Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 24, 2019

Η Σταύρωση!!!Διαβάζει ο ιερομόναχος Νεκτάριος Κοβιλιάτης Ιερόν Κάθισμα της Μεταμορφώσεως Δολών Δυτ-Μάνης

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ. ΠΑΤΗΡ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΑΜΠΑΚΗΣ.

ΑΠΟ 
ΤΗΝ ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗ 
ΣΤΗΝ 
ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ 

Ο ΛΗΣΤΗΣ επάνω στον Σταυρό,ενώ δεν πρόλαβε στην πράξη να μετανοήσει και να αποδείξει αποτελεσματικά την μεταμέλεια του , αφού πέθανε σε πολύ λίγη ώρα, παρά ταύτα, ο Θεός τον απο-γείωσε βάζοντάς τον  στον Παράδεισο επειδή και μόνο είχε την ταπείνωση,προσ-γειωμένος στην πραγματικότητα , να κάμει ρεαλιστικά  την παραδοχή των λαθών του, και λάθη όχι μικρά και απλά, δεν ήτανε ένα συνήθης κλεφτοκοτάς ,ούτε έκλεβε  τσίχλες  από τα περίπτερα , αλλά είχε σκοτώσει, σφάξει, βιάσει..και μύρια άλλα.
 «Καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν»(Λουκ.κγ΄,41)
Δικαίως λοιπόν και αξίως  της μετανοίας του, ην εποίησε, απόλαυσε του αιωνίου Παραδείσου.

Αν λοιπόν θέλουμε στον Ουρανό  να απογειωθούμε πρέπει πάντα πρώτα μέσα μας να προσγειωθούμε!


π.Διονύσιος Ταμπάκης

ΟΙ ΔΥΟ ΠΟΡΝΕΣ.

Μόλις διάβασα ένα κείμενο ενός Μητροπολίτη  του κ.Συμεών. Μιλάει γιά τις δύο πόρνες, την εξωτερική, αυτή που φαίνεται, και την εσωτερική, που είναι κρυμμένη απ τα μάτια των ανθρώπων. Και πως και οι δυό ζούνε μέσα στον καθένα μας.

Υπάρχουν, λοιπόν, δύο ειδών πόρνες.
Εκείνη που ήταν κατ’επάγγελμα, αλλά είχε μέσα της τον Χριστό. Εκείνη που μετέβαλε τον έρωτα της αμαρτίας σε έρωτα προς το Θεό. Αλλά και σε εκείνη που πουλούσε το μυαλό και την ψυχή της, στο δαίμονα του εγωισμού και του συμφέροντος. Τέτοια πόρνη είναι ο Ιούδας, είναι ο κάθε άνθρωπος, που παραμένει αγκυλωμένος σε μία επιφανειακή σχέση με τον Θεό, χωρίς αίσθηση θεότητος.

Η πρώτη πόρνη γίνεται πνευματική μητέρα για όλους μας, παράδειγμα και οδηγός. Ο Θεός αγάπησε μία πόρνη και αυτή είναι η ψυχή και η ύπαρξη του καθενός από εμάς.
Η πόρνη αυτή έρχεται να γίνει το παράδειγμα, η φωνή που θα αφυπνίσει και θα σώσει τη συνείδησή μας. Ώστε να καταθέσουμε και εμείς «τα μύρα τα ευωδιαστά της ζωής μας», που είναι η μετάνοια, η συγχώρεση και η αγάπη.

Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΝΙΠΤΗΡΟΣ ΑΠΟ ΤΗΜ Ε.Ρ.Τ.





Παρακολουθήστε Ζωντανά την  Ακολουθία του Νιπτήρος από τον Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά - Θεσσαλονίκη  πιέζοντας εδώ

TO ΦΙΛΙ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ,Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ

 
 
Ολοι μας γνωρίζουμε τον Ιούδα τον Ισκαριώτη.Ηταν εκείνος που πρόδωσε Τον Χριστό με ένα φιλί, βγάζοντας έτσι, όλη την χολή της προδοσίας του.Ηταν εκείνος που ως μαθητής,γνώρισε τον Χριστό απο κοντά,άκουσε την διδασκαλία του,ήτανε δίπλα του όλο αυτόν τον καιρό και ΕΖΗΣΕ τον Ιησού ως θεάνθρωπο.Είδε με τα μάτια του, όλα τα θαύματα του διδασκάλου του.Γνώριζε πολύ καλά Τον Ιησού Χριστό.Αυτό που δεν γνώριζε ο Ιούδας ή δεν ήθελε να παραδεχτεί, ήταν το δυσώδες πάθος που επέτρεψε να μπεί μέσα στην ψυχή του και το οποιο δεν είναι άλλο απο την ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑ.Αρκετοί πατέρες της Εκκλησίας μας το κατατάσουνε στα χειρότερα πάθη, διότι είναι τρομερά δύσκολο να απαλλαγεί ο άνθρωπος απο αυτό το δαιμονικό πάθος.Αυτήν η ανίατη και μόνιμη ''αρρώστια'' οδηγεί τον άνθρωπο στην πλεονεξία και κατ'επέκταση στην αυτοκαταστροφή.Ως συνεπακόλουθο της πλεονεξίας του,ο φιλάργυρος,δεν διστάζει να κάνει ακόμα και τις χειρότερες πράξεις εναντίον του συνανθρώπου του.Ο Αγιος Ιωάννης ο χρυσόστομος λέει για την  φιλαργυρία:  ''Η πλεονεξία,είναι θηρίο που μένει πάντα ακμαίο και δεν μαραίνεται ποτέ .Ο εραστής της πλεονεξίας,υποκύπτει στον διάβολο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον ''.
  Ετσι ο άνθρωπος ο υποδουλωμένος σε αυτό το πάθος δεν διστάζει να προδώσει ακόμα και τα ποιο ιερά πράγματα και πρόσωπα στην ζωή του,προκειμένου να κερδίσει ο ίδιος αυτό που θέλει.Η προδοσία είναι η πιο μισητή πράξη την οποια μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος και η οποια προκαλεί την αντιπάθεια και την απέχθεια όλων.Ο προδότης γεύεται αργά η γρήγορα τον αποκλεισμό των άλλων,το μίσος και την γενική κατακραυγή.Ο Μέγας βασίλειος αναφέρει ότι: ''όπως κάνουν τα ψάρια, έτσι και ο πλεονέκτης καταπίνει στο απύθμενο στομάχι του τους αδύναμους. Είναι αδύνατο ο πλεονέκτης να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του.'' Ετσι και ο Ιούδας προκειμένου να πάρει τα 30 αργύρια δεν δίστασε να προδώσει Τον διδάσκαλό του.Οταν κατάλαβε πλέον το κακό που είχε κάνει,ένοιωθε τύψεις και ενοχές.Ομως η υπερηφάνεια του δεν τον άφησε να πάει να ζητήσει συγνώμη απο τον Χριστό.Τα χείλη του δεν βγάλανε ούτε μια λέξη αληθινής μετάνοιας και ικεσσίας για συγχώρεση,όπως έκανε ο πέτρος ο οποιος αντιλαμβανόμενος την άρνηση που έκανε στον Κύριο,έτρεξε αμέσως με μάτια δακρυσμένα και ψυχή μετανοιωμένη να ζητήσει συγνώμη.
  Ο προδότης Ιούδας είχε τόσο ριζωμένο το πάθος της φιλαργυρίας μέσα του,που η καρδιά του γέμισε με τα χειρότερα συναισθήματα και με πρώτο και κυριότερο την υπερηφάνεια.Και έτσι μπόρεσε εύκολα να μπεί και η απόγνωση και η απελπισία στην οποια τον έριξε ο διάβολος.Οι τύψεις του, μαζί με την απόγνωση και την απελπισία του, τον σπρωξανε κατευθείαν εκεί ακριβώς οπου ήθελε ο διάβολος...στην αυτοκτονία.Αντί να διορθώσει το κακό που έκανε ζητώντας συγνώμη απο τον Χριστό,εκείνος έπραξε και άλλο κακό.Το μεγαλύτερο και ισχυρότερο όπλο του διαβόλου κατά των ανθρώπων είναι η απελπισία και η απόγνωση.
   Απο την άλλη μεριά είναι και ο ληστής,ο οποιος έζησε μια ζωή στην παρανομία και στην αμαρτία.Ο ληστής δεν έζησε τον Χριστό,παρα μόνο λίγα λεπτά επάνω στον σταυρό.Δεν υπήρξε μαθητής του Χριστού αλλα ήτανε ένας κοινός εγκληματίας της εποχής του.Δεν διδάχτηκε απο τον Χριστό παρα μόνο τον άκουσε και τον είδε,λίγες στιγμές προτού πεθάνει.Και όμως ο ληστής,μετάνοιωσε,πίστεψε στον Χριστό και σώθηκε!!!Ενώ ο Ίούδας που ήτανε μαθητής του Χριστού,τον πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο και έχασε την ψυχή του.Η καρδιά του Ληστή επέτρεψε στον Χριστό να σπείρει μέσα του την Πίστη και την μετάνοια.Λίγα λεπτά πρίν τον θανατό του,ο εγκληματίας στα θολερά μάτια του κόσμου, κέρδισε τον παράδεισο!

