Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 30, 2018

Αντιμετώπιση ενός αιρετικού

Επιστολή του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου
Η επιστολή αυτή δημοσιεύεται στο βιβλίο «Απάνθισμα επιστολών» τον Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, έκδοση της Ιεράς Μονής Παρακλήτου. Το περιοδικό «Διάλογος» με τις ευλογίες της Ιεράς Μονής, αναδημοσιεύει σε συνέχειες την επιστολή τον Οσίου που έχει θέμα της την αντιμετώπιση ενός αιρετικού, διότι την θεωρεί χρήσιμη για τους φίλους της στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που παίρνουν το περιοδικό μας και είναι οι πολλαπλασιαστές του εξαιρετικά αναγκαίου έργου της ενημέρωσης των πιστών της Εκκλησίας μας, ώστε να αποφεύγουν τις παγίδες της πλάνης του εχθρού του ανθρώπου.
Με πολλή ευχαρίστησι αναλαμβάνω να σας απαντήσω, ή σωστότερα, να συζητήσω μαζί σας τα όσα αναφέρετε στην αξιόλογη επιστολή σας. Κι εγώ, πριν μου γράψετε, κάτι είχα ακούσει, αλλά δεν είχα δώσει ανάλογη προσοχή. Τώρα όμως βλέπω ότι στη περιοχή σας αρχίζει ν’ ανάβη μια πυρκαγιά και γι’ αυτό σπεύδω να σας απαντήσω ό,τι ο Θεός με φωτίσει.
Α’. Γράφετε: «Μας εμφανίσθηκε κάποιος κήρυκας της πίστεως που φαίνεται ευγενής και περιέρχεται τα σπίτια όχι μόνο των πλουσίων, αλλά και των φτωχών, διαβάζει το Ευαγγέλιο, το ερμηνεύει, διδάσκει την πίστι στον Χριστό και παρακινεί στην μετάνοια. Κοντά μου κατοικεί ένας φτωχός βιβλιοδέτης. Στο σπίτι του έρχεται αυτός ο κήρυκας και συγκεντρώνει αρκετό κόσμο. Πήγα κι εγώ δύο φορές εκεί. Ακούγεται μάλιστα ότι και σε άλλα μέρη κηρύττει και συγκεντρώνει πολύ κόσμο».
Ας σταματήσουμε το γράμμα σας στο σημείο αυτό. Καθαρά φαίνεται εδώ ότι ο νέος αυτός κήρυκας της πίστεως, δεν είναι κήρυκας της Εκκλησίας. Πώς διδάσκει την πίστι στον Χριστό χωρίς να έχη αναγνωρισθή σαν ιεροκήρυκας από την Εκκλησία; Αυτό είναι γεγονός πρωτάκουστο! Έπρεπε να συλλογισθήτε ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει εδώ και να τηρήσετε τον εαυτό σας σε επιφυλακή. Συμπεριφερθήκατε έτσι; Δούλεψε καθόλου η κρίσις σας ερευνώντας, εάν είναι σωστά αυτά που ακούτε, ή εάν οδηγούν σε καλό; Να τι έπρεπε εξ αρχής να κάνετε.
Λέτε στην συνέχεια ότι διδάσκει πίστι στον Χριστό και ομιλεί διαρκώς από τα Ευαγγέλια. Αυτό ακριβώς θα έπρεπε να σας κάνη πιο προσεκτικό. Γιατί σας διδάσκει πίστι στον Χριστό; Μήπως είσθε τάταρος ή μογγόλος; Εσείς από παιδί πιστεύετε στον Χριστό και ζήτε μέσα στους κόλπους της αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά το παράδειγμα όλων των αγίων, που δοξάσθηκαν από τον Θεό. Όταν λοιπόν άρχισε να διδάσκη περί πίστεως στον Χριστό σε σας που ήδη πιστεύετε, θα έπρεπε να σκεφθητε ότι η δική του πίστις πιθανόν να είναι διαφορετική από την δική σας, την πίστι δηλαδή της Εκκλησίας μας.
Όταν άρχισε να σας προτρέπη να πιστεύετε στον Χριστό, έπρεπε να τον ρωτούσατε:
–  Γιατί μας το λες αυτό; Μήπως είμαστε αβάπτιστοι;
Και όμως κανένας σας δεν διαμαρτυρήθηκε. Λέγοντάς σας να πιστεύετε στον Χριστό, σας θεώρησε απίστους. Και σεις το ακούσατε με απάθεια, σαν να ήσασταν πραγματικά άπιστοι.
Εάν κηρύττη διαφορετική πίστι και σεις συνεχίζετε να τον ακούτε, τότε μαζί μ’ αυτόν μειώνετε την προηγούμενη πίστι σας, κατακρίνετε την αγία μας Εκκλησία και όλους όσους σώθηκαν και σώζονται στους κόλπους της. Αυτό είναι το δεύτερο λάθος σας, μεγαλύτερο από το πρώτο!
Ενώ ζούσατε ήσυχα και ειρηνικά και φροντίζατε για την σωτηρία σας, έρχεται κάποιος και αρχίζει να σας κηρύττη:
– Γνωρίζετε κάτι; Ο Χριστός πέθανε για την σωτηρία μας. Να πιστεύετε σ’ Αυτόν, να μετανοήτε και έτσι θα σωθήτε.
Και σεις σαν ν’ ακούτε κάτι το πρωτάκουστο και ασυνήθιστο, προσκολλάσθε σ’ αυτόν, έτοιμος ν’ αφήσετε την Εκκλησία σας, τους ποιμένες σας και όλα όσα προηγουμένως τιμούσατε σαν μέσα αγιασμού.
Πολύ περίεργο αυτό! Μήπως δεν κοινωνούσατε το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Κυρίου; Μήπως στον Χριστό δεν καταφεύγατε με τις προσευχές σας και σ’ Αυτόν και μόνο δεν στηρίζατε την ελπίδα της σωτηρίας σας; Λοιπόν τι το ιδιαίτερο, τι το νέο, που να μην το έχετε στον νου και στην καρδιά σας, σας αναγγέλλει αυτός ο άγνωστος ξένος;
Σας λέει: «Ο Χριστός σταυρώθηκε για σας. Πρέπει να πιστεύετε σ’ Αυτόν για να σωθήτε». Μήπως αυτό δεν ομολογήτε κάθε μέρα στο σύμβολο της πίστεως; «Πιστεύω … και εις ένα Κύριον, Ιησούν Χριστόν … τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της παρθένου και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών … ». Το ίδιο ομολογείτε ψάλλοντας στην εκκλησία: «Ο μονογενής Υιός… σταυρωθείς τε, Χριστέ ο Θεός… σώσον ημάς», ή: «Φως ιλαρόν αγίας δόξης… Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς…», ή: «Νυν απολύοις… ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου…».
Η Θ. Λειτουργία ολόκληρη, τι άλλο είναι παρά μια ανάμνησις ή επανάληψις με την αναίμακτη θυσία, της αιματηρής θυσίας που έγινε στον Γολγοθά για την σωτηρία μας;
Εάν συμφωνήτε μ’ αυτά, τότε τι νέο ακούτε από τα χείλη του ξένου και είσθε έτοιμος ν’ αφήσετε όλα τα προηγούμενα και ν’ ακολουθήσετε τα ίχνη του, χωρίς καλά – καλά να ξέρετε πού θα σας οδηγήση, γνωρίζοντας ωστόσο ασφαλώς ότι ο δρόμος που ακολουθήσατε ως τώρα είναι ο πραγματικός;
Αυτό είναι ακατανόητο! Μοιάζετε σαν να ψάλλετε έναν ύμνο σε μια αρμονική χορωδία και ξαφνικά να σταματάτε, προσέχοντας την ξεχωριστή φωνή ενός αγνώστου που μπήκε απρόσκλητος στην χορωδία σας. Καθόλου δεν σας απασχολεί, εάν έκανε καλά αυτός ο ξένος που άρχισε να ψάλλη, ούτε εάν κάνατε καλά εσείς που σιωπήσατε.
Οι δόκιμοι ψάλτες λένε ότι το να ξεχωρίζη μια φωνή σε μια χορωδία είναι κάτι το αντικανονικό. Και όσοι θαυμάζουν την φωνή αυτή καταδικάζουν τον εαυτό τους αποδεικνύοντας ότι δεν έχουν καλλιτεχνική ευαισθησία. Μ’ αυτούς μοιάζετε τώρα και σεις όσον αφορά το θέμα της σωτηρίας σας.
Μέχρι τώρα φροντίζατε με επιμέλεια την σωτηρία σας, ειρηνικά και ήσυχα, μαζί με τους άλλους αδελφούς. Ξαφνικά εμφανίσθηκε αυτός ο ξένος και άρχισε να τονίζη και να επαναλαμβάνη μία από τις τόσες διδασκαλίες της Εκκλησίας μας. Και σεις, στρέψατε την προσοχή σας σ’ αυτόν. Εντυπωσιασθήκατε και φαίνεσθε έτοιμος να τα εγκαταλείψετε όλα και να τον ακολουθήσετε. Καθόλου δεν σκεφθήκατε εάν φέρεται σωστά αυτός και εάν φέρεσθε σωστά και σεις. Όσοι έκτιμούν το εργο της σωτηρίας θα σας χαρακτηρίσουν σαν άγευστο της πνευματικής ζωής.
Θα έπρεπε ακούγοντας τα πρώτα του λόγια ν’ απομακρυνθήτε αμέσως από κοντά του, ενώ σεις συνδεθήκατε μαζί του και συνδέεστε ολοένα και περισσότερο.
Β’. Γράφετε: «Ομιλεί διαρκώς για τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και για την σωτηρία θυσία Του.
Ομιλεί μ’ ενθουσιασμό. Τον ακούμε ευχάριστα και ολοένα μας ελκύει».
Άραγε ξεχωρίσατε αν είναι Ορθόδοξος ή ετερόδοξος; Ή σκεφθήκατε ότι αφού ομιλεί ρωσικά, ρώσος θα είναι. Αφού ομιλεί για τον Σωτήρα Χριστό, και μάλιστα μ’ ενθουσιασμό, ασφαλώς δικός μας θα είναι, στην αλήθεια θα βρίσκεται και την αλήθεια θα κηρύττη. Ελκυσθήκατε με όλα αυτά και πέσατε στην απάτη.
Μπορεί να είναι ρώσος, αλλά δεν έχει την ρωσική πίστι. Ήταν Ορθόδοξος, αλλά ξέπεσε από την Ορθοδοξία. Είναι αιρετικός! Μπορεί να κηρύττη την εν Χριστώ σωτηρία, αλλά όχι όπως μας την δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός και οι άγιοι απόστολοι. Μπορεί να ομιλή μ’ ενθουσιασμό, αλλά αυτό δεν μαρτυρεί να την άλήθεια των λόγων του. Μάλλον αποδεικνύει ότι είναι ολόψυχα δοσμένος στην κακοδοξία του και αγωνίζεται γι’ αυτή, σαν να είναι η μόνη αλήθεια ένα συνονθύλευμα από αιρέσεις και πλάνες.
Άραγε όλα αυτά είναι άγνωστα σε σας; Και μήπως σεις δεν γνωρίζετε τίνος μαθητής είναι; Σύμφωνα με τον δάσκαλο, κρίνετε και τον μαθητή. Ασφαλώς θα γνωρίζετε ότι ήλθε κάποτε ένας αγγλικανός και άρχισε να περιοδεύη από σπίτι σε σπίτι και να εξαπατά με τα κηρύγματά του μερικούς δικούς μας, κυρίους και κυρίες, που δεν βάδιζαν σταθερά στον δρόμο της αληθείας.
Απ’ αυτούς τους απατημένους ξεπρόβαλε και ο σημερινός κήρυκάς σας, που τώρα συνεχίζει το έργο της απάτης του αγγλικανού. Πηγαίνει παντού και προσπαθεί να οδηγήση στην πλάνη και άλλους. Ό,τι λοιπόν πιστεύει κι αυτός. Έχουν κι οι δύο ξεκόψει από την κρυστάλλινη αλήθεια του Θεού και βρίσκονται στον τέταρτο βαθμό της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι, στην κακοδοξία και στην αίρεσι.
Δεν θα σας εξηγήσω αναλυτικά αυτή την πτώσι, αλλά συνοπτικά θα εκθέσω την ιστορική πορεία της.
Ήταν στην αρχή μια Εκκλησία με μια, αληθινή, πίστι. Ήλθε όμως ο πειρασμός. Ο πάπας με τις σοφιστίες του ξέπεσε από την Εκκλησία και την πίστι. Αυτός είναι ο πρώτος βαθμός της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Από τους ρωμαιοκαθολικούς ή παπικούς γεννήθηκαν οι διαματρυρόμενοι ή προτεστάντες, οι οποίοι με άλλες σοφιστείες πλανήθηκαν και ξέπεσαν από τον παπισμό. Αυτός είναι ο δεύτερος βαθμός της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Από τους προτεστάντες γεννήθηκε η αγγλικανική σοφιστεία. Είναι ο τρίτος βαθμός της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Από την αγγλικανική σοφιστεία γεννήθηκε επί τέλους και αυτός που παρέσυρε τον κήρυκά σας μαζί με άλλους και κατάφερε να τους οδηγήση στην πλάνη. Όλοι αυτοί βρίσκονται στον τέταρτο βαθμό της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Στον βαθμό αυτό βρίσκεται λοιπόν ο αιρετικός κήρυκάς σας και γυρίζει από σπίτι σε σπίτι και αποπλανά τους Ορθοδόξους. Είναι γνήσιος μαθητής του αγγλικανικού που μας ήλθε προηγουμένως, εάν φυσικά δεν πρόσθεσε και νέες σοφιστείες δικές του, οπότε θα βρίσκεται σε κάποιον πέμπτο βαθμό πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι. Αυτός είναι ο κήρυκας που τόσο εκτιμάτε! Να τον χαίρεσθε!
Η αλήθεια του Θεού, η ακέραιη και καθαρή και σωτήρια αλήθεια, δεν βρίσκεται ούτε στους παπικούς ούτε στους προτεστάντες ούτε στους αγγλικανούς ούτε στον κήρυκά σας. Βρίσκεται μονο στην μία, αληθινή Εκκλησία, την Ορθόδοξη. Είναι γεγονός ότι όλοι οι άλλοι, ενώ βρίσκονται στην πλάνη, πιστεύουν ότι αυτοί κατέχουν την αλήθεια. Η αλήθεια όμως βρίσκεται μακρυά απ’ αυτούς.
Οι παπικοί που πρώτοι αποσχίσθηκαν από την Εκκλησία, θεωρούν ότι αποκλειστικά με το μέρος τους είναι η αλήθεια.
Οι προτεστάντες που κατηγόρησαν την χρεωκοπία των παπικών σε πολλά σημεία, αντί να επιστρέψουν στην αλήθεια, απομακρύνθηκαν περισσότερο από τους παπικούς. Δεν θεμελίωσαν την καινούργια τους πίστι πάνω στην αλήθεια του Θεού, αλλά πάνω στις αιρετικές σοφιστείες τους. Όσο κι αν ισχυρίζονται ότι κατέχουν την αλήθεια, βρίσκονται πολύ μακρυά απ’ αυτή.
Στους Άγγλους δεν άρεσε ο γερμανικός προτεσταντισμός και οικοδόμησαν δικό τους, στα μέτρα τους, σύμφωνα με τις δικές τους απόψεις και όχι σύμφωνα με τις αιώνιες αλήθειες που αποκάλυψε ο Θεός. Απομακρύνθηκαν ακόμη πιο πολύ από την σωστή πίστι, προσπαθώντας να την προσεγγίσουν με ανθρώπινα μέσα.
Και στον αγγλικανισμό και στον προτεσταντισμό ξεφύτρωσαν αργότερα πολλές παραφυάδες. Τα σχίσματα και οι αιρέσεις πολλαπλασιάσθηκαν. Κάθε νέα παραφυάδα καυχιόταν ότι επιτέλους βρήκε την αλήθεια. Στην πραγματικότητα όμως βυθιζόταν περισσότερο στο ψέμα και στο σκοτάδι. Αναζητούσαν όλοι την αλήθεια όχι εκεί που ο αληθινός Θεός την τοποθέτησε, αλλά στις δικές τους σοφιστείες. Γι’ αυτό δεν ανακάλυψαν την αλήθεια, αλλά εγκολπώθηκαν διάφορες σκιές της αλήθειας. Στις σκιές θεμελίωσαν την ομολογία πίστεώς τους, το πιστεύω τους. Ανάμεσα σ’ αυτές τις σκιές βρίσκεται και το περιεχόμενο του κηρύγματος που τώρα σας ελκύει, όπως μου γράφετε.
Ενώ λοιπόν στην Δύσι πολλαπλασιαζόταν η αίρεσις και διαρκώς ξεφύτρωναν ποικίλες κακοδοξίες, περισσότερο ή λιγώτερο πλανεμένες, στην Ανατολή παρέμενε αμετάβλητη στην πίστι της η Ορθοδοξία, η αληθινή Εκκλησία που σαν θησαυροφυλάκιο περιέχει την θεία αλήθεια.
Η Ορθοδοξία πιστεύει και περιφρουρεί την αλήθεια που ανήγγειλε ο ίδιος ο Θεός και φύτεψαν οι άγιοι απόστολοί Του. Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, τα τέκνα της αληθινής Εκκλησίας, διατηρούμε την θεόσδοτη και μόνη Αλήθεια και μένουμε ασάλευτοι στην πίστι μας. Ενώ πέρασαν τόσοι αιώνες, διατηρήθηκε αλώβητη και αναλλοίωτη η αλήθεια στους κόλπους της Ορθοδοξίας και έφθασε μέχρι σε μας, όπως κηρύχθηκε από τον Θεό και τους αγίους αποστόλους Του.
Στέκεται η αγία μας Εκκλησία στην αλήθεια, γι’ αυτό στεκόμαστε και μείς σ’ αυτή. Χρεωστούμε ευγνωμοσύνη στον Κύριο που ευδόκησε να γεννηθούμε στους κόλπους της αληθινής, Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ενώ σεις από μικρός γαλουχηθήκατε με την αιωνόβια αλήθεια, ο ψευδοκήρυκάς σας μόλις χθές διδάχθηκε την πλάνη. Ωστόσο αυτός δεν διστάζει παντού να διακηρύττη την κακοδοξία του, ενώ σεις χωρίς καμία διάκρισι στραφήκατε προς αυτόν και κινδυνεύετε ν’ αποκοπήτε από την αγία Εκκλησία και από την αλήθεια του Θεού. Η αλήθεια αυτή ζούσε στην πίστι των πατέρων μας, των πάππων και προπάππων μας, όλων γενικά των ρώσων από την ημέρα που φωτίσθηκαν, την εποχή του ισαποστόλου Αγίου Βλαδιμήρου, εδώ και χίλια περίπου χρόνια.
Πόσους και πόσους αγίους δεν ανέδειξε η αγία Εκκλησία μας, που δέονται υπέρ ημών ενώπιον του Κυρίου! Πόσοι και πόσοι δεν ευαρέστησαν στον Θεό και δεν πλημμύρισαν με την Θ. Χάρι, όπως φανερώνουν τα άφθαρτα λείψανά τους που είναι σκορπισμένα σε όλη την ρωσική γη! Και ξαφνικά έρχεται αυτός ο ψευδοκήρυκάς σας, που μόλις χθες πλανήθηκε στο ψέμα και βυθίστηκε στο σκοτάδι, και προσπαθεί να σας αποσπάση από την αγία αυτή χορεία…
Αλλά ας πάμε ακόμη πιο πέρα. Η ίδια ομολογία πίστεως και ο ίδιος δρόμος σωτηρίας ακολουθείται και από τους Έλληνες, από τους οποίους λάβαμε το φως της Ορθοδοξίας. Μελετήστε την ιστορία τους και διά μέσου πολλών αιώνων θα φθάσετε μέχρι των Οικουμενικών Συνόδων που υποστήριξαν και επιβεβαίωσαν τα δόγματα της πίστεώς μας, την οικουμενική αλήθεια.
Μελετηστε την ιστορία των Συνόδων που συγκροτήθηκαν μέχρι τον Μ. Κωνσταντίνο και παντού θ’ αντιληφθήτε την ίδια αλήθεια να εγκολπώνεται από αναρίθμητα πλήθη πιστών και να βασιλεύη στα πέρατα της οικουμένης.
Ας προχωρήσουμε ακόμη πιο πέρα. Μελετήστε τους αιώνες των διωγμών μέχρι την εποχή των αγίων αποστόλων. Θα διαπιστώσετε και εκεί την ίδια ομολογία πίστεως και τον ίδιο δρόμο της σωτηρίας, που και μεις τώρα ακολουθούμε. Και αυτό που δίδασκαν οι άγιοι απόστολοι, το παρέλαβαν από τον Κύριο. Και ό,τι έλεγε και έκανε ο Υιός, το έλεγε και το έκανε σύμφωνα με την εντολή του Πατρός μέσα στο μυστήριο της Αγ. Τριάδος.
Να από που ξεκινά η πίστις μας! Να που είναι η πηγή της! Να πώς ανέβλυσε από τα βάθη της θεότητος! Να πώς έρρεε διά μέσου των αιώνων και έφθασε μέχρι σε μας! Και αυτή την θεία και αιωνόβια πίστι ήσασταν έτοιμος να την πετάξετε και να την αντικαταστήσετε με το ψέμα, το οποίο διαλαλεί ο ψευδοκήρυκάς σας, που μόλις χθές εξαπατήθηκε! Υπάρχει σ’ αυτό καμιά λογική;
Γ’. Αντιλαμβάνομαι τις αντιδράσεις τόσο τις δικές σας, όσο και των συνακροατών σας: «Μα τι ψέμα κηρύττει; Αυτός την αλήθεια αναγγέλλει, την εν Χριστώ σωτηρία διδάσκει, το Ευαγγέλιο ευαγγελίζεται».
Σταθήτε λίγο. Μη βιάζεστε στις αντιδράσεις σας. Ας βάλουμε τα πράγματα στην θέσι τους: Επιτρέπεται να μιλάμε για τον Ιησού Χριστό θολά και ύπουλα; Επιτρέπεται να διδάσκουμε τον σωτήριο δρόμο και να οδηγούμε τους ακροατές στην καταστροφή; Αυτό δεν έκαναν πάντα οι αιρετικοί; Πόσες και πόσες διδασκαλίες δεν υπήρχαν που διέστρεφαν την αλήθεια και πριν από τον αιρεσιάρχη Άρειο, αλλά πολύ περισσότερο και μετά από αυτόν… Όλες αυτές αποδοκιμάσθηκαν από την Εκκλησία και αναθεματίσθηκαν. Αναρίθμητες αιρέοεις εμφανίσθηκαν στην Δύσι. Όλες όμως απορρίφθηκαν από την Ορθοδοξία, παρ’ όλο που κηρύττουν τον Σωτήρα Χριστό! Επομένως δεν πρέπει να συμπεραίνουμε ότι εφ’ όσον κάποιος κηρύττει τον Χριστό, οπωσδήποτε είναι αξιόπιοτος, αλλά πρέπει να εξετάζουμε, εάν σωστά κηρύττη την αλήθεια για τον Χριστό.
Μεταξύ σας όμως κανείς δεν κοπίασε να κάνη αυτή την έρευνα, αλλά μόλις ακούσατε από τα χείλη του το γλυκύτατο όνομα του Κυρίου, αμέσως απερίσκεπτα σταθήκατε στο πλευρό του. Κανείς σας δεν υποψιάσθηκε ότι αυτό το προσκυνητό όνομα είναι στα χείλη του πλανεμένου σαν δόλωμα, για να παραπλανήση και να οδηγήση στην καταστροφή τις απλοϊκές ψυχές σας.
Δεν διαβάσατε στο Ευαγγέλιο τα προειδοποιητικά λόγια του Κυρίου: «Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δε είσι λύκοι άρπαγες»; (Ματ-θ. 7, 15).
Μη φαντασθήτε ότι ο Κύριος εννοεί εδώ εκείνους που δεν γνωρίζουν το όνομά Του. Όχι. Εννοεί ακριβώς αυτούς που καλύπτονται με το όνομά Του, οδηγώντας στην πλάνη. Αυτό φαίνεται από τα αμέσως επόμενα λόγια Του: «Πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα, Κύριε, Κύριε, ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν;» (Ματθ. 7, 22). Βλέπετε; Κηρύττουν τον Χριστό και ο ίδιος ο Χριστός μας προτρέπει να φυλαγώμαστε απ’ αυτούς. Και κατά την ημέρα της κρίσεως θα τους πη: «Ουδέποτε έγνων υμάς, αποχωρείτε απ’ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ματθ. 7, 23).
Ο Κύριος με αυτά τα λόγια θέλει να μας φανερώση ότι ουδέποτε τους αναγνωρίζει σαν γνήσιους κήρυκές Του, όσο κι αν οι ίδιοι πιστεύουν ότι είναι. Στο κήρυγμά τους ο Κύριος δεν βλέπει τον εαυτό Του, αλλά κάποιον άλλο Χριστό, όχι εκείνον τον αληθινό που θυσιάστηκε για την σωτηρία μας εδώ στην γη.
Βλέπετε ότι είναι δυνατόν κάτω από το όνομα του Κυρίου να μην κηρύσσεται ο Κύριος. Πώς λοιπόν εσείς χωρίς διάκρισι προσκολληθήκατε στον ψευδοδιδάσκαλό σας, επειδή κάλυπτε με το όνομα του Χριστού την πλάνη του; Νομίζετε ότι δεν αναφέρονται και σ’ αυτόν τα λόγια: «Πολλοί γαρ ελεύσονται επί τω ονόματί μου… και πολλούς πλανήσουσι»; (Ματθ. 24, 5).
Μου δίνετε το δικαίωμα με την στάσι σας αυτή να στρέψω προς σας τον ελεγκτικό λόγο του αποστόλου Παύλου, που απηύθυνε στους Κορινθίους: «Ηρμοσάμην γαρ υμάς ενί ανδρί, παρθένον αγνήν παραστήσαι τω Χριστώ, φοβούμαι δε μήπως, ως ο όφις Εύαν εξηπάτησεν εν τη πανουργία αυτού, ούτω φθαρή τα νοήματα υμών από της απλότητος της εις τον Χριστόν, ει μεν γαρ ο ερχόμενος άλλον Ιησούν κηρύσσει ον ουκ εκηρύξαμεν… καλώς ανείχεσθε» (Β’ Κορινθ. 11, 2-4).
Και τώρα ό,τι φοβόταν ο απόστολος για τους Κορινθίους συνέβη σε σας. Ήλθε ο ψευδοδιδασκάλος, άρχισε να κηρύττη άλλον Ιησού και σεις προσκολληθήκατε σ’ αυτόν!
