Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 25, 2016

Κυριακή Α' Ματθαίου [των Αγίων Πάντων]

Ματθ. 10: 32-33, 37-38, 19: 27-30  

Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ Γιορτάζει η αγία μας Εκκλησία και πανηγυρίζει σήμερα τους Άγιους Πάντες, όλους δηλαδή εκείνους τους συνανθρώπους μας που όχι μόνο πίστεψαν στο κήρυγμα του Χριστού, αλλά με τη ζωή τους έκαναν πράξη τις αλήθειες του Ευαγγελίου και με το παράδειγμά τους ενισχύουν και προτρέπουν όλους εμάς να συνεχίσουμε τον καλό αγώνα της πίστεως. Είναι οι αδελφοί μας οι γνωστοί και οι αφανείς, είναι οι προστάτες μας, εκείνοι που πρεσβεύουν στον Κύριο και για τη δική μας σωτηρία και θαυματουργούν όταν τους επικαλούμαστε με πίστη, είναι τα ζωντανά βιβλία της πίστεως, τα παραδείγματά μας και η απόδειξη ότι ο αγώνας μας και εφικτός είναι και δεν είναι άσκοπος αλλά το αντίθετο, σωτήριος και ζωοποιός. Γι αυτό και σήμερα ακούμε από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο να μας μεταφέρει τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: “ Κάθε έναν που θα με ομολογήσει ενώπιον των ανθρώπων, θα τον ομολογήσω κι εγώ μπροστά στον Πατέρα μου τον επουράνιο· και όποιον με αρνηθεί ενώπιον των ανθρώπων, θα τον αρνηθώ κι εγώ μπροστά στον Πατέρα μου. Εκείνος που αγαπά μητέρα ή πατέρα περισσότερο από εμένα, δεν μου είναι άξιος· και εκείνος που αγαπά τα παιδιά του περισσότερο από εμένα, δεν μου είναι άξιος. Κι εκείνος που δεν σηκώνει τον σταυρό του και δεν με ακολουθεί, δεν μου είναι άξιος”. Του λέει ο Πέτρος: Κύριε, ορίστε, τα έχουμε εγκαταλείψει όλα για να σε ακολουθήσουμε· τί λοιπόν θα κερδίσουμε; Ο Χριστός υπόσχεται ότι κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του οι Απόστολοι θα καθίσουν δίπλα από τον θρόνο Του, και θα κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, “και ο καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή μητέρα ή πατέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή αγρούς για χάρη του ονόματός μου, θα λάβει εκατό φορές περισσότερα και θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή”. Η ομολογία της πίστεως αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία για τη ζωή μας. Οι Άγιοι Πάντες το πέτυχαν αυτό, ομολόγησαν δηλαδή την πίστη τους στο Χριστό και Τον έθεσαν πρώτη προτεραιότητα στη ζωή τους, πάνω από κάθε τι ανθρώπινο και γήινο, γι αυτό και δοξάστηκαν από τον Θεό και τιμούνται από εμάς σήμερα. Και όταν μιλάμε για ομολογία πίστεως, έχουμε βέβαια στο νου μας τους άπειρους Μάρτυρες, που θυσίασαν ακόμα και τη ζωή τους προκειμένου να μην αρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό. Δεν σκέφτηκαν τίποτα, δεν δείλιασαν μπροστά σε καμία απειλή, δεν κάμφθηκαν από τους πόνους και τα βασανιστήρια, δεν αρνήθηκαν τον Χριστό ακόμα και όταν οι τύραννοι θανάτωναν ενώπιόν τους τα αγαπημένα τους πρόσωπα, γονείς, παιδιά, συζύγους. Για τους Μάρτυρες της πίστεώς μας το μεγαλύτερο αγαθό, το οποίο δεν μπορεί κανείς να μας αφαιρέσει, είναι ο Χριστός, τον οποίο δεν αρνήθηκαν και γι αυτό τα ονόματά τους έχουν μείνει αιώνια γραμμένα στο βιβλίο της ζωής. Η ομολογία ωστόσο της πίστεως στον Χριστό δεν έχει να κάνει μόνο με το σωματικό μαρτύριο, αλλά με την όλη στάση του ανθρώπου, με τη διαρκή παρουσία του Χριστού στην καρδιά και στη ζωή του. Ομολογία πίστεως έδωσαν οι ασκητές της ερήμου, που θυσίασαν κάθε δικαίωμά τους και κάθε άνεση, ακόμα και την καθημερινή τους τροφή, για την αγάπη του Χριστού. Ομολογία πίστεως έδωσαν και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ποιμαίνοντας τον λαό του Θεού με το παράδειγμά τους και με τα συγγράμματά τους, με τα οποία αγωνίστηκαν να μας μορφώσουν εν Χριστώ και να αντικρούσουν τις πλάνες των αιρέσεων. Ομολογία πίστεως έδωσαν και όλοι οι Άγιοι, ακόμα και εκείνοι που παραμένουν άγνωστοι σε εμάς και μόνο ο Θεός γνωρίζει. Ομολογία του Χριστού καλείται να δώσει ο κάθε πιστός σε κάθε εποχή και σε κάθε περίσταση, σε κάθε πτυχή και δραστηριότητα του καθημερινού του βίου, στην εργασία, στο σπίτι, στις συναναστροφές, στην κοινωνία, στον κάθε μας συνάνθρωπο. Ιδιαίτερα μάλιστα στην εποχή μας, που γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί η πίστη στην ιδιωτική ζωή του ανθρώπου, που ο Χριστός και η πίστη μας βάλλεται με νέα μέσα και με πρόσχημα τα ανθρώπινα δήθεν δικαιώματα, ο λόγος του Κυρίου μας θα πρέπει να μας προβληματίσει ακόμα περισσότερο. Και τούτο επειδή, δυστυχώς, πολλές φορές παραθεωρούμε τον Χριστό και θέτουμε άλλες προτεραιότητες στη ζωή μας. Ασχολούμαστε με τα βιοτικά και τα καθημερινά, με την εργασία μας, με την οικογένειά μας, με τα θέλω μας, με το πώς θα γίνουμε αρεστοί και “επιτυχημένοι” στον κοινωνικό μας περίγυρο, και ξεχνάμε τον Χριστό ή δεν μιλάμε και πολύ γι' Αυτόν, μήπως και μας παρεξηγήσουν ή μας περιθωριοποιήσουν. Για να μη βρεθούμε στο περιθώριο της κοινωνίας, διαλέγουμε να θέσουμε τον Χριστό στο περιθώριο της ζωής μας, και να ασχοληθούμε με Αυτόν όταν οι άλλοι δεν θα μας βλέπουν, μυστικά και ιδιωτικά. Στο σύγχρονο αυτό πειρασμό ας μη λησμονούμε ότι καμία αρετή δεν έχει μεγαλύτερη σημασία, όσο από την δημόσια ομολογία της πίστης μας στον Χριστό, όχι απλά με λόγια, αλλά με τα έργα μας και με τις πράξεις μας. [Διαφορετικά, αν δεν κάνουμε πράξη όσα μας προτρέπει σήμερα ο Χριστός, θα εκπλαγούμε εκείνη την ημέρα, όταν θα φωνάζουμε “Κύριε, άνοιξέ μας” κι εκείνος απαντήσει “Αλήθεια, δεν σας γνωρίζω” (Ματθ. 25, 12).]

πηγή

Ἡ σκυταλοδρομία τῆς πίστης



Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πάντων εἶναι ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ καὶ περιγράφει τὰ κατορθώματα τῆς πίστης τῶν ἁγίων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ σὰν νέφος μᾶς περιβάλλουν καὶ ἀποτελοῦν φωτεινοὺς δεῖκτες τῆς πορείας μας πρὸς τὸ τέρμα, πρὸς τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σὲ νεοελληνικὴ μετάφραση τὸ ἑξῆς:

«Ἀδελφοί, ὅλοι οἱ ἅγιοι μὲ τὴν πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, ἐπέβαλαν τὸ δίκαιο, πέτυχαν τὴν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων· ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὴ σφαγή, ἔγιναν ἀπὸ ἀδύνατοι ἰσχυροί, ἀναδείχτηκαν ἥρωες στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ ἐχθρικὰ στρατεύματα· γυναῖκες ξαναπῆραν πίσω στὴ ζωὴ τοὺς ἀνθρώπους τους, κι ἄλλοι βασανίστηκαν ὥς τὸν θάνατο, χωρὶς νὰ δεχτοῦν τὴν ἀπελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ὅτι μποροῦσαν ν' ἀναστηθοῦν σὲ μία καλύτερη ζωή. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμοὺς καὶ μαστιγώσεις, ἀκόμη καὶ δεσμὰ καὶ φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μὲ μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μὲ προβιὲς καὶ κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν σὲ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καὶ κακουχίες – ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νὰ 'χει τέτοιους ἀνθρώπους – πλανήθηκαν σὲ ἐρημιὲς καὶ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς.

Ὅλοι οἱ παραπάνω, παρὰ τὴν καλὴ μαρτυρία τῆς πίστης τους, δὲν πῆραν ὅ,τι τοὺς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶχε προβλέψει κάτι καλύτερο γιά μᾶς, ἔτσι ὥστε νὰ μὴ φτάσουν ἐκεῖνοι στὴν τελειότητα χωρὶς ἐμᾶς.

Ἔχοντας, λοιπόν, γύρω μας μία τόσο μεγάλη στρατιὰ μαρτύρων, ἂς τινάξουμε ἀπὸ πάνω μας κάθε φορτίο, καὶ τὴν ἁμαρτία ποὺ εὔκολα μᾶς ἐμπλέκει, κι ἂς τρέχουμε μὲ ὑπομονὴ τὸ ἀγώνισμα τοῦ δύσκολου δρόμου, ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Ἂς ἔχουμε τὰ μάτια μας προσηλωμένα στὸν Ἰησοῦ, ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν πίστη, τὴν ὁποία καὶ τελειοποιεῖ». (Ἑβρ.11,33-12,2).


Ἄλλοι ἀπὸ τοὺς ἥρωες τῆς πίστης, γιὰ τοὺς ὁποίους κάνει λόγο ἡ ἀποστολικὴ περικοπή, νίκησαν τὶς δυνάμεις ξένων βασιλιάδων, ὅπως π.χ. ὁ Γεδεὼν, ὁ Βαράκ, ὁ Σαμψών, ὁ Ἰεφθάε κ.ἄ., τὰ κατορθώματα τῶν ὁποίων ἀφηγεῖται τὸ Παλαιοδιαθηκικὸ βιβλίο τῶν Κριτῶν, κυβέρνησαν τὸν λαὸ μὲ δικαιοσύνη ὅταν κατεῖχαν κάποιο ὑπεύθυνο ἀξίωμα, πέτυχαν τὴν ἐκπλήρωση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λιονταριῶν, ὅπως π.χ. ὁ Δαβὶδ καὶ ὁ Δανιήλ, ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, ὅπως οἱ τρεῖς παῖδες στὴν κάμινο τοῦ πυρός, δυναμώθηκαν ὕστερα ἀπὸ ἀσθένεια, ὅπως ὁ ἀσθενὴς βασιλιὰς Ἐζεκίας, ἀναδείχτηκαν ἰσχυροὶ στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἐχθρικὰ στρατεύματα, ὅπως σὲ πολλὰ σημεῖα ἀφηγεῖται ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀλλὰ καὶ ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας.

