Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 18, 2014

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΣΠΕΡΑΣ῾Τοῦτό ἐστι τό ὑπερευλογημένον Σάββατον, ἐν ᾧ Χριστός ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος᾽ π.Γεώργιος Δορμπαράκης

 


῾Τοῦτό ἐστι τό ὑπερευλογημένον Σάββατον, ἐν ᾧ Χριστός ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος᾽
(Αυτό είναι το υπερευλογημένο Σάββατο, κατά το οποίο ο Χριστός αφού κοιμήθηκε τον ύπνο του θανάτου, θα αναστηθεί σε τρεις ημέρες)

         Ἡ σημερινή ἡμέρα εἶναι ἐντελῶς ξεχωριστή. ῎Οχι μόνον εἶναι Μεγάλη, ἀλλά καί ὑπερευλογημένη. Αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός, ἀφοῦ διῆλθε ἀπό τόν Σταυρό, πάνω στόν ὁποῖο πραγματοποιήθηκε κυρίως ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μέ τήν κατάργηση τοῦ σώματος τῆς ἁμαρτίας, κατέπαυσε ἀπό τά ἔργα Του καί ἐτάφη ὡς κοινός θνητός, εἰσερχόμενος ἔτσι μέ τήν ψυχή Του στό βασίλειο τοῦ θανάτου. Ὁ Κύριος, ὅπως σημειώνει καί τό γνωστό τροπάριο, εἶναι ῾ἐν τάφῳ σωματικῶς, ἐν ῞Αδου δέ μετά ψυχῆς ὡς Θεός, ἐν Παραδείσῳ μετά ληστοῦ καί ἐν θρόνῳ μετά Πατρός καί Πνεύματος, πάντα πληρῶν ὡς παντοδύναμος᾽. Τά τροπάρια τοῦ Μ. Σαββάτου εἶναι καταπληκτικά στήν ἀπόδοση τῆς θεοσώμου ταφῆς τοῦ Κυρίου καί τῆς εἰς ῞Αδου καθόδου Του, χρησιμοποιώντας ἐκφράσεις ἄφθαστης ποιητικῆς σύλληψης. 

       Μέ ἐξαίσιο τρόπο καταγράφεται ἐν πρώτοις τό μυστήριο τῆς ἴδιας τῆς ταφῆς, πού προκαλεῖ τήν κατάπληξη ὄχι μόνον τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων. Κι αὐτό γιατί ἀντιμετωπίζεται τό μεγαλύτερο παράδοξο: νά κηδεύεται ἡ ἴδια ἡ ζωή. ῾Ἡ ζωή ἐν τάφῳ κατετέθης, Χριστέ, καί ἀγγέλων στρατιαί ἐξεπλήττοντο, συγκατάβασιν δοξάζουσαι τήν σήν᾽ (῾Χριστέ, που είσαι η ζωή κατατέθηκες στον τάφο, και οι στρατιές των αγγέλων εκπλήττονταν, δοξάζοντας τη συγκατάβασή Σου᾽). Ταυτόχρονα, διατρανώνεται ἡ πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας γιά τό τί διαδραματίστηκε τήν ἡμέρα αὐτή ἀπό τή συνάντηση τοῦ Κυρίου μέ τόν ῞Αδη, τί ὑπέστη δηλαδή ὁ θάνατος ἀπό τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη ἁγία ψυχή Του: ῾Ὅτε κατῆλθες πρός τόν θάνατον, ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος, τότε τόν ῞Αδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος᾽ (῾Όταν κατέβηκες στον θάνατο, Συ που είσαι η αθάνατη ζωή, τότε νέκρωσες τον Άδη με την αστραπή της θεότητός Σου᾽).  ῾Τέτρωται ῞Αδης, ἐν τῇ καρδίᾳ δεξάμενος τόν τρωθέντα λόγχῃ τήν πλευράν, καί στένει πυρί θείῳ δαπανώμενος᾽ (῾Πληγώθηκε ο Άδης κατάστηθα, καθώς δέχτηκε Αυτόν που πληγώθηκε με τη λόγχη στην πλευρά, και στενάζει καθώς κατατρώγεται από τη θεία φωτιά᾽).  ῾Φρίττουσιν ῞Αδου οἱ πυλωροί, βλέποντες ἠμφιεσμένον στολήν ᾑμαγμένην τῆς ἐκδικήσεως᾽ (Φρίσσουν οι θυρωροί του Άδη, βλέποντάς Σε να φοράς τη ματωμένη στολή της εκδίκησης᾽).  ῾Ὁ ἐχθρός ῞Αδης ἐσκύλευται᾽ (῾Ο εχθρός Άδης απογυμνώθηκε᾽).

        Ἡ διάλυση αὐτή τοῦ βασιλείου τοῦ ῞Αδη, ὁ θάνατος τοῦ θανάτου σημαίνει κατά συνέπεια τήν ἐλευθερία καί τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά θανατερά αὐτά δεσμά. ῾Ὑπνοῖ ἡ ζωή καί ῞Αδης τρέμει καί ᾽Αδάμ τῶν δεσμῶν ἀπολύεται᾽(῾Κοιμάται η ζωή και ο Άδης τρέμει και ο Αδάμ λύνεται από τα δεσμά του᾽). Ἡ ζωή εἶναι ἕτοιμη πιά νά βασιλεύσει καί πάλι, γιατί γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ἦλθε στόν κόσμο ὁ Δημιουργός.῾Δεῦτε ἴδωμεν τήν ζωήν ἡμῶν ἐν τάφῳ κειμένην, ἵνα τούς ἐν τάφοις κειμένους ζωοποιήσῃ᾽ (῾Ελάτε να δούμε Αυτόν που είναι η ζωή μας, να βρίσκεται στον τάφο, με σκοπό να δώσει ζωή σ᾽αυτούς που βρίσκονται στους τάφους᾽). Πῶς εἶναι τό λιοντάρι πού ᾽ναι μισοκοιμισμένο κι ἕτοιμο νά ξυπνήσει; ῎Ετσι καί ὁ Χριστός,  θανατώνοντας τόν ῞Αδη καί τό θάνατο, εἶναι ἕτοιμος νά ἀναστηθεῖ. ῾᾽Αναστήσεται τριήμερος᾽. ῾Δεῦτε σήμερον, τόν ἐξ ᾽Ιούδα ὑπνοῦντα θεώμενοι, προφητικῶς αὐτῷ ἐκβοήσωμεν. ᾽Αναπεσών κεκοίμησαι ὡς λέων. Τίς ἐγερεῖ σε, βασιλεῦ; ᾽Αλλ᾽ ἀνάστηθι αὐτεξουσίως, ὁ δούς σεαυτόν ὑπέρ ἡμῶν ἑκουσίως᾽ (῾Ελάτε σήμερα, βλέποντας να κοιμάται Αυτόν που προήλθε από τη γενιά του Ιούδα, να Του φωνάξουμε δυνατά με προφητικό τρόπο: Ξάπλωσες και κοιμήθηκες σαν λιοντάρι. Ποιος θα σε ξυπνήσει, βασιλιά; Αλλά αναστήσου με τη θέλησή Σου, Συ που έδωσες τον εαυτό Σου για χάρη μας με τη θέλησή Σου᾽).

        Ὁ Κύριος ὅμως καί στόν ῞Αδη ἀκόμη δέν ἔρχεται ἐκβιαστικά πρός τόν ὑπόδουλο ἄνθρωπο. Πράγματι, διαλύει τό βασίλειο τοῦ θανάτου, ἀλλά καλεῖ τίς ψυχές πού βρίσκονταν ἐκεῖ ν᾽ ἀνταποκριθοῦν στήν κλήση Του. Ὁ Κύριος κι ἐκεῖ ἀκόμη κηρύσσει τήν πίστη σ᾽ ᾽Εκεῖνον, ὥστε ἐλεύθερα οἱ ψυχές νά σωθοῦν, νά ἀναστηθοῦν μαζί Του. Μᾶς τό ἀποκαλύπτει ἰδίως ὁ ἀπ. Πέτρος, ὅταν μᾶς λέει ὅτι ὁ Κύριος ῾ἐκήρυξε καί τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι᾽, ὥστε νά μήν ὑπάρξει κανείς πού νά πεῖ ὅτι ἡ σωτηρία ἦρθε μονομερῶς στούς ἀνθρώπους, δηλαδή μόνον γιά τούς μετά Χριστόν. Εἴτε πρό Χριστοῦ εἴτε μετά Χριστόν οἱ πάντες κλήθηκαν καί καλοῦνται μέ προσωπική τους εὐθύνη νά σταθοῦνε μπροστά σ᾽ Εκεῖνον. ῎Ετσι, γιά νά ἐπανέλθουμε, τό Μ. Σάββατο μοιάζει μέ τή νηνεμία πού ἐπικρατεῖ πρίν ἀπό τήν καταιγίδα. Ὑπάρχει μιά φαινομενική ἠρεμία: ἡ ζωή εἶναι ἕτοιμη νά ξεσπάσει, τό φῶς νά ἀνατείλει. Ἡ νίκη εἶναι δεδομένη. ῾Απλῶς προσδοκοῦμε τήν ὥρα νά φανερωθεῖ. ῾Σήμερον ὁ ῞Αδης στένων βοᾶ. Κατεπόθη μου τό κράτος, ὁ ποιμήν ἐσταυρώθη, καί τόν ᾽Αδάμ ἀνέστησε. Ὧνπερ ἐβασίλευον ἐστέρημαι. Καί οὕς κατέπιον ἰσχύσας, πάντας ἐξήμεσα. ᾽Εκένωσε τούς τάφους ὁ σταυρωθείς. Οὐκ ἰσχύει τοῦ θανάτου τό κράτος᾽ (῾Σήμερα ο Άδης φωνάζει στενάζοντας: Εξαφανίστηκε η δύναμή μου, ο ποιμένας σταυρώθηκε και ανάστησε τον Αδάμ. Στερήθηκα αυτούς στους οποίους κυριαρχούσα. Και όσους κατάπια ως ισχυρός, όλους αυτούς τους ξέρασα. Άδειασε τους τάφους Αυτός που σταυρώθηκε. Δεν έχει πια  δύναμη το κράτος του θανάτου᾽). Ἡ γνωστή εἰκόνα τῆς ὀρθόδοξης ᾽Εκκλησίας μας, τῆς εἰς ῞Αδου καθόδου τοῦ Κυρίου, φανερώνει μέ αἰσθητό τρόπο τήν πραγματικότητα αὐτή: ὁ Κύριος διαλύει τό βασίλειο τοῦ θανάτου καί ἀνασταίνεται, ἀνασταίνοντας ταυτόχρονα καί τούς ἀνθρώπους, τύποι τῶν ὁποίων εἶναι ὁ ᾽Αδάμ καί ἡ Εὔα. 

         Ἡ ᾽Εκκλησία μας αὐτήν τήν ἀνατολή τοῦ φωτός τῆς  ᾽Αναστάσεως πού μαρτυρεῖ ἡ σημερινή ἡμέρα, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τό ἑσπέρας τῆς Μ. Παρασκευῆς, τήν προβάλλει μέ τά πανηγυρικά πιά τροπάριά της, τά γεμάτα χαρά καί φῶς – φεύγουμε ἀπό τό πένθιμο στοιχεῖο τῶν προηγουμένων ἡμερῶν – ἀλλά καί μέ τά φωτεινά ἐνδύματα τῆς ῾Αγίας Τράπεζας καί τῶν ἀμφίων τῶν ἱερέων. Ὅλα μᾶς προσανατολίζουν, μέ ρυθμό μάλιστα καταιγιστικό, στή νέα ἡμέρα, 
῾τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων᾽῾τήν ἑορτήν ἑορτῶν καί τήν πανήγυριν τῶν πανηγύρεων᾽.

Αποκαθήλωση του Κυρίου και ο Επιτάφιος Θρήνος

Μεγάλη Παρασκευή. Αποκαθήλωση του Κυρίου και ο Επιτάφιος Θρήνος.
Κορυφώνεται σήμερα το θείο δράμα. Σε κάθε γωνιά της γης, η Ορθοδοξία με κατάνυξη, ευλάβεια και συντριβή, βιώνει τα πάθη του Θεανθρώπου. Οι πιστοί συρρέουν στις εκκλησίες και παρακολουθούν την τελετή της αποκαθήλωσης. Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η πιο θλιβερή μέρα τού χρόνου. Ολημερίς χτυπά η καμπάνα πένθιμη.

Η ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής είναι μια από τις πλέον χαρακτηριστικές του Εκκλησιαστικού έτους, με τις ακολουθίες της το λειτουργικό και υμνογραφικό πλούτο της. Το βράδυ, από άκρη σε άκρη της γης, οι Ελληνες.., οι Ορθόδοξοι, ψάλλουν το "Ω γλυκύ μου έαρ", καθώς το πένθος κορυφώνεται. Κρατώντας αναμμένα κεριά, ακολουθούν τις περιφορές των Επιταφίων, που είναι στολισμένοι με πολύχρωμα λουλούδια.

Η συγκίνηση κορυφώνεται , όταν μετά την περιφορά το σύνολο τού εκκλησιάσματος εισέρχεται πάλι στο ναό διαβαίνοντας κάτω από τον Επιτάφιο, που στην επαρχία τον συγκρατούν ψηλά τα μόλις απολυθέντα από το στρατό παλληκάρια. Με τον τρόπον αυτό παίρνουν οι πιστοί την ευλογία που θα τους συντροφέψει μέχρι τού χρόνου. Καταβαίνουν έτσι και οι άνθρωποι, για μια στιγμή, στον τάφο τού Χριστού. Θάβονται μαζι του για να συναναστηθούν το επόμενο βράδυ.


Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μέρα απόλυτου πένθους. Σε πολλά χωριά οι χωρικοί δεν στρώνουν τραπέζι όλη μέρα παρά βάζουν στο τραπέζι ένα πιάτο με ξύδι όπου όλοι βουτούν το ψωμί και το γεύονται για να συμμεριστούν το Πάθος του Χριστού. Επειδή η Μεγάλη Παρασκευή θεωρείται η μέρα των νεκρών οι άνθρωποι ευπρεπίζουν τους τάφους γιατί πιστεύουν ότι με την Ανάσταση θα έρθουν από τον κάτω κόσμο οι νεκροί και πρέπει να βρουν τους τάφους τους περιποιημένους. Σύμφωνα με την παράδοση τη Μεγάλη Παρασκευή το ράψιμο και το κάρφωμα είναι δουλειές απαγορευμένες. Τα ρούχα που ράβονταν εκείνη την ημέρα θεωρούνταν κακότυχα καθώς πίστευαν ότι θα είχαν την τύχη των ρούχων του Χριστού.

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

«Οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, καί καθελὼν αὐτό ἐνετύλιξε σινδόνι
καί ἔθηκεν αὐτὸ ἐν μνήματι λαξευτῷ»

(Λουκ. 23, 52-53)



Μὲ αὐτὸ τὸν λιτό τρόπο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής Λουκᾶς περιγράφει τήν ἀποκαθήλωση τοῦ ἀχράντου Σώματος τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου μας καὶ τὸν ἐνταφιασμό του. Ὁ Ἰωσήφ, «εὐσχήμων βουλευτής» ἀπό τὴν ἰουδαϊκή πόλη τῆς Ἀριμαθαίας, χτυπᾶ τήν πόρτα τοῦ ρωμαϊκοῦ πραιτωρίου. Συναντᾶ τὸν Πιλάτο καὶ τοῦ ζητεῖ τὸ Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ γιὰ νὰ τὸ ἐνταφιάσει. Καὶ ὁ Πιλάτος ἐγκρίνει τὸ αἴτημά του καὶ δωρίζει στὸν Ἰωσήφ τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου.

Ὁ Ἰωσήφ σπεύδει στὸν Γολγοθᾶ μαζί μὲ τὸν Νικόδημο, τὸν νυκτερινό μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό κοντά καὶ οἱ Μυροφόρες γυναῖκες. Κατεβάζουν τὸ Σῶμα ἀπό τὸν σταυρό. Τὸ τυλίγουν μ᾽ ἕνα λευκό σεντόνι. Καὶ τὸ ἀποθέτουν εὐλαβικά σ᾽ ἕνα λαξευμένο μνῆμα, στὸ ὁποῖο δὲν εἶχαν βάλει ποτέ ἄλλοτε κανέναν σ’ αὐτό. Ἦταν ἡμέρα Παρασκευή, ὥρα δειλινοῦ, καὶ πλησίαζε τὸ Σάββατο.
Εὐγενική μορφή ἀλλά ταυτόχρονα καὶ θαρραλέος ἄνδρας ὁ Ἰωσήφ, ἀδελφοί μου. Ἡ ἀπόφασή του νὰ ζητήσει ἀπό τὸν Πιλάτο τὸ Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, τὸ σῶμα ἑνός σταυρωμένου κατάδικου, τὸν ὁποῖο οἱ πάντες εἶχαν ἐγκαταλείψει —ἀκόμα καὶ οἱ μαθητές του—, δείχνει τὴν εὐψυχία καὶ τὸ θάρρος του. Καὶ ἡ πράξη του αὐτή, νὰ ἀποκαθηλώσει, νὰ κατεβάσει ἀπό τὸν σταυρό τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας γιὰ νὰ τοῦ ἀποδώσει τὶς ὕστατες νεκρικές τιμές, φανερώνει εὐλάβεια καὶ σεβασμό πρὸς τὸ νεκρό Σῶμα τοῦ Διδασκάλου του Ἰησοῦ.
Ὁ Ἰωσήφ κατέβασε ἀπό τὸν σταυρό τό Σῶμα τοῦ Κυρίου ἀπό εὐλάβεια καί σεβασμό, γιὰ νὰ τὸ τιμήσει, γιὰ νὰ τὸ ἐνταφιάσει.
Ἀντίθετα, κάποιοι ἄλλοι στὶς μέρες μας ἐπιδιώκουν νὰ ἀποκαθηλώσουν τὸν Χριστό, νὰ Τὸν ἀπομακρύνουν ἀπό τὶς καρδιές καί τὴ ζωή τῶν ἀνθρώπων ἀπό ἀσέβεια, ἀπιστία καὶ ἄρνηση. Ἐπιθυμοῦν νὰ ἐξορίσουν τὸν Χριστό ἀπό τὴ σύγχρονη ζωή, νὰ ἀκυρώσουν τὸ Εὐαγγέλιό Του, νὰ περιθωριοποιήσουν τὴν Ἐκκλησία Του. Θέλουν νὰ ἀπομακρύνουν τὸ ἱερό σύμβολο τῆς χριστιανικῆς πίστεως ποὺ εἶναι ὁ σταυρός Του καὶ νὰ κατεβάσουν τὶς εἰκόνες Του ἀπὸ σχολεῖα καὶ δημόσιες ὑπηρεσίες. Σκοπεύουν νὰ ἀπαλείψουν, ἄν εἶναι δυνατόν, κάθε ἴχνος χριστιανικῆς μαρτυρίας καὶ ἐκκλησιαστικῆς παρουσίας ἀπό τὴν κοινωνική καὶ δημόσια ζωή.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Ἰωσήφ ἀπό τὴν Ἀριμαθαία κατέβασε ἀπό τὸν σταυρό τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου μας γιὰ νὰ τὸ ἐνταφιάσει μὲ σεβασμό. Γιὰ νὰ ἀποδώσει τὶς ὀφειλόμενες τιμές στὸν Μεγάλο νεκρό. Ἐμεῖς ἄραγε οἱ μαθητές Του τὶ κάνουμε; Μήπως μὲ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο σκεφτόμαστε καί ζοῦμε, Τὸν διώχνουμε κάθε ὥρα καὶ κάθε στιγμή ἀπό τὴν καρδιά μας; Μήπως Τοῦ κλείνουμε τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ καὶ τῆς οἰκογένειάς μας; Μήπως Τὸν ἀπομακρύνουμε ἀπό τὰ παιδιά μας ἤ ἀπομακρύνουμε τὰ παιδιά μας ἀπό Ἐκεῖνον καὶ τὴν Ἐκκλησία Του; Μήπως καὶ ἐμεῖς, ἄν καί βαπτισμένοι στό ὄνομά Του καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, τελικά δὲν Τὸν θέλουμε παρόντα στὴν κοινωνική καὶ δημόσια ζωή μας; Μήπως ὅταν ἄλλοι —«οἱ ἐχθροί τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ»— ἐπιδιώκουν μὲ πάθος, μεθοδικά καὶ ὀργανωμένα, νὰ Τὸν ἐκθρονίσουν ἀπό παντοῦ, νὰ Τὸν βάλουν στὸ περιθώριο, ἐμεῖς, οἱ χριστιανοί δὲν κάνουμε τὸ παραμικρό γιὰ νὰ παραμείνει;
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καθώς σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή, στεκόμαστε κάτω ἀπό τὸν Σταυρό Του, καθώς προσκυνοῦμε εὐλαβικά τὰ ἄχραντα Πάθη Του, ἄς παρακαλέσουμε ταπεινά τὸν Ἐσταυρωμένο Κύριο νὰ μείνει παντοτινά στὸν θρόνο τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς τὸν παρακαλέσουμε ταπεινά  νὰ μᾶς δυναμώνει μὲ τὴν Χάρη Του γιὰ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιό Του. Καὶ νὰ μᾶς ἀξιώνει νὰ Τὸν ὁμολογοῦμε μὲ θάρρος καὶ παρρησία ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Ἀμήν.

Προσευχή στον Εσταυρωμένο Κύριο


Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, τί ἄραγε κακό ἔκανες γιά νά ὑποστεῖς τό φοβερό σταυρικό θάνατο; Ποιό εἶναι τό ἔγκλημά Σου, γιά νά ὑποφέρεις τά τόσο φοβερά παθήματα τοῦ θανάτου; Ποιά εἶναι ἡ ἐνοχή Σου; Ποιά ἡ αἰτία τοῦ θανάτου Σου;
Κύριε, ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος εἶμαι ἡ αἰτία πού Σοῦ προξενεῖ τούς πόνους πάνω στό σταυρό. Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀφορμή τοῦ θανάτου Σου, χάρη τοῦ ὁποίου ἐσύ ὁ ἀναμάρτητος δικάστηκες.
 
 

Ὤ θαυμαστό μυστήριο πού δέν ἐξηγεῖται καί δέν ἑρμηνεύεται μέ τό ἀνθρώπινο μυαλό! Ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος, ὁ παραβάτης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, καί τιμωρεῖται γιά χάρη του ὁ ἀναμάρτητος καί δίκαιος Ἰησοῦς!
Πόσο πολύ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἀγάπησες! Πόσο πλούσιο φάνηκε τό ἔλεός Σου! Μέχρι ποίου σημείου ἔφτασε ἡ στοργή Σου πρός τούς ἀνθρώπους! Καί πόσο πολύ προχώρησε ἡ πρός ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους συμπαθειά Σου!
Τί λοιπόν, Κύριε, νά σοῦ ἀνταποδώσω γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες Σου καί τίς δωρεές Σου πού ἔκανες γιά μένα; Ἀσφαλῶς δέν ἔχω τίποτε νά Σοῦ ἀνταποδώσω. Διότι δέν εἶναι δυνατόν νά βρεῖ κανείς κάτι στήν ἀνθρώπινη καρδιά πού νά ἀξίζει νά δοθεῖ σάν ἀνταπόδοση στίς τόσο μεγάλες εὐεργεσίες Σου. Καί ὅμως ὑπάρχει, Κύριε. Καί αὐτό πάλι δικό Σου δῶρο εἶναι. Τό νά ἐπισκεφθεῖς καί νά βοηθήσεις τήν ψυχή μου νά σταυρωθεῖ ὡς πρός τήν ἁμαρτία. Νά νεκρώσει τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες της. Διότι, ὅταν μέ τή βοήθειά Σου μοῦ δώσεις αὐτό, τότε καί ἡ ψυχή μου θά ἀρχίσει νά συμμετέχει στά παθήματά Σου καί νά πάσχει μαζί μέ Σένα. Τότε ὁπλισμένη ἡ ψυχή μου μέ τή χάρη Σου θά πολεμεῖ καί θά νικᾶ τό κακό.
Κύριε, κάνε νά μή φοβᾶμαι καθόλου τά ὅσα δυσάρεστα παρουσιάζει ὁ κόσμος γιά νά μέ φοβίσει, ἐπειδή θέλω νά ἀνήκω σέ Σένα. Ἀμήν.
πηγή  το είδαμε εδώ

Απόψε στον Σταυρό, δεν θα είναι ο Ιησούς.....



Μεγάλη Πέμπτη, απόψε, και όσοι αποφασίσουν να πάνε στις εκκλησίες της χώρας, θα γίνουν, για μία άλλη φορά μάρτυρες του "Θείου Δράματος", με αποκορύφωση την Σταύρωση του Ιησού Χριστού. Σε όσους φίλους, προσέλθουν στην εκκλησίες, έχω συγκλονιστικά νέα. Στην Ελλάδα, απόψε, στον Σταυρό, δεν θα είναι ο Ιησούς......



Όταν ακουστεί το "Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...", στο Σταυρό δεν θα είναι το κεντρικό πρόσωπο του Χριστιανισμού, αντίθετα στον Σταυρό,θα δείτε λιγότερες "θεϊκές" προσωπικότητες, όμως επίσης γνωστές σε όλους μας. Απόψε στους Σταυρούς, θα δείτε:



* Τον άνεργο, πτυχιούχο γιο σας που μετράει τα δεκάλεπτα, για να δει αν βγαίνουν για ένα πακέτο τσιγάρα



* Τον, επίσης, άνεργο, μεσήλικα γείτονα σας, που μετά από 20 χρόνια, έμεινε άνεργος, με μηδενικό πλέον εισόδημα, με τις υποχρεώσεις τις οικογενείας τους να τρέχουν.



* Τον μαθητή, που πηγαίνει νηστικό στο σχολείο του



* Τον μαθητή, που διαβάζει τα μαθήματα του, με την λάμπα πετρελαίου, γιατί η ΔΕΗ έκοψε τ ρεύμα στο σπίτι



* Τον άτυχο ελεύθερο επαγγελματία, που μετά από δεκαετίες, καταχρεώθηκε, έβαλε λουκέτο στην επιχείρηση του, και σήμερα χρεωμένος παντού προσπαθεί να επιβιώσει



* Την απολυμένη καθαρίστρια, που έχασε άδικα την δουλειά της, και κάθε μέρα ψεκάζεται με χημικά από τα ένδοξα σώματα ασφαλείας του Δένδια και του Σαμαρά.



* Τον δύσμοιρο μετανάστη, μαχαιρωμένο, από Χρυσαυγίτη "πατριώτη", να περιμένει καρτερικά το τέλος του.



Και αύριο, Μεγάλη Παρασκευή, μπορείτε να ψάλλετε τους πένθιμους ύμνους, για όλους τους παραπάνω που αναφέρω.....Αλλά προσοχή!



Το Σάββατο το βράδυ, ο Ιησούς θα αναστηθεί, και χωρίς εντολή Σαμαρά, αλλά οι άνεργοι, οι νηστικοί μαθητές, οι χρεοκοπημένοι μαγαζάτορες, οι απολυμένοι και οι μετανάστες δεν θα αναστηθούν. Στον Σταυρό θα μείνουν, γιατί έτσι θέλουν Σαμαράς, Βενιζέλος, Στουρνάρας, δανειστές!



Μόνο εσύ, εσύ, και εγώ μπορούμε να τους "αναστήσουμε", στέλνοντας αυτό το πολιτικό προσωπικό που χρεοκόπησε την χώρα, και εξαθλίωσε έναν λαό στα σπίτια τους....Και πολλούς από αυτούς στην φυλακή!



Ας τους "αναστήσουμε" λοιπόν, κατεβαίνοντας στους δρόμους, και κάνοντας το "ιερό" καθήκον μας, τον Μάιο στην κάλπη.....ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΑΥΡΙΣΟΥΜΕ!

Η αγάπη του Τάφου - π. Δανιήλ Γ. Αεράκης


Η αγάπη του Τάφου 
Αρχιμανδρίτης Δανιήλ Γ. Αεράκης
Συγκίνησις

Πεθαίνει η Αγάπη; Στις καρδιές των ανθρώπων πολλές φορές, στην καρδιά του Θεού ποτέ. Και η καρδιά του Θεού, ο αγαπητός Υι­ός, είναι ο Ιησούς Χριστός. Και η καρδιά της αγάπης είναι ο Σταυ­ρός. Η σωματική καρδιά του Ιησού σταμάτησε κάποια στιγμή να χτυπά, όχι όμως του Θεανθρώπου Κυρίου.
Δεν είναι λοιπόν, για κλάμα η ταφή του Ιησού Χριστού. Ποιος διψασμένος κλαίει σαν βρεθή μπροστά σε αστείρευτη πηγή;
Ο Σταυρός είναι η αστείρευτη πηγή της Αγάπης. Και ο Τάφος του Χριστού πηγή της ζωής.
Η βραδυνή ακολουθία της Μεγάλης Παρασκευής ονομάζεται επιτάφιος θρήνος. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ακολουθία χαράς. Αν ο Σταυρός είναι η Αγάπη της Λυτρώσεως, ο Τάφος είναι η Αγάπη της Αναστάσεως.
Μπορούμε να κλαίμε για το θάνατο και την ταφή του Ιησού;
•Πώς μπορούμε να κλαίμε για την ταφή του Ιησού, αφού ξέ­ρουμε ότι σε λίγο θ' αναστηθή από τον τάφο; Αλλά και ο ίδιος ο Χριστός ήξερε, ότι θ' ανέσταινε το Λάζαρο. Παρ΄όλο τούτο, δά­κρυσε μπροστά στον τάφο του Λαζάρου. Συγκινούμαστε. Μας συγ­κινεί η αγάπη στο Φίλο, στο Πρόσωπο, που αγαπάμε και μας α­γαπά, στον Ιησού. Ο ορίζοντας σκοτεινιάζει, μόλις δύση ο ήλιος, καίτοι γνωρίζεις ότι ο ήλιος θ’ ανατείλη και πάλι.


Ο ήλιος, σαν γέρνη προς τη δύσι, είναι σαν να γράφη σιγά-σιγά στην κορυφογραμμή: «Σε λίγο έρχομαι. Σε λίγο ανασταίνομαι». Έτσι και ο Χριστός, ό Ήλιος της Θεότητος. Έγειρε το κεφάλι. Έδυσε. Αλλ’ άφησε βέβαιη την ελπίδα: Σε λίγο ξανάρχομαι. «Μικρόν και ου θε­ωρείτε με, και πάλιν μικρόν και όψεσθέ με» (Ιωάν. Ιστ’ 16)
•Συγκινούμεθα από την ταφή του πλέον αγαπητού μας Προσ­ώπου. Συγκινούμεθα αναλογιζόμενοι την αγάπη Του σε μας. Από αγάπη ανέβηκε στο Σταυρό. Από αγάπη κατέβηκε και στον άδη. «Α­πέθανε και ετάφη κατά τας γραφάς» (Α’ Κορ. ιε’ 4)
Για κάθε ανθρώπινο τάφο ισχύει το « α κ ο ύ σ ι α».
Για τον τάφο του Ιησού Χριστού ισχύει το « ε κ ο ύ σ ι α».
Θέλησε και ετάφη. Θάφτηκε Εκείνος, για να ξεθάψη εμάς από τα μνήματα της αμαρτίας. Θάφτηκε ο Παντοδύναμος, για ν’ ανα­σύρη η παντοδύναμη Αγάπη Του όλους τους «τεθνεώτας».

Για ποιούς τό κλάμα;

Αλλ’ η θλίψις της Μεγάλης Παρασκευής δεν είναι τόσο για τον Ιησού Χριστό, που είναι η «Ζωή εν τάφω». Είναι κυρίως για τους εχθρούς του Σταυρού, για τους εχθρούς του Ιησού.
Όταν ο Κύριος ανέβαινε προς το Γολγοθά και πίσω Του είδε να κλαίνε ευλαβείς γυναίκες, διακόνισσες της Αγάπης, επεσήμανε για ποιους πρέπει να κλαίμε: «Μη κλαίετε επ’ εμέ. Πλην εφ’ εαυτάς κλαίετε και επί τα τέκνα υμών» (Λουκ. κγ’ 28)
--Κλάψτε, μανάδες, γιατί θάβουν τα παιδιά σας οι νεκροθά­φτες του κακού, οι έμποροι του θανάτου!
Κάποτε θεάθηκε ο απόστολος Παύλος να κλαίει. Τον ρώτησαν γιατί; Και απάντησε:
«Νυν δε και κλαίων λέγω τους εχθρούς του Σταυρού» (Φιλιπ. Γ’ 18).
Είναι πολλοί οι εχθροί του Σταυρού. Είναι όλοι εκείνοι, που προσπαθούν:
•Να ενταφιάσουν την πίστι.
•Να συσκοτίσουν την αλήθεια.
•Να θάψουν το δίκαιο.
•Να εξαφανίσουν ηθικά και πνευματικά τον τόπο μας.
•Να σκοτώσουν το πνεύμα και να το θάψουν στον τάφο του υλισμού.
Για όλους αυτούς ο θρήνος. Και για τους άλλους, για τα θ ύ μ α τ ά  τους.
Δεν κλαίμε για τη Ζωή, που είναι στον τάφο, αλλά κλαίμε για το θάνατο, που σέρνεται ως ζωή. Κλαίμε:
•Για τις πεθαμένες υπάρξεις.
•Για τις πεθαμένες οικογένειες.
•Για τα πεθαμένα νιάτα.
•Για τις πεθαμένες ελπίδες.
•Για την άνοιξη, που πριν ακόμη ανθίση, γίνεται χειμώνας.


'Αγάπησε το Σώμα

Όχι, λοιπόν, θρήνος για τον Τάφο του Χριστού. Ο Τ ά φ ος αυ­τός είναι Α γ ά π η. Με αγάπη δέχτηκε το Σώμα του Ιησού. Ο Τάφος φανερώνει την αγάπη στο σώμα.
Αγάπησε ο Τάφος το Σώμα Εκείνου.
•Είναι το Σώμα, που ζήτησε ο Ιωσήφ από τον Πιλάτο. Το τίμιο Σώμα, που ζητάμε καί μείς με τη λαχτάρα της θείας Κοινωνίας.
•Είναι το Σώμα, που με ευλάβεια αγκάλιασαν ο Ιωσήφ και ο Νι­κόδημος. Το Σώμα, που με καθαρή σινδόνα οι δύο αυτοί άνδρες πε­ριτύλιξαν. Το Σώμα, που με κ α θ α ρ έ ς  ψυχές υποδέχονται οι πιστοί και ενστερνίζονται. 
•Είναι το Σώμα, που οι δύο τολμηροί «κρυφοί» μαθητές με προ­σοχή έθεσαν στο κ α ι ν ό  μ ν η μ ε ί ο, όπου κανένας άλλος δεν είχε τεθή.
Το Σώμα της θείας Κοινωνίας, που α ν α κ α ι ν ι σ μ έ ν ε ς  ψυχές το υποδέχονται. Κανένας άλλος. Η καρδιά μας αποκλειστι­κός χώρος για τον Ιησού Χριστό.


«Πώς; Ποίαις χερσί δε προσψαύσω το σον ακήρατον Σώμα;» (Δοξαστικό αποστίχων Μεγάλης Παρασκευής).
Ο Τάφος δείχνει την αγάπη και στο δ ι κ ό  μ α ς  σ ώ μ α.
•Δεν πετιέται το σώμα του ανθρώπου, όπως το σώμα του σκύ­λου ή της γάτας. Ε ν τ α φ ι ά ζ ε τ α ι. Δεν καίγεται το ανθρώπινο σώμα.
•Δεν δεχόμαστε, ως πιστοί χριστιανοί, την κ α ύ σ ι των νε­κρών, γιατί αποτελεί βεβήλωσι στο σώμα. Ούτε εν ζωή ούτε μετά θάνατον βεβηλώνεται το σώμα, όπως δε βεβηλώνεται ένας Ναός, είτε λειτουργείται είτε δε λειτουργείται.
•Το σώμα  τ ι μ ά τ α ι. Πως αγαπάμε το σπίτι μας; Έτσι α­γαπάμε το σώμα, που είναι κατοικία της ψυχής, ναός του πνεύ­μα­τος, δοχείο του Αγίου Πνεύματος.
•Τιμάται το σώμα, γιατί αυτό το σώμα π ρ ο σ έ λ α β ε  ο Θεός Λόγος, ο Χριστός.
•Τιμάται το σώμα, γιατί είναι υποψήφιο για την αναστάσιμη δόξα.
Όσο ζούμε, είμαστε  θ α ν α τ ο π ο ι ν ί τ ε ς. Όταν πεθάνουμε, γινόμαστε… α ν α σ τ ό π ο υ λ ο ι ! παιδιά της αναστάσεως.  

Ξενοδοχείο, διυλιστήριο, ευεργεσία

Αγάπη ο Τάφος, γιατί αγκάλιασε το Σώμα του Χριστού, όπως και μείς με αγάπη το αγκαλιάζουμε στη θεία Κοινωνία.
Αγάπη ο Τάφος, γιατί τιμά το ανθρώπινο σώμα. Όταν για ό­λους πλέον θα είμαστε ανεπιθύμητοι, ο τάφος θα σπεύσει να μας υποδεχτή, να μας φιλοξενήση και να μας τιμήση. Όχι βεβαίως για να μας κρατήσει για πολύ.
•Ξ ε ν ο δ ο χ ε ί ο  είναι ο τάφος. Προσωρινά διαμένουμε στο ξενοδοχείο, απλώς για ν’ αναπαυθούμε σε κάποιο μας ταξίδι. Ξυ­πνάμε, καί αφού πληρώσουμε τα έξοδα, συνεχίζουμε το οδοιπορικό μας.
Για λίγο φιλοξένησε ο Τάφος το Χριστό. «Τάφω σμικρώ ξενο­δοχείται, Όν, παίδες, ανυμνείτε» (ωδή η’ κανόνος Μεγ. Σαββάτου). Για λίγο. Ξύπνησε ο Κύριος με την Ανάστασί Του.
Το ίδιο και μείς. Απλώς θα φιλοξενηθούμε στον τάφο για λίγο, πληρώνοντας τον κοινό φόρο. Κανένας φ ο ρ ο φ υ γ ά ς  από το φόρο του θανάτου. Θα φιλοξενηθούμε, για να ξυπνήσουμε, όταν η καμπάνα της κοινής αναστάσεως θα ηχήση δυνατά.
•Δ ι υ λ ι σ τ ή ρ ι ο  ο  τάφος. Το νερό της βροχής περνάει από τα σπλάχνα της γης, από τα φυσικά διυλιστήρια, και βγαίνει κα­θαρώτερο. Έτσι και το σώμα. Περνάει από τον τάφο της γης. Θα ξεπηδήση καθαρώτερο, λαμπρότερο, ωραιότερο.
Η ταφή είναι το χημείο, όπου γίνεται η δική μας μεταστοι­χείωσις.
Το φθαρτό, με την ανάστασι, γίνεται άφθαρτο.
Το θνητό γίνεται αθάνατο.
«Τη ταφή Σου ζωής μου τας εισόδους διανοίξαντα καί θανάτω θάνατον καί άδην τε θανατώσαντα» (α΄ωδή κανόν. Μεγ. Σαββάτου)
«Το φθαρτόν δε σου εις αφθαρσίαν μετεστοιχείωσας» (στ’ ωδή)
•Αγαπητός ο τάφος, αφού είναι ε υ ε ρ γ έ τ η ς  ο θάνατος. Για να μην υπήρχε θάνατος, ένα από τα δύο έπρεπε να συμβαίνη: Ή να ζούσε ο άνθρωπος για πάντα στον παράδεισο της Εδέμ, ή να ζούσε για πάντα το κακό.
Ο θάνατος μπήκε ως αναγκαία διαδικασία στην πορεία της ζω­ής μας, για να μην είναι το κακό αθάνατο.
Ο θάνατος είναι το τέλος των δεινών, η αρχή της αληθινής χα­ράς.
Ο θάνατος του Χριστού συνέβη, για να μη γίνη το κακό, το με­γαλύτερο κακό. Για να μη γίνη ο  θ ά ν α τ ο ς,  α θ ά ν α τ ο ς.
Η αγάπη του γιατρού φαίνεται στην προσπάθειά του να ζήση ο άνθρωπος. Η αγάπη του Χριστού φάνηκε απείρως σημαντικώτερη.
•Ο  Σ τ α υ ρ ό ς  Του είναι ο θάνατος του θανάτου.
•Οι  Π λ η γ έ ς Του, οι πηγές της χαράς μας.
•Ο  Τ ά φ ο ς  Του, η πηγή της αθανασίας μας.
•Η  Α ν ά σ τ α σ ί ς  Του, ο πρόδρομος της δικής μας ανα­στάσεως.



Αρχιμανδρίτης Δανιήλ Γ. Αεράκης

Διήγησις από το Γεροντικό: Ένας δαίμων ερώτά εάν τον δέχεται πίσω ο Θεός!


Κάποιος Γέρων ασκητής μέγας και διορατικός είχε φθάσει εις μέτρα ασκησεως υπερανω των δαιμονικών πειρασμών, των οποίων την επηρεια ευθαρσώς κατεφρόνει.
Είχαν ανοίξει με την χάριν του Θεού της ψυχής του τα μάτια και έβλεπε οφθαλμοφανώς Αγγέλους και δαίμονας, πως ο καθένας από την ιδικήν του παράταξιν αγωνιζόμενος επηρεαζει των ανθρώπων τον βίον.
 

Τόσον μέγας ήταν ο Γέρων αυτός εις το να περιφρονή και να περιπαίζη εμφανώς τα ακάθαρτα πνεύματα, ώστε πολλές φορές τους εμέμφετο και τους έθλιβε, υπενθυμίζων εις αυτούς και την έκπτωσίν των από τον ουρανόν και του αιωνίου πυρός την κόλασιν, η οποία ως υποδίκους τους αναμενει.
Οι δαίμονες, ένας με τον άλλον, κοινολογωντας την προκοπήν και τα κατορθώματα του θεοφόρου αυτού Γέροντος, κατέλιξαν εις την γνώμην να μην τον πλησιάση κανείς πλέον από μέρους των εις το εξής μήτε να τολμήση να παλαίση μαζί του μήπως και πληγωθή από αυτόν, διότι με την χάριν του Αγίου Πνεύματος έφθασε εις μέτρα τελειώσεως υπερβαίνοντα την κοινήν ανθρωπίνην φύσιν.
Εδώ περίπου ευρίσκοντο πνευματικώς, εν σχέσει με τον μέγαν Γέροντα τα πράγματα, όταν μίαν ημέραν ένας των δαιμόνων λέγει εις ένα άλλον συνταλαίπωρον όμοιον του, Ζερέφερ το όνομα -εάν έχουν οι ακατονόμαστοι όνομα.
-Ζερεφερ· του λέγει, έχω ένα λογισμόν· Άραγε, εάν κάποιος από ημάς τους δαίμονας ήθελε μεταμεληθή – αλλάξη γνώμην, τον δέχεται άραγε εις μετάνοιαν ο Θεός;
Τι λέγεις; ναί η όχι; Καί ποιός ενδεχομένως θα ημπορούσε να το γνωρίζη αυτό;
Περίεργον απίθανον το ερώτημα.
Τού αποκρίνεται ο Ζερέφερ·
-Θέλεις, του λέγει· να υπάγω εις τον μέγαν Γέροντα που μας περιφρονεί και μας περιπαίει να τον πειράξω με το ερώτημα αυτό, να λάβωμε απάντησι;
Τού λέγει ο πρώτος·
-Πήγαινε, αλλά πρόσεχε καλά, διότι ο Γέροντας είναι ανεβασμένος πνευματικα, είναι διορατικός και θα γνωρίση τον δόλον· και δεν θα πεισθή να ερωτήση περί του ζητήματος αυτού τον Θεόν. Όμως πήγαινε· και η επιτυγχάνεις τον σκοπόν σου, η δοκιμάζεις και φεύγεις.
Επήγε λοιπόν προς τον μέγαν Γέροντα ο Ζερέφερ, σχηματίζοντας τον εαυτόν του ως άνθρωπον παναμαρτωλόν, θρηνούντα και οδυρόμενον την απωλειάν του. Ο δε Θεός, θέλων να δείξη ότι ουδένα μετανοημένον αποστρέφεται, αλλά δέχεται τους πάντας, εάν ειλικρινώς εις Αυτόν επιστρέφουν, δεν εφανέρωσε εις τον Γέροντα τα σχετικά με την περιπτωσιν αυτήν της πανουργίας του δαίμονος, αλλ’ ως άνθρωπον ο Γέρων έβλεπε τον πονηρόν και τίποτε περισσότερον.
Θρηνεί λοιπόν γοερώς ο απατεων.
Καί τον ερωτά ο Γέρων·
-Τι έχεις, άνθρωπε, και κλαίεις και ολοφυρεσαι τόσον από καρδίας, συντρίβων με τον οδυρμόν σου και την ιδικήν μου καρδίαν;
Αποκρίνεται ο δαίμων·
-Εγώ, Πάτερ άγιε, δεν είμαι άνθρωπος, αλλά διάβολος πονηρός, καθώς συμπεραίνω εκ του απείρου πλήθους των ανομιών μου.
Τού λέγει ο Γέρων·
-Καί τι θέλεις από εμέ να σού κάμω;
Διότι ενόμισεν ο Πατήρ ότι από πολλής ταπεινώσεως απεκάλει ο οδυρόμενος τον εαυτόν του δαίμονα· ο δε Θεός, προς το παρόν, δεν αποκαλύπτει το γινόμενον.
Λέγει ο δαίμων·
-Τίποτε άλλο δεν παρακαλώ, άνθρωπε του Θεού, παρά να δεηθής από καρδίας προς Κύριον τον Θεόν σου να σού φανερωση, εαν δέχεται τον διάβολον εις μετανοιαν· διότι, εάν εκείνον εις μετάνοιαν δεχθή, δέχεται και εμένα, ο οποίος εις τίποτε δεν διαφέρω από εκείνον.
-Καλά, του λέγει ο Γέρων, όπως θέλεις θα κάμω· Τώρα πήγαινε στο καλό σου, και αύριον έλα πάλι εδώ να σού αναγγείλω το θέλημα του Θεού.
Έφυγε ο δαίμων. Καί την νύκτα εκείνην απλωνει καρδίαν και χείρας εις ικεσίαν ο όσιος Γέρων, παρακαλών τον Πανάγαθον να του φανερώση, εάν άραγε δέχεται τον διάβολον επιστρέφοντα εις μετάνοιαν.
Αμέσως τότε του εμφανίζεται Άγγελος παρά Κυρίου εξαστράπτων και λέγων·
-Τάδε λέγει Κύριος ο Θεός σου!
-Διατί παρεκάλεσες υπέρ δαίμονος την εξουσίαν μου;
Καί τι ήλθε αυτός ζητών, εκπειράζων σε με δόλον;
Ο Γέρων έμεινε εκστατικός προς τον Άγγελον.
-Καί πως, λέγει, ο Κύριος δεν μου απεκάλυψε το ενεργούμενον, αλλά μου το απέκρυψε να μην το εννοήσω;
Καθησυχάζων αυτόν ο Άγγελος του λέγει·
-Μη ταραχθής δι’ αυτό όπου έγινε. Διότι κάποιαν θαυμαστην οικονομίαν μετέρχεται ο Θεός εις ωφέλειαν των αμαρτωλών, ώστε να μην απελπίζωνται. Διότι κανένα εκ των προσερχομένων εις αυτόν εν μετανοία δεν αποστρέφεται ο πανυπεράγαθος Κύριος· καν και ο ίδιος ο Σατανάς και Διάβολος ήθελε δεόντως προσέλθει· ώστε με την δοκιμήν αυτήν να γίνη φανερά η εξ αυτών των ιδίων δαιμόνων προερχομενη σκληρότης και θανάσιμος αυτών απόγνωσις. Όταν λοιπόν έλθη αύριον ο πειραζων προς σε, μην τον αποπάρης εξ αρχής, αλλ’ είπέ του τα εξής·
-Διά να γνωρίζης ότι είναι φιλάνθρωπος ο Θεός και δεν αποστρέφεται κανένα εξ εκείνων οι οποίοι επιστρέφουν εις Αυτόν εν μετανοία, καθ’οιονδηποτε τρόπον και αν είχαν προηγουμένως αμαρτησει, μου υπεσχέθη ότι και εσένα θα δεχθή· αλλά εάν τηρήσης εκείνα τα οποία δι’ εμού σε προσταζει.
Όταν εδώ φθάσουν τα πράγματα, και σε ερωτήσει·
-Καί ποία άραγε είναι αυτά που μου δίνεις εντολήν να τηρησω;
Τότε να του ειπής τα εξής:
-Τάδε λεγει Κυριος·
Εγώ Κύριος ο Θεός σε γνωρίζω ποίος είσαι και από που έχεις έλθει πειράζων. Συ είσαι αρχαίον κακόν. Καί συνήθισες να πορεύεσαι κατά την βέβηλόν σου υπερηφανειαν. Καί πως θα ημπορέσης να αφιερώσης τον εαυτόν σου εις αληθινήν μετάνοιαν;
Όμως, διά να μην έχης πρόφασιν απολογίας τις δικαιολογίες αυτές κατά την ημέραν της κρίσεως, ότι δήθεν ηθέλησα να μετανοήσω και ο Θεός δεν με εδέχθη, πρόσεχε εις αυτά που σού λέγω, πως οφείλεις να ενεργήσης τον τρόπον της σωτηρίας σου.
Αυτή είναι η εντολή του Κυρίου των Δυνάμεων·
-Θα μείνης επί τρία έτη εις ένα τόπον ακίνητος. Στραμμενος κατά ανατολας. Νύκτα και ημέρα θα ικετεύης: «Ο Θεός, ελέησόν με το αρχαίον κακόν». Συ θα το λέγης αυτό εκατό φορές. Με φωνή δυνατή.
Καί πάλιν εκατο φορές: «Ο Θεός, ελέησόν με το βδέλυγμα της ερημώσεως».
Καί πάλιν άλλες εκατό φορές: «Ο Θεός, ελέησόν με την εσκοτισμένην απάτην»!
Αυτα να κραζης προς τον Κύριον επί τρία έτη διαδοχικώς και αδιαλείπτως, την μίαν εκατονταδα μετά την άλλην. Καί εαν τα κάνης αυτά καθώς πρέπει με την ταπεινοφροσύνην που αρμόζει, θα συναριθμηθής με τους Αγγέλους Θεού του Παντοκράτορος.
Αυτά να του ειπής, λέγει ο Άγγελος, εις τον Γέροντα. Εαν λοιπόν συμφωνηση να τα κάμη, δέξου αυτόν εις μετανοιαν.
Αλλά γνωρίζω, λέγει Κύριος, ότι αρχαίον κακόν νέον καλόν δεν γίνεται. Καί όσα ακολουθήσουν σημείωσέ τα διά τις έσχατες ημερες, να μην έρχωνται οι άνθρωποι εις απελπισίαν και απόγνωσιν, εφόσον από καρδίας θελήσουν να μετανοησουν. Διότι πάρα πολύ θα ωφεληθούν από την διηγησιν αυτήν οι βαρέως αμαρτήσαντες, πληροφορούμενοι για το άπειρον έλεος του Θεού, ώστε να μη απελπίζωνται εις την προσπαθειαν της μετανοίας διά την σωτηρίαν των.
Αυτα είπεν ο Άγγελος και ανέβη εις τους ουρανούς.
Την επομένην ενωρίς το πρωί εμφανίζεται πάλιν κλαίων ως άνθρωπος από μακροθεν ο δαίμων, και ερχόμενος προς τον Γέροντα.
Ο Γέρων κατ’ αρχας δεν εθεάτρισε την απατην του προσερχομένου· μόνον έλεγε από μέσα του εις τον λογισμόν του: -Κακώς ήλθες, αρχαίον κακόν, κλέπτη διάβολε, σκορπιέ με το δηλητηριο, αποστάτα της θείας δόξης, ανταρτη κακότροπε, κακοσήμαντε, παραχαραγμενε, παραμορφωμένε.
Καί όταν επλησίασε, του λέγει·
-Να γνωρίσης ότι παρεκαλεσα τον Θεόν, καθώς σού υπεσχέθην, και σε δέχεται εις μετάνοιαν, εάν όμως κάμης έργον αυτά που σού παραγγέλει δι’ εμού ο κραταιός των Δυνάμεων Κύριος.
Λέγει ο δαίμων· -Καί ποία είναι αυτά που Αυτός μου ώρισε να κάμω;
Καί ο Γέρων είπε·
-Προστάζει ο Θεός να σταθής εις ένα τόπον ακίνητος επί τρία έτη βλέπων κατά ανατολας και κραζων ημέρα και νύχτα αδιαλείπτως ανά εκατό φορές: «Ο Θεός ελεησον με το αρχαίον κακόν»· και πάλιν εκατό φορές· «Ο Θεός, ελεησόν με το βδελυγμα της ερημωσεως»· και πάλιν εκατό φορές· «Ο Θεός, ελέησόν με την εσκοτισμενην απατην». Συνεχώς επαναλαμβανομενα αυτά ανά εκατό, το ένα μετά το άλλο, επί τρία έτη. Όταν τα κάμης αυτά καθώς πρέπει, θα δεχθή την μετάνοιάν σου και θα συναριθμηθής καθώς ήσουν εξ αρχής με τους Αγγέλους Αυτού.
Καθώς ήκουσεν αυτά ο Ζερέφερ αστραπιαίως απεβαλε το επίπλαστον του θρηνου προσωπείον του· έκαμε ένα δαιμονιώδη απαίσιον καγχασμόν εις τον αέρα, και είπε εις τον Γέροντα·
-Ω σαπρόγηρε, ελεεινέ και άθλιε, τρισάθλιε γέρον! Εάν εγώ ήθελα να αποκαλέσω τον εαυτόν μου βδέλυγμα και αρχαίον κακόν και εσκοτισμένην απατην και εζοφωμένον και ανωφέλητον, από εύθυς εξ αρχής θα είχα διαλέξει να το κάνω αυτό και θα εσωζόμουν αμέσως, από τότε.
Τώρα εγώ να αποκαλέσω τον εαυτόν μου βδέλυγμα και απάτην και εζοκρωμένον και ανωφέλητον; Όχι, Γέρον! Όχι! Όχι!
Τώρα ιδίως που δεσπόζω όλων των αμαρτωλών, να γίνω διά της μετανοιας εγώ ένα τίποτε, ένα παίγνιον, ένα ξεπεσμένο άβουλο ον; ένας δούλος ταπεινός, ελεεινός, ευτελης και αχρείος; Όχι, Γέρον! Όχι! Όχι! Ποτέ! ποτέ!
Αυτα είπε το ακαθαρτον πνεύμα και με ένα αλλόκοτον συριγμόν και αλαλαγμόν, έγινε άφαντον από προσώπου του Γέροντος.
Ο δε Γέρων, καθώς είδε και άκουσε αυτά εσύναξε τον εαυτόν του εις προσευχην, ευχαριστών τω Θεώ από εμπειρίας και λέγων·
-Αληθώς είπας, Κύριε, ότι αρχαίον κακόν νέον αγαθόν δεν γίνεται!
Ως επίλογος
Αυτά, αγαπητοί δεν τα κοινολογώ απλώς και ως έτυχε, αλλά για να γνωρίσετε του Δεσπότου το πολύ και ανεκδιήγητον έλεος και την άπειρον Αυτού αγαθότητα. Διότι, εάν και τον διαβολον δέχεται μετανοούντα, πολύ περισσότερον τους ανθρώπους, υπέρ των οποίων το αίμα Του έχυσε, θα δεχθή επιστρέφοντας, εάν τον ικετεύσουν από καρδίας εν μετανοία με εξομολόγησιν και διόρθωσιν βίου, καθώς ορίζει η Αγία μας Ορθόδοξος του Χριστού Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.

Μεγάλη Παρασκευή - Τα άγια πάθη του Κυρίου

Μεγάλη Παρασκευή - Τα άγια πάθη του Κυρίου



Την Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο.

Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο• και αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.

Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σα σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή.

Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον νόμο, ο πασχαλινός αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προτυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό, πρίν από 1043 χρόνια.
Το δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτή αίμα και νερό. Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. δ'.
Ότε οι ένδοξοι Μαθηταί, εν τω νιπτήρι του Δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας εσκοτίζετο, και ανόμοις κριταίς, σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων εραστά, τον διά ταύτα αγχόνη χρησάμενον, φεύγε ακόρεστον ψυχήν την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν. Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε δόξα σοι.

Πέμπτη, Απριλίου 17, 2014

Δός μοι τούτον τον Ξένον….(Aπόσπασμα από λόγο του Αγίου Επιφανίου)

 
 

Τον ήλιον κρύψαντα τας ιδίας ακτίνας
και το καταπέτασμα του ναού διαρραγέν
τω του Σωτήρος θανάτω, ο Ιωσήφ θεασάμενος
προσήλθε των Πιλάτω και καθικετεύει λέγων:
“Δος μοι τούτον τον ξένον,
Τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσω.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον ομόφυλοι, μισούντες θανατούσιν ως ξένον.

Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον ξενίζομαι βλέπειν του θανάτου τον ξένον.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
Ον Εβραίοι τω φθόνω απεξένωσαν κόσμω.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ίνα κρύψω εν τάφω, ος ως ξένος ουκ έχει την κεφαλήν πού κλίνη.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον η μήτηρ ορώσα νεκρωθέντα εβόα:
Ω Υιέ και Θεέ μου, ει και τα σπλάχνα τριτρώσκομαι
και καρδίαν σπαράττομαι νεκρόν σε καθορώσα
αλλά τη ση αναστάσει θαρρούσα μεγαλύνω”.
Και τούτοις τοις λόγοις δυσωπών τον Πιλάτον
ο ευσχήμων λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα,
ο και φόβω εν σινδόνι ενειλήσας και σμύρνη,
κατέθετο εν τάφω τον παρέχοντα πάσι.

——————————————————————–

 -Όταν βράδιασε, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Αυτός τόλμησε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Πιλάτο, και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Παρουσιάστηκε ένας θνητός μπροστά σε έναν θνητό ζητώντας να λάβει τον Θεό. Ζήτα τον Θεό των θνητών. Ο πηλός μπροστά στον πηλό, ζητά να λάβει τον πλάστη των όλων. Το χορτάρι, ζήτα από το χορτάρι την ουράνια φωτιά. Η τιποτένια σταγόνα, παίρνει από την τιποτένια σταγόνα τον απύθμενο ωκεανό. Ποιος είδε, ποιος ποτέ άκουσε αυτό το απίστευτο; Ένας άνθρωπος να χαρίζει σε άλλον άνθρωπο τον δημιουργό των ανθρώπων. Ένας άνομος άρχοντας σ’ έναν άνθρωπο του νόμου υπόσχεται να χαρίσει τον νομοθέτη. Ένας άκριτος κριτής τον Κριτή των κριτών επιτρέπει να τον θάψουν ως κατάδικο.

Όταν βράδιασε, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Πραγματικά πλούσιος, αφού πήρε ολόκληρη τη σύνθετη υπόσταση του Κυρίου.
Αληθινά πλούσιος, αφού έλαβε από τον Πιλάτο τη διπλή ουσία του Χριστού.
Πλούσιος διότι αξιώθηκε να πάρει τον πολύτιμο μαργαρίτη.
Πραγματικά πλούσιος γιατί κράτησε το βαλάντιο που ήταν γεμάτο με τον θησαυρό της θεότητος.
Πώς να μην είναι πλούσιος αυτός που απέκτησε τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου; Πώς να μην είναι πλούσιος ο Ιωσήφ, αφού δέχτηκε για δώρο Αυτόν που τρέφει και είναι Δεσπότης όλων; Όταν βράδιασε. Επομένως είχε δύσει πια στον Άδη ο ήλιος της δικαιοσύνης. Γι’ αυτό ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ από την Αριμαθαία που κρυβόταν γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους.
………………………………………………………………………………..

Αλλά τι του λέει; Ένα τιποτένιο αίτημα, και για όλους μικρό, άρχοντα μου ήλθα να σου ζητήσω. Ένα πολύ μικρό αίτημα. Το εξής:
Δος μου να θάψω το νεκρό σώμα εκείνου που καταδικάστηκε από εσένα, του Ιησού του Ναζωραίου, του Ιησού του φτωχού, του Ιησού του αστέγου, του Ιησού που κρέμεται —στον Σταυρό— γυμνός και περιφρονημένος, του Ιησού του γιου του ξυλουργού, του Ιησού του δέσμιου, που έμενε στο ύπαιθρο, του ξένου, του αγνώριστου μεταξύ των ξένων, του περιφρονημένου, και κοντά σε όλα και κρεμασμένου στον Σταυρό.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί τι σε ωφελεί το σώμα αυτού του ξένου;
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί ήλθε εδώ από μακρινή χώρα για να σώσει τον άνθρωπο που αποξενώθηκε από τον Θεό. Γιατί κατέβηκε στη σκοτεινή γη για να ανεβάσει τον ξένο.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί αυτός είναι ο μόνος -πραγματικά- ξένος.
Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τη χώρα αγνοούμε εμείς οι ξενιτεμένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον Πατέρα αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον τόπο και τη γέννηση και τον τρόπο — της ζωής Του— αγνοούμε εμείς οι ξένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο που έζησε ζωή και βίο ξενιτεμένου στα ξένα. Δος μου αυτόν τον ξένο Ναζωραίο του Οποίου τη γέννηση και τον τρόπο αγνοούμε εμείς οι ξένοι.
Δος μου αυτόν που με τη θέληση Του είναι ξένος και εδώ δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν ξένος σε ξένη χώρα, άστεγος γεννήθηκε στη φάτνη.
Δος μου αυτόν τον ξένο που απ’ αυτήν ακόμη τη φάτνη έφυγε ως ξένος από τον Ηρώδη.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που απ’ τα σπάργανα Του ακόμη ξενητεύθηκε στην Αίγυπτο, και δεν είχε πόλη, ούτε χωριό, ούτε σπίτι ούτε τόπο να μείνει, ούτε συγγενή, αλλά σε ξένη χώρα Αυτός είναι ξένος.
Δος μου, άρχοντα μου αυτόν τον γυμνό που κρέμεται στο ξύλο —του Σταυρού— να τον σκεπάσω, γιατί Αυτός σκέπασε τη γύμνωση της φύσεως μου.
Δος μου αυτόν τον νεκρό που είναι μαζί και Θεός, να σκεπάσω Αυτόν που κάλυψε τις δικές μου ανομίες. Δος μου, άρχοντα μου τον νεκρό που έθαψε μέσα στον Ιορδάνη τη δική μου αμαρτία. Για έναν νεκρό σε παρακαλώ, που αδικήθηκε από όλους, που πουλήθηκε από φίλο, που προδόθηκε από μαθητή, που διώχθηκε από τους αδελφούς του, που ραπίσθηκε από δούλο. Για έναν νεκρό σε θερμοπαρακαλώ, ο Οποίος καταδικάστηκε από αυτούς που ο Ίδιος ελευθέρωσε από τη δουλεία, ο οποίος ποτίσθηκε με ξύδι, τραυματίσθηκε απ’ αυτούς που θεράπευσε, που εγκαταλείφθηκε από τους μαθητές Του και στερήθηκε την ίδια τη Μητέρα Του. Για τον νεκρό, άρχοντα μου, σε ικετεύω, Αυτόν τον άστεγο που κρέμεται στο ξύλο -του Σταυρού—.
Διότι επάνω στη γη δεν έχει να Του συμπαρασταθεί ούτε πατέρας, ούτε φίλος, ούτε μαθητής, ούτε συγγενής, ούτε κανένας να Τον θάψει, αλλά είναι μόνος, μονογενής Υιός του μόνου —Πατέρα—, Θεός στον κόσμο και κανένας άλλος….

Η σταύρωση του Κυρίου,η αποκαθήλωση και περιφορά του Επιταφίου

Την Μεγάλη Παρασκευή οι χριστιανοί όλου του κόσμου, ζουν την κορύφωση του Θείου Δράματος. Είναι η ημέρα των Παθών του Ιησού. Αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στις τελευταίες ώρες πριν την Σταύρωση, μας υπενθυμίζει τα παρακάτω γεγονότα:
Ο Χριστός, μετά την σύλληψη του στο Όρος των Ελαιών, δικάστηκε και καταδικάστηκε από τους Αρχιερείς. Η δίκη ήταν βέβαια τυπική αφού η ετυμηγορία είχε αποφασιστεί πριν καν συλληφθεί. Οι Αρχιερείς ήθελαν τον θάνατο Του.
Επειδή όμως δεν είχαν την νόμιμη εξουσία, έπρεπε η καταδικαστική απόφαση να απαγγελθεί από τον Ρωμαίο διοικητή. Τα χρόνια εκείνα διοικητής στην Ιερουσαλήμ ήταν ο Πιλάτος. Σε αυτόν σύρθηκε ο Ιησούς, ενώ το πλήθος, μετά από παρότρυνση των Αρχιερέων, φωνάζοντας, ζητούσε την Σταύρωση Του. Υπήρχε το έθιμο, την ημέρα του Εβραϊκού Πάσχα, οι Ρωμαίοι να απελευθερώνουν έναν κατάδικο Εβραίο. Ο Πιλάτος θέλοντας να μην έχει την ευθύνη της σταύρωσης του Χριστού, ζήτησε από το πλήθος να διαλέξει ανάμεσα στον Θεάνθρωπο και στον Βαραβά, ένα
στασιαστή και φονιά, ποιος θα ήταν αυτός που θα απελευθερωνόταν. Το πλήθος, δια βοής, επέλεξε να αφεθεί ελεύθερος ο Βαραβάς. Αμέσως μετά, και με την εντολή πλέον του Πιλάτου, ο Χριστός οδηγείται στην εσωτερική αυλή του Πραιτωρίου (του διοικητηρίου δηλαδή των Ρωμαίων). Εκεί οι στρατιώτες του φορούν μια πορφύρα και ένα αγκάθινο στεφάνι. Χλευαστικά αποκαλώντας τον «Βασιλιά των Ιουδαίων», τον χτυπούν και τον φτύνουν. Η ώρα της Σταύρωσης έχει πλησιάσει.
Φορτωμένος ο Ιησούς με τον Σταυρό στον οποίο θα σταυρωθεί, οδηγείται προς τον λόφο του Γολγοθά. Στο δρόμο δεν αντέχει το βάρος του Σταυρού και πέφτει. Οι Ρωμαίοι επιβάλουν στον Σίμωνα τον Κυρηναίο, που διερχόταν από εκείνο το σημείο, να μεταφέρει αυτός τον Σταυρό του Μαρτυρίου. Τελικά στις 9 η ώρα το πρωί, ο Ιησούς σταυρώνεται. Το μαρτύριο του Χριστού κράτησε έξι ώρες. Στις 3 η ώρα το απόγευμα παρέδωσε το πνεύμα Του, αφού προηγουμένως είχε συγχωρήσει όσους ευθύνονταν για τον θάνατο Του. Επειδή όμως το Σάββατο απαγορεύονταν οι κηδείες, ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, κρυφός μαθητής του Χριστού, ζήτησε
από τον Πιλάτο να πάρει το σώμα Του και να το ενταφιάσει. Η άδεια αυτή του δόθηκε και έτσι τυλίγοντας το σώμα του Χριστού σε ένα σεντόνι, τον ενταφίασε σε ένα μνήμα λαξευμένο σε βράχο. Το άνοιγμα του μνήματος, κλείστηκε με μια μεγάλη πέτρα. Η τελετή της Αποκαθήλωσης, γίνεται στις εκκλησίες μας, το μεσημέρι της μεγάλης Παρασκευής. Ενώ το βράδυ της ίδιας ημέρας τελείται η περιφορά του Επιταφίου. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν πένθιμα όλη την διάρκεια της ημέρας.
Η νηστεία της ημέρας είναι αυστηρότατη και απαγορεύει ακόμα και το λάδι. Πολλοί πιστοί συνηθίζουν να πίνουν την Μεγάλη Παρασκευή λίγο ξύδι, εις ανάμνηση αυτού που έδωσαν στον Ιησού, όταν ζήτησε νερό τις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής Του. Το έθιμο απαγορεύει κάθε εργασία την ημέρα αυτή. Σε πολλές περιοχές φτιάχνουν ένα ομοίωμα του Ιούδα, και μετά την περιφορά του Επιταφίου το παραδίδουν στην φωτιά. Τα λουλούδια του επιταφίου, μοιράζονται στους πιστούς, οι οποίοι τα φυλούν μαζί με τις εικόνες στα σπίτια τους. Τέλος, την ημέρα αυτή συνηθίζεται οι πιστοί να επισκέπτονται τους τάφους των νεκρών συγγενών και φίλων.

Δος μοι τούτον τον ξένον του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σύρου κ.κ. Δωροθέου


Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν αναγάγει τον ξένο σε πρόσωπο ιερό και σεβαστό. Από τα Ομηρικά έπη έχουμε μαρτυρίες της στάσεως, που τηρούσαν οι ειδωλολάτρες πρόγονοί μας έναντι των ξένων, τους οποίους προστάτευε ο Ξένιος Δίας και προς τους οποίους έπρεπε να τηρήσουν ένα συγκεκριμένο τυπικό φιλοξενίας, με την σκέψη ότι μπορεί ο ξένος να είναι κάποιος ενανθρωπίσας θεός...
Αλλά όταν ενανθρώπισε ο αληθινός Θεός, αντιμετωπίστηκε όχι από αλλοεθνείς, αλλά από τους συμπατριώτες του, όχι από ειδωλολάτρες, αλλά από τον εκλεκτό και περιούσιο λαό του Θεού, ως ξένος!
Αυτή ακριβώς η λέξη, αυτός ο χαρακτηρισμός, αποτελεί σταθερό μοτίβο στη Χριστιανική Γραμματεία και Υμνολογία, καθώς εμπερικλείει όλο το μυστήριο της ανθρώπινης τραγωδίας, την κάθαρση της οποίας επέφερε ο επί Σταυρού κρεμασθείς Θεός.
Ο Ιησούς Χριστός, ο μέγας Αναμενόμενος, ήρθε στον κόσμο ως οικείος αλλά αντιμετωπίστηκε ως ξένος από τα ίδια τα δημιουργηματά Του, τα οποία, κατά μιά τραγική ειρωνεια σέβονταν τον κάθε ξένο!
Ακόμα και την ύστατη στιγμή του θανάτου Του, ήπιε μέχρι ρανίδος το πικρό ποτήρι της μοναξιάς και της αποξένωσης.
Μόνος στάθηκε απέναντι στον Πιλάτο, μόνος ήταν στους εξευτελισμούς και τα ραπίσματα, μόνος στο δρόμο προς το Γολγοθά, μόνος πάνω στο Σταυρό, μόνος στην αποκαθήλωση και την Ταφή!
Συγκλονιστικά λόγια του Ιωσήφ προς τον Πιλάτο, όπως τα εκφράζει η Υμνολογία της Εκκλησίας: “Δωσ' μου αυτόν τον ξένο που ακόμη και μωρό όταν ήταν, ξένος θερωρούνταν... Δος μου αυτόν τον ξενο, σε τάφο να τον κρύψω, γιατί σαν ξένος δεν έχει το κεφάλι πού να γύρει ”!
Οι άνθρωποι αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν τον Ιησού σαν ξένο και παραμένει για πολλούς ο Μεγάλος Ξένος! «Εν τω κόσμω ην ...και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω. Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον» αναφωνεί με πικρό παράπονο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης!
Όχι γιατί ο Θεός και Δημιουργός του παντός είναι ξένος προς τα ανθρώπινα και τον άνθρωπο, αλλά γιατί ο άνθρωπος είναι και αισθάνεται ξένος προς το Θεό!
Τόσο ξένος, που δεν Τον δέχεται και δεν Τον αναγνωρίζει, ακόμα και όταν θαυματοποιεί, όταν συγχωρεί, όταν ευεργετεί, όταν εκ νεκρών ανίσταται!
Αυτή η αποξένωση του ανθρώπου από το Θεό, σε συνδιασμό με την αγάπη και τη μέριμνα του Θεού προς αυτόν σηματοδοτεί το μέγεθος της αποτυχίας του ανθρώπου να παραμείνει κοντά στο Θεό-Δημιουργό του, αποκαλύπτει το μέγεθος των συνεπειών του λεγόμενου προπατορικού αμαρτήματος και εκφαίνει την άβυσσο της Θείας Φιλανθρωπίας.
Η απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό είναι η αιτιακή αφετηρία της πάσης μορφής και φύσεως αλλοτρίωσής του, μιας αλλοτρίωσης, που δεν εκφράσθηκε μόνο απέναντι προς το Θεό, αλλά και προς τον εαυτό του, τη φύση και το συνάνθρωπό του.
Ο αλλοτριωμένος από το Θεό άνθρωπος, δεν γνωρίζει, δεν αναζητεί, αλλά και δεν ψηλαφεί το Θεό, και καταφεύγει σε συχνά ανόητα, πρωτόγονα και άλλοτε καταστροφικά υποκατάστατα και ανιστορικά θρησκεύματα, με την ψευδαίσθηση ότι έτσι σβήνει τη δίψα της υπαρξιακής του αγωνίας.
Και αφού “χωρίς Θεό, όλα επιτρέπονται”, αλλά και όλα χάνονται, έχασε πρώτα-πρώτα τον εαυτό του!
Χωρίς σταθερό σημείο αναφοράς, χωρίς το έρεισμα της πίστης, παραδέρνει στην ατομικη και κοινωνική του πραγματικότητα ως “άλλος”...
Ζει την απέραντη ψυχική ερημιά, περιπλανώμενος σε ένα κόσμο στερημένο από αξίες, σκοπό και ιδανικά.
Σε ένα κόσμο, στον οποίο ο άλλος δεν είναι αδελφός, αλλά “η κόλασή του” , σε ένα φυσικό περιβάλλον, που δεν το αισθάνεται σαν σπίτι του, αλλά σαν πηγή πλουτισμού και πεδίο ευρύ εκμετάλλευσης και προσπορισμού κέρδους.
Όλα τα διαχρονικά φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας, όλα τα προβλήματα, που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα δεν είναι τίποτ` άλλο, παρά συνέπειες οδυνηρές της παρακοής...
Στον κόσμο τούτο, ξένος δεν είναι ο Θεός, ξένοι είμαστε εμείς...
Η κοιλάδα αυτη του κλαυθμώνος, ο τόπος αυτός της εξορίας και τη οδύνης δεν είναι ο φυσικός μας χώρος! Δεν πλασθήκαμε γι` αυτόν, αλλά τον επιλέξαμε, όταν αρνηθήκαμε να “συγκατοικούμε” στον Παράδεισο, μαζί με το Θεό!
Και ήταν τόσο ψηλά τα τείχη, που υψώσαμε, τόσο βαθύ το χάσμα που ανοίξαμε, ώστε όχι μόνο δεν θέλαμε, αλλά και δεν μπορούσαμε να θέλουμε την επιστροφή προς τον Πατέρα,πρός την όντως ζωή!
Ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου, σε λόγο του προς τη θεόσωμη ταφή του Κυρίου, παρουσιάζει τον Ιωσήφ να λέει προς τόν Πιλάτο τα εξής αποκαλυπτικά: “Δος μοι τούτον τον ξένον• εκ μακράς γαρ ήλθε της χώρας ώδε, ίνα σώση τον ξένον”.
O Ξένος ήρθε από μακριά για να σώσει τον ξένο...
Άπλωσε τα χέρια Του στο Σταυρό για να μας αγκαλιάσει όλους!
Άνοιξε τις ματωμένες παλάμες Του και ένωσε “τα το πριν διεστώτα”, τον άνθρωπο με το Θεό!
Και περιμένει, αιώνες τώρα, την προσωπική μας απάντηση στην πρόσκλησή Του, μια απάντηση, που θα ακυρώσει την επιλογή των Πρωτοπλάστων να γίνουν θεοί χωρίς Θεό!
† Ο ΣΥΡΟΥ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Β'
Πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...