Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστιανική Ηθική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστιανική Ηθική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 17, 2016

Όταν τελούσαμε μέσα στην καθημερινότητα το μυστήριο της ''Θείας Ευχαριστίας''.


 Η προς μητρός μάμμη μου, αρχόντισσα κτηματίας στη Λοκρίδα, κάθε φθινόπωρο μετά τη συγκομιδή, άνοιγε το μυστικό προσωπικό της σεντούκι, έβγαζε το νυφικό της και το σιδέρωνε. Ήταν αυτό που κατ’ επιθυμίαν της θα την κάλυπτε και νεκρή. Μέσα στο σεντούκι είχε και δύο μικρά μπουκαλάκια. Το ένα με λάδι, το άλλο με κρασί. Τα άδειαζε στο νεροχύτη και τα γέμιζε με προϊόντα της νέας σοδειάς. Ήταν οι μέλλουσες χοές της. Οι προσφορές κατά την ώρα της ταφής.

 Αυτή η ίδια μακάρια γριούλα μας είχε μάθει να μην πετάμε τη φέτα, το ψωμί με λάδι ή με ζάχαρη που μας έδινε, όταν βγαίναμε στο δρόμο για παιχνίδι. Έπρεπε, όταν χορταίναμε και δεν θέλαμε άλλο, να ανεβαίνουμε με προσοχή στη μάντρα ή στα κεραμίδια της αποθήκης και να αφήνουμε το κομμάτι το ψωμί για να το φάνε τα πετεινά του ουρανού. Πριν το ακουμπήσουμε στη μάντρα έπρεπε να το ασπαστούμε.

 Αυτές οι μικρές τελετές ευσέβειας με ακολουθούν έως σήμερα και με παρηγορούν μέσα στο χαώδη κόσμο, τον σκόρπιο, τον ανερμάτιστο που ζούμε.
Αυτές οι δύο συνταρακτικές στη σοφία τους και στην απλότητά τους τελετές ερμηνεύουν το ήθος μιας άλλης γενιάς, αλλά ταυτόχρονα αποτελούν πρότυπα βίου στον απορφανεμένο κόσμο μας.

Ο κόσμος που ζούμε προσβάλλει τη δημιουργία, καταστρατηγεί τους βασικούς νόμους της ζωής και της φύσης και συνεχώς παρεμβαίνει ανατρέποντας την ισορροπία.
Κι αυτό γιατί έχει καταληφθεί από το δαίμονα της αδηφαγίας, της λαιμαργίας. Ο κόσμος μας είναι ένας κόσμος ηδονής, χωρίς αγάπη. Ένας κόσμος λαγνείας, χωρίς έρωτα. Ένας κόσμος που εξαντλεί την ευφυΐα του για να φτιάνει μηχανές σπατάλης.
Έλειψε το λειτουργικό ήθος, η εκκλησιαστική ενοριακή αγαπητική σχέση, η μέθεξη, η συγγνώμη και η μετάνοια.

Δεν υπάρχει ευχαριστία.

Όταν ασπαζόμαστε το κομμάτι του ψωμιού και το αφήναμε στα πουλιά, αυτό κάναμε∙ τελούσαμε μέσα στην καθημερινότητα το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Τιμούσαμε τον δημιουργό μέσα στα αγαθά που μας δώρισε.
Αισθανόμαστε πως η ύλη είναι δώρο ζωής και την ευλαβούμαστε.

Ο κόσμος σήμερα φοβάται το θάνατο. Τρέχει, ιδρώνει, διαγκωνίζεται, αλληλοϋπονομεύεται, σκοτώνει γιατί φοβάται το θάνατο. Θανατώνοντας τον άλλο, έστω και ψυχικά ή συμβολικά, έχει την ψευδαίσθηση ότι ξεφεύγει από το μοιραίο. Αισθάνεται το θάνατο ως τείχος, ως εμπόδιο αξεπέραστο. Θαρρεί πως ο θάνατος είναι το τέρμα.
Δεν μπορεί να συνηθίσει στην ιδέα του μηδενός, γιατί νομίζει πως η ζωή οδηγείται στο μηδέν και παλεύει να αποφύγει την εκμηδένιση.

Η μακάρια γριούλα ήξερε την αλήθεια. Είχε συμβιβαστεί με το θάνατο, γιατί πίστευε στην ανάσταση.Ετοιμαζόταν για την αποδημία γιορτάζοντας και προσέφερε ως θυσία αινέσεως την προκοπή του οίκου της.

Όταν ο κόσμος δεν σέβεται τη δημιουργία και τη σπαταλά, όταν δεν αισθάνεται την ανάγκη να ευχαριστήσει για τη φύση που μας δωρήθηκε, όταν φοβάται το θάνατο και τον αποφεύγει λερώνοντας τη ζωή, εξαγοράζοντάς τη με φθηνά μέσα, η ανθρωπότητα ακυρώνει το λόγο υπάρξεώς της.

Ζούμε σε μιαν εποχή ματαιώσεων, ακυρώσεων, προδοσιών, συνωμοσιών, αχαριστίας και φόβου θανάτου.
Δεν υπάρχει λοιπόν ελπίδα;
Όταν περισσεύει τόση απελπισία, τόσος υπαρξιακός πανικός, τόσος καταναλωτικός θάνατος, φαίνεται να απέλιπε η ελπίδα.
Αλλά δεν είναι αλήθεια. Η ελπίδα δεν είναι ούτε ο ορθολογισμός της αλαζονικής επιστήμης, ούτε τα κηρύγματα των ηθικολόγων, ούτε τα συστήματα της φιλοζοφίας.

Η ελπίδα είναι το ήθος της γριούλας μάμμης μου. Είναι η ορθόδοξη ευσέβεια, η αδογμάτιστη, η απέριττη, η ταπεινή, τα μικρά θαύματα της καθημερινότητας, τα τρυφερά αγγίγματα της ανοχής, οι ώρες της αγάπης, της πλησμονής, της ευχαριστίας.

Και ξέρουμε ότι υπάρχουν τέτοιες ανθρώπινες στιγμές όπου επικρατεί η χάρις και η χαρά, όπου ο θάνατος αποτάσσεται και μας πλημμυρίζει το χαροποιό πένθος. Όταν τιμάμε τη δημιουργία και προσδοκώμεν την άλλη ζωή ως αυτονόητο δώρο και έρωτα επιστροφής, ως νοσταλγία παραδείσου.

Άσωτοι είμαστε, πλάνητες και φυγάδες θεόθεν, η ατραπός της επιστροφής στο αιώνιο είναι εδώ στην άκρη της ματιάς μας. Εκζητούντες τον Κύριον ουκ έλαττωθησόμεθα παντός αγαθού.


Κώστας Γεωργουσόπουλος
(Ελλάδα και Πολιτισμός, Ι. Μ. Κουτλουμουσίου, 1995)


Τετάρτη, Δεκεμβρίου 11, 2013

Ὁ κόσμος στὸν δρόμο του




Ὁ κόσμος στὸν δρόμο του. Δὲν γίνεται πιὰ μεταστροφή


Πολλοὶ ἀναγνῶστες μοῦ γράφουνε, παρακαλώντας με, καὶ μάλιστα ξορκίζοντάς με, νὰ γράψω γιὰ νὰ χτυπήσω τὴν ἀνηθικότητα, ποὺ δέρνει τὴν κοινωνία, πρὸ πάντων τὴ νεολαία, καὶ ποὺ «τὴ σερβίρουν τὰ σινεμά», ὅπως μοῦ γράφουνε. Φωνάζουνε: «Ὑψώσετε τὴ φωνή σας!». Ἕνας σπουδαστής μοῦ γράφει ἀπὸ τὴν Ἀγγλία: «Μὴ σταματήσετε αὐτὸν τὸν ὡραῖον ἀγώνα, μὴν πτοηθῆτε ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις. Ὑπάρχουν βέβαια πολλοὶ ἀντίπαλοι, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ θαυμαστὲς τοῦ ὡραίου σας ἔργου. Σᾶς χρειαζόμαστε γιὰ νὰ δώσετε φτερὰ στὶς καρδιές μας, ποὺ εἶναι γεμάτες κενὸ καὶ ἀπαισιοδοξία».

Καημένοι ἄνθρωποι, πόση σημασία δίνετε στὸ πρόσωπό μου καὶ σ’ αὐτὰ ποὺ γράφω! Τί φωνὴ νὰ ὑψώσω, ποὺ εἶναι βραχνιασμένη καὶ ἀδύνατη, καὶ χάνεται μέσα στὸν κυκεώνα τῆς σημερινῆς ζωῆς; Ὄχι φωνή, ἀλλὰ καὶ τ' ἀστροπελέκι νὰ κρατᾶ στὰ χέρια του κανένας σήμερα, καὶ νὰ τὸ σφενδονίζει γιὰ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους ν' ἀλλάξουνε δρόμο, πάλι τίποτα δὲν θὰ κάνει. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γιάννης ὁ Πρόδρομος, τὸ ἐρημοπούλι τῆς ἐρήμου, ποὺ τὸν φοβόντανε οἱ ἁμαρτωλοί, γιατί τοὺς ἔλεγε «γεννήματα ἐχιδνῶν», κι αὐτὸς μάταια φώναζε. Ἡ φωνὴ του χανότανε μέσα στὴν ἔρημο, «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ». Καὶ πότε; Τὸν καιρὸ ποὺ ὑπήρχανε ἀκόμα κάποια αὐτιὰ νὰ τὸν ἀκούσουνε, κι ἁπλὲς καρδιὲς γιὰ νὰ τὸν καταλάβουνε. Ὄχι ἐμεῖς ποὺ χρειαζόμαστε δασκάλεμα, καὶ ποὺ ἔχουμε τόσα στὴν καμπούρα μας! Πῶς νὰ γίνουμε δάσκαλοι γιὰ τοὺς ἄλλους; Γεμίζουμε χαρτιὰ μὲ μυριάδες λόγια, μὰ τί τὸ ὄφελος; Ὁ κόσμος τραβᾶ τὸν δρόμο του καὶ δὲν σκοτίζεται ἀπὸ κηρύγματα. Κι ἂν δώσει προσοχὴ καὶ κανένας στὰ γραψίματά μας, μπορεῖ νὰ θυμώσει ποὺ χαλάσαμε τὴν ἡσυχία του, καὶ νὰ πεῖ πὼς εἴμαστε ὑποκριτές, ψευτογιασμένοι, κουκουβάγιες ποὺ βγαίνουνε ἀπὸ τὰ χαλάσματα τοῦ παλιοῦ καιροῦ. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι εἶναι τέτοιοι, ποὺ μήτε τὸ κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ δὲν θὰ ’κανε τίποτα.

Λοιπόν, ἂς τὸ πάρουμε ἀπόφαση. Τὸ κακὸ δὲν περιορίζεται πιὰ μὲ τίποτα, μὲ κανένα τρόπο, μὲ καμμιὰ δύναμη. Ὅσοι μιλοῦνε καὶ γράφουνε γιὰ νὰ φέρουνε στὸν ἴσιο δρόμο τοὺς πολλοὺς ποὺ ξεστρατίσανε, ἂς ξέρουμε πὼς δέρνουνε τὸν ἀγέρα, εἶναι «ἀέρα δέροντες», ποὺ ἔλεγε καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Καὶ ἅγιος νὰ εἶναι αὐτός, ποὺ συμβουλεύει, πάλι δὲν θάβρει αὐτιὰ γιὰ ν' ἀκούσουνε τὴ φωνή του, ὄχι ἄνθρωποι σὰν ἐμᾶς, ποὺ ἔχουμε οἱ ἴδιοι ἀνάγκη ἀπὸ δασκάλεμα.

Ναί, ὁ κόσμος δὲν ἀλλάζει πορεία. Ἂς μὴν περιμένουμε πιὰ τίποτα καλύτερο, θὰ πηγαίνουμε ὁλοένα στὰ χειρότερα. Ἀνήφορος πιὰ δὲν ὑπάρχει. Μοναχὰ κατήφορος. Ὅσοι ἔχουνε μέσα τους τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, αὐτοὶ οἱ λίγοι θ' ἀπομείνουνε, «τὸ μικρὸν ποίμνιον» ποὺ εἶπε ὁ Χριστός. Κι ἂν γράφουμε, γι' αὐτοὺς γράφουμε καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους τους ἑαυτούς μας ποὺ κιντυνεύουμε νὰ ἁρπαχτοῦμε ἀπὸ τὰ δίχτυα ποὺ ’ναι μπλεγμένοι ἐκεῖνοι ποὺ θέλουμε νὰ δασκαλέψουνε. Γιὰ νὰ καθόμαστε ἀνύσταχτοι.

"Ὅσοι εἶναι αἰσιόδοξοι γιὰ τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας, βλέπουνε μὲ ἄλλα μάτια τὸν κόσμο, ἀπ’ ὅ,τι τὸν βλέπομε ἐμεῖς. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ γκρινιάρηδες, οἱ Ἱερεμίες, οἱ Κασσάντρες, καὶ γι' αὐτὸ ὁ κόσμος μᾶς ὀχτρεύεται. Κι ἔχει δίκιο. Ὁ καθένας νοιώθει διαφορετικὰ τὴ ζωή, τὴ χαρά, τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ λέμε πὼς δὲν πᾶνε καλά, ὁ σημερινὸς κόσμος εἶναι ὁ πιὸ θαυμάσιος, ἡ σημερινὴ ζωὴ εἶναι ἡ πιὸ καλύτερη κι ἡ πιὸ βλογημένη ἀπὸ ὅλες ποὺ πέρασε ὁ ἄνθρωπος. Ἡ σημερινὴ νεολαία εἶναι μεθυσμένη ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ λέμε ἐμεῖς «ἀνηθικότητα», καὶ ποὺ αὐτὴ τὸ λέγει «ἐλευθερία». Τί κάθεσαι λοιπὸν ἐσὺ καὶ τσαμπουρνίζεις μὲ τὴν ἠθική σου; Γι' αὐτοὺς εἶναι τὸ πιὸ μεγάλο χάρισμα ἡ ἀνηθικότητα, καὶ μποροῦνε νὰ σκοτώσουνε ἐκεῖνον ποὺ χτυπᾶ τὴν «ἐλευθερία» τους. Αἰῶνες ἀγωνιζότανε ὁ ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ μπορέσει νὰ τὴν ἀποχτήσει. Καὶ τώρα ποὺ τὴν ἔκανε χτῆμα του, νὰ τὴν ἀφήσει γιὰ τὴν παλαιοντολογικὴ ἠθική μας;

Ποτὲ δὲν μίσησε ἄνθρωπος τὸν ἄνθρωπο τόσο πολύ, ὅσο στὸν καιρό μας. Καὶ τὸν μίσησε στ' ὄνομα αὐτῆς τῆς «ἐλευθερίας», ποὺ λέγει πὼς εἶναι τὸ πολύτιμο ἀπόχτημα τῆς ἐποχῆς μας. Μισημένες εἶναι οἱ ἠθικὲς κουκουβάγιες κι οἱ χριστιανικὲς μοιρολογῆστρες. Ποτὲ ὁ χριστιανὸς δὲν μισήθηκε ὅσο σήμερα, οὔτε ἐπὶ Νέρωνα.

Ποῦ ν' ἀκούσουνε οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ μας κουβέντα γιὰ Θεό, γιὰ ψυχή, γιὰ ἄλλη ζωή! Ἡ ψυχὴ τους ἔχει παραμορφωθεῖ ὁλότελα ἀπὸ τὶς κάθε λογῆς ἀνοησίες ποὺ βλέπουμε στὸν κινηματογράφο. Ἡ ταινία ποὺ δὲν ἔχει μέσα της πολλὴ ἀνοησία, δὲν γνωρίζει ἐπιτυχία. Ἀνοησία, καὶ ἀκαλαισθησία, αὐτὰ τὰ δύο βασιλεύουνε σήμερα. Εἶναι ἀπίστευτο τὸ τί ἀκούγει κανένας γιὰ ἀστεῖα στὶς συναναστροφὲς ποὺ κάνουνε οἱ νέοι. Κρυόμπλαστα, ἀσυναρτησίες, μωρολογίες. Χάθηκε ἀπ’ αὐτοὺς κι ἡ πιὸ συνηθισμένη ἐξυπνάδα. Τὰ καημένα τὰ παιδιά, παίρνουνε ἀφορμὴ ἀπὸ ἕνα τίποτα, γιὰ νὰ χαχανίσουνε. Τὰ δέρνει ἡ ἀμηχανία κι ἡ βαρυεστημάρα κι αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ τὰ κάνει νὰ χοροπηδᾶνε σὰν τρελλά, νὰ τσακίζουνε ὅ,τι βροῦνε μπροστά τους, νὰ τὰ βάζουνε μὲ ἀνύποπτους ἀνθρώπους. Γι' αὐτὰ τὰ πλάσματα ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνα ἀνιαρὸ πράγμα δίχως σκοπό, δίχως ἀληθινὴ χαρά, δίχως ἁγνὸν ἐνθουσιασμό.

Ποιὸς φταίγει γι' αὐτὴ τὴν κατάσταση; Ὅλοι μας. Ὅλοι συνεργήσαμε γιὰ νὰ καταντήσει ἡ ζωὴ ἔτσι ποὺ κατήντησε. Ὅλοι δουλέψαμε γιὰ νὰ χτισθεῖ τοῦτος ὁ τερατώδικος πύργος τοῦ Βαβέλ. Ἄλλοι κουβαλήσανε γιὰ πέτρες τὶς πετρωμένες καὶ ἀναίσθητες καρδιές τους, ἄλλοι κουβαλήσανε λάσπη ἀπὸ τὰ κατάβαθά τους ποὺ φωλιάζουνε τὰ βρωμερὰ πάθη. Ἐκεῖνος ὁ παλιὸς πύργος τοῦ Βαβὲλ ρήμαξε κι ἐξαφανίσθηκε. Μὰ τοῦτος θὰ στέκεται ἀσάλευτος, κι οἱ ἄνθρωποι ὁλοένα θὰ τὸν κάνουνε πιὸ ψηλόν, μὲ σκοπὸ νὰ χτυπήσουνε τὸν Θεό.

