Ο Στρατηγός
Μακρυγιάννης (1797-1867) συγκαταλέγεται ανάμεσα στις αγνότερες και ηρωικότερες
μορφές του ελληνικού θαύματος του 1821. Μια ακέραιη, ανιδιοτελής, πολύπλευρη
προσωπικότητα με ορθόδοξες καταβολές και χριστιανικό φρόνημα. Γράφει σχετικά ο
νεοέλληνας λογοτέχνης Γ. Θεοτοκάς: «… Είναι ο ελεύθερος πολίτης μιας πατρίδας,
που την ονειρεύεται δίκαιη και ευνομούμενη, ελέυθερος και συνάμα κοινωνικός, με
συνείδηση των δικαιωμάτων του και των δικαιωμάτων του λαού του… Μαζί με όλα αυτά
καλλιτέχνης από γεννησιμιού του… ένας γεννημένος αρχηγός, ένας από τους πρώτους
ανθρώπους του έθνους του, από τους εμψυχωτές και οδηγητές της Επανάστασης, από
τους ιδρυτές του νεοελληνικού κράτους. Είναι πολεμικός αρχηγός σημαντικός και
πολιτικός υπολογίσιμος… ένα μυαλό από τη φύση του ανήσυχο, ζωηρό και οξύ, που
δουλεύτηκε γερά από μια εξαιρετική πείρα ζωής και από μια πολύχρονη επαφή με
ανθρώπους σοφούς και σπουδαίους, με τους οποίους ο Στρατηγός συζητούσε σαν ίσος
προς ίσους».
Η μεγάλη αυτή και
πολυεδρική μορφή παρουσιάζεται ανάγλυφα μέσα από το έργο που μας άφησε, τα
περίφημα «Απομνημονεύματά» του, όπου αφηγείται τις άμεσες εμπειρίες του από τα
πολεμικά γεγονότα της επανάστασης του 1821 και από την πολιτική ιστορία των
μετέπειτα χρόνων. Με λόγο ζωντανό και πυκνό, ζωγραφίζει πρόσωπα και γεγονότα με
μια θαυμαστή ακρίβεια και ενάργεια. «Ο Μακρυγιάννης γράφει τρόπον τινά διά της
σπάθης και ουχί διά της γραφίδος», σημειώνει ο Γιάννης Βλαχογιάννης, στον οποίο
οφείλουμε την έκδοση και το σχολιασμό του έργου του μεγάλου αγωνιστού. Ολόκληρο
το έργο του περιστρέφεται σταθερά γύρω από δύο πόλους: Πατρίδα και Θρησκεία. Δεν
τα ξεχωρίζει ποτέ, Ελλάδα για αυτόν σημαίνει Ορθοδοξία. Από τις πρώτες σελίδες
των Απομημονευμάτων του ο Μακρυγιάννης μας παρουσιάζει ένα χαρακτηριστικό
γεγονός των παιδικών του χρόνων, που εκφράζει εύγλωττα τους δύο πόλους, γύρω από
τους οποίους θα στραφεί όλη του η ζωή, τη ζωντανή πίστη του στο Θεό και την αγνή
φιλοπατρία του.
Όταν φούντωσε η
Επανάσταση την κρίσιμη ώρα της επίθεσης του πανίσχυρου Ιμπραήμ κατά της
Πελοποννήσου, ανατέθηκε στο Μακρυγιάννη να τον αναχαιτίσει. Ο τότε νεαρός
οπλαρχηγός σχεδίαζε να αναμετρηθεί με τον πολυάριθμο εχθρικό στρατό στο
Νιόκαστρο της Πύλου. Ήξερε ότι τα φυσικά μέσα που διέθετε δεν του έφθαναν για να
νικήσει. Αλλά ήξερε επίσης να αντλεί την ακαταμάχητη υπερφυσική δύναμή του από
τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Η κοινωνία του με τα μυστήρια της Εκκλησίας δεν
ήταν κάτι περιστασιακό, το οποίο επέβαλε ο έσχατος κίνδυνος που διέτρεχε. Ήταν
μια ζωντανή κοινωνία σε όλη του τη ζωή. Στην εποχή μας που πολύ επιπόλαια
αντιμετωπίζεται η αναγκαιότητα των μυστηρίων της Θείας Ευχαριστίας και μάλιστα
της Εξομολόγησης, είναι σημαντική η μαρτυρία μιας τόσο φωτισμένης προσωπικότητας
σαν τον Μακρυγιάννη για τη σχέση ολόκληρης της οκογένειας με έναν Πνευματικό.
