Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Αυγούστου 08, 2012

Η σκακιέρα της ψυχής


πηγή
Από τη στιγμή της δημιουργίας του Αδάμ ξεκίνησε μιά παρτίδα σκάκι. Οδημιουργός της ψυχής του, ο Θεός, και ο πρόσφατα πεσμένος διάβολος μάχονται για την κατοχή της. Ο μεν Πρώτος για να τη διατηρήση κοντά Του, να την τρέφη και να τη θάλπη, ή, μετά από τα τραύματα τουδιαβόλου, να τη θεραπεύη, να την ενδυναμώνη και να την εξοπλίζη για τούς μελλοντικούς αγώνες της, ο δε δεύτερος, ο σφετεριστής τηςελευθερίας μας, για να την αποσπάση από το δημιουργό της και να τηνοδηγήση στην Κόλασί του.
Το σκάκι, βέβαια, της ψυχής έχει μιά ιδιοτυπία: ότι έχει ένα μόνο πιόνι, τονάνθρωπο, και ότι αυτό δεν είναι άψυχο, όπως του κανονικού σκακιούαλλάέμψυχο και μάλιστα εξαρτάται και από αυτόν η νίκη. Το πού θα στρέψη την ψυχή του, στο δημιουργό του, πού τον έπλασε και στη συνέχεια τονέσωσε με το σταυρικό Του θάνατο, ή στον εχθρό του, το διάβολο,επαφίεται στη θέλησί του.
Ο αείμνηστος Νικ. Ψαρουδάκης τονίζει ότι μπορούμε να είμασθε «σκλάβοι» ή σκλάβοι: «Σκλαβιά είναι η πίστι, σκλαβιά είναι και η απιστία! Μονάχα πού η σκλαβιά της πίστεως σε ανεβάζει στους φωτεινούςορίζοντες της εν Χριστώ ελευθερίας, ώστε να βλέπης τά του κόσμου “σκύβαλα”, ενώ η απιστία σε κατεβάζει στα σκοτεινά δώματα πού σε θέλουν δούλο του σατανικού χάους!...
Το μεγάλο μυστικό της χριστιανικής ζωής βρίσκεται στα λόγια τουΧριστού: “Οδείς δύναται δυσί κυρίους δουλεύειν”(Μθ 6, 24)
Ο Αγ. Ιωάννης  Χρυσόστομος, με τη σειρά του, τονίζει τη διαφοράανάμεσα στην επίγεια και την ουράνια βασιλεία: «Γιατί αρπάζεις από τον πτωχό πού κατηγορείΆρπαξε από το Χριστό πού επαινεί. Είδες πόσηαγνωμοσύνη και πόση τρέλλα υπάρχει; Αρπάζεις από πτωχό πού έχει λίγο; Χριστός λέει: Άρπαξε από μένα, και Εγώ θα σου χρωστώ χάρι για τηναρπαγή αυτή· τη δική Μου βασιλεία άρπαξε και βίασε τον εαυτό σου. Αν θελήσης να αρπάξης την κάτω βασιλεία, ή μάλλον κι αν θελήσης να το σκεφθής, τιμωρείσαι. Αν, όμως, δεν αρπάξης την άνω βασιλεία, τότε τιμωρείσαι».
«Καθώς τά κομματάκια απ’ το μάρμαρο έπεφταν στο πάτωμα απ’ τη σμίλη του Μιχαήλ Αγγέλου, ο μεγάλος αυτός γλύπτης συνήθιζε να λέη:
Όσο το μάρμαρο λιγοστεύει, τόσο η εικόνα μεγαλώνει.
Αυτός είναι ο κανόνας της πνευματικής αναπτύξεως. Εμείς είμασθε το μάρμαρο κι ο Χριστός η εικόνα. “Εκείνος πρέπει ν’ αυξάνη, εγώ δε ναελαττώνωμαι”(Ιω 3, 30). Λιγότερο και λιγότερο απ’ την παλαιά φύσι, και περισσότερο και περισσότερο απ’ το Άγιο Πνεύμα —Τον ενοικούντα Χριστό— αυτός είναι ο τρόπος της αυξήσεως στην εικόνα Αυτού (Β´ Κορ 3, 18)».
Ο Αγ. Εφραίμ  Σύρος τονίζει: «Θέλεις να είσαι άγιος και άμωμος ναός τουΘεού; Να έχης την εικόνα Του πάντοτε μέσα στην καρδιά σου. Λέω εικόνα του Θεού όχι τη μορφή πού έγινε με χρώματα πάνω στο ξύλο, ή σε κάποιαάλλη επιφάνεια, αλλά εννοώ εκείνη την εικόνα του Θεού που με τα καλάέργα, δηλαδή τις νηστείες, τις αγρυπνίες, τα ωραία κατορθώματα, τιςεγκράτειες και τις προσευχές, ζωγραφίζεται με άσπιλο τρόπο αδιάκοπα μέσα στην ψυχή· και χρώματα της εικόνος Του ουρανίου Δεσπότη είναι τά κατορθώματα και οι καθαροί λογισμοί, η απαλλαγή από τά γήινα, πού συνοδεύεται πάντοτε από την πραότητα και τη σεμνή ζωή».
Ο στάρετς Βαρσανούφιος αφηγείται τά λόγια του π. Κλήμεντος ή του π. Λεωνίδου (δεν θυμόταν ποιός τά είχε πει): «Να, μπροστά σου έχεις ένα πιάνο. Ανοικτό. Τα πλήκτρα βρίσκονται μπροστά σου. Τί είναι αυτό πού λείπει; Φυσικά ο πιανίστας. Και στην περίπτωσί μας, λοιπόν, πιανίστας είναι ο Θεός. Δικό μας χρέος είναι ν’ αγωνιζώμασθε× κι ο Θεός θαενεργήση σύμφωνα με την υπόσχεσί Του: “λευσόμεθα καί μονήν (: θα κατοικήσουμε) παρ’ ατ ποιήσομεν”(ω 14, 23). Θα έλθη κοντά μας, μέσα μας και θα παίξη τη δική Του μουσική με το δικό μας μουσικό όργανο.
Και λέγοντας αυτά  Γέροντας με κτύπησε ελαφρά στο στήθος. Και συνέχισε:
—Γι’ αυτού του είδους τη μουσική μιλάνε οι ψαλμοί: “σχύς μου καί μνησίς μου  Κύριος”(117, 14). “σομαι καί ψαλ τ Κυρί...”(26, 6). “Ψαλ τΘε μου, ως πάρχω”(103, 33)»…



Από το βιβλίο: «Η ΣΚΑΚΙΕΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Βρώσι του διαβόλου είναι η διάβρωσί μας»
Περί Πνευματικού Αγώνος 1
Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ
ΕΚΔ. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2011

Oι φθόροι τιμούν τους σκανδαλοποιούς






 Επέπρωτο να το δούμε κι αυτό στις χαλεπές μας μέρες! 
Να τιμάται από φορείς του Γαλαξειδίου αλλά και από ανώτερους κληρικούς η μνήμη ενός ΚΑΤΑΣΚΑΝΔΑΛΙΣΑΝΤΟΣ ΤΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ και αναταράξαντος όσο λίγοι την εκκλησιαστική ζωή επισκόπου. 
Του πρώην Αθηνών Ιακώβου Βαβανάτσου!


Ω καιροί, ω ήθη! 
Πρόκειται για το διαβόητο αρχιεπίσκοπο των “15 ημερών”. 
Τόσο μπόρεσε να σταθεί στον αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών ο αοίδιμος αφού πριν παραιτηθεί αναγκαστικά τον καθήρεσε η κοινή βοή.

Ο αείμνηστος υπήρξε ευνοούμενος της βασίλισσας Φρειδερίκης και του παλατιού γενικότερα που προσπάθησε παντί τρόπω και πάση θυσία να τον διακρατήσει στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. 
Πλην όμως η λαική οργή επέβαλλε την αδέκαστη θέλησή της. 33 μητροπολίτες εν γνώσει του δημιουργηθέντος θορύβου περί την ηθική υπόσταση του αειμνήστου εγκλημάτισαν ανεπανόρθωτα εκλέγοντάς τον αρχιεπίσκοπο προκειμένου να αναλάβει τη διαποίμανση της αρχιεπισκοπής Αθηνών. 
Όπως πολύ σωστά τόνισε κεκοιμημένος ήδη ιεράρχης οι εν θέματι 33 επίσκοποι θα έπρεπε μετά ταύτα τουλάχιστο να αποστερηθούν του δικαιώματος του εκλέγειν!

