Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 'Οσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 'Οσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Ιουλίου 19, 2016

Να και το καλό του πραξικοπήματος: ανέδειξε την ..."αναγκαιότητα" της Πανθρησκείας για την καταστολή των πραξικοπημάτων!

Την κοινή δήλωση υπογράφουν ο πρόεδρος της Διεύθυνσης Θρησκευμάτων της Τουρκίας,ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης και ο Αρχιραββίνος της Τουρκίας
Την απόπειρα πραξικοπήματος που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Παρασκευής στηνΤουρκία καταδίκασαν με κοινή τους δήλωση οι ηγέτες των θρησκευτικών κοινοτήτων της γειτονικής μας χώρας.
Η δήλωση από τους εκπροσώπους των εβραϊκών, χριστιανικών και μουσουλμανικών κοινοτήτων σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «εκφράζουν την μεγάλη θλίψη για τις τρομοκρατικές επιθέσεις που διαταράσσουν την ειρήνη του μεγάλου έθνους μας και του κόσμου».
Στους υπογράφοντες περιλαμβάνονται ο πρόεδρος της Διεύθυνσης Θρησκευμάτων της Τουρκίας, ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Αρχιραββίνος της Τουρκίας.

το είδαμε εδώ

Τρίτη, Μαΐου 17, 2016

17 Μαΐου 1914: Μετὰ τὸν ἔνοπλο ἀγώνα ὑπογράφεται διεθνὴς συνθήκη ποὺ κηρύσσει τὴν Αὐτονομία τῆς Βορείου Ἠπείρου

