Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 29, 2015

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ, ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ



«Ο άγιος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιωάννου του Θεολόγου. Μετά από την κλήση του Ανδρέου και του Πέτρου, προσκλήθηκε από τον ίδιο τον Σωτήρα μαζί με τον αδελφό του να μαθητεύσουν σ᾽ Εκείνον.  Αυτοί αμέσως και τον πατέρα και το πλοίο, και μ᾽ έναν λόγο τα πάντα άφησαν και ακολούθησαν τον Κύριο. Και τόσο πολύ αγάπησε αυτούς ο Κύριος, ώστε στον μεν ένα να χαρίσει την ανάκληση πάνω στο στήθος Του (την ώρα του Μυστικού Δείπνου), στον δε άλλον να πιει το ποτήριο που ο Ίδιος ήπιε. Ο άγιοι Ιάκωβος και Ιωάννης επέδειξαν τέτοιον ζήλο υπέρ του Χριστού, ώστε να θελήσουν να κατεβάσουν φωτιά από τον Ουρανό και να καταστρέψουν τους απίστους. Κι ίσως και θα το έκαναν, αν δεν τους εμπόδιζε η αγαθότητα Εκείνου. Γι᾽ αυτό λοιπόν ο Κύριος έπαιρνε αυτούς και τον Κορυφαίο Πέτρο πάντοτε στις προσευχές Του και στις άλλες οικονομίες Του, μυσταγωγώντας τους στα υψηλότερα και μυστικότερα από τα δόγματα. Αυτόν τον μακάριο Ιάκωβο, μετά από το Πάθος και την Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, επειδή δεν άντεχε ο Ηρώδης να μιλάει με θάρρος και να εξαγγέλλει το σωτήριο κήρυγμα, τον συνέλαβε και τον φόνευσε με μαχαίρι, δεύτερον αυτόν μετά τον Στέφανο τον μάρτυρα, στέλνοντάς τον έτσι στον Δεσπότη Χριστό».

Υψηλοτάτη η ποίηση του μεγάλου υμνογράφου της Εκκλησίας μας αγίου Θεοφάνους για τον ῾άρχοντα όλης της γης᾽, όπως τον χαρακτηρίζει, άγιο Ιάκωβο, τον πρόκριτο μεταξύ των αποστόλων μαζί με τον αδελφό του Ιωάννη τον Θεολόγο και τον άγιο Πέτρο, ανεψιό μάλιστα του Κυρίου μας Ιησού, ως υιό της Σαλώμης, κόρης του Ιωσήφ του μνήστορος της Υπεραγίου Θεοτόκου. Και τον χαρακτηρίζει άρχοντα,  και διότι υπήρξε μαθητής του Κυρίου, αλλά και για τον θερμότατο ζήλο του υπέρ Αυτού, τόσο που πρώτος αυτός από τους δώδεκα έδωσε τη ζωή του για Εκείνον. ῾Καταστάθηκες, ένδοξε, άρχοντας τώρα σε όλη τη γη, όπως γράφτηκε για σένα, γιατί έγινες μαθητής Αυτού που δημιούργησε τα πάντα. Και λόγω του θερμότατου ζήλου σου υπέμεινες τον φόνο με μαχαίρι από ανόμους, πάνσοφε, φεύγοντας από τη ζωή αυτή πρώτος εσύ από τη σεπτή ομήγυρη των δώδεκα συμμαθητών σου, μακάριε᾽ (῾Άρχων κατεστάθης, ένδοξε, νυν επί πάσαν την γην, περί σου ώσπερ γέγραπται, μαθητής γενόμενος του τα πάντα ποιήσαντος· και διά ζήλον σου τον θερμότατον, υπό ανόμων μαχαίρα, πάνσοφε, φόνον υπέμεινας, της σεπτής των δώδεκα συμμαθητών, μάκαρ, ομηγύρεως προαναιρούμενος᾽) (στιχηρό εσπερινού και ωδή η´).

Ο άγιος Θεοφάνης εμμένει με τους ύμνους του στον θερμό πόθο του αγίου Ιακώβου για τον Κύριο: ῾Ω, τι θερμός είναι ο πόθος σου προς τον Δεσπότη Χριστό!᾽ (῾Ω του θερμού πόθου σου προς τον Δεσπότην Χριστόν!᾽) (ωδή δ´). Πόθος τέτοιος μάλιστα που έβαινε διαρκώς και αυξανόμενος: ῾Προσλάμβανες ατελείωτο πόθο πάνω στον πόθο, γι᾽αυτό και απέκτησες την έσχατη μακαριότητα των επιθυμητών πραγμάτων, την ίδια την αρχή της αγαθότητας, τον Θεό᾽(῾τω πόθω πόθον ακατάσχετον προσειληφώς, την των ορεκτών της αγαθαρχίας εσχάτην μακαριότητα κατέλαβες᾽) (ωδή δ´). Γεγονός που σημαίνει: αν δεν ανταποκριθεί με αγάπη ο άνθρωπος στην αγάπη του Δημιουργού - ῾ημείς αγαπώμεν ότι Αυτός πρώτον ηγάπησεν ημάς᾽ - δύσκολα, αν όχι καθόλου δεν  μπορεί να προχωρήσει σε ζωντανή σχέση μαζί Του· και: όσο ανοίγεται κανείς με αγάπη στον Κύριο, τόσο και νιώθει την αγάπη του αυτή να φουντώνει.  ῾Πρόσφερες ολόκληρο τον εαυτό σου στην κλήση του Δεσπότη, θεοδίδακτε μύστη, γι᾽αυτό και έφτασες εμφανώς προς την υψηλότατη και θεία πράγματι κορυφή των αρετών᾽(῾Όλον σαυτόν νεύμασιν εμπαρεχόμενος του Δεσπότου, μύστα θεοδίδακτε, των αρετών ήρθης εμφανώς προς υψηλοτάτην και θείαν όντως ακρώρειαν᾽) (ωδή δ´).

Γι᾽αυτό και ο άγιος υμνογράφος θεωρεί ότι η κλήση του αγίου Ιακώβου να γίνει απόστολος του Κυρίου ξεκίνησε στην πραγματικότητα πολύ πριν από την εξωτερική κλήση του. Ο Θεός δηλαδή ως προγνώστης, βλέποντας εκ των προτέρων την ευγένεια της ψυχής του, αλλά και τη δύναμη και την παλληκαριά της διάνοιάς του τον κάλεσε ως διακεκριμένο απόστολό Του να κηρύσσει στα έθνη Εκείνον. ῾Νενοηκώς σου την ψυχής ευγένειαν σε ο προγνώστης Θεός, και το στερρόν, μύστα, και ακαταμάχητον της διανοίας, ένδοξε, τοις αυτού υπηρέταις προκεκριμένως ενέταξεν, έθνεσιν αυτόν καταγγέλλοντα᾽ (ωδή α´). Και: ῾Φάνηκες, Ιάκωβε, άξιος πρόσληψης από τον Κύριο και μύστης της οικονομίας Του, ακόμη και πριν από την κλήση σου, γιατί είδε σε σένα την ιλαρότητα της αγνής ψυχής σου᾽ (῾Ακηλιδώτου σου ψυχής το ιλαρόν τω Δεσπότη οραθέν και προ της κλήσεως, μάκαρ, αξιόληπτος αυτώ εφάνης, ω Ιάκωβε, και της οικονομίας μύστης της τούτου γεγένησαι᾽(ωδή γ´). Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι χαρακτηρίζει ο Θεοφάνης ῾τη γέννηση του Ιακώβου ιερή και φωτοφόρα, που έλαμψε ακόμη περισσότερο λόγω της συγγενείας που είχε με τον ίδιο τον Κύριο᾽(῾Ιερωμένος σου, σοφέ, ο τόκος και φωτοφόρος, του Θεού τη συγγενεία παμμάκαρ φαιδρυνόμενος τρανώς᾽) (ωδή γ´).

Το θάμβος που νιώθει ο άγιος Θεοφάνης μπροστά στην τεράστια και λαμπερή προσωπικότητα του αγίου Ιακώβου - αποτέλεσμα όχι μόνο της κλήσεώς του από τον Κύριο και της αγιασμένης βιοτής του, αλλά και από τη φλόγα του Παρακλήτου Πνεύματος που έλαβε την ημέρα της Πεντηκοστής: ῾Η βίαιη ουράνια πνοή του Παρακλήτου σε έκανε σαν φωτιά και σε ανέδειξε σοφό κήρυκα, να εξαγγέλλεις τα μεγαλεία του σαρκωθέντος Λόγου, του οποίου και έγινες αυτόπτης᾽(῾Η εκ του ύψους σε πνοή βιαία του Παρακλήτου εκπυρώσασα, σοφόν θεηγόρον ρητορεύοντα σαφώς τα μεγαλεία δείκνυσι του σαρκωθέντος Λόγου, ου και αυτόπτης γεγένησαι᾽) (ωδή γ´) – τον κάνει σε ένα τροπάριό του να φτάσει σε επίπεδα υπερβολής, καθώς αποπειράται να δικαιολογήσει με καλό λογισμό το πρωτείο που ζήτησε αυτός με τον αδελφό του και τη μητέρα τους από τον Κύριο. Θυμόμαστε όλοι ότι η μητέρα τους και οι ίδιοι ζήτησαν από τον Χριστό, λίγο πριν από τα πάθη Του, παρεξηγώντας προφανώς την πνευματική βασιλεία του Κυρίου και εκλαμβάνοντάς την γήινα,  να σταθούν δίπλα Του πρωτόθρονοι. Και ο Κύριος απήντησε ότι ναι μεν ῾δεν ξέρουν τι ζητούν᾽, αλλά ῾το ποιος θα σταθεί πρώτος δίπλα Του είναι κάτι που δεν το δίνει ο Ίδιος, αλλά ο Πατέρας Του, ανάλογα με την αγάπη που τρέφει ο άνθρωπος προς Εκείνον μέχρι σημείου θυσίας᾽. Ο υμνογράφος μας λοιπόν ερμηνεύει ως εξής το αίτημά του: ῾Ανέβηκες στα φτερά της μεγαλύτερης αρετής με την αγάπη, και πόθησες, ένδοξε, να έχεις τα πρωτεία των πρώτων θρόνων του Δεσπότη. Όχι γιατί αγαπούσες τη μάταιη δόξα, αλλά για να βλέπεις με άμεσο τρόπο Αυτόν που αγάπησες᾽ (῾Επιβάς ακροτάτης αρετής πτερούμενος δι᾽αγαπήσεως, των εγκρίτων θρόνων του Δεσπότου επόθησας, ένδοξε, τα πρωτεία φέρειν, ουχ ως ερών δόξης ματαίως, αλλά βλέπειν αμέσως ον έστερξας᾽) (ωδή ε´). Καταλαβαίνει όμως ο άγιος Θεοφάνης την υπερβολή, γι᾽αυτό και στην επόμενη ωδή ῾διορθώνει᾽: ῾Ζήτησες από τον Χριστό, σαν να είναι γήινος Βασιλιάς, να σου δώσει την επίγεια δόξα, και πέτυχες, μακάριε Ιάκωβε, τη βασιλεία όχι την κάτω και φθαρτή, αλλά την αθάνατη, που την έλαβες όμως με την άθλησή σου᾽ (῾Δόξαν την επί γης εκζητήσας τω Χριστώ παρασχείν σοι, ως Βασιλεί γηίνω, βασιλείας επέτυχες, ου της κάτω και φθαρτής, μάκαρ Ιάκωβε, αλλ᾽ αφθάρτου, ην δι᾽αθλήσεως απέλαβες᾽) (ωδή ς´).

Μπροστά λοιπόν στον μαθητή του Κυρίου, μπροστά στον πρώτο που έδωσε από τους δώδεκα τη ζωή του για Εκείνον, μπροστά στη φλογισμένη από αγάπη Χριστού καρδιά του αποστόλου και τον ζήλο του που τον έκανε να είναι ῾ένας νέος Ηλίας᾽(ωδή ε´), ῾όλη η Εκκλησία στήνει χορό, γιατί γιορ
τάζει την παναγία μνήμη του, κατά την οποία  τον δοξολογούμε᾽ (῾άπασα η Εκκλησία χορεύει, εορτάζουσα την παναγία σου μνήμην, εν η ευφημούμεν σε᾽)(῾κάθισμα όρθρου).

