Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουλίου 04, 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ματθ. η΄28 – θ΄1 - Λόγος εις τον δαιμονιζόμενον Βασιλείου Επισκόπου Σελευκείας

Πολλές είναι οι επιβουλές των δαιμόνων κατά των ανθρώπων.
 Πολλαπλάσια όμως η βοήθεια του Θεού προς τους ανθρώπους. Πράγματι,
εάν δεν μας υπερήσπιζε η άνωθεν συμμαχία, θα είχεν εξαφανισθή προ 
πολλού το γένος μας από τις πολιορκίες των δαιμόνων. Διότι ποία ευκαιρία
 η ποίον χρόνον άφησαν χωρίς πειρασμούς; Πότε έπαψαν να ετοιμάζουν
 παγίδες στην ανθρώπινη φύση και να σχεδιάζουν τις συμφορές μας;

Δεν είναι πονηρά η φύσις του διαβόλου, αλλά απεδείχθη η προαίρεσίς του
. Σ’ αυτόν είχε αναθέσει ο Δημιουργός τη διοίκηση του αέρος, όπως ο ακροατής
 των ουρανίων Παύλος μας αποκάλυψε λέγοντας:
 «Κατά τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος, του πνεύματος του 
νυν ενεργούντος εν τοις υιοίς της απειθείας». Έπειτα όμως, επιθυμώντας
 να υπερβή την φύση του, εξέπεσε της αξίας του, χάνοντας τον θρόνο
 εξ αιτίας του υψηλού φρονήματός του. Έγινε δηλαδή ο όγκος του φρονήματος
 μέτρο της στερήσεως του Πνεύματος. Γι’ αυτό λοιπόν ήρχισε να 
ασχολήται με τους ανθρώπους, εκδηλώνοντας έτσι την αποστροφή
 του προς τον Δημιουργό, και να προσπαθή με διάφορες μηχανορραφίες
 να αμαυρώση την εικόνα του Κτίστου. Επειδή, δηλαδή, δεν ημπορούσε να
 πολεμήση τον Θεό, μεθοδεύει αλλιώς την μάχη, διδάσκοντας τα κτίσματα
 να επαναστατούν κατά του Κτίστου. Έτσι, αμέσως μόλις επλάσθη 
ο πρώτος άνθρωπος και έφερε τα χαρακτηριστικά της εικόνος, τον 
συνεβούλευσε να μελετήση την αντιθεϊα λέγοντας: 
«Η αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί, 
και έσεσθε ως θεοί». Καθώς δε επλήθαινε το γένος, του βάζει λογισμούς
 ειδωλολατρίας. Κατήντησε το κτίσμα σε τόσο σκοτασμόν, ώστε να προσκυνή
 την κτίση, αγνοώντας τον Κτίστη. Και έβλεπες παντού βωμούς και ναούς
 και κατασκευές ειδώλων, αίματα και χορούς δαιμόνων.
Δεν ηρκέσθησαν όμως σ’ αυτήν την αποπλάνηση των ανθρώπων οι
 δαίμονες, ούτε στις τιμές που απελάμβαναν από αυτούς, αλλά και 
τιμωρούσαν τους αθλίους ανθρώπους, και εισχωρώντας μέσα τους
 κατοικούσαν σ’ αυτούς. Δεν αφήνει όμως ο Θεός αβοήθητο το πλάσμα του, 
αλλά αφού εχρησιμοποίησε διάφορες μεθόδους θεραπείας, τελευταία, θέτει
 σε ενέργεια το σοφό σχέδιο της εν Χριστώ οικονομίας, προξενώντας έτσι
 το αύτανδρο ναυάγιο των δαιμόνων. Αναγγέλλοντας δε την ελευθερία 
με τα λόγια, επεβεβαίωνε την υπόσχεση με θαύματα.
Αυτό μας παρέστησε με σαφήνεια η διήγησις του Ευαγγελίου που μόλις 
ανεγνώσθη. Ελέγχει την επήρεια των δαιμόνων και δεικνύει την βοήθεια
 που παρέχει ο Θεός προς τους ανθρώπους: «Εξελθόντι δε αυτώ επί την γην
 υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων
 ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, 
αλλά εν τοις μνήμασιν». Αυτός είναι ο θυμός των δαιμόνων κατά των
 ανθρώπων. Επιθυμούν να τους καταλάβουν όλους, λυπούνται όμως που
 δεν ημπορούν ούτε καν να τους επηρεάσουν όλους. «Υπήντησεν αυτώ ανήρ
 τις εκ της πόλεως». Η μία συμφορά πιο τρομερά από την άλλη. 
Οι δαίμονες κατοικούσαν μέσα του και ο ίδιος κατοικούσε στα μνήματα,
 ώστε κατοικώντας εκεί και συγχρόνως κατοικούμενος να αναγκάζεται να
 συγκατοική με τους νεκρούς. Μάλλον ήταν καταδικασμένος να υπομένη 
μία ζωή βαρυτέρα από τον θάνατο. Διότι σ’ εκείνους που απέρχονται, ο θάνατος
 κλέπτει την αίσθηση των παθημάτων και ο τάφος χαρίζει στους νεκρούς
 ελευθερία από τα λυπηρά. Ενώ εκείνος ήταν μεν κατά τα άλλα νεκρός,
 εζούσε δε μόνο τόσον όσο να αισθάνεται την ταλαιπωρία του και δεν 
ημπορούσε να απαλλαγή απ’ αυτήν. «Και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο». 
Πόσον αλλοπρόσαλλη είναι η κακία του διαβόλου! Τον Αδάμ, που ήταν
 σωστά γυμνός, τον ενέδυσε με αισχύνη. «Και εδεσμείτο αλύσεσι 
και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του
 δαίμονος εις τας ερήμους». Εδάνειζε και δύναμη στον πάσχοντα για να
 διαρρήξη τα δεσμά. Διότι στο πάθος αυτό υποχωρεί ακόμη και ο σίδηρος 
και αποδεικνύεται ανίσχυρος. Δεν άφηνε κανέναν να περάση απ’ αυτό
 το μέρος. Ως λυσσώδη είχε εξαπολύσει ο δαίμονας τον άνθρωπον εναντίον
 των ανθρώπων. Όμως αν και με τόσες συμφορές τον είχε δέσει ο δαίμονας,
 δεν κατόρθωσε να τον εμποδίση να συναντηθή με τον Κύριο. 
Το πρώτο μέσον που εχρησιμοποίησε η Πρόνοια ήταν αυτό: οι δαίμονες,
 μη υποφέροντας την λαμπρότητα εκείνου που ήταν ενώπιόν τους, εφώναζαν:
 «Τι ημίν και σοί, Ιησού;» Αντιδρούν μόνο στο σώμα που φαίνεται, μη
 γνωρίζοντας ότι σ’ αυτό το σώμα είναι κρυμμένη η θεότης. Διότι πώς 
ημπορεί ο δούλος να φωνάζη στoν Δεσπότη: «Τι εμοί και σοί»;
 Περιφρονούν αυτόν που βλέπουν, επειδή δεν βλέπουν αυτόν που τους βασανίζει.
Τι σχέση έχουμε εμείς μαζί σου; Ω, πόσους δικαίους έχουμε συναντήσει,
 και δεν εδοκιμάσαμε από αυτούς παρόμοιο μαστίγωμα! Μας είναι αφόρητος
 ο εχθρός, ανυπόφορα τα βέλη του. «Τι ημίν και σοί;» Από τότε που ήλθες
 στην γη εκήρυξες τον πόλεμο εναντίον μας. Σε είδαν οι μάγοι όταν εγεννήθης
 και σε προσεκύνησαν, δραπετεύοντας από εμάς. Σε ήκουσαν οι τελώνες που 
ομιλούσες και απέδρασαν από τα ιδικά μας τελώνια. Τις πόρνες, τα θύματά μας,
 τις συνέλαβες εσύ με την μετάνοια. Μία παρηγορία μας είχε μείνει, τα 
παθήματα των ανθρώπων, και αυτήν την απόλαυση μας την εστέρησες.
 Εκεί ανόρθωσες τους παραλύτους, αλλού απήλλαξες τους κωφούς από το
 πάθος τους. Εκεί εχάρισες τις ηλιακές ακτίνες στους τυφλούς.
 Εκεί απέλυσες τους νεκρούς από τους τάφους. Ετοιμόρροπο κατήντησες 
το δεσμωτήριον του θανάτου, το οποίον εμείς με τόσους κόπους
 οικοδομήσαμε. Όσες θεραπείες προσέφερες στους ανθρώπους, τόσες τιμωρίες
 προεκάλεσες σ’ εμάς.
«Τι ημίν και σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού»; Τον αποκαλούν μεν Υιό του Θεού,
 δεν γνωρίζουν όμως ότι ο Υιός είναι Θεός. Επειδή υιοί του Θεού αποκαλούνται
 και όσοι για την μεγάλην αρετή τους εξοικειώθησαν με τον Θεόν. 
Με αυτήν την έννοια λέγει: «Υιός πρωτότοκός μου Ισραήλ». Και πάλι 