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ (ΟΡΘΡΟΣ Μ. ΠΕΜΠΤΗΣ)



Τή Μεγάλη Πέμπτη οἱ Πατέρες μας, μᾶς παρέδωσαν νά ἑορτάζουμε τέσσερα πράγματα: τόν ἱερό Νιπτήρα, τόν Μυστικό Δεῖπνο, τήν ὑπερφυᾶ προσευχή καί ἀκόμη τήν προδοσία τοῦ ᾽Ιούδα. ᾽Εκεῖνο τό τροπάριο πού συγκεφαλαιώνει καί συνδέει τά περισσότερα ἀπό αὐτά, ἐπισημαίνοντας τίς προεκτάσεις τους καί στή δική μας ζωή, εἶναι κυρίως ὁ οἶκος τοῦ κοντακίου τοῦ ὄρθρου τῆς ἡμέρας: ῾Τῇ μυστικῇ ἐν φόβῳ τραπέζῃ προσεγγίσαντες πάντες, καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς, τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα, συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ, ἵνα ἴδωμεν τούς πόδας πῶς ἀπονίπτει τῶν Μαθητῶν, καί ἐκμάσσει τῷ λεντίῳ, καί ποιήσωμεν ὥσπερ κατίδωμεν, ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες. Αὐτός γάρ ὁ Χριστός οὕτως ἐκέλευσε τοῖς αὐτοῦ μαθηταῖς ὡς προέφησεν. ᾽Αλλ᾽ οὐκ ἤκουσεν ᾽Ιούδας ὁ δοῦλος καί δόλιος᾽.
('Αφοῦ πλησιάσαμε ὅλοι μέ φόβο Θεοῦ τή Μυστική Τράπεζα, ἄς ὑποδεχθοῦμε τόν (ἁγιασμένο) ἄρτο μέ καθαρές τίς ψυχές, μένοντας μαζί μέ τόν Δεσπότη, γιά νά δοῦμε πῶς πλένει τά πόδια τῶν Μαθητῶν καί πῶς τά σκουπίζει μέ τό λέντιο. Κι ἄς κάνουμε ὅπως εἴδαμε, δηλαδή νά ὑποτασσόμαστε ὁ ἕνας στόν ἄλλον καί νά πλένουμε τά πόδια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου. Διότι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός αυτήν τήν ἐντολή ἔδωσε, ὅπως τό εἶχε πεῖ, στούς Μαθητές. Δέν ἄκουσε ὅμως ὁ Ἰούδας ὁ δοῦλος καί δόλιος).



       1. ῾Τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα᾽: Ὁ ὑμνογράφος, ἐκφράζοντας τήν πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας, μᾶς καλεῖ νά προσεγγίσουμε τή μυστική Τράπεζα, προκειμένου νά κοινωνήσουμε τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ κέντρου τῆς ᾽Εκκλησίας μας, τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο συνέστησε ὁ Κύριος ἀκριβῶς τήν ἡμέρα αὐτή, κατά τό Μυστικό Δεῖπνο.


Ὁ Κύριος στό Δεῖπνο αὐτό τέλεσε γιά πρώτη φορά ἐπί τῆς γῆς τή Θεία Λειτουργία, καλώντας τούς μαθητές Του νά φᾶνε τό ἅγιο σῶμα Του καί νά πιοῦνε τό τίμιο αἷμα Του. Τό ῾λάβετε, φάγετε, τοῦτο γάρ ἐστι τό σῶμά μου᾽ καί τό ῾πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμά μου᾽ συνιστοῦν τά ἱδρυτικά τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας λόγια, τά ὁποῖα ἔκτοτε ἐπαναλαμβάνονται σέ κάθε ἀντίστοιχη σύναξη πιστῶν, κατά τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου ῾τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν᾽, διαιωνίζοντας ἀκριβῶς ἐν Πνεύματι τόν Μυστικό Δεῖπνο. Ἡ Θεία Λειτουργία ἔ τ σ ι κατανοεῖται ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας: ὡς ἡ συνέχεια τοῦ Μ. Δείπνου, γι᾽ αὐτό καί πάντοτε θεωρήθηκε ὡς τό κέντρο, ὅπως εἴπαμε, τῆς ᾽Εκκλησίας, γύρω ἀπό τό ὁποῖο ῾πλέχτηκαν᾽ καί ὅλα τά ὑπόλοιπα μυστήρια αὐτῆς. Κι εἶναι θά λέγαμε λογικό: ὁ Κύριος πού ἐρχόμενος στόν κόσμο μᾶς ἔσωσε, μέ τήν ἔννοια ὅτι μᾶς ἐνσωμάτωσε στόν ἑαυτό Του καί ἔτσι μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό - κάτι πού ἐνεργοποιεῖται γιά τόν πιστό ἀπό τήν ὥρα πού βαπτίζεται καί χρίεται στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ - ὁ ῎Ιδιος μᾶς τρέφει μέ τό σῶμα καί τό αἷμα Του, γιά νά διατηρηθεῖ αὐτή ἡ σχέση Του μαζί μας καί νά αὐξηθεῖ ῾μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ᾽.


