Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 21, 2013

Τί λέει η Εκκλησία για το καρναβάλι;


Δεν είναι λίγοι οι μαθητές - μαθήτριες, φοιτητές - φοιτήτριες που μας ερωτούν ποιά είναι η θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας απέναντι στο θεσμό του καρναβαλιού. Με το συγκεκριμένο θέμα έχουμε ασχοληθεί κατ'επανάληψιν και στις ενοριακές μας συνάξεις και στις ραδιοφωνικές - τηλεοπτικές μας εκπομπές. Για την επιπλέον ενημέρωσή σας, παραθέτουμε τα ακόλουθα άκρως ενδιαφέροντα άρθρα:


  1. Χριστιανισμός καί καρναβάλι
του Θωμά Ε. Σολδάτου  Καθηγητή Θεολογίας του Γυμνασίου Καλυθιών

Μέσα στο πάντρεμα των δυο κολοσσιαίων δυνάμεων του ελληνισμού και του χριστιανισμού, ήθη και έθιμα άξια μετάδοσης και μη, πέρασαν ανάμεσα στις γενεές και έφτασαν ως τις μέρες μας, χωρίς οι περισσότεροι να γνωρίζουμε τι έθιμα είναι αυτά, από πού προέρχονται και τι σημαίνουν.
ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ...
Ένα τέτοιο έθιμο είναι και η Αποκριά! Η Αποκριά έχει ειδωλολατρική προέλευση. Στα γλέντια αυτά και στα ξεφαντώματα, βρίσκονται τα υπολείμματα θρησκευτικών τελετών, που τα πανάρχαια χρόνια οι λαοί διεξήγαγαν, γιορτάζοντας την έναρξη κάθε καινούργιου χρόνου, ή την αρχή μιας νέας εποχής, της άνοιξης, προσδίδοντας ένα μαγικό χαρακτήρα για ευωχία και καλή σοδιά ξεγελώντας τα κακά πνεύματα της φύσης. Τέτοιες τελετές βρίσκουμε στους αρχαίους Έλληνες, με τις οργιαστικές τελετές προς τιμήν του θεού Διονύσου, καθώς και στα Κρόνια όργια, που γίνονταν στο τέλος κάθε χρόνου προς τιμή του θεού Κρόνου, του προστάτη της σποράς και της γονιμότητας. Οι γιορτές αυτές είναι τα περίφημα Σατουρνάλια των Ρωμαίων (από το λατινικό Saturn = Κρόνος), που είναι βελτιωμένη έκδοση των αρχαίων ειδωλολατρικών τελετών. Η λέξη "ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ" προέρχεται από την λατινική λέξη "CARNEVALE" που σημαίνει "ΑΝΤΙΟ ΚΡΕΑΣ". Εξ ου και το δικό μας "ΑΠΟΚΡΕΩ", με το οποίο ονόμαζαν οι Βυζαντινοί την τελευταία ημέρα της ΚΡΕΑΤΟΦΑΓΙΑΣ, χαρακτηρίζοντας έτσι μια περίοδο του εκκλησιαστικού εορτολογίου. Στις εορταστικές αυτές τελετές κάθε έννοια ηθικής καταργούνταν, και μέσα στη γενικότερη αυτή αποδόμηση, οι συμμετέχοντας επιδίδονταν σε κάθε είδους ανηθικότητες, καλύπτοντας την ταυτότητά τους πίσω από την μεταμφίεση.
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Η εκκλησία έχοντας επίγνωση του μαγικο-θρησκευτικού πυρήνα πίσω από τον οποίο κρύβονταν οι αρχέγονες δοξασίες και δεισιδαιμονίες είχε τρεις επιλογές. Η πρώτη ήταν να τις απορρίψει, καταδικάζοντάς τες, ως ειδωλολατρικές. Η δεύτερη, να τις υιοθετήσει συλλήβδην και να τις ενσωματώσει μέσα στη νέα πίστη. Και η τρίτη, να τις αγνοήσει, κρατώντας απέναντι τους μια στάση ουδετερότητας αλλά χωρίς να παύει σε κάθε ευκαιρία να τονίζει την παγανιστική τους προέλευση. Η τρίτη επιλογή κρίθηκε ατύπως προτιμότερη, για τον απλούστατο λόγο ότι ο λαός κουβαλώντας μια τέτοια προγονική παράδοση αιώνων, δεν θα ακολουθούσε εύκολα και αγογγυστί, διότι μέσα στα κύτταρά του κουβαλούσε ιστορικές καταβολές, που μόνο με παιδεία, κατανόηση και αγάπη εκ μέρους της Εκκλησίας, θα μπορούσε κάποτε, ίσως, να αποποιηθεί και να συνειδητοποιήσει αν όχι το βλαβερό, σίγουρα όμως το ανούσιο και αποπροσανατολιστικό των μαγικο-παγανιστικών αυτών τελετών.
Βεβαίως πρέπει να αναφέρουμε πως η Εκκλησία καταδίκασε και απέρριψε τις γιορτές του καρναβαλιού με την 6η Οικουμενική Σύνοδο του 692, όμως με μια υπέροχη στάση ανοχής και αγάπης παρακολούθησε το λαό να το συνδέει, έστω και τυπικά, με το εορτολόγιο της Εκκλησίας, μέσω της εξαγνιστικής Σαρακοστής. Δηλαδή συνδυάζεται το γλέντι ο χορός και το ξεφάντωμα, με την αυστηρή νηστεία και τη λατρεία της Μ. Τεσσαρακοστής, η οποία θα επακολουθήσει. Και θα απαιτήσει από τον πιστό λαό να ακολουθήσει την κατανυκτική λατρευτική ατμόσφαιρα της Εκκλησίας, με τα Απόδειπνα, τους Κατανυκτικούς εσπερινούς και τους Χαιρετισμούς, την μεγάλη πορεία προς το κέντρο των εκδηλώσεων, την Μεγάλη Κυριακή του Πάσχα.
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΟΥ
Ποια όμως ήταν η φιλοσοφία και ο σκοπός του καρναβαλιού στους αρχαίους; Τι ήθελε να πετύχει;
Την ανατροπή (αποδόμηση) της τάξης των πραγμάτων.
1. Την αμφισβήτηση των αξιών και της ιεραρχίας
2. Την κατάργηση των ορίων και των καθιερωμένων ηθικών νόμων. Κάνει πέρα όποια άλλη επιταγή και τα ορίζει όλα από την αρχή ανάποδα. Με τις παραπλανητικές μεταμφιέσεις και την εθιμοτυπία της «τρέλας» στο λαό με τον αποκαλυπτικό και τολμηρό λόγο του πρόστυχου, το αναποδογύρισμα έχει αρχίσει. Έτσι τα άτομα που συμμετέχουν στο καρναβάλι δεν μπορούν να καθοριστούν ούτε από φύλο, ούτε από ηλικία, αλλά η «τρέλα» αντικαθιστά τη σοβαρότητα, η κατάχρηση τη συνήθη τιμιότητα, ο αισθησιασμός την εγκράτεια, η ανεξέλεγκτη σεξουαλικότητα τον αυστηρό έλεγχο, η αταξία την τάξη. Κάποιος διαβάζοντας αυτά μπορεί να πει: «όλα αυτά γίνονται αθώα για το έθιμο!» Βεβαίως!
Όμως όλα από αθώα ξεκινάνε! Το ντύσιμο της Αποκριάς με την απροσωπία του καταλήγει και μέσα στο «έθιμο» και έξω από αυτό παρωδία. Στην Πάτρα ας πούμε τα λεγόμενα «μπουρμπούλια» έθιμο είναι, που όλοι μασκαρεμένοι, επιδίδονται σε σεξουαλικά όργια, χωρίς να γνωρίζουν ούτε και οι ίδιοι ποιους ερωτικούς συντρόφους επιλέγουν!!! Έτσι από το «αθώο» αποκριάτικο ντύσιμο χωρίς να το καταλάβουμε μετακινούμαστε στο αποκριάτικο «αθώο» γδύσιμο, με όλα τα επακόλουθά του. Στον Τύρναβο οι Μπουρανήδες χορεύουν γύρω από φαλλικά ομοιώματα.... γιορτάζοντας τον ερχομό της άνοιξης και την... αναγέννηση της φύσης! Και ας μην ξεχνάμε, πως κάποιοι πίσω από μια μάσκα και στο τέλος κάθε ειρηνικής πορείας αμαυρώνουν τις ειρηνικές επετειακές εκδηλώσεις οι οποίες καταλήγουν σε καταστροφή δημοσίων και ιδιωτικών περιουσιών.
Ο Χριστιανισμός είναι υπέρ του ΠΡΟΣΩΠΟΥ ως εικόνα Θεού, ο οποίος ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΗΚΕ ΩΣ ΠΡΟΣΩΠΟ στον άνθρωπο και προτάσσει την τελείωση του ανθρώπου μέσα από τον προσωπικό του αγώνα, για να φτάσει στην ύψιστη ηθική τελείωση καθ' επιταγή του Δημιουργού του. Κάθε παρέκκλιση από το σκοπό αυτό η Εκκλησία δεν το επικροτεί, χωρίς όμως πάντα και ευθέως να το καταδικάζει. Με την τέλεια αγάπη της, ανέχεται και υποδεικνύει σιωπηλά το σωστό δρόμο, τη σωστή πορεία και καλεί τους ανθρώπους να γνωρίσουν την αλήθεια. Και τότε μόνος του ο καθένας θα εγκαταλείψει τα προσωπεία αυτά, που δεν συνεισφέρουν σε τίποτα στον αγώνα του, αλλά αντίθετα τον αποπροσανατολίζουν και τον παραπλανούν.
Πιστεύω ότι περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εορτή, το Καρναβάλι αποτελεί πρόκληση για τον κάθε Χριστιανό, ο οποίος καλείται να μην παραδίδεται απαίδευτα στα πολιτιστικά δρώμενα της κοινωνίας, όσο κι αν αυτό είναι της μόδας σήμερα, αλλά, αντίθετα, να τα ελέγχει γνωρίζοντας την προέλευση τους.



