Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Μαρτίου 06, 2015

«... Ει μη εν Προσευχή και Νηστεία»


imagesΝηστεία είναι η είσοδός μας
και η συμμετοχή μας 
σε κείνη την εμπειρία του Χριστού
με την οποία μας ελευθερώνει
από την ολοκληρωτική εξάρτηση
από την τροφή, 
την ύλη και τον κόσμο

Alexander Schmemann
Δεν μπορεί να υπάρξει Σαρακοστή χωρίς νηστεία. Όμως φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι σήμερα ή δεν παίρνουν τη νηστεία στα σοβαρά ή, αν την παίρνουν, παρεξηγούν τον πραγματικό πνευματικό σκοπό της. Για μερικούς νηστεία σημαίνει ένα συμβολικό «σταμάτημα» σε κάτι· για μερικούς άλλους νηστεία είναι μια προσεκτική τήρηση των νηστευτικών κανόνων.
Αλλά και στις δύο περιπτώσεις σπάνια η νηστεία συνδέεται με την όλη προσπάθεια της Μεγάλης Σαρακοστής. Εδώ θα πρέπει πρώτα πρώτα να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τη διδασκαλία της Εκκλησίας για τη νηστεία και ύστερα να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: Πώς μπορούμε εμείς να εφαρμόσουμε αυτή τη διδασκαλία στη ζωή μας;

Η νηστεία ή η αποχή από τις τροφές δεν είναι αποκλειστικά μια χριστιανική συνήθεια. Υπήρχε και υπάρχει ακόμα σε άλλες θρησκείες ή και πέρα από τις θρησκείες, όπως λόγου χαρη, σε μερικές ειδικές θεραπείες κλπ. Σήμερα οι άνθρωποι νηστεύουν (απέχουν από το φαγητό) για πάρα πολλές αιτίες ακόμα και για πολιτικούς, μερικές φορές λόγους. Είναι πολύ βασικό λοιπόν να ξεχωρίσουμε το μοναδικό περιεχόμενο στη χριστιανική νηστεία. Αυτό μας αποκαλύπτεται πρώτα απ' όλα στην αλληλοεξάρτηση που υπάρχει ανάμεσα σε δυο γεγονότα που βρίσκονται στην Αγία Γραφή: το ένα στην αρχή της Παλαιάς Διαθήκης και το άλλο στην αρχή της Καινής Διαθήκης. Το πρώτο γεγονός είναι το «σταμάτημα της νηστείας» από τον Αδάμ στον Παράδεισο. Έφαγε, ο Αδάμ, από τον απαγορευμένο καρπό. Έτσι μας παρουσιάζεται η πρώτη αμαρτία του ανθρώπου. Ο Χριστός, ο Νέος Αδάμ -και αυτό είναι το δεύτερο γεγονός- αρχίζει με νηστεία. Ο Αδάμ πειράσθηκε και υπόκυψε στον πειρασμό. Ο Χριστός πειράσθηκε και νίκησε τον πειρασμό. Η συνέπεια της αποτυχίας του Αδάμ είναι η έξωσή του από τον Παράδεισο και ο θάνατος. Ο καρπός της νίκης του Χριστού είναι η συντριβή του θανάτου και η δική μας επιστροφή στον Παράδεισο. Tα περιορισμένα περιθώρια που διαθέτουμε εδώ δεν μας επιτρέπουν να δώσουμε λεπτομερείς εξηγήσεις για το νόημα αυτού του παραλληλισμού. Οπωσδήποτε όμως είναι φανερό ότι απ' αυτή την άποψη η νηστεία μας παρουσιάζεται σαν κάτι που έχει αποφασιστική και τελειωτική σημασία. Δεν είναι μια απλή «υποχρέωση», ένα έθιμο· είναι δεμένη μ' αυτό το ίδιο το μυστήριο της ζωής και του θανάτου, της σωτηρίας και της καταδίκης.

Στην ορθόδοξη διδασκαλία, αμαρτία δεν είναι μόνο η παράβαση της εντολής που φέρνει σαν συνέπεια την τιμωρία· είναι πάντοτε ένας ακρωτηριασμός της ζωής που μας δόθηκε από το Θεό. Για το λόγο αυτό η ιστορία της προπατορικής αμαρτίας μας παρουσιάζεται σαν μια πράξη τροφής. Η τροφή είναι μέσο ζωής· αυτό μας κρατάει ζωντανούς. Αλλά ακριβώς εδώ είναι η βασική ερώτηση: Tι σημαίνει να είναι κανείς ζωντανός και τι σημαίνει «ζωή»; Για μας σήμερα αυτοί οι όροι έχουν πρωταρχικά μια βιολογική έννοια: ζωή είναι συγκεκριμένα αυτό που τελικά εξαρτιέται από την τροφή και, ακόμα γενικότερα, από τον υλικό κόσμο. Αλλά για την Αγία Γραφή και για την ορθόδοξη παράδοση αυτή η ζωή «...επ' άρτω μόνω», ταυτίζεται με το θάνατο γιατί ακριβώς είναι μια θνητή ζωή, γιατί ο θάνατος κυριαρχεί πάντοτε μέσα της. Ο Θεός, το ξέρουμε αυτό, «δεν δημιούργησε το θάνατο». Αυτός είναι ο Δοτήρας της Ζωής. Πώς λοιπόν η ζωή έγινε θνητή; Γιατί ο θάνατος και πάλι ο θανατος είναι η μόνη απόλυτη βεβαιότητα κάθε ύπαρξης; Η Εκκλησία απαντάει: διότι ο άνθρωπος αρνήθηκε τη ζωή όπως την έκανε ο Θεός και του την πρόσφερε, και προτίμησε μια ζωή πού να εξαρτιέται όχι αποκλειστικά από το Θεό αλλά «επ' άρτω μόνω». Όχι μονάχα παράκουσε το Θεό και αυτοτιμωρήθηκε, αλλά άλλαξε ολόκληρη τη σχέση ανάμεσα στον εαυτό του και σ' όλη την κτίση. Σίγουρα ο κόσμος δόθηκε στον άνθρωπο από το Θεό σαν «τροφή», σαν μέσο ζωής· ακόμα η ζωή ήταν για να γίνει κοινωνία μέ το Θεό· δεν είχε δικό της σκοπό αλλά περιεχόταν ολόκληρη στο Θεό. «Εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων» (Ιωαν. 1,14). Έτσι ο κόσμος και η τροφή δημιουργήθηκαν σαν μέσα επικοινωνίας με το Θεό και μόνον αν ο άνθρωπος δεχόταν ν' ανοιχτεί στο Θεό θα του πρόσφεραν όλα αυτά τη ζωή Η τροφή αυτή μόνη της, μέσα της, δεν έχει ζωή και δεν μπορεί να δώσει ζωή. Μόνο ο Θεός έχει Ζωή και είναι Ζωή. Μέσα στήν τροφή ο ίδιος ο Θεός - και όχι οι θερμίδες - είναι η αρχή της ζωής. ΄Ετσι η τροφή, η ζωή, η γνώση του Θεού και η κοινωνία μαζί Του ήταν ένα και το αυτό πράγμα. Η απύθμενη τραγωδία του Αδάμ είναι ότι έφαγε για δικό του όφελος. Ακόμα δε περισσότερο απ' αυτό είναι γιατί έφαγε «χωρισμένος» από το Θεό για να μπορέσει να γίνει ανεξάρτητος απ' Αυτόν. Και αν το έκανε αυτό ήταν γιατί πίστευε πως η τροφή είχε μέσα της ζωή και έτσι εκείνος γευόμενος αυτή την τροφή θα γινόταν σαν το Θεό, θα είχε δηλαδή μέσα του δική του ζωή! Με άλλα λόγια: πίστευε στήν τροφή, ενώ ο σκοπός πίστης, εμπιστοσύνης και εξάρτησης είναι ο Θεός και μόνο ο Θεός. Ο κόσμος και η τροφή έγιναν ο Θεός του, η πηγή και η αρχή της ζωής του. Έγινε σκλάβος τους.

'Αδάμ - στα Εβραϊκά - σημαίνει «άνθρωπος». Αυτό είναι και το δικό μου όνομα και το κοινό όνομα για όλους μας. Ο άνθρωπος είναι ακόμα Αδάμ, είναι ακόμα ο σκλάβος της «τροφής». Μπορεί να ισχυρίζεται ότι πιστεύει στο Θεό, αλλά ο Θεός, δεν είναι η ζωή του, η τροφή του, το περιεχόμενο που αγκαλιάζει ολόκληρη την ύπαρξή του. Μπορεί να λέει ότι παίρνει τη ζωή του από το Θεό, αλλ' όμως δεν ζει «εν τώ Θεώ» και για το Θεό. H επιστήμη του, οι εμπειρίες του, η αυτοσυνειδησία του, όλα κτίζονται πάνω στην ίδια βάση: «επ' άρτω μόνω». Τρώμε για να διατηρούμαστε ζωντανοί, είμαστε ζωντανοί αλλά όχι «εν τω Θεώ». Ακριβώς αυτή είναι η αμαρτία όλων των αμαρτιών. Αυτή είναι η ετυμηγορία του θανάτου που κρέμεται πάνω από τη ζωή μας.

Ο Χριστός είναι ο Νέος Αδάμ. Έρχεται να επανορθώσει την καταστροφή που επέβαλε στη ζωή ο Αδάμ, να αποκαταστήσει τον άνθρωπο στην αληθινή ζωή. Και ο Χριστός επίσης αρχίζει με νηστεία: «νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα, ύστερον επείνασε» (Ματθ. 4,2). Η πείνα είναι η κατάσταση εκείνη κατά την οποία αναγνωρίζουμε την εξάρτησή μας από κάτι άλλο - τη στιγμή που νιώθουμε κατεπείγουσα και απαραίτητη ανάγκη για τροφή καταλαβαίνουμε ότι δεν έχουμε τη ζωή μέσα μας. Είναι αυτό το όριο πέρα από το οποίο ή πεθαίνω από ασιτία ή αφού ικανοποιήσω το σώμα μου έχω ξανά το αίσθημα της ζωής μέσα μου. Αυτή ακριβώς, με άλλα λόγια, είναι η στιγμή που αντιμετωπίζουμε την τελική ερώτηση: Από τι λοιπόν εξαρτάται η ζωή μου; Και εφ' όσον η ερώτηση δεν είναι απλά μια ακαδημαϊκή ερώτηση, αλλά την νιώθω μ' ολόκληρο το σώμα μου, είναι επίσης και στιγμή πειρασμού. Ο Διάβολος ήρθε στον Αδαμ μεσα στον Παράδεισο· ήρθε επίσης και στο Χριστό μέσα στην έρημο. Πλησίασε δηλαδή δυο πεινασμένους ανθρώπους και τους είπε: Χορτάστε την πείνα σας, γιατί αυτή είναι η απόδειξη ότι εξαρτάσθε ολοκληρωτικά από την τροφή, ότι η ζωή σας βρίσκεται στην τροφή. Kαι ο μεν Αδάμ πίστεψε και έφαγε, ο Χριστός όμως αρνήθηκε τον πειρασμό και είπε: ο άνθρωπος «ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται». Αρνήθηκε να δεχτεί αυτό το ψέμα που ο διάβολος επιβάλλει στον κόσμο· το κάνει δε ολοφάνερη αλήθεια χωρίς καμιά επιπλέον συζήτηση, το κάνει θεμέλιο για όλες τις απόψεις μας, τις επιστήμες, την ιατρική, πιθανόν και για τη θρησκεία. Κάνοντας αυτά ο Χριστός αποκατέστησε τη σχέση ανάμεσα στην τροφή, τη ζωή και το Θεό· σχέση την οποία είχε σπάσει ο Αδάμ και που εμείς εξακολουθούμε να τη σπάζουμε κάθε μέρα. 

