Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 15, 2014

ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

<< ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΣ >>
                                                                                            (ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ)



ΤΟ ΚΟΡΜΙ ΣΑΣ ΑΣ ΤΟ ΚΑΥΣΟΥΝ, ΑΣ ΤΟ ΤΗΓΑΝΙΣΟΥΝ ...
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΑΣ ΑΣ ΣΑΣ ΤΑ ΠΑΡΟΥΝ ΜΗ ΣΑΣ ΜΕΛΛΕΙ, ΔΩΣΤΕ ΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ
ΔΙΚΑ ΣΑΣ ...
ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΑΣ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ...
ΑΥΤΑ ΤΑ ΔΥΟ ΟΛΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΝΑ ΘΕΛΕΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΑΣ ΤΑ ΠΑΡΕΙ, ΕΚΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝ ΤΑ ΔΩΣΕΤΕ ΜΕ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΣΑΣ ...


<< ΡΗΤΑ >>
                                                                                             (ΠΑΤΡΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ)

ΜΗΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΣΑΙ ΑΝ ΣΕ ΑΓΑΠΟΥΝ, ΑΛΛΑ ΑΝ ΕΣΥ ΑΓΑΠΑΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ...
ΕΤΣΙ ΓΕΜΙΖΕΙ Η ΨΥΧΗ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΘΕΣΗ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ...
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΟΛΕΜΑΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ, ΑΛΛΑ ΤΟΝ ΣΑΤΑΝΑ ΠΟΥ ΠΟΛΕΜΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ...
ΝΑ ΤΟΥΣ ΛΕΤΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΠΟΛΛΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΓΙΑΤΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΝΕΙ ΘΑΥΜΑΤΑ...
ΤΟ ΚΑΚΟ ΞΕΚΙΝΑΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ...
ΟΤΑΝ ΠΙΚΡΑΙΝΕΣΑΙ Η ΑΓΑΝΑΚΤΕΙΣ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙΣ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΝΑ ΕΝΕΡΓΗΣΕΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΣΕΙ ΤΟ ΚΑΚΟ...
ΓΙ ΑΥΤΟ ΠΑΝΤΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΑΙ ΧΩΡΙΣ ΑΓΩΝΙΑ, ΗΡΕΜΑ, ΜΕ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΩΣΤΕ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΟΙ ΚΑΚΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΟΥ ΣΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΑΠΑΛΛΑΓΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ...

<<ΠΡΟΣΕΥΧΗ>>
                                                                   (Π.ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ)

ΣΤΑΜΑΤΕΙΣΤΕ ΝΑ ΜΙΛΑΤΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟ ...
ΜΙΛΕΙΣΤΕ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ...
ΕΤΣΙ ΑΠΟΚΤΑΕΙ ΝΟΗΜΑ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΦΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΥΨΙΣΤΟ ...



<< ΚΑΛΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ >>
                                                                                (ΠΑΤΡΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ)

                              http://img90.imageshack.us/img90/5401/paisiosnx0.png                               

ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΕΝΑ 14ΧΡΟΝΟ ΠΑΙΔΙ ΚΤΥΠΗΣΕ ΤΟ ΣΙΔΕΡΑΚΙ ΤΗΣ ΚΑΛΥΒΑΣ ΜΟΥ...
ΕΙΧΑ ΕΝΑ ΤΣΟΥΒΑΛΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΩ, ΑΛΛΑ ΕΙΠΑ: ΑΣ ΒΓΩ ΝΑ ΔΩ ΤΙ ΘΕΛΕΙ...
---  ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ; ΤΟΥ ΛΕΩ...
---  ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΛΥΒΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΠΑΪΣΙΟΥ; ΜΕ ΡΩΤΑΕΙ...
ΘΕΛΩ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ...
---  ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΛΥΒΙ, ΑΛΛΑ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ ΤΩΡΑ, ΠΗΓΕ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΙ ΤΣΙΓΑΡΑ...
--- ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΣΤΕΙΛΕ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΝΑ ΤΟΥ ΨΩΝΙΣΕΙ, ΑΠΑΝΤΗΣΕ Ο ΝΕΑΡΟΣ ΜΕ ΚΑΛΟ ΛΟΓΙΣΜΟ...
--- ΜΗ ΤΟΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ, ΘΑ ΑΡΓΗΣΕΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙ, ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΥΡΑ ΤΟΥ...
ΦΥΓΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΛΑ ΑΛΛΗ ΜΕΡΑ ΜΗ ΣΕ ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ...
ΕΜΕΝΑ ΜΕ ΑΦΗΣΕ ΜΟΝΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΞΕΡΩ ΤΙ ΩΡΑ ΘΑ ΕΡΘΕΙ...
ΑΝ ΑΡΓΗΣΕΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟ ΘΑ ΦΥΓΩ ΚΑΙ ΕΓΩ, ΤΟΥ ΛΕΩ...
---  ΜΕ ΒΟΥΡΚΩΜΕΝΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΟ ΛΟΓΙΣΜΟ ΠΑΛΙ ΛΕΕΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ:
ΤΟΝ ΚΟΥΡΑΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ...
--- ΤΙ ΤΟΝ ΘΕΛΕΙΣ; ΤΟΝ ΡΩΤΑΩ...
---  ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΡΩ...
--- ΤΙ ΕΥΧΗ ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ, ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΝΕΜΕΝΟΣ, ΕΓΩ ΤΟΝ ΞΕΡΩ ΚΑΛΑ...
ΜΗ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΑΔΙΚΑ ΓΙΑΤΙ ΟΤΑΝ ΓΥΡΙΣΕΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΝΕΥΡΙΑΣΜΕΝΟΣ, ΠΙΝΕΙ ΒΛΕΠΕΙΣ ΚΙΟΛΑΣ...
ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΚΑΛΟ ΛΟΓΙΣΜΟ ΟΜΩΣ ΕΒΑΖΕ ΣΤΟΝ ΝΟΥ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΜΕ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΔΕΧΘΕΙ ΤΑ ΛΕΓΟΜΕΝΑ ΜΟΥ...
ΤΟ ΘΑΥΜΑΣΑ!!!
ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΕΙΔΑ ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ... 
                                                                                               
<< ΑΝΥΨΩΝΟΜΑΙ ΠΕΦΤΟΝΤΑΣ >>
                                                                                                 (ΠΑΤΡΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ)

ΟΤΑΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΚΑΝΩ ΕΝΑ ΣΦΑΛΜΑ ΚΑΙ ΒΛΕΠΩ ΟΤΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΜΕ ΠΡΟΛΑΒΟΥΝ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΚΑΝΩ, ΤΟΥΣ ΖΗΤΩ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ...
Γ.Π:  ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΑΠΑΙΤΗΣΗ..
ΑΛΛΑ ΕΣΥ ΚΑΝΕΙΣ ΣΑΝ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΜΟΝΟ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ...
 ΟΜΩΣ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΤΕ ΘΑ ΜΕΓΑΛΩΣΩ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΩ ΟΤΙ ΕΧΩ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ;
Γ.Π:  ΟΤΑΝ ΜΙΚΡΥΝΕΙΣ!
ΟΤΑΝ ΔΗΛΑΔΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΣΕΙΣ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ!
ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΟΥΝ ΤΙΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΤΟΥΣ, ΕΧΟΥΝ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΟΥΣ ΠΟΥ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥΣ Η ΤΑ ΑΠΕΚΤΗΣΑΝ ΜΕ ΑΓΩΝΑ, ΑΛΛΟΣ ΔΕΚΑ ΤΟΙΣ ΕΚΑΤΟ, ΑΛΛΟΣ ΕΚΗΝΤΑ ΤΟΙΣ ΕΚΑΤΟ, ΑΛΛΟΣ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΤΟΙΣ ΕΚΑΤΟ ...
 ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΟΛΟΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΚΑΤΙ ΚΑΛΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΩΦΕΛΗΘΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΩΦΕΛΗΣΟΥΜΕ, ΑΛΛΩΣΤΕ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΝΕΥΜΑ ...
 ΕΓΩ ΑΠΟ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΒΟΗΘΙΕΜΑΙ, ΑΣΧΕΤΑ ΑΝ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΤΟ ΦΑΝΕΡΩΝΩ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΥΤΟΥΝ ΚΑΙ ΒΛΑΦΤΟΥΝ ...


<< ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ >>
                                                                                          (ΠΑΤΡΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ)

 ΓΕΡΟΝΤΑ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ , ΠΛΗΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ, ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ;
Γ.Π:  ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΕ ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ ΚΑΙ ΖΗΤΟΥΝ ΒΟΗΘΕΙΑ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ ...
ΟΣΟΙ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΔΗ ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑ ΘΑ ΗΘΕΛΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ: ΝΑ ΖΗΣΟΥΝ ΠΕΝΤΕ ΛΕΠΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ ...
ΕΜΕΙΣ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ, ΕΧΟΥΜΕ ΠΕΡΙΘΩΡΙΑ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, ΕΝΩ ΟΙ ΚΑΗΜΕΝΟΙ ΟΙ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΠΙΑ ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΑΛΥΤΕΡΕΥΣΟΥΝ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΑΠΟ ΕΜΑΣ ΒΟΗΘΕΙΑ ...
ΓΙ ΑΥΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΧΡΕΟΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΒΟΗΘΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ ...
…Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ ΓΙΑΤΙ ΠΟΝΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΓΙΑΤΙ ΕΧΕΙ ΑΡΧΟΝΤΙΑ ...
ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ ΝΑ ΠΕΙ: ΠΩΣ ΤΟΝ ΣΩΖΕΙΣ ΑΥΤΟΝ ΕΝΩ ΔΕΝ ΚΟΠΙΑΖΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΞΙΖΕΙ;
ΟΤΑΝ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ, ΔΙΝΟΥΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΝΑ ΕΠΕΜΒΑΙΝΕΙ ...
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΜΑΛΙΣΤΑ ΣΥΓΚΙΝΕΙΤΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΟΤΑΝ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ ΠΑΡΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΖΩΝΤΕΣ ...


<< ΣΥΓΧΩΡΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ; >>
                                                                                             (ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ)




ΑΝ ΣΟΥ ΠΩ ΝΗΣΤΕΨΕ, ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΜΟΥ ΠΡΟΒΑΛΛΕΙΣ ΣΑΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ...
ΑΝ ΣΟΥ ΠΩ, ΔΩΣΕ ΣΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ, ΜΟΥ ΛΕΣ ΟΤΙ ΕΙΣΑΙ ΦΤΩΧΟΣ ΚΑΙ ΕΧΕΙΣ ΝΑ ΑΝΑΘΡΕΨΕΙΣ ΠΑΙΔΙΑ...
ΑΝ ΣΟΥ ΠΩ ΝΑ ΕΡΧΕΣΑΙ ΤΑΚΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΜΟΥ ΛΕΣ ΕΧΕΙΣ ΜΕΡΙΜΝΕΣ...
ΑΝ ΣΟΥ ΠΩ ΠΡΟΣΕΧΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΛΕΓΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕ ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΜΟΥ ΠΡΟΒΑΛΛΕΙΣ ΣΑΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΜΟΡΦΩΣΗΣ...
ΑΝ ΣΟΥ ΠΩ ΦΡΟΝΤΙΣΕ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ ΨΥΧΙΚΑ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΣΟΥ, ΜΟΥ ΛΕΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΠΑΚΟΥΕΙ ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΩ, ΑΦΟΥ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΤΟΥ ΜΙΛΗΣΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΕ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΜΟΥ...
ΒΕΒΑΙΑ ΔΕΝ ΕΥΣΤΑΘΟΥΝ ΟΙ ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ ΚΑΙ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΧΛΙΑΡΑ ΛΟΓΙΑ, ΑΛΛΑ ΠΑΡΑ ΤΑΥΤΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΠΡΟΦΑΣΙΖΕΣΑΙ...
ΑΝ ΣΟΥ ΠΩ, ΑΦΗΣΕ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΕΣΕ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΣΟΥ, ΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕΙΣ;
ΔΙΟΤΙ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΦΕΡΕΙΣ ΩΣ ΠΡΟΦΑΣΗ ΟΥΤΕ ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ, ΟΥΤΕ ΦΤΩΧΕΙΑ, ΟΥΤΕ ΑΜΑΘΕΙΑ, ΟΥΤΕ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΡΙΜΝΑ, ΟΥΤΕ ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ...
ΓΙ ΑΥΤΟ ΑΠ' ΟΛΕΣ ΣΟΥ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ, ΑΥΤΗ ΘΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΗ...
ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΩΣ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΥΨΩΣΕΙΣ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ;
ΠΩΣ ΘΑ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙΣ;
ΠΩΣ ΘΑ ΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΥΓΝΩΜΗ ΑΦΟΥ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝ Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΣΟΥ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΙ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ, ΕΣΥ ΔΕΝ ΤΟΥ ΤΟ ΕΠΕΙΤΡΕΠΕΙΣ ΑΦΟΥ ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΕΙΣ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΣΟΥ;
ΔΙΟΤΙ, ΑΝ ΕΣΥ Ο ΙΔΙΟΣ ΕΚΔΙΚΗΘΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΕΘΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ, ΕΙΤΕ ΜΕ ΛΟΓΙΑ, ΕΙΤΕ ΜΕ ΑΝΑΛΟΓΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ, ΕΙΤΕ ΜΕ ΚΑΤΑΡΕΣ, Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΕΜΒΕΙ ΠΛΕΟΝ, ΑΦΟΥ ΕΣΥ ΑΝΕΛΑΒΕΣ ΤΗΝ ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΟΥ...
ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΕΜΒΕΙ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΘΑ ΣΟΥ ΖΗΤΗΣΕΙ ΤΟ ΛΟΓΟ ΔΙΟΤΙ ΦΕΡΘΗΚΕΣ ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ ΣΕ ΑΥΤΟΝ...

<< Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΕΞΑΝΑΓΚΑΖΕΙ >>
                                                                              (ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ)

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ Η ΚΛΗΣΗ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΟΥΤΕ ΕΚΒΙΑΖΕΙ ΤΗ ΘΕΛΗΣΗ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΝ
ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ, ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΚΙΝΕΙ ΣΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΙ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΤΡΟΠΟ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΣΕΙ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΓΑΘΟΙ ...
ΑΝ ΟΜΩΣ ΜΕΡΙΚΟΙ ΔΕΝ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΤΟΥ, ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΕΞΑΝΑΓΚΑΖΕΙ ...
''ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΕΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΤΕ'' ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΔΙΑΤΑΖΕΤΕ ΟΥΤΕ ΝΑ ΕΞΑΝΑΓΚΑΖΕΤΕ ΓΙΑΤΙ ΓΝΩΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟ, ΤΟ ΟΤΙ ΔΗΛΑΔΗ ΔΕΝ ΟΔΗΓΕΙΣΤΕ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΕ ΤΡΟΠΟ ΤΥΡΑΝΝΙΚΟ ...


<< ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ >>
                                                                                      (ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ)

agios-antonios

                                ΕΝΑΣ ΚΥΝΗΓΟΣ ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ''ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ'' ΑΓΙΟ ΑΝΤΩΝΙΟ ΝΑ ΑΣΤΕΙΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΥΣ ΤΟΥ, ΣΚΑΝΔΑΛΙΣΤΗΚΕ...
ΘΕΛΟΝΤΑΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΑ ΤΟΝ ΔΙΔΑΞΕΙ ΟΤΙ ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΚΑΠΟΙΑ ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΛΗ ΑΥΣΤΗΡΟΤΗΤΑ, ΤΟΥ ΕΙΠΕ:
''ΤΕΝΤΩΣΕ ΤΟ ΤΟΞΟ ΣΟΥ''...
Ο ΚΥΝΗΓΟΣ ΥΠΑΚΟΥΣΕ ...
Ο ΑΓΙΟΣ ΤΟΥ ΕΙΠΕ ΠΑΛΙ:
''ΤΕΝΤΩΣΕ ΤΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ'' ...
Ο ΚΗΝΥΓΟΣ ΤΟ ΤΕΝΤΩΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΟΠΟΤΕ Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ:
''ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ ΠΟΛΥ'' ...
Ο ΚΥΝΗΓΟΣ ΑΠΟΡΗΜΕΝΟΣ:
''ΑΝ ΤΟ ΤΕΝΤΩΣΩ ΚΑΙ ΑΛΛΟ ΘΑ ΣΠΑΣΕΙ'' ...
ΤΟΤΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΙ:
''ΤΟ ΙΔΙΟ ΘΑ ΣΥΜΒΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΠΟΥ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ, ΣΚΛΗΡΑ ΧΩΡΙΣ ΑΝΑΠΑΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΨΥΧΗ'' ...

Τέχνη ἀχειροποίητη, λόγος ἀμετάφραστος





Σέ κείμενό του γιά τήν ἐθνική μας μουσική, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης γράφει: «Διὰ τῆς πατροπαραδότου ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ὄχι μόνον τά ἱερά ἄσματα ἔγιναν προσφιλῆ καί οἰκεῖα εἰς τήν ἀκοήν, καί ἡ γλῶσσα, εἰς ἥν ταῦτα εἶναι γεγραμμένα καταληπτή, ὡς ἔγγιστα, καί εἰς τούς ἀγραμμάτους, ἄλλα καί αὐτά τῶν θείων Εὐαγγελίων τά ρήματα διά τῆς αὐτῆς μουσικῆς καί τοῦ λογαοιδικοῦ αὐτῆς τρόπου κατέστησαν οἰκειότερα εἰς τήν ἀκοήν καί βαθύτερον πάντοτε εἰσδύουσιν εἰς τῶν ἀκροατῶν τάς καρδίας. (...) Ἄς δοκιμάση τίς νά μεταφράση ἕν τροπάριον εἰς τήν δημώδη, καί τότε θά ἴδη, ὅτι ἡ γλῶσσα, ἥτις εἶναι ζωντανή εἰς τά ἡρωικά καί ἐρωτικά ἄσματα τοῦ λαοῦ, εἶναι ψυχρά μέχρι νεκροφανείας διά τά τροπάρια. Π.χ. "Ἀνοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται πνεύματος..." Θ' ἀνοίξω τό στόμα μου καί θά γεμίση πνέμμα (ἤ πλέμμα ἤ πλέγμα) καί λόγο θά βγάλω (διότι πῶς ἄλλως θ' ἀποδοθῆ ἡ μεταφορά ἤ μετωνυμία τοῦ ἐρεύξομαι;). "Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τήν Θεοτόκον...' Ἀξίζει ἀλήθεια νά σέ καλοτυχίζουμε σένα τή Θεοτόκο, ποὺ εἶσαι πάντα καλότυχη, καί καθαρώτατη καί μάνα τοῦ Θεοῦ μας... Πλήν, θά εἴπη τις, ἀντί νά μεταφρασθῶσι τά ὑπάρχοντα, ἄς ποιηθῶσι νέα ἐκκλησιαστικά ἄσματα ὑπό τῶν δοκίμων ποιητῶν μας.

Ναί, βέβαια, λέγομεν ἡμεῖς, καί εἶναι τόσον εὔκολον τό πρᾶγμα!... νά ἐμφυσηθῆ ζωή χωρίς νά ὑπάρχη, νά δοθῆ ἔμπνευσις ἐκεῖ ὅπου λείπει ἡ ψυχή! (...) Ἄλλως, διά νά γίνουν νέα θρησκευτικά ἄσματα, πρέπει νά γίνη πρῶτα καί νέα θρησκεία... Ἄς δοκιμάσουν λοιπόν ἐκεῖνοι πού τά ὀνειροπολοῦν αὐτά νά κάμουν θρησκείαν χειροποίητον, θρησκείαν γιά τά κέφια τους, καί τότε θά καταλάβουν καί οἱ ἴδιοι πόσον εἶναι μωροί καί τυφλοί».

Ἡ κατηγορηματικότης τοῦ σκιαθίτη πεζογράφου ἐκφράζει τά αἰσθήματα ὁλοκλήρου τοῦ ἔθνους μας, τό ὁποῖο ἔχει δημιουργήσει καί ἀπαρεγκλίτως τηρεῖ τήν λεγομένη «ἀντιμεταφραστική παράδοσι» τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Ἐνῶ οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, τά πατερικά καί τά βιβλικά κείμενα κάθε τόσο μεταφράζονται, τοῦτο συμβαίνει σπανίως καί ὁπωσδήποτε περιθωριακά μέ τήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, μολονότι οὐδεμία ἀπαγόρευσις ὑφίσταται. Τό πρᾶγμα δέν ὀφείλεται στίς ὄντως τεράστιες δυσκολίες τοῦ ἐγχειρήματος, πού ἐπί τέλους θά κριθῆ ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος, ὀφείλεται κυρίως εἰς τήν ἀρνητική στάσι τοῦ πληρώματος, ἡ ὁποία βαραίνει καταθλιπτικά τόν ὑποψήφιο τολμητία. Πρόκειται γιά ἰσχυρότατη ψυχολογική ἀντίδρασι τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι, ὡς συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας, προτιμοῦν νά μήν ἀντιλαμβάνωνται ἐντελῶς, παρά νά αἰσθάνωνται μεταγλωττισμένη τήν Λειτουργία τους. Ὄχι ὅτι δέν θέλουν νά καταλαβαίνουν, ἀλλά ἡ «κατανόησι» ἐδῶ συντελεῖται μυσταγωγικά, στό πλαίσιο τῆς Θυσίας καί τῆς Ἀναστάσεως. Εὐχαριστιακή ἐπιδίωξι δέν εἶναι ὁ πιστός νά λάβη κάποιο μήνυμα, εἶναι νά μεθέξη στήν ἄκρα ταπείνωσι τοῦ Ἰησοῦ, ὁπότε ὅλα διαδραματίζονται στήν περιοχή τῆς κατανύξεως. Αὐτό ἐξηγεῖ γιατί καί ὁ πιό ἀπελέκητος ὀρθόδοξος γνωρίζει ἀπό στήθους πλῆθος λειτουργικῶν ἀποσπασμάτων, ἀσχέτως ἐάν τά παρανοῆ κάποτε.

Τά ἀντιμεταφραστικά αἰσθήματα τοῦ ἁπλοῦ καί ἀγραμμάτιστου λαοῦ δέν συμμερίζονται πάντοτε ἀγαθῆς προαιρέσεως λόγιοι, θεολόγοι, ἐνίοτε καί κληρικοί, ὁρμώμενοι ἀπό τήν σκέψι ὅτι γιά νά ἐπιτύχωμε οὐσιαστική συμμετοχή τοῦ πληρώματος στήν λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά τό βοηθήσωμε νά παρακολουθῆ τά εὐχαριστιακά μηνύματα. Τό ἐπιχείρημα ἐνισχύεται ἐκ τῶν πραγμάτων, τώρα πού καταργήθηκαν τά Ἀρχαῖα στό Γυμνάσιο, ἡ δέ διδασκαλία τους στό Λύκειο εἶναι τόσο ἀνεπαρκής, ὥστε καί αὐτοί οἱ πεπαιδευμένοι τῆς αὔριον θά στεροῦνται γλωσσικῆς προσβάσεως στά Μυστήρια. Ἐάν θέλωμε λοιπόν, συνάγουν, τά λειτουργικά κείμενα καί δή ἡ ὑμνογραφία νά ἀνταποκρίνωνται στόν ρόλο τους, πρέπει νά ἀντικαταστήσουμε τήν πεπαλαιωμένη γλώσσα τῆς λατρείας μέ σύγχρονο τρόπον ἐκφράσεως.

Σιωπηρά ἡ ρητή προϋπόθεσι κάθε συναφοῦς μεταφραστικοῦ σχεδίου εἶναι ὅτι οἱ ἐκκλησιαστικοί ὕμνοι ἁπλῶς εἰσάγουν μουσικοποιητικά τόν θεῖο λόγο στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀντιμετωπίζονται ἑπομένως ὡς ὀχήματα, τά ὁποῖα ὅμως, ἐξ αἰτίας τοῦ παρεμβαλλομένου χρόνου μεταξύ τῆς δημιουργίας των καί τῆς ἐποχῆς μας, βασίζονται πλέον σέ νεκρό γλωσσικόν τύπο, εἰς τρόπον ὥστε τό αἴσθημα τοῦ ὑμνογράφου δέν πλησιάζει τό αἴσθημα τοῦ πιστοῦ, ὁπότε μένει ἀμετάδοτο. Τό εὐλογοφανές τοῦτο σκεπτικό δέν ὑπερβαίνει τίς ἐπισφαλεῖς ὁριοθετήσεις τοῦ γλωσσικοῦ ζητήματος, θεωρουμένου ὑπό τό πρῖσμα τῆς ἀνυπάρκτου ἑλληνικῆς διγλωσσίας, ὁριοθετήσεις οἱ ὁποῖες, μαζί μέ τίς ὑποκειμενικές ἀφετηρίες τῆς νεωτέρας ποιητικῆς, προσδιορίζουν τήν ὅλη στρατηγική, παρά τό γεγονός ὅτι ἡ τακτική ἔχει τίς ἰδιορρυθμίες της, ἀφοῦ ἐν πάσῃ περιπτώσει πρόκειται γιά μετάφρασι ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων καί ὄχι ἑνός κειμένου οἱουδήποτε. Παραθεωροῦνται ἔτσι οἱ πνευματικές συντεταγμένες τῆς ὑμνογραφίας, πού ἐκκινοῦν ἀπό τό γεγονός ὅτι ἀποτελεῖ ὀργανικό στοιχεῖο ζώσης λατρείας. Ἡ ὀρθόδοξη λατρεία εἶναι δοξολογική δεξίωσι τῆς Παρουσίας στόν κόσμο, μυστηριακή ἀναφορά τοῦ παντός στόν Θεό, ὁ ὅποιος μᾶς προσέφερε τόν υἱκό ἑαυτόν του, συλλογική προσευχή τῆς κοινότητος, ἀρνητική πρός κάθε ἔννοια σωτηρίας διά τῆς ἀτομικῆς θρησκευτικότητος. Οἱ πιστοί ζοῦν ἕνα «ἔργο», πού χρειάσθηκε πάνω ἀπό χίλια χρόνια ἁγίας ἐμπνεύσεως τοῦ πνευματικωτάτου τῶν πολιτισμῶν, γιά νά κρυσταλλωθῆ ἡ μορφή του. Ἡ μορφή τούτη δέν ἔχει νά κάνει μέ ἐξωτερικό σχηματισμό διακεκριμένο ἀπό τό λογικό περιεχόμενο, ἀλλά μέ τήν ἴδια τήν ὑπόστασι τῆς Εὐχαριστίας, ὑπόστασι ἀναφανδόν συμβολική, συστατικό μέρος τῆς ὁποίας εἶναι καί ὁ γλωσσικός τύπος.

