Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 05, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ) π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ



Την τρίτη Κυριακή των Νηστειών η Εκκλησία μας προβάλλει στους 
πιστούς της τον Σταυρό του Κυρίου. Κατά το συναξάρι της ημέρας: 
«Επειδή με τη σαρανταήμερη νηστεία, κατά κάποιο τρόπο σταυρωνόμαστε 
και εμείς με τη νέκρωση από τα πάθη, κι έχουμε μια αίσθηση πικρίας με το να
 μας δημιουργείται ακηδία και κατάπτωση, μπαίνει μπροστά μας ο τίμιος και 
ζωοποιός Σταυρός, σαν αναψυχή και στήριγμά μας, και σαν υπόμνηση του 
Πάθους του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και παρηγοριά: αν ο Θεός μας 
σταυρώθηκε για μας, πόσα πρέπει να κάνουμε εμείς για χάρη Του; 
Ανακουφιζόμαστε λοιπόν από τους κόπους μας, με την παράθεση 
των δεσποτικών θλίψεων και με την υπόμνηση και ελπίδα της 
δόξας που ήρθε μέσα από τον Σταυρό». Κι είναι πράγματι μία επιπλέον
 ευκαιρία που δίνει η Εκκλησία για να προβληματιστούμε πάνω
 στο μέγιστο μυστήριο της Σταυρικής Θυσίας του Κυρίου μας.

1. Ο Σταυρός του Χριστού: ιστορικό γεγονός.

Στο Σύμβολο της Πίστεως, εκεί που αναφέρεται στον Σταυρό του Κυρίου, 
λέει: «Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου». 
Ο Χριστός σταυρώθηκε στην Ιουδαία επί της ηγεμονίας του Ποντίου Πιλάτου. 
Η σταύρωση δηλαδή έχει ιστορικές συντεταγμένες. 
Δεν αποτελεί ένα μύθευμα – συνέβη «μια φορά κι έναν καιρό», 
δηλαδή ποτέ. Ούτε πάλι κατανοείται ως πιθανή ψευδαίσθηση ορισμένων
 πιστών. Πρόκειται για γεγονός της ιστορίας, που προκαλεί τον οιονδήποτε,
 πιστό ή αμφισβητία, να ερευνήσει το γεγονός, να το ψηλαφήσει με ανθρώπινα
 μέσα, να το εντάξει μέσα σε ευρύτερα πλαίσια. Με άλλα λόγια, η αποδοχή 
της ιστορικότητας του Ιησού Χριστού και των παθών
 Του είναι αναμφισβήτητη. Μόνον κακοπροαίρετοι και ελλειμματικοί κατά 
τον νου προκαλούν ερωτηματικά πάνω στα αυτονόητα. Η ίδια η ιστορία
 όμως τους διαψεύδει. Ο Χριστός έπαθε «επί Ποντίου Πιλάτου».
Για τους πιστούς όμως υπάρχει και η οραματική επιβεβαίωση του γεγονότος
 της Σταύρωσης και από πολλούς αγίους. Δεν είναι λίγοι οι άγιοι που «είδαν»
 με τη χάρη του Θεού τα γεγονότα του Πάθους.  Θυμόμαστε για παράδειγμα
 το περιστατικό του Γεροντικού με τον όσιο Ποιμένα. 
Σε έκσταση ευρισκόμενος αλλοιώθηκε το πρόσωπό του, ενώ δάκρυα το
 αυλάκωναν πυκνά. Και πιεζόμενος από τους μαθητές του ομολόγησε: 
«Ήμουν κάτω από τον Σταυρό του Κυρίου με την Παναγία Μητέρα Του
 και τον άγιο Ιωάννη. Πόσο θα ήθελα διαρκώς να κλαίω έτσι μαζί τους!» 
Παρόμοιο όραμα – και όχι μία μόνο φορά – έζησε και ο μεγάλος 
Γέροντας της εποχής μας π. Πορφύριος. Κι εκείνος Μεγάλη Πέμπτη 
βράδυ, αλλά και άλλη φορά, «είδε» τον Εσταυρωμένο και συγκλονισμένος, 
τόσο που δεν μπορούσε να συνεχίσει την ακολουθία, έζησε στιγμές 
από το άγιο Πάθος Του.

2. Ο Σταυρός: μυστήριον μέγα.

Αν όμως η ιστορικότητα της Σταύρωσης του Κυρίου είναι 
αναμφισβήτητη, εκείνο που δημιουργεί πρόβλημα αποδοχής είναι 
το είδος του σταυρικού μαρτυρίου του Χριστού. Το μαρτύριο του
 Χριστού δεν είναι κάτι το εξωτερικό: βάσανα που φαίνονται. Τέτοια 
βάσανα σωματικής μορφής πέρασαν άνθρωποι, προ Χριστού και μετά 
Χριστόν. Το μαρτύριο του Χριστού είναι ποιοτικό, έχει δηλαδή βάθος 
που δεν μπορεί να προσεγγιστεί παρά μόνον με την πίστη. Διότι επάνω στον 
Σταυρό δεν πάσχει ένας άνθρωπος, αλλ’ ο ίδιος ο Υιός του Θεού ως άνθρωπος.
Η εν πίστει προσέγγιση – δείγμα της χάρης του Θεού – διανοίγει τους
 οφθαλμούς της καρδιάς για να δει ο άνθρωπος την πραγματικότητα: την
 άρση της αμαρτίας του κόσμου από τον Χριστό. Ο Χριστός πάνω
 στον Σταυρό «αίρει την αμαρτίαν του κόσμου», γεγονός που σημαίνει
 ότι καταργείται για τον άνθρωπο «το σώμα της αμαρτίας» - δεν αμαρτάνει 
αναγκαστικά πια ο άνθρωπος – και συμφιλιώνεται με τον Θεό. Με τον 
Σταυρό του Χριστού έτσι διανοίχτηκε η κλειστή θύρα της Βασιλείας των
 Ουρανών. Ο Ουρανός έγινε φιλικός και πάλι προς αυτόν. Ό,τι έχασε
 ο άνθρωπος από την ανυπακοή των πρωτοπλάστων, το κέρδισε πολύ 
περισσότερο τώρα, με τη μέχρι θανάτου υπακοή του Χριστού, του 
νέου Αδάμ. «Παρ’ ότι ήμασταν εχθροί με τον Θεό, μας συμφιλίωσε 
μαζί Του ο σταυρικός θάνατος του Υιού Του…Κι όπως η παρακοή του 
ενός ανθρώπου έκανε όλη την ανθρωπότητα αμαρτωλή, έτσι και με την
 υπακοή του ενός θα αναγνωριστούν όλοι δίκαιοι από τον Θεό» (Ρωμ. 5, 10. 19). 
«Άρα ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι
 του Θεού» (Εφ. 2, 19).
Η άρση της αμαρτίας του κόσμου δεν σχετίζεται με ορισμένες μόνον 
εποχές. Ο Χριστός «αίρει την αμαρτίαν» σύμπαντος του κόσμου: του
 προ Αυτού, του κατά την εποχή Του και του μετά από Αυτόν. Έτσι δεν 
υπάρχει κανείς που να μην είναι ενταγμένος στην κίνηση αγάπης Του, ενώ,
 ακριβώς γι’ αυτό, δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη. Εκείνος που θα 
επικαλεστεί μετά τη σταύρωση του Κυρίου τις πολλές και μεγάλες 
αμαρτίες του για να δικαιολογήσει την απομάκρυνσή του από τον Θεό, 
ουσιαστικά βλασφημεί τον Σταυρό Εκείνου. Είναι ευνόητο μετά τα 
παραπάνω ότι οποιαδήποτε λογική προσπάθεια κατανοήσεως του 
μαρτυρίου του Χριστού διαστρέφει το μαρτύριο και το πάθος Του. 
Διότι το υποβαθμίζει σε κάτι το φυσικό και ανθρώπινο μόνο. 
Ο Σταυρός του Χριστού, που αποκορυφώνει το όλος πάθος της
 ζωής Του, είναι μυστήριο μεγάλο. Αποτελεί θέα των πιστών που 
κατ’ αναλογία της πίστεώς τους βιώνουν τη χάρη του Θεού μέσα 
στην καρδιά τους.

