Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Αλέξιος Αλεξόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Αλέξιος Αλεξόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Δεκεμβρίου 20, 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΣΥΓΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ π ΑΛΕΞΙΟΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Τόσο το ιερό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, όσο και το Αποστολικό, αναφέρονται στα πρόσωπα των προπατόρων του Ιησού, που έζησαν με σεβασμό προς τον Θεό. Αναφέρεται στην πίστη που επέδειξαν οι προπάτορες του Χριστού, την εμπιστοσύνη δηλαδή στο Θεό και την αμεσότητα της προσωπικής σχέσης την οποία είχαν μαζί Του όλες εκείνες οι σπουδαίες μορφές, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Γεδεών, ο Βαράκ, ο Σαμψών, ο Ιεφθάε, ο Δαβίδ, ο Σαμουήλ και όλοι εκείνοι οι άνδρες και οι γυναίκες που προετοίμασαν τον κόσμο για τον ερχομό του Χριστού και τον τρόπο που ο άνθρωπος θα μπορούσε να συναντήσει τον αληθινό Θεό.
Όλοι αυτοί οι προπάτορες του Κυρίου μας υπήρξαν «συγκληρονόμοι της επαγγελίας της αυτής» (Εβρ. 11, 9). Ήταν δηλαδή κληρονόμοι της ίδιας υπόσχεσης που ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο, ότι θα τον λυτρώσει από την φθορά και τον θάνατο, ότι θα του χαρίσει την γη της Επαγγελίας και ότι δεν θα εξαλειφθεί από τη γη το μνημόσυνό του. Αυτής της επαγγελίας συγκληρονόμοι είμαστε και εμείς, αφού την προσέφερε ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού όχι μόνο σε έναν λαό, αλλά σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Των τριών υποσχέσεων του Θεού είμαστε συγκληρονόμοι εν Χριστώ.
Λυτρωθήκαμε από την φθορά και τον θάνατο. Θάνατος είναι ο χωρισμός μας από τον Θεό, τόσο στην παρούσα όσο και στην αιώνια ζωή. Θάνατος είναι η υιοθέτηση του δικού μας θελήματος, η χρήση της ελευθερίας μας με σκοπό να αρνηθούμε την σχέση που ο Θεός έχει μαζί μας, δηλαδή η άρνησή μας στην πράξη με την αμαρτία να δεχθούμε τον Θεό ως Πατέρα μας και η μόνιμη ανταρσία εναντίον Του, με τελικό γνώμονα να απολαύσουμε την ζωή μας χωρίς την παρουσία Του. Την ίδια στιγμή κινδυνεύουμε με αιώνιο θάνατο, με έναν χωρισμό από τον Θεό που θα κρατήσει για πάντα. Διότι η ύπαρξη που δεν αναζητεί και δεν αγαπά τον Θεό, που δεν θέλει να είναι παιδί του Θεού, παγιώνει την εαυτό της σε μία ακοινωνησία, αγνωσία του Θεού, άρνηση να κοινωνήσει μαζί Του εν αγάπη και στην αιωνιότητα, πρώτα της ψυχής και κατόπιν και του σώματος, μετά την ανάσταση των νεκρών. Ο Χριστός μας λύτρωσε από τον πνευματικό θάνατο προσλαμβάνοντας την φύση μας και αγιάζοντάς την.
Μας χαρίστηκε η γη της Επαγγελίας. Είναι ο Παράδεισος της ζωής εν Εκκλησία. Είναι η νέα γη Χαναάν. Μόνο που δεν περιλαμβάνει μόνο την υλική ομορφιά η εκκλησιαστική ζωή, αλλά και την πνευματική. Και όπως οι Εβραίοι κλήθηκαν να πολεμήσουν στην γη της Επαγγελίας για να την κρατήσουν δική τους, κλήθηκαν να την καλλιεργήσουν, να εργαστούν δηλαδή σ’ αυτήν και να την διαφυλάξουν ως γη του λαού του Θεού, έτσι και ο καθένας από εμάς, όντας μέλος της Εκκλησίας, καλείται να συνειδητοποιήσει την χάρη και την ομορφιά της κλήσης του και του τρόπου ζωής που έλαβε ως δωρεά παρά Θεού, να εργαστεί με τον πνευματικό αγώνα να καλλιεργήσει τα χαρίσματα που του δόθηκαν, να πολεμήσει τους πνευματικούς εχθρούς του που είναι τα πάθη, αλλά και η αίσθηση ότι μπορεί χωρίς τον Θεό, μπορεί χωρίς τον συνάνθρωπο, με μόνο κριτήριο τον εαυτό του και το «εγώ» του, να πολεμήσει τον πειραστή διάβολο, ο οποίος συνεχώς ενσπείρει λογισμούς αμφιβολίας και απόγνωσης στις ψυχές μας. Κι αυτός ο αγώνας χρειάζεται ηγέτη, όπως οι Εβραίοι είχαν τους προπάτορες, αλλά και τους κριτές και τους βασιλείς τους, όπως και τους προφήτες. Έτσι κι εμείς έχουμε αρχηγό και τελειωτή της πίστης μας τον Κύριό μας, αλλά και τους πνευματικούς μας πατέρες. Μπορούμε να νικήσουμε και να ζήσουμε την γη της Επαγγελίας, τον Παράδεισο της Εκκλησίας από αυτήν την ζωή, για να είναι η ευλογία τέλεια στην αιωνιότητα.
Το μνημόσυνό μας δεν θα σβήσει ποτέ από την γη. Μόνο που εδώ δεν πρόκειται για μία υπόσχεση αθανασίας δια της καταγραφής των γενεαλογικών δένδρων μας, μία διατήρηση της μνήμης μας στις καρδιές των ανθρώπων που μας αγαπούνε, ένα παρελθόν το οποίο αφήνει ονόματα και τίποτε άλλο. Είναι η α-λήθεια (μη λήθη) της αγιότητας. Οι άνθρωποι που αγαπούνε τον Θεό δεν διαγράφονται ούτε από την μνήμη του Ιδίου, ούτε από την μνήμη και την ζωή της Εκκλησίας και των μελών της, αλλά παραμένουν ζωντανοί, τιμώνται όχι μόνο ως πρόσωπα, αλλά ως εκείνοι οι οποίο κράτησαν ακέραιη την επαγγελία του Θεού και την κληροδότησαν σε μας. Δημιουργείται έτσι μία ιστορική αλυσίδα, η οποία είναι αλυσίδα πίστης και ζωής αγάπης προς τον Θεό. Τη ίδια στιγμή αυτή η αλυσίδα είναι ανοιχτή, να συμμετέχει ο καθένας μας, αρκεί να έχει πίστη, μετάνοια, αλήθεια και νόημα στη ζωή του. Και εμείς μπορούμε να κληροδοτήσουμε στους μετέπειτα όχι μόνο το όνομά μας, αλλά, κυρίως, τον τρόπο της ζωής μας. Έτσι ουδέποτε θα σβήσει το μνημόσυνό μας από την γη, όπως βλέπουμε στις αγιολογικές δέλτους της Εκκλησίας μας. Και είναι ο Χριστός και πάλι που θα μας βοηθήσει να αντέξουμε. Αυτός που θα φανερώνει την ευλογία της ζωής μας, αρκεί να καταβάλουμε τον δέοντα κόπο και να ενεργοποιούμε την οδό της αγιότητας εντός μας, αποδεχόμενοι την κλήση Του.

Σάββατο, Νοεμβρίου 01, 2014

οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται. οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.



εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. λέγει αὐτῷ ᾿Αβραάμ· ἔχουσι Μωῡσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ ᾿Αβραάμ, ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωῡσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.

Ο πλούσιος της παραβολής στο τέλος, ζητάει από τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο πίσω στη γη, ώστε να καταγγείλει στα αδέλφια του την μετά θάνατον κατάστασή του και να μετανοήσουν. Παραδέχεται πως δεν υπακούν στο Μωϋσή και τους προφήτες, δηλαδή στο νόμο του Θεού και έτσι θα έχουν την ίδια με αυτόν κατάληξη. Η απάντηση του Αβραάμ είναι, ότι, εφόσον δεν σέβονται τους προφήτες, δεν πρόκειται να πειστούν ακόμα και αν κανείς αναστηθεί εκ νεκρών.
Αυτή η φράση είναι προφητική και σε λίγο θα αποδειχθεί η ισχύς και η αλήθειά της, όταν κατά την ανάσταση του Λαζάρου, ο κόσμος για λίγο ενθουσιάζεται και πολύ σύντομα συγκατατίθεται στην σταύρωση του Χριστού. Δεν θέλουν να αλλάξουν τη ζωή τους και προτιμούν να απαλλαγούν από αυτόν που καταγγέλλει την άστατη ζωή τους. Και έπεται μια ακόμη πιο σπουδαία ανάσταση, του Χριστού! Και πάλι οι σκληρόκαρδοι και απειθείς δεν μετανοούν, δεν αλλάζουν, μόνο συκοφαντούν.
Και σήμερα ακούμε πως ένα σπουδαίο θαύμα (σίγουρο – τέλειο θαύμα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με τίποτα;;;;) θα έπειθε πολλούς ώστε να αλλάξουν τρόπο ζωής. Αλλά γιατί δεν κάνει ο Θεός το θαύμα;
Ο Θεός δεν εκβιάζει και δεν εκβιάζεται: όταν απευθυνόμαστε με αυτόν τον τρόπο στον Θεό, είναι σαν να τον εκβιάζουμε για να κάνει το θαύμα. Κάν΄ το για να πιστέψουμε!!! Γιατί μας έχεις ανάγκη!!! Από την άλλη αν ήθελε να κάνει τους ανθρώπους να πιστέψουν με αυτόν τον τρόπο, δεν θα άφηνε την ατομική ελευθερία του προσώπου να αναπτυχθεί. Και ο Θεός μας την σέβεται απόλυτα.
Από την άλλη, ένα τέτοιου μεγέθους θαύμα, θα γινόταν αφορμή για τον κάθε αντικείμενο να ισχυριστεί πως ο νόμος και το Ευαγγέλιο δεν αρκεί για να τους συνετίσει! Άρα ο Θεός ευθύνεται για την αδυναμία να πιστέψουν, άρα είναι άδικος …
Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πως η πίστη δίνει αφορμή για να αλλάξουμε ως άνθρωποι τον εσωτερικό μας κόσμο. Αυτό έκανε ο Λάζαρος υπομένοντας άνευ γογγυσμών τόσα χρόνια.
Άλλωστε και τα θαύματα, χωρίς την πίστη αμφισβητούνται ή δεν γίνονται καν αντιληπτά και ορατά. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, σήμερα, να αλλάζουμε τον κακό μας χαρακτήρα και αυτό το θαύμα θα πείσει κι άλλους!!! 
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Κυριακή Β Ματθαίου ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ! π. Αλέξιος Αλεξόπουλος


