Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 11, 2013

Οι εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου.του Ιεροδιακόνου Αυγουστίνου Καρά


Emmaus
Η Ανάσταση του Ιησού Χριστού, το Πάσχα, αποτελεί την κορυφαία εορτή του εκκλησιαστικού εορτολογίου και από πολύ νωρίς θεωρήθηκε ως η αρχή του εκκλησιαστικού έτους. Αργότερα βέβαια καθορίστηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως η αρχή της Ινδίκτου (αρχή εκκλησιαστικού έτους), ωστόσο το Πάσχα εξακολουθεί να κατέχει την πλέον εξέχουσα θέση στο εορτολόγιο.
Τα αναγνώσματα της πασχάλιας περιόδου, δηλαδή από την εορτή του Πάσχα μέχρι και την Πεντηκοστή προέρχονται, οι μεν ευαγγελικές περικοπές από το Ευαγγέλιο του αποστόλου και ευαγγελιστή Ιωάννη, οι δε αποστολικές από τις Πράξεις των Αποστόλων. Το Κατά Ιωάννην ευαγγέλιο προκρίθηκε εξαιτίας της υψηλής θεολογικής σημασίας του, λόγω της διδασκαλίας του για τον προαιώνιο Λόγο του Θεού. Ο Υιός και Λόγος του Θεού έγινε άνθρωπος, «και ο Λόγος Σαρξ εγένετο» (Ιω.1,14) και με το Πάθος, το Σταυρό και την Ανάστασή του προσφέρει τη σωτηρία στο ανθρώπινο γένος. Οι Πράξεις των Αποστόλων επιλέγηκαν γιατί μας περιγράφουν ουσιαστικά την πορεία του αποστολικού κηρύγματος, που έχει ως αφετηρία και βάση την Ανάσταση του Κυρίου.
Η επί γης πορεία και δράση του Ιησού Χριστού επισφραγίζεται με την ένδοξη Ανάληψή του στους ουρανούς. Πριν όμως αναληφθεί στους ουρανούς άφησε ρητή εντολή στους μαθητές του να κηρύξουν το Ευαγγέλιο σε όλη την οικουμένη: «εντειλάμενος τοις αποστόλοις δια Πνεύματος Αγίου ους εξελέξατο ανελήφθη».
Ο Ιησούς Χριστός μετά την Ανάστασή του «παρέστησεν εαυτόν ζώντα μετά το παθείν αυτόν», εμφανίστηκε δηλαδή στους μαθητές του και έτσι μπορούσαν πλέον να μαρτυρήσουν από προσωπική εμπειρία για το γεγονός και την πραγματικότητα της Ανάστασης. «Δι΄ ημερών τεσσαράκοντα» ο Ιησούς Χριστός εμφανιζόταν κατά τακτά διαστήματα στους μαθητές του «εν πολλοίς τεκμηρίοις». Μέσω δηλαδή πολλών αποδείξεων τους βεβαίωνε ότι ήταν ο ίδιος και ότι ήταν ζωντανός, άρα ότι είχε αναστηθεί και τους μιλούσε για τη βασιλεία του Θεού. Για να βεβαιώσει μάλιστα τους μαθητές του ότι είναι ο ίδιος ο Διδάσκαλός τους, καθόταν μαζί τους και έτρωγαν και έπιναν μαζί, όπως έκαναν και πριν το Πάθος. Ο Ιησούς Χριστός ως τέλειος άνθρωπος, προσέλαβε όλα τα αδιάβλητα πάθη, τις φυσικές δηλαδή ανάγκες της ανθρώπινης φύσης, χωρίς βέβαια την αμαρτία. Επομένως είχε την ανάγκη της φυσικής τροφής, γι΄ αυτό έτρωγε και έπινε όπως και οι μαθητές του. Μετά την Ανάστασή του όμως, δεν έφαγε και δεν ήπιε από φυσική ανάγκη, αλλά για να πιστοποιήσει σε όλους ότι μετά το εκούσιο Πάθος του και την Ταφή του, αναστήθηκε ως θεάνθρωπος, φέροντας δηλαδή και τη θεία και την ανθρώπινη φύση.
Η προτροπή του αναστημένου Κυρίου προς τους μαθητές του ήταν: «από Ιεροσολύμων μη χωρίζεσθαι», να παραμείνουν δηλαδή στην Αγία Πόλη και εκεί να περιμένουν «την επαγγελία του Πατρός». Η παραγγελία αυτή του Ιησού Χριστού αποσκοπεί στο να κρατήσει τους μαθητές του σε συνοχή, ώστε να μη διασκορπιστούν από φόβο, αλλά έτσι ενωμένοι να περιμένουν την αποστολή του Αγίου Πνεύματος, πράγμα το οποίο ο ίδιος τους υποσχέθηκε. Η επέλευση του Αγίου Πνεύματος στους μαθητές, κατά αντιστοιχία προς το βάπτισμα του Ιωάννη του Βαπτιστή, βάπτισμα «εν ύδατι», θα είναι βάπτισμα «εν Πνεύματι Αγίω». Θα είναι η μετοχή τους στη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ωστόσο ο χρόνος της αποστολής του Αγίου Πνεύματος παραμένει άγνωστος στους μαθητές και αυτό εντείνει την εγρήγορσή τους και ενδυναμώνει την ελπίδα τους.
Η υπόσχεση αυτή του Ιησού Χριστού για την επέλευση του Αγίου Πνεύματος ενθαρρύνει τους μαθητές γι΄ αυτό αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να τον ρωτήσουν για το χρόνο της αποκατάστασης της βασιλείας του. Οι μαθητές προφανώς βρίσκονται σε σύγχυση γιατί αναμένουν «εν τω χρόνω τούτω» την αποκατάσταση της βασιλείας του Θεού. Αυτή τη βασιλεία όμως την εκλαμβάνουν με την κοσμική έννοια, με την προοπτική του κόσμου τούτου και συμπεραίνουν ότι αφού επρόκειτο να λάβουν το Άγιο Πνεύμα, είχε άρα έρθει η ώρα της αποκατάστασης της βασιλείας για τον Ισραηλιτικό λαό. Η βασιλεία του Θεού όμως είναι και εκτός του τόπου τούτου και του χρόνου, μπαίνει σε μια άλλη διάσταση, γι΄ αυτό και η απάντηση του Ιησού Χριστού θέλει να οδηγήσει τη σκέψη των μαθητών στη σωστή βάση. Το «γνώναι χρόνους ή καιρούς» ανήκει στην αποκλειστική εξουσία του Θεού Πατέρα.
Ενώ ο χρόνος της παρουσίας του Κυρίου παραμένει άγνωστος, η έλευση του Αγίου Πνεύματος επρόκειτο να συμβεί μετά από λίγες μέρες και κατ΄ αυτήν οι μαθητές θα λάμβαναν «δύναμιν» για την επιτέλεση της αποστολής τους. Η αποστολή αυτή κατά κύριο λόγο θα ήταν η μαρτυρία του Ιησού Χριστού: «και έσεσθέ μοι μάρτυρες». Η μαρτυρία για τον Ιησού Χριστό σημαίνει το κήρυγμα για τη ζωή, τη δράση, τη διδασκαλία, τα θαύματα, το εκούσιο Πάθος του και πρωτίστως για την Ανάστασή του. Οι μαθητές είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν το έργο, την αποστολή της μαρτυρίας της Ανάστασης, ξεκινώντας από την Ιερουσαλήμ και προχωρώντας σε όλη την οικουμένη. Η οικουμενικότητα του κηρύγματος της Ανάστασης αποδεικνύει ότι το απολυτρωτικό έργο του Κυρίου απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους, όλων των εθνών και όλων των εποχών.
Οι Απόστολοι είναι οι κετ΄ εξοχήν μάρτυρες του Ιησού Χριστού, αυτοί έζησαν και πορεύτηκαν μαζί του, είδαν το έργο του, τα θαύματά του και έζησαν το μαρτύριό του, ήταν οι αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρές του. Αυτό το έργο της μαρτυρίας του Ιησού Χριστού οι Απόστολοι το μετέδωσαν στους διαδόχους τους, τους Επισκόπους, τους πρεσβυτέρους και διακόνους αλλά και στον κάθε πιστό χωριστά. Η μαρτυρία του Ιησού Χριστού αποτελεί σε τελική ανάλυση καθολική αποστολή των πιστών, η οποία θα συνεχίζεται μέχρι τη συντέλεια των αιώνων. Βέβαια η μαρτυρία αυτή των Αποστόλων δεν περιορίζεται μόνο στο κήρυγμα του ευαγγελίου αλλά προεκτείνεται και στο μαρτύριο του αίματος. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός καλώντας τους μαθητές του να τον ακολουθήσουν και κατ΄ επέκταση όλους τους πιστούς, δεν υπόσχεται την άνεση αλλά το μαρτύριο και το σταυρό: «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μάρκ. 8,34). Και πραγματικά οι Απόστολοι του Ιησού Χριστού δεν παρέμειναν απλοί κήρυκες του ευαγγελίου αλλά επισφράγισαν την ιεραποστολική τους δράση με το αίμα του μαρτυρίου τους, εκπληρώνοντας την προφητεία του Κυρίου: «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν» (Ιω. 15,20). Τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν οι χριστιανοί των πρώτων αιώνων που υπέμειναν με καρτερία και πίστη τους φοβερούς διωγμούς, προσφέροντας στην Εκκλησία το αναρίθμητο νέφος των μαρτύρων. Αλλά το μαρτύριο εξακολουθεί να υπάρχει μέσα στην Εκκλησία με το λεγόμενο «μαρτύριο της συνηδείσεως», που σημαίνει το συνεχή αγώνα των πιστών να πετύχουν την εν Χριστώ τελείωση, παλεύοντας με τα καθημερινά προβλήματα και τις δυσκολίες της ζωής, αλλά και την χλεύη του κόσμου τούτου.
Ο Ιησούς Χριστός μετά την τριήμερη Ανάστασή του εμφανίζεται αρχικά στις Μυροφόρες γυναίκες που «λίαν πρωί» έσπευσαν στον τάφο του για να του προσφέρουν τις δέουσες τιμές και βρέθηκαν αντιμέτωπες με το «κενό μνημείο. Εμφανίζεται επίσης και στους μαθητές του, οι οποίοι μετά το Πάθος και την Ταφή του κρύβονταν «δια τον φόβον των Ιουδαίων». Αυτές οι εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου φαίνεται και από το παρόν αποστολικό ανάγνωσμα ότι ήταν πολλές και συχνές: «δι΄ ημερών τεσσαράκοντα οπτανόμενος αυτοίς και λέγων τα περί της βασιλείας του Θεού». Κατά το διάστημα δηλαδή των σαράντα ημερών από την Ανάστασή του μέχρι την Ανάληψή του στους ουρανούς, εμφανιζόταν τακτικά στους μαθητές του και συνομιλούσε μαζί τους, συνέτρωγε μαζί τους, συναναστρεφόταν με αυτούς, όπως και πριν το Πάθος.
Μέσα στην Καινή Διαθήκη μαρτυρούνται ένδεκα εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου στο χρονικό διάστημα από την Ανάσταση μέχρι και την Ανάληψη. Μια ακόμη εμφάνιση αναφέρεται μετά την Πεντηκοστή και αφορά στον Απόστολο Παύλο. Βέβαια οι εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου είναι περισσότερες, αλλά μόνο γι΄ αυτές υπάρχει η μαρτυρία της Καινής Διαθήκης. Για παράδειγμα θεωρείται σίγουρο ότι ο Αναστάς Κύριος εμφανίστηκε στην Παναγία Μητέρα του, αλλά παρότι αυτό είναι πίστη της Εκκλησίας μας, εντούτοις δεν μαρτυρείται με σαφήνεια μέσα στην Καινή Διαθήκη, παρά μόνο με υπαινιγμούς. Σαφείς πληροφορίες για την εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου στην Παναγία Μητέρα του βρίσκουμε μόνο σε κάποια απόκρυφα κείμενα. Ωστόστο υπάρχουν ερμηνευτές που τις φράσεις του ευαγγελίου που αναφέρονται στην «άλλη Μαρία» (Ματθ. 28, 1) η τη «Μαρία Ιακώβου» (Λουκ. 24, 10) τις αποδίδουν στην Παναγία.
Ο αριθμός ένδεκα είναι σχετικός αλλά και συμβολικός, καθώς όπως ήδη αναφέραμε οι εμφανίσεις του Κυρίου μετά την Ανάστασή του είναι πολύ περισσότερες. Από πολύ νωρίς ο αριθμός ένδεκα συνδέθηκε με τους Αγίους Αποστόλους που παρέμειναν ένδεκα μετά την Ανάσταση, αφού αποσκίρτησε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης «ο και παραδιδούς αυτόν». Η επισήμανση αυτή θέλει να τονίσει την πίστη της Εκκλησίας για την εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου στους ένδεκα Αποστόλους του, είτε στον καθένα χωριστά, είτε σε όλους μαζί ή σε κάποιους από αυτούς. Η παράδοση αυτή για τις ένδεκα εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου συνδέθηκε και με τη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας, καθώς στην αναστάσιμη ακολουθία του όρθρου κάθε Κυριακής έχουμε την ανάγνωση ενός εωθινού ευαγγελίου. Τα εωθινά ευαγγέλια είναι ένδεκα στον αριθμό, παραπέμποντας και πάλιν στον αριθμό των Αποστόλων, και διαβάζονται διαδοχικά κάθε Κυριακή στον όρθρο. Η θεματολογία των εωθινών ευαγγελίων είναι ουσιαστικά μια παρουσίαση των εμφανίσεων του Αναστάντος Κυρίου.
Οι πρώτες που είδαν τον Αναστημένο Ιησού Χριστό είναι οι Μυροφόρες γυναίκες. Οι μαθητές φοβισμένοι από τα παρελθόντα γεγονότα κρύβονταν και δεν τολμούσαν να κυκλοφορήσουν δημόσια, πόσο μάλλον να επισκεφτούν τον Τάφο του Κυρίου. Οι γυναίκες όμως τρέχουν πολύ νωρίς το πρωί για να αλείψουν με αρώματα το Σώμα του Διδασκάλου. Εκεί αντικρίζουν το κενό μνημείο και πληροφορούνται από τον Άγγελο την Ανάσταση του Κυρίου. Μέσα στην μεγάλη χαρά τους τρέχουν να αναγγείλουν το γεγονός στους μαθητές και τότε συναντώνται αναπάντεχα με τον Κύριο: «ως δε επορεύοντο αναγγείλαι τοις μαθηταίς αυτού, και ιδού Ιησούς απήντησεν αυταίς λέγων, χαίρετε». Εκείνες «προσελθούσαι εκράτησαν αυτού τους πόδας και προσεκύνησαν αυτώ» (Ματθ.28,9). Ο Αναστημένος πλέον Ιησούς Χριστός προτρέπει τις θαρραλέες μαθήτριές του να πορευτούν και να γνωστοποιήσουν το γεγονός στους υπόλοιπους μαθητές και να τους πουν να πάνε στη Γαλιλαία, όπου επρόκειτο να τους συναντήσει. Έτσι οι Μυροφόρες γυναίκες έγιναν οι πρώτοι μάρτυρες και οι πρώτες ευαγγελίστριες της Ανάστασης του Κυρίου.
Ο ευαγγελιστής Ματθαίος σαν συνέχεια της εντολής του Κυρίου προς τις Μυροφόρες παρουσιάζει τους μαθητές να πορεύονται στη Γαλιλαία «εις το όρος ου ετάξατο αυτοίς ο Ιησούς». Εκεί οι μαθητές είδαν τον Κύριο και τον προσκύνησαν, μερικοί όμως είχαν ακόμη αμφιβολίες. Ο Κύριος τους πλησίασε και τους πιστοποίησε ότι είναι ο ίδιος ο Διδάσκαλός τους και τους ανέθεσε πλέον το έργο του ευαγγελισμού της οικουμένης: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν». Οι μαθητές λαμβάνουν ρητή εντολή από τον Αναστάντα Κύριο να απευθύνουν το μήνυμα του ευαγγελίου στα πέρατα της οικουμένης. Στην προσπάθεια και στο έργο τους αυτό θα έχουν την ενίσχυση και τη στήριξη του Κυρίου: «και ιδού εγώ μεθ΄ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28, 16-20).