Θα μου πήτε: «Όχι δεν κηρύττει άλλον Ιησού. Ό,τι λέει το παίρνει από το Ευαγγέλιο και διδάσκει με τα λόγια του Ευαγγελίου. Διαρκώς επαναλαμβάνει ότι ο Χριστός πέθανε για μας και εάν πιστεύουμε θα σωθούμε. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχη ψέμα και απάτη σ’ αυτό;».
Είναι άλήθεια ότι αυτά τα λόγια αποτελούν έναν ευχάριστο ευαγγελισμό. Ποιος θερμός χριστιανός είναι δυνατόν να μη τα προσέξη; Είναι όμως εξ ίσου αλήθεια ότι στα ευαγγελικά αυτά λόγια είναι δυνατόν να εγκεντρισθή το ψέμα και η απάτη.
Ας προσέξουμε τον Απόστολο Παύλο που έγραφε προς τους Γαλάτες: «Θαυμάζω ότι ούτω ταχέως μετατίθεσθε από του καλέσαντος υμάς εν χάριτι Χριστού εις έτερον ευαγγέλιον» (Γαλάτ. 1, 6).
Οι Γαλάτες ειλικρινά πίστεψαν στον σωτήρα Χριστόν και ολόψυχα δέχθηκαν την ευχάριστη αγγελία της σωτηρίας. Ήσαν τόσο ευγνώμονες στον απόστολο Παύλο, ο οποίος τους ωδηγούσε στην αλήθεια, που ήσαν έτοιμοι και τα μάτια τους να βγάλουν για χάρι του. Όταν όμως απομακρύνθηκε από κοντά τους, ήλθαν κάποιοι δοκησίσοφοι και άρχισαν να τους κηρύττουν και αυτοί το Ευαγγέλιο, την χαρμόσυνη είδησι της εν Χριστώ σωτηρίας, όχι καθαρή, αλλά αναμεμειγμένη με το ψέμα. Οι Γαλάτες δεν πήραν στα σοβαρά το θέμα, ελκύσθηκαν από το κήρυγμα του Ευαγγελίου τους, τους θεώρησαν ευαγγελιστές και έπεσαν στα δίχτυα της πλάνης. Τα λόγια τους ήσαν ελκυστικά, εφ’ όσον το Ευαγγέλιο κήρυτταν, το αποτέλεσμά τους όμως ήταν καταστρεπτικό. Τόσο ύπουλο είναι το ψέμα, που καλύπτεται κάτω από τα ιερά και γλυκύτατα ονόματα!
Ο Απόστολος Παύλος, όταν πληροφορήθηκε την κατάστασί τους, έγραψε σαν νόμο αμετάθετο για όλες τις εποχές την εξής φράσι: Έάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ο ευηγγελισάμεθα υμίν, Ανάθεμα έστω» (Γαλάτ. 1, 8). Και για να το τυπώσουν καλύτερα μέσα τους επανέλαβε: «Και άρτι πάλιν λέγω· ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ο παρελάβετε, ανάθεμα έστω» (Γαλάτ. 1,9).
Βλέπετε λοιπόν, ότι υπάρχει Ευαγγέλιο και υπάρχει και ευαγγελισμός, του οποίου οι κήρυκες αναθεματίζονται, και μάλιστα από τον απόστολο Παύλο!
Εσείς όμως λησμονήσατε την περίπτωσι αυτή και μόλις εμφανίσθηκε κάποιος διδάσκαλος με το Ευαγγέλιο στο χέρι, εμπιστευθήκατε σ’ αυτόν, χωρίς να σκεφθήτε ότι έχετε ορθόδοξη πίστι και σωστά αγωνίζεσθε για την σωτηρία σας. Μοιάσατε ακριβώς με τους τότε Γαλάτες. Είναι δίκαιο λοιπόν ν’ αποδώση κανείς και σε σας τον ελεγκτικό αποστολικό λόγο: «Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάς εβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθε;» (Γαλ. 3, 1).
Δ’. Μου γράφετε ότι διαβάζει και διδάσκει μέσα από το Ευαγγέλιο. Ασφαλώς το άγιο Ευαγγέλιο και όλη η Καινή Διαθήκη είναι η πλέον πιστή πηγή, ο πραγματικός οδηγός της χριστιανικής ζωής, ο ασφαλής φάρος της σωστής πορείας προς την σωτηρία. Όσοι σώζονται, από την Καινή Διαθήκη αντλούν την γνώσι για το πώς θ’ αγωνισθούν για την σωτηρία τους.
Αλλά δεν είναι εύκολο για τον καθένα που διαβάζει το Ευαγγέλιο να το κατανοή πλήρως και να βαδίζη έτσι ασφαλώς στον δρόμο της σωτηρίας. Μπορεί κάποιος να διαβάζη το Ευαγγέλιο, αλλά να το ερμηνεύη λανθασμένα. Γι’ αυτόν το Ευαγγέλιο αποτελεί όργανο καταστροφής! Και δεν τον απαλλάσσει από τον έλεγχο και την καταδίκη του για την άγνοια της αληθείας το γεγονός ότι κρατά στο χέρι το Ευαγγέλιο, καθώς και το ότι το μελετά.
Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα:
Έχουμε ένα κομμάτι πολύτιμο ύφασμα. Έρχεται ένας έμπειρος και εκλεκτός ράπτης, το κόβει και ράβει ένα ωραίο φόρεμα. Μπορεί όμως να έρθει ένας ανίδεος και κακόγουστος ράπτης, να το κόψη και να ράψη ένα τερατούργημα που ούτε το σώμα θα καλύπτη ούτε από τους καιρούς θα προοτατεύη, δηλαδή θα καταστρέψη το πολύτιμο ύφασμα.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους διαφόρους κήρυκες του Ευαγγελίου. Μπορεί κάποιος να το διαβάζη και να το ερμηνεύη με τέτοιο τρόπο που ν’ ατιμάζη τον ατίμητο θησαυρό. Να το κηρύττη με τέτοιο τρόπο που να οδηγή στην πλάνη ο οδηγός αυτός της σωτηρίας.
Και αυτό γιατί; Γιατί δεν γνωρίζει καλά το δρόμο της σωτηρίας. Δεν γνωρίζει ορισμένες προϋποθέσεις της σωτηρίας ή μάλλον μερικά σημεία της πνευματικής πορείας, όπως π.χ. την πίστι, την τήρηση των εντολών, την απόκτησι της θ. Χάριτος κ.τ.λ. Στο Ευαγγέλιο τα σημεία αυτά δεν αναφέρονται συγκεντρωμένα, αλλά έχουν καταγραφή σε διάφορα χωρία. Για να βαδίση όμως κανείς ασφαλώς τον δρόμο της σωτηρίας πρέπει να γνωρίζη όλα αυτά τα σημεία.
Σ’ αυτό πολλοί σκοντάφτουν. Αρχίζει κάποιος να συγκεντρώνη διάφορα αγιογραφικά χωρία, που σχετίζονται άμεσα με την σωτηρία και αποτελούν βασικές προϋποθέσεις της, στρέφει μετά την προσοχή του σ’ ένα ή σε δύο απ’ αυτά, τ’ απομονώνει απ’ όλη την Αγ. Γραφή και φωνάζει: «Βρήκα, βρήκα τον δρόμο της σωτηρίας!».
Με τον τρόπο αυτό ο ένας διακηρύττει: «Πίστευε και θα σωθής». Ο δεύτερος αποφαίνεται: «Απόκτησε την θ. Χάρι και τίποτε άλλο δεν χρειάζεσαι». Ο τρίτος συμβουλεύει: «Αγάπα και θα φθάσης στον ουρανό». Και οι άλλοι ομοίως.
Όλες αυτές οι υποδείξεις, είναι βεβαίως πραγματικές και στην Αγ. Γραφή βασισμένες. Αλλά καμμιά ξεχωριστά δεν καλύπτει ολόκληρη την υπόθεσι της σωτηρίας. Πρέπει κανείς όλα αυτά να τα συνενώση και τότε θα αποκτήση μια πλήρη γνώσι της πραγματικής μορφής της σωτηρίας.
Να λοιπόν και ο ψευδοδιδάσκαλός σας ανάμεσα σ’ αυτούς που πλανήθηκαν. Ασφαλώς κι αυτός το Ευαγγέλιο διαβάζει, καθώς μου γράφετε, και διδάσκει το πώς θα σωθούμε. Παρουσιάζει όμως όλο το πλάτος του αγώνος που απαιτείται ή μόνον ένα μέρος των προσπαθειών; Προσέξτε στα λόγια του και θα διαπιστώσετε την έλλειψι: Στο κήρυγμα του ακούγεται μόνο το «Μετανοείτε και πιστεύετε». Αυτό όμως περιλαμβάνει όλες τις σωτηριώδεις προσπάθειες; Ασφαλώς όχι.
Αλλά και αυτά ακόμη τα στοιχεία, μετάνοια και πίστις, διδάσκονται με πληρότητα; Λέει π.χ. «Μετανοείτε». Ρωτήστε τον: «Δηλαδή πρέπει και να εξομολογηθούμε; Κι αν δεν εξομολογηθούμε, πώς θα λάβουμε την συγχώρησι των αμαρτιών μας;». Σ’ αυτό τίποτε δεν θα τολμήση να πη. Θα ξεφύγη με την πολυλογία του. Σύμφωνα με την κακοδοξία του η εξομολόγησις δεν χρειάζεται, έστω κι αν αναφέρεται στην Αγ. Γραφή.
Ασφαλώς κανείς δεν θα επιχειρήση να του αποδείξη ότι λέει ψέματα, όταν διδάσκη: «Μετανοείτε και πιστεύετε», διότι αυτά είναι απαραίτητα για την σωτηρία και αποτελούν εντολές του Κυρίου. Μπορεί όμως κανείς να του αποδείξη από την Αγ. Γραφή ότι πλανιέται, όταν διακηρύττη ότι μόνον αυτά, η μετάνοια και η πίστις, εξασφαλίζουν τη σωτηρία. Διότι για την σωτηρία χρειάζονται και πολλά άλλα.
Φαντασθήτε για μια στιγμή ένα γιατρό να δίνη μια συνταγή με πολλά φάρμακα και ο φαρμακοποιός να διαλέγη απ’ αυτά δυό ή τρία μόνο και να τα παραδίδη στον ασθενή λέγοντας: «Να, πάρε τα φάρμακα, που σου έγραψε ο γιατρός». Ο φαρμακοποιός αυτός δεν είναι ψεύτης και απατεώνας;
Το ίδιο όμως συμβαίνει και στην περίπτωσί σας. Ο Κύριός μας, που ήλθε για να μας θεραπεύση από τα πάθη, έγραψε στα Ευαγγέλιά Του μια πλήρη θεραπευτική αγωγή για τη σωτηρία των ψυχών μας, που διατυπώνεται σε διάφορα χωρία. Ο νέος διδάσκαλός σας λοιπόν, άρπαξε δύο ή τρία απ’ αυτά και άρχισε να φωνάζη: «Ιδού για σας το σωτήριο φάρμακο! Πάρτε το και θα σωθήτε!». Κατά συνέπεια είναι ψεύτης και απατεώνας, όπως ακριβώς και ο φαρμακοποιός, που αναφέραμε.
Και σεις ακούγοντάς τον αποστομωθήκατε και του δώσατε θάρρος να δακηρύττη ανεμπόδιστα:
«Πιστέψτε στον Σωτήρα Χριστό και θα σωθήτε».
Ε’. Πραγματικά έτσι είναι! «Ουδέ γάρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4, 12). «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α’ Τιμοθ. 3, 16). Ο Χριστός «έκλινεν ουρανούς» και κατήλθε, για να οδηγήση τους ανθρώπους στους ουρανούς. Να χαίρεσθε και να ευγνωμονήτε τον Κύριο γι’ αυτό. Να ευχαριστήτε τον Σωτήρα που ανέβηκε στους ουρανούς και τοποθέτησε και την ανθρώπινη φύσι στα δεξιά του Πατρός.
Οπωσδήποτε λοιπόν πρέπει να πιστεύουμε στον Χριστό για να σωθούμε. Αλλά δεν αρκεί αυτό το στοιχείο μόνο για το έργο της σωτηρίας. Από τον ίδιο τον Χριστό προστέθηκαν κι άλλα στοιχεία, τα οποία ομοίως είναι απαραίτητα για το έργο αυτό. Περί αυτών θα μιλήσουμε αργότερα. Εδώ θα σας επισημάνω ότι και αυτή την πίστι μας στον Χριστό, πρέπει με τέτοιο τρόπο να τη δεχώμαστε, ώστε να είναι συνυφασμένη με την πίστι μας στην Αγία Τριάδα. Διότι ακούγοντας κανείς διαρκώς «σωτηρία εν Χριστώ» είναι δυνατόν τόσο πολύ αποκλειστικά να τυπωθή αυτή η αλήθεια μέσα του, που ν’ ατονίση η σημασία της Αγίας Τριάδος στο έργο της σωτηρίας και έτσι να καλυφθή η Αγία Τριάς από το πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού. Αυτό όμως σημαίνει παρέκκλισι από την καθιερωμένη πορεία της σωτηρίας. Και δεν είναι τίμιο να εγκολπώνεται κανείς την χριστιανική πίστι και μετά να την διαστρέφη.
Να, τι θέλω να υπογραμμίσω με όλα αυτά: Όπως η ένσάρκωσις και η σταυρική θυσία του Υιού δεν έλαβε χώρα χωρίς τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, έτσι και η σωτηρία του καθενός μας δεν επιτυγχάνεται χωρίς την συνεργασία του Πατρός, του Υιού και του Αγ. Πνεύματος, ολοκλήρου δηλαδή της Αγ. Τριάδος. Η «ένσαρκος οικονομία» και η σωτηρία κάθε ψυχής οικοδομήθηκαν από τον εν Τριάδι Ένα Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Αυτό πρέπει να το βάλη κανείς βαθειά στον νου και την καρδιά του. Όλοι οι άγιοι είχαν συνειδητοποιήσει αυτή την αλήθεια για την σωτηρία μας.
Προσέξτε πώς επιτελείται το βάπτισμα του Σωτήρος Χριστού! Έχουμε φανερή συμμετοχή ολοκλήρου της Αγίας Τριάδος. Η φωνή του Πατρός, η βάπτισις του Υιού, η «εν είδει περιστεράς» εμφάνισις του Αγ. Πνεύματος. Γι’ αυτό εξ άλλου και η εορτή του γεγονότος αυτού ονομάζεται Επιφάνεια ή Θεοφάνεια. Βαπτίζεται ο «ενανθρωπήσας» Υιός του Θεού, αλλά επαναπαύεται «επ’ αυτού και εντός αυτού» με την ευδοκία Του ο Θεός Πατήρ και συμμετέχει το Άγιο Πνεύμα.
Αυτό φανερώνει ότι η σωτηρία μας συντελείται από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό με την ευδοκία του Πατρός και την ενέργεια του Αγ. Πνεύματος. Ο Υιός τίποτε δεν έκανε χωρισμένος από τον Πατέρα και το Άγ. Πνεύμα. Ενώ έγινε και τέλειος άνθρωπος ουδέποτε απομακρύνθηκε από τους κόλπους του Πατρός.
Είδατε πώς η σωτηρία του Ανθρωπίνου γένους οικοδομήθηκε με την συνεργασία της Αγ. Τριάδος;
Προσέξτε τώρα πώς και η σωτηρία κάθε ψυχής οικοδομείται με την ίδια συνεργασία:
Η ζωή μας βρίσκεται σε μια ζωντανή σχέσι και κοινωνία με τον Θεό. Με την πτώσι των πρωτοπλάστων χάσαμε αυτή την κοινωνία. Γι’ αυτό σαρκώθηκε ο μονογενής Υιός του Θεού και ένωσε την μέχρι τότε αποχωρισμένη και πεσμένη ανθρώπινη φύσι με τον Θεό. Οι πιστοί ενώνονται με τον Υιό και μέσω του Υιού με τον Πατέρα. Ο ίδιος ο Κύριος φανέρωσε αυτό λέγοντας στους αποστόλους: «Εγώ εν τω Πατρί μου και υμείς εν εμοί καγώ εν υμίν» (Ιωάν. 14, 20).
Ό,τι αναφέρεται εδώ στους αποστόλους, αναφέρεται και προς όλους τους πιστούς. Είναι η χρυσή αλυσίδα της επανασυνδέσεώς μας με τον Θεό. Αυτό υπογράμμισε ο Κύριος και σε άλλο μέρος: Εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή, ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι’ εμού» (Ιωάν. 14, 6).
Έτσι οι πιστοί έρχονται προς τον Πατέρα διά του Υιού. Πώς όμως έρχονται προς τον Υιό; Έρχονται διά του Πατρός, όπως ο ίδιος ο Κύριος αποκαλύπτει: «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο Πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν» (Ιωάν. 6, 44).
Εάν χωρίς αυτή την έλξι προς τον Υιό δεν είναι δυνατόν ν’ αρχίση το έργο της σωτηρίας, κι αν η έλξις αυτή επιτελήται υπό του Πατρός, τότε είναι ολοφάνερο ότι η πρώτη αρχή της σωτηρίας κάθε ψυχής είναι ο Θεός Πατήρ.
Να ενθυμήσθε την αγιογραφική αυτή αλήθεια και να την ομολογήτε. Ελκυσθήκατε προς τον Κύριο, που παντοτεινά βρίσκεται στα δεξιά του Πατρός, απ’ αυτόν τον ίδιο τον Πατέρα.
Αλλά και ο Πατήρ πώς ελκύει προς τον Υιό; Ελκύει διά του Αγ. Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα επιτελεί όλα τα απαραίτητα για τη σωτηρία στον νου και στην καρδιά των σωζομένων. Ο Κύριος που έπαθε, πέθανε πάνω στο Σταυρό, αναστήθηκε, αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθησε στα δεξιά του Πατρός, έστειλε από τον Πατέρα το Άγ. Πνεύμα, το οποίο διαμένει στην αληθινή Εκκλησία και επιτελεί την σωτηρία κάθε μέλους της.
Το Άγιο Πνεύμα κατήλθε στους αποστόλους. Τους ωδηγούσε στα πέρατα της οικουμένης, τους χαρίτωνε με λόγο ζωογονικό, τους ενδυνάμωνε στην πίστι. Εξαγίαζε και ενίσχυε σε κάθε έργο αγαθό τους χριστιανούς. Θεμελίωσε την Εκκλησία και οικοδομεί την σωτηρία όλων των τέκνων της. Χωρίς το Άγ. Πνεύμα κανείς δεν σώζεται. Ούτε είναι δυνατόν να σωθή. Γι’ αυτό είπε ο Κύριος: «Συμφέρει υμίν ίνα εγώ απέλθω, εάν γαρ μη απέλθω, ο παράκλητος ουκ ελεύσεται προς υμάς» (Ιωάν. 16, 7). Είναι σαν να έλεγε: Εάν δεν έλθη ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιο, ματαία η ενσάρκωσίς Μου, μάταιος ο θάνατος, ματαία και η ανάστασις. Θα μείνετε μακρυά από την σωτηρία, διότι χωρίς το Άγιο Πνεύμα δεν μπορείτε να μεταμορφωθήτε, να λάβετε τα χαρακτηριστικά του σεσωσμένου».
Πιστεύοντας λοιπόν ότι είσθε σεσωσμένος, να ενθυμήσθε ότι αυτό το οφείλετε και στο Πνεύμα το Άγιο, που μέσω των θείων μυστηρίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας σας προσφέρεται και που αδιάλειπτα σας χειραγωγεί και σας ενισχύει στον δρόμο της σωτηρίας.
Βλέπετε λοιπόν πώς σωζόμαστε; Σωζόμαστε εν Χριστώ Ιησού με την ευδοκία του Πατρός και την χάρι του Αγίου Πνεύματος. Αυτό να ομολογήτε και να το συγκρατήτε πάντοτε στον νου και στην καρδιά. Όποιος επιμένει λέγοντας μόνο: «Πίστευε στον Κύριο, πίστευε στον Κύριο», και δεν επεκτείνεται στην διδασκαλία της συμμετοχής στο έργο της σωτηρίας του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, αυτός φαίνεται ότι δεν κατέχει όλη την αλήθεια. Συγχύζει την χριστιανική συνείδησι και αμαυρώνει το φως του Χριστού.
Κατανόησαν βαθειά αυτό οι άγιοι απόστολοι και με τον εξής τρόπο εκφράζουν στους πιστούς την ευχή για την σωτηρία: «Κατά πρόγνωσιν Θεού Πατρός, εν Αγιασμώ Πνεύματος, εις υπακοήν και ραντισμόν αίματος Ιησού Χριστού χάρις υμίν» (Α’ Πετρ. 1, 2). «Η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος μετά πάντων υμών» (Β’ Κοριν. 13, 13).
Τα τελευταία αυτά λόγια του αποστόλου Παύλου επαναλαμβάνονται στην θ. Λειτουργία μετά την απαγγελία του «Πιστεύω» και πριν από την τέλεσι του μυστηρίου της θ. Ευχαριστίας.
Επίσης και όλοι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκοντας για την σωτηρία, την ανέφεραν όχι σαν έργο του Χριστού μόνον, αλλά ολοκλήρου της Αγίας Τριάδος. Την ανέφεραν σαν έργο του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, σαν ν’ αποτελούν και τα τρία πρόσωπα της θεότητος την μια πηγή της σωτηρίας.
Με τον ίδιο τρόπο να κατανοήτε και σεις την υπόθεσι της σωτηρίας σας και μ’ αυτό το κριτήριο να ελέγχετε την αλήθεια της ομολογίας τόσο του σημερινού, όσο και κάθε άλλου νέου διδασκάλου.
ΣΤ’. Θα σας υποδείξω τώρα τι είναι περισσότε¬ρο σπουδαίο για την σωτηρία του καθενός. Μπορεί κανείς σύντομα να εκφρασθεί ως εξής: «Να πιστεύ¬ετε και να δέχεσθε την θ. Χάρι , που μας οδηγεί στην χριστιανική ζωή διά μέσου των μυστηρίων. Να ζήτε σύμφωνα με τις εντολές του Θεού κάτω από την καθοδήγησι των θεοπέμπτων ποιμένων. Να βρί¬σκεσθε σε μια ζωντανή σχέσι με την Εκκλησία».
Για να κατανοήσετε καλύτερα πόσο απαραίτητα είναι όλα αυτά, συγκρίνετε την πορεία της σωτηρίας με την συνηθισμένη οδοιπορεία. Για να βαδίση ένας οδοιπόρος εύκολα και ακίνδυνα πρέπει να υπάρχη φως, να είναι καθωρισμένος ο δρόμος, να είναι ο ίδιος υγιής και δυνατός. Ακόμη στην περίπτωσι μιας δυσκολίας, όπως π.χ. μπροστά σε μια διακλάδωσι ή ένα σταυροδρόμι, να υπάρχη κάποιος να τον βοηθήση δείχνοντάς του την σωστή κατεύθυνσι.
Κατά παρόμοιο τρόπο και για την πορεία στην οδό της σωτηρίας είναι απαραίτητο να υπάρχη φως, δηλαδή η ορθή πίστις, είναι απαραίτητο να είναι καθωρισμένος ο δρόμος, δηλαδή οι θείες εντολές, είναι απαραίτητες η ψυχική υγεία και η ισχύς, δηλαδή οι δυνάμεις της θ. Χάριτος διά μέσου των μυστηρίων, είναι απαραίτητοι οι γνώστες του δρόμου και οι χειραγωγοί, δηλαδή οι ποιμένες της Εκκλησίας.
Όλα αυτά συντελούνται στους κόλπους της αγίας μας Εκκλησίας. Μ’ αυτή είναι ενωμένος καθένας που κατεργάζεται σωστά το έργο της σωτηρίας. Όλοι οι σεσωσμένοι αυτόν τον δρόμο ακολούθησαν και όλοι οι σωζόμενοι αυτόν τον δρόμο βαδίζουν. Άλλος δρόμος σωτηρίας δεν υπάρχει.
Δεν νομίζω ότι έπρεπε να σας αναφέρω όλα αυτά. Ωστόσο θα προσθέσω και κάτι ακόμα.
Είναι περιττό να συζητήται ότι η πίστις είναι απαραίτητη για την σωτηρία. Ο άπιστος δεν θέλει ούτε καν να σκέπτεται την σωτηρία. Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Χωρίς δε πίστεως αδύνατον ευαρεστήσαι (Θεώ), πιστεύσαι γαρ δει τον προσερχόμενον τω Θεώ ότι εστί και τοις εκζητούσιν αυτόν μισθαποδότης γίνεται» (Εβρ. 11, 6).
Οφείλουμε να πιστεύουμε σε όλα όσα ευδόκησε να μας αποκαλύψη ο Θεός χωρίς προσθήκες ή αφαιρέσεις, έτσι όπως φυλάγονται στην Αγία Ορθοδοξία. Συγκεκριμένα:
Ο Θεός είναι ένας κατά την ουσία, αλλά με τρία χωριστά πρόσωπα. Ο Πατήρ διά του Υιού έπλασε τον κόσμο και προνοεί γι’ αυτόν. Έπλασε κατ’ εικόνα Του τον άνθρωπο για να ζη μέσα στον παράδεισο. Με την παρακοή των πρωτοπλάστων χάσαμε την παραδείσια ζωή και μας ήταν αδύνατον να σωθούμε.
Ο Υιός του Θεού μας λυπήθηκε, ανέλαβε το έργο της εξαγοράς και της αποκαταστάσεως, ήλθε στην γη, έλαβε σάρκα, έπαθε, πέθανε πάνω στον Σταυρό, αναστήθηκε, αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθησε ως Θεάνθρωπος στα δεξιά του Πατρός, ο οποίος με τον τρόπο αυτό έδειξε ότι αποδέχεται την θυσία του Υιού και την μεσιτική Του δύναμι για την σωτηρία των πιστών.
Ο ίδιος ο Υιός έστειλε το εκπορευόμενο από τον Πατέρα Άγ. Πνεύμα, το οποίο κατήλθε στους αποστόλους, τους γέμισε με θεία σοφία και δύναμι. Εκείνοι, πλήρεις Πνεύματος Αγίου, φύτεψαν την χριστιανική πίστι και συγκρότησαν από το σύνολο των πιστών την Εκκληοία, που έχει κεφαλή τον Χριστό. Οι ίδιοι, κατά την εντολή του Θεού, τελούσαν τα μυστήρια, που προσφέρουν την θ. Χάρι στους πιστούς, και άφησαν τους επισκόπους και τους ιερείς διαδόχους τους στο αποστολικό έργο και διαχειριστές, οικονόμους των ουρανίων πνευματικών θησαυρών, που το Άγιο Πνεύμα εμπιστεύθηκε στην Εκκλησία.