Ακούσαμε σήμερα στην Ευαγγελική περικοπή την κλήση των μαθητών του Χριστού και την άμεση ανταπόκρισή τους στην πρόσκληση του Κυρίου. Ετοιμαζόμαστε ταυτόχρονα να τιμήσουμε μεθαύριο όλους τους Αγίους Αποστόλους. Σχεδόν όλοι μαρτύρησαν για την πίστη του Χριστού!  Αλλά, τι σημαίνει μαρτύρησαν και πια ήταν η μαρτυρία τους;
Δεν είναι μαρτυρία το μαρτύριό τους μόνο. Το ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του ζωντανού Θεού, του μόνο υπαρκτού Θεού, είναι η μαρτυρία των Αγίων Αποστόλων και αυτή τη μαρτυρία τους την αποκάλυψε ο ίδιος ο Θεός. (Αυτό απήντησε ο Πέτρος όταν τους ρώτησε ο Χριστός τι νομίζουν για Κείνον).  Είναι μια διαδικασία όπου η πίστη στο Χριστό προκαλεί την αποκάλυψη και η αποκάλυψη ενισχύει την πίστη. Και η γνώση αυτού του «μυστικού», (του ποιος είναι ο Χριστός), σε οδηγεί στο να το μοιραστείς με άλλους. Είναι μυστικό γιατί είναι μυστικός ο τρόπος που αποκαλύπτεται από τον ίδιο το Θεό και που το ζει ο καθένας στην καρδιά του.
Έτσι οι άγιοι απόστολοι διέδωσαν αυτή την πίστη, αυτή την αποκάλυψη του Θεού, σε όλο τον κόσμο.  Και στο τέλος για την πίστη τους αυτή έδωσαν και το αίμα τους, μαρτύρησαν με τη ζωή τους.
Και μεις σήμερα καλούμαστε να γίνουμε μάρτυρες του ίδιου γεγονότος, της ίδιας πίστεως. Και μάρτυρας είναι αυτός που είδε με τα μάτια του, άκουσε με τα αυτιά του, ψηλάφισε με τα χέρια του, έζησε από κοντά και καλά. Άρα, θα πρέπει και μεις να ζούμε το γεγονός ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του ζωντανού Θεού. και αυτό είναι το ερώτημα που θα βάλει ο καθένας στον εαυτό του σήμερα: «Θα απαντούσα εγώ όπως ο Πέτρος για το τι είναι ο Χριστός για μένα;»
Και αυτό το αποδεικνύει η καθημερινή μου ζωή. Πιστεύω στο Χριστό; Εμπιστεύομαι τη ζωή μου σ΄ Αυτόν; Ξεκινώ και τελειώνω την ημέρα μου με το όνομά του, την προσευχή; Εφαρμόζω το θέλημά Του; Υπακούω στις εντολές Του; Αγαπώ το συνάνθρωπό μου; Είμαι μέλος ζωντανό της Εκκλησίας Του; Κοινωνώ του Σώματός Του και του Αίματός Του; Είμαι διατεθειμένος να στερηθώ κάτι για το Χριστό; Θα δίναμε ακόμη και τη ζωή μας για Αυτόν;
Η σημερινή, λοιπόν ημέρα, ας γίνει ευκαιρία, να δώσουμε και μεις την μαρτυρία των Αγίων Αποστόλων στην ζωή μας.

Σάββατο, Μαΐου 31, 2014

Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή


Είναι μεγάλο το μυστήριο του θανάτου. Σε κάθε εποχή οι άνθρωποι προσπάθησαν με διαφόρους τρόπους να το ερμηνεύσουν, να το κατανοήσουν, να το ξεπεράσουν ως φοβικό αίσθημα, να το υπερνικήσουν, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα. Ο θάνατος υφίσταται ως ο προορισμός του καθενός μας. Ψάχνουμε παρηγοριά στις θρησκείες, στη φιλοσοφία, ενίοτε στην υλιστική ζωή. Και μπορεί πρόσκαιρα να ανακουφιζόμαστε, όμως το γεγονός του θανάτου δεν αλλάζει. 
Η χριστιανική πίστη όμως δεν μένει στο θάνατο. Η χριστιανική πίστη βλέπει την προοπτική του κόσμου με κριτήριο την αιωνιότητα. Ο λόγος του Χριστού είναι ξεκάθαρος: «Αὕτη δέ ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν» (Ιωάν. 17, 3). Αιώνια ζωή είναι η επίγνωση του αληθινού Θεού και του ιδίου του Κυρίου μας. Αν γνωρίσουμε και αναγνωρίσουμε Ποιος είναι ο Δημιουργός και Ποιος Αυτός που μας δίνει την Ανάσταση και την αιωνιότητα, τότε ο θάνατος γίνεται Πάσχα, πέρασμα, μία ροπή, από την οποία θα περάσουμε, αλλά δεν θα νικηθούμε.
Για τους ορθολογιστές όλα αυτά είναι αδύνατα. Η επιστήμη παρατηρεί το ΠΩΣ μα δεν μπορεί να πει κάτι για το ΠΟΙΟΣ και ΓΙΑΤΙ. 
Υπάρχουν κι οι δρόμοι που ακολουθούν οι θρησκείες. Είτε αυτός της κατασκευής διδασκαλίας και της διαμόρφωσης ηθικής διδασκαλίας από τους ιδρυτές των θρησκειών, οι οποίοι προσπαθούν να ηθικοποιήσουν την κοινωνία και όσους πιστεύουν, με σκοπό την βελτίωση της ζωής και των ανθρώπινων προσώπων, αλλά και την αντοχή σε όλες τις δοκιμασίες. 
Είτε με την πίστη σε μια μεταθανάτια πραγματικότητα, για όσους ακολουθούν το δρόμο της θρησκείας και συνδέεται με την ανταμοιβή για την προσπάθεια στην παρούσα ζωή. Ο πιστός που επέδειξε ήθος και τήρησε τις εντολές θα ανταμειφθεί από την θεότητα απολαμβάνοντας χαρά και τιμή και αιώνια παρουσία στον ουρανό. Οι ανατολικές θρησκείες, μάλιστα, μιλούν για μετενσάρκωση και τελικό εκμηδενισμό του ανθρώπου, με σκοπό την αιώνια ευτυχία. 
Η χριστιανική πίστη δεν εγκλωβίζεται σε λογικά κατασκευάσματα, στην ηθική της βελτίωσης του ανθρώπου ούτε στη λογική της μεταθανάτιας ανταμοιβής. Μιλά και βιώνει τη σχέση με το Χριστό ως την αιώνια ζωή. Γιατί όποιος γνωρίζει τον Χριστό, την ίδια στιγμή μπορεί να γνωρίσει τον Θεό-Πατέρα (Ιωάν. 14,9). Και αυτός είναι ο δρόμος της αποκάλυψης που ο Χριστός έφερε στον άνθρωπο. Αιωνιότητα σημαίνει συνεχής κοινωνία της ύπαρξης με το Χριστό. Πρόγευση αυτής της κοινωνίας είναι το μυστήριο της Εκκλησίας, μέσα από το οποίο ο άνθρωπος υπενθυμίζει στον εαυτό του ότι πλάστηκε κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού και ακολουθώντας τις εντολές του Χριστού σπουδάζει την αγάπη και την ελευθερία. Αγάπη προς κάθε άνθρωπο, για τον οποίο ο Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε, και προς τον κόσμο που ο Θεό δημιούργησε. Ελευθερία από τα πάθη και το κακό. Οι εντολές του Χριστού δεν μας δίδονται για να μας βελτιώσουν ή να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Είναι σημεία της αγάπης, που μας οδηγούν στη βίωση του μυστηρίου της πίστεως στην Εκκλησία (Ιωάν. 15, 10). Και η αιωνιότητα γίνεται προέκταση του μυστηρίου αυτού. Περνώντας από το θάνατο ο άνθρωπος ξεκινά την αναστημένη ζωή μαζί με τον Χριστό που γνώρισε από τον κόσμο αυτό. Και προσδοκά την ανάσταση του σώματός του, για να γεύεται με πληρότητα την σωτηρία και την ανακαίνιση του κόσμου με αυτόν μέσα. Κι αυτό καθίσταται εφικτό, διότι ο Χριστός, δια της Αναλήψεώς Του, οδήγησε την ανθρώπινη φύση και πάλι στην κοινωνία με τον Θεό Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα.
π. ΑΛΕΞΙΟΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Παρασκευή, Μαΐου 23, 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ «αὐτός ἡλικίαν ἔχει, αὐτόν ἐρωτήσατε» π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

