Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2012

Άγιος Νικόλαος Αχρίδος, "Αισιοδοξία σημαίνει ευτυχία..."


Υπάρχει ένας ανάπηρος άνθρωπος γεμάτος αισιοδοξία, τον όποιο έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια. Είναι ένας στρατιώτης πού πληγώθηκε στον πόλεμο. Μια εχθρική σφαίρα διαπέρασε το σώμα του, τον πλήγωσε δίπλα στη μέση του. Με κάλεσε να τον επισκεφθώ. Μπήκαμε μέσα στο μισοσκότεινο δωμάτιο. Σε μία μεγάλη καρέκλα, με πλάτη δίπλα στο παράθυρο, καθόταν ό γνωστός μου. Με κοίταξε και μου είπε:
«Κάθομαι εδώ από το πρωί μέχρι το βράδυ και παρατηρώ τη ζωή από το παράθυρο. Από το πρωί μέχρι το βράδυ και καμιά φορά από το ένα πρωί ως το άλλο πρωί. Ξέρετε πώς εάν ένας άνθρωπος βρεθεί μέσα σ' ένα άδειο πηγάδι και από κει παρατηρήσει μέρα μεσημέρι τον ουρανό, θα δει τα αστέρια του ουρανού; Και εγώ παρατηρώ μέσα από το μισοσκόταδο μου τούς ανθρώπους και μου φαίνονται σαν αστέρια λαμπερά πού φέγγουν, κινούνται κυκλικά και αδιάκοπα. Όσο συμμετείχα στον στρόβιλο της ζωής δεν ήξερα ότι ή ζωή είναι τόσο ωραία και τόσο γλυκεία. Από τότε πού έχασα τα πόδια μου, κέρδισα τα μάτια μου. Ναι βλέπω αυτή τη ζωή από τότε πού κάθισα σ' αυτήν την καρέκλα. Ή ζωή είναι ωραία και γεμάτη αρμονία.

Ή αρρώστια δεν είναι μεγάλο κακό και ό θάνατος επίσης δεν είναι ούτε μεγάλο ούτε μικρό κακό. Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου καθόλου. Δεν στηρίζουν αυτά έμενα αλλά εγώ αυτά. Αλλά υπάρχει κάτι πού στηρίζει έμενα όπως εγώ κρατώ τα παράλυτα πόδια μου. Αν δεν  υπήρχε αυτό, θα ήμουν όλος παράλυτος. Αυτό πού με κρατά είναι ή εσωτερική ψυχική μου αισιοδοξία. Η ψυχή μου για καιρό ήταν παράλυτη. Ή οπτική της ψυχής μου κυρίως ήταν παράλυτη, επειδή δεν μπορούσε να βλέπει την ομορφιά και το νόημα αυτής της ζωής.
Ή ψυχή μου περιφερόταν στο σκοτάδι και της φαινόταν όλος ό κόσμος σκοτεινός. Ή μοναδική της δραστηριότητα ήταν ή υποταγή στο σώμα, ή σκλαβιά στο σώμα. Το σώμα μου έσερνε την ψυχή πίσω του, όπως τραβά ό κυνηγός τον σκύλο του από το λουρί. Ή ψυχή μου χοροπηδούσε, χόρευε στη σκόνη και στη λάσπη, ακολουθώντας το σώμα, υπακούοντας πάντα στην θέληση του σώματος.
Ήμουν υγιής αλλά δεν το αισθανόμουν. Είχα μάτια αλλά δεν έβλεπα. Οι ακτίνες του ηλίου, ενώ με άγγιζαν χαρούμενα, εγώ κατσούφιαζα και δεν τις έβλεπα. Τα αστέρια με έβλεπαν, αλλά εγώ τα απεχθανόμουν και τα φοβόμουν. Ήμουν σαν τυφλοπόντικας, πού κάποιος με έβγαλε έξω στο φώς και στον αέρα και μπερδεμένος τριγύριζα από δώ και από κει. Τρέμοντας έσκαβα τη γη για να ξεφύγω από τον ήλιο και να χωθώ πάλι στο σκοτεινό χώμα της γής.
Δόξα τω Θεώ έγινε αυτός ό πόλεμος! Και δόξα τω Θεώ ό εχθρός με αυτόν τον τρόπο με έκανε παράλυτο! Αυτός ό εχθρός είναι για μένα ό μεγαλύτερος ευεργέτης. Έχασα τα πόδια αλλά κέρδισα την ψυχή. Πόσο μεγάλη είναι ή σοφία του Θεού! Χρησιμοποιεί και τα πιο αυστηρά μέσα για το καλό μας. Εγώ έδωσα μόνο τα πόδια μου για την ψυχή. Που να ξέρετε πόσα περισσότερο αξίζει η ψυχή από τα πόδια!-
Από τότε πού κάθομαι σ' αυτήν την καρέκλα και παρατηρώ τον κόσμο από το παράθυρο, τακτοποίησα τις σκέψεις μου και τα αισθήματα μου. Για πολύ καιρό μέσα στο κεφάλι μου και στην καρδιά μου επικρατούσε χάος. Ό άνθρωπος βρίσκει την αρμονία στην ζωή και στον κόσμο, μόνον όταν την βρει μέσα του. Αυτήν την εσωτερική αρμονία μόλις τώρα την βρήκα. Απομάκρυνα το χάος και τον φόβο από μέσα μου. Παλιά αισθανόμουν φόβο ακόμη και για ένα απλό συνάχι. Σήμερα υπάρχουν δίπλα μου δύο παράλυτα πόδια, πού κάποτε ήταν βασικά μέλη του σώματος μου, και δεν φοβάμαι καθόλου. Μια ανατροπή συνέβη μέσα στην ψυχή. Τώρα πού έγινα πιο άσχημος, ό κόσμος μου φαίνεται πιο όμορφος. Όταν με συμπονά όλος ό κόσμος, τότε αρχίζω να λυπάμαι όλο τον κόσμο».
Έτσι μου μίλησε ό παράλυτος άνθρωπος. Πόσοι από σάς δεν θα έλεγαν: Εγώ στη θέση του θα αυτοκτονούσα. Ό αριθμός των αυτοκτονιών στην εποχή μας αυξάνει ανησυχητικά και για λόγους λιγότερο σοβαρούς από ότι είναι δύο παράλυτα πόδια. Ή αγωγή και ή διαπαιδαγώγηση παίζει σημαντικό ρόλο στο θέμα αυτό. Ό άνθρωπος διαπαιδαγωγείται ή για να γίνει αισιόδοξος ή για να γίνει αυτόχειρας. Ή γενιά μας έχει διαπαιδαγωγηθεί για το δεύτερο. Οι γονείς είναι οι πρώτοι πού προετοιμάζουν τούς αυτόχειρες.
Ή μάνα για παράδειγμα ψιθυρίζει κάθε πρωί στον γιό της: «ό κόσμος αυτός είναι κακός». «Οι άνθρωποι, συνεχίζει ή μάνα, είναι εγωιστές, φθονεροί και ψεύτες». «Απόφευγε τούς ανθρώπους, γιέ μου». «Να κοιτάς μόνο τον εαυτό σου». Μετά τη μάνα ό πατέρας επαναλαμβάνει στο γιό: «Τι κακός καιρός για το χωράφι». «Πόσο άσχημη είναι ή φύση». «Πόσο αηδιαστικά είναι τα ανθρώπινα έργα». «Πόσο βαρετός είναι ό ήλιος». «Πόσο θλιβερή είναι ή ζωή». Ό πατέρας και ή μάνα επαναλαμβάνουν στο γιό τους συχνά τα τρελά λόγια ενός απαισιόδοξου ποιητή: «Αδελφέ μου, στον κόσμο δεν υπάρχει αγάπη».
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη καταδίκη αυτού του κόσμου από αυτήν. Ό κόσμος επιβιώνει λόγω της αγάπης. "Αν πει κανείς πώς στον κόσμο δεν υπάρχει αγάπη, αυτό είναι ή πιο φρικτή και ψευδής καταδίκη του κόσμου. Με την παραπάνω φράση του αποτυχημένου και απαισιόδοξου ποιητή διαπαιδαγωγείται ολόκληρη ή γενιά μας. Θα βρείτε εκατοντάδες νέους και ηλικιωμένους πού δεν ξέρουν το «Πάτερ ημών» και δεν διαβάζουν το Ευαγγέλιο, αλλά δεν θα βρείτε ούτε μερικές δεκάδες ανθρώπων, πού δεν επαναλαμβάνουν καθημερινά: Αδελφέ μου, σ' αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχει αγάπη. Όποιος όμως επαναλαμβάνει αυτά τα λόγια, δεν σκέφτεται πώς υπάρχει σ' αυτόν τον κόσμο το χαμόγελο και ή χαρά. Ακόμη και οι δάσκαλοι και οι καθηγητές συνεχίζουν να υποτιμούν τούς μαθητές κρατώντας τους επίτηδες σε μια μεγάλη απόσταση απ' αυτούς. Με μία λέξη σερνόμαστε και δεν προχωράμε. Μελαγχολικοί, χλωμοί, συντετριμμένοι άνθρωποι περπατούν.
Ή χαρά μας είναι μισή λύπη. Το χαμόγελο μας δεν μοιάζει με το χρυσαφένιο φώς του ηλίου, αλλά με το χλωμό, μελαγχολικό φώς του φεγγαριού. Οι πολλοί είναι συνηθισμένοι στην κλειστή ζωή του δωματίου. Ή διασκέδαση μας φθάνει στα όρια της αμαρτίας. Εξαιτίας της αγωγής και της διαπαιδαγώγησης μας, ολόκληρη ή χώρα μας είναι «παράλυτη». Σ' αυτό οφείλεται ή απαισιοδοξία μας, ή μελαγχολία και ή θλίψη μας, ή έλλειψη χαράς. Το μεγαλύτερο μέρος της μελαγχολίας μας προέρχεται από τις εσωτερικές συνθήκες πού επικρατούν στα σχολεία, στην εκκλησία, στην οικογενειακή και στη δημόσια ζωή. Σπάνιο να βρει κανείς ένα παράλυτο πού να είναι αισιόδοξος.
Πολλοί νομίζουν ότι έτσι απλά κάποιος είναι αισιόδοξος και κάποιος απαισιόδοξος. Δεν είναι όμως έτσι. Αισιοδοξία σημαίνει ευτυχία, ενώ απαισιοδοξία σημαίνει δυστυχία. Μεγαλύτερη ευτυχία για έναν άνθρωπο δεν είναι ή υγεία, ό πλούτος, οι φίλοι και ή δόξα. Ή μεγαλύτερη ευτυχία για έναν άνθρωπο είναι να έχει αισιοδοξία. Ούτε μεγαλύτερη δυστυχία για έναν άνθρωπο είναι ή αρρώστια, ή φτώχεια, ή μοναξιά, ή εγκατάλειψη, ή αδικία, ή οποιαδήποτε δυσκολία και απώλεια. Ή μεγαλύτερη δυστυχία για έναν άνθρωπο είναι να είναι απαισιόδοξος, γιατί ενώ ή αισιοδοξία αποτελεί ύμνο της ζωής, ή απαισιοδοξία αποτελεί ύμνο στον θάνατο.
Οι άνθρωποι δεν μπορούν με τίποτε να συνηθίσουν να παρατηρούν τα πάντα από την οπτική της αιωνιότητας. Όλα όσα παράγει αυτός ό κόσμος, τα παράγει για την αιωνιότητα. Ή αγάπη μας και ή φιλία μας είναι αξεπέραστες στον χρόνο, όπως και ό κόσμος. Τα μάτια μας κάνουν λάθος όταν μας λένε πώς όλα περνάνε, όπως μας εξαπατούν για την κίνηση του ηλίου. Υπάρχει ένα περιβάλλον πνευματικό όπου όλα ζουν και κινούνται. Αυτό το περιβάλλον είναι σταθερό και ακίνητο. Όλα όσα έζησαν στη γη, ζουν και σήμερα σ' αυτό το πνευματικό περιβάλλον. Όλα όσα ζουν σήμερα, θα ζουν αιώνια σ' αυτόν τον πνευματικό τόπο. Ή αγάπη και ή φιλία δεν χάνονται με τον θάνατο, αλλά συνεχίζουν να υπάρχουν σε μια πολύ πιο καθαρή και έξοχη μορφή στον άλλο κόσμο.
Ανάμεσα στον άλλο κόσμο και σ' αυτόν πού ζούμε υπάρχουν σύνορα εξαιτίας της μυωπίας μας, και δεν βλέπουμε την συνέχεια, την προέκταση αυτής της ζωής μετά τον θάνατο. Και δεν μπορούμε να δούμε με πνευματικά μάτια το «τώρα».
Όλοι εμείς υφαίνουμε το υφαντό της ιστορίας, αδέλφια μου. Είμαστε υφαντές της ιστορίας αλλά υπάρχει και ένας μεγαλύτερος από μάς Υφαντής. Όλες οι ήμερες πού συναποτελούν το παρελθόν, από μόνες τους δεν θα σήμαιναν τίποτε, αν δεν αποτελούσαν και αυτές μέρος ενός υφαντού πού είναι ή ζωή μας.
 Ό χρόνος όλων των ανθρώπων στον κόσμο από μόνος του δεν θα ήταν τίποτε, αν δεν είχε σαν στόχο του και περιεχόμενο του την δημιουργία μιας παγκόσμιας σύνθεσης, ενός παγκοσμίου εργόχειρου υφαντού. Κάθε έργο μας μέχρι αυτήν την στιγμή, κάθε λέξη και κάθε συναίσθημα διατηρείται και δεν χάνεται ως μέρος της προσωπικής μας σύνθεσης. Όλος ό ηρωισμός μας και όλη ή φαυλότητα μας στέκονται ακίνητα στην ύφανση του παρελθόντος μας.
Εμείς οι άνθρωποι δεν αποτελούμε θεματοφύλακες της ιστορίας μας, είμαστε μόνο οι υφαντές της. Το παρελθόν διαφυλάσσεται από Εκείνον πού δεν λησμονεί τίποτε. Τα κλειδιά του παρελθόντος κρατά ό Ύψιστος Υφαντής, πού προσεκτικά άγρυπνα πάνω από κάθε νήμα πού πλέκεται στο εργόχειρο Του. Αναλογιστείτε φίλοι μου, ποιά είναι ή συμβολή σας στο τεράστιο αυτό υφαντό του Θεού; Ό λόγος του Θεού είναι λόγος της αισιοδοξίας.
Ή αισιοδοξία αποτελεί το φωτοστέφανο της χριστιανικής φιλοσοφίας και της χριστιανικής ιστορίας. Αισιόδοξος ήταν ό Θεμελιωτής του Χριστιανισμού, ό πιο Αισιόδοξος από όλους τούς αισιόδοξους στον κόσμο. Παρέμενε αισιόδοξος και όταν εγκαταλελειμμένος από όλους προσευχόταν μόνος στον Θεό, εκείνη την μοιραία νύχτα πριν αρχίσει ή τραγωδία. Και τότε πού τον σύρανε από τον Ηρώδη στον Πιλάτο χλευάζοντας τον. Και τότε πού Του έβαλαν αγκάθινο στεφάνι, πού Του έσχιζε το θεϊκό Του κεφάλι, και τότε όταν υπό το βάρος του Σταυρού έβγαινε έξω από τα Ιεροσόλυμα, πού Τον αποχαιρετούσαν με γέλια, με κατάρες και με τον ήχο των αδύναμων δακρύων των γυναικών. Και τέλος όταν το ποτήρι της πίκρας ξεχείλισε και εισήλθε στην ιστορία ή λέξη Γολγοθάς, πάλι παρέμεινε αισιόδοξος.
Αισιόδοξοι ήταν και οι Χριστιανοί μάρτυρες. Αφού οι μάρτυρες και οι μεγαλομάρτυρες ήταν αισιόδοξοι, πώς εμείς να είμαστε απαισιόδοξοι; Αισιόδοξοι ήσαν όσοι στις ρωμαϊκές αγορές πάλεψαν με άγρια θηρία, για να διασκεδάσει ό Καίσαρας. Αισιόδοξοι ήσαν όσοι καίγονταν στην πίσσα στις πλατείες για την ψυχαγωγία του Καίσαρα και των γυναικών του. Αισιόδοξοι ήσαν όσοι γύριζαν δεμένοι στον τροχό και όσοι θάφτηκαν ζωντανοί στην γη. Αισιόδοξοι ήσαν εκείνοι πού δεν γνώρισαν την ισότητα ούτε την ελευθερία του τύπου.
Πώς λοιπόν εμείς να γινόμαστε απαισιόδοξοι; Γιατί να γινόμαστε απαισιόδοξοι; Οι μάρτυρες του Χριστιανισμού όταν καίγονταν στη φωτιά φώναζαν: Εμείς και πάλι πιστεύουμε. Αυτοί και όταν τούς έσχιζαν τα θηρία ψιθύριζαν: Εμείς πάλι ελπίζουμε. Πάνω στον σταυρό, κλαίγοντας με λυγμούς έλεγαν: Εμείς και τώρα σάς αγαπάμε. Εμείς αγαπούμε την μαρτυρική ζωή μας και προσδοκούμε μια καλύτερη ζωή. Πιστεύουμε στον Ένα και Παντοδύναμο Θεό πού κυβερνά τον ήλιο και μετρά όλους τούς πόνους μας και όλες τις αδικίες των βασανιστών μας.
Αυτούς τούς ανθρώπους πού τούς κλώτσησαν σαν άχρηστες πέτρες, τούς πήρε ό Θεός, ό Κτίστης των πάντων, να αποτελέσουν το θεμέλιο της εκκλησίας Του. Ή εκκλησία Του αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα αισιοδοξίας πού κτίστηκε στη γη. Ή αισιοδοξία του Χριστιανισμού δεν αποτελεί μία απλή πνευματική θεωρία, γιατί είναι δοκιμασμένη και τεκμηριωμένη.
«Δεν θα μπορούσα να αποκαλέσω τον εαυτό μου Χριστιανό, εάν δεν ήμουν αισιόδοξος. Και αν αποκαλούσα τον εαυτό μου Χριστιανό και δεν ήμουν αισιόδοξος, δεν θα ήμουν ειλικρινής Χριστιανός. Και όλοι εσείς ματαίως αποκαλείσθε Χριστιανοί, εάν δεν είσθε αισιόδοξοι. Ό Χριστιανισμός αποτελεί το μέγιστο κάστρο αισιοδοξίας. Ό Χριστιανισμός θεμελιώνεται στην πίστη, την ελπίδα και την αγάπη. Γιατί αυτά τα τρία μόνο σώζουν: ή πίστη, ή ελπίδα και ή αγάπη.
Ή πίστη, ή ελπίδα και ή αγάπη συναποτελούν την αισιοδοξία. Μόνον ή αισιοδοξία μάς σώζει. "Αν δεν έ-χουμε αισιοδοξία, δεν έχουμε πίστη. Χωρίς πίστη είμαστε σαν τα ζώα πού σήμερα το πρωί σφαγιάστηκαν στο σφαγείο. Χωρίς την αισιοδοξία, όλοι μας είμαστε ανάπηροι. Μεγαλύτερη αναπηρία έχει ό άνθρωπος χωρίς αισιοδοξία παρά ό άνθρωπος χωρίς πόδια. Ό Θεός εν σοφία τα πάντα έκτισε. Στο πρόσωπο του αισιόδοξου καθημερινά πέφτουν οι ακτίνες του ηλίου, του ζεσταίνουν και του φωτίζουν την ψυχή, ενώ το πρόσωπο του απαισιόδοξου μένει χωρίς τον ήλιο, με αποτέλεσμα ή ψυχή του να είναι κρύα και σκοτεινή. Ό πρώτος καθημερινά βλέπει τα λουλούδια, ενώ ό δεύτερος τον σκουπιδότοπο. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά δημιουργία χωρίς αισιοδοξία.
Αδελφοί μου, ας είμαστε αισιόδοξοι. "Ας ατενίσουμε τον κόσμο μας την ημέρα, ας δούμε ψηλά στον ουρανό την νύχτα και ας έχουμε πίστη στον Θεό.


