Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 19, 2017

Με βάπτισαν χωρίς να με ρωτήσουν…Γιατί;

βάπτισαν
Γιατί δεν αποφασίζουμε μόνοι μας εάν θέλουμε να βαπτιστούμε και να γίνουμε Χριστιανοί; 
Γιατί μάς βαπτίζουν νήπια, καταστρατηγώντας την ελευθερία μας;

Τα ερωτήματα αυτά ακούγονται συχνά, προκαλώντας την ερώτηση: όταν το νήπιο είναι άρρωστο και χρειάζεται γιατρό, μήπως πρέπει πρώτα να το ρωτήσουμε για να τον φωνάξουμε;
Ή ακόμα θα μπορούσε κάποιος να ρωτήσει:
– Μήπως το φάρμακο που του δίνουμε του στερί την ελυθερία να επιλέξει αν θα γιατρευτεί;
– Ζητάμε προηγούμένως τη συγκατάθεσή του όταν θέλυμε να το εμβολιάσουμε;
– Καταστρέφουμε την ελευθερία του όταν του δίνουμε φαγητό ή όταν το ντύνουμε;
– Το ρωτάμε σε ποιά γλώσσα επιθυμεί να μιλά;
– Το ρωτάμε αν θέλει να πάει στο σχολείο;
Τη σωματική υγεία του παιδιού τη φροντίζουμε, χωρίς να το ρωτήσουμε.
Την πνευματική υγεία του δεν θα την αποκαταστήσουμε στην πρωταρχική της ωραιότητα. Είναι μικρότερης σημασίας η πνευματική του υγεία;
Όπως σε όλους τους τομείς της ζωής οι γονείς προσφέρουν στα παιδιά τους ό,τι καλύτερο μπορούν, έτσι είναι φυσικό για τους γονείς που είναι πιστοί οι ίδιοι να νιώσουν την ανάγκη το παιδί τους να γίνει σύντομα μέλος του σώματος του Χριστού. Να γεμίσει από το Άγιο Πνεύμα, έστω και αν η ώρα της Βάπτισης δεν είναι συνειδητή για αυτό.
Με το βάπτισμα το παιδί  «ἐγκεντρίζετε» (μπολιάζεται) κατά κάποιονν τρόπο , ενωσματώνεται μυστικά στο άχραντο σώμα του Χριστού, γίνεται επίσημα μέλος της Εκκλησίας και έχει το δικαίωμα συμμετοχής και στα υπόλοια Μυστήρια.
Τη σωτηρία και υπέροχη σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος, που παίρνει με το Βάπτισμα, τη γνωρίζουν οι άγγελοι και την τρέμουν οι  δαίμονες. Ώστε έτσι οι δαίμονες φεύγουν τρέχοντας από τον βαπτισμένο και οι άγγελοι το φρουρούν σα γνώριμο παιδί του Θεού
Το βάπτισμα το κάνουμε στα νήπια για να τα προφυλάξουμε από ένα μέγιστο κίνδυνο για να περιφρουρήσουμε την ελευθερία τους από τις μεθοδείες του διαβόλου.
Ο νηπιοβαπτισμός επομένως δεν εμποδίζει, αλλά εξασφαλίζει και διασφαλίζει την ουσιαστική ελευθερία. Το λουτρό του Βαπτίσματος σε συνδυασμό προς το Άγιο Χρίσμα, ενεργεί μια νέα γέννηση.
Γιατί, λοιπόν, πρέπει να αρνούμαστε στα παιδιά το δικαίωμα να έχουν από την αρχή της ζωής του τη ζωοποιό Χάρη του Αγίου Πνεύματος, ως μέρος της ύπαρξής τους;
Αν καθώς μεγαλώνουν αποφασίσουν ότι δεν θέλουν πια το Άγιο Πνεύμα, ας το αρνηθούν, όπως κάνει καθένας που αρνείται το Θεό. Και ο Θεός αυτή την κίνηση τη σέβεαι και αφήνει αυτόν που Τον αρνείται.
Ἡ Βάπτιση μας καὶ γενικὰ ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ δέν μᾶς δεσμεύει. Μήπως ἄλλωστε ζοῦμε ἂν δέν τὸ ἐπιλέξουμε καὶ ἐπιδιώξουμε ὅπως ταιριάζει σὲ βαπτισμένους Χριστιανούς; Ἑπομένως οὕτως ἢ ἄλλως διαλέγουμε. Ἂν κανεὶς θέλει νά ἀλλάξει πίστη, δέν δεσμεύεται ἀπὸ τὸ βάπτισμα. Τὸ βάπτισμα σῴζει τελικὰ ὅσους μὲ τὸν καθημερινὸ τους ἀγῶνα ἐνεργοποιοῦν τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού μένει ἀδιενέργητη στήν ψυχὴ του. Τὸ γεγονὸς τῆς ταύτισης τοῦ βαπτίσματος μὲ τὴν ἀναγεννήσῃ, δέν σημαίνει πώς τὸ βάπτισμα μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸν προσωπικὸ ἀγῶνα γιά τή διατήρηση καὶ τὴν καρποφορία τοῦ πνευματικοῦ δώρου.
Τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων, τὸν 4ο αἰῶνα, «πρὸς τοὺς φωτιζόμενους» μποροῦν νά λειτουργήσουν ἀφυπνιστικὰ καὶ στήν ἐποχὴ μας: «Δέν παίρνεις λοιπὸν ὄπλο φθαρτό, ἀλλὰ πνευματικό. Φυτεύεσαι στό νοητὸ Παράδεισο. Παίρνεις καινούργιο ὄνομα πού δέν τὸ εἶχες πρίν. Πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα ἤσουνα κατηχούμενος, ἐνῶ τώρα θά ὀνομαστεῖς πιστός. Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μετατίθεσαι, περνᾶς στή δικαιοσύνη, ἀπὸ τὸ μόλυσμα στήν καθαρότητα… Αὐτὸ ὅμως δέν φτάνει…
Ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ φύτεμα καὶ τὸ πότισμα, καὶ δικό σου ἡ καρποφορία. Ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι νά σοῦ δώσει τή χάρη Του, ἐνῶ δικό σου νά τή δεχτεῖς καὶ νά τή διατηρήσεις.
Μὴν καταφρονεῖς τή Χάρη, ἐπειδὴ σοῦ δίνεται δωρεάν, ἀλλὰ δέξου τη καὶ συντήρησέ την, λειτουργώντας την μέσα στήν ὑπάρξή σου μὲ πραγματική εὐλάβεια».
Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπο

Ἡ προσκύνησις του Τιμίου Σταυρού Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Κυριακή Γ’ τῶν Νηστειῶν)


Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως



Εἶναι ἡ ἁγία Σαρακοστὴ ἕνα πέλαγος μακρύ. Ταξιδεύοντας μέσα σὲ τοῦτον τὸν μεγάλο ὠκεανό, κάναμε τὴν πρώτη μας στάση στὴ μέση τοῦ ταξιδιοῦ μας. Θέλομε νὰ ξεκουραστοῦμε καὶ μὲ νέα δύναμη νὰ συνεχίσωμε τὸ ταξίδι μας, ὥσπου νὰ φτάσωμε στὸ ποθητὸ λιμάνι, στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Τὸ νησὶ μὲ τὴν κατάφυτη φύση του, μἐ τὸ γάργαρο νερό του, ποὺ
δροσίζει τὰ στήθη μας, τὰ στήθη τῶν ἁγνῶν χριστιανῶν, εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός. Αὐτὸν προβάλλει ἡ ἐκκλησία μας στὴ μέση τῆς ἁγίας Σαρακοστῆς γιὰ νὰ ἀντλήσουν δύναμη οἱ χριστιανοί, ποὺ μὲ νηστεία καὶ προσευχὲς ἑτοιμάζονται ψυχικά, γιὰ νὰ πᾶνε κοντὰ στὸ Χριστό μας.
Θὰ τὸν δοῦμε αὔριο, μέσα στὰ δροσερὰ λουλουδάκια, τὰ πρῶτα τῆς ἄνοιξης, νὰ προβάλῃ ἀπὸ τὸ ἱερὸ τῆς ἐκκλησίας κρατούμενος ἀπὸ τὰ χέρια τῶν παπάδων μας, γιὰ νὰ γίνη προσκύνημα τῶν πιστῶν, ποὺ θὰ γεμίσουν τὶς ἐκκλησίες μας.
Καὶ θὰ γονατίσουν μπροστά του καὶ θὰ τὸν φιλήσουν καὶ θὰ πάρουν τὸ λουλουδάκι ἀπὸ τὴ χάρη του καὶ γεμάτοι δύναμη καὶ πίστη θὰ γυρίσουν στὰ σπίτια τους.
Τοῦτο τὸ λουλούδι, ποὺ μηνάει τὴ μεγάλη ἄνοιξη, θὰ γεμίση μύρο τὸ σπιτάκι μας. Θὰ μοσκοβολήση ὁ τόπος. Κι ἀνταμωμένη ἡ μυρουδιά του μὲ τὴν προσευχή μας θ’ ἀνεβῆ ψηλὰ στὸν οὐράνιο πατέρα μας. Θὰ συναντηθῆ στὸ δρόμο καὶ μὲ τὴν ψαλμωδία ποὺ οἱ παπάδες μας σὰ σήκωναν τὸ Σταυρὸ ἔψελναντ «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου.,. Ἡ ζωή μας, ἡ ζωὴ τῶν χριστιανῶν, εἶναι ἀνταμωμένη μὲ τὸ σημάδι τοῦ Σταυροῦ.
Ὦ τιμιο ξύλο τοῦ Σταυροῦ ποὺ ἀπάνω σου ξαπλώθηκε τὸ ἅγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ!
Μὲ σὲ πρωτογνωρίσαμε τὴ θρησκεία μας. Τὸ βάφτισμα σὰν πήραμε, τὸ Ἅγιο Μύρο τοῦ Χριστοῦ σταυρὸ μᾶς ἔκανε παντοῦ, στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, στὸ μέτωπο, στὰ μάγουλα, στὴν πλάτη μας, στὸ στῆθος καὶ σ’ ὅλες τὶς αἰσθήσεις, γιὰ νὰ μᾶς δυναμώση ἡ χάρη του ἡ ἅγια.
Μὲ σὲ μᾶς νανούριζε ἡ γιαγιά. Καὶ ἡ μανούλα, μὲ σὲ κάθε βραδάκι μᾶς ἀποκοίμιζε γλυκά. Καὶ σὰ δὲ σταματούσαμε τὸ κλάμα τὸ πολύ, ἐσὺ μᾶς καταπράυνες, μᾶς ἔκανες ἀρνί. Ὅταν τὰ τρία δάχτυλα κάνανε τὸ σημάδι σου σὰν εἴμαστε μικρά, μαθαίναμε πὼς δύναμη ἤσουν στὴ ζωὴ καὶ ὅπλο ἀνίκητο.
Τὸ χέρι μας ἐρχόταν πάντα στὸ μέτωπό μας, σὰν τρόμος μᾶς ἐπιανε βαθύς. Βοήθεια ζητούσαμε καὶ τὴ βρίσκαμε σὲ σέ. Οὔτε οἱ βροντὲς οὔτε οἱ ἀστραπὲς οὔτε οἱ μπόρες οὔτε τὰ σκιάχτρα οὔτε τὸ σκοτάδι οὔτε οἱ σεισμοὶ μᾶς φόβιζαν. Σὲ νιώθαμε κοντά μας καὶ ἦταν περιβόλι ἡ καρδιά μας. Μέσα μας κι ἔξω ξαστεριά.
Ἀπὸ τότε γνωρίσαμε τὴ δύναμή σου κι ἀπὸ τότε πάντα ζητοῦμε τὴν ἐνίσχυσή σου καὶ δὲν μᾶς τὴν ἀρνεῖσαι, Σταυρέ μου. Γιατὶ πάντα μὲ ἄδολη καρδιὰ κάνομε τὸ σημάδι σου στὸ στῆθος μας ἐμπρός.
Ὅταν σὲ βλέπω νὰ ὑψώνεσαι, νιώθω φτερὰ μέσα μου, ποὺ μ᾽ ἀνεβάζουν μαζί σου στοῦ οὐρανοῦ τὰ πλάτια, ἐκεῖ ποὺ ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκουμπισμένος.
Ὅταν σ’ ἔχω κρεμασμένον στὸ στῆθος μου, νιώθω τὴ δύναμή σου, τὴ ζεστασιά σου, τὴν ἀγάπη σου. Δίπλα στὴ μιὰ καρδιὰ ποὺ μοῦ δίνει τὴ ζωή, ἔχω μιὰν ἄλλη ποὺ μοῦ στερεώνει τὴ ζωὴ καὶ μοῦ δίνει δύναμη νὰ πάω ἐμπρός, πάντα ἐμπρός.
Ἀστράφτεις στὸ φῶς τοῦ ἥλιου κι ἀπ’ τὶς, μαρμαρυγές σου σκοτίζονται ὅσοι δὲν πιστεύουν στὴ δύναμή σου. Σὲ θέλομε πάντα κοντά μας.
Σὲ σηκώνομε μὲ καρτερία, ὅπως σὲ σήκωσε καὶ ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνοντας τὸ λόφο τοῦ Γολγοθᾶ κι ἀντλοῦμε ἀπὸ τὸ πανσέβαστο ξύλο σου δύναμη, γιὰ νὰ νικήσωμε στὸν ἀγώνα τῆς ζωῆς.
Δὲ λυγίζομε ἀπὸ τὸ βάρος σου, γιατὶ δὲν εἶναι φορτίο δυσβάσταχτο. Μαζί σου λιγοστεύει τὸ βάρος τῶν πταισμάτων μας. Μαζί σου καὶ στὶς χαρὲς καὶ στὶς λύπες μας καὶ στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο.
Εἶσαι τοῦ στρατακόπου βοηθός, τοῦ ζευγολάτη ἐλπίδα, τοῦ ἐργάτη θεία δύναμη, τοῦ μαθητῆ βοήθεια ἀκαταμάχητη, τοῦ κόσμου ἡ παρηγοριὰ εἶσαι ἐσὺ Σταυρέ μου. Ἐσύ, σὰ φυλαχτὸ ἀτίμητο μέσα στοῦ πολέμου τὴ βοὴ ἀντρειώνεις τὰ παλικάρια καὶ διώχνεις τὰ βόλια τῶν ἐχθρῶν.
Ρίχνομε, Σταυρέ μας, τὸ βλέμμα μας σήμερα ἐπάνω σου μὲ σεβασμὸ καὶ μαζὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία μας σοῦ ψάλλομε τοῦτον τὸν ὡραῖο καὶ γλυκόφθογγο ὕμνο, ποὺ δείχνει τὴ δύναμή σου τὴ μὲγάλη κι ἀκατανίκητη.
«Σταυρὸς ὁ φύλαξ πάσης τῆς Οἰκουμένης. Σταυρὸς ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας. Σταυρὸς πιστῶν τὸ στήριγμα. Σταυρὸς Ἀγγέλων ἡ δόξα καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα».

Σάββατο, Μαρτίου 18, 2017

ΕΚΤΑΚΤΟ: ΕΓΓΡΑΦΟ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ

† Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Ν. Πῆχος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς «Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας, Πάρου

ΚΑΤΑΓΝΩΣΙΣ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ

Διατυπωθεισῶν ὑπὸ τῆς αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου,
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ Ι. ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ὅπως λαβοῦσα γνῶσιν διαπιστώσῃ, ἀποκηρύξῃ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.
Κατατεθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Ν. Πήχου, Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς «Ἡ Ζω­ο­δόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας Πάρου.