Τοῦ Χρύσανθου Σιχλιμοίρη
Φωτογραφία: Ἔνοπλες Δεροπολίτισσες ἕτοιμες νὰ ριχτοῦν στὴν μάχη γιὰ τὴν Βόρειο Ἤπειρο! "Γυναῖκες Ἠπειρώτισσες ξαφνιάσματα τῆς φύσης"
Αὐτόνομος Βόρειος Ἤπειρος - Ἱστορικὰ Στοιχεῖα 
 Ἡ δημιουργία τοῦ Ἀλβανικοῦ κράτους τὸ 1912 δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα ἀγώνων ἑνὸς λαοῦ ποὺ ζητοῦσε τὴν ἀπελευθέρωσή του καὶ τὴν ἀνεξαρτησία του ἀπὸ τὸν Ὀθωμανικὸ ζυγό, ἀλλὰ ἐπινόηση τῆς Αὐστροουγγαρίας καὶ τῆς Ἰταλίας οἱ ὁποῖες ἐνεργοῦσαν ἡ κάθε μία γιὰ ἴδιο συμφέρον.
Τὸ ἐθνικὸ συναίσθημα ἦταν ἄγνωστο στοὺς Ἀλβανοὺς μέχρι καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ού αἰώνα . Οἱ πιστοὶ στὸ Ἰσλὰμ Ἀλβανοὶ τοῦ Βορρᾶ ἔνιωθαν Τοῦρκοι, ἐνῶ οἱ Ὀρθόδοξοί το Νότου, ὅπου ὑπῆρχαν συμπαγεῖς Ἑλληνικοὶ πληθυσμοὶ καθὼς ἐπίσης καὶ ἀρκετοὶ μουσουλμάνοι, Ἕλληνες κάτοικοι τῆς Ἠπείρου. Ἔτσι, μὲ τὴν ἔναρξη τοῦ Α' Βαλκανικοῦ πολέμου τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1912, ἐνῶ ὅλα τα Βαλκανικὰ κράτη: Ἑλλάδα, Μαυροβούνιο, Σερβία, Βουλγαρία συμμάχησαν κατὰ τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, οἱ Ἀλβανοὶ μὲ ἀπόφαση τῶν ἀρχηγῶν τῶν ἐθνικιστικῶν τους ὁμάδων πῆραν μέρος στὸν πόλεμο, στὸ πλευρὸ τῶν Τούρκων. Βλέποντας οἱ Ἀλβανοὶ τὴν ἀτυχῆ γι' αὐτοὺς ἔκβαση τοῦ πολέμου καὶ διαπιστώνοντας, μετὰ ἀπὸ ἐπίσκεψη τοῦ Ἰσμαὴλ Κεμὰλ Βλιώρα στὴ Βιέννη, ὅτι πιθανὴ ἵδρυση Ἀλβανικοῦ κράτους δὲν ἦταν ἀντίθετη μὲ....
τὴν πολιτικὴ θέληση τῆς Αὐστροουγγαρίας,  προχώρησαν στὴν ἀνακήρυξη τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Ἀλβανίας. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔγινε στὶς 28 Νοεμβρίου 1912 στὸν Αὐλώνα καὶ ἦταν ἀπόφαση ἐθνοσυνέλευσης,  ποὺ συγκλήθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τὸν Ἰσμαὴλ Κεμὰλ Βλιώρα ἀμέσως μετὰ τὴν ἀποβίβασή του ἀπὸ Αὐστριακὸ ἀντιτορπιλικό,  ποὺ τὸν μετέφερε στὸν Αὐλώνα, ἀπὸ τὴν Τεργέστη τῆς Ἰταλίας. Στὴ συνέχεια οἱ Ἀλβανοὶ ζήτησαν ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις καὶ τὴν Τουρκία τὴ διεθνῆ ἀναγνώριση τοῦ κράτους τους καὶ ἡ ὁποία τελικὰ ἐπετεύχθη στὶς 7 Δεκεμβρίου 1912 ἀπὸ τὴν Πρεσβευτικὴ Συνδιάσκεψη τοῦ Λονδίνου.
 Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς μὲ τὴ νικηφόρα προέλαση του ἐλευθέρωνε τοὺς Ἄγ. Σαράντα, τὴν Κορυτσά, τὰ Ἰωάννινα, τὸ Ἀργυροκάστρο, τὴν Κλεισούρα, τὸ Τεπελένι. Ἡ Χειμάρρα εἶχε ἐλευθερωθεῖ νωρίτερα   ἀπὸ ἐθελοντὲς μὲ ἀρχηγὸ τὸν Χειμαρριώτη μακεδονομάχο Σπύρο Σπυρομήλιο. Ὁ πληθυσμὸς τῶν περιοχῶν αὐτῶν μὲ ἀπερίγραπτο ἐθνουσιασμὸ ἐκδήλωνε τὰ ἀκραιφνῆ Ἑλληνικά του αἰσθήματα πρὸς τὸν ἐλευθερωτὴ Ἑλληνικὸ στρατό, καὶ συνέτασσε ψηφίσματα καὶ ὑπομνήματα μετὰ ἀπὸ πάνδημα συλλαλητήρια πίστης καὶ ἀφοσίωσης πρὸς τὸν Διάδοχο.Τὸ περιεχόμενο τῶν ψηφισμάτων καὶ τῶν ὑπομνημάτων  αὐτῶν ἀποτελεῖ ἀδιάψευστο ἱστορικὸ ντοκουμέντο τῆς Ἑλληνι­κότητας τῆς Βορείου Ἠπείρου ἰδιαίτερα περιοχῶν, ποὺ δὲν ἀναγνωρίζονται ἀπὸ τοὺς Ἀλβανοὺς ὅτι κατοικοῦνται ἀπὸ Βορειοηπειρῶτες.
Καταπληκτικὸ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Μουσουλμάνοι τῆς περιοχῆς δὲν διαφοροποιοῦνται στὰ αἰσθήματα πρὸς τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς. Καὶ αὐτό, γιατί στὴ συντριπτική τους πλειοψηφία ἦταν Ἕλληνες στὴν καταγωγή, ἐξισλαμισθέντες κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας.Μικρὰ παιδιά, γυναῖκες καὶ ἄνδρες μέχρι τὰ κατάλευκα γηρατειά, ἐκδήλωναν τὴν Ἑλληνικότητά τους μὲ τρόπο, ποὺ δὲν ἀφήνει ἀσυγκίνητο καὶ τὸν πιὸ ψύχραιμο ἐρευνητή.Πόθος ὅλων ἡ ἕνωση μὲ τὴ μητέρα Ἑλλάδα καὶ πρόθεση τοὺς ὁ ἀγώνας μέχρις ἐσχάτων γιὰ τὴν ἐλευθερία.
Δυστυχῶς, μὲ τὴ λήξη τοῦ Α' Βαλκανικοῦ πολέμου  καὶ μὲ τὴν ὑπογραφὴ τῆς Συνθήκης Εἰρήνης τοῦ Λονδίνου στὶς 17 Μαΐου 1913, συναρτήθηκε ἡ  τύχη τῆς Βορείου Ἠπείρου μὲ αὐτὴ τῶν νησιῶν τοῦ Ἀνατολικοῦ Αἰγαίου - σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 5 τῆς Συνθήκης-. Τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου θὰ δίνονταν στὴν Ἑλλάδα μόνο ἐὰν ἡ χώρα μας θὰ " ἐδέχετο ἄνευ ἀντιρρήσεων, ὅπως ἡ Βόρειος Ἤπειρος περιληφθῆ ἐντός των Ἀλβανικῶν συνόρων".
Πληροφορούμενοι οἱ Βορειοηπειρῶτες τοῦ Ἀργυροκάστρου, τῆς Πρεμετῆς, τοῦ Τεπελενίου, τοῦ Δελβίνου καὶ τῆς Χειμμάρας ὅτι σχεδιάζεται ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις ἡ προσάρτησή τους στὸ Ἀλβανικὸ κράτος, διοργάνωσαν στὶς 5 Ἰουνίου μεγάλο συλλαλητήριο στὸ Ἀργυροκάστρο καὶ στὶς 17 Ἰουνίου συνέταξαν πληρεξούσιο σὲ ἀντιπροσώ­πους τοὺς προκειμένου νὰ τοὺς ἐκπροσωπήσουν μὲ παράστασή τους ἐνώπιόν της Πρεσβευτικῆς Συνδιάσκεψης τοῦ Λονδίνου. Μὲ τὸ κείμενό τους στοὺς Πρεσβευτὲς τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, οἱ πληρεξούσιοί των Βορειοη­πειρωτῶν ζήτησαν τὴν ἀποστολὴ "Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς" στὴ Βόρειο Ἤπειρο γιὰ νὰ ἐξακριβώσει τὸν ἐθνολογικὸ χαρακτήρα τοῦ τόπου καὶ τὴ θέληση τῶν κατοίκων καὶ αὐτοχρονα ἀποκάλυψαν, μὲ τὸν πλέον κατηγορηματικὸ τρόπο, τὴν ἀπόφασή τους νὰ πολεμήσουν γιὰ τὴν ἐλευθε­ρία τους.
