Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 26, 2017

Κυριακή της Τυρινής: από την εξορία των Πρωτοπλάστων στο γάμο με τον ουράνιο Νυμφίο

Από την εξορία στον Γάμο


 Η σοφία του Τριωδίου και του Πεντηκοσταρίου
Οι λέξεις Τριώδιο και Πεντηκοστάριο (τα δύο βιβλία που χρησιμοποιούνται στην Εκκλησία την περίοδο των Απόκρεω και της Μεγάλης Σαρακοστής, το ένα, και από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή και την Κυριακή των Αγίων Πάντων το άλλο) είναι άγνωστες λέξεις για τον πολύ κόσμο. Το ίδιο και οι λέξεις Μηναία,Παρακλητική κ.τ.λ., που είναι επίσης βασικά λειτουργικά βιβλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Πρέπει όμως να επισημάνουμε πως αυτά τα βιβλία, όπως εν προκειμένω τοΤριώδιο και το Πεντηκοστάριο, έχουν ανάλογη αξία για τη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια των ανθρώπων με την αξία που έχουν τα έργα της κλασικής αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Αν δηλαδή θεωρούμε ότι τα ομηρικά έπη και οι αρχαίες τραγωδίες περιέχουν σοφία και προσφέρουν στον άνθρωπο διαχρονικά μηνύματα, δοσμένα μάλιστα με πολύ υψηλό καλλιτεχνικό τρόπο (και πράγματι έτσι είναι), ας γνωρίζουμε πως και το Τριώδιο και το Πεντηκοστάριο(και τα άλλα εκκλησιαστικά βιβλία) περιέχουν σοφία και προσφέρουν στον άνθρωπο διαχρονικά μηνύματα, δοσμένα με πολύ υψηλό καλλιτεχνικό τρόπο. Αυτά τα δύο βιβλία περιλαμβάνουν αριστουργήματα ποίησης και μουσικής, βαθιάς φιλοσοφίας, ανθρωπολογίας, ηθικής και φυσικά θεολογίας, θεολογίας όμως μετουσιωμένης σε ανθρωπολογία και ηθική φιλοσοφία. Στα βιβλία αυτά ανθολογούνται συγγραφείς και μουσική όπως οι άγιοι Ιωάννης Δαμασκηνός, Κοσμάς ο Μελωδός, Κασσιανή η Υμνογράφος, Ανδρέας Κρήτης κ.ά., πολύπλευρες προσωπικότητες μεγάλης μόρφωσης και ανοιχτού πνεύματος, που έδωσαν οδυνηρούς αγώνες και για την προσωπική τους καλλιέργεια και για να διασώσουν τη σωστή άποψη της Εκκλησίας για τον άνθρωπο (όπως ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, που οι λόγοι του υπέρ των εικόνων τεκμηριώνουν την αποδοχή της ανθρώπινης φύσης του Ιησού Χριστού και την καταξίωση του ανθρώπου και του υλικού κόσμου γενικότερα).
Επίσης, όλα όσα τελούνται στις εκκλησίες, όσα εορτάζονται, ο τρόπος με τον οποίο εορτάζονται και ο χρόνος που τοποθετούνται, δεν είναι τυχαία, αλλά παρέχουν στον άνθρωπο διαχρονικά μηνύματα, αξιόλογα ακόμη και για τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν στο Χριστό, αν βέβαια αγαπούν τη φιλοσοφία και τη μόρφωση.
Ένα μικρό δείγμα της σοφίας του Τριωδίου (που βέβαια με υπερβαίνει κατά πολύ και στην πραγματικότητα είμαι ανεπαρκής για να τη μεταδώσω στους αδελφούς μου) θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε στο παρόν άρθρο.
 Προπατορικό αμάρτημα και Σαρακοστή: μια «μυστηριώδης» σχέση
Οι τέσσερις Κυριακές της Αποκριάς, ή ορθότερα οι πρώτες τέσσερις Κυριακές του Τριωδίου, επισημαίνουν στοιχεία της διδασκαλίας του Ιησού Χριστού και της ορθόδοξης χριστιανικής πνευματικής κληρονομιάς, που όχι μόνο συμβάλλουν στην ηθική και πνευματική αναβάθμιση του ανθρώπου (αυτό ισχύει για όλες τις Κυριακές του Τριωδίου), αλλά και τον προετοιμάζουν για το ταξίδι της Μεγάλης Σαρακοστής, ως τη νύχτα της Αναστάσεως.
Την πρώτη Κυριακή στη θεία λειτουργία διαβάζουμε την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου (κατά Λουκάν, 17, 9-14), που μιλάει για την υποκρισία (και μάλιστα τη θρησκευτική υποκρισία), την αλαζονεία, την αμαρτία, τη μετάνοια και την ταπείνωση. Τη δεύτερη Κυριακή διαβάζουμε την παραβολή του Ασώτου (Λουκ. 15, 11-32), που τονίζει ότι ο Θεός μας περιμένει με αγάπη όπου κι αν έχουμε φτάσει, αλλά και ότι εκείνοι που δεν έχουν παρεκκλίνει ποτέ από το δρόμο του Θεού, δεν πρέπει να αγανακτούν κατά των εμφανώς αμαρτωλών αδελφών τους, όταν ο Θεός τους συγχωρεί και τους παίρνει στην αγκαλιά Του, για να τους γιατρέψει από τις πληγές που άνοιξαν οι ίδιοι στον εαυτό τους λόγω της απερισκεψίας τους.
Η τρίτη Κυριακή (των Απόκρεω, με την οποία σταματάει η κρεοφαγία, ώστε να μπούμε ομαλά και όχι απότομα στη Μ. Σαρακοστή) είναι αφιερωμένη στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, στην ανάσταση των νεκρών και την τελική κρίση, με την οποία οι άνθρωποι θα τοποθετηθούμε στον παράδεισο ή στην κόλαση, και στη θεία λειτουργία διαβάζεται το ευαγγέλιο της Μέλλουσας Κρίσης, από το κεφ. 25 του κατά Ματθαίον ευαγγελίου, στίχοι 31-46. Εκεί ο Χριστός περιγράφει τα τελικά αυτά γεγονότα (τα «έσχατα», όπως λέμε), με αρκετό ανθρωπομορφισμό και παραβολικά στοιχεία βέβαια, αλλά και με συγκλονιστική σοφία και φιλανθρωπία.
Βέβαια, να διευκρινίσουμε εδώ ότι ο παράδεισος και η κόλαση, κατά τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού, είναι το ίδιο το Φως του Θεού, που οι αγαθοί άνθρωποι ενώνονται με αυτό και γίνονται όλοι φως, ενώ οι σκληροί και διεφθαρμένοι δεν το αντέχουν και υποφέρουν μέσα σε αυτό – συνεπώς, ο Θεός δεν τιμωρεί κυριολεκτικά, αλλά καλεί όλους εμάς να διαμορφώσουμε τον εαυτό μας έτσι, ώστε να ενωθούμε με το Φως Του και να γίνουμε υιοί Του και βασιλείς στη βασιλεία Του (συμβασιλείς του Χριστού), όπως πολλές φορές στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται (π.χ. κατά Ματθαίον, κεφ. 5, στους Μακαρισμούς: «αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών». προς Ρωμαίους, 8, 14-17. Αποκάλυψις κεφ. 5, στίχ. 10, κ.α.).
Η τέταρτη Κυριακή (της Τυρινής), την οποία ακολουθεί η Καθαρή Δευτέρα, η πρώτη μέρα της Μ. Σαρακοστής, είναι αφιερωμένη από την Ορθόδοξη Εκκλησία στο προπατορικό αμάρτημα και στη μνήμη (θρηνητική μνήμη, όχι εορταστική) της εξορίας του Αδάμ και της Εύας από τον παράδεισο, που οι Πατέρες της Εκκλησίας την ερμηνεύουν ως αυτοεξορία (όπως του ασώτου υιού) και όχι κυριολεκτικά ως τιμωρία από πλευράς του Θεού. Άλλωστε, όταν κάποιος είναι εξόριστος, δεν μπορεί να επιστρέψει, ενώ εμείς επιστρέφουμε όποτε θέλουμε και μάλιστα ο Θεός μας περιμένει και μας υποδέχεται με χαρά!...
Τι σχέση έχει ωστόσο το προπατορικό αμάρτημα και η εξορία των πρωτοπλάστων με τη Μ. Σαρακοστή και γιατί η Εκκλησία τοποθέτησε στην «πόρτα της Σαρακοστής» την ανάμνησή τους;