Ἐσεῖς ποὺ θλιβόσαστε καὶ πονᾶτε γι' αὐτὴ τὴν κατάσταση, καλὰ κάνετε νὰ λυπόσαστε, μὰ μὴν ὀνειρευόσαστε πὼς θάρθουνε καλύτερες μέρες γιὰ τὸν κόσμο. Ὁ κόσμος τρέχει σὰν τρελλός. Κατὰ μὲν τὴ δική του γνώμη ἀνηφορίζει στὸν θρίαμβο, κατὰ δὲ τὴ δική σας γνώμη κατηφορίζει στὰ τάρταρα καὶ στὸν χαμό. Ποιὸς ἀπὸ τοὺς δύο ἔχει δίκιο, μοναχὰ ὁ Θεὸς τὸ γνωρίζει. Αὐτὸ τὸ τρέξιμο δὲν θὰ πάψει ὡς τὴν τελευταία μέρα, ποὺ θὰ λάμψει ἡ ἀλήθεια καὶ θὰ δικαιωθοῦνε ὅσοι τὴν πιστέψανε σωστά, καὶ μαρτυρήσανε γι' αὐτὴ καὶ ἐμπαιχτήκανε γι' αὐτή.

Ἴσως νάρχεται κιόλας ὁ Ἀντίχριστος. Τὰ σημεῖα καὶ τὰ τέρατα ποὺ προφητεύτηκε πὼς θὰ κάνει ἀρχίσανε νὰ φανερώνουνται. Ἡ ἐπιστήμη βασιλεύει κι ἡ ἀθεΐα βασιλεύει μαζί της.

Μία βροντερὴ φωνὴ ἀκούγεται ἀπὸ πάνω, μὰ τὴν ἀκοῦνε μόνο ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουνε αὐτιὰ γιὰ νὰ τὴν ἀκούσουνε. Καὶ λέγει: «Νά, ἔρχομαι σὰν τὸν κλέφτη. Καλότυχος ἐκεῖνος ποὺ ξαγρυπνᾶ καὶ βαστᾶ καθαρὰ τὰ φορέματά του. Ὁ καιρὸς εἶναι κοντά. Ὁ ἄδικος ἂς ἀδικήσει ἀκόμα, κι ὁ βρωμερὸς ἂς βρωμισθεῖ ἀκόμα, κι ὁ δίκαιος ἂς κάνει δικαιοσύνη ἀκόμα, κι ὁ ἅγιος ἂς ἁγιάσει ἀκόμα. Νά, ἔρχομαι γρήγορα!».
\\\

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 04, 2013

ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΕΙΡΩΝΕΥΟΝΤΑΙ;

  Ὅταν μᾶς εἰρωνεύονται
Ὅταν μᾶς εἰρωνεύονται οἱ ἄλλοι, ὄχι γιὰ λάθη ποὺ κάναμε, ἀλλὰ γιατὶ ἐκκλησιαζόμαστε ἀνελλιπῶς, γιατὶ ἔχουμε πολλὰ παιδιά, γιατὶ «πηγαίνουμε μὲ τὸ σταυρὸ στὸ χέρι», γιατὶ νηστεύουμε καὶ τὰ ὅμοια, δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ λυπούμαστε. Συνήθως παίρνουμε στάση ἄμυνας. Δὲν τοὺς ἀνεχόμαστε νὰ λένε σὲ βάρος μας πικρόλογα.

Ἡ ὑποτιμητική τους συμπεριφορὰ πρὸς ἐμᾶς πάρα πολὺ μᾶς στοιχίζει. Ἄλλα παθήματα τὰ ὑπομένουμε εὐκολότερα, ἀλλὰ τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου δὲν μποροῦμε νὰ τὶς ἀντέξουμε. Ἀλλὰ γιατί δυσκολευόμαστε νὰ ὑπομείνουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου; Διότι ἐρεθίζουν τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας, τὸ πιὸ βαθύρριζο πάθος ποὺ φωλιάζει στὶς καρδιές μας. Θέλουμε νὰ προστατεύσουμε τὴν τιμή μας. Κάνουμε ὅ,τι περνάει ἀπὸ τὸ χέρι μας γιὰ νὰ μὴν πέσει τὸ κύρος μας. Κάποιες φορὲς προχωροῦμε καὶ στὴν ἀντεπίθεση. Προσπαθοῦμε νὰ βάλουμε στὴ θέση τους αὐτοὺς ποὺ μᾶς προσέβαλαν. Ἀλλὰ μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν νίκες οἱ θυμώδεις ἀντιδράσεις μας στὰ πικρόλογα τῶν ἄλλων;

Ὅταν ἀντιδροῦμε ἀπὸ ἐγωισμὸ ἢ ἀπὸ πληγωμένη φιλαρέσκεια, δὲν εἴμαστε νικητές, ἀλλὰ ἡττημένοι. Πνευματικῶς ὠφελούμαστε περισσότερο, ἂν μάθουμε νὰ ὑπομένουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου. Τότε ἀποκομίζουμε μεγάλη ὠφέλεια. Πρωτίστως διότι ἐλευθερωνόμαστε ἀπὸ τὸ βασανιστικὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας. Τὸ πάθος αὐτὸ θέλει νὰ ἀκούει συνεχῶς ἐπαίνους. Ἀλλὰ οἱ ἔπαινοι δὲν τὸ θεραπεύουν. Ἀπεναντίας τὸ τρέφουν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φουντώνει ἀκόμη περισσότερο.



Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἀπὸ τὴν πλουσιότατη πείρα του μᾶς προτρέπει νὰ δεχόμαστε μὲ εὐχαρίστηση τοὺς «καυτῆρες» τῶν ὀνειδισμῶν ὡς φάρμακο καὶ γιατρικὸ γιὰ τὴν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς μας. Διότι οἱ ὀνειδισμοὶ μᾶς ἐξαγνίζουν. Ὅσο καλὸ καὶ καρποφόρο καὶ παχὺ κι ἂν εἶναι τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς, ὅταν τοῦ λείπει τὸ πότισμα μὲ τὸ νερὸ τῆς ἀτιμίας, θὰ χορταριάσει καὶ θὰ βλαστήσει ἀγκάθια ὑπερηφανείας, πορνείας καὶ ἀφοβίας (Λόγος Δ΄ 24). Οἱ τιμὲς καὶ τὰ ἐγκώμια αὐξάνουν τὴ χολὴ τῶν παθῶν (Λόγος Δ΄ 103). Ἀντὶ νὰ μᾶς κάνουν καλύτερους, μᾶς κάνουν χειρότερους. Ἐνῶ οἱ παρατηρήσεις, οἱ ταπεινώσεις καὶ οἱ ἐξουθενώσεις τῶν ἄλλων καθαρίζουν τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὰ πάθη. Ἐπίσης, ὅταν ὑπομένουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου, γινόμαστε μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ μαθητεύουμε στὸ Πάθος τοῦ Κυρίου μας.

Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ὀνειδίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ ὀνειδιζόμαστε κι ἐμεῖς. «Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ' ἐμέ» (Ψαλμ. ξη΄ 10). Ἐφόσον ὁ Χριστὸς διώχθηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ διωκόμαστε κι ἐμεῖς. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰω. ιε΄ 20). Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ὑβρίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ ὑβριζόμαστε κι ἐμεῖς. Οἱ γλῶσσες τοῦ κόσμου δὲν θὰ σταματήσουν νὰ εἰρωνεύονται. Ἀλλὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὰ εἰρωνικὰ σχόλιά τους δὲν λογίζονται ὡς ὕβρεις, ἀλλ' ὡς παράσημα.
Στὴν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα δὲν θὰ μετρήσουν ὡς εἰρωνεῖες, ἀλλ' ὡς διάσημα. Θὰ γίνουν ὁ φωτοστέφανος μὲ τὸν ὁποῖο θὰ στεφανώσει ὁ ἀγωνοθέτης Κύριος τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ ἀγώνα.

Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος θεολόγος προτρέπει νὰ τρέχουμε στοὺς ὀνειδισμούς, ὅπως τρέχουν τὰ διψασμένα ἐλάφια στὶς πηγὲς τῶν ὑδάτων. «Ἐφόσον γνωρίζετε ὅτι ὁ Θεὸς τιμᾶ τοὺς δούλους Του ποὺ δέχονται ἀτιμώσεις καὶ τοὺς δοξάζει μέσα ἀπὸ τὶς ὕβρεις, νὰ τρέχετε βιαστικὰ μέσῳ ὅλων αὐτῶν πρὸς τὴν ἀθάνατη πηγὴ σὰν διψασμένα ἐλάφια». Εἶναι δεῖγμα μεγάλης ἀρετῆς νὰ ὑπομένει ὁ χριστιανὸς ὑβριστικοὺς λόγους χωρὶς νὰ λυπᾶται. «Τοῦτο (ἐστί) δεῖγμα μεγίστης ἀρετῆς, τὸ φέρειν ὕβριν ἀλύπως», παρατηρεῖ ὁ ἑρμηνευτὴς Ὀλυμπιόδωρος. Καὶ ἀναφέρει ὡς παράδειγμα τὸν πολύαθλο Ἰώβ, ὁ ὁποῖος ὑπέμεινε ἁλυσίδα ταπεινώσεων. Ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη ἔχασε τὴν περιουσία του, τὸ σπίτι του, τὰ παιδιά του, γέμισε μὲ πληγὲς καὶ ζοῦσε στὴν κοπριά, ἀκούγοντας πικροὺς λόγους ἀκόμη κι ἀπὸ τὴ σύζυγο κι ἀπὸ τοὺς φίλους του. Ἀλλὰ ὑπέμεινε τοὺς ὀνειδισμοὺς καὶ μνημονεύεται ὡς τύπος Χριστοῦ.

Ἡ θεοπρεπὴς ἀντιμετώπιση τῶν ὀνειδισμῶν ἀποτελεῖ κριτήριο γνησιότητος τῶν χριστιανῶν. Ὅσοι ὑπομένουν ὀνειδισμοὺς γιὰ τὴ χριστιανική τους ἰδιότητα, εἶναι πανευτυχεῖς καὶ μακάριοι. «Εἰ ὀνειδίζεσθε ἐν ὀνόματι Χριστοῦ, μακάριοι» (Α΄ Πέτρ. δ΄ 14). Μὴ λησμονοῦμε τὸν μακαρισμὸ τοῦ Κυρίου μας: «Μακάριοι εἶστε ἐσεῖς οἱ μαθητές μου, ὅταν σᾶς χλευάσουν οἱ ἄνθρωποι καὶ σᾶς καταδιώξουν καὶ ἐξαιτίας μου ποῦν κάθε εἴδους ψεύτικες κακολογίες καὶ κατηγορίες ἐναντίον σας» (Ματθ. ε΄ 11). Ὅπως ὁ θεῖος Λυτρωτὴς βάσταξε τὸν ἐπονείδιστο σταυρό Του, ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ σηκώνουμε τὸν δικό μας σταυρό, «τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες» (Ἑβρ. ιγ΄ 13). Νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑβρισθοῦμε καὶ νὰ περιφρονηθοῦμε γι' Αὐτόν, ὅπως ὑβρίστηκε καὶ περιφρονήθηκε Ἐκεῖνος.

Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τεύχος Σεπτεμβρίου 2013 (σελ. 23-24)
Πηγή

Τρίτη, Αυγούστου 13, 2013

Τὸ βάρος τῆς δόξας Lewis C.S.


Ἂν ρωτήσετε σήμερα εἴκοσι ἀνθρώπους ποιὰ νομίζουν ὅτι εἶναι ἡ ἀνώτερη ἀρετή, οἱ δεκαεννέα ἀπὸ αὐτοὺς θὰ ἀπαντήσουν ἡ ἀνιδιοτέλεια. Ἂν ὅμως ρωτούσατε ὁποιονδήποτε ἀπὸ τοὺς μεγάλους Χριστιανοὺς τοῦ παρελθόντος, αὐτὸς θὰ ἀπαντοῦσε ἡ Ἀγάπη.

Βλέπετε τί συνέβη; Ἕνας ἀρνητικὸς ὅρος ἀντικατέστησε ἕναν θετικό, καὶ ἡ σημασία αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς ξεπερνᾶ τὴν ἁπλὴ φιλολογία. Ὁ ἀρνητικὸς ὅρος τῆς ἀνιδιοτέλειας κουβαλάει μέσα του τὴν πρόταση, ὄχι πρωτίστως τῆς διαφύλαξης καλῶν γιὰ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ τὴν συνέχιση τῆς πορείας τοῦ ἀτόμου χωρὶς τοὺς ἄλλους, σὰν νὰ εἶναι τὸ σημαντικὸ σημεῖο ἡ ἐγκράτειά μας καὶ ὄχι ἡ εὐτυχία τους. 

Δὲν νομίζω ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ χριστιανικὴ ἀρετὴ τῆς Ἀγάπης. Ἡ Καινὴ Διαθήκη ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς πεῖ γιὰ τὴν αὐταπάρνηση, ὄχι ὅμως ὡς αὐτοσκοπό. Καλούμαστε νὰ ἀπαρνηθοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας καὶ νὰ σηκώσουμε τὸ σταυρό μας ἔτσι ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστό, καὶ σχεδὸν κάθε περιγραφὴ αὐτοῦ ποὺ θὰ συναντήσουμε στὸ τέλος, ἂν τὰ καταφέρουμε, περιέχει ἕνα ἔρεισμα στὴν ἐπιθυμία μας.. Ἂν στὴ σύγχρονη σκέψη ἐλλοχεύει ἡ ἀντίληψη πὼς τὸ νὰ ἐπιθυμοῦμε τὸ δικό μας καλὸ καὶ νὰ ἐλπίζουμε γιὰ τὴν χαρὰ ποὺ μᾶς ἀποφέρει εἶναι κακὸ πρᾶγμα, πιστεύω πὼς ἡ ἀντίληψη αὐτὴ ἔχει παρεισφρήσει ἀπὸ τὸν Κὰντ καὶ τοὺς Στωικοὺς καὶ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴν Χριστιανικὴ πίστη.

Ἀπεναντίας, ἂν σκεφτοῦμε γιὰ λίγο τὶς συγκλονιστικὲς ἀμοιβὲς ποὺ μᾶς ὑπόσχεται τὸ Εὐαγγέλιο, φαίνεται ξεκάθαρα πὼς ὁ Χριστὸς βρίσκει τὶς ἐπιθυμίες μας ὄχι πολὺ δυνατές, ἀλλὰ πολὺ ἀδύναμες. Εἴμαστε χλιαρά, ἀπρόθυμα πλάσματα ποὺ χαζολογᾶνε ὁλόγυρα πίνοντας ἀλκοόλ, κάνοντας σὲξ καὶ κυνηγώντας τὶς μάταιες φιλοδοξίες μας, ἐνῷ τὴν ἴδια ὥρα μᾶς προσφέρεται ἡ ἀστείρευτη εὐτυχία. Ὅπως ἕνα μικρὸ ἀνυποψίαστο παιδὶ ποὺ θέλει νὰ συνεχίσει νὰ παίζει στὴ λάσπη γιατί δὲν μπορεῖ νὰ φανταστεῖ τί σημαίνει τὸ κάλεσμα γιὰ μιά ἐκδρομὴ στὴ θάλασσα.. Εὐχαριστιόμαστε πάρα πολὺ εὔκολα.

Δὲν πρέπει νὰ μᾶς προβληματίζουν οἱ ἄπιστοι ποὺ ἰσχυρίζονται πὼς αὐτὴ ἡ ὑπόσχεση τῆς ἀμοιβῆς κάνει τὴν χριστιανικὴ ζωὴ μιά μισθοφορικὴ σχέση. Ὑπάρχουν πολλὰ εἴδη ἀνταμοιβῶν. Ὑπάρχει ἡ ἀνταμοιβὴ ποὺ δὲν ἔχει καμία φυσικὴ σύνδεση μὲ ὅ,τι ἔχει κάνει κανεὶς γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήση, καὶ εἶναι σχεδὸν ξένη στὶς ἐπιθυμίες ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ συνοδεύουν αὐτὰ τὰ πράγματα. 

Τὰ λεφτὰ δὲν εἶναι ἡ φυσικὴ ἀνταμοιβὴ τῆς ἀγάπης, γι’αὐτὸ ἀποκαλοῦμε ἕναν ἄντρα μισθοφόρο ἂν παντρευτεῖ μιά γυναίκα γιὰ τὰ λεφτά της. Ὅμως ὁ γάμος εἶναι ἀντάξια ἀνταμοιβὴ γιὰ ἕναν ἀληθινὰ ἐρωτευμένο, χωρὶς αὐτὸς ποὺ τὸν ἐπιθυμεῖ νὰ θεωρεῖται μισθοφόρος. 

Ἕνας στρατηγὸς ποὺ μάχεται ἄξια μὲ σκοπὸ νὰ κερδίσει κάποιον τίτλο τιμῆς εἶναι μισθοφόρος, ἐνῷ ἕνας στρατηγὸς ποὺ μάχεται γιὰ τὴ νίκη δὲν εἶναι. Ἐδῶ ἡ νίκη εἶναι ἡ ἀντάξια ἀνταμοιβὴ μιᾶς μάχης ὅπως καὶ ὁ γάμος εἶναι ἡ ἀντάξια ἀμοιβὴ τοῦ ἔρωτα. Ἡ ἀντάξια ἀνταμοιβὴ δὲν εἶναι προσκολλημένη πάνω στὴν ἐνέργεια γιὰ τὴν ὁποία δόθηκε, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ ἐνέργεια σὲ πληρότητα. 

Ὑπάρχει καὶ μία τρίτη περίπτωση, ποὺ εἶναι πιὸ πολύπλοκη. Ἡ εὐχαρίστηση τῆς ἀνάγνωσης τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς ποίησης εἶναι σίγουρα ἀντάξια καὶ ὄχι μισθοφορικὴ ἀνταμοιβὴ γιὰ νὰ μάθει κανεὶς ἀρχαῖα ἑλληνικά. Ὡστόσο αὐτὸ μποροῦν νὰ τὸ διαπιστώσουν, μόνο ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν φτάσει στὸ σημεῖο νὰ μποροῦν νὰ εὐχαριστηθοῦν τὴν ἑλληνικὴ ποίηση. Ὁ μαθητὴς ποὺ μόλις ξεκίνησε νὰ μαθαίνει ἀρχαία ἑλληνικὴ γραμματικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀδημονεῖ γιὰ τὴν μετέπειτα ἀπόλαυση τῆς ἀνάγνωσης τοῦ Σοφοκλῆ, ὅπως ἕνας ἐρωτευμένος λαχταρᾶ τὸ γάμο καὶ ἕνας στρατηγὸς τὴ νίκη. 

Πρέπει νὰ ξεκινήσει κοπιάζοντας στὴν ἀρχὴ γιὰ βαθμούς, ἤ γιὰ νὰ μὴν τὸν τιμωρήσουν, ἤ γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς γονεῖς του, ἤ στὴν καλύτερη περίπτωση ἐλπίζοντας γιὰ κάποιο μελλοντικὸ καλὸ ποὺ στὴν παροῦσα φάση δὲν μπορεῖ νὰ φανταστεῖ οὔτε νὰ ἐπιθυμήσει. Ἡ θέση του ἑπομένως μοιάζει μὲ αὐτὴ τοῦ μισθοφόρου. Ἡ ἀμοιβή του θὰ εἶναι ἀντάξια του κόπου του ἀλλὰ αὐτὸ δὲν θὰ τὸ ξέρει μέχρι νὰ τὴν πάρει. Προφανῶς, ἡ ἀνταμοιβή του θὰ εἶναι σταδιακή. Ἡ εὐχαρίστηση θὰ ἀντικαθιστᾷ σιγὰ σιγὰ τὴν ἁπλὴ ἀγγαρεία, καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ πότε ξεκίνησε τὸ πρῶτο καὶ πότε σταμάτησε τὸ δεύτερο. Ὅμως μόνο ὅταν φτάσει ἀρκετὰ κοντὰ στὴν ἀνταμοιβὴ θὰ μπορεῖ νὰ τὴν ἐπιθυμήσει.

Ὁ χριστιανός, σὲ σχέση μὲ τὸν Παράδεισο, βρίσκεται λίγο πολὺ στὴν ἴδια θέση μὲ τὸν μαθητή. Ὅσοι κέρδισαν τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ ἔχουν ἄμεση θέα τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ, χωρὶς ἀμφιβολία ξέρουν πολὺ καλὰ ὅτι δὲν εἶναι μιά ἁπλὴ δωροδοκία, ἀλλὰ αὐτὴ καθεαυτὴ ἡ ἐκπλήρωση τῆς γήινής τους ὑπακοῆς. Ὅμως ἐμεῖς ποὺ δὲν ἔχουμε φτάσει ἐκεῖ ἀκόμα, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ γνωρίζουμε ὅπως ἐκεῖνοι. Καὶ δὲν θὰ ἀρχίσουμε ποτὲ νὰ συνειδητοποιοῦμε τὸ παραμικρό, ἐκτὸς ἂν συνεχίσουμε νὰ ὑπακοῦμε καταφέρνοντας νὰ συναντήσουμε τοὺς πρώτους καρποὺς τῆς ὑπακοῆς μας, τὴν αὐξανόμενη δύναμη νὰ ἐπιθυμοῦμε τὴν ἀπόλυτη ἀνταμοιβή. 

Ἀναλογικὰ καθὼς θὰ αὐξάνει ἡ ἐπιθυμία μας, οἱ φόβοι μας, ἐκτὸς καὶ ἂν ἐπρόκειτο γιὰ τὴν ἐπιθυμία ἑνὸς μισθοφόρου, θὰ ἀρχίσουν νὰ διαλύονται καὶ στὸ τέλος θὰ ἀποδειχτοῦν ἀβάσιμοι. Ὅμως πιθανότατα αὐτὸ γιὰ τοὺς περισσότερους ἀπὸ ἐμᾶς δὲν θὰ γίνει μέσα σὲ μία μέρα. Ἡ ποίηση ἀντικαθιστᾷ τὴν γραμματική, τὸ εὐαγγέλιο ἀντικαθιστᾶ τὸ νόμο, ἡ προσμονὴ ἀντικαθιστᾶ τὴν ὑπακοή, ὅπως ἡ παλίρροια σηκώνει ἕνα πλοῖο ἀπὸ τὸ ἔδαφος.

Ὅμως ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη σημαντικὴ ὁμοιότητα ἀνάμεσα στὸν μαθητὴ καὶ σὲ ἐμᾶς. Ἂν εἶναι ἕνα παιδὶ μὲ φαντασία θὰ ἀρχίσει νὰ μεθάει, πιθανότατα, μὲ τοὺς Ἄγγλους ποιητὲς καὶ ρομαντικοὺς ποὺ εἶναι κατάλληλοι γιὰ τὴν ἡλικία του, πρὶν ἀρχίσει νὰ ὑποπτεύεται ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γραμματικὴ θὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ ὅλο καὶ περισσότερες ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ εἴδους. Μπορεῖ μάλιστα νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὰ ἑλληνικά του καὶ νὰ διαβάζει Shelley καὶ Swinburne στὰ κρυφά. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ ἐπιθυμία τὴν ὁποία πρόκειται νὰ ἐκπληρώσουν τὰ ἑλληνικά, ὑπάρχει ἤδη μέσα του καὶ εἶναι προσκολλημένη σὲ ἀντικείμενα ποὺ τοῦ μοιάζουν ἀρκετὰ διαφορετικὰ γιὰ τὴν ὥρα ἀπὸ τὸν Ξενοφῶντα καὶ τὰ ἑλληνικὰ ρήματα. 

Ἂν εἴμαστε φτιαγμένοι γιὰ τὸν Παράδεισο, ἡ ἐπιθυμία γιὰ αὐτὸν θὰ εἶναι ἤδη μέσα μας, χωρὶς ὡστόσο νὰ εἶναι προσκολλημένη στὸ ἀληθινὸ ἀντικείμενο τοῦ πόθου, καὶ μπορεῖ πιθανότατα νὰ μᾶς φαίνεται καὶ σὰν ἀνταγωνιστὴς αὐτοῦ τοῦ ἀντικειμένου. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς νομίζω ὅτι μᾶς συμβαίνει. Χωρὶς ἀμφιβολία ὑπάρχει ἕνα σημεῖο στὸ ὁποῖο ἡ ἀναλογία μὲ τὸν μαθητὴ καταρρέει. Ἡ ἀγγλικὴ ποίηση ποὺ διαβάζει ἐνῷ θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει τὶς ἀσκήσεις ἑλληνικῶν, μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ ἴδιο καλὴ μὲ τὴν ἑλληνικὴ ποίηση στὴν ὁποία τὸν ὁδηγοῦν οἱ ἀσκήσεις, ἔτσι ὥστε μὲ τὸ νὰ καταπιάνεται μὲ τὸν Μίλτον ἀρνούμενος ἕνα ταξίδι στὴν ποίηση τοῦ Αἰσχύλου, ἡ ἐπιθυμία του νὰ μὴν ἀγκαλιάζει ἕνα μικρὸ ὑποκατάστατο. Ἡ περίπτωσή μας ὅμως εἶναι διαφορετική. Ἂν ἕνα ἄχρονο, ἀτελείωτο καλὸ εἶναι ὁ πραγματικός μας σκοπός, τότε ὁποιοδήποτε ἄλλο καλὸ στὸ ὁποῖο προσκολλᾶται ἡ ἐπιθυμία μας εἶναι ὡς ἕνα βαθμὸ ἀπατηλό, καὶ ἔχει στὴν καλύτερη περίπτωση μόνο μία συμβολικὴ σχέση μὲ αὐτὸ ποὺ πράγματι εἶναι ἱκανὸ νὰ τὴν χορτάσει.

Σχολιάζοντας τὴν ἐπιθυμία γιὰ τὸν Παράδεισο, τὴν ὁποία μποροῦμε νὰ δοῦμε ἀκόμα καὶ τώρα μέσα μας, αἰσθάνομαι κάποια ντροπή. Διαπράττω σχεδὸν μία ἀτιμία. Προσπαθῶ νὰ φανερώσω σὲ κάθε ἕναν ἀπὸ ἐσᾶς τὸ ἀπαρηγόρητο μυστικό, ποὺ μᾶς πληγώνει σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε νὰ τὸ ἐκδικούμαστε δίνοντάς του ὀνόματα ὅπως Νοσταλγία καὶ Ρομαντισμὸς καὶ Ἐφηβεία· ἐκεῖνο τὸ μυστικὸ ποὺ μᾶς διαπερνᾷ μὲ τέτοια γλυκύτητα ποὺ ὅταν, σὲ ἀνοικτὲς συζητήσεις, ἡ ἀναφορὰ σὲ αὐτὸ εἶναι ἄμεση, ἀντιδροῦμε περίεργα καὶ καταλήγουμε νὰ γελᾶμε μὲ τοὺς ἑαυτούς μας· τὸ μυστικὸ ποὺ δὲν μποροῦμε οὔτε νὰ κρύψουμε ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ ποῦμε, ἂν καὶ θέλουμε νὰ τὰ κάνουμε καὶ τὰ δύο. Δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε γιατί εἶναι μία ἐπιθυμία γιὰ κάτι ποὺ δὲν ἔχει γίνει ἄμεσα γνωστὸ στὴν ἐμπειρία μας. Δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κρύψουμε γιατί ἡ ἐμπειρία μας, μᾶς τὸ προτείνει συνεχῶς, καὶ προδίδουμε τοὺς ἑαυτούς μας ὅπως οἱ ἐρωτευμένοι στὸ ἄκουσμα ἑνὸς ὀνόματος. Τὸ ποιὸ συχνὸ ὑποκατάστατο εἶναι νὰ τὸ ὀνομάζουμε ὀμορφιὰ καὶ νὰ συμπεριφερόμαστε σὰν νὰ ἔχουμε καλύψει ἔτσι τὸ θέμα…. 

πηγή

Τετάρτη, Μαΐου 01, 2013

Ποιὸς μὲ καταδιώκει; Ἀρχιμανδρίτης Βαρνάβας Λαμπρόπουλος




Ρώτησαν πρόσφατα γνωστό ἡλικιωμένο ἠθοποιό, ἄν ἔνιωσε ποτέ στήν ζωή του ἰδιαίτερες ἐνοχές. Καί αὐτός - ἐξομολογούμενος δημόσια - ἀπάντησε:

- Εἶχα κλέψει κάτι ἀσήμαντο στήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς. Καταλόγισαν τήν κλοπή σέ ἕναν ἄνθρωπο μειωμένης νοημοσύνης καί τοῦ ἔδωσαν δυό χαστούκια. Δέν εἶπα ὅτι τό ἔκανα ἐγώ. Φοβήθηκα... Αὐτό μέ κυνηγάει σέ ὅλη μου τήν ζωή...
* * *
Τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα προσκυνοῦμε τά Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός

• δέν δέχθηκε μόνο δύο χαστούκια, χωρίς νά φταίει. Δέχθηκε «ἐμπτυσμούς, ραπίσματα, κολαφίσματα, ὕβρεις, γέλωτας, πορφυρᾶν χλαῖναν, κάλαμον, σπόγγον, ὄξος, ἥλους, λόγχην καί πρό πάντων τόν Σταυρόν καί τόν θάνατον»!

• δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, καί μάλιστα ... μειωμένης νοημοσύνης. Ἦταν ἡ ἔνσαρκη Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἦταν τέλειος Θεός, ὁ Ὁποῖος «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη»! Ἤξερε ὅμως ποῦ πηγαίνει! Καί ἤξερε γιατί πηγαίνει νά σταυρωθῆ!

• δέν δέχθηκε τήν τρομερή ἀδικία τοῦ Σταυροῦ ἀκούσια καί χωρίς νά τό περιμένει. Οὔτε – πολύ περισσότερο – τήν δέχθηκε σάν ... ἀγγαρεία. Ἦλθε στόν Σταυρό ἑκούσια! Ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε νά Τόν ἀποφύγει! Ὁ ἴδιος διάλεξε νά πιῆ τό Ποτήρι τοῦ Πάθους μέχρι τήν τελευταία σταγόνα, γιά νά ὑπακούσει στό θέλημα τοῦ Πατέρα Του.

• δέν «ἐβάστασε» τό βάρος μόνο ...μιᾶς μικροκλοπῆς. Ἐσήκωσε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν ὅλου τοῦ κόσμου. Εἶναι «ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου»!

• δέν τά ὑπέφερε ὅλα αὐτά, γιά νά μᾶς γεμίσει ... ἐνοχές, πού θά μᾶς κυνηγᾶνε σέ ὅλη μας τήν ζωή! Ἴσα-ἴσα μέ τό Τίμιο Αἷμα Του μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν «κατάρα τοῦ Νόμου» καί μᾶς χάρισε τήν ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ! Τό μόνο πού μᾶς «καταδιώκει» σέ ὅλη μας τήν ζωή εἶναι τό Μέγα Ἔλεός Του· τό Ἔλεός Του καί ἡ Εὐσπαλγχνία Του, πού πηγάζουν ἀπό τόν Τίμιο Σταυρό Του!
* * *
Αὐτή ὅμως ἡ «καταδίωξη» δέν καταργεῖ τήν ἐλευθερία μας. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν μᾶς σώζει ... μαγικά. Δέν μᾶς σώζει χωρίς ἐμεῖς νά τό θέλουμε!

Δύο ἦταν οἱ ληστές, πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τόν Χριστό. Καί οἱ δυό «καταδιώχθηκαν» ἀπό τό Ἔλεος τοῦ Χριστοῦ. Καί τούς δυό τούς «κυνήγησε» ἡ Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ!

Μόνον ὁ ἕνας ὅμως σώθηκε. Μόνον ὁ ἕνας θέλησε νά σωθῆ. Διότι:

• ἀναγνώρισε στό πρόσωπο τοῦ Σταυρωμένου Χριστοῦ, ὄχι κάποιον κατάδικο, ἀλλά τόν Κύριο τῆς Δόξης·

• κατηγόρησε τόν ἑαυτό του ὅτι δίκαια τιμωρήθηκε καί ὅτι πράγματι τοῦ ἄξιζε τέτοια ποινή·

• ἐξομολογήθηκε, ἔτσι, μέ «τέλεια» ἐξομολόγηση τήν ἁμαρτία του (ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)· καί

• ζήτησε μέ ταπείνωση τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ μέ τήν κραυγή «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου!».
* * *
Μακάριος εἶναι, ὅποιος δέχεται ἐλεύθερα, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ νά τόν ...«καταδιώκει» σέ ὅλη του τήν ζωή, καί ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτή τήν «καταδίωξη» μέ σωστή μετάνοια, τέλεια ἐξομολόγηση καί συνεχῆ ἐκζήτηση τοῦ Ἐλέους τοῦ Θεοῦ.

Πέμπτη, Απριλίου 18, 2013

Ὀρθόδοξη θεώρησι τοῦ ἀνθρώπου Ἀρχιμανδρίτης Βασίλειος Γοντικάκης



Κάποιες στιγμές, ὄντας κανεὶς μόνος στὸ Ἅγιον Ὅρος, δηλαδὴ ὄντας μαζὶ μὲ ὅλο τὸν κόσμο, καταλαβαίνει αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ ἄσωτος υἱός: "Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῶ ἀπόλλυμαι…" (Λουκ. ιε', 17). Πόσος πλοῦτος ὑπάρχει στὴν παράδοσί μας, πόση ἐλευθερία, πόση δυνατότητα νὰ χαροῦμε τὴ ζωή μας, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἐμεῖς πεινᾶμε καὶ ὑποφέρουμε.

Στὸ Ἅγιον Ὅρος ἔρχονται πολλοὶ θρησκευόμενοι, ποὺ δὲν νιώθουν τίποτε. Κι ἔρχονται πολλοὶ ἄσχετοι, οἱ ὁποῖοι συγκλονίζονται. Κι ἔρχονται καὶ πολιτικοί… Πολλοὶ θρησκευόμενοι ἐξ ἐπαγγέλματος δὲν καταλαβαίνουν. Πολλοὶ ἀνήσυχοι συγκλονίζονται. Οἱ περισσότεροι πολιτικοὶ δὲν καταλαβαίνουν τίποτε. Καὶ λές: "Τί γίνεται μὲ τὴν Ἑλλάδα, τί γίνεται μὲ τὴν Εὐρώπη;"… Ἔχει, λοιπόν, ἕνα χρέος μεγάλο, ὁ Ἕλληνας, σήμερα: τὸ νὰ εἶναι ὀρθόδοξος. Ἐκεῖ ἔχομε κάποιες δυνατότητες, ποὺ δὲν ἔχουν οἱ ἄλλοι, καὶ ὀφείλομε ἁπλῶς νὰ εἴμαστε αὐτό, ποὺ λέει ἡ παράδοσί μας.