Γιατί με χτυπάει ο Θεός ?


alt
Γνωρίζουμε ότι η υπομονή είναι πολύτιμη αρετή, που μας καθιστά αρεστούς στον Θεό. Αλλά η άσκηση της υπομονής δεν είναι καθόλου εύκολο κατόρθωμα. Θέλει βέβαια επιστράτευση ψυχικών δυνάμεων. Θέλει οπωσδήποτε θερμή και πολλή προσευχή για να έλθει η χάρις του Θεού και να δυναμώσει την ψυχή. Αλλά θέλει και σκέψεις πνευματικές, για να παρηγορείται και να ενισχύεται η ψυχή.
Ένα γεγονός θα σου διηγηθώ -αδελφέ- που συνέβη κάποτε και έχει γραφεί και δίδει την ευκαιρία πολλών σκέψεων για να απαντηθεί το ερώτημα, γιατί ο Θεός επιτρέπει τους πόνους στη ζωή μας;
 
Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΙΚΟΝΕΣ διακοσμησης ΝαώνΑποτέλεσμα εικόνας για ΕΙΚΟΝΕΣ διακοσμησης Ναών
Κάποτε, ενώ ήταν χειμώνας και νύχτα, ναυάγησε ένα μικρό αλιευτικό πλοιάριο στις ακτές του Καναδά. Ο πλοίαρχος και ο γιος του, μοναδικοί επιβάτες του μικρού αλιευτικού, βγήκαν στην ακτή κολυμπώντας, με βρεγμένα ρούχα και σε άσχημη κατάσταση. Γλύτωσαν από τον κίνδυνο του πνιγμού. Τώρα όμως θα πέθαιναν από το κρύο και τα βρεγμένα ρούχα. Ενώ ο πατέρας βρισκόταν σε απόγνωση, είδε στο βάθος του δάσους που εκτεινόταν μπροστά τους, ένα αμυδρό φως. Ήταν η μοναδική ελπίδα.
Το μέρος ήταν έρημο και άγνωστο. Πουθενά δεν φαινόταν κάποια κατοικία. Πατέρας και γιος άρχισαν λοιπόν να βαδίζουν προς το αμυδρό φως που έβλεπαν στο δάσος τρέμοντας -βέβαια- από το κρύο, καθώς ήταν μούσκεμα. Εάν έφθαναν εγκαίρως στο φως και έβρισκαν κάποια περιποίηση, θα γλύτωναν τον βέβαιο θάνατο.
Εκεί όμως που βάδιζαν, ο γιος άρχισε να μουδιάζει, γατί τα βρεγμένα ρούχα και το πολύ κρύο τον πάγωναν. Το βάδισμά του έγινε πολύ δύσκολο και διέτρεχε τον κίνδυνο να μουδιάσουν τα πόδια του περισσότερο και να μην μπορούν να βαδίσουν καθόλου. Ο πατέρας κοίταζε να ενισχύσει το παιδί του και να το ενθαρρύνει, ώστε να συνεχίσει να περπατά. Μα δυστυχώς το μούδιασμα των ποδιών αυξανόταν και η δυσκολία του βαδίσματος γινόταν δυσχερέστερη.

Τότε ο πατέρας σοφίστηκε το εξής τέχνασμα: απέσπασε ένα κλαδί από ένα δένδρο που βρέθηκε δίπλα τουΩκαι με το κλαδί αυτό άρχισε να χτυπά τα πόδια του παιδιού, το οποίο δεν μπορούσε πια σχεδόν καθόλου να βαδίσει. Ο γιος διαμαρτυρήθηκε στην αρχή γιατί τον χτυπούσε ο πατέρας. Και ο πατέρας, με πονεμένη αλλά στοργική φωνή, του απάντησε:

- Παιδί μου, πρέπει να βαδίσεις! Νίκησε το μούδιασμα των ποδιών σου και προχώρα!

- Πατέρα, δεν μπορώ! Φώναξε το παιδί. Τα πόδια μου μουδιάζουν όλο και περισσότερο!

Τότε ο πατέρας έσφιξε την καρδιά του και άρχισε να χτυπά στα πόδια το παιδί του πολύ δυνατότερα. Τα πόδια του παιδιού μάτωσαν, αλλά εξαναγκάστηκε να βάλει τα δυνατά του και να συνεχίσει το περπάτημα. Τελικά, κουτσαίνοντας και με μόχθο, έφθασε μαζί με τον πατέρα του στο σπιτάκι στο οποίο έβλεπαν το φως.
Ήταν ματωμένα τα πόδια του και πληγιασμένα από το ράβδισμα με την κλάρα, που είχε αποσπάσει ο πατέρας από το δέντρο.
Το παιδί βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, αλλά ήδη είχαν φθάσει στο σπίτι. Εκεί απόλαυσαν αμέσως τη στοργή και την περιποίηση. Και έτσι σώθηκαν, πατέρας και γιος, από τον βέβαιο θάνατο.
Τι έκανε ο πατέρας; Θλιβερό καθήκον! Εξαναγκάστηκε να χτυπά το παιδί του στα πόδια δυνατά για να το αναγκάσει να φτάσουν στο σπίτι της σωτηρίας. Πικρό το μέσο, αλλά σωτήριο για τη ζωή τους.


Αυτό γίνεται πολλές φορές στη ζωή. Ο Θεός Πατέρας που μας αγαπά, θέλει οπωσδήποτε τη σωτηρία μας. Κάποτε εμείς οι άνθρωποι αμελούμε και κωφεύουμε στη φωνή Του. Και τότε ο Θεός Πατέρας από στοργή επιτρέπει κάποιο μαστίγωμά μας, για να ξυπνήσουμε από τον λήθαργο ψυχικής αμέλειας και να αφυπνιστούμε πνευματικά. Επιτρέπει ο Θεός θλίψεις και δοκιμασίες για πνευματική μας ωφέλεια. «Ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται» ( Παροιμ. γ΄,12 ). Πικρό το ποτήριο του πόνου, αλλά σωτήριο.
altaltaltΑποτέλεσμα εικόνας για ΕΙΚΟΝΕΣ ΧΡΙΣΤΟΥ - ΠΑΝΑΓΙΑΣaltalt