Η σχέση θα λέγαμε ότι είναι διπλή:
Κατ’ αρχάς, στη διήγηση του προπατορικού αμαρτήματος, στο βιβλίο της Γένεσης (το πρώτο βιβλίο της Παλ. Διαθήκης), η εντολή που δίνει ο Θεός στους πρωτοπλάστους αφορά σε φαγητό. Τους ζητάει να μη φάνε κάτι, και η Μ. Σαρακοστή είναι κατεξοχήν περίοδος, κατά την οποία η Εκκλησία ζητάει από εμάς να μη φάμε κάτι. Έτσι άμεσα συνδέεται το προπατορικό αμάρτημα με τη νηστεία.
Φυσικά, οι άγιοι Πατέρες διευκρινίζουν ότι η ιστορία με τον απαγορευμένο καρπό είναι αλληγορική, όχι κυριολεκτική: το προπατορικό αμάρτημα είναι η αλαζονεία και η δίψα για δύναμη και όχι η βρώση ενός καρπού («και έσεσθε ως θεοί» είπε ο όφις στην Εύα, δηλ. θα είστε σαν θεοί, αν φάτε από εκεί). Πάντως, όπως το διηγείται η Παλ. Διαθήκη, με το συμβολικό της τρόπο, η εντολή του Θεού αναφέρεται σε τροφή.
Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος λόγος, για τον οποίο η Εκκλησία τοποθέτησε στην «πόρτα της Σαρακοστής» την ανάμνηση του προπατορικού αμαρτήματος: για να περάσει στον άνθρωπο το μήνυμα ότι η κατάσταση στην οποία ζούμε (γεμάτη θλίψη, αμαρτία και αδικία) δεν είναι η πραγματική κατάσταση του ανθρώπου, για την οποία τον δημιούργησε ο Θεός, αλλά κατάσταση εξορίας από την αληθινή μας πατρίδα, τον παράδεισο.
Παράδεισο λέγοντας, δεν εννοούμε έναν ουράνιο τόπο, όπου πηγαίνουν οι ψυχές, αλλά την επίγεια ζωή (και τώρα, αλλά προπαντός στην αιωνιότητα) σε ενότητα με το Θεό, τον πλησίον μας και όλα τα πλάσματα της δημιουργίας.
Η Μεγάλη Σαρακοστή λοιπόν είναι το ταξίδι της επιστροφής (ιδού και ένας ομηρικός συνειρμός – υπενθυμίζω και το βιβλίο Ένθεοι περίπατοι στην Ομήρου Οδύσσεια του αρχιμανδρίτη π. Αρσένιου Κωτσόπουλου), με σταθμούς τις έξι Κυριακές (όχι σταθμούς τρόμου, σαν του ομηρικού Οδυσσέα, αλλά παρηγοριάς, φιλανθρωπίας, σοφίας, πνευματικής και ηθικής καλλιέργειας, με όσα εορτάζει η Εκκλησία τη Μ. Σαρακοστή από Κυριακή σε Κυριακή), ώστε η νύχτα της Ανάστασης του Χριστού να είναι η νύχτα της επιστροφής μας στην Ιθάκη μας, στο σπίτι του Πατέρα μας, δηλαδή η νύχτα και της δικής μας Ανάστασης.
 Το τέρμα του ταξιδιού και ο ουράνιος Νυμφίος
 Ο λαός μας έχει ένα έθιμο: όταν πεθάνει (σωστότερα: κοιμηθεί) ένας ανύπανδρος νέος, στην κηδεία του, οι δικοί του τού φορούν στεφάνι και λευκά ενδύματα, παρόμοια με τα ενδύματα γάμου, και μερικές φορές προσφέρουν στους παρευρισκόμενους κουφέτα. Ανάλογα ισχύουν και όταν κοιμηθεί μια άγαμη νέα.
Ποιος όμως είναι ο κατεξοχήν νέος και ωραίος νεκρός που κηδεύει η Ορθόδοξη Εκκλησία; Ο Ιησούς Χριστός. Πότε τελείται η κηδεία Του; Τη Μεγάλη Παρασκευή, στην ακολουθία του Επιταφίου Θρήνου. Αλλά από την αρχή της Μεγάλης Εβδομάδας, μέρα τη μέρα, βυθιζόμαστε στην ατμόσφαιρα της κηδείας Του – μια ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζεται από χαρμολύπη, γιατί η προδοσία, η οδύνη και ο θάνατος συνυπάρχουν με τη σωτηρία και την ανάσταση.
Τι λοιπόν ψάλλει η Εκκλησία μας όταν πρόκειται να κηδέψει Αυτόν το νέο και ωραίο, τον πιο αγαπημένο απ’ όλους, νεκρό της; Ψάλλει: «Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός», σαν να πρόκειται για το γάμο Του. Και τη Μεγάλη Δευτέρα η Εκκλησία θυμάται την παραβολή των δέκα παρθένων (Ματθ., αρχή κεφαλαίου 25, στο ίδιο κεφάλαιο με την παραβολή της Μέλλουσας Κρίσης), όπου έντονα ο Κύριος παρομοιάζει τον εαυτό Του με νυμφίο, την αποστολή Του στον κόσμο με γάμο και το παράδεισο με το εορταστικό τραπέζι αυτού του γάμου – όπως κάνει και σε άλλες παραβολές. Από αυτή την παραβολή μάλιστα προέρχεται ο πασίγνωστος στίχος που προαναφέραμε, «ιδού ο Νυμφίος…».
Και η εικόνα με τον Ιησού δεμένο, με το ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι Του, το καλάμι στα χέρια και την κόκκινη χλευαστική χλαμύδα, ονομάζεται στην Εκκλησία «Ο Νυμφίος». Και ο επιτάφιος στολίζεται με λουλούδια, σαν να πρόκειται πράγματι για το γάμο Του. Είναι «ο Νυμφίος ο κάλλει ωραίος παρά πάνταςανθρώπους», κατά το υπέροχο τροπάριο της Μεγάλης Δευτέρας, έκφραση βασισμένη στο σπουδαίο χριστολογικό Ψαλμό 44 της Παλαιάς Διαθήκης.
Ποια όμως είναι η Νύμφη αυτού του Νυμφίου;
Εμείς. Ο άνθρωπος. Ο κάθε άνθρωπος, προσκεκλημένος να ενωθεί με το Χριστό και διά του Χριστού με τον Τριαδικό Θεό, όπως η νύμφη ενώνεται με το νυμφίο της. Με αυτά και άλλα παρόμοια θεμελιώνεται η βασική διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας ότι σωτηρία είναι η ένωση του ανθρώπου με το Θεό εν Χριστώ. Γι’ αυτό και ο Ιησούς Χριστός δεν θα μπορούσε να έχει νυμφευθεί μία γυναίκα, γιατί είναι ο Νυμφίος της Εκκλησίας, ο δικός μας ουράνιος Νυμφίος, ανδρών και γυναικών.
Αυτή είναι η Ορθοδοξία. Όχι η ιδέα ότι ο Θεός κρατάει ένα τετράδιο και καταγράφει τις αμαρτίες μας και μας καταδιώκει για να μας δικάσει, αλλά η ιδέα ότι ο Θεός, από έρωτα για τον άνθρωπο (τον «θείο έρωτα» που αναφέρουν οι άγιοι Πατέρες), γίνεται άνθρωπος και πεθαίνει για να καλέσει τον άνθρωπο (τον εξόριστο, αμαρτωλό, συντετριμμένο άνθρωπο) σε ένωση με Αυτόν και να τον κάνει κατά χάριν θεό.
Αυτό, και ψέμα αν ήταν, θα είχε τεράστια φιλοσοφική αξία, για το πώς ο άνθρωπος καταξιώνεται μέσα στην Εκκλησία. Ακόμη και ο πιο διεφθαρμένος και ο πιο άπιστος και φυσικά ο πιο φτωχός και αγράμματος άνθρωπος, αφού όλοι είμαστε προσκαλεσμένοι ως νύμφη στο γάμο του ουράνιου Νυμφίου, ως συμβασιλείς στη βασιλεία των ουρανών, αρκεί – και σε τούτο δεν παραβιάζει την ελευθερία μας – να το θέλουμε! Αλλά δεν είναι ψέμα. Ας το ερευνήσει κάθε καλοπροαίρετος αναζητητής, μελετώντας τους βίους των αγίων μας, και ιδιαίτερα των αγίων της εποχής μας, για τους οποίους υπάρχει πιο απτή τεκμηρίωση. Και ίσως με τη χάρη του Θεού να συναντήσει και στο δρόμο της έρευνάς του και κάποιον ζωντανό άγιο – όχι φανφαρόνο απατεώνα, αλλά ταπεινό και αφανή δούλο του Θεού.
Με αυτό το γάμο (το γάμο «του Αρνίου του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου») τελειώνει το βιβλίο τηςΑποκάλυψης στην Καινή Διαθήκη. Αυτό είναι και το επιθυμητό τέρμα του ταξιδιού της Μεγάλης Σαρακοστής, που άρχισε με την ανάμνηση της αυτοεξορίας και της αυτοκαταστροφής μας.

Εκοιμήθη εν Κυρίω ο γέροντας Γαβριήλ του Ι.Κ.Αγ.Αρχαγγέλων Άγιον Όρος.

Φωτογραφία του Ι.Κ.Αγ.Αρχαγγέλων Άγιον Όρος.
Εκοιμηθει εν κυριω ο αγαπημενος μας γεροντας σημερα στης 6:00 παρέδωσε την ψυχη του στον κυριο αύριο στης 11:00 η εξωδιος ακολουθια

26 Φεβρουαρίου 1822. Ἡ Μάχη τῆς Χαλανδρίτσας


Ἄν καὶ ἀρκετὲς πόλεις καὶ φρούρια παρέμεναν στὰ χέρια τῶν ὀθωμανῶν, στὶς ἀρχὲς τοῦ 1822, ἐν τούτοις ἤδη συνεκροτήθησαν καὶ λειτούργησαν τὰ τοπικὰ κυβερνητικὰ σχήματα, ποὺ πρῶτο μέλημά τους, τελικῶς, δὲν εἶχαν τὴν διατήρησιν τῶν κεκτημένων ἀλλὰ τὴν μὴ ἀνάδειξιν προσώπων, ποὺ ἔως τότε ἐπάνω τους ἐστηρίχθησαν οἱ πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις.
(Ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ Ὀδυσσεὺς Ἀνδροῦτσος καὶ ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.)
Ἡ Ἑλλὰς , ὡς κράτος, ξεκινοῦσε …ἀνάποδα!!!
Στὸ μεταξύ, ὑπὸ κατάστασιν πολιορκίας εὑρίσκετο καὶ ἡ Πάτρα.
Ἀπὸ τὶς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1821 οἱ Τοῦρκοι τῶν Πατρῶν μετεκινήθησαν μὲ τὶς οἰκογένειές τους στὸ φρούριον, προσπαθώντας νὰ προστατευθοῦν, βλέποντας τὶς «ὕποπτες» κινήσεις τῶν Ἑλλήνων.
Στὶς 18 Μαρτίου τοῦ 1821 ἔκλεισαν τὶς πῦλες τοῦ φρουρίου ἀμυνόμενοι, ἐφ΄ ὅσον ἤδη μέσα στὴν πολιτεία οἱ ἀναταραχὲς καὶ οἱ κινήσεις τῶν Ἑλλήνων στόχευαν πλέον ξεκάθαρα στὴν ἐκδίωξίν των.
Πρωτοστατὼν στὶς πολεμικὲς δραστηριότητες ὁ Παναγιώτης Καρατζᾶς, ποὺ διέθετε καὶ τὸ μοναδικὸν ὀργανωμένο στρατιωτικὸ σῶμα.
Ὅμως, ἄν καὶ τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖον ἔδειχνε νὰ ἐπικρατῇ, ἐν τούτοις στὶς 3 Ἀπριλίου τοῦ 1821, ὁ Γιουσοῦφ πασσᾶς, ποὺ κατηυθύνετο πρὸς τὴν Εὔβοια, ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα, μὲ μίαν αἰφνιδιαστικὴ κίνησιν καὶ μὲ μόλις 300 ἱππεῖς, διέλυσε τὴν πολιορκία, διέσπειρε τὸν τρόμο, κατέσφαξε τοὺς ἀμάχους πολιορκητὲς κι ἐνίσχυσε τοὺς πολιορκημένους Τούρκους. Μόνον ὁ Καρατζᾶς κατάφερε νὰ ἀνακόψῃ τὴν ὁρμή τῶν ἱππέων τοῦ Γιουσοῦφ πασσᾶ.
Ἀπὸ τότε καὶ μετὰ ἡ Πάτρα παρέμενε σημεῖον συγκεντρώσεως τῶν τουρκικῶν σωμάτων, ποὺ ἡττῶντο σὲ μάχες, κυρίως ἐντὸς τῆς Πελοποννήσου. (Ἐκεῖ κατέφυγαν καὶ οἱ Ἀρβανῖτες τοῦ Λάλα, ὅταν ἡττήθησαν -γιὰ τὴν ἀκρίβεια ἀνεχώρησαν ὡς κύριοι ἀπὸ τὸν Λάλα -στὶς 13 Ἰουνίου τοῦ 1821.)
Τὸ μεγάλο πλεονέκτημα τῶν Τούρκων, ποὺ παρέμεναν στὴν Πάτρα, ἦτο ἡ δυνατότης ἀνεφοδιασμοῦ τους.
Στὶς 20 Ἰανουαρίου τοῦ 1822 ὁ Κολοκοτρώνης μετέβη ἀπὸ τὴν Κόρινθονστὴν Γορτυνία, πρὸ κειμένου νὰ στρατολογήσῃ σῶμα ἀνδρῶν ἱκανὸ γιὰ τὴν πολιορκία τῶν Πατρῶν, κατόπιν προφορικῆς συνεννοήσεώς του μὲ τὴν κυβέρνησιν, δίχως ὅμως νὰ ἔχῃ γραπτὴ ἐξουσιοδότησιν.
Ἡ ἐκστρατεία θὰ ἀκυρώνετο, ὅπως καὶ ἡ προηγουμένη, ἀμέσως μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπόλεως, ἀλλὰ στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 1822 ἡ πτῶσις τοῦ Ἀλῆ πασσᾶ τῶν Ἰωαννίνων, ἀπεδέσμευε τὰ ὀθωμανικὰ στρατεύματα ποὺ παρέμεναν ἐκεῖ καὶ ἐθεωρεῖτο βέβαιον πὼς ὁ Χουρσῆτ πασσᾶς θὰ ἐστρέφετο, μὲ 80.000 ἄνδρες, κατὰ τῆς Πελοποννήσου. Ἔτσι ἀπεφασίσθη ὁριστικῶς νὰ ἐκδιωχθοῦν οἱ Τοῦρκοι ποὺ παρέμεναν ἐντὸς τοῦ φρουρίου τῶν Πατρῶν καὶ ἀνετέθη, ἐπισήμως, ἡ ἀρχιστρατηγεία τῆς ἐκστρατείας κατὰ τῶν Πατρῶν στὸν Κολοκοτρώνη. (Ὑπεγράφη ἐκ τοῦ Ἰωάννου Κωλέττου ἡ ἀπόφασις!!!)
Ὑπὸ αὐτὲς τὶς συνθῆκες ἡ Πάτρα ἔπρεπε νὰ περάσῃ σὲ ἑλληνικὰ χέρια.
Ὁ Κολοκοτρώνης προετοίμαζε τὴν πολιορκία της ἀλλὰ δὲν τοῦ ἐπετράπη νὰ ὁλοκληρώσῃ τὸ ἔργον του.
Σημεῖον συγκεντρώσεως τῶν στρατευμάτων εἶχε ὁρισθῆ ἡ Γαστούνη μὰ τὰ στρατεύματα ἀνεχώρησαν πρὸς τὴν Πάτρα καὶ ὁ Κολοκοτρώνης ἀκολουθοῦσε.
6.500 ἄνδρες κατηυθύνοντο, ἡνωμένοι ἐμπρὸς στὸν κίνδυνον, κατὰ τῆς πόλεως τῶν Πατρῶν μὲ στρατηγό τους τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
Ὁ Δημήτριος Πλαπούτας, ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης καὶ ὁ Ἀποστόλης Κολοκοτρώνης εὑρίσκοντο στὴν Παλαιὰ Ἀχαΐαν μὲ 750 Καρυτινούς, μαζὺ μὲ τὸν Κωνσταντῖνο Πετμεζᾶ καὶ τοὺς ὀκτακοσίους Ἠλείους τοῦ Σισίνη.
Ὁ Ζαΐμης καὶ ὁ Λεχουρίτης, μὲ χιλίους Καλαβρυτινοὺς καὶ οἱ Κουμανιωταῖοι (ΘᾶνοςΦώτιοςΚωνσταντῖνοςΔημήτριοςΣταμάτηςἈγγελῆς) εὑρίσκοντο ἀρχικῶς στὰ Νεζερὰ καὶ στὴν συνέχεια στὴν Χαλανδρίτσα. Μὲ αὐτοὺς συνηνώθησαν ἀκόμη ὀκτακόσιοι Καρυτινοί, ὑπὸ τὸν Κανέλλον Δηληγιάννην καὶ τὸν Δημήτριον Δηληγιάννην, καθὼς καὶ ἑξακόσιοι Τριπολίται ὑπὸ τὸν Γεώργιον Σέκερη, τὸν Ἀλέξιον Λεβιδιώτην καὶ ἄλλους.
Οἱ Δηληγιανναῖοι ἀπεχωρίσθησαν τῶν ἄλλων σωμάτων (τῶν Καρυτινῶν) καὶ ἐτοποθέτησαν τοὺς ἄνδρες τους πλησίον τοῦ Ζαΐμη, ἐπιβεβαιώνοντας τὴν μεταξύ των καὶ τοῦ Κολοκοτρώνη ψυχρότητα.
Στὰ Σελλὰ καὶ στὸ Ῥίον μὲ τριακοσίους Βοστιτσιανούς, παρέμενε ὁΝικόλαος Λόντος.
Στὶς 25 Φεβρουαρίου ὁ Κολοκοτρώνης διέταξε τὸν Πλαπούτα, τὸν Γενναῖον, τὸν Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη καὶ τὸν Κωνσταντῖνον Πετμεζᾶ νὰ καταλάβουν πλησιεστέρας πρὸς τῶν Πατρῶν θέσεις. Ὁ Πετμεζᾶς διετάχθη νὰ καταλάβῃ τὸν Παλαιόπυργον, ὁ Γενναῖος μὲ τὸν Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη τὴν Ὀβρεὰν καὶ ὁ Πλαπούτας τὸ Σαραβάλι, ὅπου θὰ ἐγκαθίστατο τὸ στρατηγεῖον.
Καθ’ ὃν χρόνον τὰ σώματα αὐτὰ ἐκινοῦντο πρὸς τὶς θέσεις ποὺ διετάχθησαν νὰ καταλάβουν, οἱ Τοῦρκοι τῶν Πατρῶν ποὺ εἶχαν ἐνισχυθῆ ἀπὸ μικρασιαστικὰ σώματα, ὑπὸ τὸν Μεχμὲτ πασσᾶ, ἐξεστράτευσαν κατὰ τῶν ἑλληνικῶν θέσεων.
Οἱ Τοῦρκοι διενυκτέρευσαν τὴν νύκτα τῆς 25ης Φεβρουαρίου στὴν θέσιν Τσουκαλᾶ καὶ τὴν ἐπομένη, 26 Φεβρουαρίου, δύο χιλιάδες ἐξ αὐτῶν ἐπετέθησαν κατὰ τῆς Χαλανδρίτσας καὶ τῶν Κουμανιωταίων, μὲ τοὺς πεντακοσίους Πατρινούς.
Ἀρχικῶς οἱ Ἕλληνες, ἐμπρὸς σὲ τέτοιαν δύναμιν, ὑπεχώρησαν καὶ οἱ Τοῦρκοι κατέκαυσαν τὴν Χαλανδρίτσαν. Ἐπιστρέφοντες ὅμως πρὸς τὴν Πάτρα εὑρέθησαν ἐμπρὸς στὰ σώματα τοῦ Γενναίου Κολοκοτρώνη καὶ τοῦ Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη, ποὺ ἀμέσως τοὺς ἐπετέθησαν καὶ κατόπιν ὁλίγου ἔφθασε ὡς βοήθεια τὸ σῶμα τοῦ Πλαπούτα. Οἱ Τοῦρκοι ὑπεχώρησαν μὰ ἐντὸς ὁλίγου κατέφθασε  τὸ σῶμα ποὺ εἶχε διανυκτερεύση στὸν Τσουκαλᾶ (περὶ τοὺς 6.000 ἄνδρες) καὶ ἔκανε χρήσιν πυρροβολικοῦ. Ὅμως ἡ ὁρμὴ τῶν Ἑλλήνων ἦταν τέτοια, ποὺ τελικῶς οἱ Τοῦρκοι ὑπεχώρησαν πάλι πρὸς τὸν Τσουκαλᾶ καὶ τελικῶς πρὸς τὴν Πάτρα.
Οἱ Ἕλληνες κατὰ τὴν ἐν λόγῳ συμπλοκὴν ἔχασαν τέσσερις ἄνδρες καὶ οἱ Τοῦρκοι τοὐλάχιστον 150, ἐκτὸς των τραυματιῶν.
Στὶς 28 Φεβρουαρίου ἔφθασε κι ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γιὰ νὰ ἐπιληφθῇ τῶν στρατιωτικῶν ἐπιχειρήσεων κατὰ τῶν Πατρῶν, ἐγκαθιστώντας τὸ στρατηγεῖον του στὸ Σαραβάλι.  Ὁ Πετμεζᾶς παρέμεινε στὸν Τσουκαλᾶ καὶ ἀργότερα τὴν Ὀβρεάν. Στὸ Παλαιόκαστρον μετέβη ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης.
Λίγες ἡμέρες ἀργότερα, στὶς 2 Μαρτίου, κατόπιν σφοδρῆς μάχης, οἱ Ἕλληνες κατέλαβαν τὸ Γηροκομεῖον, σημεῖον πολὺ κοντὰ στὶς θέσεις τῶν Τούρκων, ποὺ πλέον συνιστοῦσε πραγματικὴ ἀπειλὴ γιὰ αὐτούς.
Στὶς 9 Μαρτίου, κατόπιν πολὺ καλὰ ὀργανωμένης ἀντεπιθέσεως τῶν Τούρκων, κι ἐφ’ ὅσον οἱ Ἕλληνες διεσκορπίσθησαν, μὲ παρέμβασιν τοῦ Κολοκοτρώνη ἐπραγματοποιήθη ἀντεπίθεσις, ἐκτόπισις τῶν Τούρκων καὶ τελικῶς νίκη.
Ἡ πολιορκία τῶν Πατρῶν ἰσχυροποιεῖτο καὶ γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο, παρὰ τοὺς τόσους ἀγῶνες, στὶς 23 Ἰουνίου τοῦ 1822 θὰ ἐλύετο, ἐφ΄ ὅσον ἡ Πάτρα ἐκινδύνευε νὰ πέσῃ στὰ χέρια τοῦ Κολοκοτρώνη, κάτι ποὺ θὰ τὸν ἰσχυροποιοῦσε στὰ μάτια τοῦ λαοῦ.

