Πολλές φορές, ἀγαπητοί μου, στά κηρύγματα ἤ στίς συζητήσεις μας ἀναφερόμαστε στό πρόσωπο τοῦ πολύπαθου καί πολύαθλου Ἰώβ. Τονίζουμε κυρίως τήν ὑπομονή του. Μέ αὐτήν ἔμεινε στήν ἱστορία. Ἔτσι μᾶς εἶναι γνωστός. Μάλιστα, ὅποιος κάνει στή ζωή του μεγάλη ὑπομονή, λέμε ὅτι ἔχει ἰώβεια ὑπομονή. Ὅμως δέν εἶναι ἡ μοναδική ἀρετή πού εἶχε. Ποιές εἶναι αὐτές, θά τίς δοῦμε στή συνέχεια.
Γιά τόν ἄνθρωπο αὐτό μαθαίνουμε ἀπό ἕνα βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού φέρει τό ὄνομά του, ΙΩΒ. Τό βιβλίο αὐτό ἀνήκει στά λεγόμενα ποιητικά βιβλία. Εἶναι ὀκτώ τά βιβλία αὐτά: Ἰώβ, Ψαλμοί, Παροιμίαι, Ἐκκλησιαστής, Ἄσμα Ἀσμάτων, Σοφία Σολομῶντος, Σοφία Σειράχ καί θρῆνοι Ἱερεμίου.
Ἀκόμη τά βιβλία αὐτά λέγονται διδακτικά, σοφιολογικά καί ἠθικά.
Ποιητικά, διότι ἐκφέρονται μέ ποητική μορφή. Βέβαια ποιητικά κομμάτια συνανατοῦμε καί σ᾿ ἄλλα βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στά ἱστορικά καί προφητικά. Ἐδῶ ὅμως εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ποιητικά.
Λέγονται διδακτικά, γιατί ἔχουν σκοπό πρακτικό καί διδακτικό. Ὀνομάζονται ἀκόμη σοφιολογικά, διότι ὁμιλοῦν περί σοφίας μέ ἠθική καί θρησκευτική ἔννοια.
Ἐμεῖς σήμερα δέν θά ἀναφερθοῦμε σέ ὅλη τήν ἱστορία τοῦ Ἰώβ, οὔτε στά πολλά καί φοβερά παθήματά του, ἀλλά θά περιορισθοῦμε μόνο στίς ἀρετές του, ὅπως ἤδη εἴπαμε, πού φαίνονται ξεκάθαρα μέσα στό βιβλίο. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν ἐσωτερικά γεμᾶτος ἀπό εὐτυχία, λόγῳ τῶν πολλῶν ἀρετῶν του καί ἐξωτερικά γεμᾶτος ἀπό πολλά ἀγαθά, λόγῳ τῆςἐνάρετης ζωῆς του.
Ποιές ἦταν οἱ ἀρετές του, μᾶς τίς λέει κατά πρῶτον ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Τίς παρουσιάζει μάλιστα στόν διάβολο. Μᾶς τίς ἀναφέρει καί ὁ Ἰώβ στό 29ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου. Ἐμεῖς σήμερα θά προσπαθήσουμε νά παρουσιάσουμε καί νά ἐξηγήσουμε τήν πρώτη περίπτωση, τί λέει ὁ Θεός γιά τόν Ἰώβ. Μέ τήν δεύτερη περίπτωση, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ἀσχοληθοῦμε σέ κάποια ἄλλη εὐκαιρία.
Τό ἱερό κείμενο μᾶς ἀποκαλύπτει μία σκηνή, πού λαμβάνει χώρα στόν οὐρανό. ὉΘεός κάνει συμβούλιο μέ τούς ἀγγέλους, ὅπως ὁ βασιλιάς μέ τούς ὑπουργούς του. Οἱ ἄγγελοι παρουσιάσθηκαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιά νά δώσουν ἀναφορά καί νά λάβουν διαταγές καίὁδηγίες.
Ὅ,τι γίνεται κάτω στή γῆ, ὅλα ὅσα κάνουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἄγγελοι τάἀναφέρουν λεπτομερῶς στόν Θεό. Ὁ Θεός τά γνωρίζει ὅλα, δέν τοῦ ξεφεύγει τίποτε. Πῶς τό λέμε καί διαφορετικά; Ὑπάρχει ἕνα μάτι πού τά βλέπει ὅλα. Ἕνα αὐτί πού τά ἀκούει ὅλα καίἕνα χέρι πού τά γράφει ὅλα.
Κάτι ἀνάλογο λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: Στήν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ στέκεται ἄγγελος Κυρίου, πού καταγράφει ὅσους ἐκκλησιάζονται, ὅσους τήν Κυριακή πηγαίνουν στή Θεία Λειτουργία. Αὐτόν τόν κατάλογο ὁ ἄγγελος τόν παρουσιάζει, τόν δείχνει στό Θεό. Στούςἐγγεγραμμένους σ᾿ αὐτόν τόν κατάλογο, ὁ Θεός δίνει χάρη πολλή. Τούς λούζει μέ τίς εὐλογίες του. Τούς γεμίζει μέ οὐράνια καί ἐπίγεια ἀγαθά.
Πῶς λέμε στήν ὀπισθάμβωνο εὐχή; Τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας σου φύλαξον.Ποιοί ἀποτελοῦν τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Αὐτοί πού γεμίζουν τούς Ναούς, αὐτοί πούἐκκλησιάζονται τακτικά. Γι᾿ αὐτούς θερμά προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία. Γι᾿ αὐτούς δέονται οἱ Ἱερεῖς καί οἱ Διάκονοι. Ὑπέρ τῶν εἰσιόντων εἰς τόν ἅγιον οἶκον τοῦτον μετά πίστεως, εὐλαβείας καί φόβου Θεοῦ. Σ᾿ αὐτούς ἐπιβλέπει ὁ Θεός. Αὐτοί δέχονται τήν εὐλογία τῆς εἰρήνης καί τά ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.Αὐτούς γράφει ὁ Θεός στό βιβλίο τοῦ οὐρανοῦ. Οἱ ἄλλοι πού συστηματικά ἀπουσιάζουν, δυστυχῶς μόνοι τους διαγράφονται ἀπό τό βιβλίο τοῦ Θεοῦ καί στεροῦν ἀπό τούς ἑαυτούς των τίς θεῖες εὐλογίες καί δωρεές. Εἶναι τά κλήματα, πού κόπτονται ἀπό τήν ἄμπελο καί,ἀφοῦ δέν καρποφοροῦν κόππτονται καί εἰς πῦρ βάλλονται.
Ἐπανερχόμαστε στό συμβούλιο τοῦ οὐρανοῦ. Ὅταν ἦρθαν οἱ ἄγγελοι, γιά νά λάβουν διαταγές, τότε παρουσιάσθηκε καί ὁ διάβολος, γιά νά ζητήσει τήν ἄδεια νά πειράξει τόν Ἰώβ, γιατί χωρίς αὐτήν τήν ἄδεια δέν μποροῦσε νά κάνει τίποτε.
Σέ ἄλλη περίπτωση τοῦ Εὐαγγελίου εἶπε ὁ Κύριος στόν Πέτρο. Σίμων, Σίμων, ὁσατανᾶς ἐξητήσατο τοῦ σινιάσαι ὑμᾶς ὡς τόν σίτον. Ζήτησε ὁ διάβολος τήν ἄδεια ἀπό τόν Θεό νά σᾶς πειράξει, νά σᾶς κοσκινίσει. Δίχως τήν ἄδεια τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦσε νά τό κάνει.Ἐπειδή λοιπόν ὁ διάβολος μᾶς παρακολουθεῖ, γίνεται σκιά μας καί ζητεῖ νά μᾶς πειράξει, νά μᾶς κάνει κακό, νά μᾶς καταπιεῖ ὁλόκληρους, ζητοῦμε στή θεία Λειτουργία ἄγγελον εἰρήνης, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν. Στήν δέ τελευταία εὐχή τοῦΜικροῦ Ἀποδείπνου, πού ἀπευθύνεται στόν φύλακα ἄγγελό μας, ζητοῦμε νά μή μᾶςἐγκαταλείψει, νά μή φύγει ἀπό κοντά μας, νά μή ἐπιτρέψει στόν διάβολο νά μᾶς κάνει κακό,ἀλλά νά μᾶς κρατάει ἀπό τό χέρι καί νά μᾶς ὁδηγεῖ εἰς ὁδόν σωτηρίας.
Στή συνομιλία πού εἶχε ὁ Θεός μέ τόν διάβολο, ἐπαινεῖ τόν Ἰώβ. Προσέσχες τῇδιανοίᾳ σου κατά τοῦ παιδός μου Ἰώβ, ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ αὐτόν ἐπί τῆς γῆςἄνθρωπος ἄμεμπτος, ἀληθινός, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦπράγματος; Πρόσεξες τόν δοῦλον μου Ἰώβ, ὥστε νά δεῖς καί νά πεισθεῖς, ὅτι δέν ὑπάρχει κανείς σάν αὐτόν πάνω στή γῆ ἄνθρωπος ἀρετῆς, ἄμεμπτος, ἀκέραιος, εὐσεβής, ξένος καί μακρυά ἀπό κάθε ἁμαρτωλό καί πονηρό ἔργο;
Ὁ Ἰώβ εἶναι ἕνας ἐκλεκτός, πολύ ξεχωριστός ἄνθρωπος, ἀφωσιωμένος ἐξ ὁλοκλήρου στό Θεό, στολισμένος μέ πολλές ἀρετές, βαθύτατη εὐσέβεια, τήν ὁποία ἐπιδοκιμάζει πλήρωςὁ Θεός. Μάλιστα τόν ἐπαινεῖ ὡς τόν καλύτερο ἄνθρωπο, τόν πιό ἐκλεκτό τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Κατ᾿ ἀρχήν ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ δύο λέξεις, πού ἀποτελοῦν τίτλο τιμῆς γιά κάθεἄνθρωπο. Οἱ λέξεις αὐτές εἶναι παῖς καί θεράπων. Μαρτυροῦν ἰδιαίτερη οἰκειότητα καίἀγαπητική σχέση τοῦ Θεοῦ μέ τόν Ἰώβ. Ὁ Ἰώβ εἶναι δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Οἱ δύο αὐτές λέξεις κρύβουν μεγαλεῖο.
Γιά νά δοῦμε τί σημαίνει νά εἶναι κάποιος δοῦλος τοῦ Θεοῦ; Σημαίνει ὅτι ἐκτελεῖ πιστά καί ἀπαρέκλιτα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Πόσοι μποροῦν νά τό ἰσχυρισθοῦν αὐτό γιά τόν ἑαυτό τους; Ὁ Ἰώβ εἶχε ἕναν Κύριο. Ἦταν δοῦλος ἑνός μόνο Κυρίου, τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς δυστυχῶς δουλεύουμε σέ δύο κυρίους. Μέ πιό σύγχρονη ἔκφραση θά λέγαμε, παίζουμε σέ δύο ταμπλώ, στοῦ Θεοῦ καί στοῦ μαμωνᾶ.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Παΐσιος, ὅτι ἐμεῖς θά παιδέψουμε πολύ τόν Θεό. Οὔτε ὁ Θεός θά ξέρει ποῦ νά μᾶς κατατάξει, γιατί τελικά οὔτε πιστοί εἴμαστε, οὔτε ἄπιστοι. Ἔχουμε διπλασιάσει τίς καρδιές μας, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Δογκώθηκε ἐπικίνδυνα ἡκαρδιά μας καί μέσα στόν ἴδιο χῶρο της, κατά ἕνα πολύ παράδοξο τρόπο, συνυπάρχουν Θεός καί διάβολος. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρρώστια τῆς ἐποχῆς μας. Λογικά, ὅταν ὑπάρχει ὁ ἕνας, δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει καί ὁ ἄλλος. Σέ μᾶς ὅμως κατά ἕνα παράδοξο, ἐπαναλαμβάνω, τρόπο συνυπάρχουν καί οἱ δύο. Αὐτό εἶναι μία ἀνώμαλη κατάσταση, ἀσφαλῶς ὄχι φυσιολογική.