 2. Οι ρίζες καρναβαλικών αθλιοτήτων
Του Λάμπρου Σκόντζου,

Θεολόγου
Η περίοδος του Τριωδίου είναι από τους σημαντικότερους εορτολογικούς σταθμούς του ενιαυτού. Είναι για τη ζωή της Εκκλησίας μας νοητό στάδιο αγώνα, όπου παίρνει μέρος οντολογικά ο πιστός και ασκεί τις σωτήριες αρετές και κυρίως τη μετάνοια προκειμένου να καθαρίσει από τους ρίπους της αμαρτίας την όλη ψυχοσωματική του υπόσταση, ώστε να εορτάσει το υπέρτατο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου ως αναγεννημένος άνθρωπος. Κατά συνέπεια το άγιο Τριώδιο έχει χαρακτήρα κατανυκτικό και πένθιμο, διότι απώτερο στόχο έχει να δημιουργήσει στους πιστούς κατάσταση αυτοσυνειδησίας και να εγείρει πνεύμα εγρήγορσης και επιστροφής στην αυθεντική θεοδημιούργητη ανθρώπινη φύση τους.
Όμως αλίμονο. Ο πολύς κόσμος όχι μόνο δεν θεωρεί την αγία αυτή περίοδο ως ευκαιρία αυτοσυνειδησίας και ασκήσεως, αλλά πράττει τα αντίθετα. Αναβιώνει συνήθειες πρωτόγονες του απώτερου ειδωλολατρικού παρελθόντος, όταν βίωνε η ανθρωπότητα την πιο φρικτή σκοτοδίνη της ιστορίας της, όταν τα κτηνώδη ένστικτα κυριαρχούσαν του λόγου και των αξιών, όταν η μοιρολατρία καθόριζε τυφλά την πορεία της ζωής, όταν η μαγεία και ο φόβος συντάραζαν τον ανθρώπινο ψυχισμό και δεν επέτρεπαν στον άνθρωπο να σκεφτεί λογικά. Πρόκειται για τα γνωστά καρναβαλικά δρώμενα, τα οποία κυριολεκτικά οιστρηλατούν αυτές τις ημέρες την πλειονότητα των ανθρώπων.
Έχει ενδιαφέρον να ανατρέξουμε στην ιστορία για να δούμε τις ρίζες των καρναβαλικών εκδηλώσεων για να καταλάβουμε γιατί υπάρχει σήμερα, στην εποχή της πλήρους πνευματικής συγχύσεως, τέτοια προβολή και ανάπτυξη σε παγκοσμίως.
Η αρχή αυτών των δρώμενων χάνεται στο βάθος του ιστορικού παρελθόντος. Έχουν τις καταβολές τους στην ανάγκη του πρωτόγονου ανθρώπου να νικήσει τις τρομερές φοβίες του μπροστά στη φύση και να υπερπληρώσει τα νοητικά του κενά από την έλλειψη της ορθολογικής σκέψεως και ερμηνείας του κόσμου που τον περιέβαλε. Τότε που δεν υπήρχε σ’ αυτόν λογική εξήγηση για τον κόσμο και τα φυσικά φαινόμενα, αλλά πίστευε ότι αυτός κυριαρχούνταν από αόρατες μαγικές δυνάμεις, οι οποίες κανόνιζαν τη ζωή του ανάλογα με τις δικές τους διαθέσεις. Η πρωτόγονη αυτή πίστη τον ανάγκασε να εφεύρει τρόπους να μεταβάλλει τη διάθεση αυτών των δυνάμεων σύμφωνα με το συμφέρον του. Έπρεπε να καλοπιάσει αυτές τις δυνάμεις για να σταθούν απέναντί του ευνοϊκές και καλόβουλες. Με πιο τρόπο; Με παράλογα μαγικά δρώμενα, διότι στερούνταν ο ίδιος, όπως είπαμε, ορθού λόγου.
Πίστευε πως με το θόρυβο, τις ειδεχθείς προσωπίδες, τον ξέφρενο χορό και τις παράλογες πράξεις ήταν δυνατόν να φοβίσει τις κοσμικές δυνάμεις και να ξορκίσει το κακό, από τον ίδιο και το περιβάλλον του. Πίστευε ακόμα πως με διάφορες τελετές, με αποκορύφωμα αυτές που είχαν σχέση με τον αχαλίνωτο ερωτισμό, θα ξυπνούσε τις γονιμοποιές δυνάμεις της φύσεως προκειμένου για να δώσουν πλούσια σοδιά.
Οι ειδωλολατρικές θρησκείες όλων των λαών της αρχαιότητας ήταν πνιγμένες στον αποκρυφισμό, τη μαγεία και φυσικά τα παράλογα δρώμενα. Η απόλυτα ειδωλολατρική αρχαιοελληνική θρησκεία δεν αποτελούσε εξαίρεση, ιδιαίτερα στη λαϊκή της μορφή, η οποία συνέχιζε επακριβώς τον φετιχιστικό, τοτεμιστικό και ανιμιστικό χαρακτήρα των πρωτόγονων στοιχείων της θρησκείας των Πελασγών, Κάρων, Λελέγων και άλλων προελληνικών φυλών.. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα μαγικά και παράλογα αυτά δρώμενα εντάχτηκαν στη διονυσιακή οργιαστική λατρεία, η οποία είναι η μετεξέλιξη της λατρείας του φρυγικού θεού Σαβάζιου και η οποία εισήχθη στην Ελλάδα μέσω της Θράκης μετά τον 8ο π.Χ. αιώνα και επιβλήθηκε με φοβερές και ανείπωτες βιοπραγίες στον ελληνικό χώρο. Στη Θράκη εντάχτηκε η λατρεία του Σαβάζιου – Διόνυσου στην ορφική θρησκεία, διατηρώντας τον οργιαστικό ανατολικό χαρακτήρα και αναμειγνύοντας τα πανάρχαια μαγικά δρώμενα των προελλήνων, με τον δικό της πρωτογονισμό. Δεν είναι τυχαίος ο μύθος του ιδρυτή της ορφικής θρησκείας θράκα Ορφέα, ο οποίος κατασπαράχτηκε και φαγώθηκε από τις μανιασμένες λάτρισσες του Διονύσου, τις απαίσιες μαινάδες! Δεν είναι επίσης τυχαία τα φοβερά διονυσιακά δρώμενα με τον ανείπωτο εκστασιασμό, την ωμοφαγία και κάθε λογίς έκτροπα, που λάβαιναν χώρα στα διαβόητα «διονυσιακά μυστήρια».
Δεν είναι τέλος καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι τη λαϊκή θρησκεία του διονυσιασμού την υποστήριξε και την καθιέρωσε η τυραννική δυναστεία των Πεισιστρατιδών στην Αθήνα τον 6ο π.Χ. αιώνα. Μέσω αυτής μπόρεσαν οι τύραννοι εκείνοι να επιβληθούν στις λαϊκές μάζες, στις οποίες κυριαρχούσε η δεισιδαιμονία και το παράλογο. Η «αιρετική» και απόβλητη από την «επίσημη» αρχαιοελληνική θρησκεία, λατρεία του Διονύσου ανήχθη σε κυρίαρχο θρησκευτικό σύστημα, παίρνοντας πάνδημο χαρακτήρα με τις μεγάλες διονυσιακές εορτές: «Λήναια», «Μικρά Διονύσια», «Μεγάλα Διονύσια» κλπ.
Οι δεισιδαίμονες και αμόρφωτες μάζες του λαού συμμετείχαν με πάθος σε αυτές τις μαγικές (στην ουσία) εορτές, διότι οι ιθύνοντες προνόησαν να προσδώσουν σε αυτές αφάνταστη ελευθερία ακόμη και στα πιο ταπεινά ορμέμφυτα των θρησκευτών. Οι αρχαίες πηγές μας διασώζουν καταπληκτικές λεπτομέρειες για τα δρώμενα στις διονυσιακές εορτές. Ο αχαλίνωτος ερωτισμός, χωρίς κανένα φραγμό και αναστολή, είχε αναχθεί ως η κύρια έκφανση και δρώμενο αυτών των εορτών. Οι ελεύθερες και ανείπωτες ερωτικές μείξεις ήταν το δέλεαρ που προσέλκυε τους θρησκευτές να μετέχουν στις εμετικές εορτές. Θλιβεροί άνθρωποι, οι οποίοι είχαν καταπιεσμένες στην ψυχή τους ανικανοποίητες ερωτικές έξεις, μπορούσαν να τις ικανοποιήσουν στο όνομα του Διόνυσου. Μοιχοί, πόρνοι, ομοφυλόφιλοι και κάθε λογίς ανώμαλοι, μπορούσαν να ικανοποιήσουν τα αισχρά πάθη τους «νόμιμα», εκτελώντας τα θρησκευτικά τους καθήκοντα! Οι αξίες της συζυγικής πίστης, της ερωτικής αφοσίωσης, της αγνής και άδολης έλξης των ετερόφιλων νέων, οι οποίοι ορκίζονται αιώνια πίστη μεταξύ τους, της αιδούς κλπ, δεν είχαν θέση στις διονυσιακές εορτές. Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι αναγκάζονταν με το ζόρι οι γυναίκες που ήταν κλεισμένες στους γυναικωνίτες να βγαίνουν στους θορυβώδεις δρόμους και να παίρνουν μέρος στις τελετές, υποκύπτοντας στις βρωμερές ορέξεις του κάθε θρησκευτή ανώμαλου και αισχρού άνδρα, ως δήθεν υποταγή στο θέλημα του Διόνυσου! Η σεξουαλική κακοποίησή της θεωρούνταν θρησκευτική πράξη λατρείας προς το «θεό»!
Οι βωμολοχίες, οι άσεμνες χειρονομίες, οι περιφορές των φαλλών, δηλαδή τεραστίων ομοιωμάτων του ανδρικού οργάνου, οι ξέφρενοι οργιαστικοί χοροί, η οινοποσία μέχρι και αυτού ακόμη του θανάτου, οι υστερικές κραυγές, οι ειδεχθείς μεταμφιέσεις, ο δαιμονικός θόρυβος και η εκκωφαντική μουσική, των αυλών και των τυμπάνων συνέθεταν ένα νοσηρό μυστικιστικό κλίμα, το οποίο ενείχε το μαγικό στοιχείο. Ήταν μια ανοικτή τεράστια μαγική τελετουργία για να ξορκιστούν οι κακές δαιμονικές δυνάμεις.
Αξίζει επίσης να αναφέρουμε την ιστορική πληροφορία, πως στους ύστερους χρόνους της αρχαιότητας, όταν ο αρχαίος κόσμος βρισκόταν σε τέλεια παρακμή, οι λάτρεις του Διονύσου, είχαν οργανωθεί σε ιδιότυπους θρησκευτικούς συλλόγους των «Βακχών» οι οποίοι τελούσαν τα περιβόητα όργια «Βακανάλια». Ο διαπρεπής μελετητής της αρχαίας Ελλάδος, αείμνηστος Γ. Καψάλης αναφέρει τα εξής σημαντικά γι’ αυτούς τους διαβόητους συλλόγους και τα όργιά τους: «Η επιμειξία των δύο φύλων (εν καιρώ νυκτός) εξέτρεπε την εορτήν εις σκηνάς κραιπάλης και παρά φύσιν όργια, δικαιολογούμενα υπό των μεμυημένων εκ της λατρείας του Διονύσου, όστις εθεωρείτο σύμβολον της αναπαραγωγής του ανθρώπου. Παρθένοι και νέοι διεφθείροντο κατ’ αυτά και εκορέννυντο εν αυτοίς παν είδος σαρκικών ορέξεων. Συν τω χρόνω δε το έγκλημα δεν περιορίζετο μόνον εις την τέλεσιν ανηθικοτήτων, αλλ’ έλαβε μεγάλας διαστάσεις, διότι κατά τα Βακανάλια εφιλοτεχνούντο ψευδομαρτυρίαι και επιορκίαι, εγίνοντο πλαστογραφίαι και ετοιμάζοντο πλασταί διαθήκαι. Ακόμη δε αι δηλητηριάσεις και αι δολοφονίαι εμελετώντο εις τα καταγώγια εκείνα. Και ηκούοντο μεν ενίοτε εις τα καταφύγια ταύτα της διαφθοράς αι φωναί και διαμαρτυρίαι των δι’ απάτης εισαχθέντων εκεί, των θυμάτων των δηλαδή, αλλ’ αύται κατεπνίγοντο από τας κραυγάς των βακχευόντων και τους κρότους των κυμβάλων και των τυμπάνων. Κατήντησεν τέλος η θρησκευτική εκείνη εορτή να έχει ως αρχήν την παραβίασιν παντός της θρησκείας και της πολιτείας νόμον.» (Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τομ.ΣΤ΄,σελ.491)!
Όμως και μετά την κατάρρευση της αρχαίας θρησκείας η συνήθεια του διονυσιασμού παρέμεινε ζωντανή στις ψυχές πολλών ανθρώπων, τους οποίους δεν άγγιξε το ανέσπερο φως του Χριστού και η χριστιανική ψυχική ηρεμία. Άνθρωποι ακόλαστοι συνέχιζαν και συνεχίζουν να τιμούν το ψευτοθεό Βάκχο με τον ίδιο οργιαστικό και μαγικό τρόπο.
Σήμερα διαπιστώνουμε με λύπη μια τρομερή άνθιση του οργιαστικού διονυσιασμού. Τα σύγχρονα λεγόμενα καρναβάλια δεν διαφέρουν σε τίποτε από τις επαίσχυντες βακχικές εορτές της αρχαιότητας. Όποιος αμφιβάλει ας ρίξει μια ματιά στα δρώμενα του καρνάβαλου των πειναλέων της Βραζιλίας, ή των «δικών» μας φαλλικών δρώμενων του Τιρνάβου και θα πεισθεί πως ο μέθυσος θεός ατυχώς συνεχίζει να «ζει» και να κυριαρχεί στις ψυχές μυριάδων ανθρώπων! Εκτός από ιδιωτικούς συλλόγους και αυτό το επίσημο κράτος συμμετέχει γενναιόδωρα στη διοργάνωση των καρναβαλικών εκδηλώσεων, σπαταλώντας πακτωλούς χρημάτων από το υστέρημα του άγρια φορολογούμενου φτωχού Έλληνα πολίτη. Τοπικοί άρχοντες συναγωνίζονται μεταξύ τους ποιος θα διοργανώσει τον πιο εντυπωσιακό καρνάβαλο!
Το δυστύχημα είναι πως σε αυτές τις μαγικές, οργιαστικές και ανήθικες εκδηλώσεις παίρνουν μέρος και πολλοί χριστιανοί με ελαφριά τη συνείδηση, αγνοώντας προφανώς, ότι εκεί λατρεύονται με κάθε επισημότητα τα ανθρώπινα πάθη και θεοποιούνται τα κτηνώδη ένστικτα. Τα περί «ανάπαυλας χαράς» των ημερών των απόκρεω, είναι αστείες δικαιολογίες, διότι η χαρά είναι μια άκρως υποκειμενική ψυχική κατάσταση σε κάθε άνθρωπο.
Δε καταφερόμαστε εναντίον αυτών των εκδηλώσεων από καμιά παρότρυνση σεμνοτυφίας, αλλά από πραγματική γνώση των πρωτογόνων και μαγικών καρναβαλικών δρώμενων, τα οποία, πέρα από την επίπλαστη ευθυμία, ενέχουν στην ουσία τους το στοιχείο της τραγικότητας, της απαισιοδοξίας και τους αδιεξόδου του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος έχει ανάγκη από μόνιμη έξοδο από την τραγικότητα της ζωής, και όχι από πρόσκαιρη «φυγή»..
Εν κατακλείδι, η αγία περίοδος του Τριωδίου δεν είναι για μας τους πιστούς ευκαιρία για κραιπάλη και εφήμερους αισθησιασμούς, αλλά πρόκληση και προτροπή να ξαναβρούμε το χαμένο αυθεντικό εαυτό μας. Να συναισθανθούμε τη δίνη της τραγικότητάς μας εξαιτίας της αμαρτίας που πρυτανεύει στη ζωή μας και να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση να αλλάξουμε πορεία στη βιωτή μας. Η ειλικρινής μετάνοιά μας και η οντολογική ένωσή μας με το Χριστό θα μας δώσουν ασύγκριτα μεγαλύτερη χαρά από εκείνη των εφήμερων καρναβαλικών αθλιοτήτων και θα πληρώσουν με μόνιμη ιλαρότητα και ουράνια αγαλλίαση τη σκοτισμένη ψυχή  μας.

