Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 02, 2014

Εγκύκλιος Μητροπολίτου Μεσογαίας Νικολάου για την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή



Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀποτελεῖ τὴν περίοδο τῶν πνευματικῶν εὐκαιριῶν καὶ προσδοκιῶν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν περιμένουμε ὅλο τὸν χρόνο μὲ αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ δίψα, αὐτὰ τὰ ἀπροσδιόριστα πολλὲς φορὲς ὄνειρα, ποὺ ὅμως εἶναι τόσο βαθειά, γιατί ὑπόσχεται ὁ Θεὸς μεγάλα καὶ γιὰ αὐτὴν τὴν περίοδο, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴ ζωή μας. Ὁ σκοπός μας εἶναι νὰ ἀνεβεῖ ἡ ψυχή μας στὸν οὐρανό, νὰ γίνουμε οὐράνιοι ἄνθρωποι. Οἱ μέρες αὐτὲς ποὺ ξανοίγονται μπροστά μας μᾶς παρέχουν αὐτὴ τὴν δυνατότητα μέσα ἀπὸ τὸν αγῶνα τῆς μετανοίας. Ἂς δοῦμε λοιπὸν μερικὰ ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει αὐτὸς ὁ ἀγῶνας μας.
   Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ συγχώρηση. Εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς ἀγάπης, ἡ αἴσθηση τῆς κοινωνίας, τὸ ὅτι εἴμαστε ὅλοι καὶ μαζί, ὁμονοοῦντες καὶ ὁμοφρονοῦντες σὲ αὐτὴν τὴν πορεία, σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιδίωξη, σὲ αὐτὴν τὴν προσδοκία τῶν εὐλογιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀφήνουμε τὸν δικό μας χῶρο καὶ μπαίνουμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ ὅπου χωροῦν ὅλοι καὶ ὅπου δέν μᾶς ξεχωρίζει τίποτε.

   Τὸ δεύτερο εἶναι ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὸν χῶρο του Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ μποῦμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ποὺ ὁ Θεὸς πλέον κυριαρχεῖ, ἐκεῖ ποὺ δὲν παίζουν ρόλο τὰ κοσμικὰ γεγονότα, ἐκεῖ ποὺ καὶ ἡ δική μας προσωπικὴ ἱστορία ἔχει τὴν σημασία της ἀλλὰ ἐκφυλίζεται -ἂν μποροῦμε νὰ ποῦμε- μπροστὰ στὸ πῶς ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ.
   Τὸ τρίτο χαρακτηριστικὸ εἶναι ἡ προθυμία στὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, αὐτῶν τῶν ἀρετῶν ποὺ χρειάζεται στὴν παροῦσα κατάσταση ἡ δική μας ψυχή. Ἂς ἐπικεντρωθεῖ ὁ κάθε ἕνας στὴν ἐργασία τῶν δικῶν του ἀρετῶν, αὐτῶν οἱ ὁποῖες θὰ τὸν ἀπελευθερώσουν τὸν ἴδιο, αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὰ δικά του παράθυρα ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ μποῦν οἱ ἀχτίδες τῆς θεϊκῆς παρουσίας.
   Ὑπάρχει καὶ ἕνα τέταρτο. Εἶναι ἡ προσδοκία καὶ ἡ προετοιμασία γιὰ τοὺς πειρασμούς. Σὲ αὐτὴν τὴν περίοδο τῶν ὑψηλῶν στόχων, τῶν μεγάλων πόθων, τῶν σπανίων καὶ μοναδικῶν εὐλογιῶν δὲν θὰ ἦταν καθόλου παράξενο νὰ βρεθοῦμε μέσα σὲ πειρασμούς, ἀπροσδόκητους, ποὺ δὲν μπορούσαμε ἐκ τῶν προτέρων νὰ τοὺς φανταστοῦμε. Τί μεγάλη παρακαταθήκη εἶναι αὐτὴ ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ στὴν πάλη κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν ποικίλων πειρασμῶν, ὄχι μόνο κατὰ τῶν παθῶν, ποὺ ὁ κάθε ἕνας μας ἔχει νὰ διεξαγάγει!
   Μπαίνουμε λοιπὸν στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ συγχωρούμεθα. Μπαίνουμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἡσυχάζουμε. Ἐργαζόμαστε τὶς ἀρετὲς μὲ προθυμία καὶ φιλότιμο. Ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τοὺς πειρασμοὺς καὶ προσευχόμεθα καὶ ζοῦμε τὰ σημεῖα τῆς θεϊκῆς βοηθείας.
   Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ αὐτὰ τὰ ὑπέρμετρα ἐσωτερικὰ αἰσθήματα, αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ ὑπερβολὴ καὶ στὴν ἀγάπη μας καὶ στὸν πόθο μας καὶ στὸ φιλότιμό μας καὶ στὴν προσδοκία τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅλοι μαζὶ στὸ τέλος αὐτῆς τῆς περιόδου νὰ ἀπολαύσουμε ὑπερβολικὰ καὶ τὰ δῶρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου τὰ ὁποῖα δὲν φυλάσσονται γιὰ τοὺς ἀγγέλους, ἀλλὰ προσφέρονται μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὸν κάθε πιστὸ καὶ συνεπῶς στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς.
   Εὔχομαι σὲ ὅλους νὰ δώσει ὁ Θεὸς καλὴ καὶ εὐλογημένη καὶ παραγωγικὴ καὶ καρποφόρα καὶ χαρούμενη καὶ μὲ πλούσια συγκομιδὴ Μεγάλη πραγματικὰ Τεσσαρακοστή, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ ἑβδομάδες νὰ γίνουμε μέτοχοι και τῆς Ἀναστάσεώς Του. Ἀμήν.
M. Tεσσαρακοστὴ 2014  

Ποιμαντορική Εγκύκλιος Μητροπολίτου Πειραιώς Σεραφείμ για την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή 2014






      Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,
   Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἡ πλέον συμβολική κατανυκτική, περιεκτική καί πνευματική περίοδος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ βίου, προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ὡς μιά κορυφαία εὐκαιρία ἐπαναπροσέγγισης τοῦ καθενός μας στήν οὐσία καί στίς λεπτομέριες τῆς Ὀρθόδοξης πίστης καί ζωῆς. Εἶναι ἕνας τρόπος νά βιώσουμε αὐτά τά στοιχεῖα, ἀπό τά ὁποῖα τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, πνεῦμα ἄρνησης, ἀμφισβήτησης, ἀπαξίωσης ἀρχῶν, ἀξιῶν καί πιστευμάτων, άλλά καί ἡ πολυπλοκότητα στήν ὁποία δρομολογήσαμε τή ζωή καί τά ἔργα μας, μᾶς ἀποστασιοποίησαν. Καί αὐτά τά στοιχεῖα εἶναι ἡ αὐθεντικότητα τοῦ Ὀρθοδόξου βιώματος καί ἡ άναζήτηση τῆς προσωπικῆς μας αὐτοσυνειδησίας, ὅπως ἐκφράζονται μέσα ἀπό τό ἀσκητικό πνεῦμα, τό ξεχωριστό λατρευτικό τυπικό τῆς περιόδου, ἀλλά καί τά ἐφόδια μέ τά ὁποῖα μᾶς ὅπλισε ἡ Ἐκκλησία μας προκειμένου ν’ ἀνταπεξέλθουμε στίς ἀπαιτήσεις τῆς συμμετοχῆς στό στίβο τοῦ «σταδίου τῶν ἀρετῶν».