------
Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καὶ
Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως αὐτὴ λειτουργεῖ δυνάμει τοῦ Συνοδικοῦ τόμου τοῦ 1850 καὶ τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως τοῦ 1928 ἐκδοθέντων ἀμφοτέρων ὑπὸ τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως,
Εὐλογεῖτε.
Διὰ τῆς παρούσης καταθέτω ἐνώπιόν σας, ἐνώπιον τοῦ σεπτοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν σκανδαλισμὸν ἐμοῦ προσωπικῶς, τῆς συνοδείας μου, κληρικῶν, μοναχῶν καὶ πλήθους κόσμου, ὁ ὁποῖος κλυδωνίζεται ταρασσόμενος ὡς ὑπὸ κυμάτων πολλῶν λόγῳ τῶν ἀλλεπαλλήλων ἑτεροδιδασκαλιῶν, αἱ ὁποῖαι διετυπώθησαν κατὰ καιροὺς ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου μὲ ἀποκορύφωμα τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον (ΑκΜΣ) τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης.
Ἐκ προοιμίου σᾶς ἀναφέρω, ὅτι τὰ ὅσα θὰ ἀναγνώσετε καταγγελλόμενα κατωτέρω δὲν εἶναι καρπὸς ἀντιπαθείας ἢ ἀπαρεσκείας εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Παναγιωτάτου οὔτε κἂν πνεῦμα ἀντιλογίας ἢ ἄλλης τινὸς κακοθυμίας ἔναντι αὐτοῦ, ἡ νόμιμος δὲ προσφυγή μου εἰς Ὑμᾶς γίνεται καθηκόντως, μὲ πρόδηλον πνευματικὴν ἀνησυχίαν, μὲ πεποίθησιν ἀληθείας καὶ ἀπὸ ἔντονον καὶ δικαιολογημένον ἐνδιαφέρον. Κατανοῶ ἀπολύτως ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον τελεῖ ὑπὸ αἰχμαλωσίαν. Ἡ σῴζουσα ἀλήθεια εἰς τὴν ἡνωμένην «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» εἶναι τὸ ζητούμενον, καὶ αὐτὸ ἐπιθυμοῦμε νὰ καταφανῇ χωρὶς φόβον καὶ πάθος. Ἐκ παραλλήλου ἡ ἀναίρεσις ὑφ᾽ Ὑμῶν τῶν διατυπωθεισῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν θὰ προλάβῃ τὸ ἐπαπειλούμενον νέον σχίσμα εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
 Ἀνασκοποῦντες λοιπὸν τὴν μέχρι σήμερον πορείαν τοῦ παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας θὰ παρουσιάσωμεν μερικὰ σημεῖα, διὰ τῶν ὁποίων στοιχειοθετοῦνται αἱ ἑτεροδιδασκαλίαι αὐτοῦ.
1.α΄) Ὁ Παναγιώτατος, ἀπὸ τὰ χρόνια διευρύνσεως τῶν σπουδῶν του, εἰς τὴν διδακτορική του διατριβὴν μὲ τίτλον «Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονικῶν διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ» ἐκθέτει τὰς ἀπόψεις του διὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας ποὺ ῥυθμίζουν τὰς σχέσεις τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους διὰ τῶν ἑξῆς: «Δὲν δύναν­ται», γράφει, «νὰ ἐφαρμοσθοῦν σήμερον καὶ πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν αἱ δι­α­τάξεις αἱ κανονίζουσαι τὰς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χρι­στιανῶν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους. Δὲν δύναται ἡ Ἐκ­κλησία νὰ ἔχῃ διατάξεις ἀπαγορευούσας τὴν εἴσοδον εἰς τοὺς ναοὺς τῶν ἑτεροδόξων καὶ τὴν μετ᾽ αὐ­τῶν συμπροσευχήν, καθ᾽ ἣν στιγμὴν αὕτη διὰ τῶν ἐκ­προσώπων αὐτῆς προσ­εύχεται ἀπὸ κοινοῦ μετ᾽ αὐτῶν διὰ τὴν τελικὴν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀ­γάπῃ, τῇ ἐλπίδι. Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νὰ “ἀρ­δεύσῃ” πολλὰς κανονικὰς διατάξεις πρὸς “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁ­ρισμένων διατάξεων ἐπὶ τὸ φιλανθρωπότερον καὶ ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δὲν δύναται καὶ δὲν πρέπει νὰ ζῇ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου».
Οἱ ἱ. Κανόνες, διὰ τοὺς ὁποίους γίνεται λόγος ἀνωτέρω, διὰ τῆς συνεχοῦς παραβάσεώς των ἔχουν καταργηθῆ ἐν τῇ πράξει. Ἡ ἑτεροδιδασκαλία ἔγινε πρᾶξις. Ἁπλῶς μὲ τὴν ΑκΜΣ ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθῇ σιωπηλῶς μὲ συνοδικὸν κῦρος. Αἱ θέσεις αὐταὶ τοῦ Παναγιωτάτου δὲν ἀποτελοῦν ἑτεροδιδασκαλία, καὶ αἱ παραβάσεις ἱεροκανονικὰ παραπτώματα; Ἀσφαλῶς.
β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα οἱ ἱ. Κανόνες χαρακτηρίζονται ὡς μὴ ἔχοντες στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ. Ὅτι πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν, καὶ θὰ ἀναζωογονηθοῦν ἐὰν ποτισθοῦν μὲ νάματα ἀγάπης. Δηλαδή, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα παρήγαγε, τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, καρποὺς (τοὺς ἱ. Κανόνας) ἐστερημένους ζωογόνου ἀγάπης; Ὅμως αἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν Συνόδων ξεκινοῦν μὲ τὸ «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν»· πῶς εἶναι δυνατὸν αἱ ἐκφάνσεις αὐταὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ μὴ ἔχουν στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ, νὰ πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν καὶ νὰ ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ τὴν ζωογόνον ἀγάπην τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
2.α΄) Κατὰ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τοῦ Φαναρίου 30-11-1998 ὁ Παναγιώτατος προσ­φωνῶν τὴν Παπικὴν ἀντιπροσωπείαν λέγει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε William Η. Keeler καὶ λοιποὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ οἱ ἀποτελοῦντες τὴν Ἀντιπροσωπείαν τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης, …Δὲν πρέπει νὰ σπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζητήσεις εὐθυνῶν. Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὀφείλομεν ἐνώπιον Αὐτοῦ ὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων. …Εἴθε νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν» (περ. «Ἐπίσκεψις» τ. 563/1998, σελ. 22-29).
Παρατηροῦμεν εἰς τὸ ἀπόσπασμα αὐτό, ὅτι ἡ τοποθέτησις τοῦ Παναγιωτάτου ἔναντι τῶν ἱ. Κανόνων δὲν παραμένει ἁπλῶς ἡ ἰδία ἀλλὰ ἐπεκτείνεται ἀκόμη καὶ εἰς τὰ πρόσωπα τῶν θεοφόρων πατέρων, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζονται «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ὡς πύργοι ἄσειστοι καὶ ὡς ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος, κατὰ τὸν ὑμνῳδόν, φωτίζουν τὸν δρόμον ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Νὰ εἴπωμεν, ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς ἐπεκτείνεται καὶ εἰς τοὺς ἀναριθμήτους μάρτυρας καὶ ὁσιομάρτυρας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ τίμιον αἷμά τους ἐπότισαν καὶ ποτίζουν τὸ ἀειθαλὲς δένδρον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ ἑτεροδιδασκαλία;
β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα διαβάζουμε, ὅτι ὁ Παναγιώτατος διατυπώνει ἐνώπιον τῆς Παπικῆς ἀντιπροσωπείας τὴν εὐχὴν «νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν». Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πάσχει κατὰ τὴν ἑνότητά της καὶ δὲν εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως μέχρι τώρα πιστεύομεν; Ἡ ἑνότης τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησιας εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει τὴν ἀνάστασίν της;