«Οὐδέποτε ἐζήτησα συγγνώμην ἐπί τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας ἀπό τόν σεβ. Μεσσηνίας» Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ


Ἀναβάσεις

«Οὐδέποτε ἐζήτησα συγγνώμην ἐπί τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας ἀπό τόν σεβ. Μεσσηνίας»
Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ

Μὲ ἐπιστολήν-παρέμβασιν εἰς τόν«Ο.Τ.» ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων κ. Σεραφείμ ἀπαντᾶ εἰς τήν ἐπιστολήν, τήν ὁποίαν εἶχεν ἀποστείλει εἰς τόν «Ο.Τ.» ὁ Σεβ. Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος καί εἰς τήν ὁποίαν ἔδιδεν ἀπαντήσεις εἰς τόν «Ο.Τ.» ὑποστηρίζων ὅτι οὐδέποτε διετύπωσεν ἀντορθοδόξους θέσεις,ἐνῶ διετύπωνε τήν ἄποψιν-θέσιν ὅτι ὁ Σεβ. Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων, ὁ ὁποῖος τόν εἶχεν ἐλέγξει διά δηλώσεις του, συμφώνως πρός τάς ὁποίας ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι διηρημένη μετά τῆς Παπικῆς «Ἐκκλησίας», τοῦ εἶχε ζητήσει συγγνώμην.

