Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 04, 2015

Σκέψεις στον Απόστολο της Κυριακής των Βαΐων ῾Ο Κύριος ἐγγύς. Μηδέν μεριμνᾶτε᾽ (Φιλ. 4, 6) π. Γεώργιος Δορμπαράκης

loyloydiaΧωρίς ὑπερβολή
ἡ μεγαλύτερη ἀρρώστια
τῆς ἐποχῆς μας,
ἡ ὁποία ταλαιπωρεῖ
σχεδόν ὅλους τούς ἀνθρώπους,
καί τούς χριστιανούς,
εἶναι τό ἄγχος.

Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
῾῾Ο Κύριος ἐγγύς. Μηδέν μεριμνᾶτε᾽ (Φιλ. 4, 6)
 ῾Η Κυριακή τῶν Βαΐων σηματοδοτεῖ τήν ἀπαρχή τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος. ῾Ο Κύριος, λίγες ἡμέρες πρό τοῦ ἐπιγείου τέλους Του, ἔχει ἀναστήσει τόν ἀδελφικό φίλο του Λάζαρο καί δίνει μέ τόν θριαμβευτικό ἐρχομό Του στά ῾Ιεροσόλυμα ῾ἐπί πῶλον ὄνου᾽ τήν δυναμική τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου, κάτι πού θά σφραγιστεῖ μέ τήν δική Του ᾽Ανάσταση, ἀφοῦ περάσει ὅμως μέσα ἀπό τήν ὀδύνη τῆς Σταυρικῆς Του θυσίας. ῎Ετσι ἀπό τήν εἴσοδο ἤδη τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος προβάλλεται ὁ χαρμολυπικός χαρακτήρας αὐτῆς: ἔρχονται τά γεγονότα τοῦ Πάθους μέ τήν δραματική ἔντασή τους, μέσα ὅμως στό φῶς τῆς νίκης πού φέρνει ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου. Τό ᾽Αποστολικό ἀνάγνωσμα  ἀπό τήν πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου στοιχεῖ στήν χαρμολυπική αὐτή λογική. Προβάλλει τήν ἐν Κυρίῳ χαρά καί εἰρήνη τοῦ πιστοῦ, τήν ὑπέρβαση τοῦ ἄγχους πού προκαλεῖ ὁ πεσμένος στήν ἁμαρτία κόσμος, τόν ἀπόλυτο προσανατολισμό τῆς σκέψεως τοῦ πιστοῦ στόν Κύριο καί τίς ἀρετές Του. Κι ὅλα αὐτά γιατί ἀκριβῶς ῾ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδέν (λοιπόν) μεριμνᾶτε᾽. ῾Ο Κύριος εἶναι κοντά κι ὅπου νά ᾽ναι ἔρχεται. Γιά τίποτε νά μή σᾶς πιάνει ἄγχος. 
 1. ῾Η προτροπή τοῦ ἀποστόλου εἶναι ἡ πιό ἐπίκαιρη προτροπή. Γιατί χωρίς ὑπερβολή ἡ μεγαλύτερη ἀρρώστια τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ὁποία ταλαιπωρεῖ σχεδόν ὅλους τούς ἀνθρώπους, καί τούς χριστιανούς, εἶναι τό ἄγχος. Δέν ὑπάρχει σχεδόν περίπτωση νά ἐρωτηθεῖ κάποιος ὡς πρός αὐτό καί νά μή δώσει θετική ἀπάντηση. Τό ἄγχος θά ἔλεγε κανείς συνιστᾶ τό ψυχικό aids τῆς ἐποχῆς μας. ῞Οπως τό γνωστό aids καταστρέφει τό ἀνοσοποιητικό σύστημα τοῦ ἀνθρώπου καί ὁδηγεῖ πολλές φορές καί στόν θάνατο, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί τό aids αὐτό, τό ἄγχος, καταστρέφει ὅλα τά πνευματικά ἀντισώματα τοῦ ἀνθρώπου καί μπορεῖ νά τόν ὁδηγήσει στόν πνευματικό θάνατο, τήν ὁριστική ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό. 
 Καί βεβαίως ὑπάρχουν γιά τήν ἀρνητική αὐτή κατάσταση πολλά δικαιολογητικά, πού δέν εἶναι ἄλλα ἀπό τά διάφορα προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου: ἀτομικά καί οἰκογενειακά, ἐπαγγελματικά καί κοινωνικά, ἐθνικά καί παγκόσμια. ᾽Αλλά παρ᾽ ὅλα αὐτά! ῾Ο λόγος τοῦ Θεοῦ διά στόματος τοῦ ἀποστόλου εἶνα σαφής: ῾Μηδέν μεριμνᾶτε᾽. Μήν ἔχετε ἄγχος γιά ὁτιδήποτε. Μήπως ὁ ἅγιος Παῦλος κινεῖται στό χῶρο τῆς οὐτοπίας; ᾽Ασφαλῶς ὄχι. Ξέρει τί ἀντιμετωπίζει ὁ ἄνθρωπος στήν καθημερινότητά του. ῾Ο ἴδιος ἄλλωστε ῾καθ᾽ ἡμέραν ἀπέθνησκεν᾽ (Α´ Κορ. 15, 31), γι᾽ αὐτό καί παράλληλα μέ τήν προτροπή αὐτή θέτει καί τούς ὅρους ὑπερβάσεως τοῦ ἄγχους καί τῆς μέριμνας.  
2. ᾽Απαιτεῖται ὅμως προηγουμένως μία διευκρίνηση. Τό ῾μηδέν μεριμνᾶτε᾽ τοῦ ἀποστόλου δέν νοεῖται ὡς παντελής ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ζωή του. Κάτι τέτοιο θά ἦταν σαφής ἄρνηση τῆς ζωῆς καί ἄρα καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Θεός μᾶς ἔδωσε νοῦ καί δυνάμεις γιά νά μποροῦμε νά φροντίζουμε τόν ἑαυτό μας, ὅπως καί αὐτούς πού ἐξαρτῶνται ἀπό ἐμᾶς. Τό ῾μηδέν μεριμνᾶτε᾽ λοιπόν πρέπει νά νοηθεῖ ὡς ἀπομάκρυνση καί ἄρνηση τῆς ἀγωνιώδους μέριμνας, αὐτοῦ ἀκριβῶς πού χαρακτηρίσαμε ὡς ἄγχος. Εἶναι τό ἴδιο πού εἶπε ὁ Κύριος: ῾μή οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα. Πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ. Οἶδε γάρ ὁ Πατήρ ἡμῶν ὁ Οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων᾽ (Ματθ. 6, 31-32). ῎Ετσι ἀπό τόν Κύριο, ἀπό τούς ᾽Αποστόλους, ἀπό τήν ᾽Εκκλησία καταδικάζεται ἐκείνη ἡ μέριμνα πού προϋποθέτει τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό. 
3. ῾Η ἀρνητική προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου συμπληρώνεται καί ἑρμηνεύεται. Νά μήν ἔχουμε ἄγχος, διότι ὡς χριστιανοί ῾σέ κάθε περίπτωση μέ τήν προσευχή καί τήν δέησή μας πού γίνεται μέ εὐχαριστία ἀναφέρουμε τά αἰτήματά μας πρός τόν Θεό᾽. ῾᾽Εν παντί τῇ προσευχῇ καί τῇ δεήσει μετά εὐχαριστίας τά αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρός τόν Θεόν᾽. ῎Ετσι γιά τήν χριστιανική πίστη μας τό ἄγχος δέν ὑπερβαίνεται πρωτίστως μέ τά διάφορα ψυχοφάρμακα, μέ τήν ἀποκλειστική καταφυγή στόν ἰατρό, μέ τήν ἀποφυγή ἴσως τῶν διαφόρων εὐθυνῶν πού ἔχουμε ἀναλάβει στόν κόσμο τοῦτο. Τό ἄγχος ὑπερβαίνεται μέ τήν ἀναφορά μας διά τῆς προσευχῆς στόν Θεό. 
Ποιός ὁ βαθύτερος λόγος τῆς ἀλήθειας αὐτῆς; ῾῾Ο Κύριος ἐγγύς᾽. ῾Ο Κύριος εἶναι κοντά μας. Κι ἀφοῦ εἶναι κοντά μας, γιατί νά μεριμνοῦμε, γιατί νά ἔχουμε ἄγχος; ῞Οταν ἡ ᾽Εκκλησία μας ἔλεγε καί λέγει ῾ὁ Κύριος ἐγγύς᾽ ἐννοεῖ δύο πράγματα: Πρῶτον, ὁ Κύριος εἶναι κοντά μας, διότι ὄχι μόνον εἶναι ὁ Δημιουργός μας, ἀλλά καί ὁ συντηρητής καί ὁ προνοητής τῆς ζωῆς μας. Εἶναι ᾽Εκεῖνος ἀπό τόν ῾Οποῖο ἐξαρτᾶται ἡ ζωή μας. ῾Αὐτός γάρ ἐστιν ὁ διδούς πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα᾽ (Πρ. ᾽Απ. 17, 25). Εἶναι μάλιστα περισσότερο κοντά μας ἀπό ὅ,τι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι στόν ἑαυτό μας. ῾῾Υμῶν δέ καί αἱ τρίχες τῆς κεαφλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί᾽ (Ματθ. 10, 30). ῎Αν μάλιστα σκεφτοῦμε ὅτι εἴμαστε μέλη Του καί συνεχῶς μᾶς προσφέρει ῾πρός βρῶσιν καί πόσιν᾽ τό σῶμα καί τό αἷμα Του, καταλαβαίνουμε ὅτι εἴμαστε ἕνα μέ ᾽Εκεῖνον, ῾σύσσωμοι καί σύναιμοι Αὐτῷ᾽, μέ προοπτική νά αὐξήσουμε στό ἀνώτερο δυνατό τήν μεταξύ μας σχέση. Δεύτερον, εἶναι κοντά μας καί μέ μία ἄλλη ἔννοια: ὅτι ὅπου νά ᾽ναι ὁ Κύριος ξανάρχεται στήν Δευτέρα Παρουσία Του – μία προσμονή πού ἔκανε τούς πρώτους ἰδίως χριστιανούς νά ζοῦν ἁγία καί συνεπή ζωή, πέρα ἀπό ἄγχη καί ἀνασφάλειες. Κι ἡ προσμονή αὐτή βεβαίως πρέπει νά εἶναι προσμονή καί τῆς δικῆς μας ζωῆς. Διότι πράγματι, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἦλθε στήν Πρώτη ἐπί γῆς παρουσία Του, εἶναι ἕτοιμος νά ξανάρθει ἀνά πᾶσα στιγμή. Βρισκόμαστε ἔτσι κι ἀλλιῶς μετά Χριστόν στά ἔσχατα τῶν καιρῶν. 
4. ῎Ετσι ἡ αἴσθηση τῆς ἐγγύτητας τοῦ Κυρίου στήν ζωή μας ἀποτελεῖ τό ἰσχυρό ἀντίδοτο τῆς θανατηφόρας ἀρρώστιας τοῦ ἄγχους. Πού θά πεῖ: ἄν τό ἄγχος δέν ἀντιμετωπισθεῖ ὡς πνευματική ἀρνητική κατάσταση, δηλαδή μέσα στά πλαίσια τῆς σχέσεως μέ τόν Θεό, δέν πρόκειται ποτέ νά ξεπεραστεῖ. Θά ἀποτελεῖ τήν μόνιμη ἀπειλή τῆς ψυχικῆς μας ἰσορροπίας καί ὑγείας. Κατά συνέπεια, στόν βαθμό πού δέν πιστεύουμε στόν Θεό ἤ στόν βαθμό πού ὀλιγοπιστοῦμε, βιώνουμε τόν θάνατο τοῦ ἄγχους μέσα μας. ᾽Από τήν ἄλλη: στόν βαθμό πού ἐμπιστευόμαστε τήν ὕπαρξή μας στόν Θεό, δηλαδή ἐπιρρίπτουμε τήν μέριμνά μας σέ Αὐτόν, κατά τόν λόγο τῆς Γραφῆς: ῾ἐπίρριψον ἐπί Κύριον τήν μέριμνάν σου καί Αὐτός σέ διαθρέψει᾽, γαληνεύουμε καί εἰρηνεύουμε μέσα μας. Διότι αὐτό εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς μέ πίστη ἀναφορᾶς μας στόν Κύριο: ῾ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν᾽. Ζοῦμε δηλαδή τήν ἴδια τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, τοῦ χορηγοῦ τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης. 
