Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Αυγούστου 20, 2016

ΘΑΡΡΟΣ, ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΣΙΣ, ΘΡΑΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Θ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ΙΔ’ 22-34)

Δεν έχουμε ίσως μελετήσει το πόση αξία έχει και πόσο αναγκαίο είναι το θάρρος για την ζωή γενικώτερα και ιδίως για την Ορθόδοξη Χριστιανική μας ζωή.
Αυτό το βλέπουμε από την ίδια την πραγματικότητα, αλλά το δεχόμαστε και ως εντολή τού ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού. “Θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε” (Ματθ. ΙΔ’ 27). Έχετε θάρρος. Εγώ είμαι. Μη φοβείσθε, απάντησε στους περίτρομους μαθητές όταν εκείνοι δεν τον κατάλαβαν και νόμισαν ότι μέσα στην νύκτα και επάνω στα κύματα της θαλάσσης έβλεπαν φάντασμα. Αλλά και  στην συνέχεια, όταν ο Πέτρος είδε τον άνεμο πως ήταν δυνατός και εκλονίσθη η πίστις του, όταν φοβήθηκε καθώς εβάδιζε επάνω στα κύματα και άρχισε “καταποντίζεσθαι και έκραξε λέγων, Κύριε, σώσον με”.
Ο Ιησούς, αφού άπλωσε το χέρι του, τον έπιασε και του είπε: “ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας;”. Ολιγόπιστε, γιατί εδειλίασες;
Χρειάζεται άραγε να τονίσουμε ότι έρχονται στιγμές που και εμείς οι ίδιοι αισθανόμαστε ωσάν τον Απόστολο Πέτρο, να ανοίγει δηλ. η θάλασσα κάτω από τα πόδια μας και να είναι έτοιμη να μας καταπιεί; Και υπάρχει αμφιβολία ότι τέτοιες στιγμές έχουμε την ανάγκη ενός αδελφικού λόγου για να αναθαρρήσουμε και ενός στιβαρού χεριού για να μας συγκρατήσει;
Ναι, θάλασσα και μάλιστα αρκετές φορές θάλασσα μανιασμένη είναι η ζωή μας. Την γαλήνη διαδέχεται η τρικυμία των περιστάσεων του βίου και την τρικυμία η γαλήνη της χάριτος και της αδελφικής συμπαραστάσεως.
Ν’ αναφερθούμε σε περιστατικά; Εδώ μεν βρίσκεται ένας εγκαταλελειμμένος ασθενής, εκεί ένας πτωχός αγωνίζεται (δίχως να έχει πάντοτε τα επιθυμητά αποτελέσματα) και έτσι να υποφέρει ψυχοσωματικώς, συνάμα δε να παραμένει αξιοπρεπής. Πιο κάτω ένας αθώος συκοφαντείται από τους επιτήδειους και γενικώς υπάρχουν τόσα και τόσα περιστατικά που κάνουν τον άνθρωπο να κλονίζεται το θάρρος του. Καταστάσεις οδυνηρές, απρόοπτες και μακροχρόνιες που δεν έχουν τέλος…
Πολύ προσφυώς έλεγε κάποιος “ευκολότερα  θα μετρήσεις τα πλατανόφυλλα, παρά θα απαριθμήσεις τους πειρασμούς, τους κινδύνους, τις ταλαιπωρίες και τις ταπεινώσεις της ζωής”.
Φυσικά, ούτε λόγος για το ότι σε αυτές τις περιπτώσεις το μόνο που δεν πρέπει να χαθεί είναι το θάρρος. Το θάρρος που τελικώς αποδεικνύεται πως αποτελεί μια εκ των μεγαλυτέρων αρετών. Αρετής αναγκαίας, τόσο για το πέλαγος της ζωής γενικώτερα, όσο και γι΄ αυτή την ορθόδοξη πνευματική ζωή ειδικώτερα.
Έτσι λοιπόν, ανακύπτει ενώπιόν μας το ερώτημα: “έχουμε το θάρρος που απαιτείται για την πίστη μας;”. Το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε και κινούμαστε αποκαλύπτει αποστασία και μάλιστα μεγάλη. Ακούγονται αντιρρήσεις, ειρωνίες, σχόλια και παροτρύνσεις ώστε να εφαρμόσει ο πιστός, πράγματα εντελώς αντίθετα απ΄ όσα ο Χριστός ορίζει δια του Νόμου του.
Καταστάσεις δηλ. εντελώς αντίθετες με αυτά που εβίωσαν και ζουν οι άγιοι της κάθε εποχής. Και χωρίς αντίρρηση, βλέπει κανείς αυτή η αποστασία να στοχεύει στους νέους κυρίως ανθρώπους. Στις υπάρξεις εκείνες που θα έπρεπε ακριβώς λόγω του νεανικού τους σφρίγους και του δυναμισμού της ηλικίας να αγωνίζονται και με θάρρος να ζουν αλλά και να ομολογούν την Χριστιανική πίστη και ζωή.
Και ενώ ο Χριστός καλεί την ψυχή να βαδίσει επάνω στα κύματα, ενώ η Ορθοδοξία μάς παρέχει αυτήν ακριβώς την δυνατότητα του θάρρους, από την άλλη ο άνθρωπος κλονίζεται και αποθαρρύνεται. Βλέπει τις φουρτούνες και τις τρικυμίες της ζωής να θέλουν να τον καταποντίσουν. Πώς άραγε τα αντιμετωπίζει ο Χριστιανός όλα αυτά; Μήπως σκύβει το κεφάλι με ντροπή μπροστά στο προκλητικό ρεύμα της ζωής χωρίς Θεό; Μήπως πάλι τα χάνει και δεν γνωρίζει τι να απαντήσει; Μήπως στο στόμα τίθεται φραγή; Μήπως, αλλοίμονον, παρασύρεται και χάνει την σιγουριά του για την μοναδικότητα της πίστεώς μας και για την ορθότητα της ζωής των αγίων; Αλλοίμονο εάν κανείς παλεύει μέσα του με τα κύματα τέτοιων συμπεριφορών και καταστάσεων. Όλα αυτά ούτε καν θα πρέπει να αγγίζουν τις καρδιές που δια του αγίου βαπτίσματος ενεδύθησαν τον Χριστό. Αντιθέτως μάλιστα, όσο περισσότερο δέχεται κανείς τις προκλήσεις και τον ζοφερό πειρασμό της αποθαρρύνσεως, το ύπουλο αυτό όπλο του εχθρού, τόσο και περισσότερο ο πιστός θα πρέπει να μένει σταθερός και ολοένα και περισσότερο να βελτιώνει το θάρρος του.
Ο συνειδητός Ορθόδοξος πιστός γνωρίζει καλά (οφείλει να γνωρίζει καλά) ότι ακολουθεί τον σωστό δρόμο. Ζει την πραγματικότητα ότι  “ο Χριστός είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή”. Ότι ο τρόπος της εκκλησιαστικής βιοτής, δια των Ιερών μυστηρίων, της προσευχής, της ασκήσεως, και γενικώς όλα όσα περιέχει η ζωή της πίστεως, αποτελούν την μοναδική οδό προς ευλογία, ευτυχία, εξαγιασμό και σωτηρία.
Αυτός δε είναι και ο λόγος που όταν ο πιστός, το μέλος της Εκκλησίας δέχεται τις ποικίλες προκλήσεις, όχι μόνον δεν χάνει το θάρρος του και την ψυχραιμία του, αλλά λαμβάνει τον λόγο και απαντά. Απαντά με τρόπο δυναμικό ως προς την ουσία των επιχειρημάτων. Θέλοντας και μη, εκφράζει τον αυθεντικό, τον φωτεινό τρόπο της γνησίας ζωής του Χριστού, αλλά ταυτοχρόνως με το θάρρος φανερώνει τρόπους αγαθούς και κυρίως λεπτότητα και ευγένεια ψυχής.
Ανατρέπει τα ψευδοεπιχειρήματα των αντιθέτων, αλλά δεν παρασύρεται σε προσωπικές αντιπαραθέσεις, όταν μάλιστα οι άλλοι, στο όνομα δήθεν της αλήθειας, χάνουν (εάν ποτέ είχαν) την ευπρεπή συμπεριφορά και προσπαθούν να καλύψουν την εμπάθεια και πολλά άλλα προσωπικά τους και όχι μόνο προβλήματα, με ένα ύφος που τελικώς αποκαλύπτει τα πάντα.
Και στο σημείο αυτό καθίσταται ανάγκη να αναφέρουμε ότι ναι μεν το θάρρος αποτελεί μεγάλη πηγή ψυχικής δυνάμεως, αλλά στην νεανική ηλικία ιδίως, οι άνθρωποι δεν το έχουν πάντοτε και φυσικά δεν το γνωρίζουν όσο πρέπει. Χρειάζεται λοιπόν ο νέος άνθρωπος και βεβαίως ο Χριστιανός να το μελετήσει, να το αναγνωρίσει και να το καλλιεργήσει καταλλήλως και όσο χρειάζεται. Χρειάζεται προσοχή μεγάλη διότι καθώς ωριμάζει η ψυχοσωματική του ύπαρξις, κινδυνεύει από το ένα άκρο που ονομάζεται δειλία και συμβιβασμός να μετατεθεί στο άλλο άκρο που αποκρυπτογραφεί θράσος και πνευματική αναίδεια. Καυχησιολογίες δηλ. και συμπεριφορές που οδηγούν όχι μόνο σε προσωπικό κατάντημα, αλλά και σε πνευματικά ατυχήματα που ταράσσουν την κοινωνία και την Εκκλησία και επιφέρουν αποστασίες και ακόμα σχίσματα κι αιρέσεις. Φυσικά μόνο θάρρος χριστιανικό δεν αποκαλύπτουν όλα αυτά.
Γενικώς, όταν ο άνθρωπος συγχέει την αρετή του θάρρους με την αδυναμία και τον πειρασμό του θράσους, φέρεται προς τους όλους με αυθάδεια, δίχως ίχνος σεβασμού και εξοστρακίζοντας από την ύπαρξη την δική του και των άλλων την αξιοπρέπεια.
Το κατάντημα τώρα της όλης πορείας με το απαράδεκτο αυτό πνεύμα του θράσους, είναι να κάνει κανείς τον δάσκαλο και τον ομολογητή της πίστεως. Και χτυπά μεν, ευκαίρως ακαίρως τον πάπα, ο ίδιος όμως έχει αναδείξει τον εαυτόν του σε “ορθόδοξο πάπα” ή μάλλον σε “οικουμενική σύνοδο” ο οποίος εκ καθέδρας αποφαίνεται ποιοί είναι οι σωστοί και ποιοί όχι. Ποιοί ανήκουν στην “κιβωτόν της σωτηρίας” που ο ίδιος πηδαλιουχεί και ποιοί είναι ήδη χαμένοι, αφού δεν τον παραδέχονται και δεν υποτάσσονται στο “θαρροθράσος” της δικής του επιλογής και δεν φλέγονται από την δική του “υψικάμινον” του ζήλου και της μοναδικότητας της “εκκλησίας” του.
Ας αφήσουμε όμως τα ανερμάτιστα σκάφη αφού επιμένουν να πελαγοδρομούν στον “ειρηνικό τους ωκεανό” που κατασκεύασαν και ας στρέψουμε την προσοχή στην ευγενική δύναμη της ψυχής η οποία κινεί την θέληση να εργαστεί για έναν ορισμένο και ανώτερο σκοπό που ονομάζεται αγιασμός.
Το θάρρος του Χριστιανού, όπως μας το διδάσκουν οι Απόστολοι και το σύνολο των Αγίων, δεν έχει, δεν μπορεί να έχει καμμία σχέση με την απρέπεια, την ταραχή και τις συκοφαντίες των
“αντιπάλων”. Ένας σωστά θαρραλέος άνθρωπος διαθέτει μέσα του την δύναμη να κάνει το καλό και τούτο βεβαίως προϋποθέτει Χριστιανική ανατροφή και ισορροπημένη συμπεριφορά. Πράγματα δηλ. που καλλιεργούνται μέσα στο περιβάλλον την ορθοδόξου χριστιανικής οικογένειας, περνώντας κατόπιν είτε στον χώρο της Ιερωσύνης, είτε του αυθεντικού μας Μοναχισμού.
Ομολογουμένως, το θάρρος είναι εσωτερική υπόθεσις και όχι ψυχολογικά τρικ και τέχνασματα που αποσκοπούν στο να φανατίσουν τους οπαδούς. Αποτελεί πεποίθηση της ψυχής στον αγώνα του Χριστού και στη νίκη της Εκκλησίας μας.
Ναι, είναι μεγάλο πράγμα ο πιστός να ακούει μέσα στην καρδιά του την φωνή του Ιησού: “Θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε”.
“Θαρσείτε”! Έχετε θάρρος, θα έρθει μια μέρα…
Μόνο ας μάθουμε να υπομένουμε τον μόχθο. Να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες ηρωικά. Να σηκώνουμε την θλίψη με καρτερία. Και πώς όχι, αφού κοντά μας, δίπλα μας, μέσα μας βρίσκεται ο ίδιος ο Κύριος;
Ας παρακαλέσουμε λοιπόν τον Αρχηγό της σωτηρίας μας, να μας χαρίσει την δωρεά τού θάρρους και εμείς να την καλλιεργήσουμε εντός της Εκκλησίας, δια της διακρίσεως στην ορθή της διάσταση.
Το θάρρος, είναι κυρίως η πεποίθηση και η εμπιστοσύνη της ψυχής. Είναι η Ελπίδα και το φως. Το φως του Χριστού που ποθούμε, λαχταρούμε και που μας χαριτώνει.
Αμήν.
Αρχιμ.  Ιωήλ  Κωνστάνταρος

Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου Οἱ πειρασμοὶ στὴ ζωή μας


Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου


Ὁ Χριστὸς ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἔκανε θαύματα στοὺς ἀνθρώπους ὅπως π.χ. θεράπευσε τὸν παραλυτικό τῆς Καπερναούμ, τοὺς δέκα λεπρούς, τὸν υἱὸ τῆς χήρας τῆς Ναΐν κ. ἄ. Ἔκανε θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς ἔδειχνε πτυχὲς τοῦ προσώπου Του, ὅπως τὸ θαῦμα τῆς Μεταμορφώσεως, τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς Ἀναλήψεως. Τέλος ἔκανε θαύματα στὴν ἄψυχη ὕλη, ὅπως πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους καὶ καταταράσθηκε τὴν ἄκαρπη συκιά. Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα γαληνεύει τὴ θάλασσα καὶ κάνει νὰ κοπάσει ὁ ἄνεμος.



Ἡ ἀπουσία τοῦ Χριστοῦ

Μετὰ τὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν πέντε ἄρτων ἀνάγκασε τοὺς μαθητὲς Του «ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν» (Ματθ. 14,22). Αὐτὸς ἀφοῦ ἀπέλυσε τοὺς ὄχλους, ἀνέβηκε στὸ ὄρος γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς προσευχῆς Του τὸ πλοῖο δοκιμάσθηκε, γιατί ἄρχισε σφοδρὴ θαλασσοταραχὴ καὶ ἦταν «βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων». Τὶς πρωινὲς ὧρες ἐμφανίσθηκε κι ἔλυσε τὴν ταραχὴ τῶν κυμάτων. Οἱ μαθητὲς εἶχαν συνηθίσει στὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἤθελε νὰ τοὺς δώσει νὰ καταλάβουν πὼς πρέπει νὰ εἶναι στενὰ συνδεδεμένοι μαζί Του. «Ὅσο ἀνέβαινε ἡ ἀγωνία τους, τόσο περισσότερο ἤθελαν τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ», γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Σηκώθηκε θύελλα, ὁ ἄνεμος ἀντίθετος, περνοῦσαν οἱ ὧρες καὶ βοήθεια δὲν εἶχαν ἀπὸ κανέναν.

Ὁ Κύριος ἤθελε νὰ τοὺς δοκιμάσει στὴν ὑπομονή. Ἤθελε νὰ τοὺς δώσει νὰ καταλάβουν «φέρειν τὰ συμπίπτοντα γενναίως», νὰ ἀντιμετωπίζουν μὲ γενναιότητα τοὺς πειρασμούς, γράφει ἕνας Ἅγιος. Ἡ θαλασσοταραχὴ ἦταν μία ἐξάσκηση τῶν μαθητῶν στὴν ὑπομονή, στὴν καρτερία, στὴν προσευχή. Ὁ Χριστός, ὅταν πρόκειται νὰ δώσει σὲ κάποιον ἄφθονη χάρη, τὸν ἐκπαιδεύει προηγουμένως στοὺς πειρασμούς. Οἱ Ἀπόστολοι θὰ κήρυτταν σ’ ὅλον τὸν κόσμο, θὰ ἔκαναν πολλὰ θαύματα, θὰ τοὺς ἔδινε ὁ Χριστὸς τὴ δύναμη νὰ κάνουν σημεῖα καὶ ὑπερφυσικὰ γεγονότα, γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς ἐκπαιδεύει στοὺς πειρασμούς, ὥστε νὰ μὴν ἀπελπισθοῦν, ὅταν θὰ συναντοῦσαν δυσκολίες καὶ ἀντιξοότητες. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ τὶς πρωινὲς ὧρες ἔλυσε τοὺς φόβους τῶν μαθητῶν καὶ γαλήνεψε τὴ θάλασσα.



Οἱ πειρασμοὶ στὴ ζωή μας

Στὴ ζωὴ μας ὑπάρχουν δύο εἰδῶν πειρασμοί. Ὑπάρχουν πειρασμοὶ ποὺ ἀναφέρονται στὴν πίστη. Ὁ ἄνθρωπος ὀλιγοπιστεῖ ἀπέναντι στὸ Θεό, ἔχει λογισμοὺς βλασφημίας, δὲν παραδέχεται τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀρνεῖται τὰ ἱερὰ μυστήρια, εἶναι δίψυχος. Ἐπίσης πολεμᾶται ἀπὸ τὴν πορνεία καὶ ἀπ’ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ γενικὰ ἀπ’ τὰ μεγάλα πάθη. Στοὺς πειρασμοὺς αὐτοὺς ὁ ἄνθρωπος μόνος του δὲν μπορεῖ νὰ πολεμήσει σωστά. Μόνο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ νικήσει τὶς καταστάσεις ποὺ περιγράψαμε πιὸ πάνω. Ὅταν ἐμφανισθοῦν τέτοια φαινόμενα στὴ ζωή μας, λέμε τὴν προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ• «μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν» (Ματθ. 6,13). Οἱ πειρασμοὶ αὐτοὶ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸ Θεό. Κάθε τι ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὸ Θεό, πρέπει νὰ τὸ διώχνουμε ἀμέσως.

Ἀντίθετα ὑπάρχουν ἄλλοι πειρασμοὶ ποὺ μᾶς ὠφελοῦν. Π.χ. Οἱ πειρασμοὶ τῆς στερήσεως τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ συκοφαντία εἰς βάρος μας, οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν οἰκείων καὶ φίλων μας, ἡ ἔλλειψη συμπάθειας ἐκ μέρους τῶν ἀνωτέρων μας, οἱ ἀσθένειες οἱ ἀνίατες καὶ βασανιστικές, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλες ποὺ πρόσκαιρά μᾶς ταλαιπωροῦν κ. ἄ. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ πειρασμοὶ δὲν μᾶς κάνουν κακό, ὅταν τοὺς ἀντιμετωπίσουμε μὲ τὸ πνεῦμα τὸ Εὐαγγελικὸ καὶ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς.

«Μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑπομένει πειρασμὸν ὅτι δόκιμος γενόμενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἰακ. 1,12), γράφει ὁ Ἀπόστολος. Ὁ ἴδιος λέγει πὼς πρέπει νὰ νιώθουμε χαρά, ὅταν περιπέσουμε σὲ πειρασμό. Αὐτοὶ οἱ πειρασμοὶ εἶναι εὐεργέτες μας καὶ μάλιστα μεγάλοι, γράφει ὁ ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος. Κανένας ἄνθρωπος ποὺ θέλει νὰ ἀγωνισθεῖ καὶ νὰ ζήσει ἐνάρετα, δὲν εἶναι μόνος του στὸν ἀγώνα του. Τὸ φορτίο του τὸ σηκώνει ὁ Θεὸς καὶ γίνεται ἐλαφρό. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε πὼς δὲ θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει ὁ Θεός. Δὲν ὠφελεῖ νὰ πιστεύουμε στὸ Χριστό, ἐὰν δὲν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπό Του. Πιστεύουμε ἀκράδαντα πὼς στὸ τέλος θὰ ἐπέμβει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας καὶ θὰ ἁπαλύνει τοὺς πειρασμούς, ἐὰν δὲν γογγύσουμε καὶ δὲν μεμψιμοιροῦμε καὶ ἔχουμε ὑπομονή.



Ἀδελφοί μου,

Ἔχουμε πάρει ὅπλα ἀπ’ τὸ Θεὸ πνευματικά, γιὰ νὰ πολεμοῦμε τοὺς πειρασμοὺς κι ὄχι νὰ περιπίπτουμε σὲ ἀκηδία κι ἀπελπισία. Ἂς ἔχουμε στραμμένο συνεχῶς τὸ πρόσωπό μας στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ μὴ βουλιάζουμε στὸ πέλαγος τῶν καθημερινῶν πειρασμῶν τῆς ζωῆς μας.

