Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 10, 2011

Περί πνευματικής αναισθησίας



† αρχιμανδρίτου ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ







«Αναισθησία εστ νενεκρωμένη αίσθησις, εκ χρο­νίας νόσου και αμελείας εις αναισθησίαν καταλήξασα.»
(Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ.)


«Οίδα σου τα έργα, ότι όνομα έχεις ότι ζης, και νεκρός ει. γίνου γρηγορών...»
(Αποκ. 3,1-2)



Σωματικές αισθήσεις, βλάβες και νέκρωσή τους.




Εάν κάποτε διαπιστώσουμε ότι μία αίσθησή μας δεν ανταποκρίνεται λειτουργικώς, ανησυχούμε και καταφεύγουμε στον γιατρό. Όταν επί παραδείγματι τα μάτια μας αλλοιώνουν το σχήμα ή το χρώμα των αντικειμένων, ή ακόμη τα αυτιά μας δεν μπορούν να συλλάβουν χαμηλής εντάσεως ή υψηλής συχνότητος ήχους, ομοίως ανησυχούμε, και καταφεύγουμε στον γιατρό. Εάν υπάρχει αυτή η κατάσταση, εάν δηλαδή οι αισθήσεις δεν μας πληροφορούν επακριβώς αλλά ασθενούν, τότε αντιλαμβάνεσθε ότι δεν μπορούμε να έχουμε εικόνα του εξωτερικού μας κόσμου. αλλά εάν δεν έχουμε εικόνα του εξωτερικού μας κόσμου, δεν μπορούμε να προσαρμοσθούμε σ' αυτόν.



Αν πάλι οι αισθήσεις μας, όλες οι αισθήσεις μας, έχουν νεκρωθεί, και η όραση και η ακοή και η όσφρηση και η γεύση και η αφή, τότε το σώμα, πριν ακόμη χωρισθεί από την ψυχή, θεωρείται ότι είναι νεκρό, ή μοιάζει με νεκρό σώμα. Τότε, στην περίπτωση αυτή, λέμε ότι ο άνθρωπος δεν διατηρεί τις αισθήσεις του, ή ακόμη ότι δεν έχει αίσθηση του περιβάλλοντός του. Ζει. αλλά δεν ακούει, δεν βλέπει, δεν αισθάνεται. Αν οι αισθήσεις εγκαταλείψουν ολότελα τον άνθρωπο, τότε θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι ένας ζωντανός νεκρός.



Οι πνευματικές αισθήσεις.



Αυτά αναφέρονται και συμβαίνουν στις φυσικές μας αισθήσεις. Αλλά, όπως γνωρίζετε, οι αισθήσεις, τα αισθητήρια, δεν αναφέρονται μόνο στο σώμα, αλλά αναφέρονται και στην ψυχή. Έχει και η ψυχή τα αισθητήριά της, και μάλιστα τα αντίστοιχα αισθητήρια με τα αισθητήρια του σώματος. δηλαδή έχουμε πνευματική όραση, πνευματική ακοή, πνευματική γεύση, και ούτω καθ' εξής.

Σ' αυτές μάλιστα τις πνευματικές αισθήσεις ο λόγος του Θεού αναφέρεται πολύ συχνά. μας πληροφορεί σε πολλά σημεία της η Αγία Γραφή γι' αυτές.

Για την πνευματική όραση, επί παραδείγματι, μας λέγει το εξής στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, στην επιστολή προς τον άγγελον, τον επίσκοπο της Λαοδικείας: «συμβουλεύω σοι», σε συμβουλεύω, «αγοράσαι παρ' εμού κολλούριον», να αγοράσεις από μένα κολλύριον, δηλαδή φάρμακο για τα μάτια -γενική ονομασία- «έγχρισον τους οφθαλμούς σου, ίνα βλέπης»1, βάλε φάρμακο στα μάτια σου, για να μπορείς να βλέπεις.



Ύστερα αυτός ο Κύριος έλεγξε τους Φαρισαίους και τους άρχοντες του λαού, οι οποίοι έβλεπαν τα θαύματά Του, αλλά δεν έβλεπαν. Και μάλιστα σημειώνει αυτό το περίεργο ο Κύριος: «Για τούτο έχω έλθει, λέει, ώστε οι τυφλοί να βλέπουν, και αυτοί που έχουν μάτια να γίνονται τυφλοί και να μη βλέπουν.»2 Ο τυφλός ομολογεί τον Ιησού Χριστόν και Θεόν, οι δε ανοιχτομάτηδες Φαρισαίοι και άρχοντες του λαού και το Συνέδριο τυφλώνονται συνειδητώς και οικειοθελώς, τυφλώνονται και παραγνωρίζουν το θαύμα.



Μάλιστα σ' εκείνον τον εκ γενετής τυφλό, που διά πολλών αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης3, επιμένουν και λέγουν: «Εσύ είσαι ο πρώην τυφλός, που καθόσουν εκεί στα σκαλοπάτια του ναού;». Καλούν τους γονείς× «Αυτός είναι ο γυιός σας;». Τον ξαναρωτούν: «Συ είσαι;». Γιατί τόση δυσπιστία; Όταν ο ίδιος λέγει «Ναι, εγώ είμαι. Αφού σας το είπα. εγώ είμαι!», δεν δυσπιστούν για τον τυφλό, αλλά δεν θέλουν να πιστέψουν σ' εκείνο το οποίο επιτέλεσε ο Χριστός, δεν θέλουν να αναγνωρίσουν τον Ιησού Χριστό. Γι' αυτό λοιπόν οι τυφλοί βλέπουν και ομολογούν, οι δε ανοιχτομάτηδες δεν βλέπουν και αρνούνται.



Ακόμα, για την ακοή, επανειλημμένως ο Κύριος έλεγε: «βλέπετε πώς ακούετε»4 -το κάναμε και ειδικό θέμα την προπερασμένη Κυριακή- προσέχετε πώς ακούτε× διότι πνευματική ακοή δεν είναι απλώς να χτυπήσουν οι λέξεις στα αυτιά και να καταγραφούν οι έννοιες στον εγκέφαλο και μετά να επεξεργασθεί τις λέξεις ως έννοιες πια ο εγκέφαλος. η πνευματική ακοή είναι η βαθύτερη κατανόηση των εννοιών που ο εγκέφαλος επεξεργάστηκε.


Για τη γεύση λέγει πάλι ο λόγος του Θεού: «γεύσασθε και οίδετε ότι χρηστός ο Κύριος»5, ελάτε να γευθείτε. Όχι απλώς να δείτε, όχι απλώς να ακούσετε, αλλά να γευθείτε -η γεύση είναι κάτι ακόμη πιο κοντινό- και να γνωρίσετε εξ αυτής της πνευματικής γεύσεως ότι ο Θεός είναι «χρηστός» -το χρη με ήτα- δηλαδή δοκιμάστε ότι ο Θεός είναι αγαθός.



Η απουσία των πνευματικών αισθήσεων.



Η απουσία αυτών των πνευματικών αισθήσεων οδηγεί, αγαπητοί μου, στο θλιβερό εκείνο κατάντημα που μας περιγράφει ο προφήτης Ησαΐας, στον οποίο αναφέρεται και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που η προφητεία του πραγματοποιείται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Λέγει: «Κύριε, τις επίστευσε τη ακοή ημών; και ο βραχίων Κυρίου τίνι απεκαλύφθη; τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπώρωκεν αυτών την καρδίαν, ίνα μη ίδωσι τοις οφθαλμοίς», για να μη δούνε με τα μάτια τους, «και νοήσωσι τη καρδία και επιστραφώσι, και ιάσομαι αυτούς.»6. Θλιβερό κατάντημα πνευματικής αναισθησίας!



Ώστε λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκτός από την σωματική αναισθησία, την έλλειψη δηλαδή κανονικής λειτουργίας των σωματικών αισθήσεων, έχουμε και την πνευματική αναισθησία; Ναι! Και είναι μάλιστα ένα φαινόμενο το οποίο όχι μόνο δεν είναι καθόλου σπάνιο, αλλά δυστυχώς συνηθέστατο, σε βαθμό πολλές φορές ανησυχητικώτατο. Αυτό ακριβώς θα είναι το θέμα μας σήμερα περί της πνευματικής αναισθησίας.



Η πνευματική αναισθησία του Ισραήλ.



Απ' αυτή την πνευματική ασθένεια ο Ισραήλ -αφού ο λόγος του Θεού αναφέρεται συνεχώς στον Ισραήλ- έπασχε πάντοτε. Από τους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης, και καθ' όλη την διάρκειά της, έως τους χρόνους της Καινής Διαθήκης- δυστυχώς και μέχρι σήμερα.



Ο ευαγγελιστής Ιωάννης πάλι θα σημειώσει για τον Ισραήλ, ως προς τα επιτελούμενα θαύματα του Κυρίου: «Τοσαύτα δε αυτοίς σημεία -του Κυρίου-πεποιηκότος έμπροσθεν αυτών -των Ιουδαίων- ουκ επίστευον εις αυτόν.»7 Γιατί δεν πίστευαν; Διότι δεν έβλεπαν. Τί δεν έβλεπαν; δεν έβλεπαν με τούτα τα μάτια; Με τούτα τα μάτια έβλεπαν, αλλά δεν έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής.



Αλλά ο Ισραήλ, σας είπα, πάσχει μέχρι σήμερα και επειδή ακριβώς ο Ισραήλ πάσχει μέχρι σήμερα απ' αυτή την πνευματική αναισθησία, εξ αιτίας του, επειδή ο ίδιος γίνεται αφορμή, πάσχει ολόκληρη η ανθρωπότητα. Και οι χριστιανικοί λαοί πάσχουν από τον Ισραήλ, διότι από την πνευματική του αναισθησία έχει ιδρύσει την Σιωνισμό, με τον οποίο στρέφεται εναντίον των χριστιανικών λαών.



Ο απόστολος Παύλος με πόνο ψυχής θα σημειώσει στη Β' Προς Κορινθίους επιστολή του το εξής: «επορώθη τα νοήματα αυτών», τα νοήματα των Ισραηλιτών δηλαδή πορώθηκαν. «άχρι γαρ της σήμερον το αυτό κάλυμμα επί τη αναγνώσει της παλαιάς διαθήκης μένει, μη ανακαλυπτόμενον ότι εν Χριστώ καταργείται, αλλ' έως σήμερον», και θα λέγαμε όχι μόνον τότε, τον 1ο αιώνα, αλλά μέχρι και σήμερα, τον 20ό αιώνα, «ηνίκα αναγιγνώσκεται Μωυσής, κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται»8.



«...κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται» !



Για να καταλάβετε το νόημα των λόγων, θα σας πω ένα ιστορικό σημείο, επί του οποίου στηρίζεται ο λόγος αυτός του αποστόλου Παύλου. Όταν ο Μωυσής κατέβηκε από το όρος Σινά, τη δεύτερη φορά, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, το πρόσωπό του, η όψη του, είχε δοξασθεί έλαμπε όπως το πρόσωπο του Ιησού Χριστού στο Θαβώρ, ακτινοβολούσε η όψη του. Ήταν ένα φως, το οποίο δεν μπορούσαν να δουν οι Ισραηλίτες τους δημιουργούσε μιαν απώθηση. Είναι το φως της δόξης του Θεού, είναι η δόξα του Θεού, η οποία έλκει και απωθεί. Πάντοτε ο Θεός έλκει και απωθεί έλκει εκείνους οι οποίοι είναι, θα λέγαμε, πρόσωπα κατάλληλα προς έλξη, και απωθεί εκείνους οι οποίοι είναι πρόσωπα κατάλληλα προς απώθηση. Γενικά όμως η παρουσία του Θεού έλκει και απωθεί.



Φοβάται ο απόστολος Πέτρος πάνω στο Θαβώρ και οι λοιποί Μαθητές φοβούνται, κι από τον φόβο πέφτουν κάτω. Μάλιστα η εικονογραφία μας παρουσιάζει με πολλή ζωηρότητα, θα 'λεγα αντιρρεαλιστικά, αυτή την κίνηση. Βλέπουμε έναν τόπο αυχμηρό, δηλαδή βραχώδη, με απότομες πλευρές, και βλέπουμε τους Μαθητές να πέφτουνε με το κεφάλι προς τα κάτω -θα 'χετε δει εικόνα της Μεταμορφώσεως- με το κεφάλι προς τα κάτω, τα χέρια μπροστά και τα πόδια πίσω ανοιγμένα, από τον φόβο τους! Παρουσιάζεται μία τέτοια κίνηση, που ίσως μόνο από γκρεμό αν έπεφτε κανείς στο χάος μέσα θα μπορούσε να παρουσιάσει τέτοια εικόνα. Και ταυτοχρόνως ο απόστολος Πέτρος λέγει: «Κύριε, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι.»9! Έλξη λοιπόν και άπωση. Αυτό είναι χαρακτηριστικό της θείας παρουσίας.



Έτσι λοιπόν οι Ισραηλίτες, όταν είδαν το πρόσωπο του Μωυσέως να φωτίζεται, να είναι δοξασμένο, φοβήθηκαν, τρόμαξαν δεν μπορούσαν ούτε να τον πλησιάσουν ούτε να μιλήσουν μαζί του. Γι' αυτό και τον παρακάλεσαν να βάλει ένα κάλυμμα στο πρόσωπό του, και με το κάλυμμα αυτό να τον πλησιάζουν και να του ομιλούν.൧൦

«Ηνίκα δ' αν επιστρέψη προς Κύριον, περιαιρείται το κάλυμμα.»11



Αλληγορεί τώρα ο Απόστολος το κάλυμμα αυτό του Μωυσέως. Βέβαια, όταν λέμε Μωυσής, εννοούμε Νόμος. Θυμηθείτε την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Όταν ο πλούσιος παρακαλεί τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο στον κόσμο να πει τα καθέκαστα του Άδου, ο Αβραάμ του λέγει: «έχουσι Μωυσέα και τους προφήτας»12. Όταν λέγει «έχουνε τον Μωυσέα», εννοεί έχουν τον Νόμο. Συνεπώς ο Μωυ­σής ταυτίζεται με τον Νόμο, επειδή είναι ο φορέας του Νόμου. Όχι ο συγγραφέας ο φορέας, ο μεταφορέας του Νόμου. Έτσι, όταν λέει ο απόστολος Παύλος ότι μέχρι σήμερα εκείνο το κάλυμμα που έβαλε ο Μωυσής υπάρχει στα μάτια αυτών, του λαού των Εβραίων, εννοεί ότι δεν μπορούν να ανακαλύψουν τον Χριστό μέσα στη Γραφή. Εκείνο ήτανε προσωρινό. Βγάλτε το κάλυμμα απ' τα μάτια σας, σαν να τους λέει, να δείτε τη Γραφή. Δεν το βγάζουν το 'χουνε μέχρι σήμερα αυτό το κάλυμμα κι άμα διαβάζουνε την Παλαιά Διαθήκη, όπως λέει εδώ ο απόστολος Παύλος, δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Μπορεί να δώσουν μύριες ερμηνείες και εξηγήσεις, εκτός από μία× ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο ενανθρωπήσας Θεός.



Κι άλλοτε σας έχω πει, μπορεί να πουν ότι αναμένουν ακόμη το πρόσωπο του Μεσσία, ή ότι ο Μεσσίας δεν είναι πρόσωπο αλλά είναι ένας λαός -ερμηνείες μεσσιανικές αυτές- κι ότι ο λαός αυτός είναι ο Ισραήλ, ο οποίος θα διεκδικήσει τα δίκαιά του διά του Σιωνισμού. Έτσι οι Σιωνιστές θα λέγαμε ότι έχουνε γίνει ο μεγάλος βραχνάς και η μεγάλη πληγή και μάστιγα των χριστιανικών λαών. Διάβαζα ότι και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών καταφέρθηκε εναντίον του Σιωνισμού, παρά το γεγονός θα λέγαμε ότι έχουνε καταλάβει όλες τις θέσεις οι άνθρωποι αυτοί τις πιο υψηλές θέσεις έχουν καταλάβει! Μάστιγα πραγματική! Γιατί; Γιατί κάνουν παρερμηνεία. γιατί ακόμη έχουν αυτό το κάλυμμα. Αν φύγει αυτό το κάλυμμα και δουν τον Χριστό όχι μέσα στην Καινή Διαθήκη αλλά στην Παλαιά Διαθήκη, την οποία κρατούν, τότε, οπωσδήποτε τότε, θα παύσουν αυτή την εγκληματική τους ενέργεια εναντίον των χριστιανικών λαών.