5. Τί πρέπει λοιπόν νά κάνουμε, ὥστε μέ πίστη νά ἔχουμε τήν ἐξάρτησή μας ἀπό τόν Θεό; ῾Ο ἀπόστολος κι ἐδῶ μᾶς δίνει τήν λύση: νά προσέχουμε τούς λογισμούς μας καί τίς πράξεις μας. Νά λογιζόμαστε δηλαδή ῾ὅσα  ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετή καί εἴ τις ἔπαινος᾽, μέ ἄλλα λόγια ὁ νοῦς κι ὁ λογισμός μας νά εἶναι στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό, διότι Αὐτός εἶναι ὅλα τά παραπάνω. Καί τί νά πράττουμε; ῾Ταῦτα πράσσετε, ὅσα ἐμάθετε καί παρελάβετε καί ἠκούσατε καί εἴδετε ἐν ἐμοί᾽. Κι ὅλα αὐτά πού ζοῦσε καί παρέδωσε ὀ ἀπόστολος ἦταν ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι, ὅταν προσπαθοῦμε νά σκεπτόμαστε τόν Χριστό καί νά προσαρμόζουμε τήν ζωή μας στήν ζωή ᾽Εκείνου, νιώθουμε ἐκείνη τήν χάρη πού μᾶς ἀνάγει στήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καί μᾶς κάνει νά ὑπερβαίνουμε τά ἄγχη καί τίς ἀγωνιώδεις μέριμνες τῆς ζωῆς μας.
 ῾Η ᾽Εκκλησία μας μᾶς καλεῖ συνεχῶς, κατεξοχήν ὅμως στήν πιό ἱερή περίοδο τῆς ζωῆς της, τήν Μεγάλη ῾Εβδομάδα, σέ μετοχή αὐτῆς τῆς πραγματικότητας. Δίνει τίς εὐκαιρίες νά ἐμβολιασθοῦμε κατά τοῦ ψυχικοῦ μας aids, ἀφοῦ ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος, ὁ ἀρχηγός τῆς ᾽Εκκλησίας, εἶναι ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων. Δέν ἔχουμε λοιπόν παρά νά προσέλθουμε στό ἰατρεῖο της καί νά παραδοθοῦμε στά θεραπευτικά χέρια τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τά χέρια πού ἁπλωμένα ἐπί τοῦ Σταυροῦ ἀγκάλιασαν τόν κόσμο ὅλο, προσφέροντάς του τήν λύτρωση καί τήν ἀπόλυτη καί μοναδική ἀσφάλεια πού ὑπάρχει.

Μητροπολίτης Λέρου Παίσιος «Μή φοβού θύγατερ Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλου όνου»

«Μή φοβού θύγατερ Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλου όνου».
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Κυριακή των Βαΐων σήμερα και ο Κύριος της Δόξης Χριστός, ο Κύριος των κυριευόντων και Βασιλεύς των βασιλευόντων, πράος και ταπεινός εισέρχεται στην Αγία Πόλη καθήμενος επί πώλου όνου, μετά των μαθητών Του.
Η προφητεία του Μεγάλου Προφήτου Ησαΐου σήμερα λαμβάνει σάρκα και οστά. Ωραία και θριαμβευτική η είσοδος του πάντων Βασιλέως στην Αγία Πόλη Σιών, την Πόλη των Προφητών και ο λαός κράζει και βοά: «ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».
Ανεβαίνει σήμερα στην Αγία Πόλη ο Κύριος μετά των μαθητών Του  πράος, αγαθός και δίκαιος και το πλήθος του λαού και οι κατοικούντες την Ιερουσαλήμ  εξέρχονται  να προϋπαντήσουν μετά βαΐων και κλάδων, Εκείνον που έκλινε ουρανούς και ήλθε στη γη.
Εξέρχονται και κραυγάζουν το «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ωσαννά εν τοις υψίστοις».
Έρχεται σήμερα στην κάτω Ιερουσαλήμ, Εκείνος ο οποίος εκουσίως έλαβε μορφή δούλου και κατέβηκε στην γή, για να συνδιαλλαγεί με τον άνθρωπο και να τον ανυψώσει στην άνω Ιερουσαλήμ με την σταυρική Του θυσία.
Έρχεται σήμερα στην αγία Πόλη Σιών ο Βασιλεύς των ουρανών, Εκείνος που δεν ήλθε να ιδρύσει επίγειο βασιλεία αλλά ουράνιο, και της οποίας βασιλείας Αυτού «ουκ έσται τέλος».
Έρχεται σήμερα μετά των μαθητών του στην Αγία Πόλη Σιών, καθήμενος επί πώλου όνου, ο Υιός και Λόγος του Θεού και ο λαός τον επευφημεί επισείοντας κλάδους φοινίκων και ψάλλει δόξα και αίνο στον Θεό των Πατέρων του για όσα εποίησε ο Ιησούς και τα οποία ο λαός τα είδε και τα άκουσε.
Έρχεται σήμερα ο βασιλεύς στην πόλη των ονείρων του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ και των Βασιλέων Δαυίδ και Σολομώντος, και των Προφητών, έρχεται στην Αγία Πόλη, ο Υιός της Παρθένου, «ο δρακί έχων την πάσαν κτίσιν», η άκρα ταπείνωση, ο Θεάνθρωπος Ιησούς, έρχεται θριαμβευτής και τιμώμενος υπό του λαού.
Έρχεται σήμερα στην Αγία Πόλη Σιών, πρό έξ ημερών του πάθους Του, ο πράος και ταπεινός τη καρδία Θεός, ο των όλων Κύριος, και ο λαός στρώνει στο δρόμο Του ιμάτια σε ένδειξη σεβασμού, και στα χέρια του βαστάζει  μυρτιές και δάφνες σύμβολα θανάτου, νίκης και θριάμβου.
Και οι λόγοι του μεγάλου προφήτου επαναλαμβάνονται δια του στόματος του λαού: «ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ».
«Δόξα στον Θεό, ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο. Ευλογημένος ο βασιλεύς του Ισραήλ».
Βεβαίως, ο σταλμένος από τον Κύριο, τον Θεό του Ισραήλ, δεν ήλθε να υποτάξει έθνη και λαούς και να εκπληρώσει τα όνειρα του λαού, της άλλοτε ενδόξου βασιλείας του Ισραηλιτικού γένους, της  βασιλείας του Δαβίδ, όπως πίστευε ο λαός.
Ήλθε εκουσίως, ο προ αιώνων υπάρχων Θεός  και εκ Παρθένου τεχθείς, για να ιδρύσει νέα  βασιλεία, βασιλεία  χάριτος, αγάπης, αρετής, δικαιοσύνης και πραότητας. Δεν ήλθε  εξ’ ουρανού, ο Υιός και Λόγος του Θεού για  να υποδουλώσει τους λαούς υλικά, αλλά ήλθε να συνάξει τα έθνη και τους λαούς  υπό τον χρηστό ζυγό Του και να διαχύσει την ευλογία Του στις ψυχές των ανθρώπων.
Χαίρε και ευφραίνου, πόλις Σιών, τέρπου και αγάλλου εκκλησία του Χριστού, γιατί ο βασιλεύς σου έρχεται  πραϋς και σώζων, έρχεται εν δικαιοσύνη και αληθεία, εν πραότητι και αγάπη πολλή για να σηκώσει τα αδικήματά σου, τις παρανομίες σου, τις αμαρτίες  σου και να σε απαλλάξει  από τα χέρια του αρχεκάκου Διαβόλου.
«Μη φοβού, λοιπόν, Πόλις Σιών Ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλου όνου».
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Και εμείς σήμερα κατά την αγία αυτή ημέρα της εισόδου του Κυρίου και Θεού μας στην Αγία Πόλη,  ως ο νέος Ισραήλ της χάριτος, ας υποδεχθούμε τον Ιησού Χριστό με αγνότητα ψυχής, με ανοικτή καρδιά, με πίστη και ευλάβεια.
Έρχεται, ο Νυμφίος της Εκκλησίας, και κτυπά  την θύρα της ψυχής μας, και μας καλεί να του ανοίξουμε για να εισέλθει να μας  φωτίσει, να μας καθαρίσει να μας αγιάσει. «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω, και  εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξει την θύραν εισελεύσομαι πρός αυτόν και δειπνήσω μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού».
Αυτά τα θεία λόγια, δυστυχώς, ο άνθρωπος, ο πωρωμένος στην ψυχή και στο σώμα, δεν τα αντιλαμβάνεται και προπάντων δεν θέλει να ταπεινωθεί, προκειμένου μέσα του να ανάψει η φλόγα της πίστης στον Ιησού Χριστό, στον Σωτήρα και Λυτρωτή.
Ο άνθρωπος, δυστυχώς αυτής της δήθεν πεπολιτισμένης εποχής, ζεί μακριά από την πηγή της σωτηρίας του, την Εκκλησία, ζει και κινείται σε άλλους κόσμους, φροντίζει περί άλλων πραγμάτων και τελικά η θύρα της ψυχής του είναι ερμητικά κλεισμένη, αλλά και δοσμένη στα του κόσμου τούτου μάταια και ψευδή.
Όμως αδελφοί μου,«ο χθές και σήμερα και ο αυτός στους αιώνας» Κύριος, καθήμενος επί πώλου όνου, έρχεται πράος, ταπεινός και σήμερα,  κατά την αγία  αυτή  ημέρα της αμωμήτου πίστεως μας ,την Κυριακή των Βαΐων , για να μας  υπενθυμίσει την Σταυρική  Του θυσία, αλλά και την ένδοξο Ανάστασή Του και όλα αυτά τα έπαθε εκουσίως ως άνθρωπος «ο απαθείς την θεότητα», δια την δική μας σωτηρία.
Έρχεται και σήμερα καθήμενος επί πώλου  όνου, ο των όλων Κοσμήτωρ για να κατασκηνώσει στην πνευματική Ιερουσαλήμ ενός εκάστου εξ’ ημών, στην δική μας ψυχή για να την ελευθερώσει από την αμαρτία, να την αγιάσει, και να την οδηγήσει και πάλιν στην αρχαία μακαριότητα, στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα.
Ας εξέλθουμε, λοιπόν, και εμείς σήμερα κρατώντας τα Βάϊα των φοινίκων και κλάδους της ελαίας, για να προϋπαντήσουμε τον Κύριο και Θεό  μας με μετάνοια ειλικρινή και αγάπη, σείοντες και επισείοντες τα Βάϊα των φοινίκων και τους κλάδους της ελαίας, και  κράζοντες και λέγοντες, ως εκείνοι οι παίδες το, «ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».
Ο θρίαμβος αυτός είναι ο ωραιότερος και υψηλότερος θρίαμβος για κάθε άνθρωπο, για κάθε  χριστιανό, αλλά και για ένα έκαστο εξ’ ημών, γιατί δια του θριάμβου αυτού θα πληρωθεί η καρδιά μας από χαρά και ευφροσύνη και έτσι, με πολλή ψυχική αγαλλίαση, θα πλησιάσουμε να προσκυνήσουμε και τα Άγια Αυτού Πάθη, τον Τίμιο Σταυρό Του, και να φωτιστούμε από το ανέσπερο Φως της Ζωηφόρου Αναστάσεώς Του.  ΑΜΗΝ.  Ο Λ.Κ.Α.Π.

