Πολλές και σημαντικές είναι οι αλλαγές που πραγματοποιούνται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής στις ιερές ακολουθίες.
Στις πέντε νηστίσιμες ημέρες της εβδομάδας, (Δευτέρα έως Παρασκευή), δεν εφαρμόζεται το καθιερωμένο τυπικό: Το πρωί ακολουθία του Μεσονυκτικού και Όρθρου με ή χωρίς Θεία Λειτουργία και το απόγευμα η ακολουθία του Εσπερινού. Αιτία των αλλαγών είναι οι νέες Ακολουθίες που προστίθενται στην περίοδο αυτή: Η Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, που συνήθως τελείται Τετάρτη και Παρασκευή, οι Χαιρετισμοί και το Μέγα Απόδειπνο. Έτσι παρουσιάζονται οι ακόλουθες περιπτώσεις:
α. Το πρωί της Δευτέρας, Τρίτης και Πέμπτης τελούνται:
(1) Μεσονυκτικό και Όρθρος,
(2) Οι Ώρες (Α’, Γ’, ΣΤ’ και Θ’),
(3) Ο Εσπερινός του απογεύματος (στον οποίο, φυσικά, τιμάται ο Άγιος της επόμενης ημέρας).
β. Το πρωί της Τετάρτης και Παρασκευής τελούνται όλα τ’ ανωτέρω και στον Εσπερινό επισυνάπτεται και η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
γ. Εάν η Προηγιασμένη πρόκειται να τελεσθεί το απόγευμα, τότε ή πρωινή ακολουθία αρχίζει κανονικά, σταματά όμως στην ΣΤ’ Ώρα και γίνεται απόλυση.
δ. Η Προηγιασμένη το απόγευμα αρχίζει με την Θ’ Ώρα, (κατά τη διάρκεια της οποίας ο Λειτουργός «παίρνει καιρό», με διαφορετικό τυπικό και ενδύεται πλήρη στολή) και μετά την απόλυση (της Θ’ Ώρας), συνεχίζει με το «Ευλογημένη ή Βασιλεία…» οπότε αρχίζει ο Εσπερινός με την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
ε. Το απόγευμα των τεσσάρων πρώτων ημερών (Δεύτερα έως Πέμπτη), στη θέση του Εσπερινού τελείται το Μέγα Απόδειπνο.
στ. Εάν το απόγευμα της Τετάρτης τελεσθεί η Προηγιασμένη, το Μέγα Απόδειπνο τελείται συνήθως μετά τη Θ. Λειτουργία (των Προηγιασμένων Δώρων).
ζ. Το εσπέρας της Παρασκευής των πέντε πρώτων εβδομάδων, τελείται στους Ναούς ακόμη μία νέα Ακολουθία: η προσφιλής στο λαό μας ακολουθία των Χαιρετισμών της Παναγίας (« Άγγελος πρωτοστάτης…» – «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε») στο μέσο του Μικρού Αποδείπνου, κάθε φορά με μία «Στάση», και την πέμπτη εβδομάδα όλες οι Στάσεις μαζί – ολόκληρος ο Ακάθιστος Ύμνος.
Το πλήθος αυτό των Ακολουθιών εναρμονίζεται με το Ορθόδοξο λατρευτικό πνεύμα που θέλει τον πιστό επτάκις της ημέρας να αινεί τον Θεό (Ψαλμ. ριη’, 164), αλλά έρχεται στην καθημερινή πράξη και ζωή σ’ αντίθεση με το σύγχρονο πνεύμα του κόσμου, σύμφωνα με το όποιο ο άνθρωπος όχι μόνο δεν έχει ελεύθερο χρόνο, αλλ’ ούτε και την ανάλογη διάθεση… Υπάρχει δυστυχώς μεγάλη εκκοσμίκευση και σύγχυση στο μυαλό του.