        Ταυτοχρόνως στό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας ὁ Χριστιανός βιώνει αὐτό πού ἡ ᾽Εκκλησία μας κατανοεῖ ὡς Παράδοσή της. Παράδοση δέν εἶναι αὐτό πού ἔχει ἐπικρατήσει ἤ ἐπικρατεῖ ὡς εὐλογημένη ἴσως συνήθεια σέ κάποιους χριστιανικούς χώρους, μᾶλλον δέν εἶναι ἡ σώζουσα Παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας. Παράδοση καθαυτό εἶναι ἡ ἴδια ἡ Θεία Λειτουργία, τό μυστήριο τῆς προσφορᾶς τῆς ζωῆς τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, τό ὁποῖο ᾽Εκεῖνος παρέδωσε στούς μαθητές Του καί οἱ μαθητές Του στή συνέχεια παρέδωσαν στίς μετέπειτα γενιές. Τό διατυπώνει ἔξοχα ὁ ἀπ. Παῦλος στήν Α´ πρός Κορ. ἐπιστολή του, ὅταν λέει: ῾ἐγώ γάρ παρέλαβον ἀπό τοῦ Κυρίου ὅ καί παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδετο ἔλαβεν ἄρτον καί εὐχαριστήσας ἔκλασε καί εἶπε: λάβετε φάγετε, τοῦτό μού ἐστι τό σῶμα τό ὑπέρ ὑμῶν κλώμενον. Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν. ῾Ωσαύτως καί τό ποτήριον μετά τό δειπνῆσαι λέγων: τοῦτο τό ποτήριον ἡ καινή διαθήκη ἐστίν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι. Τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἄν πίνητε, εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν. Ὁσάκις γάρ ἄν ἐσθίητε τόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνητε, τόν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ᾽ (11, 23-26). Κι αὐτή βεβαίως ἡ Παράδοση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου γίνεται μέ τή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού σημαίνει ὅτι ἡ Παράδοση ἔχει ἁγιοπνευματικό καί δυναμικό χαρακτήρα, ἄρα εἶναι ζωή καί ἀπαιτεῖ τή ζωή τῶν ἀνθρώπων γιά τή συνάντηση μαζί της. Καταλαβαίνει κανείς ἀπό τήν ἄποψη αὐτή πόσο πλανεμένη καί ἐκτός πραγματικότητας εἶναι ἡ ἀντίληψη ὁρισμένων ὅτι ἡ Παράδοση εἶναι μουσειακή κατάσταση καί συντηρητισμός, καλύτερα: πίσω ἀπό τήν ἀντίληψη αὐτή κρύβεται ἡ ἀπιστία καί ἡ ἀθεΐα τοῦ ἀνθρώπου.


       2. Ὁ ὑμνογράφος, λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθουμε, μᾶς καλεῖ νά κοινωνήσουμε ῾τόν ἄρτον᾽, ὑπενθυμίζοντας ὅμως καί τίς προϋποθέσεις τῆς κοινωνίας αὐτῆς: τό φόβο καί τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Ἡ συμμετοχή στή Θ. Κοινωνία δηλαδή δέν γίνεται ἀπροϋπόθετα. Μιά συμμετοχή στά ἄχραντα μυστήρια ῾εἰκῇ καί ὡς ἔτυχεν᾽, χωρίς τήν ἐνδεδειγμένη μετάνοια καί χωρίς ἐπίγνωση, δημιουργεῖ τίς συνθῆκες ἐπανάληψης τοῦ δαιμονισμοῦ τοῦ ᾽Ιούδα. Μή ξεχνᾶμε ὅτι καί ὁ ᾽Ιούδας κοινώνησε, ἀλλά μέ τήν προδοσία ἐν ἐξελίξει, μέ ἀποτέλεσμα νά δαιμονιστεῖ καί νά καταστραφεῖ. Καί τοῦτο γιατί ὁ εὐλογημένος ἄρτος δρᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο ἐνεργοποιώντας ὅ,τι συναντᾶ στήν ψυχή του: φιλοθεΐα ἤ μισανθρωπία. Σάν τή βροχή πού πέφτοντας στή γῆ θά φέρει τήν καρποφορία εἴτε τῶν ἀγαθῶν σπερμάτων εἴτε τῶν ζιζανίων. ῎Ετσι μπορεῖ κανείς νά κοινωνήσει καί ἀντί νά καλυτερεύσει, μέ τήν ἔννοια τῆς πνευματικῆς προόδου του, νά χειροτερεύσει. Οἱ προϋποθέσεις λοιπόν κατά τόν ὑμνογράφο εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Κι αὐτά τά δύο συνδέονται ἄμεσα μεταξύ τους, φανερώνοντας τή λειτουργία τῆς μετανοίας. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ πού γνώρισμα ἔχει τήν τήρηση τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν ὁδηγεῖ στήν κάθαρση τῆς ψυχῆς, κι αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ ἑτοιμότητα μετοχῆς στό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου. Ἡ μετοχή αὐτή αὐξάνει τήν καθαρότητα κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος θεώνεται ἀπό τίς θεοποιές ἐνέργειες τοῦ μυστηρίου καί πορεύεται ῾ἀπό δόξης εἰς δόξαν᾽, δεδομένου ὅτι ποτέ δέν ὑπάρχει τέλος στή διαδικασία αὐτή τῆς μετανοίας καί στήν ἐν Θεῷ αὔξησή του. Στήν κατάσταση αὐτή ὁ πιστός γίνεται κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ καί ῾ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ᾽ μιά ἄλλη φανέρωση τοῦ Χριστοῦ μέσα στόν κόσμο.


       3. ῾συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ᾽: ὁ ὑμνογράφος τήν μόλις παραπάνω ἀναφερθεῖσα ἀλήθεια καταγράφει μέ τή συγκεκριμένη φράση. Ὅ,τι συνέβη στόν Μυστικό Δεῖπνο λειτουργεῖ ἀρχετυπικά, πού σημαίνει ὅτι πολλοί ἀκολουθοῦν, ὅπως ἤδη εἴπαμε, τό παράδειγμα τοῦ ᾽Ιούδα: κοινώνησε ἐν προδοσίᾳ τοῦ Χριστοῦ καί ἔφυγε γιά νά ὁλοκληρώσει αὐτήν τήν προδοσία. Ὁ ὑμνογράφος λοιπόν μᾶς προτρέπει νά συμπαραμένουμε μέ τόν Χριστό κι ἐκεῖ νά Τόν δοῦμε νά πλένει τά πόδια τῶν μαθητῶν καί νά τά σκουπίζει μέ τό λέντιο, προκειμένου μέ τόν ἴδιο τρόπο νά στεκόμαστε κι ἐμεῖς ἀπέναντι σέ κάθε συνάνθρωπό μας: ᾽ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες᾽. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ὀρθή μετοχή στή Θ. Εὐχαριστία ὁδηγεῖ σέ γνήσια ἀκολουθία τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, δηλ. στήν ταπείνωση καί τήν ἐν ἀγάπῃ διακονία τῶν συνανθρώπων. Νά τό ποῦμε κι ὅπως τό διατύπωσε καί ὁ μεγάλος ρῶσος μυθιστοριογράφος καί βαθύς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς Φ. Ντοστογιέφκσι στό τελευταῖο ἔργο του ῾᾽Αδελφοί Καραμαζώφ᾽: ῾Μπροστά σέ μερικές σκέψεις ὁ ἄνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ἰδίως μπροστά στή θέα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, καί ἀναρωτιέται ἄν θά τήν πολεμήσει μέ βία ἤ μέ ταπεινή ἀγάπη. Πάντα ν᾽ ἀποφασίζεις: ῾Θά τήν πολεμήσω μέ ταπεινή ἀγάπη᾽. ῎Αν ἀποφασίσεις πάνω σ᾽ αὐτό μιά γιά πάντα, μπορεῖς νά κατακτήσεις ὁλόκληρο τόν κόσμο. Ἡ γεμάτη ἀγάπη ταπείνωση εἶναι μιά τρομερή δύναμη: εἶναι τό πιό δυνατό ἀπ᾽ ὅλα τά πράγματα καί δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο σάν κι αὐτή᾽. Μετοχή στή Θ. Εὐχαριστία καί ἔχθρα πρός τό συνάνθρωπο ἤ ἀδικία του ἐκ μέρους μας καί ῾τσαλάκωμα᾽ τῆς προσωπικότητάς του μέ ὁποιονδήποτε τρόπο δέν μποροῦν νά συνυπάρξουν. Ὁ ὑμνογράφος εἶναι σαφής: Χριστιανός σημαίνει νά βλέπεις καί νά ἀκολουθεῖς τόν Χριστό, μέσα σέ εὐχαριστιακά, δηλ. ἐκκλησιαστικά πλαίσια, ζώντας πάντοτε τήν ταπεινή ἀγάπη Του. Κάθε τι διαφορετικό σημαίνει ἔκπτωση στή δολιότητα τοῦ ᾽Ιούδα.