Κυριακή των Βαΐων Ιω. 12, 1-18

“Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ”. Με αυτή την επευφημία υποδέχεται σήμερα ο λαός τον Χριστό, που εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα, καθισμένος επάνω σε ένα πουλάρι όνου. Τον υποδέχονται ως θριαμβευτή και ως βασιλέα, στρώνοντας στο διάβα Του τα ενδύματά τους και κρατώντας στα χέρια τους κλαδιά από φοίνικες, το σύμβολο της νίκης. Τον υποδέχονται ως απεσταλμένο του Θεού, που φέρει την ελπίδα στον ταλαιπωρημένο λαό, και τη βεβαιότητα ότι ο Θεός δεν τους έχει εγκαταλείψει. Παρά όμως τις επευφημίες και την μεγάλη αλήθεια που ομολογούν υποδεχόμενοι τον Κύριο, οι εκδηλώσεις τους αυτές είναι επιφανειακές και δεν προέρχονται από την πίστη ότι όντως ο Χριστός είναι ο απεσταλμένος του Θεού. Ο κύριος λόγος για την κοσμοσυρροή και την θριαμβευτική υποδοχή του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, είναι το θαύμα που προηγήθηκε, αυτό της ανάστασης του τετραήμερου Λαζάρου, όπως τονίζει ρητά ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Γι΄ αυτό και σύντομα, στις επόμενες μέρες, και το θαύμα θα ξεχαστεί, και οι ζητωκραυγές θα κοπάσουν, και ο ενθουσιασμός του όχλου θα μεταβληθεί σε οργή, και το “εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου” θα αντικατασταθεί με το “ἄρον, ἄρον, σταύρωσον αὐτόν”. Και δεν είναι η πρώτη φορά που οι εβραίοι, βλέποντας ένα θαύμα του Χριστού, σπεύδουν να Τον ονομάσουν βασιλέα τους. Όταν στο Όρος των Ελαιών χόρτασε τα πλήθη με πέντε ψωμιά και δύο ψάρια, τότε αμέσως θέλησαν να Τον ανακηρύξουν βασιλέα (Πρβ. Ιω. 6, 1-15), όχι επειδή με το θαύμα που έκανε πίστεψαν ότι είναι όντως ο Υιός του Θεού, αλλά γιατί χωρίς αυτοί να κοπιάσουν, θα τους εξασφάλιζε το καθημερινό τους φαγητό. Κατά τον ίδιο τρόπο και σήμερα, έκθαμβοι από το μέγεθος του θαύματος της ανάστασης του Λαζάρου, Τον υποδέχονται ως βασιλέα αήττητο, που θα τους λυτρώσει από την ρωμαϊκή τυραννία. Και όταν πλέον Τον δουν παραδομένο στον Πιλάτο και ανίσχυρο να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους, θα Τον απορρίψουν και θα ζητήσουν την καταδίκη Του. Υποδεχόμαστε κι εμείς σήμερα τον Ιησού, θριαμβευτή του θανάτου, να εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα. Όχι για να αναλάβει κοσμική δόξα και εξουσία, αλλά για να παραδοθεί στους σταυρωτές Του και να θυσιαστεί για την σωτηρία του κόσμου. Τον υποδεχόμαστε γνωρίζοντας καλά ότι είναι ο βασιλεύς της ζωής και ο νικητής του θανάτου, ο Αναστάς Κύριος και Θεός μας. Φέρουμε στα χείλη μας κι εμείς το “Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου”, όχι επειδή προσδοκούμε να λάβουμε κάτι φθαρτό και επίγειο, αλλά γιατί ζούμε μέσα στη βεβαιότητα της Αναστάσεως και επειδή πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, που μας απάλλαξε από τη δουλεία της αμαρτίας και από την τυραννία του διαβόλου. Η ανάσταση του Λαζάρου και η δική Του Ανάσταση οριοθετούν και σηματοδοτούν την εβδομάδα του Πάθους Του. Τον προσκυνούμε σήμερα ως νικητή και μέχρι το Μέγα Σάββατο κλίνουμε ευλαβικά τον αυχένα της ψυχής μας μπροστά στο μεγαλείο της Άκρας Ταπεινώσεώς Του και της αγάπης Του προς τον άνθρωπο. Γι αυτό και την Μεγάλη Πέμπτη, μπροστά στον Εσταυρωμένο θα ψάλουμε: “προσκυνοῦμεν σου τά Πάθη, Χριστέ, δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν”. “Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου”, είναι η ιαχή και το σύνθημα της σημερινής ημέρας. Με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να υποδεχόμαστε το Χριστό στη ζωή μας, κάθε ημέρα που ανατέλλει. Γιατί όντως είναι ο απεσταλμένος του Θεού στη γη, ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού, ο μόνος που μπορεί να δώσει νόημα, ελπίδα και χαρά στην ζωή μας, ο μόνος που μπορεί να μας αποσπάσει από τα γήινα και τα εφήμερα και να μας οδηγήσει στα επουράνια και στα αιώνια. Οι πειρασμοί στη ζωή μας είναι πολλοί, και ο μεγαλύτερος όλων είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό, η αποδυνάμωση της πίστεώς μας. Όταν εκλείψει η πίστη μας, τότε δυστυχώς δεν διαφέρουμε σε τίποτα από τον οργισμένο όχλο, που απορρίπτει τον Θεό και βάλλει εναντίον Του. Σε αντίθεση όμως με τους εβραίους, εμείς έχουμε ενώπιόν μας το γεγονός της τριημέρου Αναστάσεως του Κυρίου μας, και την βεβαιότητα της νίκης επάνω στον θάνατο και ενάντια σε κάθε δύναμη που αντίκειται στον Θεό. Ας κρατήσουμε επομένως άσβεστη τη σημερινή χαρά και ας υποδεχτούμε τον Χριστό αληθινά ως βασιλέα και Θεό, γνωρίζοντας ότι όπως μετά το Πάθος Του ακολούθησε η Ανάστασή Του, έτσι ακριβώς και μετά από τον σταυρό που καλούμαστε στη ζωή μας να σηκώσουμε, αν δεν ολιγοπιστήσουμε και δεν Τον αρνηθούμε, θα επακολουθήσει και η δική μας, προσωπική Ανάσταση.

Ὁ Βασιλεύς. Κυριακή τῶν Βαΐων. (†) ἐπίσκοπος Γεώργιος Παυλίδης Μητροπολίτης Νικαίας

Ὁ Βασιλεύς
 Κυριακή τῶν Βαΐων (Ἰωάν. ιβ΄ 1-28).
«Ὡσανά, εὐλογήμένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου..»
 Πρωτοφανὴς εἰς ὄγκον, μοναδικὴ εἰς μεγαλοπρέπειαν, ἀνυπέρβλητος εἰς ἐπιβλητικότητα ἡ ὑποδοχὴ, ποὺ γίνεται σήμερον, ἀγαπητοί, εἰς τὸν Χριστὸν ἐκ μέρους τῶν Ἰουδαίων, χωρὶς καμμίαν ὠργανωμένην προπαρασκευήν. 3.000.000 ἐνθουσιῶντος λαοῦ κρατοῦν κλάδους φοινίκων στὰ χέρια, στρώνουν τὰ ἐνδύματά των εἰς τὸν δρόμον, ἀπ’ ὅπου πρόκειται νὰ περάσῃ ὁ Κύριος καὶ ζητωκραυγάζουν τὸν ἐρχόμενον Βασιλεά: «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ Βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ».
Ἕνας μόνον μέσα εἰς αὐτὸ τὸ παραλήρημα τοῦ ἐνθουσιασμοῦ καὶ τὸν σεισμὸν τοῦ ἑορτασμοῦ μένει ἀσυγκίνητος καὶ ἀπαθής.
Ὁ Χριστός.  Γνωρίζει ὅτι εἰς ὅλην αὐτὴ τὴν ὑπόθεσιν ὑπάχει μιὰ βασικὴ παρανόησις. Οἱ Ἰουδαίοι.  Τὸν περιμένουν ὡς Βασιλέα ἐπίγειον.
Τὸν φαντάζονται ὡς ἰσχυρὸν κοσμοκράτορα, ὁ ὁποῖος θὰ συντρίψῃ τὶς ἁλυσίδες τῆς Ρωμαϊκῆς δουλείας, θὰ καταλάβῃ μὲ στρατοὺς τὴν Ρώμην καὶ θὰ στήσῃ εἰς τὸ Καπιτόλιον τὴν σημαίαν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Κράτους. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν εἶναι ἐπίγειος Βασιλεύς. Ὁ θρόνος Του δὲν θὰ εἶναι εἰς τὴν  Ρώμην, ἀλλὰ εἰς τὸν Γολγοθᾶν. Αὐτὸ δὲν ἠμποροῦσαν νὰ τὸ καταλάβουν οἱ Ἰουδαῖοι.
2.000 χρόνια ἐπέρασαν ἀπὸ τότε.
  Καὶ σήμερον πάλιν εἴμεθα ἐνώπιον του Βασιλέως Χριστοῦ μὲ τοὺς κλάδους τῶν φοινίκων. Ἄς σταματήσωμεν γιὰ λίγο τοὺς ὕμνους, διὰ νὰ ἐξετάσωμεν τὴν φύσιν καὶ τὸν χαρακτῆρα τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ.
1. Ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πνευματική.
Κοιτάξατε. Ταπεινός, ὅπως ὑπῆρξε καθ’ ὅλην Του τὴν ζωήν, δὲν ἀνεβαίνει σὲ πολεμικὸν ἅρμα ἤ σὲ ἄμαξαν, ποὺ τὴν σύρουν ὑπερήφανα ἄλογα. Κάθεται ἐπάνω σὲ πῶλον ὄνου.  Δὲν τὸν συνοδεύετι κανὲν ἀπὸ τὰ ἐμβλήματα τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας.  Δὲν παρατάσσοντα εἰς τὸν δρόμον τιμητικὲς φρουρές· οὔτε ἀστράπτουν κατὰ τὴν διαδρομὴν ξίφη καὶ δόρατα καὶ ἀσπίδες.
Ὅταν εἰσέρχεται εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα οὔτε «γῆ καὶ ὕδωρ», εἰς δήλωσιν ὑποταγῆς, τοῦ προσφέρονται· οὔτε τὰ κλειδιὰ τῆς πόλως. Ἡ Βασιλεία Του, θὰ εἰπῇ μετ’  ὁλίγας ἡμέρας εἰς τὸν Πιλᾶτον, κατὰ τὴν ὥραν τῆς δίκης, δὲν εἶναι ἐπίγειος. «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ  ἔστιν τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰωαν. ιη΄ 36). Δὲν ἐθεμλιώθη μὲ ἀνθρώπινα κριτήρια· δὲν διατηρεῖται μὲ κοσμικὲς προϋποθέσεις. Ἡ βασιλεία Του εἶναι πνευματική.
«Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστίν» (Λουκ. ιζ΄ 21), δικήρυξεν ὁ Κύριος. Μέσα μας εἶναι ἡ βασιλεία Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι Βασιλεὺς τῶν καρδιῶν.  Αἱ καρδίαι, ποὺ τὸν ἀγαποῦν, ἀνήκουν εἰς αὐτὴν τὴν Βασιλείαν. Αἱ βασιλεῖαι τοῦ κοσμου χάνονται, ἁρπάζονται βιαίως, συντρίβονται. Αἱ καρδίαι  ὅμως τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀδιαφιλονείκητον κτῆμα τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ.  Κανεὶς δὲν ἡμπορεῖ νὰ ἁρπάση ἤ νὰ καταστρέψῃ τὸ βασίλειον αὐτό.
Μόνον χρειάζεται κάτι. Ἀπαραιτήτως. Οἱ πολῖται πρέπει να εἶναι ἐκλεκτοὶ μεταξὺ τῶν ἐκλεκτῶν. Κίβδηλοι καὶ ἀνάξιοι δὲν ἔχουν θέσιν εἰς τὴν βασιλείαν αὐτὴν. Οὔτε ἐξαιρέσεις ὑπάρχουν ἐκεῖ. Βασιλεῖς ἐπίγειοι καὶ ἰδρῶται, κραταιοὶ καὶ ἀδύνατοι, ἰδιοφυΐα καὶ ἁπολοϊκοί, ὅλοι εἶναι ἡνωμένοι κάτω ἀπὸ τὴν πνευματικὴν αὐτὴν σημαίαν τοῦ Χριστοῦ.
2. Βασιλεία Εἱρήνης.