Ο σεισμός που επακολούθησε μετά την απαράδεκτη από κάθε άποψη εκλογή του είναι αδύνατο να περιγραφεί. 
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ανατρέξουν στο αρχείο τύπου της Εθνικής Βιβλιοθήκης που περιλαμβάνει το αρχείο εφημερίδων της εποχής σε μορφή pdf προκειμένου να λάβουν αμυδρή γνώση και πείρα του συγκεκριμένου σεισμού.

Κι ενώ κατά το κοινώς λεγόμενο θα έπρεπε κάποιοι υποστηρικτές του να κάνουν μετά ταύτα τουμπεκί αυτοί τιμούν τη μνήμη του. 
Τέτοια και τόση περιφρόνηση του περί δημοσίας αιδούς αισθήματος του πιστού λαού. 
Πρώτος και καλύτερος βέβαια ο μοιχεπιβάτης της μητροπόλεως Αττικής Κύριλλος Μισιακούλης. 
Έσπευσε να τιμήσει έναν κληρικό η εκλογή του οποίου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών δημιούργησε τέτοιου μεγέθους σάλο που όμοιόν του ποτέ δεν είχε γνωρίσει η εκκλησιαστική ζωή.

Πιθανώς ο μακαριστός επίσκοπος να ετελεύτησε εν μετανοία. 
Ο υποφαινόμενος εύχεται ΟΛΟΨΥΧΑ η συγκεκριμένη εκδοχή να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. 
Κάτι τέτοιο υποστηρίχθηκε από κάποιους.

Επ’ ουδενί όμως η τυχόν μετάνοια του αοιδίμου αρχιεπισκόπου παρέχει την ηθική νομιμοποίηση να τιμάται και προβάλλεται ένας κληρικός κατασκανδαλίσας όσο λίγοι το ορθόδοξο πλήρωμα.

Η συγκεκριμένη εκδήλωση αποτελεί πράξη εκπτώσεως του εκκλησιαστικού ήθους. 
Άλλωστε η ιντερνετική προβολή της από συγκεκριμένα ιστολόγια, αλλοτριωμένα απ’ την εκκοσμίκευση και τη νοθεία του ορθοδόξου ήθους, πιστοποιούν άνετα του λόγου το αληθές.

Ευτυχώς ο λαός του Θεού αντιστέκεται. 
Γνωρίζει να διακρίνει το γνήσιο απ’ το κίβδηλο παρά την πλύση εγκεφάλου που υφίσταται.

Αλλοίμονο όμως σ’ αυτούς που προκειμένου να φανούν αρεστοί στον κόσμο θυσιάζουν τα ιερά και όσια χάριν επίγειων σκοπιμοτήτων! 
Ο Θεός να τους ελεήσει!

ιατρός Λυκούργος ΝΑΝΗΣ

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ




Τί είναι η Θεία Λειτουργία.
 Κέντρο και αποκορύφωμα της Ορθόδοξης Λατρείας είναι η Θεία Λειτουργία. Κέντρο δε της Θ. Λειτουργίας είναι το Μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας. Τί είναι όμως η Θεία Λειτουργία;
Είναι πάρα πολύ δύσκολο να δώσουμε ένα συγκεκριμένο ορισμό, γιατί η Θ. Λειτουργία είναι «μυστήριον μέγα». Είναι η προσφορά της αναίμακτου θυσίας του Κυρίου από μέρους ολοκλήρου της Εκκλησίας. Είναι ή Ανάμνηση της Σταυρικής θυσίας του Γολγοθά, που δεν αναπαριστάνει απλώς την θυσία του Σταυρού, αλλά κατά ένα τρόπο υπερφυσικό κάνει παρόντα όλα τα μεγάλα και θαυμαστά γεγονότα, που πραγματοποίησε ο Κύριος για την σωτηρία του κόσμου. Έτσι η Θ. Λειτουργία παρουσιάζει μπροστά στα μάτια των πιστών, μπροστά στην «Λατρευτική τους Σύναξη», ολόκληρη την ζωή του Κυρίου, από την φάτνη ως τον Σταυρό και ως την Ανάσταση και την Ανάληψη, με μία σαφή προσδοκία και προσμονή «της Δευτέρας του Χριστού Παρουσίας»

Ποιες Θείες Λειτουργίες υπάρχουν σήμερα.
Στους Αποστολικούς χρόνους η Θ. Λειτουργία περιελάμβανε μόνο τον αγιασμό των Τιμίων Δώρων και την Θεία Κοινωνία των πιστών. Η σύντομη αυτή τελετή περιελάμβανε επίσης κήρυγμα από τον «προεστώτα» και μερικούς ύμνους και ευχές κατά την κρίση του επισκόπου. Στην αρχή το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας γίνονταν μετά το Κοινό Δείπνο όλων των πιστών, που έμεινε στην ιστορία με το όνομα Ά γ α π η. Πολύ ενωρίς όμως, ενώ ακόμη ζούσαν οι Απόστολοι, επειδή παρετηρούντο μεγάλες ατάξηες στην ώρα της Άγάπης, χωρίστηκε το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας οπό το κοινό δείπνο. Στο εξής η μεν Θ. Ευχαριστία γίνονταν τις πρωινές πλέον ώρες, η δε τελετή της Αγάπης, που λέγονταν και «Κυριακόν Δεϊπνον», έμεινε για το βράδυ.
Με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι πιστοί πλήθαιναν και ήταν σκορπισμένοι σε διάφορα μέρη, άρχισαν να διαμορφώνονται διάφοροι τύποι Λειτουργιών, που είχαν τον ίδιο κεντρικό πυρήνα, το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας, διέφεραν όμως ως προς την έκταση και την διάταξι. Από όλους αυτούς τους τύπους των Λειτουργιών σήμερα χρησιμοποιούμε μόνον/ τέσσαρες, που τελούνται από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες στην μητρική γλώσσα κάθε λαού. Είναι δε αυτές οι έξης:
Ι. Η Θεία Λειτουργία του Αγ. Ιακώβου του Αδελφοθέου.
Είναι η αρχαιότερη από όλες και γίνεται μόνο μία φορά τον χρόνο, την ήμερα της εορτής του Αγ. Ιακώβου (23 Οκτωβρίου). Περιλαμβάνει κυρίως ευχές, που είναι μεγάλες σε έκταση, οι οποίες στην βασική τους μορφή αποδίδονται στον Άγιο Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου.
II. Η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.
Αυτή η Λειτουργία είναι ο καρπός της επεξεργασίας, που έκανε ο μεγάλος Καππαδόκης Ιεράρχης, όλων των πριν από αυτόν Θείων Λειτουργιών. Έχει σπουδαίο θεολογικό βάθος, μεγάλο βιβλικό πλούτο και ακρίβεια στην δογματική της διατύπωση. Η Θ. Λειτουργία του Μεγ. Βασιλείου τελείται 10 φορές τον χρόνο: την ήμερα της εορτής του, την παραμονή των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων , την Μεγάλη Πέμπτη, το Μέγα Σάββατο και τις πέντε Κυριακές των Νηστειών της Μεγ. Τεσσαρακοστής.
III. Η Θεία Λειτουργία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Αυτή είναι μία συντόμευση της Θ. Λειτουργίας του Μεγ. Βασιλείου μόνο στο μέρος των ευχών που λέγει ο ιερέας. Τελείται κάθε Κυριακή αλλά και κάθε μικρή και μεγάλη εορτή.
IV. Η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων.
Η Λειτουργία αύτη τελείται τις καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Τα μέρη της Θείας Λειτουργίας.
Τα μέρει της Θ. Λειτουργίας βασικά είναι τρία:
Α. Η Προσκομιδή η Πρόθεση, η οποία τώρα περιέχεται στην ακολουθία του Όρθρου και έτσι έχει μείνει έξω από αυτό που σήμερα ονομάζαμε Θ. Λειτουργία.
Β. Η Λειτουργία των Κατηχουμένων. Αυτή αρχίζει με το Έυλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος ...» και τελειώνει μετά το Ευαγγέλιο και τις ευχές των Κατηχουμένων. Λέγεται Λειτουργία των Κατηχουμένων, γιατί το τμήμα αυτό της Θ. Λειτουργίας μπορούσαν να το παρακολουθούν οι Κατηχούμενοι, που δεν ήταν ακόμη βαπτισμένοι . Όταν το μέρος αυτό της Θ. Λειτουργίας τελείωνε, έφευγαν οι Κατηχούμενοι για ν αρχίσει η Λειτουργία των πιστών. Σήμερα βέβαια δεν υπάρχουν Κατηχούμενοι - καταργήθηκαν με τον νηπιοβαπτισμό - και έτσι ουσιαστικά η διάκριση αυτή στην πράξη έχει καταργηθεί.
Γ. Η Λειτουργία των Πιστών. Το τρίτο τμήμα της Θ. Λειτουργίας είναι βέβαια το σημαντικότερο· είναι η καρδιά της. Αρχίζει με την φράση - που συνήθως δεν λέγεται σήμερα-«όσοι πιστοί έτι και έτι εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν» και τελειώνει με το «Δι’ ευχών των αγίων Πατέρων ημών ...».
Προτού αναπτύξουμε κάθε τμήμα της Θ. Λειτουργίας χωριστά, να ένα γενικό διάγραμμά της


Διάγραμμα της Θείας Λειτουργίας.

Α. Προσκομιδή η Πρόθεση.

    Προπαρασκευή των Τιμίων Δώρων.

Β Η Λειτουργία των Κατηχουμένων.

Δοξολογία της Αγίας Τριάδος: Έυλογημένη η Βασιλεία του Πατρός ...».
Μεγάλη Συναπτή: Εν ειρήνη του Κυρίου ...».
Α Αντίφωνο: «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου ...».
Μικρά Συναπτή: «Έτι και έτι εν ειρήνη · - ·»·
Β Αντίφωνο: «Σώσον ημάς ΥΙέ Θεού ...».
«Ο Μονογενής Υιός ...».
Μικρά Συναπτή.
Το Απολυτίκιο.
Η Μικρά Είσοδος.
«Δεύτε προσκυνήσωμεν ...».
Ό Τρισάγιος ύμνος: «Άγιος ο Θεός ...».
Τα Αναγνώσματα: Απόστολος και Ευαγγέλιο.

Γ. Η Λειτουργία των Πιστών.

Ι. Προπαρασκευή της Αγίας Αναφοράς.
-  Ευχές υπέρ των πιστών.
-  Χερουβικός Ύμνος: «Οι τα Χερουβίμ μυστικώς ...».
-  Η Μεγάλη Είσοδος.
-  Τα Πληρωτικά: «Πληρώσωμεν την δέησιν ...».
-  Ο ασπασμός της αγάπης: «Αγαπήσωμεν αλλήλους ..."
-  Το «Πιστεύω ...».

II. Η Αγία Αναφορά.
- «Στώμεν καλώς ...», «Άνω σχώμεν ...».
-  Η ευχή: «Άξιον και δίκαιον σε υμνείν ...».
-  Ο Επινίκιος ύμνος: «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ. .·.».
-  Η δευτέρα ευχή της Αναφοράς: «Μετά τούτων και ημείς ...».
-  «Λάβετε φάγετε ...», «Πίετε εξ αυτού πάντες ...».
-  «Τα Σα εκ των Σων ...».
-  «Σε υμνούμεν ...».
-  Η επίκληση του Αγίου Πνεύματος και ο Καθαγιασμός.
-  «Εξαιρέτως της Παναγίας ...».
-  «Άξιον εστίν ως αληθώς ...»
-  Μνημονεύσεις.
-  Κυριακή προσευχή: «Πάτερ ημών ...».

III. Η Θεία Κοινωνία των Πιστών.
-  Οι ευχές της Κεφαλοκλισίας και της Υψώσεως «των Αγίων».
- «Τα Άγια τοις αγίοις».
- Το Κοινωνικό.
- «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης ...».
- Είδομεν το φως το άληθινόν ...».
- Ευχή ευχαριστίας επί τη Μεταλήψει».
- «Ο ευλογών τους ευλογούντας σε, Κύριε ...».
- Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον ...».
- Απόλυσις των πιστών: Ευλογία Κυρίου ...».
- «Δι' ευχών των αγίων Πατέρων ημών ...».
- Διανομή του Αντίδωρου.

Δοξολογία

«Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος…». Μ’ αυτή τη δοξολογία αρχίζει ο ιερέας τη Λειτουργία.

Ειρηνικά

Και ποιά είναι η πρώτη αίτηση του ιερέα; «Υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών ημών». Λέγοντας ειρήνη, δεν εννοεί μόνο τη μεταξύ μας ειρήνη, όταν δηλαδή δεν μνησικακούμε εναντίον κανενός, αλλά και την ειρήνη προς τους εαυτούς μας, όταν δηλαδή η καρδιά μας δεν μας κατηγορεί για τίποτα. Την αρετή της ειρήνης, βέβαια, την έχουμε πάντοτε ανάγκη, μα ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, γιατί χωρίς αυτήν κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί σωστά και να απολαύσει κάποιο καλό από την προσευχή του.
Στη συνέχεια παρακαλούμε για την Εκκλησία, για το κράτος και τους άρχοντες, για όσους βρίσκονται σε κινδύνους, για όλους γενικά τους ανθρώπους. Και δεν προσευχόμαστε μόνο για ό,τι ενδιαφέρει την ψυχή, αλλά και για τα αναγκαία υλικά αγαθά – «υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης…». Σε όλες τις αιτήσεις οι πιστοί επαναλαμβάνουν μια μόνο φράση, το «Κύριε ελέησον». Το να ζητάμε το έλεος του Θεού ισοδυναμεί με το να ζητάμε τη βασιλεία Του. Γι’ αυτό και οι πιστοί αρκούνται σ’ αυτή τη δέηση, γιατί αυτή τα περιλαμβάνει όλα.

Αντίφωνα

Έπειτα αρχίζουν οι ψαλμωδίες που περιέχουν θεόπνευστα λόγια από τους Προφήτες. Τα αντίφωνα – έτσι λέγονται – μας αγιάζουν και μας προπαρασκευάζουν για το μυστήριο. Ταυτόχρονα όμως μας θυμίζουν τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του Χριστού στη γη, τότε που Εκείνος δεν φαινόταν ακόμα στον πολύ κόσμο, και για αυτό ήταν απαραίτητα τα προφητικά λόγια. Όταν αργότερα εμφανίστηκε ο Ίδιος, δεν υπήρχε πλέον ανάγκη των προφητών, αφού Τον έδειχνε παρόντα ο Βαπτιστής Ιωάννης.

Μικρή είσοδος

Την ώρα που ψάλλεται το τρίτο αντίφωνο, γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου με τη συνοδεία λαμπάδων. Το Ευαγγέλιο το κρατάει ο διάκονος ή, αν δεν υπάρχει διάκονος, ο ιερέας. Ενώ λοιπόν αυτός πρόκειται να εισέλθει στο Ιερό, στέκεται σε μικρή απόσταση από την Ωραία Πύλη και παρακαλεί τον Θεό να τον συνοδεύσουν άγιοι άγγελοι, για να γίνουν συμμέτοχοί του στην ιερουργία και τη δοξολογία. Στη συνέχεια σηκώνει ψηλά το Ευαγγέλιο, το δείχνει στους πιστούς και, αφού εισέλθει στο Θυσιαστήριο, το αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
Η ύψωση του Ευαγγελίου συμβολίζει την ανάδειξη του Κυρίου όταν άρχισε να εμφανίζεται στα πλήθη. Γιατί με το Ευαγγέλιο δηλώνεται ο ίδιος ο Χριστός. Τώρα λοιπόν που φανερώνεται ο Χριστός, κανείς δεν προσέχει τα λόγια των Προφητών, γι’ αυτό, μετά τη μικρή Είσοδο, ψάλλουμε ό,τι έχει σχέση με την καινούρια ζωή που έφερε ο Χριστός. Υμνούμε τον ίδιο τον Χριστό για όσα έκανε για μας. Εγκωμιάζουμε επίσης την Παναγία ή άλλους Αγίους, ανάλογα με την εορτή ή τον Άγιο που τιμά η Εκκλησία κάθε φορά.

Τρισάγιος ύμνος 

Ανυμνούμε τέλος τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό, ψάλλοντας: «Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς». Το «Άγιος, άγιος, άγιος…» αποτελεί τον ύμνο των αγγέλων (Ησ. 6:3). Και τα «Θεός», «ισχυρός» και «αθάνατος» είναι λόγια του προφήτη Δαβίδ: «Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν, τον ισχυρόν, τον ζώντα» (Ψαλμ. 41:3).
Ψάλλουμε τον Τρισάγιο Ύμνο μετά την είσοδο του Ευαγγελίου, για να διακηρύξουμε πως με την έλευση του Χριστού άγγελοι και άνθρωποι ενώθηκαν και αποτελούν πλέον μια Εκκλησία.

Αναγνώσματα

Αμέσως μετά ο ιερέας παραγγέλλει σε όλους να μη στέκονται με οκνηρία, αλλά να έχουν προσηλωμένο το νου τους σε εκείνα που θα ακολουθήσουν. Αυτό σημαίνει το «Πρόσχωμεν». Και με το «Σοφία» υπενθυμίζει στους πιστούς τη σοφία με την οποία πρέπει να συμμετέχουν στη Λειτουργία. Αυτή είναι οι καλοί λογισμοί που έχουν όσοι είναι πλούσιοι σε πίστη και ξένοι από καθετί ανθρώπινο. Είναι πράγματι ανάγκη να παρακολουθούμε τη Λειτουργία με τους πρέποντες λογισμούς, αν βέβαια θέλουμε να μην χάνουμε άδικα τον καιρό μας. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, χρειάζεται και η δική μας προσοχή και η εξωτερική υπενθύμιση, ώστε να ξανασυγκεντρώνουμε το νου μας, που συνεχώς ξεχνιέται και παρασύρεται σε μάταιες φροντίδες.
Επίσης και η εκφώνηση «Ορθοί» περιέχει παραίνεση. Θέλει μπροστά στο Θεό να στεκόμαστε πρόθυμοι, με ευλάβεια και ζήλο πολύ. Και πρώτο σημάδι αυτού του ζήλου είναι η όρθια στάση του σώματός μας. Ύστερα από αυτές τις εκφωνήσεις, διαβάζονται το Αποστολικό και το Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Αυτά δηλώνουν τη φανέρωση του Κυρίου, όπως γινόταν σιγά-σιγά μετά την πρώτη Του εμφάνιση στους ανθρώπους. Στη μικρή Είσοδο το Ευαγγέλιο ήταν κλειστό και συμβόλιζε το διάστημα των τριάντα πρώτων ετών του Κυρίου, τότε που ο Ίδιος ακόμα σιωπούσε. Τώρα όμως που διαβάζονται τα αναγνώσματα, έχουμε την πληρέστερη αποκάλυψή Του, με όσα ο Ίδιος δίδασκε δημόσια κι με όσα πρόσταζε τους Αποστόλους να κηρύσσουν.

Μεγάλη Είσοδος

Σε λίγο ο λειτουργός θα προχωρήσει πλέον στη θυσία, και πρέπει τα δώρα που πρόκειται να θυσιαστούν, να τοποθετηθούν στην αγία Τράπεζα. Για αυτό έρχεται τώρα στην Πρόθεση, παίρνει τα τίμια δώρα, τα κρατάει στο ύψος του κεφαλιού του και βγαίνει από το Ιερό. Προχωρώντας με πολλή κοσμιότητα και με βήμα αργό, τα περιφέρει στο ναό, ανάμεσα στο πλήθος, συνοδευόμενος από λαμπάδες και θυμιάματα. Τελικά εισέρχεται στο θυσιαστήριο και τα αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
Στο πέρασμα του ιερέα οι πιστοί ψάλλουν και προσκυνούν με κάθε σεβασμό παρακαλώντας να τους μνημονεύει την ώρα που θα προσφέρει στο Θεό τα τίμια δώρα. Γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει αποτελεσματικότερη ικεσία από τούτη τη φρικτή θυσία, που καθάρισε δωρεάν όλες τις αμαρτίες του κόσμου (Χαρακτηριστικό λειτουργικό στοιχείο της Μεγάλης Εισόδου είναι ο Χερουβικός Ύμνος, που ψάλλεται σε αργό μέλος από το χορό: «Οι τα Χερουβίμ μυστικώς εικονίζοντες και τη ζωοποιώ Τριάδι τον τρισάγιον ύμνον προσάδοντες, πάσαν την βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν, ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι, ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν. Αλληλούια». Δηλαδή: «Εμείς που μυστικά εικονίζουμε τα Χερουβείμ και ψάλλουμε στη ζωοποιό Τριάδα τον τρισάγιο ύμνο, ας αφήσουμε κάθε βιοτική μέριμνα, για να υποδεχθούμε τον Βασιλιά των όλων, που αόρατα συνοδεύεται από τα αγγελικά τάγματα. Αλληλούια»).
Η μεγάλη Είσοδος συμβολίζει την πορεία του Χριστού προς την Ιερουσαλήμ, όπου έπρεπε να θυσιαστεί. Καθισμένος τότε πάνω σε ζώο, έμπαινε στην Αγία Πόλη, συνοδευόμενος και υμνούμενος από τα πλήθη.

Σύμβολο της πίστεως

Ο ιερέας καλεί τώρα τους πιστούς να προσευχηθούν «υπέρ των προτεθέντων τιμίων δώρων»: «Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να αγιαστούν τα τίμια δώρα που είναι μπροστά μας, ώστε να εκπληρωθεί έτσι ο αρχικός μας σκοπός».
Ύστερα, αφού προσθέσει και άλλες αιτήσεις, παρακινεί όλους να έχουν μεταξύ τους ειρήνη («Ειρήνη πάσι») και αγάπη («Αγαπήσωμεν αλλήλους…»). Κι επειδή τη μεταξύ μας αγάπη ακολουθεί η αγάπη στο Θεό και η τέλεια και ζωντανή μας πίστη σ’ Αυτόν, γι’ αυτό, αμέσως μετά ομολογούμε τον αληθινό Θεό: «Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον».
«Τας θύρας, τας θύρας’ εν σοφία πρόσχωμεν», συμπληρώνει ο λειτουργός. Τότε οι πιστοί απαγγέλλουν δυνατά το Σύμβολο της Πίστεως («Πιστεύω εις έναν Θεόν…») .

Αγία αναφορά

«Στώμεν καλώς’ στώμεν μετά φόβου. Πρόσχωμεν την αγίαν αναφοράν εν ειρήνη προσφέρειν», προτρέπει πάλι ο ιερέας. Δηλαδή: «Ας σταθούμε γερά σε όσα ομολογήσαμε με το «Πιστεύω…». Ας σταθούμε με φόβο, γιατί είναι μεγάλος ο κίνδυνος να πλανηθούμε. Όταν έτσι σταθεροί παραμένουμε στην πίστη, τότε ας προσφέρουμε τα δώρα μας στο Θεό με ειρήνη».
Στο σημείο αυτό οι πιστοί πρέπει να έχουν στο νου τους και τα λόγια του Κυρίου: «Αν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και θυμηθείς ότι κάποιος κάτι έχει εναντίον σου, συμφιλιώσου πρώτα μαζί του, και μετά έλα να προσφέρεις το δώρο σου» (Ματθ. 5:23 -24).
Αφού λοιπόν ο ιερέας ανυψώσει τις ψυχές και τα φρονήματα των πιστών από τα επίγεια προς τα ουράνια, αρχίζει την ευχαριστήρια προσευχή. Μιμείται έτσι τον πρώτο Ιερέα, το Χριστό, που ευχαρίστησε το Θεό Πατέρα προτού παραδώσει το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Τον δοξολογεί τώρα κι αυτός και Τον υμνεί μαζί με τους αγγέλους. Τον ευγνωμονεί για όλες τις ευχαριστίες που μας έκανε από την αρχή της δημιουργίας. Τον ευχαριστεί ιδιαίτερα για την έλευση του Μονογενούς Του Υιού στον κόσμο και για την παράδοση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Διηγείται μάλιστα και τα σχετικά με τον Μυστικό Δείπνο, επαναλαμβάνοντας τα ίδια τα λόγια του Κυρίου: «Λάβετε, φάγετε… Πίετε εξ αυτού πάντες…» (Ματθ. 26:26–27).
Ο ιερέας, αφού πει, «Έχοντας λοιπόν στο νου μας αυτή τη σωτήρια εντολή και όλα όσα έχουν γίνει για μας, δηλαδή τη σταύρωση, την ταφή, την τριήμερη ανάσταση, την ανάληψη στους ουρανούς, την ενθρόνιση στα δεξιά του Πατέρα, τη δεύτερη και ένδοξη πάλι παρουσία», καταλήγει με την εκφώνηση: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέροντες κατά πάντα και δια πάντα, σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών». Με τούτα τα λόγια είναι σαν να λέει στον ουράνιο Πατέρα: «Σου προσφέρουμε την ίδια εκείνη προσφορά που ο ίδιος ο Μονογενής Σου Υιός πρόσφερε σ’ Εσένα, το Θεό και Πατέρα. Και προσφέροντάς την, Σ’ ευχαριστούμε, γιατί κι Εκείνος προσφέροντάς την Σ’ ευχαριστούσε. Τίποτα δικό μας δεν προσθέτουμε σ’ αυτή την προσφορά των δώρων. Γιατί δεν είναι δικά μας έργα τούτα τα δώρα, αλλά δικά Σου δημιουργήματα. Ούτε και δική μας επινόηση είναι αυτός ο τρόπος της λατρείας, αλλά Εσύ μας τον δίδαξες κι Εσύ μας παρακίνησες να Σε λατρεύουμε με αυτόν τον τρόπο. Γι’ αυτό, όσα Σου προσφέρουμε ,είναι εξ ολοκλήρου δικά Σου… ».
Την ίδια στιγμή ο ιερέας προσπίπτει και ικετεύει θερμά το Θεό. Παρακαλεί για τα δώρα που έχει μπροστά του, ώστε να δεχθούν το πανάγιο και παντοδύναμο Πνεύμα Του και να μεταβληθούν ο μεν άρτος στο ίδιο το άγιο σώμα του Χριστού, ο δε οίνος στο ίδιο το άχραντο αίμα Του.
Μετά απ’ αυτές τις ευχές, η θεία ιερουργία ολοκληρώθηκε! Τα δώρα αγιάστηκαν! Η θυσία πραγματοποιήθηκε! Το μεγάλο θύμα και σφάγιο, που θυσιάστηκε για χάρη του κόσμου, βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, πάνω στην αγία Τράπεζα! Γιατί ο άρτος δεν είναι πλέον τύπος του Δεσποτικού σώματος. Είναι το ίδιο το πανάγιο σώμα του Κυρίου που δέχτηκε όλες εκείνες τις προσβολές, τα ραπίσματα, τα φτυσίματα, τις πληγές, τη χολή, τη σταύρωση. Και ο οίνος είναι το ίδιο το αίμα που ξεπήδησε όταν σφαζόταν το σώμα. Αυτό είναι το σώμα, αυτό είναι το αίμα που έλαβε σύσταση από το Άγιο Πνεύμα, που γεννήθηκε από τον Παρθένο Μαρία, που θάφτηκε, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανέβηκε στους ουρανούς και κάθησε στα δεξιά του Πατέρα.
Και πιστεύουμε πως έτσι είναι, γιατί ο ίδιος ο Κύριος είπε:
«Τούτο εστί το σώμα μου… τούτο εστί το αίμα μου» (Μαρκ. 14:22, 24). Και γιατί ο Ίδιος παρήγγειλε στους Αποστόλους και σ’ όλη την Εκκλησία: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22:19). Δεν θα πρόσταζε να επαναλαμβάνουν αυτό το μυστήριο, αν δεν είχε σκοπό να τους δώσει δύναμη να το επιτελούν. Και ποια είναι η δύναμη; Το Άγιο Πνεύμα. Αυτό είναι που με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων τελεσιουργεί τα μυστήρια. Ο λειτουργός είναι υπηρέτης της χάριτος του αγίου Πνεύματος, χωρίς να προσφέρει τίποτε από τον εαυτό του. Γι’ αυτό και δεν έχει σημασία αν τύχει να είναι ο ίδιος γεμάτος αμαρτίες.
Αφού λοιπόν συμπληρωθεί η θυσία, ο ιερέας, βλέποντας μπροστά του το ενέχυρο της θείας φιλανθρωπίας, τον Αμνό του Θεού, ευχαριστεί και ικετεύει. Ευχαριστεί το Θεό για όλους τους αγίους, γιατί στο πρόσωπό τους η Εκκλησία βρήκε εκείνο που ζητάει, τη βασιλεία των ουρανών. Ιδιαίτερα – «εξαιρέτως» - ευχαριστεί για την υπερευλογημένη Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, γιατί αυτή υπερβαίνει κάθε αγιοσύνη. Και ικετεύει ο ιερέας για όλους τους πιστούς – τους κεκοιμημένους και τους ζώντες - γιατί αυτοί δεν έφτασαν στην τελειότητα ακόμα κι έχουν ανάγκη από προσευχή.


Θεία Κοινωνία

Σε λίγο ο λειτουργός θα κοινωνήσει ο ίδιος και θα προσκαλέσει και τους πιστούς στα θεία Μυστήρια. Επειδή όμως δεν επιτρέπεται σε όλους ανεξαίρετα η θεία Μετάληψη, ο ιερέας, υψώνοντας τον ζωοποιό Άρτο και δείχνοντάς Τον, εκφωνεί: «Τα άγια τοις αγίοις». Είναι σαν να λέει: «Να ο Άρτος της ζωής! Τον βλέπετε. Λοιπόν, τρέξτε να τον μεταλάβετε. Όχι όμως όλοι, αλλά όποιος είναι άγιος. Γιατί τα άγια επιτρέπονται μόνο στους αγίους».
Αγίους εδώ εννοεί όχι μόνο εκείνους που έφτασαν στην τελειότητα της αρετής, αλλά κι εκείνους που αγωνίζονται να φτάσουν σ’ αυτήν, έστω κι αν ακόμα υστερούν. Για αυτό οι χριστιανοί, αν δεν πέφτουν σε θανάσιμα αμαρτήματα που τους εμποδίζουν από το Χριστό και τους νεκρώνουν πνευματικά, δεν έχουν κανένα εμπόδιο να κοινωνούν [Άλλωστε η θεία Λειτουργία γίνεται για να κοινωνούν οι πιστοί. Όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, «το να κοινωνεί κανείς και να μεταλαμβάνει κάθε μέρα το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού, είναι καλό και ωφέλιμο». Η συχνή θεία Κοινωνία, όμως, προϋποθέτει τον συνεχή πνευματικό αγώνα και την κατάλληλη προετοιμασία (νήψη-προσευχή, μετάνοια-εξομολόγηση κ.λπ.)].
Στην εκφώνηση του ιερέα, «Τα άγια τοις αγίοις», οι πιστοί αποκρίνονται δυνατά: «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός» . Γιατί κανείς δεν έχει την αγιότητα από μόνος του, ούτε είναι και κατόρθωμα της ανθρώπινης αρετής, αλλά, όλοι από τον Χριστό την αντλούν. Και όπως, αν κάτω από τον ήλιο τοποθετηθούν πολλοί καθρέφτες, όλοι ακτινοβολούν, και νομίζεις ότι βλέπεις πολλούς ήλιους, ενώ στην πραγματικότητα ένας είναι ο ήλιος που αστράφτει σε όλους τους καθρέφτες, έτσι και ο μόνος Άγιος, ο Χριστός, καθώς διαχέεται με τη μετάληψη μέσα στους πιστούς, φαίνεται σε πολλές ψυχές και παρουσιάζει πολλούς ως αγίους. Αυτός όμως είναι ο ένας και μοναδικός Άγιος.
Αφού λοιπόν μ’ αυτόν τον τρόπο συγκαλέσει ο λειτουργός τους πιστούς στο ιερό δείπνο, μεταλαμβάνει πρώτα ο ίδιος και οι άλλοι κληρικοί που βρίσκονται στο άγιο Βήμα. Προηγουμένως όμως χύνει θερμό νερό μέσα στο άγιο Ποτήριο, πράγμα που υποδηλώνει την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία. Γιατί αυτό το ζεστό νερό, επειδή και νερό είναι αλλά και φωτιά έχει μέσα του λόγω του βρασμού, φανερώνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο με «ύδωρ ζων» (Ιω. 7:38) το παρομοίασε ο Κύριος, και με τη μορφή της φωτιάς κατέβηκε στους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής.
Στη συνέχεια ο ιερέας στρέφεται προς το εκκλησίασμα και, δείχνοντας τα Άγια, προσκαλεί όσους θέλουν να κοινωνήσουν, να προσέλθουν «μετά φόβου Θεού και πίστεως». Να μην καταφρονήσουν δηλαδή την ταπεινή εμφάνιση που έχουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, αλλά να πλησιάσουν έχοντας επίγνωση της αξίας των μυστηρίων και πιστεύοντας ότι αυτά προξενούν την αιώνια ζωή σ’ εκείνους που μεταλαμβάνουν.
Το σώμα και το αίμα του Χριστού είναι αληθινή τροφή και αληθινό ποτό. Και όταν τα μεταλαμβάνει κανείς, δεν μετατρέπονται αυτά σε ανθρώπινο σώμα, όπως γίνεται με τις συνηθισμένες τροφές, αλλά το ανθρώπινο σώμα μεταβάλλεται σε εκείνα. Τη θεία Κοινωνία τη δεχόμαστε βέβαια με το στόμα, αλλά αυτή εισέρχεται πρώτα στην ψυχή κι εκεί πραγματοποιείται η ένωσή μας με το Χριστό. Χωρίς την ένωσή του με το Χριστό, ο άνθρωπος, από μόνος του, είναι ο παλαιός άνθρωπος, ο άνθρωπος που δεν έχει τίποτα κοινό με το Θεό.
Ποιά όμως είναι εκείνα που ζητάει από εμάς ο Χριστός για να μας αγιάσει με τα θεία μυστήρια; Είναι η κάθαρση της ψυχής, η πίστη και η αγάπη στο Θεό, ο διακαής πόθος και η λαχτάρα μας για τη θεία Κοινωνία. Αυτά ελκύουν τον αγιασμό, κι έτσι πρέπει να κοινωνούμε. Γιατί πολλοί είναι εκείνοι που προσέρχονται στα μυστήρια, και όχι μόνο δεν ωφελούνται καθόλου, αλλά φεύγουν χρεωμένοι με αμέτρητες αμαρτίες.


Απόλυση

Αφού κοινωνήσουν οι πιστοί, εύχονται να παρα­μείνει μέσα τους ο αγιασμός που έλαβαν, και να μην προδώσουν τη χάρη ούτε να χάσουν τη δωρεά.
Ο ιερέας τους καλεί τώρα να ευχαριστήσουν με ζήλο το Θεό για τη θεία Μετάληψη. Γι' αυτό λέει: «Ορθοί... αξίως ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». Όχι δηλαδή ξαπλωμένοι ούτε καθισμένοι, αλλά υψώνο­ντας την ψυχή και το σώμα προς Αυτόν. Και οι πι­στοί με λόγια της Γραφής δοξολογούν το Θεό, που είναι αίτιος και χορηγός όλων των αγαθών: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος» (Ψαλμ. 112:2). Αφού ψάλλουν τρεις φορές αυτόν τον ύμνο, ο ιερέας βγαίνει από το Θυ­σιαστήριο, στέκεται μπροστά στο πλήθος και απευ­θύνει την τελευταία ευχή: «Χριστός ο αληθινός Θεός ημών...». Ζητάει από τον Κύριο να μας σώσει με το έλεός Του, γιατί από τον εαυτό μας δεν έχουμε να επιδείξουμε τίποτε άξιο σωτηρίας. Γι' αυτό και ως πρεσβευτές μνημονεύει πολλούς αγίους και ιδιαίτε­ρα την παναγία Του Μητέρα.
Τέλος, ο λειτουργός μοιράζει το αντίδωρο. Αυτό έχει αγιαστεί, καθώς προέρχεται από τον αρχικό άρτο, που προσφέραμε στο Θεό για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας. Οι πιστοί παίρνουν με ευλά­βεια το αντίδωρο, φιλώντας το δεξί χέρι του ιερέα. Γιατί αυτό το χέρι, μόλις πριν, άγγιξε το πανάγιο σώμα του Χριστού, δέχτηκε από εκείνο τον αγιασμό και τον μεταδίδει τώρα σε όσους το ασπάζονται.
Εδώ η θεία Λειτουργία φτάνει στο τέλος της και το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας ολοκληρώνεται. Γιατί και τα δώρα, που προσφέραμε στο Θεό, αγιά­στηκαν και τον ιερέα αγίασαν και στο υπόλοιπο πλήρωμα της Εκκλησίας μετέδωσαν τον αγιασμό.
Για όλα αυτά, λοιπόν, στο Χριστό, στον αληθινό Θεό μας, πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο Πνεύμα Του, τώρα και πάντοτε και στην ατέλειω­τη αιωνιότητα. Αμήν.

Ιεραποστολή ἤ τουρισμός; του αρχιμ. Δανιήλ Αεράκη



 
 
 
 
 
 
 
 
 
Τουρισμού υπουργείο καλῶς και υπάρχει. 
Η Ελλάδα, ως κράτος έχει τόσες φυσικές ομορφιές, ώστε πρέπει να ελκύη την επίσκεψι ημεδαπών και αλλοδαπών. 
Και για να προβάλλωνται ιστορικοί τόποι και ωραία τοπία, αλλά και για να υπάρχη η σχετική οικονομική κίνησις και ανάπτυξις.
 
 
● Δεν έχει τα καλά του μόνο ο τουρισμός. 
Περισσότερα είναι τα κακά του. 
Όταν μάλιστα πρόκειται για … αλητοτουρισμό, για έκφυλους τύπους, που οργιάζουν, ξεγυμνώνονται και προκαλούν με τις ανώμαλες ορέξεις τους, τότε τα λεφτά τους είναι οπωσδήποτε κατάρα!
 
 
● Αν όμως για τον κοσμικό τουρισμό υπάρχουν επιφυλάξεις, τι να πη κανείς για τον λεγόμενο θρησκευτικό τουρισμό, που τέθηκε ως προτεραιότητα της εκκλησιαστικής διοικήσεως;
 Ο Χριστός έστειλε τους Μαθητές Του για αποστολική διακονία.«Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη…» (Ματθ.κη΄19). 
Εμείς οργανώνουμε θρησκευτικές  τουριστικές «κρουαζιέρες»!
 
 
● Η Εκκλησία έχει τα Μοναστήρια της ως απομονωμένους τόπους ησυχίας, προσευχής και ασκήσεως. 
Εμείς εκδίδουμε τουριστικά βιβλία και στήνουμε τουριστικά περίπτερα και εκθετήρια ακόμα και στο Αγ. Όρος! 
Και ωρίσαμε και Συνοδική Επιτροπή «Θρησκευτικοῦ Τουρισμοῦ»!

Ταύτην σοι προσφέρω την εξομολόγησιν, Δέσποινα Θεοτόκε...