Ὅσο ἡ Λειτουργία τελειώνεται τόσο οἱ ὑμνογράφοι ἐπιμένουν στήν ὁμοιογένεια τοῦ παραδόσιμου συμβολισμοῦ, ἀδιαφορώντας, κατά τό προηγούμενο τῶν Ἀρχαίων, γιά τό τρέχον γλωσσικό αἴσθημα. Τό πλήρωμα, μέ τήν σειρά του, δείχνει τήν αὐτή ἐμμονή, διότι στόν λειτουργικό συμβολισμό βιώνει τόν ὑπέρλογο κόσμο τῆς πίστεως, ἐνῶ ἡ καθομιλουμένη διάλεκτος μόνο ἐννοιολογικά μπορεῖ νά τόν πλησιάση. Ἡ ἀρχαία γλώσσα διαθέτει τήν μυστηριακή βαφή τῆς ἀποστάσεως, πού «δέν λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλά σημαίνει», ὁπότε κατ' ἐξοχήν ἁρμόζει γιά τήν πνευματική ἀναγωγή τοῦ ἐδῶ στό πέρα. Ἐν ἀρχῇ λοιπόν οἱ ὕμνοι γράφονται, κατά τό πρότυπό τοῦ Εὐαγγελίου, στήν κοινή, ὅμως προϊόντος τοῦ χρόνου, καθ' ἥν μάλιστα στιγμήν ἡ λαλουμένη προσεγγίζει τήν νεοελληνική, γίνονται ἀρχαιοπρεπέστεροι. Νύμφης πανάγιον τόν πανόλβιον τόκον, ψάλλομε στόν ἰαμβικό κανόνα τῶν Χριστουγέννων, καί Λόγος παχυνθείς σαρκί, τόν πεπτωκότα, ἵνα πρός αὐτόν ἑλκύση πρωτόκτιτον. «Πρωτόκτιτον» καί ὄχι «πρωτοκτιστόν», ἐπειδή στήν τελευταία περίπτωσι τό ἰῶτα θά γινόταν μακρό καί τό μέτρο θά ὑπέφερε, ἐξηγεῖ ὁ Νικόδημος Ἁγιορείτης, ἐπικαλούμενος τήν αὐθεντία τῆς ὁμηρικῆς παραδόσεως, ἡ παλαιότητα τῆς ὁποίας οὐδέποτε ἐμπόδισε τίς ψυχές τῶν πιστῶν νά πλημμυρίζουν ἀπό ἄφατη συγκίνησι στό ἄκουσμα τῶν ὕμνων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἡ «παλινωδία» τῶν ὑμνογράφων δέν εἶναι ἀνεξήγητη. Στούς χρόνους τοῦ Χριστοῦ ἡ ποιητική προσωδία εἶχε ἐκλείψει καί ἡ λήθη σκέπαζε τήν συλλαβική ποσότητα, ἄλλα τοῦτο παραδόξως ἄφησε ἄθικτη τήν τονική προσωδία, πού ἐξακολούθησε νά ἰσχύη μουσικά μέχρι σήμερα, σάν νά προφέρονταν ἀκόμη τά μακρά καί τά βραχέα. Παρέμεινε ἔτσι, γιά νά θυμηθῶ τόν Κωνσταντῖνο Οἰκονόμο τῶν ἐξ Οἰκονόμων (Περί τῆς γνησίας προφορᾶς, τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, 1830), «ὡς ἀχώριστος ἰδιότης, καί οἷον ζωή καί ψυχή, τῶν ἐγγραμμάτων καί σημαντικῶν φωνῶν, ἤτοι τῶν λέξεων, εἰδοποιοῦσα καί διορίζουσα τήν τούτων ἀπαγγελίαν. Ταύτην λοιπόν οἱ μεταγενέστεροι ποιηταί μετεχειρίσθησαν ἐν ταυτῷ καί ὄχημα καί βάσιν τῆς στιχοποιΐας, ποδίζοντες τά μέτρα τῶν στίχων ὄχι πλέον κατά τόν χρόνον τῶν μακρῶν καί τῶν βραχέων, τόν ὁποῖον ὁ ἀπαίδευτος καί ἄμουσος ὄχλος δέν εἶχεν αὐτία νά διακρίνη, ἀλλά μόνον κατά τόν τόνον καί τόν ἀριθμόν τῶν συλλαβῶν, ἐκ τῶν ὁποίων γεννᾶται ὁ λογοειδής ρυθμός, διά τήν συναρμογήν καί συγγένειαν τῆς γλώσσης μετά τῆς μουσικῆς τέχνης. Τούτους δέ τούς δημοτικούς στίχους ὡνόμασαν καί λογοειδεῖς..., συνηθέστερον δέ τούς ὡνόμασαν πολιτικούς, ὡς ἐκ πολιτικῶν... ὀνομάτων, ἤτοι τῆς κοινῶς... συνειθισμένης γλώσσης καί προσωδίας...» Σ' αὐτό τόν λογαοιδικό τρόπο ἀναφέρεται ὁ Παπαδιαμάντης, πού ἔχει, ὡς φαίνεται, κατά νοῦ τό ἔργο τοῦ Οἰκονόμου, σ' αὐτόν στήριξαν οἱ Πατέρες τήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὑπηρετώντας θεμελιακές ἀνάγκες τῆς λατρείας καί διασώζοντας ἐμμέσως, πλήν ἀσφαλῶς, τήν μουσική ὑφή τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου.

Ἡ ἐκκλησιαστική ὑμνογραφία ὑψώνει τήν γῆ στά οὐράνια μέ τήν ἀδιάρρηκτη ἑνότητα τοῦ λόγου καί τοῦ μέλους της, ἑνότητα εἰδοποιό τῆς ἀρχαίας προσωδίας (ἀληθινοῦ δώρου τῆς Προνοίας στό Γένος μας), πού φωτίζει τήν διαφορά τῆς ἐθνικῆς μας μουσικῆς ἀπό τό γρηγοριανό μέλος καί τήν λοιπή μουσική τῆς Δύσεως. Μπορεῖ ἡ κατά ποσόν προσωδία νά εἶχε ὑποχωρήση, ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀνῆλθε εἰς τό ἱστορικό προσκήνιο, εἶχε ἀφήσει ὅμως ἴχνη ἀνεξίτηλα στό ποιόν τῆς γραφῆς καί τοῦ μέλους, καθώς βεβαιώνουν τά βυζαντινά μουσικά χειρόγραφα, ὅπου τά «λόγια» σημειώνονται ἄτονα καί ἀπνευμάτιστα, ἐπειδή ρόλο πνευμάτων καί τόνων παίζουν τά σύμβολα τῆς παρασημαντικῆς. Μεταπλαθόμενος λοιπόν λειτουργικά ὁ πάτριος ἡμῶν λόγος, διεφύλαξε τήν ἑνότητα σώματος καί πνεύματος, νοῦ καί καρδιᾶς, ἄν καί ἡ προφορά τῆς συλλαβικῆς ποσότητος εἶχε ἀτροφήσει.

Διακρίνει τόν λειτουργικό λόγο ἕνας ἀναγωγικός δυναμισμός, τόν ὁποῖο ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος παραγνωρίζει ἐπειδή θεωρεῖ τόν γλωσσικό τύπο ἔνδυμα καί τόν ξεχωρίζει ἀπό τό νόημα. Αὐτή ἡ ἀναγωγική δύναμι συνυφαίνεται μέ τήν καθολικότητα τῆς τελουμένης ἀληθείας καί κάνει τήν ὑμνογραφία νά «κατανοεῖται» ὄχι καθ' ἑαυτήν ἐννοιολογικῶς ἀλλ' ἐν πίστει στήν ἱεροπραξία. Δέν ὑπάρχει κατά συνέπεια «ἐγώ» τοῦ ποιητῆ, πού πρέπει νά συνταυτισθῆ μέ τό «ἐγώ» μας. Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει ἡ λειτουργία θά ἦταν θεατρική ἀναπαράστασις ἤ κατηχητική σύναξις, τό δέ αἴσθημα ὑποκειμενικό. Ἀντίθετα, ὁ ὑμνογράφος καί τό πλήρωμα δέν ἀποτελοῦν μεμονωμένα ἄτομα ἀλλὰ τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, ὁπότε ἡ μελωδία τοῦ ἀρχαίου κοινοτικοῦ ἤθους προεκτείνεται καί ἀναβαπτίζεται στό νέο κυρίαρχο αἴτημα τῆς κατανύξεως. Στό κλῖμα τοῦτο ὁ ἀγραμμάτιστος πιστός «ἐννοεῖ» τό μυστήριο καλύτερα ἀπό τόν κομψό γραμματισμένο, ὁ ὁποῖος -ὀφείλουμε νά τό ὑπογραμμίσωμε- κατά βάθος ἐπιζητεῖ τήν μετάφρασι γιά νά καλύψη μέ μία σχέσι διανοητική τήν ἀπουσία τῆς κατανύξεως.

Πῶς συγκινοῦν τόσο πολύ οἱ ἐκκλησιαστικοί ὕμνοι, καίτοι γραμμένοι σέ ἰδίωμα ξένο πρός τό γλωσσικό μας αἴσθημα; Δέν ἀρκεῖ νά λέμε πώς ἡ ἀρχαιοπρέπεια κάνει τόν λειτουργικό λόγο ἁπλόν καί ἀναλλοίωτο σάν φυσικό φαινόμενο, διότι αὐτό ἀφορᾶ μᾶλλον στό ἐπιβάλλον παρά στήν ὑποβλητική του δύναμι. Οἱ ὕμνοι εἶναι στοιχεῖα τῆς λατρείας καί γί αὐτό δέν μεταδίδουν μηνύματα ἀλλά συναγείρουν τόν πνευματικό μας κόσμο διά τοῦ αἰσθήματος, ξυπνοῦν ἐντός μας μία κατάστασι διαχύσεως, εἰς τήν ὁποία δέν ὁδηγεῖ ἡ φυσική σειρά τῶν πραγμάτων. Δέν ὑποβάλλει κάποια ἀφηρημένη ἰδέα, ὑποβάλλει μία ὑπεροχική τάξις, παροῦσα καί αὐθύπαρκτη, ἕνα σύμβολο πού ἐξ ὁρισμοῦ δέν ἀναπαριστᾶ ἄλλα μετέχει τοῦ συμβολιζομένου. Ἡ μετάφρασι, καί δή στό ἰσοπεδωμένο σύγχρονο ἰδίωμα, κατ' ἀνάγκην συγκεντρώνεται στήν ἔννοια, τήν ὁποία ἀποδίδει εἰς βάρος τοῦ πνευματικοῦ ὁρίζοντα πού ὁ λειτουργικός λόγος δημιουργεῖ, ὅμως κατ' αὐτό τόν τρόπο διασπᾶ τήν ριζική ἑνότητα τοῦ λόγου καί τοῦ μέλους, καταστρέφοντας συνάμα τό ὑπερούσιο ποιόν καί τό εὐκατάνυκτο ἦθος τῶν ὕμνων. Ἰδού γιατί νιώθουμε ἀποστροφή ἀκούγοντας «θ' ἀνοίξω τό στόμα μου καί θά γεμίση πνεῦμα καί λόγο θά βγάλω...» κι ἄς ἀποδίδουν οἱ αὐτές λέξεις ποιητικά σέ μίαν ἄλλη προοπτική, ὅπως τοῦ δημοτικοῦ τραγουδιοῦ. Τί διαφορά ἀπό τό πρωτότυπο, ποὺ μέ τήν ὑποβλητική του ἱεροπρέπεια τρέπει τό κοινότατο ἄνοιγμα τοῦ στόματος σέ ὑπερφυσικό συμβολισμό τῆς θείας ἐμπνεύσεως! Δέν μέ προδιαθέτουν ἐκτρώματα τοῦ τύπου «κρεμιέται σήμερα στό ξύλο» (κρεμιέται μόνος του ἤ τόν κρεμοῦν;), μέ τά ὁποία «ἀνανεώνουν» τό θρησκευτικό αἴσθημα τῶν μαθητῶν στά σχολεῖα μας οἱ θεολόγοι προπαγανδισταί τοῦ «καινούριου κόσμου τοῦ Θεοῦ», ἀφοῦ ἡ δική τους ἀνευθυνότητα μέ σταματᾶ πολύ πρίν νά ἐξετάσω τήν ἐμβέλεια μιᾶς ἰδανικῆς μεταφράσεως, ἡ ὁποία ἐν προκειμένω ἐνδιαφέρει. Αὐτῆς τῆς ἰδανικῆς μεταφράσεως τόν λόγο θεωρῶ ἀκριβῶς λειτουργικά πεθαμένο, διότι ἐξαντλεῖται μοιραία σέ λιγότερο ἤ περισσότερο «ποιητική» μεταφορά τοῦ ἐννοιολογικοῦ περιεχομένου, ἐνῶ τό ἀρχέτυπο, συνενώνοντας τό ἐδῶ μέ τό ἐκεῖ, χάρη στήν πολυσημία τῶν ρημάτων καί τῶν ὀνομάτων, μεταβάλλει τήν φωνή τοῦ ὑμνωδοῦ σέ καθολική ἀλήθεια πού ἠλεκτρίζει. Τί ἄλλο ἐννοοῦσε ὁ Παπαδιαμάντης ὅταν μιλοῦσε γιά μέχρι νεκροφανείας ψυχρότητα τῶν ἐκδημοτικισμένων ὕμνων;

Ὁ σημερινός ἄνθρωπος ἐκφράζεται, ὡς ψυχολογικό ὑποκείμενο, μέ τήν ἀτομική του φωνή· δέν ἀντηχεῖ στόν λόγο του τό πνεῦμα τῆς ὁμάδος. Ἡ Ἐκκλησία μας γνώριζε ἀνέκαθεν τά ὅρια τοῦ ἀτομικοῦ λόγου -καί τοῦ πιό ποιητικοῦ- γι' αὐτό καί δέν περιέλαβε στήν ὑμνολογία οὔτε ἕνα στιχούργημα τοῦ Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ, οὔτε ἕναν ὕμνο τοῦ Συμεῶνος Νέου Θεολόγου, παρά τό γεγονός ὅτι ἀμφότερους τούς τοποθετεῖ στήν κορυφή τῶν ἁγίων της. Δέν ἔπασχαν βέβαια οἱ δύο θεολόγοι τόν ἀποκλεισμό τοῦ συγχρόνου ἄνθρωπου, μιλοῦσαν ὅμως ἐξ ἰδίων. Ἄλλο ἡ ἐσωτερική ζωή καί ἡ ἔκφρασι τοῦ κάθε ἑνός καί ἄλλο ἕνα λατρευτικό σύμβολο· ἄλλο ἡ ἐξωτερίκευσι ἑνός βιώματος καί ἄλλο ἡ συγκέντρωσι τῶν ψυχῶν εἰς τό αὐτό σημεῖο. Τό σημεῖο τοῦτο χάνει τήν ἐνοποιό του δύναμι γινόμενο ἰδέα - στήν περίπτωσι, αἴφνης, τῶν μεταγλωττισμένων ὕμνων ἤ τῶν ἀλήστου μνήμης «θρησκευτικῶν» τραγουδιῶν τοῦ τύπου Ὁ Χριστός ἀρχηγός μας καί στρατιῶτες ἐμεῖς. Ἐάν τό λατρευτικό σύμβολο ἦταν ἰδεολογικό, δέν θά ὑπῆρχε λειτουργική ἔκφρασι, δεδομένου ὅτι τό περιεχόμενο τῶν ὕμνων θά ἦταν διακεκριμένο ἀπό τήν μορφή καί γι' αὐτό μεταδόσιμο μόνο του. Ἡ λειτουργική τέχνη δέν φιλοτεχνεῖ ἕνα σύμβολο τοῦ κόσμου γιά νά τόν εἰκονίση καί νά τόν ἀντιπαραθέση ὡς ἀντικειμενική ὑπόστασι στόν νοῦ· θεωρώντας τόν κόσμο συμβολικά, κατοχυρώνει τήν ἐσωτερική του συγκρότησι ἀνάγοντας τά πάντα στό πνευματικό του κέντρο. Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει καί οἱ φυσικές ἀκόμη ἰδιότητες τῶν ὄντων δέν ἰσχύουν παρά ἐφ' ὅσον τά ὄντα προσλάβουν τήν σημασία τῆς πνευματικῆς τάξεως καί τῆς ἱεραρχίας τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία καθορίζει ἔτσι συμβολικά καί αὐτή τήν λειτουργικότητά τους. Φαίνεται, νομίζω, ἡ ἐξαιρετική σπουδαιότης τοῦ τυπικοῦ γιά τήν ἱεροτελεστία: Δέν εἶναι ἄχρηστη ἐπένδυσι ἀλλά ὀργανική ἄρθρωσι τοῦ λατρευτικοῦ συμβολισμοῦ, περιφρουρητικὴ τῆς αὐθυπαρξίας του. Ὅταν λοιπόν ὁ συμβολισμός αὐτός ἐκπίπτη σέ παράστασι τῆς «ἀπομυθευμένης» πραγματικότητος χάνει τήν αὐθυπαρξία του, ἡ πνευματική τάξι πού χάραζε ἐκ τῶν ἔνδον τά ὅρια τῆς πράξεως καταρρέει καί ὁ ἄνθρωπος ὁρμᾶ πλέον ἀχαλίνωτα στό κυνήγι τῆς δικῆς του ἐπαρκείας - τήν θανάσιμη χίμαιρα τῆς ἀπόλυτης δυνάμεως. Τό συμβολικό μορφώνει τό φανταστικό, ἐνῶ τό φανταστικό μόνο του ὑπάρχει καί ἀναπαράγεται σάν τό ἀρχέγονο χάος.