Κυριακή Θ’ Ματθαίου

Ματθ. 14, 22-34
Τα Ευαγγελικά αναγνώσματα που ακούμε τις Κυριακές του καλοκαιριού, από την Κυριακή των Αγίων Πάντων μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου, προέρχονται από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο και μας διηγούνται διάφορα θαύματα που τέλεσε ο Χριστός κατά την επίγεια παρουσία Του. Έχει ορίσει έτσι η αγία μας Εκκλησία, με σκοπό να μας διδάξει δύο μεγάλες αλήθειες: ότι ο Ιησούς Χριστός είναι όντως ο Υιός του Θεού, και ως Θεός έχει τη δύναμη όχι μόνο να επιτελεί θαύματα αλλά και να μας σώσει από τα δεσμά του θανάτου, και επίσης ότι η πίστη αποτελεί το απαραίτητο στοιχείο για τη ζωή του κάθε χριστιανού, προκειμένου να τελεστεί και αυτό το ελάχιστο -για τα μάτια μερικών- θαύμα της σωτηρίας μας.
Μέσα στο πνεύμα αυτό εντάσσεται και η σημερινή περικοπή. Μετά από μια μέρα διδαχής του λαού, οι μαθητές του Χριστού μπαίνουν στο πλοίο για να διαβούν την Τιβεριάδα θάλασσα. Ο Ιησούς, μετά την αποχώρηση του πλήθους, ανέβηκε στο βουνό για να προσευχηθεί. Κατά τα ξημερώματα, και ενώ στη λίμνη επικρατούσε θαλασσοταραχή, είδαν οι μαθητές τον Χριστό να έρχεται προς το μέρος τους, περπατώντας πάνω στο νερό. Έντρομοι, επειδή νόμισαν ότι βλέπουν φάντασμα, έβαλαν τις φωνές, Εκείνος όμως τους καθησύχασε λέγοντας: «μη φοβάστε, εγώ είμαι». -«Κύριε», λέει ο Πέτρος, «αν είσαι εσύ, διάταξέ με να έρθω προς Εσένα πάνω στα κύματα». -Έλα, του απαντά ο Χριστός, κι αυτός κατέβηκε από το πλοίο και ήλθε προς τον Κύριο περπατώντας πάνω στα κύματα. Βλέποντας όμως τον άνεμο ισχυρό, φοβήθηκε και άρχισε να βυθίζεται, οπότε φώναξε: «Κύριε, σώσε με!». Ο Ιησούς άπλωσε το χέρι και τον σήκωσε, λέγοντάς του: «ολιγόπιστε, γιατί δίστασες;». Και ανέβηκαν στο πλοίο κι αμέσως κόπασε ο άνεμος, ενώ οι μαθητές Τον προσκύνησαν λέγοντας «αληθινά, είσαι υιός του Θεού». Και αφού πέρασαν τη θάλασσα, ήλθαν στη γη της Γεννησαρέτ.
Αυτά τα δύο σημεία επιβεβαιώνονται και στη σημερινή διήγηση. Οι μαθητές, βλέποντας τον Χριστό να δαμάζει ακόμα και τις δυνάμεις της φύσεως, και μάλιστα με τρόπο πρωτοφανή, αναγνωρίζουν ότι όντως είναι Υιός του Θεού. Ότι δεν επρόκειτο για όραμα ή φαντασία των μαθητών, το αποδεικνύει το παράδειγμα του Πέτρου, που είτε για να επιβεβαιώσει ότι όντως ήταν ο Ιησούς είτε από επιθυμία να Τον μιμηθεί, ζητά και περπατά κι ο ίδιος επάνω στα κύματα.
Ωστόσο, προς στιγμή, βλέποντας τον ισχυρό άνεμο, ολιγοπιστεί. Και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τον καταποντισμό του. Γιατί ακριβώς το θαύμα, το κάθε θαύμα, είναι αποτέλεσμα όχι μόνο της επέμβασης του Θεού, αλλά και της δικής μας πίστεως. Γι αυτό και συχνά, όταν επιτελούσε κάποιο θαύμα, ο Χριστός έλεγε «η πίστη σου σε έσωσε» ή «ας γίνει σύμφωνα με την πίστη σου».
Η πίστη όμως αποτελεί κατά κύριο λόγο προσωπική και ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου, είναι υπέρβαση της λογικής και όχι παραλογισμός. Στην εποχή μας, που ο άνθρωπος προσπαθεί να υποτάξει τα πάντα στη λογική και στην επιστημονική έρευνα και γνώση, η πίστη έχει συχνά χαρακτηριστεί ως κάτι το αναχρονιστικό, το οποίο αποτελεί εμπόδιο στην πρόοδο και στον πολιτισμό. Ωστόσο, χωρίς πίστη, χωρίς έστω αυτοπεποίθηση, κανένα από τα επιτεύγματα του σύγχρονου πολιτισμού μας δεν θα είχε πραγματοποιηθεί, γιατί απλά και αυτή η επιστήμη συχνά εξελίσσεται έχοντας πλήρη επίγνωση ότι προσπαθεί να ψηλαφήσει το άγνωστο και επομένως μη γνωρίζοντας την έκβαση της οποιασδήποτε αναζήτησης. Ακόμα και το πείραμα του Σερν, στα σύνορα Γαλλίας – Ελβετίας, έχει προετοιμαστεί επί πολλές δεκαετίες χωρίς να γνωρίζουν οι επιστήμονες τι αποτέλεσμα θα φέρει, στηριγμένο απλά στην πίστη ή στην ελπίδα ότι θα μας αποκαλύψει τα μυστικά της γένεσης του σύμπαντος.
Η χριστιανική πίστη βέβαια δεν είναι ούτε κάποια αμυδρή ελπίδα, ούτε όμως και άρνηση κάθε ανθρώπινης γνώσεως. Η χριστιανική πίστη αποτελείται από τη βεβαιότητα για την θεότητα του Ιησού Χριστού και για τα πεπερασμένα όρια του ανθρώπινου νου, που όσα πολλά και αν γνωρίσει ή εξερευνήσει, δεν μπορεί να χωρέσει την άπειρη αγάπη και σοφία του Θεού. Χωρίς αυτή την πίστη, κάθε προσπάθεια του ανθρώπου να ανυψωθεί, περιορίζεται στα πλαίσια της επίγειας ζωής του, ενώ με την πίστη υπερβαίνει τα όρια του υλικού και του εφήμερου και ανυψώνεται πνευματικά με προοπτική την αιωνιότητα.
Άνεμοι και τρικυμίες, δοκιμασίες και πειρασμοί πάντα υπάρχουν. Και συχνά, σαν τον Πέτρο, ολιγοψυχούμε και αρχίζουμε να καταποντιζόμαστε. Η σημερινή περικοπή μας διδάσκει ότι ακόμα και τότε, ο Χριστός βρίσκεται δίπλα μας και μας απλώνει το χέρι. Αρκεί να μη χάσουμε εντελώς την πίστη μας, αρκεί να μην αμφισβητήσουμε ούτε Εκείνον ούτε την παρουσία Του δίπλα μας. Αρκεί να στρέψουμε και πάλι προς Αυτόν το βλέμμα μας και να Του φωνάξουμε: «Κύριε, σώσε με!»

Ολιγόπιστε, εις τί εδίστασας ; - Θ΄ Ματθαίου ομιλία επισκόπου Κερνίτσης Χρύσανθου


“και αρξάμενος καταποντίζεσθαι, έκραξε, λέγων, Κύριε, σώσόν με.” ΚΥΡΙΑΚΗ Θ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Η σώζουσα πίστη

Επέδειξε πραγματικά μεγάλη τόλμη και θάρρος ο Πέτρος όταν ζήτησε να περπατήσει πάνω στη γεμάτη τρικυμίες και φουρτούνα θάλασσα. Μπορεί βέβαια ο μαθητής του Χριστού να ήταν εξοικειωμένος με το υγρό στοιχείο λόγω του επαγγέλματός του αλλά πρέπει να είχε και πικρή εμπειρία από το θυμό της θάλασσας όταν ξεσπούσαν φουρτούνες.
κείνο όμως που τον έκανε τώρα να αψηφά με τόση περιφρόνηση τον φόβο των κυμμάτων και τον κίνδυνο του καταποντισμού δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η μεγάλη αγάπη προς τον Διδάσκαλό του, το Χριστό. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι εξεδήλωσε έντονη επιθυμία να σπεύσει να πάει κοντά Του. Έστω και αν χρειαζόταν να περπατήσει πάνω στα κύμματα.
Αναποδογυρίσματα ολιγοπιστίας
Ωστόσο, η ολιγοπιστία που τον κυρίευσε εκείνη τη στιγμή παρολίγο να του στερήσει τη χαρά να ξαναβρεθεί κοντά στον Κύριο. Είχε ξεκινήσει με μεγάλη πίστη και μπορούμε να πούμε ότι πέτυχε το ανθρωπίνως αδύνατον. Όμως στην κρίσιμη στιγμή δεν έμεινε σταθερός μέχρι τέλους στην πίστη του, με αποτέλεσμα να βρεθεί μπροστά στον κίνδυνο του καταποντισμού. Και όμως, ο Πέτρος είχε έντονη την εμπειρία της παρουσίας του Διδασκάλου που αποβαίνει τόσο σωτήρια στη ζωή μας.
Όταν και εμείς βρισκόμαστε μπροστά στις τρικυμίες της ζωής, τις δυσκολίες και τις δοκιμασίες, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που μας καταλαμβάνει η ολιγοπιστία και μας λυγίζει, όπως στο περιστατικό με τον Πετρο. Αυτό δείχνει ότι δεν εναποθέτουμε πάντοτε με απόλυτη εμπιστοσύνη τον εαυτό μας στην αγάπη του Κυρίου, ούτε και θυμούμαστε αδιάλειπτα την παντοδυναμία Του, αλλά και την πανταχού παρουσία Του.
Είναι οι περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες στηριζόμαστε περισσότερο στις δικές μας δυνάμεις που δεν είναι λίγες οι φορές που μας προδίδουν και μας εγκαταλείπουν. Στηριζόμαστε ακόμα στην ανθρώπινη λογική που συχνά φαντάζει τόσο άλογη μπροστά στην αγάπη του Θεού, η οποία μας καθιστά ικανούς να επιτυγχάνουμε τα πάντα. Όταν ο Πέτρος εμφάνισε συμπτώματα ελλείμματος πίστης, τότε ο Κύριος τον αποκάλεσε ολιγόπιστο. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το πρώτο βήμα που έκανε να περπατήσει στα κύμματα, το κατάφερε με την πίστη που διέθετε. Στο δεύτερο όμως που βυθίστηκε στα βαθειά νερά απέτυχε γιατί φοβήθηκε τον ισχυρό άνεμο. Ο άλλοτε τολμηρός μαθητής δεν είχε σκεφθεί σίγουρα ότι Εκείνος που τον ενίσχυσε και περπάτησε στα κύμματα θα τον ενίσχυε για να αντισταθεί και στον ισχυρό άνεμο. Κοντά μας ο Χριστός
Πόσο διδακτική αλήθεια είναι η διήγηση της Ευαγγελικής περικοπής που τόσο όμορφα ξετυλίγεται μπροστά μας σήμερα. Μήπως και εμείς πολλές φορές δεν ξεκινάμε με πολύ μεγάλη λαχτάρα για να βρεθούμε κοντά στην αγάπη του Κυρίου και να αισθανόμαστε έτσι ασφάλεια; Ξεκινάμε με μεγάλο πόθο αλλά και με ενθουσιασμό για να βρεθούμε κοντά σε Αυτόν που είναι η Ζωή, το Φως, η μεγάλη Ελπίδα. Μένουμε όμως μέχρι τέλους σταθεροί στην πίστη;
Αγαπητοί αδελφοί, μπορεί οι φουρτούνες και οι τρικυμές της ζωής να υψώνονται απειλητικά και οι δοκιμασίες να εμφανίζονται σε κάθε μας βήμα. Θα πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι στο τιμόνι του καραβιού της ψυχής μας στέκει πάντοτε ο Χριστός, ο μόνιμος και ασφαλής οδηγός. Έτοιμος να απλώσει το προστατευτικό και πανίσχυρο χέρι Του για να μας στηρίζει στις περιπτώσεις που αισθανόμαστε ότι βυθιζόμαστε. Γιατί λοιπόν να κλονιζόμαστε και να δειλιούμε όταν είμαστε βέβαιοι ότι κοντά μας έχουμε πάντοτε τον Παντοδύναμο Κύριο; Είναι δυνατόν να μας εγκαταλείψει αβοήθητους σ΄ ένα τόσο ωραίο αγώνα στον οποίο ο ίδιος μας κατευθύνει και μας καθοδηγεί; Η ισχυρή διαβεβαιώσή Του “ου μη σε ανώ, ουδ’ μη σε εγκαταλείπω” αποτελεί τον δείκτη εκείνο που μπορεί να μας παρακινεί σε μια πορεία που κατευθύνεται από την αγάπη του Θεού και εξασφαλίζει τη σωτηρία μας από τους οποιουσδήποτε κινδύνους και τις παγίδες της ζωής.

