Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 23, 2013

Χριστούγεννα Anthony Bloom




Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀναφέρεται ὅτι μέχρι πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου ἡ ἀνθρωπότητα εἶχε παρακμάσει στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων, δεδομένου ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶχε χάσει τὴν ἐπαφή του μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἡ κοινωνία μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων εἶχε καταστεῖ ἀμυδρή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι στὸ ἑξῆς (μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου), ὁλόκληρη ἡ δημιουργία προσμένει μὲ λαχτάρα τὴν τελικὴ ἔλευση καὶ ἀποκάλυψη τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία, προσμένει δηλαδὴ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος θὰ ἔχει γίνει πραγματικὰ ἄνθρωπος μὲ πληρότητα, μὲ ὅλη τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴ δόξα ποὺ περικλείει αὐτὴ ἡ ἀποστολή του.

Καὶ τὴν ἡμέρα ποὺ ἑορτάζουμε τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε νὰ δοῦμε ὅτι ἡ ἀρχὴ μιᾶς νέας ἐποχῆς ἦρθε. Ἡ ἐποχὴ ποὺ ἡ ἀνθρωπότητα εἶχε παρακμάσει καὶ γεράσει (ἐξαιτίας τῆς πορείας της στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων), ἡ ἐποχὴ ποὺ ὁ Θεὸς ὡς παντοδύναμος προξενοῦσε μὲν τὸ δέος ἀλλὰ φαινόταν ἀπόμακρος γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔφτασε στὸ τέλος της. «Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝ ΜΕΣΩ ΗΜΩΝ», αὐτὴ εἶναι ἡ ἔννοια τῆς λέξης «ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ», ὁ Θεὸς δηλαδὴ βρίσκεται ἀνάμεσά μας. Ἔκτοτε ὁ κόσμος δὲν εἶναι ὁ ἴδιος. Μένουμε σὲ ἕνα κόσμο ὅπου ὁ Θεὸς εἶναι ἀνάμεσά μας, εἶναι ἡ ζῶσα ἰσχύς, ἡ ἔμπνευση, ἡ ἴδια ἡ ζωή. Ἡ αἰωνιότητα ἔχει ἤδη ἔρθει. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στὸ Ἱερὸ Βιβλίο τῆς Ἀποκάλυψης ἀναφέρει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ «τέλος», χρησιμοποιώντας στὴν Ἑλληνικὴ γλώσσα ὄχι τὸ οὐδέτερο γένος ποὺ θὰ ἦταν σωστὸ Γραμματικὰ ἀλλὰ τὸ ἀρσενικὸ γένος, ἐπειδὴ στὴ λέξη τέλος δὲν ἀποδίδει τὴν ἔννοια τῆς μιᾶς δεδομένης στιγμῆς μέσα στὸ χρόνο, οὔτε τὴν ἔννοια ἑνὸς συμβάντος, ἀλλὰ «Τέλος» εἶναι ὁ ἐρχόμενος Κύριος.

Ναὶ ὅλοι περιμένουμε τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Κύριος θὰ ἐπιστρέψει μὲ δόξα, τὸ τέλος τῆς Ἱστορίας ὅπου θὰ γίνει ἡ κρίση τῆς ἀνθρωπότητας ἀπ’ ἀρχῆς, ὅταν ὁ Θεὸς θὰ εἶναι τὰ πάντα (ἡ μοναδικὴ πραγματικότητα καὶ ἡ μοναδικὴ ἀναφορὰ γιὰ τὰ πάντα δηλαδή). Ἤδη ὅμως ὁ Θεὸς βρίσκεται ἀνάμεσά μας καὶ ἔχουμε ὀπτική τοῦ προορισμοῦ ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος καὶ τί μπορεῖ νὰ γίνει ἐφόσον ἔχει κοινωνία μὲ τὸ Θεό. Πρόκειται γιὰ τὴν προσφορά του πρὸς ἐμᾶς. Ὁ Θεὸς προσφέρει τὴν ἀγάπη του, ὁ Θεὸς προσφέρει τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτὸ – ὄχι μόνο μέσω τῶν Τιμίων Δώρων στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας -, ἀλλὰ μὲ ὅλους τοὺς δυνατοὺς τρόπους. Εἶναι ἕτοιμος νὰ εἰσέλθει στὴ ζωή μας, νὰ γεμίσει τὶς καρδιές μας, νὰ «ἐνθρονισθεῖ» στὸ νοῦ μας, νὰ ὁδηγήσει τὴ θέλησή μας ὥστε νὰ ταυτίζεται μὲ τὴ δική του θέληση, ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνει αὐτό, γιὰ νὰ τοῦ ἐπιτρέψουμε ἐμεῖς νὰ τὸ πράξει, πρέπει νὰ τοῦ παραδώσουμε τοὺς ἑαυτούς μας, πρέπει νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ἀγάπη μὲ ἀγάπη, στὴν πίστη ποὺ ἔχει αὐτὸς σὲ ἐμᾶς μὲ πίστη, δηλαδὴ πρέπει νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη σὲ Αὐτὸν καὶ ἐντιμότητα ἀπέναντί Του. Καὶ σιγὰ-σιγά, κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς καὶ ὅλοι μαζὶ μὲ σύμπνοια θὰ γίνουμε τὸ πανίσχυρο Βασίλειο τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔρχεται, ἡ ἀρχὴ τοῦ πληρώματος τοῦ χρόνου καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς ἔνδοξης καὶ τελικῆς νίκης.

Δὲν ἀξίζει γιὰ αὐτὸ τὸ σκοπὸ νὰ ἀγωνιζόμαστε; Δὲν ἀξίζει νὰ ἀποστραφοῦμε κάθε τι ποὺ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν πληρότητα ποὺ μπορεῖ νὰ φτάσει τὸ εἶναι μας, κάθε τι ποὺ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν πλησίον μας, κάθε τι ποὺ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ νὰ ἐπιτρέψουμε στοὺς ἑαυτούς μας νὰ γίνουμε στὸ ἑξῆς καινούργιοι ἄνθρωποι;

Τώρα λοιπὸν ποὺ ἤδη ἡ ἀρχὴ ἔχει γίνει καὶ κατὰ κάποιο τρόπο τὸ τέλος τῆς παρούσης μορφῆς τοῦ κόσμου, ὁ Χριστὸς δηλαδή, εἶναι ἤδη ἀνάμεσά μας, ἂς κάνουμε τὰ ἑξῆς: Ἂς ὑπερνικήσουμε ὅλα τὰ δεδομένα αὐτῆς τῆς ζωῆς ποὺ εἶναι ἀνώφελα καὶ δὲν ἔχουν πραγματικὴ ἀξία γιά μᾶς καὶ τὸν προορισμό μας καὶ ἂς ἐπιτρέψουμε στὸ Θεὸ θριαμβευτικὰ νὰ μεταμορφώσει τὴ ζωή μας.

Ἂς εἶναι δοξασμένος ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ἀγάπη Του σὲ ἐμᾶς! Ἂς εἶναι δοξασμένος ὁ Θεὸς γιὰ τὴν πίστη ποὺ ἔχει πρὸς ἐμᾶς, γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ γιὰ τὴν ἐλπίδα ποὺ ἔχει ἐναποθέσει σὲ μᾶς! Ἀμήν!

Χριστουγεννιάτικο ἀντιπαραµύθι



Μία φορὰ καὶ κάθε καιρὸ εἶναι ὁ Θεός. Ἀπὸ κάποτε εἶναι καὶ οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ἀναφορὲς ὅµως ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴ γῆ γιὰ τὴν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων ὅλο καὶ χειροτερεύουν. Τὸ ἀνθρώπινο γένος πάει ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο, παρ’ ὅλες τὶς προσπάθειες τοῦ Θεοῦ µὲ τοὺς διάφορους ἀντιπροσώπους ποὺ ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ στέλνει γιὰ νὰ τοὺς συνεφέρει.

Μπροστὰ στὴν ἔκρυθµη αὐτὴ κατάσταση ἡ Ἁγία Τριάδα συνεδριάζει. Ἀποφασίζει ν’ ἀκούσει καὶ τὶς ἀπόψεις τῶν ἀνθρώπων πάνω στὸ θέµα καὶ νὰ συζητήσει προτάσεις τους γιὰ τὴν ἀντιµετώπιση τοῦ ἀδιεξόδου.

Σὲ λίγες µέρες φθάνει ὡς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητας µία διακεκριµένη προσωπικότητα, ἕνας σοφὸς Σύµβουλος τοῦ Αὐτοκράτορα ποὺ διατηροῦσε µεγάλο κύρος ἀνάµεσα στοὺς ἀνθρώπους. Κολακευµένος ἀπὸ τὴν προτίµηση δὲν ἄργησε νὰ πάρει θάρρος καὶ νὰ διατυπώσει τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὴ λύση τοῦ προβλήµατος.

- Προτείνω νὰ ληφθοῦν δραστικὰ µέτρα.

- Σὰν ποιά;

- Νὰ σταλοῦν ἄγγελοι µὲ πύρινες ροµφαῖες γιὰ νὰ συνετίσουν τοὺς ἀνθρώπους.

- Μὰ τότε ποῦ πάει ἡ ἐλευθερία τους;

- Μπροστὰ στὸ καλὸ ποὺ θὰ γίνει, δὲ βλάφτει νὰ τὴ στερηθοῦν προσωρινά.