Οι ευαγγελιστές Μάρκος και Ιωάννης μας πληροφορούν ότι η πρώτη που είδε τον Αναστάντα Κύριο είναι η Μαρία η Μαγδαληνή, την οποία θεράπευσε ο Κύριος, αφού βρισκόταν κάτω από την επήρεια επτά δαιμονίων. Λέγει χαρακτηριστικά ο ευαγγελιστής Μάρκος: «αναστάς δε πρωί πρώτη σαββάτου εφάνη πρώτον Μαρία τη Μαγδαληνή, αφ΄ ης εκβεβλήκει επτά δαιμόνια» (Μάρκ, 16,9). Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας δίνει μια άλλη παράλληλη εκδοχή. Η Μαρία η Μαγδαληνή έτρεξε πολύ νωρίς στο μνημείο, ενώ επικρατούσε ακόμη το σκοτάδι και διαπιστώνει ότι ο τάφος είναι κενός. Νομίζοντας ότι κάποιος έκλεψε το νεκρό σώμα του Διδασκάλου, τρέχει και το ανακοινώνει στον Πέτρο και τον Ιωάννη. Οι δυο μαθητές καταφθάνουν στο μνημείο και βλέπουν και αυτοί τον κενό τάφο. Η Μαρία η Μαγδαληνή πεπεισμένη ότι το νεκρό σώμα του Ιησού Χριστού έχει κλαπεί, κάθεται κοντά στο μνημείο και κλαιει. Τότε «θεωρεί δυο αγγέλους εν λευκοίς καθεζομένους», οι οποίοι την ρωτούν: «γύναι τι κλαίεις;». Η Μαρία η Μαγδαληνή βαθιά θλιμμένη τους απαντά: «ότι ήραν τον Κύριόν μου, και ουκ οίδα που έθηκαν αυτόν». Και καθώς έδωσε την απάντησή της, γύρισε προς τα πίσω και είδε τον Ιησού όρθιο, αλλά δεν τον κατάλαβε. Τότε ο Ιησούς αρχίζει να συνομιλεί μαζί της: «γύναι τι κλαίεις; τίνα ζητείς;». Εκείνη όμως νομίζει ότι είναι ο κηπουρός γι΄ αυτό του λέγει: «κύριε, ει συ εβάστασας αυτόν, ειπέ μοι πού έθηκας αυτόν, καγώ αυτόν αρώ». Τότε ο Ιησούς Χριστός την καλεί με το όνομά της: «Μαρία, στραφείσα εκείνη λέγει αυτώ, ραββουνί, ο λέγεται, διδάσκαλε» (Ιω. 20, 11-18). Μετά την αναγνώριση η Μαρία η Μαγδαληνή λαμβάνει την εντολή από τον Αναστάντα Κύριο να πει στους μαθητές ότι τον είδε.
Στη συνέχεια ο Αναστάς Κύριος εμφανίζεται στους μαθητές του, οι οποίοι παρέμεναν κρυμμένοι «δια τον φόβον των Ιουδαίων». Την πληροφορία αυτή μας τη δίνουν οι ευαγγελιστές Μάρκος, Λουκάς και Ιωάννης. «Ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη τη μιά των σαββάτων, και των θυρών κεκλεισμένων όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον, και λέγει αυτοίς ειρήνη υμίν» (Ιω. 20,19). Ο Κύριος εμφανίζεται στους μαθητές του για να πειστούν και βεβαιωθούν για την Ανάστασή του και επιπλέον τους δίνει την εξουσία: «αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιω. 20,23). Ορισμένοι ερμηνευτές επισημαίνουν ότι στο σημείο αυτό έχουμε την αρχή του θεσμού της ιεροσύνης μέσα στην Εκκλησία.
Από τη συνάθροιση αυτή των μαθητών και την εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου απουσίαζε ο Απόστολος Θωμάς. Η ομολογία των άλλων μαθητών ότι «εωράκαμεν τον Κύριον» αντιμετωπίζει τη δυσπιστία του Αποστόλου Θωμά: «εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού, ου μη πιστεύσω». Η αναμονή του Αποστόλου Θωμά κράτησε οχτώ μέρες «και μεθ΄ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού και Θωμάς μετ΄ αυτών». Ο Κύριος κατά παρόμοιο τρόπο: «των θυρών κεκλεισμένων» εισήλθε και απηύθυνε στους μαθητές το «ειρήνη υμίν». Κατόπιν απευθύνεται στο Θωμά και τον προτρέπει να τον ψηλαφίσει και να εντοπίσει τα σημάδια του Πάθους του. Τότε ο Θωμάς χωρίς πλέον καμία αμφιβολία ομολογεί: «ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιω. 20, 24-29).
Μια άλλη εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου είναι στους δυο μαθητές του που πορεύονταν προς τους Εμμαούς. Τις σχετικές πληροφορίες μας δίνουν οι ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς. Οι δυο μαθητές, από τους οποίους μόνον ο Κλεόπας κατονομάζεται, ενώ πιθανολογείται ότι ο δεύτερος είναι ο Λουκάς, πορεύονταν σε ένα χωριό κοντά στην Ιερουσαλήμ με το όνομα Εμμαούς. Κατά την οδοιπορία τους οι μαθητές συνομιλούν για τα παρελθόντα γεγονότα των Παθών και της Ανάστασης του Κυρίου και καθώς πορεύονταν «ο Ιησούς εγγίσας συνεπορεύετο αυτοίς, οι δε οφθαλμοί αυτών εκρατούντο του μη επιγνώναι αυτόν». Ο Ιησούς Χριστός προσποιείται ότι δεν γνωρίζει το αντικείμενο της συζήτησης και ζητά να μάθει τι είναι αυτό που τους απασχολεί και είναι σκυθρωποί. Τότε ο ένας από αυτούς με το όνομα Κλεόπας του απαντά: «συ μόνος παροικείς εν Ιερουσαλήμ και ουκ έγνως τα γενόμενα…». Ο Κύριος συνεχίζει να προσποιείται άγνοια και ζητά να μάθει λεπτομέρειες για να ακούσει από τον Κλεόπα μια σύντομη αναδιήγηση των γεγονότων μέχρι του σημείου που οι Μυροφόρες γυναίκες πηγαίνουν και αναγγέλλουν στους μαθητές το γεγονός της Ανάστασης. Ο Κύριος καταλαβαίνει ότι οι μαθητές δεν είναι ακόμη πεπεισμένοι για την Ανάσταση γι΄ αυτό απαντά με ένα σκληρό λόγο: «ω ανόητοι και βραδείς τη καρδία του πιστεύειν επί πάσιν οις ελάλησαν οι προφήται! ουχί ταύτα έδει παθείν τον Χριστόν και εισελθείν εις την δόξαν αυτού;». Τότε ο Ιησούς Χριστός άρχισε να τους μιλά και να τους ερμηνεύει τις Γραφές από το Μωυσή και όλους τους προφήτες μέχρις ότου έφτασαν στο χωριό, οπότε οι δυο μαθητές τον παρακάλεσαν να μείνει μαζί τους γιατί ήδη είχε βραδιάσει. «Και εγένετο εν τω κατακλισθήναι αυτόν μετ΄αυτών λαβών τον άρτον ευλόγησε, και κλάσας επεδίδου αυτοίς. Αυτών δε διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί, και επέγνωσαν αυτόν, και αυτός άφαντος εγένετο απ΄ αυτών». Η «κλάσις του άρτου» μια συνήθης πράξη μεταξύ του Κυρίου και των μαθητών του πριν από το Πάθος γίνεται η αφορμή ώστε οι δύο μαθητές να αντιληφθούν ότι αυτός που βρισκόταν τόση ώρα μαζί τους ήταν ο Διδάσκαλός τους. «Και αναστάντες αυτή τη ώρα υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ, και εύρον συνηθροισμένους τους ένδεκα και τους συν αυτοίς, λέγοντες ότι ηγέρθη ο Κύριος όντως και ώφθη Σίμωνι. Και αυτοί εξηγούντο τα εν τη οδώ και ως εγνώσθη αυτοίς εν τη κλάσει του άρτου» (Λουκ. 24, 13-35).
Ο ευαγγελιστής Λουκάς στο περιστατικό αυτό κατά την πορεία των δυο μαθητών στους Εμμαούς μας πληροφορεί ότι ο Κύριος ήδη είχε εμφανιστεί στον Πέτρο: «και ώφθη Σίμωνι». Την πληροφορία αυτή επιβεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος: «ότι ετάφη, και ότι εγήγερται τη τρίτη ημέρα κατά τας γραφάς, και ότι ώφθη Κηφά, είτα τοις δώδεκα» (Α΄ Κορ. 15, 4-5). Σύμφωνα με τη μαρτυρία αυτή του Αποστόλου Παύλου ο Αναστάς Κύριος εμφανίστηκε πρώτα στον Απόστολο Πέτρο και έπειτα στους υπόλοιπους Αποστόλους. Η επισήμανση της προτεραιότητας του Αποστόλου Πέτρου αποσκοπεί στο να καταδείξει ότι ο Πέτρος μετά την άρνηση του Διδασκάλου και τη μεταμέλειά του έχει συγχωρεθεί από τον Κύριο και παραμένει στο αποστολικό αξίωμα.
Ο Απόστολος Παύλος μνημονεύει ξεχωριστά την εμφάνιση του Κυρίου στον απόστολο Ιάκωβο τον αδελφόθεο: «έπειτα ώφθη Ιακώβω, είτα τοις αποστόλοις πάσιν» (Α΄ Κορ. 15,7). Ο Απόστολος Παύλος θέλει να τονίσει στο σημείο αυτό την ιδιαίτερη αγάπη και τιμή που είχε ο Κύριος αλλά και όλοι οι Απόστολοι στον αδελφόθεο Ιάκωβο εξαιτίας της συγγένειάς του με τον Κύριο, καθώς ήταν ένας από τους γιους του Ιωσήφ του Μνήστορος.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας πληροφορεί και για μια άλλη εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου σε επτά μαθητές του που βρίσκονταν στη λίμνη της Τιβεριάδος. Οι μαθητές αυτοί ήταν ο Σίμων Πέτρος, ο Θωμάς, ο Ναθαναήλ, ο Ιάκωβος και Ιωάννης και δυο άλλοι που δεν κατονομάζονται. Οι μαθητές με την προτροπή του Πέτρου πηγαίνουν στη λίμνη για ψάρεμα, αλλά «εν εκείνη τη νυκτί επίασαν ουδέν». Όταν πλέον ξημέρωσε εμφανίστηκε ο Κύριος στο γιαλό, αλλά οι μαθητές δεν τον αναγνώρισαν και τους ερωτά: «παιδία, μη τι προσφάγιον έχετε;» για να λάβει αρνητική απάντηση. Ο Κύριος τους προτρέπει να ρίξουν τα δίχτυα στη δεξιά μεριά του πλοίου και έτσι θα πιάσουν ψάρια. Οι μαθητές υπάκουσαν και «ουκέτι αυτό ελκύσαι ίσχυσαν από του πλήθους των ιχθύων». Τότε ο Ιωάννης, ενθυμούμενος το παρόμοιο γεγονός της θαυμαστής αλιείας, όταν πρωτογνώρισαν τον Κύριο στη λίμνη της Γεννησαρέτ (Λουκ. 5, 1-11), λέγει στον Πέτρο: «ο Κύριος εστί». Τότε ο Πέτρος πέφτει στη θάλασσα και πορεύεται προς τον Κύριο. Στη συνέχεια οι μαθητές συντρώγουν με τον Αναστημένο πλέον Διδάσκαλό τους (Ιω. 21, 1-14).
Η τελευταία εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου στους μαθητές του στο χρονικό διάστημα από την Ανάστασή του μέχρι και την Ανάληψή του πραγματοποιείται ακριβώς κατά την ημέρα της Ανάληψης. Τις σχετικές μαρτυρίες τις εντοπίζουμε στους ευαγγελιστές Μάρκο και Λουκά, στις Πράξεις των Αποστόλων και στην Α΄ Προς Κορινθίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Ο Αναστάς Κύριος συναντά το πλήθος των μαθητών του και όχι μόνο το στενό κύκλο των δώδεκα στην Ιερουσαλήμ και αφού τους οδήγησε έξω από την πόλη μέχρι τη Βηθανία: «επάρας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς, και εγένετο εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ΄ αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν» (Λουκ. 24, 50-52). Οι μαθητές από αυτή την ώρα αρχίζουν ουσιαστικά το έργο της μαρτυρίας της Ανάστασης του Κυρίου: «εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μάρκ. 16, 19-20). Με τη βοήθεια και ενίσχυση του Κυρίου και με την επιβεβαίωση της αλήθειας του κηρύγματός τους με το πλήθος των θαυμάτων που επιτελούσαν άρχισαν τον ευαγγελισμό της οικουμένης.
Μια άλλη εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου, όπως ήδη αναφέραμε, συμβαίνει μετά την Πεντηκοστή. Αποδέκτης αυτής της εμφάνισης είναι ο Απόστολος των Εθνών Παύλος. Αναφέρει ο ίδιος στην Α΄ Προς Κορινθίους Επιστολή του: «έσχατον δε πάντων ωσπερεί τω εκτρώματι ώφθη καμοί» (Α΄ Κορ. 15,8). Στο ίδιο σημείο της Επιστολής του ο Απόστολος Παύλος μνημονεύει και άλλες εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου: «ώφθη Κηφά, είτα τοις δώδεκα• έπειτα ώφθη επάνω πεντακοσίοις αδελφοίς εφάπαξ… έπειτα ώφθη Ιακώβω, είτα τοις αποστόλοις πάσιν». Η παράθεση των εμφανίσεων αυτών και κυρίως η αναφορά στην εμφάνιση πέραν των πεντακοσίων ανθρώπων θέλει να καταδείξει το αδιαμφισβήτητο των εμφανίσεων του Αναστάντος Κυρίου. Το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων που είδαν τον Αναστημένο Κύριο βεβαιώνει ότι η Ανάσταση είναι γεγονός πραγματικό και όχι μια απλή φαντασία των μαθητών. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι η εμφάνιση του Κυρίου στον Απόστολο Παύλο δεν είχε την ίδια διάσταση με τις υπόλοιπες εμφανίσεις, καθώς αυτή γίνεται όπως ήδη αναφέραμε μετά την Πεντηκοστή, άρα ο Κύριος ήδη αναλήφθηκε στους ουρανούς. Σε όλες τις προηγούμενες εμφανίσεις ο Κύριος παρουσιάζεται σωματικά στους μαθητές του, ενώ στην περίπτωση αυτή ο Απόστολος Παύλος βλέπει φως, το οποίο και τον τυφλώνει και ακούει τη φωνή του Κυρίου.
Ο Απόστολος Παύλος ήταν φανατικά προσκολλημένος στην Ιουδαϊκή θρησκεία και καταδίωκε μανιωδώς τους χριστιανούς. Λέγει χαρακτηριστικά και πάλιν ο ίδιος: «ουκ ειμί ικανός καλείσθαι απόστολος, διότι εδίωξα την εκκλησίαν του Θεού» (Α΄ Κορ. 15,9). Ο φοβερός διώκτης όμως της Εκκλησίας έμελλε να γίνει ο μεγαλύτερος κήρυκας του ευαγγελίου μετά την μεταστροφή του στην αληθινή πίστη. Πορευόμενος λοιπόν ο διώκτης Σαούλ στη Δαμασκώ για να συνεχίσει το αντίθεο έργο του: «περιήστραψεν αυτόν φως από του ουρανού, και πεσών επί την γην ήκουσε φωνήν λέγουσαν αυτώ, Σαούλ Σαούλ, τι με διώκεις; είπε δε τις ει, Κύριε; ο δε Κύριος είπεν, εγώ ειμι Ιησούς ον συ διώκεις» (Πραξ. 9,3-4). Η εμπειρία του αυτή στάθηκε η αιτία της μετατροπής του από φοβερό διώκτη σε φλογερό κήρυκα της Ανάστασης του Ιησού Χριστού.
Οι εμφανίσεις αυτές του Αναστάντος Κυρίου που μαρτυρούνται μέσα στην Καινή Διαθήκη είχαν διπλό σκοπό, αφενός μεν για να βεβαιωθούν και πειστούν πέραν πάσης αμφιβολίας οι μαθητές ότι ο Κύριος «ανέστη όντως» και αφετέρου να λάβουν από τον ίδιο τον Αναστάντα Κύριο την εντολή, αλλά και τη δύναμη να κηρύξουν στα πέρατα της οικουμένης το ευαγγέλιο. Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι ο Κύριος μετά την Ανάληψή του εγκαταλείπει την Εκκλησία, αφού η Εκκλησία ουσιαστικά είναι το αναστημένο Σώμα του Κυρίου. Ο Αναστάς Κύριος είναι η κεφαλή της Εκκλησίας που κατευθύνει την πορεία της μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Και ενώ η Εκκλησία κινείται και πορεύεται μέσα στα σχήματα του κόσμου τούτου και του χρόνου, την ίδια στιγμή ξεπερνά το χρόνο και δίνει την εσχατολογική διάσταση του Αναστάσιμου μηνύματος. Ο Αναστάς Κύριος συνέτριψε τα δεσμά της φθοράς και του θανάτου και άνοιξε τις πύλες της αιώνιας και ατελεύτητης βασιλείας του. Αυτή τη χαρμόσυνη και ελπιδοφόρα αλήθεια βιώνουμε σε κάθε θεία λειτουργία, κατά την οποία ο Κύριος είναι παρών και η Ανάστασή του είναι μια πραγματικότητα. Λέγει χαρακτηριστικά η ευχή της θείας λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου: «Έσχομεν του θανάτου σου την μνήμην• είδομεν της αναστάσεώς σου τον τύπον• ενεπλήσθημεν της ατελευτήτου ζωής…».
Μητρόπολη Κωνσταντίας – Ιεροδιακόνου Αυγουστίνου Καρά