«Εγώ είπα: Θεοί εστέ και υιοί Υψίστου πάντες». Και πάλι: «Ιδόντες δε οι υιοί
 του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων». Αυτό το όνομα, δηλαδή, δεν
 είναι γνώρισμα μόνο της φύσεως, αλλά και της οικειότητος. Αυτήν την
 άγνοια έδειξεν ο διάβολος και σ’ αυτά που συνέβησαν στον Ιορδάνη.
 Διότι ακούγοντας την φωνήν την ερχομένην από τον ουρανόν 
«Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός», του έλεγε, επειδή αγνοούσε,
 «ει Υιός ει του Θεού, βάλε σεαυτόν κάτω». Εάν εγνώριζε ότι ομιλεί
 σε Θεόν, πώς προσπαθεί να τον φοβήση προστάζοντάς τον να πέση κάτω;
 Διότι η φύσις του Θεού δεν γνωρίζει ούτε ύψος ούτε βάθος.
Ο Ευαγγελιστής Μάρκος έτσι εδιηγήθη τα λόγια των δαιμόνων:
 «Τι ημίν και σοί, Ιησού Ναζαρηνέ». Δεν απευθύνεται σ’ αυτόν
 ως ποιητήν των ανθρώπων, αλλά σαν πολίτη της Ναζαρέτ. 
Αφού είσαι ορατός, λέγει, να ενεργής αναλόγως.
 Άνθρωπο βλέπουμε, αλλά σαν από Θεό διωκόμεθα. 
Το μαστίγωμά σου δεν ομοιάζει με Ναζαρηνού, δείχνεις να 
έχης κατεβή από τον ουρανό. Αποκάλυψε την φύση με τα έργα σου.
«Τι ημίν και σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού; Ήλθες ώδε προ καιρού 
βασανίσαι ημάς;» Τι λέγεις, διάβολε; Σ’ αυτόν που εδημιούργησε 
τον μετρητόν χρόνο και έθεσε τους όρους της Κρίσεως τολμάς να
 φωνάζης: Τώρα ήλθες; Αλλά δεν γνωρίζει ότι αυτή που
 τώρα ήλθε είναι η αθάνατος φύσις, επιβεβαιώνοντας την
 άφιξή της με την δουλικήν μορφή. Δεν γνωρίζει ότι ο Κύριος
 και Θεός των όλων φορά την στολή που έλαβε από τον Δαυϊδ.
 Παρακινείται μεν προς καταφρόνηση από την θέα, μαστιγώνεται
 δε αοράτως από την ενέργεια της θεότητας, γι’ αυτό εκστομίζει 
λόγια θρασύτητος μαζί και ικεσίας. «Τι ημίν και σοί, Ιησού; 
Δέομαί σου, μη με βασανίσης». Δειλία και θρασύτητα έχουν 
τα λόγια του. Δυναμώνει την φωνή σαν δούλος αυθάδης, 
αλλά και ικετεύει σαν κατάδικος που μαστιγώνεται. 
«Ήλθες ώδε προ καιρού». 
Από πού έμαθε ότι δεν είναι τώρα η ώρα της κρίσεως;
 Πώς γνωρίζουν ότι βασανίζονται πριν την ώρα τους; 
Γνωρίζουν από αυτά που κάνουν ότι θα τιμωρηθούν για
 τα έργα τους. Έβλεπαν ότι τώρα δεν τους τιμωρούσε,
 αλλά μόνον τους εδίωκε από τους ανθρώπους.
 Από το ότι λοιπόν δεν τιμωρούνται, συμπεραίνουν ότι δεν έχει έλθει
 ο καιρός των βασάνων. Υποφέρουν πριν από την Κρίση,
 επειδή διατάζονται να παύσουν να ταλαιπωρούν τους ανθρώπους.
 «Παρήγγειλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από 
του ανθρώπου».
 Δεν τους έσυρε ακόμη στο Δικαστήριο, δεν τους έδειχνε ακόμη
 το φοβερόν του Βήμα, δεν άναβε ακόμη την φλόγα της Κρίσεως, 
αλλά μόνον με απειλές ανεχαίτιζε την ορμή τους. 
Τόση ήταν η δύναμις του πάθους! 
Θέλοντας όμως ο Δεσπότης να δείξη στους παρόντες ακόμη και
 μέσα στα δεινά, την ανέκφραστο πρόνοιά του για τους ανθρώπους, ερωτά:
 «Τι όνομά σοι; Και απεκρίθη λέγων: Λεγεών όνομά μοι, ότι πολλοί εσμέν».
 Δεν ερωτά επειδή αυτός είχεν ανάγκη να ερωτήση, αλλά για να αποκαλύψη
 σ’ σ’ εμάς πόσοι φονείς δαίμονες είχαν καταλάβει το ανθρώπινο σώμα και 
παρ’ όλα ταύτα εκείνο δεν είχε αφανισθή. Ότι πλήθος δαιμόνων, 
εκστρατεύοντας εναντίον ενός ανθρώπου, δεν υπερίσχυσε, 
δεν τον εκρήμνισε στους βράχους, δεν τον κατετεμάχισε, δεν κατεσπάραξε τον άνθρωπο μαζί με τα σίδερα που εφορούσε. Αλλά άντεξε στις τρικυμίες των δαιμόνων, προστατευόμενος μέσα στα βασανιστήρια από το χέρι του Θεού. Και μάλιστα ο Ευαγγελιστής φιλοτιμείται να προσθέση το ακόμη σημαντικότερο: «Πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν» (τον είχε κυριεύσει δηλαδή). Τι ανυπέρβλητος κηδεμονία! Δεν εβασανίζοντο λιγότερον από ό,τι εβασάνιζαν, αφού ο τρόπος τους ήταν φονικός, αλλά δεν επέτρεπε ο Θεός να επιτύχουν αυτό που επιθυμούσαν, μέχρι την στιγμή όπου έφθασε η φανερά απόφασις του Βασιλέως, χαρίζοντας την ελευθερία σ’ αυτόν που τόσο υπέφερε.
«Ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει. Και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν. Και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου εισήλθον εις τους χοίρους, και όρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη». Για ποίον λόγο το επιτρέπεις αυτό στους δαίμονες, Κύριε; Γιατί, αφού γνωρίζεις την πονηρία τους, επείσθης στα λόγια τους; Για να μάθωμε, άνθρωποι, ότι και από τους χοίρους είναι πιο αδύνατοι, όταν τους εμποδίζει ο Θεός. Εκτός αυτού, θέλει να διδάξη τους ανθρώπους ότι είναι χαρά στους δαίμονες η απώλεια των ανθρώπων και ότι εκείνοι διασκεδάζουν με τις συμφορές τις ιδικές μας. Διότι δεν δείχνουν κανέναν οίκτον για την φύση των ανθρώπων. Εφ’ όσον εκδηλώνουν μέχρι και στους χοίρους την κακία τους, τι δεν θα έκαμναν εναντίον των ανθρώπων εάν τους επετρέπετο; Από όλα αυτά, λοιπόν, θα παρακινηθούμε να μισήσωμε την απανθρωπία, γνωρίζοντας την έχθρα τους, και να αποφεύγωμε τις συμβουλές αυτών των οποίων δεν αντέχουμε τις επιβουλές.
Αλλά εκτός από αυτά μας εδίδαξε και την κηδεμονία του Θεού προς τους ανθρώπους. Διότι όλα θα εξηφανίζοντο ακαριαίως και κανένα από τα όντα δεν θα απέμενε, αφού θα κατεσπαράζοντο από τις δαιμονικές ορμές, εάν δεν επροστατεύοντο από το κεκρυμμένο και ακαταγώνιστο χέρι του Θεού. Επιτρέπει λοιπόν τα μικρότερα για να μάθωμε τα μεγαλύτερα, και πότε πότε μας παραδίδει στις δυσκολίες για να έχωμε την αίσθηση των υψηλοτέρων. Δεν θα άφηνε ποτέ να πάθωμε το παραμικρόν, εάν δεν ελησμονούσαμε εύκολα την θεία συμπαράσταση. Επέτρεψε να γίνη ζημία στους χοίρους, για να διδαχθούμε την ωφέλεια που προξενεί στους ανθρώπους.
Ας ομολογούμε λοιπόν την πρόνοια την οποία απολαμβάνουμε. Να υμνούμε την κηδεμονίαν από την οποία φυλαττόμεθα. Ας κηρύττωμε την βοήθεια του Θεού, από την οποία προστατευόμεθα. Από αυτήν να εξαρτήσωμε τους εαυτούς μας και προς αυτήν προσβλέποντας πάντοτε να αναφωνούμε: «Συ, Κύριε, βοηθός ημών και σκεπαστής».
Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας.
Αμήν.
Από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 177 και εξής.
Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς.