Θυμᾶμαι μιά φορά, ποὺ εἶχα πάει στὴν Κρήτη, σ’ ἕνα χωριό, στὰ Ἀνώγεια, εἶχαν ἔλθει κάποιες γριὲς γιὰ ἐξομολόγησι, καὶ ὅταν τελείωσαν, μοῦ λέει μιά γριὰ μιάν εὐχή: "Νὰ χαίρεσαι τὸν σταυρό σου". Μετὰ ἦλθε μιά ἄλλη γριά: "Νὰ χαίρεσαι τὸν σταυρό σου". Κι ἐγὼ παραξενεύτηκα καὶ λέω: "Μὰ τί εἶναι αὐτὴ ἡ εὐχή;". Καὶ μοῦ λένε: «Ἔτσι τὸ λέμε ἐδῶ. Γιὰ κάποιο γονιό, μάνα ἤ πατέρα, λέμε: "Νὰ χαίρεσαι τὰ παιδιά σου", γιατί ἡ χαρὰ τῶν γονιῶν εἶναι τὰ παιδιά τους. Ὅταν κανεὶς εἶναι παπὰς τοῦ λέμε: "Νὰ χαίρεσαι τὴν ἱεροσύνη σου". Κι ὅταν κανεὶς εἶναι καλόγερος ἤ καλόγρια τοῦ λέμε: "Νὰ χαίρεσαι τὸν σταυρό σου"».

Αὐτὴ ἡ εὐχή, "νὰ χαίρεσαι τὸ σταυρό σου", νομίζω ὅτι εἶναι ἕνα πρᾶγμα τόσο μεγάλο καὶ τόσο βαθύ, ποὺ θυμίζει θεολογία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ. Καὶ λέω: "Πῶς μπόρεσα, γεννημένος στὴν Κρήτη, νὰ μεγαλώσω καὶ νὰ ζήσω ἐρήμην τῆς Κρήτης καὶ ἐρήμην τῆς παραδόσεώς μας;"… Μᾶς ἔχουν κάνει ἀλλοδαποὺς στὸν τόπο μας…

Σᾶς φέρνω σὰν παράδειγμα τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Αὐτὸν τὸν ἕνα, τὸν μέγα, τὸν σίφουνα, ὁ ὁποῖος κατέβηκε στὸ κήρυγμα μιά στιγμή, ποὺ ὅλος ὁ κόσμος εἶχε ἀπογοητευθῆ. Κι ἔσωσε τὸν ἑλληνισμό, ἐκείνη τὴν περίοδο τὴν δύσκολη, ποὺ χωριὰ ὁλόκληρα εἶχαν ἐξισλαμισθῆ. Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ἁπλός, ἀδύναμος, θὰ ἔλεγα δειλός, γι’ αὐτὸ ἦταν πάντολμος κι ἔλεγε: "Ἐγώ, ἀδελφοί μου, δὲν εἶμαι ἱκανός, ὄχι νὰ σᾶς μιλήσω, ἀλλὰ οὔτε νὰ προσκυνήσω τὰ ποδάρια σας, γιατί βλέπω ὅτι εἶστε βαπτισμένοι καὶ μυρωμένοι. Ἀλλ’ ἐπειδὴ βρίσκεται τὸ γένος μας σ’ αὐτὴν τὴν ἀνάγκη, γι’ αὐτὸ εἶπα νὰ κατέβω κάτω καὶ νὰ πῶ μερικὰ λόγια, ὅ,τι ξέρω".

Ἔλεγε πάλι: "Κοιτάξτε, δὲν ἔχω τίποτε δικό μου. Ἕνα ράσο ἔχω κι αὐτὸ τὸ ἔχω γιὰ σᾶς. Ὅλα ὅ,τι ἔχω εἶναι γιὰ σᾶς. Κι ἔχω ἕνα σκαμνί, στὸ ὁποῖο πατῶ ἐπάνω. Καὶ τὸ σκαμνὶ αὐτό, ἄλλοι τὸ λένε θρόνο, ἄλλοι τὸ λένε σκαμνί. Νὰ σᾶς πῶ τί εἶναι; Δὲν εἶναι οὔτε σκαμνί, οὔτε θρόνος, ἀλλὰ εἶναι ὁ τάφος μου. Καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸν τὸν τάφο μιλάει ὁ νεκρὸς ἐαυτός μου. Κι ἂν ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ σᾶς πῶ τίποτε, μὲ σώζει αὐτός, ποὺ μπορεῖ νὰ διδάξη ὅλη τὴν οἰκουμένη, τοὺς ἀρχιερεῖς, τοὺς βασιλεῖς καὶ ὅλο τὸν κόσμο".

Ἐδῶ φαίνεται ἡ παρουσία τοῦ ἀνθρώπου διὰ τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Γιατί δὲν ἦταν ἕνας καλόγερος, ἀλλ’ ἦταν ἕνας ἀληθινὸς ἄνθρωπος καὶ δι’ αὐτοῦ μιλοῦσε ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ἔκανε αὐτὸς νεωτερισμούς, δὲν ἔλεγε ἐξυπνάδες, ἀλλὰ δι’ αὐτοῦ μίλησε ὅλη ἡ παράδοσι. "Εἶμαι ἀδύνατος καὶ ἀνίκανος νὰ φιλήσω τὰ ποδάρια σας", κι ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά: "Ὁ νεκρὸς ἑαυτός μου μπορεῖ νὰ διδάξη ὅλον τὸν κόσμο". Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμι τῆς πίστεώς μας.

Ἐπίσης ἔλεγε: "Ἐὰν τυχὸν κανεὶς ἀδίκησε κάποιον -εἴτε αὐτὸς εἶναι ρωμιός, εἴτε εἶναι τοῦρκος, εἴτε εἶναι ἑβραῖος, εἴτε εἶναι φράγκος- ὅ,τι πῆρε, ὅ,τι ἔδωσε, νὰ τὸ γυρίση πίσω. Γιατί τὸ ἄδικο δὲν εὐλογεῖται". Βλέπετε ὅτι ἦταν ξεκάθαρος καὶ δὲν ἔλεγε: "Κοιτάξτε, τώρα εἶναι μία περίοδος δύσκολη. Ὅλοι σᾶς κλέβουν, κλέψτε κι ἐσεῖς". Ὄχι. "Πρέπει νὰ τὸ γυρίσετε πίσω". Καὶ ἡ ἐντιμότης του εἶναι ποὺ σώζει τὴν ὅλη ὑπόθεσι.

Εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος ἔλεγε: "Νὰ μὴν ἔχετε ὄπλα. Νὰ τὰ δώσετε καὶ νὰ κάνετε ὑπακοὴ στοὺς ζαπιτάδες (:χωροφύλακες). Καὶ σ’ αὐτοὺς ποὺ ζητοῦν τὰ δοσίματα, νὰ δίνεται τὰ δοσίματα". Κι ἔτσι καὶ οἱ τοῦρκοι εἶπαν ὅτι αὐτὸς εἶναι καλὸς ἄνθρωπος. Ἀλλ’ αὐτός, ποὺ ἦταν καλός, "τοὺς ἔκλεισε τὸ σπίτι". Ἀκριβῶς γιατί αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἀληθινός, δὲν εἶχε βάσανα, ἀλλὰ χάρηκε τὴν ζωή του. Ὅπως εἶχε εἰπῆ σ’ ἕνα χωριό: "Ἦλθα ἐδῶ πέρα καὶ σᾶς ἀπήλαυσα"… Αὐτὸ ποὺ εἶπε "σᾶς ἀπήλαυσα", μοῦ θυμίζει μιά εὐχὴ τοῦ Εὐχελαίου, ποὺ λέει ὁ ἱερεύς: "Εὐχαριστῶ" τὸν Θεόν, ποὺ προχώρησα στὰ ἐνδότερα τοῦ Θυσιαστηρίου τοῦ "ἀπολαῦσαι τῆς Θείας Λειτουργίας".

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ζώντας στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ νιώθοντας τὴν δύναμι τῆς πίστεώς μας, κάποια δύσκολη στιγμὴ βγῆκε ἔξω κι ἔσωσε τὸ γένος ὁλόκληρο. Κι ἐνῶ ἦταν τόσο ταπεινὸς καὶ ἔνοιωθε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ φιλήση τὰ ποδάρια τοῦ ἄλλου, ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἔνοιωθε ὅτι: "Κοιτάξτε, αὐτὰ πού σᾶς λέω εἶναι λόγια τοῦ Θεοῦ. Ἄν κατέβαινε ὁ Θεός, θὰ σᾶς ἔλεγε τὰ ἴδια", καί: "Ὁ νεκρὸς ἑαυτός μου μπορεῖ νὰ διδάξη ὅλον τὸν κόσμο".

Ἔτσι ὅταν ἔφτασε ἡ στιγμὴ τοῦ μαρτυρίου του († 1779), ὅταν τὸν πρόδωσαν οἱ ἑβραῖοι, γιατί πολὺ τοὺς "χτύπαγε", ἐπειδὴ χαλοῦσαν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, ἐκεῖνος εἶπε: "Μὴ μὲ δέσετε. Δὲν ἀντιστέκομαι. Ὁ θάνατός μου εἶναι μέσα στὸ πρόγραμμα τῆς ζωῆς μου". Κι ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦμα του καὶ μπῆκε στὴν αἰωνιότητα, καὶ μένει μαζί μας. Καὶ ὅπου πέρασε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔχουν ὑψώσει ἕναν σταυρό, γιατί ἔπεσε ἕνα ἀστροπελέκι κι ἔχει διαλύσει τὰ πάντα, κι ἔχει ἁγιάσει τὰ πάντα…

Σήμερα ὅλοι βασανιζόμαστε, τὸ καταλαβαίνω. Κι ὅταν λέμε "βασανιζόμαστε", σημαίνει ὅτι ἔχομε μιά ὑγεία μέσα μας. Βασανίζεται ὅλος ὁ κόσμος, ἀλλ’ ἐλευθερώνεται ζώντας μόνο μέσα στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Εἶναι μακάριοι κι εὐλογημένοι οἱ βασανισμένοι, γιατί ὑπάρχει δυνατότης νὰ ἀναπαυθοῦν. Καὶ εἶναι μακάριοι οἱ διψασμένοι, γιατί μποροῦν νὰ ξεδιψάσουν. Ἐὰν δὲν ὑπῆρχε ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐὰν δὲν ὑπῆρχε ἡ λογικὴ κι ἡ χάρις τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ τῶν Ἁγίων μας, θὰ ἤμασταν καταδικασμένοι σ’ ἕνα βάσανο.
Πρὸ καιροῦ ἤμουν στὴν Ἀμερική, καὶ μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι πόσο τὰ πράγματα εἶναι πλούσια, πόσο οἱ δρόμοι τεράστιοι, πόσο τὰ σπίτια σὰν ζωγραφιά, μὲ τὸ σπίτι, τὸ γρασίδι, τὰ δέντρα, τὰ αὐτοκίνητα… Ἀλλ’ ὅταν εἶδα μερικοὺς ἀνθρώπους, ἔνοιωσα πὼς μέσα σ’ αὐτὴ τὴν τάξι καὶ τὴν καθαριότητα, ἐκεῖ ποὺ δὲν λείπει τίποτε, λείπουν ὅλα. Καὶ ὅλα μιά στιγμὴ εἶναι ἄοσμα, ἄγευστα καὶ ἄχρωμα, ἀφοῦ μοῦ εἶπαν κάποιοι ὅτι, ἐνῶ τὰ εἶχαν ὅλα, δὲν εἶχαν διάθεσι γιὰ ζωὴ καὶ ἤθελαν νὰ "τελειώσουν"…

Βλέπει κανεὶς ὅτι αὐτὴ ἡ λογική, ποὺ ἔχομε πολλὲς φορὲς καὶ λέμε "νὰ ἀνεβάσωμε τὸ βιοτικὸ ἐπίπεδο, νὰ μποῦμε στὴν Εὐρώπη γιὰ νὰ ἔχωμε ἕνα νόμισμα, νὰ εἴμαστε πλούσιοι, κτλ", δὲν βγάζει πουθενά. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι κάτι τὸ παράξενο, ποὺ δὲν χορταίνει μὲ τὰ πλούτη. Κι ἂν τοῦ λύσης ὅλα τὰ προβλήματα, ἤ νομίζεις ὅτι τοῦ τὰ λύσης, τότε εἶναι ποὺ μπῆκες στὸ ἄλυτο πρόβλημα. Λ.χ. οἱ Σουηδοί, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἴσως τὸ ἀνώτερο βιοτικὸ ἐπίπεδο στὴν Εὐρώπη, εἶναι αὐτοὶ ποὺ αὐτοκτονοῦν περισσότερο. Γιατί, ἐνῶ νομίζουν ὅτι τὰ ἔχουν ὅλα, δὲν ἔχουν τίποτε.

Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, εἶναι ἕνα παράξενο ὄν, ποὺ ὅταν πλησιάση αὐτὸν τὸν παράδεισο τὸν κοσμικό, νοιώθει ὅτι δὲν τοῦ λέει τίποτε. Ἐνῶ ἂν κανεὶς ἔχη μέσα του τὴ φλόγα τοῦ Θεοῦ, ἂν τυχὸν θυσιάζεται γιὰ τὸν ἄλλον κι ἂν τυχὸν ζεῖ ὅπως ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, κι ἂν ἔχη ταπείνωσι, τότε εἶναι μέσα στὸν παράδεισο. Τότε καμμιὰ ἐπίθεσι, καμμιὰ κόλασι δὲν μπορεῖ νὰ τὸν βλάψη. Τότε συμβαίνει αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος ὅτι "ἀποκτᾶ κανεὶς δυνατὸ στομάχι καὶ χωνεύει κάθε μιά τροφή". Κάθε μιά δυσκολία τοῦ κάνει καλὸ καὶ ὁ ἴδιος ὁ θάνατος τοῦ κάνει καλό.
Ὁ ἄνθρωπος, ξέρετε, ζητᾶ τὴν ἐπιτυχία, ζητᾶ τὴν πρόοδο. Θέλει λ.χ. ἕνα παιδὶ νὰ τελειώση τὸ δημοτικό, τὸ γυμνάσιο, τὸ λύκειο, νὰ πάη στὸ πανεπιστήμιο καὶ νὰ προχωρήση. Ἐν συνέχειᾳ ἂν τυχὸν ἀξιωθῆ νὰ πάρη καὶ τὸ βραβεῖο Νόμπελ, συνεχίζει νὰ πεινᾶ καὶ νὰ διψᾶ γιὰ πρόοδο. 

Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος: "Ἐπιποθῶ τοῦ πλείονος καὶ πάντοτε στενάζω". "Ἐπιποθῶ", θέλω, ποθῶ συνεχῶς καὶ περισσότερο, καὶ διαρκῶς στενάζω. Ὁ ἄνθρωπος -εἴτε πιστεύει, εἴτε δὲν πιστεύει, αὐτὸ εἶναι ἄλλο θέμα- ἔχει μέσα του τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ. Καὶ λέγει ὁ ἅγιος Συμεών, ὅτι "ὑπάρχει μιά μικρὴ χαρά, ποὺ περιγελᾶ τὸν θάνατο". Κι ἂν τυχὸν ὅλα τὰ κερδίσωμε καὶ δὲν κερδίσωμε ἐκείνη τὴ χαρά, ποὺ περιγελᾶ τὸν θάνατο, τότε εἴμαστε ἐξ ἴσου ἀποτυχημένοι, εἴτε εἴμαστε πλούσιοι, εἴτε φτωχοί, εἴτε γραμματισμένοι, εἴτε ἀγράμματοι.

Τώρα ποὺ μπαίνομε στὴν Εὐρώπη, αὐτὸ ποὺ δὲν χρειάζεται νὰ κάνωμε, γιατί εἶναι ἁμαρτία πρὸς τὴν παράδοσί μας καὶ ταυτόχρονα ἀδικοῦμε καὶ τοὺς εὐρωπαίους, εἶναι τὸ νὰ μιλᾶμε τὴν γλῶσσα καὶ νὰ ἔχωμε τὴν λογική τῆς Εὐρώπης. Ἡ Εὐρώπη εἶναι πλούσια καὶ ταυτόχρονα εἶναι πάρα πολὺ φτωχή. Ὁ δυτικὸς πολιτισμὸς εἶναι πολὺ προχωρημένος καὶ ταυτόχρονα εἶναι μέγας ἐπαρχιωτισμός. Μέσα ἐδῶ στὴν παράδοσί μας ὑπάρχει κάτι, ἂν θέλετε κάτι τὸ τρελλό, τὸ μωρὸ -αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: "Τὰ μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός"- κάτι τὸ φτωχό, κάτι τὸ ἀνύπαρκτο, ποὺ τὰ διαλύει ὅλα καὶ δίνει σημασία καὶ ἀξία στὸν ἄνθρωπο.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς λέει ὅτι ὁ καθένας εἶναι "ἐν σμικρῷ Ἐκκλησία". Γι’ αὐτὸ ἐὰν τυχὸν ἐμεῖς διαβάσωμε τὸν βίο, τὴν πολιτεία καὶ τὶς διδαχὲς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τὰ καταλαβαίνομε, ἐπειδὴ ἔχομε γεννηθῆ μέσα σ’ αὐτὴν τὴν παράδοσι. Ἐὰν τὰ διαβάση κάποιος ἄλλος, ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς πλούσιους εὐρωπαίους, ποὺ τυχαίνει νὰ τὰ ἔχουν ὅλα καὶ συγχρόνως νὰ τοὺς λείπουν ὅλα, δὲν θὰ καταλάβη αὐτὴ τὴν λογική.