«…Ἔρχεται ὁ σεβάσμιος ἀγαθός Δεσπότης Μπουντουνίτζας (Μενδενίτσας) - ἔρχεται
παντότες. Μέ ξεμολογάει ἐμένα καί τήν οἰκογένειά μου».
Μετά το Νιόκαστρο,
όπου οι εσωτερικές συνθήκες ήταν για το Μακρυγιάννη εξαιρετικα δύσκολες, θα
χτυπούσε τον Ιμπραήμ στους Μύλους του Ναυπλίου. Και εδώ, παρά τις δυσοίωνες
προβλέψεις, η πίστη του στο Θεό και η αγάπη του στην πατρίδα μεγαλούργησαν. Λίγο
πριν από τη θρυλική νίκη του, είχε μια αξιομνημόνευτη συνομιλία με το Γάλλο
Ναύαρχο Δεριγνύ.
«Ἐκεῖ ὀπούφκιανα
τίς θέσεις εἰς τούς Μύλους ἦρθε ὁ Ντερνύς νά μέ ἰδῆ. Μοῦ λέγει: «Τί κάνεις
αὐτοῦ; Αὐτές οἱ θέσεις εἶναι ἀδύνατες, τί πόλεμο θά κάντε μέ τόν Μπραϊμη αὐτοῦ;»
Τοῦ λέγω: «Εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσεις καί ἐμεῖς, ὅμως εἶναι δυνατός ὁ Θεός ὅπου
μας προστατεύει. Καί θά δείξωμεν τήν τύχη μας σέ αὐτές τίς θέσεις τίς ἀδύνατες.
Καί ἄν εἴμαστε ὀλίγοι εἰς τό πλῆθος τοῦ Μπραϊμη, παρηγοριόμαστε μέ ἕναν τρόπον,
ὅτι ἡ τύχη μᾶς ἔχει τούς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους. Ὅτι ἀρχή καί τέλος,παλαιόθεν
καί ὡς τώρα, ὅλα τα θεριά πολεμοῦν νά μᾶς φᾶνε καί δέν μποροῦνε. Τρῶνε ἀπό μας
καί μένει καί μαγιά. Καί οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νά πεθάνουν. Καί ὅταν κάνουν
αὐτείνη τήν ἀπόφασιν, λίγες φορές χάνουν καί πολλές κερδαίνουν. Ἡ θέση ὅπου
εἴμαστε σήμερα ἐδῶ εἶναι τοιούτη. Καί θά ἰδοῦμεν τήν τύχη μας οἱ ἀδύνατοι μέ
τούς δυνατούς».
Οι αγώνες τόσο
ετών καρποφόρησαν. Υπήρχε πλέον λίγη ελεύθερη Ελλάδα. Ωστόσο απειλόταν πάλι και
από εσωτερικούς και από εξωτερικούς κινδύνους. Ο Μακρυγιάννης αγωνιούσε και
αγωνιζόταν καθώς έβλεπε να κινδυνεύουν η Πατρίδα και η Ορθοδοξία. Γράφει στα
Απομνημονεύματά του: «…Ὅταν μου πειράζουν τήν πατρίδα καί θρησκεία μου, θά
μιλήσω, ἵνα ἐνεργήσω καί ὅτι θέλουν ἅς μου κάνουν… καί αὐτείνη ἡ πατρίδα δέν
λευτερώθη μέ παραμύθια, λευτερώθη μέ αἵματα καί θυσίες. Καί ἀπό αὐτά ἔγινε
βασίλειον. Καί ὄχι νά βραβεύωνται ὁλοένα οἱ κόλακες καί οἱ ἀγωνισταί νά
ἀδικιῶνται. Ὅτι ὅταν σκοτώνονταν οἱ ἀγωνισταί, αὐτεῖνοι κοιμώνταν. Κι ὅσο ἀγαπῶ
τήν πατρίδα μου δέν ἀγαπῶ ἄλλο τίποτας. Ναρθεῖ ἕνας νά μοῦ εἰπῆ ὅτι θά πάγη
ὀμπρός ἡ πατρίδα, στέργομαι νά μοῦ βγάλη καί τά δυό μου μάτια…».