γ΄) Ὁ Παναγιώτατος τὸ 1991, ὡς μητροπολίτης Φιλαδελφείας, μιλώντας σὲ παπικούς, εἶχε διατυπώσει μίαν διαφοροποιημένην ἀπὸ τὰ Ὀρθόδοξα δεδομένα Ἐκκλησιολογίαν· «Δὲν εἶναι δυνατό», εἶπε, «νὰ θεωρήσουμε ὅτι, εἴτε ἐμεῖς οἱ Ὀρ­θόδοξοι, εἴτε ἐσεῖς οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἔχουμε ἀποκλειστικὴ ἰδιοκτησία τὴν διαδοχὴ τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 464/1-7-1991, σ. 9). Ὥστε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ ὄντως Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀπώλεσε τὴν αὐτοσυνειδησίαν της, εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει διὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ δῇ τὴν ἀνάστασίν της; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
3. α΄) Ὁ Παναγιώτατος πραγματοποιῶν ἐπίσημον ἐπίσκεψιν εἰς τὸ Βατικανὸν τὴν 27-6-1995 καὶ ὁμιλῶν σὲ νεαροὺς παπικοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Τέκνα τῆς Ἐκκλησίας ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα καὶ ἀγαπητά..., συνεορτάζομεν ἡ Ἀνατολὴ καὶ ἡ Δύσις (ἐννοεῖ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τῆς ῾Ρώμης). Θεοῦ τὸ δῶρον... Ἑορτάζομεν, διότι εἴμεθα ἡ ἐπὶ γῆς πορευομένη κοινωνία τῶν Ἁγίων..., εἶναι δὲ ἡ ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας πεπληρωμένη ὅταν εἶναι παροῦσα καὶ συνεορτάζουσα ἡ νεολαία... Ἐλάβατε διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Φέρετε ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τῷ μετώπῳ ὑμῶν τὰ σημεῖα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 520/31-7-1995, σσ. 19, 20, 5 καὶ 6).
Δηλαδή, δὲν μᾶς χωρίζει τίποτε; Ἀπὸ πότε ἀπέκτησαν Χάριν τὰ μυστήρια τῶν Παπικῶν; Αὐτὴν τὴν παρακαταθήκην παρελάβομεν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
4. α΄) Ὁ Παναγιώτατος κατὰ τὴν ὁμιλίαν του τὴν 4-11-1994, σὲ διαθρησκειακὴν συνάντησιν εἰς τὴν ἰταλικὴν πόλιν Riva del Garda, ὅπου ὡμίλησε σὲ παρισταμένους ἡγέτας διαφόρων θρησκειῶν, εἶπε· «Πρέπει νὰ συμβάλωμεν ὥστε νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Πράγματι, διὰ τὸν λόγον αὐτὸν συνεκεντρώθημεν ἐδῶ! Αὐτὸς εἶναι ἕνας τρόπος, διὰ τοῦ ὁποίου ἡμεῖς οἱ κληρικοὶ δυνάμεθα νὰ βοηθήσωμεν αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι κυβερνοῦν. Ἡ βαθεῖα καὶ σταθερὰ πνευματικότης μας ἔρχεται εἰς ὀξεῖαν ἀντίθεσιν μὲ τὸν ἐγκόσμιον χαρακτῆρα τῆς συγχρόνου πολιτικῆς. …Αὐταὶ αἱ δυνατότητες ἀνακύπτουν ἀπὸ τὴν ἰδίαν τὴν φύσιν τῆς ἰδιότητος ποὺ φέρομεν, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ὡς κλητοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὡς μία κοινότης πίστεως δυνάμεθα νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὸν κοσμικὸν οὐμανισμὸν καὶ τὸν ἐθνικισμὸν μὲ ἀγάπην, μὲ πνεῦμα Οἰκουμενισμοῦ καὶ μὲ τὸν ὑγιῆ σεβασμόν μας πρὸς τὴν παράδοσιν. Ἀλλὰ τοῦτο δυνάμεθα νὰ ἐπιτύχωμεν μόνον ἐὰν εἴμεθα ἡνωμένοι ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…» (περιοδικὸν «Ὀρθοδοξία» τοῦ Πατριαρχείου, τ. Ὀκτωβρ.-Δεκεμβρίου 1994, κατὰ μετάφρασιν). Ἀγαστὴ συνεργασία τῶν κληρικῶν μὲ τοὺς κυβερνήτας τῶν λαῶν ὑπὸ τὸ προπέτασμα τῆς ἀγάπης!
Δηλαδή, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστὸς ἔχασε τὸ φῶς του, τὰς πνευματικάς του ἀξίας, ἔγινε φανάρι ποὺ τρεμοσβήνει, καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς ἀπέμεινεν εἶναι «νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης»; 
Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα καλεῖ νὰ ἑνωθοῦν «ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…». Κύριε, ἐλέησον!... Δηλαδὴ εἰς τὸν ἴδιον Θεὸν πιστεύουν Χριστιανοί, Μουσουλμᾶνοι, Ἰνδουϊσταί, Βουδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί...; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
Δυστυχῶς ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Παναγιωτάτου πάσχει· δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος, εἶναι Οἰκουμενιστική.
β΄) Ὁμιλῶν ὁ Παναγιώτατος τὴν 20-12-2001 εἰς τὴν Α΄ Διαθρησκειακὴν Συνάντησιν τῶν Βρυξελλῶν καὶ ἀπευθυνόμενος σὲ ἐκπροσώπους τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν χρησιμοποίησε ὁμοειδῆ Θεολογία καὶ διὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους (Ἰουδαϊσμοῦ, Μουσουλμανισμοῦ, Χριστιανισμοῦ) καὶ εἶπε· «Παρακαλοῦμεν θερμῶς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους νὰ δώσωμεν εἰς τοὺς πιστούς μας καὶ τὸν κόσμον ὅλον ἀνόθευτον τὸ εἰρηνοποιὸν μήνυμα τοῦ ἑνὸς καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς συνεκέν­τρωσεν ἐν τῇ ἀγάπῃ Του ἐνταῦθα. …Ἡμεῖς οἱ πιστεύοντες εἰς ἕνα προ­σω­πι­κὸν Θεὸν ἔχομεν τὴν ἐμπειρίαν τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ καὶ τῆς εἰρήνης, ἡ ὁποία ἐγκαθίσταται εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ πληροῖ καὶ ἀναπαύει αὐτήν, ὅταν ἀποκαθίσταται ἡ κοινωνία τῶν προσωπικῶν ὑπάρξεων τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ μεγάλου Θεοῦ… Ἐὰν σταθῶμεν μὲ τὸ προσῆκον δέος ἀπέναντι τῶν προσωπικῶν ἀναζητήσεων ἑκάστης ψυχῆς, ἡ ὁποία, γεννηθεῖσα εἰς ὡρισμένην θρησκευτικὴν παράδοσιν, ἀνοίγει τὰς πτέρυγάς της διὰ νὰ πετάξῃ εἰς ἀναζήτησιν τοῦ Ἠγαπημένου, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἔχομεν ἀνθρώπινον χρέος νὰ σεβασθῶμεν ἀπολύτως τὴν προσωπικὴν πορείαν ἑκάστου πρὸς τὴν ὑπερτάτην ἀγάπην. Τότε ἐναγκαλιζόμεθα ἐν εἰρήνῃ τὴν ψυχὴν αὐτὴν καὶ παρακολουθοῦμεν ἐν ἄκρᾳ σιωπῇ καὶ προσευχῇ τὴν πορείαν της, εἴτε συμβαδίζει μὲ ἡμᾶς (τοὺς Χριστιανοὺς) εἴτε ἀκολουθεῖ ἄλλον δρόμον (λ.χ. τὸν Ἰουδαϊσμὸν ἢ τὸ Ἰσλάμ), διότι ὁ Ἠγαπημένος Θεός, ὁ Κύριός της, τὴν ἀναμένει καὶ θὰ τῆς δείξῃ τὸν δρόμον. Δὲν χρειάζεται ἀπὸ μέρους ἡμῶν οὐδεμία βία, οὐδεμία πίεσις, μόνον στοργὴ καὶ εἰρήνη» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 603/31-12-2001).
Ἔχουν λοιπὸν καὶ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ Μουσουλμᾶνοι τὴν ἐμπειρίαν τοῦ ἑνὸς προσωπικοῦ Θεοῦ, τοῦ πλήρους ἀγάπης ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ; Ἔτσι κατανοεῖ ὁ Παναγιώτατος τὸ «Τζιχάντ» τῶν μουσουλμάνων ἢ τὰς ἐκκαθαριστικὰς ἐπιχειρήσεις τῶν Ἰσραηλιτῶν; Ἡ θεολογία τοῦ Παναγιωτάτου δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος. Εἶναι ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὴν βλάσφημον θεωρίαν τῶν Ἀβρααμικῶν θρησκειῶν, τὴν ὁποίαν διετύπωσεν ὁ Γάλλος Ἰσλαμολόγος Louis Massignon (1883-1962), δι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ θεολογία του παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον τοιαύτην. Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