Γι’ αὐτό, νομίζω, ὅτι τὸ χρέος μας εἶναι νὰ τραφοῦμε μὲ αὐτὴ τὴν λογική, τὴν ὀρθόδοξη, καὶ νὰ χαροῦμε τὴν ζωή μας, νὰ χαροῦμε τὶς δυσκολίες μας, νὰ χαροῦμε - ἂν θέλετε - τὸν θάνατόν μας, δηλαδὴ νὰ γίνωμε σὰν τὴν χαρὰ ποὺ ξεπερνᾶ τὸν θάνατο. Καὶ μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο, νοιώθομε ὅτι πράγματι ὁ Θεός, "καλὰ λίαν ἐποίησε" τὰ πάντα. Καὶ σ’ αὐτὴ τὴν περίπτωσι ἐξοφλοῦμε καὶ τὸ χρέος, ποὺ ἔχομε πρὸς ὅλους. Καὶ πρὸς τοὺς εὐρωπαίους καὶ πρὸς τοὺς ἀμερικάνους, καὶ πρὸς τοὺς πολιτισμένους καὶ πρὸς τοὺς ἀπολίτιστους, γιατί ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: "Ἕλλησι τε καὶ βαρβάροις ὀφειλέτης εἰμί".

Σὰν παράδειγμα σᾶς φέρνω πάλι τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ ν’ ἀπολαύση τὴν ζωή του, μόνο ἂν τυχὸν ἀποφασίση νὰ τὴν θυσιάση γιὰ τοὺς ἄλλους. Καὶ νὰ τυχὸν αὐτὸ γίνη, τότε ἀπὸ τώρα μπαίνει στὴν αἰωνιότητα καὶ μπορεῖ νὰ καταλάβη τί σημαίνει ὅτι "ὁ Θεὸς εἶναι Τριαδικός, ὅτι εἶναι τρία πρόσωπα καὶ συγχρόνως εἶναι ἕνας Θεός". Καὶ μπορεῖ νὰ καταλάβη τί σημαίνει, ὅτι "ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἑνότης ἡ Τριαδική, ἡ ὁποία ἱερουργεῖται μέσα ἐδῶ". Μπορεῖ νὰ καταλάβη τί σημαίνει, ὅτι "ὁ ἄλλος εἶναι ὁ ἑαυτός μου". Ἐνῶ ἀντίθετα, ἐὰν τυχὸν ἐγὼ φροντίζω μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό μου, τότε πνίγω τὸν ἑαυτό μου, γιατί τὸν χωρίζω ἀπὸ τοὺς ἄλλους.

Γι’ αὐτὸ λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ὅτι "μπορεῖ νὰ εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ κάθε ἕνας ἄνθρωπος, ἀλλὰ ταυτόχρονα ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος εἶναι μία εἰκόνα τοῦ Θεοῦ". Καὶ γι’ αὐτό: "Εἷς ἄνθρωπος κατονομάσει τὸ πᾶν". Ἕνας ἄνθρωπος εἶναι ὁλόκληρο τὸ γένος, ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Κι ἂν τυχὸν κανεὶς ζῆ μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τότε νοιώθει ὅτι, ὄντας ἐλάχιστος καὶ μὴ ὄντας ἄξιος νὰ φιλήση τὰ πόδια τοῦ ἄλλου, ταυτόχρονα εἶναι μεγάλος καὶ δυνατός, γιατί ὁ νεκρὸς ἑαυτὸς του μπορεῖ νὰ κηρύξη καὶ νὰ διδάξη ὅλον τὸν κόσμο. Ὁπότε, αὐτὸς ὁ συνδυασμὸς τῆς ἀδυναμίας καὶ τῆς δυνάμεως, τῆς ἡσυχίας, θὰ ἔλεγα, τὸ νὰ μείνω μόνος καὶ νὰ εἶμαι μαζὶ μὲ ὅλους τους ἄλλους, εἶναι ἕνα δῶρο ποὺ δίνει ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Θυμᾶμαι μιά γριὰν ἑλληνίδα, ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι, στὴν Μασσαλία. Δούλευε σ’ ἕνα ἑστιατόριο. Ἐγέρασε καὶ πῆρε σύνταξι κι ἔμενε στὸ σπίτι της. Κάποτε μοῦ εἶπε: «Πολλοὶ μὲ λυποῦνται τώρα καὶ μοῦ λένε: "Κυρά-Κατίνα, τί κάνεις τώρα μόνη σου;" Ἀλλ’ ἐγὼ θέλω νὰ σᾶς πῶ ὅτι, τώρα ποὺ εἶμαι μόνη μου, περνῶ τὴν καλύτερη περίοδο τῆς ζωῆς μου, γιατί συνέχεια λέω τὴν εὐχή: "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με", καὶ ταυτόχρονα διαβάζω βίους ἁγίων».

Ἔτσι βλέπομε, ἀπὸ τὴν μιά μεριά, ἕναν ποὺ τὰ ἔχει ὅλα, (σπίτια τέλεια, αὐτοκίνητα τῆς τελευταίας τεχνολογίας, κτλ.), καὶ νὰ μὴν ἔχη ὄρεξι νὰ ζήσει. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὴν κυρά-Κατίνα, ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι διωγμένη, νὰ ἔχη πεθάνει ὁ ἄντρας της, νὰ μένη μόνη σ’ ἕνα δωματιάκι καὶ νὰ νοιώθη ὅτι βρίσκεται μέσα στὸν παράδεισο. Αὐτὸ εἶναι ποὺ χαρίζει ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δηλαδή, ὄχι μόνο μπορεῖ κανεὶς νὰ χαρῆ εὐαίσθητα καὶ σωστὰ τὶς εὐλογίες τῆς ζωῆς, ἀλλ’ εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχη μέσα του αὐτὴν τὴν εὐαισθησία καὶ τὴν χαρά, ἡ ὁποία περιγελᾶ τὸν θάνατο καὶ ἡ ὁποία κάνει τὶς δυσκολίες, τὰ γεράματα καὶ τὸν θάνατο, μεγάλη εὐλογία…
πηγή

Πέμπτη, Μαρτίου 07, 2013

Ἀνατολικὴ διδακτικὴ διήγηση



 



Ὅταν βρισκόμουνα στὴν Γερμανία, ἄκουσα σ’ ἕνα κήρυγμα διασήμου γερμανοῦ ἱεραποστόλου καὶ ἱεροκήρυκα μία βαθυστόχαστη καὶ συμβολικὴ διήγηση, παρμένη ἀπὸ συλλογὴ σοφῶν θρύλων καὶ μύθων τῆς Ἀνατολῆς. Τὴ διήγηση αὐτὴ διάβασα ἀργότερα καὶ σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐποικοδομητικὰ βιβλία, ποὺ ὀ ἴδιος ἱεραπόστολος ἔχει γράψει, καὶ στὴ συνέχεια τὴν παρέθεσα σὲ νεοελληνικὴ μετάφραση σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ δημοσιεύματά μου. Κρίνω σκόπιμο νὰ τὴν ὑπενθυμίσω στοὺς ἀναγνῶστες τοῦ «Ἐφημερίου», διότι εἶναι ὠφέλιμη τόοον γιὰ τὴν προσωπικὴ ζωή τους, ὅσον καὶ γιὰ τὸ συμβουλευτικό τους ἔργο. Τί λέγει, λοιπόν, ἡ διήγηση αὐτή;

Ἦταν κάποτε ἕνας καλὸς βασιληάς. Ὁ γιὸς του εἶχε πάρει τὸν κακὸ δρόμο. Οἱ συμβουλὲς καὶ τὰ φιλικὰ λόγια τοῦ πατέρα του, ὅπως κι οἱ διάφορες τιμωρίες, δὲν ὠφελοῦσαν σὲ τίποτε. Ὁ γιὸς ἐξακολουθοῦσε νὰ ζῆ μέσα στὴν ἁμαρτία. Τέλος ὁ πατέρας, καθὼς ἦταν ἀπελπισμένος, ἀπεφάσισε νὰ χρησιμοποίηση καὶ τὸ ἑξῆς μέσο, γιὰ νὰ διόρθωση τὸ παιδί του.

Μία Κυριακὴ προσκάλεσε τὸ γιό του στὴν αἴθουσα τὸν θρόνου. Ἐκεῖ πάνω σ’ ἕνα τραπέζι εἶχε τοποθετήσει ἕνα κύπελλο, γεμάτο ἀπὸ πολύτιμο ἀρωματικὸ λάδι. Τὸ λάδι αὐτὸ εἶχε παλαιότερα μεγάλη ἀξία στὴν Ἀνατολή. Τέτοιο λάδι εἶχεν ὑπ’ ὄψιν του κι ὁ Ψαλμωδός, ὅταν ἔλεγε: «Ἐλίπανας ἐν ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου» (Ψαλμ. χβ 5). Μπροστὰ στὸ τραπέζι στέκονταν μόνο στρατιῶτες τῆς σωματοφυλακῆς τοῦ βασιλέως μὲ τὰ ξίφη τραβηγμένα ἔξω ἀπ’ τὴ θήκη. Δίπλα στὸ κύπελλο μὲ τὸ λάδι βρισκόταν ἕνας χάρτης μὲ τὸ σχεδιάγραμμα τῶν ὁδῶν τῆς πόλεως.

Τότε ὁ πατέρας εἶπε στὸν γιό του: «θὰ κάμης μία μικρὴ περιοδεία μέσα στὴν πόλη. Μέσα στὸν χάρτη αὐτόν σοῦ σημείωσα ἕνα δρόμο, ποὺ θὰ ἀκολούθησης. Θὰ ξεκινήσης τώρα ἀμέσως, κρατώντας μπροστά σου αὐτὸ τὸ γεμάτο κύπελλο. ‘Αλλοίμονό σου, ἂν στὸ δρόμο σοῦ χυθῆ ἔστω καὶ μία μόνο σταγόνα ἀπ’ τὸ πολύτιμο αὐτὸ λάδι. Οἱ δυὸ στρατιῶτες ἔχουν αὐστηρὴ διαταγὴ νὰ σὲ ἀποκεφαλίσουν ἀμέσως. Γνωρίζεις δέ, πὼς οἱ διαταγές μου εἶναι γι’ αὐτοὺς ἀπολύτως δεσμευτικές».

Ὁ γιὸς ξεκινάει κάνοντας ὅ,τι τὸν διέταξε ὁ πατέρας του, Ἀφοῦ πέρασε ἀρκετὸς χρόνος, ξαναγυρίζει πίσω. Δὲν τὸν εἶχε χυθῆ οὔτε μία σταγόνα λαδιοῦ.

«Τὶ εἶδες, παιδί μου, στὸν δρόμο;», ἐρώτησε ὁ πατέρας.

«Τίποτα!», ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ γιοῦ.

«Τί; Δὲν εἶδες τίποτα; Μὰ σήμερα εἶναι ἡ ἐμποροπανήγυρις τῆς χρονιᾶς! Παντοῦ ὑπάρχουν χρωματιστὲς ρεκλάμες, ποὺ προσκαλοῦν στοὺς τόπους τῆς διασκεδάσεως. Παντοῦ στοὺς δρόμους ὑπάρχουν διάφορα θεάματα, γελωτοποιοὶ καὶ θαυματοποιοί. Δὲν εἶδες τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτά;».

«Ὄχι, πατέρα! Ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν εἶδα τίποτα».

«Μὰ ἂν δὲν εἶδες τίποτα, τότε τί ἄκουσες στὸ δρόμο;», ρώτησε πάλιν ὁ πατέρας.

«Τίποτα», ἦταν πάλιν ἡ ἀπάντησις τοῦ γιοῦ.

«Τί; Δὲν ἄκουσες τὶς φλογέρες; Δὲν ἄκουσες τὶς τρομπέττες καὶ τόσα ἄλλα μουσικὰ ὄργανα; Δὲν ἄκουσες ὅλους αὐτούς, ποὺ διαφήμιζαν τὰ κέντρα τῆς διασκεδάσεως; Δὲν ἄκουσες ὅλα αὐτά, ποὺ ἄλλοτε τόσον πολύ σοῦ τραβοῦσαν τὴν προσοχή;»

«Πατέρα μου, μόνον ἕνα πράγμα ἀντηχοῦσε στ’ αὐτιά μου, ὁ σοβαρὸς λόγος σου: «Ἀλλοίμονό σου, ἂν στὸν δρόμο σοῦ χυθῆ ἔστω καί μία σταγόνα ἀπ’ τὸ πολύτιμο αὐτὸ λάδι». Γι’ αὐτὸ ἕνα μόνο πράγμα ἔβλεπα: τὸ λαδὶ αὐτό. «Ὅλη μου ἡ προσοχὴ ἦταν συγκεντρωμένη σ’ αὐτό. Ἔτρεμα μήπως μοῦ χυθῆ μία σταγόνα. Πατέρα μου, σ΄ εὐχαριστῶ γιὰ αὐτὸ τὸ μάθημα, ποὺ μοῦ ἔκαμες. Τώρα ξεύρω πιὰ τί πρέπει νὰ κάμω, γιὰ νὰ μὴ μὲ αἰχμαλωτίζη τὸ κακό. Πατέρα μου, μὲ ἔσωσες».

Ἀλήθεια, πολὺ διδακτικὴ εἶναι ἡ ὡραία αὐτὴ διήγησις. Ἰδιαίτερα χρήσιμη εἶναι γιὰ τοὺς ἱερεῖς. «Ὅταν ἕνα πνευματικό τους τέκνο λέγη σ’ αὐτοὺς πὼς δὲν μπορεῖ ν’ ἀπαλλαγῆ ἀπ’ τὶς κακὲς συνήθειες καὶ τὰ πάθη του, ἴσως θὰ μποροῦσαν νὰ τοῦ διηγηθοῦν τὸν ἀνατολικὸ αὐτὸ συμβολικὸ μῦθο, ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπενθύμιση πολλὲς χριστιανικὲς ἀλήθειες: «Ὅλοι μας εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Ὑψίστου Βασιλέως καὶ κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ. Ὃ Χριστὸς σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε γιά μᾶς. Πρέπει λοιπὸν νὰ στρέφωμε διαρκῶς τὴ σκέψη μας στὸ σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ στὸ αἷμα Του, ποὺ ἔτρεξε ἀπὸ τὶς ἅγιες πληγὲς Του πάνω στὸν Σταυρό. Οὔτε μία σταγόνα ἀπὸ τὸ πολύτιμο αὐτὸ αἷμα δὲν πρέπει γιὰ μᾶς νὰ εἶναι χαμένη. Ἡ σκέψη αὐτὴ θὰ μᾶς βοηθῆ νὰ ἔχωμε μάτια κι αὐτιὰ ὄχι γιὰ τὰ ἀπατηλὰ θέλγητρα τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ μόνο γιὰ τὴν ὄμορφη καὶ ἀληθινὰ εὐτυχισμένη ζωή, τὴν ὁποία μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός.

«Ἂς χρησιμοποιοῦν λοιπὸν οἱ ἱερεῖς μας -ἰδίως οἱ ἐξομολόγοι- τὴ σοφὴ διήγηση τῆς Ἀνατολῆς στὸ συμβουλευτικό τους ἔργο γιὰ ἐκείνους, ποὺ παρασύρονται εὔκολα στὴν ἁμαρτία. Ἄλλα ἂς ἐνθυμοῦνται καὶ οἱ ἴδιοι γιὰ τὴν προσωπική τους ζωὴ τὴ βαθυστόχαστη ἀλήθεια τῆς ἀποστολῆς τους ὅταν ἔχουν συνείδησι, ὅτι τὰ χέρια τους κρατᾶνε συχνὰ τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου, ὅταν ἐνθυμοῦνται διαρκῶς, ὅτι εἶναι διάκονοι τοῦ Ἐπουρανίου Βασιλέως καὶ φρουροὶ οὐρανίων θησαυρῶν, τότε θὰ εἶναι προσεκτικοὶ σὲ ὅλες τους τὶς ἐκδηλώσεις.

Δευτέρα, Μαΐου 28, 2012

Πώς μετά να μην αποσύρει ο Θεός τη χάρη Του απ το αμαρτωλό έθνος μας;




Πώς μετά να μην αποσύρει ο Θεός τη χάρη Του απ το αμαρτωλό έθνος μας;Τα στοιχεία που καθ ημέραν δημοσιοποιούνται σχετικά με την εμβρυοκτονία αποτυπώνουν κατά τρόπο δραματικό το μέγεθος του προβλήματος!Όμως εμείς αλληθωρίζουμε και στρέψαμε την προσοχή μας στη διάσωση της καρέτα-καρέτα και στη φροντίδα των τετραπόδων!Τη στιγμή κατά την οποία ανθρώπινα έμβρυα απορρίπτονται στους σκουπιδοτενεκέδες και τους υπονόμους των ιατρείων σφαγέων ιατρών που ορκίστηκαν να σώζουν ζωές κι αυτοί πράττουν το εντελώς αντίθετο προς δόξαν του...ουμανισμού! Η ποιοτική καθίζηση της νεοελληνικής κοινωνίας δεν έχει πάτο! Αμβλώσεις, διαζύγια, αδιαφορία για τα εθνικά ζητήματα, αποκλειστική φροντίδα για την τσέπη, αποχαύνωση απ τα άθλια πρωινάδικα και τα ηλίθια σήριαλς, τουρκικά και μη, ποδοσφαιρολαγνικός κρετινισμός κ.τ.ο. συνθέτουν ένα εφιαλτικό παζλ που προοιονίζεται άσχημη κατάληξη!

