Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Γεώργιος Αλεντάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Γεώργιος Αλεντάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Νοεμβρίου 17, 2012

Κυριακή Θ Λουκά Ο ΑΦΡΟΝΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΡΟΝΕΣ π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΕΝΤΑΣ


















Ήτανε ένα πλούσιος πού έτρωγε και έπινε και ποτέ δεν χόρταινε. 
Ένας πλούσιος που καθημερινά ντυνότανε λαμπρά και πανάκριβα 
χωρίς να νοιάζεται για κανέναν και για τίποτε πέρα από τον εαυτό
 του. Ένας πλούσιος που δεν καταδεχότανε ούτε καν να κοιτάξει το 
φτωχό και κατατρεγμένο Λάζαρο που αργοπέθαινε καθημερινά εκεί 
δίπλα του, έξω από το σπίτι του. Μα τη πάτησε αυτός ο άνθρωπος.
 Ήρθε η ώρα για να αφήσει πίσω του και πλούτη και παλάτια.
 Πως την πάτησε; Απ’ τα παλάτια σε τόπο οδύνης.

Τα είδαμε όλα αυτά σε προηγούμενη Κυριακή.

Άραγε ο μοναδικός;

Μα φυσικά όχι. Η ανθρώπινη ανοησία δεν τελειώνει ποτέ.

Σήμερα άλλος άμυαλος, άλλος ανόητος πλούσιος.

«Ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν η χώρα• 
Και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων τι ποιήσω, ότι ουκ 
έχω πού συνάξω τους καρπούς μου;»

Και βρήκε επιτέλους λύση ο άνθρωπος στο πρόβλημα του.

«Τούτο ποιήσω• καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω,
 και συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου,
 Και ερώ τη ψυχή μου• ψυχή, έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη 
πολλά• αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου».

Βασανίστηκε, έστυψε το μυαλό του, νύχτες ολόκληρες έμεινε άγρυπνος.
 Και τώρα, μετά από τόσους υπολογισμούς, αναστεναγμός ανακούφισης.
 «Αυτό θα κάνω, θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω πολύ πιο
 μεγάλες. Θα συγκεντρώσω εκεί μέσα όλα τα αγαθά μου, και θα ζω 
ξένοιαστα και χαρούμενα. Θα έχω να τρώω και να πίνω. 
Δε θα με νοιάζει πλέον, ούτε και θα στεναχωριέμαι για τίποτα».

Άραγε βλέπουμε καμιά διαφορά και σε τούτον και στον άλλο πλούσιο;

Απολύτως καμιά.

Και ο ένας και ο άλλος λογάριαζαν χωρίς το «ξενοδόχο».

Έκαναν λάθος λογαριασμούς. Λογάριαζαν τα πλούτη τους, τα έβρισκαν
 αρκετά, πολύ αρκετά, και έμειναν με τη σιγουριά μιας μακάριας 
ζωής. Μιας ζωής χωρίς πόνο και δάκρυα, χωρίς απολύτως καμιά 
ενόχληση. Αλλά και χωρίς να νοιάζονται για κανέναν και για τίποτε. 
Για κανέναν μα κανέναν Λάζαρο.

Αλήθεια πόσο μεγάλη η ομοιότητα και στους δυο αρχοντάδες; 
Πόσο μεγάλη η ανοησία και των δυο;

Πόσο όμως έπεσε έξω στους υπολογισμούς του και τούτος;
 Πόσο άμυαλα και ασυλλόγιστα λογάριαζε.

Έρχεται η φωνή της αλήθειας. Της μόνης αλήθειας.

«Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από
 σου• α δ’• ητοίμασας τίνι έσται;»

Την ίδια στιγμή που πίστεψε πως βρήκε την λύση,
 όλα γκρεμίζονται! Η φωνή του Θεού, η αδυσώπητη φωνή
 της αλήθειας, τον προσγειώνει στην πραγματικότητα.
 «Άφρονα, άμυαλε, ανόητε τούτη τη νύκτα, απόψε, θα πεθάνεις. Αυτά που ετοίμασες τι θα τα κάνεις;»




















Αδελφοί μου!

Ο άφρονας πλούσιος της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, οι
 ανόητοι πλούσιοι και τούτης και της άλλης που ήδη μιλήσαμε,
 που τρώνε και πίνουν και ντύνονται και κανέναν δεν
 λογαριάζουν, είναι τύποι που δεν μας έλειψαν ποτέ. 
Είναι τύποι πολύ συνηθισμένοι και στα χρόνια μας! Είναι 
εκείνοι που περιορίζουν τα όνειρα και τις προσδοκίες τους, 
στο τι θα φάνε και στο τι θα πιούνε, στο πως θα εξαπατήσουμε 
τον άλλον και θα τον έχουνε στη δούλεψή τους κοψοχρονιά,
 στο πως θα κερδίσουν περισσότερα και θα πληρώσουν τα λιγότερα. 
Είναι τύποι που ούτε καν σκέπτονται πως τα χρόνια μας είναι λίγα, 
χωρίς να ενδιαφέρονται για τίποτε περισσότερο απ’ την καλοπέρασή τους.

Αδελφοί μου!

Για μια ακόμη φορά τα λόγια του Κυρίου μας σε πλήρη σύμπλευση 
με τη τωρινή πραγματικότητα. Και σήμερα η Ευαγγελική περικοπή 
υπογραμμίζει μια ακόμη παράμετρο της κατάστασης που βιώνουμε.

Άραγε είμαστε αμέτοχοι της κρίσης που ζούμε;

Τονίζουμε συνεχώς πως η κρίση είναι πρωτίστως πνευματική, 
είναι ηθική, είναι κρίση θεσμών, είναι κρίση πολιτισμού με φυσικό 
επακόλουθο βέβαια το οικονομικό κατρακύλισμα.

Αλήθεια σκεφτήκαμε άραγε ποτέ πως δε διαφέρουμε και πολύ 
απ’ τον ανόητο της περικοπής; Τις αποθήκες μας τις γκρεμίζαμε
 μέχρι πριν λίγο καθημερινά και φτιάχνουμε καινούριες. 
Κι μη μου πείτε πού είναι τα κτίσματά μας και οι καινούριες μας αποθήκες.

Έχουμε ξεχάσει άραγε το μεγάλο σφάλμα μας, το ασυγχώρητο σφάλμα
 μας, όταν ανίδεοι πέφταμε στα χέρια των τραπεζικών σειρήνων και 
χωρίς κανένα αντίκρισμα, παραλαμβάναμε καθημερινά κάρτες και
 δάνεια, για γιορτές και πανηγύρια, για διακοπές και ρούχα για καινούριες 
τηλεοράσεις και πλυντήρια, δάνεια επί των δανείων άσκεφτα για οτιδήποτε 
και αλόγιαστα για άσκοπα φαγοπότια.

Και τώρα; Τώρα σηκώνουμε τα χέρια μας. Δεν μπορούμε να 
πληρώσουμε. Δε μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα. 
Δε μπορούμε να ζήσουμε τούτη τη συμβιβασμένη ζωή, 
στερημένοι ίσως και πεινασμένοι.

Φταίμε γιατί πιστέψαμε στα τραγούδια των σειρήνων. 
Φταίμε γιατί δε βουλώσαμε τα αφτιά μας στα ψέματά τους.
 Φταίμε γιατί απλώσαμε τα πόδια μας πιότερο απ΄ το πάπλωμα μας.
 Φταίμε γιατί έτσι τους επιτρέψαμε να γίνουν οι οικονομικοί δικτάτορές
 μας.

Φταίμε αδελφοί μου γιατί αν και Χριστιανοί, αν και ακούμε συνεχώς 
για τους άφρονες πλουσίους, αφήνουμε τα λόγια τούτα να μπαίνουν 
απ’ τη μια και να βγαίνουν απ’ την άλλη.

Φταίμε γιατί ζούμε σαν να μην έχουμε Θεό, σαν άθεοι που λέμε
 «φάγωμεν και πίωμεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν», σαν να είμαστε
 κυρίαρχοι της ζωής, σαν να μην υπάρχει τίποτε παραπέρα.

Αδελφοί μου να τελειώσουμε με ένα διάλογο με ένα γέροντα που 
με έχει εντυπωσιάσει και τον αναφέρω προσωπικά πολλές φορές.

«Ένας ασκητής συνομιλούσε με έναν νέο, ο οποίος αποκάλυπτε
 τα όνειρά του : – Σκέπτομαι να σπουδάσω Αρχιτέκτων.

Και ύστερα ; Του λέει ο Ασκητής.

– Ύστερα θα πάρω υποτροφία στο εξωτερικό.

Και ύστερα ;

– Θα ανοίξω ένα Αρχιτεκτονικό Γραφείο, θα παντρευτώ, 
θα δημιουργήσω οικογένεια θα είμαι πλούσιος!

Και ύστερα ; Ξαναρωτά ο Γέροντας.

– Θα γεράσω και όταν έλθει η ώρα θα πεθάνω!

Και ύστερα ; Επιμένει ο ερημίτης.

Ο νέος έσκυψε το κεφάλι!

Αλήθεια και ύστερα ;….

Το ίδιο ερώτημα του ερημίτη απευθύνεται προς όλους μας.
 Ας αφήσουμε ελεύθερη την φωνή της ψυχής μας να δώσει 
την απάντηση»!

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ΛΟΥΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ(ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ)π.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΕΝΤΑΣ



Απευθυνόμενος  στους Γαλάτες, ο Απόστολος Παύλος, 
στην Στ Κυριακή του Λουκά,  
κάνει λόγο για την προκοπή του
στην Ιουδαϊκή πίστη, προ της
 μεταστροφής του στο Χριστιανισμό και την πιστότητά 
του στην παράδοση των πατέρων του, στα ήθη των πατέρων του, ]
σε ότι παραδέχονται και πίστευαν και αυτό τον έκανε να 
ξεχωρίζει από τους άλλους συμπατριώτες του.

Αυτό νομίζω, αδελφοί μου, πως αξίζει να το δούμε λίγο, 
να πούμε λίγα σχετικά, στο σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα.

Το μεγάλο θέμα της Παράδοσης λοιπόν το σημερινό μας
 θέμα, με αφορμή των λεγομένων από τον Απόστολο των
 εθνών. Ευκαιρία να εξετάσουμε την αξία που έχει στη ζωή
 της Εκκλησίας και φυσικά όλων μας όλων όσων είναι και 
επιθυμούν να είναι μέσα στην Εκκλησία μας.

Και πρέπει να δούμε πρώτα – πρώτα τι εννοούμε σαν
 λέμε παράδοση. Τι τέλος πάντων είναι αυτή η 
πολυσυζητημένη παράδοση στην Εκκλησία μας.

Αδελφοί μου!