   Αὐτά τά ἐφόδια παρουσιάζονται καί καταγράφονται, μέ γλαφυρότητα, στόν ὑπέροχο ἐναρκτήριο ὕμνο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού ψάλλεται στούς Αἴνους τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς :
Τό στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται,
οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε,
ἀναζωσάμενοι τόν καλόν τῆς νηστείας ἀγῶνα.
Οἱ γάρ νομίμως ἀθλοῦντες δικαίως στεφανοῦντα
καί ἀναλαβόντες τήν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ
τῷ ἐχθρῷ ἀντιμαχησόμεθα.
Ὡς τεῖχος ἄρρηκτον κατέχοντες τήν πίστην.
Καί ὡς θώρακα τήν προσευχήν.
Καί περικεφαλαίαν τήν ἐλεημοσύνην.
Ἀντί μάχαιρας τήν νηστείαν, ἤτις ἐκτέμνει ἀπό καρδιάς πᾶσαν κακίαν.
Ὁ ποιῶν ταῦτα τόν ἀληθινόν κομίζεται στέφανον παρά τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ
ἐν τῇ ἡμέρα τῆς κρίσεως.
   Ποιός μπορεῖ ν’ ἀμφισβητήσει ὅτι διανύουμε μιά ἐποχή κατά τήν ὁποία κυριαρχεῖ ὁ ὀρθολογισμός καί ἡ ἀπολυτοποίηση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς, μιά ἐποχή πού ὁ ἄνθρωπος καί τά δημιουργήματα του αὐτοανακηρύσσονται τό ἅπαν σ’ αὐτό τόν κόσμο, ἀπομονώνοντας κι ἐξοστρακίζοντας κάθε τι τό μεταφυσικό, τό μυστηριακό, τό ὑπέρλογο; Ἡ φιλολογία ἑνός νέου, χειρότερου, οὑμανισμοῦ τείνει νά γίνει καθεστώς καί ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει νά ἐγκλωβιστεῖ στά τείχη τῶν ἐπιτευγμάτων του, τά ὁποῖα τελικά, θά τόν συντρίψουν. Φυσικά, μέσα σέ μιά τέτοια ἀρνητική καί ἀπογοητευτική ἀτμόσφαιρα, τό νά μιλᾶ κανείς γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί νά ἐπιχειρεῖ νά κατανοήσει τή θέση πού ἔχει ἤ πού θά ἔπρεπε νά ἔχει στή ζωή τῶν ἀνθρώπων, μοιάζει μέ οὐτοποία. Εἶναι καιρός, ὅμως καί ἀπόλυτη ἀνάγκη, ν’ ἀφήσουμε πιά αὐτή τήν ἄκαρπη φιλολογία, γιά νά πλησιάσουμε, ὅσο τὀ ἐπιτρέπουν οἱ ἀσθενεῖς μας δυνάμεις, τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί νά δοῦμε ποιός εἶναι ὁ δρόμος πού περνάει κάτω ἀπό τόν ἴσκιο Του, τόν ὁποῖο πρέπειν’ ἀκολουθεῖ ὁ Χριστιανός γιά νά βρεῖ τή λύτρωση καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του.
   Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου σ’ αὐτό τόν κόσμο καί δή ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ εἶναι σταυρική, εἶναι μία πορεία ἔντονης ἀγωνίας, πολύμοχθου ἀγῶνα, προσπαθειῶν, ἐνστάσεων, πτώσεων καί ἀνατάσεων. Ὁ βίος μας μοιάζει μέ μιά ἀπέραντη θάλασσα, στά κύματα τῆς ὁποίας κλυδωνλίζεται καθημερινά ὁ προσωπικός κόσμος τοῦ καθενός μας. Γι’ αὐτό, ἀπόλυτη ἐφαρμογή ἔχει ὁ σοφός λόγος τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς, ἡ ὁποία χαρακτηρίζει τό Σταυρό τοῦ Κυρίου «ἱστίο», μέ τό ὁποῖο μονάχα μποροῦμε νά διαπλεύσουμε τό πέλαγος τῆς ζωῆς. Πραγματικά, δίχως τό Σταυρό, ὁ Χριστιανός δέν θά εἶχε τή δύναμη νά προχωρήσει, ν’ ἀντιπαλέψει σκληρά μέ τούς πειρασμούς, τόν Σατανᾶ, τίς ἀντίθεες δυνάμεις τοῦ κόσμου καί νά νικήσει.
   Ἀτενίζοντας κανείς τό μέγιστο αὐτό σύμβολο τῆς θυσίας καί τοῦ πόνου μέ πίστη, μπορεῖ νά δεῖ, μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς καί τῆς  καρδιᾶς του, μιά πραγματικότητα πού μόνο συγκλονισμό καί δέος προκαλεῖ. Βλέπει κρεμασμένο πάνω στό Σταυρό τό Πανάγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού τόσα ἐνήργησε σ’ αὐτή τή γῆ καί τόσα ἔπαθε γιά τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἐνῶ ὀ ἄνθρωπος παραλείπει τά περισσότερα γιά τή σωτηρία του.
   Βλέπει μιά λογχισμένη καρδιά νά στάζει τό αἷμα τῆς ἀγάπης της καί νά κράζει πρός τόν Πατέρα «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς . . .» , τή στιγμή πού ἐκεῖνος δυσκολεύεται νά συγχωρήσει ὅσους τόν ἔβλαψαν ἤ τόν ἔκαναν νά πονέσει.
   Βλέπει τόν τεράστιο ἐκεῖνο καί βαρύ Σταυρό, ἀλλά δυσκολεύεται νά σηκώσει τούς πολύ ἐλαφρύτερους σταυρούς τῶν δυκολιῶν καί τῶν προβλημάτων αὐτῆς τῆς ὀλιγόχρονης διαδρομῆς στή γήϊνη πραγματικότητα. Μέ ἄλλα λόγια, διαβάζει ἐκεῖ στό Σταυρό τοῦ Κυρίου ὅσα κανένα βιβλίο, κανένα πανεπιστήμιο, ὅσα ἀκόμα καί ὅλη ἡ σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου δέν μποροῦν νά διδάξουν. Διαβάζει ὅτι «ὅποιος μᾶς παραδίδει στό Σταυρό, μᾶς ἀποθέτει στήν ἀγκαλιά τῆς Ἁγίας Τριάδος, μᾶς χαρίζει τό εἰσιτήριο γιά τήν αἰώνια μακαριότητα. Ὅλοι μας, κατά κάποιο τρόπο, εἴμαστε σταυρωτές τοῦ Ἰησοῦ ἤ τοῦ ἀδελφοῦ μας. Τό ἐρώτημα εἶναι, θά θελήσουμε ἀπό σταυρωτές νά γίνουμε σταυρωμένοι; Ἄν τό θελήσουμε, θά ζήσουμε τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ αἰώνια καί θά τήν κάνουμε γνωστή καί στήν ἐποχή μας καί στό περιβάλλον μας».
   Στό κατώφλι τοῦ 21ου αἰώνα, σ’ αὐτό τό ἱστορικό μεταίχμιο, πού φαντάζει βασασνιστικό καί τρομακτικό μπροστά στό ἄγνωστο τῆς τρίτης χιλιετίας, ὁ ἄνθρωπος μοιάζει ἀνήμπορος ν’ ἀνταπεξέλθει στίς προκλήσεις τῶν καιρῶν. Κατά τό παρελθόν, ἀναζήτησε ποικίλα στηρίγματα, προσπαθώντας νά γαντζωθεῖ καί ν’ αὐτοεπιβεβαιωθεῖ. Ἡ φιλοσοφία, οἱ τέχνες, ὁ πολιτισμός, ὁ ἀθλητισμός, ἡ πολιτική, τό χρῆμα, ἦταν οἱ κατά καιρούς «θεοί» πού μάγεψαν τόν ταλαίπωρο διαβάτη τῆς ἱστορίας, ἰκανοποιώντας, ὅμως, μόνο πρός στιγμήν τούς πόθους καί τά ὄνειρά του γιά κάτι ἀνώτερο, γιά κάτι ποιοτικότερο. Στήν ἐποχή μας αὐτοί οἱ «θεοί» ἔχουν ἀλλάξει καί τή θέση τους πῆραν τά τεχνολογικά ἐπιτεύγματα, ἡ ἠλεκτρονική τεχνολογία, ἡ ἐξερεύνηση τοῦ διαστήματος, πού μετατράπηκαν σέ αὐτοσκοπό. Οἱ καταστάσεις αὐτές, ὅμως, ἀντί τελικά ν’ ἀνοίξουν νέες προοπτικές καί νά δημιουργήσουν διεξόδους, ἐπιβάρυναν τήν πνευματική ἀποχαύνωσή του καί τόν ἀποξένωσαν ἀκόμα πιό πολύ ἀπο τό περιεχόμενο τῆς οὐσίας του, πού ξεφεύγει ἀπ’ αὐτά τά περιορισμένα στεγανά, στά ὁποῖα ἔχει δεσμεύσει τόν ἑαυτό του.
