Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Νοεμβρίου 09, 2014

Γιώργος Κοντογιώργης Πώς το Μνημείο της Αμφίπολης "διεγείρει" των εθνικισμό των ιδεολόγων της ολιγαρχικής εθελοδουλείας.




Πριν καλά καλά εισέλθει η αρχαιολογική σκαπάνη στον περίβολο του μνημείου της Αμφίπολης, μια κυρία που αμείβεται από την ελληνική κοινωνία για να προάγει την επιστήμη της αρχαιολογίας, καινοτόμησε διορθώνοντας τον εαυτό της με τη διευκρίνιση ότι όταν δήλωσε ότι το μνημείο είναι ρωμαϊκό εννοούσε ότι είναι ελληνικό της ρωμαϊκής εποχής
Εξηγούσε δηλαδή στον "αγράμματο Έλληνα, πλην ορθώς ελληνίζοντα", αυτή η καθηγήτρια της αρχαιολογίας (!) ότι η απόδοση "εθνικής" ταυτότητας στο μνημείο και η τοποθέτησή του σε μια συγκεκριμένη εποχή είναι ένα και το αυτό!.. 
Το δράμα της ιδεολογίζουσας επιστήμης είναι ότι δεν μπορεί να φυλάγεται από τον κακό εαυτό της ούτε να αποκρύψει τον εθελόδουδο αυθορμητισμό της ή, άλλως πως, το ολιγαρχικό υπόβαθρο της έχθρας της προς την κοινωνία των πολιτών. 
Το να εχθρεύεται όμως κανείς την ιστορία της κοινωνίας επειδή έχει την υπόνοια ότι μπορεί ακόμη και νεκρή να κινητοποιήσει την ταυτοτική της συλλογικότητα ενάντια στους δυνάστες της, ομολογεί τουλάχιστον ανασφάλεια. 
Το να το πράττει εντούτοις αυτό ο εντεταλμένος της επιστήμης αντί του πολιτικού αποτελεί ασέβεια αν όχι ύβρη. 
Παρόλ'αυτά, η ενλόγω κυρία (συνακόλουθα προς την σύνολη καθεστωτική διανόηση), θα ηδύνατο να μην εκτίθεται ομολογώντας έργω ότι η σχέση της με τη γλώσσα ως γνωστικού εργαλείου  (όχι μόνον η ελληνική) είναι ανάλογη με το γνωστικό της αισθητήριο ή ότι προθύμως την υποχειριάζει στις ιδεολογικές της προτεραιότητες.
Στο ζήτημα αυτό, κατά σύμπτωση αναφερόμουν σε πρόσφατο άρθρο μου ("Το έθνος του κράτους και το έθνος της κοινωνίας", Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 10 Αυγούστου 2014, και στο εδώ ιστολόγιο), όπου προκαταλαμβάνω την απάντηση στη ιδεολογίζουσα επιστήμη…
Ιδού ένα απόσπασμα:

"….. Εντούτοις, ο πιο αντιδραστικός, δηλαδή εχθρικός προς την κοινωνία εθνικισμός, στο μέτρο που δεν αποκλείει απλώς την κοινωνία των πολιτών από την ελευθερία, αλλά και την οδηγεί στην περιθωριοποίηση/εξαθλίωση, είναι ο «αναθεωρητικός» εθνικισμός και, κυριολεκτικά, ο ολιγαρχικός εθνικισμός. Ο ένας [ο τυπικός εθνικισμός] επιχειρεί την οικειοποίηση του έθνους της κοινωνίας, ο άλλος [ο "αναθεωρητικός" εθνικισμός] εχθρεύεται την ταυτοτική/κοινωνική συλλογικότητα, υιοθετώντας πολλές φορές, τον εθνικισμό του «άλλου»: είτε των γειτόνων είτε των αγορών ή και των δύο μαζί.
          Η ελληνική ιστοριογραφική «επιστήμη» είναι παραδειγματική ως προς αυτό. Έχει επίσης το "προσόν" να είναι στο βάθος και ιδεολογικά αλλοτριωμένη [δηλαδή βαθιά εθελόδουλη και μηρυκαστική]. Υπηρετεί τον εθνικισμό του ηγεμόνα, διατεινόμενη ότι κάνει επιστήμη. Αρκεί να διαπιστώσουμε ότι, παντού, ιστορία και αρχαιολογία συμφωνούν να δώσουν την εθνική ταυτότητα του ηγεμόνα σε ιστορικά τεκμήρια κατακτημένων. Το πιο προκλητικά ενδιαφέρον παράδειγμα είναι οι αρχαιότητες της ρωμαϊκής εποχής. Αδυνατούν, δηλαδή, να διακρίνουν οι «ειδήμονες» αυτοί τη διαφορά της διατύπωσης «ρωμαϊκός» έναντι «ρωμαϊκής εποχής».
          Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων μεταφέρθηκε επί ρωμαϊκού πλοίου (!). Η αγροτική έπαυλις που βρέθηκε πρόσφατα κοντά στο Κιάτο, ανήκε σε ρωμαίο ευγενή! Μέσα στα μουσεία, όλα τα ευρήματα της ρωμαϊκής εποχής βαφτίζονται «Ρωμαϊκά». Εάν τους επισημάνεις το ανιστόρητο του γεγονότος, σου αντιτείνουν ότι το να πεις ελληνικά τα ευρήματα της ρωμαιοκρατίας είναι εθνικιστικό! Το χειρότερο είναι ό,τι συμβαίνει με το Βυζάντιο. Ο σκοταδισμός των ιδεολογικά υποτελών μεταφράζεται σε ιστορική αλήθεια".
Πηγή

Η προληπτική ιατρική στην Καινή Διαθήκη

Open Bible with Sky
Αν και στην Κ.Δ., όπως είπαμε, κυριαρχεί η θεραπευτική ιδιότητα του Χριστού, δεν απουσιάζουν τα στοιχεία πρόληψης. Για να μπορέσει ωστόσο κάποιος να τα εντοπίσει, πρέπει να ανατρέξει στο σχήμα αμαρτία-ασθένεια. Αυτό δηλαδή που είδαμε και στην Π.Δ.
Η ασθένεια και ο θάνατος είναι τα αποτελέσματα της αμαρτίας, εννοούμενης ως διάρρηξης των σχέσεων Θεού και ανθρώπου. Η αποκατάσταση των σχέσεων αυτών αίρει την αιτία της ασθένειας. Έτσι η πρόληψη στην Κ.Δ. συνίσταται στην προειδοποίηση και προφύλαξη του ανθρώπου από πιθανή έκθεσή του στον κίνδυνο να διαταράξει τις σχέσεις του με τον Θεό. Οι σχέσεις αυτές με την έλευση του Θεού Λόγου στον κόσμο αποκαταστάθηκαν και έγιναν σχέσεις στενές και φιλικές και σχέσεις Πατρός και τέκνων. Παρατηρείται λοιπόν ότι η προειδοποίηση και η εξ αυτής πρόληψη που κάνουν τα κείμενα της Κ.Δ. στοχεύουν πιο άμεσα στην διαφύλαξη αυτών των σχέσεων, ως το πολυτιμότερο αγαθό για τον άνθρωπο, και λιγότερο στην αποφυγή των συνεπειών τους, την ασθένεια και το θάνατο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Κ.Δ. επιχειρηματολογεί και προειδοποιεί επενδύοντας στην αγάπη και το φιλότιμο και λιγότερο στον φόβο και την τιμωρία. Ωστόσο δε λείπουν και οι αυστηρές και ακραίες πολλές φορές προειδοποιήσεις προληπτικού χαρακτήρα.
Ο ίδιος ο Χριστός παροτρύνει να αφαιρέσει κάποιος βασικά σωματικά του μέλη προκειμένου να σκανδαλισθεί και να απολέσει την πνευματική του ακεραιότητα[1]. Θεραπεύει και συμβουλεύει την αποχή από την αμαρτία με σκοπό την πρόληψη του «χείρονος»[2]. Ο απόστολος Παύλος παροτρύνει τα μέλη της Εκκλησίας να αποφεύγουν με κάθε τρόπο και προληπτικά την έκθεσή τους σε καταστάσεις που γεννούν πνευματικούς κινδύνους[3], τονίζοντας ότι τα «οψώνια της αμαρτίας θάνατος εστι»[4].
Σημειώσεις
[1] Μκ. 9,45-47.
[2] Ιω. 5,14.
[3] Εφ. 5,18: «μη μεθύσκεσθε οίνω, εν ω εστιν ασωτία,..
[4] Ρωμ. 6,23. 
πηγή

Εις την Μνήμη του Αγίου Νεκταρίου

Ο σήμερον εορταζόμενος Άγιος με το μέγεθος της αγιαστικής του καταστάσεως, πού απεκόμισε διά της ορθής του πολιτείας, συνεκλόνισε τον κόσμο ολόκληρο. Είναι δε πραγματικά ένα παρήγορο όνομα εις όλα τα στόματα των πιστών. Για την Εκκλησία μας αυτό δεν είναι παράδοξο, διότι οδηγεί τα τέκνα της εις αυτό το ύψος και σ αυτές τις διαστάσεις. Σε μας όμως, πού πραγματικά μάς περισφίγγουν οι τόσες μας αδυναμίες, είναι ένα παρήγορο σημείο, το ότι και στις δύσκολες αυτές ημέρες βρίσκονται ομοιοπαθείς με μάς άνθρωποι, οι οποίοι όχι μόνο απλώς κατενίκησαν τα πάθη τους, επέρασαν από την παρά – φύσι στην κατά φύσι ζωή, αλλά επέρασαν και τις φυσικές διαστάσεις και έφθασαν στην υπέρ – φύσι, μέσα στον αγιασμό, στο τέρμα της τελειότατης επαγγελίας πού είναι αυτή η υιοθεσία. Ο σημερινός λοιπόν Άγιος είναι ακριβώς αυτού του ύψους.
Εκείνο το οποίο εχαρακτήριζε πάντοτε αυτό τον ουρανομήκη φωστήρα της Εκκλησίας μας, ήτο ότι από την μικρή του ηλικία επερίσσευσε μέσα του η αγάπη προς τον πλησίον και η πίστι προς τον Θεό.
Κάποτε, όταν εταξίδευε με το καράβι, συνέβη μεγάλη τρικυμία. Αυτός ήτο πολύ νέος. Οι άλλοι εφοβήθησαν, αυτός όμως με την παιδική του απλότητα και την ακεραία του πίστι προς τον Θεό, είπε σαν προσευχή, αλλά και σαν απορία προς τους συμπλέοντας: «Καλά, πώς είναι δυνατό ο Θεός τον οποίο πιστεύομε και επικαλούμεθα, να μάς αφήση να χαθούμε και να μην μάς σώση;» Και πράγματι δεν διεψεύσθη, διότι όντως εκινδύνευσαν αλλά εσώθησαν.
Εκείνο το οποίο, όπως είπα, τον εχαρακτήριζε ήταν η αγάπη προς τον πλησίον. Αυτή τον παρακινούσε, ούτος ώστε εάν κάτι εμάνθανε από την Γραφή, ή από κάποιο πατερικό κείμενο το οποίο συντελούσε προς μετάνοια και σωτηρία, ήθελε να το μεταδώση και στον πλησίον του. Και έγραφε την πρότασι σε χαρτάκια και την έβαζε, κάπου, ή την εσκόρπιζε σε σημεία πού επίστευε ότι θα ημπορούσε κάποιος να την διαβάση. Με αυτό τον τρόπο τότε, της παιδικότητός του, εφήρμοζε την προς τον πλησίον αγάπη. Ήτο ένα δείγμα, του τί περιείχε μέσα στην αγία του ψυχή, διότι βλέπετε, αγκάλιασε όλο το πλήρωμα των πιστών, στα τετραπέρατά της οικουμένης.
Όπου επικαλούνται το γλυκύ του όνομα, εκεί παρίσταται με την θαυματουργική του ενέργεια. Σαν ποταμός ρέουν τα θαύματα, τα οποία ακριβώς πηγάζουν από την πλήρη αγάπης καρδία του, πού συνεχώς θέλει να συμπαρίσταται στον πανανθρώπινο πόνο.
Αυτός, διαπιστώνοντας την παχυλή άγνοια πού ευρίσκετο η φυλή μας, επίστευσε ότι εάν κατορθώση να μάθη γράμματα, θα ημπορούσε να οφελήση τον πλησίον του. Έτσι λοιπόν μέσα στην φροντίδα του αυτή, ευρέθησαν τα κατάλληλα εκείνα όργανα πού εβοήθησαν σιγά-σιγά στις κλιμακώσεις της παιδείας, να μεταφερθή από την στοιχειώδη παιδεία στην μέση. Και όταν ετελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές, πού ήταν περισσότερο ανώτερες από τις σημερινές, εξασκούσε το επάγγελμα του δημοδιδασκάλου στην νήσο Χίο. Περισσότερο επεδίδετο, όχι τόσο στο να μάθη γράμματα τους μικρούς μαθητές, όσο στο να μεταδώση στους χριστιανούς το νόημα της πίστεως, της χριστιανικής μας αγωγής. Εκεί ήτο ο πόθος του.
Αφού διεπίστωσαν οι χριστιανοί της περιφέρειας εκείνης τον πόθο του νέου αυτού μέσα στην παιδεία, εφρόντισαν και τον έστειλαν να προχωρήση σε πανεπιστημιακές σπουδές. Και αφού ετελείωσε, εξεδηλώνετο με τον τρόπο αυτό η πεποίθησί του, ότι ήθελε οπωσδήποτε να πληρώση την γεμάτη χριστιανική αγάπη καρδία του και να ημπορέση να μεταδώση με όλες του τις δυνάμεις στον συνάνθρωπό του τα μέσα της σωτηρίας, της σωστής πίστεως και του βιωματισμού. Αυτό ενόμιζε, ότι θα ημπορούσε να το πετύχη διά της μαθήσεως και του λόγου. Έτσι η νεανική του τότε και αγνή ψυχή επίστευσε, ότι αυτό το εργαλείο της χρειαζόταν. Γι αυτό και επεδόθη μέσα στην έκτασι της παιδείας.
Όταν στο Πανεπιστήμιο ετελείωσε την Θεολογία, όπως επιθυμούσε, εγύρισε κατ ευθεία προς την Εκκλησία. Προσελήφθη από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας όπου έγινε Επίσκοπος μιάς Μητροπόλεως, της λεγομένης Πενταπόλεως. Και η μεγάλη του δράσι ήταν ότι δεν υπεχώρησε ούτε στο παραμικρό, αλλά όλες του τις δυνάμεις τις διέθετε συνεχώς στο στήριγμα της Εκκλησίας. Εφρόντισε ακόμα και τους ναούς να καλλωπίση, είτε με αγιογραφίες, είτε με τα υπόλοιπα τελετουργικά και λειτουργικά μέσα πού τους εχρειάζοντο, ούτος ώστε με αυτό τον τρόπο να ελκύωνται περισσότερο οι πιστοί και να καταρτίζωνται.
Αλλά εδώ ακριβώς απεδείχθη ένα γεγονός· ότι μόνο η προσφορά της προσπάθειας και μόνο το εργαλείο της μαθήσεως, τα οποία διέθετε τότε, δεν ήταν ικανά να ολοκληρώσουν τον πόθο της φλεγόμενης προς το Θεό καρδίας του. Αναζητούσε συνεχώς να εύρη αυτό τον τρόπο, τον οποίο επίστευε μέν ότι υπάρχει, αλλά δεν τον κατείχε, ούτε στον ζήλο τον θερμό, ούτε στην μάθησι. Κάπου αλλού ήτο. Βλέποντας τις ατασθαλίες των ανθρώπων και την σύγκρουσι της εξουσίας και τον υπέρμετρο εναντίο του φθόνο πού έφθασε μέχρι διωγμού, φεύγει από την επισκοπική του θέσι και επιδίδεται περισσότερο μέσα στην προσπάθειά του αυτή, την οποία συνεχίζει στο να οφελήση τον συνάνθρωπό του.
Διωκόμενος ήλθε στην Ελλάδα. Αρχισε ως ιεροκήρυξ από τον άμβωνα, συγγράφων και εκφωνών πύρινους λόγους περί μετανοίας. Ερμήνευε τα δόγματα και γενικά ολόκληρο την εκκλησιαστική μας παράδοσι. Και εις αυτό τον τομέα επέδειξε ολόκληρο τον ζήλο του, πιστεύοντας ότι μέσω αυτού του τρόπου θα εύρισκε αυτό το οποίο περιείχε μέσα στην δίψα της αναζητήσεώς του. Εζητούσε να εύρη κάτι, πού και αυτός ο ίδιος να ολοκληρωθή και μέσω εκείνου να επιτύχη ολόκληρο την αποστολή του. Έπειτα υπηρέτησε μέσα στην εκκλησιαστική εκπαίδευσι και συγκεκριμένα στην Ριζάρειο σχολή. Προσέφερε πολλούς καρπούς, όπως ήδη αναφέρουν και ζωντανά πρόσωπα, πού υπήρξαν μαθηταί του. Ο ζήλος του, η ευσέβειά του δεν εμειώθη ούτε εις αυτό το σημείο· όμως δεν συνήντησε το μυστικό εκείνο το οποίο αναζητούσε η ψυχή του. Ούτε ως ιεροκήρυξ, ούτε ως υπεύθυνος της Ριζαρείου Σχολής επλήρωσε αυτό τον πόθο. Και τότε άλλαξε πάλι, αναζητώντας συνεχώς τους καταλλήλους εκείνους τρόπους πού θα ολοκληρωνόταν και αυτός ως προσωπικότης, αλλά και θα ημπορούσε να μεταδώση και στον πλησίο του εξ ολοκλήρου πλέον αυτό το οποίο εχρειάζετο.
Και τότε επίστευσε στις πατερικές γραμμές, ότι αυτό θα το επετύγχανε διά της απολύτου συνεργασίας της Χάριτος. Θα μου πήτε έως τότε δεν υπήρχε μαζί του η Χάρις; Ασφαλώς υπήρχε. Δεν υπάρχει χριστιανός πιστός πού να μην έχη μαζί του την Θεία Χάρι. Όμως δεν είχε ακόμη εκείνη την Χάρι, την οποία οι Πατέρες μας ακριβώς επέτυχαν στο τέρμα της αγωνιστικής τους ζωής· εκείνη η οποία πηγάζει από την πράξι και οδηγεί τον άνθρωπο στην θεωρία, στον τέλειο βαθμό του αγιασμού, στο πλήρωμα της Θείας επαγγελίας πού είναι η υιοθεσία.
Τότε εγκατέλειψε πλέον όλες τις προσπάθειες αυτές και αποσύρθηκε στην ησυχία. Ιδού πάλι ο θρίαμβος της πατερικής μας παραδόσεως. Ο φλογερός ρήτωρ, ο επιτυχής ιεράρχης, ο άριστος συγγραφεύς, διεπίστωσε ότι διά της ησυχίας θα έφθανε από την πράξι στην θεωρία, αλλά τον εμπόδιζε ο τρόπος εκείνος του κοινωνισμού. Έτσι απεσύρθη στην ησυχία και εκεί ίδρυσε μικρό μονήδριο, στο οποίο έγινε και πατήρ και προστάτης των μοναζουσών. Μαζί με αυτές, εξασκώντας την ησυχία και εφαρμόζοντας απόλυτα το πατερικό πνεύμα της μοναστικής μας ιδιότητος, επέτυχε το πλήρωμα και ολοκληρώθηκε σαν προσωπικότης.
Εδώ όμως χρειάζεται μία διευκρίνησι. Όπως είπα και πρίν, δεν του έλειπε το εφόδιο της εισόδου προς τον αγιασμό και το ευρήκε τότε μόνο. Το κρατούσε, το συνέχιζε. Αλλά εκεί το ολοκλήρωσε. Μέσα λοιπόν στην ησυχία ολοκλήρωσε την προσωπικότητά του· επέτυχε τον θρίαμβο του αγιασμού· έγινε φωστήρας τέλειος· ετέθη επί την λυχνία και έκτοτε και μέχρι της συντέλειας θα είναι ο πραγματικός λύχνος της σημερινής μας Εκκλησίας, το παρήγορο σημείο όλων των πιστών, ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας. Εκεί είναι το πλήρωμα της ολοκληρώσεώς του.
Πέρασε όλα τα στάδια της κοινωνικότητας της Εκκλησίας. Εις όλα προσέφερε και επέτυχε. Το πλήρωμά του όμως, το επέτυχε μέσα στην πραγματική ησυχία, όπου η πατερική μας παράδοσι ευρίσκει το θρίαμβό της. Και ακριβώς εδώ ευρίσκομε τον Άγιο Νεκτάριο ως μοναχό. Χωρίς να υστερηθή της Ιεραρχικής του αξίας και όλης της προσφοράς του, με το πλήρωμα της αγάπης του προς τους πιστούς, ολοκληρώθηκε μέσα στην ησυχία σαν ησυχαστής μοναχός. Βλέπετε λοιπόν την συνέχεια της πατερικής μας παραδόσεως; Υπάρχουν πολλά περιστατικά πού δεν εσχολίασα, τα οποία πραγματοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της ησυχαστικής του ζωής, στους αγώνες πού έκανε στο κελλί του, αγωνιζόμενος με τους λογισμούς, με τους δαίμονες, με τα πάθη και με την ευχή.
Θα αναφέρω ένα ελάχιστο πού ενθυμούμαι, από την επαφή του με τον αείμνηστο π. Ιωακείμ Σπετσιέρη, πού τον πρόφθασε πολύ καλά και ήταν και φίλοι. Όταν ερωτούσε ο π. Ιωακείμ τον Άγιο Νεκτάριο για το θέμα της ευχής, του έλεγε: «π. Ιωακείμ, όταν λες την ευχή να συγκλονίζεσαι ολόκληρος. Να βγαίνη η ευχή μέσα από την καρδιά σου, να μην την λες μόνο με τα χείλη»· πού αυτό ήταν το απαύγασμα της εσωτερικής του καταστάσεως στο πώς αυτός εβιούσε την εσωστρέφεια, την νήψι και την ευχή, την οποία ολοκλήρωσε μέσα στην ησυχαστική του περίοδο σαν Νεκτάριος μοναχός. Βλέπετε πόσο χρήσιμος, πόσο τελεία και πόσο βεβαία είναι η ιδική μας αγωγή, και πώς την παρέδωσαν οι Πατέρες εις εμάς τόσο εξονυχιστικά και λεπτομερώς οργανωμένη, καθορισμένη, εσφραγισμένη και επιτυχή; Λοιπόν τώρα με θάρρος περισσότερο στην ζωή μας αυτή, τίποτε να μην μάς λείψη. Με τα παραδείγματα των παλαιοτέρων αλλά και των προσφάτων, οι οποίοι μέσα εις αυτή την ζωή επέτυχαν το πλήρωμά τους, θα συνεχίσωμε και εμείς με πολύ θάρρος και ελπίδα στον Χριστό μας, έχοντες σαν άγκυρα βεβαιότητας την πρεσβεία του μεγάλου αυτού αγίου.
Αυτά θα σάς ενθύμιζα, πού είναι για μάς καύχημα. Έχοντες παρρησία στην πρεσβεία των Αγίων μας και ατενίζοντες στην πατρική τους στοργή, πιστεύομε ότι θα συνδράμουν την ευτέλειά μας και θα μάς βοηθήσουν να επιτύχωμε.
Γιατί ο Πανάγαθος Δεσπότης μας, πού εκάλεσε και εμάς όπως και αυτούς, δεν έχει κάνει λάθος στην απόφασι της αγαθότητός Του. Οπωσδήποτε θα δώση και εις εμάς το βραβείο της επιτυχίας. Αμήν.
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Διδαχές από τον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 8, γ’ Έκδοσις, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονή του Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.
πηγή