Ἔμενε ὅμως ἐκκρεμές το θέμα τοῦ καθορισμοῦ τῶν Ἑλληνο-Ἀλβανικῶν συνόρων, ποὺ  ἀνατέθηκε σὲ Διεθνῆ Ἐπιτροπὴ ἀποτελούμενη ἀπὸ ἐκπροσώπους τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Ἀμέσως μετὰ τὸ διορισμὸ τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὸν καθορισμὸ τοῦ ἐθνολογικοῦ χαρακτήρα τῆς Βορείου Ἠπείρου, οἱ Ἕλληνες τῆς Κορυτσᾶς, ἀπέστειλαν ὑπόμνημα πρὸς τὴ Διεθνῆ Ἐπιτροπὴ τονίζοντας τὴν Ἑλληνικότη­τα τῆς περιοχῆς καὶ καταλήγοντας: "ἐν ἐκ τῶν δύο λοιπὸν ὑπολείπεται ἠμίν, ἢ ἕνωσις μετὰ τῆς μητρὸς Ἑλλάδος, συμφώνως τὴ καταγωγή, τὴ ἱστορία, ταῖς παραδόσεσι καὶ τοῖς ἐθίμοις ἠμῶν, ἢ μεταβολὴ τῶν πάντων εἷς ἐρείπια καὶ τέφραν". Ἡ Διεθνὴς Ἐπιτροπὴ "χρησιμοποίησε ὡς μοναδικὸ κριτήριο γιὰ τὸν χαρακτηρισμὸ τῶν κατοίκων ὡς Ἑλλήνων, τὴν Ἑλληνικὴ μονογλωσσία καὶ κατάταξε στοὺς Ἀλβανοὺς τοὺς χρῆστες τοῦ Ἀλβανικοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος ἀκόμη καὶ μέσα στὴν οἰκογένεια".Μόνο οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας δὲν ἀρκοῦνταν στὴν ἐξέταση τῆς γλώσσας ὡς μοναδικοῦ κριτηρίου, ἀλλὰ ὑποστήριζαν ὅτι ἔπρεπε νὰ λάβουν ὑπόψη τοὺς τὴν ἐκπαιδευτικὴ καὶ θρησκευτικὴ ἄποψη τῶν κατοίκων καθὼς ἐπίσης καὶ τὸ φρόνημά τους.
Στὸ μεταξὺ ἡ Πρεσβευτικὴ Συνδιάσκεψη τοῦ Λονδίνου τῆς 26ης Αὐγούστου 1913 ἀποφάσισε νὰ δοθεῖ στὴν Ἀλβανία παραλιακὴ λωρίδα μέχρι Φτελιᾶς, ἡ νῆσος Σάσων καθὼς καὶ ἡ ἐπαρχία (πρώην Καζᾶς) Κορυτσᾶς. Μάταια ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση στὶς 13 Ὀκτωβρίου διαμαρτυρήθηκε τόσο γιὰ τὴν παραπάνω ἐδαφικὴ ρύθμιση ὅσο καὶ γιὰ τὴ λήψη ὡς μοναδικοῦ κριτηρίου τῆς ἐθνικότητας, τὸ γλωσσικὸ ἰδίωμα τῶν κατοίκων στὸ χῶρο τῆς οἰκογενείας. Οἱ προτάσεις τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς υἱοθετήθηκαν ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις στὴ Φλωρεντία στὶς 17 Δεκεμ­βρίου 1913, ὅπου ὑπογράφηκε πρωτόκολλο μὲ τὸ ὁποῖο ἐπιδικάστηκε στὸ νεοσύστατο Ἀλβανικὸ κράτος ἡ πε­ριοχὴ τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ἀπὸ τὴ στιγμή, ποὺ ἡ Ἑλληνικὴ Κυβέρνηση "κατ' ἀνάγκην" ἀποδέχθηκε τὸν ἐκβιασμὸ τῶν Μεγάλων Δυνάμεων καὶ δεσμεύθηκε μὲ τὴν ὑπογραφή της, θὰ ἦταν ἀντίθετη σὲ κάθε μορφὴ ἀντίστασης ἢ διεξαγωγῆς αὐτονομιακοῦ ἀγώνα στὰ ἐδάφη, ποὺ εἶχαν ἐπιδικασθεῖ στὴν Ἀλβανία. Στὸ μεταξὺ οἱ Βορειοηπειρῶτες, ποὺ πληροφοροῦνταν τὰ τεκταινόμενα σὲ βάρος τους, ὀργανώνονταν μὲ τὴ σύσταση Ἐπιτροπῶν Ἐθνικῆς Ἀμύνης καὶ Ἐπιμελητειῶν. Κύριος στόχος τῶν ἀνωτέρω ἐπιτροπῶν ἦταν ἡ στρατολόγηση ἐθελοντῶν καὶ ἡ ἔνταξή τους σὲ ἱεροὺς λόχους καθὼς καὶ ἡ ἐξεύρεση οἰκονομικῶν πόρων γιὰ τὴ διεξαγωγὴ ἔνοπλου ἀγώνα. Ἤδη οἱ Χειμαρριῶτες διαμαρτυρήθηκαν καὶ γνωστοποίησαν ταυτόχρονα μὲ τὴν τελευταία πρόταση τῆς ἐπιστολῆς τους πρὸς τοὺς ὑπουργοὺς τῶν ἐξωτερικῶν των Μεγάλων Δυνάμεων στὶς 24 Νοεμβρίου 1913, τὴν ἀμετάκλητη ἀπόφασή τους νὰ ἀγωνισθοῦν γιὰ τὴν ἐλευθερία, ποὺ μὲ τόσους ἀγῶνες εἶχαν κερδίσει: "θὰ φονευθῶμεν πάντες, ἀλλ' ἡ Χειμάρρα ἐνωθεῖσα μετὰ τῆς Ἑλλάδος δὲν θὰ λεχθῆ ὅτι ὑπεδουλώθη εἰς Ἀλβανούς". Στὶς ἀρχὲς Δεκεμβρίου τοῦ 1913 οἱ Ἕλληνες φοιτητὲς ἔκαμαν ἔκκληση πρὸς τοὺς συναδέλφους τοὺς τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀμερικῆς νὰ διακηρύξουν "ἐν ὀνόματι τῆς διεθνοῦς φοιτητικῆς ἀδελφότητάς τα πρὸς τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἐλευθερίαν τῶν ἄλλων καθήκοντα τῶν λαῶν των". Διετράνωσαν δέ, στὴν ἔκκλησή τους, τὴν ἀπόφασή τους νὰ ὑπερασπισθοῦν "βῆμα πρὸς βῆμα τὸ ἔδαφος, ὅπερ διὰ ποταμοῦ αἱμάτων ἐπὶ ἔτος ὅλον μαχόμενοι ἀνεκτήσαμεν, καὶ νὰ μὴ ἐπιτρέψωμεν τὴν βεβήλωσιν αὐτοῦ καὶ τὴν αὐθαίρετον ἁρπαγήν του".
Οἱ ἀπόγονοί των ἱερολοχιτῶν τοῦ Δραγατσανίου δὲν σταμάτησαν ἐδῶ. Σχημάτισαν φάλαγγα, ποὺ πῆγε στὴν Ἤπειρο, γιὰ νὰ ὑπερασπισθοῦν μὲ τὸ αἷμα τοὺς τὸ Δίκαιο καὶ τὴν Ἐλευθερία. Προτοῦ ἀναχωρήσουν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἐξέδωσαν μνημειώδη προκήρυξη ποὺ κατέληγε ὡς ἑξῆς: "Λαὸς ἐλευθερω­θεῖς διὰ τοῦ ξίφους δὲν δουλοῦται διὰ τοῦ καλάμου".
Στὶς 10 Ἰανουαρίου 1914 ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ προέδρου τῆς Ἐπίτροπης Ἐθνικῆς Ἀμύνης Ἀργυροκάστρου, Τεπελενίου συγκάλεσε Πανηπειρωτικὸ Συνέδριο στὸ Ἀργυροκα­στρο, γιὰ τὶς 30 Ἰανουαρίου.