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ – 5 ΙΟΥΛΙΟΥ 2015(Μτθ. 8,28 – 9,1)

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Μτθ. 8,28 – 9,1)
Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, διδάσκει ὅτι ὁ Θεός πρίν δημιουργήσει τόν ὑλικό κόσμο, δημιούργησε τόν πνευματικό κόσμο, τούς Ἀγγέλους δηλαδή, πού εἶναι λογικά, ἀσώματα καί ἐλεύθερα ὄντα. Κάποιοι Ἄγγελοι ὅμως ἔκαναν ἀνταρσία ἐναντίον τοῦ Θεοῦ ἀπό ὑπερηφάνεια. Ἔτσι ἀπό Ἄγγελοι τοῦ Φωτός ἔπεσαν καί ἔγιναν ἄγγελοι τοῦ σκότους. Εἶναι οἱ Δαίμονες πού ἀντιτάσσονται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, συκοφαντοῦν, μισοῦν, ἀρνοῦνται τό Θεό καί ἐπαναστατοῦν ἐναντίον του. Ἔργο τους εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό Θεό. Δουλειά τους νά δημιουργοῦν σκάνδαλα, νά σκορπᾶνε τήν κακία, καί νά μάχονται τούς ἀνθρώπους πότε σκληρά, πότε πονηρά. Ἡ ἐκκλησιαστική ἐμπειρία μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ διάβολος φέρνει πάντα ταραχή κι ὅταν ἀκόμη παρουσιάζεται ὡς ἄγγελος φωτός.
Μεγάλος ἐχθρός, λοιπόν, ὁ διάβολος, ἐχθρός της σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Πειράζει ἀκόμη καί τόν ἴδιο τό Χριστό: «τότε ὁ Χριστός ἀνήχθη εἰς τήν ἔρημον ὑπό τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπό τοῦ διαβόλου». Ὅμως καί τότε στούς πειρασμούς, ὅπως καί τώρα, ἀλλά καί στούς αἰῶνες ὁ Ἰησοῦς ἀναδεικνύεται νικητής. Γιατί ὁ διάβολος εἶναι μεγάλος ἐχθρός ἀλλά δέν εἶναι παντοδύναμος. Πάνω ἀπό τό διάβολο, ἀπ’ ὅλα τά εἴδωλα καί τούς ψεύτικους Θεούς εἶναι καί κυριαρχεῖ ὁ οὐράνιος Πατέρας μας, ὁ Σωτήρας μας Χριστός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Αὐτή ἡ κυριαρχία τοῦ Χριστοῦ φαίνεται στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, πού ἀπαλλάσσει, ὅπως ἀκούσαμε τούς δύο δαιμονισμένους ἀπό τά δαιμόνια. Φτάνει μέ τούς μαθητές ἀπό τήν Καπερναούμ στήν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, στήν πόλη τῶν Γεργεσηνῶν. Στήν περιοχή ζοῦν δύο δαιμονισμένοι. Εἶναι πολύ ἐπικίνδυνοι, «χαλεποί λίαν» χαρακτηρίζονται, ἔτσι ὥστε κανένας νά μήν τολμᾶ νά περάσει ἀπό τό δρόμο ἐκεῖνον. Ζοῦν στά μνήματα, ἄρα ἀπομονωμένοι ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους, καί συνεπῶς κοινωνικά ἀπροσάρμοστοι. Οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστές μᾶς λένε πώς ἔχουν καί διάσπαση προσωπικότητας. Στήν ἐρώτηση τοῦ Ἰησοῦ ποιό εἶναι τό ὄνομά σου ἀπαντοῦν: «λεγεών ὄνομα μοί, ὅτι πολλοί ἐσμέν». Πράγματι, οἱ δαιμονικές δυνάμεις διασποῦν καί διαιροῦν τόν ἄνθρωπο. Ὁ δαιμονισμένος δέ γνωρίζει καν τό ὄνομά του, ἀκόμη καί τάσεις αὐτοκαταστροφῆς τόν διακατέχουν ἀφοῦ «κατακοβόταν μέ πέτρες».
Ὁ Χριστός βέβαια ἦλθε στόν κόσμο γιά νά λύσει τά ἔργα καί τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου. Ἡ κυριαρχία τοῦ Χριστοῦ καί ἡ νίκη του φαίνεται στή συνέχεια τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔχουμε τή συνάντηση τοῦ Ἰησοῦ μέ τούς δαίμονες πού εἶχαν εἰσέλθει στούς δύο δυστυχισμένους ἀνθρώπους, παρόλο πού δέν ὑπάρχει καμία σχέση μεταξύ τους, ὅπως τό εἶπαν οἱ ἴδιοι: «Τί ἡμῖν καί σοί Υἱέ τοῦ Θεοῦ»; Ὑπάρχει μάλιστα ἀπροσμέτρητη διαφορά. Ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι ἀγάπη, ζωή, ἀλήθεια καί ὁδηγεῖ στήν αἰώνια σωτηρία, οἱ δαίμονες ταυτίζονται μέ τήν κακία, τό ψεῦδος, τό μίσος, τήν πλάνη, τήν καταστροφή καί ὁδηγοῦν στήν αἰώνια καταδίκη.
Ἐν τούτοις ἀναγνωρίζουν τή θεότητά του, δέν ἀντέχουν ὅμως τή λαμπρότητα τῆς παρουσίας του, δέν ἀγνοοῦν τή δικαιοδοσία του καί παρακαλοῦν νά μήν τούς βασανίσει. Ζητοῦν νά μποῦν στήν ἀγέλη τῶν χοίρων. Ὁ Κύριος τό ἐπιτρέπει μέ ἀποτέλεσμα οἱ χοῖροι νά γκρεμιστοῦν καί νά πνιγοῦν στή λίμνη. Νά τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐπιρροῆς τῶν δαιμόνων. Καταστρέφεται καθετί πού ὑποτάσσεται στίς δαιμονικές δυνάμεις, ἀπό τόν ἄνθρωπο μέχρι καί τά ζῶα.
Ποιά ἦταν ὅμως ἡ συμπεριφορά τῶν κατοίκων, τῶν Γεργεσηνῶν, ὅταν ἔμαθαν τά γενόμενα; «… πάσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καί ἰδόντες αὐτόν παρακάλεσαν ὅπως μεταβῆ ἀπό τῶν ὁρίων αὐτῶν», τόν παρεκάλεσαν νά φύγει ἀπό τά σύνορά τους. Τί παράδοξη ἡ συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων! Ὁ Χριστός τούς τιμᾶ μέ τήν παρουσία του, τούς εὐεργετεῖ, τούς διδάσκει, θαυματουργεῖ, ἀπαλλάσσει τούς ἀνθρώπους τους ἀπό τά δαιμόνια. Ἐκεῖνοι τόν ἀρνοῦνται, τόν παρακαλοῦν νά ἐγκαταλείψει τή χώρα τους, ἐξορίζουν τό Θεό ἀπό τή ζωή τους. Στηρίζονται, ὅπως καί στήν ἐποχή μας, στόν παράνομο πλουτισμό, στίς ὕποπτες ἐργασίες τους –ἄς σημειωθεῖ ὅτι ἡ ἐκτροφή χοίρων ἦταν ἀπαγορευμένη ἀπό τό Μωσαϊκό Νόμο- καί ἀρνοῦνται τό Χριστό πού θέλει τιμιότητα στήν ἐργασία καί καθαρότητα ψυχῆς. Προτιμοῦν τά ἔργα τοῦ διαβόλου, πού καταστρέφουν, παρά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, πού σώζει.
Ὡς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι ἀνήκουμε στό Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Ἡ χάρη του καί ἡ ἀγάπη του μᾶς προστατεύουν ἀπό κάθε δαιμονική ἐπιρροή. Ὁ λυτρωτής Χριστός διαθέτει ὅλα τά μέσα γιά τή σωτηρία μας.
Διαθέτει τάγματα Ἀγγέλων, τή λυτρωτική του χάρη, τή διδασκαλία του, τά Ἅγια Μυστήρια καί ὁλόκληρο τό ὁπλοστάσιο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς ἀθανασίας. Μᾶς ἁγιάζει μέ τά μυστήριά του. Εἶναι ὁμολογία τῶν μαθητῶν του πώς ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός του κάνει τά δαιμόνια νά ὑποτάσσονται σ’ αὐτούς. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συνιστᾶ: «ἐνδύσασθε τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς μεθοδείας τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 6,11) καί μέ βεβαιότητα τονίζει ὅτι θά «κατορθώσουμε νά σβήσουμε τά φλογερά βέλη τοῦ διαβόλου μέ τήν ἀσπίδα τῆς πίστεως στό Θεό» (Ἐφεσ. 6,16).
Ἡ προσευχή μας ἄς εἶναι συνεχής ὅπως μᾶς τή δίδαξε ὁ Χριστός: «Πάτερ ἡμῶν …ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως  Σερβιών και Κοζάνης

Κυριακή Ε΄ Ματθαίου «Ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν·»

Κυριακή Ε΄ Ματθαίου


 
«Ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων
ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν·»


Δυστυχεῖς καὶ ἀξιολύπητοι εἶναι οἱ δύο δαιμονίζομενοι τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου· Ἔχουν κυριευθῆ ἀπὸ τὸν πονηρό, τὸν διάβολο, καὶ γιὰ τοῦτο «τὸ λίαν καλὸν» δημιούργημα τοῦ Θεοῦ μεταμορφώνεται σὲ «χαλεπὸν λίαν». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν εἶναι ψυχικὰ ἀσθενεῖς, εἶναι ὅμως ἐπιθετικοί. Δὲν εἶναι νευρασθενεῖς, εἶναι ὅμως ἐπικίνδυνοι. Κρύπτονται στὰ μνήματα, τρέχουν ἐξαγριωμένοι στοὺς δρόμους, εἶναι ἕτοιμοι νὰ κακοποιήσουν ὅποιον συναντήσουν, γιατὶ εἶναι ὑπὸ τὴν πλήρη κυριαρχία τοῦ διαβόλου.

Ἡ συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς δύο δαιμονιζομένους ἦταν μιὰ ἀποκάλυψη ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν τοῦ πραγματικοῦ προσώπου ἀλλὰ καὶ τοῦ ἔργου τοῦ διαβόλου καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου τῆς δυνάμεως τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Στὴν χώρα τῶν Γεργεσηνῶν ἀναδεικνύεται τὸ ἀντικοινωνικὸ ἔργο τοῦ διαβόλου καὶ καὶ τὸ κατ᾿ ἐξοχὴν κοινωνικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ.

Στὸ σημερινὸ θαῦμα φαίνεται καθαρὰ ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πρόσωπο, ὀντότης, καὶ τὸ ἔργο του εἶναι καταστρεπτικὸ γιὰ ὅλη τὴν δημιουργία. Τὰ δαιμόνια κατέβαλλαν τὸ σῶμα τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων καὶ ὁμιλοῦσαν προσωπικὰ μὲ τὸν Χριστό. Τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς ἐπιτρέψη νὰ εἰσέλθουν εἰς τοὺς χοίρους καί, ὅταν ὁ Χριστὸς τὸ ἐπέτρεψε, τότε ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων «ὥρμησε κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασι».

