Πρωτ. Γεώργιος Σούλος
«Τριώδιο» είναι η εκκλησιαστική κινητή περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που αρχίζει, ως εισαγωγή της Μ. Σαρακοστής, την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και λήγει το απόγευμα του Μεγάλου Σαββάτου. Ονομάσθηκε «Τριώδιο» από το ομότιτλο   υμνολογικό βιβλίο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που χρονολογείται από τον 5ο ως τον 15ο αιώνα και στο ότι ο “Κανών” των Ακολουθιών αποτελείται από τρεις ωδές, με σταθερές την 8η και την 9η πάντοτε, και μία από τις πέντε πρώτες. Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη στην ελληνική γλώσσα το 1522 μ.Χ.
Η ουσιαστική ύπαρξη αυτής της μακράς περιόδου είναι το διαχρονικό κάλεσμα της Εκκλησίας, προ τον άνθρωπο, για αλλαγή του τρόπου ζωής του και την επάνοδό του στην πρωτέρα αγιοπνευματική κατάσταση που ήταν, από την πρώτη στιγμή, που εξήλθε από τη Θεϊκή Βούληση.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, να είναι αφιερωμένη στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου, του Τελώνου και του Φαρισαίου, για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί ότι η αμετανόητη κατάσταση, μεταποιείται σε αθεράπευτη ασθένεια του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την σωστική Χάρη του Θεού και ότι η μετανοητική απόφασή του, είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο ο εγωισμός και η υπερηφάνεια.
Ο ιερός Χρυσοστός ορίζων και προσδιορίζων τη μετάνοια τη χαρακτηρίζει, ως «θεραπευτικό ιατρείο της αμαρτίας» και ως «δώρο ουράνιο», «δύναμη θαυμαστή» και «χάρη», που νικά τις συνέπειες των νόμων. Γι’ αυτό δεν απορρίπτει τον πόρνο, δεν διώχνει το μοιχό, δεν αποστρέφεται τον μέθυσο, δεν σιχαίνεται τον ειδωλολάτρη, δεν απομακρύνει τον κακολόγο, δεν διώχνει τον βλάσφημο, ούτε τον αλαζόνα, αλλ’ όλους τους μεταβάλλει, γιατί η μετάνοια είναι χωνευτήρι της αμαρτίας» (. Έργα Χρυσοστόμου, τομ. 30, σ. 241.)
Χαρά, τονίζει, λαμβάνει ο Θεός από τη μετάνοιά μας, χαρά αληθινή αισθανόμεθα τότε κι εμείς. Απόδειξη ότι μας συγχώρεσε ο Θεός είναι το μίσος κατά της αμαρτίας. Η συγχωρητικότητα είναι χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου. Ή μετάνοια θεωρείται από ολόκληρη τη χορεία των αγίων Πατέρων, ως ο ακρογωνιαίος λίθος της πνευματικής ζωής. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας, οδηγεί στην απόφαση για αλλαγή και μεταστροφή προς στην ειλικρινή και δακρύβρεχτη εξομολόγηση, που συναποτελεί και συντελεί στην απαρχή της σωτηρίας μας. Τόσο ο ιερός Πρόδρομος, όσο και ο ίδιος ο Κύριος άρχισαν την διδασκαλία τους με την πρόσκληση στον άνθρωπο σε μετάνοια, διότι «ουδείς δύναται σωθήναι», αν δεν μετανοήσει, ώστε να απαλείψει την αμαρτία, που είναι όντως φοβερό κακό και επικίνδυνη αρρώστια της ψυχής και την απονευρώνει με δολιότητα και την παραδίνει εξαθλιωμένη στη φθορά και το θανάτου. Όμως, αυτός ο θάνατος είναι προσωπική επιλογή του ανθρώπου, αφού εξαρτάται από την δική του θέληση. Είναι αποτέλεσμα της δικής μας προαιρέσεως. Όντως είναι μέγιστη ασθένεια η αμαρτία, αλλά όχι και αθεράπευτη. Η θεραπεία της βρίσκεται στην αγωγή της μετάνοιας. «Όλοι, μα, όλοι έχουμε ανάγκη μετανοίας, γιατί «ουδείς αναμάρτητος», διδάσκει, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Ο δε Μ. Βασίλειος λέγει πως «όλος ο ανθρώπινος βίος είναι προς μετάνοια. Ο ατελής άνθρωπος θέλει συνεχή αγώνα για να πλησιάσει τον Τέλειο Θεό». «Ατέλεστος η τελειότητα» θα πει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Ενώ, ο μεγάλος δογματικός πατήρ της Εκκλησίας μας ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει, ότι «μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση» και ότι «έπρεπε να το καλλιεργήσει ελεύθερα και φιλότιμα ο ίδιος ο άνθρωπος, με τη συνεργία βέβαια της Θείας Χάριτος. Η κατάκτηση του καθ’ ομοίωση αποτελεί τον αγιασμό, τη χαρίτωση και την τελείωση, που προσφέρουν τη θέωση». Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος, τονίζει, πως η μετάνοια δύναται να επαναφέρει τον μετανοούντα σε μεγαλύτερη καθαρότητα και από την προ της αμαρτίας κατάσταση.