Ὁ Σεβ.Μητροπολίτης Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων κ. Σεραφείμ, ἀφοῦ παραθέτει τάς σχετικάς δηλώσεις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου διά τήν ὑπόθεσιν (ὕστερα ἀπό διευκρινίσεις τοῦ Σεβ.Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου εἰς τήν Ἱ. Σύνοδον διά τά περί διηρημένης Ἐκκλησίας) δηλώνει ὅτι οὐδέποτε ἐζήτησε συγγνώμην ἀπό τόν Σεβ.Μητροπολίτην Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον.Ὑπογραμμίζει δέ πώς παραμένει ἀσάλευτος εἰς τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησιολογικάς θέσεις.
Ἡ ἐπιστολή

Τό πλῆρες κείμενον τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Σεβ.Μητροπολίτου Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων κ.Σεραφείμ πρός τόν «Ο.Τ.» ἔχει ὡς ἀκολούθως:«Πρός Τήν Διεύθυνσιν τῆς Ἐφημερίδος“ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ”, Ἀθήνας

Κύριε Διευθυντά,Εἰς τό ὑπʼ ἀριθ. 1943/28-9-2012 φύλλον τῆς ἐφημερίδος σας, σελ. 4, εἰς τήν ὁποίαν δημοσιεύεται ἡ ἀπό 12/9/2012 ἐπιστολή τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ.Χρυσοστόμου πρός τόν Ο.Τ. ὑπό τόν τίτλον˙ “Δέν εἶμαι ἐκφραστής ἀντορθοδόξων ἐκκλησιαστικῶν θέσεων”, ὁ Σεβασμιώτατος ὑπερασπιζόμενος ἑαυτόν καί ἀντικρούων τήν κατηγορίαν ὅτι τυγχάνει ἐκφραστής ἀντορθοδόξων ἐκκλησιολογικῶν θέσεων “περί τοῦ Σχίσματος” καί τῆς “διηρημένης Ἐκκλησίας μετά τῶν Παπικῶν” ἐπικαλεῖται :
α) τήν Συνοδικήν ἀπόφασιν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, τῆς 11ης Ὀκτωβρίου 2010
β)τήν αἴτησιν συγγνώμης ἀπό μέρους μου (τοῦ Σεβ. Κυθήρων) κατά τήν ἰδίαν Συνεδρίαν καί
γ) τήν διακήρυξιν (τῆς Ἱερᾶς Συνόδου διά τοῦ Δελτίου Τύπου) ὅτι “οὐδεμία ἐκκλησιολογική παρεκτροπή ὑφίσταται στόν Σεβ. Μητροπολίτην Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον”.

Ἐπειδή, ὡς πρός τό δεύτερον παρατιθέμενον στοιχεῖον, τό ὁποῖον ἐπικαλεῖται ὁ Σεβ. Μεσσηνίας καί ἀφορᾶ εἰς τό πρόσωπόν μου,δηλ. εἰς “τήν αἴτησιν συγγνώμης ἀπό μέρους τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κυθήρων κ. Σεραφείμ κατά τήν ἰδίαν Συνεδρίαν” καί κατωτέρω“τήν ἔκφρασιν συγγνώμης τοῦ Σεβ.Μητροπολίτου Κυθήρων κ. Σεραφείμ, συμφώνως πρός τήν δημοσιευθεῖσαν ἐπιστολήν του”, ἐγείρονται ἐρωτήματα, ἐρωτῶ τόν Σεβ.Ἀδελφόν, διά νά ἔχουν σαφῆ γνῶσιν τοῦ θέματος οἱ ἀναγνῶσται τῆς ἐφημερίδος, ὡρισμένοι ἐκ τῶν ὁποί ων, ἀνήκοντες εἰς τόν ἐπιστημονικόν κόσμον, ἐξέφρασαν τήν περί τούτου ἀπορίαν των εἰς ἐμέ: “εἰς ποίαν ἐπιστολήν παραπέμπει, τί ἀκριβῶς γράφεται εἰς αὐτήν καί διά ποῖον λόγον ἐζήτησα συγγνώμην;”.

Ἐάν ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφέρεται εἰς τήν ὑπʼ ἀριθ. 1049/10-11-2010 ἐπιστολήν μου πρός τόν Μακ.Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου, ἐκεῖ πράγματι ἐζήτησα συγγνώμην παρʼ αὐτοῦ διά τόν λόγον,τόν ὁποῖον ἀναφέρω εἰς αὐτήν,ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Σεβ. Μεσσηνίας ἔδωκε ἐξηγήσεις καί ἀνεθεώρησε ἐνώπιον τοῦ Μακ. Προέδρου καί τῆς Συνοδικῆς Ἀντιπροσωπείας τήν ἐσφαλμένην ἐκκλησιολογικήν τοποθέτησιν περί μή ὑπάρξεως, μετά τό σχίσμα, τῆς Μιᾶς καί Ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας,ἀλλʼ οὔσης διῃρημένης.

Ἰδού τό σχετικόν ἀπόσπασμα τῆς ἐν θέματι ἐπιστολῆς μου πρός τόν Μακαριώτατον Πρόεδρον:
“...Ὁ Σεβ. Μεσσηνίας ἀπαντῶν εἰς ἐρωτήσεις Συνοδικῶν Μητροπολιτῶν προσεπεβεβαίωσε τήν πίστιν του εἰς τήν Μίαν Ἁγίαν Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν,ἀπέρριψε τήν προτεσταντικῆς προελεύσεως ῾θεωρίαν τῶν κλάδων᾽ ὡς κατασκεύασμα παρῳχημένων ἐποχῶν καί ἐδήλωσε ὅτι τά περί διῃρημένης Ἐκκλησίας γραφέντα ὀφείλονται εἰς ἀτυχῆ φραστικήν διατύπωσιν καί ἀφεώρων εἰς τήν ἱστορικήν, μᾶλλον, θεώρησιν τοῦ σχίσματος τοῦ 1054 καί ὄχι εἰς τήν ἐκκλησιολογικήν, τήν ἀληθῆ ὑπόστασιν τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας. 

Μετά ταῦτα Ὑμεῖς, ὁ Μακαριώτατος Πρόεδρος, συνοψίζοντες τά προηγούμενα ἐπεσημάνατε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία,Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἐκ τῆς ὁποίας ἀπεσχίσθησαν οἱ ἑτερόδοξοι, χωρίς ὅμως νά διαιρεθῇ ἡ Μία Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, διά τό ὁποῖον δέν διεφώνησεν ὁ Σεβ. Μεσσηνίας. 

Ἰδιαιτέραν αἴσθησιν προεκάλεσε εἰς τόν ὑπογράφοντα ἡ ἐπίμονος θέσις τοῦ Σεβασμιωτάτου ὅτι δέν θά δυνηθῇ νά ἐπιστρέψῃ εἰς τήν Θεόσωστον Ἐπαρχίαν του,ἐάν δέν ἀποκατασταθῇ πλήρως ὑπό τῆς ΔΙΣ ὡς πρός τό Ὀρθόδοξον περί Ἐκκλησίας φρόνημά του. 

(Αὐτό καί εἰς τήν ἀπό 17/6/2010ἀπαντητικήν ἐπιστολήν του ἐμφαίνεται καί εἰς τακτικήν Συνεδρίασιν τῆς παρελθούσης ΙΣΙ ἐτονίσθη, εἰς ἥν καί ἀπεποιήθη τήν κατηγορίαν τοῦ αἱρετικοῦ, τήν ὁποίαν, ὅμως, ὁ ὑποφαινόμενος οὐδέποτε ἀπέδωσε ὑπό τήν κανονικήν τοῦ ὅρου ἔννοιαν, ὡς ἐδήλωσεν εἰς τήν Συνεδρίαν ἐκείνην τῆς Ἱεραρχίας).
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν, ἀφοῦ εἰσήλθομεν εἰς τήν Αἴθουσαν τῶν Συνεδριάσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ἀνεκοινώθησαν συνοπτικῶς τά γενόμενα, ἐξερχόμενος τῆς Αἰθούσης καί συναντήσας εἰς τό ἰδιαίτερον Γραφεῖον τοῦ Μακαριωτάτου τόν Σεβ. Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον ἔδωκα ὡς ἀρχαιότερος κατά τήν Ἀρχιερωσύνην καί τήν ἡλικίαν τόν λειτουργικόν ἀσπασμόν λέγων:῾ὁ Χριστός ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν᾽, τόν ὁποῖον καί ἀνταπέδωκε ὁ Σεβασμιώτατος εἰπών: ῾Καί ἔστι καί ἔ σται εἰς αἰῶνα αἰῶνος᾽.

Προηγουμένως ἐζήτησα συγγνώμην, συμφώνως πρός τήν λειτουργικήν πρᾶξιν, ἐάν ἐν τῇ διεξαγωγῇ αὐτοῦ τοῦ θεολο-γικοῦ ἀγῶνος ὡς ἄνθρωπος τόν ἐλύπησα, τοῦθʼ ὅπερ καί ἐκεῖνος ἔπραξε”.

[Ὁλόκληρος ἡ ὡς ἄνω ἐπιστολή μου πρός τόν Μακ. Πρόεδρον καί αἱ ἐπακολουθήσασαι ταύτης “ὀφειλόμεναι ἐξηγήσεις” ὑπάρχουν εἰς τήν ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυθήρων (http://www.imkythiron. gr/o-mitropolitis/ekklisiologika/ eggr.seb.mitr/ti-mas-10-11-2010-pros-mak.-arx/po-gia-toekklisiologiko-thema.html) καὶ ἐδώ καί ἐδημοσιεύθησαν πρό διετίας εἰς τόν“Ὀρθόδοξον Τύπον”].

Κατά τά ὡς ἄνω ἐζήτησα τήν συγγνώμην τοῦ Σεβασμιωτάτου ὄχι διά θέματα ἀφορῶντα εἰς τήν οὐσίαν τοῦ πράγματος, δηλ. εἰς τήν δογματικήν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας περί τῆς Μιᾶς καί ἀδιαιρέτου Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, διότι ἡ τοιαύτη ἐκκλησιολογική θέσις παραμένει ἀπαρασάλευτος καί ἀδιαπραγμάτευτος διά πάντα συνειδητόν πιστόν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Κληρικόν καί λαϊκόν, καί ἀσφαλῶς καί διά τόν ὑποσημειούμενον, ἀλλά διά τό “ἐάν ἐν τῇ διεξαγωγῇ αὐτοῦ τοῦ θεολογικοῦ ἀγῶνος ὡς ἄνθρωπος τόν ἐλύπησα”, πρᾶγμα τό ὁποῖον καί ἐκεῖνος εἰς τήν συνέχειαν ἔπραξε.Αὐτό, ὅμως, ἐπειδή δέν ἔχει σχέσιν μέ τήν οὐσίαν τῆς γενομένης ἐκκλησιολογικῆς διαμάχης, δέν ὠφελεῖ εἰς τίποτε νά τό χρησιμοποιεῖ ὁ Σεβασμιώτατος Μεσσηνίας.

