Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Μαρτίου 17, 2017

Έναρξη της Επανάστασης στη Μάνη (17 Μαρτίου 1821) και Απελευθέρωση της Καλαμάτας (23 Μαρτίου 1821)

Έναρξη της Επανάστασης στη Μάνη (17 Μαρτίου 1821) και Απελευθέρωση της Καλαμάτας (23 Μαρτίου 1821)


Του Στράτη Δούνια, εκπαιδευτικού Σπάρτη
Στην τετραήμερη (26-29 Ιαν. 1821) σύσκεψη της Βοστίτσας (Αίγιο), στην οποία έλαβαν μέρος, εκτός από τα μέλη της Εφορίας Πελοποννήσου εξέχοντες προεστοί και ανώτεροι κληρικοί, είχαν αποφασιστεί ως κατάλληλες ημερομηνίες για την έναρξη της Επανάστασης, εκτός από την 25η Μαρτίου, η 23η Απριλίου, εορτή του Αγίου Γεωργίου, με ανώτατο χρονικό όριο την 21 Μαΐου, εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Ακολούθησε η σύσκεψη στην αγγλοκρατούμενη Λευκάδα (Αγία Μαύρα), πιθανόν στις 30 Ιανουαρίου, όπου παραβρέθηκε, απεσταλμένος των Πελοποννησίων, ο Ηλίας Μαυρομιχάλης (γιος του Πετρόμπεη) ο οποίος για να μην κινήσει τις υποψίες των Άγγλων της Λευκάδας, παρουσιαζόταν ως καρβουνέμπορος. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης ανήγγειλε στα μέλη της σύσκεψης, ότι είχε προκαθοριστεί από την Αρχή η 25η Μαρτίου ως ημέρα έναρξης του Αγώνα. Μετέφερε επίσης το μήνυμα των Πελοποννησίων για τον γενικό ξεσηκωμό των Ελλήνων και την ανάγκη να φυλαχτούν από τους οπλαρχηγούς της Ρούμελης(Στερεάς Ελλάδας) όλες οι διαβάσεις, ώστε να καταστεί αδύνατη η κάθοδος τουρκικού στρατού στην Πελοπόννησο.
Στην Μάνη οι οικογένειες των Μούρτζινων (ή Τρουπάκηδων) και των Τζαννετάκηδων είχαν ταχθεί υπέρ της γρήγορης έναρξης της Επανάστασης.
Αντίθετα, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και οι συντηρητικοί πρόκριτοι της Καλαμάτας θεωρούσαν ότι μια αναβολή θα εξασφάλιζε τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις και εγγυήσεις από την Ανώτατη Αρχή του Αγώνα. Ήδη, ο Χριστόφορος Περραιβός, Φιλικός, απεσταλμένος του Υψηλάντη, μετά τη σύσκεψη στο Ισμαήλιο, κατέβηκε δεύτερη φορά στη Μάνη με σκοπό να τους πείσει για την γρήγορη έναρξη της Επανάστασης και να τους προτρέψει να μεριμνήσουν για τις απαραίτητες προετοιμασίες. Εξάλλου, λίγο αργότερα, ο Παπαφλέσσας και ο Κολοκοτρώνης επιδίωξαν στη Μάνη, τους ίδιους με τον Περραιβό σκοπούς. Παρά ταύτα, ο Πέτρος Μαυρομιχάλης εξακολουθούσε να προβάλει τους ενδοιασμούς του, αφού δεν είχε ακόμα πληροφορηθεί τις διαθέσεις των Ρώσων έναντι της επικείμενης Ελληνικής Επανάστασης, σε μια περίοδο, μάλιστα, κατά την οποία η Ρωσία βρισκόταν σε ειρήνευση με την Τουρκία, οπότε ήταν εύλογες οι επιφυλάξεις του. Οπωσδήποτε, όμως, επειδή το κύρος του Πετρόμπεη και η επιρροή του στους κατοίκους της Μάνης ήταν καθοριστικά των εξελίξεων, έπρεπε να καμφθούν οι δισταγμοί του. 
Εν τω μεταξύ οι Φιλικοί της Κωνσταντινούπολης βοήθησαν το γιο του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη Γεώργιο να δραπετεύσει από τη φύλαξη των Τούρκων. Τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη κρατούσαν οι Τούρκοι από καιρό όμηρο «ως εγγυητή της πατρικής πίστεως προς τον σουλτάνο».
Φτάνοντας στη Μάνη ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης, άρχισε ενθουσιωδώςς να διαδίδει τις επαναστατικές ιδέες, οι οποίες όμως έγιναν γνωστές στις τουρκικές αρχές. Η συμπεριφορά του αυτή επέτεινε την ενοχοποίηση του Πετρόμπεη, γιατί αυτός είχε ήδη διαπράξει απείθεια, καθώς δεν είχε συλλάβει τον Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα, σύμφωνα με την διαταγή της τουρκικής διοίκησης. Επειδή, λοιπόν, είχε καταστεί ύποπτος, οι τουρκικές αρχές της Τριπολιτσάς παρήγγειλαν στον Πετρόμπεη να στείλει εκεί τον μικρό του γιο Αναστάσιο, ως εγγύηση της έμπιστης σχέσης του με τους Τούρκους, όπως και έκανε. Ύστερα από αυτό, οι υποψίες των Τούρκων μετριάστηκαν και φαίνεται πως παραιτήθηκαν προσωρινά από την αντικατάστασή του ως «μπάσμπογλου» που σχεδίαζαν. 
Με την έντονη παρουσία του Παπαφλέσσα, του Αναγνωσταρά και του Κολοκοτρώνη ο επαναστατικός αναβρασμός στη Μάνη ήταν ήδη έκδηλος από τις αρχές Μαρτίου. Οι Τούρκοι αντιλαμβάνονταν τον επικείμενο κίνδυνο και έστελναν τις οικογένειές τους στα κάστρα της περιοχής. 
Στην Καλαμάτα ο Τούρκος διοικητής Σουλεϊμάν Αρναούτογλου (έπαρχος, βοεβόδας) κάλεσε τους προκρίτους της πόλης και τους έκανε γνωστές τις ανησυχίες του. Για να τον εξαπατήσουν, κάποιοι από τους προκρίτους δεν δίστασαν να παραδώσουν τα παιδιά τους ως ομήρους στις τοπικές τουρκικές αρχές. Τους έπεισαν μάλιστα ότι στην περιοχή δρούσαν δήθεν επικίνδυνοι ληστές, φήμες που διέδιδε επίτηδες ο Παπαφλέσσας, και επειδή δεν επαρκούσε η τουρκική φρουρά των 150 στρατιωτών για την προστασία της Καλαμάτας τους έλεγαν πως ήταν δήθεν ανάγκη να ζητηθεί ενίσχυση από τη Μάνη. Με βάση οικογενειακές παραδόσεις και κάποια αρχειακά στοιχεία που δεν μπορούν να τεκμηριωθούν με ασφάλεια  «εις επιτηδείους ενεργείας του Ιωάννη Κυριακού [προύχοντα της Καλαμάτας] ωφείλετο η πρόσκλησις του Πετρόμπεη και των Μανιατών, δήθεν προς τήρησιν της τάξεως…»
Ήταν μέσα του Μάρτη, όταν έφτασε στο λιμάνι του Αλμυρού ένα πλοίο φορτωμένο με πολεμοφόδια, με ευθύνη των Φιλικών της Σμύρνης. Ο Παπαφλέσσας ανέθεσε στον Νικήτα Σταματελόπουλο(Νικηταρά) και στον Αναγνωσταρά την επικίνδυνη αποστολή της μεταφοράς του φορτίου από το πλοίο σε επιλεγμένους προορισμούς (Καλαμάτα και Μάνη). Πρώτα, βέβαια, έπρεπε το φορτίο να εκτελωνιστεί κατόπιν σχετικής άδειας του Πετρόμπεη. Μόνο, όμως, με τέχνασμα, ο Παπαφλέσσας κατάφερε να πείσει τον Πετρόμπεη για την παροχή της άδειας εκτελωνισμού, διατρέχοντας τον κίνδυνο ο Πετρόμπεης να εκτεθεί στους Τούρκους, αν αποκαλυπτόταν το είδος του φορτίου, δηλαδή το πολεμικό υλικό. 
Ο Τούρκος διοικητής της Καλαμάτας Αρναούτογλου πληροφορήθηκε ότι ένοπλοι χωρικοί μεταφέρουν το φορτίο του πλοίου, αλλά οι πρόκριτοι της Καλαμάτας τον καθησύχαζαν, με την δικαιολογία ότι οι χωρικοί αυτοί μεταφέρουν λάδι, και οπλοφορούν για το φόβο των ληστών.
Ήρθε ο καιρός που ο Αρναούτογλου αποφάσισε να ζητήσει στρατιωτική βοήθεια από τον Πετρόμπεη. Εν τω μεταξύ οι καπεταναίοι της Μάνης που είχαν συγκεντρωθεί στις Κιτριές, είχαν ήδη πείσει τον Πετρόμπεη να ηγηθεί του Αγώνα. Το σύνθημα πλέον είχε δοθεί, και στις 17 Μαρτίου 1821 «σύμφωνα με ορισμένη πληροφορία, στον ναό των Ταξιαρχών, στην Αρεόπολη, έγινε δοξολογία για την Επανάσταση». (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ, σ. 89).
Πριν από αρκετά χρόνια καθιερώθηκε ο εορτασμός στην Αρεόπολη της 17ης Μαρτίου ως ημέρας έναρξης της Επανάστασης, απ’ αυτή την κωμόπολη και πρωτεύουσα της Μάνης «σύμφωνα με τον συγκεκριμένο προσδιορισμό 17 Μαρτίου, που εγράφη από τον Ι.Θ. Κολοκοτρώνη και εσυνδυάστη με τις τοπικές παραδόσεις.» (Κατσουλιέρης Α., Ιστορία της Μάνης, σ. 449). Η ιστοριογραφία, βεβαία δέχεται ως αφετηρία της Επανάστασης την έναρξη των πολεμικών συγκρούσεων κι όχι το χρόνο που πάρθηκαν αποφάσεις από κάποιες συνελεύσεις για την εμπλοκή σε επαναστατικές πράξεις. Ωστόσο ουσιώδες και ανεπίδεκτο αμφιβολίας είναι ότι «άνευ της Μάνης δεν θα εκηρύσσετο επανάστασις ούτε εις την Μεσσηνίαν, ούτε εις ολόκληρη την Πελοπόννησον, και οι Μανιάται αρχηγοί μετά των δυνάμεών των δεν επρωτοστάτησαν απλώς, αλλ’ υπήρξαν οι κύριοι παράγοντες των επαναστατικών γεγονότων της Καλαμάτας.» (Δασκαλάκης, Η έναρξις της Επανάστασης εις την Λακωνίας, Λακωνική Σπουδαί, Β’, σ. 17)
Μετά λοιπόν, απ’ τη συνεννόηση των προκρίτων της Μάνης να λάβουν τα όπλα, ο Κολοκοτρώνης, που βρισκόταν στη Μάνη, «εφανέρωσε την απόφασιν ταύτη εις στους Αναγνωσταράν, Φλέσσαν και λοιπούς, όντας παρασκευασμένους δια τον σκοπόν αυτόν», σύμφωνα με την αφήγηση του Ι.Θ. Κολοκοτρώνη.
Στις 20 Μαρτίου, φτάνει στην Καλαμάτα σώμα από 150 Μανιάτες υπό τον Ηλία Μαυρομιχάλη, για την προστασία δήθεν της Καλαμάτας από ληστρικές επιδρομές, όπως προαναφέρθηκε. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης συνέστησε στον Αρναούτογλου να ζητήσει από τον Πετρόμπεη πρόσθετες ενισχύσεις ενόπλων Μανιατών για την προστασία της πόλης. Ο Τούρκος διοικητής χωρίς να υποψιαστεί ακόμη την απάτη, ζήτησε απ’ τη Μάνη τις νέες «αναγκαίες» ενισχύσεις. Ο Πετρόμπεης ήταν έτοιμος να ηγηθεί «των σπαρτιατικών δυνάμεων». 