- Μὰ καλὸ δίχως ἐλευθερία µπορεῖ νὰ εἶναι καλό;

Ὁ σεβαστὸς Σύµβουλος πέφτει σὲ κάποια ἀµηχανία. Κι ἀναδιπλώνεται, θέλει νὰ φανεῖ ἀρεστὸς καὶ προτείνει αὐτὸ ποὺ ὑποπτεύεται ὅτι θ’ ἀρέσει στὸ Θεό.

- Νὰ σταλοῦν ἐκπρόσωποί σας γιὰ νὰ τοὺς συµβουλέψουν.

- Μὰ τὸ µέτρο αὐτὸ δοκιµάστηκε ἐπανειληµµένα καὶ ἀπέτυχε.

Ὁ σεβαστὸς Σύµβουλος µπερδεύεται πάλι. Ὡστόσο µία νέα ἰδέα φωτίζει τὸ µυαλό του.

- Νὰ χορηγήσετε γενικὴ ἀµνηστεία. Νὰ βγεῖτε στὸν ἐξώστη τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ν’ ἀνακοινώσετε στοὺς ἀνθρώπους ὅτι τοὺς συγχωρεῖτε γιὰ τὴν προσβολὴ ποὺ σᾶς ἔκαναν καὶ διαγράφετε τὶς ἁµαρτίες τους!

- Δὲν µπορῶ νὰ τὸ κάνω γιατί δὲν αἰσθάνοµαι θιγµένος ἀπὸ τὰ ἔργα τους. Ἀλλὰ κι ἂν ἔδινα γενικὴ ἀµνηστεία, ὅπως προτείνεις, θὰ τοὺς ὠφελοῦσε; Πιστεύω πὼς ὄχι. Τὸ πρόβληµα δὲν εἶναι ν’ ἀποκαταστήσω τὴ σχέση µου µὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ποτέ, ἄλλωστε, αὐτὴ δὲ χάλασε. Ἀλλὰ ν’ ἀποκαταστήσουν οἱ ἴδιοι τὴ σχέση τους µὲ τὸν ἑαυτό τους. Στὴν περίπτωση, ὅµως, αὐτὴ δὲν ἔχουν τόσο ἀξία τὰ γενικὰ µέτρα ποὺ ἔρχονται ἀπ’ ἔξω, ὅσο ἡ ἀλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ γίνεται µέσα τους, ἡ σωστὴ ἐπανατοποθέτηση τοῦ καθενὸς ἀπέναντι στὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό.

Ὁ Σύµβουλος τὰ ‘χασε πλέον ὁριστικά. Καὶ τότε σκέφτηκε νὰ ἐφαρµόσει τὴν παλιά, δοκιµασµένη τακτική του, ποὺ χρησιµοποιοῦσε σὲ δύσκολες στιγµές.

- Ἐσεῖς τί λέτε; Ρώτησε µὲ προσποιητὴ ἀφέλεια.

- Λέω νὰ στείλω τὸ Γυιό µου στὴ γῆ.

- Ἀπαράδεκτο! τοῦ ξέφυγε ἡ λέξη αὐθόρµητα. Ταυτόχρονα ὅµως ἔνιωσε ὅτι φέρθηκε µὲ ἀπρέπεια. Σπεύδει νὰ διορθώσει τὸ πράγµα.

- Ἴσως, ἦταν κάπως βιαστικὴ ἡ κρίση µου. Μᾶλλον δὲν ἔχω ἀντίρρηση. Ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ παρουσιαστεῖ µὲ τὴν ἀνάλογη ἐµφάνιση ποὺ ἐπιβάλλει ἡ θέση του.

- Δηλαδή, ποιά;

- Ε, νά! Νὰ περιβληθεῖ, ἂς ποῦµε, µ’ ἕνα ἀστρικὸ σῶµα καὶ νὰ συνοδεύεται ἀπὸ µιὰ στρατιὰ ἀγγέλων.

- Δὲ θὰ ἐκβιάσει, ὅµως, ἔτσι τὶς ἀνθρώπινες συνειδήσεις;

Πάλι τὰ ἴδια, σκέφθηκε ὁ Σύµβουλος µὲ κάποιο ἐκνευρισµό. Ἔτσι ξαναγύρισε στὴ γνωστή του τακτική.

- Ἐσεῖς πῶς βλέπετε αὐτὴ τὴν ἀποστολή;

- Σκέφτοµαι νὰ γίνει ἄνθρωπος!

Ἀστροπελέκι!

- Τί εἴπατε; Ἄνθρωπος; Μὰ αὐτὸ εἶναι ἐντελῶς ἀσυµβίβαστο µὲ τὴν ἀξία του. Δὲν κρατήθηκε. Εἶναι ἀναξιοπρεπές. Καὶ πάλι δὲν κρατήθηκε. Πῶς τὸ σκεφτήκατε αὐτό;

- Λέγοντας νὰ γίνει ἄνθρωπος, δὲν ἐννοῶ νὰ ἐµφανιστεῖ ὡς ἄνθρωπος, ἀλλὰ νὰ ὑπάρξει ἄνθρωπος, νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ µία θνητὴ γυναίκα.

Μήπως µὲ περιπαίζει; σκέφτηκε φανερὰ ἐνοχληµένος ὁ καλός µας Σύµβουλος. Μήπως τὸ κάνει γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴ νοηµοσύνη µου;

- Δὲν µπορῶ νὰ παρακολουθήσω τὴ σκέψη σας, εἶπε µὲ θιγµένη ἀξιοπρέπεια. Ἐννοεῖτε νὰ περάσει ἀπὸ τὴ διαδικασία τῆς ἐνδοµήτριας ζωῆς, τῆς γέννας, ἀπὸ τὴν ἀσήµαντη βρεφικὴ ἡλικία ἀπό… Σταµάτησε ἀπὸ φρίκη. Τὸν συνέφερε κάπως ἡ σκέψη πὼς ὁ Θεὸς πιθανὸν νὰ τὸν κοροϊδεύει. Τὸν κοιτάζει ἐξεταστικὰ µὲ µιὰ µατιὰ γεµάτη σηµασία. Θὰ θέλε τουλάχιστον νὰ µὴν πέσει ἡ ὑπόληψή του.

Ὁ Θεὸς ἔνιωσε τὴν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ἦταν κι αὐτὸς ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι. Ἀποκλεισµένος στὸ δικό του κόσµο. Ἕνας ὑπηρέτης ποὺ φρόντιζε µόνο «τὰ τοῦ Καίσαρος». Ὡστόσο συνέχισε νὰ τοῦ ξεδιπλώνει τὴ σκέψη του.

- Νοµίζω ὅτι σωστὰ µὲ καταλάβατε. Λέω γεννηθεῖ ἀπὸ µία θνητὴ γυναίκα καὶ µάλιστα νὰ µὴ γεννηθεῖ στὴν Πρωτεύουσα, οὔτε στὰ Ἀνάκτορα, ἀλλὰ σὲ µία ἀσήµαντη πόλη, στὴ Βηθλεέµ, ἂς ποῦµε, µέσα σ’ ἕνα σταῦλο!

Τὸ πράγµα εἶχε παραγίνει γιὰ τὸ Σύµβουλο. Ἔνιωσε ὅτι τὸν περιπαίζουν. Ἂν προσπαθοῦσε τουλάχιστο νὰ περισώσει τὸ κύρος του!... Πῆρε τὸ πιὸ σοβαρό του ὕφος καὶ εἶπε:

- Ἐπιθυµῶ ἐξ ὀνόµατός µου, ἐξ ὀνόµατος ὅλων τῶν ἀνθρώπων νὰ δηλώσω ὅτι διαφωνῶ µὲ τὴν πρότασή σας. Παρακαλῶ νὰ γραφτεῖ στὰ πρακτικά.

Μὲ τὴ δήλωση αὐτὴ ἡ σύσκεψη ἔληξε. Ὁ Θεὸς σηκώθηκε, τὸν ξεπροβόδισε µέχρι τὴν πόρτα καὶ τὸν χαιρέτησε, εὐχαριστώντας τον γιὰ τὴ συνεργασία του. Ὁ Σύµβουλος ἔφυγε πολὺ συγχυσµένος κι ἀναστατωµένος. Σὲ ὅλη τὴ διαδροµὴ τοῦ γυρισµοῦ µιὰ ἀπορία τριβέλιζε τὸ µυαλό του. Πῶς µπόρεσε ὁ Θεὸς νὰ σκεφτεῖ ὅλ’ αὐτά, ἔστω καὶ γι’ ἀστεῖο; 

Χριστὸς γεννᾶται δοξάσατε...! π. Ἐµµανουήλ Νιράκης



Μέγα καὶ παράδοξο θαῦμα ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Θεοτόκος Μαρία γεννάει, ἀλλὰ παραμένει ἀειπάρθενος. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνσαρκώνεται, ἀλλὰ δὲν ἀποχωρίζεται τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ χάνεται καὶ ταλανίζεται ξαφνικὰ βρίσκεται ἐνδεδυμένος τὴ θεία Χάρη. Ὁ οὐρανὸς ἀδειάζει καὶ ἡ γῆ πληρώνεται.