«Το κακό είναι ηθελημένο, επιλεγμένο και πραγματούμενο εκούσια από τον άνθρωπο. Η βούληση του  ανθρώπου είναι κύρια υπεύθυνη για κάθε αμαρτία. Αναίτιος του κακού η «Θεία αυτοαγαθότητα» λέγει ο Μ. Βασίλειος. «Κανένα κακό έξω από την προαίρεση του ανθρώπου δεν υπάρχει», λέγει ο άγιος Ισαάκ. Η μετάνοια είναι μεγάλη αρετή, πάνω στην οποία οικοδομείται η πνευματική ζωή του πιστού. Ο μετανοημένος μόνο μπορεί να επικοινωνεί με τον Θεό. Πρόκειται για μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Του Θεού, που δεν παύει ποτέ ν’ αγαπά, να εμπνέει, να μη συνερίζεται τον αγνώμονα αμαρτωλό. Είναι μια τρανή ακόμη απόδειξη της άφατης και φιλόστοργης φιλανθρωπίας του Πανάγαθου Θεού Πατέρα και Πλάστη. Δεν απομένει από το ν’ αποδεχθεί αυτόβουλα την πρόκληση και πρόσκληση προς απόλαυση των πολλών αγαθών της μετάνοιας. Η αντίδραση, η αντίθεση και η απόδραση του ανθρώπου από το ευγενές αυτό προσκλητήριο τον καταταλαιπωρεί.
ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ
Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει πως «αρχή μετάνοιας είναι η αποχή του κακού και η αρχή της μετάνοιας είναι αρχή της σωτηρίας μας». Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάλι λέγει «πως η μετάνοια αρχίζει με την αυτομεμψία, την εξομολόγηση, την απομάκρυνση από τις κακίες. Δεν μπορεί ποτέ κανείς, να νομίζει, ότι προχωρά και προοδεύσει πνευματικά στα υψηλά και τέλεια, αν δεν αγγίξει την αρχή των αρετών, τη μετάνοια. Η εμμονή στη μετάνοια θερμαίνει την πίστη και αυξάνει την ταπείνωση, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Τότε, αληθινά ευτυχούμε γινόμενοι θεοχαρίτωτοι, αγιοπνευματικοί. Είμαστε με τον Θεό, όπως ήταν ο Αδάμ στον παράδεισο της τρυφής, προγευόμαστε την ανεκλάλητη χαρά της βασιλείας των ουρανών, διατηρώντας γνήσιο ταπεινό φρόνημα, κατάνυξη, καρδία καθαρή, πράττοντας πρόθυμα έργα μετανοίας, ευάρεστα στον Θεό. Ο άγιος Συμεών, εξάλλου σημειώνει, πως «και αν χίλια χρόνια ζήσουμε στη γη, ποτέ δεν θα μπορέσουμε τέλεια να κατανοήσουμε τη μετάνοια, αλλά καθημερινά να βάζουμε αρχή σε αυτή και ν’ αγωνιζόμεθα». Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τη θεωρεί «αναβαπτισμό, νέα συνθήκη με τον Θεό, ενδυνάμωση κατά της απελπισίας, λογισμός αυτοκριτικής και αυτοκατάκρισης, εμπιστοσύνη στον Θεό και απόλυτη ελπίδα, συνδιαλλαγή και αγαθοεργία, καθαρή συνείδηση, υπομονή στις θλίψεις, αντοχή στη νηστεία, νέκρωση του παλαιού εαυτού. Η μετάνοια κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν εξαντλείται στο μίσος της αμαρτίας αλλά στην αγάπη της αρετής και στον εσωτερικό πόθο της ένωσης με το Θεό. Διότι, η αμαρτία δεν είναι κανένας εχθρός πού σε πολεμά απ’ έξω, αλλά φυτρώνει και αναπτύσσεται μέσα μας. «Βλέπε με σωφροσύνη» (Παροιμ. δ’ 25) και δεν θα νιώσεις αισχρή επιθυμία. Να θυμάσαι την μέλλουσα κρίση, και ούτε πορνεία, ούτε μοιχεία, ούτε φόνος, ούτε παρανομία θα σε κυρίευση. Όταν όμως ξεχάσεις τον Θεό, τότε θ’ αρχίσεις να σκέπτεσαι πονηρά και θα ενεργείς παράνομα.
