρνησης στον αγώνα της κατά της κομμουνιστικής επικράτησης στην Ελλάδα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τρούμαν προκειμένου να έχει ιδία άποψη , στέλνει το 1947 τον Paul A. Porter ως επικεφαλής αμερικανικής αποστολής.
Μετά από έναν περίπου μήνα, ο Porter στέλνει επιστολή προς το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, γράφοντας μεταξύ των άλλων:
« Εδώ δεν υπάρχει κράτος !
Υπάρχει μόνο μία ιεραρχία πολιτικών, ο ένας χειρότερος από τον άλλον.
Μοναδική τους έννοια , η κατάκτηση της εξουσίας.
Σε ολόκληρη τη χώρα οι άνθρωποι έχουν παραλύσει από την αβεβαιότητα και τον φόβο, οι επιχειρηματίες δεν επενδύουν, οι καταστηματάρχες δεν αποθηκεύουν προμήθειες.
Και συνεχίζει:
Η δημόσια διοίκηση είναι υπερβολικά εκτεταμένη!!!!.
Οι χαμηλοί μισθοί προσαυξάνονται ΒΑΣΕΙ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ, ( μερικοί δημόσιοι υπάλληλοι κερδίζουν μέχρι και τέσσερις φορές περισσότερο από τον βασικό μισθό τους!).
Η δημόσια διοίκηση δεν είναι σε θέση να προβεί ούτε στην είσπραξη φόρων, ή την επισκευή δρόμων.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει άλλη πολιτική εκτός από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια ,απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος… !!!!
Στόχος της είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια για τη διαιώνιση των προνομιών μιας μικρης κλικας που εχει την εδρα της στην πλατεία Κολωνακίου !.
Υπογραφή  aul A. Porter

ΚΑΙ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ…ΚΑΝΕΝΑ ΠΡΟΒΑΤΟ,ΔΕΝ ΣΩΘΗΚΕ ΒΕΛΑΖΟΝΤΑΣ.
  
ΠΗΓΗ    
TO EIΔΑΜΕ ΕΔΩ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...