Έτσι, στις 22 Μαρτίου 1821, ξεκινούν από τη Μάνη 2000 ένοπλοι της «Δυτικής Σπάρτης» υπό τον Ι.Θ. Κολοκοτρώνη, τους Μούρτζινους, τους Κυβέλους, τους Χρηστέηδες και τον Παναγιώτη Βενετζανάκο, φτάνουν στην Καλαμάτα τα χαράματα της 23ης Μαρτίου και στρατοπεδεύουν στους λόφους πλησίον της πόλης. Ταυτόχρονα καταφτάνουν ο Παπαφλέσσας, ο Νικηταράς και ο Αναγνωσταράς και καταλαμβάνουν την άλλη πλευρά της Καλαμάτας. Την ίδια μέρα, 23 Μαρτίου, ήλθαν στην Καλαμάτα και πολλοί άλλοι οπλαρχηγοί της Μάνης και άλλων γειτονικών περιοχών, με τις δυνάμεις τους, κι ανάμεσά τους ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.
Είχαν πλέον συγκεντρωθεί περί την Καλαμάτα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις απομνηματογράφων, περισσότεροι από 5000 οπλοφόροι Μανιάτες, Μεσσήνιοι, Ανδρουτσιανοί, Γαραντζαίοι, Πισινοχωρίτες και Σαμπατζιώτεςαπό τις επαρχίες Λεονταρίου.
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης σκόπευε η εισβολή και η κατάληψη της Καλαμάτας να γίνει αναίμακτα, κι οπωσδήποτε να κρατηθεί ο βοεβόδας Αρναούτογλου, επίσημος Τούρκος με ισχυρούς συγγενείς στην Τριπολιτσά, καθώς και άλλοι εξέχοντες Τούρκοι, ώστε να τους ανταλλάξει με το γιο του Αναστάση, όπως και με πρόκριτους που κρατούνταν όμηροι της τουρκικής διοίκησης στην Τριπολιτσά.
Με την παρουσία των ελληνικών στρατευμάτων στην Καλαμάτα, ο Αρναούτογλου κατάλαβε πλέον τι είχε συμβεί. Γι’ αυτό δοκίμασε να φύγει για την Τριπολιτσά, αλλά ο Νικηταράς και ο Κεφαλάς είχαν ήδη αποκλείσει όλα τα περάσματα προς το κέντρο της Πελοποννήσου.
Συγκεντρώθηκαν τότε όλοι οι Τούρκοι φρουροί της Καλαμάτας, όχι περισσότεροι από 150, στα οχυρά οικήματα της πόλης για να αντιτάξουν άμυνα. Ο Θ. Κολοκοτρώνης, στα απομνημονεύματά του, λέει ότι «100 ήταν οι Τούρκοι μεινεμένοι, ως 10.000 η φήμη τους.», θέλοντας έτσι να παραστήσει τη μαχητικότητά τους. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης τότε, συνέστησε στον Αρναούτογλου να παραδοθεί, γιατί κάθε αντίσταση θα ήταν μάταιη.
Φαίνεται πιθανό, χωρίς αυτό να προκύπτει από γνωστές πηγές, ότι ο Αρναούτογλου σε κάποια φάση των εξελίξεων, να ζήτησε άσυλο στο σπίτι του πρόκριτου της Καλαμάτας Ιωάννη Κυριακού, όπου τον επισκέφτηκαν ο Πετρόμπεης, ο Παπαφλέσσας και ο Νικηταράς για να του αναγγείλουν την έναρξη της επανάστασης και να απαιτήσουν την παράδοση της πόλης. Κατ’ άλλη εκδοχή «Την δε 23 Μαρτίου ιδών ο βοεβόδας την πληθύν των συναθροισθέντων εν Καλαμάτα οπλοφόρων και απελπισθείς διέταξε τον Μπελούκμπασήν του(=πολιτάρχη της διοικήσεώς του) Κοκκίνην, όστις επελθών εις το κατάστημα όπου ήσαν συνηγμένοι οι αρχηγοί των οπλοφόρων Ελλήνων, ο Π. Μαυρομιχάλης και λοιποί, έδωκεν εις αυτούς τον χαιρετισμόν κατά τον συνήθη οθωμανικόν αγέρωχον τρόπον, καθήσας δε εις απλούν σκαμνίον πλησίον του Νικηταρά, και αποτανθείς προς τον Π. Μαυρομιχάλην και λοιπούςείπεν ως παρά του βοεβόδα αποσταλείς: “ο αγάς σας χαιρετά και ερωτά, να τον ειπήτε, τι πράγματα είναι αυτούνα όπου κάνετε, και τι κλεφτοδουλειές, όπου μ’αυτές θα χάσετε τον ραγιά του βασιλιά, και στην αφεντιά σας ετούτα τα πράγματα δε θα εύγουν σε καλό.”»(Φραντζής Αμβρόσιος, Α, σ.331, κληρικός, αγωνιστής της επανάστασης).
Ανεξάρτητα από κάποιες ιστορικές λεπτομέρειες και εκδοχές μερικών συμβάντων, ο Τούρκος διοικητής, στις 23 Μαρτίου 1821 παρέδωσε την Καλαμάτα και τον τουρκικό οπλισμό με επίσημο πρωτόκολλο. Η Καλαμάτα είχε απελευθερωθεί αμαχητί. Πολύ επιγραμματικά ο Θ. Κολοκοτρώνης μιλάει για το γεγονός: «Εις τας 23 Μρτίου επιάσαμε τους Τούρκους εις την Καλαμάταν, τον Αρναούτογλην, σημαντικόν Τούρκον της Τριπολιτσάς. Είμεθα 2.000 Μανιάτες, ο Πετρόμπεης, ο Μούρτζινος, Κυβέλος, Δυτική Σπάρτη.»(Απομνημονεύματα, εκδ. Τολίδη, x.x., σ. 146).
Κατόπιν, κοντά στις όχθες του ποταμού Νέδωνος, στον περίβολο της εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων(ναός Βυζαντινός του 12ου αι. κατά το ανατολικό τμήμα του και κατά το υπόλοιπο δυτικό της Β’ Ενετοκρατίας) «μέσα σε μια πανηγυρική ατμόσφαιρα ενώ αντηχούσαν οι χαρούμενες κωδωνοκρουσίες των εκκλησιών και οι θριαμβευτικές αρχές των Ελλήνων, 24 ιερείς και ιερομόναχοι ευλόγησαν, ύστερα από μια συγκινητική δοξολογία, τις ελληνικές σημαίες και όρκισαν τους αγωνιστές»(Ιστορία το Ελληνικού Έθνους, ο.π.π., σ. 90.). Ο Θ. Κολοκοτρώνης πάλι, αφηγείται συγκινητικά: «είχαν μιαν προθυμίαν οι Έλληνες, όπου όλοι με τας εικόνες έκαναν δέησι και ευχαριστήσεις. Μου ήρχετο τότε να κλαύσω…από την προθυμίαν όπου έβλεπα. Ιερείς έκαναν δέησι. Εις τον ποταμόν της Καλαμάτας ανασπαστήκαμε και εκινήσαμε.»(Απομνημονεύματα, α.π.π.,σ.146).
Την ίδια ημέρα, 23 Μαρτίου 1821, ακολούθησε συγκέντρωση των οπλαρχηγών και αποφασίστηκε η συγκρότηση της «Μεσσηνιακής Γερουσίας», επαναστατικής επιτροπής που ανέλαβε την καθοδήγηση και το συντονισμό του Αγώνα. Στον Πέτρο Μαυρομιχάλη αποδόθηκε τιμητικά ο τίτλος του αρχιστράτηγου των Σπαρτιατικών δυνάμεων.
Είναι αξιοσημείωτη η πρώτη πράξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας, στις 23 Μάρτη πάλι, δηλαδή η σύνταξη μιας προκήρυξης με προειδοποιητικό χαρακτήρα προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές αλλά και γνωστοποίηση προς τους Χριστιανικούς λαούς ότι το Ελληνικό Έθνος απεφάσισε, ύστερα από αιώνων ανυπόφορης δουλείας, να αποτινάξει τον τουρκικό ζυγό και σ’ αυτόν τον Αγώνα ζητείται η βοήθειά τους. (Το πρωτότυπο της προκήρυξης αυτής βρίσκεται στα αρχεία του Υπουργείου των Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας-δημοσιευμένη).
Στην ίδια σύσκεψη συζητήθηκαν οι επόμενες επαναστατικές δράσεις. Ο Θ. Κολοκοτρώνης πρότεινε όλο το ελληνικό στράτευμα της Καλαμάτας(περίπου 5.000 άνδρες) να κατευθυνθεί προς το εσωτερικό της Πελοποννήσου για να γενικεύσουν την επανάσταση αλλά και να ανακόψουν τις τουρκικές μετακινήσεις από τις επαρχίες προς την Τριπολιτσά. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και οι Μεσσήνιοι υποστήριξαν ότι πρέπει πρώτα να απαλλαγούν από τους Τούρκους που είχαν κλειστεί στα κάστρα της Μεθώνης και της Κορώνης, για να εκλείψει ο κίνδυνος για τους κατοίκους των περιοχών, «δια να μην βάλουν σπαθί οι Τούρκοι εις τους Χριστιανούς», κατά την έκφραση του Γέρου του Μοριά. Παρά ταύτα, ο Κολοκοτρώνης επέμενε στην άποψή του: «Εάν μου δώσετε βοήθεια από τούτο το στράτευμα(εν. τους 5.000 εισβολείς στην Καλαμάτα), καλώς, ειμή αναχωρώ να υπάγω εις το κέντρον(εν. την Τρίπολη).» Και συνεχίζει: «Είχα λάβει γράμμα από τον Κανέλλο, μ’ επροσκαλούσε, ότι είχε 10.000 άρματα, και να έμβω επικεφαλής. Του Μούρτζινου αρρώστησε το παιδί του, ο Διονύσιος, και έτσι δεν εκίνησαν όλοι οι Μανιάται. Έλαβα 200 από αυτόν και 70 από τον Μπέη με τον καπετάν Βοϊδή και με 30 εδικούς μου εγενήκαμε 300, και έκοψα ευθύς δύο σημαίες με σταυρό και εκίνησα.»(Απομνημονεύματα, ο.π.π., σ. 146). Ο Βοϊδής που μνημονεύει ο Κολοκοτρώνης (Μαυρομιχάλης Πιέρρος Βοϊδής), υπήρξε  σημαντικός αγωνιστής της Επανάστασης, στρατηγός, και «έπεσε μαχόμενος εις το Μανιάκι μετά τον αρχιμανδρίτην Φλέσσαν»(Φωτάκος, Βίοι Πελοποννησίων ανδρών, σ. 130). 
Αποφασίστηκε, λοιπόν, τελικά, ο Πετρόμπεης με τους πιο ηλικιωμένους προεστούς(ο ίδιος ήταν τότε 56 ετών), Καπετανάκηδες, Πατριάρχες κ.ά., να παραμείνουν στην Καλαμάτα για τον συντονισμό των επιχειρήσεων, τον ανεφοδιασμό των στρατοπέδων και την «τήρησιν της τάξεως» στην πόλη, καθώς έλεγαν. Άλλοι οπλαρχηγοί θα αναλάμβαναν την πολιορκία των μεσσηνιακών κάστρων. Ο δε Κολοκοτρώνης πράγματι, την επόμενη της απελευθέρωσης της Καλαμάτας, στις 24 Μαρτίου 1821, σύμφωνα με την ίδια απόφαση, ξεκίνησε για την Αρκαδία και έφτασε την ίδια ημέρα στον πρώτο τους σταθμό, στη Σκάλα. Εκεί ήρθαν και ο Αναγνωσταράς, ο Π. Κεφάλας και ο Παπαφλέσσας. Με τις υπογραφές του Κολοκοτρώνη και του Παπαφλέσσα στάλθηκε στους κατοίκους της Αρκαδίας μία επιστολή που είχαν ήδη συντάξει την προηγούμενη ημέρα στην Καλαμάτα, αφού φέρει ημερομηνία 23 Μαρτίου, στην οποία έλεγαν: «Η ώρα έφθασε, το στάδιον της δόξης και της ελευθερίας ηνοίχθη. Τα πάντα είναι δικά μας, και ο Θεός του παντός μεθ’ ημών έσεται . μη πτοηθήτε εις το παραμικρόν…»