Κάποιοι ἀκούοντας τήν λέξη δοῦλος σοκάρονται, ἀκόμη καί θυμώνουν. Σ᾿ ἕνα γάμο,ὅταν στεφάνωνε ὁ Ἱερεύς καί ἔλεγε, στέφεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ... τήν δούλη τοῦ Θεοῦ ... ὁγαμπρός παρεξηγήθηκε. Δοῦλος εἶμαι, πάτερ, σκλάβος εἶμαι, δέν τό δέχομαι αὐτό. Ἡ γυναίκα πού παίρνω σκλάβα εἶναι; Δέν κατάλαβε ὁ καημένος.
Ἡ φράση δοῦλος Θεοῦ εἶναι τίτλος τιμῆς. Δοῦλος Θεοῦ σημαίνει παιδί τοῦ Θεοῦ ἀγαπητό. Σημαίνει συμπολίτης τῶν ἁγίων καί οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ. Σημαίνει κληρονόμος μέν Θεοῦ, συγκληρονόμος δέ Χριστοῦ. Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ πραγματικάἐλεύθερος. Ἄν δέν εἴμαστε δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, θά γίνουμε ὁπωσδήποτε δοῦλοι τοῦ διαβόλου, δοῦλοι τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Σίγουρα κάποιο ἀφεντικό θά ἔχουμε πάνω στό κεφάλι μας. Ἀδέσποτοι δέν μποροῦμε νά εἴμαστε, δέν γίνεται. Μύριες φορές νά εἴμαστε δοῦλοι Χριστοῦ, ἑνός Θεοῦ φιλανθρώπου, ἑνός πολυεύσπλαχνου Πατέρα καί ἀγαθότατου Ἀδελφοῦ, παρά δοῦλοι τοῦ παγκάκιστου καί ἀνθρωποκτόνου διαβόλου, πού δέν ἔχει ἴχνος καλωσύνηςἐπάνω του, πού θέλει μόνο νά κάνει κακό καί νά βασανίζει τόν ἄνθρωπο, πού θεωρεῖ δικό του βάσανο τό νά μή μπορεῖ νά βασανίζει τόν ἄνθρωπο, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Δοῦλος Θεοῦ δέν σημαίνει ρομπότ. Ὁ Θεός δέν χρειάζεται κανένα δοῦλο νά τόνἐξυπηρετεῖ. Ὅταν ἐμεῖς κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ αὐτοβούλως καί ἐντελῶς ἐλεύθερα, μέ κάθε συνέπεια, δηλαδή σύμφωνα μέ τόν τρόπο πού θέλει ὁ Θεός, εἶναι μόνο γιά τό δικό μας καλό καί πρέπει νά τό θεωροῦμε μεγάλη τιμή, πού εἴμαστε δοῦλοι Θεοῦ. Ἡ πλήρης ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ σημαίνει τήν ἐπίτευξη τοῦ ἁγιασμοῦ μας καί τήν ἐπιτυχία τοῦ καθ᾿ ὁμοίωσιν μέ τόν Θεό. Αὐτό πάει νά πεῖ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐμπλουτίσθηκε μέ ὅλα ἐκεῖνα τά θεῖα χαρίσματα καί ἰδιώματα, πού τόν καθιστοῦν τέλειον καί ὁλόκληρον ἐν μηδενί λειπόμενον, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος στήν καθολική του ἐπιστολή. Αὐτή ἡ κατάσταση κάνει τόν ἄνθρωπο μικρόθεο, τόν κάνει θεοειδῆ, στολισμένο δηλαδή μέ θεῖα καί πνευματικά χαρίσματα.
Δοῦλος Θεοῦ μέ κανένα τρόπο δέν σημαίνει τόν δουλοπρεπῆ, ἄνθρωπο χωρίς προσωπικότητα. Ἀντίθετα ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἶναι πράγματι ἄνθρωπος, εἶναι ὑψηλή προσωπικότης. Ἐργάζεται γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί αὐτή ἡ δόξα ἀντανακλᾶται στόν ἴδιο. Ὁδοῦλος τοῦ Θεοῦ ἀγαπάει προσωπικά τόν Θεό καί αὐτό πού κάνει, τό κάνει ὄχι σάν ἀγγαρία ἤ ἀπό φόβο ἤ ἰδιοτέλεια, ἀλλά μόνο ἀπό ἀγάπη, ἀγαπητικῶς καί υἱϊκῶς. Αὐτό θά διακηρύξειἀργότερα ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός: Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνοςἐστίν ὁ ἀγαπῶν με.
Θεράπων μέ δυό λόγια σημαίνει πάλι δοῦλος, ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἡ λέξη αὐτήἔχει μιά ἰδιαίτερη ἀπόχρωση σάν τίτλος. Θεράπων εἶναι ὁ λάτρις τοῦ Θεοῦ. Ἔχει μέ ἄλλα λόγια λειτουργική καί λατρευτική σημασία.
Ἄς προχωρήσουμε τώρα στίς ἄλλες ἀρετές. Αὐτές πού ἀναφέρονται στήν ἀρχή τοῦβιβλίου, τίς ἴδιες ἐπαναλαμβάνει καί ἐπικυρώνει ὁ Θεός.
Ὁ Ἰώβ εἶναι ἀληθινός. Τί θά πεῖ ἀληθινός; Μᾶς τό ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁΧρυσόστομος.
Ἀληθινός εἶναι ἐκεῖνος, πού δέν εἶναι θεατρῖνος καί ὑποκριτής. Αὐτός πού δέν παρουσιάζει πλασματική, προσποιητή εὐσέβεια. Αὐτός πού δέν εἶναι φαρισαῖος. Ἀσκεῖπραγματικά καί ἀπό βαθιά πεποίθηση τήν ἀρετή. Ἐξωτερικά, μέ τήν συμπεριφορά τουἐκφράζει ἐκεῖνο τό καλό, πού ἔχει μέσα του.
Μέ ἄλλα λόγια ὁ ἀληθινός Ἰώβ εἶναι εἰλικρινής, ὄχι κρυψίνους ἤ δόλιος. Ἀντίθετα εἶναιἁπλός, γνήσιος καί εὐθύς. Τόν Ἰώβ κοσμοῦσε ἡ παιδική ἁπλότητα, αὐτήν πού ἀργότερα θάἐπαινέσει ὁ Κύριος. Ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἀκόμη εἶχε ὡριμότητα, σύνεση, δυναμική ἁπλότητα σέὡραῖο καί εὐλογημένο συνδιασμό, σέ ἁρμονικό σύνολο. Ὁ Ἰώβ μιλάει ὅπως σκέπτεται καί σκέπτεται ὅπως μιλάει. Ποτέ δέν ἔμαθε τήν τέχνη τῆς ἀπάτης, τοῦ ψεύδους καί τῆς δολιότητος.
Αὐτό τό χάρισμα τοῦ ἀληθινοῦ εἶχε καί ὁ Ναθαναήλ, πού ἐπήνεσε ὁ Κύριος: Ἴδε ἀληθῶςἰσραηλίτης, ἐν ὧ δόλος οὐκ ἔστι. Καί αὐτό εἶναι ἐξαίρετο ὑπόδειγμα γιά μᾶς. Πόσο θάἔπρεπε νά μᾶς ἀπασχολεῖ σοβαρά ἡ ἀπόκτηση μιᾶς τέτοιας ἀρετῆς!
Ἄνθρωπος σάν κι᾿ ἐμᾶς ἦταν ὁ Ἰώβ. Ζοῦσε σ᾿ ἕνα περιβάλλον διαφθορᾶς καί καταπτώσεως. Καί ὅμως τά κατάφερε περίφημα νά μή παρεκλίνει, ἀλλά νά παραμένειἀληθινός. Πάντα ἀληθινός καί τίμιος καί μάλιστα πρῶτα μέ τόν ἑαυτό του. Δέν ἀνεχόταν νά εἶναι διπλοπρόσωπος, ἄλλα νά πιστεύει καί ἄλλα νά δείχνει στήν πράξη. Ἦταν ἀλύγιστος στήν εἰλικρίνια καί τιμιότητα, ὅσο καί ἄν τοῦ κόστιζε αὐτό. Φῶς μέσα, φῶς καί ἔξω. Κι᾿ ἐμᾶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει νά ζοῦμε ὡς τέκνα φωτός.
Τί ἄλλο ἦταν ὁ Ἰώβ;
Ἄμεμπτος, δηλαδή ἄψογος, χωρίς κανένα ψεγάδι στή ζωή του. Δέν θά μπορούσαμε νά βροῦμε κάτι κακό νά τόν μεμφθοῦμε, νά τόν κατηγορήσουμε, νά τοῦ κάνουμε κάποιο ἔλεγχοἤ ἔστω κάποια ἁπλῆ παρατήρηση.
Ὑπάρχει μία συνώνυμη λέξη ἀνέγκλητος. Ὁ χαρακτηρισμός αὐτός ἀναφέρεται σέἄνθρωπο, πού δέν πέφτει σέ βαριά παραπτώματα, σέ σοβαρές ἁμαρτίες. Γιατί ἐδῶχρησιμοποιεῖται ἡ λέξη ἄμεμπτος καί ὄχι ἀνέγκλητος; Τό ἄμεμπτος ἀναφέρεται σέ ἄνθρωπο πού δέν βρίσκεις ἀκόμη οὔτε τά μικρά καί ἀσήμαντα λάθη ἤ ἐλλείψεις. Οὔτε τέτοια δέν μποροῦσε κανένας νά βρεῖ στόν Ἰώβ. Δέν τοῦ εὕρισκες κανένα στίγμα, κανένα κουσούρι (νά τό ποῦμε πιό ἁπλᾶ), γι᾿ αὐτό καί χαρακτηρίζεται ἄμεμπτος.
Ἄν παρατηρήσουμε τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀκόμη καί τούς ἑαυτούς μας, θά διαπιστώσουμε, ὅτι μπορεῖ νά μή βαρύνωνται γιά ἐγκλήματα, δηλαδή γιά πράξεις πούἐπιδέχονται βαριές κατηγορίες. Ὅμως οἱ πιό πολλοί ἔχουμε πολλά στραβά στίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς μας, εἴτε μέσα στήν οἰκογένειά μας, εἴτε στόν ἐπαγγελματικό μας χῶρο, στίςἰδιωτικές ἤ δημόσιες σχέσεις μας. Ἔχουμε κάποια ἐλαττώματα, πού ἐπιμελῶς προσπαθοῦμε νά κρύψουμε, καί τά ὁποῖα μᾶς καθιστοῦν ἀνυπόφορους στούς γύρω μας. Πολλοί συνάνθρωποί μας μᾶς ἀποφεύγουν, ἔστω καί ἄν προσωπικά δέν τούς κάναμε κανένα κακό.
Πολλές φορές ἔρχονται οἱ χριστιανοί μας νά ἐξομολογηθοῦν καί μᾶς λένε, πάτερ, δένἔχω κάτι νά μέ βαρύνει, ἔ, τά καθημερινά, τά συνηθισμένα. Αὐτό εἶναι τό κακό, ὅτι οἱ ἁμαρτίες, ἔστω καί ἄν ὑποτίθεται ὅτι εἶναι μικρές, εἶναι ὅμως πολλές, μᾶς ἔγιναν συνήθεια καί δυστυχῶς τίς κάνουμε καθημερηνά, κάτι πού εἶναι πολύ κακό.
Λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης, μιά βάρκα βουλιάζει, ἄν τήν γεμίσουμε μέχρι ἐπάνω μέ κοτρῶνες, μέ μεγάλες πέτρες. Μά καί μέ ψιλή ἄμμο νά τήν γεμίσουμε, πάλι θά βουλιάξει.Ὅπως τό ἴδιο δεμένοι εἴμαστε, εἴτε μᾶς δέσουν μέ χοντρό σχοινί εἴτε μέ λεπτό. Τόἀποτέλεσμα εἶναι τό ἴδιο. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοῦ τοῦ εἴδους δέν εἶναι ἄμεμπτοι, ἀλλά ἐπίμεμπτοι, ψεκτοί, ἀξιοκατηγόρητοι. Ἑπομένως κάθε ἄλλο παρά ἀγαπητοί.
Ἄλλη ἀρετή, ἄλλο προσόν, ὁ Ἰώβ ἦταν Δίκαιος.
Μέ ποιά σημασία; Ὅταν λέμε ὅτι κάποιος εἶναι δίκαιος, ἐννοοῦμε ὅτι ἐνεργεῖ σύμφωνα μέ τόν νόμο. Ἀκόμη ἐννοοῦμε αὐτόν πού δέν ἀδικεῖ, δέν κάνει ἀδικίες, εἶναι ἀντικειμενικός.Ἀποφαίνεται μέ σωστή ψῆφο σέ περίπτωση κρίσεως ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Μέ αὐτήν τήν στενή ἔννοια ὁ Ἰώβ ἦταν ἀσφαλῶς δίκαιος ἄνθρωπος.
Ὑπάρχει ὅμως καί μιά εὐρύτερη ἔννοια στή λέξη δίκαιος καί δικαιοσύνη, πού τήν συναντοῦμε στήν Ἁγία Γραφή. Σύμφωνα μέ αὐτήν δίκαιος σημαίνει καί ἐνάρετος. Μέ αὐτήν τήν σημασία τήν συναντοῦμε πολύ συχνά, τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη.Ἡ Ἁγία Γραφή, ὅταν ἀναφέρεται σέ ἁγίους ἀνθρώπους, τούς ὀνομάζει δικαίους.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξηγεῖ: Συναγωγή καί ἕνωσις πάντων τῶν καλῶν καίἀγαθῶν ἐστίν ἡ δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη εἶναι ἡ ἄθροισις καί ἕνωσις , τό μάζεμα ὅλων τῶν καλῶν καί ἀγαθῶν.
Δίκαιος ἦν, οὐ μέρος ἀρετῆς ἐν αὐτῷ ἔχων, ἀλλά πᾶσαν ἀρετήν ἀνθρωπίνην ὁλόκληρον καί καθολικήν, οὐκ ἀπό τούτου μέν ἀπεχόμενος τοῦ πονηροῦ, ἑτέρου δέ ἀντεχόμενος. Πιόἁπλᾶ: Δίκαιος εἶναι αὐτός πού ἔχει ὅλες τίς ἀνθρώπινες ἀρετές σέ τέλειο βαθμό καί ὄχι μόνοἕνα μέρος τῆς ἀρετῆς. Δέν ἀποφεύγει ἕνα κακό, κάνει ὅμως κάποιο ἄλλο.
Μέ αὐτό τό νόημα τοῦ δικαίου ἀναφέρεται τό ἱερό Εὐαγγέλιο στόν Ἰωσήφ, τόν μνήστορα τῆς Παναγίας. Ἰωσήφ δέ ὁ ἀνήρ αὐτῆς δίκαιον ὤν.... Ἐπίσης γιά τούς γονεῖς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, Ζαχαρία καί Ἐλισάβετ γράφει: Ἦσαν δέ ἀμφότεροι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦΘεοῦ.
Αὐτός ὁ πλοῦτος τῶν ἀρετῶν ἔκανε τόν Ἰώβ ἀξιοσέβαστο καί ἀγαπητό καί τόνἀνεδείκνυε φωτεινή προσωπικότητα καί ἄξιον θαυμασμοῦ.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό, πού προστίθεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό εἶναι, ὅτι ὁ Ἰώβ ἦτανἌκακος.
Ἀπεῖχε ἀπό κάθε κακία γενικά στή ζωή του, πρό πάντων δέ ἀπό τήν ἐκδικητικότητα, τό μῖσος καί τήν μνησικακία. Δέν κρατοῦσε κακία μέσα του, οὔτε ἐνεργοῦσε μέ σκληρότητα. Τήν ἀκακία του τήν ἔδειξε τότε πού τά πράγματα πῆγαν γι᾿ αὐτόν ἀνάποδα καί κυρίως μέ τήνἁρπαγή τῆς περιουσίας του ἀπό τούς ληστές καί τήν σφαγή τῶν ἀνθρώπων του. Δέν καταράσθηκε τούς ληστές, δέν τούς ἐξύβρισε, δέν μίλησε εἰς βάρος τους, δέν ἀσχολήθηκε κἄν μέ τήν ἐγκληματική τους ἐνέργεια. Οἱ καταστάσεις τόν ἔσπρωχναν νά ἀντιδράσει ἔτσι, ὁ ἴδιος ὅμως ποτέ δέν ὑποχώρησε.
Ἐπί πλέον ὁ Ἰώβ ἦταν Θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ πράγματος.
Ἡ ἀρετή αὐτή τῆς θεοσέβειας ἀποτελοῦσε τήν ἁγία καί γόνιμη γῆ, στήν ὁποία μποροῦσαν νά καλλιεργηθοῦν ὅλες οἱ προηγούμενες ἀρετές, πού προαναφέραμε, ἀλλά καί ἐκεῖνες, πού θά ἀναφερθοῦν στή συνέχεια. Αὐτές μαρτυροῦν τήν ἀληθινή καί πραγματική, τήν εἰλικρινῆσχέση πού εἶχε μέ τόν Θεό.
Τί σημαίνει ὁ ὅρος θεοσεβής καί θεοσέβεια; Σημαίνει ὅτι ὁ Ἰώβ εἶχε μέσα του βαθιά ριζωμένο τόν σεβασμό καί τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, πού κατεύθυνε καί καθώριζε ὅλη του τήν ζωή.
Θά μᾶς πεῖ πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Ὁ Ἰώβ ἦταν ἄνθρωπος πού σεβόταν τόν Θεό καί ἦταν τέλειος ἔναντι τῶν ἀνθρώπων καί ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Ἡ δικαιοσύνηἀναφερόταν στή σχέση του μέ τούς ἀνθρώπους καί ἡ θεοσέβεια στή σχέση του μέ τόν Θεό. Συνέπεια αὐτῆς τῆς θεοσέβειας ἦταν ἡ ἀποφυγή κάθε κακοῦ. Οἱ δύο αὐτές ἀρετές συμπληρώνουν ἡ μία τήν ἄλλη.
Δέν μποροῦμε νά ποῦμε, πώς ὁ Ἰώβ ἦταν ἀναμάρτητος, ἀφοῦ κανένας ἄνθρωπος δέν εἶναι χωρίς ἁμαρτίες, ἀκόμη καί ἄν μία μονάχα μέρα ζήσει στή γῆ. Ἀναμάρτητος δέν ἦταν, ἀπέφευγεὅμως μέ κάθε τρόπο τήν ἁμαρτία. Ἀκριβῶς αὐτή ἡ ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας συνιστᾶ ἀρνητικά τήν γνησιότητα τῆς θεοσέβειας.
Σχετικά μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ πρέπει νά κάνουμε μία διευκρίνιση. Δέν πρέπει νά νομίζουμε, ὅτι πρόκειται γιά τρόμο καί φρίκη, γιά κάποιο αἴσθημα πού προκαλοῦν π.χ. οἱτρομακτικές ἐκδηλώσεις φυσικῶν δυνάμεων καί φαινομένων, ὅπως μιά τρομερή θύελλα,ἀστραπόβροντα, μιά φοβερή τρικυμία, καταστροφικές πλημμύρες, πού ὁμολογουμένως προκαλοῦν φόβο καί τρόμο ἤ οἱ ἀπειλές ἀπό κακούργους ἀνθρώπους ἤ ἀκόμη τρομακτικάἀτυχήματα κ.ἄ.
Στή Σοφία Σειράχ διαβάζουμε: Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ προξενεῖ δόξα, χαρά καί μεγάληἀγαλλίαση. Ὁ φόβος τοῦ Κυρίου τέρπει τήν καρδιά, φέρνει εὐθυμία καί μακροζωΐα. Δίνει σοφία μέ τό παραπάνω καί χαρίζει ἱκανοποίηση μέ τούς θείους καρπούς της. Βλαστάνει εἰρήνη καί πλήρη ὑγεία. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ σπρώχνει μακρυά τά ἁμαρτήματα καί ὅταν εἶναι μόνιμος ἀπομακρύνει τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι φοβοῦνται τόν Κύριο δέν θά εἶναι ἀπείθαρχοι στούς λόγους του καί ὅσοι τόν ἀγαποῦν, θά τηροῦν τίς ἐντολές του. Θά εἶναι παραδομένοιὁλόψυχα στόν Κύριο καί ὄχι σέ ἀνθρώπους.
Γιά νά τό καταλάβουμε καλύτερα, θά ποῦμε ἕνα παράδειγμα. Ἕνα παιδί πού ἀγαπάει πολύ τόν πατέρα του, φοβᾶται μή τυχόν τόν στενοχωρήσει ἤ τόν πληγώσει ἤ τόν προσβάλει, μήπως γίνει ἀφορμή καί τόν μειώσει στά μάτια τῶν ἄλλων. Τέτοιος ἦταν ὁ φόβος τοῦ Ἰώβἔναντι τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἰώβ λοιπόν ἦταν ἀληθινός, ἄμεμπτος, δίκαιος, ἄκακος, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ, παρά τίς ἀντιξοότητες πού συνάντησε καί παρά τόν βαθύ πόνο πού δοκίμασε. Ἐξακολουθοῦσε νά παραμένει ἄκακος.
Ὅλα αὐτά τά εἴπαμε γιά κεῖνον. Τώρα ἄς ποῦμε καί κάτι γιά μᾶς.
Τά στοιχεῖα αὐτά τοῦ χαρακτήρα του, οἱ ἀρετές τοῦ Ἰώβ πρέπει νά εἶναι διαχρονικές,ὑπερχρονικές. Νά μή κοσμοῦσαν μόνο ἐκεῖνον, ἀλλά νά χαρακτηρίζουν κάθε ἄνθρωπο καί μάλιστα τόν χριστιανό. Πρέπει νά ἰσχύουν, ὄχι μόνο γιά τό παρελθόν, γιά τήν ἐποχή ἐκείνη,ἀλλά γιά κάθε στιγμή τῆς ἱστορίας. Γράφει ὁ ἀπόστολος: Ὅσα προεγράφη εἰς τήνὑμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη. Ὅλα γράφτηκαν, γιά διδασκαλία δική μας, γιά νά διδαχθοῦμε ἐμεῖς.
Ἄς ἐλέγξουμε ὁ καθένας τόν ἑαυτό του, αὐτά ἐπαληθεύονται σέ μᾶς; Εἴμαστε οἱσυνεχιστές τῆς περιπτώσεως τοῦ Ἰώβ; Τό θέμα δέν εἶναι τί λέει ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του, οὔτε τί γνώμη ἔχουν οἱ ἄλλοι γιά μᾶς, ἀλλά πῶς μᾶς βλέπει ὁ Θεός.