ΞΕΠΕΡΑΣΤΕ ΚΑΘΕ ΦΟΒΟ! «Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε»

ΞΕΠΕΡΑΣΤΕ ΚΑΘΕ ΦΟΒΟ!


ΞΕΠΕΡΑΣΤΕ ΚΑΘΕ ΦΟΒΟ!
«Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε»
   Ὅλη νύχτα οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου πάλευαν μὲ τὰ κύματα μέσα στὸ μικρό τους πλοιάριο. Ἀπὸ τὴ μιὰ τὸ πυκνὸ ­σκοτάδι, ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ­φουρτουνιασμένη θά­­λασσα, εἶχαν δημιουργήσει στὶς ­ψυ­­χές τους μιὰ ἀτμόσφαιρα τρόμου καὶ ­ἀ­­­­­­­­­­­­­­­­γωνίας. Γι’ αὐτό, ὅταν εἶδαν τὸν ­Κύριο νὰ ­περ­πα­­τᾶ πάνω στὰ κύματα, ­ξέσπα­σαν σὲ ἕ­­­­να ­δυνατὸ ἐπιφώνημα τρόμου.    Ἀ­­­πὸ τὸ φόβο τους νόμιζαν ὅτι ἔβλεπαν ­φάντα­σμα. Πόσο ἄλλαξε ὅμως ἡ ­διάθεσή τους, ὅταν ἄκουσαν τὴ γλυκύτατη φω­­νή του: ­«Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι‧ μὴ φοβεῖ­σθε», τοὺς εἶπε. Ἔχετε θάρρος! Μὴ φοβάστε!
   Αὐτὴ ἡ τόσο εὔγλωττη σκηνὴ ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ δοῦμε πῶς ὁ παντο­δύναμος Θεὸς μᾶς δίνει θάρρος στὸν ἀ­­γώνα μας γιὰ τὴν καθημερινὴ ἐπιβίωση, γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ κακοῦ καὶ στὶς ὧρες ἐσχάτου κινδύνου.
1. ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΕΠΙΒΙΩΣΗ
   Φόβος δημιουργεῖται στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν καθημερινή τους ἐπιβίωση καὶ βλέπουν μπροστά τους νὰ διαγράφεται ζοφερὸ τὸ μέλλον. Νέοι ἄνθρωποι στὸ ­ξεκίνημα τῆς ζωῆς τους βλέπουν νὰ ὀρθώνον­ται μπροστά τους ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια, ποὺ τοὺς ἀνακόπτουν τὴν πορεία πρὸς τὴν ἐπιθυμητὴ ἐπαγγελματικὴ καὶ οἰκογενειακὴ ἀποκατάσταση. Τί ἀπομένει λοιπὸν νὰ κάνουν, παρὰ μόνο νὰ καταφύγουν μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Κύριο. Σ’ Αὐτὸν ποὺ φροντίζει γιὰ «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ» καὶ «τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ» (Ματθ. ς΄ 26, 28) καὶ πολὺ περισσότερο ­ἐνδιαφέρεται γιὰ τοὺς πιστοὺς μαθητές του. Αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς συμβουλεύει καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος: Μὴν ἀγωνιᾶτε γιὰ τὸ μέλλον! Ἀφῆστε κάθε φροντίδα σας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, διότι «αὐτῷ μέλει περὶ ὑμῶν» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 7). Αὐτὸς νοιάζεται καὶ ἐνδιαφέρεται γιὰ σᾶς.
2. ΤΟ ΡΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ
   Φόβος ἐπίσης δημιουργεῖται στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, ποὺ βλέπουν τὸ ρεῦμα τοῦ κακοῦ νὰ κατακλύζει καὶ νὰ παρασύρει τὰ πάντα σὰν ὁρμητικὸς χείμαρρος. Ἄραγε μπορεῖ νὰ ἀντέξει κανεὶς μέσα σ’ αὐτὴν τὴν πλημμύρα τῆς ἁμαρτίας; Πῶς θὰ μεγαλώσουν τὰ παιδιὰ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο τῆς κακίας καὶ τῆς διαφθορᾶς; Δικαιολογημένοι οἱ φόβοι καὶ οἱ ἀνησυχίες γιὰ κάθε ἐχέφρονα ἄνθρωπο. Ὅμως ὁ πιστὸς χριστιανὸς λαμβάνει θάρρος καὶ ἐνίσχυση, καθὼς ἀκούει τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη νὰ ἀπευθύνεται στοὺς πιστοὺς μὲ τὰ θεόπνευστα λόγια: «Μείζων ἐστὶν ὁ ἐν ὑμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ» (Α΄ Ἰω. δ΄ 4). Μὴ φοβάστε τὸ κακό! Μπορεῖτε νὰ τὸ νικήσετε, διότι ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι μέσα σας καὶ σᾶς φωτίζει καὶ σᾶς ἐνισχύει, εἶναι πιὸ μεγάλος καὶ πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν σατανᾶ, ποὺ ἐξουσιάζει τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο. 
3. ΣΤΟΝ ΕΣΧΑΤΟ ΚΙΝΔΥΝΟ
   Ὑπάρχει ὅμως καὶ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ βρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος σὲ κίνδυνο γιὰ τὴ ζωή του, ὅπως τότε οἱ δώδεκα μαθητές. Ἀκοῦμε συχνὰ γιὰ σεισμούς, πλημμύρες, ἐμπρησμούς, ἐκρήξεις, ληστεῖες, τρομο-κρατικὲς ἐνέργειες καὶ ἄλλα ἔκτακτα γεγονότα, ποὺ ἀπειλοῦν τὴ ζωή μας. Πῶς θὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοιες ἐφιαλτικὲς καταστάσεις; Νὰ ὁπλιστοῦμε μὲ τὴν ἀκλόνητη πίστη ὅτι ὁ Κύριος εἶναι δίπλα μας, ἀκούει τὶς προσευχές μας καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ μᾶς ἁρπάξει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ νὰ μᾶς κρατήσει στὴ δύσκολη αὐτὴ ὥρα. Αὐτὴν τὴν ἀλήθεια διακηρύττει καὶ ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβὶδ στὸν 22ο Ψαλμό: «Ἐὰν γὰρ καὶ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ’ ἐμοῦ εἶ». Ἂς προσευχόμαστε κι ἐμεῖς μὲ τὰ ἴδια λόγια: Κύριε, κοντά σου εἶμαι ἀ­­­σφαλής. Κι ἂν ποτὲ βρεθῶ ἀντιμέτωπος μὲ ὁποιονδήποτε κίνδυνο, ἀκόμη καὶ μὲ αὐτὸν τὸν θάνατο, δὲν θὰ φοβηθῶ μήπως πάθω κάτι κακό, διότι Ἐσὺ εἶσαι μα­ζί μου παντοῦ καὶ πάντοτε!
   Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴ δοκίμασε φόβους στὴ ζωή του. Καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς φόβους ποὺ ἀναφέραμε ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ ἄλλοι: μοναξιά, ἐγκατάλειψη, ἀσθένεια, θάνατος... Μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει τὰ ἀποτυπώματα ποὺ ἀφήνει κά­θε φόβος στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. 
   Ἐμεῖς ἂς σταθοῦμε καὶ πάλι ν’ ἀκούσου­­με τὴ φωνή του: «Θαρσεῖτε»! Προχω­ρῆ­στε μὲ θάρρος στὴ ζωή! Ἂν τοὺς λόγους αὐτοὺς τοὺς ἀκούγαμε ἀπὸ ὁποιονδή­ποτε ἄνθρωπο, δὲν θὰ κερδίζαμε ­τίποτε περισσότερο ἀπὸ μιὰ ἁπλὴ ­ψυχολογι­κὴ ἐνίσχυση. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ μᾶς ὁμιλεῖ ὁ παντοδύναμος Θεός, ὁ ­Νικητὴς τοῦ θανάτου, ὁ Κύριος Ἰησοῦς ­Χριστός, οἱ λόγοι αὐτοὶ μᾶς μεταδίδουν ­χάρη, δύναμη, θάρρος καὶ ἐλπίδα γιὰ νὰ ξεπερνοῦμε κάθε φόβο καὶ δυσκολία!

Τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπόστολος Κυριακῆς Θ΄ Ματθαίου. (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνο



Τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας
Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου (Α΄ Κορ. 3,9-17)
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης
Μία ἀπὸ τὶς ἀνάγκες ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ στὴ γῆ εἶνε ἡ στέγη, τὸ σπίτι. Βράδιασε; Ὅπως τὸ πουλὶ κι αὐ τὸ τὸ ἄγριο θηρίο γυρίζει στὴ φωλιά του, καὶ δὲν ὑπάρχει ζων τα νὸ ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ φωλιά, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἕνα μέρος ποὺ θὰ στεγάσῃ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν οἰκογένειά του.
Κανείς δὲν θέλει νά ᾽νε ἄστεγος· ὅλοι προσπαθοῦν νὰ χτίσουν ἕνα σπίτι. Κάνουν τὰ πάντα γι᾽ αὐτό· καὶ οἰκόπεδα ἀγοράζουν, καὶ χρήματα δανείζονται, καὶ τότε θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους εὐτυχῆ ὅταν μπορέσουν νὰ μποῦν μέσα στὸ σπίτι. Σπίτια διάφορα, μεγάλα, πολυώροφα, παλάτια, οὐρανοξύστες.
Ὁ κόσμος θεωρεῖ αὐτοὺς ποὺ κατοικοῦν σὲ τέτοια μέγαρα εὐτυχισμένους. Ἀλλὰ εἶνε ἔτσι;
Ὅταν ὁ Θεὸς σείει τὴ γῆ, τότε τὰ σπίτια πέφτουν κ᾽ οἱ ἄνθρωποι φονεύονται. Τὸ εἶπε κι ὁ Χριστός· ὅταν στὰ Ἰεροσόλυμα τοῦ ἔδειχναν τὶς μεγάλες οἰκοδομὲς εἶπε· Ὅλα αὐτὰ θὰ γκρεμιστοῦν, δὲ θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθῳ»(Λουκ. 19,44).
Τὰ καλύβια εἶνε εὐλογημένα· τὰ μέγαρα ποὺ στήθηκαν μὲ ἀδικίες καὶ πλεονεξίες, ἂν ἕνας ἄγγελος Κυρίου τὰ πιάσῃ καὶ τὰ στύψῃ, θὰ στάξουν αἷμα ἀδικημένων.
Ἀλλὰ γιατί, ἀδελφοί μου, σᾶς ἀπασχολῶ μὲ τὰ σπίτια, μικρὰ καὶ μεγάλα; Διότι γι᾽ αὐτὸ μᾶς μιλάει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος· ὁλόκληρος ὁ σημερινὸς ἀπόστολος λέει γιὰ κάποια οἰκοδομή.
Θὰ ἤμουν εὐτυχής, ἂν μποροῦσα νὰ κάνω τὸν καθένα σας νὰ ἐπιθυμήσῃ ν᾽ ἀγοράσῃ ἕνα διαμέρισμα σ᾽ αὐτήν!
Εἶνε μιὰ μεγάλη – τεράστια οἰκοδομή· ἀρχίζει ἀπὸ ᾽δῶ στὴ γῆ καὶ φτάνει μέχρι τὸν οὐρανό· χωράει μέσα ὅλους, ὄχι μόνο τοὺς βασιλιᾶδες ἀλλὰ καὶ τοὺς πιὸ φτωχούς· οἰκοδομὴ ἀθάνατη καὶ αἰωνία. Ποιά ἆραγε νὰ εἶνε αὐτὴ ἡ οἰκοδομή; Καὶ πῶς μπορεῖ καθένας μας ν᾽ ἀποκτήσῃ ἕνα μέρος σ᾽ αὐτήν, νὰ συμπεριληφθῇ στοὺς ἐνοίκους της;
Μᾶς τὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε»(Α΄ Κορ. 3,9). Ἡ οἰκοδομὴ αὐτὴ εἶνε ἡ Ἐκκλησία.
* * *
Ἀλλ᾽ ὅταν λέμε «Ἐκκλησία», ἀγαπητοί μου, δὲν ἐννοοῦμε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ. Τὰ κτήρια μπορεῖ νὰ τὰ γκρεμίσουν οἱ ἄπιστοι καὶ μιὰ μέρα νὰ μὴν ὑπάρχῃ καμμιά ἐκκλησιὰ πάνω στὴ γῆ.
Ἡ οἰκοδομὴ ὅμως τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία, εἶνε κάτι ἄλλο, πολὺ μεγαλύτερο καὶ ὑψηλότερο.
Ἡ Ἐκκλησία θὰ ὑπάρχῃ στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ δάση, ὅπως τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν. Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὰ ντουβάρια. Ἐκκλησία εἶνε ὅλοι ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό. Ἐκκλησία δὲν εἶνε μόνο ὁ δεσπότης μὲ τὰ χρυσᾶ καὶ τὶς μίτρες, ὁ παπᾶς καὶ ὁ διᾶκος, οἱ ἐπίτροποι καὶ οἱ ψαλτάδες καὶ οἱ νεωκόροι· Ἐκκλησία εἶνε καὶ μιὰ γριούλα ἀγράμματη ποὺ τὸ Δεκαπενταύγουστο γονατίζει στὴν Παναγιά, κ᾽ ἕνα παιδάκι φτωχὸ ποὺ ἀκούει τὸ μάθημα τοῦ κατηχητικοῦ καὶ τραγουδάει σὰν ἀηδονάκι τὰ τραγούδια τοῦ Χριστοῦ μας, κ᾽ ἐκεῖνος ὁ ζητιάνος ποὺ προσκυνάει τὶς εἰκόνες καὶ ζητάει τὴν προστασία τῶν ἁγίων· καθένας ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, ἀπὸ τὸ μικρὸ παιδὶ ποὺ κρατάει στὴν ἀγκαλιὰ ἡ μάνα μέχρι τὸν ἀσπρομάλλη γέρο, ὅλοι εἶνε Ἐκκλησία, οἰκοδομὴ τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία δέχεται τοὺς μεγάλους, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπο οἱουδήποτε χρώματος, κοινωνικῆς καταστάσεως καὶ φυλῆς. Προχωρῶ. Ἐκκλησία δὲν εἴμαστε μόνο ὅσοι ζοῦμε σήμερα· Ἐκκλησία εἶνε καὶ οἱ γονεῖς μας καὶ οἱ παποῦδες μας, γενεὲς γενεῶν, ὅλοι ὅσοι κοιμοῦνται στὰ νεκροταφεῖα.
Γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ὑπάρχει θάνατος· «δὲν εἶνε Θεὸς νεκρῶν ἀλλὰ ζώντων» (Λουκ. 20,38). Ὅλοι αὐτοὶ εἶνε Ἐκκλησία. Μὲ τὴ διαφορά, ὅτι ὅσοι εἶνε ἀκόμα ἐδῶ στὴ γῆ λέγονται Ἐκκλησία στρατευομένη, γιατὶ κάνουν πόλεμο, ἐνῷ ὅσοι πέρασαν τὶς πύλες τοῦ θανάτου καὶ εἶνε στὰ οὐράνια λέγονται Ἐκκλησία θριαμβεύουσα.
Αὐτὴ εἶνε Ἐκκλησία, καὶ αὐτὴν ὀνομάζει «οἰκοδομὴ» ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλὰ ὅπως κάθε οἰκοδομὴ ἔχει θεμέλιο κι ὅσο πιὸ μεγάλη εἶνε τόσο τὰ θεμέλια πρέπει νά ᾽νε πιὸ γερὰ καὶ νά ᾽νε χτισμένη πάνω σὲ βράχο, ἔτσι καὶ αὐτὴ ἡ πνευματικὴ οἰκοδομή, τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, ἔχει θεμέλιο.
Θεμέλια ὑπάρχουν πολλά· θεμέλιο γιὰ τὸ χρηματιστήριο εἶνε τὸ χρῆμα, θεμέλιο γιὰ τὸ πανεπιστήμιο εἶνε ἡ σοφία καὶ ἡ γνῶσι, θεμέλιο γιὰ τὸ κράτος εἶνε τὰ ὅπλα καὶ ὁ στρατός.
Καὶ θεμέλιο γιὰ τὴν Ἐκκλησία ποιό ἔχει; Τίποτε ἀπ᾽ αὐτά. Ἀλλοίμονο ἂν ἡ Ἐκκλησία στηριχθῇ στὴ βία, στὴν ἔπαρσι τῆς ἐπιστήμης, στὸ χρῆμα καὶ στὰ τιμολόγια.
Τότε θὰ ἔρθῃ γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ὁ προφήτης Ἠλίας μὲ τὴ ῥομφαία του, νὰ μᾶς κόψῃ ὅλους τοὺς κληρικούς, ὅσοι μεταβάλλουν τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ σὲ «οἶκον ἐμπορίου»  (Ἰω. 2,16). Δὲν ἔχουν θέσι οἱ δίσκοι. Τί φοβερὸ τὴν ἱερώτερη στιγμὴ ν᾽ ἀκούγωνται τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα!
Μὴ δίνουμε δικαίωμα στοὺς χιλιαστὰς καὶ τοὺς προτεστάντες νὰ κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία μας.
Εἶμαι βέβαιος, ὅτι ὁ λαὸς θὰ δώσῃ περισσότερα χωρὶς δίσκους. Ποιό εἶνε λοιπὸν τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας μας;
Μεγάλο λόγο λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τὸν θεμέλιο λίθο τῆς Ἐκκλησίας δὲ μποροῦν νὰ τὸν κλονίσουν οὔτε ὅλοι οἱ δαίμονες. Κανείς, λέει ὁ ἀπόστολος, δὲν μπορεῖ νὰ βάλῃ ἄλλον θεμέλιο στὴν Ἐκκλησία ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ὑπάρχει, καὶ αὐτὸς εἶνε Κύριος ἡ μῶν Ἰησοῦς Χριστός (Α΄ Κορ. 3,11).
Θεμέλιό της δὲν εἶνε ὁ τάδε βασιλιᾶς ἢ ἡ τάδε βασίλισσα ἢ οἱ κυρίαρχοι τοῦ κόσμου· θεμέλιο εἶνε ὁ σταυρωθεὶς καὶ ἀναστὰς Χριστός, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Γι᾽ αὐτὸ εἶνε πολὺ μικρὸς αὐτὸς ποὺ θὰ τὰ βάλῃ μὲ τὴν Ἐκκλησία.
Τὸ εἶπε ὁ ἴ διος ὁ Χριστός. Ὅταν ρώτησε τοὺς ἀποστόλους «Τί λέει ὁ κόσμος γιὰ μένα;» καὶ ἄλλοι εἶπαν «Εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής», ἄλλοι «Εἶσαι ὁ Ἠλίας», ἄλλοι «Εἶσαι ὁ Ἰερεμίας ἢ ἕνας τῶν προφητῶν», τοὺς λέει· «Ἐσεῖς τί ἰδέα ἔχετε γιὰ μένα;». Τότε ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀπήντησε· «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος».
Καὶ ὁ Χριστὸς χάρηκε καὶ τοῦ λέει· «Σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὄχι ὅπως τὰ ἑρμη- νεύουν οἱ φράγκοι, ἀλλ᾽ ὅπως τὰ ἑρμηνεύουν οἱ πατέρες· Πέτρε, εἶπες μιὰ μεγάλη ἀλήθεια.
Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια, ὅτι ἐγὼ δὲν εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶμαι αὐτὸς ὁ Θεός, ὁ ἕνας τῆς ἁγίας Τριάδος, αὐτὴ ἡ πίστις στὸ πρόσωπό μου, αὐτὸ εἶνε τὸ θεμέλιο ἐπάνω στὸ ὁποῖο θὰ θεμελιώσω τὴν Ἐκκλησία μου (Ματθ. 16,16-18).
Μιὰ οἰκοδομὴ ὅμως ἐκτὸς ἀπὸ θεμέλιο ἔχει καὶ στύλους, κολῶνες. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας. Ποιές εἶνε οἱ κολῶνες, οἱ στῦλοι της; Ἂν διαβάσετε τοὺς ὕμνους καὶ τὰ ἀπολυτίκια, θὰ δῆτε ὅτι κολῶνες ποὺ μετὰ τὸ Χριστὸ στηρίζουν τὴν ἁγία μας πίστι, «κρηπῖδες», «βάσεις», «στῦλοι» τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, λέγονται οἱ προφῆται, οἱ ἀπόστολοι, οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτοὶ εἶνε οἱ στῦλοι της. Μιὰ οἰκοδομὴ ἐπίσης χτίζεται μὲ λιθάρια, πλῆθος λιθάρια. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ἂν ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ θεμέλιο καὶ οἱ πατέρες οἱ στῦλοι, ἐμεῖς εἴμαστε τὰ λιθάρια της.
Ὁ κάθε πιστὸς εἴμαστε ἕνα λιθαράκι, λιθαράκι ὄχι νεκρὸ ἀλλὰ ζωντανό, ποὺ τὸ παίρνει ἡ ἁγία Τριάδα μέσα ἀπ᾽ τὰ χώματα τὴ λάσπη καὶ τὴ βρώμα, τὸ πλένει καὶ τὸ καθαρίζει μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα, καὶ τὸ πελεκάει γιὰ νὰ τὸ βάλῃ στὴ θέσι του.
Ὅπως ὁ μάστορας χτυπάει κάθε πέτρα μὲ τὴ σμίλη καὶ τῆς δίνει τὸ σχῆμα ποὺ θέλει, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, ποὺ ἔχουμε ἐλαττώματα, μᾶς χτυπάει – πελεκάει ὁ Θεός. Πῶς; Μὲ τὴ θλῖψι, τὰ δυστυχήματα, τὸν πόνο, τὰ δάκρυα, ἔτσι γινόμαστε πέτρες κατάλληλες γιὰ τὴν θεία οἰκοδομή.
Ἂς προσέξουμε κάτι ἀκόμη. Σ᾽ ἕνα τοῖχο, γιὰ νὰ κολλήσῃ τὸ ἕνα λιθάρι μὲ τὸ ἄλλο, χρειάζεται κονίαμα, λάσπη μὲ ἀσβέστη· χωρὶς αὐτὸ σπίτι δὲν χτίζεται. Ἔτσι καὶ στὴν οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ποιό εἶνε ἐκεῖνο ποὺ ἑνώνει τὸν ἕνα Χριστιανὸ μὲ τὸν ἄλλο καὶ μᾶς κάνει ἕνα; Ἡ ἀγάπη· ἡ ἀγάπη ὅπως τὴν δίδαξε καὶ τὴν ἐφήρμοσε ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἀπόστολοι. Ἔτσι βλέπουμε ὅτι στοὺς πρώτους Χριστιανοὺς ἦταν «ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πράξ. 4,32).
* * * 
Μιὰ προφητεία καὶ τελείωσα. Εἶπε ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, ὅτι θά ᾽ρθη μέρα ποὺ καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν σὰν τὰ φύλλα τῆς συκιᾶς. Ἀπὸ τότε ποὺ ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία του πέρα σαν δυὸ χιλιάδες χρόνια καὶ θὰ περάσουν κι ἄλλα. Στὸ διάστημα αὐτὸ πολλὰ ἔγιναν καὶ θὰ γίνουν· θὰ πέσουν θρόνοι καὶ βασίλεια, θ᾽ ἀλλάξῃ ὁ χάρτης πολλὲς φορές.
Μέσ᾽ στὸν ὠκεανὸ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ χρόνου τί μένει; Μικρὰ – μεγάλα καράβια θὰ πνιγοῦν, ἀλλὰ ἕνα θὰ μείνῃ ἀβύθιστο καὶ θὰ θριαμβεύῃ αἰωνίως· ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ὅσο κι ἂν τὴν πολεμήσουν οἱ διῶκται, οἱ αἱρέσεις, οἱ δαίμονες, ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνῃ· γιατὶ ἔχει θεμέλιο τὸ Χριστό, κι ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ ᾅδου δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴ νικήσουν (Ματθ. 16,18).
Ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὴν Ἐκκλησία θὰ σπάσῃ τὰ μοῦτρα του, θὰ γίνῃ στάχτη· ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνῃ μὲ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Κυριακή Θ΄ Επιστολών Αποστολικό ανάγνωσμα: Α΄Κορ. γ΄ 9-17