Εἰλικρινῶς φρονῶ ὅτι θά τόν συνέφερε νά ἐπικαλεῖται τήν ἐν θέματι ἐπιστολήν μου διά τάς κατά τά ὡς ἄνω δοθείσας ἐξηγήσεις του ἐνώπιον τῆς Συνοδικῆς Ἀντιπροσωπείας, αἱ ὁποῖαι καί τόν ἀπαλλάσσουν τῆς εἰρημένης ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς, ἐκτός καί ἄν θεωρῇ ὅτι ὁ ὑπογράφων δέν ἀπέδωκε ὀρθῶς τά γενόμενα.
Αὐτό ὅμως, ἐάν τυχόν συμβαίνῃ, θά πρέπει εὐθέως καί ἀπεριστρόφως νά τό δηλώσῃ καί νά προβῇ ἐκεῖνος εἰς τάς δηλώσεις, αἱ ὁποῖαι τόν ἐκφράζουν.
Ἄλλου εἴδους συγγνώμην δέν ἐζήτησα, οὔτε πρόκειται ποτέ νά ζητήσω,διότι χάριτι Θεοῦ παραμένω ἀσάλευτος εἰς τάς ὀρθοδόξους ἐκκλησιολογικάς θέσεις. Ἐάν, παρʼ ἐλπίδα, τοιοῦτόν τι ἔχει κάπου καταγραφῇ εἰς βάρος μου εἶναι μέγα λάθος, δέν ἀνταποκρίνεται εἰς τήν ἀλήθειαν καί ἐκφράζω διʼ ἕν τοιοῦτο ἐνδεχόμενον τήν ἔντονον διαμαρτυρίαν μου.
Ταῦτα, παρακαλῶ θερμῶς νά δημοσιεύσετε εἰς τόν “Ὀρθόδοξον Τύπον”, κύριε Διευθυντά, πρός ἄρσιν πάσης παρεξηγήσεως καί τήν ἀποφυγήν τοῦ σκανδαλισμοῦ ἀναγνωστῶν τινων τῆς ἐφημερίδος σας ἐκ τῆς ὑποτιθεμένης ἀλλαγῆς πορείας πλεύσεως τοῦ ὑπογράφοντος.
Εἶναι ἀδήριτος ἀνάγκη εἰς χαλεπούς διά τήν Ἁγίαν μας Ἐκκλησίαν καιρούς, κατά τούς ὁποίους τό φοβερόν καί ἀπαίσιον τέρας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀνορθοῦται ὡς ἄλλη πολυκέφαλος λερναία ὕδρα καί ἐπαπειλεῖ νά καταλύσῃ πάντα δογματικόν καί ἐκκλησιολογικόν φραγμόν, τά ἱερά δόγματα καί τούς θείους κανόνας τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἱεράν παράδοσιν καί παρακαταθήκην τῆς ἀμωμήτου Ὀρθοδόξου πίστεώς μας, (ἀφοῦ ἐνίοτε ἐπισήμως προσφέρονται ὡς δῶρα εἰς ἀλλοπίστους ὑπό ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας μας “ἱερά” βιβλία ἀλλοθρήσκων,ἐναντιούμενα εἰς τά θεῖα μηνύματα τοῦ Ἁγίου καί Ἱεροῦ Εὐαγγελίου καί τήν Θεότητα τοῦ Θείου Ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ), νά δίδεται ὑφʼ ὅλων τῶν Ὀρ θοδόξων ἡ καλή χριστιανική μαρτυρία πίστεως εἰς δόξαν τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ,τοῦ τῶν πάντων Ποιητοῦ καί Δεσπότου.

Μετʼ ἐξαιρέτου τιμῆς
Ὁ Μητροπολίτης
†Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ»

Αγία Αναστασία η Ρωμαία.(29 Οκτωβρίου)



29ΟΚΤ

Ὀνυχας, οδόντας τε και μαστούς, χείρας τε και πόδας, εκκοπείσα ανηλεώς, όνυξιν εξέσθης, πυρί καταφλεχθείσα, Αναστασία μάρτυς οσιοπάρθενε
(από την παράκληση) 
Σήμερα είναι η γιορτή της αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας. Θα θέλαμε να γράψουμε δυό λόγια για την σχετικά άγνωστή αυτή Aγία της εκκλησίας μας, και είμαι σίγουρος, ότι θα μπεί και στην δικιά σας καρδιά, όταν μάθετε τι ζήτησε από Τον Κύριο, τελειώνοντας την ζωή της.
Ότι διαβάσετε, είναι παρμένα από το συναξάρι της Αγίας που εκδίδει η Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου Αγίου Ορους, το οποίο ήδη μετράει πέντε εκδόσεις, από το1992.
Πρίν μπούμε στον βίο της, σας μεταφέρω μερικά λόγια του ηγουμένου π. Γεωργίου (Καψάνη) ο οποίος προλογίζει το συναξάρι.
“.. η Αγία Αναστασία κατά την μοναχική της ζωή και κατά την διάρκεια του φρικτού μαρτυρίου της μαρτυρίου της παρεκλήθη, δηλαδή παρηγορήθηκε και ενδυναμώθηκε, από τον « Πατέρα των οικτιρμών και Θεόν πάσης παρακλήσεως» Με αυτήν την θεία παράκληση παρηγορεί σήμερα τις πονεμένες ψυχές, είτε με τις θεραπείες της που ενεργεί είτε με την πνευματική ενίσχυση που προσφέρει..»
Ο Βίος τηςΗ Αγία γεννήθηκε στην Ρώμη, και σε ηλικία είκοσι ετών εγκατέλειψε τον κόσμο για να ντυθεί το μοναχικό ράσο, κάνοντας υπακοή στην γερόντισσα Σοφία. Η νεαρή μοναχή αντιμετώπισε επιτυχώς τις πανουργίες του Διαβόλου ό οποίος της κήρυξε μεγάλο σαρκικό πόλεμο. Το επόμενο όμως στάδιο των δοκιμασιών της, ήταν τα απάνθρωπα βασανιστήρια στα οποία υποβάλλονταν οι χριστιανοί επί εποχής Διοκλητιανού.
Η Αγία λοιπόν κατηγορήθηκε ως Χριστιανή, και κατά την πάγια τακτική της εποχής, της ζητήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, να δεχθεί στην ουσία, ως θεούς τα δαιμόνια. Πιστεύω ότι θα της ζητήθηκε να θυσιάσει και στον αυτοκράτορα, στον οποίο θυσίαζαν ως Θεό όλοι οι λαοί της αυτοκρατορίας.
Η Αγία αρνήθηκε, έχοντας την ευλογία της γερόντισσας της, από την οποία ζήτησε να προσεύχεται για να μπορέσει ν΄αντέξει τις δοκιμασίες.
Αρχικά την παρουσίασαν σ΄ έναν αξιωματούχο ονόματι Πρόβο.
Ο Πρόβος προσπάθησε να την πείσει να θυσιάσει πότε τάζοντας την δόξα και μεγαλεία, πότε απειλώντας την. Η αγία ήταν ανένδοτη λέγοντας:- Εγώ ξύλινους και πέτρινους θεούς δεν θα προσκυνήσω ποτέ.» 
Το μαρτύριο τηςΤότε άρχισαν τα – ομολογουμένως φριχτά- μαρτύρια της.
Αρχικά την γύμνωσαν τελείως και την περιέφεραν ανάμεσα σε άνδρες.. Την έκαιγαν, και αφού της διέλυσαν τα μέλη με το φοβερό βασανιστήριο του τροχού,(υπάρχουν στο διαδίκτυο περιγραφές για το απάνθρωπο αυτό βασανιστήριο), της απέκοψαν τους μαστούς. Η Αγία όμως δεν εγκατέλειπε τον αγώνα. Τα βασανιστήρια συνεχίστηκαν, ξερριζώνοντας της τα δόντια και τα νύχια. Τι άλλο έμενε πια να κάνουν οι ειδωλολάτρες , στο βασανισμένο κορμί αυτής της νέας κοπέλλας; Θα της ξερίζωναν την γλώσσα!. Η Αγία πάλι δεν δείλιασε, και
ζήτησε να προσευχηθεί και να δοξάσει Τον Κύριο με το όργανο της γλώσσας.
 
Αφού ευχαρίστησε Τον Κύριο, ξέρετε τι ζήτησε; Γράφει το συναξάρι:
…Τον παρακάλεσε (τον Κύριο) να την αξιώση να τελεἰώση καλώς το μαρτύριο, και όσοι άρρωστοι την επικαλεσθούν σε βοήθεια, να τους θεραπεύη ως ιατρός κάθε αρρώστειας. Την ώρα που η Αγία είπε την προσευχή, ακούσθηκε φωνή από τον ουρανό που μαρτυρούσε την πραγματοποίηση των αιτημάτων, δηλαδή να γίνη το θέλημα της όπως το ζήτησε»
Αγαπητέ επισκέπτη, αυτή η μοναδικότητα του αιτήματος της Αγίας προς Τον Κύριο, μόνο στους αγίους την συναντάμε ως έκφραση αγάπης προς τον κόσμο, (θυμίζω τον γέροντα Παίσιο που μεσίτευε στον Κύριο για τις αρρώστειες του κόσμου και όχι για τον δικό του καρκίνο, γιατί ντρεπότανε ) κάνει την αδελφότητα της μονής του Γρηγορίου, όπου βρίσκεται τεμάχιο των λειψάνων της, να την θεωρεί ”προστάτιδα και ιατρό”
Την Αγία λυπήθηκε ένας παρευρισκόμενος στο μαρτύριο της – Κύριλλος λεγόμενος -και θέλησε να την δροσίσει με λίγο νερό. Αμέσως ο Πρόβος έκοψε τα κεφάλια και τον δύο. Το τίμιο λείψανο της Αγίας αποδόθηκε στην πνευματική της μητέρα Σοφία, και τάφηκε στην Ρώμη.
Το συναξάρι της, που μπορείτε να το αναζητήσετε σε κάθε χριστιανικό βιβλιοπωλείο είναι γεμάτο από θαύματα της Αγίας, και σας συστήνω να το προμηθευτείτε. Κοστίζει λιγότερο από πέντε ευρώ.
Τεμάχιο του ιερού λειψάνου της βρίσκεται στο ¨Αγιο Ορός στην Οσίου Γρηγορίου όπως προαναφέραμε, και ένα μικρό τεμάχιο στο παρεκλήσι της Αγίας, που βρίσκεται στον Άγιο Γεώργιο Νέας Ευκαρπίας Θεσσαλονίκης, όπου κάθε εβδομάδα ψαλλεται η παράκληση της.
Ένας ναός της υπάρχει στην Ρόδο και είναι κοιμητηριακός, ενώ όπως μάθαμε προς τιμήν της Αγίας, χτίσθηκε ένα μεγάλο εξωκλήσσι στην περιοχή της Κομοτινής από έναν πιστό ο οποίος έτυχε των πρεσβειών της σε θέματα υγείας.
Γνωρίζω δε περίπτωση κατα την οποία, «καθαρή» διάγνωση νοσοκομείου ( με την χρήση ιατρικών μηχανημάτων ) για πάθηση καρδιάς, έκανε καρδιολόγο να πετάξει απ΄ το γραφείο του προηγούμενη διάγνωση από το ίδιο νοσοκομείο, και το ίδιο μηχάνημα, διάγνωση η οποία παρουσίαζε προβλήματα για τον ενδιαφερόμενο. Πώς έγινε αυτό; Ο ασθενής επισκέφθηκε την μονή Γρηγορίου στο Άγιο Όρος, και προσκύνησε προσευχητικά το τίμιο λείψανο της Αγίας. Και αυτή, μέ την Χάρη Του Κυρίου έκανε το θαύμα της
Η Άγία Αναστασία περιμένει τις αιτήσεις μας, όποιος την έχει ανάγκη, ας μήν διστάσει, ας προστρέξει στήν Χάρη της. Η Αγία περιμένει……
Απολυτίκιο.
Το απολυτίκιο της που ψάλλεται κατά το, «την ωραιότητα..»
Την Οσιόαθλον και καλλιπάρθενον, Ρώμης το βλάστημα και μέγα καύχημα, της αναστάσεως Χριστού, αξίως την επόμενον, δεύτε ευφημήσωμεν, Αναστασίαν την πάνσεμνον, βρύει γαρ ιάσεων, ακεσώδυνα φάρμακα, τοις των λειψάνων αυτής την θήκην, προσπτυσσομένοις μετά πίστεως.
Από την παράκληση:
“Ιάσεων χάριν παντοδαπών, και δύναμιν πάσαν, διασώζειν εκ συμφορών, λαβούσα Σεμνή παρά Κυρίου…”
«Όγκοι φοβεροί, λευχαιμία, νεφροπάθεια, αιμορραγίαι, αρθρίτις, καιπληγαί, τη ση φρον΄τιδι και αγάπη θεραπεύονται»
«Πάντες οι εν νόσοις χαλεποίς, και ταις τρικυμίαις του βίου, εκταρασσόμενοι νύν, δεύτε δή προσδράμωμεν και προσκυνήσωμεν, την εικόνα την πάντιμον, της Αναστασίας, ταύτην ικετεύοντες , εν κατανύξει πολλή, σπεύσον, εξεγέρθητι όπως, πάντας εκ παθών αναστήσης, Μάρτυς Αναστάσεως φερώνυμε”
Ανάρτηση για την Αγία, έκανε και το ιστολόγιο ΦΛΟΓΑ
Δείτε επίσης ομιλία του π. Καψάνη για την Αγία.
ΠΗΓΗ.Cummulus στον ουρανό της Μακεδονίας