O Iούδας, ένας άνθρωπος αδύναμος να αγαπήσει...


Ο Ἰούδας ἦταν ἄνθρωπος μικρός καί ψυχή στενή κι ἄγονη. Στά σπλάχνα τῶν ἄλλων μποροῦσε νά ριζώση ἡ ἀγάπη, ἐνῶ στά δικά του δέν μποροῦσε. Τόν Ἰησοῦ δέν τόν καταλάβαιναν οἱ ἄλλοι μαθητές, ὅπως δέν τόν καταλάβαινε κι ὁ Ἰούδας. Οἱ ἄλλοι ὅμως τόν ἀγαποῦσαν, ἐνῶ ὁ Ἰούδας δέν μποροῦσε νά τόν ἀγαπήση. Τό δράμα τοῦ Ἰούδα στάθηκε ἡ ἀδυναμία του ν’ ἀγαπήση. Εἶν' εὔκολο νά καταλάβη καθένας, ποῦ μπορεῖ νά φτάση ἕνας ἄνθρωπος, πού δέν ἀγαπᾶ τό δάσκαλό του, πού δέν τόν καταλαβαίνει καί παρά ταῦτα νοιώθει συντριπτικό τό μεγαλεῖο του. Στό μίσος πού καρπός του εἶναι τό ἔγκλημα κι ἄνθος του ἡ προδοσία. Τρία χρόνια ἔζησε τό μαρτύριο τοῦ μικροῦ ἀνθρώπου, πού ἀνάγκασε τόν ἑαυτό του νά ζῆ κοντά σ' ἕναν τιτάνα, κι ὑποχρέωσε τό φθόνο νά συζῆ μέ τήν ἁγιότητα καί τήν πονηρή συνείδηση, νά μοιράζεται τό χρόνο καί τό ψωμί μέ τήν ἁγνότητα. Ὅλα τ’ ἄλλα, ὅσα κι ἄν πέρασαν ἀπό τό μυαλό του, εἶναι δευτερογενεῖς καταστάσεις. Καί τό δράμα γίνεται ἀκόμη πιό φοβερό, ὅταν ἀναλογιστοῦμε πώς ὁ Ἰησοῦς ἀγαποῦσε τόν Ἰούδα, ὅσο ἀγαποῦσε καί τούς ἄλλους μαθητές του. Γιατί δέν ὑπάρχει τυραννικώτερο μαρτύριο γιά τόν ἄνθρωπο πού δέν ἀγαπᾶ, νά δέχεται τήν ἀγάπη τοῦ προσώπου πού μισεί.
Ἡ ἔλλειψη ἀγάπης δέν ἐπιτρέπει στόν Ἰούδα νά ξεπεράση τ' ἀνθρώπινα κριτήρια. Δέν βλέπει στό Χριστό παρά μία μεγαλειώδη ἀνθρώπινη φύση, πού δέν μποροῦσε νά ξεφύγη τό νόμο τῆς φθορᾶς. Τό ρυθμό αὐτοῦ του νόμου θέλει νά ἐπιταχύνη μέ τήν προδοσία, γράφοντας μία σελίδα ἱστορίας.
Ἀλλά γιατί πῆγε κοντά στό Χριστό, ἀφοῦ δέν ἀγαποῦσε καί γιατί δέν ἔφυγε νωρίτερα, χωρίς νά προδώση; Τήν ἀπάντηση δέν χρειάζεται νά μᾶς τήν δώση, οὔτ’ ἡ φιλοσοφία, οὔτ' ἡ ποίηση. Μᾶς τήν δίνει καθημερινά ἡ ζωή. Κι ἀκόμα πιό πραγματικόν μᾶς ξαναζωντανεύει τόν Ἰούδα, ὁ ἴδιος ὁ ἐαυτός μας. Μήπως ἀπ’ ἀγάπη ζυγώνει ὁ καθένας μας τήν θρησκεία, τήν ἐπιστήμη, τήν τέχνη, ἤ τήν διακυβέρνηση τοῦ λαοῦ; Μήπως ἡ ἀγάπη εἶναι τό θεμέλιο τῶν θεσμῶν μας; Καί μήπως ἡ προδοσία δέν ἔχει γίνει κανόνας τῆς πολιτικῆς, τῆς κοινωνικῆς καί τῆς πνευματικῆς ἀκόμη ζωῆς; Γιατί ἀποροῦμε μέ τίς ἐσωτερικές ἀντιφάσεις τοῦ Ἰούδα καί τίς βρίσκουμε ἀσυνήθιστες καί τερατώδεις καί δέν παραξενευόμαστε διόλου, οὔτε βρίσκουμε τερατώδεις τίς δικές μας ἀντινομίες; Ἐμεῖς δέν εἴμαστε κεῖνοι πού ἕξη μέρες κουρελιάζουμε τό νόμο καί τήν ἕβδομη, τήν Κυριακή, τόν προσκυνοῦμε; Ἐμεῖς δέν ἔχουμε διακηρύξει, πὼς δέν χρειάζεται νἄναι κανείς πιστός γιά νἄναι θεολόγος; Δέν εἴμαστε ἀκόμα ἐμεῖς κεῖνοι πού ἔχουμε ὑποβιβάσει τή μελέτη τῆς Θείας Διαθήκης σέ παιχνίδι μίας λαίμαργης καί περίεργης διάνοιας; Ἤ μήπως ξεχνᾶμε πὼς παίζουμε τήν κωμωδία τῶν αὐστηρῶν συζύγων, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἴμαστε ἡ ἐνσάρκωση τῆς μοιχείας; Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, ποὺ παρασταίνουνε τό πρωί τούς Ἡρακλεῖς τῆς ἠθικῆς, δέν εἶναι οἱ κυνικώτεροι πορνοβοσκοί; Καί στούς ἴδιους ἀνθρώπους δέν συναντᾶμε ταυτόχρονα, τόν πατριώτη καί τόν κάπηλο, τόν κήρυκα τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί τόν ματαιόδοξο εὐδαιμονιστή καί τόν διανοούμενο, ποὺ δέν ἔχει οὔτε τήν πιό παραμικρή δυνατότητα νά σκεφτῆ; Μέ τοῦ νοῦ τή σύλληψη, ὅπως λέει κι ὁ Ἄμλετ, πλησίασε ὁ Ἰούδας τό Χριστό κι ὁ ἁμαρτωλός του νοῦς τόν κράτησε κοντά του κι ὁ ἴδιος νοῦς τόν ἔσπρωξε στήν προδοσία. Ἔτσι ὁ Ἰούδας γίνεται ὁ φυσικός πρόγονος τοῦ ἐπαναστατημένου διανοούμενου ὅλων τῶν καιρῶν κι ὅλου τοῦ κόσμου. Γίνεται τό σύμβολο ὅλων κείνων πού σπρώχνουν τό νοῦ νά προβαδίση κι ἀφίνουν ἄτονη καί βραδυποροῦσα τήν καρδιά. Θάνατος τῆς ἀγάπης, πού σημαίνει θάνατος τοῦ ἀνθρώπου, αὐτή εἶναι στήν οὐσία της ἡ πραγματικότητα τοῦ Ἰούδα. Εἶναι ἡ αἰώνια νύχτα. Ἐνῶ στόν τάφο τοῦ Χριστοῦ, ἀναστηνόταν τό αἰώνιο ἀνέσπερο φῶς.
Kωστής Μπαστιάς

