Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Απριλίου 09, 2015

Η Ακολουθία των Παθών σε Ζωντανή Σύνδεση (μεσω Ν.Ε.Ρ.ΙΤ.) από τον Ιερά Ναό Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου Αθηνών


Αποτέλεσμα εικόνας για τα θεια παθη


Παρακολουθήστε  σε Ζωντανή   Σύνδεση (μεσω Ν.Ε.Ρ.ΙΤ.) την Ακολουθία των Παθών απο τον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών
Για να συνδεθήτε πιέστε εδώ

«ΣHMEΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ…» +Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου



«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας» (ἀντίφ. ιε΄ ὄρθρ. Μ. Παρ.)
 ΟΣΟ, ἀγαπητοί μου, προχωρεῖ ἡ ἀκολουθία καὶ πλησιάζει ἡ στιγμὴ τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ, τόσο οἱ ὕμνοι καὶ τὰ τροπάρια γίνονται γλυκύτερα. Προκαλοῦν συγκίνησι· μόνο χυδαῖες ψυχὲς παραμένουν ἀσυγκίνητες.
Παγκόσμιος θρῆνος. Ὁ ἐκκλησιαστικὸς ποιητὴς καλεῖ νὰ συμμετάσχουν στὸ θρῆνο καὶ στὸ πένθος ἄγγελοι, ἄνθρωποι ἀλλὰ κι αὐτὰ τὰ ἄψυχα δημιουργήματα. Μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀναφέρει καὶ τὴ γῆ. «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας», λέει. Ἐπιτρέψτε μου, μολονότι εἶστε κουρασμένοι, νὰ πῶ λίγες λέξεις στὸ σημεῖο αὐτό· πενθεῖ ἡ γῆ.
* * 
   Ἀλλὰ ΤΙ ΕΙΝΕ Η ΓΗ; Ἡ γῆ, ἀπαντοῦν οἱ ἀστρονόμοι, εἶνε ἕνας πλανήτης, ἕνα ἀπὸ τὰ ἄπειρα οὐράνια σώματα ποὺ ὑπάρχουν. Ἐν συγκρίσει μὲ τὰ ἄλλα οὐράνια σώματα ἡ γῆ εἶνε ἕνας μικρὸς κόκκος. Ἂν γιὰ μᾶς ἡ ὑδρόγειος σφαῖρα φαίνεται μεγάλη, ἐν συγκρίσει ὅμως μὲ ἄλλες σφαῖρες, ποὺ στροβιλίζονται στὸ ἄπειρο, εἶνε πολὺ μικρή.
Καὶ ὅμως ἡ γῆ ἔχει κάτι μοναδικό. Εἶνε οὐράνιο σῶμα εὐλογημένο, καλλωπισμένο, ὡραιότατο. Εἶνε, ὅπως εἶπε κάποιος ἀστρονόμος, «τὸ διαμάντι τῶν ἀστέρων». Ἐδῶ ὑπάρχει βλάστησι, χλόη, ἄνθη, δέντρα, καρποί· ἐδῶ ὑπάρχουν ψάρια, ζῷα, πουλιά· ἐδῶ ὑπάρχουν ὅλα τὰ στοιχεῖα ποὺ εἶνε ἀναγκαῖα γιὰ τὴν ὕπαρξι τῆς ζωῆς. Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα στοιχεῖα εἶνε τὸ νερό. Ἐδῶ ὑπάρχουν νερὰ ἄφθονα· πηγές, ποταμοί, λίμνες, θάλασσες καὶ ὠκεανοί, πού καλύπτουν τὰ τρία τέταρτα τῆς ἐπιφανείας τῆς γῆς.
«Ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας», λέει ὁ ὕμνος. Πολλοὶ αὐτὸ τὸ ἀμφισβητοῦσαν, ἀπεδείχθη ὅμως ἀληθινό. Οἱ ἀστροναῦτες ποὺ εἶδαν τὴ γῆ ἀπὸ τὴ σελήνη, ἀπήλαυσαν ἕνα θαυμάσιο θέαμα. Τὴν εἶδαν μιὰ πελώρια πολύχρωμη σφαῖρα ἀλλοῦ ἄσπρη (οἱ παγετῶνες), ἀλλοῦ πράσινη (τὰ δάση), ἀλλοῦ φαιὰ – σκούρα (ἡ ξηρά), καὶ τὸ περισσότερο γαλάζια (ἡ θάλασσα).
Οἱ ἀρχαῖοι, ποὺ δὲν γνώριζαν πολλὰ πράγματα, νόμιζαν ὅτι ἡ γῆ εἶνε ἐπίπεδη κι ὅτι τὴ σηκώνει στοὺς ὤμους του ὁ μυθικὸς Ἄτλας. Σήμερα γνωρίζουμε, ὅτι ἡ γῆ εἶνε μιὰ πελώρια σφαῖρα ποὺ αἰωρεῖται στὸ ἄπειρο. Καὶ κάνει δύο κινήσεις· διαγράφει ἕνα κύκλο γύρω ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ μία στροφὴ γύρω ἀπὸ τὸν ἑαυτό της· ἡ μία κίνησις δημιουργεῖ τὸ ἔτος, ἡ ἄλλη δημιουργεῖ τὸ ἡμερονύκτιο. Καὶ τρέχει μὲ ἰλιγγιώδη ταχύτητα· σὲ ἕνα δευτερόλεπτο διανύει εκοσι χιλιάδες χιλιόμετρα!
Πῶς στέκεται; Δύσκολο ἐρώτημα. Ἡ ἐπιστήμη ἀπαντᾷ, ἀλλὰ δὲν ἐξηγεῖ· ἁπλῶς περιγράφει. Λέει, ὅτι ἰσορροποῦν δύο τεράστιες δυνάμεις, ἡ παγκόσμιος ἕλξις ποὺ τὴν τραβᾷ πρὸς τὰ μέσα καὶ ἡ φυγόκεντρος δύναμις ποὺ τὴν ὠθεῖ πρὸς τὰ ἔξω. Ὅπως ἐμεῖς μικρὰ παιδιὰ παίζοντας παίρναμε ἕνα κουβαδάκι, τὸ γεμίζαμε νερό, τὸ δέναμε μ᾿ ἕνα σχοινὶ καὶ τὸ περιστρέφαμε, καὶ τὸ νερὸ δὲν χυνόταν. Ἔτσι κ᾿ ἐδῶ· κάποιο ἀόρατο χέρι στρέφει συνεχῶς, ἐπὶ αἰῶνες τώρα, τὴ γῆ, κι αὐτὴ αἰωρεῖται καὶ κινεῖται μέσα στὸ ἄπειρο.
Σᾶς ἐρωτῶ· εἶνε δυνατὸν ἡ ὕλη μόνη της νὰ ἔχῃ τέτοιες δυνάμεις; Ποιός ἔβαλε μέσα στὴ νεκρὰ ὕλη τέτοιες τεράστιες μυστηριώδεις δυνάμεις; Μία εἶνε ἡ λογικὴ ἀπάντησις· ὁ Θεός. «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου, καὶ οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου» (μέγ. ἁγιασμ., εὐχὴ Σωφρονίου Ἰεροσ.). Γι᾿ αὐτὸ σήμερα ὁ ποιητὴς θυμᾶται τὴ γῆ, τὸ ἔξοχο δημιούργημα, ποὺ συμμετέχει καὶ αὐτὸ στὸ θρῆνο γιὰ τὸ δημιουργό του.
Ἐγὼ θὰ ἤθελα, αὐτοὺς ποὺ δὲν πιστεύουν καὶ βλαστημοῦν τὸν Ἐσταυρωμένο, νὰ τοὺς βάλουμε σ᾿ ἕνα πύραυλο καὶ νὰ τοὺς πᾶμε στὴ σελήνη, ὅπου ἐπικρατεῖ νέκρα· οὔτε ἀέρας, οὔτε σταγόνα νεροῦ ἐκεῖ. Ἀχάριστε ἄνθρωπε! πίνεις τὸ νερό, ἀναπνέεις τὸν καθαρὸ ἀέρα, κ᾿ ἕνα εὐχαριστῶ δὲ λές· τὴ μπουκιὰ ἔχεις στὸ στόμα, καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημᾷς.
Ἡ γῆ αὐτή, ποὺ εἶνε τὸ πεδίον τῆς δράσεως τοῦ ἀνθρώπου, εἶνε καὶ μάρτυς τῶν ἔργων του. Ἂν μποροῦσε νὰ μιλήσῃ, θὰ ἐξιστοροῦσε τὰ φοβερὰ ἐγκλήματα ποὺ ἔγιναν ἐπάνω στὸν φλοιό της. Δὲν ὑπάρχει γωνιὰ τῆς γῆς ποὺ δὲ μολύνθηκε ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Αὐτὸς διέπραξε μεγάλα ἐγκλήματα. Ἀλλὰ τὸ πιὸ ἀπαίσιο ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐγκλήματα εἶνε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐσταύρωσε τὸ Δημιουργό του, τὸ Θεό. Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀνταπόδοσις καὶ εὐγνωμοσύνη του! Γι᾿ αὐτὸ πενθεῖ ἡ γῆ· «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας».
