Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαθανασίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαθανασίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Αυγούστου 03, 2015

Πώς κοινωνούν οι κληρικοί;



Πώς κοινωνούν οί κληρικοί; 
Ό ιερεύς πρό της Θ. Κοινωνίας ενώπιον της ΆγιαςΤραπέζης με συντριβήν καρδίας, ταπείνωσιν, εύλάβειαν και φόβον Θεοΰ, συλλογιζόμένος την άναίμακτον θυσίαν του Χρίστου, αναγιγνώσκει ή άκούεί τις ευχές προ της Θ. Μεταλήψεως. Ακολούθως, αφού ζητήσει συγχώρησιν παρά των άλλων ιερέων, του διακόνου και του λάου, λέγει, τα λόγια: «Ιδού προσέρχομαι Χριστώ τω άθανάτω βασιλεί και Θεω ημών. Μεταδίδοταί μοι...».Έπειτα λαμβάνει μι­κράν μερίδα εκ του Άγιου Άρτου άπό το τμήμα εκείνο πού φέρει τον χαρακτήρα ΧΣ και μεταλαμ­βάνει. Ακολούθως, άφοϋ λάβει το Άγιον Ποτήριον μαζί με το μάκτρον και είπεί: «Έτι μεταδίδοταί μοι...», μεταλαμβάνει Αίμα Χρίστου, άποσπογγίζει με το μάκτρον τα ίδια χείλη του και το Αγ. Πο­τήριον και άφοΰ το ασπασθεί το εναποθέτει μετ'ευλάβειας στην Άγια Τράπεζα λέγων, «τούτο ήψατο των χειλέων μου και άφελεί τάς ανομίας μου και τάς αμαρτίας μον περικαθαριεί». Μετά τον ιερέα μεταλαμβάνει ό διάκονος, τον όποίον κοινωνεί ό ιε­ρεύς. Ό Άρχιερεύς μεταλαμβάνει μόνος του και πρώτος. Οί ιερείς μεταλαμβάνουν ό καθένας κατά την τάξιν και τον βαθμόν τους. Εάν τελείται Αρχιε­ρατική Θ. Λειτουργία, όλοι οί ίερείς και ό διάκονος κοινωνούν άπό τον Αρχιερέα.
Όσον άφορα τους κληρικούς οί οποίοι δεν λει­τούργησαν και επιθυμούν να κοινωνήσουν, τότε πε­ριπού μετά το «Πάτερ ημών» φορούν τα διακριτικά του βαθμού τους, συμμετέχουν στις προπαρασκευ­αστικές ευχές του λειτουργού ιερέως και κοινωνούν κατά τάξιν μετά τον λειτουργούντα ιερέα, οιονδή­ποτε όφφίκιο κι αν φέρουν μόνοι τους,πλήν του διακόνου στον οποίο μεταδίδει τη Θ. Κοινωνία ό λειτουργός ιερεύς. Ό διάκονος ποτέ δεν μεταδίδει στον ιερέα Θ. Κοινωνία. Ό 18ος κανών της Α' Οικου­μενικής Συνόδου είναι σαφής: «Έμμενέτωσαν οί διάκονοι τοις ιδίοις μέτροις, ειδότες ότι του μεν επι­σκόπου ύπηρέται εισί, των δε πρεσβυτέρων έλάτους.Λαμβανέτωσαν δε κατά την τάξιν την Ευχαριστίαν μετά τους πρεσβυτέρους ή του επισκόπου μεταδιδόντος αυτοίς ή του πρεσβυτέρου.

του αρχιμανδρίτου Χρυσ Παπαθανασίου
Το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 18, 2015