‘Αλλοι πάλι ἐξαιτίας τῆς πίστης τους πέθαναν μὲ τρόπο μαρτυρικὸ ἐπάνω στὸ κυκλικὸ βασανιστικὸ ὄργανο ποὺ λέγεται τύμπανο, λιθοβολήθηκαν ὅπως οἱ προφῆτες Ζαχαρίας καὶ Ἱερεμίας, πριονίστηκαν ὅπως, κατὰ τὴν παράδοση, ὁ Ἠσαΐας, ἀποκεφαλίστηκαν ὅπως ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, Περιπλανήθηκαν σὲ ἔρημους τόπους διωγμένοι, σὲ βουνὰ καὶ σὲ σπηλιές, ντυμένοι μὲ δέρματα προβάτων ἢ κατσικιῶν, ὅπως ὁ Ἠλίας, ὁ Ἐλισαῖος, ὁ Δαβὶδ καὶ ἄλλοι.

Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ ἀναφέρει ἢ ὑπαινίσσεται ὁ ἱ. συγγραφέας καὶ ποὺ εἴτε νίκησαν μὲ τὴν πίστη τους, εἴτε μαρτύρησαν γι’ αὐτήν, ἀποτελοῦν δεῖκτες πορείας γιὰ τοὺς χριστιανούς, προδρόμους στὴν σκυταλοδρομία τῆς πίστης ποὺ μὲ τρόπο νικηφόρο ἔφεραν σ’ ἐμᾶς τὴ σκυτάλη τῶν εὐγενῶν ἰδανικῶν καὶ μᾶς τὴν παρέδωσαν γιὰ νὰ συνεχίσουμε ἐμεῖς τὸν ἀγώνα. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι ἄνδρες καὶ οἱ ἅγιες γυναῖκες, καθὼς καὶ πολλοὶ ἄλλοι, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, ποὺ τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία τὴ μνήμη τους, ὑπογραμμίζουν τὴν εὐθύνη ποὺ πέφτει στοὺς ὤμους τῶν χριστιανῶν.

Σὲ ἕναν κόσμο ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ γκρέμισμα τῶν ἀξιῶν, ἡ ἀμφιβολία γιὰ τὶς ὑπεργήινες πραγματικότητες, ὁ ὀρθολογισμός, ἡ ἐμπιστοσύνη στὶς μηχανές, ἡ ἀποθέωση τῆς τεχνολογίας, καλεῖται ὁ χριστιανὸς νὰ ἀναλογιστεῖ σὲ ποιὰ ἁλυσίδα εὐγενῶν καὶ ἡρώων ἀποτελεῖ κρίκο, σὲ ποιὸ τέρμα ἀπολήγει ἡ ἀγωνιστικὴ πορεία του, ποιὸς εἶναι ὁ ἀθλοθέτης. Εἶναι πολὺ εὔκολο ἀπὸ ἀμέλεια ἢ ἀδιαφορία νὰ σπάσει κανεὶς ἕναν κρίκο στὴν ἡρωικὴ ἱστορία τῆς πίστης προσαρμοζόμενος στὶς ἑλκυστικὲς δυνάμεις τῆς ἐποχῆς. Κι ἂς μὴν αὐταπατώμαστε, εἶναι δύσκολο – γι’αὐτὸ καὶ πιὸ σπουδαῖο – νὰ μείνει κανεὶς πιστὸς στὶς ἀρχὲς καὶ τὰ ἰδανικὰ τῆς χριστιανικῆς πίστης, χάνοντας ἴσως τὴν κατὰ κόσμον ἐξέλιξή του. Τὸν δύσκολο αὐτὸν δρόμο μᾶς δείχνουν σήμερα οἱ Ἅγιοι Πάντες, τῆς παλαιᾶς καὶ νέας ἐποχῆς, μικροὶ ἢ μεγάλοι, γνωστοὶ ἢ ἄγνωστοι καὶ μᾶς καλοῦν νὰ γίνουμε ἄξιοι συνεχιστὲς στὴ μακραίωνη σκυταλοδρομία τῆς χριστιανικῆς πίστης.





Κυριακὴ τῶν Ἁγ. Πάντων Ἡ ἀληθινὴ τιμὴ τῶν ἁγίων - Anthony Bloom




Κυριακὴ τῶν Ἁγ. Πάντων

Ἡ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴ μέρα τῆς Πεντηκοστῆς δὲ σπαταλήθηκε μάταια καὶ ἄσκοπα ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Καρπὸς της ὑπῆρξε ἡ ἁγιότητα. Ἔχοντας δεχτεῖ τὸν Κύριο μέσα στὶς ψυχές, μέσα στὶς ζωές τους, ἔδειξαν φανερὰ στὸ Θεὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τους καὶ φανέρωσαν σ' ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη τί μπορεῖ νὰ κάνει ἡ θεϊκὴ ζωὴ ὅταν κατοικεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο.

Τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ γιορτάζουμε τὴ μνήμη ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι, ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, δέχτηκαν τὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἔφεραν καρπούς, ὅλων τῶν ἅγιων γνωστῶν καὶ ἀγνώστων, ὅλων τῶν «ὑπὸ Θεοῦ γνωσθέντων», ὅλων τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἔγιναν ἄξιοι τοῦ Θεοῦ τους. Καὶ χαιρόμαστε διότι ὁ κόσμος δέχτηκε τὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ μὲ ἀγάπη.

Δὲν εἶναι ὅμως ἀρκετὸ τὸ νὰ γιορτάζουμε, νὰ χαιρόμαστε διότι στοὺς ἄλλους τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ δὲ δόθηκε εἰς μάτην.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς λέει ὅτι μόνο μὲ τὸν ὀρθὸ βίο μποροῦμε νὰ δοξολογήσουμε τὸ Θεὸ καὶ μόνο μὲ τὸν ὀρθὸ βίο μποροῦμε νὰ τιμήσουμε τοὺς ἁγίους τοὺς ὁποίους ἀγαποῦμε καὶ προσκυνοῦμε. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο εἶναι μόνο μὲ τὶς ζωές μας ποὺ θὰ δείξουμε στοὺς νεκρούς τοὺς ὁποίους ἀγαπήσαμε καὶ σεβαστήκαμε ὅτι δὲν ἔζησαν χωρὶς σκοπὸ ἐφ' ὅσον ἐμεῖς ἔχουμε ἀποδώσει τὸν καρπὸ τῶν ὅσων μᾶς δίδαξαν.

Σήμερα ὁ καθένας μας γιορτάζει ὄχι μόνο τὴ μέρα τῶν Ἁγίων Πάντων ἀλλὰ καὶ τὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἐκείνων ποὺ τοῦ εἶναι κοντινοὶ καὶ ἀγαπητοί, ὅμοιοι στὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχή. Συγκεντρῶστε τὴν προσοχή σας στοὺς βίους αὐτῶν εἰδικά, διότι ἀρχικὰ εἶχαν αἰχμαλωτίσει τὶς καρδιές σας μὲ τὴ δύναμη τῆς προσωπικότητάς τους κι ἔπειτα μὲ μιὰ κάποια συγγένεια πρὸς τὸ μυαλό σας - κι ἂν εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ στεκόμαστε μὲ δέος καὶ θαυμασμό, χαρὰ καὶ ἀγάπη μπροστὰ στὴ ζωὴ καὶ τὶς ἐπιτεύξεις κάποιου ἄνθρωπου αὐτὸ σημαίνει ὅτι μεταξὺ μας ὑπάρχει κάτι τὸ κοινό, ὅτι ἐκεῖνος ἀποκαλύπτει αὐτὸ ποὺ μποροῦμε νὰ κατορθώσουμε στὰ βάθη τῶν ψυχῶν μας καὶ τὸ ὁποῖο ἀποτυγχάνουμε νὰ κάνουμε πράξη ἀπὸ δειλία, ἀσθένεια καὶ ἀπειρία.

Ἂς συγκεντρώσει ὁ καθένας μας τὴν προσοχὴ στοὺς ἁγίους ποὺ τὸν τραβᾶνε καὶ ἂς πάρει ἀπὸ ἐκείνους τὰ μαθήματα τῆς ζωῆς. Ἡ προσκύνηση καὶ ὁ ἔπαινός τους δὲ θὰ εἶναι τότε ἄδεια λόγια ἀλλὰ μιὰ ζωντανὴ μαρτυρία γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ ταυτόχρονα μιὰ μεταμόρφωση στὶς καρδιὲς καὶ τὶς ζωές μας. Αὐτὸ ἰσχύει ὄχι μόνο γιὰ τοὺς ἁγίους τοῦ Θεοῦ τοὺς ὁποίους ἡ ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καὶ τιμᾶ ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν σφραγίσει τὶς ζωές μας μὲ τὴν εὐγένεια καὶ τὸ ὕψος τοῦ πνεύματός τους, τὴν ἁγνότητα τῆς ζωῆς τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ τιμὴ καὶ προσκύνηση τῶν ἁγίων ἀλλὰ καὶ ἡ ἀληθινὴ προσευχὴ γιὰ αἰωνία μνήμη τῶν κεκοιμημένων.