   Ὁ Κύριος δέχτηκε νά κρεμαστεῖ τό πανάγιο Σῶμα Του πάνω στό Σταυρό, ἐταπείνωσε ἑαυτόν, γιά νά δώσει διέξοδο στ’ ἀδιέξοδα πού γνώριζε ὅτι πάντα θά ταλαιπωροῦν τό πλάσμα Του. Μέ τή σταυρική Του θυσία μᾶς κάλεσε ὅλους ν’ ἀποθέσουμε πάνω στό σύμβολό της τή ζωή καί τά ἔργα μας, νά στηρίξουμε ἐκεῖ τίς ἐλπίδες καί τίς προσδοκίες μας, νά σταυρώσουμε τά πάθη καί τήν ἁμαρτωλότητά μας, θέλοντας νά μᾶς κάνει νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ σημασία τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στήν προοπτική τῆς Ἀνάστασης πού τόν ἀκολουθεῖ, ὅτι, ἄν στηρίξουμε τή ζωή μας στό Σταυρό Του, τήν ὁδηγοῦμε σέ κανάλια ἀναστάσιμα, πού μόνο μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, μακριά ἀπό τίς προκλήσεις καί τά δέλεαρ τοῦ κόσμου, μπορεῖ κανείς νά γευτεῖ καί νά βιώσει.
 Σέ λίγο θά βρεθοῦμε καί πάλι ἐνώπιος ἐνωπίῳ μέ τόν Ἐσταυρωμένο Ναζωραῖο καί θά ἀκουμπήσουμε στό σύμβολο τῆς θυσίας Του, τίς χαρές καί τίς λύπες μας, τή ζωή μας ὅλη. Θά ἀντικρίσουμε στό πρόσωπό Του τήν ἀπόλυτη ἀγάπη, τήν ἄκρα ταπείνωση, τήν ἔσχατη κένωση. Καί ἴσως, νιώθοντας τό ἔλλειμμα τῆς εἰλικρίνειάς μας ἤ καί τόν ἔλεγχο τῆς προσποιητῆς, πολλές φορές, εὐσεβειάς μας, ἀκούσουμε τό δίκαιο παράπονό Του, ὅπως θ’ ἀκουστεῖ τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης στίς Ἐκκλησίες μας : «Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἤ τί σοι παρηνώχλησα; Τούς τυφλούς σου ἐφώτισα, τούς λεπρούς σου ἐκαθάρισα, ἄνδρα ὄντα ἐπί κλίνης ἠνωρθωσάμην. Λαός μου, τί ἐποίησά σοι καί τί μοι ἀνταπέδωκας; Ἀντί τοῦ μάννα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος, ἀντί τοῦ ἀγαπᾶν με, σταυρῷ μέ προσηλώσατε . . .».
   Μᾶς ἔδωσε τά πάντα καί πρό τῆς ἐνανθρώπισής Του καί κατά τή διάρκεια τῆς ἐπί γῆς ζωῆς Του καί μετά τήν Ἀνάληψή Του. Μᾶς ἔδωσε τή ζωή, τό πολυτιμότερο ἀγαθό, καί τήν πλούτισε μέ πνεῦμα ἀνώτερο, ὑψηλότερο, ξεχωρίζοντάς μας ἀπό τήν ὑπόλοιπη δημιουργία καί καθιστῶντας μας ἄρχοντες τοῦ κόσμου.
   Μᾶς χάρισε ἀθάνατη ψυχή, δεῖγμα τοῦ προορισμοῦ μας, πού καμία σχέση δέν ἔχει μέ τά στενᾶ καί πεπερασμένα ὅρια αὐτῆς τῆς ζωῆς.
   Μᾶς χάρισε τάλαντα καί μᾶς ζήτησε νά τά ἀναπτύξουμε, νά τά καλλιεργήσουμε γιά νά δώσουμε χρῶμα, ποιότητα καί ὀμορφιά στή ζωή μας, ἐλάχιστη ἔνδειξη εὐχαριστίας.
   Μᾶς χάρισε ὁλόκληρη τήν πλάση γιά νά κατοικίσουμε σ’ αὐτή, νά ζήσουμε ἀπό τόν πλοῦτο της, νά χαιρόμαστε τήν ὀμορφιά της.
   Μᾶς στήριξε σέ δύσκολες στιγμές, σέ στιγμές κλονισμοῦ καί πτώσης, σέ ἐποχές ἀγώνων, θυμίζοντας ὅτι εἶναι ἐδῶ, παρών, ἀρωγός καί συμπαραστάτης στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς καί τῆς ἐπικράτησης τοῦ δικαίου.
   Μᾶς ἔδωσε ἀγάπη πού ξεπερνᾶ τήν ἀνθρώπινη λογική, μιά ἀγάπη πού τόν ἔκανε νά φορέσει τό ἀνθρώπινο σαρκίο, νά ὑποβιβαστεῖ δηλ. στό ἐπιπεδό μας, ἐπειδή ἀγωνιοῦσε γιά τό κατάντημά μας, ἐπειδή πονοῦσε γιά τήν τραγική πορεία μας.
  ΜᾶςἔδωσετήδιδασκαλίαΤου, μια διδασκαλία πού ὅμοιά της δε γνώρισε ὁ κόσμος, πού στάζει ἀπό το μέλι τῆς ἀγάπης Του και θεμελιώνεται στις ἀρχές τῆς συγγνώμης, τῆς εἰρήνης, τῆς καταλλαγῆς, τῆς ἀποδοχῆς τοῦ ἄλλου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ.
   Μᾶς ἔδωσε τό αἷμα Του, γιατί τά λάθη καί οἱ πτώσεις μας ἦταν τόσο μεγάλες πού τίποτα ἄλλο δέν θά μποροῦσε νά ἐξαγοράσει τή σωτηρία καί τήν ἐπιστροφή μας.
   Μᾶς ἔδωσε τήν Ἐκκλησία Του, αὐτή τή Θεανθρώπινη πραγματικότητα, ὅπου τό θεϊκό καί ἀνθρώπινο στοιχεῖο συμπλέκονται καί συνυπάρχουν μέ τρόπο θαυμαστό, μέ σκοπό τήν καταξίωση, τήν καλλιέργεια τῶν ἀρρετῶν, τή βίωση, ἀπό αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο, τοῦ κάλλους καί τῆς πληρότητας τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
   Μᾶς ἐκανε βασιλεῖς στή θέση Του, διδασκάλους τοῦ κηρύγματός του, Θεούς, κατά χάριν, δυνάμει μετόχους τῆς δικῆς Του δόξας.
   Κι ἐμεῖς; Τοῦ προσφέραμε καί Τοῦ προσφέρουμε τά πάθη καί τόν ἐγωϊσμό μας. Τοῦ λέμε ὅτι δέ χωρᾶ πιά στή ζωή μας, γιατί εἴμαστε αὐτάρκεις, ἱκανοί νά προχωρήσουμε μόνοι, ὅτι δέ μᾶς ἐμπνέει πιά γιατί μόνοι μας κατακτήσαμε τά πάντα καί δέν ἔχουμε ἀνάγκη, πλέον, ἀπό τή βοήθειά Του, μποροῦμε νά γινόμαστε «θεοί» στή θέση Του, μποροῦμε μόνοι μας νά στέλνουμε χιλιάδες ἀγέννητα βρέφη στά σκουπίδια κάθε χρόνο, γιατί θέλουμε νά ἀπολαμβάνουμε τή ζωή δίχως δεσμεύσεις καί περιορισμούς, μποροῦμε μόνοι μας ν’ ἀποφασίζουμε πότε θά δώσουμε τέλος στή ζωή, ὅταν δέν τήν ἀντέχουμε ἄλλο, γιατί ἐμεῖς εἴμαστε οἱ κυρίαρχοι τοῦ παιχνιδιοῦ κι ὄχι Ἐκεῖνος.
   Τοῦ προσφέρουμε τά ἀποτελέσματα τῆς ἐγωπάθειας καί τῆς κομπορρημοσύνης μας. Ἀρρώστιες ἀνίατες, πού στέλνουν στό θάνατο χιλιάδες. Τοῦ προσφέρουμε τά 2/3 τοῦ παγκόσμιου πληθυσμοῦ σέ κατάσταση φτώχειας καί δυστυχίας, γιατί θέλουμε ἐμεῖς νά ζοῦμε καλά, ἔτσι ἀπλά καί λογαριασμό δέ δίνουμε σέ κανένα. Τοῦ προσφέρουμε, στίς ἀρχές τοῦ 21ου αἰῶνα, πολέμους καί καταστροφές, ἐκατόμβες νεκρῶν, χιλιάδες δολοφονίες ἀγέννητων παιδιῶν μέ τίς φριχτές ἐκτρώσεις, θύματα τῆς ἀνθρώπινης μισαλλοδοξίας, λησμονώντας τά δράματα τοῦ παρελθόντος, τά ὁποῖα πολύ εὔκολα καταδικάζαμε καί τώρα ἐξίσου εὔκολα ἐπαναλαμβάνουμε.
   Τοῦ προσφέρουμε ἕναν κόσμο πού ἀπό στολίδι τόν μετατρέψαμε σέ μιά ἀπέραντη χωματερή, ἕναν κόσμο ἄκοσμο, ἄσχημο, χωρίς πνεύμονες ζωῆς, πού φθίνει καθημερινά, αἰχμάλωτος τοῦ κέρδους πού δέν ἔχει ἦθος καί ἀναστολές.
   Τοῦ προσφέρουμε μιά νεολαία βουτηγμένη στά ναρκωτικά καί τίς ἐκφυλιστικές πρακτικές, πού δέν τήν ἀφήνουμε νά μεγαλουργήσει, νά διαπρέψει, νά ὁραματιστεῖ, νά πιστέψει.
   Τοῦ προσφέρουμε τήν ἀπαξίωση, βγάζοντάς Τον ἀπό τήν ταυτότητά μας, ἀπό τίς ἀρχές πού ἐνέπνεαν τά ἤθη καί τήν πολιτεία μας τόσους αἰῶνες, γιατί δέν μᾶς ταιριάζει δῆθεν πλέον, πρέπει νά πᾶμε μπροστά καί Ἐκεῖνος εἶναι ἐμπόδιο στήν ἐξέλιξή μας, ἀποτελεῖ τροχοπέδη στά σχέδιά μας, μᾶς γυρίζει πίσω ἡ πίστη στό Εὐαγγέλιό Του. Τό δικό μας Εὐαγγέλιο εἶναι τώρα τό χρῆμα, ἡ παγκοσμιοποίηση, τά συμφέροντά μας, ἡ εὐρωπαϊκή καί παγκόσμια καταξίωσή μας.
   Κι Ἐκεῖνος; Ἐκεῖνος θά ξαναπεῖ πάνω ἀπό τό Σταυρό «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», γιατί περιμένει κι ἐλπίζει ὅτι ἡ Ἀνάστασή Του θά σημάνει, ἐπιτέλους καί τήν ἀνάσταση τῶν χαμένων συνειδήσεων μας.
Καλὴ καὶ εὐλογημένη ἡἉγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή !
Καλό στάδιο πνευματικοῦ ἀγῶνος! 
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος :Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή...

Χ Ρ Υ Σ Ο Σ Τ Ο Μ Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΑΤΡΩΝ

Πρός
τό Χριστεπώνυμο Πλήρωμα
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν

Παιδιά μου εὐλογημένα,
Καθώς εὑρισκόμεθα καί πάλι στήν ἀρχή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆςἀκούομε ὡς σάλπιγγα δυνατή καί ἀφυπνιστική τήν προτροπή τῆς Ἐκκλησίαςδιά τῆς γραφίδος καί τοῦ στόματος τοῦ ἱεροῦ Ὑμνογράφουνά συγκλονίζῃ τόν ἐσωτερικό μας κόσμο:
«Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή...» (δοξαστικό αἴνων, Κυριακή τῆς Τυρινῆς).
Ἀρχίζει μιά πνευματική περίοδος, κατά τήν διάρκεια τῆς ὁποίας ἐντείνεται ὁ πνευματικός ἀγώνας ἀπό τούς πνευματικούς ἀγωνιστές. Μέ ὅπλα  τήν προσευχή, τήν νηστεία, τήν νήψη, τήν περισυλλογή, τήν ἀγάπη, τήν ἐλεημοσύνη, τήν μετάνοια, τήν μυστηριακή ζωή, εἰσέρχεται ὁ ἀγωνιστής στό ἰδιαίτερο αὐτό στάδιο, προκειμένου νά παλαίσῃ «οὐχί πρός αἷμα καί σάρκα», ὡς λέγει ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, «ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου» (Ἐφεσ. στ’, 12).
Πρός τοῦτο, ἐπιθυμῶ πατρικῶς νά ἐκφράσω πρός ὅλους τούς πνευματικούς ἀγωνιστές τήν εὐχή, ὥστε ὁ ἀγώνας νά εἶναι ἐπιτυχημένος καί νά ἔχῃ ἁγίαν τήν ἔκβαση. Ἐξ ἄλλου τυγχάνει τοῖς πᾶσι γνωστόν ὅτι, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι πορεία ἀνοδική καί δύσκολη, ἀλλ’ ὅμως εὐλογημένη, ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ στήν συνάντηση μέ τόν Ἐσταυρωμένο καί Ἀναστάντα Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστό.
Ἄς εἶναι, λοιπόν, εὐλογημένο τό στάδιο τῶν πνευματικῶν ἀγωνισμάτων καί ἄς φθάσωμε ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει στήν Ἀνάσταση.

Ὅμως τό ὡς ἄνω σάλπισμα τῆς Ἐκκλησίας ἀφορᾶ γενικώτερα στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι παρά τίς παντοειδεῖς δυσκολίες ἐξ αἰτίας τῆς πολυεπίπεδης κρίσεως, ἀρνοῦνται ἐν πολλοῖς νά συνειδητοποιήσουν τήν ἐπιτακτική ἀνάγκη ἀλλαγῆς πλεύσεως καί υἱοθετήσεως τῆς σωτηρίου μετανοίας.
Πῶς θά ἀντιμετωπισθῇ αὐτή ἡ κρίση, ἡ ὁποία κυριολεκτικά μᾶς μαστίζει καί κατατρώγει τό εἶναι μας, τά σωθικά μας, ὅταν ἐπιμένωμε σέ ἕνα τρόπο ζωῆς, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τόν Θεό ὡς Πατέρα καί Λυτρωτή καί ὑψώνει, παρά τήν ἄκραν ἀποτυχία τοῦ ἀνθρωπίνου αὐτοειδώλου, τήν ἀνθρώπινη αὐταρέσκεια στόν θρόνο τοῦ Κυρίου μας;
Πῶς θά ξεπερασθῇ ἡ κρίση, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πεισματικά ἀρνεῖται τήν ὑπόστασή  του μέ τήν διττή, τήν ψυχοσωματική διάσταση δηλαδή, καί ἀδικεῖ τόν ἑαυτό του ἐνδιαφερόμενος μόνο γιά τήν σωματική καί ὑλική του αὐτάρκεια;
Πῶς θά νικηθῇ ἡ δυσχέρεια τῆς ζωῆς, ὅταν τήν λύση τῶν προβλημάτων μας τήν ἀνάγωμε σέ καθαρά οἰκονομικά ἐπίπεδα καί «ἐλπίζομε», ἤ καλύτερα ἐπιμένομε νά «ἐλπίζομε» σέ δυνάμεις, οἱ ὁποῖες μέχρι τώρα μᾶς ἐπρόδωσαν καί μᾶς ἀπεγοήτευσαν;
Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀναχαιτισθῇ τό κύμα καί τό κλῖμα τῆς ἀπογνώσεως, τῆς ἀπελπισίας καί τῆς ἀπαισιοδοξίας, πού ὁδηγεῖ σέ ἀπρόβλεπτες καταστάσεις καί θέτει σέ κίνδυνο καί αὐτήν τήν ἴδια τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου διά τῶν ἰδίων αὐτοῦ χειρῶν, ὅταν τό οἰκοδόμημα ὅλο στηρίζεται σέ βάσεις σαπρές καί σαθρές;
Ὁ λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι σαφής καί ἔχει ἰσχύ διαχρονική καί σωτήρια: «Μή πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας, ἐπί υἱούς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145, 2).
Ἡ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας περί τῆς ἀκριβοῦς πορείας τῆς σωτηρίας μας, εἶναι ἡ μόνη λύση, ἐφ’ ὅσον ὑπακούσωμε στό πατρικό Του κάλεσμα: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια’, 28).
Ἡ ὀδύνη μας εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστασίας μας ἀπό τήν πατρική ἑστία, τῆς ἀρνήσεως τοῦ Θεοῦ ἐκ μέρους μας, τῆς ἀποϊεροποιήσεως τῆς ζωῆς μας.
Χρειάζεται, λοιπόν, μετάνοια, ἀλλαγή τρόπου ζωῆς, ἐπιστροφή στήν «οἰκία τοῦ πατρός», συνειδητοποίηση τῆς ἀλήθειας ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι «ὅ,τι τρώῃ» (ὡς θά ἔλεγε ὁ τραγικός Γερμανός φιλόσοφος Φόυερμπαχ), ἀλλά εἶναι «τό περισπούδαστον τοῦ Θεοῦ ζῷον, δι’ ὅ ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος ἐγένετο. Ὁ Δεσπότης μου ἐσφάγη, καί τό αἷμα αὐτοῦ ἐξέχεεν ὑπὲρ ἀνθρώπου» (Ἅγ. Ἰω. Χρυσ. PG 48, 1029).
Γιά τόν λόγο αὐτό προσκαλοῦμε ὅλους σέ πανστρατιά προσευχῆς, ὥστε,
α) Νά ἐνισχυθοῦμε στόν πνευματικό ἀγῶνα, ὅσοι ἀγωνιζόμεθα, καί νά φωτισθοῦν οἱ λοιποί ἀδελφοί μας νά κατανοήσουν τήν ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ὡς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, καί τῆς ζωῆς ὡς δωρεᾶς τοῦ οὐρανίου Πατρός.
β) Νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι ἡ εὐτυχία ἑδράζεται σέ πνευματικές βάσεις  καί ὄχι σέ ὑλικά ἀγαθά,  ἤ σέ κοσμικές ψεύτικες ἐξουσίες, ἀνθρώπινες γνώσεις καί ἐφευρέσεις.
γ) Νά συνειδητοποιήσωμε ὅτι ὁ Κύριος, ὡς φιλεύσπλαχνος καί ἐλεήμων Πατέρας, συνεχῶς προσφέρεται καί ἀγαπητικά θυσιάζεται, γιά νά ὁδηγήσῃ τόν ἄνθρωπο στήν σωτηρία καί στήν Ἀνάσταση.
δ) Νά ἐκκλησιάσωμε καί νά ἱεροποιήσωμε τήν ζωή μας, διά τῆς σωτηρίου ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος θέλει τόν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστό νά λέγῃ στόν ἄνθρωπο:
 «Διά σέ ἐνεπτύσθην, ἐρραπίσθην, τήν δόξαν ἐκένωσα, τόν Πατέρα εἴασα καί πρός σέ ἦλθον τόν μισοῦντα με καί ἀποστρεφόμενον καί οὐδέ ἀκοῦσαι βουλόμενον τό ὄνομά μου. Κατεδίωξα καί ἐπέδραμον, ἵνα σέ κατάσχω, ἥνωσά με καί συνῆψα ἐμαυτῷ... Φάγε με εἶπον, καί λέγω σοι, καί πίε με» (Ἅγ. Ἰω. Χρυσ.Εἰς Α’ Τιμόθ. Ὁμιλία 15).
Καλή καί Ἁγία Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Καλόν  πνευματικό ἀγῶνα.
Καλή Ἀνάσταση.

Σᾶς ἀσπάζομαι ἐν Κυρίῳ.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί εὐλογιῶν

Ο  Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ
   Ο  Π Α Τ Ρ Ω Ν    Χ Ρ Υ Σ Ο Σ Τ Ο Μ Ο Σ

Λόγος Κατηχητήριος ἐπί τῇ ἐνάρξει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς (2014). - Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ 
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,
ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,
ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

«Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας»·
(Β' Κορ. 6, 2-3)

Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, μᾶς συνιστᾷ αὐτήν τήν περίοδον νά στρέψωμεν τό ἐνδιαφέρον μας πρός τήν ἀληθινήν μετάνοιαν, «τό χωνευτήριον τῆς ἁμαρτίας», κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον. Ἡ μετάνοια εἶναι τό πρῶτον θέμα τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ πεμπτουσία τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας.  Εἶναι τό καθημερινόν προσκλητήριον τῆς Ἐκκλησίας πρός ὅλους μας.

Παρά ταῦτα, πολλοί τῶν χριστιανῶν δέν ἔχομεν βιώσει πραγματικῶς τήν μετάνοιαν. Ἐνίοτε δέ θεωροῦμεν αὐτήν ὡς μή ἀφορῶσαν εἰς ἕκαστον ἐξ ἡμῶν, διότι δέν ἐρχόμεθα εἰς ἑαυτούς, δέν συνερχόμεθα καί δέν συναισθανόμεθα ὅτι ἔχομεν ὑποπέσει εἰς ποιάν τινα ἁμαρτίαν. Ἀλλ᾿ ὡς διδάσκει ὁ ἔμπειρος τῆς πνευματικῆς ζωῆς Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος καί δογματίζουν ἐμπειρικῶς οἱ πλεῖστοι τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, «ἡ μετάνοια εἶναι ἀπαραίτητος καί εἰς τούς τελείους». Καί τοῦτο διότι μετάνοια δέν εἶναι μόνον ἡ μεταμέλεια διά τάς ἁμαρτίας μας καί ἡ συνακόλουθος ἀπόφασις νά μή ἐπαναλάβωμεν αὐτάς ἀλλά καί ἡ ἀλλαγή τῶν ἀντιλήψεών μας πρός τό ἀγαθώτερον, ὥστε νά ἐπέρχεται μία διαρκής βελτίωσις τῶν ἀντιλήψεών μας περί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ κόσμου, αὔξησις τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως, τῆς καθάρσεως καί τῆς εἰρήνης.


Ὑπ᾿ αὐτήν τήν ἔννοιαν ἡ μετάνοια εἶναι πορεία ἀτελεύτητος πρός τήν τελειότητα τοῦ Θεοῦ, πρός τήν ὁποίαν ὀφείλομεν νά τείνωμεν καί νά κινούμεθα συνεχῶς. Ἐπειδή δέ ἡ τελειότης τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρος, ἡ πορεία μας πρός τό καθ᾿  ὁμοίωσιν αὐτῆς εἶναι ἐπίσης ἄπειρος καί ἀτελεύτητος. Πάντοτε ὑπάρχει ἐπίπεδον τελειότητος ἀνώτερον ἐκείνου εἰς τό ὁποῖον εὑρισκόμεθα ἑκάστοτε καί διά τοῦτο πάντοτε πρέπει νά ἐπιζητοῦμεν τήν πρόοδόν μας τήν πνευματικήν καί τήν μεταμόρφωσίν μας, ὡς προτρέπει καί ὁ μέχρι τρίτου οὐρανοῦ ἀναβάς καί θεασάμενος μυστήρια ἄρρητα Ἀπόστολος Παῦλος, γράφων: «Ἡμεῖς δέ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τήν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τήν αὐτήν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπό δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπό Κυρίου Πνεύματος». (Β' Κορ. 3, 18).

Ὅσον καθαίρεται ὁ ἐσωτερικός μας κόσμος, ὅσον περισσότερον καθαρίζεται ὁ πνευματικός ὀφθαλμός μας, τόσον καθαρώτερον βλέπομεν τόν ἑαυτόν μας καί τά πάντα καί αὐτή ἡ ἀλλαγή, αὐτή ἡ βελτίωσις τῆς θεάσεως τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου καί τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας, συνιστᾷ μετάνοιαν, μίαν δηλονότι νεωτέραν καί βελτιωμένην κατάστασιν τοῦ πνεύματός μας, ἐκείνης εἰς τήν ὁποίαν εὑρισκόμεθα μέχρι τοῦδε. Ὑπ᾿ αὐτήν τήν ἔννοιαν, ἡ μετάνοια εἶναι ἡ βασική προϋπόθεσις τῆς πνευματικῆς προόδου καί τῆς ἐπιτεύξεως τοῦ καθ᾿  ὁμοίωσιν πρός τόν Θεόν τῆς ὑπάρξεώς μας.

Ἡ μετάνοια, βεβαίως, διά νά εἶναι πραγματική, πρέπει νά συνοδεύεται καί ἀπό ἀναλόγους καρπούς, ἰδίᾳ δέ ἀπό τήν συγχώρησιν τῶν συνανθρώπων μας καί τήν πρός αὐτούς ἀγαθοεργίαν. Ἡ ἐξ ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπον κίνησις τῆς καρδίας μας πρός τήν ἀποδοχήν αὐτοῦ καί τήν κατά τό ἐφικτόν κάλυψιν τῶν ἀναγκῶν του, ἀποτελεῖ βασικόν στοιχεῖον τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας. Ἡ ὁδός, ἄλλωστε, τῆς μετανοίας εἶναι ἁμαρτημάτων κατάγνωσις καί ἐξομολόγησις αὐτῶν, τό μή μνησικακεῖν, εὐχή ζέουσα καί ἀκριβής, ἐλεημοσύνη, ταπείνωσις, ἀγάπη πρός πάντας, νίκη τοῦ καλοῦ ἐπί τοῦ κακοῦ, ἀποφυγή κενοδοξίας καί ματαίας ἐπάρσεως, μαραινομένης αὐστοστιγμεί.

Τήν ἐντός τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς πάλην τῆς μετανοίας ἀποκαλύπτει «τοῦ τελώνου καί τοῦ φαρισαίου τό διάφορον....» καί καλεῖ ἡμᾶς πάντας νά «μισήσωμεν τοῦ μέν τήν ὑπερήφανον φωνήν, τοῦ δέ νά ζηλώσωμεν τήν εὐκατάνυκτον εὐχήν», προσευχόμενοι ἐκτενῶς μετά δακρύων «ὁ Θεός ἱλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς καί ἐλέησον ἡμᾶς».

