Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νεοπαγανιστικές Απάτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νεοπαγανιστικές Απάτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Νοεμβρίου 23, 2017

Ιησούς Χριστός του Νεοπαγανισμού


Ο Ιησούς Χριστός του Νεοπαγανισμού
Πρωτοπρ. Κυριακού Τσουρού, Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων

Στα ελληνικά νεοπαγανιστικά κινήματα συναντάμε τέσσερις διαφορετικές τοποθετήσεις έναντι του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού:
α) Σφοδρή πολεμική στάση με σκληρή και ενίοτε υβριστική (ακόμη και χυδαία) γλώσσα.
β) Ήταν Έλληνας και όχι Εβραίος.
γ) Ήταν ένας από τους θεούς του Ελληνικού Δωδεκαθέου.
δ) Μαζί Χριστός και Δωδεκάθεο και Νέα Εποχή
Δεν λείπουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν μυθικό πρόσωπο. Βεβαίως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες αυτές οι τάσεις αρνούνται στην πραγματικότητα και πολεμούν το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και καθίστανται πολέμιοι του Χριστιανισμού.

α) Οι φανεροί πολέμιοι του Ιησού Χριστού

Η τάση αυτή δεν αμφισβητεί την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού, τον θεωρεί όμως μόνον ως εθνικό μεσσία των Εβραίων. Το πολύ-πολύ τον αναγνωρίζει ως ένα κοινωνικό επαναστάτη, ο οποίος, ως ιδεολόγος, θυσιάστηκε για τον λαό του. Μερικοί κάνουν διάκριση μεταξύ του Ιησού της ιστορικής έρευνας και του Χριστού της Θεολογίας. Για πολλές ομάδες ο Ιησούς ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα των Εσσαίων. Άλλοι όμως ταλαντεύονται μπροστά σε ένα τέτοιο χαρακτηρισμό, καθόσον διαπιστώνουν μεν από την συμπεριφορά και τα κηρύγματα του Ιησού ότι δεν ήταν Εσσαίος, όμως υποπτεύονται πως οι αναχωρήσεις του στην έρημο δηλώνουν ότι κατά καιρούς εύρισκε καταφύγιο στην Αδελφότητα του Κουμράν.
Αυθαίρετα και βεβαίως χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, αφ' ενός μεν, υποστηρίζουν είναι σίγουρο ότι ο Ιησούς είχε την υποστήριξη των Εσσαίων, αφ' έτερου, όμως ομολογούν ότι τίποτε δεν αναφέρεται γι' αυτόν στα Κουμρανικά Χειρόγραφα έστω και υποτυπώδες (περ. Δαυλός).
Για άλλους ο ιστορικός Ιησούς αποτελεί ένα αίνιγμα, του οποίου η λύση βρίσκεται στους Εσσαίους, δηλαδή στους Ζηλωτές, αντάρτες, αντιστασιακούς, των οποίων ήταν απεσταλμένος και διεκήρυσσε το πρόγραμμα τους. Στόχος του ήταν να εγκαθιδρύσει μια νέα τάξη πραγμάτων, με την κατάργηση της ιδιοκτησίας και την τιμωρία του αισχρού ιερατείου (περ. Δαυλός). Φαίνεται δηλαδή ότι ό Ιησούς ήταν μεν, άλλα. . . και δεν ήταν Εσσαίος, δεν προσχώρησε σε οργάνωση των Εσσαίων γιατί οι Εσσαίοι δεν ήσαν οργάνωση, άλλα άνηκε ατό γένος αυτό, διότι απλούστατα άνηκε εκεί γενεαλογικά ο πατέρας του, ο παππούς του, ο προπάππος του κλπ . . . ήταν δηλ. εκ σπέρματος Εσσαίος, δηλ. απόγονος του Λύκου, του Βούτη, του Πανδίονα, του Εριχθίονα, του Ηφαίστου και του Διός. Γι' αυτό έλεγε ότι ήταν υιός του θεού, δηλ. του Μα. . . Διογένης. . . Αυτά για να μην μπερδευόμαστε (περ. Απολλώνειο Φως)!
Για μερικούς, ο Ιησούς Χριστός τοποθετείται στον χώρο των σοφιστών και των λαϊκών διδασκάλων, των ραββί, εκείνων δηλαδή που διαφωτίζουν τον λαό, καταγγέλλοντας τις αυθαιρεσίες του ιερατείου, που μονοπωλεί την ιερή γνώση καταπιέζοντας τον λαό και κρατώντας τον στο σκότος και συνεργάζεται με την Ηρωδιανή δυναστεία και τους Ρωμαίους (αυτόθι). Γι' αυτό τον λόγο διώχθηκε και εκτελέστηκε: ως σοφιστής, που διαφώτιζε και διήγειρε τα πλήθη κατά της συμβιβασμένης άρχουσας εβραϊκής τάξης και των Ρωμαίων (αυτόθι). Πάντως για τους οπαδούς αυτής της θεωρίας, ο Ιησούς υπήρξε μια προσωπικότητα και οι ιστορικές έρευνες για την δράση του θα συνεχιστούν μέχρι την ημέρα, που η Ιστορία θα απαλλαγεί πλήρως από τον μύθο που περιβλήθηκε γύρω από το όνομά του και θα αποδώσει ορθολογικά και επιστημονικά το ιστορικό διάγραμμα του προσώπου του, όπως έχει κάνει και για τους άλλους μεγάλους της Παγκόσμιας Ιστορίας (περ. Δαυλός, υπογράμμιση δική μας).
Αυτή η αμφισβήτηση σε άλλους εκφραστές του χώρου αυτού μετατρέπεται σε σφοδρή πολεμική.
Ο Χριστός χαρακτηρίζεται ως ο περιτετμημένος ραβίνος Τζεσσυά, ο σημιτικής κατασκευής Δικτατορίσκος τα' Ουρανού, (περ. Διιπετές), ο κήρυκας μίσους, διχασμού και ανθελληνισμού και με σειρά άλλων παρόμοιων χαρακτηρισμών, που συνοδεύονται από ιδιαίτερα υβριστικούς τίτλους, όπως θα δούμε σε άλλο κεφάλαιο.

β) Ο Ιησούς Χριστός ήταν Έλληνας

Η τάση αυτή εγγίζει τα όρια του φαιδρού και του παραλόγου. Ιησούς Χριστός ο Έλλην, είναι ό τίτλος άρθρου σε περιοδικό του χώρου που επιδιώκει να ακροβατεί πάνω σε δύο βάρκες και του οποίου ο εκδότης ετέλεσε τον γάμο του σε Ορθόδοξο ναό της Β. Ελλάδος. Άλλωστε είναι γνωστό, λέει, και ιστορικώς επιβεβαιωμένο ότι οι Γαλιλαίοι δεν είχαν ουδεμία φυλετική σχέση με τους εβραίους οι δε μαθητές του (του Ιησού) εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ήσαν κι αυτοί Ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι άλλαξαν τα ονόματα τους από Ελληνικά σε εβραϊκά (περ. Ιερά Ελλάς).
Οι εκπρόσωποι της γραμμής αυτής προσπαθούν να στηρίξουν την θέση τους στο χωρίο του Ευαγγελίου του Ιωάννου ιβ' 2023, διαμαρτυρόμενοι μάλιστα ότι κάποιοι περιέκοψαν τους λόγους του Ιησού. Σε κείμενο, λένε, που ήταν κρυμμένο στη γνωστή Συναγωγή της Ζυρίχης, στην Βιβλιοθήκη υπ' αριθμ. 35 του Βατικανού και στο Άγιο Όρος το γνήσιο χωρίο έχει ως εξής: Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του άνθρωπου. Ελλάς γαρ μόνη ανθρωπογέννει (ή ανθρωπογονεί) φυτόν ουράνιον και βλάστημα θείον, ηκριβωμένον, λογισμόν αποτίκτουσα οικειούμενον επιστήμην. Νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου (Ευαγγ. Τρίγκα, ο Χριστός ήταν Έλληνας, όπου γίνεται λόγος για αλλοίωση και άλλων εδαφίων της Αγ. Γραφής. Βλ. και Δ. Μ. Ηλιοπούλου, περ. Απολλώνειο Φως. Πρβλ. και Κ. Βελόπουλου, Ιησούς και Δίας).
Στο αποκαλυπτικό βιβλίο με τίτλο «Ο Χριστός ήταν Έλληνας», πληροφορούμαστε ότι το όνομα αυτού ήταν Ιάσων Πανδίρας, μιλούσε δε πάντα ελληνικά. Το βιβλίο περιέχει και το γενεαλογικό δένδρο του Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Πανδιονίδα φυλή, και το ονοματεπώνυμο του πατέρα του, που ήταν Σαμαρείτης και Εσσαίος, σημειώνοντας μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν γαλανομάτης με ξανθά μαλλιά. Ο Ιησούς Χριστός, γράφει, άνηκε στο Αθηναϊκή γένος των Πανδιονίδων, με αρχηγό τον Λύκο (Ευαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας. Βλ. και άρθρο του με τον ίδιο τίτλο στο περ. Ελλάνιον Ήμαρ, και συνέντευξη του στο περ. Απολλώνειο Φως, Εφημ. Χρυσή Αυγή, 27. 3. 2003). Η καλπάζουσα και αυθαίρετη φαντασία του συγγραφέα κατασκευάζει μύθους που καταγράφονται ως ιστορία, χωρίς βέβαια κάποια σοβαρή πηγή προέλευσης. Ο συγγραφέας αποκαλύπτει ακόμη, όπως υποστηρίζει, και την μεγαλύτερη απάτη των αιώνων τη μεγαλύτερη πλαστογραφία των Εβραίων. . . ότι ο Χριστός ήταν τάχα Εβραίος (περ. Ελλάνιον Ήμαρ).
Σε άλλο σημείο ο φανατικός οπαδός του Ιησού γίνεται ακόμη πιο αποκαλυπτικός: Ο Χριστός για δικούς του λόγους (και δικούς μας!) που δεν είναι του παρόντος, κρυπτογράφησε την Ελληνική καταγωγή και την θρησκεία του Δία στην οποία και πίστευε (Βίο). . . Ο Χριστός, Έλληνας αυτός Εσσαίος της Γαλιλαίας, καταγόταν από αθηναϊκό αρχιερατικό γένος των Εσσαίων Εττεοβουταίων (Απολλόδωρος βιβλ. 3, 195, Λεξικό Ησυχίου) οι οποίοι ήσαν Έλληνες μεταναστεύσαντες στην Κρήτη (Ομήρ. Οδύσσ. Τ, 175), στη Μ. Ασία, στην Παλαιστίνη, όπου τους βρήκε ο Αβραάμ (Βασιλειών Β' 7) και αργότερα ο Μωυσής κατά την Έξοδο (Αριθμ. ΙΓ, ΚΣΤ, Α') και στην Αίγυπτο (Ευαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας).
Κατά τον εν λόγω συγγραφέα, ο Χριστός αναφέρει δεκάδες φορές στα κείμενα των Ευαγγελίων το όνομα του Θεού-Διός, στον οποίο και πίστευε, αλλά με κωδικοποιημένο τρόπο. Έτσι, λοιπόν, η λέξη Αμήν είναι το κωδικοποιημένο όνομα του Πατρός-Διός που δεν είναι άλλο από το όνομα του Άμμωνος Διός. Επειδή δε οι Έλληνες της Αιγύπτου, γράφει, με τους οποίους συναναστρεφόταν ο Χριστός, όταν ζούσε στην Αίγυπτο ονόμαζαν τον Δία Αμήν ή και Αμίν, προκύπτει μετά βεβαιότητος το τελικό συμπέρασμα ότι ο Αμήν των ευαγγελίων είναι το όνομα του Δία στην αιγυπτιακή του εκδοχή. (Ευαγγ. Τρίγκα, βιβλίο, ένθ. άνωτ. )
Μεγαλύτερη σύγχυση σκέψεων δεν θα μπορούσε να συναντήσει κανείς! Η θρησκεία, λοιπόν, του Ιησού Χριστού ήταν. . . το Δωδεκάθεο!!!
Ο έκδοτης του πιο πάνω βιβλίου, δικηγόρος εν ενεργεία, δεν παραλείπει να μας ενημερώσει ότι: Ο Χριστός, μιλώντας Ελληνικά, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια (Βίο), έλεγε επανειλημμένως ότι είναι Υιός του Θεού. Η λέξη θεός, όμως, προέρχεται από τη λατινική λέξη Deus (σ.σ και όχι από το ελληνικό ρήμα θέω!!!) και αυτή από την Ελληνική Δεύς (γεν. Διός), ή Ζευς. Άρα ο Χριστός, στην πραγματικότητα έλεγε ότι ήταν Υιός Διός!!! Εξ άλλου, κατά τον ελληνοχριστιανολάτρη συγγραφέα, πουθενά στά Ευαγγέλια δεν αποκαλεί κάποιος Ιησού (τον Χριστό) (Ο Χριστός ήταν Έλληνας, στο περ. Αβατον).
Ο εν λόγω ερευνητής δεν μπόρεσε φαίνεται να διαπιστώσει ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, μόνον στα τέσσερα Ευαγγέλια, αναφέρεται με αυτό το όνομα περισσότερες από 175 φορές, συν τις αναρίθμητες αναφορές του ονόματος αυτού στις Πράξεις, στις Επιστολές και στην Αποκάλυψη. (Τις θέσεις αυτές διακωμωδούν εκπρόσωποι άλλων ρευμάτων. Βλ. αναίρεση του Δ. Τσινικόπουλου, Γιατί ο Χριστός δεν ήταν Έλληνας, περ. Άβατον, κ. α. ).
Ο κατά δήλωσή του πρώην Ορθόδοξος κληρικός, καθηγητής της θεολογίας του Πανεπιστημίου της Β. Καρολίνας Γεώργιος Ζερβός, αποδέχεται την γνώμη ότι ο Ιησούς ζούσε και εργαζόταν σε ένα περιβάλλον, που είχε υποστεί έντονη ελληνική επίδραση. Γι αυτό, λέει: Ένα μέρος των συγχρόνων ερευνητών υποστηρίζουν την θέση ότι ο ιστορικός Ιησούς ήταν περιπλανώμενος κυνικός φιλόσοφος, καθόσον ήταν επηρεασμένος από το έντονο ελληνιστικό ήθος της Γαλιλαίας (συνέντευξη στο περ. Δαυλός). Είχε, λοιπόν, ελληνική παιδεία ο Ιησούς και κατ' άλλους ήταν μύστης της Ελληνικής Θεοσοφίας, γι αυτό οι Έλληνες τον ακολούθησαν και τον εδόξασαν.
Άλλη εκπρόσωπος με ελληνικούς ακαδημαϊκούς τίτλους, η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρος της Αμφικτυονίας Οικουμενικού Ελληνισμού, γράφει: Ο Ιησούς είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. . .
Πρέπει οπωσδήποτε να ήλθε σε επικοινωνία με τον ελληνικό πολιτισμό. . . δεν έχω καμμία αντίρρηση να τον θεωρήσω ιερό και καθαγιασμένο και να τον εντάξω στο δικό μας σύστημα αξιών. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι παιδί του Δία. . . αποτέλεσε μια νέα εκδοχή ενός μέρους των άξιων που παρήγαγε ο Ελληνισμός (περ. Άβατον, υπογραμμίσεις δικές μας). Με αυτή τη θέση συμφωνεί και άλλος εκπρόσωπος του χώρου, όμως γι αυτόν ο Ιησούς Χριστός είναι και ημίθεος (περ. Απολλώνειο Φως).
Αφού όμως ο Ιησούς Χριστός ήταν Έλληνας, πρέπει, κατά την γνώμη μερικών ελληνόψυχων χριστιανών, το όνομά Του να έχει καθαρά ελληνική προέλευση. Γι αυτό είναι ανάγκη να δοθεί και ανάλογο περιεχόμενο τόσο στο όνομα Ιησούς όσο και στην λέξη Χριστός. Το όνομα Ιησούς, λοιπόν, έχει Ελληνική ρίζα: είναι η ίδια με τις λέξεις ίαση/Ιασώ (θεά της υγείας)/ιατρός, εφ' όσον το πρόσωπο αυτό παρουσιάζεται σαν θεραπευτής και σωτήρας. . . (Εφημ. Ελληνική Θρησκεία). Σ.σ: άσχετα αν τα Ευαγγέλια λένε ότι άλλο σημαίνει το όνομα αυτό: αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών (Ματθ. α' 21). Έτσι, λοιπόν, από τις δύο λέξεις Ιησούς και Χριστός η πρώτη δείχνει να είναι όχι το πραγματικό όνομα ενός μόνου άνθρωπου... αλλα μια προσωνυμία σχετική με την ιδιότητα ιατρού... Τελικά, αναπροσαρμοζόμενο στην νεοελληνική εκφορά του το όνομα Ιησούς Χριστός θα ήταν για την εποχή του κάτι σαν Ιατρός Παππάς (αυτόθι). Αντί άλλης κατακλείδος σ' αυτό το κεφάλαιο, στο οποίο αναγκαστήκαμε να αναφερθούμε σε μερικά κείμενα στερούμενα σοβαρότητος, λέμε: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιε του Θεού, ελέησον ημάς. 