Τρίτη, Μαρτίου 14, 2017

Περισπασμὸς καὶ προσοχὴ



Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν κοσμικὸ φρόνημα θεωροῦν τὸν περισπασμὸ ἀθῶο, οἱ ἅγιοι πατέρες ὅμως λένε πὼς εἶναι ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν κακῶν.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμὸ ὅλων τῶν πραγμάτων καὶ τῶν θεμάτων, ἀκόμα καὶ τῶν πιὸ σοβαρῶν, ἔχει ἀντίληψη πολὺ περιορισμένη καὶ ἐπιφανειακή.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, εἶναι συνήθως ἀσταθής. Τὰ αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς του δὲν ἔχουν βάθος καὶ δύναμη, γι’ αὐτὸ εἶναι ρευστὰ καὶ ἐφήμερα.

Ὅπως ἡ πεταλούδα πετάει ἀπὸ λουλούδι σὲ λουλούδι, ἔτσι κι αὐτὸς ποὺ ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, τρέχει ἀπὸ τὴ μία σωματικὴ ἀπόλαυση στὴν ἄλλη κι ἀπὸ τὴ μία μάταιη φροντίδα στὴν ἄλλη.

Ὁ περισπασμὸς δὲν γνωρίζει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ἀδιάφορα κοιτάζει τὴ δυστυχία τῶν ἀνθρώπων καὶ εὔκολα τούς φορτώνει μὲ δυσβάσταχτα φορτία.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, συνταράζεται ἀπὸ τὶς θλίψεις, ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν τὶς περιμένει˙ μόνο χαρὲς προσδοκᾶ. Κάθε θλίψη, ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ βαριά, ὅταν αὐτὴ δὲν ἔχει μεγάλη διάρκεια, γρήγορα τὴν ξεχνᾶ μέσα στὸν θόρυβο τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν μεριμνῶν του. Ἡ παρατεταμένη θλίψη, ὅμως, τὸν τσακίζει.

Ὁ ἴδιος ὁ περισπασμὸς τιμωρεῖ τὸν πολυμέριμνο ἄνθρωπο ποὺ τοῦ παραδίνεται, καθὼς αὐτός, μὲ τὸν καιρό, ὅλα τὰ βρίσκει βαρετὰ καὶ βουλιάζει σὲ μιάν ἀτέλειωτη, μιάν ἐξουθενωτικὴ πλήξη.

Ὁ περισπασμός, τόσο ἐπιζήμιος γενικά, εἶναι πραγματικὰ ὀλέθριος γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, ποὺ ἀπαιτεῖ συνεχῆ ἐγρήγορση καὶ ἐντατικὴ προσοχή.

«Μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός», ἔλεγε ὁ Κύριος στοὺς μαθητὲς Του. Καὶ σ’ ὅλη τὴ χριστιανοσύνη, ἑπομένως καὶ σ’ ἐμᾶς, ἔδωσε ἐντολή: «Σὲ ὅλους τὸ λέω: Ἀγρυπνεῖτε!»3. Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, ἐναντιώνεται μὲ τὴ ζωή του στὴν ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὅλοι οἱ ἅγιοι μὲ ἐπιμέλεια ἀπέφευγαν τὸν περισπασμό. Ἀγωνίζονταν νὰ εἶναι συγκεντρωμένοι στὸν ἑαυτό τους καὶ νὰ προσέχουν τὶς κινήσεις τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς τους, κατευθύνοντάς τες σύμφωνα μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.

Ἂν συνηθίσουμε νὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας, θὰ ἀποφεύγουμε τὸν περισπασμὸ ἀκόμα καὶ ὅταν μᾶς κυκλώνουν ἀπὸ παντοῦ οἱ αἰτίες του. Ὁ προσεκτικός, ὁ αὐτοσυγκεντρωμένος ἄνθρωπος, καὶ σὲ πολυκοσμία μέσα νὰ βρίσκεται, παραμένει ἐσωτερικὰ ἀπομονωμένος.

Γνωρίζοντας ἐμπειρικὰ τὴν ὠφέλεια τῆς προσοχῆς καὶ τὴ βλάβη τοῦ περισπασμοῦ, ἕνας σοφὸς γέροντας εἶπε: «Χωρὶς προσοχὴ μεγάλη, δὲν προοδεύει ὁ ἄνθρωπος οὔτε σὲ μία ἀρετὴ».

Πόσο ἀνόητο εἶναι νὰ σπαταλᾶμε τὴ σύντομη ἐπίγεια ζωή, ποὺ μᾶς δόθηκε ὡς χρόνος προετοιμασίας γιὰ τὴν ἀτελεύτητη ἐπουράνια, σὲ ἐγκόσμιες μόνο ἀσχολίες, ἱκανοποιώντας ἀναρίθμητες ἰδιοτροπίες καὶ εὐτελεῖς ἐπιθυμίες, μεταπηδώντας ἐπιπόλαια ἀπὸ τὴ μία αἰσθησιακὴ ἱκανοποίηση στὴν ἄλλη, ξεχνώντας ἐντελῶς ἤ βάζοντας σπάνια καὶ ἐπιπόλαια στὸν νοῦ μας τὴν ἀναπόφευκτη, τὴ μεγαλειώδη καὶ συνάμα τρομερὴ αἰωνιότητα!

Εἶναι φανερὸ ὅτι τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ τὰ μελετᾶμε καὶ νὰ τὰ γνωρίζουμε μὲ τὴν πιὸ μεγάλη εὐλάβεια καὶ προσοχή, ἀλλιῶς τόσο ἡ μελέτη ὅσο καὶ ἡ γνώση τους εἶναι ἀδύνατες. Θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δημιουργία καί, μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση, ἡ λύτρωση καὶ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ ἔργα αὐτὰ πρέπει λεπτομερειακὰ νὰ τὰ γνωρίσει κάθε χριστιανός. Δὲν θὰ κατορθώσει, ὅμως, ποτὲ νὰ τὰ γνωρίσει, ἂν ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό!

Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δόθηκαν ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου˙ ἀγκαλιάζουν ὅλους τούς λογισμούς, ὅλα τὰ αἰσθήματα, ὅλες τὶς μυστικὲς κινήσεις τῆς ψυχῆς. Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν δὲν εἶναι δυνατὴ χωρὶς τὴ διαρκή ἐγρήγορση καὶ τὴν ἔντονη προσοχή. Ἀλλὰ ἡ ἐγρήγορση καὶ ἡ προσοχὴ δὲν ἔχουν θέση στὴ ζωὴ τοῦ περισπασμοῦ.

Ἡ ἁμαρτία κι ἐκεῖνος ποὺ τὴ σπέρνει, ὁ διάβολος, τρυπώνουν στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ μας ἀνεπαίσθητα. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ βρισκόμαστε διαρκῶς σὲ ἐπιφυλακή, ὥστε, μόλις μᾶς πλησιάσουν αὐτοὶ οἱ ἀόρατοι ἐχθροί μας, νὰ τοὺς ἀπομακρύνουμε μὲ τὴν προσευχή. Ἀλλὰ πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ βρίσκεται κανεὶς σὲ πνευματικὴ ἐπιφυλακή, ὅταν εἶναι παραδομένος στὸν περισπασμό;

Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό, μοιάζει μὲ σπίτι δίχως πόρτες καὶ κλειδαριές. Κανένας θησαυρὸς δὲν μπορεῖ νὰ φυλαχθεῖ σὲ τέτοιο σπίτι, ποὺ εἶναι ἀνοιχτὸ γιὰ τοὺς κλέφτες καὶ τοὺς ληστές.

Ἡ ζωὴ τοῦ περισπασμοῦ, ζωὴ γεμάτη μὲ βιοτικὲς μέριμνες, βαραίνει τὴν ψυχὴ ἐξίσου μὲ τὴν κραιπάλη καὶ τὴ μέθη, κάνοντάς την δυσκίνητη σὲ κάθε πνευματικὸ ἔργο, ἀνίκανη νὰ προσέχει καὶ ν’ ἀγρυπνεῖ. Ἡ ψυχὴ αὐτὴ εἶναι κολλημένη στὴ γῆ, εἶναι ἀπορροφημένη ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ μάταια. Γιὰ τὴ διακονία τοῦ Θεοῦ ἐλάχιστα ἐνδιαφέρεται, ἤ μᾶλλον δὲν ἐνδιαφέρεται καθόλου. Σκληρὴ βρίσκει καὶ μόνο τὴ σκέψη κάποιας πνευματικῆς ἐργασίας, σκληρὴ καὶ ἀσήκωτη καὶ ζοφερή.

Ἡ προσοχὴ ἐξασκεῖ καὶ ἐνισχύει τὶς ψυχικὲς αἰσθήσεις στὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ἐξασθενίζει τὴν ψυχοβλαβή ἐπενέργεια τῶν σωματικῶν του αἰσθήσεων. Ὁ περισπασμός, ἀπεναντίας, ἀδρανοποιεῖ καὶ ἀποκοιμίζει τὶς ψυχικὲς αἰσθήσεις, ἐνῶ τρέφεται μὲ τὴν ἀδιάλειπτη λειτουργία τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων.

Μάταια οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ζοῦν μέσα στὸν περισπασμό, θεωροῦν τὴ ζωὴ τους φυσιολογική, ὑγιή, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ ἐνοχές! Ἔτσι δὲν ἀποκαλύπτουν παρὰ τὴν ἀσθένειά τους σ’ ὅλη της τὴ σοβαρότητα: Τόσο ἔχει πωρωθεῖ ἡ ψυχή τους, πού, μολονότι εἶναι ἄρρωστοι, δὲν τὸ ἀντιλαμβάνονται.

Ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ οἰκειωθοῦν τὴν προσοχή, ὀφείλουν νὰ ἐγκαταλείψουν ὅλες τὶς μάταιες ἀσχολίες. Καὶ σ’ αὐτές, βέβαια, δὲν ἀνήκουν οἱ ἀπαραίτητες καὶ ὠφέλιμες ἐργασίες, διακονίες καὶ ὑποχρεώσεις, προσωπικὲς ἤ κοινές, οἱ ὁποῖες δὲν ἀποτελοῦν περισπασμό. Ὁ περισπασμὸς συνδέεται πάντοτε εἴτε μὲ τὴν ἀργία εἴτε μὲ ἀνώφελες ἐνασχολήσεις ποὺ δὲν διαφέρουν οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴν ἀργία.

Ὄχι μόνο δὲν διασπᾶ ἀλλὰ καὶ συντρέχει τὴν προσοχὴ ἡ ἐργασία, ὅταν ἀποτελεῖ διακονία τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ πλησίον καὶ ὅταν γίνεται μὲ ὑπευθυνότητα. Στὴν ἀπόκτηση, τὴν καλλιέργεια καὶ τὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς συντελοῦν πολὺ περισσότερο τὰ μοναστηριακὰ διακονήματα, ὅταν αὐτὰ ἐκτελοῦνται ὅπως πρέπει.

Προσέχοντας τὸν ἑαυτό μας σὲ ἀπόλυτη μόνωση, ἀποκομίζουμε πολύτιμους πνευματικοὺς καρπούς. Γιὰ τὴ μόνωση, ὡστόσο, εἶναι ἱκανοὶ μόνο ἄνθρωποι ὥριμοι πνευματικά, ἄνθρωποι ποὺ πραγματοποίησαν πρόοδο στὴν ἄσκηση καὶ τὴν εὐσέβεια, ἀφοῦ πρῶτα διδάχθηκαν τὴν προσοχὴ στὴν πρακτικὴ ζωή.

Ἡ ὑποταγὴ εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος ἀσκήσεως στὴν προσοχή. Κανένας δὲν θὰ σὲ διδάξει τόσο καλὰ νὰ προσέχεις τὸν ἑαυτό σου ὅσο ἕνας συνετὸς καὶ αὐστηρὸς προϊστάμενος.

Ὅταν ἐργάζεσαι πρακτικὰ μαζὶ μὲ ἄλλους ἀνθρώπους, μὴν ἐπιτρέπεις στὸν ἑαυτό σου νὰ ξεστομίζει μάταια λόγια καὶ ἀνόητα ἀστεῖα. Καὶ ὅταν ἡ ἐργασία σου εἶναι γραφικὴ καὶ γενικότερα διανοητική, μὴν ἀφήνεσαι στὴν ὀνειροπόληση, τὸν ρεμβασμὸ καὶ τὸν μετεωρισμό. Ἔτσι σύντομα ἡ συνείδησή σου θὰ εὐαισθητοποιηθεῖ καὶ θ’ ἀρχίσει νὰ σοῦ ὑποδεικνύει κάθε ὑποχώρησή σου στὸν περισπασμὸ ὡς ἀθέτηση ὄχι μόνο τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τῆς ὀρθοφροσύνης. Ἀμήν.


Πῶς πρέπει νὰ πολεμᾶ ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ -Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης



Ἀφοῦ ξυπνήσεις τὸ πρωί, καὶ ἀφοῦ προσευχηθεῖς κάμποση ὥρα, λέγοντας, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με, τὸ πρῶτο πράγμα, ποὺ ἔχεις νὰ στοχασθεῖς εἶναι αὐτό: τὸ νὰ σοὺ φανεῖ πὼς βλέπεις τὸν ἑαυτό σου περικλεισμένο μέσα σ’ ἕναν τόπο, καὶ στάδιο, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι ἄλλο, παρὰ ἡ ἴδια σου ἡ καρδιά, καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος· μ’ αὐτὸ τὸν νόμο, ὅτι, ὅποιος ἐκεῖ δὲν πολεμήσει, νὰ μένει πάντοτε πεθαμένος· καὶ μέσα σ’ αὐτὸ λογαρίασε πὼς βλέπεις ἐμπρός σου ἐκεῖνο τὸν ἐχθρό, καὶ ἐκείνη τὴν κακή σου ὄρεξη, τὴν ὁποία ἀποφάσισες γιὰ νὰ πολεμήσεις, καὶ εἶσαι ἕτοιμος νὰ πληγωθεῖς καὶ νὰ πεθάνεις, ἀρκεῖ μόνο νὰ τὴν νικήσεις. 

Καὶ ἀπὸ μὲν τὸ δεξὶ μέρος τοῦ σταδίου, νόμισε πὼς βλέπεις τὸ νικηφόρο σου Ἀρχιστράτηγο, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, μὲ τὴν Παναγία του Μητέρα, καὶ μὲ πολλὰ Τάγματα Ἀγγέλων καὶ Ἁγίων καὶ μάλιστα μὲ τὸν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ· ἀπὸ δὲ τὸ ἀριστερό, πὼς βλέπεις τὸν καταχθόνιο διάβολο, μὲ τοὺς δικούς του δαίμονες, γιὰ νὰ σηκώσουν τὸ πάθος ἐκεῖνο, καὶ τὴν κακὴ ὄρεξη καταπάνω σου, καὶ νὰ σὲ παρακινήσουν νὰ ἀφήσεις τὸν πόλεμο, καὶ νὰ ὑποταχθεῖς σ’ αὐτό· φαντάσου καὶ πὼς ἀκοῦς μία φωνή, σὰν ἀπὸ τὸ φύλακά σου Ἄγγελο, νὰ σοῦ λέει ἔτσι· «Ἐσὺ σήμερα πρέπει νὰ πολεμήσεις ἐναντίον αὐτοῦ ἀκριβῶς τοῦ πάθους, καὶ τῶν ἄλλων ἐχθρῶν· καὶ μὴ δειλιάσει καθόλου ἡ καρδιά σου, καὶ φύγεις ἀπὸ τὸν πόλεμο λόγῳ φόβου, ἢ ἄλλης συστολῆς, μὲ κανένα τρόπο· γιατί ὁ Κύριός μας καὶ Ἀρχιστράτηγός σου Ἰησοῦς, στέκεται ἐδῶ συντροφιασμένος μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους του, δηλαδὴ μὲ ὅλα του τὰ ἔνδοξα τάγματα, γιὰ νὰ πολεμήσει ὅλους τοὺς ἐχθρούς σου, καὶ νὰ μὴ τοὺς ἀφήσει νὰ σὲ δυναστεύουν ἢ νὰ σὲ νικήσουν· «Κύριος λέει, πολεμήσει περὶ ὑμῶν» (Ὁ Κύριος θὰ πολεμήση διὰ τὴν σωτηρίαν σας) (Ἔξοδ. ΙΔ΄ 14). 

Γι’ αὐτό, στάσου στέρεος, βίασε τὸν ἑαυτό σου, ὑπέφερε τὸ βάσανο ποὺ θὰ αἰσθανθεῖς καμιὰ φορά· φώναζε πολλὲς φορὲς ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς καρδιᾶς σου· «μὴ παραδῶς με εἰς ψυχὰς θλιβόντων με» (Μὴ μὲ παραδώσης εἰς τὰ χέρια ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν σκοπὸ νὰ μὲ καταθλίψουν) (Ψάλμ. ΚΣΤ΄ 12). Φώναζε τὸν Κύριό σου, καὶ τὴν Παρθένο, καὶ ὅλους τοὺς Ἁγίους, καὶ Ἁγίες· καὶ σίγουρα θὰ νικήσεις· γιατί λέει «Γράφω ὑμῖν, νεανίσκοι, ὅτι νενικήκατε τὸν πονηρὸν» (Γράφω εἰς σᾶς, νέοι, διότι ἔχετε νικήσει τὸν πονηρὸν) (Α΄ Ἰωάννου Β΄ 13). Καὶ ἂν ἐσὺ εἶσαι ἀδύνατος, καὶ συνηθισμένος στὰ κακά, ἐνῶ οἱ ἐχθροί σου εἶναι δυνατοί, καὶ πολλοί, ἀλλά, πολὺ περισσότερες εἶναι οἱ βοήθειες ἐκείνου, ποὺ σὲ ἔπλασε καὶ σὲ λύτρωσε, καὶ ἀπὸ σένα ἀσυγκρίτως δυνατότερος εἶναι ὁ Θεὸς στὸν πόλεμο αὐτό• ὅπως ἔχει γραφεῖ· «Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατὸς ἐν πολέμῳ» (ὁ Κύριος ὁ κραταιὸς καὶ δυνατὸς εἰς τοὺς πολέμους) (Ψαλμ. ΚΓ΄ 8). Καὶ περισσότερο πόθο ἔχει αὐτὸς νὰ σὲ σώσει, ἀπὸ ὅτι ἔχει ὁ ἐχθρὸς νὰ σὲ καταστρέψει.

Γι’ αὐτὸ πολέμα, καὶ μὴ βαρεθεῖς ποτέ σου τὸν κόπο. Γιατί ἀπὸ τὸν κόπο, καὶ ἀπὸ τὴ βία, καὶ τὸ βάσανο, ποὺ αἰσθάνεσαι γιὰ τὴ συνήθεια, τὴν ὁποία ἀπέκτησες ἀπὸ τὸ κακό, γεννιέται ἡ νίκη, καὶ ὁ μεγάλος θησαυρός, μὲ τὸν ὁποῖο ἀγοράζεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καὶ ἑνώνεται ἡ ψυχὴ διαπαντὸς μὲ τὸ Θεό. 

Λοιπόν, ἄρχισε στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ νὰ πολεμᾶς μὲ τὰ ἅρματα τῆς ἀπιστίας τοῦ ἑαυτοῦ σου, καὶ τῆς ἐλπίδας καὶ θάρρους στὸ Θεό σου, μὲ τὴν προσευχή, καὶ μὲ τὴ γύμναση· καὶ περισσότερο μὲ τὸ ἅρμα τῆς καρδιακῆς, καὶ Νοερᾶς Προσευχῆς· τὸ ὁποῖο εἶναι τό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὄνομα τόσο φοβερό, ποὺ σὰν μαχαίρι δίστομο στρεφόμενο μέσα στὴν καρδιά, μαστίζει, καὶ κατακόπτει τοὺς δαίμονες, καὶ τὰ πάθη. 