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ π. Περικλής Ρίπισης

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
  
'Η Εκκλησία μας για τη σημερινή γιορτή των Αγίων Πάντων επέλεξε την ευαγγελική περικοπή που αναγνώστηκε σήμερα στη Θ. Λειτουργία. Αλλά μέσα στην Κ. Διαθήκη που γράφτηκε σε χρόνια διωγμού της Εκκλησίας, η αγιοσύνη του χριστιανού συνδέεται με το θάρρος της ομολογίας του Ιησού Χριστού μπροστά στην εξουσία του αυτοκράτορα. Γι' αυτό η περικοπή απαιτεί στους πρώτους στίχους της πίστη στο Χριστό με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ακόμη και με την απώλεια της ζωής του.
Ο άνθρωπος που δεν μένει πιστός στο Χριστό όταν τον πιέζουν δυνάμεις να Τον αρνηθεί, δεν μπορεί να ελπίζει στον ερχομό ενός καλύτερου κόσμου. Ο άνθρωπος που σήμερα πιεζόμενος από ποικίλες δυνάμεις υποκύπτει, δεν μπορεί να περιμένει την έλευση το Χριστού, όταν θα έλθει ως βασιλιάς του κόσμου.
Είναι γεγονός, ότι στα λόγια του Χριστού που απαρτίζουν τη σημερινή ευαγγελική περικοπή η Εκκλησία δικαιολογημένα διάλεξε διδακτικά λόγια του Χριστού που περιγράφουν ακραίες καταστάσεις, γιατί και οι άγιοι της Εκκλησίας είναι μια ακρότητα της θρησκευτικής ζωής. Γι' αυτό το λόγο τους τιμούμε και τους εμπιστευόμαστε ως οδηγούς.
Η ακρότητα τους δεν είναι φως που τυφλώνει, αλλά φως που καθοδηγεί. Πρέπει να υπολογίσουμε, ότι τα χρόνια των διωγμών και του μαρτυρίου ήταν χρόνια επικίνδυνα για τη ζωή πολλών χριστιανών τους οποίους οι γονείς και οι συγγενείς τους εκλιπαρούσαν να απαρνηθούν το Χριστό και να δεχθούν τη θεότητα του αυτοκράτορα, για να σώσουν τη ζωή τους.
O Xριστός όμως εδώ λέει πως όποιος μπροστά στο επικείμενο μαρτύριο δείξει πιο πολύ αγάπη στον πατέρα ή τη μητέρα του και όχι στο Χριστό « ουκ εστι μου άξιος». Όποιος δεν είναι άξιος να σηκώσει το σταυρό του και ν' ακολουθήσει το Χριστό στο θάνατο δεν είναι άξιος να μετάσχει στη νέα ζωή που έφερε ο Χριστός. Αυτός που θα σώσει την ζωή του, κάνοντας υποχωρήσεις στην πίστη του για το Χριστό, αυτός θα χάσει τη ζωή του μέσα στη Β .τ .Θ. Αντίθετα αυτός που φαίνεται πως χάνει τη ζωή του, αυτός θα τη βρει στην αναμενόμενη Β. τ. Θ. Έτσι έγινε με τους Αγίους της Εκκλησίας των οποίων τη μνήμη πανηγυρίζει σήμερα των Αγ. Πάντων η Εκκλησία.
Τα λόγια αυτά φαίνονται ακραία και σχετίζονται με εξαιρετικά ακραίες καταστάσεις, όπως η εποχή των διωγμών, φαίνεται όμως καθαρά, ότι η Εκκλησία διάλεξε την Κυριακή των Αγ. Πάντων μια ακραία ευαγγελική περικοπή, γιατί θέλει να μας υπομνήσει, ότι η ζωή των Αγίων ήταν μια ακρότητα ευλογημένη από το Θεό για να γίνει και για μας παράδειγμα και υπόδειγμα. Οι Άγιοι είναι οι μπροστάρηδες μιας πορείας μέσα στη ζωή για να μπορέσει ο κόσμος κάποτε να φθάσει κάπου. Πρόκειται για τους ανθρώπους που έζησαν με οδηγό της ζωής τους μόνο με το : ή « όλα ή τίποτα». Οι Άγιοι δεν έκαναν στη ζωή τους συμβιβασμούς, διαπραγματεύσεις ούτε υποχωρήσεις.
Κι ακριβώς γι' αυτό το λόγο την Κυριακή των Αγ. Πάντων παρουσιάζεται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα με τα ακραία αληθινά του χρώματα , για να μας δείξουν έτσι πως η ζωή μας δεν είναι ένα παιχνίδι διαπραγματεύσιμο σε κανένα τομέα και για κανένα λόγο. Ο ι Άγιοι δεν ήταν υποδείγματα συμβιβασμού στη ζωή, αλλά υποδείγματα του πια πρέπει να είναι η κύρια και απόλυτη επιδίωξη μας κάθε φορά.
Μπορεί να πει κανείς : καλά, με αυτή την απολυτότητα οι Άγιοι δεν θυσιάζουν πολλά στη ζωή αυτή που μας βάζει συνεχώς μπροστά σε νέες προκλήσεις;
Ύστερα κάποιος συμβιβασμός δεν επιβάλλεται για τη λύση πολλών προβλημάτων μέσα στη ζωή; Αποκλείεται κάθε συμβιβασμός στις περιπτώσεις μπερδεμένων καταστάσεων;
Υπάρχουν πράγματι καταστάσεις ακραίες, όπως στο σημερινό ευαγγέλιο για τις οποίες δεν μπορεί να γίνει λόγος για συμβιβασμούς και διαπραγματεύσεις. Αυτές αφορούν το παρόν και το μέλλον μας. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που αφορούν το παρόν χωρίς να επηρεάζουν το μέλλον. Σε τέτοιες περιπτώσεις η έκβαση είναι ο διάλογος και η διαπραγμάτευση. Κι όταν σε μερικά ζητήματα υπάρχουν μια ή περισσότερες λύσεις, η κρίση και η απόφαση του χριστιανού υπέρ κάποιας απ' αυτές πρέπει να γίνεται υπό το πρίσμα της αιωνιότητας. Δεν πρέπει ο πιστός να αποβλέπει σε δικά του οφέλη και δεν παύει ποτέ να διακρίνει το προσωπικό από το αιώνιο.
Η ευαγγελική περικοπή τελειώνει με τέσσερες στίχους από το 19ο κεφ. του κατά Ματθαίου ευαγγελίου(27-30). Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία. Η περίπτωση αυτή των αποστόλων αφορά ιδιαζόντως στην περίπτωση των Αγ. Πάντων, όλων των Αγίων που γιορτάζονται σήμερα.
Ο Ιησούς υπόσχεται στους δώδεκα αποστόλους για τις θυσίες τους υπέρ του ευαγγελίου, όταν έλθει ο υιός του Ανθρώπου, να καθίσουν επί δώδεκα θρόνους για να κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Προσθέτει, ότι και όσοι χριστιανοί υπέστησαν θυσίες λόγω της χριστιανικής τους ιδιότητας θα λάβουν πολλαπλάσια και θα κληρονομήσουν την αιώνια ζωή. Χωρίς να παραλείψει να πει: « πολλοί που φαίνονται σήμερα πρώτοι θα κριθούν έσχατοι και κάποιοι έσχατοι θα αναδειχθούν τότε πρώτοι». Τα λόγια αυτά έχουν γενική ισχύ για κάθε εποχή.
Αυτά σε σχέση με τους αποστόλους του Χριστού. Ο Απ. Παύλος βεβαιώνει ότι η κρίση θα γίνει από τους αγίους ανθρώπους ως κριτές . Πολλά πράγματα θα ανατραπούν μέσα στο νέο κόσμο του Θεού. Πολλοί απ' αυτούς που τους θεωρούσαν « πρώτους» θα γίνουν «έσχατοι», ενώ κάποιοι που είναι « έσχατοι» τώρα θα γίνουν « πρώτοι».
Στο μέλλοντα αιώνα θα ανατραπεί η παρούσα κατάσταση. Τα λόγια αυτά μπορούν να ερμηνευθούν ποικιλοτρόπως. Το βλέπουμε στο Μτ. 20,6 σε σχέση με την παραβολή του αμπελώνα. Στη δική μας την περίπτωση αναφέρεται στα προηγούμενα είτε ως προς τούς αποστόλους είτε ως προς τους κοινούς πιστούς που υφίστανται σήμερα πλήθος ταπεινώσεων και εξευτελισμών από την κρατική εξουσία όσο και από τους άλλους πολίτες.
Είναι πιθανό η Εκκλησία να προτίμησε για τη σημερινή ημέρα τη γιορτή των Αγ. Πάντων μια περικοπή με τέτοια κατάληξη, έχοντας κατά νου, ότι ο μεγάλος αριθμός των αγίων προέρχεται από ανθρώπους απλούς και κατά κόσμο ασήμαντους. Αυτούς όμως ο Θεός ανέδειξε ως τα πρώτα φέροντας μέσα στον καινούργιο κόσμο του Θεού που έρχεται.
π. Περικλής Ρίπισης

Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες - Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος




Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες, πού μαρτύρησαν σ᾽ ὅλο τόν κόσμο


1. -. Δέν πέρασαν ἀκόμη ἑπτά μέρες, ἀπό τότε πού γιορτάσαμε τήν ἱερή πανήγυρη τῆς Πεντηκοστῆς, καί πάλι μᾶς πρόφθασε χορός μαρτύρων ἤ καλύτερα στρατιά μαρτύρων καί παράταξη, πού δέν εἶναι καθόλου κατώτερη ἀπό τή στρατιά τῶν ἀγγέλων, τήν ὁποία εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀλλά εἶναι ἴδιας ἀξίας καί τάξης μέ αὐτή. Γιατί μάρτυρες καί ἄγγελοι διαφέρουν μόνο στά ὀνόματα, στά ἔργα τους ὅμως ταυτίζονται. Στόν οὐρανό κατοικοῦν οἱ ἄγγελοι, στόν οὐρανό καί οἱ μάρτυρες. Αἰώνιοι καί ἀθάνατοι εἶναι ἐκεῖνοι, τό ἴδιο θά γίνουν καί οἱ μάρτυρες. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι ἔλαβαν καί ἀσώματη φύση; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Γιατί οἱ μάρτυρες, ἄν καί ἔχουν σῶμα, ὅμως εἶναι ἀθάνατο ἤ καλύτερα καί πρίν ἀπό τήν ἀθανασία ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ στολίζει τά σώματά τους περισσότερο ἀπό τήν ἀθανασία. Δέν εἶναι τόσο λαμπρός ὁ οὐρανός, πού στολίζεται μέ τό πλῆθος τῶν ἀστεριῶν, ὅσο εἶναι τά σώματα τῶν μαρτύρων, πού στολίζονται μέ τό λαμπρό αἷμα τῶν τραυμάτων. Ὥστε ἐπειδή πέθαναν γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀνώτεροι, καί βραβεύτηκαν πρίν ἀπό τήν ἀθανασία παίρνοντας τά στεφάνια ἀπό τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους.

«Τόν ἔκανες λίγο κατώτερο ἀπό τούς ἀγγέλους, τόν στεφάνωσες μέ δόξα καί τιμή» (Ψαλμ. 8, 6), λέει ὁ Δαυίδ, γιά τή φύση ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί τό λίγο αὐτό πού στεροῦνταν οἱ ἄνθρωποι σέ σχέση μέ τούς ἀγγέλους, τό συμπλήρωσε ὁ Χριστός ὅταν ἦρθε, καταδικάζοντας τό θάνατο μέ τό δικό του θάνατο. Ἐγώ ὅμως δέν ἀντλῶ ἀπ᾽ ἐδῶ τά ἐπιχειρήματά μου, ἀλλά ἀπό τό ὅτι τό μειονέκτημα αὐτό τοῦ θανάτου ἔγινε πλεονέκτημα. Γιατί ἄν δέν ἦταν θνητοί δέν θά γίνονταν μάρτυρες. Ὥστε ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος δέν θά ὑπῆρχε καί στεφάνι. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά ὑπῆρχε καί μαρτύριο. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά μποροῦσε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά λέει: «Κάθε μέρα πεθαίνω, μά τό δικό σας καύχημα, πού ἔχω στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 15, 31). Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος καί φθορά, δέν θά μποροῦσε πάλι ὁ ἴδιος νά λέει: «Χαίρομαι στά παθήματά μου γιά σᾶς, καί ἀναπληρώνω στή σάρκα μου τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» (Κολ. 1, 24). Ἄς μήν λυπούμαστε λοιπόν ἐπειδή γίναμε θνητοί, ἀλλά ἄς εὐχαριστοῦμε, ἐπειδή ἀπό τό θάνατο μᾶς ἀνοίχτηκε τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου, ἀπό τή φθορά λάβαμε ἀφορμή γιά τά βραβεῖα. Ἀπό ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀφορμή γιά ἀγωνίσματα.