Πῶς νὰ χωρέσουν ὅλα αὐτὰ στὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου; Σὲ μιὰ περίοδο μάλιστα ποὺ εἶναι ἔντονη ἡ ἀβεβαιότητα γιὰ τὸ αὔριο; Ποὺ ἡ ἀνασφάλεια, ἡ οἰκονομικὴ ἀνέχεια καὶ ἡ κρίση ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν ἀπομυζοῦν κάθε ἰκμάδα σκέψεως καὶ πνευματικῆς ἀνάτασης; Ὅμως, σήμερα «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε, Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε, Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε.» Ἡ ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ξεχάσουμε τὴ μιζέρια τῆς καθημερινότητας καὶ νὰ στρέψουμε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας στὴ φάτνη τῆς Βηθλεέμ, ὅπου τὸ κλάμα τοῦ νεογέννητου Χριστοῦ ἀναγγέλει τὴν ἔναρξη μιᾶς νέας ἐποχῆς. Γιατί τὸ μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς Θείας Οἰκονομίας «Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου γίγνεται» γιὰ νὰ φανερώσει καὶ νὰ ἀποκαλύψει τὸν Τριαδικὸ Θεὸ στὴν ἀνθρωπότητα.

Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ στὸν μάταιο τοῦτο κόσμο, ἄλλαξε τὴ ροὴ τῆς ἱστορίας. Γι’ αὐτὸ ἡ γέννησή Του βιώνεται μόνο σὰν νέα δημιουργία, σὰν ἀνακαίνηση καὶ θέωση ὅλης τῆς κτίσης, σὰν ζωοποίηση καὶ κατὰ Χριστὸν θεοποίηση ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Θεὸς καὶ ἄνθρωπος ἑνώνονται ἀδιάρρηκτα καὶ ἡ ἕνωση αὐτὴ ἀποτελεῖ πλέον τὴν οὐσία τῆς σωτηρίας, τὴν ἴδια τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι τὸ κέντρο καὶ ἡ καρδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὴ ἡ σωτηριώδης ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, πραγματώθηκε στὸ Θεανθρώπινο πρόσωπό Του. Μὲ τὴν γέννησή Του λοιπόν, μᾶς ἀποκαλύπτεται ὡς ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, ὡς ἕνας ἀληθινὸς Θεάνθρωπος. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς ἐκκλησίας. Εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια ὕπαρξη καὶ οὐσία τῆς Ἐκκλησίας.

Σήμερα λοιπὸν Χριστὸς γεννᾶται καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ δὲν ἦταν. Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, χωρὶς ὅμως νὰ ἀφήνει τὴ Θεότητα. Ἐνανθρώπησε στὴ γῆ, ἀλλὰ παρέμεινε στὸν οὐρανό, καὶ ἐνῶ ὅλος εἶναι στὸν οὐρανό, ὑπάρχει ἐν τῇ ὁλότητί Του στὴ γῆ. Κατ’ αὐτὸ τὸ τρόπο ὁ Χριστὸς ἀνανεώνει καὶ ἀνακαινίζει πάνω Του, ὁλάκερη τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀφοῦ τὴν κάνει ἀδιάσπαστη καὶ ἀδιαχώρητη ἀπ’ Αὐτόν. Ἔτσι ὁ διεφθαρμένος καὶ ἀλλοτριωμένος ἄνθρωπος ἀναγεννᾶται καὶ ἀναπλάθεται πάνω στὸ σῶμα τοῦ Θεανθρώπου.

Ἡ ἐνσάρκωσή Του λοιπὸν εἶναι τὸ «πρῶτο» κύτταρο αὐτῆς τῆς νέας δημιουργίας, ἀφοῦ ἔγινε «εἷς ἐξ ἡμῶν», ὅμοιος κατὰ πάντα μέ μᾶς. Νὰ γιατί ἡ ἐκκλησία μᾶς ὀνομάζει «σύσσωμους Χριστοῦ» καὶ «μέλη τοῦ σώματος Αὐτοῦ, ἐκ τῆς σαρκὸς Αὐτοῦ καὶ ἐκ τῶν ὀστέων Αὐτοῦ». Ἡ γέννησή Του εἶναι ἡ «ἀπαρχὴ» τῆς νέας ζωῆς ποὺ ἐγκαινίασε τὸ κλάμα ποὺ ἀκούστηκε στὸ ταπεινὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Χάρη σ’ αὐτὴν Χριστὸς καὶ ἄνθρωπος γίνονται ἕνα, «ταυτίζονται», διότι ὁλόκληρος ὁ Θεὸς περιλαμβάνεται στὴν ἐκκλησία καὶ ὅλη ἡ ἐκκλησία ἀναλαμβάνεται ἀπ’ τὸ Θεό.

Τὰ Χριστούγεννα λοιπὸν εἶναι ἡ γενέθλια ἡμέρα τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ κοινὴ γιορτὴ ὁλόκληρης τῆς κτίσης. Ὁ Θεὸς κατεβαίνει στὴ γῆ καὶ ταυτόχρονα ὁ ἄνθρωπος ἀνεβαίνει στὸν οὐρανό. Ἡ θεότητα ἀνθρωποποιεῖται καὶ ἡ ἀνθρωπότητα θεοποιεῖται. Καὶ ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὁ Θεὸς μᾶς ἐπισκέφθηκε καὶ ἐγκαταστάθηκε ἀνάμεσά μας, ἀδειάζοντας τὸν ἑαυτό του, μπορεῖ ὁ κόσμος νὰ πληρωθεῖ καὶ νὰ ζήσει μὲ αὐτὴ τὴ θεία συγκατάβαση. Τὸ μυστήριο τῆς γέννησης τοῦ Θεανθρώπου εἶναι ἡ φανέρωση τῆς ἀπειροδύναμης ἀγαθότητας καὶ ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ προκειμένου νὰ θεραπεύσει τὸν «πληγωμένο» ἀπ’ τὰ πάθη ἄνθρωπο παίρνοντας ὁ ἴδιος «δούλου μορφήν», κάνει τὰ πάντα νέα καὶ καινούργια χωρὶς νὰ ἀποχωριστεῖ τὴ Θεότητά Του, γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεὸ κατὰ χάρη. Ὅπως λέγει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος «Αὐτὸς φτωχαίνει τὴ σάρκα μου γιὰ νὰ πλουτήσω τὴ θεότητά Του, στερεῖται γιὰ λίγο τὴ δόξα του, γιὰ νὰ μεταλάβω ἐγὼ τὴν πληρότητά του, γίνεται μέτοχος τῆς σάρκας μου, γιὰ νὰ μετέχω στὴ θεότητά του».

Χριστούγεννα, λοιπόν, γιορτὴ τῆς ἀγάπης σημαίνει, ἀφοῦ τόσο μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός, ὥστε μᾶς ἀνοίγει διάπλατα τὴν θύρα τῆς βασιλείας καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Πατρός. Χριστούγεννα λοιπόν, εἶναι ἡ ἐν τῇ γῇ σάρκωση τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἐμεῖς νὰ γεννηθοῦμε ἄνωθεν καὶ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι. Εἶναι ἡ ἀέναη καὶ ἀτελεύτητη πορεία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀποκαλύπτεται πτωχός, ἀδύναμος, ἐπαίτης καὶ ἀσθενής, γιατί ἔτσι ὑπηρετεῖ καὶ διακονεῖ τὴν ἀνθρώπινη σωτηρία. Ἀπαρνεῖται ἑκούσια τὴν ἀκατάλυτη δύναμή Του, γιατί ἔτσι ταυτίζεται μὲ τὸν ἄνθρωπο ποὺ πάσχει, ἀσθενεῖ καὶ ὑποφέρει. Ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ τελικὰ εἶναι ἡ Χριστοποίηση καὶ ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς ψυχοσωματικὴ ὀντότητα, σ’ ὅλο τὸ πλάτος καὶ βάθος τῆς ὕπαρξής του. «Καὶ τὴν ψυχή, καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴ σκέψη καὶ τὶς αἰσθήσεις, τὰ πάντα, ὅλα ὅσα κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἄνθρωπο» σημειώνει ἕνας μεγάλος σύγχρονος θεολόγος.

Χριστὸς γεννᾶται δοξάσατε! Λοιπὸν ἀδελφοί μου. Χαρεῖτε, γιορτάστε,ὑμνῆστε, γιατί ἐπὶ τῆς γῆς ὑψώθηκε. Ὁ Βασιλέας Χριστὸς ἦλθε μὲ ἀγάπη, ταπείνωση καὶ πραότητα, ὄχι γιὰ νὰ κρίνει ἢ νὰ ἐκβιάσει ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀποκαταστήσει καὶ νὰ θεραπεύσει. Ἦλθε γιὰ νὰ ζήσει μαζί μας τὴ νέα ζωὴ ποὺ ὁ ἴδιος ἐγκαινίασε. Μὰ κυρίως ἦλθε γιὰ νὰ γίνει Αὐτὸς ἡ ζωή μας, μιὰ ζωὴ ἀνθρώπινη, ἀγάπης, ταπείνωσης, ἀλληλεγγύης, ἕνωσης καὶ κοινωνίας μετὰ τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ μιὰ ζωὴ Θεανθρώπινη.
 