Ἐξέτασε ὅλες τὶς δυνατότητες γιὰ εἰρηνικὴ λύση τοῦ προβλήματος. Μὴ ἔχοντας ὅμως δυνατότητα γιὰ πολιτικὴ λύση ἕνεκα τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση θὰ ἦταν ὑποχρεωμένη νὰ δεχθεῖ τὶς θέσεις τῶν Μεγάλων Δυνάμεων γιὰ τὴν τύχη τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου, ἀποφάσισε στὴ Β'συνεδρία της τὴ σύσταση ἁρμοδίου ὀργάνου, ποὺ θὰ ἀναλάμβανε ἔνοπλο ἀγώνα μὲ σκοπὸ τὴν Ἀνεξαρτησία.Πρὸς τοῦτο συγκρότησε "Ὀργανωτικὴ Ἐπιτροπή", ποὺ μέχρι νὰ συμπληρωθεῖ θὰ ἀποτελοῦνταν ἀπὸ τοὺς μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως Βασίλειο, Βελλᾶς καὶ Κονίτσης Σπυρίδωνα καὶ Κορυτσᾶς Γερμανό. Στὸ ἑξῆς ἀποφά­σεις γιὰ τὸν Ἀγώνα θὰ ἔπαιρνε μόνο ἡ "Ὀργανωτικὴ Ἐπιτροπή". Στὴν Ἐ" συνεδρία της ἡ Πανηπειρωτικὴ Συνέλευση ἀποφάσισε νὰ ἀνακηρύξει τὴν αὐτονομία τῆς Βορείου Ἠπείρου.  Ἡ "Ὀργανωτικὴ Ἐπιτροπή", ὡς τὸ ὄργανο λήψεως ἀποφάσεως γιὰ τὴ διεξαγωγὴ τοῦ Ἀγώνα, στὶς 10 Φεβρουαρίου 1914 ἀνακήρυξε τὴ Βόρειο Ἤπειρο, "Αὐτόνομη Πολιτεία".  Ὁ δὲ Γεώργιος Χρηστάκη Ζωγράφος φθάνοντας στὸ Ἀργυροκάστρο στὶς 15 Φεβρουα­ρίου   σχημάτισε ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ προσωρινὴ κυβέρνηση μὲ πρῶτα μέλη, τὰ μέλη τῆς "Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς" . Τὴν ἴδια μέρα κυκλοφόρησε πρὸς τὸν Ἠπειρωτικὸ λαὸ ἡ πρώτη προκήρυξη  τῆς Προσωρινῆς Κυβερνήσεως. Στὶς 17 Φεβρουαρίου ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα καὶ μάλισα μὲ πανηγυρικὸ χαρακτήρα γιὰ τὴν τόνωση τοῦ ἠθικοῦ το λαοῦ, ἡ Ἀνεξαρτησία τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση εἶχε δώσει διαταγὲς πρὸς τὶς ἀρχὲς τῆς Βορείου Ἠπείρου, γιὰ τὴν παρεμπόδιση τῶν ἐκδηλώσεων. Παρ'ὅλα αὐτὰ ὁ πληθυσμὸς τῆς πόλεως καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς Ἀργυροκάστρου συγκεντρώθη­κε στὶς ὄχθες τοῦ Δρίνου ποταμοῦ ἀπὸ τὶς πρωινὲς ὧρες πάνοπλος. Οἱ ἀστυνομικὲς ἀρχὲς βρέθηκαν σὲ ἀδυναμία νὰ παρέμβουν καθὼς ἐπίσης καὶ ὁ στρατὸς γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ αἱματοκύλισμα. Στὶς 3 μ.μ. ἄρχισε ὁ ἁγιασμός. Παρόντες ἦταν ἑπτὰ χιλιάδες ἔνοπλοι.Ρίγη συγκίνησης διαπέρασαν τοὺς παρευρισκομένους ὅταν σὲ στιγμὲς κατάνυξης ὑψώθηκε ἡ σημαία τῆς "Αὐτο­νόμου" καὶ ὑποστάλθηκε ἡ Γαλανόλευκη. Ὁ μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος τὴν ἅγια ἐκείνη ὥρα προχώρησε λίγα βήματα καὶ ἀτενίζοντας τὴν Ἑλληνικὴ σημαία, μὲ παλόμενη ἀπὸ λυγμοὺς φωνὴ τὴν ἀποχαιρέτη­σε ἐκ μέρους τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Βορείου Ἠπείρου. "Χάριν τῆς ὑπέρτατης Ἐθνικῆς ἀνάγκης κατεβιβάσθης, ὢ θεῖον ὄνειρον, ἠμῶν τὲ καὶ τῶν πατέρων μας γαλανόλευκή μας, ἐθνική μας Σημαία. Ἀλλὰ ἀντί Σου δὲν ἀνυψώνομεν ξένην ἀλλὰ τὴν θυγατέρα σου, Ἠπειρωτικὴν προωρισμένην νὰ κατησχίση κατὰ τῆς ἀλβανικῆς ἡμισελήνου!"
Μετὰ τὴν τελετὴ τὸ πλῆθος κατευθύνθηκε στὸ Ἀργυροκάστρο ὅπου καὶ ὕψωσε στὸ διοικητήριο τὴ σημαία τῆς Αὐτονόμου Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ἡ Χειμάρρα στὸ μεταξὺ εἶχε ἀνακηρύξει τὴν Αὐτονομία ἀπὸ τὶς 10 Φεβρουαρίου,   ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἀνακηρύχθηκε ἡ Βόρειος Ἤπειρος σὲ "Αὐτόνομη Πολιτεία" ἀπὸ τὴν "Ὀργανωτικὴ Ἐπιτροπή". Ἡ ἀνακήρυξη τῆς Αὐτονομίας στοὺς Ἄγ. Σαράντα καὶ τὸ Δέλβινο ἔγινε στὶς 16 Φεβρουαρίου. Στὸ Λεσκοβίκι στὶς 20 καὶ στὴν Πρεμετὴ στὶς 23 Φεβρουαρίου.
Κοινὸ στοιχεῖο σὲ ὅλες τὶς περιοχὲς τῆς Βορείου Ἠπείρου ἦταν ἡ θέληση καὶ ἡ ἀποφασιστικότητα τῶν κατοίκων νὰ πολεμήσουν γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Βορείου Ἠπείρου ἔστω καὶ μόνοι. Ὁ τιτάνιος ἀγώνας τῶν Βορειοηπειρωτῶν στέφθηκε μὲ ἐπιτυχία στὰ πεδία τῶν μαχῶν παρὰ τὰ προβλήματα ποὺ δημιούργησε ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση.   Οἱ Μεγάλες Δυνάμεις ζήτησαν τὴν ἔναρξη διαπραγματεύσεων μὲ τοὺς Βορειοηπειρῶτες. Ἡ προσωρινὴ κυβέρνηση τῆς Αὐτονόμου Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου ἦρθε σὲ συνενόηοη μὲ τὴ Διεθνῆ Ἐπιτροπὴ Ἐλέγχου, στὴν ὁποία εἶχε ἀνατεθεῖ ὁ ἔλεγχος τῆς πολιτικῆς διοικήσεως καὶ τῶν οἰκονομικῶν το Ἀλβανικοῦ κράτους.  "Σκοπὸς τῆς προσωρινῆς κυβερνήσεως ἦταν νὰ ἐπιτύχη χάριν τῶν Βορειοηπειρωτῶν προνόμια, ἰσοδυναμούντα πρὸς αὐτονομίαν ".
Οἱ διαπραγματεύσεις ποὺ ἀκολούθησαν κατέληξαν στὴν ὑπογραφὴ τοῦ Πρωτοκόλλου τῆς Κέρκυρας στὶς 17 Μαΐου 1914.
Μὲ τὸ Πρωτόκολλο τῆς Κέρκυρας ἀναγνωρίσθηκε ὁ Ἑλληνικὸς χαρακτήρας τῆς Βορείου Ἠπείρου καὶ ἐδόθη­σαν στοὺς κατοίκους τῶν ἐπαρχιῶν Ἀργυροκάστρου καὶ Κορυτσᾶς "ἐκτεταμένα προνόμια διοικητικά, ἐκκλησιαστικά, σχολικὰ καὶ γλωσσικὰ ἰσοδυναμούντα πρὸς πραγματικὴν αὐτονομίαν".