Βλέπεις τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πῶς τό πιό μεγάλο κακό τό ἀποκορύφωμα τῆς συμφορᾶς πού μᾶς ἔφερε ὁ διάβολος, ἐννοῶ τό θάνατο, τόν μετέτρεψε σέ τιμή καί δόξα μας, ὁδηγώντας μ᾽ αὐτόν τούς ἀθλητές στά βραβεῖα τοῦ μαρτυρίου; Τί θά κάνουμε ὅμως; Θά εὐχαριστήσουμε τό διάβολο γιά τό θάνατο; Ὁ Θεός νά φυλάξει. Γιατί τό κατόρθωμα δέν εἶναι ἔργο τῆς δικῆς του θελήσεως, ἀλλά εἶναι χάρισμα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος τόν ἔφερε γιά νά μᾶς καταστρέψει καί ξαναφέρνοντάς μας στή γῆ νά ξεκόψει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας. Ὁ Χριστός ὅμως, μέ τό δικό του θάνατο ἄλλαξε τήν πορεία καί μέ τόν ἴδιο τό θάνατο μᾶς ἀνέβασε πάλι στόν οὐρανό. Κανείς σας λοιπόν ἄς μήν μέ κατηγορήσει, ἄν ὀνόμασα τό σύνολο τῶν μαρτύρων χορό καί στράτευμα, δίνοντας δυό ἀντίθετα ὀνόματα στό ἴδιο πράγμα. Γιατί χορός καί στράτευμα εἶναι ἀντίθετα πράγματα, ἐδῶ ὅμως ἔγιναν ἕνα. Ἐπειδή βάδιζαν μ᾽ εὐχαρίστηση στά βασανιστήρια, σάν νά χόρευαν καί ἔδειξαν τόση ἀνδρεία καί ἀντοχή σάν νά βρίσκονταν σέ πόλεμο καί νίκησαν τούς ἐχθρούς. Ἄν βέβαια ἐξετάσουμε τή φύση τῶν ὅσων γίνονταν, ἦταν μάχη καί πόλεμος καί παράταξη. Ἄν ὅμως ἐξετάσεις τή διάθεση αὐτῶν πού ἔπασχαν, ἦταν χοροί, ὅσα συνέβαιναν, ἦταν διασκεδάσεις καί πανηγύρια καί ἡ πιό μεγάλη ἀπόλαυση.

Θέλεις νά μάθεις ὅτι αὐτά ἦταν πιό τρομερά ἀπό τόν πόλεμο; Ἐννοῶ τά σχετικά μέ τούς μάρτυρες. Ποιό τέλος πάντων εἶναι τό φοβερό στόν πόλεμο; Στήνονται καί ἀπό τίς δυό μεριές στρατόπεδα περιφραγμένα, πού λάμπουν ἀπό τά ὅπλα καί καταυγάζουν τή γύρω περιοχή, ρίχνοντας ἀπό παντοῦ σύννεφα τά βέλη, πού μέ τό πλῆθος τους κρύβουν τόν οὐρανό, τρέχουν αὐλάκια τά αἵματα πάνω στή γῆ καί εἶναι πολλοί ὁλόγυρα οἱ νεκροί. Ὅπως ἀκριβῶς στό θερισμό πέφτουν στή γῆ τά στάχυα, ἔτσι καί ἐδῶ εἶναι οἱ στρατιῶτες, καθώς πέφτουν ὁ ἕνας πάνω στόν ἄλλο. Ἔλα λοιπόν νά σέ ὁδηγήσω ἀπό ἐκεῖνα σ᾽ αὐτή ἐδῶ τή μάχη. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν δυό παρατάξεις, ἡ μία τῶν μαρτύρων καί ἡ ἄλλη τῶν τυράννων. Ἀλλά οἱ τύραννοι εἶναι ὁπλισμένοι τέλεια, οἱ μάρτυρες ὅμως μάχονται μέ γυμνό τό σῶμα καί ἡ νίκη ἀνήκει στούς γυμνούς καί ὄχι στούς ὁπλισμένους. Ποιός δέν θά ἀποροῦσε, μέ τό ὅτι αὐτός πού μαστιγώνεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν μαστιγώνει; Ὁ δεμένος νικάει τόν ἐλεύθερο; Αὐτός πού κατακαίγεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν καίει; Αὐτός πού πέθαινει νικάει ἐκεῖνον πού τόν σκοτώνει;

Εἶδες πώς αὐτά εἶναι πιό φοβερά ἀπό ἐκεῖνα; Ἐκεῖνα ἄν καί εἶναι φοβερά, γίνονται ὅμως μέ φυσικό τρόπο, αὐτά ὅμως ξεπερνοῦν κάθε φυσικό τρόπο καί κάθε σειρά τῶν πραγμάτων, γιά νά μάθεις ὅτι τά κατορθώματα εἶναι τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Ἄν καί τί εἶναι πιό ἄδικο ἀπό τή μάχη αὐτή; Τί πιό παράνομο ἀπό τά ἀγωνίσματα; Γιατί στούς πολέμους καί οἱ δύο πού μάχονται προστατεύονται, ἐδῶ ὅμως δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ἀλλά ὁ ἕνας εἶναι γυμνός καί ὁ ἄλλος ὁπλισμένος. Στούς ἀγῶνες πάλι ἐπιτρέπεται καί στούς δυό νά σηκώνουν τά χέρια ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Ἐδῶ ὅμως ὁ ἕνας εἶναι δεμένος καί ὁ ἄλλος κτυπάει ἐλεύθερος καί πληγώνει. Καί αὐτοί πού δίκαζαν σάν νά ᾽ταν ἐξουσιαστές ἐξασφάλισαν γιά τούς ἑαυτούς τους τό δικαίωμα νά κακοποιοῦν. Στούς δίκαιους μάρτυρες ὅμως ἔδωσαν τό προνόμιο νά κακοποιοῦνται. Ἔτσι μάχονται μέ τούς ἁγίους καί οὔτε ἔτσι τούς νικοῦν. Ἀλλά μετά τήν ἄνιση αὐτή μάχη, ἀφοῦ νικήθηκαν ὑποχώρησαν. Καί αὐτό μοιάζει σάν κάποιον πού φέρνει ἕνα πολεμιστή στόν πόλεμο, τοῦ κόβει τήν αἰχμή τοῦ δόρατος, τοῦ βγάζει τό θώρακα καί τόν διατάζει νά μάχεται ἔτσι μέ γυμνό σῶμα. Ἀλλά ὁ πολεμιστής ἄν καί χτυπιέται, πληγώνεται καί τραυματίζεται βαριά, τελικά στήνει τρόπαιο νίκης.

Καθώς ὁδηγοῦσαν τούς μάρτυρες γυμνούς, μέ δεμένα πίσω τά χέρια καί ἀπό παντοῦ τούς χτυποῦσαν καί τούς ξέσκιζαν, φαίνονταν πώς νικοῦνταν, ὅμως αὐτοί ἄν καί τραυματίζονταν, ἔστηναν τό τρόπαιο τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Καί ὅπως τό διαμάντι ὅταν χτυπιέται δέν σπάζει, οὔτε μαλακώνει, ἀλλά διαλύει τό σίδερο πού τό χτυπᾶ, ἔτσι ἀκριβῶς καί οἱ ψυχές τῶν ἁγίων, ἐνῶ βασανίζονταν τόσο πολύ, οἱ ἴδιες δέν πάθαιναν κανένα κακό, ἀλλά διέλυαν τή δύναμη ἐκείνων πού τούς χτυποῦσαν καί τούς ἔδιωχναν ἀπό τούς ἀγῶνες νικημένους, ντροπιασμένους καί βαριά τραυματισμένους. Γιατί ἔδεσαν τούς μάρτυρες καί στό ξύλο καί τρυποῦσαν τά πλευρά τους, ἀνοίγοντας βαθιά αὐλάκια, σάν νά ὄργωναν τή γῆ, ἀλλά δέν ἔσκιζαν τά σώματά τους. Καί μποροῦσε νά δεῖ κανείς λαγόνες ξεσκισμένες, πλευρά ἀνοιγμένα καί στήθη τσακισμένα. Οὔτε ἐδῶ ὅμως σταματοῦσαν τή μανία τους τά αἱμοβόρα ἐκεῖνα θηρία, ἀλλά, ἀφοῦ τούς κατέβαζαν ἀπό τό ξύλο, τούς τέντωναν σέ σιδερένια σχάρα πάνω σέ ἀναμένα κάρβουνα. Καί τότε μποροῦσες νά δεῖς ἀκόμη σκληρότερα θεάματα ἀπό τά προηγούμενα. Νά τρέχουν δηλαδή διπλές σταγόνες ἀπό τά σώματά τους, ἄλλες ἀπό τό αἷμα πού χυνόταν καί ἄλλες ἀπό τίς σάρκες πού ἔλειωναν. Οἱ ἅγιοι ὅμως πού ἦταν ξαπλωμένοι πάνω στά κάρβουνα σάν νά ἦταν ρόδα, παρακολουθοῦσαν μέ πολλή εὐχαρίστηση τά ὅσα γίνονταν.

2. -. Ἐσύ ὅμως ὅταν ἀκούσεις σιδερένια σχάρα φέρε στό νοῦ σου τή νοητή σκάλα, πού εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ νά ἁπλώνεται ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό. Ἀπό ἐκείνη κατέβαιναν ἄγγελοι, ἀπό αὐτήν ἀνεβαίνουν μάρτυρες, καί τίς δύο δέ τίς στηρίζει ὁ Κύριος. Δέν θά ἄντεχαν τούς πόνους αὐτοί οἱ ἅγιοι, ἄν δέν στηρίζονταν σ᾽ αὐτή τή σκάλα. Ἀπό ἐκείνη ἀνεβαίνουν καί κατεβαίνουν ἄγγελοι. Καί ἀπό αὐτή, εἶναι ὁλοφάνερο πώς ἀνεβαίνουν καί μάρτυρες. Καί γιατί αὐτό; Ἐπειδή οἱ ἄγγελοι στέλνονται γιά νά ὑπηρετήσουν αὐτούς πού θά κληρονομήσουν τή σωτηρία. Οἱ μάρτυρες ὅμως σάν ἀθλητές καί νικητές, ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς ἀγῶνες, ἔφυγαν στή συνέχεια γιά τόν ἀγωνοθέτη.

Ἀλλά ἄς μήν ἀγγίζουν μονάχα τ᾽ ἀφτιά μας τά ὅσα λέγονται. Ὅταν δηλαδή ἀκοῦμε ὅτι ὑπῆρχαν κάρβουνα, κάτω ἀπό τά καταπληγωμένα σώματα, ἄς ἀναλογιστοῦμε πῶς νιώθουμε ὅταν μᾶς πιάσει ξαφνικά πυρετός. Νομίζουμε ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀνυπόφορη, ταραζόμαστε, δυσανασχετοῦμε, γκρινιάζουμε σάν μικρά παιδιά, θεωρώντας ὅτι ἡ φλόγα τοῦ πυρετοῦ δέν εἶναι καθόλου μικρότερη ἀπό τήν κόλαση. Αὐτοί ὅμως, χωρίς νά τούς πιάσει πυρετός, ἀλλά ἔχοντας ὁλόγυρά τους τή φλόγα νά τούς ζώνει καί τίς σπίθες νά πηδοῦν ἐπάνω στίς πληγές καί νά δαγκώνουν τά τραύματα πιό ἄγρια ἀπό κάθε θηρίο, ἦταν σάν ἀδαμάντινοι καί ἔβλεπαν τά ὅσα γίνονταν σάν νά συνέβαιναν σέ ξένα σώματα. Ἔτσι μέ πολλή γενναιότητα καί μέ πολλή ἀνδρεία στέκονταν σταθεροί στήν ὁμολογία τους, μένοντας ἀκλόνητοι σ᾽ ὅλα τά βασανιστήρια καί κάνοντας νά λάμψει καί ἡ δική τους ἀνδρεία καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔχετε δεῖ πολλές φορές ν᾽ ἀνεβαίνει ψηλά τήν αὐγή ὁ ἥλιος καί νά στέλνει τίς χρυσές ἀκτίνες του; Ἔ, τέτοια ἦταν τά σώματα τῶν ἁγίων. Σάν χρυσές ἀκτίνες τούς περικύκλωναν ἀπό παντοῦ σάν ρυάκια μέ τό αἷμα καί ἔκαναν νά λάμπει τό σῶμα τους πολύ περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι κάνει ὁ ἥλιος τόν οὐρανό.