Χριστούγεννα 2011

Ἡ ἁπλότητα τοῦ Σπηλαίου Ἀρχιμανδρίτης Ἠλίας Μαστρογιαννόπουλος


 


Οὐσία τῶν Χριστουγέννων εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ συγκατάβασις τῆς θείας ἀγάπης, ἡ θυσία τοῦ Θεοῦ, ὁ πλοῦτος τῆς συγκαταβάσεως τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά µᾶς.

Θεὸς δὲν σηµαίνει κυβερνήτης ποὺ κάθεται ψηλὰ στὰ σύννεφα ἀδιάφορος, ὅπως τὸν εἰκόνιζαν µερικοὶ ἀρχαῖοι λαοί, ἀλλὰ σηµαίνει Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἔρχεται γιά µᾶς, ἔρχεται κοντὰ στὸ πλάσµα Του, γιὰ νὰ τὸ ἁρπάξει στὴν ἀγκαλιά Του, νὰ τὸ πάρει στοὺς ὤµους Του, νὰ λυτρώσει τὸ ἀπολωλός, νὰ τὸ πάρει κοντά Του, νὰ τὸ βάλει σὲ µιὰ νέα ζωή, νὰ τοῦ φτιάξει µία καινούρια κατάσταση χάριτος, ἀγάπης, ἑνότητος µὲ τὸν Θεό.

Αὐτὸ εἶναι τὸ µεγάλο θέµα καὶ δὲν εἶναι τὰ τόσα ἄλλα µὲ τὰ ὁποῖα ἀσχολούµεθα. Ἐδῶ εἶναι ἡ οὐσία, ἐδῶ εἶναι τὸ πᾶν. Θεὸς συγκαταβαίνων, ταπεινούµενος, παροικῶν ἐν τῷ Σπηλαίῳ καὶ ἐν τῇ Φάτνῃ, γιὰ νὰ ἑνωθεῖ µαζί µας, γιὰ νὰ µᾶς ἀνεβάσει σὲ κάτι καλύτερο. Τὸ τονίζουµε αὐτὸ καὶ σήµερα, ἐπειδὴ µᾶς τὸ τόνισαν τὸ Εὐαγγέλιό µας καὶ ἡ Ὑµνολογία µας, ὅτι αὐτὸ εἶναι τὸ Εὐγγέλιο, δηλαδὴ τὸ ἄγγελµα τὸ µοναδικὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, νὰ νοιώσουµε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Εἴµαστε προσκολληµένοι, ἐµεῖς οἱ ἄνθρωποι, καὶ δεµένοι µὲ πολλὰ πράγµατα, µὲ πολλὰ εἴδωλα. Ἔστω κι ἂν λέµε ὅτι δὲν προσκυνοῦµε τὰ εἴδωλα, στὴν πραγµατικότητα πολλοὶ ἀπὸ µᾶς λατρεύουµε µὲ ἀπέραντη ἀφοσοίωση ποικίλα εἴδωλα, τὴν σάρκα µας, τὸ ἐγώ µας, τὸ χρῆµα µας. Ἔχουµε τόσες θρησκεῖες! Ἀλλὰ τὸ ζήτηµα εἶναι ὅτι εἶναι καµουφλαρισµένες, καὶ ὁ πονηρός µᾶς κάνει νὰ µὴ λέµε ὅτι εἴµαστε εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ µᾶς κάνει στὴν πράξη τέτοιους. Λατρεύουµε λοιπὸν τὶς ἀνέσεις, τὶς συµβατικότητες, τὶς µικρότητες, τὴν σχετικοκρατία, τὴν συµφεροντολογία. Αὐτὰ εἶναι τὰ κάστρα, τὰ ὁποῖα ἔχουµε µέσα µας ὀχυρωµένα, τὰ ὁποῖα δὲν ἐννοοῦµε νὰ τὰ ἀφήσουµε πολλὲς φορές, παρ’ ὅλο ποὺ στὴν ἐπιφάνεια βάζουµε ἕνα ἐπίχρισµα εὐλαβείας καὶ µιὰ συµβατικότητα θρησκευτικοφανείας.

Ἡ µεγάλη γιορτὴ ἔρχεται νὰ µᾶς πεῖ, µέσα στὴν συγκλονιστικὴ ἁπλότητα τοῦ Σπηλαίου, ὅτι στὴν καινούρια κτίση, στὴν νέα θρησκεία, ποὺ λέγεται Χριστιανισµός, δὲν ἔχουν τόπο οἱ συµβατικότητες, ἡ σχετικοκρατία τῶν τύπων. Γιὰ νὰ µπεῖς στὸ Σπήλαιο, χρειάζεται ἁγνὴ καρδιά. Τὸ µονοπάτι τῆς ἁγνότητος τῆς ψυχῆς καὶ τῶν διαθέσεων, αὐτὸ µᾶς προσεγγίζει πρὸς τὴν Βηθλεέµ. Καὶ µόνο ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἔχουν τὸ σθένος, τὴ δύναµη, τὴν εἰλικρίνεια νὰ ξεκολλήσουν τὸ ἄτοµό τους ἀπ’ τὰ εἴδωλα, νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴν λατρεία τοῦ Ἐγὼ καὶ τοῦ χρήµατος, αὐτοὶ µποροῦν ν’ ἀντικρύσουν τὸ Βρέφος, αὐτοὶ µποροῦν νὰ συλλάβουν τὸ νόηµα τῆς πίστεως καὶ τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου, τὸ νόηµα τῆς ζωῆς ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει, ποὺ βρίσκεται ὑπὸ τὴν πνοὴν τοῦ Θεοῦ.

Καὶ δὲν µπορεῖ ἡ ζωὴ νὰ κυβερνᾶται ἀπ’ αὐτὰ τὰ τόσο ψεύτικα καὶ ἀµφίβολα εἴδωλα. Ὅπως τὰ µάτια µας εἶναι πλασµένα γιὰ νὰ ἀντικρύζουν τὸ φῶς, τὰ αὐτιά µας νὰ ἀκοῦν τοὺς ἤχους, ἡ µύτη µας γιὰ νὰ εἰσπνέει τὸ ὀξυγόνο, ἔτσι καὶ οἱ ψυχὲς µας εἶναι νὰ νοιώθουν τὸν Θεό. Τὸ νόηµα τῆς ψυχῆς µας δὲν εἶναι ἄλλο, δὲν εἶναι νὰ χορταίνει ἐπίγεια, σχετικὰ καὶ βρωµερὰ πολλάκις ἀγαθά. Ἀλλὰ νὰ µπορεῖ µὲ εἰλικρίνεια νὰ εἰσέρχεται στὴν ἀτµόσφαιρα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Νὰ µπορεῖ νὰ ἀναπνέει τὸ µέγα γεγονὸς τῆς θεϊκῆς συγκαταβάσεως, τῆς ἀπόλυτης ἀγάπης, ἡ ὁποία εἶναι θυσία καὶ τὴν ὁποία µᾶς δείχνει σήµερα ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.[…]

Δὲν µπορεῖ ἡ ζωή µας ἐπάνω σ’ αὐτὸν τὸν πλανήτη νὰ βαδίσει ἀληθινά, σὲ µιὰ τροχιὰ πραγµατική, ἐὰν δὲν εἰσέλθει στὴν σφαῖρα αὐτὴ τοῦ µυστηρίου τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος σαρκοῦται γιὰ νὰ σταυρωθεῖ µεθαύριον. Τοῦ µυστηρίου, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Βηθλεὲµ καὶ κορυφώνεται στὸν Γολγοθά. Τοῦ µυστηρίου µιᾶς τέτοιας συγκλονιστικῆς θυσίας, ἡ ὁποία εἶναι ξεχείλισµα εἰλικρινοῦς ἀγάπης, εἶναι δόσιµο γιὰ τὸν ἀγαπώµενο, εἶναι προσφορὰ γιὰ τὴν ἐξύψωση τοῦ πλάσµατος.

Γιατί ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἦλθε ὡς ἄνθρωπος; Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς


 


Στὴν ἐρώτηση «Γιατί ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ ἐμφανιστεῖ στὴ γῆ μὲ ἀνθρώπινο σῶμα καὶ ὄχι μὲ ἄλλη μορφή;» ὁ σοφὸς ἅγιος Ἀθανάσιος ἔδωσε τὴν ἀκόλουθη ἀπάντηση:

«Ἂν ρωτοῦν γιατί δὲν ἐμφανίστηκε μὲ κάποια ἄλλη, καλύτερη, μορφὴ δημιουργίας, λ,χ. ὡς ἥλιος ἢ φεγγάρι ἢ ἄστρο ἢ φωτιὰ ἢ ἄνεμος – ἀλλὰ ἁπλῶς ὡς ἄνθρωπος, ἂς μάθουν ὅτι ὁ Κύριος δὲν ἦλθε γιὰ νὰ προβάλει τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ γιὰ νὰ θεραπεύσει καὶ νὰ διδάξει τοὺς πάσχοντες. Ἂν ἐρχόταν στὸν κόσμο ἀποκαλύπτοντας τὸν ἑαυτό Του γιὰ νὰ καταπλήξει ὅσους τὸν ἔβλεπαν, τοῦτο θὰ σήμαινε ὅτι ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ προβληθεῖ. Ἦταν ὅμως ἀπαραίτητο γιὰ τὸν Θεραπευτὴ καὶ Διδάσκαλο ὄχι μόνον νὰ ἔλθει στὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ὑπηρετήσει πρὸς ὄφελος ὅλων τῶν πασχόντων καὶ ν’ ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτὸ Του κατὰ τρόπο, ποὺ ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ νὰ ἦταν ὑποφερτὴ ἀπὸ τοὺς πάσχοντες.