Στην Ορθόδοξη πραγματικότητα η πίστη μας στηρίζεται 
πάνω σε δυο ατράνταχτους πυλώνες. 
Πάνω σε δυο πόδια. Το ένα είναι η Αγία Γραφή. 
Το δεύτερο η Παράδοση, η Ιερά Παράδοση.
 Και η Αγία Γραφή μεν είναι ο λόγος του Κυρίου, ο λόγος 
των Αποστόλων ο οποίος γράφηκε, όσος μπόρεσε να 
γραφεί, η δε Παράδοση ο άγραφος λόγος του Κυρίου,
 των Αποστόλων και στη συνέχεια η ερμηνεία του Θείου 
Λόγου από τους Πατέρες της Εκκλησίας διαχρονικά.

Η Παράδοση λοιπόν κατέχει ισόκυρη θέση δίπλα στην 
Αγία Γραφή. Δεν είναι μια απλή και στείρα πραγματικότητα, 
που οφείλουμε εμείς οι Χριστιανοί να ακολουθούμε απλά
 και μόνο επειδή έτσι πρέπει. Είναι μια κατάσταση 
δυναμική που δημιουργήθηκε με το πέρασμα των αιώνων.
 Διαμορφώθηκε επηρεαζόμενη από πλεΐστες όσες
 επιρροές και παρεμβάσεις και ανανεώθηκε στο 
πέρασμα του χρόνου. Η αλήθεια είναι, μάλιστα, 
ότι δεν ήταν πάντοτε η ίδια αφού από ανθρώπους 
διαμορφώθηκε.. Γνώρισε μεταβολές, που ήρθαν
 να τη συμπληρώσουν και να την εμπλουτίσουν 
ανά τους αιώνες, γιατί όχι και να διορθώσουν κάτι
 από αυτή και να τη μετασχηματίσουν σύμφωνα 
με τις ανάγκες των καιρών.

Αυτή η πραγματικότητα σχετικά με το μέγα θέμα 
της παράδοσης

δεν πρέπει να μας τρομάζει και να μας κάνει να
 πιστεύουμε ότι οποιαδήποτε συζήτηση ή και όποια 
προσαρμογή της παράδοσης στα δεδομένα της
 σύγχρονης εποχής, χωρίς βέβαια να αλλοτριώνεται,
 να αλλοιώνεται να αλλάζει μορφή ο χαρακτήρας και 
η ουσία της, αποτελεί βλασφημία και ύβρη κατά του 
προσώπου του Θεού. Είναι αυτοκτονία και μας 
οδηγεί στην αυτοκαταστροφή μας. 
Ό ίδιος ο Κύριος μας καινοτόμησε και ανέτρεψε
 μια ολόκληρη παράδοση με την οποία είχε 
γαλουχηθεί ο Ιουδαϊκός λαός για πολλούς αιώνες, 
δίδοντάς της νέα μορφή και έκφραση, φέρνοντας
 τέτοιες καινοτομίες που τον έκαναν δακτυλοδειχτούμενο 
και ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων απέναντι του.

Αδελφοί μου!

Το φως της Ορθόδοξης παράδοσης πρέπει να
 καταστεΐ αφορμή και αιτία αναδημιουργίας στη
 ζωή της Εκκλησίας και του καθενός από εμάς
 ξεχωριστά. Πρέπει να γίνει οδηγός για να μπορέσει
 η εποχή μας να δημιουργήσει, να θεμελιώσει 
παράδοση, ικανή να αποτελέσει τη συνέχεια 
του παρελθόντος, ικανή να μη προσβάλλει τον
 αγώνα των Πατέρων του παρελθόντος. 
«Ή αληθινή Ορθόδοξη πιστότητα στο παρελθόν πρέπει
 να σημαίνει μια δημιουργική πιστότητα. 
Η αληθινή Ορθοδοξία δε μπορεί να μείνει 
ικανοποιημένη από μια στείρα θεολογία της
 επανάληψης, η οποία με παπαγαλίστικο τ
ρόπο επαναλαμβάνει διαμορφωμένες προτάσεις,
 χωρίς ν’ αγωνίζεται ανά κατανοήσει το τι 
κρύβεται πίσω τους. Ή σωστή πιστότητα στην
 παράδοση δεν είναι κάτι το μηχανικό, 
μια παθητική και αυτοματική διεργασία 
μετάδοσης της συσσωρεμένης σοφίας μιας
 εποχής του μακρινού παρελθόντος. 
Η Ορθόδοξη αντίληψη για την παράδοση
 δεν είναι στατική αλλά δυναμική, δεν τή 
θεωρεί ως μία νεκρή αποδοχή του παρελθόντος,
 αλλά ως μία ζώσα αποκάλυψη του 
Αγίου Πνεύματος στο παρόν. Η παράδοση, 
ενώ εσωτερικά είναι αμετάκλητη (επειδή ο Θεός δε μεταβάλλεται),
 συνεχώς αναλαμβάνει καινούριες μορφές που συμπληρώνουν 
τις μπαλιές χωρίς να τις εκτοπίζουν» 
Κάλλιστος, Μητροπολίτης Διοκλείας, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία», σελ. 314

Και θέλω να σκεφτούμε κι εμείς τούτη τη στιγμή πόσα και πόσα πράγματα
 στην Εκκλησία μας, στη πίστη μας έχουμε παρεννοήσει, πόσα 
και πόσα στραβά δικά μας τα νομίζουμε παράδοση, απαράβατη 
Και δεν τολμούμε καν να σκεφτούμε μήπως κάπου κάνουμε λάθος;

Στο θέμα του πένθους, στα κεριά και στα λιβάνια, στα λάδια και
 στα καντήλια, ε τόσα και τόσα άλλα μικροπράγματα που έχουμε
 κολλήσει κυριολεκτικά και δε λέμε να ξεκολλήσουμε μη μη τυχόν
 και λιγοστέψει ο Χριστιανισμός μας.

Ακόμα και στο μέγα και κεφαλαιώδες θέμα της Θείας Κοινωνίας
 και των άλλων μυστηρίων τα έχουμε τόσο πολύ μπερδέψει 
τα πράγματα και νομίζουμε πως είναι η παράδοση να 
αποτρέπουμε από αυτά ανθρώπους επειδή απλώς 
εμείς τους θεωρούμε ακάθαρτους. Παράδειγμα μεγάλο 
μα και απλό το να αποτρέπουμε από τη Θεία Κοινωνία 
της Μ. Πέμπτης έγγαμες νεαρές. Γυναίκες. 
Να κόβουμε σχέσεις για αρκετό καιρό με την Εκκλησία
 όταν πεθάνει κάποιος δικός μας

Είναι βέβαια και οι παραδόσεις μας, οι Ελληνορθόδοξες
 παραδόσεις μας που επιτήδειοι, δυστυχώς και ντόπιοι,
 τους ακούμε καθημερινά να σαλιαρίζουν, με το στανιό
 και με κάθε τρόπο τείνουν να αλλοιώσουν. 
Προσπαθούν να αλλάξουν για να μας εξομοιώσουν
 λένε, για να μη διαφέρουμε με τους τόσους και 
τόσους ξένους που άκριτα, ανεμπόδιστα, και 
ανεξέλεγκτα υπερπλήρωσαν τη χώρα μας. 
Πρέπει λένε να αλλάξουμε αυτές τις
 παραδόσεις μας αφού τόσοι και τόσοι 
ξένοι με άλλη κουλτούρα και παραδόσεις
 ζούνε δίπλα μας. Να αλλάξουμε εμείς. 
Να αλλοιωθούμε εμείς για χάρη των άλλων. 
Να ξεπουληθούμε. Αυτές τις παραδόσεις μας 
έχουμε χρέος να τις φυλάμε σαν τα μάτια μας.
 Αυτές τις παραδόσεις που μας κράτησαν όρθιους,
 ζωντανούς και αναλλοίωτους μετά από 400 
και πλέον χρόνια Τουρκοκρατίας δεν τις 
αλλάζουμε για κανέναν και για κανένα λόγο, 
όσο κι αν το προσπαθούν οι καλοθελητές, 
χτυπώντας την ιστορία, τη προσευχή στα σχολεία,
 τη σημαία, τις παρελάσεις και ό,τι άλλο 
μυρίζει ελληνορθόδοξα.

Με αυτές τις σκέψεις, αδελφοί, υπογραμμίζουμε την 
ανάγκη για σεβασμό και τήρηση των παραδόσεων 
της Ορθοδόξου πίστεώς μας, της Ελληνορθοδοξίας 
όχι με φανατισμό, όχι παρωπίδες, που εμποδίζουν
 την θέαση της σύγχρονης πραγματικότητας, αλλά με 
διάθεση εμπλουτισμού, με διάθεση εξορθολογισμού 
της κάτω από το φως του Αγίου Πνεύματος και για
 το συμφέρον της Εκκλησίας μας, για το συμφέρον 
μας δηλαδή αφού καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε
 τις προκλήσεις του παρόντος και την αβεβαιότητα 
του μέλλοντος. ΑΜΗΝ!