«αὐτός ἡλικίαν ἔχει, αὐτόν ἐρωτήσατε» (Ιωάν. 9, 21).
Η θαυμαστή θεραπεία του εκ γενετής τυφλού καλεί τους ανθρώπους που την είδαν και συμμετείχαν σε αυτή να τοποθετηθούν απέναντι στο θαύμα, απέναντι στο Χριστό. Είναι άνθρωπος του Θεού ή όχι; είναι παραβάτης του νόμου αφού δεν τηρεί το Σάββατο; Είναι προφήτης; 
Στα πρόσωπα που καλούνται να τοποθετηθούν και να εκφράσουν την άποψή τους για το Χριστό είναι και οι γονείς του θεραπευμένου τυφλού. Ενώ λοιπόν, επιβεβαιώνουν τη θεραπεία του υιού τους, αρνούνται να εκφράσουν τη γνώμη τους για το θαύμα. Δίνουν μια διπλωματική απάντηση, φοβούμενοι μην αποβληθούν από την κοινότητά τους, από την κοινωνία τους, από τη συναγωγή. Επιλέγουν να μην λάβουν θέση πάνω στην Αλήθεια, για να μπορούν να κρατήσουν τη θέση τους στην κοινωνία. Έλλειψη θάρρους. 
«αὐτός ἡλικίαν ἔχει, αὐτόν ἐρωτήσατε» Είναι ενήλικας, αυτόν ρωτήστε. Και πράγματι αυτός αναλαμβάνει τις ευθύνες. Έχει το θάρρος να ομολογήσει το Χριστό, λέει όλη την αλήθεια, δεν κολοβώνει την χαρά του, μιλώντας για αυτόν που του φώτισε την ψυχή, τον προφήτη, τον Διδάσκαλο. 
Και μεις καλούμαστε να δείξουμε την ηλικία μας στους άλλους. Όχι αυτή που έχει να κάνει με τα χρόνια της ζωής μας, αλλά με την πνευματική μας κατάσταση, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες μας και ομολογώντας θαρρετά τη σχέση μας το Χριστό. Αποδεικνύοντας από τον τρόπο που ζούμε την πίστη μας. 
Κι αυτή η ομολογία γίνεται ενώπιον του κόσμου. Γιατί η συμμετοχή μας στη ζωή της Εκκλησίας είναι μία δημόσια μαρτυρία της πίστης μας. Σε έναν κόσμο που θεωρεί την χριστιανική πίστη ιδιωτική υπόθεση και σπεύδει να γελοιοποιήσει όποιον αποδέχεται την αγάπη του Θεού, ο χριστιανός που εκκλησιάζεται, που συμμετέχει στη ζωή της ενορίας του, που αγωνίζεται να τηρήσει τις εντολές του Θεού, που αγαπά, που δεν ανταποδίδει το κακό, που είναι έτοιμος να ζητήσει συγγνώμη και να συγχωρήσει, που αναγνωρίζει την αμαρτωλότητά του, που δεν φοβάται την περιθωριοποίηση, που αντιστέκεται στο κακό, δείχνει ότι έχει βρει την οδό της Βασιλείας του Θεού και έχει απαλλαγεί από το σκοτάδι του να έχει μάτια και να μην βλέπει. 
Για να γίνει αυτό χρειάζεται η πνευματική μεθηλικίωση. Αυτή που επιτυγχάνεται δια της προσευχής και της εμπιστοσύνης στο Θεό, όπως επίσης και δια των μυστηρίων της πίστης μας. Χρειάζεται όμως και η νίκη κατά της ραθυμίας, της μικρο- ιδιοτέλειας και της φιλαυτίας. Χρειάζεται η απαγκίστρωση από το πνεύμα της αθεΐας, όπως επίσης και της προσκόλλησης στους τύπους των όσων νομίζουμε ότι είναι η Αλήθεια. Και είναι επίπονος ο δρόμος αυτός. Γιατί χρειάζεται αυτοσυνειδησία και την ίδια στιγμή παραίτηση από την ευκολία να απορρίπτουμε τους άλλους που βλέπουν και ζούνε την Αλήθεια. Χρειάζεται παραίτηση από την οίηση ότι εμείς γνωρίζουμε και κανείς άλλος. Χρειάζεται ταπείνωση να αναζητήσουμε και να βρούμε χειραγωγούς που θα μας υποδείξουν οδούς προς το Χριστό. Χρειάζεται τελικά η εμπιστοσύνη στο Χριστό και ο προσωπικός αγώνας και άσκηση ώστε περνώντας τα χρόνια να ανεβαίνουμε και να αυξανόμαστε και πνευματικά.
π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Μαρτίου 22, 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΝΗΣΤΕΙΩΝ «Αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι».π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Αλήθεια ποιος είναι ο Σταυρός για τον οποίο κάνει λόγο ο Χριστός; Είναι μόνο ο σταυρός που έχει να κάνει με τον χαρακτήρα, την κλειστότητα, τη αδυναμία αληθινής κοινωνίας με τους άλλους ή αυτός που έχει να κάνει με τον πόνο και την ασθένεια, την απόρριψη, τα προβλήματα, την αδικία, την φτώχεια, την καταστροφή, τον θάνατο; Ο Χριστός δεν μιλά για τους σταυρούς αυτούς αλλά και για τον σταυρό της αυταπάρνησης και τον σταυρό της ακολούθησης του Ιδίου. Αυτοί οι σταυροί είναι ιδιαίτεροι και δυσβάσταχτοι.
Ο σταυρός της αυταπάρνησης είναι ο σταυρός της παραίτησης από το «εγώ», της παραίτησης από το δικαίωμα, από το θέλημα. Ζητείται η θυσία. Καλούμαστε να σταυρώσουμε το «εγώ» μας, χάριν του άλλου. Και συμφέρον του πλησίον δεν είναι η υλική ανακούφιση, αλλά η σωτηρία του. Ούτε βέβαια περιμένει την αναγνώριση των κόπων του.
Αποτελεί μίμηση του Χριστού κατά πάντα. Ο Κύριός μας παραιτήθηκε από το να είναι μόνο Θεός και ανέβηκε στο Σταυρό, για τη σωτηρία των πάντων.
Ο σταυρός της ακολούθησης του Χριστού είναι η επιλογή να ακολουθήσει ο γνήσιος μαθητής του Χριστού την οδό του Ευαγγελίου. Δεν υπάρχει θέμα της ανθρώπινης ζωής στο οποίο να μην απαντά το Ευαγγέλιο. Είτε κατά γράμμα είτε κατά πνεύμα. Και είναι Σταυρός η βίωση του Ευαγγελίου. Γιατί όποιος επιχειρεί να το εφαρμόσει στη ζωή του θα έρθει σε σύγκρουση με τον τρόπο του πολιτισμού. Με τους ανθρώπους. Θα λοιδορηθεί. θα περιφρονηθεί. Θα θεωρηθεί παρωχημένος. Θα γευτεί την αδιαφορία. Ακόμη και το μαρτύριο και το θάνατο. Και το Ευαγγέλιο αποκαλύπτει την ουσία της πίστης που είναι η σχέση με το Χριστό. 
Στη μέση της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μας θέτει στο μέσο των ναών τον Τίμιο Σταυρό. Ατενίζοντας το Ξύλο της Ζωής και προσκυνώντας Το μας υπενθυμίζει ότι ο δρόμος που ο κόσμος θεωρεί αφορμή αισχύνης είναι αυτός που σώζει αιώνια τον άνθρωπο. Αυτόν που εξακολουθεί να μην αισχύνεται για την αμαρτωλότητά του, αλλά να περηφανεύεται. Αυτόν που έχει ως σημείο προόδου τα δικαιώματά του και το «εγώ» του και όχι την αγάπη. Αυτόν που λησμονεί το Ευαγγέλιο και το υποκαθιστά από ιδέες, φιλοσοφίες, σοφίες του κόσμου, συζητήσεις για ασήμαντα και σημαντικά της παρούσης ζωής, χωρίς προοπτική αιωνιότητας. Αυτόν που δε διστάζει να εκμεταλλεύεται τον πλησίον του. Αυτόν που δεν γνωρίζει να συγχωρεί. Είναι αισχύνη από την μία ο δρόμος του Σταυρού, αλλά και λύτρωση από την άλλη. Γιατί ο Σταυρωθείς διέρρηξε τα δεσμά του θανάτου και έδωσε τη χαρά της Ανάστασης. 
Μαζί Του λοιπόν ως την Ανάσταση!
π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Μαρτίου 15, 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Β ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΡΑΛΥΤΟΣ; π.Αλέξιος Αλεξόπουλος



Αλήθεια, μπροστά στο θέαμα ενός παραλύτου, τι σκέψεις θα περνούσαν από το νου μας για την βοήθεια την οποία θα μπορούσαμε να προσφέρουμε;
Άλλοι στέκουν μετά παρατηρήσεως. Απλά βλέπουν. Δεν νιώθουν ικανοί να κάνουν κάτι για να βρεθεί μία λύση. Θεωρούν τους εαυτούς τους ασήμαντους μπροστά στην παραλυσία. Και προχωρούν στη ζωή τους χωρίς να λειτουργούν συλλογικά. Ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους και στην καλύτερη περίπτωση κάνουν μια προσευχή για τον άλλον, εάν πιστεύουν στο Θεό. Έχουν όμως παραιτηθεί από οποιονδήποτε αγώνα.
Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι έχουν εγκλωβισθεί στη λογική της κριτικής, της γκρίνιας, της μεμψιμοιρίας. Διαρκώς κινδυνολογούν. Δεν βλέπουν τίποτε καλό στην προσπάθεια για θεραπεία. Δεν είναι πρόθυμοι να συστρατευθούν, αλλά είναι έτοιμοι να απορρίψουν οποιαδήποτε προσπάθεια.
Τέλος, άλλοι νιώθουν ότι τουλάχιστον μπορούν να χαλάσουν τη στέγη. Κάτι να κάνουν. Να εμπιστευθούν το Χριστό, καταβάλλοντας τον κόπο τους. Να συνειδητοποιήσουν μεν την ανεπάρκειά τους, αλλά να μην παραιτηθούν από την προσπάθεια. Προβληματίζονται. Όταν έρθει η στιγμή δείχνουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους, γνωρίζουν όμως τα όρια τους. Δεν θέλουν να πιστέψουν ότι τίποτε δεν μπορεί να αλλάξει. Κι εδώ υπάρχει ελπίδα.
Και αν αυτές οι σκέψεις περνούν μπροστά στο θέαμα του παραλύτου, το ερώτημα ποιος είναι ο παράλυτος θα πρέπει να μας προβληματίσει ακόμη περισσότερο. Μήπως παράλυτη είναι η εποχή μας; Ηθικά και πνευματικά. Δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της, παραδομένη στο κρεβάτι της εκμετάλλευσης, της φιληδονίας, της ψευδαίσθησης της ευτυχίας. Παράλυτη από τις αμαρτίες της. Ζει μακριά από το Θεό και δεν γνωρίζει τι να κάνει για να αλλάξει.
Μήπως παράλυτοι γινόμαστε εμείς ζώντας την παραλυσία στο άγχος και την αβεβαιότητα; Στον φόβο του θανάτου; Στην απόπειρα δια της διασκέδασης να ξεχάσουμε; Στην παράδοσή μας στις οθόνες της τηλεόρασης και του υπολογιστή;
Ο Χριστός μας προτρέπει να Τον εμπιστευθούμε. Να ζητήσουμε πρωτίστως την πνευματική μας θεραπεία από την παραλυσία της αμαρτίας και κατόπιν να λάβουμε την ίαση και της ύπαρξης και του σώματος και του κόσμου. Μάς ζητά να ξαναβρούμε τη σχέση μ’ Αυτόν, για να μπορέσουμε να λάβουμε τη χάρη Του. Κι Εκείνος θα μπορέσει στη συνέχεια να μας γιατρέψει. Όμως αυτός ο δρόμος περνά από την Εκκλησία. Από την Εκκλησία της πίστης. Αυτή που αποτελείται από ανθρώπους έτοιμους να παλέψουν, να χαλάσουν στέγες, να διαλύσουν δηλαδή το βόλεμα της ζωής και να πλησιάσουν το Χριστό. Και δια της μετανοίας να Του δώσουν την ευκαιρία να γιατρέψει. Την ψυχή πρωτίστως, για να έρθει η έγερση και από το κρεβάτι της παραλυσίας.
Καιρός να ενεργοποιηθεί ο καθένας μας. Να καταλάβει την προσωπική του παραλυσία εξαιτίας της αμαρτίας και να ζητήσει την κάθαρσή του και την απελευθέρωσή του. Έτσι θα γίνει η καινούρια αρχή και στην πορεία της κοινωνίας.
π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Ιανουαρίου 25, 2014

