Ἱερὰ Μητρόπολις
Πειραιῶς, γραφεῖο ἐπὶ τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν παραθρησκειῶν
Φαίνεται πὼς ἡ ἀλλοτρίωση τοῦ ἰδιωτικοῦ
καὶ δημοσίου βίου μας εἶναι βαθειὰ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη. Τὰ διδάγματα τῆς «Νέας Ἐποχῆς»
καὶ τῆς «Νέας Τάξεως Πραγμάτων», οἱ ὁποῖες σχεδιάστηκαν ἀπὸ σκοτεινὰ κέντρα ἐξουσίας
ἐδῶ καὶ δεκαετίες, κατόπιν δαιμονικοῦ σχεδιασμοῦ, μὲ ἀπώτερο στόχο τὴν
κατάκτηση τοῦ κόσμου, ἔχουν διαβρώσει σὲ μεγάλο βαθμὸ τὸν λαό μας καὶ τείνουν νὰ
ἀποτελέσουν πλέον τὰ νέα «ἰδανικά» του. Ἦρθαν νὰ ἐκτοπίσουν πανανθρώπινες ἠθικὲς
ἀξίες, οἱ ὁποῖες διαμορφώθηκαν στὸ διάβα τῶν αἰώνων στὴ συνάντησή τους καὶ στὸ
ζύμωμά τους μὲ τὶς αἰώνιες ἠθικὲς ἀξίες τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ νὰ ἀποτελέσουν τὶς
βασικὲς ἀρχές, ποὺ θὰ ὁρίζουν τὴν πορεία της. Τέτοιες εἶναι: ἡ πίστη στὸν ἀληθινὸ
Θεό, ἡ φιλοπατρία, ἡ τιμιότητα, ὁ σεβασμὸς τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, ἡ ἀγάπη
γιὰ τὴν ἐλευθερία, ὁ σεβασμὸς τὸ θεσμοῦ τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, τῶν θρησκευτικῶν
ἐλευθεριῶν, τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων, τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, κλπ. Ἐπειδὴ δὲ σὲ
κάθε ἐποχὴ ὑπάρχουν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι παραβαίνουν αὐτὲς τὶς ἀξίες καὶ...
ἐπιχειροῦν
νὰ τὶς καταλύσουν, ἀνατέθηκε στὶς πολιτισμένες κυβερνήσεις νὰ τὶς τηροῦν καὶ νὰ
τὶς ἐπιβάλλουν μὲ κατάλληλες νομοθετικὲς ρυθμίσεις.
Τώρα δυστυχῶς ὅλα αὐτὰ θεωροῦνται
ξεπερασμένα, κατάλοιπα παλαιῶν, παρωχημένων ἐποχῶν, ποὺ ἔδωσαν τὴ θέση τους στὴ
«νέα ἠθική» τῆς «Νέας Ἐποχῆς», ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀκριβῶς ἀντίστροφη τῆς
χριστιανικῆς ἠθικῆς. Ἡ ὀργανωμένη κοινωνία καὶ κυρίως οἱ κυβερνήσεις τῶν κρατῶν,
ὄχι μόνον ἔπαψαν νὰ εἶναι οἱ θεματοφύλακες τῶν προαιώνιων ἀξιῶν καὶ τοῦ
διαμορφωθέντος παγκοσμίου κώδικα ἠθικῆς, ἀλλὰ ἀντιθέτως μάλιστα, ὁλοφάνερα καὶ ἀπροκάλυπτα
πλέον, συντάσσονται μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς Νέας Ἐποχῆς, οἱ ὁποῖες περιβάλλονται μὲ
νομικὸ κύρος καὶ μεταβάλλονται σὲ νόμους τοῦ κράτους. Τρανταχτὰ παραδείγματα τὰ
νομοθετήματα τῶν τελευταίων χρόνων, (ἀλλαγὴ τοῦ ἀστικοῦ κώδικα, σύμφωνο
συμβίωσης ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, ἀλλαγὴ ταυτότητας φύλου, ποινικοποίηση κάθε ἀντίδρασης
κατάλυσης τῶν παραδοσιακῶν ἀξιῶν, ἀλλαγὴ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν σὲ
θρησκειολογικὸ κλπ), τὰ ὁποία ἦταν ἀδιανόητα πρὶν ἀπὸ μερικὲς δεκαετίες.
Ἀφορμὴ γιὰ τὴν παροῦσα ἀνακοίνωσή
μας πήραμε ἀπὸ πρόσφατο δημοσίευμα ἀξιωματικοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας.
Πρόκειται γιὰ τὸν κ. Μιχάλη Λώλη, Ὑπαστυνόμο Α΄ τοῦ Τμήματος Ρατσιστικῆς Βίας τῆς
Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας (Ἰστ. https://left.gr), ὁ ὁποῖος δημοσίευσε ἄρθρο του στὸ Ἰστολόγιο:
http://www.bloko.gr/2017/11/blog-post_5208.html, μὲ τίτλο: «Θρησκεία, φύλο καὶ
σεξουαλικότητα, ὅταν ἡ πίστη γίνεται ρατσισμός». Μελετήσαμε μὲ προσοχὴ τὸ ἄρθρο
μὲ τὸ ὁποῖο ὑποτίθεται ὅτι θέλει νὰ στηλιτεύσει τὸ ρατσισμό. Στὴν
πραγματικότητα ὅμως, ὅπως θὰ φανεῖ στὴ συνέχεια, ἀντὶ νὰ τὸν στηλιτεύσει, τὸν
προωθεῖ!
Οὔτε λίγο οὔτε πολὺ προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξει καὶ νὰ πείσει ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι θρησκεία, ἡ ὁποία προωθεῖ τὸν πάσης φύσεως ρατσισμὸ καὶ χρησιμοποιεῖ κηρύγματα μίσους. Δὲν γνωρίζουμε τὶς ἱστορικὲς καὶ κοινωνιολογικὲς γνώσεις τοῦ ἀρθρογράφου. Διαπιστώσαμε ὅμως ἀβίαστα μία φοβερὴ ἄγνοια στοιχειώδους θεολογικῆς παιδείας. Μία ἀναπαραγωγὴ σαθρῶν καὶ χιλιοειπωμένων ἐπιχειρημάτων, προκειμένου νὰ μπορέσει νὰ «θεμελιώσει» τὶς ἀπόψεις του, οἱ ὁποῖες σὲ τελικὴ ἀνάλυση δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ συνθηματικὲς «ρουκέτες», συνήθης πρακτικὴ στὴν ἀντιχριστιανικὴ πολεμική. Δὲν μᾶς λέει τίποτε τὸ καινούργιο, ἀλλὰ ἀναμασᾶ τὴν περιρρέουσα ἀντιχριστιανικὴ «φιλολογία».
Οὔτε λίγο οὔτε πολὺ προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξει καὶ νὰ πείσει ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι θρησκεία, ἡ ὁποία προωθεῖ τὸν πάσης φύσεως ρατσισμὸ καὶ χρησιμοποιεῖ κηρύγματα μίσους. Δὲν γνωρίζουμε τὶς ἱστορικὲς καὶ κοινωνιολογικὲς γνώσεις τοῦ ἀρθρογράφου. Διαπιστώσαμε ὅμως ἀβίαστα μία φοβερὴ ἄγνοια στοιχειώδους θεολογικῆς παιδείας. Μία ἀναπαραγωγὴ σαθρῶν καὶ χιλιοειπωμένων ἐπιχειρημάτων, προκειμένου νὰ μπορέσει νὰ «θεμελιώσει» τὶς ἀπόψεις του, οἱ ὁποῖες σὲ τελικὴ ἀνάλυση δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ συνθηματικὲς «ρουκέτες», συνήθης πρακτικὴ στὴν ἀντιχριστιανικὴ πολεμική. Δὲν μᾶς λέει τίποτε τὸ καινούργιο, ἀλλὰ ἀναμασᾶ τὴν περιρρέουσα ἀντιχριστιανικὴ «φιλολογία».
Παραθέτουμε μερικὰ ἀποσπάσματα.
Παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, γράφει: «Δὲν πρέπει ὅμως
νὰ παραβλέψουμε κάτι πολὺ σημαντικὸ καὶ σοβαρό, ὅτι ἡ δογματικὴ αὐτὴ παραδοχὴ τῆς
Παρθενίας τῆς γυναίκας ποὺ γέννησε ἕνα παιδί, χωρὶς δηλαδὴ σεξουαλικὴ ἐπαφή, εἶναι
καθαρὰ μία σεξιστική, μισογυνίστικη καὶ ἔτσι Ρατσιστικὴ ρητορική. Ὑπακούει στὴ
σεξιστικὴ ἀντίληψη ποὺ θέλει τὴ γυναίκα καθαρή, ἄσπιλη καὶ ἀμόλυντη, χωρὶς πάθη
καὶ ἀνάγκες. Μίας γυναίκας ποὺ μόνο ὡς Παρθένα μπορεῖ νὰ γίνει Παναγία, ὑποβιβάζοντας
τὴν γυναικεία φύση καὶ σεξουαλικότητα σὲ κάτι βρώμικο καὶ ἁμαρτωλό. Καὶ φυσικὰ
σὲ καμία περίπτωση δὲν εἶναι ἰσότιμη θεότητα μὲ τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄντρας, ὁ
μοναδικός, ὁ ἕνας, ὁ πατὴρ μαζὶ μὲ τὸ πρωτότοκο υἱό του». Τί νὰ πεῖ κανεὶς καὶ
τί νὰ ἀπαντήσει σὲ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι «βαθειὰ νυχτωμένος» γύρω ἀπὸ τὸ ἱερὸ
πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, γύρω ἀπὸ τὴν ἀξία καὶ τὸ ὕψος τῆς παρθενίας, γύρω ἀπὸ τὸν
θεσμὸ τοῦ γάμου ὡς μυστηρίου τῆς ἐκκλησίας μας, γύρω ἀπὸ τὴ θέση τῶν γενετησίων
σχέσεων μέσα στὰ πλαίσια τοῦ γάμου, γύρω ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας
σχετικὰ μὲ τὸ τριαδικὸ δόγμα;
Ἡ ὅλη δομὴ τῆς σκέψεώς του εἶναι
τόσο στρεβλή, ὥστε εἶναι μᾶλλον ἀδύνατον νὰ βοηθήσουμε καὶ νὰ πείσουμε τὸν ἄνθρωπο
αὐτόν, νὰ καταλάβει, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο δὲν ὑποβιβάζει τὴν γυναικεία φύση,
ἀλλὰ ἀντίθετα μάλιστα, τὴν ἐξυψώνει. Ὅτι οἱ γενετήσιες σχέσεις, μέσα στὰ
πλαίσια τοῦ γάμου, ὄχι μόνο δὲν εἶναι κάτι τὸ βρώμικο καὶ ἁμαρτωλό, ἀλλὰ ἀπεναντίας
μάλιστα, ἐξαγιάζονται διὰ τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου τοῦ γάμου. Αὐτὰ ποὺ εἶναι αὐτονόητα
γιὰ ἕναν ὁποιοδήποτε ἁπλὸ πιστό, γιὰ τὸν κ. Μ. Λώλη εἶναι «γρίφος»!
Τοῦ ἀπευθύνουμε τὰ ἑξῆς ἁπλὰ ἐρωτήματα:
Πῶς «ἀποδεικνύει» ὅτι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου εἶναι
«σεξιστικὴ ἀντίληψη»; Πῶς «ὑποβιβάζεται» ἡ γυναικεία φύση ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ
πίστη τῆς ἐκ Παρθένου γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ; Γνωρίζει ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν
μόνον τέλειος ἄνθρωπος, ἀλλὰ καὶ τέλειος Θεός, ὁ Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, καὶ ἑπομένως
ἡ γέννησή του ἦταν θεοπρεπῆς, δηλαδὴ μία γέννηση πού συνδύαζε τὸ φυσικὸ μὲ τὸ ὑπερφυσικό,
τὸ ἀνθρώπινο μὲ τὸ θεϊκό; Μπορεῖ νὰ μᾶς ἀποδείξει, σὲ ποιὸ σημεῖο στὴν ἁγία
Γραφὴ ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει φύλο καὶ εἶναι ἄντρας; Γνωρίζει τὴ θέση τῆς
γυναίκας στὸν προχριστιανικὸ κόσμο, ἀκόμα καὶ στὴν «πολιτισμένη» ἀρχαία Ἑλλάδα
καὶ τὴν Ρώμη, ὅπου αὐτὴ θεωροῦνταν res (πράγμα); Γνωρίζει μήπως τὶς περὶ γυναικὸς
ἀντιλήψεις καὶ αὐτῶν τῶν κορυφαίων φιλοσόφων τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους;
Γνωρίζει ὅτι γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας ἡ γυναίκα καταξιώθηκε
ὡς ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ἀπόλυτα ἰσότιμη μὲ τὸν ἄνδρα, μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου
καὶ τὴν πρακτική τῆς Ἐκκλησίας; Ἂν δὲν πιστεύει στὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας
(καὶ εἶναι δικαίωμά του), οὐδεὶς τὸν ψέγει, ἀλλὰ ὅταν κάνει τέτοια «χοντρὰ»
λάθη, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὡς στόχο νὰ παραπληροφορήσουν, τότε εἴμαστε ἀναγκασμένοι νὰ
ἀπαντήσουμε.
Παρὰ κάτω κάνει ἕναν, πέρα γιὰ
πέρα, ἀνιστόρητο συλλογισμό, ἐντελῶς ἄγνωστο στὴν παγκόσμια ἱστοριογραφία.
Συνδυάζει τὴν καθιέρωση τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου μὲ τὴν ἐξάπλωση τοῦ
Χριστιανισμοῦ! Γράφει ὅτι ἡ καθιέρωση τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου, «ἱστορικὰ ἐξηγεῖται
ἀπὸ τὴν ἀνάγκη προσηλυτισμοῦ στὸ Χριστιανικὸ δόγμα, σὲ μία καθαρὰ μονοθεϊστικὴ
θρησκεία, ἀνθρώπων - πιστῶν τῶν τότε κυριαρχουσῶν πολυθεϊστικῶν θρησκειῶν, ἀναπόσπαστο
μέρος τῶν ὁποίων ἀποτελοῦσαν καὶ γυναικεῖες θεότητες. Ἔτσι ἡ ἀναγωγὴ τῆς Μαρίας
ὡς ἁπλῆς γυναίκας καὶ μητέρας τοῦ Χριστοῦ, σὲ Ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ Παναγία
Παρθένο, ἐξυπηρετοῦσε καθαρὰ τὴν ἀνάγκη γιὰ εὐκολότερη ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ,
καὶ κατ’ ἐπέκταση τῆς ἐξάπλωσης τῆς ἐξουσίας τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Ἡ
τότε χριστιανικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία, κατάλαβε αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀνάγκη τῶν ἀνθρώπων
νὰ λατρεύουν μία γυναικεία θεότητα»!
Ρωτᾶμε τὸν κ. Μ. Λώλη: Γνωρίζει
κάτω ἀπὸ ποιὲς συνθῆκες ἐξαπλώθηκε ὁ Χριστιανισμός; Ποιοὺς καὶ πόσους φοβεροὺς
διωγμοὺς ἀντιμετώπισε ἤδη στὸ ξεκίνημά του καὶ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἱστορικῆς
του πορείας, ἰδιαίτερα στοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνες ὅταν οἱ χριστιανοὶ διώκονταν ἀπηνῶς
μέχρι θανάτου ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες; Μπορεῖ νὰ μᾶς ἐξηγήσει, πῶς ὁ Χριστιανισμὸς
δὲν πνίγηκε μέσα στὸ αἷμα τῶν ἑκατομμυρίων μαρτύρων, ἀλλὰ ἀντίθετα μάλιστα, μετὰ
τὴν κατάπαυση τῶν διωγμῶν, ἐξῆλθε νικητὴς καὶ θριαμβευτής, ἐνῶ ὁ ἀρχαῖος εἰδωλολατρικὸς
κόσμος κατέρρεε σὰν χάρτινος πύργος;
Ποιὸ συμφέρον εἶχε ἡ Ἐκκλησία νὰ
στηριχθεῖ πάνω στὰ δεκανίκια τῆς θνήσκουσας εἰδωλολατρίας γιὰ τὴν ἐπέκτασή της,
ὅταν πλέον ἡ Ἐκκλησία βγῆκε ἀπὸ τὶς κατακόμβες, καὶ οἱ πιστοί της ἀριθμοῦσαν
περισσότερο ἀπὸ τὸ ἥμισυ τῶν ἀνθρώπων τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας; Γνωρίζει ὅτι ἡ
πολεμικὴ κατὰ τοῦ προσώπου τῆς Θεοτόκου ἀναπτύχθηκε μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας
ἀπὸ αἱρετικούς, (ὅπως ὁ Νεστόριος), τοὺς ὁποίους καταπολέμησε ἡ Ἐκκλησία
συνοδικῶς μέσω τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου; Πότε λατρεύτηκε στὴν Ἐκκλησία ἡ
Παναγία ὡς Θεός; Γνωρίζει τὴν δογματική τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς
Θεοτόκου; Γνωρίζει ὅτι ἡ ἀνακήρυξή της σὲ θεότητα ἔγινε στὴν αἱρετικὴ Δύση τὴν
δεύτερη χιλιετία; Ἄρα πῶς βοήθησε στὴν κατάκτηση τοῦ κόσμου ἡ ἀνύπαρκτη λατρεία
τῆς Θεοτόκου;
Συνεχίζοντας, προσπαθεῖ νὰ
θεολογήσει. Γράφει: «Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία μέσα ἀπὸ τὸ δόγμα της, ὅπως αὐτὸ
κατασκευάστηκε καὶ διαμορφώθηκε στὴν πορεία τῆς ἱστορίας ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, μὲ ἀξιωματικὲς
παραδοχές, οἱ ὁποῖες ἐπιβλήθηκαν στοὺς πιστούς, ἀναπαράγει γιὰ αἰῶνες μέχρι καὶ
σήμερα τὴν ἀναχρονιστικὴ καὶ συντηρητικὴ πλέον ἀντίληψη ποὺ θέλει τὴ γυναίκα
κατώτερη τοῦ ἄνδρα. Μίας γυναίκας ποὺ φτιάχτηκε μετὰ τὸν ἄνδρα καὶ μάλιστα ἀπὸ
τὰ πλευρὰ τοῦ ἄνδρα»! Ἂν ὁ κ. Λώλης ἔκανε τὸν κόπο νὰ ἀνοίξει καὶ μελετήσει τὰ
εὐαγγελικὰ κείμενα θὰ μποροῦσε εὔκολα νὰ διακρίνει καὶ νὰ διαπιστώσει, ποιὰ
στάση κράτησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας ἀπέναντι στὶς γυναῖκες τῆς ἐποχῆς του. Ποιὸ
νέο πρωτοποριακὸ πνεῦμα ἐγκαινίασε μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὸ ὁποῖο ἐρχόταν σὲ
πλήρη ἀντίθεση μὲ τὶς περὶ γυναικὸς ἀντιλήψεις τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου, εἰς ὅ,τι
ἀφορᾶ τὸ ρόλο καὶ τὴ θέση τῆς γυναίκας στὴν οἰκογένεια καὶ γενικότερα στὴν
κοινωνία.
Θὰ διαπίστωνε πόσο συχνὰ ὁ Χριστὸς
συνομιλοῦσε μὲ γυναῖκες, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἦταν περιθωριακές. Πόσο εὔκολα ἒπιανε
συζήτηση μ’ αὐτές, ὅπως μὲ τὴ Σαμαρείτιδα. Στὴν περίπτωση τῆς Σαμαρείτιδος ἀποτελεῖ
ἔνδειξη ἰδιαιτέρας τιμῆς πρὸς τὸ γυναικεῖο φύλο, τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος ὄχι ἁπλῶς
ἀνοίγει θεολογικὸ διάλογο μὲ μία ἁμαρτωλὴ γυναίκα, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀποκαλύπτει τὴν
μεσσιανική του ἰδιότητα, πράγμα ποὺ δὲν τὸ ἔκανε σὲ συζητήσεις μὲ τοὺς
Φαρισαίους τῆς ἐποχῆς του. Βλέπουμε τὸν Κύριο νὰ μὴν ἀποστρέφεται τὴν αἱμορροοῦσα
γυναίκα, ποὺ ἐθεωρεῖτο ἀκάθαρτη, ἀλλὰ ἀπεναντίας μάλιστα τὴν ἐγκωμιάζει καὶ
προβάλλει τὴν πίστη της. Τὸν βλέπουμε νὰ θεραπεύει τὴν θυγατέρα τῆς Χαναναίας,
μίας ἀλλοεθνοῦς, ὑπερβαίνοντας τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο καὶ ἐγκαινιάζοντας τὸ ἄνοιγμά
Του στὸν γυναικεῖο ἐθνικὸ κόσμο. Τὸν βλέπουμε νὰ παίρνει θέση καὶ νὰ ἀποτρέπει
τὸν παρ’ ὀλίγο λιθοβολισμὸ μίας μοιχαλίδας μὲ τὴν ἀποστομωτικὰ προκλητική Του ἀπάντηση:
«Ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν πρῶτος βαλέτω λίθον ἐπ’ αὐτὴν» (Ἰω. 8,7).
