Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 07, 2011

Κουρά νέων Αγιοταφιτών της Αδελφότητας.

Αυτό το ιστολόγιο
Με σύνδεση από εδώ
Η λίστα ιστολογίων μου
Αυτό το ιστολόγιο
Με σύνδεση από εδώ
Η λίστα ιστολογίων μου

 

Την Τρίτη, 23 Νοεμβρίου/ 6 Δεκεμβρίου 2011 3 νέοι μοναχοί εντάχθηκαν στην Αγιοταφιτική Αδελφότητα. Ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος έκηρε τούς δρ. Νικόλαο Ζέρβη, Δημήτρη Αργυρόπουλο και Μιχαήλ Χέντερσον στο παρεκκλήσιο της Πεντηκοστής και τους μετονώμασε σε μοναχούς Νικόλαο, Διονύσιο και Μάρκο αντίστοιχα.Μετά την κουρά τους επακολούθησε κέρασμα στην αίθουσα όπου οι νέοι μοναχοί δέχθηκαν τις ευχές του Μακαριωτάτου και όλης της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας


Το Κερί

Το κερί (Διδακτική ιστορία)




Μια φορά κι ένα καιρό, ένα μικρό κεράκι βρισκόταν σε ένα δωμάτιο μαζί με άλλα κεριά, τα περισσότερα από τα οποία ήταν πολύ μεγαλύτερα και πολύ ομορφότερα από αυτό. Μερικά ήταν δεμένα με κορδέλλες πολύχρωμες άλλα ήταν πιο απλά, σαν κι αυτό. Δεν ήξερε τον λόγο που βρισκόταν εκεί, και τα άλλα το έκαναν να αισθάνεται μικρό και ασήμαντο.
Όταν έπεσε ο ήλιος και σκοτείνιασε το δωμάτιο, είδε έναν άνθρωπο να μπαίνει μέσα στο δωμάτιο. Έρχονταν προς το μέρος του κρατώντας ένα αναμμένο σπίρτο. Κατάλαβε οτι θα του έβαζε φωτιά.
- Μη!! φώναξε, σε παρακαλώ μη!
Όμως ήξερε οτι δεν μπορούσε να ακουστεί και ετοιμάστηκε να υποφέρει τον πόνο, που ήταν σίγουρο οτι θα ακολουθούσε.
Προς μεγάλη του έκπληξή το δωμάτιο γέμισε με φως. Αναρωτήθηκε από που έρχεται το φως, αφού ο άνδρας είχε σβήσει το σπίρτο. Κατάλαβε ότι προερχόταν από τον εαυτό του.
Ύστερα ο άνδρας άναψε κι άλλα σπίρτα για να ανάψει με την σειρά του και τα άλλα κεριά. Όλα τα κεριά έδιναν το ίδιο φως με εκείνο.
Καθώς περνούσαν οι ώρες παρατήρησε ότι το κερί άρχισε να λιώνει. Κατάλαβε ότι σύντομα θα πέθαινε. Με την παρατήρηση αυτή, ανακάλυψε και τον λόγο είχε δημιουργηθεί.
- Ίσως ο λόγος που βρίσκομαι στη Γη, είναι για να δίνω φως μέχρι να πεθάνω, ψιθύρισε.
Και αυτό έκανε.
Θαρρώ λοιπόν πως όλοι μας μπορούμε να δώσουμε λίγο φως στον κόσμο. Δίχως να έχει σημασία το πόσο σημαντικοί ή ασήμαντοι, μικροί ή μεγάλοι είμαστε./πηγή

Οι νέοι στην ενορία

Πηγή 


Μέσα στη Εκκλησία και στον ενοριακό χώρο ο νέος, έστω κι αν έχει απογοητευθεί από την κοινωνία και την οικογένειά του, έχει την δυνατότητα να βρεί την πραγματική εν Χριστώ κοινωνία, και το ενδιαφέρον του πραγματικού πατέρα. Μπορεί, βέβαια, και μέσα στην Εκκλησία να γίνονται σφάλματα, αλλά τελικά, εκείνο που έχει αξία είναι ότι η Εκκλησία δεν είναι οργάνωση, αλλά Θεανθρώπινος οργανισμός, είναι το Σώμα του Χριστού. Ξέρουμε πολύ καλά ότι και οι πληγές του Σταυρού επάνω στο αναστημένο Σώμα του Χριστού είναι σημεία δόξης. Ο Απόστολος Θωμάς από τις πληγές αυτές είδε την Θεότητα του Χριστού, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς...

Όταν η Ενορία λειτουργεί σωστά, τότε είναι μια οικογένεια. Υπάρχει πνευματικός πατέρας, πνευματικά αδέλφια, κοινωνία αληθινή, που δεν προσδιορίζεται από τα στοιχεία της βιολογικής γέννησης, αλλά από τα στοιχεία της πνευματικής αναγέννησης. Η καλά οργανωμένη Ενορία είναι στην πραγματικότητα μια θεραπευτική κοινότητα, που λειτουργεί καλύτερα από ότι οι γνωστές ουμανιστικές και ψυχολογικές θεραπευτικές κοινότητες. Γιατί, εκτός από την συναισθηματική και ψυχολογική ασφάλεια και κάλυψη, ο άνθρωπος και ιδίως ο νέος λύει και τις εσωτερικές του αγωνίες, δίνει νόημα στην ζωή του. Αυτό γίνεται γιατί η Εκκλησία είναι χώρος μυστηρίου, είναι «το κατάλυμα των ανθρωπίνων ερώτων», είναι η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό.
Μέσα στην Εκκλησία ο νέος άνθρωπος βιώνει την αληθινή αγάπη και την πραγματική ελευθερία. Καταλαβαίνει ότι η αγάπη δεν έχει σχέση με την βιολογική αναγκαιότητα, αλλά με την ελευθερία της πνευματικής αναγεννήσεως. Και η ελευθερία δεν εξαντλείται σε μια επιλογή δυνατοτήτων, αλλά σε οντολογική υπέρβαση του θανάτου, των αισθήσεων και των αισθητών.
Και αν ο νέος δεν μπορεί να βρει αυτόν τον οικογενειακό χώρο στην Εκκλησία, στην Ενορία, τον συναντά, κάποτε δε ύστερα από τραγική αναζήτηση στον χώρο των Ορθοδόξων Μοναστηριών. Εκεί βλέπει ότι η Εκκλησία είναι Νοσοκομείο και οικογένεια. Και καταλαβαίνει ότι μέσα σε μια τέτοια ατμόσφαιρα λύνονται όλα τα προβλήματα, κοινωνικά, οικολογικά, υπαρξιακά. Μόνον έτσι νοιώθουμε ότι η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογία για να συντηρήσει τον κόσμο μέσα στην ανθρωποκεντρικότητά του, αλλά ζωή που ανακαινίζει και μεταμορφώνει αυτούς που εισέρχονται στον αγιασμένο χώρο της.
Σε κομματικούς χώρους, σε θρησκευτικές, ψυχολογικές και κοινωνικές οργανώσεις υπάρχει το συμφέρον, η υποβίβαση του ανθρώπου σε νούμερο. Και αυτό απογοητεύει τους ανθρώπους και τους απομονώνει ακόμη περισσότερο. Μέσα στην Εκκλησία, όταν λειτουργεί αυθεντικά, ο άνθρωπος δεν υποτάσσεται σε σκοπιμότητες, αλλά θεωρείται κατ’ εικόνα Θεού που οδηγείται στο καθ’ ομοίωσιν, είναι «κεκελευσμένος Θεός», κατά την εύστοχη παρατήρηση του Μ. Βασιλείου.
Ο Χριστός δεν είναι το έθιμο, ή συνήθεια, ή ιδέα, αλλά «η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. ιδ΄, 6).
Πηγές: Το βιβλίο «Γέννημα και θρέμμα Ρωμηοί», του Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου

Η φυγή στην Αίγυπτο...

Μια δασκάλα Κατηχητικού ζήτησε από τα παιδιά της τάξης της να ζωγραφίσουν την αγαπημένη τους ιστορία από την Αγία Γραφή.

Όταν ο μικρός Νίκος της έδωσε τη δική του ζωγραφιά, η οποία απεικόνιζε τέσσερα άτομα μέσα σ’ ένα αεροπλάνο, εκείνη παραξενεύτηκε και τον ρώτησε να της πει ποιά ιστορία της Αγίας Γραφής παρουσίαζε.

- Την φυγή στην Αίγυπτο, της λέει ο Νικολάκης.