  Προσέξατε τί λέει ὁ ὕμνος; «ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ (Ο ΧΡΙΣΤΟΣ) ἐπὶ ξύλου». Δὲ λέει «ἐκρεμάσθη»· λέει «κρεμᾶται», σὲ ἐνεστῶτα. Τί ἔννοια ἔχει αὐτὸς ὁ ἐνεστώς; Ἀφοῦ ὁ Κύριος ἐκρεμάσθη σὲ ὡρισμένη χρονικὴ στιγμή, ἐφ᾿ ἅπαξ, γιατί λέει «σήμερον κρεμᾶται»; Διότι συνεχίζεται τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ μας. Ξανασταυρώνεται ὁ Χριστός. Ναί, ξανασταυρώνεται. Ὄχι πλέον ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς λεγομένους Χριστιανούς, αὐτοὺς ποὺ βαπτίσθηκαν στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, φέρουν ὀνόματα χριστιανικὰ καὶ τώρα τὶς μέρες αὐτὲς πυκνώνουν τὰ ἐκκλησιάσματα.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι, ὅπου θανάσιμο ἁμάρτημα, ὅπου ἔγκλημα καὶ ἰδίως φόνος, ἐκεῖ «ἀνασταυροῦται» ὁ Χριστός (βλ. Ἑβρ. 6,6). Λίγοι φόνοι ἔγιναν ἐπάνω στὴ γῆ; 40 μὲ 50 ἑκατομμύρια ἦταν οἱ νεκροὶ μόνο τῶν δύο παγκοσμίων πολέμων. Ἀλλὰ καὶ σήμερα μὲ τὶς ἐκτρώσεις ―τί φρίκη― στὴν Ἑλλάδα σφάζονται 400.000 ἔμβρυα τὸ χρόνο. Παιδιά, ἄνθρωποι εἶν᾿ αὐτά, ἀφοῦ ἡ ζωὴ ἀρχίζει ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς συλλήψεως. Ἡ μήτρα τῆς γυναίκας εἶνε θερμοκήπιο τῆς ζωῆς, ἐργαστήριο ποὺ φτειάχνει ἄνθρωπο. Ἔκτρωσι σον φόνος, καὶ φόνος σον ἀνασταύρωσις τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Ντοστογιέφσκυ λέει· «Ὅποιος σκοτώνει παιδί, σκοτώνει τὸ Χριστό». Διότι τὸ παιδὶ εἶνε ἀθῷο ὅπως ὁ Χριστός. Τώρα οἱ Ἕλληνες γεννοῦν δύο μόνο. Τὰ ἄλλα ἔμβρυα τί γίνονται; Δολοφόνοι, δολοφόνοι! Μένετε ἀμετανόητοι· δὲν τρέχετε νὰ ζητήσετε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ὅπου φόνος, ὅπου ἔκτρωσις-ἄμβλωσις, ὅπου κλοπή, κατάχρησις, ἀδικία, ἐκμετάλλευσις, ὅπου ψέμα, συκοφαντία καὶ διαβολή, ὅπου πορνεία, μοιχεία κι ὅ,τι ἄλλο ἔκφυλο, ἐκεῖ σταυρώνεται ὁ Χριστός, «σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου» πάλι. Ὁ Ἠλίας Μηνιάτης λέει· «Σήμερον ὁ Χριστὸς κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, καὶ ὁ πόρνος κρεμᾶται στὴν ἀγκάλη τῆς πόρνης!».
Πιστεύεις, Χριστιανέ; ἔλα μετανοημένος νὰ προσκυνήσῃς τὸν Ἐσταυρωμένο. Δὲν πιστεύεις; μὴ μολύνεις καὶ τὰ χείλη σου μὲ φίλημα Ἰούδα. Ἰδού πῶς ἐπαναλαμβάνεται σὲ μύριες περιπτώσεις τὸ «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου».
   Καὶ ἡ γῆ; Η ΓΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΕΤΑΙ. «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε»! Τὸ δαχτυλάκι του νὰ κουνήσῃ ὁ Χριστός, θὰ γίνουμε ὅλοι σκόνη, θὰ σβήσουμε. Ἁμαρτάνεις, ἄνθρωπε, πάνω στὴ σφαῖρα αὐτή, καὶ ἡ γῆ δὲ᾿ θὰ διαμαρτυρηθῇ; Ἀσφαλῶς διαμαρτύρεται. Τὸ ἀκούσαμε χθές· «Φρῖξον ἥλιε, στέναξον ἡ γῆ» (γ΄ ἀπόστ. αν. Μ. Πέμ.). Ἡ μόλυνσις τοῦ περιβάλλοντος, γιὰ τὴν ὁποία φωνάζει ἡ νέα ἐπιστήμη τῆς οἰκολογίας, τί εἶνε; μιὰ διαμαρτυρία. Ἡ γῆ δὲν εἶνε πλέον ὅπως βγῆκε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Δημιουργοῦ. Ἔχει μολυνθῆ καὶ διαρκῶς μολύνεται. Φωνάζουν ὅλοι, Ἄγγλοι, Ἰταλοί, Γερμανοί, Ῥῶσοι· Ἀμάν, πεθαίνει ἡ γῆ· ξύπνα, ἀνθρωπότης!… Τὸ χορτάρι πικρίζει, οἱ καρποὶ ἀλλοιώνονται. Οἱ λίμνες, οἱ θάλασσες ῥυπαίνονται (ἡ Μεσόγειος κατήντησε ὀχετός). Τὰ ψάρια, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι, ψοφοῦν (βλ. Ἀπ. 8,9), ζῷα δηλητηριάζονται. Ὁ ἀέρας, τὸ πιὸ ἀπαραίτητο στοιχεῖο γιὰ τὴ ζωή, καλύπτεται ἀπὸ νέφη αἰθάλης καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀσφυκτιοῦν. Τὰ πάντα πεθαίνουν. Αὐτὴ εἶνε ἡ διαμαρτυρία τῆς γῆς γιὰ τὸ ἔγκλημα τῆς ἁμαρτίας.
Τί συνιστᾷ ἡ ἰατρικὴ ὅταν μολυνθῇ ἕνας τόπος; Ἀπολύμανσι. Καὶ ἡ γῆ θέλει ἀπολύμανσι. Δὲν ὑπάρχει σημεῖο της ποὺ δὲν εἶνε μολυσμένο ἀπὸ αἷμα. Ὅπου νὰ πᾶτε ἀκούγεται· «Κάϊν Κάϊν, ποῦ εἶνε ὁ ἀδελφός σου;» (Γέν. 4,9). Ἐγώ, ποὺ ἔχω ζήσει τόσα χρόνια καὶ περνῶ τοὺς δρόμους καὶ ξέρω ὅτι σὲ κάθε χιλιόμετρο στὴν Ἑλλάδα κάποιος ἔχει σκοτωθῆ, ἀνατριχιάζω. Δὲν ὑπάρχει γωνιὰ ποὺ δὲν τὴ βάψαμε μὲ αἷμα δεξιοὶ κι ἀριστεροί. Ἀναστενάζει ἡ γῆ καὶ ζητεῖ ἀπολύμανσι, νὰ μπῇ σὲ κλίβανο. Καὶ θὰ μπῇ. Ὁ δὲ κλίβανος εἶνε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ.
* *
Τί θὰ κάνουμε, ἀδελφοί; Σταματῶ. Πονῶ, μοῦ ᾿ρχεται νὰ κλαύσω. Βρισκόμαστε στὸ τέλος τῆς ἀνθρωπότητος. Σημεῖα πολλά. Μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ αὐτό· πεθαίνει ἡ γῆ! Κλαῖνε τὰ δέντρα, τὰ πουλιά, τὰ βράχια…
Ἐσὺ δὲ θὰ κλάψῃς; Ἂς κλάψουμε κ᾿ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Ἂς ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς τὸ λόγο τοῦ λῃστοῦ· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Η Προσευχή της Γεθσημανής «Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο, εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκ.22,44).

«Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο, εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκ.22,44)


π. Σιλουανού Πεπονάκη
«Η εν Γεσθημανή προσευχή του Χριστού είναι αναμφιβόλως η υψίστη πασών των προσευχών κατά την εσωτερικήν αυτής αξίαν και την κοσμοσωτήριον δύναμιν...Ως ιστορικόν γεγονός δεν διήρκεσεν επί μακρόν' ως πνευματική όμως πράξις Θείας αγάπης έλαβεν αρχήν πρό καταβολής κόσμου (βλ. Α’ Πέτρ. α’ 20), και δεν παύει να ενεργή μέχρι σήμερον». 
Αυτά γράφει ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος Σαχάρωφ στο βιβλίο του «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί», περί της Γεσθημανίου προσευχής του Ιησού.
Τό γεγονός αυτό, που αποτελεί κατά τον ίδιο μία από τις πολυτιμότερες αποκαλύψεις περί Θεού και ανθρώπου, εικονίζεται από τούς δύο μεγάλους καλλιτέχνες Μιχαήλ Αστραπά και Ευτύχιο στον κύκλο του Πάθους, στο νότιο τοίχο της νότιας κεραίας του Σταυρού στην εκκλησία της Παναγίας της Περιβλέπτου στην Αχρίδα, (σήμερα Άγιος Κλήμης). Είναι επιβλητική και κατέχει εξέχουσα θέση στον κύκλο αυτό.
Ο Κύριος, συνεχίζει ο μακαριστός γέροντας, συμπεριέλαβε σ’ αυτή την προσευχή πάν ό,τι εγένετο από της εμφανίσεως στην ζωή του Πρώτου Αδάμ μέχρι του εσχάτου ανθρώπου, ο οποίος πρόκειται να γεννηθή εκ γυναικός. Αυτός που έκτισε την Θεία κοσμική αρμονία δεν μπορούσε να μήν θλίβεται συναντώντας παντού την αφόρητη διαστροφή του πρωτόκτιστου κάλλους από τις αισχρές και εγκληματικές ανθρώπινες πράξεις. Όλοι γνωρίζουμε ότι όσο βαθύτερα αγαπάμε, τόσο οδυνηρότερα ζούμε και την ελάχιστη ακόμη σύγκρουση. Τί όμως αισθανόταν Αυτός, η προαιώνιος Αγάπη, όταν με τόσο μίσος απέρριψαν την μαρτυρία Του περί του Πατρός; Αυτός τον οποίο η Εκκλησία ονομάζει Ήλιον της Δικαιοσύνης, παρέδωκε Εαυτόν εις την πονηρά κρίση εκείνων οι οποίοι Τόν κατεδίκασαν σε θάνατο. Αυτός, η Υποστατική Αλήθεια, συκοφαντήθηκε, ατιμάστηκε αναιδώς, επλήγη ασπλάχνως και χλευάστηκε χυδαίως.
Γιά να προσεγγίσουμε συνειδητά έστω και λίγο για την κατανόηση του γεγονότος εκείνων των τραγικών ημερών για όλη την ιστορία του κόσμου, για να κατοπτεύσουμε υπαρκτικώς έστω και «δι’εσόπτρου εν αινίγματι» την οδό που διήλθε ο Χριστός, είναι αναγκαίο να υποστούμε πλήθος δοκιμασιών.
Τά διαδοχικά επεισόδια στην παράσταση τιτλοφορούνται' «Η Προσευχή», «Η Ραθυμία», «Η Δευτέρα Προσευχή», και με χωρία, από το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο (39&40) σημειώνονται η προσευχή και ο λόγος του Χριστού προς τούς Μαθητές. Ο φωτεινός και καθάριος όγκος του Όρους των Ελαιών, με όμορφες συστάδες δέντρων και θάμνων προσφέρει με πλατιές καμπύλες τον ανήσυχο τόπο του δράματος. Ένα ζεύγος μικρών αγγέλων Του παραστέκεται εκφραστικό. Οι μαθητές κοιμούνται αποκαμωμένοι και ο Κύριος έρχεται δεξιά και απευθύνει το λόγο στον Πέτρο που ξυπνά ταραγμένος. Τό ίδιο και ο Ιωάννης απέναντι , και πιό πέρα ο άλλος μαθητής που απλώνει το χέρι και εγείρει τον κοντινό του στο κέντρο. Οι ζωηρές και πολύτροπες στάσεις των Αποστόλων αποδίδουν με φυσικότητα αλλά και με επιτήδευση πληθωρικού δραματικού τόνου, που μεταφέρουν με πλαστική αντήχηση οι πτυχές στα φορέματα την ταραχή και τον φόβο που αποτύπωσε ο ύπνος. Ξεχωρίζει η στάση του Πέτρου που ανακάθεται ξαφνιασμένος με τα νώτα στον θεατή.
 
Η προσευχή είναι ατελεύτητος δημιουργία ανωτέρα πάσης τέχνης ή επιστήμης. Διά της προσευχής εισερχόμαστε σε κοινωνία με το Άναρχο Όν. Ή αλλιώς η ζωή του όντως Όντος Θεού εισχωρεί εν ημίν διά του αγωγού της προσευχής. (Αρχιμ. Σωφρονίου' Περί προσευχής). Ο Κύριος προσηύχετο μέχρι αιματηρού ιδρώτα όχι για την δική του αμαρτία, αλλά για την δική μας απώλεια. Παρ’ όλα αυτά και ο Ίδιος κατά την ανθρώπινη φύση Του έπρεπε να διέλθη τον αγώνα της πλήρους κενώσεως όπως αυτή ήταν στον ουρανό ήδη τετελειωμένη στην θεότητά Του εν σχέσει προς τον Πατέρα. Περί του «ποτηρίου» τούτου προσευχόταν ο Κύριος ως άνθρωπος. Δι’ Αυτού απεκαλύθφη εις ημάς ο χαρακτήρας του Θεού της Αγάπης. Η τελειότητα αυτής της αγάπης έγκειται στο ότι η αγάπη αυτή είναι ταπεινή, δηλαδή προσφέρεται άνευ επιφυλάξεως. Ο Πατήρ εν τή γεννήσει του Υιού κενούται ολοτελώς .Αλλά και ο Υιός επιστρέφει το πάν εις τον Πατέρα. Αυτή ακριβώς την πράξη της τελείας κενώσεως τέλεσε ο Κύριος εν τή σαρκώσει Αυτού εν τή Γεσθημανή και επί του Γολγοθά. (Αρχιμ. Σωφρονίου' Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί).
«Η καθαρά προσευχή δεν δίνεται σε όσους μελετούν πολύ».(Αρχιμ. Σωφρονίου' Περί πνεύματος και ζωής). «Όταν επισκεφθή τον άνθρωπο έστω και σκιά τις της Γεθσημανίου προσευχής, θραύονται τα δεσμά του εγωϊστικού ατόμου και εισάγεται ούτος εις νέαν μορφήν προσωπικού, υποστατικού είναι, κατ’ εικόνα της υποστάσεως του Μονογενούς Υιού...Εάν τις ενωθή μετ’ Αυτού διά της ομοιώσεως του θανάτου εν βαθεία υπέρ του κόσμου προσευχή και αφορήτω δίψη διά την σωτηρία των ανθρώπων, προγεύεται την ομοίωσιν της αναστάσεως». (Αρχιμ. Σωφρωνίου' Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί).

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ (ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ) ῾Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ᾽

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ (ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ)
῾Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ᾽
       1. ῾Τά ἅγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ πού ἐπιτελοῦμε τήν ῾Αγία καί Μεγάλη Παρασκευή, ἀποτελοῦν τό ἀποκορύφωμα τῶν ὅλων Παθῶν τοῦ Κυρίου. Διότι ὁλόκληρη ἡ ζωή Του ἦταν ἕνα Πάθος, ἀπαρχῆς τοῦ ἐρχομοῦ Του στόν κόσμο - ἄς θυμηθοῦμε τά γεγονότα τῆς Γεννήσεώς Του -, ἀλλά καί μετέπειτα. 

Αὐτά πού συντελοῦνται ἑπομένως τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ἐπί γῆς ζωῆς Του καί κυρίως ἡ σταυρική Του θυσία ἀποκορυφώνουν τά Πάθη Του. Κι ἀκόμη περισσότερο: ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού τονίζει καί μιά ἄλλη μυστική διάσταση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου καί μετά τήν ᾽Ανάσταση: τή συνέχεια Αὐτοῦ τοῦ Πάθους μέσα ἀπό τά παθήματα τῶν μελῶν τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τῶν ἐπιμέρους Χριστιανῶν, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος τελικῶς εἶναι πάντοτε στόν Σταυρό μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. ῾Χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπέρ ὑμῶν καί ἀνταναπληρῶ τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπέρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ᾽Εκκλησία᾽ (Κολ. 1,24). Δηλαδή: Χαίρομαι τώρα πού ὑποφέρω γιά χάρη σας καί συντελῶ ἔτσι μέ τά σωματικά μου παθήματα, ὥστε νά ὁλοκληρωθοῦν οἱ θλίψεις πού πρέπει νά ὑπομείνει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλ. ἡ ᾽Εκκλησία.
Γι᾽ αὐτό καί ἔχει διατυπωθεῖ  θεολογική ἄποψη ὅτι τό Πάθος τοῦ Κυρίου ἐπί τῆς γῆς πρέπει νά σχετίζεται καί μέ τά ἰδιώματάΤου ὡς τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς ῾Αγίας Τριάδοςκάτι βεβαίως πού ἑρμηνεύει καί τήν αἰτία σαρκώσεως τοῦσυγκεκριμένου Προσώπου καί ὄχι κάποιου ἄλλου.
       2. Τά πάθη τοῦ Κυρίου καί μάλιστα ἡ σταυρική Του θυσία ἐκφεύγουν τῶν ὁρίων τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Ὁ Σταυρός Του συνιστᾶ μυστήριο, γιατί ἀκριβῶς Αὐτός πού πάσχει δέν εἶναι ἕνα κοινό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀλλ᾽ ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός. Πάσχει ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατά τό ἀνθρώπινο. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε μέ μέτρο τίς δυνάμεις μας – τή λογική μας, τά συναισθήματά μας, τή διαίσθησή μας ἀκόμη – νά κατανοήσουμε αὐτό πού διαδραματίζεται. Βλέπουμε μέν ἕναν ἄνθρωπο νά πάσχει ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά μᾶς διαφεύγει τό βάθος Του, ἡ κρυμμένη πραγματικότητα. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ, ἔστω καί ἐκ μέρους, νά βοηθήσει στήν προσέγγιση αὐτή τοῦ μυστηρίου; Μόνον ἡ πίστη πού φωτίζεται βεβαίως ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. ῎Αν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν μᾶς φώτιζε καί δέν μεταποιοῦσε τίς ἀνθρώπινες δυνατότητές μας, ὥστε μέ ἐνδυναμωμένα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μάτια νά βλέπαμε τά γινόμενα, θά παραμέναμε πάντα μέσα στό σκοτάδι τῆς ὁριζόντιας διάστασης τῶν πραγμάτων, σέ νύκτα πνευματική. Κι ἐκεῖνο πού προϋποτίθεται γι᾽ αὐτόν τό φωτισμό εἶναι ἡ ἐν μετανοίᾳ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πάθους Του, πού καθαρίζει τά μάτια καί ἐνεργοποιεῖ ἐν γένει τίς πνευματικές μας αἰσθήσεις. ῾Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται᾽.
       3. Τί μποροῦμε λοιπόν νά ψηλαφήσουμε μέ τόν πνευματικό αὐτόν τρόπο; Τί μποροῦμε ἑπομένως νά ποῦμε γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, καθοδηγούμενοι ἀπό τούς κατεξοχήν πνευματοφόρους ἀνθρώπους, τούς ἁγίους τῆς ᾽Εκκλησίας μας; ῎Οχι βεβαίως αὐτό πού ἐπιχείρησε ἡ σχολαστική θεολογία τῆς Δύσης, ἐκφρασμένη διά στόματος κυρίως τοῦ ᾽Ανσέλμου Κανταουρίας, ὅτι δηλ. τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἐξιλέωση τῆς Θείας Δικαιοσύνης, πού ζητοῦσε ἱκανοποίηση λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀνθρώπου, διότι κάτι τέτοιο συνιστᾶ ὑπόκυψη ἀκριβῶς στήν παγίδα πού ἀναφέραμε: τή διά λογικῆς προσέγγιση τοῦ Σταυροῦ, ἄρα στήν οὐσία στή διαστρέβλωση καί τήν ἀλλοίωση τοῦ νοήματος καί τοῦ περιεχομένου του. Τόν Θεό στήν περίπτωση αὐτή τόν κάνει κατ᾽ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου,καί μάλιστα τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τῶν Πατέρων μας, σέ στάση ἄπειρου σεβασμοῦ πρός τό μυστήριο, εἶδε κυρίως δύο πράγματα καί αὐτά πρωτίστως ἐτόνισε:
    (ατήν ἄβυσσο τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίαςτέτοιας πού ἔπρεπε νά σταυρωθεῖ ἕνας Θεόςκάτι πού σημαίνει τήν ἀδυναμίατῆς ἀνθρώπινης λύτρωσης μέ ὁποιονδήποτε ἀνθρώπινο τρόποἄρα καί τήν καταδίκη ὁποιουδήποτε μεσσιανισμοῦ,στηριγμένου σέ ἀνθρώπινα κηρύγματα καί σέ ἀνθρώπινες μόνο δυνατότητεςκαί
      (β) τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού ῾κενώνει᾽ τόν ἑαυτό Του, ῾κλίνει οὐρανούς καί κατέρχεται᾽, προκειμένου νά ἄρει ἐπάνω Του Αὐτός τή δική μας ἁμαρτία καί νά μᾶς προσφέρει τή γλυκύτητα τῆς θεραπείας μας καί τή δικαιοσύνη Του. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ λειτούργησε καί λειτουργεῖ μ᾽ ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ἀπ᾽ ὅ,τι ὁ ἀνθρώπινος, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία τοῦ ἐνόχου καί τήν ἀθώωση τοῦ ἀθώου. Βάσει τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀθῶος, ὁ Χριστός, τιμωρεῖται, ἐνῶ ὁ ἔνοχος, ὁ ἄνθρωπος, δικαιώνεται καί ἀθωώνεται, κι ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς ὅτι ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιά τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα ἦταν ἡ θεραπεία της. ῎Ετσι μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός: θεραπεύοντάς μας!
       4. Τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό ῾αἴρει τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου᾽κυριολεκτεῖται: πάνω στόν Σταυρό σβήστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὄχι μόνον τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῶν πρό αὐτῆς καί τῶν μετά ἀπό αὐτήν. Δέν ὑπῆρξε, δέν ὑπάρχει καί δέν θά ὑπάρξει ἄνθρωπος μετά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού νά μή βρίσκεται αἰρόμενος ἐπί τοῦ Σταυροῦ, γεγονός πού εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό τούς προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης καί μάλιστα τόν Ἡσαΐα, καί πού αὐτήν τήν πίστη στίς προφητεῖς ζητοῦσε ὁ Κύριος ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους καί μάλιστα τούς μαθητές Του. ῾῏Ω, ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ, τοῦ πιστεύειν ἐπί πᾶσιν οἷς ἐκήρυξαν οἱ προφῆται᾽! Ὁ Κύριος ῾ἔδει παθεῖν᾽ ἀκριβῶς γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε: τήν ἄρση τοῦ βάρους τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων, καί τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ ὅ,τι πιό παρήγορο ἔχει ἀκουστεῖ ποτέ στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κι αὐτό γιατί μετά τόν Σταυρό δέν ὑπάρχει ἁμαρτία ἀσυγχώρητη. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ἕνας ἄνθρωπος, ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἁμαρτίες κι ἄν ἐπιτελέσει, μπροστά στήν ἐσταυρωμένη ἀγάπη σβήνει καί χάνεται. Κι ἔκτοτε θεωρεῖται βλασφημία ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀπειρίας τῆς ἀγάπης αὐτῆς. ᾽Εκεῖνος δηλ. πού θά ἐπικαλεστεῖ τίς πολλές ἤ μεγάλες ἁμαρτίες του γιά νά θέσει ἐρωτηματικό στή δυνατότητα τῆς συγγνώμης του ἀπό τόν Χριστό, στήν οὐσία εὐθέως βλασφημεῖ τόν Σταυρό Του καί ἀποκαλύπτει ἁπλῶς τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα του. Τίθεται στήν περίπτωση αὐτή σέ προτεραιότητα ἡ ἀνθρώπινη λογική ἔναντι τοῦ θελήματος καί τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Γιά νά τό διατυπώσουμε μέ τά λόγια τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: Ὅλη ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων ἄν μαζευτεῖ ἀπό τή μιά μεριά καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἄλλη, εἶναι σάν μιά σπίθα μπροστά σ᾽ ἕνα πέλαγος. Τί μπορεῖ νά κάνει ἡ σπίθα στό πέλαγος; Κι αὐτό τό παράδειγμα δέν εἶναι ἀπολύτως σωστό. Διότι τό πέλαγος ἔχει καί κάποια ὅρια, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπεριόριστη.
       5. Ἡ μόνη στάση τοῦ πιστοῦ μπροστά στόν Σταυρό, ἔτσι, εἶναι ἡ προσκύνηση.῾Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ᾽! Δηλαδή:
       - ἐν πίστει τά ἀποδεχόμαστε καί τά πιστεύουμε,
       - γονατίζουμε ἐν κατανύξει μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί κτυπᾶμε τό στῆθος μας, σάν τόν τελώνη, γιά τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας μας,
       - Τόν παρακαλοῦμε μέ ταπείνωση νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀκολουθοῦμε τά χνάρια τῆς ζωῆς Του, ὥστε νά Τόν νιώθουμε ἐν αἰσθήσει στήν καρδιά μας,
       - προσερχόμαστε προπάντων πάντοτε ἐν μετανοίᾳ γιά νά κοινωνήσουμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του, ὅπως τό λέει καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: ὅταν προσέρχεσαι νά κοινωνήσεις, νά προσέρχεσαι μέ τήν πεποίθηση ὅτι κοινωνᾶς ἀπό τή λογχευμένη πλευρά τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, πού ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Τελικῶς, ἡ προσκύνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ταυτίζεται ὡς διάθεση τουλάχιστον μέ τό βίωμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου: ῾Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός᾽. Στό μέτρο πού ζοῦμε τόν Σταυρό, βλέπουμε καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ζωντανή στή ζωή μας.
᾽Αλλ᾽ αὐτό σημαίνει καί τήν ὅραση τῆς ᾽Αναστάσεώς του. ῾Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου ᾽Ανάστασιν᾽