5. α΄) Συνεπὴς πρὸς τὴν καινοφανῆ ἐκκλησιολογίαν του, ὁ Παναγιώτατος ἔχει παραιτηθῆ ἀπὸ τὴν θεόθεν καθωρισμένην ἀποστολὴν τῆς Ἐκκλησίας «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς…» (Ματθ. 28,19). Δὲν ἐπιδιώκει νὰ ὁδηγήσῃ ἑ­τεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ διεκήρυξε «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» εἰς τὸ Durban τῆς Ν. Ἀφρικῆς τὴν 17-3-2001 σὲ μήνυμά του μὲ τὴν εὐκαιρίαν Παγκοσμίου Διασκέψεως λέγοντας· «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείσῃ τοὺς ἄλλους περὶ συγκεκριμένης τινὸς ἀντιλήψεως τῆς ἀληθείας ἢ τῆς ἀποκαλύψεως, οὔτε ἐπιδιώκει νὰ τοὺς μεταστρέψῃ εἰς συγκεκριμένον τινὰ τρόπον σκέψεως» (ἱστοσελίδα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἐσθονίας· www.orthodoxa.org/GB/patriarchate/speech/­statement.htm). Εἰς τὴν θείαν ὅμως λειτουργίαν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, εἰς τὴν εὐχὴν ποὺ ἀκολουθεῖ ἀμέσως μετὰ τὸν καθαγιασμόν, παρακαλοῦμεν τὸν Κύριον λέγοντες· «τοὺς ἐσκοτισμένους ἐπισυνάγαγε· τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία». Πῶς θὰ γίνῃ αὐτό; διὰ τῆς σιωπῆς καὶ ὄχι διὰ τῆς μαθητείας καὶ τοῦ κηρύγματος; Διὰ τῆς σιωπῆς θὰ γίνῃ ἡ εἰσδοχὴ τῶν ἑτεροδόξων καὶ τῶν ἑτεροθρήσκων εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ» (Ρωμ. 10, 17). Εἰς τὴν Κόρινθον ὁ ἴδιος Ἀπόστολος λαμβάνει συγκλονιστικὸν μήνυμα ἀπὸ τὸν Κύριον· «... μὴ φοβοῦ, ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς» (Πραξ. 18, 9). Δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ τοῦ Παναγιωτάτου καταστρατήγησις Κυριακῆς ἐντολῆς; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
β΄) Ὁ Παναγιώτατος προσφέρει ὡς δῶρον τὸ Κοράνιον καὶ τὸ ὀνομάζει ἱερὸν καὶ ἅγιον. Τὴν 29-10-2009 μετέβη εἰς τὴν Ἀτλάντα τῶν Η.Π.Α., ἐπισκέφθηκε τὸν πρόεδρον τῆς Coca-Cola κ. Muhtar Kent καὶ τοῦ προσέφερεν ἕνα Κοράνιον λέγοντας· «Ἔχω ἕνα μικρὸ ἀναμνηστικό. Μικρὸ καὶ σπουδαῖο. Ἀναμνηστικὸ (γιὰ) τὸν Muhtar. Αὐτὸ εἶναι τὸ Ἅγιο Κοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν μουσουλμάνων ἀδελφῶν μας» (www.youtube.com/watch?v=­5p7DqpeTJM8). Δυστυχῶς τὴν χειρονομίαν αὐτὴν τὴν ἐμιμήθησαν καὶ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς ἐπὶ μεγάλῳ σκανδαλισμῷ τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν.
γ΄) Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον προωθεῖ τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν. Τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν προωθοῦσε ἀρχικὰ τὸ Βατικανὸν ἀπὸ τὸ 1960, τὸν στόχον του ὅ­μως αὐτὸν τὸν ἐπισημοποίησε κατὰ τὴν Β´ Βατικανὴν Σύνοδον (1965) καὶ τὸν ἀπεδέ­χθη ὁ μακαριστὸς πατριάρχης Ἀ­θηναγόρας, ὁ ὁποῖος ἔγινεν ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἰδέας αὐτῆς. Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατρι­αρχεῖον μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθμ. 150 πρωτ. 420/26-5-1995 ἐγκύκλιόν του ἔκανε λόγον διὰ «τὸν καθορισμὸν κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τῆς Μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πάσχα». Ἀγνοεῖ ὁ Παναγιώτατος ἢ περιφρονεῖ τὰ περὶ τούτου διακελευόμενα ὑπὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων;
6. ῾Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος σὲ παλαιότερον δημοσίευμά του εἰς τὸ Ρωμαιοκαθολικὸν περιοδικὸν «The National Catholic Reporter» (in the January 21, 1977) ἔγραψε τὰ ἑξῆς ἀποκαλυπτικὰ τῶν προθέσεών του διὰ τὴν μέλλουσαν νὰ συνέλθῃ Πανορθόδοξον Σύνοδον: «Οἱ δικοί μας στόχοι εἶναι ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τοῦ πάπα Ἰωάννου 23ου νὰ ἐκσυγχρονίσωμεν τὴν Ἐκκλησίαν καὶ νὰ προωθήσωμεν τὴν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν. Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος θὰ σημάνῃ τὸ ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας εἰς τὰς μὴ Χριστιανικὰ́ς θρησκείας καὶ εἰς ὁλό́κληρον τὴν ἀνθρωπό́τητα. Αὐτὸ́ σημαί́νει μί́αν νέ́αν στάσιν ἔ́ναντι τοῦ Ἰσλά́μ, τοῦ Βουδισμοῦ́, τοῦ σύγχρόνου πολιτισμοῦ́ καὶ ὅ́σον ἀφορᾷ́ τὰς ἐπιδιώ́ξεις διὰ ἀδελφό́τητα χωρὶ́ς ρατσιστικὰ́ς διακρί́σεις ... μὲ ἄ́λλα λό́για θὰ σημά́νῃ τὸ τέ́λος δώ́δεκα αἰώ́νων ἀπομονώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας». Συνεπῶς «ὅπερ ἔδει δεῖξαι»!
Tὸ Ἀγγλικὸ κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς· In an article dating back from when Ecumenical Patriarch Bartholomew was still a Metropolitan, in the journal The National Catholic Reporter, the Patriarch said the following, revealing his intentions for the Pan-Orthodox Council: “Our aims are the same an John's (Pope John XXIII): to update the Church and promote Christian unity... The Council will also signify the opening of the Orthodox Church to non-Christian religions, to humanity as a whole. This means a new attitude toward Islam, toward Buddhism, toward contemporary culture, toward aspirations for brotherhood free from racial discrimination...in other words, it will mark the end of twelve centuries of isolation of the Orthodox Church.”[4]
[4] “Council Coming for Orthodox", interview by Desmond O'Grady, The National Catholic Reporter, in the January 21, 1977 edition. See also:http://orthodoxinfo.com/ecumenism/towards.aspx.
Μακαριώτατε, Ἅγιοι Συνοδικοί.
Ἐκ τῶν παρατεθέντων ἀνωτέρω σταχυολογημάτων ἀποδεικνύεται, ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος εἶχε τὴν ἀτυχῆ ἔμπνευσιν νὰ διατυπώσῃ ἑτεροδιδασκαλίας καὶ νὰ ὑποπέσῃ οὕτως εἰς σωρείαν ἱεροκανονικῶν παραβάσεων, αἱ ὁποῖαι καταδικάζονται ὑπὸ τῶν κατωτέρω παρατιθεμένων ἱερῶν Κανόνων.
στ΄ Κανὼν τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς Ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾽ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας· πρὸς δὲ τούτοις, καὶ τοὺς τὴν πίστιν μὲν τὴν ὑγιῆ προσποιουμένους ὁμολογεῖν, ἀποσχίσαντας δὲ καὶ ἀντισυνάγοντας τοῖς κανονικοῖς ἡμῶν ἐπισκόποις».
ι΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικοῦ ἢ ἀφωρισμένου δι᾽ ἀφορισμοῦ τιμωρεῖται».
με΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν διὰ κληρικούς, ἀλλ᾽ οὗτοι ἐπὶ πλέον καθαιροῦνται ἐὰν δεχθῶσι τοὺς αἱρετικοὺς ὡς κληρικούς».
ξδ΄ Ἀποστόλων· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν οἴκοι. Ἐὰν γίνῃ εἰς συναγωγὴν Ἑβραίων ἢ αἱρετικῶν, συνεπάγεται καθαίρεσιν διὰ κληρικὸν καὶ ἀφορισμὸν διὰ λαϊκόν».
στ΄ Λαοδικείας· «Αἱρετικοὶ μὴ ἀπαρνούμενοι τὴς αἵρεσιν ἑαυτῶν ἐμποδίζονται εἰσελθεῖν εἰς Ναὸν Ὀρθόδοξον».
ξη΄ Ἀποστόλων· «Χειροτονία, βάπτισμα κ.λπ. μυστήρια αἱρετικῶν ἄκυρά εἰσι».
ιδ΄ Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου· «Γάμος μεθ᾽ αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων ἀπαγορεύεται».
ρλα΄, ρλβ΄, ρλγ΄ τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)· κανόνες οἱ ὁποῖοι ὑπενθυμίζουν τὸ ἱερὸν χρέος τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐπαναφορᾶς τῶν αἱρετικῶν (τῶν πεπλανημένων) εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