Με την οξυδέρκεια
που τον χαρακτηρίζει αντιλαμβάνεται από νωρίς, ποιοι είναι οι πραγματικοί εχθροί
της φυλής μας. Πονάει πολύ βλέποντας τις ραδιουργίες των Ευρωπαίων απεσταλμένων
στα πολιτικά παρασκήνια της Ελλάδας. Αγανακτεί για τις ύπουλες επεμβάσεις τους
στα ιερά και τα όσια του έθνους μας. Γίνεται εκτός εαυτού βλέποντας την ηθική
διαφθορά των Ευρωπαίων να μολύνει την ελληνική οικογένεια, την ελληνική
κοινωνία. Ο τρόπος που το εκφράζει είναι οξύς, η γλώσσα του σκληρή. Πολλές
φορές φαίνεται καθαρά, πως θέλει να μιλήσει με το σπαθί του, καθώς θα έλεγε ο
Βλαχογιάννης.
Σαν γνήσιος
εκφραστής των αισθημάτων του ελληνικού λαού ξέρει και το διακηρύσσει ότι αυτός ο
αγνός λαός αποστρέφεται τις ατιμίες των ηγετών «των μεγάλων δυνάμεων» και
στηρίζεται με εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη του Θεού. Λέγει χαρακτηριστικά: «Ὅμως
τοῦ κάκου κοπιάζετε. Ἄν δέν ὑπάρχη σέ ἐσάς ἀρετή, ὑπάρχει ἡ δικαιοσύνη τοῦ
μεγάλου Θεοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ βασιλέα. Ὅτι ἐκείνου ἡ δικαιοσύνη μᾶς ἔσωσε καί θέλει
μᾶς σώση. Ὅτι ὅσα εἶπε αὐτός εἶναι ὅλα ἀληθινά καί δίκαια – καί τά δικά σας
ψέματα δολερά. Κι ὅλοι οἱ τίμιοι Ἕλληνες δέ θέλει κανένας οὔτε νά σᾶς ἀκούση,
οὔτε νά σᾶς ἰδῆ…».
Ο Στρατηγος
Μακρυγιάννης δεν είναι άδικος και φανατισμένος. Ξέρει να διακρίνει και να
ευγνωμονεί με ειλικρίνεια αυτούς που υπήρξαν «τίμιοι άνδρες» και βοήθησαν την
πατρίδα μας στα δύσκολα πρώτα βήματά της. Ωστόσο μέσα από συζητήσεις με
Δυτικούς, αποκαλύπτει τις εχθρικές διαθέσεις των Δυτικών εναντίον της
Ορθοδοξίας. Και όταν ανακαλύπτει και τη συνεργασία μερικών Ελλήνων σε αυτήν την
επίθεση τότε οργίζεται και ριζωμένος βαθιά στην ορθόδοξη πίστη μας με ιερό πάθος
χτυπάει όλους αυτούς που μας έφεραν την ηθική παραλυσία και «ὁπού ἐπεβαίνουν καί
εἰς τήν θρησκείαν μας διά νά μᾶς φκειάσουνε τοῦ δόγματός τους ἀπό ὀλίγον κατ’
ὄλιγον». Δε διστάζει να τα βάλει και με τον ίδιο τον πρωθυπουργό της Ελλάδας,
όταν υποπτεύεται πως συμπράττει στα ξένα σχέδια κατά της θρησκείας
μας.
Με τη
χαρακτηριστική του λακωνικότητα καταγγέλλει μια μεγάλη ιεροσυλία: τη διάλυση και
λεηλασία των Μοναστηριών από τους Βαυαρούς. Φεύγοντας από τη χώρα μας αυτοί οι
ανθέλληνες φαίνεται πως μας άφησαν κάποιους διαδόχους για να ξεθεμελιώσουν ό,τι
απέμεινε στα προπύργια αυτά όχι μόνο της πίστης, αλλά και της
ελευθερίας.