γ) Ο Ιησούς Χριστός ήταν "θεός" του Δωδεκάθεου

Η καλπάζουσα φαντασία μερικών Ελλήνων αρχαιοπλήκτων δεν σταματά. Ο Ιησούς Χριστός ήταν, όχι μόνον Έλληνας, άλλα και ένας από τους «θεούς» του Δωδεκαθέου. Βέβαια όχι από τον στενό κύκλο των πρωτοκλασάτων «δώδεκα, αφού τα ονόματα τους είναι γνωστά και καθιερωμένα. Κάπου όμως μπαίνει κι αυτός μαζί με ένα σωρό άλλες θεότητες ανατολικής προελεύσεως. Κατά την γνώμη μάλιστα εκπροσώπου της κινήσεως αυτής σ' Αυτόν ήταν αφιερωμένος ο βωμός «τω Αγνώστω Θεώ» που αναφέρει ο Απ. Παύλος (Πράξ. ιζ' 23). Γι' αυτό πολλοί Δωδεκαθεϊστές στην Ελλάδα τιμούν και τους αρχαίους «θεούς» και τον Χριστό. Έτσι, συναντάμε και τον εξωφρενικό χαρακτηρισμό «χριστιανοί δωδεκαθεϊστές», οι οποίοι «δοξάζουν τους θεούς και τον Χριστό όπως αυτοί αντιλαμβάνονται» (περ. Οικογενειακός Θησαυρός. Πρβλ. και περ. GO, 30. 9. 97). Υποστηρίζουν μάλιστα ότι ο Ιησούς Χριστός προερχόταν «από σπέρμα Ηφαίστου» και ότι υπάρχουν γι' αυτόν Ελληνικές προφητείες, που ξεκινούν ήδη από τον Ερμή, ο οποίος. . . . . έζησε το 50. 000 π. Χ. (Εύαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας). 
Υπάρχουν και εκείνοι που θέλουν να βλέπουν στον Χριστιανισμό συγκρητιστική επίδραση του αρχαιοελληνικού πανθέου. Έτσι δεν διστάζουν να ταυτίζουν μυθολογικές διηγήσεις και «πιστεύματα» με ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Ο μελετητής των «νεοπαγανιστικών» κειμένων διαπιστώνει την προσπάθεια μετατροπής της ιστορίας σε μύθο και τον παραλληλισμό συμβολικών διηγήσεων περί θανάτου και αναβιώσεως των ειδωλολατρικών θεοτήτων, ταυτισμένων με τους φυσικούς νόμους και τις εποχιακές εναλλαγές, με το ιστορικό γεγονός της Αναστάσεως του ιστορικού Ιησού Χριστού. Ή ακόμη την ταύτιση του Ιησού Χριστού με τον Διόνυσο. Είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας να χαρακτηρίζεται ο Ιησούς Χριστός ως «Υιός -Διός». Ή ταύτιση του όμως με τον Διόνυσο ή τον Ορφέα είναι πιο συχνή. Ακόμη και διηγήσεις του βιβλίου των Πράξεων, όπως η απελευθέρωση του Απ. Πέτρου από την φυλακή, ή η μεταστροφή του Απ. Παύλου στην Δαμασκό, προβάλλονται ως συμβολισμός κατ' αντιγραφή από τους Διονυσιακούς μύθους (βλ. Arthour Evans, The God of ecstasy... Διόνυσος και Χριστός, κατά παράθεση, στο περ. Διϊπετές).
Εκφραστής αυτής της «θεωρίας» διερωτάται «μήπως τελικά ο Χριστός είναι η ενσάρκωση του Δία-Διόνυσου Μειλίχιου, θεού του ελέους;» (Γ. Τσαγκρινού, Ποιος είναι ο πατέρας του Ιησού; περ. Άβατον). Ο ίδιος σε άρθρο του με τίτλο «Ο Ιησούς και οι Έλληνες», βλέπει στους λόγους του Κυρίου κατά την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας, «Λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου», «εμφανέστατη ορφικο-διονυσιακή καταγωγή».
Η λέξη «κλώμενον» των Καινοδιαθηκικών κειμένων, λέει, προέρχεται από τον Διόνυσο, διότι το σώμα του Διονύσου «κομματιάστηκε από τους Τιτάνες» ενώ ο Χριστός σταυρώθηκε (αυτόθι). Τελικά, κατά την γνώμη του καθηγητού αυτού της Φυσικής, «Φαίνεται ότι όντως ο Χριστός ήταν ήδη γεννημένος πριν από τον Ορφέα, τον Μωϋσή, τον Αβραάμ, τον Πυθαγόρα, τον Σωκράτη, γιατί ήταν ο πρώτος θεός Δημιουργός, ο Θεός της Φιλότητας, ο Φάνης Έρωτας Δημιουργός, ο Ζεύς-Διόνυσος» (αυτόθι, υπογραμμίσεις δικές μας). 
Ο ίδιος, σε τηλεοπτική εκπομπή, υπεστήριξε: «Αν λοιπόν ο Χριστός σαν ον (σαν ον πρέπει να τον δούμε) έχει κάτι να δώσει στην ανθρώπινη ψυχή, όχι τον Ιουδαιοχριστιανισμό, γιατί ο Χριστός να είναι ο Γιαχβέ και να μην είναι ο Διόνυσος;. . . αν κάνω λοιπόν μια προσπάθεια την κάνω για να αποδείξω ότι ο Διόνυσος είναι ο ενσαρκωμένος Χριστός στην περιοχή της Ελλάδος, αυτό δεν σημαίνει όμως επειδή υπάρχει ο Διόνυσος σαν σαρκωμένος Έλληνας Χριστός, ότι οι υπόλοιποι δεν υπάρχουν» (Περ. Διϊπετές, ένθετο Ωκύρροον).
Με «μαθηματική ακρίβεια», συνεχίζει ο φυσικομαθηματικός θεολογίζων, και με «τετραγωνική λογική» μπορούμε να πούμε ότι «ο Θεός, σαν μαθηματική ιδέα, είναι αθάνατος και, σαν υλική υπόσταση, είναι θνητός. Είναι Υλόπνευμα-Οινόπνευμα και είναι ο θεός Διόνυσος. Γι αυτό και ο Διόνυσος είτε σαν Διόνυσος Ζαγρέας ή σαν Διόνυσος-Όσιρις, είτε σαν Διόνυσος-Χριστός είναι ο Θεός που γεννιέται, ζει, πεθαίνει και αναγεννιέται» (Γ. Τσαγκρινού, Οι Ζωντανοί θεοί των Ελλήνων, στο συλλογικό έργο Η αναβίωση της Ελληνικής Θρησκείας). 
Περίεργες στ' αλήθεια εκφράσεις που διατυπώνονται μέσα σε πλήρη σύγχυση του συγγραφέα τους, αποτελούν όμως χαρακτηριστικό παράδειγμα νεοεποχίτικης καθαρά απόψεως με έντονο συγκρητιστικό χαρακτήρα, που μας παραπέμπει στο «Εν το Παν», για το οποίο ήδη μιλήσαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο.
Είναι συνεπέστεροι τουλάχιστον οι αρχαιολάτρες εκείνοι που απορρίπτουν ολοτελώς τον Χριστιανισμό και τον Ιησού Χριστό, μια και ουδεμία σχέση μπορεί να υπάρξει μεταξύ «Αληθείας και πλάνης «φωτί προς σκότος. . . Χριστώ προς Βελίαλ» (Β' Κορ. στ' 1415).

δ) Δωδεκαθεϊστές και Χριστιανοί και νεοεποχίτες

Όλες αυτές οι προσπάθειες να συμβιβαστούν τα ασυμβίβαστα, να συνυπάρξουν το φως με το σκότος, η Αλήθεια με την πλάνη, η ιστορία με τον μύθο, οδηγούν σε μια ανεξέλεγκτη σύγχυση. Τα διάφορα «νεοπαγανιστικά» κινήματα δεν μπορούν να συμφωνήσουν τελικά στο αντικείμενο της «λατρείας» τους. Ταλαντεύονται ανάμεσα στις πιο ακραίες τοποθετήσεις. Η αντιπαλότης μεταξύ τους ενίοτε είναι ιδιαίτερα σφοδρή (Βλ. δειγματοληπτικά: περ. Διϊπετές, τ. 4. Η αναβίωση της αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, συλλογικό έργο. Εφημ. Ελλην. Θρησκεία και ομώνυμη ιστοσελίδα: «Θάνατος στους συμμορίτες ναζωραίους. Θάνατος στους προδότες «Δωδεκαθεϊστές» Περ. Ελλην. Πάνθεον, κ. α.). 
Η τοποθέτηση τους έναντι του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού κυμαίνεται, όπως είδαμε, από σκληρή εχθρική και απαράδεκτα υβριστική μέχρι και την «αναβάθμισή» Του σε «θεό του Ολύμπου». Ανάμεσα σ' αυτές τις τοποθετήσεις βρίσκεται και η νεοεποχίτικη εκδοχή του Ιησού Χριστού, ως του Μεσσία της «παλαιάς εποχής των Ιχθύων».
Σε άρθρο με τίτλο «Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια», ο αρθρογράφος προβαίνει σε μια άνευ προηγουμένου συγκρητιστική προσπάθεια νεοεποχίτικου τύπου και διερωτώμενος αν τελικά θυσιάστηκαν άδικα «οι ιερουργοί της ανθρωπότητας, οι μεγάλοι ιεροφάντες των θρησκειών του ανθρώπου, όπως ο Ζαγρεύς Διόνυσος, ο Άριος-Ράμα, ο Ινδός Κρίσνα, ο Αιγύπτιος Όσιρις, ο Ιησούς. . .» (Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια, εφημ. Ελληνική Αγωγή). Και σε άλλο κείμενο της ίδιας εφημερίδας ο συντάκτης του θεωρεί ότι: «Την διδασκαλία των (αρχαίων) μυστηρίων ακολούθησαν και ενίσχυσαν ή διέδωσαν ακόμη περισσότερο οι Πλατωνικοί, οι Νεοπλατωνικοί, οι Μαθητές, Απόστολοι και Ευαγγελιστές τον Ιησού Χριστού, όπως βεβαιώνουν ο Θεοδώρητος, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ακόμη και ο Αυγουστίνος, που συγκρίνοντας τα δόγματα του Πλάτωνος με τα Χριστιανικά δεν βρήκε διαφορές» (!!) (αυτόθι, υπογραμμίσεις δικές μας). 
Αναγνώστης περιοδικού υποστηρίζει σε επιστολή του ότι «Η γνώμη μου είναι ότι ο Δίας και ο Ιησούς είναι μορφές διαφορετικές αλλά όχι απαραίτητα αντίθετες θεολογικά. Σε κάθε τόπο και χρόνο στην πορεία της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους έχουν παρουσιαστεί μορφές θεανθρώπων-θεών, προφητών και αγίων. . . Αν θέλει, λοιπόν, κανείς να πλησιάσει την αλήθεια δεν μπορεί παρά να συνταιριάξει Δωδεκάθεο, Χριστιανισμό, Βουδισμό, Ισλαμισμό και άλλες θεωρίες» (Χρ. Σπυρίδης, επιστολή στο περ. «Άβατον).
Μέσα σ' αυτή την αφασία, ορυμαγδός συνθημάτων διασταυρώνονται, χωρίς καμμιά λογική συνοχή, μέσα στο ίδιο πολλές φορές κείμενο. Ας δούμε ένα παράδειγμα: «Τα Ελευσίνια Μυστήρια αναβιώνουν! Η εκδίκηση του Ελληνισμού! Ο Ελληνιστικός Χριστιανισμός αρωγός στην προσπαθεί του Έθνους για μια Μεγάλη Ελλάδα. . . Ο Χριστιανισμός εισέβαλε. . . με βία, με εμπρησμούς. . . και δολοφονίες. Όχι ο Χριστιανισμός, κάποιοι εκφραστές του. . . Ο Χριστιανισμός δεν ήρθε ποτέ αντιμέτωπος με την Αρχαία Ελληνική Θρησκεία. Και καταλήγει θριαμβευτικά η «Ομάδα Ε»: «Με μια μαγική συνταγή, θεϊκή θα έλεγα, στους κόλπους του ΕΨΙΛΟΝ, συνεβρέθησαν και συναγωνίζονται Ελληνιστές Χριστιανοί, που έχουν ασπασθεί τα υψηλά ηθικά μηνύματα της διδασκαλίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και Ελληνιστές Δωδεκαθεϊστές, εκφραστές των υψηλών φιλοσοφικών νοημάτων, που γέννησαν οι πρόγονοί μας» (Ν. Ντανάκος, περ. GO).
Συνέπεια αυτής της συγχύσεως είναι η δήλωση: «Δεν είμαι διατεθειμένος να λατρέψω τους αρχαίους θεούς. Παραμένω χριστιανός με έναν εντελώς δικό μου τρόπο, ξεριζώνοντας ό,τιδήποτε το εβραϊκό. Παρ' όλα αυτά, αν μπορούσα, και βέβαια θα παντρευόμουν με το ορφικό τελετουργικό, όπως έκανε εκείνος ο καθηγητής και κόντεψαν να τον φάνε» (Ι. Θεοδόσης, επιστολή στο περ. Διϊπετές). 
Δεν λείπει, τέλος, και η αποκρυφιστική νεοεποχίτικη εκδοχή του Χριστού. Ο Χριστός δεν είναι πλέον πρόσωπο. Είναι μια εκδήλωση του Συμπαντικού απρόσωπου «θεού» ή μία κατάσταση μυήσεως: «Η παγκόσμιος παράδοση διδάσκει ότι ο Χριστός είναι μια υλική, ανθρώπινη προσωπική εκδήλωση της Θεότητας επί της Γης. Η εμφάνιση του Χριστού γίνεται κάθε δύο χιλιάδες χρόνια περίπου» (Εφημ. Χρυσή Αυγή). Και σε άλλη συλλογική εργασία διαβάζαμε: «Η λέξη «Χριστός» χρησιμοποιούνταν στά αρχαία ελληνικά μυστήρια για το Νεόφυτο που προετοιμαζόταν για την τελετή της μύησης «Όταν . . . έφθανε το επίπεδο του μυημένου ονομαζόταν Χριστός (ο έχων το χρίσμα). Ήταν ένας όρος που συμβόλιζε μια κατάσταση συνείδησης» (περ. Φαινόμενα). 
Άλλος συγγραφέας, που δηλώνει Χριστιανός Ορθόδοξος και πικραμένος γιατί παρεξηγήθηκε για όσα γράφει περί του Ιησού, προσπαθεί να «γεφυρώσει» το χάσμα μεταξύ της αρχαίας Ελλάδας και της Ορθοδοξίας, επειδή, λέει, «παρατηρείται από την πλευρά των αρχαιολατρών-δωδεκαθεϊστών πραγματικό ΜΙΣΟΣ απέναντι στον Ιησού Χριστό. . .» (Κ. Βελόπουλου, ένθ. άνωτ. ). Η «πίστη» του όμως στον Χριστό είναι μια νεοεποχίτικη αντιχριστιανική κακοδοξία. Ο Χριστός και γι' αυτόν δεν είναι το μοναδικό ιστορικό πρόσωπο που εγεννήθη «εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως» (Ματθ. β' 1) και εσταυρώθη «επί Ποντίου Πιλάτου", αλλά είναι μια «χριστική εμπειρία», την οποία και ο Ιησούς απέκτησε μέσω μυήσεως όπως και άλλοι «μυστικιστές». Ο Ιησούς και για τον συγγραφέα του βιβλίου αυτού δεν είναι Θεός αλλά «κατέστη θείος» και ήταν «ένας θεός» (Θέση όμοια μ' εκείνη των «μαρτύρων του Ιεχωβά»). «Ο Ιησούς, λέει, είναι ένας μυημένος μέσω της εγκατοίκησης της Ύπαρξης του Χριστού μέσα του. . . Ο Χριστός αφυπνίζει το Συμπαντικό Πνεύμα για άλλη μια φορά, αλλά σε ανθρώπινη μορφή, σε παρούσα ύπαρξη» (αυτόθι. Βλ. και κεφάλαιο «Εν το Παν»).
Αυτά τα «αποκαλυπτικά» συναντάμε μέσα στα κείμενα των συγχρόνων ελληνικών «νεοπαγανιστικών» κινημάτων. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: «Εάν τις υμίν είπη, ιδού ώδε ο Χριστός ή ώδε μη πιστεύσητε. . . ιδού προείρηκα υμίν» (Ματθ. κδ' 23).