ζ΄ Ἀποστόλων· «Εἴτις Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἢ Διάκονος τὴν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρὸ τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετὰ Ἰουδαίων ἐπιτελέσῃ, καθαιρείσθω».
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι τὸ Πανάγιον Πνεῦμα δὲν συνηγορεῖ εἰς τὴν καταπάτησιν τῶν ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τὴν ἐπίπνοιάν Του διετυπώθησαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ θεοφόρους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε ὑπῆρξαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι οἱ Κανόνες τῶν Ἱερῶν Σύνόδων εἶναι Ἁγιοπνευματικοὶ καὶ διατυπώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας μὲ φιλανθρωπίαν, ἀγάπην καὶ ρεαλισμόν, αἰσθανόμεθα δὲ τὴν ζωογόνον δρόσον καὶ τὴν διαχρονικότητά των ὅταν καλούμεθα νὰ τοὺς ἐφαρμόσωμεν, χωρὶς νὰ χρειάζωνται ἀναζωογόνησι ἀπὸ τὴν παναίρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἐπειδὴ φρονοῦμεν ὅτι διὰ τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν καὶ τῶν ἱεροκανονικῶν παραπτωμάτων τοῦ Παναγιωτάτου ἐπέρχεται μεγάλος σκανδαλισμὸς τῶν πιστῶν, Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, μὲ ὁρατὸν πλέον τὸν κίνδυνον σχίσματος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι, ἀκολουθοῦν καὶ μερικοὶ ἄλλοι κληρικοὶ τὸν Παναγιώτατον εἰς τὰς ἱεροκανονικὰς του παραβάσεις καὶ ὑπάρχῃ κίνδυνος αὐτὸ νὰ γενικευθῇ καὶ νὰ γίνͺῃ θεσμὸς εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
Ἐπειδὴ διὰ τῆς συγκλήσεως τῆς ΑκΜΣ, τῆς ὑπὸ ἐξωεκκλησιαστικῶν παραγόντων –ὅπως ἀπεδείχθη– ἐπιβληθείσης, ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθοῦν μὲ Συν­οδικὸν κῦρος ὅλα τὰ μέχρι σήμερα ἀντικανονικῶς λεχθέντα καὶ πραχθέντα ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, διὰ νὰ μένουν ἀναντίρρητα εἰς διηνεκές.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Παρακαλοῦμεν τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱ. Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως συσκεφθεῖσα καθ᾽ ἑαυτὴν διαπιστώσῃ καὶ κάνῃ δεκτὴν τὴν κατάγνωσιν τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν, ἀποκηρύξῃ δὲ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ ἐφαρμοσθῶσι τὰ ὑπὸ τῶν ἱερῶν Κανόνων προβλεπόμενα, μὲ ἀπώτερον σκοπὸν νὰ κοπάσῃ ὁ κλυδωνισμὸς ὄχι μόνον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Πλείονα στοιχεῖα θὰ καταθέσω διὰ λεπτομεροῦς Ὑπομνήματός μου, ὅταν κληθῶ ὑπὸ τοῦ Ἀνακριτοῦ. Μάρτυρας προτείνω τοὺς κατωτέρω:
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΑΣ: 
Σεβ. Μητροπολίτην Κονίτσης κ. Ἀνδρέαν, ΚΟΝΙΤΣΑΝ,
Σεβ. Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης κ. Εὐστάθιον ΣΠΑΡΤΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἠλείας κ. Γερμανόν, ΠΥΡΓΟΝ,
Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον, ΝΑΥΠΑΚΤΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ΠΕΙΡΑΙΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ν. Σμύρνης κ. Συμεών, Ν. ΣΜΥΡΝΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γλυφάδας κ. Παῦλον, ΓΛΥΦΑΔΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Κυθήρων κ. Σεραφείμ, ΚΥΘΗΡΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Αἰτωλίας κ. Κοσμᾶν, ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ἰερεμίαν, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Μόρφου κ. Νεόφυτον - ΜΟΡΦΟΥ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιον - ΛΕΜΕΣΟΝ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἀντινόης Παντελεήμονα Λαμπαδάριον ΚΑΛΥΜΝΟΝ <metropolitanantinoes@gmail.com>.
ΚΑΘΗΓΗΤΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ:
Πρωτοπρεσβύτερον π. Γεώργιον Μεταλληνόν, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν,
Πρωτοπρεσβύτερον π. Θεόδωρον Ζήσην, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.,
κ. Δημήτριον Τσελεγγίδην, Ὁμ. Καθηγητὴν Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.,
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥΣ - ΙΕΡΕΙΣ - ΜΟΝΑΧΟΥΣ:
Ἀρχιμ. π. Ἀθανάσιον Ἀναστασίου, Προηγούμενον τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Μεγάλου Μετεώρου, Καλαμπάκαν,
Ἀρχιμ. π. Μάξιμον Καραβᾶν, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Παρασκευῆς Μηλοχωρίου Ἑορδαίας, Πτολεμαΐδα
Ἀρχιμ. π. Γρηγόριον Χατζηνικολάου, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Τριάδος Γατζέας Βόλου,
Ἀρχιμ. π. Σαράντην Σαράντον, Διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀμαρούσιον
Ἀρχιμ. π. Νικόδημον Πετρόπουλον, Προϊστάμενον ἱ. Ν. Ἁγίου Παύλου Πατρῶν - Πάτρας,
Ἀρχιμ. π. Παῦλον Δημητρακόπουλον, Θεολόγον (Mr Θεολογίας), Διευθυντὴν τοῦ Γραφείου Αἱρέσεων τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
Ἀρχιμ. π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρον, Ἱεροκήρυκα, Ἱ. Μητροπόλεως Κονίτσης, Κόνιτσαν,
Ἀρχιμ. π. Κύριλλον Κωστόπουλον, (Dr. Θεολογίας) Ἱεροκήρυκα Ἱ. Μητροπόλεως Πατρῶν, Ἀσημάκη Φωτήλα 14-16 - τ.κ. 262 24 Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Πέτρον Heers, διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ, e-mail: info@ uncutmountain.com,
Πρωτ/ρον π. Ἀναστάσιον Γκοτσόπουλον, Θεολόγον, (Μr. Θεολογίας), ἐφημέριον Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν, Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Ἄγγελον Ἀγγελακόπουλον, Θεολόγον, κληρικὸν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
ὁσ. Μοναχὸν Ἀρσένιον Βλιαγκόφτην, Ἱ. Μονὴν Ἁγ. Ἀρσενίου Καπαδόκου, Βατοπέδι Χαλκιδικῆς.
ὁσ. Μοναχὸν Ἐπιφάνιον Καψαλιώτην, Καψάλαν Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ὁσ. Μοναχὸν Δαμασκηνόν, Κελλίον Φιλαδέλφου Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ:
κ. Σταῦρον Μποζοβίτην, Θεολόγον – Συγγραφέα, μέλος τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», - Ἰσαύρων 42, Ἀθήνας
κ. Νικόλαον Σαββόπουλον, Θεολόγον, Ἐπιδαύρου 1, Ἁλμυρὴ Γαλατακίου, 201 00 Κόρινθον
κ. Δημήτριον Ρίζον, τηλ. 23850-28940, Φλώριναν,
κ. Ἰωάννην Τάτσην, Καρτάλη 12Α, 453 32 Ἰωάννινα, thriskeftika.­blogspot.­com/. τηλ. 26510-68589
ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΑΣ:
κ. Δημήτριον Νατσιόν, Διδάσκαλον, Μεσημβρίας 20, 611 00 Κιλκὶς
κ. Βασίλειον Κερμενιώτην, Ἐκπαιδευτικόν, Κ. Ἀδαμοπούλου 11, 502 00 Πτολεμαΐδα
Λογγοβάρδᾳ τῇ 25 Φεβρουαρίου 2017
Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Τα-
ρασίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Μετὰ σεβασμοῦ
† Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Ν. Πῆχος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς
«Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας
Πάρου