Η Αμυγδαλιά στην Λαογραφία και την Μυθολογία

Ο μύθος της Αμυγδαλιάς

Ήταν κάποτε στη Θράκη, μια πανέμορφη πριγκίπισσα, η Φυλλίς, η οποία ερωτεύτηκε το γιο του Θησέα, τον Δημοφώντα. Οι δύο νέοι γνωρίστηκαν όταν το καράβι του νεαρού Αθηναίου Δημοφώντα επέστρεφε από την Τροία.

Παντρεύτηκαν αλλά μετά από λίγο καιρό ο νεαρός Αθηναίος νοστάλγησε την πατρίδα του και η ερωτευμένη πριγκίπισσα μην αντέχοντας να τον βλέπει στεναχωρημένο,  τον άφησε να γυρίσει πίσω και αν την αγαπούσε πραγματικά θα ξαναγύριζε και τότε θα ήταν πραγματικά και ειλικρινά δικός της. Έτσι κι έγινε, και η ερωτευμένη Φυλλίς έμεινε μόνη να περιμένει τον εκλεκτό της για χρόνια ώσπου μαράζωσε και πέθανε από τη θλίψη της.
Όμως οι θεοί που ήξεραν την ιστορία της την μεταμόρφωσαν σε δέντρο για να μπορεί να περιμένει για περισσότερα χρόνια τον αγαπημένο της.Έτσι η ερωτευμένη γυναίκα δεν πέθανε αλλά έγινε το δέντρο, που έμελλε να γίνει σύμβολο της ελπίδας : η Αμυγδαλιά.