Συναξαριστής της 11ης Μαίου


Ὁ Ἅγιος Μώκιος ἱερομάρτυρας

 


Φῶς, μέσα στὸ εἰδωλολατρικὸ σκοτάδι τῆς Ῥώμης, ἦταν ὁ Εὐφράτιος καὶ ἡ Εὐσταθία (ἐπὶ Διοκλητιανοῦ 284-304). Οἱ εὐσεβεῖς αὐτοὶ γονεῖς μεταλαμπάδευσαν τὸ φῶς αὐτὸ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ στὸ γιό τους Μώκιο.

Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ μικρὴ ἀκόμα ἡλικία, ὁ Μώκιος εἶχε μεγάλο πόθο νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ ἐκπληρώσει τὸν ἱερὸ αὐτὸ πόθο του. Ἀφοῦ σπούδασε μὲ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ καταρτίσθηκε ὅπως ἔπρεπε στὴ γνώση καὶ μετάδοση τῶν θρησκευτικῶν ἀληθειῶν, σὲ κατάλληλη ἡλικία ἔγινε κληρικός.

Ἀργότερα, οἱ ἄριστες ὑπηρεσίες του στὴν Ἐκκλησία τὸν ἀνέβασαν στὸ ἀξίωμα τοῦ ἐπισκόπου Ἀμφιπόλεως (Θρᾴκης). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ὁ Μώκιος ἐξαπέλυσε καυστικοὺς ἐλέγχους ἐνάντια στὸ ψέμα τῆς εἰδωλολατρίας. Ἐπίσης, ἀγωνίστηκε πυρετωδῶς νὰ ἐνισχύσει τὴν πίστη καὶ τὴν ὑπομονὴ τῶν πιστῶν τῆς ἐπισκοπῆς του.