Οὔτε ἕνα πλάσμα τῆς κτιστῆς δημιουργίας δὲν ἐξέπεσε στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο – οὔτε ὁ ἥλιος, οὔτε τὸ φεγγάρι, οὔτε τὰ ἄστρα, οὔτε τὸ νερό, οὔτε ὁ ἄνεμος πρόδωσαν τὸ Δημιουργό τους. Ἀπεναντίας ὅλα τὰ πλάσματά Του, γνωρίζοντας τὸ Δημιουργὸ καὶ Βασιλέα τους, τὸ Θεὸ Λόγο, παρέμειναν ὅπως Ἐκεῖνος τὰ εἶχε δημιουργήσει. Μόνον τὰ ἀνθρώπινα πλάσματα ξεχώρισαν ἑαυτοὺς ἀπὸ τὸ καλὸ καὶ ἀντικατέστησαν τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψεῦδος· καὶ τὴν τιμὴ καὶ δόξα ποὺ ἀνήκουν στὸ Θεό, καθὼς καὶ τὴ γνώση περὶ Αὐτοῦ, τὴ μετέθεσαν σὲ δαίμονες καὶ σὲ ὁμοιώματα ἀνθρώπων καμωμένα ἀπὸ πέτρα, δηλαδὴ σὲ εἴδωλα. Συνεπῶς, τί τὸ ἀπίστευτο ὑπάρχει στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς Λόγος ἐμφανίστηκε ὡς ἄνθρωπος στὸν κόσμο, γιὰ νὰ σώσει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων;». Πράγματι καὶ ἐμεῖς τώρα ρωτᾶμε τοὺς ἀπίστους τοῦ καιροῦ μας: «Μὲ ποιὰ μορφὴ θὰ θέλατε νὰ ἐμφανιστεῖ ὁ Θεός, ἂν ὄχι ὡς ἄνθρωπος;».
 

Εορτάσωμεν πιστοί! - π. Thomas Hopko

Εορτάσωμεν πιστοί! Όμως ας εορτάσουμε ορθά. Ας πάμε στη Βηθλεέμ και όχι στα σπίτια των άλλων. Ας ανυψώσουμε το νου μας προς τον Κύριο και όχι να τον αφήσουμε να περιπλανάται στη ζωή του πλησίον μας. Ας συγκεντρωθούμε στο Θεό και ας αγαλλιάσουμε μέσα στο έλεος και στην αγάπη Του για τον κόσμο, ακόμα και τον «εκκοσμικευμένο» και «εμπορευματοποιημένο» κόσμο όπου βασιλεύει ο διάβολος. Ας μην καταστρέψουμε την εορτή για μας και τους αγαπημένους μας, εξαιτίας του τι οι άλλοι κάνουν ή δεν κάνουν. Ας αγωνιστούμε να κρατήσουμε το «Χριστό στα Χριστούγεννα» πρώτα απ' όλα για τους εαυτούς μας, κρατώντας το Χριστό μέσα μας και τους εαυτούς μας στο Χριστό. Τότε τα Χριστούγεννα θα είναι η θεόσδοτη γιορτή που πράγματι είναι, η γιορτή της ελεύσεως του Θεού στο πρόσωπο του Υιού Του. Μόνο με αυτόν τον τρόπο ο εορτασμός μας θα είναι ευάρεστος στον Κύριο, πλήρης για μας και εμπνευσμένος για τους άλλους. Γιατί θα αποτελεί τότε μια ζωντανή μαρτυρία εκείνου που στ' αλήθεια είναι μια γιορτή όταν είναι αυτό που ο Θεός την προόρισε να είναι.   

Μοναχός Μωυσής, Χριστού Γέννα


Χριστού Γέννα
Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης
Ο Χριστός γίνεται άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός, κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Τα Χριστούγεννα είναι η μητρόπολη των εορτών, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου, εννέα μήνες μετά τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Πρωταγωνιστούν ο Χριστός και η Παναγία. Ο Θεός φανερώνεται στον κόσμο. Έλαβε σώμα ανθρώπου ο Θεός κι έγινε Θεάνθρωπος. Εισέρχεται ο Θεός στον κόσμο ταπεινά. Ο άσαρκος σαρκώνεται και ο αόρατος γίνεται ορατός, κατά τους αγίους μας. Γίνεται φτωχός για να πλουτίσω εγώ.

Έρχεται από αγάπη, συγκαταβαίνει ο σωτήρας. Γίνεται δούλος ο άρχοντας. Ήλθε κοντά μας για να πάμε κοντά του. Έτσι θεώνεται ο άνθρωπος. Κατεβαίνει ο Θεός για να ανέβει ο άνθρωπος. Η ένωση με τον Θεό του δίνει ταπείνωση και αγάπη. Ο άνθρωπος απλά άπλωσε το χέρι του, για να δεχθεί τη νέα ζωή. Ο ουρανός κατέβηκε στη γη. Άγγελοι συνομιλούν με τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος γίνεται υιός του Θεού κατά τον Μέγα Αθανάσιο.
Είναι μεγάλο κρίμα να μη πλησιάζεται η μεγάλη γιορτή αθεολόγητα. Να μένει κανείς στο φαγοπότι, τη διασκέδαση, τη διακόσμηση και την περιήγηση. Το λίαν λυπηρό βέβαια είναι συνάνθρωποί μας να μην έχουν ούτε τα απαραίτητα. Από την άλλη να εορτάζονται Χριστούγεννα δίχως Χριστό. Ο Χριστός ήλθε για να δώσει ειρήνη, ταπείνωση και αγάπη.
Δυστυχώς απουσιάζουν από τον κόσμο. Επικρατεί η ταραχή, η έχθρα, ο πόλεμος, η υπερηφάνεια, ο ατομισμός, η ζήλια και το μίσος. Σαν να λάθεψε ο Χριστός.
Στην ωραία υμνολογία μας αναφέρεται: «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός επί γης υψώθητε, άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν και εν ευφροσύνη αναμνήσατε λαοί ότι δεδόξασται». Η εορτή είναι προς αληθινή χαρά. Κατά τα παιδικά κάλαντα «οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρεται η φύση όλη». Χαράς ευαγγέλια σήμερα. Χαίρονται η Παναγία, ο Μνήστορας Ιωσήφ, οι ποιμένες, οι μάγοι. Θλίβονται ο Ηρώδης, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι. Χαιρόμαστε αληθινά; Βιώνουμε το μυστήριο; Η Χριστού Γέννα έχει βαθύ νόημα; Τα Χριστούγεννα έχουν κάτι ιδιαίτερο να πούνε στην προσωπική ζωή μας; Μήπως είναι απλά μία αργία, μία εορτή για ξεκούραση, επισκέψεις και ταξίδια;

Συναξαριστής της 23ης Δεκεμβρίου

Οἱ Ἅγιοι δέκα Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴν Κρήτη

Ἀπὸ αὐτούς, οἱ μὲν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εὔπορος, Γελάσιος καὶ Εὐνικιανός, ἦταν ἀπὸ τὴν Γορτυνία τῆς Κρήτης.

Ὁ Ζωτικός, ἀπὸ τὴν Κνωσσό.

Ὁ Ἀγαθόπους ἀπὸ τὸ λιμένα Πανούρμου.

Ὁ Βασιλειάδης (ἢ Βασιλείδης) ἀπὸ τὴν Κυδωνιά.

Ὁ Εὐάρεστος καὶ ὁ Μόβιος (ἢ Πόμπιος, ἢ Πόντιος) ἀπὸ τὸ Ἡράκλειο.

Ὅλοι μαρτύρησαν τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ., ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Δέκιος. Καὶ οἱ δέκα με πολὺ ζῆλο ἐργάζονταν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὸ νησί. Καταγγέλθηκαν στὸν ἔπαρχο Κρήτης, ποὺ ἦταν συνώνυμος τοῦ αὐτοκράτορα, ὀνομαζόταν δηλαδὴ κι αὐτὸς Δέκιος.

Ὁ ἔπαρχος, ὅταν εἶδε τὴν ἀνθηρὴ νεότητά τους καὶ τὸ ἀῤῥενωπό τους παράστημα, προσπάθησε νὰ τοὺς παρασύρει μὲ πολλὲς ὑποσχέσεις ἐγκόσμιων ἀπολαύσεων καὶ ἡδονῶν. Ἀλλὰ ὅταν εἶδε ὅτι τίποτα δὲν πετύχαινε, διέταξε νὰ τοὺς μαστιγώσουν, καὶ κατόπιν τοὺς λιθοβόλησαν.

Οἱ γενναῖοι μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ ὑπέμειναν ἡρωικὰ τὰ βασανιστήρια, ἐνθυμούμενοι τὰ λόγια του ψαλμῳδοῦ: «Ἀνδρίζεσθε καὶ κραταιούσθω ἡ καρδία ὑμῶν, πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπὶ Κύριον». Δηλαδή, νὰ ἔχετε γενναῖο καὶ ἀνδρεῖο φρόνημα, καὶ ἡ καρδιά σας ἂς γίνεται κραταιὰ καὶ ἀτρόμητη, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ ἐλπίζετε στὸν Κύριο. Κατόπιν, μὲ διαταγὴ τοῦ ἔπαρχου, οἱ στρατιῶτες ἔκοψαν μὲ τὰ ξίφη τους τὶς τίμιες κεφαλὲς τῶν δέκα χριστιανῶν Ἁγίων.

Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν πολυθαύμαστον Κρήτην τιμήσωμεν, τὴν ἐξανθήσασαν ἄνθη τὰ τίμια, τοὺς μαργαρίτας τοῦ Χριστοῦ, Μαρτύρων τοὺς ἀκρέμονας. Δέκα γὰρ ὑπάρχοντες, ἀριθμῷ οἱ μακάριοι, δύναμιν μυρίοπλον τῶν δαιμόνων κατήσχυναν· διὸ καὶ τοὺς στεφάνους ἐδέξαντο, Μάρτυρες Χριστοῦ οἱ καρτερόψυχοι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Κρήτης τα εύοσμα άνθη τιμήσωμεν, τα διαπνέοντα, οσμήν την ένθεον, Θεόδουλον και Ζωτικόν, Γελάσιον, Σατορνίνον, Εύπορον Ευάρεστον, Αγαθόποδα Πόμπιον, Ευνικιανόν ομού, Βασιλειάδην τε ένδοξον, βοώντες αυτούς αυτούς ομοφρόνως, χαίρε Δεκάς η των μαρτύρων.

Κάθισμα 
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τῆς Κρήτης οἱ λαμπροί, καὶ σεπτοὶ πολιοῦχοι, ἀθλήσαντες στερρῶς, ἐτροπώσαντο πίστει, τὸν ὄφιν τὸν ἀρχέκακον, καὶ νομίμως ἐστέφθησαν, τούτων σήμερον, τήν ἀξιέπαινον μνήμην, ἑορτάζοντες, μεγαλοφώνως τὸν πάντων, δοξάζομεν Κύριον.


 

 
Ὁ Ὅσιος Παῦλος Ἀρχιεπίσκοπος Νεοκαισαρείας

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (307-323) καὶ ἦταν ἐπίσκοπος Νεοκαισάρειας. Ξακουστὸς γιὰ τὴν ἀρετή του ὁ Παῦλος, τὸν κάλεσε ὁ Λικίνιος μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ μετέστρεφε τὸ φρόνημά του. Ἀφοῦ οὔτε μὲ ἀπειλές, οὔτε μὲ ὑποσχέσεις κατάφερε νὰ κλονίσει τὴν πίστη του, διέταξε νὰ τὸν κάψουν μὲ πυρωμένα σίδερα στὰ χέρια.

Κατόπιν τὸν ἐξόρισε σὲ κάποιο φρούριο, κοντὰ στὸν ποταμὸ Εὐφράτη, ὅπου ἔμεινε μέχρι ποὺ κατέβηκε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος στὴν Ἀνατολή. Τότε ἀπελευθερώθηκε, μαζὶ μὲ ἄλλους κρατούμενους καὶ ὁ Παῦλος ἐπανῆλθε στὴν ἐπισκοπή του.

Στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἔλαβε μέρος καὶ ἔδειξε τὰ τραύματά του, τὰ ὁποῖα ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀσπάστηκε. Κατόπιν γύρισε στὴν ἐπαρχία του, ὅπου μετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


 

 
Ὁ Ἅγιος Ναούμ ὁ Θεοφόρος καὶ θαυματουργὸς
 

Ὑπῆρξε συνεργάτης τοῦ Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου, τὸν 9ο αἰῶνα (842), στοὺς ἀγῶνες τους γιὰ τὴν διάδοση τῆς χριστιανικῆς πίστης στὴ Βουλγαρία. Καὶ στὸ βαρὺ αὐτὸ ἔργο, ὅπου συνάντησαν μεγάλα ἐμπόδια καὶ ἐπικίνδυνες ἀντιστάσις, ἡ παρουσία τοῦ Ναοὺμ εἶχε μεγάλη ἐπίδραση. Διότι στὴ δύναμη τῆς διδασκαλίας του, πρόσθετε καὶ τὴν ἐντύπωση, ποὺ προκαλοῦσαν τὰ θαύματα ποὺ ἐνεργοῦσε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ναούμ, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Ῥώμη, ὅπου πῆγε στὸν τότε Πάπα Ἀδριανό, πέρασε καὶ ἀπὸ τὴν Γερμανία, ὅπου ὑπῆρχαν πολλὲς καὶ διάφορες αἱρέσεις.

Καὶ ἀφοῦ κήρυξε καὶ ἐκεῖ ἀγωνιζόμενος γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἐπανῆλθε καὶ πάλι στὴ Βουλγαρία. Ἐκεῖ, ὀργάνωσε μαζὶ μὲ ἄλλους συναγωνιστές του, σῶμα ἐσωτερικῆς ἱεραποστολῆς καὶ ἐργάστηκε θερμότατα γιὰ τὴν διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ μὲ τὰ κηρύγματά του καὶ τὶς συνεχεῖς διδακτικὲς περιοδεῖες του.

Ὁ θάνατος τὸν βρῆκε ὄρθιο, νὰ κοπιάζει μέχρι τελευταίας του πνοῆς γιὰ τὸν εὐσεβῆ σκοπό του.


 

 
Μνήμη Ἐγκαινίων τῆς Ἁγίας Σοφίας (562 μ.Χ.)


 

 
Ὁ Ἅγιος Σχίνων

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


 

 
Ὁ Ὅσιος Νήφων ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ ζωή του βρίσκεται στοὺς ἀρχαίους Κώδικες καὶ μεταγενέστερους, ὅπως στοὺς Λαυριωτικοὺς Β81 φ. 1-155,1 23 φ. 228α-278, Λ. 66 φ. 32α -58 καὶ στὸν Βατοπαιδινὸ 618 φ. 143α-159.

Ἡ ἐπιγραφὴ τῆς βιογραφίας του ἔχει ὡς ἑξῆς: «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Νήφωνος τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει μὲν ἀσκήσαντος, γενομένου δὲ ἐπισκόπου Κωνσταντιανῆς κατὰ Ἀλεξάνδρειαν».

Στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Β 81, λέγεται ἐπίσκοπος Ἀλμυρουπόλεως καὶ ὅτι ἀπεβίωσε 23 Δεκεμβρίου.

Ἀκολουθία του βρίσκεται στὸν Κώδικα Δ. δ. II τῆς Κρυπτοφέρης (Βλ. Κατάλογο Roechi σελ. 389).

Ἐλεύθερη ἀπόδοση τῆς ζωῆς του ἀπὸ τὸ βυζαντινὸ χειρόγραφο, βρίσκεται στὸ βιβλίο «Ἕνας ἀσκητὴς Ἐπίσκοπος», ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ (1993).


 

 
Ὁ Ἅγιος Χρυσόγονος

Ὁ Χρυσόγονος αὐτὸς εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸν Σαβαϊτικὸ Κώδικα 635 τὴν ἡμέρα αὐτή, ὡς ἑξῆς: «Χρυσογόνου ἔπαρχου πόλεως Θεσσαλονίκης»

(βλ. Δημητριεύσκη, Τυπικά, τόμος Β´, σελ. 365).


 

 
Ὁ Ἅγιος Πόμπιος

Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες.

Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του (ἴσως εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ τὸν μάρτυρα Μόβιο ἢ Πόμπιο, ἀπὸ τοὺς 10 μάρτυρες τῆς Κρήτης, βλ. στὴν ἀρχὴ 23 Δεκ.).
 

Πῶς μποροῦμε νά μιλήσουμε στά παιδιά γιά τό Θεό;



Ἀρχιμανδρίτης Ἐφραίμ Παναούσης

Ἀλήθεια, πῶς θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε στά παiδιά γιά τό Θεό; Πόσο ἐφικτό γίνεται αὐτό ὅταν ἐμεῖς ἔχουμε μεγάλα πνευματικά κενά ἀλλά καί οἱ σημερινές ἀπαιτήσεις τῶν παιδιῶν ἔχουν γίνει πιεστικές; Στούς καιρούς μᾶς περισσεύουν οἱ ἀντιρρήσεις γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ μεταλλαγμένες μορφές ἀθεΐας ἐμφανίζονται συνεχῶς. Παράλληλά τα ἀμείλικτα ἐρωτήματα τῶν παιδιῶν μᾶς ζητοῦν ἀπαντήσεις, σημερινές καί ἄμεσες. Ποῦ εἶναι ὅ Θεός ὅταν τό κακό κραυγάζει θριαμβευτικά, ὅταν ὅ πόνος, ἤ ἀρρώστια, ὅ θάνατος χτυποῦν βάναυσα καί ἀνελέητα; Ποῦ εἶναι ὅ Θεός στήν ὀρφάνια ἤ στήν ἔσχατη φτώχεια; Σ’ αὐτό τόν ὀρυμαγδό ἀμφισβητήσεων καί ἀντιρρήσεων μόνο ἤ ἐμπειρική βίωση ἀπό μέρους μᾶς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως μπορεῖ νά ἀπαντήσει.

Ἀπό τήν ἀρχή παρουσιάζεται ἕνα πρακτικό πρόβλημα. Στήν ἐκκλησιαστική παράδοση καί τήν ὀρθόδοξη Θεολογία μιλοῦμε γιά ἕνα Θεό ποῦ εἶναι Τριαδικός. Πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε πῶς αὐτά ποῦ κατανοοῦμε ἤ προσπαθοῦμε νά κατανοήσουμε ἐμεῖς, δέν εἶναι αὐτονόητα στό παιδί. Γι’ αὐτό καί χρειάζεται στό ξεκίνημα νά χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα ποῦ «ἁπλοποιοῦν» τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἕνα χαρακτηριστικό εἶναι τό θαῦμα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος μέ τό κεραμίδι στήν Ἅ’ Οἰκουμενική Σύνοδο.
Πρίν ξεκινήσουμε νά ἀποκαλύπτουμε τό μεγάλο μυστήριο τοῦ Θεοϋ στήν παιδική ψυχή πρέπει νά δημιουργήσουμε τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή του. Δηλαδή, ὅπως ὅταν γεννήθηκε, οἱ παραστάσεις γύρω του ἀλλά καί ἤ συνεχής στοργή καί φροντίδα τό ἔπεισαν γιά τό ποιοί εἶναι οἱ γονεῖς του ποῦ δίπλα τους αἰσθάνεται ἀσφάλεια καί σιγουριά, ἔτσι πρέπει νά τό πείσουμε νά δέχεται τό Θεό σάν παρουσία, σάν αἴσθηση ζωντανή, νά πιστεύει σ’ Ἐκεῖνον καί νά ἐκδηλώνει τήν πίστη του μέ συγκεκριμένο τρόπο. Οἱ εἰκόνες, τό καντήλι, τό θυμίαμα, ἤ ἄσκηση τῆς νηστείας, ἤ προσπάθεια ἐφαρμογῆς τῶν Εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ἀπό μέρους τῆς οἰκογένειας δημιουργοῦν μία ἀτμόσφαιρα τήν ὁποία τό παιδί ἀποδέχεται ὡς φυσικό του περιβάλλον καί στή συνέχεια ἀκολουθεῖ. Ἔτσι γίνεται εὐκολότερη ἀργότερα ἤ προσέγγιση τῶν πνευματικῶν δεδομένων. Κοντολογίς ἤ πνευματική ἀτμόσφαιρα ποῦ ὑπάρχει στό σπίτι, κηρύττει σιωπώσα καί ἀποτελεῖ τήν πρώτη ἀπόδειξη πῶς ἤ πίστη στό Θεό δέν εἶναι ἔργο ἀπροσδιόριστο χειρῶν ἀνθρώπων ἀλλά πραγματικότητα ποῦ .μπορεῖ νά βιωθεῖ.
Ἤ ὁποιαδήποτε στάση μᾶς – πρέπει νά γνωρίζουμε – μπορεῖ νά «χρεώσει» τό Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Μερικές φορές ἐφευρίσκοντας τρόπους γιά νά διαπαιδαγωγήσουμε τά παιδιά μας, ἐπιστρατεύουμε καί τό Θεό σάν συνήγορο τῶν δικῶν μᾶς ἀποφάσεων. Χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή, ὥστε νά μήν χρησιμοποιοῦμε τήν παρουσία τοῦ Θεοϋ κατ’ ἐπιλογήν καί κυρίως στίς ὀφειλές τῶν ἄλλων σέ μᾶς. “Αν π.χ. ὑποστηρίζουμε κάτι ἔξωφθαλμα ἄδικο καί χρησιμοποιοῦμε καί τό Θεό γι’ αὐτό, τότε πρέπει νά γνωρίζουμε τῶς τό παιδί θά ἀπορρίψει καί ἐμᾶς καί τό δίκιο μας.Εἶναι νομίζουμε λάθος νά μιλοῦμε γιά τό Θεό μέ ἔννοιες ποῦ τό παιδί δέν κατανοεῖ. Δέν μποροῦμε νά χρησιμοποιοῦμε λέξεις ποῦ δέν ἔχουν ἀντικρυσμα στήν παιδική ψυχή. Θά μπορούσαμε “πλάθοντας” τό Θεό νά τοῦ μιλήσουμε μέ ὅπλο τίς καινοδιαθηακές ἤ παλαιοδιαθηκικές ἱστορίες γιά τήν ἀγάπη Του, τήν εἰρήνη Του ποῦ ἁπλόχερα σκορπίζει σ’ ἐκείνους ποῦ τόν πιστεύουν καί Τόν ἀγαποῦν. Εἶναι εὐκολότερη ἤ προσέγγιση τοῦ Θεοῦ ὅταν μιλᾶμε γιά τά «χαρακτηριστικά Του.Καλά θά εἶναι νά ἀκολουθοῦμε τό μεγάλωμα τοῦ παιδιοῦ καί νά τοῦ ἀποκαλύπτουμε τίς ἀλήθειες τῆς ὀρθοδόξου πίστεως κατά τή δεκτικότητά του.
Ὁ νέος αὐτός ρόλος ποῦ ἀναλαμβάνουμε, δηλαδή αὐτή ἤ ἔμπειριά της διδασκαλίας ἤ τῆς μικρας κατηχήσεως θά μᾶς φέρει συχνά ἀντιμέτωπους μέ τίς πραγματικά μεγάλες πνευματικές ἐλλείψεις ἤ καί τήν τελεία μᾶς ἄγνοια πάνω στά πνευματικά ζητήματα.
“Ας φροντίσουμε μιλώντας γιά τό Θεό νά γνωρίσουμε τί ἀκριβῶς πρέπει νά ποῦμε στά παιδιά μήπως βρεθοῦμε σέ δρόμους μή ὀρθόδοξους.
“Ας ἀναζητήσουμε τό ἀπόσταγμα τῆς πατερικῆς σοφίας ποῦ ἀποτελεῖ τή σωστική κιβωτό. Σχεδόν ταυτόχρονα μπορεῖ ν’ ἀρχίσει λίγο στήν ἀρχή, ἐντονότερα στή συνέχεια ἤ ἀμφισβήτηση γιά τήν ἀλήθεια ἤ ἀκόμη θ’ ἀναπτυχθοῦν σκέψεις ὡς πρός τήν ὀρθή πίστη ἄλλων θρησκειῶν. Στίς μέρες μᾶς μάλιστα ποῦ ὅ συγκρητισμός καταργεῖ τίς ἰδιαιτερότητες καί τίς ταυτότητες τῶν τόπων καί τῶν προσώπων χρειάζεται νά καταβληθεῖ πολύς κόπος ὥστε τό παιδί μας νά πεισθεῖ πῶς ἤ πίστη ποῦ τοῦ διδάξουμε εἶναι πραγματικά ἤ σωστή.
Εἶναι πολύ σημαντικό ἤ διδασκαλία μας νά συνοδεύεται ἀπό τιμία συνεχῆ προσπάθειά μας νά μάθει τό παιδί πῶς οἵ ἐντολές τοῦ Θεοῦ εἶναι πραγματικά ἐφαρμόσιμες. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς καλά γιατί χρειάζεται ἤ πράξη νά προηγεῖται τῆς θεωρίας.
Ἤ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ ἀπό μέρους τοῦ παιδιοῦ ὀέ κάποια ἡλικία ἔρχεται ὄχι τόσο ἀπό τήν προσωπική του ἐπανάσταση, ὅσο γιατί ἀδυνατεῖ νά σηκώσει τό «βάρος» τῆς μαρτυρίας τοῦ Χριστοϋ στό σχολεῖο ἤ στήν κοινωνία γενικότερα. Δέν μπορεῖ νά σηκώνει «μόνο» του τίς εἰρωνεῖες τῶν φίλων καί συμμαθητῶν του. καί τότε μοιάζει μέ τούς πολλούς. Τότε, ἴσως, εἶναι ὥρα νά ‘ποϋμε στό παιδί μας πῶς ἤ ἀγάπη μας σέ κάποιον δέν εἶναι θεωρητική ἀλλά ἔχει ἀξία ὅταν γιά ἐκεῖνον ποῦ ἀγαπᾶς θυσιάζεσαι. Αὐτό δηλαδή ποῦ δίδαξε ὅ Κύριος «αὐτή ἐστίν ἤ ἐντολή ἤ ἔμη, Ἴνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθώς ἤγαπησα ὑμᾶς. μείζονα ταύτης σγάπην οὐδείς ἔχει, ‘ἴνα τίς τήν ψυχήν αὐτοῦ θῆ ὑπέρ τῶν φίλων .αὐτοῦ» (Ἴω. ἴε’ 12, 13). Εἶναι ἀνάγκη νά μιλήσουμε γιά τήν ἄναγκή της μαρτυρίας τοῦ ὀνόματος τοῦ Χρίστου ποῦ συχνά γίνεται μαρτύριο.
Τήν πιό σκληρή μάχη καλεῖται νά δώσει ὅ παιδαγωγός στά ἀμείλικτα ἐρωτήματα τοῦ παιδιοῦ: γιατί τό κακό στόν κόσμο; Γιατί πεθαίνουν οἵ ἄνθρωποι; γιατί πονοῦν;
Κι ὅμως ἀποτελεῖ βασικό ζήτημα ὁλόκληρής της ἀνθρώπινης ζωῆς, σέ ὅλους τους καιρούς. Μέ πολλή ὑπομονή καί διάκριση θά ξεκινήσουμε ἀπό τό θέμα τῆς Ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὅ ἄνθρωπος, πλασμένος ἀπό τό Θεό, ἀπολάμβανε τόν πλοῦτο τῶν δωρεῶν τοῦ ζώντας στόν Παράδεισο. Ὅ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο καί ἀθάνατο.
Τί θά ἦταν ὅ ἄνθρωπος χωρίς τήν ἐλευθερία καί τήν ἀθανασία; Μέ τήν ἁμαρτία ὅ ἄνθρωπος χάνει μόνος του τήν ἐλευθερία, αἴχμαλωτιζεται. Δέν τοῦ τή στερεῖ ὅ Θεός. Ἔκτοτε τό κακό σάν παγκόσμια ἐπιδημία ἐξαπλώνεται στή γῆ ὡς ἀκριβό τίμημα αὐτῆς τῆς κακῆς χρήσης τῆς Ἐλευθερίας.
Ἄφοϋ τέλος καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια μέ τό λόγο καί τό παράδειγμά μας, ἅς ἀναθέσουμε μέ τήν προσευχή μᾶς τά παιδιά στό Θεό, γιά νά ἐπιλέξει Ἐκεῖνος τόν τρόπο ποῦ θά μιλήσει στήν καρδιά τους
Περιοδικό «Πειραική Ἐκκλησία» τ.Ἰούνιος 2001
Ἀρχιμανδρίτου Ἐφραίμ Παναούση
το είδαμε εδώ..