(Πηγή: "Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον")



3. Καρναβαλισμός,
Νεοειδωλολατρία σήμερα
Του Αρχιμ. Π. Ιγνατίου Σταυρόπουλου


Σε αυτή λοιπόν την πνευματική περίοδο που καθορίστηκε από την Εκκλησία και που ονομάζεται “Τριώδιο” αναμίχθηκαν δυστυχώς εκδηλώσεις, έθιμα, θρησκευτικές ειδωλολατρικές τελετές, και δημιούργησαν ένα ενιαίο σύνολο, γνωστό σήμερα σαν καρναβάλι. Δεν έχουμε σκοπό στη στήλη αυτή να παρουσιάσουμε αναλυτικά το κάθε τί που συμβαίνει στο κάθε καρναβάλι. Θυμίζουμε μόνο τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν την σημερινή του εικόνα, και που είναι.
α) Λιτάνευση ομοιώματος αγάλματος πάνω σε άρμα, που είναι και ο κυρίως ονομαζόμενος καρνάβαλος, τον οποίο συνήθως ακολουθούν και άλλα άρματα. Στο σημείο αυτό παρατηρείται καθαρά η αποκρυφιστική και μάλιστα σατανιστική επιρροή στις αναπαραστάσεις αγαλμάτων και στις διαφημιστικές αφίσσες που δείχνουν π.χ. το κεφάλι άνδρα με κέρατα που συμβολίζουν τον Σατανά.
β) Μεταμφιέσεις κάθε είδους, στις οποίες περιλαμβάνονται αντιστροφή φύλου (άνδρες μεταμφιέζονται σε γυναίκες και αντίστροφα), προσποίηση ζώων, διακωμώδηση ιερών προσώπων, ιερών στολών και συμβόλων.
γ) Ο έξαλλος χορός με χτυπήματα των ποδιών στη γη και με ακανόνιστες κινήσεις μαγικών επιδράσεων και σαμανιστικών ειδωλολατρικών τελετών.
δ) Πράξεις ακολασίας, βρισιές, πειράγματα, μεθύσι κ.ά.
Η συστηματική προβολή, κυρίως μέσα από την τηλεόραση, των διαφόρων καρναβαλιστικών εκδηλώσεων που γίνονται ανά τον κόσμο, αλλά κυρίως τα διάφορα προσωπικά οικονομικά συμφέροντα ορισμένων, ανοίγουν δυστυχώς την όρεξη και σε επίδοξους νέους δημιουργούς καρναβαλιστικών έκδηλώσεων να ηγηθούν τέτοιων προσπαθειών ακόμη και σε τόπους όπου ουδέποτε υπήρξαν.
Η παράδοση του καρναβαλιού είναι πολύ παλαιά. Συνδέεται με τις ειδωλολατρικές εκδηλώσεις των Αρχαίων Ελλήνων προς τιμή του θεού του κρασιού, του Διονύσου, του λεγομένου και Βάκχου. Αυτές οι τελετές που είχαν έντονο ειδωλολατρικό θρησκευτικό χαρακτήρα, επέδρασαν και στη Δύση αλλά και στην Ανατολή, στους Βυζαντινούς.
Είναι γεγονός ότι στην εποχή μας γίνονται προσπάθειες να παρουσιασθεί ο Καρναβαλισμός με κάποια εκσυγχρονισμένη μορφή μέσα στις αστικές κοινωνίες. Πολλοί μάλιστα, για να πείσουν τους αφελείς, ομιλούν για “πολιτιστικές” εκδηλώσεις ή για “ψυχαγωγία”, αναφερόμενοι στα παραπάνω ακατονόμαστα, τα οποία βέβαια είναι μόνον το ξεκίνημα των “καρναβαλιστικών” δηλαδή σατανιστικών εκδηλώσεων. Το τραγικό στην υπόθεση είναι ότι παρασύρονται και μαθητές ακόμη του Δημοτικού και συμμετέχουν στην τελετή, για να μυηθούν από μικροί στο πώς λατρεύεται ο “καρνάβαλος”. Η μεγαλύτερη κραιπάλη και διαφθορά έρχεται μετά από το οργιαστικό ξεφάντωμα του καρναβάλου, όπου βέβαια πολλές φορές έχουμε “διασκεδάσεις μετά πυροβολισμών με δυστυχήματα και φόνους”.
Για μας τους Χριστιανούς και την Εκκλησία οι καρναβαλιστικές εκδηλώσεις είναι έθιμο ειδωλολατρικό, είναι συνέχεια των αρχαίων ειδωλολατρικών εκδηλώσεων. Είναι πομπές και έργα σατανικά. Λατρεία του Σατανά. Μάλιστα η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε παλαιότερη εγκύκλιό της καλούσε όλους τους πιστούς να “εγκαταλείψουν αυτά τα σκοτεινά και οργιώδη βακχικά σκιρτήματα…”.
Σχετικά μάλιστα με τις μεταμφιέσεις, ο ΞΒ’ Κανών της ΣΤ’ Οικουμ. Συνόδου αναφέρει “…μηδένα άνδρα γυναικείαν στολήν ενδιδύσκεσθαι, ή γυναίκα την ανδράσιν αρμόδιον. Αλλά μήτε προσωπεία κωμικά ή σατυρικά, ή τραγικά υποδύσεσθαι”.
Δυστυχώς, σε παρόμοιες ειδωλολατρικές εκδηλώσεις, έλαβε μαρτυρικό θάνατο ο Απόστολος Τιμόθεος, επίσκοπος Εφέσου, και μαθητής του Απ. Παύλου, όταν προσπάθησε να διδάξη και να παρακινήση στο σταμάτημα των αταξιών και οργίων.
Καλούμαστε ο καθένας προσωπικά, αλλά και όλοι οι συλλογικοί φορείς, να κρατήσουμε σταθερά την Ορθόδοξη Παράδοσή μας, εναντίον των νεο-ειδωλολατρικών καρναβαλιστικών τελετών. Να ενημερώνουμε όσους δεν γνωρίζουν την αλήθεια. Να απέχουμε από παρόμοιες συγκεντρώσεις. Να οδηγούμε τα παιδιά μόνο στον Χριστό και να τα φυλάξουμε μακρυά από τέτοιες παγίδες, πριν τα θρηνήσουμε σαν θύματα.

πηγή: Ζωηφόρος
\

Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΜΑΣ ΠΑΤΕΡΑ - Μοναχού Αγαθαγγέλου Άγιον Όρος


 


Η σχέση μας με τον πνευματικό μας πατέρα.


Πολύ συχνά ακούμε μέσα στους κύκλους της Εκκλησίας να μιλούν οι πιστοί για τον πνευματικό τους πατέρα. Ο καθένας έχει μια ιστορία να πει για τον δικό του πνευματικό, τις περισσότερες φορές μάλιστα με τέτοιο τρόπο που σου δίνει να καταλάβεις πως δεν υπάρχει καλύτερος πνευματικός από τον δικό του. Τελικά, όμως, μήπως υπερεκτιμάμε τον πνευματικό μας ή μήπως δεν καταλαβαίνουμε την πραγματική του αξία; Ποια είναι η σχέση μας μαζί του ή ποια πρέπει να είναι η σχέση μας μαζί του; Κάποιος μεγάλος γέροντας κάποτε, όταν τον ρώτησα να μου πει πως να βρω τον κατάλληλο πνευματικό μου απάντησε : «Παιδί μου, ο γνήσιος πνευματικός πατέρας δεν είναι δύσκολο να φανεί όταν έχεις τα μάτια της ψυχής σου ανοικτά και ποθείς μ’ όλη σου την καρδιά να τον αποκτήσεις. Γιατί αμέσως θα νιώσεις μέσα σου την δύναμη της προσευχή του και την θέρμη της αγάπης του. Ο γνήσιος πνευματικός πατέρας ξέρει ν’ αγαπά αληθινά και ν’ αγκαλιάζει με πατρική στοργή κάθε άνθρωπο που τον πλησιάζει και του ζητά την βοήθειά του. Ποτέ δεν θυμώνει ότι κι αν του πουν, ούτε μαλώνει αλλά με όμορφα λόγια προσπαθεί να διδάξει την αλήθεια και να σωφρονίσει εκείνον που αμαρτάνει. Πολλές φορές μάλιστα υποφέρει μπροστά στην αμαρτία των ανθρώπων και στην σκληρότητα της καρδιάς τους απέναντι στο Θεό. Αλλά υπομένει, επιμένει, αγρυπνεί, δακρύζει, ταπεινώνεται μπροστά στον άλλον για να μπορέσει να τον τραβήξει εκεί που θέλει, στο δρόμο του Θεού, μακριά από την αμαρτία. Περιμένει, αγωνιά, διακονεί, παρακαλεί, διδάσκει, συγχωρεί και θυσιάζεται πάντα με την ελπίδα του στο άπειρο έλεος του Θεού ότι θα μαλακώσει και αυτή η καρδιά και θα την τραβήξει κοντά Του. Παιδί μου, δυστυχώς, σήμερα σπανίζουν τέτοιοι πνευματικοί οδηγοί. Γιατί για να έχει κάποιος όλα αυτά τα χαρακτηριστικά θα πρέπει να έχει νικήσει πρώτα τον εαυτό του και τα πάθη του. Γι’ αυτό να ερευνήσεις πολύ προτού κατασταλάξεις σ’ έναν πνευματικό. Πρόσεξε όμως γιατί αυτού του είδους οι πνευματικοί κρύβονται και είναι δύσκολο να τους καταλάβεις. Πόσοι τους είχαν μπροστά τους αλλά δεν θέλανε να δουν και να καταλάβουν και ενώ ήταν πνευματικά διαμάντια τους θεωρούσαν κοινούς ανθρώπους και τους κατηγορούσαν κιόλας. Πρόσεξε, παιδί μου, κι αν βρεις κάποτε τέτοιο πνευματικό ποτέ να μην τον αποχωριστείς και να προσεύχεσαι για εκείνον να τον φυλάει ο Θεός γιατί διαμέσου εκείνου θα φυλάει και σένα».

 

Προβληματίστηκα από τα τελευταία λόγια του γέροντα και με κάποια αφέλεια και απορία τον ρώτησα πως γίνεται να έχεις τέτοιο πνευματικό και να τον κατηγορείς; Πως πρέπει να του συμπεριφέρεσαι τελικά ή μάλλον πως πρέπει να είναι το πνευματικό παιδί απέναντί του; Ο γέροντας αναστέναξε και μετά από λίγα λεπτά μου είπε με λυπημένο ύφος : «Παιδί μου, δυστυχώς, αυτοί οι πνευματικοί δέχονται μεγάλες στενοχώριες από μερικούς ανθρώπους γιατί δεν τους καταλαβαίνουν. Είναι ελάχιστοι εκείνοι που τους ευχαριστούν ή και κανένας. Γιατί να ξέρεις, παιδί μου, την μεγαλοσύνη του μεγάλου οι πολλοί την ανέχονται, οι λίγοι την δέχονται κι ελάχιστοι την καταλαβαίνουν. Γνώρισα, λοιπόν, ανθρώπους που θεωρούσαν τον εαυτό τους ανώτερο από τον πνευματικό τους! Και κάθε ένας γίνεται έτσι όταν δεν υπακούει στον πνευματικό του. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης λέει χαρακτηριστικά : «Εκείνος, όστις διαφωνεί μετά του πνευματικού και διορθοί αυτόν, θέτει εαυτόν υψηλότερον του τελευταίου και παύει πλέον να είναι μαθητής...». Πως λοιπόν, αν έχουμε έναν τέτοιο γνήσιο πνευματικό τολμούμε πολλές φορές να τον κρίνουμε ή να τον αμφισβητήσουμε; Παιδί μου, όταν φτάνουμε σε αυτό το σημείο είναι προτιμότερο να αλλάζουμε πνευματικό γιατί πλέον δεν ωφελούμαστε από αυτόν. Κάνουμε κακό και στον εαυτό μας και εκείνον στενοχωρούμε. Αν το πνευματικό παιδί δεν υπακούει αλλά αμφισβητεί, πιέζει, ζηλεύει και ελέγχει τον πνευματικό του τότε πια ωφέλεια θα μπορέσει να δει στη πνευματική ζωή του; Ο γέροντας Παΐσιος λέει πολύ όμορφα στις επιστολές του : «...να καταλάβεις ότι ο γέροντάς σου φέρει την δική σου ευθύνη και ότι φροντίζει αυτός για την σωτηρία σου και ό,τι κάνει το κάνει για το καλό σου και όχι να σε βασανίζει...». Ποιο το κέρδος αν δεν δεχόμαστε τις συμβουλές του, τις παρακλήσεις του ή και τις επιπλήξεις του; Μήπως, εμείς γνωρίζουμε περισσότερα για τη σωτηρία μας και το καλό μας; Μα τότε δεν τον έχουμε ανάγκη γιατί να τον ταλαιπωρούμε με τις αντιδράσεις μας! Γι’ αυτό παιδί μου στη σχέση πνευματικού με το πνευματικοπαίδι πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή και να προσπαθούμε να κρατάμε αυτή τη σχέση στη ισορροπία που της αρμόζει. Θα πρέπει να είναι μια αγιοπνευματική σχέση, χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, χωρίς εμπάθειες και προσωπολατρίες ή συναισθηματισμούς. Χρειάζεται πολλή προσοχή και διάκριση. 
 