Βλέποντας αὐτό τό αἷμα οἱ ἄγγελοι χαίρονταν, οἱ δαίμονες φοβοῦνταν καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος ἔτρεμε. Γιατί δέν ἦταν ἁπλῶς αἷμα αὐτό πού τώρα ἔβλεπαν, ἀλλά αἷμα σωτήριο, αἷμα ἅγιο, αἷμα ἄξιο γιά τούς οὐρανούς, αἷμα πού διαρκῶς ποτίζει τά καλά φυτά τῆς Ἐκκλησίας. Εἶδε τό αἷμα καί ἔφριξε ὁ διάβολος, γιατί θυμήθηκε ἄλλο αἷμα, τό αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γιά χάρη ἐκείνου τοῦ αἵματος χύθηκε αὐτό. Γιατί ἀπό τότε πού κεντήθηκε ἡ πλευρά τοῦ Δεσπότου βλέπεις στή συνέχεια νά κεντοῦνται ἀμέτρητες πλευρές. Ποιός λοιπόν δέν θά ἔπαιρνε μέρος μ᾽ εὐχαρίστηση πολλή σ᾽ αὐτούς τούς ἀγῶνες, ὅταν πρόκειται νά γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦ Δεσπότου καί νά ἔχει τόν ἴδιο θάνατο μέ τόν Χριστό; Εἶναι ἀρκετή αὐτή ἡ ἀνταπόδοση καί μεγαλύτερη ἡ τιμή. Ἡ ἀμοιβή ξεπερνάει τά κατορθώματα καί ἔρχεται πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἄς μήν φοβόμαστε λοιπόν ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε μαρτύρησε, ἀλλά ἄς τρομάζουμε ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε δειλίασε καί ἔπεσε, ἐνῶ μπροστά του εἶχε τέτοια βραβεῖα.

Καί ἄν θέλεις ν᾽ ἀκούσεις τί ἔγινε ὕστερα μάθε πώς αὐτά δέν μπορεῖ νά τά παραστήσει κανένας ἀνθρώπινος λόγος, ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Οὔτε μάτι εἶδε, οὔτε αὐτί ἄκουσε, οὔτε ἀνθρώπινος νοῦς ἀναλογίστηκε αὐτά, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν» (Α’ Κορ. 2, 9). Καί κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἀγάπησε τόσο τό Θεό, ὅσο οἱ μάρτυρες. Βέβαια δέν θά σιωπήσουμε, ἐπειδή τό μέγεθος τῶν ἀγαθῶν πού ἔχουν ἑτοιμαστεῖ ξεπερνᾶ καί τό λόγο καί τή σκέψη μας, ἀλλά ὅσο εἶναι δυνατόν καί ἐμεῖς νά ποῦμε καί ἐσεῖς ν᾽ ἀκούσετε, θά προσπαθήσουμε νά σᾶς δείξουμε ἀμυδρά τή μακαριότητα πού περιμένει τούς μάρτυρες στόν οὐρανό. Γιατί θά τή γνωρίσουν καθαρά μόνον αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά τήν ἀπολαύσουν προσωπικά. Καί τά μέν δεινά αὐτά καί ἀβάστακτα τά ὑποφέρουν οἱ μάρτυρες γιά λίγο χρονικό διάστημα. Μετά ὅμως ἀπό τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τή ζωή αὐτή ἀνεβαίνουν στούς οὐρανούς, ἐνῶ προπορεύονται ἄγγελοι καί τούς περιστοιχίζουν ἀρχάγγελοι. Γιατί οἱ ἄγγελοι δέν ντρέπονται τούς συνδούλους τους, ἀλλά θά ἤθελαν νά κάνουν τά πάντα γι᾽ αὐτούς, ἐπειδή καί ἐκεῖνοι προτίμησαν νά δεινοπαθήσουν γιά τό Δεσπότη τους Χριστό.

Καί ὅταν ἀνεβοῦν στόν οὐρανό, ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἅγιες δυνάμεις τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν. Ἄν λοιπόν, ὅταν ξένοι ἀθλητές ἔρχονται στήν πόλη, ὅλος ὁ λαός τρέχει ἀπό παντοῦ καί ἀφοῦ τούς περικυκλώσουν παρατηροῦν καλά ἀπό κοντά τή δύναμη πού ἔχουν τά μέλη τοῦ σώματός τους, πολύ περισσότερο ὅταν οἱ ἀθλητές τῆς εὐσέβειας ἀνεβοῦν στούς οὐρανούς τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Τρέχουν ἀπό παντοῦ γιά νά παρατηρήσουν τά τραύματά τους καί τούς ὑποδέχονται ὅλους καί τούς ἀσπάζονται σάν ἥρωες πού γύρισαν ἀπό τόν πόλεμο καί τή μάχη καί ὕστερα ἀπό πολλά τρόπαια καί νίκες. Ἔπειτα τούς ὁδηγοῦν μέ μεγάλη συνοδεία πρός τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν, στό θρόνο ἐκεῖνο πού εἶναι γεμάτος ἀπό πολλή δόξα, ὅπου βρίσκονται τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ. Καί ὅταν φτάσουν ἐκεῖ καί προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού κάθεται πάνω στό θρόνο, ἀπολαμβάνουν πλέον περισσότερη τιμή ἀπό τό Δεσπότη ἀπό ἐκείνη πού ἀπολαμβάνουν ἀπό τούς συνδούλους τους ἀγγέλους. Γιατί δέν τούς δέχεται σάν δούλους - ἄν καί αὐτό θά ἦταν μεγάλη τιμή καί δέν μπορεῖ κανείς νά βρεῖ ἴση μ᾽ αὐτήν - ἀλλά σάν φίλους Του. «Γιατί ἐσεῖς», λέει ὁ Κύριος, «εἴσαστε φίλοι μου» (Ἰωαν. 15, 14). Καί πολύ σωστά τό λέει, γιατί καί ἀλλοῦ εἶπε: «Μεγαλύτερη ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη δέν ἔχει κανένας, ὥστε νά δώσει τή ζωή του γιά χάρη τῶν φίλων του» (Ἰωαν. 15, 13).

Ἐπειδή λοιπόν ἔδειξαν τήν πιό μεγάλη ἀγάπη, τούς ὑποδέχεται καί ἀπολαμβάνουν ἐκείνη τή δόξα. Ἑνώνονται μέ τούς ἀγγελικούς χορούς καί παίρνουν μέρος στήν ὑπερκόσμια δοξολογία. Ἄν λοιπόν καί ὅταν εἶχαν τό σῶμα μετεῖχαν στό χορό ἐκεῖνο μέ τήν κοινωνία τῶν μυστηρίων καί ἔψαλλαν μαζί μέ τά Χερουβίμ τόν τρισάγιο ὕμνο, καθώς γνωρίζετε ἐσεῖς οἱ πιστοί, πολύ περισσότερο τώρα πού βρέθηκαν μέ τούς ἀγγέλους, παίρνουν μέρος στή δοξολογία ἐκείνη, μέ πολλή παρρησία. Ἄραγε δέν φοβόσαστε πρίν τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν ἐπιθυμεῖτε τώρα τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν λυπᾶστε τώρα, πού δέν εἶναι καιρός μαρτυρίου; Ἄς γυμναζόμαστε λοιπόν γιά τόν καιρό τοῦ μαρτυρίου. Περιφρόνησαν ἐκεῖνοι τή ζωή, περιφρόνησε ἐσύ τίς ἀπολαύσεις. Ἔρριξαν ἐκεῖνοι τά σώματά τους στή φωτιά, ρίξε ἐσύ τώρα χρήματα στά χέρια τῶν φτωχῶν. Καταπάτησαν ἐκεῖνοι τά ἀναμμένα κάρβουνα, σβῆσε ἐσύ μέσα σου τή φλόγα τῆς ἐπιθυμίας. Εἶναι ἐνοχλητικά αὐτά, ἀλλά μᾶς φέρνουν κέρδος. Μήν βλέπεις τά παρόντα πού εἶναι δυσάρεστα, ἀλλά τά μέλλοντα πού εἶναι εὐχάριστα. Ὄχι τά βάσανα πού περνᾶς τώρα, ἀλλά τά ἀγαθά πού ἐλπίζεις. Ὄχι τά παθήματα, ἀλλά τά βραβεῖα. Ὄχι τούς κόπους, ἀλλά τά στεφάνια. Ὄχι τούς ἱδρῶτες, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Ὄχι τούς πόνους, ἀλλά τίς ἀνταποδόσεις. Ὄχι τήν ἀναμένη φωτιά, ἀλλά τή βασιλεία πού σέ περιμένει. Ὄχι τούς δήμιους πού σέ περιτριγυρίζουν, ἀλλά τό Χριστό πού θά σέ στεφανώσει.

3. -. Αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος καί ὁ εὐκολότερος δρόμος γιά τήν ἀρετή. Νά μήν βλέπει δηλαδή κανείς τούς κόπους μόνο, ἀλλά μαζί μέ τούς κόπους καί τά βραβεῖα. Καί ὄχι ξεχωριστά τό καθένα. Ὅταν λοιπόν πρόκειται νά δώσεις ἐλεημοσύνη, μήν σκέπτεσαι τά χρήματα πού θά ξοδέψεις, ἀλλά τήν ἀπόκτηση τῆς δικαιοσύνης. «Σκόρπισε χρήματα, ἔδωσε στούς φτωχούς. Ἡ δικαιοσύνη του μένει αἰώνια» (Ψαλμ. 111, 9). Μήν βλέπεις τόν πλοῦτο σου πού λιγοστεύει, ἀλλά τό θησαυρό πού πληθαίνει. Ἄν νηστεύεις, μήν σκέπτεσαι τήν καταβολή πού φέρνει ἡ νηστεία, ἀλλά τήν ἄνεση πού θά προέρθει ἀπό τή σωματική ἀδυναμία. Ἄν ἀγρυπνήσεις στήν προσευχή, μήν συλλογίζεσαι τήν ταλαιπωρία τῆς ἀγρυπνίας, ἀλλά τήν παρρησία πού θά ἀποκτήσεις ἀπό τήν προσευχή. Ἔτσι κάνουν καί οἱ στρατιῶτες. Δέν βλέπουν τά τραύματα, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Δέν βλέπουν τίς σφαγές, ἀλλά τίς νίκες. Οὔτε βλέπουν τούς νεκρούς στό πεδίο τῆς μάχης, ἀλλά τούς ἥρωες πού στεφανώνονται. Ἔτσι καί οἱ κυβερνῆτες βλέπουν μπροστά στά κύματα τά λιμάνια, μπροστά στά ναυάγια τά ἐμπορεύματα, μπροστά στά δεινά τῆς θάλασσας τά ἀγαθά μετά τή θάλασσα.