Αδελφέ μου, τίποτε δεν γίνεται τυχαία. Το ότι ο Θεός επέτρεψε αυτή τη δοκιμασία την οποία περνάς, σημαίνει ότι έχει το σοφό σχέδιό Του. Είναι για το καλό σου. Δέξου τη θλίψη σαν επίσκεψη Θεού. Υποτάξου στο θέλημα του Θεού. Παρακάλεσε μεν τον Θεό να σε βγάλει από τη δοκιμασία και να σου πάρει τον πόνο. Και παρακάλεσε και πάλιν και πολλάκις, με επιμονή και πίστη, να σου αφαιρέσει ο Θεός την δοκιμασία. Αλλά, αν η αγαθότης Του δεν σου αφαιρεί τη θλίψη, δείξε υπομονή και υποταγή. Ειπέ μεσ' στην καρδιά σου: « Κύριε, γεννηθήτω το θέλημά Σου. Όχι όπως θέλω  εγώ, αλλά όπως θέλεις Εσύ». Ειπέ μαζί με τον Κεμπήσιο Θωμά: «Κύριε, αν θες να είμαι στο φως, έσο ευλογημένος. Εάν θες να μην είμαι στο φως, πάλιν έσο ευλογημένος. Εάν θες να έχω χαρά, έσο ευλογημένος. Εάν θες να έχω θλίψη και δοκιμασία, πάλιν έσο ευλογημένος»Η υπομονή σου -αδελφέ μου- και η υποταγή σου στον Θεό ανεβαίνουν ως θυμίαμα ενώπιον του θρόνου της θείας χάριτος.
Είναι άπειρα τα παραδείγματα ανθρώπων που σώθηκαν από βέβαιη ψυχική καταστροφή με το ξύπνημα το πνευματικό, που τους έφερε μια δοκιμασία στη ζωή.Άκουσα με τα αυτιά μου κάποιους να  λέγουν"Έχασα την υγεία μου, αλλά βρήκα την υγεία της ψυχής μουΚαι είμαι ευτυχής" ή "Γνώρισα τον Θεό μέσα από τη θλίψη και τη δοκιμασία. Ήμουν βουτηγμένος στην αμαρτία και ο Θεός επέτρεψε να χάσω το εμπόριό μου και να βυθιστώ στην φτώχεια. Μα άνοιξαν τα μάτια μου στο φως της πίστεως! Και ζω τώρα πολύ φτωχότερα, αλλά πολύ περισσότερο ευτυχισμένος".
Επίσης, είδα πολλές φορές στη ζωή μου πονεμένους και πενθούντας για τον θάνατο προσφιλών τους προσώπων ανθρώπους, οι οποίοι ζούσαν ως τότε τελείως ξένοι προς την Εκκλησία, μετά όμως από το φρικτό φαρμάκι του πόνου, τους είδα να αλλάζουν τρόπο ζωής, να αφυπνίζονται πνευματικά, να ενδιαφέρονται για τη μετά θάνατον ζωή, που ως τότε δεν τους είχε απασχολήσει, να βρίσκουν την παρηγοριά τους στην Εκκλησία και να σώζονται πνευματικά.
Το σχέδιο του Θεού στη ζωή μας -αδελφέ μου- είναι σοφό και στοργικό.  Να τα δεχόμαστε όλα από το χέρι του Θεού με υποταγή, ταπείνωση και πιστότητα στην αγάπη Του. Υπάρχουν στιγμές που είναι συμφέρον για εμάς κάποιος πόνος ή κάποια δοκιμασία. Εμείς είμαστε πολλές φορές κοντόφθαλμοι. Ο Θεός βλέπει πολύ μακρύτερα από εμάς.
Έχω δει πλειστάκις και στην προσωπική μου ζωή, κάτω από μια δοκιμασία να κρύβεται μεγάλη ψυχική ωφέλεια. Έχω δει το  χέρι του Θεού πολλές φορές στη ζωή μου -αδελφέ- άλλοτε να με θωπεύει και άλλοτε να με χαστουκίζει. Όμως πάντοτε είδα ότι το χέρι ήταν στοργικό και αποβλέπει στη δική μου σωτηρία.-
http://platyteraouranwn.pblogs.gr/2015/04/giati-me-htypaei-o-theos.html
Από το βιβλίο : «Για σένα που πονάς»
Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς
Καλλινίκου Καρούσου
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Αθήναι 2011
το είδαμε εδώ

Τρίτη, Απριλίου 28, 2015

«ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΤΩΧΟΙ ΤΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ ΟΤΙ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ» (Ματθ. ε´, 3)

«ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΤΩΧΟΙ ΤΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ ΟΤΙ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ» (Ματθ. ε´, 3)

Ο κάθε Μακαρισμός του Χριστού έχει και τα ιδιαίτερα θεολογικά του χαρακτηριστικά. Ο πρώτος όμως εκ των Μακαρισμών έχει κάτι που δεν έχουν οι άλλοι. Ότι δηλαδή, ενώ στους άλλους όλα τα ρήματα ευρίσκονται στον μέλλοντα χρόνο, στον πρώτο μακαρισμό, τό ρήμα ευρίσκεται στον ενεστώτα. Αυτό γίνεται, διότι, όπως σημειώνουν και οι ερμηνευτές, η Βασιλεία στήν οποία θα εισέλθουν οι "πτωχοί τω πνεύματι", ηφίσταται ήδη γι᾽ αυτούς.
Αλλά περί ποίων πτωχών γίνεται εδώ λόγος από τόν Υιόν και Λόγον του Θεού; Γι᾽ αυτούς που δεν διαθέτουν χρήματα; Όχι φυσικά. Δεν περιλαμβάνεται ο κάθε πτωχός στά λόγια που ο Χριστός εκφράζει στον πρώτο από τους Μακαρισμούς. Εδώ αναφέρεται στο ταπεινό φρόνημα που χρειάζεται να έχει ο πιστός άνθρωπος στην ψυχή του. "Πνεύμα γαρ ενταύθα, την ψυχήν και προαίρεσιν είρηκε", ερμηνεύει ο Ιερός Χρυσόστομος.
Ο ''πτωχός τω πνεύματι'' είναι εκείνος που αισθάνεται τις μεγάλες πνευματικές ανάγκες τις οποίες έχει και με ταπεινό βεβαίως φρόνημα ζητά από τον Θεό να τον ευλογήσει σε αυτή την ζωή και να του εκπληρώσει τα προς σωτηρίαν αιτήματα. Άλλωστε και στους Ψαλμούς οι όροι "πτωχός" και "πιστός-ευσεβής" ταυτίζονται.
Οι πτωχοί-ταπεινοί άνθρωποι αισθάνονται, εκτός των άλλων, και την καταφρόνηση εκ μέρους του κόσμου, ἀλλά και την δική τους ανθρώπινη αδυναμία, με αποτέλεσμα συνεχώς να ζητούν από τον ίδιο τον Θεό την εξ ύψους βοήθεια.
Αυτούς λοιπόν τους πνευματικά πτωχούς, που αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια και τίς πνευματικές ανάγκες τους, ελεεί ο Χριστός. Σ᾽ αυτούς ήλθε για να κηρύξει την Βασιλεία Του, όπως αναφέρει και ο Προφήτης Ησαΐας στην αρχή του ξα´ Κεφαλαίου του Βιβλίου του και όπως ο ίδιος ο Κύριος ερμήνευσε εντός της Συναγωγής.