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος "θεολογεί"

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΙΑΣ ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ (1892-1903) Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΔΑΜΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Ε Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ




(Ε’)

Κεκοπιακώς ἀπό τό βαρύ φορτίο τῆς ζωῆς καί τήν ἐπί νύκτα καί ἡμέρα ἐξαντλητική ἐργασία καί φροντίδα γιά τό ποίμνιό του, ἔμπλεως ἀγάπης θυσιαστικῆς πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο, ὁ πολύς καί δραστήριος Ἱεράρχης τῶν Πατρῶν Ἱερόθεος παρέδωσε τό πνεῦμα του πρός τόν Κύριό μας. Ἄς παρακολουθήσωμε ὅμως τά σχετικά.
Τό καλοκαίρι τοῦ 1902, ὁ Ποιμενάρχης τῶν Πατρῶν, παρά τό ἐπισφαλές τῆς ὑγείας του, περιοδεύει στήν ὀρεινή περιοχή τῆς Ἐπαρχίας του. Ἐκεῖ παθαίνει τό πρῶτο ἐγκεφαλικό, ἀλλά σύντομα εὑρίσκει τούς κανονικούς ρυθμούς, καί μετέχει κανονικά στίς ἐργασίες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τῆς περιόδου 1902-1903. Μητροπολίτης Ἀθηνῶν ἦτο ὁ Θεόκλητος Μηνόπουλος, ἀφοῦ λόγῳ τῶν γεγονότων τῶν «Εὐαγγελικῶν» εἶχε παραιτηθῆ ὁ Προκόπιος Οἰκονομίδης. Ὁ Θεόκλητος παρεκάλεσε τόν Ἱερόθεο νά παραμείνῃ κοντά του, προκειμένου νά τόν βοηθήσῃ στό πολυεύθυνο ἔργο του. Ὁ φιλότιμος Ἱεράρχης τῶν Πατρῶν ἔμεινε λοιπόν γιά ἕνα διάστημα κοντά στόν νέο Μητροπολίτη Ἀθηνῶν, προσφέροντας τήν πολύτιμη βοήθειά του μέ τίς γνώσεις καί τήν ἐμπειρία του.
Ὅμως, τόν Μάρτιο τοῦ 1903 ὁ Ἱερόθεος λυγίζει . Στίς 5 καί 6 τοῦ μηνός ἡ ὑγεία του ἐπιδεινώνεται, ἀφοῦ παθαίνει δύο ἀκόμα ἐγκεφαλικά, μέ ἀποτέλεσμα στίς 7 Μαρτίου καί στίς 6:00 τό πρωί νά παραδώσῃ τό πνεῦμα του στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖο τόσον ἠγάπησε ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων, καί μέ αὐταπάρνηση ὑπηρέτησε μέχρι τῆς τελευταίας του πνοῆς.
Ἡ εἴδηση τῆς κοιμήσεως τοῦ Ἱεροθέου ἔπεσεν ὡς κεραυνός στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἰδιαιτέρως ὅμως στήν Πάτρα, ἡ ὁποία τόσο τόν ἠγάπησε καί μετά κλαυθμῶν τόν ἐθρήνησε, ἀφοῦ ἔχασε τόν θησαυρό καί τόν πατέρα, τόν θερμουργό κήρυκα καί διδάσκαλο τῶν θείων ἀληθειῶν, τόν προασπιστή τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας μας Δογμάτων, τόν γενναῖο μαχητή ἐναντίον τῶν  αἱρέσεων καί τῆς μασσονίας.
Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία ἐτελέσθη τήν 8η Μαρτίου 1903 στόν Μητροπολιτικό Ναό Ἀθηνῶν, χοροστατοῦντος τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηνῶν Θεοκλήτου Μηνοπούλου, συγχοροστα-τούντων τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων καί τοῦ Μητροπολίτου Πενταπόλεως Ἁγίου Νεκταρίου, ὁ ὁποῖος συνεδέετο μέ στενή φιλία μέ τόν ἀοίδιμο Ἱερόθεο. Πλῆθος ἀμέτρητο πιστοῦ Λαοῦ κατέκλεισε τόν Μητροπολιτικό Ναό τῶν Ἀθηνῶν γιά να συμμετάσχῃ στήν ἐξόδιο Ἀκολουθία τοῦ λαμπροῦ Ἱεράρχου, νά τόν τιμήσῃ, νά τόν ἀποχαιρετίσῃ, νά τόν εὐχαριστήσῃ γιά τούς ὑπέρ τῆς εὐσεβείας ἱερούς ἀγῶνας του.
Τόν κοιμηθέντα προσεφώνησε ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Θεόκλητος, εἰπών τά ἑξῆς:
«Σεβασμιώτατε ἀδελφέ,
Μετά βαθέος ψυχικοῦ ἄλγους ἔρχομαι νά Σέ προσφωνήσω ἐνταῦθα κατακείμενον ἐν ὀνόματι τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἧς μέλος ἀπετέλεις, καί νά ἐκφράσω τήν ἄφατον θλίψιν της ἐπί τῷ προώρῳ θανάτῳ Σου. Ἐν τῷ προσώπῳ τῆς Σεβασμιότητός Σου ἡ Ἐκκλησία ἀπώλεσεν ἱεράρχην διαπρεπῆ καί αὐστηρότατον τηρητήν τῶν ἱερῶν Κανόνων καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως· ἱεράρχην μεριμνήσαντα καί μοχθήσαντα ὑπέρ τῆς μορφώσεως τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί ἀγωνισθέντα μετ’ ἐνθέρμου ζήλου ὑπέρ τῶν δικαιωμάτων αὐτοῦ· ἱεράρχην, οὗ αἱ πολλαί καί ποικίλαι ἀρεταί περί τε τήν διδασκαλίαν, τήν διοίκησιν καί τόν βίον ἀνύψωσαν τό θρησκευτικόν φρόνημα παρά τῷ ποιμνίῳ αὐτοῦ καί ἐπαγίωσαν τήν πίστιν καί τήν εὐσέβειαν· ἱεράρχην ἀφοσιωθέντα ἐκ νεαρᾶς ἡλικίας εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί ἐκπληρώσαντα πιστῶς καί ἐπακριβῶς τά πρός αὐτήν μεγάλα καί ἱερώτατα αὐτοῦ καθήκοντα· ἱεράρχην τόν δρόμον αὐτοῦ τελέσαντα, σεμνῶς καί ἀμέμπτως τήν διακονίαν αὐτοῦ πληρώσαντα, καί δι’ ὧν ἐλάλησε, ἔδρασε καί ἤθλησε ἀναδειχθέντα τύπον ἱεράρχου, σέμνωμα τοῦ κλήρου, καί ὑπόδειγμα κάλλιστον καί τιμιώτατον ἀληθοῦς τοῦ Ὑψίστου λειτουργοῦ.
Ἐντεῦθεν τήν ἀπώλειάν Σου, Σεβασμιώτατε ἀδελφέ, συναισθάνεται βαθύτατα ἡ ἡμετέρα Ἐκκλησία, καί θρηνεῖ αὐτήν κλῆρος καί λαός. Ἀλλά καί διά τοῦτο παραμυθούμεθα, ἐλπίζοντες ὅτι, ἀνερχόμενος εἰς τό οὐράνιον θυσιαστήριον, θά ἀξιωθῇς τοῦ ἀφθάρτου τῆς ζωῆς στεφάνου καί θά δέησαι ὑπέρ τῆς ἰσχύος καί τῆς δόξης τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνης, εἰς ἥν ὁλόκληρον ἔδωκας σεαυτόν. Ἐν τῇ ἐλπίδι δέ ταύτῃ φωνοῦμεν πάντες οἱ ἐν τ ἱερῷ τούτῳ ναῷ· εὐλογημένη εἴη καί αἰωνία Σου ἡ μνήμη» (Ἀρχιμ. Ἠλία Μαστρογιαννοπούλου, Ἱερόθεος Μητρόπουλος, ὁ φωτισμένος ἱεράρχης, Ἐκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1993, σελ. 24-25).
          Ἀλλά ἡ Πάτρα πενθοφοροῦσα ἀνέμενε τόν πατέρα, νά τοῦ φιλήσῃ γιά τελευταία φορά τό ἁγιασμένο χέρι, νά τόν ράνῃ μέ τά δάκρυα καί τά μύρα τῆς εὐγνωμοσύνης της. Ἡ Πατραϊκή γῆ ἀνέμενε νά κλείσῃ στοργικά στά σπλάχνα της τό ἱερό σκήνωμα τοῦ σεπτοῦ Ἀρχιερέως, ὁ ὁποῖος ἐπότισε μέ δάκρυα καί ἱδρῶτα κάθε σπιθαμή της.
          Ἡ ἀμαξοστοιχία μέ τό σκήνωμα τοῦ Ἱεροθέου ἔφτασε στήν πόλη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου τήν Κυριακή 9 Μαρτίου 1903, στίς 11:00 τό πρωί. Μέγα πλῆθος εὐσεβῶν Πατρέων εἶχε κατακλύσει τόν σιδηροδρομικό σταθμό, τούς δρόμους, τίς πλατεῖες, ἀπ’ ὅπου θά περνοῦσε ἡ ἱερά πομπή, ἡ ὁποία κατέληξε στόν Μητροπολιτικό Ναό τῆς Εὐαγγελιστρίας, ὅπου ἐτελέσθη δέηση ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἀοιδίμου Ἱεροθέου. Τό ἱερό σκήνωμα συνώδευσε στήν Πάτρα ὁ Μητροπολίτης Πενταπόλεως, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ὁ ὁποῖος ἐνεταφίασε τόν Ἱερόθεο, στόν τάφο πού εἶχε ἑτοιμασθῆ πίσω ἀπό τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἐπισκοπείου Πατρῶν.
          Ἄς παρακολουθήσωμε ὅμως κάποια ἀποσπάσματα ἀπό τόν «Νεολόγο» τῶν Πατρῶν τῆς Δευτέρας 10ης Μαρτίου 1903:
«Ἐν τῷ ναῷ τῆς Μητροπόλεως ὁ συνωστισμός ἦτο ἀπερίγραπτος. Ἡ εἴσοδος μετά κόπου πολλοῦ ἐπετυγχάνετο δι’ ὅλων τῶν θυρῶν. Περί τό φέρετρον δέ συνήπτοντο ἀληθεῖς ἀγῶνες μέχρις οὗ χιλιάδες χειλέων ἐγγίσωσι τήν χεῖρα τοῦ Ἱεράρχου, ὅστις ζῶν ὑπῆρξε διά τούς προσκυνητάς τῆς χθές ἀληθής πατήρ καί κηδεμών τῆς θρησκείας των. Ἀστυφύλακες ὑπό τόν Ἀστυνόμον κ. Ζέρβαν μάτην ἠγωνίζοντο ν’ ἀραιώσωσιν ὅλον ἐκεῖνον τό πλῆθος, τό ἀπαύστως ἀνανεούμενον ἀγογγύστως, μέ μίαν ἔκφρασιν ἐπί τοῦ προσώπου, ἐνδεικνύουσαν βαθύ ἄλγος, τό ἀνακουφιζόμενον τέλος, ὅταν ἐξεπληροῦτο ὁ πόθος του. Πόθος ἱερός, ὁ ὁποῖος ἀπέδειξε χθές τρανότατα τήν αἴγλην τῆς πρός τά ἱερά προσηλώσεως τοῦ λαοῦ, διά μιᾶς ἀποθεώσεως σπανίας εἰς τά χρονικά τῶν θανάτων ἱεραρχῶν...
...Τό πεντάωρον προσκύνημα τοῦ σεπτοῦ λειψάνου του ὅπως ἐξετυλίχθη, ἔφερεν εἰς τήν μνήμην πάντων ὁμοίας ἐκδηλώσεις ἐπί προαποθανόντων Ἱεραρχῶν. Ἀνωμολογήθη δέ γενικῶς, ὅτι τό προσκύνημα ὅπερ ἐγένετο πρός τήν μνήμην τοῦ Ἱεροθέου, ὑπερέβη πᾶσαν προγενεστέραν ἐκδήλωσιν καί ἀπετέλεσε σπάνιον φαινόμενον διά πᾶσαν τήν Ἑλλάδα...
...Ὡς ἀπετέθη ἐπί τοῦ χείλους τοῦ τάφου τό φέρετρον προσεφώνησε τόν νεκρόν διά λίαν συγκινητικωτάτου ἐπιταφίου λόγου καί μέ δάκρυα εἰς τούς ὀφθαλμούς ὁ Ἐπιθεωρητής τῶν Σχολείων κ. Χαραλάμπης καί μετ’ αὐτόν δι’ ὀλίγων ὁ τελειόφοιτος τῆς φιλολογίας κ. Κ. Λιβαθινός.
Ὁ νεκρός τοῦ Ἱεράρχου, ἀφοῦ μετά λυγμῶν τόν ἠσπάσθησαν τό τελευταῖον οἱ ἱερεῖς, ἐξήχθη τοῦ δρυΐνου φερέτρου, τό ὁποῖον οἱ συγγενεῖς τοῦ ἀποβιώσαντος ἐδώρησαν ὑπέρ τοῦ Πτωχοκομείου, καί ἐναπετέθη εἰς τόν τάφον ἄνευ φερέτρου πλέον. Ὁ Μητροπολίτης Νεκτάριος ἀφοῦ ἐψάλησαν αἱ ἐπιτάφιοι εὐχαί περιέχυσεν ἐπί τοῦ νεκροῦ οἶνον καί ἔλαιον ἐκ κανδήλας, πρός συμβολισμόν τοῦ σβεστοῦ τῆς ζωῆς, μεθ’ ὅ ἐκαλύφθη τό σεπτόν σκήνωμα διά λιθίνων πλακῶν ἄνωθεν τῶν ὁποίων ἐρρίφθη χῶμα ὑπό τάς εὐχάς τῶν παρεστώτων.
          Καί οὕτως ἡ πόλις τῶν Πατρῶν σύσσωμος καί ἐν θρησκευτικῇ κατανύξει ἐκήδευσεν τόσον μεγαλοπρεπῶς καί μετά τόσης λαϊκῆς ἀγάπης τό σεπτόν Λείψανον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου αὐτῆς Ἱεροθέου, ὅστις ἐπί δεκαετίαν ὁλόκληρον ἐποδηγέτησε τό πιστόν του ποίμνιον καί πιστῶς ἐφρούρησε τήν ἁγίαν του Θρησκείαν.
          Ἡ πόλις τῶν Πατρῶν οὐδέποτε ἐνθυμεῖται τοιαύτην λαϊκήν ἐκδήλωσιν εἰς Ἱεράρχην, ἡ ὁποία δέν ἦτο ἄλλο ἤ ἐκχείλισις τῆς ἀπείρου λατρείας καί τῆς ἀδόλου ἐκτιμήσεως πρός Ἀρχιερέα, ὅστις πιστῶς καί εὐόρκως ἐξεπλήρωσε τήν ἱεράν αὐτοῦ ἀποστολήν ἐπί τῆς γῆς καί παρέδωκε τό πνεῦμα πρός τόν Παντοκράτορα Θεόν ὑπό τάς εὐχάς χιλιάδων λαοῦ».             
          Αὐτός ἦτο ὁ λαμπρός Ἱεράρχης τῶν Πατρῶν, ὁ ὁποῖος ἐνῷ πρίν ἀπό 110 χρόνια ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο αὐτό, ἡ παρουσία του εἶναι ζωντανή στήν πόλη τῶν Πατρῶν, τά βήματά του νωπά, ἡ εὐλογία του μᾶς συνοδεύει ὅλους, καί ἡ ἁγία ζωή του φωτίζει τά δικά μας βήματα καί τήν ζωή μας.
          Ὅλα αὐτά ἐγράφησαν μέ ἀφορμή τά Θυρανοίξια τοῦ, ἐκ βάθρων ἀνακαινισθέντος, Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τόν ὁποῖο ἐκεῖνος ἔκτισε, καί πίσω ἀπό τό Ἅγιο Βῆμα τοῦ ὁποίου, τό ἱερό του σκῆνος ἀναπαύεται.
          Κάθε ἡμέρα περνώντας ἀπό τόν τάφο του καί ἀνάβοντας τό καντήλι, διαβάζω μέ βαθειά συγκίνηση τό ἐπιτύμβιο ἐπίγραμμα, τό ὁποῖο συνέταξε ὁ εὐσεβής Γυμνασιάρχης τῆς ἐποχῆς ἐκείνης Κ. Διαλησμᾶς:

«Ἐν Ἱεράρχαις ὡς ἀστήρ λαμπρός μεσουρανήσας,
ὁ Ἱερόθεος Πατρῶν φωτοβολεῖ καί δύσας,
φιλόχριστος, φιλάνθρωπος, πραΰς, ἀγνός τά ἤθη,
διδακτικός, φιλόπατρις, μεγάλως ἠγαπήθη.
Τῆς Ἐκκλησίας ἤθελε τήν δόξαν καί τό κλέος,
καί προμαχῶν ὑπέρ αὐτῆς ἐπάλαιε γενναίως.
Τήν σιμωνίαν ἤλεγξε καί τόν μασωνισμόν
καί Βίσμαρκ τῶν κατά Κρητῶν βαρύν ὀνειδισμόν·
ἐπόθει δέ τήν ἕνωσιν τήν τῶν ἐκκλησιῶν
καί δι’ αὐτήν εἰργάζετο καί ηὔχετ’ εἰς Θεόν.
Ἐν πάσῃ χριστιανικῇ  φυλῇ καί κοινωνίᾳ
Ἱεροθέου τοῦ Πατρῶν ἡ μνήμη αἰωνία.
Αἱ Πάτραι τόν ἀοίδιμον εὐγνωμονοῦσι λίαν,
ἱδρύσαντα τρεῖς λαϊκάς σχολάς, ἀπόρων μίαν,
συλλόγους δύο, γράψαντα βιβλία, ἐγκυκλίους,
προχέοντα κηρύγματος ἀεί κρουνούς πλουσίους,
κτίσαντα τήνδ’ ἐπισκοπήν καί τόν ναόν αὐτῆς,
δι’ ὧν, ὦ πάτερ, καί θανών, ἀεί εὐεργετεῖς».

Το τέλος της ευχής«Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού μετά πάντων ημών».