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΕΚΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΕΝ ΚΡΗΤῌ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΕΣ (23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)


«Οι άγιοι αυτοί άθλησαν επί Δεκίου βασιλέως, στη νήσο Κρήτη, προερχόμενοι από διαφορετικά μέρη αυτής και όχι από μία μόνο πόλη της. Πέντε ήταν από τη μητρόπολη Γορτύνης, ο Θεόδουλος, ο Σατορνίνος, ο Εύπορος, ο Γελάσιος και ο Ευνικιανός. Από την Κνωσό ήταν ο Ζωτικός. Από το Επίνειο Πανόρμου ο Αγαθόπους. Από την Κυδωνία ο Βασιλείδης και από το Ηράκλειο ο Ευάρεστος και ο Πόμπιος. Αυτοί παραδόθηκαν από τους απίστους στον άρχοντα της νήσου, ο οποίος επέτρεψε στον δήμιο να τους περιφέρει στους βωμούς των ειδώλων, κι αν δεν θυσιάζουν, να τους βασανίζει με παντός είδους βασανιστήρια. Τριάντα ημέρες λοιπόν γύριζαν συρόμενοι από τους άτακτες υβριστές, οι οποίοι τους κορόιδευαν  και τους έσερναν  κατά γης μέσα στις κοπριές, κι ύστερα, επειδή είδε ο δικαστής ότι είχαν αμετακίνητο και στέρεο  το φρόνημά τους, παρ’ όλα τα κτυπήματα και τους λιθοβολισμούς, τους στρέβλωσαν τα μέλη του σώματος, τους υπέβαλαν σε άλλα φοβερά μαρτύρια και τέλος τους έκοψαν το κεφάλι. Τελείται δε η σύναξή τους στο ναό του αγίου Στεφάνου, πλησίον των Πλακιδίων».  

Η αγαπημένη σκέψη του Ιωσήφ του υμνογράφου, να συνδέει τις εορτές των αγίων με τα προεόρτια των Χριστουγέννων, συνεχίζεται. Ό,τι είδαμε και με την αγία Αναστασία την φαρμακολύτρια, να προβάλλεται δηλαδή από τον υμνογράφο ως φως που φωτίζει την Γέννηση του Κυρίου, το ίδιο βλέπουμε και εδώ με τους αγίους δέκα μάρτυρες τους εν Κρήτη: «εφέστηκεν η μνήμη – τονίζει – των Μαρτύρων, κηρύττουσα την Γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος∙ και τη τούτων αθλήσει προοιμιάζεται ημίν Δεσποτική εορτή» (έφτασε η μνήμη των Μαρτύρων, που κηρύσσει τη Γέννηση του Σωτήρος. Και η Δεσποτική εορτή κάνει την εμφάνισή της σε εμάς  με την άθλησή τους). Με ποιον τρόπο οι άγιοι μας παραπέμπουν στα Χριστούγεννα; Μα με την προσφορά των δώρων τους στον εκ Παρθένου γεννηθέντα: τη θυσία του εαυτού τους. «Μάγοι τα δώρά σοι προσήγον, οι δε Μάρτυρες τα αίματα τω γεννηθέντι επί γης εκ Παρθένου εν τη πόλει Δαυίδ» (Οι μάγοι σου πρόσφεραν τα δώρα, οι δε μάρτυρες τα αίματα του μαρτυρίου τους, σε Σένα που γεννήθηκες επί γης από Παρθένο κόρη στην πόλη του Δαυίδ). Κατά τον άγιο Ιωσήφ το μαρτύριο των δέκα μαρτύρων λειτουργεί ως τύπος της Γέννησης του Κυρίου: είναι το νέο αστέρι, που κηρύσσει στους πιστούς Αυτόν που η Παρθένος εκύησε. «Αστήρ μεν το πριν τοις μάγοις επέστη, οδηγών εν Βηθλεέμ, πόλει Ιούδα∙ ούτοι δε ημίν κηρύττουσιν εν βασάνοις, ον η Παρθένος ασπόρως εκύησεν» (Ο αστέρας παλαιά φανερώθηκε στους μάγους, οδηγώντας τους στη Βηθλεέμ, την πόλη Ιούδα. Αυτοί δε κηρύσσουν σε εμάς με τα βάσανά τους Αυτόν που η Παρθένος εκύησε χωρίς συνάφεια ανδρός).

Η καταγωγή των δέκα μαρτύρων από την Κρήτη δεν μένει αναξιοποίητη από τον άγιο υμνογράφο. Παίρνει αφορμή να θυμηθεί τον μεγάλο απόστολο Παύλο και τους μαθητές του, οι οποίοι πέρασαν από την Κρήτη και ίδρυσαν την τοπική Εκκλησία. Στο πρόσωπο των δέκα αυτών ο Ιωσήφ βλέπει την προέκταση  του αποστόλου των εθνών, τα κλήματα που ανήκουν στη φυτεία εκείνου. «Τίτου και Κάρπου κλήματα ώφθητε, μάρτυρες, ως εκ της Παύλου φυτείας αναθάλλοντες, καρπούς ομολογίας εκ χειλέων τω Χριστώ προσενέγκαντες» (Φανήκατε κλήματα του Τίτου και του Κάρπου, μάρτυρες, σαν να βλαστήσατε από τη φυτεία του Παύλου, αφού προσφέρατε από τα χείλη σας στον Χριστό τους καρπούς της ομολογίας σας). Η επισήμανση του αγίου υμνογράφου είναι ιδιαιτέρως σημαντική: εκείνος θεωρείται γνήσιος συνεχιστής της παράδοσης των αποστόλων, όταν έμπρακτα, και μάλιστα με τη θυσία της ζωής του, φανερώνει την πίστη που αυτοί παρέδωσαν. Μία αλήθεια που πρέπει πάντοτε να έχουμε κατά νου, δεδομένου ότι συχνά οι νεώτεροι  καυχόμαστε για τους πατέρες μας, χωρίς καμία προσπάθεια συντονισμού μας με τη ζωή εκείνων.


Η αποστολικής καταγωγής πίστη στον Χριστό των αγίων μαρτύρων προβάλλεται από τους ύμνους της ακολουθίας τους και με μία εξαίσια εικόνα: μοιάζει η πίστη τους με πλοίο ευρισκόμενο σε απάνεμο λιμάνι, και γι’ αυτό προφυλαγμένο από τα άγρια κύματα της θάλασσας. Η πίστη στον Χριστό δηλαδή ήταν εκείνη που έδινε τη δύναμη στους μάρτυρες να ξεπερνούν όλα τα κτυπήματα των αθέων, που σαν κύματα έρχονταν εναντίον τους. «Κυμαινομένης ως θαλάσσης κατά της ομολογίας Χριστού της τυραννίδος του εχθρού, ως φιλεύδιοι λιμένες αυτή, επέστησαν αθρόως οι αθληταί, ως ναυν την πίστιν αυτών συναιρούντες» (Σαν κύμα της θάλασσας ήταν η τυραννίδα του εχθρού που κτυπούσε την ομολογία του Χριστού. Οι αθλητές όμως φάνηκαν  όλοι  σαν απάνεμα λιμάνια, κρατώντας την πίστη τους σαν πλοίο). Όλη η ιστορία της Εκκλησίας και της ανθρωπότητας αδιάκοπα επιβεβαιώνει ότι πράγματι η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο, αυτή που έκαμψε σιδηρόφρακτες αυτοκρατορίες και υπερίσχυσε θεωρουμένων πανίσχυρων αυτοκρατόρων και βασιλέων, είναι η πίστη στον Χριστό. Όταν βεβαίως αυτή δεν εξαντλείται στα λόγια – τούτο συνιστά βλασφημία – αλλά φανερώνεται ως ζωή. Και δικαίως: είναι η πίστη που συνιστά τη δίοδο της παρουσίας του ίδιου του Θεού μέσα στον κόσμο.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...