Τὸ Πανηπειρωτικὸ Συνέδριο, ποὺ συνῆλθε στὸ Δέλβινο στὶς 23 Ἰουνίου 1914, ἐνέκρινε τὸ Πρωτόκολλο τῆς Κέρκυρας καθὼς ἐπίσης οἱ Μεγάλες Δυνάμεις  καὶ ἡ Ἀλβανία ,  ποὺ τὸ δέχθηκε καὶ τὸ προσυπέγραψε ἄνευ ὅρων στὶς 12 Ἰουνίου 1914.
Ἡ Ἑλλάδα εἶχε κατακτήσει τὸν πρῶτο ἐπίσημο  διεθνῆ τίτλο ἐπὶ τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ἡ ἑκατέρωθεν ὅμως δυσπιστία τῶν ἀντιμαχομένων, ὁδήγησε σὲ νέες συγκρούσεις, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν τὴ Β' φάση τοῦ Αὐτονομιακοῦ Ἀγώνα. Οἱ στρατιωτικὲς δυνάμεις τῆς Αὐτόνομης Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου, ὄχι μόνο ἀπώθησαν τοὺς ἐπιτιθέμενους Ἀλβανοὺς ἀλλὰ προχώρησαν καὶ πέραν τῆς ὁροθετικῆς γραμμῆς Τεπελενίου  - Κλεισούρας κλπ., μέχρι τοῦ Βερατίου. Στὸ μεταξὺ στὴν Ἀλβανία ἡ πολιτικὴ κατάσταση χειροτέρευε ἐπικίνδυνα. Παντοῦ ἐπικρατοῦσε ἀβεβαιότητα καὶ ἀναρχία.Γὶ αὐτὸ στὶς 14 Ὀκτωβρίου 1914 οἱ Μεγάλες Δυνάμεις μὲ τὴ συγκατάθεση τῆς Ἰταλίας ζήτησαν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα νὰ ἀνακαταλάβει στρατιωτικὰ τὴ Βόρειο Ἤπειρο, προκειμένου νὰ ἐπιβάλλει τὴν τάξη καὶ τὴν ἀσφάλεια στὸ ἀναρχοκρατούμενο κράτος τῆς Ἀλβανίας.
Κατὰ τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο ἡ πρόσκληση ἀποτελοῦσε "τὴν ἐπισημοτέραν διεθνῆ ἀναγνώρισιν τοῦ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος τὸ ὁποῖον ἔχει καὶ δικαιοῦται νὰ ἔχη ἡ Ἑλλὰς διὰ τοὺς ὁμοεθνεῖς πληθυσμοὺς τῆς περιφερείας ταύτης". Μὲ τὴν ἀνακατάληψη τῆς Βορείου Ἠπείρου ἀπὸ τὸν Ἑλληνικὸ στρατὸ ἔληξε ἡ Α' φάση τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Ἀγώνα, τοῦ Ἀγώνα τῆς Ἀνεξαρτησίας τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ἀφοῦ ἔγινε ἡ παράδοση τῆς Χώρας στὸν Ἑλληνικὸ στρατὸ μέσα σὲ γιορταστικὴ ἀτμόσφαιρα, ἡ κυβέρνηση τῆς Αὐτονόμου Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου παραιτήθηκε, ἐκδίδοντας τὴν τελευταία ἐμπνευσμένη ἐγκύκλιό της. Ὁ Βορειοηπειρωτικὸς Ἀγώνας εἶχε δικαιωθεῖ. Τὰ ἐδάφη τῆς Βορείου Ἠπείρου ἀποτελοῦσαν ἀναπόσπαστο τμῆμα τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους. Οἱ Βορειοηπειρῶτες ἐκπροσωπήθηκαν στὸ Ἑλληνικὸ Κοινοβούλιο μὲ δέκα ἕξι βουλευτές. Ὅμως ὁ πολιτικὸς διχασμός, ἡ μικροκομματικὴ πολιτική, οἱ σκοπιμότητες καὶ ἡ ἔλλειψη ἐθνικῆς ὁμοψυχίας στὴν Ἑλλάδα, ἦρθαν ἀρωγοὶ στὶς ἀποφάσεις τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, ποὺ εἶχαν χαράξει διαφορετικὰ τὴ μοίρα τοῦ τόπου.
 Ἡ ἱστορικὴ ἐξέλιξη ἐπιφύλαξε ἔκτοτε ποικίλα στάδια στὸ Βορειοηπειρωτικὸ Ζήτημα, χωρὶς ὅμως νὰ ὁδηγήσει ἀκόμη στὴ δίκαιη λύση του.Οἱ νέες πολιτικὲς ἀνακατατάξεις στὴ Βαλκανικὴ πρέπει νὰ ὁδηγήσουν ἀνεπιφύλακτα σὲ ἕνα νέο καθεστὼς καὶ γιὰ τὴ Βόρειο Ἤπειρο, σὲ μιὰ νέα Αὐτονομία μέσα στὰ πλαίσια τῆς γείτονος, ἐνέργεια τὴν ὁποία τὸ ἀλβανικὸ κράτος ὄχι μονάχα πρέπει νὰ σεβαστεῖ καὶ υἱοθετήσει – κάτι ποὺ δὲν ἔκανε στὸ παρελθὸν – ἀλλὰ καὶ νὰ ὑποστηρίξει. Ἔχει βαρύνουσα σημασία ἡ ἄποψη τοῦ Γέν. Γραμματέα τοῦ UNPO (UNREPRESENTED NATIONS AND PEOPLES ORGANIZATION) στὶς 18/4/94 στὴ Χάγη ὅτι, «ἐὰν μιὰ μειονότητα ἀγωνισθεῖ ἀποφασιστικὰ καὶ δημιουργήσει ἀκόμα καὶ ταραχές, τότε γίνεται γνωστὴ καὶ μπορεῖ νὰ ἀγωνίζεται γιὰ τὰ δίκαιά της μὲ πιθανότητα ἐπιτυχίας. Ἐὰν μείνει σὲ μιὰ εἰρηνικὴ συμπεριφορὰ μόνο, τότε θὰ ἐξαφανιστεῖ, μὲ τὶς μεθοδεύσεις καταπίεσης, ἐθνικῆς ἐκκαθάρισης μὲ ἀμφίδρομες μεταφορὲς πληθυσμῶν καὶ μὲ ἄλλες μεθόδους τοῦ κυρίαρχου κράτους».Ὑποστήριξη ὅμως  ποὺ πρέπει νὰ ἔχει τὸ δίκαιο αἴτημα τῆς Αὐτονομίας καὶ ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ πλευρά, κάτι τὸ ὁποῖο δὲν βλέπουμε μὲ σαφήνεια στὶς δηλώσεις – οὔτε λόγος γιὰ  πράξεις - τῶν πολιτικῶν.
Καὶ ἐπειδὴ τὸ ἐθνικὸ αὐτὸ θέμα εἶναι καὶ πολιτικό,  καὶ τοῦ ὁποίου ἡ λύση  θὰ πρέπει νὰ δρομολογηθεῖ μέσα ἀπὸ τὰ διεθνῆ fora καὶ μὲ βάσει τὶς διεθνεῖς συνθῆκες ποὺ ὑπαγορεύουν τὸ μέλλον τῶν ἐθνικῶν μειονοτήτων, καλὸ θὰ ἦταν  τὰ πολιτικὰ κόμματα στὴν Ἑλλάδα  νὰ συμπεριλάβουν στὴν ἀντζέντα τῶν ἐξωτερικῶν θεμάτων καὶ τὸ Βορειοηπειρωτικό, πρὶν εἶναι ἀργά.
Ὁ Βορειοηπειρωτικὸς Ἑλληνισμὸς ἔχει  “χορτάσει” ἀπὸ παχιὰ λόγια, ἀπὸ “ἐπιθέσεις φιλίας”, ἀπὸ συνθηματολογία «περὶ γέφυρας φιλίας»  τῆς μειονότητας, ἀπὸ πολιτικάντικη καὶ ξύλινη γλώσσα ποὺ δὲν διστάζει, γιὰ λόγους πολιτικῆς σκοπιμότητας νὰ  ἐκμεταλλεύεται τὸ πολύπαθο  αὐτὸ κομμάτι τοῦ ἑλληνισμοῦ, χωρὶς ὅμως νὰ δεσμεύεται γιὰ τὸ πρακτέον.
σφεβα
το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Μαρτίου 11, 2015