Πάντα, βέβαια, μὲ σκοπὸ «τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ». Δηλαδή, μὲ σκοπὸ νὰ καταρτίζονται οἱ χριστιανοὶ καὶ νὰ ἐπιτελεῖται τὸ ἔργο τῆς διακονίας, μὲ τὸ ὁποῖο οἰκοδομεῖται τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ἔντονη, ὅμως, διακονικὴ δράση τοῦ Μωκίου, προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ εἰδωλολάτρη ἐπάρχου Λαοδικίου, ποὺ τὸν βασάνισε μὲ ποικίλους τρόπους. Ἀργότερα, ἄλλος ἔπαρχος, ὁ Μάξιμος, τοῦ ἔσχισε τὶς σάρκες καὶ τὸν ἔριξε τροφὴ στὰ θηρία. Ἔβλεπε, ὅμως, ὅτι πάντα ὁ Μώκιος ἔβγαινε ζωντανός. Τότε τὸν ἔστειλε δέσμιο στὸ Βυζάντιο, ὅπου τὸν ἀποκεφάλισαν, καὶ ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεὺς ὢν τῆς δόξης, θυσίαν λογικήν, καὶ ὁλόκληρον θῦμα, ἀθλήσεως ἄνθραξι, σεαυτὸν προσενήνοχας· ὅθεν Μώκιε, διπλῷ στεφάνῳ σε στέφει, ὁ δοξάσας σε, ὡς δοξασθείς σου τοῖς ἄθλοις, Χριστὸς ὁ φιλάνθρωπος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Καθοπλισθείς, τῷ θυρεῷ τῆς πίστεως, τῶν ἀσεβῶν, τὰς παρατάξεις ἔτρεψας, καὶ ἐδέξω δόξης στέφανον, παρὰ Κυρίου μάκαρ Μώκιε· διὸ μετὰ Ἀγγέλων ἀγαλλόμενος, περίσωζε κινδύνων τοὺς ὑμνοῦντάς σε, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον
Μωκώμενος πλάνην τὴν δυσσεβῆ, ὡς τῆς εὐσεβείας, θεορρήμων ἱερουργός, ᾔσχυνας τοῖς ἄθλοις, ἐν ἀσθενείᾳ Μάρτυς, τοῦ σκότους τὸν προστάτην, Μώκιε ἔνδοξε.


Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος, Φωτισταὶ τῶν Σλάβων

 


Δυὸ ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες προσωπικότητες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας γενικότερα κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἀπὸ εὐγενικὴ οἰκογένεια. Ὁ πατέρας τους ἦταν ἀξιωματοῦχος τοῦ Βυζαντίου στὴ Θεσσαλονίκη.

Ὁ μικρότερος Κωνσταντῖνος (Κύριλλος) γεννήθηκε περὶ τὸ 827, ἐνῷ ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του Μεθόδιος τὸ 815. Ἔχασαν τὸν πατέρα τους σὲ μικρὴ ἡλικία, ἀλλὰ ὁ λογοθέτης Θεόκτιστος ἀνέλαβε ὑπὸ τὴν κηδεμονία του τὸν Κωνσταντῖνο καὶ φρόντισε νὰ σπουδάσει στὴν Κωνσταντινούπολη.

Ἀντίθετα ὁ Μεθόδιος προτίμησε τὸν διοικητικὸ κλάδο καὶ διορίστηκε «διοικητὴς σλαβικῆς τινὸς ἡγεμονίας». Στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ Κωνσταντῖνος προφανῶς μαθήτευσε κοντὰ στὸν Φώτιο καὶ πιθανότατα τὸν διαδέχτηκε ὅταν ὁ Φώτιος διορίστηκε πρωτοσπαθάριος.

Ὁρισμένες ὅμως δυσάρεστες καταστάσεις ἀνάγκασαν τὸν Κωνσταντῖνο νὰ καταφύγει στὴ Μονὴ τοῦ Ὀλύμπου Βιθυνίας, ὅπου προηγουμένως, οἰκειοθελῶς εἶχε καταφύγει καὶ ὁ ἀδελφός του Μεθόδιος. Ὁ Φώτιος, ὅταν ἔγινε Πατριάρχης, ἀνέθεσε στοὺς δυὸ ἀδελφοὺς ἀποστολὴ στοὺς Χαζάρους πρὸς ὑποστήριξιν τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἐνάντια στὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ Μωαμεθανισμό.

Ἡ ἀποστολὴ αὐτὴ εἶχε μέτρια ἐπιτυχία ἀλλὰ εὐρύτερες καὶ ἀξιόλογες συνέπειες ὡς πρὸς τὴν γνώση τῆς πραγματικῆς κατάστασης τῶν χριστιανῶν τῆς Κριμαίας. Ὅταν ἐπέστρεψαν ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν ἀποστολή τους ὁ μὲν Μεθόδιος ἔγινε ἡγούμενος τῆς Μονῆς Πολυχρονίου, ὁ δὲ Κωνσταντῖνος διορίστηκε καθηγητὴς τῆς φιλοσοφίας στὴν πατριαρχικὴ σχολὴ τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων.

Περὶ τὸ 862 κατέφθασε στὴν Κωνσταντινούπολη πρεσβεία ἀπὸ τὸ κράτος τῆς Μοραβίας, σταλμένη ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Ῥαστισλάβο, ποὺ ζητοῦσε ἱεραποστόλους, γνῶστες τῆς σλαβικῆς, ποὺ θὰ κήρυτταν τὸν χριστιανισμὸ στοὺς Μοραβοὺς (οἱ λόγοι ὅμως ἦταν περισσότερο πολιτικοὶ παρὰ θρησκευτικοί).

Τὸ ἱεραποστολικὸ αὐτὸ ἔργο ἀνατέθηκε στοὺς δυὸ ἀδελφούς, ποὺ ἦταν καὶ καλοὶ γνῶστες τῆς σλαβικῆς γλώσσας. Ὁ Κωνσταντῖνος ἐμπνεύστηκε ἀλφάβητο γνωστὸ ὡς γλαγολιτική, στὴν ὁποία μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ἀδελφοῦ του Μεθοδίου καὶ τῶν μαθητῶν του μετέφρασε τὶς Ἅγιες Γραφὲς καὶ τὰ λειτουργικὰ βιβλία.

Οἱ Βυζαντινοὶ ἱεραπόστολοι ἔγιναν δεκτοὶ μὲ ἐνθουσιασμὸ στὴ Μοραβία. Μάλιστα λίγο πιὸ πέρα, ἀναγκάστηκε νὰ βαπτιστεῖ χριστιανὸς καὶ ὁ Βόρις τῶν Βουλγάρων. Παρὰ τὶς δυσχέρειες ποὺ παρενέβαλλαν οἱ Φράγκοι ἐπίσκοποι REGENSBURG καὶ PASSAU, τὸ ἔργο τῶν Βυζαντινῶν ἱεραποστόλων εὐωδοῦτο. Δυστυχῶς ὅμως, ὁ Κωνσταντῖνος πέθανε τὴν 14η Φεβρουαρίου 869 στὴ Ῥώμη, ὅπου εἶχαν πάει μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ Πάπα Νικολάου Α´, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε γίνει μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Κύριλλος. Τάφηκε στὴ Βασιλικὴ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος.

Ὅλο τὸ ἔργο τότε ἔπεσε στὶς πλάτες τοῦ Μεθοδίου. Δυστυχῶς ὅμως γιὰ τὸν Μεθόδιο ἡ πολιτικὴ κατάσταση εἶχε ἀλλάξει ῥιζικὰ στὴ Μοραβία καὶ εἰς βάρος τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ συλληφθεῖ ὁ Μεθόδιος καὶ νὰ φυλακιστεῖ σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς Βαυαρίας στὸν Μέλανα Δρυμὸ γιὰ τρία χρόνια. Ἀπελευθερώθηκε χάρη στὴν ἐπέμβαση τοῦ Πάπα Ἰωάννη Η´.

Κατόπιν πάλι συνάντησε δυσκολίες ἀπὸ τὸν φράγκικο κλῆρο καὶ ἰδίως στὴ χρήση τῆς σλαβικῆς γλώσσας στὴ Θεία Λειτουργία, γιὰ τὴν ὁποία τελικὰ ἔλαβε τὴν ἐπικύρωση τοῦ πάπα. Μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Α´, ὁ Μεθόδιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη (882), ὅπου ἔγινε δεκτός με ἐγκαρδιότητα. Ἔπειτα ἀπὸ δυὸ χρόνια, στὶς 6 Ἀπριλίου 884, ὁ Μεθόδιος πέθανε, ἀφήνοντας διάδοχό του τὸν Μοραβὸ μαθητή του Γοράζδο.

Παρ᾿ ὅλο ποὺ ὁ φράγκικος κλῆρος ὑπονόμευσε σὲ μεγάλο βαθμὸ τὸ ἔργο τῶν δυὸ ἀδελφῶν, ἡ χρυσὴ ἐποχὴ τῆς Βυζαντινῆς ἱεραποστολῆς (9ος καὶ 10ος αἰών) δημιουργήθηκε χάρη στὴ γονιμοποιὸ αὐτὴ ἀναγέννηση, ποὺ ἀποδίδεται στὶς τρεῖς λαμπρὲς προσωπικότητες τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τὸν πατριάρχη Φώτιο καὶ τοὺς δυὸ ἀποστόλους τῶν Σλάβων Κύριλλο καὶ Μεθόδιο.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀποστόλων τὸν ζῆλον ἐπιδειξάμενοι, ἐπὶ τὰς χώρας τῶν Σλάβων Εὐαγγελίου τὸ φῶς, διηυγάσατε λαμπρῶς θείῳ κηρύγματι, Θεσσαλονίκης οἱ βλαστοί, καὶ ἀστέρες φαεινοί, Μεθόδιε σὺν Κυρίλλῳ, αὐτάδελφοι θεηγόροι, Ἐκκλησιῶν ἡ σεμνοπρέπεια.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐξ εὐκλεοῦς ἀναβλαστήσαντες ῥίζης, καὶ ἐν ἁπάσῃ παιδευθέντες σοφίᾳ, Θεσσαλονίκης φοίνικες οἱ πάγκαρποι, ὁ θεόφρων Κύριλλος, καὶ Μεθόδιος ἅμα, ὤφθησαν ¨ομότροποι, τῶν σοφῶν Ἀποστόλων, καὶ τὰς τῶν Σλάβων χώρας ἀληθῶς, θεογνωσίας φωτὶ κατεφώτισαν.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις αὐταδέλφων ἡ ξυνωρίς, Κύριλλε τρισμάκαρ, καὶ Μεθόδιε ἱερέ, τῆς Θεσσαλονίκης, βλαστοὶ οἱ θεοφόροι, καὶ φωτισταὶ τῶν Σλάβων οἱ ἐνθεώτατοι.

 
Ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως

 


Ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος κατέλαβε τὴν πόλη τοῦ Βυζαντίου, τὴν ἔκτισε μεγαλύτερη καὶ τὴν ὀνόμασε Κωνσταντινούπολη. Ἀφοῦ τελείωσε ὅλο τὸ τειχόκαστρο, τὰ σπίτια καὶ τὶς ἱερὲς ἐκκλησίες, ἀφιέρωσε αὐτὴ στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Κατόπιν γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Θεό, γιὰ τὸ μεγαλοπρεπὲς αὐτὸ ἔργο, ἔκανε λιτανεία μὲ τὸν τότε Πατριάρχη, ὅλο τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό.