Ὁ μεταφραστής τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων συναντᾶ ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια προκειμένου νά ἀποδώση τόν λειτουργικό συμβολισμό. Ἐνῶ τό ἀρχαῖο ἰδίωμα ὑψώνει τά λόγια τῆς λατρείας σέ σύμβολο θεϊκῆς πνοῆς καί περαιτέρω καθολικῆς ἀληθείας τῆς πίστεως, ἡ μετάφρασι τά σχετικοποιεῖ, εἰσάγοντας μέ τήν δηλωτική πλευρά τοῦ ἐνεργοῦ λόγου τό ἀτομικό αἴσθημα. Χαρακτηριστικό τῶν νεωτέρων γλωσσῶν -κυρίως τῆς Δύσεως- εἶναι ὅτι ἀποτελοῦν μέσον ἐπικοινωνίας καί ἐκφράσεως ἀτόμων. Ὅσο παλαιότερος ὁ λόγος τόσο πιό πλατύ τό αἴσθημα. Τό ἀτομικό αἴσθημα ἐντυπώνεται σέ εἰκόνες• ὁ συλλογικός μύθος ἐκφράζεται μέ σύμβολα. Ἐξ' οὗ ἡ ἀποτυχία δοκίμων κατά τά ἄλλα ποιητῶν μας, ὅταν ἐπεχείρησαν νά «μεταγράψουν» στήν νεοελληνική κάποια πολύ προσφορώτερα, ἐν σχέσει πρός τούς ὕμνους, βιβλικά κείμενα. Τούς διέφευγε ὅτι ἀνασχημάτιζαν μέν ἔννοιες καί λέξεις, δέν δημιουργοῦσαν ὅμως σύμβολα κοινῆς λατρείας καί πίστεως. Ὡς ἀτομική ἀλήθεια τό ἱερό καταντᾶ παγερό καί ἀναξιόπιστο κατάπλασμα ἐπειδή ἀντικαθιστᾶ τό πνεῦμα τῆς ζωντανῆς πίστεως μέ τήν -ποιητική ἤ μή ἀδιάφορο- λογική τῶν ἰδεῶν. Ἡ ὀμορφιά τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων ἀναδύεται ὡς ὀσμή εὐωδίας πνευματικῆς ἀπό τήν λειτουργική τους διάστασι, ὄχι ἀπό τήν οἱανδήποτε «λογοτεχνική» τους ἀξία καί ἀρετή. Καί ὅσον ἀφορᾶ εἰς τά καθ' ἡμᾶς, ὑπό τό πρῖσμα ὅλων τῶν ἀνωτέρω, ἡ μεταγλώττισι τῆς ὑμνογραφίας στερεῖται θετικοῦ νοήματος• ὅσον ἀφορᾶ ὅμως τήν ἀπόδοσι τῶν ἱερῶν κειμένων καί μάλιστα τῶν ὕμνων τῆς μίας, ἁγίας καί καθολικῆς Ἐκκλησίας μας σέ ξένες γλῶσσες, γιά νά εὐτυχήση, ὀφείλει νά διασώζη καί νά ἀκτινοβολῆ τό λειτουργικό τους κάλλος. Τοῦτο δέν εἶναι ἀνέφικτο, ὑπό τόν ὅρο ὅτι θά ὑπάρχη σταθερή ἀναφορά πάντα στό ἑλληνικό πρωτότυπο, ἐνδεχομένη ἀπώλεια τοῦ ὁποίου συνεπάγεται καίριον τραυματισμό τῆς Ὀρθοδοξίας.

Τό σύμβολο κατακτᾶται καί μπορεῖ νά ἀνανοηματίζεται, ὅταν τό ἐσωτερικεύουμε καί ὄχι ὅταν ἀναγνωρίζουμε τό ἐννοιολογικό του περιεχόμενο. Στήν δεύτερη περίπτωσι εἶναι σημεῖο• στήν πρώτη ἀναδεικνύεται πηγή σημασίας. Λατρευτικῶς τό σύμβολο βιώνεται μέ τήν ψαλμωδία, ἡ ὁποία δίνει στόν λόγο ἔντασι, τόν στρέφει πρός τό βάθος καί τόν κάνει ἐγκάρδιο. Τό σύμβολο δέν ἐγγίζει τίς ψυχές ξεχωριστά, ἀλλά τίς παίρνει ἐπάνω του μέ τήν σύν-κίνησι ὅλων. Πᾶσα πνοή αἰνεσάτω τόν Κύριον. Τήν ὁμαδική θέασι τοῦ κέντρου τῆς ζωῆς διά τῆς πνευματικῆς αἰσθήσεως ἐξασφαλίζει ἡ παράδοσι. Ἡ παράδοσι δέν μᾶς καθηλώνει στό παρελθόν, μᾶς γυρνᾶ μέσα· δέν γεννᾶ αἴσθημα, μᾶς ὁδηγεῖ στό αἴσθημα καί ὑπ' αὐτή τήν ἔννοια μᾶς συγκινεῖ, μᾶς ἑνώνει μυστικά μέ ζώντας καί τεθνεώτας. Σκοπός τῆς Θείας Λειτουργίας δέν εἶναι νά κατανοηθῆ τό σύμβολο, εἶναι ν' ἀνοίξη ἡ ψυχή μας, ὁπότε θέμα μεταφράσεως οὔτε γιά τούς ὕμνους οὔτε γιά τά ὑπόλοιπα μέρη της τίθεται. Δέν ἰσχύει γιά τήν γλώσσα μας ὅ,τι διά τίς ἄλλες καί ὁ λόγος εἶναι ἁπλός: ἡ νεοελληνική δέν ἀποτελεῖ ξένο σῶμα ἐν σχέσει πρός τήν ἀρχαία ρίζα της, ὅπως ἡ γαλλική, αἴφνης, ἐν σχέσει πρός τήν ἑλληνική. Δέν συγκροτεῖ ἑπομένως σέ κάθε ἡλικία της αὐτοτελές γλωσσικό σύνολο, διακεκριμένο σαφῶς ἀπό τό ἄμεσο καί τό ἀπώτερο παρελθόν του, εἰς τρόπον ὥστε διατηρεῖ στό ἑκάστοτε παρόν πολιούς τύπους γιά νά ἐνεργοποιῆ βαθύτερα κοιτάσματα τοῦ πνευματικοῦ μας βίου -ἐν προκειμένῳ τόν κόσμο τῆς λατρείας-, πού πρέπει νά μήν θίγωνται ἀπό τήν ρευστότητα τοῦ κοινοῦ λόγου. Ἀντί τοῦ ρηχοῦ λοιπόν «ἐκσυγχρονισμοῦ» ἐπιβάλλεται ἀκραιφνής τήρησι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπικοῦ, δημιουργία ὅσο τό δυνατόν κατανυκτικώτερης λειτουργικῆς ἀτμόσφαιρας καί μεστό κήρυγμα, πού ἐξιστορικεύει ἑρμηνευτικά τόν εὐχαριστιακό συμβολισμό. Ἀπεργαζόμενος τήν ἑνότητα καρδιᾶς καί διανοίας, ὁ συμβολισμός τοῦτος ἀναφαίνεται οὐσιαστική προϋπόθεσι τῆς προσευχῆς ὅλων, χωρίς τήν ὁποία κοινωνία τῶν μυστηρίων δέν ὑφίσταται. Ἐκεῖνο πού κατ' ἐξοχήν ἐμποδίζει τόν σύγχρονο ἄνθρωπο νά προσευχηθῆ, νά ἀναβιβάση τόν νοῦ στόν Θεό καί νά Τοῦ μιλήση, δέν εἶναι ὁ μερισμός τῆς καρδιᾶς καί τῆς διανοίας;

Ἀντί νά μονιμοποιοῦμε τόν ἐσωτερικό διχασμό τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου ἐν ὀνόματι κάποιου ἀπερίσκεπτου ἐκσυγχρονισμοῦ, πρέπει νά ἀποκαταστήσωμε τήν χαμένη πνευματική του ἑνότητα. Μετακομίζοντας τό νόημα σέ ἕνα λόγο «σύγχρονο», χωρίς νά ἀντιλαμβανώμαστε τί ἀκριβῶς θά πῆ αὐτό, πλήττομε τό ἐνοποιό σύμβολο καί διασκορπίζομε τούς ψυχισμούς, ἐνισχύοντας τήν ἐξωτερική συνοχή τῆς λογικῆς καί τῶν τεχνικῶν μέσων. Ὄχι ὅτι ἀπό τό σύμπαν τῆς λογικῆς ἀπουσιάζει τό συμβολικό ἑδραίωμα - κάθε ἄλλο! Ὑπάρχει ἁπλῶς ὡς δεισιδαιμονία τοῦ πρακτικοῦ ἀποτελέσματος, πού ἐγκυμονεῖ ὅμως γιά τόν πολιτισμό μεγάλους κινδύνους, διότι ἐπιτρέπει ἕναν κατευθυνόμενο συμβολισμό, οἰκοδομούμενο στόν σκοτεινό καί ἀποκλειστικό μηχανισμό τῆς ἐπιθυμίας καί τῆς ἀνάγκης. Πρῶτα, τό συμβολικό στερέωμα ἐμόρφωνε τήν ἰδιοπροσωπία κάθε ἐθνικῆς ὀντότητος καί ἐξασφάλιζε τήν συνύπαρξι ὅλων, δίκην διαφορετικῶν γαλαξιῶν• τώρα, ἡ πολυμορφία ἀπωθεῖται διακριτικά ἤ βάναυσα, πάντως μεθοδικά, ὑπέρ ἑνός καί μόνου παγκοσμίου συστήματος, τό ὁποῖο παραλλάσσει μέν στόν χρόνο ὡς σύνολο, ἀρνεῖται ἐν τούτοις νά δεχθῆ τήν οἱανδήποτε ἐξαίρεσι στούς κόλπους του. Καθώς ὅμως τά ὅρια τῶν ἀναγκῶν εἶναι ἐντελῶς αὐθαίρετα, ὁ δέ πολιτισμός πού ὑπάρχει γιά νά τίς ἱκανοποιῆ διέπεται ἀπό βαθύτατη ἀνασφάλεια, καί ἐξ ὁρισμοῦ τείνει μέ τά ἔργα του πρός τήν ἀμορφία καί τήν ἀποσύνθεσι, ἡ ὀρθόδοξη Ἀνατολή ἔχει σοβαρώτατους λόγους νά ἀντιπαραθέτη στόν τεχνοκρατικό ἐπεκτατισμό τῆς Δύσεως τόν θεούμενο ἄνθρωπο, ὡς ζωντανό σύμβολο ἑνός βίου πνευματικοῦ, τέλος τοῦ ὁποίου δέν εἶναι νά συμμορφωθοῦμε στά κελεύσματα τῆς ὅποιας «ἀνάγκης», ἄλλα νά μεταμορφωθοῦμε ψυχή τε καί σώματι, νά πληρωθοῦμε ἐκτός αὐτῆς.