Μ’ ένα άγγιγμα Toυ Αρχιμανδρίτου Χρυσόστομου Χρυσόπουλου,

Το Ευαγγέλιο,  που θα ακούσουμε  στην αυριανή  Θεία Λειτουργία,  περιγράφει  δύο θαύματα  του Κυρίου μας, δύο πράξεις  Του όμοιες  σε πολλά σημεία. Με την μία δίνει  ζωή στην δωδεκαετή  κόρη  του αρχισυνάγωγου  Ιάειρου  και με την άλλη  θεραπεύει  μια γυναίκα  που  οι  αιμορραγίες  της ήταν πολυχρόνιες  και βασανιστικές. 
Παρατηρούμε και στα δύο θαύματα  ένα άγγιγμα,  Εκείνου  στην νεκρή  κόρη  και της γυναίκας  στα  ρούχα  Εκείνου.  Βλέπουμε το εκκλησιαστικό πλήρωμα  να  πλησιάζει και να  ακολουθεί  τον Κύριο  γιατί  έτσι διδάχθηκε,  εθιμοτυπικά  ή και περιστασιακά,  Εκείνος όμως στην ουσία αναμένει  το άγγιγμα της ζωής μας επάνω στην δική Του, της ταύτισης  των προβλημάτων μας με την Σταύρωσή Του και τέλος  της  απόλαυσης  της  Ανάστασής  Του ως  και δικής  μας  προσωπικής δικαίωσης.  Σ’  αυτούς  που Του προσφέρουν  αυτό το μοναδικό  άγγιγμα  αποκαλύπτεται  ο Χριστός  και τα θαύματά  Του  πλέον  δεν παραχωρούνται  ως  αποδείξεις  της θεότητάς  Του, αλλ’ ως  ευκαιρία  για  λύτρωση  από ψυχικά  ή πνευματικά  ασθενήματα.
Την θυγατέρα  του Ιάειρου  πήγε  και την βρήκε  ο  Χριστός  στο σπίτι  τους,  η  αιμμορροούσα  Τον βρίσκει  στους δρόμους  να  διδάσκει, ανάμεσα  στον όχλο. Σπίτι και δρόμος, φυσικός χώρος  ζωής και δράσης  του  καθενός  μας, αλλά και του Ιησού.  Άρα,  Εκείνος  βρίσκεται  και  μας  βρίσκει  σε κάθε  τόπο  και χρόνο  και μάλιστα  στους  πλέον ανύποπτους.  Όταν γύρω  μας  τα πάντα μαυρίζουν από τον θάνατο  τον  βιολογικό  ή τον πνευματικό,  ο Κύριος προσέρχεται  και  προσφέρεται  για του κόσμου  την ζωή και την σωτηρία.
Βλέπουμε και στα δύο θαύματα  είναι  κοινό αριθμό,  το δώδεκα.  Η μεν κόρη αφήνει  την επίγεια  ζωή της  στα δώδεκα της  χρόνια, η δε γυναίκα  εδώ και δώδεκα  χρόνια πάσχει  και για την θεραπεία της  έχει ξοδέψει  την περιουσία της όλη. Ύστερα  από τα θαύματα  η κόρη  βρίσκει και ανανεώνει  την ζωή της  στα δώδεκά της  και η γυναίκα  ξαναβρίσκει  την ζωή που είχε  σταματήσει  εδώ και δώδεκα  χρόνια και μπορεί  να  την χαρεί  χωρίς  πόνους  και προβλήματα.  Ξαναχαρίζεται  και στις δύο βίος  δώδεκα  ετών.
Όλοι  είχαν  ακούσει για τον ερχομό  του Χριστού.  Ο αρχισυνάγωγος  Τον πλησιάζει  και Τον παρακαλεί  με λίγα  λόγια.  Η γυναίκα και Εκείνη  Τον  πλησιάζει και  Τον ακουμπά απλά και μόνο.  Δεν καταφεύγουν σε  πολυλογίες  και  φλυαρίες  για να πείσουν  τον  Διδάσκαλο. Είχαν  την ενδόμυχη  σιγουριά  ότι δεν ήρθε  για να καταθέσει  άλλη μια θεωρία  στις  τόσες  των σοφών  του χωρόχρονού τους, αλλά  έλαβε  σάρκα  και οστά για να σώσει,  αυτούς  και εμάς. Ήλθαν και Τον είδαν,  Τον  άγγιξαν και τους άγγιξε  και το κυριότερο  τους  ανέστησε  από τον θάνατό τους, σωματικό ή  και  πνευματικό. Ο  μεν  πρώτος  πλέον έγινε  κοίμηση, ο δε  δεύτερος  απέκτησε  πια τις προϋποθέσεις  για αγώνα,  ώστε  να μην τον  γευθούμε.  Παντού και πάντα  εμπνευστής  ο Χριστός.
Σαν τον Ιάειρο που χάνει την μοναχοκόρη  του ή σαν την βασανιζόμενη  αιμορροούσα γυναίκα υπάρχουν ανάμεσα μας αμέτρητοι ή και βρισκόμαστε  και εμείς μέσα σ’ αυτούς. Το θέμα  δεν είναι που είμαστε,  αλλά πως  είμαστε.  Ο Χριστός δώρισε την χαρά και έδιωξε  την ντροπή  μέσα  από τα διηγούμενα  στο Ευαγγέλιο  θαύματά  Του.  Εμείς  στην ουσία  πού και πώς  στεκόμαστε;
Ζητάμε, αρκετές φορές, την ευθύνη από τον Θεό για τα δυσάρεστα  της ζωής μας  μη μπορώντας – ή και μη θέλοντας -  να καταλάβουμε  ότι η κάθε  είδους  φθορά  είναι αναπόφευκτη και απόρροια της  αποστασίας μας  από το θέλημά Του, την αγάπη Του και τον Νόμου Του.   
Ταυτόχρονα,  επειδή έχουμε και καυχόμαστε  για την χριστιανορθόδοξη  ταυτότητά μας, απαιτούμε  από τον Θεό  να λειτουργεί  ως  κυματοθραύστης  για τα δεινά της ζωής μας.  Όταν αυτή  δοκιμάζεται  η ευθύνη  να είναι  μόνο δική  Του και ποτέ  δική μας,  που παραπατάμε  ανάμεσα  στην πίστη και την δυσπιστία,  ανάμεσα  στον κόσμο μας  και στον κόσμο  του Θεού με τους  Αγίους  Του,  που τους τιμάμε  αρκετές  φόρες  μόνο σαν πανηγύρια  και αφορμή για κραιπάλη.  Πλησιάζουμε τον Χριστό  γιατί  έχουμε τα συμφέροντά  μας και όταν αυτά  κλυδωνίζονται  ή πλήττονται Τον  εξορίζουμε  και  καταφεύγουμε σε μέσα  που μας ρίχνουν  αργά  ή  γρήγορα  στον γκρεμό  της αποστροφής.  Νομίζουμε  ότι ο Θεός είναι  ο ταχυδακτυλουργός  που θα  μας  απαλλάξει  εμάς  από κάθε  λογής  πληγές  και θα  τις  αφήσει  στους άλλους,  στους ξένους Του. Τους  εκτός  της εκκλησίας  Του  που δεν  υπάκουσαν σ’  Αυτόν  ή  δεν άκουσαν  γι’  Αυτόν  και λησμονούμε   την όποια  δική μας  ευθύνη.
Η  Εκκλησία  στην ανακύκλωση  του χρόνου  προφέρει  και προσφέρει  τα ευαγγελικά  αναγνώσματα  για να διδάξει  όλους μας.  Να  φύγουμε  κάποτε  από την θέση  του ακροατή  και να πάμε  σ’  αυτή  του ποιητή.  Ας νιώσουμε την παρουσία Του εκεί που ζούμε και κινούμαστε,  ανάμεσά μας. Ας  αντιληφθούμε  ότι μας  αγγίζει κάθε λεπτό και  στιγμή και με την πίστη  που διαθέτουμε θα ιαθούμε  από πολλών μορφών  νοσήματα.   
πηγή