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 29, 2012

Άνθρωπε αγάπα... (Κυριακή Β’ Λουκά) Του π. Γεώργιου Αλεντά


«Πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείται…» (Λουκά. στ' 35)
Μέσα στη ζούγκλα της παγκοσμιοποίησης και των οικονομικών θεοτήτων, μέσα στον άκρατο ατομισμό και την ιδιοτέλεια, και πέρα απ’ τις ιδιοτυπίες της φιλοσοφίας του Νίτσε περί του υπερανθρώπου, που τόσο ασπάζεται η «Νέα Εποχή μας»… γίνετε χαλί οι αδύνατοι για να πατήσουν πάνω σας οι δυνατοί… αλλά και σε αντιδιαστολή με τον προτεινόμενο και πολυδιαφημιζόμενο «άνθρωπο κυνηγό» στην προτεινόμενη αξία, «ο θάνατός σου η ζωή μου», μια «άλλη» πρόταση ζωής καταθέτει ή Εκκλησία σήμερα στον κόσμο, καθιστώντας τον κοινωνό στα λόγια του Νυμφίου της. Μια πρόταση επαναστατική, αείποτε νέα και δυνατά ανθρώπινη: «...Εγώ σας λέγω ν' αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε, …χωρίς να ελπίζετε σε κανένα αντάλλαγμα...». Πρόκειται για την «πρόταση» της χριστιανικής αγάπης, που είναι γλυκύτερη και πιο δυνατή κι απ' τη ζωή, που δεν λογαριάζει τίποτε αφού είναι πιο ισχυρή κι απ' αυτόν τον θάνατο. Πρόκειται για τη μοναδική απάντηση στον κόσμο, που αυτοφυλακισμένος στη βία και στη λατρεία του μίσους, γεύεται την απόγνωση, και τον όλεθρο.
Η γη μας, αδελφοί μου, έχει καταντήσει ένα στοιχειωμένο δάσος από σταυρούς και μνήματα. Ένα δάσος που αντί να μοσχομυρίζει φρεσκάδα, όζει θανατίλα. Γίνηκε ένας τόπος εξορίας. Γιατί κι αν μας χαρίστηκε η ζωή όμορφη και γλυκιά, εμείς καταντήσαμε, σαν τ’ άγρια θηρία, αφού ανάμεσα μας ανοίξαμε πόλεμο ανελέητο, αφού ο καθένας μας, «σαν πεινασμένο κοράκι, τροφή βλέπει στου αδελφού το πτώμα κι ας σμίγει το αίμα μας στο ίδιο αυλάκι κι ας βρέχει ό ίδρωτας μας το ίδιο χώμα», κατά τον ποιητή.
Σ' αυτόν τον κόσμο, που ο Άβελ και ο Κάιν ξαναζούν για να ξανασκοτωθούν, δίχως έλεος κανένα, σ' αυτόν τον κόσμο ο Χριστός κραυγάζει: Άνθρωπε αγάπα...
Το να αγαπήσω και αυτόν τον μου «ως εαυτόν», αγαπητοί Χριστιανοί, σημαίνει, ότι νοιώθω τον άλλον και τον αισθάνομαι σαν ένα κομμάτι του εαυτού μου, σαν εμένα τον ίδιο. Άρα αγάπη δεν σημαίνει να δώσω στον άλλο μια ελεημοσύνη, για να τον ξεφορτωθώ ή για να καθησυχάσω κάπως την συνείδησή μου. Σημαίνει ότι πονώ για τον άλλο, και δεν μπορώ να φάγω ευχάριστα, όταν ξέρω ότι ο άλλος πεινά. Ότι δεν μπορώ να απολαύσω τη θαλπωρή του σπιτιού μου, όταν γνωρίζω ότι ο άλλος είναι άστεγος. Ότι δεν μπορώ να κοιμηθώ ήσυχα, όταν ο άλλος ουρλιάζει στον πόνο.
Αγάπη σημαίνει ανησυχία, φροντίδα, μέριμνα. Γι' αυτό και δεν μπορεί να αναπτυχθεί στις καρδιές ανθρώπων, που είναι… φιλοτομαριστές.
Αγάπη σημαίνει έξοδο από τον εαυτό μου. Σημαίνει στοργή για τον άλλον. Ο διπλανός μας μπορεί πολλές φορές να μην έχει ανάγκη της υλικής βοηθείας μας. Θέλει όμως την αγάπη μας. Θέλει το ενδιαφέρον μας. Θέλει να πεισθεί, ότι τον έχουμε στη καρδιά μας.
Από έλλειψη στοργής πάσχει ο σύγχρονος άνθρωπος, αδελφοί μου. Έργα ελεημοσύνης γίνονται πολλά. Ιδρύματα φιλανθρωπικά υπάρχουν άφθονα. Η κοινωνική πρόνοια, ας πούμε, ότι είναι ανεπτυγμένη. Η στοργή όμως λείπει τις πιο πολλές φορές. Και αυτήν ζήτα επίμονα η κουρασμένη εποχή μας. Ο πονεμένος, η χήρα, το ορφανό, ο απόκληρος της ζωής θέλουν τη στοργή μας.

Η ΑΓΑΠΗ ΘΕΛΕΙ ΚΟΠΟ
Δεν είναι όμως εύκολο πράγμα η χριστιανική αγάπη. Θέλει κόπο και θυσία. Θέλει αγωνία για τον άλλο, φροντίδα, ενδιαφέρον, ανησυχία. Θα τρέξεις, θα χάσεις ώρες από την ανάπαυση σου, θα θυσιάσεις το χουζούρι σου, εάν θέλεις να είσαι άνθρωπος αγάπης. Θα κάνεις πολλές φορές όχι εκείνο που σου αρέσει και σε ευχαριστεί, αλλ' αυτό που ωφελεί τους άλλους.
Το να σταθείς δίπλα σε κάποιον, που έχει ανάγκη της συντροφιάς σου, θέλει κόπο και θυσία. Το να καταβάλεις προσπάθεια να φέρεις στο δρόμο του Θεού κάποιον παραστρατημένο, θέλει πολύ κόπο και αρκετό πνεύμα θυσίας. Το να ανεχθείς ένα δύστροπο, ένα κακότροπο, και να φανείς άνθρωπος αγάπης, θέλει αρκετό κόπο και πολλή θυσία. Το να τρέξεις να εξυπηρέτησης κάποιον, να ανεβοκατεβείς μαζί του σκάλες, να παρακαλέσεις και να υποχρεωθείς, θέλει ικανό κόπο και θυσία. Το να προσφέρεις απλόχερα από τα δικά σου, θέλει ιδιαίτερη θυσία.
Κάθε προσφορά απαιτεί κόπο και θυσία. Και η αγάπη είναι μια συνεχής προσφορά, και πράξη θυσίας. «Η μεγαλύτερη δυστυχία είναι να μην είμεθα χρήσιμοι σε κανέναν», λέγει ο Ραούλ Φολλερώ.

ΑΓΑΠΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΜΙΑ ΑΠΕΡΑΝΤΗ ΚΑΛΟΣΥΝΗ
Η αγάπη είναι μία απέραντη καλοσύνη, μια αγαθότητα χωρίς όρια. Αυτός που αγαπά, τους βλέπει όλους με καλό μάτι. «Ου λογίζεται το κακόν» (Α'. Κορινθ. ιγ', 5). Ούτε χαίρει ποτέ, όταν ο άλλος υποστεί μία ζημιά ή όταν αδικηθεί ή εάν σκοντάψει στη ζωή του. «Ου χαίρει επί τη αδικία» Ούτε ποτέ του ζηλεύει και φθονεί την πρόοδο και ανάδειξη του άλλου. «Η αγάπη... ου ζηλεί»
Όλους τους ανθρώπους τους αγαπά ο άνθρωπος της αγάπης. Δεν ξεχωρίζει αυτούς, που πάνε στα μέτρα του και αυτούς που του είναι αντίθετοι. Όλους τους βλέπει με το ίδιο μάτι. Προς όλους δείχνει απέραντη καλοσύνη. «Ουκ ασχημονεί» η αγάπη «Ου παροξύνεται».. Όλους τους ανέχεται και δεν εξοργίζεται. Δεν ζητεί μόνο το προσωπικό συμφέρον, αλλά και του αδελφού. «Η αγάπη. . . ου ζητεί τα εαυτής» Η αγάπη μοιάζει με έναν απέραντο ποταμό, που στο κύλισμα του δροσίζει όλα τα μέρη, απ' τα οποία περνά, αδιακρίτως. Η αγάπη δεν γνωρίζει τι σημαίνει μίσος, αντιπάθεια, εκδίκηση. Λησμονεί αμέσως το κακό και συγχωράει εύκολα … Ξέρει να ανέχεται.
Για τους Αγίους αγάπη σημαίνει κένωση (άδειασμα, ταπείνωση), αυτοπαραίτηση απ' τις δυνάμεις του «εγώ», υπέρβαση του εαυτού μας• σημαίνει την τέχνη του να δίνεις κι όχι να παίρνεις , να κερδίζεις τη ζωή, δίνοντας την για τους άλλους, να πέφτεις άπειρες φορές καθημερινά στη φωτιά για την αγάπη των ανθρώπων κι όμως να μη χορταίνεις απ' αυτή σου την προσφορά (άγιος Ισαάκ ό Σύρος). Γι' αυτό η αγάπη δεν περιορίζεται σε ορισμούς ή ηθικόλογα «πρέπει», δεν αποτελεί κάποια συνταγή , αλλά είναι η έκφραση της οδύνης του ανθρώπου μπροστά στις συγκεκριμένες υπάρξεις, είναι η δύναμη που χαριτώνει τον άνθρωπο να υπερβαίνει κάθε ατομικό όριο και ν' αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, είναι αυτή που «αλλοιώνει την φύση των πραγμάτων» (ιερός Χρυσόστομος), που βγάζει το άτομο απ' την αυτάρκεια του και το οπλίζει με το σφρίγος να πει: οι «άλλοι» δεν είναι η κόλαση μου, αλλά «οι άλλοι είναι ο Θεός μου»
«Ας καταδιώκεσαι εσύ, μην καταδιώξεις• ας σταυρώνεσαι εσύ, μη σταυρώσεις• ας αδικείσαι εσύ, μην αδικήσεις• ας συκοφαντείσαι εσύ, μη συκοφαντήσεις, γίνε καλοσυνάτος κι όχι αυστηρός στο κακό. Μη μισήσεις τον αμαρτωλό. Όλοι είμαστε υπεύθυνοι. Κι αν για τον Θεό στρέφεσαι εναντίον του, κλάψε γι' αυτόν. Γιατί τον μισείς; Τις αμαρτίες του να μισήσεις και να εύχεσαι γι' αυτόν, για να μοιάσεις στον Χριστό, που δεν αγανακτούσε κατά των αμαρτωλών, αλλά προσευχόταν γι' αυτούς... Θυμήσου ότι κι εσύ είσαι κοινωνός της γήινης φύσεως και να ευεργετείς όλους» (όσιος Ισαάκ ό Σύρος).
Όσο κι αν οι δομές της σύγχρονης κοινωνίας αναπτύσσονται στον αντίποδα της εντολής: "καθώς θέλετε ίνα ποιώοιν υμίν οι άνθρωποι και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως". Όσο κι' αν ο άνθρωπος παραδίδεται όλο και περισσότερο στις επιταγές του κοσμοείδωλου που εισήγαγε ο "από μηχανής" Θεός της σύγχρονης κοινωνίας του ατομισμού και της ωφελιμιστικής παγκοσμιοποίησης, ο Χριστός, μολονότι αγνοημένος, παρεξηγημένος και προδομένος, ήλθε και παραμένει κοντά μας "πλήρης χάριτος και αληθείας", Ήλθε και παραμένει για να επαναφέρει τον πλανώμενο άνθρωπο. Να ανακαινίσει την ερειπωμένη εικόνα του, την οποία προσέλαβε και ανέλαβε να ελευθερώσει από το θάνατο και να την εξομοιώσει με τη Θεία Φύση Του. Εμείς, λοιπόν, οι ελευθερωμένοι "εν Χριστώ", οφείλομε να παραμείναμε ελεύθεροι από τα δεσμά του κόσμου και "μη πάλιν ζυγώ δουλείας", όπως διακήρυξε ο Παύλος. Σ' αυτή την απόφασή μας εναντιώνονται πολλοί και πολλά. Κανένας όμως δεν θα έχει τη δύναμη να την ακυρώσει χωρίς τη δική μας θέληση. Αρκεί να μείνομε για την αγάπη Του ως το τέλος, καθώς διαβεβαιώνει ότι: «ο υπομείνας εις τέλος σωθήσεται».