Ἡ ἀρχομένη περίοδος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς προσφέρεται, ἐν μέσῳ τῆς ἐκτεταμένης ἐπί παγκοσμίου ἐπιπέδου οἰκονομικῆς κρίσεως, διά τήν ἐκδήλωσιν τῆς ὑλικῆς καί πνευματικῆς βοηθείας μας πρός τόν συνάνθρωπον. Οὕτως ἐνεργοῦντες φιλανθρώπως καί ἐκδηλώνοντες ἐμπράκτως τήν μεταστροφήν μας, ἀπό τήν μέχρι τοῦδε ἀτομικιστικήν ἀντιμετώπισιν φαρισαϊκῶς τῆς ζωῆς πρός μίαν συλλογικήν καί ἀλτρουϊστικήν τελωνικήν ἀντιμετώπισιν αὐτῆς, θά ἔχωμεν πραγματοποιήσει μεγάλην καί ὠφελιμωτάτην μετάνοιαν καί ἀλλαγήν τοῦ τρόπου τῆς ἀτομοκεντρικῆς ἀντιλήψεως καί θά ἔχωμεν βιώσει τήν μετάνοιαν ὡς πρός μίαν κεφαλαιώδη καί ἐσφαλμένην στάσιν ζωῆς διά τῆς μεταβάσεως ἀπό τήν ἀμαρτίαν τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί τῆς κενοδοξίας εἰς τήν ἀρετήν τῆς φιλαλληλίας, «ζηλοῦντες τοῦ τελώνου καλῶς τήν ἠλεημένην ταπείνωσιν καί γνώμην».
  
Ἀπό τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ κήρυκος καί ἐμπειρικοῦ διδασκάλου τῆς μετανοίας, εἰσερχόμενοι εἰς τήν σωτηριώδη ταύτην περίοδον τῆς καθάρσεως καρδίας καί πνεύματος, ἵνα ὑποδεχθῶμεν τό Πάθος, τόν Σταυρόν, τήν Ταφήν καί τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν, οὐχί συμβόλοις καί λόγοις μόνον, ἀλλά ἐμπράκτως καί βιωματικῶς, μετ᾿ αὐτοῦ διαχρονικῶς προτρεπόμεθα καί παρακαλοῦμεν καί ἱκετεύομεν καί ἡμεῖς ὁ ἐν τοῖς διαδόχοις αὐτοῦ ἐλάχιστος: «τῆς μετανοίας ἐστί, τό καινούς γενομένους, εἶτα παλαιωθέντας ὑπό τῶν ἁμαρτημάτων, ἀπαλλάξαι τῆς παλαιότητος καί καινούς ἐργάσασθαι...ἐκεῖ γάρ τό ὅλον ἡ Χάρις ἦν».

Ἰδού, λοιπόν, ἀδελφοί καί τέκνα, ἠνέωκται ἐνώπιον ἡμῶν καιρός εὐπρόσδεκτος «τοῦ λυπεῖσθαι» καί  στάδιον ἀνανήψεως καί ἀσκήσεως ἵνα, «πρίν ἤ διαλυθῆναι τό θέατρον φροντίσωμεν τῆς ἡμῶν σωτηρίας», ἐν ἀληθεῖ καί βιωματικῇ καρδιακῇ μετανοίᾳ ἐφ᾿ οἷς «ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν...οὐδέ συνετηρήσαμεν, οὐδέ ἐποιήσαμεν, καθώς ἐνετείλατο» ἡμῖν ὁ Κύριος, ἵνα «φείσηται ἡμῶν ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν» Χριστός ὁ Θεός, κατά τό μέγα Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστον Ἔλεος, Οὗ ἡ σωτήριος Χάρις εἴη μετά πάντων.

Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βιδ´
+ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ Ο προστάτης των εγγάμων

Άγιος των ημερών μας

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που νομίζουν ότι αγίους και μάρτυρες ανέδειξε η Εκκλησία μας σε πολύ μακρινούς χρόνους, ιδιαίτερα μάλιστα κατά την περίοδο των διωγμών. Αληθεύει βέβαια πως όταν εξωτερικοί εχθροί διώκουν την Πίστη ή αιρετικοί την απειλούν, τότε δημιουργούνται μάρτυρες και ομολογητές∙ δεν έλειψαν εντούτοις και σε ειρηνικές περιόδους οι μορφές εκείνες που με την άσκηση, την προσευχή, την έντονη λειτουργική, μυστηριακή και ησυχαστική ζωή ευαρέστησαν ενώπιον  του μόνου Αγίου Θεού και έλαβαν τον στέφανον της ζωής, τον οποίον έχει υποσχεθεί πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ. ( Β’  Τιμ. 4,8 ) .
Υπάρχουν άλλοι χριστιανοί που έχουν ανάγκη να δουν «ορατές αποδείξεις» της Πίστεώς μας, για το λόγο ότι η ελπίδα τους εξασθενεί και θαρρούν πως οι διηγήσεις των Συναξαρίων για τη ζωή και τα θαύματα των παλαιών αγίων λίγο απέχουν από την υπερβολή και τον μύθο…
Και όμως! Οι άγιοι δεν έλειψαν ούτε θα λείψουν ποτέ από τη ζωή και την ιστορία της Εκκλησίας μας. Κάθε εποχή έχει τους δικούς της : αποστόλους και ομολογητές, ιεράρχες και μοναχούς, αναχωρητές και ασκητές, μάρτυρες και «εν ειρήνη τελειωθέντας», εγγάμους και παρθένες, άνδρες , γυναίκες και παιδιά… Βιβλιοθήκη σχηματίζουν τα Συναξάρια  στα οποία περιγράφεται η θαυμαστή και αξιομίμητη ζωή των αγίων , τα οποία διαβάζονταν κατ’ ιδίαν και ιδιαίτερα στις «συνάξεις» που έκαναν οι χριστιανοί κατά την επέτειο ημέρα του μαρτυρίου ή της κοιμήσεως των αγίων…
… Μια τέτοια διακεκριμένη μορφή νεότερου αγίου είναι και ο Νικόλαος Πλανάς, «ο απλοϊκός ποιμήν των λογικών προβάτων».

Από παιδάκι στην εκκλησία

Από την παιδική ακόμα ηλικία ο Νικόλαος , γιος του Ιωάννη και της Αυγουστίνας Μελισσουργού, έδειχνε την κλίση του προς τα ιερά και τα όσια.
Γεννημένος το έτος 1851 στη Νάξο από σχετικά εύπορους γονείς , δεν άργησε να αποκαλύψει πως ήταν αγιασμένος  από την κοιλιά της μητέρας του και να προκόπτει σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ καὶ χάριτι παρὰ Θεῷ καὶ ἀνθρώποις. (Λουκ. 2,52 ), ενώπιον του Θεού και των συνανθρώπων του.
Παιδί ακόμα τον έθελγαν τα αγαπητά σκηνώματα (Ψαλμ. 83, 1 ) του Κυρίου . Έτρεχε στο Ιερό Βήμα για να υπηρετεί τον ιερέα παππού του Γεώργιο Μελισσινό καθώς ιερουργούσε. Είχε ανοιχτά τα μάτια της ψυχής και του σώματός του  για να ακούν και να δέχονται τα ιερά λόγια των ευχών και των ύμνων. Ευτρέπιζε τη γλώσσα του για να ψελλίζει και σιγοψάλλει ψαλμούς και τροπάρια , ᾄδων καὶ ψάλλων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ τῷ Κυρίῳ, και να συνηθίζει από την πρώτη του νεότητα λαλών ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς ( Εφες. 5, 19 ) .
Αναφέρει η βιογράφος (μαθήτρια του Μάρθα μοναχή) , ότι μέσα στο πατρικό κτήμα υπήρχε εκκλησάκι αφιερωμένο στον άγιο Νικόλαο . «Από μικρό παιδάκι πήγαινε οποιαδήποτε ώρα και έμπαινε κρυφά σ’ αυτό, φορούσε ένα σενδόνι και έψαλλε ότι ήξευρε ως μικρό παιδί. Μια βραδιά περνούσε ένας άνθρωπος απ’ έξω από την εκκλησίαν αργά και άκουσε ψαλμωδία . Από φυσική περιέργεια κατέβηκε από το ζώον να ιδή τί συμβαίνει και τον βλέπει , μικρό παιδάκι τότε, να ψάλλη! … « ( ο άγιος παπα- Νικόλας Πλανάς «Ο απλοϊκός ποιμήν των απλοϊκών προβάτων», εκδ. «Αστήρ» , απ’ όπου αντλήσαμε πολλές λεπτομέρειες του βίου του αγίου ) .
Τα πρώτα γράμματα διδάχθηκε από τον ιερέα παππού του , τον οποίο και συνόδευε στις λειτουργίες και στους εσπερινούς που εκείνος τελούσε στα πολλά εξωκκλήσια, βοηθώντας τον στο Ιερό και το ψαλτήρι και παρατηρώντας την ευλάβεια με την οποία ιερουργούσε. Έτσι και για το μικρό Νικόλαο είχε εφαρμογή ο ευαγγελικός λόγος : δεν έφευγε από το ναό, αλλά λάτρευε τον Θεό νύχτα και μέρα… ( Λουκ. 2, 37 ) . Ακόμα και τα παιχνίδια του με τον τρόπο αυτό της ζωής του είχαν ταυτιστεί: Μάζευε τους μικρούς του φίλους και παρίσταναν πως τελούν τη θεία Λειτουργία, μιμούμενοι τις κινήσεις του ιερέα, ψάλλοντας ό,τι σαν παιδιά ήξεραν και στο τέλος ο Νικόλαος έκανε και το «κήρυγμά» του! Του άρεσε να πηγαίνει στα εξωκκλήσια , να ανάβει τα καντήλια, να «μιλάει» στο Χριστό, την Παναγία και τους αγίους και να ευφραίνεται πνευματικά από την παρουσία τους.
Αυτή η ευλαβής ενασχόληση είλκυσε πλουσιότερη τη χάρη του Θεού και τον προίκισε με το προορατικό χάρισμα. Είναι βεβαιωμένο, για παράδειγμα, το ακόλουθο περιστατικό: Ένα βράδυ χειμωνιάτικο καθόταν μπροστά στο τζάκι του σπιτιού όλη η οικογένεια. Οι γονείς ανήσυχοι συζητούσαν για την τύχη του καϊκιού τους που βρισκόταν σε ταξίδι στο φουρτουνιασμένο Αιγαίο ή στη θάλασσα της Προποντίδας , πλέοντας προς την Πόλη. Ο Νικόλαος , φωτισμένος από τον Θεό, είπε στους γονείς του: «Το καΐκι μιας “Ευαγγελίστρια” αυτή τη στιγμή βυθίζεται κοντά στην Πόλη…». Τρομαγμένος ο πατέρας του λέει στη γυναίκα του: «Τι λέει το παιδί;». Όπως αποδείχθηκε , ακριβώς εκείνη τη μέρα και ώρα είχε βυθισθεί το καΐκι τους!
(συνεχίζεται)
Πηγή: «ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ
Ο προστάτης των εγγάμων
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ»
Ευαγγέλου Π. Λέκκου
θεολόγου
τ. Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας
Εκδοτική παραγωγή ΣΑΪΤΗΣ
πηγή   το είδαμε εδώ