Έλεγαν λοιπόν ότι μετά από χρόνια και όταν ο Δημοφώντας επέστρεψε στη Θράκη βρήκε την αγαπημένη του και πιστή γυναίκα, όχι περιστοιχισμένη από μνηστήρες αλλά ένα ξερό δέντρο δίχως φύλλα στη μέση του παγωμένου τοπίου.Απελπισμένος και γεμάτος τύψεις αγκάλιασε τον κορμό της και τότε εκείνη πλημμύρισε ανθούς στη μέση του χειμώνα νικώντας το θάνατο.

Μια άλλη εκδοχή του μύθου για την αμυγδαλιά αναφέρει ότι η Φυλλίς έμεινε πίσω περιμένοντας τον, στον τόπο της τελετής του γάμου της. Τα χρόνια περνούσαν και ο Δημοφώντας δεν επέστρεφε. Απελπισμένη η βασιλοπούλα που τον έχασε για πάντα πήγε και κρεμάστηκε σ΄ ένα δέντρο. Το δέντρο κράτησε την ψυχή της κι από τότε δεν ξανά έβγαλε φύλλα ούτε άνθισε.

Κάποτε με τα χιόνια του Γενάρη γύρισε ο γιος του Θησέα. Σαν έμαθε τον τραγικό χαμό της αγαπημένης του πήγε, αγκάλιασε το δέντρο και αυτό άρχισε να βγάζει τρυφερά φύλλα και άνθη. Η ψυχή της βασιλοπούλας ένιωσε χαρά με το γυρισμό του Δημοφώντα μα δεν ξαναπήρε την ανθρώπινη μορφή της. Έμεινε δέντρο και κάθε χρόνο το Γενάρη, στολίζεται με κάτασπρα λουλούδια.

Έτσι η αμυγδαλιά, έγινε σύμβολο της ελπίδας, δείχνοντας ότι η αγάπη δεν μπορεί να νικηθεί από το θάνατο.

Λαογραφική ιστορία της αμυγδαλιάς


Η Αμυγδαλιά ήταν ένα νέο, πανέμορφο, ροδαλό κορίτσι. Η μητέρα της την αγαπούσε πολύ, φοβόταν όμως τις κρύες μέρες του χειμώνα να την αφήσει να βγει έξω για να μην κρυώσει. Γι’ αυτό το χειμώνα την κλείδωνε στο δωμάτιό της. Μια μέρα όμως ο Βοριάς πέρασε έξω από το παράθυρό της, την είδε και την ερωτεύτηκε.

Πώς όμως θα ερωτεύονταν και αυτή το Βοριά; Τριγυρνούσε θλιμμένος έξω από το παράθυρό της. Ώσπου μια νύχτα σκέφτηκε να μεταμορφωθεί σε πρίγκηπα. Ο Βοριάς παρουσιάστηκε στην Αμυγδαλιά σαν όμορφος νεαρός άντρας και της ζήτησε αμέσως να παντρευτούν. Εκείνη μόλις τον αντίκρισε τον ερωτεύτηκε και δέχτηκε την πρότασή του.

Μια μέρα λοιπόν, που έλειπε η μητέρα της από το παλάτι, βγήκε έξω τρέχοντας και αγκάλιασε το Βοριά. Δεν άντεξε την παγωνιά και απ’ το κρύο του ξεψύχησε.  Από τότε ντύνεται νυφούλα και δέχεται το άγγιγμα του αγαπημένου της Βοριά κάθε χειμώνα.

Η αμυγδαλιά ανθίζει νωρίτερα από όλα τα δέντρα, μέσα στον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο.
Παλιότερα  θεωρούσαν πως αν η αμυγδαλιά ανθίσει τον Ιανουάριο ο χειμώνας θα συνεχιστεί βαρύς και με χιόνι και κρύο.

Χλέτσος Βασίλης


Πηγή

π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος - Η Νηστεία

π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος - Η Νηστεία
Η Νηστεία
π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Ο Μέγας Βασίλειος δίνει τον ακόλουθο ορισμό της νηστείας: «Νη­στεία αληθινή είναι η αποξένωσις από το κακόν, η εγκράτεια της γλώσ­σης, η αποχή από τον θυμόν, ο χωρισμός από τας επιθυμίας, την καταλαλιάν, το ψεύδος και την ψευδορκίαν. Η στέρησις από αυτά είναι αλη­θινή νηστεία. Μέσα εις αυτά λοιπόν η νηστεία είναι αγαθόν».

Ο περιορισμός της νηστείας στην αποχή από φαγητά δεν είναι «αγαθόν»· μόνο νηστεία τού σώματος που συνοδεύεται από τον χωρι­σμό από τα πάθη λογίζεται αρετή. «Η αληθινή νηστεία είναι η αποξένωσις από τα κακά» επαναλαμβάνει ο Μ. Βασίλειος και παραπέμπει στο Ης. ξγ' 4-6' να λύσης τα δεσμά της αδικίας, μη νηστεύεις χάριν δια­μάχης και έριδος. «Δεν τρώγεις κρέατα, αλλά τρώγεις τον άδελφόν σου· δεν πίνεις οίνον, αλλά δεν είσαι εγκρατής εις τας ύβρεις».

«Διότι ποίον είναι το όφελος εάν απέχης από τροφάς, αλλά τρώγεις δια των οφθαλμών την ακολασίαν της μοιχείας ή με την θέλησίν σου ακούεις δια των ώτων ματαίας και διαβολικάς φωνάς; Δεν ωφελεί καθό­λου να απέχης από τροφάς, όμως να μην απέχης από την έπαρσιν της υψηλοφροσύνης, της κενοδοξίας και κάθε πάθους. Ή τι ωφελεί βεβαί­ως να είσαι εγκρατής εις τας τροφάς, αλλά να μην απέχης από πονηρούς λογισμούς... Ας γίνωμε λοιπόν εγκρατείς εις όλα αυτά, δια να μη έλθη ποτέ εις ημάς η κατηγορία τού Κυρίου, ότι διυλίζομεν τον κώνωπα και καταπίνομε την κάμηλον (Ματθ. κγ' 24)» (Μ. Βασίλειος).

Για τον Μ. Βασίλειο η νηστεία είναι παλαιότερη εντολή (Γέν. β' 17). Το «μη φάγετε», λέγει, είναι «νομοθέτημα νηστείας και εγκράτειας». Με­τά από την πτώση όμως η νηστεία πήρε τη θέση τού ιατρού, γιατί συν­δέεται με τη μετάνοια· είναι η μετάνοια τού σώματος! Εκείνος που νη­στεύει δεν μιμείται την παρακοή της Εύας και δεν ακολουθεί τη συμ­βουλή του φιδιού. Για τους πρωτόπλαστους η «νηστεία» ήταν το μέτρο που θα εδοκιμάζετο η σφοδρή επιθυμία των να μείνουν σε κοινωνία με τον Θεό. Μετά από την πτώση η νηστεία, που συνοδεύεται με την άσκη­ση των άλλων αρετών, αποτελεί θεμέλιο στο οποίο ο πνευματικός αθλη­τής στηρίζει τον πνευματικό του αγώνα.

«Η νηστεία, οπού είναι ο ιατρός των ψυχών ημών», λέγει ο Συμεών ο νέος Θεολόγος, «έχει συνήθειαν, άλλου χριστιανού να ταπεινώση την σάρκα και άλλου να καταπραΰνη τον θυμόν και άλλον να φέρη εις προ-θυμίαν δια να κάμη το καλόν και άλλου να καθαρίζη τον νουν του και να τον κάμνη ελεύθερον από τους πονηρούς λογισμούς. Και άλλου να δαμάζη την αδάμαστον και ακράτητον γλώσσαν και να την κρατά με τον φόβον τού Θεού... Και άλλου να εμποδίζη τα μάτια να μη κοιτάζουν εδώ και εκεί και να περιεργάζονται τι κάμνει ο ένας και ο άλλος, αλλά κά­μνει τον κάθε ένα να προσεχή εις τον εαυτόν του και να ενθυμήται τα ιδικά του ελαττώματα...». Η νηστεία οδηγεί σε κατάνυξη και μας βοηθεί να περάσουμε με τη χάρη τού Θεού «όλην την ταραχήν των παθών και την φουρτούνα των πειρασμών τού διαβόλου οπού μας καταδυνα­στεύει πικρώς και θέλει έλθωμεν εις τον λιμένα της απαθείας», καταλή­γει ο ίδιος πατέρας.