Συνέχισαν το έργο της σωτηρίας διά μέσου των αιώνων οι διάδοχοι των αποστόλων με την ιδιαίτερη χάρι της χειροτονίας, και έτσι το έργο αυτό εξακολουθεί αδιάσπαστα να συνεχίζεται και στις ημέρες μας. Οι πιστοί που δέχονται την θ. Χάρι με τα μυστήρια, σώζονται μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας όχι μεμονωμένοι, αλλά ενωμένοι όλοι μαζί στην πραγματική βιωματική πίστι και κάτω από την χειραγώγησι των ποιμένων. Η σωτηρία κάθε ψυχής τελείται μυστικά και ο κάθε πιστός προσδοκά μια άλλη φωτεινή ζωή, χάριν της οποίας υπομένει εκούσιες και ακούσιες στερήσεις. Πιστεύει ακόμη ότι οι κεκοιμημένοι δεν παύουν να παραμένουν στο σώμα της Εκκλησίας και να επικοινωνούν μαζί μας όχι βέβαια με ορατό τρόπο, αλλά αόρατα.
Σε όλα αυτά πρέπει να πιστεύετε ολόψυχα. Κι εμείς ομολογούμε αυτή την πίστι μελετώντας συχνά το σύμβολο της πίστεως. Αυτές είναι οι αλήθειες της πίστεώς μας και δεν είναι δυνατόν να είναι άλλες.
Ζ’. Μόνη της η πίστις δεν είναι επαρκής για την σωτηρία. Πρέπει να συνοδεύεται και από τα καλά έργα και μια ζωή Αγία, σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου. «Ου πας ο λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ’ ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 7, 21). Το θέλημα δε του ουρανίου Πατρός δια¬τυπώνεται στις εντολές Του.
Διαβάζετε συχνά το Ευαγγέλιο και θα διδαχθήτε τους όρους της σωτηρίας. Θα λάβετε μαθήματα για την αγία και θεοφιλή ζωή, πώς δηλαδή να εκτελήτε με ειλικρίνεια και με ακρίβεια πάντοτε τις εντολές του Κυρίου και έτσι να σωθήτε. Θα ευαρεστήτε τον Θεό: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνός εστιν ο αγαπών με ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν… Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο Πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν» (Ιωάν. 14, 21-23).
Επίσης και οι αποστολικές επιστολές γράφουν πολλά για την αναγκαιότητα της πίστεως, περισσότερα όμως για την αναγκαιότητα της αγίας ζωής προκειμένου να σωθούμε. Ο απόστολος Παύλος τα συνώψισε και τα συνδύασε ως εξής: «Πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη» (Γαλάτ. 5, 6). Με την «Αγάπη» εννοεί την εκπλήρωσι όλων των εντολών και την αποξένωσι απ’ όλα τα πάθη.
Σ’ όλες του τις επιστολές στρέφει την φροντίδα των χριστιανών προς την αγία και θεοφιλή ζωή: «Όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, ει τις αρετή και ει τις έπαινος, ταύτα λογίζεσθε… και ο Θεός της ειρήνης έσται μεθ’ υμών» (Φιλιπ. 4, 89). «Επεφάνη γαρ η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς, ίνα αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» (Τίτον 2, 11-12).
Επίσης και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος γράφει: «Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν πίστιν λέγη τις έχειν, έργα δεν μη έχη;» (Ιακώβ. 2, 14). «Οράτε τοίνυν ότι εξ έργων δικαιούται άνθρωπος και ουκ εκ πίστεως μόνον» (Ιακώβ. 2, 24).
Βλέπετε πόσον απαραίτητη είναι για την σωτηρία η εκπλήρωσις των εντολών; Γι’ αυτό κι εγώ επεκτάθηκα στο σημείο αυτό. Εκείνοι που παρέσυραν στην πλάνη τον νέο σας διδάσκαλο δεν σκέπτονται σωστά. Αποδίδουν όλο το έργο της σωτηρίας στην πίστι. Τα έργα σχεδόν τα απορρίπτουν. Καθόλου απίθανο και αυτός να σκέπτεται παρόμοια.
Σύμφωνα όμως με τον λόγο του Θεού έχουν ίση σημασία και η πίστις και τα έργα. Σε κανένα από τα δύο δεν δίνεται προβάδισμα. Η πίστις χωρίς έργα και τα έργα χωρίς πίστι καθόλου δεν ωφελούν. Μόνον ενωμένα οικοδομούν την σωτηρία μας. Με την άρρηκτη ενότητά τους αποκτούν πραγματική αξία, δύναμι και σημασία.
Η’. Είναι απαραίτητη η θ. Χάρις για να είναι η πίστις σωστή και τα έργα άγια. Χωρίς την θ. Χάρι όχι μόνο δεν μπορούμε να πιστεύουμε, αλλά ούτε και να σκεπτώμαστε το καλό. Αλλά κι αν θα μπορούσαμε να σκεφθούμε το καλό, δεν θα μπορούσαμε να το πράξουμε, όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος: «Το γαρ θέλειν παράκειταί μοι, το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω» (Ρωμ. 7,   18).
Εάν ο Κύριος μόνο μας δίδασκε τι πρέπει να πιστεύουμε και πώς πρέπει να ζούμε, και μας άφηνε μόνο μ’ αυτή την γνώσι, θα μοιάζαμε μ’ εκείνον που φωτίζεται με το φως του ηλίου, βλέπει τον δρόμο που πρέπει να διασχίση, αλλά δεν έχει την δύναμι να βαδίση, διότι είναι παράλυτος και ασθενής. Στην περίπτωσι αυτή θα ήταν καλύτερα τίποτε να μη γνώριζε και τίποτε να μην έβλεπε.
Ο φιλάνθρωπος Κύριος δεν μας άφησε μόνο στην γνώσι του δρόμου της σωτηρίας, αλλά ευδόκησε να ενεργήση και την κάθοδο του Αγ. Πνεύματος, για να μας βοηθήση να επιτύχουμε την σωτηρία.
Το Άγ. Πνεύμα κατήλθε στους αποστόλους και κατόπιν διά μέσου αυτών σε όλους τους πιστούς. Αυτό διήγειρε την πίστι σ’ όσους ήθελαν να πιστέψουν. Αυτό ενίοχυε στην εκπλήρωσι των εντολών όσους με την βοήθεια της πίστεως έφθαναν στην απόφασι να ζήσουν άγια. Ό,τι συνέβαινε με τους αποστόλους, το ίδιο συνέβαινε και μετέπειτα, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα διά μέσου των διαδόχων τους, σύμφωνα με την τάξι που το Άγ. Πνεύμα θέσπισε. Έτσι η θ. Χάρις παραμένει διαρκώς μέοα στην Αγία μας Εκκληοία, μέσα στο πλήθος των πιστών. Όλους τους φωτίζει, όλους τους ενισχύει, όλους τους αγιάζει.
Με την θ. Χάρι σώθηκαν και σώζονται οι πιστοί: «Χάριτι έστε σεσωσμένοι» (Εφεσ. 2, 8), γράφει ο απόστολος Παύλος. Η θ. Χάρις εγκαταβιώνει στους πιστούς: «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;» (Α’ Κορινθ. 3, 16), συνεχίζει με αναμφισβήτητη βεβαιότητα γι’ αυτή την ενοίκησι του Αγ. Πνεύματος. Ο ίδιος ωμολογούσε για τον εαυτό του: «Χάριτι δε Θεού ειμί ο ειμί» (Α’ Κορινθ. 15, 10). Και ο απόστολος Πέτρος μαρτυρεί για τον εαυτό του και για όλους: «Πάντα ημίν της θείας δυνάμεως αυτού τα προς ζωήν και ευσέβειαν δεδωρημένης» (Β’ Πέτρου 1, 3).
Γι’ αυτό πολύ συχνά στις αποστολικές επιστολές, ιδιαίτερα στην αρχή και στο τέλος, διατυπώνεται η ευχή να παραμένη και ν’ αυξάνη σε κάθε πιστό η θ. Χάρις. Ως προς το ότι είναι απαραίτητη για το έργο της σωτηρίας μας, δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά ως προς τον τρόπο που λαμβάνεται και ενεργεί υπάρχουν διαφωνίες.
Επίτηδες σας θίγω αυτό το θέμα, γιατί έχω την υποψία ότι ο πλανεμένος διδάσκαλός σας ανήκει στην κατηγορία εκείνων που δεν κατανοούν σωστά το έργο της. Υπάρχουν επίσης κακόδοξοι που διακηρύττουν ότι αρκεί να πιστέψη κανείς και αυτόματα η θεία Χάρις θα εγκατασταθή μέσα του.
Μάθετε λοιπόν και πιστέψτε βαθειά ότι η θ. Χάρις δεν παρέχεται και δεν λαμβάνεται διαφορετικά, παρά με τα άγια μυστήρια που τελούνται από τους αποστόλους ή τους διαδόχους τους, όπως θέσπισε στην Εκκλησία ο ίδιος ο Κύριος. Και για να βεβαιωθήτε περισσότερο σ’ αυτό, θα σας αναφέρω μερικά παραδείγματα από την Αγία Γραφή:
1) Ο ίδιος ο Κύριός μας συζητώντας με τον Νικόδημο είπε: «Δει υμάς γεννηθήναι άνωθεν» (Ιωάν. 3, 7), εννοώντας την διά της θ. Χάριτος πνευματική αναγέννησι. Και με τι μέσον θα ερχόταν και θα ενεργούσε; Μήπως είπε: «Πίστεψε, άνοιξε το στόμα και η θ. Χάρις θα εισχωρήοη μέσα σου και θα σε αναγεννήση»; Ασφαλώς όχι. Δεν είπε κάτι τέτοιο. Τι είπε; «Εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βαοιλείαν του Θεού» (Ιωάν. 3, 5-7). Αυτή η γέννηοις «δι’ ύδατος και Πνεύματος» τι άλλο είναι παρά το Αγ. βάπτισμα, το
πρώτο χριοτιανικό μυστήριο;
Η αναγέννηοις κάνει την φύσι μας ικανή να δέχεται και να συγκρατή την θ. Χάρι. Η προοφορά της όμως γίνεται με τα μυστήρια και πιο συγκεκριμένα με την «επίθεσιν των χειρών», δηλαδή την τοποθέτησι των χειρών των αποστόλων ή των διαδόχων τους πάνω στους πιστούς.
2) Ένα περιστατικό που συνέβη στην Έφεσο κατά την περίοδο μιας περιδείας του Αποστόλου Παύλου θ’ αποδείξη αυτή την αλήθεια. Φθάνοντας στην Έφεσο ο απόστολος συνάντησε δώδεκα πιστούς και τους ρώτησε:
–    Όταν πιστέψατε, λάβατε το Πνεύμα το Άγιο; Κι εκείνοι απάντηοαν:
–    Δεν ακούσαμε τίποτα για το Πνεύμα το Άγιο.
–    Πώς τότε βαπτισθήκατε; ρώτησε ο απόστολος.
–    Στο βάπτισμα του Ιωάννου, απάντησαν.
Τότε ο απόστολος τους εξήγηοε ότι το βάπτισμα του Ιωάννου του Προδρόμου ήταν μόνο προετοιμασία για την πίστι στον Χριστό. Και αφού τους ωλοκλήρωσε την ευαγγελική διδασκαλία, τους βάπτισε με το χριστιανικό βάπτισμα. Μετά την βάπτισι τοποθέτησε πάνω τους τα χέρια του και έλαβαν το Άγ. Πνεύμα.
Βλέπετε ότι άλλο είναι το βάπτισμα και άλλο η «επίθεσις των χειρών». Με την «επίθεσι των χειρών» μόνο, δίνεται η θ. Χάρις. Αυτή την αισθητή ενέργεια την αντικατέστησαν αργότερα οι απόστολοι με το χρίσμα και έτσι καθιερώθηκε το χρίσμα σαν μυστήριο της Εκκλησίας μας.
Τα δύο αυτά περιστατικά, του Αγίου Νικοδήμου και των πιστών της Εφέσου, είναι αρκετά για να βεβαιωθήτε ότι η θ. Χάρις μεταδίδεται με αισθητή οδό, διά μέσου των Αγίων μυστηρίων και όχι με την νοερή μόνον οδό της θεωρητικής απλώς πίστεως.
Έτσι θέσπισε ο ίδιος ο Χριστός. Θ’ απαριθμήσω εδώ και τα άλλα μυστήρια:
Η συγχώρησις των αμαρτιών, στις οποίες πέφτει κανείς μετά το βάπτισμα, δεν επιτελείται με μια απλή νοερή εξομολόγησι στον Θεό, αλλά με εξομολόγησι που γίνεται ενώπιον πνευματικού πατρός, με βαθειά συντριβή και απόφασι να μην επαναληφθούν οι ίδιες αμαρτίες.
Το μυστήριο της θ. Κοινωνίας δημιουργεί μια ζωντανή ενότητα του πιστού με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.
Η δύναμις της θ. Χάριτος για την συνέχισι του εξαγιαστικού έργου της Εκκλησίας παρέχεται με το μυστήριο της χειροτονίας.
Δύο πρόσωπα ενώνονται σε ένα και δημιουργούν ευλογημένη χριστιανική οικογένεια με το μυστήριο του γάμου.
Οι Ασθενείς θεραπεύονται με το μυστήριο του ευχελαίου.
Τα μυστήρια είναι ρυάκια της θ. Χάριτος που αρδεύουν ζωογόνα τους πιστούς. Δέν υπάρχει άλλη οδός, άλλο μέσο για να λάβη κανείς την θ. Χάρι. Και οποίος διακηρύττει άλλο δρόμο, είναι κακόδοξος και πλανεμένος.
Θ’. Τα τρία σημεία που μέχρι τώρα εκθέσαμε σαν αναγκαία για το έργο της σωτηρίας, δηλαδή η πίστις, η ζωή η σύμφωνη με τις θείες εντολές και η θ. Χάρις που προσφέρεται με τα άγια μυστήρια, απαιτούν και ένα τέταρτο: Το ιερατείο, που θέσπιοε ο Κύριος.
Πρέπει να πιστέψουν οι άνθρωποι. «Πώς δε πιστεύουσιν ου ουκ ήκουσαν; πώς δε ακούσουσι χωρίς κηρύσσοντος; πώς δε κηρύξουσιν εάν μη αποσταλώσι;» (Ρωμ. 10, 14-15). Είναι απαραίτητο να λάβουμε με τα μυστήρια την θ. Χάρι. Αλλά πώς θα γίνη αυτό χωρίς τους «υπηρέτας Χριστού και οικονό¬μους μυστηρίων Θεού»; (Α’ Κορινθ. 4, 1). Είναι αναγκαίο να ζούμε σύμφωνα με τις θείες εντολές, αλλά αυτό είναι αδύνατον να γίνη χωρίς την χειραγώγησι από τα κατάλληλα όργανα του Θεού που θα μας συμβουλεύουν, θα μας εφιστούν την προσοχή, θα μας διορθώνουν τα λάθη, θ’ ανορθώνουν όσους πέφτουν, θα επαναφέρουν στον ίσιο δρόμο όσους λοξοδρομούν…
Για την οικοδομή της σωτηρίας είναι λοιπόν απαραίτητα τα πρόσωπα, που θα ενεργούν σύμφωνα με το θείο θέλημα, που θα διδάσκουν την πίστι, θ’ αγιάζουν με την θ. Χάρι διά μέσου των μυστηρίων και θα χειραγωγούν στον δρόμο της σωτηρίας. Είναι απαραίτητοι οι ποιμένες, οι χαρισματούχοι και θεόκλητοι.
Αυτούς ακριβώς αποστέλλει ο Κύριος. Και ιδού η αποστολική διαβεβαίωσις: «Έδωκε τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4, 11-13).
Αλλά και η ίδια η πράξις αυτό αποδεικνύει. Ο Κύριος εξαπέστειλε τους αποστόλους λέγοντάς τους: «Πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγ. Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. 28, 19-20).
Και οι απόστολοι υπάκουσαν σ’ αυτό. Αλλά επειδή δεν ήσαν αιώνιοι, το δε έργο τους έπρεπε να συνεχισθή σε όλους τους αιώνες, άφηναν παντού κατ’ εντολήν του Θεού διαδόχους τους ποιμένες και διδασκάλους, που θα ιερουργούσαν τα άγια μυστήρια και θα υπηρετούσαν στο έργο της σωτηρίας.
Έτσι διαβάζουμε στις Πράξεις των αποστόλων: Οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας κήρυξαν την πίστι στα Λύστρα, στην Δέρβη, στο Ικόνιο, στην Αντιόχεια, στην Πισιδία. Ήλθε πλέον καιρός να επσιτρέψουν εκεί, από όπου ξεκίνησαν, στην Αντιόχεια της Συρίας. Τι λοιπόν; Εγκατέλειψαν τους νεοφωτίστους στην τύχη, να ζουν μόνο με την πίστι; Όχι. Ξαναπέρασαν απ’ όλες τις πόλεις και θέσπισαν πώς να ζουν χριστιανικά. Και για την παρακολούθησι και την εκπλήρωσι των θρησκευτικών υποχρεώσεων των πιστών, χειροτόνησαν και τοποθέτησαν πρεσβυτέρους (Πράξ. 14, 22-23).
Το ίδιο έκανε ο απόστολος Παύλος και στην Έφεσο και σε όλες τις πόλεις της Ασίας. Παντού χειροτόνησε και τοποθέτησε ποιμένες και διδασκάλους. Αργότερα δε κάλεσε όλους τους ποιμένες της Εφέσου στην Μίλητο, μην έχοντας χρόνο να τους επισκεφθή ο ίδιος, και τους αποχαιρέτησε συμβουλεύοντάς τους για την διαποίμανσι του ποιμνίου τους: «Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ω υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την εκκλησίαν του Θεού, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος» (Πράξ. 20, 28).
Αλλά και αργότερα, επιστρέφοντας από την Ρώμη, μετά την απελευθέρωσι από τα πρώτα δεσμά, έφθασε στην Κρήτη και διέδωσε την πίστι στον Χριστό. Επειδή όμως δεν είχε τον χρόνο να τοποθετήση ο ίδιος ποιμένες, άφησε τον απόστολο Τίτο «ίνα τα λείποντα επιδιορθώση και καταστήση κατά πόλιν πρεσβυτέρους» (Τίτον 1, 5).
Ασφαλώς παντού το ίδιο έκανε. Και όπως χειροτονούσε ποιμένες ο ίδιος, έτσι χειροτονούσαν και οι άλλοι απόστολοι. Διότι δεν ενεργούσαν μόνοι τους, αλλά κατ’ εντολήν του Κυρίου. Καμιά χριστιανική κοινότητα δεν εγκαταλείφθηκε χωρίς χειροτονημένους ιερείς.
Το ίδιο ακριβώς γίνεται και σήμερα. Και οι πιστοί έχουν λάβει την εντολή: «Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε· αυτοί γαρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών» (Εβρ. 13, 17). Ενώ για τους ιερείς ισχύει ό,τι είπε ο Κύριος στους αποστόλους: «Ο ακούων υμών εμού ακούει, και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λουκ. 10, 16).
Ι’. Σας ανέφερα τα τέσσαρα απαραίτητα για την σωτηρία μας στοιχεία. Αλλά υπάρχει ακόμη ένα: Ν’ ανήκουμε στο σώμα της Εκκλησίας ζωντανά ενωμένοι με όλο το πλήθος των πιστών.
Ο Κύριος ωνόμασε την Εκκλησία Του «άμπελον», κληματαριά. Αυτός είναι ο κορμός και οι πιστοί τα κλαδιά της. Η συνάθροισις όλων των πιστών αποτελεί ένα αδιαίτερο σύνολο, ζωντανά ενωμένο με τον Κύριο. Όπως ένα κλαδί που κόβεται, ξεραίνεται και παύει να ζη, έτσι και κάθε πιστός που με οποιοδήποτε τρόπο αποκόπτεται από την Εκκλησία και συνεπώς και από τον Κύριο, νεκρώνεται πνευματικά (Ιωάν. 15, 1-6).
Ο απόστολος Παύλος αναφέρει το ίδιο πιο καταληπτά ονομάζοντας την Εκκλησία, σώμα Χριστού. Ο Χριστός είναι κεφαλή και οι πιστοί το υπόλοιπο σώμα. Και όπως στο σώμα κάθε μέλος ζη εφ’ όσον είναι ενωμένο με τα υπόλοιπα μέλη, ενώ εάν αποκοπή, πεθαίνει και σαπίζει, έτσι, και κάθε πιστός δεν ζη μόνος του, αλλά συμμετέχοντας στην κοινή ζωή όλων των μελών, όλων των πιστών της Εκκλησίας και εάν αποκοπή, νεκρώνεται πνευματικά και χάνεται (Α’ Κορινθ. 12, 12-27).
Γι’ αυτό σε όλους τους αιώνες μέχρι σήμερα, πάντοτε οι πραγματικά πιστοί χριστιανοί ένοιωθαν ότι ζουν, όταν ήσαν ενωμένοι με τους άλλους πιστούς, ενωμένοι με την Εκκλησία. θεωρούμε την Εκκλησία σαν μητέρα μας. Και αληθεύει ο λόγος ότι για όποιον η Εκκλησία δεν είναι μητέρα, γι’ αυτόν δεν είναι και ο Θεός πατέρας. Και εάν δεν είναι γι’ αυτόν ο Θεός πατέρας, τότε ποιος είναι;
Ο Κύριος θεμελίωσε διά των αποστόλων την Εκκλησία και της εμπιστεύθηκε όλα τα σωστικά μέσα για φύλαξι και επέκτασι πάνω στην γη.
Αυτή διαφυλάττει όλα τα μυστικά της πίστεως και όλη την αλήθεια. Μέσα της βρίσκεται η θ. Χάρις, τα άγια μυστήρια, το ιερατείο που χειραγωγεί στον δρόμο της σωτηρίας. Σ’ αυτήν επαναπαύεται η ευδοκία του Θεού, που ακούει την προσευχή τόσον την δική της, όσον και των τέκνων της.
Η συμμετοχή στην ζωή της Εκκλησίας και η έντός των κόλπων της κατεργασία της σωτηρίας, επιβάλλει στον κάθε πιστό τις εξής υποχρεώσεις:
1) Να πιστεύη, όπως πιστεύει ολόκληρη η Εκκλησία από την αρχή της μέχρι σήμερα. Να ελέγχη κάθε σκέψι, είτε δική του είτε ξένη, σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια και σε καμιά περίπτωσι να μην επιτρέπη στον εαυτό του την παραμικρή διαφωνία με την διδασκαλία της Εκκλησίας, αφού αυτή είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α’ Τιμόθ. 3, 15). Όποιος δεν τηρεί αυτά, είναι σαν «τον εθνικό και τον τελώνη», σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου (Ματθ. 18, 17).
2)    Σε τίποτε δεν πρέπει να ξεχωρίζη από τους άλλους στην τάξι της εκκλησιαστικής ζωής. Να νηστεύη, όταν όλοι νηστεύουν. Να προετοιμάζεται για την θ. Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, όπως είναι καθωρισμένο μέσα στην Εκκλησία. Να συμμετέχη σε όλες τις λατρευτικές και εξαγιαστικές εκδηλώσεις της Εκκλησίας, σύμφωνα με την εντολή του αποστόλου Παύλου να μην εγκαταλείπη κανείς την «επισυναγωγή» (Εβρ. 10, 25).
3) Να έχη βαθειά πεποίθησι ότι τα μέλη της Εκκλησίας που βρίσκονται στον ουρανό, έχουν ζωντανή και άμεση επικοινωνία με τα μέλη που βρίσκονται στην γη. Όι προσευχές των μεν για τους δε εισακούονται και εκπληρώνονται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Εμείς εδώ στην γη είμαστε οικείοι με τους αγγέλους και με όλους τους αγίους κάθε εποχής, διότι έχουμε προσέλθει «πόλει Θεού ζώντος, Ιερουσαλήμ επουρανίω, και μυριάσιν αγγέλων, πανηγύρει και εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμμένων» (Εβρ. 12, 22-23).
Ας ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν εδώ όλα τα απαραίτητα για την επίτευξι της σωτηρίας και ας τονίσουμε: Θέλετε να σωθήτε; Να πιστεύετε σε όλη την αλήθεια, όπως την αποκάλυψε ο Θεός. Να δέχεσθε την ενίσχυση της θ. Χάριτος που προσφέρεται με τα μυστήρια. Να εφαρμόζετε πάντοτε στην ζωή σας τις εντολές του Θεού κάτω από την καθοδήγησι των θεοπροβλήτων ποιμένων της Εκκλησίας. Και όλα αυτά μέσα στο πνεύμα της Εκκλησίας, μέσα στους νόμους της και στις διατάξεις της, ενωμένος ζωντανά και άρρηκτα μαζί της. Έτσι θα σωθήτε.
Στην περιγραφή αυτή της οδού της σωτηρίας μπορούμε με πεποίθησι να προσθέσουμε την επόμενη νουθεσία του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: «Πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού Θεόν ουκ έχει· ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον Πατέρα και τον Υιόν έχει· ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνεται αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς» (Β’ Ιωάν. 9-11).
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΤΕΥΧΗ 31-34
πηγη/.Ι.Μ.ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ

ΟΤΑΝ ΣΚΟΝΤΑΨΕΙΣ

Όταν σκοντάψεις πάνω σε ένα εμπόδιο, μην στέκεσαι
 εκεί και λες:
γιατί βρέθηκες μπροστά μου?
πως είναι δυνατόν? γιατί σε μένα?
τί να κάνω? γιατι αυτό, γιατί το άλλο?
γιατί, γιατί, γιατί?

Κάνε κάτι διαφορετικο......

-ΣΗΚΩ / ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΤΡΑ

-ΤΙΝΑΞΕ ΤΗΝ ΣΚΟΝΗ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΣΟΥ

-ΠΕΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ

-ΑΝΑΘΕΣΕ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΟΥ ΣΤΟΝ ΘΕΟ

-ΑΝΑΠΑΥΣΟΥ

-ΜΗ ΓΥΡΙΖΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ

-ΠΡΟΧΩΡΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΕ ΕΙΡΗΝΗ

-ΣΥΓΧΩΡΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ

Ο ΘΕΟΣ ---Σ Ι Γ Ο Υ Ρ Α--- ΘΑ ΣΟΥ ΔΩΣΕΙ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΛΥΣΗ!!!
 ΘΑ ΣΕ ΑΝΑΛΑΒΕΙ !!!



 !!!! Ο ΘΕΟΣ ΝΟΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤHΝ ZΩΗ ΣΟΥ ΠΟY ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ
 ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΑΛΛΑ !!!!