  
Όχι μπροστά στον πνευματικό μας, όταν είναι καλά τα πράγματα, να του μιλάμε όμορφα και να τον ανεβάζουμε στα ουράνια και με το πρώτο πρόβλημα να ξεσπάμε σ’ αυτόν και να τον κατηγορούμε. Πολλοί άνθρωποι αγαπούν τον πνευματικό τους τόσο όσο τον έχουν ανάγκη. Μόλις βοηθηθούν και πατήσουν στα πόδια τους μπορεί και να τον ξεχάσουν κιόλας. Αυτό, όμως είναι αχαριστία και ανειλικρίνεια. Ούτε πάλι να φτάνουμε στο σημείο να θέλουμε τον πνευματικό κτήμα μας και ν’ ασχολείται μόνο μαζί μας. Πάνω από όλα είναι ιερέας του Υψίστου και δεν ανήκει σε κανέναν παρά μόνο σ’ Εκείνον. Το γνήσιο πνευματικό παιδί, όμως, θα φανεί ανάμεσα σε όλα τ’ άλλα γιατί απλούστατα θα μοιάζει του πατέρα του. Γιατί είναι υπάκουο, υποχωρεί, υπομένει, δίνεται, αγαπά, προσεύχεται, ταπεινώνεται, διακρίνει, συγχωρεί, ευχαριστεί, θυσιάζεται, ξεχνά, απωθεί το κακό, ελκύει το καλό, ξέρει πότε να μιλά και πότε να σιωπά. Με λίγα λόγια μιμείται τις αρετές του πνευματικού του πατέρα...». Αυτά τα λόγια του γέροντα χαράκτηκαν μέσα μου και με περισσότερη θέρμη αναζητούσα τον πνευματικό εκείνο που θα ταίριαζε στην περιγραφή του. Εδώ και μερικά χρόνια με αξίωσε ο Θεός και βρήκα πνευματικό, όπως ακριβώς μου τον είχε υποδείξει εκείνος ο άγιος γέροντας. Τώρα το μόνο που μένει και προσπαθώ είναι να γίνω και ‘γω το πνευματικό παιδί που μου περιέγραψε. Ας συλλογιστούμε όλοι τη σχέση μας με τον πνευματικό μας. Είναι μια αληθινή σχέση αγάπης χωρίς εμπάθειες και προσκολλήσεις; Μήπως εμείς φταίμε που τελικά δεν προχωράμε πνευματικά και όχι εκείνος; Και αν δεν καταλήξουμε σ’ αυτό το συμπέρασμα τουλάχιστον ας μην τον ταλαιπωρούμε αλλά ας αλλάξουμε πνευματικό ψάχνοντας εκείνον που είναι στα «μέτρα» μας. Γιατί ο κάθε πνευματικός κουβαλάει μαζί με το σταυρό του και καθένα από εμάς και φέρει την ευθύνη της σωτηρίας μας. Ας μην του κάνουμε πιο βαρύ το φορτίο. Ας πάρουμε την απόφαση ν’ ανέβουμε στο δικό μας σταυρό και να μείνουμε εκεί.


Μοναχός Αγαθάγγελος

Άγιον Όρος

Το «μισθολογικό καθεστώς» των μοναχών του Αγίου Όρους Σκέψεις και βιώματα από το πανηγύρι της Ιεράς Μονής Καρακάλου στη μνήμη του Εθνομάρτυρα αγιορείτη μοναχού Αγίου Γεδεών



Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν (Εβρ. ιγ, 14)
 
 
Είναι αλήθεια ότι κάθε εργαζόμενος σήμερα αποβλέπει στην λήψη του μισθού του προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Να αγοράσει δηλαδή τα απαραίτητα υλικά αγαθά που θα τον διατηρήσουν στην εφήμερη τούτη ζωή. Και ποιά είναι τούτα; Τροφή, νερό, ένδυση, διαμονή κ.ο.κ. Αναλόγως μάλιστα με την ποσότητα των υλικών αγαθών είθισται να τον εντάσσουμε στην κατηγορία του πλουσίου ( αυτός που απέκτησε πολλά) η στην κατηγορία του φτωχού ( αυτός που έχει λιγότερα)! 
Συνηθίζουμε ακόμη από σχετικά μικρή ηλικία να ταυτίζουμε την ευτυχία, νοούμενη και ως ευημερία και ως καλοπέραση με τον πλούτο. Μας διδάσκουν από τα σχολεία ακόμη να απεχθανόμαστε και να πολεμούμε την φτώχεια και τα επακόλουθα αυτής. Μας καλλιεργούν την ιδέα της ευτυχίας μέσα από την χωρίς μέτρο κατανάλωση των αγαθών. Μας μαθαίνουν πως να είμαστε κτητικοί, ιδιοκτήτες προσδίδοντας την ψευδαίσθηση πως θα είμαστε πάντα επί της γης...
Ως εκ τούτου το φυσικό γεγονός του θανάτου που σηματοδοτεί και το τέλος της παρουσίας μας στη γη εκδιώκεται από τη σκέψη μας και συστηματικά απωθείται στα κατάστιχα του είναι μας. Κι αυτό γιατί έρχεται πάντα σε αντίθεση με την καθημερινότητά μας! Μας δημιουργεί θα λέγαμε ανασφάλεια που προκαλούν τα συνήθη ερωτηματικά όπως λ. χ. μετά θάνατον τι;
Είναι γεγονός ότι η πλειονότητα των ανθρώπων αδυνατεί η δεν θέλει καν να συνειδητοποιήσει ότι ο πλούτος η η φτώχεια είναι έννοιες που στην ουσία έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των υλικών αγαθών! Αρκεί λοιπόν να εξετάσουμε μόνο το γεγονός ότι η γη και ο ήλιος και ο όλος το σύμπαν παραμένουν αναλλοίωτα εκατομμύρια τώρα χρόνια και απλώς οι άνθρωποι και εν γένει το ζωϊκό και φυτικό βασίλειο εναλλάσσονται. Τι σημαίνει τούτο; Αυτό καλοί μου Χριστιανοί σημαίνει ότι όλοι μας μηδενός εξαιρουμένου είμαστε φιλοξενούμενοι. Και ποιός άραγε μας παρέχει τη φιλοξενία; Μας την παρέχει Αυτός που δημιούργησε τον κόσμο, δηλαδή ο Θεός!
Είμαστε πάροικοι, προσωρινοί, εφήμεροι, διαβάτες μίας 
συγκεκριμένης πορείας που ξεκινά με τον ερχομό μας, τη γέννησή μας στη γη και ολοκληρώνεται με το θάνατο, δηλαδή την αποχώρησή μας, το τέλος θα λέγαμε της φιλοξενίας μας. Εκ της πορείας μας αυτής θα κριθούμε για το αν θα συμμετάσχουμε στο επόμενο στάδιο. Αν δηλαδή πολιτογραφηθούμε ως πολίτες της αιωνιότητας η καταδικαστούμε οριστικά και αμετάκλητα στα κάτεργα και στο πυρ το αιώνιο. Και η κρίση αυτή ανήκει αποκλειστικά και μόνο σε Εκείνον που παρέχει την φιλοξενία. Εξαρτάται μάλιστα από το αν ο φιλοξενούμενος τήρησε τους κανόνες της φιλοξενίας. Και ποιοί είναι αυτοί οι κανόνες θα ρωτήσει κάποιος εύλογα; Οι βασικοί κανόνες καταγράφονται στην ψυχή κάθε ανθρώπου που έρχεται στον κόσμο. Είναι ο νόμος του παρέχοντος τη φιλοξενία, δηλαδή ο νόμος του Θεού. Είναι οι εντολές Του, οι οποίες συμπληρώθηκαν από τον ίδιο το Θεό μέσω της ενανθρώπησης του Λόγου και Μονογενούς Υιού Του, του Ιησού Χριστού. Και τι σημαίνει συμπλήρωση του νόμου; Σημαίνει ερμηνεία και άνοιγμα της οδού που εκ του ασφαλούς οδηγεί τον άνθρωπο στην ουράνια Πολιτεία. Τον καθιστά πολίτη της αιωνιότητας, όπως λέγει στην προς Εβραίους επιστολή του ο Απόστολος Παύλος.
Η ένταξη δε του ανθρώπου σε οίκο της Πολιτείας ταύτης συνδέεται με την εξ ολοκλήρου αντίθετη πορεία με αυτή που σήμερα είθισται ακολουθεί ο σύγχρονος άνθρωπος! Συνδέεται λ.χ. με την ακτημοσύνη, δηλαδή την αποκοπή από κάθε πράγμα που σε καθιστά προσκολλημένο στην γη... Συνδέεται με την ταπείνωση και την προσευχή, δηλαδή με τη συνειδητοποίηση του ότι είσαι πάροικος και απλός διαχειριστής. Συνδέεται με συνεχείς ευχαριστίες και αδιάλειπτες δοξολογίες προς Αυτόν που σε φιλοξενεί. Συνδέεται με την ανιδιοτέλεια, τη νηστεία και την ειλικρινή αγάπη. Συνδέεται με την υπακοή, τη θυσία και την πίστη, νοούμενη ως απόλυτη εμπιστοσύνη στον παρέχοντα τη φιλοξενία, δηλαδή τον Θεό. Έχει να κάνει δε με τη νίκη επί του θανάτου, όπως λένε οι Άγιοι Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. 
Το παράδειγμα του «φτωχού» για τον κόσμο Λάζαρου και του άφρονα πλουσίου, που διηγήθηκε μέσω της γνωστής παραβολής ο Ιησούς Χριστός και Θεός μας, δείχνει ακριβώς το ισχύον «μισθολογικό καθεστώς» για την επιζητούμενη ουράνια Πολιτεία, που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος.
Η Αθωνική λοιπόν Αγιώνυμη Πολιτεία, το Περιβόλι της Υπερευλογημένης Θεοτόκου, το γνωστό σ’ όλους μας Άγιο Όρος συστηματικά επιδιώκει να εφαρμόζει και προσπαθεί να ακολουθεί αιώνες τώρα την πορεία του εργαζομένου «φτωχού» για τον κόσμο αλλά βασιλιά για τον ουρανό Λάζαρο. Οι «πολίτες» της ιδανικής αυτής γήινης πολιτείας αγωνίζονται νυχθημερόν στο στίβο της εφήμερης ζωής αποβλέποντας να λάβουν όχι γήινο αλλά μόνο ουράνιο μισθό. Διακαώς επιθυμούν να καταστούν ουρανοπολίτες. Συνειδητά αποδέχονται λοιπόν την ακτημοσύνη. Συνειδητά προπονούνται στα στάδια της υπακοής, της νηστείας και της ταπείνωσης, έτσι ώστε να είναι πάντα έτοιμοι δυνατοί αθλητές για την μαραθώνια οδό της θυσίας. Μίας θυσίας νοούμενης κυρίως ως διαρκής ομολογία και μαρτυρία της Αλήθειας και του Φωτός!
Μέσα στο πλαίσιο αυτό και οι προσκυνητές της αγιώνυμης αυτής πολιτείας δύνανται να αξιολογήσουν και να ερμηνεύσουν τα όσα ζουν, βιώνουν και αισθάνονται κατά την παραμονή τους στο Άγιο Όρος! Η γαλήνη και η ησυχία, η ευχαριστία και προπαντός η δοξολογία που αποπέμπονται προς τον ουρανό αποτελούν για κάθε προσκυνητή προγεύματα παραδεισένια. Τον κάνουν να νιώθει πολίτης του ουρανού αν και βρίσκεται ακόμη μέσα στον κόσμο! Το πέρασμα δε από το λουτρό της θείας εξομολόγησης και η κοινωνία του στη Θεία Ευχαριστία τον ελαφρύνουν από βαριά φορτία που προκαλεί η προσκόλλησή του στα γήινα και εφήμερα. Στην ουσία Χριστιανοί μου θα λέγαμε ότι ο προσκυνητής βιώνει το θαύμα της φιλοξενίας της Παναγίας μας! Θαύμα που κάθε φορά συνοδεύεται από φοβερές εμπειρίες και πρωτοφανή βιώματα...
Τα βιώματα αυτά κάνουν αμούστακα σχεδόν παιδιά να εγκαταλείπουν τα πάντα στον κόσμο και συνειδητά να επιλέγουν την πορεία του «φτωχού Λαζάρου» μέχρι τα βαθιά γεράματά τους. Τα βιώματα αυτά κάνουν νέα παλικάρια, αληθινούς λεβέντες να μεταβαίνουν στο Περιβόλι της Παναγίας μας, το Άγιο Όρος και να προπονούνται νυχθημερόν μέσα από την αδιάλειπτη προσευχή και άσκηση αποβλέποντας στην ουράνια «μισθαποδοσία»! Οι ήρωες τους και τα πρότυπά τους, είναι οι Απόστολοι, οι Πατέρες, οι άγιοι ασκητές της ερήμου, δηλαδή οι άνθρωποι της θυσίας που έλαβαν το στεφάνι της δόξης που προσφέρει στους άξιους αθλητές ο ίδιος ο Κύριος! Αυτούς πανηγυρίζουν και γιορτάζουν με ολονυχτίες και αδιάλειπτες προσευχές.
Δεν σας κρύβω καλοί μου Χριστιανοί πως ως προσκυνητής στο ολονύχτιο πανηγύρι του Καρακαλληνού Αγίου Γεδεών, η θυσία του οποίου στον Τύρναβο της Θεσσαλίας αποτέλεσε την αρχή της κατιούσας πορείας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που οδήγησε στην ολοσχερή διάλυσή της μου γεννήθηκε η επιθυμία να αγκαλιάσω έναν προς έναν όλους τους μοναχούς! Ήθελα να τους ευχαριστήσω, να τους χειροκροτήσω για το διαρκή επίπονο ασκητικό αγώνα τους!
Βλέποντάς τους στο μοναστήρι της μετανοίας τους να ακολουθούν τις οδηγίες του δικού τους στρατηγού -πατέρα, πνευματικού και γέροντα και να δίνουν σκληρές μάχες με ισχυρότατο αντίπαλο συνειδητοποίησα πως δεν διαφέρουν -ίσως και να ξεπερνούν σε ηρωισμό- από όλους εκείνους που θυσιάστηκαν στο βωμό της ελευθερίας της Ελλάδος! Και μετά λόγου γνώσεως προσωπικά πιστεύω πως τους ξεπερνούν σε ηρωισμό γιατί μάχονται εναντίον των λεγεώνων των δαιμονίων του κοσμοκράτορα Βελζεβούλ πολύ πιο ισχυρό αντίπαλο από Γερμανούς, Ιταλούς η Τούρκους στρατιώτες! Οι νίκες μάλιστα που πετυχαίνουν καταγράφονται για τον καθένα εξ αυτών των ηρώων-μοναχών, αγωνιστών με χρυσά γράμματα στον ουρανό. Και οι νίκες αυτές αποτελούν την πνευματική εποποιία ολόκληρης της σύγχρονης Ελλάδας με σημαντικό αντίκτυπο στην καθημερινότητά μας και στην προσπάθεια προς τη σωτηρία όλων μας.
Στα ασκητικά πρόσωπα των γερόντων και πίσω από το γαλήνιο βλέμμα μπορούσες κάλλιστα να διακρίνεις τα σημάδια από τις αλλεπάλληλες μάχες και τους διαρκείς πολέμους που διεξήγαγαν. Μπορούσες να διακρίνεις τις αγωνίες τους για το αν καταστούν άξιοι πολίτες του ουρανού η πέσουν στη μάχη πολεμώντας τον κοσμοκράτορα! Μπορούσες να διακρίνεις τον οπλισμό που ο καθένας εξ αυτών έφερε στους ώμους του. Οπλισμό που είχε να κάνει με την ανιδιοτελή προσφορά, την αγάπη, την ειλικρίνεια, τη φιλία... Ελαφρά όπλα έφεραν οι δόκιμοι και οι νεώτεροι εκπαιδευόμενοι στρατιώτες του Χριστού και βαρύτερα οι γέροντες.
Να λοιπόν γιατί ο Μητροπολίτης Ιερισσού Θεόκλητος, ο οποίος προεξήρχε της πανηγυρικής εορτής που οργάνωσε το μικρό αυτό τάγμα της Παναγίας μας επαίνεσε τον πνευματικό αγώνα της Αγιώνυμης Πολιτείας. Να γιατί ο γέροντας ηγούμενος αρχιμανδρίτης Φιλόθεος μίλησε για ουράνια αύρα και ευωδίες που αναδύονται από την Αγιώνυμη αυτή Πολιτεία και απλώνονται με την χάρη της Πλατυτέρας των ουρανών σε ολόκληρη την Ελλάδα. Να γιατί ο προσκυνητής έλκεται στο πνευματικό τούτο μέλι που ως ευλογία τον συνοδεύει και τον ενδυναμώνει στον αγώνα της σωτηρίας μέσα στον κόσμο! Να γιατί οι παραπαίοντες Άρχοντες οφείλουν να στηρίξουν και με κάθε τρόπο να ενισχύσουν την μοναδική στην οικουμένη αγιώνυμη πολιτεία, το Άγιο Όρος και να πάψουν να το πολεμούν,ταυτιζόμενοι με τους εκφραστές του μυστηρίου της ανομίας.
Ας κατανοήσουν μία για πάντα ότι το Άγιο Όρος, όσο έχει στρατηγό την Παναγία μας θα προσφέρει αγίους και ήρωες που θα καθιστούν την Ορθόδοξη Ελλάδα πρωταθλήτρια και πρωτοπόρο στον ουρανό... Ας κατανοήσουν μία για πάντα ότι το Άγιο Όρος όσο διαθέτει ταπεινούς γέροντες ενάρετους κι ανιδιοτελείς αγωνιστές της ορθόδοξης πίστης και της μετάνοιας οι οιανδήποτε εχθροί θα τρέπονται σε άτακτη φυγή και θα κατατροπώνονται από το κομποσχοίνι και την αδιάλειπτη προσευχή. 
 