«Θλίβε την κοιλία και οπωσδήποτε να κλείσης και το στόμα· διότι η γλώσσα ισχυροποιείται από τα πολλά φαγητά. Να πυγμαχής συνεχώς εναντίον της και να επαγρυπνής συνεχώς επάνω της. Εάν συ κοπιάσης λίγο, αμέσως και ο Κύριος σε βοηθεί» (Κλίμαξ).

«Η σωματική νηστεία δεν είναι το πρώτο· κατέχει τελευταίον μέρος εις τον χώρον της αρετής» (Χρυσ.). Η αληθινή νηστεία είναι «βία φύ­σεως και περιτομή των ηδονών τού λάρυγγος, εκτομή της σαρκικής πυρώσεως, εκκοπή των πονηρών λογισμών, απελευθέρωσις από μολυσμούς ονείρων, καθαρότης προσευχής, φωτισμός της ψυχής, διαφύλαξις τού νου, διάλυσις της πωρώσεως, θύρα της κατανύξεως... σταμάτημα της πολυλογίας, αφορμή ησυχίας, φρουρός της υπακοής ελαφρότης τού ύπνου, υγεία τού σώματος πρόξενος της απαθείας, άφεσις των αμαρτη­μάτων, θύρα και απόλαυσις τού παραδείσου» (Κλίμαξ). Οι κόποι και οι ταλαιπωρίες είναι η συνεργασία τού σώματος στην άσκηση των αρετών της ψυχής, λέγει ο Μ. Βασίλειος και αναφέρεται στη νηστεία τού Κυρί­ου, τού Μωυσή και τού Ηλία

Διακρίνοντας τη νηστεία τού Κυρίου με την ιδική μας νηστεία ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει πως η νηστεία Εκείνου προβάλλεται εναντίον των πειρασμών (Ματθ. δ' 1-2), ενώ για μας σημαίνει «συμμετοχή εις την νέκρωσιν τού Χριστού και μία προεόρτιος κάθαρσις». Και δεν είναι αυτό «παντελής αποχή από τας τροφάς», λέγει ο Μ. Βασίλειος, αλλά «αποχή από τας απολαύσεις, με σκοπόν να συντρίψωμε το φρόνημα της σαρκός (Ρωμ. η' 8) και να επιτύχωμε τον σκοπόν της ευσέβειας». Γι' αυτό κα­νείς δεν εξαιρείται «από τον κατάλογον των νηστευόντων... Άγγελοι είναι αυτοί που κάμνουν την καταγραφήν των νηστευόντων εις κάθε εκκλησίαν».

Σκοπός της νηστείας δεν είναι η συντριβή τού σώματος, αλλά χαλι­ναγώγηση της δυνάμεως της σάρκας ώστε ο ίππος των επιθυμιών να κα­ταστεί ευπειθής, λέγει ο Χρυσόστομος και συνιστά την τροφή για την ικανοποίηση των αναγκών.

Η νηστεία είναι όπλο στην εκστρατεία εναντίον τού Διαβόλου (Μάρκ. θ' 29). Ένας πολεμιστής προμηθεύεται πάντοτε τα αναγκαία τρόφιμα, όχι εκείνα που χρησιμεύουν στην απόλαυση· έτσι πρέπει να κάνει και ο πολεμιστής εναντίον των αοράτων έχθρων, λέγει ο Μ. Βα­σίλειος και προσθέτει σε άλλο σημείο: «Η εγκράτεια πρέπει να ορίζε­ται δια κάθε άνθρωπο ανάλογα της σωματικής του δυνάμεως, ώστε ούτε ολιγώτερον της υπαρχούσης δυνάμεως να αγωνισθώμεν, ούτε να επεκτεινόμεθα υπέρ την δύναμιν. Διότι και τούτο, νομίζω, πρέπει να προσέξωμε, μήπως δηλαδή καταλύσωμε την αντοχήν τού σώματος με την υπερβολήν της εγκράτειας και το καταστήσωμεν ανίκανον να επιτελέση τας σπουδαίας πράξεις».

Αναφερόμενος στην αναγκαιότητα της εργασίας και ταυτόχρονα της νηστείας λέγει· «πρέπει να νηστεύωμε και να τρώγωμεν όπως απαιτείται από την θεοσέβειαν ώστε όταν μεν χρειάζεται να εκτελεσθή η εντολή τού Θεού δια της νηστείας, να νηστεύσωμεν όταν δε πάλιν η εντολή τού Θεού ζητή τροφή τονωτικήν δια το σώμα, να φάγωμεν όχι ως γαστρίμαργοι, άλλ' ως εργάται τού Θεού. Διότι πρέπει να τηρούμε τον λόγον τού αποστόλου· «είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε, είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε» (Α' Κορ. Γ 31).

Εκείνος που τρώγει τόσο, «όσον χρειάζεται δια να αναλάβη δυνά­μεις το σώμα που ασθενεί», λέγει ο Χρυσόστομος, μπορεί να είναι «εφάμιλλος προς εκείνον που νηστεύει ως προς την σωφροσύνην της ψυχής. Γιατί και αν το σώμα είναι ασθενικό για τη νηστεία, δεν είναι ασθενικό για την προσευχή, ούτε ανίσχυρο για να περιφρονήσει την τρυφηλή ζωή και να αποφύγει την αμαρτία ή να μετάσχει με κατάνυξη στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Αυτός που για λόγους ασθενείας δεν νηστεύει σε τίποτε δεν εμποδίζεται να ασκηθεί στην ταπείνωση, να περιφρονήσει την κενοδοξία, να προσεύχεται και να εξομολογείται και να βοηθεί τον εαυτό του με την ελεημοσύνη», λέγει ο Χρυσόστομος και υπογραμμίζει ότι η ελεημοσύνη μπορεί να εξαλείψει τις αμαρτίες μας, όταν την ασκούμε με αφθονία και χωρίς επίδειξη ενώπιον των ανθρώ­πων.

«Διότι υπάρχουν πράγματι τρόποι κατά πολύ σπουδαιότεροι από την αποχήν από τα τρόφιμα, οι οποίοι μπορούν να μας ανοίξουν τας θύρας της παρρησίας προς τον Θεόν. Εκείνος λοιπόν, που τρώγει και δεν ημπορεί να νηστεύει ας επιδεικνύει πλουσιωτέραν ελεημοσύνην, εκτε­νείς προσευχάς ας έχη έντονον προθυμίαν δια την ακρόασιν των θείων λόγων εδώ δεν μας εμποδίζει καθόλου».

Από το βιβλίο: ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Κατά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μία μικρή αλλά σημαντική ευχή δεσπόζει στις ακολουθίες της Αγίας μας Εκκλησίας. Μια ευχή μικρή, αλλά περιεκτική, η οποία δεν απαγγέλλεται απλά, αλλά συνοδεύεται από κινήσεις μετανοίας. «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…». 