Απόσπασμα από το βιβλίο: Ο Νεοπαγανισμός της Νέας Εποχής.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ TEYXH 37-38 2004




ΣΧΟΛΙΟ: Πολύ καλή συλλογή πληροφοριών τό κείμενό μας. Αλλά άς προσέξουν αυτή τήν λεπτομέρεια τά αντιαιρετικά γραφεία τών Μητροπόλεων. Τό φαινόμενο   Μαζί Χριστός και Δωδεκάθεο και Νέα Εποχή αντιστοιχεί μέ ακρίβεια στόν Οικουμενισμό. Διότι μέ τήν ένωση τών εκκλησιών καί τών θρησκειών, τό κοινό ποτήριο πού προγραμματίζεται θά είναι ο νέος Ολυμπος.

Σάββατο, Μαρτίου 04, 2017

Καταστροφή αρχαίων μνημείων από Χριστιανούς

Καταστροφή αρχαίων μνημείων από Χριστιανούς

ΜΥΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ  Από το συνέδριο που οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη από την εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών με θέμα Φαινόμενα Νεοειδωλολατρείας.

Ένα από τα ηχηρότερα επιχειρήματα των Νεοπαγανιστών εναντίον του Χριστιανισμού είναι το περί συστηματικής και οργανωμένης δήθεν καταστροφής των αρχαίων μνημείων, που έχει προσλάβει την μορφή ενός στερεότυπου μύθου, αναπαραγώμενου κατά της περιστάσεις. Και το ότι, μέσα στο ανταποδοτικό πάθος πολλών «χριστιανών», που τον 4ο αιώνα πέρασαν στην εποχή της «revanche», κατεστράφησαν αρχαιοελληνικά μνημεία, που συντηρούσαν την λατρεία των ειδώλων, είναι γεγονός. Μόνο όμως μέσα στις νοοτροπίες της εποχής είναι δυνατό να επιχειρηθεί στο σημείο αυτό επιστημονική ερμηνεία. Αρκεί να μελετήσει κάποιος το νεανικό έργο του Μ. Αθανασίου «Κατά ειδώλων»(1), για να κατανοήσει το θεολογικό υπόβαθρο τέτοιων ενεργειών. Άλλωστε, η ιστορία δεν ασχολείται με κατάρες, αλλά με ερμηνείες.  Επιστημονική προσέγγιση των πραγμάτων μας προσφέρει δυνατότητες ασφαλέστερων κρίσεων και συμπερασμάτων.

Επικαλούμεθα τα πορίσματα της έρευνας διακεκριμένων αρχαιολόγων, που συνοψίζουν τα δεδομένα μακροχρόνιων επιστημονικών ερευνών, συναδέλφων τους, αλλά και δικών τους. Το 1994 δημοσιεύθηκε μελέτη της κας Πολύμνιας Αθανασιάδη, καθηγήτριας του Παναπιστημίου Αθηνών με τίτλο: «Το λυκόφως των θεών στην Ανατολική Μεσόγειο: Στοιχεία ανάλυσης για τρείς επιμέρους περιοχές»(2). Η κα Αθανασιάδη, με βαθειά γνώση και επιμέλεια, αξιοποιεί τα δεδομένα των ερευνών του χώρου της για το επίμαχο θέμα. Πρώτα επιλέγει «τρεις περιοχές της αυτοκρατορίας με διαφορετική γεωγραφική φυσιογνωμία, ιστορικό υπόβαθρο και δημογραφική σύνθεση», εξασφαλίζοντας έτσι για την έρευνά της μεγαλύτερη αξιοπιστία. Οι περιοχές Δε αυτές είναι η Ελλάδα, η Κωνσταντινούπολη και η Συρία-Παλαιστίνη. Έτσι αντιμετωπίζει εύκολα «τις γενικεύσεις του Λιβανίου»,όσο και τον «υπερβολικά μεγάλο αριθμό φιλολογικών μαρτυριών» σε χριστιανούς και εθνικούς συγγραφείς για την καταστροφή ναών, που καταντά, όπως λέγει, «ύποπτος»! «Στην προσπάθειά τους να ηρωοποιήσουν επισκόπους και αυτοκράτορες, σε μια περίοδο, κατά την οποία ο θρησκευτικός φανατισμός θεωρείται αρετή, συχνά οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς απέδιδαν σ' αυτούς φανταστικές καταστροφές ναών ή, στην καλύτερη περίπτωση, μεγαλοποιούσαν τα ηροστράτεια ανδραγαθήματά τους». Από την άλλη μεριά, επιπολάζει η κινδυνολογία των εθνικών, για να παρουσιάσουν «τους εαυτούς τους ως μάρτυρες και την κοσμοθεωρία τους ως αντικείμενο συστηματικού και βάναυσου διωγμού , που διεξήγετο παράνομα, στο πλαίσιο μιας θεωρητικά ανεξίθρησκης αυτοκρατορίας». Γι' αυτό η αντικειμενική συγγραφέας συνιστά «επιφυλακτική στάση» στις όποιες κρίσεις. Η ανεξιθρησκεία άλλωστε των αυτοκρατόρων, όπως ο Μ. Κωνσταντίνος, είναι αποδεδειγμένη|

Η μεταφορά ειδωλολατρικών μνημείων στην νέα πρωτεύουσα (Κωνσταντινούπολη- Νέα Ρώμη) για την διακόσμησή της ναι μεν εμποδίζει τη συνέχεια τοπικών λατρειών, αλλά τα αναδεικνύει ακόμη περισσότερο στην ίδια την χριστιανική, αργότερα, πρωτεύουσα. Εν τούτοις ο Μ. Κωνσταντίνος «επιδίωξε συστηματικά να εξασφαλίσει για την πόλη του την συνδρομή όλων των θείων δυνάμεων». Έτσι εκτός από χριστιανικούς ναούς ( Αγία Ειρήνη, Άγιοι Απόστολοι) αφιέρωσε και δύο ναούς σε εθνικές θεότητες, τη Ρέα και τη θεά Τύχη. Συνεχίζει όμως η κα Αθανασιάδη: « Σε τόπους όπως η Αθήνα και οι Δελφοί, κανόνας είναι, ότι τα μεταγενέστερα στρώματα έχουν καταστραφεί από τους ίδιους τους αρχαιολόγους στην προσπάθειά τους να φτάσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα στο κλασικό υπόστρωμα». Τις παρατηρούμενες καταστροφές αποδίδουν οι αρχαιολόγοι στους σεισμούς , τις βαρβαρικές επιδρομές (4ος-6ος αιώνας) και την εγκατάλειψη. Τα αρχαία μνημεία των Αθηνών και των Δελφών έμειναν απείραχτα από τους χριστιανούς. Η μετατροπή τους σε χριστιανικές εκκλησίες δείχνει περίτρανα τη συνείδηση της ιστορικής συνέχειας, όσο και αν αυτό δεν ικανοποιεί τους σημερινούς αρχαιολάτρες. Όπως συνηθίζω να λέγω, Πατέρες όπως οι Τρεις Ιεράρχες, όχι μόνο Έλληνες ήταν, αλλά και φορείς υψηλής ελληνικής παιδείας. Δεν ήταν επήλυδες που ενέσκηψαν στον ελληνικό χώρο, για να «θύσουν και απολέσουν», αλλά Έλληνες, που γνώριζαν να αποτιμούν αντικειμενικά τα πράγματα, έξω από φανατισμούς και εξαλλοσύνες. Τα κριτήριά τους ήταν πνευματικά. Γνώριζαν την ειδωλική πλάνη, αλλά δεν ήταν ικανοί για βιαιότητες.

Την συνείδηση της ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων- Χριστιανών, πο δεν απέρριψαν τον πολιτισμό των προγόνων τους, αλλά μόνον την θρησκεία τους - η οποία δεν ήταν παρά νοσταλγία της εν Χριστώ αληθείας, όπως επεσήμανε ήδη ο Απόστολος Παύλος στον Άρειο Πάγο των Αθηνών(3)- υποστηρίζει και η κα Αθανασιάδη: « Οι εκκλησίες και τα παρεκκλήσια, που βρέθηκαν σπαρμένα γύρω και μέσα από το τέμενος του Απόλλωνα (στους Δελφούς), υπογραμμίζουν την συνέχιση της θρησκευτικής παράδοσης του τόπου». Όπως άλλωστε θρησκειολόγοι και λαογράφοι έχουν παραδεχθεί, αν «ξυπνούσε» σήμερα ένας αρχαίος Έλληνας και βρισκόταν σε ένα χριστιανικό πανηγύρι, δεν θα ένιωθε ξένος στο περιβάλλον. Είναι Δε χαρακτηριστικό, ότι πολλοί σήμερα επικριτές της ορθοδόξου λαϊκής θρησκευτικότητας, κυρίως της ελληνικής, σ' αυτό το επιχείρημα καταφεύγουν, λησμονώντας ότι η ελληνική θρησκευτικότητα παρέμεινε ακέραιη, άλλαξε όμως ο προσανατολισμός της. Άλλωστε, η ελληνική πολυθεϊα δεν ήταν, κατά πολλούς θρησκειολόγους (π.χ. Λ. Φιλιππίδης), παρά θεοποιητική υποστασιοποίηση των ιδιοτήτων της μιας θεότητος. «Ο βανδαλισμός ιερών αντικειμένων (από Χριστιανούς Έλληνες) ήταν πράξη σπάνια στην Ελλάδα», δέχεται η κα Αθανασιάδη. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν μεμονωμένες. «Η γενική εντύπωση από την Ελλάδα είναι ότι η φθίνουσα αρχαία πίστη ενέπνεε στους νεοφώτιστους χριστιανούς, παρά την δομική μισαλλοδοξία της θρησκείας τους, σεβασμό και συχνά κάποια συγκίνηση». Ακόμη και ο όχι και τόσο ανεξίθρησκος Κωνστάντιος(337-361) «δεν φαίνεται να πείραξε ναούς», αλλά και «οι καλλιεργημένοι Χριστιανοί του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος αντιμετώπισαν τα αρχαία ιερά ως έργα τέχνης και όχι ως κατοικία δαιμόνων».

Οι φανατικοί, βέβαια, δεν έλειπαν - όπως σε κάθε εποχή -, αλλά οι προτροπές τους για καταστροφή , κατά κανόνα, έπεφταν στο κενό. Ως την εποχή του Ιουστινιανού εισέρεαν αρχαία εθνικά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη. Μόνο εκεί, που δεν υπήρχε «επαφή με την αστική παιδεία του ελληνορωμαϊκού κόσμου», εκτός δηλαδή του ιστορικού ελληνικού χώρου, και όπου «η παραδοσιακή θρησκεία είχε ισχυρές ρίζες», παρατηρείτε φανατισμός και γίνονται καταστροφές. Αυτό συνέβαινε περισσότερο στην Ανατολή (Συρία - Φοινίκη - Παλαιστίνη). Η κα Αθανασιάδη όμως ερμηνεύει με τα επιστημονικά κριτήριά της τις συμπεριφορές και σε περιοχές, όπως η Συρία: «...Εδώ δεν έχουμε μια αμιγή περίπτωση θρησκευτικού φανατισμού, αλλά ένα ξέσπασμα κοινωνικού και φυλετικού μίσους, ένα υποσυνείδητο εθνικό κίνημα με αμφίεση βέβαια, θρησκευτική». Και αυτό στηρίζεται σε έρευνες διαφόρων ειδικών. Με αυτό το κριτήριο μπορούν να ερμηνευθούν και μεταγενέστερες συμπεριφορές, χωρίς βέβαια, να αγνοούνται και οι προκλήσεις των εθνικών ομάδων. Όπου δεν κυριαρχούν προκλήσεις(προβοκάτσιες), οι συμπεριφορές μένουν ανεξέλεγκτες.

Σκόπιμα βέβαια εκμεταλλευθήκαμε καθ' υπερβολήν την έρευνα της εκλεκτής συναδέλφου, διότι προσφέρει σημαντικές δυνατότητες για την ερμηνεία και κατανόηση πραγμάτων, που η κακοπιστία, κακεντρέχεια, αλλά και ανθελληνική σκοπιμότητα των ξένων κέντρων συστηματικά παρερμηνεύει.