Ὅταν ἀνέβηκαν στὸν Φόρο, ἔστησαν ἐκεῖ οἱ πολῖτες δικό του ἀνδριάντα, ποὺ μέσα στὸ κεφάλι του ἔβαλαν τὰ καρφιὰ μὲ τὰ ὅποια κάρφωσαν τὸν Χριστό. Στὴ βάση τοῦ ἀνδριάντα τοποθέτησαν τὰ δώδεκα καλάθια, ποὺ μέσα εἶχαν μαζέψει τὰ περισσεύματα τῶν πέντε ἄρτων, ποὺ εὐλόγησε ὁ Χριστὸς καὶ πολλαπλασιάστηκαν. Ἀπὸ τότε λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία, γιορτάζει κάθε χρόνο αὐτὴ τὴν γιορτὴ γιὰ ἀνάμνηση.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Τῆς Θεοτόκου ἡ πόλις, τῇ Θεοτόκῳ προσφόρως, τὴν ἑαυτῆς ἀνατίθεται σύστασιν· ἐν αὐτῇ γὰρ ἐστήρικται διαμένειν, καὶ δι’ αὐτῆς περισώζεται καὶ κραταιοῦται, βοῶσα πρὸς αὐτὴν· χαῖρε ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Ὡς περιόσιος κλῆρος ἡ πόλις σου, προσανατίθεται Κόρη τῇ σκέπῃ σου· ἣν σκέποις ἀμάχῳ ἰσχύϊ σου, σοὶ ἀφορῶσαν Παρθένε καὶ κράζουσαν· Σὺ εἶ τοῦ λαοῦ σου ἀσφάλεια.

Μεγαλυνάριον
Πόλις ἡ περίοπτος τοῦ Χριστοῦ, Κεχαριτωμένη, Παντευλόγητε Μαριάμ, ἥνπερ ἔσχες πόλιν, ὡς σχοίνισμα καὶ κλῆρον, φυλάττοις τε καὶ σώζοις, τῇ προμηθείᾳ σου.

 
Ὁ Ἅγιος Διόσκορος ἢ Διοσκορίδης, ὁ Νέος

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σμύρνη καὶ σ᾿ αὐτὴ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστό. Ἡ μανία τῶν εἰδωλολατρῶν κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ἄναβε περισσότερο τὸ ζῆλο του γιὰ τὴν ἁγία μας πίστη. Καταγγέλθηκε λοιπὸν σὰ χριστιανός. Ὁμολόγησε ὅτι ἦταν καὶ θὰ μείνει ἀμετακίνητος στὴν ἱερὴ ὁμολογία του.

Μὲ τὴν ἰδέα ὅτι οἱ βαρεῖες φυλακίσεις θὰ δάμαζαν τὸ φρόνημά του, τὸν ἔριξαν στὴν πιὸ ἄθλια καὶ σκοτεινὴ φυλακή. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ πάλι διακήρυττε, ὅτι μέχρι τὴν τελευταία του πνοὴ θὰ μείνει πιστὸς στὸν Ἰησοῦ του, τὸν θανάτωσαν μὲ ἀποκεφαλισμό.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀργυρὴς ἢ Ἀργυρός

 


Γεννήθηκε στὴν Ἐπανωμὴ τῆς Θεσσαλονίκης τὸ 1788. Παιδὶ ἀκόμα πῆγε στὴ Θεσ/νίκη, ὅπου ἔπιασε δουλειὰ κοντὰ σ᾿ ἕναν ῥάφτη. Κάποτε μπῆκε σὲ κάποιο καφενεῖο καὶ μὲ θάῤῥος ἤλεγξε ἕναν ἀρνησίθρησκο. Τὸν προέτρεψε μάλιστα νὰ μετανοήσει καὶ νὰ ἐπανέλθει στὸν χριστιανισμό.

Ἀπὸ τὴν τόλμη του αὐτή, πῆραν ἀφορμὴ οἱ γενίτσαροι, συνέλαβαν τὸν Ἀργυρή, τὸν βασάνισαν καὶ τὸν παρέδωσαν στὸν κριτή, ποὺ διέταξε τὴν ἄμεση φυλάκισή του. Σὲ κάθε προσπάθεια τοῦ κριτῆ, ὁ νεομάρτυρας παρέμενε σταθερὸς στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἔτσι θανατώθηκε μὲ ἀπαγχονισμὸ σὲ ἡλικία 18 χρονῶν, στὴν τοποθεσία Καμπάνι τὴν 11η Μαΐου 1806.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Χαίρει ἔχουσα, Ἐπανομὴ σε, θεῖον βλάστημα, καὶ πολιοῦχον, Νεομάρτυς τοῦ Σωτῆρος Ἀργύριε, καὶ τὴν ἁγίαν σου ἄθλησιν μέλπουσα, τῇ σῇ πρεσβείᾳ προστρέχει κραυγάζουσα. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον 

Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀθλήσας Ἅγιε ἐσχάτοις χρόνοις, τὸν Χριστὸν ἐδόξασας, θανατωθεὶς ὑπὲρ Αὐτοῦ· διὸ πιστῶς σε γεραίρομεν, ὡς Ἀθλοφόρων Ἀργύριε σύσκηνον.

Ὁ Οἶκος 
Ὡς κρῖνον ἔφυς τοῦ ἀγροῦ, λειμῶνι εὐσεβείας, καὶ εὐωδίαν μυστικήν, τῇ σῇ ἀθλήσει τῇ στεῤῥᾷ, διέπνευσας τῷ κόσμῳ, Νεομάρτυς τοῦ Χριστοῦ παναοίδιμε σὺ γὰρ νεότητος ἄνθος, καὶ τὰ ἐν κόσμῳ τερπνὰ καὶ ἡδέα, θεόφρονι πάρειδες λογισμῷ, οἷα σφαλλόμενα πάντα· καὶ πίστει στρατευθεὶς τῷ Χριστῷ, τῆς ἀληθείας τοῖς ὅπλοις κατηκόντισας, τῶν ἀντικειμένων τὴν παράταξιν τῇ τελεία γὰρ πυρπολούμενος ἀγάπη, ἐξαγαγεῖν τοῦ βυθοῦ τῆς ἀπωλείας ἠβουλήθης, τὸν οἰκτρῶς ἐξολισθήσαντα, καὶ μαρτυρίου ὑπεισῆλθες τὸ στάδιον, μεγαλοφώνως βοῶν: Χριστιανός εἰμι ὦ ἄνομοι. Καὶ μαστίγων πεῖραν ἐνέγκας, καὶ ἀλγηδόνας ὑποστάς, τῷ δι’ ἀγχόνης θανάτῳ, ταῖς οὐρανίαις συνήφθης τάξεσι· διὰ πιστῶς σε γεραίρομεν, ὡς Ἀθλοφόρων Ἀργύριε σύσκηνον.

Κάθισμα 
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Εὐσεβείας τοῖς τρόποις κόσμων τὸν βίον σου, Μαρτυρικῆς εὐκληρίας λαμπρῶς ἠξίωσαι, ἐναθλήσας ἀνδρικῶς Μάρτυς Ἀργύριε· καὶ νῦν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, ἀπολαύων νοερῶς, ἱκέτευε σὺν Ἀγγέλοις, διδόναι λύσιν πταισμάτων, τοῖς ἑορτάζουσι τὴν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον 
Χαίροις εὐσεβείας νέον φυτόν, Ἀργύριε Μάρτυς, Ὀρθοδόξων ἡ καλλονὴ, χαίροις τῶν Μαρτύρων, ἰσότιμος ἐν δόξῃ, Ἐπανομῆς τὸ ἄνθος, τὸ εὐωδέστατον.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀρμόδιος

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του σημειώνεται στὸν Κώδικα Κρυπτοφέρης (11ου αἰῶνα), ὅπου καὶ ἡ Ἀκολουθία του ἀπὸ τὸν Ἀρσένιο.




Ἡ Ὁσία Ὀλυμπία καὶ ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη

Ἡ Ὁσία Ὀλυμπία καὶ ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη ἔζησαν τὸν ΙΓ´ αἰῶνα καὶ παρέδωσαν τὴν ψυχή τους μὲ μαρτυρικὸ θάνατο στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1235. Ἡ Ὀλυμπία γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς ποὺ καταγότανε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ πατέρας της ἦταν ἱερεὺς καὶ ἡ μητέρα της κόρη ἱερέως.

Ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, ἔφυγαν καὶ κατοίκησαν στὴν Πελοπόννησο. Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν ἡ Ὀλυμπία ἔχασε τοὺς γονεῖς της καὶ οἱ συγγενεῖς της τὴν ἔστειλαν στὸ μοναστήρι τῶν Καρυῶν τῆς Θερμῆς, τὴν σημερινὴ ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ῥαφαήλ, ὅπου ἡ τότε ἡγουμένη Δωροθέα ἦταν θεία τῆς Ὀλυμπίας. Σὲ ἡλικία 19 ἐτῶν ἔγινε ἡ Ὀλυμπία μοναχὴ καὶ σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν, ὅταν ἀπέθανε ἡ θεία της, ἔγινε ἡγουμένη.

Ἔπειτα ἀπὸ δέκα χρόνια, στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1235, πειρατὲς ἦλθαν στὴ Μυτιλήνη, πῆγαν στὸ μοναστήρι, διασκόρπισαν τὶς τριάντα μοναχὲς καὶ ὅσες δὲν πρόλαβαν νὰ φύγουν, τὶς κακοποίησαν. Τὴν ἡγουμένη καὶ μία γερόντισσα Εὐφροσύνη τὶς βασάνισαν φοβερά. Τὴν Εὐφροσύνη, ἀφοῦ τὴν κρέμασαν σὲ δένδρο, τὴν ἔκαψαν. Τὴν Ὀλυμπία τὴν ἔκαυσαν σ᾿ ὅλο τὸ σῶμα μὲ λαμπάδες καὶ ἔπειτα πέρασαν πυρωμένη σιδηρόβεργα στὰ αὐτιά της καὶ τέλος κάρφωσαν τὸ βασανισμένο σῶμα της μὲ εἴκοσι καρφιὰ σὲ μία σανίδα καὶ ἔτσι μὲ τὴν σανίδα τὸ ἐνταφίασαν μετὰ τὴν ἀναχώρηση τῶν πειρατῶν.

Ὁ βίος καὶ τὸ μαρτύριο τῶν δυὸ τούτων ἁγίων γυναικῶν ἔγιναν γνωστὰ κατὰ τὸ ἔτος 1959, ὅταν βρέθηκαν τὰ σεπτὰ λείψανα τῶν ἁγίων τῆς Θερμῆς καὶ ἔγινε γνωστὴ μὲ θεῖες ἀποκαλύψεις ἡ ἱστορία τους, ὅπως καὶ οἱ τάφοι μὲ τὰ σεπτὰ λείψανά τους. Στὸν τάφο τῆς ἁγίας Ὀλυμπίας βρέθηκαν καὶ τὰ εἴκοσι καρφιὰ μὲ τὰ ὅποια τὴν εἶχαν καρφώσει.

 
Ὁ Ὅσιος Ἀγγελάριος Ἀρχιεπίσκοπος καὶ φωτιστὴς Βοημίας

Ὁ Ὅσιος Ἀγγελάριος ἦταν συνεργάτης καὶ βοηθὸς τῶν Ἁγίων Ἰσαποστόλων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου. Ἔζησε καὶ ἔδρασε κατὰ τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Ἀγγελάριος ἦρθε στὴ Βουλγαρία, ὅπου καὶ κοιμήθηκε ὀσιακὰ μετὰ ἀπὸ τὶς μύριες διώξεις καὶ κακουχίες τῶν Φράγκων κληρικῶν καὶ τῶν Γερμανῶν στρατιωτῶν.

Τὸ 1742 μ.Χ. ἐκδόθηκε στὴ Μοσχοπόλη τῆς Μακεδονίας «Ἀκολουθία τῶν ἁγίων ἑπταρίθμων, ποιηθεῖσα παρὰ τοῦ ἐν ἱερομονάχοις Γρηγορίου Μοσχοπολίτου», στὴν ὁποία βέβαια ἀναγράφεται ὅτι ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Ἰσαποστόλων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου καὶ τῶν σὺν αὐτοῖς ἑορτάζεται στὶς 17 Ἰουλίου.