Στήν ὅλη ἀργολογία περί ἐκδημοτικισμοῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνογραφίας, ὅπως στό σύνολο τῶν προωθούμενων ἀπό ποικίλες πλευρές «ἐκσυγχρονισμῶν» τοῦ τόπου, ὑφέρπει ἡ σκοπιμότης νά ἐνσωματωθοῦμε, ἐπί τέλους, στήν Δύσι, ἀσχέτως ἐάν τοῦτο συνεπάγεται νά χάσωμε τό πρόσωπό μας καί ἀκυρώνει αὐτή τήν ἐπιζητούμενη ἐνσωμάτωσι, ἀφοῦ προϋποθέτει ἕνα ἱστορικό κουρέλι. Χωρίς ὀντότητα κανένας λαός δέν ἀντέχει στούς κλυδωνισμούς τῶν σκληρῶν ἀναπροσαρμογῶν πού ἐπιβάλλει μία οἰκουμενική συγκυρία σάν τήν παροῦσα. Ὑπ' αὐτό τό πρῖσμα ἔχει ὑψίστη σημασία νά διαφυλάξωμε ἄθικτο τόν πνευματικό μας θησαυρό, ἀρχίζοντας ἀπό τήν παραδόσιμη λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὀφείλει μάλιστα, ἀντί ἄλλης κατηχήσεως, νά ἐνθαρρύνη ἐμπράκτως τίς σπουδές τῆς ἀρχαίας μας γλώσσας καί παραλλήλως νά καλλιεργήση τήν λειτουργική μέ τήν δημοτική μουσική καί χορό, ἐν ἐπιγνώσει ὅτι μόνο ἡ θέρμη τῶν ψυχῶν θά σώση τήν Πίστι. Ὡς πυρήνας τοῦ ἐθνικοῦ πνεύματος ζωῆς, ὡς διαπλαστική δύναμις ἀνθρώπων, ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἀπείρως πλουσιώτερη ἀπό ὅλα μαζί τά σύγχρονα καί τά μελλοντικά μηχανήματα, ἀπό αὐτήν μπορεῖ τό Γένος νά περιμένη οὐσιαστική ἠθική ἐνίσχυσι στήν μάχη ἐπιβιώσεως πού δίνει, ἐγκαταλελειμμένο ἐν ψυχρῷ ἀπό τήν ἰδιοτελῆ πνευματική καί πολιτική του ἡγεσία. Ἡ προαιώνια ρίζα δέν μᾶς χρειάζεται ἰδεολογικά• μᾶς χρειάζεται ὡς αὐθεντική πνευματική συγκρότησι καί ἐσωτερική ἑδραία βάσι, ἄνευ τῶν ὁποίων σέ μιὰ ἰσχυρή ἱστορική πίεσι εἶναι ἀναπόφευκτο νά καταρρεύσωμε. Ποιό μπορεῖ νά εἶναι τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας, ὅταν ὁ λαός ποὺ ἀνέβασε τό πνεῦμα στά οὐράνια γίνη μουσειακό ἀντικείμενο;

Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ καὶ οἱ δόλιες μεθοδεύσεις ἐναντίον της

Ἡ ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν

τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»,
ἀρ. τ, 2081, 15.01.2014 

THREE HIERARCHS-web.             Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἔστειλε ἐμπεριστατωμένο ἔγγραφο στὸν Ὑπουργὸ Παιδείας, μὲ τὸ ὁποῖο «ἐπιθυμεῖ νὰ ἐκφράσει τὴν ἔντονη πικρία της, διότι, σύμφωνα μὲ ὑ πουργικὸ ἔγγραφο (…) ἡ ὡς ἄνω σχολικὴ ἑορτὴ χαρακτηρίζεται πλέον ‘‘ἀργία’’, μὲ ἁπλὴ δυνατότητα ‘‘συμμετοχῆς σὲ ἐκκλησιασμὸ’’ ἢ ‘‘σὲ ἑορταστικὲς ἐκδηλώσεις’’. Καθίσταται σαφὲς δι’ αὐτοῦ τοῦ ἐγγράφου ὅτι ἐπέρχεται πλήρης ἀλλοίωση τοῦ νοήματος τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ὡς προστατῶν τῆς παιδείας μας». Γιὰ τὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση «προσδιορίζεται πλέον ὡς ἀργία καὶ ὄχι ὡς σχολικὴ ἑορτή, συνοδευόμενη ἀπὸ ἐκκλησιασμό· θεωρεῖται δηλαδὴ μία ἀκόμη κοσμικὴ ἀργία χωρὶς ἐκκλησιαστικὸ χαρακτήρα, χωρὶς καμμία ἀναφορὰ στοὺς τρεῖς σπουδαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, κατ’ ἐξοχὴν προστάτες τῆς παιδείας καὶ ὑπερμάχους τῶν ἑλληνικῶν (δηλαδὴ τῶν κοσμικῶν, ἐξωχριστιανικῶν, στὴν ἐποχή τους) γραμμάτων. (…) Ὅπως ἀσφαλῶς γνωρίζετε, στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἡ Ἐκκλησία μας – καὶ ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη – ἀναγνωρίζει τούς ἐπιφανέστερους ἐκπροσώπους μιᾶς πλειάδας ἐμπνευσμένων πρώιμων Πατέρων καὶ διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἀναδείχθηκαν φωτεινὰ ὁρόσημα τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῶν Γραμμάτων, μὲ παγκόσμια ἀκ τινοβολία. Κορυφαῖα πνευματικὰ ἀναστήματα, ποὺ μᾶς κληροδότησαν ἕνα κολοσσιαῖο συγγραφικὸ καὶ ὁμιλητικὸ ἔργο, πραγματικὰ ἀδαπάνητο θησαυρὸ γλώσσας, παιδείας καὶ ἐπιστήμης (…). Οἱ τρεῖς αὐτοὶ ἰσότιμοι καὶ ὑπερφυεῖς Ἱεράρχες ἀξιοποίησαν δημιουργικὰ τοὺς πνευματικοὺς θησαυροὺς τῆς ἀρχαιότητας συνδυάζοντας ἁρμονικὰ τὴν ἀνθρώπινη γνώση μὲ τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ εἶχαν τὸ θεῖο χάρισμα νὰ ἀποτελέσουν μὲ τὴν ἀνοιχτὴ καὶ διαυγὴ σκέψη τους τοὺς θεμελιωτὲς τῆς θαυμαστῆς συζεύξεως τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σοφίας μὲ τὴ χριστιανικὴ ἀλήθεια. Ὑπῆρξαν ἔνθερμοι φορεῖς ἑλληνικῆς παιδείας, τὴν ἀξία τῆς ὁποίας ὑποστήριξαν καὶ καλλιέργησαν σὲ ὕψιστο βαθμό (…)». Ἐκφράζουμε τὴν ἱκανοποίησή μας γιὰ τὸ βαρυσήμαντο αὐτὸ διάβημα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ παρακαλοῦμε τὸν κ. Ὑπουργὸ τῆς Παιδείας νὰ ἀρθεῖ στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων καὶ νὰ ἐκδώσει νέα ἐγκύκλιο, μὲ τὴν ὁποία ἡ ἑορτὴ τῶν Τριῶν μεγάλων Ἱεραρχῶν θὰ ἀνυψώνεται στὸ ἀνώτερο δυνατὸ ἐπίπεδο σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες τῆς ἑλληνικῆς ἐκπαιδεύσεως.

Πρωτοπρ. Άγγελος Αγγελακόπουλος, Ο εγκωμιαστής του «πρωτείου του πάπα» και του «κειμένου της Ραβέννας» Σεβ. Μητρ. Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος ( Μέρος Ε΄ Τελευταίο)

Δείτε το Α Μέρος εδώ
Δείτε το Β Μέρος εδώ
Δείτε το Γ Μέρος εδώ
Δείτε το Δ Μέρος εδώ

Εν Πειραιεί 14-1-2014
Ο ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΗΣ ΤΟΥ «ΠΡΩΤΕΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΠΑ» ΚΑΙ ΤΟΥ «ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΡΑΒΕΝΝΑΣ» ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
(ΜΕΡΟΣ Ε΄ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΝ)
Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος,
εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς
Ἡ κυκλοφόρηση τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» προκάλεσε μια σειρά ἀντιδράσεων ἐκ πλευρᾶς τῶν Οἰκουμενιστῶν:
Α) Τό κείμενο τοῦ Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου π. Γεωργίου Τσέτση[1], ἀνδρωθέντος ἐν τῷ Οἰκουμενισμῷ, διακονήσαντος τόν Οἰκουμενισμόν, ἐμμένοντος εἰς τά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, παρά τό ὅτι σέ κάποιες μελέτες του φαινόταν ὅτι σταδιακά καί κριτικά θά μποροῦσε νά ἀποδεσμευθεῖ καί νά ἀπελευερωθεῖ ἀπό τήν οἰκουμενιστική αἰχμαλωσία καί πλάνη. Θά εἶχε καταληφθῆ ἡ ᾿Εκκλησία ἀπό τούς αἱρετικούς, ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ ᾿Ενιστάμενοι καί ἀγωνιζόμενοι ῞Αγιοι Πατέρες. 