Δευτέρα, Αυγούστου 13, 2012

Κήρυγμα Στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου π. Γεώργιος Ἀλεντᾶς


Ὁ Αὔγουστος, ἔχει τὶς ἰδιαιτερότητές του. Εἶναι ἀπὸ τὴ μία τὸ ὕστατο χαῖρε τοῦ καλοκαιριοῦ. Εἶναι ὁ μήνας ποὺ διακριτικὰ χαιρετίζει τὸ καλοκαίρι ποὺ σιγὰ – σιγὰ ἀποσύρεται καὶ παράλληλα μας παίρνει ἀπ’ τὴ ξεγνοιασιὰ τῶν διακοπῶν καὶ μᾶς φέρνει θέλουμε δὲ θέλουμε καὶ πάλι «εἰς τὰ ἴδια». Μὲ το ποὺ θὰ βάλει ὁ κόσμος τὸ κλειδὶ στὴν πόρτα, ἐπιστρέφοντας, ἀρχίζουν ξανὰ τὰ ἀσταμάτητα «πρέπει». Αλλά ἔχει καὶ τὴ "χάρη" του. Εἶναι "ἡ Παναγία τοῦ Δεκαπενταύγουστου", ποὺ τὸν χαριτώνει. Εἶναι ἡ ἴλεως τῆς Θεοτόκου, τῆς μάνας τῆς ἀνθρωπόπτητας, ποὺ «ἐν τὴ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπεν». Εἶναι ἡ μορφὴ τὰ Παναγίας μὲ τὰ 2000 τόσα ἐπίθετα ποὺ ὅλον αὐτὸν τὸν μήνα γιορτάζεται ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη τῆς πατρίδας μας.
Αὐτὴ εἶναι ἡ αὐγουστιάτικη ἰδιαιτερότητα, τὸ αὐγουστιάτικο χαῖρε, ποὺ σὲ λειτουργικὴ συμφωνία μὲ τὸ ἐαρινὸ τῶν χαιρετισμῶν, πλαισιώνουν μέσα στὸ φῶς καὶ τὴν ἀνοιχτοσύνη τοῦ κόσμου τὴν "πλατυτέραν τῶν οὐρανῶν". Αὐτὴν ποὺ γνώρισε "τὰ μείζω τῶν μεγαλουργημάτων", ὠθώντας μας στὸ τελικὸ στάδιο τῆς Θέωσης, Αὐτὴν ποὺ ὑπερυψωμένη στὴ σκέψη καὶ τὴ συνείδησή μας, καλύπτει τὴν καθημερινότητά μας "ὡς Σκέπη τοῦ κόσμου". Αὐτὴν ποὺ ἡ Ρωμιοσύνη τὴν ἔχει σὲ ἀδιάσπαστη ἑνότητα μαζί της. Συνευρίσκονται μέσα στὸ "κεκρυμένον μυστήριον", σὲ πεῖσμα τῆς ὀρθολογιστικῆς κουλτούρας καὶ τῆς λυσαλέας ἀντρίδρασης μεγάλης μερίδας «προοδευτικῶν διανοουμένων μας, ποὺ ἐργάζονται στὴ διαμόρφωση μίας ἄχρωμης καὶ ἄγευστης, μιᾶς ἰδιωτίζουσας κινωνίας πολιτῶν χωρὶς πνευματικὴ ἰκμάδα, χωρὶς ψυχή, χωρὶς Θεὸ καὶ χέρι – χέρι μαζί, πιασμένοι προχωροῦν.
Μέσα λοιπὸν σ’ αὐτὴν τὴν Αὐγουστιάτικη ἰδιαιτερότητα, ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἔχει νὰ μᾶς δώσει, μία δροσερὴ νοητὴ ὄαση, μία πνευματικὴ ἀνάταση. Τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παναγίας μας. Το δεκαπενταύγουστο, «τὸ Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ».
Κορυφαία ἑορτὴ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἰδιαίτερα γιὰ μᾶς τοῦ Ἕλληνες, ποὺ εὐλαβούμαστε τὴ Θεοτόκο κατὰ τρόπο ξεχωριστό. Εὐκαιρία ὁλόθυμης ἔκφρασης τιμῆς καὶ σεβασμοῦ στὸ ἱερό Της πρόσωπο, ἀφοῦ ἡ προσωπικὴ καὶ ἐθνική μας ζωὴ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν ὑψηλὴ σκέπη καὶ προστασία τῆς Μεγάλης Μάνας, τοῦ κόσμου.
Ἡ ἱερὴ μνήμη τῆς Κοιμήσεώς της Παναγίας μᾶς εἶναι, ὅπως εἴπαμε, μία καλὴ εὐκαιρία νὰ ἐκδηλώσει ὁ εὐσεβὴς λαὸς τὴν ἀγάπη, τὸν σεβασμό, καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη του πρὸς Αὐτήν, ἡ Ὁποία ὄντας ἄνθρωπος, ἀξιώθηκε νὰ γίνει τὸ τιμιότατο θεῖο δοχεῖο, τὸ ἱερότατο σκεῦος, ὥστε νὰ δεχτεῖ τὸν ἄπειρο Θεὸ στὸ καθαρότατο σαρκίο Της, νὰ κυοφορήσει τὸν ἄναρχο καὶ ἀναλλοίωτο Θεὸ στὴν τίμια γαστέρα Της, νὰ θρέψει τὸν ἀπόλυτα αὐτάρκη Θεὸ ἀπὸ τὰ παρθενικά Της αἵματα, νὰ κρατήσει στὰ σεπτά Της χέρια τὸν «ἀχώρητον παντί».
Τὸ ἱερὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ἀποτελεῖ, σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία μας, μέρος τοῦ ἀπερινοήτου μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας. Μετὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ Αὐτὴ κατέστη τὸ κύριο πρόσωπο, τὸ ὁποῖο συνέβαλε οὐσιαστικὰ στὴν ὑλοποίηση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἐκλέχτηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀνάμεσα σὲ ἑκατομμύρια ἄλλα κορίτσια, ἀμέτρητων γενεῶν, ὡς ἡ καθαρότερη καὶ ἁγιότερη ἀνθρώπινη ὕπαρξη, προκειμένου νὰ γίνει Θεοτόκος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς λένε πὼς γιὰ τὴν ὑλοποίηση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὁ Θεὸς ἔδωσε τὸν Υἱὸ τοῦ τὸν μονογενῆ καὶ ἡ ἀνθρωπότητα ἔδωσε τὴν Παναγία. Στὸ ἱερὸ πρόσωπο Ἐκείνης ἔγινε ἡ μεγάλη συνάντηση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Μέσα στὸ παναγνὸ σῶμα Ἐκείνης ἔγινε ἡ μεγάλη καταλλαγὴ (Ἐφεσ.2:16) καὶ ἀπὸ αὐτὸ ξεκίνησε ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἡ ἀναδημιουργία καὶ ἡ θέωση τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.
Τὸ πρῶτο ἀνθρώπινο πλάσμα, στὸ ὁποῖο ἀποκαταστάθηκε ἡ ἀνθρώπινη φύση στὴν ἀρχαία προπτωτική της μορφὴ καὶ ὡραιότητα, ὑπῆρξε ἡ Θεοτόκος. Μὲ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ (Λούκ.1: 35), καθαρίστηκε ἀπὸ τὸν ρύπο τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τὸν ὁποῖο ἔφερε καὶ Αὐτὴ ἐκοῦσα, ὡς μέτοχός της ἀνθρώπινης φύσεως, καθιστώντας Τὴν πλέον ἄμωμη κηλίδος ὥστε, νὰ δεχτεῖ στὰ ἁγνὰ σπλάχνα Τῆς τὸ «πῦρ τῆς θεότητος » καὶ νὰ μὴν καεῖ. Ἀπὸ τότε ἔγινε ἡ «Κεχαριτωμένη», ἡ ἁγιοτέρα ὕπαρξη μετὰ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Στὸ πρόσωπό Της ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τῆς λυτρώσεως τοῦ κόσμου καὶ τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ συμβολὴ τῆς Παναγίας μας κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἐπὶ γὴς ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχῶς πλάι στὸν Λυτρωτή μας, ἀπὸ τὴ Γέννηση ὡς τὸ Πάθος, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψη. Δοκίμασε, ὡς μητέρα, τὶς πίκρες τῶν παθημάτων τοῦ Θείου Γιοῦ της, μὲ ἀποκορύφωμα ἐκείνη τοῦ σταυρικοῦ θανάτου Του. Ἐνοίωσε κοντὰ Τοῦ τὴν ἀγωνία Ἐκείνου γιὰ τὴν ὑλοποίηση τοῦ θείου σχεδίου τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Σύμφωνα ἐπίσης μὲ τὴν ἀρχέγονη παράδοση τῆς Ἐκκλησία μᾶς Αὐτὴ ἦταν ποὺ ἐμψύχωνε τοὺς διωκόμενους πρώτους χριστιανοὺς τῆς νεαρᾶς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων.
Ὁ Αὔγουστος καὶ ἰδιαίτερα τὸ πρῶτο δεκαπενθήμερό του, εἶναι ἀφιερωμένο στὴν Παναγία μας. Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινὰ στὶς ἀκολουθίες τῶν ὑπέροχων Παρακλητικῶν Κανόνων, νηστεύουμε, ἐξομολογούμαστε, κοινωνοῦμε. Τρέχουμε μὲ δάκρυα στὰ μάτια νὰ ἐναποθέσουμε σὲ Αὐτὴ τὶς δυσκολίες καὶ τὰ βάσανα τῆς ζωῆς μας, Τὴν παρακαλοῦμε μὲ ζέση ψυχῆς νὰ ἐλαφρώσει τὸν βαρὺ ζυγό μας, διότι πιστεύουμε ἀκράδαντα πὼς ἡ γλυκιὰ Θεομάνα καὶ μετὰ τὴν σεπτή Της Κοίμηση συνεχίζει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ νοιάζεται γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Μέσα στὴ μεγάλη καρδιὰ Τῆς ὑπάρχει χῶρος γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ὄχι μόνο γιὰ τοὺς πιστούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀσεβεῖς, ἀκόμα καὶ γιὰ τοὺς ὑβριστές Της! Ἡ μακάρια θέση Τῆς κοντὰ στὸν Υἱό Της καὶ Θεὸ μᾶς Ἰησοῦ Χριστό, τῆς δίνει τὴν εὐχέρεια νὰ προσεύχεται γιὰ τὸν καθένα μας, γιὰ κάθε μᾶς πρόβλημα. Τὰ ἀποτελέσματα τῶν βοηθειῶν Τῆς εἶναι ἁπτά. Γι’ αὐτὸ ψάλλουμε στὸν περίφημο Μικρὸ Παρακλητικὸ Κανόνα πρὸς Αὐτήν: «Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοῖ κατησχυμένος ἀπό σου ἐκπορεύεται, ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ’ αἰτεῖται τὴν χάριν καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως».