Περί νηστείας λόγος

Ἂς σταθοῦμε σήμερα στὸ θέμα τῆς  νηστείας ἐν ὄψει μάλιστα τῆς ἀρχῆς τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τῆς κατ’ ἐξοχὴν κατανυκτικῆς καὶ ἀγωνιστικῆς αὐτῆς περιόδου τοῦ ὅλου  ἐνιαυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας.
  Ἴσως θεωροῦμε ὅτι τὸ θέμα «νηστεία» εἶναι παλαιὸ θέμα. Ναί, εἶναι παλαιό, ὅσο καὶ ἡ ἀνθρωπότης. Γράφει σχετικὰ ὁ Μ. Βασίλειος: «Δεῦρο δὴ διὰ τῆς ἱστορίας βαδίζων, ἀνερεύνησον τὴν ἀρχαιογονίαν αὐτῆς. Οὐ γὰρ νεώτερον τὸ ἐφεύρημα· πατέρων ἐστί τὸ κειμήλιον. Πᾶν τὸ ἀρχαιότητι διαφέρον, αἰδέσιμον. Δυσωπήθητι τὴν πολιὰν τῆς νηστείας. Συνηλικιῶτίς ἐστι τῆς ἀνθρωπότητος· νηστεία ἐν τῷ παραδείσῳ  ἐνομοθετήθη» (Λόγος περὶ νηστείας, Α΄, 3 ΒΕΠΕΣ 54, 12). Ὁ Ἀδὰμ ἔλαβε στὸν παράδεισο τὴν ἐντολὴν «ἀπὸ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρὸν οὐ φάγεσθε».  Σ’ αὐτὸ τὸ «οὐ φάγεσθε» εὑρίσκεται ἡ ἔννοια τῆς  νηστείας. Ἀλλὰ εἶναι καὶ γνωστὸ θέμα γιατὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάτι ἔχουν ἀκούσει γι’ αὐτό, ἔχουν νηστέψει λίγο ἢ πολὺ ἰδιαίτερα ἐδῶ στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο. 
  Ὡστόσο τὰ θέματα τὰ πνευματικὰ δὲν εἶναι πρόσκαιρα, φευγαλέα, ἐφήμερα, Ἔχουν σχέση μὲ τὸ εἶναι τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ φέρνουμε πάντοτε ἐνώπιόν μας,  νὰ τὰ μελετοῦμε, καὶ  νὰ τὰ θέτουμε σὲ ἐφαρμογὴν στὴν καθημερινή μας ζωή. Ὑπάρχει ἐξ ἄλλου καὶ ἡ λησμοσύνη, ἡ ἄγνοια, ἡ ἡμιμάθεια, ἡ διαστρέβλωσις, ἡ πλάνη καὶ τελικὰ καὶ ὁ πόλεμος τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος καὶ δὲν θέλει ἐπ’ οὐδενὶ τὴν κατὰ Θεὸν προκοπὴν τοῦ ἀνθρώπου, γιατὶ γνωρίζει ὅτι  «νηστεία ὅπλον ἐστὶ πρὸς τὴν κατὰ τῶν δαιμόνων στρατιάν» (ὅπ. παρ.).
  Τί εἶναι λοιπὸν ἡ νηστεία; Κατ’ ἀρχὴν ἡ λέξη νηστεία εἶναι σύνθετη λέξη ἀπὸ τὸ ἀρνητικὸ νη καὶ τὸ ρῆμα ἐσθίω. Νῆστις δὲ σημαίνει αὐτὸς ποὺ δὲν ἐσθίει, δὲν τρώγει. Νηστεία εἶναι ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τροφές, εἴτε πλήρης ἀποχὴ, εἴτε μερική. Κατ’ ἀκολουθίαν οἱ τροφὲς διακρίνονται σὲ νηστήσιμες καὶ ἀρτυμένες (ἀπὸ τὸ ρῆμα ἀρτύω [καὶ ἀρταίνω] ποὺ σημαίνει μαγειρεύω ἕνα φαγητό, καρυκεύω). Ἡ νηστεία τυγχάνει  παλαιότατος θεσμὸς στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα πνευματικὸ μέσο, μία ἄσκηση, μία πνευματικὴ γυμνασία, ἕνα ὅπλο τοῦ πνεύματος γιὰ τὴν ὑπερνίκηση τῶν παθῶν καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν. Εἶναι προσέτι ἐκδήλωσις πένθους καὶ συντριβῆς γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας.
Πρωτίστως δὲν εἶναι αὐτοσκοπός, οὔτε ἔχει σχέση μὲ κοσμικοῦ τύπου δίαιτες. 
  Γιὰ τὸ ὅλο θέμα τῆς νηστείας πρότυπό  μας εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος στὴν ἐρημο πρὶν ἀρχίσει τὸ δημόσιο ἔργο Του γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων ἔμεινε 40 ἡμέρας «ἐν νηστείᾳ» (Ματθ. 4, 2)  καὶ μᾶς εἶπε ἀκόμη ὅτι τὸ γένος τῶν δαιμόνων, ποὺ πειράζει τὸν ἄνθρωπο, «ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν, εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Μαρκ. 9, 29). 