28ΟΚΤ

(Κι  ας είναι όλα τα καλά του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού μαζί με όλους σας.)
Η μεγάλη ευχή προς το Θεό Πατέρα, η ευχή της αναφοράς, που άρχισε με το «Άξιον και δί­καιον…», έφτασε τώρα προς το τέλος. Η θεία Λειτουργία και η αγία Γραφή δεν έχουν τέλος και δεν εξαντλούνται ποτέ. Γι’ αυτό κανένας δεν μπορεί να πει πως, ερμηνεύοντας τη θεία Λειτουργία, είπε τάχα την τελευταία λέξη. Κάνει ο καθένας μας ό,τι μπορεί μπροστά στο μεγάλο χρέος που έχομε να οικοδομήσουμε την Εκκλησία και να οικοδομηθούμε.
*
Είναι πολύ στοργικό το ενδιαφέρον της Εκκλησίας στο σημείο αυτό της θείας Λειτουργίας. Μπροστά στο σώμα και το αίμα του Κυρίου, που είναι επάνω στην αγία Τράπεζα, η ιερή σύναξη θέλει να τους θυμηθεί όλους και να μην ξεχάσει κανέναν. Μέσα στη γενική πρόσκληση των προσώπων με τα ονόματά τους, ο λειτουργός ξεχώρισε το πρόσωπο και το όνομα του επισκόπου, μα του μένει η έγνοια πως ακόμα θα ξέχασε πολλούς. Γι’ αυτό προσθέτει· «Και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών»· θυμήσου, Κύριε, μαζί με όλους που μνημονέψαμε κι όσους ακόμα ο καθένας έχει στο νου του. Εδώ ο κάθε πιστός μ’ έναν πιο ζωντανό τρόπο συμμετέχει και λειτουργεί μαζί με τον ιερέα· θυμάται όλους τους δικούς του και ψιθυρίζει τα ονόματά τους. Στη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου υπάρχουν ακόμα στην ευχή αυτά τα πολύ ζεστά και φιλάνθρωπο λόγια· «Και ων ημείς ουκ εμνημονεύσαμεν δι’ άγνοιαν ή λήθην ή πλήθος ονομάτων, αυτός μνημόνευσαν, ο Θεός, ο ειδώς εκάστου την ηλικίαν και την προσηγορίαν, ο ειδώς εκάστου εκ κοιλίας μητρός αυτού». Τόση στοργή και τόση αγάπη μόνο η Εκκλησία έχει για τους ανθρώπους, όταν μπροστά στο σώμα και το αίμα του Χριστού ο λειτουργός συνεχίζει και ικετεύει· «Αυτός τοις πάσι τα πάντα γενού, ο ειδώς εκάστου και το αίτημα αυτού, οί­κον και την χρείαν αυτού».
Στη Λειτουργία του αγίου Χρυσοστόμου, την οποία ερμηνεύουμε, σε τρεις προτάσεις και σε χαμηλότερο τόνο της φωνής, ο λειτουργός μνημονεύει ακόμα και παρακαλεί. Πρώτα για την πόλη και για τους πιστούς που μένουν σ’ αυτήν. «Μνήσθητι, Κύριε, της πόλεως, εν η· παροικούμεν και πάσης πόλεως και χώρας και των πίστει οικούντων εν αυταίς». Έπειτα για όσους βρίσκονται σε ειδικές συνθήκες του βίου. «Μνήσθητι, Κύριε, πλεόντων, οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώ­των και της σωτηρίας αυτών». Τελευταία για όσους υπηρετούν στην Εκκλησία και για εκείνους που φροντίζουν για τους ενδεείς και φτωχούς. «Μνήσθητι, Κύριε, των χαρποφορούντων και καλλιεργούντων εν ταις αγίαις σου Εκκλησίαις και των μεμνημένων των πενήτων». Τελευταία κλείνει το λόγο με μια γενική δέηση, που αφορά σε όλη τη σύναξη· «και επί πάντας ημάς τα ελέη σου εξαπόστειλον». Τις ίδιες λέξεις και τις ίδιες δεήσεις τις ακούσαμε και στα Ειρηνικά και στην Εκτενή ικεσία, το ίδιο θέμα, σαν μέσα σε μια μουσική σύνθεση, που έρχεται και ξανάρχεται ως το τέλος· στην αρχή σε προεξαγγελτικές εκφωνήσεις και τώρα σε θερμή δέηση και ικεσία μπροστά στο σώμα και το αίμα του Κυρίου.
Η μεγάλη ευχή της αναφοράς όπως όλες οι ευχές, καταλήγει σε δοξολογική εκφώνηση. Μεγαλόφωνα ο λειτουργός ιερέας λέει· «Και δες ημίν εν ενί στόμιτι και μιά καρδία δοξάζειν και ανυμνείν το πάντιμον και μεγαλοπρεπές Όνομά σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων»· και δώσε μας μ’ ένα στόμα και με μια καρδιά να δοξάζουμε και να ανυμνούμε το ολοτίμητο και μεγαλόπρεπο όνομά σου, του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες. Όλα καταλήγουν εδώ στην ενότητα της Εκκλησίας, στην ορθή πίστη και το κοινό φρόνημα των ανθρώπων, για να δοξάζεται έτσι και να υμνείται το υπερύμνητο όνομα της Αγίας Τριάδος.
*
Ο λαός επισφραγίζει την εκφώνηση του λειτουργού με το «Αμήν», που πάντα θέλει να πει πως είμαστε όλοι σύμφωνοι και επιβεβαιώναμε τα λόγια του ιερέα. Εκείνος τότε στρέφεται προς εμάς και παρουσιάζεται στην ωραία πύλη. Είναι η πρώτη φορά που τον βλέπουμε κατά πρόσωπο, μετά από το «Ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». Το πρόσωπό του πρέπει να μας φαίνεται, σαν που έβλεπαν οι Ισραηλίτες το πρόσωπο του Μωϋσή, όταν κατέβηκε από το βουνό. Ύστερα απ’ όσα έ­γιναν μέσα στην Εκκλησία, επάνω στην αγία Τράπεζα και στη σύναξη των πιστών, και τα τίμια δώρα και οι άνθρωποι «υπέστησαν την ευπρεπεστάτην αλλοίωσιν», την ωραιότατη μεταβολή που φέρνει όπου αγγίξει τό Άγιο Πνεύμα. Φωτισμένος λοιπόν και λάμποντας μέσα στο άκτιστο φώς της θείας μεταμόρφωσης, ο λειτουργός ιερέας σηκώνει το χέρι του και ευλογεί· είναι το ίδιο χέρι που πριν λίγο ευλόγησε τα τίμια δώρα επάνω στην   αγία Τράπεζα· «Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού μετά πάντων υμών».
Όλη η μεγάλη ευχή της αναφοράς απευθύνεται προς το Θεό Πατέρα, και να τώρα στο τέλος η ευλογία προς το λαό γίνεται από το λειτουργό «εν ονόματι» του Υιού. Αυτό δεν είναι χωρίς σημασία και δεν πρέπει να το περάσουμε απαρατήρητο. Όλες οι δεήσεις μετά τον καθαγιασμό έγιναν, καθώς γράφει ο Καβάσιλας, «μετά χρηστής και βεβαίας ελπίδος», με την καλή και βέβαιη ελπίδα πως θα τις δεχθεί ο Θεός. Όταν έγινε η θυσία, βλέποντας να είναι εμπρός του το ενέχυρο της θείας φιλανθρωπίας, δηλαδή ο αμνός του Θεού, αφού πια πήρε τον μεσίτη κι έχει μαζί του τον παράκλητο, ο ιερέας κάνει γνωστά στο Θεό τα αιτήματα της Εκκλησίας. Ο Χριστός είναι ο μεσίτης, εκείνος που με τη θυσία του άνοιξε το δρόμο που μας φέρνει στο Θεό. Όλα τα καλά της σωτηρίας, που πηγάζουν από τη θυσία του Ιησού Χριστού, αυτά λοιπόν εύχεται ο λειτουργός ιερέας στην ιερή σύναξη της Εκκλησίας, στο τέλος τώρα της μεγάλης ευχής της αναφοράς.
Στην ευλογία και την ευχή του λειτουργού ο λαός απαντά με το γνωστό «Και μετά του πνεύ­ματός σου» ή με το «Αμήν» ή με την ίδια λέξη της ευλογίας· «Έσται και έσται εις αιώνας αι­ώνων», είθε να είναι και θα είναι για πάντα. Θα θέλαμε άλλη μια φορά να μιλήσουμε για το περιεχόμενο των λειτουργικών διαλόγων. Δεν είναι απλώς σχήματα δραματικής πλοκής στη συνέχεια της θείας Λειτουργίας, αλλά τελετουργικοί διάλογοι με ιερό και πραγματικό περιεχόμενο· λόγος «ζων και ενεργής», καθώς γράφει ο Απόστολος για το λόγο του Θεού. Γι’ αυτό, χωρίς να είναι αυτός ο σκοπός μας, επιμένουμε στην πιστή και ευπρεπή εκτέλεση αυτών των διαλόγων. Ενδιαφέρει κυρίως ο τρόπος με τον οποίο αποκρίνονται στον ιερέα οι ψάλτες· όχι αδιάφορα και ψυχρά και πολλές φορές καθόλου, αλλά πάντα με τρόπο, που να φανερώνει τη ζωντανή συμμετοχή του λαού στα τελούμενα.
*
Όπως προσπαθήσαμε να δείξουμε κι όπως είδαμε ως τώρα, η θεία Λειτουργία τελετουργικά  χωρίζεται σε διάφορα μέρη. Πρώτα τα Αντίφωνα, έπειτα η Μικρή Είσοδος, υστέρα τα Αναγνώσματα και πιο έπειτα η Μεγάλη Είσοδος. Όλα αυτά με μία λέξη μπορούμε να τα ονομάσουμε προαναφορά, και είναι το πρώτο μεγάλο μέρος της θείας Λειτουργίας. Το δεύτερο μέρος, που είναι η αναφορά, αρχίζει από το «Άξιον και δίκαιον…» και φτάνει ως το τέλος. Η τελετουργία βέβαια της θείας Λειτουργίας είναι όλη μία συνέχεια, και μόνο τεχνικά την χωρίζουμε σε διάφορες ενότητες, για λόγους που μας βοηθούν και μας ευκολύνουν στην εξήγηση. Ωστόσο, τελειώνοντας σήμερα τήν ευχή της αναφοράς, κλίνουμε με την τελευταία εκφώνηση της ευχής και την ευλογία του λειτουργού· «Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού μετά πάντων ημών». Αμήν.
(Επισκ. +Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 361-368)

Συναξαριστής της 29ης Σεπτεμβρίου


Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Ῥωμαία, ἡ Ὁσιομάρτυς
 

Ἡ Ὁσία Ἀναστασία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώμη.

Ὅταν πέθαναν οἱ πλούσιοι γονεῖς της, διαμοίρασε τὴν περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.

Ὅταν τὴν συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας Πρόβος, ὑπενθύμισε στὴν Ἀναστασία τὴν ἀνθηρὴ νεότητά της, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Τότε, δυναμικὴ ὑπῆρξε ἡ ἀπάντηση τῆς Ἀναστασίας: «Ἐγὼ, εἶπε, μία ὡραιότητα καὶ νεότητα γνωρίζω, ἐκείνη ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς στὶς πιστὲς καὶ γενναῖες ψυχές, ποὺ προτιμοῦν γι᾿ Αὐτὸν τὸ θάνατο ἀντὶ ἄλλων ἐγκόσμιων ἀγαθῶν, ὅταν αὐτὰ προτείνονται γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Θεοῦ τους. Πλούτη εἶχα ἄφθονα. Δὲν τὰ θέλησα. Ἀλλὰ τὸ Χριστό μου τὸν θέλω καὶ ἀπ᾿ Αὐτὸν καμία δύναμη δὲ θὰ μπορέσει νὰ μὲ χωρίσει. Ἂν ἀμφιβάλλεις, δοκίμασε».

Ἐξαγριωμένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση ὁ Πρόβος, τὴν μαστίγωσε στὸ πρόσωπο καὶ τὴν ἅπλωσε σὲ ἀναμμένα κάρβουνα. Ἔπειτα, τὴν κρέμασε καὶ τῆς ἔσχισε τὸ σῶμα. Μετὰ ἔκοψε τοὺς μαστούς της, ξερίζωσε τὰ νύχια της καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε.

Ἔτσι, ἡ Ἀναστασία πῆρε τὸν ἁμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε
Ἀσκήσει ἐκλάμψασα ὥσπερ παρθένος σεμνή ἀθλήσεως αἵμασι τὴν τῆς ἁγνείας στολὴν ἐνθέως ἐφοίνιξας· ὅθεν, Ἀναστασία, ὡς ὁσία καὶ μάρτυς, χάριτας ἰαμάτων ἀποστράπτεις ἐν κόσμῳ πρεσβεύουσα τῷ Σωτῆρι ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον 
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας vάμασι, καθηγvισμέvη ὁσία, μαρτυρίου αἵμασιν, Ἀvαστασία πλυθεῖσα, παρέχεις τοῖς ἐν ἀνάγκαις τῶν νοσημάτων, ἴασιν καὶ σωτηρίαν τοῖς προσιοῦσιν, ἐκ καρδίας, ἰσχὺν γᾶρ νέμει, Χριστὸς ὁ βρύωv, χάριν ἀέναον.

Κάθισμα Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ἐκ βρέφους τῷ Θεῷ, ἀνετέθης Ὁσία, νεκρώσασα σαρκός, ἐγκρατείᾳ τὰ πάθη, εἰς ὕψος δ' ἀνέδραμες, μαρτυρίου περίδοξον, ἐναθλήσασα, Ἀναστασία νομίμως, καὶ τόν δράκοντα, καταβαλοῦσα εἰς χάος, δυνάμει τοῦ Πνεύματος.