Ὁ Χριστὸς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον,  διὰ νὰ Ἰδρύσῃ αὐτὴν τὴν βασιλείαν.  Δὲν ἐστηρίχθη ὅμως εἰς τοὺς πολεμικοὺς θριάμβους. Ἐκάλεσε καὶ καλεῖ ἐκείνους μόνον, ποὺ ἀπεφάσισαν ἐλευθέρως καὶ ἀβιάστως μὲ εἰρηνικὸν τρόπον, νὰ γίνουν ὁπαδοί Του.
Ὑψώνει τὴν εἰρηνικὴ σημαίαν Του καὶ προσκαλεῖ τοὺς κουρασμένους νὰ καθήσουν εἰς τὴν παρήγορον σκιάν της. «Ἄρχοντα εἰρήνης», τὸν ὠνόμασεν ὁ Ἡσαΐας.  «Χριστὸς ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφεσ. β΄, 14), διακηρύττει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.  Διὰ τοῦτο ὁ βασιλεὺς Κύριος μεταδίδει εἰρήνην εἰς τὰς ψυχὰς τῶν Χριστιανῶν, ἐπὶ τῶν ὁποίων βασιλεύει.
 Καταπαύει τὴν ταραχήν, ποὺ δημιουργοῦν εἰς τὴν ψυχήν μας τὰ πάθη.  Καταλύει τὴν ἔχθραν, τὸ μῖσος, τὴν διάθεσιν ἐκδικήσεως, ποὺ διαιροῦν τοὺς λαοὺς καὶ δημιουργοῦν συγκρούσεις καὶ καταστροφάς.  Συμβιβάζει καὶ εἰρηνεύει τοὺς ἀντιθέτους χαρακτῆρας, ἐμφανίζων τὸ ὡραῖον θέαμα τῆς κατανοήσεως καὶ τῆς ἁρμονικῆς συνεργασίας μεταξύ τῶν πιστῶν.
Ὅσαι, ἑπομένως, ψυχαὶ δὲν ἔχουν μέσα των βαθεῖαν εἰρήνην, σημαίνει ὅτι λείπει ὁ Χριστός. Ὅσαι οἰκογένειαι περνοῦν τὶς ἡμέρες των μὲ πικρίας καὶ ὀδύνην, δὲν ἀνήκουν εἰς τὴν βασιλείαν του Εἱρηνοποιοῦ Χριστοῦ.
Ὅσα ἔθνη συγκρούονται καὶ χύνουν αἷμα καὶ περιπλέκουν τὰ διεθνῆ προβλήματα μὲ τὴν θολὴν διπλωματίαν ποὺ συνήθως δὲν εἶναι παρὰ μία νόμιμος (!) ἀπάτη, αὐτὰ δὲν ἠθέλησαν νὰ ὑπταχθοῦν εἰς τὸν βασιλέα τῆς εἰρήνης.
Καὶ ἄν ἡμεῖς σήμερον κρατοῦμεν τὰ βάϊα τῶν φοινίκων, τὸ εἰρηνικὸν αὐτὸ σύμβολον τῆς νίκης, δὲν ἔχωμεν ὅμως ἐντός μας καὶ μὲ τοὺς γύρω μας εἰρήνην καὶ ἀγάπην, σημαίνει τότε, ὅτι δὲν ἐγνωρίσαμεν καλὰ τὸν Χριστὸν, δὲν τὸν ἀφήσαμε νὰ  βασιλεύῃ τελείως μέσα μας.
Ματαίως θὰ συνέρχωνται οἱ λαοὶ εἰς συνέδρια καὶ συσκέψεις καὶ συμβούλια παγκόσμια·  ἄν ὁ Χριστός, ὁ Βασιλεὺς τῆς Εἰρήνης, δὲν κυβερνήσῃ τὶς ψυχὲς ὅλων μας, μὲ τὴν ἐλευθερίαν καὶ πλήρη συγκατάθεσίν μας, τὸ αἷμα δὲν θὰ παύσῃ νὰ χύνεται καὶ ὁ πόνος θὰ συνοδεύῃ πάντοτε τὴν αἱματωμένην πορείαν μας.
Ὅμως μέχρι πότε θὰ ζῶμεν μὲ τὴν ἀγωνίαν καὶ τὴν σκιὰν τοῦ θανάτου; Μέχρι πότε;
3. Βασιλεία παντοδύναμος καὶ αἰώνια.
Οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ δυνάσται τοῦ κόσμου ἐστήριξαν τὴν δυναμίν των στὶς ἀστραφτερὲς λόγχες των.  Θορυβώδης ἦτο ἡ ἐμφάνισίς των καὶ ἐντυπωσιακή. Ὁ Καλλιγούλας ἐκάθητο ἐπὶ ἅρματος μεγαλοπρεποῦς, ποὺ τὸ ἔσυραν τίγρεις·  τὸ ἅρμα τοῦ Μάρκου Ἀντωνίου ἐσύρετο ἀπὸ λέοντες, καὶ τοῦ Πομπηΐου ἀπὸ ἐλέφαντες. Ὁ Χριστὸς εἰσέρχεται εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα ταπεινὸς καὶ ἁπλοῦς. Καὶ ὅμως εἶναι παντοδύναμος βασιλεύς. Ὁ Δαυΐδ, τὸν ὁποῖον οἱ Ἰουδαῖοι ἐθεώρουν ὡς τὸν ἰσχυρότερον βασιλέα, ὠχριᾷ ἐμπρὸς εἰς τὸν ἀπόγονόν του, ὁ ὁποῖος ἀποδιώκει δαίμονας, ὑποτάσσει ἀνέμους, καταπαύει τρικυμίας, πολλαπλασιάζει τοὺς ἄρτους, θεραπεύει ἀνιάτους ἀσθενείας, χαρίζει τὸ φῶς εἰς τοὺς τυφλούς. Ὁ Δαυΐδ σκοτώνει τὸ λιοντάρι καὶ τὴν ἄρκτον, ἀλλὰ δὲν ἠμπορεῖ νὰ νικήσῃ τὸν θάνατον. Μόνον ὁ Χριστὸς ἔχει τὴ δύναμιν νὰ ἀντιστᾷ νεκρούς.
Εἶναι ὁ παντοδύναμος βασιλεύς, ποὺ δημιουργεῖ ἔπειτα τὸ μεγαλύτερο θαῦμα· τὴν μεταβολὴν τῶν χαρακτήρων, τὴν ἠθικὴν ἀνάστασιν τῶν ψυχῶν.  Διότι ὁ ἄνθρωπος, ἄν κατώρθωσε νὰ ὑποτάξῃ τὰς δυνάμεις τῆς φύσεως, γίνεται, δυστυχῶς, ἄχυρον εἰς τὴν πνοὴν τῶν δυνάμεων τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ.
Μόνον ὅσοι συνέδεσαν τὴν ζωή των μὲ τὸν Βασιλέα Χριστόν, μόνον ἐκεῖνοι ἐπέτυχαν καὶ ἐπιτυγχάνουν νὰ καθυποτάξουν τὰ πάθη, νὰ σταθοῦν ἀλύγιστοι εἰς τὴν πίεσιν τοῦ διαβόλου, νὰ ἀποτινάξουν τὰ δεσμὰ καὶ ἀπὸ ἐρείπια ψυχικά, ποὺ ἦσαν, νὰ μεταβληθοῦν εἰς γρανίτας ἠθικῆς καὶ φαινόμενα ἀρετῆς.
Καὶ ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ παντοδύναμος Βασιλεύς, δι’ αὐτὸ εἶναι καὶ αἰνωνία ἡ Βασιλεία Του. Ἐφιλοδόξησαν κατὰ καιροὺς οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς νὰ γίνουν παγκόσμιαι προσωπικότητες. ὉΠέρσης Σαπὼρ ἤθελε νὰ ὀνομάζεται «ἀδελφὸς του Ἡλίου», ὁ Ἀττίλας «μάστιξ Θεοῦ»· ὁ Σαλίμανδρος, «πάτρων τοῦ Παραδείσου καὶ διοικητὴς τοῦ Ἅδου»· ὁ Σουλεϊμὰν «κυρίαρχος τοῦ κόσμου καὶ δαμαστὴς τῆς γῆς».
 Ποῦ εἶναι τώρα ὅλοι αὐτοί; Χάθηκαν!  Καὶ μέσα εἰς τὰ ἐρείπια τῶν θρόνων των καὶ τὴν λάμψιν τῶν καιομένων μεγαλείων των μόνη μορφή, αἰωνία μένει ἡ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ.  Τὸν ἐπολέμησαν, τὸν πολεμοῦν ἀκόμη, σήμερον. Ὁ Χριστὸς ὅμως νικᾷ. Ἡ βασιλεία Του εἶναι χωρὶς τέλος, χωρὶς πτῶσιν. Παγκόσμιος καὶ ἀκατάλυπτος. «Καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος».
Ἀγαπητοί!
Εὐλαβεῖς προσκυνηταὶ τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ θὰ προσερχώμεθα εἰς τοὺς Ἱ. Ναοὺς καθ’ ὅλην τὴν ἑβδομάδα τῶν ἁγίων Παθῶν, κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἀναπαρασταθοῦν τὰ συνταρακτικώτερα γεγονότα τοῦ κόσμου. Δὲν φθάνει ὅμως αὐτό., Ἕνας ἐπιφανειακὸς σύνδεσμος μὲ τὸν Χριστὸν δὲν εἶναι αὐτό, ποὺ χρειάζεται.
Ἀπαιτεῖται βαθεῖα ἀφοσίωσις πρὸς τὸν Βασιλέα τῶν καρδιῶν μας· τὸ σύνθημα τῶν καιρῶν εἶναι: Χριστιανοὶ ὅλου τοῦ κόσμου ἑνωθῆτε κάτω ἀπὸ τὴν σημαίαν τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ. Καὶ τότε μὲ εἰλικρίνειαν καὶ συγκίνησιν θὰ Τὸν ἀκολουθήσωμεν εἰς τὸ μαρτύριόν Του· θὰ Τὸν ἴδωμεν γονυπετῆ εἰς τὴν Γεσθημανῆ· θὰ τὸν συνοδεύσωμεν ὑψούμενοι ἀνερχόμενον πρὸς τὸν Γολγοθᾶν· θὰ Τὸν ἀντικρύσωμεν ὑψούμενον ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ.
  Θὰ τὸν ἀνυμνήσωμεν ὅμως κατόπιν ὡς Βασιλεά νικητὴν καὶ θριαμβευτήν.
Ἰδοὺ λοιπὸν ὁ χαρακτὴρ τῆς Βασιλείας Του. Βασιλεία καρδιῶν. Βασιλείαν εἰρήνης. Βασιλεία παντοδύναμος καὶ αἰώνια.
Ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου, Μητροπολίτου Νικαίας
Λύχνος τοῖς ποσί μου Λόγοι εἰς τὰ Εὐαγγέλια τῶν Κυριακῶν (σελ.263-267) Ἐκδόσεις Β΄ Ἀποστολική διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Κυριακή τῶν Βαΐων Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Ὁ Κύριος εἰσέρχεται σήμερα θριαμβευτικά στά Ἱεροσόλυμα. Πλῆθος κόσμου ξεχύθηκε στούς δρόμους, γιά νά τόν ὑποδεχθεῖ μέ κλαδιά ἀπό φοίνικες. Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, φώναζαν, ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ.
Τά βαΐα τῶν φοινίκων συμβόλιζαν τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ καί προμήνυαν τήν ἀνάστασή του. Ποιοί ἀποτελοῦσαν τά πλήθη; Μήπως οἱ ἄρχοντες, οἱ ἄνθρωποι τῆς ἀνωτέρας τάξεως; Μήπως οἱ μεγάλοι καί τρανοί τῆς ἐποχῆς ἐκείνης; Ὄχι. Ὁ ἁπλός λαός ἔτρεξε νά Τόν προϋπαντήσει καί μέ τρόπο πρόχειρο καί αὐθόρμητο ἐκδήλωνε τόν σεβασμό του καί τήν ἀναγνώρισή του πρός τόν Χριστό. Τόν ἐπευφημοῦσε ὡς βασιλέα καί ἐπίγειο ἄρχοντά του. Τόν ἀποκαλοῦσε εὐλογημένο καί ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ, δηλαδή Μεσσία. Φώναζαν, ὡσαννά ἐν τοῖς ὑψίστοις,πού πάει νά πεῖ, σῶσε μας, σύ ὁ Ὕψιστος. Ἐπάνω σωτηρία, κάτω ἔρχεται φιλανθρωπία.