Κυριακή ΙΕ Λουκά Η θεραπεία της αμαρτίας π.Αλέξιος Αλεξόπουλος



Μια έντονη εσωτερική σύγκρουση φαίνεται να ζει ο Ζακχαίος. Από τη μία ήθελε να συναντήσει το Χριστό, αλλά από την άλλη φοβόταν μήπως ο Χριστός δεν τον δεχθεί. Έτσι, δεν τολμούσε να παρουσιαστεί μπροστά στο Χριστό και να του εκφράσει την επιθυμία του, όπως έκαναν τόσοι και τόσοι άλλοι. Η ζωή και τα έργα του τον είχαν απομακρύνει από το Θεό και ταυτόχρονα γνώριζε πως είχε γίνει αντιπαθείς και στους συμπολίτες του.
Έχοντας ακούσει για τον Χριστό, τον ξεχωριστό αυτό άνθρωπο του Θεού, θέλησε να τον γνωρίσει, η συνείδηση όμως της αμαρτωλότητός του δεν τον άφηνε να τον πλησιάσει. Φοβόταν την απόρριψη, την ενδεχόμενη τιμωρία για τις έως τώρα παραβάσεις του Νόμου του Θεού. Έτσι, ανεβαίνει σε ένα δέντρο για να μπορεί αυτός να δει, να αποκομίσει μια εικόνα του Χριστού, να λάβει ενδεχομένως ένα σημάδι για το αν μπορεί να πλησιάσει το Χριστό. Και ο παντογνώστης Θεός βλέπει το Ζακχαίο και εξωτερικά, αλλά και εσωτερικά τον ψυχογραφεί και του λέει: «Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι». Και ο Ζακχαίος πλέον πολεμά την αμαρτία του κατά μέτωπο, χτυπά τη ρίζα, εκβάλει το πάθος, σηκώνει το σταυρό του (σταυρός είναι ό,τι κάνουμε για να ακολουθήσουμε το νόμο του Θεού) και μοιράζει την περιουσία του επιστρέφοντας ό,τι έχει αδικήσει. Προχωρά στην πραγματική μετάνοια και αλλαγή, όχι ζητώντας απλά συγχώρεση από το Θεό για να ικανοποιήσει τις ψυχολογικές ανάγκες του και να αποκοιμίσει τη συνείδησή του, αλλά θεραπεύοντας την αρρώστια του με το σωστό φάρμακο. (η φιλαργυρία δεν θεραπεύεται με τη νηστεία, αλλά με την ελεημοσύνη).
Είθε κει μεις να συνειδητοποιήσουμε τα δικά μας λάθη και ν δείξουμε πραγματική μετάνοια
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Ιανουαρίου 18, 2014

«ουχί οι δέκα εκκαθαρίσθησαν;

Ο Χριστός, κάποτε, περνώντας ανάμεσα από την Σαμάρεια και τη Γαλιλαία, συναντά δέκα λεπρούς. Φρικτή η αρρώστια. Αθεράπευτη. Και δεν ήταν μόνο η αίσθηση και ο φόβος ενός επικείμενου θανάτου, που αποτυπώνονταν στις ψυχές των λεπρών. Ήταν και η απόρριψη από τους συνανθρώπους τους, δικαιολογημένη για τα μέτρα εκείνης της εποχής, καθώς υπήρχε κίνδυνος μετάδοσης της αρρώστιας, ωστόσο πρόσθετος σταυρός για την ψυχή των λεπρών. Ο Χριστός ανταποκρίνεται στην παράκληση των λεπρών για έλεος. Τους θεραπεύει. Τους δίνει την ευκαιρία να ξαναζήσουν ανάμεσα στους ανθρώπους υγιείς. Και το κάνει αυτό χωρίς καμία προϋπόθεση. Χωρίς να τους ζητήσει κάτι. Κι εκείνοι διαπιστώνουν έκπληκτοι το θαύμα. Επιδεικνύουν τους εαυτούς τους στους ιερείς τους, οι οποίοι ήταν αρμόδιοι να διαπιστώσουν την όποια θεραπεία και οι εννέα εξ αυτών σπεύδουν να μοιραστούν τη χαρά τους με τους δικούς τους ανθρώπους. Να εισέλθουν και πάλι στη ζωή του κόσμου. Να γίνουν φυσιολογικοί. Μόνο ένας σκέπτεται να επιστρέψει πρώτα και να ευχαριστήσει Αυτόν που θεράπευσε και τον ίδιο και τους συντρόφους του. Κι αυτός Σαμαρείτης. «Αλλογενής». Ξένος του Χριστού. Και ο Κύριος διατυπώνει ξεκάθαρα το παράπονό Του: «ουχί οι δέκα εκκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού; ουκ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τω Θεώ ει μη ο αλλογενής ούτος;» (Λουκ. 17, 17-18).
Παραπονιέται ο Θεός για την απουσία ευγνωμοσύνης από την πλευρά των ανθρώπων;
Έκανε το θαύμα για να ακούσει «ευχαριστώ»; 
Δεν είναι μειωτικό για έναν Θεό που Τον γνωρίζουμε άρχοντα αληθινό, να υπερβαίνει την ανθρώπινη μικρότητα και ανάγκη, να έχει έρθει για να θυσιαστεί για την σωτηρία μας από την μία και από την άλλη να παραπονιέται γιατί κάποιοι που θεράπευσε δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη ή το ξέχασαν να δοξολογήσουν το Θεό για το μεγάλο καλό που τους δόθηκε; 
Μήπως τελικά και ο Θεός λειτουργεί με τα δικά μας μέτρα, σε μια σχέση συναλλαγής μαζί μας; 
Τα ερωτήματα έχουν ενδιαφέρον. Είναι διατυπωμένα από την δική μας όψη των πραγμάτων, ενίοτε και μέσα από την εσφαλμένη αντίληψη που έχουμε για το Θεό, ότι Εκείνος είναι ένας Δωρεοδότης ο Οποίος πάντοτε δίνει, χωρίς να λέει ΟΧΙ και χωρίς να περιμένει καμία ανταπόδοση από την πλευρά των ανθρώπων. Επομένως, μπορούμε ελεύθερα να ζητάμε και να συνεχίζουμε τη ζωή μας, μέχρις ότου έρθει η ώρα να ξαναζητήσουμε, χωρίς να σκεπτόμαστε ότι σε μία σχέση υπάρχουν πάντοτε δύο μέρη. Έχοντας προσανατολίσει τη ζωή μας σε μία εντελώς εγωκεντρική προοπτική, με μέτρο και κριτήριο το άτομό μας, δεν μπορούμε να μπούμε στη θέση του άλλου. Τον μυθοποιούμε στα μάτια μας, ότι εκείνος είναι τέλειος, ότι δεν χρειάζεται τίποτε, στο κάτω - κάτω της γραφής είναι Θεός, είναι Ισχυρός, είναι η αποστολή Του αυτή, και το ίδιο πιστεύουμε και για όσους Τον ακολουθούν, όπως επίσης και για όλους όσους στην κοινωνία έχουν την αποστολή της διακονίας ή όσους στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων δείχνουν πιο δυναμικοί και ισχυροί. Ο Χριστός δείχνει ότι αυτή η στάση ζωής είναι εσφαλμένη. Στη δική Του περίπτωση βέβαια δεν υπάρχει η ανάγκη για ευγνωμοσύνη, όμως ο Χριστός δεν μιλά μόνο για το Θεό με τον λόγο και τα έργα Του, αλλά και για τον άνθρωπο. Είναι Θεάνθρωπος και μας δείχνει τον δρόμο που καλείται να ακολουθήσει ο καθένας, για να φτάσει στο Θεό, όπως επίσης και ποια είναι η στάση ζωής που καλούμαστε να ακολουθήσουμε σε σχέση με τους συνανθρώπους μας.
Η στάση των εννέα λεπρών μαρτυρεί αγνωμοσύνη. Ο Χριστός ζητά από αυτούς όχι να ευχαριστήσουν τον ίδιο, αλλά να δοξάσουν το Θεό για την δωρεά που έλαβαν, γιατί αυτό μαρτυρεί την συναίσθηση της δικής τους αδυναμίας να βρούνε λύση και την ταπεινή αποδοχή της αγάπης του Θεού. Την ίδια στιγμή φάνηκαν απροετοίμαστοι να δείξουν ότι εκτιμούν ό,τι τους δίδεται από Εκείνον. Ότι δεν μεθούν από τη χαρά, χάνοντας τον προσανατολισμό τους, αλλά ξέρουν να κρατούν το μέτρο στη ζωή τους και να έχουν καρδιά που ευχαριστεί. Οι εννέα λεπροί, μέσα από την αγνωμοσύνη τους, δείχνουν ότι η περιπέτεια της υγείας τους, με τα συμπαρομαρτούντα της, δεν τους κατέστησε σοφότερους. Πιθανότατα να πέρασαν τα χρόνια της λέπρας τους οργισμένοι με το Θεό και τους ανθρώπους και να είδαν τη θεραπεία τους ως δικαίωση για τα βάσανα και την υπομονή τους, ως δικαίωμα το οποίο η σκληρότητα του Θεού και των ανθρώπων δεν άφηνε μέχρι τότε να ασκηθεί.
Η ιστορία των δέκα λεπρών θέτει ερωτήματα και στη δική μας ύπαρξη, ιδίως σήμερα.
Πόσο σοφότεροι γινόμαστε στις δοκιμασίες μας. 
Πόσο εκτιμούμε ό,τι μας δίδεται από το Θεό και Τον δοξάζουμε. 
Πόσο αισθανόμαστε την ανάγκη να δούμε τις σχέσεις μας με τους άλλους και από την δική τους σκοπιά. Τι θα ήθελαν αυτοί από εμάς. 
Πόσο έχουμε ήθος ευχαριστιακό και ευγνώμον για τον καθένα που μας προσφέρει. 
Πόσο τελικά είμαστε έτοιμοι να αντιπροσφέρουμε αγάπη, είτε με ένα «ευχαριστώ» από την καρδιά μας είτε με κάθε τρόπο που πηγάζει από την καρδιά μας.
Ο ατομοκεντρικός τρόπος ζωής που έχουμε επιλέξει δεν φαίνεται να αφήνει εύκολα περιθώριο για μια τέτοια θεώρηση. Η επιστροφή μας όμως στο Χριστό, όπως του δέκατου λεπρού, η μετάνοια και η προσκύνηση του Κυρίου στη ζωή της Εκκλησίας αποτελούν τον τρόπο που θα συμβάλει στην αλλαγή της συλλογικής μας στάσης έναντι του κόσμου και της ζωής και με τη βοήθεια του Θεού θα μας ξαναδώσει πορεία ευγνωμοσύνης, αλήθειας και αξιοπρέπειας. 
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Ιανουαρίου 11, 2014