- Α! Του λέει η δασκάλα του. Αυτοί εδώ πρέπει να είναι η Παναγία, ο Ιωσήφ και το βρέφος Ιησούς. Αλλά ποιός είναι ο τέταρτος μέσα στο αεροπλάνο;

Κι ο έξυπνος πιτσιρικάς της απαντάει:

- Αυτός είναι ο Πόντιος Πιλότος!

Γέροντας Αθανάσιος Μετεωρίτης: Αντίσταση στον αφελληνισμό, τον οικουμενισμό και την νέα τάξη πραγμάτων

Αντίσταση στον αφελληνισμό, τον οικουμενισμό και την νέα τάξη πραγμάτων

Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου, Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου Ἁγίων Μετεώρων
Αναδημοσίευση από το περιοδικό "ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ" της Σύναξης ορθοδόξων ρωμηών http://synaxiromion.wordpress.com/
Εἶ­ναι γε­γο­νός ὅ­τι βρι­σκό­μα­στε σέ μί­α στιγ­μή, ὄ­χι ἁ­πλῶς κρί­σι­μη, ἀλ­λά ὁ­ρια­κή, θά λέ­γα­με, γιά τήν πο­ρεί­α καί τό μέλ­λον τῆς πα­τρί­δας μας καί τῆς ὀρ­θο­δό­ξου πί­στε­ώς μας· σέ μιά στιγ­μή πού βι­ώ­νου­με ἕ­ναν ἀ­νε­πα­νά­λη­πτο κα­ται­γι­σμό κα­τά­λυ­σης καί κα­τα­στρα­τή­γη­σης τῶν πάν­των.

Οἱ νε­ο­τα­ξι­κοί σχε­δια­σμοί βρί­σκουν τήν ἀ­πό­λυ­τη ἐκ­πλή­ρω­σή τους στά τε­κται­νό­με­να τῶν τε­λευ­ταί­ων ἐ­τῶν στήν χώ­ρα μας, στήν Εὐ­ρώ­πη, ἀλ­λά καί στόν κό­σμο ὁ­λό­κλη­ρο. Μέ τρό­πο πλέ­ον ἀ­προ­κά­λυ­πτο, χω­ρίς τήν πα­ρα­μι­κρή προ­σπά­θεια τη­ρή­σε­ως ἔ­στω τῶν προ­σχη­μά­των, χω­ρίς τήν ὅ­ποι­α ἀ­παι­τού­με­νη νο­μι­μο­ποί­η­ση, τά «γνω­στά-ἄ­γνω­στα» δι­ε­θνή κέν­τρα ἐ­ξου­σί­ας, οἱ νέ­ες δυ­νά­μεις κα­το­χῆς τῆς ὑ­φη­λί­ου, συγ­κε­κρι­μέ­νοι τρα­πε­ζι­κοί καί χρη­μα­το­πι­στω­τι­κοί κο­λοσ­σοί μέ πλή­ρη ἀ­δι­α­φά­νεια, μέ κα­θα­ρά κερ­δο­σκο­πι­κές τα­κτι­κές, μέ ἀ­ποι­κι­ο­κρα­τι­κές με­θό­δους βυ­θί­ζουν στήν ἀ­νέ­χεια καί τήν φτώ­χεια ὁ­λό­κλη­ρους λα­ούς καί κρα­τοῦν ἀ­σφυ­κτι­κά δέ­σμιους τῶν ἐ­πι­λο­γῶν τους πο­λυ­ά­ριθ­μες χῶ­ρες. Ρυθ­μί­ζουν τίς τύ­χες τῶν πο­λι­τῶν, δι­ο­ρί­ζουν ἀρ­χη­γούς κυ­βερ­νή­σε­ων πε­ρι­ο­ρί­ζον­τας τήν λα­ϊ­κή ἐ­τυ­μη­γο­ρί­α, καί ἐ­πι­βάλ­λουν μέ συ­νο­πτι­κές δι­α­δι­κα­σί­ες, στη­ριγ­μέ­νες στόν ὠ­μό ἐκ­βια­σμό, τήν πο­λι­τι­κή καί τίς ἀ­πο­φά­σεις τους πα­ρα­βι­ά­ζον­τας τίς ἀρ­χές τῆς δη­μο­κρα­τί­ας καί τοῦ κοι­νο­βου­λευ­τι­σμοῦ.
Οἱ σύγ­χρο­νοι δι­κτά­το­ρες πού κα­τα­δυ­να­στεύ­ουν τόν κό­σμο δέν εἶ­ναι οἱ ἀ­λα­ζό­νες αὐ­το­κρά­το­ρες τοῦ πα­ρελ­θόν­τος, δέν εἶ­ναι οἱ σα­τρα­πί­σκοι τῆς ἀ­να­το­λῆς, δέν εἶ­ναι στρα­τι­ω­τι­κοί ἡ­γέ­τες, ἀ­κραῖ­οι ἐ­πα­να­στά­τες ἤ ἀ­πο­λυ­ταρ­χι­κοί ἡ­γε­μό­νες. Οἱ σύγ­χρο­νοι δι­κτά­το­ρες τοῦ κό­σμου εἶ­ναι οἱ δι­ε­θνεῖς το­κο­γλύ­φοι, οἱ με­γα­λο­τρα­πε­ζί­τες, οἱ ἰ­θύ­νον­τες τῶν πο­λυ­ε­θνι­κῶν, οἱ ἐ­πι­κε­φα­λῆς κλει­στῶν καί ἀ­δι­α­φα­νῶν ὁ­μά­δων ἀ­σκή­σε­ως καί ἐ­πι­βο­λῆς ἐ­ξου­σί­ας τύ­που Μα­σο­νί­ας, Μπίλ­ντεμ­περγκ, Τρι­με­ροῦς Ἐ­πι­τρο­πῆς (T­r­i­l­a­t­e­r­al C­o­m­m­i­s­s­i­on), G­o­l­d­m­an S­a­c­hs, B­l­a­ck R­o­ck κ.ἄ. Καί τά ἐ­κτε­λε­στι­κά τους ὄρ­γα­να: οἱ δο­τές κυ­βερ­νή­σεις, οἱ δι­ο­ρι­σμέ­νοι πρω­θυ­πουρ­γοί, οἱ δο­σί­λο­γοι συ­νερ­γά­τες.
Ἡ στό­χευ­ση εἶ­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο ἐμ­φα­νής ἀ­πό πο­τέ. Ἡ οἰ­κο­νο­μι­κή ἐ­ξα­θλί­ω­ση, ἡ στέ­ρη­ση, ἡ ἀ­βε­βαι­ό­τη­τα ὁ­δη­γεῖ στήν ἀ­να­στο­λή τῶν ἀν­τι­στά­σε­ων καί τήν κα­τα­στο­λή τῆς ἐ­λευ­θε­ρί­ας τῶν σκέ­ψε­ων καί τῶν ἐ­πι­λο­γῶν. Εἶ­ναι ἀ­πε­ρί­γρα­πτα τρα­γι­κό τό γε­γο­νός ἕ­νας πε­ρή­φα­νος λα­ός, ὅ­πως ὁ ἑλ­λη­νι­κός, μέ τήν τό­σο πλού­σια μα­κραί­ω­νη ἱ­στο­ρί­α, νά κα­ταν­τᾶ ἐ­παί­της καί ἐ­ξαρ­τη­μέ­νος τῆς «δό­σης» τοῦ ΔΝΤ καί τῆς Ε.Ε., νά ζεῖ μέ τήν κα­θη­με­ρι­νή ἀ­γω­νί­α καί τόν τρό­μο ὅ­τι οἱ δα­νει­στές μας δέν θά κα­λύ­ψουν τά ἀ­πα­ραί­τη­τα για τούς μι­σθούς καί τίς συν­τά­ξεις μας. Εἶ­ναι πραγ­μα­τι­κά τρα­γι­κό, ἀλ­λά καί ἐ­ξευ­τε­λι­στι­κό οἱ φε­ρό­με­νοι ὡς ἐκ­πρό­σω­ποι τοῦ λα­οῦ -αὐ­τό τό δι­ε­φθαρ­μέ­νο, ὑ­πο­τε­λές καί κα­τευ­θυ­νό­με­νο πο­λι­τι­κό μας σύ­στη­μα- νά ταυ­τί­ζουν τήν σω­τη­ρί­α τῆς χώ­ρας μέ τήν δυ­να­τό­τη­τα ἐ­κτα­μί­ευ­σης τῶν δό­σε­ων τοῦ δα­νεί­ου(­!) καί νά ἐ­πι­χαί­ρουν θρι­αμ­βευ­τι­κά κά­θε φο­ρά πού ἐ­πι­βάλ­λουν νέ­α δυσ­βά­στα­κτα καί ἀ­φό­ρη­τα μέ­τρα στόν ἐ­ξου­θε­νω­μέ­νο λα­ό μας.
Ἦρ­θε, λοι­πόν, ἡ ὥ­ρα πού οἱ οἰ­κο­νο­μι­κοί δι­κτά­το­ρες τοῦ κό­σμου θά ἐ­πα­λη­θεύ­σουν τόν Ντο­στο­γι­έφ­σκυ καί τόν μύ­θο τοῦ Με­γά­λου Ἱ­ε­ρο­ε­ξε­τα­στῆ, ὥ­στε νά «κα­τα­θέ­σου­με τήν ἐ­λευ­θε­ρί­α μας στά πό­δια τους» καί νά τούς ποῦ­με «κάντε μας σκλάβους, μά χορτᾶστε μας».
Οἱ ἐ­πι­λο­γές τῆς παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­σης καί τῆς Νέ­ας Τά­ξης Πραγ­μά­των δέν ἀ­φο­ροῦν, βε­βαί­ως, μό­νον στήν πο­λι­τι­κή καί τήν οἰ­κο­νο­μί­α. Ἀ­φο­ροῦν στό σύ­νο­λο τῶν δρα­στη­ρι­ο­τή­των, τῶν πι­στευ­μά­των, τῶν ἀρ­χῶν, τῶν πα­ρα­δό­σε­ων, τῶν πο­λι­τι­σμῶν, τῶν θρησκειῶν, ὅ­λων ὅ­σα ἀ­πο­τε­λοῦν τά συ­στα­τι­κά τῆς ταυ­τό­τη­τας καί τῆς ἰ­δι­ο­προ­σω­πεί­ας τοῦ κά­θε λα­οῦ.
Σέ αὐ­τή τήν κα­τεύ­θυν­ση κι­νεῖ­ται ἡ ἰ­σο­πε­δω­τι­κή τα­κτι­κή στόν χῶ­ρο τῆς παι­δεί­ας, τῆς ἱ­στο­ρί­ας, τῆς γλώσ­σας, τῆς οἰ­κο­γέ­νειας· ἡ πε­ρι­θω­ρι­ο­ποί­η­ση τῆς ὀρ­θο­δό­ξου πί­στε­ώς μας, ἡ ἀ­πα­ξί­ω­ση τῶν ἀρ­χῶν καί τῶν ἀ­ξι­ῶν της, ὁ ἐ­ξο­βε­λι­σμός τῶν ἐ­θνι­κῶν καί θρη­σκευ­τι­κῶν μας συμ­βό­λων, ἡ κα­ταρ­ρά­κω­ση καί ἡ ἄμ­βλυν­ση τῆς ἐ­θνι­κῆς μας συ­νείδη­σης.
Ἀ­νά­λο­γες κα­τα­στά­σεις πα­ρα­τη­ροῦ­με νά δι­α­μορ­φώ­νον­ται καί σέ θε­ο­λο­γι­κό-δογ­μα­τι­κό ἐ­πί­πε­δο, ὅ­που ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται ἡ ἐ­πι­βο­λή μί­ας παγ­κό­σμιας θρη­σκεί­ας καί ἑ­νός παγ­κό­σμιου θρη­σκευ­τι­κοῦ ἡ­γέ­τη μέ κύ­ριο ὄ­χη­μα τούς οἰ­κου­με­νι­κούς δι­α­λό­γους, δι­α­χρι­στι­α­νι­κούς καί δι­α­θρη­σκεια­κούς.
Ἡ ὁ­μο­γε­νο­ποί­η­ση τῶν θρη­σκει­ῶν συ­νε­πά­γε­ται τόν συμ­φυρμό τῆς ὀρ­θο­δο­ξί­ας μέ τίς κά­θε λο­γῆς κα­κο­δο­ξί­ες καί τά ἑ­τε­ρό­κλιτα πι­στεύ­μα­τα, πού δι­α­θέ­τουν, δῆ­θεν, κά­ποι­ο μέ­ρος τῆς ἀ­λή­θειας καί τήν προ­βο­λή τους ὡς μί­α κοι­νή πί­στη καί ἀ­λή­θεια. Προ­σερ­χό­μα­στε, ἔ­τσι, στούς δι­α­λό­γους μέ τήν ἀ­λή­θεια ὡς ζη­τού­με­νο καί ὄ­χι ὡς φο­ρεῖς τῆς ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κῆς ἀ­λή­θειας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
Ὁ στό­χος τῆς νε­ο­ε­πο­χί­τι­κης παν­θρη­σκεί­ας ἐ­πι­τυγ­χά­νε­ται πρω­ταρ­χι­κά μέ τήν ἀλ­λοί­ω­ση τῆς ὀρ­θο­δο­ξί­ας, πού ἀ­πο­τε­λεῖ τήν μό­νη σώ­ζου­σα ἀ­λή­θεια. Ἡ ἀλ­λοί­ω­ση αὐ­τή ἔ­χει λά­βει στίς μέ­ρες μας τήν μορ­φή μί­ας ὀρ­γα­νω­μέ­νης ἐ­πι­χεί­ρη­σης ἀ­πο­κα­θή­λω­σης καί ἐ­ξάρ­θρω­σης τῶν βα­σι­κῶν δο­μῶν τῆς ὀρ­θο­δό­ξου ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γί­ας, τῆς ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κῆς ἀ­λή­θειας τῶν θε­ου­μέ­νων Προ­φη­τῶν, Ἀ­πο­στό­λων καί Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων καί τῆς ἐν γένει δογ­μα­τι­κῆς τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
Δυ­στυ­χῶς ἡ ἐ­πι­χεί­ρη­ση αὐ­τή δι­ευ­κο­λύ­νε­ται, προ­ω­θεῖ­ται καί ἐ­κτε­λεῖ­ται ἀ­κό­μη καί ἀ­πό ὀρ­θο­δό­ξους, κλη­ρι­κούς ὅ­λων τῶν βαθ­μί­δων καί λα­ϊ­κούς θε­ο­λό­γους καί Κα­θη­γη­τές, μέ τήν πλη­θώ­ρα τῶν και­νο­φα­νῶν θε­ο­λο­γι­κῶν ἀ­πό­ψε­ων, πού εἰ­σβάλ­λουν κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά στήν Ἐκ­κλη­σί­α μας, ὅ­πως ἡ με­τα­πα­τε­ρι­κή καί συ­να­φεια­κή θε­ο­λο­γί­α, ἡ βα­πτι­σμα­τι­κή θε­ο­λο­γί­α, ἡ θε­ο­λο­γί­α τῶν κλά­δων, τῶν δύ­ο πνευ­μό­νων, τῆς δι­η­ρη­μέ­νης ἐκ­κλη­σί­ας, τῆς ἀ­ό­ρα­της ἐκ­κλη­σί­ας, ἡ πα­ρα­δο­χή δύ­ο ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­ῶν καί τό­σες ἄλ­λες ἀν­τορ­θό­δο­ξες ἀ­πό­ψεις μέ ἀ­πο­κο­ρύ­φω­ση τά σύγ­χρο­να οἰ­κου­με­νι­στι­κά ἀ­νοίγ­μα­τα, τίς δογ­μα­τι­κές ἀ­πο­κλί­σεις καί τίς ἐκ­πτώ­σεις σέ θέ­μα­τα ὀρ­θο­δό­ξου πί­στε­ως, πού πραγ­μα­το­ποι­οῦν­ται σέ κο­ρυ­φαῖ­ο ἐκ­κλη­σι­α­στι­κό ἐ­πί­πε­δο στά πλαί­σια τῶν λεγομένων δι­α­λό­γων.
Ἀνατρέπουν δέ τόσο ριζικά τήν πα­τρο­πα­ρά­δο­τη πί­στη μας ὅ­σα προ­βάλ­λον­ται καί προωθοῦνται ἀ­πό τούς οἰ­κου­με­νι­στές, καί προ­πα­γαν­δί­ζον­ται μέ τό­ση ἐμ­μο­νή, συν­το­νι­σμό καί συ­στη­μα­τι­κό­τη­τα, ἀνερυθρίαστα καί ἐπιθετικά, πού γεν­νοῦν εὔ­γλω­ττες ἀ­πο­ρί­ες καί προ­βλη­μα­τι­σμό γιά τήν προ­έ­λευ­ση, τήν ὑ­πο­κί­νη­ση καί τόν τε­λι­κό σκο­πό ὅ­λων αὐ­τῶν. Γεν­νοῦν ἀ­πο­ρί­ες, ἀλ­λά καί ὑ­πο­ψί­ες, γιά τό πῶς οἱ ἐκ­φρα­στές ὅ­λων αὐ­τῶν τῶν ἀν­τορ­θό­δο­ξων θε­ω­ρι­ῶν –πα­ρό­τι μει­ο­ψη­φί­α στό ὀρ­θό­δο­ξο πλή­ρω­μα– βρί­σκουν πρό­σφο­ρο ἔ­δα­φος καί ἀ­να­δει­κνύο­νται σέ κομ­βι­κές θε­σμι­κές θέ­σεις τῆς κρα­τι­κῆς, ἐκ­παι­δευ­τι­κῆς, ἀλ­λά καί τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς δι­οι­κη­τι­κῆς ὀρ­γά­νω­σης· πῶς τούς προ­σφέ­ρε­ται πάν­το­τε (καί σχε­δόν ἀ­πο­κλει­στι­κά) τό βῆ­μα τῶν ἐ­πι­σή­μων ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν συ­νε­δρί­ων καί ἀ­κα­δη­μι­ῶν καί τό μι­κρό­φω­νο τοῦ ἐ­πι­σή­μου Ρ/Σ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας· πῶς το­πο­θε­τοῦν­ται πάν­το­τε (καί σχε­δόν ἀ­πο­κλει­στι­κά) ὡς ἐ­πί­ση­μοι ἐκ­πρό­σω­ποι τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας στούς οἰ­κου­με­νι­κούς δι­α­λό­γους, στίς δι­α­θρη­σκεια­κές συ­νά­ξεις· πῶς εἶ­ναι πάν­το­τε αὐ­τοί πού ὁ­ρί­ζον­ται καί συ­νυ­πο­γρά­φουν ἀ­πα­ρά­δε­κτα καί προ­δο­τι­κά κεί­με­να, ὅ­πως τοῦ B­a­l­a­m­a­nd, τοῦ P­o­r­to A­l­e­g­re, τῆς Ρα­βέν­νας καί τό­σων ἄλ­λων.
Ὅ­σο καί ἄν μᾶς λυ­πεῖ καί μᾶς συν­θλί­βει, ὅ­σο κι ἄν ἀ­δυ­να­τοῦ­με νά τό πι­στέ­ψου­με καί νά τό ἀ­πο­δε­χθοῦ­με, ἡ ἴ­δια, ὅμως, ἡ πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, ἡ πο­ρεί­α τοῦ οἰ­κο­υμε­νι­σμοῦ, οἱ πρα­κτι­κές καί οἱ μέ­θο­δοι τῶν οἰ­κου­με­νι­στῶν ἀ­πο­κα­λύ­πτουν τήν ἄ­με­ση ἀν­τι­στοι­χί­α καί ἐ­ξάρ­τη­ση μέ τούς σχε­δια­σμούς τῆς Νέ­ας Τά­ξης Πραγ­μά­των καί τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς.
Ἡ πο­δη­γέ­τη­ση καί ὁ­μο­γε­νο­ποί­η­ση τῶν λα­ῶν ἀ­πό τά δι­ε­θνῆ κέν­τρα ἐ­ξου­σί­ας καί ἐ­λέγ­χου προ­α­παι­τεῖ καί τήν ὁ­μο­γε­νο­ποί­η­ση τῶν θρη­σκει­ῶν τους, καί ἐ­νερ­γεῖ­ται μέ­σῳ τῶν ἐν­το­λο­δό­χων τους πού ἐ­κτε­λοῦν δι­α­τε­ταγ­μέ­νη ὑ­πη­ρε­σί­α. Προ­α­παι­τεῖ τήν νό­θευ­ση τῆς ἀ­λή­θειας, τήν ἀλ­λοί­ω­ση καί τήν ἔ­πτω­σή της σέ δο­ξα­σί­α, σέ ἀν­τί­λη­ψη, σέ θε­ω­ρί­α, σέ ἰ­δε­ο­λο­γί­α, σέ στο­χα­σμό· προ­α­παι­τεῖ τήν με­τάλ­λα­ξη τῆς ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας μας ἀ­πό τα­μει­οῦ­χο τῆς χά­ρι­τος καί τῆς ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κῆς ἀ­λή­θειας τοῦ Ἁ­γί­ου Τρι­α­δι­κοῦ Θε­οῦ σέ πα­ρα­φυά­δα τοῦ παν­θρη­σκεια­κοῦ συ­νο­νθυ­λεύ­μα­τος, σέ μί­α «ἑ­τε­ρό­τη­τα» μέ­σα στήν «ποι­κι­λί­α θε­ο­λο­γι­κῆς ἐκ­φρά­σε­ως», σέ μί­α «πτυ­χή τῆς ἀ­λή­θειας» στά πλαί­σια τῆς «ἑ­νό­τη­τος ἐν τῇ ἀ­λη­θεί­ᾳ».
Ἡ ἀ­πάν­τη­σή μας σέ ὅ­λα αὐ­τά καί σέ ὅ­λους αὐ­τούς θά εἶ­ναι ἄ­με­ση καί ἀ­πο­φα­σι­στι­κή. Θά δεί­ξου­με ὅ­λοι μας ἐ­γρή­γορ­ση καί ἐ­νερ­γο­ποί­η­ση, τόλ­μη καί ἀ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα, ἀ­φύ­πνι­ση καί ἀν­τί­στα­ση γιά τήν ἀ­να­τρο­πή ὅ­λων τῶν ἀν­τορ­θό­δο­ξων καί ἀν­θελ­λη­νι­κῶν σχε­δια­σμῶν. Ἀν­τί­στα­ση ἐ­πί­μο­νη καί ἀ­πο­τε­λε­σμα­τι­κή· ἀν­τί­στα­ση ὀρ­γα­νω­μέ­νη καί ὄ­χι ἐ­πι­φα­νεια­κή, πού θά στη­ρί­ζε­ται κυ­ρί­ως στόν προ­σω­πι­κό μας ἁ­για­σμό, τήν νή­ψη, τήν προ­σευ­χή καί τήν με­λέ­τη. Θά στη­ρί­ζε­ται στό ὁ­μο­λο­για­κό μας φρό­νη­μα καί τήν μαρ­τυ­ρι­κή μας δι­ά­θε­ση· στήν δι­ά­θε­ση νά ὑ­πο­στοῦ­με ὁ­ποι­α­δή­πο­τε θυ­σί­α κι ἄν χρεια­στεῖ γιά τήν ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη μας. Θά στη­ρί­ζε­ται κυ­ρί­ως καί πρω­ταρ­χι­κά στήν ἐ­νί­σχυ­ση καί τήν βο­ή­θεια τῆς παν­σθε­νοῦς δυ­νά­με­ως καί τῆς χά­ρι­τος τοῦ Ἁ­γί­ου Τρι­αδι­κοῦ Θε­οῦ μας, πού θά συν­τρί­ψει καί θά ἐ­ξα­λεί­ψει κά­θε ἀ­πό­πει­ρα καί κά­θε σχε­δια­σμό ἀλ­λοι­ώ­σε­ως τῆς σώ­ζου­σας ἀ­λή­θειας τῆς Μί­ας Ἁ­γί­ας Κα­θο­λι­κῆς καί Ἀ­πο­στο­λι­κῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
αντιγραφη απο ΑΚΤΙΝΕΣ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ

 

«Ο άγιος Αμβρόσιος αναπτύχθηκε στη μεγαλόδοξη πόλη Ρώμη, ήταν ένας από τη Σύγκλητο και τηρούσε πάντοτε την αλήθεια και στα λόγια και στα έργα. Κατά προσφυή τρόπο υπήρξε ένα είδος ζυγού και στάθμης του δικαίου, αποφασίζοντας σε όλες τις περιπτώσεις που του τύχαιναν όχι διφορούμενα αλλά σταθερά και ορθά. Γι’ αυτό και οι ευσεβείς βασιλείς Κωνσταντίνος και Κώνστας, υιοί του μεγάλου Κωνσταντίνου, του εμπιστεύθηκαν την ηγεμονία της Ιταλίας. Χωρίς ακόμη να έχει βαπτιστεί, ευρισκόμενος στην τάξη των κατηχουμένων, ζούσε την αρετή και την καθαρότητα του βίου όχι λιγότερο από εκείνους που ήδη ήταν μέλη της Εκκλησίας και μετείχαν στα Μυστήρια. Με απόφαση του βασιλιά Ουαλεντιανού ο άγιος Αμβρόσιος προχειρίζεται αρχιερέας της Εκκλησίας των Μεδιολάνων, γιατί εκείνον τον καιρό απέθανε ο προηγούμενος επίσκοπος, οπότε μαζί με το βάπτισμα που έλαβε, διήλθε κατά την τάξη της Εκκλησίας όλους τους βαθμούς της ιερωσύνης, φτάνοντας στον τελευταίο. Έκτοτε δίδασκε την ορθόδοξη πίστη και ζωή καλώς και ορθώς, κρατώντας την Εκκλησία μακριά από κάθε αίρεση και υπερασπιζόμενος αυτούς που αγωνίζονταν κατά των αιρέσεων του Αρείου και του Σαβελλίου και του Ευνομίου. Συνέταξε διάφορα βιβλία υπέρ της ευσεβούς πίστεως, ενώ όταν ο βασιλιάς Θεοδόσιος ήλθε στην πόλη των Μεδιολάνων, μετά από διαταγή του να φονευτούν πολλοί στη Θεσσαλονίκη, τον εμπόδισε να εισέλθει στην Εκκλησία, θυμίζοντάς του αυτά που είχε αποτολμήσει να κάνει και διδάσκοντάς τον πόση διαφορά υπάρχει μεταξύ ιερωμένου, λαϊκού και βασιλιά. Κι αφού τον νουθέτησε να μη προσέρχεται στα θεία με αυθάδεια και αναίδεια, τελείωσε τη ζωή του με καλά γηρατειά».
Ο υμνογράφος του αγίου Αμβροσίου, ο άγιος Ιωσήφ, βλέπει κατά πρώτον τον άγιο να είναι στεφανωμένος με δύο στεφάνια: αυτό του καλού ηγεμόνα και αυτό του αρχιερέα. Θεωρεί ότι ο τρόπος που άσκησε την κοσμική εξουσία ήταν παρόμοιος με τον τρόπο που έδρασε ως κληρικός, γι’ αυτό και τον χαρακτηρίζει και για τα δύο ως «οικονόμον της χάριτος». Ο υμνογράφος προφανώς αποδέχεται την κυριαρχούσα άποψη στο Βυζάντιο ότι η κοσμική ηγεμονία λειτουργεί μέσα στα πλαίσια της εκ Θεού δοθείσης εξουσίας, οπότε ως διάκονος του Θεού κατανοείται και ο εκάστοτε ηγεμών, αρκεί και εκείνος να έχει την ίδια συνείδηση. «Ηγεμονίας τον θρόνον κατακοσμών αρεταίς, εξ επιπνοίας θείας τον της ιεραρχίας προσφόρως εκομίσω∙ όθεν πιστός οικονόμος της χάριτος εν αμφοτέροις Αμβρόσιε γεγονώς, διπλούν στέφανον κεκλήρωσαι». (Κατακόσμησες με αρετές τον θρόνο της ηγεμονίας σου, και έλαβες με καλό τρόπο από θείο φωτισμό τον θρόνο της ιεραρχίας. Γι’ αυτό και έγινες πιστός οικονόμος της χάρης του Θεού και στα δύο, Αμβρόσιε, οπότε και δέχτηκες διπλό στεφάνι). Είναι ευνόητο βεβαίως ότι ο άγιος Ιωσήφ θέλει εξαρχής να τονίσει ότι εκείνος που έφτασε να γίνει άγιος αρχιερέας, ήταν ο ίδιος που δρούσε ως άγιος και στα κοσμικά του καθήκοντα. Ο άγιος είναι άγιος σε όλη τη διαδρομή της ζωής του και δρα ως άγιος σε όποιο έργο αναλαμβάνει.
Εκεί που έχουμε μία καθολική σχεδόν θεώρηση της δράσεως του αγίου Αμβροσίου είναι στο κάθισμα του όρθρου. Σημειώνει ο ποιητής: «Λόγους ζωής Πάτερ σοφέ κεκτημένος, τας διανοίας των πιστών καταρδεύεις και καρποφόρους χάριτι δεικνύεις αεί∙ των αιρετιζόντων δε κατακλύζεις τας φρένας∙ χάριν αναβλύζων τε ιαμάτων εκπλύνεις παθών παντοίων ρύπον αληθώς, ιερομύστα θεόφρον Αμβρόσιε». Δηλαδή: Έχοντας αποκτήσει λόγους ζωής, πάτερ σοφέ, ποτίζεις τις διάνοιες των πιστών και τους αναδεικνύεις πάντοτε με τη χάρη του Θεού καρποφόρους. Τα μυαλά όμως των αιρετικών τα εξαφανίζεις. Κι από την άλλη αναβλύζοντας τη χάρη των ιαμάτων ξεπλένεις τον ρύπο των κάθε είδους παθών αληθινά, ιερομύστα θεόφρον Αμβρόσιε. Ο άγιος, με άλλα λόγια, αναδείχτηκε μεγάλος και σπουδαίος δάσκαλος της πίστεως, εξολοθρευτής των αιρέσεων, θαυματουργός άγιος.
Πράγματι, εκεί που αναδείχτηκε στον πιο μεγάλο βαθμό το ταλέντο του αγίου Αμβροσίου ήταν στη διδασκαλία της πίστεως. Ο άγιος Αμβρόσιος υπήρξε μέγας δάσκαλος και για τη Δύση που έδρασε, αλλά και για την Ανατολή. Και τούτο γιατί πέραν του φωτισμού που είχε από τον Θεό, αξιοποίησε και όλες τις φυσικές δυνάμεις του στο να εκμάθει την ελληνική γλώσσα, και συνεπώς να έλθει σε επαφή με τα θεόπνευστα κείμενα των μεγάλων Πατέρων της Ανατολής, του αγίου Αθανασίου, του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Μέσω αυτού μάλιστα μεταγγίστηκε η πατερική αυτή γνώση και στη Δύση, μία προσφορά κολοσσιαία όντως του αγίου Αμβροσίου. Ο άγιος Αμβρόσιος αφομοίωσε δημιουργικά όλη αυτή τη θεολογία και προσπάθησε να τη μεταφέρει στους πιστούς του με τον πιο άμεσο και καίριο τρόπο. Ο υμνογράφος του λοιπόν, γνώστης όλης αυτής της καταστάσεως, εξαντλεί το μεγαλύτερο ποσοστό των ύμνων του προκειμένου να αναδείξει ακριβώς αυτό το θεόσδοτο χάρισμά του. «Ο Λόγος ο του Θεού σοφίας σοι λόγον δεδώρηται, κεκοσμημένον γλώσση αληθεί, ιεράρχα Αμβρόσιε» (ο Λόγος του θεού, ο Χριστός, σου έχει δωρήσει λόγο σοφίας, διακοσμημένο με αληθινή γλώσσα, ιεράρχα Αμβρόσιε)∙ «Μεμυημένος, Ιεράρχης ως ένθεος όσιε, πάσαν νόησιν Γραφής τοις αγνοούσι, Αμβρόσιε Πάτερ, τα δισέφικτα τρανώς εσάφησας» (Μυημένος στα του Θεού σαν ένθεος ιεράρχης όσιε, εξήγησες με καθαρό τρόπο τα δύσκολα της Γραφής σ’ αυτούς που αγνοούσαν κάθε κατανόησή της)∙ «Γεωργός ανεδείχθης τέμνων την της πίστεως ευθείαν άρουραν και διδασκαλίας επισπείρων Θεόσοφε δόγματα» (Αναδείχτηκες γεωργός, Θεόσοφε, καλλιεργώντας το ίσιο χωράφι της πίστεως και σπέρνοντας τα δόγματα της διδασκαλίας).
Πάνω σ’ αυτό το χάρισμα της διδασκαλίας του αγίου θα πρέπει να επισημάνουμε δύο στοιχεία, που επισημαίνει και ο υμνογράφος: αφενός το γεγονός ότι ο Αμβρόσιος, μέσα στην ποιμαντική του αγωνία, συνέθεσε και ύμνους λειτουργικούς, προκειμένου πιο εύκολα να αφομοιωθούν οι διδασκαλίες του από τον πιστό λαό, κάτι που έχει μείνει στην ιστορία ως το «Αμβροσιανό μέλος» - «Νομοθεσίαις ταις του Σωτήρος συ επόμενος, Πάτερ, το δοθέν σοι τάλαντον εμμελώς, ως οικέτης αγαθότητος, επολυπλασίασας, δεσποτικής χαράς αξιούμενος» (Ακολουθώντας τις νομοθεσίες του Σωτήρα Χριστού, Πάτερ, πολλαπλασίασες το τάλαντο που σου δόθηκε με εμμελή τρόπο, σαν δούλος καλός, γινόμενος έτσι άξιος της χαράς του Δεσπότη Χριστού) – αφετέρου ότι ο άγιος Αμβρόσιος τη διδασκαλία του την συνδύαζε πάντοτε με την αγία ζωή του. Ο άγιος δηλαδή δεν δίδασκε κάτι που ο ίδιος δεν το είχε φτάσει, σύμφωνα και με του Κυρίου την υπόδειξη: «ο ποιήσας και διδάξας μέγας κληθήσεται», οπότε η διδασκαλία του συνδυασμένη με την αγία βιοτή του έφθανε στους πιστούς ως κυριολεκτικά ευώδες θυμίαμα που κατευωδίαζε τις αισθήσεις τους. «Ο λειμών των δογμάτων σου και θεολαμπής σου βίος, πανεύφημε, ως συνθέσεως θυμίαμα, κατευωδιάζει τας αισθήσεις ημών».
Ο άγιος Αμβρόσιος υπήρξε όμως και μέγας αντιαιρετικός. Ήταν ο μόνος στη Δύση, που έχοντας, όπως είπαμε, μελετήσει και αφομοιώσει τη θεολογία των Πατέρων της Ανατολής, κατενόησε αμέσως τον κίνδυνο των αιρεσιαρχών Αρείου, Σαβελλίου, Ευνομίου. Γι’ αυτό και απεδύθη σε αγώνα εξαλείψεως των αιρέσεων αυτών και αποκρούσεώς τους, ώστε να απομακρυνθούν από τα όρια της ευθύνης του. Το γεγονός αυτό βεβαίως τον κατέστησε όριο πίστεως κυρίως για τη Δύση, ώστε όλων τα βλέμματα να είναι στραμμένα σ’ εκείνον, όπως αντιστοίχως συνέβαινε για παράδειγμα στην Ανατολή με τον μέγα Βασίλειο. «Πανσόφοις και ιεροίς σου δόγμασι, την αρειανόφρονα αποδιώξας λύμην, ως ποιμήν επί χλόην εποίμανας ορθοδοξίας, Πάνσοφε, τα λογικά σου πίστει θρέμματα» (Με τα πάνσοφα και ιερά σου δόγματα έδιωξες μακριά την ακαθαρσία της αίρεσης του Αρείου, Πάνσοφε, κι ως Ποιμένας ποίμανες πάνω στη χλόη της ορθοδοξίας τα λογικά σου με την πίστη πρόβατα). Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωσήφ χαρακτηρίζει μεταξύ άλλων τον Αμβρόσιο «μάχαιραν πιστών εστιλβωμένη» και σάλπιγγα της εορτής της Σαρκώσεως του Θεού, που ως μάχαιρα κατακόβει τα θράση των αιρέσεων, ενώ ως σάλπιγγα διεγείρει τους πάντες στην αληθινή πίστη. «Ως μάχαιρα πιστών εστιλβωμένη δείκνυσαι, και σάλπιγξ της ευσήμου Εορτής, τα θράση των αιρέσεων τμητικώς συγκόπτουσα και πάντας διεγείρουσα». Δεν είναι τυχαίο, γι’ αυτό, ότι μπόρεσε με τη χάρη του Θεού να ελκύσει στη χριστιανική πίστη τον μέγα Αυγουστίνο, ο οποίος μέχρι να γίνει χριστιανός, ταλαιπωρείτο στα μονοπάτια των διαφόρων φιλοσοφιών και θεοσοφιών.
Μέσα στα πλαίσια του αντιαιρετικού αγώνα του αγίου Αμβροσίου πρέπει να εντάξουμε και τον αγώνα του κατά της πρακτικής αίρεσης, της αίρεσης του βίου, δηλαδή τον ανορθόδοξο τρόπο ζωής. Κι αυτό κυρίως το έκανε προσφέροντας ανόθευτη την ορθόδοξη πίστη, αλλά και ελέγχοντας τους θρασείς, έστω κι αν βρίσκονταν σε υψηλότατες θέσεις, ακόμη και του βασιλιά. Είναι γνωστό σε όλους, το λέει άλλωστε και το συναξάρι, πώς έλεγξε και τον ίδιο τον Μεγάλο Θεοδόσιο και του έβαλε κανόνα, μέχρι να γίνει και πάλι δεκτός στην Εκκλησία. Ο υμνογράφος του αγίου δεν αφήνει βεβαίως ασχολίαστη αυτήν την ακεραιότητα και ευθύτητα του αγίου Αμβροσίου. Τον παραλληλίζει μάλιστα εν προκειμένω με τον προφήτη Ηλία και τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. «Τον προφήτην Ηλίαν ζηλοτυπών, Ιωάννην ωσαύτως τον Βαπτιστήν, ανδρείως διήλεγξας Βασιλείς ανομήσαντας». (Ζηλεύοντας τον προφήτη Ηλία, όπως και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, έλεγξες με ανδρεία βασιλείς που ανόμησαν). «Ο ζήλος σου Ηλιού ζήλον μιμείται Μακάριε∙ βασιλέα γαρ πιστόν, χρανθέτα τοις αίμασιν, ελέγξας απήλασας θείων περιβόλων, το αιδέσιμον φυλάττων Θεού». (Ο ζήλος σου, μακάριε Αμβρόσιε, μιμείται τον ζήλο του προφήτη Ηλία. Διότι έλεγξες τον πιστό βασιλιά, που μολύνθηκε όμως από το αίμα που έχυσε, και τον απομάκρυνες από τον θείο περίβολο της Εκκλησίας, φυλάσσοντας έτσι τον σεβασμό του Θεού). Είναι ευνόητο ότι μία τέτοια στάση έναντι της κοσμικής εξουσίας προϋποθέτει άνθρωπο που έχει μεταθέσει την ύπαρξή του στον ίδιο τον Θεό και γι’ αυτό δεν εξαρτά την πορεία του από τη γνώμη και τη διάθεση των εκάστοτε κρατούντων.
Και τέλος, ο άγιος υπήρξε μέγας θαυματουργός. Ο Θεός τον χαρίτωσε λόγω της κεκαθαρμένης καρδίας του και των πολλών αρετών του («Σώμα και καρδίαν και τον νουν προκαθηράμενος παθών συγχύσεως, πυρφόρον έλλαμψιν άνωθεν εισεδέξω την του Πνεύματος, ώσπερ οι θείοι μαθηταί, Αμβρόσιε», δηλαδή: Προκαθάρθηκες κατά το σώμα και την καρδία και τον νου από τη σύγχυση των παθών, Αμβρόσιε, οπότε δέχτηκες από τον Θεό την πυρφόρα έλλαμψη του αγίου Πνεύματος, σαν τους θείους μαθητές του Χριστού), όχι μόνο να κάνει θαύματα με την προσευχή και τη μεσιτεία του προς τον Θεό, αλλά και με μόνη την επαφή με το ρούχο του. «Μεγίστην χάριν προς Θεού δεδεγμένος και δύναμιν σης εσθήτος επαφή, ποικίλα πάθη, Αμβρόσιε Πάτερ, εθεράπευσας των προσιόντων σοι» (Δέχτηκες μεγίστη χάρη και δύναμη από τον Θεό, Πάτερ Αμβρόσιε, γι’ αυτό και θεράπευσες ποικίλα πάθη αυτών που προσέρχονταν σε σένα, και με μόνη την επαφή της εσθήτας σου). «Ταις αυτού πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς».