*****............ ΚΑΝΕ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΡΧΗ ! .............*****

Έγγαμοι και άγαμοι κληρικοί στην Ενορία




Η Εκκλησία από τους αποστολικούς χρόνους τάχθηκε υπέρ της ελεύθερης εκλογής του γάμου. Οι άγαμοι Απόστολοι και οι μετέπειτα άγαμοι Κληρικοί δεν συνδέονται με το Μοναχισμό, εφόσον αυτός εμφανίσθηκε στα τέλη του γ΄ και αρχές του δ΄ αιώνα.
Ακριβώς σ’ αυτή τη θέση υπάρχει μια νόθευση και σύγχυση, όταν οι άγαμοι Κληρικοί θεωρούνται συλλήβδην ως μοναχοί και ονομάζονται Ιερομόναχοι.
Με το θέμα αυτό της θέσεως μέσα στον κόσμο των αγάμων και εγγάμων Κληρικών ασχολήθηκαν πολλές σπουδαίες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, των οποίων τις γνώμες θα αναφέρουμε και οι οποίες επεσήμαναν τα λάθη και τη σύγχυση.
Στην ιστορία της Εκκλησίας, υπήρξαν και υπάρχουν τρεις τάξεις Κληρικών: α) οι άγαμοι κοσμικοί (δηλ. αυτοί που διαμένουν στην κόσμο), β) οι έγγαμοι κληρικοί και γ) οι Μοναχοί Κληρικοί.
Τη διάκριση αυτή δέχεται και ο αοίδιμος διακεκριμένος κληρικός Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, στη μελέτη του «Μοναχικός και Άγαμος Κοσμικός Κλήρος».
Οι Μοναχοί Κληρικοί είναι αυτοί που διαμένουν στα Μοναστήρια και έχουν τον τίτλο του Ιερομόναχου. Ο τίτλος του ιερομόναχου είναι αποκλειστικώς των Μοναχών Κληρικών.
Η διάκριση αυτή μαρτυρείται και από το γεγονός, ότι η Εκκλησία εξαρχής είχε έγγαμους και άγαμους Επισκόπους, οι οποίοι δεν προέρχονταν από τον μοναχικό κόσμο. Οι άγιοι Τιμόθεος, Ιγνάτιος, Πολύκαρπος και τόσοι άλλοι ήσαν άγαμοι και δεν ανήκαν στην μοναχική τάξη, όπως και από το άλλο μέρος υπήρχαν και έγγαμοι Επίσκοποι.
Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός που έζησε κατά την εμφάνιση του μοναχισμού, ομιλεί για άγαμους Κληρικούς μέσα στον κόσμο, που ζούσαν «εν αγγελική πολιτεία», δηλ. εν παρθενία. Στους πρώτους μάλιστα αιώνες του μοναχισμού δεν επιτρεπόταν οι μοναχοί να γίνουν Κληρικοί.
Οι μοναχοί εκκλησιάζονταν στους ναούς των κοντινών χριστιανικών κοινοτήτων ή πήγαιναν ιερείς στα Μοναστήρια. (Βλέπε Β. Στεφανίδου, Εκκλησ. Ιστορία εκδ. α΄, εν Αθήναις 1948, σελ. 142). Παρόμοια γράφει και ο Νικόδημος Μίλας: «όπως δε μη παρακωλύονται οι μοναχοί από του ασκητικού αυτών βίου, δεν επετρέπετο το κατ’ αρχάς αυτοίς η ιερωσύνη, αλλά μάλλον ώφειλον να προσέρχωνται εις τας εν τω εγγυτέρω κειμένω ναώ υπό του εφημεριακού κλήρου τελούμενος ιεροτελεστίας». (Εκκλ. Δίκαιον, κατά μετάφραση Μελ. Αποστολόπουλου, εν Αθήναις 1906, σελ. 932).
Και ο ιερός Παφνούτιος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο συμβούλευσε: «Κατά δε την αρχαίαν της Εκκλησίας παράδοσιν τους μεν αγάμους του ιερατικού τάγματος κοινωνήσαντας, μηκέτι γαμείν τους δε μετά γάμου (κοινωνήσαντας του ιερατικού τάγματος), ων έχουσι γαμετών μη χωρίζεσθαι». (Σωζομένου, Εκκλησ. Ιστορία, Γ κγ΄, Migne 67, 925).
Οι άγαμοι κληρικοί, για τους οποίους ομιλεί ο Παφνούτιος, δεν ήταν δυνατό να ήσαν μοναχοί, γιατί στους μοναχούς ο γάμος είναι κατά το αδιανό¬ητο τόσο προ της χειροτονίας, όσο και μετά από αυτήν.
Τον ιβ΄ αιώνα, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μάρκος υπέβαλε προς τον Πατριάρχη Αντιοχείας και σοφό κανονολόγο Θεόδωρο το Βαλσάμωνα την εξής ερώτηση: «Υποδιάκονος και Διάκονος δύνανται νομίμως συναφθήναι γυναικί ή ου;». Από την ερώτηση συνάγεται το συμπέρασμα ότι πρόκειται περί κληρικών απλώς αγάμων και όχι περί μοναχών.
Ο κανονολόγος Μελέτιος Σακελλαρόπουλος (Μητροπολίτης Μεσ¬σηνίας) γράφει: «Η ημετέρα Εκκλησία, συνωδά τη διδασκαλία της Αγ. Γραφής, αψήκεν έκαστον ελεύθερον, ποθούντα το ιερατικόν αξίωμα, να εξέταση εαυτόν και να αποφασίση τουλάχιστον προ του 30ου ή και 25ου έτους της ηλικίας, ωρίμου ούσης, εάν θέλη να ιερωθή έγγαμος ή άγαμος. Άγαμος εννοείται ουχί ο μοναχός, όστις κείρεται και προ της ηλικίας ταύτης και υποχρεούται να διαμένη εν τω Μοναστηρίω δια βίου». (Εκκλησ. Δίκαιον, εν Αθήναις 1898, σελ. 160). Σαφής λοιπόν διάκριση του άγαμου κληρικού από το Μοναχό.
Ο Αρχιμανδρίτης. Απόστολος Χριοτοδούλου, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Χάλκης, στο βιβλίο του «Δοκίμιον Εκκλησιαστικού Δικαίου», εν Κων/λει 1896, σελ. 262-63, γράφει: «Αφ’ ετέρου δε ούτε ο γάμος και ο οικογενειακός βίος εθεωρήθησαν ποτέ ως αναγκαία συνθήκη και υποχρέωσις δια το εν τη Εκκλησία λειτούργημα… Εντεύθεν δείκνυται, ότι οι άγαμοι, σημείωσαν ουχί οι μοναχοί, ηδύναντο ου μόνον να γένωνται κληρικοί, αλλά και να μένωσιν εν τω κλήρω, ανυψούμε¬νοι εις τους ανωτάτους βαθμούς… Ώστε και ο έγγαμος και ο άγαμος βίος αφέθησαν υπό των κανόνων εις την ελεύθερον εκλογήν και επιθυμίαν εκάστου Κληρικού. Έκαστος εστίν ελεύθερος, ίνα εκλέξη την κατάστασιν εκείνην, ήτις ανταποκρίνε¬ται μάλλον εις τας εσωτερικός αυτού διαθέσεις».
Ο Καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου Αναστάσιος. Χριστοφιλόπουλος γρά¬φει: «Οι χειροτονούμενοι άγαμοι δεν είναι ανάγκη να έχουν προηγουμένως καρή μοναχοί, καίτοι το τελευταίον τούτο είναι το συνήθως εν τη πράξει συμβαίνον». (Ελληνικόν Εκκλησ. Δίκαιον, τεύχ. Β΄, εν Αθήναις 1954, σελ. 52). Αυτό το «συνήθως εν τη πράξει συμβαίνον» προήλθε από έλλειψη Κληρικών στις Ενορίες και ακόμη για άλλους λόγους σκοπιμότητος. Έτσι πολλοί λαμβάνουν τυπικώς τη μοναχική κούρα, χειροτονούνται Ιερομόναχοι και προσεταιρίζονται ακαίρως και αντικανονικώς τον τίτλο του Αρχιμανδρίτη και με μια τυπική εγγραφή σε κάποιο μοναστήρι βρίσκονται μέσα στον κόσμο και στις κοσμικές Ενορίες.
Πώς όμως είναι δυνατό και νόμιμο, ο θεωρούμενος Ιερομόναχος και ο οποίος έδωσε υπόσχεση ενώπιον του Θεού τέλειας αφιερώσεως και ολοκληρωτικής προσφοράς για τη Μονή του, να διαμένει μέσα στον κόσμο; Ο υποψήφιος μοναχός ερωτάται κατά την Ακολουθία του Σχήματος, εάν «εκούσια αυτού γνώμη» προσέρχεται ή μήπως «εκ τίνος ανάγκης ή βίας». Ακόμη ερωτάται: «παραμένεις τω Μοναστηρίω και τη ασκήσει έως εσχάτης σου αναπνοής;». Απαντά ο υποψήφιος: «Ναι, του Θεού συνεργούντος, τίμιε πάτερ». Και οι κανόνες ορίζουν τριετή δοκιμασία των υποψηφίων μοναχών και σε εξαιρετικές περιπτώσεις τουλάχιστο εξάμηνη και είναι αυστηροί για κείνους που εγκαταλείπουν το Μοναστήρι τους. (Βλέπε Δ΄ και Ε΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου). Όταν λοιπόν βλέπουμε τους Ιερομόναχους μέσα στον κόσμο, μήπως κατά την Ακολουθία του Σχήματος έπαιξαν κωμωδία;
Ο όρος Αρχιμανδρίτης είναι ταυτόσημος του Ηγουμένου. (Νεαροί Ιουστινιανού, Corpus juris Civilis, ΡΚΓ΄, λδ΄, Berolini 1928, επιμ. R.Schol – G.Kroll). Παλαιότερα και η ηγουμένη εκαλείτο αρχιμανδρίτις (παρά J. Pargoire εν Dictionnaire d’ Archeologie Chetienne et de Liturgie, τ.I.c. 2746-2751). Ο Ηγούμενος αναλαμβάνων τα καθήκοντα αυτού ονομάζεται Αρχιμανδρίτης. (Ιωακείμ Γ υπ’ αρ. 8042 της 14-12-1905 προς την Ι. Κοινότητα Αγ. Όρους). Μάλιστα η απονομή του οφφικίου του Αρχιμανδρίτη θεωρούνταν προνόμιο του Οικουμενικού Πατριάρχου. (Βλέπε Παν. Παναγιωτάκου, Σύστημα του Εκκλησιαστικού Δικαίου κατά την εν Ελλάδι ισχύν αυτού, τόμ. 4, εν Αθήναις 1957, σελ. 345, παρ. 3, 346-47, 367).
Ο Πρωτοπρεσβύτερος Κων/νος Ρωμανός στο βιβλίο του «Μελέτη δια τον Αρχιμανδρίτην εν γένει», (εν Αθήναις 1930, σελ. 11) αναφέρει, ότι το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη παρέχει μεν τιμή στην ιερατική μοναχική τάξη, δεν συγκαταριθμείται όμως στα οφφίκια του εφημεριακού ενοριακού κλήρου. Ο ίδιος αναφέρει και έτσι είναι, ότι στις Σλαβικές Ορθόδοξες Εκκλησίες οι Αρχιμανδρίτες υπάρχουν μόνο στα Μοναστήρια ή ως Καθηγητές Εκκλησιαστικών Σχολών. Στη Ρουμανία το αξίω¬μα του Αρχιμανδρίτη απονέμεται με την έγκριση της Ιεράς Συνόδου. Γενικά οι Ιερομόναχοι και οι Αρχιμανδρίτες αποκλείονται των Ενοριών.
Συνεπώς η απονομή ευκαίρως – ακαίρως του οφφικίου του Αρχιμανδρίτη σε μοναχούς που ψευδώς ορκίσθηκαν να μείνουν ισοβίως στο Μοναστήρι, αποτελεί νόθευση και κατάχρηση της εκκλησιαστικής πράξεως και των ιερών κανόνων. Το τραγικό δε και αυτόχρημα εγκληματικό είναι, ότι νεανίσκοι 20 και 22 ετών (πολλοί απορρίπτουν αργότερα το ράσο) ανεμίζονται μετά των επιρριπταρίων μέσα στις κοινωνίες των Ενοριών με θλιβερά επακόλουθα. Και αυτοί παρουσιάζονται ως Ιερομόναχοι! Η κατάσταση αυτή είναι όντως καταχρηστική. Οι άγαμοι Κληρικοί κατά κανόνα γίνονται οι ευνοούμενοι των Επισκόπων, αναλαμβάνουν τις Πρωτοσυγκελλίες και Γραμματείες και πολλάκις γίνονται οι δυνάστες και οι διώκτες τιμίων οικογενειαρχών Εφημερίων, όταν μάλιστα τολμήσουν να αναπτύξουν ενοριακή δρά¬ση με σύγχρονες προδιαγραφές. Σε πολλούς υπερπλεονάζει η ημιμάθεια.
Ο αοίδιμος Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος θεωρεί αυτή την κατάσταση ως φο¬βερή σύγχυση και εκφράζει τη βαθεία θλίψη του. Τέτοια σύγχυση υπήρχε και παλαιότερα, γι’ αυτό η τότε Ιερά Σύνοδος απέστειλε Εγκύκλιο, στην οποία διαλαμ¬βάνει: «Παρεισέφρυσεν η κακή συνήθεια του χειροτονείν και αγάμους Ιερείς εν τω κοσμώ, όπως χρησιμεύωσιν ως τακτικοί κοινοτήτων εφημέριοι.
Την τοιαύτην αντικανονικήν συνήθειαν μη ανεχομένη του λοιπού η Σύνοδος, προσκαλεί την Υμετέραν Σεβασμιότητα, ίνα μηδέποτε εις το εξής χειροτονήσητε ή προτείνετε τοιούτους ως απαραδέκτους». (Εν Αθήναις, 7 Φεβρουαρίου 1872, Σ. Γιαννόπουλου, Συλλογή των Εγκυκλίων της Ιεράς Συνόδου, εν Αθήναις 1901, σελ. 332-33).
Δυστυχώς η Ιερά Σύνοδος ανακάλεσε δια της υπ’ αρ. 914/26-9-57 την παραπάνω Εγκύκλιο, για να συνεχίζεται η σύγχυση και η αντικανονικότητα. Υπάρχει πάντως η υπ’ αρ. 2921/3-12-36 Εγκύκλιος, η οποία ορίζει το προβάδισμα των Αρχιερατικών Επιτρόπων, εγγάμων κατά κανόνα, των Αρχιμανδριτών κατά τις επίσημες τελετές.
Αποδεικνύεται λοιπόν εκ της πράξεως της Εκκλησίας πάγια θέση, ότι ο μοναχός ανήκει στο μοναχικό κόσμο και μένει ισοβίως στο Μοναστήρι του. Οι άγαμοι Κληρικοί που θα υπάρχουν μέσα στις Ενορίες, δεν μπορεί να θεωρούνται Ιερομό¬ναχοι και να λαμβάνουν το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη.
Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος παρατηρεί: «Καλή και αγία η αγαμία, αλλά διατί εις αδρανής, οκνηρός, ημιμαθής κ.λ.π. άγαμος θα τιμάται υπέρ ένα ζηλωτήν, δραστήριον, σοφόν και πλήρη πνευματικότητος έγγαμον; Εάν είχομεν σήμερον εν μέσω ημών τον έγγαμον Πρεσβύτερον Άγιον Γρηγόριον (τον είτα Επίσκοπον Νύσσης), δεν θα ήτο λίαν άτοπον να προτάσσωμεν αυτού νεανίσκους τινας Ιερείς, μη έχοντας άλλο προσόν πλην της αγαμίας: Τα αυτά θα ηδυνάμην να είπω ου μόνον δια παλαιούς, αλλά και δια νεωτέρους εγγάμους Πρεσβυτέρους, οίους ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, ο Κωνσταντίνος Καλλίνικος κ.ά.».Προτείνει ο επιφανής αυτός άγαμος Κληρικός, οι άγαμοι Κληρικοί, μη όντες
μοναχοί και παραμένοντες στις Ενορίες, να ακολουθούν την τάξη των οφφικίων
των εγγάμων Πρεσβυτέρων και την αρχαιότητα των πρεσβειών της ιερωσύνης. Προσθέτει δε: «Οι άγαμοι πρέπει να στρατολογούνται εκ των εχόντων και ηλικίαν
ώριμον και μόρφωσιν αρίστην και ευλάβειαν άκραν και ήθος απαστράπτον και χαρακτήρα αδαμάντινον και ψυχικήν συγκρότησιν αρτίαν, κτηθείσαν εν κόποις και
μόχθοις, εν προσευχαίς και μελέταις, εν νηστείαις και αγρυπνίαις, εν εκούσια πενία και κακοπαθία και ποικίλαις οτερήσεσιν» .Η πρόταση του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου έρχεται σε συμφωνία με την τάξη του Μ. Τυπικού της Εκκλησίας που στην κατάσταση των οφφικίων των κοσμικών ιερέων ουδόλως αναφέρεται το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη, γιατί δεν είναι οφφίκιο των κοσμικών ιερέων, αλλά των μοναχών.
Ο Θεολόγος Καθηγητής κ. Δημ. Κωλέσης παρατηρεί: «Το φαινόμενο της παρουσίας Αρχιμανδριτών μέσα στις Ενορίες και το προβάδισμα αυτών αποτελεί παρέκκλιση της γενικώς κρατούσης κοινωνικής αντιλήψεως μιας δημοκρατικής κοινωνίας και αντιβαίνει στην έννοια του Δικαίου όχι μόνο ηθικά, αλλά και νομικά, γιατί πουθενά αλλού η αρχαιότητα και τα προσόντα δεν αντιστέλλονται ή καταργούνται».
Ας μη λησμονούμε δε, όπως γράφει ο αοίδιμος Μητροπολίτης Μεσσηνίας Μελέτιος (Εκκλησ. Δίκαιον, σελ. 210), ότι τα εκκλησιαστικά οφφίκια είναι απομίμηση και τύπος «της πομπώδους αυλής των αυτοκρατόρων». Η Ενορία προηγείται της Μο¬νής, εφόσον ο μοναχικός βίος αναφάνηκε πολύ αργότερα στην Εκκλησία. Ιστορικά προηγείται η Ενορία της Μονής και επομένως και οι ενοριακοί Κληρικοί των Ιερο¬μόναχων. Δεν είναι δε δυνατό οι νόμοι και οι κανόνες των Μονών να ισχύουν στις Ενορίες, των οποίων στάδιο δράσεως είναι η χριστιανική κοινωνία.
Ο Νικόδημος Μίλας στο Εκκλησιαστικό Δίκαιο (σελ. 572) λέει: «Το σπουδαιότερον έρεισμα του μονίμου επαρχιακού οργανισμού (Μητροπόλεως) και της κανονικής αναπτύξεως του εκκλησιαστικού βίου καθόλου αποτελεί ο εφημεριακός κλήρος. Ούτος εστιν ο σπουδαιότερος βοηθός και επίτροπος του επισκόπου εν τη διδασκαλία, εν τη εξασκήσει του αξιώματος αυτού ως αρχιερέως, εν τινι δε μετρώ και εν τη επιτελέσει των της αρχιποιμαντικής αυτού διακονίας». Και ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος γράφει»: «Η πραγματική δύναμις της Εκκλησίας είναι ο εφημεριακός κλήρος» (Ιερός Σύνδεσμος, αρ. 11, 20 Οκτωβρίου 1927).
Ευχόμεθα να προσεχθούν όσα ετόνισαν και διατύπωσαν επιφανείς Κληρικοί από τη σημερινή εκκλησιαστική ηγεσία και μάλιστα από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Όπως λειτουργεί σήμερα η εκκλησιαστική διοίκηση μόνο οι Ιεράρχες έχουν τη μοναδική ευθύνη της διορθώσεως των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Εμείς επισημαίνουμε, ότι η τάξη πάντοτε φανερώνει το βαθύτατο χαρακτήρα της εκκλησιαστικής ζωής. Και το πνεύμα της ανανεώσεως στους λειτουργικούς και τελετουργικούς τύπους θα αγκαλιάσει και τις προϋποθέσεις της ποιμαντικής διακονίας. Και αυτή η διακονία είναι το μήνυμα της παρουσίας της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο.
Πρωτοπρεσβύτερος ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΣΚΟΡΔΑΣ
τ. Λυκειάρχης

ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ


Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου


Στρέψτε τὰ αὐτιὰ σας σ’ ἐμένα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί· θὰ σᾶς διηγηθῶ μιὰ ὡραιότατη διήγηση. Διότι εἶναι σωστὸ νὰ κρύβει κανεὶς τὶς ἀποφάσεις τῶν βασιλέων, εἶναι ὅμως καλὸ νὰ ἀποκαλύπτει τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀφορμή τούς πιστοὺς δούλους του στηρίζει τοὺς ἀδύναμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρῶτος εἶμαι ἐγώ. Ὑπάρχει λοιπὸν σ’ ἐμένα ὁ πόθος νὰ ἀγγίξω γεγονότα πού ἔχουν συμβεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μου. Θέλω νὰ βάλω σήμερα στὸν ἀργαλειὸ στημόνι ἀπὸ τὸ ὡραῖο μαλλὶ τοῦ λογικοῦ προβάτου.
Ποθῶ νὰ ὑφάνω κεντημένο χιτώνα ἀπὸ τὸ μαλλὶ τῆς λογικῆς καὶ προσευχητικῆς γλώσσας. Διότι εἶδα κάποτε ἕνα κριάρι πού εἶχε ὡραία ἐμφάνιση καὶ πνευματικὰ κέρατα, τὰ ὁποῖα ἠχοῦσαν μὲ λόγια τοῦ Θεοῦ· καὶ ἀφοῦ τὸ πλησίασα μὲ μεγάλη ἀγωνία, ἀφαίρεσα ἀπ’ αὐτό ἀθόρυβα μιὰ μικρὴ τούφα.
Μὲ κυρίευσε ὅμως ἕνας ἀβάσταχτος φόβος, διότι ἀποτόλμησα τέτοιες φοβερὲς πράξεις, ἐπειδὴ δὲν ἤμουν συνετός.
Θέλετε λοιπὸν νὰ φανερώσω ποιὸ ἦταν αὐτό τὸ κριάρι πού ἦταν στολισμένο μὲ τόσο ὡραῖα χρώματα; Αὐτό τὸ κριάρι ἦταν ὁ σοφὸς καὶ πιστὸς Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἐπισκόπευσε στὴ χώρα τῶν Καππαδοκῶν καὶ κήρυξε στὴν πόλη τῶν Καισαρέων σωτήριες διδασκαλίες γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Ὁ Βασίλειος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀληθινὰ ἡ βάση τῶν ἀρετῶν, τὸ βιβλίο τῶν ἐπαίνων, ὁ βίος τῶν θαυμάτων· αὐτός πού βαδίζει μὲ τὴ σάρκα καὶ προχωρεῖ μὲ τὸ πνεῦμα· αὐτός πού ζεῖ μὲ τὰ γήινα καὶ ἔχει τὸ βλέμμα του στραμμένο στὰ οὐράνια· αὐτός πού εἶναι τὸ βηρύλλιο πλῆκτρο τῆς μυστικῆς κιθάρας, αὐτό πού ἔτερψε τὴ χορεία τῶν ἁγίων Ἀγγέλων· αὐτός πού εἶναι τὸ σταθερὸ ἀρνί τῆς μάνδρας τῆς ζωῆς, πού καταβρόχθισε τὸ χορτάρι τοῦ ἱεροῦ Πνεύματος· αὐτός πού εἶναι τὸ ἀρνί πού πήδησε ἀπὸ τὸν πόθο καὶ ἅρπαξε τὸ ἄνθος ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ τιμίου Σταυροῦ· αὐτός πού εἶναι τὸ παχνὶ τῶν δογμάτων, ἡ γλώσσα τῶν λόγων, τὸ βραβεῖο τῶν ὀρθῶν καὶ ὠφέλιμων νοημάτων· αὐτός πού βύθισε τὸν ἑαυτό του στὸ βυθὸ τῶν Γραφῶν καὶ ἀνέσυρε τὸ λαμπρὸ μαργαριτάρι· αὐτός πού εἶναι τὸ ὥριμο σταφύλι τῆς θεϊκῆς κληματαριᾶς, πού ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πῆρε τὴ θεία γλυκύτητα· αὐτός πού εἶναι ἡ ὡραία μεμβράνη τῆς ἱερῆς σοφίας, στὴν ὁποία γράφηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τὰ θεία χαράγματα· αὐτός πού εἶναι τὸ εὔφορο χωράφι τῆς οὐράνιας βασιλείας, τὸ ὁποῖο καρποφόρησε γιὰ τὸν Θεὸ καρποὺς δικαιοσύνης· αὐτός πού εἶναι βουνὸ στολισμένο μὲ τὰ ἄνθη τῆς μυστικῆς τριανταφυλλιᾶς, πού ἡ εὐωδιὰ του ἔφθασε στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· αὐτός πού ἔψαλε ἐπάνω στὴ γῆ ἄσματα ἀρεστά στὸν Θεὸ καὶ πῆρε ἀπ’ τοὺς οὐρανούς στεφάνια εὐπρόσδεκτα· αὐτός πού ἀντιλήφθηκε τὴ χάρη καὶ διακήρυξε, ὅπως ὁ Ἰώβ, τὴν ὁμολογία του στὸν Σωτήρα τῶν ὅλων, λέγοντας: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού μὲ δημιούργησε, καὶ ἡ ἔμπνευση τοῦ Παντοκράτορος εἶναι αὐτή πού μὲ διδάσκει»· βεβαιώνοντας ὅτι μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κήρυττε σὲ ὅλους τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ποθῶ ἀκόμη νὰ προσθέσω καὶ ἄλλη ὕφανση στὸ λόγο γιὰ τὰ ἐγκώμια, ὥστε μὲ τὴν ἀπόλαυση καὶ μὲ τὴν ἀνάμνηση τοῦ δίκαιου ἄνδρα νὰ βροῦμε στὶς προσευχὲς μας γνώση καὶ κατάνυξη. Πρέπει λοιπὸν νὰ πάρουμε στὰ χέρια μας τὴ σαΐτα τοῦ Πνεύματος καὶ νὰ τακτοποιοῦμε τὸ νῆμα τῶν νοημάτων μας. Ἔπειτα πρέπει νὰ ἑτοιμαζόμαστε γι’ αὐτή τὴν ἐργασία ἔτσι., ὥστε νὰ κλείνουμε μέσα στὸ στημόνι καὶ τὸ ὑφάδι. Ἂν λοιπὸν κάποιος κλώσει αὐτό τὸ μαλλὶ μὲ προσοχή, θὰ προσφέρει στολὴ ἀθανασίας σ’ ἐκείνους πού ποθοῦν αὐτὴ τὴ στολή.
Τέτοιες εἶναι οἱ ἀπαρχές τοῦ μυστικοῦ θρέμματος· τέτοιες εἶναι οἱ σοδειὲς τοῦ ἅγιου κτήματος. Ἔτσι ἄφθονος ἦταν στὴ διδασκαλία, ὥστε νὰ ντύνει ὅσους τύχαινε νὰ εἶναι παρόντες. Ἦταν πνευματοφόρο κριάρι τοῦ κοπαδιοῦ τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο ἀνθοῦσε μέσα στὸ ἔλεος τῆς λαμπρῆς Ἐκκλησίας· ἀπὸ τὴ μιὰ προσφέροντας ζεστασιὰ στοὺς φτωχοὺς μὲ τὸ μαλλί του, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁδηγώντας σὲ κατάνυξη τοὺς πλούσιους μὲ τὰ χτυπήματα τῶν κεράτων του. Καθὼς παρέμενε νύχτα καὶ μέρα στὰ ἴδια ἄδυτα, δέχθηκε τὴ Χάρη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Γι’ αὐτό καὶ κάθε μέρα βγάζοντας ἄφθονα ἄνθη ὡς πρὸς τὸ λόγο, ἀνανέωνε γιὰ τὶς ψυχὲς τὸν ἀναλλοίωτο στολισμό. Καὶ παρόλο πού μοίραζε τὸν ἑαυτό του στὸν καθένα χωριστά, δὲν ἀλαζονεύονταν γιὰ τὴν ποικιλία του.
Ἐπειδὴ λοιπὸν πλήθαινε στὰ ἄφθαρτα ἄνθη, ἐπειδὴ τρεφόταν μὲ τοὺς ἅγιους κάλυκες, ἐπειδὴ ἔβρισκε ἀνάπαυση πάντοτε μέσα στὶς Γραφὲς καὶ ἀπὸ αὐτές ἔβοσκε ἄφθονο τὸ θεϊκὸ χορτάρι, καί ἀπολάμβανε τὴ χλόη στὰ βοσκοτόπια τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας, καὶ εὐφραινόταν μέσα στὶς ἱερατικὲς αὐλὲς, γι’ αὐτό καὶ ὁ λόγος του κυλοῦσε σὰν ποταμός, καὶ ἡ ἀρετὴ του προχωροῦσε σὰν τὰ κύματα τῆς θάλασσας. Ἐκεῖ τρεφόταν μὲ θεία νοήματα, καὶ ἐδῶ κήρυττε μὲ δυνατὴ φωνὴ ἀθάνατα λόγια· ἐκεῖ ἔτρωγε ἐνάρετα φαγητά, καὶ ἐδῶ διακήρυττε εὐπρόσδεκτα λόγια. Δὲν ἦταν δηλαδὴ ἡ τροφὴ του στρύχνος καὶ βάτος, ἀλλά ἦταν ρόδο καὶ κρίνο, κρόκος καὶ κιννάμωμο. Ἀκολουθοῦσε δηλαδὴ πίσω ἀπὸ τέτοιο χορτάρι, ἀρωματίζοντας τὴν τροφή του μὲ μυστικὰ βλαστάρια. Γι’ αὐτό καὶ τὸ μαλλὶ του γίνονταν λαμπρό, καὶ ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν ὕφανση τῶν θείων διδαγμάτων.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο πρέπει νὰ λέω πολλὰ γι’ αὐτό τὸ κριάρι, ὅπου ὁλόκληρο ἔγινε σκεῦος ἕτοιμο, ὄχι σκεῦος τυχαῖο, ἀλλά τέτοιο πού εἶδε ὁ Πέτρος νὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανό, πιασμένο ἀπὸ τὶς τέσσερες ἄκρες; Ἀλλά ἐκεῖνο κατεβαίνοντας στὴ γῆ, ἔδειξε ὅτι εἶχε πτηνὰ καὶ τετράποδα· ὁ Βασίλειος ὅμως πού βρῆκε τὴν ἄνοδο στὸν οὐρανό, παρουσίασε σ’ ἐμᾶς λόγια ἔνδοξα καὶ παράδοξα. Καὶ ἐκεῖνο βέβαια τὸ σκεῦος φάνηκε γιὰ λίγο, καὶ ἀνασύρθηκε ἡ ἐμφάνισή του, ἀφοῦ ἀποκαλύφθηκε μόνο σὲ ἕναν· αὐτὸς ὅμως ἀνυψωμένος πολλὰ χρόνια, χορήγησε σὲ πολλοὺς τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος. Γιὰ ἐκεῖνο τὸ σκεῦος ὁ Πέτρος ἄκουσε ἀπὸ τὸν οὐρανό, «Ἀπὸ ἐκεῖνα πού ἐγώ καθάρισα, φάγε»· καὶ γι’ αὐτὸν εἰπώθηκε σὲ ὅλους· «Αὐτόν πού ἐγώ ἁγίασα, καὶ σεῖς νὰ τὸν τιμήσετε».
Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἐπαινοῦσε ἐκεῖνον πού δόξασε ὁ Πατέρας; ἤ ποιὸς δὲν θὰ τιμοῦσε ἐκεῖνον πού ἁγίασε ὁ Υἱός; Καὶ ποιὸς δὲν θὰ μακάριζε ἐκεῖνον πού μακάρισε τὸ σοφὸ καὶ νοερὸ καὶ σεβάσμιο Πνεῦμα;
Πωπώ, πῶς εὐδόκησε ἡ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ νὰ κατοικήσει μέσα του καὶ νὰ περπατήσει μέσα του! «Βρίσκω ἀνάπαυση, εἶπε ὁ Θεός, στὸν ταπεινὸ καὶ ἥσυχο, καὶ σ’ αὐτόν πού φοβᾶται τὰ λόγια μου». Ἔτσι ἡ Χάρη τοῦ πλημμύρισε τὸ νοῦ, μὲ ἐκεῖνα τὰ σεμνὰ καὶ ἀστείρευτα ρεύματα, ὥστε νὰ παρουσιάσει κόσμιους καὶ αὐτούς πού μολύνθηκαν μέσα στὰ ἁμαρτήματά τους, ὅπως καὶ αὐτούς πού βαπτίσθηκαν.
Γιὰ νὰ δείξει λοιπὸν ὁ Κύριος τὴν εὐσπλαχνία του καὶ σ’ ἐμένα, ὅταν μοῦ δόθηκε ἀφορμή γιά νά προσφέρω ἐλεημοσύνη σὲ κάποια πόλη, ἄκουσα ὅταν βρέθηκα ἐκεῖ φωνὴ νὰ μοῦ λέει: «Σήκω, Ἐφραίμ, καὶ φάγε νοήματα». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα, εἶπα μὲ πολλὴ ἀγωνία: «Ἀπὸ ποῦ, Κύριε, νὰ φάω;». Καὶ μοῦ ἀπάντησε: «Νά, στὸν οἶκο μου, τὸ βασιλικό σκεῦος θά σοῦ προσφέρει τὸ φαγητό». Καὶ ἀφοῦ θαύμασα πολὺ γιὰ τὰ λεγόμενα, σηκώθηκα καὶ πῆγα στὸ ναὸ τοῦ Ὕψιστου, καὶ ἀφοῦ προχώρησα ἀθόρυβα στὸ προαύλιο καὶ ἔσκυψα ἀπὸ τὸν πόθο στὰ πρόθυρα, εἶδα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων τὸ σκεῦος τῆς ἐκλογῆς νὰ εἶναι ἁπλωμένο λαμπρὰ μπροστὰ στὸ ποίμνιο, νὰ εἶναι ὁλόκληρο στολισμένο μὲ θεοπρεπῆ λόγια, καὶ τὰ μάτια ὅλων νὰ εἶναι στραμμένα σ’ αὐτόν. Εἶδα τὸ λαὸ νὰ τρέφεται ἀπὸ αὐτόν μὲ πνεῦμα, καὶ τὴ χήρα καὶ τὸ ὀρφανὸ νὰ ἐλεεῖται πάρα πολύ. Εἶδα ἐκεῖ νὰ κυλοῦν πρὸς αὐτόν τὰ δάκρυα σὰν ποτάμι, καὶ τὸ μαλλὶ τῆς ζωῆς νὰ λάμπει σὲ ὅλους σὰν χρυσάφι, καὶ τὸν ἴδιο τὸν ποιμένα νὰ στέλνει ψηλὰ μὲ τὰ φτερὰ τοῦ Πνεύματος δεήσεις καὶ νὰ κατεβάζει ἀπαντήσεις. Εἶδα τὴν ‘Ἐκκλησία νὰ καλλωπίζεται ἀπὸ αὐτόν, καὶ τὴν ἀγαπημένη νὰ στολίζεται μὲ πολλὰ στολίδια. Εἶδα τὰ δόγματα τοῦ Παύλου, τὰ διδάγματα τῶν Προφητῶν, τὸ νόμο τῶν Εὐαγγελίων, τὸ φόβο τῶν μυστηρίων. Εἶδα ἐκεῖ τὸν ὠφέλιμο καὶ σωτήριο λόγο νὰ ὑψώνεται πιστὰ στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό, καὶ γενικὰ ὅλη ἐκείνη τὴ Σύναξη νὰ λάμπει ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες τῆς Χάρης. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὅλοι αὐτοί τόσο πολὺ προόδευαν στὴν εὐσέβεια, καθὼς ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ ἐκλεκτό σκεῦος τῆς βασιλείας, ἀνύμνησα τὸν σοφὸ καὶ ἀγαθό Κύριο, ὁ Ὁποῖος τόσο πολὺ δοξάζει ἐκείνους πού τὸν δοξάζουν.
Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὸ κήρυγμα, δόθηκε στὸν ἄνδρα πληροφορία γιὰ μένα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ἀφοῦ ἔστειλε καὶ κάλεσε ἐμένα τὸν τιποτένιο, ἀπευθύνθηκε σέ μένα διὰ μέσου τοῦ διερμηνέα, καί μέ ρώτησε: «Ἐσύ εἶσαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἔσκυψες τέλεια τὸν τράχηλό σου καὶ σήκωσες τὸ ζυγὸ τοῦ σωτήριου λόγου;». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα καί εἶπα, «ἐγώ εἶμαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἄφησα τὸν ἑαυτό μου πίσω ἀπὸ τὸν οὐράνιο δρόμο». Καὶ ἀφοῦ μὲ πλησίασε ὁ θεόπνευστος αὐτός ἄνδρας, πρόσφερε σ’ ἐμένα τὸ ἅγιο φίλημά του καὶ ἀφοῦ ἔστρωσε τραπέζι μὲ τὰ φαγητὰ τῆς σοφῆς καὶ ἅγιας καὶ πιστῆς ψυχῆς του, ὄχι τραπέζι καρυκευμένο μὲ φθαρτὰ φαγητά, ἀλλά γεμάτο μὲ ἄφθαρτα νοήματα, ἔλεγε μὲ ποιὲς δηλαδὴ καλὲς πράξεις μποροῦμε νὰ δείξουμε τήν τέλεια μετάνοιά μας στὸν Κύριο  πῶς θὰ ἐμποδίσουμε τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἁμαρτημάτων, καὶ πῶς θὰ κλείσουμε τὶς εἰσόδους τῶν παθημάτων· πῶς θὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἀποστολικὴ ἀρετή, καὶ πῶς θὰ κάμψουμε τὸν ἀδωροδόκητο Κριτή. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαψα, κραύγασα καὶ εἶπα: «Ἐσύ, πάτερ, φρούρησε ἐμένα τὸν πλαδαρὸ καὶ ράθυμο· ἐσύ ὁδήγησέ με στὸν ἴσιο δρόμο· ἐσύ φέρε σὲ κατάνυξη τὴ σκληρὴ σὰν πέτρα καρδιά μου· διότι σ’ ἐσένα μὲ ἀνέθεσε ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων, γιὰ νὰ θεραπεύσεις τὴν ψυχή μου. Ἐσύ προσόρμισε τὸ σκάφος τῆς ψυχῆς μου στὸ ἥσυχο λιμάνι».
Καὶ πρόσεξε τὴ φροντίδα τοῦ καλοῦ διδασκάλου, ἀπὸ ποῦ δηλαδὴ ἄδραξε τὸ παράδειγμα τῆς ἀρετῆς μου. Κράτησε σφιχτά, γιὰ νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τὸ ραβδὶ τοῦ σώματος, καὶ ἀφοῦ μάδησε τὴ συνήθεια τῶν ἀνόητων παθῶν, ἀφαίρεσε τὰ λέπια μου, δηλαδὴ τὴν ἀδυναμία τῶν ματιῶν μου· καὶ ἀφοῦ ἐλάττωσε τὴν ὠχρότητα καὶ ἀνωριμότητα τοῦ λόγου, μὲ πῆρε μὲ τὸ ζῆλο καὶ μὲ βύθισε στὰ βάθη τῶν διδαγμάτων του. Τότε τὰ σπλάχνα μου πόθησαν πολὺ νὰ συνθέσουν τὸν ἔπαινο τῶν Σαράντα Μαρτύρων· διότι ὁ ἐκλεκτός πληροφόρησε τὰ αὐτιά μου γιὰ κάθε πράξη τῆς καρτερίας τους· πῶς δηλαδὴ προτίμησαν νὰ πεθάνουν γιὰ τὸν Χριστό, καὶ πόσους κινδύνους περιφρόνησαν, γιὰ νὰ Τὸν κερδίσουν, καὶ πόσοι ἦταν οἱ ἅγιοι ὡς πρὸς τὸν ἀριθμό· καὶ ἐξιστοροῦσε τὰ ὑπόλοιπα κατορθώματα τῆς εὐσέβειάς τους.
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ πιστὸς ἀρχιερέας μᾶς ἔκανε ἄξιους γιὰ μιὰ τέτοια λαμπρὴ ἐργασία, ἀφοῦ ἀφήσουμε τοὺς ἐπαίνους αὐτῶν τῶν τροπαιούχων καλλινίκων ἀνδρῶν γιὰ ἄλλη διήγηση, ἂς μακαρίσουμε αὐτόν, τὸν ὅσιο τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἄνδρα πού εἶχε τὸν ἴδιο ζῆλο καὶ τὴν ἴδια τιμὴ μ’ αὐτούς. Διότι, ὅπως οἱ Ἅγιοι ἀντιστάθηκαν μὲ ἀνδρεία στὸν τύραννο Λικίνιο καὶ στὸν ἄρχοντα Δούκα, ἔτσι καὶ ὁ Ὅσιος ἀντιπαρατάχθηκε στὸν Οὐάλη καὶ στὸν Ἄρειο καὶ στὸν ἀλαζονικὸ ἔπαρχο. Ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι ξερίζωσαν τὰ ἀγκάθια τῆς πλάνης, καὶ αὐτὸς ξερίζωσε τὰ τριβόλια τῆς αἱρετικῆς μανίας. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὰ ἀγωνίσματα τοῦ Λικίνιου, καὶ αὐτός κατάργησε τὰ προστάγματα τοῦ Οὐάλη. Ἐκεῖνοι κατάργησαν τὶς προσταγὲς τοῦ Δούκα, καὶ αὐτός καταντρόπιασε τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἄρειου. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὴν ἀλαζονεία τοῦ ἄρχοντα, καὶ αὐτός τσάκισε τὴ μανία τοῦ ἔπαρχου Μόδεστου.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁπλίσθηκε ἀπὸ τὴν ἄθλησή τους μὲ κεντρί, ὅπως ὁ Φινεές, τρύπησε τὶς γλῶσσες πού ἔφυγαν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτό καὶ ποθοῦσε πολὺ ἔντονα νὰ πιεῖ τὸ ποτήρι τοῦ μαρτυρίου καὶ βιαζόνταν νὰ στήσει τρόπαιο μὲ τὸ μαρτύριό του. Οἱ Μάρτυρες, χάρη στὴν πίστη τους στὸν Χριστό, σήκωσαν ἐπάνω τους ὅλη μαζὶ τὴ θλίψη καὶ τὴν ὑπέ-μειναν μὲ γενναιότητα· ὁ Βασίλειος ἐπίσης, χάρη στὴν ἐλπίδα του στὸν Χριστό, ὑπέφερε μὲ ἀνδρεία τὴ χιονοθύελλα τῶν πειρασμῶν. Ἐκεῖνοι πέταξαν τοὺς χιτῶνες τους καὶ πρόσφεραν τὰ μέλη τους στὰ βασανιστήρια· καὶ αὐτός βιάζονταν νὰ πετάξει ἀπὸ πάνω του ἀκόμη καὶ τὸ κουρέλι πού εἶχε γύρω ἀπὸ τὸν τράχηλό του καὶ τὸ σῶμα. Ἐκεῖνοι στὴ λίμνη τράβηξαν πρὸς τὸν ἑαυτὸ τους αὐτόν πού πλανιόταν στὴν ἀσέβεια καὶ τὸν ἔκαναν ἄξιο γιὰ τὴ δόξα· αὐτός ἐπίσης βαφτίζοντας τοὺς ἄπιστους στὴν κολυμβήθρα, ἔγινε γι’ αὐτοὺς πρόξενος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖνοι μέσα στὰ νερά, φλεγόμενοι ἀπὸ τὸν πόθο, εἶδαν τὸ φῶς μαζὶ μὲ τὰ στεφάνια πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τους· καὶ αὐτός πυρπολούμενος ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδας, πῆρε τὰ βραβεῖα γιὰ τὸν ἀγώνα του ἐνάντιον τῶν κακοδόξων.
Πόσες πανουργίες μεταχειρίσθηκε ὁ πονηρὸς Βελίαρ γιὰ νὰ χωρίσει τὸν Βασίλειο ἀπὸ τὴν οὐράνια βασιλεία! Ἐξόργισε βασιλιάδες, ἄρχοντες καὶ ὄχλους, ἀλλά ὁ Βασίλειος ἔγινε βάση τῶν πιστῶν. Ἐξαγρίωσε ὅλες τὶς καταιγίδες του, ἀλλά δὲν τάραξε διόλου τὸν σοφὸ ἔμπορο. Προκάλεσε θύελλα μὲ τοὺς βοηθούς του, δηλαδὴ μὲ τὶς αἱρέσεις, ἀλλά ἡ τέχνη τοῦ κυβερνήτη ἀποδεικνύονταν περισσότερο. Ξεσήκωσε τρικυμίες ἐνάντιον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά δὲν μπόρεσε νὰ βυθίσει τὸ πλοῖο τῆς πίστης τοῦ Βασιλείου. Τὸν πολέμησε μὲ αἱρετικὰ λόγια, ἀλλά ἀμέσως τραυματίζονταν ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς θεολογίας. Ἐξόπλισε ἐναντίον του τὸν Ἄρειο, ὅπως τὸν Γολιάθ, ἀλλά χτυπιόταν ἀπ’ αὐτόν, σὰν μὲ σφενδόνη, μὲ τὰ τρία λιθάρια τῆς πίστης. Ἐπιτέθηκε μὲ ὁρμή στὸν πύργο του μὲ τοὺς ἀνέμους τῆς κακοδοξίας —ἄνεμοι δηλαδὴ ἦταν οἱ λόγοι τῶν ἀσεβῶν— ἀλλά δὲν τὸν ἔπεισαν, διότι εἶχε ὀχυρωθεῖ μὲ τὰ τρία ἀπόρθητα τείχη τῆς ἄχραντης Τριάδας. Ἐκτόξευσε τὰ βέλη τῆς πολυθεΐας, ἀλλά ἀμέσως τράπηκε σὲ φυγὴ ἀπὸ τὴ μονοθεΐα. Ἔρχονταν στρατεύματα σκυλιῶν πού γαύγιζαν, ἀλλά μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὰ τραυμάτιζε. Οἱ λύκοι φοροῦσαν πάλι τὸ δέρμα τῶν προβάτων, ἀλλά ἀμέσως ἔλεγχε τὴν ὑποκρισία τους. Βιαζόταν ἡ ἀδικία νὰ τὸν ταράξει, ἀλλά ἀμέσως νικιόταν ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τοῦ ἀνδρός. Φιλονεικοῦσαν οἱ ἄπιστοι νὰ μιμηθοῦν τὴν πίστη καὶ τὴ διδασκαλία του, ἀλλά ἀμέσως διακηρυσσόταν ἡ κακόπιστη καὶ ἀσεβής γνώμη τους. Μεταχειρίζονταν κολακεῖες γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴν παρρησία του, ἀλλά ἀμέσως ἀποκαλυπτόταν ἡ ἀφροσύνη τους.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ γνωρίζουν καὶ οἱ ἔχθροι νὰ σέβονται καὶ νὰ τιμοῦν τὴν ἀρετή καὶ τὴν ἀνδρεία, ὅταν τὸ παιδὶ τοῦ τυράννου βασανιζόταν ἀπὸ φοβερὴ ἀρρώστια, παρακαλοῦσαν τὸν ἄνδρα νὰ προσευχηθεῖ γι’ αὐτό ·ἐκεῖνος ὅμως πρότεινε, λέγοντας: «θὰ προσευχηθῶ, ἂν μοῦ τὸ δώσεις νὰ τὸ ὁδηγήσω στὴν ἀψεγάδιαστη πίστη καὶ νὰ τὸ ἀπαλλάξω ἀπὸ κάθε δυσσέβεια τῶν μαθημάτων τοῦ Ἀρείου»· καὶ ὅταν ὁ πατέρας συμφώνησε, ἀμέσως ὁ Βασίλειος ἔγινε μεσολαβητὴς γιὰ τὸν ἐπίγειο βασιλιὰ πρὸς τὸν οὐράνιο· προσκόμιζε τὴν ὑπόσχεση τοῦ ἄνδρα, καὶ ἔφερνε σ’ αὐτόν τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του.
Μόλις λοιπὸν εἶδαν τὰ φίδια νὰ ἔχει σωθεῖ τὸ παιδί, ξανὰ ἔβλαψαν ὕπουλα τὴ θέληση τοῦ ἀνόητου βασιλιᾶ, καὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ γιό του, τὸν βάφτισαν μὲ νερό, ὄχι ὅμως μὲ Πνεῦμα. Δίδασκαν νὰ ἀρνηθεῖ τόνΥἱό τοῦ Θεοῦ. Ἐξωτερικά ντύνοντας καὶ ἐσωτερικὰ ξεντύνοντας· ἐξωτερικὰ ντύνει τὸν Χριστὸ καὶ ἐσωτερικὰ τὸν ξεσχίζει. Γι’ αὐτό καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο ἀφαίρεσε τὸ πνεῦμα τοῦ δύστυχου παιδιοῦ, κηρύττοντας τὴν ἀχαριστία τους.
Αὐτά δὲν εἶναι δευτερότερα ἀπὸ τὰ καταπληκτικὰ ἔργα τοῦ Ἠλία, καὶ δὲν εἶναι κατώτερα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἐλισσαίου. Ὅπως ἐκεῖνοι ἐπανέφεραν στὴ ζωὴ τοὺς νεκρούς, ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς Βασίλειος μὲ τὴν προσευχὴ του ἅρπαξε ἀπὸ τὸ θάνατο τὸ παιδὶ πού ἐπρόκειτο νὰ πεθάνει. Καὶ ὅπως ἐπίσης ὁ Πέτρος τὸν Ἀνανία καὶ τὴ Σαπφείρα, πού ἔκλεψαν, τοὺς θανάτωσε, ἔτσι καὶ ὁ Βασίλειος, κατέχοντας τὴ θέση τοῦ Πέτρου, καὶ συγχρόνως μετέχοντας στὴν παρρησία ἐκείνου, ἔλεγξε τὸν Οὐάλη, πού ἀθέτησε τὴν ὑπόσχεσή του, καὶ θανάτωσε τὸ γιό του. Ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτό κυρίευσε πολλὴ λύπη καὶ ἀμηχανία τοὺς ἐλεεινοὺς καὶ ἐκεῖνο τὸν ἄπιστο βασιλιά.
Καὶ ποιὸς θὰ μπορέσει νὰ διηγηθεῖ ἀντάξια τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων, πού παρουσίασε ὁ μακάριος καὶ πιστὸς Βασίλειος, μέσα στὰ ἴδια τὰ γεγονότα; Ἐπειδὴ λοιπὸν εἴμαστε ἀδύνατοι νὰ ἐξηγήσουμε τὰ τόσα πολλὰ κατορθώματα τοῦ ἄνδρα, παραλείποντας ὅλα, καὶ ἀναφέροντας ἕνα, ἂς δείξουμε πῶς καὶ τὰ ἀναίσθητα συμμαχοῦσαν μὲ τὸν ἄνδρα. Ἐπειδὴ δηλαδὴ τὰ γεννήματα τῆς ὀχιᾶς μεταχειρίζονταν κάθε τρόπο νὰ φονεύσουν τὸν δίκαιο, διότι συνεχῶς πολεμοῦνταν μὲ τὰ λόγια ἐκείνου καὶ συγχρόνως μὲ τὰ θαύματά του, σὰν μὲ βέλη, προσῆλθαν στὸ βασιλιὰ ζητώντας νὰ τὸν ἁρπάξει καὶ νὰ τὸν ἐξορίσει: «Εἶναι ἀνυπόφορος, εἶπαν, ἀκόμη καὶ νὰ τὸν βλέπουμε· διότι ἐναντιώνεται πάρα πολὺ σ’ ἐμᾶς μὲ τὰ λόγια του· γι’ αὐτό εἶναι ἀδύνατο, βασιλιά, νὰ προοδεύσει ἡ δική μας πίστη, ὅσο αὐτός εἶναι παρών».
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ βασιλιὰς παρασύρθηκε ἀπὸ τὰ λόγια τους, ἀποφάσισε νὰ ἐξορισθεῖ αὐτός· ἡ γραφίδα ὅμως ἀμέσως, ἐπειδὴ δὲν ἄντεξε νὰ ὑπηρετήσει τὴν παράνομη ἀπόφαση, συντρίφθηκε ἀπὸ μόνη της, διδάσκοντας στὸν ἀνόητο πόσο μεγάλη ἀσέβεια θέλει νὰ διαπράξει στὸ δοῦλο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κήρυττε μία θεότητα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἀποδείκνυε ἐντελῶς μὲ σοφία ὅτι εἶναι σκυλιὰ λυσσασμένα ἐκεῖνοι πού φρονοῦσαν ἡ ὁμολογοῦσαν τὴ διαίρεση. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὁ ἀναισθητότερος ἀπὸ τὴν ἄψυχη γραφίδα, ὁ ὁποῖος ἦταν γιὸς τῆς πλάνης, πῆρε καὶ δεύτερη γραφίδα γιὰ νὰ ὑπογράψει καὶ νὰ ἀποτελειώσει τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία του. Εἶδε ὅμως καὶ αὐτή τὴ γραφίδα νὰ θραύεται καὶ νὰ μὴ δέχεται νὰ συμμετάσχει στὸ κακὸ πού ἔσπευδε νὰ διαπράξει. «Γιατί σπεύδεις, βασιλιά, νὰ ἐξορίσεις σὲ ξένη χώρα αὐτόν πού ἔχει ἔνοικο μέσα του Ἐκεῖνον πού γεμίζει τὰ πάντα; Γιατί θέλεις νὰ ἐξοντώσεις αὐτόν πού εἶναι σέ ὅλα ἀδιάβλητος; Γιατί διώχνεις ἀπὸ τὴν πόλη τὸν οὐρανοπολίτη; Ἂν μάλιστα πάρεις καὶ τρίτη γραφίδα, θὰ τὴν δεῖς νὰ κομματιάζεται καὶ νὰ μὴ δέχεται κι αὐτή νὰ συνεργεῖ», πράγμα πού τελικά ἔγινε.
Τότε διακηρύχθηκε φανερὰ σὲ ὅλους ἡ νίκη καὶ τὸ λαμπρὸ τρόπαιο τοῦ ἀκατανίκητου ἄνδρα. Οἱ τρεῖς γραφίδες ἔγιναν ὑπερασπιστὲς αὐτοῦ πού κήρυττε τὴν ὁμοούσια Τριάδα. Τὸ χέρι ἔσπευδε νὰ βγάλει τὴν ἀπόφαση, οἱ γραφίδες ἀποδείκνυαν ὅτι αὐτή εἶναι ἄδικη. Τὸ χέρι βιαζόταν νὰ δώσει πονηρὴ ψῆφο, οἱ γραφίδες ἐμπόδιζαν τὴν ἀνωφελῆ βιασύνη. Καὶ ὅπως τὸ ραβδὶ τοῦ Μωυσῆ ντρόπιαζε ὅλους τούς γητευτὲς καὶ τοὺς ὑπόλοιπους μάγους τῆς Αἰγύπτου, ἔτσι καὶ οἱ γραφίδες κατάργησαν ἀμέσως τὴν ἀπόφαση τῶν ἀσεβῶν καὶ τῶν παιδιῶν τοῦ σκότους.
Πῶς νὰ σὲ μακαρίσουμε, πάτερ Βασίλειε, ἐσένα πού μὲ τὸ κεντρὶ τῆς ἀλήθειας κεντρίζεις καὶ διώχνεις τὴν πλάνη· ἐσένα πού ἀναχωρεῖς συνετὰ μαζὶ μὲ τὶς μέλισσες καὶ κατασκηνώνεις στὸ λιβάδι τῶν θεόπνευστων Γραφῶν, καὶ ἀπὸ κεῖ ἀνθολογεῖς γιὰ μᾶς ἄνθη προφητικά, δροσιὰ ἀποστολική, ζωὴ εὐαγγελική· ἐσένα πού διαρκῶς κάθεσαι στὶς κυψέλες τῶν ἀρετῶν, καὶ ἀπ’ αὐτές κατασκευάζεις γιὰ μᾶς τὴ θεία πρόπολη· ἐσένα πού παρήγαγες σοφά, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ μέλι τῆς θείας καὶ ἀψεγάδιαστης πίστης· ἐσένα πού μᾶς διδάσκεις νὰ καταφρονοῦμε τὶς πονηρὲς σφῆκες καὶ νὰ κατευθύνουμε τὸ πέταγμα στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· ἐσένα πού κραύγασες ὅπως ὁ Δαβίδ, «εἶναι γλυκὰ τὰ λόγια σου στὸ λάρυγγά μου, εἶναι γλυκύτερα ἀπὸ τὸ μέλι στὸ στόμα μου»!
Πιστὲ Βασίλειε, ἔγινες δεκτὸς ὅπως ὁ Ἄβελ, μεταφέρθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἐνώχ, σώθηκες ὅπως ὁ Νῶε, ὀνομάσθηκες φίλος τοῦ Θεοῦ ὅπως ὁ Ἀβραάμ, προσφέρθηκες θυσία στὸν Θεὸ ὅπως ὁ
Ἰσαάκ, ὑπέφερες πειρασμοὺς μὲ γενναιότητα ὅπως ὁ Ἰακώβ, καὶ δοξάσθηκες πολὺ ὅπως ὁ Ἰωσήφ. Βύθισες μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὸν δεύτερο Φαραώ, ὅπως ὁ Μωυσῆς, κόβοντας τὴ θάλασσα τῶν παθῶν, ἀναδείχθηκες ἀρχιερέας τοῦ Κυρίου ὅπως ὁ Ἀαρών, ἔτρεψες σὲ φυγὴ τοὺς ἐχθρούς ὅπως ὁ Ἰησοῦς ὁ γιὸς τοῦ Ναυῆ, ἀξιώθηκες νά δεχθεῖς τὴ Χάρη, ἐπειδὴ ἔδειξες ζῆλο ὅπως ὁ Φινεές, ὑψώθηκες ὅπως ὁ Σαμουήλ, διαφυλάχθηκες ὅπως ὁ Δαβίδ, ἁρπάχθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἠλίας, ἀξιώθηκες διπλὴ χάρη ὅπως ὁ Ἐλισσαῖος. Καθαρίσθηκες μὲ τὴ νοητὴ φωτιὰ ὅπως ὁ Ἠσαΐας καὶ ἁγιάσθηκες ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς μητέρας σου ὅπως ὁ Ἱερεμίας. Εἶδες, ὅπως ὁ Ἰεζεκιήλ, Ἐκεῖνον πού κάθεται ἐπάνω στὰ Χερουβείμ, φίμωσες, ὅπως ὁ Δανιήλ, τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν, καὶ ὅπως οἱ Τρεῖς Παῖδες καταπάτησες ἐντελῶς τὴ φλόγα τῶν ἐχθρῶν. Κήρυξες ὅπως ὁ Πέτρος, δίδαξες ὅπως ὁ Παῦλος, ὁμολόγησες ὅπως ὁ Θωμᾶς ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Θεός, Αὐτός πού ἔπαθε γιά μᾶς. Ἐσύ θεολόγησες ὅπως ὁ Ματθαῖος, ὁ Μάρκος, ὁ Λουκᾶς καὶ ὁ Ἰωάννης· καὶ ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, δίδαξες τοὺς ἄνομους, ἐπέστρεψες τοὺς ἀσεβεῖς, εὐαρέστησες στὸν Θεό.
Μεσίτευε γιὰ μένα τὸν πολὺ ἐλεεινό, καὶ ἐπανάφερέ με στήν εὐθεία ὁδό μὲ τὶς πρεσβεῖες σου, πάτερ· ἐσύ ὁ ἀνδρεῖος ἐμένα τὸν χαῦνο, ὁ ἀγωνιστής τὸν ὀκνηρό, ὁ πρόθυμος τὸν ράθυμο, ὁ σοφὸς τὸν ἀνόητο· ἐσύ πού θησαύρισες γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὸ θησαυρὸ τῶν ἀρετῶν, ἐμένα τὸν στερημένο ἀπὸ κάθε καλό· διότι ἐσένα δόξασε ὁ Πατέρας τῆς εὐσπλαχνίας, καὶ ἐσένα μακάρισε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ· ἐσένα σὲ καθιέρωσε ναὸ ἅγιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα· στὸ Ὁποῖο πρέπει ἡ δόξα, ἡ ἐξουσία, ἡ μεγαλοπρέπεια, στοὺς αἰῶνες. ‘Ἀμήν.