Τα πορίσματα της κας Αθανασιάδη μου επιβεβαίωσε σε μια σπουδαιότατη για μένα, επικοινωνία μας (19-07-2000) και ο γνωστός αρχαιολόγος και αείμνηστος φίλος Άγγελος Χωρέμης, ερμηνεύοντας την περίπτωση του Μ. Θεοδοδίου. Κατά την γραπτή του δήλωση, « το διάταγμα του Θεοδοσίου του Μεγάλου (191-193 μ.χ.) αναφέρει απαγόρευση λατρείας σε αρχαία ιερά και την είσοδο στους ναούς, δεν εντέλλεται όμως την καταστροφή τους. Άλλωστε δεν φαίνεται ανασκαφικά τουλάχιστον τέτοια καταστροφή. Τα μεγάλα κέντρα της αρχαίας λατρείας, εκείνα ακριβώς που θα έπρεπε λογικά να υποστούν την μεγαλύτερη καταστροφή, όπως οι Δελφοί, η Ολυμπία, η Δωδώνη, τα ιερά των Αθηνών κ.α. δεν φαίνεται ανασκαφικά τουλάχιστον να έπαθαν ζημιές από ανθρώπινο χέρι στα τέλη του 4ου αιώνα. Εξάλλου, πολλοί ναοί της αρχαίας λατρείας σώθηκαν ως τις μέρες μας σχεδόν ανέπαφοι, κυρίως στην κάτω Ιταλία και την Σικελία, όπου επίσης βασίλευε ο Μ. Θεοδόσιος, αλλά και στην κυρίως Ελλάδα, όπως το συγκρότημα της Ακροπόλεως των Αθηνών, ο ναός του Ηφαίστου (Θησείον) και ο ναός του Ιλισσού». Μάλιστα στον Θεοδοσιανό Κώδικα (XVI 10,25) «επιτρέπεται στους Χριστιανούς να μετατρέπουν τους αρχαίους ναούς σε χριστιανικούς» και γι' αυτό δεν καταστράφηκαν, αλλά σώθηκαν αυτούσιοι (βλ. τον αρχαίο ναό κάτων από τον ανηγερένο από την Αγία Ελάνη τον δ' αιώνα ναό της Παναγίας της Καταπολιανής ή Εκατονταπυλιανής στην Πάρο που ανεκάλυψε ο μεγάλος αρχαιολόγος Α. Ορλάνδος). Κατά τον επιφανή βυζαντινολόγο Διονύσιο Ζακυνθηνό η διάταξη αυτή έγινε ακριβώς , για να σωθούν οι ναοί. «Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμμία κρατική πολιτική, που να ενθαρρύνει την καταστροφή αρχαίων ιερών». «Αυτό που πράγματι έγινε, είναι καταστροφές και ακρότητες σε τοπικό επίπεδο, από φανατικούς εκκλησιαστικούς και πολιτικούς παράγοντες, κυρίως εναντίον αγαλμάτων αρχαίων θεοτήτων με συνηθέστερο το φαινόμενο της ρινοκοπής και καταστροφής των προσώπων. (Δεν πρέπει πάντως να θεωρούμε ότι κάθε κατεστραμένο άγαλμα μαρτυρεί και χριστιανικό βανδαλισμό. Πολλά κατεστράφησαν από άλλες αιτίες και πάρα πολλά μεταφέρθησαν στην Κωνσταντινούπολη, για τον στολισμό της καινούργιας πρωτεύουσας). Οι άνθρωποι αυτοί εξαγρίωναν τον όχλο, πράγμα όχι δύσκολο, αν σκεφτούμε ότι, μόλις 75-80 χρόνια χώριζαν την εποχή αυτή από τους φοβερούς διωγμούς των Διοκλητιανού και Γαλερίου (311) και 55-60 χρόνια από τον ηπιώτερο διωγμό του Λικίνιου (320-324). Τον εξαγριωμένο αυτό όχλο εξαπέλυαν να κάψει και να καταστρέψει ο,τιδήποτε εθνικό εύρισκε μπροστά του. Αυτό όμως ουδέποτε υπήρξε πολιτική του Μ. Θεοδοσίου και, όπως θα δούμε, όταν έγινε, προσπάθησε να το σταματήσει και να το θεραπεύσει». Και συμπληρώνει ο Άγγελος Χωρέμης: «Στην πορεία προς την νέα θρησκεία, υπάρχει αναμφισβήτητα κάποια πίεση εκ μέρους των Χριστιανών, αλλά όχι κρατικά κατευθυνόμενη βία. Δεν μαρτυρούνται διωγμοί σαν αυτούς που είχαν υποστεί οι ίδιοι οι Χριστιανοί μερικές δεκαετίες πριν, ούτε βίαιοι εκχριστιανισμοί, όπως έγιναν τον καιρό του Καρλομάγνου, της ισπανικής reconquista κ.α. Μαρτυρούνται ακρότητες,συχνά άγριες, αλλά πάντα περιορισμένες τοπικά και χρονικά. Το περίεργο δεν είναι πως έγιναν αγριότητες, το περίεργο είναι πως έγιναν τόσες λίγες μετά από τα μαρτύρια, που είχαν υποστεί οι Χριστιανοί». Εκδηλώσεις, λοιπόν, φανατισμού μεμονωμένων προσώπων παρατηρούνται - και κατά τον Άγγελο Χωρέμη - στο πνεύμα της «revanche», αυτό όμως ουδέποτε υπήρξε πολιτική του Μεγάλου Θεοδοσίου, για να μείνουμε σε ένα τόσο παρεξηγημένο στο σημείο αυτό αυτοκράτορα.

Σώζεται «Λιβανίου του Αντιοχέως λόγος προς Θεοδόσιον τον βασιλέα, Υπέρ των Ιερών» (αρ.30). Ο μεγάλος ρητοροδιδάσκαλος (314-393), επιφανής εκπρόσωπος της φθινούσης ελληνικής αρχαιότητας, διδάσκαλος του ιερού Χρυσοστόμου, έγραψε το 386 το κείμενο αυτό, απευθυνόμενος στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α' (379-395) και παραπονούμενος για την στάση των φανατικών μοναχών (της Αντιόχειας) έναντι των εθνικών ναών (τεμένων).

Για την κατανόηση της στάσης τυ Λιβανίου έναντι του Χριστιανισμού, ας σημειωθεί, ότι ήταν συνεπής οπαδός της ειδωλολατρείας, θυσίαζε στις θεότητες της και μετερχόταν την μαντεία. Είχε μυηθεί εξάλλου σε διάφορα εθνικά μυστήρια. Ο ι. Χρυσόστομος τον ονομάζει «πάντων δεισιδεμονέστατον» (ευσεβέστατον) (4). Πίστευσε στην προσπάθεια του αυτοκράτορα Ιουλιανού και στην ανάσταση του ειδωλολατρικού κόσμου, μολονότι κατά την νεότητά του έδειξε τάσεις φιλοχριστιανικές. Τον επηρέασε όμως ο Ιουλιανός, όπως και αυτός επηρεάστηκε από τον Λιβάνιο, του οποίου μελετούσε τα έργα και έγινε έμμεσα μαθητής του.(5)

Ο λαμπρός γνώστης της αρχαιότητας Άγγελος Χωρέμης σχολιάζει το κείμενο του Λιβανίου με τον ακόλουθο τρόπο: «Ο λόγος του Λιβανίου ‘Υπέρ των ιερών' δεν γράφτηκε λόγω ακροτήτων, που έγιναν εις εφαρμογήν του διατάγματος κατά της αρχαίας θρησκείας. Το διάταγμα εξεδόθη το 391 και το κείμενο του Λιβανίου γράφτηκε το 386, δηλ. πέντε ολόκληρα χρόνια νωρίτερα με άλλη ευκαιρία(6). Ο Θεοδόσιος διόρισε ύπαρχο Ανατολής κάποιον συμπατριώτη και φίλο του, τον Ίβηρα Μάτερνο Κηνύγιο. Ο άνθρωπος αυτός ήταν φανατικός θρησκόληπτος και έξαλλος. Υποκίνησε πράγματι τον όχλο, επικεφαλής του οποίου ήταν φανατικοί καλόγεροι, και άρχισαν να καταστρέφουν τα αρχαία ιερά, στην αρχή κυρίως τα μικρά (και απροστάτευτα) ιερά της υπαίθρου και εν συνεχεία άρχισαν να μπαίνουν και να καταστρέφουν ιερά και μέσα στις πόλεις. Τότε ο Λιβάνιος γράφει τον περίφημο και ωραιότατο λόγο του «Υπέρ των Ιερών». (Η αντίδραση του θρησκόληπτου Θεοδοσίου ήταν να απαγορεύσει την είσοδο των μοναχών μέσα στις πόλεις, προστατεύοντας έτσι τα εθνικά ιερά των άστεων και όταν σε λίγο πέθανε ο Μάτερνος Κηνύγιος τοποθέτησε ως ύπαρχο Ανατολής τον σώφρονα εθνικό Ευτόλμιο Τατιανό, ο οποίος κατάφερε να ηρεμήσει τα πράγματα και να φέρει την καταλλαγή.

Όλα αυτά μαρτυρούν ότι ουδέποτε υπήρξε επίσημη πολιτική του Θεοδοσίου η καταστροφή του αρχαίου κόσμου και μάλιστα με την μορφή των ακραίων βανδαλισμών, όπως λέγεται συνήθως. Μαρτυρούν επίσης το κύρος που είχε ο Λιβάνιος στον θεωρούμενο θρησκόληπτο βασιλέα, κύρος που φάνηκε και όταν με δύο ακόμη λόγους του, τους «Προς Θεοδόσιον τον Βασιλέα περί της στάσεως» και Προς Θεοδόσιον τον Βασιλέα επί ταις διαλλαγαίς», κατόρθωσε να σώσει την Αντιόχεια, η οποία είχε στασιάσει. Σ' αυτήν την προσπάθεια είχε και την συνεπικουρία του επισκόπου Αντιοχείας Φλαβιανού, του οποίου τον λόγο φαίνεται ότι είχε γράψει ένας νεαρός Χριστιανός κληρικός, μαθητής του Λιβανίου, ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι και συνεργασία με χριστιανούς είχε ο Λιβάνιος, όταν κοινοί στόχοι το επέβαλλαν».

Θα επιχειρήσουμε ένα σχόλιο στην υπογραμμιζόμενη, με επιστημονική ευσυνειδησία, από αείμνηστο φίλο, συνεργασία του Λιβανίου με Χριστιανούς. Οι άνθρωποι εκείνοι ζούσαν τα πράγματα μέσα στη φυσικότητά τους και όχι στο τεχνητό κλίμα αντιπαλότητας, που δημιουργούν οι φανατικοί (εκατέρωθεν) των ημερών μας. Μήπως σ' όλη την μακρά διάρκεια του Βυζαντίου/Ρωμανίας δεν έλαβαν χώρα παρόμοιες συνεργασίες και συνυπάρξεις; Η χαρακτηριστικότερη μάλιστα, ήταν η συνεργασία των δύο ιδεολογικά αντιπάλων, που η αντίθεσή τους σκόπιμα και τεχνητά υπερτονίζεται σήμερα, του Οικουμενικού Πατριάρχου Γεννάδιου β' του Σχολαρίου και του σοφού υποστηρικτού της αρχαίας θρησκείας Γεωργίου Πλήθωνος-Γεμιστού. Ο τελευταίος δεν δίστασε να συμμετάσχει στην σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439), ως μέλος της ορθόδοξης αντιπροσωπείας, για να βοηθήσει την Ορθόδοξη Εκκλησία στις τραγικές εκείνες στιγμές γι' αυτήν και το γένος. Εκεί έδωσε μάχη, με τις επιστημονικές του γνώσεις, υπέρ της Ορθοδοξίας (απέδειξε την νοθεία ενός χειρογράφου που παρουσίαζαν οι Λατίνοι) και μαζί με τον πρωταγωνιστή της Ορθοδοξίας Άγιο Μάρκο Ευγενικό (1444), δεν υπέγραψε την Ένωση με τον Παπισμό. Παρά τις διαφορετικές ιδεολογικές-πνευματικές προϋποθέσεις τους και οι δύο θεωρούσαν την ένωση ως υποταγή στον Παπισμό και επιζήμια για τι Γένος/Εθνος. Αλλά έτσι σκέπτονται όσοι αγαπούν το ΄Εθνος. Οι σημερινοί Νεοπαγανιστές, σχεδόν κατά κανόνα δεν αγαπούν το Έθνος και τον Ελληνισμό, παρά τα  λεγόμενά τους, διότι πολεμώντας την Ορθοδοξία, που είναι πια αδιαίρετα ενωμένη με την ελληνικότητα, κατεργάζονται την διάλυσή του.

 Για το θέμα της καταστροφής αρχαίων μνημείων από «Χριστιανούς» παράλληλα με τα συμπεράσματα της κας Αθανασιάδη είναι και εκείνα του αρχαιολόγου Gerasimos Pagoulatow, "The Destruction and conversion of ancient temples o Christian Churches during fourth, fifth and sixth centuries",Θεολογία τ.ΞΕ' (1964), σς152-170 . Είναι Δε χαρακτηριστικό, ότι και στο περιοδικό «Δαυλός» (αρ.138/Ιούνιος 1993,σς.8022/23) σημειώνεται: «Όλοι σχεδόν οι καταστροφείς αρχαίων ελληνικών μνημείων είναι Χριστιανοί εξ Ιουδαίων, δηλαδή Εβραίοι. Οι Χριστιανοί ξ εθνικών, δηλαδή οι Έλληνες, σπάνια μετείχαν σε διωγμούς Ελλήνων».

Σημασία Δε έχει, ότι και ο γνωστός εικονοκλάστης, αλλά σπουδαίος ιστορικός ερευνητής και συστηματικός παρουσιαστής της «αρνητικής πλευράς» Κυριάκος Σιμόπουλος, ενώ μιλά για τις «αποτρόπαιες βαρβαρότητες των Χριστιανών» (σ. 112 ε.ε) στα αρχαία μνημεία, δεν παραλείπει να παρεμβάλει και κεφάλαιο με τον τίτλο: «Ο βυζαντινός άνθρωπος συντηρεί με ευλάβεια την παράδοση της αρχαίας ελληνικής τέχνης» (σ. 208 ε.ε.)(7).

Παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από το παραπάνω βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου: « Είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι υπήρξε μία παιδευτική και συναισθηματική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στο Βυζάντιο, όχι μόνο από την διανόηση αλλά και από τον λαϊκό άνθρωπο, ενίοτε και από την εξουσία. Ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Θόδωρος Δούκας Λάσκαρις (1254-1258), κατά την επίσκεψή του στην Πέργαμο, νοιώθει συγκίνηση μπροστά στα λείψανα των αρχαίων μνημείων και έργων τέχνης κι εκφράζει ενθουσιασμό και ευλάβεια για τα μεγαλουργήματα των προγόνων. Έχει συνείδηση τι σημαίνει Δύση ύστερα από την εισβολή των στυροφόρων και τον χαλασμό της Πόλης [...].

Ο πρώτος αυτοκράτορας - ο Κωνσταντίνος - φιλοδοξεί να εξομοιώσει τη ‘βασιλεύουσα' με την Ρώμη. Και σπεύδει να την διακοσμήσει με έργα τέχνης, συνεχίζοντας την ρωμαϊκή παράδοση της αρπαγής. Μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολή πολυάριθμα αγάλματα, χάλκινα ιδίως, κίονες, κ.α. (8) από τις κυριότερες πόλεις του ανατολικού, αλλά και του δυτικού τμήματος της αυτοκρατορίας - από την Αθήνα, το Αιγαίο, την Ιωνία, την Κύπρο, την Κρήτη, τη Ρώμη, τη Σικελία κ.α.(9) ...(σς. 209-20).

Ο Κωνσταντίνος θα αξιοποιήσει την ελληνική πολιτιστική παράδοση για την προσωπική του αίγλη, ταυτίζοντας το χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα που έστησε πάνω στην περίφημη πορφυρή κολώνα της Αγοράς, τον «κυκλοτερή πορφυρούν κίονα» (10), με το αυτοκρατορικό του μεγαλείο. Στην κεφαλή του αγάλματος, που αφιέρωσε στον εαυτό του, προσέθεσε ακτινωτά ήλους «από τον σταυρό του Χριστού», για να λάμπει σαν τον ήλιο...(σ. 211) (11).

Η παραδοσιακή επομένως αισθητική και η πανάρχαιη λαϊκή ποιλιτιστική παιδεία δεν είχε σβήσει , παρά τους βανδαλισμούς των πρώτων χριστιανών εναντίον των κλασσικών μνημείων. Και δεν θα σβήσει ποτέ στον ελληνικό κόσμο. Έτσι εξηγείται η διατήρηση ανέπαφων τόσων γλυπτών στην Κωνσταντινούπολη ως την επιδρομή των Δυτικών Βαρβάρων. Απώλειες σημειώθηκαν μόνο από σεισμούς, πυρκαγιές και εσωτερικές ταραχές - λαϊκές εξεγέρσεις, συγκρούσεις και καταστολές. Οι Χριστιανοί της πρωτεύουσας θαύμαζαν τα αγάλματα που στόλιζαν την πόλη τους...(σς.212-213)

Οι βυζαντινοί διανοούμενοι - ακόμα και θεολόγοι- έχουν βαθειά γνώση της αρχαίας τέχνης και εκφράζουν χωρίς επιφυλάξεις τον απεριόριστο θαυμασμό τους. Συχνότατες στους βυζαντινούς αιώνες οι αναγωγές στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τους επιφανείς δημιουργούς του και οι συγκρίσεις της βυζαντινής εικονογραφίας με την κλασσική ζωγραφική που αποκαλύπτουν κοινά οι παράλληλα καλλιτεχνικά ιδεώδη...(σς. 226-227)»

 

Αγαπητοί Σύνεδροι,
Το κείμενό μου δεν επεδίωξε να πρωτοτυπήσει, αλλά να αποδείξει, μέσω της έρευνας διακεκριμένων αρχαιολόγων, την αντιεπιστημονικότητα του νεοειδωλολατρικού φανατισμού και των γενικεύσεών του σε ένα θέμα, που έχει κεντρική θέση στην αντιχριστιανική πολεμική του. Οι αυθεντικοί Χριστιανοί, και μάλιστα οι Έλληνες, ετίμησαν την τέχνη των προγόνων τους και κληρονόμησαν το καλλιτεχνικό  πνεύμα τους, για να προχωρήσουν στην δική του - καθαρά ελληνική - καλλιτεχνική δημιουργία.

Σημειώσεις:

1) 318, όχι «Κατά Ελήνων», ο τίτλος αυτός είναι μεταγενέστερος και προσετέθη απ' τους εκδότες.
  
2) Περιοδικό ΕΛΛΗΝΙΚΑ, τ.44, Θεσσαλονίκη 1994, σς. 31-50
3) Πραξ.17,23. Ο Απόστολος Παύλος δεν καταστρέφει ή διαστρέφει την ελληνική θρησκευτικότητα, αλλά την στρέφει προς τον αναμενόμενο Αληθινό Θεό.

4) ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, εις νεωτέραν χηρεύσασαν, 1

5) Βλ. το άρθρο του ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ στη ΘΗΕ, τ.8, 1960, στ. 294-299 με βιβλιογραφία

6) P. Petit, "Sur la date du ‘pro Templis' de Libanius", en Byzantion XXX (1951), fasc Ι. 285-310

 7) Βλ. το βιβλίο του: Η λεηλασία και η καταδρομή των Ελληνικών Αρχαιοτήτων, Αθήνα 1997.


8) « πάντα Δε τα χαλκουργεύματα και τα ξόανα εκ διαφόρων ναών και πόλεων αθροίσας έστησεν αυτά εις διακόσμησιν της πόλεως, ομοίως Δε και τους κίονας των περιπάτων» Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, εκδ. Preger τ. Β', 145

 9) «Ότι από Ρώμης πολλά ενεχθέντα είδωλα έστησαν εν τω Ιπποδρόμω εξαίρετα Δε εξήκοντα, εν οις και είκοσι του Αυγούστου. Από Δε Νικομηδείας στήλαι πολλαί ήκασιν. Ομοίως Δε από Αθηνών και Κυζίκου και Καισαρείας και Τράλλης και Σάρδης και Μωκησού και από Σεβαστείας και Σατάλων και Χαλδείας και Αντιοχείας της μεγάλης και Κύπρου και από Κρήτης και Ρόδου και Χίου και Ατταλείας και Σμύρνης και Σελευκείας και από Τυάνων και Ικονίου και Βιθυνών Νικαίας και από Σικελίας και από πασών των πόλεων ανατολής και δύσεως ήκασι διαφοροι στήλαι παρά του μεγάλου Κωνσταντίνου». Γ. ΚΩΔΙΝΟΣ, Παρεκβολαί εκ της βίβλου του Χρονικού περί των πατρίων της Κωνσταντινουπόλεως, εκδ. Βόννης 1843, σ. 53. Η λέξη «στήλη» σημαίνει άγαλμα. « Ολόχρυσον την στήλην σου στήσουν εις το παλάτιν» Καλλίμαχος και Χρυσορρόη, στ.1172.

10) Κατά τον ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΕΔΡΗΝΟ «πορφυρούς κίων» στήθηκε το 320, κατά το Πασχάλιον Χρονικόν το 328. Το άγαλμα του Απόλλωνα είχε αφαιρεθεί, κατά τον Βυζαντινό χρονογράφο Μιχαήλ Γλύκα, από την Ηλιούπολη της Φρυγίας. Τον ομώνυμο ναό έκλεισε ο Κωνσταντίνος (ΕΥΣΕΒΙΟΣ, Εις τον βίον Κωνσταντίνου Βασιλέως, Γ' 55-56). Κατά τον Μανουήλ Χρυσολωρά στην κορυφή του «πορφυρού κίονος» είχε αρχικά τοποθετηθεί σταυρός. Γράφει « περί του αίροντος τον σταυρόν πορφυρού κίονος, επί της αυλής του μεγάλου Κωνσταντίνου βασιλείων αυτού πηξαμένου και ιδρυμένου, πάντας μεν ανδριάντας πάσας Δε στήλας νικώντος» (Του λογιωτάτου Μανουήλ Χρυσολωρά επιστολή προς τον Ιωάννην βασιλέα εν ή συγκρισις της παλαιάς και νέας Ρώμης).

11) «Δίκην Ηλίου έστησεν αυτήν εις το όνομα αυτού θήσας εν τη κεφαλή ήλους εκ των του χριστού δίκην ακτίνων ως Ήλιος τοις πολίταις εκλάμπων» Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, τ. Β', 174,45. Κατά τον ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΡΟΔΙΟ, το άγαλμα ήταν επιχρυσωμένο, «χρυσώ καταυγάζοντα». Στίχοι Κωνσταντίνου Ασηκρίτη του Ροδίου, σ. 69.
Φαινόμενα Νεοειδωλολατρίας
Δωδεκαθεϊσμός
Υποτίμηση Παλαιάς Διαθήκης
Ολυμπιακοί Αγώνες
Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου
Θεσσαλονίκη 25-27 Μαΐου 2003

Κατέστρεψε η Εκκλησία τον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό;