3. Ο Σταυρός: φανέρωση της αγάπης του Θεού.

Η αποδοχή του Σταυρού του Κυρίου ως μυστηριακού γεγονότος 
οδηγεί στην υπέρβαση της παγίδας των «αναλύσεων». Οι αναλύσεις 
σχετικοποιούν το μυστήριο του Σταυρού και το υποβιβάζουν, όπως
 είπαμε, στο επίπεδο της ανθρώπινης λογικής. Στην παγίδα αυτή 
δυστυχώς έπεσαν στο παρελθόν η Δυτική θεολογία και όσοι από τους 
ορθοδόξους θεολόγησαν με Δυτικά κριτήρια. Δεν ξεχνάμε για παράδειγμα
 την προσπάθεια του Ανσέλμου Κανταουρίας, που προβληματιζόταν πάνω 
στο ερώτημα «γιατί έγινε άνθρωπος ο Θεός και γιατί έπαθε». 
Και η απάντηση που έδινε αποκάλυπτε τη δικανική- νομική 
κατανόηση της σωτηρίας του ανθρώπου από τον Θεό: να εξιλεωθεί 
ο Θεός με το πάθος του Υιού Του.
Η ορθόδοξη Εκκλησία απέφυγε τον πειρασμό. Προβληματίστηκε μόνο 
πάνω στο «έδει παθείν τον Χριστόν», έπρεπε να πάθει ο Χριστός, που 
σήμαινε γι’ αυτήν κυρίως δύο πράγματα: 1. Το μέγεθος της αμαρτίας 
του ανθρώπου, τέτοιας που η διδασκαλία μόνη του Χριστού ή και τα
 θαύματά Του δεν ήταν ικανά προς σωτηρία. Έπρεπε να θυσιαστεί για 
να αρθεί το χάσμα που η αμαρτία είχε θέσει μεταξύ ανθρώπου και Θεού.
 2. Την άπειρη αγάπη του Θεού, που δεν διστάζει να θυσιάσει και τον 
μονογενή Του Υιό για να σωθεί ο κόσμος. «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός
 τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο 
πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 3, 16).
Ο προβληματισμός πάνω στην αγάπη του Θεού έθετε για την Ορθόδοξη 
Εκκλησία και το θέμα της δικαιοσύνης Του. Η δικαιοσύνη του Θεού 
φανερώθηκε στον Σταυρό ως αγάπη, που σήμαινε κατ’ άνθρωπον 
αδικία. Και τούτο γιατί ανθρώπινα δεν μπορεί να νοηθεί η καταδίκη του
 αθώου – του Χριστού που πάσχει υπέρ του αμαρτωλού κόσμου - 
 και η δικαίωση των ενόχων – των ανθρώπων που απαλλάσσονται
 από την καταδίκη. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη απαιτεί το αντίθετο: την 
καταδίκη του ενόχου και την απαλλαγή του αθώου. Έτσι με τον Σταυρό
 ιδίως του Χριστού διαπιστώθηκε ότι η θεία δικαιοσύνη δεν 
λειτουργεί με τα μέτρα τα ανθρώπινα. Αν λειτουργούσε έτσι, το 
ανθρώπινο γένος θα έπρεπε λόγω της αμαρτίας του να αφανιστεί. 
Ευτυχώς για εμάς μέτρο της δικαιοσύνης του Θεού είναι η άπειρη αγάπη Του.
Η πατερική παράδοση επεσήμανε την αλήθεια αυτή, όπως για 
παράδειγμα την εκφράζει ο μεγάλος Ισαάκ ο Σύρος:
 «Μην ονομάζεις τον Θεό δίκαιο. Διότι η δικαιοσύνη του Θεού δεν
 γνωρίζεται στα έργα σου… Πώς θα ονομάσεις τον Θεό δίκαιο, όταν 
διαβάζεις στο ευαγγέλιο για τον μισθό των εργατών; Φίλε, λέγει, δεν σε
 αδικώ, θέλω να δώσω και σ’ αυτόν τον τελευταίο όσα έδωσα και σ’ εσένα.
 Εάν ο οφθαλμός σου είναι πονηρός, όμως εγώ είμαι αγαθός. 
Πώς θα ονομάσει κανείς δίκαιο τον Θεό, όταν διαβάζει στο ευαγγέλιο 
τα περί του ασώτου υιού, που εσκόρπισε τον πατρικό πλούτο σε ασωτείες, 
και όταν έδειξε μόνο κατάνυξη, πώς έτρεξε ο πατέρας και έπεσε στον τράχηλό 
του, και του έδωσε εξουσία πάνω σ’ όλον τον πλούτο…
Πού είναι η δικαιοσύνη του Θεού; Διότι ήμασταν αμαρτωλοί, 
και ο Χριστός απέθανε για χάρη μας;»

4. Ο Σταυρός: κλήση προς μετοχή.

Η απορροή τόσων μεγάλων δωρεών για τον άνθρωπο από 
τον Σταυρό του Χριστού -  κατάργηση της αμαρτίας, συμφιλίωση με 
τον Θεό, επανένταξη στη Βασιλεία του Θεού – είναι γνωστό ότι προϋποθέτει
 και την αποδοχή του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος δεν πιστέψει στον Χριστό, 
αν δεν γίνει μέλος του μυστικού σώματός Του, της Εκκλησίας, οι δωρεές
 αυτές παραμένουν ανενέργητες γι’ αυτόν και κενές περιεχομένου. 
Διότι προς σωτηρία του ανθρώπου απαιτείται όχι μόνο η χάρη του Θεού, 
αλλά και η δική του η θέληση. Πώς λοιπόν πιο συγκεκριμένα μετέχει 
κανείς στο Χριστό, δηλαδή γίνεται μέτοχος των δωρεών της σταυρικής 
Του θυσίας;

1. Με το βάπτισμα. Το βάπτισμα αποτελεί συμμετοχή στον θάνατο και 
την Ανάσταση του Κυρίου. Όταν τριττώς καταδύεται και τριττώς αναδύεται 
ο άνθρωπος από την κολυμβήθρα, την «κοιλιά» της Εκκλησίας, συμμετέχει 
στον θάνατο και την Ανάσταση Εκείνου. Με τη συμμετοχή του αυτή 
καθαρίζεται, «πεθαίνει», από κάθε αναγκαστική ροπή αμαρτίας και βγαίνει 
νέος, αναστημένος άνθρωπος. Ο Χριστός γεννιέται μέσα του και γίνεται 
μέλος του σώματός Του. «Πραγματικά, το βάπτισμά μας σημαίνει πώς
 συμμετέχουμε στον θάνατο και στην ταφή του Χριστού. Κι όπως ο Πατέρας
 Θεός με τη δύναμή Του ανέστησε τον Χριστό από τους νεκρούς, το ίδιο 
κι εμείς μπορούμε να ζήσουμε μία νέα ζωή. Όπως δηλαδή ενταχτήκαμε 
οργανικά στο σώμα του Χριστού με μία πράξη που συμβολίζει συμμετοχή 
στον θάνατό του, έτσι θα συμμετάσχουμε πραγματικά και στην ανάστασή 
Του» (Ρωμ. 6, 4-5).

2. Με τη θεία Κοινωνία. Η μετοχή του ανθρώπου στον Σταυρό δεν σταματά
 με το βάπτισμα και το συνακόλουθο βεβαίως χρίσμα. Συνεχίζεται διαρκώς
 με την εν μετανοία μετοχή του πιστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
 Διότι η Θεία Ευχαριστία προσφέρει τη διακράτηση και την αύξηση της 
χάρης του Θεού, που εισήλθε στο βάθος της ψυχής διά του βαπτίσματος. 
Έτσι χωρίς το σώμα και το αίμα του Χριστού ο πιστός αδυνατίζει και 
μαραίνεται πνευματικά, που σημαίνει ότι οι δωρεές του Σταυρού με 
την Θεία Ευχαριστία ανανεώνονται και πολλαπλασιάζονται.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλώντας για τη Θεία
 Ευχαριστία τονίζει τον σταυροαναστάσιμο χαρακτήρα αυτής: 
«Όταν προσίης τω φρικτώ ποτηρίω, ως απ’ αυτής πίνων της πλευράς, 
ούτω προσίης», όταν προσέρχεσαι δηλαδή στο φρικτό ποτήριο, 
να προσέρχεσαι σαν να πίνεις από την ίδια την πλευρά του Σωτήρος.

3. Με τον αγώνα για πνευματική ζωή. Ο Χριστιανός δεν γίνεται 
πνευματικός, μέτοχος δηλαδή των δωρεών του Πνεύματος του 
Θεού, μόνο με τη συμμετοχή του στα μυστήρια. Μία τέτοια θεώρηση 
θα έδειχνε ότι η σωτηρία είναι αποτέλεσμα μόνο της χάρης του 
Θεού χωρίς την ανθρώπινη συνέργεια. Γίνεται και με τον αγώνα του
 για τήρηση των εντολών του Χριστού. Η τήρηση των εντολών, 
κυρίως της πίστεως στον Χριστό και της αγάπης στον συνάνθρωπο, 
τον καθιστά «ανοιχτό» στη χάρη του Θεού και του δημιουργεί τις 
συνθήκες ορθής μετοχής του στα μυστήρια. Η τήρηση όμως αυτή 
δεν είναι εύκολη. Απαιτεί σκληρό αγώνα κατά των παθών και των αμαρτιών,
 ακόμη δε και κατά του αρχεκάκου διαβόλου, που μας πειράζει μέσω 
των παθών. Έτσι η πνευματική ζωή αποτελεί κυριολεκτικά «μάτωμα» της
 ψυχής, δόση αίματος, κατά το «δος αίμα και λάβε Πνεύμα», μ’ ένα
 λόγο κατανοείται ως συσταύρωση με τον Χριστό. «Ει τις θέλει 
οπίσω μου έρχεσθαι, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν
 αυτού καθ’ ημέραν και ακολουθείτω μοι» (Λουκ. 9, 23).

Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί τη σωτηρία μας. Αυτός είναι
 η ωραιότητα της Εκκλησίας και η καθέδρα της ορθοδόξου
 θεολογίας. Κατά τον υμνογράφο «Σταυρός ο φύλαξ πάσης
 της οικουμένης, Σταυρός η ωραιότης της Εκκλησίας, 
Σταυρός βασιλέων το κραταίωμα, Σταυρός πιστών το στήριγμα,
 Σταυρός αγγέλων η δόξα και των δαιμόνων το τραύμα».
 Δεν έχουμε παρά να Τον ζούμε καθημερινά με τον τρόπο που
 είπαμε. Η καθημερινή διαπίστωσή μας θα είναι η συνεχής 
μεταμόρφωσή μας, όχι από πλευράς ασφαλώς φύσεως, 
αλλά από πλευράς τρόπου ζωής. Με τον τρόπο αυτό θα 
ανήκουμε και εμείς σε εκείνους που χαρμονικά θα προσμένουν 
το «σημείον» του Υιού του ανθρώπου, τον Σταυρό, όταν ως 
σύμβολό Του θα εμφανιστεί κατά τη Δευτέρα Του Παρουσία.

Κυριακή Γ Νηστειών Η εντροπή για τον Χριστό και πως αυτή θεραπεύεται Αρχιµ. Καλλίστρατος Ν. Λυράκης


Η  εντροπή  για  τον  Χριστό και  πως  αυτή  θεραπεύεται
«Ὅς ἄν ἐπαισχυνθῇ µε καί τούς ἐµούς λόγους
ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ µοιχαλίδι καί ἁµαρτωλῷ,
καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν»
(Μαρκ. η’ 38).

Kυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Καί ἡ Ἐκκλησία µας προβάλλει τόν Τίµιο Σταυρό τοῦ Κυρίου. Καί συγχρόνως ἀναµεταδίδει τήν φωνή τοῦ Ἐσταυρωµένου Κυρίου. Τί λέει; Πῶς τόν θέλει τόν πιστό Του; Ἐάν ὁ ἄνθρωπος ντραπεῖ Ἐµένα καί τούς λόγους Μου, ἐάν δειλιάσει καί διστάσει νά Μέ ὁµολογήσει Κύριο καί Ἀρχηγό του, ἐάν ὑπολογίσει τίς εἰρωνεῖες καί ἀντιδράσεις τῶν δικῶν του ἀνθρώπων, περισσότερο ἀπό τό χρέος τῆς ἀγάπης του πρός Ἐµένα, αὐτόν τόν ἄνθρωπο θά τόν ἀποκηρύξω. Δέν θά τόν ὑπολογίσω ὡς δικό Μου. Θά τόν ἀρνηθῶ κατά τήν Δευτέρα Μου Παρουσία, πού θά ἔλθω συνοδευόµενος ἀπό ἁγίους Ἀγγέλους. Αὐτό ζητεῖ ἀπό ὅλους ἐκείνους πού θέλουν νά γίνουν µαθητές καί ὀπαδοί Του. «Ὅς ἄν ἐπαισχυνθῇ µε καί τούς ἐµούς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ µοιχαλίδι καί ἁµαρτωλῷ, καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν».
Ἡ ἀλήθεια αὐτή ὅλους µᾶς ἐνδιαφέρει.
Ἀλλά γιατί οἱ ἄνθρωποι δειλιάζουν καί ντρέπονται τόν Χριστό καί τά λόγια Του; Καί πῶς θεραπεύεται ἡ ντροπή αὐτή;
Οἱ ἄνθρωποι δειλιάζουν καί ντρέπονται διά τόν Χριστό καί τά λόγια Του, γιατί:
Ἐπηρεάζονται ἀπό τά φρονήµατα καί τόν τρόπο τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσµου. Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι στίς ἡµέρες µας πού ἀγνοοῦν τόν Θεό. Δέν διστάζουν νά ἐναντιωθοῦν πρός τόν Θεό. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού ὡς σκοπό τῆς ὑπάρξεώς τους θέτουν τίς στιγµιαῖες ἀπολαύσεις αὐτῆς τῆς ζωῆς. Σύνθηµά τους ἔχουν «φάγωµεν, πίωµεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκοµεν». Συνέπεια τῆς ζωῆς αὐτῆς εἶναι ὁ κοµπασµός, ἡ αὐτο¬διαφήµιση, ἡ αὐτοπροβολή. Ἡ µόδα, ἔπειτα, µέ τούς ἐξωφρενισµούς της, πού καταντᾶ µόνιµη φροντίδα τους. Πρότυπά τους καί ἰνδάλµατά τους ἔχουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί τά πρόσωπα τῆς ξεπεσµένης κοινωνίας καί τούς ἀστέρες τῆς ὀθόνης. Ἐπιζητοῦν συνεχῶς τήν µαταίαν δόξαν, τούς φθηνούς ἐπαίνους, τά κολακευτικά χειροκροτήµατα. Γι’ αὐτούς οὔτε Θεός ὑπάρχει, οὔτε ἰδανικά, οὔτε ἠθικοί φραγµοί. Ἤ, µᾶλλον, Θεός τους εἶναι ἡ «κοιλία, τό χρῆµα, ἡ γλυκειά ζωή», ὅπως τήν ὀνοµάζουν σήµερα. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί χρησιµοποιοῦν τήν εἰρωνεία γιά τούς Χριστιανούς. Εἰρω-νεύονται τόν νέο ἤ τή νέα, διότι µελετᾶ θρησκευτικά βιβλία ἤ διότι πηγαίνει στό Κατηχητικό. Εἰρωνεύονται τόν τίµιο καί εὐσυνείδητο ἐργάτη ἤ ὑπάλληλο, διότι δέν καταδέχεται νά λερώσει τά χέρια του µέ τήν ἀδικία, νά πλουτίσει ἄκοπα καί ἄδικα. Εἰρωνεύονται τόν οἰκογενειάρχη, διότι κρατάει τήν οἰκογένειά του σέ ἀτµόσφαιρα ἱερή καί πειθαρχηµένη. Καί, γενικά, εἰρωνεύονται τίς Χριστιανικές ἰδέες καί ἀντιλήψεις, ὡς πράγµατα παιδαριώδη, ἀναχρονιστικά, κατώτερα τοῦ λογικοῦ δηµιουργήµατος. Ἡ στάση καί συµπεριφορά αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ἐπηρεάζει τούς Χριστιανούς σέ σηµεῖο, ὥστε δειλιάζουν νά ὁµολογήσουν τόν Χριστό καί τήν Ἀλήθειά Του. Ἀποφεύγουν νά παρουσιάζονται ὅτι θρησκεύουν. Μέ ἀποτέλεσµα νά «συσχηµατίζονται» πρός τίς ἀπαιτήσεις τους. Νά γίνονται πιστοί καί ἄπιστοι, θρῆσκοι καί ἄθρησκοι, ἠθικοί καί ἀνήθικοι. Καί νοµίζουν, ἔτσι, ὅτι µποροῦν νά τά ἔχουν καλά καί µέ τόν Χριστό καί µέ τόν κόσµο, ἀνώδυνα καί µέ τό ἀζηµίωτο. Καί καταντοῦν οἱ δυστυχεῖς ἀλλοπρόσαλλοι ἄνθρωποι. Ἠµπορεῖ τούς χριστιανούς αὐτούς νά τούς ἀναγνωρίσει ὁ Χριστός ὡς δικούς Του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Γι’ αὐτό διακηρύττει:
«Ὅς ἄν ἐπαισχυνθῇ µε καί τούς ἐµούς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ µοιχαλίδι καί ἁµαρτωλῷ καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν».
Τί χρειάζεται γιά νά ἀποφευχθεῖ ὁ ἐπηρεασµός αὐτός;
1. Νά κόψωµε τούς δεσµούς. Ποιούς δεσµούς; Τούς δεσµούς µέ τόν κόσµο, µέ τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσµου. Δέν καλούµαστε νά πάρουµε τά βουνά καί τά ὄρη καί νά γίνουµε ἀσκητές καί ἐρηµῖτες. Μέσα στόν κόσµο θά µείνουµε, ἀλλά δέν θά συµµορφούµαστε µέ τό πνεῦµα τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσµου. «Ἐξέλθετε ἐκ µέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καί ἀκαθάρτου µή ἅπτεσθε» (Β’ Κορ. στ’  17). Δηλαδή µή πλησιάζετε τούς παραστρατηµένους ἀνθρώπους. Μή τούς χαρίζετε τή φιλία σας. Σταθῆτε µακρυά ἀπό αὐτούς. Διότι «ἐάν τις ἀγαπᾶ τόν κόσµον οὐκ ἔστι ἡ ἀγάπη τοῦ πατρός ἐν αὐτῷ» (Α’ Ιωάν. β’ 15). Ἐάν κανείς ἀγαπᾶ τόν κόσµο, ἡ πρός τόν Θεόν ἀγάπη δέν ὑπάρχει µέσα του. Γι’ αὐτό «µή ἀγαπᾶτε τόν κόσµον, µηδέ τά ἐν τῷ κόσµῳ» (Α’ Ἰωαν. β’ 15). Μή ἀγαπᾶτε τόν µάταιο καί µακριά τοῦ Θεοῦ εὑρισκόµενο κόσµο, οὔτε τίς ἀπολαύσεις πού προσφέρει ὁ κόσµος, πού ἀποχωρίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό. Διότι ὁ Θεός καί ὁ κόσµος εἶναι δυό πράγµατα ἀσυµβίβαστα. Μᾶς τό λέει καθαρά ὁ θεῖος Ἱάκωβος «οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσµου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν; Ὅστις ἄν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσµου ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ. δ’ 4). Ἐκεῖνος πού θά θελήσει νά εἶναι φίλος τοῦ κόσµου δηλ. τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσµου, πού δέν φοβοῦνται καί δέν σέβονται τόν Θεό, θά γίνει ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Ποιός ἀπό µᾶς θά θελήσει νά γίνει ἐχθρός τοῦ Ἁγίου Θεοῦ; Ἀσφαλῶς κανείς. Χρειάζεται, ὅµως, νά λάβουµε τήν ἀπόφαση νά ἐξέλθουµε ἀπό τόν κόσµο. Ἄνθρωποι τοῦ κόσµου εἶναι δυνατόν νά εἶναι ἡ µητέρα µας, ὁ πατέρας µας, τό παιδί µας, ἡ κόρη µας, ὁ σύζυγος ἤ ἡ σύζυγος, ὁ ἀδελφός ἤ ἡ ἀδελφή µας, ὁ παιδικός µας φίλος. Ἀφοῦ, ὅµως, τό ζητεῖ ὁ Θεός θά πρέπει νά τό κάνουµε. Ἔτσι θά παύσουµε νά ἐπηρεαζόµαστε ἀπό τήν νοοτροπία, τά φρονήµατα τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσµου. Φθάνει αὐτό; Ὄχι. Χρειάζεται συγχρόνως:
2. Νά ἀγαπήσουµε τόν Χριστό. Γιατί εἶναι ἀδύνατον νά συγκινού¬µαστε ἀπό τήν κοσµική ζωή καί ταὐτόχρονα νά ἀγαποῦµε τόν Χριστό. Ὅσο ὑπερισχύει µέσα µας ἡ ἀγάπη πρός τόν κόσµο, τόσο ἀτονεῖ ἡ ἀγάπη µας πρός τόν Χριστό. Ἀπεναντίας, ὅταν ἡ καρδιά µας φλέγεται καί πυρπολεῖται ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό, εἶναι ἀδύνατον νά µᾶς συγκινήσουν οἱ ψευτοχαρές τοῦ κόσµου. Κοιτάξατε τόν ἀπ. Παῦλο. Ἐπειδή ἀγαποῦσε τόν Κύριο µέ ὅλη του τήν καρδιά, ἔµεινε ἐντελῶς ἀπρόσβλη¬τος ἀπό τό ἰσχυρό εἰδωλολατρικό πνεῦµα τῆς ἐποχῆς Του. Ἡ ἀγάπη του πρός τόν Χριστό τόν ἔκανε νά θεωρεῖ τίς ἀπολαύσεις, τήν δόξα καί τίς τιµές, πού τοῦ πρόσφερε ὁ κόσµος, «ὡς σκύβαλα», ὡς σκουπίδια, ἄξια κάθε περιφρονήσεως. Στό ἐσωτερικό του δέν ὑπῆρχε καθόλου χῶρος γιά πρόσωπα καί καταστάσεις ἄλλες ἐκτός ἀπό τόν Χριστό. Ὅσες ψυχές κατορθώνουν ὁλόψυχα νά ἀγαπήσουν τόν Χριστό, αὐτές οἱ ψυχές καί Τόν ὁµολογοῦν. Ὅπου σταθοῦν καί ὅπου βρεθοῦν διακηρύσσουν µέ σύνεση καί ἀκρίβεια τήν ἀλήθειά Του. Ἡ ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ καί τῶν λόγων Του ἔρχεται ώς φυσικό ἐπακόλουθο. Διότι «ἐκ τοῦ περισσεύµατος τῆς καρδίας τό στόµα λαλεῖ» (Ματθ. ιβ’ 34). Αὐτή εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ντροπῆς τῆς ὁµολογίας τοῦ Χριστοῦ καί τῶν λόγων Του.
«Ὅς ἄν ἐπαισχυνθῇ µε καί τούς ἐµούς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ µοιχαλίδι καί ἁµαρτωλῷ, καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν».
Ἡ ἀπό µέρους τοῦ Χριστοῦ ἀποκήρυξή µας κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του ἐφ’ ὅσον θά ἐξακολουθήσουµε νά ντρεπόµαστε νά Τόν ὁµολογοῦµε, θά πρέπει ἰδιαίτερα νά µᾶς ἀπασχολήσει. Διότι πρόκειται γιά τήν αἰώνια ἀπώλεια τῆς ψυχῆς µας. Θά εἶναι τροµερό. Νά θυσιάζει στόν Σταυρό τόν Ἑαυτό Του ὁ Κύριος καί νά µᾶς προειδοποιεῖ κατ’ ἐπανάληψη, ὅπως τήν Κυριακή Γ΄ Νηστειῶν µέ τήν Ὕψωση τοῦ Σταυροῦ Του, ὅτι ἀπαιτεῖται ἀπό µέρους µας ὁµολογία τοῦ ὀνόµατός Του καί τῶν λόγων Του καί ἐµεῖς νά ἀδιαφοροῦµε! Καιρός νά ἀνανήψωµε. Νά ἀποµακρύνοµε τόν ἑαυτό µας ἀπό τό κοσµικό πνεῦµα. Νά ἀγαπήσουµε Τόν Σταυρωθέντα γιά µᾶς Κύριο µέ ὅλη µας τήν καρδιά. Ὁπότε καί ἐµεῖς θά ὁµολογοῦµε παντοῦ καί πάντοτε µέ θάρρος καί παρρησία τόν Χριστό καί τήν ἀλήθειά Του. Καί Ἐκεῖνος θά µᾶς ἀναγνωρίσει δικούς Του ὀπαδούς, ἄξιους νά κληρονοµήσουµε τήν αἰωνία δόξαν τῆς Βασιλείας Του.
                                                Ἀρχιµ. Καλλίστρατος Ν. Λυράκης
                                    τ. Ἱεροκήρυκας Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν
                                        «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀπρίλιος 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ Του Σεβ.Κερκύρας Νεκταρίου




Ο Τίμιος Σταυρός αποτελεί για μας τους χριστιανούς αφορμή παραδόξου καυχήσεως. Ο Απόστολος Παύλος γράφει χαρακτηριστικά στην προς Γαλάτας επιστολή του: «Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω» (Γαλ. 6,14) (Όσο για μένα δε θέλω άλλη αφορμή για καύχηση εκτός από το σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, το σταυρό που πάνω του πέθανε ο κόσμος για μένα κι εγώ για τον κόσμο). Συνήθως ο άνθρωπος καυχάται για τις επιτυχίες στη ζωή του, για τα χαρίσματά του, για ό,τι του δίδει αποδοχή, δόξα και τιμή από τους συνανθρώπους του και τον κόσμο. Και μάλιστα, η καύχηση αποτελεί σημάδι υπερηφανείας, δηλαδή υπεροχής του καυχώμενου έναντι των άλλων.

            Εμείς οι χριστιανοί καυχώμεθα για κάτι που αποτελεί σημείο ταπεινώσεως, ήττας, απορρίψεως, θανάτου. Γιατί πάνω στο Σταυρό, το όργανο της καταδίκης των χειρότερων κακούργων και εγκληματιών, όπου όποιος θανατώνονταν θεωρούνταν «επικατάρατος» (Γαλ. 3, 10-13), σταυρώθηκε ο Θεάνθρωπος Κύριός μας. Επάνω στο Σταυρό φάνηκε ότι ηττήθηκε οριστικά και αμετάκλητα το Ευαγγέλιο, το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού που ο Χριστός έφερε στον κόσμο. Ηττήθηκε η αγάπη που έδειξε. Ηττήθηκε η αποδοχή Του από χιλιάδες ανθρώπους που Τον ακολουθούσαν σε κάθε κήρυγμά Του. Ηττήθηκαν οι ευεργεσίες Του, τα θαύματά Του, κάθε τι που έκανε για να δώσει άλλο νόημα στη ζωή των ανθρώπων. Ηττήθηκε η ανθρώπινη ύπαρξή του, η οποία θανατώθηκε βιολογικά μέσα στον πόνο, το μαρτύριο, την αγωνία, την εγκατάλειψη.

            Είναι, επομένως, πολύ παράδοξο να τιμούμε το όργανο της ατιμώσεως, της ήττας και της αποτυχίας. Όμως το κάνουμε εν επιγνώσει. Διότι γνωρίζουμε ότι για τον καθέναν από εμάς επάνω στον Σταυρό σταυρώθηκε ο κόσμος. Το κοσμικό πνεύμα.  Η αμαρτία που μας χωρίζει από το Θεό. Ο εγωισμός, που μας κάνει να πιστεύουμε ότι είμαστε αυτάρκεις. Το ψέμα που παρουσιάζεται ως αλήθεια. Η καταισχύνη του θανάτου χωρίς ελπίδα. Η ζωή χωρίς νόημα και σκοπό. Γιατί πάνω στο Σταυρό ο Χριστός ανέλαβε όλη την αποτυχία της πεπτωκυίας φύσεώς μας, ακόμη και τον θάνατό της, με τη θέλησή Του, υπακούοντας στον Πατέρα Του και εγκαινιάζοντας έναν καινούριο τρόπο ζωής για τον καθέναν άνθρωπο.

            Καυχώμεθα γιατί στο Σταυρό ελευθερωθήκαμε. Καυχώμεθα γιατί ο Χριστός μας αγαπά προσωπικά και το απέδειξε στο Σταυρό. Καυχώμεθα για την ήττα, γιατί γνωρίζουμε ότι μετά την Σταύρωση έρχεται η Ανάσταση. Γιατί ο Σταυρός είναι η αληθινή δόξα για το Χριστό, καθότι ο Θεός της Αγάπης δεν έχει ανάγκη από την δόξα της δυνάμεως και της εξουσίας, της υποταγής και της ανελευθερίας, αλλά Αυτοπροσφέρεται ως Θυσία και Ζωή.

            Μία προϋπόθεση υπάρχει για να ζήσουμε ως χριστιανοί αυτή την καύχηση: να πεθάνουμε κι εμείς για τον κόσμο. Να σταυρώσουμε -με την ζωή της ασκήσεως, με την πνευματική προσπάθεια, με την αγάπη- τα πάθη μας, την παράδοσή μας στον εγωισμό και την ικανοποίηση κάθε επιθυμίας που μας χωρίζει από το Θεό και τον συνάνθρωπο, τον εγκλωβισμό μας σε μία ζωή χωρίς ελπίδα και χαρά.

            Ο Σταυρός είναι καύχημα γιατί αποκαλύπτει ότι η αληθινή χαρά και η ζωή βρίσκονται στη θυσία και την αγάπη. Βρίσκονται στην διακονία και όχι στην εξουσία. Και αποκαλύπτει  την πρόταση του Θεού στον άνθρωπο, ο οποίος καλείται να ενταχθεί στη ζωή της Εκκλησίας και να αναζητήσει αυτό τον τρόπο ζωής, που μπορεί να φαντάζει ακατανόητος, ιδίως για την εποχή μας, η οποία αποθεώνει την ισχύ των όπλων, της διαφημίσεως, της καταναλώσεως,  της επιστήμης και της τεχνολογίας, αλλά δεν προσφέρει ελπίδα, γιατί μας καθηλώνει στην ματαιότητα του κόσμου.

            Ας χαρούμε πνευματικά την εορτή της Προσκυνήσεως του Τιμίου Σταυρού. Και ας προσπαθήσουμε και ο δικός μας τρόπος ζωής εν τω κόσμω να μας οδηγήσει στην γνήσια εν Χριστώ καύχηση. Όχι διότι υπερέχουμε έναντι των άλλων με τον εγωισμό και την υπερηφάνεια, αλλά γιατί είμεθα κεκλημένοι στη ζωή της αγάπης και της ελευθερίας. Στην καινή κτίση της Βασιλείας του Θεού, η οποία αποκαλύφθηκε στον Γολγοθά και στην Ανάσταση. 

Του Σεβ.Κερκύρας Νεκταρίου

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ) (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ) π.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ




Προσερχώμεθα οὖν μετά παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος,
 ἵνα λάβωμεν ἔλεον καί χάριν 
εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν᾽
(῎Ας πλησιάσουμε λοιπόν μέ θάρρος τόν θρόνο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς
 σπλαγχνιστεῖ
 καί νά μᾶς δωρίσει τήν χάρη Του, τήν ὥρα πού τήν χρειαζόμαστε).

α. Στό μέσον τῆς Σαρακοστῆς πού βρισκόμαστε, ἡ ᾽Εκκλησία μας προβάλλει τόν Σταυρό τοῦ 
Κυρίου πρός ἐνίσχυσή μας γιά τό ὑπόλοιπο διάστημα τῆς Νηστείας, λόγω τῶν καμάτων πού
 ὁ καθένας κατά τίς ἀντοχές του ἔχει καταθέσει στόν πνευματικό ἀγώνα. Τό ἀποστολικό 
ἀνάγνωσμα σχετίζεται μέ τόν Σταυρό ἀκριβῶς τοῦ Κυρίου, γιατί ἀναφέρεται στό ἀρχιερατικό
 ἀξίωμά Του, ὅτι δηλαδή ὁ Κύριος εἶναι ὁ μέγας καί ἀληθινός ἀρχιερέας, ὁ ῾Οποῖος
 μέ τήν σταυρική Του θυσία, ῾αἵρων τάς ἁμαρτίας ἡμῶν᾽, μᾶς ἕνωσε καί πάλι μέ τόν Θεό 
κι εἶναι ἕτοιμος νά μᾶς βοηθήσει στήν ὅποια ἀδυναμία παρουσιάζουμε κατά τήν πορεία μας 
στόν κόσμο τοῦτο. ῾Η προτροπή λοιπόν τοῦ ἀποστόλου εἶναι εὐνόητη: 
Προσερχώμεθα οὖν μετά παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον
 καί χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν᾽.

β. 1. ῾Ο θρόνος τῆς χάριτος λοιπόν εἶναι ἀνοικτός πιά γιά τούς ἀνθρώπους.
 ῾Ο Κύριος γενόμενος ἄνθρωπος καί καταργώντας τήν ἁμαρτία ῾ἐν τῇ σαρκί αὐτοῦ᾽ -
 τήν ἁμαρτία πού μᾶς χώριζε ὡς φράγμα ἀπό τόν Θεό - μᾶς προσέλαβε καί μᾶς ἔκανε 
ἕνα μέ ᾽Εκεῖνον, ὁπότε δι᾽ Αὐτοῦ καί ἐν Αὐτῷ ὡς μέλη Του ἔχουμε δίοδο στήν Βασιλεία Του: 
μέ Αὐτόν μποροῦμε καί βλέπουμε καί πάλι τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Πατέρα, ἤ ἀλλιῶς: γινόμαστε 
μέτοχοι τῆς κοινῆς ἐνέργειας ὅλης τῆς Τριαδικῆς θεότητος.  ῾Ο ἄνθρωπος μπορεῖ καί ζεῖ ἤδη
 ἀπό τώρα στά ὅρια τῆς ὕπαρξής του, τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς, τήν παρουσία τοῦ ἴδιου
 τοῦ Θεοῦ. ᾽Εν Χριστῷ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ναός δηλαδή τοῦ ἐν
 αὐτῷ οἰκοῦντος ῾Αγίου Πνεύματος. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, 
διά τοῦ ὁποίου ἐπῆλθε ἡ κατάργηση τῆς ἁμαρτίας, χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας 
ὡς κλειδί τοῦ Παραδείσου καί θυρῶν αὐτοῦ ἀνοικτήριον.

2. ῾Η προτροπή ὅμως τοῦ ἀποστόλου: ῾προσερχώμεθα᾽ 
(ἄς προσερχόμαστε, ἄς πλησιάσουμε) ὑπονοεῖ καί τό αὐτονόητο: ὅτι βεβαίως ὁ
 Κύριος μᾶς ἔχει προσφέρει τό σημαντικότερο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, δηλαδή τήν 
ἀποκατάστασή μας καί τήν ἐν Θεῷ πιά παραμονή μας, ὅμως ἀπαιτεῖ ἀντιστοίχως κ
αί τήν δική μας συγκατάθεση. ῾Ο δρόμος εἶναι ἀνοικτός, ἡ χάρη Του μᾶς ἐνισχύει, 
ἄν ὅμως κι ἐμεῖς δέν κάνουμε τό βῆμα πού χρειάζεται ἡ χάρη αὐτή παραμένει ἀνενέργητη.
 ῾Η συνέργεια Θεοῦ καί ἀνθρώπου εἶναι δεδομένη στήν πίστη μας γιά τό γεγονός τῆς 
σωτηρίας. ῾Συνεργοί Θεοῦ ἐσμεν᾽ θά σημειώσει ὁ ἀπόστολος. Λοιπόν, τά πάντα 
μπορεῖ ἤδη νά ἔχουν ἀνοιχθεῖ, ἡ φυλακή τῆς ἁμαρτίας μπορεῖ νά ἔχει γκρεμισθῆ,
 τά δεσμά δέν ὑφίστανται, ἀλλά πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά ἀνοίξει τά μάτια του γιά 
νά δεῖ τήν ἐλευθερία πού τοῦ δόθηκε καί νά θελήσει νά φύγει ἀπό τά δεσμά. 
Διαφορετικά, ὁ ἴδιος ξαναθέτει τόν ἑαυτό του μέσα σέ αὐτά, ὅταν μάλιστα καραδοκεῖ 
καί ὁ αἰώνιος ἐχθρός, ὁ ὁποῖος μπορεῖ μέν νά εἶναι ἡττημένος, ἀποκτᾶ ὅμως
 συνθῆκες νίκης του ὅταν τόν καλεῖ ἡ ἀμέλεια τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου.

3. ῾Ο ἀπόστολος προχωρεῖ ὅμως περαιτέρω. Καλεῖ τόν πιστό πού ἐν πίστει ἔχει ἀποδεχθῆ τόν
 Χριστό καί ἔχει γίνει μέλος Του ἐν ᾽Εκκλησίᾳ νά προσέλθει μέν καί νά ἀπολαύσει τίς δωρεές 
πού ἀπέρρευσαν ἀπό τήν Σταυρική Του θυσία, ἀλλά ῾μετά παρρησίας᾽, μέ θάρρος. Σάν νά 
λέει ὁ ἀπόστολος: μήν πλησιάζετε τόν Θεό σάν φτωχοί συγγενεῖς. Εἶστε μέ τόν Χριστό παιδιά τοῦ 
Πατέρα καί γι᾽ αὐτό ὅπως τά παιδιά ἔχουν θάρρος ἀπέναντι στόν πατέρα τους, ἔτσι κι ἐσεῖς.
 Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ὄχι μόνο ὅ,τι μᾶς πρόσφερε ὁ Χριστός γιά τήν σωτηρία μας ἦταν καρπός τῆς 
ἀγάπης Του, ἀλλά αὐτή ἡ ἀγάπη Του παραμένει ἀνεξάντλητη. ᾽Εκεῖνος πού μᾶς ἔδωσε τήν χάρη 
Του, πού θά πεῖ ὁλόκληρο τόν ῾Εαυτό Του, ὁ ῎Ιδιος νιώθει χαρά νά Τήν γευόμαστε διαρκῶς, 
ὅπως τά παιδιά κατά τρόπο φυσικό γεύονται τά ἀγαθά στό σπίτι τοῦ πατέρα τους.
Καί νά πού ἡ ᾽Εκκλησία μας αὐτήν τήν ἀλήθεια μᾶς καλεῖ νά τήν βιώνουμε πάντοτε βεβαίως,
 κυρίως ὅμως σέ ὅ,τι συνιστᾶ κέντρο καί πυρήνα τῆς ζωῆς της, τήν Θεία Λειτουργία. 
Στήν Θεία Λειτουργία, ὅταν πιά ἔχουν μείνει οἱ πραγματικοί πιστοί, οἱ βαπτισμένοι καί χρισμένοι
 στό ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἀκοῦνε τήν προτροπή τοῦ ἱερέα ῾καί καταξίωσον ἡμᾶς, 
Δέσποτα, μετά παρρησίας, ἀκατακρίτως, τολμᾶν ἐπικαλεῖσθαι Σέ τόν ἐπουράνιον 
Θεόν Πατέρα᾽ (καταξίωσέ μας, Δέσποτα, μέ θάρρος καί ἀκατάκριτη συνείδηση, νά
 τολμοῦμε νά Σέ προσφωνοῦμε Πατέρα). ᾽Εκεῖ λοιπόν στό μυστήριο αὐτό τῶν
 μυστηρίων βρίσκουμε τό σημεῖο συντονισμοῦ μας μέ τήν δικαίωση τοῦ ἀνθρώπου 
διά τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου. Στή Θεία Λειτουργία καί στή μετοχή συνεπῶς
 τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου νιώθουμε πραγματικά παιδιά τοῦ 
μεγάλου Πατέρα μας, νιώθουμε κυριολεκτικά σάν στό σπίτι μας.

4. ῾Οπότε στήν χαρισματική αὐτή κατάσταση λειτουργίας τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ εὑρισκόμενος
 ὁ πιστός ὡς μέλος ᾽Εκείνου, συντονισμένος μέ τόν ρυθμό τῆς κεφαλῆς πού εἶναι ὁ Χριστός, 
τῶν ἐξαιρέτων μελῶν πού εἶναι ἡ Παναγία καί οἱ ἅγιοί μας, τῶν ἀδυνάτων λοιπῶν μελῶν 
πού συνιστοῦμε τήν στρατευόμενη ᾽Εκκλησία, ἔχει τήν βεβαιότητα λήψεως τῆς χάρης καί 
τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. ῾῞Ινα λάβωμεν ἔλεον καί χάριν εὕρωμεν᾽. Καί μάλιστα ῾τήν ὥρα πού 
χρειαζόμαστε τήν χάρη αὐτή᾽ (῾εἰς εὔκαιρον βοήθειαν᾽). Πού σημαίνει: στό ὅποιο 
πρόβλημά μας ἤ καί στήν μεγαλύτερη χαρά μας τό πιό δυνατό σημεῖο μας, ἡ ὥρα τῆς 
χάρης τοῦ Θεοῦ καί γιά ἐμᾶς εἶναι ὁ ἐκκλησιασμός μας. Καί πῶς μπορεῖ νά εἶναι διαφορετικά,
 ἀφοῦ μετά ἀπό λίγο ὁ πιστός θά κληθεῖ νά κοινωνήσει ῾μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης᾽ 
τόν ἴδιο τόν Κύριο ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου, κατά τήν ἀψευδῆ βεβαίωσή Του;
 Τότε θά γίνει κι αὐτός κατά χάριν ἕνας μικρός θεός, κατά συνέπεια ὅλα τά ἀνθρώπινα θά
 ῾λιώσουν᾽ κάτω ἀπό τό πῦρ τῆς θεότητος!
Μιλᾶμε ὅμως γιά συντονισμό τοῦ πιστοῦ μέ τόν ρυθμό τοῦ σώματος καί τῆς κεφαλῆς, 
πού σημαίνει ὅτι ὄχι μόνο ὁ πιστός πιστεύει στόν Χριστό καί τήν ᾽Εκκλησία, ἀλλά καθορίζει
 καί ὅλη τήν πορεία τῆς ζωῆς του μέ βάση τό ἅγιο θέλημα ᾽Εκείνου, δηλαδή τήν ἀγάπη. 
Πιστός πού δέν ἔχει μπεῖ σ᾽ αὐτόν τόν ρυθμό δέν εἶναι ἀληθινός πιστός, γι᾽ αὐτό καί ἀφενός 
ἡ μετοχή του στήν Θεία Λειτουργία μπορεῖ νά τοῦ προκαλέσει πνευματικό ῾ἔμφραγμα᾽, 
ἀφετέρου ἡ ὅποια ἐνδεχόμενη παρρησία του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ θά λειτουργεῖ ὡς θράσος
 ἀπέναντί Του. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες μας
 ἀποτρέπουν ἀπό τήν συμμετοχή στήν Θεία Εὐχαριστία ἐκείνους πού δέν ζοῦν μέ ἀγάπη καί κρατᾶνε
 κακία στήν ψυχή τους
 ἀπέναντι στόν ὁποιοδήποτε συνάνθρωπό τους· γιά τόν λόγο ἀκριβῶς ὅτι ἡ θεία Κοινωνία θά τούς
 κάνει κακό καί θά
 εἶναι ῾εἰς κρίμα καί κατάκριμά᾽ τους.

γ. Νά προσερχόμαστε μέ θάρρος στόν θρόνο τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Δέν θυμίζει τοῦτο τήν
 πορεία τοῦ ἀσώτου ὅταν ἔπαιρνε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς πρός τόν Πατέρα του; 
Κι ἐκεῖνος προσερχόταν, παρ᾽ ὅλες τίς ἐπιφυλάξεις του, μέ θάρρος, γιατί πίστευε 
στήν ἀγάπη τοῦ Πατέρα. Καί τελικῶς τό παράδειγμά του μᾶς ἀνοίγει πλήρως τά μάτια: 
ἡ παρρησία πρός τόν Θεό ἀποκτᾶται ἐκεῖ πού ὑπάρχει μετάνοια. ῞
Οσο τό ῾ἥμαρτον εἰς τόν Οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου᾽ θά βρίσκεται στήν καρδιά καί τά χείλη μας,
 τόσο καί ἡ αἴσθηση τῆς υἱότητός μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ θά φουντώνει μέσα μας.

Γ’ Κυριακή των Νηστειών – Της Σταυροπροσκυνήσεως. «ΟΣΤΙΣ ΘΕΛΕΙ ΟΠΙΣΩ ΜΟΥ ΕΛΘΕΙΝ » Αρχιμανδρίτης Σπυρίδων Πετεινάτος

                             
ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΑ καί Προσκλητήριο.
 Προσκλητήρια πολλά, ποικίλα, 
από διαφόρους αρχηγούς



 και ηγέτες ακούσθηκαν στο διάβα των αιώνων ακούγονται και σήμερα. 
Πάνω όμως απ΄όλα αυτά
 τα ανθρώπινα προσκλητήρια, που καλούσαν και καλούν τους ανθρώπους σε υλικές απολαύσεις
 και υλιστικά επιτεύγματα, το Προσκλητήριο, το μοναδικό, το υπέροχο, το θείο ακούγεται είκοσι αιώνες 
τώρα και επαναλαμβάνεται και στην εποχή μας, απευθυνόμενο σε μικρούς και μεγάλους, 
σοφούς και αγραμμάτους, σε φτωχούς και πλουσίους. 
«Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού ».
Το θείο αυτό Προσκλητήριο έχει δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που είναι ευκαιρία να μελετήσουμε.
Δεν είναι άνθρωπος αυτός που καλεί. Είναι ο Δυνατός κυρίαρχος και εξουσιαστής του σύμπαντος. 
Και όμως η πρόσκλησή του δεν έχει τίποτε το διστακτικό, τίποτε το πιεστικό. 
Ο τραχύς τόνος ταιριάζει στα χείλη των ανθρώπων με το μικρό κύρος και την περιορισμένη δύναμη.
 Ο μεγάλος όμως Ηγέτης, ο Κύριος και Θεός, που ήρθε στην γη « μορφήν δούλου λαβών », 
δεν αναγκάζει κανέναν να καταταγεί στον στρατό του. Μολονότι ο άνθρωπος είναι το πλάσμα του, 
είναι το δημιούργημα των χειρών του, στέκεται με λεπτότητα και σεβασμό εμπρός 
στην προσωπικότητά του.
Ο Κύριος δεν στρατολογεί. Προσκαλεί ο γλυκύς Ιησούς. Διότι θέλει η παράταξή του να αποτελείται
 όχι από ανελεύθερα ανδράποδα, αλλά από εθελοντές σταυροφόρους. Θέλει αυτοί που συνειδητά 
θα φέρουν το τιμημένο όνομα του χριστιανού, να νοιώθουν τον χριστιανισμό, όχι σαν αλυσόδεμα, 
αλλά σαν δύναμη που εμπνέει την καρδιά και ατσαλώνει την θέληση. 
Γι΄ αυτό, λἐει, όποιος θέλει μπορεί να με ακολουθήσει, ν΄ακολουθήσει τον δρόμο που πρώτος βάδισα :
 τον δρόμο της αρετής και της απαρνήσεως του, κάθε τι που υποβιβάζει τον άνθρωπο.
Αυτό είναι το πρώτο χαρακτηριστικό της θείας αυτής Προσκλήσεως : 
Ο σεβασμός της ανθρώπινης ελευθερίας. 
« Ου βιάζει, ουκ αναγκάζει, αλλ΄έκαστον κύριον της εαυτού προαιρέσεως ποιεί ».
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της θείας Προσκλήσεως είναι η ειλικρίνεια του μεγάλου Ηγέτου. 
Από την πρώτη στιγμή που καλεί τους οπαδούς του δεν τους κρύβει την αλήθεια, ούτε προσπαθεί 
να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα ψευδαισθήσεων και απατηλών ονείρων, όπως συχνά 
κάνουν όσοι ζητούν να παρασύρουν με το μέρος τους τις μάζες και μάλιστα τους νέους. 
Αυτοί όταν μιλούν στα πλήθη χρησιμοποιούν τις πιο εύηχες λέξεις, τα πιο φαντακτερά συνθήματα. 
Τους μιλούν για την δήθεν δικαιοσύνη, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μουφλαρισμένη αδικία.
 Τους πιπιλίζουν το μυαλό με την δήθεν ελεύθερη ζωή, που οδηγεί όμως στην
 υποδούλωση την πνευματική. Τους προτείνουν ανατροπές θεσμών και αξιών.
Αυτό έκαναν και κάνουν πολλοί δήθεν οδηγοί και ηγέτες. 
Αλλ΄ ο Θεάνθρωπος Κύριος κάνει το εντελώς αντίθετο. Απευθύνεται στον εσωτερικό άνθρωπο, 
όπου βρίσκεται η ρίζα του κακού. Μιλάει στα πλάσματά του με απόλυτη ειλικρίνεια. 
Αποκαλύπτει από την πρώτη στιγμή ότι ο δρόμος στον οποίο τους καλεί είναι ένας δρόμος 
ανηφορικός.
Αν αποφασίσετε συνειδητά να με ακολουθήσετε, λέει, πρέπει από την πρώτη στιγμή να πάρετε
 την απόφαση να αγωνισθείτε, να πολεμήσετε τον κατώτερο εαυτό σας. Όλα εκείνα, 
που σαν πάθη, σαν κακίες έχουν φωλιάσει μέσα σας, να τα ξεριζώσετε και να βάλετε στην 
θέση τους την αγάπη, την τιμιότητα, την ειλικρίνεια.
Αυτά λέει ο Αρχηγός και τελειωτής Κύριος με σαφήνεια, καθαρότητα, χωρίς τίποτα ν΄αποκρύψει.
 Και ακόμη ζητάει απ΄όσους ελεύθερα θα τον ακολουθήσουν να σηκώσουν με πίστη,
 ελπίδα και χαρά τον σταυρό τους. Κάθε δυσκολία που θα συναντήσουν, κάθε εμπόδιο
 για το καλό, να το υπερνικήσουν αγωνιζόμενοι με δύναμη και θάρρος. Κάθε άνθρωπος 
έχει τον Σταυρό του, μεγαλύτερο ή μικρότερο σταυρό, αυτόν πρέπει να σηκώσει με υπομονή.
Δυστυχώς, όμως μυριάδες είναι εκείνοι οι άνθρωποι που κλείνουν τα αυτιά τους στην 
πρόσκληση αυτή και ακούνε με προσοχή διαφόρους άλλες προσκλήσεις, που υπόσχονται 
ελευθερία, ευτυχία, δόξα και μεγαλεία. Και καταντούν ψυχικά ράκη, νοιώθοντας σαν φυλακισμένοι. 
Ποιος θ΄αραδιάσει τα ναυάγια; Ποιος θα μετρήσει τους ναυαγούς; Και ποιος θα βοηθήσει
 τους συγχρόνους ανθρώπους ν΄ ακούσουν την θεία πρόσκληση, που καλεί σε ανώτερη ζωή;
Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος, Ιεροκήρυξ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...