Σαν το κεράκι....


Στον άγιο Σεραφείμ άρεσε να παρομοιάζη την ανθρώπινη ζωή με ένα κερί. 
Ένα πλήθος από κεριά έκαιγαν μέσα στο κελλί του μπροστά στις εικόνες. Όσο περισσότεροι έρχονταν- και οι επισκέπτες όλο και αυξάνονταν χρόνο με τον χρόνο-τόσο περισσότερα κεριά του έφερναν.

Η ζωή μας έλεγε ο στάρετς, μπορεί να συγκριθή με μια λαμπάδα καμωμένη από κερί με φυτίλι, που καίει με μια φλόγα που εμείς ανάψαμε.

Το κερί είναι η πίστη μας, το φυτίλι η ελπίδα μας, και η φλόγα η αγάπη που ενώνει την πίστη μαζί με την αγάπη, όπως το κερί και το φυτίλι καίνε μαζί με αποτέλεσμα τη φωτιά.
Ένα κερί κακής ποιότητας βγάζει όταν το ανάβης και όταν το σβήνης μια άσχημη μυρωδιά. Όμοια είναι και η ζωή ενός αμαρτωλού.

Κοιτώντας ένα κερί-κυρίως μέσα στην εκκλησία- σκεπτόμαστε πάντα την αρχή, το ξετύλιγμα της ζωής μας και το τέλος της: όπως λειώνει ένα αναμμένο μπροστά στο πρόσωπο του Θεού, έτσι και κάθε στιγμή, λιγοστεύει η ζωή μας πλησιάζοντας προς το τέρμα της.

Αυτή η σκέψη θα μάς βοηθήση να μη διασπώμεθα στην εκκλησία, να προσευχόμαστε με περισσότερη θέρμη και να κάνουμε το παν για να μοιάσει η ζωή μας με μια λαμπάδα από αγνό κερί, που καίγεται και σβήνει χωρίς άσχημη μυρωδιά.