Το κριτήριο που
λέγεται ελληνορθόδοξο ήθος χάθηκε και αυτό προβάλλεται από τα ταπεινά λόγια του
Στρατηγού. Ποθούσε να δει όλους τους Έλληνες αδιακρίτως μονιασμένους στον αγώνα
για την Ελλάδα και τη θρησκεία της. Για αυτό και συμβουλεύει με τον υπέροχο
τρόπο του τονίζοντας: «Κι ἀφοῦ ὁ Θεός θέλησε νά κάμη νεκρανάστασιν εἰς τήν
πατρίδα μου, νά τήν λευτερώση ἀπό τήν τυραγνίαν τῶν Τούρκων, ἀξίωσε κι ἐμένα νά
δουλέψω κατά δύναμιν λιγώτερον ἀπό τόν χειρότερον πατριώτη μου Ἕλληνα… ὅσοι
ἀγωνιστήκαμεν, ἀναλόγως ὁ καθείς, ἔχομεν νά ζήσωμεν ἐδῶ. Τό λοιπόν δουλέψαμε
ὅλοι μαζί νά τήν φυλάμεν κι ὅλοι μαζί καί νά μή λέγη οὔτε ὁ δυνατός «ἐγώ», οὔτε
ὁ ἀδύνατος. Ξέρετε πότε νά λέγη ὁ καθείς «ἐγώ»; Ὅταν ἀγωνιστῆ μόνος του καί
φκιάση ἤ χαλάση, νά λέγη «ἐγώ». Ὅταν ὅμως ἀγωνίζωνται πολλοί καί φκιάνουν τότε
νά λένε «ἐμεῖς». Εἴμαστε εἰς τό «ἐμεῖς» κι ὄχι εἰς τό «ἐγώ». Καί εἰς τό ἑξῆς νά
μάθωμεν γνῶσι, ἄν θέλωμεν νά φκιάσωμεν χωριόν, νά ζήσωμεν ὅλοι μαζί. Ἔγραψα
γυμνή τήν ἀλήθεια, νά ἰδοῦνε ὅλοι οἱ Ἕλληνες νά ἀγωνίζονται διά τήν πατρίδα
τους, διά τήν θρησκεία τους, νά ἰδοῦνε καί τά παιδιά μου καί νά λένε: «ἔχομεν
ἀγῶνες πατρικούς, ἔχομεν θυσίες», ἄν εἶναι ἀγῶνες καί θυσίες. Καί νά μπαίνουν σέ
φιλοτιμίαν καί νά ἐργάζωνται εἰς τό καλό της πατρίδας τους, τῆς θρησκείας τους
καί τῆς κοινωνίας. Ὅτι θά εἶναι καλά δικά τους».
Με το ψέμα και το
δόλο δε συμβιβάστηκε ποτέ. Σε όλη του τη ζωή μόχθησε για την αλήθεια. Για χάρη
της ήταν έτοιμος να θυσιάση και την ζωή του. «…Ὅτι εἰς τήν ἀλήθειά μου
πεθαίνω…Καί διά νά μιλῶ τήν ἀλήθεια κατατρέχομαι κι ἀπό βασιλέα κι ἀπό
προκομμένους. Θέλουν τήν ἀλήθεια κι ὅποιος τήν εἰπῆ κιντυνεύεται. Ἀλήθεια,
ἀλήθεια, πικριά ὁπού εἶσαι! Οὔτε βασιλεῖς σέ ζυγώνουν, οὔτε οἱ προκομμένοι,
μόνον ρωτοῦν διά σένα καί ὕστερα σέ κατατρέχουν».
Στην υλιστική και
εγωκεντρική εποχή μας θα φανεί απίστευτο το ύψος της χριστιανιικής αγάπης του
Μακρυγιάννη που αγγίζει και πάλι τα όρια της θυσίας. Η αυταπάρνηση και το πνεύμα
αυτοθυσίας που τον διακατέχει σπάνια συναντάται μέσα στην ιστορία.
Πηγή
υλικού
Ιερά Μονή
Παρακλήτου, Ο πόνος του Μακρυγιάννη, Έκδοση ΙΒ’, Ωρωπός 2000
Επιλογή
υλικού
Αικατερίνη
Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου
Ιεροσολύμων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά