Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 10, 2016

Ο νέος Ισπανός Ουνίτης "Επίσκοπος" Αθηνών!


Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς. Νέος Ισπανός Ουνίτης  
Εν Πειραιεί τη 8η Φεβρουαρίου 2016

   Με πραγματική οδύνη και θλίψη διαπιστώνουμε συνεχώς ότι το θηρίο της Ρώμης φορώντας δορά προβάτου προχωρεί ακάθεκτο στην κατασπάραξη των λογικών προβάτων της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Ο υπερφίαλος βασιλιάς του «κράτους του Βατικανού» και καταληψίας του σεβασμίου Πατριαρχείου της Δύσεως, πάπας Φραγκίσκος, συνεχίζει ακάθεκτος το εδώ και δέκα αιώνες έργο των προκατόχων του, να υποτάξει ως«υποπόδιον των ποδών» του πάσα αρχή εξουσία, και φυσικά την φιλτάτη Ορθοδοξία μας.
    Μια από τις πλέον δόλιες μεθόδους και πρακτικές που επενόησε ποτέ ο Παπισμός εδώ και επτακόσια τόσα χρόνια απέναντι στην Ορθοδοξία, με σκοπό την απορρόφηση και τελικά την ενσωμάτωσή της στον Παπισμό, υπήρξε η Ουνία, την οποία δίκαια κάποιοι αποκαλούν ως «πέμπτη φάλαγγα» και ως «δούρειο ίππο» του Παπισμού. Αιώνες τώρα προσπαθεί να εξαπατά τους αφελείς με το να ντύνει τους φραγκοπαπάδες του με τα ενδύματα των Ορθοδόξων κληρικών, να χτίζει παπικούς ναούς με βυζαντινό ρυθμό και διακόσμηση και να τελεί τα «μυστήρια» και τις ακολουθίες του, χρησιμοποιώντας το Ορθόδοξο τυπικό. Η ιστορική πορεία και δράση της μέσα στον χώρο της Ορθοδοξίας είναι συνδεδεμένη με γεγονότα θλιβερά που προκαλούν φρίκη και αποτροπιασμό. Γεγονότα στα οποία ο δόλος και ο φανατισμός συναγωνίζονται την βία και την θηριωδία με σκοπό την υποδούλωση της Ορθοδοξίας στην παπική οφρύ.
   Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από μια ακόμη προκλητική ενέργεια του Βατικανού προς την Εκκλησία της Ελλάδος, με τον διορισμό νέου ουνίτη «επισκόπου», προερχομένου από την Ισπανία! Το ειδησεογραφικό ιστολόγιο «Ρομφαία» ανέδειξε το μείζον αυτό θέμα, με ένα εμπεριστατωμένο άρθρο, με τίτλο: 
«Ακατανόητοι ελιγμοί της Ρώμης…», χαρακτηρίζοντας ως «ακόμη ένα..."χαστούκι" από τη Ρώμη στην Εκκλησία της Ελλάδος την εκλογή και την επικείμενη ενθρόνιση στην Αθήνα νέου Αποστολικού Εξάρχου και μάλιστα Ισπανού Επισκόπου Καθολικού και Λατίνου για τους ολιγάριθμους Ουνίτες»!
    Σύμφωνα με το δημοσίευμα: «η παπική επιτροπή για τις ανατολικές εκκλησίες, (ουνιτικές) μη έχοντας από την καθολική εξαρχία της Αθήνας κανέναν εκλόγιμο υποψήφιο από τους 6 κληρικούς, προχώρησε υπό την προεδρία του Καρδιναλίου Leonardo Sandri στην εξεύρεση διαδόχου από το εξωτερικό. Με μεγάλη αδιακρισία και ασέβεια απέναντι στην Ορθόδοξη Εκκλησία προχώρησε στην επιλογή του Ισπανού Βενεδικτίνου Moναχού, Manuel Nin, για ακόμη μια φορά λοιπόν ενός Λατίνου με βυζαντινά άμφια που είναι ο Διευθυντής του Ποντιφικικού Ελληνικού Κολλεγίου, (Pontificio Collegio Greco), στη Ρώμη δηλαδή του «μισητού» στα μάτια των ελλήνων, ιδρύματος που δημιουργήθηκε το 1577 για να ετοιμάσει τους Ρ/Κ μισσιονάριους προκειμένου να εισβάλουν στην Ελλάδα και να προσηλυτίσουν τους ορθοδόξους. Η αξία του πατρός Manuel Nin, ως θεολόγου, λειτουργιολόγου και σπεσιαλίστα στην χριστιανική Ανατολή έχει αναγνωριστεί και μαρτυρείται από τις συχνότατες παρεμβάσεις του στην καθημερινή εφημερίδα του Βατικανού “L’ Osservatore Romano” και από τα βιβλία του». Η εγκατάσταση του νέου ουνίτη «επισκόπου» έγινε διότι συνταξιοδοτήθηκε ο προηγούμενος «επίσκοπος», ο γνωστός κ. Δημήτριος Σαλλάχας. Μη υπάρχοντος καταλλήλου από τους 6 «ελληνορύθμους» «κληρικούς», ο πάπας «μας» έστειλε «εισαγόμενο» «επίσκοπο», Ισπανό!
   Ο αρθρογράφος στη συνέχεια κάνει μια σύντομη αναφορά στην κατάσταση και την ιστορία της ουνιτικής «εκκλησίας» των Αθηνών: «Η ουνιτική εκκλησία της Αθήνας είναι η μικρότερη και η πιο προβληματική ανάμεσα στις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες, (ουνιτικές). Έχει μόνον 3 ενορίες με 6.000 πιστούς από τους οποίους ούτε οι 1.000 είναι έλληνες και οι υπόλοιποι ουκρανοί και νεοαφιχθέντες μετανάστες «χαλδαίοι» δηλαδή ιρακινοί. Δημιουργήθηκε 1,5 αιώνα πριν εξαιτίας της προσηλυτιστικής επιμονής του πρώτου της Επισκόπου Ιωάννη Μαραγκού, ενός Λατίνου με βυζαντινά άμφια, που ενθρονίστηκε στην Αθήνα το 1875 και δικάστηκε και καθαιρέθηκε από το Βατικανό, (πάπας Πίος ΙΧ) εξαιτίας οικονομικών και σεξουαλικών σκανδάλων με μοναχές μιας αδελφότητας που δημιούργησε ο ίδιος»! Φαίνεται ξεκάθαρα πόσο σημαντικό είναι για το Βατικανό να συντηρεί μια ανύπαρκτη ουνιτική «εκκλησία» στην Ορθόδοξη Ελλάδα, τη στιγμή που υπάρχει η επίσημη «Καθολική Εκκλησία Ελλάδος», με προφανή σκοπό να αποτελέσει κέντρο δόλιας παραπλάνησης των Ορθοδόξων Ελλήνων!
   Και συνεχίζει το δημοσίευμα: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος πάντοτε θεωρούσε αυτή την “εμφύτευση” ως μια βαρύτατη εισβολή στην περιοχή ευθύνης της. Είναι αλήθεια ότι τόσο το 1975 με τον πάπα Παύλο τον 6ο όσο και το 2008 με τον Βενέδικτο 16ο ζητήθηκε πιεστικά από την Αγία Έδρα η αποφυγή της εκλογής Ρωμαιοκαθολικού Επισκόπου σε ελληνικό έδαφος για μια τόσο μικρή κοινότητα. Εις μάτην! Το 1975 η παπική επιτροπή για την ενότητα των χριστιανών με πρόεδρο τότε τον καρδινάλιο Johannes Willebrands και γραμματέα τον αρχιεπίσκοπο Pierre Duprey, είχε επισήμως διαβεβαιώσει την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος ότι μετά τον θάνατο του επισκόπου δεν θα υπήρχε διαδοχή με άλλον επίσκοπο αλλά μόνον με έναν τοποτηρητή. Και όμως με μία αιφνιδιαστική κίνηση του υπεύθυνου παπικού συμβουλίου, πείσθηκε ο πάπας Παύλος ο 6ος να ενδώσει και να ενθρονίσει διάδοχο τον επίσκοπο Ανάργυρο Πρίντεζη. Η Εκκλησία της Ελλάδος αντέδρασε σκληρά και μάλιστα γραπτώς στην εκλογή του, που κριτικαρίστηκε από τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Δημήτριο. Αλλά και το 2008 έγινε το ίδιο. Πάλι η Ρώμη ενθρόνισε στην Αθήνα έναν άλλο επίσκοπο τον έλληνα Δημήτριο Σαλλάχα…»!
   Έρχεται τώρα ο κ. Φραγκίσκος να συνεχίσει την παπική παράδοση των προκατόχων του. Μάταια «και από τον Πάπα Jorge Mario Bergoglio η ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία περίμενε μια μη επισκοπική διαδοχή του κ. Σαλλάχα, που παραιτήθηκε λόγω ηλικίας εφόσον υπερέβη τα 75 χρόνια. Αλλά και πάλι θα απογοητευτεί διπλά διότι ο διάδοχος είναι όχι μόνον Επίσκοπος αλλά δεν είναι καν έλληνας»! Θα μας ήταν έκπληξη αν ενεργούσε διαφορετικά ο Ιησουίτης πάπας, αφού όπως γνωρίζουμε οι Ιησουΐτες αποτελούν τα πιο επίλεκτα μέλη της Ουνίας.
    Δεν θα επανέλθουμε και πάλι στην παράθεση της ιστορικής πορείας της Ουνίας, για την οποία παραπέμπουμε τον αναγνώστη σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας, (10 Απριλίου 2014), σε θρησκευτικά ιστολόγια. Εδώ μαζί με τα εύστοχα σχόλια του αρθρογράφου, τα οποία σχεδόν καλύπτουν το θέμα, (και τα οποία προσυπογράφουμε), θα περιοριστούμε να υπομνήσουμε μερικά μόνο από τα πολλά σκοτεινά και αποτρόπαια έργα της Ουνίας, για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να διδάσκονται οι νεώτεροι, περί του τι εστί Ουνία.
    Η φρίκη της Ουνίας εφαρμόστηκε με τον πλέον απάνθρωπο τρόπο στουςΟρθοδόξους Σέρβους κατά τον Β΄ παγκόσμιο Πόλεμο από τους Κροάτες φασίστες Ουστάσι, πίσω από τους οποίους κρυβόταν το Βατικανό. Σχεδόν ένα εκατομμύριο σφαγιάστηκαν από τους Κροάτες δολοφόνους με την «ευλογία» του Κροάτη «αρχιεπισκόπου» Α. Στέπινατς. Οι Παπικοί με την προβιά της Ουνίας ασκούσαν βίαιους εκλατινισμούς και άρπαζαν Ορθοδόξους ναούς, τους οποίους μετέβαλαν σε Ουνιτικούς. Επί τη ευκαιρία να αναφέρουμε πως ο Α. Στέπινατς ανακηρύχτηκε «άγιος» από τον πρώην Πάπα Ρώμης Ιωάννη-Παύλο τον Β΄! Στην εποχή κατά την οποία κυριαρχούσε ο μαρξιστικός αθεϊσμός, στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης οι ουνίτες συνέχισαν τους διωγμούς κατά των Ορθοδόξων. Οι διωγμοί αυτοί εντάθηκαν μετά την κατάρρευση των μαρξιστικών καθεστώτων. Η Β΄ «Σύνοδος» του Βατικανού(1962-1965)  όχι μόνον  δεν κατεδίκασε αλλ’ απεναντίας επεκύρωσε και επεδοκίμασε τις ραδιουργίες και τα απίστευτου ωμότητος διαπραχθέντα υπό της Ουνίας εγκλήματα. Με το γνωστό Διάταγμά της «Orientalium Ecclesiarum», το «Διάταγμα για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες», (δηλαδή τις Ουνιτικές), αναβάθμισε το ρόλο και την αποστολή της με κάθε επισημότητα. Ο πρώην Πάπας Βενέδικτος ο ΙΣΤ´, ακολουθώντας την γραμμή των προκατόχων του, ευλόγησε και συνεχάρη τους Ουνίτες της Ουκρανίας με επιστολή του προς τον Ουνίτη «Αρχιεπίσκοπο» της Ουκρανίας Λιουμπομίρ Χούζαρ για τους αγώνες των, δηλαδή για τα ανείπωτα εγκλήματά τους κατά των Ορθοδόξων, στη μαρτυρική Ουκρανία, τα οποία συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
    Περαίνοντας, επισημαίνουμε ότι η εγκατάσταση του Ισπανού ουνίτη στην«ελληνόρυθμη εκκλησία» της Ελλάδος έρχεται σε μια κρίσιμη συγκυρία για την Ορθοδοξία μας, όπου προετοιμάζεται η «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» την Πεντηκοστή του 2016. Το γεγονός ότι το θέμα της Ουνίας και η επίσημη συνοδική καταδίκη της δεν υπάρχει στη θεματολογία της, μελλούσης να συνέλθει, Συνόδου δεν είναι τυχαίο και προκαλεί βαθύτατη θλίψη στον πιστό λαό του Θεού. Απεναντίας μάλιστα. Αν κρίνουμε από τα προσυνοδικά κείμενα τα αναφερόμενα στις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον Παπισμό, τα οποία πρόκειται να παραπεμφθούν προς έγκριση στην εν λόγω Σύνοδο, μπορούμε να είμαστε σχεδόν βέβαιοι, ότι επίκειται η, με ένα συγκεκαλυμμένο τρόπο, συνοδική αναγνώριση της «εκκλησιαστικότητος» του Παπισμού. Τα κείμενα αυτά είναι με τόση μαεστρία διατυπωμένα και με τόσο αντιφατική και διφορούμενη γλώσσα γραμμένα, ώστε να είναι πολύ δυσδιάκριτη. από τους μη έχοντες θείο φωτισμό και στοιχειώδη θεολογική κατάρτιση, η πλάνη και η αίρεση, που ενυπάρχει μέσα σ’ αυτά. Όλα δείχνουν ότι βαδίζουμε προς μία νέα ψευδοσύνοδο, πολύ χειρότερη εκείνης της Φερράρας – Φλωρεντίας (1438-1439)! Γι’ αυτό καλούμε τον πιστό λαό του Θεού να επαγρυπνεί και να αγωνιστεί με ομολογιακό φρόνημα, ώστε εάν πραγματοποιηθεί και αποδειχθεί όντως ψευδοσύνοδος, να μην την αποδεχθεί. 


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Τετάρτη, Ιουνίου 17, 2015

Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς: Μια Ορθόδοξη κριτική στην παπική εγκύκλιο "Η χαρά του Ευαγγελίου"

Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς: Μια Ορθόδοξη κριτική στην παπική εγκύκλιο
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 11η  Ιουνίου 2015. 
ΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΑΠΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟ «Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ»

Ήδη έχουμε αναφερθεί σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας στην διοργάνωση, στις 21 Απριλίου 2015, Διεθνούς Επιστημονικής Ημερίδας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. με θέμα: «Φραγκίσκος Α΄ Επίσκοπος Ρώμης-Βαρθολομαίος Α΄ Οικουμενικός Πατριάρχης. Πρότυπα θρησκευτικών ηγετών στον 21ο αιώνα». Στην ανακοίνωσή μας εκείνη σκιαγραφήσαμε με πολλή συντομία, ποια είναι τα αληθινά πρότυπα των εκκλησιαστικών ηγετών και καταδείξαμε, ότι πρόσωπα που κακοδοξούν σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εκκλησιαστικοί ηγέτες της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ούτε επίσης σκοτεινά και διαβεβλημένα πρόσωπα, που κατηγορήθηκαν στο παρελθόν για αξιόποινες πράξειςμπορούν να θεωρηθούν ως θρησκευτικοί ηγέτες. Στην παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε αφορμή από περίληψη εισηγήσεως στηνως άνω Ημερίδα του καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Π. Βασιλειάδη με θέμα: «“Η χαρά του Ευαγγελίου”: Μια Ορθόδοξη ιεραποστολική αποτίμηση», η οποία δημοσιεύτηκε στην εν Αθήναις εφημερίδα των παπικών «Καθολική» (αρ.φυλ.151, 30-4-2015).
Στην εισήγησή του αυτή ο εν λόγω καθηγητής προσπαθεί να σκιαγραφήσει και να αποτιμήσει, (από Ορθοδόξου, υποτίθεται, πλευράς), το πρόσωπο του σημερινού Πάπα με βάση την πρώτη προσωπική του Εγκύκλιο το Νοέμβριο του 2013 με τίτλο «η χαρά του Ευαγγελίου», (Evangelii Gaudium). Η εγκύκλιος αυτή κατά την εκτίμηση του καθηγητή σηματοδοτεί όχι μόνο «τη νέα απρόσμενη καμπή στη ιστορία του Χριστιανισμούαλλάκαι κείμενο που οδηγεί στην άρση και του τελευταίου ουσιαστικού εμποδίου για την ενότητα των Χριστιανών και την ένωση των παραδοσιακών εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως» (!) Θεωρεί ακόμη ότι «ότι ο σύγχρονος χριστιανικός κόσμος, και όχι μόνον η Καθολική Εκκλησία, διαιρείται πλέον στην προ της παπικής εγκυκλίου “η χαρά του ευαγγελίου” της 24ης Νοεμβρίου του 2013, και στην μετά απ’ αυτήν»(!).
Ωστόσο οι παρά πάνω δηλώσεις αποτελούν υποκειμενικές κρίσεις και αυθαίρετα συμπεράσματα, που δεν μπορούν να έχουν κανένα έρεισμα και καμιά δικαίωση στην Ορθόδοξη παράδοσή μας, αλλά ούτε επίσης και στα εκκλησιαστικά γεγονότα των τελευταίων ετών. Διότι κατά ποία έννοια η παπική εγκύκλιος αίρει «και το τελευταίο ουσιαστικό εμπόδιο για την ενότητα των Χριστιανών και την ένωση των παραδοσιακών εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως»; Μήπως στην εγκύκλιο αυτή ο Πάπας ανεκάλεσε τις δεκάδες αιρετικές διδασκαλίες που επισώρευσε ο Παπισμός τα τελευταία χίλια χρόνια, αφότου αποκόπηκε από τον κορμό της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας; Δεν γνωρίζει και δεν  παρακολουθεί το αδιέξοδο, στο οποίο έχει φθάσει ο θεολογικός διάλογος με τους παπικούς; Δεν άκουσε από τα πλέον επίσημα χείλη και αυτών των υπεραισιόδοξων οικουμενιστών, ότι ο θεολογικός διάλογος «βάλτωσε» και «ναυάγησε»;
Κατά τον καθηγητή, η παπική εγκύκλιος είναι ακόμη «το πιο ριζοσπαστικό ιεραποστολικό κείμενο της νεώτερης ιστορίας», που έχει «δύο κυρίαρχους άξονες: α) η εγκατάλειψη της κατανόησης της Εκκλησίας ως φρουρίου (και παραδόσεως με διάφορα κεκτημένα, συμπεριλαμβανομένων και των θεολογικών) που πρέπει να υπερασπιζόμαστε με αμυντική διάθεση απέναντι στον έξω κόσμο και τα ιδεολογικά του ρεύματα, και η επιστροφή στην ιεραποστολική και διακονική “έξοδο” της Εκκλησίας στον κόσμο, ιδιαίτερα των πτωχών και κατατρεγμένων, και β) η εγκατάλειψη της έννοιας της αμαρτίας ως “ατομικού” κακού και η υιοθέτηση της αμαρτίας με την παραδοσιακή βιβλική έννοια του “δομικού” κακού».
Με βάση τα παρά πάνω ο Πάπας προτρέπει στην εγκύκλιό του τους οπαδούς του να παύσουν να κατανοούν την παπική «Εκκλησία» ως φρούριο και ως παράδοση με διάφορα κεκτημένα, συμπεριλαμβανομένων και των θεολογικών, και με εφόδιο την νέα αυτή «κατανόηση», να εξέλθουν ιεραποστολικά στον μη χριστιανικό κόσμο προκειμένου να ευαγγελιστούντον Χριστό. Μόνο έτσι θα νοιώσουν την «χαρά του Ευαγγελίου», την χαρά της μεταδόσεως του ευαγγελικού μηνύματος. Η «έξοδος» αυτή όμως δεν θα πρέπει να είναι μόνο «ιεραποστολική», αλλά και «διακονική» προς «τους πτωχούς και κατατρεγμένους», δηλαδή να έχει και φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Επίσης τους προτρέπει να παύσουν να κατανοούν την αμαρτία ως «“ατομικό” κακό»,αλλά να την θεωρούν «δομικό κακό».
Είναι γεγονός ότι εδώ ο Πάπας εκφράζεται με ένα εντυπωσιακό και ριζοσπαστικό τρόπο, χωρίς ωστόσο να αφίσταται από τις προδιαγραφές της Β΄ Βατικανής Συνόδου (1962-1965). Η ιδέα της «εγκατάλειψης της κατανόησης της Εκκλησίας ως φρουρίου….», εκφράζει ουσιαστικά την νέα περί Εκκλησίας θεολογική αντίληψη που κυριάρχησε στην Β΄  Βατικανή.  Εκφράζει το άνοιγμα του Παπισμού προς τις μη ρωμαιοκαθολικές κοινότητες, (Ορθοδοξία, Προτεσταντισμός), στα πλαίσια του Παπικού Οικουμενισμού και την αναγνώριση σ’ αυτές βαθμών εκκλησιαστικότητος. Σε αντίθεση βέβαια με την προ της Β΄ Βατικανής επικρατούσα κατάσταση, η οποία ήταν τέτοια που το επίσημο Βατικανό δεν άφηνεπεριθώριο να γίνει λόγος περί άλλης εκκλησιαστικής πραγματικότητος εκτός αυτής του Παπισμού.
Μια περαιτέρω ανάλυση του βαθυτέρου νοήματος της παπικής εγκυκλίου μας δίδει ο Πρόεδρος της Συνόδου για τον Ευαγγελισμό των Λαών, καρδινάλιος Φερνάντο Filoni, ο οποίος παρατηρεί ότι «η χαρά του Ευαγγελίου είναι η βάση για τον ευαγγελισμό. Γεννιέται και ξαναγεννιέται στην προσωπική συνάντηση με τον Ιησού, από τον οποίο προέρχεται η αλλαγή στη ζωή και το ιεραποστολικό πνεύμα. Στην πραγματικότητα, η χαρά, από τη φύση της, πάντα επιδιώκει να επικοινωνεί: “Αν κάποιος εγκολπώθηκε αυτή την αγάπη που του ξαναδίνει το νόημα της ζωής, πώς μπορεί να συγκρατήσει την επιθυμία να τη μεταδώσει στους άλλους;” Ο ευαγγελισμός είναι η φυσική συνέπεια αυτής της χαράς, η οποία συνίσταται στη συνάντηση με τον Κύριο και ανανεώθηκε από Αυτόν: “Η Εκκλησία δεν αυξάνεται διά του προσηλυτισμού, αλλά δια της προσέλκυσης».
    Όμως η χαρά, που πηγάζει από την μετάδοση του ευαγγελικού μηνύματος, δεν είναι ένας νοσηρός συναισθηματισμός, αλλά καρπός της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, είναι άκτιστη ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, η οποία είναι παρούσα μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία και ποτέ μέσα στην αίρεση. Ούτε επίσης είναι δυνατή μια «προσωπική συνάντηση με τον Ιησού» μέσα στην αίρεση. Είναι φανερό ότι η παπική εγκύκλιος ομιλεί για βιώματα και καταστάσεις, που ούτε ο ίδιος ο Πάπας ποτέ τις εβίωσε, ούτε είναι δυνατόν να τις βιώσουν οι ιεραπόστολοιτου Παπισμού. Πέραν αυτών ο Πάπας εδώ εκφράζεται και με υποκρισία, διότι ενώ καταδικάζει τον προσηλυτισμό ως αδόκιμο τρόπο ιεραποστολικής δράσεως, παράλληλα όμως δεν καταργεί την Ουνία, η οποία όπως είναι γνωστό δεν παύει μέχρι σήμερα να ασκεί δόλιο προσηλυτισμό στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Στην Εγκύκλιό του ο εξ’ Αργεντινής Ποντίφικας παρουσιάζεται (και) ως προστάτης των φτωχών και των κατατρεγμένων. Με πολλή οργή επιτίθεται εναντίον του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και της σύγχρονης «ειδωλολατρίας του χρήματος». Γράφει: «Καθώς η εντολή ου φονεύσεις θέτει ένα καθαρό όριο για την αξία της ανθρώπινης ζωής, οφείλουμε να πούμε όχι στην οικονομία του αποκλεισμού και της ανισότητας». Και αφού κατακεραυνώνει την εκμετάλλευση και την αδικία, κάνει λόγο για μια νέα, «αόρατη τυραννία» των χρηματοπιστωτικών αγορών, δείχνοντας μάλιστα συμπαθητική κατανόηση στις λαϊκές εξεγέρσεις εναντίον αυτής της τυραννίας. «Η κοινωνική ειρήνη», σημειώνει ο Ποντίφικας, «δεν μπορεί να γίνεται νοητή ως απλή έλλειψη βίας, συνεπεία της ολοκληρωτικής επιβολής της μιας πλευράς πάνω στην άλλη... ως εφήμερη ειρήνη προς όφελος μιας ευτυχισμένης μειονότητας. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το κοινό αγαθό τοποθετούνται υπεράνω της γαλήνης εκείνων που δεν θέλουν να παραιτηθούν των προνομίων τους».
Αν δεν ήξερε κανείς ότι συντάκτης αυτών των δηλώσεων είναι ο Πάπας, ο οποίος, ως αρχιεπίσκοπος Μπουένος Άιρες, υπήρξε συνένοχος για διώξεις και βασανισμούς λαϊκών και κληρικών στην εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας, θα μπορούσε να πιστέψει, ότι έχει να κάνει με κάποιο Ορθόδοξο ιεροκήρυκα, που δαπάνησε όλη την περιουσία του στην ανακούφιση των πτωχών, ή με κάποιον εκπρόσωπο της «Θεολογίας της Απελευθέρωσης», που έδρασε στη Λατινική Αμερική, προσπαθώντας να συγκεράσει τον Χριστιανισμό με τον Σοσιαλισμό. Το να παριστάνει όμως τον φίλο των πτωχών και των αδικημένων ο επί κεφαλής μιας από τις πιο μεγάλες διεθνείς οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη, (με τράπεζες «αγίου Πνεύματος», που ευθύνονται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος), και να έχει την αξίωση να πάρει το φραγγέλιο, για να τιμωρήσει τον διεθνή καπιταλισμό, ε αυτό πια ξεπερνά κάθε όριο ιησουϊτικής υποκρισίας! Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες «μόνο στις ΗΠΑ, ο Παπισμός έχει ετήσιο προϋπολογισμό 170 δισ. δολαρίων, μεγαλύτερο από εκείνον της General Electric, και είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων στο Μανχάταν».
Μίλησε επίσης και για την «εγκατάλειψη της εννοίαςτης αμαρτίας ως ατομικού κακού και την  υιοθέτηση της αμαρτίας με την παραδοσιακή βιβλική έννοια του “δομικού” κακού». Αλλά η αμαρτία ούτε ως ατομικό μόνον κακό μπορεί να θεωρηθεί, ούτε ως δομικό κακό. Και τούτο διότι εκείνος που την διαπράττει φέρει μεν ακεραία την ευθύνη από την διάπραξή της και υφίσταται την ανάλογη πνευματική ζημία στην ψυχή του, λόγω του ότι τον εγκαταλείπει η Χάρις του Θεού, ωστόσο όμως η προσωπική αμαρτία του ανθρώπου, ως άλλη πνευματική νόσος, έχει συνέπειες και προεκτάσεις και στο κοινωνικό σύνολο. Παράλληλα σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας η αμαρτία δεν επέφερε οντολογική μεταβολή, δηλαδή μεταβολή στη δομή της ανθρώπινης φύσεως. Η απώλεια της Χάριτος εξ’ αιτίας της πτώσεως τραυμάτισε μεν και αμαύρωσε το κατ’ εικόνα, χωρίς ωστόσο να το καταστρέψει. Εάν η αμαρτία κατέστρεφε το κατ’ εικόνα δεν θα ήταν δυνατή η σωτηρία του ανθρώπου, δια της ενσάρκου Θείας Οικονομίας.
Κατόπιν των ανωτέρω τι θα πρέπει να καταλογίσουμε στον κατά τα άλλα συμπαθέστατο καθηγητή: άγνοια, αφέλεια, ή απόκρυψη της αλήθειας; Τι να πούμε δε και για το ακροατήριο που καταχειροκρότησε την εισήγησή του; «Τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται» (Ματθ.15,14).
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών.
το είδαμε εδω

Δευτέρα, Απριλίου 20, 2015

Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς: Ευθύνεται η Εκκλησία για Αντισημιτισμό;

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!

                   ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς: Ευθύνεται η Εκκλησία για Αντισημιτισμό;
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ 
Εν Πειραιεί τη 20η  Απριλίου 2015. 
ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟ;
 Ο ρατσισμός, σε όλες τους τις εκφάνσεις, αποτελεί σήμερα ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα. Οι όντως δύσκολες οικονομικές και άλλες συνθήκες, σε παγκόσμιο επίπεδο, ευνοούν την ανάδυση τέτοιων φαινομένων. Μια έκφανση του ρατσισμού είναι και ο αντισημιτισμός. Το εκπεφρασμένο με φράσεις και πράξεις μίσος κατά του εβραϊκού λαού, το οποίο εμφανίζεται, σύμφωνα με την ιστορία, ήδη στην προ Χριστού εποχή και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο δημοσίευμα του κ.Δημήτρη Ψαρρά, στην εφημερίδα «Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (φύλλο: 30-3-2015), με τίτλο: «Πολλοί Εβραίοι αισθάνονται ταραγμένοι σήμερα από τον αντισημιτισμό στην Ευρώπη». Ο συντάκτης στο δημοσίευμά του σχολιάζει μια έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας σχετικά με τον αντισημιτισμό, η οποία παρουσιάστηκε στη βρετανική πρεσβευτική κατοικία στην Αθήνα υπό την αιγίδα της βρετανικής προεδρίας της Διεθνούς Συμμαχίας για τη Μνήμη του Ολοκαυτώματος (IHRA). Στην εκδήλωση αυτή κεντρικός ομιλητής ήταν ο Βρετανός αναλυτής κ. Τζόναθαν Μπόιντ, του οποίου στη συνέχεια παραθέτει θέσεις και απόψεις πάνω στο εν λόγω θέμα.
Ο κ. Μπόιντ, αφού προηγουμένως έδωσε πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία γύρω το φαινόμενο του αντισημιτισμού στην Ευρώπη, στη συνέχεια, τελειώνοντας τη συνέντευξή του, είπε και τα εξής: «Τα φαινόμενα αντισημιτισμού δεν φαίνεται ότι θα εξαλειφτούν ποτέ. […] οι Εβραίοι έχουν συχνά παρουσιαστεί ως αουτσάιντερ, και δυστυχώς, μεγάλο μέρος αυτής της αντιπάθειας πηγάζει από τον τρόπο που παραδοσιακά τους έβλεπε η Εκκλησία. Μέχρι πολύ πρόσφατα, σε ένα μεγάλο μέρος της χριστιανικής παράδοσης, οι Εβραίοι δυσφημίζονταν ως δολοφόνοι του Χριστού, ως μια διεφθαρμένη δαιμονική παρουσία που τυφλά διατηρεί τις δικές της αρχαϊκές παραδόσεις, παρόλο που η διαθήκη του Θεού με τους Εβραίους έχει από καιρό αντικατασταθεί από τη νέα διαθήκη του Θεού -ή αλλιώς την Καινή Διαθήκη- με τους χριστιανούς. Αυτές είναι όλες φρικτές ιδέες, αλλά έχουν χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία για να θυματοποιήσουν ποικιλοτρόπως, στιγματίσουν, παρενοχλήσουν, «χτυπήσουν», απομακρύνουν και σφαγιάσουν τους Εβραίους για αιώνες».
Επειδή, προφανώς, ο κ. Μπόιντ δεν έδωσε τις σωστές διαστάσεις στις αιτίες που εξέθρεψαν τον αντισημιτισμό, εμπλέκοντας την Εκκλησία σε αυτή τη διαδικασία, θεωρούμε ότι πρέπει να δώσουμε ορισμένες διευκρινήσεις επί των δηλώσεών του.
Τις βαθύτερες αιτίες του αντισημιτισμού, όπως και κάθε άλλης μορφής ρατσισμού, θα πρέπει να αναζητήσουμε όχι στην Εκκλησία, αλλά στην ίδια την πεπτωκυΐα και στα πάθη υποδουλωμένη ανθρώπινη φύση, η οποία αδυνατεί να  αγαπήσει τον πλησίον του γνήσια και έμπρακτα. Ο ανθρώπινος εγωισμός, όταν αναπτυχθεί και καλλιεργηθεί σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο, δημιουργεί, με την σειρά του, ιδεολογικές, φυλετικές, εθνικιστικές,ή θρησκευτικές προκαταλήψεις, που μπορεί να πάρουν την μορφή μίσους και αποστροφής απέναντι σε άλλους λαούς, ή να γεννήσουν την επιθυμία επιβολής και εκμεταλλεύσεως αυτών. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η αποικιοκρατία και η οικονομική εκμετάλλευση των χωρών του τρίτου κόσμου, (Αφρική, Ασία), κατά τους τελευταίους πέντε αιώνες από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, η οποία υπήρξε  καρπός ρατσιστικών αντιλήψεων των λαών των χωρών αυτών. Γενικότερα μπορούμε να πούμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, το ιδεολογικό υπόβαθρο των πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ των λαών και των εθνών είναι ρατσιστικές αντιλήψεις και εθνικιστικές προκαταλήψεις.
Ειδικότερα εις ό, τι αφορά τον εβραϊκό λαό παρατηρούμε, ότι από αρχαιοτάτων χρόνων βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τους γειτονικούς λαούς που τον περιβάλλουν. Πρώτοι οι Ασσύριοι το 722 π. Χ. κατέλυσαν το βασίλειο του Ισραήλ και στην συνέχεια οιΒαβυλώνιοι το 587 π. Χ., αφού κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ ολοσχερώς, οδήγησαν τους αιχμαλώτους Ιουδαίους σε εξορία στη Βαβυλώνα. Αργότερα οι Έλληνες κατά την ελληνιστική περίοδο υπό τον Αντιόχο τον Επιφανή (215-164 π. Χ.), εξαπέλυσαν σκληρότατο διωγμό εναντίον των Εβραίων, που έφθασε μέχρι βεβηλώσεως του ναού της Ιερουσαλήμ, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα να εκδηλωθούν στη συνέχεια οι ηρωϊκοί αγώνες των Μακκαβαίων για την απελευθέρωση του έθνους των. Κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Ρωμαίων μνημονεύουμε την μαζική απέλαση των Ιουδαίων από την Ρώμη επί Κλαυδίου Καίσαρος και την εκ νέου ολοσχερή καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τα στρατεύματα του Τίτου το 70 μ. Χ. Τέλος αναφέρουμε τη συστηματική εξόντωση εκατομμυρίων Εβραίων από την ναζιστική Γερμανία κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ουδέποτε είδε με «αντιπάθεια» τους Εβραίους, όπως ισχυρίζεται ο κ. Μπόιντ. Την αντιπάθεια θα πρέπει να την αναζητήσει από την πλευρά των Εβραίων και όχι από την πλευρά της Εκκλησίας. Οι Εβραίοι και πιο συγκεκριμένα η θρησκευτική ηγεσία του Ισραήλ, ήταν εκείνη που «αντιπάθησε» τον Χριστό και όχι απλώς τον «αντιπάθησε», αλλά τον μίσησε με θανάσιμο μίσος, μέχρις ότου τελικά τον οδήγησε σε σταυρικό θάνατο, καθ’ όν χρόνον Εκείνος δεν έπαυε επί τριετία να ευεργετεί τον λαό των Εβραίων με μια πληθώρα θαυμάτων, μοναδικών στο είδος τους, που απεδείκνυαν την μεσσιανική του ιδιότητα. Αλλά και όταν τον κάρφωναν πάνω στο σταυρό και τότε ακόμη Εκείνος έδειξε σ’ αυτούς τον ανεξάντλητο πλούτο της αγάπης και της ανεξικακίας του: «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ.23,34). Το παράδειγμα της ανεξικακίας και της αγάπης του Κυρίου ακολούθησε κατόπιν και η Εκκλησία. Οι απόστολοι ουδέποτε καλλιέργησαν μεταξύ των μελών της Εκκλησίας μίσος κατά των Εβραίων. Αντίθετα μάλιστα θεώρησαν χρέος τους να κηρύξουν το ευαγγέλιο και να καλέσουν σε μετάνοια πρώτα τους Εβραίους και αργότερα, μετά από μερικά χρόνια, (γύρω στο 39 μ. Χ.)  και τους εθνικούς, με πρώτο τον Κορνήλιο τον εκατόνταρχο. Τι θα έλεγε ο κ. Μπόιντ αν ζούσε την εποχή των αποστόλων και έβλεπε την παράδοξη αυτή τακτική των αποστόλων, να κηρύττουν δηλαδή τα έξι πρώτα χρόνια της ιεραποστολικής δράσεώς των αποκλειστικά μόνο στους Εβραίους και όχι ταυτόχρονα και στους εθνικούς και τους έκρινε με τα δικά του κριτήρια; Άραγε θα τους χαρακτήριζε ως σημίτες - ρατσιστές; Όταν αργότερα εκδηλώθηκε ο πρώτος μεγάλος διωγμός των Εβραίων εναντίον της Εκκλησίας, (βλ. Πράξεις 8ο κεφ.), μετά τον λιθοβολισμό του Στεφάνου, με αποτέλεσμα να διασκορπιστούν οι χριστιανοί από την Ιερουσαλήμ σ’ όλη την Παλαιστίνη και τότε ακόμη η Εκκλησία έδειξε μακρόθυμη στάση ανεξικακίας και αγάπης απέναντι στους απειθούντες και βλασφημούντες Ιουδαίους. Εξακολουθούσε να κηρύττει το Ευαγγέλιο τόσο προς τους Εβραίους, όσο και προς τους Εθνικούς. Ο απόστολος Παύλος σ’ όποια πόλη πήγαινε, θεωρούσε χρέος του να κηρύξει το ευαγγέλιο πρώτα στους Εβραίους, (στις εβραϊκές συναγωγές) και κατόπιν στους εθνικούς. Στην προς Ρωμαίους επιστολή του εκφράζεται με τέτοια αγάπη, αλλά ταυτόχρονα και με τόσο μεγάλη λύπη και οδύνη για τους συμπατριώτες του Εβραίους, ώστε θα προτιμούσε αυτός να χωρισθεί για πάντα από τον Χριστό, αρκεί να σωθούν οι συμπατριώτες του:  «λύπη μοι εστί μεγάλη και αδιάλειπτος οδύνη τη καρδία μου. Ηυχόμην γαρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα» (9,2-3). Επίσης στην προς Εβραίους Επιστολή του, εξαίρει το ρόλο και τη διακονία του παλαιού Ισραήλ για την πραγματοποίηση της εν Χριστώ σωτηρίας και προφητεύει, ότι στα έσχατα«πας Ισραήλ σωθήσεται» (Ρωμ.11,26). Παραθέτουμε μερικές ακόμη χαρακτηριστικές περιπτώσεις από την ιστορία της Εκκλησίας: Στην περίφημη Βασιλειάδα του Μ. Βασιλείου έβρισκαν καταφύγιο και βοήθεια όχι μόνο χριστιανοί, αλλά και Ιουδαίοι, όπως και ειδωλολάτρες.  Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι «χριστιανοί» της Ευρώπης και φυσικά ο Ναζισμός έστελνε στα φονικά κρεμαντόρια τους Εβραίους της Ευρώπης, η Εκκλησία στην Ελλάδα τους έκρυβε. Ηρωικοί Επίσκοποι, όπως ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κυρός Δαμασκηνός, ο Μητροπολίτης Ζακύνθου κυρός Χρυσόστομος, εκατοντάδες κληρικοί, μοναχοί και απλοί πιστοί έκρυβαν με κίνδυνο της ζωής τους Έλληνες Εβραίους. Ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός εξέδιδε χιλιάδες πλαστές ταυτότητες, παρουσιάζοντας πολλούς καταδιωκόμενους Εβραίους ως Ορθοδόξους Χριστιανούς! Δεν είναι τυχαίο ότι οι εν Έλλάδι Εβραίοι αναγνωρίζουν αυτή την υπέρτατη προσφορά της Εκκλησίας μας και τιμούν κάθε χρόνο τους αείμνηστους Ιεράρχες της ως «Δικαίους των Εθνών».Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε και άλλες πολλές παρόμοιες μαρτυρίες, ωστόσο περιοριζόμαστε σ’ αυτές για να μη μακρύνουμε πολύ τον λόγο.
Επίσης ο ισχυρισμός του ότι «οι Εβραίοι δυσφημίζονταν ως δολοφόνοι του Χριστού, ως μια διεφθαρμένη δαιμονική παρουσία που τυφλά διατηρεί τις δικές της αρχαϊκές παραδόσεις», δεν αποδίδει την αλήθεια των πραγμάτων με αποτέλεσμα να φθάνει στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι «αυτές είναι όλες φρικτές ιδέες» και επομένως, κατά την άποψή του, απορριπτέες. Το ότι οι Εβραίοι εφόνευσαν τον Χριστό, με πρωταγωνιστές τους θρησκευτικούς ηγέτες του λαού, δεν αποτελεί δυσφήμιση, ούτε συκοφαντία, αλλά μια αναντίρρητη ιστορική αλήθεια. Μια απλή ματιά στα ευαγγελικά κείμενα αποδεικνύει τετραγωνικά του λόγου το αληθές. Παραθέτουμε δύο μόνον βιβλικές μαρτυρίες από τις πολλές, αντιπροσωπευτικώς: «Ην δε παρασκευή του πάσχα, ώρα δε ωσεί έκτη και λέγει τοις Ιουδαίοις, ίδε ο βασιλεύς υμών. Οι δε εκραύγασαν, άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν» (Ιω.19,14-15). «Τούτον (τον Ιησούν) τη ωρισμένη βουλή και προγνώσει του Θεού έκδοτον λαβόντες, δια χειρών ανόμων προσπήξαντες ανείλετε» (Πραξ.2,23). Εάν ο Βρετανός αναλυτής πιστεύει, ότι τα ευαγγελικά κείμενα δεν αποδίδουν την αλήθεια, ας το αποδείξει. Αν όμως δεν μπορεί να αποδείξει, ως ιστορικώς αναξιόπιστα τα ευαγγελικά κείμενα, τότε οφείλει να δει κατάματα την αλήθεια και να την παραδεχθεί. Να παραδεχθεί δηλαδή και να ομολογήσει, ότι ο λαός αυτός διέπραξε την μεγαλύτερη αμαρτία όλων των αιώνων και όλων των εποχών στην ιστορία της ανθρωπότητος. Και να μη προσπαθεί πονηρά, να παρουσιάσει την μεγίστη ευθύνη των Εβραίων για το φοβερό αυτό έγκλημα, ως μια άδικη συκοφαντική  δυσφήμιση και ως μια «φρικτή ιδέα», που οφείλει να απορριφθεί. Εξ ίσου αληθές επίσης είναι το γεγονός, ότι ο Θεός απέρριψε και εγκατέλειψε τον λαό αυτό εξ’ αιτίας της απιστίας του να αποδεχθεί τον Χριστό ως τον προαναγγελθέντα και αναμενόμενο από τους προφήτες Μεσσία και ιδίως μετά το φοβερό έγκλημα, που διέπραξε,να σταυρώσει τον Χριστό: «Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ, η αποκτέννουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν! ποσάκις ηθέλησα επισυναγαγείν τα τέκνα σου ον τρόπον επισυνάγει όρνις τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας, και ουκ ηθελήσατε. ιδού αφίεταιυμίν ο οίκος υμών έρημος»(Ματθ.23,37-38). Ο Θεός δεν δίστασε να απορρίψει τον λαό Του και να αποσύρει την Χάρη Του από αυτόν, (εκτός βέβαια από το κατ’ εκλογήν λήμμα, που ήταν όλοι όσοι επίστευσαν σ’ Αυτόν), παρ’ όλο που μέχρι τότε και καθ’ όλη την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης ήταν ο εκλεκτός Του λαός: «και εμπεριπατήσω εν υμίν και έσομαι υμών Θεός, και υμείς έσεσθέμοι λαός» (Λευϊτ.26,12). «Και έσται η κατασκήνωσίς μου εν αυτοίς, και έσομαι αυτοίς Θεός, και αυτοί μου έσονται λαός» (Ιεζεκ.37,27). Τι λοιπόν; Με βάση την παρά πάνω εκλογή θα κατηγορήσουμε τον Θεό ως σημίτη -ρατσιστή; Άπαγε της βλασφημίας. Βέβαια αν σκεπτόμασταν με την λογική του κ. Μπόιντ, σε τέτοιο συμπέρασμα θα καταλήγαμε. Ο Θεός ούτε όταν εξέλεξε τους Εβραίους ως τον εκλεκτό Του λαό ήταν σημίτης - ρατσιστής, ούτε όταν τον απέρριψε έγινε αντισημίτης, αλλά όλες του οι ενέργειες και στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης και σ’ αυτήν της Καινής υπήρξαν θεοπρεπείς και κατά πάντα δίκαιες. Έχουμε ανάγκη θείου φωτισμού, διότι χωρίς αυτόν αδυνατούμε να εισχωρήσουμε και να κατανοήσουμε με την εμπαθή ανθρώπινη λογική μας τις θεοπρεπείς αυτές ενέργειες  και να δούμε την εκλογή του εβραϊκού λαού μέσα στο σχέδιο της οικονομίας του Θεού για την σωτηρία όλης της ανθρωπότητος και όχι μόνον ενός λαού. Διότι όπως λέγει ο προφήτης, ή μάλλον ο ίδιος ο Θεός διά του προφήτου: «ου γαρ εισίν αι βουλαί μου ώσπερ αι βουλαί υμών, ουδ’  ώσπερ αι οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει Κύριος.  Αλλ’  ως απέχει ο ουρανός από της γης, ούτως απέχει η οδός μου από των οδών υμών και τα διανοήματα υμών από της διανοίας μου»(Ησ.55,8-9).
  Πέραν αυτών ο κ. Μπόιντ, αν ήθελε να είναι δίκαιος και αντικειμενικός απέναντι στην ιστορία, θα έπρεπε να παρουσιάσει και την άλλη πλευρά του θέματος. Να παρουσιάσει δηλαδή παράλληλα και τα φρικτά ταλμουδικά κείμενα, που ανασταυρώνουν τον Χριστό, τα οποία δεν είναι μόνον συκοφαντικά κατά του Κυρίου μας, της Εκκλησίας και των χριστιανών κείμενα, αλλά και άκρως ρατσιστικά. Να μας αναλύσει ο κ. Μπόιντ την δυσώνυμη Καμπάλα, που διδάσκεται στα Πανεπιστήμια του Ισραήλ. Να κάνει επίσης λόγο για τον εθνικισμό και ρατσισμό, ο οποίος καλλιεργήθηκε επί 20 και πλέον αιώνες μέχρι σήμερα, μέσα στους κόλπους του Διεθνούς Σιωνισμού, τον οποίον ο τότε αδέσμευτος Ο.Η.Ε. καταδίκασε το 1985 ως όντως ρατσισμό. 
  Τελειώνοντας την αναφορά μας αυτή και με βάση όσα αναφέραμε παρά πάνω, θέλουμε να τονίσουμε και πάλι, ότι η Εκκλησία ουδέποτε εγκλωβίστηκε και παγιδεύτηκε σε ρατσιστικά, ή αντιρατσιστικά, σε σημιτικά, ή αντισημιτικά σύνδρομα. Τέτοιου είδους καταστάσεις που τροφοδοτούν έχθρες, αντιπάθειες και πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων και των λαών αποτελούν γνωρίσματα του παλαιού ανθρώπου, του μακράν της Εκκλησίας ευρισκομένου κόσμου. Αντίθετα η Εκκλησία καλλιέργησε στους κόλπους της την ανιδιοτελή αγάπη προς τον πλησίον ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, ή εθνικής καταγωγής, σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ.3,11). Αυτά για του λόγου το αληθές!        
Εκ του Γραφείου επί τω Αιρέσεων και των Παραθρησκειών


Το είδαμε εδώ

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 19, 2014

Μητρόπολη Πειραιώς: Αρχή ωδίνων η παραχώρηση χριστιανικού ναού για μουσουλμανική λατρεία!

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 18η Δεκεμβρίου 2014.
 
 
      Ο Οικουμενισμός έχει αλώσει πολύ περισσότερο τον κόσμο, απ’ ότι φανταζόμαστε. Ιδιαίτερα έχει αλώσει την δυτική «χριστιανοσύνη», η οποία, αποκομμένη από τη Χάρη του Θεού και τη γνήσια πνευματικότητα, η οποία βιώνεται μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, ολισθαίνει από πτώσεως εις πτώσιν. Η πλάνη γίνεται το ισχυρό εφαλτήριο για την υιοθέτηση και άλλων πλανών, ώστε η αίρεση να γίνεται παναίρεση.
      Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε  από ένα μείζονος σημασίας γεγονός, που συνέβη πριν λίγο καιρό στις Η.Π.Α. και το οποίο θα σηματοδοτήσει ένα νέο σκηνικό στον τομέα του πανθρησκειακού οράματος της «Νέας Υδροχοϊκής Εποχής». 

Ο έγκριτος και διακεκριμένος δημοσιογράφος - τουρκολόγος και ομολογητής της Ορθοδοξίας κ. Ν. Χειλαδάκης αποκάλυψε ένα πρωτοφανές συμβάν, στις 14 Νοεμβρίου ε. ε. Παραχωρήθηκε ο Καθεδρικός Ναός της Ουάσιγκτον στους μουσουλμάνους να τελέσουν δική τους λατρεία! Μεταξύ των άλλων έγραψε και τα εξής: «Η παγκοσμιοποίηση και η πανθρησκεία σε όλο της το μεγαλείο! Μέσα στον καθεδρικό, υποτίθεται χριστιανικό ναό της αμερικανικής πρωτεύουσας, στην Ουάσιγκτον, πριν από λίγες μέρες μουσουλμάνοι τέλεσαν την μουσουλμανική προσευχή της Παρασκευής, (Cuma), γνωστή ως namaz, για πρώτη φορά στην ιστορία του ναού και για πρώτη φορά σε ναό που δεν έχει καμία σχέση με την θρησκεία του Ισλάμ καθώς έχει κτιστεί για την χριστιανική λατρεία. […] Μερικές εκατοντάδες μουσουλμάνοι των Ηνωμένων Πολιτειών συγκεντρώθηκαν εκεί για να προσευχηθούν στον Αλλάχ και στον προφήτη τους τον Μωάμεθ. […] Για το ιστορικό αυτό γεγονός εξέφρασε την απόλυτη ικανοποίησή του ο πρόεδρος του ιδρύματος, “Σύνδεσμοι Αμερικανικού Ισλάμ”, (CAIR), Rulla Allouch, ο οποίος σε δήλωσή του τόνισε πως σήμερα επιτεύχθηκε άλλο ένα βήμα προσέγγισης μουσουλμάνων και χριστιανών και πρόσθεσε ότι οι προσπάθειες αυτές θα συνεχιστούν για την προσέγγιση και με άλλες θρησκείες, όπως ο βουδισμός και ο ινδουισμός που στις Η.Π.Α. έχουν αρκετούς οπαδούς, με τους οποίους υπάρχει συνεχής διάλογος με τους μουσουλμάνους των Η.Π.Α.».
      Θεωρούμε το γεγονός αυτό μια πολύ καλά ενορχηστρωμένη ενέργεια. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ενώ στις Η.Π.Α. υπάρχουν χιλιάδες τζαμιά, εν τούτοις τους παραχωρήθηκε ο καθεδρικός χριστιανικός ναός της πόλεως να κάμουν την τελετή τους. Επίσης έχει σημασία, ότι δεν τους παραχωρήθηκε κάποιος άλλος ναός, αλλά ο καθεδρικός. Αν διαβάσουμε με προσοχή τις δηλώσεις του μουσουλμάνου αξιωματούχου, προέδρου του ιδρύματος, «Σύνδεσμοι Αμερικανικού Ισλάμ», μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός. Πρόκειται για την «προσέγγιση μουσουλμάνων και χριστιανών». Μ’ άλλα λόγια το γεγονός εντάσσεται στα πλαίσια του Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, ο οποίος εργάζεται πυρετωδώς τα τελευταία χρόνια να «φέρει κοντά» τις θρησκείες του κόσμου, με απώτερο σκοπό την ένωσή τους και τη δημιουργία της δαιμονικής Πανθρησκείας.
      Ως γνωστόν βασικό δόγμα του Διαθρησκειακού Οικουμενισμού είναι ότι η αλήθεια δεν υπάρχει πουθενά αυτούσια και κατ’ αποκλειστικότητα, αλλά είναι διεσπαρμένη στις διάφορες πίστεις και θρησκείες. Με τη συνένωση των επί μέρους πίστεων, θα μπορέσουν οι άνθρωποι να γνωρίσουν την καθολική αλήθεια! Πρωτοπόρος σε αυτή την προσπάθεια της προσέγγισης είναι ο Παπισμός, ο οποίος ήδη κατά την Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο (1962-1965), με την γνωστή Συνοδική Εγκύκλιο Nostra Aetate, επιχειρεί  το πρώτο επίσημο άνοιγμα προς τις άλλες θρησκείες, όπου διακηρύσσεται: «Με εκτίμηση ατενίζει η Εκκλησία και τους Μουσουλμάνους, οι οποίοι λατρεύουν τον ένα και μοναδικό Θεό τον ζώντα… τον εύσπλαχνο και παντοδύναμο, τον δημιουργό ουρανού και γης, που μίλησε στους ανθρώπους».
      Στο ίδιο «μήκος κύματος» κινούνται και οι πολυάριθμες παραφυάδες του Προτεσταντισμού, οι οποίες, αφού υποβίβασαν την Εκκλησία σε «ατομική θρησκευτικότητα», βλέπουν με συμπάθεια τους πιστούς των άλλων θρησκειών και αποζητούν την κοινωνία μαζί τους. Έστω για παράδειγμα οι λεγόμενοι «χριστιανοί σιωνιστές», οι οποίοι έχουν αποθεώσει κυριολεκτικά την ιουδαϊκή θρησκεία. Ο διάλογος και η προσέγγιση με τις δύο άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες, τον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ, (για τις οποίες έγινε γενικά παραδεκτό, ότι πιστεύουν στον ίδιο Θεό), θεωρήθηκε ως έκφραση αγάπης, ως «αγαπητική έξοδος» προς τον πλησίον προς μετάδοση του μηνύματος της χριστιανικής πίστεως. Θεωρήθηκε ακόμη ως μία αναγκαιότητα για την αντιμετώπιση του θρησκευτικού και ιδιαίτερα του ισλαμικού φανατισμού, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, των ποικίλων κοινωνικών προβλημάτων που μαστίζουν την ανθρωπότητα, την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία  των θρησκειών στις σύγχρονες πολυθρησκευτικές κοινωνίες και την προώθηση της παγκόσμιας ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της αδελφοσύνης μεταξύ των λαών. Στην πραγματικότητα όμως εξυπηρετεί και προωθεί τα σκοτεινά σχέδια  της Νέας Εποχής, την ομογενοποίηση όλων των θρησκειών, προκειμένου έτσι να οικοδομηθεί το νέο θρησκευτικό μοντέλο της πανθρησκείας του Αντιχρίστου.
      Το τραγικό είναι ότι στις διάφορες διαθρησκειακές συναντήσεις συμμετέχουν και ορθόδοξοι κληρικοί και θεολόγοι, όπως λ. χ. στις συναντήσεις της Ασίζης. Το δε ακόμη χειρότερο είναι, ότι συχνά λαμβάνουν μέρος σε συμπροσευχές με τους αλλόθρησκους.
     Κλασικό παράδειγμα η συμπροσευχή για «τη σωτηρία του πλανήτη» στην Γροιλανδία το 2007, ενώπιον ειδώλου – σφαίρας της γης, Άλλο παράδειγμα, τα κοινά με τους μουσουλμάνους δείπνα «seftar», κατά την «νηστεία» του Ραμαζανιού.
    Επίσης η προσφορά ως δώρου «του Κορανίου», το οποίο μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως «άγιο», η  ανοικοδόμηση διαθρησκειακού ναού στο Βερολίνο, το άναμμα της «επτάφωτης λυχνίας» στις ιουδαϊκές συναγωγές, κ.α.
   Ο Διαθρησκευτικός Οικουμενισμός είναι το τρίτο σκέλος της παγκοσμιοποίησης, ο οποίος θέλει να δημιουργήσει την παγκόσμια θρησκεία για την παγκοσμιοποιημένη ανθρωπότητα. Στην ουσία όμως θέλει να εξαφανίσει τον Χριστιανισμό μέσα σε αυτή την διαθρησκειακή χοάνη και κυρίως την Ορθοδοξία μας, την γνήσια και ανόθευτη μορφή του Χριστιανισμού, η οποία αποτελεί την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, την αληθινή Εκκλησία του Χριστού.
       Περαίνοντας, θεωρούμε ότι το πρωτόγνωρο αυτό γεγονός είναι η αρχή για ακόμη «τολμηρότερα» ανοίγματα προς το «πλησίασμα» και εν τέλει την ένωση των θρησκειών του κόσμου.
      Καλούμε τους πιστούς της τοπικής μας Εκκλησίας να μη δίνουν σημασία σε αυτά τα ολέθρια διδάγματα και να συνειδητοποιήσουν το γεγονός ότι η Αγία μας Εκκλησία δεν είναι θρησκεία, πολλώ δε μάλλον όμοια με τις θρησκείες του κόσμου και ως εκ τούτου ουδεμία ανάγκη έχει να κοινωνεί με αυτές και το χειρότερο, να προσβλέπει στην ένωση μ’ αυτές!
Εκ του Γραφείου επι των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
 

Παρασκευή, Ιουνίου 27, 2014

Οι Ιεροί Κανόνες στην ενδοϊστορική και εσχατολογική πορεία της Εκκλησίας


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 26η  Ιουνίου 2014.
ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες μαζί με την Αγία Γραφή και τους Δογματικούς και Συνοδικούς Όρους αποτελούν τα τρία βασικά θεμέλια, πάνω στα οποία στηρίζεται όλο το οικοδόμημα της Εκκλησίας, τους τρείς βασικούς πυλώνες οι οποίοι μας εισάγουν στην κατά Χριστόν ζωή, τους τρεις βασικούς οδοδείκτες, που προσανατολίζουν ορθώς και απλανώς το εκκλησιαστικό σώμα στην ενδοϊστορική πορεία του προς τα έσχατα και την Βασιλεία των Ουρανών.
Αφορμή για τη σύνταξη της παρούσης εργασίας μας έδωσε το πάλιν και πολλάκις επανερχόμενο και υπό πολλών τιθέμενο ζήτημα της αυθεντίας, του κύρους, της επικαιρότητος και εν τέλει της λειτουργικότητας των Ιερών Κανόνων στη σύγχρονη εποχή μας, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, εξ’ αιτίας του οποίου συγκροτούνται διεθνή και άλλα συνέδρια, όπως το προσφάτως, (τον παρελθόντα Μάιο), υπό της «Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών» Βόλου, διοργανωθέν συνέδριο με θέμα: «Κανόνες της Εκκλησίας και σύγχρονες προκλήσεις».

Δυστυχώς, στους σημερινούς εσχάτους καιρούς της αποστασίας και της πλήρους πνευματικής συγχύσεως, πολλοί θεολόγοι και κληρικοί, επηρεασμένοι από τον πνεύμα της χαλαρότητας και του ενδοτισμού, της αλλαγής και του εκσυγχρονισμού, της δυσπιστίας και της αρνήσεως να δεχθούν και να ακολουθήσουν άνευ κριτικού ελέγχου ό, τι προβάλλεται ως δήθεν αυθεντική έκφραση της χριστιανικής πίστεως, φθάνουν στο σημείο να αμφισβητούν και τελικά να απορρίπτουν,(εν μέρει ή και εν όλω),τους Ιερούς Κανόνες. Τους Θεωρούν ως δήθεν αναχρονιστικούς, ξεπερασμένους και μη αναγκαίους για τη σημερινή εποχή. Ισχυρίζονται ότι αναφέρονται σε θέματα και ζητήματα, που απασχόλησαν την Εκκλησία σε παλαιότερες εποχές, τα οποία όμως δεν υφίστανται σήμερα και ως εκ τούτου δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα του ολοένα και περισσότερο μεταβαλλόμενου κόσμου. Γι’ αυτό και θεωρούν ως αναγκαίο  τον εκσυγχρονισμό των, ή ακόμη και την κατάργησή των.
Κατ’ αρχήν οι Ιεροί Κανόνες δεν αποτελούν εντάλματα ανθρώπων, ή νομικού χαρακτήρα διατάξεις, που έχουν ανάγκη, (όπως όλοι οι νόμοι μιας οργανωμένης πολιτείας), κατά καιρούς αναθεωρήσεων, ώστε να ανταποκρίνονται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες και απαιτήσεις της κοινωνικής ζωής. Αποτελούν θεόπνευστα κείμενα, τα οποία εγράφησαν από αγίους και θεοφόρους Πατέρες με τον φωτισμό και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος και ως εκ τούτου έχουν στη ζωή της Εκκλησίας απόλυτο και διαχρονικό κύρος. Ο Α΄ Κανόνας της Ζ΄ Οικουμενικής διακηρύσσει σχετικά με την θεοπνευστία και το απόλυτο και διαχρονικό κύρος των Ιερών Κανόνων τα εξής: «Τούτων ουν ούτως εχόντων… ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν, των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων του Πνεύματος, των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των τοπικών συναθροισθεισών επί εκδόσει διαταγμάτων και των αγίων Πατέρων ημών. Εξ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες ώρισαν τα συμφέροντα».[1] Διά του Κανόνος αυτού διακηρύσσεται «κατά τον πλέον πανηγυρικόν τρόπον η κρατούσα εν τη εκκλησιαστική συνειδήσει βαθυτάτη πεποίθησις περί της φύσεως και του χαρακτήρος των θείων και ιερών της Εκκλησίας κανόνων ως καρπών του παναγίου Πνεύματος».[2]Ο Μέγας Αθανάσιος σε επιστολή του προς τους εν Αφρική επισκόπους λέγει: «Το δε ρήμα του Κυρίου το διά της Οικουμενικής Συνόδου εν τη Νικαία γενόμενον, μένει εις τον αιώνα».[3] Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο μεγαλύτερος από τους νεωτέρους κανονολόγους της Εκκλησίας παρατηρεί σχετικώς στην εισαγωγή του «Πηδαλίου» του: «Αύτη η βίβλος (δηλαδή η συλλογή των Ιερών Κανόνων, στην οποία εμπεριέχονται συνοπτικώς και οι δογματικές αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων), είναι η μετά τας αγίας Γραφάς, αγία Γραφή, η μετά την Παλαιάν και Καινήν Διαθήκην, Διαθήκη. Τα μετά τα πρώτα και θεόπνευστα λόγια, δεύτερα και θεόπνευστα λόγια. Αύτη εστί τα αιώνια όρια, ά έθεντο οι πατέρες ημών και νόμοι οι υπάρχοντες εις τον αιώνα… τους οποίους σύνοδοι οικουμενικαί τε και τοπικαί διά Πνεύματος αγίου εθέσπισαν… Αύτη ως αληθώς εστί, καθώς αυτήν επωνομάσαμεν, το Πηδάλιον της Καθολικής Εκκλησίας, διά μέσου του οποίου αύτη κυβερνωμένη, ασφαλώς τους εν αυτή ναύτας και επιβάτας, ιερωμένους τε λέγω και λαϊκούς, προς τον ακύμαντον παραπέμπει της άνω βασιλείας λιμένα».[4] Συνεπώς οι Ιεροί Κανόνες «αποτελούν τους αυθεντικούς φορείς της ορθής εκφράσεως του πνεύματος της εν Χριστώ αποκαλυφθείσης αληθείας και του μηνύματος της εν Χριστώ πραγματοποιουμένης σωτηρίας».[5] Τούτο συμβαίνει διότι οι Ιεροί Κανόνες πηγάζουν από την Αγία Γραφή και την αυθεντική αποστολική και εκκλησιαστική Παράδοση. Μπορεί βέβαια η αφορμή για την θέσπιση ενός κανόνος να υπήρξε ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, ή η ανάγκη ρυθμίσεως και διορθώσεως μιας αταξίας, ή ανώμαλης καταστάσεως στην εκκλησιαστική ζωή κάποιας συγκεκριμένης εποχής, ωστόσο όμως από τη στιγμή που ένας κανόνας θεσπίζεται, ή επικυρώνεται από μία Οικουμενική Σύνοδο, αποκτά οικουμενικό και διαχρονικό κύρος. Η θεοπνευστία και η διαχρονικότητα των Ιερών Κανόνων δεν εξαρτάται από τις ούτως ή άλλως μεταβαλλόμενες ιστορικές συγκυρίες,(που σήμερα είναι διαφορετικές και αύριο θα είναι ακόμη πιο διαφορετικές), που οδήγησαν στην ανάγκη θεσπίσεώς των, αλλά έγκειται στην θεολογία που αυτοί εκφράζουν, η οποία είναι «χθες και σήμερον η αυτή και εις τους αιώνας». Οι Ιεροί Κανόνες αποτελούν έκφραση της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας. Όπως ορθώς παρατηρεί ο VlLossky: «οι κανόνες οι οποίοι ρυθμίζουν την ζωή της Εκκλησίας εν τη γηΐνη αυτής όψει είναι αχώριστοι των χριστιανικών δογμάτων. Δεν είναι νομικοί κανονισμοί κυρίως ειπείν, αλλά εφαρμογαί των δογμάτων της Εκκλησίας».[6]
Φυσική δε απόρροια του απολύτου και διαχρονικού κύρους των Ιερών Κανόνων είναι και το γεγονός, ότι απαγορεύεται κάθε αθέτηση, αλλοίωση, η παραχάραξή των, όπως αυτό φαίνεται από τον Β΄ Κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής: «…Και μηδενί εξείναι (και δεν επιτρέπεται σε κανένα) τους προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ή αθετείν, ή ετέρους παρά τους προκειμένους παραδέχεσθαι, (ή να παραδεχόμεθα άλλους, αντί αυτών), ψευδεπιγράφως υπό τινών συντεθέντας, των την αλήθειαν καπηλεύειν επιχειρησάντων. Ει δε τις αλώ, (εάν κανείς συλληφθεί), κανόνα τινά των ειρημένων καινοτομών, ή ανατρέπειν επιχειρών, υπεύθυνος έσται κατά τον τοιούτον κανόνα, ως αυτός διαγορεύει, την επιτιμίαν δεχόμενος και δι’ αυτού εν ώπερ πταίει θεραπευόμενος».[7] Βέβαια εδώ, ομιλούντες περί των Ιερών Κανόνων, εννοούμε εκείνους οι οποίοι θεσπίστηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους, καθώς και για εκείνους, οι οποίοι θεσπίστηκαν μεν από Τοπικές Συνόδους, ή από αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά στη συνέχεια επικυρώθηκαν από κάποια Οικουμενική Σύνοδο. Στη συνάφεια αυτή πρέπει να σημειωθεί επίσης, ότι «η αυθεντική συνέχιση της κανονικής παραδόσεως με την θέσπιση νέων κανόνων από την Εκκλησία, αποκλείει κάθε αντίφαση μεταξύ μεταγενεστέρων  και προγενεστέρων χρονικώς κανόνων. Τούτο συμβαίνει, (και οφείλει να συμβαίνει), γιατί διά των ιερών κανόνων εκφράζεται η ίδια συνείδηση της Εκκλησίας, η οποία καθοδηγείται από το ‘εν και το αυτό άγιο Πνεύμα’».[8] Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν μια μέλλουσα να συνέλθει Πανορθόδοξος Σύνοδος, (όπως αυτή που προγραμματίζεται για το 2016), να περιέχει κανόνες και διατάξεις, οι οποίοι δεν θα εναρμονίζονται, αλλά θα έρχονται σε αντίθεση και στην πράξη θα αναιρούν και θα ακυρώνουν τους Ιερούς Κανόνες, που αποτελούν στο σύνολό τους την μέχρι σήμερα Κανονική Παράδοση της Εκκλησίας. Πολύ περισσότερο βέβαια δεν είναι δυνατόν να περιέχει δογματικού χαρακτήρα αποφάσεις, οι οποίες θα έρχονται σε αντίθεση με την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα η μέλλουσα να συνέλθει Πανορθόδοξος Σύνοδος το 2016, να θεσπίσει νέους κανόνες, που θα επιτρέπουν τις συμπροσευχές με αιρετικούς, η να θεσπίσει δογματικού χαρακτήρα απόφαση, η οποία θα αναγνωρίζει ως αληθείς Εκκλησίες με έγκυρα μυστήρια τις αιρέσεις του Παπισμού, η του Προτεσταντισμού.
Μία άλλη πτυχή του θέματος, πολύ σημαντική,  είναι το πνεύμα και ο σκοπός, στον οποίο αποβλέπουν. Ο σκοπός των Ιερών Κανόνων είναι ποιμαντικός και κατ’ επέκτασιν σωτηριολογικός. Μ’ αυτούς επιδιώκεται, αφ’ ενός μεν η διασφάλιση της ενότητας και της τάξεως μέσα στην Εκκλησία, και αφ’ ετέρου η οικείωση από τον κάθε πιστό της εν Χριστώ σωτηρίας. Αναλυτικότερα οι Ιεροί Κανόνες αποσκοπούν, στο να προφυλάξουν το εκκλησιαστικό σώμα από επικίνδυνες εκκλησιολογικές παρεκκλίσεις, από τις αιρέσεις, τα σχίσματα, τις παρασυναγωγές, από κάθε τάση εκκοσμικεύσεως, ή νοθεύσεως της ευαγγελικής διδασκαλίας, από κάθε τάση υποκειμενικής αξιολογήσεως  και ερμηνείας της αυθεντικής εν Χριστώ ζωής, από κάθε τάση σμικρύνσεως και προσαρμογής της Ορθόδοξης πνευματικότητος στα πνευματικά μέτρα και στην πνευματική κατάσταση του κάθε πιστού. Οι κανόνες αποτελούν τον γνώμονα, το μέτρο, το κριτήριο, βάσει του οποίου καθρεφτίζεται και αξιολογείται η πνευματική πορεία και η πνευματική κατάσταση κλήρου και λαού. Συνεπώς εάν κάποιος Κανόνας μας φαίνεται ανεφάρμοστος, τότε την αιτία της αδυναμίας εφαρμογής του θα πρέπει να την αναζητήσουμε στον εαυτό μας, στη ραθυμία και αμέλειά μας, στην έλλειψη ζήλου και αγωνιστικού φρονήματος και όχι στον ίδιο τον Κανόνα. Στην περίπτωση αυτή ο Κανόνας μας βοηθάει, να κατανοήσουμε πόσο απέχουμε από την εν Χριστώ τελειότητα, να συνειδητοποιήσουμε τα σφάλματα και τις πτώσεις μας, να ταπεινωθούμε και να αποκτήσουμε το «γνώθι σαυτόν». Διότι όπως λέγει ο απόστολος: «Διά γαρ νόμου επίγνωσις αμαρτίας» (Ρωμ.3,20)Εάν για παράδειγμα δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε τον 69ον Κανόνα των αγίων Αποστόλων, που επιβάλλει νηστεία κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, επειδή αισθανόμαστε κατάπτωση των σωματικών και διανοητικών δυνάμεών μας, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Κανόνας είναι ανεφάρμοστος, αφού πολλοί είναι εκείνοι, που εξακολουθούν να τον τηρούν μέχρι σήμερα. Στην περίπτωση αυτή ο εν λόγω κανόνας μας βοηθάει να συνειδητοποιήσουμε την αδυναμία μας και να ακολουθήσουμε, (με την σύμφωνη γνώμη και του πνευματικού), την οικονομία που προβλέπει στη συνέχεια ο Κανόνας: «Εκτός ειμή δι’ ασθένειαν σωματικήν εμποδίζοιτο». Δηλαδή δεν υποχρεούνται να τηρήσουν νηστεία όσοι εμποδίζονται για λόγους σωματικής ασθενείας. Εδώ αξίζει να θαυμάσει κανείς την σοφία και την διάκριση των Πατέρων, οι οποίοι μαζί με τους όρους της ακριβείας δεν παραλείπουν, να θέσουν και τους όρους της οικονομίας. Είναι πολύ επικίνδυνο να κρίνουμε τους Ιερούς Κανόνες με τα δικά μας κριτήρια και με αφετηρία την ιδική μας πνευματική κατάσταση. Αλλοίμονο αν οι Ιεροί Κανόνες προσαρμοζόταν κάθε τόσο προς τις πεποιθήσεις και απαιτήσεις του κάθε μέλους της Εκκλησίας. Στην περίπτωση αυτή η Εκκλησία θα εκκοσμικευόταν και θα έχανε την σωτηριολογική της αποστολή.
Επίσης ορισμένα επιτίμια που ορίζουν οι Ιεροί Κανόνες, (όπως για παράδειγμα τα«αφοριζέσθω» και «καθαιρείσθω»), μας σοκάρουν πολλές φορές, διότι τα θεωρούμε ιδιαίτερα αυστηρά, σκληρά, ή και απάνθρωπα ακόμη. Εδώ πέφτουμε και πάλι στο ίδιο σφάλμα, για το οποίο έγινε λόγος προηγουμένως. Γινόμαστε κατά κάποιο τρόπο δικαστές και κριτές των αγίων Πατέρων. Τοποθετούμε την ιδική μας κρίση, την ως επί το πλείστον εσκοτισμένη από τα πάθη και τις εγκόσμιες επιθυμίες μας, υπεράνω της θεοφώτιστης κρίσης των αγίων Πατέρων. Και χωρίς ίσως να το αντιλαμβανόμαστε, καταλογίζουμε στους συντάκτες των κανόνων, έλλειψη αγάπης και διακρίσεως, επειδή νομίζουμε  ότι εμείς έχουμε περισσότερη αγάπη και διάκριση από αυτούς. Κατ' αρχήν τα επιτίμια δεν έχουν την έννοια της τιμωρίας, αλλά της παιδαγωγίας και θεραπείας του αμαρτήσαντος κληρικού ή λαϊκού. Και όταν ακόμη η Εκκλησία φθάσει στο σημείο να αποκόψει με αφορισμό κάποιο μέλος της, και τότε ακόμη αποβλέπει στην μετάνοια και στη σωτηρία του. Επί πλέον αποβλέπει εις το να προφυλάξει τα υπόλοιπα μέλη της από παρόμοιες πτώσεις και να προλάβει έτσι γενίκευση και εξάπλωση του κακού σ’ όλο το εκκλησιαστικό σώμα. Στην περίπτωση αυτή οι άγιοι Πατέρες διά των Ιερών Κανόνων ενεργούν, όπως ενήργησε σε ανάλογη περίπτωση ο απόστολος Παύλος, όταν στην Εκκλησία της Κορίνθου προέκυψε το σκάνδαλο του αιμομίκτου, το οποίο αναφέρεται στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή: «Εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού συναχθέντων υμών και του εμού πνεύματος συν τη δυνάμει του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού παραδούναι τον τοιούτον τω σατανά εις όλεθρον της σαρκός, ίνα το πνεύμα σωθή εν τη ημέρα του Κυρίου Ιησού» (5,4-5). Εδώ ο απόστολος από κοινού με την Εκκλησία της Κορίνθου, (συνοδικώ τω τρόπω), παραδίδει τον αιμομίκτη στον σατανά, που σημαίνει ότι τον αποκόπτει από το σώμα της Εκκλησίας. Ο σκοπός της αποκοπής είναι παιδαγωγικός και θεραπευτικός, διότι όπως λέγει παρά κάτω, η αποκοπή γίνεται: «εις όλεθρον της σαρκός, ίνα το πνεύμα σωθή», δηλαδή για να τιμωρηθεί και κολασθεί σκληρά το σώμα του και σωφρονισθεί με την παιδαγωγία αυτή, ώστε να σωθεί η ψυχή του. Βλέπουμε επομένως, ότι οι άγιοι Πατέρες στις κανονικές τους διατάξεις, βαδίζουν ακριβώς πάνω στα χνάρια του αποστόλου Παύλου και γενικότερα της αγίας Γραφής. Εάν λοιπόν καταλογίσουμε έλλειψη αγάπης και διακρίσεως στους αγίους Πατέρες για τους «αφορισμούς» των, τότε θα πρέπει να καταλογίσουμε έλλειψη αγάπης και διακρίσεως και στον ίδιο τον απόστολο Παύλο. Και στο τέλος θα φθάσουμε σε τέτοιο βαθμό πλάνης και σκοτισμού, ώστε να καταλογίσουμε έλλειψη αγάπης και διακρίσεως και στον ίδιο τον Χριστό, ο Οποίος αποκόπτει, τουτέστιν αφορίζει, κάθε πνευματικό κλήμα-μέλος της Εκκλησίας, το οποίο δεν παράγει πνευματικούς καρπούς, από την πνευματική κληματαριά, την Εκκλησία, σύμφωνα με τον λόγον του: «Παν κλήμα εν εμοί μη φέρον καρπόν αίρει αυτό» (Ιω.15,2).
Οι Ιεροί Κανόνες δεν έχουν σε καμιά περίπτωση νομικό χαρακτήρα, όπως αυτό συμβαίνει στον παπισμό, αλλά εκφράζουν το πνεύμα της χάριτος της Καινής Διαθήκης, σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου «χάριτί εστέ σεσωσμένοι» (Εφ.2,5) και πάλιν «ουκ εσμέν υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν» (Ρωμ.6,15). Η άφεση των αμαρτιών, λ. χ. παρέχεται στον εξομολογούμενο διά του μυστήριου της μετανοίας κατά την ώρα της ειλικρινούς εξαγορεύσεως και δεν εξαρτάται από την ενδεχόμενη επιβολή επιτιμίων, που προβλέπουν οι Ιεροί Κανόνες. Μέσα από το πνεύμα των Ιερών Κανόνων διαφαίνεται ξεκάθαρα, ότι η σωτηρία των πιστών είναι δωρεά του Θεού, και όχι ατομικό επίτευγμα των πιστών με την τήρηση κάποιων νομικών διατάξεων. Τα «επιτίμια» είναι στην ουσία πνευματικά θεραπευτικά μέσα, που αποβλέπουν στη θεραπεία των παθών. Γι’ αυτό και δίδεται η ευχέρεια στον πνευματικό, να επιβάλει ανάλογα επιτίμια στον μετανοούντα σύμφωνα με τις διαθέσεις του και την πνευματική του κατάσταση. Αυτό ορίζει άλλωστε και 102ος Κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου: «Δει δε τους εξουσίαν λύειν, και δεσμείν παρά Θεού λαβόντας, σκοπείν την της αμαρτίας ποιότητα και την του ημαρτηκότος προς επιστροφήν ετοιμότητα, και ούτω κατάλληλον την θεραπείαν προσάγειν τω αρρωστήματι, ίνα μη τη αμετρία, καθ’ εκάτερον χρώμενος, αποσφαλείη προς την σωτηρίαν του κάμνοντος»[9].
Κλείνοντας την μικρή αυτή αναφορά μας στους Ιερούς Κανόνες, θεωρούμε καθήκον μας να προτρέψουμε τον πιστό λαό του Θεού, να εγκολπωθεί με απόλυτη εμπιστοσύνη τους Ιερούς Κανόνες, ενθυμούμενος τον λόγον του αποστόλου: «Αδελφοί στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις» (Β΄ Θεσσ. 2,15). Και όχι μόνον να τους εγκολπωθεί, αλλά και να μαθητεύσει σ’ αυτούς, αναγινώσκοντας αυτούς παράλληλα με την αγία Γραφή. Να τους περιφρουρήσει από κάθε προσπάθεια νοθεύσεως, παραχαράξεως, ή καταργήσεώς των, που προωθείται από πρόσωπα, που κινούνται κυρίως μέσα στην παναίρεση του Οικουμενισμού. Οι Οικουμενιστές ζητούν να κατεδαφίσουν τους Ιερούς Κανόνες, διότι τους ελέγχουν για τις πτώσεις των, για τις συμπροσευχές των με αιρετικούς κ.λπ. Θέλουν να απαλλαγούν από αυτούς, διότι αποτελούν γι’ αυτούς σοβαρό εμπόδιο στα πρωτοφανή οικουμενιστικά τους ανοίγματα προς τις αιρετικές παρασυναγωγές. Ματαιοπονούν όμως, διότι ο Θεός δεν θα επιτρέψει να ευοδωθούν τα σχέδιά τους. Και εφ’ όσον δεν μετανοήσουν θα εφαρμοσθεί σ’ αυτούς ο λόγος του προφήτου: «Κύριος εν οργή αυτού συνταράξει αυτούς και καταφάγεται αυτούς πυρ» (Ψαλμ.20,10).
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών




[1]Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», Εκδ. «Αστήρ», Α. Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1957, σελ. 322.
[2]Κων. Μουρατίδου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών, Οι ιεροί κανόνες «στύλος και εδραίωμα» της Ορθοδοξίας, Αθήναι 1972, σελ. 9.
[3]PG 26,1032B. Εδώ ο άγιος Πατήρ αναφέρει μόνο την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, επειδή οι άλλες δεν είχαν συγκληθεί ακόμη.
[4]Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», …ο.π. σελ. ιστ΄.
[5] Παναγιώτη Μπούμη, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κανονικόν Δίκαιον, Εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2000, σελ.17.
[6]Vl. Lossky- Μετάφρ. Στ. Πλευράκη, Η μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας,Θεσσαλονίκη  1964, σελ. 206.
[7]Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», …ο.π., σελ. 220.
[8]Παναγιώτη Μπούμη…ο.π. σελ. 19.
[9]Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», …ο.π., σελ. 311-312
πηγή 

Τρίτη, Μαΐου 27, 2014

Ι.Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ, Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ FILIOQUE (ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ''ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ'')

Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ FILIOQUE ΕΙΝΑΙ ΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΝΟΗΣΗ Ή ΚΑΚΟΔΟΞΗ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ;
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 26η  Μαΐου 2014.
   
Στην εφημερίδα των Αθηνών «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» (φύλλο 3-5-2014) δημοσιεύτηκε άρθρο του κ.Π. Μπούμη, Ομότιμου Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, με θέμα: «Το πρόβλημα του Filioque και οι λύσεις του. Το μέγα θέμα που διχάζει Ανατολή και Δύση σχετικά με το Άγιο Πνεύμα». Στο άρθρο αυτό ο κ. Μπούμης, επισημαίνει την κυριότερη δογματική πλάνη των Παπικών, την κακόδοξη προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως του Filioque, η οποία άνοιξε ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ της Ορθοδόξου Ανατολής και της Παπικής Δύσεως, που εξακολουθεί να παραμένει δυστυχώς μέχρι σήμερα επί χίλια περίπου χρόνια.
Χαρακτηρίζει ο αρθρογράφος την κακοδοξία αυτή ως ένα από τα «λεπτά ζητήματα, τα οποία στη συνέχεια μεγαλοποιούνται και ακολούθως καταλήγουν ακόμη και σε προβλήματα σχέσεων δύο ή και περισσοτέρων πλευρών». Στη συνέχεια τονίζει πως «ορθώς αντιτίθενται οι ορθόδοξοι στην προσθήκη αυτή του Filioque (= και εκ του Υιού), όταν μάλιστα πρόκειται για το ελληνικό κείμενο του Συμβόλου. Και τούτο γιατί στο Ιω.15,26 το “εκπορεύεται” σημαίνει “πηγάζει”, ότι δηλαδή το Άγιο Πνεύμα έχει την αρχή του, την αφετηρία του, στον Πατέρα ή αλλιώς ότι “γεννάται” από τον Πατέρα. Όπως ο Υιός γεννάται από τον Πατέρα, έτσι και το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα». Σε άλλο σημείο γράφει πως «εάν δεχόμασταν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Πατέρα και από τον Υιό, θα κινδυνεύαμε να κατηγορηθούμε ότι δεχόμαστε το εξής παράδοξο: Ότι το Άγιο Πνεύμα έχει δύο αρχές ή δύο γεννήτορες! Δύο “Πατέρες”!».  Στη συνέχεια όμως γράφει τα εξής, τα οποία κατά τη γνώμη μας, δεν ευσταθούν: «Αυτή όμως η αντίθεση των ελληνορθοδόξων δεν είναι απολύτως δικαιολογημένη, όταν πρόκειται για το λατινικό κείμενο, το οποίο αντί για το “εκπορευόμενον” πηγάζον λέει “quiprocedit”. Δηλαδή χρησιμοποιεί το ρήμα procedere. Και δεν είναι απολύτως δικαιολογημένη, γιατί το ρήμα αυτό, εκτός από την έννοια του πηγάζειν, έχει προεχόντως  και την έννοια του προϊέναι, του προέρχεσθαι και με την κατεύθυνση μάλιστα προς εμάς. Το ρήμα δηλαδή procedere είναι γενικότερο του ρήματος εκπορεύεσθαι – πηγάζειν».
Ο κ. καθηγητής, τον οποίο σεβόμεθα, μεμφόμενος το γεγονός ότι το «λεπτό ζήτημα» του Filioque κακώς «μεγαλοποιήθηκε», προσπαθεί να το σμικρύνει και να το αξιολογήσει στις ορθές, κατά την άποψή του, διαστάσεις. Προσπαθεί να το παρουσιάσει ούτε λίγο ούτε πολύ ως πρόβλημα λεκτικής παρανοήσεως, ως πρόβλημα κακής αποδόσεως στην λατινική μετάφραση του ελληνικού κειμένου με λατινικές λέξεις, που δεν αποδίδουν επακριβώς το  ελληνικό κείμενο. Με τον τρόπο όμως αυτό, χωρίς ίσως να το αντιλαμβάνεται και ο ίδιος,ακολουθών την οικουμενιστική θεωρία του Δογματικού Μινιμαλισμού, ελαχιστοποιεί και υποβιβάζει μια κακόδοξη και αιρετική θεωρία, που συντάραξε Ανατολή και Δύση επί χίλια και πλέον έτη, στο επίπεδο μη ορθής αποδόσεως λατινικών όρων και λέξεων. Το ζήτημα όμως της κακοδοξίας αυτής δεν είναι δυνατόν να το αξιολογήσει κανείς ορθά, αν το θεωρήσει  απλώς ως πρόβλημα όρων και λέξεων, αλλά μόνον όταν το θεωρήσει  στις ιστορικοδογματικές του διαστάσεις, που είναι και οι  πραγματικές του διαστάσεις, όπως θα φανεί στη συνέχεια. Ας κάνουμε όμως πρώτα μια σύντομη ιστορική αναδρομή.
Κατ’ αρχήν τα πρώτα σπέρματα της αιρέσεως του Filioque πρέπει να τα αναζητήσουμε στοννεοπλατωνισμό και στο θρησκειοφιλοσοφικό σύστημα του ιερού Αυγουστίνου, ο οποίος ενώ ήταν γνώστης του νεοπλατωνισμού (είχε μάλιστα θητεύσει σε και σε αιρετικές ομάδες, όπως οι Μανιχαίοι), αγνοούσε δυστυχώς την θεολογία των ελλήνων Πατέρων. Όπως παρατηρεί ο καθηγητής κ. Παν. Τρεμπέλας: «το Filioque εμφανίζεται διά πρώτην φοράν παρά τω Αυγουστίνω». Λέγει ο ιερός Αυγουστίνος στο περί Τριάδος (DeTrinitate) έργο του ρητώς, ότι «δεν δυνάμεθα να είπωμεν, ότι το Άγιον Πνεύμα δεν εκπορεύεται και εκ του Υιού, επειδή ουχί μάτην το αυτό Πνεύμα και του Πατρός και του Υιού Πνεύμα λέγεται», (Necpossumusdicere, quod Spiritus Sanctus et a Filionon procedat…).[1] Bλέπουμε δηλαδή εδώ ότι ο Αυγουστίνος ομιλεί σαφέστατα για την κακοδοξία του Filioque, και μάλιστα κατά τρόπον, που δεν επιδέχεται καμία λεκτική παρανόηση. Η κακοδοξία αυτή στη συνέχεια διά του Αυγουστίνου μεταδόθηκε, όπως ήταν επόμενο, και εξαπλώθηκε στη Δύση. Πρώτοι οι Ισπανοί περί τα τέλη του 6ου αιώνος άρχισαν να διακηρύττουν δια της τρίτης εν Τολέδω της Ισπανίας (το 589) Συνόδου την καινοτομία της εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού «παρά την κατ’ αυτής αντίδρασιν του Αλκουΐνου και του αρχιεπισκόπου Ακυϊλίας Παυλίνου, κατακρίναντος ταύτην και δι’ επαρχιακής Συνόδου, συγκληθείσης εν έτει 791».[2] Στη συνέχεια, ήδη από τις αρχές του 9ου αιώνος, η κακοδοξία αυτή βρήκε ένθερμους υποστηρικτές τους Φράγκους αυτοκράτορες και κυρίως τον Κάρολο τον Μέγα, ο οποίος ασκούσε «πίεσιν επί του πάντοτε αρνουμένου Πάπα, όπως αποδεχθή το Filioque, όπερ ο αυτοκράτωρ κυρίως εχρησιμοποίει ως παιγνιόχαρτον κατά του ανατολικού κράτους, επιδιώκων ιδίους πολιτικούς σκοπούς».[3] Ο αοίδιμος καθηγητής, πρωτοπρεσβύτερος Ι. Ρωμανίδης, αναφερόμενος στο Filioque, παρατηρεί ότι «διά της καταδίκης της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου και διά της δογματοποιήσεως του Filioque, παρά τας διαμαρτυρίας του Πάπα Ρώμης και του Πατριάρχου Ιεροσολύμων, ο Φράγκος ηγεμών Κάρολος … εκήρυξε την δογματικήν υπεροχήν των Φράγκων έναντι των λατίνων και ελλήνων και τον δογματικόν πόλεμον, ίνα χρησιμεύση η φραγκική ορθοδοξία διά την εκτόπισιν της δήθεν πλάνης, ή οπισθοδρομικής θεολογίας των ελληνολατίνων και δια την εδραίωσιν και μονιμοποίησιν της φραγκικής επεκτεινομένης κυριαρχίας…».[4] Προς τον σκοπόν αυτόν συγκάλεσε Σύνοδο το 809 εν Ακυϊσγράνω (Άαχεν), στην οποία το Filioque κηρύχθη ως επίσημο δόγμα πίστεως. Συνάντησε όμως την σθεναρά αντίσταση του τότε Ορθοδόξου Πάπα Λέοντος του Γ΄, o οποίος όχι μόνον αποκήρυξε συνοδικώς την γενομένη κακόδοξη προσθήκη, αλλά επί πλέον διέταξε να χαραχτεί το Σύμβολο της πίστεως ελληνιστί και λατινιστί πάνω σε δύο αργυρές πλάκες χωρίς το Filioque σε κεντρική θέση του ναού του αγίου Πέτρου. Είναι αστείο να υποθέσουμε, ότι μετά από μια τόσο μεγάλη θεολογική διαμάχη περί το Filioque μεταξύ Φράγκων και Λατίνων, ο Πάπας Λέων ο Γ΄ δεν απέδωσε με πιστότητα και ακρίβεια την μετάφραση του ελληνικού κειμένου στα λατινικά, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή από όλους η δογματική πλάνη των Φράγκων. Και αν ακόμη χρησιμοποίησε το ρήμα procedere στη μετάφραση, οπωσδήποτε θα κατέστησε σαφές, ότι το ρήμα αυτό δεν έχει την σημασία του προϊέναι, αλλά του εκπορεύεσθαι – πηγάζειν. Την ορθή μετάφραση στα λατινικά του ελληνικού κειμένου του Λέοντος Γ΄ επιδοκιμάζων και ο Μέγας Φώτιος, (ο οποίος, ας σημειωθεί, γνώριζε άριστα τα λατινικά, ως καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κων/πόλεως), εγκωμιάζει τον Λέοντα τον Γ΄ σε επιστολή του προς τον αρχιεπίσκοπο Ακυηλίας: «Ο μεταγενέστερος Λέων, ο την πίστιν ώσπερ την κλήσιν εφάμιλλος, ούτος δή, ούτος ο της ευσεβείας θερμός ζηλωτής, ως κατά μηδένα τρόπον μηδαμώς παραχαράττοιτο βαρβάρω γλώσση το άχραντον ημών της ευσεβείας μάθημα, ελληνίδι φωνή, ώσπερ δη και κατ’ αρχάς είρηται, τοις εν τη Δύσει δι’ αυτού δοξολογείν και θεολογείν την Αγίαν Τριάδα παραδέδωκε…».[5]
Πέραν αυτών είναι αστείο να υποθέσουμε ότι οι Λατίνοι Πατέρες, που έλαβαν μέρος στηνΒ΄ Οικουμενική Σύνοδο (381), και δογμάτισαν ομού μετά των Ελλήνων Πατέρων το 9ο  άρθρο του Συμβόλου της πίστεως, το αναφερόμενο στο Άγιο Πνεύμα, (φυσικά χωρίς το Filioque), δεν κατενόησαν πλήρως και κατά συνέπεια δεν απέδωσαν επακριβώς στη λατινική μετάφραση τη φράση «το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», χρησιμοποιήσαντες κάποιο ρήμα, που επιδέχεται διπλή ερμηνεία, δηλαδή και την ερμηνεία του «προϊέναι» και την ερμηνεία του «εκπορεύεσθαι», έτσι ώστε να δημιουργήσουν σύγχυση και ασάφεια. Αργότερα κατά την επί μεγάλου Φωτίου εν Κωνσταντινουπόλει γενομένη Σύνοδο το 879-880 (η φερομένη και ως Η΄ Οικουμενική Σύνοδος), παρόντων και των Λατίνων Πατέρων, (οι οποίοι υπέγραψαν τα πρακτικά ως εκπρόσωποι του Πάπα Ιωάννη του Η΄), το θέμα της εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος ξεκαθαρίζεται για μια ακόμη φορά, ώστε όχι μόνον να καταδικαστεί η από τους Φράγκους γενομένη κακοδοξία του Filioque, αλλά επί πλέον να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενη παρερμηνεία, ή λεκτική παρανόηση.
 Με το Filioque έχουμε διαστροφή της Θεολογίας[6]. Καταργείται η ισότητα και εισάγεται η ανισότητα στην Αγία Τριάδα[7]. Εξορίζεται το Πνεύμα από την κυριότητα και την ισοδύναμη εξουσία, με αποτέλεσμα την κολόβωση και διαβολή του. Αποδίδεται ετεροβαρής εύνοια («ετεροκοινής φιλοτιμία») στον Υιό, με ταυτόχρονη υποβάθμιση του Πνεύματος («αποστέρησις των ίσων»)[8]. Προσβάλλεται η αδιαίρετος κοινωνία των προσώπων[9]. Η Τριάδα εικονίζει το άτρεπτο και αδιάχυτο και ό, τι άλλο υποστηρίζει την αδιαίρετη και αδιάχυτη φύση. Γι’ αυτό το Θείον αξιώνει να αναγνωρίζεται με την Τριάδα. Η δυάδα φέρει μαζί της τα ίχνη του μη όντως. Είναι η πηγή της διάλυσης, της τομής, της διάχυσης. Στην ουσία προκύπτουν δύο Πνεύματα, ένα εκπορευόμενο εκ του Πατρός και ένα εκ του Υιού[10].  
Για μία ακόμη φορά ανακύπτει το ζήτημα του Filioque το 1054 στην τότε γενομένη σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού, που αποτέλεσε την κυριότερη αιτία του τελευταίου και μεγάλου σχίσματος, που έκτοτε παραμένει μέχρι σήμερα. Όπως παρατηρεί ο μακαριστός αρχ. π. Σ. Μπιλάλης  «αντί να αποκηρύξη ο (τότε) Πάπας Λέων ο Θ΄ το ‘βλάσφημον δόγμα’ του Filioque, το εχρησιμοποίησεν ως σημαίαν, δια να καταπολεμήση και αφορίση, διά των απεσταλμένων του ως αιρετικήν την Ανατολικήν Εκκλησίαν, την μη δεχομένη το Filioque…Το 1014 το Filioque προστίθεται εις το Σύμβολον Νικαίας- Κωνσταντινουπόλεως εν τη Ρώμη, τη πιέσει του αυτοκράτορος Γερμανίας Ερίκου, και, μετά τεσσαράκοντα μόλις έτη, τω 1054, οι παραχαράκται του Συμβόλου, του επικυρωθέντος υπό πασών των Οικουμενικών Συνόδων, κατηγορούν ως αιρετικούς τους Ορθοδόξους, διότι απέκοψαν δήθεν εκ του ιερού Σύμβολου το αιρετικόν νεόπλασμα του Filioque».[11] Οι παρά πάνω επισημάνσεις μαρτυρούν πλέον ξεκάθαρα, ότι οι Παπικοί, προκειμένου να κρατήσουν πάση θυσία την βλάσφημη αυτή κακοδοξία, δεν δίστασαν να προχωρήσουν ακόμη και στη διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων.
Μετά το σχίσμα του 1054, όλες οι μεταγενέστερες ενωτικές προσπάθειες μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών και οι κατ’ αυτούς γενόμενοι διάλογοι περί το ζήτημα του Filioque, δεν έφεραν δυστυχώς κανένα αποτέλεσμα. Οπωσδήποτε βέβαια στους διαλόγους αυτούς από την πλευρά των Ορθοδόξων, κατ’ επανάληψη, τονίστηκε η διαφορά της εκπορεύσεως από την εν χρόνω πέμψη και ότι ο όρος εκπόρευση αποδίδεται μόνο στον Πατέρα ενώ ο όρος πέμψη στον Υιό. Όπως επίσης διασαφήθηκε πλήρως η διαφορά των προθέσεων «εκ» και «διά» στην φράση «εκ του Πατρός δι’ Υιού», ώστε να μην χωράει πλέον κανένα περιθώριο λεκτικής παρανοήσεως, ή μη χρησιμοποιήσεως των ορθών λατινικών όρων. Παρά τις διασαφήσεις λοιπόν αυτές οι Παπικοί εξακολουθούσαν πεισματικά να επιμένουν αμετακίνητοι στην πλάνη τους και να επαναλαμβάνουν την κακοδοξία αυτή σ’ όλες τις μεταγενέστερες παπικές Συνόδους μέχρι σήμερα.
  Κατόπιν αυτών λυπούμεθα για την άστοχη, κατά την γνώμη μας, θεώρηση του εν λόγω θέματος, από τον κ. καθηγητή, η οποία πιστεύουμε ότι οφείλεται στην παραθεώρηση όλων των ανωτέρω ιστορικών στοιχείων. Η ίδια η ιστορία μας ομιλεί με την ιδική της γλώσσα και μας βεβαιώνει, ότι δεν πρόκειται για λεκτική, ή νοηματική παρανόηση, αλλά για σκόπιμη προσθήκη, προκειμένου να εξυπηρετηθούν πολιτικές, ή άλλες σκοπιμότητες του παπισμού. Οι πλαστογραφήσεις πρακτικών συνόδων από τους δυτικούς, η εμμονή τους στην προσθήκη και η ανεξήγητη αδιαλλαξία τους για το μέγιστο αυτό θεολογικό πρόβλημα, φανερώνει ενσυνείδητη επιλογή.
    Για μας τους Ορθοδόξους οι αργυρές πλάκες του δίγλωσσου Συμβόλου της Πίστεως, που ανήρτησε ο Πάπας Λέων Γ΄ το 809, και που παρέμειναν στο ναό του Αγίου Πέτρου για διακόσια χρόνια, φανερώνουν περίτρανα, ότι η προσθήκη του Filioque δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία εκκλησιαστική Παράδοση και είναι εμβόλιμη κακοδοξία, φρικτή αίρεση, μια από τις δεκάδες της παπικής «εκκλησίας». Οι μυριάδες αναγνώστες των αργυρών πλακών, στα διακόσια χρόνια, δεν είχαν καμιά παρανόηση, οι σημερινοί παπικοί γιατί έχουν;
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
Ο υπεύθυνος
Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος
Ο Γραμματέας
Λάμπρος Σκόντζος Θεολόγος

[1] Παν.Τρεμπέλα, Δογματική, Αθήναι 1978, τόμ. Α΄, σελ. 286.
[2]Παν. Τρεμπέλα, Δογματική…ο.π. σελ. 280.
[3] Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Το  πρωτείον του επισκόπου Ρώμης, Εκδ. Β΄, Αθήναι 1964, σελ. 205-206, υποσημ. 1.
[4] «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τεύχος 624, Ιούλιος- Αύγουστος 1971, σελ. 274.
[5] Φωτίου Κωνσταντινουπόλεως, Επιστολή Ι, 24,5, Αρχιεπισκόπω Ακυηλίας, PG. 102,800 ΑΒ.
[6] Μ. Φωτίου, Περί της του Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας 1,24 ΕΠΕ13,258
[7] Μ. Φωτίου, όπου ανωτ.26 ΕΠΕ4,360
[8] Μ. Φωτίου, όπου ανωτ.31, 38 ΕΠΕ 4,370
[9] Μ. Φωτίου, όπου ανωτ.46 ΕΠΕ 4,374
[10] Μ. Φωτίου, όπου αντωτ. ΕΠΕ 13,252
[11]Αρχ.  Σ. Μπιλάλη, Η αίρεσις του Filioque, Εκδ. «Ορθ. Τύπου» τομ. Α΄, Αθήναι 1972, σελ.82

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...