Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2011

Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΛΟΓΟΥ

(Αναφορά στην μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Η Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου είναι κορυφαία έκφραση της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο και το επιστέγασμα της εφαρμογής του θείου σχεδίου για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας στάθηκαν με δέος μπροστά στο απερινόητο αυτό μυστήριο και με γνώμονα τις άγιες Γραφές συνέλαβαν ύψιστες αλήθειες και και διατύπωσαν υψηλή θεολογία.
Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας η σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού υπήρξε απαραίτητη. Η σωτηρία του κόσμου θα ήταν αδύνατη δι' άλλου τρόπου, διότι ολόκληρη η δημιουργία, ζώσα και μη ζώσα, ήταν υποκείμενη στην πτώση. Οι δύο μεγάλες μοιραίες πτώσεις, η πρώτη των άυλων νοερών δυνάμεων και η δεύτερη των ανθρώπων, έφεραν όχι απλά αναστάτωση στην κτίση του Θεού, αλλά εισήγαγαν σε αυτή το κακό, ως μόνιμη κατάσταση, ως οντολογική αντίθεση στο πρόσωπο και το έργο του απόλυτα αγαθού Θεού. Σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, εξαιτίας της πτώσεως «η κτίσις υπετάγη, ουχ εκούσα, αλλά δια τον υποτάξαντα, επ' ελπίδι ότι και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού. Οίδαμεν γαρ ότι πάσα η κτίσις συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8:20-22). Αυτό σημαίνει πως όλα τα όντα από τους άυλους αγγέλους ως τους ανθρώπους και την υλική κτίση ήταν υποκείμενα στην φθορά της πτώσεως και άρα χρειάζονταν σωτηρία και λύτρωση. «Πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ.5:1). Κατά συνέπεια κανένα κτιστό ον δεν θα μπορούσε να πάρει τη θέση του λυτρωτή. Αυτός θα έπρεπε να προέρχεται έξω από την δημιουργία, αδιάφθορος και απόλυτα αμέτοχος του κακού. ʼρα μόνο θείο πρόσωπο θα μπορούσε να καταστεί λυτρωτής του κόσμου.
Η θεία βουλή αποφάσισε να καταστεί λυτρωτής ο Υιός και Λόγος του Θεού, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Γι' αυτό αμέσως μετά την πτώση άρχισε να υλοποιείται το θείο σχέδιο της σωτηρίας. Αυτό προέβλεπε να υπάρξει μια μακραίωνη προετοιμασία του ανθρωπίνου γένους. Η πρόνοια του Θεού άρχισε να διαμορφώνει ιστορικές συνθήκες κατάλληλες ώστε να οδηγήσουν την ανθρωπότητα στο γεγονός της εν Χριστώ αποκαταστάσεως και σωτηρίας. Δόθηκε ο Νόμος στους Ισραηλίτες ως παιδαγωγός εις Χριστόν (Γαλ.3:2), στάλθηκαν προφήτες να διαμηνύσουν το θέλημα του Θεού (Ρωμ.1:2), αναδείχθηκαν σπουδαίες προσωπικότητες (φιλόσοφοι, άρχοντες, νομοθέτες, κοινωνικοί αναμορφωτές, συγγραφείς, ποιητές, κλπ), οι οποίοι προήγαγαν το ανθρώπινο πνεύμα, επεσήμαναν την κακοδαιμονία του κόσμου και έσπειραν τον σπόρο της ανάγκης για την λύτρωσή του από αυτήν την κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι με το πέρασμα του χρόνου διαμορφώθηκε μέσα στις διάφορες παραδόσεις των λαών μια μυστηριώδης και ισχυρή τάση αναμονής μελλοντικού λυτρωτή, η οποία με το πέρασμα του χρόνου ολοένα και μεγάλωνε, ώστε στους άμεσους προχριστιανικούς χρόνους να έχουμε πια παγκόσμια εναγώνια προσμονή.
Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, «εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμου, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράσει, ίνα την υιοθεσίαν απολαύωμεν» (Γαλ.4:4). Ο αιώνιος και ο άπειρος Θεός συγκαταβαίνει και γίνεται άνθρωπος τέλειος, «γενόμενος εκ σπέρματος Δαυίδ κατά σάρκα» (Ρωμ.1:3), χωρίς να αφήσει την θεότητά του. «Νέον εξ Αδάμ παιδίον φυράματος ετέχθη Υιός και πιστοίς δέδοται» (3ο τροπ. στ΄ωδής κανόνα των Χριστουγέννων). Στο θεανδρικό θεανθρώπινο πρόσωπό Του συναντήθηκε και ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση. Τα πριν διεστώτα, εξαιτίας της αμαρτίας, τώρα πια ενώθηκαν με οργανική και αιώνια ένωση (Εφ.2:14). Αλλά για να γίνει η ένωση αυτή προηγουμένως καθαρίστηκε, λυτρώθηκε και αγιάστηκε η ανθρώπινη φύση από τον Ενανθρωπήσαντα Λόγο, διότι δεν ήταν δυνατόν να γίνει φύση του Θεανθρώπου η πτωτική ανθρώπινη φύση. Έτσι ταυτόχρονα με την θεία Ενανθρώπηση πραγματοποιήθηκε και η λύτρωση της πεπτωκυίας φύσεώς μας στο θεναδρικό πρόσωπο του Λυτρωτή.
Η Ενανθρώπηση του Θεού είναι προϊόν της θείας αγάπης. Ο Ίδιος ο Κύριος είχε τονίσει πως «ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, άλλ' έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν.3:15) και συμπλήρωσε ο απόστολος Παύλος πως ο Πατήρ «του ιδίου υιού ουκ εφείσατο, αλλ' υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν» (Ρωμ.8:32). Το ίδιο και ο μαθητής της αγάπης Ιωάννης επισήμανε εμφαντικά: «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον, ίνα ζήσωμεν δι' αυτού» (Α΄Ιωάν.4:9). Η άμετρη αυτή αγάπη οδήγησε τον Λόγο στην, ασύλληπτη για τον πεπερασμένο ανθρώπινο νου, θεία «κένωση». Από τα δυσθεώρητα ύψη της θείας δόξης καταδέχτηκε να κατέλθει και να ενδυθεί την ανθρώπινη φύση, να την κάνει στο εξής αιωνίως μέρος της θεανθρώπινης υπόστασής Του. Η περί θείας κενώσεως διδασκαλία αποτελεί θεμέλιο της θεολογίας του αποστόλου Παύλου. «Τούτο φρονείσθω εν υμίν ο και εν Χριστώ Ιησού, ός εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ' εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλπ.2:5-8). Η θεία ταπείνωση λειτούργησε ως ισχυρό αντίδοτο κατά της ανθρώπινης έπαρσης, η οποία είναι η ρίζα της αμαρτίας. Ο Αδάμ αμάρτησε και ξέπεσε διότι υπερέβη τα όρια της αυτοσυνειδησίας του και ακολουθώντας τον πατέρα της αλαζονείας, τον διάβολο, έφτασε στην δική του απατηλή αυτάρκεια και στην ανταρσία. Το γεγονός αυτό όχι μόνο τον απομάκρυνε από την πηγή της αγάπης και της συνδιαλλαγής, τον Θεό, αλλά τον περιχαράκωσε μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια της νοσηρής εγωπάθειάς του, ώστε να μην μπορεί πια να απελευθερωθεί και να αποκατασταθεί. Η θεία ταπείνωση λειτούργησε καταλυτικά κατά της εωσφορικής έπαρσης. Στην θεσπέσια υμνολογία των Χριστουγέννων ψάλλουμε: «Ιδών ο Κτίστης ολλύμενον τον άνθρωπον χερσίν ον επόιησε, κλίνας ουρανούς κατέρχεται΄ τούτον δε εκ Παρθένου θείας αγνής όλον ουσιούται αληθεία σαρκωθείς, ότι δεδόξασθε» (3ο τροπ. Α΄ ωδής του κανόνος των Χριστουγέννων). Η σωτηρία μας είναι έργο και χάρις του Θεού.
Η είσοδος του Θεού Λόγου στην ανθρώπινη ιστορία άλλαξε τη ροή της σταθερά καθοδικής πορείας των ανθρώπων. Η θεία Ενανθρώπησή Του είναι η ευλογημένη αρχή της μεγαλύτερης επ- ανάστασης όλων των εποχών. Η ανατολή του νοητού Ηλίου της Δικαιοσύνης στη γη διέλυσε τα πυκνά σκοτάδια του προχριστιανικού παρελθόντος και αποδυνάμωσε όλους τους εργαζομένους των σκοτεινών έργων. Τα ανθρώπινα γεγονότα και η ιστορία έχουν πια κατευθυντήρια φορά και στόχο το μοναδικό πρόσωπο του Θεανθρώπου. Μπορεί, βεβαίως, η πορεία της αλλαγής του κόσμου να είναι αργή και οι δυνάμεις του κόσμου να αντιστέκονται, αλλά η έκβαση είναι προδιαγεγραμμένη, ο κόσμος τελικά θα χριστοποιηθεί. Ο απόστολος Παύλος ορίζει σαφέστατα την αφάνταστη ευεργεσία που προσέφερε στην ανθρωπότητα ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος με τα εξής: «Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ, καθώς εξελέξατο ημάς εν αυτώ προ καταβολής κόσμου είναι ημάς αγίους και αμώμους κατενώπιον αυτού, εν αγάπη προορίσας ημάς εις υιοθεσίαν δια Ιησού Χριστού ... εν ω έχομεν την απολύτρωσιν δια του αίματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων, κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού» (Εφ.1:3-7). Η έννοια της υιοθεσίας αποδίδει καλλίτερα παντός άλλου την οργανική προσκόλλησή μας στο Θεό. Δια της πτώσεως και αποστασίας γίναμε πάροικοι και «ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας» του Θεού (Εφ.2:12). Όμως «Ο Λόγος σάρξ εγένετο» (Ιωάν.1:14), «ίνα την υιοθεσίαν απολαύωμεν». Να μην είναι πια ο καθένας μας «δούλος, αλλ' υιός΄ ει δε υιός, και κληρονόμος Θεού δια Χριστού» (Γαλ.4:4-7). Αυτή είναι η μεγαλύτερη ευλογία, που απολαμβάνουμε χάρις στην Θεία Ενανθρώπηση!
Το μήνυμα της Βηθλεέμ, το οποίο διαλαλήθηκε από τους αγίους αγγέλους της Γεννήσεως (Λουκ.2:14), είναι το πιο χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο άγγελμα της ιστορίας. Ήρθε Εκείνος, τον Οποίον εναγωνίως περίμενε η ανθρωπότητα δια να «σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθ.1:21). «Ο Πατήρ ευδόκησεν, ο Λόγος σαρξ εγέντο και η Παρθένος έτεκεν Θεόν ενανθρωπήσαντα». (2ο τροπ. των Αίνων των Χριστουγέννων). Τα αποτελέσματα του έργου Του είναι φανερά. Ο μονόδρομος, ο οποίος οδηγούσε αποκλειστικά τον άνθρωπο και ολόκληρη την πλάση στην απώλεια, έπαψε να υπάρχει για τους πιστούς του Χριστού, διότι εγκαινίασε Αυτός νέα οδό, η οποία οδηγεί στην σωτηρία, στον Θεό, που είναι το φυσικό πέρας της πορείας του ανθρώπου. Την μεγάλη και ελπιδοφόρα αυτή αλήθεια εκφράζει απόλυτα και χαρακτηριστικά ο απόστολος Παύλος ως εξής: « Αυτός γαρ εστιν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας τα αμφότερα εν και το μεσότοιχον του φραγμού λύσας, την έχθραν, εν τη σαρκί αυτού τον νόμον των εντολών εν δόγμασι καταργήσας, ίνα τους δύο κτίση εν εαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών ειρήνην και καταλλάξη τους αμφοτέρους εν ενί σώματι τω Θεώ δια του σταυρού, αποκτείνας την έχθραν εν αυτώ... άρα ουν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. 2:14-19). Ακόμα «ώσπερ εβασίλευσεν η αμαρτία εν τω θανάτω, ούτω και η χάρις βασιλεύση δια δικαιοσύνης εις ζωήν αιώνιον δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» (Ρωμ.5:21). Τέτοιου δυσθεώρητου μεγέθους ευεργεσία αξιωθήκαμε χάρις στην οικονομία της θείας συγκαταβάσεως.
Το Θείο Βρέφος της Βηθλεέμ «συνενηπίασε τοις νηπίοις» για χάρη της σωτηρίας μας. «Αυτός εστι Θεός σαρκοφόρος και ημείς άνθρωποι πνευματοφόροι...΄ Αυτός ο αληθινός και φύσει Υιός του Θεού τους πάντας φορεί, ίνα οι πάντες τον ένα φορέσωμεν Θεόν» (Μ.Αθανάσιος, ΒΕΠΕΣ 33,226). «Νυν ο επουράνιος και ημίν επουρανίους εποίησεν» (Γρηγ. Νύσσης, P.G.46,681D). Αυτοί οι περιεκτικoί πατερικoί λόγοi φανερώνουν περίτρανα ολόκληρο το μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως. Αυτό είναι και το κεντρικό νόημα της μεγάλη εορτής.
Με την ποιητική γραφίδα, τέλος, του αγίου Αμφιλοχίου, επισκόπου Ικονίου (4ος αιών.), μπορούμε να υμνήσουμε κι' εμείς την ευφρόσυνη εορτή, η οποία κατέστη απαρχή της σωτηρίας μας ως, εξής: «Ω Ημέρα (των Χριστουγέννων) μύρων αξία εν ή ανέτειλεν ημίν το ʼστρον εξ Ιακώβ, ο ʼνθρωπος ο επουράνιος ός ώφθη εξ Ισραήλ! Επεδήμησεν ημίν ο ισχυρός Θεός και ο της Δικαιοσύνης επέλαμψεν Ήλιος! Ο των θείων αρετών ηνέωκται ο θησαυρός, και το της ζωής φυτόν ανθρώποις εβλάστησε και η ανατολή εξ ύψους επέλαμψεν! Ο των ουρανίων και των επιγείων Δεσπότης εκ παρθενικών λαγόνων υπέρ κόσμου λυτρώσεως εις κόσμον φθαρτόν ελήλυθεν»( P.G 39,40B).