Τι είναι, λοιπόν, νηστεία για μας τους χριστιανούς; Είναι η είσοδός μας και η συμμετοχή μας σε κείνη την εμπειρία του Χριστού με την οποία μας ελευθερώνει από την ολοκληρωτική εξάρτηση από την τροφή, την ύλη και τον κόσμο. Με κανένα τρόπο η δική μας ελευθερία δεν είναι πλήρης. Με το να ζούμε ακόμα στο μεταπτωτικό κόσμο, στον κόσμο του παλιού Αδάμ, με το να είμαστε μέρος του, εξακολουθούμε να εξαρτώμαστε από την τροφή. Αλλά όπως ακριβώς ο θάνατός μας - από τον οποίο είναι ανάγκη οπωσδήποτε να περάσουμε - έγινε χάρη στο θάνατο του Χριστού μια διάβαση προς τη ζωή, έτσι και η τροφή που τρώμε και η ζωή που μας δίνει μπορεί να γίνει ζωή «εν τω Θεώ» και για το Θεό. Ένα μέρος της τροφής μας έχει ήδη γίνει «τροφή αθανασίας» - το Σώμα και το Αίμα του ίδιου του Χριστού. Αλλά ακόμα και ο «επιούσιος άρτος» που παίρνουμε από το Θεό μπορεί να είναι σ' αυτή τη ζωή μας και σ' αυτόν τον κόσμο, εκείνο που μας δίνει δύναμη, να είναι η επικοινωνία μας με το Θεό μάλλον παρά εκείνο που μας χωρίζει απ' Αυτόν. Παρ' όλα αυτά όμως μόνο η νηστεία είναι εκείνη που μπορεί να πραγματοποιήσει μια τέτοια μεταστροφή, μπορεί να μας δώσει την υπαρξιακή βεβαίωση ότι η εξάρτησή μας από την τροφή και την ύλη δεν είναι ολοκληρωτική και τέλεια· ότι ενωμένη με την προσευχή, τη χάρη και τη λατρεία μπορεί να γίνει πνευματική.

Όλα αυτά σημαίνουν, αν το νιώσουμε βαθιά, ότι η νηστεία είναι το μόνο μέσο με το οποίο ο άνθρωπος επανορθώνει την αληθινή πνευματική του φύση. Δεν είναι μια θεωρητική αλλά μια αληθινά πρακτική πρόκληση για τον «πατέρα του ψεύδους» που καταφέρνει να μας πείσει ότι εξαρτιόμαστε μόνο από το ψωμί και να οικοδομήσει όλη την ανθρώπινη γνώση, την επιστήμη και όλη την ύπαρξη πάνω σ' αυτό το ψέμα. Η νηστεία είναι ένα ξεσκέπασμα αυτής της απάτης και ταυτόχρονα μια απόδειξη ότι υπάρχει αυτό το ψέμα. Έχει ύψιστη σημασία το ότι ο Χριστός, ενώ νήστευε συνάντησε το Σατανά και το ότι αργότερα είπε ότι ο Σατανάς δεν αντιμετωπίζεται «ει μη εν νηστεία και προσευχή». Η νηστεία είναι ο πραγματικός αγώνας κατά του Διαβόλου γιατί είναι η πρόκληση στο νόμο που τον κάνει «άρχοντα του κόσμου τούτου». Και όμως αν κάποιος πεινασμένος ανακαλύψει ότι μπορεί πραγματικά να γίνει ανεξάρτητος απ' αυτή την πείνα, ότι δεν θα καταστραφεί απ' αυτή αλλά ακριβώς το αντίθετο ότι μπορεί να τη μετατρέψει σε πηγή πνευματικής δύναμης καί νίκης, τότε τίποτε δεν απομένει απ' αυτό το μεγάλο ψέμα στο οποίο ζούσαμε μετά από τον Αδάμ. 

Πόσο άραγε ξεφύγαμε από την συνηθισμένη αντίληψη της νηστείας - ότι νηστεία δεν είναι παρά η αλλαγή φαγητών, ή το τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται -, απ' όλη την επιφανειακή υποκρισία; Τελικά νηστεύω σημαίνει μόνο ένα πράγμα: πεινάω. Να φτάνω δηλαδή στα όρια εκείνης της ανθρώπινης κατάστασης οπότε φαίνεται καθαρά η εξάρτηση από την τροφή και, καθώς είμαι πεινασμένος ν' ανακαλύπτω ότι αυτή η εξάρτηση δεν είναι όλη η αλήθεια για τον άνθρωπο, ότι αυτή η πείνα είναι πρώτα απ' όλα μια πνευματική κατάσταση και που αυτή, στην πραγματικότητα, είναι πείνα για το Θεό. 

Στη ζωή της πρώτης Εκκλησίας, νηστεία πάντοτε σημαίνει τέλεια αποχή από την τροφή, κατάσταση πείνας, ώθηση τού σώματος στα άκρα. Εδώ όμως ανακαλύπτουμε ακόμα ότι η νηστεία σαν μια σωματική προσπάθεια δεν έχει κανένα νόημα χωρίς το πνευματικό συμπλήρωμα της «... εν νηστεία και προσευχή». Αυτό σημαίνει ότι χωρίς την αντίστοιχη πνευματική προσπάθεια, χωρίς να τρεφόμαστε με τη Θεία Πραγματικότητα, χωρίς ν' ανακαλύψουμε τήν ολοκληρωτική μας εξάρτηση από το Θεό και μόνο απ' Αυτόν, η σωματική νηστεία θα καταντήσει μια πραγματική αυτοκτονία. Αν ο ίδιος ο Χριστός πειράστηκε ενώ νήστευε, εμείς δεν έχουμε την παραμικρή πιθανότητα ν' αποφύγουμε έναν τέτοιο πειρασμό. Η σωματική νηστεία είναι απαραίτητη μεν αλλά χάνει κάθε νόημα και γίνεται αληθινά επικίνδυνη αν ξεκοπεί από την πνευματική προσπάθεια - από την προσευχή και την αυτοσυγκέντρωση. Η νηστεία είναι μια τέχνη που την κατέχουν απόλυτα οι άγιοι. Θα ήταν αλαζονικό και επικίνδυνο για μας αν δοκιμάζαμε αυτή την τέχνη χωρίς διάκριση και προσοχή. Η λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής μας υπενθυμίζει συνέχεια τις δυσκολίες, τα εμπόδια και τους πειρασμούς που περιμένουν όσους νομίζουν ότι μπορούν να στηριχτούν στη δύναμη της θέλησής τους και όχι στο Θεό.

Για το λόγο αυτό εκείνο που πρώτα απ' όλα χρειαζόμαστε είναι μια πνευματική προετοιμασία για την προσπάθεια της νηστείας. Και αυτή είναι να ζητήσωμε από το Θεό βοήθεια και επίσης να κάνουμε τη νηστεία μας θεο-κεντρική. Να νηστεύουμε εν ονόματι του Θεού. Πρέπει να ξανανιώσουμε ότι το σώμα μας είναι ναός της Παρουσίας του. Είναι ανάγκη να ξαναβρούμε ένα θρησκευτικό σεβασμό για το σώμα, την τροφή, για το σωστό ρυθμό της ζωής. Όλα αυτά πρέπει να γίνουν πριν αρχίσει η νηστεία, ώστε όταν αρχίσουμε να νηστεύουμε να είμαστε εφοδιασμένοι με πνευματικό οπλισμό, με το δράμα και το πνεύμα της μάχης και της νίκης.

Κατόπιν έρχεται η ίδια η νηστεία. Σύμφωνα με όσα είπαμε παραπάνω η νηστεία μπορεί να πραγματοποιηθεί σε δύο επίπεδα: πρώτα σαν ασκητική νηστεία και δεύτερον σαν γενική νηστεία. Η ασκητική νηστεία περιλαμβάνει μια δραστική μείωση της τροφής έτσι ώστε η συνεχής κατάσταση πείνας να μπορεί να βιωθεί σαν υπενθύμιση του Θεού και σαν διαρκής προσπάθεια συγκέντρωσης του νου μας στο Θεό. Όποιος το έχει δοκιμάσει αυτό - έστω και για λίγο - ξέρει ότι ή ασκητική νηστεία αντί να μας αδυνατίζει, μας ξαλαφρώνει, μας ευκολύνει στην αύτοσυγκέντρωση, μας κάνει νηφάλιους, χαρούμενους και καθαρούς. Αυτός που νηστεύει έτσι, παίρνει την τροφή σαν αληθινό δώρο του Θεού. Είναι συνέχεια στραμμένος προς τον εσωτερικό κόσμο ο οποίος, ανεξήγητα, γίνεται ένα είδος τροφής. Δεν χρειάζεται να πούμε εδώ για την ακριβή ποσότητα της τροφής που πρέπει να τρώει κανείς κατα την ασκητική νηστεία, ούτε για το ρυθμό και την ποιότητα της τροφής· όλα αυτά εξαρτιώνται από τις ατομικές μας δυνατότητες και τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής μας. Αλλά η βάση είναι ξεκάθαρη: είναι μια κατάσταση ενός μισοπεινασμένου ανθρώπου του οποίου η «αρνητική» φύση συνέχεια μεταμορφώνεται από την προσευχή, τη μνήμη, την προσοχή και την αυτοσυγκέντρωση σε «θετική» δύναμη.

Όσο για την γενική νηστεία είναι ανάγκη αυτή να περιορίζεται σε διάρκεια και να συνδυάζεται με τη Θεία Ευχαριστία. Με τις παρούσες συνθήκες ζωής η καλύτερη μορφή αυτής της νηστείας είναι η μέρα πριν από τη βραδυνή Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων. Είτε νηστεύουμε αυτή τη μέρα από νωρίς το πρωί είτε αργότερα, το βασικό σημείο είναι να ζούμε όλη τη μέρα σαν μια μέρα προσδοκίας, ελπίδας, μια μέρα πείνας για τον ίδιο το Θεό. Δηλαδή να αυτοσυγκεντρωθούμε και να σκεφτούμε αυτό που πρόκειται να έρθει, το δώρο που θα πάρουμε και που για χάρη του απαρνούμαστε όλα τ' άλλα δώρα.