Ένας ταπεινός προσκυνητής
δούλος Κυρίου     
ΛΕΖΑΝΤΑ: Ο Μητροπολίτης Ιερισσού Θεόκλητος μαζί με τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Καρακάλου αρχιμ. Φιλόθεο και τον Δήμαρχο Τυρνάβου. 

Συντάκτης: ΕΝΑΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ
Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013

Άγιος Λουκάς, Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας, Ποιός είναι ο εσωτερικός άνθρωπος;


agios loukas 2
Ποιός είναι ο εσωτερικός άνθρωπος;
Στο 4ο κεφάλαιο της Β’ προς Κορινθίους επιστολής του μεγάλου αποστόλου Παύλου διαβάζουμε πολύ βαθειά και σημαντικά λόγια, τα οποία θα ήθελα να σας εξηγήσω. «Αλλ’ ει και ο έξω ημών άνθρωπος διαφθείρεται, αλλ’ ο έσωθεν ανακαινούται ημέρα και ημέρα» (Β’ Κορ. 4, 16).
Ποιός είναι ο εξωτερικός άνθρωπος; Είναι εκείνος ο κοινός, ο γνωστός σε όλους άνθρωπος, που αποτελείται από σάρκα και αίμα, από το νευρικό του σύστημα και τα οστά του. Ο άνθρωπος που αντιλαμβάνεται την εξωτερική υλική φύση διά των πέντε του αισθήσεων, διά της οράσεως, της ακοής, της οσφρήσεως, της αφής και της γεύσεως. Η πνευματική του ζωή περιορίζεται στην αντίληψη διά των πέντε αισθήσεων της υλικής κτίσεως και την επεξεργασία τους με το νου και την καρδιά. Το ενδιαφέρον του περί τα πνευματικά πολύ σπάνια υπερβαίνει τα γήινα ενδιαφέροντα.
Αλλά ήδη από τα αρχαία χρόνια πάντοτε υπήρχαν βαθυστόχαστοι άνθρωποι, οι οποίοι είχαν κατανοήσει ότι η ζωή της ψυχής και του πνεύματός μας δεν καθορίζεται μόνο από τις επιδράσεις του υλικού κόσμου. Αυτοί κατάλαβαν ότι ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει πνευματικός κόσμος. Ο Έλληνας φιλόσοφος Πλωτίνος παρομοίαζε αυτή την διπλή ζωή της ψυχής και του πνεύματος του ανθρώπου με την ζωή των αμφιβίων ζώων που μπορούν να ζουν και μέσα στο νερό και στην ξηρά. Το ίδιο και η ανθρώπινη ψυχή ζει όχι μόνο με τις γήινες σκέψεις και τις αντιλήψεις των πέντε αισθήσεων αλλά έχει και κάποια ακατανόητη και άγνωστη σε μας έκτη αίσθηση που αποτελεί το μέσο πρόσληψης των μυστικών νουθεσιών του Αγίου Πνεύματος και αντιλήψεως του αγγέλου φύλακά της. Δι’ αυτής μπορούμε να έχουμε μία βαθειά και ζωντανή κοινωνία με τον Θεό, τους Αγγέλους, την Παναγία και τους Αγίους στις προσευχές μας.

Σ’ αυτή την πνευματική αντιμετώπιση του κόσμου συγκαταλέγονται και τα ανεξήγητα προαισθήματα, οι προβλέψεις, οι προρρήσεις, ακόμα και τα προφητικά όνειρα. Όλοι σας να διαβάσετε από τη Βίβλο το βιβλίο της Εσθήρ, το οποίο αρχίζει με μία καταπληκτική διήγηση του προφητικού ονείρου του Μαρδοχαίου για τον αγώνα του με τον Αμάν. Το όνειρο αυτό πραγματοποιήθηκε αργότερα σε όλες του τις λεπτομέρειες.
Ο ιδρυτής του λουθηρανισμού ο Λούθηρος βρήκε κάποτε σε μία βιβλιοθήκη μία παλαιά θεολογική πραγματεία στην οποία διάβασε μία ιδέα που του έκανε μεγάλη εντύπωση. Ο συγγραφέας του έργου αυτού έλεγε ότι η ανθρώπινη ψυχή έχει δύο μάτια. Το ένα είναι στραμμένο προς τη κοινή ζωή των ανθρώπων, ενώ το άλλο έχει την ικανότητα να θεωρεί την ζωή του άλλου κόσμου, και ουσιαστικά μόνο γι’ αυτό προορίζεται. Αλλά αυτά τα μάτια μπορούν να λειτουργήσουν μόνο ξεχωριστά το ένα από το άλλο και η πνευματική ζωή γίνεται ορατή μόνο τότε, όταν το ένα από τα δύο μάτια, το οποίο βλέπει μόνο τα υλικά, είναι κλειστό.
Πολύ πετυχημένη και ωραία έκφραση της ίδιας απόψεως την συναντάμε στο χριστιανό φιλόσοφο Ντε Πρελ. Αυτός λέει ότι τα άστρα λάμπουν στον ουρανό και την ημέρα αλλά εμείς δεν τα βλέπουμε επειδή τα επισκιάζει το φως του ηλίου. Τα άστρα αρχίζουν να φαίνονται μόνο τότε, όταν δύει ο ήλιος και πέφτει η νύχτα. Το ίδιο και η ψυχή, όταν την ξεκουφαίνει ο δυνατός θόρυβος των βιοτικών μερίμνων αυτή δεν ακούει τις λεπτές και τρυφερές φωνές του άνω κόσμου.
Ο εσωτερικός μας άνθρωπος, λοιπόν, είναι το πνεύμα μας, το οποίο είναι στραμμένο προς τα πάνω, προς τους ουρανούς, και είναι ελεύθερο από τα γήινα ενδιαφέροντα και επιθυμίες. Η ζωή του πνευματικού ανθρώπου διαφέρει ριζικά από τη ζωή του ψυχικού ανθρώπου στο ότι ο ψυχικός, όσο πιο πολύ ζει, τόσο περισσότερο μαραίνεται και γερνά. Στο σώμα του, αρχίζοντας από την ηλικία των σαράντα ετών ή και νωρίτερα, αρχίζει μία εκφυλιστική διεργασία: αδυνατούν οι μυς, παρουσιάζονται δυσκολίες στο βάδισμα, η όραση και η ακοή εξασθενούν, η μνήμη χάνεται και τα δόντια πέφτουν.
Ο εσωτερικός μας άνθρωπος, αντίθετα, μέρα με τη μέρα, ανακαινίζεται κατά τη διάρκεια όλης της ενσυνείδητης μας ζωής, αν το πνεύμα του δεν σέρνεται μέσα στις λάσπες της γήινης ζωής και πάντα θυμάται το λόγο του αποστόλου Παύλου: «Άνω σχώμεν τας καρδίας». Αν το μάτι μας εκείνο, που βλέπει μόνο τα γήινα, όλο και περισσότερο εξασθενίζει και τελικά νεκρώνεται, ενώ το άλλο μας μάτι, αυτό που είναι προορισμένο να θεωρεί τον πνευματικό κόσμο, αρχίζει να βλέπει πιο καθαρά. Έτσι μ’ αυτό τον τρόπο ο εσωτερικός μας άνθρωπος μέρα με τη μέρα ανακαινίζεται και πλησιάζει προς τον Θεό…
Μέχρι τώρα όταν έκανα λόγο για τις επιδράσεις του άλλου κόσμου στον εσωτερικό άνθρωπο εννοούσα μόνο τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος και των φωτεινών επουρανίων δυνάμεων. Όμως είναι άκρως σημαντικό για μας να θυμόμαστε και το ότι οι σκοτεινές δυνάμεις του άδη, ο διάβολος και οι άγγελοι αυτού, ασκούν και αυτοί πάνω μας άλλου είδους αόρατες επιδράσεις. Με όλες τις δυνάμεις τους αυτοί προσπαθούν να προβάλουν εμπόδια στο έργο της ανακαίνισης του εσωτερικού μας ανθρώπου και να μην τον αφήσουν τελικά να πορευθεί το δρόμο που οδηγεί στο Θεό.
Πιστεύω ότι τώρα, αδελφοί μου και αδελφές, σας είναι κατανοητό όλο το βάθος αυτού του λόγου του αποστόλου Παύλου: «Αλλ’ ει και ο έξω ημών άνθρωπος διαφθείρεται, αλλ’ ο έσωθεν ανακαινούται ημέρα και ημέρα» (Β’ Κορ. 4, 16). Νομίζω ότι και από μόνοι σας μπορείτε να βγάλετε το σωστό συμπέρασμα απ’ όλα αυτά που σας είπα και να καταλάβετε ότι ο σκοπός της ζωής μας είναι η ανακαίνιση της ψυχής μας με την μεγάλη υπομονή στην τεθλιμμένη και την ακανθώδη αυτή οδό, που οδηγεί στην Βασιλεία των Ουρανών. Είναι επίσης και η ακούραστη πάλη με τον διάβολο και τους κακούς αγγέλους του, που προσπαθούν να μας αποπλανήσουν για να εκτραπούμε από την σωτήρια αυτή οδό.
Η θεία βοήθεια της Αγίας Τριάδος να μας δυναμώσει σ’ αυτή τη δύσκολη πορεία μας. Αμήν.
(Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας, «Λόγοι και ομιλίες», τ. Α΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σ. 172-175) 