Επομένως, μακάριοι και πανευτυχείς είναι όσοι αισθάνονται τις πνευματικές τους ανάγκες και την απόλυτη εξάρτησή τους από τον Θεό, διότι δική τους είναι η Βασιλεία των Ουρανών.

Τι ζούμε στη Θ.Λειτουργία


Είναι μεγάλο πρόβλημα ο άνθρωπος. Σου γίνεται βάσανο και σταυρός ανανεούμενος, αν θέλης να σεβαστής τη φύσι του, να μην τον ακρωτηριάσεις, αλλά να τον δεχθής όπως είναι. Γι’αυτό όλα τα συστήματα, για ν’ αποφύγουν το βάσανο αυτό που δημιουργεί ο άνθρωπος, με προκρούστεια μέθοδο τον φέρνουν στα μέτρα τους, κάνοντάς τον άτομο, μονάδα παραγωγής. Και οι ιδεαλισμοί τον εμπαίζουν με ανυπόστατους ρομαντισμούς, αφήνοντάς πεινασμένο, αμεταμόρφωτο και νεκρούμενο το σώμα της υπάρξεώς του. Έτσι ο άνθρωπος έλκεται αγνοούμενος, περιφρονούμενος, χρησιμοποιούμενος και ατιμαζόμενος. Και το δράμα του μένει ανοιχτό. Γιατί δεν χωρά ο άνθρωπος σ’ ένα νόμο ή σ’ ένα σχήμα. Δεν τον σώζει η στατική, νομική λογική. Αν σ’ αυτή θελήσωμε να τον κλείσωμε, θα τον βασανίσωμε, έστω κι αν θέλωμε από καλή διάθεσι, να τον κάνωμε σοφό, φρόνιμο, ή να του βελτιώσωμε τον χαρακτήρα. Τί να την κάμη τη βελτίωσι του χαρακτήρα αυτός που ζητά την αιωνιότητα;

Το ερώτημα είναι: υπάρχει κανείς που μπορεί να ελευθερώση τον άνθρωπο, να συντρίψη τα δεσμά της αιχμαλωσίας που τον κρατούν κάθειρκτο; Υπάρχει κανείς που μπορεί να διαλύση τα είδωλα που τον αποπνίγουν, και να του δώση της ελευθερία του άλλου κόσμου, που ζητά σ’ αυτόν τον κόσμο από σήμερα; Μόνο το σήμερα ζη ο άνθρωπος. Το σήμερα θέλει αιωνιότητα, όχι το αύριο, για να δεχθή την Αλήθεια. Θέλομε να ζήσωμε όλοι για όλα. Που θα το βρούμε αυτό; Ποιος ανέχεται την ανυπόφορη απαίτησί μας, χωρίς να τα χάση και να συνθλιβή αυτός και το καθεστώς του, χωρίς να μας κλείση το στόμα με φίμωτρο δικτατορίας ή με το ψεύτικο ψωμί της εν φυλακή ελευθερίας και του λιμού της ευμάρειας; Ποιος θα μας πάρη στα σοβαρά, αφήνοντάς μας να του μιλήσουμε ελεύθερα, όπως μιλά η φύσι μας; Ποιος θα ανεχθή τον άνθρωπο; Μόνο Αυτός που μας έπλασε μας ξέρει πριν γεννηθούμε και αφού πεθάνωμε. Ζητούμε Αυτόν που έχομε. Και θέλομε να πραγματοποιήσωμε αυτό που είμαστε. Μόνο μέσα στη Θεία Λειτουργία η απαίτησι κορέννυται. Τα υπέρ φύσιν και αίσθησιν δίδονται από σήμερα. «Νυν τα ανήκουστα ηκούσθη» και τα άρρητα αρρήτως ελέχθη. Τα πάντα γέμισαν από φως, ανθρωπιά και ουράνια παράκλησι.» «Ήλθεν η της ζωής βασιλεία και κατελύθη του θανάτου το κράτος και γέγονεν άλλη γέννησις, βίος έτερος, άλλο ζωής είδος, αυτής της φύσεως ημών μεταστοιχείωσις». Τα πάντα υπάρχουν θεανθρώπινα. Τίποτα δεν υπάρχει ψεύτικο. Τίποτε δεν υπάρχει αναπόδεικτο. Καμμία απορία δεν μένει άλυτη. Και καμία απάντηση δεν κλείνει το δρόμο για νέες ερωτήσεις. Τα παν καθολικά κοινωνείται. Είναι αισθητό, τωρινή γεύσι της ζωής. Τα πάντα έγιναν ένα θαυμαστό παρόν στο πρόσωπο του Θεανθρώπου, που είναι το Α και το Ω της δημιουργίας και «τας αρχάς των όντων τοις πέρασιν ουκ εά συναφίστασθαι». Όλη η ιστορία είναι μία μονο Θεία Λειτουργία, και όλος ο κόσμος έγινε ένας ναός, οίκος Θεού, μία μόνη οικογένεια. Όλα είναι φωτισμένα και καταγλαϊσμένα με το άκτιστο και άδυτο φάος. Είναι σπασμένα τα κλείθρα του Άδη. Σχισμένα τα σάβανα των συστημάτων. Αναποδογυρισμένα τα τραπέζια των κολλυβιστών κάθε είδους. Και συντριμμένα όλα τα είδωλα, από τον Συντρίψαντα το κράτος του θανάτου. Υπάρχει χώρος, για να ζήση ο άνθρωπος. Είναι καλεσμένα τα μωρά, τα ασθενή, τα εξουθενημένα και τα μη όντα. Είναι καλεσμένοι οι χωλοί, οι τυφλοί, οι ανάπηροι στο Δείπνο, στη Ζωή, στη θεολογία.