Ύστερα απ' όσα είπαμε, πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι όσο περιορισμένη και αν είναι η νηστεία μας - εφ' όσον είναι αληθινή νηστεία - θα μας οδηγήσει στον πειρασμό, στην αδυναμία, στην αμφιβολία και στον ερεθισμό. Μ' άλλα λόγια δηλαδή θα είναι μια πραγματική μάχη και πιθανόν ν' αποτύχουμε πολλές φορές. Αλλά αν ανακαλύψουμε ότι η χριστιανική ζωή είναι μάχη και προσπάθεια, τότε βρήκαμε το βασικό στοιχείο της νηστείας. Μια πίστη που δεν έχει ξεπεράσει τις αμφιβολίες και τον πειρασμό σπάνια μπορεί να θεωρηθεί αληθινή πίστη. Δυστυχώς, δεν υπάρχει καμιά πρόοδος στη χριστιανική ζωή χωρίς την πικρή εμπειρία της αποτυχίας. Πάρα πολλοί άνθρωποι αρχίζουν να νηστεύουν με ενθουσιασμό και σταματούν μετά την πρώτη αποτυχία. Θα μπορούσα να πω ότι ακριβώς σ' αυτή την πρώτη αποτυχία έρχεται η πραγματική δοκιμή. Αν μετά την αποτυχία και την συνθηκολόγηση με τις ορέξεις μας και τα πάθη μας ξαναγυρίσουμε όλα απ' την αρχή και δεν υποχωρήσουμε όσες φορές κι αν αποτύχουμε, αργά ή γρήγορα η νηστεία μας θα φέρει τους πνευματικούς καρπούς της. Ανάμεσα στην αγιότητα και τον απαγοητευτικό κυνισμό βρίσκεται η μεγάλη και θεϊκή αρετή της υπομονής - υπομονή πρώτα απ' όλα για τον εαυτό μας. Δεν υπάρχει σύντομος δρόμος για την αγιότητα· για κάθε σκαλοπάτι πρέπει να πληρώσουμε ολόκληρο το αντίτιμο. Έτσι, το καλύτερο και ασφαλέστερο είναι ν' αρχίσουμε με το ελάχιστο - ακριβώς λίγο πάνω από τις φυσικές μας δυνατότητες - και ν' αυξήσουμε τις προσπάθειές μας λίγο λίγο, παρά να επιχειρήσουμε πηδήματα σε μεγάλα ύψη στην αρχή και να σπάσουμε μερικά κόκκαλα πέφτοντας στή γή!

Σαν συμπέρασμα: από μια συμβατική και τυπική νηστεία - δηλαδή νηστεία από υποχρέωση και συνήθεια - πρέπει να γυρίσουμε στην πραγματική νηστεία. Ας είναι περιορισμένη και ταπεινή αλλά να είναι συνεχής και αποφασιστική. Ας αντιμετωπίσουμε έντιμα τις πνευματικές και φυσικές μας δυνατότητες και ας ενεργήσουμε ανάλογα· ας θυμόμαστε πάντως ότι δεν μπορούμε να νηστέψουμε χωρίς να προκαλέσουμε αυτές τίς δυνατότητες, χωρίς να ενεργοποιήσουμε στή ζωή μας τα θεϊκά λόγια «τα αδύνατα παρ' ανθρώποις δυνατά εστί παρά τω Θεώ».

Α. Σμέμαν, Μεγάλη Σαρακοστή - Πορεία προς το Πάσχα, μτφρ. Ελένη Γκανούρη, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1999.
το είδαμε εδώ

Διδακτική ανατολική διήγηση


 Οταν βρισκόμουνα στην Γερμανία, άκουσα σ’ένα κήρυγμα διασήμου γερμανού ιεραποστόλου και ιεροκήρυκα μια βαθυστόχαστη και συμβολική διήγηση, παρμένη από συλλογή σοφών θρύλων και μύθων της Ανατολής. 
Τη διήγηση αυτή διάβασα αργότερα και σ' ένα από τα εποικοδομητικά βιβλία, που ό ίδιος ιεραπόστολος έχει γράψει, και στη συνέχεια την παρέθεσα σε νεοελληνική μετάφραση σ' ένα από τα δημοσιεύματα μου. Κρίνω σκόπιμο να την υπενθυμίσω στους αναγνώστες του «Εφημερίου», διότι είναι ωφέλιμη τόσον για την προσωπική ζωή τους, όσον και για το συμβουλευτικό τους έργο. Τι λέγει, λοιπόν, ή διήγηση αύτη;

 Ήταν κάποτε ένας καλός βασιληάς. Ό γιός του είχε πάρει τον κακό δρόμο. Οι συμβουλές και τα φιλικά λόγια του πατέρα του, όπως κι οι διάφορες τιμωρίες, δεν ωφελούσαν σε τίποτε. Ό γιός εξακολουθούσε να ζή μέσα στην αμαρτία. Τέλος ό πατέρας, καθώς ήταν απελπισμένος, απεφάσισε να χρησιμοποίηση και το έξης μέσο, για να διόρθωση το παιδί του.
 Μια Κυριακή προσκάλεσε το γιό του στην αίθουσα τον θρόνου. Έκεϊ πάνω σ' ένα τραπέζι είχε τοποθετήσει ένα κύπελλο, γεμάτο από πολύτιμο αρωματικό λάδι. Το λάδι αυτό είχε παλαιότερα μεγάλη αξία στην Ανατολή. Τέτοιο λάδι ειχεν ύπ' όψιν του κι ό Ψαλμωδός, όταν έλεγε: «Έλίπανας εν έλαίφ την κεφαλήν μου» (Ψαλμ.χβ 5). Μπροστά στο τραπέζι στέκονταν μόνο στρατιώτες της σωματοφυλακής του βασιλέως με τα ξίφη τραβηγμένα έξω άπ' τη θήκη. Δίπλα στο κύπελλο με το λάδι βρισκόταν ένας χάρτης με το σχεδιάγραμμα των οδών της πόλεως.

 Τότε ό πατέρας είπε στον γιό του: «θα κάμης μια μικρή περιοδεία μέσα στην πόλη. Μέσα στον χάρτη αυτόν σου σημείωσα ένα δρόμο, πού θα άκολουθήσης. Θα ξεκινήσης τώρα αμέσως, κρατώντας μπροστά σου αυτό το γεμάτο κύπελλο. 'Αλλοίμονό σον, αν στο δρόμο σου χυθή έστω και μια μόνο σταγόνα .απ’ το πολύτιμο αυτό λάδι. Οι δυό στρατιώτες έχουν αυστηρή διαταγή να σε αποκεφαλίσουν αμέσως. Γνωρίζεις δε, πώς οι διαταγές μου είναι γι' αυτούς απολύτως δεσμευτικές».

Ό γιός ξεκινάει κάνοντας ο,τι τον διέταξε ό πατέρας τον, Άφοϋ πέρασε αρκετός χρόνος, ξαναγυρίζει πίσω. Δεν τον είχε χυθή ούτε μια σταγόνα λαδιού.
«Ίϊ είδες, παιδί μου, στον δρόμο;», έρώτησε ό πατέρας. «Τίποτα!», ήταν ή άπάντηση του γιού.
«Τι; Δέν είδες τίποτα; Μα σήμερα είναι ή έμποροπανήγυρις της χρονιάς! Παντου υπάρχουν χρωματιστές ρεκλάμες, πού προσκαλούν στους τόπους της διασκεδάσεως. Παντου στους δρόμους ύπάρχουν διάφορα θεάματα, γελωτοποιοί και θαυματοποιοί. Δεν είδες τίποτα από όλα αυτά;».«"Οχι, πατέρα! 'Απ' όλα αυτά δεν είδα τίποτα».
«Μα αν δεν είδες τίποτα, τότε τί άκουσες στο δρόμο;», ρώτησε πάλιν ό πατέρας.
«Τίποτα», ήταν πάλιν ή άπάντησις του γιου.
«Τι; Δεν άκουσες τις φλογέρες; Δεν άκουσες τις τρομπέττες και τόσα άλλα μουσικά όργανα; Δεν άκουσες όλους αυτούς, πού διαφήμιζαν τα κέντρα της διασκεδάσεως; Δεν άκουσες όλα αυτά, πού άλλοτε τόσον πολύ σου τραβούσαν την προσοχή;»,
«Πατέρα μου, μόνον ένα πράγμα αντηχούσε στ' αυτιά μου, ό σοβαρός λόγος σου: «'Αλλοίμονό σου, αν στον δρόμο σου χυθή έστω κάί μια σταγόνα άπ' το πολύτιμο αυτό λάδι». Γι' αυτό ένα μόνο πράγμα έβλεπα: το λαδί αυτό. "Ολη μου ή προσοχή ήταν συγκεντρωμένη σ' αυτό. Έτρεμα μήπως μου χυθή μια σταγόνα. Πατέρα μου, σ΄ ευχαριστώ για αυτό το μάθημα, πού μου έκαμες. Τώρα ξεύρω πια τι πρέπει να κάμω, για να μη με αίχμαλωτίζη το κακό. Πατέρα μου, με έσωσες».

 Αλήθεια, πολύ διδακτική είναι ή ωραία αυτή διήγησις. Ιδιαίτερα χρήσιμη είναι για τους ιερείς. "Οταν ένα πνευματικό τους τέκνο λέγη σ' αυτούς πώς δεν μπορεί ν' απαλλαγή άπ' τις κακές συνήθειες και τα πάθη του, ίσως θα μπορούσαν να
του διηγηθούν τον ανατολικό αυτό συμβολικό μϋθο, που μπορεί να υπενθύμιση πολλές χριστιανικές αλήθειες: 
 "Ολοι μας είμαστε παιδιά του Υψίστου Βασιλέως και κληρονόμοι του Θεού. Ό Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε για μας. Πρέπει λοιπόν να στρέφωμε διαρκώς τη σκέψη μας στο σωτηριώδες έργο του Χρίστου και στο αίμα Του, πού έτρεξε από τις άγιες πληγές Του πάνω στον Σταυρό. Ούτε μια σταγόνα από το πολύτιμο αυτό αίμα δεν πρέπει για μας να είναι χαμένη. Ή σκέψη αυτή θα μας βοηθή να έχωμε μάτια κι αυτιά όχι για τα απατηλά θέλγητρα της αμαρτίας, αλλά μόνο για την όμορφη και αληθινά ευτυχισμένη ζωή, την οποία μας χαρίζει ό Χριστός.

 "Ας χρησιμοποιούν λοιπόν οι ιερείς μας -ιδίως οι έξομολόγοι- τη σοφή διήγησι της Ανατολής στο συμβουλευτικό τους έργο για εκείνους, πού παρασύρονται εύκολα στην αμαρτία. Άλλα ας ενθυμούνται και οι ίδιοι για την προσωπική τους ζωή τη βαθυστόχαστη αλήθεια της αποστολής τους όταν έχουν συνείδησι, ότι τα χέρια τους κρατάνε συχνά το Σώμα και Αίμα του Κυρίου, όταν ενθυμούνται διαρκώς, ότι είναι διάκονοι του Επουρανίου Βασιλέως και φρουροί ουρανίων θησαυρών, τότε θα είναι προσεκτικοί σε όλες τους τις εκδηλώσεις.

 Β.Τραλλιανού περιοδικό ''Εφημέριος''
το είδαμε εδώ

Από πότε τα παιδιά εξοικειώνται με την Εκκλησία;



          Στις μέρες μας οι άνθρωποι γίνονται μέλη της Εκκλησίας κατά τη βρεφική ηλικία με το άγιο Βάπτισμα. Η θ. Κοινωνία επίσης προσφέρεται στη βρεφική ηλικία. Γι’ αυτό και η είσοδος στο πνεύμα της θ. Λειτουργίας και η συνειδητή συμμετοχή στο μυστήριο της απολύτρωσης εξαρτάται κατ’ αρχάς από τους γονείς και τους αναδόχους του παιδιού. Bάσει της πίστης των οικείων τα παιδιά βαπτίζονται. Οι πρακτικές συμβουλές που δίνονται στο σπίτι σ’ ένα μικρό παιδί που πάει να κοινωνήσει στην Εκκλησία συνεχίζονται αργότερα στο μάθημα των θρησκευτικών στο σχολείο.
          Επειδή η θ. Κοινωνία προφέρεται κατά τη βρεφική ηλικία, η ορθόδοξη Εκκλησία δεν συντηρεί ιδιαίτερα τμήματα κατήχησης-όπως στους προτεστάντες- αλλά λειτουργεί κατηχητικό σχολείο για νέους. Το σπουδαιότερο καθήκον αυτών των σχολείων καθώς και του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία είναι να διδάσκει ό, τι είναι σχετικό με τη Λειτουργία, όλα αυτά που δίδασκε η αρχαία Εκκλησία για την προετοιμασία του Βαπτίσματος.
          Όταν επιθυμεί κάποιος ενήλικος να εισέλθει στην ορθόδοξη Εκκλησία κάνει την ίδια προετοιμασία με εκείνη της αρχαίας Εκκλησίας, εξοικειωνόμενος με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Αυτό είναι που συνήθως συμβαίνει στην πραγματικότητα. Καθώς παρακολουθεί την Εκκλησία, εξοικειώνεται κατ’ αρχάς με τις ακολουθίες και μαθαίνει να παίρνει μέρος σ’ αυτές. Κατόπιν «εν καιρώ ευθέτω», όπως το θέτει και η ευχή υπέρ των κατηχουμένων, η χάρη του Θεού θα αφυπνίσει μέσα του  την επιθυμία να μπορέσει να συμμετάσχει στην ευχαριστιακή κοινότητα των πιστών. Καθίσταται δυνατή αυτή η συμμετοχή, αρκεί να έχει ήδη βαπτισθεί, μέσω του μυστηρίου του Χρίσματος. Επειδή το Χρίσμα υποδηλώνει την ένωση με την Εκκλησία, θα πρέπει να μετατεθεί, όπως συνέβαινε στην αρχαία Εκκλησία στη Λειτουργία, όταν η Εκκλησία είναι συγκεκριμένα παρούσα ως σύναξη, ως ευχαριστιακή κοινότης.
          Η βαπτισματική πρακτική της αρχαίας Εκκλησίας μας βοηθά  να καταλάβουμε πως η βάπτιση ενός βρέφους, η ανάδειξή του σε μέλος της Εκκλησίας δεν είναι μία ιδιωτική υπόθεση μόνο γα το σπίτι του, αλλά είναι πασιφανώς μια γιορτή για όλο το εκκλησίασμα. Όταν βαπτίζεται ένα παιδί στην Εκκλησία κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας, ζούμε ακόμη και σήμερα το γεγονός, πως το Βάπτισμα και η απόκτηση της δωρεάς του αγίου Πνεύματος μεταβάλλουν ένα πρόσωπο σε μέλος του λαού του Θεού. Το νεοβάπτιστο παιδί, όπως και ο ενήλικος που γίνεται μέλος της Εκκλησίας, κατά τα παραπάνω, μπορεί αμέσως κατόπιν, στην ίδια Λειτουργία, να πάρει μέρος στο μυστήριο της απολύτρωσης, στην θ. Κοινωνία. Στο πλήρωμα κάθε πνευματικής αναζήτησης.  


          Αρχιεπισκόπου ΦΙΛΑΝΔΙΑΣ ΠΑΥΛΟΥ, «Η πίστη μας».
το είδαμε εδώ

O Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ειρηναίος Α' και οι συνθήκες διαβίωσης του > Αναφορά στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του



Συνθήκες διαβίωσης - Δεν του επιτρέπεται να βγεί από το κελί του. Είναι κλειδωμένος από έξω, σε 24ωρη βάση. Δεν επιτρέπεται σε κανέναν (φίλους, υποστηρικτές, προσκυνητές, ποίμνιο) να τον επισκεφθεί. Απέρριψε τον ισχυρισμό του Θεόφιλου ότι αρνήθηκε τροφή που του προσφέρθηκε και δήλωσε κατηγορηματικά ότι ποτέ δεν του προσφέρθηκε τροφή από τον Θεόφιλο. Έχει προμήθειες φαγητού στο ψυγείο του και στο κελί του προερχόμενες από φιλικά άτομα και υποστηρικτές του. Δεν του επιτρεπόταν να επισκεφθεί και να λειτουργήσει στην μικρή εκκλησία της Αγίας Θέκλας που βρίσκεται δίπλα στο κελί του. Δεν του προσφέρονται καθόλου διευκολύνσεις όσον αφορά ιατρική περίθαλψη και υπηρεσίες καθαριότητας. Καθαρίζει ο ίδιος το κελί του. 
Η λεγόμενη εκθρόνισή του ήταν και είναι παράνομη και ενάντια σε όλους τους κανόνες του Εκκλησιαστικού Δικαίου της Ελλληνορθόδοξης Εκκλησίας. Σχετικά με αυτό επικαλέστηκε τη γνώμη του κ. Σπυρίδωνα Κοντογιάννη. Καθηγητή Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο εν λόγω καθηγητής επιβεβαίωσε ότι η λεγόμενη εκθρόνιση του κ. Ειρηναίου ήταν αναπόδεκτος, παράνομη και άκυρη εξ' αρχής. Πάνω σε αυτό το θέμα ο Πατριάρχης Ειρηναίος Α' δηλώνει ότι η λεγόμενη εκθρόνισή ήταν το προϊόν μας σκευωρίας εναντίον του από ανθρώπους και αρχές που δεν τον συμπαθούσαν διότι τους αντιστεκόταν σε θέματα και ζητήματα αρχών και Ορθοδοξίας. 
Έχει απορρίψει την άποψη που δημοσιεύτηκε, δηλαδή ότι πραγματοποίησε αντικανονικές μεταβιβάσεις εκκλησιαστικής περιουσίας του Πατριαρχείου και έχει προκαλέσει οποιονδήποτε έχει αποδείξεις να τις παρουσιάσει. Κατά τον κ. Ειρηναίο κάποιο άτομο ονόματι Παπαδήμας καταχράστηκε και παραποίησε ένα πληρεξούσιο πέρα από ενάντια στις εντολές του κ. Ειρηναίου. 
Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίος κρατείται απομονωμένος από τον υπόλοιπο κόσμο, κλειδωμένος από έξω σαν φυλακισμένος κάτω από απάνθρωπες, εξευτελιστικές και καταπιεστικές συνθήκες ζωής, χωρίς κανένα λόγο, παράνομα και ειδικά ενάντια στα σχετικά ανθρώπινα δικαιώματα που διασφαλίζονται από πολλές διεθνείς συμβάσεις και πράξεις. Δυστυχώς το κράτος του Ισραήλ δεν επικύρωσε το προαιρετικό πρωτόκολλο του Διεθνούς Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών πάνω στα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα με αποτέλεσμα άτομα κάτω από τη δικαιοδοσία του να στερούνται προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους δυνάμει του Συμφώνου αυτού. Όμως πρέπει να προσθέσω, ότι βάσει των γεγονότων που θεωρώ ως αποδεδειγμένα στην περίπτωση αυτή τα ακόλουθα ανθρώπινα δικαιώματα του κ. Ειρηναίου που απορρέουν από το πιο πάνω Σύμφωνο, παραβιάστηκαν και συνεχίζουν να παραβιάζονται από αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την λειτουργία του Πατριαρχείου, ειδικά από τον Θεόφιλο και τις κρατικές αρχές που τον στηρίζουν.
α. « Το δικαίωμα να μην υπόκειται σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση» (Άρθρο 7). Η μαρτυρία που υποσηρίζει αυτή την παραβίαση, απαρτίζεται από τις συνθήκες διαβίωσης που επιβάλλονται στον κ. Ειρηναίο με την μορφή της απομόνωσης, στέρησης τροφής, στέρησης της ιατρικής περίθαλψης και άλλων αναγκαίων διευκολύνσεων καθώς και το κλείδωμα του κελιού του από έξω.
β. «Το δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου» (Άρθρο 9).
Αυτό αποδεικνύεται από την κατ΄ουσία κράτηση του κ Ειρηναίου στο Πατριαρχείο και την παρεμπόδιση του κόσμου να τον επισκέπτεται χωρίς την άδεια του κ. Θεόφιλου, που αποφασίζει επί του προκείμενου με μια απόλυτη και εν πολλοίς αυθαίρετη διακριτική εξουσία. 
γ. «Το δικαίωμα της μη υποβολής σε αυθαίρετη και παράνομη επέμβαση στην ιδιωτική ζωή και κατοικία» (Άρθρο 17) 
Αυτό υποστηρίζεται από τους περιορισμούς σχετικά με την χρήση του κελιού του και την απειλή απαγόρευσης επιστροφής σε αυτό αν για οποιονδήποτε λόγο φύγει από αυτό, έστω και προσωρινά.
δ. «Την ελευθερία να εκδηλώσει κάποιος τη θρησκεία του» (Άρθρο 18).
Αυτό αποδεικνύεται από την μαρτυρία ότι δεν επιτρέπεται στον κ. Ειρηναίο να λειτουργήσει στην Εκκλησία δίπλα από το κελί του ή ακόμα και να την επισκεφθεί.
πηγή

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ Οριοθέτηση Ορθοδοξίας και αιρέσεως – Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς




  