Κατέστρεψε η Εκκλησία τον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό;
ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ;
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου - Καθηγητού
Εδώ και περισσότερες από δύο δεκαετίες αναβίωσε στο δύσμοιρο τόπο μας μια νέα μορφή αντιχριστιανικής πολεμικής δίνης. Ακούει στο όνομα «αρχαιολατρεία» και έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα παλαιοτέρων αντιχριστιανικών πρακτικών. Το σύγχρονο «αρχαιολατρικό» κίνημα συνεχίζει με την ίδια ή και σφοδρότερη ορμή τον πόλεμο κατά της Εκκλησίας του Χριστού, όπως έκανε στο παρελθόν, χωρίς αποτέλεσμα, ο αθεϊστικός ορθολογισμός, ο μαρξισμός, ο μηδενισμός και γενικά η υλιστική ιδεολογία.
Έχει αποδειχθεί περίτρανα, πως η «αρχαιολατρεία» είναι γέννημα αυτών των παταγωδώς χρεοκοπημένων ιδεολογιών. Μέσα από τα ερείπιά τους ξεπήδησε ένας περίεργος έρωτας για το απώτερο παρελθόν και ιδιαίτερα για τα θρησκευτικά μορφώματα της προχριστιανικής αρχαιότητας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι οι ιθύνοντες των περισσοτέρων αρχαιολατρικών ομάδων ανήκαν στο παρελθόν είτε στη μαρξιστική ιδεολογία, είτε σε αναρχικές και περιθωριακές ομάδες, είτε στην υλιστική και μηδενιστική αστική διανόηση. Το πώς βεβαίως πρώην άθεοι μαρξιστές ή αστοί μηδενιστές έγιναν ξαφνικά φανατικοί θρησκευόμενοι, λάτρεις της αρχαίας θρησκείας, είναι ένα ερώτημα το οποίο χρήζει ιδιαίτερης επιστημονικής έρευνας!
Κύριος στόχος τους (ίσως και μοναδικός) είναι να πλήξουν το Χριστιανισμό. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται οι ίδιες μέθοδοι και οι πηγές πολεμικής, που χρησιμοποιούνταν εδώ και αιώνες. Θεωρίες, οι οποίες έχουν καταρριφθεί πανηγυρικά ως ψευδείς και ανυπόστατες, πλασάρονται ως «νέα συνταρακτικά ντοκουμέντα, τα οποία θα γκρεμίσουν το χριστιανικό οικοδόμημα»!
Διαστρεβλώνουν την ιστορία και κακοποιούν βάναυσα την ιστορική πραγματικότητα προκειμένου να διευκολύνουν το πολεμικό τους έργο κατά της Εκκλησίας.
Ξεφυλλίζοντας τα πάμπολλα περιοδικά και περιδιαβαίνοντας τις δαιδαλώδεις ιστοσελίδες του χώρου της ελληνικής και ξένης «αρχαιολατρείας», διαπιστώνουμε ένα απίστευτο μίσος κατά της Χριστιανικής Εκκλησίας. Συναντούμε μια πρωτόγνωρη προσπάθεια να σπιλωθεί το θείο πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που συχνά φθάνει σε ακρότητες χυδαίων ύβρεων. Βλέπουμε με έκπληξη μια πρωτοφανή παραχάραξη πληθώρας ιστορικών γεγονότων, για να «αποδειχθεί» ο Χριστιανισμός ως «η κύρια πηγή της κακοδαιμονίας του κόσμου», ως «το προαιώνιο άχθος της ανθρωπότητας», ως «η ισχυρή τροχοπέδη της προόδου και της επιστήμης», ως «σκοταδιστική και αντιδραστική συντεχνία των παπάδων» και άλλα απίστευτα! Βιώνουμε, ως χριστιανοί ένα, άνευ προηγουμένου, κλίμα απειλών και τρομοκρατίας, το οποίο εκτείνεται και ως αυτή την φυσική μας εξόντωση!
Εκεί που εστιάζουν περισσότερο τις εσκεμμένες ιστορικές στρεβλώσεις τους είναι η ανυπόστατη και αντιεπιστημονική άποψη ότι δήθεν ο Χριστιανισμός επιβλήθηκε δια της βίας στα πρωτοβυζαντινά χρόνια, προκαλώντας «ανείπωτες σφαγές, δηώσεις και καταστροφές» κατά των «αυτόχθονων» εθνικών θρησκειών. Ειδικά οι Έλληνες «αρχαιολάτρες» προσάπτουν στην Εκκλησία τη χιλιοειπωμένη κατηγορία ότι δήθεν αυτή «κατέσφαξε τους Έλληνες και κατέστρεψε τον ελληνικό πολιτισμό». Έχουν ως αρχή και προσφιλή μέθοδο να απομονώνουν ορισμένα ελάχιστα ιστορικά γεγονότα και αποσπάσματα από συγκεκριμένους απολογητικούς λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας κατά των θρησκευτικών και μόνο πρακτικών του εθνισμού και να τα γενικεύουν. Αποσπούν επίσης ορισμένα στοιχεία από τις νομοθεσίες των αυτοκρατόρων στα πρωτοβυζαντινά χρόνια, τα οποία έθεταν κάποιους περιορισμούς στα ασύδοτα εθνικά ιερατεία και στα σκοταδιστικά θρησκευτικά κέντρα, όπως ήταν τα μαντεία, προκειμένου να στηρίξουν τις κατηγορίες τους.
Διαπρεπείς επιστήμονες έδωσαν πειστικές και επιστημονικές απαντήσεις σε αυτές τις κακόβουλες και ανυπόστατες κατηγορίες. Σοβαροί ιστορικοί, αρχαιολόγοι και ερευνητές Έλληνες και ξένοι, χωρίς να διάκεινται πολλές φορές ευμενώς προς την Εκκλησία, απέδειξαν τις σκόπιμες παραποιήσεις των «αρχαιολατρών». Όμως δυστυχώς πολύς κόσμος, που δεν μπορεί αντικειμενικά να έχει πρόσβαση σε αυτές τις απαντήσεις, πέφτει θύμα της παραπληροφόρησης. Το μεγάλο ατύχημα είναι ότι παρασύρονται και παράγοντες της παιδείας, οι οποίοι μεταφέρουν στις σχολικές αίθουσες αυτές τις ανυπόστατες και κακόβουλες θεωρίες. Μαθητές εκκολάπτονται έτσι ως μελλοντικοί αρνητές και πολέμιοι της Εκκλησίας! Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να καταδείξει για μια ακόμα φορά το μεγάλο πρόβλημα των σύγχρονων καιρών. Να δώσει ένα ελάχιστο δείγμα αποδείξεων στους αστήρικτους ισχυρισμούς των αρχαιολατρικών παραδοξολογιών, μέσα στα περιορισμένα πλαίσια μιας μικρής πραγματείας.
Κατ' αρχήν θέλουμε να διακηρύξουμε με έμφαση ότι την αποκλειστικότητα της αγάπης για τη διαχρονική Ελλάδα δεν τη χαρίζουμε σε κανέναν, πολλώ δε μάλλον στον κάθε αυτόκλητο «αρχαιολάτρη» και «ελληναρά». Δε θα ανεχθούμε ποτέ αμφισβήτηση του πατριωτισμού μας. Την αιώνια Ελλάδα μας την αγαπούμε, τουλάχιστον, όσο και εκείνοι.
Έχει αποδειχθεί πως το νεοφανές «αρχαιολατρικό» κίνημα είναι εισαγόμενο. Πρωτοεμφανίστηκε στην Αμερική τη δεκαετία του 1960, σε κύκλους περιθωριακών, οι οποίοι θέλοντας να διαμαρτυρηθούν κατά του θρησκευτικού πουριτανισμού, αναβίωσαν θρησκευτικές πίστεις και τελετουργίες αρχαίων νεκρών θρησκειών. Η «μόδα» αυτή πέρασε στη Δυτική Ευρώπη και εξαπλώθηκε στη συνέχεια σε όλο τον κόσμο. Επίσης αποδείχτηκε περίτρανα πως το παγκόσμιο (και το ελληνικό) «αρχαιολατρικό» κίνημα έχει όλα τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά του περιβόητου κινήματος της «Νέας Εποχής», της οποίας προωθεί τις ιδεολογικές θέσεις και διευκολύνει τις πρακτικές της επιδιώξεις.
Η επιστήμη της ανθρωπολογίας και της ψυχολογίας, όπως και η επιστήμη της ιστορίας, μας βεβαιώνει πως καμιά θρησκευτική πίστη ή ιδεολογία δεν εξαφανίστηκε ποτέ με τη βία. Αντίθετα, θρησκευτικές πίστεις ή άλλες ιδεολογίες που υπέστησαν διωγμούς και παντοειδείς περιορισμούς, ανδρώθηκαν και αναπτύχθηκαν περισσότερο και βγήκαν τελικά ωφελημένες από τις διώξεις!
Τρανταχτό πρόσφατο παράδειγμα ο απηνής διωγμός της Εκκλησίας στα πρώην κομμουνιστικά κράτη. Καταργήθηκαν οι θρησκείες δι' αυστηρότατων νόμων, όμως η θρησκευτική πίστη δεν έσβησε, μάλλον αναζωπυρώθηκε! Ο ισχυρισμός λοιπόν των «αρχαιολατρών» ότι δήθεν ο Χριστιανισμός έσβησε τον εθνισμό με τη βία δεν έχει την παραμικρή επιστημονική και ιστορική τεκμηρίωση. Η παρακμή θρησκευτικών πίστεων και ιδεολογιών οφείλεται αποκλειστικά σε δικές τους εσωτερικές αδυναμίες.
Οι αρχαίες θρησκείες και εν προκειμένω η αρχαιοελληνική θρησκεία είχε καταρρεύσει πολύ πριν εμφανιστεί ο Χριστιανισμός. Η κατάρρευση είχε αρχίσει στα κλασικά χρόνια, από τη δράση των σοφιστών, των άλλων φιλοσόφων και των επιστημόνων και είχε σβήσει στα ρωμαϊκά χρόνια. Δεν υπήρχαν πια οπαδοί της παραδοσιακής πίστεως, διότι είχε υποκατασταθεί από τα ανατολικά μυστηριακά θρησκεύματα, που είχαν εισβάλει δυναμικά σε ολόκληρη την αυτοκρατορία και τον απίστευτο θρησκευτικό αμοραλισμό, ο οποίος είχε εδραιωθεί στις ψυχές των ανθρώπων. Τα έργα των ιστορικών των χρόνων εκείνων βεβαιώνουν περίτρανα το γεγονός αυτό, όπως αυτά του Πλουτάρχου, του Παυσανία, του Στράβωνα, του Πολύβιου κ.α. στα οποία διαπιστώνεται τέλεια εγκατάλειψη και σε αυτά ακόμη τα διάσημα «ιερά», όπως το δελφικό. Ο Στράβων τον 2ο μ.Χ. αιώνα αναφέρει χαρακτηριστικά για τους Δελφούς: «σήμερον και αυτός ο ναός των Δελφών έχει παραμεληθεί» (Στραβ. 9,15)
Ο Χριστιανισμός συνάντησε πρωτοφανή θρησκευτική, πνευματική και γενικότερη κατάπτωση στον αρχαίο κόσμο. Απατώνται οικτρά όσοι φαντάζονται την Ελλάδα του 3ου και 4ου μ. Χ. αιώνα να μοιάζει με την κλασική του 5ου π.Χ. αιώνα. Γι' αυτό έγινε ενθουσιωδώς δεκτή η χριστιανική πίστη παρά τους φοβερούς διωγμούς διακοσίων πενήντα χρόνων. Ο κόσμος βρήκε αυτό που ζητούσε και δε μπορούσε να του δώσει η προχριστιανική αρχαιότητα.
Οι χριστιανοί δεν είχαν λόγο να γκρεμίσουν εγκαταλειμμένους και ερειπωμένους ναούς. Το έργο της κατεδάφισης είχε αναλάβει η παντελής έλλειψη θρησκευτών και κατά συνέπεια η εγκατάλειψη. Αναφέρουμε ως τρανταχτό παράδειγμα την ερήμωση του ονομαστού θρησκευτικού «ιερού» του Απόλλωνος στη Δάφνη της μεγαλουπόλεως Αντιόχειας, όπου, όταν το επισκέφτηκε ο Ιουλιανός το Μάρτιο του 363, το βρήκε ερειπωμένο. Ανάμεσα στο ένα και πλέον εκατομμύριο κατοίκων της Αντιόχειας δεν υπήρχαν ελάχιστοι εθνικοί για να λειτουργήσουν και να συντηρήσουν το ονομαστό «ιερό». Μόνο ένας άθλιος ιερέας με μια χήνα στα χέρια παραβρέθηκε στη θυσία, προς μεγάλη έκπληξη και λύπη του ανεδαφικού και αποτυχημένου αυτοκράτορα. (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλ., έκδοση Μαρτίνου, τομ. 6,στ.954).
Υπήρχαν συγκεκριμένοι νόμοι, που απαγόρευαν την κατεδάφιση των αρχαίων «ιερών» και που προστάτευαν την αρχαία θρησκεία, όσο και αν αυτό δεν ακούγεται καλά στα αυτιά των «αρχαιολατρών». Ο Μέγας Κωνσταντίνος (324-337) έλεγε στους υπηκόους του: «Μπορείτε να μεταβαίνετε στους βωμούς και στα δημόσια ιερά σας και να τελείτε τη λατρεία σας σύμφωνα με τις συνήθειές σας» (Θεοδ. Κωδ.ΙΧ16,1 και 2)! Ο Εθνικός ιστορικός Σύμμαχος αναφέρει πως ο Κωνστάντιος (337-363) το 357 διατήρησε ευλαβικά τα προνόμια των Εστιάδων στη Ρώμη και γενικά επέτρεψε να γίνεται ακώλυτα η λατρεία των εθνικών (Επιστ.P.L.18,391)! Οι αυτοκράτορες Γρατιανός (364-379), Ουαλεντιανός (364-378) και Θεοδόσιος (379-395) όρισαν πως σε όσους ναούς εθνικών «σύχναζαν πλήθη, και που βρίσκονταν ακόμα σε δημόσια χρήση, να παραμένουν ανοικτοί» (Θεοδ. Κωδ.XVI 10,8). Οι διάδοχοι του Μ. Θεοδοσίου, Αρκάδιος (395-408) και Θεοδόσιος Β΄ (408-450), εξέδωσαν διατάγματα για την προστασία των νομοταγών εθνικών από αυθαιρεσίες κάποιων θερμόαιμων χριστιανών επάρχων «να μην τολμήσουν να απλώσουν βίαιο χέρι στους Εβραίους και τους εθνικούς» (Θεοδ. Κωδ.XVI 10,24). Ο πρώτος σε επιστολή του προς τον Ανθύπατο Αφρικής Απολλόδωρο (20 Αυγούστου 399), διέταξε: «Αν κάποιος επιχειρήσει να καταστρέψει ναούς (των εθνικών), οι οποίοι είναι κενοί από παράνομα αντικείμενα, δεν θα έχει την αυτοκρατορική στήριξη» (Θεοδ.Κωδ.XVI 10,18). (Για περισσότερα δες στην ιστοσελίδα: www.romanity.oodegr.com/chistianity.html ).
Τους πιο πολλούς ναούς των εθνικών, που βρίσκονταν σε καλή κατάσταση τους μετέβαλαν σε χριστιανικούς ναούς και έτσι σώθηκαν από την κατάρρευση, όπως ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, το Θησείο, κ.α. Ας σκεφτούμε πως, αν ο Παρθενώνας δεν μεταβαλλόταν σε χριστιανικό ναό, δεν θα ήταν σήμερα στημένος στην ακρόπολη, να τον θαυμάζει η ανθρωπότητα, αλλά ένας σωρός από σπασμένα μάρμαρα!
Τα έργα τέχνης δεν τα κατέστρεψαν οι χριστιανοί, διότι αυτά δεν υπήρχαν πια, αφού τα είχαν αρπάξει οι ομόπιστοι των αρχαίων Ελλήνων, Ρωμαίοι. Το μετακομιστικό έργο των καλλιτεχνικών θησαυρών άρχισε ο Ρωμαίος σφαγέας της Ελλάδος Αιμίλιος Παύλος το 167 π.Χ. και το συνέχισαν όλοι οι κατοπινοί αυτοκράτορες. Φόρτωναν ατέλειωτα καράβια με αγάλματα και άλλα έργα τέχνης για τη Ρώμη, για να στολίσουν τις επαύλεις τους και την «αιώνια πόλη»! Άλλα είχαν καταστραφεί από δηώσεις αγρίων εμφυλίων πολέμων μεταξύ των Ελλήνων. Αναφέρω ελάχιστα παραδείγματα: Πρώτον την ολοκληρωτική καταστροφή του Δίου της Μακεδονίας από τους Αιτωλούς το 219 π.Χ, υπό τον στρατηγό Σκόπα, ο οποίος «ενέπρησε τας στοάς τας περί το τέμενος και τα λοιπά διέφθειρε των αναθημάτων» (Πολυβίου, Ιστ.Δ΄,62,2-3). Το ίδιο χρόνο οι Αιτωλοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το δωδωναίο «ιερό» υπό τον στρατηγό Δωρίμαχο (Πολυβίου, Ιστ.Δ΄,67,3). Ως αντίποινα οι Μακεδόνες υπό τον Φίλιππο Ε΄ εξαφάνισαν κυριολεκτικά το Θέρμο της Αιτωλίας, πυρπολώντας τον περίφημο ναό του Απόλλωνα και θρυμματίζοντας περισσότερα από δύο χιλιάδες αγάλματα (Πολυβίου, Ιστ.Ε΄,9). Το 201 π.Χ. ο Φίλιππος κατάστρεψε με ιδιαίτερη αγριότητα την Πέργαμο, όπου κατακρήμνισε ναούς και σύντριψε χιλιάδες αγάλματα (Πολυβίου, Ιστ.ΚΑ΄,1). Επίσης το 200 π. Χ. ο ίδιος κατάστρεψε με ιδιαίτερη μανία τα έργα τέχνης της Αττικής, «κατάστρεψε τα προγονικά ιερά που στόλιζαν και τον μικρότερο δήμο (της Αττικής), πυρπόλησε ΟΛΟΥΣ τους ναούς, ακρωτηρίασε τα αγάλματα των θεών, που κατάκεινται σήμερα ανάμεσα στις γκρεμισμένες πύλες των Αθηνών» (Λίβιος Τίτος Ρωμ.Ιστ.ΧΧΧΙ,30)! Ιδού οι πρώτοι και μεγαλύτεροι, πριν την εγκατάλειψη, καταστροφείς του αρχαιοελληνικού πολιτισμού!
Tα ελάχιστα εναπομείναντα, όσο και αν αυτό ακούγεται παράξενο, τα προστάτεψαν οι χριστιανοί, αναγνωρίζοντας την αισθητική τους αξία. Υπάρχουν αυτοκρατορικά διατάγματα, τα οποία αποσιωπούνται και που επιτάσσουν την προστασία των διάκοσμων των εθνικών ναών. Το περίφημο άγαλμα του Ολυμπίου Διός μεταφέρθηκε από το Μ. Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη για να στολίσει τον ιππόδρομο. Επίσης τα διάσπαρτα μαρμάρινα ανάγλυφα εντοιχίζονταν στους χριστιανικούς ναούς, για καλλιέπεια. Ο αυτοκράτορας Ωνώριος (384-425) σε επιστολή του προς τον Βικάριο της Ισπανίας Μακρόβιο του 399, διέταξε: «Επιθυμούμε και να διατηρηθούν τα διακοσμητικά στοιχεία των δημοσίων κτηρίων (εθνικών ναών). Αν κάποιος επιχειρήσει να καταστρέψει αυτά τα έργα, δεν θα βασίζεται σε καμιά εξουσία» (Θεοδ.Κωδ.XVI 10,15)!
Μεμονωμένες περιπτώσεις αντεκδίκησης κάποιων χριστιανών, που είχαν δεινοπαθήσει από τους διωγμούς εθνικών, δεν αναιρούν τον κανόνα. Και αν ακόμη δεχτούμε κατεδάφιση κάποιων ναών από χριστιανούς, αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία, διότι εκείνοι τους έχτισαν ως εθνικοί, εκείνοι τους γκρέμισαν ως μετέπειτα χριστιανοί.
Για τις όποιες πολιτικές επιλογές των βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά του καταρρέοντος εθνισμού δεν έχει λόγους να απολογείται η Εκκλησία. Εκείνοι εξέφραζαν τη κρατική εξουσία και δρούσαν για το συμφέρον του κράτους, όπως πίστευαν καλλίτερα. Κανένα όμως σημαίνον πρόσωπο της Εκκλησίας ευθύνεται ούτε για μία δίωξη εθνικού, πολλώ δε μάλλον για «γενοκτονίες» όπως ψευδέστατα ισχυρίζονται οι «αρχαιολάτρες». Η μοναδική περίπτωση του φόνου της φιλοσόφου (και κατηχημένης να βαπτιστεί χριστιανή) Υπατείας, τον οποίο έχουν ως «φλάμπουρο» οι «αρχαιολάτρες», αποδείχθηκε περίτρανα ότι ήταν καθαρά πολιτική δολοφονία,προϊόν του αδυσώπητου αγώνα μεταξύ των πολιτικών φατριών της Αλεξάνδρειας (βλ. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τομ.ΚΓ΄,σελ.654).
Σχετικά με τη νομοθεσία των βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά της εθνικής θρησκείας μπορούμε να πληροφορήσουμε τον αναγνώστη μας πως αυτή ποτέ δεν εφαρμόστηκε, διότι απλούστατα δεν χρειάστηκε να εφαρμοστεί, αφού ο εθνισμός ήταν πια παρελθόν και ψήγματα αυτού είχαν περιορισθεί σε απομακρυσμένες περιοχές, με λάτρεις αμόρφωτους χωρικούς. Αναφέραμε ήδη την μεγάλη πόλη της Αντιόχειας, όπου δε συνάντησε εθνικούς ο ονειροπαρμένος, θρησκομανής και ανεδαφικός αυτοκράτορας Ιουλιανός. Αναφέρουμε επίσης ως παράδειγμα το γεγονός πάμπολλων πόλεων της Ανατολής, τις οποίες ... διέγραφε από τη δικαιοδοσία του κράτους, διότι οι κάτοικοί τους ήταν καθ' ολοκληρίαν χριστιανοί! Ενδεικτικά παραθέτουμε τις διαγραφές των μεγαλουπόλεων Καισάρεια της Καππαδοκίας, Νισσίβεως και Εδέσσης της Μεσοποταμίας (βλ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Μαρτίνου, τομ.6,στ.954)!
Οι περισσότεροι νόμοι δεν είχαν στόχο τους απλούς πιστούς της αρχαίας θρησκείας, αλλά τα σκοταδιστικά κέντρα της, όπως τα διαβόητα μαντεία και ιδίως τα αισχρά «ιερά πορνεία», τα οποία εκμεταλλεύονταν άγρια τους ατυχείς εθνικούς λατρευτές και καλλιεργούσαν τη δεισιδαιμονία και την ανηθικότητα. Αναφέρουμε για παράδειγμα την κατεδάφιση του «ιερού» της Αφροδίτης στην Άφακα της Τύρου, όπου εκπορνεύονταν όχι μόνο γυναίκες, αλλά και άνδρες γύννιδες, δηλαδή κίναιδοι και όπου είχε καταστεί κέντρο διαφθοράς και ακολασίας! Απαγορεύτηκε η λειτουργία των διαβόητων μαντείων του Κλαρίου Απόλλωνα στην Κολοφώνα και του Διδυμαίου Απόλλωνος στη Μίλητο της Μ. Ασίας, διότι οι εκεί σκοταδιστές ιερείς και ψευτομάντεις είχαν υποκινήσει το φοβερό διωγμό του Διοκλητιανού, πείθοντας τον θρησκόληπτο αυτοκράτορα, πως οι θεοί στέλνουν ατυχίες στο κράτος εξαιτίας του ...χριστιανικού μιάσματος, με αποτέλεσμα να βρει τραγικό μαρτυρικό θάνατο μέγα πλήθος χριστιανών, και να υποστούν μύριες διώξεις εκατομμύρια πιστοί.
Ας σημειωθεί εδώ πως οι πιο «αιμοσταγείς διώκτες των εθνικών» αυτοκράτορες, ως το Θεοδόσιο (379-395), είχαν τον τίτλο του «Μέγιστου Αρχιερέα» (Pontifex Maximus) της αρχαίας θρησκείας! Πως ήταν δυνατόν ο ίδιος ο ύπατος αρχιερέας της να είναι ταυτόχρονα και διώκτης της;
Κανένας δεν έχει αντίρρηση για την επιλογή των συγχρόνων μας «αρχαιολατρών» να αναβιώσουν την οποιαδήποτε μορφή της αρχαίας θρησκείας, πολλώ δε μάλλον δεν αντιτίθεται η Εκκλησίας μας, η οποία σέβεται απόλυτα την ελευθερία κάθε προσώπου. Για εκείνο που λυπούμαστε και ανησυχούμε, εκτός της άδικης πολεμικής του χυδαίου υβρεολογίου και των απειλών εναντίον μας, είναι και ο απαράδεχτος διαχωρισμός, που επιχειρούν, μεταξύ «Ελλήνων», δηλαδή των «αρχαιολατρών» και των χριστιανών! Επιχειρούν να αποστερήσουν την υψηλή ιδιότητα του Έλληνα από όλους όσους δεν ασπαζόμαστε την αρχαία θρησκεία! Είναι όμως πασίγνωστο πως η θρησκευτική πίστη ουδέποτε στην ιστορία αποτέλεσε μοναδικό χαρακτηριστικό εθνικής ταυτότητας, ούτε σε αυτή την αρχαία Ελλάδα, όπου απαιτούνταν και άλλα χαρακτηριστικά και όχι μόνον η κοινή θρησκεία! Δεν είμαστε διατεθειμένοι λοιπόν να ανεχθούμε ούτε στο ελάχιστο τον επικίνδυνο, για τη συνοχή της κοινωνίας και του έθνους μας, αυτόν τον ιδιότυπο ρατσιστικό διαχωρισμό σε γνήσιους και μη γνήσιους Έλληνες. Είμαστε όλοι γνήσιοι Έλληνες, τουλάχιστον, όσο και εκείνοι, που θέλουν να καπηλευτούν την εθνική μας υπόσταση!
Εν κατακλείδι θέλουμε να τονίσουμε ότι το νεοφανές «αρχαιολατρικό» φαινόμενο δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια νέα έκδοση της προαιώνιας αντιπαλότητας του ξεπεσμένου «κόσμου» κατά της Εκκλησίας του Χριστού. Είναι η νέα μορφή έκφρασης των αντιθέων δυνάμεων «του άρχοντος του αιώνος τούτου» (Ιωάν.12,31), με στόχο την αναστολή της σώζουσας διακονίας της Εκκλησίας μας. Όμως δε μας φοβίζει η ορμή και το μένος του, διότι γνωρίζουμε πολύ καλά, πως είναι μια ακόμη παροδική επίθεση, η οποία αργά η γρήγορα θα σβήσει, όπως κατέρρευσαν, έσβησαν και βυθίστηκαν στην ιστορική λήθη, άπειρες άλλες, φαινομενικά αήττητες δυνάμεις, στο δύο χιλιάδων χρόνων παρελθόν της Εκκλησίας μας!