Η Εκκλησία πάντως την περίοδο αυτή, γνωρίζοντας την κατάσταση του ανθρώπου, τον βοηθά να βρει το δρόμο του, προσφέροντας του τη λύση της συχνότερης συμμετοχής του στη λατρευτική ζωή. Όποτε ευκαιρεί και μπορεί να εξοικονομεί κάποιο χρόνο, να τον διαθέτει στον Θεό και να παρακολουθεί κάποια από τις πολλές Ακολουθίες. Έτσι και ο χρόνος θ’ αξιοποιείται καλύτερα και οι ευλογίες του Θεού θ’ αυξάνουν στους πιστούς που θα κάνουν τέτοιες θυσίες…
ΟΙ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΙ
Το απόγευμα της Κυριακής της Τυροφάγου τελείται ο κατανυκτικός Εσπερινός της Συγνώμης.
Κατανυκτικός λέγεται, διότι ψάλλονται κατανυκτικά τροπάρια από το Τριώδιο, που το περιεχόμενο τους διαποτίζεται από βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας, πένθος, συντριβή, μετάνοια και θερμή ικεσία για άφεση αμαρτιών.
Εσπερινός Συγνώμης λέγεται, αυτός μόνον από τους κατανυκτικούς, διότι στο τέλος της Ακολουθίας ο λαός ασπάζεται το Ευαγγέλιο ζητώντας από τον Ιερέα συγγνώμη και στη συνέχεια και μεταξύ τους, ώστε συγχωρεμένοι να αρχίσουν τη Μεγ. Τεσσαρακοστή. Πρόκειται για μια ωραία συνήθεια, που καλό είναι να αναβιώσει.
Οι κατανυκτικοί Εσπερινοί τελούνται κάθε Κυριακή της Μεγ. Τεσσαρακοστής.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό των Εσπερινών αυτών είναι ότι μετά την Είσοδο και το «Εσπέρας Προκείμενον», αλλάζει ο διάκοσμος της Αγίας Τραπέζης και η στολή του Ιερέως. Από πασχαλινή, λόγω της Κυριακής, μεταπίπτει σε πένθιμη, λόγω της Τεσσαρακοστής (αλλάζουν τα λευκά με πορφυρά -εφ’ όσον τον Χριστό δεν Τον πενθούμε ως άνθρωπο, αλλ’ ως Βασιλέα Θεό).
Στο τέλος του Εσπερινού ψάλλονται τα τροπάρια «Θεοτόκε Παρθένε…», «Βαπτιστά του Χριστού…» κ.λπ. και κατακλείονται με την ευχή του Αγίου Έφραίμ του Σύρου:
«Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω. Ναι, Κύριε, Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα έμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον άδελφόν μου ότι εύλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
Λέγοντας την, κάνουμε και τρεις μεγάλες μετάνοιες. Ακολουθούν δώδεκα μικρές, ενώ λέμε μυστικώς το: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» και στο τέλος επαναλαμβάνεται το: «Ναι Κύριε, Βασιλεύ…» κάνοντας και τέταρτη μεγάλη μετάνοια.
ΤΟ ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ
Κάθε απόγευμα των ημερών Δευτέρας, Τρίτης, Τετάρτης και Πέμπτης, ολόκληρης της Τεσσαρακοστής μέχρι Μεγ. Τρίτη, τελείται στους Ι. Ναούς (ή στο σπίτι μας, εάν δε μεταβούμε στο Ναό), η Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου.
Τις άλλες ήμερες της εβδομάδας τελείται το Μικρό Απόδειπνο (και ολόκληρο το χρόνο, πλην της Διακαινήσιμης εβδομάδας): Την Παρασκευή, τελείται μαζί με τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, ενώ Σάββατο και Κυριακή το διαβάζουμε σπίτι μόνοι μας.
Λέγεται Απόδειπνο, διότι είναι ακολουθία που γίνεται (κανονικά) μετά το δείπνο, δηλ. είναι η βραδινή προσευχή του Χριστιανού και Μέγα, λόγω της εκτάσεως του και για να διακρίνεται από το Μικρό Απόδειπνο.
Περιέχει (1) Ψαλμούς που διαβάζονται, (2) ωραιότατα και ποικίλα μικρά τροπάρια που ψάλλονται και (3) ευχές που αναγινώσκει ο Ιερέας. Είναι μία ωραιότατη Ακολουθία που περιέχει και το γνωστότατο τροπάριο: «Κύριε των Δυνάμεων μεθ’ ημών γενού άλλον γαρ εκτός σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των Δυνάμεων, έλέησον ημάς».