Την πρώτη Κυριακή των Νηστειών 
της Μ. Τεσσαρακοστής γιορτάζει η Εκκλησία μας την νίκη της Ορθοδοξίας εναντίον των αιρέσων. Το ιδιαίτερο ιστορικό γεγονός, που αποτέλεσε την βάση και την απαρχή του εορτασμού αυτού, ήταν η νίκη της Εκκλησίας εναντίον της εικονομαχίας. Οι εικονομάχοι πρέσβευαν ότι η χρήση των εικόνων είναι αντιχριστιανική. Δεν δέχονταν την προσκύνηση της εικόνας του Χριστού, όπως και την τιμή των εικόνων και των ιερών λειψάνων των αγίων. Η τοποθέτησή τους αυτή δεν ήταν επιφανειακή, αλλά προχωρούσε βαθύτερα ως την άρνηση της απεικονίσεως του Χριστού, πράγμα που οδηγεί τελικά στην άρνηση της σαρκώσεώς του και της παρουσίας του ως αληθινού ανθρώπου μέσα στον κόσμο. Η απόληξη αυτή της εικονομαχίας φανερώνει και τον αιρετικό χαρακτήρα της• μαρτυρεί ότι ήταν πραγματική αίρεση.
Αίρεση δεν η κάθε λανθασμένη θεολογική αντίληψη• δεν είναι ακόμα η παρερμηνεία κάποιων σημείων της Αγίας Γραφής η της παραδόσεως της Εκκλησίας. Αίρεση, όπως δηλώνει και η ετυμολογία της λέξεως, είναι η επιλογή κάποιου μέρους της θεολογικής αλήθειας και η απολυτοποίησή του. Η αίρεση δηλαδή τεμαχίζει την αλήθεια, επιλέγει κάποιο μέρος της, το απολυτοποιεί, και με τον τρόπο αυτόν παραποιεί και προσβάλλει ολόκληρη την αλήθεια. Όταν π.χ. ο Άρειος δίδασκε ότι ο Χριστός ήταν ένας τέλειος άνθρωπος, δεν έλεγε ψέματα• αλήθεια έλεγε. Δεν έλεγε όμως όλη την αλήθεια, αλλά μόνο ένα μέρος της• δεν έλεγε ότι ο Χριστός ήταν και τέλειος Θεός. Έτσι παραποιούσε και προσέβαλλε ολόκληρη την χριστιανική αλήθεια. Δεν αναγνώριζε την ένωση της θείας και της ανθρώπινης φύσεως στο πρόσωπο του Χριστού, που αποτελεί το θεμέλιο της ενώσεως του ανθρώπου με τον Θεό, δηλαδή της σωτηρίας και της θεώσεώς του. Προσέβαλλε τα θεμέλια του Χριστιανισμού και δημιουργούσε αίρεση.
Η ουσία λοιπόν της αιρέσεως για τον Χριστιανισμό έγκειται ακριβώς στην προσβολή της ενώσεως του Θεού με τον άνθρωπο, που θεμελιώνεται στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Η αίρεση δηλαδή προσβάλλει την δυνατότητα της σωτηρίας του ανθρώπου, η οποία ταυτίζεται με την θέωσή του.
Η θέωση του ανθρώπου αποτελεί τον σκοπό της δημιουργίας του. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Θεού. Είναι δημιούργημα του Θεού, που κλήθηκε από τον ίδιο τον Δημιουργό του να τον ομοιάσει• να γίνει θεός, όχι βέβαια κατά την ουσία του αλλά κατά χάριν, όπως λέγεται στην θεολογική γλώσσα. Αυτό όμως δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί μετά την αποστασία του ανθρώπου από τον Θεό και την υποταγή του στην αμαρτία. Η επαναφορά του στο «καθ’ ὁμοίωσιν» η την θέωση, είναι η σωτηρία του.
Ολόκληρη η ιερά ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, που κορυφώνεται με την σάρκωση του Θεού εν Χριστώ, φανερώνει το έργο της θείας οικονομίας για την σωτηρία του κόσμου. Και η Εκκλησία είναι ο πνευματικός χώρος, μέσα στον οποίο μυσταγωγείται η σωτηρία των ανθρώπων.
Οι αιρέσεις ως προσβολές της σωτηρίας αυτής παρουσιάστηκαν στην ιστορία της Εκκλησίας σε δύο επίπεδα• α) στο επίπεδο της ίδιας της σωτηρίας που προσφέρει ο Θεός στον άνθρωπο, όπως συνέβη με τον Δοκητισμό, τον Αρειανισμό, τον Νεστοριανισμό, τον Μονοφυσιτισμό κ.α., και β) στο επίπεδο του τρόπου οικειώσεως της σωτηρίας αυτής από τον άνθρωπο, όπως συνέβη με τον Βαρλααμιτισμό, που πολέμησε η Εκκλησία με πρωτοστάτη τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά.
Οι αρχαίες αιρέσεις προσέβαλαν την σωτηρία στο πρώτο επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο της προσφοράς της από τον Θεό στον άνθρωπο. Αν ο Χριστός δεν ήταν αληθινός άνθρωπος, αν δεν είχε δηλαδή πραγματικό ανθρώπινο σώμα αλλά φαινομενικό, όπως διατείνονταν οι αρχαιότεροι αιρετικοί, οι λεγόμενοι Δοκήτες, που πολεμήθηκαν ιδιαίτερα από τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη, η αν ήταν μόνο άνθρωπος, όπως υποστήριζαν αργότερα οι Αρειανοί, η μόνο Θεός, όπως δίδασκαν οι Μονοφυσίτες, η αν ήταν και Θεός και άνθρωπος, αλλά ως δύο ξεχωριστές φύσεις που δεν ενώθηκαν σε ένα πρόσωπο, όπως έλεγαν οι Νεστοριανοί, η ακόμα αν ήταν μόνο τέλειος Θεός όχι όμως και τέλειος άνθρωπος, όπως ισχυρίζονταν οι Απολιναριστές, δεν θα είχε πραγματοποιηθεί στην πληρότητά του το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος, όπως διδάσκουν οι Γραφές και οι Πατέρες της Εκκλησίας, σώζεται, όταν προσλαμβάνεται από τον Θεό, όταν ανασυνδέεται και ενώνεται με την πηγή της ζωής του. Όλες οι αρχαίες αιρέσεις αρνούνταν μερικώς η ολικώς την πίστη και την διδασκαλία αυτή της Εκκλησίας. Έτσι προσέβαλλαν την εμπειρία που είχαν εξαρχής τα μέλη της, ότι η κοινωνία με τον Χριστό, η μετοχή τους στο σώμα και το αίμα του Χριστού, είναι πραγματική κοινωνία με τον Θεό, μετοχή στην θεία ζωή.
Κάποιο είδος συνόψεως η ανακεφαλαιώσεως των αρχαίων αιρέσεων ήταν η εικονομαχία. Έτσι κατά την περίοδο της εικονομαχίας, που διήρκεσε περισσότερο από έναν αιώνα (726-843), επανήλθαν στο προσκήνιο με κάποια παραλλαγή πολλές πλάνες των προηγουμένων αιρέσεων. Γι’ αυτό κατά τον εορτασμό της Ορθοδοξίας γίνεται μνεία της καταδίκης όλων των αιρέσεων και διακηρύσσεται η αταλάντευτη πίστη της Εκκλησίας στην αδιάσπαστη πράδοσή της: «Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφρόνηκεν…ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν» (Συνοδικόν Ζ Οἰκουμενικῆς Συνόδου).
Η εικονομαχία αποτελούσε ένα είδος θρησκευτικής ιδεολογίας, η οποία αμφισβητούσε και σε τελική ανάλυση απέρριπτε το γεγονός της ενανθρωπήσεως του Θεού, που αποτελεί την προϋπόθεση της ανακαινίσεως του κόσμου και της θεώσεως του ανθρώπου. Αν ο Χριστός δεν μπορεί να εξεικονίζεται, σημαίνει ότι δεν είναι και αληθινός άνθρωπος. Η εικόνα του Χριστού δηλώνει και υπογραμμίζει την αλήθεια της θείας ενανθρωπήσεως. Προβάλλει την παρουσία του Θεού, που φανερώθηκε μέσα στον κόσμο, για να σώσει τον άνθρωπο.
Όλες οι αρχαίες αιρέσεις, που εμφανίστηκαν κατά την πρώτη μετά Χριστόν χιλιετία, αντιμετωπίστηκαν από τις επτά Οικουμενικές Συνόδους. Και η νίκη της Ορθοδοξίας, που γιορτάζεται από την Εκκλησία κατά την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προβάλλεται ως νίκη εναντίον των αιρέσεων αυτών, που αμφισβήτησαν την σωτηρία του ανθρώπου στο επίπεδο της προσφοράς της από τον Θεό.
Η δεύτερη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής έρχεται ως προέκταση της Κυριακής της Ορθοδοξίας. Την Κυριακή αυτή γιορτάζει η Εκκλησία μας την νίκη της εναντίον μιας άλλης μορφής αιρέσεως• μιας αιρέσεως που αμφισβήτησε την σωτηρία του ανθρώπου στο δεύτερο επίπεδο, στο επίπεδο του τρόπου οικειώσεώς της από τον άνθρωπο. Και στον αγώνα της Εκκλησίας εναντίον της αιρέσεως αυτής πρωτοστάτησε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γεννήθηκε το 1296. Είχε ευλαβέστατους και ευκατάστατους γονείς. Σε ηλικία επτά ετών ο Γρηγόριος έμεινε ορφανός από πατέρα και ανέλαβε την φροντίδα των σπουδών του ο ίδιος ο αυτοκράτορας, που τον προόριζε και για υψηλά κρατικά αξιώματα. Παράλληλα όμως γνώρισε και την ασκητική ζωή ήδη μέσα στο πλαίσιο της οικογενείας του και μυήθηκε στην νοερά προσευχή από τον αγιορείτη μοναχό και ακολού-θως μητροπολίτη Φιλαδελφείας Θεόληπτο. Ενώ όμως ο αυτοκράτορας τον προόριζε για υψηλά κρατικά αξιώματα, αυτός προτίμησε την μοναχική ζωή.
Το Φθινόπωρο του 1316 σε ηλικία είκοσι ετών ξεκίνησε μαζί με τους δύο μικρότερους αδελφούς του Μακάριο και Θεοδόσιο για το Άγιον Όρος. Κατά τα τρία πρώτα χρόνια της εκεί παραμονής του έζησε υπό την πνευματική καθοδήγηση του ασκητού Νικοδήμου στα όρια της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου. Μετά τον θάνατο του Νικοδήμου μετέβη στο κοινόβιο της Μεγίστης Λαύρας και ακολούθως αποσύρθηκε σε ερημητήριο.
Το 1325 επιδρομές των Τούρκων ανάγκασαν τον Παλαμά, όπως και άλλους αγιορείτες να φύγουν από το Άγιον Όρος. Τότε πήγε σε ερημητήριο της Σκήτης της Βεροίας, όπου παρέμεινε πέντε περίπου χρόνια με εντονότατη άσκηση. Το 1331 επιδρομές των Σέρβων τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την περιοχή της Βέροιας και να επιστρέψει στο Άγιον Όρος, όπου συνέχισε την ερημική του ζωή στο ησυχατήριο του αγίου Σάββα. Εκεί πληροφορήθηκε τις αντιλήψεις του Βαρλαάμ, θεολόγου και φιλοσόφου από την Καλαβρία της Νοτίου Ιταλίας.
Ο Βαρλαάμ ήταν ορθόδοξος και δεχόταν όλα τα δόγματα της Εκκλησίας, που είχαν διατυπωθεί από τις επτά Οικουμενικές Συνόδους. Επομένως δεν παρουσίαζε αιρετικές αντιλήψεις στο πρώτο από τα δύο επίπεδα που αναφέραμε, αλλά στο δεύτερο• στο επίπεδο του τρόπου οικειώσεως της σωτηρίας του Θεού από τον άνθρωπο. Δεν έλεγε ο Βαρλαάμ ότι ο Χριστός η το Άγιο Πνεύμα είναι κτίσμα, όπως υποστήριζαν οι Αρειανοί η οι Πνευματομάχοι, αλλά ισχυριζόταν ότι η ενέργεια του Θεού, δηλαδή η χάρη του, με την οποία σώζεται ο άνθρωπος, είναι κτιστή. Αυτό όμως σήμαινε και πάλι ότι ο άνθρωπος δεν έρχεται σε άμεση προσωπική σχέση με τον Θεό και δεν ενώνεται μαζί του, αλλά με κάποιο κτίσμα. Και ο ισχυρισμός αυτός δεν ήταν για την σωτηρία του ανθρώπου κάτι διαφορετικό από από αυτό που υποστήριζαν οι Αρειανοί και οι Πνευματομάχοι.
Η σωτηρία του ανθρώπου είναι οντολογικό γεγονός. Είναι δηλαδή γεγονός που καλύπτει ολόκληρη την ύπαρξη του ανθρώπου και πραγματοποιείται με την άμεση προσωπική κοινωνία και ένωσή του με τον Θεό. Είναι η μετάδοση της θείας ζωής που έχασε ο άνθρωπος με την αποστασία του από τον Θεό. Ο άνθρωπος δεν σώζεται μαθαίνοντας ορισμένες αλήθειες η αποκτώντας κάποιες θεωρητικές γνώσεις για τον Θεό. Και ο Θεός δεν σώζει τον άνθρωπο μεταδίδοντάς του πληροφορίες για τον εαυτό του, αλλά τον σώζει ερχόμενος ως άνθρωπος, χωρίς να παύει να είναι Θεός. Τον σώζει με την ζωή και τον θάνατό του, με τον σταυρό και την ανάστασή του.
Ολόκληρο το μυστήριο της οικονομίας του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου συνοψίζεται από τον Απόστολο Παύλο με μία φράση: «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον• Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη» . Το μυστήριο αυτό βιώνεται στον πνευματικό χώρο της Εκκλησίας. Ουσιαστικά το μυστήριο αυτό ταυτίζεται με το ίδιο το μυστήριο της Εκκλησίας. Για αυτό και η Εκκλησία, που μυσταγωγεί την κοινωνία και ένωση του ανθρώπου με τον Θεό, χαρακτηρίζεται από τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά ως «κοινωνία της θεώσεως».
Kοινωνία της θεώσεως σημαίνει κοινωνία που προετοιμάζει και αναδεικνύει θεούς• θεούς κατά χάρη. Αυτό άλλωστε ήταν και το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο, όπως δηλώνεται με το «καθ΄ ομοίωσιν»• να αναδειχθεί ο άνθρωπος θεός μετέχοντας στην χάρη του Τριαδικού Θεού. Η πραγματοποίηση όμως του σχεδίου αυτού του Θεού απαιτεί την συγκατάθεση και συνεργασία του ανθρώπου. Ο Θεός προίκισε τον άνθρωπο με ελευθερία και τίποτε δεν του επιβάλλει με την βία. Για αυτό και ο σκοπός που έθεσε ο Θεός για τον άνθρωπο πραγματοποιείται μόνο με την αυτεξούσια συνεργασία του. Και επειδή ο άνθρωπος διαστράφηκε με την αποστασία του από τον Θεό, χρειάζεται να αγωνιστεί, για να ξαναβρεί με την χάρη του Θεού τον πραγματικό εαυτό του και να προχωρήσει στον κατά Θεό σκοπό του. Σε αυτόν τον αγώνα καλεί και η Εκκλησία τον καθένα ιδιαιτέρως κατά την περίοδο αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Άριστος οδηγός για την επιτυχή διεξαγωγή του αγώνα αυτού είναι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Ο μεγάλος αυτός θεολόγος της Εκκλησίας μας διδάσκει πριν από όλα, πόσο απαραίτητο είναι να ξαναβρεί ο άνθρωπος τον πραγματικό εαυτό του, να τον κατευθύνει προς τον Θεό και να οικειωθεί την μεγάλη δωρεά της σωτηρίας που προσφέρει ο Θεός. Μας διδάσκει, πόσο πουδαίο είναι να στραφεί ο άνθρωπος στον εσωτερικό εαυτό του, να επαναφέρει τον διασκορπισμένο νου του μέσα στην καρδιά του και να ακούσει το κάλεσμα που του απευθύνει ο Χριστός: «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω• εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ΄ αυτού και αυτός μετ΄ εμού» . Αυτές τις αλήθειες και αυτόν τον τρόπο ζωής υπερασπίστηκε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς απέναντι στον Βαρλαάμ. Αυτές οι αλήθειες και αυτός ο τρόπος ζωής αμφισβητήθηκαν και πολεμήθηκαν από τον Βαρλαάμ και τους ομόφρονές του.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι με την διδασκαλία του Βαρλαάμ δεν είχαμε μία απλή αίρεση, αλλά πλήρη ανατροπή και καθαίρεση της δωρεάς της θείας οικονομίας. Και χρησιμοποιώντας τα λόγια του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου για κάποιο ανάλογο φαινόμενο της εποχής του, πρόκειται για διδασκαλία, η οποία «πάσαν ανατρέπει του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού την οικονομίαν και φανερώς απαρνείται την ανακαίνισιν της φθαρείσης εικόνος…» .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς προασπίστηκε την αυθεντική παράδοση της Εκκλησίας, που ήταν εξαρχής κοινή στην Ανατολή και την Δύση. Αγωνίστηκε για την άρση των αποκλίσεων που δημιούργησε το σχίσμα. Καταπολέμησε την διδασκαλία του Βαρλαάμ ότι η ενεργεία η χάρη του Θεού είναι κτιστή, και τόνισε ότι ο Θεός με την άκτιστη χάρη του έρχεται σε προσωπική κοινωνία με τον άνθρωπο, ενώνεται μαζί του και τον θεοποιεί. Έτσι πρόβαλε απαραχάρακτο τον Χριστιανισμό, στήριξε την Ορθοδοξία και διατήρησε ανοικτή την οδό της θεώσεως του ανθρώπου.
Η αποσύνδεση της χριστιανικής ζωής από την Εκκλησία, που σημειώθηκε κατά τους νεώτερους χρόνους, παραμόρφωσε τον Χριστιανισμό και ευνόησε την εκκοσμίκευση. Κι επειδή η εκκοσμίκευση καθιερώθηκε και εμπεδόθηκε πρώτα στην Δύση, για να διαδοθεί ως εισαγόμενη και στην Ανατολή, η υπεροχή των δυτικών στην κατάσταση αυτή ήταν ευνόητη. Γι αὐτό οι εκκοσμικευόμενες κοινωνίες της Ανατολής είναι φυσικό να μειονεκτούν απέναντι στις εκκοσμικευμένες κοινωνίες της Δύσεως και να χρειάζονται να τις ακολουθούν διαρκώς ως ουραγοί κατευθυνόμενοι σε αδιέξοδο. Περιφρονήσαμε τις αυθεντικές μας ρίζες, απαρνηθήκαμε τον πνευματικό μας πλούτο, λησμονήσαμε τον υπερβατικό προσανατολισμό μας και θελήσαμε να εκσυγχρονιστούμε περπατώντας ξιπόλητοι στα αγκάθια της εκκοσμικεύσεως.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας πρόσφερε με την ζωή και την διδασκαλία του τεράστιο πλούτο για την στήριξη του γένους και της Εκκλησίας μας όχι μόνο στην εποχή του, αλλά και σε ολόκληρη την σκοτεινή περίοδο της τουρκοκρατίας που επακολούθησε. Αλλά και σήμερα το πρόσωπο και η διδασκαλία του αποτελούν πολυτιμότατο κεφάλαιο, που προσφέρεται για την στήριξη και την δημιουργική πορεία μας προς το μέλλον. Για την πορεία μας μέσα στην ιστορία, για τον διάλογό μας με τον χριστιανικό αλλά και τον μη χριστιανικό κόσμο της παγκοσμιοποιούμενης και διαλυόμενης κοινωνίας μας.
Τελειώνοντας θα ήθελα να κάνω δύο επισημάνσεις, που έχουν κάποια ιδαίτερη σπουδαιότητα και επικαιρότητα σήμερα. Η μία συνδέεται με την ζωή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και η άλλη με την διδασκαλία του.
Όταν ο Παλαμάς χειροτονήθηκε στην Κωνσταντινούπολη αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και πήγε στην Θεσσαλονίκη για να αναλάβει τον θρόνο του, βρέθηκε αντιμέτωπος με την επανάσταση των Ζηλωτών, οι οποίοι και τον εμπόδισαν να εισέλθει στην πόλη. Ο Παλαμάς αποσύρθηκε ειρηνικά στο Άγιον Όρος, όπου και παρέμεινε ασκητεύντας, όπως πριν, επί ένα περίπου χρόνο. Τότε ο βασιλιάς των Σέρβων Στέφανος Δουσάν, που εξαιτίας των εμφύλιων ταραχών και της επαναστάσεως των Ζηλωτών βρήκε την ευκαιρία να επεκτείνει την κυριαρχία του σε σημαντικό μέρος της Μακεδονίας, επισκέφτηκε το Άγιον Όρος και προσπάθησε να προσεταιριστεί τον αποκλεισμένο από την έδρα του ιεράρχη με κολακευτικές υποσχέσεις για πολιτική εξουσία, μεγάλες δικαιοδοσίες και άφθονα χρήματα. Στις προτάσεις του αυτές ο εμπερίστατος ιεράρχης έδωσε την ακόλουθη αρχοντική απάντηση:
«Δεν έχω καμία ανάγκη από εξουσίες, δικαιοδοσίες και άφθονα χρήματα. Αν πάρει κάποιος έναν σπόγγο που χωράει ένα ποτήρι νερό και τον ρίξει μέσα στο Αιγαίο, δεν θα απορροφήσει ποτέ το αχανές πέλαγος, αλλά και από εκεί θα πάρει μόνο ένα ποτήρι νερό, όσο δηλαδή αντιστοιχεί στην φυσική του χωρητικότητα, και θα εγκαταλείψει ως αδιάφορο όλον εκείνο τον υγρό όγκο. Έτσι και εγώ, έμαθα από παλιά και μου έγινε σχεδόν φυσικό, να ζω με λίγα και να αρκούμαι μόνο στα απαραίτητα. Για αυτό, και αν ακόμα μου προσφέρεις όλο το χρυσάφι που βρίσκεται επάνω στην γη και μέσα στα έγκατα της γης, και αν ακόμα με πάρεις και με βουτήξεις ολόκληρο μέσα στο ρεύμα του μυθικού Πακτωλού, δεν θα πάρω από εκεί τίποτε περισσότερο από την καθημερινή τροφή και τα αναγκαία. Συνεπώς δεν χρειάζεται ούτε με ενδιαφέρει καθόλου η συζήτηση για τις πολλές και μεγάλες δωρεές και τις χρηματικές παροχές σου» .
Η άλλη επισήμανση συνδέεται, όπως είπαμε, με την διδασκαλία του. Ο άγιος Γρηγόριος ως «κήρυξ της χάριτος» τόνισε ότι η ενέργεια του Θεού η η χάρη του, με την οποία και σώζεται ο άνθρωπος, δεν είναι κτιστή. Ο Θεός δηλαδή δεν σώζει τον άνθρωπο με κάποιο κτιστό στοιχείο που μεσολαβεί ανάμεσα σε αυτόν και τον άνθρωπο, αλλά έρχεται ο ίδιος σε άμεση προσωπική κοινωνία και ένωση μαζί του. Αντίστοιχα λοιπόν και ο άνθρωπος οφείλει να προσεγγίσει τον Θεό άμεσα και προσωπικά. Για αυτό και η προσευχή, που βρέθηκε στο επίκεντρο της διενέξεώς του με τον Βαρλαάμ, δεν είναι απλώς η μνήμη του Θεού η η κίνηση του ανθρώπινου νου προς τον Θεό, όπως υποστήριζε ο Βαρλαάμ, αλλά η προσωπική κοινωνία και ένωση με αυτόν, που κορυφώνεται στην θεία Κοινωνία.
Προσευχή σημαίνει αναφορά σε πρόσωπο. Και ο άνθρωπος που προσεύχεται πραγματικά νιώθει την παρουσία του προσώπου προς το οποίο απευθύνει την προσευχή του. Ιδιαίτερα μάλιστα η προσευχή του Ιησού, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», που υποστήριζε ο Παλαμάς ότι πρέπει να έχει διαρκώς στα χείλη του κάθε πιστός, αποτελεί και για τον άνθρωπο της εποχής μας την κυριότερη σύσταση και προτροπή του• σύσταση και προτροπή για την ανόρθωσή του και την αποκατάσταση της κοινωνίας του με τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Το είδαμε εδώ