Εκοιμήθει εν Κυρίω ο μητροπολίτης Σταγών και Μετεώρων Σεραφείμ


Πέθανε σε ηλικία 85 ετών ο μητροπολίτης Σταγών και Μετεώρων Σεραφείμ μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το βράδυ της Πέμπτης.
Ο μητροπολίτης Σεραφείμ γεννήθηκε το 1932 στο Φανάρι της Καρδίτσας. Το 1955 αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και δέκα χρόνια αργότερα, το 1965, χειροτονήθηκε διάκονος και ακολούθως το 1966 πρεσβύτερος. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας στη Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και δίδαξε στο Ανώτερο Ιερατικό Φροντιστήριο Τήνου.
Το 1970 χειροτονήθηκε μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών από όπου απομακρύνθηκε το 1974. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1991, η Εκκλησία τον επανέφερε ιδρύοντας την προσωποπαγή Μητρόπολη Σταγών και Μετεώρων, η οποία ύστερα από ενέργειές του μετατράπηκε σε μόνιμη τον Οκτώβριο του 2015. Ήταν ο δεύτερος σε αρχαιότητα μητροπολίτης της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Ο Σταυρός στην αθωότητα και στην ενοχή .


Κάνεις από μας δεν μπορεί να τοποθετήσει τον εαυτό του στη θέση του Χριστού που είναι μια κατάσταση ολοκληρωτικής καθαρότητας, έχοντας τη μοναδική ικανότητα του «αίρειν τον σταυρόν» χωρίς οποιανδήποτε προσωπική αμαρτία. Μόνον ο Χριστός γνώρισε την κατάσταση αυτή, μόνον σ’ Αυτόν είναι ο σταυρός πραγματικά «δύναμις Θεού», όπως αναφέρει ο Απόστολος Παύλος (Α’ Κορ. Α΄ 18). Μόνον σ’ Αυτόν ο σταυρός έχει τη δύναμη να ξεριζώνει το κακό από τις ρίζες του. Σε μας, η καθαρότητα είναι πάντοτε αναμεμιγμένη με την ακαθαρσία, η αθωότητα με την ενοχή, κι ο σταυρός έρχεται σε μας κατά κύριο λόγο από τα λάθη μας, λόγω των αμαρτιών μας και της παρουσίας της ακαθαρσίας μέσα στην καθαρότητα που μας δίνει ο Θεός. Έρχεται επίσης σε μας διά της ευθύνης με την οποία πολεμούμε χάριν των πλησίον μας, ώστε να τους φέρουμε κι αυτούς σε πιο αληθινές πεποιθήσεις. Και υποφέρουμε κατά τον αγώνα για τη δική μας αύξηση στην τελειότητα, ενώ ο Χριστός υπόφερε αποκλειστικά για τους άλλους, για την τελειότητα και τη σωτηρία τους.
Ο σταυρός που μετέφερε ο Χριστός «εν πλήρει καθαρότητι και αθωότητι» είναι άδικος και δεν μπορεί να έχει τον τελευταίο λόγο.
(δηλαδή το άδικο δεν επικρατεί με τον σταυρικό του θάνατο, αλλά η ανάσταση που ακολουθεί αποκαθιστά τα πράγματα στη σωστή τους θέση). Ο σταυρός τον οποίο εμείς σηκώνουμε λόγω της αμαρτωλότητάς μας είναι δίκαιος, και είναι ακόμα περισσότερο δίκαιος όσο πιο μεγάλη είναι η αμαρτωλότητά μας. Ο σταυρός μας μπορεί να ελαφρύνει διά της δυνάμεως του σταυρού του Χριστού, ο οποίος τον μετέφερε όντας τελείως καθαρός και αθώος. Και είναι ο Χριστός εκείνος που θα μας σηκώσει, αν δεν παραμείνουμε ριζωμένοι στην κακία μας.
Η πλήρης καθαρότητα και αθωότητα του Χριστού είναι γεμάτη από υπερβάλλουσα δύναμη, η οποία αποκαλύπτεται στο γεγονός ότι ο Χριστός μετέφερε τον σταυρό από αγάπη προς την ανθρωπότητα και με κανένα λόγο για να καταβάλει ή να ξεριζώσει οτιδήποτε κακό υπήρχε μέσα του. Επειδή δεν υπήρχε τίποτε κακό στο Χριστό, γι’ αυτό η δύναμη του σταυρού και της αγάπης του μπορούν να μεταδοθούν σ’ όλους τους ανθρώπους που είναι πρόθυμοι ν’ ανοίξουν τις καρδιές τους στο Χριστό, που υποφέρει γι’ αυτούς. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει: «Εκείνος που θανατώνεται για τις αμαρτιών του, υποφέρει δίκαια. Αλλ’ εκείνος που υποφέρει όχι για τις αμαρτίες του, εθελοντικά δέχεται το θάνατο που «είσηλθεν εις τον κόσμον» λόγω της αμαρτίας, και έτσι καταβάλλει την αμαρτία, και, με την θεία οικονομία, παρέχει χάρη σ’ όλη την ανθρώπινη φύση με την οποία αυτή καταβάλλει την αμαρτία». (Ερωτ. προς Θαλάσσιον 22, Μigne. Ρ.G. 90).
Η δύναμη που απορρέει από το μέχρι θανάτου πάθος προστέθηκε, στο Χριστό, στη δύναμη της πλήρους καθαρότητας της ανθρώπινής του φύσεως, ή μάλλον, πρέπει να κατανοηθεί κάτω από το πρίσμα της καθαρότητας αυτής η όποια καθ’ εαυτή περιέχει την υπέρτατη ανθρώπινη δύναμη της αγάπης. Αυτή δίνει στην ανθρώπινη φύση, την οποία ο Υιός του Θεού προσέλαβε, τη δύναμη να καταβάλει το θάνατο «εν Αυτώ και δι’ Αυτού». «Εν Αυτώ και δι’ Αυτού», η δύναμη αυτή μεταδίδεται στην ανθρώπινη φύση με όλους εκείνους που είναι ενωμένοι με το Χριστό. Σ’ αυτούς καταστρέφει την αμαρτία και συνεπώς καταστρέφει το θάνατο. Διότι αμαρτία σημαίνει εγωισμός. Και η αγάπη, η γνήσια αγάπη του Χριστού, υπερβαίνει και καταστρέφει κάθε εγωισμό, κάθε εγωπάθεια.