agiazoni

Το Μέγα Ευχέλαιο της Μεγάλης Τετάρτης

https://galanoleykoblog.files.wordpress.com/2015/04/44cd0-megalh-tetarth-euxeleo.png?w=236&h=175Το απόγευμα της Μεγάλης Τετάρτης, στις εκκλησίες μας, τελείται το Μυστήριο του Μεγάλου Ευχελαίου.
Κατά τη διάρκεια της τέλεσής του, διαβάζονται επτά Ευαγγέλια και επτά Ευχές. Ευλογείται έτσι το λάδι με το οποίο ο ιερέας «σταυρώνει» τους πιστούς στο μέτωπο, στο πηγούνι, στα μάγουλα και στις παλάμες.
Το Μυστήριο του Ευχελαίου, μπορεί να τελεστεί και εκτός ναού, όποτε το ζητήσει ένας πιστός από τον ιερέα της ενορίας του. Και τότε, όταν τελείται δηλαδή σε κάποιο σπίτι, διαβάζονται επτά Ευαγγέλια και επτά Ευχές.
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος εξιστορεί τι έγινε τη Μεγάλη Τετάρτη:
Ο Ιησούς βρισκόταν στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού. Εκεί εμφανίστηκε μια γυναίκα κρατώντας ένα μπουκαλάκι με ακριβό μύρο. Ζήτησε συγχώρεση από τον Υιό του Θεού, επειδή ήταν πόρνη, και έριξε αυτό το μύρο στα μαλλιά Του.
Οι μαθητές του Ιησού, θεώρησαν την πράξη αυτή μεγάλη σπατάλη, αφού θα μπορούσαν να πουλήσουν το μύρο και με τα χρήματα που θα έπαιρναν να βοηθούσαν τους φτωχούς.
Ο Ιησούς παίρνοντας το μέρος της γυναίκας, επέπληξε τους μαθητές του, λέγοντας τους ότι η γυναίκα αυτή του έκανε καλό, αφού με αυτό το μύρο τον ετοίμασε για την ταφή. Τους θύμισε ότι τους φτωχούς θα μπορούν να τους βοηθούν καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής τους, ενώ Εκείνον θα τον έχουν για λίγο ακόμα. Την συγχώρησε για τις αμαρτίες της και, προφητικά μιλώντας, είπε ότι η πράξη της αυτή θα αναφέρεται στο Ευαγγέλιο που θα κηρυχθεί σε όλο τον κόσμο, αποτελώντας, αυτή η αναφορά, ένα μνημόσυνο γι’ αυτήν. Τότε ο Ιούδας έφυγε και πήγε να συναντήσει τους Αρχιερείς. Τους ρώτησε τι θα του δώσουν για να τους παραδώσει τον Χριστό, και αυτοί του υποσχέθηκαν τριάντα αργύρια…
Το λάδι του Ευχελαίου θεωρείται θεραπευτικό. Κατά την διάρκεια του μυστηρίου ο ιερέας ανάβει ένα κερί για κάθε Ευαγγέλιο που διαβάζει. Αυτό κάνουν και μερικοί πιστοί κατά την διάρκεια του Μεγάλου Ευχελαίου, στην εκκλησία, την Μεγάλη Τετάρτη.
Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, οι γυναίκες πηγαίνουν στο Μεγάλο Ευχέλαιο, έχοντας μαζί τους μια σουπιέρα με αλεύρι. Σε αυτό στερεώνουν τρία κεριά, τα οποία καίνε κατά την τέλεση του Μυστηρίου. Το αλεύρι αυτό, το χρησιμοποιούν για να φτιάξουν τα πασχαλινά κουλούρια την επόμενη ημέρα.

Γιατί ο Χριστός δεν άλλαξε τον Ιούδα; (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)

«Τότε, ἀφοῦ πῆγε στοὺς ἀρχιερεῖς ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, εἶπε, τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;»[…]
Καὶ ἀκριβῶς ὅταν ἡ πόρνη μετανοοῦσε, ὅταν καταφιλοῦσε τὰ πόδια τοῦ Κυρίου, τότε πρόδιδε τὸ Δάσκαλο ὁ μαθητής. Γι’ αὐτὸ εἶπε «τότε», γιὰ νὰ μὴν κατηγορήσεις γιὰ ἀδυναμία τὸ Δάσκαλο, ὅταν βλέπεις τὸν μαθητή του νὰ τὸν προδίδει. Γιατί τόσο μεγάλη ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Δασκάλου, ὥστε νὰ πείθει νὰ Τὸν ἀκολουθοῦν ἀκόμη καὶ οἱ πόρνες.
Θὰ ἀναρωτιόταν ὅμως κανείς, Ἐκεῖνος ποὺ εἶχε τὴ δύναμη νὰ μεταστρέφει τὶς πόρνες καὶ νὰ τὶς κάνει νὰ Τὸν ἀκολουθοῦν, δὲν κατάφερε νὰ κερδίσει τὴν ἀγάπη τοῦ μαθητῆ του; Εἶχε τὴ δύναμη νὰ κερδίσει τὸ μαθητή, ἀλλὰ δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν μεταβάλει ἀναγκαστικὰ στὸ καλό, οὔτε μὲ τὴ βία νὰ τὸν προσελκύσει κοντά Του. «Τότε, ἀφοῦ πῆγε». Καὶ τὸ «ἀφοῦ πῆγε» αὐτὸ δὲν στερεῖται κάποιας σημασίας. Γιατί δὲν κάλεσαν οἱ ἀρχιερεῖς τὸν Ἰούδα, οὔτε ἀναγκάστηκε, οὔτε ὑποχρεώθηκε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος μόνος του κι ἐλεύθερα γέννησε τὴν πονηρὴ αὐτὴ σκέψη κι ἔβγαλε αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, χωρὶς νὰ ἔχει κανέναν σύμβουλο σ’ αὐτὸ τὸ πονηρό του ἔργο. «Τότε, ἀφοῦ πῆγε …; ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα»...