Προ του τέλους αναγινώσκεται η ευχή του Αγίου Έφραίμ «Κύριε καί Δέσποτα της ζωής μου…» .
Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ
Την καθαρά Τετάρτη και συνήθως κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, μόνο στη Μεγ. Τεσσαρακοστή, τελείται στους Ιερούς Ναούς η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων για τον εξής λόγο:
Η Εκκλησία μας έχει σε χρήση τρεις Θείες Λειτουργίες κατά τις όποιες γίνεται θυσία. Τη Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Αγίου Βασιλείου και του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Η τρίτη γίνεται μία φορά το χρόνο, την ημέρα της εορτής του Αγίου, την 23η Οκτωβρίου. Του Αγ. Βασιλείου γίνεται δέκα φορές τον χρόνο: Την ήμερα της εορτής του (1η Ιανουαρίου), τις παραμονές Χριστουγέννων, Φώτων και Πάσχα, τις πέντε πρώτες Κυριακές της Μεγ. Τεσσαρακοστής και τη Μεγ. Πέμπτη. Τις άλλες ήμερες του έτους τελείται η Θ. Λειτουργία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Όλες όμως αυτές οι Λειτουργίες έχουν πανηγυρικό και χαρμόσυνο χαρακτήρα. Επειδή η Μεγ. Τεσσαρακοστή είναι κατανυκτική και κάπως πένθιμη περίοδος, η Εκκλησία μας όρισε οι Λειτουργίες αυτές να τελούνται μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Σαρακοστής. Τις άλλες ημέρες της εβδομάδας δεν τελείται Θ. Λειτουργία.
Οι Χριστιανοί όμως τους πρώτους αιώνες είχαν τη συνήθεια να μεταλαμβάνουν τέσσερις και πέντε φορές την εβδομάδα, διότι εγνώριζαν ότι δεν ήταν δυνατόν να ζουν «εν Χριστώ» άνευ των Άχραντων Μυστηρίων, άνευ του Χριστού, που ο Ίδιος είπε ότι είναι «βρώσις και πόσις». «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω. στ’, 54). Τότε, βέβαια, τα δισκοπότηρα μπορεί να ήταν «ξύλινα», αλλά οι Χριστιανοί ήταν «χρυσοί», με αγία ζωή. Σήμερα, παρότι, πολλές φορές, συμβαίνει το αντίθετο, οι Χριστιανοί μπορούν και πρέπει να κοινωνούν τακτικότερα, πάντοτε με άδεια του Πνευματικού τους, προσέχοντας πολύ τη ζωή τους.
Για να λυθεί λοιπόν το πρόβλημα της συχνής Θ. Κοινωνίας, η Εκκλησία καθόρισε να τελείται μόνο τη Μεγ. Τεσσαρακοστή η κατανυκτική Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Σ’ αυτή δε γίνεται πλήρης Θ. Λειτουργία, διότι ο Άρτος που θα χρησιμοποιηθεί καθαγιάζεται την προηγούμενη Κυριακή, εμποτίζεται στο Άγιο Αίμα του Κυρίου μας, φυλάσσεται στο Άγιο Αρτοφόριο της Αγίας Τραπέζης και προσφέρεται για Κοινωνία την ημέρα που τελείται η Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία.
Η Λειτουργία αυτή είναι, κανονικά, εσπερινή, γι’ αυτό είναι συνυφασμένη με Εσπερινό και οι Χριστιανοί, μέχρις ότου κοινωνήσουν, μένουν άσιτοι, δηλ. νηστικοί, από τα μεσάνυκτα μέχρι την ώρα της Θ. Κοινωνίας. Όσοι δεν μπορούν να κρατήσουν, πηγαίνουν στους Ναούς, που τελούν την Προηγιασμένη Λειτουργία πρωί, προς διευκόλυνση των πιστών, ή κοινωνούν Σάββατο ή Κυριακή.
Χαρακτηριστικά της Προηγιασμένης Λειτουργίας
α. Προηγείται της Προηγιασμένης, η ακολουθία της Θ’ Ώρας.
β. Με το «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός…» αρχίζει η Θεία Λειτουργία, στην αρχή της οποίας επισυνάπτεται ο Εσπερινός της επόμενης ημέρας.