Χριστούγεννα Παγκοσμιοποιημένα ή Ελληνορθόδοξα;


Γραφει ὁ Γεώργιος Ἔξαρχος, ἐκπαιδευτικός
Πολλὲς φορὲς κατὰ τὸ πάρελθον ἐπεχειρήθη νὰ καταργηθῇ ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγεννων διὰ τῆς βίας ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας. Τὸ 1644 στὴν Βρεττανία, ὁ Ὄλιβερ Κρόμγουελ καὶ τὸ κόμμα τῶν πουριτανῶν, ἐθέλησαν νὰ καταργήσουν μὲ νόμο τὰ Χριστούγεννα. Ἔτσι ἡ ἥμερα ἀπηγορεύθη νὰ εἶναι ἀργία, ἡ δὲ βουλὴ συνεδρίαζε κάθε χρόνο τὴν ἥμερα τῶν Χριστουγέννων γιά περισσότερο ἀπὸ μία δεκαετία. Τὸν περασμένο αἰῶνα στὴν κομμουνιστικὴ Ῥωσσία εἶχαν ἀπαγορευθῇ τὰ Χριστούγεννα ἀπὸ τὸ 1917 ὡς τὸ 1990 ὁπὀτε καὶ κατέρρευσε τὸ καθεστώς. Ἐπὶ κυβερνήσεως δὲ Στάλιν εἶχαν ἀντικατασταθῇ ἀπὸ τὰ σταλινούγεννα!
Ἡ χειρότερη ὅμως πολεμικὴ τῶν Σιωνιστῶν εἲναι αὐτὴ τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὁποία μεταβάλῃ τὸ ὑπερκόσμιο γεγονὸς σὲ ἐγκόσμιο καὶ ὑλιστικό. Ἐφθάσαμε σήμερα, νὰ προβάλουμε μία ἐντελῶς εἰδωλολατρικὴ ἀτμόσφαιρα στὰ σπίτια μας καὶ ὡς ἐκ τούτου καὶ στὴν κοινωνία μας, ἀφοῦ ἔτσι μᾶς προτιμᾷ ἡ παγκοσμιοποίηση καὶ ἡ κίνηση τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Στὶς ΗΠΑ οἱ λεγόμενοι «πολιτικὰ ὀρθοὶ Ἀμερικανοί», ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς μὴ προσβολῆς τάχα τῶν ἀλλοθρήσκων (βλέπε καὶ τοὺς ἐν Ἑλλάδι διαννοουμένους) ἔχουν ἐπιδοθῇ σὲ ἔναν ἀγῶνα ἀπαλείψεως κάθε ἀναφορᾶς στὰ Χριστούγεννα. Ὅμως καὶ στὴν ὀρθοδόξη(;) πατρίδα μας εἶναι δυσεύρετες πλέον...

οἱ εὐχετήριες κάρτες ποὺ ἀναγράφουν «καλὰ Χριστούγεννα», ἀφοῦ βεβαίως ὁ νεοέλληνας μόνον ὡς ἀπλὲς γιορτὲς ἤ διακοπὲς ἐκλαμβάνει τὰ Χριστούγεννα. Ἀκόμη καὶ ἡ «ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟΣ» συγχρονισμένη σὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα καὶ ὄχι στὸ ἑλληνορθόδοξο (ρωμαίικο) γράφει ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα τοῦ 2004 σὲ ὅλες τὶς φωτεινὲς ἐπιγραφὲς της «καλὲς γιορτὲς».
Ἐπιπροσθέτως κατάφερε δυστυχῶς ἡ παγκοσμιοποίηση νὰ πιστέψουμε πὼς Χριστούγεννα χωρὶς δένδρο δὲν ὑφίστανται!!! Τὸ δένδρο κατέληξε νὰ εἶναι τὸ παγκόσμιο σύμβολο τῶν Χριστουγέννων καὶ ταυτοχρόνως κατέληξε νὰ βρίσκεται στὸ ἐπίκεντρό τῆς ἑορτῆς, μετατοπίζοντας τὴν προσοχή μας καὶ ἀπὸ Αὐτὸ τὸ Θεῖο Βρέφος. Τὸ ἔθιμο αὐτὸ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὶς ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας, πρὶν ἀπὸ δύο αἰῶνες ἦταν τελείως ἄγνωστο σὲ ὅλο τὸν κόσμο πλὴν τῆς Γερμανίας καὶ ἔχει παντελῶς παγανιστικὲς ρίζες. Γράφει ὁ π. Θ. Ζήσης, καθηγητὴς πανεπιστημίου στὴν θεολογικὴ σχολή: «Ἀπὸ τὶς πληροφορίες τῶν πηγῶν, τῆς βιβλιογραφίας καὶ τῆς ζωντανῆς ἐμπειρίας καὶ πραδόσεως δὲν ἀπομένει ἴχνος ἀμφιβολίας περὶ τοῦ ὅτι τὸ χριστουγεννιάτικο δένδρο εἶναι ξενόφερτο ἔθιμο. Ἀποτέλει αὐτὸ κατασταλλαγμένη καὶ ἀμάχητη γνώση.»1 Ὅπως ἔγραψε καὶ ὁ καθηγητὴς λαογραφίας Δ. Λουκάτος ἐμφανίστηκε γιὰ πρώτη φόρα τὸ 1833 στὸ Ναυπλιο ἐπὶ Ὀθωνος. Ἀπὸ τότε ἐπεκτάθηκε στὶς λίγες ἀριστοκρατικὲς οἰκογένειες τῶν Ἀθηνῶν. Ἕναν αἰῶνα μετά, κατὰ τὴν γερμανικὴ κατοχή, ἐπεκτάθηκε καὶ στὰ εὐρύτερα λαϊκὰ στρωματά. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση καὶ μάλιστα μετὰ τὸ 1950 διεδόθηκε περισσότερο ἀπὸ τοὺς Ἀγγλους καὶ τοὺς Ἀμερικανοὺς ποὺ παρέμειναν στὴν Ἑλλάδα.
Κι ἂν δὲν νοοῦνται Χριστούγεννα χωρὶς δένδρο, ὁμοίως δὲν νοοῦνται Χριστούγεννα χωρὶς «Ἀη Βασίλη»! Ἀκόμη καὶ ὡς πρὸς τὸ ὄνομά του ἡ παγκοσμιοποιημένη ἐκδοχὴ τοῦ ἄη Βασίλη προκαλεῖ σύγχυση. «Σάντα Κλάους» τὸν λένε οἱ Δυτικοί, ὄνομα ποῦ παραπέμπει στὸν Ἅγιο Νικόλαο. Ὑπάρχει ὅμως σύγκριση; Ἀπὸ τὴν Ἑσπερία (Σκανδιναυία) ὁ ἕνας, ἀπὸ τὴν Ρωμανία (Βυζάντιο) ὁ ἕτερος. Λίαν στρουμπουλὸς ὁ ἕνας, μᾶλλον ἀσκητικὸς καὶ ὀλιγαρκὴς ὁ δεύτερος. Γέρος μὲ λευκὴ γενειάδα ὁ φράγκος, νέος μὲ μαῦρα μακριὰ γένεια ὁ δικός μας.
Ὅταν κάποιοι μιμοῦνται τὴν ζωὴ ἑνὸς Ἅγιου κατὰ τὴν προτροπὴ τῆς ἐκκλησίας μας «ἑορτὴ Ἅγιου, μίμησις Ἅγιου», κάποιοι ἄλλοι ντύνονται μὲ τὴν στολὴ τοῦ «χονδροβασίλη» καὶ κυκλοφοροῦν στοὺς δρόμους ὡσὰν καρνάβαλοι, διότι δὲν ὑπάρχει κάτι ἀνώτερο νὰ τοὺς ἐμπνεύσει!
Ὁ «Ἀη Βασίλης» ὅμως συνεπάγεται καὶ πολλὰ δῶρα! Στὶς ΗΠΑ ὑπολογίζεται ὅτι τὰ δῶρα ὑπερβαίνουν τὸ 0,5% τοῦ ΑΕΠ. Στὴν Ν. Ὑορκη, μάλιστα, ἡ τελετὴ τῆς ἁφῆς τοῦ χριστουγεννιάτικου δένδρου, ἐγκαινιάζει ἐπισημως μία περίοδο ξέφρενων ἀγορῶν ποὺ τελειώνουν μὲ τὶς ἐκπτώσεις στὶς ἀρχὲς τοῦ χρόνου! Ἡ ὑπερκατανάλωση, δηλαδή, σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο!
Τὸ χειρότερο ὅμως εἶναι ὅτι ἡ παραδοσιακὴ Θεία Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὰ ξενύχτια , τὰ «ρεβεγιὸν» καὶ τὴν χαρτοπαιξία. Τόσο ὅμως ὁ 43ος κανόνας τῶν Ἀποστόλων, ὅσο καὶ ὁ 50ος τῆς ΣΤ Οἰκουμενικῆς Σύνοδου καταδικάζουν μὲ ἀφορισμὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ παίζουν μὲ χρήματα! Συνεπῶς, στὴν «ὅλη μαγεία τῶν Χριστουγέννων» εἶναι ἐντεταγμένα καὶ τὰ παιχνίδια τῆς τύχης, τὰ ὁποία μαζὶ μὲ ὅλα τὰ παραπάνω, θὰ μᾶς κάνουν νὰ νοιώσουμε ὡραία καὶ κάπως διαφορετικὰ ἀπὸ τὶς ἄλλες μέρες! Πραγματικά, μὲ πόσο κατώτερα ἀλλὰ καὶ πόσο ἐπιβλαβῆ πράγματα ἐπιχειρεῖται νὰ ὑποκατασταθῆ ἡ Πίστη τοῦ Χριστοῦ!
Ἡ παγκοσμιοποίηση, ὅμως, καὶ ἡ Νέα Ἐποχὴ δὲν θὰ παύσουν νὰ παραγάγουν ἑορτὲς δῆθεν Χριστιανικὲς (ὅπως τοῦ ἀνυπάρκτου Ἁγίου Βαλεντίνου) ἡ καὶ νὰ προσπαθοῦν νὰ καταργοῦν μὲ τὸν τρόπο τους τὶς Χριστιανικὲς (ὅπως αὐτὴ τῶν γενέθλιων μὲ τὴν ὁποία ἐπιχειρεῖται ἡ κατάργηση τῆς ὀνομαστικῆς ἑορτῆς).
Ἐξάλλου ὅταν ἀποδίδουμε στὰ Χριστούγεννα τὸ πραγματικό τους νόημα καὶ ὅταν τὰ ἑορτάζουμε πνευματικά, τότε ἐπιτυγχάνεται καὶ ὁ μέγας σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Ὅσον ἀφορᾷ δὲ τὸ λεγόμενο χριστουγεννιατικο κλίμα, δεν ἐχουμε ἀνάγκη τὰ ξενόφερτα-φράγκικα ἔθιμα.
Ἀντὶ τοῦ στολισμοῦ ἑνὸς δένδρου ἂς καταφύγουμε στὸν στολισμὸ ἑνὸς καραβιοῦ, ὅπως ἐκαναν καὶ οἱ πρόγονοί μας, τὸ ὁποῖο συμβόλιζε τὴν ἐκκλησία. Ἂς ψαλλουμε τὰ κάλαντα, μιμούμενοι τὰ κάλαντα τῶν ἀγγέλων, ποὺ ἐκεῖνο τὸ βράδυ στὴν Βηθλεὲμ ἀνήγγειλαν τὸ χαρμόσυνο γεγονὸς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἂς κόψουμε τὴν βασιλόπιττα τιμῶντας ἔτσι τὸν Μέγα Βασίλειο. Μὰ πάνω ἀπὸ ὅλα ἂς προσευχηθοῦμε νὰ γεννηθῇ καὶ φέτος ὁ Χριστὸς στὴν καρδιὰ μας…
Ἂς προσπαθήσουμε ἀπὸ τοῦδε καὶ στὸ ἑξῆς νὰ ζήσουμε τὰ Χριστούγεννα πιό… ρωμέῃκα!