Η Θεοτόκος εργαστήριον ενανθρωπήσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος



Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου

Εἶναι μεγάλη καί ἀπερίγραπτη ἡ συμβολή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στήν ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Μέ τήν ψυχική της καθαρότητα καί τήν ὑπακοή της στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, κατέστη "νοερά τῆς πίστεως τράπεζα, ἡ τόν ἄρτον τῆς ζωῆς τῷ κόσμῳ χορηγήσασα" (Ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου).

Ἡ ἐνυπόστατος σοφία τοῦ Πατρός "ναόν ἐν αὐτῇ ἀχειροποίητον ᾠκοδόμησεν καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν" (Θεοτόκος Ἀγκύρας) καί ἔτσι δι' αὐτῆς ἦλθε στόν κόσμο ἡ νέα ζωή καί τό γένος τῶν ἀνθρώπων ἐκαινουργήθη. Μᾶλλον δέ αὐτή εἶναι "ἡ καινή γῆ καί ὁ καινός οὐρανός". Στή νέα αὐτή κτίση δεσπόζει ἡ χαρά. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ πηγή τῆς χαρᾶς· "χαρᾷ μέν συλληφθεῖσα, χαρᾷ καί τεχθεῖσα, χαρᾷ δ' αὖθις συλλαβοῦσα καί κυήσασα καί γεννήσασα χαράν τήν πάντα λόγον καί νοῦν ὑπερέχουσαν καί τό ὅλον εἰπεῖν, χαρά τῶν ἐπιγείων ὅλων καί οὐρανίων ὅλων" (Ἰωάννης Γεωμέτρης).

Ἡ Θεοτόκος ὀνομάζεται "πάντων χαρά" διότι εἶναι "λύπης ἀναίρεσις". Ὁ Μέγας Φώτιος ἐγκωμιάζοντας τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου ἀπαριθμεῖ τούς λόγους γιά τούς ὁποίους πρέπει νά χαίρομε. Ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὑπακοή τῆς Θεοτόκου καταργεῖ τήν ἀπάτη καί τόν ψιθυρισμό τοῦ διαβόλου. Ἐκπτύει τό δηλητήριό του καί ἀποκαθαίρει τή ρίζα τοῦ νοσήματος. Ἀποσχίζει τό χειρόγραφο τῆς ἁμαρτίας καί διαλύει τό ἐπιτίμιο τῆς παρακοῆς. Κομίζει τήν ἐλευθερία στόν κόσμο καί ἀνακαινίζει τή φύση τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Ἅγιος Πρόκλος Κωνσταντινουπόλεως ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ Θεοτόκος Μαρία εἶναι ἐκείνη πού ἐθεράπευσε τή λύπη τῆς Εὔας καί ἐσπόγγισε τά δάκρυά της. Μέ τόν "καρπό τῆς κοιλίας της" ἔθρεψε καί τρέφει τόν ἄνθρωπο μέσα στό νέο κόσμο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτή εἶναι "τῆς καινῆς κτίσεως ἡ οὐράνιος σφαῖρα" μέσα στήν ὁποία ὁ ἀειφανής τῆς δικαιοσύνης ἥλιος ἀπελαύνει ἀπό κάθε ψυχή τῶν ἁμαρτιῶν τή νύκτα. Αὐτή εἶναι "ὁ εὐθαλής καί ἄφθαρτος παράδεισος" μέσα στόν ὁποῖο τό δένδρο τῆς ζωῆς χορηγεῖ στούς πιστούς τόν καρπό τῆς ἀθανασίας. Ἡ Παναγία δέν κατήργησε μόνον τήν κατάρα τῆς Εὔας, ἀλλά τήν μετέβαλε σέ εὐλογία. Στό δικό της σῶμα ἐσκήνωσε ὁ Θεός καί μετέβαλε τήν ἀνθρώπινη φύση σέ παράδεισο. Στή δική της χοϊκή σκηνή εἰσῆλθε ὁ πρῶτος Ἀρχιερεύς Χριστός καί ἱερούργησε τή λατρεία τῆς σωτηρίας. "Ὅλον ἑαυτῷ τόν Ἀδάμ ἀνεζύμωσεν, ἵνα ἄρτος γένηται ζωηρός καί οὐράνιος" (Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης).


Τιμᾶ καί σέβεται ὁ πιστός λαός τό τετιμημένο πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, διότι ἀναγνωρίζει σ' Αὐτήν τήν πηγή τῆς ζωῆς του καί τήν ρίζα τῆς σωτηρίας του. Ὅπως λέγει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: "ἐκ ταύτης τόν βότρυν τῆς ζωῆς ἐτρυγήσαμεν, ἐκ ταύτης τῆς ἀφθαρσίας τόν βλαστόν ἐδρεψάμεθα. Αὕτη πάντων τῶν ἀγαθῶν ἡμῖν προμνήστρια γέγονεν. Ἐν ταύτῃ ὁ Θεός μέν ἄνθρωπος καί Θεός ὁ ἄνθρωπος γέγονε".

Τό μεγαλεῖο τῆς Θεοτόκου ἐξαίρεται καί ἀνυψώνεται μέ τήν ἄπειρη συγκατάβαση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου, ἡ ὁποία ἐπιτρέπει τήν θεανθρώπινη κοινωνία. Ἡ κένωση τοῦ Θεοῦ ἐκφράζει τήν ἄφατη ἀγάπη Του γιά τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀδύνατο νά θεωθεῖ χωρίς τήν ταπείνωση τοῦ Θεοῦ. Τήν ἔννοια αὐτή ἐκφράζει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος παρουσιάζοντας τό Θεό νά διαλέγεται μέ τόν ἄνθρωπο: "ἐπεθύμησας γενέσθαι Θεός καί οὐκ ἠδυνήθης, γίνομαι ἄνθρωπος καί τό ἀδύνατον δυνατόν ποιῶ". Ἡ Θεοτόκος Μαρία ἀνεδείχθη μεγάλη, διότι ὁ Θεός ἐδείχθη μικρός "λαβών δούλου μορφήν" (Φιλιπ. 2, 6-7) "γενόμενος ἐκ γυναικός, γενόμενος ὑπό νόμον" (Γαλ. 4,4).

Ὁ Ἅγιος Ρωμανός ὁ Μελωδός λέγει: "Μετεποίησας τήν πτωχείαν μου τῇ συγκαταβάσει σου, σαὐτόν ἐταπείνωσας καί τό γένος μου ὕψωσας". Ἡ Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου καθιστᾶ τήν Θεοτόκο συνώνυμη τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος δέχεται ὅτι "ἐποιήσατο μητέρα διά φιλανθρωπίαν, ἐξ αὐτῆς ὡς ἄνθρωπος γεννηθῆναι καταδεξάμενος". Γι' αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας μέσα στόν πανηγυρισμό τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἐξ ἴσου τιμᾶ καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Δέν χωρίζεται ἀπό τό γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως, ὄχι μόνο διότι ἐδάνεισε τήν σάρκα της, ἀλλά κυρίως διότι ἀποτελεῖ τήν κλίμακα ἀναβάσεως τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεό. Ὁ Θεός κατέβη καί ἡ Θεοτόκος γίνεται "κλῖμαξ πρός οὐρανόν". Τόσο πολύ ἀνυψώθηκε στόν οὐρανό, ὅσο ὁ Θεός κενώθηκε στή γῆ.