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Μητροπολίτης Πενταπόλεως Αἰγύπτου






Γεννήθηκε τὴν 1η Ὀκτωβρίου τοῦ 1846 στὴ Σηλυβρία τῆς Θράκης ἀπὸ τὸν Δῆμο καὶ τὴν Βασιλικὴ Κεφάλα καὶ ἦταν τὸ πέμπτο ἀπὸ τὰ ἕξι παιδιά τους. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Ἀναστάσιος.
Μικρός, 14 ἐτῶν, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργάστηκε ὡς ὑπάλληλος καὶ κατόπιν ὡς παιδονόμος στὸ σχολεῖο τοῦ Μετοχίου τοῦ Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πῆγε στὴν Χίο, ὅπου, ἀπὸ τὸ 1866 μέχρι τὸ 1876 χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στὸ χωριὸ Λίθειο. Τὸ 1876 ἐκάρη μοναχὸς στὴ Νέα Μονὴ Χίου μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος καὶ στὶς 15 Ἰανουαρίου 1877 χειροτονήθηκε διάκονος, ὀνομασθεῖς Νεκτάριος, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο (1860 – 1877), καὶ ἀνέλαβε τὴν Γραμματεία τῆς Μητροπόλεως.
Τὸ 1881 ἦλθε στὴν Ἀθήνα, ὅπου μὲ ἔξοδα τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρονίου Δ’ (1870 – 1899), σπούδασε Θεολογία καὶ πῆρε τὸ πτυχίο του τὸ 1885. Ἔπειτα, ὁ ἴδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τὸν χειροτόνησε τὸ 1886 πρεσβύτερο καὶ τοῦ ἔδωσε τὰ καθήκοντα τοῦ γραμματέα καὶ Ἱεροκήρυκα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Διετέλεσε ἐπίσης πατριαρχικὸς ἐπίτροπος στὸ Κάιρο.
Στὶς 15 Ἰανουαρίου 1889, χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ἡ δράση του ὡς Μητροπολίτου ἦταν καταπληκτικὴ καὶ ἕνεκα αὐτοῦ ἦταν βασικὸς ὑποψήφιος τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου Ἀλεξανδρείας. Λόγω ὅμως φθονερῶν εἰσηγήσεων (αἰσχρῶν συκοφαντιῶν), πρὸς τὸν Πατριάρχη Σωφρόνιο, ὁ ταπεινόφρων Νεκτάριος, γιὰ νὰ μὴ λυπήσει τὸν γέροντα Πατριάρχη, ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα (1889).
Διετέλεσε Ἱεροκήρυκας (Εὐβοίας) (1891 – 1893), Φθιώτιδος καὶ Φωκίδας (1893 – 1894) καὶ διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς στὴν Ἀθήνα (1894 – 1904).
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρονίου (1899), ὁ Νεκτάριος ἐκλήθη νὰ τὸν διαδεχθεῖ, ἀλλὰ ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε. Στὰ κηρύγματά του, πλῆθος λαοῦ μαζευόταν, γιὰ νὰ «ρουφήξει» τὸ νέκταρ τῶν ἱερῶν λόγων του. Τὸ 1904 ἵδρυσε γυναικεία Μονὴ στὴν Αἴγινα, τῆς ὁποίας ἀνέλαβε προσωπικὰ τὴν διοίκηση, ἀφοῦ ἐγκαταβίωσε ἐκεῖ τὸ 1908, μετὰ τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὴ Ριζάρειο Σχολή.
Ἔγραψε ἀρκετὰ συγγράμματα, κυρίως βοηθητικὰ τοῦ θείου κηρύγματος. Ἡ ταπεινοφροσύνη του καὶ ἡ φιλανθρωπία του ὑπῆρξαν παροιμιώδεις.
Πέθανε τὸ ἀπόγευμα τῆς 8ης Νοεμβρίου 1920. Τόση δὲ ἦταν ἡ ἁγιότητά του, ὥστε ἐπετέλεσε πολλὰ θαύματα, πρὶν ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸν θάνατό του. Ἐνταφιάστηκε στὴν Ι. Μονὴ Ἁγίας Τριάδος στὴν Αἴγινα.
Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἔγινε στὶς 3 Σεπτεμβρίου τοῦ 1953 καὶ στὶς 20 Ἀπριλίου τοῦ 1961 μὲ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διακηρύχθηκε Ἅγιος της Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα, ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ· ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπάς, τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὀρθοδοξίας τὸν ἀστέρα τὸν νεόφωτον
Καὶ Ἐκκλησίας τὸ νεόδμητον προτείχισμα
Ἀνυμνήσωμεν καρδίας ἐν εὐφροσύνῃ.
Δοξασθεὶς γὰρ ἐνεργείᾳ τῇ τοῦ Πνεύματος
Ἰαμάτων ἀναβλύζει χάριν ἄφθονον
Τοῖς κραυγάζουσι, χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.
Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης Ἐκκλησίας νέος ἀστήρ, ἐν ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ ὁσίᾳ σου βιοτῇ· ὅθεν καταυγάζεις, πιστῶν τὰς διανοίας, ταῖς νοηταῖς ἀκτῖσι, Πάτερ Νεκτάριε.

Συναξαριστης της 9ης Νοεμβρίου

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Μητροπολίτης Πενταπόλεως Αἰγύπτου

 



Γεννήθηκε στὶς 1 Ὀκτωβρίου τοῦ 1846 στὴ Σηλυβρία τῆς Θρᾴκης ἀπὸ τὸν Δῆμο καὶ τὴν Βασιλικὴ Κεφαλᾶ καὶ ἦταν τὸ πέμπτο ἀπὸ τὰ ἕξι παιδιά τους. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Ἀναστάσιος.

Μικρός, 14 ἐτῶν, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργάστηκε ὡς ὑπάλληλος καὶ κατόπιν ὡς παιδονόμος στὸ σχολεῖο τοῦ Μετοχίου τοῦ Παναγίου Τάφου.

Κατόπιν πῆγε στὴ Χίο, ὅπου, ἀπὸ τὸ 1866 μέχρι τὸ 1876 χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στὸ χωριὸ Λίθειο.

Τὸ 1876 ἐκάρη μοναχὸς στὴ Νέα Μονὴ Χίου μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος καὶ στὶς 15 Ἰανουαρίου 1877 χειροτονήθηκε διάκονος, ὀνομασθεὶς Νεκτάριος, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο (1860-1877), καὶ ἀνέλαβε τὴν Γραμματεία τῆς Μητροπόλεως.

Τὸ 1881 ἦλθε στὴν Ἀθήνα, ὅπου μὲ ἔξοδα τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρονίου Δ´ (1870-1899), σπούδασε Θεολογία καὶ πῆρε τὸ πτυχίο του τὸ 1885. Ἔπειτα, ὁ ἴδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τὸν χειροτόνησε τὸ 1886 πρεσβύτερο καὶ τοῦ ἔδωσε τὰ καθήκοντα τοῦ γραμματέα καὶ Ἱεροκήρυκα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Διετέλεσε ἐπίσης πατριαρχικὸς ἐπίτροπος στὸ Κάιρο.

Στὶς 15 Ἰανουαρίου 1889 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ἡ δράση του ὡς Μητροπολίτου ἦταν καταπληκτικὴ καὶ ἕνεκα αὐτοῦ θεωρεῖτο ὡς βασικὸς προτεινόμενος ἀπὸ τὸν λαὸ γιὰ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο Ἀλεξανδρείας. Λόγω ὅμως φθονερῶν εἰσηγήσεων (αἰσχρῶν συκοφαντιῶν, ὅτι δῆθεν προσποιεῖται τὸν καλό γιὰ νὰ κερδίσει τὴν ἐξουσία) πρὸς τὸν Πατριάρχη Σωφρόνιο, ὁ ταπεινόφρων Νεκτάριος, γιὰ νὰ μὴ λυπήσει τὸν γέροντα Πατριάρχη, ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα (1889).

Διετέλεσε Ἱεροκήρυκας (Εὐβοίας) (1891-1893), Φθιώτιδος καὶ Φωκίδας (1893-1894) καὶ διευθυντὴς τῆς Ῥιζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς στὴν Ἀθήνα (1894-1904). Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρονίου (1899), ὁ Νεκτάριος ἐκλήθη νὰ τὸν διαδεχθεῖ, ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε.

Στὰ κηρύγματά του, πλῆθος λαοῦ μαζευόταν, γιὰ νὰ «ρουφήξει» τὸ νέκταρ τῶν ἱερῶν λόγων του.




Τὸ 1904 ἵδρυσε γυναικεία Μονὴ στὴν Αἴγινα, τῆς ὁποίας ἀνέλαβε προσωπικὰ τὴν διοίκηση, ἀφοῦ ἐγκαταβίωσε ἐκεῖ τὸ 1908, μετὰ τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὴν Ῥιζάρειο Σχολή. Ἔγραψε ἀρκετὰ συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος.

Ἡ ταπεινοφροσύνη του καὶ ἡ φιλανθρωπία του ὑπῆρξαν παροιμιώδεις.

Πέθανε τὸ ἀπόγευμα τῆς 8ης Νοεμβρίου 1920. Τόση δὲ ἦταν ἡ ἁγιότητά του, ὥστε ἐπετέλεσε πολλὰ θαύματα, πρὶν ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸν θάνατό του. Ἐνταφιάστηκε στὴν Ἱ. Μονὴ Ἁγ. Τριάδος στὴν Αἴγινα. Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων του ἔγινε στὶς 3 Σεπτεμβρίου τοῦ 1953 καὶ στὶς 20 Ἀπριλίου τοῦ 1961 μὲ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διακηρύχτηκε Ἅγιος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ, ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπὰς τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυματώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίως ἐβίωσας, ὡς Ἱεράρχης σοφός, δοξάσας τὸν Κύριον, δι' ἐναρέτου ζωῆς, Νεκτάριε Ὅσιε. Ὅθεν του Παρακλήτου, δοξασθεὶς τῇ δυνάμει, δαίμονας ἀπελαύνεις, καὶ νοσοῦντας ἰᾶσαι, τους πιστῶς προσιόντας, τοῖς θείοις λειψάνοις σου.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ὀρθοδοξίας τὸν ἀστέρα τὸν νεόφωτον, καὶ Ἐκκλησίας τὸ νεόδμητον προτείχισμα Ἀνυμνήσωμεν καρδίας ἐν εὐφροσύνῃ. Δοξασθεὶς γὰρ ἐνεργείᾳ τῇ τοῦ Πνεύματος. Ἰαμάτων ἀναβλύζει χάριν ἄφθονον τοῖς κραυγάζουσι· χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.

Ὁ Οἶκος
Ἄνθρωπος οὐρανόφρων, ἀνεδείχθης ἐν κόσμῳ, Νεκτάριε Χριστοῦ Ἱεράρχα· ζωὴν γὰρ ὁσίαν διελθών, ἀκέραιος ὅσιος καὶ θεόληπτος, ἐν πᾶσιν ἐχρημάτισας· ἐντεῦθεν παρ' ἡμῶν ἀκούεις.

Χαῖρε δι' οὗ οἱ πιστοὶ ὑψοῦνται,
χαῖρε δι' οὗ ἐχθροὶ θαμβοῦνται.
Χαῖρε τῶν Ὁσίων Πατέρων ἐφάμιλλος,
χαῖρε Ὀρθοδόξων ὁ θεῖος διδάσκαλος.
Χαῖρε οἶκος ἁγιώτατος ἐνεργείας θεϊκῆς,
χαῖρε βίβλος θεοτύπωτος πολιτείας τῆς καινῆς.
Χαῖρε ὅτι ἀρτίως ἡμιλλήθης Ἁγίοις,
χαῖρε ὅτι ἐμφρόνως ἐχωρίσθης τῆς ὕλης.
Χαῖρε λαμπρὸν τῆς Πίστεως τρόπαιον,
χαῖρε σεπτὸν τῆς χάριτος ὄργανον.
Χαῖρε δι' οὗ Ἐκκλησία χορεύει,
χαῖρε δι' οὗ νῆσος Αἴγινα χαίρει.
Χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν ταφον σου Σωτὴρ.
Ὡς ἥλιος λαμπρός, ἐν ἐσχάτοις τοῖς χρόνοις, ἀνέτειλας ἡμῖν, τῇ ὁσίᾳ ζωῇ σου, Νεκτάριε Ὅσιε, καὶ πρὸς δόξαν καὶ αἴνεσιν, πάντας ἤγειρας, Χριστοῦ τοῦ πάντων Δεσπότου, τοῦ σὲ δείξαντος, δεδοξασμένον σε Πάτερ, θαυμάτων δυνάμεσι.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καθαρότητα, τῆς πολιτείας σου, καὶ τὴν εὐθύτητα, Πάτερ τῶν τρόπων σου, ὡς προσφορὰν πνευματικήν, δεξάμενος ὁ Δεσπότης, ἰαμάτων κρήνην σε, ἐν Αἰγίνῃ ἀνέδειξε, τοῖς πιστῶς προστρέχουσι, τοῖς ἁγίοις λειψάνοις σου, τοῖς νέμουσιν ὀσμὴν οὐρανίαν, πᾶσι καὶ θείαν εὐωδίαν.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὀρθοδόξων δογμάτων ἑρμηνευτής, διδαχῶν θεοφθόγγων ὑφηγητής, δεικνύμενος Ὅσιε, Ἱεράρχης ὡς ἔνθεος, τῶν εὐσεβῶν ῥυθμίζεις, ἐνθέως τὸ φρόνημα, πρὸς θεϊκὴν ἀγάπην, καὶ τρίβον σωτήριον. Ὅθεν ἐν Αἰγίνῃ, θεοφρόνως ἐγείρεις, Μονὴν σεπτὴν Ὅσιε, εἰς ψυχῶν περιποίησιν, Θεοφόρε Νεκτάριε· ἐν ᾗ Μοναζουσῶν ἡ πληθύς, τὰ σεπτά σου προσκυνοῦσα λείψανα, εὐλαβῶς ἑορτάζει, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀρετῆς διανύσας τὸν δρόμον Ὅσιε, θεοπρεπῶς μετετέθης πρὸς τὴν ἀγήρω ζωήν, καὶ ἁγίων κοινωνὸς ὤφθης Νεκτάριε, μεθ' ὧν πρέσβευε ἀεί, τῷ Παντάνακτι Χριστῷ, δοθῆναι πταισμάτων λύσιν, καὶ ψυχικὴν σωτηρίαν, τοῖς ἑορτάζουσι τὴν μνήμην σου.




Οἱ Ἅγιοι Ὀνησιφόρος καὶ Πορφύριος

 


 
Σχίοτηκαν οἱ σάρκες τους καὶ πέθαναν βαπτισμένοι στὰ αἵματά τους, κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ.

Καὶ οἱ δυὸ ὑπηρετοῦσαν σὲ διάφορα φιλανθρωπικὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας. Συγχρόνως, ἀνῆκαν στὴν ὁμάδα ποὺ ἀνίχνευε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύκτας καὶ ἀνεύρισκε σώματα μαρτύρων, ποὺ ῥίχνονταν στὶς χαράδρες. Τὰ μάζευαν καὶ τὰ παρέδιδαν νὰ ταφοῦν μὲ τὴν ἁρμόζουσα τιμή.

Κάποτε, ὅμως, τοὺς ἀνακάλυψαν καὶ τοὺς συνέλαβαν. Κατόπιν τοὺς ἐξεβίασαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι ἔμειναν σταθεροὶ στὴν ὁμολογία τῆς ἁγίας πίστης στὸ Χριστό, χωρὶς νὰ φοβηθοῦν τὶς ἀπειλὲς καὶ τὰ ἐπικείμενα μαρτύρια. Τοὺς ἔδεσαν, λοιπόν, πίσω ἀπὸ ἄγρια ἄλογα, τὰ ὁποῖα τοὺς ἔσυραν μὲ δυνατὸ καλπασμό, μέσα ἀπὸ ἀγκάθια καὶ πέτρες. Ὅταν τὰ ἄλογα σταμάτησαν κουρασμένα, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὲς ὧρες δρόμου, τὰ σώματα τῶν μαρτύρων βρέθηκαν διαμελισμένα, πνιγμένα στὸ αἷμα.

Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἀποκάλυψη, «εἶδον τὴν γυναῖκα μεθύουσαν ἐκ τοῦ αἵματος τῶν ἁγίων καὶ ἐκ τοῦ αἵματος τῶν μαρτύρων Ἰησοῦ». Εἶδα δηλαδὴ τὴν γυναῖκα, ποὺ εἶναι ἡ διεφθαρμένη εἰδωλολατρικὴ κοινωνία, νὰ μεθάει ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν χριστιανῶν, ποὺ καταδίωκε, καὶ ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰησοῦ. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς «ἔκρινε τὴν πόρνην... καὶ ἐξεδίκασε τὸ αἷμα τῶν δούλων αὐτοῦ ἐκ χειρὸς αὐτῆς». Ἔπειτα, ὅμως, ὁ Θεός, ἔκρινε καὶ καταδίκασε τὴν πόρνη, τὴν νοητὴ Βαβυλῶνα, καὶ ἐκδικήθηκε τὸ αἷμα τῶν δούλων του, ποὺ χύθηκε ἀπὸ τὰ χέρια της.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Οἱ Μάρτυρές σου, Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, στεφάνους ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἔκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον, ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἰκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Μαρτύρων δυάς, ἀθλήσαντες στερρότατα, ἐχθροῦ τὴν ὀφρύν, εἰς γῆν κατηδάφισαν, ἐλλαμφθέντες χάριτι, τῆς ἀκτίστου Τριάδος οἱ ἔνδοξοι· καὶ νῦν μέτ' Ἀγγέλων αὐτῇ, πρεσβεύουσιν ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Πυρὶ τοῦ θεϊκοῦ, ἀναπτόμενοι πόθου, πυρὸς τοῦ αἰσθητοῦ, τῇ προσψαύσει οὐδόλως, Μακάριοι ἐφλέχθητε, τὴν δὲ πλάνην ἐφλέξατε, καὶ συρόμενοι ἀνηλεῶς Ἀθλοφόροι, τὸ ἀοίδιμον, καθυπεδέξασθε τέλος, καὶ δόξης ἐτύχετε.