Ο ένας από τους δύο ληστές που είχαν σταυρωθεί μαζί με τον Χριστό είπε: «ημείς μεν δικαίως, άξια γαρ ων επράξαμεν απολαμβάνωμεν, ούτος δε ουδέν άτοπον έπραξεν» (Λουκ. ΚΓ΄ 41). Τα λόγια αυτά μας λένε ότι δεν υπάρχει κανείς έκτος από τον Χριστό που να μην είναι υπόχρεος να μεταφέρει το σταυρό του δίκαια και λόγω κάποιας ενοχής. Αν οι πλησίον μας υποπτεύονται τις σκέψεις και τις προθέσεις μας, είναι σχεδόν πάντοτε αλήθεια ότι οι σκέψεις μας σε σχέση μ’ αυτούς ή σε σχέση με τους άλλους, δεν είναι γεμάτες από τέλεια αγάπη. Αν μας κριτικάρουν, αυτό γίνεται γιατί δεν τους έχουμε βοηθήσει πάντοτε στις δικές τους δύσκολες περιστάσεις. Είναι σχεδόν πάντα σίγουρο ότι δεν τούς δώσαμε ολόκληρη τη βοήθεια που είμαστε σε θέση να τους δώσουμε και δεν είχαμε ανοίξει σ’ αυτούς την καρδιά μας. Αν ξεχνούν τη βοήθεια που τους προσφέραμε, είναι γιατί εμείς οι ίδιοι δεν χαιρόμαστε για τα καλά πράγματα που συνέβησαν σ’ αυτούς λόγω της βοήθειας που ήμασταν ικανοί να τους δώσουμε. Αν κάποια ένταση ή ψυχρότητα υπάρχει ανάμεσα σε μένα κι ενός άλλου προσώπου, είναι σχεδόν σίγουρο ότι εγώ είμαι τουλάχιστον εν μέρει η αιτία αυτής της εντάσεως ή ψυχρότητας, ή τουλάχιστον ότι δεν έχω κάνει όλα εκείνα που μπορούσα για να απαλλαγώ απ’ αυτήν. Οι κακές σχέσεις ανάμεσα σε μένα και σ’ άλλους ανθρώπους, σχεδόν πάντα έχουν τις ρίζες τους σε μένα όπως και στους άλλους. Οφείλω να υποφέρω την εχθρότητα των άλλων ανθρώπων όχι μόνον σαν ένα σταυρό που τον μεταφέρω για τον εαυτό μου, μα σαν ένα σταυρό που μεταφέρω και γι’ αυτούς, εφόσον μεταφέρω το σταυρό αυτό επειδή, λόγω του είδους του προσώπου που είμαι, δεν έχουν την ικανότητα να έχουν με μένα τις σχέσεις που θα επιθυμούσαν να έχουν. Κάθε σταυρός που έχει σώζουσα δύναμη είναι σταυρός τον οποίο μεταφέρω όχι μόνο λόγω των δικών μου αμαρτιών αλλ’ επίσης λόγω των αμαρτιών των άλλων. Θα λυγίζω και θα κάμπτομαι μεταφέροντας τον πλησίον μου μαζί με το σταυρό του, και λυγίζοντας και καμπτόμενος σχηματίζω νοερά την οριζόντια γραμμή, την ταπεινώνουσα γραμμή του σταυρού, ώστε εκείνος που μεταφέρω να μπορεί να σχηματίζει την κάθετη γραμμή ενώ τον μεταφέρω στους ώμους μου. Η ηθική μας ασθένεια και αδυναμία, η ανεπαρκής ευθύνη μας απέναντι στον Θεό και τους πλησίον μας, αυτά σχηματίζουν το σταυρό μας.
Όπως ακριβώς ο άνθρωπος που δεν θα δεχτεί την ευθύνη του για τους άλλους δεν θα δεχτεί τον ανθρώπινο όρο -τον πραγματικό ανθρώπινο όρο- έτσι και ο άνθρωπος που αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ένοχο απέναντι στους άλλους, ποτέ δεν αποτυγχάνει να γίνει πραγματικά άνθρωπος. Διότι αυτός που αναγνωρίζει τον εαυτό του σαν ένοχο αναγνωρίζει τη δική του προσωπική ευθύνη και την ανεπάρκειά του να τη φέρει εις πέρας, ενώ εκείνος που δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του σαν ένοχο αδυνατεί να αναγνωρίσει, τον εαυτό του σαν υπεύθυνο. Ένας τέτοιος στις ενέργειες του άνθρωπος δεν ανταποκρίνεται στο Θεό, και αρνιέται να παραδεχτεί ότι δεν έχει αποκριθεί όπως όφειλε, στο παρελθόν, στο Θεό και τους άλλους. Διότι είναι σίγουρο ότι, λόγω της ανθρώπινής μας καταστάσεως μετά την πτώση, δεν ανταποκριθήκαμε πλήρως και ικανοποιητικά ούτε στο Θεό ούτε στον πλησίον μας. Αναγνωρίζοντας το λάθος μας αρχίζουμε να ζούμε την πραγματική προσωπική μας σχέση του διαλόγου με το Θεό. Αλλά αν δεν αναγνωρίζουμε το λάθος μας, τότε, αυτό σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουμε την ευθύνη μας. Μ’ αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος δείχνει ότι αρνιέται τον ρόλο υπεύθυνου συνομιλητή στο διάλογο της σχέσεως με το Θεό, και ότι δεν αναγνωρίζει πια το Θεό σαν εκείνον που απευθύνει σ’ αυτόν ένα λόγο και που περιμένει την απάντησή του.
Αρνούμενος αυτή τη σχέση με το Θεό, ο άνθρωπος εκπίπτει εντελώς από τον ανθρώπινο όρο, διότι ό αληθινός ανθρώπινος όρος συνίσταται στην ικανότητά μας να ακούμε το λόγο του Θεού, να εισερχόμαστε σε προσωπική σχέση με το Θεό· συνεπώς, χάνει επίσης την ικανότητα να ακούει το λόγο του πλησίον προς αυτόν και να εισέρχεται σε αληθινή σχέση μ’ αυτόν. Εκπίπτει από την πραγματικότητα σε μια ζοφερή ψευδο-πραγματικότητα, στο «σκότος το εξώτερον». Κι έδώ βρίσκουμε μια άλλη δοκιμασία, ένα άλλο σταυρό, άλλα αυτός είναι ένας ανεπιθύμητος σταυρός, ένας σταυρός χωρίς ελπίδα. Το εγωιστικό, εγωπαθές πρόσωπο υποφέρει πολύ περισσότερο από εκείνον που επιθυμεί να βοηθά τους άλλους. Αρνούμενοι σχέσεις με τους άλλους φεύγουμε από την πραγματικότητα, γιατί η πραγματικότητα του κόσμου και αυτού του προσώπου μας μπορεί αληθινά και πλήρως να βιωθεί όταν είμαστε ενήμεροι της ευθύνης μας και του λάθους μας, και είμαστε πρόθυμοι να μεταφέρουμε το σταυρό μας για τους άλλους.

(Πηγή: Περιοδικό «Ορθόδοξη μαρτυρία», εκδ. Παγκυπρίου συλλόγου Ορθοδόξου παραδόσεως – Οι φίλοι του αγ. Όρους)


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...