Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 02, 2012

Πρωτοπρ. Βασίλειος Καλλιακμάνης, Ο παιδομάρτυς Μάμας




Ο παιδομάρτυς Μάμας
Στα συναξάρια της Εκκλησίας μας και στο αγιολόγιό της είναι γνωστοί έξι μάρτυρες με το όνομα Μάμας. Ο πρώτος και σπουδαιότερος καταγόταν από τη Γάγγρα της Παφλαγονίας και μαρτύρησε στην Καισάρεια της Παφλαγονίας επί αυτοκράτορος Αυρηλιανού το 275. Πρόκειται για τον άγιό μας, του οποίου η μνήμη γιορτάζεται στις 2 Σεπτεμβρίου.
«Οι διαφορετικές εκδοχές για την καταγωγή και την οικογένεια του αγίου μάς υποχρεώνουν να έχουμε αμφιβολίες γύρω από το πρόσωπο του μάρτυρα... Το πρόσωπο του αγίου Μάμα έχει συγκροτηθεί από διάφορες παραδόσεις και δεν υπάρχει τρόπος να καθοριστεί σε ποιο πραγματικό πρόσωπο ανήκουν οι παραδόσεις αυτές», γράφει η Άννα Μαραβά-Χατζηνικολάου. «Ένας απλός βοσκός, ένα παιδί μεγαλωμένο από κάποιον επίσκοπο, που ζούσε στο βουνό της Καισάρειας ανάμεσα στα άγρια θηρία, ένας αριστοκράτης από καταγωγή, με γονείς μάρτυρες της πίστης, που έγινε βοσκός από θέλημα Θεού... όλα αυτά συγκεντρωμένα στο ίδιο πρόσωπο». Η αλήθεια είναι πως ίσως εδώ να συνενώθηκαν διάφοροι βίοι των αγίων που φέρουν το όνομα Μάμας. Από την άλλη πλευρά όμως το βέβαιο είναι πως ο άγιος Μάμας ανήκει στην κατηγορία των μαρτύρων. Ας δούμε τώρα ακροθιγώς πού τιμήθηκε ο άγιος Μάμας:

Καισάρεια: Η γιορτή του αγίου Μάμα έπεφτε την πρώτη εβδομάδα του Σεπτέμβρη. Προσκαλούνταν και άλλοι επίσκοποι και λάμπρυναν την πανήγυρη των μαρτύρων και ιδιαίτερα του αγίου Ευψυχίου και του αγίου Μάμαντος. Η συγκεκριμένη περίοδος συνέπιπτε με την αρχή της Ινδίκτου και τη γιορτή της Βασιλειάδας. Σε μία ομιλία του προς τον άγιο Μάμα ο Μ. Βασίλειος περιγράφει ενώπιον μεγάλου πλήθους τον άγιο ως υπόδειγμα απλού και ταπεινού πιστού, που αξιώθηκε να δοξαστεί στο όνομα του Χριστού. Ο μάρτυρας ήταν ένας απλός βοσκός σε πλήρη αρμονία με το φυσικό περιβάλλον -αφού ακόμη και τα λιοντάρια τον υπακούουν- και με απέραντο πλούτο πίστης. Ο άγιος Μάμας γιορταζόταν στην Καισάρεια δύο φορές το χρόνο, μία φορά το Σεπτέμβριο και μία την άνοιξη. Τη δεύτερη φορά οι κάτοικοι της περιοχής παρακαλούσαν τον άγιο να εγκαινιάσει την εποχή της ανοίξεως. Ερμηνεύεται εύκολα λοιπόν γιατί ο λόγος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού που εκφωνήθηκε την Κυριακή του Θωμά αποτελεί έναν πραγματικό ύμνο στην άνοιξη και τον άγιο Μάμα. «Ο εξαιρετικός αυτός άγιος, που ποιμαίνει σήμερα το λαό της Καισάρειας ήταν ένας Καππαδόκης βοσκός που άρμεγε ελαφίνες. Και εκείνες συναγωνίζονταν ποια θα του πρωτοδώσει γάλα, για να τραφεί ο δίκαιος», λέει ο Γρηγόριος.
Μαμασός και Γάγγρα: Η απόδοση της τιμής των μαρτύρων γινόταν συνήθως με τη μεταφορά τμήματος των ιερών λειψάνων τους. Γνωρίζουμε επίσης ότι οι άγιοι τιμούνταν με την εικονογράφηση σκηνών του βίου τους ή ακόμη και με τη μεταφορά εικόνων στον τόπο όπου τελούταν η μνήμη τους. Αυτό συνέβη και με τον άγιο Μάμα. Σύντομα η τιμή του εξαπλώθηκε έως τη Μαμασό, πόλη στην περιοχή της Ναζιανζού αλλά και στη Γάγγρα της Παφλαγονίας, τον τόπο δηλαδή καταγωγής του αγίου. Μάλιστα διασώζονται μαρτυρίες ευλάβειας προς τον άγιο Μάμα και τιμής προς αυτόν και από τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Μαμασού τουλάχιστον μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών του 1924.
Κωνσταντινούπολη: Η τιμή του αγίου Μάμαντος φέρεται να έφτασε στη Βασιλεύουσα κατά το δεύτερο μισό του 5ου αι. Είναι η εποχή που οι πολεμιστές της Ισαυρίας κατακλύζουν το Βυζάντιο. Κατά πάσα πιθανότητα λοιπόν μέσω των Ισαύρων μισθοφόρων η τιμή του αγίου μεταφέρεται στην Κωνσταντινούπολη. Από τον ίδιο αιώνα μάλιστα υπήρχε στη βυζαντινή πρωτεύουσα προάστιο με την ονομασία «Άγιος Μάμας», το οποίο συνδεόταν με σημαντικές στιγμές για τη Βασιλεύουσα.
Κύπρος: Στη μεγαλόνησο του Ελληνισμού σώζεται η λάρνακα με το λείψανο του αγίου Μάμαντος. Υπάρχουν επίσης συνολικά 66 ναοί προς τιμήν του. Ο Λεόντιος Μαχαιράς, ο Νεόφυτος Ροδινός και ο Στέφανος Lusignan αναφέρουν πληροφορίες και παραδόσεις σχετικά με την τιμή του αγίου στην Κύπρο. Η τιμή αυτή φαίνεται πως αναπτύχθηκε κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας και ιδιαίτερα το 15ο αι. Η θαυματουργική επίδραση του μύρου που αναβλύζει από το σώμα του αγίου την ημέρα της γιορτής του επιβεβαιώνεται ως το πιο σημαντικό γεγονός στη ζωή του τόπου. Εκτός από τις γραπτές μαρτυρίες και τους ναούς που οικοδομούνται προς τιμήν του κυρίως μετά το 15ο αι. στο μαρτυρικό νησί σώζεται και μία ενδιαφέρουσα τοιχογραφία του 12ου αι. Σε αυτήν ο άγιος Μάμας δεν εικονίζεται καθισμένος σε λιοντάρι, όπως στην εικόνα της Λάρνακας και άλλες κυπριακές εικόνες, αλλά ως απλός βοσκός με το σταυροράβδι στο χέρι, όπως τον συναντάμε σε πολλές εικόνες εκτός Κύπρου. Ως γενικό συμπέρασμα πρέπει να ομολογήσουμε ότι στην Κύπρο η τιμή του αγίου είναι πολύ έντονη και ξεκινά σαφώς από την αρχαία σαρκοφάγο του Μόρφου, που περικλείει τα ιερά του λείψανα.
Ελλάδα: Στην κυρίως Ελλάδα υπάρχουν παλιές εικόνες και τοιχογραφίες του αγίου Μάμαντος. Ο άγιος τιμάται γενικότερα σε παραθαλάσσια μέρη και σε ορισμένα νησιά. Στην Κρήτη έχουμε το χωριό Άγιος Μάμας στην επαρχία Ρεθύμνου. Έχουμε τον Άγιο Μάμα της Χαλκιδικής κι ακόμη εκείνον στην Επίδαυρο Λιμηράς. Στη Χίο, στο χωριό Αφοδίτη, υπάρχει ναός του Αγίου Μάμαντος. Στη Σκύρο, τη Μήλο, τα Κύθηρα, την Κάρπαθο, τις Σπέτσες και τη Νάξο βρίσκονται μικρά εκκλησάκια.
Δερβίσηδες: Ξεχωριστή μνεία πιστεύουμε πως αξίζει να γίνει στην τιμή που απέδιδαν στον άγιο Μάμα τα μουσουλμανικά μοναχικά τάγματα των δερβίσηδων. Είναι γνωστό πως οι δερβίσηδες σέβονταν και τιμούσαν πολλούς χριστιανούς αγίους. Ένας από εκείνους που ιδιαίτερα ευλαβούταν ήταν ο άγιος Μάμας. Πολλοί Καππαδόκες πρόσφυγες διηγούνται ότι στην περιοχή της Μαμασού αλλά και αλλού οι δερβίσηδες είχαν αναπτύξει στενούς δεσμούς με τον άγιο. Λέγεται μάλιστα πως, όταν έμπαιναν στα σπίτια τους, έλεγαν: «Δώσε μου ένα κερί ν' ανάψω στον Αϊ Μάμα. Κι εμείς Αϊ Μάμα σόι είμαστε»(!).
Ο παιδομάρτυς άγιος Μάμας αποτελεί μία χρυσή ψηφίδα στο μωσαϊκό της Εκκλησίας και ταύτισε το θέλημά του με το θέλημα του Θεού. Αν θέλουμε να τον τιμήσουμε κι εμείς, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουμε το βίο του και να αξιοποιήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός. Να γίνουμε δηλαδή άνθρωποι της χαράς, της αγάπης, της πίστης, της δικαιοσύνης και προπαντός άνθρωποι της ελπίδας αλλά και της θυσίας.