Γι’ αὐτὸ καὶ περὶ τούτου εἶπε ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος «Ἰησοῦ ὀνόματι, μάστιζε πολεμίους» (Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, μάστιζε τοὺς ἐχθρούς). Μὲ αὐτά, λέω, πολέμα ἐκεῖνο τὸν ἐχθρό, καὶ ἐκεῖνο τὸ πάθος, καὶ τὴν κακὴ ὄρεξη, ποὺ σὲ πολεμάει• δηλαδὴ νὰ τὴν πληγώνεις θανάσιμα, πότε μὲ τὴν ἀντίσταση, πότε μὲ τὸ μίσος, πότε μὲ τὶς πράξεις τῆς ἐνάντιας ἀρετῆς· καὶ ἔτσι, νὰ κάνεις πράγμα ἀρεστὸ στὸ Θεό σου· ὁ ὁποῖος, μὲ ὅλη τὴ θριαμβεύουσα ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία, στέκει ἀόρατα, καὶ βλέπει τὸν πόλεμό σου· γιὰ τὸν ὁποῖο πόλεμο, δὲν πρέπει νὰ λυπᾶσαι συλλογιζόμενος, ἀφενὸς τὸ χρέος ποὺ ἔχουμε ὅλοι μας νὰ δουλεύουμε, καὶ νὰ ἀρέσουμε στὸ Θεό, καὶ ἀφετέρου, τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχουμε νὰ πολεμοῦμε, καθώς σοῦ προεῖπα. Γιατί, ἂν ἀπ’ αὐτὸ τὸν πόλεμο φύγουμε, σίγουρα μέλλουμε νὰ θανατωθοῦμε. 

Ἔπειτα, καὶ ἂν φύγεις πρὸς ὥραν ἀπὸ τὸν κατὰ Θεὸν αὐτὸ πόλεμο σὰν ἀποστάτης, καὶ δοθεῖς στὸν κόσμο, καὶ σ’ ὅλες τὶς τρυφές, καὶ ἀναπαύσεις τῆς σαρκός· ἀλλὰ ὕστερα, καὶ παρὰ τὴ θέλησή σου πάλι πρέπει νὰ πολεμήσεις· καὶ μὲ τόσες δυσκολίες, ποὺ πολλὲς φορὲς νὰ ἱδρώνει τὸ πρόσωπό σου, καὶ νὰ καταπληγώνεται ἡ καρδιά σου μὲ θανατηφόρες λιποθυμίες. Πότε; Στὸν καιρὸ τῶν γηρατειῶν καὶ τοῦ θανάτου σου. Ὅταν οἱ δαίμονες, καὶ ὅλα τὰ πάθη σου, πρόκειται νὰ σὲ περικυκλώσουν δυνατά. Καὶ τόσο νὰ σὲ κατατροπώσουν, ποὺ ἐσὺ ἀδύναμος, ποιὸν πρῶτα νὰ ἀντιπολεμήσεις, πρόκειται νὰ παραδοθεῖς σὲ αἰώνιο θάνατο.

Γι’ αὐτό, μὴ γίνεις τόσο μωρός, ἀγαπητέ, ὥστε νὰ θέλεις νὰ πολεμᾶς τότε σὲ ἕνα καιρὸ ἀνώφελο· ἀλλὰ σὰν φρόνιμος, ὑπόμεινε τώρα τὸν κόπο τοῦ πολέμου, γιὰ νὰ νικήσεις, νὰ στεφανωθεῖς καὶ νὰ ἑνωθεῖς μὲ τὸ Θεό, καὶ ἐδῶ, καὶ ἐκεῖ στὴ βασιλεία του τὴν οὐράνια, «μνήσθητι τοῦ Κτίσαντός σε ἐν ἡμέραις νεότητός σου, ἕως ὅτου μὴ ἔλθωσιν αἱ ἡμέραι τῆς κακίας σου· καὶ φθάσωσι τὰ ἔτη, ἐν οἶς ἐρεῖς· οὐκ ἔστι μοι ἐν αὐτοῖς θέλημα» (Κατὰ τὰ ἔτη τῆς νεότητός σου, καὶ πάντοτε, νὰ ἐνθυμῆσαι τὸν δημιουργόν σου, διὰ νὰ μὴ ἔλθουν ἡμέραι πόνου καὶ ταλαιπωρίας τοῦ γήρατος καὶ φθάσουν ἔτη, κατὰ τὰ ὁποῖα θὰ πῆς, “Δὲν ἔχω πλέον τὴν θέλησιν καὶ τὴν δύναμιν δι΄ αὐτὰ τὰ πράγματα, διὰ τὸν σεβασμὸν καὶ τὴν ὑπακοὴν πρὸς τὸν Θεόν.”) (Ἐκκλησιαστής ΙB΄ 1).

Στὸ κατρακύλισμα ποὺ μᾶς φοβίζει τί νά κάνουμε;



Γέροντα, εἶναι διαπίστωσις πολλῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ὅτι ὁ κόσμος συνεχῶς χειροτερεύει. Αὐτό τό ἀπότομο κατρακύλισμα κάπου μᾶς φοβίζει. Ἐμεῖς τί μποροῦμε νά κάνουμε;

– Νά παραμένουμε κοντά στόν Θεό. Ὅσο εἴμεθα κοντά Του, ἰσχύει τό: «Παρεμβαλεῖ ἄγγελος Κυρίου κύκλῳ τῶν φοβούμενων αὐτόν καί ρύσεται αὐτούς» (ψαλμ 33, 8).

Ὅταν ὁ βασιλιᾶς τῆς Συρίας εἶχε στείλει στρατό νά συλλάβουν τόν προφήτη Ἐλισσαῖο, ὁ προφήτης βρισκόταν μέ τόν ὑποτακτικό του. Μόλις ὁ ὑποτακτικός του εἶδε νά ἀνεβαίνουν οἱ στρατιῶτες γιά νά τούς συλλάβουν, τρομοκρατήθηκε, τόν ἔπιασε πανικός. Καί στράφηκε στόν Ἐλισσαῖο καί τοῦ λέγει: «Γιά κοίτα κύριε, τί γίνεται. Πόσοι ἔρχονται νά μᾶς συλλάβουν, πῶς θά γλιτώσουμε;». Ὁ προφήτης τοῦ ἀπάντησε νά μήν φοβᾶται, διότι «πλείους οἱ μεθ` ἡμῶν ὑπέρ τούς μετ’ αὐτῶν» (Δ΄ Βασ. 6, 16). Εἶναι πολύ περισσότεροι ἐκεῖνοι πού εἶναι μαζί μας, παρά οἱ ἐχθροί μας πού ἔρχονται νά μᾶς συλλάβουν. Καί προσευχήθηκε ὁ προφήτης Ἐλισσαῖος στό Θεό καί εἶπε: 

«Κύριε, ἄνοιξε τούς ὀφθαλμούς τοῦ παιδιοῦ γιά νά δεῖ πῶς Ἐσύ μέ ὑπερασπίζεις». Καί πράγματι ὁ Θεός ἄνοιξε τούς ὀφθαλμούς τοῦ ὑποτακτικοῦ καί εἶδε γύρω ἀπό τόν προφήτη νά εἶναι μιὰ στρατιά ὁλόκληρη ἀγγέλων, πού κρατοῦσαν πύρινα σπαθιά στά χέρια τους. Ἀμέσως ἡ ψυχή του γέμισε ἀπό ἱκανοποίηση, ἀπό ἀγαλλίαση, καί τοῦ ἔφυγε ὁ φόβος. Καί φυσικά δέν κατώρθωσαν νά συλλάβουν καί νά θανατώσουν τόν προφήτη Ἐλισσαῖο. Πύρινα τάγματα ἀγγέλων, στρατιές ἀγγέλων εἶχαν σταλῆ ἀπό τόν Θεό γιά νά ὑπερασπιστοῦν τόν προφήτη Του. 

Αὐτά δέν ἐγίνοντο μόνο τότε. Γίνονται στή ζωή κάθε ἀνθρώπου, ὅταν εἴμεθα ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστις μας εἶναι στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Δέν ἦταν μόνο γιά ἐκείνη τήν ἐποχή. Οὔτε γιά τήν ἐποχή τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νά εἴμεθα σάν αὐτούς. Ὁ Θεός εἶναι ὁ ἴδιος «Χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰώνας». Ἡ ζωή μας, ἡ ὕπαρξίς μας στά χέρια Του. Μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη ὄχι μόνον νά ἀναφωνοῦμε, ἀλλά καί νά ζοῦμε τό, «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῶ παραθώμεθα»

60 χρόνια από τον απαγχονισμό του Ελληνοκύπριου ήρωα Ευαγόρα Παλληκαρίδη


Ο μολυβδοκονδυλοπελεκητής Ελληνοκύπριος ήρωας Ευαγόρας Παλληκαρίδης, με το όπλο και τη πένα αγκαλιασμένα στη σύντομη ζωή του, άφησε βαριά κληρονομιά τους σημερινούς νέους. Είναι ο νεότερος και τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε στην Κύπρο από τους Άγγλους. Τα μεσάνυχτα της 13ης προς 14η Μαρτίου 1957, ώρα 12.02.09, ο 19χρονος ήρωας περνάει στην Αθανασία.
unnamed_3_1.png

         Η αγωνιστική του δράση
    Την 1η Ιουλίου του 1953 κι ενώ οι Άγγλοι ετοιμάζονται να γιορτάσουν τη στέψη της Βασίλισσας Ελισσάβετ Β΄ (της σημερινής βασίλισσας της Αγγλίας), και με αφορμή την ανάρτηση της Αγγλικής σημαίας στη θέση της Ελληνικής στο «Ιακώβειο Γυμναστήριο Πάφου», οργανώθηκε διαδήλωση διαμαρτυρίας στην οποία συμμετείχαν πολλοί μαθητές. Ο Βαγορής (όπως τον έλεγαν χαϊδευτικά) νεαρός, γεμάτος σφρίγος και ορμή, θάρρος και δύναμη σωματική και ψυχική, ανυπόταχτη ψυχή, μόλις 15 ετών, αναρριχήθηκε στον ιστό και κατέβασε τη σημαία του κατακτητή, γεγονός που αποτέλεσε το έναυσμα για δυναμική αναμέτρηση με τους Άγγλους
     Η πράξη αυτή σημάδεψε την μετέπειτα αγωνιστική του πορεία. Το 1955 ορκίστηκε μέλος της Ε.Ο.Κ.Α. (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) και ανέλαβε δράση εναντίον των Άγγλων. Το Νοέμβριο του 1955 στη διάρκεια μαθητικής διαδήλωσης, επιτέθηκε σε δύο Άγγλους στρατιώτες που κακοποιούσαν τον συμμαθητή του Λουκά Πετρίδη και τον ελευθέρωσε. Συνελήφθη, αρνήθηκε την κατηγορία «συμμετοχή σε παράνομη οχλαγωγία» που του αποδόθηκε  και η δίκη του αναβλήθηκε για την 6η Δεκεμβρίου 1955. Στις 5 Δεκεμβρίου, παραμονή της δίκης του, ανακοινώνει στον πατέρα του πως προτιμά «να φύγει – να βγει στο βουνό». Μπροστά στην απόφασή του αυτή, που δήλωνε απερίφραστα το σθένος του και την αγωνιστική του διάθεση, την πρόθεσή του να μείνει ελεύθερος, απροσκύνητος και αξιοπρεπής και να συνεχίσει τον αγώνα του εναντίον της αγγλικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο, ο πατέρας του τού είπε: «Παιδί μου, εκεί που θα πας πρόσεξε προπάντων νάσαι τίμιος και ηθικός. Σε κάθε σχέση σου και σε κάθε περίσταση. Πήγαινε στην ευχή μου!».
    Πριν όμως ανηφορίσει στα βουνά θέλησε να αποχαιρετίσει τους συμμαθητές του. Άφησε, λοιπόν, στην τάξη του σ’ ένα φύλλο χαρτιού το ποίημα-υποθήκη.Το «Εγερτήριο Σάλπισμα». Ένα ποίημα το οποίο και σήμερα ακόμη πάλλει τις χορδές της ψυχής των ανθρώπων  που αγωνίζονται για την ελευθερία της πατρίδας τους:   
    «Παλιοί συμμαθηταί, Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά / Θα πάρω μονοπάτι / Να βρω τα σκαλοπάτια / Που παν στη Λευτεριά / Θ’ αφήσω αδέρφια, συγγενείς / τη Μάνα, τον Πατέρα / μεσ’ τα λαγκάδια πέρα / και τις βουνοπλαγιές / Ψάχνοντας για τη λευτεριά / θα ’χω παρέα μόνη / κατάλευκο το χιόνι / βουνά και ρεματιές / Τώρα κι αν είναι χειμωνιά / θα ’ρθει το καλοκαίρι / τη Λευτεριά να φέρει / σε πόλεις και χωριά.» […]

 Ευαγόρας Παλληκαρίδης, 5.12.1955
unnamed_5.png
        Η αρχή του τέλους
    Από τις 6 Δεκεμβρίου 1955 ο Ευαγόρας είναι πια ένας αντάρτης στις κορφές των Κυπριακών βουνών, μαζί με όλους τους ανυπότακτους στη θέληση του Άγγλου Κυρίαρχου. Από τη θέση αυτή θα καταφέρει καίρια πλήγματα στον Αγγλικό αποικιοκρατικό στρατό. «Όλοι σαν ένας, ναι, χτυπούν, όμως εσύ σαν όλους».
    Η αρχή του τέλους γράφεται έναν χρόνο μετά, τη νύχτα της 18ης Δεκεμβρίου 1956. Ο Ευαγόρας μαζί με δύο συναγωνιστές του πέφτουν σε ενέδρα αγγλικής περιπόλου. Οι δύο κατορθώνουν να διαφύγουν. Ο Ευαγόρας όμως συλλαμβάνεται. Οδηγείται στη φυλακή και υποβάλλεται σε φρικτά βασανιστήρια προκειμένου να του αποσπάσουν πληροφορίες. Το παλληκάρι αντέχει. Δεν ομολογεί. Καλείται από την Τουρκική Αστυνομία ο πατέρας του, Μιλτιάδης Παλληκαρίδης. Του ασκούν συναισθηματική πίεση προκειμένου αυτός με τη σειρά του να αποσπάσει από το γιο του πληροφορίες με αντάλλαγμα τη ζωή του γιου του. «Με τέτοιες προτάσεις προτιμώ να μη δω το παιδί μου!», και γύρισε αμέσως σπίτι. Η μάνα του μαθαίνοντας τις προτάσεις του Τούρκου φώναξε: «Να πάει το αίμα του παιδιού μου χαλάλι της Πατρίδας, παρά να το πουν προδότη». Λίγες μέρες μετά ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης μεταφέρθηκε στις Κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας. Του είχε απαγγελθεί κατηγορία για οπλοκατοχή και για κατοχή τριών σφαιροθηκών με 88 σφαίρες.                    
    Η δίκη ορίζεται για την 25η Φεβρουαρίου 1957. Μια δίκη παρωδία. Τρεις μήνες νωρίτερα (22/11/56) ο κυβερνήτης Harding είχε εφαρμόσει το Νέο Νόμο Έκτακτης Ανάγκης, σύμφωνα με τον οποίο θα μπορούσε να καταδικαστεί κάποιος σε θάνατο, ακόμα και για ελαφρά παραπτώματα. Με το νόμο αυτό δικάστηκε ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης και καταδικάστηκε σε θάνατο. Ο δικαστής Σω απευθυνόμενος στην Βαγορή τον ρωτάει: «Έχεις να είπης τι διατί να μη σου επιβληθεί ποινή;». Για να εισπράξει από τον Ευαγόρα την απάντηση: «Γνωρίζω ότι θα μου επιβάλετε την ποινή του θανάτου. Εκείνο όμως το οποίον έχω να είπω είναι τούτο: Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, όστις ζητεί την ελευθερία του. Τίποτα άλλο!». Στην απόφασή του ο Σω γράφει: «Ο νόμος προνοεί μόνον δια μίαν ποινήν: Την ποινή του θανάτου». Προειλημμένη η απόφαση του Δικαστηρίου. Ο Βαγορής ήταν «αγκάθι» στις προσπάθειες της Αγγλικής κυβέρνησης για διατήρηση του ήπιου και υποτακτικού, στο Αγγλικό Στέμμα, κλίματος στην Κύπρο.
    Στις 12 Μαρτίου 1957, στις 11 π.μ. στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας, φτάνει ο πατέρας του για να δει το παιδί του. Τον οδήγησαν στα κελιά των μελλοθανάτων. «Μη λυπάστε καθόλου και μη κλαίτε!» είπε στον πατέρα του. Ο αξιωματικός των φυλακών, τον ενημέρωσε πως η εκτέλεσή του θα γινόταν το ξημέρωμα της Πέμπτης 14 Μαρτίου. Ζήτησε μόνο από τον πατέρα του να του φέρει τον σταυρό του. Ο ήρωας περήφανος και γενναίος, γαλήνιος, υποδέχεται τους γονείς του στο κελί του το τελευταίο δειλινό πριν τον απαγχονισμό του. «Εύχομαι, είπε ο Παλληκαρίδης προς τους γονείς του, να είμαι ο τελευταίος Έλλην Κύπριος που εκτελείται. Εύχομαι επίσης όπως η Κύπρος αποκτήσει συντόμως την ελευθερία της».
unnamed_4.png
       Μάταιες οι προσπάθειες για απονομή χάριτος
    Στο μεταξύ γίνονται διεθνείς κινητοποιήσεις προκειμένου  να αποτραπεί η εκτέλεση του Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Συγκινητικό είναι το τηλεγράφημα του Αμερικανού Γερουσιαστή James G. Fulton προς τον Κυβερνήτη της Κύπρου Sir John Harding που ζητούσε να πάρει τον Βαγόρα, υπό την κηδεμονία του στην Αμερική και να τον σπουδάσει. Η απάντηση όμως του Άγγλου Κυβερνήτη ήταν ψυχρή κι απάνθρωπη: «Μην αφήνεις συναισθηματισμούς να υπεισέρχονται σε αυτά τα θέματα». Προσθέτοντας: «η καταδίκη ισχύει…». «Στυγνή δολοφονία» την χαρακτήρισε ο Fulton και όχι άδικα!
unnamed_2.png
    Ο ήρωας περνάει στην αθανασία
    Ετούτ’ είν’ ύστερη νυχτιά. την Πέμπτη 14 Μαρτίου 1957, 2 λεπτά και 9 δευτερόλεπτα μετά τα μεσάνυχτα, γραφόταν μια νέα σελίδα ηρωισμού και δόξας. Το παλληκάρι Ευαγόρας Παλληκαρίδης, πορεύτηκε σε μια χώρα ηρωική και αναμάρτητη. Ανήκει πλέον στις άγιες ψυχές των Ελλήνων που πέθαναν κάτω από φρικτά βασανιστήρια για να μην προδώσουν τις ιερές παρακαταθήκες της φυλής μας και να γίνουν για όλους μας φωτεινό παράδειγμα αγώνων. Ο άψυχο κορμί του δεν δόθηκε στους γονείς του αλλά ενταφιάσθηκε στα «Φυλακισμένα Μνήματα» που βρίσκονται στον περίβολο των κλειστών φυλακών Λευκωσίας, εξαιτίας του φόβου αναταραχών κατά την εξόδιο ακολουθία. Πύρινα γράμματα άσβηστα τα λόγια του: «Ορκίστηκα να πεθάνω για την πατρίδα μου και ετήρησα τον όρκο μου!».  Ο Εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός σε άλλες εποχές είχε γράψει, για να υμνήσει τους ήρωες, στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» μια στροφή, η οποία επάξια θα μπορούσε να αποδοθεί και στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη:
«Ο δρόμος σου γλυκός και μοσχοβολημένος.
Στη κεφαλή σου κρέμεται ο ήλιος μαγεμένος.
Παλληκαρά και μορφονιέ, γειά σου, καλέ, χαρά σου!».      
       

Αὐτογνωσία -Τύψεις-Μετάνοια




Ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ κάθε πταίστη ἀποτελεῖ μέρος τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ.
 
* * *
 
Ἢ θεραπεία ὅμως ἀπαιτεῖ, νὰ ἀφήσει ὁ ἄνθρωπος τὴν μέχρι τώρα φυλάκιση τοῦ «ἐγώ» του σὲ μία παθολογικὴ ἐσωτερικότητα: νὰ βγῆ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του' γιὰ νὰ βρῆ τὸν πραγματικὸ ἑαυτό του.

Αὐτὸ γίνεται μὲ τὶς καλὲς ἀνθρώπινες σχέσεις· καὶ πρῶτα μὲ τὶς καλὲς σχέσεις μὲ τὸν Θεόν. Γιατί Αὐτός, ὁ Θεός, θὰ «γεμίσει» τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο. Μὲ τὴν ἄφεση. Μὲ τὴν συγχώρησή Του.

Μόνο τότε ἀρχίζει νὰ γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος καλὰ τὸν ἑαυτό του. Μόνο τότε ξανὰ-ἀποκτᾶ τὴν ἐσωτερική του ἑνότητα· ποὺ, ἀπὸ λάθος ἐκτίμηση, εἶχε σπάσει καὶ στὶς τρεῖς διαστάσεις της: καὶ στὴν σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ στὴν σχέση μὲ τὸν πλησίον καὶ στὴν σχέση μὲ τὸν ἑαυτό μας.

Τώρα ὁ ἄνθρωπος μαθαίνει νὰ γνωρίζει τὸν ἑαυτό του. Πῶς κατάντησε (ἀπὸ τὴν ἁμαρτία) ἀγνώριστος!

Ἢ προσπάθεια, ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ἀναγνώριση τοῦ ἑαυτοῦ του, εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἡ πιὸ μεγάλη ἀνακάλυψη. Τότε ὁ ἄνθρωπος σπάζει τὴν φυλάκισή του στὸν ἑαυτό του, τὴν μοναξιά του· καὶ λυτρωμένος εἰσέρχεται στὸν κόσμο τῆς ἀγάπης.
 
* * *
 
Τώρα ὅμως ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει νὰ τὸ ρίξει στὶς ὑπεκφυγὲς καὶ στὶς ἀοριστολογίες· στὸ «οὐδεὶς ἀναμάρτητος»! Γιατί διστάζει νὰ ταπεινωθῆ! Τὰ στεῖρα καὶ ἄκαρπα λόγια δὲν εἶναι μετάνοια.

Δὲν πρέπει νὰ προσπαθοῦμε μὲ «ἀποσμητικὰ» νὰ σκεπάσωμε τὴ δυσοσμία μας. Δὲν πρέπει, δὲν «κάνει», μία ἄκαιρη σεμνοτυφία νὰ μᾶς σταματάει, νὰ μὴ μᾶς ἀφήνει νὰ μιλήσωμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας ἐλεύθερα καὶ ἀνοιχτά.

Ἡ μετάνοια δὲν καρποφορεῖ, ἂν δὲν προηγηθῆ εἰλικρινὴς αὐτοεξέταση. Καὶ αὐτὴ δὲν γίνεται σωστά, ὅταν ὁ ἔνοχος κουβεντιάζει μόνος του μὲ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ὅταν κουβεντιάζει μὲ τὸν πνευματικό, στὴν ἐξομολόγηση.