Ἔτσι κάμε καί ἐσύ. Σκέψου πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι μέσα στή βαθιά νύχτα, ὅταν κοιμοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί τά θηρία καί τά κατοικίδια ζῶα, ὅταν ὑπάρχει ἀπόλυτη ἡσυχία, ἐσύ μόνο νά σηκωθεῖς καί νά μιλήσεις μέ τόν Κύριό μας. Εἶναι γλυκός ὁ ὕπνος; Ἀλλά τίποτε δέν εἶναι πιό γλυκό ἀπό τήν προσευχή. Ἄν συνομιλήσεις μόνος μαζί Του, πολλά θά καταφέρεις. Δέν θά σέ ἐνοχλεῖ κανείς, οὔτε θά ἐμποδίσει τήν προσευχή σου. Ἔχεις καί τήν ὥρα σύμμαχο γιά νά ἐπιτύχεις αὐτά πού θέλεις. Ἐσύ ὅμως βαριέσαι νά σηκωθεῖς καί στριφογυρίζεις ξαπλωμένος στό μαλακό στρῶμα; Σκέψου τούς μάρτυρες πού εἶναι σήμερα ξαπλωμένοι στή σιδερένια σχάρα, χωρίς στρῶμα ἀπό κάτω, ἀλλά ἀναμένα κάρβουνα.

Ἐδῶ θέλω νά σταματήσω τό λόγο, γιά νά φύγετε ἔχοντας ἔντονη καί ζωηρή τή μνήμη ἐκείνης τῆς σχάρας καί νά τήν θυμᾶστε νύχτα καί μέρα. Γιατί, καί ἄν ἀκόμα μᾶς κρατοῦν ἄπειρα δεσμά, ὅταν ἔχουμε στό νοῦ μας αὐτή τή σχάρα, θά μπορέσουμε νά τά σπάσουμε ὅλα μέ εὐκολία καί νά σηκωθοῦμε γιά προσευχή. Ὄχι μόνο τή σχάρα, ἀλλά καί τίς ἄλλες τιμωρίες τῶν μαρτύρων ἄς τίς χαράξουμε στό βιβλίο τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς σκεφτοῦμε καί ἐμεῖς σάν αὐτούς πού λαμπροστολίζουν τά σπίτια τους καί κρεμᾶνε σ᾽ ὅλα τά σημεῖα ὄμορφες ζωγραφιές. Ἄς ζωγραφίσουμε στούς τοίχους τῆς δικῆς μας ψυχῆς τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων. Γιατί ἐκεῖνες οἱ ζωγραφιές εἶναι ἀνώφελες, αὐτές ὅμως ἐπικερδεῖς. Αὐτή ἡ ζωγραφική δέν χρειάζεται χρώματα, οὔτε ἔξοδα, οὔτε κάποια τέχνη. Ἀλλά γιά ὅλα αὐτά φτάνει νά χρησιμοποιήσει κανείς τήν προθυμία του καί τή γενναία καί νηφάλια σκέψη του καί μ᾽ αὐτή σάν χέρι ἄριστου τεχνίτη νά ζωγραφίσει τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων.

Ἄς ζωγραφίσουμε λοιπόν στή ψυχή μας ἄλλους νά εἶναι στά τηγάνια, ἄλλους ξαπλωμένους σ᾽ ἀναμμένα κάρβουνα, ἄλλους ἀναποδογυρισμένους στά καζάνια, ἄλλους νά καταποντίζονται στή θάλασσα, ἄλλους νά ξεσκίζονται, ἄλλους νά τούς γυρίζουν στόν τροχό, ἄλλους νά τούς ρίχνουν στόν γκρεμό. Ἄλλους πάλι νά παλεύουν μέ θηρία, ἄλλους νά τούς ὁδηγοῦν στό βάραθρο καί ἄλλους ὅπως ἔτυχε ὁ καθένας νά τελειώσει ἡ ζωή του. Ὥστε μέ τήν ποικιλία αὐτῆς τῆς ζωγραφικῆς, ἀφοῦ λαμπροστολίσουμε τό σπίτι τῆς ψυχῆς μας, νά τό κάνουμε κατάλληλο κατάλυμα γιά τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν. Γιατί ἄν δεῖ τέτοιες ζωγραφιές στήν ψυχή μας, θά ἔρθει μαζί μέ τόν Πατέρα καί μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά κατοικήσει μέσα μας. Καί θά γίνει στή συνέχεια ἡ ψυχή μας βασιλικό παλάτι καί κανένας κακός λογισμός δέν θά μπορέσει νά τήν πατήσει, ἀφοῦ ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων, σάν ζωγραφιά θά ὑπάρχει πάντοτε μέσα μας καί θά σκορπᾶ πολλή λάμψη καί θά κατοικεῖ συνεχῶς μέσα μας ὁ βασιλιάς τῶν ὅλων Θεός. Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ὑποδεχτοῦμε τό Χριστό ἐδῶ, θά μπορέσουμε μετά τήν ἀναχώρησή μας ἀπό τή γῆ νά Τόν ὑποδεχτοῦμε στίς αἰώνιες κατοικίες μας, τίς ὁποῖες εὔχομαι νά ἐπιτύχουμε ὅλοι μας μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου καί μέ τόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στόν Πατέρα καί στό ἅγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων Anthony Bloom




Σήμερα ἑορτάζουμε τὴν Ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Πάντων, ὅλων ἐκείνων ποὺ ἄκουσαν τὸν Χριστὸ νὰ ὁμιλεῖ, ποὺ οἱ καρδιὰ καὶ ὁ νοῦς τους πῆραν φωτιά, καὶ οἱ ὁποῖοι στάλθηκαν στὸν κόσμο γιὰ νὰ μεταφέρουν τὰ καλὰ νέα. Τὰ νέα αὐτὰ εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς τόσο ἀγάπησε τὸν κόσμο ὥστε ἦλθε μὲ τὴν πρόθεση νὰ μὴν τὸν ἐγκαταλείψει ποτέ, ὥστε μὲ τὴν Ἀνάσταση Του πῆρε μαζί Του τὴν οὐσία τοῦ κόσμου – στὴν Σάρκα Του ὅλο τὸν ὁρατὸ κόσμο, στὴν ψυχή Του ὁλάκερο τὸν ἀνθρώπινο κόσμο- καὶ τοὺς ἔδωσε θέση στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός. 

Αὐτὸ δὲν εἶναι μόνο ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἕνα κάλεσμα ποὺ ἀπευθύνεται στὸν καθένα μας. Σήμερα καλούμαστε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, παίρνουμε θάρρος ἀπὸ τὴν Ἐπιστολή, νὰ ἀγαπᾶμε τὸν Θεὸ τόσο πολὺ ὥστε νὰ γίνουμε πραγματικοί μαθητές Του, καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἐμπιστοσύνη μας σὲ Αὐτὸν πρέπει νὰ εἶναι καὶ νὰ γίνει, μέρα μὲ τὴ μέρα, πιὸ ἀληθινὴ, ὥστε ὁ κόσμος, βλέποντας ἐμᾶς, τὸν τρόπο ζωῆς μας, ποιοὶ εἴμαστε, νὰ πιστέψει ὅτι ὁ Θεὸς ἦρθε γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο καὶ ὅτι ἀξίζει νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Θεὸ ὡς Κύριο καὶ Φίλο. 

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος, μιλώντας στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του εἶπε: Ἄν θέλετε νὰ μοῦ δείξετε τὴν πίστη σας χωρὶς ἔργα, ἐγὼ θὰ σᾶς δείξω τὴν πίστη μου μέσα ἀπὸ τὰ ἔργα μου... Ἄς πᾶμε λοιπὸν στὸν κόσμο, ἕναν κόσμο ποὺ βρίσκεται σὲ ἀθλιότητα, σὲ ταραχὴ καὶ δυστυχία γιατὶ ἔχει χάσει τὸν δρόμο του, καὶ νὰ τοῦ φέρουμε τὰ χαρμόσυνα νέα. Αὐτὰ τὰ νέα δὲν εἶναι μόνο ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει ἔρθει καὶ βρίσκεται ἀνάμεσά μας, ὅτι μᾶς ἔχει δείξει την ὁδὸ τῆς σωτηρίας, ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας καὶ ἔδωσε ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ τὸ μιμηθεῖ ὁ καθένας μας, ὄχι δουλοπρεπῶς, οὔτε σὰν μισθωτός ἀλλὰ μὲ τὴν χαρὰ ὅτι ἀκολουθώντας αὐτὸν τὸν δρόμο σημαίνει ὅτι ἔχουμε ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολή μας, ὅτι εἴμαστε φορεῖς μιᾶς ζωῆς ποὺ μπορεῖ νὰ πλημμυρίσει τὴν ζωὴ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.

Αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Στὶς ἑπόμενες δύο ἑβδομάδες θὰ γιορτάσουμε τοὺς Ἁγίους τῆς Ρωσσίας καὶ τοὺς Ἁγίους τούτων τῶν νήσων, ἄνθρωποι ποὺ εἶναι αἷμα καὶ σάρκα μας- συγγενεῖς μας. Ἄς τοὺς σκεφτοῦμε καὶ ἄς προσπαθήσουμε νὰ ζήσουμε μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ νὰ μποροῦν νὰ χαίρονται ποὺ ἀκολοὺθησαν τ’ ἀχνάρια τους ἄνθρωποι ἄξιοι τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς δικῆς τους ζωῆς.

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

«Πρώτα θα γίνει ένας μεγάλος πόλεμος (...) Μετά θα έρθει ο Αντίχριστος»

alt
ΝΕΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΟ ΤΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΠΑ-ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΛΑΪΔΗ


Tώρα θα αναφερθώ σε μια συζήτηση που είχαμε με το Γέροντα Παΐσιο το φθινόπωρο του 1991. Ήταν μάλλον ο μήνας Οκτώβριος. Η συζήτηση αυτή αφορούσε τα μελλοντικά γεγονότα και περισσότερο τον Αντίχριστο. Γινόταν πολύς λόγος κι ακούγονταν διάφορα τότε.
Όταν έφθασα στο κελί του ήταν ολομόναχος. Χτύπησα. Μετάό ήρθε στο φράχτη. Ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος:
Απόστολος: «Γέροντα, ευλογείται!».
Γ. Παΐσιος: «Ο Κύριος! Τι έγινε, παιδί μου;»
Α: «Γέροντα, άνοιξε, θέλω να συζητήσουμε για τον Αντίχριστο».
Γ. Π.: «Πνευματικό έχεις;»
Α: «Έχω».
Γ. Π.: «Ε, τότε να το συζητήσεις με τον πνευματικό σου».
Εγώ επέμενα να το συζητήσουμε. Ο Γέροντας Παΐσιος ήταν πολύ καταβεβλημένος. Πονούσε πολύ! Ο πόνος ζωγραφιζόταν στο πρόσωπό του. Δε μου άνοιξε. Η συζήτηση, όμως έγινε στο φράχτη. Παρόλο το φριχτό πόνο που ένιωθε, με υπέμεινε και συζητήσαμε.
Α: «Γέροντα, θέλω να μου πείτε για τον Αντίχριστο. Ακούγονται πολλά και διάφορα».
Γ. Π.: «Άκου. έχουμε ακόμη καιρό, αργεί ακόμη. Πρώτα θα γίνει ένας μεγάλος πόλεμος. Πολύ μεγάλος! Θα χυθεί πολύ αίμα! Θα πάρουμε την Πόλη! Θα χυθεί όμως πολύ αίμα! Όπως λέει και η προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τριών χρόνων δαμάλι θα πλέει στο αίμα! Αυτός ο πόλεμος θα είναι μεγάλος. Θα είναι γενικός πόλεμος! Τέτοιος πόλεμος δεν έχει ξαναγίνει. Μετά θα έρθει ο Αντίχριστος».
Ήθελα να ρωτήσω κι άλλα, πολλά. Ο Γέροντας, όμως, με σταμάτησε.