Ἡ συγγένεια αὐτή τῆς Θεοτόκου Μαρίας μέ τό Θεό καί τῆς ἰδίας μέ τό ἀνθρώπινο γένος τήν καθιστᾶ χῶρο κοινωνίας Θεου καί ἀνθρώπου. Ὀνομάζεται Ἐκκλησία καί εἶναι ἡ Ἐκκλησία πού τήν ἀνθρώπινη φύση διά τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἁγιάζει. Εἶναι ἡ ζωηφόρος τράπεζα "οὐ καρπούς προθέσεως, ἀλλ' οὐράνιον, οὐ πῦρ ὑλικόν, ἀλλ' ἄυλον δεξαμένη πῦρ τῆς Θεότητος" (Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός). Τράπεζα νοερά "τῆς θεομύστου σοφίας", τράπεζα ὑπεράγιος, τράπεζα τοῦ θείου ἄρτου. Τῆς τραπέζης αὐτῆς μετέχουν "ὅσοι μετέχουσι Θεοῦ" (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς). Ὅσοι ἑνώνονται μέ τόν Χριστό διά τῆς Ἐκκλησίας γεύονται τή χαρά, τή μακαριότητα καί τήν ἁγιοσύνη τῆς Θεοτόκου. Ἐκ τοῦ ἐξ αὐτῆς Σαρκωθέντος λαμβάνει ἡ Θεοτόκος τή δόξα καί τήν ἔλλαμψη καί ἐκπέμπει στούς πιστούς. Χριστός καί Θεοτόκος εἶναι "τό σωτήριον κοινόν παντός κόσμου" (Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης). Μέ τόν τρόπο αὐτό διά τῆς Θεοτόκου σωζόμεθα καί πολιτογραφούμεθα στή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Γιά τούς ἀνθρώπους ἡ Παναγία εἶναι "τό μόνον ὄντως ἀληθῶς χριστιανικῆς κτίσεως παγκάλλινον καί πασιπόθητον ὄνομα" (Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός). Στή Θεοτόκο ἡ γήινη φύση γίνεται οὐρανός "πλήρης δόξης Κυρίου". "Δι' αὐτῆς γάρ ὁ Κτίστης πᾶσαν φύσιν πρός τό κρεῖττον μετεστοιχείωσεν διά μέσης τῆς ἀνθρωπόητος" τονίζει ὁ θεομητορικός ἱεροκήρυξ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.

Στή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ "ἡ δεξαμένη τήν χαράν τοῦ κόσμου" Θεοτόκος χαίρει ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί συνεγείρει ὁλόκληρη τήν κτίση σέ μιά ἀπερίγραπτη χαρά καί εὐφροσύνη. "Χορεύουσιν ἄγγελοι πάντες ἐν οὐρανῷ καί ἀγάλλονται σήμερον, σκιρτᾷ δέ πᾶσα ἡ κτίσις διά τόν γεννηθέντα ἐν Βηθλεέμ Σωτῆρα Κύριον" (Στή Λιτή τοῦ Ἑσπερινοῦ τῶν Χριστουγέννων). "Τά σύμπαντα σήμερον χαρᾶς πληροῦνται". Τό Μυστήριο τῆς Χάριτος πού ἐχώρεσε στόν ἀχειροποίητο ναό της, στό πανάχραντο καί ἀμόλυντο σῶμα της, χαρίζει στούς πιστούς ἐκείνους πού ἔχουν καθαρίσει τό δικό τους ναό καί προσμένουν τήν εἴσοδο "τοῦ Ἀρχιερέως τοῦ Μεγάλου" διά νά τελεσιουργήσει τό μυστήριο τῆς προσωπικῆς τους σωτηρίας. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ Σκηνή, τό Μάννα ὅμως εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ τράπεζα, ὁ ἄρτος ὅμως εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. Ἐκείνη μᾶς ὑποδεικνύει τόν τρόπο καί τόν τόπο τῆς χαρᾶς. Νά ἁγνίσουμε τήν ψυχή καί κενούμενοι ἀπό τήν ὑπερηφάνεια νά προσκυνήσουμε τόν δι' ἡμᾶς νηπιάσαντα Θεόν. Ἔτσι, ἡ Θεοτόκος γίνεται γιά τόν καθένα μας "ἐργαστήριο ἐνανθρωπήσεως" (Εὐθύμιος Ζιγαβηνός) καί "οὐράνιος θύρα" (Νεόφυτος Μοναχός) πού ὁδηγεῖ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Στίς μέρες αὐτές τῶν ἑορτῶν, ὅσοι πεινᾶμε καί διψοῦμε τήν δικαιοσύνη, ἄς στραφοῦμε πρός τήν Μητέρα τοῦ Σαρκωθέντος Χριστοῦ, γιά νά θρέψουμε τήν ψυχή μας μέ ὅσα πλούσια καί εὔκαρπα χαρίσματα μᾶς προσφέρει καί ἄς βιώσουμε τή χαρά τῆς ἐνανθρωπήσεως, προσφέροντας τήν ψυχή μας ὡς πτωχό καί ταπεινό ἐνδιαίτημα στό Θεό γιά νά ξαναγεννηθεῖ. Διά τῆς Θεοτόκου "διά τῆς συγγενοῦς ἡμῖν αὐτῆς σαρκός Θεῷ πλησιάσωμεν, οὗ τυχεῖν δίχα τῆς Θεοτόκου δι' ἁμαρτίαν οὐκ εἴχομεν" (Ἰσίδωρος Θεσσαλονίκης). Προσφέροντας στό Θεό τήν Μητέρα Παρθένο θά λάβουμε Χάρη ἀντί Χάριτος τά δῶρα τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του, πού εἶναι ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη καί ἡ εὐδοκία.

"Ἀλλ' ὦ πολυπόθητον ἡμῶν σεμνολόγημα, ὁρᾷς οἵας ἐπί σοί τάς εὐχαριστίας ἐγκαλλωπιζόμενοι πλέκομεν; Οἷον τό καύχημα προβαλλόμεθα; Μέγα ὄντως καί τῆς τοῦ Δεσπότου χάριτος τεκμήριον. Σύ δέ ἡμῖν καταλλήλως ἀντιδίδεις τάς εὐεργεσίας, εἰ καί λόγου παντός καί εὐφημίας εἰσίν ἀνώτεραι" (Ἰάκωβος Μοναχός).

ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΙΣ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ

Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου

Οἱ ἑορτασμοί τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου φέρουν πάντοτε στή μνήμη μας τό γεγονός τῆς προσκυνήσεως τῶν Μάγων. Ἡ προσκύνησις αὐτή, πού περιγράφεται στήν περικοπή Ματθ. β΄ 1-13, ἔγινε στόχος τῆς ἀρνητικῆς κριτικῆς διαφόρων "ἀπομυθευτῶν", οἱ ὁποῖοι - μέ τή χρῆσι τῶν μεθόδων τῆς "λήψεως τοῦ ζητουμένου" καί τῆς "κλίνης τοῦ Προκρούστου" - ἀμφισβητοῦν ὅτι ὁ "Ἰησοῦς τῆς ἱστορίας" ταυτίζεται μέ τόν "Χριστό τοῦ κηρύγματος". Ὑπέρ τῆς ἀξιοπιστίας τῆς διηγήσεως γιά τήν προσκύνησι τῶν Μάγων συνηγορεῖ τό γεγονός ὅτι ἡ διήγησις αὐτή ἀποτελεῖ μίαν ἑνότητα μέ τά ἐξιστορούμενα στή συνέχεια (στούς στίχους 13-23), τῶν ὁποίων εἶναι ἔκδηλος ὁ ἱστορικός χαρακτήρ.

Ἐκ τοῦ χωρίου Ματθ. β΄ 16, - τό ὁποῖο ἀναφέρει ὅτι ἡ Ἡρώδης "ἀνεῖλε (διέταξε νά φονεύσουν) πάντας τούς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω κατά τόν χρόνον ὅν ἠκρίβωσε παρά τῶν μάγων" - μποροῦμε νά συμπεράνωμεν, ὅτι ἡ προσκύνησις τῶν μάγων ἔγινε ἴσως ἕν ἔτος ἤ καί περισσότερον μετά τή Γέννησι τοῦ Σωτῆρος.

Ἀλλά ποῖοι ἦσαν οἱ Μάγοι; Ἡ λέξις Μάγος, σανκριτιστί Maha, ἐχρησιμοποιεῖτο γιά τούς σοφούς, τούς ἰατρούς, τούς μελετητές τῶν ἄστρων, τούς ἑρμηνευτές τῶν ὀνείρων καί τούς ἐν γένει πεπαιδευμένους τῶν Μήδων, τῶν Περσῶν, τῶν Χαλδαίων καί τῶν Βαβυλωνίων, ἐκ τῶν ὁποίων προέρχονταν κατά τόν Ἡρόδοτον (Ἱστ. 3,61) οἱ ἱερεῖς μάντεις, οἱ ὁποῖοι ἀπό παρατηρητήρια τῶν Ναῶν, στούς ὁποίους ἱεράτευαν οἱ πλεῖστοι, παρατηροῦσαν τίς κινήσεις τῶν οὐρανίων σωμάτων.

Στή Δύσι οἱ Μάγοι χαρακτηρίζονται ὡς "Βασιλεῖς" ὑπό τήν ἐπίδρασι τοῦ Τερτυλλιανοῦ, ὁ ὁποῖος τούς συνδέει μέ τό χωρίο Ψαλμ. οα΄ 10 ("βασιλεῖς Ἀράβων καί Σαβᾶ δῶρα προσάξουσιν").

Ἡ ἰδιαιτέρα πατρίς τῶν Μάγων, πού προσκύνησαν τό Θεῖο Βρέφος, δέν ἀναφέρεται. Ἁπλῶς γίνεται μνεία ὅτι ἦλθαν ἐξ "Ἀνατολῆς". Ἡ λέξις "Ἀνατολή" στήν Βίβλο σημαίνει α) ὁλόκληρη τήν πέραν τοῦ Ἰορδάνου περιοχή· β) τήν ἀπέραντη συριακή καί ἀραβική ἔρημο· γ) τίς περιοχές τῆς Βαβυλωνίας, Ἀσσυρίας καί Περσίας (Alois Riedmann, Die Wahrheit όber Christus, Freiburg 21952, s. 163).

Συμφώνως πρός αὐτά, ὁ Ὠριγένης λέγει ὅτι οἱ Μάγοι προέρχονταν ἐκ Χαλδαίας (πρβλ. Migne Ε.Π. 11,768). Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει ὡς πατρίδα τους τήν Περσία (πρβλ. τά χριστουγεννιάτικα κάλαντα: "ἐκ τῆς Περσίας ἔρχονται..."). Ἄλλοι ὁμιλοῦν γιά τήν προέλευσί τους ἐκ Βαβυλωνίας (πρβλ. Θρησκ. καί Ἠθικήν Ἐγκυκλοπαιδείαν, τόμ. 8, ἔτος 1966, στ. 461).

Ἐπικρατοῦσα εἶναι ἡ ἄποψις τοῦ ἁγίου φιλοσόφου καί μάρτυρος Ἰουστίνου, ὁ ὁποῖος στό ἔργο του "Διάλογος πρός Τρύφωνα" "δεκάκις" ἀναφέρει ὅτι οἱ Μάγοι προέρχονταν ἐξ Ἀραβίας.

Ἀνέκαθεν ἐπεκράτησεν ἡ γνώμη, ὅτι οἱ Μάγοι ἦσαν τρεῖς. Ἡ ἄποψις αὐτή σχετίζεται προφανῶς πρός τό τριπλοῦν τῶν δώρων, πού προσέφεραν στόν Λυτρωτή. "Ἐάν ἡ ἐλπίς ὅπως ἀνευρεθῆ ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου ἔφερε τόν Τιριδάτην καί τούς μάγους εἰς Νεάπολιν, ὡς ἀναφέρει ὁ Σουετώνιος, εἶναι πολύ πιθανόν καί ἄλλοι μάγοι νά ἦλθαν εἰς τήν μητρόπολιν τῆς Παλαιστίνης πρός παρόμοιον σκοπόν" (Π. Ν. Τρεμπέλα, Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, Ἀθῆναι, 1958, σ. 41).

Οἱ προσκυνητές Μάγοι εἶχαν ἔλθει πιθανῶς σ' ἐπαφή μέ τούς Ἰουδαίους, πού ὑπῆρχαν στίς χῶρες τῆς Ἀνατολῆς ἀπό τούς χρόνους τῆς αἰχμαλωσίας καί εἶχαν γνωρίσει τήν Παλαιά Διαθήκη καί τίς προφητεῖες τῶν Ἰουδαίων γιά τόν Μεσσία. Ἴσως γνώριζαν καί τήν προφητεία τοῦ Βαλαάμ, ἡ ὁποία προέλεγεν ὅτι θά ἀνατείλη ἄστρον ἐξ Ἰούδα (Ἀριθμ. κδ΄ 17).

Εἶναι πράγματι καταπλητκτική ἡ πίστις τῶν Μάγων, οἱ ὁποῖοι ἐπεχείρησαν τό μακρινό καί πολύ κοπιαστικό ταξίδι τους. Ἐγκατέλειψαν πρός καιρόν τίς πατρίδες τους, τίς ἐπιστημονικές ἀπασχολήσεις καί τίς οἰκογενειακές τους ὑποχρεώσεις, γιά ν' ἀναζητήσουν, βροῦν καί προσκυνήσουν Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ἦταν "προσδοκία τῶν ἐθνῶν" (Γεν. μθ΄ 10). Πόση δέ ἦταν ἡ λύπη τους, ὅταν ἔχασαν γιά λίγο τόν οὐράνιο ὁδηγό τους, ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὅτι "ἐχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα" (στ. 10), ὅταν ἐκ νέου εἶδαν τόν ἀστέρα (πρβλ. Χριστοφόρου Παπουτσοπούλου, Χριστός ἐπί γῆς, ἐν Ἀθήναις 1960, σ. 77).

Ὅταν οἱ φωτισμένοι σοφοί τῆς Ἀνατολῆς ἔφθασαν "εἰς τήν οἰκίαν" τῆς ἁγίας οἰκογενείας καί "εἶδον τό παιδίον μετά Μαρίας τῆς μητρός αὐτοῦ" (στ. 11), δέν βρῆκαν ἀνάκτορα, ἀλλά πτωχικό περιβάλλον. Παρά ταῦτα, ἡ πίστις τους δέν κλονίσθηκε. Μέ πίστιν καί εὐλάβειαν "πεσόντες προσεκύνησαν" καί "ἀνοίξαντες τούς θησαυρούς αὐτῶν προσήνεγκαν... δῶρα, χρυσόν καί λίβανον καί σμύρναν" (στ. 11). Ὁ χρυσός εἶναι τό εὐγενέστατο μέταλλο, πού χρησίμευε, ἐκτός τῶν ἄλλων, πρός διακόσμησιν τῶν ναῶν, τῶν θυσιαστηρίων, τῶν λατρευτικῶν ἀντικειμένων καί ἀμφίων. Τό ἀρωματικό λιβάνι προσφερόταν μέσα σέ τόπους λατρείας ὡς σύμβολον τῆς ἀναψυχουμένης πρός τόν Θεόν ψυχῆς καί προσευχῆς. Ἡ σμύρνα ἦταν τό πολύτιμο εἶδος ἀρωματικῆς ρητίνης βαλσαμόδενδρου, πού τήν χρησιμοποιοῦσαν γιά ν' ἀρωματίζουν κεφάλια, χέρια, φορέματα, ἱερούς χώρους κ.λπ.

Κάποια παράδοσις τοῦ ια΄ αἰῶνος ἀναφέρει λείψανα τῶν Τριῶν Μάγων, τά ὁποῖα ἀπό τήν Ἁγία Ἑλένη μετακομίσθηκαν στήν Κωνσταντινούπολι, τόν δ΄ ἐπίσης αἰῶνα στά Μεδιόλανα, τό δέ 1164 στήν Κολωνία, ὅπου καί ἀνοικοδομήθηκε τόν ιγ΄ αἰῶνα ὁ καί μετέπειτα περίλαμπρος καθεδρικός ναός τῆς πόλεως.


Ἡ μνήμη τοῦ γεγονότος τῆς Προσκυνήσεως τῶν Μάγων, πού στούς Ὀρθοδόξους συνδέεται μέ τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, στούς Δυτικούς ἑορτάζεται τήν 6η Ἰανουαρίου πανηγυρικῶς καί δίδει ἀφορμήν πρός ἀνάπτυξι λιτανειῶν καί λαϊκῶν θρύλων καί πρός τονισμόν τῆς ἐκ μέρους τῶν "Τριῶν Βασιλέων" προστασίας τῶν παντός εἴδους προσκυνητῶν. Χαρακτηριστική ἐπίσης εἶναι ἡ προβολή τους σέ Ἀνατολή καί Δύσι ἀπό τήν Χριστιανική Τέχνη. Ἐπίσης ἀπό τόν θ΄ αἰῶνα ἔχει ἐπικρατήσει ἡ παράδοσις ὅτι οἱ Τρεῖς Μάγοι ὀνομάζονταν Κάσπαρ, Μέλχιορ καί Βαλτάσαρ.

Τό βαθύτερο νόημα τῆς προσφορᾶς τῶν δώρων τῶν εἰδωλολατρῶν Μάγων στόν Σωτῆρα εἶναι ὅτι καί ὁ ἐθνικός κόσμος, πού φωτιζόταν ἀπό τίς ἀκτῖνες τῆς ἀληθείας τοῦ "σπερματικοῦ Λόγου", προσέφερε τά δῶρα του στόν Χριστιανισμό. Ἄν οἱ ποιμένες, πού προσκύνησαν τό Βρέφος τῆς Βηθλεέμ ἦσαν ἐκπρόσωποι τῆς ἰσραηλιτικῆς πίστεως καί τῆς ἁπλοϊκῆς εὐσεβείας, οἱ Μάγοι ἐκπροσωποῦν τίς τάξεις τῶν πεπαιδευμένων τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου, μέσα στίς ὁποῖες ἦταν ἐπίσης διάχυτη ἡ προσδοκία τοῦ Λυτρωτοῦ.

Εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ Χριστιανισμός δέχθηκε πολλά δῶρα ἀπό τόν ἐθνικό κόσμο, ἰδίως κατηγορίες σκέψεως πρός διατύπωσι δογματικῶν ἀληθειῶν καί κατάλληλα μορφολογικά στοιχεῖα καί "ὀστράκινα σκεύη", πού χρησίμευσαν στήν παρουσίασι τοῦ αἰωνίου οὐρανίου θησαυροῦ τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ζωῆς καί λατρείας.

Ἀλλά ποῖο θά εἶναι καί τό ἰδικό μας δῶρο στόν τεχθέντα Σωτῆρα τοῦ κόσμου; Πρέπει νά εἶναι ἡ ζωντανή πίστις, πού μετουσιώνεται σέ λατρεία "ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ" καί σέ ἔργα ἀρετῆς καί ἀγάπης πρός τούς συνανθρώπους μας.

Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗΣ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ


 

Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη
Παραμονές Χριστουγέννων καί, ὅπως συμβαίνει ὅλο καί συχνότερα τά τελευταῖα χρόνια, βλέπουν τό φῶς τῆς δημοσιότητας κείμενα πού "καταγγέλουν" ὅτι ἔχει χαθεῖ τό νόημα τῆς γιορτῆς καί ὅτι ὁ ὑπερκαταναλωτισμός ἔχει ἐπιβάλει τό ὕφος καί τήν κυριαρχία του. Ὅμως ἄν ἀπογυμνωθοῦν οἱ γιορτές αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ἀπό τό φολκλορικό τους στοιχεῖο, τά ρεβεγιόν, τήν εὐκαιρία γιά ὀλιγοήμερες διακοπές καί τίς ὑποχρεωτικές οἰκογενειακές συγκεντρώσεις, "πού τίς ἐπιβάλουν οἱ μέρες", τί θά ἀπέμενε ἄραγε γιά τούς πολλούς πού νά θυμίζει ὅτι εἶναι Χριστούγεννα;
Τό ἐρώτημά μας δέν ἀντιμάχεται τήν, δικαιολογημένη ἄλλωστε, δυσθυμία πού καλύπτεται πίσω ἀπό τή "γκρίνια". Θέλουμε ὅμως νά προκαλέσουμε τή σκέψη, καί γιατί ὄχι καί τήν ψυχή μας, νά ἀναγνωρίσει ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι πιά δεδομένα καί αὐτονόητα καί ἡ μεμψιμοιρία δέν μπορεῖ νά τά διορθώσει. Τό πολύ νά τονισθεῖ καί γραπτῶς τό ἔλλειμμα νοήματος καί νά ἐπιδεινωθεῖ τό αἴσθημα τῆς πνευματικῆς μιζέριας καί τῆς συναισθηματικῆς στέρησης πού συγκαλύπτει ἡ τεχνητή λάμψη τῶν ἡμερῶν.
Εἶναι φανερό ὅτι ἡ καταναλωτική ἔξαρση δέν ἀποτελεῖ τή φυσική ἐκδήλωση μιᾶς εὐτυχίας πού ζητᾶ ἐκτόνωση ἀλλά λειτουργεῖ σάν διεγερτικό μιᾶς χαρᾶς πού δέν ἔχει λόγο καί νόημα ὥστε νά ἐκδηλωθεῖ αὐθόρμητα. Ἡ ὑπερφωταγωγημένη ἐρημία τῶν ἀπρόσωπων πόλεων ἀγωνίζεται νά συσκοτίσει τή σχεδόν ὑπομανιακή ὑποχρεωτική εὐθυμία. Τίποτα ὅμως δέν μπορεῖ νά κρύψει τήν κατάθλιψη πού φουντώνει τέτοιες μέρες, τίς ἀπόπειρες αὐτοκτονίας πού αὐξάνουν καί τά "κοριτσάκια μέ τά σπίρτα" πού γίνονται ὁρατά ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Στό πνευματικό ἐπίπεδο, ἄλλωστε, πόσο μακριά βρισκόμαστε ἀπό αὐτά σχεδόν ὅλοι μας.
Τό νά καταφύγει κανείς σέ μελαγχολικές διαπιστώσεις εἶναι εὔκολο· καί τό ἑπόμενο βῆμα εἶναι συνήθως ἡ καταφυγή στό πρόσχημα καί στήν ψευδαίσθηση τῶν ἀναμνήσεων τοῦ παλιοῦ καλοῦ καιροῦ, μέχρι νά κυλίσουν οἱ μέρες καί νά ἐπιστρέψουμε στήν ψυχοφθόρα ἀσφάλεια τῆς ρουτίνας μας.
Ἄς μήν καθηλωθοῦμε ὅμως στίς θλιβερές διαπιστώσεις, ὅσο ἀληθινές κι ἄν εἶναι αὐτές. Ἐάν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τήν καθυπόταξη τῆς σκέψης μας στήν ἀπογοήτευση πού γεννᾶ ἡ παρατήρηση αὐτῶν τῶν φαινομένων καί προσεγγίσουμε τό ψυχολογικό τους ὑπόβαθρο, μπορεῖ νά ὁδηγηθοῦμε σέ ἐνδιαφέρουσες ἀνακαλύψεις.
Μέ ὅποιο τρόπο κι ἄν προσπαθεῖται νά καταπνιγεῖ ἡ κραυγή τῆς ὑπαρξιακῆς μας ἀγωνίας, εἴτε στό θόρυβο τῶν ρεβεγιόν, εἴτε κάτω ἀπό τό πέπλο τῆς φαντασμαγορίας καί τῆς τεχνητῆς εὐφορίας, ἡ μεταμφιεσμένη κατάθλιψη παραμένει ἡ ἀληθινή, κυριαρχοῦσα συναισθηματική κατάσταση. Οἱ εἰδικοί γνωρίζουν καλά τήν ἀμυντική βουλιμική διάθεση τοῦ καταθλιπτικοῦ ἀτόμου, πού προσπαθεῖ νά συγκαλύψει μέ "στοματικές" ἱκανοποιήσεις, ὅπως ἡ καταναλωτική μανία, τό ἔλλειμμα πού βιώνει στό συναισθηματικό ἐπίπεδο. Τυπικό τό παράδειγμα τῆς συζύγου, πού προσπαθεῖ νά ἀνακουφίσει τό καταθλιπτικό ἄγχος τῆς συναισθηματικῆς της στέρησης, "σηκώνοντας" τά μαγαζιά. Ὁ ἴδιος μηχανισμός μᾶς ὠθεῖ νά ἐκφραζόμαστε ψευδοευφορικά στήν προσπάθεια νά ἀποφύγουμε τή συναίσθηση τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κενοῦ καί τῆς δυσθυμικῆς μας διάθεσης.
Τί μᾶς κάνει λοιπόν ὁμοθυμαδόν μελαγχολικούς καί κατ' ἀνάγκη συμμέτοχους τῆς προκατασκευασμένης καί ψευδεπίπλαστης ἱλαρότητας πού χαρακτηρίζει τό κλίμα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν; Ἄν τά Χριστούγεννα ἦσαν ἐξ ὁρισμοῦ ἄνευ Χριστοῦ, μιά γιορτή τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου ὅπως ἦταν προχριστιανικά ἡ 25η Δεκεμβρίου, τότε ἴσως δέν θά εἶχαν νόημα οἱ σκέψεις καί οἱ προβληματισμοί. Θά μπορούσαμε νά ἐπαναπαυθοῦμε στή σιωπηλή συμφωνία ὅτι κάποιες εὐκαιρίες διαφυγῆς ἀπό τή ρουτίνα εἶναι χρήσιμες· ἑπομένως καί νά συμβιβαστοῦμε μέ τήν ὑποταγή στή χρησιμοθηρία τοῦ γιορτασμοῦ. Ὅσο δέ πιό ἐκκωφαντική ἡ ἀνάπαυλα, τόσο πιό μεγάλη ἡ συγκάλυψη τοῦ τραγικοῦ στοιχείου τῆς καθημερινότητάς μας.
Ὅμως τό βαθύτερο αἴτημα τῆς λύτρωσής μας ἀπό τή φθορά, τό χρόνο καί τήν ἀναγκαιότητα δέν μπορεῖ νά ἀπαντηθεῖ μέ τήν ὑποταγή σέ θεσμοθετημένες ἐπιμέρους ἀναγκαιότητες, ἔστω διασκεδαστικές ἀλλά τελικά πάντοτε φθοροποιές. Πόση χαρά μπορεῖ νά περιέχει ἕνα πανηγύρι στό ὁποῖο ὑποτίθεται ὅτι γιορτάζεται ἡ γέννηση Ἐκείνου πού θά μποροῦσε νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν δουλεία τῆς πνευματικῆς μας ἀνελευθερίας καί τῆς ὑπαρξιακῆς μας μιζέριας, ὅταν Τόν ἔχουμε ἤδη ἐξορίσει ἀπό τή ζωή μας καί ἀπό τό νόημά της; Ποιό γαμήλιο γλέντι δικαιολογεῖ τούς πανηγυρισμούς καί τίς γιορταστικές ὑπερβολές ὅταν ἔχει ἐκδιωχθεῖ ὁ "νυμφίος"; Τέτοιοι "γάμοι" μοιάζουν περισσότερο μέ κηδεῖες τῶν ὁποίων ἡ λαμπρότητα ὀφείλεται κυρίως στίς ἐνοχές τῶν οἰκείων παρά στήν ἀγάπη καί τή χριστοκεντρική ἐλπίδα.
Ἡ συγκαλυμμένη μελαγχολία τῶν ἡμερῶν μπορεῖ νά κρύβει τό ἐνοχοποιημένο πένθος γιά τόν ἐξοστρακισμό τῆς ἐνσαρκωμένης μας ἐλπίδας· τοῦ προαιώνιου Θεοῦ πού "παιδίον γέγονεν" καί ἀναζητᾶ ἐγκάρδιες φάτνες γιά νά τίς μετατρέψει, φιλοξενούμενος ἐκεῖ, σέ οἴκους τοῦ Πατρός Του.
Παρόλο τόν ξεπεσμό της ὑπάρχει κάτι θετικό καί ἐλπιδοφόρο σ' αὐτή τή συνεχῶς πιό ἐκκοσμικευμένη ἀτμόσφαιρα τῆς γιορτῆς. Ὅσο πιό ψευδεπίπλαστα ἐπιμένουμε νά τή γιορτάζουμε, πνίγοντάς την σέ φῶς ἀπό "νέον" καί πλαστικά πλουμίδια, τόσο πιό κούφια καί ἄπελπις θά εἶναι ἡ γεύση πού θά ἀφήνει. Καί τόσο πιό πολύ ὁ λαός "ὁ καθήμενος ἐν σκότει" θά ἀρχίσει νά ἀναζητᾶ τό Μέγα Φῶς πού τό συλλογικό του ἀσυνείδητο θυμᾶται πώς γνώρισε κάποτε. Ἴσως λοιπόν τότε νά ξαναζητήσει τόν ἀστέρα πού ὁδηγεῖ στή φάτνη. Στήν προσωπική καρδιακή φάτνη τοῦ καθενός πού θά κατανοήσει ὅτι ὅσο ταπεινή καί βρώμικη κι ἄν εἶναι, ὁ Χριστός θά τήν καταδεχθεῖ, θά τήν ἐνοικήσει καί θά τήν μετατρέψει σέ σῶμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Μέχρι τότε, ὅσοι ἀπό μᾶς θέλουν νά βρίσκονται κοντύτερα στή φάτνη παρά στά ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἄς προσπαθήσουμε νά ζήσουμε τή γιορτή καί τή ζωή μας μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ἄν κάποιος μᾶς ρωτήσει γιά τό ἀστέρι τῶν μάγων ἤ παρατηρήσει τή δική μας πορεία νά βρεῖ τό σωστό δρόμο. Τότε ἡ χαρά τῆς γιορτῆς θά ξαναβρεῖ τό νόημα καί τήν αὐθεντικότητά της. Τότε ἡ χαρά τῆς γιορτῆς θά ξαναβρεῖ τό νόημα καί τήν αὐθεντικότητά της. Τότε, ἀντί τῆς παθητικῆς μας συμμετοχῆς σέ ψευδοπαρηγορητικά τηλεοπτικά βαριετέ, ἴσως σταθοῦμε ἱκανοί νά ἀπολαύσουμε τήν εὐφρόσυνη καί βιωματική μας συμμετοχή στόν χαρμόσυνο ὕμνο: "Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε".

Ανδρέα Χ. Αργυρόπουλου:Ο Θεός της Αγάπης και της Ελπίδας θα έλθει και φέτος...

 








Ο Χριστός θα έλθει όχι σαν Θεός - κριτής και εξουσιαστής των ανθρώπων αλλά σαν φίλος και σωτήρας


Πριν λίγα χρόνια, ο Αντώνης Σαμαράκης σε μια συνέντευξή του σε καθημερινή εφημερίδα των Αθηνών, ανέφερε με το δικό του ξεχωριστό τρόπο, πως ο Χριστός φέτος δεν θα έλθει, γιατί μπούχτισε πλέον με αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο. Όμως ΟΧΙ. Δεν θα τους κάνει τη χάρη o Χριστός. Θα έλθει και φέτος. Κάποιος που αγαπάει θεϊκά, δεν μπουχτίζει, η αγάπη Του δεν έχει όρια. Και θα έλθει όπως πάντα μέσα στη φάτνη Του, όχι σε έπαυλη, όχι εν μέσω των επισήμων, αλλά εν μέσω απλών ανθρώπων. Θα κάνει πάλι αυτή την επιλογή, γιατί ξέρει καλά πως δεν έρχεται για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει.

«Ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι», λέει η Γραφή. Η άφιξή Του, όπως και τότε, θα προκαλέσει όλους αυτούς που βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά. Αυτούς που έχουν μάθει να εκμεταλλεύονται και να καταδυναστεύουν τους λαούς και τις κοινωνίες. Το πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό κατεστημένο, όλους αυτούς που από νήπια τον αντιμετώπισαν και τον αντιμετωπίζουν σαν ξένο. («Τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσμω»), σαν περίεργο θα λέγαμε, και τον κυνήγησαν σε όλη τη δημόσια δράση Του, καταφέρνοντας στο τέλος να τον θανατώσουν. «Ο Χριστός», γράφει μια μεγάλη μορφή της σύγχρονης Ορθοδοξίας, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, «παραμένει ξένος στις άδικες επιλογές που καθορίζουν την πορεία του κόσμου, βάσει των δεδομένων “δογμάτων” της διεθνούς οικονομίας, της πολιτικής σκοπιμότητας, των ιδιοτελών στόχων των εκάστοτε ισχυρών». Ο Χριστός θα έλθει όχι σαν Θεός - κριτής και εξουσιαστής των ανθρώπων, αλλά σαν φίλος και σωτήρας. «Ουκ ήλθον ίνα κρίνω τον κόσμον, αλλ’ ίνα σώσω τον κόσμον» (Δεν ήλθα για να καταδικάσω τον κόσμο, αλλά για να τον σώσω). Θα έλθει ως απελευθερωτής, για να λυτρώσει τους ανθρώπους από κάθε μορφή δουλείας (πνευματική, κοινωνική, θρησκευτική), να τους απελευθερώσει από δεισιδαιμονίες, προλήψεις, ανασφάλειες, προκαταλήψεις και στερεότυπα.

Όπως είπε ο ίδιος, στάλθηκα «για να αναγγείλω το χαρμόσυνο μήνυμα στους φτωχούς, να θεραπεύσω τους τσακισμένους ψυχικά, στους αιχμαλώτους να κηρύξω τη λευτεριά και στους τυφλούς ότι θα βρουν το φως τους» (Λουκ. 4, 18). Ο Χριστός θα έλθει και φέτος, για να ταρακουνήσει τη βολεμένη θρησκευτικότητά μας και τον υποκριτικό καθωσπρεπισμό μας.Δεν θα έλθει για τους λίγους, τους εκλεκτούς, αλλά για όλους, ιδιαίτερα γι’ αυτούς που δεν έχουν κανένα. Ο Χριστός ήλθε για ολόκληρη την Οικουμένη, για όλους τους λαούς. Όπως αναφέρει ο Απόστολος Παύλος, επιθυμία του Χριστού είναι «να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να λάβουν γνώση της αλήθειας». Αιώνες πριν τον ερχομό του Χριστού, ο Ψαλμωδός τονίζει προφητικά: «Και ενευλογηθήσονται εν αυτώ πάσαι αι φυλαί της γης, πάντα τα έθνη μακαριούσιν αυτόν και πληρωθήσεται της δόξης αυτού πάσα η γη» (…Και θα απολαύσουν τις ευλογίες Του όλες οι φυλές της γης και όλα τα έθνη θα Τον επευφημούν και θα Τον μακαρίζουν…ας πληρωθεί από τη δόξα Του όλη η γη», (Ψαλμ. 71: 17, 19).

Σε μια εποχή παράξενη και απρόβλεπτη σαν τη δική μας, που η ξενοφοβία και ο ρατσισμός απλώνονται παντού, έρχεται ο Χριστός, για να θυμίσει ότι δεν αποτελεί ιδιοκτησία κάποιων και μάλιστα ανάξιων, αλλά προσφορά σε όλους. Θα έλθει και, πριν καλά - καλά προλάβει να κάνει τα πρώτα βήματα στη ζωή, θα αναγκαστεί να μεταναστεύει, όπως χιλιάδες συνάνθρωποι μας στις μέρες μας. Απ’ τη Βηθλεέμ που γεννήθηκε, φυγαδεύτηκε αμέσως στην Αίγυπτο, γυρνάει στη Ναζαρέτ, όπου και μεγαλώνει. Ο Υιός του Ανθρώπου θα φτάσει στο σημείο να μην έχει «που την κεφαλήν κλίναι», (που να γύρει το κεφάλι), όπως ακριβώς στις μέρες μας η φτωχολογιά του τρίτου κόσμου, τα εκατομμύρια πρόσφυγες, οι εγκαταλελειμμένοι, οι μοναχικοί, οι περιθωριακοί, οι άνεργοι. Θα έλθει, λοιπόν, για να δώσει χαρά και ελπίδα σ’ όλους αυτούς που, όπως ο Θεός τους, δεν έχουν «πού να γύρουν το κεφάλι τους». «Τω ονόματι αυτού τα έθνη ελπιούσι», γράφει ο Ματθαίος (στο όνομά Του ελπίζουν όλα τα έθνη).

Έρχεται ο Θεός της ελπίδας και της χαράς. Το ερώτημα είναι πώς Τον περιμένουμε. Είναι αλήθεια ότι στις μέρες μας το νόημα των Χριστουγέννων έχει χαθεί για τους περισσότερους. Έτσι εξηγείται, ίσως, γιατί έχει χαθεί και η ανθρωπιά.Αξίες της παράδοσής μας, που κατ’ εξοχήν βιώνονται αυτές τις μέρες, όπως η αδελφοσύνη, η αλληλεγγύη, η συντροφικότητα, έχουν μπει στο περιθώριο. Τη θέση τους έχουν πάρει η καταναλωτική μανία και η επίδειξη. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μας θυμίζει ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων δεν πρέπει να γίνεται με τρόπο που να φροντίζει ο ένας να ξεπεράσει σε σπατάλη τον άλλον και, μάλιστα, αυτό να γίνεται τη στιγμή που άλλοι άνθρωποι πεινούν και έχουν ανάγκες. Ο Θεός της ΑΓΑΠΗΣ και της ΕΛΠΙΔΑΣ θα έλθει και φέτος και ο ερχομός Του θα είναι ακόμα πρόκληση και πρόκληση. Αν θέλετε να τον συναντήσετε, μην ψάξετε στα εορταστικά shows των τηλεοπτικών καναλιών ούτε στα γυαλιστερά περιοδικά για νεογιάπηδες. Σας περιμένει στους στενούς δρόμους γύρω απ’ την Ομόνοια, στους καταυλισμούς των προσφύγων, στα στρατόπεδα των αιχμαλώτων, στα ορφανοτροφεία, στις σελίδες του Παπαδιαμάντη, του Κόντογλου, του Ντοστοφιέφκσι, στη Λειτουργία το πρωί των Χριστουγέννων.Η μέρα της χαράς, της ελπίδας και της χαμένης μας ανθρωπιάς, πλησιάζει.«Χριστός γεννάται, δοξάσατε!»

Ο π.Καλλιγέρης Αντώνιος για το νόημα των Χριστουγέννων

 


Εκοιμήθη η Καθηγουμένη της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ραψάνης

       πηγή
00igoumeni
Εκοιμήθη εν Κυρίω την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου, το πρωΐ, ύστερα από τη δύσκολη μάχη με την επάρατο ασθένεια και ήδη πορεύεται προς το Νυμφίο Χριστό, τον οποίο εκ νεότητός της επόθησε, η οσιωτάτη μοναχή ΧΡΙΣΤΟΝΥΜΦΗ, Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ραψάνης.
Η αείμνηστος Γερόντισσα Χριστονύμφη, κατά κόσμον Χριστίνα Μανωλοπούλου, γεννήθηκε στον Αλμυρό το 1949 από ευσεβείς γονείς, τον Ιωάννη και τη Γεωργία Μανωλοπούλου.
Από της νεότητός της εγκαταβίωσε στην Ιερά Μονή Παναγίας Δαμάστας, πλησίον της αλήστου μνήμης Καθηγουμένης Κασσιανής μοναχής, ενώ το 1974 ο αείμνηστος Μητροπολίτης Φθιώτιδος Δαμασκηνός, διαβάζοντάς την αρχάρια ρασοφόρον, ωνόμασε αυτήν Χριστονύμφη μοναχή, μέσα στο Καθολικό της Ιστορικής Ιεράς Μονής της μετανοίας της.
Αναζητούσα ασκητικό και ησυχαστικό τόπο για να εκπληρώσει τα μοναχικά της καθήκοντα, «μόνη μόνω Θεώ», έφτασε στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην ορεινή Ραψάνη, στο Καθολικό της οποίας έλαβε το μεγάλο της αγγελικό σχήμα, από τον πνευματικό της πατέρα, Αρχιμανδρίτη π. Φιλήμονα Πατεράκη, τη εντολή του μακαριστού Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κυρού Σεραφείμ.
Στη Ραψάνη, η μακαριστή Γερόντισσα Χριστονύμφη ασκήθηκε με ιδιαίτερο ζήλο και αγωνίσθηκε σκληρά και για την εκ βάθρων ανακαίνιση της Ιεράς Μονής, αλλά κυρίως για την πνευματική ενίσχυση και καλλιέργεια των πονεμένων ανθρώπων που προσέτρεχαν πλησίον της για να ακούσουν λόγο Θεού και να παρηγορηθούν από το άγιο στόμα της, απ’ το οποίο εξέρχονταν μόνον αγιογραφικές ρήσεις και χωρία πατερικά.
Από το 1994 συνδέθηκε με πνευματικούς δεσμούς με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιο, ο οποίος την στήριζε ποικιλοτρόπως και την θαύμαζε για την αγιότητα και την ασκητικότητα της μοναχικής της εναρέτου πολιτείας, για το γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα που επέδειξε τα δύσκολα χρόνια του εκκλησιαστικού προβλήματος στη Λάρισα, και κυρίως για το μεγάλο πνευματικό έργο που επιτελούσε, νουθετώντας και συμβουλεύοντας τους νέους ανθρώπους, τους πενθούντας και γενικότερα τους θλιμμένους και πονεμένους που έφταναν κοντά της, εξ αιτίας της αγάπης της, της ταπείνωσής της και της μοναδικής συμπόνοιας που έδειχνε στους κατατρεγμένους της ζωής.
Την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου στις 9.30 το βράδυ θα τελεσθεί από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιο η Νεκρώσιμος Ακολουθία της εις Μεγαλόσχημον Μοναχή μέσα στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ραψάνης, ενώ την επομένη ημέρα Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου, ανήμερα της εορτής του Αγίου Ελευθερίου, θα τελεσθεί η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ενώπιον του σεπτού σκηνώματος της μεταστάσης Μοναχής και στις 11 το πρωΐ η Εξόδιος Ακολουθία της από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιο στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ραψάνης και ο ενταφιασμός της στο Κοιμητήριο της Ιεράς Μονής.

Ο άγιος Ελευθέριος (15 Δεκεμβρίου) + Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου

πηγή

Ο άγιος Ελευθέριος (15 Δεκεμβρίου)

+ Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου ιερομάρτυρα Ελευθερίου. Ο άγιος Ελευθέριος είναι από τους πρώτους μάρτυρας της άγιας Εκκλησίας. Πατρίδα είχε τη Ρώμη. Ο πατέρας του ήταν ύπατος, ανώτατος δηλαδή αξιωματούχος του κράτους, και η μητέρα του, Ανθία το όνομα, ήταν μαθήτρια του αποστόλου Παύλου. Πολύ νωρίς έμεινε ορφανός από πατέρα κι η μητέρα του τον ανάθρεψε με πολλή στοργή και φροντίδα. Τον παρουσίασε στον τότε επίσκοπο της Ρώμης, κοντά στον όποιο έμαθε τα ιερά γράμματα. Σε πολύ μικρή ηλικία ο άγιος Ελευθέριος, για τη μεγάλη του επίδοση στα εκκλησιαστικά και την άλλη του αρετή, χειροτονήθηκε διάκονος, πρεσβύτερος και επίσκοπος.

Σε ηλικία είκοσι ετών ο άγιος Ελευθέριος ήταν επίσκοπος Ιλλυρικού, δηλαδή εδώ κοντά σ’ εμάς, στην Αυλώνα της Βορείου Ηπείρου. Από τότε στην ιερή εκείνη γη έπνεε χριστιανικός άνεμος κι ακουότανε ο λόγος του Ευαγγελίου.Ας μη μας κάνει εντύπωση ότι από τόσο μικρή ηλικία ο άγιος Ελευθέριος ήταν επίσκοπος. Η Εκκλησία τότε ακόμα δεν είχε θεσπίσει κανόνες για την ηλικία των κληρικών, σύμφωνα με τους οποίους τώρα οι διάκονοι χειροτονούνται μετά τα 25, οι πρεσβύτεροι μετά τα 30 και οι επίσκοποι μετά τα 35. Αλλά για τον άγιο Ελευθέριο έχει εφαρμογή εκείνο που γράφει ο απόστολος Παύλος προς τον Τιμόθεο· «μηδείς σου της νεότητος καταφρονείτω», ας μη σε καταφρονεί κανένας για τη νεαρή σου ηλικία. Αλλά κι εκείνο, που διαβάζομε στην Παλαιά Διαθήκη, ότι «γήρας τίμιον ου το πολυχρονίον ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται». Αξιοσέβαστος δεν είναι κανένας μόνο για τα χρόνια της ηλικίας του.
Σε νεαρότατη ηλικία, ο άγιος Ελευθέριος ήταν σεμνός και συνετός, σαν τον πιό σεβαστό κι αξιότιμο γέροντα, και τερμάτισε το βίο του με σκληρό μαρτυρικό θάνατο. Τι καλύτερο τάχα να ζηλέψει ένας νέος, αν είναι να πεθάνει, παρά έναν ανδρείο και τιμημένο θάνατο; Οι αρχαίοι, όταν πήγαιναν στη μάχη, τραγουδούσαν «Τεθνάμεναι γαρ καλόν ενί προμάχοισι πεσόντα ανδρ’ αγαθόν…»· είναι καλός ο θάνατος να πέσει ο γενναίος στη μάχη. Μα να πέσει ένας νέος για την πίστη του στο Χριστό, δεν είναι απλώς καλό και ηρωικό, μα ασύγκριτα πολύ περισσότερο, είναι υπέρτατη θυσία για το απόλυτο αγαθό που είναι ο Θεός. Ο πιστός, που πέφτει στη μάχη της πίστης, δεν είναι ήρωας· είναι μάρτυρας της ανάστασης του Ιησού Χριστού.
Ο άγιος Ελευθέριος, με το ζήλο, την πραότητα και τη σοφή του διδασκαλία, γρήγορα έφερε στην πίστη του Χριστού μεγάλο πλήθος ανθρώπων της σημερινής Βορείου Ηπείρου. Γι’ αυτό οι φανατικοί ειδωλολάτρες τον κατάγγειλαν στον αυτοκράτορα Αδριανό. Ο αυτοκράτορας έστειλε στην Αυλώνα ένα στρατηγό με στρατιώτες κι έφεραν τον Άγιο στη Ρώμη. Στο δρόμο πολλοί από τους στρατιώτες, βλέποντας κι ακούοντας τον άγιο Ελευθέριο, πίστεψαν και βαπτίσθηκαν. Στη Ρώμη ο Αδριανός προσπάθησε με υποσχέσεις να μεταπείσει τον Άγιο, μα εκείνος του απάντησε· «Πώς θα καταδεχθώ να προσκυνήσω για Θεούς αναίσθητα και άψυχα αγάλματα; Θαυμάζω πώς εσείς, λογικοί άνθρωποι, προσκυνάτε ξύλινους και πέτρινους θεούς, και περιφρονείτε το δημιουργό του κόσμου αληθινό Θεό!.
Δεν χρειάζεται να διηγηθούμε τα μαρτύρια, με τα όποια οι δήμιοι βασάνισαν τον Άγιο· είναι το ένα πιό σκληρό από τ’ άλλο, όσα μπορεί να σκεφτεί και να βρει η κακία των ανθρώπων. Τον ξάπλωσαν επάνω σ’ ένα σιδερένιο κρεβάτι κι άναψαν από κάτω φωτιά, για να τον ψήσουν. Τον έβαλαν για να τον βράσουν μέσα σε πίσσα. Τον έριξαν για να τον κάψουν μέσα σε πυρωμένο φούρνο. Τον έδεσαν για να τον σύρουν στο δρόμο αγριεμένα άλογα. Τον πέταξαν στα άγρια θηρία, για να τον κατασπαράξουν. Η χάρη του Θεού τον φύλαξε απ’ όλα, ώστε και από τους δήμιους, που τον βασάνιζαν, πολλοί πίστεψαν στο Χριστό. Στο τέλος ο αυτοκράτορας έβγαλε διαταγή να αποκεφαλιστή. Έτσι έλαβε το διπλό στεφάνι της νίκης ο ιερέας και μάρτυρας άγιος Ελευθέριος. Αμήν.
+ Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες Έμψυχοι, σ.162 - vatopaidi/

Μη δέχεσθε τις επεμβάσεις στο γάμο σας (+ Γερ. Ιωσήφ Βατοπαιδινού)



Η πραγματική και αμετάβλητη αγάπη που εντέλλεται ο Θεός, μόνο στη νόμιμη συζυγία μπορεί να εφαρμοσθεί και να καρποφορήσει. Όλα γύρω μας είναι ρευστά, ασταθή και αλλάζουν συνεχώς. Τί παραμένει αμετάβλητο στην κοινωνία, στις συγγένειες και τις συνεργασίες μεταξύ των ανθρώπων; Μόνο στη νόμιμη συζυγία επικρατεί η ανιδιοτελής και γνήσια αγάπη επειδή κατά τη θεία εντολή «ους ο θεός συνέζευξε» κανείς δεν πρέπει να χωρίζει.
Η ενότητα των δύο συζύγων καθορίσθηκε από την αρχή της δημιουργίας. Δεν υπάρχουν λάθη στη δημιουργία αφού η Γραφή μαρτυρεί ότι «είδε ο Θεός τα πάντα όσα εποίησεν και ιδού καλά λίαν». Προέβλεπε ο Θεός την πτώση του ανθρώπου και τον τρόπο του πολλαπλασιασμού του και γι’ αυτό επέβαλε την ενότητα των δύο σε ένα, για να κρατηθεί η υπόσταση της ζωής με την αγάπη. Το «παρά Κυρίου αρμόζεται γυνή ανδρί» (Παρ. 19,14) αναφέρεται στους πιστούς, στους οποίους εφαρμόζεται το θέλημά του. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός οδηγούσε τους πιστούς του θεράποντες στην ενότητα της αληθινής συζυγίας και τους παρουσίαζε ως παράδειγμα, στην κατωτερότητα της τότε αμάθειας και αγνωσίας που επικρατούσε.
Όπου υπάρχει η αγάπη μέσα στο γάμο κανένας κλονισμός δεν θα μπορεί να επιδράσει, ούτε και η πεθερά! Αναγκάσαμε, ας μας επιτραπεί η λέξη, ώριμους στην ηλικία ιδανικούς συζύγους να μας πληροφορήσουν από την πείρα τους ποιό είναι το απαραίτητο στοιχείο της αρμονικής συζυγίας και δεν μας απέκρυψαν ότι ήταν η αγάπη. Ευγενείς κυρίες μάς αποκάλυψαν: «Εμάς ως γυναίκες, τίποτε άλλο δεν μας καθησυχάζει και ειρηνεύει όσο η αίσθηση ότι ο σύντροφός μας αγαπά αληθινά, μόνον εμάς. Δυστυχώς ως γυναίκες είμαστε καχύποπτες, επηρεαζόμενες από το περιβάλλον».
Χρειάζεται προσοχή στην επιρροή, για να μην πω επιβολή, των γονέων και των συγγενών, απ’ όπου πήρε και το κακό όνομα η πεθερά. Μετά το γάμο συνιστούμε στα ανδρόγυνα να απομακρύνουν τις επεμβάσεις των γονέων ή όποιων άλλων η επίδραση είναι καταλυτική.
Αφού δεχθήκαμε τα παράπονα των συζύγων και τις διαφωνίες τους, κάνοντας κάποια συγκατάβαση, τους ερμηνεύσαμε τη σημασία και την έννοια του μεγάλου αυτού μυστηρίου και τους πείσαμε να αναθεωρήσουν τις σχέσεις τους κάτω από το πρίσμα του «κατά Χριστόν» συζυγικού βίου. Πείστηκαν, τουλάχιστον όσοι ακούσαμε, που δεν ήταν λίγοι. Από τότε ζουν, όπως μας διηγούνται, το πλήρωμα της αρμονίας και ειρήνης στην οικογένεια και στον εαυτό τους το υψηλότατο μυστήριο της μεταξύ τους ενότητας. Ομολογούν μάλιστα ότι επανήλθε σ’ αυτούς η αίσθηση των πρώτων μηνών του γάμου τους, ενώ οι περισσότεροι είναι σε προχωρημένη ηλικία κατά την οποίαν οι φυσικές ορμές βρίσκονται σε μαρασμό. Αυτή τη διαπίστωση τη συναντούμε συχνά, ακόμη και σε όσους πέρασαν πειρασμούς και θύελλες στη ζωή τους, όταν επανασύνδεσαν «εν Χριστώ» τη συζυγική τους ζωή που είχε διαταραχτεί.
Σ’ αυτή την ένωση και την αγάπη συναντήσαμε υπερφυσικές ιδιότητες, προϊόντα της θείας Χάριτος που μας κατέπληξαν. Στη γνησιότητα της συζυγικής αγάπης είδαμε την επέμβαση της Χάριτος και θαυμάσαμε τη δύναμη και ενέργεια της αληθινής αγάπης. Δημιουργείται μεταξύ των νόμιμων συζύγων μια υπερφυσική ενέργεια, ώστε να προαισθάνονται τα συναισθήματα ο ένας του άλλου, ακόμη και όταν βρίσκονται σε μακρινές αποστάσεις. Δείγμα και μαρτυρία ότι «ουκέτι εισί δύο» αλλά μια ψυχή και ένα σώμα.
Αυτό είναι ιδίωμα και ενέργεια της Χάριτος που επιδρά όπου ακριβώς συναντήσει τήν αληθινή αγάπη των συζύγων, που έμαθαν να ζουν ο ένας για τον άλλον.
Γι’ αυτό παρακαλούμε και επιμένουμε το χριστεπώνυμο πλήρωμα να επιστρέψει στις βάσεις της ιεράς παραδόσεως από όπου η θεία Χάρη θα μας κατευθύνει και θα μας αξιώσει του προορισμού μας και θα απολαύσουμε μια υγιή κοινωνία, μια ζώσα Εκκλησία, ένα ουράνιο πολίτευμα, γιατί όλα προκύπτουν από τον επιτυχημένο γάμο, την απόλυτα ενωμένη οικογένεια. Ειδικά όμως από τις άξιες και ηρωίδες μητέρες που θα γεννήσουν τους ήρωες της Εκκλησίας, της κοινωνίας, της πολιτείας και γιατί όχι και της οικονομίας, όταν θα χαραχθεί η βασιλεία του Θεού επί της γης.