 
Ἡ Ὁσία Ματρώνα

 


Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ (450-457) καὶ Λέοντα Θρακὸς ἢ Μακέλλη (457-474). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς.

Σὲ κατάλληλη ἡλικία παντρεύτηκε μὲ κάποιο Δομέτιο (κατ᾿ ἄλλους Δομετιανό), μὲ τὸν ὁποῖο ἀπόκτησε μία κόρη καὶ κατὰ τὰ χρόνια τοῦ Λέοντα τοῦ Θρακὸς ἦλθαν οἰκογενειακὰ στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ συνδέθηκε μὲ μία εὐσεβὴ γυναῖκα, τὴν Εὐγενία, καὶ σύχναζε στοὺς ἱεροὺς ναούς, ποθῶντας νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴ λατρεία τοῦ θείου.

Ἔτσι ἐγκατέλειψε τὸν σύζυγό της, καὶ τὴν κόρη της ἀφοῦ τὴν ἐμπιστεύθηκε σὲ κάποια Σωσάννα, κατέφυγε στὴ Μονὴ τοῦ Βασιανοῦ, μεταμφιεσμένη μὲ τὸ ὄνομα Βαβύλας. Ἀλλὰ καταζητούμενη ἀπὸ τὸν ἄνδρα της καὶ ἀφοῦ ἀποκαλύφθηκε τὸ φῦλο της, στάλθηκε ἀπὸ τὸν Βασιανὸ σὲ γυναικεία Μονὴ τῶν Ἱεροσολύμων.

Κατόπιν ἀναχώρησε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πολλὰ μέρη ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε, γριὰ πλέον, ἐπέστρεψε στὴν Κωνσταντινούπολη. Τοποθετήθηκε ἀπὸ τὸν Βασιανὸ σὲ ἰδιαίτερο μέρος (τῆς Ματρώνης ὀνομαζόμενο ἀργότερα), ὅπου ἔκτισε Μονή, στὴν ὁποία μαζεύτηκαν ἀρκετὲς μοναχές. Στὴ Μονὴ αὐτὴ λοιπόν, ἔζησε μὲ μεγάλη ἀρετὴ καὶ πνευματικὴ τελειότητα. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 100 χρονῶν.

 
Ἡ Ὁσία Θεοκτίστη ἡ Λεσβία

 


Μοναχὴ ἐνάρετη ἀπὸ τὴν Μήθυμνα τῆς Λέσβου καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Σοφοῦ (816). Παιδὶ ἀκόμα ἔμεινε ὀρφανὴ καὶ ἀνατράφηκε σὲ Παρθενῶνα τῆς πόλης.

Κάποια μέρα πῆγε νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴν ἀδελφή της, ποὺ ἦταν σὲ μία κοντινὴ κωμόπολη. Τότε συνελήφθη μαζὶ μὲ τοὺς κατοίκους τῆς κωμοπόλεως αὐτῆς ἀπὸ τοὺς πειρατὲς τῆς Κρήτης καὶ μεταφέρθηκε μὲ τοὺς ἄλλους αἰχμαλώτους στὴν Πάρο γιὰ πώληση. Ἐκεῖ κατόρθωσε νὰ δραπετεύσει καὶ νὰ κρυφτεῖ στὰ βουνά, ὅπου καὶ παρέμεινε μόνη 35 χρόνια, τρεφόμενη μὲ χόρτα.

Ἀνακαλύφθηκε τυχαῖα ἀπὸ ἕναν κυνηγό, ὁ ὁποῖος, μετὰ ἀπὸ παράκλησή της, ἔφερε σ᾿ αὐτὴν τὰ θεῖα μυστήρια. Ὅταν δὲ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πέθανε καὶ τάφηκε ἐκεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο κυνηγό.

Γιὰ τὴν Ὁσία αὐτὴ ὑπάρχει καὶ μία διήγηση τοῦ μοναχοῦ Συμεὼν τοῦ Πάριου, ποὺ μοιάζει πολὺ μὲ αὐτὴν τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγύπτιας καὶ εἶναι ἐντελῶς φανταστική.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ἡ Λέσβος βλάστημα, θεῖον σὲ κέκτηται, τοὶς δὲ ἀγώσι σου, Πάρος ἠγίασται, καὶ τῷ σκήνει τῷ σεπτῷ, πεπλούτισται Ἰκαρία. Ὅθεν ὡς παρθένον σε, καὶ Ὁσίαν γεραίρομεν, καὶ ἐπιβοώμεθα, τὴν θερμὴν προστασίαν σου, ἣν δίδου τοὶς βοώσι σοι Μῆτερ, χαίροις Ὁσία Θεοκτίστη.

 
Οἱ Ὁσίες Εὐστολία καὶ Σωπάτρα

 


Ἡ Εὐστολία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Μαυρικίου (584) καὶ ἦταν κόρη γονέων εὐσεβῶν, ποὺ κατοικοῦσαν στὴ Ῥώμη. Ἀπὸ μικρὴ ἡ Εὐστολία πῆγε σὲ μοναστήρι καὶ καταγινόταν μὲ προσευχές, νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες.

Κάποτε πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γνωρίστηκε μὲ τὴν κόρη τοῦ βασιλιᾶ Μαυρικίου Σωπάτρα. Ἡ Σωπάτρα παρακάλεσε τὴν Εὐστολία νὰ τὴν ἔχει πνευματική της μητέρα καὶ φύλακα τῆς ψυχῆς της.

Ἄφησε λοιπὸν ἡ Σωπάτρα τὶς τιμὲς καὶ τὶς δόξες τῆς βασιλείας τοῦ πατέρα της καὶ μπῆκε σὲ ἀγῶνες πνευματικούς. Κατόπιν ζήτησε ἀπὸ τὸν πατέρα της τόπο κατάλληλο καὶ ἔκτισε Ναὸ εὐκτήριο μαζὶ μὲ τὴν Ὁσία Εὐστολία. Ὁπότε, πολλὲς γυναῖκες εὐλαβεῖς καὶ παρθένες, ποὺ πῆγαν ἐκεῖ, ἀσκήτευαν στὸν πνευματικὸ μοναχικὸ βίο.

Ἡ Ὁσία Εὐστολία, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια ἄσκησης, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ ἄφησε διάδοχό της τὴν Ὁσία Σωπάτρα. Ἔπειτα, ἀφοῦ καὶ αὐτὴ ἔφτασε σὲ μεγάλα ὕψη ἀρετῆς, παρέδωσε εἰρηνικὰ στὸν Θεὸ τὴν μακάρια ψυχή της.

 
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Μεταφραστής

 


Πατρίδα του ἡ Κωνσταντινούπολη καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Σοφοῦ (886-912). Νεότερη ὅμως ἐκδοχὴ (1931), λέει ὅτι ὁ Συμεὼν ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Δούκα Παραπινάκη (1071-1078), ποὺ μᾶλλον εἶναι καὶ ἡ ἐπικρατέστερη.

Προηγούμενα ὀνομαζόταν Νικήτας Παφλαγῶν καὶ λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς καὶ σοφίας πῆρε τὸ ἀξίωμα τοῦ Μαγίστρου καὶ Λογοθέτου. Τὸ κυριότερο ἔργο του ἦταν ἡ ἐκκαθάριση τῶν ἀρχαίων ἁγιολογικῶν ὑπομνημάτων καὶ ἡ παράστασή τους σὲ ὁμαλότερο ὕφος. Ἀπ᾿ αὐτὸ λένε, ὅτι πῆρε τὴν ὀνομασία Μεταφραστής, ποὺ μᾶλλον δὲν φαίνεται καὶ τόσο πιθανό. Ἴσως νὰ ἦταν μεταφραστὴς ξενόγλωσσων ἐγγράφων στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὸ ἀντίθετο.

Μερικοὶ νομίζουν, ὅτι στὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἔγινε μοναχός, ἀλλὰ ὁ φίλος του Ψελλός, ποὺ ἔγραψε ἐγκώμιο καὶ Ἀκολουθία σ᾿ αὐτόν, δὲν ὑπαινίσσεται κάτι τέτοιο. Ἔζησε ὁσιακὰ καὶ ἔγραψε πολλὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτη.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ λιθοξόου.
Ὅταν γνώρισε τὸν Χριστό, ἐγκατέλειψε τὸ ἐπάγγελμα αὐτό, διότι σχετιζόταν καὶ μὲ τὴν εἰδωλολατρία καὶ ἀναχώρησε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ βρῆκε τὸν εὐσεβῆ ἀναχωρητὴ Τιμόθεο καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν ἔζησε τρία χρόνια.

Κατόπιν, μὲ τὶς εὐχὲς τοῦ γέροντα αὐτοῦ, κατέβηκε στὸ χωριό του καὶ σὲ στιγμὴ ἱερῆς ἀγανάκτησης συνέτριψε τοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων. Τότε οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ἔδειραν σκληρὰ καὶ ὁ Ἅγιος πῆγε στὴν Ἀπάμεια τῆς Συρίας, ὅπου παρακάλεσε τὸν ἐπίσκοπο Ὅσιο (τὸ ὄνομά του αὐτό) καὶ πῆρε τὴν ἄδεια νὰ κτίσει Ναὸ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας.

Ὅταν λοιπὸν ἄρχισε τὴν οἰκοδομή, τὸ ἔμαθαν οἱ συγχωριανοί του εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν νύχτα καὶ μὲ ξύλα τὸν θανάτωσαν μὲ τὸν πιὸ ἄσπλαχνο τρόπο.

 
Οἱ Ἅγιοι Χριστοφόρος καὶ Μαῦρα

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

 
Οἱ Ἅγιοι Ναρσῆς καὶ Ἀρτέμονας

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ὁ Ναρσῆς ἦταν Πέρσης καὶ ἴσως νὰ εἶναι ὁ ἴδιος με αὐτὸν τῆς 9ης Δεκεμβρίου.