Κυριακή μετά τα Φώτα εν χώρα και σκιά θανάτου π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Μετά τη Βάπτισή Του ο Χριστός και την παραμονή Του επί σαράντα ημέρες στην έρημο, όπου νήστεψε, προσευχήθηκε και προετοιμάστηκε για την επίγεια δράση Του, φεύγει για την Γαλιλαία. Συναντά τον λαό που κατοικεί «εν χώρα και σκιά θανάτου» (Ματθ. 4, 16) και γίνεται ο ίδιος το Φως που ανατέλλει. Δεν θα είναι μόνο η φυσική Του παρουσία ανάμεσα στους ανθρώπους της Γαλιλαίας των εθνών. Δεν θα είναι ο λόγος Του και η κλήση των αποστόλων που θα σηματοδοτήσει μία νέα πορεία. Δεν θα είναι μόνο οι θεραπείες που θα κάνει, δείχνοντας ότι θα είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου. Είναι η εγκαθίδρυση της Βασιλείας των Ουρανών που πραγματοποιεί ο Χριστός στον κόσμο, ενώνοντας τον άνθρωπο με το Θεό και διαλύει τα σκοτάδια της χώρας και της σκιάς του θανάτου. 
Ο Χριστός ως το Φως που ανατέλλει είναι η πρόταση ζωής που κομίζει η Εκκλησία σε κάθε εποχή και στο σήμερα. Μοιάζει ο κόσμος μας με την παλιά εκείνη Γαλιλαία των εθνών. Ιδέες, είδωλα, πρότυπα ζωής, σκοτίζουν την ύπαρξή μας. Ο πολιτισμός μας έχει το δικό του άνθρωπο-είδωλο, μακριά από την αιωνιότητα και την πίστη. Ο καθένας μας έχει την δική του θεώρηση, τα δικά του δικαιώματα, τις δικές του απόψεις σχετικά με το νόημα της ζωής. Άλλοτε δεν έχουμε καθόλου προσανατολισμό. Πορευόμαστε σύμφωνα με τις επιταγές του χρόνου και του κόσμου και αδυνατούμε να έχουμε ελευθερία στον τρόπο που θα σκεφτούμε και θα αναλάβουμε δράση για τη ζωή μας. Άλλοι αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς. Κι εμείς απλώς ακολουθούμε. Κατοικούμε λοιπόν εν χώρα και σκιά θανάτου σήμερα.
Ας σταθούμε σε τρεις από τις αποκλίσεις μας σε σχέση με το μήνυμα της Βασιλείας των Ουρανών: την αδιαφορία για τον λόγο του Θεού, την αδιαφορία για την μετάνοια και την αδιαφορία μας για την προσωπική κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού. 
Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία πνευματικής δίψας. Ο άνθρωπος μένει στην αυτάρκεια των όσων γνωρίζει. Στα όσα η μόρφωση και η πρόοδος της εποχής του προσφέρουν. Στο υλιστικό πρότυπο ζωής. Θεωρεί περιττό τον λόγο του Θεού, γιατί τον έχει περιορίσει σε μία εξωτερική, ηθικιστική θεώρηση. Τον θεωρεί ένα κήρυγμα, το οποίο μοιάζει ανεφάρμοστο. Και κυρίως, αυτός ο λόγος έρχεται σε σύγκρουση με τις προτεραιότητες που ο χρόνος επιβάλει στον καθέναν μας. Δεν έχουμε χρόνο να ακούσουμε για το Ευαγγέλιο. Είμαστε μονίμως απασχολημένοι, είτε στην εργασία είτε στις βιοτικές μέριμνες είτε στη διασκέδαση. Δεν έχει ενδιαφέρον ο λόγος του Θεού. Μας μιλά για έναν άλλο τρόπο ζωής και έναν άλλο χρόνο, που δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες του δικού μας παρόντος.
Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία μετάνοιας. Θεωρούμε την αμαρτία είτε φυσική κατάσταση, είτε δικαίωμά μας. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι η αμαρτία μάς χωρίζει από τον Θεό, γιατί καταλαμβάνει τη θέση Του στην καρδιά μας, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να σκεφτούμε τι θέλει Εκείνος και πώς μπορούμε να σωθούμε. Χωρίς μετάνοια δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά δεν είναι η σωτηρία η κύρια μέριμνα της ύπαρξής μας. Και έχουμε πάντοτε μία φαινομενικά εύλογη δικαιολογία. Ότι όλοι έτσι κάνουν. Ότι είμαστε άνθρωποι και ότι δεν πρέπει να στερηθούμε τις χαρές αυτής της ζωής. Ο λόγος της μετανοίας είναι λόγος που μας φέρνει ενώπιον αποφάσεων να αλλάξουμε τρόπο και σκέψη για τη ζωή μας. Να δούμε τις ρίζες των παθών μας και να πάψουμε να φορτώνουμε τις ευθύνες στον κόσμο και τους άλλους και να προσπαθήσουμε, με τη βοήθεια του Θεού να αλλάξουμε. 
Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία προσωπικής μας κοινωνίας με το Πρόσωπο του Χριστού. Καθιστούμε την Εκκλησία στοιχείο του παρελθόντος ή έναν χρήσιμο οργανισμό, που προσφέρει αξίες, γιορτές, παραδόσεις ή φιλανθρωπία και στήριξη στις δυσκολίες και αγνοούμε ότι όλα αυτά πηγάζουν από την κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού, που γεννά στην ύπαρξή μας αγάπη για όλο τον κόσμο, ιστορία, μνήμη, ελπίδα. Και για να υπάρξει κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού χρειάζεται να Τον ζητήσουμε. Να συμμετάσχουμε στην πνευματική ζωή που μας προτείνει η Εκκλησία. Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στο μυστήριο της συγχώρησης. Στο μυστήριο της αγάπης για την εικόνα του Θεού που είναι ο κάθε άνθρωπος. Στην προσευχή. Στην αναδοχή του προσωπικού μας σταυρού και στην πίστη στην ανάστασή μας. Στην θεώρηση της ζωής μέσα από την προοπτική της αιωνιότητας.
Ο Ιησούς Χριστός αποτελεί την ανανέωση και την ανακαίνιση του κόσμου. Αυτόν περίμενε όλη η ανθρωπότητα. Αλλά και σήμερα, μέσα από την αναζήτηση του Χριστού, τη ζωή της μετανοίας, τη ζωή της αγάπης και της κοινωνίας μαζί Του, ο άνθρωπος αντέχει τις δυσκολίες, γίνεται αισιόδοξος, γίνεται χαρούμενος. Ας επιστρέψουμε κι εμείς πραγματικά στην Εκκλησία. 

Σάββατο, Ιανουαρίου 04, 2014

φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς ...

Ήδη περάσαμε λίγες ημέρες από τον νέο χρόνο. Ένας χρόνος ακόμη πέρασε και η μόνη σιγουριά είναι ότι το τέλος μας βρίσκεται όλο και πιο κοντά μας. Μάλλον θα έπρεπε να θλιβόμαστε με την αλλαγή του, παρά να χαιρόμαστε. Γι΄ αυτό και κάποιοι ισχυρίζονται πως ο θόρυβος που γίνεται με την αλλαγή του χρόνου είναι η διάθεση των ανθρώπων να ξεπεράσουν το φόβο και την αγωνία τους για το μέλλον. 
Ακριβώς μέσα σ΄ αυτόν το φόβο και την αγωνία έρχεται ο Χριστός και «τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς. Ο Χριστός αφθαρτοποιεί το χρόνο, ξέρουμε ότι τον ξεπερνάει, ότι τον εκτείνει στην αιωνιότητα. Δίνει νόημα στο χρόνο της υπάρξεώς μας γιατί μας καλεί να τον στολίσουμε με την αγάπη και εκφάνσεις της. 
Αυτό διατρανώνει ο Πρόδρομος και σε μας σήμερα, καλώντας μας να αλλάξουμε τον τρόπο της ζωής μας, μετανοώντας για τα λάθη μας, αναθεωρώντας τον τρόπο σκέψης μας, και ασκούμενοι στην αγάπη. 
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Δεκεμβρίου 28, 2013

Ο ΗΡΩΔΗΣ



«Ἡρῴδης … ἀνεῖλε πάντας τούς παῖδας …»
Η έλευση του Μεσσία, του Σωτήρα, θεανθρώπου Ιησού Χριστού, προκάλεσε ποικιλία αντιδράσεων στους ανθρώπους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Ηρώδη του βασιλιά, που φοβήθηκε νε μην χάσει την εξουσία του, την κυριαρχία του πάνω στους ανθρώπους, την άνεσή του στη ζωή του και την καλοπέραση, την σιγουριά και την εξασφάλιση. Έτσι, προτίμησε να καταδιώξει το βρέφος Ιησού και να εξαφανίσει το ενδεχόμενο απώλειας του θρόνου του, του αξιώματός του. Όμως ο Χριστός δεν καταδιώχθηκε για τις αρχές και τη διδασκαλία του τότε. Και σήμερα ο πόλεμος με πολλές αφορμές είναι στο προσκήνιο.
Ηρώδης είναι ο πολιτισμός μας που θέλει να εξορίσει το Χριστό από τη ζωή μας. Η επιστήμη που βάλθηκε να αποδείξει πως δεν υπάρχει Θεός, γιατί ο Θεός είναι άϋλος και δεν μπορούμε να μελετήσουμε χαρακτηριστκά του μέλλοντος. Είναι ο δυνάστης πολιτισμός μας που προσπαθεί να κάνει όλο και λιγότερο ανοιχτό τον άνθρωπο στο να πλησιάσει προς τις ρίζες του, την κατ εικόνα και ομοίωση Θεού δημιουργία του. ΄
Ηρώδης, για το Χριστό σήμερα είναι η ανάγκη επιβίωσης, η οργάνωση σχεδίων για την αυτοσυντήρηση, το άγχος και η αγωνία για τον επιούσιο, που βάζει το Χριστό στη δεύτερη θέση, τον απομακρύνει από την ζωή μας, από την καθημερινότητά μας, τον συμπιέζει, τον πεθαίνει.
Ηρώδης τέλος είναι ο διάβολος και η αμαρτία. Σπέρνει αγκάθια ο πρώτος, θυσιάζει συνειδήσεις η δεύτερη με απότερο σκοπό να εξαφανιστεί από προσώπου γης το όνομα Ιησούς Χριστός.
Και όμως ο αστέρας και πάλι θα λάμψει έστω και λιγότερο δυνατά, φωτίζοντας και παίρνοντας θέσεις.
Ας αποφασίσουμε να γίνουμε αναζητητές του Χριστού και του Φωτός Του και ας γνωρίζουμε ότι τον Ηρώδη-εχθρό του Ιησού μπορούμε να τον νικήσουμε….
π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Δεκεμβρίου 14, 2013

ΤΟ ΜΕΓΑ ΔΕΙΠΝΟ!