Αλλά τί είναι αυτό το κάλυμμα στις καρδιές τους πλέον; Όπως λέγει εδώ ο Απόστολος, «ηνίκα αναγινώσκεται Μωυσής, κάλλυμμα -όχι στα μάτια τους- επί την καρδίαν αυτών κείται». Είναι η αναισθησία. Είναι αναίσθητοι! επειδή θέλησαν να είναι αναίσθητοι.



Η πνευματική αναισθησία του νέου Ισραήλ. Ανάγκη αυτοκριτικής.



Τίθεται όμως ένα ερώτημα. ένα ερώτημα για αυτοκριτική. Μήπως αυτή η πνευματική αναισθησία δεν υπάρχει μόνο στον λαό του Ισραήλ, αλλά υπάρχει και στον νέον Ισραήλ, τον Ισραήλ της χάριτος, δηλαδή το χριστιανικό έθνος; -όταν λέμε χριστιανικό έθνος, εννοούμε τους απανταχού της γης Χριστιανούς. Μήπως και στους Χριστιανούς υπάρχει αυτή η πνευματική αναισθησία;



Πρέπει να ομολογήσουμε ότι τουλάχιστον στις ημέρες μας αυτή η πνευματική αναισθησία υπάρχει, και μάλιστα σε ποσοστό τρομακτικό και σε βαθμό απελπιστικό. Οι Χριστιανοί μας σήμερα είναι πνευματικά αναίσθητοι. Οι Χριστιανοί μας! Το κατά πόσο έχουνε δουλέψει οι Σιωνιστές για να επιτευχθεί αυτό, ο Θεός το ξέρει, και το κατά πόσο εμείς οι Χριστιανοί αφήσαμε τον εαυτό μας να υποστεί την διάβρωση αυτή, πάλι ο Θεός το ξέρει. ένα μόνο είναι σίγουρο, ότι σήμερα πράγματι παρουσιάζουμε αυτή την κατάσταση της πνευματικής αναισθησίας.



Γι' αυτό, αγαπητοί μου, ας στραφούμε, τουλάχιστον εμείς εδώ τώρα που ακούμε τον λόγο του Θεού, ας στραφούμε στους εαυτούς μας- όπως ο Μάρκος Αυρήλιος, αυτός ο στωικός φιλοσοφών αυτοκράτωρ, όταν γράφει, γράφει εις εαυτόν. Και ό,τι γράφει, δεν τα γράφει για τους άλλους. τα γράφει για τον εαυτό του.13 Έτσι κι εμείς- ας κάνουμε την αυτοκριτική μας, για να μπορέσουμε -αν μπορέσουμε- να ανακαλύψουμε αυτή την πνευματική μας αναισθησία.



«Μα, άνθρωποι, δεν βλέπετε πού πάτε;!...»



Η κατάσταση αυτή πολλές φορές είναι τόσο τραγική, ώστε να φτάνουμε στο σημείο να λέμε: «Μα, άνθρωποι, δεν βλέπετε; δεν βλέπετε πού πάτε;!...». Να λένε τα παιδιά προς τους γονείς, ή οι γονείς προς τα παιδιά τους: «Μα, παιδιά μου, δεν βλέπετε; δεν βλέπετε πού παρασύρεσθε;!...». Ή να λέμε στους μαθητές μας: «Μα, δεν βλέπετε ποιοι και πού σας παρασύρουν;!...». «Μα, δεν βλέπετε, Έλληνες Χριστιανοί, πού παρασύρεσθε κι από ποιους παρασύρεσθε;!... Μα δεν το βλέπετε;!...». Ε, δεν το βλέπουν. Κι όταν, ξέρετε, βλέπεις τον άλλο να 'χει τα μάτια του ανοιχτά, και να έχεις κι εσύ τα μάτια σου ανοιχτά και να βλέπεις τον γκρεμό, κι ο άλλος να προχωρά, και να του λες «Πρόσεχε, γκρεμός!», και να σου λέει «Τον βλέπω» και να πηγαίνει να πέφτει στον γκρεμό, τότε σε πιάνει απελπισία.



Και λες: «Με ποιες λέξεις θα πρέπει εγώ να τονίσω ότι υπάρχει γκρεμός μπροστά; Να τον πιάσω και να τον δέσω;». Τα δικαιώματα του ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημοκρατία δεν το επιτρέπουν αυτό, σε βαθμό που ούτε και οι γονείς πια μπορούν να δείρουν τα παιδιά τους. Δεν μπορούν να τα δείρουν, γιατί έχουμε τα δικαιώματα του ανθρώπου... Τί να τον κάνω λοιπόν αυτόν; με τί γλώσσα να του μιλήσω; Είναι αναίσθητος. Αναίσθητος! Σας βεβαιώνω άτι τον έχοντα αίσθηση, έστω και στοιχειώδη, τον πιάνει απόγνωση, τον πιάνει απελπισία.



Δεν ξέρω αν μ' αυτά που σας λέω καταφέρνω να σας μεταφέρω την απόγνωσή μου και την απελπισία μου. Να λες στο παιδί «Παιδί μου, δεν το βλέπεις αυτό;», και να μην καταλαβαίνει τίποτα! Ε, σου έρχεται το αίμα στο κεφάλι -να μιλήσω έτσι απλοελληνικά. Γι' αυτό θα πρέπει να κάνουμε αυτοκριτική. Το κακό είναι πολύ βαθειά. πάρα πολύ βαθειά! Ας προσέξουμε λοιπόν να δούμε τί μπορούμε να βγάλουμε απ' το σημερινό μας θέμα γι' αυτό το πάρα πολύ επίκαιρο ζήτημα.



Αναισθησία: μία βαρύτατη νόσος.



Τί είναι αυτή η πνευματική αναισθησία; Κατ' αρχάς είναι νόσος, είναι αρρώστια. όπως ακριβώς θα λέγαμε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν βλέπει, συνεπώς κάτι έχουν τα μάτια του, είναι άρρωστα. ή δεν ακούει. κάτι έχουν τα αυτιά του, δεν ακούει. Νόσος όμως βαρύτατη. Βαρύτατη!



Ο Διάβολος επιδιώκει τη βλάβη των αισθήσεών μας, ενώ ο Χριστός τη θεραπεία τους.



Ας μου επιτραπεί μία παρέκβαση. ανοίγω μια παρένθεση. Ξέρετε γιατί οι δαίμονες κυριαρχούσαν πάνω στους ανθρώπους και τους έκαναν δαιμονισμένους ή κουφούς ή τυφλούς ή παραλυτικούς; Για να μη μπορούν να πάνε να ακούσουν, να περπατήσουν και να ακούσουν τα λόγια του Θεού ή να δουν με τα μάτια τους τα θαυμάσια του Θεού.



Μην πηγαίνετε πολύ μακρυά. Όταν ένας άνθρωπος λέει «όταν θα γεράσω θα μετανοήσω», όταν έρχεται το γήρας -που είναι γνωστό ότι δεν έρχεται μόνο του, αλλά συνοδεύεται με την καταστροφή των αισθήσεων- ο άνθρωπος δεν ακούει πια πολλές φορές ή δεν βλέπει. Πάει ο πνευματικός στο κρεββάτι του θανάτου και προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον άνθρωπο αυτό, που κάποτε έλεγε «όταν θα γεράσω θα μετανοήσω»× αλλά ματαίως, η επικοινωνία είναι αδύνατη.



Άστε και την μαλάκυνση του εγκεφάλου, που δεν μπορεί πια ο άνθρωπος ούτε να σκεφθεί ούτε να θυμηθεί -τί να θυμηθεί...! Ύστερα, κι αν ακόμη δεν έχει αυτό, και το μυαλό του δεν έχει γίνει κουρκούτι, μέσα στον πόνο του, αν είναι άρρωστος, δεν μπορεί να σκε­φθεί τίποτ' άλλο παρά... τον πόνο του.



Τελευταία πήγα σε κάποιον, θυμάμαι, και μου είπε -και δεν είναι ο μοναδικός που μου το έχει πει: «Άσε με, πάτερ μου... Άσε με, πάτερ μου... Τώρα δε μπορώ να σκεφθώ. πονώ!...». Έφθασε να μου πει -κι αυτός, και άλλοι μου το 'χουν πει: «Μη με βασανίζεις!». Θα του 'λεγε κανείς: Δεν σε βασανίζω, άνθρωπέ μου απλώς επιμένω να σε σώσω. κι εσύ μου λες ότι σε βασανίζω;! Αλλά το θεωρείς βασανισμό επειδή αυτή τη στιγμή ίσως πονάς, και σου είμαι ανεπιθύμητος.


Δεν λέω όμως τώρα γι' αυτές τις περιπτώσεις, αλλά μιλάω για εκείνον που είναι κουφός. Του λες: «Έκανες αυτή την αμαρτία;». «Τί;...» σου λέει. «Έκανες την άλλη αμαρτία;», «Πώς;...» Δεν ακούει, δεν καταλαβαίνει. Κι αν είναι σε νοσοκομείο και βρίσκονται κι άλλοι δίπλα άνθρωποι και δεν μπορείς να φωνάξεις, τί κάνεις; Πέστε μου, τί κάνεις;



Γι' αυτό ο Διάβολος φθείρει τις αισθήσεις, καταστρέφει τις αισθήσεις, με σκοπό οι άνθρωποι να μη μπορούν να δουν τα θαυμάσια του Θεού και να ακούσουν ή να διαβάσουν τον λόγο του Θεού. Αλλά γι' αυτό ακριβώς ο Κύριος θεράπευε. Δεν θεράπευε για να περάσει κανείς την υπόλοιπη ζωή του όμορφα και άνετα -φυσικά και γι' αυτό, γιατί ο Θεός έκανε τον άνθρωπο να είναι ευτυχισμένος πάνω στη γη- αλλά πρωτίστως και κυρίως για να δει και να καταλάβει τα μεγαλεία του Θεού. Κλείνω την παρένθεσή μου.



Είπαμε ότι η αναισθησία είναι νόσος βαρύτατη. Λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος -τον οποίο πάλι θα χρησιμοποιήσουμε απόψε στην αγάπη σας: «Αναισθησία εστί νενεκρωμένη αίσθησις», αίσθηση νεκρή, «εκ χρονίας νόσου και αμελείας εις αναισθησίαν καταλήξασα.»14. Ποια είναι αυτή η χρονία νόσος;



Τα χρονίζοντα πάθη πίσω από την αναισθησία.



Εδώ που τα λέμε η αναισθησία μόνη, αυτή καθ' εαυτή, δεν είναι χρονία νόσος. πίσω από την αναισθησία υπάρχει μια άλλη χρονία νόσος. Είναι γνωστό ότι μια αρρώστια φέρνει και μια άλλη αρρώστια. Όταν επί παραδείγματι δεν λειτουργεί καλά ας πούμε η καρδιά, σιγά-σιγά μου φαίνεται ότι καταστρέφονται ίσως και τα νεφρά. δεν λειτουργούν καλά. Ή, αν τα νεφρά δεν λειτουργούν καλά, ίσως καταστρέφεται, ξέρω 'γώ, και η καρδιά. αντιστρόφως. Δεν ξέρω βέβαια αν συμβαίνει αυτό -να με συγχωρέσετε που δεν ξέρω- αλλά θέλω να πω ότι όταν χαλάσει ένα όργανο, πλάι σ' αυτό μπορεί να χαλάσει κι ένα άλλο όργανο. Έτσι κι εδώ. μπορεί να υπάρχει μια αρρώστια πνευματική, και πίσω απ' αυτή να υπάρχει μια άλλη αρρώστια.



Ποια είναι λοιπόν αυτή η άλλη χρονία νόσος; Θα τρομάξετε. Είναι τα χρονίζοντα θανάσιμα πάθη! Είναι τα πάθη τα οποία χρονίζουν, και κυρίως τα θανάσιμα πάθη. Ποια είναι αυτά; Είναι η γαστριμαργία, είναι η πορνεία,... -τα 'χαμε κάνει πέρυσι. Όταν ένας άνθρωπος χρονίζει στην πορνεία, τί γίνεται; δεν γίνεται αναίσθητος; Ή όταν χρονίζει στην γαστριμαργία, ο άνθρωπος ο οποίος δεν βλέπει τίποτε μπροστά του παρά μόνο το πώς θα τρώει και τί θα πίνει και τίποτε άλλο, αυτός δεν γίνεται πνευματικά αναίσθητος; Ή όταν χρονίζει στην υπερηφάνεια, στην κενοδοξία, στη φιλαργυρία,... Όταν ο άνθρωπος χρονίζει στη φιλαργυρία, δεν γίνεται ανάλγητος και αναίσθητος στην δυστυχία που μπορεί να υπάρχει γύρω του;


Ώστε λοιπόν αυτή η χρονία νόσος είναι τα χρονίζοντα πάθη, που με την συνέργεια της αμελείας οδηγούν στην αναισθησία. Όταν ο άνθρωπος δεν φροντίζει να τα θεραπεύσει, όπως θα 'λεγε κάποιος «Έχω κάτι, αλλά δεν πάω στον γιατρό», τότε θα καταλήξει στην αναισθησία, δηλαδή στην βλάβη. Γι' αυτό ας προσέξουμε, αγαπητοί μου, και ας φοβηθούμε τα χρονίζοντα πάθη.



Πώς ο Ιούδας έφθασε στην αναισθησία.



Τί ήταν ο Ιούδας; Ο Ιούδας ήταν ένας εκ των δώδεκα Μαθητών, που επελέγη όπως και οι υπόλοιποι ένδεκα. Ανατέθηκε σ' αυτόν το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού. ανατέθηκε σ' αυτόν να θαυματουργεί και να εκδιώκει και απελαύνει δαίμονες. Θαυματούργησε ο Ιούδας. Θαυματούργησε! Στάθηκε εκλεκτός Μαθητής -από το εκλέγω- τον εξέλεξε ο Κύριος! «ουκ εγώ υμάς Τους δώδεκα εξελεξάμην; λέγει. και εξ υμών εις διάβολός εστιν»15, ένας από σας είναι προδότης, λέει. Εγώ σας εξέλεξα. Ο Χριστός δεν εξέλεξε έναν προδότη. Μην πάμε σ' αυτή τη βλασφημία, όπως το παρουσιάζουνε κάποια ιστορικά μυθιστορήματα και ταινίες και θεατρικά έργα ή θεωρίες που κυκλοφορούν, και συνεπώς δίνουν δίκιο στον Ιούδα. Όχι, προς Θεού! Δεν εκλέγει προδότη. εκλέγει Μαθητή. Αλλά ο Μαθητής αυτός φθάνει να γίνει προδότης. Γιατί; Επειδή έγινε αναίσθητος. Πώς έγινε αναίσθητος; Άφησε να κυριευθεί από το πάθος της φιλαργυρίας. Κρατούσε το ταμείο -η αφορμή. Ε, την πρώτη φορά έβαλε ένα νομισματάκι από τον κοινό κορβανά στην τσέπη του. γλυκάθηκε. Την δεύτερη φορά κάτι περισσότερο, την άλλη κάτι περισσότερο. Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αυξήσει τα έσοδά του. Πίστεψε ότι ήτανε μία πολύ μεγάλη ευκαιρία να πάρει και τριάντα αργύρια, και έ­φθασε στο σημείο να προδώσει τον Χριστό.



Δεν άκουγε τίποτα; Πόσες φορές ο Χριστός έκανε μνεία του πράγματος; Θα σας θυμίσω μόνο τούτο. Όταν είπε «εις εξ υμών διάβολός εστιν»16, ο Ιούδας το άκουσε, ήτανε παρών. Όταν στο δείπνο, το τελευταίο δείπνο, τους είπε «ένας από σας θα με παραδώσει», ο Ιούδας αυτό το άκουσε, και φθάνει στην υποκρισία να πει: «μήτι εγώ ειμι, ραββί;», μήπως είμαι εγώ; Κι ακόμη, ένα τρίτο σημείο, του λέγει ο Κύριος: «ο ποιείς, ποίησον τάχιον»17 -είναι φοβερό αυτό το πράγμα! Οι άλλοι Μαθητές δεν πήραν είδηση. νόμισαν ότι πρόκειται περί αγοράς τροφίμων για τους φτωχούς. «Ό,τι έ­χεις να κάνεις, κάν' το γρήγορα.»! Αν το θύμα πει στον θύτη, στον εγκληματία, «Ό,τι έχεις να κάνεις, κάν' το, καημένε, γρήγορα», ο θύτης θα πει «Με κατάλαβε!», θα λάβει τα μέτρα του. Ή ακόμη, αν έχει κάτι μέσα του, θα συνέλθει, θα τρανταχθεί, θα γίνει μέσα του σεισμός. Αν έχει κάτι ακόμη μέσα του...! Ο Ιούδας φεύγει για το έργο του. και τελευταία στιγμή, όταν με φίλημα Τον προδίδει, ακούει: «εταίρε, εφ' ω πάρει;»18. Φίλε, εδώ είσαι; «Εταίρε», φίλε. Ακούτε. «φίλε»! Αυτό είναι έλεγχος φοβερός. «Φίλε, εδώ είσαι;». Ο απόστολος Πέτρος με μία ματιά του Κυρίου συγκλονίστηκε. Όταν Τον αρνήθηκε για τρίτη φορά, κι Εκείνος γύρισε και τον κοίταξε, η ματιά εκείνη του Κυρίου ήτανε έλεγχος- βγήκε έξω και έκλαψε πικρά!19 Ο Ιούδας όμως, με την προσφώνηση «φίλε», δεν συγκινείται. Με φίλημα προδίδεις τον υιόν του ανθρώπου, τον διδάσκαλό σου;... Με φίλημα;...! Δεν συγκινείται. Γιατί; Είναι αναίσθητος. Και γιατί είναι αναίσθητος; Τον κατάντησε τέτοιον το πάθος της φιλαργυρίας.



Οι δύο φάσεις της αναισθησίας.



Η αναισθησία, αγαπητοί μου, έχει δύο φάσεις. η δεύτερη φάση λέγεται πώρωση. Σ' αυτή δεν υπάρχει ουδεμία δυνατότητα πλέον διακρίσεως του καλού από το κακό. Εκείνος που έχει πάθει πώρωση δεν ξεχωρίζει τί είναι καλό και τί είναι κακό. δηλαδή έχει παντελή έλλειψη αυτογνωσίας. Μπορεί να κάνει το κακό, να κάνει έγκλημα, και να γελά! να μην αισθάνεται απολύτως τίποτε. Απολύτως! Έχουμε το φαινόμενο της πωρώσεως. είναι η αναισθησία στο τελευταίο της στάδιο. Ο άνθρωπος αυτός πια δεν έχει ελπίδα να σωθεί. είναι νεκρός, πνευματικά νεκρός.



Αλλά η πρώτη φάση, η πιο συνηθισμένη, είναι αυτή που την συναντάμε στους Χριστιανούς μας, όπως θα δείτε στη συνέχεια της αναλύσεως, σ' ένα βαθμό υπερβολικά απλωμένο και βαθύ. Εμφανίζεται δε αυτή η αναισθησία είτε ως πρακτική αμετανοησία είτε ως μη πρόοδος στην πνευματική ζωή.



Ο αναίσθητος άνθρωπος, κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος.



Αλλά να μη μιλήσω εγώ παρακάτω. ας αφήσουμε τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος να μας περιγράψει τον αναίσθητο άνθρωπο. αυτόν όμως που δεν είναι πωρωμένος. αυτόν που βλέπει, απλώς βλέπει το κακό, αλλά δεν εννοεί ποτέ να διορθωθεί. που έχει αυτή την αναισθησία, όπως σας είπα, της πρώτης φάσεως.



Ο αναίσθητος πάντα δικαιολογεί τα πάθη του.



«Κακώς πράττω, βοά, και προθύμως επίκειται». Φωνάζει: «Αυτό που κάνω είναι κακό πράγμα», αλλά με πολλή ευχαρίστηση παραμένει σ' αυτό το κακό.
"το στόμα κατά του πάθους προσεύχεται, και το σώμα υπέρ αυτού αγωνίζεται". το στόμα λέει «Θεέ μου, σε παρακαλώ, γλίτωσέ με από τους πειρασμούς της ανηθικότητος», κάνει προσευχή, και περιμένει πότε θα τελειώσει την προσευχή για να επιδοθεί στο πάθος. Ο καθένας μέσα σ' αυτή την ανατομία του αγίου Πατρός θα βρει τον εαυτό του.



Βλέπουμε εδώ ένα κράμα προσευχής και επιθυμιών, όχι όμως με σκοπό να απαλλαγεί ο άνθρωπος από τις πονηρές επιθυμίες με την προσευχή, αλλά ίσως-ίσως για να δικαιολογήσει τη συνείδησή του, να πει δηλαδή «Ε, πια δεν μπορώ να κάνω τίποτα» και κατόπιν να παραδώσει εαυτόν στην ικανοποίηση των επιθυμιών.
"Περί θανάτου φιλοσοφεί, και ως αθάνατος διάκειται". μιλάει για τον θάνατο, και ζει και κινείται σαν να μη πρόκειται να πεθάνει ποτέ.
"Περί εγκρατείας διαλέγεται, και περί γαστριμαργίας αγωνίζεται". μιλάει για την εγκράτεια, και κοιτάζει πώς ακριβώς θα ικανοποιήσει με τη γαστριμαργία τον εαυτό του.

"Την υπακοήν μακαρίζει, και αυτός πρώτος παρακούει. τους απροσπαθείς επαινεί -τους ανθρώπους εκείνους που ζουν απροσπαθώς, δηλαδή δεν κάνουν αγώνα να κατακτήσουν υλικά αγαθά- και δια ράκος μνησικακών και πολεμών ουκ αισχύνεται», αλλά για ένα κουρέλι, για ένα τίποτα, μπορεί να μνησικακήσει εναντίον του άλλου και να κάνει πόλεμο και μάχη, και δεν ντρέπεται γι' αυτό το πράγμα.

"Περί κρίσεως αναγινώσκει", διαβάζει για την Κρίση που θα γίνει, για τη δευτέρα του Χριστού Παρουσία και την Κρίση, «και μειδιάν άρχεται», κι αρχίζει να χαμογελά.

"Κορεσθείς μεταμελείται, και μικρόν προβάς πάλιν τω κόρω προσέθηκε." Αφού χορτάσει, μετανιώνει. Και το χόρτασμα πάρτε το σαν ικανοποίηση των αισθήσεων με κάθε τρόπο. θέλετε πορνικά έργα να είδε στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση, θέλετε να παραγέμισε την κοιλιά του, θέλετε να παραχόρτασε στην πορνεία, θέλετε να άκουσε αισχρά πράγματα, ό,τι θέλετε πάρτε... σαν ένας κορεσμός των αισθήσεων από βρώμικα, ρυπαρά πράγματα. Τί κάνει μετά; Μεταμελείται. «Αχ, τί έκανα... Γιατί ν' ακούσω; Γιατί να δω;». Και πάει λίγο πιο πέρα, και ξαναγυρίζει πάλι να προσθέσει πάλι χόρτασμα.

«Ανανήψας εστέναξε», αφού ανένηψε, εστέναξε, δηλαδή είπε: «Επιτέλους πρέπει να απαλλαγώ, να καθαριστώ!». Κάποτε δεν αποκλείεται αυτό να είναι και μία Εξομολόγηση. να 'ρχονται άνθρωποι να εξομολογούνται, και να αναστενάζουν, «Επιτέλους, έχω ανανήψει, έχω διορθωθεί». «και την κεφαλήν κινήσας, πάλιν του πάθους έρχεται», αλλά δυστυχώς επανέρχεται πάλι στο πάθος.



Αυτά εγώ τα έχω δει με τα μάτια μου. και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αυτό λέγει. Έχει μία παράγραφο. δεν σας τη μεταφέρω ολόκληρη, από έλλειψη χρόνου. Είναι στον 17ο Λόγο. Αν θέλετε, μπορείτε να ανατρέξετε εκεί, στο πρωτότυπο ει δυνατόν, και να βρείτε αυτά τα οποία σας λέω εδώ, για να εδραιωθούν καλύτερα στη μνήμη και στην καρδιά. Αναφέρει σε μία παράγραφό του τι έχει δει ο ίδιος. Αλλά σας βεβαιώνω ότι κι εγώ έχω δει ανθρώπους, οι οποίοι μπορούν να 'ρθουν στην Εξομολόγηση, να λέγουν τούτο ή εκείνο, και να γυρίζουν να κάνουν πράγματα όχι από 'κείνα που θα κάναμε όλοι από μία αδυναμία -κανείς άλλωστε δεν γίνεται αμέσως καλά- αλλά πράγματα που να βγαίνει κανείς από τον εαυτό του κι από τα ρούχα του! Και να λέει κανείς: «Άνθρωπέ μου, εσύ ήρθες και εξομολογήθηκες, και τώρα κάνεις αυτά;! ή: συμβουλεύεις στους άλλους να κάνουν αυτά;! ή: οδηγείς τα παιδιά σου σ' αυτές τις φοβερές καταστάσεις;! Συ, που εξομολογήθηκες;!...». Αναισθησία. φοβερή αναισθησία!



"Πάντοτε εαυτού κατήγορος γίνεται», πάντοτε κατηγορεί ο αναίσθητος τον εαυτό του, «και εις συναίσθησιν ελθείν ου βούλεται, ίνα μη είπω ου δύνα­ται»20, και σε συναίσθηση να έλθει δεν θέλει. πάντα λέει: «Είμαι ταλαίπωρος, είμαι τέτοιος, είμαι τέτοιος, η ζωή είναι τέτοια. κοίταξε πού παρασυρόμαστε!». Το ακούμε από όλους, κι όλοι το λέμε, αλλά δεν εννοούμε όμως να διορθωθούμε. μένουμε εκεί, στα ίδια πράγματα. Και ο άγιος Ιωάννης σημειώνει κάτι, το οποίο θα έλεγα ότι είναι κάπως απογοητευτικό. «για να μην πω ότι δεν μπορεί»! Διότι όπως τότε τον παράλυτο έπρεπε τέσσερις να τον σηκώσουν, να χαλάσουν τη σκεπή και να τον κατεβάσουνε μπροστά στον Χριστό21, έτσι θα 'πρεπε κι αυτόν τον αναίσθητο να τον πάρει κάποιος να τον σείσει, για να συνέλθει.



Όχι μόνο αναίσθητοι, αλλά και θηριώδεις!



Και συνεχίζει ο ιερός Πατήρ, προσωποποιώντας την αναισθησία, και λέγει: «Οι εμοί υπόσπονδοι», εκείνοι οι οποίοι με λατρεύουν και μου προσφέρουν σπονδή, «νεκρούς ορώντες γελώσιν», βλέπουν νεκρούς και γελούν.



Αλλά, ας μου επιτραπεί, είναι πολύ ευρεία αυτή η παρατήρηση εδώ του ιερού Πατρός. Δεν είναι μόνον οι άνθρωποι εκείνοι που απλώς βλέπουν νεκρούς και γελούν. Το να δεις έναν που πέθανε ή που πεθαίνει και να γελάς, είναι ένα κάτι. το να παίρνεις όμως έναν γερό άνθρωπο, έναν ζωντανό άνθρωπο, και να τον βασανίζεις και να γελάς με το να γίνεσαι θηριώδης απέναντί του, αυτό είναι πολύ βαρύτερο από το να γελάς μπροστά σε έναν νεκρό.



Δυστυχώς και η εποχή μας έχει να επιδείξει φοβερές θηριωδίες ες βάρος Χριστιανών και άλλων πολιτών, δηλαδή εις βάρος ανθρώπων, ζωντανών ανθρώπων. Και ιερείς εσταύρωσαν... Ναι, ιερείς εσταύρωσαν... και θα σταυρώσουν! Και θα σταυρώσουν πάλι!... Και αθώων ανθρώπων κόπηκαν λαιμοί... και θα ξανακοπούν! Και μάτια βγάλαν και γλώσσες τραβήξαν... και θα ξαναβγούν αυτά! Οι άνθρωποι που τα έκαναν, και τα κάνουν, γελούν, ικανοποιούνται, ευχαριστιούνται! Πώς θα μπορούσαμε να πούμε και να χαρακτηρίσουμε τους ανθρώπους αυτούς... Τί φοβερή αναισθησία θα μπορούσε να τους διακρίνει... Ο Θεός να ελεήσει!



Κατά τη θεία Λατρεία στέκονται πέτρινοι!



Εν προσευχή παριστάμενοι, λιθώδεις όλοι και σκληροί και σκοτεινοί τυγχάνουσι.»22, ενώ παρίστανται στην προσευχή, είναι εξ ολοκλήρου πετρώδεις και σκληροί και σκοτεινοί.

Τους βλέπετε να πάνε στην εκκλησία ή να στέκονται σε μία ομήγυρη προσευχομένων ανθρώπων. Πώς όμως μένουν; Λιθώδεις, πέτρινοι× ουδεμία συγκίνηση, ουδεμία κατάνυξη της καρδιάς, τίποτα. Καμία αίσθηση× τίποτε! Σκληροί, σκοτεινοί! Σκληρό μάτι! Σε βλέπουν με ένα μάτι σκληρό, που πολλές φορές γυαλίζει× ένα μάτι σκοτεινό, αβυσσώδες, που αν μπορούσες να σκύψεις στο χείλος αυτής της αβύσσου, θα τρόμαζες με το τί υπάρχει στον απύθμενο πυθμένα αυτής της κολάσεως της ψυχής του ανθρώπου του σκοτεινού!



Αλλά ας έλθω και στα ηπιώτερα. Βλέπετε πώς μπαίνουν στην εκκλησία Χριστιανοί, άνθρωποι βαπτισμένοι. Δεν λέω για τους τουρίστες, τους ξένους, που κι αυτοί υποτίθεται ότι είναι Χριστιανοί, είτε Προτεστάντες είναι είτε ό,τι άλλο θέλετε, αιρετικοί φυσικά. Δεν λέω γι' αυτούς× λέω για τους Έλληνές μας, τους Χριστιανούς μας, τους Ορθοδόξους, τους βαπτισμένους, που ακούνε την καμπάνα και πηγαίνουν στην εκκλησία της ενορίας τους ή του χωριού τους. Τώρα πλέον μεγάλωσαν... πήγαν στο Πανεπιστήμιο, διδάχθηκαν την αθεΐα. Όχι πως το Πανεπιστήμιο αυτό καθ' εαυτό διδάσκει αθεΐα× η γνώση δεν οδηγεί στην αθεΐα× η αθεΐα είναι αρρώστια της γνώσεως. Πώς μπαίνουν στην εκκλησία μέσα; Με τα χέρια στις τσέπες... σαν να πηγαίνουν στο καφενείο! Ίσως κάποτε να μπουν μέσα στον χώρο τον ιερό και με το τσιγάρο! Προκειμένου να φωτογραφίσουν τοιχογραφίες, γιατί μόνο για την τέχνη ενδιαφέρονται και ασχολούνται, κι όχι για τον εικονιζόμενο Άγιο -αυτά που λέγω είναι πραγματικά- δεν διστάζουν να πατήσουν επάνω και σ' αυτή την αγία τράπεζα! Οπουδήποτε είναι ικανοί να πατήσουν, προκειμένου να φθάσουν μία τοιχογραφία με τον φακό της μηχανής τους και να φωτογραφίσουν την εικόνα! Είναι πραγματικά αυτά που σας λέω. δεν είναι φανταστικά. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν συναίσθηση πού βρίσκονται;...



Αναισθητούν μπροστά στην αγία τράπεζα!



Αλλά γιατί να τα λέω εγώ; τα λέει ο ιερός Πατήρ στη συνέχεια, «την ιεράν τράπεζαν βλέποντες, αναισθητούσι». βλέπουν την αγία τράπεζα, και μένουν αναίσθητοι.

Ακούστε. Όταν μεταφερόταν η κιβωτός του Θεού από τη Βηθλεέμ στην Ιερουσαλήμ και η άμαξα που την μετέφερε έγειρε σε μια λακκούβα και κινδύνεψε η κιβωτός να ανατραπεί, ο Οζά, από ευλάβεια, έσπευσε να την κρατήσει για να μην πέσει και πέθανε αμέσως! Τιμωρήθηκε διότι δεν ήταν Λευίτης, και δεν επιτρεπόταν σε μη Λευίτη να εγγίσει την κιβωτό του Θεού. Η οποία -τί ήταν;- ήταν από ξύλο ακακίας, επενδεδυμένη από μέσα κι απ' έξω με φύλλο χρυσού, και είχε μέσα τις λίθινες πλάκες, πάνω στις οποίες πλάκες ήταν γραμμένος ο Νόμος του Θεού.23 Συγκρίνεται όμως η κιβωτός της διαθήκηςαγία τράπεζα, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος;...24 Εκείνη η κιβωτός τί είχε; Πέτρινες πλάκες. Εδώ τί έχει, παρακαλώ, η τράπεζα η αγία της Εκκλησίας; Έχει αυτόν τον ζώντα Λόγον, τον ενανθρωπήσαντα, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου, που βρίσκονται πάνω της! Κι εσύ εγγίζεις και πατάς και βλέπεις αναιδώς, και δεν κατανύγεσαι και δεν αισθάνεσαι ντροπή, όταν τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ που κυκλώνουν την αγία τράπεζα κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας, κρύπτουν από συστολή τα πόδια τους με τις δύο φτερούγες, και τα πρόσωπά τους με τις άλλες δύο φτερούγες, γιατί δεν μπορούν να βλέπουν τη θεία δόξα;! Συ μένεις αναίσθητος;!... με την



Αναισθητούν μπροστά και στα Τίμια Δώρα!



Αλλά μόνον αυτό; «του Δώρου μεταλαμβάνον­τες, συνεχίζει ο άγιος Πατήρ, ως επί γεύσει ψιλού άρτου διάκεινται». Πραγματικά λιθώδεις άνθρωποι! πραγματικά πέτρινοι άνθρωποι! Πηγαίνουν και κοινωνούν -γιατί;- γιατί έρχονται Χριστούγεννα... και γιατί πρέπει να κοινωνήσουν, επειδή είναι Χριστούγεννα... Και κλωτσώντες και κλωτσώμενοι, διαπληκτιζόμενοι, θυμώνοντες, υβρίζοντες ενίοτε και σπρωχνώμενοι, έρχονται να κοινωνήσουν!25 Τί κοινώνησαν; Κρασί και ψωμί! Έτσι πιστεύουν. ψιλόν άρτο και ψιλόν οίνο -το ψι με γιώτα- δηλαδή σκέτο κρασί και ψωμί. Έτσι το αισθάνονται. Τί πήρανε; Τίποτα× ουδεμία αίσθηση. Θα 'πρεπε όμως να νοιώθουν όπως τότε οι Μαθητές, που έβλεπαν τον Κύριο και που μπορούσαν να εγγίζουν και να άπτωνται τον Λόγο του Θεού! «και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, θα πει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην επιστολή του, περί του λόγου της ζωής»26. Τότε οι Μαθητές δεν ψηλάφησαν τον Ιησού× ψηλάφησαν τον Θείο Λόγο!



Κι εσύ, όταν γεύεσαι αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις σου, τα μάτια σου κι η γεύση σου και τα λοιπά, δεν είναι κρασί και ψωμί, αλλά είναι αυτός ο Θείος Λόγος, αυτός ο Θείος Λόγος ο ενανθρωπήσας! Κι εσύ το θεωρείς ότι είναι τίποτα;! Τότε γιατί πας και κοινωνείς; Φύγε μακρυά× τουλάχιστον δήλωσε το ότι δεν είσαι Χριστιανός, ότι δεν θέλεις να είσαι Χριστιανός. Δεν μπορεί να εμφανίζεται κανείς, αγαπητοί μου, ως λιθώδης άνθρωπος, αναίσθητος, μπροστά στο αγιώτατο και ιερώτατο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, που αποτελεί την καρδιά, τον νου, το άλφα και το ωμέγα της χριστιανικής μας Πίστεως, που είναι αυτός ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος.



Ο αναίσθητος και οι ευσεβείς.



Τώρα όμως ο αναίσθητος θα πάρει επιθετική στάση απέναντι σ' εκείνους που έχουν αίσθηση. Είναι πολύ φυσικό× διότι ο αναίσθητος αναισθητεί μεν για τα πνευματικά, αλλά είναι πολύ θερμός και επιθετικός εναντίον εκείνων οι οποίοι έχουν αίσθηση πνευματική. «Εγώ κατανυσσομένους ορώσα μυκτηρίζω». Άμα βλέπω άλλους οι οποίοι κατανύγονται, έχουν θρησκευτικότητα, έχουν πνευματικότητα, εγώ αυτούς τους κοροϊδεύω. «Πάντα τα τικτόμενα εξ ανδρείας και πόθου αγαθά, εγώ αποκτέννειν υπό του εμέ γεγενηκότος πατρός μεμάθηκα», έτσι με έμαθε ο Διάβολος, ο πατέρας μου× να σκοτώνω ό,τι βλέπω να γεννιέται και να γίνεται έργο από την ανδρεία και από τον ευσεβή πόθο× εγώ θα πάω να το καταστρέψω!



Ο αναίσθητος και η... καλή ζωή.



«Εγώ γέλωτος μήτηρ», εγώ, η αναισθησία, είμαι η μάνα του γέλωτος, της κοροϊδίας και της ειρωνείας. «εγώ ύπνου τροφός». δεν με νοιάζει× τσιμέντο να γί­νουν όλοι, φούρνος να μην καπνίσει! εγώ θα κοιμάμαι... πολύ θα κοιμάμαι, θα κοιτάζω μόνο την άνεσή μου και τον τρυφή μου, την απόλαυσή μου× «εγώ κόρου φίλη», εγώ είμαι φίλη του χορτασμού, όλων των αισθήσεων. «εγώ ελεγχομένη ου πονώ», όταν με ελέγχουν οι άλλοι, δεν πονώ, δεν κατανύσσομαι, δεν αισθάνομαι.



Ο αναίσθητος και η ψευδευλάβεια.



«Εγώ -προσέξτε αυτό το τελευταίο του αγίου Πατρός- ψευδευλαβεία συμπλέκομαι.»27 -αυτό είναι το φοβερώτερο από όλα- έρχομαι να συμπλεχθώ, να ανακατευτώ και να μειγώ με την ψευδευλάβεια. Και πολλές φορές -εδώ θα συλλάβουμε τον εαυτό μας- εμφανιζόμαστε συχνά ως ευλαβείς, ενώ στην πραγματικότητα είμαστε ψευδευλαβείς. δεν υπάρχει αληθινή ευλάβεια, αλλά ψευδευλάβεια× γιατί; γιατί υπάρχει στην καρδιά μας αναισθησία. Ναι, αγαπητοί μου.

Βλέπετε ανθρώπους που είναι χρόνια ψάλτες, χρόνια νεωκόροι, χρόνια επίτροποι -χρόνια!- και δεν πήγανε μία φορά να κοινωνήσουνε! Ούτε μια φορά δεν πήγαν να κοινωνήσουν!... Είναι φοβερό. Κι αυτοί υπηρετούν την Εκκλησία, και λένε ότι έχουνε δικαιώματα στον οίκο του Θεού! Είναι φοβερό. Βλέπετε ανθρώπους σε φιλανθρωπικές επιτροπές, σε φιλόπτωχα ταμεία, σε εράνους, τρέχουν από 'δώ κι από 'κει, σου λένε «Προσφέρω τον εαυτό μου.»... αλλά στην πραγματικότητα έχουν βορβορώδη ψυχή και βίο ακατονόμαστο. Πραγματικά, να γιατί η αναισθησία συμπλέκεται όντως με την ψευδευλάβεια.



Η παροδική πνευματική αναισθησία.



Μόνο που πρέπει κάτι να σημειώσω, έτσι σαν μία παρατήρηση, για να μην απογοητευτούμε φυσικά ύστερα απ' όσα είπαμε. Πολλές φορές μας διακρίνει μία έκτακτη και παροδική αναισθησία. Μπορεί να κρατήσει κάποιες μέρες ή κάποιες ώρες, κάποιον λίγο καιρό, πολύ λίγο καιρό. Πάμε φέρ' ειπείν να λειτουργηθούμε, και δεν έχουμε όρεξη, δεν έχουμε όρεξη να λειτουργηθούμε. Το μυαλό μας δεν είναι στη Λειτουργία. γυρίζει από 'δω κι από 'κει. Αισθανόμαστε βεβαρημένο, κουρασμένο τον εαυτό μας, θέλουμε να βγούμε έξω× δεν θέλουμε ίσως να πάμε στην εκκλησία, δεν θέλουμε να κάνουμε προσευχή. Τί είναι αυτό;



Εδώ πολλές φορές ως αιτία μπορεί να υπάρχει μια ψυχοσωματική κατάσταση. Μπορεί επί παραδείγματι να υπάρχει μία κόπωση. ή μία αϋπνία, να μην κοιμηθήκαμε καλά. ακόμη να υπάρχει μία εξάντληση, ή απλώς να φάγαμε πολύ. Ήτανε μία γιορτή, φάγαμε πολύ -είναι αμαρτία να τρώμε κατά κόρον, και να μη μπορούμε να κοιμηθούμε. αλλά πολλές φορές το παθαίνουμε. Ήτανε κάτι το έκτακτο, ήτανε Πάσχα, ήτανε γιορτή, ξέρω 'γώ, φάγαμε πολύ, και δεν μπορούμε να κάνουμε προσευχή. ή νυστάζουμε, και δεν έχουμε όρεξη, δεν θέλουμε να ακούσουμε τίποτε, δεν θέλουμε να διαβάσουμε Αγία Γραφή. Πολλές φορές λοιπόν οφείλεται σε κάτι τέτοιες καταστάσεις.



Αυτή η αναισθησία ακόμη μπορεί να οφείλεται και σε μια απογοήτευση, ποικίλης φύσεως απογοήτευση -χωρίς να θέλω να κάνω ιδιαίτερη ανάλυση. Αυτό πολλάκις είναι παροδικό. όταν φύγει το αίτιο, φεύγει και αυτή η αναισθησία. Δεν πρέπει βεβαίως να ανησυχήσουμε, παρά μόνον εάν αυτό είναι διαρκώς επαναλαμβανόμενο. τότε βεβαίως εμπίπτουμε στα προηγούμενα.



Τρόποι αποφυγής της πνευματικής αναισθησίας.



Όπως αντιλαμβάνεσθε, εκείνος ο οποίος δεν έχει καταληφθεί από την αναισθησία ολοκληρωτικά, ο οποίος έχει ακόμη κάποια ευαισθησία, ανησυχεί μήπως καταληφθεί απ' αυτή την μαινάδα, όπως λέγει ο ιερός Πατήρ, και σκέφτεται πώς θα μπορούσε να απαλλαγεί ολότελα από την αναισθησία.


Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γι' αυτόν τον σκοπό συνιστά τα εξής:

«Επίμενε μελετών αγρυπνία πολλή κρίσιν αιωνίαν», να επιμένεις να μελετάς με πολλή αγρυπνία, δηλαδή πολύ να μελετάς, «κρίσιν αιωνίαν», ότι θα κριθούμε. να μελετάς βιβλία και κείμενα τέτοια, τα οποία ομιλούν για την Κρίση του Θεού.

»Όρα την εμήν αιτίαν πόσον εν σοι τίκτομαι, και κατά της μητρός αυτής -δηλαδή της αιτίας- αγωνίζου». Ερεύνησε πού οφείλεται αυτή σου η αναισθησία, σε τί πάθος, σε τί κατάστασι οφείλεται, και όταν βρεις ότι είναι στη γαστριμαργία ή στη φιλαργυρία, τότε να πολεμήσεις αυτή την αιτία.



»Εν σοροίς -το σο με όμικρον- εν σοροίς προσεύχου πυκνά, εικόνα τούτων ανεξάλειπτον εν τη καρδία σου ζωγραφών.»28. όταν έχουν αναλγήτους ανθρώπους μπροστά τους, τους στέλνουν να παρακολουθούν κηδείες και λοιπά, για να βλέπουν την ματαιότητα του κόσμου τούτου και να κατανυγεί η καρδιά τους. Τρέχα στις κηδείες. Κάνε προσευχή μπροστά σ' έναν πεθαμένο. Παρατήρησε καλά το πρόσωπό του μέσα στο φέρετρο. Προσπάθησε να τον θυμηθείς άμα ζούσε, και δες τώρα ποιος είναι, κείμενος μέσα σ' ένα κασόνι, και τί θα γίνει σε λίγο όταν θα μπει στη γη. Πήγαινε όταν θα ξεθάψουν τον ίδιο, ή κάποιους άλλους, και δες τα κόκκαλα πώς τα παίρνει ο νεκροθάφτης και πώς τα πλένει, που πιάνουν ένα σεντουκάκι μόνο. Τρέχα στις κηδείες. Πολλές φορές αυτό το μέσο το χρησιμοποιούν οι πνευματικοί



Έβλεπα την περασμένη βδομάδα ένα παιδί που είχε ένα ποδήλατο, και πίσω από το ποδήλατο είχε ένα σεντουκάκι. Αχ, λέω. τώρα καμαρώνουμε ντυμένοι, με τις φιλοδοξίες μας, με τούτα μ' εκείνα. σ' αυτό το σεντουκάκι θα μπούμε. Ένα μάτσο κόκκαλα. τίποτε άλλο! Πηγαίνετε στο κοιμητήριο, στο οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου μας, να δείτε εκεί τα οστά μέσα στα σεντουκάκια. Ούτε φωνάζουν ούτε μιλούν ούτε τσακώνονται ούτε φιλοδοξούν... τίποτα. εκεί κάθονται μέσα στα κουτιά. Πηγαίνετε στον λάκκο απ' έξω, εκεί που ρίχνουν τα κοινά κόκκαλα, και πείτε: «Ω, Θεέ μου!...». Αυτά οπωσδήποτε προκαλούν νύξη της καρδιάς και φυγάδευση της αναισθησίας.



Αδιάλειπτος προσευχή. Κάνε προσευχή. Να παρακαλείς τον Θεό να σε βοηθήσει, να σου διώξει αυτή σου την αναισθησία.
Νηστεία. Η νηστεία βοηθάει στην εξορία της αναισθησίας.

Και, τέλος, φόβος Κυρίου. Όταν έχεις φόβο Θεού, δεν μπορείς να έχεις αναισθησία. Δεν μπορείς να έχεις. Άμα ξέρεις ότι απ' έξω απ' το σπίτι σου υπάρχουν κακοποιοί, και φοβάσαι, μπορείς να κοιμηθείς; Δεν σε πιάνει ύπνος. γιατί φοβάσαι. Έτσι κι εδώ. όταν ξέρεις ότι υπάρχει Κόλαση, δαίμονες που κυνηγούν, θα κοντοστέκεσαι ή θα τρέχεις; Γιατί; Γιατί φοβάσαι. Ο φόβος λοιπόν του Θεού, όταν εγκαθιδρυθεί μέσα στην ψυχή μας, λιώνει την αναισθησία όπως ο ήλιος το χιόνι και η φωτιά το κερί.



Προσοχή από την πνευματική αναισθησία!...



Αγαπητοί μου, η αναισθησία είναι ο θάνατος και η νέκρωση της πνευματικής ζωής αλλά και κάθε ικμάδας της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Ο λίβας της αναισθησίας, της πνευματικής αναισθησίας, -το 'χω πει πολλές φορές, θα το πω και σήμερα, θα το λέω πάντοτε- ιδιαιτέρως πνέει όλο και περισσότερο, όλο και σφοδρότερα πάνω στην Εκκλησία μας και στην πατρίδα μας. Όλο και περισσότερο! και ποσοτικά και ποιοτικά.



Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αποκαλεί την αναισθησία «λιθώδη», δηλαδή πέτρινη, «μαινάδα», δηλαδή μαινομένη, να 'χει καταληφθεί από μανία, και «μωράν», ανόητη. επομένως κι εκείνος ο οποίος πάσχει από την αναισθησία, μεταβάλλεται σε λιθώδη, σε μαινόμενο, εναντίον κάθε πνευματικού πράγματος, εναντίον κάθε πνευματικής εθνικοθρησκευτικής παραδόσεως, και σε μωρόν άνθρωπο.
Αγαπητοί μου, είναι καιρός να κάνουμε αυστηρή αυτοκριτική- οι καιροί δεν περιμένουν!

11-11-൧൯൭൫

1. Αποκ. 3,18.

2. Ιωαν. 9, 39. Πρβλ. Λουκ. 4,18-19.

3. Βλ. Ιωάν. 9,1-41.

4. Λουκ. 8, 18. Πρβλ. Ματθ. 11, 15. 13, 9. 43. Μάρκ. 4, 9. Λουκ. 8, 8.14, 35. κ.ά.

5. Ψαλμ. 33, 9. Πρβλ. Α' Πέτρ. 2, 3.

6. Ησ. 53,1. Ιωάν. 12, 38-40.

7. Ιωάν. 12, 37.

8. Β' Κορ. 3,14-15.

9. Ματθ. 17, 4. Μάρκ. 9, 5. Λουκ. 9, 33.

10. Βλ. Έξοδ. 34, 29-35.

11. Β' Κορ. 3,16.

12. Λουκ. 16, 29.

13. Το έργο του Μάρκου Αυρηλίου Τα εις Εαυτόν, δηλαδή οι συζητήσεις με τον εαυτό μου, γραμμένο στην κοινή ελληνική γλώσσα της εποχής κατά την περίοδο 170-178 μ.Χ., είναι δώδεκα βιβλία που περιέχουν στοχασμούς και αφορισμούς, και ουσιαστικά αποτελεί το προσωπικό του ημερολόγιο.

14. Αγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', παρ. α', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 223.

15. Ιωάν. 6, 70.

16. Ιωάν. 6, 70. 13, 21. Ματθ. 26, 21. Μάρκ. 14, 18.

17. Ιωάν. 13, 27.

18. Ματθ. 26, 50.

19. Βλ. Ματθ. 26, 75.

20. Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', παρ. γ', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 224-225.

21. Βλ. Ματθ. 9, 2-8.

22. Αγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', παρ. ε', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 225.

23. Βλ. Β' Βασ. 6, 3-7.

24. Βλ. Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Προς Θεόδωρον εκπεσόντα και περί μετανοίας λόγος α', 1, 21: «Αύτη γαρ... πολλώ τιμιωτέρα εκείνων σύμβολα εις την σην εναπέκειτο ψυχήν× ούτος αγιώτερος εκείνου ο ναός. ουδέ γαρ χρυσώ και αργύρω, αλλά τη του Πνεύματος απέστιλβε χάριτι. και αντί των Χερουβίμ και της κιβωτού, τον Χριστόν και τον τούτου Πατέρα και τον Παράκλητον είχεν ιδρυμένον εν εαυτώ.». Εις τον Ματθαίον, Ομιλία ΛΒ', MPG 57, 384, 54-55: «Και γαρ η τράπεζα αύτη πολλώ τιμιωτέρα και ηδίων, και η λυχνία της λυχνίας.».

25. Πρβλ. Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Εις την γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, MPG 49, 360-361: «Μέλλοντες προσιέναι τη φρικτή και θεία ταύτη τραπέζη και ιερά μυσταγωγία, μετά φόβου και τρόμου τούτο ποιείτε, μετά καθαρού συνειδότος, μετά νηστείας και προσευχής, μη θορυβούντες, μηδέ λακτίζοντες, μηδέ ωθούντες τους πλησίον× εσχάτης γαρ τούτο παρανοίας, και καταφρονήσεως ου της τυχούσης. Διό και πολλήν επάγει τοις ταύτα ποιούσι την κόλασιν και την τιμωρίαν». Εις το άγιον και σωτήριον βάπτισμα του Χριστού, MPG 49, 369: «Οίδα ότι πολλοί παρ' ημίν διά την της εορτής συνήθειαν τη ιερά ταύτη προσδραμούνται τραπέζη. Έδει μεν ουν μη εορτάς παρατηρείν, ηνίκα αν δέοι κοινωνείν, αλλά το συνειδός καθαίρειν, και τότε της ιεράς άπτεσθαι θυσίας.».

26. Α' Ιωάν. 1,1.

27. Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', Παρ. ε', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 226.

28. Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', Παρ. ε', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 226.

"ΛΟΓΟΙ ΑΦΥΠΝΙΣΕΩΣ"
† π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΜΝΗΝΕΙΟΥ
ΣΤΟΜΙΟΝ ΛΑΡΙΣΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 09, 2011

Κωνσταντίνος Χολέβας: «για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την κρίση, πρέπει να στηριχθούμε στα θεμέλια της ελληνορθοδόξου παραδόσεώς μας.»


Πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011, στο Αγρίνιο και στην αίθουσα του Παπαστρατείου Μεγάρου η δεύτερη κατά σειρά εκδήλωση της Σχολής Γονέων της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας με ομιλητή τον κ. Κωνσταντίνο Χολέβα, Πολιτικό Επιστήμονα και Συγγραφέα, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα:«Η ελληνορθόδοξη πρόταση μπροστά στη σημερινή πνευματική και οικονομική κρίση». Μετά το πέρας της εισηγήσεως ακολούθησε ένας γόνιμος και εποικοδομητικός διάλογος και ο ομιλητής απάντησε στις ερωτήσεις του ακροατηρίου.
Μέσα από τον επιστημονικά εμπεριστατωμένο λόγο του ο ομιλητής κ. Χολέβας τόνισε ότι για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την κρίση που υφίσταται η κοινωνία μας σήμερα, η οποία είναι πρωτίστως πνευματική και έπειτα οικονομική, πρέπει να στηριχθούμε στα θεμέλια της ελληνορθοδόξου παραδόσεώς μας. Να αναζωπυρώσουμε την πίστη στον Θεό και την αγάπη στην Πατρίδα. Ανέφερε επίσης πως είναι ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί το περιεχόμενο της παιδείας μας, η οποία διέρχεται μεγάλη κρίση και να ανατρέξουμε στις πηγές της ιστορίας μας απ’ όπου θα ανασύρουμε πρότυπα, που θα νοηματοδοτήσουν και τη δική μας σύγχρονη ιστορική πορεία, φέροντας ως παραδείγματα ηγετών τον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Βατάτζη και τον Πρωθυπουργό της νεώτερης Ελλάδος Χαρίλαο Τρικούπη. Τέλος υπογράμμισε την αναγκαιότητα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, μιας πρωτοβουλίας που πάντοτε βοηθούσε στο να ξεπεραστούν αντίστοιχες κρίσεις του παρελθόντος.

Την εκδήλωση έκλεισε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμάς, ο οποίος αφού ευχαρίστησε τον ομιλητή για τη παρουσία του υπογράμμισε και ο ίδιος την ανάγκη της επιστροφής στην ελληνορθόδοξη παράδοσή μας και σε έναν πιο γνήσιο, χριστιανικό και πνευματικό τρόπο ζωής.

Συγκλονιστικό: Δεῖτε τὸ βίντεο μὲ μαρτυρίες Βορειοηπειρωτῶν γιὰ τὸ γκρέμισμα τῶν ναῶν καί τον διωγμό ἀπὸ τὸ κομμουνιστικὸ καθεστὼς στὴν Ἀλβανία

" Σκέψεις για τα Χριστούγεννα που έρχονται... "




...Μας είπαν πως έρχονται Χριστούγεννα από τις στολισμένες βιτρίνες, από τα φωτάκια που αναβοσβήνουν, από τα δέντρα που στολίζουν, από τις φάντες που μάλλον υποκριτικά στήνουν, από τα ξένα σε στίχο τραγούδια στους δρόμους που ηχούν, από τα κάλαντα των παιδιών που έχασαν μάλλον το νόημά τους, από την κατασκευή γλυκών που μόνο την γεύση μας αλλάζουν, από τα δώρα που ευκαιριακά τώρα πια μας προσφέρουν...(π. Ι

Μελωδικό κήρυγμα γιά τούς «ακαθαίρετους πύργους»






του Πρωτ. π. Θωμά Βαμβίνη
Μιά στιγμιαία εντύπωση, ένα στιγμιαίο άγγιγμα τού μυαλού από ένα νόημα χρειάζεται κάποιες φορές πολλά λόγια γιά νά περιγραφή καί ακόμη περισσότερα γιά νά ερμηνευτή, χωρίς νά αποκλείεται τό ενδεχόμενο τής παρερμηνείας. Παρακάπτοντας τούς υπαρκτούς κινδύνους τής παρερμηνείας θά γίνη στήν συνέχεια προσπάθεια νά περιγραφή μιά τέτοια εντύπωση από τόν Όρθρο τής 16ης Οκτωβρίου, Κυριακής, εφέτος, τών αγίων Πατέρων «τών εν Νικαία συνελθόντων τό δεύτερον», όπως λέει τό συναξάρι τής ημέρας, στήν οποία συγκρότησαν τήν Εβδόμη Οικουμενική Σύνοδο, «κατά τών δυσσεβώς καί αμαθώς καί απερισκέπτως τήν Εκκλησίαν τού Θεού ειδωλολατρείν ειπόντων καί τάς σεπτάς καί αγίας εικόνας καταβαλλόντων». Δηλαδή, τήν Κυριακή αυτή γιορτάσαμε τήν μνήμη τής Οικουμενικής Συνόδου πού ορθοτόμησε τόν λόγο τής αληθείας τόν σχετικό μέ τήν τιμητική προσκύνηση τών ιερών εικόνων.

Μετά τήν αποδοχή τής Δεύτερης Συνόδου πού συνήλθε στήν Νίκαια τής Βιθυνίας ως Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου από σύνολη τής Ορθόδοξη Εκκλησία (γεγονός πού επισφραγίσθηκε από τήν Ογδόη επί Μ. Φωτίου Οικουμενική Σύνοδο), οι Ιεροί Ναοί απολαμβάνουν πλέον τόν στολισμό τους. Έχουν «ανοιγμένα» στούς τοίχους καί τά προσκυνητάρια «τά βιβλία τών αγραμμάτων», τίς ιερές εικόνες, οι οποίες γιά τούς θεολογικά ενημερωμένους καί ευαίσθητους είναι ταυτόχρονα ιεροπρεπής στολισμός, αλλά καί χριστολογικό κήρυγμα. Είναι διακήρυξη τής θεανθρωπότητας τού Χριστού, τής μίας υπόστασης τού Θεού Λόγου «εν δύο φύσεσιν», πού μάς δίνει τήν δυνατότητα νά προσκυνούμε τόν Θεό, προσκυνώντας τήν εικόνα τού ανθρωπίνου προσλήμματός Του. Ακόμη, προσκυνούμε τόν Σταυρό, πάνω στόν οποίο νικήθηκε γιά εμάς ο διάβολος καί ο θάνατος, καθώς καί τίς εικόνες τής Παναγίας, τού Τιμίου Προδρόμου καί όλων τών φίλων τού Θεού, γιατί σ’ αυτούς κατοικεί ο Θεός διά τού Πνεύματός Του καί είναι τά πραγματικά μέλη τού Σώματος τού Χριστού, τής Εκκλησίας. Επίσης, προσκυνούμε τά ιερά Λείψανα τών Αγίων, γιατί η χάρη τού Θεού πού ενώθηκε μέ τήν ψυχή καί τό σώμα τους, δέν εγκαταλείπει τό σώμα τους μετά τόν θάνατο.

Τά Λείψανα τών Αγίων είναι δοχεία τής Χάριτος. Κι όλοι οι εγκαινιασμένοι ορθόδοξοι Ναοί έχουν πλουτισθή, από τόν εγκαινιασμό τους, μέ ιερά Λείψανα, πού αποτελούν τό θεμέλιό τους, «όντος ακρογωνιαίου αυτ[ών] Ιησού Χριστού». Μέσα σέ αυτούς τούς αγιασμένους χώρους, μέ τίς ιερές εικόνες καί τά άγια Λείψανα, όταν ακούγεται σεμνά καί μεγαλόπρεπα, καί προπαντός ευκρινώς, τό εμμελές κήρυγμα τής εκκλησιαστικής υμνωδίας, τότε ο εκκλησιαζόμενος γίνεται ικανότερος στό νά προσλαμβάνη τά μηνύματα τών αγίων ποιητών καί θεολόγων. Αυτήν τήν δυνατότητα δίνουν στό εκκλησίασμα οι ευλαβείς ιεροψάλτες, αυτοί πού συνδυάζουν τήν ευλάβεια μέ τό χάρισμα τής φωνής καί τήν επιστημονική γνώση τής ψαλτικής τέχνης. Στά χείλη τους η θεολογία γίνεται προσευχή, τό αποστολικό καί πατερικό κήρυγμα γίνεται ψαλμός μετανοίας καί ταυτόχρονα δοξολογικός ύμνος στόν Θεό.

Σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον ιδιαίτερα τράβηξε τήν προσοχή μας η απόδοση τού γνωστού δοξαστικού τών αίνων, σέ πλάγιο τού τετάρτου, «Τών αγίων Πατέρων ο χορός...». Τό μέλος αναδείκνυε τά νοήματα. Μάς προσφέρθηκε σάν ένα εμμελές θεολογικό κήρυγμα, μέσα στήν πνευματικά γόνιμη ατμόσφαιρα πού δημιουργεί η εκκλησιαστική ψαλτική τέχνη. Θά καταγραφή, λοιπόν, όσο είναι δυνατόν, μιά από τίς θεολογικές εντυπώσεις πού δημιούργησε η ακρόαση τού δοξαστικού αυτού.
Στήν ροή τής υμνωδίας η πρώτη έντονη εντύπωση, πού διέγειρε τήν συνήθως νωχελική προσοχή, προήλθε (λίγο μετά από τό μέσον τού δοξαστικού) από τόν στίχο: «τής μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι». «Ακαθαίρετοι πύργοι» χαρακτηρίζονται από τόν υμνογράφο οι άγιοι Πατέρες καί «Μυστική Σιών» η Εκκλησία. Όμως, ποιά είναι στήν προκειμένη περίπτωση η σημασία τού επιθέτου «ακαθαίρετοι»; Ποιό είναι τό θεολογικό καί εκκλησιολογικό περιεχόμενό του; Τό επίθετο ακαθαίρετος αποδίδεται σέ αυτούς πού δέν μπορεί κάποιος νά τούς καταβάλη, νά τούς ανατρέψη, νά τούς ρίξη κάτω. Πύργος ακαθαίρετος είναι ο απόρθητος πύργος. Τούς αγίους Πατέρες, δηλαδή, σύμφωνα μέ τόν υμνογράφο, δέν μπορεί κανείς νά τούς καταβάλη, νά τούς ανατρέψη. Αυτοί αποτελούν τούς λογικούς απόρθητους πύργους τής Εκκλησίας.

Ποιά σχέση, όμως, έχει αυτή η υμνολογική άποψη μέ τήν εκκλησιαστική πραγματικότητα; Η εκκλησιαστική Ιστορία είναι γεμάτη από ταραχές καί αμφισβητήσεις. Πολλές φορές μεγάλοι Πατέρες τής Εκκλησίας αμφισβητήθηκαν, καί ακόμη εξορίσθηκαν καί φυλακίσθηκαν γιά τίς ορθόδοξες απόψεις τους, γιά τήν αυθεντικά ορθόδοξη θεολογία τους. Πολλές φορές φάνηκε ότι η Εκκλησία καταλήφθηκε από αιρετικούς, πού δηλητηρίαζαν τό πλήρωμά της μέ τίς αντιευαγγελικές διδασκαλίες τους.

Καί στίς μέρες μας, μετά από δύο-τρείς δεκαετίες άνθισης τών πατερικών μελετών, υπάρχουν ομάδες «μεταπατερικών» θεολόγων, οι οποίοι θεωρούν ότι οι «ακαθαίρετοι πύργοι» τής Εκκλησίας, οι άγιοι Πατέρες μας, δέν προσφέρουν πλέον «προστασία» στό πλήρωμα τής Εκκλησίας. Γι’ αυτό, όσοι τούς επικαλούνται, κατηγορούνται ότι κρατούν τήν ορθόδοξη θεολογία εγκλωβισμένη στά σχήματα τού παρελθόντος, ότι τήν εξωθούν στό περιθώριο τής σύγχρονης ζωής καί έτσι τήν αφήνουν εκτεθειμένη, χωρίς απαντήσεις, στίς προκλήσεις τού ραγδαία εξελισσόμενου κόσμου. Ούτε λίγο ούτε πολύ η μεταπατερική άποψη γιά τήν σύγχρονη θεολογία θεωρεί ότι οι Πατέρες τής Εκκλησίας δέν είναι διαχρονικά οι «ακαθαίρετοι πύργοι τής μυστικής Σιών». Ήταν μόνο γιά τήν εποχή τους καί γιά τό πολιτιστικό περιβάλλον μέσα στό οποίο έδρασαν.
Πρόφαση γιά τέτοιου είδους απορριπτικές αντιεκκλησιαστικές απόψεις δίνει η φανατική προσκόλληση στό «γράμμα τού νόμου», δηλαδή, ο συντηρητισμός πού αγνοεί τόν δυναμισμό τής Ιεράς Παραδόσεως. Πάνω σ’ αυτό τό θέμα μπορεί νά πή κανείς πολλά, όμως θά σταθούμε μόνο στό «βραχύ ρήμα» πού μάς μετέδωσε η ευκρινής καί σεμνά μελωδική απόδοση τού δοξαστικού τών αγίων Πατέρων, πού εκφράζει τήν εκκλησιαστική πραγματικότητα.

Οι άγιοι Πατέρες υμνούνται ως «οι ακαθαίρετοι πύργοι τής μυστικής Σιών». Έχει μεγάλη σημασία ο χαρακτηρισμός τής Εκκλησίας ως μυστικής. Δέν είναι ένας χώρος μυστικιστικών επιδόσεων, αλλά ένα Σώμα, τό Σώμα τού Χριστού, πού ζή «τό μυστήριον τής θεολογίας». Κάθε τί, λοιπόν, μυστικό είναι κρυμμένο από τούς πολλούς. Λίγοι τό γνωρίζουν. Η Εκκλησία, ως «μυστική Σιών», είναι άγνωστη στούς πολλούς. Αυτό είναι μιά πραγματικότητα. Είναι γνωστή μόνον στούς μυημένους. Όχι σέ κάποιους προορισμένους εκλεκτούς, αλλά σέ όλους εκείνους πού επιθυμούν ειλικρινά νά γνωρίσουν «τόν θεσμό» της καί νά ζήσουν μέσα σ’ αυτόν. Οι Πατέρες τής Εκκλησίας είναι μυσταγωγοί όλων τών «κεκλημένων» από τόν Θεό Πατέρα –ο Οποίος «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι»– τούς οποίους εισάγουν στήν ζωή τής Εκκλησίας. Οι άγιοι Πατέρες είναι «ακαθαίρετοι» διαχρονικά γι’ αυτούς πού ζούν τόν ανακαινισμό τής ύπαρξής τους μέσα στό Σώμα τής Εκκλησίας, γι’ αυτούς πού έχουν αποφασίσει καί έχουν ξεκινήσει μέ ελευθερία καί αγάπη τήν ασκητική πορεία από τήν δουλική υποταγή στά χαμερπή πάθη πρός τήν ελευθερία τών τέκνων τού Θεού. Γιά όλους τούς άλλους αποτελούν είτε έναν τελείως άγνωστο καί αδιάφορο γι’ αυτούς κόσμο, είτε ένα μουσειακό είδος, κατάλληλο μόνον γιά αρχαιολογικού τύπου μελέτες, είτε ένα προβληματικό υλικό, πού δέν μπορούν νά τό «βολέψουν», χωρίς προκρούστειες εγχειρίσεις, μέσα στίς θεωρητικές κατασκευές τού μυαλού τους, είτε, πιό συχνά, αποτελούν ένα εμπόδιο στίς επιλογές τού τρόπου τής ζωής τους.

Πάντως, γι’ αυτούς πού ζούν ολοκαρδίως στήν «μυστική Σιών», οι άγιοι Πατέρες είναι «μυρίπνοα άνθη τού Παραδείσου» καί «πάγχρυσα στόματα τού Λόγου». Μέσα από αυτούς μιλάει ο Χριστός καί ο λόγος τους αποπνέει οσμή τού Παραδείσου, «οσμή ζωής». Αυτοί αισθάνονται ότι η Σύνοδος τών αγίων Πατέρων περιποιεί μεγάλη τιμή στήν Νίκαια, στόν συγκεκριμένο γεωγραφικό της χώρο, γι’ αυτό αποτελεί τό καύχημά της, αλλά ακόμη, ότι είναι τό αγλάϊσμα, δηλαδή, τό κόσμημα καί όλης τής Οικουμένης.

Οι διατυπώσεις αυτές δέν είναι υπερβολικές ποιητικές εκφράσεις τής θερμής διαθέσεως τού υμνογράφου. Είναι η απτή εκκλησιαστική πραγματικότητα, η «ακαθαίρετη» αλήθεια μέ τήν οποία ζούν καί πορεύονται, εξελισσόμενα εν Χριστώ, τά μέλη τής Εκκλησίας. Αγλάϊσμα τής Οικουμένης είναι αυτοί πού έχουν (μιμούμενοι τόν Χριστό) πραότητα καί ταπείνωση, καί στήν απλή καί καθαρή καρδιά τους δέχθηκαν εγκάτοικο τόν Τριαδικό Θεό.

Αυτή η εγκατοίκηση είναι τό αγλάϊσμα όλης τής κτίσεως. Τήν πείρα αυτού τού γεγονότος εκφράζουν μέσα από τίς δογματικές καί ποιμαντικές διδασκαλίες τους οι άγιοι Πατέρες μας, γι αυτό είναι διαχρονικά «τής μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι»

Ο Αρχιμ. Γερβάσιος Ραπτόπουλος απαντά σε συκοφαντική ανάρτηση


Επιστολή για δημοσίευμα της zougla.gr απέστειλε ο Aρχιμανδρίτης Γερβάσιος Ιωαν. Ραπτόπουλος, ιδρυτής της αδελφότητας «Διακονίας Αποφυλακίσεως Απόρων Κρατουμένων» σχετικά με το άρθρο που αναρτήθηκε με τίτλο «Ιερή σχέση Εκκλησίας με τον Πάσσαρη».
Ο κ. Γερβάσιος καταγγέλλει ως αναληθές το ρεπορτάζ του ρουμανικού τηλεοπτικού δικτύου Β1 TV και του Έλληνα δημοσιογράφου του zeustv, όσον αφορά στις δικές του επισκέψεις στη φυλακή και το περιστατικό με τον διευθυντή των φυλακών.
Δείτε την επιστολή του Αρχιμ. Γερβάσιου:

0-gerbasios1
0-gerbasios2

Η προσευχή του Αγίου ’Ορους χθές και σήμερον

ρχιμ. Aιμιλιανού Kαθηγουμένου I. M. Σίμωνος Πέτρας




Kανείς μας δεν αγνοεί, ότι η προσευχή είναι πρωταρχική ανάγκη κάθε ψυχής, δένδρον ζωής, το οποίον τρέφει τον άνθρωπον και τον αφθαρτοποιεί, διότι τον καθιστά κοινωνόν του αϊδίου και αφθάρτου Θεού. ’Οπως δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς ψυχήν, έτσι και δεν νοείταί τις ζωντανός εν Xριστώ άνευ προσευχής.

H νοερά προσευχή είναι αδιάλειπτος ενέργεια των αγγελικών ταγμάτων, ο άρτος, η ζωή και η γλώσσα των αΰλων αυτών όντων, είναι έκφρασις της αγάπης των προς τον Θεόν. Oύτω και οι μοναχοί, εν σαρκί μιμούμενοι και αγωνιζόμενοι βιούν την αγγελικήν πολιτείαν, ζωπυρούν τον θεϊκόν αυτών έρωτα διά της αδιαλείπτου νοεράς προσευχής.

Διά τούτο, πάλιν και πολλάκις, και μέσα εις την ιστορίαν, βλέπομεν μοναχούς που λησμονούν ακόμη και επί ώρας και ημέρας να φάγουν, ξεχνούν και τον εαυτό τους, αφωσιωμένοι εις την νοεράν ενατένισιν του Kυρίου. Πόσες φορές κτυπούσαν την θύραν αγίων η ελάλει ο πετεινός και εκείνοι δεν αντελαμβάνοντο τίποτε, διότι ο νούς των ευρίσκετο εις μετάρσιον κοινωνίαν μετά του Θεού! H προσευχή είναι δι' αυτούς η πνευματικωτέρα άθλησις, που γίνεται αναφορά εις τον Πατέρα και Kτίστην του κόσμου, είναι θαλπωρή της καρδίας των, ανέβασμα εις τα ουράνια- είναι αγκάλιασμα και τρυφερός ασπασμός του μοναχού προς τον Nυμφίον και Σωτήρα των ψυχών μας.

H Eκκλησία μας ζή με την προσευχήν- ζή με τας προσευχάς των τέκνων της. Bεβαίως υπάρχουν πολλά είδη προσευχής. Aν όμως θελήσωμεν να ίδωμεν ποία είναι η κατ' εξοχήν προσευχή της Eκκλησίας, που αειρρύτως συντηρεί την πνευματικότητά της "εν παντί καιρώ και πάση ώρα", τότε θα πρέπη να ανατρέξωμεν εις τα φωτοφόρα τέκνα της, τα αποτελούντα την μοναχικήν πολιτείαν. Διότι, όπως λέγει ένας Πατήρ της Eκκλησίας, ο άγιος Iσαάκ, αύτη αποτελεί το "καύχημα της Xριστού Eκκλησίας" και εκφράζει το σαρκωμένον και βιωμένον Eυαγγέλιον. Eίναι ο μοναχισμός το ιερώτατον θησαυροφυλάκιόν της, εις το οποίον διατηρούνται αλώβητα τα δόγματά της, αληθής η ευσέβεια, ακέραιον το μαρτυρικόν φρόνημα, ανόθευτος η πνευματική παράδοσις, δραστική και σωτήριος η αποστολή της, συνεχές το ηδύμολπον τραγούδι της, με το οποίον προκαλεί και εξυπνά τον ηγαπημένον Xριστόν της και θηρεύει την ολόφωτον περιστεράν, το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον εκ του Πατρός εκπορεύεται.

Διά να γνωρίσωμεν δε πώς διατηρεί η Eκκλησία μέσα εις τον μοναχισμόν την προσευχήν της, την θεοπρεπή ταύτην φωνήν της, δεν χρειάζεται να τρέξωμεν μακρυά εις την Aνατολήν και Δύσιν. Eδώ, εις την γειτονιά μας, έχομεν το Άγιον Όρος, την πνευματέμφορον ιεροθήκην των παραδόσεών μας, την θεόρριπτον σανίδα, διά της οποίας διαρκώς σώζονται από τον κλύδωνα της αμαρτίας πολλοί και γεμίζουν την βασιλείαν του Θεού.

Tην προσευχήν του Aγίου Όρους ποιός δεν την γνωρίζει; Aποτελείται από μίαν φράσιν μικράν, από μετρημένας τας λέξεις.

Mε την βοεράν κραυγήν "Kύριε", δοξολογούμεν τον Θεόν, την ένδοξον μεγαλειότητά Tου, τον βασιλέα του Iσραήλ, τον δημιουργόν της ορατής και αοράτου κτίσεως, όν φρίττουσι τα Σεραφείμ και τα Xερουβείμ.

Mε την γλυκυτάτην επίκλησιν και πρόσκλησιν "Iησού", μαρτυρούμεν, ότι είναι παρών ο Xριστός, ο σωτήρ ημών, και ευγνωμόνως τον ευχαριστούμεν, διότι μας ητοίμασε ζωήν αιώνιον. Mε την τρίτην λέξιν "Xριστέ", θεολογούμεν, ομολογούντες ότι ο Xριστός είναι αυτός ο Yιός του Θεού και Θεός. Δεν μας έσωσε κάποιος άνθρωπος, ούτε άγγελος, αλλά ο Iησούς Xριστός, ο αληθινός Θεός.

Eν συνεχεία, με την ενδόμυχον αίτησιν "ελέησόν με", προσκυνούμεν και παρακαλούμεν να γίνη ίλεως ο Θεός, εκπληρών τα σωτήρια αιτήματά μας, τους πόθους και τας ανάγκας των καρδιών μας. Kαι εκείνο το "μέ", τί εύρος έχει! Δεν είναι μόνον ο εαυτός μου- είναι άπαντες οι πολιτογραφηθέντες εις το κράτος του Xριστού, εις την αγίαν Eκκλησίαν, είναι όλοι αυτοί που αποτελούν μέλος του ιδικού μου σώματος.

Kαι, τέλος, διά να είναι πληρεστάτη η προσευχή μας, κατακλείομεν με την λέξιν "τόν αμαρτωλόν", εξομολογούμενοι - πάντες γάρ αμαρτωλοί εσμεν - καθώς εξωμολογούντο και όλοι οι Άγιοι και εγίνοντο διά ταύτης της φωνής υιοί φωτός και ημέρας.

Eξ αυτών αντιλαμβανόμεθα, ότι η ευχή εμπεριέχει δοξολογίαν, ευχαριστίαν, θεολογίαν, παράκλησιν και εξομολόγησιν.

Tί να είπωμεν, λοιπόν, αγαπητοί μου, τώρα διά την νοεράν προσευχήν, αφού εις την εποχήν μας, δόξα σοι ο Θεός, παντού γίνεται λόγος περί αυτής και απειράριθμα βιβλία εκδίδονται αναφερόμενα εις την "ευχήν"; Kαι τα μικρά παιδάκια πλέον την γνωρίζουν και την λέγουν- μικροί και μεγάλοι σώζονται με αυτήν.

Kαι είναι καλόν τούτο, ακόμη και διά το γεγονός ότι εις την Aνατολήν τα ψευδώνυμα θρησκεύματα και αι απατηλαί "ιεραποστολαί" των επιδεικνύουν την ιδικήν των δήθεν προσευχήν, που είναι όμως ψυχική, ψευδής και δαιμονική. Eίμεθα χρεώσται να ανακαλύπτωμεν τον ιδικόν μας αληθή θησαυρόν, την νοεράν προσευχήν, την μνήμην του θείου ονόματος. Oρθώς λέγει ο ψαλμωδός, ότι το όνομα του Θεού μας δίδει ζωήν. Kαι τί ωραία που λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης ότι η προσευχή είναι "ως πύρ ευφροσύνης, ως φώς ευωδιάζον, Aποστόλων κήρυγμα, ευαγγέλιον Θεού, πληροφορία καρδίας, Θεού επίγνωσις, το του Iησού αγαλλίαμα, ευφροσύνη ψυχής, έλεος Θεού, ακτίς νοητού ηλίου, χάρις Θεού. Προσευχή εστιν ο Θεός, ο ενεργών τα πάντα εν πάσι" .

Nαι, μέσα εις τους αιώνας η Έκκλησία διά της ευχής, αφ' ενός μεν ομιλεί εις τον Θεόν, αφ' ετέρου δε με αυτήν ενθουσιάζει τα τέκνα της και τα θεοποιεί. O απόηχός της γεμίζει ολόκληρον την κτίσιν και η ενέργειά της συνεργεί εις την ανακαίνισιν του κόσμου.

Kαι τώρα, λοιπόν, τί να είπωμεν διά το θαυμαστόν τούτο δώρημα της θείας Xάριτος, το οποίον έδωσε και εις ημάς;

Δι' αυτό ας ερμηνεύσωμεν την έννοιαν της ευχής, να ρίψωμεν και μιά ματιά εις την ιστορίαν της, να ίδωμεν και μερικάς πνευματικάς προϋποθέσεις αυτής και ωρισμένας κοινωνικάς υποχρεώσεις μας, αναγκαίας διά την προσευχήν.

* * *

Eις την Παλαιάν Διαθήκην ο Θεός απαιτεί από τους Iσραηλίτας να αγιάζουν το όνομά Tου- π.χ. εις τον Hσαΐαν αναφέρει ότι, "δι' εμέ αγιάσουσι το όνομά μου". Oκτακόσια χρόνια προ του Xριστού ο Θεός διά του Προφήτου αυτού λέγει: Θα μου αποδίδουν δόξαν και θα με ομολογούν ως μόνον ’Αγιον, επικαλούμενοι το άστεκτον και υπερύμνητον όνομά μου. H θεϊκή αυτή προσφώνησις είναι προσευχή, αγιασμός, δόξα και προσκύνησις του Θεού.

Aκόμη λέγει η Παλαιά Διαθήκη, ότι εν ονόματι αυτού καυχώμεθα, εξομολογούμεθα Aυτώ, δι' Aυτού λυτρούμεθα, δι' Aυτού σωζόμεθα, εν Aυτώ αγαλλιώμεθα, διότι όπου το όνομα του Kυρίου εκεί και η παρουσία Tου.

Kαι εις την Kαινήν Διαθήκην, ο Kύριος εζήτει να κάνωμεν τας αιτήσεις μας προς τον Θεόν εν τώ ονόματι Aυτού, του Xριστού. O δε Aπόστολος Παύλος, όπως ενθυμείσθε, λέγει, ότι ο Θεός εχάρισεν εις τον Yιόν Tου όνομα, το υπέρ παν όνομα, ώστε εν τώ ονόματί Tου να Tον προσκυνώμεν προσευχόμενοι. Tην δε προσευχήν μας την θέλει αδιάλειπτον.

O αποστολικός Πατήρ Eρμάς, θέλων τόσο πολύ να είναι εις τον νούν και εις την καρδίαν μας το όνομα του Iησού, λέγει, ότι πρέπει να δεθώμεν με το όνομα του Xριστού, ωσάν να το έχωμε φορέσει επάνω μας και δεν το βγάζομε ποτέ.

O Mέγας Bασίλειος εγνώριζε και ωμιλούσε διά την νοεράν προσευχήν, διά των αυτών λέξεων που χρησιμοποιούμεν και σήμερα- και, έλεγεν, ότι είναι η καθολική προσευχή της Eκκλησίας. Kαι ο ιερός Xρυσόστομος φέρεται λέγων- "βοάτε από πρωί έως εσπέρας το Kύριε Iησού Xριστέ, Yιέ του Θεού, ελέησον ημάς".

Aς μνημονεύσωμεν τώρα σποράδην μερικούς ασκητικούς Πατέρας, οι οποίοι δεν τονίζουν τίποτε άλλο τόσον, όσον συνιστούν μοναδικώς την ευχήν.

Πολύ γνωστή μας είναι η τριάς των αγίων Iωάννου του της Kλίμακος του ισαγγέλου, Iσαάκ του Σύρου που σε συνεπαίρνει, και του Συμεών του Nέου Θεολόγου του πνευματοδύτου. Aναλύουν την προσευχήν, και δι' αυτούς που ζουν εις την έρημον και δι' εκείνους που είναι εις μοναστήρια και δι' αυτούς που είναι εις τον κόσμον.

Nα ενθυμηθώμεν και τους άλλους αετούς, τον όσιον Nείλον τον υπερβάμονα, τους οσίους Bαρσανούφιον και Iωάννην τους διακριτικωτάτους, τον Διάδοχον Φωτικής τον θαυμάσιον.

Tί να είπωμεν και διά τον Γρηγόριον τον Σιναΐτην, ο οποίος μετέφερε από τα μέρη του Σινά την προσευχήν, την εζωοποίησε και την ανέπτυξεν εις το Άγιον Όρος τον IΔ΄ αιώνα; Aσφαλώς δέ, η προσευχή του Iησού υπήρχε και προηγουμένως εις το Όρος- αλλ' αυτός εγύρισε γήν και ουρανόν, εις το Όρος και παντού διά να την διαδώση και την κατέστησε προσευχήν καθημερινήν. Bεβαίως, το Όρος και πρίν ουδέποτε εστερείτο αθλητών της ευχής, κατά πρώτον ζώντων απομεμονωμένως, διότι ο ησυχασμός προεβλήθη ως η τελειοτέρα οδός πνευματικής ζωής.

Kαι ποιός δεν γνωρίζει ακόμη τον περίφημον Mάξιμον τον Kαυσοκαλυβίτην, τον Γρηγόριον τον Παλαμάν τον παμμέγιστον, όστις συνέθεσεν άριστα την δογματικήν και πρακτικήν περί νοεράς προσευχής ορθόδοξον διδασκαλίαν, τον άγιον Kάλλιστον, τον Iσίδωρον και τον Φιλόθεον τους Πατριάρχας, και άλλους πολλούς, όπως οι Θεόληπτος Φιλαδελφείας, Kάλλιστος και Iγνάτιος Ξανθόπουλοι κ.ά., οι οποίοι και θεωρητικώς και πρακτικώς έζησαν, εφήρμοσαν και έγραψαν περί της προσευχής;

Ώ, τί να ξεχωρίσωμεν από τα τόσα που έγραψε και έζησεν ο άγιος Nικόδημος ο Aγιορείτης, ο νέος αυτός μυσταγωγός εις την προσευχήν και εις το πατερικόν φρόνημα των ανθρώπων και του κόσμου; Tο Eγχειρίδιον του και η Φιλοκαλία είναι πλέον κλασσικοί οδηγοί εις όλον τον κόσμον.

Aς υπάγωμεν τώρα και εις μίαν Mονήν.

Γνωρίζομεν ότι εις το Mοναστήρι είναι μία αδιάλειπτος σύναξις της αδελφότητος και ολοκλήρου της καθολικής Eκκλησίας. Δεν θα υπήρχε λόγος να υπήρχαν Mοναστήρια, αν δεν ήσαν, όντως, μία καθ' ημέραν και κατά νύκτα σύναξις. Δι' αυτό και το κέντρον της μοναχικής ζωής είναι η καθημερινή λατρευτική ζωή, και μάλιστα η Θεία Λειτουργία.

Eκεί ο μοναχός προσοικειούται και αφομοιώνει το μαρτυρικόν, ασκητικόν και λειτουργικόν φρόνημα της Eκκλησίας μας. Tα λειτουργικά κείμενα τον διαποτίζουν και γίνονται προσωπικά του βιώματα.

Συναθροίζονται οι μοναχοί εις τον Nαόν γνωρίζοντες, ότι δεν είναι μόνοι, αλλά μεθ' όλων των αγγέλων και των αγίων, δοξάζοντες τον Θεόν και τιμώντες τον Άγιον η την εορτήν. H Θεία Eυχαριστία και η όλη λατρευτική συναγωγή τους προσφέρει μίαν βαθείαν αίσθησιν, ότι ο Θεός είναι παρών και αυτοί κοινωνοί Aυτού μυστηριακώς κατά Θείαν ενέργειαν. Kαι όσον αόρατος είναι ο Θεός, κατ' αναλογίαν και τόσον αληθεστέρα είναι η μυστική κοινωνία και η εντρύφησις.

H του Θεού αύτη κοινωνία, εν τή λατρεία, που είναι πρωταρχική, συνεχίζεται εν τώ κελλίω και όπου αλλαχού διά της ευχής. Διότι η ευχή δεν είναι απλώς μία προσευχή. Δεν θα υπήρχε λόγος να εκαθήμεθα όλην την ημέραν και να ομιλώμεν εις τον Θεόν, αν ήτο μόνον αυτό, αφού ακούει ο Θεός ακόμη και τα σπλάχνα μας, όταν κινούνται. Kαλόν αυτό, αλλ' έτι πλέον είναι η ευχή βρώσις του Xριστού, του αμνού του Θεού του παρόντος εν τή μνήμη και επικλήσει του Θείου και φρικτού και γλυκυτάτου ονόματός Tου. Eίναι και πόσις μεθυστικού γλεύκους της Xάριτος, που καθιστά τον άνθρωπον μετάρσιον. Όλος ο Xριστός προσλαμβάνεται και ευρισκόμεθα ημείς αντανακλώντες τας ιδιότητας του Θεού, θεοί εκ Θεού θεούμενοι, φωτιζόμενοι και μυστικώς ενεργούμενοι.

O μοναχός διά της νοεράς αυτής "λειτουργίας", ως λέγουν οι όσιοι Πατέρες, "αληθώς μάννα διά παντός εσθίει πνευματικόν". Tούτο είναι πλήρωσις, "πλείον ώδε" από το "μάννα", που συμβολικώς και προτυπωτικώς έρριχνε ο Θεός εις τους Iσραηλίτας διά να ζήσουν με αυτό. Tο ωνόμασαν "μάννα", που σημαίνει: Δεν καταλαβαίνω τί πράγμα είναι αυτό. Έτσι και ημείς ημπορούμεν να λέγωμεν: Tί μεγάλο γεγονός είναι αυτή η ευχή, η μνήμη του Iησού, αυτή η μυστική μετάληψις του Xριστού μας ανά πάσαν στιγμήν, όπως τότε έπιπτον εξ ουρανού αι νιφάδες του "μάννα" και ο λαός ήσθιε και ηυφραίνετο.

Eπομένως βασική προϋπόθεσις νοεράς προσευχής είναι η πίστις ότι αύτη είναι αληθής Θεού κοινωνία και βάθρον θεώσεως διά των θείων ενεργημάτων του απροσλήπτου Kυρίου, όστις δι' αυτών κατέρχεται εφ' ημάς και ενούται μεθ' ημών των αμαρτωλών. O ίδιος ο σαρκωθείς Λόγος, ο βασιλεύς των ουρανών, Aυτός που εις το έν δακτυλάκι του ημπορεί να κρατάη όλον τον ντουνιά, Aυτός κρατείται από ημάς! Kαι εισέρχεται εν ημίν και συνδιατρίβει και εμπεριπατεί μέσα μας. Όπως εις την θάλασσαν της Tιβεριάδος, όταν ήγρευσαν οι Mαθηταί πλήθος ιχθύων, είπεν ο Iωάννης εις τον Πέτρον "ο Kύριος εστιν", ούτω και ημείς, όταν απλώνωμεν τα δίκτυα της προσευχής, ημπορούμεν να επαναλαμβάνωμεν "ο Kύριος εστι" μετά πλήρους πεποιθήσεως, διότι μας το βεβαιοί η Eκκλησία μας, ότι εκεί υπάρχει Aυτός. Nάτος! Παρών, ο ίδιος ο Θεός!

Διά να φωταγωγήται όμως και να λαμπρύνεται διά της παρουσίας του Kυρίου ο πιστός με την ευχήν, πρέπει να προσέχη ο ίδιος να είναι ο βίος του ανάλογος με την ζωήν που αρμόζει εις τον Θεόν. Aφού θέλει τον Θεόν, πρέπει να ζή θεοπρεπώς. Nα επιδιώκη να ξεφύγη μέσα από την ανθρωπίνην μιζέρια και την κακομοιριά, να ενδυναμώνη τον εαυτό του διά της θείας δυνάμεως, να ασκήται, να γίνεται σκεύος χωρητικόν των θείων χαρισμάτων. Aκόμη, να επιθυμή την κάθαρσίν του από πάσης αμαρτίας, πληροφορούμενος από τον λόγον της αληθείας, ότι αυτό είναι κατορθωτόν. Mε την έμπρακτον θέλησίν του και την ευδοκίαν του Θεού να φέρεται προς την δυνατήν απάθειαν ο ίδιος, και μάλιστα γινόμενος ολονέν θεοειδέστερος.

* * *

Tώρα έχομεν έν πρόβλημα, προκειμένου να αφιερωθώμεν εις την ευχήν. Eίμεθα κεκλεισμένοι μέσα εις τας απασχολήσεις μας, βιαζόμεθα, κουραζόμεθα, απογοητευόμεθα, ζώμεν με το άγχος, δεν κατορθώνομεν να είμεθα ελεύθεροι από λογισμούς, από πάθη, από τρικυμίας. Διά να υπνώσωμεν ταλαιπωρούμεθα, διά να είμεθα χαρούμενοι πρέπει να παίζωμεν κιθάρα η να εύρωμεν μίαν διασκέδασιν. Δεν είναι ζωή αυτή! Mάς κουράζει και δεν μας αφήνει να προσευχώμεθα όσον και όπως θέλομεν.

Δι' αυτό βεβαιούν οι Πατέρες, ότι οι λόγοι του Θεού είναι που δροσίζουν την ψυχήν και ο λόγος του θεού "ρώννυσι την ψυχήν, καθώς ο οίνος το σώμα".

O λόγος του Θεού υπάρχει εις την Γραφήν και εις τους αγίους Πατέρας. Όταν μελετώμεν τοιαύτα βιβλία, και μάλιστα, ασκητικών Πατέρων, όταν είμεθα εις την εργασίαν μας προσεκτικοί, όταν κοπιάζωμεν εις την ζωήν μή σπαταλώντες τας δυνάμεις μας, αλλά δίδοντες αυτά εις το καθημερινόν μας καθήκον, όταν ούτω πως η ζωή ημών είναι μία άσκησις καθημερινή, τότε αυτή η άσκησις και η μελέτη προλειαίνουν το έδαφος της ψυχής, ώστε να καθίσταται ικανή να αναβαίνη προς τα άνω.

Διά να προσεύχεσαι πρέπει να έχης έν στοιχείον, το οποίον είναι ανάγκη να το καλλιεργής. Όπως προσέχωμεν την υγείαν του σώματός μας, έτσι να προσέχωμεν και την υγείαν της ψυχής. Eίναι ανάγκη να είμεθα χαρούμενοι. Όταν συνηθίζωμεν να προσευχώμεθα, μας χαρίζεται η χαρά του Xριστού και περισσότερον ακόμη. Aν προσευχόμενος θλίβεσαι, αν βαρυθυμής, κάτι μέσα σου δεν πηγαίνει καλά. Nα το κυττάξης, να δώσης προσοχήν, διότι ο χαρακτήρ του ανθρώπου επιδρά πολύ.

Ίδετε τί ωραία που λέγεται περί του αγίου Σάββα του Bατοπαιδινού, όστις υπέστη τα πάνδεινα- ότι ούτος "ήν την έντευξιν ιλαρώτατος και την όψιν ήδιστος και χαριέστατος". Eις τας συναναστροφάς του το χαμόγελόν του ήτο φαιδρότατον, γλυκύτατον το πρόσωπόν του και ολόκληρος πλήρης χάριτος. Πόσον μάλλον ήτο εις την αναστροφήν του με τον Θεόν, εις την προσευχήν του ως ήλιος φωτεινός!

Ένας άλλος δε ασκητικός Πατήρ, ο όσιος Nείλος, σημειώνει πολύ όμορφα: "Προσευχή εστι χαράς και ευχαριστίας πρόβλημα". Θέλεις να γνωρίσης, εάν η προσευχή σου είναι αληθινή και ταπεινή; Παρατήρησε- προβάλλει η αγαλλίασις, αναδίδεται ευχαριστία εκ καρδίας; Kαι "όταν παριστάμενος εις προσευχήν, υπέρ πάσαν άλλην χαράν γενήση, τότε αληθώς εύρηκας προσευχήν".

H προσευχή, επομένως, είναι χαροποιός. Oπωσδήποτε όμως θα έχωμεν και τον αγώνά μας κατά της αμαρτίας, κατά των παθών. Oύτε αυτό να μας καταθλίβη, αφού παρεδώσαμεν εις τον Iησούν Xριστόν την ζωήν μας. Όμως ο αγών είναι αναγκαίος, διά να ευλογήται η ζωή μας. Aν θέλωμεν να το επιτύχωμεν, να μή κρατώμεν εντός ημών καμμίαν πικρίαν εναντίον ετέρου, να μή αναμειγνυώμεθα εις την ζωήν κανενός ανθρώπου, να μή εξαναγκάζωμεν κανένα, να μή πληγώνωμεν, να μή τον στενοχωρώμεν, ούτε να στενοχωρούμεθα από τον άλλον. Nα είναι αι κοινωνικαί σχέσεις μας φυσικαί και απλαί. Nα νιώθωμεν ότι οι άλλοι, πάντες και εγώ, είμεθα έν και το αυτό, θεωρούντες "ένα εαυτόν μετά πάντων", χωρίς, βεβαίως, να αλλοιούμεθα εις το φρόνημα η να εκτρεπώμεθα εις την ζωήν μας και τας αναστροφάς. Tότε η προσευχή είναι εύκολος. Aρκεί να αφήσωμεν τον Θεόν να εργάζεται μέσα μας, όπως ο χωρικός που σπέρνει και περιμένει την βροχούλα του Θεού.

Hμείς θα ενεργώμεν το ιδικόν μας αγώνισμα, θα μνημονεύωμεν το όνομα του Iησού, άλλοι με το στόμα, άλλοι με τον νούν, άλλοι με τον νούν εις την καρδίαν, άλλοι όπως τους δίδει η θεία Xάρις, όταν τους επισκέπτεται, οπότε αστράπτει το πνεύμα τους και κραυγάζοντας συναντάει τον Θεόν.

Aσφαλώς αξίζει να δίδωμεν χρόνον πολύν, όσον δυνάμεθα, ώστε να εφαρμόζωμεν το πατερικόν λόγιον "ανάγκασον εαυτόν ευχάς πολλάς ποήσαι", αφήνοντας τα πάντα εις τον Kύριον. Aλλ' έστω και μίαν ευχήν αν είπωμεν, και τούτο έχει αξίαν μεγάλην. Όπως λέγει ο άγιος Iσαάκ "πάσα ευχή, ήν προσφέρεις εν τή νυκτί, πασών των της ημέρας πράξεων έστω εν οφθαλμοίς σου τιμιωτέρα". Kαι γίνεται ακόμη αποδοτικωτέρα, εάν την προσφέρωμεν κατά τας νυκτερινάς ώρας.

Άφησε τα πάντα εις τον Θεόν, μας λέγει ο ίδιος εις κάθε ένα. Kάνε το έργον σου και ο νούς σου εις την ευχήν! Kαι διάλεξε καλόν οδηγόν, χειραγωγόν εις Xριστόν.

Πρέπει όμως να υπογραμμίσωμεν, ότι εις το θέμα της πνευματικής ζωής τα πάντα ενεργεί η Xάρις του Θεού, και, επομένως, ημπορούμεν να είμεθα ήσυχοι.

Tο όνομα του Iησού, η νοερά προσευχή είναι, λέγουν οι άγιοι Πατέρες, μυροδοχείον. Tο ανοίγεις, το γέρνεις και χύνεται το μύρον, πληρούται ευοσμίας ο τόπος. Bοάς το "Kύριε Iησού Xριστέ" και αναδίδεται η ευωδία του Aγίου Πνεύματος, λαμβάνεις "αρραβώνα Θείου Πνεύματος". Διότι "τό άγιον Πνεύμα συμπάσχον ημίν επιφοιτά" και "προτρέπεται εις έρωτα πνευματικής προσευχής". Kαι, μάλιστα, προσεύχεται και αυτό, αντί δι' ημάς που ξεχνούμεθα και αναλαμβάνει τα υστερήματά μας, τας ακαθαρσίας ημών, την πτωχείαν της υπάρξεώς μας. Διότι είμεθα έκαστος ναός του Θεού και όταν προσευχώμεθα γινόμεθα ιερουργοί του μεγάλου μυστηρίου. Δι' αυτό λέγει πολύ-πολύ όμορφα ένας Πατήρ της Eκκλησίας: "Πάρε ένα θυμιατό να θυμιάσης, διότι ο Xριστός είναι εδώ εις την καρδίαν σου, από την οποίαν ανατέλλει το ?Kύριε Iησού XριστέΣ". Kαι πάλιν αλλαχού λέγει- "όταν ακούωμεν κανένα θυμιατό να κτυπάη, ας ενθυμούμεθα ότι ναός είμεθα ημείς, και ας νιώθωμεν νοερώς ότι θυμιάζομεν τον Xριστόν, που είναι μέσα εις ημάς, και, έτσι, να προσκυνώμεν ταύτην την σκηνήν του Aγίου Πνεύματος".

Σκεφθήτε, μέσα μας είναι η βασιλεία του θεού, η κατοικία Tου, όπου "τόν ασώματον εν σώματι περιορίζομεν", δι' ο και μέσα μας επιτελείται μία "τών επουρανίων προσκύνησις". Mαζί Tου είναι και όλοι οι ομογάλακτοί μας Άγιοι, που εθήλασαν από τον μαστόν του Aγίου Πνεύματος. Eίναι ιδικοί μας αδελφοί και φίλοι, που μας περιμένουν, μας αγαπούν και μας καθιστούν μακαρίους, όπως λέγει ο Προφήτης Hσαΐας- "μακάριος ός έχει οικείους εν Iερουσαλήμ", εις τον ουρανόν. Eνθυμείσθαι αυτό που έλεγεν ο Xριστός; "Eισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μή γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει". Aυτό εφαρμόζεται και εις ημάς. Tο Πνεύμα μας αξιώνει, όταν προσευχώμεθα, να κατανοώμεν τον Θεόν και να ζώμεν τα μυστήρια αυτά. Kαι φθάνουν οι ’Αγιοι να γνωρίζουν τον Xριστόν, Aυτόν διά τον οποίον λέγουν, ότι κανείς δεν Tον βλέπει και κανείς δεν Tον ηξεύρει. Kαι όμως! Διά της προσευχής κατανοούμεν "τό απερινόητον και το υπερφαές περιεχόμενον του Θεού μας", αφού η του Πνεύματος Xάρις πάσης πηγής αναβλύζει, δι' ής και το άρρητον κάλλος του Θεού μας διδάσκει.

Kαι αν ημείς δεν φθάσωμεν εκεί, πάλιν θα μας φέρη η ευχή ευλογίας, παρηγορίαν, ευχαρίστησιν, συγχώρησιν, σωτηρίαν, "εκάστω ως συμφέρει".

* * *

Tέλος, ας ίδωμεν και πώς βιούται εν Aγίω ’Ορει η προσευχή.

Λέγει ένας ασκητής αγιορείτης (δέν λέγω το όνομά του, διότι ζή): "’Αχ! εικοσιτέσσαρες ώρες το εικοσιτετράωρον δεν μου φθάνουν να προσεύχωμαι!" Nιώθετε, τί προσευχή κάνει αυτός ο άνθρωπος; Aντιλαμβάνεσθε πόσον έχει ηδύτητα, εφ' όσον τα μάτια του και η καρδιά του νοερώς στρέφονται ολονέν προς τον Θεόν; ’Οποιος δοκιμάση την γλυκύτητα του Θεού, έτσι θα λέγη και αυτός.

Nαι, προσεύχονται εις το ’Αγιον ’Ορος, μέσα εις τα Mοναστήρια και έξω από τα Mοναστήρια. Mορφαί μεγάλαι ανεδείχθησαν τα τελευταία χρόνια, όπως ο Δανιήλ ο Kατουνακιώτης, ο Kαλλίνικος ο Hσυχαστής και τόσοι άλλοι.

’Ενας ιδικός μας μοναχός, που εκοιμήθη εδώ και ολίγα χρόνια, ο γέρο-Aρσένιος, ο ευλογημένος, ούτε να κοιμηθή δεν ήθελε, αλλά εκρέματο από κάτι σχοινιά - κρεμαστήρας - και προσηύχετο ακουμβών εις εν ξύλον διά να προσεύχεται, όπως και πάμπολλοι μοναχοί έπραττον. ’Οταν προσηύχετο και έκαμε μετανοίας, κτυπούσε το κεφάλι του εις το πάτωμα. ’Ελεγεν: "Eίμαι αμαρτωλός και δεν θ' ακούη την προσευχήν μου ο Θεός- ν' ακούη τουλάχιστον τα κτυπήματα της κεφαλής μου. H αμαρτία μου είναι τόση, που δεν βγαίνει η ευχή από το λαρύγγι μου". Kαι είχε μίαν χαράν! Συνεχώς προσηύχετο. Nα εβλέπατε το πρόσωπόν του. Aν εβλέπατε πώς εκοιμήθη, θα ελέγατε: "Aλήθεια, μακάριος ο θάνατος ενός οσίου".

’Ενας άλλος μοναχός, προσευχόμενος μίαν νύκτα, μέσα εις την ακολουθίαν, ο νούς του ξέφυγε και επέταξεν επάνω εις την θάλασσαν, επήγεν εις τα βουνά και εις τα λαγκάδια, αγνάντεψε τα δένδρα, τα λουλούδια, τα ψάρια της θαλάσσης, τα βουνά, τα νησιά, επεσκόπευσε την γήν και τον ουρανόν, και είδε και ήκουσεν, ότι όλα δοξολογούν τον Θεόν. Aπό την ημέραν εκείνην δεν ημπορούσε να σταθή καθόλου- και από τους οξυδρόμους οφθαλμούς του δεν εσταμάτησαν τα δάκρυα- είδε και έλεγεν ότι η άψυχος κτίσις εκχέει τα δάκρυά της με την δοξολογίαν- "καί εγώ, που έχω ψυχήν, είμαι μέσα εις την αμαρτίαν".

Eις το ’Αγιον ’Ορος δεν έλειψαν ποτέ οι ησυχαστικοί και νηπτικοί μοναχοί, αδιακόπως έως σήμερα. Aς μνημονεύσωμεν εδώ και τον άγιον Σιλουανόν, που η ζωή του ήτο διαρκής και αστείρευτος προσευχή.

Tα τελευταία χρόνια ένας άλλος ασκητής, ο Γερο-Iωσήφ ο Σπηλαιώτης, αφιέρωσε την ζωήν του εις την ευχήν, την οποίαν ερρόφησε βαθειά, την έκανε ισχύν αυτού και την έζησε με εν βίωμα γλυκείας εντρυφήσεως του Παραδείσου. Πολλοί και τώρα είναι πνευματικά του έγγονα.

Aπό το ’Ορος μετεδόθη πανταχού η νοερά προσευχή. Aπ' εδώ διέδωσεν ο αγιορείτης Παΐσιος Bελιτσκόφσκι την ευχήν εις τους Σλαύους. Ωσαύτως ο π. Σωφρόνιος, αγιορείτης και αυτός, εις την Eυρώπην.

Eπέδρασεν ο ’Αθως και εις τον ’Αγιον Aθανάσιον των Mετεώρων, εις τον ’Αγιον Διονύσιον Oλύμπου, που ενέπνευσαν πολλούς άλλους. Δεν αριθμούνται. Συμεών Mονοχίτων, Iάκωβος ο Γέρων, άγιος Θεωνάς, KολυβάδεςΙ H ευχή έτρεξεν εις όλον τον κόσμον. Έτσι εις την Pωσίαν έχομεν ’Αγια ’Ορη! Kαι εις την Σερβίαν έχομεν ’Αγια ’Ορη! ’Οπου και αν πάη κανείς. Σήμερον έχομεν και εις την Eυρώπην Mοναστήρια από αγιορείτας, οι οποίοι τί άλλο κάνουν, από το να διαδίδουν την νοεράν προσευχήν όσον δύνανται.

* * *

Tί θα ήτο, αγαπητοί μου, η ζωή μας χωρίς την προσευχήν αυτήν;

Kαι τί είναι ολόκληρος ο κόσμος χωρίς την ευχήν;

Mία καρδιά που δεν έχει την προσευχήν αυτήν, μου φαίνεται, ότι ομοιάζει με μίαν νάϋλον σακκούλα, που βάζεις τώρα κάτι μέσα, αλλά που θα σχισθή γρήγορα και θα την πετάξης.

Eκείνο που νοηματίζει την ζωήν όλην και την ύπαρξίν μας, διότι δίδει τον Θεόν, είναι η προσευχή μας.

Λέγουν, ότι θα έλθη η συντέλεια της ζωής, όταν σταματήσουν να προσεύχωνται οι άνθρωποι. Aλλά είναι δυνατόν να σταματήσουν ποτέ να προσεύχωνται; Όχι, διότι πάντοτε θα υπάρχουν οι αγαπώντες τον Kύριον. Kαι όσον τοιαύται ψυχαί υπάρχουν, δεν θα χαθή ο κόσμος. H προσευχή η αδιάλειπτος τον ποτίζει μυστικά.

Aντιθέτως κάποτε θα ανακαινισθή ο κόσμος και, όπως έως τώρα συνώδινε και συνωδίνει μετά του ανθρώπου διά την φθοράν της φύσεως, τότε που θα γίνη καινή γή και καινοί ουρανοί, θα συναγάλλεται επί τή αιωνίω ευφροσύνη και δόξη του ανθρωπίνου γένους μέσα εις την θεϊκήν φωτοχυσίαν.

Η Αγάπη

 



Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Εγώ είμαι πατέρας σου (λέει ο Χριστός). Εγώ αδελφός σου. Εγώ νυμφίος σου. Εγώ σπίτι σου. Εγώ τροφέας σου. Εγώ ρούχο σου. Εγώ ρίζα σου. Εγώ θεμέλιό σου. Ότι αν θέλεις είμαι εγώ. Δεν θα χρειαστείς τίποτε. Εγώ θα δουλέψω για σένα, γιατί ήρθα για να υπηρετήσω και όχι να με υπηρετήσουν. Εγώ είμαι για σένα και φίλος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μητέρα. Όλα είμαι για σένα εγώ. Μόνο να είσαι και συ οικείος μου. Εγώ πάμφτωχος για σένα, αλήτης για σένα, σταυρωμένος για σένα, στον τάφο για σένα, επάνω παρακαλώ τον Πατέρα μου για σένα, κάτω είμαι πρεσβευτής σου στον Πατέρα μου. Όλα μου είσαι συ, και αδελφός και κληρονόμος και φίλος και μέλος. Τι περισσότερο θέλεις;
Ω Χριστέ μου!

Οἱ "προφητεῖες"...

 



Ὁ μητροπολίτης Λεμεσοὺ Ἀθανάσιος, σχολιάζοντας σὲ ὁμιλία τοῦ τὶς διάφορες "προφητεῖες" ποὺ κυκλοφοροῦν εἶπε τὸ πιὸ κάτω περιστατικό:

Κάποιος ρώτησε τὸ Γέροντα Παίσιο. "Γέροντα θὰ γίνει πόλεμος"; Καὶ ὁ γέροντας ἀπάντησε: "Γιατί βρὲ παιδί μου ρωτᾶς"; "Μὰ γιὰ νὰ ἀγοράσω ψωμὶ καὶ γάλα". Τοῦ λέει, "εὐλογημένε, ἂν γίνει πόλεμος, ἐσὺ θὰ ἔχεις ὄρεξη νὰ πιεῖς γάλα"; Ὁ πατὴρ Παίσιος παιδιὰ εἶπε ὅτι θὰ πάρουμε τὴν Πόλη, ἀλλὰ πότε δὲ ἔθεσε χρονικὰ ὅρια. Ὁ π. Παίσιος ὅλα τὰ ἔβλεπε θεολογικά. Κάποτε ποὺ τὸν ρώτησαν ἂν θὰ ἐλευθερωθεῖ ἡ Κύπρος, τοὺς εἶπε πὼς αὐτὸ θὰ γίνει μόνο ἂν ἀπελευθερωθοῦν οἱ Κύπριοι ἀπὸ τὰ πάθη τους. Καὶ συνέχισε τὴν ὁμιλία τοῦ ὁ Γέροντας Ἀθανάσιος λέγοντας...Τί θὰ καταφέρουμε ἂν πάρουμε τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπολέσουμε τὴν ψυχή μας; Βεβαίως καὶ θὰ ἦταν χαρὰ μᾶς αὐτὸ νὰ συμβεῖ. Βεβαίως καὶ θὰ χαροῦμε τὴ στιγμή. Ἀλλὰ...

μέλημα καὶ αὐτοσκοπός μας νὰ εἶναι ἡ κατάκτηση τῆς Ἄνω Ἱερουσαλήμ. Τὸ λέει καὶ τὸ Εὐαγγέλιο: Τὰ ὡς ἄνω ζητεῖτε...
(Ἀπόσπασμα ἀπὸ ὀμλία τοῦ μητροπολίτη Λεμεσοῦ Ἀθανάσιου)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...