Διακόνου Επιφανίου Παπαντωνίου
Η σημερινή αποστολική περικοπή, μπορούμε να πούμε ότι κινείται στην ίδια συνάφεια του αναγνώσματος της προηγούμενης Κυριακής. Εκεί γινόταν λόγος για τα σχίσματα και τις διαιρέσεις, που παρατηρήθηκαν στην Εκκλησία της Κορίνθου και που λύπησαν την καρδιά του Αποστόλου Παύλου. Σήμερα, αναφέρεται στο πνευματικό οικοδόμημα της Εκκλησίας και στην ενότητά της, θέμα το οποίο υπήρξε ένα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετώπισε και που διαπραγματεύεται σε ολόκληρη την Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή του.
Η θεολογική γραφίδα του αποστόλου των εθνών, προβάλλει ως θεμέλιο της ανθρώπινης αξίας «την κατ’ εικόνα Θεού» δημιουργία του. Θεμέλιο της Εκκλησίας είναι ο ίδιος ο Χριστός. Κανείς άλλος δεν μπορεί να βάλει άλλο λίθο και να θεμελιώσει άλλη Εκκλησία. Αυτό είναι ένα αναντίρρητο δεδομένο γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος παρατηρεί: «έκαστος δε βλεπέτω πως εποικοδομεί». Η νέα πραγματικότητα του Θεού έχει φυτευτεί από τον ίδιο τον Θεό με θεμέλιο τον Χριστό. Όλοι όσοι εργάζονται στο έργο της σωτηρίας, οι πνευματικοί ποιμένες δηλαδή, είναι «Θεού συνεργοί». Δεν κάνουν δικό τους έργο, αλλά οφείλουν τα πάντα στο Θεό. Γι’ αυτό ο λαός στον οποίο απευθύνονται είναι «γεώργιον» και «οικοδομή» του Θεού. Είναι «λογικό χωράφι», που καλλιεργείται με «ρήματα ζωής αιωνίου», που δίδαξε ο Χριστός και εμπνέει το Άγιο Πνεύμα.
Ο Θεός ενεργεί, χωρίς να παραβιάζει την ελευθερία  του ανθρώπου και να τον εξαναγκάζει να υποκύψουμε στο δικό του θέλημα. Η πρωτοβουλία σ Αυτόν. Ο ίδιος αποκαλύπτεται αόρατα και διακριτικά σ’ εμάς και αναμένει την απάντησή μας. Από την αρνητική ή θετική απάντηση εξαρτάται η σωτηρία μας. Χωρίς τη θέληση του ανθρώπου, ο Θεός δεν σώζει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος ελεύθερα αποδέχεται την κλήση και έκτοτε επιδεικνύει πίστη ακράδαντη στον  Τριαδικό Θεό και τον Ιησού Χριστό.
Ο ζήλος που επιδεικνύουν όλοι οι εργάτες του Ευαγγελίου κατά την επιτέλεση του έργου τους αντιστοιχεί στην ποιότητα των οικοδομικών υλικών. Αυτά μπορεί να είναι χρυσός, άργυρος, λίθοι τίμιοι, (αρετές πολύτιμες) ξύλα, χόρτος, καλάμη (κάθε είδους κακίες). Κατά την δευτέρα παρουσία θα κριθεί και θα δοκιμαστεί και το έργο του καθενός όσα έργα αντέξουν θα πει ότι είναι γερά και κατά Θεόν ορθά και ότι ο αυτός που το έκτισε είχε επενδύσει ζήλο και αγάπη και κόπο, χρησιμοποίησε δηλαδή καλά υλικά. Όσα όμως, έργα γίνουν παρανάλωμα της φωτιάς σημαίνει ότι ήταν αδόκιμα και τα υλικά προς οικοδομή σαπρά.
«Η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η χρηστότης, η αγαθωσύνη, η πίστις, η πραότης, η εγκράτεια» (Γαλ. ε , 22-23) και «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά...ει τις αρετή και ει τις έπαινος» (Φιλ. δ , 8) είναι τα πολύτιμα δομικά υλικά , με τα οποία οικοδομείται το οικοδόμημα της χριστιανικής ζωής. Ο απόστολος Παύλος παραινεί σε μία ορθή και πνευματική ζωή, καλώντας μας να οικοδομήσουμε επί της πέτρας του Χριστού, επί του θεμελίου δηλαδή που ο ίδιος, με τη χάρη του  Θεού έβαλε. Η εποικοδόμηση δεν είναι τίποτε άλλο από τα ορθά και κατά Θεόν έργα.
Ας κοιτάξει, λοιπόν, ο κάθε ένας πως και με ποιό τρόπο οικοδομεί στο ασάλευτο θεμέλιο του Χριστού˙ ενώ έχει την ορθή πίστη και αυτόν τον ίδιο τον Χριστό, ας μη λησμονεί να κάνει αγαθά, σωστά και πνευματικά έργα. Η πίστη στον Χριστό δεν είναι θεώρημα, αλλά ζωή που χαρακτηρίζεται από τις ανάλογες πράξεις. Ο πόνος, η θλίψη, οι δυσκολίες και ο θάνατος, θερμομετρούν την πίστη μας. Η υπομονή στον πόνο, η καρτερία στη θλίψη, η μακροθυμία στις  δυσκολίες, η  υπέρβαση  του  θανάτου, εγγυώνται τη γνησιότητα της πίστεως και των έργων μας, και εξασφαλίζουν τη σωτηρία μας. Τέλος δε η αυτομεμψία και η μετάνοια ενεργούν συντελεστικά στην σωστική αντιμετώπιση των ποικίλων δοκιμίων, τα οποία η αγάπη του Θεού επιτρέπει και χρησιμοποιεί προκειμένου όλοι να σωθούμε. Αμήν.

Κυριακή Θ. Ματθαίου - Ομιλία Νικηφόρου Θεοτόκη, εις το, ολιγόπιστε, εις τί εδίστασας;


Ομιλία του Νικηφόρου Θεοτόκη, Αρχιεπισκόπου Αστραχάν και Σταυρουπόλεως, εις την πρότασιν του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, «ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας;», την οποίαν είπεν ο Κύριος εις τον Πέτρον.

Ο κατά του Πέτρου έλεγχος, τον οποίον ηκούσαμε σήμερα στο Ιερόν Ευαγγέλιον, μας δίδει αφορμή να ερευνήσωμε με ακρίβεια τα περί της ολιγοπιστίας, η οποία ψυχραίνει τον πόθο της αρετής, και κατακρημνίζει εύκολα στα βάραθρα της αμαρτίας.

Ο ολιγόπιστος διαφέρει από τον πιστό και από τον άπιστο, όπως το χλιαρό νερό από το θερμό και το ψυχρό. Το χλιαρό νερό έχει πυρ συσσωρευμένο μέσα του, αλλά λίγο, το θερμό έχει πολύ, το ψυχρό καθόλου. Ο ολιγόπιστος έχει πίστη, όμως ολίγη, ο πιστός πολλή, ο άπιστος καθόλου. Το χλιαρό νερό έχει δύναμη, όμως ολίγη, το θερμό έχει πολλή, το ψυχρό καθόλου. Ο ολιγόπιστος έχει ζήλον, όμως πολύ ολίγον, ο πιστός έχει πολύν, ο άπιστος καθόλου. Γι’ αυτό ο άπιστος, επειδή καθόλου δεν πιστεύει στον Θεό, χωρίς καμία συστολή περιφρονεί τις εντολές Του. Επειδή δεν έχει κανένα ζήλο, δεν λαμβάνει καμία φροντίδα για την κατόρθωση της αρετής, ο δε πιστός, επειδή και θερμώς πιστεύει και πολύν ζήλον έχει, δύσκολα παραβαίνει τις εντολές του Θεού, δύσκολα αμελεί της αρετής τα έργα. Ενώ ο ολιγόπιστος, επειδή διστάζει στα λόγια του Θεού και έχει ολίγον ζήλον, εύκολα περιφρονεί τους θείους νόμους, εύκολα απογυμνώνεται από το επουράνιον ένδυμα της αρετής. Αυτό μας διδάσκει ο λόγος, αυτό μας δεικνύουν τα πράγματα.

Η πίστις κηρύττει ότι ο Θεός, ως άπειρος, είναι πάντοτε πανταχού παρών και πληροί τα πάντα: «εάν αναβώ εις τον ουρανόν, Συ εκεί εί. Εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει. Εάν αναλάβομαι τας πτέρυγάς μου κατ’ όρθρον και κατασκηνώσω εις τα έσχατα της θαλάσσης, και γαρ εκεί η χειρ σου οδηγήσει με, και καθέξει με η δεξιά σου». Ουδείς τόπος κατ’ ουδένα καιρόν, ούτε καν εν ριπή οφθαλμού, μένει στερημένος της παρουσίας του Θεού. Ο πιστός, ο οποίος το πιστεύει αυτό αδιστάκτως, βλέπει με τα όμματα της πίστεως τον Δεσπότην Σαβαώθ ιστάμενον πάντοτε ενώπιόν του. Όθεν είναι πολύ δύσκολο να τολμήσει εμπρός στο πρόσωπο του Θεού να πράξει την αμαρτία. Ποίος, ευρισκόμενος ενώπιον επιγείου βασιλέως, πράττει, δεν λέγω καν αμαρτίαν, αλλά και μικροτάτην ακόμα αταξίαν; Ουδείς. Ο Προφήτης Δαυίδ, ο οποίος είχε τη θερμότητα της πίστεως, έλεγε: «προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου δια παντός, ότι εκ δεξιών μου εστίν, ίνα μη σαλευθώ». Για τον ίδιον λόγο, ο Πατριάρχης Ιωσήφ απέφυγε τη μοιχεία και εφύλαξε τη σωφροσύνη. Η ασελγής αιγυπτία τον επίεζε: «Κοιμήθητι μετ’ εμού» του έλεγε. Ο δε ‘Ιωσήφ, πιστεύοντας αδιστάκτως ότι ο Θεός είναι ενώπιόν του, αντέκρουσε την πίεση λέγοντας: «Και πώς ποιήσω το ρήμα το πονηρόν τούτο, και αμαρτήσομαι ενώπιον του Θεού;».