Ό Θεός είναι φιλάνθρωπος. Γι αυτό δεν πρέπει να μας βάζει σε λογισμούς ο σατανάς και να λέμε: Με τόσες αμαρτίες άραγε, θα με συγχωρήσει; Άραγε θα με απαλλάξει από την καταδίκη;». Την απάντηση τη δίνει ο ψαλμωδός, που λέγει: «Ως πολύ το πλήθος της χρηστότητάς σου, Κύριε» (Ψαλμ. λ’ 20). Τα αμαρτήματά μας, δεν νικούν το πλήθος των οικτιρμών του Θεού. Τα τραύματά μας, ποτέ δεν ξεπερνούν την θεραπευτική Του δύναμη. Μόνο να παραδώσουμε εξ’ ολοκλήρου την ψυχή μας, με πίστη και ευλάβεια σε Εκείνον. Και να του πούμε κι εμείς, μαζί με τον Δαβίδ: «Εξαγορεύσω κατ’ εμού την ανομίαν μου τω Κυρίω» (Ψαλμ. λα’ 5). Και τότε, θα συμβεί αυτό πού αναφέρει η συνέχεια του στίχου: «Και συ αφήκας την ασέβειαν της καρδίας μου» (Ψαλμ. λα’ 5).
Θέλουμε, πράγματι, να γνωρίσουμε τη φιλανθρωπία του Θεού και το μέγεθος της μακροθυμίας του; Δείτε τι συνέβη στον Αδάμ. «Παρήκουσε Αδάμ ο πρωτόπλαστος». Ο Θεός αμέσως δεν θα μπορούσε, να τον παραδώσει στην τιμωρία του θανάτου; Ασφαλώς μπορούσε. Τι κάνει όμως ο Φιλάνθρωπος; Τον εξορίζει από τον παράδεισο, διότι δεν έπρεπε να παραμένει εκεί, που είναι η θέση των αναμάρτητων και των αγίων. Όμως, τον στέλνει να κατοίκηση απέναντι, για να βλέπει, και από πού εξέπεσε, και τί έχασε, αλλά και πού κατάντησε, ώστε να μετανοήσει και να σωθεί.
Ό Κάιν, ο πρώτος άνθρωπος πού γεννήθηκε, έγινε αδελφοκτόνος, εφευρέτης κακών, αρχηγός των φθονερών και των ανθρωποκτόνων. Αλλά, ενώ σκότωσε τον αδελφό του σε τί καταδικάσθηκε; «Θα ζεις πλέον στενάζοντας και τρέμοντας» (Γεν. δ’ 12). Φοβερό το έγκλημα! Μικρή όμως ή καταδίκη! Πραγματικά μεγάλη είναι ή φιλανθρωπία πού έδειξε ο Θεός στον Κάιν. Μεγαλύτερη όμως είναι αυτή πού ακολουθεί: Την εποχή του Νώε.
Αμάρτησαν οι γίγαντες και απλώθηκε στην γη υπερβολική παρανομία. Τιμωρία θα ήταν ο κατακλυσμός. Μ’ αυτόν απειλεί ο Θεός. Τον εξαπολύει όμως έπειτα από εκατό ολόκληρα χρόνια! Ιδού, το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού! Αυτό πού πραγματοποίησε, έπειτα από εκατό χρόνια, δεν μπορούσε να το πραγματοποίηση αμέσως; Παράτεινε όμως τόσο πολύ τον καιρό της τιμωρίας για να δώσει χρόνο μετανοίας. Εάν μετανοούσαν οι αμαρτωλοί, ο Θεός δεν θα εξαπέλυε την τρομερή δίκαιη τιμωρία.