  Οἱ Ἀπόστολοι στὴ συνέχεια καὶ οἱ θεοφόροι Πατέρες, καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι καὶ ἰδίᾳ οἱ ἀσκητικοὶ πατέρες κήρυξαν, ἔγραψαν, ἐφήρμοσαν στὴ ζωή τους τὴν νηστεία. Παραθέτουμε θέσεις τῶν ἁγίων Πατέρων γιὰ τὴ νηστεία.  «Ἐπειδὴ οὐκ ἐνηστεύσαμεν, ἐξεπέσομεν τοῦ παραδείσου· νηστεύσωμεν τοίνυν, ἵνα πρὸς αὐτὸν ἐπανέλθωμεν» (Μ. Βασίλειος, ὅπ. παρ.). «Νηστεία ἐστί γαλήνη τῶν ἡμετέρων ψυχῶν, ἡ τῶν γεγηρακότων εὐκοσμία, ἡ τῶν νέων παιδαγωγός, ἡ τῶν σωφρονούντων διδάσκαλος, ἡ πᾶσαν ἡλικίαν καὶ φύσιν καθάπερ διαδήματί τινι κατακοσμοῦσα» (Ἰ. Χρυσόστομος, Εἰς τὴν Γένεσιν, Β΄, 1 P.G. 52, 27). «Δρόμος μέγας εἰς πᾶν ἀγαθὸν ἐστιν ἡ νηστεία ἡ μετὰ διακρίσεως· καὶ ὁ ἀμελῶν αὐτῆς πᾶν ἀγαθὸν διασείει» (Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, Τὰ εὑρεθέντα ἀσκητικά…, Ἀθῆναι 18952,, σελ. 334).  «Νηστεία ἐστὶ βία φύσεως καὶ περιτομὴ ἡδύτητος λάρυγγος, πυρώσεως ἐκτομή, πονηρῶν ἐννοιῶν ἐκκοπή, ἐνυπνιασμῶν ἐλευθερία, προσευχῆς καθαρότης· ψυχῆς φωστήρ, νοὸς φυλακή» (Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Κλῖμαξ, 14, P.G. 88, 869A). «Ἡ νηστεία τὴν  μὲν ἐπιθυμίαν μαραίνει, τῇ δὲ προσευχῇ τὸν νοῦν καθαίρει καὶ πρὸς τὴν ὄντως θεωρίαν παρασκευάζει» (Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Φιλοκαλία, Ἀθῆναι 19573 , τομ. Β΄, σελ. 11).
  Ὡστόσο ἡ Ἐκκλησία ἔχει κανονίσει  τὴν νηστεία, οὔτε ὡς ὑπερβολὴ οὔτε ὡς ὑποβάθμιση. Πρωτίστως ὑπάρχει καὶ ἔχει θεσμοθετηθεῖ ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης (γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Χριστοῦ) καὶ τῆς Παρασκευῆς (γιὰ τὴν Σταύρωση) καὶ ἡ νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Οἱ ἱεροὶ κανόνες διακελεύουν συγκεκριμένα τὰ ἑξῆς: «Οὐκ ἐγκαλέσει τις ἡμῖν παρατηρουμένοις Τετράδα καὶ Παρασκευήν, ἐν αἷς καὶ νηστεύειν ἡμῖν κατὰ παράδοσιν εὐλόγως προστέτακται. Τὴν μὲν γὰρ Τετράδα διὰ τὸ γινόμενον συμβούλιον ὑπὸ τῶν Ἰουδαίων ἐπὶ τῇ προδοσίᾳ τοῦ Κυρίου· τὴν δὲ Παρασκευήν, διὰ τὸ πεπονθέναι αὐτὸν ὑπὲρ ἡμῶν» (15ος Καν. Ἁγίου Πέτρου Ἀλεξανδρείας).  Ὁ 69ος Ἀποστ. Κανὼν ὁρίζει: «Εἴ τις Ἐπίσκοπος, ἢ Πρεσβύτερος, ἢ Διάκονος, ἢ Ὑποδιάκονος, ἢ Ἀναγνώστης, ἢ Ψάλτης, τὴν ἁγίαν Τεσσαρακοστὴν οὐ νηστεύει, ἢ Τετράδα, ἢ Παρασκευήν, καθαιρείσθω. Ἐκτὸς εἰμὴ δι’ ἀσθένειαν σωματικὴν ἐμποδίζοιτο. Ἐὰν δὲ λαϊκὸς ᾖ, ἀφοριζέσθω». Ἐπίσης ὁ 50ος Κανὼν τῆς Λαοδικείας διακελεύει: «Ὅτι οὐ δεῖ ἐν Τεσσαρακοστῇ τῇ ὑστέρᾳ ἑβδομάδι τὴν Πέμπτην λύειν, καὶ ὅλην τὴν Τεσσαρακοστὴν ἀτιμάζειν, ἀλλὰ δεῖ πᾶσαν τὴν Τεσσαρακοστὴν νηστεύειν ξηροφαγοῦντας». Βεβαίως ὑπαρχουν καὶ ἄλλες ἡμέρες νηστείας, ὅπως πρὸ τῶν Χριστουγέννων, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τοῦ Δεκαπενταυγούστου, τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανείων, τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου κἄ.).