Ο ολιγόπιστος, επειδή με τους σωματικούς μεν οφθαλμούς δεν βλέπει ότι παρίσταται ο Θεός ενώπιόν του, οι δε οφθαλμοί της ψυχής του μυωπάζουν και σχεδόν είναι κλεισμένοι εξ αιτίας της ολιγοπιστίας του, γι’ αυτό εύκολα κλονίζεται και σαλεύεται από τον άνεμο των παθών, εύκολα τον καταποντίζουν τα κύματα της αμαρτίας. Τι συλλογίζεσθε για τον Ιούδα τον Ισκαριώτη; Άραγε αυτός δεν επίστευε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Υιός τού Θεού; Και βέβαια επίστευε. Διότι, εάν δεν επίστευε, δεν θα τον ακολουθούσε, ούτε θα εγίνετο μαθητής του. Επίστευε, άλλα λίγο. Επίστευε, αλλά εδίσταζε. Γι’ αυτό την ολίγη πίστη του την έσβησε το πάθος της φιλαργυρίας, και έτσι από μαθητής έγινε προδότης. Είχε η Εύα πίστη στον Θεό. Αλλά η πίστη της ήταν ολίγη και χλιαρή. Ο Θεός είπε σ’ αυτήν και στον Αδάμ: «Η δ’ αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, αποθανείσθε». Ο όφις της είπε το αντίθετο, δηλαδή, το «ου θανάτω αποθανείσθε, αλλά έσεσθε ως θεοί». Αυτή επίστευσε περισσότερο στα λόγια του όφεως, παρά στα λόγια του Θεού. Κι έτσι η ολιγοπιστία την κατακρήμνισε στην αμαρτία της παρακοής, την απογύμνωσε από τη Θεία Χάρη, και την εξώρισε σ’ αυτή την αθλία γη.

Κατεφρονήθη παντελώς η εργασία της αρετής, ελύθη της αμαρτίας ο χαλινός, καθένας από εμάς χωρίς καμία συστολή και φόβο αμαρτάνει κάθε είδος αμαρτίας. «Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ έστι ποιών αγαθόν, ουκ έστιν έως ενός». Πού οφείλεται αυτό; Στην ολιγοπιστία. Πώς, λέγετε, είμεθα εμείς ολιγόπιστοι; Εμείς καθημερινώς αναγινώσκουμε και κηρύττουμε το Σύμβολον της Πίστεως. Εμείς καθημερινώς κραυγάζουμε μεγαλοφώνως «Πιστεύω εις έναν Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, Ποιητήν ουρανού και γης», και τα υπόλοιπα όσα περιέχει το «Πιστεύω». Είμεθα λοιπόν ολιγόπιστοι; Τα έργα, αδελφοί, και όχι τα λόγια είναι η απόδειξη της πίστεως, καθώς θεοπνεύστως εδίδαξεν ο αδελφός του Κυρίου, ο Ιάκωβος. «Δείξον μοι», λέγει, «την πίστιν σου εκ των έργων σου, καγώ δείξω σοι εκ των έργων μου την πίστιν μου».

Ποίαν όμως πίστη δεικνύουν τα έργα μας; Αυτά δεικνύουν φανερά ότι είμεθα υπερβολικά ολιγόπιστοι. Όχι τα λόγια, αλλά τα πράγματα κηρύττουν ότι έχουμε πολύ ολίγη πίστη στον Θεό.
Ο Θεός προστάσσει να αγαπούμε τους εχθρούς μας: «εγώ δε λέγω υμίν, αγαπάτε τους εχθρούς υμών». Ο Θεός προστάσσει, λέγοντας: «ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς, και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς». Υπόσχεται δε σε όποιους αγαπούν τους εχθρούς των και τους ευεργετούν, μεγάλες ανταμοιβές: «και έσται ο μισθός υμών πολύς, και έσεσθε υιοί του Υψίστου». Εκτός αυτού, μας αναγγέλλει ότι Αυτός φροντίζει για την εκδίκηση εκείνων πού μας αδικούν, αυτός υπόσχεται να τους ανταποδώσει την πρέπουσα τιμωρία. «Εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω, λέγει Κύριος». Ο κόσμος συμβουλεύει το αντίθετο. Κατάτρεχε, λέγει, και βλάπτε, όσον ημπορείς τον εχθρόν σου, διότι εάν τον συγχωρήσεις χωρίς την πρέπουσα εκδίκηση, χάνεις την αξιοπρέπειά σου, όλοι σε καταφρονούν, σου επιτίθενται και σε βλάπτουν με κάθε τρόπο. Και εμείς πειθόμεθα περισσότερο στις συμβουλές του κόσμου παρά στα προστάγματα του Θεού, πιστεύουμε περισσότερο στα λόγια του κόσμου παρά στις υποσχέσεις του Θεού’ όθεν μισούμε τους εχθρούς μας και τους εχθρευόμεθα έως θανάτου. Και για να τους εκδικηθούμε, χρησιμοποιούμε ύβρεις, επιβουλές, συκοφαντίες, καταδρομές, προδοσίες, πληγές, φόνους, κακά μέγιστα και αμαρτήματα φοβερότατα.

Είναι αυτά έργα πίστεως; Όχι, αυτά είναι έργα ολιγοπιστίας, για να μην ειπώ απιστίας. Βλέπε τι έπρατταν οι άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι είχαν θερμή την πίστη στον Χριστόν. Αυτοί, «υβριζόμενοι, ευλογούσαν. Διωκόμενοι υπέμεναν, βλασφημούμενοι παρεκάλουν» τους εχθρούς των να μετανοούν. Βλέπε από τα έργα τι πίστη είχεν ο Πρωτομάρτυς Στέφανος. Αυτός, λιθοβολούμενος, έκλινε τα γόνατα και προσηυχήθη υπέρ εκείνων που τον λιθοβολούσαν, λέγοντας: «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην. Και τούτο ειπών, εκοιμήθη».

Ο Θεός προστάσσει, λέγοντας, «πλην τα ενόντα (τα υπάρχοντα δηλαδή) δότε
ελεημοσύνην». Θρέψε, λέγει, αυτόν που πεινά, πότισε αυτόν που διψά, ένδυσε τον γυμνόν, υποδέξου τον ξένον, επισκέφου τον ασθενή, επιμελήσου τον φυλακισμένο». Ο πτωχός, λέγει, είναι αδελφός μου, ο πτωχός με αντιπροσωπεύει, ό,τι κάμεις στον πτωχό, σ’ εμέ το κάμεις: «αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε». Υπόσχεται στους ελεήμονες αμοιβές εκατονταπλάσιες στον κόσμον αυτό, και βασιλείαν αιωνία στη μέλλουσα ζωή. «Εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει». Τα πιστεύεις αυτά;
- Ναι, λέγεις, πιστεύω και ομολογώ.
- Καλώς. Αλλά έπειτα παρουσιάζεται ενώπιόν σου ο πεινασμένος, ο διψασμένος, ο γυμνός, ο ξένος, ο ασθενής, και συ όχι μόνον αποστρέφεις το πρόσωπο σου από αυτόν, αλλά μερικές φορές τον περιφρονείς και τον ελέγχεις. Αυτά είναι τα έργα της πίστεώς σου; Αυτή είναι η πίστις σου; Αυτή δεν είναι πίστις, αλλά ολιγοπιστία. Ο πεπλανημένος λογισμός της φιλαργυρίας σου λέγει: μη δώσεις, για να μη γίνεις και συ πτωχός όπως εκείνος. Ο αψευδής Θεός σου λέγει: εάν δώσεις ένα, λαμβάνεις εκατό. Και συ πιστεύεις περισσότερο στην πλάνη του νοός σου παρά στον Παντοκράτορα Θεό.

Εάν είχε η καρδία μου πίστη θερμή, όσο θερμός είναι ο κόκκος του σινάπεως, θα φοβόμουν την ημέρα της κρίσεως και την κόλαση που περιμένει αυτούς που αμαρτάνουν, και έτσι θα συνέστελλα τα χέρια μου από την αρπαγή και την αδικία, θα έφευγα μακριά από την ξένη κλίνη, θα εδάμαζα τα πάθη της σαρκός μου, θα απέστρεφα τους οφθαλμούς μου από κάθε αμαρτία. Εάν είχε η καρδία μου πίστη θερμή, όσο θερμή ήταν η πίστις των Αγίων, θα άπλωνα τα χέρια μου σε ευεργεσίες πτωχών, θα ηγόραζα τον άγιο χιτώνα της σωφροσύνης, θα απέφευγα τη ματαιότητα του κόσμου, θα εφύλαττα τις εντολές του Θεού, και θα έτρεχα αόκνως τον δρόμο της αρετής.

Αλλά προς αυτό αποκρίνονται κάποιοι και λέγουν: Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είπε: «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Εμείς επιστεύσαμε και βαπτισθήκαμε, άρα είμεθα σωσμένοι. Ναι, αληθώς. Αλλά γιατί ο ίδιος, ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήλεγξε τον Πέτρον ως ολιγόπιστον; «Ολιγόπιστε», είπε, «εις τι εδίστασας;». Τον ήλεγξε για να μάθωμε ότι άλλο πίστις και άλλο ολιγοπιστία. Πίστιν ονόμασεν ο Κύριος την πίστιν την τελείαν, την μεγάλην, την θερμήν, και η πίστις αυτή ποτέ δεν είναι χωρισμένη από τα καλά έργα. Γι’ αυτό και ο αδελφός του Κυρίου, ο Ιάκωβος, έλεγε: «Δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου, καγώ δείξω σοι εκ των έργων μου την πίστιν μου». Αυτή είναι η σωτηριώδης πίστις, για την οποίαν ο Σωτήρ είπεν: «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Η ολιγοπιστία είναι πίστις νεκρά και πολλές φορές ξένη και εντελώς γυμνή από τα καλά έργα. Είναι αυτή για την οποίαν ο ίδιος Ιάκωβος είπε: «Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστί».

Εμείς θαυμάζουμε και απορούμε που δεν βλέπουμε σήμερα το πλήθος των θαυμάτων, τα οποία υπεσχέθη ο Κύριος σε όσους πιστεύουν. «Σημεία» είπε «τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει. Εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς, όφεις αρούσι. Καν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μη αυτούς βλάψει. Επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι, και καλώς έξουσιν». Ευκολότατα όμως λύεται το θάμβος και η απορία. Διότι ο Κύριος είπεν ότι αυτά τα σημεία θα επακολουθήσουν «τοις πιστεύουσι», όχι «τοις ολιγοπίστοις» . Όταν οι θερμοί στην πίστη ήσαν πολλοί, την εποχή δηλαδή των Αποστόλων και στους μετά ταύτα αιώνες, τότε εγίνοντο καθημερινώς αμέτρητα θαύματα. Σήμερα πολύ ολίγοι είναι αυτοί που έχουν τη θερμή και φλογερή πίστη. Όλοι σχεδόν είναι ολιγόπιστοι. Εάν όμως και σήμερα έχει κάποιος πίστη θερμή σαν τον κόκκο του σινάπεως, «ερεί τω όρει τούτω. Μετάβηθι εντεύθεν εκεί», και μεταβήσεται. Έπαυσε λοιπόν το πλήθος των θαυμάτων, επειδή έσβησεν η θερμότης της πίστεως. «Διατί», είπαν στον Κύριον οι Απόστολοι, «ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν το δαιμόνιον;» «Δια την απιστίαν υμών», τους απεκρίθη ο Κύριος, δηλαδή, «δια την ολιγοπιστίαν υμών». Διότι δεν ήσαν άπιστοι οι Απόστολοι, αλλά ατελείς ακόμη στην πίστη.