Στή γῆ πατοῦσαν, μά στόν οὐρανό βρίσκονταν. Σῶμα εἶχαν, ἀλλά μέ τούς ἀγγέλους ἦσαν ἀνακατεμένοι. Ἰουδαῖοι στό ὄνομα, χριστιανοί στήν πραγματικότητα. Ὅλο τό πλῆθος ἀπό τόν οὐρανό, ἀπό πάνω ἔλαβε τήν μαρτυρία καί τόν φωτισμό. Πῶς ἀλλιῶς γνώριζε ὁ ὄχλος, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι βασιλιάς, ἀφοῦ δέν τόν ἔβλεπαν νά φοράει βασιλικό διάδημα; Δέν φοροῦσε βασιλικά ἐνδύματα, δέν τόν συνόδευε στρατιωτικό ἄγημα, δέν προηγεῖτο ἱππικό καί χρυσοποίκιλτα  ἅρματα. Πῶς τό κατάλαβαν; ἀπό ποῦ ἤξεραν, ὅτι εἶναι βασιλιάς;
Πάνω σ᾿ ἕνα φτωχικό καί ἄσημο γαϊδουράκι καθόταν, ξένο καί αὐτό. Μόνο δώδεκα μαθητές εἶχε μαζί του. Οἱ περισσότεροι ἁπλοϊκοί, ἀγράμματοι ψαράδες. Γνώριζαν ὅμως αὐτό πού λέει ἡ Γραφή: Τόν ὑπηρετοῦν μύριες μυριάδες ἀγγέλων καί τοῦ παραστέκουν  χίλιες χιλιάδες ἀρχαγγέλων. Δέν ζητοῦσαν ἵππους καί ἅρματα. Ἤξεραν, ὅτι αὐτός εἶναι πού ἀνέλαβε στόν οὐρανό τόν προφήτη Ἠλία μέ πύρινο ἅρμα. Δέν ζητοῦσαν κανένα ὄχημα πορφυρόστρωτο. Γνώριζαν, ὅτι ἀναπαύεται στά Χερουβείμ καί στά Σεραφείμ. Ὅλα αὐτά τούς ἦταν γνωστά ἀπό τούς προφῆτες, ἀπό ἀποκάλυψη Θεοῦ. Τά γνώριζαν, γιατί μελετοῦσαν τήν Ἁγία Γραφή.
Μέχρι ἐδῶ ὅλα αὐτά καλά καί ἅγια. Ἐπαινετά καί πρέποντα. Ὅμως αὔριο, μετά λίγες ἡμέρες ὁ ἴδιος ὁ λαός θά ἀποδοκιμάσει τόν Διδάσκαλο. Θά τόν διώχνει ἀπό τήν ζωή του, θά τόν παραδώσει στό θάνατο. Αὐτόν τόν εὐεργέτη του, τόν τίμιο, τόν δίκαιο, τόν ἀθῶο. Θά ζητάει τήν σταυρική του καταδίκη.
Ποῦ εἶναι τά ὡσαννά καί οἱ ζητωκραυγές; Αὐτά τώρα λησμονήθηκαν, πετάχθηκαν στήν ἄκρη. Τώρα ὠρύονται  καί ἀγριεμένοι φωνάζουν σταυρωθήτω. Γιατί ὅλα αὐτά; Γιατί ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ γιά κάποιους ἦταν ἐνοχλητική. Οἱ ἄρχοντες, οἱ μεγάλοι καί ἰσχυροί ἔβαλαν σέ ἐνέργεια τό πονηρό σχέδιό τους. Μέ δημαγωγικό καί ὑποκριτικό τρόπο ἔπεισαν τόν λαό, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος εἶναι ἐπικίνδυνος γιά τόν τόπο.
Καί ὁ λαός παρασύρεται ἀπό αὐτούς. Ξέχασε τά θαύματα. Λησμόνησε τά θαυμάσια λόγια του. Ἔκλεισε τά μάτια του στά θαύματα καί στίς θεραπεῖες. Πλέον δέν ἀκούει καί δέν θυμᾶται οὔτε τίς δικές του προηγούμενες ζητωκραυγές. Ὁ πλεῖστος ὄχλος, οἱ περισσότεροι, συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα στέκονται ἀπέναντι στόν Ἰησοῦ καί ζητοῦν τήν θανάτωσή του.
Καί νά σκεφθεῖ κανείς, ὅτι ὅλοι αὐτοί ἦσαν θρησκευόμενοι, πού ἦρθαν ἀπό διάφορα μέρη τοῦ Ἰσραήλ, ἀνέβηκαν στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά προσκυνήσουν στό ναό τοῦ Σολομῶντος καί νά γιορτάσουν τήν μεγάλη γιορτή τοῦ Ἑβραϊκοῦ Πάσχα. Πῆγαν νά λατρεύσουν τόν Θεό, ἀλλ᾿ ἔγιναν κακοῦργοι καί ἐγκληματίες. Ἔγιναν θεοκτόνοι. Ἐφόνευσαν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, πρέπει νά μᾶς προβληματήσει, νά βάλει ὅλους μας σέ σκέψεις. Εὑρισκόμεθα πρό ἕξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα. Πολλοί χριστιανοί, τώρα τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα, θά τρέξουν στούς Ναούς, θά γεμίσουν τίς Ἐκκλησίες. Μᾶς ἀπασχόλησε ποτέ τό θέμα, πῶς γιορτάζουμε καί τί κάνουμε τίς ἡμέρες αὐτές; Ὅσοι συναθροιζόμαστε στίς Ἐκκλησίες εἴμαστε μέ τόν Χριστό; Θά κάνουμε πολλές φορές τόν σταυρό μας, ὅπως καί ἄν τόν κάνουμε. Καταλαβαίνουμε τό νόημα τῆς σταυρώσεως; Θά συγκινηθοῦμε συναισθηματικά καί θά κλάψουμε γιά τόν Χριστό. Δέν εἶναι προτιμότερο νά κλάψουμε γιά τούς ἑαυτούς μας καί τίς δικές μας ἁμαρτίες; Ἔτσι εἶπε ὁ Κύριος στίς γυναῖκες, πού ἔκλαιγαν ξοπίσω του, ὅταν ἀνέβαινε τόν ἀνηφορικό δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ φορτωμένος τόν σταυρό. Γυναῖκες τῆς Ἱερουσαλήμ, γιά σᾶς νά κλαῖτε, ὄχι γιά μένα. Γιά τίς συμφορές, πού πρόκειται νά σᾶς βροῦν.
Θά ἀνάψουμε κεριά μικρά-μεγάλα, χρωματιστά, μά τίποτε δέν θά φωτίσει μέσα μας τά σκοτάδια καί τήν καταχνιά τῆς δικῆς μας ζωῆς καί ψυχῆς. Θά ἑτοιμάσουμε πλούσια τραπέζια καί θά καθήσουμε τριγύρω τους, γιά νά ἀπολαύσουμε τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ. Αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη νά παρακαθήσουμε στό δικό Του τραπέζι, στήν Ἁγία Τράπεζα, στή Θεία Κοινωνία;
Τώρα τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα θά ἐκκλησιασθοῦμε πολλές φορές, μά ὅταν θά ἀκούσουμε «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε», θά γυρίσουμε τήν πλάτη μας καί θά φύγουμε χωρίς νά μεταλάβουμε τά Ἄχραντα Μυστήρια. Καί ἄν ἀκόμη κοινωνήσουμε, δέν θά τό κάνουμε ὅπως περιμένει ὁ Θεός, ἀλλά ὅπως ἐμεῖς νομίζουμε, μέ ἄγρια καρδιά καί καθόλου καλή προετοιμασία.
 Γιατί σήμερα ὡσαννά καί αὔριο δέν θά διστάσουμε νά ταυτισθοῦμε μέ αὐτούς, πού φωνάζουν σταύρωσον, σταύρωσον αὐτόν; Ἴσως δέν τό ποῦμε στό Χριστό, μά τό ἴδιο εἶναι, θά τό ποῦμε σέ κάποιον συνάνθρωπό μας, στόν ἀδελφό τοῦ Χριστοῦ. Παριστάνουμε τόν χριστιανό, μά δέν εἴμαστε. Ἀποκαλοῦμε τόν Χριστό Κύριο, ἀλλά δέν κάνουμε τό θέλημά Του. Αὐτό εἶναι τό μεγάλο παράπονο τοῦ Χριστοῦ.
Ἀγαπητοί μου,
Ξεκινώντας τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα ὀφείλουμε νά συμφιλιωθοῦμε πρῶτα μέ τόν ἑαυτό μας καί κατόπιν μέ τούς ἄλλους. Μέ αὐτά πού κάνουμε δείχνουμε, ὅτι εἴμαστε ἐχθροί τοῦ ἑαυτοῦ μας. Εἶναι ἀνάγκη νά ξεκουράσουμε τούς ἑαυτούς μας μέ τήν συγχώρηση στό ἱερό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Ἄν δέν κάνουμε, ὅσα πιό πάνω εἴπαμε, θά γιορτάσουμε κάποια γιορτή μέ ἔντονα θρησκευτικά καί λαογραφικά στοιχεῖα, πού γιά μερικές μέρες θά ἀποτελεῖ μιά ὄμορφη ἀνάμνηση. Θά ποῦμε, τί καλά περάσαμε! ἄντε καί τοῦ χρόνου. Αὐτό ὅμως θά εἶναι μιά φολκλορική γιορτή καί ὄχι Πάσχα Θεοῦ τό σωτήριον.
Θά ἤθελα πολύ αὐτό τό Πάσχα νά εἶναι γιά ὅλους μας πολύ διαφορετικό ἀπό ὅλα τά προηγούμενα. Νά εἶναι ὄντως Πάσχα. Ἕνα πέρασμα σέ καλύτερους κόσμους, σέ πιό πνευματική ζωή, στούς χώρους τῆς Ἐκκλησίας, στά μέτρα τοῦ Χριστοῦ. Νά πλησιάσουμε, νά πᾶμε κοντά, πολύ κοντά, κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀφήσουμε τό πανάγιο Αἷμα Του νά τρέξει πάνω μας. Νά μᾶς ποτίσει, νά μᾶς χορτάσει, νά μᾶς καθαρίσει καί νά μᾶς ἁγιάσει.
Ἀδελφοί μου, Καλό Πάσχα, Καλή Ἀνάσταση δική μας. Ἀμήν.

Ομιλία για την Κυριακή των Βαΐων από το Γέροντα Ιωσήφ Βατοπαιδινό

Περισσότερο στον άνθρωπο χρειάζεται η καλή τοποθέτηση των πραγμάτων στις δύσκολες αυτές μέρες πού βρισκόμαστε· με περισσότερη σύνεση να ανταποκριθή, γιατί, όπως ακούσαμε και στην ανάγνωση της τράπεζας «διά το πληθυνθήναι την ανομία», κατά τον λόγο του Κυρίου, «ψυγήσεται η αγάπη των πολλών».
Η αγάπη είναι απόρροια του Θεού, ο οποίος αρέσκεται να καλήται ΑΓΑΠΗ ο ίδιος· «ο Θεός αγάπη εστί». Όταν φεύγει ο Θεός, οι άνθρωποι τότε μακράν της παρουσίας Του δυστυχούν. Απόδειξη ότι σήμερα «διά το πληθυνθήναι την ανομίαν» εψύγη η αγάπη και οι άνθρωποι είναι δυστυχείς. Ποιος τους κάνει δυστυχείς;
Αν έρμηνεύσωμε την ευτυχία βάσει των υλιστικών θεωριών, ότι δηλαδή αυτή βρίσκεται στην πλησμονή των υλικών αγαθών, τότε γιατί οι άνθρωποι είναι τόσο δυστυχείς, αφού ουδέποτε στην παγκόσμια ιστορία υπήρχαν τόσα πολλά αγαθά, όπως στην σημερινή εποχή;
Ουδέποτε στο παρελθόν ο άνθρωπος επέτυχε την συνάθροιση τόσων υλικών αγαθών όσων στις μέρες μας.Ουδέποτε μπόρεσε να το κάνη αυτό σε όλη την ροή της ιστορίας του. Και ενώ σήμερα πραγματικά υπάρχουν τόσα πολλά αγαθά και τρόποι πού διατίθενται, εν τούτοις οι άνθρωποι είναι δυστυχέστεροι παρά σ’ όλες τις άλλες εποχές.