Από το επίκαιρο και υπερπολύτιμο νεοεκδοθέν βιβλίο για τον Παπά-Γιάννη Καλαΐδη, Β' Τόμος (Σελ. 108 - 109) 

Παρασκευή, Ιουνίου 24, 2016

Aρχιμ. Αυγουστίνος Μύρου, Η μοναδικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας




Η ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ
ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Γ. Μύρου, Δρ Θ.
Ἡ αὐθεντικὴ ἱστορικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τὴν πιὸ ἁπτὴ πραγματικότητα στὸν κόσμο μας γιὰ κάθε καλοπροαίρετο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἐνδιαφέρεται εἰλικρινὰ νὰ γνωρίση τὴν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια καὶ νὰ ἐκφράση τὴν λατρευτική του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεόν. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια γνωρίσματά της τὴν μοναδικότητα. Πρόκειται γιὰ αὐτὸ ποὺ ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, «Πιστεύω... εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
Ἡ αὐθεντικὴ, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι στὴ φύση της καὶ στὴ δομή της μία καὶ μοναδική. Δὲν ὑπάρχουν πολλὲς Ἐκκλησίες. Οὔτε κἄν δύο ἤ τρεῖς, ἀλλὰ μόνον μία. Λέγοντας αὐτὰ δὲν ἐννοοῦμε τὶς τοπικὲς ἐκκλησίες, ποὺ ἀποτελοῦν ὁλοκληρωμένες ἐκφάνσεις τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας. Ἡ καλὰ μαρτυρημένη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ εἶναι σαφέστατη. Δείχνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία καὶ μοναδική, εἴτε μὲ τὶς προτυπώσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἴτε μὲ τὶς εἰκόνες τῆς Καινῆς Διαθήκης, ποὺ ἀναφέρονται σ’ αὐτήν, εἴτε μὲ τὴν ἐμπειρία τῶν ἀγίων.

Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη παρατηροῦμε ὅτι ἕνας εἶναι ὁ περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ, ὡς τύπος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος· ἕνας εἶναι ὁ Ναὸς καὶ μία ἡ Κιβωτὸς, ὡς τύποι τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἰδιαίτερα διαφωτιστικὴ ἡ ὰναφορὰ τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου Κύπρου στὸ παλαιοδιαθηκικὸ χωρίο, «ἑξήκοντά εἰσι βασίλισσαι καὶ ὀδγοήκοντα παλλακαί· καὶ νεάνιδες ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός· μία ἐστί περιστερά μου, τελεία μου» (Ἆσμα Ἀσμάτων 6,7-8), γιὰ νὰ ἀντιπαραβάλη τὴν μοναδικὴ ἀληθινὴ Ἐκκλησία μὲ τὶς ὀγδόντα μέχρι τότε ἀναφυεῖσες αἱρέσεις[1].
Ὅλες, ἐπίσης, οἱ ἀποστολικὲς εἰκόνες στὴν Καινὴ Διαθήκη τονίζουν μὲ ἐνάργεια αὐτὴν τὴν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν γίνεται λόγος ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν ὁμιλῆ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, γιὰ πολλὲς οἰκοδομές, ἀλλὰ γιὰ μία. Οὔτε γιὰ πολλὰ σώματα, ἀλλὰ γιὰ ἕνα. Καὶ οὔτε γιὰ πολλὲς νύμφες τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ, ἀλλὰ γιὰ μία.
Ἡ μοναδικότητα τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας θεμελιώνεται στὴν μοναδικότητα τῆς θεανδρικῆς Ὑποστάσεως τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, ἐπειδὴ ἕνας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. Ἐφ’ ὅσον ὁ Χριστός εἶναι ἕνας ὡς μοναδικὸς θεμέλιος, τότε καὶ ἡ Ἐκκλησία ὡς οἰκοδομὴ, ποὺ χτίζεται ἐπάνω στὸν Χριστό, εἶναι μία καὶ μοναδική. Ἐφ’ ὅσον ὁ Χριστὀς εἶναι ἡ Κεφαλὴ καὶ ἡ Κεφαλὴ συνδέεται μόνον μὲ ἕνα σῶμα, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι μόνον μία ἡ Ἐκκλησία. Ἐφ’ ὅσον ὁ Χριστὀς εἶναι ὁ Νυμφίος καὶ μία ἡ νύμφη, τότε ἀναμβφίβολα μία καὶ μόνον μία εἶναι καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς, στηριζόμενος στὴν βιβλικὴ καὶ ἁγιοπατερικὴ θεολογία, ὑπογραμμίζει ἰδιαίτερα τὴν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Γράφει: «Ὅπως ἡ ὑπόστασις τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ εἶναι μία καὶ μοναδική, οὕτω καὶ ἡ Ἐκκλησία, δι’ Αὐτοῦ, ἐν αὐτῷ καὶ ἐπ’ αὐτοῦ θεμελιωθεῖσα εἶναι μία καὶ μοναδική»[2].
Τὸ γνώρισμα αὐτὸ τῆς μοναδικότητας τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιο γιὰ τὴν ἑνότητα σ’ Αὐτήν. Ἡ ἑνότητα, ποὺ εἶναι σχεδὸν ταυτόσημη μὲ τὸν ὅρο ἐκκλησία, οὔτε ὑπάρχει οὔτε μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθῆ χωρὶς τὴν ἀδαμάντινη βάση τῆς πίστεως στὴν μία Ἐκκλησία. Αὐτὸ φαίνεται ἰδιαίτερα στὴν εἰκόνα τοῦ σώματος, ὅπου ἡ ἑνότητα καὶ ἡ συνεργασία τῶν μελῶν του εἶναι ὀργανικὴ καὶ ὄχι τεχνητή.
Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατόρθωμα. Εἶναι θεῖο δῶρο, ποὺ προσφέρεται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεάνθρωπο Κύριο, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ καὶ τὸ μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο θεμέλιό της. «Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας θεμελιώνεται στὴν ταυτότητα τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, στὴν κοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων ἐν τῇ αὐτῇ Εὐχαριστίᾳ, στὴν ταυτότητα τοῦ ἤθους καὶ στὴν κοινὴ ἐμπειρία τῆς χάριτος σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις.  …Τὴν ἑνότητα μεταξύ μας καὶ μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ πραγματοποιεῖ ἡ χάρις τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Σύνδεσμος δὲ ἑνότητος εἶναι ἡ δόξα, τὴν ὁποία ἔδωκεν ὁ Κύριος στοὺς δικούς του· ΄κἀγὼ τὴν δόξαν, ἥν δέδωκά μοι, δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὧσιν ἕν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμέν, ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, ἵνα ὧσι τετελειωμένοι΄ (Ἰω. 17,22-23) »[3].
Χρέος δικό μας, τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, δὲν εἶναι νὰ ἐπιτύχουμε μὶα ἀνθρώπινη ἑνότητα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν δεδομένη ἀπὸ τὸν Χριστό ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ἑνότητα. Ὅπως χαρακτηριστικὰ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Ἐφεσίους, «σπουδάζοντες τηρεὶν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης»[4].
Ὡς ἀνθρώπινο κατόρθωμα ἀντιλαμβάνονται τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας οἱ αἱρετικοί. Παραβλέποντας τὴν μοναδικότητα τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας, ἀγνοώντας τὴν δεδομένη ἀπὸ τὸν Θεὸ ἑνότητα καὶ ἐκκινώντας ἀπὸ τὸν πολυδιεσπασμένο Προτεσταντισμό, ἐπιχειροῦν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸ πρόβλημα θεωρητικὰ καὶ πρακτικὰ μὲ καθαρὰ ἀνθρώπινους καὶ κοσμικοὺς τρόπους. Ὁμιλοῦν γιὰ παγχριστιανικὴ ἑνότητα μὲ πολυμορφία αἱρετικῶν διδασκαλιῶν  καὶ ἠθῶν. Ἐπιχειροῦν νὰ στηρίξουν τὴν κοσμικὴ ἑνότητα τῶν πολλῶν διαφοροποιημένων «ἐκκλησιῶν» στὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος γιὰ τὸ ὁμοούσιον τοῦ Θεοῦ καὶ συγχρόνως γιὰ τὴν ἑτερότητα τῶν θείων Ὑποστάσεων. Ὅμως, ὅλες αὐτὲς οἱ θεωρίες δὲν ἔχουν καμμία ὀρθὴ θεολογικὴ καὶ ἁγιοπνευματικὴ κατοχύρωση.
Πρωτίστως, πρόβλημα διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει στοὺς χριστιανούς ὅσο ἀναγνωρίζουν τὴν Ἐκκλησία ὡς μία, ὡς τὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ πάλι εἶναι βαθιὰ θεολογικὸς καὶ ρηξικέλευθος ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς: «Ἡ Ἐκκλησία οὖσα καθολικῶς εἷς καὶ μοναδικὸς θεανθρώπινος ὀργανισμὸς εἰς ὅλους τοὺς κόσμους, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαιρεθῆ. Κάθε διαίρεσις θὰ ἐσήμαινε τὸν θάνατόν της... Εἶναι ὀντολογικῶς ἀδύνατος ὁ χωρισμὸς τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τοῦτο ποτὲ δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ μόνον χωρισμὸς ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν»[5]. Γιὰ τὶς αἱρέσεις ἰσχύει αὐτὸ ποὺ ὅλοι οἱ ἄγιοι πατέρες πρεσβεύουν καὶ ὁ ἄγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου ἐκφράζει μὲ ἀκρίβεια: «ἐξεκλάσθησαν ὥσπερ κλάδοι αἱ ἀφορισθεῖσαι αἱρέσεις, εἰς ὄνομα Χριστοῦ κληθεῖσαι, μὴ οὖσαι δὲ αὐτοῦ, ἀλλ’ αἱ μὲν ἀπὸ μήκοθεν αὐτοῦ πολὺ διεστῶσαι, αἱ δὲ διά τι ἐλάχιστον ἀποκληρονόμους καὶ ξένας αὐτοῦ ἑαυτὰς καταστήσασαι καὶ τὰ αὐτῶν τέκνα τῶν οὐκ οὐσῶν ἐνθέσμων, ἔξω δὲ βεβηκυιῶν, μόνον δὲ τὸ ὄνομα ἐπικεκλημένων Χριστοῦ· περιλειφθήσεται ἡμῖν ἡ περὶ ἀληθείας ἀπόδειξις, αὐτῆς τε τῆς περιστερᾶς τῆς μονωτάτης ὑπὸ τοῦ νυμφίου ἐπαινουμένης»[6].
Τὸ πρόβλημα τὴς διαιρέσεως ἀρχίζει ἀπὸ τότε ποὺ οἱ χριστιανοὶ βλέπουν τὴν Ἐκκλησία ὄχι ὡς Σῶμα Χριστοῦ, ἀλλὰ ὡς Σωματεῖο ὡρισμένων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι ἔχουν κοινὴ πίστη, ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς διαφόρους αἱρετικούς.
Ἐὰν ἡ ἀληθινὴ, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει ὡς βασικό της γνώρισμα ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ μία καὶ μοναδική, ἀπὸ ὅπου ἀπορρέει καὶ ἡ ὀργανική της ἑνότητα, ἡ αἵρεση ἔχει ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια γνωρίσματά της τὴν πολλαπλότητα καὶ τὴν πολυδιάσπαση. Ἀποδέχεται τὴν ὕπαρξη πολλῶν «ἐκκλησιῶν», οἱ ὁποῖες προῆλθαν ἀπὸ τὴν διάσπαση τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ ἡ κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς κατέχει ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας.
 Αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ σὲ ἐκεῖνον ποὺ μελετᾶ τὴν ἱστορία τῆς πιὸ γνωστῆς αἱρέσεως, τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Ὁ Προτεσταντισμὸς διαιρέθηκε ἀπὸ αὐτὴ τὴν γέννησή του στὰ δύο, στὴν λεγόμενη Λουθηρανικὴ ἐκκλησία καὶ στὴν λεγόμενη Μεταρρυθμισμένη ἐκκλησία. Πολὺ σύντομα σχηματίστηκαν νέες αἱρετικὲς ὁμάδες. Ὀκτὼ χρόνια μόλις μετὰ τὸ ξεκίνημα τῆς Μεταρρύθμισης οἱ διάφορες προτεσταντικὲς  ὁμάδες εἶχαν ξεπεράσει τὶς 200. Σήμερα ὑπάρχουν καὶ δροῦν ἀνεξάρτητα χιλιάδες προτεσταντικὲς «ἐκκλησίες»[7]. Νομίζω πὼς δὲν ὑπάρχει χαρακτηριστικώτερο καὶ ἐκφραστικώτερο παράδειγμα, ποὺ νὰ δείχνη τὸ χάος, στὸ ὁποῖο ὁδηγεῖ ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὶς δοκιμασμένες θεανθρώπινες δομές, ποὺ μᾶς κληροδότησε ἡ Ἱερὰ Παράδοση, ἀπὸ τὴν παραδοχὴ τῆς μοναδικότητας τῆς Ἐκκλησίας.
Τὶ συμβαίνει ὅμως μὲ τὶς αἱρέσεις ἐκεῖνες, ποὺ φαίνονται ὅτι διατηροῦνται ἀδιάσπαστες; Μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ ἀδιάσπαστη ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ; Ὄχι βέβαια, διότι διασπάσθηκε μὲ τὴ Μεταρρύθμιση. Κι ἄν σ’ ἕνα μεγάλο βαθμὸ κατορθώνει νὰ διατηρῆ μία ἐξωτερικὴ ἑνότητα, αὐτὸ ὀφείλεται στὴν υἱοθέτηση κοσμικῶν μεθόδων αὐταρχισμοῦ. Ἡ ἐπιμονὴ τοῦ Παπισμοῦ στὸ πρωτεῖο καὶ στὸ ἀλάθητο τοῦ πάπα φανερώνει τὴν ἀγωνιώδη προσπάθεια του νὰ βρῆ λύση στὸ ἐπιτακτικὸ πρόβλημα τῆς ἑνότητος. Κι ἐπειδὴ ἀπορρίπτει τὴν λύση ποὺ ἀποκάλυψε ὁ Θεός, δηλαδὴ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ὑπακοή μέσα στὴν συνοδικότητα καὶ στὴν εὐθυγράμμιση μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους, ἐφευρίσκει αὐταρχικὰ μορφώματα, ὅπως τὸ πρωτεῖο καὶ τὸ ἀλάθητο, τὰ ὁποῖα ὑποβαθμίζουν καὶ τέλικὰ ἀπορρίπτουν τὴν καθοδηγητικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἐδῶ προκύπτει καὶ ἕνα ἄλλο ζήτημα γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους, ἐὰν στὴν ἐπικοινωνία μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μποροῦμε νὰ χρησιμοποιοῦμε γι’ αὐτοὺς κατ’ οἰκονομίαν τὸν ὅρο ΄ἐκκλησία΄. Ὑπῆρξαν μάλιστα καὶ Ὀρθόδοξοι, οἱ ὁποῖοι ἀτυχῶς ἐπεχείρησαν νὰ στηρίξουν τὴ θέση αὐτὴ καὶ ἁγιογραφικὰ μὲ τὴν χρήση τοῦ ὅρου ΄πατήρ΄ γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ οἰκονομία ὅμως, ὅπως τὴν γνωρίζουμε ἀπὸ τὶς θεόπνευστες Γραφὲς καὶ τοὺς ἀγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, χρησιμοποιεῖται περιορισμένα σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις, ποτὲ δὲν μετατρέπεται σὲ κανόνα, καὶ κυρίως ἔχει ὡς στόχο νὰ βοηθήση τοὺς πεπλανημένους νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν ἀλήθεια, καὶ νὰ θεραπευθοῦν ἀπὸ τὴν βαρύτατη ἀσθένεια τῆς πλάνης. Τὸ ὅτι δὲν ἰσχύουν αὐτὲς οἱ προϋποθέσεις γιὰ τὴν συζητούμενη ΄οἰκονομία΄, τὸ ἀποδεικνύουν περίτρανα τὰ μέχρι τώρα ἀποτελέσματα στὴν πρακτικὴ ποὺ ἀκολουθήθηκε ὅλες τὶς τλευταῖες δεκαετίες. Δὲν καταγράφονται παραδείγματα αἱρετικῶν ποὺ μεταστράφηκαν στὴν Ὀρθοδοξία, ἐπειδὴ οἱ Ὀρθόδοξοι θεωροῦσαν τὴν αἵρεσή τους, ἔστω κατ’ οἰκονομίαν, ὡς ἐκκλησία. Ἀντίθετα ἔχουμε παμπολλα παραδείγματα πρώην αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι μεταστράφηκαν, ἐπειδὴ ἀνακάλυψαν στὴν Ὀρθοδοξία τὴν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Θὰ σφραγίσω τὸν γραπτὸ τοῦτό μου λόγο μὲ τὶς σκέψεις ἑνὸς ταλαντούχου ἀμερικανοῦ συγγραφέα καὶ σκηνοθέτη, πρώην προτεστάντη, ὁ ὁποῖος ὕστερα ἀπὸ ἐπίμονη ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας καὶ μελέτη δεκατεσσάρων ἐτῶν ἔγινε Ὀρθόδοξος, καὶ κατέθεσε τὴν μαρτυρία του σ’ ἕνα ἀξιολογώτατο βιβλίο, ποὺ μεταφράστηκε στὰ ἑλληνικά καὶ κυκοφορεῖ μὲ τὸν τίτλο, Ἀναζητώντας τὴν Ὀρθόδοξη πίστη στὸν αἰώνα τῶν ψεύτικων θρησκειῶν ἤ Χορεύοντας Μόνος. Στὸ τέλος τοῦ βιβλίου του γράφει: «Καθὼς ὁ ἄθεος κόσμος ποὺ καταρρέει, ζητεῖ ἐλπίδα, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πρέπει νὰ κρατήση μία διακεκριμένη θέση, ὄχι μὲ τὸν ‘μοντερνισμὸ’ καὶ τὸν ‘οἰκουμενισμὸ’ ἤ τὸν ‘ἐκσυγχρονισμὸ’, ἀλλὰ μὲ τὴν σταθερότητά της, τὴν καθαρότητα καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς... Γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε αὐτὸ πρέπει νὰ εἴμαστε πρόθυμοι νὰ πληρώσουμε τὸ τίμημα, ἀκόμη καὶ νὰ περιπαιχθοῦμε, νὰ διωχθοῦμε καὶ νὰ ἀπορριφθοῦμε, ἐπειδὴ ἀντιπροσωπεύουμε τὴν ἀγάπη, τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὸ ἔλεος σ’ ἕνα αἰώνα χωρὶς ἀληθινὴ ἀγάπη, ὀμορφιὰ καὶ ἔλεος... Ἐκεῖνοι οἱ περιπλανώμενοι μέσα στὴ σύγχυση κοσμικοί, Προτεστάντες, Ρωμαιοκαθολικοί καὶ ἄλλοι (αἱρετικοί), οἱ ὁποῖοι ἀναζητοῦν κάτι ὑπερβατικό, ἅγιο καὶ σταθερό μέσα σ’ ἕνα συγκεχυμένο καὶ βέβηλο κόσμο, πρέπει νὰ προσκληθοῦν στὴν Ἐκκλησία, τὴν μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ἐκκλησία τῶν αἰώνων. Ἡ ἀληθινὴ καὶ μόνιμη οἰκουμενικὴ ἑνότητα θὰ ἐπιτευχθῆ, ὅταν ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι χριστιανοὶ ἐπιστρέψουν στὸ πατρικό τους σπίτι (στὴν Ὀρθοδοξία)… Πιστεύω ὅτι τὸ πρόγραμμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι (ἕνα), νὰ παραμείνη Ὀρθόδοξη»[8].
Καὶ τὸ δικό μας τὸ χρέος, τὸ χρέος τῶν συγχρόνων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ποιὸ εἶναι; Νὰ γεμίσουμε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη ἐμπειρία, τὴ γνήσια καὶ αὐθεντική, ὥστε νὰ ἔχουμε τὴν δύναμη νὰ κρατήσουμε τὴν ἱερὴ Παρακαταθήκη τῶν πατέρων μας, τὴν πολυτιμότερη κληρονομιά μας καὶ τὸν ἀκριβώτερο πλοῦτο μας, τὴν μία,ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, καὶ νὰ τὴν παραδώσουμε ἀκέραια καὶ ἀνόθευτη στὶς μέλλουσες γενεές.
Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Γ. Μύρου, Δρ Θ.



[1] Ἐπιφανίου Κύπρου, Πανάριον,  Κατὰ Μασσαλιανῶν Ι΄, PG 42,772
[2] Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ οἰκουμενισμός, σ. 80
[3] Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου ἁγίου Ὄρους, Σχόλια καὶ Προτάσεις ἐπὶ τῶν σχεδίων κειμένων τῆς ἁγίας καὶ  Μεγάλης Συνόδου, σ. 5
[4] Ἐφεσ. 4,3
[5] Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ οἰκουμενισμός, σ. 80-82
[6] Ἐπιφανίου Κύπρου, Πανάριον, Κατὰ Μασσαλιανῶν Ι΄, PG 42,772
[7] Frank SchaefferΧορεύοντας Μόνος, κεφ. Ἡ Μεταρρύθμιση, σσ. 152 κ. ἑ.
[8] Frank SchaefferΧορεύοντας Μόνος, σ. 517-518

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...