 
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος καὶ Μαρία ἡ ἀνεψιά του

Ἄριστεύς τῆς ἐγκράτειας καὶ τῶν πνευματικῶν ἀσκήσεων, ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος ἄφησε τὴν μεγάλη περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴ διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον.

Ζοῦσε σὲ ἐρημικὸ τόπο, ὅπου προσευχόταν καὶ μελετοῦσε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἀπὸ κεῖ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις, γιὰ νὰ κηρύξει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ διακονήσει τὴν βασιλεία τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Εὐαγγελίου.

Ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ὑπομονή του κατόρθωσαν πολλὲς φορὲς νὰ καταπραΰνουν βάρβαρες καρδιὲς καὶ νὰ ἑλκύσουν στὸ σταυρὸ ψυχὲς ὑπερβολικὰ ἐξαγριωμένες. Πάνω ἀπὸ 70 ἐτῶν ὁ Ἀβράμιος, διατηροῦσε ὅλη τὴν ζωντάνια τῆς ἱεραποστολικῆς δράσης του. Προστατευόμενος μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἡλικία του, μπόρεσε νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴ σωτηρία ἁμαρτωλῶν γυναικῶν.

Κάποτε εὐτύχησε νὰ ἀνασύρει ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Μαρία. Τὴν εἶδε σὲ κάποιο πανδοχεῖο, χωρὶς νὰ τὴν γνωρίζει, φορτωμένη μὲ κοσμήματα καὶ συντροφιὰ μὲ ἀκόλαστους νέους. Ἡ παραστρατημένη ὅμως νεαρή, δὲν εἶχε ἀποβάλει ἐντελῶς τὶς εὐσεβεῖς ἀναμνήσεις της. Τὴν ἑπομένη, πῆγε στὸ γέροντα ἀσκητὴ καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε ὅτι δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτα ἡ εὐλογία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι ἀναγκασμένος νὰ μὴ παρέχει τὴν δική Του. Τὰ λόγια αὐτὰ συντάραξαν τὴν Μαρία, μετανόησε, ἐξομολογήθηκε καὶ ἀπὸ τότε ἔζησε ζωὴ ἅγια.

Ὁ δὲ Ἀβράμιος πέθανε ὑπέργηρος, ὑπηρετῶντας πιστὰ μέχρι τέλους τὸ Θεό.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Ζωῆς τῆς φθειρομένης λιπῶν τᾶς ἀπολαύσεις, ἐν τὴ τῶν μελλόντων ἐλπίδι, Ἀβράμιε θεοφόρε, ὁσίως ἐβίωσας ἐν γῇ, καὶ χρῖσμα ὑπεδέξω ἱερὸν διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου μυσταγωγός, κατηύγασας τοὺς βοώντας, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοὶ Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβὼν γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Ἀβράμιε τὸ πνεῦμά σου.

Κοντάκιον Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν σαρκὶ ὡς Ἄγγελος, ἐπὶ τῆς γῆς ἀνεφάνης, καὶ ἀσκήσας γέγονας, πεφυτευμένον ὡς ξύλον, ὕδατι τῆς ἐγκρατείας καλῶς αὐξήσας, ῥεύματι τῶν σῶν δακρύων ῥύπον ἐκπλύνας· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, δοχεῖον θείου, Ἀβράμιε Πνεύματος.

Ὁ Οἶκος
Τὰ φθαρτὰ παριδών, τὴν ἀφθαρσίαν εἴληφας, τὰς τερπνὰς ἡδονὰς τοῦ σώματος ἐμίσησας σοφὲ ἀπὸ βρέφους, ποθήσας ἁγνείαν· ὅθεν θαλάμου καὶ κόσμου ἀπέδρασας, συζύγου τε εὔκλειαν, καὶ τῶν γονέων ἐξέκλινας, μόνου Θεοῦ σοφὲ τὸν ἔρωτα ἐπιποθήσας, καὶ ἀγαπήσας ἐξ ὅλης, Πάτερ τῆς ψυχῆς, καὶ διανοίας ἀληθῶς· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, δοχεῖον θείου, Ἀβράμιε Πνεύματος.

 
Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος, Μίνης καὶ Μιναῖος

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Μίνη καὶ Μιναίου, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 1η Αὐγούστου).

 
Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ στρατηλάτης

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν τρυπῶντας του τὰ πλευρὰ μὲ λόγχη.

 
Ἡ Ὁσία Ἄννα

Γεννήθηκε στὸ Βυζάντιο ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ὁ πατέρας της, Ἰωάννης ὀνομαζόμενος, ἦταν Διάκονος στὸν Ναὸ τῆς Θεοτόκου στὶς Βλαχέρνες.

Νωρὶς ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ γονεῖς καὶ ἡ γιαγιά της τὴν πάντρεψε μὲ κάποιο εὐσεβῆ Διάκονο, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπόκτησε δυὸ παιδιά. Ἀλλ᾿ ἀργότερα, ὁ ἄντρας της καὶ τὰ δυό της παιδιὰ πέθαναν καὶ ἔτσι ἡ Ἄννα διαμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.

Κατόπιν ὅμως, ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ἴσαυρος, διέλυσε τὴν Μονὴ στὴν ὁποία ἀνῆκε ἡ Ἄννα. Στὴν ἀνάγκη αὐτή, ἡ Ὁσία φόρεσε ῥοῦχα ἀνδρικὰ καὶ μπῆκε σὲ ἀνδρικὸ μοναστήρι μὲ τὸ ψευδώνυμο Εὐφημιανός. Ἐκεῖ ἔζησε μὲ μεγάλη προσοχὴ καὶ ἀκρίβεια, καὶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου, φόρεσε πάλι γυναικεῖα ῥοῦχα καὶ ἔμεινε σὰν μοναχὴ στὸ Βυζάντιο.

Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀσθενῶν. Μὲ τέτοια δὲ θεοφιλῆ ἐργασία παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο.

 
Ἡ Ἁγία Μελιτινή

Ἀφοῦ βασανίστηκε μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο, ἐπειδὴ δὲν θυσίαζε στὰ εἴδωλα καὶ ὁμολογοῦσε τὸν Χριστό, τελικὰ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χτυπήματα μὲ ξίφος, παρέδωσε τὴν ψυχή της στὸ Θεό.

 
Ἡ Ἁγία Βάσσα

Καὶ αὐτῆς ἡ μνήμη ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Sirmond (Delehaye σελ. 176, 2) ὡς ἑξῆς:

«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν ἁγίων ἀποστόλων καὶ μαρτύρων Πέτρου, Παύλου, Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, Στεφάνου τοῦ πρωτομάρτυρος, Βαρνάβα τοῦ ἀποστόλου, Ἰωσὴφ τοῦ Πατριάρχου, καὶ Κλεώπα, Τροφίμου, Δορυμέδοντος, Κοσμᾶ, Δαμιανοῦ, Βάσσης καὶ τῆς συνοδείας αὐτῶν. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ ἀποστολείῳ τοῦ ἁγίου καὶ πανευφήμου ἀποστόλου Παύλου ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ ἅμα δὲ καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ».

 
Ὁ Ἅγιος Διομήδης
 


Τὴ μνήμη του συναντᾶμε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1589 φ. 91α ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὑτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου ἐπισκόπου Λευκωσίας». Ἄλλο βιογραφικό του στοιχεῖο δὲν ὑπάρχει.

 
Κατάθεσις Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου

Τὴ μνήμη αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, συναντᾶμε μόνο στὸ Λαυρωτιακὸ Κώδικα Δ´ 14 φ. 15, ὅπου ὑπάρχει καὶ εἰδικὸς Κανόνας γιὰ τὴν γιορτὴ αὐτὴ ἀπὸ ἄγνωστο ποιητή, ποὺ μεταξὺ ἄλλων λέει:

«Κάρα τὴν σὴ ῥέοντος πλούτου φανότερον πιστῶς ἐναγλαΐζεται τοῦδε τοῦ ἄστεως ἡ σεπτὴ ἐκκλησία τεῖχος κεκτημένη. Πρόδρομε κῆρυξ Χριστοῦ».

 
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Ἱερομάρτυρας «ἐκ Σπάρτης Ἀτταλίας»

Σύμφωνα μὲ τὸ Νέο Μαρτυρολόγιο, ὁ μάρτυρας αὐτὸς μαρτύρησε στὰ Μουδανιὰ στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1653.

Κανόνα τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Μελέτιος Συρίγου.

Ὁ Otto Meinardus ἀναφέρει σὰν ἡμέρα μνήμης τοῦ νεομάρτυρα τὴν 7η Ἰανουαρίου καὶ συγχέει τὰ περιστατικὰ τοῦ βίου του μὲ αὐτὰ τοῦ Ἀθανασίου ἐξ Ἀτταλίας, ποὺ μαρτύρησε τὸ 1700.

 
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Ἐσφιγμενίτης, ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας

Πατρίδα του τὸ χωριὸ Παράορα τῆς ἐπαρχίας Κεσσάνης τῆς Θρᾴκης, καὶ κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Τριαντάφυλλος. Παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε δυὸ θυγατέρες.

Ὕστερα ὅμως ἀπὸ μία περιπέτεια μὲ τὴν σύζυγό του, ἀποχαιρέτησε τὰ παιδιά του καὶ τοὺς συγγενεῖς του καὶ ἀποχώρησε στὴν Αἶνο. Ἐκεῖ ἀποκατέστησε τὴν γυναῖκα του σ᾿ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι καὶ αὐτὸς ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μεγίστη Λαύρα.

Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Τιμόθεος καὶ ἔμεινε ἕξι χρόνια ἀσκούμενος στὶς ἀρετές, ὑπακοή, πραότητα, ταπείνωση, προσευχὴ καὶ νηστεία. Κατόπιν πῆγε στὸ κοινόβιο τοῦ Ἐσφιγμένου, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καὶ προπαρασκευάστηκε γιὰ τὸ μαρτύριο.

Τελικά, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγούμενου του Εὐθυμίου, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἔφτασε στὴν Κεσσάνη. Ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὸν συνοδό του ἱερομόναχο Εὐθύμιο, προσπαθοῦσαν νὰ ἐπαναφέρουν στὴ σωστὴ πίστη ἀρνησίχριστους.

Τοὺς πρόδωσαν ὅμως καὶ ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν τοὺς μετέφεραν στὶς φυλακὲς τῆς Ἀδριανουπόλεως. Ἐκεῖ βασανίστηκαν μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ οἱ Ὅσιοι ἔμεναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς μὲν Εὐθύμιο καὶ κάποιον ἄλλο μοναχὸ Βαρνάβα τοὺς ἐλευθέρωσαν καὶ τοὺς ἀπέλασαν, τὸν δὲ Τιμόθεο ἀποκεφάλισαν στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1820.

Μέρος τῶν αἱματωμένων ἐνδυμάτων του βρίσκεται στὴ Μονὴ Ἐσφιγμένου.

(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, μαζὶ μ᾿ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἀναφέρουν καὶ κάποιον Ἱερέα Νικόλαο).

 
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος Ἀρχιμανδρίτης, ὁ Ῥοστοβίας θαυματουργὸς Ῥῶσος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...