Η Ευχή αυτή, σύμφωνα με την Παράδοση, αποδίδεται σε έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο (28 Ιανουαρίου), τον Άγιο των δακρύων, όπως τον χαρακτηρίζει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης.
Η δομή της ευχής αποτελείται από 3 μέρη. Στο πρώτο μέρος είναι η ικετευτική παράκληση από την απαλλαγή 4 παθών, στο δεύτερο μέρος είναι η ικετευτική παράκληση για την απόκτηση 4 αρετών και στο τρίτο μέρος είναι η συγκεφαλαίωση του ανωτέρου περιεχομένου.
Η ευχή αρχίζει με την φράση «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…».   Η έκφραση αυτή είναι παρμένη από το βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, της Σοφίας Σειράχ (23,1). Αρχίζει με την προσφώνηση του ονόματος του Θεού, ο οποίος αποτελεί τον οδηγό και κυβερνήτη της ζωής μας, τον υπερασπιστή της ζωής μας , όπως λέει και ο ψαλμωδός (Ψαλμ. 26,1).  Στη συνέχεια γίνεται η αναφορά στην αποφυγή 4 παθών. Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, τα πάθη βλαστάνουν πάνω στο έδαφος των αισθήσεων και της μνήμης.
Πρώτο πάθος είναι το πάθος της αργίας. Αργία είναι η τεμπελιά, η αδιαφορία, η ραθυμία. Αυτό θα πει αργία. Γι΄αυτό και η ακηδία, η αδιαφορία δηλαδή περί των πνευματικών θεμάτων, θεωρείται από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Ο Μέγας Βασίλειος την ακηδία την παρουσιάζει ως αιτία κάθε κακουργίας και ο Ιερός Χρυσόστομος την θεωρεί πηγή πάσης αμαρτίας.
Το επόμενο πάθος, το οποίο συνδέεται στενά με την αργία, είναι το πάθος της περιέργειας. Είναι το να θέλει κάποιος να γνωρίζει τα πάντα.  Η περιέργεια αποδεικνύει την έλλειψη επίγνωσης και μετανοίας. Ο Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος αναφέρει πως από την αργία γεννιέται η περιέργεια, από την περιέργεια η αταξία και από την αταξία κάθε κακία. Η περιέργεια συνδέεται στενότατα με το πρώτο προαναφερθέν πάθος, την αργία.
Το άλλο πάθος που αναφέρεται στην ευχή, είναι το πάθος της φιλαρχίας, δηλαδή της φιλοπρωτίας. Το να θέλουμε να είμαστε πάντα πρώτοι, να επιθυμούμε τιμές, δόξες, μεγαλεία. Να βλέπουμε τον πλησίον μας κατώτερο από εμάς, να ψάχνουμε τρόπους πως να τον μειώσουμε στα μάτια των άλλων και να αποδειχθούμε εμείς οι καλύτεροι, οι ανώτεροι. Αυτά όλα, όμως, αποδεικνύουν τον μαρασμό που επικρατεί στην πνευματική μας ζωή και την κενότητα που υπάρχει στην ψυχή μας. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός  λέει «Εἴ τις θέλει πρῶτος εἴναι, ἔσται πάντων ἔσχατος, καὶ πάντων διάκονος» [Μαρκ. 9,35]. Από το αναφερθέν Κυριακό λόγο εξάγεται το συμπέρασμα ότι πρέπει να είμαστε απλοί και ταπεινοί. Όχι ατομιστές και εγωκεντρικοί. Η φιλαρχία μπορεί να συνυπάρξει με τον Χριστιανισμό μόνο σε μια περίπτωση. Όταν αυτή γίνεται διακονίας αγάπης και προσφοράς στο συνάνθρωπο, στον πλησίον.
Τελευταίο πάθος στο οποίο γίνεται αναφορά, είναι η αργολογία. Αργολογία είναι το να λες ανούσια και άχρηστα πράγματα, λόγια που δεν προσφέρουν κανένα όφελος, παρά μονάχα χάσιμο χρόνου. Ο Απόστολος Παύλος λέει από το στόμα μας λόγος αργός «μη ἐκπορευέσθω» (Εφες. 4,29) Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας και δημιουργός της ακηδίας. Η αργολογία σκοτώνει τη συνείδηση απέναντι στον εαυτό μας με τη σπατάλη του θεϊκού λόγου, « Εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατὸς χαλιναγωγῆσαι καὶ ὅλον τὸ σῶμα» (Ιακώβ. 3,1). Θα ερωτηθεί κανείς ποιος είναι τέλειος. Ο Άγιος Ιάκωβος μας δίδει την απάντηση λέγοντάς μας ότι τέλειος είναι αυτός που δεν πέφτει σε κανένα σφάλμα λέγοντας διάφορα λόγια. Αυτός που έχει καθαρό στόμα, εγγίζει πλέον την κατάσταση της τελειότητος.
Συνεπώς, παρακαλούμε και ικετεύουμε τον Πανάγαθο Θεό να μην επιτρέψει την παρουσία των 4 αυτών παθών, αλλά να επιτρέψει τις αντίστοιχες αρετές των. Αντί της αργίας το φιλότιμο, αντί της περιέργειας το απερίεργον, αντί της φιλαρχίας την υποχωρητικότητα και αντί της αργολογίας τη σιωπή.
Θα αναρωτιόταν κανείς γιατί από τα τόσα πάθη που έχουμε – μάλιστα ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός, στη Φιλοκαλία, τα απαριθμεί με τον αριθμό 300 – ο Όσιος Εφραίμ επέλεξε μόνο αυτά τα 4; Ο λόγος είναι ότι αυτά τα 4 πάθη έχουν τόση δύναμη, ώστε εύκολα να νεκρώνουν την ψυχή χωρίς να το καταλαβαίνουμε.
Ο Όσιος Εφραίμ, εκτός από την ικεσία για την απαλλαγή των παθών, ικετεύει τον Κύριο να του χαρίσει 4 πολύτιμες αρετές. Αυτές οι αρετές είναι η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη.
Η σωφροσύνη προϋποθέτει κατά κύριο λόγο την πίστη, την εμπιστοσύνη στο Θεό. Σωφροσύνη σημαίνει καθαρότητα, ακεραιότητα, να είναι κανείς σώος, ισορροπημένος πνευματικά. Η πρώτη αρετή είναι η καθαρότητα του σώματος και της ψυχής. Χριστιανός σημαίνει πεντακάθαρη κατάσταση.
Η δεύτερη αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη. Πρώτος που μας δίδαξε αυτή την αρετή είναι ο ίδιος ο Κύριός μας. Ταπείνωση θα πει να μην έχεις καμία ιδιαίτερη υπόληψη για τον εαυτό σου, να μην έχεις την ψευδαίσθηση ότι κάποιος είσαι. Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει πως ό,τι δεν γίνεται με ταπεινοφροσύνη και πνευματική γνώση, σε τίποτα δεν ωφελεί εκείνον που το πράττει.
Η επόμενη αρετή είναι η υπομονή. Διαβάζουμε στον Ευαγγελιστή Λουκά την φράση «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν» (Λουκ. 21,19). Αυτή η φράση σημαίνει να έχουμε υπομονή στη ζωή μας, στα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, στις θλίψεις και δοκιμασίες που επιτρέπει ο Κύριος. Με την υπομονή αποκτάται ο έλεγχος των ψυχών μας.
Η τελευταία αρετή που παρακαλεί ο Όσιος είναι η αγάπη. Αγάπη προς όλους, προς τον Θεό, τον πλησίον, προς όλο τον κόσμο. Στην αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει διάκριση. Αγάπη μεριζομένη δεν είναι αγάπη. Αν υπάρχει διάκριση τότε δεν μπορούμε να κοιτάξουμε το πρόσωπο του Θεού, διότι «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α΄Καθολ. Ιωάν. 4,16) εν τω Θεώ μένει. Ο Απόστολος Παύλος μεταξύ 3 αρετών, της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης, τονίζει και εξαιρεί την αγάπη «μείζων δὲ τούτων ἡ άγάπη.» (Α΄Κορ.13,13)
Στη συνέχεια ο συγγραφεύς της ευχής ικετεύει παρακλητικά τον Κύριο και Θεό να του χαρίσει φώτιση και σύνεση, ώστε να κοιτάζει μόνο τα δικά του αμαρτήματα «δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα» και όχι να κρίνει τα αμαρτήματα του αδελφού  του. Ο κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του πάθη και τις αδυναμίες και έχει χρέος να αγωνίζεται να τα εξαλείψει. Εάν ασχολούμεθα με τα αμαρτήματα των άλλων δεν μας απομένει χρόνος για να ασχοληθούμε με τα δικά μας. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει να μην κινείς την γλώσσα σου για να κατακρίνεις τον αδελφό σου, ούτε να τεντώνεις τ΄ αυτιά σου και να ακούς με ευχαρίστηση τις κατακρίσεις και καταλαλιές του άλλου (Κεφάλαια περί αγάπης). Ο Άγιος Δωρόθεος  λέει  ότι τίποτα δεν είναι πιό βαρύ, τίποτα πιό επιζήμιο, από το να κατακρίνει κανείς ή να εξουδενώνει τον πλησίον. Αυτό παρακαλούμε τον Κύριο, να μας χαρίσει την αρετή και την αυτογνωσία ώστε να μην κρίνουμε τον αδελφό μας, αλλά να αποβλέπουμε στα δικά μας σφάλματα.
Συνοψίζοντας, εάν κατανοήσουμε τα λόγια της ευχής αυτής και προσπαθήσουμε να τα κάνουμε εφαρμογή στην καθημερινότητά μας, όχι μόνο την Μεγάλη Τεσσαρακοστή αλλά όλο τον χρόνο, τότε δικαίως και ειλικρινώς θα μπορούμε όλοι μαζί «Ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ» να εκφωνήσουμε  το «Ὄτι εὐλογητός εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» Αμήν.
Ραφαήλ Χ. Μισιαούλης, Φοιτητής Θεολογίας ΑΠΘ
Εκκλησία Κύπρου  - πηγή
το είδαμε εδώ

Κυριακή της Τυροφάγου -«Όπου γαρ έστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών»

Σχετική εικόνα
«Όπου γαρ έστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών» (Ματθ. στ΄ 21)
Η Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή, που αρχίζει από αύριο, έχει ένα διπλό στόχο. Πρώτον, να συνειδητοποιήσουμε κατά τον Απόστολο Παύλο ότι: «Το Πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη Χριστός (Α΄ Κορ. ε΄ 7). 