πηγή: από τον βίο του αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, της Ελένης Γκοραϊνωφ, εκδ. Τήνος σελ.118)
πηγή

το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Αυγούστου 05, 2013

"Στή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ" του Οσίου Θεολήπτου Φιλαδελφείας



1. – Ἡ σημερινή λαμπρή ἡμέρα τῆς Μεταμόρφωσης, ἀπαιτεῖ νά ἐξηγήσω στήν ἀγάπη σας -ἀνάλογα μέ τή Χάρη πού μοῦ δόθηκε ἀπό τόν Χριστό πού μεταμορφώθηκε- τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς. Καί ἔτσι, ἀφοῦ μάθουμε τή δύναμη τοῦ μυστηρίου πού κρύβεται μέσα της, νά ἑορτάζουμε ἀπό δῶ καί πέρα ὄχι μόνο ψάλλοντας ἱερούς ὕμνους, ἀλλά καί μέ σωστή ζωή. Ἐπειδή αὐτό ἀκριβῶς, δηλαδή ἡ προκοπή μας στά καλά ἔργα, ἀποδεικνύει καί ὅτι ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς δωρεᾶς πού ἀξιωθήκαμε καί ὅτι ἔχουμε ἀνακαλύψει τό θησαυρό της, τιμώντας ἔτσι σεβαστικά τήν ἑορτή καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα μας.

2. – Ἐκεῖνος πού βαδίζει σέ πεδιάδα περπατάει εὔκολα, ἐπειδή ὁ τόπος εἶναι ὁμαλός καί διευκολύνει τήν ὁδοιπορία. Ὅποιος ὅμως ἀνεβαίνει σέ βουνό κοπιάζει καί λούζεται στόν ἱδρώτα, ἐξαιτίας τῆς ἀνηφοριᾶς, τῆς σωματικῆς πίεσης καί τῆς κόπωσης πού ἐκείνη προκαλεῖ.

Μέ ἴσια, ὁμαλή καί εὐκολοπερπάτητη γῆ, παρομοίασε τό βίο μέσα στίς ἡδονές, τήν ἄνεση καί τήν τρυφή τῆς “κατά σάρκαν” ζωῆς. ᾿Eπειδή ἡ ζωή αὐτή περνάει μέσα στήν ἄνεση καί τήν εὐκολία τῶν μάταιων ἡδονῶν.

Μέ βουνό πάλι, παρομοίασε τήν ἐνάρετη ζωή, ἐξαιτίας τῆς ἐγκράτειας σέ ὅλα, τῆς ἀγριάδας τῆς ἄσκησης καί τοῦ πόνου πού ὑποφέρουμε ἀπ’ ὅσα θλιβερά μᾶς ἀπαντοῦν στή ζωή.

3. – Ὅποιος συζεῖ μέ τήν ἐγκράτεια καί πορεύεται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί ὅποιος καταμαραίνει τίς σωματικές ἡδονές, ἐκεῖνος ἀποδεικνύεται, σάν τόν ἀπόστολο Πέτρο, πιστός καί θερμός μαθητής τοῦ Κυρίου. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, θανατώνει τό κοσμικό φρόνημα, καταργεῖ τούς σαρκικούς λογισμούς, ἑτοιμάζεται γιά τήν κακοπάθεια πού συνεπάγεται τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἐλέγχει ἐκείνους πού ζοῦν ἄσχημη καί ἁμαρτωλή ζωή καί ὑπομένει γιά χάρη τῆς ἀλήθειας τίς κακώσεις πού αὐτοί τοῦ προκαλοῦν, ἐπιδεικνύοντας ἔτσι τό ζῆλο τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου.

Ὅποιος πάλι ἔχει κάνει ἀπόλαυση καί τροφή τῆς διανοίας του τά ἱερά λόγια, ὅποιος φλέγεται ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς μελέτης καί ἀσχολεῖται ἐπίμονα καί εὐχάριστα μέ τούς λόγους τῆς φύσεως καί τήν κατανόηση τῆς ἀλήθειας, αὐτός μιμεῖται τόν τρόπο σκέψεως καί ζωῆς τοῦ εὐαγγελιστή Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου. Αὐτός μέ τό σῶμα, τήν ψυχή καί τή διάνοια ἀκολουθεῖ κατά βῆμα τόν Κύριο. Αὐτός πάντα τρέχει τό θλιβερό δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἀνεβαίνει στό νοητό ὄρος καί προσεύχεται ἀπερίσπαστα. Ἐπειδή ἐκεῖ ἐκτελεῖται ἡ καθαρή προσευχή, πού διώχνει μακριά κάθε ἔννοια αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί φωτίζει ὁλόκληρο τό νοῦ, αὐξάνοντάς τον μέ τό λάδι τῆς θείας ἀγάπης καί καταυγάζοντάς τον μέ θεῖες φωτοχυσίες.

4. – Ὅταν ὁ νοῦς φωτίζεται μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί ὅταν, μέ τήν ἀπερίσπαστη προσευχή, λάμπει καί ἀκτινοβολεῖ ἀπό τή θεία γνώση, ὅταν ἐπίσης διατηρεῖ καθαρά ὅλα τά κινήματα τοῦ σώματός του, τότε ἀπό τό στόμα βγαίνουν λόγια γεμάτα σύνεση καί σοφία. Τότε τά αἰσθητήριά του καλύπτονται ἀπό τή ὀμορφιά τῆς σεμνότητας καί τά σωματικά μέλη του κοπιάζουν στή διακονία τῶν καλῶν πράξεων. Τότε ὅλος ὁ ἄνθρωπος γίνεται φῶς, γιατί ἡ ψυχή γίνεται λυχνάρι του φωτεινό, πού φέγγει ‘τό φῶς τό ἀληθινό, ἐκεῖνο πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο” τῶν ἀρετῶν. (Ἰωάν. 1,19).