π. Γεώργιος Ἀλεντᾶς

Τετάρτη, Απριλίου 04, 2012

Ωσανά και σταυρωθήτω


Ωσανά και σταυρωθήτω
Του π. Γεωργίου Αλεντά  - Περάσαμε και εφέτος, μέσα από το αγωνιστικό στάδιο της Μ. Τεσσαρακοστής. Διήλθαμε την ανακαινιστική οδό της μετανοίας. Κολυμβήσαμε στο πέλαγος της νηστείας. Την ψυχωφελή πληρώσαμε Τεσσαρακοστή. Και σήμερα Κυριακή των Βαΐων, αναφωνούντες κι εμείς το «Ωσανά, ευλογημένος, ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» μετά Βαΐων και κλάδων, εισερχόμεθα στην Αγία και Μ. Εβδομάδα.
Προχωράμε στην κορύφωση του μεγίστου των Μυστηρίων. Της αφάτου δι’ ημάς Θείας οικονομίας. Στο μεγαλείο του Σταυρού, στο θαύμα του ζωογόνου Τάφου, στο θρίαμβο της Αναστάσεως. Η Αγία και Μ. Εβδομάδα διανοίγεται και πάλι μπροστά μας. Το αποκορύφωμα και το επιστέγασμα της πνευματικής πορείας που ξεκινήσαμε την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και που όλες αυτές τις ημέρες, έχοντας σ’ αυτήν στραμμένο το βλέμμα μας, με πόθο ιερό και καρδιά γεμάτη κατάνυξη αναφωνούσαμε: «παράσχου και ημίν αγαθέ τον αγώνα τον καλόν αγωνίσασθαι, τον δρόμον της νηστείας εκτελέσαι, την πίτην αδιαίρετον τηρήσαι τας κεφαλάς των αοράτων δρακόντων συνθλάσαι, νικητάς τε της αμαρτίας αναφανήναι ώστε ακατακρίτως φθάσαι προσκυνήσαι και την αγίαν Ανάστασιν»
«Γιατί όμως την ονομάζουμε μεγάλη, μας λέγει ο ι. Χρυσόστομος; Επειδή κάποια μεγάλα και απόρρητα τυχαίνει να υπάρξουν, για μας, μέσα σ’ αυτήν, αγαθά. Επειδή μεγάλα σε μας έγιναν κατ’ αυτήν απ’ το Δεσπότη κατορθώματα. Και λοιπόν μέσα σ’ αυτήν την εβδομάδα την Μεγάλη, η χρόνια του διαβόλου καταλύθηκε τυραννία. Ο θάνατος σβήστηκε. Ο ισχυρός δέθηκε. Τα σκεύη του (τα όργανα και οι πλεκτάνες του) διαρπάγησαν. Η αμαρτία αναιρέθηκε. Η κατάρα καταλύθηκε. Ο Παράδεισος ανοίχτηκε. Ο ουρανός προσπελάσιμος έγινε. Οι άνθρωποι με τους αγγέλους αναμείχτηκαν. Το μεσότοιχο του φραγμού σηκώθηκε. Ο της ειρήνης Θεός, ειρήνη έβαλε ανάμεσα στον ουρανό και τη γη. Για τούτο Μεγάλη ονομάζεται εβδομάδα».
Είναι λοιπόν Μεγάλη η εβδομάδα στην οποία προχωρούμε, όχι για τις μέρες της, ούτε για τις ώρες της. Σε τίποτε τέτοιο δεν διαφέρει από τις άλλες, μα και σε τίποτε δεν μοιάζει με όλες τις άλλες. Είναι μεγάλη γιατί μέσα σ’ αυτήν συγκαιφαλαιούται το θαύμα του Χριστιανισμού, τελεσιουργείται και τελειώνεται το μέγα και μοναδικό Μυστήριο της Θείας συγκαταβάσεως, κορυφώνεται η δόξα της Ορθοδοξίας. Είναι μεγάλη γιατί ο ίδιος ο Θεός, για χάρη δική μας οδηγείται στα άγια και σωτήρια και φρικτά πάθη. «Τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην. Και προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον». Είναι μεγάλη γιατί…μεγάλη και η δική μας υποκρισία, ο εγωισμός, η αγνωμοσύνη, η κακία. Σήμερα με ενθουσιασμό φωνάζουμε «Ωσαννά», αύριο αλλόφρονες θα κραυγάζουμε «Σταυρωθήτω».
Θριαμβευτική και μεγαλόπρεπος η είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα. Πλήθη αναρίθμητα συγκεντρώθηκαν για να ζητωκραυγάσουν τον Κύριο της ζωής και του θανάτου. Τον ανακαινιστή του κόσμου, τον αναμορφωτή της ζωής, τον αναμενόμενο Μεσσία. Τέτοια ήταν η υποδοχή ώστε, «Εισελθόντος αυτού εις Ιεροσόλυμα εσείσθη πάσα η πόλις».Αυτός προχωρεί. Εισέρχεται στη αγία πόλη. Την πόλη την φονεύσασα τους προφήτας, την πόλη που έσβηνε κάθε φωνή που ήταν ελεγκτική γι’ αυτήν. Εισέρχεται «καθήμενος επί πώλον όνου»,γνωρίζοντας ότι στην κορυφή του Γολγοθά τον περιμένει ο Σταυρός. Γνωρίζοντας ότι όλος αυτός ο κόσμος, όλος αυτός ο ενθουσιασμός , αμέσως μετά άρδην θα μετατραπούν. Το μίσος, ο φθόνος, ο φανατισμός, η εκδίκηση, θα μεταβάλουν το «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», σε «Άρον άρον σταύρωσον Αυτόν».
Αλλά, η ιστορία αυτή είναι τόσο παλιά, μα και τόσο καινούρια. Ο Χριστός σταυρώθηκε μεν πριν 2000 χρόνια, αλλά έκτοτε συνεχίζει καθημερινά να ξανασταυρώνεται. Το «Ωσαννά» και το «Σταυρωθήτω», στο πρόσωπο του Χριστού είναι δυο αλληλένδετες έννοιες που ποτέ δεν ξεχώρισαν, ποτέ δεν έπαψαν να συνοδεύουν το Χριστό, και παράλληλα να είναι η πτώση και η ανάσταση η δική μας. Ακούει και σήμερα ο Χριστός το «Σταυρωθήτω», από πολλούς και διαφόρους «Χριστοκάπηλους». Από αυτούς που το ευαγγέλιο στέκεται εμπόδιο στα άνομα σχέδια τους. Από αυτούς που βάζουν μέσα σε καλούπια τη διδασκαλία Του, που τον χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα συμφέροντα τους, και τον εκμεταλλεύονται για τις προσωπικές τους επιδιώξεις. Ακούει το «Σταυρωθείτω» από αυτούς που δεν διστάζουν να τον ανταλλάξουν με το χρυσό στην πρώτη ευκαιρία, από αυτούς που εύκολα τον ξεπουλάνε και τον αποστρέφονται μη τυχόν και διακινδυνεύσουν τον ευδαιμονισμό τους, κάτι δικό τους.
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, απ’ τους διώκτες της πίστεως, τους καταφρονητές της Εκκλησίας, τον υλισμό, τον ορθολογισμό την αθεΐα. Χιλιάδες οι στομφώδεις διαλέξεις, οι πομπώδεις στα τηλεοπτικά παράθυρα αμπελοφιλοσοφίες, ατέλειωτη η αμφισβήτηση από γνωστούς και μη εξαιρετέους αρνητές και Χριστομάχους Σε τόνους μετριέται η μελάνη που καθημερινά χύνεται, με στόχο μοναδικό να σπιλωθεί το όνομα Του, να υβριστεί η θεότητα Του, να συκοφαντηθεί και να γελοιοποιηθεί η εκκλησία Του. Δηλητήριο δραστικότατο, περιτυλιγμένο με το χρυσόχαρτο, άλλοτε της ελευθερίας, άλλοτε της δημοκρατίας, άλλοτε της τέχνης, που προσπαθεί να δηλητηριάσει τις ψυχές και να κρημνίσει την πίστη. Ξανασταυρώνεται ο Χριστός απ’ την θολοκουλτούρα της εποχής, που εκτινάζει στο πρόσωπο Του τη λάσπη που έχει συσσωρεύσει μέσα της, τα αμαρτωλά της απωθημένα, τα βλαβερά και τοξικά κατάλοιπα του υποσυνείδητου της.
Μα ο Χριστός ξανασταυρώνεται και από μας τους ίδιους. «Ενώ ανήκουμε σ’ Αυτόν, γράφει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστόδουλος, ανήκουμε και στον αντίδικο μας. Κάνουμε στη ζωή μας συμβιβασμούς ύποπτους και βλαβερούς, προδίνουμε το άγιο όνομα του, παραχωρούμε έδαφος στη ψυχή μας και το προσφέρουμε στο διάβολο. Η ασυνέπεια είναι καρφί στα πανάγια χέρια και πόδια του. Η έλλειψη αγωνιστικού φρονήματος είναι η προδοσία του Ιούδα. Η υποχώρηση μας μπροστά στο δέλεαρ της αμαρτίας είναι νέο ράπισμα στο πρόσωπο του. Η αδιαφορία μας για τη σωτηρία μας είναι κολαφισμός άγριος και βάναυσος επάνω του. Η περιφρόνηση προς την Εκκλησία του είναι εμπτυσμός στην όψη του. Η απομάκρυνση μας από τη σώζουσα χάρι των μυστηρίων της είναι χλεύη εμπρός του. Η άρνηση μας να πλησιάσουμε την ουσία της διδασκαλίας του και να επηρεασθούμε από αυτήν είναι ακάνθινος στέφανος πάνω στην κεφαλή του. Ο φανατισμός μας, που βλέπει τους άλλους ξένους και εχθρούς, είναι μαστίγωμα της ράχης του. Η αποκλειστικότητα της αγιότητος που την κρύβουμε μόνο για τους εαυτούς μας, κατακρίνοντας όλους τους άλλους, όπως ο Φαρισαίος της παραβολής, είναι η λόγχη που ένυξε την πλευρά του. Η επιμονή μας να προσαρμόζουμε την πίστη μας στις αξιώσεις του εαυτού μας είναι θράσος απέραντο. Όλα μαζί είναι ξανασταύρωμα του Χριστού, επανάληψη του μυστηρίου της ανομίας».(ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ. ΜΗΤΡ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ « ΤΟ ΘΕΙΟ ΠΑΘΟΣ»).
Δυο λοιπόν οι στάσεις ανέκαθεν απέναντι στο πρόσωπο του Ιησού. Η πρώτη εκδηλώνεται με την ανείπωτη χαρά της συνάντησης μαζί Του. Εκφράζεται με τις επευφημίες και τις ζητωκραυγές της ψυχής –το μυστικό προσωπικό μας «Ωσαννά»-, υπογράφεται με την ταύτιση μας μαζί Του. Είναι στάση θαυμασμού, ευγνωμοσύνης, αγάπης, αφοσίωσης σ’ Αυτόν. Η δεύτερη, είναι στάση αποστροφής, προδοσίας, εχθρότητας, εγωπάθειας, κακεντρέχειας, υπερφίαλης και προβληματικής προσωπικότητας. Είναι η στάση του «Σταυρωθήτω»,ανά τους αιώνας.
Σήμερα λοιπόν, ο Ιησούς μπαίνει θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα. Μπαίνει και εκούσια, προχωρεί στο πάθος, στο Σταυρό, στον τάφο. Ακούει το «Ωσαννά» και γνωρίζει ότι θα ακούσει αμέσως μετά το «Σταυρωθήτω». Μαζί του προχωράμε κι εμείς. Ποια όμως η στάση μας απέναντι του; Με ποιους θα ταυτιστούμε και τι θα φωνάξουμε; Πόσοι από μας θα καταφέρουμε να βροντοφωνάξουμε μέσα απ΄ ην καρδιά μας το «Χριστός Ανέστη», την επόμενη Κυριακή και να νιώσουμε το πραγματικό νόημα αυτών των λέξεων;
Γι αυτό μας λέει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης: «Αδελφοί και πατέρες, πλησιάζει, η ημέρα του Πάσχα , αφού συν Θεώ περάσαμε την νηστεία. Αλλά γιατί βιαζόμαστε να φτάσουμε στο Πάσχα, αυτό που έρχεται και φεύγει; Δεν το γιορτάσαμε αυτό πολλά χρόνια; Και το Πάσχα λοιπόν αυτό θα περάσει. Διότι δεν υπάρχει τίποτα το μόνιμο σ’ αυτόν τον αιώνα. «Οι ημέρες μας φεύγουν σαν τη σκιά»(Ψαλμ. ρμγ΄.4), και ο βίος μας πορεύεται όπως ο καβαλάρης ταχυδρόμος, ώσπου να μας φέρει στο τέλος της ζωής. Τι λοιπόν δεν είναι επιθυμητό το Πάσχα; Είναι επιθυμητό και μάλιστα πολύ. Πώς θα μπορούσε να πει κανείς όχι; Αλλά το Πάσχα που επιτελείται κάθε μέρα. Και τι είναι αυτό; Είναι ο καθαρισμός των αμαρτιών, η συντριβή της καρδιάς, το δάκρυ της κατανύξεως, η καθαρή συνείδηση, η νέκρωση των μελών που είναι στη γη, της πορνείας, ακαθαρσίας, πάθους, κακής επιθυμίας (Κολ. Γ΄.5), ίσως και κάποιας άλλης πονηρίας που παρατηρείται. Διότι όποιος καταξιώνεται να ζει αυτά, όχι μόνο μια φορά το χρόνο, αλλά για να πω έτσι, κάνει Πάσχα, κάθε μέρα, και γιορτή πολυπόθητη. Και όποιος δεν έχει τα όσα είπαμε πριν, αλλά τον κρατούν τα πάθη, αυτός δεν μπορεί να γιορτάζει. Διότι πως μπορεί να γιορτάζει αυτός που έχει Θεό την κοιλιά; Και πως αυτός που φλέγεται από σαρκική επιθυμία; Πως αυτός που λιώνει από φθόνο; Πως αυτός που βυθίζεται στη φιλαργυρία; Πως αυτός που υποδουλώνεται στην κενοδοξία; Πως αυτός που οδηγείται από όλα τα άλλα, πάθη; …Διότι δεν μπορεί να φωτίζεται αυτός που είναι στο σκοτάδι, αυτός που ταλαιπωρείται από τις αμαρτίες να γιορτάζει…».
Γι’ αυτό λοιπόν τη μοναδική αυτή νύχτα της Αναστάσεως, ας μην έλθουμε σαν απλοί πανηγυριστές. Έτσι …για το καλό, έτσι γιατί το βρήκαμε. Ας μην περιορίσουμε το Χριστιανισμό μας σε 10 λεπτά οχλοβοής, σπρωξίματος, επίδειξης, τυπικών ευχών και μετά… «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού…».
Ας μην φωνάξουμε με τον τρόπο μας για μια ακόμη φορά το «Σταυρωθήτω».Αλλά να έρθουμε με την βεβαιότητα ότι: «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος…»
Καλη ανάσταση
π. Γεώργιος Αλεντάς