  Ὀφείλουμε ὅμως νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι στὴ χριστιανιὴ ζωὴ ὅταν ὁμιλοῦμε περὶ νηστείας δὲν ἐννοοῦμε μόνον τὴν ἀποχὴ ἀπὸ ὡρισμένα φαγητά. Δὲν εἶναι ἡ νηστεία μόνο ἡ διάκριση τῶν τροφῶν καὶ ἡ ἀποχὴ βρωμάτων, ἡ νηστεία ὡς ἀλλαγὴ διαιτολογίου καὶ ἀποτοξίνωση τοῦ ὀργανισμοῦ τοῦ σώματος. Παράλληλα ἔχουμε καὶ τὴν πνευματικὴ νηστεία. Ὡραιότατα ὁ Μ.  Βασίλειος γράφει: «Ἀληθὴς νηστεία ἡ τοῦ κακοῦ ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους, ἐπιορκίας. Ἡ τούτων ἔνδεια νηστεία ἐστίν ἀληθής» (Περὶ νηστείας Λόγος Β΄, 7, ΒΕΠΕΣ 54, 26).  Πρόκειται ἐπακριβῶς γιὰ τὴν  νηστεία ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν  ἁμαρτία. Τοῦτο εἶναι λίαν σημαντικὸ γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή.
Στὴν ὑμνολογία μάλιστα τῶν ἡμερῶν τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς  εὑρίσκουμε  ὑπέροχους ὕμνους καὶ θαυμάσιες ἐκφράσεις καὶ  λέξεις γιὰ τὴν ἀληθινὴ νηστεία καὶ τὸ βαθύτερο νόημά της. «Νηστεύοντες ἀδελφοὶ σωματικῶς νηστεύσωμεν καὶ πνευματικῶς, λύσωμεν πάντα σύνδεσμον ἀδικίας· διαρρήξωμεν στραγγαλιὰς βιαίων συναλλαγμάτων· πᾶσαν συγγραφὴν ἄδικον διασπάσωμεν· δώσωμεν πεινῶσιν ἄρτον καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἰσαγάγωμεν εἰς οἴκους, ἵνα λάβωμεν παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ τὸ μέγα ἔλεος» ( Στιχηρὸ ἰδιόμελο Ἑσπερινοῦ Τετάρτης Α΄ Ἑβδομάδος).
Συνεπῶς δὲν ἀρκεῖ νὰ ἔχουμε μόνο ὑπ’ ὄψιν μας τὴν νηστεία τροφῶν. Χρειάζεται καὶ ἡ πνευματικὴ νηστεία. Ἡ οὐσία τοῦ νοήματος τῆς νηστείας πρέπει νὰ γίνει κατανοητὴ ἀπ’ ὅλους μας. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν ἔκφραση  τῆς ἐσωτερικῆς στροφῆς τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό. Οἱ χριστιανοὶ δὲν εἶναι σωματοκτόνοι ἀλλὰ παθοκτόνοι κατὰ τὴν «Φιλοκαλία».
Ἄσκηση λοιπὸν ἡ νηστεία. «Φυλακὴ τῶν πέντε αἰσθήσεων», ὡς λέγει στὸ περίφημο σύγγραμμά του  ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ἡ νηστεία βοηθᾶ τὸν πιστὸ στὴ σωφροσύνη, στὴν ἐγκράτεια, στὴν πραότητα, στὴν ἐλεημοσύνη, στὴν ἀπάθεια.  Μέσον ἐξαγνισμοῦ ποὺ βοηθᾶ στὴν προσευχή, ἀποβλέπει στὴν χαλιναγώγηση τοῦ σώματος καὶ τυγχάνει μήτηρ σωφροσύνης καὶ ἀρχὴ μετανοίας. 
Ἂς μὴ περιφρονήσουμε τὴν νηστεία. Ἔχουμε χρέος νὰ τὴν φυλάττουμε. Ἐκεῖνος ποὺ τὴν περιφρονεῖ  ἢ ἀδιαφορεῖ, ζεῖ ἀλλοτριωμένος πνευματικά. Ἡ νηστεία εἶναι παιδαγωγὸς τῆς νεότητος καὶ στολισμὸς γερόντων·  Εἶναι λίαν εὐεργετικὴ γιὰ ὅλους μας.
Ἔρχεται καὶ  ὑπενθυμίζει τὴν ἐξορία τοῦ Ἀδάμ, τὴν ἀκρασία μας καὶ τὴν ἐκπεσοῦσα κατάστασή μας, ἔρχεται ὡς  ὁδὸς  ἐπανόδου  στὸν Παράδεισο!
Στὴν ποικίλη ἀλλοτρίωση καὶ παθογένεια τῆς  καταναλωτικῆς κοινωνίας μας, ἡ νηστεία ἀποτελεῖ  ἕνα ἰσχυρὸ ἀντίδοτο. Νὰ τὴν σπουδάσουμε καὶ νὰ τὴν ἐφαρμόσουμε ὄχι μὲ πνεῦμα μονομέρειας ἀλλὰ ὡς ἕνα συνολικὸ πνευματικὸ ἄθλημα.