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ


Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ


Αν. καθηγητής, Δημοκρίτειο Παν. Θράκης
Μου ζητήθηκε από την Ενωμένη Ρωμιοσύνη να παρουσιάσω στα πλαίσια της σημερινής Ημερίδας μια εισαγωγική ομιλία με τίτλο γύρω από την πνευματική διάσταση της κρίσης. Ευχαριστώ και δημόσια για την τιμή και την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό μου. Πρότεινα να εξειδικεύσουμε τον τίτλο σ’ αυτόν που τελικά συμφωνήθηκε, «Εκκλησία και Πολιτική», για να αγγίξουμε πράγματα συγκεκριμένα και αν είναι δυνατόν πράγματα, που -κατά την γνώμη μας – ενώ είναι ζωτικής σημασίας-, δεν έχουν συζητηθεί επαρκώς από θεολογικής απόψεως. Το θέμα λοιπόν που θα αναπτύξω τίθεται υπό την κρίση σας και υπό την κρίση της Εκκλησίας μας. Το ερώτημα είναι τι μπορούμε να πάρουμε σήμερα από το Ευαγγέλιο του Χριστού, από την Εκκλησία μας, και να το εκφράσουμε, για την διάγνωση και την θεραπεία της συγκεκριμένης κρίσης στην ελληνική κοινωνία, η οποία είναι έκφανση μιας παγκόσμιας κρίσεως και οπωσδήποτε κρίσεως της Ευρώπης.
Σημειώνουμε προκαταρτικά ότι στην Παράδοση της Εκκλησίας μας: (1) είναι απόλυτης σημασίας ο «φωτισμός» ή η αρετής της «διάκρισης» στην αντιμετώπιση κάθε συγκεκριμένου προβλήματος της ζωής μας, και (2) η διατύπωση της Αλήθειας και η Αγάπη προς τον άνθρωπο είναι πραγματικότητες άρρηκτα συνδεδεμένες- «αλήθεια» διατυπωμένη χωρίς Αγάπη δεν είναι Αλήθεια, και «αγάπη» χωρίς Αλήθεια, δεν είναι Αγάπη «Μη νομίσητε ότι ήλθον βαλείν ειρήνην επί την γην΄ ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν» (Ματθ. 10, 34) λέγει ο Κύριος. Και επεξηγεί ο Απ. Παύλος: «την μάχαιραν του Πνεύματος, ό εστι ρήμα Θεού» (Εφ. 6 ,17). Τις ανωτέρω δύο επισημάνσεις νομίζω ότι τις βρίσκομε συμπυκνωμένα διατυπωμένες και στην εξής προτροπή του Αποστόλου των Εθνών «Ως τέκνα φωτός περιπατείτε (φωτισμός), …δοκιμάζοντες τι έστιν ευάρεστον τω Κυρίω (το συγκεκριμένο). και μη συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε. Τα γαρ κρυφή γινόμενα υπ’ αυτών αισχρόν εστίν και λέγειν. Τα δε πάντα υπό του φωτός ελεγχόμενα φανερούται (η αλήθεια έχει και το νόημα ελέγχου, αλλά με φωτισμό, δηλαδή με καθαρότητα και αγάπη)» (Εφ. Ε, 8-13)
Οι χριστιανοί μετέχουμε ως πολίτες σε ένα σύνθετο πλέγμα πολιτικών θεσμών, και ως Εκκλησία έχουμε υποχρέωση, αφενός να διαγνώσουμε την πνευματική ασθένεια του συγκεκριμένου κοινωνικού πλέγματος, το οποίο επηρεάζει δυσμενώς τον άνθρωπο, και αφετέρου να προταθούν φάρμακα θεραπείας.
Ο Δημήτρης Μπαλτάς, έγραφε το 2009 σε άρθρο με τίτλο: «Η σύγχρονη οικονομική κρίση ως πνευματικό πρόβλημα»: «…οικονομικοί οργανισμοί επέτυχαν την συσσώρευση του πλούτου, δημιουργώντας μία εικονική οικονομία, δια της οποίας εκατομμύρια άνθρωποι υποθήκευσαν την ζωή και το μέλλον τους και παράλληλα χρησιμοποιώντας φθηνό εργατικό δυναμικό από τον «Τρίτο κόσμο». Οι ίδιοι οικονομικοί οργανισμοί κατέστησαν την οικονομία των κρατών και των πολιτών «τυχερό παίγνιο», πράγμα το οποίο ασφαλώς δεν μπορεί να έχει σχέση με τα πραγματικά οικονομικά μεγέθη. Έτσι η καπιταλιστική οικονομία οδήγησε σε μία ανορθολογική οικονομική συμπεριφορά, τα αποτελέσματα της οποίας είναι πλέον παγκοσμίως εμφανή. Δια των τρόπων που αναφέρθηκαν, η καπιταλιστική οικονομία διευρύνει συνεχώς το χάσμα πλουσίων και φτωχών καθιστώντας τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους. Δεν θα συζητήσω εδώ τις αντιστάσεις της αστικής τάξεως στο χάσμα αυτό που είναι τραγικά περιορισμένες», σημειώνει ο συγγραφέας και συμπεραίνει, «Πάντως επιβάλλεται να διευκρινισθεί ότι οι οικονομικές επιλογές των δυτικών κρατών υπήρξαν ατυχείς, όχι επειδή έκαναν εσφαλμένους μαθηματικούς υπολογισμούς, αλλά επειδή περιφρόνησαν τον παράγοντα «άνθρωπο». Ακριβώς επειδή τα μέσα που χρησιμοποίησαν οι οικονομικοί οργανισμοί είναι κατ’ ουσίαν νομιμοφανείς τρόποι εκμεταλλεύσεως και των κρατών και των πολιτών, η σημερινή οικονομική κρίση θα πρέπει να κατανοηθεί ως πρόβλημα πνευματικό και ανθρωπολογικό» (περιοδ. «ΕΥΘΥΝΗ»).
Σήμερα στην Ελλάδα, ο αυξανόμενος αριθμός θανάτων από αυτοκτονίες και εγκλήματα, ή εύκολη και φθηνή πώληση πλουτοπαραγωγικών πόρων στο μεγάλο διεθνές κεφάλαιο, η συγκάλυψη και ατιμωρησία των μεγάλων οικονομικών και πολιτικών εγκλημάτων, η κατάρρευση της παραγωγικής διαδικασίας, η καλπάζουσα ανεργία, η απαξίωση της πολιτικής, τα τεράστια και ταυτόχρονα αυξανόμενα κενά στην δημόσια παροχή υγείας, η απρογραμμάτιστη – απροσδόκητη υπερφορολόγηση μικρονοικυριών και πολυτέκνων, οι εκβιαστικές τακτικές εξωτερικών τοκογλυφικών κέντρων ή ακόμη και των πολιτικών μας «εταίρων», ο διασυρμός του ελληνικού ονόματος από διεθνή πολιτικά κέντρα και μέσα «ενημέρωσης», η μεθοδευμένη επίθεση στα πνευματικά ερείσματα του λαού μας (Εκκλησία, Ιστορία, Γλώσσα, Παιδεία), η απόγνωση των ωρίμων στην ηλικία και των νέων ανθρώπων, και κυρίως η στρατηγικά επιχειρούμενη μείωση της αυτοεκτίμησης των ίδιων των Ελλήνων, μας προβληματίζει, μας ανησυχεί και μας θλίβει βαθύτατα.
Έχουν τα ανωτέρω «πολιτικά» προβλήματα σχέση με την προαναφερθείσα προτροπή του Απ. Παύλου, «Ως τέκνα φωτός περιπατείτε, …δοκιμάζοντες τι έστιν ευάρεστον τω Κυρίω και μη συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις, μάλλον δε και ελέγχετε» ή είναι επαρκής η άποψη που θεωρεί ως μοναδικό καθήκον της Εκκλησίας το να υποστηρίζει τις υλικές και πνευματικές ανάγκες των ανθρώπων που δημιουργεί η οικονομική κρίση; Κατά την γνώμη μας οι δύο αυτές κατευθύνσεις είναι αδιαχώριστες. Η πρώτη, θέση που επιθυμεί να άρει τα αίτια της κρίσεως, προέρχεται από την πίστη της Εκκλησίας σ’ ένα Θεό ταπεινό, Θεό της ελευθερίας, Θεό Αγάπης και Δικαιοσύνης. Η δεύτερη, πηγάζει επίσης από την φιλανθρωπία της, που εκφράζεται στο πρόσωπο του συγκεκριμένου προσώπου που βρίσκεται σε άμεση ανάγκη. Επειδή η δεύτερη κατεύθυνση είναι αυτονόητη και επειδή το θέμα μου είναι «Εκκλησία και Πολιτική», θα επιμείνω περισσότερο να διερευνήσουμε την πρώτη.
Ξεκινώ με μια επιστολή του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, μεγάλη μορφή της Σερβικής Εκκλησίας του 20ου αιώνα. Έγραφε σε κάποιον πολιτευτή: «Από το γράμμα σας κατάλαβα, ότι είστε διατεθειμένος να αναγνωρίσετε κάποια ειδική ηθική για την πολιτική, διαφορετική από την ηθική στις άλλες δουλειές και τις ανθρώπινες σχέσεις. Τούτο δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα άλλο, όσο και αν εκφράζεστε προσεκτικά και λεπτά, παρά ότι εκείνο που στις καθημερινές ανθρώπινες ασχολίες θεωρείται άτιμο να αναγνωριστεί στην πολιτική ως τίμιο και εκείνο που στις υπόλοιπες ανθρώπινες σχέσεις θεωρείται άπρεπο στην πολιτική να αναγνωριστεί ως ευπρεπές…
Αλλά… η πολιτική με την καλύτερή της έννοια είναι λαϊκή εργασία, και μάλιστα μία από τις μέγιστες λαϊκές εργασίες. Εσείς θα θέλατε να βρείτε κάποια ιδιαίτερη τεχνική, με την οποία ο λαός να προκόψει και το κράτος να κρατηθεί. Και αυτήν την ιδιαίτερη τεχνική…, εσείς θα θέλατε να την ονομάσετε πολιτική… (είναι όμως) έξω από τον κύκλο τής ηθικής, έξω από τον κύκλο τού χριστιανισμού, και έξω από τον κύκλο τού πολιτισμού…». Και καταλήγει ο άγιος Νικόλαος Β.:. «Το αχώριστο της ηθικής αναγγέλθηκε με τη χριστιανική πίστη πιο δυνατά απ’ ό,τι με οτιδήποτε άλλο. Μία από τις κύριες αιτίες τής τωρινής σύγχυσης και κακομοιριάς σ’ αυτή τη μικρή ευρωπαϊκή ήπειρο είναι το διπρόσωπο της ηθικής. Μία ηθική απαιτείται για την ιδιωτική και άλλη για τη δημόσια ζωή» («Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται…», Εκδ. “Εν Πλω”).
Όταν η Πολιτική αυτονομηθεί από το σώμα των πολιτών και την ηθική, όταν αποκτά τον χαρακτήρα μιας αυτονομημένης «τεχνικής», είτε με την μορφή της συγκέντρωσης υπερβολικής εξουσίας από την ταύτιση του κόμματος με το Κράτος είτε με επιβολή της ισχύος των οικονομικών δυνάμεων επί του κράτους δικαίου, συνεχίζεται το, κατά τον άγιο Νικόλαο Β., «προϊστορικό παιχνίδι…μεταξύ τού πιο ισχυρού και του πιο αδύνατου, κατά το οποίο, εάν δεν βοηθά το υποκριτικό χαμόγελο,βοηθούν τα δόντια με τα νύχια…», επαληθεύεται τότε ο αιώνιος λόγος του Κυρίου «… οίδατε ότι οι άρχοντες των εθνών κατακυριεύουσιν αυτών και οι μεγάλοι κατεξουσιάζουσι αυτών», που προτρέπει τους μαθητές Του: «ουχ ούτως έσται εν υμίν». (Ματθ. Κ, 25-26).
Ο Απ. Παύλος τοποθετεί επί της ίδιας βάσεως την πορνεία και την πλεονεξία (Εφεσ., Ε, 5). Από εκκλησιολογικής απόψεως, ο γ΄ κανόνας του αγ. Γρηγορίου Νεοκαισαρείας αντιμετωπίζει τους εκ πλεονεξίας εκμεταλλευόμενους τις περιστάσεις για να πλουτίσουν, αδικώντας τους συνανθρώπους τους, όπως τους αιρετικούς. Ορίζει να αποβληθούν από την Εκκλησία «μήποτε εφ’ όλον τον λαόν έλθη η οργή, και επ’αυτούς πρώτον τους Προεστώτας (εν. «Επισκόπους»), τους μη επιζητούντας». Ο Καθηγούμενος της Ι. Μ. Γρηγορίου Αγίου Όρους, στο έργο του «Η Ποιμαντική Διακονία κατά τους Ιερούς Κανόνες», που ετοιμάσθηκε ως υφηγεσία κατά την θητεία του στο Παν. Αθηνών, προ της μονάσεώς του, εξετάζοντας τον εν λόγω κανόνα σχολιάζει: «Θα ηδυνάμεθα να είπωμεν εις σύγχρονον γλώσσαν, ότι αμαρτίαν συνιστά και η ανοχή αμαρτωλών κοινωνικών καταστάσεων» (εκδ. «ΑΘΩΣ¨»).

¨Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω σημειώνουμε δειγματοληπτικά τα εξής συγκεκριμένα θέματα για την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα.
1. Από πνευματικής απόψεως συνιστά αμαρτία η πρωτοφανής επίσημη υπεράσπιση μιας από τις αποκαλούμενες «σοβαρές» εφημερίδες στην ανεξέλεγκτη επιβολή του Κεφαλαίου στην πολιτική ζωή της χώρας. Την πρωτοφανή για δημοκρατική χώρα εκτροπή αυτή της εφημερίδας, την καθιστά ακόμη βαρύτερη και ύποπτη το γεγονός ότι εκδηλώθηκε, όσο μπορώ να παρακολουθώ την επικαιρότητα, για πρώτη φορά σε επίθεση κατά της Ιεραρχίας της Ελλάδος. Κατά την εφημερίδα «Το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου…ήταν κάτι παραπάνω από σκληρό (σ.!!!)… «ελέγξτε το κεφάλαιο» ήταν η προτροπή των ιεραρχών» προς την Κυβέρνηση και τους πολιτικούς. Είναι θέμα πολιτικών επιστημόνων και της Δικαιοσύνης να κρίνουν κατά πόσον η ανωτέρω στάση της εφημερίδας δεν συνιστά έμμεση προτροπή όχι απλώς προς περαιτέρω περιορισμό, αλλά, κατά την γνώμη μας, προς κατάλυση της Δημοκρατίας. Περιέγραψα προηγουμένως την επίθεση αυτή ως ύποπτη, υπό την έννοια ότι ενδέχεται ότι εκφράσεις του άρθρου όπως, «επιβολή των «σκληρών» στην Ιερά Σύνοδο», να δείχνουν κατευθυνόμενη προσπάθεια εκφοβισμού των Ιεραρχών, ωστόσο άλλες φράσεις του κειμένου όπως, «Σημειώστε: προέρχονται από πολλές και διαφορετικές «πλευρές της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος»… «…έχουν αρχίσει να αποκτούν ισχυρή φωνή». «Ο αιφνιδιασμός και οι εκπλήξεις… δεν σταματούν εδώ… Η προτροπή προς την κυβέρνηση «να ελέγξει το κεφάλαιο»…μόνο σε χαμηλούς τόνους δεν έγινε», δείχνει την δύναμη του λόγου της Εκκλησίας και τον φόβο αυτών που σχεδίασαν το άρθρο.
2. Η Κομματοκρατία, ως μη υγιής λειτουργία των κομμάτων μέσα στο κοινωνικό και πολιτικό μας σύστημα, έχει δεχθεί σοβαρή επιστημονική και πολιτική κριτική. Το φαινόμενο αυτό λιγότερο έχει αναλυθεί ως αμαρτία. Χρειάζεται πνευματικό θάρρος να δεχθεί κανείς ότι απεμπόλησε την πνευματική του ελευθερία με την ένταξη ή υποστήριξη πολιτικών κομμάτων, κομματικών απόψεων ή πολιτευτών χάριν ιδιοτελούς εξασφαλίσεως και κοινωνικής αναρριχήσεως. Είναι δε και αμαρτία οι ανομολόγητες συναλλαγές με ένα κόμμα όταν αυτές αναιρούν και την ισότητα των πολιτών, και παράγουν κοινωνική αδικία.
3. Η ανερυθρίαστη διατύπωση της άποψης ότι «τα φάγαμε όλοι μαζί» ή η πίστη σ’ αυτή εξισώνει τα πάντα, το καλό και το κακό, και δεν συνιστά κανενός είδους ανάληψη ευθύνης, αλλά ακριβώς το αντίθετο: προωθεί την χυδαία αντίληψη ότι κανείς δεν έχει ευθύνη για τίποτα, και ακριβέστερα ότι δεν υπάρχει διαβάθμιση της ευθύνης ανάλογα με το αξίωμα και την έκταση της διαφθοράς των προσώπων μέσα στην κοινωνία. Η διατύπωση ισοδυναμεί με κατάργηση και προτροπή προς κατάργηση της Ηθικής και της λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
4. Ο προεκλογικός λόγος στις εκλογικές κομματικές αναμετρήσεις των λίγων τελευταίων χρόνων ήταν αναντίστοιχος, ή μάλλον εντελώς αντίθετος προς την στρατηγική πολιτική που ασκήθηκε. Η βαθειά κρίση που υφιστάμεθα ως έθνος και ως κοινωνία, είναι άμεσα συνηρτημένη με το μέγεθος του ψεύδους, και, ως εκ τούτου, το Ψεύδος αυτό συνιστά μεγάλη αμαρτία κατά του λαού, η οποία δεν μπορεί να χαθεί μέσα στην απεραντοσύνη των ψεύτικων λόγων.
Τελειώνοντας θα ήθελα να σημειώσω ότι κάθε κρίση στην προσωπική ή κοινωνική σφαίρα μπορεί να είναι και μια δυνατότητα διόρθωσης και ανάπτυξης. Από κοινωνικής και πολιτισμικής απόψεως θα ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να ξαναδούμε την βάση της οργάνωσης του ελληνικού κράτους και να εμπνευσθούμε από τα οράματα της Ρωμιοσύνης, κατανοώντας την ουσιαστικά και όχι φολκλορικά, και πραγματοποιώντας την ιδιαιτερότητα της ιστορικής μας ταυτότητας. Σημειώνει ο Οδ. Ελύτης: «Από τι πάσχουμε κυρίως; Θα σας το πω αμέσως: από μία μόνιμο, πλήρη και κακοήθη ασυμφωνία μεταξύ του πνεύματος της εκάστοτε ηγεσίας μας και του «ήθους» που χαρακτηρίζει τον βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό του ελληνικού λαού στο σύνολό του! (…) Έχουμε την τάση να παρουσιαζόμαστε διαρκώς διαφορετικοί απ’ ό,τι πραγματικά είμαστε. Και δεν υπάρχει ασφαλέστερος δρόμος προς την αποτυχία, είτε σαν άτομο σταδιοδρομείς είτε σαν σύνολο, από την έλλειψη της γνησιότητας. Το κακό πάει πολύ μακριά. Όλα τα διοικητικά μας συστήματα, οι κοινωνικοί μας θεσμοί, τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα, αρχής γενομένης από τους Βαυαρούς, πάρθηκαν με προχειρότατο τρόπο από έξω, και κόπηκαν και ράφτηκαν όπως επάνω σ’ένα σώμα με άλλες διαστάσεις και άλλους όρους αναπνοής» («Ελευθερία», 15 Ιουνίου 1958).
Ως χριστιανοί μπορούμε πάντοτε και σήμερα να ζούμε με ελπίδα. Ο Θεός έγινε άνθρωπος και άλλαξε τον ρου της ιστορίας, γιατί, ακριβώς μέσα στα ιστορικά πλαίσια μιας γενικευμένης πνευματικής και κοινωνικής παρακμής, υπήρχε μία μόνο κόρη που μπορούσε να δώσει την ζωή και την ελευθερία της, με αγάπη, πλήρως στον Θεό. Και Κείνος έγινε γιος της. Και Σωτήρας μας. Υπήρξε –και πάντα είναι αναγκαία – η συνέργεια Θεού και ανθρώπου για την Σωτηρία μας. Αυτή την θυσιαστική συνέργεια, όχι μια αόριστη δήθεν εμπιστοσύνη στον Θεό, όταν με θέτει εκτός παντός προσωπικού κινδύνου, την βλέπει κανείς και στην ιστορία της Ρωμιοσύνης.
Γράφει ο Στρατηγός Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του: «…όλη η στεριά ήταν κλεισμένη από τους Τούρκους, Πεζούρα, καβαλλαρία και κανόνια, κι’ από το πέλαγον μόνον το καράβι του Γκόρδον… τότε απελπισμένος κι’ ο αρχηγός Γκόρδον… μου είπε να μπω κ’ εγώ μέσα εις το καράβι του να γλυτώσω…. Του λέγω κόπιασε η γενναιότη σου και σ’ αυτείνη τη μπατάγια την σημερινή θα γένη ο θεός αρχηγός· και με την δύναμη του θα λυπηθή εμάς και την πατρίδα μας· κι ό,τι μπορώ κι εγώ θ’ αγωνισθώ σήμερα μ’ όλον οπούμαι αστενής. Να χαθούνε τόσοι αγωνισταί και να μείνω εγώ, ξίκι να γένη και σ’ εμένα η ζωή! – Τι θα κάμης, μου λέγει, σε τόσο πλήθος Τούρκων; – Είναι ο θεός, του λέγω, και κάνει ο ίδιος! Πάγει στo καράβι… Κι’ άρχισε ο πόλεμος…».
Το είδαμε εδώ

Η Εκκλησία ως εμπειρία του Αγίου Πνεύματος - Γέροντας Εφραίμ ο Βατοπαιδινός


  Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου Γέροντας Εφραίμ μιλάει για την Χάρη και την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος που δίδει η Εκκλησία, κατά την ομιλία του στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Νικολάου στον Βόλο.
Το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...