Σάββατο, Φεβρουαρίου 04, 2012

"Kαι παλιν μετάνοια"του π. Γεώργιου Αλεντά


"
«Όταν έμαθαν οι πολυάριθμοι ασκητές στο βουνό του Μ. Αντωνίου πως ο αββάς Σισώης ήταν στα τελευταία του , μαζεύτηκαν στη καλύβα του να πάρουν την ευχή του. Η εκτίμηση τους γι’ αυτόν δεν είχε όρια. Τον έλεγαν «διαμάντι της ερήμου» και πολύ δίκαια. Όλη του η μακρόχρονη ζωή ήταν ένας αγώνας για την αγιότητα, που τώρα στο θάνατο του έλαμψε σ’ όλη της την πληρότητα. Στη σεβάσμια μορφή του είχε χαραχθεί μια έκφραση ευτυχίας. Σαν ένιωσε γύρω του τους συνασκητές του, τους αδελφούς του, τους συντρόφους του στον «καλόν αγώνα», που τώρα αυτός νικητής άγγιζε στο τέρμα του ,τα χείλη του σάλεψαν, κάτι θέλησε να πει ….Όλοι δακρυσμένοι περίμεναν ν’ ακούσουν τα τελευταία λόγια ενός μεγάλου αγίου, να τα φυλάξουν σαν παρακαταθήκη ιερή. …Σε μια στιγμή το πρόσωπο του ετοιμοθάνατου έλαμψε καθώς ψιθύριζε κάποια λόγια .Τα χείλη του σάλευαν ακόμη, λες και κουβέντιαζε με όντα που μόνο εκείνος έβλεπε .
-Με ποιον συνομιλείς, πάτερ; ρώτησαν οι γεροντότεροι από τους συνασκητές του.
-Οι άγιοι άγγελοι θέλουν να με πάρουν και τους παρακαλώ να με αφήσουν ακόμη να μετανοήσω, είπε με κόπο και δυο δάκρυα κύλησαν πίσω από τα πεσμένα βλέφαρα του .
-Δεν έχεις ανάγκη από μετάνοια, μακάριε Σισώη ! Εσύ μετανοούσες σ’ όλη σου τη ζωή ,του αποκρίθηκαν οι πατέρες θαυμάζοντας την ταπεινοφροσύνη του .
-Δεν ξέρω, αδελφοί μου ,αν έχω βάλει ακόμη αρχή . …Ήταν τα τελευταία του λόγια…
(ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠ’ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ).
Καθώς ακούμε, αδελφοί μου την «Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου»,να παιανίζεται, απ’ άκρου σ΄ άκρο της γης ,στην απανταχού Ορθοδοξία , ο παιάνας της μετανοίας , «Της μετανοίας …νοιξον μοι πύλας ζωοδότα…» , ο νους μας τρέχει στην καταπληκτική αυτή ιστορία που βρίσκεται στο Γεροντικό και φυσικά συναρπάζει τις διψασμένες ψυχές . Πράγματι ο κάθε καλοπροαίρετος μπορεί να συγκρίνει την μετάνοια του μεγάλου αυτού ασκητού, με την δική μας μετάνοια και να την αντιπαραβάλει με την κατανυκτικότατη αυτή Εκκλησιαστική περίοδο, που από σήμερα αρχίζει , και είναι η κατεξοχήν περίοδος μετανοίας, της Εκκλησίας μας .
«Καιρός , λοιπόν , μετανοίας» και πάλιν , αδελφοί μου. Καιρός επιστροφής , καιρός αυτογνωσίας , καιρός ανανήψεως .
«Τ΅ς μετανοίας †νοιξον μοι πύλας ζωοδότα ϋ Ώρθρίζει γάρ τΑ πνεΛμα μου πρΑς ναόν τΑν ‡γιον σου, ναόν φέρων τοΛ πνεύματος Ελον •σπιλωμένονϋ €λλ’ Υσ ο²κτίρμων κάθαρον εΗσπλάχνί σου •λέει ».
«Το πρόθυμο πνεύμα του πιστού ξαγρυπνά στο ναό του Θεού, φέροντας μαζί του τον λερωμένο από την αμαρτία Ναό του σώματος ,και παρακαλεί να του ανοίξει ο Θεός τη θύρα της μετανοίας .Στον άγιο Ναό του θεού έχουν θέση μόνο οι καθαροί ,αυτός είναι ακάθαρτος ,αλλά ελπίζει στο έλεος του Θεού και στην καθαρτική δύναμη της χάριτος του» (Ι .Φουντούλη ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ).
Εκεί ο ταλαίπωρος αμαρτωλός, αναμετρώντας «τα πλήθη των πεπραγμένων του δεινών τρέμει, γιατί επίκειται φοβερά η ημέρα της κρίσεως. Όμως γεμάτος θάρρος και ελπίζοντας στο έλεος του Θεού, σαν τον μετανοιωμένο Δαβίδ αναφωνεί μέσα απ’ τα βάθη της καρδιάς του : «•λέησον με ο Θεός κατά το μέγα Σου ™λεος».
Και ενώ η Εκκλησία μας, ως φιλόστοργος μητέρα, μας καλεί και πάλι να επανεξετάσουμε τον εαυτό μας και να πάρουμε απόφαση επιστροφής στην περιοχή της χάριτος από όπου αποσκιρτήσαμε. Ενώ μας δείχνει σε τι ύποπτα και καταστροφικά μονοπάτια μας οδηγεί η αποστασία και το «ίδιον θέλημα». Ενώ εμείς συνεχίζουμε να κωφεύουμε και να πορευόμαστε σε τοπία ομιχλώδη, παραμένοντας στα ίδια χωρίς καμιά διάθεση μετανοίας και προσωπικής αλλαγής, δυο εικόνες αντιπαραβάλλονται σήμερα μπροστά μας .
Η πρώτη είναι του οσίου Σισώη. Άνθρωπος αγώνος, μετανοίας, προσευχής, αγιότητος. Διαμάντι της ερήμου. Παρ’ όλα αυτά, παρά του ότι όλη του η ζωή ήτανε μια συνεχής μετάνοια ,όταν ήρθε η ώρα της κοιμήσεως του , ζητούσε ακόμα χρόνο για να μετανοήσει .
Στο αντίθετο άκρο μας οδηγεί μια άλλη εικόνα. Η εικόνα της κοινωνίας μας, η ειδωλοποιημένη εικόνα του ανθρώπου που αυτοαποθεώθηκε, του ανθρώπου που έκανε τη ζωή του πύργο Βαβελικό και αποποιήθηκε κάθε ανάγκη, κάθε αδυναμία . Είναι ο άνθρωπος ο οποίος περιορίζεται στα στενά όρια της βιολογικής του εμβέλειας, κλείνεται μυωπικά στο κέλυφος του εγωκεντρισμού του και αδυνατεί να δει και να επικοινωνήσει με τον «άλλον». Είναι αυτός που απομακρύνθηκε από το Θεό, αφού έκανε Θεό τον εαυτό του, και πάντα προσβλέπει με ιδιοτέλεια και καχυποψία προς τον πλησίον. Είναι ο Φαρισαίος ο οποίος βλέπει όλους τους άλλους «σαν σκουλήκια» και χωρίς καμιά ενοχή, χωρίς αυτογνωσία, αισθάνεται αψεγάδιαστος και ακέραιος .
Πώς λοιπόν να μετανοήσει ένας τέτοιος άνθρωπος; Πώς να χαμηλώσει λίγο τα ανάστημα του; Πώς να κλάψει; Πώς να χτυπήσει το στήθος και να πει, Θεέ μου συγχώρεσε με τον αμαρτωλό;
H περίοδος του Τριωδίου και κυρίως η Μ. Τεσσαρακοστή, είναι η περίοδος όπου καλούμαστε λοιπόν για μια επανεξέταση και συνάμα επαναδιοργάσνωση του εαυτού μας. Είναι ο Εκκλησιαστικός χρόνος ο οποίος προσφέρεται για μια εντονότερη άσκηση του πιστού, αγωνιστού ανθρώπου, για να πορευθούμε προς την τελείωση και την κατά χάριν Θέωση. Είναι το στάδιον της αθλήσεως όπου μέσα από μια εσωτερική ανακαινιστική πορεία θα αναγνωρίσουμε την προσωπική πνευματική μας εξορία και «εν μετανοία», με καινούρια μυαλά, καινούριες αποφάσεις, καινούριες επιθυμίες και προοπτικές θα επιζητήσουμε την συνάντηση μας με τον Αναστημένο Χριστό .
Ο Φαρισαίος πρότυπο και ίνδαλμα της εγωκεντρικής κοινωνίας μας, είναι ο τύπος που μας οδηγεί σε άγνωστα και επικίνδυνα μονοπάτια, χτίζει απόρθητα φρούρια γύρω μας ώστε να μην υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας με τον πλησίον μας και ελάχιστο αδελφό μας, μας στερεί τη χαρά της Βασιλείας .
Ο Ζακχαίος, ο Τελώνης, ο Άσωτος, είναι η απτή – η χειροπιαστή – η προσωποποιημένη μετάνοια. Είναι αυτοί οι οποίοι δεν εξάντλησαν την μετάνοια τους σε κάποιες αντικειμενικές βελτιώσεις συμπεριφοράς, ή σε τύπους και σχήματα εξωτερικά αλλά προχώρησαν σε μια βαθύτερη και καθολική αλλαγή της ζωής τους.
Δεν αρκέστηκαν σε μια προσωρινή συντριβή έστω και λύπη από τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας τους, αλλά φρόντισαν για μια μόνιμη πνευματική κατάσταση ,και σταθερή πορεία προς το Θεό, συνεχή διάθεση για ανόρθωση, θεραπεία και ανάνηψη, για πνευματικό αγώνα .
Αυτό είναι μετάνοια. Αυτό είναι αλλαγή νου, νοοτροπίας, στάσης ζωής . Μετάνοια λοιπόν είναι : «Το ξαναγύρισμα της αγάπης μας στο Θεό και τους ανθρώπους. Η συναίσθηση της δουλείας μας και η αλλαγή της πορείας μας προς την ελευθερία. Η βεβαιότητα της χρεοκοπίας της νοθευμένης λογικής μας και το μπάσιμο μας στο υπέρλογο , στην αποκάλυψη της αλήθειας , που βρίσκεται πέρα από τα φαινόμενα . (π.Τιμόθεος Κιλίφης -ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΜΒΩΝΑ σελ.21).
Μετάνοια είναι η σωτήριος συνάντηση του ανθρώπου με το Θεό. Είναι η γιατρειά της ψυχής και η απόθεση του ρύπου. Είναι ίαση και υγεία. Είναι η θέα του λυτρωτικού φωτός που καθαρίζει και αγιάζει, είναι ο εκ βάθους αναστεναγμός και η γοερά κραυγή της καιομένης από Θείο πόθο ψυχής «Ο Θεός ηλάσθητ΄ μοι τω αμαρτωλώ».
«Η Μετάνοια είναι χάρις και χαρά. Η μετάνοια είναι ζωή και σωτηρία. Αντίθετα η αμετανοησία είναι θάνατος και καταστροφή. Όποιος δεν μετανοεί δεν καταλαβαίνει το λάθος του και την αμαρτία του ,δεν ζητάει το έλεος του Θεού και δεν έχει συγχώρεση από το Θεό. Γιατί ο Θεός χαρίζει το έλεος Του και συγχωρεί εκείνους που αισθάνονται τα λάθη τους και ζητούν το Θείον έλεος. Εκείνους δηλ. που μετανοούν. Μετάνοια θα πει να λυπηθείς, να κλάψεις, να ζητήσεις έλεος και συγχώρεση για το φταίξιμο σου, να δώσεις λόγο πως δεν θα ξανακάμεις το ίδιο και να βάλεις τα δυνατά σου να μην το ξανακάμεις. Όλα αυτά είναι που κάνουν τον άνθρωπο καινούριο. Όλα αυτά τον ανεβάζουν, όλα αυτά είναι η μετάνοια ,η μετάνοια είναι πρόοδος, προκοπή ζωή και σωτηρία». (π. Μακάριος Φιλοθέου .ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ Φεβρουάριος 2000 ).
«Πρέπει να έχει κανείς πολύ Χάρη για να καταλάβει ότι είναι αμαρτωλός. Στον σαρκικό άνθρωπο η μετάνοια δεν είναι εύκολη. Άρα, αυτός που ζει μέσα στην ατμόσφαιρα της δείχνει ότι διαποτίζεται από την άκτιστη ενέργεια της Θείας Χάριτος. Γι’ αυτό πολύ Πατέρες τονίζουν ότι η βίωση της μετανοίας είναι το πρώτο στάδιο της θεωρίας του Θεού. Και όσο η φωτιά της μετανοίας κατακαίει τη ψυχή και τις αμαρτίες, τόσο αυτή, η φωτιά μετατρέπεται σε άκτιστο Φως . Επομένως η μετάνοια δεν είναι ανθρώπινης προελεύσεως, αλλά αποτελεί δώρο που προσφέρεται από τον ουρανό …»( Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος-ΟΣΟΙ ΠΙΣΤΟΙ Σελ.360).
Ο Άγ. Ιωάννης της Κροστάνδης σημειώνει: «Τι θα κάναμε εάν δεν μας ενίσχυε προκαταβολικά η Χάρις του Θεού ; Σε ποιο κατάντημα θα φτάναμε ,εάν δεν μας αγκάλιαζε ξαφνικά χωρίς να το περιμένουμε μετά από την αμαρτία και δεν μας προετοίμαζε για μετάνοια και για δάκρυα;… Σπάνια πολύ σπάνια θα μπορούσε κανείς να απαλλαγεί από το ζυγό της αμαρτίας». Αδελφοί μου!
Ο άνθρωπος είτε το θέλουμε είτε όχι βρίσκεται σε μια συνεχή πορεία. Άλλοτε είναι ανοδική, άλλοτε καθοδική. Άλλοτε ανεβαίνει για να συναντηθεί με το Θεό, άλλοτε απομακρύνεται από Αυτόν και δρέπει τα αποκαΐδια και τα ερείπια της αποστασίας του. Το Τριώδιο είναι η αγία, η πνευματική, η κατανυκτική, η ασκητική, η αθλητική περίοδος της Εκκλησίας μας που μας βοηθάει να πορευθούμε σωστά και να συναντηθούμε με τον Αναστημένο Xριστό. Ανοίγει την ερμητικά κλειστή, πόρτα της ψυχής μας ώστε να εισχωρήσει μέσα η Χάρις του Θεού, για να αγωνιστούμε σωστά, να επιφέρουμε μια ολοκληρωτική αλλαγή στη ζωή μας, να μετανοήσουμε, για να φθάσουμε στην κατά χάριν ένωση μας με τον Χριστό .
Ας ακούσουμε, κλείνοντας, τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά : «Αφού είναι κοντά μας η Βασιλεία των ουρανών, με την συγκατάβαση του Θεού Λόγου προς εμάς, ας μην απομακρυνθούμε εμείς από Αυτόν ζώντες αμετανόητοι. Ας αποφύγουμε μάλλον την αθλιότητα εκείνων που ζουν στο σκοτάδι κάτω από τη σκιά του θανάτου. Ας αποκτήσουμε τα έργα της μετανοίας, δηλ. φρόνημα ταπεινό, κατάνυξη και πνευματικό πένθος, καρδιά γεμάτη πραότητα, ώστε να υπομένει τα δεινά, να ευχαριστείται με τους διωγμούς, για χάρη της αλήθειας και της δικαιοσύνης, με τις ζημιές, τις ύβρεις, τις συκοφαντίες και τας παθήματα». (ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ των Ιερών Νηπτικών Το Περιβόλι της Παναγιάς τομ. Δ’. σελ.315 ).

Άρθρο Αναγνώστη: Οικονόμος Γεώργιος Αλεντάς 

Δευτέρα, Νοεμβρίου 21, 2011

ΕΙΣΟΔΙΑ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Μαζί με το χειμώνας, αδελφοί μου, που ξεκινά στο ημισφαίριο μας, ξεκινά και η Εκκλησία του Χριστού, η Εκκλησία μας τις προετοιμασίες της για να εορτάσει ένα ακόμα λαμπρό Πάσχα. Να μην παραξενευόμαστε ακούγοντας τον όρο αυτό γιατί έγινε πλέον δόκιμος και χρησιμοποιείτε από Θεολόγους και για άλλα σημαδιακά γεγονότα στην ανθρώπινη πορεία στη γη ετούτη. Είναι το Πάσχα του χειμώνα, όπως αποκαλεί ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν τη Γέννηση του Χριστού. Βλέπεις τρεις από τις τέσσερις εποχές μας έχουν το Πάσχα τους. Η Άνοιξη το πρώτο, το Αναστάσιμο Πάσχα. Το καλοκαίρι το Πάσχα της Παναγίας μας, ο χειμώνας τούτο, που τώρα, από τις 14 του Νοέμβρη, ετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε.
Πράγματι, αγαπητοί Χριστιανοί. Πρόκειται για Πάσχα. Μήνυμα ελπίδας μέσα στην καρδιά του χειμώνα. Τούτο είναι μια πραγματικότητα που γίνεται βίωμα, προσωπική εμπειρία του κάθε πιστού που τρέφεται με τα νάματα της Ορθοδοξίας.
Αδελφοί μου.
Δυο γεγονότα κορυφώνονται με την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου στις 21 του Νοέμβρη.Για το πρώτο: «Χαίρει ο ουρανός και η γη τον ουρανόν τον νοητόν πορευόμενον ορώντες εις θείον οίκον ανατραφήναι σεπτώς»
Το πρόσωπο τής Παναγίας μας. Η κορυφαία προσφορά της ανθρωπότητας στο σχέδιο τής θείας οικονομίας. Το πρόσωπο της Παναγίας μας, ο καθαρώτατος νας το Σωτρος, πολυτίμητος παστς κα Παρθένος, τ ερν θησαύρισμα τς δόξης το Θεο, σήμερον εσάγεται, ν τ οκ Κυρίου, τν χάριν συνεισάγουσα, τν ν Πνευματι θεί· ν νυμνοσιν γγελοι Θεο. Ατη πάρχει σκην πουράνιος…
O άνθρωπος επιλέγει το θάνατο αντί της ζωής, και ο Θεός βοηθεί τον άνθρωπο να διαβεί το θάνατο στην αιωνιότητα. Κι αυτό Το πρόσωπο-κλειδί, λοιπόν, στην όντως παράδοξη ιστορία τής αγάπης τού Θεού είναι η Θεοτόκος, που τίκτει την αλήθεια και τη ζωή, στο πρόσωπο τού Ιησού Χριστού, και λαμβάνει την κορυφαία θέση στη γενεαλογία τού ανθρωπίνου γένους.Έτσι σήμερα με την ευλογημένη είσοδο της Παρθένου Μαρίας στο Ναό έχουμε και την απαρχή της πραγματοποιήσεως της προαιώνιας βουλής του Τριαδικού Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Στην υμνολογία της μεγάλης αυτής εορτής ψάλλουμε πως«Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις».
Η χαραυγή της λυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους από τη δουλεία της αμαρτίας. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας εορτάζει λαμπρά το γεγονός.Το δεύτερο είναι ο πανηγυρικός Χριστουγεννιάτικος παιάνας που επίσημα πλέον αντηχεί από σήμερα στην απανταχού Ορθοδοξία. Οι καταβασίες των Χριστουγέννων. «Χριστός γεννᾶται δοξάσατε…» Η πρώτη επίσημη αναγγελία της Γεννήσεως του Χριστού που ταιριάστηκαν εξαίσια μ’ αυτή τη μεγάλη Θεομητορική γιορτή της εισόδου της Θεοτόκου εις τα Άγια των Αγίων, αφού με την αφιέρωση αυτή της Μαριάμ υπογράφεται τρόπον τινά το συμβόλαιο ότι από αυτή θα γεννηθεί ο μεσσίας και μαζί η σωτηρία του ανθρώπου.
Αδελφοί μου!
Όλα και σ’ αυτή την περίοδο, υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. όλα υπογραμμίζουν τη χαρά για τη σωτηρία.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δρακί την πάσαν έχων κτίσιν», η προσδοκία των εθνών, εκείνος για τον οποίο μίλησαν οι προφήτες, κατά ένα τρόπο μυστικό, «γεννάται εκ Παρθένου».
Ο π. Θωμάς Χόπκο, Ρώσος θεολόγος στο βιβλίο του ‘Χειμωνιάτικη Πασχαλιά» μας λέει:
«Ο Ιησούς βρίσκεται ως βρέφος στο σπήλαιο βασι­λεύοντος του Καίοαρος Αυγούστου έτσι, ώστε να δύναται να βρεθεί στον τάφο επί Ποντίου Πιλάτου. Καταδιώχθηκε από τον Ηρώδη έτσι, ώστε να μπορέσει να συλληφθεί από τον Καϊάφα. Τάφηκε στο βάπτισμα έτσι, ώστε να μπορέσει να φθάσει μέχρι το σταυρικό θάνατο. Τον προσκύνησαν οι μάγοι έτσι, ώστε ολόκληρη ή κτίση να μπορέσει να Τον προσκυνήσει κατά το θρίαμβο του επί του θανάτου. Το Πάσχα του Σταυρού Του προετοιμάσθηκε από το Πάσχα της ελεύσεως Του. Το Πάσχα της Αναστάσεως του ξεκίνησε με το Πάσχα της ενσαρκώσεως Του. Το Πάσχα της δόξης Του προαγγέλθηκε με το Πάσχα του Βαπτίσματος Του. Να τι εορτάζουν κάθε χρόνο οι Χριστιανοί σε εκείνο που πρώτος ο πατήρ Αλέξανδρος Σμέμαν αποκάλεσε «Πάσχα του χειμώνα.»Καλούμαστε και πάλι, αδελφοί μου, από σήμερα επίσημα και έντονα να γιορτάσουμε ή επί τα ακριβέστερο, να ζήσουμε αληθινά το μεγάλο γεγονός της σωτηρίας και της λυτρώσεως των ανθρώπων και του κόσμου από τα δεινά των κακών και του διαβόλου.
Καλούμαστε να δεχθούμε το μυστήριο της σαρκώσεως του Θεού και να γεμίσουμε με θεία χάρη και ευλογία.
Οι άγιοι Πατέρες μας καλούν να ανοίξουμε τα μάτια της καρδιάς και να μελετήσουμε το μεγάλο αυτό μυστήριο, που κυριολεκτικά άλλαξε τη μορφή του κόσμου. Πριν από τη γέννηση του Κυρίου Ιησού ο κόσμος ζούσε στο σκοτάδι της απιστίας και της ειδωλολατρίας με φωτεινές εξαιρέσεις. Όμως ο Θεός δεν εγκατέλειψε το πλάσμα του. Στον κατάλληλο χρόνο στέλνει στη γη τον μονογενή Του Υιό , για να σώσει τον κόσμο και τον άνθρωπο. «Ο Θεός επί γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη» (Βαρούχ γ’ 38). Ο αόρατος γίνεται ορατός, ο απρόσιτος προσιτός, ο Θεός μαζί με τους ανθρώπους. Μέγα και παράδοξον το μυστήριον. Ήλθε στη γη όχι όπως αυτός μπορούσε, αλλά όπως εμείς μπορούσαμε να τον δούμε και να τον καταλάβουμε.
Γι’ αυτό έγινε άνθρωπος με σάρκα· για να επικοινωνήσει καλύτερα με μας. Ο Ιερός Χρυσόστομος τονίζει χαρακτηριστικά : «Πώς έγινε τούτο το εκπληκτικό και αξιοθαύμαστο; Ένεκα της δικής Του αγαθότητος και όπως ένας βασιλέας βγάζει την βασιλική στολή και σαν απλός στρατιώτης ρίχνεται στη μάχη, για να μη αναγνωρισθεί από τον εχθρό και έτσι πετύχει τη νίκη, έτσι και ο Χριστός ήρθε με ανθρώπινη μορφή, για να μην αναγνωρισθεί και αποφύγει ο εχθρός τη σύγκρουση μαζί του, αλλά και για να μη φοβίσει τους ανθρώπους, γιατί ήρθε για να τους σώσει και λυτρώσει» «Χριστός γεννται, δοξάσατε∙ Χριστός ξ ορανν παντήσατε.Χριστός πί γς ψώθητε. σατε τ Κυρί πσα γ,και ν εφροσύν νυμνήσατε λαοί∙ τι δεδόξαστε»
Χριστός γεννάται∙ Από τα στόματα όλων ας ακουστεί δοξολογία.Εσείς οι άνθρωποι, μαζί με τους Αγγέλους, ενώστε τη φωνή σας και όλοι συμψάλλατε «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ και ἐπί γῆς εἰρήνῃἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ».Ο Χριστός έρχεται από τους ουρανούς, όλοι, σαν τους ποιμένες, σαν τους Μάγους, τρέξτε να τον υποδεχθείτε.Ο Χριστός φάνηκε πάνω στη γη. Στη Βηθλεέμ, στο σπήλαιο, στη Φάτνη, σπαργανωμένος, είναι ανάμεσα μας, είναι κοντά μας, είναι δίπλα μας∙ εσείς οι άνθρωποι ανεβείτε από τη γη στους ουρανούς. Ξεκολλήστε το νου, τη ψυχή, τη καρδιά σας, από τα γήινα και τα χοϊκά και ανεβείτε στα επουράνια, τα άφθαρτα, τα αιώνια.Όλοι οι λαοί, απ’ άκρο σ’ άκρο της γης, Ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο, όλη η οικουμένη, άσατε, ανυμνήσατε, ψάλλατε άσματα στον Κύριο με χαρά και ευφροσύνη, γιατί για σας Αυτός είναι ο πλέον δοξασμένος και από Αγγέλους και από ανθρώπους».Εδώ ο εμπνευσμένος και όντως Θεοφώτιστος ποιητής του πανηγυρικού αυτού κανόνος των Χριστουγέννων, θέλοντας να εκφράσει τη χαρά και τον ενθουσιασμό του για την μεγάλη γιορτή των Χριστουγέννων, τη Μητρόπολη των εορτών, παίρνει ένα πανηγυρικό λόγο, του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, που έτσι ακριβώς αρχίζει, τον κάνει ποίημα, και πλέκει έτσι με το δικό του αριστοτεχνικό τρόπο, το χαρμόσυνο και πανηγυρικό αυτό ύμνο και τον κάνει το σήμα κατατεθέν της του Χριστού Γέννας.Οι ρήτορες όταν θέλουν να παρουσιάσουν ένα γεγονός περασμένο πιο έντονα, συνηθἰζουν να το αναφέρουν σαν να συμβαίνει τώρα. Έτσι και τώρα ο Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος στον πανηγυρικό του λόγο δεν αναφέρει «Χριστός εγεννήθη», αλλά «Χριστός γεννᾶται». Τώρα γεννιέται ο Χριστός. Αυτή τη φράση χρησιμοποιεί και ο ποιητής του κανόνος. ¨όμως το «Χριστός γεννᾶται», μπαίνει και για ένα άλλο λόγο. Η Γέννηση του Χριστού, το μέγα αυτό Μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, συντελέστηκε βέβαια τότε, σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας, όμως στην Εκκλησία, συντελείται αέναα.
Ο Χριστός γεννιέται στη ψυχή μας πάντοτε. Σαρκώνεται μέσα στον καθέναν μας που πιστεύει και ελπίζει στην εν Χριστώ σωτηρία. Περιμένουμε τη μεγάλη γιορτή της γεννήσεως, αδελφοί μου! Ήδη πριν δυο βδομάδες περίπου έχει ξεκινήσει η νηστεία των Χριστουγέννων. Βέβαια λίγοι τη θυμούνται, λιγότεροι την ασπάζονται και οι περισσότεροι αν δεν την κοροϊδεύουν, την αγνοούν και αδιαφορούν.
Όπως όμως και να το κάνουμε χωρίς νηστεία, χωρίς κάποια θυσία, δεν έχει καμιά αξία, δεν μας προκαλεί την παραμικρή συγκίνηση η γιορτή, όταν θα έλθει, και το Χριστουγεννιάτικο, γιορτινό, οικογενειακό τραπέζι καμιά διαφορετικότητα· τίποτα το ξεχωριστό από όλες τις, άλλες ημέρες. Στις 21 του μηνός μαζί με τη γιορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, ξεκινούνΚαι ο Υιός του Θεού αναμένει την ανταπόκριση τη δικής μας. Μας αγάπησε, ζητά να τον αγαπήσουμε και μεις. Να του ανοίξουμε την καρδιά και τη ζωής μας. Να συνδεθούμε μαζί του. Σαν μια ελάχιστη συμμετοχή στις ημέρες αυτές και στη «Μητρόπολη των εορτών» που αναμένουμε, θα προσπαθήσουμε στις ομιλίες των ημερών τούτων να ακουμπήσουμε όσο μπορούμε το νόημα της εορτής. Ίσως κάποιο καμπανάκι χτυπήσει μέσα μας, ίσως κάνουμε κάτι για Χριστούγεννα με Χριστό.
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΕΝΤΑΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...