Την προηγούμενη Κυριακή, με αφορμή τη θεραπεία της συγκύπτουσας γυναίκας, αναφερθήκαμε στον λόγο για τον οποίο ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Να θεραπεύσει τον κυρτωμένο από την αμαρτία άνθρωπο, να τον ανορθώσει στην παραδείσια κατάσταση στην οποία επικοινωνεί με τον Θεό και το συνάνθρωπο.
Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Χριστός, αποκαλύπτει τον τρόπο αυτής της επικοινωνίας. Είναι η συμμετοχή στην Τράπεζα που προσφέρει ο Θεός, εκεί που ο ίδιος προσφέρεται γιατί στην Θεία Ευχαριστία, στη Θεία Λειτουργία, προσφέρεται το Σώμα και το Αίμα Του. Όλοι όσοι κάθονται στο ίδιο τραπέζι είναι ισοδύναμοι, ισάξιοι και επικοινωνούν και μεταξύ τους. Άλλωστε και στα γεύματα που προσφέρουμε και μεις, είτε σε χαρά είτε σε λύπη, αυτό θέλουμε να εκφράσουμε, την αμοιβαιότητα, την εκτίμηση στον οικοδεσπότη, την συμμετοχή μας στο γεγονός. 
Πάντως, στην ευαγγελική περικοπή, όσοι είχαν κλιθεί, δεν θέλησαν να ανταποκριθούν στην κίνηση του Θεού, αλλά «ήρξαντο από μιας παραιτείσθαι» (Λουκ. 14, 18), επικαλούμενοι δικαιολογίες, οι οποίες δείχνουν τον εγκόσμιο προσανατολισμό της σκέψης και της ζωής τους και την άρνηση να συγχαρούν με το Θεό και να αποδεχτούν το δώρο της όντως ζωής που Εκείνος τους δίδει. 
Μάλιστα, αυτή η άρνηση δε γίνεται κατά πρόσωπον του οικοδεσπότη, αλλά διατυπώνεται μέσω εκείνου ή εκείνων που ο Θεός αποστέλλει στον κόσμο, για να υπενθυμίσουν στους καλεσμένους την πρόσκληση. 
Το «ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες» της παραβολής γεννά προβληματισμούς. Συνήθως οι άνθρωποι παραιτούμαστε από ό,τι μας κουράζει, από ό,τι δεν μπορούμε να κατορθώσουμε, από ό,τι μας κάνει να συγκρουόμαστε με τους συνανθρώπους μας και δεν αντέχουμε να συνεχίσουμε να το παλεύουμε. Στην περίπτωση του δείπνου δεν ισχύει τίποτε από αυτά. Οι κεκλημένοι δεν έχουν κουραστεί από την συμμετοχή τους στο δείπνο του συγκεκριμένου οικοδεσπότη. Δεν απαιτούνταν κάποιος ιδιαίτερος κόπος για να συμμετάσχουν σ’ αυτό. Δεν θα ήταν αφορμή για καμία σύγκρουση με τον πλησίον η αποδοχή της πρόσκλησης και η μετοχή στο δείπνο. Ούτε καν οι προτεραιότητές τους ήταν αρκετές για να δικαιολογήσουν την άρνησή τους. Θα μπορούσαν να αφήσουν για λίγο τα έργα τους και να αποδεχτούν την πρόσκληση του οικοδεσπότη. Η στάση τους να μην εμφανιστούν οι ίδιοι ενώπιόν Του και να Τον ενημερώσουν για την επιθυμία τους να μην συμμετάσχουν στο δείπνο μαρτυρεί κάτι άλλο. Την έλλειψη διάθεσης να έχουν κοινωνία μαζί Του. Δεν θέλουν να μετάσχουν στο τραπέζι Του. Δεν Τον θεωρούν σημαντικό πρόσωπο για τη ζωή τους. Γιατί να θυσιάσουν τις δικές τους προτεραιότητες, το πρόγραμμά τους, τις δικές τους σχέσεις για να συμμετάσχουν σ’ ένα δείπνο που το παρέχει ένας οικοδεσπότης, ο οποίος δεν λέει τίποτε τελικά στην ψυχή τους;
Πρώτα ο Χριστός και στη συνέχεια η Εκκλησία και όσοι την διακονούν δεν θα πάψουν να υπενθυμίζουν στον κόσμο και στους ανθρώπους την επιθυμία του Θεού για συμμετοχή στο δείπνο της Βασιλείας Του. Και ο καθένας από εμάς θα καλείται να δώσει απάντηση και να ελέγξει τον εαυτό του πού τον κατατάσσει: στην κατηγορία εκείνων που προσκολλώνται στα υλικά αγαθά, εκείνων που καθιστούν τις αισθήσεις τους κέντρο της ζωής τους ή εκείνων που συμπνίγονται από τις μέριμνες του βίου, στις οικογενειακές προοπτικές και σχέσεις ή στην κατηγορία όλων όσων πεινούν για ζωή και χαρά και έστω κι αν δεν είναι στην αρχική πρόσκληση, μόλις τους δοθεί η ευκαιρία θα γεμίσουν τον οίκο του Θεού; 
π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Νοεμβρίου 23, 2013

Κυριακή ΙΓ Λουκά Διδάσκαλε ἀγαθέ... π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

«Διδάσκαλε ἀγαθέ, τι ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομίσω; … οὐδεῖ ἀγαθός εἰ μή εἷς ὁ Θεός. Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστίν» Ο πλούσιος νέος πλησιάζει το Χριστό, χωρίς να καταλαβαίνει ουσιαστικά ποιος είναι αυτός στον οποίο προτίθεται να μιλήσει. Τον αναγνωρίζει ως πρόσωπο ξεχωριστό, ηγετικό, σεβάσμιο, θαυματουργό ενδεχομένως, διδάσκαλο, ενάρετο. Και ο Χριστός αποδέχεται την προσφώνηση διδάσκαλε, αλλά διατυπώνει μια άρνηση στην αποδοχή του όρου «αγαθέ», λέγοντας ότι αγαθός εκ φύσεως είναι μόνο ο Θεός. Γνωρίζει ο Χριστός καλά το περιεχόμενο του συνομιλητή Του και έτσι ξέρει τόσο την εικόνα που έχει ο νεαρός πλούσιος για τον εαυτό του, όσο και την διάθεσή του να υπακούσει στην απάντηση που θα λάβει από το αυτόν στην ερώτηση για το πώς θα κληρονομήσει την αιωνιότητα. Αν ο πλούσιος αναγνώριζε το Χριστό ως Θεό θα Τον υπάκουε αμέσως στο κάλεσμά του να πουλήσει τα πάντα και να τον ακολουθήσει; Το ίδιο ερώτημα μπαίνει και στον καθένα μας. Αναγνωρίζουμε το Χριστό ως Θεό μας πραγματικά; Αν Ναι, τότε είμαστε έτοιμοι να παραιτηθούμε από το στήριγμά μας στα κάθε λογής αγαθά; Να ετοιμαστούμε να τα μοιραστούμε με τον καθένα που τα χρειάζεται αληθινά; Είτε αυτό είναι λόγος, είτε ύλη, είτε χάρισμα, είτε άνοιγμα της καρδιάς. Να ακολουθήσουμε το Χριστό στην οδό του Ευαγγελίου. Και αν αναγνωρίσουμε τη δυσκολία μας στην αρετή της αγάπης να ταπεινωθούμε στο Θεό και Του ζητήσουμε τη Χάρη Του και το έλεός Του γιατί θα έχουμε και πάλι βεβαία την ελπίδα ότι «τά αδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστίν.
π. Αλέξιος Αλεξοπουλος

Σάββατο, Νοεμβρίου 16, 2013

Κτριακή Θ Λουκά "ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ" π.Αλέξιος Αλεξόπουλος



«Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καί μή εἰς Θεόν πλουτῶν». Αυτά παθαίνει όποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυρούς για τον εαυτό του και δεν πλουτίζει με ό,τι θέλει ο Θεός. Πως είναι λοιπόν αυτός του θυσαυρίζει εαυτώ; Ποια τα χαρακτηριστικά του;  Η έγνοια για τα υλικά αγαθά και όχι και για τα πνευματικά. Ασχολείται μόνο με τα χρήματα, την ιδιοκτησία του, τα αγαθά του, τα δικαιώματά του! Δεν έχει καμία σχέση με την καλλιέργεια των αρετών.  Η αποθήκευση και η χρήση τους για φιληδονία, για καλοπέραση. Δεν καλύπτει τις ανάγκες του για επιβίωση, αλλά θεωρεί χαρά και ευτυχία την κατανάλωση και την τρυφή.  Η καρποφορία της γης είναι αποτέλεσμα μόχθου προσωπικού και «τύχης». Δεν υπάρχει Θεός που ρυθμίζει τους εξωτερικούς παράγοντες, άρα δεν οφείλει ευχαριστία σε κανένα Θεό.  Κρατά τη χαρά της εφορίας μόνο για τον εαυτό του. Δεν αισθάνεται την ανάγκη να μοιραστεί, να επικοινωνήσει με άλλους και γίνεται μοναχικός. «φάγε, πίε, ευφραίνου». Θεωρεί ότι όλη η επίγεια ζωή είναι ατέλειωτη, ξεχνώντας την ύπαρξη του θανάτου που σε κάνει να βλέπει μέσα από άλλο πρίσμα τη ζωή. Όπως σε κάθε παραβολή, ο Χριστός αφήνει τον καθένα μας να κρίνει ο ίδιος με ποιον ταυτίζεται. Έτσι, παραμένει ανοιχτός ο τρόπος με τον οποίο ο καθένας μας θα πλουτίσει εις Θεόν. Θα γίνει με αντίθετη στάση ως προς αυτή του πλούσιου; Θα γίνει με την δοξολογία του Θεού και την εμπιστοσύνη στην ευλογία του να είμαστε διαχειριστές τόσο των αγαθών όσο και της χάριτος; Θα γίνει με την ελεημοσύνη; Με την προσευχή που γίνεται αγάπη; Με την συμπαράσταση σ’ αυτόν που πεινά, διψά, είναι ξένος, είναι γυμνός, είναι στη φυλακή, είναι ασθενής; Με την υπέρβαση της αυτάρκειας και τη νίκη κατά της πλεονεξίας, μέσα από τη σχέση με το Θεό και τον πλησίον; Ένα παράδειγμα ενός Αγίου, μπορεί να βοηθήσει. Κάποτε ο πειρασμός φέρνει μπροστά στα πόδια του Μεγάλου Αντωνίου, εκεί που βάδιζε στην έρημο, ένα μεγάλο, αστραφτερό, ασημένιο δίσκο. Ο Μέγας Αντώνιος κοντοστέκεται για λίγο και λέγει: «Από πού βρέθηκε δίσκος στην έρημο; Εδώ ούτε δρόμος ούτε μονοπάτι, ούτε ίχνος περάσματος φαίνεται πουθενά. Αλλά και εάν έπεσε κάποιου ανθρώπου, δεν θα τον άκουγε; Δεν θα γύριζε λοιπόν να τον πάρει; Δική σου τέχνη είναι τούτο διάβολε! είπε ο Άγιος. Θέλεις να με εμπαίξεις. Χάρισμα σου λοιπόν. Πάρε τον δίσκο μαζί σου στην απώλεια, στο σκοτάδι της Κολάσεως, του φρικτού βασιλείου σου». Μόλις όμως, είπε αυτά ο όσιος, ο δίσκος έγινε άφαντος! Ο δαίμονας είχε νικηθεί. Σε λίγο θα συναντήσει άφθονο χρυσάφι, που άστραφτε και γυάλιζε με τη λάμψη του. Ο άγιος το προσπερνά, ενθυμούμενος τον λόγο της Γραφής «Πλούτος, εάν ρέη, μη προστίθεσθε καρδίαν» (Ψαλμ. 61, 12). Ακόμη κι αν δείτε μπροστά σας τον πλούτο να ρέει άφθονος, μην αφήνετε την καρδιά σας να προσκολληθεί σ’ αυτόν. Όπου είναι ο θησαυρός μας, εκεί και η καρδιά μας.

π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Νοεμβρίου 02, 2013

Ο πλούσιος και ο Λάζαρος π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Μία από τις συγκλονιστικότερες σε διδάγματα παραβολές του Χριστού μας παραθέτει η Εκκλησία μας την πέμπτη Κυριακή του ευαγγελίου του Λουκά. Πρόκειται για την ιστορία του πλούσιου και του Λαζάρου (Λουκ. 16, 19-31). Του ανώνυμου κάτοχου περιουσίας, ο οποίος, παρότι γνωρίζει τον φτωχό συνάνθρωπό του Λάζαρο, δεν νιώθει την ανάγκη να τον συνδράμει στην απόλυτη δυστυχία που εκείνος βιώνει, αλλά απολαμβάνει τον δικό του τρόπο ζωής χωρίς διακοπή, σε ό,τι αφορά στην λαμπρότητα, με κύρια χαρακτηριστικά της την ενδυμασία και το πλούσιο φαγητό, ενώ ο Λάζαρος δεν έχει ούτε ρούχα ούτε τροφή.
Στην αιώνια ζωή τα πράγματα όμως αντιστρέφονται. Ο εντελώς μόνος του στην παρούσα ζωή Λάζαρος μεταφέρεται από τους αγγέλους και πηγαίνει στους κόλπους του Αβραάμ, όπου «παρακαλείται», παρηγορείται και χαίρεται, ενώ ο πλούσιος που απολάμβανε την συντροφιά των ανθρώπων και στη ζωή και στην ταφή του, εντελώς μόνος, χωρίς κάποιος να τον συνοδεύσει, υπάρχει εν βασάνοις στον άδη, στην κόλαση. Διαλέγεται με τον Αβραάμ, ζητώντας την παρηγοριά της καταψύξεως της γλώσσας του με λίγο νερό το οποίο θα του φέρει ο Λάζαρος. Αναγνωρίζει τόσο τον Αβραάμ ως πατέρα του, δηλαδή ως γενάρχη του λαού στον οποίο ανήκε, όσο και το Λάζαρο, γιατί τον έβλεπε στην επίγεια ζωή και ήξερε ποιος ήταν, ασχέτως της αδιαφορίας που επέδειξε. 
Παράλληλα, στην πρότασή του να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρο στον κόσμο και να προειδοποιήσει τα πέντε αδέρφια του να μην βρεθούν στην κατάσταση που ο ίδιος έχει περιπέσει, διαφαίνεται ότι ο πλούσιος διασώζει έστω και την αδελφική αγάπη, δηλαδή στο βάθος της ύπαρξής του δεν ήταν εντελώς διεστραμμένος, ενώ, από τον διάλογο με τον Αβραάμ διαφαίνεται ότι γνώριζε και τον λόγο του Μωυσή και τους προφήτες, δηλαδή δεν μπορούσε να προσποιηθεί έναντι του Θεού άγνοια για τη ζωή που είχε επιλέξει. Ο μωσαϊκός νόμος ξεκινούσε με την παραδοχή ότι ο Θεός του Ισραήλ είναι ο Θεός του καθενός Ιουδαίου και δεν επιτρεπόταν σ΄ αυτούς να έχουν οποιονδήποτε άλλο θεό, όπως για παράδειγμα το χρήμα. Γι’ αυτό και ο πλούσιος αναγνωρίζει ότι δικαίως υφίσταται ο ίδιος ό,τι υφίσταται, όμως δεν θα ήθελε για τα αδέρφια του να βρεθούν στον τόπο της βασάνου. Η μνήμη του όμως του επισημαίνει ότι, όπως και για τον ίδιο, έτσι και για τα αδέρφια του, εάν δεν συνέβαινε ένα συγκλονιστικό γεγονός, όπως η ανάσταση κάποιου από τους νεκρούς, θα ήταν αδύνατο να ακούσουν το λόγο του Θεού και να αλλάξουν ζωή. Ο Αβραάμ του δείχνει ότι η σκέψη του δεν θα έχει κανένα αντίκρισμα. Εάν τα αδέρφια του ήθελαν να σωθούν, θα μπορούσαν πολύ απλά να επιλέξουν να ακολουθήσουν τα όσα η Γραφή ορίζει και δεν θα χρειαζόταν τον καταναγκασμό του θαύματος για να υποχρεωθούν μέσα από το φόβο να αλλάξουν ζωή, κάτι που για τον Αβραάμ ήταν βέβαιο ότι δεν θα συνέβαινε, διότι, όπως και ο πλούσιος παρέμενε αμετανόητος για τη ζωή του, έτσι κι εκείνοι δεν θα άλλαζαν.
Η στάση του πλούσιου στην παρούσα ζωή ερμηνεύει την μοναξιά του στην αιώνια. Ο πλούσιος δεν αισθάνθηκε διαχειριστής των αγαθών που επέτρεψε ο Θεός να έχει, αλλά κάτοχός τους. Αυτό γίνεται με κάθε αγαθό το οποίο μας δίδει ο Κύριός μας, είτε υλικό, είτε σε μορφή χαρίσματος. Ακόμη και το πρόσωπό μας, η ύπαρξή μας δεν μας ανήκει, αλλά είμαστε διαχειριστές της. Μας προίκισε ο Θεός με ιδιώματα που εικονίζουν τον Ίδιο. Μας έδωσε την αγάπη. Την ελευθερία. Το λογικό και την δημιουργικότητα. Την συνείδηση της ύπαρξης και την διαφορετικότητα σε σχέση με τους άλλους. Την δίψα για σχέση και μοίρασμα. Και μας καλεί να προσπαθήσουμε στην παρούσα ζωή να καταστήσουμε τα χαρίσματα και τις δωρεές μας αφορμή κοινωνίας με τον πλησίον μας και τον Ίδιο. Όποιος από εμάς επιμένει να κρατά τα χαρίσματά του μόνο για τον εαυτό του, να αδιαφορεί για τους άλλους, να κλείνει την πόρτα της καρδιάς του σ’ αυτούς και να εντοπίζει το νόημα της ζωής του στα ρούχα, την εμφάνισή του κατ’ όψιν δηλαδή, και στην απόλαυση της τράπεζας, καθιστώντας την ύπαρξή του σάρκα, στην ουσία καλύπτει τα χαρίσματά του με το στρώμα της ατομικής αυτάρκειας και διαλύει κάθε ευκαιρία, όχι μόνο για καλές πράξεις ή προσφορά στους άλλους, αλλά για να συνειδητοποιήσει τη χαρά του να μοιράζεται. Και όποιος μοιράζεται, κάνει το βήμα να συναντήσει το Θεό, που είναι ο Δωρεοδότης των πάντων. Όποιος παραμένει «στα ίδια», στην ουσία είναι μόνος στην παρούσα ζωή. Και η μοναξιά του θα συνεχίζεται αιώνια, γιατί δεν θα έχει αφήσει την ύπαρξή του να ανοιχτεί. Και ό,τι γνωρίζει κάποιος, αυτό εξακολουθεί να εφαρμόζει.
Αξίζει, τέλος, να σταθούμε στην παρουσία του φτωχού Λαζάρου. Ένα είναι το χαρακτηριστικό του. Η σιωπή του. Δεν παραπονιέται. Δεν διαμαρτύρεται. Ούτε στα σκυλιά. Αλλά ούτε και στην αιωνιότητα ακούμε τη φωνή του. Σιωπηλός και ταπεινός αποδέχεται την αδικία του πλούσιου. Την αδικία της φτώχειας. Την αδικία, στην παρούσα ζωή, που επέτρεψε να του συμβεί ο Θεός. Και στην αιώνια παρηγορείται και χαίρεται στους κόλπους του Αβραάμ πάλι χωρίς να μιλά. Χωρίς να επιχαίρει για τον πλούσιο και την μοναξιά του. Ταπεινός στη γη, ταπεινός και στον ουρανό. Αυτό ήταν το χάρισμά του. Να υπομένει εν σιωπή. Και αυτό το φαινομενικά ασήμαντο για την κοινωνία χάρισμα, το οποίο πιθανότατα σήμερα θα ήταν η μεγάλη αδυναμία του που θα τον καθιστούσε κοινωνικά απόβλητο και περιθωριοποιημένο, τον οδηγεί στον παράδεισο.
Η παραβολή του πλούσιου και του Λαζάρου δεν είναι απλώς μια αφορμή να φιλοσοφήσουμε τη ζωή μας ή να σκεφτούμε ότι ο Θεός μας θέλει ελεήμονες ή ότι υπάρχει μεταθανάτια πραγματικότητα. Είναι μία πρόσκληση από την πλευρά της Εκκλησίας να ξαναδούμε πού βρισκόμαστε τόσο έναντι του Θεού όσο και έναντι των ανθρώπων. Είμαστε στην θύρα για να εισέλθουμε στην οικία του πλούτου των παθών, της αυτάρκειας, της φιληδονίας ή είμαστε στον πυλώνα του κόσμου, αγωνιζόμενοι να κρατήσουμε ταπείνωση, σιωπή και υπομονή και να στρέψουμε το βλέμμα μας στην άλλη θύρα, εκείνη της «Παράδεισος», που ξεκινά από το εδώ και τώρα, ώστε να εμπιστευθούμε την παράκλησή μας στη σχέση μας με το Θεό, ο Οποίος μας δίδει όνομα για την αιωνιότητα και αντοχή στα βάσανα του παρόντος κόσμου.
Η κρίση της εποχής μας μάς υπενθυμίζει την αλήθεια του Μωυσή ότι «ένας είναι ο Κύριος ο Θεός μας και δεν υπάρχουν άλλοι θεοί για μας». Στηρίξαμε την ελπίδα μας στο θεό του χρήματος, ενδυθήκαμε την πορφύρα της δόξας του φαίνεσθαι, κτίσαμε σπίτια και ζωές γεμάτα από λαμπρή ευφροσύνη αγαθών και ηδονών και τώρα τρεφόμαστε από τα ψιχία τα πίπτοντα από τα τραπέζια των ισχυρών. Ας στρέψουμε τα βλέμματά μας στον ουρανό και ο Θεός γνωρίζει να μας στηρίξει. Και, παράλληλα, ας επιστρέψουμε στο νόημα της αγάπης και του μοιράσματος ως καλοί οικονόμοι της χάριτος και των χαρισμάτων που μας έδωσε ο Θεός. Για να βρούμε τη χαρά της δικής Του αγάπης τόσο στην παρούσα όσο και 
στην αιώνια ζωή, στην οποία δεν θα είμαστε μόνοι μας, εκτός αν το επιλέξουμε.
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Οκτωβρίου 12, 2013

Κυριακή Δ Λουκά Σε σας έδωσε ο Θεός να γνωρίσετε τα μυστήρια της Βασιλείας Του π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

«Σε σας έδωσε ο Θεός να γνωρίσετε τα μυστήρια της Βασιλείας Του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν αλλά να μην βλέπουν και να ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν».
Οι μαθητές του Χριστού, και κατ’ επέκτασιν οι χριστιανοί , έχουν λάβει από τον ίδιο τον Κύριο το προνόμιο και την ευλογία να γνωρίζουν τα μυστήρια της Βασιλείας Του. Αυτό σημαίνει ότι η Βασιλεία του Θεού δεν είναι γι’ αυτούς « βρώσις και πόσις», δηλαδή υλικό γεγονός το οποίο καλύπτει τις ανθρώπινες ανάγκες, αλλά βαθύτερο οντολογικό, υπαρξιακό γεγονός. 
Οι μαθητές γνωρίζουν ότι η Βασιλεία του Θεού είναι μία πρόσκληση επανεύρεσης του αληθινού ανθρώπινου προορισμού, του τι δηλαδή είναι ο άνθρωπος, το πώς μπορεί να βιώσει το αληθινό νόημα της ζωής, που δεν είναι άλλο από την σχέση του με το Θεό δια του Ιησού Χριστού. 
Το πώς επιτυγχάνεται και βιώνεται αυτή η σχέση είναι ένα μυστήριο. Μυστήριο με την έννοια ότι δεν είναι ο άνθρωπος που σχετίζεται με το Θεό χάρις στις δικές του δυνάμεις, αλλά είναι ο Θεός που κατεβαίνει, γίνεται άνθρωπος και δείχνει στον άνθρωπο τι σημαίνει αγάπη, κοινωνία μαζί Του και αιώνια ζωή. 
Και τότε ο άνθρωπος το μόνο που έχει να κάνει είναι να γίνεται «γη αγαθή», δηλαδή να απομακρύνει από τη ζωή του όλες εκείνες τις μικρές ή τις μεγάλες μέριμνες που γίνονται αγκάθια, τα οποία εμποδίζουν την καρποφορία της Βασιλείας εντός του. Να ξεπεράσει τον εγωισμό του, το ατομικό συμφέρον, την θεοποίηση του εαυτού του. Εδώ το μυστήριο έγκειται στη δύναμη της αγάπης προς το Θεό, που υπερβαίνει κάθε άλλη αγάπη.
Και δίνει ο Θεός και τα μυστήρια της Εκκλησία και η μετοχή σ’ αυτά μεταμορφώνει τον άνθρωπο. 
Ο κόσμος σήμερα θυμίζει το λαό εκείνον που άκουγε τις παραβολές, κοίταζε αλλά δεν έβλεπε, άκουγε, αλλά δεν καταλάβαινε. Αυτό συμβαίνει και σε μας τους χριστιανούς. Ενώ βλέπουμε τη ζωή της Εκκλησίας, ακούμε το λόγο του Θεού, μαθαίνουμε ότι ο δρόμος της πίστης οδηγεί στη σχέση με το Χριστό, εντούτοις δεν κάνουμε την Εκκλησία ζωή μας. Κι έτσι ο σπόρος της παρουσίας του Θεού δεν βρίσκει γη αγαθή, αλλά απιστία, μέριμνες, υποταγή στο κοσμικό πνεύμα και την οδό του διαβόλου. Και η σχέση μας με την Εκκλησία γίνεται μία τυπική θρησκευτικότητα, η οποία δεν μας δίνει νόημα ζωής.
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 14, 2013

Κυριακή Μετά την ΎψωσινὌστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» π.Αλέξιος Αλεξόπουλος

«Ὄστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» - «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Μπορούμε να πούμε πως με τον σημερινό του λόγο ο Χριστός κλιμακώνει τις απαιτήσεις του από τους υποψήφιους μαθητές του. Αν θυμηθούμε την πρώτη τους συνάντηση στην λίμνη της Γαλιλαίας τους καλεί να τον ακολουθήσουν, «Δεῦτε ὀπίσω μου», αφήνοντας τα πλοία του και γενικότερα τα υπάρχοντά τους στην ακρογιαλιά. Αργότερα, τους ανεβάζει σε ψηλότερο σκαλοπάτι ζητώντας τους να απαρνηθούν τους ανθρώπους που τους κρατούσαν δέσμιους συναισθηματικά: «ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Τώρα, αποδεσμευμένοι από υλικούς και συναισθηματικούς δεσμούς, τους καλεί (ταυτόχρονα και όλους εμάς), για την πιο βαριά απάρνηση. «Ὄστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Την ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ. Το πνεύμα της θυσίας και της κακοπάθειας. Το αντίθετο της φιλαυτίας. Όλα πλέον περνούν από το κόσκινο – το κριτήριο του Θεού: τι θέλει ο Θεός; Τι θα έκανε ο Χριστός; Πως θα μιλούσε αυτός; Τι επιθυμεί ο Θεός; Αυτό δε σημαίνει παραίτηση από τη ζωή, αλλά απόφαση για ένα άλλον τρόπο ζωής, όπου πρότυπό μας και παράδειγμά μας είναι ο Χριστός. Και η αγάπη του Χριστού και ο πόθος της αιώνιας ζωής κοντά Του είναι οι πηγές από τις οποίες αντλούμε δυνάμεις για να μπορούμε να αγωνιζόμαστε!
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 07, 2013

Ιωακείμ και Άννα ονειδισμού ατεκνίας π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Μέσα στον εορτολογικό κύκλο της Εκκλησίας μας, μόνο τρεις εορτές γεννήσεως προσώπων εορτάζουμε. Όλες οι άλλες εορτές είναι μνήμες αγίων, δηλαδή εορτάζουμε την ημέρα της τελειώσεώς τους, την ημέρα της κοιμήσεώς τους-θανάτου τους, την ημέρα της μεταβάσεώς τους στην αιωνιότητα της παρουσίας του Θεού. Και τα πρόσωπα των οποίων το γενέθλιο εορτάζουμε είναι αυτό του Χριστού, του Ιωάννη του Προδρόμου και της Θεοτόκου που πανηγυρίζουμε σήμερα. Γιατί λοιπόν, αυτή η εορτή; Το κοντάκιο της εορτής μας δίνει την απάντηση. «Ιωακείμ και Άννα ονειδισμού ατεκνίας, και Αδάμ και Εύα εκ της φθοράς του θανά¬του, ηλευθερώθησαν Άχραντε, εν τη αγία Γεννήσει σου.» Λύνεται η ατεκνία του Ιωακείμ και της Άννας, που ήταν μεγάλη ντροπή για τους Ιουδαίους της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί από το ζευγάρι αυτό δεν υπήρχε περίπτωση να έρθει ο Μεσσίας του κόσμου. Η στειρότητα στερεί από το ζευγάρι την ελπίδα και το προνόμιο να ανήκουν στους προπάτορες του αναμενόμενου Μεσσία. Οι άνθρωποι αποδίδουν την ατεκνία στην οργή του Θεού επάνω στο στείρο ζευγάρι. Και έρχεται το θαύμα της τεκνογονίας. Μόνο που εδώ δε γεννιέται απλώς ένα κορίτσι. Γεννιέται εκείνη που θα κυοφορήσει τον ίδιο το Θεό. Και λύεται η ακαρπία όλων των ανθρώπων, οι οποίοι αδυνατούν να γεννήσουν μέσα τους το Θεό, να τον συναντήσουν, αδυνατούν να λυτρωθούν από το κακό και την αμαρτία, αδυνατούν να ζήσουν αιώνια. Αυτό το νόημα θέλει να παρουσιάσει η σημερινή εορτή. Να μας δείξει πως όταν αδιαφορούμε για τη συνάντησή μας με το Θεό, είμαστε στείροι. Επιλέγουμε ο καθένας μας την συνάντηση με τις μέριμνές μας, με τα πρόσωπα που αγαπούμε, με τις ελπίδες και τα όνειρά μας και αρνούμαστε τη συνάντηση με εκείνο το Πρόσωπο που έγινε για μας άνθρωπος και ζητά να μας δοθεί για να γίνουμε κοινωνοί της δικής του φύσης, δηλαδή τεθεωμένοι. Αδυνατούμε να λυτρωθούμε από το κακό, γιατί δεν το βλέπουμε στην αληθινή του διάσταση. Ονομάζουμε κακό τον βιολογικό θάνατο. Την φτώχεια. Την αδικία. Την ανομία. Το να μην μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας και τις ανάγκες μας, χωρίς να έχουμε αποφασίσει ποιες από αυτές είναι πραγματικές και ποιες όχι. Δεν βλέπουμε ότι ο θάνατος της ύπαρξης που ζει μακριά από το Θεό, ο θάνατος που προκαλεί η αμαρτία, ο θάνατος που κρύβεται στην πνευματική φτώχεια, στην απουσία του αγώνα για αρετή, για μοίρασμα με τον άλλο των λίγων ή των πολλών, υλικών και πνευματικών αγαθών που διαθέτουμε, ο θάνατος που κρύβεται στον εγωκεντρισμό, στην απαξίωση των πάντων είναι το αληθινό κακό. Αλλά και η αδυναμία μας να κατανοήσουμε ότι ζωή χωρίς ανάσταση δεν έχει νόημα, ότι ζωή που είναι προσανατολισμένη στο εδώ και τώρα, ζωή χωρίς υπομονή, χωρίς πίστη, χωρίς ασκητική ησυχία, ζωή χωρίς προσευχή δεν μπορεί να είναι ελπιδοφόρα, ακόμη κι αν είναι μαχητική, δημιουργική και δυναμική. Γιατί ό,τι μένει εδώ, ό,τι περνά στην ιστορία χωρίς να στοχεύει στην αθανασία είναι μάταιο και στείρο. Αυτήν την στειρότητα λοιπόν λύνει η παρουσία της Θεοτόκου στον κόσμο, γιατί από αυτήν θα έρθει και ο Θεός στον κόσμο, και καλούμαστε και μεις να αναλάβουμε να φέρουμε τον Θεό, τον Χριστό, στην ύπαρξή μας.

Σάββατο, Αυγούστου 24, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ ΜΑΤΘΑΙΟΥ «Θεοῦ γάρ ἐσμέν συνεργοί∙ Θεοῦ γεώργιον, Θεοῖ οἰκοδομή ἐστέ» π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

«Θεοῦ γάρ ἐσμέν συνεργοί∙ Θεοῦ γεώργιον, Θεοῖ οἰκοδομή ἐστέ» Ο όρος «συνέργεια», είναι ο καταλληλότερος για να εκφράσει την αλήθεια ότι ο Θεός είναι ο ενεργών και ο άνθρωπος ο συνεργών στο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου. Η ανθρώπινη ύπαρξη δεν μπορεί από μόνη της να φτάσει στη θέωση, στην τελείωση, όσο και αν αγωνιστεί και προσπαθήσει γιατί είναι κτιστή – ατελείς. Από την άλλη, ο Θεός δεν εξαναγκάζει, δεν παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου και έτσι δεν επιβάλει το δικό Του θέλημα. Η πρωτοβουλία ανήκει στο Θεό. Αυτός πρώτος αποκαλύπτεται στον άνθρωπο, ρίχνει το σπόρο στο χωράφι ή βάζει το θεμέλιο της οικοδομής, και περιμένει τη δική μας απάντηση. Από την θετική ή αρνητική απάντηση που δίνουμε, εξαρτάται η σωτηρία μας. Ακόμη και ο Αδάμ έπρεπε να δώσει τη δική του απάντηση στην πρόσκληση του Θεού, έπρεπε να δοκιμαστεί, ώστε να μην φανεί η παρουσία του στον Παράδεισο ως εξαναγκασμός. Η θεία Χάρη και δική μας ελεύθερη διάθεση, είναι τα δύο φτερά που μας ανυψώνουν στον ουρανό. Με το Βάπτισμά μας γίναμε παιδιά του Θεού, μας υιοθέτησε. Θα πρέπει και μεις να αποδεχθούμε πρώτα την υιοθεσία και να αποδειχθούμε άξιοι αυτής της ενέργειας του Θεού. Να επιβεβαιώσουμε δηλαδή, με τη ζωή μας τον όρο «παιδί του Θεού», να ζήσουμε έτσι όπως θέλει ο Θεός, απομακρύνοντας τα ζιζάνια και καλλιεργώντας τις αρετές στο χωράφι της ψυχής μας. βάζοντας τα εκλεκτότερα οικοδομικά υλικά στην πνευματική οικοδομή μας.
π. Αλέξιος Αλεξόπουλος


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...