Λοιπόν, δεῦτε νηστεύοντες προσάξωμεν δάκρυα μετανοίας. Ὁ καιρὸς ἔφθασε. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀνοίγει. Νηστείαν δεκτήν, εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ!
πηγή

Τρίτη, Απριλίου 15, 2014

Ποιες ήσαν: Η Μαρία η Μαγδαληνή και η Κασσιανή;

magdalini
Ο Χριστός εμφανίζεται στις Μυροφόρες. Βυζαντινό ψηφιδωτό.
Συχνά τίθεται το ερώτημα: Ποιες ήσαν αυτές οι δύο γυναίκες, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Κασσιανή, για τις οποίες γίνεται πολύς λόγος, ιδιαίτερα από «κοσμικά» περιβάλλοντα. Πλανάται μία σύγχυση τόσο για την μαθήτρια του Χριστού όσο και για την ποιήτρια των βυζαντινών χρόνων.
Μερικοί κονδυλοφόροι ισχυρίζονται για μεν την Μαρία την Μαγδαληνή ότι υπήρξε αμαρτωλή γυναίκα και διεφθαρμένη, για δε την Κασσιανή ότι και αυτή υπήρξε αμαρτωλή και ότι στο γνωστό τροπάριον ομιλεί «αποκλειστικώς» για τον εαυτόν της. Τί απάντηση, λοιπόν, δίδουμε, σ’ όλους αυτούς τους βλάσφημους και ανιστόρητους ισχυρισμούς; Με βάση την Αγία Γραφή και την ιστορική παράδοση της Εκκλησίας καταθέτουμε τα εξής:
Πρώτον, η Μαρία η Μαγδαληνή υπήρξε μαθήτρια του Χριστού και αξιώθηκε να γίνει Μυροφόρος και Ισαπόστολος, κατετάγη δε στο αγιολόγιο της Εκκλησίας και τιμάται η μνήμη της στις 22 Ιουλίου.
Ειδικότερα στην Κ. Διαθήκη ο Ευαγγελιστής Λουκάς όταν περιγράφει τις περιοδείες του στα διάφορα μέρη της Παλαιστίνης γράφει ότι ακολουθούσαν Αυτόν εκτός βέβαια των μαθητών, «και γυναίκες τινές αι ήσαν τεθεραπευμέναι από νόσων και μαστιγών και πνευμάτων πονηρών και ασθενειών, Μαρία η καλούμενη Μαγδαληνή, αφ’ ής δαιμόνια επτά εξεληθύθει και Ιωάννα γυνή Χουζά επιτρόπου Ηρώδου, και Σουσάννα και έτεραι πολλαί, αίτινες διηκόνουν αυτώ από των υπαρχόντων αυταίς». (Λουκ. 8, 2-3 και Μάρκ. 16,9). Ο Κύριος, λοιπόν, είχε εκδιώξει επτά δαιμόνια από την Μαρία την Μαγδαληνή (από την πόλη Μάγδαλα, στα όρια της Συρίας) και μετά την θεραπεία της εκείνη παρακολουθούσε και ήκουε την θεία διδασκαλία μετά βαθύτατης ευλάβειας και μετά διαθέσεως διακονίας πως έπρατταν και άλλες γυναίκες του ευρύτερου κύκλου του Κυρίου. Είναι παντελώς λανθασμένη η άποψη πού διατυπώθηκε αυθαιρέτως στην Δύση στο μεσαίωνα ότι κάτω από την φράση «επτά δαιμόνια» υπονοείται μία διεφθαρμένη ζωή. Πουθενά δεν λέγει κάτι τέτοιο η Αγία Γραφή. Μάλιστα ο ίδιος ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο αμέσως προηγούμενο κεφάλαιο του Ευαγγελίου, κάνει λόγον για μία παραστρατημένη γυναίκα. Αύτη, όταν πληροφορήθηκε ότι ο Χριστός φιλοξενείται στο σπίτι Κίμωνος του Φαρισαίου, προσήλθε με συντριβή και ταπείνωση για να πλύνει με πολύτιμο μύρο τα πόδια του Χριστού και ζητήσει την άφεση των αμαρτιών της. Αυτή την γυναίκα την μετανοούσα την αποκαλεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς απλώς «αμαρτωλήν γυναίκα» (Λουκ. ζ’ 36-48). Η Μαρία η Μαγδαληνή πριν πιστεύσει στον Χριστό κατείχετο από δαιμόνια, αλλά δεν ήταν «αμαρτωλός γυνή». Αντιθέτως, ήταν ευσεβής και αμέσως μετά την θεραπεία της έγινε μαθήτρια μαζί με άλλες ενάρετες γυναίκες και υπήρξε πρώτη μυροφόρος και ευαγγελίστρια.
Δεύτερον, η Κασσιανή, η οποία φέρεται και με άλλα ονόματα στα χειρόγραφα των βυζαντινών χρονογράφων όπως Κασία, Κασιανή, Εικασία υπήρξε σπουδαία ποιήτρια, μελωδός του 9ου αι. Σχετικώς με τον βίον της δεν διασώζονται πολλές και συγκεκριμένες πληροφορίες, ωστόσο έμεινε στην ιστορία ως ευφυής, σεμνή και μεγάλη υμνογράφος. Ο λόγιος Σωφρόνιος Ευστρατιάδης (Μητροπολίτης Λεοντοπόλεως) αναγράφει ότι η Κασσιανή ήταν «ορφανή κόρη του Βυζαντίου εκ των ευπατρίδων, ωραία και σοφή, οσία ασκήτρια και ευσεβέστατη παρθένος» (περ. «Εκκλ. Φάρος Αλεξανδρείας», τ.ΛΑ’ (1932) σελ. 92). Σώζεται επίσης και ένας θρύλος για την Κασσιανή πού συνδέεται με τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεόφιλο (9ος αι.) και με την παρ’ ολίγον εκλογήν της εις βασίλισσα. Η Κασσιανή ίδρυσε σπουδαίο μοναστήρι στην Κωνσταντινούπολη, που και εκοιμήθη οσιακώς.
Το λαοφιλέστατον ποιητικόν της έργον είναι το Δοξαστικόν του Όρθρου της Μεγ. Τετάρτης «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…» το οποίο αιώνες τώρα κυριολεκτικώς συγκινεί τον πιστό λαό με τους γεμάτους βαθύτατο θεολογικό νόημα στίχους και με τις αξιόλογες αντιθέσεις και συγκρίσεις. Μία καλή απόδοση στη νεοελληνική μετάφραση έχουν κάνει του ύμνου αυτού ο Κ. Παλαμάς και ο Θ. Βορέας.
Αλλά η Κασσιανή εκτός του περίφημου αυτού ύμνου συνέθεσε και τους τέσσερεις πρώτους ειρμούς του Κανόνος του Μεγ. Σαββάτου «Κύματι θαλάσσης», «Σε τον επί υδάτων», «Την εν σταυρώ σου θείαν κένωσιν», «Θεοφανείας σου Χριστέ». Επίσης το Δοξαστικόν του εσπερινού των Χριστουγέννων «Αύγουστου μοναρχήσαντος επί της γης» είναι δικό της, όπως και άλλοι ύμνοι και γνωμικά.
Υμνογράφος και μελωδός η μοναχή Κασσιανή στολίζει πραγματικά το πνευματικόν στερέωμα της Εκκλησίας από τους μέσους βυζαντινούς χρόνους αποδεικνύουσα δικαίως τον ιερότατο και σπουδαιότατο σύνδεσμο παιδείας και λατρείας του Θεού.
Αρχιμ. Χρυσοστόμου Παπαθανασίου
Ιεροκήρυκος Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Σάββατο, Ιουνίου 01, 2013

Η δίψα και ο Ιησούς(Κυριακή Σαμαρείτιδος)Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαθανασίου

Ό Ίησούς κουρασμένος από την όδοιπορία κάθεται κοντά στο πηγάδι του Ιακώβ της πόλης Συχάρ. Εκεί έρχεται ή Σαμαρείτιδα με την υδρία της, για να αντλήσει τό φυσικό νερό. Καί τότε διεξάγεται ένας από τους πλέον καταπληκτικούς διάλογους πού υπάρχουν στη Καινή ΔιαθήκηΌ Ιησούς μιλάει με την Σαμαρείτιδα: «Πάς ό πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν ός δ' αν πίη εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αύτω ου μη διψήση εις τον αιώνα» (Ίω. 4, 13). Καί ή γυναίκα εκείνη ακούει, εκπλήσσεται και ζητά: «Δός μοι τούτο το ύδωρ, ϊνα μη διψώ μηδέ έρχομαι ένθάδε άντλεΐν» (Ίω. 4. 15). Καί ό διάλογος συνεχίζεται.
Μπροστά όμως στην Πηγή της Ζωής, στον Ζωοδότη Κύριο δεν μπορεί να μείνει όπως ήταν πριν, όπως ερχόταν με την υδρία της στο φυσικό πηγάδι. Ή Σαμαρείτιδα φωτίζεται, μετανοεί καί σώζεται. Γίνεται φωτεινή στην καρδιά καί Φωτεινή στο όνομα. Είχε πλέον ξεδιψάσει ή ψυχή της στην Αιώνια Πηγή.Αν ή Εύα την έκτη ώρα «έξελήλυθεν εκ του Παραδείσου, απάτη του οφεως», τώρα την άλλη έκτη ώρα, ή Σαμαρείτιόα «επί την πηγήν... ήγγικεν άντλήσαι ύδωρ, ην ιδών εφη ό Σωτήρ• Δός μοι ύδωρ πιείν, καγώ ύδατος άλλομένου έμπλήσω σε».
Άλλα, από την ώρα εκείνη της εξόδου από τον κήπο της Εδέμ, ό άνθρωπος δέν σταμάτησε να ψάχνει για το φρέαρ του Ιακώβ. Εξακολουθεί να αναζητεί την πηγή της άγαθότητος, την αέναο πηγή, την αιώνια πηγή. Γιατί ό άνθρωπος διψά. Διψά καί ξαναδιψα. Όσο απομακρύνεται από τον Παράδεισο, τόσο η δίψα του μεγαλώνει. -
-Διψά ό αρχαίος Έλληνας όταν φιλοσοφεί για την ελευθερία, για την ανδρεία καί την τέχνη καί τον κτιστό κόσμο. Διψά όταν βουτηγμένος στην ειδωλολατρεία αναζητεί τον «άγνωστο Θεό».
-Διψά ό διανοούμενος, όταν μελετά καί ψάχνει στα βιβλία του να βρει την αλήθεια των όντων, όταν προσπαθεί να φτιάξει ιδεολογίες, πολιτικές, φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές, όταν αναζητεί συνθήματα ζωής.
-Διψά ό καταναλωτής εκείνος, όταν γυρεύει όλο πιο επίμονα να βρει το καλλίτερο προϊόν, ίσως το ακριβότερο, για να δροσίσει την ξηραΐλα της ψυχής του.
-Διψά ό τραγουδιστής εκείνος, όταν τραγουδά τη μελαγχολία του, την απογοήτευση του, τους καημούς τοι όταν περιορίζεται στο αισθησιακό του τραγούδι
-Διψά ό νεολαίος εκείνος, όταν «σπινιάρει» με τη μηχανή του. Οταν ρουφά το ποτό καί όταν ακόμη λικνίζεται στα κλαμπ.
-Διψά ό νεοέλληνας εκείνος, όταν ψάχνει έναν τρόπο ζωής, όταν τρέχει διαρκώς με το άγχος χαραγμέ- νο στο πρόσωπο του, όταν καταντάει δούλος στο μαγκανοπήγαδο της δουλειάς καί μόνο.
-Διψά ό δυτικός άνθρωπος από την εποχή του Καντ καί του Χέγκελ μέχρι τους καιρούς του Μάρξ καί του Σάρτρ.


Διψά καί ό άνθρωπος του πρώην ανατολικού μπλοκ, Οταν τώρα είναι ελεύθερος εξωτερικά αλλά δεσμευμένος εσωτερικά.Ό σύγχρονος ευρωπαϊκός μηδενισμός στο βάθος του κρύβει την δίψα του για το αληθινό καί το αιώνιο. "Οσο προσπαθεί ό ευρωπαίος άνθρωπος να κενώσει τον κόσμο από την παρουσία του Θεού καί να εγκαθιδρύσει στη θέση του είτε τον άνθρωπο, είτε τη φύση, είτε τη μηχανή, είτε το χρήμα, είτε τις ίδέες του, τόσο ή τραγική του δίψα μεγαλώνει καί ή φθορά του κατατρώγει τα σωθικά. Το ανικανοποίητο κενό της ύπαρξης του παραμένει.
Γι' αυτό είναι πάντοτε επίκαιρα τα λόγια του ίεροϋ Αυγουστίνου: «"Ανήσυχη είναι ή ψυχή μας, ώ Θεέ, μέχρις ότου Σέ βρει καί αναπαυθεί σε Σένα».
Δίψα, λοιπόν, για την αλήθεια, για το νόημα της ύπαρξης, για το που πηγαίνω, για το αιώνιο. Δίψα πνευματική, πού ζητά ό καθένας να την υπερβεί, να την καταλύσει, να την σβήσει.
Ό λόγος όμως του Ίησού δεν είναι πληθωρικός, ανίσχυρος, ξηρός καί εφήμερος. Είναι λόγος ζωντανός, ουσιαστικός, αιώνιος, θεϊκός. Είναι το «ύδωρ το ζών». "Απ' αυτό το ύδωρ οποίος πιει, «ου μη διψήσει εις τον αιώνα» (Ίω. 4, 14). Καί όχι μόνο αυτό. "Ακολουθεί καί άλλη καρποφορία. «Το ύδωρ ό δώσω αΰτω, γενήσεται εν αύτω πηγή ύδατος άλλομένου εις ζωήν αιώνιον» (Ίω. 4, 14).

Το ολόδροσο ύδωρ της Θείας Χάριτος το έχει μόνον ό Χριστός. Τα φρυγμένα χείλη του τραγικού αποστασιοποιημένου συγχρόνου ανθρώπου μόνο σ' αυτήν την αιώνια Πηγή μπορούν να δροσισθούν. Μέχρις ότου όμως γίνει αυτό, ή περιπλάνηση στην έρημο θά'ναι οδυνηρή.

Αρχ.Χρυσόστομου Παπαθανασίου

Κυριακή, Μαΐου 26, 2013

H ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ "ΑΓΑΠΗΣΩΜΕΝ ΑΛΛΗΛΟΥΣ"

1Του Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου Παπαθανασίου, Δρ. Νομικής και Θεολογίας
Ιεροκήρυξ Καθεδρικού Ναού Αθηνών


Περί το μέσον εκάστης Θείας Λειτουργίας
Ακούμε την θαυμάσια προτροπή του λειτουργού
"Αγαπήσωμεν αλλήλους".

Η Λειτουργική αυτή φράση προέρχεται
Από την εντολή του Χριστού "αγαπάτε αλλήλους"(Ιω.15,17).
Και, βεβαίως, η φράση αυτή δεν είναι ένα ρητορικό σχήμα
Αλλά μία Θεία εντολή η οποία πρέπει να καθίσταται
Χειροπιαστή πραγματικότης στην ανθρώπινη κοινωνία.
Ο Χριστιανισμός δεν είναι ένα ιδεολόγημα και μία θεωρία. 
Είναι βίωμα, τρόπος ζωής
Και ειδικότερα πράξη αγάπης και φιλανθρωπίας.
Η εφαρμογή της Χριστιανικής αυτής προτροπής
Θα πρέπει να βρίσκει έδαφος όχι μόνον στο στενό οικογενειακό περιβάλλον
Αλλά και στις γειτονικές και στις ευρύτερα κοινωνικές σχέσεις.


Ειδικότερα, αξίζει να επικρατεί στον εργασιακό χώρο

Στις εκπαιδευτικές κοινότητες, στις ιατρικές μονάδες, στους χώρους της απονομής δικαιοσύνης
Στα δημοσιογραφικά γραφεία, στις εν γένει κρατικές υπηρεσίες.
Το "αγαπήσωμεν αλλήλους" επ' ουδενί καταστρατηγεί την άλλη αρχή, εκείνην της δικαιοσύνης
Αλλ' ακριβώς την ενισχύει, και δημιουργεί το δίπτυχο αυτό τής αγάπης και της δικαιοσύνης
Μία κοινωνία αλληλοσεβασμού, σωφροσύνης, καταλλαγής και τελικά αληθούς ανθρωπισμού.

Η ιστορία των ανθρώπων και των λαών δεν εξαντλείται με τις διαμάχες
Τις μηνυτήριες αναφορές, τις έριδες, τα μίση, την βία και τους πολέμους.
Η αληθής ιστορία γράφεται με την αγάπη, και ο σπουδαιότερος πολιτισμός ενός λαού
Είναι ο πολιτισμός των έργων της αγάπης.
Αυτός μένει και στεφανούται.
Αντιθέτως, αν δεν υιοθετήσουμε το "αγαπήσωμεν αλλήλους", ιδιαίτερα τώρα στην πατρίδα μας
Με όλα αυτά που συμβαίνουν, η Παύλεια ρήση
"Ει δε αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε, βλέπετε μη υπό αλλήλων αναλωθήτε" (Γαλ.5,15)
Θα είναι επί θύραις.

Αρχιμανδρίτης  Χρυσόστομος Παπαθανασίου, Δρ. Νομικής και Θεολογίας
Ιεροκήρυξ Καθεδρικού Ναού Αθηνών 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...