Είναι καλεσμένος ο άνθρωπος. Δεν αφορά τους ειδικούς η Ορθόδοξη λειτουργική θεολογία. Αλλά χορταίνει τους πεινασμένους, ποτίζει τους διψασμένους, παρηγορεί τους πονεμένους και τους κλαμένους. Αφορά τον άνθρωπο, όχι την ειδίκευσι. Δεύτε, «ίνα γεμισθή ο οίκος μου». Είναι η φωνή του Οικοδεσπότη. Έρχονται και το πλήθος αυξάνει τον χώρο και τη χαρά. Γιατί δεν έχομε συνωστισμό όχλου, κορεσμό θέσεων, αλλά περιχώρησι αγαπωμένων προσώπων. «Γέγονεν ως επέταξας, και έτι τόπος εστί». Όλοι προσδέχονται όλους. Συγχωρούν. Συγχωρούνται. Και περιχωρούνται. Εδώ προσωποποιείται και παίρνει όνομα ο άνθρωπος, που με τη φιλαυτία και ανταρσία του είχε εκπέσει στην κατάστασι της απομονωμένης μονάδος. Με το να γίνει Υιός του Θεού «υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» έλαβε «όνομα, το υπέρ παν όνομα». Με το να πεθάνη Εκείνος από αγάπη, για να ζήσωμε εμείς, ήλθε στον κόσμο ο νέος τρόπος ζωής, που ανιστά το πρόσωπο. Με το να σταυρωθή εδοξάσθη. Το «ούπω γαρ ην Πνεύμα άγιον, ότι Ιησούς ουδέπω εδοξάσθη» σημαίνει ότι ο Ιησούς ουδέπω εσταυρώθη. Και μεις παίρνομε όνομα βαπτιζόμενοι εν τω θανάτω του Ιησού. Γινόμεθα πρόσωπα, «μηκέτι εαυτοίς ζώντες». Δοξαζόμεθα και λαμβάνουμε τη χάρι του Πνεύματος, ταπεινούμενοι, υπομένοντες την ατιμίαν του καθ’ημέραν σταυρού. Πλουτούμεν κενούμενοι δια τον Πτωχεύσαντα υπέρ ημών. Είμεθα οι «μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες». Όλοι ανακεφαλαιώνουν τα πάντα. Και καθένας μπορεί ελεύθερα να ακολουθήση τον δρόμο του «εν παντί καιρώ και τόπω».

Ο Κύριος διαλύει τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως με το να καλή κατ’ όνομα τα ίδια πρόβατα και να εκβάλη αυτά στην ευρυχωρία που ορίζει η Θεία Λειτουργία. Δεν παρεμποδίζει η ελευθερία των προσώπων από την οποιαδήποτε αιχμαλωσία. Και δεν θίγεται η ενότης των από την οποιαδήποτε διασπορά. Οι διεσπαρμένοι δεν πλανώνται, αλλά είναι «συνηγμένοι δια Κύριον». Η ενότης έχει τη χάρι και την ευρυχωρία της διασποράς. Και τη διασπορά τη θέρμη και την ασφάλεια της συναγωγής. Από όλη τη λειτουργική κοινότητα και τη διάρθρωσί της λατρεύεται και δοξάζεται η Παναγία Τριάς, «η διαίρεσει την ένωσιν και έμπαλιν έχουσα». Το αληθινό –και διεσπαρμένο- είναι ενωμένο. Το ψεύτικο –και ενωμένο- είναι χωρισμένο και ανύπαρκτο. Στη Θεία Λειτουργία ζητούμε την ενότητα της πίστως και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, άρα, την αιώνιο ζωή και θεία περιχώρησι, και όχι την ανθρώπινη συνάρτησι ή συμμαχία.

π. Βασίλειος Γοντικάκης Προηγούμενος της Ιεράς Μονή Ιβήρων 


Το είδαμε : εδώ 

Τι είναι τα πάθη και πως αρρωσταίνουν την ψυχή μας;

Τι είναι τα πάθη και πως αρρωσταίνουν την ψυχή μας;
Το τι είναι πάθος ορίζει με θαυμάσιο τρόπο ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Πάθος εστί κίνησις ψυχής παρά φύσιν η επί φιλίαν άλογον η επί μίσος άκριτον η τινος η διά τι των αισθητών»1.
Δηλαδή: Πάθος είναι η παρά φύσιν (μη φυσιολογική) κίνηση της ψυχής ή προς παράλογη αγάπη ή άκριτο μίσος ή για κάποιον (άνθρωπο) ή για κάποιο από τα αισθητά (πράγματα).
Εξηγώντας ο ίδιος Άγιος τον ορισμό αυτό δίνει μερικά παραδείγματα και λέει ότι τα πάθη μας οδηγούν στο να επιθυμούμε πράγματα η πρόσωπα παράλογα, όπως: «βρώματος παρά τον καιρόν η παρά την χρείαν η γυναικός… της νομίμου. Και πάλιν, όταν οργιζώμεθα η λυπώμεθα παρά το εικός, οίον κατά του ατιμάσαντος η ζημιώσαντος»2. Και όταν οργιζόμαστε η λυπόμαστε παράλογα, όπως εναντίον κάποιου που μας πρόσβαλε η μας ζημίωσε.

Η λέξη «πάθος» προέρχεται από το ρήμα πάσχω. Επομένως, όταν κάποιος έχει ένα η περισσότερα πάθη, τότε πάσχει, υποφέρει! Ο εμπαθής άνθρωπος δεν είναι υγιής αλλά άρρωστος και έχει ανάγκη θεραπείας.
Όταν κάποιος αρρωστήσει σωματικά, θεραπεύεται κυρίως από τον γιατρό, τα φάρμακα, τη δίαιτα η και κάποιες ασκήσεις (π.χ. βάδισμα, κολύμβηση κ.λπ.) που ο γιατρός συνιστά, αλλά συνεργεί και ο ίδιος ο ασθενής. Πως; Πρώτα με την εμπιστοσύνη που δείχνει στο γιατρό. Έπειτα, με την ακριβή εφαρμογή των οδηγιών ως προς την λήψη των φαρμάκων και τη δίαιτα. Κατόπιν, με την αποφυγή βλαβερών συνηθειών (π.χ. του καπνίσματος), όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο και τέλος, την εφαρμογή των ασκήσεων.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση της θεραπείας της άρρωστης ψυχής. Το Άγιον Πνεύμα ενεργεί τη θεραπεία και ο ασθενής άνθρωπος συνεργεί. Πως; Πρώτα με την πλήρη εμπιστοσύνη στον «Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων ημών», τον Θεό. Έπειτα με την πιστή εφαρμογή της θεραπευτικής «συνταγής» του Ιατρού, που είναι οι εντολές του Θεού, όπως τις διατύπωσαν με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος οι ιεροί συγγραφείς της Αγίας Γραφής, τις ερμήνευσαν οι επίσης Θεοφώτιστοι Πατέρες, τις εφάρμοσαν στη ζωή τους και τις εδίδαξαν στον λαό του Θεού για τη θεραπεία και σωτηρία του.
Σ’ αυτή την προσπάθεια του ασθενούς πνευματικώς ανθρώπου, να συνεργήσει στην εκ μέρους του Θεού προσφερόμενη θεραπεία, ενυπάρχει η Άσκηση, στην οποία υπέβαλλαν ανέκαθεν τους εαυτούς τους όλοι οι συνειδητοί ορθόδοξοι χριστιανοί και εξαιρετικά οι Άγιοι και μάλιστα οι ερημίτες.
Οι απόλυτα αποφασισμένοι να θεραπευθούν και να φθάσουν στο «καθ’ ομοίωσιν» και τη θέα του Θεού (οι Άγιοι) «ηγούμενοι τα πάντα σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσωσιν» (Φιλιπ. γ΄, 8) έφθασαν σε απίστευτα ασκητικά κατορθώματα, εφαρμόζοντας πάλι το του Αποστόλου Παύλου «υπωπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ, μήπως άλλοις κηρύξας αυτός αδόκιμος γένωμαι» (Α΄ Κορ. θ΄, 27).
Ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος και οι προσωπικές τους εμπειρίες τους έδωσαν τη δυνατότητα, ώστε οι Άγιοι Πατέρες να εφαρμόσουν και να διδάξουν τα μέσα θεραπείας των τριών δυνάμεων της ψυχής, που συνοπτικά είναι τα εξής:
1. Του Λογιστικού: Η αδιάκριτη Πίστη, η Μελέτη των Θείων Γραφών, η καθαρή και αδιάλειπτη Προσευχή, η Υπακοή και η Ταπείνωση.
2. Του Θυμικού: Η Αγάπη, η Ελεημοσύνη, η Ανεξικακία, η Υπομονή, το Μίσος προς την αμαρτία.
3. Του Επιθυμητικού: Η Νηστεία, η Εγκράτεια, η Αγρυπνία, οι Μετάνοιες (γονυκλισίες) και γενικώς η Σκληραγωγία.
Οι μοναχοί που επιζητούν την τελειότητα εφαρμόζουν για τη θεραπεία του τριμερούς της ψυχής το λεγόμενο «μοναχικό τρίπτυχο»: Υπακοή (αδιάκριτη στον ηγούμενο) για τη θεραπεία του Λογιστικού· Ακτημοσύνη (άρνηση κάθε υλικής ιδιοκτησίας) για τη θεραπεία του Θυμικού· Παρθενία (ισόβια εγκράτεια) για τη θεραπεία του Επιθυμητικού.
Για τους χριστιανούς που ζουν στον κόσμο ισχύει ο λόγος του Κυρίου «ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον αλλ’ οις δέδοται… Ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω» (Ματθ. ιθ΄, 11-12). Είναι όμως για όλους, όσοι θέλουν να θεραπευθούν, απαραίτητο να έχουν υπακοή -όχι σε ηγούμενο- αλλά στο Ευαγγέλιο (όπως αυτό ερμηνεύεται από τους Αγίους Πατέρες) και στον προσωπικό τους πνευματικό πατέρα. Επίσης, αντί για πλήρη ακτημοσύνη, τίμια απόκτηση υλικών αγαθών για τη συντήρηση της οικογενείας τους, αλλά και τη θεραπεία των αναγκών του πτωχού συνανθρώπου. Τέλος, αντί της ισόβιας παρθενίας, εγκράτεια πλήρη μέχρι τον γάμο και σωφροσύνη μετά τον γάμο.
Ο σύγχρονος άνθρωπος μεγαλωμένος με τα ιδανικά του ευδαιμονισμού και του καταναλωτισμού, ακόμη κι αν είναι ορθόδοξος χριστιανός, βλέπει τα παραπάνω όχι ως μέσα Ασκήσεως για την απόκτηση και διατήρηση της ψυχικής υγείας, αλλά σαν δυσάρεστες καταστάσεις, που του στερούν την καλοπέρασή του. Γι’ αυτό αποφεύγει και αποδοκιμάζει κάθε μορφή Ασκήσεως είτε μέσα στον κόσμο είτε –πολύ περισσότερο- στη μοναχική πολιτεία.
Ο Κύριος, λίγο πριν το πάθος Του, μιλώντας στους μαθητές Του είπε ένα θαυμάσιο παράδειγμα: «Η γυνή όταν τίκτη λύπην έχει, ότι ήλθεν η ώρα αυτής· όταν δε γεννήση το παιδίον, ουκέτι μνημονεύει της θλίψεως διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον. Και υμείς ουν λύπην μεν νυν έχετε· πάλιν δε όψομαι υμάς (σ.σ. μετά την Ανάσταση) και χαρήσεται υμών η καρδία, και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών» (Ιωαν. ιστ΄, 21-22).
Έτσι ακριβώς, για να γεννηθεί μέσα στην ψυχή η Χάρη του Αγίου Πνεύματος και απ’ αυτήν η υγεία της ψυχής, πρέπει να προηγηθούν οι ωδίνες του τοκετού. Πρέπει, δηλαδή, να προηγηθεί η Άσκηση, ο αγώνας για τη θεραπεία της ψυχής, που προϋποθέτει δάκρυα, ιδρώτα και αίμα (με τη μεταφορική σημασία της λέξεως). «Δος αίμα και λάβε Πνεύμα», λέγει χαρακτηριστικά ο Αββάς Λογγίνος.
Ο δε Απόστολος Παύλος τονίζει: «Οι δε (πιστοί μαθητές) του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις. Ει ζώμεν Πνεύματι, Πνεύματι και στοιχώμεν» (Γαλ. ε΄, 24-25).
1. Φιλοκαλία, Τόμος Β΄, «Περί Αγάπης, Κεφαλαίων Εκατοντάς Β΄, ΙΣΤ΄.
2. Όπου παραπάνω ΛΓ΄.
 Παρέμβαση Εκκλησιαστική. Τεύχος: Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2014

Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ στήριγμα τῶν ἀνθρώπων




«Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος»

Παρατηρώντας τὰ Εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα βλέπουμε πὼς τὰ περισσότερα καὶ μάλιστα τὰ μεγάλα θαύματα τὰ ἔκανε ὁ Χριστὸς κατὰ τὶς μεγάλες ἡμέρες τῶν Ἰουδαίων. Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ τὴ διδασκαλία Του. Τὴν ἐκφωνοῦσε συνήθως στὶς μεγάλες γιορτές, ποὺ συνέρρεε πολὺς κόσμος. Στὶς γιορτὲς τοῦ Πάσχα, τῆς Σκηνοπηγίας, τῆς Πεντηκοστῆς κ.λ.π. στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ ἦταν ἡ μητρόπολη τῶν Ἰουδαίων, μαζευόταν πολὺς κόσμος. Ὅπως ἐπίσης συναθροιζόντουσαν καὶ πολλοὶ ἄρρωστοι ποὺ εἶχαν τὴν ἐλπίδα τους, ὅτι μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ τοὺς κάνει καλά. Ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀσθενῶν νὰ γίνουν καλά, δὲν ἦταν τόσο μεγάλη, ὅσο ἦταν μεγάλη ἡ θέληση τοῦ Χριστοῦ νὰ τοὺς κάνει καλά.


Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε εὐεργετικὴ σ’ ὅλους
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει πὼς «ὅπου ἂν φανῇ ὁ Ἰησοῦς, ἐκεῖ καὶ ἡ σωτηρία», δηλαδὴ ὅπου θὰ φανεῖ ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ σωτηρία. Μπῆκε μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου κι ὁ ἀρχιτελώνης μετανόησε. Εἰσῆλθε στὸ τελωνεῖο τοῦ Ματθαίου καὶ ἀμέσως μετατρέπει τὸν ἄνδρα καὶ τὸν κάνει Εὐαγγελιστή. Θάπτεται ἀνάμεσα στοὺς νεκροὺς καὶ ἐγείρονται οἱ νεκροί. Κατεβαίνει στὸν Ἅδη καὶ ζωοποιοῦνται οἱ κάτοικοί του. Χαρίζει τὸ φῶς στοὺς τυφλούς, τὴν ἀκοὴ στοὺς κωφοὺς καὶ περιέρχεται τὶς κολυμβῆθρες, ὅπως τὴν Βηθεσδά, καὶ θεραπεύει τὸν Παράλυτο. Ἐὰν ἐμβαθύνουμε περισσότερο, θὰ λέγαμε πὼς ὁ Χριστὸς γίνεται ἄρτος στοὺς πεινῶντες, ὕδωρ, ποὺ κρύβει μέσα του τὴ ζωή, στοὺς διψῶντες, ἀνάσταση στοὺς νεκρούς, ἰατρὸς στοὺς νοσοῦντες, ἡ ἀπολύτρωση τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ὅλα αὐτὰ τὰ πραγματοποιεῖ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. «Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰωάν. 4,34), θὰ τονίσει ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἂς ποῦμε καὶ μία ἔκφραση ποὺ τὴ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος. Ὅλοι θὰ ἔχουμε ἀκούσει τὴ λέξη ἀλήτης. Ἀλήτης στὴν κυριολεξία σημαίνει ὁ περιπλανώμενος, ὁ πλάνης, ὁ ἀνέστιος. Ἀργότερα στὰ νεότερα χρόνια πῆρε τὴν ἔννοια τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἰωσὴφ θὰ πεῖ πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «δι’ ἐμὲ ἀλήτης γεγονώς», δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ περιπλανήθηκε ἀπ’ ἐδῶ κι ἀπ’ ἐκεῖ καὶ ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο.


Ὁ Χριστὸς ἔδινε περισσότερα ἀπ’ ὅ,τι τοῦ ζητοῦσαν
Πράγματι ὁ Χριστὸς ἔδινε πιὸ πολλὰ ἀπ’ ἐκεῖνα ποὺ ζητοῦσαν οἱ ἄνθρωποι. Π.χ. Ὁ σημερινὸς παραλυτικὸς βλέποντας τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ πάνω του ἴσως σκέφθηκε καὶ ἤλπιζε περισσότερο πὼς τὸ πιὸ πιθανὸ ἦταν νὰ τὸν βοηθοῦσε ὁ Κύριος νὰ πέσει μέσα στὸ νερὸ κατὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων, ὅταν θὰ ταραζόντουσαν τὰ νερά. Πιθανῶς στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔβλεπε κάποιον ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του, ποὺ τὸν εἶχαν λησμονήσει.Ὁ παράλυτος ἤθελε ἕνα καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε δέκα. Τὸν ἔκανε καλά, τόσο καλά, ὥστε αὐτὸς ποὺ τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια δὲν μποροῦσε νὰ κουνηθεῖ, τώρα νὰ σηκώνει τὸ κρεββάτι του καὶ νὰ φεύγει μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια ὅλων. Ἔχουμε κι ἄλλες τέτοιες περιπτώσεις. Ὁ κάθε ἄρρωστος, κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο, ἔστω κι ἂν τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει οἱ πάντες, «ἔσχεν βοηθὸν Υἱὸν τοῦ θεοῦ τὸν μονογενῆ».


Ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ
Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ποὺ δὲ σταματᾶ ποτέ. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος φέρνει τὸ παράδειγμα τῆς κολυμβήθρας. Μέσα στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας ὄχι ἕνας καὶ δύο, ἀλλ’ ὁλόκληρη ἡ Οἰκουμένη κι ἂν μπεῖ, θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες τῆς ἁμαρτίας. Ὄχι μία φορὰ τὸ χρόνο, ἀλλὰ κάθε μέρα θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἀρρώστιες. Ἡ χάρη τοῦ θεοῦ δὲ δαπανᾶται ποτέ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κοινὸς τρόπος καθάρσεως τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση καὶ μὲ τὴ θεία Εὐχαριστία καθαριζόμαστε ἀπὸ τὰ πολυπληθῆ καὶ πολυειδῆ πάθη μας. Ὀφείλουμε νὰ δώσουμε τὴ διάθεσή μας καὶ τὸν ἑαυτό μας στὸ Χριστὸ ποὺ ψάχνει εὐκαιρίες νὰ μᾶς θεραπεύσει. Στὸν καθένα μας ἀκούγεται ἡ ἐρώτηση τοῦ Σωτῆρος «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,6). Στὸ φιλάργυρο, στὸν ἐγωιστή, στὸν ἐνεργούμενο ἀπὸ τὸ πονηρὸ πάθος τοῦ θυμοῦ ἢ τῆς πορνείας ἢ τῆς μνησικακίας ἀπευθύνεται τὸ ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως ὀφείλουμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε ὁλοκάρδια στὴν πρόσκλησή Του καὶ νὰ μὴν ἐξοικειωθοῦμε μὲ μία χρονίζουσα κατάσταση ἀθλιότητας καὶ ἁμαρτίας. Νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς κρατοῦν παράλυτους πνευματικά. Νὰ ἀφήσουμε τὸ θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἀνεμπόδιστα, γιατί ἡ ἁμαρτωλὴ θέλησή μας παρεμποδίζει τὴ χάρη Του.


Ἀδελφοί μου,

Ἡ σωτηρία μας ἂς εἶναι ἡ πολυχρόνια ἐπιθυμία μας, ὥστε νὰ καταξιώσουμε τὴν ὕπαρξή μας καὶ νὰ βροῦμε τὴν ὄντως ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...