Την ίδια στιγμή κάποιοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι απ τον εκκλησιαστικό χώρο ισχυρίζονται ότι επείγοντα και ζωτικά εκκλησιαστικά-ποιμαντικά προβλήματα αποτελούν ο εθνικισμός, ο αντισημιτισμός,ο φονταμενταλισμός κ.α.  Ο αοίδιμος π.Αυγουστίνος Καντιώτης με τα ιερατικά συνέδρια που διοργάνωνε στη μητρόπολή του,αλλά και με τις κατά καιρούς παρεμβάσεις του,πρόβαλλε κατά τρόπο σαφή τα πραγματικά ποιμαντικά προβλήματα όπως π.χ. τις αμβλώσεις,τα διαζύγια,τις διάφορες αιρέσεις που λυμαίνονται την πατρίδα μας,την εκκοσμίκευση ποιμένων και ποιμαινομένων,τον οικουμενισμό,τον επανευαγγελισμό του λαού,την ποιμαντική των μελλονύμφων,τους μεικτούς γάμους και πολλά άλλα που για λόγους οικονομίας του δημοσιογραφικού χώρου δεν αναφέρουμε.
Ο σημερινός εκκλησιαστικός λόγος ως επί το πλείστον αποφεύγει να ασχοληθεί και αναφερθεί σε θέματα όπως τα προαναφερθέντα.Αποφεύγει να διαφωτίζει,να ελέγχει,να αφυπνίζει συνειδήσεις.Ο ελεγκτικός και αφυπνιστικός λόγος διαβάλλεται απ τους αντιφρονούντες ως καταγγελτικός, εισαγγελικός, δικανικός, νομικιστικός, ηθικιστικός, οργανωσιακός, πιετιστικός, μισαλλόδοξος! Είναι τέτοια η διαστροφή των εννοιών στη γέμουσα συγχύσεως εποχή μας που απαξιώνεται κατά τρόπο πάντηπαράδεκτο η αγωνιστικότητα και η ποιμαντική επαγρύπνηση.Και το ποίμνιο παραμένει αδιαφώτιστο και απροβλημάτιστο με ο,τι αυτό συνεπάγεται για την πνευματική του πορεία!
Λυκούργος Νάνης

Παρασκευή, Ιανουαρίου 13, 2012

Βιοηθικὴ καὶ τὸ ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας



Σκουτέρης Κωνσταντῖνος



(1) Status Questionis.

Ἡ πρόοδος πού ἔχει σημειωθῆ στήν ἰατρική τά τελευταῖα χρόνια, τόσο στόν τομέα τῆς θεραπευτικῆς, ὅσο καί στόν τομέα τῆς γενετικῆς καί τῆς βιολογίας, πέρα τοῦ ὅτι εἶναι ἐντυπωσιακή καί συχνά ἔξω καί ἀπ᾿ αὐτά τά ὅρια τῶν προσδοκιῶν τοῦ ἀνθρώπου, προκαλεῖ τή θεολογία καί φαίνεται νά τήν ἐξωθῆ σέ ἐπανερμηνεία καί ἐπαναθεώρηση τῶν παραδοσιακῶν της ἀντιλήψεων. Ὡστόσο σέ κύκλους θεολόγων, ἀλλά καί μή θεολόγων πλανᾶται τό ἐρώτημα· ῎Εχει ἡ θεολογία τά ἀπαραίτητα ἐφόδια γιά νά δώση ἀπάντηση σέ ἐρωτήματα, τά ὁποῖα ἐπιτακτικά θέτει ἡ σύγχρονη ἐπιστημονική ἔρευνα; Μήπως ἡ ἠθική της εἶναι παρωχημένη καί ἀναποτελεσματική, ἀνίκανη νά ἀντιμετωπίση τά νέα δεδομένα καί τίς ἁλματώδεις ἐξελίξεις πού ἀναφέρονται στή βιολογική ὕπαρξη καί λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου; Μήπως ὁ λόγος της ἀφορᾶ μόνο στήν πνευματική σφαῖρα τῆς ὑπάρξεως καί δέν μπορεῖ νά εἶναι συμβατός μέ τήν πραγματικότητα τῆς ἐξελίξεως, ἤ ἀκριβέστερα τῆς ἐπαναστάσεως, πού ἐπιτελεῖται στόν τομέα τῆς βιολογίας καί τῆς ἰατρικῆς; Μήπως τό δόγμα, ἡ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπέβαλε ἕνα τυποποιημένο ἦθος, τό ὁποῖο χαρακτηρίζει ἡ ἀκαμψία, ἡ ἀνελαστικότητα καί ἡ ἀδυναμία προσαρμογῆς στά νέα ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης;

Τά ἐρωτήματα αὐτά ἔχουν πολλές πλευρές καί μπορεῖ νά ἀναγνωρίση κανείς σ᾿ αὐτά ποικίλες ἀφορμές γιά συζήτηση. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ βιοηθική ἔκανε τήν ἐμφάνισή της τά τελευταῖα μόλις χρόνια, ἀρχικά στήν ᾿Αμερική καί στή συνέχεια στήν Εὐρώπη, προφανῶς δέ εἶναι προϊόν τῶν νέων δεδομένων πού ἔθεσε ἡ ἰατρική πρόοδος καί οἱ ἔρευνες στόν τομέα τῆς Βιολογίας. ῾Η Βιοηθική ἦλθε ὡς παρεπόμενο τῶν ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων καί ἀποβλέπει στήν κριτική ἀντιμετώπιση τῶν διλημμάτων καί στήν ἀξιολόγηση τῶν συνεπειῶν πού ἡ νέα γνώση ἔχει φέρει στήν ἐπιφάνεια τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. ῾Η Βιοηθική, λοιπόν, ἐμφανίσθηκε σάν μιά ἀνάγκη νά ἀντιμετωπισθοῦν τά ἠθικά προβλήματα πού συνδέονται μέ τήν πρόοδο τῆς ᾿Ιατρικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά καί ἐκεῖνα πού ἀπορρέουν ἀπό τά πειράματα πού σχετίζονται μέ τή βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.



(2) Προσέγγιση τῶν ἐννοιῶν.

Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ὅρος «ἠθική», ὡς δηλωτικός κάποιου τρόπου καί κώδικα συμπεριφορᾶς, ἔχει γίνει ἀφορμή νά διατυπωθοῦν κατά καιρούς ποικίλες γνῶμες, τά τελευταῖα δέ χρόνια ἡ δυτική θεολογία τόν εἶχε γιά καιρό ἀφήσει στό περιθώριο, γιατί θεωροῦσε ὅτι ἐκφράζει μιά πεπαλαιωμένη ἀντίληψη γιά τόν ἄνθρωπο καί τή ζωή. ῾Ο ὅρος «ἠθική» ἔχει τήν ἀφετηρία του στήν ἀρχαία ἑλληνική σκέψη. ᾿Ετυμολογικά προέρχεται ἀπό τόν ὅρο «ἦθος» πού εἶναι ἄλλη γραφή καί ἑρμηνεία τοῦ ὅρου «ἔθος». ῾Ο ᾿Αριστοτέλης θεωρεῖ τήν ἠθική ὡς τό δεύτερο σκέλος τῆς ἀρετῆς, μετά τήν «διανοητική», πιστεύει δέ ὅτι «ἐξ ἔθους παραγίνεται, ὅθεν καί τοὔνομα ἔσχηκε μικρόν παρεκκλῖνον ἀπό τοῦ ἔθους». ῎Ετσι ἡ ἠθική, πού διαμορφώνεται μέ τή συνήθεια, σχετίζεται μέ τό χρόνο. ῾Η ἠθική δηλώνει τή συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία διαμορφώνεται ἀνάλογα μέσα στό χρόνο. ῎Αλλοι ἀρχαῖοι συγγραφεῖς βλέπουν στό ἦθος, πέρα ἀπό τή διαμόρφωση τρόπου συμπεριφορᾶς, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μέ τή συνήθεια, κάτι τό θεῖο. «῏Ηθος ἀνθρώπῳ δαίμων» θά πῆ ὁ ῾Ηράκλειτος, ἐννοῶντας ὅτι ἦθος γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ θεία δύναμη πού κατοικεῖ μέσα του. 'Εδῶ τό ἀνθρώπινο τό ἦθος εἶναι κάτι πέρα ἀπό ἕνα τρόπο πού διαμορφώνει ἡ συνήθεια, εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς σχέσεως μέ τό θεῖο.

Στό Χριστιανικό κόσμο, καί εἰδικώτερα στή σκέψη τῶν ἑλλήνων Πατέρων, μέ τίς ἔννοιες ἦθος καί ἠθική προσδιορίζεται ὁ χριστιανικός τρόπος ζωῆς, ἡ καινή συμπεριφορά, τήν ὁποία προβάλλει καί ἐπαγγέλλεται ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια εἶναι γνωστό, ὅτι οἱ ὅροι «ἦθος» καί «ἠθική» δέν εἶχαν ποτέ στούς ἕλληνες Πατέρες εὑρεῖα διάδοση. ῾Η χρησιμοποίησή τους ἦταν ὁπωσδήποτε περιστασιακή καί περιωρισμένη. ᾿Ακόμα καί ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ὁποῖος συνέταξε λόγους στούς ὁποίους δόθηκε ὁ γενικός τίτλος «᾿Ηθικά», χρησιμοποίησε μιά ἐκκλησιαστική καί θεολογική γλῶσσα, ἡ ὁποία σαφῶς διαφοροποιεῖται ἀπό τή νομική γλῶσσα τῆς ἠθικῆς, ὅπως αὐτή ἀναπτύχθηκε σέ μεταγενέστερες ἐποχές. Κατά τούς νεώτερους χρόνους ἡ λέξη «ἠθική» (Ethics, Ethic, Ethique) χρησιμοποιήθηκε γιά νά δηλωθῆ ἡ ἐπιστήμη πού ἀσχολεῖται μέ τίς ἠθικές γενικά ἀξίες. Στή δυτική ὁρολογία χρησιμοποιήθηκαν παράλληλα οἱ ὅροι Morality, Moral ἤ Morale (ἀπό τό λατινικό mos πού σημαίνει ἦθος) γιά νά προσδιορισθῆ τό ἀντικείμενο τῆς ἠθικῆς, δηλ. ἡ ἠθική συμπεριφορά.

῾Η Βιοηθική ἐμφανίζεται σήμερα ὡς νέος κλάδος τῆς ἠθικῆς ἐπιστήμης ἤ ἔστω ὡς μιά αὐτόνομη ἐπιστήμη, παράλληλη ὅμως πρός τήν ἠθική ἐπιστήμη. ῾Ο κλάδος τῆς Βιοηθικῆς ἀποσκοπεῖ στό νά προσεγγίση τά ἠθικά διλήμματα πού ἀπορρέουν ἀπό τήν πρόοδο στό χῶρο τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. Βιοηθική εἶναι ἠθική πού ἀφορᾶ στό βίο εἰδικώτερα τοῦ ἀνθρώπου. ῎Εχει ὀρθά ἐπισημανθῆ, ὅτι ἴσως εἶναι καλλίτερα νά μιλᾶμε γιά ἠθική τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. ῞Οπως καί νἄχη τό πράγμα ἡ Βιοηθική καλεῖται νά ἀντιμετωπίση τούς νέους ἠθικούς προβληματισμούς, τούς ὁποίους δημιούργησε καί συνεχῶς δημιουργεῖ ἡ ἔρευνα στό χῶρο τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. Τό ἀντικείμενό της εἶναι ἀπόλυτα καινούργιο καί ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἀπροσδόκητο. Τά ἐπιτεύγματα πού ἀφοροῦν στή βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συχνά ἔξω ἀπό τόν κύκλο καί αὐτῆς τῆς πιό τολμηρῆς φαντασίας. Συνεπῶς ἡ Βιοηθική ἔχει τήν ἀποστολή νά ἀξιολογήση τήν τολμηρή πρόοδο καί νά δῆ ἄν καί σέ ποιό βαθμό συμβιβάζεται μέ τίς ἐν γένει παραδεκτές ἀξίες πού διέπουν τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ νέοι ὁρίζοντες πού ἀνοίγονται μέ τήν ἐπιστημονική ἔρευνα συνεπάγονται καί νέες προοπτικές στίς ἀξιολογήσεις καί στήν περί ζωῆς φιλοσοφία τοῦ ἀνθρώπου. ῾Υπάρχουν δηλ. ἠθικές συνέπειες πού συνοδεύουν τήν κατά ἕνα τρόπο εὐγενῆ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπεκτείνη τή γνώση του, νά εὐκολύνη τή ζωή καί νά ἐρευνήση τό χῶρο τῆς βιολογικῆς διαδικασίας.



(3) ῾Η δημιουργικότητα καί ἡ ἔρευνα δῶρα τοῦ Θεοῦ.

Συχνά οἱ κοινωνίες, πού βρίσκονται μπροστά στά ἀπίστευτα ἐπιστημονικά ἐπιτεύγματα ἀντιδροῦν μέ ἀμηχανία ἤ μέ ἀλληλοαναιρούμενες προτάσεις. Πολλοί εἶναι αὐτοί πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ ἔρευνα καί ἡ ἐπιστήμη δέν μποροῦν νά ἔχουν φραγμούς, ἄλλοι πάλι θεωροῦν ἐπιβεβλημένο τόν καθορισμό κάποιου νομικοῦ ἤ ἠθικοῦ πλαισίου, γιατί, ὅπως τονίζουν, ἄν δέν ἀναγνωρισθῆ ἡ ἀναγκαιότητα τοῦ ἐλέγχου στά βιολογικά πειράματα καί στην ἰατρική ἔρευνα ὁ ἄνθρωπος ὑποβιβάζεται σέ πειραματόζωο, σέ ἀντικείμενο τοῦ ἐργαστηρίου.

Εἶναι ἀναγκαῖο στό σημεῖο αὐτό νά διευκρινίσουμε ὅτι ἡ ἔρευνα γενικά καί εἰδικώτερα ἡ ἐπιστημονική ἀναζήτηση νέων μεθόδων καί νέων ἐφαρμογῶν πού ἀφοροῦν στή βελτίωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ἐντάσσονται στή δυνατότητα πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔχει δώσει στόν ἄνθρωπο νά ἀναζητᾶ καί νά δημιουργῆ. ῾Η τεχνολογία καί κατ᾿ ἐπέκταση ἡ βιοτεχνολογία βρίσκουν τή θεολογική τους δικαίωση στή δυνατότητα πού αὐτός ὁ Θεός ἔδωσε στούς πρωτόπλαστους νά ἐργάζωνται καί νά φυλάσσουν τόν παράδεισο (Γεν. 2:15). ῾Η δημιουργικότητα εἶναι συνυφασμένη μέ τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (Γεν. 1:27) καί ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ἔχει μιά μοναδικότητα στό στερέωμα τοῦ κτιστοῦ κόσμου. «Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γεν. 2:7). ῾Ο ἄνθρωπος ὡς «ψυχή ζῶσα» εἶναι δημιουργικό πνεῦμα, ἔχει δήλ. στή φύση του κάτι ἀπό τή θεία δημιουργικότητα. Αὐτό εἶναι πράγματι εὐλογία, τή σημασία τῆς ὁποίας ἀναγνωρίζει καί ἐξαίρει ἡ θεολογία. ῾Ωστόσο ὁ ἄνθρωπος ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ὀφείλει νά λειτουργῆ κριτικά. ῎Αν ἡ δημιουργικότητα εἶναι ἀνεξέλεγκτη καί ἄκριτη, τότε παύει νά εἶναι ὁλοκληρωμένη καί αὐθεντική. ῾Η «διάκρισις τῶν πνευμάτων» (1 Κορ. 12:10) εἶναι ἀνάγκη νά συνοδεύη τή δημιουργικότητα. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση ἡ δημιουργικότητα βρίσκει τήν ὁλοκληρία της ὅταν διασώζη τή θεία προέλευσή της. ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι μιά αὐτόνομη καί αὐτοκίνητη μηχανή, ἀλλά μπορεῖ νά δημιουργῆ ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι ζῶσα εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Στήν οὐσία ἡ δυνατότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά ἐρευνᾶ καί νά ἀνακαλύπτη ἔχει θεία τήν προέλευσή της. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἡ φυσική κλίση τοῦ ἀνθρώπου νά δημιουργῆ, νά ἐρευνᾶ, νά ἀνακαλύπτη δέν χάνει, σέ καμμία περίπτωση, τή θεία καταβολή καί καταξίωσή της. Οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας χρησιμοποιοῦν τήν ἔννοια τῆς «συνεργίας» γιά νά καταδείξουν ὅτι, ὁ ἄνθρωπος ὡς δημιουργική ὀντότης μπορεῖ καί εἶναι συνεργός τοῦ Θεοῦ.