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ

15Κύριε ο Θεός μου, Σε παρακαλώ να μου δώσεις τη χάρη σου, για να Σε ποθώ με όλη μου την καρδιά, και με τον πόθο αυτό να Σε ζητώ, και ζητώντας να Σε βρω, κι αφού Σε βρω, αξίωσέ με να Σε αγαπήσω’ και αφού Σε αγαπήσω ειλικρινώς, να ελευθερωθώ απ’ όλες τις κακίες που υπάρχουν μέσα στην ψυχή μου. Αφού δε απαλλαγώ από αυτές, βοήθησέ με να μη γυρίσω πάλι στα ίδια αμαρτήματα.

Δώσε στην ψυχή μου μετάνοια αληθινή.

Κύριε ο Θεός μου, χάρισε και στην καρδιά μου λύπη βαθιά για τις αμαρτίες μου, και στα μάτια μου άφθονα δάκρυα μετανοίας, και στα χέρια μου ελεημοσύνες πλούσιες προς τους φτωχούς.Συ, Κύριε, ο βασιλεύς μου, ευδόκησε να σβήσεις με τη χάρη σου τις ορέξεις και επιθυμίες της σαρκός που ανάβουν εντός μου, και ν’ ανάψεις στην ψυχή μου τη φλόγα της αγάπης προς Εσένα.

Συ, Κύριε, ο ελευθερωτής μου, διώξε μακριά μου το πνεύμα της υπερηφανείας, και ως εύσπλαχνος ευδόκησε να μεταδώσεις στην ψυχή μου από τον άφθονο πλούτο της δικής σου καλοσύνης.

Συ, ο Θεός, ο Σωτήρ μου, απομάκρυνε από μένα τον θυμό της δίκαιης οργής σου για τις αμαρτίες μου. Δείξε και σε μένα το έλεός σου και την ευσπλαχνία σου, και ευδόκησε να περιφράξεις την ψυχή μου με την αρετή της υπομονής, που μοιάζει με ασπίδα και που προφυλάσσει και ασφαλίζει την ψυχή από τις επιθέσεις του διαβόλου.

Συ, Κύριε, ο δημιουργός και πλάστης μου, ξερίζωσε από την ψυχή μου κάθε απρεπή και βλαβερή δυσαρέσκεια και πίκρα προς τους άλλους, και δώσε να βασιλεύει πάντοτε στο νου μου το γλυκύ και ειρηνικό φρόνημα της επιείκειας και συμπάθειας προς τον πλησίον.
Αμήν. 
πηγή

Αν στους νεοταξίτες επέτρεπαν να διαλύσουν μόνο ένα έθνος, τους Έλληνες θα διέλυαν



Η Νέα Τάξη των Πραγμάτων περνά μέσα σε όλα τα κράτη όποιους νόμους θέλει και έχει σκοπό να φέρει μια παγκόσμια δικτατορία.

Δια στόματος του υπερυπουργού τους, του Κίσσινγκερ, είχαν πει ότι οι Έλληνες είναι ο επικίνδυνος εχθρός, διότι όταν διαβάζουν ιστορία τρελαίνονται, παίρνουν τα μυαλά τους αέρα. Γι' αυτό πρέπει - λένε - να εξαφανίσουμε την ιστορία τους, τη γλώσσα τους, που τους κάνει να παίρνει στροφές το μυαλό τους, τη θρησκεία τους, που τους ενώνει και τότε καθαρίσαμε και μ' αυτούς.

Εδώ και 30 και πλέον χρόνια γίνεται μία πολύ μεγάλη και συντονισμένη προσπάθεια να πέσει χαϊβανίτιδα στην Ελλάδα. Να αισθάνονται οι Έλληνες ότι δεν αποτελούν έθνος, να μην αγαπούν την πατρίδα τους. Αλλά το μέρος εδώ είναι ανέκαθεν τόσο ευλογημένο και ιερό, που ακόμα κι αυτοί που ήρθαν σαν οικονομικοί ή άλλοι μετανάστες το αγαπούν...


Τι έχει αυτός ο τόπος μέσα του; Έχει κάτι ιδιαίτερο. Αν έχετε διαβάσει τα βιβλία μου «Γιατί και πώς ζουν ανάμεσά μας», θα καταλάβατε σε τι αναφέρομαι. Αυτός ο τόπος λέγεται Ελ-λας. «Λας» σημαίνει στην πανάρχαια γλώσσα, που ομιλείτο στην περιοχή, η έδρα, η βάση. Ελ ήταν το γένος, που διοικούσε όλη την υφήλιο με έδρα τον Όλυμπο. «Ελ-λάς», λοιπόν, είναι η έδρα, η γη των Ελ. Αυτό το μέρος έχει μερικά πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Είναι εκείνο, που μας δίνει αυτόν τον ξεσηκωμό, που έχουμε μέσα μας. Και έρχεται και η ιστορία που μαθαίνουμε – η έστω παραχαραγμένη – που κάνει όλα αυτά τα πράγματα να μας ξεσηκώνουν, να μη μας αφήνουν να δεχθούμε ότι πρέπει να το βουλώνουμε και να μην αντιδρούμε σε τίποτα.

Τι είναι, επομένως, εκείνο, που περιλαμβάνει η ιστορία του ελληνικού έθνους, το οποίο οι νεοταξίτες δεν θέλουν να μαθαίνουν τα παιδιά μας; Η ιστορία του ελληνικού έθνους περιλαμβάνει κοινούς αγώνες, όχι αγώνες ποδοσφαιρικούς ούτε σκακιστικούς ούτε χαρτοπαιχτικούς, αλλά αγώνες για το δικαίωμα να υπάρχουμε και να πιστεύουμε ό,τι θέλουμε, σωστό ή λάθος. «Μαγκιά» μας να πιστεύουμε ό,τι θέλουμε. Περιλαμβάνει τους αγώνες για την ελεύθερη και ανεξάρτητη σκέψη, για την αυτοδιάθεση. Αυτούς τους αγώνες δεν πρέπει να τους ξέρουν τα ελληνόπουλα, γιατί όταν βλέπουν τόσους αγώνες που έγιναν χιλιάδες χρόνια πριν, σιγά μην κάτσουν να δεχθούν τι λένε τα τσιράκια της Νέας Τάξης!

Αυτό το πράγμα, ακόμα κι αν μας βάλουν σε ένα λάκκο δεμένους χειροπόδαρα, ακόμα κι αν μας βασανίζουν, ακόμα κι αν μας σταυρώνουν, υπάρχει μέσα στην καρδιά και στο μυαλό μας. Και την κατάλληλη στιγμή πάντα φουντώνει και τότε αρχίζει να απελευθερώνεται η Ελλάδα. Αυτή η διαδικασία, βέβαια, της απελευθέρωσης της Ελλάδας είναι μια...

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΚΑΙ ΔΥΣΕΩΣ.


 
Ἀρχιμ. Κύριλλου
(Κεφαλόπουλου)

