Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 11, 2013

Μία ἄγνωστη (σύγχρονη) μυροβλυσία τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, διηγημένη ἀπό αὐτόπτη μάρτυρα!


Οκτώβριος. Ο  μήνας του Αγίου  Δημητρίου του  Μυροβλύτη.
Παραθέτουμε ως τιμή  στον Άγιο  ένα θαύμα μυρόβλυσης του Αγίου  από αυτόπτη μάρτυρα.
Ήταν 26 Οκτωβρίου 1987. Ώρα περασμένες δέκα το βράδυ. Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε  την μνήμη της αθλήσεως του  πολιούχου της Αγίου Δημητρίου καθώς και τα ελευθέριά της από την περίπου πεντακοσίων ετών (1430 1912) καταδυναστεία των Οθωμανών.
Ο  ναός του Αγίου Δημητρίου με  ανοιχτές τις πόρτες δεχόταν  τους νυχτερινούς προσκυνητές, που γονάτιζαν μπροστά  στην ασημένια λάρνακα με τα άγια λείψανα του Μυροβλύτου.  Την ώρα εκείνη δεν θα ήταν περισσότεροι από τριάντα με σαράντα άνθρωποι στο ναό. 
Μια ομήγυρις περίπου δέκα γυναικών, μπροστά στην λάρ-νακα, έψελνε την παράκληση  του Αγίου. Μοναδικός κληρικός  που παρευρισκόταν, ο νεαρός  και νεοχειροτονηθείς διάκονος  του ιερού ναού μαζί με την  διακόνισσα-σύζυγό του. Ο τότε  προϊστάμενος του ναού και νυν μητροπολίτης Βεροίας,  Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμων, τους είχε παραγγείλει να βρίσκονται εκεί και  να τον περιμένουν.

Ξαφνικά, οι γυναίκες που  έψελναν την παράκληση άρχισαν να φωνάζουν! Ο διάκονος  έτρεξε κοντά τους και αυτές,  με ανάμικτα συναισθήματα,  του έδειξαν την λάρνακα!  Ήταν λουσμένη κυριολεκτικά  με ένα ελαιώδους συστάσεως  μύρο (λέω μύρο γιατί η ευωδία  του ήταν ασύγκριτη). Θα  έλεγε κανείς με σιγουριά, ότι  κάποιος άδειασε επάνω της  τουλάχιστον δυο «κουβάδες»  αρωματικό υγρό (χρησιμοποιώ  την λέξη «κουβάδες» για να γίνει κατανοητό ότι η ποσότητα  του μύρου που γλυστρούσε  στα συμπαγή τοιχώματα της  αργυρής λάρνακας με τις  ανάγλυφες παραστάσεις, ήταν  μεγάλη).
Ο διάκονος για μια στιγμή σάστισε: ο Άγιος μυροβλύζει! 
Χωρίς να αμφιβάλει καθόλου για το θαύμα, και ευρισκόμενος σε μια κατάσταση χαράς,  έκπληξης και ενθουσιασμού,  έτρεξε να φέρει βαμβάκι  από κάποιο έπιπλο του ιερού  βήματος.
Επέστεψε τρέχοντας και άρχισε να σκουπίζει με το βαμβάκι το μύρο από  τα εξωτερικά τοιχώματα της λάρνακας και να δίνει τμήματα  από μυρωμένο αυτό βαμβάκι στους προσκυνητές. Σκούπιζε  και το μύρο δεν τελείωνε,  αλλά συνέχισε να αναβλύζει  μυστικά, χωρίς να υπάρχει  κάποια ορατή πηγή. Χαρακτηριστικά, του έκανε πολύ εντύπωση ένα γεγονός: με ένα μεγάλο κομμάτι βαμβάκι σκούπισε το μύρο από μια λεία περιοχή της λάρνακας.  Το βαμβάκι σκούπισε καλά όλο το μύρο, όπως όταν σκουπίζουμε ένα τζάμι με ένα στεγνό  πανί πιέζοντάς το καλά και αφαιρούμε την υγρασία που  μπορεί να υπάρχει επάνω.

Μια γυναίκα έσυρε την παλάμη του χεριού της πάνω στο τμήμα  της λάρνακας που μόλις είχε  σπογγιστεί. Ο διάκονος, με  θαυμασμό, είδε το χέρι της  βρεγμένο από το ελαιώδες  κιτρινοπράσινο μύρο!!!
Εν τω μεταξύ η ευωδία είχε  πλημμυρίσει όλον τον ναό και ξεχείλιζε από τις ανοιχτές  πόρτες προς την οδό Αγίου Δημητρίου, προσελκύοντας  τους περαστικούς, που έσπευδαν να δουν τι συμβαίνει και  από που προέρχεται η ευωδία αυτή. Όλοι κατευθύνονταν  προς την λάρνακα με τα λείψανα του Αγίου Δημητρίου, που ήταν τοποθετημένη όχι στο κιβώριό της (ακόμα δεν είχε κατασκευαστεί) αλλά μπροστά στο τέμπλο του ναού.
Οι ευχάριστες όμως εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί! Οι προσκυνητές διαπίστωσαν ότι όλες οι εικόνες του ναού, οπουδήποτε κι αν βρίσκονταν, σε προσκυνητάρια ή στο τέμπλο, ανέβλυζαν μύρο.  Μάλιστα ο διάκονος είδε προσκυνητές να βγάζουν χαρτομάντιλα και να σκουπίζουν τα  τζάμια τα προστατευτικά των εικόνων του τέμπλου και τα χαρτομάντιλα να κιτρινίζουν  από το μύρο το οποίο «έτρεχε» και από τις δύο πλευρές  του τζαμιού, εσωτερική και  εξωτερική. Το μέγεθος του θαύματος ήταν τέτοιο που δεν  άφηνε το παραμικρό περιθώριο για αμφισβήτηση. Δεν  καταλαβαίναμε τί ζούσαμε,  ήταν κάτι σαν όνειρο μέσα στην ομίχλη, αλλά το ζούσαμε!!! Το ψηλάφιζαν τα χέρια  μας, το έβλεπαν τα μάτια μας,  το μύριζαν τα αισθητήρια της  όσφρησής μας!!!
Σε λίγο χρόνο δημιουργήθηκε μια «ουρά» από ανθρώπους  που με δάκρυα στα μάτια  προσκυνούσαν την λάρνακα του Μυροβλύτη και συνειδητοποιούσαν γιατί του δόθηκε το προσωνύμιο αυτό.
Εν τω μεταξύ έφθασε στον  ναό και ο προϊστάμενος ιερεύς με άλλους κληρικούς. Ξεκλείδωσαν τα ανοίγματα της λάρνακας και αποκαλύφθηκαν τα άγια λείψανα του Πολιούχου  της Θεσσαλονίκης. Ευωδίαζαν  μεν, αλλά ήταν η ευωδία των ιερών λειψάνων. Η ευωδία του  μύρου ήταν διαφορετική και χαρακτηριστική.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κυρός  Παντελεήμων ο Β΄, ο Χρυσοφάκης, απέδωσε το θαύμα της  μυρόβλυσης του Αγίου Δημητρίου στο εξής γεγονός: Εκείνο το βράδυ, στην εορταστική  τελετή του Πανεπιστημίου για τα ελευθέρια της Θεσσαλονίκης, ο κεντρικός ομιλητής  αγνόησε στην ομιλία του παντελώς τον Άγιο, και δεν  αναφέρθηκε καθόλου σ’ αυτόν. Ο Άγιος Δημήτριος όμως  δήλωσε με την μυρόβλυσή του  ότι, όπως ποτέ δεν εγκατέλειψε την πόλη του Θεσσαλονίκη έτσι και τώρα είναι πάντοτε  παρών και αυτός είναι που την έσωσε και από την σκλαβιά  και από τους σεισμούς, αλλά και διαμαρτύρεται όταν οι Θεσσαλονικείς αποδεικνύονται  αχάριστοι και απομακρύνονται από τον Χριστό και τους  Αγίους Του.
Πέρασαν 24 χρόνια από  τότε. Είμαι ο τότε διάκονος του ναού, τώρα ιερεύς στην  Θεσσαλονίκη και σας γράφω τα γεγονότα όπως τα θυμάμαι.  Την ώρα εκείνη ήταν σαν να  ζούσα ένα μυστήριο. Δεν μπορώ να περιγράψω τί αισθανόμουν! Χαρά, έκπληξη, συγκίνηση, ενθουσιασμό… δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς. Πάντως είναι από τα γεγονότα που ενισχύουν την πίστη, που μας γεμίζουν χαρά, ελπίδα και αίσθηση της παρουσίας του Χριστού και των Αγίων. Η πίστη μας είναι «ζωντανή».»

π.  Χρήστος Κότιος Ιερεύς Θεσσαλονίκη.

Πηγή:  ΠΑΥΛΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ, 
Περιοδικό Ι.Μ. Βεροίας τεύχος 99,σελ. 30.
Επιμέλεια: ΟΜΟΘΥΜΑΔΟΝ

http://agathan.wordpress.com/

Συνεχής προσπάθεια


Γέρων Πορφύριος Ἁγιορείτης
© Ἱερό Ἡσυχαστήριο «Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ-Ἐμμαούς», Ἅγιος Βασίλειος Λαγκαδᾶ
 
  1. Συνεχής προσπάθεια

Ἀπ' ὅλα τά μέχρι τώρα λεγόμενα τοῦ Γέροντα συνάγεται ὅτι χρειάζεται συνεχής προσπάθεια γιά νά παραμένουμε στό Φῶς. Προσπάθεια γιά ἄσκηση καί μυστηριακή ζωή. Ὁ σεβαστός ἁγιασμένος Γέροντας ζοῦσε ἀληθινά μέσα στήν Ἐκκλησία. Διά τοῦτο καί ἔλεγε: «Στήν Ἐκκλησία γίνεται ἡ θεία συνουσία, γινόμαστε ἔνθεοι. Ὅταν εἴμαστε μέ τόν Χριστό, εἴμαστε μέσα στό φῶς· κι ὅταν ζοῦμε μέσα στό φῶς, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει σκότος. Τό φῶς, ὅμως, δέν εἶναι παντοτινό· ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς. Συμβαίνει ὅπως μέ τό σίδηρο, πού ἔξω ἀπ' τή φωτιά γίνεται σκοτεινός. Σκότος καί φῶς δέν συμβιβάζονται. Ποτέ δέν μπορεῖ νά ἔχομε σκοτάδι καί φῶς συγχρόνως. Ἤ φῶς ἤ σκότος. Ὅταν ἀνάψεις τό φῶς, πάει τό σκότος»1.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΆ

Ὁ σοφός καί ἅγιος Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, μέ τίς διδαχές του φανερώνει, ὅτι ἔχει μία ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία καί Χριστολογία. Συνάδει μέ ὅλους τούς Θεοφόρους μεγάλους Πατέρες καί μάλιστα τούς Καππαδόκες καί τούς Νηπτικούς. Ὅλα ὅσα λέγει γιά τόν προπτωτικό ἄνθρωπο μᾶς ἀφήνουν κατάπληκτους
γιά τήν σαφήνεια καί καθαρότητα μέ τήν ὁποία τά διατυπώνει, φανερώνοντας ὅτι τά ἔχει ζήσει. Τό ἴδιο καί ὅταν ἀναφέρεται σέ λεπτότατα ψυχολογικά θέματα καί θέματα ἀντιμετώπισης τοῦ κακοῦ, στόν μεταπτωτικό ἄνθρωπο. Ἡ «ἀναίμακτη» θεραπευτική του εἶναι πολυτιμότατη στήν σύγχρονη εὐδαιμονιστική ἐποχή μας. Ὁ Θεῖος Ἔρωτας, ἡ περιφρόνηση τοῦ κακοῦ, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή μέ ἀγάπη, ἡ ταπείνωση καί ἡ ἀνιδιοτέλεια, τό «ἁπλά καί ἁπαλά» τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἡ Γενική Ἐξομολόγηση, εἶναι οἱ θεραπευτικοί του ἄξονες. Ἄν οἱ σύγχρονοι ψυχοπαθεῖς ἄνθρωποι υἱοθετούσαμε τά διδάγματά του, ἡ θεραπεία μας θά ἦταν κάτι περισσότερο ἀπό βέβαιη. Εἴθε νά τό κάνουμε μέ τίς εὐχές του.