Τί σημαίνει τὸ «ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα»; Καὶ αὐτὸς ὁ λόγος «ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα» δείχνει πὼς ἡ κατηγορία τοῦ Ἰούδα εἶναι πολὺ μεγάλη. Γιατί ὁ Ἰησοῦς εἶχε καὶ ἄλλους μαθητές, ἑβδομήντα συνολικά. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι βρίσκονταν σὲ δεύτερη θέση καὶ δὲν ἀπολάμβαναν τόση τιμή, οὔτε εἶχαν τόση οἰκειότητα μὲ τὸν Διδάσκαλο, οὔτε γνώριζαν τόσο τὰ μυστικὰ Του ὅσο οἱ δώδεκα. Αὐτοὶ προπάντων ἦταν οἱ ἐκλεκτοί, αὐτοὶ ἀποτελοῦσαν τὸν στενὸ κύκλο τοῦ Βασιλιᾶ, αὐτοὶ ἀποτελοῦσαν τὴν ὁμάδα ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ Δάσκαλο, καὶ ἀπὸ αὐτὴν ξεπήδησε ὁ Ἰούδας.
Γιὰ νὰ μάθεις, λοιπόν, ὅτι δὲν Τὸν πρόδωσε ἁπλῶς κάποιος ἀπὸ τοὺς μαθητές Του, ἀλλὰ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐκλεκτούς Του, γι’ αὐτὸ ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς τὸ «ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα». Καὶ δὲ ντρέπεται ὁ Ματθαῖος νὰ τὸ ἀναφέρει. Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο νὰ ντραπεῖ; Τὸ ἀναφέρει γιὰ νὰ μάθεις πὼς παντοῦ καὶ πάντα λένε οἱ Εὐαγγελιστὲς τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν ἀποκρύπτουν τίποτα, ἀκόμη καὶ αὐτὰ ποὺ θεωροῦνται ἀξιοκατάκριτα. Γιατί αὐτὰ ποὺ φαίνονται πὼς εἶναι ἀξιοκατάκριτα, αὐτὰ ἀποδεικνύουν τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου. Ὅτι δηλαδὴ προσέφερε τόσα πολλὰ ἀγαθὰ στὸν προδότη, τὸ ληστή, τὸν κλέφτη (τὸν Ἰούδα) καὶ συνέχιζε μέχρι τὴν τελευταία στιγμὴ νὰ τὸν ἔχει κοντά Του. Καὶ μάλιστα τὸν νουθετοῦσε καὶ τὸν συμβούλευε καὶ τὸν φρόντιζε μὲ κάθε τρόπο.
Ἂν ἐκεῖνος δὲν ἔδινε σημασία, δὲν φταίει ὁ Κύριος. Καὶ μάρτυρας εἶναι ἡ πόρνη, καὶ μὴ πολυπαίρνεις θάρρος προσέχοντας τὸν Ἰούδα. Γιατί καὶ τὰ δύο αὐτὰ εἶναι ὀλέθρια, καὶ τὸ ὑπέρμετρο θάρρος καὶ ἡ ἀπελπισία (ἀπόγνωση). Γιατί τὸ ὑπέρμετρο θάρρος κάνει νὰ πέσει κάτω αὐτὸς ποὺ στέκεται ὄρθιος, καὶ ἡ ἀπελπισία ἐμποδίζει νὰ σηκωθεῖ αὐτὸς ποὺ ἔχει πέσει. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος συμβούλευε λέγοντας: «Αὐτὸς ποὺ νομίζει πὼς στέκεται, ἂς προσέχει μὴν πέσει».
Ἔχεις τὰ παραδείγματα καὶ τῶν δύο πῶς ἔπεσε δηλαδὴ ὁ μαθητής, ποὺ νόμιζε πὼς στεκόταν ὄρθιος, καὶ πῶς σηκώθηκε ἡ πόρνη ποὺ εἶχε πέσει. Ἡ σκέψη μας εὔκολα παρασύρεται καὶ ἡ θέλησή μας εἶναι εὐμετάβλητη. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ διαφυλάσσουμε καὶ νὰ ὀχυρώνουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ παντοῦ.[…]
«Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω». Πές μου Ἰούδα, αὐτά σοῦ ἔμαθε ὁ Χριστός; Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο δὲν ἔλεγε, «μὴν ἀποκτήσετε χρυσὰ νομίσματα, οὔτε ἀσημένια, οὔτε χάλκινα που νὰ τὰ φυλάγετε στὶς ζῶνες σας», θέλοντας νὰ περιορίσει ἀπὸ πιὸ μπροστὰ τὴ φιλαργυρία σου;[…]
«Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω». Πολὺ σκληρὰ εἶναι τὰ λόγια αὐτά. Πές μου, μπορεῖς ἐσὺ νὰ παραδώσεις Ἐκεῖνον ποὺ συγκρατεῖ τὰ πάντα, ποὺ ἐξουσιάζει τοὺς δαίμονες, ποὺ διατάσσει τὴ θάλασσα καὶ εἶναι ὁ Κύριος ὅλων ὅσων ὑπάρχουν στὴ φύση; Γιὰ νὰ περιορίσει λοιπὸν τὴ παραφροσύνη του καὶ γιὰ νὰ δείξει πὼς ἂν δὲν ἤθελε, δὲν θὰ προδιδόταν, ἄκουσε τί κάνει. Κατὰ τὴν ὥρα ἀκριβῶς τῆς προδοσίας, ὅταν ἦρθαν ἐναντίον Του κρατώντας ξύλα, λαμπάδες καὶ πυρσούς, τοὺς λέει: «Ποιὸν ζητᾶτε;» καὶ δὲν γνώριζαν Ἐκεῖνον ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συλλάβουν. Τόσο πολὺ ἔλειπε ἡ δύναμη ἀπὸ τὸν Ἰούδα στὸ νὰ παραδώσει τὸν Κύριο, ὥστε δὲν Τὸν ἔβλεπε τὴ στιγμὴ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ Τὸν παραδώσει, ἐνῶ ἦταν παρών, καὶ ὅλα αὐτὰ τὴ στιγμὴ ποὺ ὑπῆρχαν τόσες λαμπάδες καὶ τόση φωτοχυσία.
Αὐτὸ βέβαια ὑπαινίχθηκε καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς λέγοντας ὅτι εἶχαν λαμπάδες καὶ πυρσοὺς καὶ δὲν τὸν ἔβλεπαν. Καὶ κάθε ἡμέρα τοῦ τὸ ὑπενθύμιζε καὶ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα, ὅτι δηλαδὴ δὲν θὰ μπορέσει νὰ Τὸν προδώσει στὰ κρυφά. Καὶ μάλιστα δὲν τοῦ ἔκανε (ὁ Κύριος) παρατηρήσεις φανερὰ μπροστὰ σὲ ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν τὸν κάνει πιὸ ἀδιάντροπο, οὔτε πάλι ἀποσιωποῦσε τὰ σφάλματά του, γιὰ νὰ μὴν νομίζει ὅτι περνοῦν ἀπαρατήρητα καὶ ἐπιχειρήσει ἄφοβα τὴν προδοσία, ἀλλὰ διαρκῶς ἔλεγε: «Ἕνας ἀπὸ ἐσᾶς θὰ μὲ παραδώσει», δὲν τὸν φανέρωσε ὅμως.
Εἶπε πολλὰ (ὁ Κύριος) καὶ γιὰ τὴν κόλαση, πολλὰ καὶ γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ἀπέδειξε τὴ δύναμη ποὺ εἶχε καὶ γιὰ τὰ δύο, καὶ γιὰ νὰ τιμωρεῖ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ γιὰ νὰ ἀνταμείβει τοὺς δικαίους. Ἀλλὰ ἐκεῖνος (ὁ Ἰούδας) ὅλα αὐτὰ τὰ περιφρόνησε, ὁ Θεὸς ὅμως δὲν τὸν ἀνακάλεσε μὲ τὴ βία ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἀποφάσισε. Ἐπειδὴ λοιπὸν μᾶς δημιούργησε ἐλεύθερους νὰ διαλέγουμε τὶς κακὲς ἢ τὶς ἐνάρετες πράξεις, ἐπιθυμεῖ νὰ εἴμαστε καλοὶ μὲ τὴ θέλησή μας. Γι’ αὐτὸ ἂν ἐμεῖς δὲν θέλουμε, οὔτε μᾶς πιέζει οὔτε μᾶς ἀναγκάζει.
Ἐπειδὴ αὐτὸς ποὺ γίνεται μὲ τὴ βία ἐνάρετος, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἐνάρετος. Ἀφοῦ λοιπὸν κι ἐκεῖνος ἦταν ἐλεύθερος νὰ διαλέξει καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ μὴν ὑποστεῖ βία γιὰ νὰ κλίνει πρὸς τὴ φιλαργυρία, γι’ αὐτὸ τυφλώθηκε ἡ σκέψη του, πρόδωσε τὴ σωτηρία του καὶ εἶπε: «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω». Ἐπικρίνοντας τὴ διανοητική του τύφλωση καὶ τὴν ἀναισθησία, ὁ Εὐαγγελιστὴς λέει ὅτι τὴν ὥρα ποὺ πῆγαν νὰ συλλάβουν τὸν Κύριο, βρισκόταν μαζί τους καὶ ὁ Ἰούδας, ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω».
Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ αὐτὸ εἶναι δυνατὸν νὰ δοῦμε τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπ’ ὅτι μόλις Ἐκεῖνος ἁπλῶς μίλησε, ἀπομακρύνθηκαν κι ἔπεσαν κάτω. Ἐπειδὴ ὅμως οὔτε μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δὲν σταμάτησαν τὸ ἐπαίσχυντο ἔργο τους, παραδίνεται ἀμέσως σὰν νὰ ἔλεγε: Ἐγὼ ἔκανα τὸ καθῆκον μου, ἀποκάλυψα τὴ δύναμή μου καὶ ἀπέδειξα ὅτι ἐπιχειρεῖτε πράγματα ἀκατόρθωτα. Θέλησα νὰ περιορίσω τὴν κακία σας, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐσεῖς δὲν θελήσατε καὶ ἐπιμένετε στὴν παραφροσύνη σας, νά, σᾶς παραδίνομαι.
Τὰ ἀνέφερα ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ μὴν κατηγορήσουν μερικοὶ τὸν Χριστό, καὶ ποῦν: γιατί δὲν μετέστρεψε τὸν Ἰούδα;
(Πηγή: agiazoni.gr)
http://alopsis.gr/

Τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον

Τὸ Εὐχέλαιο εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ἑπτὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο τελεῖται στὸ Ναὸ ἢ στὸ σπίτι γιὰ τὴν ἴαση σωματικῶν καὶ ψυχικῶν ἀσθενειῶν. Τὸ Εὐχέλαιο τῆς Μ.Τετάρτης δὲν ἔχει κάποια μαγικὴ ἐπενέργεια στὴν πνευματική μας ζωή, ἀλλὰ εἶναι μιὰ ἄρρηκτη ἀλυσίδα μαζί μὲ τὰ ἄλλα Μυστήρια στὰ ὁποῖα θὰ πρέπει νὰ συμμετέχουμε, π.χ. Ἐξομολόγηση, Θεία Κοινωνία.

Ἡ σύσταση τοῦ Μυστηρίου

Ἡ σύσταση τοῦ εὐχελαίου, ὅπως καὶ τῶν ὑπόλοιπων μυστηρίων, ἀνάγεται στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ μάλιστα τὴν Καθολικὴ Ἐπιστολὴ Ἰακώβου (ε´ 14-15). Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική: Εἶναι κάποιος ἀπὸ σᾶς ἄρρωστος; Νὰ προσκαλέσει τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας νὰ προσευχηθοῦν γι᾿ αὐτὸν καὶ νὰ τὸν ἀλείψουν μὲ λάδι, ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ προσευχὴ ποὺ γίνεται μὲ πίστη θὰ σώσει τὸν ἄρρωστο· ὁ Κύριος θὰ τὸν κάνει καλά. Κι ἂν ἔχει ἁμαρτίες, θὰ τοῦ τὶς συγχωρέσει.
Ἔτσι, ἡ ἀποστολικὴ παραγγελία ἀποτέλεσε τὴ βάση πάνω στὴν ὁποία θεμελιώθηκε ἡ πίστη καὶ ἡ τελετουργικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Τελετουργοὶ τοῦ φιλανθρώπου τούτου μυστηρίου εἶναι οἱ πρεσβύτεροι τῆς Ἐκκλησίας, προσκαλούμενοι γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ στὴν οἰκία τοῦ ἀρρώστου χριστιανοῦ. Πλησίον τοῦ ἀσθενοῦς προσεύχονται θερμά. Ἐπικαλοῦνται τὴ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος γιὰ νὰ εὐλογηθεῖ τὸ λάδι ποὺ παρατίθεται. Καὶ στὴ συνέχεια ἀλείφουν τὸν ἄρρωστο χριστιανὸ μὲ τὸ εὐλογημένο πλέον ἔλαιο. Ἡ ἐπάλειψη μὲ τὸ εὐλογημένο ἔλαιο, σώζει τὸν ἄρρωστο.

Ἡ τέλεση τοῦ Μυστηρίου

Ἡ ἀκολουθία τοῦ εὐχελαίου τελεῖται «εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος». Σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ σωματικὴ ἀσθένεια θεωρεῖται ὡς ὁ πικρὸς καρπὸς τῆς ἁμαρτίας. Ὁποιαδήποτε ἀσθένεια, ὡς διαταραχὴ τῆς ἁρμονικῆς λειτουργίας τοῦ σώματος, ὀφείλεται σὲ πνευματικὰ αἴτια καὶ κυρίως στὴ διαταραχὴ τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Στὰ ἱερὰ κείμενα δὲν παρουσιάζεται μόνο ἡ στενὴ σύνδεση τῆς ἀσθένειας μὲ τὴν ἁμαρτία ἀλλὰ συγχρόνως ὑποδεικνύεται καὶ ὁ τρόπος τῆς θεραπείας: ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια καὶ ἡ ἐπιστροφὴ στὸν Θεό.