῾Η μετά τοῦ Θεοῦ συνεργία, ἰδιαίτερα στην ἰατρική λειτουργία, ἐξαίρεται στήν ῾Αγία Γραφή. Στή Σοφία Σιράχ καταγράφεται· «Τίμα ἰατρόν πρός τάς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καί γάρ αὐτόν ἔκτισε Κύριος· παρά γάρ ὑψίστου ἐστίν ἴασις ... ἐπιστήμη ἰατροῦ ἀνυψώσει κεφαλήν αὐτοῦ, καί ἔναντι μεγιστάνων θαυμασθήσεται. Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα, καί ἀνήρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ αὐτοῖς» (38:1-4). Στήν παράδοση ἐξ᾿ ἄλλου τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ὑπάρχει μιά πλειάδα ἁγίων ἰατρῶν, τούς ὁποίους ἰδιαίτερα εὐλαβεῖται ἡ συνείδηση τῶν πιστῶν, ἐνῶ στό ἔργο τῆς ᾿Εκκλησίας συμπεριλαμβανόταν πάντοτε ἡ μέριμνα γιά τήν ἵδρυση νοσοκομείων καί θεραπευτηρίων. ῾Η ᾿Εκκλησία συνεπῶς καταφάσκει στό ἔργο τῆς ἰατρικῆς, τό ὁποῖο θεωρεῖ ἱερή ὑπόθεση, καί ἀκόμα γιατί ἀναγνωρίζει ὅτι τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει καθ᾿ ἑαυτό μιάν ἱερότητα ὡς ἀναπόσπαστο μέρος τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας. Τό σῶμα εἶναι ὁ ναός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Στήν ὅλη ἱστορία τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου τό σῶμα ἔχει νά ἐπιτελέση ἕνα μοναδικό ἔργο, εἶναι ὁ χῶρος στόν ὁποῖο ἱερουργεῖται ἡ ζωή καί τό ἐπίπεδο στό ὁποῖο ἐτοιμάζεται ἡ μέλλουσα ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου. Χωρίς τό σῶμα δέν ὑπάρχει ἀνθρώπινο πρόσωπο. ῎Ετσι ἡ ᾿Ιατρική καί ἡ Βιολογία, ὡς ἐπιστῆμες πού ἔχουν ὡς ἀντικείμενό τους τόν ἀνθρώπινο βίο καί πιό συγκεκριμένα τίς σωματικές λειτουργίες, θεωροῦνται ὅτι ἐπιτελοῦν θεῖο ἔργο, στό μέτρο βέβαια πού μέ τίς ἐπιστημονικές παρεμβάσεις τους δέν παραβιάζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου καί δέν ἀντιμετωπίζεται ὁ ἄνθρωπος ὡς μιά ἀποκλειστικά βιολογικά μηχανή. Τό θέμα εἶναι, ὅτι ἡ ἱερότητα τοῦ ἰατρικοῦ λειτουργήματος προϋποθέτει τήν ἀναγνώριση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ὡς μοναδικῆς ψυχοσωματικῆς ὀντότητας.

Τό ζήτημα τοῦ ἰατρικοῦ ἔργου καί τῶν ἐρευνῶν πού ἀφοροῦν στίς βιολογικές λειτουργίες εἶναι λεπτό καί θά πρέπει πάντοτε νά ἐξετάζεται σέ σχέση μέ τήν πραγματικότητα τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. ῾Η ᾿Ιατρική καί ἡ Βιολογία δέν ἀσχολοῦνται μέ ἄψυχα ἀντικείμενα, δέν εἶναι δηλ. κάτι ἀντίστοιχο μέ τή φυτολογία ἤ ἔστω μέ τή ζωολογία. ᾿Αντικείμενό τους εἶναι ἡ μοναδική πραγματικότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένη μέ τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, τό ὁποῖο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τή μοναδική κλήση καί προοπτική τῆς ἀθανασίας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ᾿Ιατρική καί Βιολογία ὀφείλουν νά λειτουργοῦν ἐπικουρικά καί ὄχι ἐξουσιαστικά καί κυριαρχικά. ῾Ο ἀπόλυτος σεβασμός τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ὄχι ὡς ἐφήμερης βιολογικῆς ὑπάρξεως, ἀλλά ὡς αἰώνιας καί ἀθάνατης ὀντότητας εἶναι προϋπόθεση γιά μιά ἰατρική ἡ ὁποία θά συναινῆ στή ζωή εὐεργετικά καί βοηθητικά. ῾Η ἰατρική παρέμβαση, παραδείγματος χάριν, γιά τή διακοπή τῆς κυήσεως ἀντιστρατεύεται τό δικαίωμα τῆς ζωῆς, τό ὁποῖο εἶναι ἐξ᾿ ἴσου ὑπαρκτό καί ἔγκυρο γιά τό ἔμβρυο, ὅσο καί γιά τόν ὁποιοδήποτε ὥριμο ἄνθρωπο. Πολύ περισσότερο μάλιστα τό ἔμβρυο ὡς ὕπαρξη, στό ὁποῖο ἔχουν ἤδη προσδιορισθῆ τά χαρακτηριστικά τῆς νέας ἀνθρώπινης ζωῆς, ἔχει μεγαλύτερη ἀνάγκη ἰατρικῆς προστασίας. Τό ἔμβρυο τῶν πρώτων ἡμερῶν, τό νεογέννητο βρέφος, ὁ νέος, ὁ ὥριμος ἤ ὁ ἡλικιωμένος ἄνθρωπος εἶναι σταθμοί τῆς ἴδιας ἀνθρώπινης ζωῆς. ῾Η εὐθύνη τῆς ᾿Ιατρικῆς καί τῆς Βιολογίας ἔγκειται στό νά προστατεύη μέ τίς ἀνακαλύψεις καί τίς νέες μεθόδους τό ἀνεκτίμητο δῶρο τῆς ζωῆς, σ᾿ ὅποια φάση κι᾿ ἄν αὐτό τό δῶρο ἐμφάνιζεται. ᾿Από πλευρᾶς Θεολογίας ἡ προστασία αὐτή δέν ἀφορᾶ σέ μιά βιολογική ὕπαρξη πού θά πεθάνη, ἀλλά σέ ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο τό ὁποῖο ἔχει προορισμό νά μή πεθάνη καί τό ὁποῖο στή βιολογική του πορεία ἔχει τήν εὐκαιρία καί τήν ὕψιστη εὐθύνη νά δημιουργήση μιά μοναδική καί ἀνεπανάληπτη ἱστορία.



(4). Οἱ ἐξελίξεις στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας καί τά διλήμματα πού προκύπτουν.

῾Ωρισμένοι βιολόγοι, γιατροί, νομικοί, ἀκόμα καί θεολόγοι θεωροῦν, ὅτι ἡ Βιοηθική θά ἐπιλύση ὅλα τά προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ ἔρευνα καί οἱ ἀνακαλύψεις στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας. ᾿Αντιλαμβάνονται τή Βιοηθική ὡς τόν ἀπό μηχανῆς θεό τῆς ἀρχαίας τραγωδίας. Εἶναι γνωστό ὅτι στό ἀρχαῖο θέατρο, ὅταν ἡ τραγωδία ἔφθανε σέ ἀδιέξοδο, ξαφνικά ἐμφανιζόταν, μέ μιά μηχανική ὑποστήριξη, κάποιος «θεός», ὁ ὁποῖος ἔδινε τή λύση στό ἀδιέξοδο. ῾Ο θεός αὐτός πῆρε τό ὄνομα «ἀπό μηχανῆς θεός». Κάπως ἔτσι φαντάζονται ὡρισμένοι καί τό ρόλο τῆς Βιοηθικῆς. Αὐτό προφανῶς ἀποτελεῖ ἀνεδαφική ἐλπίδα, ἁπλούστατα γιατί οἱ ἐξελίξεις στή Βιοτεχνολογία εἶναι, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ἀνεξέλεγκτες καί δέν μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ ἠθικές ἐντολές ἤ παραινέσεις. Θά πρέπει νά δώσουμε ὡρισμένα παραδείγματα γιά νά γίνει σαφές ὅτι τά προβλήματα καί τά διλήμματα πού ἐμφανίζονται μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης εἶναι μεγάλα καί πολύπλοκα, ἡ δέ ἀντιμετώπισή τους ἀπαιτεῖ μιά ριζικά καινή νοοτροπία καί μιά περί ζωῆς φιλοσοφία ἡ ὁποία δέν ἐξαντλεῖται σέ ἐντολές καί στήν καταγραφή κανόνων.

῾Υπάρχουν προτάσεις τῆς Βιοτεχνολογίας γιά τίς ὁποῖες ἡ κοινή γνώμη ἐκφράζει ἀποτροπιασμό καί ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς ἠθικές της καταβολές, ἀντιδρᾶ. ῾Η συζήτηση γιά τήν ἀνδρική ἐγκυμοσύνη εἶναι ἕνα θέμα πού προκαλεῖ τή φυσική ἀπέχθεια στόν ὁποιονδήποτε φυσιολογικό ἄνθρωπο. ῾Η ἀνακοίνωση ἐπίσης τοῦ Βρετανοῦ ἐμβρυολόγου Τζόναθαν Σλάκ, τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μπάθ, ὅτι μέ τήν τροποποίηση ὡρισμένων γονιδίων κατώρθωσε νά δημιουργήση ἀκέφαλα ἔμβρυα βατράχου, καί ὅτι μέ τήν ἴδια μέθοδο θά μποροῦσε διά τοῦ κλωνισμοῦ νά δημιουργήση ἀνθρωποειδῆ γιά τήν παραγωγή ἀνθρωπίνων ὀργάνων γιά τίς μεταμοσχεύσεις, εἶναι θέμα γιά τό ὁποῖο ὁ κοινός ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀπέχθεια. ῾Η προοπτική δημιουργίας ἀκέφαλων ἀνθρώπων, γιά τήν κατά παραγγελία παραγωγή ἀνθρωπίνων ὀργάνων, ὑποκρύπτει μιά κυνικότητα καί ἕναν ὑποβιβασμό τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καί τῆς βιολογικῆς λειτουργίας. ῾Η κατά παραγγελίαν δημιουργία ὄντων, ἤ ἀκριβέστερα τεράτων, πού θά ἔχουν μοναδικό προορισμό νά προσφέρουν τούς ἱστούς καί τά ὄργανά τους σέ κάποιον ἄνθρωπο ἀφέντη, ἔστω καί ἄν φαίνεται ὡς προοπτική πού θά λειτουργήση «ἐπ᾿ ἀγαθῷ» τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι προκλητική καί ὁπωσδήποτε ἐνοχλεῖ τόν καθημερινό ἄνθρωπο. ᾿Αντίδραση στόν κοινό νοῦ προκαλεῖ, σέ γενικές γραμμές, καί ἡ συζήτηση γιά τήν περιβόητη κλωνοποίηση. Μέ τόν κλωνισμό μπορεῖ νά ἐπιτευχθῆ ἡ παραγωγή ἀπεριορίστου ἀριθμοῦ πανομοιότυπων ὄντων, ἀνθρώπων κλώνων, ἐνῶ μέ τή γενετική παρέμβαση εἶναι δυνατό τά ἀντίγραφα αὐτά νά βελτιωθοῦν. Τό ἐρώτημα εἶναι γιατί ἀνθρώπινα ἀντίγραφα, καί ποιός θά κρίνη γιά τή γενετική τροποποίηση καί τίς σκοπιμότητές της; Πῶς, τέλος, κατανοεῖται ἡ περιβόητη βελτίωση τῶν κυττάρων;

῾Υπάρχουν ἄλλα ζητήματα ἀπό τή βιολογική ἐπανάσταση, γιά τά ὁποῖα οἱ καθημερινοί ἄνθρωποι ἐκφράζουν ποικίλες γνῶμες καί συχνά ἀλληλοσυγκρουόμενες ἀπόψεις. Γιά τήν τεχνητή γονιμοποίηση ἡ κοινή γνώμη ἔχει γενικά μεγαλύτερη συμπάθεια ἀπ᾿ ὅτι γιά ἄλλα ζητήματα τῆς Βιοτεχνολογίας. ῾Ο λόγος εἶναι προφανής. Μέ τήν τεχνητή γονιμοποίηση, λέγεται, ὅτι χρησιμοποιοῦνται τά μέσα τῆς ἐπιστήμης γιά νά ἔλθη στόν κόσμο μιά νέα ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Πέρα ὅμως ἀπ᾿ αὐτή τήν ἁπλοποιημένη τοποθέτηση, τό θέμα ἔχει καί τίς ποικίλες προεκτάσεις του, καί τίς κοινωνικές παρενέργειές του. ῾Η διατήρηση τοῦ σπέρματος εἶναι ἕνα θέμα πού ἔχει πολλές πλευρές. Σέ μερικές περιπτώσεις αὐτό γίνεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει προσβληθῆ ἀπό ἀσθένεια πού ἀπαιτεῖ θεραπευτική ἀγωγή ἡ ὁποία ἐνέχει τόν κίνδυνο τῆς στειρότητας. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ διατήρηση τοῦ σπέρματος εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά γίνη τεχνητή γονιμοποίηση. Πιό ἀκραία καί βέβαια ἠθικά ἀπαράδεκτη εἶναι ἡ διατήρηση τοῦ σπέρματος γιά λόγους «συμφέροντος». ῎Εχει γραφῆ ὅτι «πολλοί νέοι ᾿Αμερικάνοι καταθέτουν τό σπέρμα τους στήν τράπεζα σπέρματος καί στήν συνέχεια ὑποβάλλονται σέ στείρωση. ῎Ετσι ἔχουν "ἄνετες" σεξουαλικές σχέσεις, καί ὅταν θελήσουν νά ἀποκτήσουν παιδί ἀπευθύνονται στήν «τράπεζά τους». ῾Υπῆρξαν καί περιπτώσεις πού τό σπέρμα παρέμεινε στήν τράπεζα γιά χρόνια μετά τό θάνατο τοῦ δότη συζύγου, καί ἡ χήρα του ζήτησε τή γονιμοποίησή του πολύ μετά τό θάνατο τοῦ συζύγου της. ῎Ετσι, τό παιδί πού γεννήθηκε ἦταν ἀναγκαστικά ὀρφανό, παιδί ἑνός «πατέρα» πού εἶχε πεθάνει χρόνια πρίν. ᾿Ακόμα πιό πολύπλοκα εἶναι τά ζητήματα ὅταν πρόκειται γιά τήν καταφυγή στό σπέρμα ἑνός δότη. ῾Ωρισμένοι γονεῖς στήν ἀπελπισία τους καί στήν φυσική ἀνάγκη τους νά ἀποκτήσουν παιδί καταφεύγουν σ᾿ αὐτή τήν ἠθικά ἐπιλήψιμη λύση. ῎Οχι σπάνια οἱ δότες καί αὐτοί πού ἀποθηκεύουν ἤ μεταβιβάζουν τό σπέρμα λειτουργοῦν στή βάση τῆς οἰκονομικῆς συναλλαγῆς. Οἱ παρεμβάσεις τῶν ῾Υπουργείων ῾Υγείας εἶναι κυρίως γιά νά ρυθμισθοῦν προβλήματα νομικά καί διαδικαστικά. Παραμένει ὡστόσο τό κρίσιμο ἐρώτημα, ἄν ἡ προσφυγή στο σπέρμα ἑνός δότη εἶναι ἡ ἐνδεδειγμένη καί ἠθικά ἀποδεκτή λύση. ῞Ενα ἄλλο ζήτημα παρεμφερές εἶναι, ὅτι συνήθως στήν περίπτωση τῆς τεχνητῆς γονιμοποίησης ἐπιδιώκεται νά διατηρηθῆ ἡ ἀνωνυμία τοῦ δότη, γιά νά διασφαλισθῆ ἔτσι ἡ αὐτοτέλεια καί ἡ συνοχή τῆς οἰκογένειας πού ἀναγκάστηκε νά καταφύγη σ᾿ αὐτή τή λύση. Μέ τόν τρόπο ὅμως αὐτό δημιουργοῦνται ἄλλα προβλήματα πού ἔχουν σχέση μέ τήν ὑγεία τοῦ παιδιοῦ πού πρόκειται νά ἔλθη στόν κόσμο. ῞Οταν δέν εἶναι γνωστή ἡ προέλευση τοῦ σπέρματος δέν εἶναι γνωστές καί οἱ κληρονομικές καταβολές, μέ συνέπεια ἡ ὑγιεινή προστασία τοῦ παιδιοῦ νά μήν εἶναι ἐξασφαλισμένη.

Τά παραδείγματα αὐτά δέν κάνουν ἄλλο παρά νά καταγράφουν τά κρίσιμα προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ ἐπιστημονική ἐξέλιξη, καί εἰδικώτερα οἱ ἀνακαλύψεις στόν τομέα τῆς τεχνητῆς γονιμοποιήσεως. ᾿Ανάλογα προβλήματα ὑπάρχουν καί σέ ἄλλα ζητήματα πού προκύπτουν ἀπό τήν πρόοδο στήν Βιολογία καί στήν ᾿Ιατρική, πρόοδο πού καλύπτει ὅλο τό φάσμα τῆς ζωῆς, ἀπό τή σύλληψη ἤ καί τήν πρό τῆς συλλήψεως διαδικασία, μέχρι τό θάνατο. Τό καίριο ὅμως ἐρώτημα εἶναι, μποροῦν τά προβλήματα αὐτά νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ ἁπλές νομικές ρυθμίσεις; Μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ μιά «ἀνανεωμένη» καί προσαρμοσμένη στίς νέες ἀπαιτήσεις ἠθική διδασκαλία; Πολλοί κοινωνιολόγοι, ἰατροί, νομικοί ἤ καί θεολόγοι πιστεύουν πώς ναί. ῾Η ἄποψή τους εἶναι, ὅτι στά προβλήματα μπορεῖ νά δοθῆ ἀπάντηση ἄν ἀνανεώσουμε τήν ἠθική μας, ἄν προσαρμόσουμε στίς νέες ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν τίς ἠθικές μας ἀντιλήψεις. ᾿Αλλά καί πάλι προκύπτει ἕνα σοβαρό ἐρώτημα, εἶναι ἡ ἠθική ἕνα σύστημα ἀξιῶν πού διαμορφώνεται ἀπό τίς διάφορες περιστάσεις καί τίς «ἀνάγκες» πού ἐμφανίζονται κατά καιρούς ἤ μήπως ἔχει διαχρονική καί διαπροσωπική σημασία καί ἀξία;



(5). «Descriptive and prescriptive Bioethics».

῾Ο Δρ. Darryl Macer τοῦ ᾿Ινστιτούτου Βιολογικῶν ᾿Επιστημῶν τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Tsukuba τῆς ᾿Ιαπωνίας θεωρεῖ, ὅτι ὑπάρχουν δύο τύποι Βιοηθικῆς. ῾Ο πρῶτος τύπος εἶναι ἡ «περιγραφική Βιοηθική» («descriptive bioethics»). ῾Ο τύπος αὐτός ἀφορᾶ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι βλέπουν τή ζωή καί τίς ἠθικές ἀλληλεπιδράσεις καί εὐθῦνες τους σέ σχέση μέ τούς ζωντανούς ὀργανισμούς τῆς ζωῆς. ῾Ο δεύτερος τύπος εἶναι ῾Η «συνταγογραφική βιοηθική» («prescriptive bioethics»). Μέ τόν τύπο αὐτό δηλώνεται στούς ἄλλους τί εἶναι καλό καί τί κακό, ποιές ἀρχές εἶναι μεγαλύτερης σημασίας, καί ὅτι ὡρισμένοι ἔχουν δικαίωματα καί γι' αὐτό ἄλλοι ἔχουν εὐθῦνες ἔναντί τους. Κατά τόν ἴδιο ἐπιστήμονα ἡ Βιοηθική ἀσχολεῖται μέ τή μελέτη ζητημάτων πού προκύπτουν ἀπό τή ζωή, εἶναι τό ἀποτέλεσμα αὐτοῦ πού ὀνομάζει «ἀγάπη τῆς ζωῆς». ῾Η ἀγάπη συνυπάρχει μέ τή διακινδύνευση, εἶναι μιά προσπάθεια ἰσορροπίας μεταξύ ρίσκου καί ὠφέλειας, μεταξύ ἐπιλογῶν καί ἀποφάσεων. ῾Η ἀγάπη στηρίζεται στή φιλαλληλία καί εἶναι ἀντίθετη πρός τήν ἐγωϊστική αὐτονομία. ῾Ο D. Macer πιστεύει, ὅτι στίς περισσότερες θρησκεῖες ἡ ἀγάπη θεωρεῖται ἀνώτερη ἀπό τή φιλαυτία, καί θεωρητικά οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι συμφωνοῦν σ᾿ αὐτό χωρίς ὅμως νά τό ἀποδεικνύουν στήν πράξη. Τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι μιά ἀληθινή Βιοηθική δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη αὐτόνομα, ἔξω ἀπό τήν ἀγάπη.

Τό πρωτεῖο τῆς ἀγάπης ἀναμφίβολα προσδιορίζει ἕνα πλαίσιο Βιοηθικῆς, παρά ταῦτα εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνουν μερικές ἐξηγήσεις, ἁπλούστατα γιατί μπορεῖ μέν ἡ ἀγάπη νά μή συμβιβάζεται μέ τή φιλαυτία καί τήν ἐγωϊστική αὐτάρκεια, ὡστόσο μπορεῖ νά ὑπηρετῆ μιά κοινωνία πού εἶναι ἐγωϊστικά καί ἀνθρωποκεντρικά δομημένη. Αὐτό πού θέλω νά πῶ εἶναι, ὅτι ἡ ἀγάπη γιά νά εἶναι αὐθεντική πρέπει νά βλέπη τό κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο ὄχι στά ὅρια μόνο τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ἀλλά στήν προοπτική τῆς αἰώνιας ὑπάρξεώς του.



(6) ῾Η ἐσχατολογική θεώρηση τῆς ζωῆς ἤ ἡ πρόταση τῆς ᾿Ορθόδοξης θεολογίας.

Στό σημεῖο αὐτό ἡ ᾿Ορθόδοξη θεολογία καί παράδοση ἔχει πολλά νά πῆ. ῾Η ᾿Ορθόδοξη ἀνθρωπολογία εἶναι ρεαλιστική, ἀλλά συγχρόνως καί ἔντονα ἀσκητική καί ἐσχατολογική. Αὐτό πού προσδιορίζει τόν ἀνθρώπινο βίο δέν εἶναι ἡ βιολογική συμπεριφορά καί ἡ βιολογική ἔκτασή του, ἀλλά αὐτό πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φθάση μέ τήν ἄσκησή του καί τήν ἀνάδειξή του στή χριστιανική κοινωνία. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση τό εἶναι τοῦ ἀνθρώπου φωτίζεται ἀπ᾿ αὐτό πού πρόκειται νά γίνη. ῎Ετσι, ἡ ἔσχατη ζωή βαρύνει περισσότερο ἀπό τήν παροῦσα. Στή συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας ἀσφαλῶς μετράει αὐτό πού εἴμαστε, ὡστόσο ἔχει ἀνυπολόγιστη σημασία αὐτό γιά τό ὁποῖο ἔχουμε κληθῆ. «Οἴδαμεν γάρ ὅτι ἐάν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομήν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Καί γάρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τό οἰκητήριον ἡμῶν τό ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες» (2 Κορ. 5:1-2).

Μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν ἐσχατολογική θεώρηση τῆς ζωῆς τά βιοηθικά διλήμματα φωτίζονται διαφορετικά. Τό μεῖζον πρόβλημα τῆς Βιοηθικῆς σήμερα εἶναι, ὅτι προσπαθεῖ νά δώση ἀπαντήσεις σέ ἐρωτήματα τοῦ παρόντος, γιά ἕναν ἄνθρωπο πού θά πεθάνη, ἐγκλωβίζοντας ἔτσι τήν ἀνθρώπινη διάσταση στά ὅρια τῆς ἐγκόσμιας ὑλικῆς πραγματικότητας. ῾Η Βιοτεχνολογία καί κατ᾿ ἀκολουθία καί ἡ Βιοηθική, σ᾿ ἕνα μεγάλο βαθμό, ὑπηρετοῦν τίς ὑλικές, καί ἑπομένως τίς φθαρτές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Φιλοδοξοῦν νά ὑπηρετήσουν τίς ἀνάγκες τῆς βιολογικῆς ὑπάρξεως, συχνά ἀγνοῶντας τήν πνευματική διάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Φαίνεται νά ἀγνοῆ ἡ σύγχρονη Βιοηθική τήν αἰώνια, δηλ. τή θεία προοπτική τοῦ ἀνθρώπου. Μποροῦμε συνεπῶς νά μιλᾶμε γιά ἐκκοσμικευμένη Βιοηθική πού ὑπηρετεῖ τίς ἀνάγκες ἑνός ἐκκοσμικευμένου κόσμου.

῎Αν ἀξιολογήση κανείς τή βιολογική ζωή στή βάση τοῦ θανάτου, θά καταλήξη σέ συμπεράσματα τελείως διαφορετικά ἀπ᾿ αὐτά πού θά τοῦ ὑπαγορεύη μιά ἐκτίμηση, ἡ ὁποία θά στηρίζεται στήν πίστη ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει γιά νά μή πεθάνη. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου ἔχει μοναδική καί ἀνεκτίμητη ἀξία ὄχι γιατί εἶναι σύντομη καί τελειώνει μέ τό θάνατο, ἀλλά γιατί εἶναι μοναδική εὐκαιρία ἀθανασίας. ῎Αν δῆ κανείς τή βιολογική ζωή ὡς ἀνυπολόγιστη δωρεά τοῦ Θεοῦ γιά τήν προετοιμασία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τότε οἱ ἐκτιμήσεις του γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου θά ἀξιολογοῦνται διαφορετικά. «Καί γάρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι, ἐφ᾿ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τό θνητόν ὑπό τῆς ζωῆς. ῾Ο δέ κατεργασάμενος ἡμᾶς εἰς αὐτό τοῦτο Θεός, ὁ δούς ἡμῖν τόν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος. Θαρροῦντες οὖν πάντοτε καί εἰδότες ὅτι ἐνδημοῦντες ἐν τῷ σώματι ἐκδημοῦμεν ὑπό τοῦ Κυρίου, διά πίστεως γάρ περιπατοῦμεν οὐ διά εἴδους· θαρροῦμεν δέ καί εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καί ἐνδημῆσαι πρός τόν Κύριον. Διό καί φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι» (2 Κορ. 5:4-9).



(7) Τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα θεμέλιο γιά μιά αὐθεντική Βιοηθική.

῾Η Βιοηθική μπορεῖ νά λειτουργῆ λυτρωτικά πράγματι γιά τόν ἄνθρωπο, ὅταν θεμελιώνεται στό χριστιανικό φρόνημα καί δηλώνη τό ἦθος τῆς θεώσεως. Εἶναι λάθος νά πιστεύουμε ὅτι ἡ Βιοηθική, ὡς σύστημα κανόνων καί ἠθικῶν ἐπιταγῶν, θά μπορῆ νά ἐλευθερώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τά διλήμματα, στά ὁποῖα τόν ὁδηγεῖ ἡ πρόοδος τῆς Βιοτεχνολογίας. ῾Ο κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερο καί ἀνεπανάληπτο πρόσωπο, τό ὁποῖο μέσα στή δική του ἱστορία ἔρχεται νά ἀντιμετωπίση καταστάσεις πού ἀφοροῦν ἀποκλειστικά αὐτόν τόν ἴδιο. Καμμιά κωδικοποίηση κανόνων καί ἠθικῶν ἐντολῶν μπορεῖ νά ἐπιλύση τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ὁ ὅποιος συγκεκριμένος ἄνθρωπος. Τό ζήτημα εἶναι, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ζῆ στό φάσμα τῆς τεχνολογίας καί τῆς προόδου, νά ἔχη νοῦν Χριστοῦ, ὥστε νά διακρίνη τά πράγματα. ῎Αν συσχηματίζεται καί προσαρμόζεται ἄκριτα σέ ὅσα ὁ παρών αἰῶνας ἀναδεικνύει, τότε ὁ νοῦς του χάνει τή διαύγειά του. ῾Ο Παῦλος ἀναφέρεται στή μεταμόρφωση τοῦ νοῦ καί πιστεύουμε ὅτι ὁ λόγος του εἶναι ἰδιαίτερα ἐπίκαιρος σήμερα. «Καί μή συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλά μεταμορφοῦσθαι τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τό δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον» (Ρωμ. 12:2).

῾Η Βιοηθική, γιά νά εἶναι αὐθεντική ἀνθρώπινη ἐλπίδα καί γιά νά βοηθάη οὐσιαστικά στή λύση τῶν προβλημάτων καί στήν ὀρθή ἀντιμετώπιση τῶν διλημμάτων πού ἐγείρει ἡ πρόοδος τῆς ἐπιστήμης, θά πρέπει νά μή εἶναι ἁπλή θεραπενίδα τῆς εὐημερίας. Θά πρέπει νά δῆ τόν ἄνθρωπο στήν πραγματική του διάσταση καί ὄχι ἀποκλειστικά καί μονιστικά στή βιολογική του ὕπαρξη καί στήν ὑλική ἀνάπαυσή του. ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο ὑλικοσωματική ὀντότης. Τό πολυτιμώτερο πού ἔχει δέν εἶναι τό σῶμα, ἀλλά ἡ ἀθάνατη ψυχή του πού τόν καθιστᾶ ἐλεύθερο πρόσωπο, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μπορεῖ νά ἀξιολογῆ ὅσα ἀνήκουν στόν ἄνθρωπο καί ὅσα τόν περιβάλλουν. Εἶναι ἀνάγκη νά ὑπάρχη διαβάθμιση τῶν ἀξιῶν καί ἐκκλησιαστική ἀξιολόγηση τῆς ζωῆς. ῾Ο ἄνθρωπος εἶναι πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἀθάνατη ψυχή γιά τήν ὁποία ἐπιφυλάσσεται αἰώνια θεία κοινωνία. ῾Ο Μ. Βασίλειος ὡραιότατα διευκρινίζει τό ζήτημα. «Πρόσεχε οὖν σεαυτῷ· τουτέστι, μήτε τοῖς σοῖς μήτε τοῖς περί σε, ἀλλά σεαυτῷ μόνῳ πρόσεχε. ῎Αλλο γάρ ἐσμέν ἡμεῖς αὐτοί, καί ἄλλο τά ἡμέτερα, καί ἄλλο τά περί ἡμᾶς. ῾Ημεῖς μέν οὖν ἐσμεν ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς, καθό κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος γεγενήμεθα· ἡμέτερον δέ τό σῶμα καί αἱ δι᾿ αὐτοῦ αἰσθήσεις· περί ἡμᾶς δέ χρήματα, τέχναι καί ἡ λοιπή τοῦ βίου κατασκευή. Τί οὖν φησιν ὁ λόγος; Μή τῇ σαρκί πρόσεχε, μηδέ τό ταύτης ἀγαθόν ἐκ παντώς τρόπου δίωκε· ὑγείαν καί κάλλος καί ἡδονῶν ἀπολαύσεις, καί μακροβίωσιν· μηδέ χρήματα καί δόξαν, καί δυναστείαν θαύμαζε· μηδέ ὅσα σοι τῆς προσκαίρου ζωῆς τῆς ὑπῆρεσίαν πληροῖ, ταῦτα μεγάλα νομίσας, τῇ περί ταῦτα σπουδῇ τῆς προηγουμένης σεαυτοῦ ζωῆς καταμέλει· ἀλλά πρόσεχε σεαυτῷ· τουτέστι, τῇ ψυχῇ σου. Ταύτην κατακόσμει, καί ταύτης ἐπιμελοῦ».

'Η ᾿Ορθοδοξία μέ τό ἀσκητικό της φρόνημα καί την ἡσυχαστική παράδοσή της βλέπει τόν ἄνθρωπο ὄχι στά στεγανά ὅρια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ἀλλά στήν ἐσχατολογική του δόξα. ῞Οταν ὁ ἄνθρωπος ἀξιολογήση τή βιολογική μέ κριτήριο τήν ἐκκλησιολογική του ὕπαρξη, ἡ ὅλη συμπεριφορά του φωτίζεται καί ἀποκτᾶ νέο νόημα ἡ κάθε πράξη του. ῾Η ᾿Ορθόδοξη παράδοση σταθερά ἐπαγγέλλεται, ὅτι μεγαλύτερη ἀξία ἀπ᾿ ὅτι εἶναι, ἔχει γιά τόν ἄνθρωπο αὐτό πού μπορεῖ νά γίνη, θεός κατά χάρη. ῎Αν δοῦμε τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου σ᾿ αὐτή της τή θεολογική καί ἐκκλησιοκεντρική ἔκταση, ἡ θεώρηση τῶν διλημμάτων πού δημιουργοῦν οἱ βιοϊατρικές μέθοδοι ἐκλαμβάνει ἄλλο χαρακτῆρα. Τότε μποροῦμε νά καταλάβουμε, ὅτι κάθε νέα μέθοδος τῆς ᾿Ιατρικῆς καί κάθε πρόοδος τῆς Βιολογίας εἶναι εὐλογημένη, ἄν ἀποβλέπη στόν ὅλο ἄνθρωπο, πού ζῆ μέν στόν παρόντα αἰῶνα πορεύεται ὅμως στόν αἰῶνα τόν μένοντα. ᾿Αντίθετα κάθε ἀνακάλυψη στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας πού ἐγκλωβίζει τόν ἄνθρωπο στά στεγανά ὅρια τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ὅσο καί ἄν διευκολύνει τή γήϊνη ζωή καί ἀναπαύει τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ὑποκρύπτει μιά τραγικότητα. Τό συμπέρασμα εἶναι, ὅτι τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ νά ξεπεράση τά ὅποια βιοηθικά διλήμματα. Δέν μπορῶ νά μή ἀναγνωρίσω τήν ἐπικαιρότητα τῶν λόγων τοῦ Παύλου. «Οἱ κατά σάρκα ὄντες τά τῆς σαρκός φρονοῦσιν, οἱ δέ κατά πνεῦμα τά τοῦ Πνεύματος. Τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος, τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος ζωή καί εἰρήνη... ῾Υμεῖς δέ οὐκ ἐστέ ἐν σαρκί, ἀλλ᾿ ἐν Πνεύματι, εἴπερ Πνεῦμα Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν» (Ρωμ. 8:5-9).




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (Κατ᾿ ἐπιλογήν)


Beauchamp, Tom. L. - Walter, LeRoy, Contemporary Issues in Bioethics (3rd ed.), Belmont, California 1989

J. Bernard, Bioethics (Greek translation Eleni Spanou), Athens 1996

Breck, John, "Bioethical dilemmas and Orthodoxy", Sourozh, No 71

British Medical Association, Our Genetic Future: The Science and the Ethics of Genetic Technology, Oxford 1992

Egelhardt, H. Tristam, The Foundations of Bioethics, New York - Oxford 1986

Grigger, Bette-Jane (Ed.), Cases in Bioethics. Selection from the Hastings Center Report (2nd ed.), New York

Harakas Stanley Samuel, "Eastern Orthodox Bioethics", Theological Developments in Bioethics, 1989-1990, pp. 85-101

Harakas Stanley Samuel, Health and Medicine in the Eastern Orthodox Tradition, New York 1990

Hare, R.M., Essays in Bioethics, Oxford 1993

Jonsen, Albert R., The Birth of Bioethics, New York - Oxford 1998

Μαντζαρίδη, Γ.Ἰ., Χριστιανική Ἠθική (4η ἔκδοση) Θεσσαλονίκη 1995

Rifkin, Jeremy, The Age of Biothechnology. The genetic marketplace and the dawn of the wonderful new world (Μετ. Ἀ. Αλιβιζάτου), Athens 1998

Robb, M. "Bioethics and the Ethos of Orthodoxy", Youth Centre, Parish of St. Athanasios Polydroso, Polydroso - Athens 1999, pp.55-59

Walters, Le Roy - Palmer, Julie Gage, The Ethics of Human Gene Therapy, New York - Oxford 1997

Wertz, C. Dorothy - Fletscher, J.C. (Eds), Ethics and Human Genetics. A Cross - Cultural Perspective, Berlin - Heidelberg 1989.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...