Παρασκευή, Ιουνίου 27, 2014

Πρωτοπρ. Βασίλειος Γεωργόπουλος, Τα Ηλιοστάσια. Η παγανιστική και αποκρυφιστική χρήσις τους


equinox_solstice_610.jpg
Τά Ἡλιοστάσια. Ἡ παγανιστική καί ἀποκρυφιστική χρήσις τους 
Ἐπικ. Καθ. Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ
Τά ἡλιοστάσια (22 Δεκεμβρίου, 21 Ἰουνίου) εἶναι ἕνα φυσικό ἀστρονομικό φαινόμενο, πού ἔχει σχέση μέ τήν καθημερινή ἀλλαγή μετατόπιση τῆς θέσεως τοῦ ἡλίου στό οὐράνιο στερέωμα, κατά τή διάρκεια τοῦ ἔτους. Ὡς ἀστρονομικό φαινόμενο, λέγουν οἱ εἰδικοί, τό θερινό ἀπό τό χειμερινό ἡλιοστάσιο εἶναι ἐκ διαμέτρου ἀντίθετα μεταξύ τους ὡς πρός τήν τροπή τοῦ ἡλίου.
Οἱ δύο αὐτές ἡμέρες τό χρόνο στόν ἀρχαῖο παγανιστικό κόσμο ἦταν συνδεδεμένες καί μέ τό φαινόμενο τῆς Ἡλιολατρίας, τή λατρεία δηλαδή τοῦ ἡλίου ὡς θεοῦ.
Τό φυσικό αὐτό φαινόμενο υἱοθετήθηκε ἀπό τό μεσαιωνικό καί νεότερο ἀποκρυφιστικό χῶρο καί στά πλαίσια μιᾶς ἐσωτεριστικῆς νοηματοδότησής του, συνδέθηκε μέ μύθους καί σύμβολα. Σέ πολλές νεότερες παγανιστικές καί ἀποκρυφιστικές κινήσεις οἱ συγκεκριμένες ἡμερομηνίες, ἔ χουν ξεχωριστή σημασία καί εἶναι ἡμέρες εἰδικῶν λατρευτικῶν καί τελετουργικῶν ἐκδηλώσεων.
Ἐπιπλέον, σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ἐπιχειρήθηκε ἡ παγανιστική καί ἀποκρυφιστική τελετουργική νοηματοδότησή τους, νά συσχετισθεῖ μέ τό χριστιανικό ἑορτολόγιο. Ἐπιχείρησαν κατά τρόπο ἀπολύτως αὐθαίρετο καί ἀνιστόρητο νά παρουσιάσουν καί νά συσχετίσουν θεμελιώδεις βασικές ἑορτές τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου ὡς ἀντιγραφή καί υἱοθέτηση παγανιστικῶν δρωμένων πού ἀντικαταστάθηκαν μέ μιά χριστιανική ἐκδοχή τους. Ἔτσι, ἐνῶ στόν ἀρχαῖο παγανισμό κατά τό χειμερινό ἡλιοστάσιο γεννιέται ἕνας θεός ἤ ἡμίθεος ἤ ἥρωας μέ χαρακτηριστικά σωτήρα, οἱ χριστιανοί, κατά τούς ἰσχυρισμούς τους, υἱοθέτησαν τήν παγανιστική αὐτή δοξασία ἀντικαθιστώντας την μέ τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ νεότερος παγανισμός, ἑλληνικός καί εὐρωπαϊκός στήν ποικιλομορφία τῶν ἐκδοχῶν του δέν παρέλειψε νά συνδυάσει τά ἡλιοστάσια μέ τά δικά του λατρευτικά δρώμενα. Μέχρι σήμερα, δυστυχῶς, σέ ὁλόκληρο τόν εὐρωπαϊκό χῶρο ἐπιβιώνουν σχετικά μέ τίς ἡμέρες τῶν ἡλιοστασίων πλῆθος ἐθίμων, συνηθειῶν καί δοξασιῶν παγανιστικῆς προελεύσεως.
Γιά διάφορες ἀποκρυφιστικές κινήσεις καί κοσμοθεωρίες, τά ἡλιοστάσια δέν εἶναι μόνο φυσικά ἀστρονομικά φαινόμενα. Ἐμπερικλείουν καί ἐνσωματώνουν ἰδιαίτερους συμβολισμούς καί ἐσωτεριστικοῦ τύπου νοημαδοτήσεις καί ἑρμηνεῖες. Ἔτσι, ἐξηγεῖται λ.χ. γιατί ἑορτάζονται σήμερα τό χειμερινό καί τό θερινό ἡλιοστάσιο ἀπό τόν Τεκτονισμό καί γιατί ἀποτελοῦν μαζί μέ τίς Ἰσημερίες, ἑορταστικές ἡμέρες τῶν Τεκτονικῶν Στοῶν.
Ἀντίθετη μέ τήν παγανιστική καί ἀποκρυφιστική προσέγγιση διαφόρων φυσικῶν φαινομένων ὅπως αὐτό, εἶναι ἡ χριστιανική ἀντίληψη. Τά φυσικά φαινόμενα καί οἱ νόμοι τῆς φυσικῆς σχετίζονται μέ τήν πρόνοια, τήν παντοδυναμία, πανσοφία καί τήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ.
Σύμφωνα μέ τή ὀρθόδοξη χριστιανική διδασκαλία, ὅλη ἡ κτιστή δημιουργία, τῶν οὐρανίων σωμάτων συμπεριλαμβανομένων, ἀποκαλύπτει τήν ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ (Ψαλμ. 8, 4. 148, 3. Ἰώβ 9, 7-10. Α΄Κορ. 15, 41), ἐνισχύουν τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων στήν ὕπαρξη τοῦ Ἑνός ἅμα καί Τριαδικοῦ Θεοῦ ὡς Δημιουργοῦ καί Συντηρητοῦ τῆς κτίσεως (Γεν. 15, 5. Δευτερ. 1, 10) καί μαρτυροῦν τήν ἄπειρο σοφία καί παντοδυναμία Του (Ψαλμ. 146, 4. Ἠσ. 40, 26).
Τήν πραγματικότητα αὐτή τή συν οψίζει ἄριστα μιά κορυφαία πατερική προσωπικότητα, ἐκφράζοντας σύμπασα τήν ἐκκλησιαστική πατερική παράδοση, ὁ ἅγιος Γρηγόριος, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Παλαμᾶς: «Ἐγώ δέ οὐ μόνον ὅτι ἔστι δημιουργός κατανοῶ ἐκ τῶν δημιουργημάτων, ἀλλά καί ὅτι εἷς ἐστι καί νοῶ καί ἀποδείκνυμι· πάντα γάρ ὁρῶ μιᾶς καί τῆς αὐτῆς βουλήσεως καί σοφίας καί δυνάμεως δεόμενα γενέσθαι ἐκ μή ὄντων· μία δέ βούλησις ἅμα καί σοφία καί δύναμις μιᾶς φύσεως ἐστιν· εἷς ἄρα τῇ φύσει ὁ δημιουργός Θεός ἡμῶν» (Β΄ Πρός Βαρλαάμ, 25. ΕΠΕ 1, 544).