 
Ὁ Ἅγιος Βάσσος, ὁ ἐν Ἡράκλειᾳ Θρᾴκης, Μάρτυρας
 

 
Οἱ Ἅγιοι Βάσσος, Μάξιμος καὶ Φάβιος, Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βάσσος, Μάξιμος καὶ Φάβιος μαρτύρησαν στὴ Ρώμη, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284-305 μ.Χ.).

 
Ὁ Ὅσιος Νικόδημος Ἀρχιεπίσκοπος Σέρβων (+ 1325)

Ὁ Ὅσιος Νικόδημος, Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας, ἦταν ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδραρίου τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τὸ 1316. Τὸ 1319 μετέφρασε τὸ Τυπικό του Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἠγιασμένου τῆς Ἱερουσαλὴμ στὴ Σλαβονικὴ γλώσσα καὶ ἀπαίτησε νὰ χρησιμοποιεῖται ἀνελλιπῶς στὴν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας. Ὁ Ὅσιος Νικόδημος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1325.

 
Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἔγκλειστος, Ῥῶσος

Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὸν 13ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Κιέβου. Φοροῦσε τρίχινα ροῦχα καὶ μία βαριὰ σιδερένια ζώνη καὶ διάβαζε καθημερινὰ ὁλόκληρο τὸ Ψαλτήρι. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. (Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Σωφρονίου ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὶς 11 Μαρτίου).

 
Ὁ Ὅσιος Χριστόφορος ἐκ Γεωργίας

Ὁ Ὅσιος Χριστόφορος ἦταν μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ στὴν ἔρημο τοῦ Δαβιδγκαρέτζι, τὴ «Θηβαΐδα τῆς Γεωργίας». Ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1871.

 
Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος, κατὰ κόσμον Θεόδωρος Γκουμπίν, γεννήθηκε σὲ ἱερατικὴ οἰκογένεια στὸ χωριὸ Μάκοβετς, κοντὰ στὴν Ταρούσσα, τῆς ἐπαρχία Καλούγκα. Τὸ 1838 σπούδασε στὸ θεολογικὸ σεμινάριο τῆς Καλούγκα καὶ ἀργότερα εἰσῆλθε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Στὶς 8 Μαρτίου 1842 ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Θεοφύλακτος. Στὶς 15 Μαρτίου τοῦ ἰδίου ἔτους χειροτονήθηκε διάκονος καὶ στὶς 28 Ἰουνίου πρεσβύτερος.

Ἀφοῦ δίδαξε σὲ διάφορες θεολογικὲς σχολές, ἐξελέγη στὶς 10 Φεβρουαρίου 1863 Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως. Ἀναδείχθηκε ἀληθινὸς ποιμένας καὶ διέπρεψε στὸν ἀσκητικό του βίο.
Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1872.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Χάρκωβ

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀλέξανδρος, κατὰ κόσμον Θεοφάνεβιτς Πετρόφσκϊυ, γεννήθηκε στὴν πόλη Λοὺκ τῆς περιοχῆς τῆς Βολυνίας τὸ 1851. Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὸ τμῆμα Νομικῆς, μετὰ τὸν θάνατο τῆς μητέρας του παραδόθηκε σὲ μία ζωὴ ἔκλυτη. Μία ἡμέρα τοῦ παρουσιάσθηκε στὸν ὕπνο ἡ νεκρή του μητέρα, ποὺ ὁ νέος τὴν ἀγαποῦσε πάρα πολὺ καὶ τοῦ ζήτησε νὰ ἀλλάξει ζωὴ καὶ νὰ μπεῖ σὲ μοναστήρι. Ὁ Ἀλέξανδρος ὑπάκουσε στὴν αἴτησή της, ἄφησε τὸν κόσμο καὶ ἔγινε μοναχός.

Μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1917 ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἀλέξανδρος μαζὶ μὲ ἄλλους ἱερωμένους τῶν ὁποίων οἱ ἐκκλησίες εἶχαν κλείσει, βρῆκε καταφύγιο στὴ γυναικεία μονὴ τοῦ Κοζέλσκινσκϊυ, στὴν ἐπαρχία τῆς Πολτάβα. Ἐξαιτίας τῶν διωγμῶν πενήντα μοναχὲς ἐγκατέλειψαν τὸ μοναστήρι καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Πσέλ, ὅπου ἵδρυσαν μία σκήτη. Ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν ὁ ἐξομολόγος τους. Μὲ τὸ κλείσιμο ὅλων τῶν μοναστηριῶν καὶ τὶς ἐκκλησίες ἐκείνης τῆς περιοχῆς, ἡ σκήτη παρέμεινε τὸ μοναδικὸ κέντρο ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, προσελκύοντας ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ πιστῶν μὲ τὴν εὐκαιρία τῶν διαφόρων τελετῶν. Τὸ 1932 ἡ σκήτη λεηλατήθηκε ἀπὸ τὶς σοβιετικὲς ἀρχές. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν καταστροφὴ ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἀλέξανδρος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τοῦ Οὐμὰνκ καὶ συνενώθηκε μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία τῆς ὁποίας ἡγεῖτο ὁ Μητροπολίτης Σέργιος Σταρογκορόντσκϊυ. Τὸ 1933 μεταφέρθηκε στὴ θέση τῆς Βινίτσα καὶ τὸ 1937 στὴν ἀρχιεπισκοπὴ τοῦ Χάρκωβ.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος γρήγορα κέρδισε τὴν στοργὴ καὶ τὴν ἐκτίμηση τῶν πιστῶν τοῦ ποιμνίου του. Ἡ κοινωνικότητα, ἡ ζωντάνια καὶ τὸ μειλίχιο ὕφος του συνοδεύονταν ἀπὸ τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπιλύει μὲ ἁπλότητα καὶ σοφία τὶς διαμάχες καὶ νὰ παρακινεῖ τοὺς ἐνορίτες στὴν πίστη καὶ στὴ χριστιανικὴ ζωὴ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν διώξεων.

Κατὰ τὸ 1930 οἱ ἐκκλησίες τοῦ Χαρκώβ, ποὺ εἶχαν ἐναπομείνει, ἦταν σὲ μεγάλο βαθμὸ στὰ χέρια τῶν ἱερέων ποὺ καθοδηγοῦνταν ἀπὸ τὴν «Ἀναδιοργάνωση» (Obnovlency) ἢ τὴν Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας. Μονάχα ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴ Λυσάγια Γκόρα, ἕνα μακρινὸ προάστιο τῆς πόλεως, ἀνῆκε στὴν κοινότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ἐδῶ, χάρη στὸν ποιμαντικὸ ζῆλο τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου, ἐξελισσόταν μία ζωντανὴ ἐκκλησιαστικὴ δραστηριότητα. Κάθε ἑβδομάδα οἱ ἱερὲς Ἀκολουθίες τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξάνδρου συγκέντρωναν χιλιάδες ἀνθρώπων καὶ κάθε Κυριακὴ ἡ Θεία Κοινωνία διαρκοῦσε ἀρκετὲς ὧρες. Ἐπίσης, πάντοτε τὴν Κυριακή, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος βάπτιζε δεκάδες ἀνθρώπων (μερικὲς φορὲς μέχρι καὶ ἑκατὸν εἴκοσι).

Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀφύπνιση τῶν κατοίκων τοῦ Χάρκωβ καὶ ὁ ἐνθουσιασμὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου προκάλεσαν τὴν ἀποδοκιμασία τῶν ἀρχῶν. Στὶς 28 Ἰουλίου 1938 ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ στὶς 17 Ἰουνίου 1939 καταδικάσθηκε ἀπὸ τὸ στρατοδικεῖο σὲ δεκαετὴ φυλάκιση μὲ τὴν κατηγορία τῆς «ἀντιεπαναστατικῆς προπαγάνδας». Στὶς 5 Ἰανουαρίου 1940 αὐτὴ ἡ καταδίκη ἀποσύρθηκε καὶ ἡ περίπτωση τοῦ Ἀλεξάνδρου τέθηκε σὲ συμπληρωματικὴ ἔρευνα. Ἀλλὰ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος δὲν ἄντεξε τὴν διάρκεια τῆς προφυλακίσεώς του καὶ πέθανε στὶς 24 Μαΐου τοῦ 1940 στὸ ἀναρρωτήριο τῆς φυλακῆς. Μέσα ἀπὸ μεγάλες δυσκολίες καὶ κινδύνους, οἱ πιστοὶ κατόρθωσαν νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν φυλακὴ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσουν μυστικὰ στὸ κοιμητήριο Ζαλγιούτνσκϊυ τοῦ Χάρκωβ. Ἔκτοτε ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου ἔγινε τόπος ἱεροῦ προσκυνήματος καὶ γιὰ πολλὰ χρόνια οἱ πιστοὶ τοῦ Χάρκωβ συνέχισαν νὰ ἐναποθέτουν στὸν τάφο του λουλούδια.
Τὸ 1993, ἡ Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας (Πατριαρχεῖο Μόσχας) ἐπεκύρωσε τὴν τοπικὴ τιμὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς Οὐκρανίας. Ἡ ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου τελεῖται, ἐπίσης, τὴν ἡμέρα ποὺ ἀφιερώθηκε στὴ μνήμη τῶν Νεομαρτύρων τῆς Σλομπόντσκαγια Οὐκρανίας, τὴν 9η Μαΐου.

 
Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἰωσήφ, πρῶτος Μητροπολίτης Ἀστραχάν, γεννήθηκε στὸ Ἀστραχὰν τὸ 1579 μ.Χ. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἁγίας Τριάδος Ἀστραχὰν σὲ ἡλικία πενήντα δύο ἐτῶν.

Τὸ 1656 μ.Χ. ἐξελέγη Μητροπολίτης Ἀστραχάν. Στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1672 μ.Χ. καὶ κατὰ τὴν διάρκεια μία ἐπαναστάσεως τῶν κατοίκων τῆς πόλεως, ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ τελειώθηκε μαρτυρικά. Τὸ μαρτύριό του καταγράφηκε μὲ λεπτομέρεια ἀπὸ δύο αὐτόπτες μάρτυρες, ἱερεῖς τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Ἀστραχάν, τὸν π. Κύριλλο καὶ τὸν π. Πέτρο.

Οἱ ἱερεῖς πῆραν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Ἱερομάρτυρα, τὸ ἔνδυσαν μὲ ἀρχιερατικὰ ἄμφια καὶ τὸ τοποθέτησαν σὲ ἕνα ἑτοιμασμένο μνημεῖο. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, μετὰ τὴν τέλεση τῆς Πανυχίδος, τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκε στὸ παρεκκλήσι καὶ παρέμεινε ἄταφο γιὰ ἐννέα ἡμέρες. Τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου τοποθετήθηκαν μέσα σὲ μνημεῖο καὶ ἐπιτελοῦσαν θαύματα σὲ ἐκείνους ποὺ προσέτρεχαν μὲ πίστη.

Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ἁγιοποιήθηκε στὴν Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας κατὰ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1918 μ.Χ.