Τυπικόν της 3ης Σεπτεμβρίου 2012


,

Δευτέρα: Τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἀνθίμου, 
Ἐπισκόπου Νικομηδείας. 
Τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Θεοκτίστου, συνασκητοῦ 
τοῦ Μεγάλου Εὐθυμίου. 
Τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πολυδώρου, 
τοῦ ἐν Νέᾳ Ἐφέσῳ μαρτυρήσαντος. 
Ἀνακομιδή τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου,
 Ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ, 
τοῦ ἐν Αἰγίνῃ τεθησαυρισμένου.
 
Ἀπόστολος: 
Τῆς ἡμέρας· Δευτέρας ιδ΄ ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. ιβ΄ 10-19)
Εὐαγγέλιον:
 Ὁμοίως· Δευτέρας ιδ΄ ἑβδομάδος· Ματθαίου (Ματθ. δ΄ 10-23).
 

Οι ταραχές και οι θόρυβοι της ζωής μας - Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος,


Η ζωή μας είναι γεμάτη από μεγάλη
 ταραχή και ο βίος μας γεμάτος από
 θορύβους. Το κακό όμως , αγαπητοί,
 δεν είναι αυτό , αλλά το ότι αυτούς 
τους θορύβους και τις ταραχές , 
ενώ μπορούμε ή να τους καταστήσουμε
 ελαφρότερους ή να τους υπομένουμε
 χωρίς λύπη , εμείς ούτε το ένα φροντίσαμε
 ούτε το άλλο , και περνάμε όλο τον καιρό μας μέσα στην
 απογοήτευση. Και ο ένας θρηνεί για τη φτώχεια του , 
ο άλλος για την αρρώστια του , άλλος για τις πολλές 
φροντίδες και για τις ανάγκες της οικογένειας , 
άλλος για την ανατροφή των παιδιών και άλλος 
για το ότι δεν έχει παιδιά.
Και πρόσεξε να δεις πόσο μεγάλη είναι αυτή η
 ανοησία. Γιατί δε θρηνούμε όλοι για τα ίδια
πράγματα , αλλά θρηνούμε το ίδιο για τα αντίθετα.
Αν , δηλαδή , η φτώχεια ήταν πράγμα κακό και
αφόρητο , τότε εκείνος που ζει στα πλούτη δεν θα
 έπερεπε ποτέ να ζει με ταραχή και θλίψη. Αλλά
 τώρα , όταν δεις ότι πλούσιοι και φτωχοί το ίδιο
 θρηνούν , και πολλές φορές ότι ο πλούσιος το
 κάνει αυτό πιο πολύ απ`τον φτωχό , και ο
άρχοντας και ο αρχόμενος , και ο πολύτεκνος
 και ο άτεκνος , να μην αποδίδουμε την αιτία
για την ταραχή στα πράγματα , αλλά σε μας
 τους ίδιους που δεν μπορούμε να τα χειριστούμε
 όπως πρέπει και να απαλλάξουμε τον εαυτό μας
 από όλη αυτή τη στενοχώρια της ψυχής μας.
Γιατί η ταραχή και ο θόρυβος δεν βρίσκεται μέσα
στα πράγματα , αλλά συνηθίζει να τα γεννά η
ψυχή μας. Έτσι , όταν εκείνη βρίσκεται σε καλή
 κατάσταση , ακόμη κι αν από παντού μας
 χτυπήσουν τρικυμίες , εμείς θα ησυχάζουμε διαρκώς
 στη γαλήνη και στο λιμάνι. Όπως και το αντίθετο ·
 όταν η ψυχή μας δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση ,
ακόμη κι αν όλα μας έρχονται ευνοϊκά ,
 δεν θα αισθανόμαστε καλύτερα από τους
ναυαγούς.

                   Από το βιβλίο : Αγίου Ιωάννου του
 Χρυσοστόμου, Λόγοι περί μοίρας
                                 και πρόνοιας ,
εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας .

Οσιος Ιωάννης Δαμασκηνός - Περὶ ἀγγέλων



Ὁ Θεὸς εἶναι κτίστης καὶ δημιουργὸς τῶν ἀγγέλων, ποὺ τοὺς δημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενὸς καὶ τοὺς ἔκανε κατὰ τὴ δική του εἰκόνα ἀσώματη φύση, ὡσὰν κάποιον ἄνεμο καὶ ἄυλη φωτιά, ὅπως λέγει ὁ θεῖος Δαβίδ· «Ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα», περιγράφοντας τὴν εὐκινησία καὶ τὴ φλογερότητα καὶ τὴ θερμότητα καὶ τὴ διεισδυτικότητα καὶ τὴν ταχύτητά τους στὸ θεῖο πόθο καὶ τὴ θεία ὑπηρεσία, καὶ τὴν ἀνοδική τους τάση καὶ τὴν ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ κάθε ὑλικὴ σκέψη.

Ὁ ἄγγελος λοιπὸν εἶναι ὕπαρξη πνευματική, ἀεικίνητη, ἐλεύθερη, ἀσώματη, πού ὑπηρετεῖ τὸ Θεό, καὶ κατὰ χάρη ἔχει λάβει στὴ φύση της τὴν ἀθανασία, ποὺ τὸ σχῆμα καὶ τὴν κατάσταση αὐτῆς τῆς ὕπαρξης μόνον ὁ Κτίστης γνωρίζει. Καὶ ὀνομάζεται ἀσώματη καὶ ἄυλη σὲ σχέση μὲ ἐμᾶς· διότι καθετὶ ποὺ συγκρίνεται μὲ τὸ Θεό, τὸν μόνο ἀσύγκριτο, βρίσκεται ὅτι εἶναι δυσκίνητο καὶ ὑλικό, ἐπειδὴ μόνο τὸ θεῖο εἶναι ἀληθῶς ἄυλο καὶ ἀσώματο.

Εἶναι λοιπὸν ὁ ἄγγελος φύση λογική, πνευματικὴ καὶ ἐλεύθερη, μεταβλητὴ σύμφωνα μὲ τὴν ἀπόφασή της, δηλαδὴ μεταβλητὴ μὲ τὴ θέλησή της· διότι καθετὶ ποὺ ἔχει δημιουργηθεῖ εἶναι καὶ μετάβλητο καὶ μόνο τὸ ἀδημιούργητο εἶναι ἀμετάβλητο. Ἐπίσης καθετὶ λογικὸ εἶναι ἐλεύθερο. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ ἄγγελος εἶναι λογικὴ καὶ πνευματικὴ φύση, εἶναι ἐλεύθερη· ἐπειδὴ ὅμως εἶναι φύση ποὺ ἔχει δημιουργηθεῖ, εἶναι μεταβλητή, μὲ δυνατότητα νὰ μένει σταθερὴ καὶ νὰ προοδεύει στὸ ἀγαθό, ἀλλὰ καὶ νὰ κατευθύνεται στὸ κακό.

Ἐπίσης, δὲν ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ μετανοήσει, διότι εἶναι καὶ ἀσώματος. Ὁ ἄνθρωπος δηλαδὴ μπορεῖ νὰ μετανοήσει λόγῳ τῆς ἀσθένειας τοῦ σώματός του. Εἶναι ἀθάνατος ὄχι ἐκ φύσεως, ἀλλὰ κατὰ χάρη· διότι καθετὶ ποὺ ἔχει ἀρχή, ἔχει καὶ τέλος σύμφωνα μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους. Καὶ μόνος ὁ Θεὸς εἶναι αἰώνιος, ἢ καλύτερα πέραν ἀπὸ τὸ αἰώνιο· διότι ὁ Δημιουργὸς τοῦ κόσμου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ χρόνο, ἀλλὰ εἶναι πέραν ἀπὸ τὸ χρόνο.

Οἱ ἄγγελοι εἶναι δεύτερα πνευματικὰ φῶτα, ποὺ παίρνουν τὸ φωτισμὸ ἀπὸ τὸ πρῶτο καὶ ἄναρχο φῶς καὶ δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ γλώσσα καὶ ἀκοή, ἀλλὰ πληροφοροῦνται μεταξύ τους τὰ προσωπικὰ διανοήματα καὶ τὶς ἀποφάσεις τους χωρὶς τὸν προφορικὸ λόγο.

Δημιουργήθηκαν λοιπὸν ὅλοι οἱ ἄγγελοι μὲ τὴ συνεργία τοῦ Λόγου, καὶ ἔφθασαν στὴν τελειότητα μὲ τὸν ἁγιασμὸ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ μετέχουν στὸ φωτισμὸ καὶ τὴ χάρη ἀνάλογα μὲ τὸ ἀξίωμα καὶ τὸ ἀγγελικό τους Τάγμα (...).

Εἶναι ἱκανοὶ καὶ πρόθυμοι στὴν ἐκτέλεση τοῦ θείου θελήματος, καὶ παρουσιάζονται ἀμέσως λόγω τῆς ταχύτητας τῆς φύσεώς τους παντοῦ, ὅπου τυχὸν προστάξει ἡ θεία θέληση, καὶ διαφυλάττουν τὰ μέρη τῆς γῆς, καὶ εἶναι ἄρχοντες τῶν λαῶν καὶ τῶν χωρῶν, ὅπως τοὺς ὅρισε ὁ Δημιουργός, καὶ τακτοποιοῦν τὰ ἀνθρώπινα καὶ μᾶς βοηθοῦν. Ὁπωσδήποτε εἶναι ἀληθὲς ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο θέλημα καὶ πρόσταγμα εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ ἐμᾶς καὶ πάντοτε εἶναι στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.


-------------

Ὅσιος Ἰωάννης Δαμασκηνός - Περὶ ἀγγέλων

(Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, Β´ (3) 17. Migne, PG. 94, 865-73)
πηγή

Ἐνορία καὶ Εὐχαριστία Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Ware,




Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐμπειρία στὸν Δυτικὸ Κόσμο


Ἡ Ἐνορία κατέχει σήμερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μία σημασία πολὺ μεγαλύτερη ἀπ᾿ ὅση κατεῖχε σὲ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐποχὴ στὴ διάρκεια τῶν δεκαέξι τελευταίων αἰώνων. Ποτὲ ἄλλοτε, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς μεταστροφῆς στὸ Χριστιανισμὸ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, δὲν εἶχε τὸ τοπικὸ Εὐχαριστιακὸ κέντρο τόση μεγάλη σπουδαιότητα στὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅση ἔχει σήμερα.

Ποιὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας; Ποιὸς εἶναι ὁ μοναδικὸς καὶ χαρακτηριστικός της ρόλος τὸν ὁποῖο κανεὶς ἄλλος καὶ τίποτε ἄλλο δὲν μπορεῖ νὰ ἐκπληρώσει; Τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ πετυχαίνει ἡ Ἐκκλησία καὶ ποῦ δὲν μποροῦν νὰ τὸ πετύχουν οὔτε οἱ ἐθνικὲς συναθροίσεις, οὔτε οἱ λέσχες νεότητος οὔτε τὰ σπίτια στοργῆς;

Ἡ ἀπάντηση δὲν εἶναι παρὰ μόνο μία: ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιὰ νὰ μᾶς φέρει σωτηρία ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· νὰ μᾶς φέρει σωτηρία ὄχι μὲ κάποιο ἀφηρημένο ἢ θεωρητικὸ τρόπο - ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἀποτελεῖ ἕνα ὁποιοδήποτε φιλοσοφικὸ σύστημα ἡ ἰδεολογία - ἀλλὰ μὲ συγκεκριμένη καὶ ὁρατὴ μορφή, διὰ τῆς τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἰδοὺ ὁ μοναδικὸς καὶ χαρακτηριστικὸς ρόλος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸ ποὺ μόνο Ἐκείνη μπορεῖ νὰ ἐπιτελέσει: νὰ προσφέρει τὴ θεία Εὐχαριστία. Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι ποὺ δημιουργεῖ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐπιβάλλεται ἔξωθεν μὲ τὴν ἰσχὺ ἢ τὴ βία, ἀλλὰ πραγματοποιεῖται ἔσωθεν μὲ τὴν τέλεση τῆς Κοινωνίας μὲ τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κάποιο κοινωνιολογικὸ κατασκεύασμα ἀλλὰ ἕνας εὐχαριστιακὸς ὀργανισμὸς ὁ ὁποῖος ἀποκτᾶ ὀντότητα τὴν ὥρα ποὺ ἐπικαλεῖται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ ἐνεργήσει πάνω στὰ τίμια δῶρα. Αὐτὴ ἡ εὐχαριστιακὴ φύση τῆς Ἐκκλησίας ἔχει προσδιοριστεῖ μὲ ἰδιαίτερη σαφήνεια ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας λίγα χρόνια μετὰ τὸν θάνατο τῶν Ἀποστόλων.

Ἡ Θεία Λειτουργία, ὅμως, εἶναι κάτι ποὺ συντελεῖται μόνον ἐν τόπῳ. Μολονότι ἡ Εὐχαριστία εἶναι μία καὶ ἀπαράλλαχτη σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο, διὰ μέσου του χρόνου, ἡ Θεία Λειτουργία δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ὡς συγκεκριμένη καὶ ζῶσα πραγματικότητα παρὰ μόνον μέσῳ μιᾶς ἰδιαίτερης ἱερουργίας σὲ ὁρισμένο τόπο καὶ χρόνο. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ Θεία Εὐχαριστία - ποὺ εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς Ἐκκλησίας - βρίσκει τὴν ὁρατὴ πραγμάτωσή της μόνον ἐν τῇ ἐννοίᾳ τῆς τοπικῆς ἐνορίας ἢ τῆς τοπικῆς Μονῆς. Ὅταν λοιπὸν κάνουμε λόγο γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὡς εὐχαριστιακὸ ὀργανισμό, μιλοῦμε γιὰ τὴν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας κάθε Κυριακή σε κάθε ἐνορία. Ἡ Ἐνορία εἶναι τὸ βασικὸ εὐχαριστιακὸ «κύτταρο» χωρὶς τὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία. Ἐπιπλέον σὲ κάθε τέλεση τῆς Εὐχαριστίας παρὼν εἶναι ὁ ὅλος Χριστός, κι ὄχι ἁπλῶς ἕνα μικρὸ τμῆμα Του, ἔτσι ὥστε ἡ τοπικὴ ἐνορία, ὅταν τελεῖ τὰ θεῖα Μυστήρια, δὲν ἀποτελεῖ μία μικρὴ μονάδα μέσα σ᾿ ἕνα μεγαλύτερο σύνολο, ἀλλὰ ἐκφράζει κατὰ τρόπο ὁρατὸ τὴν Μία Καθολικὴ Ἐκκλησία στὴν ὁλότητά της.

Πέραν ἀπὸ τὴν τοπικὴ ἐνορία ποὺ συναθροίζεται στὴν Θεία Λειτουργία, κάθε τί ποὺ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ λέμε γιὰ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Τριαδικὴ Βασιλεία τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ τὴν προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας στὴν κοινωνικὴ δικαιοσύνη, τὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ μεταμόρφωση τῆς Κοινωνίας ἀπὸ μία ἀπρόσωπη αἰχμαλωσία σὲ ἐλεύθερη κοινωνία προσώπων, ὅ,τι κι ἂν λέμε, δὲν ἀποτελεῖ στὴν καλύτερη περίπτωση, παρὰ μόνο μιὰ ἀφηρημένη ἔννοια, τὸ πολὺ ἕνα ἀφελῆ ἰδεαλισμὸ καὶ συναισθηματικὸ οὐτοπισμό. Μόνον μέσα στὴν Ἐνορία ὑπάρχει δυναμικὴ ἀπόδειξη, ἱστορικὴ πραγμάτωση, ἀληθινὴ ἐλπίδα. Ὅπως ὀρθὰ ἔχει λεχθεῖ, μόνο ἡ ζωὴ τῆς Ἐνορίας μπορεῖ νὰ δώσει ἱερατικὴ διάσταση στὴν πολιτική, προφητικὸ πνεῦμα στὴν ἐπιστήμη, ἀνθρώπινο πρόσωπο στὶς οἰκονομικὲς σχέσεις καὶ μυστηριακὸ χαρακτήρα στὸν ἔρωτα. Ἐν τούτοις κάθε φορὰ ποὺ ἐξετάζουμε τὴ συγκεκριμένη ζωὴ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐνοριῶν μας σήμερα, εἴτε στὴν Ἑλλάδα εἴτε σ᾿ αὐτὸ ποὺ συχνὰ ἀποκαλεῖται «διασπορά», πόση ὀδυνηρὴ ἔκπληξη δὲν νιώθουμε ἀπὸ τὸ τεράστιο κενὸ ποῦ χωρίζει τὴ θεωρία ἀπὸ τὴν πράξη;

Ὁ εὐχαριστιακὸς χαρακτήρας τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο καὶ μαζί της ἢ ἐκκλησιολογικῆ σημασία τῆς τοπικῆς ἐνορίας, ἀπὸ τὸν τέταρτο αἰώνα καὶ ἐντεῦθεν ἔχει χάσει σταδιακὰ ὅλο καὶ περισσότερο τὴν καθαρότητα τῆς ἓξ αἰτίας τῶν στενῶν δεσμῶν μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, Ἐκκλησίας καὶ Ἔθνους. Στὸν κόσμο τοῦ Βυζαντίου, δὲν τονιζόταν τόσο ὁ τοπικὸς εὐχαριστιακὸς χαρακτήρας τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ μᾶλλον ἡ ἐκτεινόμενη στὰ πέρατα τῆς Γῆς παγκοσμιότητά της. Πολὺ πιὸ ξεκάθαρα στὰ Σλαβικὰ Ὀρθόδοξα Βασίλεια καὶ στὸν Ἑλληνικὸ κόσμο τῆς Τουρκοκρατίας, ἡ Ἐκκλησία ἐκλαμβανόταν ἀπὸ πολιτιστικὴ καὶ μορφωτικὴ σκοπιά, ὅλο καὶ περισσότερο ὡς ἡ συνδετικὴ δύναμη ποὺ ἐξασφάλιζε ἕνα αἴσθημα ἐθνικῆς ταυτότητας. Ἐλάχιστα προβαλλόταν ἡ Ἐνορία ὡς τὸ τοπικὸ εὐχαριστιακὸ κέντρο, μολονότι ἦταν σ᾿ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδό της Ἐνορίας ποὺ ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συνέχιζε νὰ συντηρεῖται.

Οἱ μεταβαλλόμενες συνθῆκες τῆς ἐποχῆς μάς μᾶς ὁδήγησαν σὲ ριζικὴ ἐπανεκτίμηση. Σ᾿ ὅλον τὸν Ὀρθόδοξο κόσμο τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα ἡ παραδοσιακὴ συμμαχία μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας ἔχει προοδευτικὰ διαβρωθεῖ καὶ σὲ πολλὲς χῶρες ἀπότομα διακοπεῖ. Ἡ ἐξάπλωση τῆς ἐκκοσμικεύσεως σημαίνει ὅτι στὸ μέλλον κάποιος θὰ εἶναι Ὀρθόδοξος ὄχι διότι γεννήθηκε ἀπὸ Ἕλληνες, Σέρβους ἢ Ρώσους γονεῖς, ἀλλὰ διότι ἐλεύθερα ἐπέλεξε νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος μέσα ἀπὸ μία ἐσωτερικὴ κίνηση πνευματικῆς ὁμολογίας. Χάνουμε τὰ παραδοσιακὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ στὴ σύγχρονη ἐκκοσμικευμένη Πολιτεία ὁ μορφωτικὸς καὶ πολιτιστικὸς ρόλος τῆς Ἐκκλησίας σπρώχνεται ἀναπόφευκτα στὸ περιθώριο. Βεβαίως κάτι τέτοιο δὲν πρέπει νὰ τὸ δοῦμε σὰν τραγωδία ἀλλὰ μᾶλλον ὡς πρόκληση καὶ ἀκόμη ὡς εὐλογία. Ὠθούμεθα πίσω στὰ στοιχειώδη, στὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ ποὺ εἶναι οὐσιῶδες, πίσω στὸ «ἑνὸς δὲ ἐστὶ χρεία» (Λουκᾶ ι´, 42) καὶ αὐτὸ τὸ ἕνα καὶ οὐσιῶδες εἶναι ἡ τέλεση τῆς θείας Εὐχαριστίας.

Ἀπ᾿ ὅλα ὅσα εἴπαμε, προκύπτει ὅτι ἡ τοπικὴ ἐνορία ἀνακτᾶ στὶς μέρες μας τὴν κεντρική της σημασία. Σήμερα, ὅπως κατὰ τοὺς πρώτους τρεῖς αἰῶνες τῆς Χριστιανικῆς Ἱστορίας, ἡ ζωή μας πρέπει νὰ εἶναι ἄρρηκτα δεμένη μὲ τὴν Κυριακάτικη τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας, στὸν τοπικὸ ἐνοριακό μας ναό. Ἡ ζωτικότητα τῆς Ἐκκλησίας στὸ μέλλον θὰ ἐξαρτηθεῖ ἀπὸ τὴν ζωντάνια τῶν ἐνοριῶν μας. Θὰ χρειαστεῖ νὰ στηριχτοῦμε στὶς δικές μας δυνάμεις. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας δὲν θὰ μπορεῖ πλέον νὰ στραφεῖ στοὺς πολιτικοὺς γιὰ βοήθεια, οἰκονομικὴ ἢ ἄλλη. ἐνῶ ὁ παπὰς τῆς ἐνορίας δὲν θὰ μπορεῖ πιὰ νὰ περιμένει ἀπὸ τὸ δάσκαλο τοῦ τοπικοῦ σχολείου ἢ τὸν τοπικὸ ἀστυφύλακα νὰ προωθήσουν τὸ ἔργο του.

Ἡ Ὀρθόδοξη ζωὴ στὴν Δύση ἔχει συνειδητοποιήσει αὐτὲς τὶς ἐξελίξεις μέσα ἀπὸ ἰδιαίτερα συγκλονιστικὲς ἐμπειρίες. Ἀποτελοῦμε μία ἐλάχιστη μειονότητα σ᾿ ἕνα ξένο περιβάλλον. Μολονότι ἀπολαμβάνουμε θρησκευτικὴ ἐλευθερία, ἡ Ἐκκλησία μας δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ περιμένει προνομιακὴ μεταχείριση στὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα τῶν χωρῶν ὅπου ζοῦμε· δὲν παίρνουμε καμιὰ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση ἀπὸ κυβερνήσεις, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Δυτικὴ Γερμανία, τὴ Φιλανδία καὶ τὶς Σκανδιναβικὲς χῶρες ὅπου τὸ Λουθηρανικὸ σύστημα τῆς «ἐκκλησιαστικῆς φορολογίας» ἰσχύει ἀκόμη. Προκειμένου νὰ ἐκπαιδεύσουμε τὰ παιδιά μας στὴν Ὀρθόδοξη πίστη, πρέπει νὰ ἐνεργήσουμε μόνοι μας, μέσα ἀπὸ τὴν ἐργασία τῆς τοπικῆς ἐνορίας. Γιὰ νὰ χτίσουμε Ὀρθόδοξους ναοὺς καὶ νὰ μισθοδοτήσουμε μόνιμους ἱερεῖς, ἡ οἰκονομικὴ βοήθεια πρέπει νὰ προέλθει ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὶς τοπικές μας κοινότητες. Ἀπὸ οἰκονομικὴ πλευρὰ ἡ ἐπιβίωση τῆς Ὀρθοδοξίας στὴ Δύση ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ κέρματα ποὺ οἱ πιστοὶ θὰ ρίξουν κάθε Κυριακὴ στὸ δίσκο τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἂν δὲν ἐξασφαλίσουμε μία δυναμικὴ ἐνοριακὴ ζωή, ἡ Ὀρθοδοξία στὴ Δύση δὲν ἔχει μέλλον. Μετὰ ἀπὸ πενήντα ἢ ἑκατὸ χρόνια ἁπλούστατα θὰ ἐξαφανιστοῦμε.

Κι ἐρχόμαστε τώρα νὰ ἐξετάσουμε τί εἴδους Ὀρθόδοξες ἐνορίες ἔχουμε στὴ Δύση. Ἡ πρώτη γενεὰ τοῦ Ὀρθόδοξου μετανάστη ἵδρυσε ἐνορίες ποὺ διέθεταν, γιὰ λόγους προφανεῖς, ἰσχυρὸ ἐθνικὸ χαρακτήρα. Ἡ τοπικὴ ἐνορία ἦταν ὁ κύριος καὶ συχνὰ ὁ μόνος συνδετικὸς κρίκος ποὺ ἀπομένει μὲ τὴν Μητέρα Πατρίδα καὶ ἔτσι οἱ ἐνορίτες θέλησαν μία τοπικὴ ἐκκλησία ἡ ὅποια στὸν τρόπο τῆς λατρείας καὶ στὶς ἄλλες δραστηριότητές της θὰ ἀναπαρήγαγε ὅσο πιὸ πιστὰ γινόταν τὰ σχήματα ποὺ τοὺς ἦταν οἰκεία ἀπὸ τὴν παιδική τους ἡλικία. Κάθε προσπάθεια νὰ χρησιμοποιηθεῖ, παραδείγματος χάριν, ἡ γλώσσα τῆς χώρας στὴν ὁποία ζοῦσαν -Ἀγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικὰ κ.τ.λ.- θεωροῦνταν συνήθως ὡς ἀπειλὴ καὶ κατεπολεμιόταν μὲ πεῖσμα.

Ὅλα αὐτὰ εὔκολα κατανοοῦνται. Ἀλλὰ μὲ τὸν ἐρχομὸ τῆς δεύτερης καὶ τρίτης γενεᾶς Ὀρθοδόξων της Δύσεως μία νέα πραγματικότητα ἐμφανίζεται. Οἱ ἐνορίες ἐκεῖνες ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ κάνουν ὁποιαδήποτε χρήση τῆς τοπικῆς γλώσσας στὶς Λειτουργίες τους καὶ ἔμειναν ἀνυποχώρητες στὸν πολιτισμὸ καὶ τὰ ἤθη τῆς χώρας στὴν ὁποία ἀνήκουν, τείνουν νὰ μαραζώσουν. Μόλις οἱ νέοι τους φθάσουν τὴν «ἡλικία τῆς ἐπαναστάσεως», ἁπλούστατα σκορπίζουν, ἀφοῦ δὲν βρίσκουν τίποτε στὴν λατρεία τῆς ἐνορίας ποὺ νά ῾χει σχέση μὲ τὴν καθημερινὴ ζωή τους, κι ἔτσι ἀπομένει ἕνα ἐκκλησίασμα ἡλικιωμένων. Οἱ ἐνορίες ἀντιθέτως ποὺ ἀποδέχθηκαν τὴν ἀνάγκη προσαρμογῆς καὶ ἀλλαγῆς, ἔγιναν συχνότατα πολὺ πιὸ γνήσια εὐχαριστιακές: ὄχι πλέον μία ἐθνικὴ λέσχη ἀλλὰ μία ἀληθινὴ λειτουργικὴ σύναξις - ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ συναθροισμένος γύρω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα. Ὁρατὸ σημεῖο αὐτῆς τῆς ἐξελίξεως ὑπῆρξε ἡ ἀναβίωση τῆς συχνῆς Θείας Μεταλήψεως σὲ παλιὲς Ὀρθόδοξες ἐνορίες στὴ Δύση. Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει συμβεῖ σὲ τέτοιες κοινότητες εἶναι ἁπλούστατα ἡ ἀνακάλυψη τὸν ἀληθινοῦ νοήματος τῆς ἐνορίας. Προφανῶς ἡ ἐξέλιξη αὐτὴ δὲν παρατηρεῖται παντοῦ. Πολλὲς ἐνορίες ἐνῶ ἀποδέχονται κάποιο μέτρο προσαρμογῆς στὶς δυτικὲς συνήθειες, συνεχίζουν νὰ ρίχνουν μεγαλύτερο βάρος σὲ ἐθνικὲς ἀξίες καὶ σὲ κοινωνικὲς δραστηριότητες μᾶλλον παρὰ στὴν Εὐχαριστία.

Ἡ ἐμπειρία τῆς Ὀρθόδοξης κοινότητας τῆς Ὀξφόρδης ἔχει ἀκολουθήσει ἕνα κάπως ἀσυνήθιστο σχῆμα. Συμβιώνουν ἐδῶ, ἡ μιὰ δίπλα στὴν ἄλλη, δυὸ ὀρθόδοξες ἐνορίες, μιὰ ἑλληνικὴ (ποὺ ὑπάγεται στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο) καὶ μία ρωσικὴ (ποὺ ὑπάγεται στὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας). Ἡ κάθε ἐνορία ἔχει τὸν ἱερέα της καὶ τὸ δικό της ἐκκλησιαστικὸ συμβούλιο. Ὅμως οἱ δυὸ ἐνορίες μοιράζονται ἴσοις ὅροις τὸν ἴδιο ναό, ποὺ χτίστηκε τὸ 1973 μὲ τὴν κοινὴ προσπάθεια καὶ τῶν δυό. Ἔτσι, κάθε Κυριακὴ λατρεύουμε ὅλοι μαζὶ συγχρόνως, ψάλλοντας μία Θεία Λειτουργία γιὰ τοὺς πιστοὺς καὶ τῶν δυὸ κοινοτήτων. Ὑπάρχουν, ὅπως εἶναι φυσικό, δυσκολίες. Μνημονεύουμε π.χ. δυὸ ἐπισκόπους στὶς ἀκολουθίες μας, τηροῦμε δυὸ διαφορετικὰ ἡμερολόγια (ἀφοῦ τὸ ρωσικὸ ἥμισύ της κοινότητός μας ἀκολουθεῖ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο), καὶ χρησιμοποιοῦμε σὲ κάθε ἀκολουθία ὄχι λιγότερες ἀπὸ τρεῖς γλῶσσες, Ἑλληνικά, Σλαβονικὰ καὶ Ἀγγλικά. Καθ᾿ ὅσο γνωρίζω, πουθενὰ ἀλλοῦ στὴ Μεγάλη Βρετανία δὲν ὑπάρχει ἀκριβῶς ὅμοιο παράδειγμα μ᾿ αὐτὸ τῆς Ὀξφόρδης.

Ἀπὸ τὴν ἄποψη τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου οἱ λύσεις στὶς ὁποῖες καταλήξαμε στὴν Ὀξφόρδη περιέχουν ὁρισμένες προφανεῖς ἀνωμαλίες: Πῶς π.χ., εἶναι δυνατὸν νὰ μνημονεύονται δυὸ ἀνεξάρτητοι ἐπίσκοποι, στὴν ἴδια θεία Λειτουργία; Ἐμεῖς στὴν Ὀξφόρδη δὲν διεκδικοῦμε νὰ λύσουμε ἀπὸ μόνοι μας τὰ κανονικὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται στὴ δυτικὴ Ὀρθοδοξία. Ὅμως, ὄντας ἀναγκασμένοι νὰ ἀντιμετωπίσουμε συγκεκριμένες ποιμαντικὲς ἀνάγκες τῆς τοπικῆς μας κοινότητας, ἐπράξαμε ὅ,τι καλύτερο μπορούσαμε γιὰ νὰ προσφέρουμε μία λειτουργικὴ λύση ποὺ νὰ ἐνθαρρύνει τὴν ἐπιβίωση καὶ τὴν ἀνάπτυξη τῆς τοπικῆς Ὀρθοδοξίας.

Μολονότι κανονικὰ ἀποτελοῦμε δυὸ ξεχωριστὲς ἐνορίες, στὴν πράξη εἴμαστε μόνο μία λατρευτικὴ κοινότητα. Ἐὰν λοιπὸν ὁ ὄρος «ἐνορία» εἶναι νὰ προσδιοριστεῖ μὲ βάση ὄχι τὸ κανονικὸ δίκαιο ἀλλὰ τὴν Εὐχαριστία, τότε πνευματικὰ καὶ λειτουργικὰ ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοί της Ὀξφόρδης ἀποτελοῦμε μία ξεχωριστῆ τοπικὴ ἐνορία.

Ἐπ᾿ οὐδενὶ λόγῳ δὲν ἐπιδιώκω νὰ ἐμφανίσω ὡς ἰδανικὴ τὴν ζωή μας στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἅγιας Τριάδας καὶ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὀξφόρδης. Ἐὰν χρειάστηκε ὁ Σωτήρας μας νὰ προσευχηθεῖ στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν μαθητῶν τοῦ (Ἰω. 17), αὐτὸ ἔγινε διότι ἀκριβῶς ἐγνώριζε πόσο δύσκολο εἶναι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους νὰ μείνουν ἑνωμένοι σὲ ἕνα πεπτωκότα κόσμο· καὶ αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ἐμεῖς στὴν Ὀξφόρδη, ἀπὸ προσωπικὴ πείρα. Δὲν ὑπάρχει πραγματικὴ ἑνότητα παρὰ μόνο μέσῳ τοῦ Σταυροῦ. Κι ἢ ἑνότητα αὕτη ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν καθένα μας ἀτέλειωτη γενναιοδωρία, μυστηριακὴ κένωση, θυσία. Στὴν εὐχαριστιακὴ κοινότητα, ὅπως ἀκριβῶς καὶ στὴν ἕνωση τοῦ γάμου ἡ ἑνότητα τῶν μελῶν πρέπει νὰ ἐπανεπιβεβαιώνεται καὶ νὰ ἐπαναλαμβάνεται. Ὅταν οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ Ρῶσοι τῆς Ὀξφόρδης ἀποφάσισαν νὰ συνεργαστοῦν ἦταν ἀρχικὰ γιὰ λόγους πρακτικούς. Καὶ οἱ δυὸ κοινότητες εἶναι ὀλιγάριθμες καὶ φαινόταν ἀμφίβολο ἂν καμία ἀπ᾿ αὐτὲς θὰ ἐπιβίωνε στὴν ἀπομόνωση. Ὑπῆρχε ὅμως ἡ βεβαία ἐλπίδα, ὅτι διὰ τῆς συνεργασίας θὰ μπορούσαμε νὰ δημιουργήσουμε μία ζωντανὴ Ὀρθόδοξη παρουσία στὴν πόλη καὶ στὸ Πανεπιστήμιο. Στὴν πορεία τῆς ἀμοιβαίας συνεργασίας μας, ὅμως, χρειάστηκε νὰ ὑπερβοῦμε τὶς καθαρὰ πρακτικὲς ἀνάγκες καὶ νὰ ἐπανεκτιμήσουμε τὶς βασικὲς προτεραιότητες. Χρειάστηκε νὰ ἀναρωτηθοῦμε ποιὸ εἶναι τὸ θεμελιῶδες νόημα τῆς ἐνορίας; «Ὅπου γὰρ ἐστὶν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. ς´, 21). Ποῦ λοιπὸν βρίσκεται ὁ «θησαυρός» μας ὡς Ὀρθοδόξων ποῦ ζοῦμε στὴ Δύση;

Ἐὰν ἡ ἐνορία εἶναι πάνω ἀπ᾿ ὅλα μία ἐθνικὴ συνάθροιση μὲ μόνο λόγο ὑπάρξεως τὴν διατήρηση ὁρισμένων πολιτιστικῶν ἀξιῶν, τότε οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Ὀξφόρδης θὰ χρειαστεῖ νὰ συντηρήσουν δυὸ διαφορετικὲς κοινότητες, ποὺ θὰ ἐκκλησιάζονται καὶ θὰ λατρεύουν χωριστά. Ἐὰν ὅμως ἡ Ἐνορία ὑφίσταται κυρίως γιὰ τὴν τέλεση τῆς Εὐχαριστίας καὶ ἐὰν στὴν Εὐχαριστία «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην... πάντες γὰρ... εἰς ... ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. γ´, 28), τότε δίκιο δὲν ἔχουμε νὰ ἐπιμένουμε πάνω ἀπ᾿ ὅλα στὴν τέλεση μιᾶς κοινῆς θείας Λειτουργίας κάθε Κυριακὴ ἀπ᾿ ὅλους ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους, ἀνεξαρτήτως ἐθνικῆς προελεύσεως, ἑλληνικῆς, ρωσικῆς ἢ ἀγγλικῆς; Μόνον ἔτσι μποροῦμε νὰ δώσουμε μαρτυρία γιὰ τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς ἐνοριακῆς ζωῆς.

Περισσότερο ἀπὸ μία φορὰ τὰ τελευταῖα δεκαεπτὰ χρόνια ἔχουν προκύψει προβλήματα ποὺ ἀπείλησαν νὰ διασπάσουν τὴν ἑνότητά μας ὡς λατρευτικῆς κοινότητας. Καὶ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι παρόμοια προβλήματα θὰ ἐμφανιστοῦν καὶ εἰς τὸ μέλλον. Ἀλλα κάθε φορὰ ποὺ ἀντιμετωπίζουμε τὸ ἐνδεχόμενο τῆς διασπάσεως, συνειδητοποιοῦμε ἐκ νέου τὴν ὑπέρτατη σπουδαιότητα τῆς λειτουργικῆς μας ἑνότητας. Στὴν Θεία Λειτουργία ἔχουμε βρεῖ τὸν κοινὸ δεσμὸ ποὺ μᾶς συνέχει ἀνεξαρτήτως γλώσσας, ἐθνικῆς ταυτότητας ἢ ἐκκλησιαστικῆς «δικαιοδοσίας». (Πόσο δίκιο δὲν ἔχει ὁ Ἀλέξανδρος Σολζενίτσιν νὰ μέμφεται αὐτὴ τὴ λέξη «δικαιοδοσία» ποὺ τόσο συχνὰ χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους τῆς Δύσης, χωρὶς ἐν τούτοις νὰ συναντᾶται πουθενὰ στὸ Εὐαγγέλιο!) Μελετώντας τὴ διδασκαλία τοῦ Ἅγιου Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς Χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς του, καὶ τονίζει ὅτι πρέπει ὅλοι νὰ συναντῶνται σὲ μία Εὐχαριστία, νὰ συναθροίζονται γύρω ἀπὸ μία Τράπεζα καὶ νὰ πίνουν ἀπὸ ἕνα Ποτήριο, γνωρίζουμε ὅτι οἱ φλογεροὶ αὐτοὶ λόγοι τοῦ ἰσχύουν τὸ ἴδιο καὶ γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθόδοξούς της Ὀξφόρδης.

Στὴν περιγραφὴ ποὺ κάνει γιὰ τὴ ζωὴ τῆς πρώτης χριστιανικῆς «ἐνορίας» -τῆς κοινότητας τῆς Ἱερουσαλὴμ τῶν ἡμερῶν ποὺ ἀκολούθησαν τὴν Πεντηκοστή- ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς λέει: «ἦσαν δὲ προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων, καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς· πάντες δὲ οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ εἶχον ἅπαντα κοινά» (Λουκᾶ β´, 42, 44).

Αὐτὸς ἀκριβῶς εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς κάθε ἐνορίας σήμερα, εἴτε βρίσκεται στὴν Ἑλλάδα εἴτε στὴν ἀλλοδαπή: τὰ μέλη της ἐκφράζουν τὴν ἑνότητά τους ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τῆς ἀπὸ κοινοῦ κλάσεως τοῦ Ἄρτου στὴ θεία Εὐχαριστία. Ὅλες οἱ ἄλλες δραστηριότητες τῆς ἐνορίας, κοινωνικές, πολιτιστικὲς ἢ φιλανθρωπικὲς πηγάζουν ἀπὸ τὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ εἶναι ὑπάλληλες σ᾿ αὐτήν. Ἡ Εὐχαριστία εἶναι ἕνα συνεχὲς θαῦμα μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης. Παράλληλα μὲ τὴν Μονή, ἡ ἐνορία ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τὸ σχῆμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο καὶ σὲ κάθε συγκεκριμένο τόπο, τοῦτο τὸ «συνεχὲς θαῦμα» μαρτυρεῖται μὲ ζωντανὴ παρουσία.

-------------------------
Ἐπίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware

Ἐνορία καὶ Εὐχαριστία: Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐμπειρία στὸν Δυτικὸ Κόσμο

Πηγή: Συλλογικὸς Τόμος: «Ἐνορία, πρὸς μία νέα ἀποκάλυψη», ἔκδ. Ἀκρίτας 1993, ἀπὸ τὴ σειρὰ «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία», ἀρ. 37 (σελ. 126-134).

Τι έκανε ο Πούτιν στη μονή Ιβήρων, του Αγ. Όρους;


πηγή

Με βυζαντινή ευσέβεια και σεμνότητα τίμησε την Κοίμηση της Θεοτόκου ο πρόεδρος της Ρωσίας κ. Βλαντιμήρ Πούτιν στη μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους, την οποία επισκέφθηκε ινκόγνιτο στην αρχή της εβδομάδος. Η επίσκεψη του προέδρου Πούτιν έγινε με άκρα μυστικότητα και κάτω από ιδιαιτέρως αυστηρά μέτρα ασφαλείας αποκλειστικά για να κάνει το θρησκευτικό καθήκον του. Να θυμίσουμε ότι στις 28 Αυγούστου τιμάται η Κοίμηση της Θεοτόκου με το παλαιό εορτολόγιο στο Άγιον Όρος, στα Ιεροσόλυμα, στη Ρωσία, στη Σερβία, καθώς και όπου ακολουθείται το Ιουλιανό ημερολόγιο.
 
Ο Ρώσος Πρόεδρος παρακολούθησε τις ακολουθίες, τους εσπερινούς και τις ολονυκτίες και συνομίλησε με τους μοναχούς. Όπως μας μετέφεραν αξιόπιστες πηγές, ο κ. Βλαντιμήρ Πούτιν αναφέρθηκε στους ισχυρούς δεσμούς που συνδέει τον ελληνικό και τον ρωσικό λαό χάρη στην Ορθοδοξία, κάτι το οποίο είχε εκτιμήσει ιδιαιτέρως ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.
Αυτή είναι μια παράμετρος την οποία θυμάται ο Ρώσος Πρόεδρος και πέρα από τον προσωπικό χαρακτήρα της επισήμανσης αυτής, η εκτίμηση αυτή θα μπορούσε να έχει ευρύτερες πολιτικές διαστάσεις και να φέρει ακόμα πιο κοντά τις δύο χώρες. Ωστόσο, ορισμένοι από το αποκαλούμενο «πολιτικό σύστημα» περί άλλα τυρβάζουν.

Κ.Κανάρης: Ο "έξοχος εκπρόσωπος του ηρωισμού" πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου 1877


πηγή

Ηγετική μορφή του '21, στρατιωτικός και πολιτικός. Γεννήθηκε το 1793 ή το 1795 στα Ψαρά, στους κόλπους μιας οικογένειας με μεγάλη ναυτική παράδοση. Ο πατέρας του Μιχαήλ ή Μικές Κανάργιος ή Κανάριος διατέλεσε επανειλημμένα δημογέροντας του νησιού και από τον γάμο του με τη Μαρία απέκτησε τρία αγόρια, τον Αναγνώστη, τον Γεώργιο και τον Κωνσταντίνο.

Ο Κωνσταντής έμεινε ορφανός από μικρός και ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα με το επίθετο Κανάρης. Δούλεψε ως μούτσος στο μπρίκι του θείου του Δημήτρη Βουρέκα, που μετέφερε Σουλιώτες από την Πάργα στη Λευκάδα και έμαθε τα μυστικά της θάλασσας. Μετά τον θάνατο του θείου, ανέλαβε καπετάνιος του πλοίου του, με το οποίο πραγματοποίησε πολλά εμπορικά ταξίδια στη Μεσόγειο. 

Σε ηλικία 22 ετών παντρεύτηκε τη Δέσποινα Μανιάτη, κόρη γνωστής ναυτικής οικογένειας των Ψαρών, με την οποία απέκτησε επτά παιδιά.
Ο Κανάρης δεν φαίνεται να είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, αλλά όταν ξέσπασε η Επανάσταση, ήταν από τους πρώτους που έλαβαν μέρος στον Αγώνα. Κατατάχθηκε ως απλός ναύτης στον ψαριανό στολίσκο, που συγκρότησε ο φίλος του Νικολής Αποστόλης. Από τις πρώτες επιχειρήσεις άρχισε να εξειδικεύεται στα πυρπολικά και να γίνεται ο φόβος και ο τρόμος του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Η φήμη του γρήγορα ξεπέρασε τα στενά όρια του ελληνικού χώρου και έγραψαν γι' αυτόν ο λόρδος Βύρων, ο Βίκτωρ Ουγκώ, ενώ ο άγγλος ιστορικός Γκόρντον σημείωνε «είναι ο πιο έξοχος εκπρόσωπος του ηρωισμού, που η Ελλάδα όλων των εποχών μπορεί να υπερηφανεύεται».
Ο Κανάρης κέρδισε την εκτίμηση και των συναγωνιστών του και για τη σωφροσύνη του χαρακτήρα του. Γι' αυτό ανήλθε και στα υψηλότερα αξιώματα της Πολιτείας μετά την απελευθέρωση. Το 1827 αντιπροσώπευσε τα Ψαρά στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας και ήταν ένας από τους πιο θερμούς υποστηρικτές του Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος τον χρησιμοποίησε για την καταστολή των διαφόρων ανταρσιών στη Μάνη και την Ύδρα. Μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη, αποσύρθηκε από την ενεργό δράση και εγκαταστάθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου.
Κατά την Οθωνική περίοδο ανακλήθηκε στην υπηρεσία και έφθασε μέχρι τον βαθμό του υποναυάρχου. Κατόπιν διορίστηκε γερουσιαστής και αναμίχθηκε στην πολιτική με το Ρωσικό Κόμμα. Συμμετείχε στην επαναστατική κίνηση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, που ανάγκασε τον Όθωνα να παραχωρήσει Σύνταγμα. Μέχρι την έξωση του Όθωνα χρημάτισε επανηλειμμένα υπουργός και δύο φορές πρωθυπουργός (16 Φεβρουαρίου 1844 - 30 Μαρτίου 1844, 15 Οκτωβρίου 1838, 12 Δεκεμβρίου 1849). Το 1862 ήταν ένας από τους βασικούς εκπροσώπους της αντιοθωνικής κίνησης. Όταν ο βασιλιάς, σε μια προσπάθειά του να τον προσεταιρισθεί, του ανέθεσε για τρίτη φορά την πρωθυπουργία, αυτός δεν δίστασε να καταθέσει την εντολή, επειδή ο Όθων δεν ενέκρινε ορισμένους από τους υπουργούς του.
Μετά την έξωση του Όθωνα, ορίστηκε μέλος της τριανδρίας Βούλγαρη, Κανάρη, Ρούφου και το 1863 πήγε στη Δανία ως ένας από τους αντιπροσώπους του Έθνους για να προσφέρει το στέμμα στον βασιλιά Γεώργιο Α'. Στη συνέχεια ανέλαβε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Ρούφου και δύο φορές πρωθυπουργός (5 Μαρτίου 1864 - 16 Απριλίου 1864,27 Ιουλίου 1864 - 2 Μαρτίου 1865). Κατόπιν αποσύρθηκε της πολιτικής και ιδιώτευσε στο σπίτι του στην Κυψέλη (Κυψέλης 56), όπου καθημερινά δεχόταν φίλους και θαυμαστές του. Στις 26 Μαΐου 1877, σε ηλικία 82 ετών, επανήλθε στην πολιτική και ανέλαβε πρωθυπουργός στην οικουμενική κυβέρνηση που σχηματίστηκε για να αντιμετωπίσει τις ενδεχόμενες συνέπειες από τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο. Ο «ναύαρχος», όπως τον αποκαλούσε ο λαός, πέθανε επί των επάλξεων της πολιτικής στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 και κηδεύτηκε με μεγαλοπρέπεια στο Α' Νεκροταφείο.

Οι κυριότερες πολεμικές ενέργειες του Κανάρη στην Επανάσταση του '21:


  • Πυρπολεί την ναυαρχίδα του καπετάν πασά Καρά Αλή στη Χίο (6 - 7 Ιουνίου 1822). 2.000 νεκροί Οθωμανοί, ανάμεσά τους και ο Καρά Αλής. 
  • Ανατινάζει τουρκικό δίκροτο στο στενό μεταξύ Τενέδου και Τρωάδας (28 Οκτωβρίου 1822). Επρόκειτο για την υποναυαρχίδα του νέου αρχιναυάρχου Κακλαμάν Μεχμέτ Πασά, που είχε διαδεχθεί τον Καρά Αλή. 800 νεκροί Οθωμανοί. 
  • Πυρπολεί τουρκική φρεγάτα κοντά στη Σάμο (5 Αυγούστου 1824), εκδικούμενος την καταστροφή της Κάσου και της πατρίδας του. 600 νεκροί Οθωμανοί. 
  • Πυρπολεί τουρκική κορβέτα στα ανοιχτά της Μυτιλήνης (23 - 24 Σεπτεμβρίου 1824). 
  • Και η τολμηρότερη ενέργεια του: αποπειράται να πυρπολήσει τον αιγυπτιακό στόλο στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας (10 Αυγούστου 1825). Το εγχείρημα απέτυχε, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών (απρόοπτος μεταβολή του ανέμου).












Τα παιδιά του Κωνσταντίνου Κανάρη:


  • Νικόλαος (1818-1848), σκοτώθηκε σε ειδική αποστολή στη Βηρυτό. 
  • Θεμιστοκλής (1819-1851), σκοτώθηκε σε ειδική αποστολή στην Αίγυπτο. 
  • Μιλτιάδης (1822-1899), ναύαρχος και πολιτικός. 
  • Λυκούργος (1826-1865), νομικός. 
  • Μαρία (1828-1847) 
  • Αριστείδης (1831-1863), αξιωματικός. Σκοτώθηκε έξω από τα ανάκτορα (Ηρώδου του Αττικού), κατά τη διάρκεια των «Ιουνιανών». 
  • Θρασύβουλος (1834-1898), ναύαρχος

Μοναστήρι Έσσεξ - Φωτοστιγμές


πηγή

Κατά την πρόσφατη επίσκεψή μας στο ονομαστό Μοναστήρι του Έσσεξ είχα την ευκαιρία να καταγράψω με τη φωτογραφική μου μηχανή κάποιες μικρές και ασήμαντες ίσως φωτοστιγμές, που οπωσδήποτε έχουν τη δική τους αξία, για τούτο σκέφθηκα να τις μοιραστώ με τους φίλους και ηλεκτρονικούς συνοδοιπόρους.

1. Το έμβλημα της Μονής, τοποθετημένο στον κήπο:

 
2. Ψηφιδωτό του Προστάτου της Μονής Ιωάννου του Βαπτιστού, στην είσοδο του πάρκινγκ:


3. Η είσοδος του Ι.Ν. Αγ. Πάντων:

 
4. Φανουρόπιτες στον Ι.Ν. Αγ. Σιλουανού:

 
5. Κομποσκοίνι, κρεμασμένο στην είσοδο της τραπεζαρίας:


6. Μπροστά στο κάθισμα του Καθηγουμένου, στην τραπεζαρία:
 

7. Ο φούρνος στην αυλή της Μονής:

8. Η μηλιά γεμάτη μήλα, απέναντι από την Κρύπτη, όπου βρίσκεται ενταφιασμένος οΚτήτορας μακ. Αρχιμ. Σωφρόνιος:

9. Καρότσι γεμάτο παντζάρια, παραγωγή από τα χωράφια της Μονής:

Τι αναζήτηση υπάρχει…


Χειμώνα καιρό ήρθαν μια μέρα στο Καλύβι ογδόντα άτομα, από φοιτητές μέχρι σκηνοθέτες. Έκλαιγαν και ρωτούσαν αν μπορούν να σπουδάσουν Θεολογία! Είναι εξωφρενική η κατάσταση στον κόσμο! Όλοι ζητούν κάτι, χωρίς να ξέρουν οι περισσότεροι τι ζητούν. Άλλοι με μπουζούκια ψάχνουν την αλήθεια! Άλλοι με εξωφρενική μουσική ζητούν τον Χριστό!
- Γέροντα, αλήθεια, τι αναζήτηση έχει ο κόσμος! Τόσοι άνθρωποι να έρχωνται και να στέκωνται όρθιοι και να περιμένουν ώρες!
Μέσα στα σημεία των καιρών είναι και αυτό, να ζητάει ο κόσμος βοήθεια από εμένα τον ταλαίπωρο. Δεν βλέπω κάτι το καλό στον εαυτό μου και απορώ τι βρίσκουν οι άνθρωποι και τρέχουν σ’ εμένα. Κολοκύθι με φλούδα καρπουζιού είμαι. Στις μέρες μας το κολοκύθι το τρώνε για καρπούζι, γιατί έχει φλούδα καρπουζιού. Ξεκινούν από την άκρη του κόσμου και δεν είναι σίγουροι, θα με βρουν, δεν θα με βρουν. Και τον εαυτό μου τον σιχαίνομαι και τον κόσμο τον πονάω. Πού έχουμε φθάσει! Πού κατήντησε ο κόσμος! Ο Προφήτης Ηλίας  αναφέρει ότι θα’ ρθει καιρός που οι άνθρωποι θα βρουν έναν που θα έχη ιμάτιο και θα του πουν: “Έλα να σε κάνουμε βασιλιά!” Ο Θεός να μας λυπηθή!
Όταν διαβάζω τον 28ο Ψαλμό που είναι “Γι’ αυτούς που κινδυνεύουν στην θάλασσα” , λέω: “Θεέ μου, και η στεριά, ο κόσμος όλος, έγινε χειρότερη θάλασσα, γιατί πνίγει τον κόσμο πνευματικά”. Και όταν έρχεται κόσμος απογοητευμένος, τους διαβάζω τον 93ο και τον 36ο Ψαλμό. “Θεός εκδικήσεων Κύριος, Θεός εκδικήσεων επαρρησιάσατο. Υψώθητι ο κρίνων την γην, απόδος ανταπόδοσιν τοις υπερηφάνοις… Τον λαόν σου, Κύριε, εταπείνωσαν και την κληρονομίαν σου εκάκωσαν… Και εγένετο μοι Κύριος εις καταφυγήν και ο Θεός μου εις βοηθόν ελπίδος μου…” Δίνουν μεγάλη παρηγοριά! Με μια ματιά στον Ουρανό θα άλλαζαν τα πράγματα. Αλλά βλέπεις, δεν σκέφτονται τον Θεό σήμερα οι άνθρωποι. Γι’ αυτό δεν βρίσκεις ανταπόκριση, δεν μπορείς να συνεννοηθής.
Συνέχεια παρακαλώ τον Θεό να παρουσιάση σωστούς ανθρώπους, Χριστιανούς, για να βοηθούν τον κόσμο, και τους σωστούς να τους κρατήση χρόνια. Να κάνουμε προσευχή να φωτίση ο Θεός να βγουν άλλοι, νέοι άνθρωποι, αγνοί, να βγουν Μακκαβαίοι , γιατί οι τωρινοί καταστρέφουν τον κόσμο. Οι νεώτεροι μπορεί να έχουν απειρία, αλλά δεν έχουν ψευτιά, πονηριά. Να πάρακαλούμε να φωτίζη ο Θεός ανθρώπους όχι μόνο στην Εκκλησία, αλλά και αυτούς που κυβερνούν, να έχουν φόβο Θεού, για να μπορέσουν κάτι να πουν. Λίγο, μια φωτισμένη κουβέντα αν πουν, τακ, αλλάζουν μια κατάσταση. Αν πουν μια ανοησία, μπορεί ολόκληρο κράτος να το τσαλακώσουν. Μια άσχημη απόφαση είναι καταστροφή. Δεν είναι μόνον η υλική δυστυχία, που πεινούν, που δυστυχούν οι άνθρωποι, η πνευματική δυστυχία είναι πιο μεγάλη. Η προσευχή πολύ θα βοηθήση να τους φωτίση λιγάκι ο Χριστός. Παίρνει το κατσαβιδάκι ο Χριστός, λίγο ένα στρίψιμο, μια βόλτα πίσω… εντάξει, όλα τακτοποιούνται. Σιγά-σιγά, όταν ο Θεός φωτίζη μερικούς ανθρώπους, τότε το κακό εξευτελίζεται μόνο του. Γιατί το κακό μόνο του καταστρέφεται, δεν το καταστρέφει ο Θεός. Τελικά τα πράγματα θα έρθουν στην θέση τους. Βλέπω ότι πολλοί που έχουν μια θέση καταλαβαίνουν, πονούν και αγωνίζονται, και ιδιαίτερα το χαίρομαι!
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Α΄ – ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ)

Πιστεύω στον Θεό καλύτερα από τον καθένα, αλλά στην Εκκλησία δεν πηγαίνω


«Πιστεύω στον Θεό καλύτερα από τον καθένα, αλλά στην Εκκλησία δεν πηγαίνω. Μα πώς να πάω, αφού εκείνοι που πηγαίνουν, κληρικοί και λαϊκοί, δεν είναι καλύτεροι μου;»
 
Θ’ απαντήσω πρόθυμα και με πολλή αγάπη στον αδελφό, που μου υπέβαλε αυτή την ερώτηση αν και φοβάμαι ότι είναι πάρα πολλοί οι ισχυριζόμενοι τα ίδια, αλλά και λυπούμαι διότι δεν θα συμφωνήσω με τους ισχυρισμούς αυτούς.
Και πρώτα-πρώτα η φράση «πιστεύω καλύτερα από τον καθένα» είναι λόγος «μέγας σφόδρα». Δεν πρέπει να την λέει κανείς για τον εαυτόν του εύκολα. Αλλά και εάν αυτό το ευχάριστο όντως συμβαίνει, τότε αποτελεί πρόσθετο λόγο, για να μην απέχει κανείς από την Εκκλησία.
Στην Ορθοδοξία ζούμε και λατρεύουμε το Θεό όχι ατομικά, αλλά εκκλησιαστικά. «Συν πάσι τοις αγίοις». Γι’ αυτό και όσο πιό πολύ αγαπά κανείς το Θεό, τόσο και περισσότερο αγαπά να εκκλησιάζεται και να μετέχει στις λατρευτικές συνάξεις. Δεν υπάρχει άγιος που να μην λαχταρούσε για τον Οίκο του Θεού. Ο Δαυίδ, καίτοι βασιλεύς, έλιωνε κυριολεκτικά από τον ιερό πόθο: «ως αγαπητά τα σκηνώματα σου Κύριε των δυνάμεων, επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου» έλεγε (Ψαλμ. 83). Ο δε Κύριος Ιησούς Χριστός, ως άνθρωπος, δεν παρέλειπε ποτέ να παρευρίσκεται στην δημόσια λατρεία του Ισραήλ το ίδιο και οι Απόστολοι, εφαρμόζοντες ρητή εντολή του Θεού «Εν Εκκλησίας ευλογείτε τον Θεόν».
Είναι γεγονός ότι η πίστη, η ευλάβεια και ο πόθος του Θεού δεν κρύβονται, αλλά διά της εξωτερικής λατρείας φανερώνονται και ενισχύονται. Η πίστη η χριστιανική δεν είναι μια ιδέα, που την έχει κανείς καταχωνιασμένη μέσα του, αλλά μια ζωή, που σφύζει και ενεργοποιεί τον όλον άνθρωπο. Δεν έχουμε πιστές ιδέες, αλλά πιστούς ανθρώπους, που βιώνουν την πίστη τους μαζί με τους άλλους. Άλλωστε σε καιρό ελευθερίας γιατί να είναι κανείς κρυπτοχριστιανός 
Ο Αγ. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος ερωτά: «Συ πίστιν έχεις; δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου (Ιάκ. Β’ 18). Και εμείς λέμε: «δείξον μοι την πίστιν σου εκ… του εκκλησιασμού σου». Διότι εμείς οι Ορθόδοξοι όταν συνερχώμεθα «εν εκκλησίαις» ομολογούμε και διακηρύττουμε ακριβώς αυτή την πίστη μας, που μας σώζει. Συνειδητοποιούμε συγκλονιστικά το γεγονός ότι εμείς αποτελούμε την Εκκλησία, δηλ. το θεανθρώπινο σώμα του Χριστού και βιώνουμε την μυστική, αλλά πραγματική ένωσή μας μ’ Εκείνον. Αυτός δεν είπε: «ου εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών»; (Ματθ. ΙΗ’ 20).
Οι πιστοί, μετέχοντες στην Θ. Λειτουργία της Εκκλησίας δεν είναι πλέον μόνοι και διασπασμένοι, αλλά ενωμένοι οργανικά σ’ ένα σώμα. Κι αυτή η ενότητα είναι η μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας, έναντι όλων των δυνάμεων του σκότους. «Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθαι εις ευχαριστίαν Θεού και δόξαν. Όταν γάρ πυκνώς επί το αυτό γίνεσθε καθαιρούνται αι δυνάμεις του Σατανά και λύεται ο όλεθρος αυτού…» (Αγ. Ιγνάτιος)
Στην ευχαριστιακή σύναξη (Θ. Λειτουργία) όλοι μαζί «εν ενί στόματι και μια καρδία» δοξάζουμε και ευχαριστούμε τον Ευεργέτη μας Θεό, πανηγυρίζουμε την Ανάσταση του Χριστού, προγευόμεθα εσχατολογικά τον ερχομό Του (Α’ Κορ. ΙΑ’ 26) και την μέλλουσα βασιλεία Του, τρώγοντες και πίνοντες από το Κοινό Ποτήριο, το σώμα και το αίμα Του. «Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, καθώς ο Χριστός ανακλίνεται στους άρτους της προθέσεως, καθώς διδάσκει μέσα από τις σελίδες του Ευαγγελίου, καθώς σταυρώνεται πάνω στην αγία Τράπεζα και ανασταίνεται μέσα στο δισκοπότηρο, μπαίνουμε στο χρόνο του Θεού και η ψυχή μας αναγαλλιάζει, διότι νοιώθει να χορταίνει αιωνιότητα».
Στην Θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου παρακαλούμε: «ημάς δε πάντας τους εκ του ενός άρτου και του ποτηριού μετέχοντας ενώσαις αλλήλοις εις ενός Πνεύματος Αγίου κοινωνίαν». Κατά τον Εκκλησιασμό των Χριστιανών πραγματοποιούνται αισθητά και οι μεγάλες υποσχέσεις του Χριστού προς τους πιστούς ότι εισακούει καλύτερα τις προσευχές τους (Ματθ. ΙΗ’ 19) και ότι αυτός μας αναπαύει από τον κόπο και μόχθο της ζωής (Ματθ, ΙΑ’ 28).
«Καμιά Κυριακή δεν μπορεί να’ ναι συννεφιασμένη εφ’ όσον αρχίζει με την Θεία Λειτουργία». (Ν. Πεντζίκης).
Οι Εκκλησίες είναι τα λιμάνια του Θεού μέσα στον φουρτουνιασμένο κόσμο μας. Ωραιότατη είναι η παρομοίωση του Αγ. Χρυσοστόμου «καθάπερ λιμένας εν πελάγει, ούτω τας Εκκλησίας έπηξεν ο Θεός, ίνα από της ζάλης των βιοτικών θορύβων ενταύθα καταφεύγοντες, γαλήνης μεγίστης απολαύωμεν».
Ας έλθουμε όμως και στο δεύτερο ισχυρισμό πολλών, ότι αυτοί που εκκλησιάζονται δεν είναι καλύτεροι από τους άλλους. Και αυτός ο ισχυρισμός δεν δικαιολογεί την αποχή μας από την Εκκλησία, για τους εξής λόγους: α) Εμείς δεν γνωρίζουμε, αλλ’ ο Θεός, ποιοί είναι οι πραγματικά καλοί και ποιοί οι πραγματικά κακοί. Εμείς στην κρίσι μας συνήθως σφάλλουμε. Δεν πρέπει λοιπόν να κρίνουμε, β) Ρωτάται: εάν ήσαν καλύτεροι οι εκκλησιαζόμενοι δεν θα υπήρχε πρόβλημα; Μήπως θα βρίσκαμε τότε άλλη πρόφαση; γ) Η αξία της Εκκλησίας δεν έγκειται στο ποιόν αυτών που συμμετέχουν στις συνάξεις -κληρικών και λαϊκών- αλλά στις δυνατότητες που παρέχει να μεταμορφωθεί ο άνθρωπος και χρησιμοποιώντας τις ευκαιρίες αυτές να υποστεί την «καλήν αλλοίωσιν». Αλλά φαίνεται πως τις δυνατότητες αυτές δεν τις χρησιμοποιούν όλοι. δ) Η Εκκλησία στην ανθρώπινη πλευρά της έχει και μέλη που νοσούν. Αυτά όμως τα μέλη δεν τα αποβάλλει, εξ αγάπης, έως ότου θεραπευθούν. Γι’ αυτό όλοι έχουμε τη θέση μας στην Εκκλησία, επειδή όλοι νοσούμε, ε) Λες ότι αυτοί που συχνάζουν στην Εκκλησία δεν είναι καλύτεροι από τους άλλους. Σκέψου όμως πόσο χειρότεροι θα ήταν αν είχαν διακόψει κάθε δεσμό με την Εκκλησία;
Ο κατά Κυριακή ή εορτή εκκλησιασμός μας, δίνει μία άλλη διάσταση στη ζωή. Μας θυμίζει ότι δεν είμαστε μόνον παραγωγικές μηχανές, μόνον ύλη, αλλά έχουμε μία άλλη καταγωγή και ένα θείο προορισμό. Μας καταξιώνει σαν ανθρώπους και σαν Χριστιανούς. Σπάει τη ρουτίνα της εβδομάδος και δίνει στη ζωή γιορτινό χρώμα. «Όταν ο άνθρωπος δεν έχει εορτές, η ψυχή του δεν εξαγιάζεται και η ζωή του καταντάει μία τόσο γκριζωπή καθημερινότητα, που σου έρχεται να ουρλιάζεις» (π. Α. Ντούτκο)
Σε μια εποχή που απειλούν να μας αφανίσουν τα παντός είδους «ραδιενεργά νέφη» δεν μας συμφέρει ν’ αποκοπτώμεθα από τον «ομφάλιο λώρο» της υπάρξεώς μας, που είναι η Μάννα μας Εκκλησία.
  
(Αρχ. Α. Καραματζάνη, “Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας”, εκδ. Ι. Μ. Αγ. Αθανασίου Κολινδρού, 1988)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...