Ἡ καλύτερη ἀπόδειξη τοῦ νέου
ριζικοῦ τρόπου ἀξιολογήσεως τοῦ γυναικείου φύλου ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Κυρίου μας ἔγκειται
στὸ ζήτημα τῶν γυναικὼν μαθητριῶν του. Μὲ τὸ νὰ προσλάβει ὄχι μόνον ἄνδρες, ἀλλὰ
καὶ γυναῖκες, στὰ πλαίσια ἑνὸς εὐρύτερου κύκλου μαθητριῶν, τοποθετεῖται ἐνάντια
στὶς τότε κοινωνικὲς ἀντιλήψεις καὶ προκαλεῖ σκόπιμα τὰ ἔθιμα τῆς ἐποχῆς Του.
Σύνολο μαθητριῶν γυναικῶν κοντὰ σ’ ἕναν ἄνδρα ἦταν ἕνα ἐκπληκτικὸ γεγονός, κάτι
τὸ ἀδιανόητο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Παλαιστίνης καὶ γενικά τοῦ ἀρχαίου κόσμου
καὶ ὄχι μόνον τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἡ παρουσία τῶν γυναικῶν μαθητριῶν τοῦ Κυρίου
στὰ γεγονότα τοῦ πάθους μνημονεύεται ἀπὸ ὅλους τούς εὐαγγελιστές. Καθ’ ὂν
χρόνον οἱ ἄλλοι μαθητὲς ἐξ’ αἰτίας τοῦ φόβου τῶν Ἰουδαίων διασκορπίζονται καὶ
φεύγουν, οἱ γυναῖκες εἶναι παροῦσες κατὰ τὴν ὥρα τῆς σταυρώσεως καὶ τῆς ταφῆς.
Οἱ μυροφόρες γυναῖκες πρῶτες ἀξιώνονται νὰ γίνουν οἱ πρῶτες αὐτόπτες μάρτυρες τῆς
ἀναστάσεως. Ἀργότερα, ὅπως μαρτυροῦν οἱ Πράξεις, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ
παράδοση, θὰ παίξουν σημαντικότατο ρόλο στὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου ὡς
συνεργάτες καὶ συνοδοὶ τῶν Ἀποστόλων.
Ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου
περιοριζόμαστε νὰ μνημονεύσουμε τὸν καταπληκτικό του λόγο: «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ
Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ ὑμεῖς
εἰς ἐστὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28). Μπορεῖ νὰ μᾶς ὑποδείξει παρόμοια ἀναφορὰ
ἰσότητας καὶ ἀδελφότητας ὅλων τῶν ἀνθρώπων στὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο; Ὑπάρχει πιὸ
ἐπαναστατικὴ διακήρυξη, γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, τῆς βαρβαρότητας καὶ τῆς αὐθαιρεσίας,
ἀπὸ αὐτὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου; Γνωρίζει τὴν χρηστικὴ μεταχείριση τῆς γυναίκας ἀπὸ
τοὺς ἀρχαίους παγανιστὲς προγόνους μας, ὅπως ἀποτυπώνεται στὴ μνημειώδη φράση
τοῦ Δημοσθένη: «τὶς συζύγους ἔχουμε γιὰ παιδοποιία, τὶς ἑταῖρες γιὰ τέρψη καὶ τὶς
παλλακίδες γιὰ τὴν περιποίηση τοῦ σώματός μας»; Πότε ἄλλοτε καὶ ποῦ ἀλλοῦ ἡ
γυναίκα καταξιώθηκε, νὰ στέκεται δίπλα στὸν ἄνδρα ἰσότιμα μ’ αὐτόν, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν
Ἐκκλησία;
Παρὰ κάτω ἀναφέρεται στὴν
χιλιοειπωμένη ἀπὸ τοὺς χριστιανομάχους πρακτική τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἐμποδίζεται ἡ
γυναίκα νὰ εἰσέρχεται στὴν Ἐκκλησία, νὰ
κοινωνεῖ καὶ νὰ ἀσπάζεται τὶς ἅγιες εἰκόνες, ὅταν βρίσκεται σὲ κατάσταση ἐμμήνου
ρήσεως ἢ λοχείας, τονίζοντας: «Ὅλα αὐτὰ φαίνονται μὲ διάφορες ἐκφάνσεις σὲ ὅλη
τὴ χριστιανικὴ παράδοση ποὺ ἀπαγορεύει μεταξὺ ἄλλων στὴ γυναίκα νὰ ἱερουργεῖ, νὰ
μπαίνει στὸ Ἱερὸ Βῆμα τῶν ναῶν, νὰ ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες ὅταν βρίσκεται σὲ ἔμμηνο
ρύση, οἱ ὁποῖες ἐπίσης ὑποβιβάζουν τὴν γυναίκα καὶ τὴ γυναικεία φύση, καθὼς καὶ
τὴν γυναικεία σεξουαλικότητα καὶ ἐν γένει τὴ σεξουαλικὴ ἐπαφή. Ἀναπαράγουν τὴ
συντηρητικὴ καὶ ἀναχρονιστική, πατριαρχικὴ καὶ φαλλοκρατικὴ ὑπεροχή, ποὺ τότε ἦταν
αὐτονόητη καὶ κοινωνικὰ παραδεκτή, ἀλλὰ σήμερα ἔχει πιὰ ξεπεραστεῖ».
Γνωρίζει ὅτι οὐδέποτε ἡ Ἐκκλησία ἀπαγόρευσε
ἐπισήμως στὶς γυναῖκες, ποὺ βρίσκονται σὲ κατάσταση ἐμμήνου ρήσεως, ἢ λοχείας νὰ
εἰσέρχονται στοὺς ναοὺς καὶ νὰ ἀσπάζονται τὶς ἅγιες εἰκόνες, ἔχοντας ὑπ’ ὄψη της
τὴν στάση πού κράτησε ὁ Κύριός μας ἀπέναντι στὴν αἱμορροοῦσα, ὅπως ἐξηγήσαμε
παραπάνω; Μόνο τὴν θεία Κοινωνία ἀπαγόρευσε ἐξ’ αἰτίας τῆς αἱμορραγίας καὶ ὄχι
διότι τὴν θεώρησε ἀκάθαρτη, ἀφοῦ ἡ ἔμμηνος ρύση καὶ ἡ αἱμορραγία κατὰ τὴν
περίοδο τῆς λοχείας, δὲν ἀποτελεῖ ἁμαρτία, ἀλλὰ μία λειτουργία τοῦ ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ,
τὴν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ὅρισε στὴν ἀνθρώπινη φύση. Θὰ τὸν συμβουλεύαμε νὰ
μελετήσει ἐπισταμένως, τὸν προχριστιανικὸ κόσμο, ἀλλὰ καὶ τὸν μετέπειτα ἐξωχριστιανικό,
γιὰ νὰ δεῖ ποῦ πραγματικὰ ἡ γυναίκα θεωροῦνταν καὶ συνεχίζει νὰ θεωρεῖται
«μιασμένη».
Ποῦ ὑπῆρξε ἡ γυναίκα πραγματικὰ ὑποβιβασμένη.
Σὲ ποιὰ ὄντως «πατριαρχικὴ καὶ φαλλοκρατικὴ» κοινωνία ἦταν ἀναγκασμένη νὰ ὑπηρετεῖ
τὴν ἀνδρικὴ σεξουαλικότητα, ἀκόμα καὶ μὲ τὴν θεσμοθετημένη «Ἱερὴ Πορνεία».
Προφανῶς δὲν γνωρίζει ὁ ἀρθρογράφος ἀξιωματικός, πὼς ὁ Χριστιανισμός, μὲ τὸ ἀνθρωπιστικό
του κήρυγμα, ἂδειασε τὰ πολυπληθῆ «Ἱερὰ Πορνεία» τοῦ τότε ἐθνισμοῦ, ἀπὸ τὶς
χιλιάδες γυναῖκες ἱεροδούλους, οἱ ὁποῖες ἐξαναγκάζονταν νὰ ἐκδίδονται, πρὸς
χάριν τῆς ἀνδρικῆς σεξουαλικότητας, γεγονὸς ποὺ ἐξόργιζε ὑπερβαλλόντως τὸν εἰδωλολατρικὸ
ἀνδρικὸ πληθυσμό, ἐντείνοντας τοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Χριστιανῶν.
Καταλήγει μὲ τὸν ἑξῆς ἀπίστευτο
συλλογισμό: «Τέλος θὰ ἐνισχύσω τὴ ρατσιστικὴ φύση τοῦ Χριστιανισμοῦ, (καὶ τῶν ἀντίστοιχων
μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν), καθὼς ἀπορρίπτει ἐντελῶς τὴν ὁμοφυλοφιλία καὶ τὴν
κοινωνικὴ ταυτότητα φύλου δηλαδὴ τὴν διεμφυλικότητα, τὰ ὁποία ἂν καὶ εἶναι
στοιχεῖα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, τὰ καταδικάζει ὡς ἁμαρτία, χαρακτηρίζοντάς τα ὡς
ἀνωμαλία, μὴ φυσιολογικὰ καὶ πάρα φύση. Ἔτσι ἕνα σημαντικὸ πλῆθος ἀνθρώπων, ὅπως
τὰ ΛΟΑΔ ἄτομα, θεωροῦνται ἀπὸ τὸ Χριστιανισμὸ ὄχι ἁπλὰ κατώτεροι, ὅπως οἱ γυναῖκες,
ἀλλὰ ὡς μὴ-ἄνθρωποι, στερούμενοι πλήρως κάθε δικαίωμα ὄχι ἁπλὰ ἰσότητας ἀλλὰ καὶ
ὕπαρξης»! Δὲν εἶναι προφανῶς σὲ θέση νὰ διακρίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας, ἀπὸ
καταβολῆς Της, στηλιτεύει τὴν πλάνη καὶ προσπαθεῖ μὲ ἀγάπη νὰ συνεφέρει τὸν
πλανεμένο. Ἀρχὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι: «ἀγάπη γιὰ τὸν πλανεμένο, ἀποστροφὴ καὶ ἀγώνας
κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πλάνης». Θὰ τὸν παρακαλούσαμε νὰ μᾶς ὑποδείξει ἔστω
καὶ ἕνα ἐπίσημο βιβλικὸ ἢ ἐκκλησιαστικὸ κείμενο, ποὺ νὰ θεωρεῖ καὶ νὰ
χαρακτηρίζει τοὺς ὁμοφυλόφιλους ὡς κατώτερους, ἢ ὡς μὴ-ἀνθρώπους!
Κλείνοντας, θὰ θέλαμε νὰ ἐκφράσουμε
τὴ λύπη μας, γιὰ τὸ ἐν λόγω, συνθηματικοῦ χαρακτήρα, ἀντιχριστιανικὸ δημοσίευμα,
τὸ ὁποῖο στερεῖται ἔστω καὶ στοιχειώδους ἐπιστημονικῆς τεκμηριώσεως. Ὡστόσο ὁ ἐν
λόγω ἀρθρογράφος δὲν εἶναι ὁ οἱοσδήποτε. Εἶναι κρατικὸς λειτουργός, ὁ ὁποῖος ὁρκίστηκε
νὰ σέβεται καὶ νὰ διαφυλάττει τὴν ἔννομη τάξη, πίστη στὸ Σύνταγμα καὶ τοὺς νόμους
τοῦ Κράτους. Ὅμως μὲ τὸ νὰ συκοφαντεῖ τὴν Ἐκκλησία, ὅτι ἔχει «ρατσιστικὴ φύση»
καὶ τὴν πίστη τοῦ 97% τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ὅτι «γίνεται ρατσισμός», νομίζουμε ὅτι
ὄχι ἁπλὰ δὲν τὴν ὑπερασπίζεται, ἀλλὰ τὴν παραβαίνει ὁ ἴδιος.
Μὲ φθηνούς, σοφιστικοῦ τύπου, ἀφορισμοὺς
συκοφαντεῖ τὴν ἐπίσημη καὶ κρατοῦσα θρησκεία, τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ὡς
ρατσιστικὴ καὶ τοὺς «ἱεράρχες της (νὰ) ἀναπαράγουν γιὰ αἰῶνες μία ρητορικὴ
μίσους». Νομίζουμε ὅτι ἐκεῖνος εἶναι πού, μέσα ἀπὸ τὸ εἰρημένο κείμενό του, ἐκφράζει,
ἀνοικτά, ρητορικὴ μίσους, ἡ ὁποία θὰ μποροῦσε δυνητικὰ νὰ ὁδηγήσει κάποιους σὲ
πράξεις βίας ἐναντίον πιστῶν. Νομίζουμε ὅτι ἔχει παραβεῖ τὸν ἰσχύοντα ἀντιρατσιστικὸ
νόμο, παρ’ ὅλο ποὺ ἡ Πολιτεία τοῦ ἀνέθεσε νὰ ὑπηρετεῖ στὸν εὐαίσθητο τομέα τῆς
καταστολῆς τῶν φαινομένων ρατσισμοῦ, στὴν Ἑλληνικὴ Ἀστυνομία. Ἀφήνουμε τὸ θέμα
στὴν ἴδια τὴν Ὑπηρεσία του νὰ διερευνήσει τὸ θέμα. Ἐμεῖς ἀρκεστήκαμε νὰ ἀσκήσουμε
τὴ νόμιμη κριτική μας στὴ δημόσια τοποθέτησή του.
Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν
Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 8ῃ Ἰανουαρίου
2018