Ἡ νύχτα τῆς
ἁμαρτίας
«Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι
νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς
ἁμαρτίας»(δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ.
Τετ.)
Ομιλία του μακαριστού
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)
ΑΠΟΨΕ, ἀγαπητοί μου, μᾶς ἀξιώνει ὁ Θεὸς ν᾽ ἀκούσουμε γιὰ μία
ἀκόμη φορὰ τὸ
περίφημο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, ποὺ συγκινεῖ
βαθύτατα. Ὠφελημένος εἶνε ὅποιος νιώθει τὴν ἁμαρτωλότητά του καὶ χύνει ἕνα
δάκρυ μετανοίας, ὅπως ἡ γυναίκα ποὺ ἄλειψε τὰ
πόδια τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ μύρο·ὠφελημένος εἶνε
ὅποιος αἰσθάνεται ὅπως ἡ ποιήτρια Κασσιανή.
Τὸ τροπάριο αὐτὸ ἔχει
ἱστορία. Τὸ 830 μ.Χ. στὰ ἀνάκτορα τῆς Κωνσταντινούπολεως ἐπρόκειτο νὰ γίνῃ
κάποιο σημαντικὸ γεγονός.Ἀπὸ ὅλη τὴν αὐτοκρατορία μαζεύτηκαν ἐκεῖ
μιὰ ἀνθοδέσμη ἐκλεκτῶν νεανίδων, γιὰ νὰ ἐκλέξῃ ὁ διάδοχος Θεόφιλος κάποια ἀπὸ αὐτὲςκαὶ νὰ τὴν κάνῃ βασίλισσα. Σ᾽ ἐκείνην
ποὺ θὰ ἐξέλεγε, θὰ τῆς ἔδινε ἕνα χρυσὸ μῆλο.
Παρατάχθηκαν λοιπὸν οἱ κοπέλες
μὲ καρδιοχτύπι. Ἀλλὰ
καὶ ὁ διάδοχος θὰ αἰσθάνθηκε
κατάπληκτος· διότι τὸ κάλλος
συγκινεῖ, ἔχει μεγάλη δύναμι, εἴτε
πρὸςτὸκαλὸ εἴτε πρὸς
τὸ κακό. Ὁ Θεόφιλοςστάθηκε
ἐμπρὸς στὴν Κασσιανὴ ἐντυπωσιασμένος,ἕτοιμος νὰ τῆς δώσῃ τὸ μῆλο. Προηγουμένως ὅμως τῆςεἶπε·«Ἐκ γυναικὸς
ἐρρύη τὰ φαῦλα», ἀπὸ γυναῖκα
δηλαδὴ προῆλθαν τὰ
κακά, ἐννοώντας τὴν
Εὔα.Ἡ Κασσιανή,
ἑτοιμόλογη καὶ εὐφυέστατη, ἀνταπήντησε·«Ἐκ γυναικὸς
ἐρρύητὰ
κρείττω»,
ἀπὸ γυναῖκα δηλαδὴ προῆλθε ὅ,τι ὡραῖο ὑπάρχει στὸν κόσμο, ἐννοώντας τὴν
Παναγία.
Ὁ
Θεόφιλος δὲν εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντησι.
Οἱ
ἄντρες
ἀγαποῦν τὶς ὡραῖες
ἀλλ᾽ὄχι
τὶς ἔξυπνες γυναῖκες· δὲν θέλουν ἡ γυναίκανὰ
ὑπερτερῇ.Δὲν
ἔδωσε
λοιπὸντὸ
μῆλο
στὴν Κασσιανή. Τὸ ἔδωσε σὲ μιὰ ἄλλη σεμνὴ κόρη, τὴν
Θεοδώρα, ποὺ ἔπειτα ἁγίασε ἀφοῦ ὡς αὐτοκράτειρα συνετέλεσε καὶ στὴν ἀ-ναστήλωσι
τῶν
ἱερῶν
εἰκόνων. Ἔτσι στὸ
διαγωνισμὸ αὐτῶν τῶν εὐγενῶν,
ὄχι αἰσχρῶν, καλιστείωνἡ Κασσιανὴ
ἀπέτυχε.