Το σταυρό που σηκώνουμε μας τον διάλεξε Ο Χριστός

Πριν σου στείλει ο Θεός τον Σταυρό που σηκώνεις, τον κοίταξε με τα πάνσοφα μάτια Του, τον εξέτασε με τη Θεία λογική Του, τον ήλεγξε με την ατελείωτη δικαιοσύνη Του, τον θέρμανε στη γεμάτη αγάπη καρδιά Του, τον ζύγισε καλά με τα στοργικά Του χέρια μην τυχόν και πέσει βαρύτερος απ' όσο μπορείς να σηκώσεις.
Κι αφού υπελόγισε το θάρρος σου, τον ευλόγησε και τον απίθωσε στους ώμους σου. Μπορείς να τον σηκώσεις! Κράτησέ τον κι ανέβαινε από το Γολγοθά προς την Ανάσταση

Και μια ιστορία
Ενας πιστος και ευσεβης Χριστιανος, ηταν αρρωστος για αρκετο καιρο,περνωντας συχνα ατελειωτες ωρες μονος.
Κοιταζε την εικονα του Χριστου και προσευχοταν.Σε μια στιγμη λεγει,"Χριστε μου,ενταξει να μου δωσεις Σταυρο,αλλα οχι τοσο βαρυ ,εναν Σταυρο που να μπορω να τον σηκωσω".
Του απαντα ο Χριστος,"ελα να διαλεξεις εσυ τον Σταυρο σου",και τον παιρνει και τον πηγαινει σε μια κοιλαδα,οπου ηταν ενα μεγαλο πληθος Σταυρων. Αλλοι μεγαλοι,αλλοι μικροι,αλλοι σιδερενιοι,αλλοι πετρινοι,αλλοι ξυλινοι,αλλοι αγκαθωτοι. Πληθος ανθρωπων τους κρατουσαν,αλλος στον ωμο,αλλος στην πλατη,αλλος σερνομενος .
Μερικοι ανθρωποι ηταν γεροι,αλλοι ηταν νεοι ,αλλοι παιδακια.
Του λεει λοιπον ο Χριστος,"διαλεξε τον Σταυρο σου". Ψαχνει λοιπον με το βλεμμα του ο φιλος μας,αγγιζει μερικους Σταυρους,δοκιμαζει να τους σηκωσει,τιποτα,ο ενας πιο βαρυς απο τον αλλον.
Ξαφνικα πεφτει το βλεμμα του σε ενα μικρο Σταυρουλακι απο φελο,που ηταν μισοσκεπασμενο απο ενα θαμνο.
"Νατος !" λεει ολοχαρος,"τον βρηκα ! αυτον το Σταυρο θελω ! "
"Μα παιδι μου", λεγει ο Κυριος, "αυτον ακριβως το Σταυρο σου εχω δωσει,αυτος ειναι ο δικος σου Σταυρος !".
πηγή

Αιωνιότητα (από επιστολή του οσίου Θεοφάνη του Έγκλειστου)




«Οι ώρες της ζωής του καθενός είναι μετρημένες. Μακάριος εκείνος που διαρκώς περιμένει την ώρα του θανάτου και καθημερινά ετοιμάζεται.

Ποιος είναι ικανός να πει: ‘’Εαν γαρ και πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσομαι κακά, ότι Συ μετ’ εμού εί’’; Εκείνος που στην ζωή του κοπίασε και κοπιάζει να ευαρεστήσει τον Κύριο. Γι’ αυτόν ο θάνατος είναι μία μετάβασις σε άλλη περιοχή γεμάτη παρηγοριά. Εκεί θα μπορεί να ψάλλει: ‘’Κύριε, κατά το πλήθος των οδυνών μου εν τη καρδία μου, αι παρακλήσεις σου εύφραναν την ψυχήν μου’’.

Βέβαια το πλησίασμα του θανάτου ίσως δημιουργεί κάποιο φόβο. Ας έχετε όμως θάρρος. Ο Κύριος νίκησε τον θάνατο. Αυτός θα αναδείξει νικητή κάθε πιστό.

Ο εχθρός θα κάνει την τελευταία επίθεσή του. Ο πιστός που ετοιμάστηκε, δεν θα δειλιάσει, αλλά θα παραδώσει τον εαυτό του στον Κύριο. Άγγελοι θα πλησιάσουν και θα απομακρύνουν κάθε δαιμονική επήρεια. Δεν βαδίζουμε προς το άγνωστο και η ελπίδα μας δεν θα μας πλανέψει.

Εάν πραγματικά ήλθε η ώρα να αναχωρήσετε και εάν αξιωθείτε να εισέλθετε στην βασιλεία των ουρανών, προσευχηθείτε και για μας να μας χαρίσει ο Κύριος μετάνοια και διόρθωση.

Η ευλογία του Θεού μαζί σας».

(Από το βιβλίο ‘’Απάνθισμα Επιστολών’’, του οσίου Θεοφάνη, σελ. 45- 46). 

Η προφητεία του Αγίου Αγαθαγγέλου (1276 μ.Χ.)



Ήκουσα φωνή υπό της Άρκτου ερχομένης, λεγούσης ούτω: Ρωσία, ξύπνησεν γε ουν εκ του ύπνου. Προς εσέ ο λόγος του Αγγέλου και εν τη πρωία του ηλίου αμπλησθήσεται ελαίου η λάμπα σου και πρίν ο ήλιος φανή εν τω ανατολικό ζωδίω, συ μεν εκμανής έση. Ω φίλη, ιδού τα αριστοπολεμικά σου όργανα, πληρούσι τους αιθέρας μελωδίας. Οι πολεμισταί και οι ήρωες σου ψάλλουσι τα νικητήρια, προσκαλούντες σε αναμορφώσαι τον πλανήτην. Επί τε την χερσόνησον έξεις νίκην και διαβείσα την Ματαιώτιδα λίμνη καταθραύσεις την Ταυρικήν και τα πέριξ μέρη των Σκυθών»



Ἡ Ἑλλὰς θὰ γίνει ἐκ νέου ἀπὸ τοὺς Τούρκους θέατρον λῃστειῶν καὶ καταστροφῶν. Οἱ κυβερνῆται καὶ ὁ λαὸς θὰ εὐρεθώσι ἐν στενοχωρῖᾳ μεγάλη. Ὁ ἐχθρὸς θὰ πρόχωρήσει μέχρι τῶν ἐξαμιλίων. Ἀλλὰ ἔπειτα λαὸς τὶς ἀνατολικὸς θὰ ἔλθει πρὸς βοήθεια τῶν Ἑλλήνων, οἵτινες συνερχομένοι εἰς ἑαυτοὺς ἐκ τῆς ταραχῆς τῆς εἰσβολῆς θὰ ἐξέλθουν πανστρατιὰ καὶ θὰ ἐκδιώξουν τοὺς Τούρκους ὄχι μόνο τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ἐξ ὅλης της Εὐρώπης, οἵτινες Τοῦρκοι εὑρίσκουν ἄσυλον μόνον εἰς Μέκκαν. Ἡ δὲ Κωνσταντινούπόλη γίνεται ἐκ νέου πρωτεύουσα τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Χαρά Νικοπούλου

πηγή

Δεν παίρνω βραβείο από κάποιον που υπέγραψε την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας…

Κεραυνός εν αιθρία, το βράδυ της Πέμπτης 9 Μαΐου 2013, για τον βουλευτή Φλώρινας της Νέας Δημοκρατίας, κ. Στάθη Κωνσταντινίδη, σε εκδήλωση του Δήμου Αμυνταίου όπου τιμήθηκαν, εκτός της Χαράς Νικοπούλου, οι Δασκάλες Καραλή Σβάρνα Αρσινόη, Σταγγόλη Ανδρονίκη και Αλεξανδρή Ρούλα, η Ένωση Επιστημόνων Γυναικών Αθηνών, οι μαθητές που πέτυχαν στις Ανώτερες και Ανώτατες Σχολές καθώς και ο τ. Αρχηγός ΓΕΕΘΑ και υπουργός Εθνικής Άμυνας, Φράγκος Φραγκούλης, ο οποίος ήταν κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης.
Η Χαρά Νικοπούλου, ως γνήσια Ελληνίδα στάθηκε στο ύψος της περίστασης και «πάγωσε» τον κυβερνητικό βουλευτή, ο οποίος προσπάθησε κατά την αποχώρησή του να ψελλίσει πως δεν είναι προδότης, λέγοντας «Αν νομίζετε ότι εμείς είμαστε προδότες κάνετε μεγάλο λάθος»…, για να εισπράξει την ψυχρή απάντηση της Χαράς Νικοπούλου, η οποία του είπε λακωνικά, «η ιστορία θα δείξει».
«Αρνούμαι την βράβευση από έναν βουλευτή που παραχωρεί την Εθνική κυριαρχία της Ελλάδας» αναφώνησε με καμάρι η ηρωική δασκάλα του Έβρου, Χαρά Νικοπούλου, η οποία δέχεται πόλεμο τα τελευταία χρόνια από το φασιστικό σύστημα του τουρκικού προξενείου στη Θράκη, ήταν ένα από τα τιμώμενα πρόσωπα, στην καθιερωμένη ετήσια εκδήλωση προς τιμήν των προσώπων που προσέφεραν και προσφέρουν στην Ελλάδα αλλά και στην ορεινή Τ.Κ. Κέλλης του Δήμου Αμυνταίου.
Η Χαρά Νικοπούλου, με την ευθύτητα του λόγου και την σοβαρότητα των πράξεων που την διακρίνει, αρνήθηκε να λάβει την τιμητική πλακέτα από τα χέρια του βουλευτή Ν.Δ. Φλώρινας, Στάθη Κωνσταντινίδη, «από έναν βουλευτή που έχει υπογράψει το ΦΕΚ 240 που παραχωρεί την Εθνική κυριαρχία της Ελλάδας» όπως η ίδια τόνισε, σκορπώντας κατ’ αρχάς την αμηχανία και εισπράττοντας στην συνέχεια το θερμό χειροκρότημα των παρευρισκομένων στην κατάμεστη αίθουσα πολλαπλών χρήσεων της Κοινότητας. 
Μάλιστα το επεισόδιο θα έπαιρνε έκταση αν η ίδια δεν έβαζε «νερό στο κρασί» όταν ο Σ. Κωνσταντινίδης ακολουθώντας την πεπατημένη του κόμματός του προσπάθησε να την προσβάλλει και την αποκάλεσε… Χρυσαυγήτισσα! 
Αργότερα, με δάκρυα στα μάτια, είπε το παράπονο της στον Στρατηγό, Φράγκο Φραγκούλη: «Ρίχτηκε πάνω μου όλη η Τουρκιά, ε, όχι και οι δικοί μας»…
Για όσους έχουν εμπλακεί στον εδώ και χρόνια υπαρκτό σιωπηλό πόλεμο μεταξύ της Ελλάδας και των «φίλων» και γειτόνων, τα τελευταία λόγια της θαρραλέας Χαράς ήταν η αποκάλυψη μιάς μεγάλης αλήθειας, αφού στον δύσκολο και όμορφο αγώνα υπέρ της πατρίδας δεν είναι λίγες οι φορές που αντί να στηριχθούν, δέχονται χτυπήματα από κυβερνητικούς υπαλλήλους, τοπικά κομματόσκυλα, βουλευτές και υπουργούς. 
Και, δυστυχώς, ενώ σημειώνονται δύσκολες αλλά μεγάλες νίκες κατά εκείνων που εποφθαλμιούν την πατρίδα μας, τα πισώπλατα «μαχαιρώματα» αποδεικνύουν πως κάποιοι τοποθετούν τα συμφέροντα των κομμάτων τους πάνω από τα συμφέροντα της πατρίδας… Κι ενώ τα χτυπήματα με τους εχθρούς γίνονται παράσημα, αυτά τα χτυπήματα εκ των έσω είναι που γίνονται πληγές αγιάτρευτες…
Γιατί, όπως μας τραγουδάει και η Χαρούλα Αλεξίου, «είναι άλλο να πεθαίνεις για την Ελλάδα κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει…»
ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ: Εμπρός Έλληνες να καταλάβουν όλοι αυτοί που  πούλησαν την Ελλάδα μας ότι δεν είναι δεκτοί ούτε σαν Έλληνες... από όλους τους υπολοίπους.. Η Χαρά Νικοπούλου μας δείχνει τον δρόμο... Ας ακολουθήσουμε...

Π.Ελπίδιος.Συγκλονιστικό επίκαιρο μήνυμα του Θεού Πατέρα για τα επερχόμενα.

ΓΕΝΕΘΛΙΩΝ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Τῌ ΙΑ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΜΑΪΟΥ

Ἀνάμνησις τῶν γενεθλίων, 

ἤτοι τῶν ἐγκαινίων τῆς Κωνσταντινουπόλεως
, καὶ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Μωκίου.