Θά καταληφθεῖ καί σήμερα ἀπό τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἄν ἀκολουθούσαμε τήν σύσταση τοῦ π. Τσέτση περί ὑπακοῆς στίς δῆθεν πανορθόδοξες ἀποφάσεις γιά συμμετοχή τῶν ᾿Ορθοδόξων στήν Οἰκουμενική, δηλαδή στήν συγκρητιστική διαχριστιανική καί διαθρησκειακή, Κίνηση.῾Ο τίτλος «Νεοενιστάμενοι», πού μᾶς ἀπένειμε δέν ἀποτελεῖ μομφή, ἀλλά ἔπαινο, γιατί δέν προβάλλουμε τίποτε δικό μας, οὔτε ἀκολουθοῦμε τίς καινοφανεῖς διδασκαλίες τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἀλλά βαδίζουμε ἐπί τῆς ὁδοῦ τῶν ἀγωνισθέντων ἐναντίον τῶν αἱρέσεων ῾Αγίων Πατέρων, τούς ὁποίους ὑποτιμοῦν, περιφρονοῦν καί ὑβρίζουν κορυφαῖοι Οἰκουμενισταί ὡς ὄργανα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως. ῾Η βεβαιότητα γιά τήν ἀλήθεια τῶν ὅσων ὑποστηρίζουμε ἀντλεῖται ἀπό τήν ἀπαρέγκλιτη κατακολούθηση τῶν ᾿Αποστόλων καί τῶν Πατέρων[2].
Β) Ἡ ἐπιστολή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου[3] πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, στήν ὁποία ὁ Πατριάρχης μέμφεται μέ πολύ σοβαρές ἐκφράσεις τήν προσυπογραφή τῆς «Ὁμολογίας» ἀπό πολλούς Ἀρχιερεῖς, ἡγουμένους, κληρικούς καί λαϊκούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Μεταξύ ἄλλων ὁ Πατριάρχης «συνοδική διαγνώμη» ἐκφράζει «τόν ἔντονον προβληματισμόν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου» καί καταγγέλλει τήν «Ὁμολογία Πίστεως» ὅτι «παραπλανᾶ μέρος τοῦ πιστοῦ λαοῦ», ὁδηγεῖ σέ «σχίσμα» ὄχι μόνο τούς πιστούς, ἀλλά καί τήν ἴδια τήν Ἱεραρχία καί ἐπιπλέον δημιουργεῖ προβλήματα στή ἐπικοινωνία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες! Εἶναι προφανές ὅτι οἱ καταγγελίες εἶναι ἰδιαίτερα σοβαρές καί ἀφοροῦν σέ σοβαρότατα κανονικά παραπτώματα, πού ἐπισείουν αὐστηρότατες ποινές. Καί ὁ Οἰκουμενικός κατακλύει τήν ἐπιστολή του μέ τήν πρόσκληση στήν Ἱεραρχία «ὅπως τό ταχύτερον δυνατόν λάβη ἐπισήμως θέσιν» καί νά καταδικάσει τήν «Ὁμολογία» καί τούς κληρικούς, πού τήν ὑπέγραψαν «ἀναλογιζομένην τόν κίνδυνον, τόν ὁποῖον ἐγκυμονεῖ διά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἐπιδεικνυμένη ἀνοχή ἤ, ὡς ἀποδείκνυται, καί ὑπό τινῶν ἐκ τῶν ἐπισκόπων αὐτῆς ἐνθάρρυνσις, τοιούτων διχαστικῶν ἐνεργειῶν»… Ἐπίσης, σέ ὁμιλία του ὁ Πατριάρχης εἶχε τονίσει ὅτι οἱ πρωτεργάτες τῆς «Ὁμολογίας» «θά λάβουν τίς δέουσες ἀπαντήσεις, διότι αὐτά εἶναι ἀπαράδεκτα πράγματα».
Γ) Ἡ ἐπιστολή τοῦ Σεβ. Μητρ. Περγάμου κ. Ἰωάννου (Ζηζιούλα)[4], συμπροέδρου τῆς Μικτῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν πρός ὅλους τους Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Περγάμου κί αὐτός ἐπισείει τόν κίνδυνο σχίσματος λόγω τῆς κριτικῆς, πού δέχεται ὁ Θεολογικός Διάλογος, ὅπως διεξάγεται μέχρι τώρα. Μάλιστα σέ ἀσυνήθιστα αὐστηρό ὕφος θέτει πρό τῶν εὐθυνῶν των (!!!) τούς Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, πού ἐπιτρέπουν τήν κριτική στά συντελούμενα στό χῶρο τοῦ οἰκουμενισμοῦ! Ζητᾶ τήν παρέμβαση τῆς Ἱεραρχίας, ὄχι γιά νά συζητήσει αὐτή τό ζήτημα τοῦ Διαλόγου, ἀλλά γιά νά ἀπαγορεύσει οὐσιαστικά τήν κριτική, πού ἀσκεῖται! Οἱ ἐκφράσεις του εἶναι ἰδιαίτερα χαρακτηριστικές καί προκαλοῦν πολλές ἀπορίες : «Ποῦ βαίνομεν ὡς Ἐκκλησία, Σεβασμιώτατε ἅγιε ἀδελφέ; … “Ὁ ταράσσων (τόν λαόν τοῦ Θεοῦ) βαστάσει τό κρίμα, ὅστις ἄν ἦ” … Ἡ εὐθύνη ὅλων, μάλιστα δέ τῶν ἐπισκόπων, εἶναι πελωρία. … Λάβετε, παρακαλοῦμεν, θέσιν ἐπ’ αὐτοῦ, πρίν ἤ ὁδηγηθῶμεν εἰς πλήρη ἀπαξίωσιν τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων καί διασπασθῆ τό ποίμνιόν Σας ὡς ἐκ τῆς τυχόν ὀλιγωρίας μας»!
Ἀκόλουθος καί ἑπόμενος τοῖς ἀνωτέρω οἰκουμενισταῖς ὁ Σέβ. κ. Χρυσόστομος ἀναμασᾶ τήν καραμέλα περί ἐνισταμένων καί σχίσματος, λέγοντας : «Ἀπό τήν ἱστορία ἔχουμε διδαχθεῖ ὅτι, ἐάν μέν προέχει ἡ ἐκκλησιαστική ἑνότητα, τότε ἡ ὀργάνωση καί ἡ συνείδηση λειτουργοῦν μόνο πρός οἰκοδομῆ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν, ὅμως, προέχει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ἡ ὀργάνωση καί ἡ συνείδηση, τότε ἡ ὀργάνωση γίνεται αὐτοσκοπός καί ἔχομεν "τά εἰς μέρη πλείονα διηρημένα" (Μ. Βασίλειος)»
Ἀκολούθησαν, ἐπίσης, ἀρκετές ἐπιστολές Ἀρχιερέων ἀπευθυνόμενες στόν Ἀρχιεπίσκοπο, πού ἐξέφραζαν τήν ἔντονη ἀνησυχία τους γιά τήν πορεία τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου καί ζητοῦσαν ἡ Ἱεραρχία νά συζητήσει καί νά λάβει θέση γιά τό κρίσιμο αὐτό θέμα πρό τῆς συνεδριάσεως τῆς Μικτῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς στήν Κύπρο.
Ἀκολούθησαν, ἐπίσης, δύο ἐπιστολές πρός τήν Ἱεραρχία τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Δογματικῆς κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη[5], οἱ ὁποῖες εἶναι ἰδιαίτερα ἀποκαλυπτικές γιά τά συμβαίνοντα στό διάλογο καί τίς πρακτικές τῶν πρωτοστατούντων σέ αὐτούς. Ὁ καθηγητής ζήτησε ἀπό τήν Ἱεραρχία : «α) Νά γνωστοποιηθεῖ τό θέμα (τοῦ Διαλόγου) στούς σεπτούς Ἱεράρχες μας. β) Νά τεθεῖ τό θέμα στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, προκειμένου νά συζητηθεῖ μέ βάση τόν ὑπάρχοντα σχεδιασμό (προσχέδιο) τῆς Ἐπιτροπῆς, νά τοποθετηθεῖ ἡ Ἱεραρχία καί νά ἐκδώσει τή Συνοδική της πρόταση. Καί τέλος γ) ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας νά μεταφέρει στήν Κύπρο τή Συνοδική της τοποθέτηση, καί ἐντός τῶν ὁρίων της νά κινηθεῖ καί ὁ ἴδιος». Παράλληλα ὁ κ. Τσελεγγίδης καταγγέλλει ὅτι «γνωστοί «κύκλοι», πού ἡγοῦνται τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου καί δέν ἀνήκουν στήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία, ἀντί νά χαροῦν καί νά ἐπαινέσουν ἕναν ἁπλό πιστό πού σέβεται τήν Κανονική Τάξη τῆς Ἐκκλησίας καί ζητᾶ νά ἐφαρμοστεῖ αὐτή μέ τήν Συνοδική τοποθέτηση τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ἀναλώθηκαν σέ ἕναν ἀγώνα ἀποτροπῆς τῆς πραγματοποιήσεως αὐτοῦ τοῦ αἰτήματος. Παρενέβησαν στά ἐσωτερικά της Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας χρησιμοποιώντας ψευδεῖς ἰσχυρισμούς μέ συκοφαντική διάθεση ἐναντίον μου …. Καί ὅλα αὐτά τά λέγουν, ἀτυχῶς, τή στιγμή πού ζητῶ νά ἀποφανθοῦν Συνοδικῶς οἱ Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας μας … Αὐτοί, πού μιλοῦν περί Ἐκκλησιολογίας καί θέτουν ὡς θέμα τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου τήν Ἐκκλησιολογία, μέμφονται τόν πιστό, πού ἐνεργεῖ ἐκκλησιολογικῶς καί πού ζητᾶ τήν ἐφαρμογή στήν πράξη αὐτῆς τῆς Ἐκκλησιολογίας ἀπό τήν Ἐκκλησία του, ἐπειδή θέλει νά λάβουν γνώση οἱ Ἀρχιερεῖς καί νά ἀποφανθοῦν στή συνέχεια Συνοδικῶς; Πῶς ἐξηγεῖται ὁ τόσος φόβος γιά τήν πλήρη ἐφαρμογή καί λειτουργία τοῦ Συνοδικοῦ Θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας; Μήπως ἐπιθυμοῦν ἀντ’ αὐτοῦ κάποιο σύστημα «Προκαθημένων»; Καί συνεχίζει μέ καίρια ἐρωτήματα ὁ Καθηγητής : «Μέχρι σήμερα ἔγιναν δέκα Συνελεύσεις (στό Διάλογο). Πότε τά θέματα αὐτῶν τῶν Συνελεύσεων (τοῦ Διαλόγου) τέθηκαν ὑπόψη τοῦ σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, προκειμένου νά πάρουν θέση σ’ αὐτά Συνοδικῶς; Πότε ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας συμμετεῖχε στίς Συνελεύσεις (τοῦ Διαλόγου) ἔχοντας στό νοῦ καί στά χέρια του τήν Συνοδική ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας του, τήν ὁποία ὑποστήριζε καί κατέθετε; Ἀλλά, ἄν γιά καμιά ἀπό τίς Συνελεύσεις αὐτές δέν ὑπῆρχε Συνοδική ἀπόφαση, ποιά ἀπόφαση ἐκπροσώπησε καί κατέθεσε ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας; Ἄν, ὅμως, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα καί οἱ Ἀρχιερεῖς μας βρίσκονται σέ ἄγνοια γιά ὅσα ἔγιναν, πῶς διακηρύσσεται ὅτι ὁ Διάλογος διενεργεῖται ὄχι μέ τίς ἐνέργειες ὁρισμένων προσώπων ἤ Ἐκκλησιῶν, ἀλλά μέ ἀποφάσεις ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν αὐτοκεφάλων καί αὐτονόμων Ἐκκλησιῶν; …Οἱ γνῶμες τῶν προσώπων, πού ἡγοῦνται τοῦ Διαλόγου, ἀλλά καί Προκαθημένων Ἐκκλησιῶν, μοῦ εἶναι σεβαστές ὡς προσωπικές μόνον ἀπόψεις τους καί ὄχι ὡς γνῶμες, πού ἐκφράζουν ὁπωσδήποτε τό σύνολο τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό καί θά περιμένω ταπεινά νά ἐκφραστεῖ ἡ Ἐκκλησίας μας ἐν Πνεύματι Ἁγίω Συνοδικά καί ἐλεύθερα, σχετικῶς μέ τή Συνέλευση τῆς Κύπρου, καί ὄχι κάτω ἀπό ἐκβιαστικές καταστάσεις, πού δημιουργοῦν ὁρισμένοι παράγοντες, οἱ ὁποῖοι δέν ἀνήκουν στήν τοπική Ἐκκλησία μας. Οἱ παράγοντες αὐτοί, ἐνῶ δείχνουν ἀπό τή μία ὅτι ἐνοχλοῦνται, ὅταν ἐπικαλούμαστε τήν λήψη Συνοδικῆς ἀποφάσεως, ἀπό τήν ἄλλη, ἔμμεσα πλήν σαφῶς, μᾶς δίνουν τήν ἐντύπωση ὅτι θέλουν νά ἐπιβάλουν τήν κατευθυντήρια γραμμή τους… Ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία εἶναι αὐτοκέφαλη καί θά πρέπει ἐλεύθερα καί ἀνεπηρέαστα νά ἐκφραστεῖ Συνοδικῶς».
Ἀκολούθησε ἐπιστολή Κληρικῶν (8.10.09) πρός τήν Ἱεραρχία, μέ τήν ὁποῖα αἰτιολογοῦσαν τήν προσυπογραφή τῆς «Ὁμολογίας» καί ζητοῦσαν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νά συζητήσει καί ἀποφανθεῖ συνοδικά γιά τό θέμα τοῦ Διαλόγου, διότι ἐξελίσσεται κατά παράβαση τῶν πανορθοδόξως ἐγκεκριμένων. Ἐπίσης, οἱ κληρικοί μέ τή γλώσσα τῆς ἀληθείας ἀπαντοῦσαν στίς ἐπιστολές τοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Μητροπολίτου Περγάμου. Ἐπεσήμαναν συγκεκριμένα τήν «παρεμβατική τακτική καί εἰσχώρηση στά τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀποπροσανατολισμό καί ἐπιλεκτική ἀναφορά ἐνεργειῶν καί ἀποφάσεων, καθώς καί παντελῆ ἔλλειψη ἐπιχειρημάτων καί τεκμηριωμένου λόγου…. Μέ ἀνοίκειους χαρακτηρισμούς, ὑποδείξεις, ἔμμεσους ἐκβιασμούς καί ἀπειλές ἐπιχειρεῖται ἡ ποδηγέτηση καί ἡ χειραγώγηση τῶν Ἱεραρχῶν καί ἡ τεχνητή ἐκμαίευση τῆς ἀποφάσεώς τους … Πῶς θά προσέλθει ὁ Συνοδικός ἀπεσταλμένος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά συμμετάσχει στήν διαπραγμάτευση τοῦ νέου κειμένου τῆς Ἐπιτροπῆς, ὅταν δέν ἔχει ἐγκριθεῖ Συνοδικά τό προηγούμενο, τό ὁποῖο μάλιστα ἀποτελεῖ καί τή βάση τοῦ ἐπικείμενου διαλόγου; Ποιά ἀξιοπιστία μπορεῖ νά ἔχει ἕνας τέτοιος διάλογος (ὑπό τήν συμπροεδρία τοῦ Σεβασμιωτάτου Περγάμου), ὅταν ἀδιαφορεῖ γιά τή Συνοδική ἔγκριση τῶν πορισμάτων τοῦ ἐκ μέρους τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πού μετέχουν σ’ αὐτόν; Γιατί διαμαρτύρονται γιά τήν «Ὁμολογία Πίστεως», ἡ ὁποία ἀποτελεῖ συνοδική συμμετοχή τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία  ἔπρεπε νά ἐπιδιώκουν καί ὄχι νά ἀφορίζουν; Αὐτό δέν εἶναι Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία, ἀλλά παπική ἱεροκρατία. Αὐτήν τήν ἱεροκρατική «αὐθεντία καί τό κύρος τῶν Συνοδικῶν ἀποφάσεων» ὑπερασπίζεται ὁ Μητροπολίτης Περγάμου κι αὐτό εἶναι τό «ἐκκλησιολογικόν διακύβευμα» γιά τό ὁποῖο ἀγωνιᾶ»; Καί καταλήγει ἡ ἐπιστολή τῶν κληρικῶν : «Ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία προσβάλλεται ἀπό ἱεροκρατικές τάσεις, πού ἀγνοοῦν τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό περιφρόνηση τῆς ἱεροκανονικῆς καί Πατερικῆς Παραδόσεως, ὅπως αὐτή ὁριοθετήθηκε στίς Οἰκουμενικές καί Τοπικές Συνόδους γιά τήν στάση μας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν, ἀλλά καί ἀπό τήν ἐσχάτως ἐνισχυμένη ὑπερόρια ἀνάμειξη σέ θέματα τῆς αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Μέ ἐμπιστοσύνη στήν Σεπτή Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας παρακαλοῦμε υἱικῶς τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Σεβασμιωτάτους Ποιμενάρχες μας νά ἀποφανθοῦν καί νά τοποθετηθοῦν Συνοδικῶς, μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά ἀναπαύσουν τό ἐν Χριστῷ ποίμνιό τους, πού ἀγωνιᾶ ἀπληροφόρητο, ἀναμένοντας τήν φωνή τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας του»[6].
Τελικά, στήν πέμπτη τακτική Συνεδρία της ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (16 Ὀκτωβρίου 2009), συζήτησε γιά τό Διάλογο μέ τούς Παπικούς καί τήν«Ὁμολογία Πίστεως» καί ἐξέδωσε τό κάτωθι ἀνακοινωθέν :
«1. Διεπιστώθη ἡ ἀνάγκη περαιτέρω πληρεστέρας ἐνημερώσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, στά σημαντικά αὐτά ζητήματα. Δηλώθηκε δέ ὅτι ἐφεξῆς ἡ Ἱεραρχία θά λαμβάνη γνώση ὅλων τῶν φάσεων τῶν Διαλόγων, διαφορετικά κανένα κείμενο δέν δεσμεύει τήν Ἐκκλησία. Ἄλλωστε αὐτό συνιστᾶ τό Συνοδικό Πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας.
2. Ὁ Διάλογος πρέπει νά συνεχισθεῖ, μέσα ὅμως στά ὀρθόδοξα ἐκκλησιολογικά καί κανονικά πλαίσια, πάντοτε ὕστερα ἀπό συνεννόηση μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅπως πανορθοδόξως ἔχει ἀποφασισθεῖ.
3. Οἱ Ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μας στόν συγκεκριμένο διάλογο ἔχουν σαφῆ γνώση τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας, τῆς Ἐκκλησιολογίας καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως καί προσφέρουν τίς γνώσεις καί τίς δυνάμεις τους πρός τόν σκοπό «τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», «ἐν ἀληθεία» καί μέσα στά ἀπαραίτητα θεολογικά πλαίσια καί τίς ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνδιασκέψεων.
4. Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό κείμενο, πού πρόκειται νά συζητηθεῖ στήν Κύπρο, τελοῦν ὑπό τόν ὄρον τῆς ἀναφορᾶς καί ἐγκρίσεώς τους ἀπό τίς κατά τόπους Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, ἑπομένως καί ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, Συνοδικῶς διασκεπτομένης. Αὐτό πρακτικῶς σημαίνει ὅτι δέν θά ὑπάρξουν τετελεσμένα γεγονότα, χωρίς Συνοδική Ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας. Οἱ Ἱεράρχες εἶναι φύλακες τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ὅπως ὁμολόγησαν κατά τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τους.
5. Σχετικά μέ τό κείμενο, πού θά ἀναφέρεται στό πρωτεῖο τοῦ πάπα τῆς Ρώμης κατά τήν πρώτη χιλιετία, τό ὁποῖο θά καταρτισθῆ στήν Κύπρο τίς προσεχεῖς ἡμέρες, δόθηκε κατεύθυνση στούς ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας μας νά ὑποστηρίξουν, ὥστε νά ἐγγραφεῖ στό τελικό κείμενο ἡ κανονική θέση τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα Ρώμης κατά τήν πρώτη χιλιετία σέ σχέση πρός τίς Οἰκουμενικές Συνόδους καί σέ ἀναφορά πρός τόν 3ον Κανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τόν 28ο Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
6. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος παρακολουθεῖ καί θά συνεχίσει νά παρακολουθεῖ ἐπαγρυπνοῦσα τό θέμα τῶν διαλόγων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τούς Ἑτεροδόξους, γι’ αὐτό καί θεωρεῖ ὅτι τό, ὡς «Ὁμολογία Πίστεως» κείμενο, ὡς ἐκ περισσοῦ.
Παρακαλεῖ δέ τούς πιστούς νά ἐμπιστεύονται τούς Ποιμένες τους καί νά ἀπέχουν ἀπό ἐνέργειες, πού εἶναι δυνατόν νά δημιουργήσουν περαιτέρω προβλήματα.
Ταῦτα συνεζήτησε καί ἀπεφάσισε ὁμοφώνως ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ αἴσθημα εὐθύνης ἔναντι τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως καί παραδόσεως καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ, πρός δόξαν Θεοῦ καί εὔκλειαν τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας[7].
Ἡ ἀνακοίνωση τῆς Ἱεραρχίας ἀξίζει μία προσεκτικότερη ἀνάγνωση.
Ἡ Ἱεραρχία στήν παράγραφο 6 τοῦ ἀνακοινωθέντος της ἀναφέρεται στήν «Ὁμολογία Πίστεως». Ὑπενθυμίζουμε ὅτι ὁ Πατριάρχης καί σέ ὁμιλίες του καί σέ ἐπίσημο Πατριαρχικό Γράμμα, «συνοδική διαγνώμη» μάλιστα, εἶχε ζητήσει τήν ἀποκήρυξή της ὡς πρός τό περιεχόμενο καί τή μορφή καί τήν καταδίκη ὅσων ὑπέγραψαν, διότι ἡ«Ὁμολογία», κατά τόν Πατριάρχη, «παραπλανᾶ τόν πιστό λαό», δημιουργεῖ «σχίσμα»στό λαό καί τήν Ἱεραρχία, παρακωλύει σοβαρά τή διορθόδοξη συνεργασία κ.ο.κ. Ἀπό τό ἀνακοινωθέν προκύπτει ὅτι ἡ Ἱεραρχία προφανῶς δέν συμμερίζεται τίς Πατριαρχικές ἀνησυχίες καί δέν τίς βρίσκει δικαιολογημένες. Ὁ ἐκπρόσωπος ΤύπουΣεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ.κ. Ἰερόθεος μάλιστα δήλωσε ὅτι ἡ «Ὁμολογία»δέν προκαλεῖ κανένα σχίσμα. Γιά τό λόγο αὐτό ἡ Ἱεραρχία δέν τήν ἀποκήρυξε, οὔτε ὡς πρός τό περιεχόμενο, οὔτε ὡς πρός τή διαδικασία (συγκέντρωση ὑπογραφῶν κ.λπ)! Καί ἀσφαλῶς δέν ἐπέβαλε ἐκκλησιαστικά ἐπιτίμια στούς ὑπογράψαντες κληρικούς, οὔτε κἄν ἐπίπληξη, ἤ ἔστω ἁπλή σύσταση! Ἀλλά, οὔτε καί ἡ ὑπογραφή τῶν πιστῶν χαρακτηρίστηκε ὡς ἐκκλησιολογικᾶ ἀπαράδεκτη! Ἄλλωστε, πῶς ἦταν δυνατόν νά καταδικάσει τέτοιο κείμενο καί τήν ὑπογραφή του, ὅταν εἶναι πρόδηλο ἀπό τό ἀνακοινωθέν ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Ἱεράρχες συμμερίζονται τίς ἀνησυχίες τῶν συντακτῶν τῆς«Ὁμολογίας»; Πῶς νά καταδικάσουν Ἀρχιερεῖς, ἀλλά καί σεβασμίους καθηγουμένους μέ ὁλόκληρες Ἀδελφότητες καί λοιπούς κληρικούς ἀπό πολλές Ὀρθόδοξες χῶρες, ὅταν ἡ ὑπογραφή τους στήν «Ὁμολογία» στάθηκε ἀφορμή, γιά νά συζητήσει ἡ ἴδια ἡ Ἱεραρχία τόσο ἀναλυτικά καί νά ἐνημερωθεῖ γιά τό κρίσιμο θέμα τοῦ Διαλόγου; Ὅπως δήλωσε Ἀρχιερέας ἐκ τῶν μή ὑπογραψάντων «τελικά ἡ «Ὁμολογία» μᾶς βγῆκε σέ καλό. Ἐνημερώθηκε ἡ Ἱεραρχία γιά τά θέματα αὐτά, στά ὁποῖα εἶχε μεσάνυκτα»! Καί μόνο τό γεγονός ὅτι ἡ «Ὁμολογία» στάθηκε ἀφορμή γιά τή συζήτηση καί ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας αὐτό καί μόνο ἀποτελεῖ τήν καταξίωσή της στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική πραγματικότητα.
Ἡ Ἱεραρχία δέν ἀπαξιώνει θεολογικά τήν «Ὁμολογία», ἀλλά τή χαρακτηρίζει ἁπλῶς«ὡς ἐκ περισσοῦ», δηλ. «χωρίς νά εἶναι ἀπαραίτητη, ἀναγκαία» (Μπαμπινιώτης). Ἔχει ἰδιαίτερη σημασία ἡ αἰτιολόγηση τῆς φράσεως αὐτῆς : δέν εἶναι ἀπαραίτητη, διότι ἡ ἴδια ἡ Ἱεραρχία πλέον «παρακολουθεῖ καί θά συνεχίσει νά παρακολουθεῖ ἐπαγρυπνοῦσα τό θέμα τῶν διαλόγων». Ἡ αἰτιολόγηση αὐτή, ἐν συνδυασμῶ μέ τήν ἐφαρμογή ἐν τοῖς πράγμασι τῆς παραγράφου 1, ὅπου δηλώθηκε ὅτι «ἐφεξῆς ἡ Ἱεραρχία θά λαμβάνη γνώση ὅλων τῶν φάσεων τῶν Διαλόγων», πραγματικά καθιστά πλέον τήν «Ὁμολογία» μή ἀπαραίτητη, μή ἀναγκαία. Γιά τή μέχρι σήμερα ἀναγκαιότητα καί χρησιμότητά της προσμαρτυρεῖ καί ἡ ἴδια ἡ συζήτηση στήν Ἱεραρχία! Ἡ «Ὁμολογία» στάθηκε ἡ ἀφορμή τῆς Συνοδικῆς συζητήσεως καί ἀποφάσεως. Ἄν δέν ὑπῆρχε, δέν θά προκαλοῦνταν καί ἐνημέρωση τῆς Ἱεραρχίας. Ὅσοι στή συνοδική φράση «ὡς ἐκ περισσοῦ» βλέπουν θεολογικό χαρακτηρισμό καί μάλιστα ἀπαξιωτικό γιά τήν «Ὁμολογία» εἶναι πρόδηλο ὅτι ἐκφράζουν τούς ἀνεκπλήρωτους πόθους καί τίς ἀνικανοποίητες ἐπιθυμίες τους[8].
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οἱ μέγιστες εὐθύνες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Τό τραγελαφικό γιά τόν Σεβ. κ. Χρυσόστομο, εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀποδίδει τίτλους ἐκκλησιαστικότητας στούς πρόδηλα κακοδόξους αἱρετικούς παπικούς, δέν τολμᾶ, συνεπῆς πρός τίς διακηρύξεις του, νά κηρύξει ἐνώπιον τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ λαοῦ αὐτά, πού πιστεύει γιά τούς παπικούς, οὔτε τολμᾶ νά ἔλθει σέ μυστηριακή διακοινωνία μέ τούς παπικούς, διότι γνωρίζει ὅτι ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή θά ἀπολέσει ἀμέσως τήν ἐκκλησιαστική του ἰδιότητα. Αὐτό, ὅμως, δέν ἀποτελεῖ τήν πλέον κραυγαλέα ἀπόδειξη τῆς κακοδοξίας τοῦ παπισμοῦ; Ἄν πράγματι πιστεύει τίς ἀπαράδεκτες καί προκλητικές διακηρύξεις του, ἄς τό τολμήσει, λοιπόν, διότι ἀλλιως ἀποδεικνύει τήν ἀνυπαρξία ἐκκλησιαστικότητας στούς κακοδόξους καί αἱρετικούς παπικούς.
Πέραν τῶν ἀνωτέρω λεχθέντων καί πραχθέντων τοῦ Σεβ. κ. Χρυσοστόμου, τό μεῖζον ἐν προκειμένω ζήτημα, εἶναι ἡ στάση, πού τήρησαν καί τηροῦν ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος καί οἱ συνεπίσκοποί του, οἱ συγκροτοῦντες τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀπέναντι στόν Σεβ.                                κ. Χρυσόστομο καί τίς ἐνέργειές του. Δυστυχῶς, δεν ὑπῆρξε σχεδόν καμμία ἀντίδραση ἐκ μέρους τους, οὔτε ἔσπευσαν νά ἀνακαλέσουν στήν τάξη τόν τολμητία τῆς Μεσσηνίας, οὔτε εὐαισθητοποιήθηκαν, αἰτῶντας τήν ἀφαρμογή τῶν ὅσων διακελεύουν σχετικῶς οἱ Θεῖοι καί Ἱεροί Κανόνες. Δέν θά ἔπρεπε νά συγκληθεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί νά ἐπιβάλλει τίς προβλεπόμενες κυρώσεις; Ἀντιθέτως, κυριάρχησε γιά μία ἀκόμη φορᾶ τό ἐπαίσχυντο καί καταραμένο «φιλάδελφο», μέ συνέπεια ὁ ἐν λόγω δεσπότης νά καταλείπεται ἀσύδοτος, προκειμένου νά συνεχίσει νά προβαίνει σέ παρόμοιες ἀσχημοσύνες.
Ἄς ἀναλογισθοῦν, ὅμως, ὅτι μ’αὐτόν τόν τρόπο ἀπαμβλύνουν και ἀπομειώνουν τό ὀρθόδοξο αἰσθητήριο τοῦ ποιμνίου καί πυροδοτοῦν διαιρέσεις καί σχίσματα, γιά τά ὁποία εὐθύνονται τά μέγιστα μόνο οἱ ἴδιοι[9].