γ. Όταν αναγιγνώσκονται τα «Προς Κύριον…» (Ψαλτήρι σε τρεις Στάσεις), συνήθως στο τέλος ακούγονται από το Ιερό ήχοι θυμιατού, (η Ωραία Πύλη είναι κλειστή). Εκείνη τη στιγμή ο Ιερέας μεταφέρει το Σώμα και Αίμα του Κυρίου από την Αγία Τράπεζα, όπου φυλάχθηκε από την Κυριακή, στην Ιερά Πρόθεση και γι’ αυτό οι πιστοί πρέπει να σηκώνονται και να παρακολουθούν νοερά και λογικά τα τελούμενα.
δ. Στη Μεγάλη Είσοδο (που γίνεται από το συντομότερο δρόμο), επειδή ο Ιερέας μεταφέρει το προηγιασμένο Σώμα και Αίμα του Χριστού μας – τον ίδιο τον Χριστό – οι Χριστιανοί γονατίζουν λατρευτικώς, επαναλαμβάνοντας μυστικώς το: «Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών…».
ε. Στο τέλος, αναγιγνώσκονται οι δύο Ψαλμοί: «Ευλογήσω τον Κύριον…» (ο 33ος) και «Υψώσω σε ο Θεός μου…» (ο 144ος), κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ιερέας μοιράζει το αντίδωρο και μετά απολύει η Λειτουργία, με το «Δι’ ευχών…».
στ. Το αντίδωρο αυτό είναι το πρόσφορο από το οποίο ο Ιερεύς την Κυριακή έβγαλε τον Αμνό. Πολλοί αυτό το λένε «Παναγία» (επειδή από τα σπλάγχνα της βγήκε ο Χριστός). Γι’ αυτό το αντίδωρο στις Προηγιασμένες είναι συνήθως μικρό τεμάχιο).
ζ. Στις Προηγιασμένες Θ. Λειτουργίες δεν μνημονεύονται ονόματα ζώντων και τεθνεώτων, ούτε στην Ιερά Πρόθεση, ούτε στη Θεία Λειτουργία.
η. Στη Λειτουργία αυτή επίσης δεν τελούνται μνημόσυνα. Μπορούν να γίνουν μετά το «Δι’ ευχών…» Τρισάγια.
Μ’ αυτό τον ωραίο και σοφό τρόπο και διατηρώντας τον κατανυκτικό χαρακτήρα της περιόδου, έλυσε η Εκκλησία μας το ζήτημα της συχνής Θείας Κοινωνίας και ήδη οι πιστοί εκτιμώντας και «εκμεταλλευόμενοι» αυτή την πνευματική ευκαιρία, κατακλύζουν τους Ναούς, Τετάρτη και Παρασκευή, μεταλαμβάνοντας των Προηγιασμένων αυτών Θείων Δώρων.
Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ
Τη Μεγ. Σαρακοστή, στις 4 πρώτες εβδομάδες, κάθε Παρασκευή βράδυ, στο μέσο του Μικρού Αποδείπνου, αντηχούν οι θαυμάσιοι και προσφιλέστατοι στο λαό μας Χαιρετισμοί της Παναγίας («Άγγελος πρωτοστάτης…» -«Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε»).
Ψάλλονται τμηματικά, κάθε φορά και μια «Στάση» από τον Ακάθιστο Ύμνο, μαζί με τον εξαίρετο «Κανόνα» του (τα Τροπάρια των Χαιρετισμών), που περιέχει οκτώ ωδές και αρχίζει με το Τροπάριο: «Ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος…».
Ολόκληρος ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται στον Όρθρο του Σαββάτου της Ε’ Κυριακής των Νηστειών, αλλά για ευκολία των πιστών τον ψάλλουμε αποβραδίς (την 5η Παρασκευή της Τεσσαρακοστής).
Οι Χαιρετισμοί συνδέθηκαν με τη Μεγ. Τεσσαρακοστή λόγω της μεγάλης Θεομητορικής εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη εορτή η οποία δεν έχει μεθέορτα, εξ αιτίας του χαρακτήρα της Σαρακοστής. Αυτή την έλλειψη έρχεται να καλύψει η ψαλμωδία του Ακάθιστου Ύμνου.