Τί διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή; Ἀπό τόν οὐρανό σκύβει ὁ Θεός νά δεῖ τήν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων καί τί διαπιστώνει; Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν. Ξεφύγαμε πολύ ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ καί τήν θεοσέβεια. Βλέπουμε ἕναν ὁρμητικό χείμαρρο, ἕνα θολό καί βρωμερό ποτάμι τοῦ κακοῦ νά παρασέρνει στό διάβα του ὅλα τά καλά, ὅσα ἁγνά,ἅγια, ὅσια καί ἱερά. Κάλυψε τά πάντα ὁ κατακλυσμός τῆς ἁμαρτίας.
Καί οἱ χριστιανοί; Ἐδῶ εἶναι τό μεγάλο δράμα. Σέ πάρα πολλές περιπτώσεις οἱ χριστιανοίἔχουμε γίνει χειρότεροι ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου. Γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ἄν καί γνωρίσαμε (ὑποτίθεται) τόν Θεό, δέν τόν δοξάζουμε μέ τίς πράξεις μας καί δέν τόν εὐχαριστοῦμε μέ τήν καρδιά μας, ἀλλά ἀκολουθοῦμε λάθος δρόμο μέ ἀνόητους, ψεύτικους καί μάταιους λογισμούς, γιατί σκοτίσθηκε ἡ ἀσύνετη καρδιά μας.
Νά σκεφθεῖ κανείς, ὅτι ὁ Ἰώβ ἔφτασε σ᾿ αὐτό τό δυσθεόρητο ὕψος τῶν ἀρετῶν ζώντας πρίν ἀπό τόν νόμο. Κι᾿ ἐμεῖς ζοῦμε, ὄχι μόνο μέ τόν νόμο, ἀλλά μέσα στή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ζοῦμε 2.000 μέ τόν Χριστό, 2.000 χρόνια μέ τό ἅγιο Εὐαγγέλιό του.
Λέει κάπου ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Ὁ Θεός, γιά νά μᾶς κάνει ἀνθρώπους μᾶς ἔδωσε τόν νόμο του, τήν Παλαιά Διαθήκη. Εἶδε ὅμως ὅτι αὐτό δέν ἔφτανε, δέν ἦταν ἀρκετό νά γίνουμε μόνο ἄνθρωποι. Μᾶς ἤθελε καλύτερους καί ἀνώτερους. Ἔτσι μᾶς ἔδωσε κατόπιν καί τήν Καινή Διαθήκη, γιά νά μᾶς κάνει ἀγγέλους. Τώρα ποῦ φτάσαμε μέ τόν νόμο καί τήν χάρη, καλύτερα νά μή τό ποῦμε καί ὁ Θεός νά βάλει τό χέρι του, νά μᾶς ἐλεήσει.
Εἶναι ἀνάγκη νά μετρήσουμε τούς ἑαυτούς μας, ὄχι μέ ἀνθρώπους ἄθεους καί ἄπιστους, διεφθαρμένους καί διεστραμένους, ἀλλά μέ ἁγίους καί στήν συγκεκριμένη περίπτωση μέ τόν δίκαιο Ἰώβ. Ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος: Ἄν συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ ἀνθρώπους, θά νομίσω ὅτι κάποιος εἶμαι. Ἄν ὅμως τόν συγκρίνω μέ τούς ἁγίους, τότε διαπιστώνω ὅτι εἶμαι τενεκές. Μέτρο μας εἶναι ὁ Χριστός καί ἐμεῖς πρέπει νά φτάσουμε εἰς ἄνδρα τέλειον εἰς μέτρονἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ.
Στήν Παλαιά Διαθήκη, πιό συγκεκριμένα στόν Προφήτη Δανιήλ διαβάζουμε τό περιστατικό ἐκεῖνο μέ τόν βασιλιά τῶν Βαβυλωνίων Βαλτάσαρ. Κάντε τόν κόπο νά τό μελετήσετε. Εἶναι πολύ ὠφέλιμο καί διδακτικό. Ἐνῷ διασκέδαζε, εἶδε στόν ἀπέναντι τοῖχοἕνα χέρι, πού ἔγραψε τρεῖς λέξεις. Μανή, Θεκέλ, Φάρες. Τί ἐσήμααιναν αὐτές, τοῦ τόἐξήγησε ὁ Προφήτης Δανιήλ. Βασιλιά μου, ὁ Θεός σέ μέτρησε, σέ ζύγισε καί εὑρέθης ὀλίγος. Μέτρησε τό πνευματικό σου ἀνάστημα καί σέ βρῆκε πολύ λειψόν, σκάρτον. Νά περιμένεις τήν τιμωρία του.
Διαβάζοντας τό ἅγιο Εὐαγγέλιο, βλέπουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό ἤ τούς ἱερούς Εὐαγγελιστές νά ἐπαινοῦν κάποιους ἀνθρώπους γιά τίς ἀρετές καί τήν ἁγιότητά τους. Τά δύο παραδείγματα τά εἴπαμε πιό πάνω. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει γιά τόν Ἰωσήφ τόν μνηστήρα τῆς Παναγίας ὅτι εἶναι δίκαιος, ἐνάρετος, ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς γράφει γιά τούς ἁγίους Ζαχαρία καί Ἐλισάβετ ὅτι ἦσαν δίκαιοι ἀμφότεροιἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἄμεμπτοι. Ζοῦσαν βίο ἄμεμπτο σύμφωνα μέ ὅλες τίς ἐντολές καί τίς διατάξεις τοῦ Κυρίου.
Ὁ Χριστός γιά τόν ἑκατόταρχο τῆς Καπερναούμ, πού πῆγε νά παρακαλέσει γιά τήν θεραπεία τοῦ δούλου του εἶπε, ὅτι τήν πίστη πού βρῆκε σ᾿ αὐτόν τόν εἰδωλολάτρη ρωμαῖοἀξιωματικό, δέν συνάντησε οὔτε στούς ἰσραηλίτες, πού ἀποτελοῦσαν τόν ἐκλεκτό λαό τοῦΘεοῦ. Τόν ἴδιο ἐπαινεῖ τήν χαναναία γυναίκα γιά τήν πίστη της. Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡπίστις... Γιά νά φτάσει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά τούς ἐπαινεῖ, φαντασθῆτε τί πίστη καί πόσεςἀρετές σέ μεγάλο μάλιστα βαθμό εἶχαν.
Στόν Τίμιο Πρόδρομο ὅμως βλέπουμε τό μεγαλύτερο ἐγκώμιο, πού ἔπλεξε ποτέ ὁΧριστός σέ ἄνθρωπο, ἀφοῦ ὄντως ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής ἦταν ὁ μεγαλύτερος καί ἀνώτερος.Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ.
Νά κάνω μιά ἐρώτηση. Τί γνώμη ἔχει γιά μᾶς ὁ Χριστός, πού εἶναι δίκαιος; Ἐμεῖς κολακεύουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, λέμε ψέματα, βγάζουμε λανθασμένα συμπεράσματα καί ἄδικεςἀποφάσεις. Πολλές φορές λέμε τό μαῦρο ἄσπρο καί τό ἄσπρο μαῦρο, γιά νά ἀρέσουμε στούςἀνθρώπους. Λησμονοῦμε πολύ εὔκολα, ὅτι θά μᾶς κρίνει ὁ Θεός καί ὄχι ὁ κόσμος καί ὁ Θεός θά μᾶς κρίνει σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο, πού μᾶς ἄφησε. Γι᾿ αὐτό νά κοιτάξουμε πώς θάἀρέσουμε στό Θεό. Πῶς ὁ Θεός θά πεῖ καλά λόγια γιά μᾶς. Καί αὐτό θά τό ἐπιτύχουμε, ὅταν γίνουμε ἄνθρωποι ἀρετῆς.
Βέβαια ἀρετές δέν διαθέτουμε. Καλά ἔργα δέν ἔχουμε γραμμένα στό ἐνεργητικό μας. Τοὐλάχιστον ἄς ἔχουμε τό γνῶθι σ᾿ αὐτόν. Νά συναισθανθοῦμε σέ ποιά οἰκτρή κατάσταση βρισκόμαστε, νά ἀναγνωρίζουμε τά σφάλματά μας καί νά μετανοοῦμε, νά ἀποκτήσουμε εἰλικρινῆ μετάνοια, νά κοιτᾶμε νά διορθωθοῦμε.
Οἱ περισσότεροι ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση, ὅτι κάτι εἴμαστε. Συνήθως δαφνοστεφανώνουμε τούς ἑαυτούς μας καί ἐκδίδουμε πιστοποιητικό ἁγιότητας γιά μᾶς. Λέμε μάλιστα καί λόγια πολύ ἐγωϊστικά, μακάριοι καί οἱ ἄλλοι νά ἦταν σάν κι᾿ ἐμένα.Καί τό κακό εἶναι ὅτι δέν τά λέμε μόνο, ἀλλά καί τά πιστεύουμε. Πόσο λάθος κάνουμε καί πόσο φοβερά καί ἐπικίνδυνα εἶναι αὐτά τά λόγια!
Ὅταν ὁ Κύριος εἶπε στόν πλούσιο νεανίσκο νά ἐφαρμώσει τίς ἐντολές, ἐκεῖνος βιάστηκε νά ἀπαντήσει καί εἶπε, ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Ἄν ἦταν πιό σοβαρός, ἄν εἶχε λίγο μυαλό παραπάνω, θά ἔπρεπε νά πεῖ, δυστυχῶς, Κύριε, μέχρι σήμερα δέν μπόρεσα νά κάνω κάτι σπουδαῖο. Στό τέλος αὐτός ὁ ποιητής τοῦ νόμου ἔβαλε κάτω τό κεφάλι καί ἔφυγε ἀπογοητευμένος. Αὐτό παθαίνουμε ἤ θά πάθουμε κι᾿ ἐμεῖς.
Ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς καταστάσεώς μας θά ἔπρεπε νά συμφωνήσουμε μέ τόν ἱερόὑμνογράφο καί νά παραδεχτοῦμε αὐτά πού λέει σ᾿ ἕνα τροπάριο: Πᾶσαν ἁμαρτίαν διεπραξάμην, πάντας ὑπερέβην τῇ ἁμαρτίᾳ. Ὅταν ἕνας Παῦλος διεκήρυσσε, ὅτι εἶναι ὁἔσχατος πάντων, ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος τῶν ἁμαρτωλῶν, τί μποροῦμε νά ποῦμε ἐμεῖς;Ὅτι εἴμαστε καλύτεροι καί ἀνώτεροι ἀπό αὐτόν; Καί αὐτό πρέπει νά τό πιστέψουμε;
Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ἀγαπητοί μου, ὅτι μέχρι τώρα, ἤμασταν ψεύτικοι. Ψεύτικοι σέ ὅλα. Φεύτικοι χριστιανοί. Ψεύτικοι νηστευτές. Ψεύτικοι ἐξομολογούμενοι. Ψεύτικοι προσευχόμενοι. Ψεύτικοι κοινωνοῦντες. Ψεύτικοι στήν ἀγάπη, στήν πίστη, στήν ταπείνωση. Ὅ,τι κάμναμε ἦταν πολύ λίγα καί μισά. Οὔτε στό περίπου δέν εἴμαστε ἐντάξει. Ἄς γίνουμε κάποτε πραγματικοί χριστιανοί, μέ γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Νά γίνουμε θεοσεβεῖς μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξεως, σέ ὅλη της τήν ἔκταση, σέ ὅλες της τίς διαστάσεις. Σέ ὕψος, σέ βάθος καί πλάτος. Νά τό προσπαθήσουμε φιλότιμα καί μέ τίς εὐχές τοῦ δικαίουἸώβ καί τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ νά τό κατορθώσουμε, νά τό ἐπιτύχουμε.
Προηγουμένως, ἀγαπητοί μου, μιλήσαμε γιά τίς ἀρετές τοῦ Ἰώβ, ὅπως τίς παρουσιάζει ὁ Θεός καί τίς ἀπαριθμεῖ στόν διάβολο.
Ὁ Ἰώβ εἶναι δίκαιος, ἄμεμπτος,ἀληθινός, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ πράγματος. Γιά νά τό λέει ὁΘεός, ἀσφαλῶς ἔτσι εἶναι καί δέν χωράει καμιά ἀμφιβολία.
Σήμερα θά δοῦμε κάποιες ἄλλες ἀρετές, πρακτικές, ὅπως μᾶς τίς ἐκθέτει ὁ ἴδιος. Καί αὐτές δέν θά τίς γνωρίζαμε, ἄν δέν εἶχαν προηγηθεῖ συγκεκριμένες κατηγορίες εἰς βάρος τουἀπό κάποιους φίλους του. Ἀναγκάσθηκε νά ἀπολογηθεῖ ἀναφερόμενος στή ζωή του.
Στή γνωστή παραβολή τοῦ τελώνου καί φαρισαίου ὁ δεύτερος ἐγωϊστικά κινούμενος,ἀπό τήν μεγάλη ἰδέα πού εἶχε γιά τόν ἑαυτό του, διαλαλεῖ ὑπαρκτές καί ἀνύπαρκτες ἀρετές, χωρίς νά τόν ὑποχρεώσει κανείς καί μάλιστα τό κάνει κατά τήν ἱερή ὥρα τῆς προσευχῆς μπροστά στό Θεό.
Ὁμιλεῖ καί ὁ Ἰώβ γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά γιά νά ἀντικρούσει τίς βαριές κατηγορίες, πού τόν παρουσίαζαν σάν μεγάλο ὑποκριτή, ἕναν βασανιστή καί ἐκμεταλλευτή τῶν ἀδυνάτων συνανθρώπων του. Αὐτό τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τό στίγμα τοῦ φαρισαίου καί ὑποκριτοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτό μαθαίνουμε ὅλα ἐκεῖνα, πού παρέμεναν κρυφά καί μυστικά, ἦταν ὅμως γνωστά στό Θεό. Ἡ ἀπαρίθμηση αὐτῶν, πού ἀποτελοῦσαν τήν καθημερινή του ζωή καί πράξη, μᾶς βοηθάει νά κατανοήσουμε ἐκεῖνες τίς ἀρετές, πού ἀναφέραμε στήν προηγούμενηὁμιλία μας καί εἴπαμε πώς εἶναι ἀρετές, πού τίς ἀπαριθμεῖ ὁ Θεός.
Ἡ καρδιά τοῦ Ἰώβ καλλιεργημένη ἀπό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί τήν θερμή ἀγάπη σ᾿Αὐτόν, εἶχε γίνει λεπτή καί εὐαίσθητη καί, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ἀγαποῦσε καί τούς συνανθρώπους του καί μάλιστα ὅλους χωρίς καμιά ἐξαίρεση. Κυρίως καί πρό πάντων τήνἐκδήλωνε στούς ἀδύναμους καί ἀνυπεράσπιστους ἀνθρώπους, σ᾿ αὐτούς πού δέν εἶχαν κανέναν νά τούς προστατεύσει, νά τούς παρηγορήσει, νά τούς ἐνθαρρύνει στήν ἀδυναμία τους, στίς δύσκολες περιστάσεις.
Εἶναι πολύ λεπτή καί εὐαίσθητη ἡ καρδιά τοῦ Ἰώβ. Βλέπει πονεμένους καί κλαίει,ἀναλύεται σέ δάκρυα, βγάζει στεναγμούς. Καί βέβαια δέν τό κάνει καθισμένος νωχελικά καίἀναπαυτικά σέ μιά μαλακή πολυθρόνα, μέσα στή ζεστασιά καί στήν θαλπωρή τοῦ σαλονιοῦτου. Δέν ἔχει κούφιους συναισθηματισμούς. Ἀντίθετα ἔχει λεπτά, βαθιά καί εὐγενῆσυναισθήματα, πού τόν παρακινοῦσαν σέ ἔμπρακτη ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῶν δυσκολεμένων συνανθρώπων του.
Πολύ ὡραῖα μᾶς τό λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στήν καθολική ἐπιστολή του.Ἐάν ἕνας ἀδελφός ἤ ἀδελφή εἶναι γυμνοί καί δέν ἔχουν νά ντυθοῦν, στεροῦνταιἀκόμη καί αὐτήν τήν καθημερινή τροφή, τούς πεῖ κάποιος ἀπό σᾶς, τί κρίμα, πόσο σᾶς λυπᾶμαι, ἄντε πηγαίνετε νά ζεσταθεῖτε καί νά χορτάσετε, δέν τούς δώσετε ὅμως τά ἀναγκαῖα καί ἀπαρασίτητα γιά τό σῶμα, ποιά ἡ ὠφέλεια; Ἡπίστη, ἄν δέν ἔχει ἔργα, εἶναι νεκρή. Καί λίγο πιό μπροστά γράφει: Θρησκεία καθαρά καί ἀμίαντος αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανούς καί χήρας ἐν τῇθλίψει αὐτῶν. Νά ἐπισκέπτεται κανείς ὀρφανούς καί χῆρες στήν θλίψη τους. Δέν θά περιμένουμε νά ἔρθουν ἐκεῖνοι κοντά μας, ἀλλά ἐμεῖς θά τούς ἀναζητήσουμε. Αὐτό ἔκανε ὁ Ἰώβ.
Ἡ φτώχεια ἔχει ἀξιοπρέπεια καί κρύβεται πίσω ἀπό τίς πόρτες καί τά σπασμένα παντζούρια τῶν φτωχικῶν σπιτιῶν. Αὐτοί πού μέ θράσος καί αὐθάδεια μᾶς πλησιάζουν καίἀπαιτοῦν, συνήθως εἶναι ἐπαγγελματίες ἐπαῖτες, πού τίς περισσότερες φορές δέν ἔχουνἀνάγκη. Εἶναι τό ἐπάγγελμά τους καί ἡ ἀρώστια τους.
Ἄς δοῦμε λοιπόν τί λέει ὁ Ἰώβ. Ἡ δικαιοσύνη γιά μένα ἦταν ὅπως τό ἔνδυμά μου.Ἐνδυόμουν τήν δίκαιη κρίση σάν ἐπανωφόρι. Μάλιστα δέ ἀναφέρει τήν λέξη διπλοΐδα. Εἶναι τό ροῦχο, πού τό τυλίγουμε δύο φορές στό σῶμα μας. Εἶναι ἔκφραση μεταφορική μέ τήνὁποία θέλει νά δείξει τήν στενή σχέση πού εἶχε μέ τήν δικαιοσύνη, πόσο πολύ δίκαιος ἦταν.
Ἤμουν πατέρας τῶν ἀδυνάτων καί τίς δικαστικές διαφορές πού γνώριζα, φρόντιζα μέ περισσῆ ἐπιμέλεια νά ἐξακριβώσω ὅσο τό δυνατόν καλύτερα, φοβούμενος μήπως ἄθελά μου κάνω κάποιο λάθος. Ἐξέταζε λεπτομερῶς νά ἀνακαλύψει τό δίκαιο, νά ὑπερασπισθεῖ τό δίκαιο, τό ὁποῖο ἄλλοι ἰσχυροί κατεδίωκαν καί καταπατοῦσαν. Δέν περίμενε τούςἀδικημένους νά πᾶνε κοντά του, ἀλλά αὐτός τούς ἀναζητοῦσε μέ πολλή φροντίδα. Ἔσπαζε, λέει, τά δόντια τῶν ἀδίκων καί κακῶν ἀνθρώπων, πού ἦσαν σάν ἄγρια θηρία καί ἅρπαζε ἀπό τά δόντια τους τά ἀθῶα θύματά τους. Ὁ μαλακός Ἰώβ φαινόταν σκληρός καί ἀτρόμητος,ὅταν ὑπερασπιζόταν τό δίκαιο καί τόν ἀδύνατο.
Δέν συμπορεύθηκε μέ πονηρούς στόν κακό δρόμο. Ἐφήρμοζε αὐτό πού μετά ἀπό αἰῶνεςὁ προφητάναξ Δαβίδ θά γράψει στόν πρῶτο ψαλμό: Μακάριος ἀνήρ, ὅς οὐκ ἐπορεύθηἐν βουλῇ ἀσεβῶν καί ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστι. Εἶναι εὐτυχής ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος,ὁ ὁποῖος δέν ἐβάδισε ποτέ στό δρόμο τῶν ἀσεβῶν, οὔτε στάθηκε ἔστω καί γιά λίγο ἐκεῖ ἀπόὅπου περνοῦν οἱ ἁμαρτωλοί, γιά νά συνάψει φιλία μέ αὐτούς.
Λίγο ἀργότερα ὁ Σοφός Σολομών θά γράψει στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: Υἱέ, μή σέ πλανήσωσιν ἄνδρες ἀσεβεῖς...μή πορευθῇς ἐν ὁδῷ μετ᾿ αὐτῶν, ἔκκλινον δέ τόν πόδα σου ἐκ τῶν τρίβων αὐτῶν. Παιδί μου, πρόσεξε μή σέ πλανήσουν ἀσεβεῖς ἄνθρωποι καί σέ τραβήξουν μέ τό μέρος τους. Ποτέ μή δεχθεῖς νά πᾶς μαζί τους... Μή βαδίσεις τόν ἴδιο δρόμο μέ αὐτούς, ἀλλά ἄλλαξε πορεία καί λοξοδρόμησε, φῦγε μακρυά ἀπό βήματά τους. Οἱγάρ πόδες αὐτῶν εἰς κακίαν τρέχουσι. Τά πόδια τους τρέχουν γρήγορα στό κακό.
Πρίν ἀπό τόν νόμο, χωρίς νά ἔχει στά χέρια του τόν γραπτό νόμο τοῦ Θεοῦ, τόνἐφήρμοζε καί τόν ἀκολουθοῦσε πιστά. Αὐτό εἶναι τό θαυμαστό. Ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως θά εἶναι μάρτυς κατηγορίας μας, διότι ἐμεῖς ἔχουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε τό ἱερό Εὐαγγέλιο ἐδῶκαί εἴκοσι αἰῶνες, ἀλλά δέν λέμε νά τό ἀκολουθήσουμε. Χαρακτηριστικά ἀποφεύγουμε ὅ,τι ὁΘεός ζητάει νά κάνουμε καί πεισματικά κάνουμε ἐκεῖνο πού ἀπαγορεύει.
Στλη συνέχεια πηγαίνει σ᾿ ἕνα πολύ σπουδαῖο θέμα, τό ὁποῖο πρέπει μέ πολλή προσοχή νά τό ἀκούσουμε.
Ἔκανε συμβόλαιο μέ τόν ἑαυτό του, ὑποσχέθηκε, πῆρε τήν σταθερή ἀπόφαση, νά βάλει φραγμό στά μάτια μου, νά μή παρατηρεῖ μέ κακή ἐπιθυμία τίς γυναῖκες. Δέν ὑπέπεσε σέ σαρκικές ἐπιθυμίες, ὥστε νά κατρακυλίσει σέ ἐφάμαρτα πάθη, σέ σαρκικά ἁμαρτήματα. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία, ὄχι μόνο οὐ μοιχεύσεις, ὅπως ὥριζε ὁπαλαιός νόμος, δηλαδή νά μή διαπράξει ἐν ἔργῳ τήν αἰσχρή ἁμαρτία, ἀλλά νά μή ρίξει οὔτεἕνα πονηρό βλέμμα σέ γυναίκα πρός τό ἐπιθυμῆσαι αὐτῆς. Τότε διαπράττεται ἡ μοιχεία μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπό ἕνα τέτοιο πονηρό βλέμμα τήν ἔπαθε ὁ Δαβίδ καί ἔπεσε στό διπλό ἁμάρτημα τοῦφόνου καί τῆς μοιχείας. Ὕστερα ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητα, ἔβρεχε τό στρῶμα του μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας, συνέθεσε τόν Ν΄ψαλμό τῆς μετανοίας, τό ἐλέησόν με ὁ Θεός. Ἀφοῦ ἔβαλε μυαλό ἀπό τό πάθημά του, στίς προσευχές του παρακαλοῦσε τόν Θεό, ἀπόστρεψον τούςὀφθαλμούς μου τοῦ μή ἰδεῖν ματαιότητα. Κάθε τί τό ξένο εἶναι ἀπαγορευμένο, εἶναι μάταιο κι᾿ ἐμεῖς δέν πρέπει νά ρίχνουμε τά μάτια μας ἐπάνω του.
Κάτι ἀνάλογο κάνει καί ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος σέ μία πολύ ὡραῖα κατανυκτική καίἐξομολογητική βραδυνή προσευχή, μέ τήν ὁποία ζητάει συγχώρηση ἀπό τόν Θεό. Νά τοῦσυγχωρήσει ὁ Θεός τίς ἁμαρτίες, πού διέπραξε κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας καί μεταξύἄλλων εἰ κάλλος μάταιον ἐθεασάμην καί ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐθέλχθην τόν νοῦν. Ἐάν εἶδε κάτι ὄμορφο καί αὐτό τοῦ ἀπέσπασε τήν προσοχή καί τό ἐνδιαφέρον καί εὐχαριστήθηκε μέσα του.
Ὑπ᾿ αὐτήν τήν ἔννοια ἔλεγε ὁ Μέγας Βασίλειος, καί γυναίκα οὐ γινώσκω καί παρθένος οὐκ εἰμί. Δέν ἁμάρτησα ἐν ἔργῳ, ἀλλά διέπραξα τήν ἁμαρτία μέ τά μάτια μου καί τήν σκέψη μου.
Ὁ Κύριος πάλι στό γνωστό ἐπισόδειο μέ τόν νομικό τοῦ εἶπε νά τηρήσει τίς ἐντολές, οὐκλέψῃς, οὐ μοιχεύσῃς κλπ. Βιαστικά καί ἐπιπόλαια ἐκεῖνος ἀπάντησε, ταῦτα πάνταἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Λέει κάποιος ἑρμηνευτής, ἄν εἶχε λίγο μυαλό θά ἔπρεπε νά πεῖ, δυστυχῶς, Κύριε, μέχρι σήμερα τίποτε σπουδαῖο δέν μπόρεσα νά κάνω.
Ὁ Ἰώβ ἐπιμελῶς ἐπεδίωκε νά μή ξεφύγει ἀπό τόν ἴσιο δρόμο καί ὅπως χαρακτηριστικάὁμολογεῖ, ἡ καρδιά του δέν ἑλκύσθηκε ἀπό γυναίκα ξένου ἀνδρός, οὔτε παραμόνευε ἤπαρακολουθοῦσε τήν πόρτα της. Καί σημειώνει: Ὁ θυμός τοῦ Κυρίου εἶναι πολύ μεγάλος, ὅταν κάποιος μολύνει τήν γυναίκα τοῦ ἄλλου. Εἶναι φωτιά ἡ ἁμαρτία αὐτή, πού καίει τό σπίτι του καί ἀπό τίς τέσσερις πλευρές καί ἀκόμη καταστρέφει καί τά θεμέλιά του. Μεγάλη ἁμαρτία φέρνει μεγάλη τιμωρία, μεγάλη καταστροφή.
Ὅλα αὐτά ἰδιαίτερα σήμερα πρέπει νά τά ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψι μας, γιατί ὁ κόσμος ὅλος κεῖταιἐν τῷ πονηρῷ. Τά σαρκικά ἁμαρτήματα εἶναι πολύ διαδεδομένα σήμερα. Νέοι καί γέροι δένἔχουν χαλινό. Πολύ δύσκολα νά βρεῖ κανείς νέους ἐγκρατεῖς. Πολύ δύσκολα νά συναντήσει παντρεμένους πού τιμοῦν τό στεφάνι τους. Οἱ στατικές στό θέμα αὐτό εἶναι ἀπελπιστικές.Ἐλάχιστοι εἶναι αὐτοί πού δέν ἔχουν ἐξωσυζυγικές σχέσεις. Δέν εἶναι ὑπερβολή νά ποῦμε, ὅτι στό θέμα αὐτό ἔχουμε ξεπεράσει τά Σόδομα καί τά Γόμορα.
Συνεῖχε τόν Ἰώβ πάντοτε ὁ φόβος τοῦ Κυρίου. Ἄν ἔκαμνε κάποιο κακό, πίστευε, πώς θά τόν τιμωροῦσε ὁ Θεός καί αὐτός δέν μποροῦσε νά ὑποφέρει τήν καταδικαστική τουἀπόφαση. Εἶχε φόβον Θεοῦ γι᾿ αὐτό καί ἀπέφευγε τήν ἁμαρτία. Σκεφτόταν ὅτι πάντοτε τόν βλέπει ὁ Θεός καί τί ἀπάντηση, τί ἀπολογία θά ἔδινε;
Τό ἴδιο ἀπάντησε καί ὁ πάγκαλος Ἰωσήφ στήν πονηρή γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ ἀποφεύγοντας τίς ἀνήθικες προτάσεις της. Πῶς ποιήσω τό ρῆμα τοῦτο τό πονηρόν καί ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; Αὐτός ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ τόν συνεῖχε καί τόν συγκρατοῦσε ἀπό τήν ἁμαρτία.
Βλέπετε πόσο μᾶς συγκρατεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Καί ἄν δέν πιστεύουμε, ἄν δέν ἔχουμε μέσα μας φόβο Θεοῦ, τότε κάνουμε τά πάντα, ἀκόμη καί τά πιό βαριά καί μεγάλαἁμαρτήματα, τά πιό φοβερά κακουργήματα. Χωρίς Θεό δέν ἔχουμε κανένα φραγμό στίς σκέψεις καί στίς ἐνέργειές μας. Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται. Ἁμαρτάνουμε συνεχῶς καίἀσύστολα, χωρίς νά σκεφθοῦμε, ὅτι ἔχουμε νά περάσουμε ἀπό δικαστήριο μέ φοβερό κριτή.
Αὐτά γιά τήν ἠθική. Ἄς πᾶμε σέ ἄλλο θέμα, σέ ἄλλη ἀρετή του.
Λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ὅλα τά ἁμαρτήματα χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες φιληδονίας, φιλαργυρίας καί φιλαυτίας. Γιά τήν φιληδονία εἴπαμε.
Στή συνέχεια ὁ Ἰώβ ὁμολογεῖ, ὅτι ποτέ δέν προσκολλήθηκε ἡ καρδιά του στά ὑλικά πράγματα, στόν πλοῦτο. Ποτέ δέν ἔκρυψε τόν χρυσό του μέσα στή γῆ. Ποτέ δέν στήριξε τήνἐλπίδα του στούς πολύτιμους λίθους, γενικά στόν πλοῦτο.
Ὁ Μέγας Βασίλειος ἐκφράζει μία ἀπορία. Δέν μπορῶ νά καταλάβω τούς ἀνθρώπους, λέει. Σκοτώνονται νά βγάλουν τόν χρυσό ἀπό τά σπλάχνα τῆς γῆς καί, ὅταν τόν βγάλουν, πάλι τόν κρύβουν μέσα στή γῆ.
Ὁ Ἰώβ δέν θεοποίησε τό χρῆμα, ὅπως συνήθως γίνεται. Ἄν ἡ τσέπη μας εἶναι γεμάτη καί τό πορτοφόλι μας φουσκωμένο, νομίζουμε, ὅτι δέν ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό. Ἡ φιλαργυρία καί ἡ πλεονεξία κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο εἶναι εἰδωλολατρεία. Αὐτή ἐκτοπίζει τόν Θεό καί παίρνει τήν θέση του. Γι᾿ αὐτό εἶπε καί ὁ Κύριος, ὅτι δέν μποροῦμε νά δουλεύουμε συγχρόνως σέ δύο ἀφεντικά, στόν Θεό καί στόν μαμωνᾶ. Ὁ ἀντίπαλος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁμαμωνᾶς, ὁ θεός τοῦ πλούτου.
Ὅμως εἶναι ἀλήθεια, ὅτι τά χρήματα δέν φέρνουν πάντοτε τήν εὐτυχία. Πολύ σοφά εἶπε κάποιος, ὅτι μέ τά χρήματα ἀγοράζουμε τό πιό μαλακό κρεββάτι, ὄχι ὅμως καί ὕπνο.Ἀγοράζουμε τά καλύτερα φάρμακα, ὄχι ὅμως πάντοτε καί τήν ὑγείας μας. Δωροδοκοῦμε πολλούς, κλείνουμε πολλά στόματα, μά δέν καταφέρνουμε νά ἠρεμήσουμε τήν συνείδησή μας, νά τῆς κλείσουμε τήν φωνή.
Ὁ Ἰώβ ποτέ δέν αἰσθάνθηκε ἀγαλλίαση γιά τόν πολύ πλοῦτο, πού εἶχε, οὔτε ἅπλωσε τό χέρι του νά μαζέψει καί νά ἀποθηκεύσει ἀναρίθμητα ἀγαθά. Θά μοῦ πεῖτε, εἶχε τόσα πολλά πλούτη, καί ἄλλα ἤθελε;
Τό γνωρίζουμε πολύ καλά, ὅτι ἀπό τόν πλούτο δέν χορταίνει κανείς. Ὅσα πιό πολλάἔχει, τόσο περισσότερα θέλει νά ἀποκτήσει. Ποτέ δέν χορταίνει, ποτέ δέν λέει φτάνει. Παραδείγματα ἀπό τήν καθημερινότητα ἔχουμε πολλά. Ἄς θυμηθοῦμε ὅμως ἕνα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Εἶναι ἡ παραβολή τοῦ ἄφρωνος πλουσίου.
Τά κτήματα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπέδωσαν καλή σοδειά καί αὐτός, ἀντί νά εὐχαριστήσει τόν Θεό καί νά ἀναπαυθεῖ, στενοχωρεῖται, ἀγωνιᾶ, δέν τοῦ κολλᾶ ὕπνος, γιατί δέν ἔχει ποῦ νά βάλει τά γενήματά του. Στό τέλος τί κατάλαβε; Ἔχασε καί τήν ζωή του καί τήν ψυχή του. Μέ τά πολλά πλούτη του ἀγόρασεπολύ ἀκριβά τήν κόλασή του.
Ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Δέν ξέρεις τί νά κάνεις; Δέν ἔχεις ποῦ νά βάλεις τούς καρπούς σου; Νά οἱ καλύτερες ἀποθῆκες, τά στόματα τῶν φτωχῶν καί τά στομάχια τῶν πεινασμένων.
Ὁ Ἰώβ ἦταν πολύ ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος. Ἡ πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του ἦταν ἀνοιχτή σέὅλους. Ποτέ δέν ἄφησε ξένο νά κοιμηθεῖ ἔξω. Ἀσκοῦσε φιλοξενία μεγάλη καί γενική. Δένἔκαμνε διακρίσεις σέ κανένα. Καί μάλιστα ὄχι μόνο περιποιόταν τούς φτωχούς στό σπίτι του, ἀλλά κανείς δέν ἔφευγε ἀπό ἐκεῖ μέ ἄδεια τά χέρια.
Ὅταν μάλιστα κάποιος τοῦ χρωστοῦσε χρήματα καί δέν μποροῦσε νά ἐξοφλήσει τό χρέος του, δέν τόν πίεζε, οὔτε τόν ἔσερνε στά δικαστήρια, ἀλλά ἔσχιζε ἀμέσως τό χρεωστικό γραμμάτιο, χωρίς νά πάρει κάτι ἀπό τόν ὀφειλέτη του.
Μέ αὐτήν τήν σπουδαία φιλοξενία του καί ὁ Ἀβραάμ ἔτυχε νά φιλοξενήσει ἀγγέλους, τήν Ἁγία Τριάδα. Αὐτήν τήν ἁγία ἀρετή εἶχε καί ὁ ὅσιος Παΐσιος ὁ Μέγας. Τούς δεχότανὅλους στό κελλί του, τούς περιποιόταν, τούς τάϊζε καί τούς ἔπλενε τά πόδια. Ἔτσι κάποια φορά φιλοξένησε τόν ἴδιο τόν Χριστό καί ἀξιώθηκε νά πλύνει καί τά δικά του πόδια.
Ἀκόμη ὁ Ἰώβ δέν ἦταν χαιρέκακος. Δέν χαιρόταν μέ τήν πτώση τῶν ἐχθρῶν του. Δέν εἶπε μέσα στήν καρδιά του, καλά νά πάθει. Γιά νά σκεφθοῦμε πόσες φορές ἐμεῖς εἴπαμε κάτι τέτοιο!
Ὁ Ἰώβ ἦταν ταπεινός, φιλάνθρωπος, τίμιος, παραδεχόταν ἀμέσως τό λάθος του καίἀμέσως, πολύ εὔκολα ζητοῦσε συγγνώμη.
Πολλές φορές οἱ κύριοι δέν φέρονται καθόλου καλά στό ὑπηρετικό προσωπικό, στίςὑπηρέτριες πού ἔχουν στά σπίτια τους καί στήν δούλεψή τους. Οἱ συνθῆκες διαβίωσῆς τους δέν εἶναι καθόλου ἀνθρώπινες. Τίς θεωροῦν κατώτερα πλάσματα χωρίς δικαιώματα. Τίς προσβάλλουν, τίς κακομεταχειρίζονται, δέν τίς πληρώνουν καλά, τίς στεροῦν τό μισθό τους, τίς παρενοχλοῦν, τίς κάνουν ἀνήθικες προτάσεις κ.ἄ. Αὐτό δυστυχῶς συμβαίνειἀκόμη καί σήμερα. Ἀποτέλεσμα, αὐτές οἱ ὑπηρέτριες νά καταρῶνται συνέχεια τούς κυρίους τους. Ὁ Ἰώβ ὅμως ποτέ δέν ἔκανε κάτι τέτοιο. Δέν ἁμάρτησε σ᾿ αὐτές. Ἦταν πολύ καλόςἀπέναντί τους. Τίς φέρθηκε μέ τόν καλύτερο τρόπο, γι᾿ αὐτό κι᾿ ἐκεῖνες δέν ποτέ εἶπαν κακό λόγο εἰς βάρος του.
Ἄν σέ κάποια ἄλλη περίπτωση, σάν ἄνθρωπος κάπου ἔσφαλε, χωρίς νά τό θέλει, ποτέ δέν ἔκρυψε τήν ἁμαρτία του, ἀπό φόβο μήπως χάσει τό καλό ὄνομα, μήπως μειωθεῖ ἡδημοτικότητά του. Κάποιοι τρέμουν, τί θά πεῖ ὁ κόσμος. Αὐτός δέν ἦταν ὑποκριτής. Εἶχε τό θᾶρρος καί τήν τόλμη νά παραδεχτεῖ τήν ἁμαρτία του, ὅποια καί ἄν ἦταν.
Πολλοί ἀπό μᾶς θέλουμε νά παραστήσουμε τόν ψευτοάγιο καί ἀναμάρτητο. Αὐτή εἶναι ἡμεγάλη μας ἁμαρτία. Ὄχι τό ὅτι ἁμαρτάνουμε, ἀλλά τό ὅτι δέν θέλουμε νά ἀναγνωρίσουμε τό σφάλμα μας, γι᾿ αὐτό καί δέν μετανοοῦμε. Δέν ζητοῦμε συγχώρηση οὔτε ἀπό τόν Θεό, οὔτεἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι ὅμως ἡ ἁμαρτία μας παραμένει, δέν συγχωρεῖται καί κάποια μέρα θά τήν πληρώσουμε ἀκριβά. Ὁ Ἰώβ ποτέ δέν ντράπηκε νά ἐξομολογηθεῖ δημοσίᾳ τήν ἁμαρτία του, ἀκόμη μπροστά σέ πολύ λαό.
Ἄν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα τιμωρήθηκαν καί διώχθηκαν ἀπό τόν παράδεισο, ἦταν γιατί δέν παραδέχθηκαν τό σφάλμα τους καί δέν ζήτησαν συγχώρηση ἀπό τόν Θεό. Μέ τό πρῶτοἤμαρτον ὁ Θεός θά τούς συγχωροῦσε. Τούς βοηθάει μάλιστα νά τό κάνουν. Τούς ἄνοιξε διάπλατα τόν δρόμο καί τόν τρόπο νά τό ὁμολογήσουν. Τούς ρώτησε, μήπως φάγατε ἀπό τόν καρπό ἐκείνου τοῦ δέντρου; Τό εἶπε ὁ Θεός, τούς ἄνοιξε εὔκολο δρόμο μετανοίας καί αὐτοί προσπαθοῦν νά δικαιολογηθοῦν καί ἐπιρρίπτουν τίς εὐθῦνες ὁ ἕνας στόν ἄλλο,ἀκόμη καί στόν ἴδιο τόν Θεό. Ὥστε οἱ Πρωτόπλαστοι δέν τιμωρήθηκαν γιά τήν ἁμαρτία τους,ἀλλά γιά τήν ἀμετανοησία τους.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφέας τῆς Κλίμακος στόν Δ΄λόγο του περίὑπακοῆς μᾶς ἀναφέρει ἕνα σπουδαῖο παράδειγμα.
Κάποτε σ᾿ ἕνα κοινόβιο πῆγε νά γίνει μοναχός ἕνας πρώην ληστής. Ἐξολογήθηκε στόνἡγούμενο μέ κάθε εἰλικρίνεια καί πολλή συντριβή ὅλα του τά ἁμαρτήματα. Στό τέλος τόνἐρώτησε ὁ Γέροντας: Αὐτά μπορεῖς νά τά φανερώσεις μπροστά σέ ὅλη τήν ἀδελφότητα; Κι᾿ ἐκεῖνος, ἔχοντας μισήσει ὁλοκληρωτικά τήν ἁμαρτία καί περιφρονώντας κάθε ντροπή,ἀπάντησε. Ἄν θέλεις τά ἐξομολογοῦμαι καί στό κέντρο τῆς Ἀλεξάνδρειας, μπροστά σέ ὅλο τόν κόσμο.
Στήν ἑπόμενη Κυριακή πού γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία στό Κυριακό, καί ἐνῷ ἦταν παρόντες ὅλοι οἱ πατέρες, διακόσιοι τριάντα στόν ἀριθμό, μετά τήν ἀνάγνωση τοῦΕὐαγγελίου, δίνει ἐντολή ὁ Ἡγούμενος νά διακόψουν τήν Θεία Λειτουργία καί νά φέρουν στό μέσον τοῦ Ναοῦ τόν ποτέ ληστή. Τώρα τοῦ λέει, πές μπροστά σέ ὅλους τούς ἀδελφούς τά ἁμαρτήματά σου ἕνα-ἕνα ξεχωριστά. Ἐκεῖνος ἔπεσε στό δάπεδο τοῦ Ναοῦ καίἐξομολογήθηκε πάλι γιά δεύτερη φορά ὅλα του τά ἁμαρτήματα μέ ἄφθονα δάκρυα.
Παρών ἦταν καί ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος Ἰωάννης. Συγκλονίσθηκα, εἶπε, μέ ὅλα ὅσα ἔγιναν. Ὁ ἡγούμενος τόν διαβεβαίωσε, ὅτι πρίν ἀκόμη σηκωθεῖ ἀπό τό ἔδαφος, πέτυχε τήν ἄφεση ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν του. Καί μή ἀμφιβάλεις καθόλου γι᾿ αὐτό συνέχισε. Ἕνας ἀπό τούς ἀδελφούς πού ἦταν ἐκεῖ ὁμολόγησε, ὅτι τήν ὥρα ἐκείνη εἶδε ἕναν φοβερό καί ἐπιβλητικό ἄντρα, πού κρατοῦσε στά χέρια του ἕνα χαρτί γραμμένο καί ἕνα κοντύλι ἀπό καλάμι. Κάθε φορά πού ὁπεσμένος στό ἔδαφος ἐξωμολογεῖτο μία ἁμαρτία του, ἐκεῖνος μέ τό κοντύλι τήν διέγραφε. Ἡ ἐξομολόγηση πραγματικά συγχωρεῖ, σβύνει τίς ἁμαρτίες μας.
Κοντά σ᾿ αὐτά ἦταν πολύ ἐλεήμων.
Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς, δυστυχῶς, εἶναι πολλές, τά προβλήματα σοβαρά καί ἀκανθώδη. Πόνος πολύς καί βαρύς στούς ἀνθρώπους. Σ᾿ αὐτούς ἀνάμεσα ζοῦσε ὁ Ἰώβ, ἀλλά ποτέ καί σέ κανέναν δέν γύρισε τήν πλάτη του. Γιά κανέναν δέν ἀδιαφόρησε. Ἀπό κανέναν δέν στέρησε τήν βοήθειά του. Πολλοί φτωχοί, πολλά ὀρφανά καί χῆρες ἅπλωναν ἱκετευτικά τά χέρια τους πρός σ᾿ αὐτόν ζητώντας τήν βοήθειά του. Ὅλους αὐτούς δέν τούς ἄφησε νά λυώνουν ἀπό τήν ἀγωνία, οὔτε νά κουράζωνται ἔχοντας ὑψωμένα τά χέρια γιά πολύ χρόνο καί νά παρακαλοῦν. Μέ μεγάλη προθυμία, ἀμέσως ἔσπευδε νά βοηθήσει οὐσιαστικά καί μέ διάκριση.
Ἡ δική μας ἀντίδραση σέ τέτοιες περιπτώσεις εἶναι πολύ διαφορετική. Μᾶς πλησιάζει ὁφτωχός, κι᾿ ἐμεῖς θέλουμε πολλά παρακάλια. Ταπεινώνεται μπροστά μας κι᾿ ἐμεῖς τόνἐξευτελίζουμε ἀκόμη περισσότερο καί ἤ τόν ἀποπέμπουμε μέ ἄδεια τά χέρια ἤ ἀφοῦ τόνἐξουθενώσουμε, τοῦ δίνουμε μιά μικρή βοήθεια, ὅπως θά πετούσαμε ἕνα κόκκαλο σ᾿ ἕνα σκυλί. Κάποιοι μάλιστα ζητοῦν μέ ἐκβιαστικό τρόπο ἀνταλλάγματα καί πολλές φορές πονηρά καί παράνομα.
Ὁ Ἰώβ παραδέχεται καί ὁμολογεῖ, ὅτι ποτέ δέν ἔφαγε ψωμί μόνος του, χωρίς νά δώσει στόὀρφανό. Καί αὐτό τό ἔκανε ἀπό τήν μικρή ἡλικία τοῦ ἄλλου, σάν νά ἦταν πραγματικός πατέρας του. Καί ὄχι μόνο τόν ἔτρεφε ὑλικά, ἀλλά τόν καθοδηγοῦσε καί πνευματικά. Τούς εἶχε σάν παιδιά του.
Κι᾿ἐμεῖς νομίζουμε, ὅτι μέ μισό εὐρώ, πού δίνουμε κάνουμε ἐλεημοσύνη. Περιοριζόμαστε μόνο στά ὑλικά καί λησμονοῦμε, ὅτι ἡ πνευματική βοήθεια εἶναι μεγαλύτερη καί ἀνώτερη. Πολύ ὡραῖα μᾶς τό λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος: Σώζει ψυχήν ἐκ θανάτου καί καλύψῃ πλῆθος ἁμαρτιῶν. Πότε εἴδαμε τόν ὀρφανό, τόν φτωχό σάν δικό μας παιδί καί πότε κάναμε ὅ,τι θά κάμναμε στό δικό μας παιδί; Στήν Θεολογική Σχολή μᾶς ἔλεγε ἕνας καθηγητής, ὁ κ. Κορναράκης: Εἶναι ἕνα ὀρφανό παιδί, πού παίρνει τά γράμματα, ἀλλά δένἔχει γονεῖς, δέν μπορεῖ νά σπουδάσει. Θά ἀναλάβουμε ἐμεῖς τά ἔξοδα τῶν σπουδῶν του, γιά νά βγεῖ ἄνθρωπος τῆς προκοπῆς στήν κοινωνία; Εἶναι μία καλή κοπέλα φτωχιά ὅμως καί δέν μπορεῖ νά παντρευτεῖ, γιατί δέν ἔχει προίκα. Τήν προικίζουμε σάν νά ἦταν δικό μας παιδί; Τότε θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε γιά ἐλεημοσύνη.
Αὐτό ἔκανε ὁ ἅγιος Νικόλαος. Προίκισε τρεῖς ἀδελφές, πού καλοπαντρεύτηκαν καί διέφυγαν τόν κίνδυνο νά κλειστοῦν σέ πορνεῖο. Ὁ ἅγιος Σεραπίων ἔδωσε τά ροῦχα πού φοροῦσε καί τυλίχθηκε ἕνα σεντόνι, γι᾿ αὐτό ὀνομάσθηκε καί ἅγιος Σινδόνιος. Πούλησε κατόπιν τό Εὐαγγέλιο πού εἶχε καί ἔδωσε τά χρήματα ἐλεημοσύνη καί στό τέλος, μή ἔχοντας τίποτε ἄλλο, πουλήθηκε ὁ ἴδιος σκλάβος, γιά νά βοηθήσει κάποιον πού εἶχε ἀνάγκη.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων ἑφτά ἤ ὀχτώ φορές πούλησε τό κρεββάτι του, γιά νά βοηθήσει τούς φτωχούς καί ὁ ἴδιος κοιμῶταν κάτω στό δάπεδο. Ἡ ἁγία Παρασκευή ἡ Ἐπιβατινή ἔδωσε τά καινούργια ἐνδύματα πού φοροῦσε σέ μιά φτωχιά καί πῆρε τά δικά της παλιά. Σέ ἄλλη περίπτωση ἔδωσε ἐλεημοσύνη τόν βαφτιστικό της σταυρό.
Ὁ Ἰώβ δέν ἀδιαφόρησε γιά τόν γυμνό, πού ἄν τόν ἄφηνε θά ξεπάγιαζε, θά πέθαινε ἀπό τό κρύο. Δέν χρειαζόταν νά τό πολυσκεφθεῖ καί νά καθυστερήσει, ἀμέσως τόν ἔντυνε.
Αὐτό δέν λέγει καί ὁ Κύριος; Γυμνός καί περιεβάλετέ με. Ἐφήρμοζε τό Εὐαγγέλιο αἰῶνες πρό Χριστοῦ, πρίν μᾶς τό παραδώσουν οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ἄν δώσουμε, θά δώσουμε ὅ,τι δέν μᾶς χρειάζεται καί εἶναι γιά πέταμα. Ὅμως τέτοια σαβούρα θά δώσουμε στό Χριστό; ἀφοῦ ὅ,τι κάνουμε σ᾿ Ἐκεῖνον ἀναφέρεται.
Οἱ ἀδύνατοι ἄνθρωποι τόν εὐλογοῦσαν, διότι ἐθερμαίνοντο οἱ ὦμοι τους ἀπό τά μάλλιναἐνδύματα, πού τούς ἔδινε.
Κάτι ἀνάλογο λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὅταν κάνεις τραπέζι στό μνημόσυνο τοῦ συγγενοῦς σου μή καλέσεις τούς πλούσιους, πού ἔχουν νά φᾶνε. Προσκάλεσε τούς φτωχούς, πού θά φᾶνε καί θά προσευχηθοῦν γιά τήν ἀνάπαυση τοῦ κεκοιμημένου. Αὐτῶν ἡπροσευχή εἰσακούεται περισσότερο ἀπό τόν Θεό.
Δέν σήκωσε ποτέ τό χέρι του κατά τοῦ ὀρφανοῦ, γιά νά τόν χτυπήσει, μέ τήν σκέψη ὅτι στήν δίκη θά εἶναι ὅλοι μέ τό μέρος του, μέ τό μέρος τοῦ ἰσχυροῦ. Καί σήμερα ἀκόμη αὐτό συμβαίνει. Οἱ πιό πολλοί, ἄν ὄχι ὅλοι, εἶναι μέ τό μέρος τοῦ ἰσχυροῦ, ἔστω καί ἄν ἔχει ἄδικο. Οἱ ἰσχυροί ἔχουν φίλους, ὄχι ὅμως καί οἱ ἀδύνατοι, οἱ καταφρονεμένοι.
Αὐτά μέ κάποια συντομία ἔκαμνε ὁ δίκαιος Ἰώβ. Ἔτσι ζοῦσε, μέ αὐτές τίς ἀρετές στόλιζε τόν ἑαυτό του.
Ὅπως εἴδαμε ποτέ δέν λησμόνησε τήν δίκαιη ἀνταπόδοση πού ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στούςἄδικους καί κακοποιούς. Ἀπό τήν ἁμαρτία τόν συγκρατοῦσε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δένἦταν κάποιο κίνητρο ἐγωπαθές. Δηλαδή δέν ἀπέφευγε τό κακό μόνο ἀπό τόν φόβο τῆς τιμωρίας. Ὁ Ἰώβ δυνεδίαζε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀγάπη του γιά τόν ἴδιο τόν Θεό καί γιά τούς ἀνθρώπους, πού εἶναι τά πλάσματά του.
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα σωτήριο ἐμπόδιο, γιά νά μή παρεκκλίνει κάποιος ἀπό τόν ἴσιο δρόμο, νά μή γλιστρήσει στόν γκρεμό τῆς ἀπωλείας. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ φράζει τήνἐπικίνδυνη κατεύθυνση, ὑποδεικνύει ἄλλη σωτήρια. Ἐνισχύει καί τονώνει τήν διάθεση τῆς ψυχῆς, νά συνεχίσει τήν ὄμορφη καί ἡρωϊκή πορεία στό καλό. Οἱ δυνάμεις τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς ἀναπτύσσονται καί κινοῦνται ἐλεύθερα στήν ἐπιτέλεση τοῦ καλοῦ, σέ ἔργαἀγάπης καί φιλανθρωπίας, σέ πράξεις εὐγενικές, πού ἐξευγενίζουν καί αὐτόν πού τίς ἀσκεῖκαί αὐτόν πού τίς δέχεται καί ὅλους ὅσους τίς ἀντιλαμβάνονται.
Ὅποιος κάνει κάτι μόνο ἀπό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τά κάνει τυπικά, περιορισμένα σέ στενάὅρια, μέ σφιγμένη καρδιά. Ἐδῶ ὅμως ἔχουμε κάτι ἄλλο. Ὁ Ἰώβ δέν προβαίνει σέ ἐνέργειες τυπικές-ἐξωτερικές, ἀλλά τίς κάνει μέ τρυφερότητα καρδιᾶς ἑνός στοργικοῦ πατέρα. Ἔνιωθε τούς δυστυχισμένους συνανθρώπους του σάν πραγματικά παιδιά του. Γι᾿ αὐτό λέει ὁ ἴδιος,ἐγώ ἤμην πατήρ ἀδυνάτων. Δέν περιοριζόταν σέ κάποια μισόλογα ψευτοπαρηγοριᾶς. Δέν ἄφησε τούς πονεμένους νά ἔχουν τήν αἴσθηση τῆς ἐγκατάλειψης καί ἀνασφάλειας μέσα στήν ἀδυναμία τους.
Ζοῦσε τό πρόβλημα τῶν ἄλλων καί ἔμπαινε στήν θέση τους. Ἔτσι μόνο μποροῦμε νά καταλάβουμε τούς ἄλλους καί νά τούς βοηθήσουμε.
Ἀκόμη δέν ξεχώριζε τόν ξένο ἀπό τούς δικούς του. Προσέφερε τό καλύτερο πού εἶχε. Ὅλοι εἴμαστε παιδιά τοῦ ἴδιου πατέρα. Ὅταν ἀπευθυνώμαστε στόν ἴδιο πατέρα καί λέμε πάτερἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, σημαίνει ὅτι μεταξύ μας εἴμαστε ἀδέρφια.
Τά ἀγαθά του δέν τά θεωροῦσε δικά του, κτῆμα του, ἀλλά ὅτι ἦταν διαχειριστής αὐτῶν, πού τοῦ χάριζε ὁ Θεός καί τοῦ τά χάριζε γιά ὅλους. Αὐτά πού ἔλεγαν οἱ Πατέρες τῆςἘκκλησίας ἐμπνεόμενοι καί διαποτιζόμενοι ἀπό τό πνεῦμα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, ὁ ἴδιος τά πίστευε καί τά ἐφήρμοζε αἰῶνες πρίν.
Ἡ γνησιότητα τῆς ἀγάπης του φαινόταν ἰδιαίτερα στίς σχέσεις του μέ τό προσωπικό τοῦσπιτιοῦ του. Ξέρουμε πόσο δύσκολες καί λεπτές εἶναι οἱ σχέσεις ἐργοδότη καί ἐργαζομένου. Δημιουργοῦνται πολύ συχνά δυσάρεστες συγκρούσεις. Πολύ διαφορετικά βλέπουμε κάποιον ἀπό μακρυά καί ἐντελῶς φιαφορετικά ὅταν εἴμαστε κοντά του, ὅταν συνεργαζόμαστε μαζί του, ὅταν τόν ζοῦμε καθημερινά.
Ἀγαπητοί μου,
Καί σήμερα πρέπει νά τελειώσουμε. Εἴδαμε τήν λεπτή καί εὐγενική ὕπαρξη τοῦ Ἰώβ. Γνωρίσαμε τήν λεπτή καί εὐαίσθητη καρδιά του, τήν γεμάτη ἀπό μεγάλη καί ὑποδειγματικήἀγάπη, πού ἤξερε νά ἀγαπᾶ ἔμπρακτα, χωρίς διακρίσεις καί οὐσιαστικά.
Εἴδαμε τήν προσήλωσή του στήν ἠθική καί τήν ἐγκράτεια, στήν τιμιότητα.
Παρ᾿ ὅτι εἶχε χρήματα καί κτήματα πολλά, δέν ἔδωσε σ᾿ αὐτά τήν καρδιά του. Δέν προσκολλήθηκε σ᾿ αὐτά. Ἦταν στό ἔπακρον ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος.
Σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ σωτηρία μας. Πῶς θά τό ἐπιτύχουμε αὐτό; Ἔχοντας πάντοτε κατά νοῦν καί ἐφαρμόζοντες τήν προτροπή τοῦ Κυρίου, πορεύου καί σύ ποίει ὁμοίως.Νά ἐπιδιώξουμε νά κάνουμε ὅ,τι ἔκανε ἐκεῖνος, δηλαδή ὁ Ἰώβ. Νά γίνουμε ὅ,τι ἔγινε ἐκεῖνος.Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά