Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 05, 2013

«ΔΕΥΤΕ ΚΑΙ ΑΝΑΒΩΜΕΝ ΕΙΣ ΤΟ ΟΡΟΣ ΚΥΡΙΟΥ» (Ης. 2, 3) Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη


«ΔΕΥΤΕ ΚΑΙ ΑΝΑΒΩΜΕΝ ΕΙΣ ΤΟ ΟΡΟΣ ΚΥΡΙΟΥ»
(Ης. 2, 3)
(1940-2009)
«Δεύτε και αναβώμεν εις το όρος Κυρίου και εις τον οίκον του Θεού Ιακώβ». Δεν πλασθήκαμε για τα βάθη του κακού, αλλά για τα ύψη των αρετών. Δεν πλασθήκαμε για τα σκότη της αβύσσου, αλλά για την φωτοχυσία του Θαβώρ. Ελάτε λοιπόν ν’ ανεβούμε.

   Ομεγαλόπνοος και μεγαλόφωνος προφήτης Ησαΐας αντίκρυσε πολλά μυστήρια της Καινής Διαθήκης, παρ’ όλο που έζησε οκτώ αιώνες προ Χριστού. Τα είδε με το προφητικό του βλέμμα και συγχρόνως τα εκήρυξε με γλώσσα μεγαλειώδη. Ανάμεσα στις άλλες του δράσεις πε­ριλαμβάνεται και το όρος του Κυρίου, δηλαδή η Σιών, η Ιερουσαλήμ με τον ναό του Θεού. Παραδόξως όμως το είδε πολύ υψηλό, πανύψηλο, «υπεράνω των βουνών». Και κατά φυσική συνέπεια είδε και τον ναό «επ’ άκρων των ορέων». Έθνη πολλά, είπε, θα ξεκινούν από παντού και θα κατευθύνωνται προς αυτό. Και οι λόγοι των ευσεβών θα είναι προτρεπτικοί προς ανάβασι:
«Δεύτε και αναβώμεν εις το όρος Κυρίου και εις τον οίκον του θεού Ιακώβ».
Βέβαια εδώ πρόκειται για έναν συμβολισμό. «Όρος Κυρίου» είναι η Εκκλησία του Χριστού. Ακλόνητη σαν τα όρη. Στερεωμένη γερά σαν τα ασάλευτα βουνά. Υψηλή. Με ύψος πνευματικό. Και η ζωή η χριστια­νική μοιάζει με ορειβασία. «Δεύτε και αναβώμεν εις το όρος Κυρίου». Ελάτε ν' ανεβούμε στο Ιερό όρος. Δεν θα ήταν παράξενο να λέγαμε πως οι πραγματικοί Χριστιανοί αποτελούν ορειβατικό σύλλογο.
Τα ύψη πάντα ελκύουν. Ωραίες είναι οι αναβάσεις στα ψηλά βου­νά. Πιο σπουδαίες όμως είναι οι αναβάσεις σε πνευματικές κορυφογραμμές. Υπέροχα νοιώθει οποίος έφθασε στην κορυφή της Πίνδου ή του Όλυμπου ή πολύ περισσότερο των Άλπεων ή των Ιμαλαΐων. Το μάτι του αντικρύζει πλατύ και μεγάλο τον κόσμο. Πρωτόγνωρα αισθήματα κυκλοφορούν μέσα του. Πιο υπέροχα όμως νοιώθει οποίος κατέκτησε πνευματικές κορυφές και το μάτι του είδε να πλαταίνουν οι ορίζοντες του πνεύματος. Ανέκφραστα είναι τα βιώματά του· γι’ αυτό και προτρέπει τον καθένα να λαχταρήση τα ύψη. «Τα άνω ζητήτε…Τα άνω φρονείτε» (Κολασ. 3, 1-2) φωνάζει ο ‘Απόστολος Παύλος, ο μεγάλος αυτός «ορειβάτης».
Βέβαια δεν είναι εύκολο ο καθένας ν’ ανεβή στην κορυφή του βουνού. Είναι εύκολο όμως να κοιτάζη προς αυτή και σιγά - σιγά ν' ανεβαίνη. Κι αν δεν μπορή να φθάση σ’ αυτήν, ας φθάση λίγο παρακάτω, ας φθάση ως την μέση, ας φθάση και πιο κάτω. Έχουμε κι εδώ στην ανοδική πορεία διαβαθμίσεις, όπως αντίστοιχα έχουμε και στην καθο­δική.
Ας παρουσιάσουμε αυτή την αλήθεια μ’ ένα χτυπητό παράδει­γμα: Κάποιος απαίσιος και αθυρόστομος άνθρωπος βρίζει άσχημα και ελεεινά πέντε ανθρώπους, χωρίς να του φταίνε τίποτα. Οι αντιδράσεις τους: Ο πρώτος τον βρίζει παρόμοια, και μετά από ώρες τον σκέπτεται και θυμάται κι άλλες ύβρεις με τις οποίες θα μπορούσε να τον είχε πε­ριλούσει. Ο δεύτερος αντιδρά πιο ήπια. Διαμαρτύρεται και ζητάει εξηγήσεις για το υβρεολόγιο. Ο τρίτος δεν μιλάει καθόλου, συγκρατεί τον εαυτό του· ωστόσο μέσα του έχει λύπη και αναταραχή. Ο τέταρτος δεν μιλάει, και επί πλέον αισθάνεται ήρεμος εσωτερικά. Ο πέμπτος ομοίως δεν μιλάει, νοιώθει ήρεμος ψυχικά, ωστόσο αισθάνεται κάποια λύπη, διότι ο συνάνθρωπος που τον έβρισε διέπραξε αμάρτημα. Ο πρώτος βρίσκεται σε επίπεδο αμαρτωλότητος, ενώ ο πέμπτος σε επίπεδο αγιότητος. Οι υπόλοιποι τρεις σε ενδιάμεσες καταστάσεις.
Για πνευματικά επίπεδα ομιλεί η παραβολή του σπορέως, όταν λέη ότι άλλο χωράφι καρποφόρησε τριάντα κι άλλο εξήντα κι άλλο εκατό (Μάρκ. 4, 8). Το εκατό φυσικά υπονοεί την τελειότητα.
Εκείνος που έφθασε στο τριάντα μοιάζει με μια νύχτα καθαρή με αστροφεγγιά. Το εξήντα αντιστοιχεί με μια νύχτα που λάμπει η πανσέ­ληνος. Και το εκατό αντιστοιχεί με μια ηλιόλουστη ημέρα. Ωραίος είναι ο ουρανός όταν λάμπουν σ' αυτόν τα άστρα. Πιο ωραίος όμως, όταν σκορπάη λάμψεις το ασημένιο φεγγάρι. Και πιο φωτεινός και όμορφος, όταν στα γαλάζια πλάτη του φεγγοβολάη ο ήλιος.
Χαρακτηριστικός είναι και ο λόγος του Αποστόλου Παύλου. Παίρνει το παράδειγμα από τον σωματικό οργανισμό. Άλλοι έχουν ασθενικά στομάχια και πρέπει να τρέφωνται με γάλα, άλλοι έχουν κα­λύτερα και χρησιμοποιούν λάχανα και άλλοι διαθέτουν γερά στομάχια και μπορούν να τρώνε κρέας. «Σάς μίλησα σαν νήπια εν Χριστώ, σάς επότισα γάλα, όχι στερεά τροφή» (Α' Κορ. 3, 2). «Ο ένας πιστεύει ότι μπορεί να τρώη όλα τα φαγητά· ο άλλος ασθενεί στην πίστι και τρώει λάχανα» (Ρωμ. 14, 2). «Οποίος τρέφεται με γάλα δεν έχει πείρα από την διδασκαλία της δικαιοσύνης, διότι είναι νήπιος· η στερεά τροφή εί­ναι για τους τελείους που με την συνήθεια και την άσκησι έχουν γυμνα­σμένες τις αισθήσεις τους να διακρίνουν το καλό και το κακό» (Ρωμ. 5, 13-14).
Οποίος βρίσκεται σε κατώτερο πνευματικό επίπεδο, μοιάζει κατά τον Απόστολο Παύλο με νήπιο. Οποίος έφθασε στην τελειότητα μοιά­ζει με άνδρα. Κάποιες παρόμοιες έννοιες συναντούμε και στον Από­στολο Πέτρο. «Να ποθήσετε σαν νεογέννητα βρέφη το λογικό άδολο γάλα, για να αυξηθήτε με αυτό (και να φθάσετε) στην σωτηρία» (Α' Πέ­τρου 2, 2). Η αύξησις του σώματος εξεικονίζει την πνευματική αύξησι.
Η έννοια της αυξήσεως τονίζεται και στις ευχές του Βαπτίσματος: «Να φυλάξη την δωρεά του Αγίου Πνεύματος και να αυξήση την παρα­καταθήκη της Χάριτος...».
Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας ομιλούν για τρία στάδια των πνευματικών αναβάσεων, τηςκαθάρσεως, τουφωτισμούκαι τηςτελειώσεως. Το τελευταίο ονομάζεται και «της μυστικής ενώσεως». Ο όσιοςΝικήτας ο Στηθάτος, πνευματικό ανάστημα του μεγά­λου μυστικού της Ορθοδοξίας Συμεών του νέου Θεολόγου, σημειώνει: «Τρεις τάξεις υπάρχουν σ’ αυτούς που προοδεύουν στο ανέβασμα προς την τελειότητα, η καθαρτική, η φωτιστική και η μυστική που είναι και τελειοποιός. Η μία είναι των αρχαρίων, η άλλη των μεσαίων και η άλλη των τελείων».
Στην πρώτη τάξι, τηνκαθαρτική, γίνονται αγώνες για να καθαρίση η ψυχή από τα πάθη. Μοιάζει σαν να βγάζης από ένα χωράφι, τα ζιζάνια, τα αγριόχορτα και τ' αγκάθια. Αγκάθια εννοούμε την φιλαργυρία, τον θυμό, τον εγωϊσμό, την ματαιοδοξία, την ζηλοτυπία, την μνησικακία, το μίσος, την κατάκρισι, την νωθρότητα, την μελαγχολία, την δειλία την γκρίνια, την περιέργεια, την πλεονεξία, την κοιλιοδουλεία, την φιληδονία κτλ.
Όπως μια νοικοκυρά με το σύρμα τρίβει την κατσαρόλα για να φύγουν οι σκουριές και οι μαυρίλες, έτσι ακριβώς ενεργεί και ο πνευ­ματικός αγωνιστής. Και σιγά - σιγά το σκεύος καθαρίζεται και λάμπει.
Τα διάφορα πάθη αιχμαλωτίζουν τον άνθρωπο και νοιώθει σαν φυλακισμένος. Καθώς τα καταπολεμεί και τα εξασθενίζει, είναι σαν να ανοίγη τις πόρτες της φυλακής. Σχετικώς ο Δαυίδ αναφωνούσε στον Θεό, «εξάγαγε εκ φυλακής την ψυχή μου» (Ψαλμ. 141, 8).
Υπάρχουν κάποιοι επιστήμονες - τεχνικοί που ονομάζονται συν­τηρητές εικόνων. Αυτοί καταφέρνουν και αποκαλύπτουν την ομορφιά κάποιας εικόνας, η οποία με το χρόνο, με τις σκόνες, με τους καπνούς και τόσα άλλα κατάντησε μαυρισμένη και αγνώριστη. Κάτι τέτοιο επιτελείται και στον άνθρωπο που αγωνίζεται για την πνευματική κάθαρσι. Όταν στην θέσι του θυμού έρθη η πραότητα και στην θέσι της ζηλοτυ­πίας η αγάπη, και στην θέσι του εγωϊσμού η ταπείνωσις, είναι σαν να αποκτά η μαυρισμένη εικόνα την πρώτη λάμψι της.
Ηδευτέρα τάξις είναι ηφωτιστική. Κατ’ αυτήν το σκοτάδι των παθών έχει απομακρυνθή και το φως των αρετών λάμπει αισθητά. Προηγουμένως τα διάφορα πάθη δημιουργούσαν θλίψεις και αναταραχές στην ψυχή. Προηγουμένως αν κάποιος σου έκανε κακό, προσπα­θούσες να φανής ανεξίκακος, αλλά το κατώρθωνες με ψυχικό πόνο, «εν ττικρία και οδύνη ψυχής». Τώρα όμως βρίσκεσαι μέσα στην ανεξικακία ανώδυνα. Τώρα στα μήκη και στα πλάτη του ψυχικού σου κόσμου επικρατεί ηρεμία. Προηγουμένως όταν σε επαινούσαν ένοιωθες μεγάλη χαρά, και όταν σε κατηγορούσαν λύπη. Τώρα αντιμετωπίζεις ήρεμα και τις δύο περιπτώσεις, με απάθεια· ούτε οι έπαινοι σε σπρώχνουν προς τα ύψη ούτε οι κατηγορίες προς τα βάθη.
Αυτή η ψυχική γαλήνη έχει καλές επιπτώσεις στο νου. Ο νους μπορεί τώρα και διακρίνη ορθώς. Μοιάζει το πράγμα με το κοίταγμα στην κοίτη του ποταμού. Όταν τα νερά του είναι αναταραγμένα και ορμητικά, δεν μπορείς να διακρίνης τι υπάρχει στην κοίτη. Όταν ηρεμήση, η κατάστασις αλλάζει. Κατανοεί πράγματα, που δεν μπορούσε προη­γουμένως να καταλάβη. Παρατηρώντας τα διάφορα δημιουργήματα, άνθη, δένδρα, έντομα, πτηνά, ουράνια σώματα, ανακύκλησι εποχών κλπ. νοιώθει πολύ αισθητά την σοφία του Δημιουργού. Πιο καθαρά ξε­χωρίζει και την πνευματική κατάστασι των συνανθρώπων του. Μπορεί να διακρίνη αν ένας άνθρωπος που τον πλησιάζει έχει αγαθές ή πονη­ρές διαθέσεις. Αλλά και τον εαυτό του τον αξιολογεί πιο σωστά. Ανα­καλύπτει και πτυχές που προηγουμένως αγνοούσε. Η αυτογνωσία βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο.
Σ’ αυτή την κατάστασι ο άνθρωπος επιδιώκει κάποιες ήσυχες ώ­ρες για να αυτοσυγκεντρώνεται, να σκέπτεται τα μεγαλεία του Θεού, να μελετά πνευματικά βιβλία, να διαβάζη τους υπέροχους ψαλμούς του Δαβίδ. Σ’ αυτά τα πράγματα συναντά τώρα την χαρά. Και νοιώθει ότι βρίσκεται στον προθάλαμο της χαράς. Ο Θεός κατά καιρούς του δεί­χνει και κάποια πνευματικά σημεία, του κάνει κάποιες στιγμιαίες επισκέψεις που τον γεμίζουν απερίγραπτη αγαλλίασι. Πρόκειται για την λεγόμενη «προκαταρκτική χάρι». Να το πούμε με μια εικόνα. Του πετάει ο Θεός κάποιες θαυμάσιες σε γεύσι σοκολάτες για να τον γλυκάνη, αλλά και για να του βάλη στο μυαλό ότι κάπου υπάρχουν ολόκληρες αποθήκες από τέτοιες σοκολάτες. Έτσι καταλαβαίνει ο πνευματικός αγωνιστής ότι είναι σαν αρραβωνιασμένος και ότι αυτό δεν θεωρείται κάτι ωλοκληρωμένο και ότι πρέπει να ακολουθήση ο γάμος.
Σ' αυτό το στάδιο, το φωτιστικό, κυριαρχεί μέσα του κάποιο απαλό φως. Αυτό το φως επηρεάζει όλη του την ύπαρξι· μεταβάλλει και την κατάστασι του ύπνου. Και τα όνειρά του τώρα είναι καθαρά και φωτει­νά. Προηγουμένως που αιχμαλωτιζόταν στο πάθος του θυμού έβλεπε και στον ύπνο του τσακωμούς και καυγάδες. Τώρα δεν συναντά κάτι τέτοιο. Όλα έχουν την σφραγίδα της ειρήνης. Προηγουμένως που έρρεπε προς τα σαρκικά πάθη έβλεπε ανήθικα όνειρα. Τώρα όλα είναι αγνά και καθαρά. Προηγουμένως που δεσμευόταν από την φιλαργυρία, έβλεπε πως του έπεφτε το πρώτο λαχείο και γινόταν πλούσιος ή έβλε­πε ότι κάποιοι επιχείρησαν να τον ληστέψουν και να τον κάνουν πτωχό. Τώρα έχει απαλλαγή από αυτά.
Στον προοιμιακό ψαλμό του Εσπερινού σημειώνονται και τα εξής:
«Έθεσες σκοτάδι και έγινε νύχτα. Κατ' αυτήν θα γυρίζουν όλα τα θη­ρία του δάσους. Νεαρά λιοντάρια θα ωρύωνται ζητώντας από τον Θεό ν' αρπάξουν τροφή. Ανέτειλε ο ήλιος και μαζεύθηκαν και θα κοιμηθούν στις φωλιές τους» (103, 20-22). Αυτή η τελευταία φράσις, «ανέτειλεν ο ήλιος και συνήχθησαν και εις τας μάνδρας αυτών κοιτασθήσονται» αποδίδει πολύ πετυχημένα την φωτιστική κατάστασι. Ο ήλιος των αρετων, ο ήλιος της θείας χάριτος φωτίζει τις ψυχικές περιοχές και διώχνει τα άγρια θηρία των παθών.
Η φωτιστική τάξις ονομάζεται και «πρώτη απάθεια». Εχουν υποχωρήσει τα πάθη, έχουν αποκοιμηθή, αλλά δεν έχουν πεθάνει. Αν εί­χαν θανατωθή, θα μιλούσαμε για «δευτέρα απάθεια». Χρειάζεται προ­σοχή και επαγρύπνησις, ώστε και ο ήλιος να λάμπη μέσα μας και τα θη­ρία να κοιμώνται. Αν απροσεκτήσουμε και κάνουμε τον ήλιο της θείας χάριτος να υποχωρήση, τα θηρία είναι έτοιμα να εμφανισθούν με ά­γριες και αρπακτικές διαθέσεις.
«Όταν το ακάθαρτο πνεύμα», λέει ο Κύριος, «βγη από τον άν­θρωπο, περνά από ξερούς και άνυδρους τόπους και ζητεί ανάπαυσι, αλλά δεν την βρίσκει. Τότε λέει, «ας γυρίσω στο σπίτι μου από όπου έφυ­γα». Και όταν έρθη, το βρίσκει αδειανό και σκουπισμένο και στολισμέ­νο. Τότε πηγαίνει και παίρνει μαζί του άλλα επτά πνεύματα, πονηρότερα από αυτό, και μπαίνουν να κατοικήσουν εκεί και τότε η τελευταία κατάστασις του ανθρώπου γίνεται χειρότερη από την πρώτη» (Ματθ. 12, 43-45). Παρόμοια εκφράζεται και ο Απόστολος: «Εκείνος που νομίζει ότι στέκεται, ας προσέξη μήπως πέση» (Α' Κορ. 9, 12).
Ανάμεσα στους συνεργάτες του Αποστόλου Παύλου υπήρχε και ο Δημάς. «Σε χαιρετά ο Επαφράς ο φυλακισμένος μαζί μου για τον Χρι­στό Ιησού, και επίσης ο Μάρκος, ο Αρίσταρχος, ο Δημάς, ο Λουκάς, οι συνεργάτες μου» (Φιλημ. 24). «Σάς χαιρετά ο Λουκάς ο Ιατρός ο αγαπητός και ο Δημάς» (Κολασ. 4, 14). Για να συνεργάζεται με τον Από­στολο σε τόσο υψηλό έργο, οπωσδήποτε βρισκόταν σε κάποιο πνευ­ματικό ύψος. Δεν πρόσεξε όμως, κυριεύθηκε από το πνεύμα της φιλαυτίας, φοβήθηκε μήπως τον κλείσουν φυλακή όπως και τον Παύλο —είχε προηγηθή η πρώτη φυλάκισίς του στην Ρώμη— και παραδόθηκε στην κοσμική ζωή. «Φρόντισε να έρθης σε μένα γρήγορα», γράφει ο Από­στολος στον Τιμόθεο, «διότι ο Δημάς με εγκατέλειψε, επειδή αγάπησε τον παρόντα αιώνα και πήγε στην Θεσσαλονίκη» (Β' Τιμ. 4, 9).
Το τρίτο στάδιο είναι της τελειώσεως: «τάξιςτελειοποιός» ή «τάξιςμυστική» — εννοείται η μυστική ένωσις με τον Θεό. Τώρα πια δεν βρίσκεσαι στους πρόποδες ή στην μέση αλλά στην κορυφή του ό­ρους. Η θέα από εκεί απέραντη και μαγευτική. Η ειρήνη μέσα σου ανέκφραστη, «πάντα νουν υπερέχουσα» (Φιλ. 4, 7)· δηλαδή ανθρώπινος νους δεν μπορεί να συλλάβη την ποιότητά της και το μέγεθός της.
Είναι πολύ μεγάλη η ειρήνη, διότι έχουν κατανικηθή εντελώς τα  πάθη, οι πηγές δηλαδή κάθε αναταραχής. Τώρα έχουμε οριστική απάθεια. Απάθεια με την έννοια που έχει η λέξις στα Πατερικά κείμενα. Δηλαδή πλήρη απαλλαγή από τις κακίες και τα πάθη. Η κατάκτησις της απάθειας ισοδυναμεί με την είσοδο στον παράδεισο. ΣτηνΚλίμακαη απάθεια ονομάζεται «επίγειος ουρανός», παράδεισος στην γη. Η απάθεια είναι η πρώτη ανάστασις για την οποία ομιλεί η Καινή Διαθήκη. Τα πάθη αποτελούν πτώσι, κατρακύλισμα. Στα πάθη υπάρχει το σπέρμα του πνευματικού θανάτου. Στην απάθεια υπάρχει η ανάστασις. Γι’ αυτό αναφέρει η Κλίμακα, «τινές δε πάλιν απάθειαν είναι ορίζονται ανάστασιν ψυχής προ του σώματος». Σ’ αυτήν την κατάστασι ο νους κυριαρχεί επί των αισθήσεων. ΟΙ εμπαθείς λογισμοί που άλλοτε δεν άφηναν ήσυ­χη την επιφάνεια της θαλάσσης έχουν εξαφανισθή. Έχουμε «νοερά ησυχία των λογισμών». Ο νους κατά την έκφρασιν του μεγάλου θεο­λόγου και πνευματικού διδασκάλουΜαξίμου του Ομολογητού—7οςμ.Χ. αιών— κατέστη αμόλυντος και καθαρίστηκε εντελώς ακόμη και από την παραμικρή κατά φαντασία αμαρτωλή κίνησι — «και αυτής της ψιλής φαντασίας παντελής κάθαρσις».
Ένας που βασανίζεται από το πάθος της φιλαργυρίας θέλει όλο και να μαζεύη χρήματα. Ένας που έφθασε στην απάθεια είναι σε θέσι, αν το απαιτήση η περίστασις, να θυσιάση όλα του τα χρήματα και όλη του την περιουσία, ακόμη και την ίδια του την ζωή.
Ο εμπαθής άνθρωπος αλλιώς αισθάνεται ανάμεσα σε όμορφα νεαρά άτομα και αλλιώς σε άσχημα και ηλικιωμένα. Για τον απαθή δεν υπάρχει, πάλι κατά τον άγιο Μάξιμο, διαφορά «δικού σου και ξένου ή δικιάς σου και ξένης ή πιστού και άπιστου ή δούλου και ελευθέρου ή αρσενικού και θηλυκού... Όλους τους βλέπει όμοια και προς όλους συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο».
Ο απαθής δεν ενοχλείται αν ο διπλανός του τον υβρίση και τον κακολογήση. Η εσωτερική του χαρά δεν εξαρτάται από την ενδεχόμενη καλή ή κακή στάσι του άλλου, αλλά από την χάρι του Θεού, του απαθούς Θεού.
Ο Μ. Αντώνιος είχε ένα μαθητή, ονόματι Αμμωνά, που τον δια­δέχθηκε στην πνευματική καθοδήγησι των μοναχών του Πισπίρ —νοτιώτερα από το Κάϊρο— και που χειροτονήθηκε από τον Μ. Αθανάσιο επίσκοπος. Στις σχέσεις Μ. Αντωνίου και Αμμωνά αναφέρεται ένα ωραίο ανέκδοτο: Κάποτε ο άγιος Αντώνιος έβγαλε τον μαθητή του έξω από το κελλί και του έδειξε μία πέτρα. Του είπε να την υβρίση και να την χτυπήση. Το έκανε. Και του λέει ο Γέροντας, «μήπως έβγαλε φωνή η πέτρα; μήπως διαμαρτυρήθηκε;». «Όχι», αποκρίθηκε ο Αμμωνάς. Τότε ο Άγιος με την προφητική χάρι που είχε, παρετήρησε: «Και συ θα φθάσης σ’ αυτό το μέτρο». Δεν λάθεψε.
Όταν ο Αμμωνάς ασκήτευε στην Σκήτη, στην έρημο της Νιτρίας, αγωνιζόταν να υποτάξη το πάθος του θυμού, «δεόμενος του θεού νυκτός και ημέρας». Χρειάσθηκαν δεκατέσσερα χρόνια πάλη, ώσπου να το νικήση. Και γέμισε τόσο πολύ από αρετές, ώστε δεν εννοούσε τι θα  πη κακία και πάθος — «ως από πολλής αγαθότητος μηκέτι ειδέναι την κακίαν».
Για τους απαθείς ο Απόστολος είπε: «Όσοι είναι του Ιησού Χρι­στού έχουν σταυρώσει την σάρκα μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες» (Γαλ. 5, 24). ΟΙ απαθείς για τον Θεολόγο είναι γυιοί του Θεού. «Οποίος έχει γεννηθή από τον Θεό, δεν κάνει αμαρτία, διότι σπέρμα αυτού μέ­νει μέσα του, δεν μπορεί να αμαρτάνη διότι έχει γεννηθή από τον Θεό» (Α' Ιωαν. 3, 9).
Η απουσία αμαρτίας και παθών γεμίζει την ύπαρξι χαρά. Στο στά­διο της τελειώσεως υπάρχει υπέρτατη ευτυχία. «Χαρά ανεκλάλητη και δεδοξασμένη» κατά την φράσι του Κορυφαίου (Α' Πέτρ. 1, 8)· χαρά πλήρης και ωλοκληρωμένη· χαρά «πεπληρωμένη» κατά τον λόγο του Κυρίου (Ιωάν. 16, 24)· χαρά αναφαίρετη — «και την χαρά σας κανείς δεν μπορεί να σάς την αφαιρέση» (Ιωάν. 16, 22).
Αυτή η χαρά και η ειρήνη επηρεάζει ανάλογα όλη την συμπεριφο­ρά, και κατά φυσικό λόγο προξενεί κάποιες εντυπώσεις στους πέριξ ανθρώπους. Όταν οι Απόστολοι Παύλος και Σίλας κλείσθηκαν στην φυ­λακή των Φιλίππων, με δεμένα τα πόδια σε ξύλο, αντί να βογγούν και να γογγύζουν υμνούσαν τον Θεό. «Κατά τα μεσάνυχτα ο Παύλος και ο Σίλας προσεύχονταν και έψαλλαν ύμνους στον Θεόν, και οι άλλοι φυλα­κισμένοι τους άκουαν» (Πράξ. 16, 25). «Πολύ περίεργοι φυλακισμένοι είναι τούτοι» θα έλεγαν οι άλλοι. «Αντί να κλαίνε την μοίρα τους, τρα­γουδάνε!».
Ο βασιλεύς Αγρίππας Ηρώδης, εγγονός του Μεγάλου Ηρώδη απεφάσισε να θανατώση τον Απόστολο Πέτρο. Τον έδεσε με αλυσίδα και τον έκλεισε στην φυλακή. Πλησίαζε η ημέρα που θα τον παρουσία­ζε στον λαό προτείνοντας τον θάνατό του. Την παραμονή αυτής της ημέρας, θα έπρεπε ο Πέτρος να διακατέχεται από αγωνία, και το βράδυ να μη τον κολλάη ύπνος. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβαινε. «Ο Πέτρος, δεμένος με δύο αλυσίδες, κοιμόταν μεταξύ δύο στρατιωτών» (Πράξ. 12,6). Οπωσδήποτε οι στρατιώτες θα έλεγαν: «Εδώ αύριο τον σκοτώ­νουνε! Που βρίσκει κουράγιο να κοιμάται ήρεμος»!
Σ’ αυτή την πνευματική κατάστασι, ο άνθρωπος γίνεται φλόγα αγάπης. Καίγεται η καρδιά του από αγάπη, για τον Θεό, για τους ανθρώπους, για τους καλούς, για τους κακούς, για τους φίλους, για τους εχθρούς, ακόμη και για τους δαίμονες! Τέτοια αγάπη είχε ο θεόπτης Μωυσής, όταν έλεγε προς τον Θεό για τους αμαρτήσαντες Ισραηλίτες- «αν μεν τους συγχωρήσης την αμαρτία, συγχώρησέ τους, ειδεμή εξάλειψε με κι εμένα από το βιβλίο σου» (Έξοδ. 32, 32). Τέτοια αγάπη είχε και ο Δαβίδ που έδωσε εντολή στους στρατηγούς του να μη φονεύσουν τον επαναστάτη γυιό του Αβεσσαλώμ. Αυτόν που είχε προβή σε απαίσιες και ακατανόμαστες σε βάρος του Δαβίδ πράξεις. «Λυπηθήτε για χάρι μου την ζωή του νεαρού Αβεσσαλώμ» (Β' Βασ. 18, 5). Τέτοια αγάπη είχε και ο Πρωτομάρτυς Στέφανος, όταν παρακαλούσε τον Θεό για τους φονευτές του. «Αφού γονάτισε έκραξε με μεγάλη φωνή: «Κύ­ριε, μη τους λογαριάσης την αμαρτία αυτή» (Πράξ. 7, 60). «Έκραξε με μεγάλη φωνή»! Μάλιστα, αυτό θα πη τελεία αγάπη.
Οποίος λοιπόν νοιώθει μέσα του ψυχρότητα για τους άλλους, ζή­λειες, αντιπάθειες, όταν δεν χαίρεται στην χαρά τους και δεν λυπάται στην λύπη τους, ας ξέρη πως βρίσκεται χαμηλά, πολύ χαμηλά σε σχέσι με την κορυφή του Ιερού βουνού.
Στην τάξι της τελειώσεως κατακτά κανείς τα ύψη της αγάπης. «Το όριο της αγάπης» γράφει ο άγιος Διάδοχος Φωτικής, «είναι να αυξάνη η φιλία σου προς αυτούς που σε βρίζουν». Οι άλλοι παίρνουν εχθρική θέσι απεναντί σου και συ φιλική·τόσο περισσότερο φιλική όσο εκείνοι εχθρική. Εκείνοι σε ανεβάζουν στον σταυρό κι εσύ λες, «Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκ. 23, 34).
Όταν ένας άνθρωπος είναι γεμάτος ειρήνη, γεμάτος χαρά και γε­μάτος αγάπη, τότε η ψυχή του λάμπει, κι αυτό αντιφεγγίζει στο πρόσω­πό του. Τι ωραία μας περιγράφει ο Μέγας Αθανάσιος την ζωή του Με­γάλου Αντωνίου. Μεταξύ άλλων σημειώνει: «Όταν ήταν ο Αντώνιος μαζί με τους άλλους μοναχούς, και κάποιος που δεν τον γνώριζε ήθελε να τον δη, μόλις πλησίαζε προς το μέρος του περνούσε τους άλλους μοναχούς και κατευθυνόταν προς τον Μέγα Αντώνιο, ωσάν να τον τραβούσε το πρόσωπό του —«ως υπό των όψεων αυτού ελκόμενος».
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις των ανθρώπων της «τελειοποιού τάξεως», που το πρόσωπό τους περιλούσθηκε με δόξα θεϊκή. Όταν τον άγιοΣτέφανοτον κάθισαν οι Ιουδαίοι υπόδικο στο συνέδριο και άρχι­σαν να του εκτοξεύουν τις ψευδείς κατηγορίες, «ατένισαν σ’ αυτόν όλοι όσοι ήταν στο συνέδριο και είδαν το πρόσωπό του σαν πρόσωπο αγγέλου» (Πράξ. 6, 15). Σχολιάζει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, «αγγελικάς απέλαμπεν αυγάς», σκορπούσε γύρω του λάμψεις αγγελικές. Και ο Μωϋσής την δεύτερη φορά που κατέβηκε από το όρος Σινά έλαμπε στο πρόσωπο. «Ήταν η όψις του χρώματος του προσώπου του γεμάτη δόξα» (Έξοδ. 34, 29).
Αυτά όλα γίνονται κατά το πρότυπο του Χριστού, που στην μεταμόρφωσί του στο όρος Θαβώρ «έλαμψε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο και τα ενδύματά του έγιναν λευκά σαν το φως» (Ματθ. 17, 2).
Γενικά μπορούμε να πούμε, ότι η «τελειοποιός τάξις» έχει σαν πρότυπο τον Χριστό. Ο Απόστολος σημειώνει· «... μέχρις ότου φθάσουμε όλοι στην ενότητα της πίστεως και της βαθειάς γνώσεως του Υιού του Θεού, σε άνδρα τέλειο, στο μέτρο του τελείου αναστήματος του Χριστού» (Εφεσ. 4, 13). «Εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». Μέτρο της τελειότητος ο Χριστός.
Σ' αυτό το πνευματικό ύψος ο άνθρωπος γίνεταιαληθινός θεολό­γος. Το μυαλό του διεισδύει στα μυστήρια που είναι κρυμμένα στην Παλαιό και Καινή Διαθήκη. Μπορεί να αναπτύσση ευχερώς θεολογικά θέματα, έστω κι' αν υστερή πολύ από πλευράς μορφώσεως. Ας μη ξεχνούμε ότι ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ήταν ένας ψαράς της Γαλιλαίας. Θα αναφερθώ σε κάτι προσωπικό. Πολλές φορές εδιάβασα στην Γραφή το περιστατικό με τον πόλεμο των Ισραηλιτών προς τους Αμαληκίτες. Εκεί αναφέρεται: «Όταν ανύψωνε ο Μωυσής τα χέρια, νικού­σε ο Ισραήλ, και όταν τα κατέβαζε νικούσε ο Αμαλήκ». (Έξοδ. 17, 11). Το τι ακριβώς συνέβαινε με την στάσι του σώματος του Μωϋση, και ιδιαίτερα με το άνοιγμα των χεριών του, δεν το είχα καταλάβει σε βά­θος. Και το κατενόησα συζητώντας μ' έναν άγιο άνθρωπο, ο οποίος από πλευράς κοσμικής μορφώσεως ήταν στο πιο χαμηλό σημείο. Ούτε το Δημοτικό δεν είχε τελειώσει.
Σωστά τα λέει ο όσιος Συμεών ο νέος Θεολόγος: «Θα θεολογήσης θεολογικά ζητήματα της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης, και όλες τις θεολογίες που ήδη ελέχθηκαν και γράφθηκαν θα τις κατανοήσης ορθά και θα γίνης σαν μουσικό όργανο που αναδίδει ωραίους μελωδι­κούς ήχους και φθόγγους, ανώτερους από κάθε μουσική».
Πολύ παραστατικά εκφράζεται και ο όσιοςΝικήτας ο Στηθάτος: «Νους που καθορίσθηκε από κάθε λάσπη γίνεται ουρανός γεμάτος αστέρια, δηλαδή λαμπρές και φωτεινότατες σκέψεις· και λάμπει σ’ αυτόν ο ήλιος της δικαιοσύνης και σκορπίζει στον κόσμο λαμπρές ακτίνες θεολογίας».
Ο κάθε Χριστιανός σαν μέλος της στρατευομένης Εκκλησίας έ­χει ορατούς και αοράτους εχθρούς. Οι εχθροί αυτοί συνηθίζουν να κα­ταστρώνουν δόλια σχέδια εναντίον του. Και είναι ως επί το πλείστον τόσο καμουφλαρισμένα που κανένας δεν μπορεί να τα διακρίνη. Όσοι όμως έφθασαν στο στάδιο της τελειώσεως τα παίρνουν είδησι και προφυλάττουν όσους κινδυνεύουν.
Τώρα μου έρχεται στο νου κάποια Ιστορία με τον προφήτη Ελισσαίο. Γινόταν τότε πόλεμος μεταξύ Συρίας και Ισραήλ. Ο Συριακός στρατός πολλές φορές έστηνε κάπου ενέδρα στους Ισραηλίτες. Κανέ­νας δεν το γνώριζε αυτό, μόνο ο Ελισσαίος που είχε φθάσει στην τελείωσι. Και ειδοποιούσε γι’ αυτό τον βασιλέα του Ισραήλ: «Πρόσεχε! Μη περάσης από το τάδε μέρος, διότι εκεί είναι κρυμμένος ο στρατός των Σύρων». «Εκεί Συρία κέκρυπται» (Δ' Βασ. 6, 9). Η καθαρότης του νου και η προσευχή δίνει την ικανότητα να βλέπουμε που κρύβονται οι δόλοι των δαιμόνων.
Σε πολύ αδρές γραμμές περιγράψαμε τα στάδια της πνευματικής ανόδου. Εκείνο που έχουμε να τονίσουμε τώρα είναι η συμβολή του θείου παράγοντος. Όλη αυτή η ανοδική πορεία μέχρι την κορυφή του όρους του Κυρίου είναι αδιανόητη χωρίς την ενεργό συμπαράστασι και βοήθεια του Θεού. Τα άγρια θηρία των παθών δεν εξουδετερώνονται μόνο με την ανθρώπινη προσπάθεια. Πως σώθηκε ο προφήτης Δανιήλ από τα πεινασμένα λιοντάρια. Με δική του δύναμι; Ασφαλώς όχι. Η Γραφή λέει: «Και έκλεισεν ο Θεός τα στόματα των λεόντων, και ου παρηνώχλησαν τω Δανιήλ» (Δαν. 6, 18).
Η θεϊκή δύναμις, η θεϊκή ενέργεια, η θεία χάρις πρέπει, να μας βοηθήση με την άμεση παρουσία της.Πως όμως θα την εφελκύσουμε; Ένα πρώτο μέσο είναι ηπροσευχή. Χωρίς προσευχή δεν έρχεται μέσα μας η εξ ύψους δύναμις.
Ρίχνοντας ένα βλέμμα στον χώρο της Ιεράς Ιστορίας διακρίνουμε πολυάριθμες επιβλητικές μορφές, Πατριάρχες Προφήτες, Αποστό­λους Διδασκάλους της Εκκλησίας. Απ’ όλη αυτή την χορεία ξεχωρί­ζουμε δύο. Πρόκειται για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον προ­φήτη Ηλία. Αυτοί ξεχωρίσθηκαν από τον Θεό για κάποια μεγάλη αποστολή. Ο πρώτος άνοιξε τον δρόμο για την Α' Παρουσία του Χριστού και ο δεύτερος, ο προφήτης Ηλίας, θα μας προετοιμάση για την Β' Πα­ρουσία. Σχετικώς προλέγει και ο προφήτης Μαλαχίας: «Ιδού εγώ θα αποστείλω σε σάς τον Ηλία τον Θεσβίτη προτού να έλθη η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και επιφανής κλπ.» (4, 4) Ημέρα Κυρίου μεγάλη και επιφανής είναι ασφαλώς η Β' Παρουσία. Και ο Ίδιος ο Κύριος διεκήρυξε μετά την μεταμόρφωσί του στο Θαβώρ, «Ηλίας μεν έρχεται πρώτον και αποκαταστήσει πάντα» (Ματθ. 17, 11).
ΟΙ δύο αυτοί Ιεροί άνδρες έφθασαν στο στάδιο της τελειώσεως. Ανέβηκαν στις πιο ψηλές κορυφές. Απέκτησαν μεγάλη πνευματική δύναμι, γι’ αυτό και τους ανατέθηκε τόσο μεγάλη αποστολή. Και οι δύο μας στέλνουν κάποιο μήνυμα. Όχι με λόγια, αλλά με την ζωή τους. Και οι δύο αποσύρονταν σε ήσυχες ερημικές περιοχές, ο ένας στις ερημιές της Ιουδαίας και ο άλλος στα σπήλαια του όρους Καρμήλου και καλ­λιεργούσαν την προσευχή. Λες και ολόκληρη η ζωή τους έγινε μια προσευχή.
Είναι απαραίτητο λοιπόν ο καθένας μας να ξεκλέβη κάποιο χρόνο και να βρίσκη ένα ήσυχο μέρος για να αφοσιώνεται στην προσευχή. Δεν θα ήταν τολμηρό να προτείναμε: να σηκώνεται τα μεσάνυχτα μέσα στην νυκτερινή ησυχία και να εργάζεται μισή ή μία ώρα την προσευχή. Όπως έκανε και ο Δαβίδ: «Τα μεσάνυχτα σηκωνόμουν», έλεγε, «για να δοξολογήσω τα κρίματα της δικαιοσύνης σου» (Ψαλμ. 118, 62). Θυμά­μαι ένα ευλογημένο ηλικιωμένο Ιερέα που έλεγε απλά και χαριτωμένα, «όσο αξίζουν επτά προσευχές της ημέρας, αξίζει μία νυχτερινή προσευχή».
Διαβάζοντας προσεκτικά το βιβλίο τουπροφήτου Δανιήλδιαπι­στώνουμε ότι όλη η σοφία του και ο κατά Θεόν φωτισμός του ωφειλόταν στην καλλιέργεια της νυκτερινής προσευχής. Και ωρισμένες φορές αυτές τις Ιερές ώρες αντίκρυσε οράματα κοσμοϊστορικής σημασίας ή εξήγησε όνειρα και οράματα βασιλέων που κανείς άλλος δεν μπορού­σε. Παραθέτουμε αποσπασματικά κάποιες φράσεις από το βιβλίο του: «Τότε τω Δανιήλ εν οράματι της νυκτός το μυστήριον απεκαλύφθη...» (2,19). «Εγώ Δανιήλ εθεώρουν εν οράματί μου της νυκτός, και Ιδού οι τέσσαρες άνεμοι του ουρανού προσέβαλον εις την θάλασ­σαν την μεγάλην...» (7, 2). «Εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών έφθασε...» (7, 13).
Για ν’ αποκαταστήσουμε την θεϊκή δύναμι που θα μας ανεβάση πνευματικά χρειάζεται προσευχή. Ο Απόστολος Παύλος που ανυψώθηκε μέχρι τρίτου ουρανού μας συνιστά εντατικοποίησι στο θέμα της προσευχής. Στην προς Ρωμαίους επιστολή υπάρχει η φράσις, «τη προσευχή προσκαρτερούντες» (12, 12). «Προσκαρτερώ» σημαίνειεγκαρτερώ, επιμένω καρτερικά. Επιμονή λοιπόν και εγκαρτέρησις στην προσευχή. Και στην Α' προς Θεσσαλονικείς επιστολή συνιστά το «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (5, 17). Να προσευχώμαστε δηλαδή συ­νεχώς και ακαταπαύστως, χωρίς διακοπές και χωρίς διαλείμματα. Αν αφήσουμε χωρίς προσευχή το νου μας, μπορεί εκείνη την ώρα να σπείρη ο εχθρός κάποια ζιζάνια. Όταν καίη ακατάπαυστα η φωτιά της προ­σευχής, τα κουνούπια και οι μυΐγες του διαβόλου δεν πλησιάζουν, γιατί ξέρουν πως θα καούν. Και όταν η προσευχή είναι πολύ δυνατή, ολόκληρος ο ψυχικός μας κόσμος γίνεται πυρός φλόγα. Αυτό μαρτυρεί και η πείρα των προσευχομένων οσίων της Εκκλησίας μας. ΗΚλίμακαστον λόγο περί προσευχής σημειώνει: «Μερικοί όταν εξέρχωνται από την προσευχή, είναι σαν να εξέρχωνται από φλογισμένο καμίνι».
Το σπουδαίο με την προσευχή είναι ότι όχι μόνο μας βοηθεί στην άνοδο προς τον Θεό, αλλά μας δείχνει και σε ποιο σημείο της ανόδου βρισκόμαστε. Αυτό στην Κλίμακα διατυπώνεται ως εξής: «Προσευχή έστιν... έσοπτρον προκοπής, μέτρων εμφάνεια». Η προσευχή δηλαδή είναι καθρέπτης που σου δείχνει τι πρόοδο έκανες, η προσευχή φανε­ρώνει σε ποια πνευματικά μέτρα βρίσκεσαι. Όταν κανείς διώχνη με ευκολία τις προσβολές του εχθρού στην ώρα της προσευχής, σημαίνει ότι έχει κάπως προοδεύσει. Όταν προσεύχεται απερίσπαστα χωρίς να χάνη τα νοήματα και χωρίς να φεύγη ο νους του, σημαίνει ότι προχώρησε περισσότερο. Όταν αισθάνεται έντονα την παρουσία της Χάριτος μέσα του και νοιώθη ανέκφραστα σκιρτήματα και πρωτοφανείς συγκινήσεις, σημαίνει ότι έχει ανεβή ψηλά.
Με την εγκαρτέρησι στην προσευχή και την συνεχή μνήμη και επίκλησι του Χριστού μπορεί να νοιώση ο άνθρωπος μέσα του αισθητά την χάρι του Αγίου Πνεύματος. Μπορεί να αισθανθή στο στήθος να έχη ανάψει κάποια φωτιά που καίει χωρίς να καίη. Πρόκειται για την χάρι του Αγίου Πνεύματος που έλαβε την ημέρα που βαπτίσθηκε. Αυτό υπογραμμίζει κι ένας μεγάλος διδάσκαλος της προσευχής, ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, αυτός που έμαθε στις αρχές του 14ουαιώνος στους μοναχούς του Αγίου Όρους την λεγομένη νοερά προσευχή, όταν λέη· «προσευχή έστιβαπτίσματος φανέρωσις».
Σε πολλά Πατερικά κείμενα βλέπουμε να γίνεται λόγος για την μυ­στική αυτή φωτιά, που την ονομάζουν «καρδιακή θέρμη» ή «εγκάρδιον πυρ». «θεία θέρμη», «θερμότητα της χάριτος» «νοητόν πυρ», «υπερουράνιον πυρ» «θείον και άϋλον πυρ». Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης την ονομάζει»θέρμην υπερφυσικήν εκ της χάριτος του Αγίου Πνεύματος». Πρόκειται για εκείνο ακριβώς που αισθάνονταν στην καρδιά τους οι δύο μαθηταί που μαζί με τον Αναστάντα Χριστό βάδιζαν προς Εμμαούς. Τι είπαν; «Η καρδιά μας δεν έκαιγε μέσα μας καθώς μας μιλού­σε στον δρόμο και μας ερμήνευε τις Γραφές»; (Λουκ. 24, 32).
Υπάρχει όμως και ανώτερη πνευματική κατάστασις. Σ' αυτήν η χάρις του Αγίου Πνεύματος κατά την ώρα της προσευχής εμφανίζεται σαν θεϊκό φως, σαν ουράνιο άϋλο φως.
Παρατηρεί ο άγιοςΓρηγόριος ο Σιναΐτης, που μνημονεύθηκε πιο πάνω: «Η προσευχή στους αρχαρίους είναι σαν ευφρόσυνη φωτιά που αναδίδεται από την καρδιά, ενώ στους τελείους φως που σκορπίζει ευωδία».
Μεγάλη λοιπόν υπόθεσις η προσευχή. Ανάλογα με την πνευματι­κή κατάστασι που δημιουργεί μέσα σου, δείχνει σε ποιο σκαλοπάτι βρίσκεσαι.
Κιόταν κανείς δεν επιθυμή να προσεύχεται η προσεύχεται ελάχιστα κι αυτό με το ζόρι, δείχνει την πνευματική του φτώχεια και δυσ­τυχία, για να μη πούμε τον πνευματικό του μαρασμό και θάνατο.
Για την ορειβασία στο όρος του Κυρίου, εκτός από την προσευχή υπάρχουν και άλλα μέσα που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε. Ας τα δού­με κι αυτά.
Ο Κύριος είπε: «Εγώ είμαι η κληματαριά η αληθινή... Καθώς το κλαδί της κληματαριάς δεν μπορεί να φέρη καρπό μόνο του, αν δεν μείνη στην κληματαριά, έτσι και σεις εάν δεν μείνετε ενωμένοι με μένα» (Ιωάν. 15: 1,4). Από την κληματαριά προχωρούν οι ζωογόνοι χυμοί στα κλωνάρια και τα καθιστούν καρποφόρα. Χυμοί αδιόρατοι, μυστικοί. Αυτοί οι μυστικοί χυμοί εξεικονίζουν την μυστική χάρι που προσφέρουν ταμυστήρια της Εκκλησίας, το βάπτισμα, το χρίσμα, η εξομολόγησις, η θεία Ευχαριστία κτλ.
Στην Α' προς Κορινθίους επιστολή οι Απόστολοι χαρακτηρίζονται ως «οικονόμοι μυστηρίων Θεού» (4, 1). Οικονόμοι σημαίνει διαχειρι­στές. Στην προς Τίτο επιστολή οι πρεσβύτεροι της Εκκλησίας ονομάζονται «οικονόμοι Θεού». «Πρέπει ο επίσκοπος να είναι ακατηγόρητος σαν οικονόμος του Θεού...» (1, 7). Έφ’ όσον λοιπόν την μυστική χάρι του Θεού την βρίσκουμε κοντά στους κληρικούς που τελούν τα μυστήρια και διαχειρίζονται τα πλούτη του οίκου του Θεού, και έφ’ ό­σον είναι απαραίτητη στην ανάβασι η ενίσχυσις από την μυστική αυτή χάρι, συμπεραίνουμε ότι καθίσταται αδύνατη η ανοδική μας πορεία χω­ρίς την βοήθεια των ποιμένων της Εκκλησίας.
Για ν’ ανεβή κάποιος στα ύψη, πρέπει να είναι ζωντανός. Ο νε­κρός δεν το κάτι τέτοιο. Για τα πνευματικά ύψη απαιτείται να εί­ναι ο άνθρωπος ζωντανός πνευματικά. Και αυτή η ζωή εξασφαλίζεται από κάποια τροφή. Πως να ζήση κανείς, αν δεν τρέφεται; Και η τροφή αυτή υπάρχει στην «τράπεζα του Κυρίου» (Α' Κορ. 10, 21). Ο Κύριος  το είπε κατηγορηματικά: «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς» (Ιωάν. 6, 53). Αυτό θα πη να τρέφωνται τα κλωνάρια από την κληματαριά με ζωτικούς χυμούς.
Τροφή πνευματική υπάρχει και στην μελέτη της Γραφής. Κάτω από τις λέξεις και τις έννοιες της Αγίας Γραφής κρύβεται φοβερή πνευ­ματική δύναμι, που αν την μεταφέρουμε στην ψυχή μας ενισχυόμαστε αφάνταστα για την άνοδό μας στα ύψη. «Δεν είναι τα λόγια μου σαν φωτιά που φλογίζει, λέγει ο Κύριος, και δεν είναι σαν τσεκούρι που σπάζει βράχους;» (Ιερμ. 23, 29). Τα λόγια της Γραφής είναι λόγια Θεού, και τα λόγια του Θεού μπορούν να φτιάξουν το σύμπαν, να το κα­ταστρέψουν και να το ξαναφτιάξουν. «Αυτός είπε, και δημιουργήθηκαν (τα πάντα)» (Ψαλμ. 148, 5). «Να, όλα τα κάνω καινούργια» (Αποκ. 21, 5).
Για να μπορέση κανείς ν’ ανεβή στο όρος του Κυρίου, χρειάζεται θέλησις και ζήλος. Πρέπει ν’ αγαπήση τα ύψη. Σ’ αυτό βοηθεί η συνα­ναστροφή με ανθρώπους που είναι ήδη ανεβασμένοι εκεί. Ένας που συναναστρέφεται με ορειβάτες, οπωσδήποτε θα ζηλέψη κάπως κι’ αυτός το ανέβασμα στις κορυφές των βουνών.
Υπάρχουν και ωρισμένα βιβλία, γραμμένα από αετούς του Πνεύ­ματος, όπου καταγράφονται υψηλές πτήσεις. Περιγράφονται και κάποια πνευματικά βιώματα που κηρύττουν πως άπ' αυτήν την ζωή μπορεί κα­νείς να γευθή τον παράδεισο. Στις ομιλίες λ.χ. τουαγίου Μακαρίου του Αιγυπτίουσυναντούμε τέτοιες μαρτυρίες:
«Όσοι έχουν ένοικο της ψυχής τους τον Χριστό και οδηγούνται από το Πνεύμα, μερικές φορές είναι σαν να βρίσκωνται σε βασιλικό δείπνο, και ευφραίνονται και αγάλλονται με αγαλλίασι και ευφροσύνη απερίγραπτη. Άλλοτε είναι σαν τη νύφη που αναπαύεται με τον νυμφίο με θεϊκή ανάπαυσι. Άλλοτε γίνονται σαν ασώματοι άγγελοι. Παρ’ όλο που έχουν σώμα νοιώθουν τόσο απαλά και ανάλαφρα. Άλλοτε μοιά­ζουν σαν να γλεντούν με μεθυστικό ποτό. Μεθούν με Άγιο Πνεύμα σε μέθη θεϊκή και σε μυστήρια πνευματικά. Άλλοτε είναι σαν να βρίσκωνται σε κλάματα και θρήνους για το ανθρώπινο γένος. Προσεύχονται για όλο τον Αδάμ και καίγονται για όλη την ανθρωπότητα, λαμβάνοντας πένθος και κλάματα από την αγάπη του Πνεύματος. Άλλοτε με υπερβολική χαρά ανάβουν από το Πνεύμα και καίγονται στην αγάπη, ώστε αν ήταν δυνατό κάθε άνθρωπο να τον βάλουν στα σπλάγχνα τους, χωρίς να κάνουν διάκρισι κακού και καλού. Άλλοτε καταλαμβάνονται από το ταπεινό φρόνημα του Πνεύματος και κατεβαίνουν κάτω από κάθε άν­θρωπο, θεωρώντας τον εαυτό τους πιο τελευταίο και πιο μικρό απ’ ό­λους... Άλλοτε μοιάζουν με ρωμαλέο άνδρα που φόρεσε βασιλική πα­νοπλία και κατέβηκε να πολεμήση τους εχθρούς και τους αντιμετώπισε επιτυχώς με νίκη... Άλλοτε η ψυχή αναπαύεται με υπερβολική ησυχία και γαλήνη και ειρήνη, νοιώθωντας απερίγραπτη πνευματική ηδονή και ανάπαυσι και ευεξία. Άλλοτε αποκτά από τη θεία χάρι μία σύνεσι και σοφία απερίγραπτη και μία γνώσι πνευματική ανεξερεύνητη, πράγμα που δεν μπορεί να περιγράψη ανθρώπινη γλώσσα. Και άλλοτε γίνεται σαν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Με τέτοιους ποικίλους τρόπους η Χάρις επισκέπτεται την ψυχή και ενεργεί σ’ αυτήν· και με τέτοιους πολ­λούς τρόπους την οδηγεί» (ομιλ. 18η).
«Άλλοτε η Χάρις κάνει ώστε να νοιώθη ειρήνη όλος ο εσωτερικός κόσμος και η καρδιά, ώστε η ψυχή από την πολλή χαρά να φαίνεται σαν άκακο παιδί. Τότε ο άνθρωπος δεν κατακρίνει κανένα είτε ειδωλολάτρη είτε Εβραίο είτε αμαρτωλό είτε κοσμικό, αλλά μέσα του έχει κα­θαρό μάτι και μ' αυτό όλους τους βλέπει καθαρούς και νοιώθει χαρά για όλον τον κόσμο και όλους θέλει να τους προσκυνή και να τους αγαπά, ειδωλολάτρες, Εβραίους.
»Άλλοτε αισθάνεται σαν εκείνον που φόρεσε κάτι σαν ένδυμα φωτεινό, τέτοιο που δεν βρίσκεται σ’ αυτόν τον κόσμο και δεν μπο­ρούν να το κατασκευάσουν ανθρώπινα χέρια (σαν τα ενδύματα του Κυρίου επάνω στο όρος όπου ανέβηκε ο Κύριος με τον Ιωάννη και τον Πέτρο και τα έκανε να αστράφτουν), και φορώντας το, να νοιώθη κατάπληξι και θαυμασμό.
«Άλλοτε ξεθαρρεύει στον Υιό του Θεού σαν υιός βασιλέως στον πατέρα του, και εισέρχεται μέσα στο παλάτι σε πολλά διαμερίσματα, και όσο προχωρεί του ανοίγονται καινούργια· σαν να λέμε ότι μπήκε σε εκατό δωμάτια του παλατιού και του ανοίχθηκαν και άλλα εκατό. Και γί­νεται πλούσιος και όσο πλουτίζει, πάλι του δείχνονται άλλα πιο και­νούργια θαυμαστά πράγματα. Και νοιώθει ότι του εμπιστεύεται ο ουράνιος Βασιλεύς σαν σε γυιό του και κληρονόμο πράγματα που δεν λέ­γονται από άνθρωπο και δεν διαρθρώνονται με γλώσσα ανθρώπινη.
»Άλλοτε νοιώθει ότι ένα θεϊκό φως φωτίζει την καρδιά του, που ανοίγει πιο μέσα και πιο βαθειά και φανερώνεται καινούργιο φως που προηγουμένως κρυβόταν, με αποτέλεσμα να καταπίνεται ο άνθρωπος από εκείνη την γλυκύτητα και θεωρία και τα απόκρυφα μυστήρια, ώστε εκείνες τις ώρες να αισθάνεται ότι ελευθερώθηκε κι έφθασε στην τε­λειότητα, ότι έγινε καθαρός και ελεύθερος από την αμαρτία» (ομιλ. 8η).
Ω, τι θαυμάσια βιώματα! Με πόσο πλούσιο μισθό αμείβεται ο πνευματικός αγώνας! Πράγματι «δεν ανέβηκαν σε σκέψι και καρδιά ανθρώπου όσα ετοίμασε ο Θεός σ’ όσους τον αγαπούν» (Α' Κορ. 2, 9).
Πολλές φορές που επισκέφθηκα το Άγιον Όρος και συναναστράφηκα αγωνιστές μοναχούς έμαθα για αρκετές πνευματικές εμπειρίες τους. Θα χρειαζόταν ειδικό βιβλίο να τις καταγράψω. Αλλά το 1979 εκδόθηκε στην Θεσσαλονίκη βιβλίο άγνωστου Αγιορείτου ασκητού, όπου συναντά κανείς άφθονα ιερά βιώματα. Ο τίτλος του, «Νηπτική Θεωρία». Βιβλίο με πλούσια καταγραφή πνευματικών πτήσεων.
Εκεί αναφέρεται ότι, όποιος προσεύχεται «αδιαλείπτως» προς τον Χριστό, φθάνει στο σημείο να δη μέσα στον εαυτό του και να ζήση προσωπικά και να κατανοήση με ανερμήνευτο τρόπο όσα είναι γραμμέ­να στην Αγία Γραφή και δεν μπόρεσαν να μας τα παραδώσουν γραπτά οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, διότι επρόκειτο για ζητήματα δυσνόητα και υψηλά. Επίσης φθάνει στο σημείο να δη σαν σε καθρέπτη με θεϊκή αποκάλυψι την ωραιότητα και την θεϊκή ευγένεια της ψυχής του. Επί­σης, ο Χριστός που «αδιαλείπτως» μελετάται με την νοερά προσευχή του αποκαλύπτει με μυστικό τρόπο τον επουράνιο Πατέρα. Επίσης συμβαίνει κάποτε να νοιώση ότι τον ευλογεί από τον ουρανό το χέρι του Χριστού και εισέρχεται μέσα στην ύπαρξί του η ουρανία αυτή ευλογία. «Χύνεται (η ευλογία αυτή) αόρατα πάνω στην ψυχή του τόσο ή­συχα - ήσυχα, σαν το χιόνι που πέφτει από τα ύψη του αθέρα όταν δεν φυσά καθόλου αέρας. Με την διαφορά ότι το χιόνι, παρ’ όλο που πέ­φτει ήσυχα - ήσυχα είναι ψυχρότατο, ενώ η ευλογία που πέφτει από το άγιο χέρι του Χριστού είναι μεν λευκότατη σαν το χιόνι και περισσότε­ρο από αυτό («θα γίνω πιο λευκός από το χιόνι» λέει η Γραφή), όχι ό­μως ψυχρότατη. Αντίθετα είναι γεμάτη παρηγοριά, γλυκύτατη, χαριέστατη και ψυχοθερμότατη με αποτέλεσμα να ενδυναμώση υπερβολικά την ψυχή στην υπηρεσία και στο θέλημα του Χριστού. «Θα προχωρούν από δύναμι σε δύναμι» λέει ο Ψαλμός. Έτσι και η ψυχή θα προχωρή από δύναμι πνευματική σε δύναμι πνευματική».
Υπάρχουν περιπτώσεις, σύμφωνα με την «Νηπτική Θεωρία», που ο Θεός δείχνει στον αγωνιστή του πνεύματος και κάποιο όραμα. Βέβαια συνιστάται έντονα η προσοχή να γίνεται διάκρισις, γιατί και εκ της πλά­νης προέρχονται πολλές φορές οράματα. Αλλά η ύπαρξις κίβδηλων νο­μισμάτων δεν μπορεί να θέση σε ανυπαρξία τα γνήσια νομίσματα.
Ο ανώνυμος συγγραφεύς του βιβλίου αυτού αναφέρει πάρα πολ­λά για την νοερά προσευχή, με ζωηρό λόγο και πρωτότυπες εικόνες. Σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα κάποτε είδε ένα θεσπέσιο όραμα: Πετούσαν γύρω του περιστέρια κάτασπρα σαν το χιόνι, αναρίθμητα σαν την άμμο της θάλασσας. Άπλωνε το χέρι του κι έπιανε λίγα όσα πετούσαν κοντά του. Λυπόταν που δεν μπορούσε να πιάση περισσότερα. Μερικά πετούσαν κοντά ολόγυρά του, αλλά μόλις πήγαινε να τα πιάση υψώνονταν και απομακρύνονταν. Πιο πέρα υπήρχε ένα ποτάμι που φαινόταν ό­τι έβγαινε από το κέντρο της γης κι έτρεχε αργά, γαλήνια και μεγα­λόπρεπα. Μερικά από τα περιστέρια πετούσαν και χτυπούσαν επάνω στα νερά τα φτερά τους σαν να έκαναν χαρούμενα παιγνίδια.
Όπως του δόθηκε η εξήγησις αργότερα με άλλο όραμα, τα πο­λυάριθμα περιστέρια συμβόλιζαν νοήματα περί νοεράς προσευχής. Ό­σα έγραψε στο βιβλίο εικονίζονταν από όσα έπιασε με τα χέρια του. Ο ποταμός συμβόλιζε την κατάνυξι που αναβρύει από τις θεοφιλείς καρ­διές. Τα παιγνιδίσματα των περιστεριών στα νερά φανέρωναν την χαρά της χάριτος στην κατανυκτική καρδιά.
Για την χάρι της κατανύξεως σημειώνει αλλού ο ίδιος συγγραφεύς: «Άλλοτε χύνονται κρουνηδόν τα δάκρυα και βρέχεται όχι μόνο το πρόσωπο του ανθρώπου, αλλά και τα φορέματά του και το έδαφος. Άλλοτε πάλι βρέχονται από τα δάκρυα μόνο τα μάτια. Και άλλοτε δροσίζεται εσωτερικά η διάνοια και η καρδιά, όπως δροσίζεται τις ανοιξιάτικες νύχτες η γη από την δροσιά του ουρανού». Και η ποικιλόμορφη αυτή κατάνυξις ανανεώνεται με «την θεωρία του νοός». Δηλαδή «όντας ο νους από την κατάνυξι καθαρώτατος, λαμπικαρώτατος και υψηλότατος, εκτείνεται στα ουράνια κάλλη, στα άφθαρτα δημιουργήματα, στα νοητά τάγματα, στην δοξολογία του Θεού, στην προσκύνησι του Κτί­στου, στον θαυμασμό των έργων του, στην έκπληξι της μεγαλοσύνης του και στο ακατανόητο της θεότητος. Αυτά μελετώντας με κάποια ζωηρότητα ο καθαρώτατος και αθόλωτος νους γλυκαίνεται άρρητα και απερίγραπτα. Και η γλυκύτητα αυτή ανανεώνει την κατάνυξι στην καρ­διά και χύνουν τα μάτια δάκρυα, όχι λιγώτερα από τα πρώτα...Με το χύσιμο των δακρύων φεύγει η αναισθησία της ψυχής... χάνεται η αμέλεια, διαλύεται η ολιγοπιστία της καρδιάς και γίνεται η διάνοια καθαρή σαν τον ουρανό μετά την κατάπαυσι της βροχής».
Το δόσιμο στην προσευχή και στην κατάνυξι οδηγεί στην απόκτησι της σοφίας. «Αναβρύουν — σημειώνει ο ίδιος συγγραφεύς— από την καρδιά οι ποταμοί του ζώντος ύδατος, δηλαδή τα πνευματικά νοήματα και οι χείμαρροι της αγίας σοφίας... Γεννάται και αναβρύει λόγος διδα­κτικός, λόγος σωτήριος, λόγος καρπερός, λόγος σοφός, λόγος άγιος, λόγος αγαθός... Και η γλώσσα δεν προφθάνει να παρουσιάση τα νοή­ματα που γεννά η καρδιά».
Ας μελετούμε λοιπόν αυτά τα υπέροχα βιβλία που περιγράφουν, να το πούμε έτσι, το ανέβασμα του Μωυσή στην αγία κορυφή του Σινά, το αντίκρυσμα της θείας δόξης.
Ας μελετούμε τους βίους των Πατέρων, των μαρτύρων, των ασκητών. Όλα αυτά τα κείμενα είναι εγχειρίδια ορειβατικής τέχνης. Όλες αυτές οι μορφές είναι αετοί πνευματικοί. Ας τους ζηλέ­ψουμε με ζήλο επαινετό. Όλοι τους μας παροτρύνουν να φύγουμε από τις σκοτεινές περιοχές και να πάμε στις φωτεινές· ν’ αφήσουμε πίσω μας τους τόπους της δυσωδίας και ν’ ανεβούμε σε τόπους ευωδιαστούς· ν’ αφήσουμε την αμαρτωλή και ειδωλολατρική Αίγυπτο και να πορευθούμε σαν τον Μωυσή στο όρος Σινά.
Όλοι τους μας λένε με το στόμα του οσίου Ιωάννου, συγγραφέως της Κλίμακος: «Αναβαίνετε, αναβαίνετε αδελφοί, αναβάσεις προθύμως εν καρδία τιθέμενοι». Και ερωτούν με το στόμα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Ποιος ξεκινώντας την καρποφορία από τα τριάντα, προχώρησε στα εξήντα και τερμάτισε στα εκατό; Ας ενεργή έτσι, ώστε να προχωρή και να γίνεται μεγάλος σαν τον Ισαάκ και να πορεύεται από δύναμι σε δύναμι, τραγουδώντας τις ωδές των Ανα­βαθμών και αποφασίζοντας στην καρδιά του αναβάσεις» (Λόγος 26ος). Ας αποκριθούμε κι εμείς και ας πούμε αποφασιστικά: «Δεύτε και αναβώμεν εις το όρος Κυρίου και εις τον οίκον του Θεού Ιακώβ».Δεν πλασθήκαμε για τα βάθη του κακού, αλλά για τα ύψη των αρετών. Δεν πλασθήκαμε για τα σκότη της αβύσσου, αλλά για την φωτοχυσία του Θαβώρ. Ελάτε λοιπόν ν’ ανεβούμε.
«Δεύτε και αναβώμεν εις το όρος Κυρίου».


πηγή

Ο ζωοποιός Σταυρός


zopoiosstauros
Γιά μας τους μοναχούς το νόημα του Σταυρού είναι το κέντρο του σκοπού μας, είναι το καύχημα μας, είναι η ελπίδα μας και η προσδοκία μας. Όταν βλέπωμε την λύσσα του εχθρού, όταν βλέπωμε τις πολύμορφες αδυναμίες της δικής μας φύσεως, όταν βλέπωμε τα πάθη και τις επιθυμίες πού μας πολιορκούν και απειλούν να μας εκμηδενίσουν, τότε άτενίζομε τον Σταυρό και αντλούμεν όλο το θάρρος να αγωνιστούμε και στο τέλος γινόμεθα νικητές.

Το άξιωσημείωτο είναι πώς να τον άγκαλιάσωμε και πώς να τον σηκώσωμε απρόσκοπτα. Διότι μόνον έτσι, διά της αναβάσεως μας επί του Σταυρού, θα δούμε πίσω από αυτόν τα σύμβολα της αναστάσεως. Μόνον εκείνοι πού αποθνήσκουν, εκείνοι και θα ζήσουν. Όποιος θέλει να βρή την ζωήν του, θα την «όπωλέση»· κι όποιος «τήν απωλέση ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου», δηλαδή όποιος σηκώσει τον Σταυρό, εκείνος βέβαια δικαιούται να την αναστήση. Γι’ αυτό απόψε με μεγαλύτερη ευλάβεια να άκούσωμε τα ωραία εκείνα ύμνολογικά ποιήματα των Πατέρων μας- να προσκυνήσωμε το σύμβολο εκείνο το όποιο ο διάβολος πρόβαλε σαν κατάρα και ο Κύριος μας το μετέβαλε σε ευλογία για νά καταστρέψη αυτόν καί, δεύτερον, για να δώση σε μας όπλο ακαταμάχητο. Ατενίζοντες τον Σταυρό του Κυρίου μας, αναζητούμε με δίψα συνεχώς να μην παύσωμε να «αίρωμεν» αυτόν, γιατί πίσω από αυτόν είναι το πάν της επιτυχίας μας.


Τιμώντες τον Σταυρό, κατ’ ουσία δίδομεν δόξα στον Εσταυρωμένο Κύριο μας, πού ποικιλοτρόπως Τον εύρίσκομε να αναμορφώνη την παραμορφωθείσα εικόνα της διαστροφής την οποία έπαθε η ανθρώπινη φύση με την πτώση. Καί, περιερχόμενος από τόπου είς τόπον, ευεργετών τους ανθρώπους, συνεχώς παρήγγελλε τον τρόπο της θεραπείας και επιστροφής. Το έσχατο της; προσφοράς Του ήταν, αφού θεράπευσε όλες τις μορφές της πανανθρώπινης αρρώστιας και άδυναμίας, να δώση σκληρή μάχη με τις δυνάμεις του σκότους και να καταστέψη αυτόν τούτον τον θάνατον και τήν πηγή πού οδηγεί προς τον θάνατο, τον διάβολο και έτσι να μας χαρίση την υιοθεσία. Και ακριβώς, το μέσο αυτό διά του οποίου κατηργάσθη το θαύμα της ανθρωπινής αναστάσεως και επαναφοράς στην ισορροπία της ύπο-ταγείσης στην φθορά φύσεως είναι ο Τίμιος Σταυρός, του οποίου την ύψωση σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει. Για μας ο Σταυρός δικαίως ονομάζεται από τους Πατέρες «η ζωή ημών». Μέσω του Σταυρού ανακτούμε ο καθένας από μας την προσωπικότητα του. Δεν έχει σημασία σε τί πάθη και αδυναμίες έχει ο κάθε ένας μας αιχμαλωτισθεί. Η επίκληση της δυνάμεως και της χάριτος του Σταυρού, τον ανασύρει ν’ ανεύρη την προσωπικότητα του, να δρασκελίση και να ύπερβή όλες εκείνες τις αδυναμίες. Θέλει να ανέβη ο άνθρωπος από το βάραθρο της παρά φύσιν ζωής στην κατά φύσιν, θα πατήση πάλι στη σκάλα αυτή πού λέγεται Σταυρός. Θέλει να ανέβη από εκεί ψηλότερα, στον ουρανό, όπου το πολίτευμα μας υπάρχει; Πάλι αυτή η σκάλα είναι ο Σταυρός.

Τί τώρα είναι ο Σταυρός; Φυσικά σαν πράγμα ο Σταυρός είναι το σύμβολο αυτό το όποιο κατέχομε. Δεν είναι δμως ένα σύμβολο το όποιο μπορεί κανείς να δημιουργήση. Σημασία έχει η δύναμη η οποία επικάθηται σ’ αυτό το σύμβολο. Αύτη η δύναμη είναι εκείνη μέσω της οποίας ο Θεός Λόγος «ήνωσε τα διεστώτα είς έν» και επανέφερεν, όπως είπα, σε ισορροπία την «στασιάσασαν φύσιν, την ύποταγείσαν είς την φθοράν». Κατήργησε τον θάνατο και αυτόν τούτον τον διάβολο και άνοιξε την είσοδο στους ανθρώπους να μπουν από εκεί ακριβώς πού βγήκαν, αλλά και να εισέλθουν «υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας και ονόματος ονομαζόμενου και κυριότητος έκ δεξιών του Θεού και Πατρός», πού είναι οι θείες επαγγελίες τις όποιες μας υπόσχεται. «Θέλω, Πάτερ Ίνα όπου ειμί εγώ, Ίνα ώσι και αυτοί». Αυτή την υπεραξία αποκτά ο άνθρωπος δι’ αύτού του μέσου, του Τιμίου Σταυρού. Όχι όμως αφηρημένα να επικαλούμεθα την επίδραση της χάριτος του Σταυρού, αλλά να προσπαθήσωμε να φορέσωμε τον Σταυρό και να τον πάρωμε επάνω μας. Κοιτάξετε τί είπε ο Κύριος μας- «όσα έχεις πώλησον και δός πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν έν ούρανώ και δεύρο ακολουθεί μοι, άρας τον Σταυρό σου».

Ιδού το νόημα του Σταυρού. Ο τρόπος της αποπλανήσεως και των δύο λογικών φύσεων, της αγγελικής και της ανθρωπινής, οι όποιες απεστάτησαν από τον Θεό και δημιούργησαν, τρόπον τινά, την πτώση και την καταστροφή τους, η πλάνη τους ήταν το ότι γύρισαν στην ιδιοτέλεια, η όποια ιδιοτέλεια ολοκληρώνεται διά της επαράτου φιλαυτίας. Η φιλαυτία είναι η αιτία της καταστροφής. Αυτή η αρρωστημένη κατάσταση, εξουδετερώνεται διά της φιλοπονίας με την οποία ερμηνεύεται και ο Σταυρός, τον όποιο προτίμησε ο Κύριος μας χωρίς να του χρειάζεται, αλλά για να δείξη σε μας πρακτικά τον τρόπο της θεραπείας μας. Ο Σταυρός λοιπόν ερμηνεύεται σε μας μόνο με την έννοια της φιλοπονίας. Η δε φιλοπονία ολοκληρώνεται στο να έγκαταλείψωμε κάθε τί δικό μας, να αφιερωθούμε δε και να αφοσιωθούμε στο θείο θέλημα. Και μόνον αυτός ο κόπος, αύτη η αγωνία λέγεται καί- είναι Σταυρός. Είδατε τί είπε ο Κύριος μας; Τον καλούσε ο Πιλάτος σε απολογία και δεν μιλούσε. Γιατί δεν αποκρινόταν ο Ιησούς μας; Εάν αποκρινόταν θα σήμαινε ότι ζητούσε δικαίωση και το μόνο πού δε ζητούσε ήταν η δικαίωση. Σε μια άλλη περίσταση, για να μας ανοίξη την διάνοια να μπούμε μέσα στο νόημα του μυστηρίου, λέει: «Πό:τερ, σώσον με έκ της ώρας ταύτης» και αμέσως προσθέτει· «άλλά διά τούτο ήλθον είς την ώραν ταύτην».

keidia-5

Ο κάθε ένας από μας πρέπει να έχη καταλάβη ότι στην ζωή μας αύτη δεν έχομε κανένα άλλο νόημα, απολύτως; κανένα. Μόνο στο πώς να είμαστε συνεχώς έτοιμοι να αίρωμε τον Σταυρό μας στην περιεκτική του μορφή. Καμμιά αφορμή, καμμιά πρόφαση η οποία περιέχει μέσα αποκάλυψη του θείου θελήματος να μην μας ξεφεύγη. Με όλες τις μορφές της αυτοθυσίας να είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε στο θείο θέλημα. Αυτό είναι το νόημα του προορισμού μας. Δεν ζούμε στον κόσμο αυτό για να μετακινούμε τα στοιχεία από το ένα μέρος στο άλλο, ούτε για να μεταβάλλωμε τις διάφορες ύλες. Με αυτό το νόημα διήνυσαν την ζωή τους οι προγενέστεροι Πατέρες. Εξέχουσα θέση έχει ο Δαβίδ, ο όποιος μέσω των ψαλμών του μας περιγράφει το όλο νόημα της ανθρωπολογίας και της χριστολογίας. Αναφέρει δε σε ένα στίχο του: «Διά τους λόγους των χειλέων Σου, Κύριε, ένώ έφύλαξα οδούς κληράς»· κι αυτά ένώ ήταν βασιλέας και μάλιστα ύπό την παλαιά έννοια, όταν οι βασιλείες ήταν αυταρχικές και παντεξούσιες. Αυτόν δεν τον ενδιέφερε τόσο η εξουσία πού είχε. Ομολογούσε ότι στην ζωή του είχε ως πρωταρχικό σκοπό να αίρη συνεχώς τον Σταυρό, το πώς να φυλάξη με λεπτομέρεια το θέλημα του Θεού. Μόνο για να προσεύχεται είχε ορίσει χρόνους απαράβατους για τους οποίους πάλι έκαυχάτο, «έπτάκις της ημέρας ήνεσά Σε» και ήταν βασιλεύς και στρατηγός και κυβερνήτης και δικαστής. Όμως, κανένα από τούτα, ούτε οι πολλές του γυναίκες, ούτε τα πολλά του παιδιά, ούτε τα πολλαπλά του καθήκοντα τον εμπόδιζαν από του να προσεύχεται «έπτάκις της ημέρας» και ο νους του ήταν πάντοτε στραμμένος στον Θεό.

Βλέπετε πώς αγωνίζεται ένας φιλόθεος άνθρωπος για να εκπλήρωση τον προορισμό του; Όποιος νομίζει ότι προσκυνεί και τιμά σωστά τον Σταυρό, αφαιρεί άλλους στόχους πού είναι ξένοι προς το θείο θέλημα. Μπορεί τα χέρια και τα πόδια του να κινούνται για να φέρη σε πέρας το διακόνημά του. Ο νους όμως άσχολήται με τον Θεό. Σαν άνθρωποι πού έχομε σώμα, θα ασχολούμαστε κατ’ ανάγκην με τα υλικά. Ο νους όμως να μην αιχμαλωτίζεται από αυτά, αλλά να είναι στραμμένος προς τον Θεό. Συνεχώς πρέπει να προσπα-θή να άγαπήση «Κύριον τον Θεόν αυτού έξ όλης ψυχής, έξ όλης καρδίας, έξ όλης ισχύος, έξ όλης διανοίας» καί, έν συνεχεία, «καί τον πλησίον ως εαυτόν». Εάν έτσι είναι σκιαγραφημένος εκείνος ο όποιος αίρει τον Σταυρό, οπωσδήποτε θα δικαιούται και της αναστάσεως καθώς ο Παύλος διηγείται· «Εί γάρ συ-ναποθάνομεν» κρατούντες το Σταυρό, «άρα και συζήσομεν … εί αρνούμεθα, κακείνος αρνήσεται ημάς». Το δίλημμα εδώ είναι τρομερό. Είτε ομολογία, είτε άρνηση- δεν υπάρχει ενδιάμεσο. Είτε θα κρατούμε τον Σταυρό συνεχώς, «συσταυρούμενοι» μετά του Κυρίου μας, ούτως ώστε και να συναναστηθούμε, αλλιώς είτε θέλομεν είτε όχι θα βρεθούμε στην μερίδα των άρνητών και Εκείνος κατ’ ανάγκην θα μας άρνηθή, όπερ μη γένοιτο!.

Έχοντες «τάς όσφύας περιεζωσμένας και τους λύχνους καιομένους» ένα έχομε φρόνημα και νόημα- την συνεχή άρση του Σταυρού, ούτως ώστε οποιαδήποτε ώρα ο Κύριος μας, ο όποιος μας κάλεσε στην επίγνωση Του, στρέψει το βλέμμα Του για να έξετάση πού βρισκόμαστε, να μας βρή οπίσω Του άκολουθούντας και κρατούντος σφικτά στον ώμο μας τον Σταυρό. Πάντοτε να έχομε σαν ένδυμα την φιλοπονία, για να μη μας ξεφύγη καμμιά αφορμή στην φυλακή και τήρηση της θείας εντολής. Τότε είμαστε αληθινά προσκυνητές του Τιμίου Σταύρου. Τέτοιους προσκυνητές ζητεί ο Θεός.

Στον κόσμο τούτο εμείς ιδιαίτερα, οι μοναχοί, είμαστε «ως πρόβατα έν μέσω λύκων». Έτσι δεν μας ξενίζουν οι πειρασμοί πού είναι οι διάφορες αντιθέσεις οι όποιες προέρχονται από την αμαρτία και την άμαρτωλότητα- μέσω δε των καταλλήλων της οργάνων προσπαθούν να μας εμποδίσουν να προσκυνήσωμε Κύριον τον Θεόν μας. Προσπαθεί η πολύμορφη αμαρτία, η νέα αυτή και παλαιά θεότης, να μας απόσπαση από την λατρεία προς τον Χριστό μας. Εμείς όμως, με αναπεπταμένο το φρόνημα, ανά πάσαν ώραν φωνάζομε, «ύπαγε οπίσω μου σατανά, Κύριον τον Θεό μου προσκυνήσω και Αύτώ μόνω λατρεύσω». Ένα είναι το νόημα της δικής μου ζωής, το να ανακαλύψω και να φυλάξω το θέλημα του Χριστού. Και αν ακόμα κινδυνεύσω προσωπικά, ουδέ αυτής της ζωής μου θα φεισθώ.

Αυτός είναι ο δρόμος των μαρτύρων, των όμολογητών, των οσίων και όλων των δικαίων, «τών απ’ αρχής μέχρι και των έσχατων». Αυτής της κληρονομιάς είμαστε συνεχιστές και έχομε για μας πρέσβεις όλα τα πνεύματα των δικαίων και Αγίων πού κοσμούν την θριαμβεύουσα Εκκλησία, τα όποια συνεχώς εύχονται για μας και μας αναμένουν. Κανείς να μην ύστερηθή, κανείς μην μείνη πίσω. Όλοι μπρος για να επιτύχωμε τον σκοπό μας, χάριτι του Σταυρού του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αμήν.


Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά,Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.

ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ:ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ




Η Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου είναι κτισμένη επάνω σε βράχους, 10 μέτρα ψηλότερα από τη θάλασσα. Γραφικός λιθόστρωτος δρόμος οδηγεί από τον αρσανά στην είσοδο της Μονής σε μια αυλή, που σχηματίζουν επιβλητικά κτίρια νεοκλασσικού ρυθμού. Μια δεύτερη μικρή είσοδος οδηγεί στην εσωτερική αυλή, στενόχωρη, εδαφολογικά ανώμαλη και καλυμμένη με τσιμέντο.
Ιδρύθηκε κατά τα μέσα του 14ου αιώνα και είναι σύγχρονη των Μονών Διονυσίου, Παντοκράτορος, Σιμωνόπετρας. Ιδρυτής της είναι ένας όσιος ασκητής, ο Γρηγόριος.

 Ποιός όμως Γρηγόριος; Τρεις Γρηγόριοι προτάθηκαν: ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, Γρηγόριος ο μαθητής του και Γρηγόριος «ο από Συριάνων». Ο τελευταίος αποκλείεται, διότι είναι όψιμος. Σε έγγραφο του Οκτωβρίου 1400 ο «κύρις Γρηγόριος ο γέρων, ο από Συριάνων», που ασκήτευε, κοντά συη Μονή, καλείται μάρτυρας από τον Πρώτο Γεννάδιο και τη Σύναξη, να καταθέσει ότι γνωρίζει για τα όρια μεταξύ των Μονών Διονυσίου και Παύλου. Εξάλλου 7 χρόνια πριν, στο Γ΄ Τυπικό (1394), στον εκεί πίνακα εισφορών, ορίζεται «ο άγιος Γρηγόριος (να δίνει) εν νόμισμα». Ώστε ο ιδρυτής της Μονής ήδη ήταν κεκοιμημένος, και μάλιστα καταξιωμένος άγιος. Δύο ηγούμενοι της Μονής, ο Καλλίστρατος (1347) και ο Κάλλιστος (1348), στα acta της Χιλιανδαρίου, πρέπει να θεωρούνται ανύπαρκτα πρόσωπα. Αλλά και ο πρώτος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, αποκλείεται να είναι ο ιδρυτής της Μονής, αφού στο Βίο του, γραμμένο από τον πατριάρχη Κάλλιστο Α΄, δεν αναφέρεται τίποτα σχετικό. Εξάλλου ο Γρηγόριος κατά τα έτη 1325-46 βρίσκεται εκτός Αγίου Όρους. Έτσι ως πιθανός ιδρυτής πρέπει να θεωρείται κάποιος τέταρτος. Ο Γρηγόριος αυτός, που δεν ξέρουμε πολλά για τον βίο του, ονομαζόταν «Νέος». Πάντως παραμένουν ακόμα άλυτες πλευρές του προβλήματος, για το λόγο ότι καταστράφηκε το αρχείο της Μονής από δύο πυρκαγιές: το 1500 και το 1761.
Κατά το τέλος του 15ου αιώνα η μικρή Μονή καταστρέφεται από πειρατές κι από την πυρκαγιά και, ασφαλώς, θα χανόταν τελείως, αν δεν αναλάμβαναν την προστασία της οι ομόδοξοι ηγεμόνες του Βορρά, με πρώτο τον Ιωάννη Στέφανο το Μέγα (1457-1504), που ξοδεύει μεγάλα ποσά για την ανασυγκρότηση της Μονής, ώστε να θεωρείται δεύτερος κτίτορας. Ο ίδιος στα δύο χρυσόβουλα που εκδίδει υπέρ της Μονής, αναφέρει την προθυμία που είχε να ανορθώσει τη Μονή. Αλλά η μικρή Μονή δυόμισι αιώνες μετά έμελλε να δοκιμαστεί πάλι από το πυρ. Πυρκαγιά που ξέσπασε στις 30 Νοεμβρίου 1761 πλήττει καίρια τη Μονή. Τότε καλείται ένα από τα τέκνα της: ο Ιωακείμ, που είχε καρεί στη Μονή κατά το 1740, ασκήτευε όμως για χρόνια στη Μικρή Αγία Άννα, στο σπήλαιο του Αγαπίου. Ο Ιωακείμ, φυσιογνωμία ηγετική, με πολλές αρετές κοσμημένος, αναλαμβάνει να ανασυγκροτήσει το πυρίκαυστο σκήνωμα. Έτσι μεταβαίνει στο εξωτερικό για τη συγκέντρωση ελεών. Στην Κωνσταντινούπολη συναντιέται τυχαία με το σουλτάνο, ο οποίος θαύμασε όχι μόνο τη σύνεση του Γρηγοριάτη μοναχού, αλλά και το εξωτερικό παρουσιαστικό του. Ο Ιωακείμ έφερε γενειάδα που έφτανε μέχρι τα γόνατα. Ο σουλτάνος αφού ρώτησε το σκοπό της άφιξής του, διάταξε να του δώσουν ένα γενναίο χρηματικό ποσό. Το ποσό και με άλλες συνδρομές γρήγορα υπερκάλυψε την προοπτική για τα έξοδα ανέγερσης της Μονής. Γι' αυτό, τα χρήματα που περίσσευαν, ο Ιωακείμ διαθέτει για την απολύτρωση Ρουμάνων που κράταγαν όμηρους οι κουρσάροι. Επίσης κι ένα μεγάλο χρηματικό ποσό καταθέτει στα χέρια Βλάχων ηγεμόνων, για να πληρώσουν το χαράτσι υποτελείας στην Υψηλή πύλη. Σε ναό της νήσου Πρώτη Προποντίδας μαρμάρινη επιγραφή εξιστορεί πως ο Ιωακείμ
                                           «...αμέτρητα καλά έκαμεν εις ανθρώπους
                                           και ελευθέρωσε πολλούς εις διαφόρους τόπους,
                                           και βοηθεί τα ορφανά και χήρας και απόρους...»
Το πορτραίτο του Ιωακείμ εικονίζεται σε τοιχογραφία, στα δεξιά της λιτής του καθολικού. Επίσης χάρη στον Ιωακείμ Βλάχοι ηγεμόνες προσήλωσαν διάφορα σκηνώματα στη Γρηγορίου: ο ηγεμόνας Μολδαβίας Ιωάννης Γρηγόριος Αλέξανδρος Γκίκας, τη μονή Πούκνας στο θέμα Φωξάνη. Ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Γρηγόριος, το ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Βουκουρέστι κ.ά.
Μετά την παραίτηση του Ιωακείμ η Μονή μεταπέφτει στην ιδιορρυθμία. Κατά την Επανάσταση η ένδεια της Μονής, μαζί με τις ανεκδιήγητες ταπεινώσεις των τούρκων στρατιωτών, αναγκάζει την ολιγάριθμη αδελφότητα στην απόφαση να προτείνει στη Μεγίστη Λαύρα, όπως δεχθεί τη Μονή τους ως εξάρτημα: «...ημείς οι ταπεινοί δούλοι σας... δεν ημπορέσαμεν να κυβερνηθώμεν... και αφήνομεν το Μοναστήρι, το οποίον με όλην μας την γνώμην σας το δίδομεν ωσάν μετόχι, και κυβερνήσατέ το ως καθώς σας φωτίσει ο Θεός...». Πλην η έκβαση της πρότασης δεν μας είναι γνωστή. Το 1840 ανασυσταίνεται σε κοινόβιο με πρώτο ηγούμενο τον, και πάλι Αγιαννίανίτη, ιερομόναχο Νεόφυτο. Μετά το Νεόφυτο την ηγουμενία αναλαμβάνει ο Δανιήλ και το  Μάιο του 1859 ηγούμενος τοποθετείται ο ρέκτης αρχιμανδρίτης Συμεών, κουράς Αγίου Παύλου (1852). Οι μοναχοί της Γρηγορίου δέχονται τον Συμεών με πολλή αγάπη, «μηδείς της νεότητος αυτού καταφρονήσας» (ήταν μόνο 29 χρονών). Κατά το διάστημα της 46χρονης ηγουμενίας του, ξοφλεί τα χρέη της Μονής, που έφταναν τις 170.000 γρόσια και προσθέτει νέα κτίρια στη Μονή, εκείνα προς βορρά. Οι νέες προσθήκες μεταξύ 1892-1900 διπλασιάζουν τη Μονή.
Το Καθολικό της Μονής, τιμώμενο στο όνομα του Αγίου Νικολάου, άρχισε να κτίζεται αμέσως μετά την πυρκαγιά του 1761. Παρουσιάζει τρεις κύριες ιστορικές φάσεις: Η πρώτη από το 1761 έως το 1775, οπότε κτίστηκε ο κυρίως ναός με τη λιτή. Η δεύτερη το 1840, με την κατασκευή του εξωνάρθηκα, σύμφωνα με επιγραφή στη βορειανατολική γωνία του. Η τρίτη το 1851, με την προσάρτηση στη βορεινή πλευρά του παρεκκλησίου του οσίου Γρηγορίου. Βρίσκεται στο κέντρο της παλιάς μονής και ακολουθεί το συνήθη αγιορείτικο τύπο δηλαδή του τρίκογχου, σταυροειδούς, εγγεγραμμένου με τρούλο. Είναι σχετικά μικρό Καθολικό έχει όμως διπλό νάρθηκα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νάρθηκας φέρει ξύλινο τρούλο, στο κέντρο και επίπεδες εσωτερικά οροφές, με ξύλινη επένδυση. Η εικονογράφηση του κυρίως ναού με τη λιτή, που ολοκληρώθηκε το 1779, από τον ιερομόναχο Γαβριήλ και το μοναχό Γρηγόριο από την Καστοριά. Παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της μεταβυζαντινής τεχνοτροπίας, με έντονες λαϊκές επιδράσεις. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο, έχει πλούσια διακόσμηση με σκηνές από τη Παλιά και τη Καινή Διαθήκη. Αξιολογείται σαν ένα από τα σημαντικότερα σε καλλιτεχνική αξία τέμπλα του Αγίου Όρους.
Το καμπαναριό είναι ενσωματωμένο στη μεσαία πτέρυγα. Κτίστηκε γύρω στα 1500 από το μοναχό Σπυρίδωνα και με τη συνδρομή του Στέφανου Βοεβόδα μετά την πυρκαγιά του 1496. Πρόκειται για ένα πενταόροφο επιβλητικό κτίσμα, τετραγωνικής κάτοψης. Στην τελευταία στάθμη του διαθέτει δέκα καμπάνες και βαριά ξύλινα και σιδερένια σήμαντρα.
Η Μονή Γρηγορίου δε διαθέτει φιάλη. Προβλέπεται, ωστόσο, η κατασκευή της, στην αυλή μπροστά στην κρήνη. Η κρήνη αυτή έχει μεταφερθεί, από την κυρίως αυλή.
Η Ιερά Μονή Γρηγορίου διατηρεί δεκατέσσερα παρεκκλήσια από τα οποία τα επτά βρίσκονται μέσα στην Μονή. Από τα παρεκκλήσια εκείνο του οσίου Γρηγορίου, του Κτήτορος (1851) είναι ενσωματωμένο στο βόρειο μέρος του καθολικού. Είναι κτισμένο με το ισόδομο σύστημα, σχηματίζει φαλτσογωνιά στα νοτιοδυτικά και φέρει μεγάλο τρούλο στο κέντρο. Στο δυτικό τμήμα της παλιάς αυλής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Αγίας Αναστασίας, της Ρωμαίας, που κτίστηκε το 1775. Πρόκειται για ένα σχεδόν ανεξάρτητο, μονόχωρο ναό, με νάρθηκα αγιογραφημένο το 1995 και χαμηλό τρούλο χωρίς τύμπανο. Φέρει τυπική τοιχογράφηση, καθώς και τέσσερις εικονογραφήσεις από το μαρτύριο της Αγίας Αναστασίας. Επίσης υπάρχουν του Αγίου Δημητρίου 18ου αιώνα, της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού και του Αγίου Σπυρίδωνος 19ου αιώνα.
Τέλος των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, ερειπωμένο σήμερα. Ωστόσο, στα πλαίσια της ανακατασκευής της νέας, ανατολικής πτέρυγας, που άρχισε το 1997, ήδη ενσωματώθηκε νέο παρεκκλήσιο, με τρούλο, αφιερωμένο στον ίδιο Άγιο. Η μονή διαθέτει επίσης και επτά εξωκκλήσια.
Στη νοτιοανατολική γωνία της Μονής Γρηγορίου βρίσκεται μικρή πύλη του τείχους, που οδηγεί στο κοιμητήριο. Ο κοιμητηριακός ναός, που διαθέτει και νάρθηκα, είναι αφιερωμένος στους Αγίους Πάντες. Κτίστηκε το 1728 και αγιογραφήθηκε το 1739, με δαπάνη και προσωπική εργασία των αδελφών Μητροφάνους και Νεκταρίου Βενιέρη, μοναχών της μονής. Αξιόλογες είναι οι νωπογραφίες του ναού, μεταξύ των οποίων εκείνες στο νάρθηκα που απεικονίζουν τη δημιουργία και την πτώση του ανθρώπου, τους Αίνους ψαλμούς και τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Κάτω από το κοιμητήριο βρίσκεται το οστεοφυλάκιο της μονής.
Η σημερινή μορφή της διπλής αυλής, της Ιεράς Μονής Γρηγορίου, προέκυψε με την επέκταση της βορεινής πτέρυγας του παπά - Συμεών στα τέλη του 19ου αιώνα. Το νεότερο τμήμα της, μετά την κύρια είσοδο της μονής, χαρακτηρίζεται από το τραπεζοειδές σχήμα της. Η κύρια αυλή της μονής, του 1310, καλύπτεται με σχιστολιθικές πλάκες μεγάλων διαστάσεων, πίσω από την οποία εκτείνονται μικροί δενδρόκηποι.
Η Τράπεζα είναι ενσωματωμένη στη γωνία της νότιας και δυτικής πτέρυγας. Κτίστηκε το 1783 στα πλαίσια γενικότερης ανακαίνισης από τον σκευοφύλακα της μονής Ιωακείμ Μακρυγένη από την Ακαρνανία. Πλήρως ανακαινίστηκε το 1993 και η κάτοψή της σχηματίζει ορθή γωνία. Επεκτείνεται προς τη δυτική πτέρυγα, καταλαμβάνοντας το χώρο του παλιού γηροκομείου. Η αγιογράφηση της Τράπεζας άρχισε το 1995.
Το μαγειρείο βρίσκεται, στη νότια τριώροφη πτέρυγα ακριβώς κάτω από την τράπεζα. Βλέπει προς τη θάλασσα και επικοινωνεί με το φούρνο, ξυλαποθήκη και αποθήκη τροφίμων.
Το δοχειό, στεγάζεται στα υπόγεια της βορεινής πτέρυγας του παπά - Συμεών. Εκεί στεγάζεται και το λαδαριό της μονής. Στους χώρους αυτούς υπάρχουν και ψυγεία συντήρησης τροφίμων της μονής.
Ο φούρνος βρίσκεται κάτω από την τράπεζα, στη νότια τριώροφη πτέρυγα, προς τη θάλασσα και επικοινωνεί με το μαγειρείο και ξυλαποθήκη.
Το κρασαριό, στεγάζεται στα υπόγεια της πτέρυγας του παπά-Συμεών. Στη θέση αυτή υπάρχει και ο παλιός ληνός δηλαδή το πατητήρι των σταφυλιών.
Οι πτέρυγες της Ιεράς Μονής Γρηγορίου είναι: Η βορεινή, πενταόροφη πτέρυγα του 1892, επονομαζόμενη του παπα - Συμεών, ηγούμενου της μονής από την Τρίπολη, επί των ημερών του οποίου και κτίστηκε όπου ανοίγεται η κύρια είσοδος της μονής. Η μεσαία, τριώροφη πτέρυγα, που ιδρύθηκε το 1500 και ανακαινίστηκε το 1770 και το 1976. Σ΄ αυτήν ενσωματώνεται η παλιότερη είσοδος της μονής και το κωδωνοστάσιο. Με την πτέρυγα αυτή διακρίνεται το παλιό (1310 και 1770) από το νέο μοναστήρι (1792), με τις αντίστοιχες αυλές. Η δυτική, τετραώροφη πτέρυγα - δύο όροφοι πάνω και δύο κάτω από τη στάθμη της αυλής, κτίσμα του Ιωακείμ Μακρυγένη. Η νότια πτέρυγα του 1783. Η νέα, ανατολική πτέρυγα, όπου προβλέπεται να στεγαστούν: το παρεκκλήσιο του Τιμίου Προδρόμου, το σκευοφυλάκιο, η βιβλιοθήκη και κάποια κελλιά των πατέρων.
Τα κελλιά των πατέρων της Μονής Γρηγορίου βρίσκονται στη βόρεια και ανατολική πλευρά της βορεινής πτέρυγας του 1892. Στη νότια, τριώροφη πτέρυγα, προς τη θάλασσα του 1783.Στη μεσαία πτέρυγα του 1500 και στην προέκταση της προς τη θάλασσα. Επιπλέον, λόγω των αυξημένων αναγκών, προβλέπεται να στεγαστούν κελλιά στη νέα ανατολική πτέρυγα.
Το παλαιό συνοδικό της Μονής, βρίσκεται βορειοδυτικά, στην τελευταία στάθμη της πτέρυγας του παπα-Συμεών. Εκεί βρίσκεται και το δεσποτικό και το διακονικό, δηλαδή τα δωμάτια φιλοξενίας των επισκόπων και της συνοδείας τους. Τοηγουμενείο, μαζί με το γραφείο και την αίθουσα συνάξεων, καταλαμβάνουν μέρος της δυτικής πτέρυγας. Βρίσκονται πάνω από τη σημερινή τράπεζα και ανακαινίστηκαν πρόσφατα το 1993.
Το κυρίως αρχονταρίκι, καταλαμβάνει μέρος της μεσαίας πτέρυγας του 1500 και της πτέρυγας του παπα-Συμεών του 1892. Περιλαμβάνει δωμάτια φιλοξενίας και αίθουσα υποδοχής των επισκεπτών με θέα στη θάλασσα. Η μονή διαθέτει και δεύτερο παραλιακό ξενώνα στο περιβάλλοντα χώρο της.
H Μονή Γρηγορίου διαθέτει ακόμη στη βορεινή, πτέρυγα του παπα-Συμεών το ιατρείο, το οδοντιατρείο, το νοσοκομείο, το οικονομείο, αποθήκη ιματισμού, ψυγεία, λεβητοστάσιο και άλλους βοηθητικούς χώρους. Στη μεσαία, τριώροφη πτέρυγα το αγιογραφείο, αποθήκες και λεβητοστάσιο. Στη δυτική, τετραώροφη πτέρυγα το γραφείο, την αίθουσα συνάξεων, το βιβλιοδετείο και το παλιό πλυσταριό.
Στη νότια πτέρυγα αποθήκες ξυλείας και αλεύρων, τη παλιά βιβλιοθήκη, το κηροπλαστείο και λεβητοστάσιο
Το σκευοφυλάκιο βρίσκεται στην βορεινή πτέρυγα του παπα-Συμεών. Προβλέπεται, ωστόσο, να μεταφερθεί στη νέα, ανατολική πτέρυγα, καθώς υστερεί σε μέγεθος. Από τα σημαντικότερα κειμήλια και της μονής που φυλάσσονται είναι: Δύο τεμάχια Τίμιου Ξύλου, δύο χρυσοκέντητοι επιτάφιοι 16ου και 17ου αιώνα, σταυροί, αέρες, άμφια, ιερά σκεύη και ευαγγέλια, με βαρύτιμα καλύμματα, προσκυνητάρια μεταξύ των οποίων εκείνο του 1680 Αγίων Τόπων Ποδέα του 1550 με τα Εισόδια της Θεοτόκου και τέλος περισσότερα από εκατό ιερά λείψανα διαφόρων Αγίων τα οποία φυλάσσονται στο Καθολικό. Μεταξύ των ιερών λειψάνων είναι αυτά των προστατών της μονής Αγίου Νικολάου, Οσίου Γρηγορίου και Όσιας Αναστασίας της Ρωμαίας. Ακόμη το δεξί χέρι του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και οι κάρες των Αγίων Μοδέστου, Ιακώβου του Πέρσου, Φωτεινής της Σαμαρείτιδος, Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και Κηρύκου.
Το εικονοφυλάκιο συστεγάζεται με το σκευοφυλάκιο, στην πτέρυγα του παπά-Συμεών. Η μονή διατηρεί μεγάλο αριθμό φορητών εικόνων Βυζαντινών, μεταβυζαντινών και νεότερων. Ορισμένες από αυτές έχουν ιδιαίτερη αρχαιολογική και καλλιτεχνική αξία. Αξίζει να μνημονευθεί η φορητή εικόνα του Αγίου Νικολάου 15ου αιώνα που βρίσκεται στο Καθολικό. Ο Άγιος εικονίζεται με ηλιοκαμένο πρόσωπο, σαν ναυτικός με τρικυμισμένα γένια και μέτωπο. Επίσης η θαυματουργική, φορητή εικόνα της Παναγίας, της Οδηγήτριας Παντάνασσας 15ου αιώνα. Είναι γνωστή και ως Παλαιολογίνας από το όνομα της δωρήτριας Μαρίας Παλαιολογίνας. Τέλος η φορητή εικόνα της Παναγίας, της Γαλακτοτροφούσας του 17ου αιώνα όπου η Θεοτόκος θηλάζει το Χριστό. Αποτελεί από τα σπανιότατα θέματα στην εικονογραφία.
Η βιβλιοθήκη της Μονής Γρηγορίου, στεγάζεται σε μικρό, θολοσκέπαστο διαμέρισμα της δυτικής πτέρυγας, κάτω από την τράπεζα. Eίναι πολύ καλά οργανωμένη. Το μεγαλύτερο τμήμα του υλικού της είχε καταστραφεί μετά τη πυρκαγιά του 1761 και τις λεηλασίες των Τούρκων από το 1821 έως 1830. Αριθμεί συνολικά 297 χειρόγραφους κώδικες, 11 από τους οποίους είναι περγαμηνοί.
Επίσης, διατηρεί 20.000 περίπου έντυπα βιβλία, μεταξύ των οποίων 630 παλαίτυπα. Άξιο αναφοράς είναι το μοναδικό στον κόσμο χειρόγραφο του 8ου αιώνα "Ο Ποιμήν" του απολογητικού συγγραφέα Ερμά. Τέλος, φυλάσσει μια αξιόλογη συλλογή σιγιλλίων, κηρόβουλλων, φιρμανιών και άλλων εγγράφων μεταξύ των οποίων ένα μουσικό χειρόγραφο του 1744, ένα τουρκικό σουρέτι του 1429 και ένας βακουφναμές του 1561. Το αναγνωστήριο, με τα νεότερα βιβλία, βρίσκεται στο ισόγειο, βορειοδυτικό άκρο της Βορεινής πτέρυγας, του παπα-Συμεών. Προβλέπεται, λόγω ανεπάρκειας χώρου, η μεταφορά της βιβλιοθήκης, στη νέα ανατολική πτέρυγα.
H Μονή Γρηγορίου άμεσο και έμμεσο περιβάλλοντα χώρο της έχει τον αρσανά, το ψαρόσπιτο, το παλιό βουρδουναριό και εργατόσπιτο και το μηχανουργείο. Επίσης το νέο ξενώνα, βοηθητικό κτίσμα με το παρεκκλήσιο του Αγίου Τρύφωνα, κελλιά κηπουρών, αποθήκες και άλλα βοηθητικά κτίσματα που είναι διάσπαρτα γύρω της.
Ο αρσανάςτης Μονής Γρηγορίου βρίσκεται βόρεια και συνδέεται με αυτή μέσω λιθόστρωτου, ανηφορικού δρόμου διακοσίων περίπου μέτρων. Καταλαμβάνει την ευρύτερη περιοχή των εκβολών του χειμάρρου Χρεντέλι. Περιλαμβάνει δύο λιμάνια, ένα ακριβώς κάτω από το μεγάλο βράχο της μονής και το άλλο βορειότερα. Σε δύο χειρόγραφα της μονής αναφέρονται δύο φοβερές πλημμύρες το 1820 και 1853, που κατέστρεψαν ολοσχερώς τον αρσανά από τον οποίο διασώζονται ορισμένα υπολείμματα .
Το βουρδουναριό συστεγάζεται με το ξυλουργείο και εργατόσπιτα σε μεγάλο κτιριακό συγκρότημα. Ανακαινίστηκε το 1989 και χωροθετείται κοντά στο βορειότερο λιμάνι του αρσανά.
Στο πλησιέστερο προς τη Μονή Γρηγορίου λιμάνι και απέναντι από το αντίστοιχο κτίριο του αρσανά, βρίσκεται το παραλιακό αρχονταρίκι της Μονής. Παλαιότερα ήταν βουρδουναριό που μετασκευάστηκε το 1985 σε αρχονταρίκι, προκειμένου η μονή να καλύψει τις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες της σχετικά με την φιλοξενία προσκυνητών.
Bόρεια της Μονής Γρηγορίου, σε απόσταση σαράντα μέτρων από την κύρια είσοδο, βρίσκεται το παλιό διώροφο εργατόσπιτο. Χρονολογείται στα 1850 σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή. Αποκαταστάθηκε πρόσφατα και μετασκευάστηκε προκειμένου να στεγάσει μηχανουργείο, ηλεκτρολογείο, ραφείο και μουσικοδιδασκαλείο. Δεύτερο εργατόσπιτο υπάρχει στο νέο συγκρότημα του ξυλουργείου-μηχανουργείου.
Ο πύργος της Μονής Γρηγορίου κτίστηκε το 1792. Eίναι ενσωματωμένος στο ανατολικό της τείχος. Σήμερα, προβλέπεται η επανάχρηση του και λειτουργική του προσαρμογή στη νέα ανατολική πτέρυγα. Στο ανατολικό άκρο της μεσαίας πτέρυγας της μονής σώζεται σπάραγμα παλιότερου πύργου, με πολεμίστρες, που προστάτευε την τότε κύρια είσοδο της μονής.
Η Μονή Γρηγορίου διαθέτει έξι Κελλιά, στις Καρυές μαζί με το αντιπροσωπείο της του Αγίου Τρύφωνος. Το αντιπροσωπείο της κατά τον 11ο αιώνα συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα ογδόντα μονύδρια του Αγίου Όρους. Το Κελλί των Αγίων Αναργύρων, όπου μονάζουν οι αγιογράφοι Παχωμαίοι, της Υπαπαντής του Χριστού, στο κέντρο των Καρυών, όπου μονάζουν οι αγιογράφοι Ιωσαφαίοι, το Κελλί του Αγίου Φιλοθέου του Κόκκινου, κοντά στο ναό του Πρωτάτου, που ανακαινίστηκε το 1995. Τέλος το Κελλί του Αγίου Νικολάου, βορειοανατολικά των Καρυών, στη θέση "Κομμένοι " και το Κελλί των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου που βρίσκεται στην περιοχή της Καψάλας.
Η Μονή Γρηγορίου διαθέτει έξι Καθίσματα στην ευρύτερή της περιοχή:
Των Αθωνιτών Πατέρων 19ου αιώνα, το οποίο ανακαινίστηκε κατά τα έτη 1976-90.
Της Παναγίας, 18ου αιώνα όπου ασκήτευσε για ένα χρόνο και ο Άγιος Ακάκιος, ο Καυσοκαλυβίτης, πριν εγκατασταθεί οριστικά στα Καυσοκαλύβια. Το Κάθισμα αυτό απέχει τριάντα μέτρα από τη σπηλιά όπου ασκήτευσε ο ιδρυτής και Κτήτορας της μονής Όσιος Γρηγόριος. Επίσης έχει τα Καθίσματα Των Αγίων Αποστόλων και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγουμέσα στο δάσος σε υψόμετρο 700 μέτρ , 19ου αιώνα, .
Tέλος τα Καθίσματα τoυ Αγίου Αρτεμίου, του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου και του Προφήτη Ηλία, το οποίο λειτουργεί και ως πυροφυλάκιο του δάσους της μονής.
Πηγές:
Δωροθέου Μοναχού, ΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ   Μύηση στην Ιστορία του και τη Ζωή του, εκδ. ΤΕΡΤΙΟΣ, Κατερίνη
Κέντρο Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς, Οδοιπορικό στο Άγιον Όρος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...