Πώς θα μετανοήσει κανείς; Πώς θ’ αρχίσει; Να σκύψει πρωτίστως μέσα του, να σκάψει τα εντός του, να δει τις δυνάμεις, τις δυνατότητες, τα όρια, τις αντοχές, τα δοθέντα τάλαντα. Χρειάζεται περισυλλογή, αυστηρός αυτοέλεγχος, επιείκεια και κατανόηση των άλλων. Να βρούμε τα ποσοστά της προσωπικής μας ευθύνης. Να μη τα ρίχνουμε εύκολα και γρήγορα πάντα μόνο στους άλλους. Απλά και ειλικρινά, τίμια και δίκαια πρέπει και αξίζει να οδηγηθεί ο εαυτός μας, που συνηθίζει να ξεγλιστρήσει σαν χέλι, να παραδεχθεί την αμαρτωλότητά του. Να θελήσει γενναία, ηρωικά και παλληκαρήσια ν’ αναχωρήσει ανεπίστροφα από την αμαρτία. Να μη επωάζει πια μνήμες και ανεπίστροφους λογισμούς στα πρότερα, τ’ άχαρα, τ’ αμαρτωλά, τ’ ανέντιμα της προηγούμενης ζωής.
Όλα αυτά φυσικά γίνονται ελεύθερα και αυτοπροαίρετα και δεν υπάρχει κανένα νόημα σε κανενός είδους εξαναγκασμό. Ποτέ δεν επιτρέπεται να εκβιάσουμε κάποιον να εξομολογηθεί. Η εξομολόγηση εμπνέεται και είναι ιερό μυστήριο και πράξη ελευθερίας. Της μετάνοιας προηγείται η επίγνωση της αμαρτίας, η συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητος. Ακο­λουθεί η λύπη για την αμαρτία. Έπεται η εξομολόγηση, με καρδιά συντετριμμένη και πνεύμα «τεταπεινωμένο», δέηση για συγχώρεση και άφεση και απόφαση υποσχετική, για μόνιμη αποχή από το κακό. Ελεύθερα και αυτόβουλα επιλέγει ο αμαρτωλός τη μετάνοια και πλουτίζει από τ’ αγαθά της ειρήνης. Είναι αληθές ότι πολλοί εξομολογούνται, αλλά λίγοι μετανοούν! Η μετάνοια έχει οπωσδήποτε καθαρά προσωπικό χαρακτήρα. Ο καθένας μετανοεί για τον εαυτό του. Στην εξομολόγηση ο εξομολογούμενος καταθέτει την προσωπική του ευθύνη. Δεν αναλύει πόσο κακοί είναι οι άλλοι, που δεν τον καταλαβαίνουν και πόσο άδικος ο κόσμος που τον κουράζει. Η μετάνοια δεν έχει σχέση με την επιφάνεια, αλλά με το βάθος. Δεν στηρίζεται τόσο στα λόγια, αλλά στις πράξεις. Η ευσέβειά μας, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, δεν μένει στα λόγια, αλλά προβαίνει σε πράξεις. Η μετάνοια ελευθερώνει και δεν υποδουλώνει τον άνθρωπο. Όσο ο πιστός βαθαίνει στη μετάνοια τόσο περισσότερο αισθάνεται την αγάπη του Θεού και βιώνει την ελευθερία.
Ελπίζοντας στην αγάπη του Θεού ο πιστός και πιστεύοντας στη συγχώρεση, αναγνωρίζει, ότι ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να τον ελεήσει και να τον δε­χθεί, ως τον άσωτο της παραβολής. Η μετάνοια όμως θα πρέπει να υπάρξει σε αυτή στη ζωή. «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας». Η μετάνοια επαναφέρει, επανορθώνει, ανορθώνει και διορθώνει τον άνθρωπο. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει: «Η αμαρτία μαυρίζει, η μετάνοια ασπρίζει». Καμιά αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη της αγάπης του Θεού. Όλα συγχωρούνται αρκεί ο άνθρωπος έγκαιρα και έγκυρα και έμπρακτα να μετανοήσει.