Ὅταν ἡ ὁμολογία ἀρχίσει, ὅλα πηγαίνουν καλὰ ἡ συνέχεια διευκολύνεται.
 
* * *
 
Οἱ τύψεις μόνες τους, δὲν δηλοῦν καὶ δὲν ἀποτελοῦν μετάνοια.

Δευτέρα, Μαρτίου 13, 2017

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΙ ΤΟ ΣΤΡΑΤΟ ΕΝΩ ΕΧΑΣΑΝ ΤΗΝ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

ΚΑΤΑΡΡΑΚΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ





ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΜΕ ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ


Πόσο θετικά βλέπαμε στρατό, εκκλησία, κόμματα, δικαιοσύνη, ΜΜΕ πριν δεκαπέντε χρόνια και πόσο σήμερα; Οι ανησυχητικές απαντήσεις των πολιτών στην τελευταία έρευνα για τους θεσμούς στην Ελλάδα

Το ερώτημα είναι διαχρονικό και σταθερό. Οι περίπου 800 πολίτες που συμμετέχουν στην έρευνα, ρωτήθηκαν «πόσο εμπιστεύεστε κάθε έναν από τους παρακάτω θεσμούς για την πρόοδο και την ευημερία της χώρας μας;»


Τα αποτελέσματα της πολύ πρόσφατης έρευνας – πραγματοποιήθηκε στις 2-3 Μαρτίου 2017 – παρουσιάστηκαν το βράδυ της Δευτέρας σε εκδήλωση του think tank Ρεύμα, μπορεί να τα χαρακτηριστούν από απελπιστικά έως ανησυχητικά καθώς μόνο ένας από τους 12 θεσμούς καταφέρνει να συγκεντρώσει θετικές γνώμες την ίδια ώρα που οι "δημοκρατικοί" θεσμοί καταρρέουν.




Συγκρινόμενη η έρευνα με τις απαντήσεις που είχαν δοθεί πριν από 15 χρόνια η μεγαλύτερη πτώση στην εμπιστοσύνη εμφανίζεται στην τοπική αυτοδιοίκηση (-46,5%) στα πολιτικά κόμματα (-43%) και στο κοινοβούλιο (-35,5%). 

Μάλιστα τα πολιτικά κόμματα είναι τα τελευταία που εμπιστεύονται οι Έλληνες σε ποσοστό μόλις 5,5% με δεύτερα τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (6,5%) και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις (7%).

Στον αντίποδα οι τρεις θεσμοί που οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι εμπιστεύονται περισσότερο για την πρόοδο και την ευημερία της χώρας είναι ο στρατός με ποσοστό 60,5% (6,5% σε σχέση με το 2003), οι ιδιωτικές επιχειρήσεις με ποσοστό 46% (ο μόνος θεσμός που καταφέρνει να έχει θετική μεταβολή και μάλιστα διψήφια +17,5%) και η αστυνομία με ποσοστό 44% (και την χαμηλότερη αρνητική μεταβολή, μόλις 5%).

Εντύπωση προκαλεί και η καταρράκωση δύο θεσμών που το 2003 οι πολίτες εμπιστεύονταν σε ποσοστό άνω του 50%: της δικαιοσύνης, που από το 56,5% έπεσε στο 31% και της εκκλησίας που από το 54% (σ.σ. την εποχή Χριστόδουλου) έχει φθάσει σήμερα στο 30%.

To είδαμε εδώ

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης: Τα δεινά χρόνια πλησιάζουν.

Τα δεινά χρόνια πλησιάζουν. Όταν δούμε πολέμους και σεισμούς και διάφορα γεγονότα, εγγύς το τέλος.

Περιμένουμε πολλά να μας συμβούν – σύμφωνα με τις προφητείες των αγίων, εις τους έσχατους χρόνους θα συμβούν μεγάλα γεγονότα. Και ο λόγος του Θεού και των αγίων είναι αλήθεια.
Το άθλημα, το οποίον περιμένουμε να δώσουμε είναι για την πίστη στην Θεανθρωπία του Ιησού, αφού βέβαια πιστεύουμε ότι ο Χριστός ήτο Θεός κι έγινε άνθρωπος κι ότι κατέβηκε στη γη, να δώσει τη λύτρωση και να διώξει το σκοτάδι της απιστίας και της αθεϊας. Κι εμείς σαν στρατιώτες του Χριστού μας, αφού αποτελούμε το στράτευμα του Χριστού, οφείλουμε να προετοιμασθούμε, να οπλισθούμε.
Ένα κράτος, όταν αντιληφθεί ότι κάποιο άλλο κράτος ετοιμάζει επίθεση αρχίζει την προετοιμασία της άμυνας και της αντεπιθέσεως. Ούτω πως και εμείς. Και η προετοιμασία είναι γνωστή.
Να πιστεύουμε κατά πρώτον, ότι εάν έχουμε πίστη και ταπείνωση θα ελκύσουμε την Χάρη κι αυτή τη μεγάλη δύναμη του Χριστού, για να μαρτυρήσουμε. Ποτέ να μη πιστέψουμε και να τολμήσουμε να σκεφτούμε, ότι εμείς μόνοι μας έχουμε αυτή τη δύναμη. Θα λέμε: «Εγώ είμαι αδύναμος, είμαι ανίκανος, είμαι αμαρτωλός, είμαι μηδέν, είμαι ο πιο άχρηστος άνθρωπος».
Μόνον η ταπείνωση θα ελκύσει τη δύναμη του Χριστού και θα νικήσει. Διότι όπου ο Χριστός επιφοιτά με την υπερφυσική Του δύναμη, υπέρ φύσιν ποιεί πράγματα.
Μη νομίσετε ότι με τις προσωπικές και ανθρώπινες δυνάμεις θα αντιμετωπίσουμε οιανδήποτε ενέργεια και επέμβαση του διαβόλου και των συνεργατών του. Ποτέ. Ο άνθρωπος είναι ασθενικός, δεν έχει καμιά δύναμη να αντιμετωπίσει όλα αυτά τα δεινά, παρά μόνο με τη δύναμη του Θεού.
Να πιστέψουμε ότι, όταν ο Θεός μας καλέσει σε αυτό το μαρτύριο, θα δώσει «συν τον πειρασμό και την έκβασιν» (Α΄Κορινθ. ι΄13) κι ότι όταν εν ταπεινώσει δεχθούμε να δώσουμε αυτή τη μαρτυρία, θα πάρουμε τη Χάρη του Θεού, για να νικήσουμε τον πονηρό και να στεφανωθούμε…
*Λόγοι ενός «αγίου» Γέροντα που μας καλεί να προετοιμαστούμε, με πίστη στο Θεό και ταπείνωση, για τις δύσκολες μέρες που έρχονται στον κόσμο..
Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης
*από το βιβλίο: «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ» – Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεϊτου (Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη).

πηγή

το είδαμε εδώ 

Κυριακή, Μαρτίου 12, 2017

ΑΓΙΟΣ ΠΑ'Ι'ΣΙΟΣ:ΖΟΥΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ ΚΑΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΠΟΛΥ ΠΡΟΣΕΥΧΗ.

Χρειάζεται πολλή προσευχή.
Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ παισιοσ
Παλιά, για νά κάνη κάτι κανείς, αν ήταν κοσμικός άνθρωπος, θά σκεφτόταν. "Αν ήταν πνευματικός άνθρωπος, θά σκεφτόταν και θά προσευχόταν. Στην εποχή μας άκόμη καί «πνευματικοί» άνθρωποι όχι μόνο δεν προσεύχονται, άλλά ούτε σκέφτονται. Καί μάλιστα, συχνά πρόκειται για σοβαρά θέματα, καί αυτοί κάνουν πρόβες με τον κόσμο. Σε όλες τις περιπτώσεις, πριν ενεργήσουμε, νά λέμε: «Σκέφθηκα γι’ αυτό; Προσευχήθηκα γι’ αυτό;». "Οταν κανείς ενεργή, χωρίς νά σκεφθή καί χωρίς νά προσευχηθή, ενεργεί σατανικά. Καί βλέπεις, συχνά πολλοί Χριστιανοί με τον τρόπο πού ενεργούν, 
δεν αφήνουν τον Θεό νά έπέμβη. Νομίζουν ότι αυτοί θά τα καταφέρουν όλα μόνοι τους. Ένώ άκόμη καί ό άπιστος λέει «έχει ό Θεός», αυτοί δεν τό λένε. Τα βάζει λ.χ. κάποιος με τον καρνάβαλο, ένώ μπορεί νά κάνη προσευχή καί νά ρίξη ό Θεός τέτοιο χαλάζι, πού νά σκορπίσουν όλοι καί νά ματαιωθή κάθε εκδήλωση. ’Ή, άς υποθέσουμε, μερικοί κατηγορούν έναν δεσπότη καί οί άλλοι καταφεύγουν στο Συμβούλιο Επικράτειας. ’Αλλά ούτε εκεί σταματούν. Διαδηλώσεις, φασαρίες, άρθρα στις εφημερίδες... Συνέχεια άνθρώπινες 