Η δική μας γιορτή του Πάσχα συνίσταται στο γεγονός ότι θυσιάστηκε για χάρη μας ο Χριστός. Αυτή η συναίσθηση ότι ο Χριστός θυσιάστηκε για μας, θα μας οδηγήσει στο δεύτερο στόχο, δηλαδή, στο να γίνουμε μέτοχοι των αγαθών της Σταυρικής θυσίας και της Αναστάσεως του Χριστού. Όμως, πώς θα γίνουμε μέτοχοι των αγαθών της Σταυρικής θυσίας και της Αναστάσεως του Χριστού; Ο Απόστολος Παύλος μας δίνει και πάλι την απάντηση. Έχοντας συναίσθηση του γεγονότος ότι θυσιάστηκε για μας ο Χριστός ας γιορτάζουμε το Πάσχα «μη εν ζύμη παλαιά, μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας, αλλ’ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας» (Α΄ Κορ. ε΄ 8). Δεν μπορούμε να γιορτάζουμε το Πάσχα έχοντας μέσα μας το προζύμι της αμαρτίας και της πονηρίας. Γι’ αυτό κατά το σημερινό Απόστολο: «Ας πετάξουμε από πάνω μας τα έργα του σκότους, κι ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός. Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που να ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη κι ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι. Ντυθείτε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας» (Ρωμ. ιγ΄ 12- 14).
Ο αγώνας μας είναι ιδιαίτερα πνευματικός και κατά το σημερινό ευαγγέλιο επικεντρώνεται σε τρία σημεία. Πρώτον, την έκφραση της αγάπης, μέσα από την προσφορά της συγχώρησης προς τους άλλους ανθρώπους. Δεύτερον, την ειλικρινή και όχι υποκριτική άσκηση και προβολή των αρετών. Και τέλος, τρίτος και σημαντικός στόχος είναι η επικέντρωση της προσοχής του ανθρώπου στους ουράνιους θησαυρούς οι οποίοι είναι άφθαρτοι και αιώνιοι.
Αρχή και θεμέλιο αυτού του αγώνα είναι η αγάπη η οποία εκφράζεται μέσα από την προσφορά της συγχώρησης στο συνάνθρωπο. Ο άνθρωπος έχοντας την εμπειρία της συγχώρησης των δικών του αμαρτιών από το Θεό και οι οποίες, κατά την παραβολή του «κακού δούλου» (Ματθ. ιγ΄ 23-35) είναι πολλαπλάσιες από τις δικές του, οφείλει να συμπεριφερθεί με επιείκεια στο συνάνθρωπο του. Κάθε στιγμή, στ’ αυτιά του καθενός μας θα πρέπει να αντηχούν τα λόγια του Θεού προς τον κακό δούλο: «κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρεκάλεσες· δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς το σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σπλαχνίστηκα εσένα»; (Ματθ. ιη΄ 32-33).
Η εμπειρία της συγνώμης που δεχόμαστε με την καταφυγή μας στο Θεό δημιουργεί, κατά την «Κυριακή προσευχή», τη δέσμευση και παράλληλα την υποχρέωση «ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» (Ματθ. στ΄ 12). Για τούτο σήμερα ο Κύριος μας προειδοποιεί «Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματα τους θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο Ουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δε συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα».
Ρώτησε κάποτε ο Πέτρος το Διδάσκαλό του: «Κύριε πόσες φορές θα σφάλει σ’ εμέ ο αδελφός μου και θα τον συγχωρήσω; Ως εφτά φορές»; Του λέει ο Ιησούς: «Δε σου λέω ως εφτά, αλλά ως εβδομήντα φορές εφτά» (Ματθ. ιη΄ 21-22). Σχολιάζοντας την απάντηση του Κυρίου ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: «Κι αν συγχωρήσεις εβδομήντα φορές εφτά, κι αν ακόμα συγχωρείς συνεχώς τα αμαρτήματα του συνανθρώπου σου η φιλανθρωπία σου αυτή μοιάζει σαν μια σταγόνα νερό μέσα στο άπειρο πέλαγος και ακόμα πιο κατώτερη η φιλανθρωπία σου από την άπειρη αγαθότητα του Θεού» (Δες Π. Ν Τρεμπέλα: «Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» σελ. 338).
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να υπάρξει πνευματικός αγώνας και πραγματική πνευματική ζωή αν δεν απαρνηθούμε τη μνησικακία και εκδηλώσουμε μέσα από τη συγχώρηση ότι είμαστε άνθρωποι της αγάπης. Σε διαφορετική περίπτωση η ζωή μας θα είναι υποκριτική και σαν τέτοια ο Θεός όχι μόνο την αποστρέφεται, αλλά και την καταδικάζει. Μάλιστα, πέραν από την αγάπη και η άσκηση οποιασδήποτε άλλης αρετής, όπως για παράδειγμα της νηστείας, δεν έχει αξία αν δε έχει σαν κίνητρο την αγάπη και όχι την επίδειξη. Για τούτο και ο σημερινός Απόστολος προτρέπει: «Ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω· ο Θεός γαρ αυτόν προσελάβετο». Δηλαδή, αυτός που τρώει απ’ όλα ας μην περιφρονεί όποιον δεν τρώει· κι αυτός που δεν τρώει ας μην κατακρίνει όποιον τρώει, γιατί ο Θεός τον έχει δεχτεί στην εκκλησία του».
Παρά το ότι η νηστεία είναι Θεόδοτη, αυτή αποτελεί χρήσιμο μέσο για να φτάσουμε στο σκοπό. Αυτή διακρίνεται στην υλική και την πνευματική νηστεία. Η υλική νηστεία είναι χρονικά περιορισμένη και δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Αντίθετα η πνευματική νηστεία, η νηστεία των παθών, αποτελεί σκοπό ζωής και μάλιστα σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Η υλική νηστεία, έστω κι αν είναι πραγματική τότε μόνο οδηγείται στην καταξίωση όταν ολοκληρώνεται με την αποξένωση από τα πάθη. Κατά τον υμνωδό: «Νηστεία καθαρά μακρυσμός αμαρτίας, αλλοτρίωσις παθών». Λέει πάλι ο υμνωδός: «Βρωμάτων νηστεύουσα, ψυχή μου και παθών μη καθαρεύουσα, μάτην επαγάλλη τη ατροφία ει μη αφορμή σοι γένηται προς διόρθωσιν». Για τούτο και προτρέπει ο υμνωδός: «νήστευσον ψυχή μου κακίας και πονηρίας, κράτησον οργής και θυμού και πάσης αμαρτίας Ιησούς γαρ τοιαύτην θέλει νηστείαν ο φιλάνθρωπότατος Θεός ημών».
Πέραν από τα πιο πάνω είναι ιδιαίτερα σημαντικό και το τρίτο μήνυμα του σημερινού ευαγγελίου: «Μη μαζεύετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου τους αφανίζει ο σκόρος και η σκουριά κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και τους κλέβουν».
Αδελφοί μου, η οικονομική καταστροφή που βιώνουμε είναι αποτέλεσμα της ηθικής και πνευματικής χρεωκοπίας που προηγήθηκε και που δυστυχώς εξακολουθεί να υφίσταται. «Ώρα ημάς ήδη εξ’ ύπνου εγερθήναι». Μας προτρέπει ο σημερινός Απόστολος. Ήρθε η ώρα να ξυπνήσετε από τον ύπνο. Ας τον ακούσουμε. Χάσαμε μια μάχη. Ας κερδίσουμε τον πόλεμο μέσα από τη δική μας αναγέννηση. Ας διακριθούμε στη νηστεία των τροφών και ιδιαίτερα των παθών. Ας διακριθούμε πάνω απ’ όλα στην επιείκεια και τη συγχώρηση όπως έπραξε και ο εσταυρωμένος Κύριος και Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός. Αμήν.

Θεόδωρος Αντωνιάδης

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...