ΑΓ. ΜΑΞΙΜΟΣ
Οι νηπτικοί πατέρες συνδυάζουν πάντοτε με τη μετάνοια την κατάνυξη, την οποία θεωρούν απαραίτητη όσο και το οξυγόνο. Ο άγιος Συμεών συνδυάζει την κατάνυξη με τα θερμά δάκρυα και την αγαθοεργία, διά των οποίων καθαίρεται ο άνθρωπος. Η κατανυκτική προσευχή έχει δάκρυα, αυτά όμως είναι άκοπα, θερμά και γλυκά. Δεν είναι αποτέλεσμα συναισθηματικών καταστάσεων και νοσηρών φαντασιών ενός εγωισμού ή μιας αμαρτωλότητος και νόθας μηδαμινότητας. Όσο ο άνθρωπος αμαρτάνει, τόσο σκληραίνει, πωρώνεται και δεν δακρύζει εύκολα. Όσο ο άνθρωπος μετανοεί, χύνει δάκρυα, σπάει ο πάγος, φανερώνεται η επίσκεψη της Θείας Χάριτος. Τα δάκρυα της χάριτος καμιά σχέση δεν έχουν με τα φυσικά δάκρυα λέγει ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει η σκληροκαρδία θα μαλαχθεί με δάκρυα, η καρδιά θα ταπεινωθεί με δάκρυα, η ένωση με τον Θεό θα γίνει με δάκρυα, η γνώση του Θεού είναι αδύνατον να επιτευχθεί δίχως δάκρυα.
Ο πρώτος Αδάμ, κατά τον αββά Δωρόθεο, απογύμνωσε τον άνθρωπο από τις πνευματικές δυνατότητες της προς το «κατ’ εικόνα» Θεού υπάρξεώς του, γιατί επέλεξε την αλαζονεία, την υπερηφάνεια και όχι τη μετάνοια. Ο Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ, κάλυψε τη γύμνωση του ανθρώπου, του έδωσε τη δύναμη ν’ ανθίσταται στην αμαρτία και ν’ αγαπά την αρετή. Η μετάνοια συντελεί σημαντικά να γνωρίσουμε τον πραγματικό εαυτό μας με την όλη νηπτική εργασία και όχι να θεωρούμε, να νομίζουμε ή να φανταζόμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα. Η βίωση της μετάνοιας διασφαλίζει την αυθεντικότητα των αρετών του ανθρώπου, τις οποίες συναρμολογεί, συνέχει και συντηρεί, η πάντα απαραίτητη, γνήσια ταπείνωση. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης στον ωραιότατο λόγο του περί μετανοίας μεταξύ άλλων γράφει: «Δόξα τω Κυρίω, ότι έδωκεν εις ημάς την μετάνοιαν, και διά της μετανοίας σωζόμεθα πάντες ημείς, άνευ εξαιρέσεως. Δεν θα σωθούν μόνο, οι μη μετανοούντες. Σημείον της αφέσεως των αμαρτιών είναι ότι εμίσησαν την αμαρτίαν. Ας ταπεινωθώμεν, ίνα διά της μετανοίας αποκτήσωμεν ελεητικήν καρδίαν και τότε θα ίδωμεν την δόξαν του Κυρίου… Όστις μετανοεί αληθώς, ούτος είναι έτοιμος να υπομένει κάθε θλίψιν… Εις τον ελεήμονα ο Κύριος παρευθύς συγχωρεί τα αμαρτήματα… Θα ηυχόμην να μάθω μόνον την ταπείνωσιν και την αγάπην του Χριστού, ώστε ουδένα να προσβάλλω, αλλά να προσεύχωμαι δι’ όλους, ως δι’ εμαυτόν».
Ας μη μας διαφεύγει, ότι όποιος παλεύει κατά της αμαρτίας χαριτώνεται και ευλογείται από τον Θεό. Να αγαπάμε τον αμαρτωλό και να μισούμε την αμαρτία, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Χαρά λαμβάνει ο Θεός από τη μετάνοιά μας, χαρά αληθινή αισθανόμεθα τότε κι εμείς. Απόδειξη ότι μας συγχώρεσε ο Θεός είναι το μίσος κατά της αμαρτίας. Η συγχωρητικότητα είναι χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου.
Ας τον παρακαλούμε λοιπόν, λέγοντας μετά του υμνωδού: «Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα…, ως οικτήρμων κάθαρον, ευσπλάχνω σου ελέει»!
Αρχή Τριωδίου. Αρχή μετανοίας. Αρχή σωτηρίας των μετανοούντων και εν κατανύξει διαβιούντων!
Πρωτ. Γεώργιος Σούλος
12η Φεβρουαρίου 2011