Ορθόδοξος Τύπος, α.φ. 2028, 27 Ιουνίου 2014

Παρασκευή, Απριλίου 05, 2013

ΠΕΡΙ ΕΛΛΗΝΟΛΑΤΡΙΚΩΝ ΜΥΘΕΥΜΑΤΩΝ ΣΑΛΤΑΟΥΡΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ


ΠΕΡΙ  ΕΛΛΗΝΟΛΑΤΡΙΚΩΝ ΜΥΘΕΥΜΑΤΩΝ
ΣΑΛΤΑΟΥΡΑΣ  ΧΡΗΣΤΟΣ


Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΩΣ ΙΑΣΩΝΟΣ
   Ονομάζεται ο Ιησούς Ιάσων ;
Ορισμένοι  με μεγάλη φαντασία ισχυρίζονται ότι  το όνομα «Ιησούς» είναι Εβραϊκή μορφή του ονόματος «Ιάσων» !!!
Είναι αγράμματοι αυτοί που γράφουν τέτοια παραμύθια. Το όνομα ΙΗΣΟΥΣ είναι εξελληνισμένη μορφή του Εβραϊκού ΓΙΕΧΟΣΟΥΑΧ και όχι Εβραϊκή μορφή του Ελληνικού ΙΑΣΩΝ !
Ιδού η απόδειξη μέσα από την Αγία Γραφή:
-Η Καινή Διαθήκη που γράφτηκε στα Ελληνικά περιέχει τόσο το όνομαΙΗΣΟΥΣόσο και το όνομαΙΑΣΩΝ.
Π.χ:
« Ασπάζονται υμάς Τιμόθεος ο συνεργός μου, και Λούκιος καιΙάσωνκαι Σωσίπατρος οι συγγενείς μου» Ρωμαίους 16:21
« Η χάρις του Κυρίου ημώνΙησούΧριστού μετά πάντων υμών· αμήν.» Ρωμαίους 16:24
Αν το όνομα ΙΗΣΟΥΣ σήμαινε ΙΑΣΩΝ και το αντίστροφο, γιατί ο Απ. Παύλος (και γενικώς η Γραφή) ονομάζει ΠΑΝΤΑ τον Χριστό ΙΗΣΟΥ και ΠΟΤΕ ΙΑΣΩΝ αν και γνώριζε αυτό το Ελληνικό όνομα;
Η απάντηση είναι ότι τα ονόματα ΙΗΣΟΥΣ και ΙΑΣΩΝ δεν έχουν καμία σχέση !
- Η Καινή  Διαθήκη ονομάζειΙΗΣΟΥόχι μόνο τον Χριστό αλλά και τον Εβραίο διάδοχο του Μωυσέως τον υιό του Ναυή.
«Η σκηνή τού μαρτυρίου ήν τοίς πατράσιν ημών εν τή ερήμω, καθώς διετάξατο ο λαλών τώ Μωϋσή ποιήσαι αυτήν κατά τον τύπον ον εωράκει.  ήν και εισήγαγον διαδεξάμενοι οι πατέρες ημών μετάΙησούεν τή κατασχέσει των εθνών ών έξωσεν ο Θεός από προσώπου των πατέρων ημών, έως των ημερών Δαυίδ» Πράξεις 7:44-45.
Το εδάφιοΠράξεις 7:45της Καινής Διαθήκης (που γράφτηκε πρωτοτύπως στα Ελληνικά) επιβεβαιώνει την μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης των Εβδομήκοντα που αποδίδουν ωςΙΗΣΟΥΣτο  Εβραϊκό όνομα (ΓΙΕΧΟΣΟΥΑΧ) του υιού του Ναυή.
Η Καινή Διαθήκη λοιπόν που γράφτηκε Ελληνικά και η Ελληνική μετάφραση του Εβραϊκού κειμένου (Μετάφραση των Εβδομήκοντα) αποδίδουν το Εβραϊκό όνομα ωςΙΗΣΟΥΣ. Δεδομένου μάλιστα ότι η Καινή Διαθήκη διακρίνει τα ονόματα ΙΗΣΟΥΣ/ΙΑΣΩΝ (Ρωμαίους 16:21,24) καταρρίπτεται ο ΜΥΘΟΣ περί δήθεν Ιάσωνος Χριστού !!! Η φαντασία πρέπει να έχει όρια !
ΤΟ  ΟΝΟΜΑ  ΙΗΣΟΥΣ
   ΙΗΣΟΥΣ είναι το όνομα του Χριστού. Το όνομα ΙΗΣΟΥΣ σημαίνει στα Εβραϊκά Ο ΓΙΑΧΒΕ ΣΩΖΕΙ. Το όνομα ΙΗΣΟΥΣ είναι ένα συνηθισμένο Εβραϊκό όνομα. Όμως ο Χριστός δεν έλαβε τυχαία το όνομαΙΗΣΟΥΣ. Ας δούμε τι λέγει η Καινή Διαθήκη:
«και είπεν ο άγγελος αυτή: Μή φοβού, Μαριάμ. εύρες γάρ χάριν παρά τω Θεώ.  και ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν» (Λουκ. 1:30-31). Ο Άγγελος Γαβριήλ λέγει στην Θεοτόκο ότι ο Χριστός θα λάβει το όνομα ΙΗΣΟΥΣ ( =  ο Γιαχβέ σώζει ).
«ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος Κυρίου κατ' όναρ εφάνη αυτώ λέγων: Ιωσήφ υιός Δαυίδ, μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου, το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου.  τέξεται δε υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν, αυτός γάρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθ. 1: 20–21). Ο Άγγελος Κυρίου λέγει στον Ιωσήφ ότι ο Χριστός θα λάβει το όνομα ΙΗΣΟΥΣ,αλλά αναφέρει και τον λόγογια τον οποίο ο Χριστός θα λάβει αυτό το όνομα. Ο Άγγελος Κυρίου λέγει ότι ο Χριστός θα λάβει το όνομα ΙΗΣΟΥΣ ( =  ο Γιαχβέ σώζει) ΔΙΟΤΙ  ΑΥΤΟΣ  ΘΑ  ΣΩΣΕΙ  - «αυτός γάρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθ. 1/α΄  21). Δηλαδή η αιτιολόγηση της απόδοσης του ονόματος ΙΗΣΟΥΣ στον Χριστό  αποδεικνύει ότι ο Χριστός είναι ο Γιαχβέ με σάρκα που ΣΩΖΕΙ τους αμαρτωλούς . Ο Χριστός λοιπόν  έλαβε  το όνομα ΙΗΣΟΥΣ με θεία εντολή και όχι τυχαίως. Αντιθέτως, οι άλλοι Εβραίοι που είχαν το όνομα ΙΗΣΟΥΣ, δεν το είχαν λάβει με θεία εντολή, ούτε με την  αιτιολόγηση ότι αυτοί θα σώσουν τους αμαρτωλούς . Και από τα λόγια του Αγγέλου λοιπόν φαίνεται ότι το όνομα ΙΗΣΟΥΣ σημαίνει Ο ΓΙΑΧΒΕ ΣΩΖΕΙ και όχι ΙΑΣΩΝ !
Η  ΚΑΤΑΓΩΓΗ  ΤΟΥ  ΙΗΣΟΥ
   Οι φαντασιόπληκτοι ελληνολάτρες λέγουν ότι ο Ιησούς είναι Ελληνικής καταγωγής! Αρνούνται την Εβραϊκή (ως ανθρώπου) καταγωγή του Ιησού.
Ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος. Ως Θεός δεν ανήκει σε κανένα έθνος. Ως άνθρωπος κατάγεται από την Εβραϊκή φυλή του Ιούδα και τον οίκο του Δαυίδ.
Η Καινή Διαθήκη λέγει: «Άνδρες αδελφοί, εξόν ειπείν μετά παρρησίας προς υμάς περί τούπατριάρχου Δαυίδότι και ετελεύτησε και ετάφη και το μνήμα αυτού έστιν εν ημίν άχρι της ημέρας ταύτης.  προφήτης ούν υπάρχων, και ειδώς ότιόρκω ώμοσεν αυτώ ο Θεός εκ καρπού της οσφύος αυτού το κατά σάρκα αναστήσειν τον Χριστόν καθίσαι επί τού θρόνου αυτού» (Πράξ. 2: 29-30).
Εδώ ο Απόστολος Πέτρος μας πληροφορεί ότι ο Θεός ορκίστηκε στον Προφητάνακτα Δαυΐδ «εκ καρπού της οσφύος αυτού το κατά σάρκα αναστήσειν τον Χριστόν καθίσαι επί τού θρόνου αυτού». Προκαλώ τους αρνητές της Εβραϊκής καταγωγής Του Χριστού να μας ερμηνεύσουν το εδάφιο αυτό της ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ. Ο λόγος του Απ. Πέτρου είναι σαφής. Ο Χριστός ως άνθρωπος - κατά σάρκα - κατάγεται από τον Προφητάνακτα Δαυίδ. Ο Απ. Πέτρος όταν λέγει για τον Δαυίδ ότι «ώμοσεν αυτώ ο Θεός εκ καρπού της οσφύος αυτού το κατά σάρκα αναστήσειν τον Χριστόν καθίσαι επί τού θρόνου αυτού», έχει υπόψιν του τον 131 Ψαλμό στην Παλαιά Διαθήκη.
Λέγει ο Ψαλμός 131 στο εδάφιο 11:  «ώμοσε Κύριος τώ Δαυίδ αλήθειαν και ου μη αθετήσει αυτήν: εκ καρπού της κοιλίας σου θήσομαι επί τού θρόνου σου».
 «Αλήθειαν λέγω εν Χριστώ, ου ψεύδομαι, συμμαρτυρούσης μοι της συνειδήσεώς μου εν Πνεύματι αγίω, ότι λύπη μοι εστι μεγάλη και αδιάλειπτος οδύνη τη καρδία μου. ηυχόμην γαρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από τού Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα,  οίτινές εισινΙσραηλίται, ων η υιοθεσία και η δόξα και αι διαθήκαι και η νομοθεσία και η λατρεία και αι επαγγελίαι,  ων οι πατέρες,και εξ ων ο Χριστός το κατά σάρκα, ο ών επί πάντων Θεός ευλογητός εις τους αιώνας. αμήν» (Ρωμ. 9: 1-5).
Στο παρόν χωρίο ο Απ. Παύλος λέγει ότι ο Χριστός ως άνθρωπος - κατά σάρκα - κατάγεται από τους Ισραηλίτες. Βλέπε επίσης: «Παύλος, δούλος Ιησού Χριστού, κλητός απόστολος, αφωρισμένος εις ευαγγέλιον Θεού.  ό προεπηγγείλατο διά των προφητών αυτού εν γραφαίς αγίαις περί τού υιού αυτού, τού γενομένου εκ σπέρματος Δαυίδκατά σάρκα,  τού ορισθέντος υιού Θεού εν δυνάμει κατά πνεύμα αγιωσύνης εξ αναστάσεως νεκρών, Ιησού Χριστού τού Κυρίου ημών» (Ρωμ. 1: 1-4).
«Πρόδηλον γάρ ότιεξ Ιούδα ανατέταλκεν ο Κύριος ημών, εις ήν φυλήνουδέν περί ιερωσύνης Μωϋσής ελάλησε» (Εβρ. 7: 14).
«Καί παράγοντι εκείθεν τω Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες: Ελέησον ημάς,υιέ Δαυίδ.  ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί, και λέγει αυτοίς ο Ιησούς: Πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; λέγουσιν αυτώ: Ναί, Κύριε.  τότε ήψατο των οφθαλμών αυτών λέγων: Κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν.  και ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί» (Ματθ. 9: 27-30). Οι τυφλοί ονομάζουν τον Χριστό υιό Δαυΐδ, και Εκείνος δεν τους διορθώνει.
          «Και είπεν ο άγγελος αυτή: Μή φοβού, Μαριάμ. εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ.  και ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν.  ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνονΔαυίδ τού πατρός αυτού,  και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος»  (Λουκ. 1: 30–33). Ο Άγγελος Γαβριήλ ονομάζει τον Δαυίδ ΠΑΤΕΡΑ του Χριστού.
 «Έρχεται γυνή εκ της Σαμαρείας αντλήσαι ύδωρ. λέγει αυτή ο Ιησούς: Δός μοι πιείν.  οι γάρ μαθηταί αυτού απεληλύθεισαν εις την πόλιν, ίνα τροφάς αγοράσωσι.  λέγει ούν αυτώ η γυνή η Σαμαρείτις: Πώς συΙουδαίος ωνπαρ' εμού πιείν αιτείς, ούσης γυναικός Σαμαρείτιδος;»          (Ιωάνν. 4: 7-9).
«Λέγει αυτώ η γυνή: Κύριε, θεωρώ ότι προφήτης εί συ.  οι πατέρες ημών εν τώ όρει τούτω προσεκύνησαν. καιυμείς λέγετεότι εν Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος όπου δει προσκυνείν.  λέγει αυτή ο Ιησούς: Γύναι, πίστευσόν μοι ότι έρχεται ώρα ότε ούτε εν τώ όρει τούτω ούτε εν Ιεροσολύμοις προσκυνήσετε τώ Πατρί.  υμείς προσκυνείτε ό ουκ οίδατε,ημείς προσκυνούμεν ό οίδαμεν. ότι η σωτηρία εκ των Ιουδαίων εστίν» (Ιωάνν. 4: 19-22).
Ο Χριστός λέγει ότι η Σωτηρία προέρχεται από τους Ιουδαίους. Και ερωτώ, είναι δυνατόν ο Σωτήρας Χριστός να μην ανήκει στην φυλή από την οποία προέρχεται η Σωτηρία;;; Ολόκληρος ο διάλογος του Χριστού με την Σαμαρείτιδα είναι διαφωτιστικός. Η γυναίκα αποκαλεί τον Χριστό Ιουδαίο και Αυτός δεν την διορθώνει. Η Σαμαρείτιδα αντιμετωπίζει τον Χριστό ως Ιουδαίο, «υμείς λέγετε ότι εν Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος όπου δεί προσκυνείν», ΕΣΕΙΣ (δηλαδή οι Ιουδαίοι) λέγετε ότι  πρέπει στα Ιεροσόλυμα να λατρεύεται ο Θεός. (Σημ: Οι Ιουδαίοι υποστήριζαν ότι μόνο στον Ναό του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ πρέπει να λατρεύεται ο Θεός. Αντίθετα οι Σαμαρείτες λάτρευαν τον Θεό στο όρος Γαριζίν). Ο Χριστός απαντά στην Σαμαρείτιδα ως Ιουδαίος, «ημείς προσκυνούμεν ό οίδαμεν: ότι η σωτηρία εκ των Ιουδαίων εστίν»,  ΕΜΕΙΣ λέγει ο Χριστός (δηλαδή οι Ιουδαίοι).
Επίσης η Καινή Διαθήκη μας λέγει τα εξής: «Εισήλθεν ουν εις το πραιτώριον πάλιν ο Πιλάτος και εφώνησε τον Ιησούν και είπεν αυτώ: Σύ εί ο βασιλεύς των Ιουδαίων;  απεκρίθη αυτώ ο Ιησούς: Αφ' εαυτού συ τούτο λέγεις ή άλλοι σοι είπον περί εμού;  απεκρίθη ο Πιλάτος: Μήτι εγώ Ιουδαίός ειμι; το έθνος το σον και οι αρχιερείς παρέδωκάν σε εμοί. τι εποίησας;» (Ιωάνν. 18: 33-35). Ο Πιλάτος λέγει στον Ιησού: ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΣΕ ΠΑΡΕΔΩΚΑΝ ΣΕ ΕΜΕΝΑ. Από τα λόγια λοιπόν του Πιλάτου βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Χριστός είναι ΟΜΟΕΘΝΗΣ των Εβραίων που Τον παρέδωκαν στον Πιλάτο.
«Μη δοκείτε ότι εγώ κατηγορήσω υμών προς τον πατέρα. έστιν ο κατηγορών υμών Μωϋσής, εις ον υμείς ηλπίκατε. ει γάρ επιστεύετε Μωϋσεί, επιστεύετε αν εμοί. περί γάρ εμού εκείνος έγραψεν. ει δε τοίς εκείνου γράμμασιν ου πιστεύετε, πώς τοίς εμοίς ρήμασι πιστεύσετε;» (Ιωάνν. 5: 45-47).
Ο Χριστός λέγει ότι ο Μωϋσής έχει προφητεύσει γραπτώς την έλευσή Του. Το ίδιο αναφέρει στην απολογία του και ο πρωτομάρτυρας Στέφανος. «ούτός εστιν ο Μωϋσής ο ειπών τοις υιοίς Ισραήλ: προφήτην υμίν αναστήσει Κύριος ο Θεός υμών εκ των αδελφών υμών ως εμέ. αυτού ακούσεσθε». (Πράξ. 7: 37).
Το ίδιο λέγει και ο Απ. Πέτρος: «Μωϋσής μέν γάρ προς τους πατέρας είπεν ότι προφήτην υμίν αναστήσει Κύριος ο Θεός υμών εκ των αδελφών υμών ως εμέ. αυτού ακούσεσθε κατά πάντα όσα αν λαλήση προς υμάς. έσται δε πάσα ψυχή, ήτις εάν μη ακούση τού προφήτου εκείνου, εξολεθρευθήσεται εκ τού λαού» (Πράξ. 3: 22-23).
Ο Μωϋσής προφητεύει στους Εβραίους και τους λέγει ότι ο Χριστός θα κατάγεται από αυτούς, «προφήτην εκ των αδελφών σου ως εμέ αναστήσει σοι Κύριος ο Θεός σου, αυτού ακούσεσθε  κατά πάντα, όσα ητήσω παρά Κυρίου τού Θεού σου εν Χωρήβ τη ημέρα της εκκλησίας λέγοντες: ου προσθήσομεν ακούσαι την φωνήν Κυρίου τού Θεού σου και το πύρ τούτο το μέγα ουκ οψόμεθα έτι, ουδέ μη αποθάνωμεν. και είπε Κύριος προς με: ορθώς πάντα όσα ελάλησαν προς σε:  προφήτην αναστήσω αυτοίς εκ των αδελφών αυτών, ώσπερ σε, και δώσω τα ρήματα εν τώ στόματι αυτού, και λαλήσει αυτοίς καθ ότι αν εντείλωμαι αυτώ.  και ο άνθρωπος, ος εάν μη ακούση όσα αν λαλήση ο προφήτης εκείνος επί τώ ονόματί μου, εγώ εκδικήσω εξ αυτού»  (Δευτ. 18: 15-19).
          Η Μητέρα Του Χριστού είναι Εβραϊκής καταγωγής. Το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον μας πληροφορεί ότι η Αειπάρθενος είναι συγγενής της Ελισάβετ η οποία είναι απόγονος των θυγατέρων του Ααρών.  «Εγένετο εν ταις ημέραις Ηρώδου τού βασιλέως της Ιουδαίας ιερεύς τις ονόματι Ζαχαρίας εξ εφημερίας Αβιά,και γυνή αυτώ εκ των θυγατέρων Ααρών, και το όνομα αυτής Ελισάβετ» (Λουκ. 1: 5), «είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον: Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;  και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή: Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι. διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού.  και ιδού Ελισάβετ  η συγγενής σουκαι αυτή συνεληφυία υιόν εν γήρει αυτής, και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τή καλουμένη στείρα.» (Λουκ. 1: 34-36).
Στο Λουκ. 1: 55,η Θεοτόκος συγκαταλέγει τον εαυτό της στους απογόνους του Αβραάμ του  γενάρχη των Εβραίων. «αντελάβετο Ισραήλ παιδός αυτού, μνησθήναι ελέους,  καθώς ελάλησε προς τουςπατέρας ημών, τώ Αβραάμ και τώ σπέρματι αυτούεις τον αιώνα».
Οι ονομασίες Γαλιλαίος και Ναζωραίος δεν αναιρούν την Εβραϊκή καταγωγή του Ιησού Χριστού, όπως οι ονομασίες Μακεδών για τον Μέγα Αλέξανδρο και Μιλήσιος για τον Θαλή δεν αναιρούν την Ελληνική καταγωγή των εν λόγω προσώπων.
Ο ΜΥΘΟΣ ΠΕΡΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΑΜΑΛΗΚΙΤΩΝ
   Οι μυθομανείς Ελληνολάτρες στην προσπάθειά τους να εξάψουν το φυλετικό μίσος των Ελλήνων ενάντια στους Εβραίους παρουσιάζουν ως Έλληνες τους νικηθέντας από τους Εβραίους ΑΜΑΛΗΚΙΤΕΣ !!!
Δεν διστάζουν ναΝΟΘΕΥΣΟΥΝχωρίς φόβο Θεού το κείμενο των Εβδομήκοντα γράφοντας την λέξη ΑΜΑΛΗΚ ως ΑΜΑΛΥΚ και με ένα παρανοϊκό σόφισμα λέγουν ότι οι «ΑΜΑΛΥΚΙΤΕΣ» είναι οι Έλληνες της ΛΥΚΙΑΣ !!!
Όμως ιδού τι λέγει η Γραφή για την καταγωγή των ΑΜΑΛΗΚΙΤΩΝ :
ΓΕΝΕΣΗ 36:10-12« και ταύτα τα ονόματα των υιών Ησαύ· Ελιφάς υιος Αδάς γυναικός Ησαύ και Ραγουήλ υιος Βασεμάθ γυναικός Ησαύ.  εγένοντο δε Ελιφάς υιοί· Θαιμάν, Ωμάρ, Σωφάρ, Γοθώμ και Κενέζ·  Θαμνά δε ην παλλακή Ελιφάς του υιού Ησαύ και έτεκε τω Ελιφάς τον Αμαλήκ»·
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή οι ΑΜΑΛΗΚΙΤΕΣ είναι απόγονοι του ΗΣΑΥ του αδελφού του ΙΑΚΩΒ και γιού του ΙΣΑΑΚ, δηλαδή απόγονοι του Αβραάμ ο οποίος με την σειρά του είναι απόγονος του ΣΗΜ του υιού του Νώε.ΣΗΜΙΤΙΚΗΣ καταγωγής λοιπόν οι ΑΜΑΛΗΚΙΤΕΣ. Οι Έλληνες της Λυκίας ήταν Σημίτες;;; Όχι. Εκεί όμως που σταματάει η λογική αρχίζει η Ελληνολατρική παράνοια !!!


Read more:http://www.egolpion.com/ellinilatrika_muthevmata.el.aspx#ixzz2PXSeq6pL

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...