Ἰδοὺ τί εἶναι ὁ διάβολος. Ζημιά, καταστροφή, βλάβη, ἀσχήμια, ἀντικοινωνικότητα. Κάποιοι σήμερα ἐπηρεασμένοι ἀπὸ διάφορα ἰδεολογικὰ ἢ καὶ φιλοσοφικὰ ρεύματα ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ἁπλῆ προσωποποίηση τοῦ κακοῦ, ψευδαίσθηση φαντασιόπληκτων χριστιανῶν ποὺ ἐπιμένουν νὰ βλέπουν παντοῦ δαιμόνια. Ὁ διάβολος ἔχει, ἀδελφοί μου, κάνει μία πολὺ μεγάλη ἐπιτυχία. Ἔχει κάνει τὸν ἐκτὸς Ἐκκλησίας κόσμο νὰ πιστέψη ὅτι δὲν ὑπάρχει.

Ὅμως κατὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὁ Κύριος ἐνσαρκώθη «ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου τουτέστι τὸν διάβολον» (Ἑβραίους β’14) καὶ «εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου· (Ἀ’ Ἰωὰν. γ’8) Ὁ διάβολος δὲν εἶναι προσωποποίηση τῶν παθῶν, ἀλλὰ πρόσωπο ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς ἄγγελος καί, ὅταν ἔχασε τὴν κοινωνία μαζί Του, ἔγινε πνεῦμα σκοτεινό, διάβολος, καὶ διακατέχεται ἀπὸ ὑπερβολικὴ θανατηφόρα μισανθρωπία. Ἐκπνέει σκέψεις ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, ἐπηρεάζει τὴν βούληση, ἡ μανία του ἐκδηλώνεται μὲ τὶς προσβολὲς ἐναντίον τῆς ψυχῆς μας. Ὁ διάβολος, ἐὰν ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι «ὁ ζωοποιῶν τὰ πάντα» δὲν τὸν ἀναχαίτιζε, ἤθελε μὲ μιᾶς νὰ θανατώση ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα.

Στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἐπίσης διαπιστώνουμε ὅτι οἱ δυὸ δυστυχεῖς ὑπάρξεις, ὅταν κατελήφθησαν ἀπὸ τὰ δαιμόνια, βγῆκαν ἔξω ἀπὸ τὶς πόλεις, τὰ σπίτια καὶ τὶς οἰκογένειές τους, κατοικοῦσαν στὰ μνήματα ἦσαν «χαλεποὶ λίαν», ἔγιναν ἀντικοινωνικοί. Ἔτσι γίνεται ἀντιληπτὸ τὸ μισάνθρωπο πρόσωπο τοῦ διαβόλου καὶ τὸ ἀντικοινωνικό του ἔργο. Τὸ κακὸ εἶναι ὅτι ἡ παιδεία μας καὶ ὅλος ὁ πολιτισμός μας θέλει πεισματικὰ νὰ ἀγνοεῖ αὐτὴ τὴν πραγματικότητα. Ὄχι μόνο δὲν τὴν ἀντιμετωπίζει, ἀλλὰ διστάζει νὰ μιλήση γιὰ τὸν διάβολο καὶ τὴν ἁμαρτία. Ἔτσι ὁ κίνδυνος νὰ μείνη ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ἀνίσχυρος, ἀδύνατος, ἀλύτρωτος, εἶναι φανερός.

Συνέπεια τούτου εἶναι πὼς ὑπάρχουν καὶ στὶς ἡμέρες μας «χαλεποὶ λίαν». Καὶ εἶναι ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ δημιουργοῦν σχέσεις μὲ τὸν διάβολο καὶ ἀλλάσσουν διαθέσεις καὶ φρονήματα. Σύγχρονοι Γεργεσηνοὶ ποὺ «παρακάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν». Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴν ζωὴ τους εἶναι ἐνοχλητική. Ἔτσι, χωρὶς Χριστὸ γίνονται ἄπιστοι, ὀργίλοι, συκοφάντες, ψεύδορκοι, σαρκολάτρες κλέπτες, καταχραστές, βλάσφημοι, ἀπάτριδες ποὺ ὄχι μόνο δουλεύουν ἀμετανόητοι στὰ πάθη τους, ἀλλὰ «χαλεποὶ λίαν» ὄντες εἶναι ἐπικίνδυνοι γιὰ τοὺς ἄλλους. Εἶναι ἀντικοινωνικοί. Ἔτσι ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς, ἀποδιωγμένος μπαίνει στὸ πλοῖο, περνᾶ στὴν ἀπέναντι ὄχθη καὶ φτάνει στὴν ἰδιαίτερη γι᾿ αὐτὸν πόλη, τὴν Καπερναούμ, καὶ περιμένει τὴν προσευχή μας, ἀδελφοί μου.

Ἃς κάνουμε αἴτημα στὴν προσευχή μας πρὸς τὸν Κύριο νὰ σκεπάση μὲ τὴ χάρι Του ὅλους καὶ ὅλες καὶ νὰ φωτίση, ὥστε νὰ ἐκλείψουν ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ οἰκογένεια καὶ ἀδελφότητα ὅλοι «οἱ χαλεποί» ἀδελφοί μας καὶ νὰ γίνουμε ὅλοι λογικὰ πρόβατα τοῦ εἰρηνικοῦ ποιμνίου Αὐτοῦ, μέλη τίμια τῆς Ἐκκλησίας Του. Ἀμήν.

Ἀρχιμ. Ν.Κ.

Κυριακή Ε' Ματθαίου

Ματθ. 8, 28 - 9,1


 Το περιστατικό της θεραπείας δύο δαιμονισμένων μας διηγείται σήμερα ο ευαγγελιστής Ματθαίος, οι οποίοι κατοικούσαν σε μνήματα, έξω από την πόλη των Γαδαρηνών, και αποτελούσαν κίνδυνο για τους διερχόμενους ταξιδιώτες. Μόλις είδαν τον Χριστό, φώναξαν: “Τί έχεις μαζί μας, Ιησού, Υιέ του Θεού; ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;”. Ήταν τα δαιμόνια που μιλούσαν, και παρακαλούσαν τον Χριστό, αν τα διώξει, να τους επιτρέψει να πάνε στο κοπάδι των χοίρων που έβοσκε εκεί κοντά. “Πηγαίνετε”, τους λέει ο Ιησούς, και αμέσως άφησαν τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους, και ολόκληρο το κοπάδι έπεσε στη θάλασσα και αφανίστηκε στα νερά. Τότε οι βοσκοί των χοίρων γύρισαν στην πόλη και διηγήθηκαν όσα είχαν συμβεί. Και σύσσωμος ο λαός βγήκε από την πόλη όχι για να υποδεχτεί τον Χριστό, αλλά για να Τον παρακαλέσει να φύγει από τα σύνορά τους, όπως και έγινε. Η περικοπή αυτή περιέχει δύο παράδοξα και αλληλοσυγκρουόμενα γεγονότα. Από τη μία μεριά, οι δαίμονες αναγνωρίζουν την θεότητα του Ιησού Χριστού και Τον παρακαλούν να τους λυπηθεί, ενώ από την άλλη, οι κάτοικοι της πόλεως αρνούνται να Τον δεχτούν. Τα δαιμόνια δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν ότι μπροστά τους βρίσκεται ο Υιός και Λόγος του Θεού, γι αυτό και τρέμουν την δίκαια κρίση Του. Τον παρακαλούν να μην τα στείλει από τώρα στο αιώνιο σκοτάδι, αλλά να τους επιτρέψει να μπουν στην αγέλη των χοίρων. Τον παρακαλούν γιατί, όπως χαρακτηριστικά φαίνεται μέσα από την ιστορία του Ιώβ, δεν έχουν καμία εξουσία επάνω στην κτίση, ούτε βέβαια επάνω στους ανθρώπους, αν δε το επιτρέψει ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος προσβλέπει και αποσκοπεί στη σωτηρία μας. Έτσι ο Χριστός το επιτρέπει, θέλοντας να δείξει σε όλους ότι εκεί που ενεργούν τα δαιμόνια, τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά και πολλές φορές θανάσιμα, τόσο για την ψυχή όσο και για το σώμα. Από την άλλη μεριά, παρά την τόσο συγκλονιστική αποκάλυψη της θεότητας του Ιησού, παρά το θαύμα της θεραπείας των δύο δαιμονισμένων, ο λαός της πόλης αντί να δεχτεί τον Χριστό, όπως άλλοτε οι Σαμαρείτες, Του ζητάνε να εγκαταλείψει τα όρια της πόλης τους. Αντί να Του ζητήσουν να τους βοηθήσει θεραπεύοντας τους ασθενείς, όπως συνέβαινε σε κάθε τόπο από τον οποίο περνούσε, Του ζητάνε να φύγει χωρίς χρονοτριβή. Η στάση τους αυτή δεν μπορεί να ερμηνευτεί, παρά ως γεγονός πνευματικής τύφλωσης και αναλγησίας. Παρόλο που έχουν μπροστά τους το θαύμα, αδυνατούν να πιστέψουν στον Χριστό. Φαίνεται πως πιο πολύ τους ενόχλησε ο χαμός των χοίρων, των οποίον σημειωτέον η εκτροφή απαγορευόταν από το Μωσαϊκό νόμο, αντί να τους συνετίσει και να τους οδηγήσει σε μετάνοια. Με τον τρόπο που συμπεριφέρονται αποδεικνύουν ότι μπορεί να μην διακατέχονται από δαιμόνια, αλλά είναι συντεταγμένοι με τα έργα του σκότους, είναι συμβιβασμένοι με την αμαρτία και την ανομία, και δεν επιθυμούν την πνευματική τους θεραπεία, ούτε να αλλάξουν τρόπο ζωής. Διότι, αν δέχονταν τον Χριστό στην πόλη τους, αν Τον δέχονταν στην καρδιά τους, έπρεπε να μετανοήσουν και να ακολουθήσουν την διδασκαλία του Ευαγγελίου. Μη μας ξενίζει όμως το παράδειγμα των Γαδαρηνών. Ακούμε συχνά γύρω μας ανθρώπους να λένε, “αν δεν δω ένα θαύμα, δεν πιστεύω”, οι οποίοι στην ουσία αναζητούν άλλοθι για την δική τους απιστία έναντι του Θεού. Παρόλο που το θαύμα προϋποθέτει την πίστη, όπως βλέπουμε σε όλα όσα έκανε ο Χριστός, υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις θαυμάτων, σαν το σημερινό, που προσφέρονται για εκείνους που θέλουν να ενισχύσουν την πίστη τους. Κι όμως, ακόμα κι αν συμβεί στους ίδιους, στην πραγματικότητα δεν είναι διατεθειμένοι να πιστέψουν, γιατί δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν τρόπο ζωής. Και για τον λόγο αυτό, επειδή δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν, αρνούνται τον ίδιο το Χριστό και Τον εξορίζουν εντελώς από τη ζωή τους. Αλλά και στη δική μας, χριστιανική καθημερινότητα, συχνά δημιουργούμε στεγανά, είτε στον “προσωπικό” είτε στον εργασιακό μας χώρο, από τα οποία θεωρούμε ότι μπορούμε να περιορίσουμε τον Χριστό και να συμπεριφερθούμε όπως οι άλλοι των ανθρώπων. Αυτός είναι και ένας από τους μεγαλύτερους πειρασμούς της εποχής μας, το να θεωρούμε δηλαδή ότι τα θρησκευτικά μας καθήκοντα αρχίζουν και τελειώνουν μέσα στο Ναό, είτε τις στιγμές που μόνοι μας προσευχόμαστε. Και όλες τις άλλες ώρες, σαν τους Γαδαρηνούς, επιδιδόμαστε σε ασχολίες από τις οποίες απουσιάζει το πνεύμα του Θεού. Ας προσέξουμε, λοιπόν, τους εαυτούς μας, ενώ μέσα στο Ναό δοξολογούμε τον Θεό, βγαίνοντας από εδώ να μη γίνουμε σαν τους αφιλόξενους και αντίθεους ανθρώπους της σημερινής περικοπής. 
πηγή

