Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 02, 2013

Το μήνυμα της αγάπης του Ιωάννη Καραβιδόπουλου,


«Εκείνο τον καιρό κάποιος νομοδιδάσκαλος πλησίασε τον Ιησού και, για να τον φέρει σε δύσκολη θέση, του έκανε το εξής ερώτημα: ‘Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή στο νόμο;’  Αυτός του απάντησε: «Ν' αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου μ' όλη την καρδιά σου, μ' όλη την ψυχή σου και μ' όλο το νου σου.Αυτή είναι η πρώτη και πιο μεγάλη εντολή. Δεύτερη, εξίσου σπουδαία με αυτήν: ν' αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. Σ' αυτές τις δύο εντολές συνοψίζονται όλος ο νόμος και οι προφήτες’.
Εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι οι Φαρισαίοι, τους ρώτησε ο Ιησούς: ‘Τι νομίζετε για το Μεσσία; Ποιανού απόγονος είναι;’ ‘Του Δαβίδ’, του απαντούν. Τους λέει: ‘Πώς τότε ο Δαβίδ, οδηγημένος από το Πνεύμα, τον ονομάζει “Κύριο”; Λέει:
Ο Κύριος είπε στον Κύριό μου:
κάθισε στα δεξιά μου
ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου
κάτω απ' τα πόδια σου.
Αν, λοιπόν, ο Δαβίδ τον ονομάζει “Κύριο”, πώς είναι απόγονός του;’ Κανένας δεν μπορούσε να του απαντήσει, ούτε τολμούσε πια κανείς από κείνη τη μέρα να του θέσει ερωτήματα». (Ματθ. 22, 35-46).
Μια σύνοψη όλης της Π. Διαθήκης δίδει ο Χριστός αναφέροντας με τρόπο αποστομωτικό προς το νομοδιδά­σκαλο συνομιλητή του τις δυό βασικές εντολές που ο Θεός απηύθυνε προς το λαό του: «Ν' αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου μ' όλη την καρδιά σου, μ' όλη την ψυχή σου και μ' όλο το νου σου». Και « ν' αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». Σ' αυτές τις δύο εντολές, προσθέτει, συνοψίζονται όλος ο νόμος και οι προφήτες ».
Η αγάπη με τη διπλή της κατεύθυνση, προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο, συνιστά την ουσία όχι μόνο της παλιάς αποκαλύψεως του Θεού προς το λαό του αλλά και της νέας αποκαλύψεως που θεμελιώνεται στη σταυρωμένη αγάπη του Υιού του. Της αγάπης αυτής θα δούμε μερικά χαρακτηριστικά, έτσι όπως βγαίνουν από τους λίγους στίχους της περικοπής μας (στίχ. 35-41 - οι στίχ. 42-46 αναφέρονται σε άλλη συζήτηση του Χριστού με τους Φαρισαί­ους, που δεν θα σχολιάσουμε εδώ).
1.  Ή αγάπη τότε μόνο είναι γνήσια και ειλικρινής, όταν είναι ολοκληρωτική, όταν δηλ. προέρχεται από όλη την καρδιά, από όλη την ψυχή και από όλη τη διάνοια του ανθρώπου (βλ. την εντολή στο Δευτ. 6, 5). Ό διασπασμένος άνθρωπος, ο «δίψυχος», σε κανένα δεν αρέσει, κι ακόμη λιγότερο στον Θεό, ο οποίος ζητεί ολοκληρωτικό δόσιμο. Οι άνθρωποι από αδυναμία ή υπολογισμό αρέσκονται στους συμβιβασμούς· θέλουν τον Θεό και τις εντολές του, αλλ’ όχι πάντα και όχι σε βάρος άλλων υλικών επιδιώξεων. Ή, ενδιαφέρονται για τη ζωή και τις διάφο­ρες εκφάνσεις της, αλλά γιά λόγους ηρεμίας της συνειδήσεως ασχολούνται και με τη θρησκεία. Ακριβώς η εντο­λή για την οποία μιλάμε στρέφεται εναντίον των συμβιβα­σμών, των υπολογισμών, των ωφελιμιστικών διευθετή­σεων και ζητεί την ολοκληρωτική αγάπη του ανθρώπου προς τον Θεό, αυτή που βγαίνει από όλη την ύπαρξή του, τη σκέψη του και την καρδιά του. Αλλιώς αποτελεΐ εμπαιγμό του Θεού και του εαυτού μας.
2.  Ένα δεύτερο στοιχείο που ολοφάνερα υπογραμμί­ζεται στην περικοπή είναι η οριζόντια κατεύθυνση της αγάπης. Το «ν' αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» βρίσκεται στην ϊδια γραμμή σπουδαιότητας με το «Ν' αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου...». Δεν νοείται, στον Χρι­στιανισμό, αγάπη προς τον Θεό όταν λείπει η αγάπη προς τον άνθρωπο, όταν στρέφει κανείς τα νώτα του στον πονεμένο συνάνθρωπο, όταν κλείνει τα αυτιά του στη δυστυχία του αδελφού. Ψεύτης και υποκριτής χαρακτηρίζεται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη όποιος λέει ότι αγαπάει τον Θεό αλλά μισεί τον αδελφό του (βλ. Α' Ίωάν. 4, 20).
3.  Κι ένα ακόμη χαρακτηριστικό ας προσθέσουμε. Το «όπως τον εαυτό σου» της εντολής δεν άφήνει περιθώρια για επιφανειακή και ψεύτικη αγάπη. Όποιος αγαπά πραγματι­κά τον άδελφό, τον αγαπά όπως τον εαυτό του.
Όλοκληρωτική, πλήρης και ειλικρινής αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο: σ’ αυτό συνοψίζεται η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Αυτό το μήνυμα έρχεται όχι μόνο από τα λόγια του Χριστού αλλά κυρίως από το σταυρό του, επάνω στον οποίο ο Χριστός «υπέρ πάντων απέθανεν» (Β΄Κορ. 5,14)..

Γέροντας Κλεόπας για την Μαγεία


ΜΑΓΕΙΑ

Ποιες είναι οι συνέπειες της μαγείας;
– Όσοι ασχολούνται με τα μάγια ή τρέχουν στις μαγείες, διαπράττουν μεγάλη αμαρτία ενώπιον του Θεού και εναντίον του Αγίου Πνεύματος, διότι αφήνουν το Θεό και ζητούν βοήθεια από το διάβολο. Αρνούνται τις προσευχές της Εκκλησίας και μπαίνουν στα σπίτια των μάγων.
Εγκαταλείπουν τους λειτουργούς του Χριστού και πηγαίνουν στους υπηρέτες του σατανά. Δηλαδή, αφήνουν το ζων ύδωρ, τον ιερέα και τη σωτήρια χάρη της Εκκλησίας και για τα εμπαθή και ανθρώπινα ενδιαφέροντά τους ζητούν τη συμπαράσταση των μάγων, που είναι εχθροί του Χριστού. Αρνούνται την αλήθεια και δέχονται το ψεύδος, διότι όλα τα μαγικά λόγια και επικλήσεις είναι ψεύδη και δαιμονικές απάτες.
Μια τέτοια μεγάλη αμαρτία δε συγχωρείται στους ενόχους ούτε στον παρόντα αιώνα ούτε στο μέλλοντα, όπως λέγει ο Χριστός, εάν δεν μετανοήσουν σ’ όλη τους τη ζωή. Εναντίον αυτών των μάγων ξεσπούν κάθε είδους κακίες και κίνδυνοι. Πρώτα πρώτα τους ελέγχει η συνείδηση, διότι άφησαν το Θεό και ακολούθησαν το διάβολο. Κατόπιν κανονίζονται να απέχουν από τη Θεία Κοινωνία πολλά έτη, από 7 έως 15, και ακόμη μέχρι 20. Εκτός εάν τους οικονομήσει διαφορετικά ο πνευματικός, ανάλογα με την ειλικρίνεια της μετάνοιάς τους. Αυτοί που τρέχουν στους μάγους, αποβάλλουν από την ψυχή τους τη χάρη του Χριστού και βάζουν στο σπίτι της καρδιάς τους το πνεύμα του σατανά. Αρνούνται το Χριστό και ενώνονται με το διάβολο. Όλοι αυτοί δεν πρέπει να ονομάζονται χριστιανοί, αλλά αποστάτες. Τιμωρούνται από το Θεό με ασθένειες, και μάλιστα ανίατες, με οικογενειακά προβλήματα, με ζημιές και διενέξεις, με πτωχεία και φοβερό θάνατο. Και εάν δεν εξομολογηθούν με δάκρυα, δε θα σωθούν. Ενώ από την Εκκλησία αποβάλλονται τελείως, δηλαδή χωρίζονται από το Χριστό και παραδίνονται με τη θέλησή τους στα χέρια του νοητού εχθρού. Εάν πεθάνουν στην αμαρτία τους αυτή, δεν κηδεύονται από ορθόδοξο ιερέα, αλλά όπως οι ειδωλολάτρες και οι αρνητές της πίστεως, οδηγούνται στην αιώνια τιμωρία τους, στα βάσανα της κολάσεως. Αυτές λοιπόν είναι ο φοβερές συνέπειες της μαγείας.
(Γέρων Κλεόπας)

Έλεγε ο π. Κλεόπας: «Να μη κάνεις κανένα έργο, χωρίς να το σφραγίζεις με τον Τίμιο Σταυρό! Όταν αναχωρείς για ταξίδι, όταν αρχίζεις το έργο σου, όταν πηγαίνεις να διδάξεις στο σχολείο σου, όταν είσαι μόνος σου ή και με άλλους μαζί, σφράγισε με τον παντοδύναμο Σταυρό το μέτωπό σου, το σώμα σου, την καρδιά σου, τα χείλη σου, τα μάτια σου, τα αυτιά σου  και όλα τα μέλη σου να τα σφραγίζεις με το σημείο της νίκης του Χριστού επί του Άδου. Και τότε μη φοβάσαι από τα μαγικά ή τα ξόρκια και τους μάγους. Διότι όλα αυτά λύνονται από τη δύναμη του Σταυρού, όπως το κερί λιώνει μπροστά στη φλόγα της φωτιάς και όπως φεύγει η σκόνη στον άνεμο!»
Γεροντικό Ρουμάνων Πατέρων
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΣΤΗΝ ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΚΤΡΩΣΕΩΝ!!!




ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΣΤΗΝ ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΚΤΡΩΣΕΩΝ!!! 




 ΕΙΔΑΤΕ - ΑΚΟΥΣΑΤΕ - ΔΙΑΒΑΣΑΤΕ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ ΓΙΑ ΕΙΚΟΝΕΣ ΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ; Εμείς πάντως όχι! 
Εννοείται ούτε στην Ελλάδα (δεν αφήνει η "προοδευτική" χούντα), αλλά ούτε και στα διεθνή "μέσα ενημέρωσης"! 
Η μεγαλειώδης αυτή πορεία ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ, θάφτηκε κυριολεκτικά!!! 


 Εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικάνοι συγκεντρώθηκαν την Παρασκευή, 25 Ιανουαρίου στην Ουάσιγκτον για την 40ή εκδήλωση “March for Life” (‘Πορεία για την Ζωή’) για να διαδηλώσουν κατά των αμβλώσεων. 
Η φετινή εκδήλωση συνέπεσε με την επέτειο της διαβόητης απόφασης ‘Roe κατά Wade’ του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, που νομιμοποίησε τις αμβλώσεις πριν από 40 χρόνια. 
Παρά τις συνθήκες παγετού και το πυκνό χιόνι, υπήρχε ένα τεράστιο πλήθος απλωμένο παντού, στο οποίο υπήρχαν κυρίως νέοι άνθρωποι γεμάτοι ενθουσιασμό για την υπεράσπιση του αγέννητου και το μέλλον της οικογένειας. Μια πραγματική θάλασσα από σημαίες και πανώ από διάφορες ομάδες από όλη την Αμερική σκέπασε το National Mall από το απόγευμα της Παρασκευής. 



 Δεν θα δείτε ΠΟΤΕ νέες κοπέλες όπως αυτές στα "Μ.Μ.Ε": 
Μόνο πορνίδια, "άθεες" και λοιπά σιχάματα που εξυπηρετούν τα σχέδια της υλιστικής Νέας Τάξης Πραγμάτων! 
Πράγματι, προοδευτικούληδες και "οικΩλόγοι"! Αν αντί για ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ έκοβαν δέντρα, δεν θα ωρυώσασταν;;; 




 Όπως πάντα, παρούσα η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ στους αγώνες εναντίον των δολοφονικών εκτρώσεων! 
Άντε, εκεί στα "Μ.Μ.Ε", δείξτε μας τώρα τα "αδερφάτα" να τσιρίζουν για τα...δικαιώματά τους ή τις πόρνες που επιτίθενται στον Πούτιν και τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο! 
Ξέρετε εσείς τη δουλειά σας...!
πηγή

Τα μάτια συνηθίζουν γρήγορα στο σκοτάδι…ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ…ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΞΟΥΣΙΑ




γράφει ο θεολόγος Κώστας Ζουρδός



Τι περίεργο ενώ είσαι ταγμένος στην ασκητικότητα να σε συνοδεύει η πολυτέλεια 
και να ανέχεσαι να σε ραίνουν με ροδοπέταλα...
Τι περίεργο να υπηρετείς τον Χριστό της αγάπης και να μην γνωρίζεις το κόψε και
 μοίρασε στα δύο...
Τι περίεργο να μετατρέπεις τη διακονία σε υπαλληλική σχέση, την ελευθερία
 σε δουλικότητα,την αγάπη σε ανάγκη...
Πώς γίνεται,ενώ είσαι από πνευματικά υλικά να μην καταλαβαίνεις πως απλά
 οι άλλοι σε ανέχονται από φόβο...
Πώς γίνεται να προσεύχεσαι βλέποντας παντού εχθρούς; 
Οι σκιές να σε τρομάζουν, ακόμα και όταν προέρχονται από το επιβλητικό σου ανάστημα;
Γιατί να ανέχεσαι τους κόλακες, τους επαινετές και τους καταπιεσμένους που
 σε περιτριγυρίζουν και φοβούνται να μιλήσουν όχι μόνο μπροστά σου αλλά και 
στο πορτραίτο σου;
Πώς γίνεται να αγαπάς τους ανθρώπους ενώ τους ξεχωρίζεις;
Γιατί τα λόγια σου δε φανερώνουν ποτέ τον πατέρα; Είναι κρυμμένος μέσα
 σου ή δεν υπάρχει;
Πόση εξουσία αντέχει το ψέμα;
Πόσο αντέχεις να πεθαίνουν οι συνάνθρωποι σου, στις πλατείες, 
στα πεζοδρόμια, στα σοκάκια κι εσύ να χαριεντίζεσαι με τις εξουσίες 
γιατί φοβάσαι για τη δικιά σου;
Μη βλέπεις παντού αντιπάλους. Αν και στα αλήθεια υπάρχει ένας. Μέσα σου.
Μην πικραίνεσαι με όσους σου κάνουν κριτική. Δε θέλουν να σου
 πάρουν την εξουσία. Στην πραγματικότητα αγωνίζονται για να μη τη χάσεις.
Νιώσε τη χαρά του διαλόγου, των διαφωνιών, της αντίθετης γνώμης... 
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά για έναν πατέρα από την ελευθερία της
 γνώμης των παιδιών του. Σημάδι ωριμότητας και για τους δύο .
Σπάσε τα φιμέ τζάμια του αυτοκινήτου, άνοιξε την κουρτίνα από το
 γραφείο, βγες για έναν περίπατο στον πιο πολυσύχναστο δρόμο.
 Εκεί θα συναντήσεις το αληθινό πρόσωπο του Θεού στους άλλους. 
Στο πρόσωπο του μεροκαματιάρη, της πόρνης, του ναρκομανή,του
 αργοπορημένου διαβάτη, του ανήσυχου νέου.
 Όσο μεγάλο και χρυσό να είναι το κλουβί, δεν παύει να είναι κλουβί.
Μη σε νοιάζει τι λένε οι άλλοι για σένα. 
Κάποια θα είναι αλήθεια και κάποια όχι. 
Το σίγουρο είναι πως όποιοι είναι κοντά σου δε λένε ποτέ την αλήθεια για σένα.
 Όχι γιατί δεν την ξέρουν. Αλλά γιατί φοβούνται να σου την πουν.
Μη στέκεσαι στους τύπους, στα αξιώματα, στους τίτλους. 
Οι απλοί άνθρωποι μόνο την αγάπη αναγνωρίζουν. Τ
α άλλα τα δίνει ο Θεός γιατί έχει πολύ χιούμορ.
Κανείς δεν πήγε στον παράδεισο κουβαλώντας το μεγάλο του τίτλο. 
Πήγε όμως κουβαλώντας τον συνάνθρωπό του.
Κουβάλα και μοίραζε όσοι σοφία θέλεις.
 Αν δεν κουβαλάς τον σταυρό του άλλου μάταιος κόπος.
Δεν πρέπει να υπερηφανεύεσαι για τα έργα που επιτρέπει ο Θεός, 
να βάζεις το όνομά σου. 
Κι αυτά κι εσύ θα σβήσουν κάποια μέρα.
 Και όταν έρθει εκείνη η μέρα, μόνο το πόσο αγάπησες
 θα σε ρωτήσουν.
Αγάπα τον εχθρό σου. 
Αν είμαι εγώ, αν είναι αυτός, αν είναι ο άλλος.
 Δεν έχει νόημα η ζωή, αν είμαι εχθρός σου και δεν είμαστε μαζί στον παράδεισο.
Συγχώρησέ μου τον ενικό. Έτσι μιλούν τα παιδιά στον πατέρα τους.
 Σε μια σχέση που δε θέλεις να κρατήσεις. Το καταλαβαίνω. 
Τα μάτια συνηθίζουν γρήγορα στο σκοτάδι.
ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ…ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΞΟΥΣΙΑ 

ΚΩΣΤΑΣ ΖΟΥΡΔΟΣ
πηγή

Εὐαγγέλιον ΙΕ΄ Ματθαίου Ματθαίου κβ΄ 35-46 «Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον» Αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Νικολάου