5. – Αὐτός πού ζεῖ καί πορεύεται μ’ αὐτό τόν τρόπο «δέν συμμορφώνει τή ζωή του μέ τό φρόνημα αὐτοῦ τοῦ κόσμου» (Ρωμ. 12,2 & Γαλ. 1,4) πού φθείρεται καί πεθαίνει. Αὐτός, ἀκούγοντας τόν ἀπόστολο Παῦλο -ὁ ὁποῖος βλέποντας τά ἀθέατα, λέει ὅτι ‘ὁ Θεός θά ἀφανίσει τή μορφή αὐτοῦ τοῦ κόσμου” (Α΄ Κορ. 7, 31)- δέν γυρίζει πίσω στά ἐπίγεια πράγματα. Αὐτός ξεπερνάει ὅσα φθείρονται καί χάνονται, ὅσα ἔχουν μόνο σχῆμα καί ὄχι ὕπαρξη. Γιατί, ὅπως τό σχῆμα ἐμφανίζεται γιά λίγο καί μετά ἀφανίζεται, ἔτσι καί τά πράγματα τῆς ζωῆς αὐτῆς δέν ἔχουν τίποτα σίγουρο καί σταθερό. Γι’ αὐτό λοιπόν, αὐτός ὁ ἄνθρωπος, καί τό λογισμό του ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἐπιθυμία τῶν ὁρατῶν πραγμάτων καί τά εὐχάριστα αὐτῆς τῆς ζωῆς, τά περιφρονεῖ ὡς κάτι οὐσιαστικά ἀνύπαρκτο. Αὐτός ἀγκαλιάζει μ’ ὅλη του τήν ὕπαρξη τά ἀθάνατα πράγματα τῆς μέλλουσας ζωῆς. Αὐτός μεταμορφώνεται συνεχῶς, μέ τό νά ἐπιστρέφει καθημερινά στόν ἑαυτό του καί μέ τό νά ἀναμορφώνει κάθε ὥρα καί στιγμή τόν τρόπο τῆς σκέψης του, ἔτσι ὥστε, μέ τήν ἐπίδοση καί τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, νά ἀποχωρίζεται τά κακά καί νά ἐγκολπώνεται τά ἀγαθά.

6. – Ὅταν ὁ ἀγωνιστής τῆς εὐσέβειας καλλιεργεῖ τόν ἑαυτό του καί προκόβει ἀνεβαίνοντας σέ τέτοια πνευματικά ὕψη -ἐπειδή ἀκριβῶς οἰκοδομεῖται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐπειδή λάμπει σάν φωτεινό ἀστέρι- παρακινεῖ καί ἀνάβει καί τῶν ἄλλων τόν ζῆλο, γιά τή μίμηση τοῦ καλοῦ. Ἔτσι τιμάει τή Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ μέ ὅλο του τό σῶμα καί μέ ὅλο του τό πνεῦμα, γνωρίζοντας βαθιά καί οὐσιαστικά τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς καί ἑρμηνεύοντάς το ἔμπρακτα στό περιβάλλον του. Γιατί ὁ Χριστός μέ τήν θεία Του Μεταμόρφωση, προμήνυσε ταυτόχρονα καί τήν ἄρρητη δόξα, μέ τήν ὁποία θά ἔρθει νά κρίνει τόν σύμπαντα κόσμο. Ἔκανε ἀκόμα ὁλοφάνερη τήν λαμπρότητα τῆς ὁποίας θά γίνουν μέτοχοι ἐκεῖνοι πού θά εὐαρεστήσουν στόν Θεό. Τέλος δίδαξε κάθε πιστό νά προετοιμάζει πάντα τόν ἑαυτό του, ὥστε νά εἶναι κάθε στιγμή δοχεῖο κατάλληλο καί χωρητικό τῆς θείας ζωῆς καί τῆς μέλλουσας μακαριότητας, ὄντας σάν τό κερί πάντα σέ θέση νά δεχθεῖ τό θεῖο φῶς.

7. – Συμβαίνει μέ τόν πιστό ὅ,τι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τό κερί. Αὐτό καθώς λυώνει μέ τήν πύρωση τῆς φωτιᾶς, λόγῳ τῆς λιπώδους του φύσεως, τρέφει καί συντηρεῖ τή φωτιά, διατηρώντας ἔτσι τό φῶς καί καταφωτίζοντας ὅσους τό πλησιάζουν. Ὁ πιστός ἄνθρωπος, ἔχοντας συμπήξει μέσα του τά κεριά τῆς θείας γνώσεως -πού εἶναι ἀκριβῶς τά ἄνθη τῆς ἀρετῆς- καί ἔχοντας ξεκόψει, μέ τή βοήθεια καί τή θέρμη τοῦ θείου ἔρωτος, ἀπό κάθε γήινη ἐπιθυμία, ἔχει οὐσιαστικά προετοιμάσει ἀπό ἐδῶ κιόλας τόν ἑαυτό του, γιά νά γίνει ἐκεῖνο τό κατάλληλο λυχνάρι. Βασισμένος στό νόμο τῆς θείας ἀγάπης, περιμένει κι αὐτός μέ λαχτάρα νά ὑποδεχθεῖ, ὅταν ἔρθει ἡ μέλλουσα ζωή, τό θεῖο καί ἄρρητο ἐκεῖνο Φῶς καί νά ἀπολαύσει τήν συνεχή καί ἀτελεύτητη λαμπρότητα, πού πηγάζει ἀπό ἐκεῖ.

8. – Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί ὁ κόπος πού καταβάλλεται γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, γίνονται τροφοδότες τῆς θείας δόξας. Ὁ Κύριος, καθώς γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ἔχει πεῖ: ‘Θά ἀγαπήσω αὐτόν πού τηρεῖ τίς ἐντολές μου καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου” (Ἰωάν. 14,21). Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν, τό αἰσθητό φῶς καταναλώνει τό κερί γιά νά συντηρηθεῖ, ἔτσι καί ἡ δόξα τοῦ Θείου φωτός, τροφοδοτεῖται ἀπό τίς ἀρετές τῆς ψυχῆς καί καταλάμπει ἐκείνους, πού τή δέχονται μέσα τους.

Ὁ Χριστός ἔχει πεῖ: ‘Τροφή μου εἶναι τό νά κάνω τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα μου, πού μέ ἔχει στείλει καί νά τελειώσω τό ἔργο Του” (Ἰωάν. 4,34). Καί ὁ προφήτης Δαυίδ λέει: ‘Μέσα στό θέλημά Του εἶναι κρυμμένη αἰώνια ζωή” (Ψαλμ. 29,6).

9. – Κατά συνέπεια, ὁ ἐργάτης τοῦ ἀγαθοῦ καί θά ζήσει καί θά θερίσει τούς καρπούς τῶν κόπων του, μέ τή Χάρη τοῦ Καθηγητή τῆς σωτηρίας μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος δοξάζει αὐτούς πού Τόν δοξάζουν.

Σ’ Αὐτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, μαζί μέ τόν Ἄναρχο Πατέρα Του καί τό Πανάγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα Του, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...