Τῇ ΙΑ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, 

τὴν ἀνάμνησιν πνευματικῶς ἐπιτελοῦμεν τοῦ Γενεθλίου, 
ἤτοι τῶν Ἐγκαινίων ταύτης τῆς θεοφυλάκτου καὶ βασιλίδος τῶν πόλεων,
 τῆς κατ' ἐξαίρετον ἀνακειμένης τῇ Δεσποίνῃ ἡμῶν, καὶ Ἁγίᾳ Θεοτόκῳ,
 καὶ ὑπ' αὐτῆς διὰ παντὸς σῳζομένης.

Γενεθλίων σῶν δεῖ με τιμᾶν ἡμέραν,
Ἐν σοὶ Πόλις τυχόντα τῶν γενεθλίων.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ,

 Μνήμη 
τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος
 Μωκίου.

Μωκώμενόν σε δεισιδαίμονα πλάνην,
Οἱ δυσσεβεῖς κτείνουσι Μώκιε ξίφει.
Μώκιος ἑνδεκάτῃ κεφαλὴν τμήθη ἀγαθόφρων.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ,

 Μνήμη 
τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Διοσκορίδου ἢ Διοσκόρου.

Παρ' ἡμέραν ζῆν μῦθος ἦν Διοσκόρους,
Διόσκορος δὲ ζῆν ἀεὶ τμηθεὶς ἔχει.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις,

 ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς.
 Ἀμήν.

Συναντώντας τον Αναστάντα Λόγο στην “Τιβεριάδα” της Αφρικής


1344259625-img_3311_500
«Σίμων Ἰωνᾶ φιλεῖς με; » (Ἰωαν. 21,17)
Ταπεινοφρόνως ὑπακούοντας στήν ἀποστολική ἐντολή τοῦ Κυρίου μας: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη… διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν…», πορευόμεθα καί ἐμεῖς ἀνάμεσα σέ «λαούς φυλές καί γλῶσσες», προσπαθῶντας νά μεταφέρουμε τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ,  τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως, τό μήνυμα τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐπαγγελίας τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, δηλαδή, τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν…
Ὅμως αὐτή ἡ πορεία μας κάθε ἡμέρα, κάθε ἄλλο ἀπό τό νά εἶναι εὔκολη προμηνύεται …
Εἶναι γεγονός ὅτι, κάθε στιγμή πορευόμεθα ἀνάμεσα στήν ζωή καί τόν θάνατο, στήν ἀδικία καί τήν φιλανθρωπία, στήν ἀνθρωπιά καί τήν ἀπανθρωπιά…
Ὅσο βαθύτερα προχωρᾶς στήν καρδιά τῆς Ἀφρικῆς τόσο πιό πολύ ὑποφέρεις… καί δέν εἶναι τόσο οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς … εἶναι πού βλέπεις τήν τρομακτική ἔκταση τῆς ἀδικίας πού ἔγινε , γίνεται καί θά συνεχίσει νά γίνεται σ’αὐτόν τόν κόσμο,… τόν Ἀφρικανικό ἀπό τούς κόσμους κάποιων ἄλλων Ἥπείρων…
Βρισκόμεθα λοιπόν ἀπό ἐκπλήξεως εἰς ἔκπληξιν… καί μερικές φορές ἀναρωτιόμαστε ἄν πρέπει νά μιλήσουμε ἤ ὄχι;
Τί ἀλήθεια λές σέ ἕναν νέο πού πρίν προφθάσει νά καταλάβει τήν ζωή, πρίν προφθάσει, κἄν, νά τήν γευθεῖ μπαίνει στήν λίστα τῶν ἐτοιμοθανάτων;
Πρίν δεκαπέντε χρόνια ἐπεσκέφθηκα τήν Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολή στήν Οὐγκάντα, μιά πολύ δυνατή ἐμπειρία καί ἕνα ρῖγος στήν πλάτη πού… τό αἰσθάνομαι μέχρι σήμερα…
Ἐκεῖ λοιπόν στό Ἱατρεῖο τῆς Ἱεραποστολῆς συνήντησα ἕναν γηραιό Οὐγκαντέζο Ἱατρό,… εἶχε σπουδάσει στήν Ἑλλάδα καί ὅπως τό 99% ὅσων ἔρχονται νά σπουδάσουν,… ἔμεινε γιά τριάντα χρόνια καί ἐργάστηκε στήν Ἑλλάδα, συνταξιοῦχος πλέον καί μέ ἀρκετές τῦψεις γύρισε περί τήν «ἑνδεκάτην ὧραν» νά ἐξυπηρετήσει τήν Ἱεραποστολή…
Συζητώντας μαζί γιά τήν πρῶτη μου ἐμπειρία στήν πραγματικότητα τῆς Ἀφρικῆς μοῦ εἶπε τό ἐξῆς: «Γιά νά μπορέσετε νά καταλάβετε τήν κατάσταση τῆς Ἀφρικῆς πρέπει νά γνωρίζεται ἕνα καί μόνο γεγονός: ἡ μεγαλύτερη ἐπιτυχία τῶν χρόνων τῆς ἀποικιοκρατίας εἶναι ὄχι τό ὅτι ἔκλεψαν τό πλοῦτο τῶν χωρῶν μας ἀλλά τό ὅτι ἐνεφύσησαν στόν ἀφρικανό ὅτι οἱ εὐρωπαῖοι –(οἱ λευκοί γενικά)-εἶναι ἐξυπνότεροι ἀπ’αὐτόν καί ἔχουν πάντα καλύτερες λῦσεις… ἔτσι μᾶς ἔγινε συνήθεια νά ἐμπιστευόμεθα περισσότερο τούς ξένους παρά τούς ἐαυτούς μας… αὐτή εἶναι ἡ βάση τοῦ πρόβλήματος τῆς Ἀφρικῆς σήμερα…»!
Ὅταν ἄκουγα αὐτά τά λόγια ποτέ δέν πίστευα ὅτι, θά ἐρχόταν μιά ἡμέρα πού θά τά εὕρισκα μπροστά σέ κάθε μου βῆμα…
Αὐτή εἶναι ὅμως ἡ πραγματικότητα καί καλούμεθα νά τήν ἀντιμετωπίσουμε κατάματα…
Αὐτός εἶναι ἕνας ἀπό τούς κυρίους ἄξονες γύρω τῶν ὁποίων πρέπει νά κινηθεῖ κάθε ποιμαντική μας προσπάθεια…
Πῶς ὅμως; Καί μέ τί κόστος;
Ἡ ἐπιμονή τοῦ Κυρίου μας μετά τήν Ἀνάστασή Του στήν συνομιλία του μέ τό Ἀπόστολο Πέτρο νά τόν ρωτᾶ τρεῖς φορές:
«Σίμων Ἰωνᾶ ἀγαπᾶς με πλεῖον τοῦτων;» καί στήν ἀπάντηση τοῦ Πέτρου:
«Ναί Κύριε σύ οἶδας ὅτι φιλῶ σε…» νά ἀνταπαντᾶ
«Ποίμαινε τά ἀρνία μου,… ποίμαινε τά πρόβατά μου,… βόσκε τά πρόβατά μου…» περικλεῖει τόν τρόπο καί τό κόπο αὐτῆς τῆς ἀγάπης…
Περικλεῖει τήν ποιότητα στήν ὁποῖα θά πρέπει νά ἀναχθεῖ ὁ κάθε Ἱεραπόστολος γιά νά μπορέσει νά «ἐνσαρκώση» πραγματικά τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ μπροστά στά μάτια καί στίς ὑπάρξεις τῶν νεοφωτίστων ἀδελφῶν μας καί νά μήν εἶναι ἀπλᾶ μιά ἀκόμα φωνή –(ἀνάμεσα σέ τόσες ἄλλες πού μιλοῦν γιά τήν ἴδια ἀλήθεια –τόν Χριστό- ἀλλά μέ ὅρια καί τά μέτρα μιά νοησιαρχικῆς σχολῆς καί παραδόσεως)- πού μιλάει ἀκατάληπτα, γιά τό ἀκατάληπτο μυστήριο τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή τήν ὁπτική τοῦ Ἀποστολικοῦ ἔργου ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι, ἄν μᾶς ἐρωτοῦσε ὁ Ἀναστᾶς Κύριος: «Φιλεῖς με πλεῖον τοῦ κόσμου σου;», μᾶλλον θά περνοῦσαν δεκᾶδες χρόνια πρίν βροῦμε ἀπάντηση…
ὁ Καμερούν Γρηγόριος
Τετάρτη τῆς Διακαινησίμου
Ἱεραποστολικόν Κέντρο Ἁγίων 12 Ἀποστόλων, Katrang –Β. Καμερούν

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΩΚΙΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 11 Μαΐου, ημέρα μνήμης του Αγίου Μωκίου.

Φως, μέσα στο ειδωλολατρικό σκοτάδι της Ρώμης, ήταν ο Ευφράτιος και η Ευσταθία (επί Διοκλητιανού 284 - 304 μ.Χ.). Οι ευσεβείς αυτοί γονείς μεταλαμπάδευσαν το φως αυτό του Ευαγγελίου και στο γιο τους Μώκιο. Γι' αυτό από μικρή ακόμα ηλικία, ο Μώκιος είχε μεγάλο πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία. Και ο Θεός τον αξίωσε να εκπληρώσει τον Ιερό αυτό πόθο του.

Αφού σπούδασε με ιδιαίτερη επιμέλεια τα Ιερά γράμματα και καταρτίσθηκε όπως έπρεπε στη γνώση και μετάδοση των θρησκευτικών αληθειών... σε κατάλληλη ηλικία έγινε κληρικός. Αργότερα, οι άριστες υπηρεσίες του στην Εκκλησία τον ανέβασαν στο αξίωμα του επισκόπουΑμφιπόλεως (Θράκης). Από τη θέση αυτή, ο Μώκιος εξαπέλυσε καυστικούς ελέγχους ενάντια στο ψέμα της ειδωλολατρίας.

Επίσης, αγωνίστηκε πυρετωδώς να ενισχύσει την πίστη και την υπομονή των πιστών της επισκοπής του. Πάντα, βέβαια, με σκοπό «τον καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Προς Εφεσίους, δ' 12). Δηλαδή, με σκοπό να καταρτίζονται οι χριστιανοί και να επιτελείται το έργο της διακονίας, με το οποίο οικοδομείται το σώμα του Χρίστου.

Η έντονη, όμως, διακονική δράση του Μωκίου, προκάλεσε την οργή του ειδωλολάτρη έπαρχου Λαοδικίου, που τον βασάνισε με ποικίλους τρόπους. Αργότερα, άλλος έπαρχος, ο Μάξιμος, του έσχισε τις σάρκες και τον έριξε τροφή στα θηρία. Έβλεπε, όμως, ότι πάντα ο Μώκιος έβγαινε ζωντανός. Τότε, το έτος 288 μ.Χ. τον έστειλε δέσμιο στο Βυζάντιο, όπου τον αποκεφάλισαν, και έτσι πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου.

Αργότερα ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε προς τιμήν του Αγίου Μωκίου μεγαλοπρεπή ναό, στον οποίο κατέθεσε και τα ιερά λείψανα αυτού. Στο ναό αυτόν γινόταν αυτοκρατορική προσέλευση κατά την Μεσοπεντηκοστή. Στο ναό, επίσης, φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Αγίου Σαμψών του Ξενοδόχου.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος α'. Χορός Αγγελικός.
Χριστώ ιερουργών, ιερεύς ων της δόξης, θυσίαν λογικήν, και ολόκληρον θύμα, αθλήσεως άνθραξι, σεαυτόν προαενήνοχας, όθεν Μώκιε, διπλώ στεφάνω σε στέφει, ο δοξάσας σε, ως δοξασθείς σού τοις άθλοις, Χριστός ο φιλάνθρωπος.



Με πληρ. από τον Ορθόδοξο Συναξαριστή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...