ΙΕΡΕΙΣ ΕΥΛΟΓΟΥΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΣΕΒΑΣΤΟΥΠΟΛΗ

Ρωσο-ορθόδοξοι ιερείς ψάλλουν προσευχές για τους στρατιώτες στη ρωσική ναυτική βάση στην Κριμαία – Συνεχίζεται η προώθηση ενόπλων ομάδων σε κομβικά σημεία της περιοχής

Ολοένα και περισσότερα στρατεύματα συρρέουν στην Κριμαία, με τους ενόπλους, εμφανέστατα άρτια εκπαιδευμένους, να καταλαμβάνουν κομβικές θέσεις στους οδικούς άξονες που συνδέουν τα τρία μεγάλα αεροδρόμια της αυτόνομης Δημοκρατίας και τα κυριότερα αστικά κέντρα. 
Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού υποδέχεται τους ενόπλους έως και με ανακούφιση, ενώ ο φωτογραφικός φακός των διεθνών πρακτορείων απαθανάτισε ένα εκπληκτικό στιγμιότυπο με Ρώσους ορθόδοξους ιερείς να ψάλλουν ύμνους και προσευχές ακριβώς έξω από την πύλη της ναυτικής βάσης του ρωσικού πολεμικού ναυτικού στην Σεβαστούπολη, στον κόλπο Μπαλακλάβα, μπροστά στα μάτια αρκετών στρατιωτών, ορισμένοι εκ των οποίων έψαλλαν μαζί με τους ιερείς!
 
πηγή

Ο ευαγγελιστής Μάρτιος

Εισοδεύσαμε συν Θεώ αγίω στον αμφίθυμο και ευαγγελιστή μήνα Μάρτιο.

Στον μήνα που κατά την αρχαία παράδοση είναι ο μήνας της Δημιουργίας του κόσμου, στον καιρό της Γένεσης και της Αναδημιουργίας.

Στον μήνα του κτιστού έαρος και στον προπομπό της αιωνίας Άνοιξης του Πάσχα.

Στον πενθηφόρο και πανηγυρικό. Στον κατανυκτικό και αναστάσιμο. Στον θρηνητικό και ελπιδοφόρο. Στον ζωηφόρο και δημιουργικό!

Στον πολεμικό μήνα του αρχαίου Άρη (Mars) όπου ζωνόμαστε την πανοπλία της σαρακοστινής μάχης.

Στον μήνα εκείνο που λαμπρύνεται από τους θείους Χαιρετισμούς προς την Μάνα της Γλυκειάς Άνοιξης. Στον Μήνα του Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε, της Υπερμάχου Στρατηγού, των θεομητορικών μεγαλείων. Στον μήνα όπου απεστάλη ο Γαβριήλ, το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει και του μυστηρίου το βάθει καταπληττόμενος και τον οποίον επιθύμησαν να δούν οι δίκαιοι και οι προφήτες .

Στον μήνα κατά τον οποίον γεννήθηκε το φως και ο Αδάμ άνοιξε για πρώτη φορά τα μάτια του στον κόσμο του Πλάστη του. Στον μήνα που η εξόριστη Εύαέλαβε άγγελμα σωτηρίας.

Στον μήνα τον οποίο επάγη ο Σταυρός στον Γολγοθά και άνθισε η ζωή από το ζωοδόχο μνήμα.

Τον μήνα της αγίας Ευδοκίας, του αγίου Νικολάου Πλανά, του αγίου Κόνωνα, των τεσσαράκοντα μεγαλομαρτύρων, των πατέρων Σωφρονίου, Συμεών και τουΣιναΐτη Ιωάννη.

Τον μήνα που αναθάλλει η ζωή από το μηδέν εις πείσμα του ζοφερού θανάτου.

Τον διδακτικό της μυστικής ανάστασης. Τον προκλητικό της καρδιακής ανθηφορίας. Τον χαρμολυπικό και μέγα της θαυμαστής ισημερίας.

Τον μήνα που ευλόγησε ο Θεός. Τον ευαγγελιστή και ωραίο Μάρτιο! 

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΣΥΧΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 2 Μαρτίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Ησυχίου του Συγκλητικού.

O Άγιος Ησύχιος έζησε στο χρόνια του Γαλερίου Μαξιμιανού, στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ., και κατείχε το αξίωμα του Συγκλητικού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των Χριστιανών, του προτείνεται να αρνηθεί την πίστη του και να σώσει τη ζωή του και το αξίωμά του.

Όμως ο Ησύχιος δε δίστασε να περιφρονήσει όλες τις τιμές και τις υποσχέσεις και με θαυμαστή προθυμία ομολόγησε τη πίστη του. Τότε ο βασιλιάς εξαγριώθηκε και διέταξε να του αφαιρέσουν τα διάσημα του αξιώματός του και... να του φορέσουν ταπεινωτικά ενδύματα και στη συνέχεια τον γελοιοποιεί μπροστά σ' όλους τούς αξιωματούχους.

Όμως, ο Άγιος δέχεται τα πάντα αδιαμαρτύρητα, διότι γνωρίζει ότι οι ανθρώπινες τιμές είναι πρόσκαιρες, ενώ οι ουράνιες τιμές είναι αιώνιες. Εξοργισμένος από την ηρωική στάση του Ησύχιου, ο Μαξιμιανός διατάσσει την θανάτωσή του.

Οι στρατιώτες οδηγούν τον Άγιο στον ποταμό Ορόντη, όπου αφού του έδεσαν μία πέτρα στο λαιμό τον έριξαν στο πλέον βαθύ μέρος. Έτσι αξιώθηκε να γίνει μάρτυρας για την πίστη του στο Χριστό.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος α'. Τον τάφον σου Σωτήρ.
Άξιας κοσμικής, απορρίψας το κλέος, την δόξαν του Χριστού, ωμολόγησας χαίρων, Ησύχιε πανένδοξε, Αθλητών εγκαλλώπισμα, όθεν έφερες, ώσπερ τιμήν την αισχύνην, και τον θάνατον, εν πνιγμονή των υδάτων, δυνάμει του Πνεύματος.

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ ΤΗΣ ΤΡΥΦΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΟΥ ΑΔΑΜ

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, 
ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς ἀπὸ τοῦ Παραδείσου 
τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτοπλάστου Ἀδάμ.

Κόσμος γενάρχαις πικρὰ συνθρηνησάτω.
Βρώσει γλυκείᾳ, συμπεσὼν πεπτωκόσι.