Μεγάλη Πέμπτη: Ποιοι ξανασταυρώνουν σήμερα τον Χριστό; (Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου)


Με δέος και κατάνυξι, ατενίζουμε απόψε στη μέση των εκκλησιών μας υψωμένο το Σταυρό του Λυτρωτή και ακούμε τα ιερά Ευαγγέλια να μας αφηγούνται τις συνθήκες της σταυρώσεως και νοερά μεταφερόμαστε στη μακρυνή εκείνη Ιερουσαλήμ, και ζούμε από κοντά όλες τις φάσεις του θείου δράματος.

Έτσι, καθώς και από το συναξάρι της αποψινής βραδυάς, καλούμαστε να στοχασθούμε πάνω στους «εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας την πορφυραν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλιους, την λόγχην, καί προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον, α δι’ ημάς εκών κατεδέξατο…», αφήνουμε το νου μας σε ένα γλυκό πνευματικό μετεωρισμό και με αφετηρία τα πραγματικά γεγονότα του πάθους, αναλογιζόμαστε του Χριστού μας την οδύνη πάνω στο Σταυρό.
Ήταν μια οδύνη και ένας πόνος βαθύς που αυλάκωνε όλη του την ύπαρξη. Δεν πονούσε μόνο• σωματικά και υλικά από τις πληγές των καρφιών. Πονούσε και εσωτερικά περισσότερο, πονούσε για την αγνωμοσύνη των ανθρώπων, για την επιμονή τους στην πλάνη, για την άρνησή τους να δεχθούν τη δική του λύτρωση. Και αυτού του είδους ο πόνος, αληθινό μαρτύριο για το Θεό της αγάπης, προεκτείνεται μέσα στους αιώνες, είναι διαρκής και παρατεινόμενος, καθώς κάθε μέρα οι άνθρωποι αυτού του κόσμου παίρνουν στα χέρια τους το σφυρί και τα καρφιά και ξανασταυρώνουν τον Χριστό με τη ζωή και τη συμπεριφορά τους.
***
Ναι. Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους ανάξιους διαδόχους του, κληρικούς μέσα στην Εκκλησία, που ενώ ανέλαβαν στους ώμους των το βαρύ φορτίο της ευθύνης για τη σωτηρία των ανθρώπων, αυτοί επαναπαύονται στις οποιεσδήποτε απολαβές του αξιώματος των και αδιαφορούν για το λαό του Θεού, που διψάει για πνευματική τροφοδοσία. Προδότες αυτοί της μεγάλης αποστολής τους και διαχειριστές της θείας χάριτος, έμειναν στ’ αχνάρια των φαρισαίων, για τους οποίους ο ίδιος Κύριος είχε πη στο λαό να ακούνε τι λένε, αλλά να μη κάνουν ό,τι κάνουν. Δεν έλειψαν ποτέ από την Εκκλησία οι ανάξιοι και επιλήσμονες. Κοντά στους πολλούς άξιους που δοξάζουν το Θεό, είναι κι’ εκείνοι, οι λίγοι που τον ξανασταυρώνουν, επαναλαμβάνοντας το έγκλημα των ιουδαίων. Και το σταύρωμα αυτό, οδυνηρό όσο και το πρώτο, κατεδαφίζει την πίστη από τις καρδιές των πιστών, γκρεμίζει από μέσα την Εκκλησία, χαροποιεί τους εχθρούς της, θλίβει τους οπαδούς της. Αυτό το ξανασταύρωμα, έχει πελώριες διαστάσεις, γιατί μαρτυρεί πόσο το άλας μωράνθηκε, πόσο οι λυχνίες έσβυσαν. Και ο Χριστός πονεί και πάσχει, όπως τότε πού ψιθύριζε λόγια συγγνώμης για τους σταυρωτές του.
***Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους κάπηλους των αρχών για τις οποίες θυσιάσθηκε. Πολλοί στην ιστορία του κόσμου έβαλαν για σημαία τους το Ευαγγέλιο του. Κρατώντας το στο χέρι, και στο άλλο το Σταυρό, έκρυψαν από κάτω τις άνομες προθέσεις τους, για να επιτύχουν στο σκοπό τους. Πρόβαλαν το Χριστό για να κερδίσουν χρυσό. Λέρωσαν την αγιότητά του μέσα στη λάσπη των συμφερόντων τους. Έβαλαν στα καλούπια τους τη διδασκαλία του και την δέχτηκαν όσο αυτή εξυπηρετούσε τα σχέδιά τους. Έτσι καταπάτησαν τον ίδιο το Χριστό στο πρόσωπο της εικόνας του, εκμεταλλεύθηκαν τον αδύνατο, αιχμαλώτισαν την ‘ Εκκλησία. Ουσιαστικά, κάθε φορά που εχρησιμοποίησαν το Χριστό, για να ικανοποιήσουν είτε τις φιλοδοξίες των, είτε τις πολιτικές και οικονομικές τους επιδιώξεις, δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να ξανασταυρώνουν τον Κύριο ανελέητα, αθεόφοβα και υβριστικά.
**
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους ιδεολογικούς αντιπάλους της πίστεως. Με την πέννα τους βουτηγμένη στο δηλητήριο της αρνήσεως και της συκοφαντίας, με ένα μίσος πρωτοφανές ορμούν κάθε τόσο επάνω στο σώμα της άγιάς του Εκκλησίας και το κακοποιούν με λύσσα. Ποτίζουν τη νεολαία με το πάθος της αμφισβήτησης, ενσπείρουν στο λαό την αμφιβολία, επιστρατεύουν την επιστήμη σα σύμμαχό τους στον ανίερο πόλεμο που διεξάγουν, ενώ αυτή δεν αντιστρατεύεται τη θρησκεία. Χρησιμοποιούν το δόλο και το ψέμα για να επιβάλουν τις απόψεις τους, μισούν την αλήθεια που σώζει, χειρίζονται καλά την τέχνη των εντυπώσεων, κρημνίζουν από τις ψυχές την πίστη. Με όλα αυτά ξανασταυρώνουν τον Χριστό, τινάζουν στο πρόσωπό του τον βούρκο της ψυχής τους, εκτονώνουν πάνω του τα κατάλοιπα του υποσυνειδήτου των, βγάζουν τα απωθημένα τους…
***
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους διώκτες της Εκκλησίας του. Κάνοντας χρήση της βίας εκστρατεύουν εναντίον της Εκκλησίας στα καθεστώτα της αθεΐας. Κλείνουν ναούς, απαγορεύουν την λατρεία, καταδιώκουν τους πιστούς, περιορίζουν τα μοναστήρια, δυναστεύουν το φρόνημα, συλλαμβάνουν τους χριστιανούς, τους φοβερίζουν, τους εξορίζουν, τους θανατώνουν. Γεμίζουν το νέο μαρτυρολόγιο της Εκκλησίας, εκατόμβες τα θύματα τους. Η Εκκλησία οδηγείται στις κατακόμβες, οι διώκτες θριαμβεύουν, ο Χριστός πάσχει, ο λαός καταπιέζεται η πίστη χλευάζεται.
***
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους δικούς του, από εμένα και σένα, που ενώ ανήκουμε σ’ αυτόν, ανήκουμε και στον αντίδικό μας. Κάνουμε στη ζωή μας συμβιβασμούς υπόπτους και βλαβερούς, προδίνουμε το άγιο όνομα του, παραχωρούμε έδαφος στην ψυχή μας και το προσφέρουμε στο διάβολο. Η ασυνέπειά μας είναι καρφί στα πανάγια χέρια και πόδια του. Η έλλειψη αγωνιστικού φρονήματος είναι η προδοσία του Ιούδα. Η υποχώρησή μας μπροστά στο δέλεαρ της αμαρτίας είναι νέο ράπισμα στο πρόσωπό του. Η αδιαφορία μας για τη σωτηρία μας είναι κολαφισμός άγριος και βάναυσος επάνω του. Η περιφρόνηση προς την Εκκλησία του είναι εμπτυσμός στην όψη του. Η απομάκρυνσίς μας από τη σώζουσα χάρι των Μυστηρίων της είναι χλεύη εμπρός του. Η άρνησίς μας να πλησιάσουμε την ουσία της διδασκαλίας του και να επηρεασθούμε απ’ αυτήν είναι ακάνθινος στέφανος πάνω στην κεφαλή του. Ο φανατισμός μας, που βλέπει τους άλλους, ξένους και εχθρούς, είναι μαστίγωμα της ράχης του. Η αποκλειστικότητα της αγιότητας που την κρύβουμε μόνο για τους εαυτούς μας, κατακρίνοντας όλους τους άλλους, όπως ο φαρισαίος της παραβολής, είναι η λόγχη που ένυξε την πλευρά του. Η επιμονή μας να προσαρμόζουμε την πίστη μας στις αξιώσεις του εαυτού μας είναι θράσος απέραντο. “Ολα μαζί είναι ξανασταύρωμα του Χριστού, επανάληψη του μυστηρίου της ανομίας.
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τα παιδιά του, που έχοντας υποτιμήσει την αξία του εύκολα τον εγκαταλείπουν για να συρθούν πίσω από ό,τι προς στιγμήν λάμπει και εντυπωσιάζει, είτε ανατολικός μυστικισμός λέγεται αυτό, είτε θιβετιανός διαλογισμός. Τα παιδιά του τον απαρνούνται συχνά, τρέχοντας από δω κι από κει για να πιάσουν στα χέρια τους ό,τι νομίζουν πως μπορεί να τους προσφέρει το πλήρωμα του εσωτερικού κενού της. Κι εγκαταλείπουν την πηγή της σοφίας και της γνώσεως. Προσφεύγουν στα ξυλοκέρατα και περιφρονούν την στερεή τροφή του θείου λόγου που συντηρεί τις καρδιές.
***
Αυτόν το Χριστό που κάθε μέρα ξανασταυρώνεται ας τον ατενίσουμε στοχαστικά απόψε. Όλοι μας, υπεύθυνοι και ανεύθυνοι, μεγάλοι και μικροί. Ας τον ατενίσουμε ειλικρινά και ας του ζητήσουμε να μας συγχωρέσει. Τον πικραίνουμε με τις μικρότητες μας και τα πάθη μας. Με τις επιπολαιότητες και τα παραστρατήματά μας. Με την άρνηση και την ασυνέπειά μας. Εκείνος από του ύψους του Σταυρού του μας περιμένει με τα χέρια ανοικτά, έτοιμος να δεχθή τη μετάνοια μας. Αρκεί όλοι μας να σταθούμε συλλογιστικά μπροστά του. Ο ιερός υμνογράφος θα βάλει απόψε στο στόμα του Νυμφίου το παραπονεμένο ερώτημά του: «Λαός μου τι εποίησά σοι και τι μοι ανταπέδωκας;» Σ’ αυτό το ερώτημα ας κάνουμε να μη ισχύσει για μας η απάντηση: «αντί του μάννα, χολήν, αντί του ύδατος, όξος».

«Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου» (Αγ. Νεοφύτου του Εγκλεἰστου)



 
«Και πώς», κάποιος διερωτάται, «θα υποβάλλω τα αιτήματά μου, όντας εγώ αγροίκος, χωρικός κι απαίδευτος;»
-Γι’ αυτού του είδους τα αιτήματα δεν σου χρειάζονται λογοτεχνικές ικανότητες, παρά μονάχα απλότητα. Ας επιστρέψουμε, όπως έκαμε ο άσωτος υιός. Ας στενάξουμε, όπως στέναξε ο τελώνης Άς χύσουμε δάκρυα μετανοίας όπως η πόρνη και, όπως ο ληστής, ας φωνάξουμε: «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου». Πού βλέπεις το δύσκολο και το πολύπλοκο σ’ αυτά τα τόσο άπλα λόγια;
-«Ναι», αποκρίνεται, «αλλ’ εγώ δεν βλέπω τον εαυτό μου να ‘ναι συσταυρωμένος με τον Κύριο. Πώς, λοιπόν, να επαναλάβω του ληστή τα λόγια;»
-Τί λέγεις, άνθρωπε; Θέλεις κάθε μέρα να βλέπεις σταυρωμένο τον Χριστό; Τίποτε δεν σ’ εμποδίζει κάθε μέρα να στρέφεις το βλέμμα της διάνοιας και ν’ αντικρίζεις την σωτήρια σταύρωση και στη συνέχεια να λέγεις; «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου».
-Αυτός, όμως, ξαναρωτά και λέγει: «Πώς κάθε μέρα σταυρώνεται ο Χριστός, για να τον βλέπω με τρόπο νοερό»;
-Δεν λέγω, να τον βλέπεις κάθε μέρα σταυρωμένο, αλλά κάθε μέρα νοερά να βλέπεις την σωτήρια σταύρωση, που τότε, μια και για πάντα, έγινε, και να λέγεις συχνά και ολόκαρδα: «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου». Αλλά και όταν σταυρώσουμε τον αμαρτωλό εαυτό μας «μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες μας», όπως λέγει ο θείος και μακάριος Παύλος, τότε κι εμείς συσταυρωνόμαστε μαζί του και μπορούμε να λέμε: «θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου». Βλέπεις αυτό το σύντομο και εύκολο αγιογραφικό κείμενο πόσην ωφέλεια προξενεί;
  -Δεν είπε: Συγχώρησέ μου, Κύριε, τις ληστρικές αισχρουργίες, τους φόνους, τους δόλους, τις αρπαγές, τις ωμότητες, και τις μύριες εκείνες μιαρότητες, αλλά «θυμήσου με, Κύριε». Κι ούτε τη θύμηση αυτή την ζητώ αμέσως, αλλά τότε. Όταν οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευθούν. Όταν θα έλθεις με τρόπο εμφανή. Όταν ,το ανέκφραστο φως της δικής σου παρουσίας σαν αστραπή θα φανεί ταυτόχρονα από την ανατολή μέχρι και τη δύση. Όταν θα ηχήσει μεγαλόφωνα η σάλπιγγα και οι νεκροί θ’ αναστηθούν. Όταν θα εξαποστείλεις τους αγίους σου αγγέλους να συναθροίσουν τους διαλεχτούς σου κι από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Τότε, αφού παρουσιασθεί πια η βασιλεία σου, θυμήσου με, Κύριε. Μη με λησμονήσεις γιατί είμαι ληστής, αλλά «θυμήσου με, Κύριε, όταν έλθεις στη βασιλεία σου».
Όταν οι στρατιές των αγγέλων θα διασχίζουν όλη την υφήλιο και θα συνάγουν τους διαλεκτούς σου από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, μη με λησμονήσεις, εξαιτίας των ληστρικών μου έργων, αλλά, «θυμήσου με, Κύριε, όταν έλθεις στη βασιλεία σου». Δεν ζητώ περισσότερα απ’ αυτό, αφού δεν πρόλαβα καν να μετανοήσω, για τα φοβερά εκείνα ατοπήματα μου γι’ αυτό συνελήφθηκα και, σαν ληστής, σταυρώθηκα, ώστε και σύ, Κύριε, που είσαι ανώτερος από κάθε δικαιοσύνη, να συγκαταλεχθείς μαζί με τους ανόμους. Έτσι και μ’ αυτή σου τη συγκατάβαση, με τρόπο υπεράξιο, παραβλέπεις την αισχρότητα των έργων μου, και με καθιστάς άξιο, να με θυμηθείς στη βασιλεία σου. Όταν χίλιες χιλιάδες και μύριες μυριάδες των ουρανίων δυνάμεων, μ’ αισθήματα τρόμου,

 σε κυκλώνουν. Όταν θα καθίσεις στον περίδοξο θρόνο, σαν βασιλιάς των ουρανίων δυνάμεων κι όλης της οικουμένης, τότε θα συναχθούν μπροστά σου όλα τα έθνη. Τότε θα τους χωρίσεις, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα ερίφια. Τότε θα στήσεις τα πρόβατα στα δεξιά σου και τα ερίφια στ’ αριστερά σου. Πώς, επομένως, να μην είναι παμμέγιστο γεγονός, να θυμηθείς τότε, βασιλιά των όλων, έμενα, ένα αχρείο και άχρηστο ληστή;
Κι Αυτός του αποκρίνεται! Από που έμαθες, ληστή, ότι εγώ είμαι βασιλιάς; Τί βλέπεις σ’ έμενα αντάξιο της βασιλικής μου εξουσίας; Πού βλέπεις βασιλικό μανδύα να με περιβάλλει; Πού τα στρατεύματα και τα χρυσοκόλλητα άρματα; Πού οι δορυφορούντες συνοδοί, οι επιβολείς της βασιλικής ευταξίας; Πού τα παλάτια και τα περίλαμπρα σπίτια κι όλα τα γνωρίσματα της βασιλείας; Πώς ονομάζεις, κάποιο, βασιλιά, που δεν έχει πού να κλίνει το κεφάλικαι που σταυρωμένος βρίσκεται σαν κακούργος μεταξύ δύο ληστών; Αλλά και ποιούς νόμους μελέτησες ή ποιές προφητείες, ευνοϊκές για μένα, διάβασες, ώστε να μάθεις να με καλείς βασιλιά; Όταν στάθηκα μπροστά στον Πιλάτο και λίγο νωρίτερα μπροστά στον Καϊάφα, με δική μου θέληση φανέρωσα, τότε, το αποκρυμμένο τούτο μυστήριο. Στον ένα είπα: «…σύντομα θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά του Θεού και να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού». Και στον άλλο: «Αν η βασιλεία μου προερχόταν απ’ αυτόν τον κόσμο, οι στρατιώτες μου θα αγωνίζονταν να μην πέσω στα χέρια των Ιουδαίων. Η δική μου βασιλεία δεν προέρχεται από εδώ». Εκείνοι τ’ άκουσαν, έμειναν όμως άπιστοι. Συ, φυσικά, δεν τ’ άκουσες αυτά, γιατί, ληστής όντας και κακούργος, βρισκόσουνα φυλακισμένος. Από πού, λοιπόν, με ξέρεις και αναγνωρίζεις, σαν βασιλιά, και ζητάς να σε θυμηθώ και να σε κάμω άξιο της βασιλείας μου;
-«Δεν έμαθα», άπαντα ο ληστής, «το παραμικρό από ανθρώπους, ώστε να σε ξέρω σαν βασιλιά, σαν Θεό, υιό ομοούσιο με τον αθάνατο βασιλέα Θεό Πατέρα. Όμως και μόνο η συγκλονιστική αλλοίωση των στοιχείων της φύσης, την ώρα αυτή, διδάσκει πασιφανέστατα, ότι συ είσαι ο βασιλιάς και κτίστης και συνοχέας όλης της δημιουργίας. Γι’ αυτό και συμπάσχουν τα κτίσματα με τον Κτίστη. Σαν αντίκρισε το φως της μέρας, σταυρωμένο Σε, το φως το αληθινό, που ήρθε στον κόσμο και φώτισε τον καθένα, μένοντας πιστό και υπάκουο σ’ Εσένα, απέκρυψε τις φωτεινές ακτίνες του κι η πλάση βυθίστηκε μέσα στο σκοτάδι. Τότε και η γη τρόμαξε, παρόμοια, βλέποντας κρεμασμένο στο σταυρό Αυτόν, που την θεμελίωσε στα νερά των θαλασσών απάνω. Αλλά κι οι πέτρες σχίσθηκαν, βλέποντας Σε, την «πέτρα» της ζωής, να πάσχεις. Και οι τάφοι διανοίγονται, για χάρη Σου, που σε λίγο πρόκειται εκουσίως να τοποθετηθείς στον τάφο και νεκροί, για Σε, θ’ αναστηθούν, σαν προάγγελοι της ανάστασης. Το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο, από πάνω μέχρι κάτω, μη υποφέροντας να βλέπει σταυρωμένο τον ναό του πανάσπιλου παναγίου σου σώματος. Αντικρίζοντας όλα αυτά, ολόψυχα, σου φωνάζω: «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία Σου».
Και ο Κύριος του λέγει: «Σε βεβαιώνω πως σήμερα, κιόλας, θα είσαι μαζί μου στο παράδεισο». Σαν άνθρωπος, εκουσίως, στον σταυρό κρεμάσθηκα και σαν Θεός απερίγραπτος βρίσκομαι στον παράδεισο και παντού. Σαν άνθρωπος πεθαίνω και θάπτομαι και στον άδη κατέρχομαι, «και συ θα ‘σαι σήμερα μαζί μου στον παράδεισο». Το σώμα μου θα καθαγιάσει τους τάφους, η ψυχή μου θα ελευθερώσει τις ψυχές των πιστών από τον άδη, «και συ θα ‘σαι σήμερα μαζί μου στον παράδεισο». Εγώ θεληματικά πηγαίνω στον άδη, για να λυτρώσω τους εκεί δέσμιους και ν’ αναστήσω, «και συ θα ‘σαι σήμερα μαζί μου στον παράδεισο». Εκεί, στον άδη, βρίσκεται δέσμιος, όχι μόνο ο πρωτόπλαστος Αδάμ, αλλά και όλο το πλήθος των δικαίων, ακόμη κι ο πιο μεγάλος από όλους και ανώτερος από τους προφήτες.
Κι αν ο μέγας Ιωάννης, ο Βαπτιστής και Πρόδρομος και προφήτης, δεν διέφυγε του άδη την τυραννία, ποιός άλλος απ’ τους δικαίους μπορούσε να την αποφύγει; Γι’ αυτό σπεύδω να τους απολύσω, «και συ θα ‘σαι σήμερα μαζί μου στον παράδεισο». Μέχρι τώρα ο τύραννος, δικαίους και ανεύθυνους, κατείχε σαν υπεύθυνους, αλλ’ από τώρα πια, μήτε τον μετανοημένο ληστή θα μπορεί να κρατεί στην τυραννία του. Ο άδης θα ‘ναι στο έξης κάτω από το βάρος της ευθύνης του «και συ μαζί μου θα ‘σαι σήμερα στον παράδεισο». Απ’ εκεί ο Αδάμ, ο θεόπλαστος και πρωτόπλαστος, εξορίσθηκε, αλλά συ ο ληστής, πριν απ’ όλους, εισάγεσαι· απ’ αυτό όλοι θα καταλάβουν, ότι, όχι ο τόπος αλλ’ ο τρόπος σώζει τον άνθρωπο. Ο αμαρτωλός δεν πρέπει ν’ απελπίζεται, έστω κι αν κατάντησε ληστής, αρκεί να μετανοήσει θερμά. Μήτε, όμως, ο δίκαιος να υπερφρονεί, έστω κι αν πέτυχε τα θεοκατόρθωτα και κατέχει τον παράδεισο σαν τόπο διαμονής του.
Μάθαμε πόσο μεγάλο αγαθό συνιστά ετούτη η ευχή; Προσέξαμε τί θησαυρό περιλαμβάνει μέσα στη λακωνικότητά της.
Επομένως και ‘μείς ας διδαχθούμε, ολόκαρδα καθ’ εαυτούς να λέμε, «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έλθεις στη βασιλεία σου». Κι αν ένας είναι καλλιεργητής, ενώ αροτριά, κι αν είναι βοσκός, την ώρα που βόσκει το κοπάδι του, κι αν άλλος περιποιείται τ’ αμπέλια ή τα περιβόλια του, ή άλλος είναι χειροτέχνης, κι αν επιβαίνει πάνω σ’ άλογο, κι αν πεζοπορεί, μπορεί να λέγει: «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου». Τούτο, νομίζω, σημαίνει και το «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού» και το «ζητάτε και θα σας δοθεί· ψάχνετε και θα βρείτε, κι όποιος κτυπά του ανοίγουν. Γιατί όποιος ζητά λαβαίνει κι όποιος ψάχνει βρίσκει κι όποιος κτυπά του ανοίγουν».
Μακάρι κι εμείς, αντάξια να ζητούμε και να λαμβάνουμε, να ψάχνουμε και να βρίσκουμε την οδό της ζωής. Αυτή, ταχύτατα να τη διαβούμε για να φθάσουμε γρήγορα να κτυπήσουμε για να μας ανοιγεί η πόρτα της αιωνιότητας με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Σ’ Αυτόν μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα τώρα και πάντοτε και σ’ όλη την αιωνιότητα. Αμήν.
(Αγ. Νεοφύτου του Εγκλείστου, Λόγος Δ΄-Απολογητικός και περί του ληστού)

Ποιὸς μὲ καταδιώκει;


Ρώτησαν πρόσφατα γνωστό ἡλικιωμένο ἠθοποιό, ἄν ἔνιωσε ποτέ στήν ζωή του ἰδιαίτερες ἐνοχές. Καί αὐτός - ἐξομολογούμενος δημόσια - ἀπάντησε:

- Εἶχα κλέψει κάτι ἀσήμαντο στήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς. Καταλόγισαν τήν κλοπή σέ ἕναν ἄνθρωπο μειωμένης νοημοσύνης καί τοῦ ἔδωσαν δυό χαστούκια. Δέν εἶπα ὅτι τό ἔκανα ἐγώ. Φοβήθηκα... Αὐτό μέ κυνηγάει σέ ὅλη μου τήν ζωή...
 
* * *

 
Τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα προσκυνοῦμε τά Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός

• δέν δέχθηκε μόνο δύο χαστούκια, χωρίς νά φταίει. Δέχθηκε «ἐμπτυσμούς, ραπίσματα, κολαφίσματα, ὕβρεις, γέλωτας, πορφυρᾶν χλαῖναν, κάλαμον, σπόγγον, ὄξος, ἥλους, λόγχην καί πρό πάντων τόν Σταυρόν καί τόν θάνατον»!

• δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, καί μάλιστα ... μειωμένης νοημοσύνης. Ἦταν ἡ ἔνσαρκη Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἦταν τέλειος Θεός, ὁ Ὁποῖος «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη»! Ἤξερε ὅμως ποῦ πηγαίνει! Καί ἤξερε γιατί πηγαίνει νά σταυρωθῆ!

• δέν δέχθηκε τήν τρομερή ἀδικία τοῦ Σταυροῦ ἀκούσια καί χωρίς νά τό περιμένει. Οὔτε – πολύ περισσότερο – τήν δέχθηκε σάν ... ἀγγαρεία. Ἦλθε στόν Σταυρό ἑκούσια! Ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε νά Τόν ἀποφύγει! Ὁ ἴδιος διάλεξε νά πιῆ τό Ποτήρι τοῦ Πάθους μέχρι τήν τελευταία σταγόνα, γιά νά ὑπακούσει στό θέλημα τοῦ Πατέρα Του.

• δέν «ἐβάστασε» τό βάρος μόνο ...μιᾶς μικροκλοπῆς. Ἐσήκωσε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν ὅλου τοῦ κόσμου. Εἶναι «ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου»!

• δέν τά ὑπέφερε ὅλα αὐτά, γιά νά μᾶς γεμίσει ... ἐνοχές, πού θά μᾶς κυνηγᾶνε σέ ὅλη μας τήν ζωή! Ἴσα-ἴσα μέ τό Τίμιο Αἷμα Του μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν «κατάρα τοῦ Νόμου» καί μᾶς χάρισε τήν ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ! Τό μόνο πού μᾶς «καταδιώκει» σέ ὅλη μας τήν ζωή εἶναι τό Μέγα Ἔλεός Του· τό Ἔλεός Του καί ἡ Εὐσπαλγχνία Του, πού πηγάζουν ἀπό τόν Τίμιο Σταυρό Του!
 
* * *
 
Αὐτή ὅμως ἡ «καταδίωξη» δέν καταργεῖ τήν ἐλευθερία μας. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν μᾶς σώζει ... μαγικά. Δέν μᾶς σώζει χωρίς ἐμεῖς νά τό θέλουμε!

Δύο ἦταν οἱ ληστές, πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τόν Χριστό. Καί οἱ δυό «καταδιώχθηκαν» ἀπό τό Ἔλεος τοῦ Χριστοῦ. Καί τούς δυό τούς «κυνήγησε» ἡ Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ!

Μόνον ὁ ἕνας ὅμως σώθηκε. Μόνον ὁ ἕνας θέλησε νά σωθῆ. Διότι:

• ἀναγνώρισε στό πρόσωπο τοῦ Σταυρωμένου Χριστοῦ, ὄχι κάποιον κατάδικο, ἀλλά τόν Κύριο τῆς Δόξης·

• κατηγόρησε τόν ἑαυτό του ὅτι δίκαια τιμωρήθηκε καί ὅτι πράγματι τοῦ ἄξιζε τέτοια ποινή·

• ἐξομολογήθηκε, ἔτσι, μέ «τέλεια» ἐξομολόγηση τήν ἁμαρτία του (ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)· καί

• ζήτησε μέ ταπείνωση τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ μέ τήν κραυγή «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου!».
 
* * *
 
Μακάριος εἶναι, ὅποιος δέχεται ἐλεύθερα, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ νά τόν ...«καταδιώκει» σέ ὅλη του τήν ζωή, καί ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτή τήν «καταδίωξη» μέ σωστή μετάνοια, τέλεια ἐξομολόγηση καί συνεχῆ ἐκζήτηση τοῦ Ἐλέους τοῦ Θεοῦ.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...