 
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Βραχύσωμος ἢ Κολοβός

 


Καταγόταν ἀπὸ τὴν Θήβα τῆς Αἰγύπτου καὶ ὀνομάστηκε Κολοβὸς ἐπειδὴ ἦταν κοντὸς σωματικά. Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου καὶ διακρίθηκε κυρίως γιὰ τὴν ἐγκράτεια τῆς γλώσσας του καὶ γιὰ τὴν ταπεινοφροσύνη του.

Στοὺς Συναξαριστὲς βρίσκουμε ἀρκετὲς σοφὲς συμβουλές του. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 
Ὁ Ὅσιος Ἑλλάδιος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 
Οἱ Ὅσιοι Εὐθύμιος καὶ Νεόφυτος κτήτορες τῆς Μονῆς Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους

Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ἦταν θεῖος τοῦ ὁσίου Νεοφύτου.

Ὁ Εὐθύμιος λοιπόν, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἦταν γνώριμος καὶ φίλος τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου ἡγούμενου τῆς Μεγίστης Λαύρας.

Στὴν ἀρχὴ οἰκοδόμησε μονύδριο στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἀλλὰ πειρατὲς τὸ κατέστρεψαν καὶ ὁ ἴδιος μετὰ βίας σώθηκε. Τότε ἦλθε στὴν τοποθεσία ποὺ σήμερα βρίσκεται ἡ Μονὴ Δοχειαρίου καὶ οἰκοδομεῖ πάλι Ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Κοντὰ δὲ στὸν ναὸ ἔκτισε καὶ κελιά.

Μετὰ ἀπὸ λίγο ἦλθε καὶ ὁ ἀνεψιός του, ποὺ τὸν ἔκειρε μοναχὸ καὶ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν ἡγουμενία τῆς Μονῆς.

Ὁ ἴδιος, ἀφοῦ πέρασε καὶ τὸ ὑπόλοιπό της ζωῆς του μὲ ἡσυχία, ἀπεβίωσε σὲ ἡλικία 100 χρονῶν. Ὁ δὲ ἀνεψιός του Νεόφυτος ἦταν γιὸς δούκα στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Νικηφόρου Φωκᾶ καὶ Ἰωάννη Τσιμισκῆ (963-976).

Ἐπειδὴ εἶχε τὸ χάρισμα τῆς σοφίας, τὸν ἀγαποῦσαν ὅλοι καὶ ὁ βασιλιὰς τὸν ἔκανε πρῶτο γραμματέα του. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ θεῖος του ἦταν στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἡγούμενος στὴ Μονὴ Δοχειαρίου, ἀγάπησε νὰ ἔλθει σ᾿ αὐτὸν καὶ νὰ γίνει μοναχός.

Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια, ἦλθε στὴ Μονὴ καὶ ἀφιέρωσε ὅλα του τὰ χρήματα σ᾿ αὐτή. Πράγματι, ἔκτισε μεγαλύτερη ἐκκλησία, φρούριο στὸ Μοναστήρι γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῶν μοναχῶν ἀπὸ τοὺς πειρατὲς καὶ ἔγινε ἀργότερα Πρῶτος του Ἁγίου Ὄρους. Μετὰ ἀπ᾿ αὐτὰ παραιτήθηκε τῆς ἡγουμενίας καὶ ἥσυχα ἀπεβίωσε.
 
 


Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)

Τα εμπόδια της Προσευχής και η κατανίκησή τους

 
 
Το να προσεύχεται κανείς και να αφοσιώνεται στο έργο της προσευχής είναι αγώνισμα. Πρόκειται για έναν κοπιώδη αγώνα. Όπως αναφέρει και ο γέροντας Σωφρόνιος…
…“ενίοτε η προσευχή ρέει μέσα μας σαν ισχυρός ποταμός και άλλοτε ή καρδιά μας αποβαίνει αποξηραμένη”. Ό αγωνιζόμενος στο άθλημα της προσευχής χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει ένα πλήθος εμποδίων, τα όποια ορθώνονται εμπρός του εξαιτίας του αόρατου πολέμου του διαβόλου, αλλά κι εξαιτίας της αμαρτωλότητάς του. Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα αναφέρουμε ως εξής:
Η φυσική οκνηρία:
Πρόκειται για την κούραση και τον κόπο της καθημερινής μας ζωής. Συντετριμμένος ο άνθρωπος από την καθημερινή βιοπάλη, αδυνατεί να αφιερώσει χρόνο προς συγκέντρωση και προσευχή, γιατί, λέγει στον εαυτό του, η κούραση δεν του επιτρέπει την συγκέντρωση του νοός στο ταμείον του. Ο όσιος Παλάμων, ο γέροντας του οσίου Παχωμίου, όταν έβλεπε πώς ο νεαρός υποτακτικός του νύσταζε τη νύκτα πού προσευχόταν, τον έπαιρνε κι ανέβαιναν πάνω στο γειτονικό αμμόλοφο. Κρατούσε ο καθένας τους ένα ζεμπίλι και κουβαλούσαν άμμο από το ένα μέρος στο άλλο. Τον συνήθιζε έτσι ν’ αντιστέκεται στον ύπνο και να γίνεται πιο πρόθυμος στην προσευχή.
Η έλλειψη συγκέντρωσης:
Ο νους περισπάται κατά την ώρα της προσευχής σε βιοτικές μέριμνες, σε συμβάντα της ημέρας πού πέρασε ή ταξιδεύει στο μέλλον σχεδιάζοντάς το. Έτσι, ή ώρα της προσευχής είναι μία τυπική επανάληψη κάποιων αναγνωσμάτων, χωρίς νόημα και αξία. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή είναι πώς το τέλος της προσευχής συνοδεύεται με αισθήματα κενού.
Η προσευχή ως τυπική συνήθεια:
Πολλοί προσεύχονται για να προσεύχονται, ίσα ίσα για να “βγουν από τη σειρά”, δίχως συνείδηση, δίχως περίσκεψη, δίχως να αντιλαμβάνονται το γιατί και πώς προσεύχονται.
Η εγωιστική προσευχή που περιορίζεται στο “εγώ”:
Πολλοί συνηθίζουν να προσεύχονται εντελώς ατομικιστικά, ζητώντας από το Θεό να τούς προφυλάσσει από κάθε κακό, υπονοώντας ότι το κακό ας βρει τούς άλλους. Άλλοι πάλι ζητούν από το Θεό χρήματα, περιουσίες, επαγγελματική καταξίωση, έχοντας την εντύπωση πως ο Θεός δεν γνωρίζει το τι είναι καλό για την ψυχή τους, ή αντιλαμβανόμενοι την προσευχή σαν μία ανταποδοτική σχέση: “εγώ Θεέ μου σού δίνω τον χρόνο μου, εσύ να μου δώσεις όλα τα αγαθά που σου ζητάω, γιατί εγώ είμαι οπαδός σου. Κι αν μου τα δώσεις εγώ θα (συνεχίσω να σε προσκυνάω. Αν όχι πρόσεξε Θεέ μου, μπορεί και να μη … σου δίδω σημασία”). Ας θυμηθούμε την προσευχή τού Κολοκοτρώνη ή του Μακρυγιάννη πού είχε ως περιεχόμενο την ελευθερία του Γένους. Αγνοώντας τον εαυτό τους οι αγωνιστές προσεύχονταν για το καλό ολάκερης της πατρίδας. Αν ο Θεός έκρινε καλό ας έχαναν εκείνοι τη ζωή τους.
Η αντίληψη της προσευχής ως υποχρέωση:
Σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να θεωρούμε την προσευχή υποχρέωση. Αντιθέτως, πρόκειται για δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και συνεπώς είναι δικαίωμα του ανθρώπου. Αν κανείς θέλει το αποδέχεται το δικαίωμα αυτό, αν πάλι δεν το επιθυμεί ποιός είναι ο λόγος να προσευχόμαστε έχοντας μία στρεβλή αντίληψη για την προσευχή; Βέβαια, δε θα πρέπει να αποτρέπεται ο άνθρωπος από το να προσεύχεται, όπως αυτός νομίζει. Η παραπάνω περίπτωση αφορά σε όσους ενσυνείδητα θεωρούν την προσευχή υποχρέωση. Είναι ένα θέμα προς συζήτηση με τον πνευματικό τους.
Η οίηση και η υπερηφάνεια κατά την προσευχή:
Πρόκειται για τον φαρισαϊκό τρόπο προσευχής με μεγαλαυχίες και ηχηρές κουβέντες προς εντυπωσιασμό και ημών των ιδίων αλλά και όλων των άλλων που μας ακούν και μας βλέπουν. Αλήθεια, την θέλει μια τέτοιου είδους προσευχή ο Θεός;
Οι άσεμνες σκέψεις κατά την προσευχή και οι λογισμοί:
Εδώ πρόκειται καθαρά για μεθοδεύσεις και διαβολικούς μηχανισμούς. Την ώρα της προσευχής στο μυαλό μας περνούν υβρεολόγια, ακάθαρτοι λογισμοί για εμάς, το συνάνθρωπο, τούς Αγίους μας, την Παναγία, το Θεό. Είναι ο αόρατος πόλεμος. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Μόλις η μολυσμένη σκέψη γίνει αντιληπτή από τη συνείδηση μας, εκεί χρειάζεται να μη δοθεί έδαφος για να αναπτυχτεί. Ο τρόπος είναι η απόλυτη συγκέντρωση στην προσευχή, η επίκληση του ονόματος του Χριστού. Εκεί θα δοθεί η μάχη. Βέβαια, για όλα τούτα οι πνευματικοί μας πατέρες και ο πνευματικός του καθενός μπορούν να μεθοδεύσουν τον αγώνα του προσευχομένου χριστιανού σε προσωπικό επίπεδο. “Εκείνος που έχει συμμαζεμένο το νου του, όταν προσεύχεται και προσέχει σ’ αυτά πού λέγει, απομακρύνει με τη φλόγα της προσευχής του τους δαίμονες”, λέγει ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Εκείνος όμως που μετεωρίζεται, που σκορπίζει το νου σε ανώφελες σκέψεις, περιπαίζεται από αυτούς”. Όλα τα παραπάνω εμπόδια μπορούν να ξεπεραστούν.
Με μία μόνο λέξη. ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Αυτό είναι το κλειδί της προσευχής. Ο γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ το λέγει ξεκάθαρα: “Προσευχή σημαίνει πολλές φορές να ομολογούμε στο Θεό την άθλια μας κατάσταση: αδυναμία, φόβο, ακηδία, αμφιβολία, φόβο, απόγνωση, με ένα λόγο οτιδήποτε συνδέεται με την ύπαρξή μας. Να τα ομολογούμε όλα τούτα, δίχως να επιζητούμε καλλιεπείς εκφράσεις, ούτε ακόμη κι ένα λογικό ειρμό…”.
Επιλογικά: Η προσευχή στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου.
Ο σύγχρονος κόσμος μας έχει ανάγκη την προσευχή όσο τίποτε άλλο. Δε χρειάζονται διασκέψεις ηγετών για να λυθούν τα προβλήματα του κόσμου, δε χρειάζονται διεθνείς οργανισμοί για να παγιωθεί η ειρήνη, δε χρειάζονται ακόμη και κυβερνήσεις για να λυθούν τα κρατικά προβλήματα. Αυτό πού χρειάζεται πάνω από όλα είναι προσευχή προς το Θεό κι όλα τα άλλα ο Θεός θα βρει τρόπο να τα οικονομήσει προς συμφέρον της ανθρώπινης ψυχής, του δημιουργήματός του που τόσο αγαπάει. Κι όσο κι αν απογοητευόμαστε από τις προκλήσεις των καιρών, όσο κι αν η πείνα θερίζει τον τρίτο κόσμο, όσο κι αν πεθαίνουν συνάνθρωποι μας από ασθένειες, όσο κι αν αθώοι άνθρωποι σκοτώνονται από τρομοκρατικά χτυπήματα, όσο κι αν νέες εστίες πολέμου αναφύονται καθημερινά, μία αλήθεια δεν πρέπει να ξεχνάμε: ο Θεός μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα, αρκεί να του το ζητήσουμε από βάθους καρδίας και δίχως ίχνη ιδιοτέλειας.
Στα παλαιότερα χρόνια, όταν οι αγρότες αντιμετώπιζαν προβλήματα ξηρασίας έπεφταν στα γόνατα και μέχρι να τελειώσει η προσευχή τους άνοιγαν οι ουρανοί. Ο Θεός άκουγε άμεσα την προσευχή τους. Σήμερα όμως οι «πολιτισμένοι» άνθρωποι του κόσμου τούτου δε στρέφουν το βλέμμα τους προς τον ουρανό, για να ζητήσουν με ειλικρίνεια βοήθεια. Αντίθετα, πέφτουν στην παγίδα και νομίζουν πώς μόνοι τους μπορούν να λύσουν τα προβλήματα. Το αποτέλεσμα; οι πόλεμοι συνεχίζονται, η αδικία διευρύνεται, η δυστυχία κυριαρχεί, η αλαζονεία θριαμβεύει και ο κόσμος μας ζει την παραζάλη της ασυναρτησίας, όσες αποφάσεις κι αν λαμβάνονται από τούς ισχυρούς. Για όλους τούτους τούς λόγους οι χριστιανοί πρέπει να προσεύχονται με πνεύμα αγάπης. Και η προσευχή τους να αναπληρώνει την προσευχή των συνανθρώπων μας που ξεχασμένοι στην ευτέλεια της καθημερινότητας παραμέρισαν από τη ζωή τους το Θεό.
Η προσευχή η δική μας πρέπει να είναι διπλή, τριπλή, δεκαπλή, προσευχή καρδιάς, αγάπης προς το συνάνθρωπο. Πρέπει τελικώς να είναι προσευχή αδιάλειπτη, όπως αυτή του Δαβίδ, που το πρωί βασίλευε και πολεμούσε και όλο το βράδυ το αφιέρωνε στο Θεό. Στην καρδιακή αδιάλειπτη προσευχή πρέπει να ασκηθούμε ώστε αυτή να ασκήσουμε. Και όλη ή ζωή μας θα αλλάξει για έναν και μόνο λόγο. Ο Θεός θα δει τον αγώνα μας, θα μας αγκαλιάσει και το Πανάγιο Πνεύμα θα μας συντροφεύει. Μπορούμε και στον κόσμο να γίνουμε σκεύη χάριτος, αγιασμένες προσωπικότητες που θα δίνουμε με το παράδειγμά μας το μαρτύριο της χριστιανικής ορθοπραξίας. Κι όλα τούτα επιτυγχάνονται με τη δύναμη της προσευχής. Έλεγε κάποιος γέροντας: “τούτα τα τέσσερα έχει ανάγκη πιότερο η ψυχή του ανθρώπου, να φοβάται την κρίση του Θεού, να μισεί την αμαρτία, να αγαπά την αρετή και να προσεύχεται αδιαλείπτως”. Άλλωστε, ο χριστιανός που θυμάται να συνομιλήσει με το Θεό μόνο όταν φτάσει μια καθορισμένη ώρα της προσευχής δεν έχει ακόμη μάθει να προσεύχεται.