Τῇ ἀφάτῳ σου εὐσπλαγχνίᾳ, 

Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
 τῆς τρυφῆς τοῦ Παραδείσου ἡμᾶς καταξίωσον,
 καὶ ἐλέησον,
 ὡς μόνος φιλάνθρωπος.
 Ἀμήν.

Σάββατο, Μαρτίου 01, 2014

«Τριῴδιον παρ’ ἀνθρώπων δέχου, Κύριε..»

H-periodos-kai-oi-Kyriakes-twn-Apokrew-«Aenai-EpAnastasiΠροετοιμάζοντας τίς ἀποσκευές της ἡ Ἐκκλησία γιά τό νέο καί ἐν πολλῇ, ἀλλά καί πολλαπλῇ διακινδυνεύσει ἐπιχειρούμενο ταξίδι στό πέλαγος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προσκομίζει στήν πνευματική Της τράπεζα τό Τριώδιον, καί μέ ἱεροκατάνυξη τό ἀνοίγει. Τό ἀνοίγει καί μᾶς θυμίζει ὅτι τό ταξίδι εἶναι μακρύ καί πολυήμερο, σκιασμένο κάποτε ἀπό τόν χειμῶνα πού δέν ἔχει παρέλθει, μέ τούς νοητούς «Λαιστρυγόνας καί Κύκλωπας» ὑπούλως νά καιροφυλαχτοῦν. Ὡστόσο, εἶναι ψυχωφέλιμο ταξίδι καί ἀποκαλυπτικό. Γι᾿ αὐτό κι ἀπαιτεῖ κατάλληλη προετοιμασία. Γιατί ἕνα ταξίδι δέ σχεδιάζεται μονάχα, ἀλλά πρωτίστως ἀξιολογεῖται: πόσο χρήσιμο εἶναι στ᾿ ἀλήθεια;
Τριῴδιο λοιπόν. Μιά κρίσιμη γιά τήν ἀκεραιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς μας χρονική περίοδος, πού ἀποσυμπιέζει σιγά σιγά τήν ψυχή καί τῆς χαρίζει τήν εἰρήνη, τή σιωπή καί τήν κατάνυξη. Τά ἀγαθά ἐκεῖνα δηλαδή, πού τήν ἀναζωογονοῦν καί συγυρίζουν, τακτοποιῶντας τίς ὅποιες σκόρπιες σκέψεις, ἐπιθυμίες, λογισμούς. Μέ ἄξονα καί μέ τή συνδρομή τοῦ πολύτιμου ἐργαλείου τῆς μετάνοιας. Γι᾿ αὐτό καί ἱκετεύουμε, «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα..». Αὐτές τίς πῦλες ἀνοίγει ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, καί μᾶς ὑπενθυμίζει : «Μή προσευξώμεθα φαρισαϊκῶς, ἀδελφοί».
Θεμέλιος λίθος ἡ προτροπή αὐτή, στηρίζει τήν πνευματική μας οἰκοδομή καί γίνεται κερί ἀναμμένο, πού φωτίζει τόν βηματισμό μας μέσα στό ἱερό στάδιο ὅπου πρόκειται νά εἰσοδεύσουμε, «οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι».
Αὐτές, λοιπόν, οἱ πρῶτες λέξεις τοῦ Τριῳδίου γίνονται ἀναμφίβολα τό κλειδί πού ἀνοίγει τοῦτες τίς πῦλες τῆς μετανοίας, ἀπομακρύνοντας τήν κάθε ἀλαζονική συμπεριφορά μας, ἡ ὁποία καί ἀποτελεῖ πρόσκομμα γιά τήν ἀποποίηση τῆς κάθε ὑποκριτικῆς μας ἐνέργειας. Γιατί ἴδιον τοῦ φαρισαϊσμοῦ εἶναι ἡ δαιμονική ὑπεροψία, πού ἀναχαιτίζει τή Θεία Χάρη, σύμφωνα μέ τήν πατερική ἐντολή: «Ἡ μέν ταπείνωσις συνάπτεται τῷ Χριστῷ, ἡ δέ ἀλαζονεία τῷ πεφρονιματισμένῳ καί πλήρους ὄγκου δαίμονι»( Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης).
Ὡστόσο, τό μέγα ζητούμενο, τό ὁποῖο ὀφείλει νά διακριβώσει κάθε θεοκατάνυκτος ψυχή, εἶναι ἡ ἀποβολή τοῦ φαρισαϊκοῦ στοιχείου ἀπό τήν μετά τοῦ Θεοῦ σχέση καί κοινωνία. Καί εἶναι γνωστό ὅτι ἡ ἐπικοινωνία μετά τοῦ Θεοῦ ἐπιτυγχάνεται διά τῆς εἰλικρινοῦς καί ἀσχηματίστου προσευχῆς: ἐκείνης δηλαδή πού ἀνοίγει δρόμους συνάντησης μεταξύ Θεοῦ κι ἀνθρώπου. Μόνο πού ἀπαιτεῖται εἰλικρίνεια καί συντριβή, ἀποβολή τοῦ προσωπείου καί δυνατότητα τοῦ προσευχομένου «τοῦ ὁρᾶν τά πταίσματά» του. Καί ἡ δυνατότητα αὐτή ἐπιτυγχάνεται ὅταν ὑπάρξει συντριβή καί ταπείνωση. Διότι ἡ θεόδωρος αὐτή χάρη, «ἡ ταπείνωσις, τροφή ὑπάρχει τῶν ἀρετῶν…τῶν παθῶν ἀναίρεσις, συντήρησις ὑγρότητος ἐν τῇ ρίζῃ τῆς πίστεως» (Ἁγ. Ἀνδρέας ὁ Κρήτης).
Ἀνοίγει, λοιπόν, τό Τριῴδιο ὑπενθυμίζοντάς μας νά προσέξουμε, μήπως ὑποπέσουμε στήν παγίδα τῆς αὐτοδικαίωσης, πού ἀσφαλῶς γεννᾶ κατάκριση, ὑποτίμηση καί περιφρόνηση τοῦ ἄλλου, ἀφοῦ ὁ «φαρισαϊκῶς προσευχόμενος» καί κατ᾿ ἀκολουθίαν, ζῶν, κινούμενος καί ὑπάρχων, δέν εἶναι δυνατόν νά διαπιστώνει στόν ἄλλο, τόν συνάνθρωπό του, ἔστω καί ψῆγμα καλωσύνης, τρυφερότητος καί μετανοίας. Διότι, «ἄν καί ἀπομονώνεται γιά νά προβάλλῃ τήν θρησκευτική του ὑπεροχή, συγχρόνως ἐπικαλεῖται τίς ἀδυναμίες καί τίς ἐλλείψεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων γιά νά βιώση τήν ἱκανοποίηση τῆς θρησκευτικῆς του αὐταρκείας». ( Ἰ. Κ. Κορναράκης) Καί μ᾿ αὐτήν ζεῖ. Γιά νά αἰσθάνεται ὅτι εἶναι τό κέντρο τοῦ κόσμου κι ὄχι «ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων» (Λκ. 18,11), μεταξύ αὐτῶν κι ὁ Τελώνης πού συμπροσεύχεται μαζί του λίγο παραπέρα καί στόν ὁποῖο προβάλλει, μεταθέτει ὅλο τό φᾶσμα τῶν ἐνοχῶν. Ἀντίθετα ἀπό τόν Τελώνη, πού συνοψίζει ὅλη του τή βιοτή καί τήν ἐνσυνείδητη μετάνοιά του σέ τρεῖς λέξεις «Ὁ Θεός, ἱλασθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ»( Λκ.18, 13 ). Καί τό κυριώτερο: «βιώνει τήν ἐνοχή του «κατά μόνας»… καί δέν τήν μεταφέρει ἐπί ἄλλων ἀνθρώπων. Αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἔνοχος καί ἡ εὐθύνη τῆς ἐνοχῆς αὐτῆς βαρύνει ἀποκλειστικῶς αὐτόν μόνο» (Ἰ. Κ. Κορναράκης).
Τό βασικό διερώτημα πού ἀναδύεται ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς τοῦ καθενός, καθὼς προσεγγίσαμε αὐτή τήν ἱεροπρεπέστατη χρονική περίοδο τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, εἶναι τό ἑξῆς: Τελικά σέ ποιά μερίδα ἀνήκουμε: ἐκείνων πού μέ φαρισαϊκή ὑψηγορία ἐπιμένουν νά βηματίζουν ἀκόμα πρός τό ἱερό προσεύξασθαι, ἤ ἐκείνων πού μέ βεβαρυμένους τούς ὀφθαλμούς προσέρχονται καί ψελλίζουν: « Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε»;
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Ἐφημέριος Σκοπέλου
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 139
Ἔτος 2014

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...