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ (Ματθ. 8, 28 – 9,1) †ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ
(Ματθ. 8, 28 – 9,1)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ομιλίας στο Σουμέσι, στις 11/7/1982)

1. Στην άκρη οι παλληκαριές.

Η χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μας έδωσε τον φωτισμό του και μας αξίωσε να έλθουμε στον οίκο του, να δοξολογήσουμε το όνομά του, να τον ευχαριστήσουμε για τις δωρεές του και να τον παρακαλέσουμε για το έλεός του και για ότι ο καθένας μας έχει ανάγκη. Και ακόμη περισσότερο, για να αυξήσουμε το φωτισμό και την χάρη και την ευλογία Του που πήραμε στο άγιο βάπτισμα. Και συνεχίσαμε να την αυξάνουμε, σε όλη μας τη ζωή, με τα καλά μας έργα, με την προσευχή μας, με την εξομολόγηση, με την Θεία Κοινωνία και με την παρακολούθηση των ιερών ακολουθιών της αγίας μας Εκκλησίας, που κάνουν την καρδιά του ανθρώπου που τις παρακολουθεί με ταπείνωση, με πίστη, με φόβο Θεού και με ευλάβεια, αληθινό Παράδεισο.
Σήμερα ακούσαμε μια μικρή περικοπή από το άγιο Ευαγγέλιο, αλλά πολύ διδακτική. Ο Χριστός πήγε σε μία περιοχή της Παλαιστίνης που λεγόταν Γάδαρα. Εκεί τον συνάντησε ένας δαιμονισμένος, στον οποίο είχαν μπει πολλά δαιμόνια. Τα δαιμόνια -όχι ο δαιμονισμένος- όταν είδαν τον Χριστό όχι απλώς φοβήθηκαν, αλλά αισθάνθηκαν την υποχρέωση να δώσουν απολογία, για την κατάσταση στην οποία είχαν φέρει τον άνθρωπο αυτό.
Αισθάνθηκαν την ανάγκη, σαν να ήταν στρατιωτάκια μπροστά σ’ ένα στρατηγό, να του δώσουν αναφορά και να του πουν ότι, είναι στις διαταγές του. Και έλεγαν του Χριστού:
-Ξέρουμε ποιός είσαι. Ο άγιος του Ισραήλ.
Η φράση «ο άγιος του Ισραήλ», σημαίνει: Ο Θεός του Ισραήλ. Ο αληθινός Θεός. Μη μας βασανίσεις. Έχεις δικαίωμα να μας κάνεις ο,τι θέλεις. Αλλά μη μας βασανίσεις. Μη διατάξεις να κατεβούμε στο πυρ της κολάσεως το άσβεστο, πριν να ρθει η ώρα μας. Άμα θέλεις να μας τιμωρήσεις κάνε και σε μας έλεος. Διάταξε να φύγουμε και να πάμε στα γουρούνια.
Και ο Χριστός εύσπλαγχνος και ελεήμων, έναντι όλων ανεξαιρέτως των κτισμάτων του, ακόμη και των χειροτέρων αμαρτωλών, δέχθηκε το αίτημά τους και τα άφησε τα δαιμόνια να πάνε στα γουρούνια. Εκείνα δαιμονίστηκαν, όρμησαν στη θάλασσα και πνίγησαν.

2. Αλλοπρόσαλλοι οι άνθρωποι

           Οι βοσκοί τους, έτρεξαν στο χωριό και το είπαν. Και αμέσως ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά ολόκληρη η πόλη βγήκαν να βρουν τον Χριστό. Και όταν τον βρήκαν, φέρθηκαν χειρότερα από τα δαιμόνια. Τα δαιμόνια στάθηκαν μπροστά στο Χριστό σαν στρατιωτάκια μπροστά στο στρατηγό. Και του ζήτησαν διαταγές. Οι άνθρωποι στάθηκαν μπροστά στο Χριστό σαν στρατηγοί μπροστά στο στρατιώτη και του λένε:
-Σε παρακαλούμε, σήκω φύγε από δω. Αρκετό κακό μας έκανες που πνίγηκαν τα γουρούνια μας. Η παρουσία σου, για μας, είναι κίνδυνος και απειλή.
Ερώτημα: Οι άνθρωποι αυτοί, που θεώρησαν την παρουσία του «αγίου του Ισραήλ», του νικητού των δαιμονίων, απειλή και κίνδυνο ήταν χειρότεροι από τα δαιμόνια ή δεν ήταν;
Ας δούμε και ένα δεύτερο παράξενο: Ήρθαν οι Γαδαρηνοί να βρουν τον Χριστό, και βρήκαν τον πρώην δαιμονισμένο να κάθεται στα πόδια του Χριστού «ιματισμένος και σωφρονών». Και παρότι είδαν αυτή την τρομακτική αλλαγή του συμπατριώτη τους, δεν άλλαξαν γνώμη και έμειναν για μια ακόμη φορά και για ένα άλλο ακόμη λόγο, χειρότεροι από τα δαιμόνια.
Για να το καταλάβουμε τι σημαίνει αμαρτία και απομάκρυνση από το θέλημα του Θεού, που κάνει τον άνθρωπο χειρότερο από τα δαιμόνια, ας προσθέσουμε λίγες σκέψεις.
Ο άνθρωπος εκείνος, όταν ήταν μέσα του τα δαιμόνια, τι έκανε;
Δεν άφηνε ποτέ ρούχο πάνω του. Τα πέταγε όλα.
Έτρεχε στα βουνά και στα μνήματα.
Ήταν φόβος και τρόμος για κάθε άλλο άνθρωπο που περνούσε δίπλα του. Να τον σκοτώσει.
Κατοικούσε στα μνήματα. Στο νεκροταφείο. Και είχε μέσα του ένα χειρότερο νεκροταφείο. Τι χειρότερο νεκροταφείο, από το να λείπει από την καρδιά, η πηγή της ζωής ο Χριστός; Τι χειρότερο από το να λείπει από την καρδιά η ειρήνη, η γαλήνη, η αγάπη, η καλωσύνη; Η χαρά της συναναστροφής με τα άλλα πλάσματα του Θεού;
Έτρεχε ολομόναχος στα έρημα βουνά. Ένα άλλου είδους νεκροταφείο. Και από κοινωνικής και οικονομικής απόψεως, τι ήταν; Άλλο νεκροταφείο. Ποιός τον είχε καταντήσει από όλες τις πλευρές νεκροταφείο και θάνατο;
Ο διάβολος, θα απαντήσομε, που είχε μπει μέσα του.
Αλλά γιατί μπήκε ο διάβολος μέσα του; Γιατί δεν μπαίνει και σε σένα και στον άλλο;
Επειδή αυτός τον κάλεσε. Πώς καλεί ο άνθρωπος τον διάβολο;
Όταν κάνει εκούσιες αμαρτίες! Καταφρονώντας το θέλημα του Θεού. Όταν λέει: «Το ξέρω πως είναι αμαρτία, και την κάνω».
Έχεις τέτοια μυαλά; Περίμενέ τον! Είναι σαν να του φωνάζεις:
-Έλα και σε θέλω.
Και από κει και πέρα ο άνθρωπος αρχίζει το κατρακύλισμα της μεταβολής του στο «νεκροταφείο».
Να πάρουμε ένα παράδειγμα. Ένας άνθρωπος έχει υποδουλωθεί στην αμαρτία. Κάνει ορισμένες πράξεις, οι οποίες διαλύουν την οικογένειά του. Έρχεται η γυναίκα του και του λέει:
-Πού πας; Πού βαδίζεις;
Εκείνος, αντί να συναισθανθεί, θυμώνει. Και τα βάζει με αυτή. Και αφού κάνει το σπίτι του νεκροταφείο, γιατί έφυγε η αγάπη, χάλασε η ειρήνη, ξεπορτίζει τρέχει στην διασκέδαση και οπουδήποτε θέλει.
Τη συνέχεια ο Θεός την ξέρει.