Μελετώντας κανείς προσεκτικά τά Ἱερά Εὐαγγέλια καί ἰδιαίτερα
ἐκεῖνα τά κεφάλαια πού ἀναφέρονται στήν δημόσια δράση τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ, θά διαπιστώσει ὅτι τόν Κύριό μας τό ἀκολουθοῦσαν
συγκεκριμένες ὁμάδες ἀνθρώπων. Μία ἀπ’ αὐτές ἦταν καί ἡ ὁμάδα ἐκείνη ἡ
ὁποία ἀποτελοῦνταν ἀπό ἀνθρώπους πού ἀνήκαν σέ ὑψηλό κοινωνικό καί
θρησκευτικό ἐπίπεδο. Ἦταν  οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δέν
ἀκολουθοῦσαν τόν Ἰησοῦ ἀπό ἱερό ζῆλο ἤ ἀπό ἐπιθυμία νά μάθουν καί νά
σωθοῦν ἀπό Αὐτόν ἀλλά ἀντιθέτως πίστευαν στόν ἑαυτό τους καί τήν
μόρφωσή τους καί ἤθελαν νά παγιδεύσουν τόν Κύριο καί νά τόν
ταπεινώσουν ἀπέναντι στίς Γραφές καί τόν νόμο.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἦταν καί ὁ νομικός τῆς Εὐαγγελικῆς
περικοπῆς, ὁ ὁποῖος γνώριζε καλά τίς Γραφές καί τίς μελετοῦσε μή
μπορώντας ὅμως νά διακρίνει τήν στείρα τήρηση τοῦ νόμου ἀπό τόν ἐρχομό
καί τήν ὕπαρξη τοῦ Μεσσία ὁ ὁποῖος θά ἔσωζε τό ἀνθρώπινο γένος.
Ὁ Κύριος μας  ὅμως συνδιαλέγεται μαζί τους καί τούς δίνει
ἀποστομοτικές ἀπαντήσεις πού τούς κάνουν ἀκόμα πιό ἐχθρικούς ἀπεναντί
του.
Στήν ἐρώτηση τοῦ νομικοῦ πρός τόν Ἰησοῦ γιά τό ποιά εἶναι ἡ
μεγαλύτερη ἐντολή ὁ Κύριος ἀπαντᾶ λέγοντας ὅτι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεόν
καί τόν πλησίον εἶναι οἱ σπουδαιότερες ἐντολές.
Βεβαίως ὁ Κύριος γνωρίζει ὅτι γιά τήν ὁμάδα τῶν Φαρισαίων καί τῶν
Σαδδουκαίων ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό σήμαινε τήν εὐσέβεια πρός τόν Θεόν
καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν του. Ἄς δοῦμε ὅμως τήν σημασία της γιά ὅλους
ἐμᾶς πού θέλουμε νά λεγόμαστε μαθητές τοῦ Κυρίου.
Εἶναι γνωστή ἡ ἐντολή πού ἀναφέρεται σ’ αὐτήν τήν ὑποχρέωση τῶν
πιστῶν. Τήν ἐπανέλαβε ὁ Κύριός μας στούς μαθητές του. Τήν γνώριζε κι ὁ
ἐρωτῶν νομικός. Τήν ξέρουμε κι ἐμεῖς: «Νά ἀγαπήσεις Κύρον τόν Θεόν σου
μέ ὅλην τήν καρδίαν σου καί μέ ὅλη τήν ψυχή σου καί μέ ὅλη τήν δύναμη
σου καί μέ ὅλη τήν διάνοιά σου». Αὐτή λοιπόν εἶναι ἡ πρωταρχική καί
οὐσιαστική ὑποχρέωσή μας: Νά ἀγαπᾶμε τόν Θεόν μας. Τίθεται ὅμως τό
ἐρώτημα : Μέ ποιό τρόπο δείχνουμε τήν ἀγάπη μας πρός τόν Θεό;  Τήν
ἀπάντηση θά τήν λάβουμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή.
Λέγει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Ἀγάπη πρός τόν Θεόν εἶναι νά
τηροῦμε τίς ἐντολές » (Α΄ Ἰωάννου ε΄3). Αὐτός ἐπανέλαβε τήν ἐντολή πού
ἔδωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας ὁ ὁποῖος εἶπε : «Ἐάν ἀγαπᾶτε με τότε ἐφαρμόστε
τίς ἐντολές μου» (Ἰωάνν. ιδ΄15). Νομίζω, ὅτι εἶναι τόσο σαφές αὐτό πού ζητᾶ
ὁ Κύριός μας ὥστε δέν χρειάζεται νά πῶ τίποτε περισσότερο.
Ἐκεῖνο ὅμως τό ὁποῖο ὀφείλω νά ὑπογραμμίσω εἶναι τοῦτο, ὅτι ὁ
Κύριος ζητώντας ἀπό μᾶς νά τηρήσουμε τίς ἐντολές του δέν ζητεῖ κάτι
ἀκατόρθωτο, κάτι δυσβάστακτο, ἀνώτερο τῶν δυνάμεών μας. Ἀντιθέτως μᾶς
διευκρίνησε ὅτι : «ὁ ζυγός μου εἶναι ἁπαλός καί τό φορτίο μου εἶναι ἐλαφρύ» (Ματθ. ια΄ 29). Οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι βαρειές, δέν εἶναι δύσκολες.
Ἀντίθετα μάλιστα ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν εἶναι εὐεργετική καί χαρίζει στόν
πιστό τιμή καί δόξα γιά τά κατορθώματά του. Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν κάνει
τόν ἄνθρωπο εὐτυχισμένο. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει: «Τίποτε
δέν δίνει φτερά καί δέν κάνει ἀνάλαφρη τήν ψυχή τόσο ὅσο ἡ ἀπόκτηση τῆς
δικαιοσύνης καί τῆς ἀρετῆς».
Ἀγάπη ὅμως πρός τόν Θεό εἶναι καί ἡ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό ὅτι
εἶναι Θεός. Νά παραδεχόμαστε καί νά ἀναγνωρίζουμε τίς εὐεργεσίες τοῦ
Θεοῦ Πατέρα μας. Νά τόν δοξάζουμε γιά τήν ἀγάπη του γιά μᾶς καί τήν
δημιουργία του. Ἡ πρός τόν Θεόν ἀγάπη δέν ἔχει ὅρια, γιατί ἀπεριόριστα
μᾶς ἀγαπᾶ κι ὁ Θεός. Μάλιστα ὁ Κύριος ἐπεσήμανε ὅτι ὅποιος ἀγαπᾶ
περισσότερο ἀπό τόν ἴδιο κάτι ἄλλο πρόσωπο, πρᾶγμα, ἡδονή ὅ, τιδήποτε
πού δέν μπορεῖ νά τό ἀποχωρισθεῖ καί νά τό θυσιάσει αὐτός δέν δικαιοῦται
τήν αἰώνια ζωή.
Εἶναι ἐπίσης γνωστό, ὅτι ὁ Κύριός μας συνῆψε στήν πρός τόν Θεόν
ἀγάπη τήν πρός τόν συνάνθρωπο ἀγάπη μέ τήν ἐντολή: «Νά ἀγαπήσεις καί
τόν πλησίον σου σάν τόν ἑαυτό σου». Δέν ἀρκεῖ νά ἀγαπήσουμε τόν Θεόν
ἀκόμα καί νά θυσιασθοῦμε γι’ Αὐτόν γιά νά εἰσέλθουμε στήν αἰώνιο ζωή.
Πρέπει ἀπαραιτήτως νά ἀγαπᾶμε μέχρι θυσίας καί τόν συνάνθρωπό μας. Νά
ἔχουμε δηλαδή παρόμοια ἀγάπη μ’ αὐτήν πού ἔχει ὁ Θεός γιά μᾶς, πού
θυσιάσθηκε χάριν ἡμῶν.
Ἀγάπη πρός τόν πλησίον σημαίνει:
Νά ἀγαπᾶμε καί νά θυσιαζόμαστε γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Γιά τό
συζυγό μας, γιά τά παιδιά μας, γιά τούς συμπολῖτες μας, γιά τούς ξένους, γιά
ὅλους πού μᾶς ἀδικοῦν, γιά τούς ἐχθρούς μας, πρός ὅλους τήν ἴδια πλούσια
καί ἀπεριόριστη ἀγάπη.
Ὅταν ἀγαπᾶς συγχωρεῖς. Ὅταν  ἀγαπᾶς θυσιάζεσαι. Ὅταν ἀγαπᾶς
ταπεινώνεσαι. Ὅταν ἀγαπᾶς κουράζεσαι. Ὅταν ἀγαπᾶς στερεῖσαι. Ὅταν
ἀγαπᾶς ὑποχωρεῖς. Ὅταν ἀγαπᾶς δέν θυμώνεις. Ὅταν ἀγαπᾶς δέν κλέβεις.
Ὅταν ἀγαπᾶς σέβεσαι. Ὅταν ἀγαπᾶς δέν ἀδικεῖς, δέν ὑβρίζεις, δέν
κατηγορεῖς, δέν κατακρίνεις.
Χαίρεσαι καί λυπᾶσαι μαζί μέ τόν συνάνθρωπό σου. Ὅταν ἀγαπᾶς
δέν ἀδιαφορεῖς γιά τόν συνάνθρωπό σου σ’ ὅλες τίς ἀνάγκες. Ὅταν ἀγαπᾶς
μοιράζεσαι τά ἀγαθά σου μαζί του. Δέν εἶναι τίποτε δικό σου.
Μόνο ὅσοι ἀποκτήσουν τέτοια ἀγάπη θά δικαιοῦνται νά εἰσέλθουν
στήν αἰώνιο ζωή.
Ἀδελφοί μου
Ἄν δέν θεραπεύσουμε τήν ψυχή μας πού ἔχει προσβληθεῖ ἀπό τό
δαιμονικό ἐγωϊσμό δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε τήν τέλεια αὐτή ἀγάπη
πρός τόν Θεόν καί τόν συνάνθρωπο. Ἄς προσπαθήσουμε ὅλοι νά
ἀγαπήσουμε τόν Θεό ἔτσι ὅπως ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς λέγει.
Νά ἀγαπήσουμε τόν Δημιουργό μας καί Σωτῆρα μας καί ἔτσι θά γλυκαθεῖ ἡ
ψυχή μας καί θά ἀγαπήσουμε καί τόν πλησίον μας ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ εἰκόνα
τοῦ Θεοῦ. Ἄς βασιλέψει ἡ ἀγάπη στίς καρδιές μας καί νά εἶστε σίγουροι ὅτι ὁ
Θεός θά εἶναι μαζί μας, γιατί «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί» (Α΄ Ἰωάννου δ΄ 16)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματ. κβ’, 35-46) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας



Μεταξύ των προσώπων τα οποία συνομίλησαν με το Χριστό ήταν και ένας νομικός. Αυτός ο νομικός, με διάθεση να πειράξει τον Κύριο, τον ρώτησε ποια είναι μεγάλη εντολή στο Μωσαϊκό Νόμο. Ο Κύριος τότε του είπε, « Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου· αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. δευτέρα δε ομοία αυτή· αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. εν ταύταις ταίς δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται ». Ας επαναλάβουμε αυτά τα λόγια του Κυρίου με σημερινά λόγια. Να αγαπάς Κύριον τον Θεόν σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου. Αυτή είναι πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε εντολή όμοια με αυτή είναι, να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. Επάνω στις δύο αυτές εντολές όλος ο νόμος και οι προφήτες στηρίζονται. Οι εντολές αυτές φανερώνουν τα καθήκοντα, τα οποία έχουν οι άνθρωποι στη ζωή τους. Το πρώτο καθήκον είναι η αγάπη προς το Θεό, τον Οποίον κάθε άνθρωπος οφείλει να αγαπά και να σέβεται. Ο σεβασμός αυτός δε σημαίνει ότι πρέπει κανείς να πειθαρχεί μηχανικά στο θέλημα του Θεού, αλλά να πειθαρχεί κινούμενος από αγάπη και πίστη. Τα καθήκοντα του ανθρώπου προς το Θεό μεταφράζονται μέσω των εντολών τις οποίες πρέπει να εφαρμόζει κάθε πιστός στη ζωή του.
Ο νομικός ζητάει το όχημα για τη μεγάλη πτήση στο διάστημα, για την κατάκτηση του Ουρανού. Και ό Κύριος του υπογραμμίζει, πώς δεν θα κατακτήσει τον Ουρανό, εάν προηγουμένως δεν κατακτήσει τη γη. Το ουράνιο όχημα δεν απογειώνεται παρά μονάχα από γήινο διάδρομο. Την ανυψωτική δύναμη την τροφοδοτεί μονάχα ή φλόγα και το πύρωμα της αγάπης. Αν ατενίζεις τον ουρανό χωρίς να κοιτάζεις και τη γη, μεταθέτεις και δεν λύνεις το πρόβλημα. Έτσι δεν υπάρχει πρόβλημα άλλης ζωής, άλλα αυτής εδώ της ζωής. Το εισιτήριο του ουρανού εκδίδεται στη γη. Ο κίνδυνος καιροφυλακτεί σε κάθε μας βήμα. Να ποθούμε τον Ουρανό και να λησμονούμε τη γη. Να παίρνουμε λανθασμένο δρόμο, πού δεν βγάζει πουθενά. Γιατί ξεχνάμε το μυστικό, πού μας αποκάλυψε ό ίδιος ό Θεός, πού έγινε άνθρωπος για τούς ανθρώπους. Και το μυστικό αυτό μας λέει, πώς θα αγαπήσεις τον πλησίον σου, για να έχεις ζωή αιώνια.
Αλλά ποιος είναι αυτός ο πλησίον, που αντί να τον ευεργετήσουμε μας ευεργετεί; Η μάλλον αυτός, πού τον ευεργετούμε με το τίποτα και μας ανταποδίδει το πάν; Αυτός πού τού προσφέρουμε το προσωρινό και μας εξασφαλίζει το αιώνιο; Του δίνουμε κάτι από τη γη και μας προσφέρει ολόκληρο τον Ουρανό;
Ποιος είναι ο πλησίον; Αυθόρμητα έρχεται η απάντηση, είναι αυτός που βρίσκεται κοντά μας. Ποιος όμως είναι κοντά μας; Η τοπική απόσταση αρκεί; Αυτός που είναι κοντά μας τοπικά, σωματικά είναι και ψυχικά; Ο γείτονας μας, ο συνάδελφος μας, ο συνεργάτης μας, ο συμμαθητής μας, ο αδελφός μας, είναι κοντά μας. Είναι όμως και μέσα στην καρδιά μας; Αν δεν είναι κοντά στην καρδιά μας, όσο πλησίον κι αν βρίσκεται, θα στέκεται πολύ μακριά μας.
Αυτό μας τονίζει ιδιαίτερα ό Κύριος με την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να γίνουν πλησίον μας. Όλες οι αποστάσεις πρέπει να εκμηδενισθούν. Και το ανυπέρβλητο παράδειγμα μας το έδωσε ό ίδιος, αφού εκμηδένισε την άπειρη απόσταση, πού μας χώριζε. «"Εκλινεν ουρανούς και κατέβη», για να γίνει πλησίον μας.Ποιά, αλήθεια, απόσταση χώριζε τον Θεό από τον άνθρωπο; Και ή απόσταση αυτή είχε γίνει αγεφύρωτη από την αμαρτία. Και ό Θεός κατάργησε αυτή την απόσταση. Και ήλθε ανάμεσα μας. Κάτι ασύλληπτο. Ήλθε μέσα μας με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Ο Θεός καταργεί τις αποστάσεις και έρχεται μέσα μας! Και μείς δυσκολευόμαστε να πλησιάσουμε τούς συνανθρώπους μας και να καταργήσουμε τις αποστάσεις, πού ό νοσηρός εγωισμός μας δημιουργεί. Ποιος άλλος δημιουργεί τις αποστάσεις; Τοπικιστικές είναι αυτές; Φυλετικές; Κοινωνικές διαφορές λέγονται; Χάσμα γενεών χαρακτηρίζονται; Φύλου και ηλικίας; Όλες έχουν μια και μόνη αιτία, τον εγωισμό. Την απουσία, δηλαδή, της αγάπης.
Μπήκε η αγάπη; Καταργήθηκαν αμέσως οι διαφορές και οι αποστάσεις. Ακριβώς γιατί ή αγάπη πλησιάζει τις καρδιές. Και όταν πλησιάζουν οι καρδιές, πέφτουν οι διαφορές και εξαφανίζονται οι αποστάσεις. Τότε πλησίον δεν είναι μονάχα οι κοντινοί, αλλά και οι μακρινοί. Όλη ή γη γίνεται μια γειτονιά, μια οικογένεια, ένα σπίτι. Γινόμαστε όλοι αδελφοί. Είμαστε όλοι αδελφοί. Αυτό θα πει πλησίον και αυτό θα πει αγάπη. Να αγαπάς σημαίνει να κάνεις πλησίον τον κάθε άνθρωπο είτε στη γειτονιά σου ζει είτε στην άλλη άκρη του κόσμου κατοικεί.
Ο νομικός έθεσε στον Ιησού ένα μεταφυσικό πρόβλημα και περίμενε μια ανάλογη απάντηση. Ό Κύριος τον προσγειώνει. Τού δίνει μια ανθρώπινη, στην κυριολεξία, απάντηση και τού λύνει το πρόβλημα. Ό δρόμος, πού οδηγεί στον Θεό, περνάει από τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον δρόμο της αγάπης. Δεν υπάρχει άλλος νόμος από την εντολή της αγάπης. Όταν εφαρμόζεται ό νόμος της αγάπης, της αγάπης τού Χριστού, τότε όλα τακτοποιούνται. Γιατί ή αγάπη αυτή είναι «πλήρωμα νόμου».
Κάτι περισσότερο. Η αγάπη είναι μίμηση Θεού. Ο Θεός είναι αγάπη. Και ο άνθρωπος, πού αγαπάει, προχωρεί από το «κατ' εικόνα» στο «καθ όμοίωσιν Θεού», για το όποιο είναι δημιουργημένος. Ό άνθρωπος γίνεται αληθινός άνθρωπος, γιατί γίνεται «κοινωνός θείας φύσεως». Έτσι, όχι απλώς εξανθρωπίζεται , θεώνεται. Ζει κιόλας την αιωνιότητα.
Η αγάπη λοιπόν προς τον πλησίον είναι αναγκαία και δεν μπορεί κανείς να λέει ότι αγαπάει το Θεό, αν δεν αγαπάει τον πλησίον του. Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, πώς μπορεί να αγαπάει κάποιος το Θεό που δεν τον βλέπει, όταν δεν αγαπάει τον πλησίον του που βλέπει; Βεβαίως, όταν ο άνθρωπος βοηθάει τον πλησίον του, δεν πρέπει να το παίρνει επάνω του ότι κάνει κάτι σπουδαίο, γιατί αυτό είναι το καθήκον του. Έτσι θα κρατάει την ταπεινοφροσύνη που είναι απαραίτητη για να οικοδομηθεί το οικοδόμημα των άλλων αρετών. Από την ταπείνωση λοιπόν στην αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον, είναι ο νοητός δρόμος που έχουμε μπροστά μας να διανύσουμε. ΑΜΗΝ.

Κυριακή ΙΕ’ Ματθαίου. Ο νομικός που πείραξε το Χριστό (Ματ. κβ’, 35-46)


Μεταξύ των προσώπων τα οποία συνομίλησαν με το Χριστό ήταν και ένας νομικός. Αυτός  ο νομικός,  με διάθεση να πειράξει τον Κύριο, τον ρώτησε  ποια είναι  μεγάλη εντολή στο Μωσαϊκό Νόμο. Ο Κύριος τότε του είπε, « Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου· αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. δευτέρα δε ομοία αυτή· αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. εν ταύταις ταίς δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται ». Ας επαναλάβουμε αυτά τα λόγια του Κυρίου με σημερινά λόγια. Να αγαπάς Κύριον τον Θεόν σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου. Αυτή είναι πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε εντολή όμοια με αυτή είναι, να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. Επάνω στις δύο αυτές εντολές όλος ο νόμος και οι προφήτες στηρίζονται. Οι εντολές αυτές φανερώνουν τα καθήκοντα, τα οποία έχουν οι άνθρωποι στη ζωή τους. Το πρώτο καθήκον είναι η αγάπη προς το Θεό, τον Οποίον κάθε άνθρωπος οφείλει να αγαπά και να σέβεται. Ο σεβασμός αυτός δε σημαίνει ότι πρέπει κανείς να πειθαρχεί μηχανικά στο θέλημα του Θεού, αλλά να πειθαρχεί κινούμενος από αγάπη και πίστη. Τα καθήκοντα του ανθρώπου προς το Θεό μεταφράζονται μέσω των εντολών τις οποίες πρέπει να εφαρμόζει κάθε πιστός στη ζωή του.

Αλλά γιατί ο άνθρωπος πρέπει να αγαπάει το Θεό; Πρέπει να τον αγαπάει, γιατί ο Θεός είναι ο Ουράνιος Πατέρας. Είναι παντοδύναμος, πάνσοφος,  πανάγαθος, και ταυτίζεται με την αγάπη, όπως λέει ο Ιωάννης ο μαθητής της αγάπης, ότι ο Θεός αγάπη εστί. Η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο εκδηλώνεται με πολλούς και ποικίλους τρόπους. Αυτός τρέφει τα σύμπαντα και προνοεί για τα πάντα και κυβερνά τον κόσμο. Αυτός από την πολλή Του αγάπη έστειλε τον Υιό Του στην γη, σωτήρα του κόσμου. Αυτός ανατέλλει τον Ήλιο επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους.

Αλλά όποιος αγαπάει το Θεό πρέπει να αγαπάει και τον πλησίον Του, γιατί αυτή η δεύτερη εντολή, όπως είπε ο Κύριος, είναι όμοια με την πρώτη. Έτσι έρχονται και τα καθήκοντα προς τον πλησίον. Αυτό σημαίνει ότι όπως αγαπάει ο άνθρωπος το  Θεό, έτσι οφείλει να αγαπάει και κάθε άνθρωπο στη ζωή του, γιατί πλησίον είναι ο κάθε άνθρωπος ακόμα και ο εχθρός του. Η αγάπη προς τον συνάνθρωπο πρέπει να είναι έμπρακτη, δηλαδή να εκδηλώνεται  με κατάλληλα έργα με τα οποία θα ευεργετείται ο πλησίον. Η έμπρακτη αγάπη είναι η αληθινή μορφή αγάπης. Αν κανείς λέει ότι αγαπάει τον πλησίον του και, ενώ μπορεί να τον βοηθήσει, τον αφήνει αβοήθητο, δεν είναι συνεπής με τα καθήκοντά του προς τον πλησίον.

Ας τονίσουμε επίσης ότι δεν πρέπει· να φιλονικούμε με τους συνανθρώπους μας, με κίνδυνο να τους κάνουμε εχθρούς, αλλά έχουμε καθήκον να λύνουμε τις διαφορές μας συμβιβαστικά, έστω και αν πρόκειται να ζημιωθούμε σε κάτι. Όποιος συμπεριφέρεται  έτσι, δηλαδή με αγάπη και επιείκεια, δεν πρέπει    να  αμφιβάλλει  ότι ο Κύριος, και στον κόσμο αυτό θα τον προστατεύει, και  κατά την ημέρα της κρίσεως θα τον έχει  στα δεξιά  Του.

Η αγάπη λοιπόν προς τον πλησίον είναι αναγκαία και δεν μπορεί κανείς να λέει ότι αγαπάει το  Θεό, αν δεν αγαπάει τον πλησίον του. Σύμφωνα με τον  Ευαγγελιστή Ιωάννη,  πώς μπορεί να αγαπάει κάποιος το Θεό που δεν τον  βλέπει, όταν δεν αγαπάει τον πλησίον του που βλέπει; Βεβαίως, όταν ο άνθρωπος βοηθάει τον πλησίον του, δεν πρέπει να το παίρνει επάνω του ότι. κάνει κάτι σπουδαίο, γιατί αυτό είναι το καθήκον του. Έτσι θα κρατάει την ταπεινοφροσύνη που είναι απαραίτητη για να οικοδομηθεί το οικοδόμημα των άλλων αρετών. Από την ταπείνωση λοιπόν στην αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον, είναι ο νοητός  δρόμος που έχουμε μπροστά μας να διανύσουμε. Αμήν.

-Του Ιωάννη Δήμου Θεολόγου – Φιλολόγου 

Κυριακή ΙΕ΄Ματθαίου - Αγάπης ανάβαση «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου…και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου



(Ματθ. κβ΄35-46)                                                             (Β΄Κορ. δ΄6-15)
Αγάπης ανάβαση
«αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου…και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν»
Η σταυρόσχημη μορφή της αγάπης, δηλαδή η εκδήλωσή της προς τον Θεό και προς το συνάνθρωπο, αποκαλύπτει το κατ’ εξοχήν στοιχείο της αυθεντικότητάς της. Μια τέτοια αγάπη θεμελιώνεται ακριβώς στη σταυρωμένη αγάπη του Χριστού και γι’ αυτό αποκτά βάθος και ποιότητα. Άλλωστε, είναι αυτή η αγάπη που νίκησε και το θάνατο, τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, και άνοιξε τις διόδους της ζωής. Αυτή, λοιπόν, την αγάπη, στην πιο γνήσια μορφή της καλείται να εγκολπωθεί ο άνθρωπος  στην καθημερινή του ζωή και να την αναγάγει σε βίωμα και εμπειρία. Στους ορίζοντές της, ο άνθρωπος σε καμιά περίπτωση δεν θα αισθάνεται στη ζωή του ότι κάτι του λείπει. Αντίθετα, θα νιώθει ότι τα έχει όλα γιατί αφήνει τον εαυτό του να είναι δεκτικός στη χάρη του Θεού που καταυγάζει όλο το είναι του.

Ο νομικός που πλησίασε τον Ιησού, σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση, ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση τον Ιησού και γι’ αυτό του υπέβαλε το ερώτημα ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή. Ο Χριστός δεν απάντησε με περιστροφές αλλά ευθέως και σαφώς: «Να αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου, με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου. Αυτή είναι η πρώτη και πιο μεγάλη εντολή. Δεύτερη, εξίσου σπουδαία όμως, είναι ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». Διευκρινίζεται μάλιστα ότι σ’ αυτές τις δύο εντολές συνοψίζεται όλος ο νόμος.
Οι εύχυμοι καρποί της
Η αγάπη σ’ αυτές τις διαστάσεις που όρισε ο ίδιος ο Κύριος δεν έχει σε καμιά περίπτωση μονοσήμαντο και μονοδιάστατο χαρακτήρα, αλλά κινείται σ’ ένα άνοιγμα που καλύπτει τον ουρανό και τη γη. Η αγάπη προς τον Θεό είναι ακριβώς εκείνη που καθιστά ικανό τον άνθρωπο ν’ αγαπήσει το συνάνθρωπό του. Να αγαπήσει ακόμα και τον εχθρό του. Η αγάπη, βέβαια, προς τον Θεό, δεν συνιστά σε καμιά περίπτωση οποιοδήποτε ατομικό κατόρθωμα του ανθρώπου στη ζωή του, αλλά είναι αποτέλεσμα της Χάριτος του Θεού. Αυτό συμβαίνει όμως και με τη συνεργία του ανθρώπου, όταν δηλαδή ανοίγει χώρο στην καρδιά του για να ευδοκιμήσει στο γόνιμο έδαφός της η παρουσία της θείας αγάπης. Η αγάπη προς τον Θεό είναι κατορθωτή, επειδή «αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς», σύμφωνα με τον Ιωάννη. Είναι η κίνηση που κάνει πρώτα ο Θεός που μας καθιστά ικανούς να του αντιπροσφέρουμε  την αγάπη. Βέβαια, η ειλικρινής αγάπη προς τον Θεό καρποφορεί με την αγάπη που εκδηλώνεται και προς το συνάνθρωπο. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν μπορεί ο άνθρωπος να αγαπά τον Θεό και ν’ αποστρέφεται ταυτόχρονα την εικόνα του στο πρόσωπο του συνανθρώπου του. Είναι σαφής ο Ιωάννης όταν λέει: «εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν…, όν ουχ εώρακε και μισή τον αδελφόν αυτού όν εώρακε», τότε χαρακτηρίζεται «ψεύστης». Η αγάπη του αδελφού συνιστά τον πιο εύχυμο καρπό της αγάπης προς τον Θεό και η αγάπη του πλησίον είναι προϋπόθεση της αγάπης προς τον Θεό. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που ο ευαγγελιστής Λουκάς αμέσως μετά την απάντηση του Ιησού προς το νομικό με την πρόταξη της αγάπης, προχώρησε στη διήγηση της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη, μέσα από το βάθος της οποίας αναδύονται τα πιο αυθεντικά μηνύματα περί αγάπης.
Η αυθεντικότητά της
Η αγάπη για να είναι αληθινή και ποιοτική επιβάλλεται να είναι ολοκληρωτική. Να βγαίνει εκ βάθους καρδίας. Αυτό ακριβώς το ολοκληρωτικό δόσιμο διασφαλίζει και τους όρους της αληθινής ελευθερίας του ανθρώπου, αφού πλέον δεν θα δεσμεύεται από οποιεσδήποτε άλλες επιρροές και εξαρτήσεις που τον καθιστούν διασπασμένη και διχασμένη προσωπικότητα. Όπως ο Θεός μας αγάπησε χωρίς προϋποθέσεις, με κορύφωσή της τη σταυρική του θυσία, έτσι κι εμείς επιβάλλεται να του ανταποδίδουμε τη δική μας αγάπη. Είναι ακριβώς εδώ που σε καμιά περίπτωση δεν χωρούν οποιοιδήποτε συμβιβασμοί και υπολογισμοί, που στο βάθος τους νοθεύουν την αγάπη και στραγγαλίζουν την πνευματική ζωή. Άρρηκτα συνδεδεμένη με την κάθετη είναι και η οριζόντια εκδήλωση της αγάπης. Το ρηθέν υπό του Κυρίου «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» δείχνει ακριβώς ότι δεν μπορεί να είναι αποκομμένη η αγάπη προς τον Θεό από την αγάπη προς τον πλησίον και αντίστροφα.
Αγαπητοί αδελφοί, αυτή λοιπόν η σταυρόσχημη αγάπη, στην κάθετη και οριζόντια της μορφή, είναι και το κριτήριο για την πνευματική ωρίμανση και χριστοποίηση του ανθρώπου. Οι άγιες μορφές που παρελαύνουν ως νέφος στο στερέωμα της Εκκλησίας αναδείχθηκαν γιατί ακριβώς αγάπησαν  πραγματικά και έμπρακτα τον Θεό και κατ’ επέκταη και το συνάνθρωπό τους. Ο Συμεών ο Θεοδόχος και η Άννη η προφήτιδα, τους οποίους τιμά σήμερα η Εκκλησία, ρίχνουν φως στο δρόμο της αγάπης, τον οποίο καλούμαστε κι εμείς ν’ ακολουθήσουμε στη ζωή μας. Γένοιτο.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Μτθ. κβ΄ 35-46) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης


ΚΥΡΙΑΚΗ  ΙΕ΄  ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Μτθ. κβ΄ 35-46)
Μέσα στὶς ποικίλες ἀλλαγὲς ποὺ συντελοῦνται στὸν κόσμο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μέσα στὶς ἀναζητήσεις τοῦ ἀνθρώπου, στὴν ἀγωνία του γιὰ τὸ τέλος ὑπάρχει πάντα ἕνας σταθερὸς κανόνας, μιὰ ἐντολὴ γιὰ τὸ πῶς καὶ μέχρι ποῦ θὰ βαδίσουμε, πῶς θὰ κατακτήσουμε τὴν εὐτυχία, ὑπάρχει πάντα ἕνα ἐσωτερικὸ κριτήριο, τὸ ὁποῖο μᾶς δίνει τὴν ασθηση ὅτι σωστὰ πράξαμε καὶ ἀναπαύει τὴ συνείδησή μας. Μ’ αὐτὲς τὶς σκέψεις, ἀλλὰ καὶ μὲ διάθεση νὰ  «πειράξῃ»  τὸν Ἰησοῦ, πλησίασε ὁ νομικὸς, καθὼς μᾶς πληροφορεῖ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, καὶ  ζήτησε νὰ μάθει τὴ μεγαλύτερη, καὶ  σπουδαιότερη  ἐντολὴ τοῦ νόμου.
«Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου», ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολὴ καὶ κοντὰ σ’ αὐτήν, πρώτη επίσης, «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Στὴν ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸ νομοδιδάσκαλο συνοψίζεται ὁλόκληρη ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, ἀφοῦ πάνω στὶς δυὸ αὐτὲς ἐντολὲς βασίζεται «ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆτες». Ἡ ἀγάπη ποὺ κατευθύνεται καὶ πρὸς τὸ Θεὸ καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἀποτέλεσε τὴν οὐσία ὄχι μόνο τῆς παλιᾶς διαθήκης ποὺ έχει συνάψει ο Θεός με τὸ λαό του, ἀλλὰ καὶ τῆς νέας ποὺ θεμελιώνεται μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Μὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή Του πάνω στὴ γῆ καὶ κυρίως  μὲ τὴ σταυρικὴ Του θυσία, ὁ Θεάνθρωπος έδειξε καὶ ἀπέδειξε ὅτι εἶναι Θεὸς ἀγάπης. Αὐτὴ τὴν ἀγάπη τὴν ὀνόμασε «καινὴ», καινούργια, καὶ αὐτὴν ζήτησε καὶ συνεχῶς ζητάει ἀπ’ ὅλους μας: «ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Φυσικὰ ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου ποτὲ δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἐντολή, ἀλλὰ μαζὶ καὶ διδασκαλία ποὺ σφραγίζεται μὲ τὴ ζωή Του, καὶ ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης σφραγίστηκε καὶ βεβαιώθηκε στὸ Σταυρὸ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε λοιπόν τὴν ἀγάπη, γι αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς θεοδίδακτοί ἐστε εἰς τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους», καὶ προτρέπει τὸ  ἴδιο καὶ σὲ μᾶς, νὰ βαδίζουμε τὸ δρόμο τῆς ἀγάπης: «περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς».
Κατά τὸ παράδειγμα λοιπόν τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ἕνα ἁπλὸ συναίσθημα ἤ ἐκδήλωση συμπάθειας πρὸς ἕνα πρόσωπο ἤ κάποιο πράγμα. Εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ὑπάρχει ὁ Τριαδικός Θεός καὶ τὸν ὁποῖο μᾶς φανέρωσε ὁ Χριστός. Εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο καλεῖ ὁ Θεός καὶ τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑπάρχει, σὲ σχέση καὶ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ, μὲ τὸν κόσμο καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἡ ἀγάπη, ὅπως μᾶς λέει στὸ σημερινό Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός, τότε μόνο εἶναι ἀληθινή, ὅταν εἶναι ὁλοκληρωτική, δοσμένη μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ, μὲ ὅλη τὴν ψυχή, μὲ ὅλη τὴ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἄνθρωποι θέλουν τὸ Θεὸ καὶ τὶς ἐντολές του, ἀλλὰ ὄχι πάντα καὶ ὄχι σὲ βάρος τῶν ὑλικῶν τους ἐπιδιώξεων. Ἐνδιαφέρονται καὶ ἀγωνίζονται γιὰ διάφορα πράγματα, καὶ γιὰ νὰ ἔχουν ἤρεμη καὶ τὴ συνείδησή τους ἀσχολοῦνται καὶ μὲ τὸ Θεό. Ὁ Θεὸς ὅμως ζητάει τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὴ ποὺ  βγαίνει ἀπ’ ὅλη τὴν ὕπαρξή του, τὴ σκέψη του καὶ τὴν καρδιά του. Χωρὶς μιὰ τέτοια στάση στὴ ζωή, οἱ ὁποιεσδήποτε φαινομενικὰ θετικὲς δραστηριότητες τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἄσχετες πρὸς τὸ Θεὸ καὶ πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Αὐτή ἡ ὁλοκληρωτική ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό ὅπως μᾶς δίδαξε μὲ τὸ λόγο του ἀλλά καὶ μὲ τὴ ζωή του ὁ Χριστός συμπληρώνεται ἀπό τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ὁλοκληρωτική κι αυτή.
  «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν». Στὴν Ἐκκλησία δὲν νοεῖται ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ ὅταν ἀπουσιάζει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο, ὅταν στρέφουμε τὴ ματιά μας μακριὰ ἀπὸ τὴ δυστυχία, ὅταν κλείνουμε τὰ αὐτιά μας στὸν πόνο τοῦ διπλανοῦ μας. Ψεύτη καὶ ὑποκριτὴ χαρακτηρίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἐκεῖνον ποὺ λέει ὅτι ἀγαπάει τὸν Θεό, ἀλλὰ μισεῖ τὸν ἀδελφό του. «Ἄν κάποιος πεῖ  ‘ἀγαπῶ τὸ Θεὸ’, μισεῖ ὅμως τὸν ἀδελφό του, εἶναι ψεύτης. Γιατὶ πραγματικά, αὐτὸς ποὺ δὲν ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, τὸν ὁποῖο βλέπει, πῶς μπορεῖ νὰ ἀγαπάει τὸ Θεὸ, τὸν ὁποῖο δὲ βλέπει; Αὐτό μας λέει ὁ Χριστὸς: Ὅποιος ἀγαπάει τὸ Θεὸ δεν μπορεί νὰ μην ἀγαπάει τὸν ἀδελφό του.» Ἡ Ἐκκλησία στὸ συνάνθρωπο, ὅποιος κι ἄν εἶναι αὐτὸς καὶ σὲ ὁποιαδήποτε ἠθικὴ ἤ κοινωνικὴ κατάσταση κι ἄν βρίσκεται, βλέπει τὸ πρόσωπο μὲ τὸ ὁποῖο ἔρχεται σὲ κοινωνία, βλέπει τὸν ἀδελφό, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ποὺ σὰν μέτοχο τῆς χάρης καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὀφείλουμε, ὄχι τὴ συμπάθεια καὶ τὴ συμπόνοια μας, ἀλλὰ ὅτι ἀκριβῶς καὶ στὸν ἑαυτό μας· τὴν ἀγάπη δηλαδή ἐκείνη ποὺ δὲν ἔχει ὅρια, ποὺ φτάνει στὸ Θεό  καὶ ἀγγίζει τὴ δημιουργία, καὶ τὴ θυσία τοῦ Σταυροῦ, ποὺ μεταμορφώνεται καὶ ἁγιάζεται ἀπό τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ γνωρίζεται ἀπό τἠ θυσία καὶ ἀπό τὴ διάθεση γιά θυσία. «Ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην, ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε», ἀπ’ αὐτὸ γνωρίσαμε τὴν ἀγάπη, ἀπὸ τὸ ὅτι Ἐκεῖνος πρόσφερε τὴ ζωή του γιὰ χάρη μας, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ συμπληρώνει ὅτι ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ προσφέρουμε τὴ ζωή μας γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μας, «καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι».
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό καὶ πρὸς τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἀγάπη αὐτὴ ὅπως τὴ νοιώθουμε κι ὅπως μᾶς λείπει τὶς στιγμὲς ἐκεῖνες, τὶς λίγες τῆς ζωῆς μας, ποὺ ἀπογυμνώνουμε τὸν ἑαυτό μας, ποὺ ἀφήνουμε κάθε στήριγμα στὴ γῆ, ποὺ ἀναλογιζόμαστε πῶς θ’ ἀντικρύσουμε τὸ Θεὸ. Καὶ θυμώμαστε τότε αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Γραφή, ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι «κραταιὰ ὥσπερ θάνατος». Ποὺ σημαίνει ὅτι μαζί μὲ τὴν ἐξουσία τοῦ θανάτου ποὺ κυριαρχεῖ πάνω μας, κυριαρχεῖ καὶ μιὰ ἄλλη δύναμη, αὐτὴ ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς νὰ νικήσουμε τὸ θάνατο καὶ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ προσωπικὸ ἐπίτευγμα, ποὺ ὅσο περισσότερο ταπεινώνουμε τὸν ἑαυτό μας, τόσο τὴν κερδίζουμε κι ἄλλο τόσο μᾶς κερδίζει, ποὺ φωτίζει τὸν  ὁρίζοντά μας, κάνοντάς μας νὰ βλέπουμε τὰ πράγματα στὴ θέση τους, μέσα στὴν   Ἀλήθεια του Θεοῦ.
Στὸν ἄνθρωπο ποὺ, εἴτε ἀπὸ πρόφαση, ὅπως ὁ σημερινὸς νομοδιδάσκαλος, εἴτε ἀπὸ πραγματικὴ ἀγωνία γιὰ τὴ ζωή, ψάχνει καὶ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν καταξίωση τῆς πίστης καὶ τῶν ἔργων του, ὑπάρχει πάντα ἡ μεγάλη ἐντολὴ καὶ ἡ κλήση τῆς ἀγάπης, ὅπως τὴ σάρκωσε ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία τὴν διακηρύσσει, ὅπως τὴν ἔζησαν καὶ τὴ ζοῦν οἱ ἅγιοι. Καὶ σ’ ὅλους ἐμᾶς ποὺ θαρροῦμε πὼς βρισκόμαστε στὰ χνάρια τους, ὑπάρχουν πάντα τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιὰ νὰ μᾶς δείχνουν τὸ δρόμο καὶ ταυτόχρονα  νὰ ἐλέγχουν τὴν ὑποκρισία μας: «Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει ἔχει μακροθυμία, ἔχει καὶ καλοσύνη· ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει δὲ ζηλοφθονεῖ· ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει δὲν κομπάζει οὔτε περηφανεύεται· εἶναι εὐπρεπής, δὲν εἶναι ἐγωιστὴς οὔτε εὐερέθιστος· ξεχνάει τὸ κακὸ ποὺ τοῦ ἔχουν κάνει. Δὲ χαίρεται γιὰ τὴν ἀδικία  πού γίνεται, ἀλλὰ μετέχει στὴ χαρὰ γιὰ τὸ σωστὸ. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει, ὅλα τὰ ἀνέχεται, σὲ ὅλα ἐμπιστεύεται, γιὰ ὅλα ἐλπίζει, ὅλα τὰ ὑπομένει. Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει.» Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Κυριακή ΙΕ' Ματθαίου (Αποστολικό ανάγνωσμα) πρωτ. π. Γεωργίου Δορμπαράκη ῾διωκόμενοι, ἀλλ᾽ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι᾽


α. ῞Ενα ἀπό τά γνωστότερα καί πιό συχνά ἐπαναλαμβανόμενα ἀποστολικά ἀναγνώσματα στήν ᾽Εκκλησία μας εἶναι τό σημερινό ἀπό τήν Β´ πρός Κορινθίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου. ῞Οπως καί ἄλλοτε εἴχαμε σημειώσει, στό ἀνάγνωσμα προβάλλεται ἡ ἀληθινή πίστη στόν Χριστό ὡς γεγονός τῆς φωτισμένης ἀπό τόν Θεό καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά ζεῖ μέσα στό εὔθραστο σῶμα του τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ζωή δηλαδή πού κύριο γνώρισμα ἔχει τό Πάθος καί τόν Σταυρό Του, ἀλλά καί τήν ἄλλη ὄψη τοῦ Σταυροῦ, τήν ᾽Ανάστασή Του. ῎Ετσι οἱ ἀπόστολοι, ὅπως κατ᾽ ἐπέκταση καί κάθε πιστός, ῾ζοῦν τή θλίψη καί τίς δοκιμασίες χωρίς ὅμως νά καταβάλλονται, βρίσκονται σέ ἀδιέξοδο ἀλλά δέν ἀπελπίζονται, τούς καταδιώκουν ὅμως ὁ Θεός δέν τούς ἐγκαταλείπει, μπορεῖ νά πέφτουν κάτω, ὅμως δέν χάνουν τόν ἀγώνα᾽. ῾Η καταδίωξη μάλιστα τῶν πιστῶν ὡς στοιχεῖο γνησιότητας τῆς μαθητείας τους στόν Χριστό εἶναι ἐκεῖνο πού χρήζει κάποιου ἰδιαίτερου σχολιασμοῦ: ῾διωκόμενοι, ἀλλ᾽ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι᾽. 


β. 1. Κι ἄν βεβαίως ἡ θλίψη καί οἱ δοκιμασίες σφραγίζουν τήν κάθε ἀνθρώπινη ζωή ὡς καρποί τῆς πτώσης στήν ἁμαρτία, ὅμως ἐξίσου καί ὁ διωγμός πού ὑφίσταται ἕνας χριστιανός λόγω τῆς πίστης του στόν Χριστό ἀπαντᾶται μέ τήν ἴδια συχνότητα. Δέν ὑπάρχει δηλαδή χριστιανός, ὁ ὁποῖος στή ζωή του, λίγες ἤ περισσότερες φορές, νά μήν ὑπέστη ἤ νά μήν ὑφίσταται εὐθέως ἤ πλαγίως, σκληρά ἤ λιγότερα σκληρά ἐπίθεση ἤ ἀμφισβήτηση γιά τήν πίστη του. Δέν εἶναι μόνο ἡ διαχρονική πορεία τοῦ χριστιανισμοῦ πού ἐπιβεβαιώνει στό πρόσωπο ὅλων τῶν ἁγίων τήν πραγματικότητα αὐτή, ἀλλά καί ἡ ἐμπειρία τῶν χριστιανῶν καί στή σημερινή ἐποχή. ῞Οπως τό σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ὁ ἴδιος καί οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι διώκονται γιά τή σχέση τους μέ τόν Χριστό, συνεπῶς τό ἴδιο - τηρουμένων βεβαίως τῶν ἀναλογιῶν - ἰσχύει καί γιά κάθε πιστό τῆς κάθε ἐποχῆς. 
Πρόκειται γιά ἕνα ῾νόμο᾽ πού φανέρωσε ὁ ἴδιος ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός, γιά νά δηλώσει ὅτι στό πρόσωπο τῶν μαθητῶν Του πάντοτε θά ὑπάρχει ἡ ἀντίδραση ἐναντίον ᾽Εκείνου. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι᾽. Καί τό ἴδιο ἐξέφρασαν καί οἱ ἀπόστολοι σάν τόν ἅγιο Παῦλο: ῾Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽. Μέ ἄλλα λόγια ἡ χριστιανική πίστη εἶναι ζωή δύσκολη, θλιμμένη ὁδός κατά τόν Κύριο, γι᾽ αὐτό καί δύσκολα ἀποδεκτή ἀπό τόν ἄνθρωπο πού θέλει νά πορεύεται κατά τά κριτήρια τοῦ κόσμου τούτου. Τό ῾οὐ γάρ πάντων ἡ πίστις᾽ τοῦ ἀποστόλου βρίσκει ἐδῶ τήν ἐξήγησή του. 

2. Γιατί ἄραγε; Τί καθιστᾶ ῾ἀναγκαιότητα᾽ τόν διωγμό ὄχι μόνο τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί τῶν μαθητῶν Του; 
Πρῶτον, τό γεγονός πού ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος καί θίξαμε καί παραπάνω: ὁ χριστιανός ἑνωμένος ὀργανικά μέ τόν Χριστό λόγω τοῦ ἁγίου βαπτίσματός του - ῾ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε᾽ - δέν μπορεῖ νά ζεῖ ἄλλη ζωή ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Πάθος ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ; Πάθος καί ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ Του. ῞Ολοι ἐκεῖνοι πού κατά καιρούς παλαιότερα ἤ καί νεώτερα θεώρησαν τήν ἔνταξή τους στό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ τήν ᾽Εκκλησία ὡς εὐκαιρία νά προβληθοῦν, νά ἀποκτήσουν ἐφήμερα πλούτη ἤ νά ἱκανοποιήσουν τίς ἐμπαθεῖς ὀρέξεις τους, εἶναι εὐνόητο ὅτι κατενόησαν ἐσφαλμένα τήν πίστη καί ὑπῆρξαν, ἄν ὄχι λεκτικά, στήν πράξη ὅμως βαθύτατα αἱρετικοί. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μας ποτέ δέν ἔμεινε στά λόγια κάποιου γιά νά δεῖ τήν πίστη του, ἀλλά στόν τρόπο τῆς ζωῆς του. ῾Οὐκ ἐν λόγοις ἡ ἀλήθεια, ἀλλ᾽ ἐν τοῖς πράγμασι᾽ πού λέει καί ὁ πατερικός λόγος, ὅπως καί ῾Μισῶ διδάγματα οἷς ἐναντίος ὁ βίος᾽ πού σημειώνει ἐξίσου καί ὁ μέγας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. 
Δεύτερον, ἐκεῖνο πού ἐξηγεῖ τόν διωγμό πού ὑφίσταται ὁ πιστός χριστιανός ἀπό τούς ἐχθρούς τῆς πίστης εἶναι ὅτι ἡ ζωή του – συνέχεια ὅπως εἴπαμε τοῦ Χριστοῦ - ἀποτελεῖ πρόκληση γιά ἐκείνους. Τούς προκαλεῖ γιατί μέ τή φωτισμένη ἀπό τόν Θεό ζωή του ἀποκαλύπτει τή δική τους σκοτεινή ζωή, συνεπῶς ἀποτελεῖ τόν πιό σκληρό, χωρίς λόγια συνήθως, ἔλεγχό τους. ῾Ο λόγος τοῦ Θεοῦ καί στήν Παλαιά Διαθήκη - ῾ἐξαλείψομεν τόν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστι᾽- ἀλλά κυρίως στήν Καινή διά στόματος ἁγίου ᾽Ιωάννου τοῦ Θεολόγου ἐπιβεβαιώνει τή σπουδαία αὐτή ἀνθρωπολογική ἀλήθεια. Στό ἐρώτημα γιά παράδειγμα γιατί οἱ πολλοί στήν ἐποχή τοῦ Κυρίου - ἀλλά καί μετέπειτα - ἀπέρριψαν Αὐτόν πού ἦλθε ὡς τό φῶς τοῦ κόσμου, ἡ ἐξήγηση τοῦ εὐαγγελιστῆ ἦταν: ῾ἦν γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα᾽. Διότι ῾πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς καί οὐκ ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ ᾽. 

3. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ὅμως προεκτείνει τόν λόγο. ῎Αν ὁ διωγμός εἶναι στοιχεῖο πού σχετίζεται μέ τό εὔθραστο τῆς σωματικῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ, ὅμως ὁ θησαυρός τῆς πίστης ριζωμένος στήν καρδιά του ὡς χάρη Θεοῦ τοῦ δίνει τή δύναμη ὑπέρβασής του: ῾διωκόμενοι, ἀλλ᾽ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι᾽. Μπορεῖ ὁ χριστιανός νά διώκεται, νά μή μπορεῖ νά σταθεῖ πουθενά στόν κόσμο τοῦτο ἀπό τίς ἀντίθεες δυνάμεις, ὅμως ἔχει τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μονίμως καί ἀδιάκοπα στή ζωή του. Κι αὐτή τελικῶς εἶναι ἡ μεγαλύτερη εὐλογία καί ἡ μεγαλύτερη παρηγοριά του. Γιατί ῾εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν τίς καθ᾽ ἡμῶν;᾽ ῎Εχεις μαζί σου τόν Δημιουργό σου, τόν Προνοητή τῆς ζωῆς σου, τόν Κυβερνήτη σου, τόν Κριτή σου καί θά φοβηθεῖς αὐτό πού συνιστᾶ τήν προσωρινότητα, ἔστω καί τή δύσκολη; Μέ ἄλλα λόγια ὁ ἀληθινός τόπος τοῦ χριστιανοῦ, ἡ χώρα του καί ἡ κατοικία του εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός του. Διότι σ᾽ Αὐτόν εἶναι ριζωμένος καί Αὐτός συνιστᾶ τό Α καί τό Ω τῆς ζωῆς του. ῾᾽Εγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα᾽. ῾Μείνατε ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν ὑμῖν᾽. Συνεπῶς ὁ κάθε ξένος τόπος γιά τόν χριστιανό στόν κόσμο τοῦτο εἶναι καί δικός του τόπος ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ἀντιστρόφως: κάθε δικός του θεωρούμενος τόπος πρέπει νά κατανοεῖται ὡς ξένος, γιατί ἀλλοῦ εἶναι ἡ πατρίδα καί ἡ κατοικία του. ῾Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν᾽. 

4. Κι αἰτία τῆς μόνιμης παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή τοῦ πιστοῦ εἶναι βεβαίως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Οἱ πάντες μπορεῖ νά μᾶς ἐγκαταλείψουν, ὄχι ὅμως ὁ Θεός. ῾Η ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι σάν τή δική μας πού ταλαντεύεται ἀνάλογα μέ τίς διακυμάνσεις τῶν συναισθημάτων μας ἤ τίς προκλήσεις τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς. ῾Ο Θεός ὡς στοργικός Πατέρας μᾶς ἀγαπᾶ γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους χωρίς νά ἐπηρεάζεται ἀπό τίς μικρότητες καί τίς ἀδυναμίες μας. Στέκεται πάντοτε δίπλα μας καί ποτέ ἀπέναντί μας. ῾Ο Θεός δηλαδή ἀπεχθάνεται τήν ἁμαρτία μας, ὄχι τό πρόσωπό μας. Καί στή μεγαλύτερη κατάντια μας καί στόν ἔσχατο ῞Αδη πού θά βρεθοῦμε, ᾽Εκεῖνος εἶναι παρών γιά νά μᾶς περιθάλψει. Πολύ περισσότερο βεβαίως ὅταν διωκόμαστε ἀπό τούς ἀνθρώπους γιά χάρη ᾽Εκείνου καί τοῦ Εὐαγγελίου Του. Τότε ἡ τρυφερότητά Του φτάνει στό ἀπώγειό της. Τότε ᾽Εκεῖνος γίνεται ὁ πανίσχυρος ὑπερασπιστής μας. 
῎Ηδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκούγεται ὁ συγκλονιστικός λόγος τοῦ προφήτη τοῦ Θεοῦ: ῾Κι ἄν ὅλοι σέ ἐγκαταλείψουν, ἐγώ δέν πρόκειται νά σέ ἀφήσω. Κι ἄν ἡ μάνα ξεχάσει τό παιδί της, ἐγώ δέν πρόκειται ποτέ νά σέ ξεχάσω᾽. Ποιός φυσιολογικός ἄνθρωπος πού δέν ἔχει χάσει τό μυαλό του μπορεῖ νά ἀκούει τόν λόγο αὐτόν τοῦ Θεοῦ καί νά μήν κατανύσσεται; Ποιός ἀκόμη καί μέ τήν πιό σκληρυμένη καρδιά δέν θά κλάψει καί δέν θά ὑποστεῖ ρωγμή στό βάθος του; Γι᾽ αὐτό καί ὁ πιστός δέν κινεῖται ἐκδικητικά ἐναντίον κανενός. Γιατί ξέρει ὅτι ῎Αλλος τόν ἔχει ἀναλάβει. ῾Δότε τόπον τῇ ὀργῇ. ᾽Εμοί ἐκδίκησις, ἐγώ ἀνταποδώσω, λέγει Κύριος παντοκράτωρ᾽. 

γ. ῾Ο Κύριος ἦλθε στόν κόσμο καί ἀνέτρεψε τά δεδομένα τοῦ κόσμου τούτου. ῾Ο ἐφησυχασμός, ἡ ραθυμία, ἡ ἄνεση μπορεῖ νά ἀποτελοῦν ζητούμενα τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, δέν συνθέτουν ὅμως τή φυσιογνωμία τοῦ μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ. ῾Ο χριστιανός βρίσκεται σέ ἑτοιμότητα δοκιμασίας καί θλίψης καί διωγμοῦ, γιατί αὐτόν τόν δρόμο περπάτησε ὁ ἀρχηγός Του κι αὐτός ὁ δρόμος εἶναι καί ὁ δικός του κλῆρος. Κι ἀκόμη: σ᾽ αὐτόν τόν δρόμο τόν δύσκολο καί θλιμμένο βρίσκεται καί ἡ χαρά καί ἡ μακαριότητά του. Γιατί ἐκεῖ συναντᾶται μέ τόν διωγμένο καί ἀπεριμμένο Κύριο. ῾Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης᾽. ῾Χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καί διώξωσιν καί εἴπωσιν πᾶν ρῆμα καθ᾽ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. Χαίρετε ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς᾽.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...