Παρ’ ὃλες τὶς δικαιολογημένες ἐπιφυλάξεις ποὺ ὑπάρχουν γιὰ  τὴν Σύνοδο τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-39), κυρίως γιὰ τὸν τρόπο ποὺ συνεκλήθη ὑπὸ τὴν πίεση τῆς στρατιωτικῆς ἀπειλῆς τῶν Τούρκων καὶ τὶς πιέσεις τοῦ Πάπα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀνειλικρίνεια τῶν προθέσεων ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν τῶν προσερχομένων στὶς συζητήσεις (ὁ αὐτοκράτωρ Ἰωάννης Παλαιολόγος ὑπελόγιζε στὰ πολιτικὰ καὶ στρατιωτικὰ ὀφέλη ἀπὸ μία ἐνδεχόμενη Ἓνωση καὶ πίεζε πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή, ὁ Πάπας Εὐγένιος ὁ Δ’ ὑπελόγιζε στὸ γόητρο ποὺ θὰ ἀποκτοῦσε ἐὰν ἒπειθε τοὺς »σχισματικοὺς γραικοὺς» νὰ δεχθοῦν τὴν Ἓνωση, νὰ ὑποκύψουν στὶς παπικὲς ἀπαιτήσεις γιὰ τὸ Πρωτεῖο καὶ τὴν πρωτοκαθεδρία τοῦ Πάπα Ρώμης καὶ νὰ ἐπιστρέψουν σὲ ἑνότητα μὲ τὴν Λατινικὴ Ἐκκλησία ἀποδεχόμενοι τὶς κακοδοξίες της, ἰδίως τὸ Πρωτεῖο καὶ τὸ Φιλιόκβε) ὀφείλουμε νὰ ἀναγνωρίσουμε πὼς στὴν Φερράρα-Φλωρεντία ἒγινε γιὰ πρώτη φορὰ μετὰ τὸ Σχίσμα τοῦ 1054 μία σοβαρὴ προσπάθεια, παρ’ ὃλες τὶς ἐλλείψεις καὶ τὶς δυσχέρειες στὸν διάλογο, νὰ συζητηθοῦν εἰς βάθος οἱ θεολογικὲς διαφορὲς μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, νὰ ὑπάρξει ἀμοιβαία γνωριμία καὶ κατανόηση, νὰ ξεπερασθοῦν προκαταλήψεις καὶ ἒχθρες τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ προχωρήσει ἡ Ἓνωση τῶν Ἐκκλησιῶν. Βεβαίως, ὁ διάλογος δὲν προχώρησε διότι καὶ οἱ δύο πλευρές, ὁ αὐτοκράτωρ καὶ ὁ Πάπας, ἐπείγοντο καὶ βιάζονταν νὰ ὑπογραφεῖ ἡ Ἓνωση κάτω ἀπὸ πολιτικὲς πιέσεις καὶ ἐκβιαστικὰ διλήμματα, ἀφήνοντας κατὰ μέρος τὰ θεολογικά.
Μαζὶ μὲ τὴν ἀνειλικρίνεια  καὶ τὴν ἀδιαλλαξία τῶν Λατίνων, αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ κυριότερος λόγος, ποὺ ἡ τελικῶς ὑπογραφεῖσα Ἓνωση δὲν ἒγινε ἀποδεκτὴ στὴν Ἀνατολή, χαρακτηρίστηκε ὡς ληστρικὴ καὶ ψευδοένωση, τὰ ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς τὴν ἀπέρριψαν ( Σύνοδοι Ἰεροσολύμων 1443 καὶ Κωνσταντινουπόλεως 1482) καὶ ὁ πιστὸς λαὸς κατηγόρησε τοὺς φιλενωτικοὺς γιὰ προδοσία τῆς πίστεως. Θὰ ἒπρεπε νὰ περάσουν σχεδὸν 550 χρόνια γιὰ νὰ ἐπιχειρηθεῖ ἓνας ἐκ νέου θεολογικὸς διάλογος μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν. Ἐπειδὴ λοιπὸν τὸ αἲτημα ἑνὸς οἰκουμενικοῦ θεολογικοῦ διαλόγου ὑπῆρξε ἒντονο κατὰ τὸν 20ο αἰώνα, πολλὰ θὰ μπορούσαμε νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ ὠφεληθοῦμε ὣστε νὰ ἀποφύγουμε τὰ προηγούμενα λάθη καὶ τὰ σφάλματα. Ἡ ἀποκατάσταση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος ἐπί τῇ βάσει τῆς ἀληθοῦς πίστεως, τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικῆς τῆς πρώτης χιλιετίας, ἀποτελεῖ καὶ σήμερα ἓνα ζητούμενο γιὰ τὸ ὁποῖο ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι προσευχόμαστε σὲ κάθε Θεία Λειτουργία »ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» καὶ» τῆς ἐπιστροφῆς τῶν πεπλανημένων».
Ἐπειδὴ ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ὁ  Εὐγενικὸς ὑπῆρξε ὁ ἀδιαφιλονίκητος  πρωταγωνιστὴς στὶς συζητήσεις στὴν Φερράρα-Φλωρεντία, ἡ πανθομολογούμενη ἀπὸ φίλους καὶ ἀντιπάλους ἀρετή, ἁγιότης τοῦ βίου, ἡ εὐρυμάθεια ἡ φιλοσοφικὴ καὶ θεολογική, ἡ γνώση τῶν θεολογικῶν συγγραμμάτων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἡ συνέπεια στὶς θέσεις του καὶ ἡ σταθερότητα στὴν Ὀρθόδοξο Πίστη, οὶ τοποθετήσεις του κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Συνόδου ὑπῆρξαν καθοριστικὲς καὶ καίριες· ὃλα αὐτὰ τὸν ἀναδεικνύουν σὲ κορυφαία μορφὴ στὸ ζήτημα τῶν θεολογικῶν διαλόγων. Δὲν θὰ ἐπιμείνουμε τόσον στὶς θεολογικὲς τοποθετήσεις τοῦ Ἁγίου Μάρκου στὴν Φερράρα-Φλωρεντία, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ἀδιαμφισβήτητη καὶ σταθερὰ ὁμολογία Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ περισσότερον θὰ ἐπικεντρωθοῦμε στὸν τρόπο καὶ τὴν ὃλη συμπεριφορὰ καὶ στάση του ἒναντι τοῦ διαλόγου καὶ ἐν σχέσει μὲ τοὺς Δυτικούς.
Μὲ πᾶσα νηφαλιότητα καὶ πιστότητα στὰ ἱστορικὰ δεδομένα καὶ τὶς γραπτὲς πηγὲς θὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ σκιαγραφήσουμε τὸν ρόλο ποὺ διεδραμάτισε ὁ Ἃγιος Μᾶρκος. Θὰ χρησιμοποιήσουμε ὡς πηγὴ τὰ Ἀπομνημονεύματα τοῦ Συλβέστρου Συροπούλου, αὐτόπτου μάρτυρος καὶ μέλους τῆς ἑλληνικῆς ἀντιπροσωπείας ὡς Μέγας Ἐκκλησιάρχης, τὰ ὁποῖα θεωροῦνται ὡς κατ’ ἐξοχὴν ἀξιόπιστα καὶ ἀντικειμενικὰ γιὰ τὰ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας, παραπέμποντας στὴν ἒκδοση τοῦ V. Laurent, Paris 1971. Σημαντικὸς ἐπίσης βοηθὸς στὶς ἐπισημάνσεις ποὺ θὰ κάνουμε ἐν συνεχείᾳ ἀπετέλεσε καὶ ἡ μελέτη τοῦ κ. Γρηγορίου Λαρεντζάκη, καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Γκρατζ  τῆς Αὐστρίας, μὲ τίτλο »Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ἡ ἑνότητα τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως», ἐκδ. Ἐπέκταση, Κατερίνη 1999, ἰδίως οἱ σελίδες 51-72.
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος, ἐκπροσωπῶν ταυτοχρόνως τὰ Πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων, ἐπελέγη ὡς μέλος τῆς ἑλληνικῆς ἀντιπροσωπείας γιὰ τὴν ἐγνωσμένη βαθιὰ θεολογικὴ του κατάρτιση, γνώση τῶν κειμένων καὶ τῆς θεολογίας τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλὰ καὶ τῆς δυτικῆς σχολαστικῆς θεολογίας τοῦ Θωμᾶ Ἀκυνάτη μέσῳ ἑλληνικῶν μεταφράσεων καὶ τὴν ἰκανότητα διεξαγωγῆς ἐπὶ ἲσοις ὃροις θεολογικῶν συζητήσεων μὲ τοὺς Λατίνους. Ἡ ἰσχυρή του προσωπικότητα, τὸ κῦρος καὶ ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου του, ὃπως καὶ ἡ συνέπεια καὶ ἡ μαχητικότητα ὑπὲρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως τὸν κατέστησαν κεντρικὴ μορφὴ τῶν θεολογικῶν συζητήσεων.
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ἒχοντας ἐπίγνωση τῶν κρισίμων στιγμῶν γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἒθνος καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ καὶ τὴν σπουδαιότητα τῆς ἀξίας ἑνὸς θεολογικοῦ διαλόγου, ὁ ὁποῖος ἐὰν διηξήγετο μὲ εἰλικρίνεια καὶ ἀξιοπιστία, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποφέρη θετικὰ ἀποτελέσματα, δηλαδὴ νὰ ὁδηγήση στὸ θεάρεστο ἒργο τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ἀληθοῦς καὶ ἀκαινοτόμητης εὺαγγελικῆς, ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικῆς πίστεως, δὲν ἀπέφυγε νὰ λάβη μέρος στὴν Σύνοδο, ἀλλὰ μᾶλλον μὲ αἲσθημα εὐθύνης, προθύμως καὶ ἐκθύμως, ἀνέλαβε νὰ προασπίση τὴν ὀρθοδοξία καὶ νὰ τὴν ἐκπροσωπήση ἐπαξίως στὶς θεολογικὲς συζητήσεις μὲ τοὺς Λατίνους. Πίστευε εἰλικρινῶς ὃτι κάθε κόπος ὑπὲρ τῆς ἐπιτεύξεως μίας ἐπιθυμητῆς καὶ ἐντίμου ἑνώσεως ἦταν ἀναγκαῖος καὶ θεοφιλής. Χαρακτηριστικοὶ καὶ ἐνδεικτικοὶ οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου πατρὸς ὃτι » καταφρονήσαντες καὶ κόπων καὶ κινδύνων πρὸς τὸ διαπραγματεύσασθαι  τὸ θεῖον ἒργον τῆς ἑνώσεως ἐὰν ὁ Θεὸς εὐδοκήση, πρόδηλόν ἐστι, καὶ πρόθυμοί ἐσμεν καὶ ἡμεῖς τὴν δυνατὴν ἐπιμέλειαν καὶ σπουδὴν Θεοῦ χάριτι πρὸς τοῦτο συνεινεγκεῖν (=νὰ συνεισφέρουμε), ἐπεὶ καὶ τούτου χάριν ἀφίγμεθα (= ἀφοὺ γι’ αὐτὸ ἒχουμε ἒρθει)», (Συλβέστρου Συροπούλου, Ἀπομνημονεύματα V, 7). Ὑπάκουσε στὸ κάλεσμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πολιτείας (τοῦ αὐτοκράτορος) νὰ ἐκπροσωπήση ἐπαξίως τὴν Ὀρθοδοξία στὴν Φερράρα-Φλωρεντία. Δὲν ἀπέφυγε τὸν διάλογο.
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ἐπέμενε καὶ ὀρθῶς ὃτι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν Ἓνωση ἀποτελούσε ἡ σαφὴς συζήτηση ἐπὶ συγκεκριμένων θεολογικῶν θεμάτων, ὃπως τὸ Φιλιόκβε ἢ τὸ Παπικὸ πρωτεῖο· θεμάτων ποὺ χώριζαν τὶς δύο Ἐκκλησίες καὶ εἶχαν προκαλέσει προηγουμένως ἒντονες τριβὲς καὶ καχυποψίες (καὶ μέχρι σήμερον ἐξακολουθοῦν), διότι θεωροῦσε ὃτι, μέσω μίας ἀνοικτῆς καὶ εἰλικρινοῦς θεολογικῆς συζητήσεως, θὰ μποροῦσαν νὰ ἀπομακρυνθοῦν καχυποψίες καὶ ἀμοιβαῖες παρεξηγήσεις ἐπὶ ὑπαρκτῶν καὶ οὐσιωδῶν δογματικῶν διαφορῶν καὶ παρεκκλίσεων ἐκ μέρους τῶν Λατίνων ἐπὶ τῆς ὀρθῆς πίστεως λόγῳ καινοτομιῶν καὶ προσθηκῶν καὶ νὰ προκύψη συμφωνία. »ὃτε διίστανται τινὲς ἀλλήλων καὶ οὐ χωροῦσι πρὸς λόγους, δοκεῖ μείζων εἶναι καὶ ἡ μεταξὺ τούτων διαφορά. Ὃτε δ’ εἰς λόγους συνέλθωσι καὶ ἑκάτερον μέρος νουνεχῶς ἀκροάσηται τὰ παρ’ ἑκατέρου λεγόμενα, εὑρίσκεται πολλάκις ὀλίγη ἡ τούτων διαφορὰ» (=ὃταν κάποιοι βρίσκονται σὲ διάσταση ἀπὸ ἂλλους καὶ δὲν προχωροῦν σὲ διάλογο, τοὺς φαίνεται ὃτι εἶναι μεγαλύτερη ἡ μεταξύ τους διαφορά. Ὃταν ὃμως προσέλθουν σὲ κοινὸ διάλογο καὶ τὸ καθένα μέρος ἀκούσει μὲ προσοχὴ καὶ σύνεση τὰ λεγόμενα τῆς ἂλλης πλευρᾶς, πολλὲς φορὲς βρίσκεται ὃτι εἶναι λίγη ἡ διαφορά τους), (Συροπούλου, Ἀπομνημονεύματα V, 28).