3. Βλέποντας με μάτι καθαρό

Η πόλη των Γαδαρηνών, ήταν πόλη αμαρτίας. Η αμαρτία ξεκινάει από πράξεις σωματικές. Ποιός είναι ο σκοπός; Η διασκέδαση. Η ηδονή. Να περάσω ευχάριστα.
Ο Θεός έφτειαξε τον άνθρωπο να περάσει ευχάριστα.
Αλλά πρώτα απ’ όλα τον έφτειαξε, όχι για να περάσει ευχάριστα, αλλά για να αποκτήσει θεϊκές αρετές.
Ποιές είναι οι θεϊκές αρετές; Αγάπη, πίστη, ελπίδα, καλωσύνη, αλήθεια, δικαιοσύνη, ειλικρίνεια, εντιμότητα.
Τι θα ήθελες καλύτερα για τον εαυτό σου άνθρωπε; Εσύ που είσαι ακόμη καθαρός, αμόλυντος από την βρώμα και την διαστροφή της αμαρτίας; Και το τονίζουμε αυτό γιατί αλλιώς σκέπτεται ο άνθρωπος ο καθαρός, που δεν έχει υποδουλωθεί σε πάθη και εντελώς διαφορετικά ο υποδουλωμένος.
Ο «καθαρός» άνθρωπος σκέπτεται: «Τι αξία έχουν όλων των ειδών οι διασκεδάσεις μπροστά στο να αισθάνεσαι ότι έχεις αγάπη, καλωσύνη, αλήθεια και δικαιοσύνη; Τι αξία έχει η χαρά του σώματος μπροστά στη χαρά της ψυχής; Ποιά είναι μεγαλύτερη; Η χαρά του σώματος; Ή η χαρά της ψυχής; Η χαρά του σώματος είναι σταγόνα. Μία στιγμή έγινε. Πέρασε. Η χαρά της ψυχής είναι παντοτινή».
Η χαρά του σώματος έγινε, πέρασε και άφησε την ψυχή να κρίνει τις άσχημες πράξεις. Τις κρίνει και λυπάται γι’ αυτές. Και ο άνθρωπος εκ των υστέρων «σκάζει» και στενοχωρείται. Και εξ αιτίας της διασκεδάσεώς του της σωματικής, γίνεται δυστυχισμένος. Όχι ευτυχισμένος.
Αντίθετα. Τηρεί ο άνθρωπος το θέλημα του Θεού, αγωνίζεται για αγάπη, για καλωσύνη, για προσευχή, για νηστεία· και μέρα με την ημέρα έρχεται η χάρη και χαρά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και πλημμυρίζει την ψυχή του μια για πάντα.
Η χάρη και η ευλογία του Κυρίου τα έχει κάνει έτσι ώστε σε κάθε τόπο να υπάρχει και κάποιος βαθειά ευσεβής χριστιανός. Έχετε δει ποτέ βαθειά ευσεβή χριστιανό να μην έχει χαρά, γαλήνη, ειρήνη; Αλλά και να αισθάνεται δυστυχισμένος; Επειδή δεν τρώει, δεν πίνει και δεν γλεντάει ακόλαστα; Αντιθέτως. Επειδή δεν τα κάνει όλα αυτά έχει βαθειά χαρά, χαρά που δεν σβύνει ούτε με τον πόνο, ούτε με τις περιπέτειες της ζωής, ούτε με τίποτα.
Οι Γαδαρηνοί, ζώντας με αμαρτία σωματική, ακολασία και πορνεία, που είναι η αρχή όλων των κακών, ήθελαν και πολλά χρήματα. Γιατί η αμαρτία είναι δαπανηρή. Η ευσέβεια είναι πολύ ολιγαρκής. Και αν μάλιστα ζει κανείς βαθειά την ευσέβεια, με νηστεία, με προσευχή, με πόθο - επιθυμία τηρήσεως του θελήματος του Θεού, όχι μόνο είναι ολιγαρκής, αλλά έχει πάντοτε και τα χέρια του απλωμένα για να δίνει. Και όσο δίνει, επειδή τα δίνει από αγάπη και από ενδιαφέρον και για την εντολή του Θεού, τόσο η καρδιά του πλημμυρίζει από χαρά, από ειρήνη, από ευτυχία.

4. Ο μεγαλύτερος φωτισμός

Η τήρηση του θελήματος του Θεού είναι ο μεγαλύτερος φωτισμός. Ο άνθρωπος που έχει την απόφαση να τηρεί τις εντολές του Θεού είναι σοφός. Ο άνθρωπος που έχει την απόφαση να τηρεί τις εντολές του Θεού με θυσία, είναι ήρωας. Ο άνθρωπος που έχει την απόφαση να νηστεύει και να εγκρατεύεται για τη Βασιλεία του Θεού, είναι κάτι παραπάνω και από σοφός και από ήρωας. Και όποιος αισθάνεται μέσα στην ψυχή του ζήλο για πνευματικό αγώνα, ας κάνει το Σταυρό του και ας δοξολογεί τον Θεό, που του έδωσε τέτοια ευλογία και τέτοιο φωτισμό.
Το σύνθημα που μας δίνει σήμερα η πηγή της σοφίας, το άγιο Ευαγγέλιο, και η δεύτερη πηγή της σοφίας τα λόγια και τα έργα των αγίων φωστήρων της Εκκλησίας μας που δόξασαν τον Χριστό είναι: «Μη φοβάστε τον διάβολο, ούτε τις ενέδρες του, ούτε τις παγίδες του. Τον Θεό μόνο να φοβάστε». «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου».
Και όταν κανείς ξεπεράσει τον φόβο, και αγαπάει τον Θεό «εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας, εξ όλης δυνάμεως», έχοντας την απόφαση να τον τιμά, να τον λατρεύει, να κάνει το θέλημά του, είναι σοφός. Και αν ακόμη έχει την απόφαση να τηρεί το θέλημα του Θεού με θυσία και με νηστεία και με εγκράτεια, τότε είναι και ήρωας.
Να μας αξιώσει ο Θεός με την χάρη και με τον φωτισμό και τον πλούτο που όλοι οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, οι αληθινοί λατρευτές του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, παίρνουμε από την αγία Εκκλησία, από την ευλογία και από την χάρη της προσευχής, από τη δύναμη της νηστείας, από την δωρεά την μεγάλη της ιεράς εξομολογήσεως και της Θείας Κοινωνίας, να μείνουν τα διδάγματα του Ευαγγελίου παντοτινά στην ψυχή μας. Αμήν.-

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Γράφει ὁ Ἱεροκῆρυξ
Ἀρχιμ. Νικάνωρ Καραγιάννης

            Τὴν θριαμβευτικὴ νίκη καὶ τὴν ἀδιαμφισβήτητη κυριαρχία τοῦ Θεοῦ πάνω στὶς ἀντίθεες δυνάμεις παρουσιάζει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μέσα ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ Χριστοῦ στοὺς δαιμονισμένους τῶν Γεργεσηνῶν. Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ ἀναδεικνύει τὴν λυτρωτικὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις, οἱ ὁποῖες τὸν βασανίζουν, τὸν ταλαιπωροῦν καὶ τὸν καταδυναστεύουν.
            Ἡ κατάσταση τῶν δαιμονισμένων ἦταν φρικτὴ καὶ ἐξαιρετικὰ τραγική. Ἐμφανίζονται κοινωνικὰ ἀπροσάρμοστοι, ἐφόσον ἔμεναν στὰ μνήματα, θεωρούμενοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους «χαλεποὶ λίαν», δηλαδὴ πολὺ ἐπικίνδυνοι. Καὶ αὐτό, γιατί κατέχονταν ἀπὸ τὴν μανία τῆς ἐπιθετικότητας, «ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης», τόσο ποὺ κανένας δὲν τολμοῦσε νὰ περάσει ἀπὸ τὸν δρόμο ἐκεῖνο. Οἱ ἄλλοι Εὐαγγελιστὲς συμπληρώνουν στὶς παράλληλες διηγήσεις τους γιὰ τὸ ἴδιο γεγονὸς καὶ ἄλλα χαρακτηριστικὰ τῶν δυστυχισμένων αὐτῶν ἀνθρώπων. Μᾶς λένε, λοιπόν, ὅτι εἶχαν ἐσωτερικὴ διάσπαση τῆς προσωπικότητάς τους: «λεγεὼν ὄνομά μοι, ὅτι πολλοί ἐσμεν», τὸ ὄνομά μου εἶναι λεγεών, γιατί εἴμαστε πολλοὶ (Μάρκ. 5, 9). Πράγματι, οἱ δαιμονικὲς δυνάμεις διαιροῦν καὶ διασποῦν τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ κομματιάζουν τὴν ὕπαρξή του. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται μᾶζα ποὺ κυριαρχεῖται ἀπὸ ἀνεξέλεγκτες δυνάμεις. Ἀλλὰ καὶ ἡ τάση τῆς αὐτοκαταστροφῆς ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη σύμπτωμα τῶν δαιμονισμένων: «κατακόπτων ἐαυτὸν λίθοις», κατακοβόταν μὲ πέτρες (Μάρκ. 5,5). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καθετὶ ποὺ ὑποτάσσεται στὴν δαιμονικὴ δύναμη διαλύεται καὶ καταστρέφεται, ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο μέχρι καὶ τὰ ζῶα στὰ ὁποῖα, μόλις μπῆκαν, οἱ δαίμονες σκόρπισαν τὸν ὄλεθρο. Ὁ Χριστὸς ἦρθε, βέβαια, στὸν κόσμο, γιὰ νὰ λύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου. Θὰ μποροῦσε νὰ τονισθεῖ ὅτι ἡ δαιμονοπληξία καὶ οἱ ψυχικὲς ἀσθένειες  συνδέονται πιὸ καθαρὰ μὲ τὸ γεγονὸς τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρουσίας κακοῦ στὸν κόσμο. Κάποιες φορὲς ὅλα αὐτὰ  παρουσιάζονται σὰν μιὰ προσωπικὴ ἐχθρικὴ δύναμη πάνω στὸν ἄνθρωπο, ποὺ δηλητηριάζει τὴν ζωή του καὶ δημιουργεῖ μιὰ μορφὴ κυριαρχίας ἐπάνω του. Σὲ μιὰ τέτοια ἀνθρώπινη συμφορὰ καὶ ἀπόγνωση φαίνεται καθαρὰ ἡ κυριαρχία καὶ ἡ καταδυνάστευση τοῦ διαβόλου.
            Ἀπὸ τὸν ὀρθολογιστὴ ἄνθρωπο τῶν καιρῶν μας τίθεται ἕνα ἐρώτημα ποὺ προκαλεῖ τὴν χριστιανική μας συνείδηση. Εἶναι δυνατὸν στὴν ἐποχὴ τῆς καταπληκτικῆς προόδου καὶ ἀνάπτυξης, τῶν πρωτοφανῶν τεχνολογικῶν ἐπιτευγμάτων καὶ ἐπιστημονικῶν ἁλμάτων νὰ μιλᾶμε ἀκόμη γιὰ δαίμονες καὶ δαιμονισμένους; Ὁ θετικιστὴς ἄνθρωπος δὲν συμμερίζεται πλέον τὶς ἀντιλήψεις ἄλλων ἐποχῶν, ποὺ θεωροῦσαν τὴν ἀρρώστια ἐπήρεια τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἀλλὰ ὅποιος ἀμφισβητεῖ τὴν ὕπαρξή τοῦ διαβόλου καὶ τὴν ἀρνητικὴ καὶ φθοροποιὸ ἐπίδρασή του στὴ ζωὴ μας, ἂς μὴν ξεχνᾷ τὸν στίχου τοῦ ποιητῆ ποὺ λέει ὅτι «ἡ πιὸ πετυχημένη πονηριὰ τοῦ διαβόλου εἶναι νὰ μᾶς πείθει ὅτι δὲν ὑπάρχει». Σίγουρα, δὲν θὰ βροῦν τὸν διάβολο ὅσοι τὸν ψάχνουν ἀκόμη στὶς τερατόμορφες παραστάσεις ἄλλων ἐποχῶν, γιὰ νὰ τοὺς φοβίσει καὶ νὰ τοὺς τρομάξει. Δυστυχῶς, ὅμως, αὐτὸς ὑπάρχει καὶ κρύβεται πάντοτε μέσα στὴν δύναμη τοῦ πολύμορφου κακοῦ ποὺ μᾶς βασανίζει καὶ μᾶς ταλαιπωρεῖ, ποὺ μᾶς τυραννᾷ καὶ μᾶς καταδυναστεύει. Ὁ ἀδιάφορος πνευματικὰ ἄνθρωπος, ἀνυποψίαστος στὴν παρουσία τοῦ διαβόλου καὶ εὐάλωτος στὴν πανουργία του, παρασύρεται. Ἐδῶ ἡ ποικιλία τῶν μορφῶν καὶ τῶν εἰδῶν, τῶν περιπτώσεων καὶ τῶν ἐκδηλώσεων τοῦ δαιμονικοῦ στοιχείου στὴν ζωή μας εἶναι κραυγαλέα. Ἡ οὐσία τοῦ δαιμονικοῦ στοιχείου εἶναι ἡ ἄρνηση τῆς ζωῆς, ἡ καταστροφὴ καὶ ὁ μηδενισμός της. Ὅ,τι ἐκμηδενίζει τὴν ζωὴ εἶναι ψέμα. Ἐδῶ ἀνήκει ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀνθρωποκτόνος καὶ «ὅταν λαλεῖ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ,  ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοὺ», ὅταν λέει ψέματα ἐκφράζει τὸν ἑαυτό του, γιατὶ εἶναι ψεύτης καὶ πατέρας τοῦ ψεύδους ( Ἰωάν. 8,44). Ἡ βία, τὸ μίσος, ἡ αὐτοκαταστροφή, τὸ παράλογο τῆς ζωῆς, ἡ σύγχρονη εἰδωλολατρία εἶναι μορφὲς δαιμονισμοῦ στὴν ζωή μας, γιὰ νὰ μὴν ἀναφερθοῦμε στὶς φανερὲς καὶ κραυγαλέες ἐκδηλώσεις τοῦ διαβόλου, ποὺ, ἂν καὶ ἀλλάζουν μορφή, παραμένουν πάντα στὴν οὐσία ἴδιες, σατανολατρεία, μαγεία, μαντεία καὶ ἄλλα παρόμοια. 
            Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅ,τι  εἶναι ἡ ζωὴ καὶ προάγει τὴν ζωὴ εἶναι ἀλήθεια. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ὁδὸς, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Δὲν φθάνει, ὅμως, μόνο νὰ ἀναγνωρίσουμε τὴν δύναμή Του (αὐτὸ τὸ ἔκαναν καὶ οἱ δαίμονες), ἀλλὰ νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ἀγάπη Του καὶ νὰ ἀνταποκριθοῦμε σὲ αὐτὴν, γιὰ νὰ ζήσουμε καὶ νὰ σωθοῦμε. Ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Το περιστατικό της θεραπείας δύο δαιμονισμένων μας διηγείται σήμερα ο ευαγγελιστής Ματθαίος, οι οποίοι κατοικούσαν σε μνήματα, έξω από την πόλη των Γαδαρηνών, και αποτελούσαν κίνδυνο για τους διερχόμενους ταξιδιώτες. Μόλις είδαν τον Χριστό, φώναξαν: “Τί έχεις μαζί μας, Ιησού, Υιέ του Θεού; ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;”. Ήταν τα δαιμόνια που μιλούσαν, και παρακαλούσαν τον Χριστό, αν τα διώξει, να τους επιτρέψει να πάνε στο κοπάδι των χοίρων που έβοσκε εκεί κοντά. “Πηγαίνετε”, τους λέει ο Ιησούς, και αμέσως άφησαν τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους, και ολόκληρο το κοπάδι έπεσε στη θάλασσα και αφανίστηκε στα νερά. Τότε οι βοσκοί των χοίρων γύρισαν στην πόλη και διηγήθηκαν όσα είχαν συμβεί. Και σύσσωμος ο λαός βγήκε από την πόλη όχι για να υποδεχτεί τον Χριστό, αλλά για να Τον παρακαλέσει να φύγει από τα σύνορά τους, όπως και έγινε. Η περικοπή αυτή περιέχει δύο παράδοξα και αλληλοσυγκρουόμενα γεγονότα. Από τη μία μεριά, οι δαίμονες αναγνωρίζουν την θεότητα του Ιησού Χριστού και Τον παρακαλούν να τους λυπηθεί, ενώ από την άλλη, οι κάτοικοι της πόλεως αρνούνται να Τον δεχτούν. Τα δαιμόνια δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν ότι μπροστά τους βρίσκεται ο Υιός και Λόγος του Θεού, γι αυτό και τρέμουν την δίκαια κρίση Του. Τον παρακαλούν να μην τα στείλει από τώρα στο αιώνιο σκοτάδι, αλλά να τους επιτρέψει να μπουν στην αγέλη των χοίρων. Τον παρακαλούν γιατί, όπως χαρακτηριστικά φαίνεται μέσα από την ιστορία του Ιώβ, δεν έχουν καμία εξουσία επάνω στην κτίση, ούτε βέβαια επάνω στους ανθρώπους, αν δε το επιτρέψει ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος προσβλέπει και αποσκοπεί στη σωτηρία μας. Έτσι ο Χριστός το επιτρέπει, θέλοντας να δείξει σε όλους ότι εκεί που ενεργούν τα δαιμόνια, τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά και πολλές φορές θανάσιμα, τόσο για την ψυχή όσο και για το σώμα. Από την άλλη μεριά, παρά την τόσο συγκλονιστική αποκάλυψη της θεότητας του Ιησού, παρά το θαύμα της θεραπείας των δύο δαιμονισμένων, ο λαός της πόλης αντί να δεχτεί τον Χριστό, όπως άλλοτε οι Σαμαρείτες, Του ζητάνε να εγκαταλείψει τα όρια της πόλης τους. Αντί να Του ζητήσουν να τους βοηθήσει θεραπεύοντας τους ασθενείς, όπως συνέβαινε σε κάθε τόπο από τον οποίο περνούσε, Του ζητάνε να φύγει χωρίς χρονοτριβή. Η στάση τους αυτή δεν μπορεί να ερμηνευτεί, παρά ως γεγονός πνευματικής τύφλωσης και αναλγησίας. Παρόλο που έχουν μπροστά τους το θαύμα, αδυνατούν να πιστέψουν στον Χριστό. Φαίνεται πως πιο πολύ τους ενόχλησε ο χαμός των χοίρων, των οποίον σημειωτέον η εκτροφή απαγορευόταν από το Μωσαϊκό νόμο, αντί να τους συνετίσει και να τους οδηγήσει σε μετάνοια. Με τον τρόπο που συμπεριφέρονται αποδεικνύουν ότι μπορεί να μην διακατέχονται από δαιμόνια, αλλά είναι συντεταγμένοι με τα έργα του σκότους, είναι συμβιβασμένοι με την αμαρτία και την ανομία, και δεν επιθυμούν την πνευματική τους θεραπεία, ούτε να αλλάξουν τρόπο ζωής. Διότι, αν δέχονταν τον Χριστό στην πόλη τους, αν Τον δέχονταν στην καρδιά τους, έπρεπε να μετανοήσουν και να ακολουθήσουν την διδασκαλία του Ευαγγελίου. Μη μας ξενίζει όμως το παράδειγμα των Γαδαρηνών. Ακούμε συχνά γύρω μας ανθρώπους να λένε, “αν δεν δω ένα θαύμα, δεν πιστεύω”, οι οποίοι στην ουσία αναζητούν άλλοθι για την δική τους απιστία έναντι του Θεού. Παρόλο που το θαύμα προϋποθέτει την πίστη, όπως βλέπουμε σε όλα όσα έκανε ο Χριστός, υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις θαυμάτων, σαν το σημερινό, που προσφέρονται για εκείνους που θέλουν να ενισχύσουν την πίστη τους. Κι όμως, ακόμα κι αν συμβεί στους ίδιους, στην πραγματικότητα δεν είναι διατεθειμένοι να πιστέψουν, γιατί δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν τρόπο ζωής. Και για τον λόγο αυτό, επειδή δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν, αρνούνται τον ίδιο το Χριστό και Τον εξορίζουν εντελώς από τη ζωή τους. Αλλά και στη δική μας, χριστιανική καθημερινότητα, συχνά δημιουργούμε στεγανά, είτε στον “προσωπικό” είτε στον εργασιακό μας χώρο, από τα οποία θεωρούμε ότι μπορούμε να περιορίσουμε τον Χριστό και να συμπεριφερθούμε όπως οι άλλοι των ανθρώπων. Αυτός είναι και ένας από τους μεγαλύτερους πειρασμούς της εποχής μας, το να θεωρούμε δηλαδή ότι τα θρησκευτικά μας καθήκοντα αρχίζουν και τελειώνουν μέσα στο Ναό, είτε τις στιγμές που μόνοι μας προσευχόμαστε. Και όλες τις άλλες ώρες, σαν τους Γαδαρηνούς, επιδιδόμαστε σε ασχολίες από τις οποίες απουσιάζει το πνεύμα του Θεού. Ας προσέξουμε, λοιπόν, τους εαυτούς μας, ενώ μέσα στο Ναό δοξολογούμε τον Θεό, βγαίνοντας από εδώ να μη γίνουμε σαν τους αφιλόξενους και αντίθεους ανθρώπους της σημερινής περικοπής. 

Κυριακή 5 Ἰουλίου 2015 Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθῳ (Γαλ. ε’ 22-στ’ 2) «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 27
Κυριακή 5 Ἰουλίου 2015
Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθῳ
(Γαλ. ε’ 22-στ’ 2)

«Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».

Οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, ἔχουν σταυρώσει καί νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του μᾶς λέγει, ἀδελφοί μου, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τί ἐννοεῖ μέ αὐτά τά λόγια;

Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀπό τήν κοιλία τῆς μάνας του φέρει τό προπατορικό ἁμάρτημα. Τήν παρακοή δηλαδή τοῦ Ἀδάμ στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δημιουργεῖ μία ροπή πρός τήν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται ἑκούσια ἤ ἀκούσια πρός τό κακό. Καί ἐνῶ ἡ φωνή τῆς συνείδησης τοῦ φωνάζει καί τόν ἐλέγχει, ἡ ἁμαρτία τόν τραβάει καί τόν ὑποδουλώνει. Ἔρχονται στιγμές πού στενοχωριέται, ὑποφέρει καί ἀναστενάζει, ἐπειδή συνειδητοποιεῖ πώς εἶναι δοῦλος τοῦ κακοῦ πού ἔχει ριζώσει στήν καρδιά του. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7,24). Μία ἀπό τίς φρικτότερες τιμωρίες στά παλιά χρόνια ἦταν καί αὐτή: Ἔδεναν σφιχτά ἕνα ζωντανό ἄνθρωπο μαζί μέ ἕναν νεκρό καί τόν ἄφηναν νά πεθάνει. Ἔτσι αἰσθάνεται καί ὁ ἄνθρωπος τήν ἁμαρτία, σάν ἕνα ξένο σῶμα, μολυσμένο καί νεκρό, πού ἔχει δεθεῖ στήν ὕπαρξή του καί συνεχῶς τόν μολύνει, καί σιγά σιγά τόν ὁδηγεῖ στή φθορά καί στό θάνατο. Ἀβίαστα μπαίνει τό ἐρώτημα: Ποιός θά γλιτώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀνυπόφορη αὐτή κατάσταση;

Εἶναι γεγονός ὅτι στά πρό Χριστοῦ χρόνια εἶναι σπάνια τά παραδείγματα ἀνθρώπων πού κατάφεραν νά ἀντισταθοῦν κάπως στήν ἁμαρτία. Τό κακό κυριαρχοῦσε, εἶχε ρίξει βαθιές ρίζες στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά ἄς δοξάζουμε τό Θεό πού μᾶς ἀγαπᾶ καί ἔστειλε τό μονογενῆ Του Υἱό στόν κόσμο, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, καί μέ τή διδασκαλία Του, τά θαύματά Του καί προπάντων μέ τό τίμιο Αἷμά Του, μέ τήν σταυρική Του θυσία, λύτρωσε τόν ἄνθρωπο. Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στό Χριστό, μπορεῖ νά πολεμήσει τά πάθη, νά νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά φθάσει σέ ὕψη ἀρετῆς. Ἐκεῖ πού ἔφτασε καί ὁ σήμερα ἑορταζόμενος Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, τοῦ ὁποίου ὁ τάφος στή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας μυροβλύζει.

Γιά νά καταλάβουμε τί σημαίνει νέκρωση τῶν παθῶν, φανταστεῖτε ἕνα ἄψυχο, νεκρό σῶμα. Ἄν φέρουμε καί στρώσουμε δίπλα του ἕνα τραπέζι μέ τά πιό ἐκλεκτά φαγητά, δέν πρόκειται νά τ’ ἀγγίξει, εἶναι νεκρός. Ἄν φέρουμε σωρούς ἀπό χρυςᾶ νομίσματα καί κοσμήματα καί διαμάντια, δέν πρόκειται νά ἁπλώσει τό χέρι του νά τά πάρει, εἶναι νεκρός. Ἔτσι μοιάζουν οἱ καλοί χριστιανοί πού πιστεύουν μέ τήν καρδιά τους στό Χριστό καὶ ζοῦν σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Εἶναι νεκροί γιά τήν ἁμαρτία. Ἡ ἀγάπη τους γιά τό Χριστό τούς ἔκανε νά ὑποτάξουν τό θέλημά τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀντιστάθηκαν στούς πειρασμούς καί ἔκαναν τό διάβολο νά φύγει ἀπό κοντά τους. Μέ ὅπλα τή νηστεία καί τήν προσευχή ἡ δύναμη τῶν δαιμόνων ἐκμηδενίζεται.

Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄνδρες καί γυναῖκες, νέοι καί γέροι καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ αἰώνα πού ζοῦμε, πού εἶναι ἀπό τούς πιό ἁμαρτωλούς, ὄχι μόνο στήν ἔρημο καί στά μοναστηρια ἀλλά καί στίς διεφθαρμένες μεγαλουπόλεις, ἔχουν νεκρώσει τά πάθη τους καί παρουσιάζονται ὡς ἄριστα παραδείγματα ἀρετῆς. Μπορεῖ νά πάει κάποιος στά ἀσκητήρια ὅπου οἱ πειρασμοί εἶναι ἀσφαλῶς λιγότεροι καί ὅμως νά νικηθεῖ κατά κράτος ἄν δέν προσέξει. Καί μπορεῖ νά ζήσει κάποιος μέσα στίς σύγχρονες μεγαλουπόλεις καί νά ἁγιάσει, καταφέρνοντας νά νεκρώσει τήν ἁμαρτία.

Ὅσες φορές μᾶς πειράζει ὁ σατανᾶς, ἄς θυμόμαστε τόν Ἀπόστολο Παῦλο πού πολέμησε τά πάθη καί νίκησε καί μποροῦσε νά λέγει: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός·» (Γαλ. 2,20). Ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι πεθαμένος, δέν ζῶ πλέον ἐγώ ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός.

Καί ἄν ὡς ἄνθρωποι ἁμαρτήσουμε, ἀδελφοί μου, νά μήν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά νά μετανοήσουμε καί νά ζητήσουμε τή συγχώρηση τοῦ Θεοῦ στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Καί μυριάκις ἄν πέσουμε, πάλι νά σηκωθοῦμε καί νά βαδίσουμε τό δρόμο τῆς ἀρετῆς φέροντας στόν ὦμο τό Σταυρό τοῦ Κυρίου». Ἀμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...