1.βλέπε π. Θ. Ζήση: «Τὸ χριστουγεννιάτικο δένδρο. Ξενόφερτο καὶ ἀντιχριστιανικό»

Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων

.
Ὁ Ἀμβρόσιος, διακεκριμένος Ρωμαῖος πολίτης, γεννήθηκε περίπου τὸ 340 μ.Χ.
Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία καὶ νομικά. Στὰ Μεδιόλανα ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δικαστή. Φύλασσε μὲ λόγια καὶ ἔργα τὴν ἀλήθεια καὶ ἀπέδιδε ἀντικειμενικὰ τὴν δικαιοσύνη , ἂν καὶ δὲν εἶχε βαπτισθεῖ ἀκόμα χριστιανός. Ὅσον ἀφορὰ σ’ αὐτὸ ὅμως, ἀπαντᾶ ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς:
«Ἀλλ’ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι». Δηλαδή, σὲ κάθε ἔθνος, ὅποιος σέβεται τὸν Θεὸ καὶ πολιτεύεται στὴν ζωή του μὲ δικαιοσύνη, εἶναι δεκτὸς ἀπ’ Αὐτὸν καὶ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀρέσει σ’ Αὐτόν.

Καὶ πράγματι, ὁ Ἀμβρόσιος μὲ τὴν ζωή του ἄρεσε στὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ βαπτισθεῖ χριστιανός, νὰ γίνει ἔπειτα ἀναγνώστης, καὶ ἀφοῦ μέσα σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα πέρασε ὅλους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς βαθμούς, μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ βασιλιὰ Οὐαλεντιανοῦ τοῦ Α’, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων. Σὰν Ἐπίσκοπος, ὁ Ἀμβρόσιος ποίμανε ἄριστα τὸ ποίμνιό του, ἀγωνίστηκε κατὰ τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ στὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο δὲν ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθει στὸ ναό, παρὰ μόνο ὅταν μετάνιωσε εἰλικρινὰ γιὰ τοὺς φόνους ποὺ ἔκανε στὸν Ἱππόδρομο τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁ Ἀμβρόσιος πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 397 μ.Χ., σὲ ἡλικία 57 χρονῶν.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖος διδάσκαλος, καὶ ἱεράρχης σοφός, δογμάτων ἀκρίβειαν, μυσταγωγεῖς τοὺς πιστούς, Ἀμβρόσιε Ὅσιε· λύεις αἱρετιζόντων, τὴν ἀχλὺν τοῖς σοῖς λόγοις· φαίνεις τῆς εὐσεβείας, τὴν θεόσδοτον χάριν, ἐν ᾗ τοὺς σὲ γεραίροντας, συντήρει ἀπήμονας.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐσεβείας δόγμασι περιαστράπτων, ὡς φωστὴρ ἐξέλαμψας, τῇ οἰκουμένῃ ἐκ Δυσμῶν, καταφωτίζων τοὺς ψάλλοντας· χαίροις Πατέρων τὸ κλέος Ἀμβρόσιε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἱερέων ἡ καλλονή, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, στῦλος ὄντως ὁ θεαυγής· χαίροις Ὀρθοδόξων, δογμάτων μυστολέκτα, Ἀμβρόσιε τρισμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.
 

Π. Ἀνδρέας Κονάνος: Ἔνταση στὸ σπίτι, ἄγχος στὴ δουλειὰ


 




Ἅγιος Ἀμβρόσιος Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων (7 Δεκεμβρίου).

 




Ὁ Ἀμβρόσιος, διακεκριμένος Ρωμαῖος πολίτης, γεννήθηκε περίπου τὸ 340 μ.Χ.
Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία καὶ νομικά. Στὰ Μεδιόλανα ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δικαστή. Φύλασσε μὲ λόγια καὶ ἔργα τὴν ἀλήθεια καὶ ἀπέδιδε ἀντικειμενικὰ τὴν δικαιοσύνη , ἂν καὶ δὲν εἶχε βαπτισθεῖ ἀκόμα χριστιανός. Ὅσον ἀφορὰ σ’ αὐτὸ ὅμως, ἀπαντᾶ ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς:
«Ἀλλ’ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι». Δηλαδή, σὲ κάθε ἔθνος, ὅποιος σέβεται τὸν Θεὸ καὶ πολιτεύεται στὴν ζωή του μὲ δικαιοσύνη, εἶναι δεκτὸς ἀπ’ Αὐτὸν καὶ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀρέσει σ’ Αὐτόν.
Καὶ πράγματι, ὁ Ἀμβρόσιος μὲ τὴν ζωή του ἄρεσε στὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ βαπτισθεῖ χριστιανός, νὰ γίνει ἔπειτα ἀναγνώστης, καὶ ἀφοῦ μέσα σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα πέρασε ὅλους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς βαθμούς, μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ βασιλιὰ Οὐαλεντιανοῦ τοῦ Α’, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων. Σὰν Ἐπίσκοπος, ὁ Ἀμβρόσιος ποίμανε ἄριστα τὸ ποίμνιό του, ἀγωνίστηκε κατὰ τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ στὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο δὲν ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθει στὸ ναό, παρὰ μόνο ὅταν μετάνιωσε εἰλικρινὰ γιὰ τοὺς φόνους ποὺ ἔκανε στὸν Ἱππόδρομο τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁ Ἀμβρόσιος πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 397 μ.Χ., σὲ ἡλικία 57 χρονῶν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖος διδάσκαλος, καὶ ἱεράρχης σοφός, δογμάτων ἀκρίβειαν, μυσταγωγεῖς τοὺς πιστούς, Ἀμβρόσιε Ὅσιε· λύεις αἱρετιζόντων, τὴν ἀχλὺν τοῖς σοῖς λόγοις· φαίνεις τῆς εὐσεβείας, τὴν θεόσδοτον χάριν, ἐν ᾗ τοὺς σὲ γεραίροντας, συντήρει ἀπήμονας.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐσεβείας δόγμασι περιαστράπτων, ὡς φωστὴρ ἐξέλαμψας, τῇ οἰκουμένῃ ἐκ Δυσμῶν, καταφωτίζων τοὺς ψάλλοντας· χαίροις Πατέρων τὸ κλέος Ἀμβρόσιε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἱερέων ἡ καλλονή, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, στῦλος ὄντως ὁ θεαυγής· χαίροις Ὀρθοδόξων, δογμάτων μυστολέκτα, Ἀμβρόσιε τρισμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...