Άρα, δεν έγκειται η ευτυχία στα υλικά αγαθά για τον έξης λόγο: Επειδή ο άνθρωπος είναι πνευματικό ον, δεν μπορεί η ύλη να τον κάνη ευτυχή, να τον ολοκλήρωση. Αυτό πού του λείπει, σαν πνευματικό ον, είναι η πνευματικότης, η οποία δεν πηγάζει ποτέ από την ύλη.
Ο Θεός Λόγος διά της παρουσίας Του συνεμείχθη μετά του ανθρώπου και, διά του ανθρώπου, στην υπόλοιπη κτίση και επανέφερε την ισορροπία. Τώρα ο άνθρωπος ανθίσταται και επαναστατεί κατά του Θεού. Αυτός είναι ο λεγόμενος ουμανισμός, είναι η θεωρία του ευρωπαϊκού πολιτισμού και γενικά των σημερινών εθνών. Ότι «πάντων μέτρον άνθρωπος» και η ανθρώπινη γνώση κορύφωμα του ορθολογισμού. Εφ΄ όσον λοιπόν μέτρον πάντων είναι ο άνθρωπος, τίποτε άλλο δεν χρειάζεται. Αυτή είναι η αρχή και το τέλος του ουμανισμού.
Αυτό σήμερα κάνουν οι άνθρωποι. Όσο αυτή η θεωρία αυξάνει και εφαρμόζεται, τόσο «εκσαρκώνεται», διώχνεται ο Θεος Λόγος από την γη· δεν τον χρειάζονται πλέον οι άνθρωποι. Μαζί με την θεωρία, παρουσίασαν κι εθεοποίησαν διάφορα άλλα στοιχεία. Αν το πάρωμε στην θρησκευτική μορφή, ιδού η δυτική εκκλησία, διά του πάπα ίδρυσε δικό της πάνθεο, ίδρυσε τον Δία της, την θεότητά της πού είναι ο πάπας. Αρχή των πάντων είναι ο πάπας.
Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο· εκπροσωπεί τον Θεό και τα πάντα και συνεπλήρωσε την θρησκευτική θεωρία. Αν το γυρίσωμε στην πνευματική θεωρία, είναι σήμερα θεότης των πάντων η γνώση και η επιστήμη. Τα πάντα ερμηνεύονται απ΄ αυτήν. Ότι πιάσει η ανθρώπινη γνώση είναι σωστό, ότι δεν το πιάσει, αυτό δεν υφίσταται. Αυτή είναι η υπόλοιπη υλιστική θεωρία. Και οι δύο θεωρίες μαζί εκπροσωπούν το σύνολο του ουμανισμού.
Ο ουμανισμός είναι η σύγχρονος θεότης. Παρούσης της θεότητος αυτής, φεύγει ο Θεός Λόγος· δεν τον χρειάζονται. Αυτό, για να το πούμε στη θρησκευτική γλώσσα, είναι η εκ-σάρκωση του Θεού Λόγου. Όπως η σάρκωση Του έγινε διά της συγκαταβάσεώς Του, πού φόρεσε την ανθρώπινη φύση και διά της ανθρωπινής Του φύσεως κοινώνησε με την υπόλοιπη κτίση και προκάλεσε την ισορροπία την οποία εκλόνισε η πτώση, τώρα, με αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι απωθούν τον Λόγο του Θεού, τον «εκ-σαρκώνουν». Φεύγοντας Αυτός, ο άνθρωπος γίνεται δυστυχής, αφού Εκείνος είναι «η ειρήνη ημών». Όταν μας επλησίασε τί είπε; «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν».
Αφού Αυτός είναι «η ειρήνη ημών», Αυτός θεοπρεπώς δίδει σε μας την ειρήνη Του και μας κάνει μετόχους μιάς αληθινά ειρηνικής ζωής. Διά της παρουσίας των θεοτήτων πού προαναφέραμε, Αυτός φεύγει, εκ-σαρκώνεται. Όταν φεύγει Αυτός πού αποτελεί την πραγματική ευτυχία, ο άνθρωπος γίνεται δυστυχής. Δεν τον ικανοποιούν τα υλικά. Ο άνθρωπος δεν είναι κύριος μόνον της υλικής αλλά και της νοητής κτίσεως. Εφ΄ όσον στην νοητή κτίση, διά της γνώσεως, μπορεί να είσδυση και διά της Χάριτος να την κατάκτηση, άρα είναι κύριος πάντων. Ο άνθρωπος, ο όποιος σήμερα μπήκε στον γνόφο της θεώσεως και γίνεται κατά Χάριν Θεός, μπορεί να γίνη ευτυχής διά της ύλης;
Αυτές είναι οι σημερινές πλάνες της υλιστικής κοσμοθεωρίας πού παρασύρουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Γι΄ αυτό σ΄ αυτές τις δύσκολες ημέρες έχομε μεγάλη ανάγκη αγωνιστικότητος για να ανταποκριθούμε στις πονηρίες του σατανά πού αποπλανά τους δικούς του οπαδούς και τους προσβάλλει. Και αυτό δεν θα λείψη, πάντοτε θα υπάρχη· δεν μας ξενίζει. Και θα υπάρχει, εφ΄ όσον οι Πατέρες διά της Χάριτος μας ερμήνευσαν ότι στις έσχατες μέρες θα πληθυνθή αυτό το κακό και «ει δυνατόν πλανηθήσονται και οι εκλεκτοί».
Σκεφθήτε «ποταπούς; δει ημάς είναι εν αγίαις αναστροφαίς» όπως λέει ο Απόστολος Πέτρος, για να μην παρασυρθούμε. Μας προείπαν ήδη οι Πατέρες και το βλέπομε πρακτικά στη ζωή μας, ότι τόσο θα είναι εξαπλωμένη και εκτεταμένη η πλάνη, ούτως ώστε και οι εκλεκτοί θα παρασύρονται· δεν θα μπορούν να διαγνώσουν. Χρειά¬ζεται σήμερα προσοχή στην εντέλεια για να μην παρασυρθούμε. Και σαν συνετοί πού είμεθα, «εν σοφία προς τους έξω περιπατούντες», να μην μας παρασύρη καμμιά μορφή πλάνης, με οποιανδήποτε αφορμή και αν έρχεται. Κύριος στόχος εδώ είναι το πώς να βρούμε τον Θεό από τον οποίο ξεκόβουμε κάθε τόσο.
Μάθαμε από τους Πατέρας ότι ο Θεός βρίσκεται κεκρυμμένος μέσα στις εντολές Του· δεν είναι πουθενά αλλού. Όποιος θέλει να τον βρή, θα τον βρή εκεί μέσα. Ού πάς ο λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται… αλλά ο έχων τάς εντολάς μου και τηρών αυτάς. Πολλοί εν εκείνη την ήμερα θα μου πήτε. Κύριε, ουχί τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν και δυνάμεις εποιήσαμεν και εις τας πλατείας ημών εδίδαξας και έμπροσθέν σου εφάγομεν και επίομεν»; Και θα σας πω: «Απόστητε απ΄εμού πάντες οι εργάται της αδικίας. Ουκ οίδα ημάς».
Άρα το νόημα είναι το εξής: Η αποστολή των πιστών στον κόσμο αυτόν δεν είναι καμμία άλλη παρά πώς, μέρα και νύκτα, με όσες δυνάμεις έχουν, εξωτερικές και εσωτερικές, να προκαλέσουν την Χάριν, όχι αντιληπτικά, αλλά να μπη, να ενοικήση μέσα τους· «ενοικήσω, γάρ φησί, εν αυτοίς και εμπεριπατήσω και έσομαι αυτοίς Θεός και αυτοί έσονται μοι λαός».
Ο άνθρωπος πρέπει να είναι προσεκτικός. Καμμιά αφορμή, από οπουδήποτε και αν προέρχεται, δεν πρέπει να τον παρασύρη. Πρέπει να σκέπτεται ως εξής: Αυτό που κάνω είναι το θέλημα του Θεού ή όχι; Εάν δεν είναι, δεν θα το κάνω ποτέ· και αν τα εμπόδια πού παρεμβάλλονται για την εκπλήρωση του θελήματος οδηγούν ακόμα και στον θάνατο, εμείς θα συνεχίσωμε την πορεία μας. Κοίταξε τί λέει ο Παύλος: Ούπω μέχρις αίματος αντικατέστησε προς την αμαρτίαν ανταγωνι¬ζόμενοι και εκλέλησθε της παρακλήσεως, ήτις ως υϊοίς διαλέγεται».
Τρόπον τινά τους διεγείρει εδώ ο Παύλος, διότι είδε την μικροψυχία των πιστών, ότι έχασαν το θάρρος τους από τους πειρασμούς και από την αντίθετη έλξη. Συνηθισμένοι στην ειδωλολατρία, όταν μπήκαν στον κλειό της χριστιανικής νομοθεσίας, τους φάνηκε κάτι παράδοξο και βαρύ και άρχισαν να αποθαρρύ¬νονται, οπότε τους λέει: Μα τί πάθατε;
Ακόμα σεις δεν αντέστητε προς την παρά φύσιν ζωήν, την αμαρτωλή γενικά μέχρι αίματος και αμέσως φύγατε από την παράκληση και την παρηγοριά «ήτις ως υϊοίς διάγεται»; Γιατί αυτά όλα είναι πού θα σας προκαλέσουν την αφορμή να ονομασθήτε υϊοί Θεού. «Ει χωρίς έστε παιδείας, ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι εστέ και ουχ υϊοί».
Για να επιτύχη ο άνθρωπος πρακτικά, συναντά στην ζωή του δυσκολίες. Αυτές όμως οι δυσκολίες όχι μόνο δεν θα μας προκαλούν την δυσφορία, αλλά θα αποτελούν για μας το δόγμα της ζωής μας. Είναι ο κρίκος από τον όποιο εξαρτάται ολόκληρος μας ο προορισμός. Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν».
Και όταν λέει ο Κύριος «ουκ έστε εκ του κόσμου τούτου καθώς καγώ ουκ είμι εκ του κόσμου τούτου, αλλ΄ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου διά τούτο μισεί υμάς ο κόσμος», εννοεί ότι όλες μας οι κατευθύνσεις να οδηγούν προς την αγάπη του Θεού και όλες μας οι αποστροφές να είναι προς την αμαρτία. Και αμαρτία εννοεί την άρνηση. Άρα, προς την αμαρτία η πάλη μας εξικνείται μέχρις αίματος και ακόμα αυτό είναι εισαγωγή. Εάν παραστή ανάγκη να αντισταθούμε προς την αμαρτία μέχρι θανάτου, θα το κάνωμε.
Η αμαρτία είναι ποικίλη, από την άρνηση του Θεού μέχρι και την πλήρη ικανοποίηση του ιδίου θελήματος. Εάν το ίδιο θέλημα, η ιδιοτέλεια, ο ατομισμός, ο προσωπισμός είναι αντίθετος προς το θέλημα του Θεού και αυτόν θα τον πατάξωμε. Για να μπορέσωμε να τα φέρουμε όλα αυτά σε πέρας μόνοι μας είναι δύσκολο, μάλλον δε ακατόρθωτο· «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Χθες, στην ανάγνωση, σχολιάσαμε έναν λόγο κά¬ποιου μεγάλου Πατρός για την ανάσταση του Λαζάρου. Παίρνοντας από την Γραφή, ερμήνευε με λεπτομέρεια πώς έγινε η ανάσταση. Και έγινε κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να μην μπορέσουν οι Εβραίοι να την συκοφαντήσουν.
Επειδή ήταν έτοιμοι να πούν πώς έκρυψαν έναν νέο οι οπαδοί του Ναζωραίου μέσα στο σπήλαιο και ύστερα τον έβγαλαν, λέγοντας ότι ο Χριστός τον ανέστησε. Γι΄ αυτό έρχεται ο Ιησούς μας και ερωτά: «Πού τεθείκατε αυτόν; και ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν». Και λένε οι άλλοι: «Κοίταξε πώς τον αγαπούσε»! Και ύστερα του έδειξαν τον τάφον.