[1] Μ. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΕΤΣΗΣ, «Ἐνισταμένων «Ὁμολογία Πίστεως» »,Θεοδρομία ΙΑ2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2009) 223-227.
[2] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Ὁμολογία Πίστεως˙ Ηὔφρανε τούς Ὀρθοδόξους καί κατήσχυνε τούς κακοδόξους», Θεοδρομία ΙΑ(Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2009) 166, 168.
[3] ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, «Τό πλῆρες κείμενο τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Ἱερώνυμο», Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009) 330-332.
[4] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΡΓΑΜΟΥ κ. ΙΩΑΝΝΗΣ, «Ἐπιστολή πρός ὅλους τούς Μητροπολίτες»,Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009) 442-444.
[5] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, «Ἐπιστολή πρός τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009) 410-412, 445-448.
[6] ΠΡΕΣΒ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, «Ἔδοξε τῶ Ἁγίω Πνεύματι καί τῆ Ἱεραρχία», Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009)  452-456.
[7] ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, «Ἀνακοινωθέν γιά «Ὁμολογία Πίστεως» καί «Διάλογο» », Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009)  449-451.
[8] ΠΡΕΣΒ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, «Ἔδοξε τῶ Ἁγίω Πνεύματι καί τῆ Ἱεραρχία», Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009)  459-460.
[9] ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΝΑΝΗΣ, Ὁ ἀσχημονών Δημητριάδος καί ἡ ἀπάθεια τῶν συνεπισκόπων του, 19-11-2013, http://aktines.blogspot.gr/2013/11/blog-post_2680.html

Αγάπη για πάντα π. Ανδρέας Κόνανος



4:25 / 49:10

Ἡ Θεία Λειτουργία +Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος




 




Εὐχαριστοῦμεν σοι καὶ ὑπὲρ τῆς Λειτουργίας ταύτης, ἥν ἐκ τῶν χειρῶν ἡμῶν δέξασθαι κατηξίωσας.

Σ’ εὐχαριστοῦμε καὶ γι’ αὐτὴν ἐδῶ τὴ Λειτουργία, ποὺ μᾶς ἔκρινες ἄξιους νὰ δεχθῆς ἀπὸ τὰ χέρια μας.



Ἐπάνω στὴ γῆ κάθε μέρα γίνεται ἕνα ἔργο· εἶναι τὸ πιὸ μεγάλο, τὸ πιὸ σπουδαῖο καὶ τὸ πιὸ ἱερὸ ἔργο, ποὺ μποροῦν νὰ κάμουν οἱ ἄνθρωποι. Εἶναι ἡ θεία Λειτουργία, ἡ συνέχιση τοῦ μυστικοῦ δείπνου ποὺ ἔκαμε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τοὺς μαθητές του. Οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νὰ κάμουν πολλὰ καὶ μεγάλα ἔργα, μὰ τίποτε περισσότερο καὶ πιὸ σπουδαῖο ἀπὸ τὴ θεία Λειτουργία. Αὐτὸ εἶναι ἕνα μοναδικὸ προνόμιο, ποὺ ἔδωκε ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους, γιατί οὔτε οἱ Ἄγγελοι μποροῦν νὰ τελέσουν τὴ θεία Λειτουργία. Στὴ θεία Λειτουργία οἱ Ἄγγελοι συνεργάζονται μὲ τοὺς ἀνθρώπους, καθὼς τὸ ἄκουμε στὸ τροπάριο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνα· «καὶ ἐν τῷ μέλπειν τὰς ἁγίας σου εὐχάς, ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς σοι», κι ὅταν ἔκανες τὴ θεία Λειτουργία, οἱ ἄγγελοι συλλειτουργοῦσαν μαζί σου. Πραγματικὰ σ’ αὐτὸ ποὺ μὲ τὰ χέρια τοῦ ἱερέα γίνεται ἐπάνω στὴν ἁγία Τράπεζα, καθὼς γράφει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακύψαι», οἱ ἄγγελοι ἐπιθυμοῦν νὰ σκύψουν καὶ νὰ δοῦν.