Αρχή του νέου έτους Ή αξία του χρόνου

Συντάκτης επίσκοπος Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης

Αρχή του νέου έτους

Ή αξία του χρόνου
(ό αριθμός 8.760)


ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ της 31 ης Δεκεμβρίου, όταν το ρολόι χτυπά 12 ακριβώς, ένα έτος —με τις πίκρες και τις χαρές του— σβήνει, και ένα νέο έτος ανατέλλει. Το παλαιό ανήκει πλέον στην Ιστορία. Οι 365 ήμερες του έχουν περάσει!

Το σκεφθήκατε, αγαπητοί μου, αυτό; Τι πράξαμε κατά το διάστημα των 365 ήμερων; Είμεθα χρεωμένοι γι' αυτές. Για να δώσω μια ιδέα της ευθύνης πού έχουμε για το χρόνο πού περνάει, θα φέρω μια εικόνα, ένα παράδειγμα θα μιλήσω παραβολικούς.

Ένας βασιλιάς είχε πολλούς υπηκόους. Επειδή τους αγαπούσε, μια μέρα έκανε σε όλους από ένα δώρο. Τους έδωσε ως μποναμά από ένα πουγκί γεμάτο χρυσά νομίσματα. Το πήραν οι άνθρωποι, το άνοιξαν, κι άρχισαν να μετράνε τα νομίσματα. Μετρούσαν, μετρούσαν... Όλοι βρήκαν το ίδιο μέσα στο πουγκί του καθενός υπήρχαν 8.760 χρυσά νομίσματα, 8.760 λίρες! Μεγάλο το ποσό. Το έδωσε ό βασιλιάς από καλοσύνη, για να το χρησιμοποιήσουν για το καλό το δικό τους και των άλλων. Άλλ' αυτοί Τι έκαναν μπορείτε να φαντασθείτε; Αντί με τα χρήματα αυτά να βοηθήσουν το σπίτι τους και την κοινωνία, πήραν το πουγκί, πήγαν κοντά στο ποτάμι, το άνοιξαν και άρχισαν να πετάνε μία - μία τις λίρες μέσα στο νερό. Όλες τις λίρες τις πέταξαν στο ποτάμι! "Αν ήταν κάποιος εκεί και τους έβλεπε, Τι θα 'λεγε; Ότι αυτοί τρελλάθηκαν.

Αύτη είναι ή παραβολή, αγαπητοί μου. Ποιος είναι ό βασιλιάς αυτός; είναι ό Θεός. Ποιοι είναι οΐ άμυαλοι υπήκοοι; Εμείς. Και ποιος είναι αυτός ό αριθμός 8.760; Πιάστε μολύβι, κάντε ένα πολλαπλασιασμό και θα το βρείτε. Κάθε ημερονύκτιο πού περνάει έχει 24 ώρες, και όλος ό χρόνος έχει 365 ήμερες. Οι 365 ήμερες επί24 ώρες μας κάνουν 8.760 ώρες τόσες ώρες έχει· όλο το έτος. Από την 1η Ιανουαρίου του παλαιού έτους μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου πέρασαν, αγαπητοί μου, 8.760 ώρες. Μέσα στο διάστημα αυτό Τι κάναμε; Τις αξιοποιήσαμε; Η μοιάζουμε μ' αυτούς πού πέταξαν στο ποτάμι όλες τις λίρες τους; Κάντε μια έρευνα στον εαυτό σας, έναν υπολογισμό.

8.760 ώρες! Μεταξύ των ωρών αυτών υπάρχουν ώρες πού αφιερώσατε σε ακρόαση του θείου λόγου και σε μελέτη της αγίας Γραφής; Υπήρξαν ώρες πού τρέξατε ν' ακούσετε το θείο κήρυγμα και ώρες πού ανοίξατε το Ευαγγέλιο; Αν υπάρχουν, είστε μακάριοι. Έτσι αρχίζει το Ψαλτήρι «Μακάριος», λέει, καλότυχος κ' ευτυχισμένος ποιος είναι; αυτός πού έχει λεφτά, πολυκατοικίες και επιχειρήσεις λιμουζίνες, διασκεδάσεις; «Μακάριος», λέει, ό άνθρωπος, «ός ουκ έπορεύθη εν βουλή άσεβων. .. άλλ' ή εν τω νόμο Κυρίου το θέλημα αυτού, και εν τω νόμο αυτού μελετήσει ημέρας και νυκτός» (Ψαλμ. 1,1-2). Μακάριος όποιος παίρνει στα χέρια του τη Γραφή και τη διαβάζει. Σάς ερωτώ λοιπόν τον περασμένο χρόνο ό άγγελος σας, σας είδε να κρατάτε στα χέρια το Ευαγγέλιο να διαβάζετε; ό Χριστός ό ίδιος λέει «Μακάριοι οι άκούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν» (Λουκ. 11,28).

Πέρασαν 8.760 ώρες. Σάς ερωτώ· Μέσα σ' αυτές υπήρχε καμιά ώρα πού αφιερώσατε σε προσευχή;

Στα παλαιά τα χρόνια οι Χριστιανοί διέθεταν ώρες ολόκληρες για προσευχή. Τώρα; Υπάρχει ώρα πού ό άγγελος σας βλέπει γονατισμένους να προσεύχεστε στο Θεό; "Ω αν ξέραμε Τι δύναμις είναι ή προσευχή και Τι χάνουμε πού δεν προσευχόμεθα! Πόσα άλυτα προβλήματα (προσωπικά, οικογενειακά, επαγγελματικά κ.ά.) θα είχαμε λύσει αν χρησιμοποιούσαμε το κλειδί αυτό πού μας σας δίνει ό Θεός! Πόση παρηγοριά έχει ή ώρα πού

λες- Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, δια πρεσβειών της Θεοτόκου και των αγίων ελέησον με! Πέρασαν 8.760 ώρες. Μέσα σ' αυτές είχες κάποια ώρα και ήμερα νηστείας; Ορισμένες ήμερες, όπως ή Τετάρτη, ή Παρασκευή, ή Μεγάλη Παρασκευή, ό άνθρωπος πρέπει να νηστεύει. Ένας πολιτικός μας έκανε περιοδεία σε χωριά, κι όταν επέστρεψε στην έδρα του εκαυχάτο —Δεκαπέντε μέρες περιόδευσα δεκαπέντε χωριά· και κάθε μέρα είχα σφαχτό κρέας... Και ένας χωριάτης, τσοπάνος, τον ρωτά.

—Καλά, υψηλότατε, μέσα σε δεκαπέντε μέρες δεν υπήρχε καμία Τετάρτη, καμία Παρασκευή;

Όλες Πάσχα ήτανε;.
..

Έτσι μερικοί σβήσανε τις ήμερες της νηστείας· και τη Μεγάλη Παρασκευή ακόμη καταλύουν. Ό διάβολος πήρε γομολάστιχα και τα 'σβησε όλα αυτά.

Πέρασαν 8.760 ώρες! Σάς ερωτώ μέσα σ' αυτές υπάρχει μια ώρα μετανοίας και εξομολογήσεως; είναι ώρα ευλογημένη, ώρα πού βάζεις τον διάβολο κάτω και τον πατάς. είναι ώρα πού επάνω στον ουρανό παιανίζει ή μουσική των αγγέλων. είναι ή ώρα πού γονατίζεις μπροστά στον πνευματικό και ανοίγεις το στόμα σου όχι να κατηγορήσεις και να κατακρίνεις άλλον, άλλα για να πεις· Ήμαρτον, Θεέ μου, συχώρεσε με!... Και έχεις να πεις πολλά αμαρτήματα. Εξοικονόμησες μια ώρα να πάς στον εξομολόγο ν' ανοίξεις την καρδιά σου, να κλάψεις και να πεις «Ό Θεός, ίλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» και «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου» (Λουκ.18,13123,42); Το έκανες αυτό τον περασμένο χρόνο;

Πέρασαν 8.760 ώρες. Μήπως λησμόνησες μια άλλη ώρα, ώρα χρυσή; είναι ή ώρα της ελεημοσύνης. Άνοιξες το χέρι σου και έδωσες κρυφά, μυστικά, με την καρδιά σου, κάτι από τον κόπο και τον ιδρώτα σου σε ένα δυστυχισμένο άνθρωπο; Χέρι πού σκορπάει το καλό, είναι χέρι Θεού, είναι χέρι Χριστού.

Πέρασαν 8.760 ώρες. Μέσα σ' αυτές υπήρχε άραγε και ή κορυφαία ώρα, ή ώρα της θείας κοινωνίας; είναι ή ώρα πού μετανοημένος, εξομολογημένος, καθαρισμένος, αφού έχεις αγαπηθεί με τον εχθρό σου και με το δάκρυ του ληστού στα μάτια σου έρχεσαι εμπρός στην ωραία πύλη και κοινωνείς των αχράντων μυστηρίων. «Λάβετε φάγετε...» (Ματθ. 26,26). Ή ώρα αυτή δεν συγκρίνεται· δεν πωλείται, δεν αγοράζεται. είναι υπεράνω όλων των ωρών.

Υπάρχουν λοιπόν τέτοιες ώρες; Σάς ερωτώ αδέρφια μου, ερωτώ πρώτο τον εαυτό μου. Δεν έχουμε δυστυχώς τέτοιες ώρες. Οι ώρες μας είναι ώρες αμαρτίας, ώρες διαβόλου- μόνο ώρες Θεού δεν είναι. Σπαταλούμαι το χρόνο, σαν αυτούς πού πέταξαν τις λίρες στο ποτάμι.

Είμαστε αδικαιολόγητοι. Το Ευαγγέλιο λέει, ότι οί κάτοικοι των Ιεροσολύμων στην εποχή του Χριστού είχαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Όταν άκουσαν, ότι παρουσιάστηκε κήρυκας και έξομολόγος, ό Ιωάννης ό Πρόδρομος, έκλεισαν τα μαγαζιά τους, πήραν τα παιδιά τους, βάδισαν χιλιόμετρα, πέρασαν τον Ιορδάνη, κ' έφθασαν στην έρημο, για ν' ακούσουν το κήρυγμα και να εξομολογηθούν τα αμαρτήματα τους. και εξομολογούντο όλοι «εν τω Ιορδάνη ποταμω» (Μαρκ. 1,5). Σήμερα πολλοί λεγόμενοι Χριστιανοί αδιαφορούν. Ακούνε την καμπάνα και δεν τρέχουν στην εκκλησία. Άλλοτε, όταν δεν είχαν έξομολόγο στο μέρος τους, πήγαιναν στο Αγιον Όρος, εύρισκαν πνευματικό και εξομολογούντο. Ποιος πάει τώρα στο Αγιον Όρος να εξομολογηθεί;

8.760 ώρες έχει το έτος και 68 ώρες έχει ή εβδομάδα. Χριστιανέ μου, αφιέρωσε στο Θεό μία ώρα την εβδομάδα και έλα στην εκκλησία! Ώρες ολόκληρες διαθέτεις άλλου· για το Θεό τίποτα; Τον ξεχάσαμε. Είμαστε γενεά μοιχαλίς, δέντρα άκαρπα κατάλληλα μόνο για τη φωτιά. Το λέει ό Ιωάννης ό Βαπτιστής· «Πάν δένδρο μη ποιούν καρπό καλόν εκκόπτεται και εις το πυρ βάλλεται» (Ματθ. 7,19).

Τι πρέπει να κάνουμε; Έμενα ρωτάτε; Ρωτήστε τον Ιωάννη. Τι λέει ό Ιωάννης; Μια λέξη, ένα κλειδί μας δίνει· «Μετανοείτε» (Ματθ. 3,2), δηλαδή αλλάξτε μυαλό, αλλάξτε δρομολόγιο, γιατί όπως πάτε θα βρεθείτε στο γκρεμό, στην κόλαση. Αλλάξτε πρόγραμμα, αξιοποιήστε το χρόνο πού χαρίζει ό Θεός, μη τον σπαταλάτε.

"Αν μπορούσαμε, αγαπητοί μου, ν' ακούσουμε Τι ζητούν οί κολασμένοι στον αδη, ξέρετε Τι θέλουν; Μια στιγμή, ένα δευτερόλεπτο, να ξαναγύριζαν στη ζωή, για να πουν «Ήμαρτον» και «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 15,18,21· 23,42). Γι' αυτό εμείς μη χάνουμε καιρό. Ας συναισθανθούμε Τι χάσαμε, ας μετανοήσουμε, ας κλάψουμε. Και στο έξης να προσπαθήσουμε όλες οί ώρες ν' αξιοποιηθούν. Να δώσουμε υπόσχεση στο Θεό, εφέτος να μην κερδίσει ό διάβολος ούτε μία ώρα. Όλες οί ώρες, όλες οί μέρες, όλες οί βδομάδες, όλη ή ζωή μας νά είναι κοντά στο Θεό, κοντά στους αγγέλους, κοντά στην Παναγιά, για να 'χουμε την ευλογία του Χριστού εις αιώνας αιώνων αμήν.


Επίσκοπος Αυγουστίνος

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στον Ιερό. ναό Άγιας Μαρκέλλας Βοτανικού - Αθηνών την 31-12-1961
Καταγραφή και σύντμησης 1-1-2005

Στοχασμοί στο νέο έτος

Πέρασε και πάλι ένας ολόκληρος χρόνος και έφυγε μέσα στα βάθη των αιώνων. Και προστέθηκε στη ζωή και την ηλικία μας ένας ακόμη χρόνος. Και βαδίζουμε οι άνθρωποι όλοι και ο κόσμος όλος, κινούμενοι και διακινούμενοι μέσα σ’ αυτήν την αδιάκοπη κίνηση και εναλλαγή του χρόνου. Πού πηγαίνει αυτή η κίνηση; Πού οδηγεί τον άνθρωπο; Ερωτήματα, που ο καθένας τα απαντά κατά βούληση.
Προβληματισμένοι οι άνθρωποι κινούνται μέσα στο χρόνο και οδηγούνται μέσα στην κίνηση, κατά βούληση βεβαίως και απόφαση πρωτίστως προσωπική, αλλά παράλληλα και κατά βούληση των μεγάλων «υπευθύνων», των διαφόρων καθεστώτων της κοσμικής εξουσίας, των οικονομικών κεφαλαίων και των συμφερόντων αυτών, της κοσμικής απληστίας του πλουτισμού και του ηδονισμού, της ηδονιστικής και αισθησιακής απολαύσεως της ζωής, ακόμη μέσα σ’ έναν κόσμο άπονο και αφιλάνθρωπο, που έχει καταδικάσει ένα μέρος του στη φτώχεια, την εξαθλίωση, τη γύμνωση και την στέρηση και αυτών ακόμη των αναγκαίων για τη συντήρησή του.
Και διακινείται ακόμη και επί πλέον μέσα στην παραπληροφόρηση, στη σύγχυση, στην πλάνη, στην αίρεση, τα οποία όλα «εκφράζουν μία ψευδεπίγραφη πρόταση ζωής, η οποία επιχειρεί να αποσπάσει τον άνθρωπο από το φυσικό χώρο της κατά Χριστόν θεραπείας του και δοξασμού του, που είναι το Σώμα του Χριστού, αυτή η μία Εκκλησία», όπως σημειώνει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, σε μήνυμά του, σε ένα αντιαιρετικό Συνέδριο.
Και ο άνθρωπος, ευρισκόμενος υπό την επιρροή αυτών των καταστάσεων, υφίσταται τη σύγχυση και πολλάκις τον κλονισμό στην προσωπική του πορεία.
Η Αγία Γραφή θέτει το ερώτημα: «Πόθεν έρχομαι και πού πηγαίνω;». Και ο Ιησούς Χριστός απαντά: «Εκ του Θεού εξήλθον και εις τον Θεόν πορεύομαι». Όμως ποιος ή ποιοι εννοούν και βιώνουν την απάντηση αυτή του Κυρίου; Οι χριστιανοί; Οι περισσότεροι παρερμηνεύουν την αποκεκαλυμμένη αλήθεια, και βρίσκονται, ως εκ τούτου, στην πλάνη και την αίρεση. Οι άλλοι χριστιανοί ταλανίζονται μέσα στην ασυνέπεια της ζωής τους, μεταξύ πίστεως και ζωής, μεταξύ θεωρίας και πράξεως. Και λίγοι εντείνουν την προσπάθειά τους να εισέλθουν μέσα στα βιώματα των Μυστηρίων του Θεού, που ιερουργεί η Εκκλησία, «εἰς ἀναγέννησιν βροτῶν καί εἰς ζωήν τήν αἰώνιον».
Ο υπόλοιπος κόσμος βρίσκεται ακόμη και διακινείται μέσα στην ειδωλολατρία, στην πλάνη, και δε θέλει, δεν επιδιώκει καν τη γνωριμία του, πολλώ μάλλον την ένταξή του στο «Ευαγγέλιο της σωτηρίας». Άλλος κόσμος βρίσκεται και διακινείται μέσα στην πλάνη της αλλοίωσης του θρησκευτικού συναισθήματος, και με φανατισμό εμμένει στην πλάνη και με φανατισμό εχθρεύεται εναντίον των άλλων. Άλλος κόσμος έχει καταδικασθεί στην ανέχεια και την εξαθλίωση, και βρίσκεται θύμα στην εκμετάλλευση από μέρους πολλών άλλων.
Και ομολογουμένως, παντού επικρατεί η σύγχυση και η αβεβαιότητα. Και οι νέοι, ως επί το πλείστον, γίνονται θύματα μέσα σε αυτή την κίνηση και την αναπαραγωγή της σύγχυσης και της αβεβαιότητας. Και ο τεχνικός πολιτισμός προχωρεί ραγδαίως, και ανεξελέγκτως εξελίσσεται. Προπορεύεται και αυτού του ανθρώπου, και μεταξύ των πολλών και αγαθών, που παράγει και προσφέρει, συγχρόνως και δημιουργεί νέα προβλήματα και άλλη σύγχυση και άλλη αβεβαιότητα. Και τείνει να καταντήσει τον ίδιο τον άνθρωπο από εφευρέτη, ως ένα εξάρτημα της μηχανής.
Πού πηγαίνει λοιπόν ο άνθρωπος μέσα στο χρόνο; Ποιο είναι το μέλλον του κόσμου; Και ποιον κόσμο ετοιμάζει αυτό το κοσμικό καθεστώς του «διαίρει και βασίλευε», και του άλλου «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν»; Πού είναι η πνευματικότητα του σημερινού ανθρώπου; Σε ποιο σημείο ετοιμότητας βρίσκονται τα ηθικά αισθητήριά του; Γιατί τόση εκμετάλλευση των δυνατών εναντίον των αδυνάτων; Γιατί τόση εμπάθεια και απρέπεια των εχόντων εναντίον των μη εχόντων; Γιατί τόση διαστρέβλωση της αλήθειας και τόση επιβολή του ψεύδους και της πλάνης; Γιατί τόση κατασυκοφάντηση εναντίον της αληθούς Πίστεως και Ευσεβείας;  Γιατί τόση υποκρισία εναντίον της τάξεως και της ευπρέπειας; Γιατί τόση παραπληροφόρηση από τα μέσα επικοινωνίας των ανθρώπων και τόση εμπάθεια για την επικράτηση των ίδιων και των συμφερόντων τους, αυτών των διακινούντων την ψευδολογία και την αλλοτρίωση; Παντού διαίρεση, παντού υπονόμευση, παντού παραχάραξη της αληθείας, παντού παρανομία, παντού διαφθορά, παντού διαπλοκή. Φτάνουμε στο σημείο, για να πούμε: «ο σώζων  εαυτόν σωθήτω».
Πού είναι η ενότητα των ανθρώπων; Πού είναι η ενότητα των χριστιανών; Πού είναι η ενότητα της Εκκλησίας, για την οποία προσευχήθηκε ο ίδιος ο Κύριος; Πού είναι η Εκκλησία; Την συκοφαντούν οι άπιστοι. Την αμφισβητούν πολλοί χριστιανοί. Την προδίδουν πολλοί κληρικοί. Πού είναι ο Χριστός; Φάντασμα τον ονόμασαν πολλοί Ευρωπαίοι. Αρνήθηκε την χριστιανική της καταγωγή η Ευρώπη. Αποκαθήλωσαν το Σταυρό από τα Σχολεία και τα δημόσια Κτήρια.
Και καταπατήθηκαν θεσμοί και αξίες, και ισοπεδώθηκαν ήθη και έθιμα του Γένους, και αμφισβητήθηκε και αυτός ο ιερός θεσμός της Οικογένειας, και νομιμοποιήθηκαν ηθικές παρεκτροπές και διαστροφές, και κακοποιήθηκε η Ελληνική Γλώσσα, και διαστρεβλώθηκε η Ελληνική Ιστορία, και βάλλεται συνεχώς η ηθική τάξη και η ευπρέπεια.
Και καθηλώθηκαν όλοι γύρω από τη λεγόμενη «οικονομική κρίση», και όλοι μιλούν, πώς θα αναταχθεί αυτή η οικονομική κρίση, και κανείς δε μιλάει για την πνευματική και ηθική κρίση, η οποία μαστίζει το σύγχρονο άνθρωπο του σαρκικού φρονήματος, από την οποία προέρχεται, συν τοις άλλοις, και η οικονομική κρίση.
«Σκληρός ἐστιν ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;» (πρβλ. Ιω. ς’ 60), επαναλαμβάνουν οι άνθρωποι σήμερα. Όμως ο Κύριος απαντά: «Τὰ ρήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καὶ ζωή ἐστιν. ἀλλ’ εἰσὶν ἐξ ὑμῶν τινες οἳ οὐ πιστεύουσιν» (Ιω. ς’ 63).
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει στο Ευαγγέλιό του, ότι «ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον» (Ιω. α’ 9-11). Και οι χριστιανοί που φέρουν το όνομά του, παραγνώρισαν και τον Χριστό και το λόγο του. Έσκισαν το Χιτώνα της Εκκλησίας και διέσυραν το λόγο της και τον μεταποίησαν σε αιρέσεις και σε ψευδοδιδασκαλίες και επέφεραν σύγχυση και διαίρεση.
Και παραμένει η Εκκλησία, «η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία», υπό τον Ουρανό, βαστάζουσα το Σταυρό του Κυρίου και οδοιπορούσα στην έρημο αυτή την ιστορίας της ανθρωπότητας, ως η μόνη παρήγορη ελπίδα του κόσμου, επαναλαμβάνοντας το λόγο του Κυρίου: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Μαρκ. η’ 34). Γι’ αυτό πρέπει να γνωρίζουν οι άνθρωποι και οι χριστιανοί, ότι η Εκκλησία, «η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία» του Συμβόλου της Πίστεως, «ουδέποτε γερνά, ουδέποτε εκπίπτει». Διότι ο Κύριος την θεμελίωσε, και εν παρρησία ελάλησε, ότι «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ις’ 18). Και ακόμη πρέπει να γνωρίζουν οι πάντες, ότι οι διωγμοί της Εκκλησίας αποτελούν την απόδειξη περί της αλήθειας της, κατά τον ιερόν Χρυσόστομο. Και ας ακούν οι ασεβείς και οι διώκτες το λόγο του Κυρίου: «Σκληρόν σοι πρός κέντρα λακτίζειν» (Πρ. κς’ 14).
Αδελφοί μου! Η Εκκλησία σήμερα, κατά την πρώτη του νέου έτους, μας θέτει όλους αυτούς τους προβληματισμούς, επί της καταστάσεως του κόσμου, επί της καταστάσεως της Εκκλησίας, επί της καταστάσεως της κοινωνίας, επί της καταστάσεως των ανθρώπων, κατ’ άτομο και κατά οικογένεια και κατά αξιώματα και επαγγέλματα, και μας παρακαλεί να συνειδητοποιήσουμε αυτούς, ως τη σκληρή πραγματικότητα σήμερα της ζωής του κόσμου, και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, έναντι του Θεού, έναντι του κόσμου και των ανθρώπων, έναντι της οικογενείας και του εαυτού μας, δίνοντας τη δική μας προσωπική συμβολή. Και να κάνουμε αίτημα προσευχής την ανάταξη της ζωής στην τάξη και την ευπρέπεια.
Με αυτές τις σκέψεις και τους προβληματισμούς, οι οποίοι επιτακτικά καλούν να μας κινητοποιήσουν όλους, ευχόμαστε σε όλους Καλή Χρονιά και επικαλούμαστε επί πάντας πλούσια την Ευλογία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και την κραταιά Προστασία της Κυρίας ημών Θεοτόκου.
Μεταγραφή από την Ποιμαντορική Εγκύκλιο για το νέο έτος 2010 του Σεβ. Μητροπολίτη Ιερισσού κ. Νικοδήμου

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...