Το υμνολογικό αυτό κείμενο χρησιμοποιείται στην Εκκλησία μας περισσότερο από κάθε άλλο. Εκτός από τα Μοναστήρια και τους Ναούς στους οποίους γίνεται Απόδειπνο, πολλοί λαϊκοί συνηθίζουν να διαβάζουν τους Χαιρετισμούς της Παναγίας κάθε βράδυ μαζί με το Μικρό Απόδειπνο.
Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι «Κοντάκιο». Είναι δηλ. ύμνος ανάλογος προς τους «Κανόνες». Η ονομασία του οφείλεται μάλλον στο κοντό ξύλο στο οποίο η μεμβράνη με τον ύμνο ήταν τυλιγμένη. Το πρώτο τροπάριο του Ύμνου λέγεται «Προοίμιον»: «Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει…» το όποιο αργότερα αντικαταστάθηκε με το πασίγνωστο: «Τη Ύπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…». Ακολουθούν οι 24 «Οίκοι» από το Α μέχρι το Ω. Κάθε έξι γράμματα (κάθε έξι «Οίκους») έχουμε μία «Στάση». Η τελευταία λέξη κάθε «Οίκου» πού επαναλαμβάνει ο λαός, σαν σύντομη ικεσία, λέγεται «εφύμνιον» και υπάρχουν δύο: Το «Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» και το «Αλληλούια». Το πρώτο «εφύμνιον» για τους περιττούς «Οίκους» που περιλαμβάνουν 156 «Χαίρε» και το δεύτερο, για τους αρτίους.
Θέμα του Ακάθιστου Ύμνου:
Στο πρώτο μέρος (Α-Μ, στις δύο πρώτες «Στάσεις»), υμνείται η ενανθρώπιση του Κυρίου. Αρχίζει με τον Ευαγγελισμό της Παρθένου («Άγγελος πρωτοστάτης, ουρανόθεν επέμφθη, ειπείν τη Θεοτόκω τω Χαίρε…»), συνεχίζει με τη σύλληψη του Χριστού από την Παναγία, την επίσκεψη της στην Ελισάβετ, τους λογισμούς του Ιωσήφ, την προσκύνηση των Ποιμένων και των Μάγων, τη φυγή στην Αίγυπτο και την Υπαπαντή του Κυρίου.
Στο δεύτερο μέρος (Ν-Ω) υμνείται ηή δυνατότητα θεώσεως του ανθρώπου χάρη στη σάρκωση του Κυρίου και η θεομητορική αξία της Παναγίας. Και όλα τ’ ανωτέρω με θαυμάσιες ποιητικές αποστροφές και εγκώμια που περιλαμβάνουν επιτυχέστατες αντιθέσεις και ωραιότατες θεολογικές εικόνες.
Ο «Ακάθιστος Ύμνος», σύμφωνα με την παράδοση, ονομάστηκε έτσι για τον έξης λόγο: Το έτος 626 ηή Κων/πολη πολιορκήθηκε συγχρόνως από τους Αβάρους (ξηρά) και τους Πέρσες (ξηρά και θάλασσα) για μήνες. Ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος απουσίαζε στην Ασία. Ο κίνδυνος πτώσεως της Πόλεως ήταν πολύ μεγάλος. Στην άμυνα πρωτοστάτησε ο Πατριάρχης Σέργιος. Έτσι οι λίγοι μαχητές, μαζί με τον κλήρο και το λαό, ζητώντας τη βοήθεια του Θεού (με προσευχές και Παρακλήσεις) και στηρίζοντας τις ελπίδες τους στην Προστάτριά τους, την «Υπέρμαχο Στρατηγό», την Υπεραγία Θεοτόκο, αντιστέκονταν απεγνωσμένα. Και, ω του θαύματος, ένας φοβερός ανεμοστρόβιλος κατέστρεψε τα πλοία των Περσών, με αποτέλεσμα να λυθεί η πολιορκία. Η Βασιλεύουσα εσώθη! (ήταν 8 Αυγούστου). Τότε «ορθοστάδην όλος ο λαός» έψαλλε τον Ύμνο αυτό, ο οποίος από τότε ονομάστηκε Ακάθιστος. Τα νικητήρια αποδόθηκαν στην Προστάτριά της Κωνσταντινουπόλεως, την Υπεραγία Θεοτόκο, που πάντα σκέπει και προστατεύει το έθνος μας.
Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΩΝ
Την Τετάρτη απόγευμα, μεταξύ Δ’ και Ε’ Κυριακής των Νηστειών, ψάλλεται η ακολουθία του «Μεγάλου Κανόνος», στο μέσο του Μικρού Αποδείπνου. Κανονικά είναι ο Όρθρος της επομένης και μπορεί να τελείται αγρυπνία με Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων.
Κανόνες είναι μεγάλοι ύμνοι, οι οποίοι αποτελούνται από μικρότερες ενότητες που λέγονται Ωδές (από το ρήμα άδω). Κάθε ωδή αποτελείται από τον Ειρμό (την πρώτη δηλ. στροφή) και τα υπόλοιπα 3-4 συνήθως Τροπάρια (τρέπονται, δηλ. ψάλλονται όπως το πρώτο, ο ειρμός). Κανόνες υπάρχουν με διάφορο αριθμό ωδών. Υπάρχουν Κανόνες με δύο ωδές, με τρεις (τριώδιο), με τέσσερις, πέντε μέχρι εννέα ωδές (εννέα είναι και οι Βιβλικές Ωδές).
Ο Κανών αυτός λέγεται Μέγας, λόγω του πλήθους των τροπαρίων που περιέχουν οι εννέα ωδές του. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται σήμερα και τα τροπάρια που πρόσθεσαν μεταγενέστεροι υμνογράφοι: για την Οσία Μαρία και για τον ίδιο, τον Άγιο Ανδρέα. Έτσι στο σύνολο του ο Μέγας Κανών έχει 11 Ειρμούς, (η β’ και γ’ Ωδή έχουν από 2 Ειρμούς) και 250 Τροπάρια! (η β’ Ωδή έχει 41 Τροπάρια).
Συγγραφέας του Μ. Κανόνα είναι ο Άγιος Ανδρέας, ο Ιεροσολυμίτης. Ήταν Μοναχός της Ι. Μονής του Αγίου Σάββα. Εχρημάτισε γραμματέας του Πατριάρχου Ιεροσολύμων, συμμετείχε στην ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδο το 680 και μετά, αφού εξελίχθηκε στα διάφορα εκκλησιαστικά υπουργήματα, εκλέχθηκε Αρχιεπίσκοπος Κρήτης.
Συνέγραψε πολλούς κανόνες και διάφορα συγγράμματα. Το σπουδαιότερο υμνογραφικό του έργο είναι ο Μέγας Κανών που θεωρείται το «κύκνειο» του άσμα. Απέθανε γύρω στο 740, στη Λέσβο, όπου βρέθηκε, είτε επιστρέφοντας στην Κρήτη από την Κων/πολη, είτε εξόριστος, ως υποστηρικτής των Αγίων Εικόνων.
Περιεχόμενο του Μ. Κανόνα: Ανατρέχει σ’ όλα τα πρόσωπα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης προβάλλοντας τις πράξεις – καλές ή κακές -των δικαίων προς μίμηση και των αδίκων προς αποφυγή.
Η κεντρική ιδέα του Κανόνα είναι η μετάνοια. Αυτή θεωρεί ο Ποιητής θύρα του Παραδείσου. Εφ’ όσον δεν έχουμε καρπούς μετανοίας, ας προσφέρουμε στον Θεό τη συντετριμμένη καρδία μας και ας αναγνωρίσουμε την πνευματική μας πτωχεία.
Ολόκληρο το πένθιμο και κατανυκτικό περιεχόμενο του αριστουργήματος αυτού συνοψίζεται στο Τροπάριο: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τί καθεύδεις; το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι (πρόκειται να θορυβηθείς) ανάνηψον ούν, ίνα φείσηταί σου (σύνελθε λοιπόν για να σε λυπηθεί) Χριστός ο Θεός, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Ο Μ. Κανόνας ψάλλεται τμηματικά τις τέσσερις πρώτες ημέρες της «Καθαράς Εβδομάδος», (Δευτέρα έως Πέμπτη), μαζί με το Μέγα Απόδειπνο.