Μήπως αγνοούσε ο Κύριος μας πού ήταν ο τάφος με τον νεκρόν Λάζαρο; Αφού Αυτός, δύο μέρες πριν πεθάνει ο Λάζαρος κι ενώ βρισκόταν μακρυά στον Ιορδάνη, λέει στους μαθητάς του. «Λάζαρος ο φίλος ημών ασθενεί». Και όταν ακόμα οι αδελφές του Λαζάρου τον ειδοποίησαν ότι «ίδε, ον φιλείς ασθενεί», Αυτός «εμεινε εν ω ην τόπω δύο ημέρας» και τότε λέει, «άγωμεν εις την Ιουδαίαν πάλιν».
Όλα αυτά τα ήξερε και δεν ήξερε πού ήταν ο Λάζαρος; Παρ΄ όλα αυτά το κάνει έτσι για να κλείση το στόμα των Ιουδαίων και να τους κάνη αυτόπτες μάρτυρες της αναστάσεως, για να μην δικαιολογηθούν ούτε στην παρούσα, ούτε στην μέλλουσα ζωή ότι δεν είδαν και δεν επίστευσαν. «Ει μη ήλθον και ελάλησα αυτοίς, αμαρτίαν ουκ είχον νυν δε πρόφασιν ουκ έχουσι περί της αμαρτίας αυτών».
Βαδίζοντας προς το μνημείο, συναντάται ο Κύριος μας με την Μάρθα παραπονουμένη. Διότι από την λύπην της η Μάρθα ξεχάστηκε. Καμμιά φορά τα βαριά γεγονότα βγάζουν τον άνθρωπο από την λογική. Τα πολύ συγκλονιστικά γεγονότα προκαλούν στον άνθρωπο τέτοιας μορφής λύπη πού ξεχνά τον εαυτό του. Λέει λοιπόν η Μάρθα στον Ιησού. Αν ήσουν εδώ δεν θα απέθνησκε ο αδελφός μου. Και ο Κύριος απαντά: Θα αναστηθή ο αδελφός σου.
Ναι, λέει αύτη, στην ανάσταση των νεκρών, στην παλιγγενεσία, ξέρω ότι θα αναστηθή. Και ο Ιησούς διακηρύττει: «Εγώ είμι η ανάστασις και η ζωή». Πιστεύεις τούτο; «Ναι, Κύριε, πιστεύω ότι συ είσαι ο Υιός του Θεού ο εις τον κόσμον ερχόμενος». Μετά πάλιν ξεχνάει και όταν διατάζει ο Κύριος να ανοίξουν τον τάφο, του λέει: «Κύριε, τεταρταίος εστίν, όζει· πώς θα τον ανοίξωμε;». Μα δεν σου είπα να πιστεύης; Της απαντά.
Ανοίγουν τον τάφο και ο Κύριος μας ύψωσε τους οφθαλμοίς στον ουρανό και είπε: «Πάτερ, ευχαριστώ Σοι ότι ήκουσάς μου. Και ήδειν ότι πάντοτε μου ακούεις, αλλά για τον περιεστώτα όχλον είπα, για να ακούσουν αυτοί ότι με απέστειλες». Και με φωνή μεγάλη προστακτική λέει: «Λάζαρε, δεύρο έξω». Και εξήλθε ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις, και η όψις αυτού σουδαρίω περιεδέδετο». Ήταν τυλιγμένος μέσα στις ταινίες και το πρόσωπο του δεμένο και κολλημένα τα σεντόνια πάνω του με την σμύρνα και την αλόη, πού ήταν ρυτίνη κολλητική. Και καθώς βλέπετε, έγιναν δύο θαύματα. Το ένα, επέστρεψε η ψυχή στο σώμα, και το άλλο, βγήκε δεμένος από το βάθος του σπηλαίου.
Και λέει ο Κύριος: «Λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν». Τους βάζει να τον λύσουν οι ίδιοι για να δουν και να μην πουν ύστερα ότι ήταν ψέματα, αλλά, κατά τον Σολομώντα, «εις κακότεχνον ψυχήν ουκ εισελεύσεται σοφία ουδέ κατοικήσει εν σώματι καταχρέω αμαρτίας». Πράγματι, αν ο Θεός δεν νεύση στην καρδία του ανθρώπου, δεν μπορεί αφ΄εαυτού του τίποτε να κάνη. Είδαν οι Ιουδαίοι τόσον ζωντανό θαύμα, διεπίστωσαν με τα ίδιά τους τα μάτια την ανάσταση του νεκρού· του έλυσαν οι ίδιοι τα δεσμά και συνεχάρησαν τον αναστάντα. Και όμως δεν επίστευσαν. Οκτώ μέρες μετά το θαύμα αυτό έκραζαν ομοθυμαδόν «άρον, άρον σταύρωσον Αυτόν»!.
Και ΄μείς τώρα με το να φυλάξωμε αυτά πού είπαμε και να βρεθούμε έτοιμοι στο να μείνωμε πιστοί στις υποσχέσεις μας, πρέπει μαζί με την προσπάθεια και την θέλησή μας να συνεργήση και η θεία Χάρις. Γι΄ αυτό χρειαζόμεθα να κρατούμε και αυτές τις μικρές ακόμα παραδόσεις. Τις μικροπαραδόσεις πού μας παρέδωσαν οι παλαιοί, είναι και αυτές αναγκαίες; Πού είναι εκείνοι πού λένε, πού γράφει να κάνης σταυρούς, πού γράφει να κάνης μετάνοιες, πού γράφει να προσκυνάς τις εικόνες, πού γράφει να πιστεύης;
Αυτά λένε οι διάφοροι πού θέλουν να διαστρέφουν την πραγματικότητα. Όμως τούτα τα μικρά τα σύμβολα, αυτοί οι προγραμματισμοί, αυτοί οι νόμοι, αυτά τα καθήκοντα είναι εκείνα τα οποία, όταν ο πιστός τα κάνη, κρατάει μαζί του την συνεργασία της Χάριτος, από την οποία πηγάζει θέρμη και ζήλος. Αυτός ο ζήλος και η θέρμη τα οποία πήραμε από τα μυστήρια, είναι αυτά πού διατηρούν ενδημούσα την παρουσία της Χάριτος, πού μαζί με την δική μας προαίρεση ενεργεί και μας βοηθάει ώστε τα ακατόρ¬θωτα να γίνωνται κατορθωτά.
Τότε «τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ. «Έστωσαν οι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι». Αυτές είναι ακριβώς οι οσφύες και ο λύχνος, ο κατά Θεόν ζήλος ο οποίος παραμένει μαζί μας, όταν κρατούμε αυτούς τους κανόνες. Ποτέ να μην παραβαίνετε το πρόγραμμα. Είδατε τί λέει ο Κύριος μας; «Και τούτο δει ποιήσαι κακείνο μη αφιέναι».
Κατέλειπαν τους μεγάλους νόμους και τις μεγάλες εντολές και αποδεκάτωναν τον δυόσμο και τον άνιθο και έκαναν αυτά τα ουτιδανά φαρισαϊκά για να δείξουν ότι τηρούν τον νόμο. Και έρχεται ο Κύριος μας και τους ελέγχει και δεν λέει ότι είναι αυτά περιττά, αλλά βεβαιώνει, «και ταύτα έδει ποιήσαι, κακείνα μη αφιέναι»· δηλαδή και αυτά τα μικρά θα κάνετε, και τα μεγάλα δεν θα παραλείψετε. Και ΄μείς τώρα, για να αποδείξωμε ότι είμεθα οπαδοί της θείας αποκαλύψεως, πρέπει να κρατήσωμε την παράδοση.
Παράδοση και πρόγραμμα είναι το απαραίτητο στοιχείο σε όλα τα κτιστά όντα τα οποία έχουν κατά μετοχήν την ύπαρξή τους. Αν και κατασκευάσθημεν από τον Θεό ως λογικά όντα και ελεύθερα να κινούμεθα, εν τούτοις, χωρίς την μυστηριώδη συνεργασία της Χάριτος του Θεού, αφ΄ εαυτών, δεν μπορούμε τίποτε να κάνωμε. Αν είμεθα λογικοί και αν είμεθα ζωντανοί και αν είμεθα αγαθοί, όλα αυτά τα έχομε κατά μετοχή, δεν τα έχομε κατά φύσιν.
Κατά φύσιν μόνο ο Θεός είναι η απόλυτος αγαθότης, η απόλυτος παντοδυναμία, η απόλυτος πανσοφία, η απόλυτος παναγάπη. Εμείς, αν όλων τούτων μετέχωμε, κατά μετοχήν μετέχομε. Δεν τα έχομε αφ΄ εαυτών, τα παίρνομε απ΄ Αυτόν και για να τα κρατούμε πρέπει να υπάρχη συνεχής επαφή μαζί Του.
Όταν κατεσκεύασε ο Θεός τα λογικά όντα, τους έδωσε αμέσως πρόγραμμα, και στην αγγελική και στην ανθρώπινη φύση: «Από τούτο θα φάτε, από εκείνο όχι· αυτό θα κάνετε, εκείνο δεν θα κάνετε». Και αυτά τα προγράμματα παρέβησαν και δημιούργησαν την πτώση.
Έρχεται ο Ιησούς μας, θεραπεύει την πληγή και δίδει αμέσως εντολές για να επαναφέρη τον άνθρωπο πάλι πάνω στις σωστές γραμμές. Όπως στα τραίνα, αν τα βαγόνια δεν είναι πάνω στις ράγιες, είναι αδύνατον να κινηθούν και να ενεργήσουν, έτσι και στον άνθρωπο κατά φύσιν είναι να στέκεται πάνω στο πρόγραμμα, να φυλάη τις εντολές.
Αν αυτό το κάνη, τότε αυτός ο τρόπος είναι η συνεχής επαφή με την Χάριν του Θεού. Και τότε, ευρισκόμενη η θεία Χάρις έν ενεργεία μέσα του διά της τηρήσεως αυτών των παραδόσεων, ενώνει την προαίρεση του και την καλή του θέληση, με την ενέργεια της θείας Χάριτος και επιτυγχάνει.
Τούτο είναι πού λέει ο Παύλος «πάντα ίσχύομεν έν τω ένδυναμούντι ημάς Χριστώ». Διά την απουσία της Χάριτος ο Ιησούς μας λέει: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Να ένας απαραίτητος όρος πού πρέπει να υπάρχει διά να σύμπραξη η θεία Χάρις με την ανθρώπινη προαίρεση!
Απόδειξη ότι οι Εβραίοι, παρ΄ όλο πού είδαν το θαύμα της αναστάσεως του Λαζάρου, αργότερα, μετά από λίγες μέρες, όταν τους παρακίνησαν οι αρχιερείς, άρχισαν να φωνάζουν: «Άρον, άρον σταύρωσον Αυτόν».
Δεν ενήργησε μέσα τους η Χάρις του Θεού, γιατί ήσαν ανεπίδεκτοι και τους έλειπε εκείνο πού προκαλεί τον Θεό, γι΄ αυτό δεν ίσχυσαν τα εξωτερικά στοιχεία. Τώρα σε μας γεννάται και μια δεύτερη θεωρία, η οποία είναι υπέρ μας και είναι η εξής: Ότι εμείς οι ελάχιστοι πιστοί πού μένομε τώρα, απ΄ότι διαπιστώνομε, καταλαβαίνομε ότι, αν είμεθα πιστοί και αγωνιζόμεθα με τις πτωχές μας δυνάμεις να συγκρατηθούμε, αυτό δεν είναι δικό μας πράγμα, όπως νομίζει κανείς, αλλά είναι μια απόδειξη ότι είναι μαζί μας πρακτικά ο Θεός.
Γιατί, αν Αυτός δεν ήταν, εμείς δεν θα μπορούσαμε να είμεθα πιστοί. Και αν εμείς είμαστε πιστοί, δεν το βρίκαμε από κάποια ευφυΐα. Είναι γιατί, κατά τον Παύλο, «μας προώρισεν ο Θεός διά τούτο και μας κάλεσε». Φαίνεται ότι ο Θεός μας είχε προορισμένους για τον σκοπό πού ξέρει Αυτός και μας «ήλκυσε». Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο Πατήρ μου ο πέμψας με, ελκύση αυτόν».
Έλξη όχι κλήση. Μας τράβηξε η Χάρις και, αφού σήμερα είμαστε πιστοί, άρα παραμένει πρακτικά μαζί μας. Αν πρακτικά ο Θεός είναι μαζί μας, τότε γιατί να φοβηθούμε; Εάν «ο Θεός μεθ΄ ημών, τις καθ΄ημών;» Αυτή είναι η πραγματικότης. Ένα μένει τώρα, ο φόβος μήπως νυστάξωμε και πλανεθούμε και γυρίσωμε πίσω. Τότε υπάρχει κίνδυνος να χαθούμε. Εάν όμως εμείς είμαστε προσεκτικοί, ούτως ώστε να μην πάθωμε αυτόν τον νυσταγμό, η θεία Χάρις η οποία φαίνεται πρακτικά ότι είναι μαζί μας, θα μας ολοκλήρωση στο να πετύχουμε τις θείες επαγγελίες. Διότι τα χαρίσματα του Θεού είναι αμεταμέλητα, απαραχάρακτα, απαραβίαστα. Ο Θεός δεν φοβάται κανένα, ούτε αλλοιώνεται στις αποφάσεις Του.
Γι΄ αυτό προσέχετε, κρατάτε ακριβώς αυτό πού έχετε. Μην παραμελήτε τα καθήκοντά σας, ακόμα κι εκείνα πού φαίνονται μικρά· έστω εκείνη την προσευχή πού είστε υποχρεωμένοι να κάνετε, ή κάτι το όποιο δεν πρέπει να πάρετε, μην το αρπάζετε. Τα ζώα, ένώ πεινούν, δεν τρών το χορτάρι προτού το μυρίσουν, αν δεν τα πληροφόρηση η οσμή ότι είναι ακίνδυνο. Πόσο μάλλον εμείς πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να εξετάζωμε τί σκοπό έχουν οι προφάσεις και οι αφορμές πού μας κυκλώνουν. Εξυπηρετούν τον σκοπό μας; Δηλαδή δεν μας χωρίζουν από τον Θεό;
Και δεύτερον, δεν μας χωρίζουν από τα υπόλοιπα καθήκοντά μας; Έτσι γίνεται το ξεκίνημα. Συναντούμε μετά δυσκολίες; Σημειώνομε το σημείο του Σταυρού και επικαλούμεθα τον πάντοτε μαζί μας μένοντα Θεό: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός των δυνάμεων, βοήθησε το πλάσμα Σου». Και συνεχίζομε. Εάν έτσι βαδίζομε, να ξέρετε ότι «τοις Αγγέλοις Αύτού εντελείται», όπως λέει, και «επί χειρών αρούσιν σε, μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου». Γιατί ο Θεός τους δικούς Του ποτέ δεν τους αφήνει, αλλά πάντοτε μένει μαζί τους. Ο Ιησούς μας τονίζει και τούτο: «Ιδού εγώ μεθ΄ υμών είμι πάσας τας ημέρας» και «ουκ αφήσω ημάς ορφανούς».
Γι΄αυτό να κρατάτε την παράδοση και ας σας κοροϊδεύουν οι άλλοι ότι κάνετε πράγματα τα οποία θεωρούνται απηρχαιωμένα. Είναι απηρχαιωμένα τα δικά μας τα οποία οδηγούν στην ζωή και στην αθανασία και είναι της εξέλιξης τα δικά τους πού μας αποβλακώνουν και μας μεταφέρουν στην «μάνδρα της Κίρκης;» Σήμερα η χωρίς Θεόν κοινωνία είναι μια μεγάλη μάνδρα της Κίρκης πού μπαίνουν μέσα άνθρωποι και βγαίνουν οτιδήποτε εκτός από άνθρωποι.
Εμείς μένομε πιστοί, γιατί το θέμα της πίστεως δεν χρειάζεται εξέλιξη, αφού δεν υπόκειται στην ανθρώπινη γνωσιολογία. Όταν ξεπέσαμε με την απροσεξία μας, ο Θεός συγκατέβη από την αγαθότητά Του και ήρθε και μας βρήκε και μας είπε τον τρόπο της επιστροφής. Αυτό δεν χωράει εξέλιξη και δεν είναι ανάγκη να ρωτήσωμε τον ορθολογισμό. Ο Θεός απεκαλύφθη και μας ερμήνευσε τον όρο και τον νόμο της πίστεως.
Είμαστε πιστοί γιατί πιστεύομε σωστά στο Θεόπρώτο είναι αυτό. Στον εαυτό μας αισθανόμαστε ταπεινοί· αυτό είναι το δεύτερο. Διότι πράγματι είμαστε ταπεινοί, εφ΄ όσον χωρίς την Χάριν του Θεού τίποτε δεν μπορούμε να κάνωμε. Και το τρίτο, προς τους πλησίον μας έχομε συμπάθεια και αλληλεγγύη. Αυτοί οι τρεις κανόνες ολοκληρώνουν την προσωπικότητά μας.
Εκείνος ο οποίος στον συνάνθρωπό του είναι συμπαθής και επιεικής, στον εαυτό του ταπεινός και στον Θεό πιστός, αυτός στέκεται στην βάση του σαν χριστιανός. Αυτά όμως για να επιτευχθούν χρειάζονται την παρουσία της Χάριτος, διότι μόνη της η προαίρεση του ανθρώπου δεν φτάνει. Προ της ενανθρωπίσεως του Θεού Λόγου, αυτή την προαίρεση οι πρόγονοί μας την είχαν σε μεγαλύτερο βαθμό από μας και δεν μπορούσε να τους σώση.
Την είχαν και οι Προφήτες, και οι δίκαιοι και άλλοι άνθρωποι, όμως δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε, αν δεν ερχόταν ο Θεός Λόγος να δώση κατ΄ ενέργειαν την, Χάριν Του. Γι΄ αυτό επιμένουμε στο θέμα τούτο από την μικρή μας πείρα. Κρατάτε την παράδοση αυτή, τον κανόνα σας, το πρόγραμμα. Χωρίς πρόγραμμα να μην ζήτε ποτέ. Χωρίς πρόγραμμα να αισθάνεστε ότι κάτι σας λείπει, ότι φύγατε από την βάση σας. Να κρατάτε τον προγραμματισμό σας, γιατί βοηθεί σε δύο πράγματα. Στη αρχή είναι λίγο δύσκολο, διότι δεν είστε συνηθισμένοι.
Μετά όμως το συνηθίζετε, γίνεται έξη και ο κόπος πού αισθανόμαστε στην άρχή χάνεται. Ύστερα η έξη αυτή επικρατεί σε τέτοιο σημείο πού, και αν ακόμα έλθουν παράγοντες τέτοιοι πού θέλουν να σας παρασύρουν, δεν μπορούν και έτσι μένει ενδημούσα μαζί σας η θεία Χάρις. Πολλά πνευματικά παιδιά, πού παρακολουθούμε στον κόσμο και όχι μόνο παιδιά αλλά και μεγάλοι άνδρες και οικογενειάρχες, οι οποίοι έπιασαν το νόημα αυτό, κάθε μέρα μας κάνουν διαπιστώσεις και μας λένε: «Γι΄ αυτό το μικρό πού κάνομε, αισθανόμαστε από πάνω μας το χέρι του Θεού.
Πόσες φορές μπαίνομε σε ολοκληρωτικούς κινδύνους και αυτομάτως μας σώζει η ιδιαιτέρα Χάρις του Θεού, την οποία αισθανόμαστε ότι πηγάζει από εκεί, από την μικρή προσπάθεια του προγράμματος. Συνηθίσαμε και δεν μπορούμε να παραλείψουμε πλέον το καθήκον μας και, κρατούντες αυτό ακριβώς, αισθανόμαστε πρακτικά την σκέπη του Θεού μαζί μας».
Αυτοί σας το λέω ως πραγματικό γεγονός των ημερών μας και όχι ως διήγηση. Γι΄ αυτό και σεις να κρατήσετε αυτό το πράγμα· μην το παραμελήτε ποτέ. Μην ακούτε τον μάταιο αυτόν κόσμο. Ο κόσμος σήμερα πλανάται. Άκουσα μια κυρία, μια περίφημη μητέρα, η οποία συμβούλευε την κόρη της και έλεγε: «Άκουσε, κόρη μου, εγώ σαν μεγαλύτερη μπορεί να πεθάνω και οι μέρες πού έρχονται είναι πολύ δύσκολες. Δεν μπορούμε να τις περιγράψουμε. Μπορεί νάρθη μια περίοδος, όπως τότε στους Εβραίους, και να χαθούν οι γραφές και τα ευαγγέλια.
Όπως και ήρθε αυτή η περίοδος, όπως αναφέρουν επί Ιωσίου του ευσεβούς Βασιλέως. Βρήκαν τότε ένα αντίγραφο του Μωσαϊκού νόμου και το διάβασαν. Όταν το άκουσε ο Βασιλεύς έσχισε τα ρούχα του από την τόση ασέβεια πού είχε επικρατήσει και σ΄ αυτούς πού αιχμαλωτίστηκαν και διαιρέθηκαν. «Αν λοιπόν έλθη μια περίοδος τέτοια, της λέει, και δεις ότι δεν υπάρχει το ευαγγέλιο και έτσι δεν θα ξέρετε τί να κάνετε, τότε να κοιτάς τί κάνει ο κόσμος κι εσύ να κάνης το αντίθετο.
Και αυτό θα είναι το ευαγγέλιο». Τόσο χάρηκα πού την άκουσα! Αυτός είναι ο σημερινός κόσμος· και το είπα, για να μην ντρέπεστε πού σας λένε ότι είστε καθυστερημένοι και αρτηριοσκληρωτικοί. Μην τους ακούετε και αφήνετε την παράδοσή σας. Την ώρα πού θάρθη ο μεγάλος πειρασμός να πειράξη «τους κατοικούντας την οικουμένη», τότε να δούμε τί θα τους σώση!
Τότε θα διαπιστώσετε ότι, όντως, εκείνη την ώρα ο Θεός σώζει τους δικούς Του. Βέβαια δεν ευχόμαστε κάτι τέτοιο, αλλά ομολογούμε εκφράζοντες την πραγματικότητα. Όσοι είναι του Θεού, αυτοί θα σωθούν και δεν εννοώ σωματικώς. Αν βρεθούμε και ΄μείς σε πειρασμό, μπορεί σωματικώς να μην σωθούμε, αλλά δέν σημαίνει τούτο τίποτε.
Διότι, όταν έλθη πυρκαϊά, καίει και τα χλωρά μαζί, δεν καίει μόνο τα ξηρά. Και αν εμείς πεθάνωμε, και αν πάθωμε ζημιά σωματική, τούτο δεν σημαίνει ότι χάσαμε. Μάλιστα αυτό είναι το βραβείο, διότι «τελειωθέντες εν όλίγω πληρώσωμεν χρόνους μακρούς», αφού παραμείναμε πιστοί στον Θεό.
Έτσι λοιπόν, κρατήστε την πίστη σας, τηρήσατε την παράδοση, το πρόγραμμά σας. Σ΄ αυτό επιμένω και πάντα το τονίζω. Σας μιλώ από την πρακτική μου πείρα. Δοκιμάστε στον εαυτό σας και θα δήτε· οσάκις δεν έχετε πρόγραμμα, δεν μπορείτε να σταθήτε, αλλά θα είστε σε μια ακαταστασία. Όταν όμως επιμένετε στο πρόγραμμα, θα διαπιστώσετε ότι η θεία Χάρις θα είναι μαζί σας και θα ευρίσκεσθε σε μια ισορροπία. Αμήν.
Πηγή:Γέροντος Ιωσήφ (Βατοπαιδινού), § Περί ενσαρκώσεως του Θεού Λόγον και περί φυλακής του προγράμματος (Εβδομάδα των Βαΐων), Αθωνικά Μηνύματα, σελ. 145-160, Έκδοσις Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1995

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...