Τὰ ὁρατὰ στοιχεῖα τοῦ Εὐχελαίου

Γιὰ τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοποθετεῖται πάνω σε κάποιο τραπέζι τὸ εὐαγγέλιο, μικρὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, κανδήλα ἀναμμένη καὶ δοχεῖο μὲ ἀλεύρι, δίπλα στὸ ὁποῖο ἀνάβονται ἑπτὰ κεριά. Ἡ κανδήλα πρέπει νὰ εἶναι καθαρὴ καὶ μέσα τοποθετεῖται ἁγνὸ λάδι, ἔνδειξη καθαρῆς καὶ ὁλοπρόθυμης προσφορᾶς στὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ καλὸς Σαμαρείτης στὴν ὁμώνυμη παραβολή, περιποιεῖται στοργικὰ τὸν τραυματία ρίχνοντας στὶς πληγές του λάδι καὶ κρασί. Τὸ λάδι, μετὰ τὶς εὐχὲς τῶν ἱερέων, δὲν εἶναι πιὰ κοινὸ λάδι· ὅπως καὶ στὴ βάπτιση: τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας, μετὰ τὶς εὐχὲς τοῦ λειτουργοῦ, δὲν εἶναι πιὰ κοινὸ νερό.
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας γίνεται ἡ χρίση μὲ τὸ ἁγιασμένο ἔλαιο. Χρίεται σταυροειδῶς τὸ μέτωπο, τὸ σαγόνι, οἱ δύο παρειὲς καὶ τὰ χέρια μέσα στὴν παλάμη καὶ στὸ ἐξωτερικό τους μέρος. Μ᾿ αὐτὴ τὴν χρίση, ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ θεραπεύσει τὸ πνεῦμα, τὶς σκέψεις καὶ ὁλόκληρο τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο. Ἀκόμη, νὰ δίνει δύναμη σ᾿ ἐκεῖνα τὰ μέλη τοῦ σώματος μὲ τὰ ὁποῖα κάνουμε τὶς περισσότερες πράξεις· (π.χ.τὰ χέρια εἶναι τὰ μέλη ποὺ ἐκτελοῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ μυαλοῦ μας).

Παρεξηγημένες ἐκδοχὲς τοῦ Μυστηρίου

1. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα, ὁρισμένοι θεωροῦν ὅτι μὲ τὴν συγχωρητικὴ εὐχὴ τοῦ εὐχελαίου ἀναπληρώνουν τὴν ἐξομολόγηση, ποὺ δὲν κάνουν γιὰ διάφορους λόγους. Ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ τοῦ εὐχελαίου δὲν καταργεῖ τὴν ἐξομολόγηση. Ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν, ποὺ παρέχεται στὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου, δὲν ἀναφέρεται στὰ ἁμαρτήματα ποὺ γνωρίζουμε καὶ δὲν ἐξομολογούμαστε, ἀλλὰ σὲ ὅσα μικρὰ ξεχάσαμε ἢ ἀγνοοῦμε. Διότι κανένα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀναιρεῖ τὸ ἄλλο, ἀλλὰ τὸ ἕνα συμπληρώνει τὸ ἄλλο μέσα στὸ μεγάλο «μυστήριο» τῆς Ἐκκλησίας.
2. Μία ἄλλη παρεξήγηση συμβαίνει μὲ τὸ ἀλεύρι, ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴ στήριξη τῶν κεριῶν. Ὁρισμένοι πιστοὶ δὲν ἀρκοῦνται στὴ χρίση μὲ τὸ ἁγιασμένο ἔλαιο, ἀλλὰ ζητοῦν καὶ ἀλεύρι γιὰ διάφορες χρήσεις: νὰ τὸ βάλουν κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι τοῦ παιδιοῦ τους «γιὰ νὰ δείξει ὁ Θεὸς τὸ τυχερό τους», ἢ «γιὰ νὰ φύγει τὸ κακὸ ἀπὸ τὸ σπίτι», ἢ γιὰ νὰ τὸ ἀραιώσουν μὲ νερὸ καὶ νὰ τὸ πιεῖ ὁ ἀσθενής. Ἐπειδὴ τὰ παραπάνω ἐγγίζουν τὴ δεισιδαιμονία, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι τὸ μυστήριο ὀνομάζεται εὐχέλαιο καὶ ὄχι «εὐχάλευρο». Ἐκεῖνο ποὺ ἁγιάζεται εἶναι τὸ λάδι καὶ ὄχι τὸ ἀλεύρι.
3. Ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη παρεξήγηση, ποὺ συνιστᾶ σύγχυση τοῦ σκοποῦ τοῦ εὐχελαίου. Πολλοὶ ζητοῦν εὐχέλαιο γιὰ νὰ ἐγκαινιάσουν τὸ καινούργιο τους σπίτι ἢ τὸ κατάστημα. Γιὰ τὰ σπίτια, τὰ καταστήματα, τὰ ὀχήματα καὶ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα ὑπάρχουν οἱ ἀντίστοιχες ἁγιαστικὲς πράξεις. Ἀκόμη, δὲν εἶναι καὶ λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ ζητοῦν ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ τελέσει ἁγιασμὸ καὶ εὐχέλαιο μαζί, πράγμα ποὺ δείχνει σύγχυση καὶ παρεξήγηση. Λὲς καὶ χρειάζεται περισσότερες ἀπὸ μία ἁγιαστικὲς πράξεις γιὰ νὰ ζητήσουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
4. Μία ἄλλη παρεξήγηση συνδέεται μὲ τὴν ἀντίληψη ὅτι τὸ εὐχέλαιο ἀφορᾶ τοὺς ἑτοιμοθάνατους καὶ ὅσους γενικὰ βρίσκονται στὴν τελικὴ φάση τῆς ἀσθενείας τους. Παρατηρεῖται ἄλλοτε μία ἀποφυγὴ τελέσεως τοῦ εὐχελαίου ἀπὸ τὸ φόβο μήπως προκληθεῖ ἡ ἐπισπευσθεῖ ὁ θάνατος τοῦ ἀσθενῆ. Ὁ φόβος αὐτός, ὅμως, εἶναι ἀδικαιολόγητος. Οἱ συγγενεῖς φοβοῦνται νὰ τὸ ποῦν στὸν ἀσθενῆ. Ὁ ἀσθενὴς φοβᾶται νὰ τὸ ζητήσει. Τὸ εὐχέλαιο εἶναι γιὰ τὴν ὑγεία καὶ τὴ ζωή. Γιὰ ὑγεία καὶ ζωὴ μιλοῦν ὅλες οἱ αἰτήσεις καὶ οἱ εὐχὲς τοῦ μυστηρίου.
Τέλος, εἶναι δυνατὸ νὰ διατυπωθεῖ καὶ μία ἔνσταση: γιατί δὲν θεραπεύει πάντοτε; τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου δὲν συστάθηκε γιὰ νὰ καταργεῖ κάθε ἀσθένεια, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Πολλὲς φορὲς φέρνει ἔμμεση θεραπεία. Ἄλλωστε, ἡ θεραπεία ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἴδια χάρη παρέχεται σὲ ὅλους· ὅλοι ὅμως δὲν θεραπεύονται. Ἡ θεραπεία μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι πάντοτε γιὰ τὸ εὐρύτερο συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου. Παραμένει γιὰ νὰ παιδαγωγήσει ἴσως τὸν ἀσθενῆ καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει μὲ βεβαιότητα στὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία· ὅποτε καὶ πάλι ἐπιτυγχάνεται ὁ ἀπώτερος σκοπὸς τοῦ μυστηρίου.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...