(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Συζητήσεις στον Άθωνα». Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 13, σ. 153-156)

Η Πατερική «Πνευματική πτωχεία»(Ιωαν. Κορναράκη, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών)

 




Είναι γνωστό ότι πολλά χωρία της Αγ. Γραφής χρησιμοποιούνται συχνά από πολλούς ανθρώπους με διαφορετική έννοια εκείνης που το συγκεκριμένο ευαγγελικό λόγιο έχει ή και με αντίθετη ακόμη προς αυτήν.
Έτσι και η ρήση του Κυρίου «οι πτωχοί τω πνεύματι» χρησιμοποιείται συχνά, από πολλούς ανθρώπους, για να δηλωθεί ο άνθρωπος, που έχει μικρές διανοητικές ικανότητες ή που τείνει προς την ελαφρότητα, συχνότερα ο «χαζός»! Σε μια καλύτερη ίσως εκδοχή ο πτωχός τω πνεύματι είναι απλώς ο ταπεινός, ο άσημος!
Εντούτοις, είναι άραγε συμπτωματική και τυχαία η πρόταξη του μακαρισμού «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών έστιν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε΄ 3), από τον Κύριο, κατά την έναρξη της επί του Όρους ομιλίας του και προ της εκφωνήσεως των άλλων μακαρισμών;
Δεν πρέπει να υποθέσουμε ότι ο Κύριος θα πρόταξε των λοιπών μακαρισμών εκείνον, που πρέπει να αναφέρεται στον πιο δύσκολο πνευματικό αγώνα και στην πιο δυσκατόρθωτη πνευματική κατάκτηση;
Και ασφαλώς κάτι τέτοιο πρέπει να συμβαίνει, αφού το να είναι κανείς πτωχός κατά το πνεύμα σημαίνει, κατά τον Κύριο, ότι είναι ήδη, από την επίγεια ζωή του, κάτοχος και κληρονόμος της Βασιλείας των Ουρανών! Ότι δηλαδή βιώνει θεοφιλώς το μυστήριο της ευαγγελικής ζωής και άρα το πλήρωμα της ορθοδόξου πνευματικότητος και γι’ αυτό είναι κατά πάντα άξιος της Βασιλείας των Ουρανών.
Αλλά στην περίπτωση αυτή δημιουργείται μια εύλογη απορία. Πώς δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός ενός τέτοιου πλούσιου σε χαρισματικές εμπειρίες και κατακτήσεις χριστιανού ανθρώπου ως «πτωχού τω πνεύματι»; Μπορεί ένας τέτοιος, πλούσιος σε δωρεές της χάριτος του Θεού, άνθρωπος να βιώνει «πνευματική πτωχεία»;
Μια τέτοια ερώτηση τέθηκε στον Όσιο Μακάριο τον Αιγύπτιο.
-«Πώς μπορεί να είναι ένας αγωνιστής χριστιανός πτωχός τω πνεύματι, όταν μάλιστα αισθανθεί μέσα του ότι προόδευσε πνευματικά και απέκτησε πνευματική γνώση και σύνεση, που δεν είχε προηγουμένως, πριν δηλαδή αρχίσει τον πνευματικό του αγώνα»;
Ο Όσιος Μακάριος απάντησε·
«Όσο προσπαθεί κάποιος και αγωνίζεται και προοδεύει στην πνευματική ζωή και γίνεται κάτοχος πλουσίων εμπειριών της χάριτος του Θεού, δεν είναι πτωχός τω πνεύματι αλλά θεωρεί αυτός απλώς τον εαυτό του, από ταπείνωση, ότι είναι πτωχός τω πνεύματι. Όταν όμως κατακτήσει την σύνεση και την προκοπή της πνευματικής ζωής, τότε, όχι αυτός ο ίδιος αλλά πλέον αυτή η Χάρις του Θεού τον διδάσκει να είναι πτωχός τω πνεύματι».
Αλλά τότε λοιπόν τί σημαίνει ακριβέστεροι το να είναι κάποιος πτωχός τω πνεύματι;
Στην ερώτηση αυτή, που ακολούθησε την απάντηση του Οσίου στην πρώτη ερώτηση, εκείνος είπε:
«Πτωχός τω πνεύματι είναι εκείνος, που ενώ είναι δίκαιος και εκλεκτός του Θεού, δεν θεωρεί τον εαυτό του ως σπουδαίο και εκλεκτό, αλλά φρονεί ότι είναι αμαρτωλός και τιποτένιος και μηδαμινός, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μη γνωρίζει τίποτε, σχετικά με την πνευματική ζωή και να μην έχει συνείδηση ότι έχει πνευματικές κατακτήσεις, αν και γνωρίζει τα μυστήρια της Χάριτος του Θεού και έχει πνευματικές κατακτήσεις, εκστατικές θεωρίες και αναβάσεις θεωτικές. Μια τέτοια δε πνευματική κατάσταση γίνεται στο νου του ανθρώπου εντελώς φυσικώς (χαρισματικώς) και με τρόπο αυτονόητο, για την αυτοσυνειδησία του ανθρώπου αυτού. Όπως λ.χ. συνεχίζει ο Όσιος Μακάριος, «ο προπάτωρ ημών Αβραάμ ων εκλεκτός, γην εαυτόν και σποδόν ωνόμαζε».
Η πνευματική λοιπόν πτωχεία είναι χαρισματική πνευματική κατάσταση, κατά την οποία συνυπάρχουν στον ίδιο βαθμό βιωματικής δυναμικής α) η αυτοσυνειδησία της προσωπικής αμαρτωλότητας, μηδαμινότητας και πνευματικής πτώχειας και β) η αναμφισβήτητη πραγματικότητα και εμπειρία της χαρισματικής βιωτής, πλούσιας σε καρπούς του Αγίου Πνεύματος.
Ο αυθεντικός πατερικός άνθρωπος, ο αναλίσκων τον βίο του στην εργασία των ευαγγελικών εντολών, έχει εαυτόν «ως μηδέν ειδότα και έχοντα καίτοι ειδότα και έχοντα». Η φαινομενική αυτή αντιφατική λειτουργία της πνευματικής ζωής είναι πράγματι η ακρότατη κορυφή της αγιότητας. Πολλοί άγιοι διαλάμψαντες πατέρες της Εκκλησίας μας, πλούσιοι σε χαρισματικές εμπειρίες, είχαν μέχρι της εσχάτης τους αναπνοής την αυτοσυνειδησία, την πληροφορία, δηλαδή της αγιασμένης τους συνειδήσεως, ότι «δεν έβαλαν ακόμη αρχήν μετανοίας»!
Η βιωματική δυνατότητα της αντιφάσεως «μηδέν έχω» τη στιγμή που «πάντα κατέχω» αποτελεί πράγματι τον πυρήνα του μυστηρίου της εργασίας των ευαγγελικών εντολών. Πρόκειται για μια «υπαρκτική» όντως αντιφατικότητα, που λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα στην αυτοσυνειδησία του αγωνιζομένου πιστού και τον προστατεύει από την πιεστική ροπή προς την κενοδοξία και την υπερηφάνεια, λόγω ακριβώς της κατορθώσεως των πνευματικών αγωνισμάτων, που καρποφορούν τις χαρισματικές και θεωτικές εμπειρίες της θεοφιλούς εργασίας των ευαγγελικών αρετών.
Είναι εύλογο το γεγονός ότι κάθε πνευματική κατάκτηση και πρόοδος είναι πάντοτε υπό την άμεση απειλή μιας ανακλαστικής (ασυνείδητης;) διαφυγής στην κενοδοξία και την υπερηφάνεια. Κάθε τι που κατακτά ο άνθρωπος, με προσπάθεια και έντονο αγώνα ακόμη και στο χώρο της πνευματικής ζωής, ενισχύει την αυτοσυνειδησία της προσωπικής αξίας και υπεροχής. Στην περίπτωση, επομένως, που στερείται, ο αγωνιζόμενος πιστός, της νήψεως και της εγρηγόρσεως, μετακινείται ασυναισθήτως («λεληθότως») στην εγωκεντρική αυτοπεποίθηση και αλαζονεία, που αποτελούν, αμφότερες, τα συμπαγή θεμέλια της φαρισαϊκής συνειδήσεως και νοοτροπίας!
Η χαρισματική εμπειρία και βίωση της πατερικής πτώχειας απογοητεύει τον διάβολο και τον απομακρύνει κατησχυμένο και τον καθιστά ανίκανο να εκτελέσει το ολέθριο έργο του· να καταστρέψει μια ανθρώπινη ψυχή, λόγω της υπερηφάνειας της για τις αρετές της και τις πνευματικές της κατακτήσεις στον αγώνα της ευαγγελικής ζωής.
«Μακάριοι», λοιπόν, «οι πτωχοί τω πνεύματι»! «Οι μηδέν ειδότες και έχοντες» καίτοι «ειδότες και έχοντες»!

(Ιωαν. Κ. Κορναράκη, «Θέματα Ποιμαντικής ψυχολογίας ΙΙΙ», εκδ. οίκος Αφων Κυριακίδη, σ. 243-246)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...