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τ ΘΕ ΔΟΞΑ!

1 Ὅ. π. σελ. 201.
  
 
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

Πῶς νὰ φερόμαστε σὲ δύσκολα παιδιὰ -Γέρων Παΐσιος





(Ἐπιστολὴ γραμμένη ἀπὸ τὸν γέροντα Παΐσιο σὲ μιὰ οἰκογένεια ποὺ ἦταν πολὺ πιστή, μορφωμένη κοινωνικὰ καὶ πνευματικά, καὶ βρισκόταν σὲ ἀπόγνωση λόγω τῆς συμπεριφορᾶς τῆς κόρης τους).



Ἀγαπητέ μου ἀδελφὲ «Χαῖρε ἐν Κυρίῳ.

Σχετικὰ μὲ τὸ παιδί σας πού μοῦ γράφετε, ἔχω τὴ γνώμη ὅτι μία αὐστηρὴ στάση θὰ τὸ κάνη πολὺ χειρότερα. Νὰ τοῦ λέτε τὸ καλὸ μὲ καλὸν τρόπο καὶ νὰ μὴν τὸ πιέζετε μετά, ἀλλὰ νὰ δείχνετε ὅτι στενοχωρεῖσθε γιὰ τὸν δρόμο ποὺ τραβάει (πράγμα ποὺ θὰ φαίνεται μόνο του, γιατί οὔτε ἡ χαρὰ κρύβεται οὔτε καὶ ἡ στενοχώρια). Θὰ κάνετε ἐσεῖς τὸ καθῆκον σας μὲ τὶς συμβουλὲς καὶ μετὰ νὰ τὸ ἐμπιστευθῆτε στὸν Θεό. Νομίζω ὅτι περισσότερα ἀποτελέσματα θὰ φέρη, ὅταν ὁ πόνος ἀξιοποιηθῆ στὴν προσευχή, παρὰ νὰ πονᾶτε γιὰ τὶς ἀταξίες τοῦ παιδιοῦ ἐπιμένοντας, γιατί τὸ παιδὶ τώρα εἶναι ἀναστατωμένο ἀπὸ τὴν σάρκα καὶ ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ πονηροῦ, γιατί τοῦ ἔδωσε δικαιώματα.

Μπόρα εἶναι καὶ θὰ περάση. Μὴν στενοχωρεῖσθε, θὰ συνέλθη ἀργότερα. Οὔτε καὶ νὰ τὸ πάρετε κατάκαρδα, ποὺ θὰ χάση τὴν ἁγνότητά του καὶ τί θὰ γίνη μετά, γιατί οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας ἔχουν ἄλλο τυπικό, τὴν ἁμαρτία τὴν ἔκαναν μόδα. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἐλεήση. Κοιτάξετε ὅσο μπορεῖτε νὰ μὴν τὸ ἀποπαίρνετε, ὅπως ἀνέφερα, γιὰ νὰ μὴν κόψη τὸ σκοινὶ καὶ φύγη ἀπὸ τὴν οἰκογένεια, γιατί θὰ συνέλθη μετὰ καὶ δὲν θὰ θέλη νὰ πλησίαση ἀπὸ ἐγωισμό, ὁπότε θὰ χαθῆ τελείως…

…Νὰ κάνετε ἕνα μικρὸ διάστημα ὑπομονή, νὰ παραβλέπετε τὶς ἀταξίες της, νὰ σᾶς πλησίαση λίγο περισσότερο καὶ τότε νὰ βρῆτε καμιὰ ἀφορμὴ μὲ τρόπο νὰ τὴν συμβουλέψετε… Πάντως μὴ στενοχωρεῖσθε, δὲν θὰ ἀφήση ὁ Θεός, οὔτε καὶ τὶς ἁμαρτίες τῶν παιδιῶν τῆς ἐποχῆς μας (τώρα) θὰ τὶς κρίνη τὸ ἴδιο μὲ τὶς ἁμαρτίες τῶν παιδιῶν τῆς δικῆς μας (τότε, παλιότερης) ἐποχῆς.

Εὔχεσθε, καὶ ἐγὼ θὰ εὔχομαι, καὶ ὁ καλὸς Θεὸς νὰ βοηθήση καὶ τὸ παιδί σας καὶ ὅλα τὰ παιδιά σας καὶ ὅλα τὰ παιδιὰ τοῦ κόσμου.

Μὲ ἀγάπη Χριστοῦ

ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ ΟΤΑΝ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΟΡΘΟΔΟΞΕΙ


Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος π.Θεόδωρος Ζήσης
Τί μᾶς διδάσκει τό ἐκκλησιαστικό παρελθόν σχετικῶς μέ τήν
ὑπακοή στόν Πνευματικό μας Πατέρα, ὅταν πρόκειται περί θέματος Πίστεως, δογματικό ἤ σχετικό μέ τούς ἱερούς Κανόνες; Ὀφείλουμε ἀδιάκριτη ὑπακοή ὅταν ὁ Πνευματικός ἀντιτεθεῖ πρός τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἤ ὄχι; Παίρνουμε ἐπάνω μας ἔναντι Θεοῦτήν εὐθυνη τῆς «ἀνυπακοῆς» ἤ μᾶς καλύπτει ἡ ὑπακοή στόν Χριστό βάσει τῆς ἀλαθήτου Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας; Σέ τοῦτα τά ἐρωτήματα θά προσπαθήσουμε νά δώσουμε μερικές ἀπαντήσεις.
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ
ΟΤΑΝ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΟΡΘΟΔΟΞΕΙ;
Εἰσαγωγή
Τό θέμα τῆς ὑπακοῆς στόν Πνευματικό Πατέρα, ὅσον ἀφορᾶ στά θέματα Πίστεως, θέμα ἰδιαιτέρως λεπτό καί ἄγνωστο, περιλαμβάνεται στό γενικότερο θέμα τῆς ὑπακοῆς στόν Ἐπίσκοπο, διότι ἡ σχέση Πνευματικοῦ-Ἐξομολόγου καί πιστοῦ δέν νοεῖται χωριστά ἀπό τή σχέση τοῦ χριστιανοῦ μέ τόν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινότητος· ὁ Πνευματικός δέν καθοδηγεῖ ἰδίῳ δικαίῳ τούς πιστούς βάσει τῆς Ἱερωσύνης του, ἀλλά μέ ἐνταλτήριο γράμμα τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου, καθώς ὁρίζουν οἱ ἱεροί Κανόνες καί πλέον φανερά ὁ 50ος (46) τῆς ἐν Καθαγένῃ ἁγίας Τοπικῆς Συνόδου1.
Ἔτσι, ἐν πολλοῖς ἰσχύει καί περί τοῦ Πνευματικοῦ Πατρός, ὅ,τι ἤδη ἔχουμε εἰπῆ σέ ἀναφορά πρός τόν Ἐπίσκοπο καί τήν ἀνάμειξη τῶν λαϊκῶν στά θέματα Πίστεως σέ προηγούμενες ἑνότητες. Ἐάν δηλαδή οἱ πιστοί ἔχουν τό δικαίωμα βάσει τοῦ παραδείγματος τῶν Ἁγίων στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, ἀλλάκαί βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων, νά ἀπειθοῦν σέ αἱρετίζοντες Ἐπισκόπους καί νά ἀποχωρίζονται ἀπό τήν κοινωνία (καί τήν κοινότητά) των (ὅπως ὁρίζουν κυρίως οἱ ἱεροί Κανόνες 31ος Ἀποστολικός καί 15ος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου), πολλῷ μᾶλλον πρέπει νά διαχωρίζονται ἀπό Πνευματικούς οἱ ὁποῖοι ἀναπτύσσουνχωρίς μεταμέλεια ἑτερόδοξα φρονήματα. Ἄν ὁ Ἐπίσκοπος, στή θέση τοῦ ὁποίου ἐνεργεῖ ὁ Πνευματικός τό Μυστήριον τῆς πρός Θεόν καθοδηγήσεως τῶν πιστῶν, Μυστήριον Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως, δέν εἶναι “ex officio” («ἐκ τοῦ ἀξιώματος») ἀλάθητος, πολύ περισσότερο ὁ Πνευματικός, ὁ ὁποῖος μετέχει τῆς χάριτος τῆς Ἱερωσύνης σέ βαθμό μικρότερο ἀπό τόνἘπίσκοπο, δέν εἶναι ὁπωσδήποτε ἀλάθητος.
1. Ὁ Πνευματικός μας πρέπει νά εἶναι ὁ καλύτερος δυνατός,ἀπό πάσης ἀπόψεως
Πολύ συχνά οἱ Προεστῶτες τῆς Ἐκκλησίας ὑπενθυμίζουν τό καθῆκον τῆς ὑπακοῆς στούς Ἐπισκόπους καί Πρεσβυτέρους καί στά ἐντάλματά τους, ἀλλά στό Ποίμνιο εἶναι μόνον ὀλίγο γνωστό τί εἴδους ἄνθρωποι ὀφείλουν νά εἶναι καί οἱ Κληρικοί, οἱ ὁποῖοι δίνουν
κατευθύνσεις.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό ψυχωφελέστατο ἔργο του Πνευματικά Γυμνάσματα, γράφει τά ἑξῆς, παραπέμποντας καί στό Μέγα Βασίλειο :…
«Ἐξέτασαι τήν ἐπιμέλειαν ὅπου βάνεις εἰς τό νά εὕρῃς ἕνα καλόν πνευματικόν· διότι ποία ἄλλη μεγαλειτέρα ἀνάγκη εἶναι εἰς ἐσέ, ὡσάν τό νά εὕρῃς ἕνα καλόν ὁδηγόν εἰς μίαν ὁδοιπορίαν ὅπου ἔχεις νά κάμῃς τόσον κινδυνώδη, καθώς εἶναι τό νά πορευθῇς εἰς τόν οὐρανόν; [...] Τώρα στοχάσου ἀγαπητέ εἰς ποταπόν κίνδυνον εὑρίσκεσαι, ἀνίσως ὄχι μόνον δέν γυρεύῃς τοιοῦτον πνευματικόν ἄξιον διά νά σέ ὁδηγήσῃ ὀρθῶς εἰς τήν σωτηρίαν σου καί νά σέ ἰατρεύσῃ καλῶς ἀπό τά πάθη καί τάς ἁμαρτίας σου, ἀλλά καί ἀποφεύγῃς αὐτόν
[...] Ὅθεν καί ὁ μέγας Βασίλειος (Ὅροι κατ’ ἐπιτομήν σκθ΄)2 λέγει· “ὅπως λοιπόν τά πάθη τοῦ σώματος, δέν τά ξεσκεπάζουν οἱ ἄνθρωποι σέ ὅλους, οὔτε σέ τυχαίους, ἀλλά σέ ἐκείνους πού εἶναι ἔμπειροι γιά τή θεραπεία τους· ἔτσι καί ἡ ἐξαγόρευσις τῶν ἁμαρτημάτων ὀφείλει
νά γίνεται σέ αὐτούς πού μποροῦν νά τά θεραπεύσουν, κατά τό γεγραμμένον, ἐσεῖς οἱ δυνατοί νά βαστάζετε τά ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων [Ρωμ. 15, 1], δηλαδή διά τῆς ἐπιμελείας σηκώνετέ τα”»3.
Ἑρμηνεύει σχετικῶς ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης· «Βέβαια ὁ πνευματικός πατήρ ὀφείλει νά εὑρίσκεται ἤδη στήν κατάστασι τοῦ φωτισμοῦ, ὥστε νά μπορῆ νά εἰσάγη καί ἄλλους σ’ αὐτήν τήν  κατάστασι τοῦ φωτισμοῦ καί νά τούς ὁδηγῇ πρός τό Βάπτισμα καί τοῦ ὕδατος (δηλαδή τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν), ἀλλά καί τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι ἡ ἐπίσκεψις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν καρδιά τοῦ βαπτιζομένου καί ἡ φώτισις τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου»4. Ἄν λοιπόν ὁ Γέρων – Πνευματικός – Ἐξομολόγος πρέπει νά εἶναι ὁ καλύτερος κατά τό δυνατόν σέ βίο καί διδαχή, πόσο περισσότερο πρέπει νά ἔχει τό ἐλάχιστον, τήν «ἀλφα-βῆτα», δηλαδή ἀκραιφνῆ τήν Ὀρθοδοξία.
2. Ὁ Πνευματικός ἐπειδή εἶναι «εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ», δένμπορεῖ νά ἀποδέχεται αἱρέσεις
Τό πόση σημασία ἔχει ἡ ἀποτροπή καί καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως, συνάγεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁλόκληρη ἡ δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας διαμορφώθηκε ὄχι ὡς φιλοσοφικός στοχασμός, ἀλλά κατά ἀντιπαράθεση πρός τίς αἱρέσεις οἱ ὁποῖες ἀπειλοῦσαν τήν ὁδό τῆς Ὀρθοδοξίας, πού θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν ἁμαρτία: «Οἱ Πατέρες ἄλλαζαν ὁρολογία ἀπό καιρό σέ καιρό καί ἔκαναν προσαρμογή τῆς ὁρολογίας τους, γιά νά βροῦν τούς σωστούς ὅρους ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς. Αὐτό τό ἔκαναν,ὄχι γιά νά κατανοήσουν καλύτερα τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά γιά νά χτυπήσουν τίς αἱρέσεις πού ἀνεφύοντο. Διότι ἡ κατανόησις τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται ἀπό τόν φωτισμό καί τήν θέωσι καί ὄχι ἀπο φιλοσοφική ἤ φιλολογική διεργασία ἤ ἀπό φιλοσοφικό στοχασμό ἐπάνω σέ αὐτήν τήν διδασκαλία. Ὁ σκοπός τοῦ δόγματος, πού διατυπώνουν οἱ Πατέρες, δέν εἶναι ἡ κατανόησίς του, ἀλλά ἡ διά τοῦ δόγματος ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό»5. Ἡ ἀποδοχή λοιπόν τῆς αἱρέσεως ἀπό τόν Κληρικό καταστρέφει τήν θεραπευτική Ποιμαντική του. «Ὅπως στόν ἰατρικό χῶρο σέ ἕναν κομπογιαννίτη (ψευτογιατρό) δέν εἶναι δυνατόν νά τοῦ ἐπιτραπῆ νά θεραπεύη, ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι δυνατόν νά ἐπιτραπῆ σέ ἕναν αἱρετικό νά θεραπεύη τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων.
Διότι, ἐπειδή εἶναι αἱρετικός, δέν γνωρίζει, δέν μπορεῖ νά θεραπεύη»6. Φυσικά, τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά ἕνα Κληρικό πού δέν δύναται ἤ ἀδιαφορεῖ νά διακρίνει μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως, δηλ. πνευματικῆς «ἰατρικῆς καί κομπογιαννιτισμοῦ», διότι εἶναι ἁπλῶς
ζήτημα χρόνου καί μεθοδείας τῶν πονηρῶν πνευμάτων νά πέσει σέ πλάνη κι αὐτός καί τά πνευματικο-παίδια του.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Μπριαντσιανίνωφ «Μέ τήν ἀποδοχή ψευδοδιδασκαλιῶν (δηλ. ἐσφαλμένων σκέψεων γιά τό Θεό), μέ τήν παραμόρφωση τῆς δογματικῆς καί ἠθικῆς διδασκαλίας, πού μᾶς ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, συντελεῖται-χάρις στήν ἐπίδραση καί παρέμβαση τῶν ψευδοδιδασκαλιῶν-ἡ φθορά τοῦ πνεύματος. Καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος
καταντάει υἱός τοῦ διαβόλου»7.
Ἄν λοιπόν ἡ σχέση Πνευματικοῦ-Ἐξομολόγου καί πιστοῦ, ἀποσκοπεῖ στό νά εἰκονίσει πραγματικῶς τή σχέση Χριστοῦ-πιστοῦ, ὅπως λέγει σχετικῶς καί ἡ «Κλῖμαξ» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου («Μή τό θεωρήσης ἀνάξιο νά ἐξομολογηθῆς τίς ἁμαρτίες σου στόν βοηθό σου, [στόν Γέροντά σου δηλαδή], μέ ταπείνωση καί συντριβή ὡσάν στόν ἴδιον τόν Θεόν»)8 , τότε ἡ διάρρηξη τῆς σχέσεως τοῦ Πνευματικοῦ μέ τόν Χριστό λόγῳ τῆς αἱρέσεως τοῦ Πνευματικοῦ, ὑποχρεώνει τόν πιστό εἴτε νά βρῇ ἄλλον Πνευματικόν, ὀρθοφρονοῦντα, εἴτε – ἄν νομίζει ὁ πιστός ὅτι ὑπάρχει ἀκόμη ἐλπίδα διορθώσεως τοῦ Πνευματικοῦ του – τοὐλάχιστον νά μή ὑπακούει στίς περί Πίστεως ἐσφαλμένες τοποθετήσεις καί συμβουλές τοῦ Πνευματικοῦ.
Κατά τόν Ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης, ὅποιος «αἱρετίζει» (ἀναπτύσσει αἱρετικό φρόνημα) ἀποκόπτεται ἀπό τή μυστική κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τόν Χριστό «ὁπωσδήποτε αὐτός πού ἀποκόπηκε ἀπό τήν σώζουσα Πίστη εἶναι ἀκέφαλος, ὅπως ὁ Γολιάθ μέ τό ἴδιο του τό ξίφος, τό ὁποῖο ἀκόνισε κατά τῆς ἀληθείας, χωριζόμενος ἀπό τήν ἀληθινή Κεφαλή»9.
 Πῶς ἕνας τέτοιος Πνευματικός θά διδάξῃ σέ ἄλλους τή σωτηρία;
 Μή λησμονοῦμε ὅτι ἡ μετάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ὁπρώτιστος σκοπός ἑνός Γέροντος, κατά τήν Κλίμακα τοῦ ὉσίουἸωάννου, καθώς λέγει στίς προτροπές του πρός τόν Ποιμένα: «Τήν ἀκεραία πίστη καί τά εὐσεβῆ δόγματα ἄς ἀφήσης πρίν ἀπό ὅλα σάν κληρονομία στά τέκνα σου, ὥστε ὄχι μόνο τά τέκνα σου, ἀλλά καί τούς ἐγγονούς σου νά ὁδηγήσης στόν Κύριον διά τῆς ὁδοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας»10. Ἄν ὁ αἱρετίζων Πνευματικός ἀποδιώξει τότε τόν ὀρθοφρονοῦντα πιστό, εἶναι εὔλογο, ὅτι ἡ εὐθύνη πίπτει στόν κακῶς φρονοῦντα Γέροντα καί Πνευματικό, διότι ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ ὑπακοή μας στούς Γέροντες πρέπει νά ἀποσκοπεῖ στόν Χριστό.
3. Ἀπαγορεύεται ἡ ἀδιαφορία ἤ ἡ σιωπή περί τῶν αἱρέσεων ἐκ μέρους τοῦ Πνευματικοῦ
Εἶναι λοιπόν εὐνόητο, βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας καί τῶν παραπάνω γραφομένων, ὅτι ὁ κίνδυνος τῆς αἱρέσεως δέν ἐλλοχεύει μόνο στήν πλήρη καί ἐπίσημη ἀποδοχή τῶν αἱρετικῶν δογμάτων ἀπό κάποιον Πνευματικό (ὅπως καί ἀπό κάποιον Ἐπίσκοπο), ἀλλ’ ἐπίσης (α) στήν ἔναντι τῆς αἱρέσεως ἀδιαφορία (τό ὁποῖον εἶναι ἁμάρτημα ὡς πλημμέλημα) καί (β) στήν ἀποτροπή τῆς ἀντιδράσεως κατά τῆς αἱρέσεως (λ.χ. τά γνωστά ἀπαράδεκτα «μή μιλᾶτε γιά θέματα Πίστεως», «μή μιλᾶτε γιά τούς Ἀντιχρίστους,ἀλλά γιά τόν Χριστό» τό ὁποῖον εἶναι ἡ γνωστή στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία θέση τῶν χλιαρῶν-ἀδιαφόρων ἤ πταιόντων ἡγετῶν). 
Ἐντελῶς παρενθετικῶς ἀναφέρουμε, ὅτι εἶναι ἐντολή τῶν Πατέρων νά προετοιμάζουμε τά πνευματικά μας παιδιά καί γιά τήν ἔλευση καί τοῦ Ἀντιχρίστου11.
Ἀναντίρρητα ἡ Παλαιά Διαθήκη κατακρίνει τούς ποιμένες τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ οἱ ὁποῖοι ἀδιαφοροῦσαν γιά τήν προστασία τοῦ ποιμνίου τους. Λέγεται χαρακτηριστικῶς διά τοῦ στόματος τοῦ Προφήτη Ἰεζεκιήλ: «Ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἀντί νά γίνουν τά πρόβατά μου ἕρμαια κλοπῆς καί τροφή γιά ὅλα τά θηρία τῆς πεδιάδος, ἐπειδή δέν ὑπάρχουν ποιμένες καί δέν ἀνεζήτησαν οἱ ποιμένες τά πρόβατά μου, καί οἱ ποιμένες ἐβόσκησαν τούς ἑαυτούς τους, καί δέν ἐβόσκησαν τά πρόβατά μου, ἀντί τούτου, ποιμένες, τάδε λέγει Κύριος : Ἰδού, ἐγώ θά ἐπισκεφθῶ τούς ποιμένες καί θά ζητήσω τά πρόβατά μου ἀπό τά χέρια τους καί θά τούς ἀποδιώξω νά μή ποιμαίνουν τά πρόβατά μου καί δέν θά τά βοσκήσουν πλέον οἱ ποιμένες»12.
Πολύ περισσότερον ὁ Χριστός στήν Καινή Διαθήκη ἐπικρίνει τούς «Ἀγγέλους», δηλαδή τούς προεστῶτες Ἐπισκόπους, τῆς Περγάμου καί τῶν Θυατείρων, διότι ἐνῷ ἡ ἀναστροφή τους γενικῶς εἶναι ἐπαινετή, μολαταῦτα ἀφίνουν τούς αἱρετικούς Νικολαΐτας καί ψευδοπροφήτας (τήν «Ἰεζάβελ») νά βλάψουν τό ποίμνιόν τους· «Ἀλλά ἔχω κατά σοῦ ὀλίγα, ὅτι ἀφεῖς τήν γυναῖκά σου Ἰεζάβελ, ἥ λέγει ἑαυτήν προφῆτιν, καί διδάσκει καί πλανᾷ τούς ἐμούς δούλους πορνεῦσαι καί φαγεῖν εἰδωλόθυτα»13. Ἀντιθέτως, ἐπαινεῖ τόν πταίστη- σέ μερικά θέματα – «Ἄγγελον» τῆς ἐφέσου, διότι διακρίνει τούς ψευδοπροφήτας καί μισεῖ τά ἔργα τῶν αἱρετικῶν Νικολαϊτῶν «Ἀλλά τοῦτο ἔχεις, ὅτι μισεῖς τά ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἅ κἀγώ μισῶ»14.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες στήν πράξη κατέκριναν καί παρέκαμπταν τήν πρακτική τῶν Αὐτοκρατόρων νά ἐπιβάλλουν ἀπαγορεύσεις στίς συζητήσεις γιά θέματα Πίστεως, μέ σκοπό νά διατηρήσουν οἱ Αὐτοκράτορες τήν πολιτική εἰρήνη καί ἑνότητα τῆς Αὐτοκρατορίας μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν.
Διαλεγόμενος ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μέ τόν αἱρετικό Μονοθελήτη Πατριάρχη ΚΠόλεως Πύρρο σχετικά μέ τό χριστολογικό θέμα, ἀνατρέπει τήν ἔξωθεν ἐπιβαλλομένη αὐτή σιωπή στά θέματα Πίστεως· λέγει ἀπαντώντας στόν Πύρρο· «Τί λοιπόν; Ἐπειδή ὁ Θεός, χάρη στήν πρόθεσή μας πού τήν προγνώριζε, μᾶς ἐκάλεσε στήν ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας Του, δέν πρέπει αὐτά [τά ἐσφαλμένα] πού λέχθηκαν πρός κάποιους σχετικά μέ τοῦτο ἐγγράφως ἤ ἀγράφως νά τά βασανίσουμε, χάριν ἐκείνων πού, καθώς συμβαίνει, τά συναντοῦν χωρίς προσοχή ἤ κι ὅταν τά συναντοῦν εἶναι πιό εὐχερεῖς [στό νά σφάλουν;] ΠΥΡΡΟΣ: Ἄν σέ τοῦτο ἀποβλέπει ἡ ἐξέταση, εἶναι ἀναγκαῖο. Διότι τό νά φροντίσει κανείς γιά τήν ἀσφάλεια τῶν πιό άθώων, εἶναι μίμηση τῆς θείας φιλαθρωπίας»15. Ἡ στάση αὐτή τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ἑρμηνεύεται ὡς ἀντίθεση στήν πολιτική αὐτή τῆς ἐπιβεβλημένης σιωπῆς γιά χριστολογικά θέματα, τἠν ὁποία ἐπέβαλε τό διάταγμα «Τύπος» (648 μ.Χ. ) τοῦ μονοθελήτου Αὐτοκράτορος Κώνσταντος Β΄16.
Συνεπῶς, ἀπαγορεύεται ἡ σιωπή γιά θέματα Πίστεως, ὅταν  κινδυνεύουν ψυχές ἀπό τίς αἱρέσεις.
Νά εἰποῦμε σχετικῶς μερικά ἁπλᾶ παραδείγματα:(α) Στίς μέρες μας διαπιστώνεται μιά ἀναβίωση τοῦὠριγενισμοῦ, ἕνας κρυπτός νεο-ωριγενισμός, ὑπό τή μορφή τῆς ἀκαδημαϊκῆς ἀθωώσεως τοῦ αἱρετικοῦ θεολόγου Ὠριγένους γιά τίς πλάνες του (3ος μ.Χ. αἰ.). Σύμφωνα μέ αὐτή τή διδασκαλία, ὁ Ὠριγένης δῆθεν δέν ἦταν πράγματι αἱρετικός, διότι, ἄν ἦταν ἔτσι, ἡ
Ἐκκλησία θά τόν εἶχε καταδικάσει ἐν ζωῇ καί ὄχι μετά θάνατον. Ἡ καταδίκη του στήν Ἁγία Ε’ Οἰκουμενική Σύνοδο (553 μ.Χ.) ὀφείλεται δῆθεν κυρίως στήν προσπάθεια τῆς «ἐκκλησιαστικῆς διπλωματίας» νά κατευνάσῃ τά πνεύματα τῶν ἰσχυρῶν ἀντι-ωριγενιστῶν θεολόγων καί νά ἐπαναφέρει τήν εἰρήνη στήν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως
στήν Ἁγία Γῆ, ὅπου ἀπό τόν θάνατο τοῦ Ἁγίου Σάββα καί ἑξῆς (532 μ.Χ.) ἡ θεολογική καί γενικότερη διαμάχη μεταξύ ὠριγενιστῶν καί Ὀρθοδόξων εἶχε λάβει ὀξύτατη μορφή.  
Σ’ αὐτή τή νεο-ωριγενιστική διδασκαλία, ἡ ὁποία ἔχει εἰσδύσει σέ πολλά θεολογικά ἀκαδημαϊκά συγγράμματα, κυρίως ὅμως στήν προφορική διδασκαλία ἀκαδημαϊκῶν θεολόγων, προστίθεται καί ἡ παρουσίαση τῆς ὠριγενικῆς πλάνης γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν πάντων ὡς «θεολογούμενου» (δηλ. θεολογικῶς ἀδιευκρινίστου ἀκόμη ζητήματος). Οἱ Ἅγιοι Πατέρες καθαρῶς μᾶς προειδοποίησαν νά μή ἀποδεχθοῦμε τήν πλάνη αὐτή τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων (ὅτι δηλ. ἡ κόλασις τῶν δαιμόνων καί τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν κάποια στιγμή θά ἔχει τέλος), διότι τοῦτο θά μᾶς ρίψει ὁλότελα στήν ἁμαρτία, ἀφοῦ ἡ κόλαση δῆθεν δέν εἶναι αἰώνια καί ἔτσι δῆθεν δέν χρειάζεται νά τή φοβόμαστε. Λέγει ἀντιθέτως καί χαρακτηριστικῶς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος : «Ἄς προσέξωμε ὅλοι, καί ἰδιαίτερα
ὅσοι ἐγνωρίσαμε πτώσεις, νά μή προσβληθῆ ἡ καρδιά μας ἀπό τήν νόσο τοῦ ἀσεβοῦς Ὠριγένους. Διότι ἡ βδελυκτή αὐτή νόσος προβάλλοντας τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ γίνεται εὐπρόσδεκτη στούς φιληδόνους»17.Τοῦτο εἶναι χαρακτηριστικό παράδειγμα γιά τό πῶς μιά
λανθάνουσα αἵρεση στό ἐκκλησιαστικό σῶμα καταστρέφει ψυχές.
(β) Τό γνωστό βιβλίο «Ἡ μίμησις τοῦ Χριστοῦ», ἔργο τοῦ Λατίνου Μοναχοῦ Θωμᾶ ἐκ Κέμπης, προβάλλεται ἀκόμη καί τώρα στήν Ἑλλάδα ὡς ψυχωφελές ἀνάγνωσμα γιά πολλούς πιστούς, τό ὁποῖο μάλιστα κάποτε ἔφθασε διεθνῶς καί τή δεύτερη θέση
κυκλοφορίας μετά τήν Ἁγία Γραφή. Ἰδού, ὅμως, πῶς κρίνει τήν πνευματικότητα τοῦ βιβλίου τούτου ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: «Καί κλασσικό παράδειγμα ἀσκητικοῦ βιβλίου, πού ἐγράφη ἀπό συγγραφέα πού βρισκόταν στήν κατάσταση τῆς πλάνης πού ὀνομάζεται “ἀπόνοια” μποροῦμε νά θεωρήσωμε τήν “Μίμηση τοῦ Χριστοῦ” τοῦ Θωμᾶ Κεμπισίου. Ἀποπνέει μιά λεπτή φιληδονία καί ὑψηλοφροσύνη, πού σέ ἀνθρώπους γεμάτους πάθη καί τυφλωμένους ἀπό αὐτά, προκαλοῦν ἕναν ἡδονισμό, πού αὐτοί τόν θεωροῦν “πρόγευση τῆς θείας χάριτος”. Οἱ ταλαίπωροι! Οἱ ἐσκοτισμένοι! [...] Σέ μιά ἀνάλογη μέ τόν Μαλπᾶ τρομερή δαιμονική πλάνη στήν ἀσκητική τους ζωή κατήντησαν οἱ Φραγκῖσκος τῆς Ἀσσίζης, Ἰγνάτιος Λογιόλας καί πολλοί ἄλλοι ἀσκητές τῶν Λατίνων, πού ἐκεῖνοι τούς θεωροῦν ἁγίους τους»18.
Ἄν σέ χώρα ὀρθόδοξη, τέτοιo σύγγραμμα τῆς λατινικῆς πνευματικότητος ἔφθασε ἤδη σέ τόσο ἐπικίνδυνο σημεῖο ἀποδοχῆς καί διαδόσεως, λόγῳ τῆς ἀγνοίας ἤ ἀμελείας τῶν Πνευματικῶν  πατέρων, πόσῳ μᾶλλον θά ἐμπλησθοῦν οἱ ὀρθόδοξες χῶρες ἀπό τέτοια αἱρετική πνευματικότητα, ἄν δέν ὁμιλοῦμε φανερῶς ἐναντίον τῶν κινδύνων τῆς δυτικῆς αἱρετικῆς, νοησιαρχικῆς καί συναισθηματικῆς πνευματικότητος;
4. Τί λέγει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τήν ἀξιέπαινη ἀπείθεια
Ἡ σαφής ἐπισήμανση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρός τούς Γαλάτας (Γαλ. 1, 8.9), καί μάλιστα δύο φορές μέ ἐπίταση («ὡς προειρήκαμεν, καί ἄρτι πάλιν λέγω») νά μή δεχθοῦν καμμία καινοτομία τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἀκόμη κι ἄν προέρχεται ἀπό ἄγγελον ἐξ οὐρανοῦ ἤ ἀπό τούς ἰδίους τούς Ἀποστόλους, φανερά καταργεῖ κάθε ἔννοια «Πρωτείου» τῶν μεμονωμένων προσώπων ἔναντι τῆς Παραδόσεως μέσα στήν Ἐκκλησία (ἀφοῦ οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ Ἀπόστολοι δέν μποροῦν ὑστερογενῶς νά ἀλλάξουν τό Εὐαγγέλιόν τους, ἐπειδή εἶναι «ἄνωθεν»), ἀλλά καί ἐπιπλέον ἀρκεῖ ἀπό μόνη της νά μᾶς καθοδηγήσει στό τί γίνεται ὅταν φαινόμαστε ὑποχρεωμένοι νά κάνουμε ὑπακοή ἐναντίον τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας: ἀπομακρύνουμε ὅποιον ἀλλοιώνει τό ἀρχαῖο εὐαγγελικό κήρυγμα («ἀνάθεμα ἔστω»).
Σχετικῶς μέ ἕνα ἄλλο χωρίο, τό «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε· αὐτοί γάρ ἀγυπνοῦσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες» (Ἑβρ. 13, 17) σημειώνουμε ἐδῶ καί τό ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτο· ἡ αἰτιολογία τῆς ὑπακοῆς στούς «ἡγουμένους», δηλ. τούς προεστῶτες, εἶναι ὅτι αὐτοί «ἀγρυπνοῦσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν»· ἡ ὑπακοή δέν εἶναι ἀπροϋπόθετη. Ἄν, βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας διαπιστώνεται, ὅτι αὐτοί ὀλιγωροῦν, ἀδιαφοροῦν, γιά τίς ψυχές καί ἀμελοῦν γιά τούς πνευματικούς κινδύνους καί πρωτίστως τήν αἵρεση, τότε αἴρεται, καταργεῖται τό καθῆκον τῆς ὑπακοῆς σέ αὐτούς. Ὅπως ἔχει λεχθῆ σχετικῶς «Ἡ Ἁγία Γραφή ἐν πρώτοις κάνει διάκριση μεταξύ καλῶν καί κακῶν ποιμένων, ἀληθινῶν καί γνησίων ποιμένων, διδασκάλων, προφητῶν ἀπό τή μιά πλευρά καί ψευδοποιμένων, ψευδοδιδασκάλων καί ψευδοπροφητῶν ἀπό τήν ἄλλη [...] οἱ πιστοί ἔχουν εὐθύνη γιά τό ἄν θά ἀκολουθήσουν τούς κακούς ποιμένες, [...] ἡ ὑπακοή δέν εἶναι ἀδιάκριτη, ἀλλά διακριτική»19.
5. Ὁ Μοναχός πρέπει νά φεύγει από τήν ὑπακοή σέ αἱρετικόἩγούμενο, σύμφωνα μέ τούς ἱερούς Κανόνες
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης διευκρινίζοντας στό «Πηδάλιον», τή σπουδαία καί ἔγκριτη αὐτή συλλογή του τῶν ἱερῶν Κανόνων, γιά πόσες αἰτίες μπορεῖ νά αναχωρήσει ὁ Μοναχός από τό Μοναστήρι του ἀπαριθμοί ἀνάμεσα σ’ αὐτές τό ἄν ὁ Ἡγούμενος εἶναι αἱρετικός καί συνεχίζει παραπένποντας στόν Μέγα Βασίλειο.
«Ὁ δέ Μέγας Βασίλειος (ὅροι κατά πλάτος λϚ΄) διά μίαν αἰτίαν μόνον συγχωρεῖ νά αναχωρῇ τινας από τό Μοναστήριόν του, ἤτοι ἐάν ἔχῃ βλάβην ψυχικήν, τήν ὁποίαν, λέγει, πρέπει πρῶτον νά τήν φανερώνῃ εἰς τούς ἔχοντας δύναμιν νά τήν διορθώσουν, καί ἄν δέν τήν διορθώσουν, τότε νά χωρίζεται, ὄχι πλέον ὡσάν από αδελφούς, αλλά ὡσάν από ξένους» καί τά ἐπίλοιπα ἐνδιαφέροντα καί ψυχωφελῆ20».
Εἶναι φανερό καί ἐδῶ, ὅτι ἄν εἶναι ὁ Γέροντας-Πνευματικός αἱρετικός (ἤ ἄν εἶναι φιλο-αιρετικός καί αναλόγως τοῦ βαθμοῦ πού τείνει πρός τήν αἵρεση), ὄχι μόνον ὑπακοή δέν ὀφείλεται σ’ αὐτόν, αλλ’ ἐπιβάλλεται καί απομάκρυνση.
6. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συνιστᾷ ἀνυπακοή στούς
κακοδόξους ἐκκλησιαστικούς ἡγέτες
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησίας μας «θεόπνευστον ὄργανον καί δογμάτων πέλαγος ἀνεξάντλητον»21, ἑρμηνεύοντας τήν ἀποστολική ἐντολή περί ὑπακοῆς καί εὐπειθείας πρός τούς Προεστῶτες, τούς Ἡγουμένους, «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε» (Ἑβρ. 13, 17) διευκρινίζει : «Ἀλλ’ ἴσως θά μᾶς εἰπῆ κάποιος, ὅτι ὑπάρχει καί τρίτο κακό [ἐκτός ἀπό τήν ἀναρχία καί τήν ἀπειθαρχία], ὅταν ὁ ἄρχοντας [τῆς Ἐκκλησίας] εἶναι κακός. Τό γνωρίζω καί ἐγώ, καί δέν εἶναι μικρό τό κακό τοῦτο, ἀλλά καί πολύ χειρότερο ἀπό τήν ἀναρχία: διότι εἶναι καλύτερο νά μή καθοδηγεῖσαι ἀπό κανένα, παρά νά καθοδηγεῖσαι ἀπό κάποιον κακόν. Διότι ὁ μέν πολλές φορές σώθηκε, καί πολλές φορές ἐκινδύνευσε, ἀλλά αὐτός ὁπωσδήποτε θά κινδυνεύσει, ὁδηγούμενος πρός βάραθρα. Πῶς λοιπόν λέγει “Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε;” Ἀφοῦ πιό πάνω εἶπε “τῶν ὁποίων βλέποντες τήν ἔκβαση τῆς ζωῆς, μιμεῖσθε τήν πίστη τους” τότε εἶπε “Πειθαρχεῖτε
στούς ἡγουμένους σας καί ὑπακούετε”. Τί γίνεται λοιπόν, λέγει, ὅταν εἶναι πονηρός καί δέν πειθαρχοῦμε; Πονηρός, πῶς τό ἐννοεῖς; Ἄν ἐξ αἰτίας τῆς πίστεως, ἀπόφευγε καί παράτησέ τον, ὄχι μόνον ἄν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλά κι ἄν εἶναι ἄγγελος πού κατέρχεται ἐξ οὐρανοῦ
[Γαλ. 1, 8] Ἄν ἐξ αἰτίας τῆς ζωῆς του, μή ἀσχολεῖσαι [...] Ἀλλά μή προσέχετε στή ζωή, ἀλλά στά λόγια τους· διότι ἐξ αἰτίας τῶν ἠθῶν δέν θά ἠμποροῦσε κανείς ποτέ νά βλαβτεῖ. Γιατί; Διότι εἶναι φανερά σέ ὅλους, καί ὁ ἴδιος, ἀκόμη κι ἄν εἶναι πονηρός μύριες φορές, ποτέ δέν θά διδάξει πονηρά. Ἀλλά ὅταν εἶναι στήν πίστη [πονηρός] οὔτε εἶναι φανερό σέ ὅλους, κι ὁ πονηρός δέν θά σταματήσει νά διδάσκει.Διότι καί τό “Μή κρίνετε, ἵνα μή κριθῆτε” εἶναι γιά τόν βίο καί ὄχι γιά τήν πίστη»22.
7. Ἡ «Κλῖμαξ» διευκρινίζει ὅτι ὁ ταπεινός Μοναχός ἀντιλέγει  στούς Προεστῶτες, ἐάν πρόκειται περί Πίστεως 
Στό ἔργο «Κλῖμαξ» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, τό ὕψιστο αὐτό πνευματικό σύγγραμμα τό ὁποῖον χαρακτηρίζεται ὡς «ἀριστούργημα τοῦ ἀνατολικοῦ ἀσκητισμοῦ», καί στῆς ὁποίας «τήν ἀρετολογία κατέχει θεμελιώδη θέσι ἡ ὑπακοή»23, διευκρινίζεται ὅτι μᾶς ἐπιτρέπονται καί ἐξαιρέσεις. Λέγει χαρακτηριστικῶς ὁ Ὅσιος Ἰωάννης περί τῆς ἀρετῆς τῆς ταπεινώσεως: «Δέν συναντᾶς σέ ὅποιον συνδέεται μέ αὐτήν μῖσος οὔτε κάποια μορφή ἀντιλογίας οὔτε καμμία ὀσμή ἀπειθαρχίας, ἐκτός ἄν τυχόν πρόκειται γιά θέματα Πίστεως»24.
8. Τό ἔμπρακτο ὑπόδειγμα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦΔεκαπολίτου
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Δεκαπολίτης, ἑορταζόμενος στίς 20 Νοεμβρίου, ὁ ὁποῖος διέλαμψε τό δεύτερο ἥμισυ τοῦ 8ου αἰ. στή Δεκάπολη τῆς Ἰσαυρίας, διακρίθηκε ὡς ἔφηβος καί ἀργότερα ὡς νέος Μοναχός γιά τήν ἐλεημοσύνη, τό ἀνεπιτήδευτον, τήν ὑπακοή, τήν ταπείνωση καί πραότητά του. Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου μᾶς διηγεῖται, ὅτι ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου, χωρίς νά τόν ἀποτρέψει ἀπό τή μοναχική ὁδό, τόν ἔπεισε ὡστόσο νά ἐνταχθεῖ σέ ἄλλο Μοναστήρι, στό ὁποῖο εὑρισκόταν καί ὁ ἄλλος ἀδελφός του γιά νά ἀγωνίζονται ἐκεῖ μαζί, ὥστε νά ἔχει ὁ ἕνας τόν ἄλλο παραμυθία καί βοήθεια. Ἡ συνέχεια τοῦ Βίου μᾶς διηγεῖται, πῶς ἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τό γεγονός ὅτι ὁ Ἡγούμενος τοῦ Μοναστηρίου ἐκείνου ἀποδείχθηκε αἱρετικός: «Διά νά κάμῃ λοιπόν τό θέλημα τῆς μητρός του ὁ Γρηγόριος ἐπῆγεν εἰς ἐκεῖνο τό Μοναστήριον, τοῦ ὁποίου ὁ Καθηγούμενος ἦτο αἱρετικός ὁ ἄθλιος καί ὁπόταν τό ἠννόησεν ὁ
Ἅγιος, δέν τό ὑπέμεινεν, ὡς ζηλωτής τῆς εὐσεβείας θερμότατος, ἀλλά τόν ἤλεγξε παρρησίᾳ ἔμπροσθεν ὅλης τῆς ἀδελφότητος, ἐκεῖνος δέ θυμωθείς ἔδειρε δυνατά τόν Ἅγιον, ὁ ὁποῖος ἔφυγε καθώς ἦτο μέ τάς πληγάς καί ἐπῆγεν αἱματωμένος εἰς ἕτερον Μοναστήριον,
εἰς τό ὁποῖον ἦτο συγγενής τῆς μητρός του Ἡγούμενος, Συμεών ὀνομαζόμενος, ὅστις ἦτο καί Ἀρχιμανδρίτης εἰς ὅλα τά Μοναστήρια τῆς Δεκαπόλεως»25.
9. Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
Ὁ θαυμαστός Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, περί τοῦ ὁποίου δέν μποροῦμε ἐδῶ νά εἰποῦμε ὅσα θά ἔπρεπε, μᾶς κατέλιπε θαυμάσιες διδαχές καί ἔνθεες ἐμπειρίες τοῦ θείου του ἔρωτος, ἀλλά καί διδασκαλία ἐλεγκτική γιά τήν κατάσταση τοῦ κλήρου τῆς ἐποχῆς του. Θεωρεῖται, ὅτι ὁ Ἅγιος Συμεών ἔκανε μιάν σημαντική πνευματική ἐπανάσταση. Γράφει χαρακτηριστικῶς ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης «… ἦλθε ἐποχή κατά τήν ὁποία ἐχειροτονοῦντο ὡς κληρικοί ἄνθρωποι, πού στήν ἀρχαία Ἐκκλησία θά ἐθεωροῦντο ὡς λαϊκοί [...] Δέν εἶχαν δηλαδή τίς πνευματικές προϋποθέσεις τῆς ἱερωσύνης. Ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀνωμάλου καταστάσεως ἐπανεστάτησε ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος μέ τόσο μεγάλη ἐπιτυχία, ὥστε ἡ Ἐκκλησία τόν ὠνόμασε Νέο Θεολόγο. Ἀπό τήν ἐποχή του μέχρι τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἔγινε μία μεγάλη διαμάχη μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅσον ἀφορᾶ στά προσόντα ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς Ἡσυχαστικῆς ἔριδος,ὅπως ὀνομάσθηκε, κατά τήν ὁποία ἐπεκράτησε τελικά ἡ γραμμή τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, καθιερώθηκε οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας νά λαμβάνωνται ἀπό τούς μοναχούς τῆς Ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως»26.
Ὁ Ἅγιος Συμεών λοιπόν, τέτοιου πνευματικοῦ μεγέθους Ἅγιος, ὥστε νά κατέχει τρίτος τήν προσωνυμία τοῦ Θεολόγου, καί μέ τόσο σημαντική συμβολή στήν ἀσκητική διδασκαλία, κατέλιπε καί μία σημαντική γιά τήν περίπτωσή μας διδαχή, χαρακτηριστική γιά τό θέμα μας: «Μέ προσευχές καί δάκρυα ἱκέτευσε τόν Θεόν νά σοῦ στείλει ὁδηγό ἀπαθῆ καί ἅγιο. Ἐρεύνα δέ καί ὁ ἴδιος τίς θεῖες Γραφές καί κυρίως τίς πρακτικές συγγραφές τῶν Ἁγίων Πατέρων· ὥστε σέ αὐτές ἀντιπαραθέτοντας τά διδάγματα καί ἔργα τοῦ διδασκάλου καί Προεστῶτος σου νά μπορεῖς νά τά βλέπεις καί νά τά κατανοεῖς. Καί ὅσα μέν συμφωνοῦν πρός τίς Γραφές, νά τά ἐγκολπώνεσαι καί νά τά κατακρατεῖς στή διάνοια, τά δέ νόθα καί ἀλλότρια νά τά διακρίνεις καί ἀποδιώκεις, γιά νά μή πλανηθεῖς. Διότι, γνώριζε, ὅτι πολλοί πλάνοι καί ψευδοδιδάσκαλοι ἔχουν γίνει αὐτές τίς ἡμέρες»27. Μιά ἀκόμη παρόμοια διδασκαλία διέσωσε στό Βίο (τή βιογραφία) τοῦ Ἁγίου Συμεών ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Στηθᾶτος, μαθητής του· ὀλίγον πρό τοῦ θανάτου του ὁ Ἅγιος Συμεών παρότρυνε τούς μαθητές του νά ὑπακούουν ἐπακριβῶς στόν διάδοχο Ἡγούμενό τους, τόν Ἀρσένιο, ἀλλά μέ κάποια ἐνδεχόμενη ἐξαίρεση: «Νά μή δυσαρεστῆσθε μέ τά ὑπ’ αὐτοῦ λεγόμενα καί πραττόμενα, ἀλλ’ ἀκόμη κι ἄν εἶναι ἀντίθετα πρός τίς γνῶμες τῶν Πατέρων, νά ὑποκλίνετε σ’ αὐτόν τίς κεφαλές σας ἐπί τοῦ παρόντος. Ἔπειτα, ὅσοι τυχόν ἀπό σᾶς ὑπερτεροῦν τῶν λοιπῶν σέ χρόνια καί βίο καί λόγο, ἄς τοῦ γνωστοποιήσουν ἰδιαιτέρως τόν λόγο τοῦ κωλύματος πρός ἐφαρμογή των, ὅπως διετύπωσε στούς «Ὅρους» ὁ Μέγας Βασίλειος27α. Χάριν τοῦ
Κυρίου ὑπομείνατέ τον σέ ὧρες ἐρεθισμοῦ καί πικρίας, χωρίς ν’ ἀντιλέγετε ἤ ἀνθίστασθε σ’ αὐτόν· διότι ὁ ἀντιλέγων ἤ ἀνθιστάμενος σ’ αὐτόν ἀνθίσταται στήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει ὁ Παῦλος (Ρωμ. 13, 2). Πραγματικά, σέ θέματα πού δέν σημειώνεται παράβασις ἐντολῆς Θεοῦ ἤ ἀποστολικῶν Κανόνων καί διατάξεων, ὀφείλετε νά ὑπακούετε καθ΄ὅλα καί νά πείθεσθε σ’ αὐτόν ὡσάν στόν Κύριον. Σέ ὅσα δέ κινδυνεύουν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί οἱ νόμοι τῆς Ἐκκλησίας του, ὄχι μόνο σ’ αὐτόν δέν πρέπει νά πείθεσθε ὅταν παραινῇ καί σᾶς διατάσσῃ, ἀλλ΄οὔτε σέ ἄγγελο πού μόλις ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό καί εὐαγγελίζεται σέ σᾶς διαφορετικά ἀπ’ ὅτι εὐαγγελίσθηκαν οἱ αὐτόπτες τοῦ Λόγου»28.
10. Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ ὑπέρ τῆς προσεκτικῆς ὑπακοῆς
Ὁ ἐπιφανής αὐτός Ἅγιος και θεολόγος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τοῦ 19ου αἰ., στόν ὁποῖον ἤδη προαναφερθήκαμε, ἀφιερώνει ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο τοῦ πολυτίμου βιβλίου του «Προσφορά στόν Σύγχρονο Μοναχισμό», στό θέμα τῆς «Ὑπακοῆς σέ Γέροντα». Μεταξύ τῶν πολλῶν ἀναφορῶν σέ Πατέρες, τίς ὁποῖες παραθέτει γιά τό θέμα τῆς ἀδιακρίτου ὑπακοῆς σέ μή κεκαθαρμένους Πνευματικούς, κάνει σημαντικές διευκρινίσεις καί παρεμβάσεις: «Ἡ ὑπακοή κάνει τόν ὑποτακτικό ὅμοιο μέ ἐκεῖνον στόν ὁποῖον ὑπακούει. Ἡ Ἁγία Γραφή λέγει: “Καί ἐγκισσήσωσι τά πρόβατα εἰς τάς ράβδους”(Γέν. 30, 39). [...] Θά εἰποῦν: Ἡ πίστη τοῦ
ὑποτακτικοῦ μπορεῖ νά ἀναπληρώσει τήν ἀνεπάρκεια τοῦ γέροντα; Λάθος! Ἡ πίστη στήν ἀλήθεια σώζει. Ἡ πίστη στό ψεῦδος καί στήν διαβολική ἀπάτη βλάπτει! Αὐτό μᾶς τό λέει ὁ Ἀπόστολος. Λέγει γιά αὐτούς πού θεληματικά χάνονται. “Τήν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ
ἐδέξαντο εἰς τό σωθῆναι αὐτούς· καί διά τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεός (θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά ὑποστοῦν) ἐνέργειαν πλάνης εἰς τό πιστεῦσαι αὐτούς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μή πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ’ εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ”(Β΄ Θεσ. 2, 10-12) [...]
Βλέπομε στούς καιρούς μας μιά γενική κατάπτωση τῆς Χριστιανοσύνης [...] Καί εἶναι μεγάλη εὐλογία γιά μᾶς, καί μεγάλη εὐτυχία, ὅτι μᾶς ἐδόθη ἡ δυνατότητα νά τρεφόμαστε μέ τά ψιχία πού πέφτουν ἀπό τήν Πνευματική τράπεζα τῶν Πατέρων. Αὐτά τά ψιχία δέν ἀποτελοῦν αὐτά καθ’ ἑαυτά τήν πιό ἱκανοποιητική τροφή. Ἀλλά μποροῦν, ἄν καί ὄχι χωρίς τήν αἴσθηση στέρησης καί πείνας, νά μᾶς γλυτώσουν ἀπό τόν πνευματικό θάνατο»29.
Αὐτά τά «ψιχία» τῶν πατερικῶν διδαχῶν, σάν αὐτές πού παρατέθηκαν, ἄς κρατήσουμε καί ἐμεῖς καλά, γιά νά σωθοῦμε ἀπό τό θεολογικό χάος καί τόν σχετικισμό καί τή συγκατάβαση στήν αἵρεση, μέ ἀταλάντευτη ἀνυπακοή σέ φιλο-αιρετικές ψευδο- υπακοές.
Εἶναι φοβερός ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου περί τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου: «Ἀλλίμονο σέ ὅσους μολύνουν τήν ἁγία Πίστη μέ αἱρέσεις ἤ συγκαταβαίνουν στούς αἱρετικούς»30. Εἴτε αὐτοί εἶναι λαΐκοί, εἴτε, πολύ περισσότερο, κληρικοί.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πηδάλιον, ἐκδ. Βασ. Ρηγοπούλου,
Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 488.
2. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ὅροι κατ’ ἐπιτομήν 229, PG 31, 1236Α.
3. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πνευματικά Γυμνάσματα,
Ἐξέτασις Γ΄ 4, ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 19917, σελ. 320 (καί
ὑποσημ.). Τό παράθεμα τοῦ Μ. Βασιλείου εἶναι σέ μεταγλώττιση.
4. ΠΡΩΤΟΠΡ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ,
Πατερική Θεολογία, ἐπιμελείᾳ Μον. Δαμασκηνοῦ Ἁγιορείτου, ἐκδ.
Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 176ἑ.
5. Αὐτόθι, σελ. 170ἑ.
6. Αὐτόθι, σελ. 203.
7. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ, Προσφορά στόν σύγχρονο
μοναχισμό, τόμ. Γ΄, ἐκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα
1995, σελ. 203.
8. ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ, Κλῖμαξ, Λόγος Δ’, Περί ὑπακοῆς
58, ἐκδ. Ἱ.Μ. τοῦ Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς, 19946, σελ. 95.
9. ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Κατά Εὐνομίου Λόγος 12, PG 45, 912
(μεταγλώτ.)
10. ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ, Εἰς τόν Ποιμένα 97, ἐκδ. Ἱ.Μ. τοῦ
Παρακλήτου, ἐκδ. Ἱ.Μ. τοῦ Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς, 19946,
σελ. 402 (PG 88, 1201Α).
11. ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις Φωτιζομένων 15, 18
PG 33, 896Α.
12. Ἰεζ. 34, 8-10 (μεταγλώττιση).
13. Ἀποκ. 2, 12-23
14. Ἀποκ. 2, 6
15. ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ, Διάλεξις πρό Πύρρον, PG 91,
333C.D (μεταγλώττιση).
16. ΒΛ.ΙΩ. ΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τόμ. Α΄, Ἀθῆναι 19942,
σελ. 747.
17. ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ, Κλῖμαξ, Λόγος Ε’, Περί μετανοίας
29, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 133, PG 88, .
18. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ, ἔνθ’ ἀνωτ., τόμ. Α΄, ἐκδ.
Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1993, σελ. 136ἑ.
19. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Κακή ὑπακοή καί ἁγία ἀνυπακοή,
Φίλη Ὀρθοδοξία 11, ἐκδ. «Βρυέννιος», Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 21.23.
20. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πηδάλιον, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 341,
ὑποσημείωση (1).
21. Μέγας Ἑσπερινός 13ης Νοεμβρίου, α’ Κεκραγάριον.
22. ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ὁμιλία εἰς τήν πρός Ἑβραίους
34, 1. PG 63, 231.
23. Εἰσαγωγή εἰς τήν ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ, Κλῖμαξ, ἔνθ’
ἀνωτ., σελ. 5.
24. ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ, Λόγος ΚΕ,’ Περί ταπεινοφροσύνης 9, σελ. 268.
25. ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΛΑΓΓΗ, ΕΠ. ΟΙΝΟΗΣ, Ὁ Μέγας Συναξαριστής τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόμ. ΙΑ΄, Ἀθῆναι 19915, σελ. 547ἑ.
26. ΠΡΩΤΟΠΡ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 104ἑ.
27. ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Κεφάλαια Πρακτικά καί
Θεολογικά 32, ὑπό Π. Χρήστου ἐν Ε.Π.Ε. Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν
καί Ἀσκητικῶν 3, Πατερικαί Ἐκδόσεις Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
Θεσσαλονίκη, σελ. 242 (μεταγλώττιση).
27α. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ὅροι κατά πλάτος 27, PG 31, 988Α.Β.
28. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΗΤΑ ΣΤΗΘΑΤΟΥ, Βίος τοῦ Συμεών 66, ὑπό Π. Χρήστου
ἐν Ε.Π.Ε. Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καί Ἀσκητικῶν 19, Πατερικαί
Ἐκδόσεις Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη, σελ. 146.147.
29. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ, ἔνθ’ ἀνωτ., τόμ. Α΄, σελ.
141.143.146ἑ.
30. ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ, Λόγος εἰς τήν δευτέραν παρουσίαν
τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν ὉσίουἘφραίμ τοῦ Σύρου Ἔργα, τόμ.
Δ΄, ἐκδ. «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 26.
 Γενικῶς γιά τό θέμα τῆς ὑπακοῆς καί ἀνυπακοῆς σέ θέματα
Πίστεως, βλ. τό πολύ κατατοπιστικόν α΄μέρος τοῦ βιβλίου τοῦ
Καθηγητοῦ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Κακή ὑπακοή καί ἁγία
ἀνυπακοή, Φίλη Ὀρθοδοξία 11, ἐκδ. «Βρυέννιος», Θεσσαλονίκη 2006

Ο ΕΝ ΤΟΙΣ ΟΥΡΑΝΟΙΣ........ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ


πηγή



 Ο ΕΝ ΤΟΙΣ ΟΥΡΑΝΟΙΣ.

Όταν απευθυνόμαστε σε Σένα, σηκώνουμε πάντα τα μάτια μας στον ουρανό. Όταν θυμόμαστε τις αμαρτίες μας, κοιτάζουμε κάτω στη γη.  Εμείς βρισκόμαστε πάντα χαμηλά, στα βάθη, λόγω των αδυναμιών και των αμαρτιών μας. Εσύ κατοικείς πάντα στα ύψη, όπως αρμόζει στη μεγαλοσύνη Σου και στην αγιοσύνη Σου.

Εσύ βρίσκεσαι πάντα στον ουρανό όταν εμείς είμαστε ανάξιοι να σε υποδεχτούμε. Αλλά χαμηλώνεις και κατεβαίνεις πρόθυμα σε μας, στο επίγειο ενδιαίτημα μας, μόλις Σε ζητήσουμε και Σου ανοίξουμε την πόρτα της καρδιάς μας.
Κι όταν καταδέχεσαι να κατεβαίνεις σε μας, εξακολουθείς να κατοικείς στον ουρανό. Στον ουρανό ζεις, πάνω από τον ουρανό κινείσαι, μαζί με τούς ουρανούς σκύβεις στην κοιλάδα μας.


Ό ουρανός είναι μακριά, πολύ μακριά για κείνους πού ό νους κι ή καρδιά τους Σε έχουν αποστραφεί ή πού γελούν όταν ακούν το όνομα Σου. Αλλά είναι κοντά, πολύ κοντά σε κείνον πού έχει πάντα ανοιχτή την πόρτα της ψυχής του και περιμένει τον ερχομό Σου, Εσένα, τον αγαπημένο μας επισκέπτη.

Αν τολμήσει ακόμα κι ό δικαιότερος άνθρωπος να συγκριθεί μαζί Σου, θα υπερέχεις όσο το στερέωμα του ουρανού υπερέχει από κάποια γήινη κοιλάδα, όσο υπερέχει ή αιώνια ζωή από το βασίλειο του θανάτου.

Είμαστε φτιαγμένοι από φθαρτά υλικά. Πώς θα μπορούσαμε να σταθούμε στο ίδιο ύψος με Σένα, Αθάνατε και Ισχυρέ;
Πατέρα μας, πού βρίσκεσαι πάντα ψηλά, αλλά χαμηλώνεις, έρχεσαι κοντά μας και μας υψώνεις σε Σένα. Τί άλλο είμαστε παρά γλώσσες φτιαγμένες από πηλό για χάρη της δόξας Σου; Ό πηλός θα σιγούσε για πάντα, δε θα μπορούσε να υμνήσει το όνομα Σου χωρίς εμάς, Κύριε. Πώς θα μπορούσε να Σε γνωρίζει χωρίς εμάς; Πώς θα μπορούσες να κάνεις θαύματα με τον άψυχο πηλό χωρίς εμάς;
Ω, Πατέρα μας!


ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ..... ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ . ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ.

ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ..... ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ


πηγή




    
Όταν τα σύννεφα βροντούν και οι ωκεανοί μουγγρίζουν, είναι σα να σου φωνάζουν: «Κύριε μας!»
Όταν οι μετεωρίτες πέφτουν και φωτιές ξεπηδούν από τη γη, είναι σα να κραυγάζουν: «Δημιουργέ μας!» Όταν τα άνθη μπουμπουκιάζουν την άνοιξη και τα χελιδόνια κουβαλούν με το στόμα τους ξερά χόρτα για να φτιάξουν φωλιές για τα μικρά τους, είναι σα να σού τραγουδούν: «Δέσποτα μας!»

Κι όταν εγώ σηκώνω τα μάτια μου προς το θρόνο Σου, σού ψιθυρίζω: «Πάτερ ημών!»
Υπήρχε κάποια εποχή, μια μακρά και φοβερή εποχή, πού κι ό άνθρωπος όταν απευθυνόταν σε Σένα, σε φώναζε Κύριο, Δημιουργό, Δεσπότη! Μάλιστα! Τότε πού ό άνθρωπος ένιωθε πώς είναι απλά ένα αντικείμενο ανάμεσα στα άλλα. Τώρα     όμως, με τη χάρη του Μονογενούς Σου Υιού μάθαμε το πραγματικό Σου όνομα. Γι' αυτό κι εγώ τολμώ, μαζί με το Χριστό, να Σε ονομάσω «Πατέρα».

Αν Σε ομολογήσω «Κύριο», υποκλίνομαι μπροστά Σου έντρομος, σαν ένας από μια αμέτρητη στρατιά σκλάβων.

Αν Σε καλέσω «Δημιουργό», χωρίζομαι από Σένα, όπως ή νύχτα χωρίζεται από τη μέρα και το φύλλο από το δέντρο.

Αν Σε κοιτάξω και Σε ονομάσω «Δέσποτα», θα είμαι σαν μια πέτρα ανάμεσα σε πέτρες, σαν μια καμήλα ανάμεσα σε καμήλες.

Αν όμως ανοίξω το στόμα μου και ψιθυρίσω «Πατέρα», ή αγάπη παίρνει το μέρος του φόβου, ή γη μοιάζει ν' ανεβαίνει και να εγγίζει τον ουρανό. Κι εγώ περπατώ μαζί Σου, 

Σε νιώθω σαν σύντροφο στις ομορφιές αυτού του κόσμου και μοιράζομαι τη δόξα Σου, τη δύναμη Σου.

Πάτερ ημών! Είσαι ό Πατέρας όλων μας. Αν σε καλούσα Πατέρα μου, θα μείωνα και Σένα και μένα.

Πάτερ ημών! Δε νοιάζεσαι μόνο για μένα, ένα άτομο, μα για όλο τον κόσμο. Σκοπός Σου είναι ή βασιλεία Σου, όχι ένας μεμονωμένος άνθρωπος. Ό εγωισμός μου σε καλεί 

Πατέρα μου. Ή αγάπη μου Σου φωνάζει: Πατέρα μας!
Στο όνομα όλων των ανθρώπων, των αδελφών μου, προσεύχομαι και λέω: «Πάτερ ημών»!

Στο όνομα όλων των όντων πού με περιβάλλουν και με τα όποια με έχεις πλάσει, προσεύχομαι: «Πάτερ ημών!»

Προσεύχομαι σε Σένα, Πατέρα του σύμπαντος, προσεύχομαι για ένα πράγμα μόνο: "Ας ανατείλει σύντομα ή μεγάλη μέρα πού όλοι οι άνθρωποι, οι ζωντανοί κι οι νεκροί, αρμονικά, μαζί με τούς αγγέλους και τ' αστέρια, τα θηρία κι όλα τα πλάσματα, θα Σε καλέσουν με το πραγματικό Σου όνομα: «Πάτερ ημών!», «πατέρα μας!»


ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ..... ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ . ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ.

Ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης +Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος





Μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρες τοῦ αἵματος, ἀπὸ τὸν πρῶτο καιρό, ἡ Ἐκκλησία τίμησε καὶ τοὺς μάρτυρες τῆς συνειδήσεως. Μάρτυρες τῆς συνειδήσεως ὀνομάζονται οἱ ὅσιοι μοναχοὶ καὶ οἱ ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου. Ὑπάρχει μία διαφορὰ μεταξὺ τῶν μοναχῶν καὶ τῶν ἀσκητῶν. Μοναχοὶ εἶν’ ἐκεῖνοι ποὺ ζοῦν μαζὶ στὰ μεγάλα κοινοβιακὰ μοναστήρια καὶ ἀσκητὲς ἤ ἀναχωρητὲς εἶν’ ἐκεῖνοι ποὺ ζοῦν ξεμοναχιασμένοι σ’ ἐρημικὲς κι ἀπρόσιτες σπηλιές. Καὶ οἱ μοναχοὶ καὶ οἱ ἀσκητὲς εἶν’ ἐκεῖνοι, ποὺ ἀφῆκαν τὰ ἐγκόσμια κι ἀφιέρωσαν τὸν ἑαυτό τους γιὰ κάτι καλύτερο καὶ τελειότερο. Καὶ εἶν’ ἐκεῖνοι, γιὰ τοὺς ὁποίους γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι «ὑπέρτεροι τῶν ἀνθρωπίνων μέτρων ἐδείχθησαν», ξεπέρασαν τὰ συνηθισμένα ἀνθρώπινα μέτρα. Τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Θεοδόσιος ὁ κοινοβιάρχης, τοῦ ὁποίου ἡ Ἐκκλησία σήμερα ἑορτάζει τὴ μνήμη.

Ὁ ἅγιος Θεοδόσιος γεννήθηκε τὸ 423 σὲ μία μικρὴ πόλη τῆς Καππαδοκίας ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, ποὺ μὲ τὶς συμβουλὲς καὶ τὸ παράδειγμά τους δίδαξαν τὸ παιδὶ τους τὴ χριστιανικὴ ἀρετή. Ἀπὸ μικρὸς ἔδειξε ἰδιαίτερη κλίση στὰ ἐκκλησιαστικά, ὥστε καὶ χειροθετήθηκε ἀναγνώστης. Ὅταν ἔφτασε σὲ κάποια ἡλικία, ἄφησε τὴν πατρίδα, τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς φίλους του κι ἔφυγε γιὰ νὰ ἐπισκεφθῆ τοὺς ἁγίους τόπους. Πηγαίνοντας γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα, ἐπισκέφθηκε τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸ στυλίτη. Ἐκεῖνος, ὅταν τὸν εἶδε, σὰν καὶ νὰ τὸν ἤξερε, τοῦ φώναξε· «Καλῶς ὥρισες, δοῦλε τοῦ Θεοῦ Θεοδόσιε»! Ὁ ἅγιος Θεοδόσιος πῆρε τὴν εὐλογία τοῦ μεγάλου ἀσκητῆ καὶ συνέχισε τὸ δρόμο του γιὰ τοὺς ἁγίους τόπους. Στὰ Ἱεροσόλυμα βρῆκε κάποιο συμπατριώτη του ἀσκητὴ κι ἔμεινε κοντά του γιὰ λίγον καιρό.

Ὁ ἅγιος Θεοδόσιος ἔδειξε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τόση ἀσκητικότητα καὶ ἀρετή, ὥστε σὲ λίγο καιρὸ ἔγινε γνωστὸς κι ἄρχισαν νὰ μαζεύωνται κοντὰ του πολλοί, ποὺ σὰν κι αὐτὸν εἶχαν πάρει τὸ δρόμο τοῦ ἀσκητισμοῦ. Ἡ σπηλιὰ ἐπάνω στὸ βουνό, ὅπου ζοῦσε κρυμμένος ὁ Ἅγιος, ἔγινε σιγὰ - σιγὰ μοναστήρι, ὅπου συγκεντρώθηκαν πολλοὶ καὶ σχημάτισαν μία ἀδελφότητα. Ὁ ἅγιος Θεοδόσιος τοὺς δίδασκε καὶ τοὺς κατάρτιζε ὄχι μόνο στὴν προσευχὴ καὶ στὴν ἐργασία, ἀλλὰ καὶ στὴ μνεία τοῦ θανάτου· ἡ μνεία τοῦ θανάτου εἶναι τὸ πρῶτο γιὰ τὸν μοναχό. Τὸ νὰ θυμᾶται, ὄχι μόνο κάθε μοναχός, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπος ὅτι εἶναι θνητὸς καὶ ὅτι κάποια ἡμέρα θὰ πεθάνη, εἶν’ ἐκεῖνο ποὺ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν...».

Ὁ κοινοβιακὸς μοναχισμὸς εἶναι τὸ πρότυπο τοῦ κοινωνικοῦ βίου, σὰν στὰ πρῶτα χρόνια τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως διαβάζομε στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ’ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά...». Αὐτὴ ἡ μαρτυρία στὸ βιβλίο τῶν Πράξεων εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ ἐπίμαχα θέματα τοῦ καιροῦ μας, ἀλλὰ καὶ τὸ πρότυπο καὶ ἡ βάση τοῦ κοινοβιακοῦ ἀσκητισμοῦ. Πολὺ σωστὰ εἶπαν ὅτι «ὁ κοινοτικὸς - κοινοβιακὸς τρόπος ζωῆς θὰ εἶναι σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες ὁ γνήσιος τρόπος ζωῆς χριστιανικῆς ὑπάρξεως μέσα στὸν κόσμο. Καὶ ὁ τρόπος αὐτὸς σώζεται μέχρι σήμερα μέσα στὸ μοναστικὸ κοινόβιο, ποὺ θὰ παραμείνη τὸ πρότυπο τῆς χριστιανικῆς κοινωνίας». Ὄχι γιὰ νὰ γίνουν ὅλοι μοναχοί, ἀλλὰ γιὰ νὰ παραδειγματίζωνται ἀπὸ τὸν βίο τῶν μοναχῶν.

Ὁ ἅγιος Θεοδόσιος, ὅταν εἶδε ὅτι ἀπὸ παντοῦ ἔφταναν μοναχοί, ἔκτισε κοντὰ στὴ Βηθλεὲμ ἕνα μεγάλο μοναστηριακὸ συγκρότημα μὲ ἐργαστήρια γιὰ νὰ ἐργάζωνται οἱ μοναχοί, μὲ νοσοκομεῖο καὶ γηροκομεῖο καὶ μὲ τρεῖς μεγάλες ἐκκλησίες. Οἱ μοναχοί, ποὺ ἔφτασαν ἕως 700 δὲν ἦσαν μόνο Ἕλληνες, ἀλλὰ Ἄραβες καὶ Ἀρμένιοι καὶ Πέρσες καὶ Σλάβοι, ὅταν ἀρρώσταιναν εὕρισκαν περίθαλψη στὸ νοσοκομεῖο καὶ στὰ γεράματά τους στὸ γηροκομεῖο. Διάβαζαν χωριστὰ καὶ στὴ γλώσσα τους ὅλες τὶς ἄλλες ἀκολουθίες, κι ὅλοι μαζὶ στὴ μεγαλύτερη Ἐκκλησία τελοῦσαν τὴ θεία Λειτουργία. Εἶναι νὰ θαυμάζουμε μία τέτοια ὀργάνωση καὶ τέλεια εἰκόνα κοινωνικοῦ βίου, μὰ καὶ νὰ λυπούμαστε, ποὺ τόσος πόλεμος γίνεται γιὰ τὰ κοινωνικὰ ζητήματα, καὶ ἀγνοοῦνται τέτοια παραδείγματα καὶ πρότυπα ἀπὸ τὴν παράδοση καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Τὸ μεγάλο κοινόβιο τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου, τέλεια ὠργανωμένο, ἦταν ἕνας ἀληθινὸς ἐπίγειος παράδεισος. Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, θαυμάζοντας τὴ μοναστικὴ αὐτὴ πολιτεία, διώρισε τὸν ἅγιο Θεοδόσιο γενικὸ προϊστάμενο καὶ ἐπόπτη ὅλων τῶν κοινοβίων τῆς Παλαιστίνης, γι’ αὐτὸ καὶ λέγεται κοινοβιάρχης. Ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῶν αἱρέσεων ἐργάσθηκε ὁ ἅγιος Θεοδόσιος, γι’ αὐτὸ καὶ ἔπεσε στὴ δυσμένεια τοῦ αἱρετικοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν ἐξώρισε. Μετὰ τὴν ἐξορία του, ὁ κοινοβιάρχης ξαναγύρισε στὸ κοινόβιό του κι ἔζησε ἀκόμα 11 χρόνια μέχρι τὸ 529, ποὺ κοιμήθηκε σὲ ἡλικία 105 ἐτῶν. Ὁ ἅγιος Θεοδόσιος ὥς τὰ βαθειὰ γεράματά του ἦταν ἕνας ὡραῖος μὲ ἐπιβλητικὸ παράστημα ἄνθρωπος, ὥστε νὰ ἔχουν καὶ σ’ αὐτὸν ἐφαρμογὴ τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου· «τῶν γὰρ ἁγίων οὐχὶ τὰ ρήματα μόνον, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ τὰ πρόσωπα πνευματικῆς γέμει χάριτος». Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...