 Optimized-5314.jpg


Ευχή εξομολογητική είς την Υπεραγία Θεοτόκον, αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά

Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε, η τον Θεόν Λόγον κατά σάρκα γεννήσασα, οίδα μεν, οίδα, ότι ουκ έστιν ευπρεπές, ουδέ άξιον εμέ τον ούτω πανάσωτον εικόνα καθαράν σου της αγνής, σου της αειπαρθένου, σου της σώμα και ψυχήν εχούσης καθαρά και αμόλυντα, οφθαλμοίς μεμολυσμένοις οράν και χείλεσιν ακαθάρτοις και βεβήλοις περιπτύσσεσθαι, η παρακαλείν. Δίκαιον γαρ εστιν εμέ τον ούτω πανάσωτον υπό της σης καθαρότητος μισείσθαι και βδελύττεσθαι· πλην, επειδήπερ δια τούτο γέγονεν ο Θεός, ον εγέννησας, άνθρωπος, όπως καλέση τους αμαρτωλούς εις μετάνοιαν, θαρρών καγώ προσέρχομαί σοι μετά δακρύων δεόμενος.
Δέξαι μου την παρούσαν των πολλών και χαλεπών πταισμάτων εξομολόγησιν, και προσάγαγε τω μονογενεί σου Υιώ και Θεώ, ικετηρίαν ποιούσα, όπως ίλεως γένηται τη αθλία και ταλαιπώρω μου ψυχή· δια γαρ το πλήθος των ανομιών μου κωλύομαι του προς αυτόν ατενίσαι και αιτήσαι συγχώρησιν. Δια τούτο σε προβάλλομαι πρέσβυν τε και μεσίτιν, διότι πολλών και μεγάλων απολαύσας δωρεών παρά του πλαστουργήσαντός με Θεού, αμνήμων πάντων φανείς ο άθλιος και αχάριστος, εικότως παρασυνεβλήθην τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθην αυτοίς· πτωχεύων ταις αρεταίς, πλουτών τοις πάθεσιν, αισχύνης πεπληρωμένος, παρρησίας θείας εστερημένος, κατακρινόμενος υπό Θεού, θρηνούμενος υπό Αγγέλων, γελώμενος υπό δαιμόνων, μισούμενος παρά ανθρώπων, ελεγχόμενος υπό του συνειδότος, υπό των πονηρών μου πράξεων καταισχυνόμενος, και προ θανάτου νεκρός υπάρχων, και προ της κρίσεως αυτοκατάκριτος ων, και προ της ατελευτήτου κολάσεως αυτοτιμώρητος υπό της απογνώσεως τυγχάνων. Διο δη εις την σην και μόνην καταφεύγω θερμοτάτην αντίληψιν, Δέσποινα Θεοτόκε, ο των μυρίων οφειλέτης ταλάντων εγώ, ο ασώτως δαπανήσας την πατρικήν ουσίαν μετά πορνών, ο πορνεύσας υπέρ την πόρνην, ο παρανομήσας υπέρ τον Μανασσήν, ο υπέρ τον πλούσιον άσπλαγχνος γεγονώς, ο λαιμαργιών   δούλος, το των πονηρών λογισμών δοχείον, ο των αισχρών και ρυπαρών λόγων θησαυροφύλαξ, ο πάσης ακαθαρσίας έμπλεως και πάσης αγαθής εργασίας αλλότριος.
Ελέησόν μου την ταπείνωσιν, οικτείρησόν μου την ασθένειαν. Μεγάλην έχεις προς τον εκ σου τεχθέντα την παρρησίαν, ως ουδείς έτερος. Πάντα δύνασαι, ως Θεού Μήτηρ. Πάντα ισχύεις, ως πάντων υπερέχουσα κτισμάτων. Ουδέν σοι αδυνατεί, εάν θελήσης μόνον. Μη τα δάκρυά μου παρίδης· μη βδελύξη μου τον στεναγμόν· μη απώση μου τον εγκάρδιον πόνον· μη καταισχύνης μου την εις σε προσδοκίαν· αλλά ταις μητρικαίς σου δεήσεσι την του αγαθού Υιού και Θεού σου αβίαστον βιασαμένη ευσπλαγχνίαν, αξίωσόν με τον ταλαίπωρον και ανάξιον δούλόν σου το πρώτον και αρχαίον επαναλαβείν κάλλος της ψυχής, την των παθών αμορφίαν αποβαλείν, ελευθερωθήναι από της αμαρτίας, δουλωθήναι τη δικαιοσύνη, εκδύσασθαι τον μιασμόν της σαρκικής ηδονής, ενδύσασθαι τον αγιασμόν της ψυχικής καθαρότητος, νεκρωθήναι τω κόσμω, ζήσαι τη αρετή· οδοιπορούντί μοι συνοδεύουσα, εν θαλάσση πλέοντι συμπλέουσα, αεί πολεμούντάς με δαίμονας νικώσα, αγρυπνούντά με ενισχύουσα, υπνούντα διαφυλάττουσα, θλιβόμενον παραμυθουμένη, ολιγοψυχούντα παρακαλούσα, ασθενούντα ρωννύουσα, αδικούμενον ρυομένη, συκοφαντούμενον αθωούσα, εις θάνατον κινδυνεύοντα συντόμως προφθάνουσα, φοβερόν με ορατοίς εχθροίς και αοράτοις δεικνύουσα καθ  κάστην, ίνα γνώσωσι πάντες οι αδίκως τυραννούντές με δαίμονες τίνος δούλος υπάρχω.

Ναι, υπεραγία μου Δέσποινα Θεοτόκε, επάκουσόν μου της οικτροτάτης ταύτης δεήσεως, και μη καταισχύνης με από της προσδοκίας μου, η ελπίς πάντων των περάτων της γης. Τον βρασμόν της σαρκός μου κατάσβεσον· τον εν τη ψυχή μου εγειρόμενον αγριώτατον κλύδωνα του ακαίρου θυμού καταπράϋνον· τον τύφον και την αλαζονείαν της ματαίας νεότητος εκ του νοός μου αφάνισον· τας νυκτερινάς φαντασίας των πονηρών πνευμάτων και τας καθημερινάς των ακαθάρτων εννοιών προσβολάς εκ της καρδίας μου μείωσον· παίδευσόν μου την γλώτταν λαλείν τα συμφέροντα· δίδαξον τους οφθαλμούς μου του βλέπειν ορθώς της αρετής την ευθύτητα· τους πόδας μου τρέχειν ασκελίστως ποίησον την μακαρίαν οδόν των εντολών του Θεού· τας χείράς μου αγιασθήναι παρασκεύασον, ίνα αξίως αίρωνται προς τον Ύψιστον· κάθαρόν μου το στόμα, ίνα μετά παρρησίας επικαλέσωμαι Πατέρα τον φοβερόν Θεόν και πανάγιον. Άνοιξόν μου τα ώτα, ίνα ακούσω αισθητώς και νοερώς τα γλυκύτερα μέλιτος και κηρίου των αγίων Γραφών λόγια· δεχόμενος ποιώ αυτά υπό σου κραταιούμενος.

Δος μοι καιρόν μετανοίας και λογισμόν επιστροφής. Αιφνιδίου με ελευθέρωσον θανάτου. Κατακεκριμένου με συνειδότος απάλλαξον. Τέλος παράστηθί μοι εν τω χωρισμώ της ταπεινής μου ψυχής εκ του αθλίου τούτου σώματος, την αφόρητον εκείνην ελαφρύνουσα βίαν, τον ανέκφραστον εκείνον επικουφίζουσα πόνον, την απαραμύθητον εκείνην παραμυθουμένη στενοχωρίαν, της σκοτεινής με των δαιμόνων λυτρουμένη μορφής, του πικροτάτου λογοθεσίου των τελωνών του αέρος και των αρχόντων του σκότους εξαίρουσα, τα χειρόγραφα των πολλών μου αμαρτιών διαρρήσουσα, τω Θεώ με οικειούσα, της εκ δεξιών αυτού και μακαρίας στάσεως, της εν τω φοβερώ κριτηρίω, καταξιούσα, των αιωνίων και ανυποίστων ρυομένη κολάσεων, των αοιδίμων και ακηράτων αγαθών ποιούσα κληρονόμον.

Ταύτην σοι προσφέρω την εξομολόγησιν, Δέσποινα Θεοτόκε, το φως των εσκοτισμένων μου οφθαλμών, η παραμυθία εμής ψυχής, η μετά Θεόν μου ελπίς και προστασία· ην ευμενώς πρόσδεξαι, και καθάρισόν με από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, αξιούσά με εν τω παρόντι αιώνι ακατακρίτως μετέχειν του αχράντου σώματος και αίματος του Υιού και Θεού σου, εν τω μέλλοντι δε της γλυκύτητος του ουρανίου δείπνου, της τρυφής του παραδείσου, της βασιλείας του Θεού, ένθα πάντων εστίν ευφραινομένων η κατοικία. Και τούτων τυχών των αγαθών ο ανάξιος, δοξά σω εις αιώνα αιώνος το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομα του Υιού και Θεού σου, του δεχομένου πάντας τους εξ όλης μετανοούντας ψυχής, δια το σε γενομένην πάντων των αμαρτωλών μεσίτιν και εγγυήτριαν, και δια σου, πανύμνητε και υπεράγαθε Δέσποινα, περισώζεται πάσα βροτεία φύσις, αινούσα και ευλογούσα Πατέρα και Υιόν και Άγιον Πνεύμα, την παναγίαν Τριάδα και ομοούσιον, πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.

Ναυπάκτου Ιερόθεος:«..όταν θεολογούν, έξω από την εκκλησιαστική, πατερική παράδοση, ..προσφέρουν την «θεολογία των παθών» τους».




Κυριακή Ι' Ματθαίου
Άπιστη καί διεστραμμένη γενιά
 Τό σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα αναφέρεται στήν θεραπεία τού σεληνιαζομένου νέου πού έγινε από τόν Χριστό. Στόν λόγο τού πατέρα τού νέου αυτού ότι δέν μπόρεσαν νά τόν θεραπεύσουν οι Μαθητές Του, ο Χριστός απάντησε: «ώ γενεά άπιστος καί διεστραμμένη!» (Ματθ. ιζ', 17). Μέ τόν λόγο αυτόν ο Χριστός συνδέει τήν απιστία μέ τήν διαστροφή καί κατ’ επέκταση τήν πίστη μέ τήν ορθότητα τού ήθους καί τής ζωής.
Πράγματι, συνδέεται πολύ στενά η πίστη μέ τήν όλη ζωή τού ανθρώπου. Όταν κανείς πιστεύη στόν Θεό, προσαρμόζεται σέ αυτήν τήν κατάσταση καί τό ήθος του καί η εν γένει κοινωνική του συμπεριφορά είναι σέ ορθή κατεύθυνση. Δέν είναι δυνατόν νά πιστεύη κανείς στόν Θεό, νά δέχεται τήν διδασκαλία Του, νά Τόν θεωρή δημιουργό του, πού τόν αγαπά, νά πιστεύη ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος γιά νά τόν σώση, νά διαβάζη τήν Αγία Γραφή καί νά μή διαποτίζεται η ζωή του από τόν ευαγγελικό λόγο. Δέν είναι δυνατόν νά αισθάνεται κανείς τήν αγάπη τού Θεού καί όμως αυτός νά μήν ανταποκρίνεται σέ αυτήν τήν αγάπη καί νά μήν αγαπά τόν Θεό καί τούς ανθρώπους. Πάντοτε, αυτό πού κυριαρχεί στόν διανοητικό καί καρδιακό χώρο τού ανθρώπου εκφράζεται καί εξωτερικά. Άν, όμως, ο άνθρωπος λέγη ότι πιστεύει στόν Θεό, αλλά αυτό δέν επηρεάζει τήν διαγωγή του καί τήν εξωτερική συμπεριφορά του, αυτό σημαίνει ότι η πίστη του είναι αναιμική, είναι ανίσχυρη.

Στήν Δογματική τής Εκκλησίας γίνεται λόγος γιά τήν σχέση μεταξύ τού δόγματος καί τής ηθικής ή καλύτερα μεταξύ τής διδασκαλίας τής Εκκλησίας, όπως εκφράσθηκε στίς Οικουμενικές Συνόδους από τούς Πατέρες, καί τού ήθους, τής ασκητικής. Τό δόγμα είναι η θεωρία καί η ασκητική είναι η πράξη. Ούτε η θεωρία χωρίς τήν πράξη μπορεί νά είναι αποτελεσματική ούτε καί η πράξη χωρίς τήν θεωρία μπορεί νά σώση τόν άνθρωπο. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής διδάσκει ότι η πίστη χωρίς τά έργα είναι φαντασία καί τά έργα χωρίς τήν πίστη είναι ειδωλολατρεία. Αυτό λέγεται καί από τόν Αδελφόθεο Ιάκωβο, όταν διδάσκη ότι «η πίστις χωρίς τών έργων νεκρά εστιν» (Ιάκ. β', 20).
Εάν αυτό συμβαίνη μεταξύ πίστεως καί έργων, οπωσδήποτε συμβαίνει καί μεταξύ απιστίας καί διαστροφής. Όποιος δέν πιστεύει στόν Θεό καί δέν έχει μιά αναφορά στόν Θεό, καί επομένως στηρίζεται στόν εαυτό του καί στά πάθη του, είναι επόμενο νά έχη διεστραμμένο ήθος. Όταν τό διανοητικό μέρος τής ψυχής του δέν λειτουργή σωστά, τότε καί τό παθητικό μέρος τής ψυχής, ήτοι τό επιθυμητικό καί θυμικό, επηρεάζονται από τά πάθη καί γι’ αυτό γίνονται μεγάλα εγκλήματα. Η απιστία συνδέεται μέ τήν διαστροφή τού ήθους. Βέβαια, μπορεί νά υπάρχουν μερικοί ανθρωπιστές, πού είναι άθεοι, αλλά έχουν μερικές βασικές αρχές στήν ζωή τους, όμως καί σέ αυτήν τήν περίπτωση η συμπεριφορά τους δέν διακρίνεται από τήν λεπτότητα πού καθορίζει η διδασκαλία τού Χριστού. Άλλωστε, είναι γνωστόν ότι ένα ρεύμα τής δυτικής φιλοσοφίας τών τελευταίων αιώνων έχει φθάσει στό σημείο νά πή ότι «ο Θεός απέθανε» καί επομένως «όλα επιτρέπονται», ήτοι δέν υπάρχει διάκριση μεταξύ ηθικού καλού καί κακού.
Βέβαια, ο λόγος τού Χριστού πού είδαμε στό σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, «ώ γενεά άπιστος καί διεστραμμένη!», δέν αναφερόταν στήν απιστία-αθεΐα, αλλά στήν έλλειψη τής πίστεως εκ θεωρίας, η οποία πίστη είναι ανώτερη από τήν πίστη εξ ακοής. Επομένως, άλλο είναι η πίστη από αυτά πού ακούμε γιά τόν Θεό καί άλλο είναι η πίστη από τήν όραση τού Θεού. Έτσι, όταν φθάση κανείς στήν θεωρία τής δόξης τού Θεού, τότε θεούται, μεταμορφώνονται όλες οι δυνάμεις τής ψυχής καί τού σώματος, οπότε ο άνθρωπος δέν μπορεί νά επηρεασθή από τίς δαιμονικές ενέργειες. Αυτός ο άνθρωπος λέγεται θεούμενος.
Πάντως, ο λόγος αυτός τού Χριστού ισχύει καί γιά τούς ανθρώπους τής εποχής μας, γιά όλους μας. Κάνουμε λόγο γιά κρίση στήν εποχή μας καί τήν περιορίζουμε στά οικονομικά, στά πολιτιστικά, στά κοινωνικά καί στά οικογενειακά θέματα. Όμως, η κρίση είναι πνευματική καί θεολογική. Οι άνθρωποι τής εποχής μας έχουν απομακρυνθή από τόν Θεό καί τήν διδασκαλία τού Χριστού, δέν προσεύχονται, δέν εκκλησιάζονται, δέν διαβάζουν τήν Αγία Γραφή, τά Πατερικά βιβλία καί τούς βίους τών αγίων, οπότε έχουν αγριέψει. Δέν στηρίζονται στόν Θεό, αλλά στόν εαυτό τους καί τά πάθη τους. Ακόμη, καί όταν θεολογούν, έξω από τήν εκκλησιαστική, πατερική παράδοση, τό κάνουν μέσα από τά πάθη τους καί προσφέρουν τήν «θεολογία τών παθών» τους. Η κρίση προέρχεται από τήν διαστροφή τού ήθους καί αυτή έχει αιτία τήν απιστία ή τήν αθεΐα καί τήν υποκριτική πίστη. Η επιστροφή τού ανθρώπου στόν Χριστό καί τήν Εκκλησία Του προσφέρει πίστη καί μεταμορφώνει τό ήθος.
Ο Μητροπολιτης
 Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Μεγαλυνάρια από την παράκληση της Παναγίας Πορταΐτισσας. Ψάλλουν οι πατέρες της Ι.Μ. Ιβή-ρων Αγίου όρους

πηγή

You might also like:

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...