Ἀπέτυχε; Ὑπάρχουν
ἀποτυχίες ποὺ μέσα τους κρύβουν μεγάλες ἐπιτυχίες, καὶ ὑπάρχουν ἐπιτυχίες ποὺ
μέσα τους κρύβουν μεγάλες ἀποτυχίες. Θὰ μποροῦσε αὐτὸ νὰ γίνῃ
θέμα ὄχι μιᾶς ἀλλὰ
πολλῶν ὁμιλιῶν καὶ ν᾽
ἀναφέρουμε πλῆθος παραδείγματα ἀπὸ τὴν ἱστορία. Κ᾽ ἐσεῖς, ἀγαπητοί μου, ἂν ἐξετάσετε τὴ ζωή σας, θὰ
θυμηθῆτε μερικὰ ἐπεισόδια στὰὁποῖα κλάψετε, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν φαινομενικὴτότε
ἀποτυχία βγῆκε ἔπειτα κάποιο καλό,βγῆκε«ἐκ τοῦ πικροῦ γλυκύ».
Καὶ ἡ Κασσιανὴ ἔχασε
μὲν ἕνα στέμμα, ἀλλὰ
κέρδισε
ἕνα
ἄλλο λαμπρότερο.
Γιατὶ πέρα ἀπὸ τὸ κάλλος καὶ τὸ θρόνο καὶ τὰ ἄλλα ἐπίγεια ἀγαθὰ ὑπάρχει καὶ κάτι ποὺ
λίγοι τὸ ἔχουν· εἶνε ἡ ποίησις, ποὺ μὲ τὰ φτερά της παίρνει τὸνἄνθρωπο καὶ τὸν ἀνεβάζει μέχρι τὰ
ὕψη
τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτὸ λοιπὸν
τὸ τάλαντο, ποὺ ἡ Κασσιανὴ εἶχε δυνάμει, στὴ μόνωσι τῆς ἀσκήσεως
τὸ καλλιέργησε μὲ προσευχὲς
καὶ δάκρυα, τὸ πολλαπλασίασε, καὶἀναδείχθηκε ἐμπνευσμένη
ποιήτρια, ποὺ χάρισε στὸν κόσμο τὸ
ἀριστούργηματοῦ τροπαρίου ποὺ ἀκοῦμε σήμερα.
Αὐτὰ ἀπὸ πλευρᾶς
ἱστορίας τοῦ ὕμνου. Ἀπὸ πλευρᾶς ἑρμηνείας τώρα, οὔτε ἐγὼ ἔχω τὴ δύναμι ἀλλ᾽ οὔτε
κ᾽ ἐσεῖς τὴν ὑπομονὴ νὰ τὸν ἐξηγήσουμε ὅλο. Θὰ ἐπιστήσω
λοιπὸν τὴν προσοχή σας μόνο στὸ ἑξῆς σημεῖο τοῦ τροπαρίου.«Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος
ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆςἁμαρτίας»(δοξ.ἀποστ.αἴν.Μ.Τετ.).
Θρηνεῖ καὶ
κλαίει.«Οἴμοι!», λέει. Τί σημαίνει τὸ«οἴμοι»; Κάνω μία
παρέκβασι. Σὲ λίγο τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος, ποὺ ἔχει τὴν ὡραιότερη γλῶσσα, μπαίνοντας στὴν ἐκκλησία δὲν θὰ καταλαβαίνουν
τίποτα.
Διότι κάποιος ὑπουργὸς εἶπε τὸν ἀνόητο λόγο «Σήμερα κηδεύουμε τὴν
καθαρεύουσα». Κηδέψτε, κύριοι, τὴ γλῶσσα σας, καὶ θὰ δοῦμε τὰ
ἀποτελέσματα!…
«Οἴμοι»λοιπὸν σημαίνει «ἀλλοίμονο»· σήμερα μπροστὰ ἀπὸ τὸ«οἴμοι» βάζουμε τὸ «ἀλλά» κ᾽ ἔτσι ὁ λαὸς τὸ «ἀλλὰ» +«οἴμοι» τὸ λέει
«ἀλλ-οίμοι», «ἀλλ-οίμονο».Θρηνεῖ ἡ Κασσιανή. Γιατί θρηνεῖ; Ὅτι«νύξ μοι ὑπάρχει…
ἁμαρτίας», λέει, διότι
μπῆκα στὴ νύχτα τῆς ἁμαρτίας.
Ὑπάρχουν
δύο
εἰδῶν
νύχτες· ἡ φυσικὴ καὶ
ἡ νοητή. Ἡ φυσικὴ
νύχτα
εἶνε τὸ σκοτάδι ποὺ
δημιουργεῖ ἡ δύσις τοῦ ἡλίου.
Ἡ
νύχτα εἶνε κυρίως ὁ χρόνος τῶν
θηρίων.Ἔτσι τά ᾽πλασε ὁ Θεός. Τὴν ἡμέρα
τὰ θηρία
κοιμοῦνται,
γιὰ νάνε ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐργαστῇ. Καὶ μόλις
βασιλέψῃ, βγαίνουν
νὰ
βροῦν τροφή. Ἐργάτες
βρέθηκαν
γιὰἐργασία στὴν ἔρημο τῆς Σαχάρας· καὶ λίγοπρὶν τὴ δύσι οἱ ἐργολάβοι
σφύριζαν «Κρυφτῆτε». Μόλις πέσῃ ὁ ἥλιος ἡ ἔρημος σείεται
ἀπὸ φωνὲς καὶ
μουγκρητά. Τὸ λέει ἡ Γραφὴ στὸν προοιμιακὸ ψαλμὸ ποὺ ἀκοῦμε στὸν ἑσπερινό· ὁ
Θεὸς«ἐποίησε
σελήνην εἰς καιρούς, ὁ ἥλιος ἔγνω
τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθουσκότος, καὶ ἐγένετο νύξ· ἐν αὐτῇ διελεύσονται πάντα τὰ
θηρία τοῦ δρυμοῦ»(Ψαλμ.103,19-20).
Ἀλλὰ
μὴ φοβᾶστε τὰ θηρία αὐτά.
Πολὺ πιὸφοβερὰ εἶνε κάτι ἄλλα θηρία. Ποιά;
Ρωτῆστετὴν ἀστυνομία καὶ τοὺς δικαστάς. Ἡ νύχτακυρίως εἶνε ἡ ὥρα
τῶν
ἐγκλημάτων. Τὴ
νύχτα
βγαίνουν οἱ ἐγκληματίες. Ὁ πόρνος, ὁ μοιχός, ὁ κλέφτης, ὁ διαρρήκτης, ὁ τρομοκράτης, ὁχαρτοπαίχτης θηρία
εἶνε! Ὅπως εἶπε ἕναςἀρχαῖος φιλόσοφος, ἀπ᾽ ὅλα τὰ θηρία ποὺτρέφει ἡ γῆ τὸ
ἀγριώτερο εἶνε ὁ ἄνθρωπος.
Τὰ
θηρία λοιπόν, τὰ ἄλογα ἀλλὰ καὶ τὰ ἀνθρωπόμορφα, δροῦν τὴ νύχτα καὶ τρομοκρα-τοῦν. Στατιστικὲς
δείχνουν
μὲ
νούμερα, ὅτι ἡαἰχμὴ τῆς ἐγκληματικότητος εἶνε τὰ μεσάνυχτα, τότε ἡ ἐγκληματικὴ
δραστηριότης
κορυφώνεται.
Ἀλλὰ δὲν περιμέναμε νὰ μᾶς τὸ πῇ ἡ στατιστικὴ
ἐπιστήμη, τὸ λέει ἡ Γραφή·
Σῶσε με, Κύριε, ὥστε νὰ μὴ φοβηθῶ«ἀπὸ φόβου νυκτερινοῦ, …ἀπὸ
πράγματος ἐν σκότει διαπορευομένου»(Ψαλμ.90,5-6).Γι᾽ αὐτὸ στὸν Πόντο εἶχαν ἱερὰ συνήθεια νὰ σηκώνωνται τὰ μεσάνυχτα
και
νὰ προσεύχωνται στὸ Θεό.
Ἀλλὰ τὸ τροπάριο τῆς
Κασσιανῆς δὲν ὁμιλεῖ γιὰ φυσικὴ νύχτα· ὁμιλεῖ γιὰ νοητὴ
νύχτα,γιὰ σκοτάδι ποὺ
ἐπικρατεῖ στὴν ψυχὴ καὶ τὸ νοῦ καὶ ποὺ εἶνε ἀπείρως φοβερώτερο. Φθάνουμε ἔτσι
τώρα στὸν πυθμένα τῆς ἀθλιότητος. Ποιά εἶνε αὐτὴ ἡ νύχτα;
Εἶνε
ἡ«ἁμαρτία»!
Ἡ ἁμαρτία εἶνε δεν
τροπαμπάλαιο,
ῥιζωμένο στὸ ὑποσυνείδητο, μὲ πολλὰ κλαδιὰ καὶ
φύλλα
ἀλλὰμὲ
τρεῖς κυρίως μεγάλες διακλαδώσεις. Ἡ μία εἶνε ἡ φιληδονία
(αὐτὸ ποὺ σήμερα λέγεται σέξ, ὁπανσεξουαλισμός,
ἡ λύσσα γιὰ τὸν αἰσχρὸ ἔρωτα). Ἡ ἄλλη
διακλάδωσις,
πιὸ
ἐπικίνδυνη,εἶνε ἡ φιλοδοξία (αὐτὸ ποὺ σήμερα ὠθεῖ στὸν ἀρριβισμό, στὸ νὰ θέλουν πολλοὶ ν᾽
ἀναρριχηθοῦν σὲ ἀξιώματα πατώντας καὶ ἐπὶ πτωμάτων). Καὶ ἡ τρίτη διακλάδωσις,
ἡ
ἀκόμη
χειρότερη,
εἶνε ἡ φιλαργυρία, ἡ μανία τῶν
καπιταλιστῶν
γιὰ
μπίζνες καὶ τριάκοντα ἀργύρια.
Αὐτὰ
τὰ τρία ἁμαρτωλὰ πάθη σκοτίζουντὴν ψυχή. Θὰ τὸ ἀκούσουμε τὴ Μεγάλη Πέμπτη· ὅταν ὁ
Ἰούδας βγῆκε ἀπὸ τὸν μυστικὸ δεῖπνο
γιὰ νὰ πάῃ νὰ ἐκτελέσῃ
τὴν προδοσία,τὸ κατὰ Ἰωάννην
Εὐαγγέλιο σημειώνει χαρακτηριστικῶς·«ἦν
δὲ
νύξ»(Ἰω.
13,30). Νύχτα
φυσική;
Ὄχι μόνο. Ἀπὸ κείνη τὴ στιγμὴ μπῆκε
στὸσκοτάδι τοῦ πάθους. Καὶ ἡ
Ἐκκλησία ψάλλει· «Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταὶ ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦδείπνου
ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβὴς
φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο»(ἀπολ.Μ.
Πέμπτ.). Οἱ μὲν«ἐφωτίζοντο», ὁ δὲ«ἐσκοτίζετο».
Ὅπως, ἀγαπητοί μου,
μέσα στὴ νύχτα δὲνδιακρίνει κανεὶς καλά, ἔτσι καὶ μέσα στὸ σκοτάδι
τῶν
παθῶνὁ ἄνθρωπος
τυφλώνεται.
Ἕνας γνωστός μου, ποὺ μολονότι
τυφλὸς
σπούδασε δύο ἐπιστῆμες, θεολογία καὶ νομική, ἔχασε τὸ φῶς του στὰ δύσκολα χρόνια, διότι
τὸν πυροβόλησε νύχτα κατὰ λάθος ὁ ἀδελφός του, νομίζοντας ὅτι εἶνε ἀπὸ
τοὺς ἐχθρούς!
Ὁ σκοτισμένος ἀπὸ τὰ
πάθη κινδυνεύει νὰ χαθῇ τελείως. Στὸ
χωριό μου κάποιος, ποὺ ἔλαβε μέρος στὴ Μικρασιατικὴ ἐκστρατεία ὡς λοχίας
κ᾽ ἔφθασε μέχρι τὴν Ἄγκυρα, μοῦ ἔλεγε ὅτι κατὰ τὴν ὀπισθοχώρησι πλάγιασε
κουρασμένος στὰ σκοτεινὰ σὲ κάποιο μέρος πάνω στὸ χῶμα καὶ τὸν πῆρε ἀμέσως ὁ
ὕπνος – ὅσοι κάναμε στρατιῶτες τὸ ζήσαμε αὐτό. Τὸ
πρωὶ
ὅμως τρόμαξε·εἶχε κοιμηθῆ στὸ χεῖλος ἑνὸς
γκρεμοῦ! Λίγο νὰ ἔγερνε, θὰ πήγαινε στὸ
χάος. Τρομάξατε; Νὰ τρομάξουμε περισσότερο, διότι ὅλοι κοιμώμαστε κοντὰ στὸ γκρεμὸ τῆς
ἁμαρτίας, τῆς πορνείας, τῆς
μοιχείας κ.τ.λ..
Κοιμώμαστε!«Ψυχή μου ψυχή μου,
ἀνάστα,
τί καθεύδεις; τὸ
τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι·
ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ
πάντα πληρῶν»(κοντ.Μ.Καν.).
Δηλαδή· «Ψυχή μου ψυχή μου,σήκω, γιατί κοιμᾶσαι;
τὸ τέλος πλησιάζει καὶ θὰ σὲ ζώσῃ ἡ ἀγωνία· σύνελθε λοιπόν, γιὰ νὰ σὲ λυπηθῇ ὁ Χριστὸς ὁ Θεός,
ποὺ εἶνε παντοῦ παρὼν καὶ γεμίζει τὰ σύμπαντα· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος
Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη
ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 9-4-1985 τὸ
βράδυ μὲ ἄλλο τίτλο.