Βλέπετε, λοιπόν, αδελφοί, ότι η ολιγοπιστία είναι η ρίζα όλων των κακών, η δε πίστις είναι η ρίζα κάθε αρετής και αγαθοεργίας; Αλλά άραγε ημπορεί ο άνθρωπος να θερμάνει την ψυχράν του πίστη; Ναι, ημπορεί, εάν θέλει. Η πίστις οδηγεί στην αρετή, και η αρετή θερμαίνει την πίστη. Γίνε λοιπόν πράος, ταπεινός, φιλοδίκαιος, εύσπλαχνος, σώφρων, μακρόθυμος, «φρόνιμος ως ο όφις, ακέραιος ως η περιστερά», «οικτίρμων ως ο πατήρ σου ο επουράνιος». Αυτά ανάπτουν στην καρδιά του ανθρώπου εκείνο το πυρ, την πίστη δηλαδή, την οποίαν ήλθε να βάλει ο Ιησούς στη γη, δηλαδή στην καρδία όσων θα πιστεύσουν σ’ Αυτόν.

Κύριε Ιησού Χριστέ, μονογενή Λόγε του Θεού, Συ είσαι και της πίστεως χορηγός, και της αρετής δοτήρ. Εγώ πιστεύω και ομολογώ ότι Συ είσαι αληθώς ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος, ο οποίος ήλθες εις τον κόσμον για να σώσεις τους αμαρτωλούς, ων πρώτος είμαι εγώ, αλλά η πίστις μου είναι ολίγη και ψυχρά, δεν είναι τόσο θερμή όσον είναι αναγκαίο για τη σωτηρία μου. Προς Σε, λοιπόν, πανοικτίρμων, κλίνω τα γόνατά μου και με δάκρυα, όπως ο πατέρας του παιδιού που είχε το πνεύμα το άλαλον, κράζω και βοώ «πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία».

Από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 209 και εξής.

Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς.

ΚΥΡΙΑΚΗ Θʹ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ιδ΄, 22-34)

ΚΥΡΙΑΚΗ  Θʹ  ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. ιδ΄, 22-34)
«Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ἀνάγκασε ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητές του νὰ μποῦν στὸ πλοῖο καὶ νὰ περάσουν πρὶν ἀπ᾽ αὐτὸν στὴν ἀπέναντι ὄχθη, ἕως ὅτου διαλύση τοὺς ὄχλους. Καὶ ἀφοῦ διέλυσε τοὺς ὄχλους ἀνέβηκε στὸ ὄρος γιὰ νὰ προσευχηθῆ μόνος του. Ὅταν βράδιασε ἦταν μόνος του ἐκεῖ. Τὸ πλοῖο βρισκόταν πλέον μέσα στὴ θάλασσα καὶ χτυπιόταν ἀπὸ κύματα· διότι ὁ ἄνεμος ἦταν ἀντίθετος. Κατὰ τὴν τέταρτη φυλακὴ τῆς νύχτας, δηλαδὴ κατὰ τὰ ξημερώματα,  πῆγε σ᾽αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περπατώντας ἐπάνω στὴ θάλασσα. Καὶ ὅταν τὸν εἶδαν οἱ μαθητές του νὰ περπατᾶ πάνω στὴ θάλασσα, ταράχτηκαν καὶ ἔλεγαν ὅτι εἶναι φάντασμα, καὶ ἀπὸ τὸ φόβο τους φώναξαν. Ἀμέσως τοὺς μίλησε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· πᾶρτε θάρρος, ἐγὼ εἶμαι· μὴ φοβᾶστε. Ἀποκρίθηκε τότε ὁ Πέτρος σ᾽αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπε· Κύριε, ἐὰν εἶσαι ἐσύ, παρήγγειλε νὰ ἔλθω σὲ σένα ἐπάνω στὰ νερά. Καὶ αὐτὸς τοῦ εἶπε· ἔλα. Καὶ ἀφοῦ κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο ὁ Πέτρος ἄρχισε νὰ περπατάη ἐπάνω στὰ νερὰ γιὰ νὰ ἔλθη στὸν Ἰησοῦ. Βλέποντας ὅμως τὸν ἄνεμο ἰσχυρὸ φοβήθηκε, καὶ ὅταν ἄρχισε νὰ καταποντίζεται φώναξε καὶ εἶπε· Κύριε, σῶσε με. Ἀμέσως τότε ὁ Ἰησοῦς ἅπλωσε  τὸ  χέρι  του,  τὸν  ἔπιασε καὶ τοῦ εἶπε· ὀλιγόπιστε! γιατί δίστασες; Καὶ ἀφοῦ ἀνέβηκαν αὐτοὶ στὸ πλοῖο, κόπασε ὁ ἄνεμος· καὶ αὐτοὶ ποὺ ἦσαν στὸ πλοῖο ἦλθαν καὶ τὸν προσκύνησαν καὶ εἶπαν· Ἀλήθεια εἶσαι υἱὸς Θεοῦ. Καὶ ἀφοῦ πέρασαν ἀπέναντι, ἔφθασαν στὴ χώρα Γεννησαρέτ».
* * *
Στὴν εὐαγγελικὴ αὐτὴ περικοπὴ βλέπουμε ὁλοκάθαρα τὴ μέριμνα καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς μαθητές του ποὺ βασανίζονταν ὅλη νύχτα μέσα στὰ ἄγρια κύματα τῆς θάλασσας·  δὲν τοὺς ἄφησε νὰ πνιχτοῦν, ἀλλὰ πῆγε καὶ τοὺς ἔσωσε ἀπὸ τὴ φοβερὴ αὐτὴ τρικυμία μὲ τὴ θεία παρουσία του. Ἔδωσε ἀκόμα καὶ στὸν ἀπόστολο Πέτρο τὴ δύναμη νὰ περπατᾶ καὶ αὐτὸς ἐπάνω στὰ νερά, γιὰ νὰ τοῦ δείξη, ὅτι ἐὰν βλέπη σ᾽ αὐτὸν καὶ ἔχη πίστη, μπορεῖ νὰ ξεπεράση κάθε φυσικὸ ἐμπόδιο καὶ νὰ φτάση σ᾽αὐτόν. Μὰ καὶ ἄν ὀλιγοπιστήση κάπου ὡς ἄνθρωπος, πάλι αὐτὸς εἶναι δίπλα του καὶ δὲν θὰ τὸν ἀφήση νὰ καταποντισθῆ μέσα στὰ ἄγρια κύματα τῆς θάλασσας τοῦ κόσμου. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀγαπᾶ τοὺς μαθητές του καὶ δὲν τοὺς ἐγκαταλείπει ποτέ, ἀλλὰ πάντα τοὺς προστατεύει καὶ τοὺς βοηθάει. Εἶναι ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ἔχει ὄχι μόνο τὴν ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ τὴ θεία δύναμη γιὰ νὰ σώση τοὺς ἁγίους ἀποστόλους του ἀπὸ ὅποιοδήποτε κίνδυνο καὶ ἄν βρεθοῦν ὡς ἄνθρωποι.
Στὸ πλοῖο αὐτὸ τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ δοῦμε ὅλη τὴν Ἐκκλησία του. Στὸ πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ βαίνουν ὅλοι οἱ πιστοί, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἔλαβαν τὸ ἅγιο βάπτισμα. Κάθε χριστιανὸς εἶναι καὶ ἕνας ἐπιβάτης τοῦ ἀποστολικοῦ αὐτοῦ πλοίου. Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου, εἶναι οἱ ἀρχηγοὶ τοῦ πλοίου αὐτοῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία λέγεται καὶ Ἀποστολική. Ὁ πηδαλιοῦχος καὶ ὁδηγὸς αὐτοῦ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός· αὐτὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ὁδηγεῖ καὶ κατευθύνει σωστὰ καὶ ἀλάνθαστα τὸ πλήρωμά του στὸ δρόμο γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κάθε ἄνθρωπος ποὺ μπῆκε μέσα στὸ πλοῖο αὐτὸ θὰ φτάση καὶ στὴν ἀπέναντι ὄχθη, ποὺ εἶναι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δὲν θὰ πνιχθῆ ὅσο μένει μέσα σ᾽ αὐτό.
Ἐμεῖς βλέπουμε στὴν Ἐκκλησία ἀνθρώπους νὰ διοικοῦν καὶ νὰ κατευθύνουν τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα· βλέπουμε ὅμως ὅτι καὶ τὸ σκάφος τῆς Ἐκκλησίας νὰ χτυπιέται ἄγρια ἀπὸ τὰ κύματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ὥστε νὰ κινδυνεύη νὰ καταποντισθῆ, ἀκοῦμε τὶς φωνὲς τῶν ἀρχηγῶν τῆς Ἐκκλησίας νὰ φωνάζουν κατατρομαγμένοι ὅπως ἐδῶ     οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, καὶ πολλοὶ νὰ λέγουν· πάει ἡ Ἐκκλησία, χάθηκε. Ἐπάνω ὅμως στὸ ὄρος εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ποὺ προσεύχεται γιὰ τὴν Ἐκκλησία του στὸ Θεὸ Πατέρα, ὁ ὁποῖος τώρα κατεβαίνει μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, περπατάει ἐπάνω στὰ νερὰ καὶ προχωρεῖ πρὸς τοὺς μαθητές του. Ἔρχεται γιὰ νὰ τοὺς ἐνισχύση στὸ ἔργο τους, ὥστε τὸ πλοῖο νὰ φτάση στὴν ἀπέναντι ὄχθη χωρὶς νὰ χαθῆ κανεὶς ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ εἶναι μέσα σ᾽ αὐτό. Τοὺς λέγει καθαρά, γιατί αὐτοὶ φοβήθηκαν μὲ τὴν παρουσία του· «Θαρσεῖτε, ἐγὼ εἰμι».
Πόσο παρήγορη εἶναι ἡ φωνὴ αὐτὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ! Οἱ μαθητὲς παίρνουν θάρρος, καὶ ὁ Πέτρος ζητάει νὰ περπατήση καὶ αὐτὸς ἐπάνω στὰ νερὰ σὰν τὸν Κύριο, καὶ τὸ κάνει ὅσο βλέπει στὸ Χριστὸ· καὶ τότε μόνο ἀρχίζει νὰ καταποντίζεται, ὅταν χάνη τὴν πίστη του, ὅταν δὲν κοιτάζη στὸν Κύριο. Δίπλα του εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ τὸν σώζει. Ἀνεβαίνουν μαζὶ στὸ πλοῖο καὶ ἡ θάλασσα ἀμέσως κοπάζει, γιατί καμία δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ ἀντισταθῆ στὸ Χριστό ὅσο δυνατὴ καὶ ἄν φαίνεται, ἀφοῦ τὰ πάντα ὑπακούουν στὸν Κύριο καὶ ὑποτάσσονται σ᾽αὐτόν, καὶ ἡ θάλλασα καὶ ὁ ἄνεμος. Ὅλοι ὅσοι εἶναι μέσα στὸ πλοῖο τὸν προσκυνοῦν καὶ τὸν ὁμολογοῦν καὶ λέγουν· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν.
π. Γ.Δ.Σ.                                 
                              

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...