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος εἶχε ἐπίγνωση τῆς σοβαρότητος τῶν θεολογικῶν διαφορῶν ἐπὶ δογματικῶν καὶ λειτουργικῶν ζητημάτων ποὺ χώριζαν ὀρθοδόξους καὶ λατίνους. Ἐπιθυμοῦσε ὃμως ὁ διάλογος νὰ διεξαχθῆ εἰρηνικὰ καὶ μὲ χριστιανικὴ ἀγάπη, οὒτως ὣστε νὰ ἀποφευχθοῦν ἐντάσεις, ἐριστικότητα, ἀντεγκλήσεις, ποὺ σὲ τίποτε δὲν θὰ συνέβαλαν στὴν ὀμαλὴ ἐξέλιξη τῶν συζητήσεων. »χρὴ μετὰ ἀγάπης τοὺς λόγους ποιεῖσθαι, ἐπεί καὶ περὶ εἰρήνης ἐστὶν ὁ λόγος καὶ ταύτην κατέλιπεν ὁ Κύριος ἡμῖν ὣσπερ τινα κλῆρον. Χρὴ οὐν ἡμᾶς ταύτην ἀεί πραγματεύεσθαι καὶ μάλιστα ἐν τῇ παρούσῃ τῶν λόγων ὓλη, καὶ ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τέλους τῶν λόγων τὴν ἀγάπην τηρεῖν»  (Συροπούλου, Ἀπομνημονεύματα VI, 27).
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος πίστευε εἰλικρινῶς ὃτι στὶς συνομιλίες μὲ τοὺς Λατίνους συνδιαλεγόταν μὲ φίλους, πατέρες καὶ ἁγίους ἀδελφούς, ὃπως συνήθως τοὺς ἀποκαλοῦσε (Συροπούλου, Ἀπομνημονεύματα, VIII, 6). Ὃταν ὃμως ἀργότερα ἀντελήφθη τὴν ἀνειλικρίνεια τῶν προθέσεων τοῦ Πάπα δὲν ἐδίστασε νὰ τοὺς ἀποκαλέση αἰρετικοὺς καὶ χριστοκαπήλους (αὐτὰ βεβαίως μετὰ τὴν ὑπογραφὴ τῆς Ἑνώσεως καὶ ὃπως αὐτὴ ὑπεγράφη). Ἀλλὰ καὶ ὁ Πατριάρχης Ἰωσήφ, μπροστὰ στὴν παράλογη καὶ ἀλαζονικὴ ἀπαίτηση τοῦ Πάπα νὰ τοὺ φιλήση τὸ πόδι, τὸν ἐπιτιμᾶ καὶ θεωρεῖ ὃτι θὰ ἒπρεπε ἡ συμπεριφορὰ τῶν Δυτικῶν νὰ εἶναι ἀδελφικὴ » οὐκ ὀφείλω ἐγὼ τοιοῦτον ἀσπασμόν, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἀδελφοὶ ἐσμέν, δεῖ περιπτύξασθαι καὶ ἀσπάσασθαι ἀλλήλους ἀδελφικῶς» (ό.π. IV, 31). Ἡ ἀδελφικὴ συμπεριφορὰ φανερώνεται μὲ λόγους ἀλλὰ καὶ ἐμπράκτως, μὲ ἀμοιβαία ἀγάπη, ὲκτίμηση καὶ σεβασμό.
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ἐπέμενε ὃτι, γιὰ νὰ ἀρθῆ τὸ Σχίσμα καὶ νὰ ἀποκατασταθῆ ἡ ἑνότητα, πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε στὴν περίοδο ἐκείνη ποὺ ἡ Ἐκκλησία σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση ἦταν Μία, Ἑνωμένη καὶ Ὀρθόδοξη. Ἀλλὰ στέρεα βάση γιὰ νὰ ἐπιτευχθῆ κάτι τέτοιο ἀποτελεῖ ἡ ἐπιστροφὴ τῶν Δυτικῶν στὴν ὀρθόδοξο πίστη, ὃπως αὐτὴ ἐκφράζεται ἀπὸ τὶς Ἐπτὰ Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας. Μόνον ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ὃρων καὶ τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ ἐφ’ ὃσον ὑπῆρχε συμφωνία μὲ τὸ φρόνημα τῶν Ἁγίων Πατέρων, θεωροῦσε ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ὃτι μπορεῖ νὰ συμβῆ αὐτό, καὶ γι’ αὐτὸ ἐπέμενε στὴν ἒναρξη τῶν συνεδριάσεων στὴν Φερράρα-Φλωρεντία νὰ ἀναγνωσθοῦν τὰ κείμενα καὶ οἱ ὃροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (σὲ αὐτὸ ἀντέδρασαν οἱ Λατῖνοι διότι εἶχαν ἀλλοιώσει τὰ πρωτότυπα κείμενα). »ζητοῦμεν οὐν καὶ παρακαλοῦμεν ἐπανελθεῖν εἰς ἐκεῖνον τὸν καιρόν, καθ’ ὃν ἡνωμένοι ὂντες τὸ αὐτὸ πάντες ἐλέγομεν καὶ οὐκ ἦν ἐν ἡμῖν σχίσμα… καὶ ὣσπερ ἀνακαλεσάμεθα τὴν τότε παραληφθεῖσαν ἀγάπην, οὓτω καὶ τῷ φρονήματι πρός τε ἡμᾶς αὐτοὺς ἑνωθῆναι καὶ πρὸς τοὺς πατέρας ἡμῶν, τοὺς ἐν ταῖς οἰκουμενικαῖς συνόδοις τοῖς ἑπτὰ διαλάμψαντας. Πρῶτον μεν ἀναγνωσθήτωσαν οἱ ὃροι τῶν ἁγίων ἐκείνων συνόδων, εἰ μὴ νῦν ὁ καιρός, ἳνα δείξωμεν ἑαυτοὺς συμφωνοῦντας ἐκείνοις καὶ ἑπομένους, οὐ τῇ τάξει μόνον, ἀλλὰ καὶ τοῖς φρονήμασιν. Οὒτω γὰρ ἒστι καὶ ἡ σύνοδος αὒτη ταῖς προηγουμέναις ἐκείναις ἀκόλουθος» (Πρακτικὰ τῆς ἐν Φλωρεντίᾳ Συνόδου).
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος, ἒχοντας ὡς κριτήριον τὴν ὀρθόδοξο πίστη, ἐξήταζε καὶ ἢλεγχε ὃλα ὃσα ἒλεγαν οἱ Λατῖνοι καὶ ὃσα ἐξ αὐτῶν τὰ εὓρισκε σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθοδοξία τὰ ἐπικροτοῦσε, ὃσα ἀπεμακρύνοντο τῆς ὀρθοδοξίας τὰ κατεδίκαζε ὡς παρεκκλίσεις. Ἒτσι, ἀνεγνώριζε μὲ πᾶσαν ἐντιμότητα καὶ ἀμεροληψία κάποια στοιχεῖα τῆς ἀληθοῦς πίστεως στὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία, ἢλεγχε ὃμως αὐστηρῶς κάθε αἰρετικὴ καὶ κακόδοξη διδαχή. »ὃ μετὰ ἀληθείας λέγηται δεχόμεθά τε καὶ ἀσμένως περιπτυσσόμεθα, ὃ δ’ ἂν μὴ οὓτως ἒχον ἡμῖν δοκῇ, κατὰ πόδας καὶ προφανῶς ἐλέγχομεν καὶ ἀποβαλλόμεθα»  (Συροπούλου, Ἀπομνημονεύματα VIII, 6).
Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ἐπέμενε ὃτι ἡ Ἓνωση γιὰ νὰ εἶναι οὐσιαστικὴ δὲν θὰ πρέπει νὰ περιορίζεται σὲ ἐπιφανειακοὺς συμβιβασμοὺς ἢ λεκτικὲς συμφωνίες ἐξωτερικές, μὲ ἀσάφειες καὶ ἀοριστίες στὰ χωρίζοντα θεολογικὰ θέματα. Κάτι τέτοιο θὰ ταίριαζε σὲ πολιτικοὺς καὶ διπλωμάτες καὶ ὂχι σὲ ἐκκλησιαστικοὺς ἂνδρες. Ἡ Ἓνωση δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα συμβιβασμῶν διότι τότε δὲν θὰ ἒχει στέρεα βάση καὶ διάρκεια. Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος  δὲν δέχεται οἰκονομία ἢ συγκατάβαση σὲ θέματα πίστεως ὃπου ὁ θεολογικὸς λόγος πρέπει νὰ εἶναι διάφανος, σαφής, κρυστάλλινος. (»οὺ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τὰ τῆς πίστεως»). Ἡ Ἓνωση γνησίως καὶ εἰλικρινῶς, μᾶς λέει ὁ Ἃγιος Μᾶρκος, θὰ πρέπει νὰ ἀποτελέση πρωτίστως ἓνωση καρδιᾶς καὶ διανοίας. »τὴν διὰ γλώττης ὁμολογίαν ὀφείλομεν ἀπαιτεῖν ἐξ αὐτῶν καὶ ἀρκεῖσθαι ταύτῃ, οὐ μὴν δ’ ἐξετάζειν καὶ τὰς ἐν βάθει τῶν καρδιῶν διανοίας» (Συροπούλου, Ἀπομνημονεύματα VIII, 12).
Ὁ Καθηγητὴς Λαρεντζάκης, στὸ βιβλίο του γιὰ τὸν Ἃγιο Μᾶρκο (ὃ. π. σελ.68-70), ὁλοκληρώνει τὴν ἀποτίμηση τῆς στάσεως καὶ τῆς συνεισφορᾶς τοῦ Ἁγίου Μάρκου στὸν θεολογικὸ διάλογο μὲ τὶς ἀκόλουθες ἐπισημάνσεις:
»Ὁ Ἃγιος Μᾶρκος ἦτο ἀπόλυτα διατεθειμένος ὑπὲρ τοῦ διαλόγου. Ἦταν εἰλικρινής, πιστός ἂνδρας μὲ καλὸ χαρακτῆρα, ὁ ὁποῖος ἐνεργοῦσε γιὰ τὸ καλὸ ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τὰ κίνητρα αὐτὰ ἢθελε νὰ συμβάλη στὴν ἀποκατάσταση τῆς κοινωνίας καὶ τὴν ὁμολογία τῆς αὐτῆς πίστεως μὲ τὴν Δυτικὴν Ἐκκλησίαν. Καὶ ἀκριβῶς γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς ἐτόνιζε ἀπεριφράστως: »ἡμεῖς, ὦ φίλοι πατέρες, οὐκ ἀντιλέγειν ἀλλήλοις ἀπλῶς οὐδὲ τὰ παρ’ ἀλλήλων λεγόμενα ἀνατρέπειν συνεληλύθαμεν. Τοῦτο γὰρ φιλοτιμίας ἒχεται μᾶλλον ἢ τῆς πρὸς ἀλήθειαν φερούσης ὁδοῦ, ἀλλ’ ἳνα, κοινῇ συζητούντες ἓκαστον τῶν ἀνακυπτόντων εἰς μέσον καὶ μετὰ πάσης ἀκριβείας εἰρηνικῶς τε καὶ ἀπλῶς καὶ φιλικῶς αὐτὸ ἐξετάσαντες, οὒτω τὰ ἐξὴς περαίνομεν, ἂχρις ἂν ἐπὶ τὸ κοινή ζητούμενον ἀμφότεροι τέλος καταντήσωμεν, ὃπερ ἐστὶν ἡ τῆς ἀληθείας εὓρεσις» (ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ)… Ὁ Μητροπολίτης Μᾶρκος δὲν ἐπεδίωκε ἐπιφανειακὴ καὶ ψεύτικη καταλλαγὴ ἢ ἐκκλησιαστικοπολιτικὴ ἢ ἀκόμη καὶ μόνο πολιτικὴ συμβατικὴ συνύπαρξη. Οὒτε καὶ ἐνεργοῦσε ἐγωιστικὰ γιὰ νὰ προβληθεῖ ὁ ἲδιος. Οὐδεὶς λόγος περὶ ὑποχωρήσεων, οὐδεὶς λόγος περὶ ὑποταγῆς, οὐδεὶς λόγος περὶ ἀπεμπολήσεως τῆς ἀληθείας καὶ τῆς ὀρθῆς πίστεως, ἀλλὰ ἐπιδιώξεως τῆς συμφωνίας ἐν ἀληθείᾳ, γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἀρμονίας καὶ τῆς ἑνότητος τῶν ἀδελφῶν διὰ τοῦ Διαλόγου. Δὲν ἐπεδίωκε τὸν Διάλογον γιὰ νὰ νικήση μὲ ἰσχυρότερα ἐπιχειρήματά του τοὺς ἀντιπάλους καὶ νὰ θριαμβολογήσει ἐγωιστικά. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ καταφαίνεται ἡ αγαθή του πρόθεση καὶ διάθεση ποὺ βασιζόταν στὸ πνεῦμα τῶν ἀρχαίων καὶ μεγάλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, γιὰ τὸ σκοπὸ τῶν θεολογικῶν συζητήσεων καὶ διαπραγματεύσεων, ἀναφέρει τὰ εξής: »οὐ γὰρ νικῆσαι ζητοῦμεν, ἀλλὰ προσλαβεῖν ἀδελφούς, ὧν τῷ χωρισμῷ σπαρασσόμεθα» (Λόγος 41, Εἰς Πεντηκοστὴν 8, P.G. 36, 440 B).Ἐκεῖνο λοιπὸν ποὺ ἒφερε τὸν Ἃγιο Μᾶρκο Εὐγενικὸ στὴν Σύνοδο αὐτὴ, ὃπου ἐσήκωσε τὸ μεγαλύτερο βάρος τῶν διαπραγματεύσεων καὶ τοῦ Διαλόγου, ἦταν ἡ ἐκκλησιαστική του συνείδηση καὶ ἡ πεποίθησή του, ὃτι ἒπρεπε νὰ πραγματοποιηθῆ τὸ ἱερὸν αἲτημα τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς πλήρους ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας στὴν καθόλου Ἐκκλησία Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ἡ ὁποῖα ἒπρεπε νὰ στηρίζεται στὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἦταν ὑπὲρ τοῦ θεολογικοῦ Διαλόγου, ὑπὲρ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Διαλόγου σήμερα θὰ λέγαμε, μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἀντικειμενικότητος, τῆς ἀληθείας καὶ τῆς ἀγάπης» (Λαρεντζάκης, ὃ.π., σελ. 68-70).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...