Λειτουργία θὰ πῇ δημόσιο ἔργο, ἔργο δηλαδὴ γιὰ τὸ λαό, τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἀλλὰ τελεῖ τὴ θεία λειτουργία μόνο γιὰ τοὺς πιστούς, «Ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἑπομένως ἡ θεία Λειτουργία, σὰν δημόσιο ἔργο, γίνεται γιὰ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ λαό. Γιατί δὲν λειτουργοῦν μόνοι τους οὔτε μυστικὰ οἱ ἱερεῖς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ κάθε φορὰ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἱερεῖς του τελοῦν τὴ θεία Λειτουργία. Ὅταν λέμε λαὸς τοῦ Θεοῦ, δὲν ἐννοοοῦμε χωριστά τοὺς λαϊκοὺς ἀπὸ τοὺς κληρικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς λαϊκοὺς καὶ τοὺς κληρικοὺς· ὅλοι μαζὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ κληρικοὶ εἴμαστε ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ.

Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ποῦμε τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τὸ καταλαβαίνομε ὅμως καὶ τὸ ζοῦμε αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, ὅταν τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία. Ὅταν εἴμαστε μέσα στὸ ναὸ καὶ γίνεται ἡ θεία Λειτουργία, ἐμεῖς δὲν παρακολουθοῦμε ἁπλῶς σὰν θεατὲς ὅ,τι γίνεται, ἀλλὰ εἴμαστε ἐμεῖς ὅλοι ποὺ λειτουργοῦμε. Ἐμεῖς εἴμαστε ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, κι ἐμεῖς τελοῦμε τὴ θεία λειτουργία, μὲ τοὺς λειτουργούς της Ἐκκλησίας, ποὺ μὲ τὴ χειροτονία ἔχουν τὴ χάρη τῆς ἱερωσύνης. Γι’ αὐτὸ ὅλες οἱ εὐχὲς κι ὅλοι οἱ ὕμνοι τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι γραμμένοι ἔτσι, ποὺ νὰ φαίνεται πὼς δὲν λειτουργεῖ μόνος ὁ ἱερέας, ἀλλὰ ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ποὺ εἶναι μέσα στὸ ναό. «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» λέει ὁ διάκονος καὶ «Πρόσχωμεν», καὶ τὸ λέει γιὰ ὅλο τὸ λαό, γιατί ὅλοι εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία κι ὅλοι μαζὶ τελοῦμε θεία Λειτουργία.

Κάθε φορὰ ποὺ μαζευόμαστε στὸ ναὸ λέμε πὼς ἔχομε σύναξη, καὶ σύναξη θὰ πῇ, ὄχι ὅτι πᾶμε στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὅτι συναζόμαστε γιὰ νὰ γίνωμε ἡ Ἐκκλησία· ἡ σύναξή μας αὐτὴ δείχνει πὼς εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία. Μὰ ἀκόμα πολὺ περισσότερο εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία, ὄχι μόνο ὅταν συναζώμαστε, ἀλλὰ ὅταν μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία. Στὴ θεία Λειτουργία φαίνεται τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ λειτουργικὴ σύναξη εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ θεία λειτουργία εἶναι τὸ κέντρο ὅλων τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ποὺ γίνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μέσα στὸ ναό. Πάντα μὲ τὴν παρουσία μεταξὺ μας τοῦ ἱερέα, γιατί χωρὶς ἱερέα καὶ χωρὶς θεία Λειτουργία δὲν εἴμαστε Ἐκκλησία, ἀλλὰ μιὰ ἁπλὴ συγκέντρωση, σὰν ἐκεῖνες ποὺ κάνουν τὰ σωματεῖα καὶ οἱ σύλλογοι. Ἐκκλησία θὰ πῆ ὁ λαός, ὁ ἱερέας καὶ ἡ ἁγία Τράπεζα, δηλαδὴ ἡ θεία Λειτουργία. Ἡ θεία Λειτουργία δὲν εἶναι βέβαια κάτι ποὺ τὸ σκέφτηκαν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ εἶναι τὸ μεγάλο καὶ θειότατο Μυστήριο, ποὺ τὸ ἵδρυσε καὶ τὸ σύστησε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Γιὰ νὰ τὸ ποῦμε καλύτερα, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἵδρυσε τὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ ἡ Ἐκκλησία τελεῖ τὴ θεία Λειτουργία, συνεχίζοντας τὸ μεγάλο καὶ θειότατο Μυστήριο. Γι’ αὐτὸ ἡ θεία Λειτουργία λέγεται καὶ θεία Εὐχαριστία κι εἶναι τὸ ἴδιο πρᾶγμα, ἡ ἱερὴ δηλαδὴ καὶ ἁγία τελετὴ τῆς Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία συνεχίζεται ἀναίμακτα ἡ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου.

Ἡ θεία Λειτουργία ἤ ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ἡ ἴδια θυσία ποὺ ἔκαμε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, προσφέροντας ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Τὸ βράδυ στὸ μυστικὸ δεῖπνο, ἔκοψε τὸ ψωμί, ἔδωκε στοὺς μαθητές του καὶ τοὺς εἶπε· «Λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμα μου...» Εὐλόγησε ὕστερα τὸ ποτήριο, ἔδωκε στοὺς μαθητές του καὶ τοὺς εἶπε· «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτό ἐστι τὸ αἵμα μου...». Καὶ τὶς δυὸ φορὲς εἶπε καθαρὰ καὶ ἐννοοῦσε κυριολεκτικὰ αὐτὸ ποὺ ἔλεγε· «αὐτὸ εἶναι τὸ σῶμα μου» καὶ «αὐτὸ εἶναι τὸ αἷμα μου». Ἀλλὰ δὲν τοὺς ἐβεβαίωσε μόνο γι’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἔδωκε ἐντολὴ καὶ τοὺς εἶπε· «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησι», αὐτὸ νὰ κάνετε, γιὰ νὰ μὲ ἐνθυμῆσθε. Ἔτσι λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία τώρα, μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τελεῖ τὴν θεία Λειτουργία καὶ συνεχίζει τὴν ἴδια θυσία καὶ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.

Μέσα στὰ λόγια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς μαθητὲς του εἶναι καὶ ἡ συνέχιση τῆς θυσίας καὶ ἡ κοινωνία ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του. Ἡ Λειτουργία δηλαδὴ καὶ ἡ θεία Εὐχαριστία δὲν εἶναι μόνο θυσία καὶ ἀνάμνηση τοῦ μυστικοῦ δείπνου, ἀλλὰ καὶ ἡ κοινωνία τῶν πιστῶν. Ἡ Ἐκκλησία τελεῖ τὴ θεία Λειτουργία καὶ συνεχίζει τὴ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ κοινωνήσουμε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του. Ὅταν λέμε θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ», ἐννοοῦμε τὸ σταυρικό του θάνατο, ἀλλὰ καὶ τὴν ὓστερ’ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἀνάστασή του. Κι ὅταν τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία, καθὼς τὸ λέει σὲ μιὰ εὐχὴ ὁ λειτουργὸς Ἱερέας, «τὸν θάνατον αὐτοῦ καταγγέλλομεν, τὴν ἀνάστασιν αὐτοῦ ὁμολογοῦμεν». Ὅταν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς στὸ μυστικὸ δεῖπνο σύστησε τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, μιλοῦσε γιὰ τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασή του. Γιὰ τὸ ἅγιο σῶμα του, ποὺ θὰ πέθαινε στὸ σταυρὸ καὶ γιὰ τὸ τίμιο αἷμα του, ποὺ θὰ ἔρρεε ἀπὸ τὴν πλευρά του. Γιὰ τὸ σῶμα του, ποὺ ἔλαβε κατὰ τὴν ἐνανθρώπησή του καὶ ποὺ σὲ τρεῖς μέρες θὰ ἀνασταινότανε ἄφθαρτο καὶ ἀθάνατο, αὐτὸ ποὺ στὸ θεῖο μυστήριο μεταδίδεται τώρα «εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον».

…….Ὅλα ὅσα γίνονται στὴ θεία Λειτουργία δὲν τὰ χωράει τὸ μυαλό μας, γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἔχωμε πίστη γιὰ νὰ τὰ ζοῦμε μέσα μας. Εἶναι πάντα πολὺ περισσότερο ἕνα πρᾶγμα νὰ τὸ ζοῦμε μέσα μας παρὰ μόνο νὰ τὸ καταλαβαίνωμε στεγνὰ μὲ τὸ μυαλό μας. Καὶ ἡ θεία Λειτουργία δὲν εἶναι μιὰ νεκρή, ἀλλὰ ζωντανὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τόσο καλύτερα τὴν καταλαβαίνομε, ὅσο πιὸ ζωντανὰ μετέχομε σ’ αὐτήν. Ὄχι ὅταν παρακολουθοῦμε σὰν θεατὲς ὅσα γίνονται μέσα στὸ ναό, ἀλλὰ ὅταν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ποὺ ζωντανὰ τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία. Θὰ τὸ ἐπαναλάβωμε καὶ θὰ τὸ ξαναποῦμε, αὐτὸ ποὺ εἶναι βασικὴ ἀλήθεια καὶ θεία πραγματικότητα· δὲν εἶναι δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία κάτι ξένο κι ἔξω ἀπό μᾶς, ποὺ λειτουργεῖ κι ἐμεῖς πηγαίνομε στὴ θεία Λειτουργία, μὰ ἐμεῖς συναγμένοι εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία, ποὺ κάθε φορὰ τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία.

Τὰ θέματα βέβαια τῆς θείας Λειτουργίας ἔχουν ὅλα ἕνα πολὺ βαθὺ νόημα, ποὺ δὲν μποροῦμε εὔκολα νὰ τὸ συλλάβωμε καὶ νὰ τὸ ἐκφράσουμε· δὲν μποροῦμε πάντα νὰ ἐκφράσουμε ὅσα θὰ σκεφθοῦμε, γιατί ὅσα μπορεῖ νὰ σκεφθῆ ὁ νοῦς δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἐκφράση τὸ στόμα. Μὰ κι ὅσα μπορεῖ νὰ πῆ τὸ στόμα δὲν μποροῦμε εὔκολα νὰ τὰ γράψουμε, μ’ ἕναν τέτοιο τρόπο ὄχι μόνο ἁπλό, μὰ καὶ ὄμορφο, ἔτσι ποὺ νὰ μᾶς διαβάζουν ὅλοι μὲ εὐχαρίστηση καὶ νὰ μᾶς καταλαβαίνουν. Καὶ πρὶν ἀπ’ ὅλα νὰ οἰκοδομοῦνται, γιατί σκοπός μας πάντα εἶναι ὄχι ἁπλῶς νὰ μαθαίνουν, ἀλλὰ νὰ οἰκοδομοῦνται οἱ χριστιανοί, ποὺ θὰ πῆ νὰ χτίζεται μέσα τους καὶ νὰ μεγαλώνη ἡ πίστη κι ἡ ἐλπίδα τους στὸ Θεὸ καὶ ἡ ἀγάπη μεταξύ τους. Ἀμήν.

πηγή

 
Bookmark and Share

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Θηβαῖος





Ὁ ἐρημικὸς καὶ ἥσυχος τόπος εἶναι ἀπὸ τοὺς βασικοὺς παράγοντες ἀνάπτυξης τῆς αὐτοσυγκέντρωσης καὶ προσευχῆς πρὸς τὸ Θεό. Αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ στὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου. Ἀνῆκε σὲ πλούσια οἰκογένεια τῆς Κάτω Θηβαΐδας τῆς Αἰγύπτου.

Ὅταν ὁ Δέκιος (249-251) κήρυξε τὸν τρομερὸ διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Παῦλος, μόλις 15 χρονῶν, χάνει τοὺς γονεῖς του. Μὲ ἐσωτερικὴ παρακίνηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (κατ᾿ ἄλλους φοβούμενος μὴ παραδοθεῖ στοὺς διῶκτες τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὸν ἐπ᾿ ἀδελφῇ γαμπρό του, ποὺ τοῦ ζητοῦσε τὴν περιουσία) φεύγει καὶ ζητᾷ καταφυγὴ σωτηρίας στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ, μέσα στὴν ἡσυχία τῆς φύσης, βρῆκε καιρὸ γιὰ συστηματικὴ μελέτη καὶ προσευχή.

Ὅταν πέρασε ὁ διωγμὸς τοῦ Δεκίου καὶ ἐπανῆλθε ἡ γαλήνη, ὁ Παῦλος ἐξακολουθεῖ νὰ μένει στὴν ἔρημο καί, μάλιστα, ἀποφασίζει νὰ μείνει μόνιμα. Τόσο δὲ ὁλοφάνερη εἶχε γίνει μέσα στὴν ἔρημο ἡ πνευματικὴ ὑπεροχή του καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη του, ὥστε, ὅπως κάποτε στὸν Κύριό μας, ἔρχονταν πλήθη λαοῦ νὰ Τὸν ἀκούσουν, ἔτσι καὶ στὸν Παῦλο ἔρχονταν πολλοὶ ἀναχωρητὲς νὰ τὸν ἀκούσουν καὶ νὰ τὸν συμβουλευθοῦν.

Ἡ φήμη του εἶχε φθάσει καὶ στὴν ἀκοὴ τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, ποὺ κίνησε καὶ τὸν συνάντησε μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα ἀνέκφραστης χαρᾶς. Ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγους μῆνες ἐπανῆλθε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, βρῆκε τὸν ὅσιο Παῦλο πεθαμένο, καὶ δυὸ λιοντάρια ἔστεκαν κοντὰ στὸν τάφο του, τὸν ὁποῖο εἶχαν σκάψει μὲ τὰ νύχια τους. Ὁ μεγάλος ἐρημίτης ἦταν τότε 113 χρονῶν.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τὴ ἐπινεύσει, πρῶτος ὤκησας, ἐν τὴ ἐρήμω, Ἥλιου τὸν ζηλωτὴν μιμησάμενος καὶ δι' ὀρνέου τραφεῖς ὡς ἰσάγγελος, ὑπ' Ἀντωνίου τῷ κόσμῳ ἐγνώρισαι. Παῦλε ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τόν φωστήρα ἀπαντες τόν ἕν τῷ ὕψει, ἀρετῶν ἐκλάμψαντα, ἀνευφημήσωμεν πιστοί, Παῦλον τόν θεῖον κραυγάζοντες• Σύ τῶν ὀσίων Χριστέ ἀγαλλίαμα.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...