προσπάθειες καί δεν αφήνουν τον Θεό να ένεργήση. Δεν καταφεύγουν στην προσευχή, ώστε νά άπαντήση ό Θεός διά τής προσευχής. Με τήν ταπείνωση καί τήν προσευχή διορθώνονται όλα τα αδιόρθωτα.
 Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ παισιοσ
Σήμερα ζοΰμε σε χρόνια Άποκαλύψεως. Δεν χρειάζεται νά είναι κανείς Προφήτης γιά νά τό καταλάβη. Τα πράγματα προχωρούν τάκ-τάκ. Τί μάς περιμένει δεν ξέρουμε. "Ολη αυτή ή κατάσταση πού επικρατεί, τό δείχνει. Γι’ αυτό, γιά έναν λόγο παραπάνω τώρα, πρέπει νά στηριχθοϋμε πιο πολύ στήν προσευχή καί νά πολεμήσουμε τό κακό με τήν προσευχή. Ή μόνη λύση αυτή είναι. Νά παρακαλούμε τον Θεό νά λυπηθή τά πλάσματά Του - αν καί δεν είμαστε γιά νά μάς λυπηθή. Δεν θά βρεθή άκρη. Καθένας δ,τι τού λέει ό λογισμός θά κάνη. Θά γίνη αυτό πού λέει ό "Αγιος Κοσμάς: «Θά περπατάς ώρα, γιά νά βρής άνθρωπο* καί όσοι ζήσουν, θά τρώνε με χρυσά κουτάλια». Μερικοί βέβαια έχουν τον λογισμό: «’Αφού οι προφητείες θά εκπληρωθούν οπωσδήποτε, τί θά ώφελήση ή προσευχή;». Ό Θεός βλέπει ότι έτσι θά εξελιχθούν τά πράγματα, άλλα εμείς κάνουμε προσευχή, γιά νά είναι πιο άνώδυνο ένα κακό καί νά μήν πάρη έκταση. Γι’ αυτό λέει καί στο Ευαγγέλιο ότι γιά τούς εκλεκτούς θά κολοβωθούν οι ημέρες. Σε έναν πόλεμο λ.χ. μέ τήν δύναμη τής προσευχής γίνεται ένα θαύμα, σώζονται περισσότεροι, υπάρχουν λιγότερα θύματα, οπότε βοηθιούνται πνευματικά οί άνθρωποι, πιστεύουν καί άλλοιώνονται μέ τήν καλή έννοια.
Τά πράγματα είναι σοβαρά. Καί μέχρι τώρα πού δεν τινάχθηκε ό κόσμος στον άέρα, θαύμα είναι. Ό Θεός νά βάλη τό χέρι Του, γιατί όλος ό κόσμος έξαρτάται άπό τρία-τέσσερα άτομα. Κρέμεται ή τύχη τού κόσμου στά χέρια μερικών παλαβών. Λέει μιά παροιμία: «Τά άλογα κλωτσούν καί τά κοτόπουλα ψοφούν». Έτσι είναι. Τά μεγάλα κράτη δταν πιάνωνται, τά μικρά τά καημένα άδικούνται. Κλωτσιούνται τά μεγάλα καί καταστρέφονται τά μικρά. Χρειάζεται πολλή προσευχή, πολλή προσευχή, για νά φωτίση ό Θεός τούς μεγάλους, γιατί, αν θέλουν, μπορούν νά καταστρέψουν τον κόσμο. Ξέρει ό Θεός πολύ εύκολα καί σ’ αύτούς νά δώση λίγη φώτιση. "Αν ό Θεός φωτίση, βγάζει ένας μιά διαταγή καί αλλάζουν όλα.
 Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ παισιοσ
Αιτήματα στην προσευχή.
- Γέροντα, αν είναι εύλογημένο, νά μάς λέγατε μερικά θέματα, γιά τά οποία ιδιαίτερα πρέπει νά προσευχόμαστε.
- Νά παρακαλοϋμε κατ’ άρχάς ή προσευχή μας νά έχη ως αποτέλεσμα νά έρθουν σε θεοσέβεια όσοι ζοϋν καί όσοι θά ζήσουν. Έγώ στήν προσευχή μου λέω «Παράτεινον τό έλεος Σου τοϊς γινώσκουσί Σε» καί προσθέτω «καί τοϊς μή γινώσκονσί Σε». ’Ακόμη λέω «Κύριε, σώσον τους άσεβεϊς». (Βέβαια ή Εκκλησία καλά κανόνισε νά λέη «Κύριε, σώσον τούς ευσεβείς...», γιατί μπορεί νά βρίζουν οί άσεβεϊς, επειδή προσεύχονται γι’ αύτούς). "Οταν πάλι ό ίερεύς λέει «Υπέρ των έντειλαμένων ήμϊν τοϊς άναξίοις εϋχεσθαι υπέρ αυτών», προσθέτω καί «υπέρ τών μή έντειλαμένων». Γιατί πρέπει να προσευχώμαστε καί γι’ αύτούς πού μάς ζήτησαν νά προσευχηθούμε, άλλά καί γι’ αύτούς πού δεν μάς ζήτησαν, καί γιά τούς γνωστούς καί γιά τούς αγνώστους. Τόσες χιλιάδες άνθρωποι ύπάρχουν πού έχουν μεγαλύτερη άνάγκη καί σοβαρότερα προβλήματα άπό αύτούς πού μάς ζήτησαν νά προσευχηθούμε. Νά κάνουμε προσευχή καί γιά όσους έχουν άδικηθή, νά φανή τό δίκαιο* νά δοθή χάρη στούς φυλακισμένους, νά πιάση τόπο ή ταλαιπωρία πού πέρασαν καί νά βοηθηθούν.
 Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ παισιοσ
Οταν βάζω ξύλα στην φωτιά, δοξολογώ τον Θεό και λέω: «Ζέστανε, Θεέ μου, όσους δεν έχουν ζεστασιά». "Οταν πάλι καίω τα γράμματα πού μοϋ στέλνουν - τά διαβάζω καί μετά τά καίω, γιατί έχουν καί θέματα απόρρητα καί εξομολογήσεις -, λέω: «Νά τούς κάψη ό Θεός όλα τά κουσούρια. Νά τούς βοηθάη να ζοΰν πνευματικά καί νά τούς άγιάζη». "Ακόμη συνηθίζω νά ζητώ από τούς "Αγίους νά προστατεύουν τούς άνθρώπους πού φέρουν τό όνομά τους καί άπό τούς "Αγίους Πάντες νά προστατεύουν αυτούς πού δεν έχουν προστάτη "Αγιο.
- Γέροντα, τί είναι καλύτερα, νά ζητώ τό έλεος τού Θεού γενικά ή νά αναφέρω καί συγκεκριμένα αιτήματα σύμφωνα με τό «Αιτείτε καί δοθήσεται ύμϊν»
- Νά προσεύχεσαι γενικά καί νά λες «Κύριε Ίησοϋ Χριστέ, έλέησον τούς πάσχοντας σωματικά καί ψυχικά». Σ’ αύτήν τήν εύχή περιλαμβάνονται καί οί κεκοιμημένοι. Άν σοϋ έρχεται στον νοϋ ένα συγγενικό σου πρόσωπο, πες καί μιά εύχή γι’ αύτό, «... έλέησον τον δοϋλόν Σου τάδε», καί πέρασε αμέσως στήν γενική εύχή για όλον τον κόσμο, «... έλέησον τον κόσμον Σου άπαντα». Μπορείς νά φέρνης στον νοϋ σου έναν συγκεκριμένο άνθρωπο πού έχει ανάγκη, νά προσεύχεσαι λίγο γι’ αυτόν καί μετά νά λες «Κύριε Ίησοϋ Χριστέ, έλέησον ημάς» καί νά πονάς για όλους, γιά νά μή φεύγη ή... άμαξοστοιχία μέ έναν επιβάτη. Νά μή σκαλώνουμε σέ ένα πρόσωπο καί μετά δεν μπορούμε νά βοηθήσουμε μέ τήν προσευχή ούτε τον έαυτό μας ούτε τούς άλλους. "Οταν προσεύχεσαι λ.χ. γιά έναν καρκινοπαθή, νά προσεύχεσαι γιά όλους τούς καρκινοπαθείς καί νά λές καί μιά εύχή γιά τούς κεκοιμημένους. Ή βλέπεις έναν δυστυχισμένο· νά πηγαίνη αμέσως ό νους σου σέ όλους τούς δυστυχισμένους καί νά προσεύχεσαι γι’ αυτούς. Νά, θυμάμαι, μικρός είχα δει έναν ζητιάνο 
πού πέθανε έξω από ένα τούρκικο σπίτι, δέκα μέτρα μακριά από τό δικό μας. Πέτρο τον έλεγαν. Τον βρήκε τό πρωί ή Τουρκάλα πεσμένον έξω από τό σπίτι της καί τον σκουντούσε νά σηκωθή* τότε κατάλαβε ότι είχε πεθάνει. Ακόμη τον μνημονεύω. Πόσοι τέτοιοι «Πέτροι» ύπάρχουν στον κόσμο! "Οταν πηγαίνη κανείς σε ειδικά θέματα καί σκέφτεται ότι ύποφέρουν οί συνάνθρωποί μας, βοηθιέται, γιατί κεντιέται ή καρδιά. Έτσι, με πονεμένη καρδιά άπό τά ειδικά θέματα πηγαίνει καί στά γενικά, καί βοηθάει περισσότερο με την καρδιακή προσευχή.
 Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ παισιοσ
Καλά είναι ό μοναχός νά μοιράζη τήν προσευχή του σε τρία μέρη: γιά τον εαυτό του, γιά όλο τον κόσμο καί γιά τούς κεκοιμημένους. "Αν καί με αύτόν τον τρόπο, παρόλο πού φαίνεται δίκαιη ή μοιρασιά, πάλι γιά τον εαυτό του φροντίζει περισσότερο, γιατί ό εαυτός του είναι ένας, ενώ οί ζώντες καί οί κεκοιμημένοι είναι δισεκατομμύρια.
- Γέροντα, στο διακόνημα εύχομαι συνήθως μόνο γιά τον εαυτό μου.
- Δεν είναι σωστό αύτό. "Οταν στο κελλί εύχεσαι γιά τον εαυτό σου καί έξω άπό τό κελλί πάλι γιά τον εαυτό σου, τότε πώς θά κεντηθή ή καρδιά; "Οταν μπή ή αγάπη, ό πόνος, ή θυσία, μπαίνει ένα άνώτερο ενδιαφέρον καί ή καρδιά γλυκαίνεται. Έτσι δεν ξεχνάει κανείς τήν εύχή τήν ώρα τής εργασίας. Βοηθιέται τότε καί ό κόσμος θετικά, βοηθιέται καί ό ίδιος πού προσεύχεται καί νιώθει πνευματική χαρά. Νά κάνης τό διακόνημά σου καί νά λες «Κύριε Ίησον Χριστέ, έλέησον ημάς», γιά νά βοηθιοϋνται όλοι οί άνθρωποι. Στο «έλέησον ημάς» συμπεριλαμβάνονται όλοι. ’Ακόμη καί οί πέντε-έξι μεγάλοι - πόσοι είναι αύτοί - άπό τούς οποίους κρέμεται ή τύχη όλου τού κόσμου. Νά δουλεύης καί νά εύχεσαι γι αύτούς πού δουλεύουν. Αύτή ή εύχή πιάνει καί αύτούς πού εργάζονται σωματικά καί αύτούς πού εργάζονται πνευματικά. Γιατί 
είναι πολλοί αυτοί πού δουλεύουν, καί μάλιστα δουλεύουν πολύ. "Αλλοι εργάζονται γιά τό καλό της Εκκλησίας καί της Πολιτείας. "Αλλοι εργάζονται γιά τό κακό* ξενυχτούν μελετώντας πώς να καταστρέψουν τον κόσμο. "Αλλοι κάνουν συνέδρια καί προσπαθούν νά βρουν τρόπο νά εμποδίσουν τούς προηγούμενους νά κάνουν κακό. "Αλλοι πάλι δουλεύουν μερόνυχτα, ξενυχτούν, γιά νά βρουν λύσεις στά γενικά προβλήματα. Νά εύχεσαι ό Θεός νά φωτίση καί τούς κακούς νά κάνουν λιγώτερο κακό ή νά άποτρέψη τελείως τό κακό. Νά φωτίση καί τούς καλούς, γιά νά βοηθούν τον κόσμο. Νά εύχεσαι καί γιά εκείνους πού θέλουν νά δουλέψουν καί δεν μπορούν νά δουλέψουν, γιατί είναι άρρωστοι. Καί γιά τούς υγιείς πού δεν βρίσκουν δουλειά, ενώ έχουν άνάγκη. Νά σκέφτεσαι διάφορες περιπτώσεις καί νά προσεύχεσαι γι’ αύτές. "Οταν ό νούς πάη σε όλους αύτούς, κεντιέται ή καρδιά από τον πόνο καί ή εύχή γίνεται καρδιακή. Τόσοι άνθρωποι έχουν άνάγκη στήν διάρκεια όλης τής ήμέρας! Νά μή γίνεται σπατάλη στον χρόνο. Από εκείνον πού δεν έχει μεγάλη άνάγκη γιά προσευχή - άσχετα άν αύτός νομίζη ότι έχει - προχωρεί κανείς καί σκέφτεται όλους εκείνους πού έχουν μεγαλύτερη άνάγκη. Τότε βοηθιέται καί αύτός πού νόμιζε ότι έχει άνάγκη, γιατί έγινε άφορμή νά προσευχηθή ό άλλος γιά πολλούς.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑ'Ι'ΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β'
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ.

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...