 ( απόσπασμα από “Ασκητική λαικών”)

πηγή
το είδαμε εδώ

Σάββατο, Νοεμβρίου 08, 2014

Ο Παπισμός ως πρόδρομος του Αντιχρίστου...

                                   

 Ο Παπισμός θεωρείται πρόδρομος του Αντιχρίστου. Και τούτο, διότισυνηθίζει τους λαούς να υποτάσσωνται σε έναν άνθρωπο, που κρατεί θρησκευτική και πολιτική εξουσία. Ο πάπας αυτοανακηρύχθηκε αλάθητος και πήρε τη θέση άλλου Θεού, όπως ο Αντίχριστος θα αυτοθεοποιηθείΈχει δηλαδή γνωρίσματα, που θα παρουσιάσει και ο Αντίχριστος εις τους εσχάτους καιρούς, αλλά σε πιο μειωμένο βαθμό.
Γι’ αυτό και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός εχαραρακτήριζε τον πάπα ως αντίχριστον. Έχει σημασία τούτο.
Ο πάπας παρεποίησε τον χριστιανισμό. Δημιούργησε ένα χριστιανισμό κοσμικό. Θέλησε να πάρει και κοσμική εξουσία και να εξουσιάζει τον κόσμο πολιτικώς και θρησκευτικώς. Περιόρισε τον Χριστό εις τον Ουρανό για να μείνει αυτός εις την γην. Εμφανίστηκε τον 9οαιώνα στη Δύση,
κατέλυσε την Δυτική Εκκλησία και επεκράτησε στους λαούς της Νοτιοδυτικής Ευρώπης κυρίως.
Ο Παπισμός παρεποίησε την αλήθεια του Ευαγγελίου, την αλήθεια, που μας, έφερε ο Χριστός και διεπότισε την ανθρωπότητα με το κοσμικό του πνεύμα, που εμποδίζει τη σωτηρία του ανθρώπου.
Ο Παπισμός δεν κηρύσσει τον Χριστιανισμό, που μας άφησε ο Χριστός. Έχει 100 περίπου αιρέσεις. Δυστυχώς ο Παπισμός προβαίνει και σε εγκλήματα προκειμένου να στηρίξει τον θρόνο του πάπα. Η Ορθοδοξία ουδένα ποτέ έσφαξε, ενώ ο Παπισμός εκατομμύρια κατά καιρούς εξόντωσε, διότι δεν υπέκυπταν εις αυτόν. Έστω ως παράδειγμα οι 800.000 (οκτακόσιες χιλιάδες, που έσφαξε το 1942-1944 στον καιρό του Β’ Παγκοσμίου πολέμου στη Σερβία και Κροατία, μόνο και μόνο, διότι δεν υπέκυπταν στην αίρεση του παπισμού.
Από τον παραποιημένο αυτό Χριστιανισμό του πάπα απογοητεύθηκε ο Δυτικός Χριστιανικός κόσμος και στράφηκε στην ειδωλολατρεία με την Αναγέννηση και τον Ουμανισμό. Ο παπισμός είναι πράγματι ένας πρόδρομος του Αντιχρίστου.
Πηγή: «Ο Αντίχριστος», Αρχ. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» (Σελ. 64-66)
το είδαμε εδώ

Ο άγιος των Εξαρχείων, που δεν είχε ούτε για νοίκι...



Ήρθε από την Αφρική, άρα Μετανάστης. Κυνηγημένος εκεί από κάποιους υψηλά ιστάμενους, που δεν τον χώνευαν ακριβώς επειδή ήταν αυθεντικός και ακέραιος. Εγκαταστάθηκε στου Ρέντη και δεν είχε λεφτά ούτε για να πληρώσει το νοίκι. Είχε πρωτοέρθει ως φοιτητής και είχε εγκατασταθεί στα Εξάρχεια, και πάλι δεν είχε λεφτά να πληρώσει το νοίκι... Ήταν μαθημένος στην πείνα και στην αφραγκία, λοιπόν, μια ζωή.
Αν και τρομερά μορφωμένος, φυτοζωούσε σε μια υπηρεσιακή θέση, περιπλανώμενος στην Ελλάδα, κι έτρωγε στη μάπα τις βρισιές και το κυνήγι εκείνων που "ήξεραν", υποτίθεται, γιατί τον είχαν διώξει από την Αφρική. 
Αυτός έκανε υπομονή. Γιατί να μην κάνει; Άγιος ήταν - ή μήπως ΓΙ' ΑΥΤΟ έγινε άγιος; Ο άγιος των Εξαρχείων, ένας ειρηνικός άνθρωπος, που τα Εξάρχεια της εποχής του τον αγνοούσαν & σημερινά Εξάρχεια επίσης τον αγνοούν.

Αργότερα πήρε μια υπεύθυνη θέση κι εκεί έλαμψε η καλοσύνη του. Όταν όμως πήρε σύνταξη κι έφυγε, για να κάνει επιτέλους αυτό που αγαπούσε η καρδιά του, κι εκεί ακόμα τον κυνηγούσαν οι κακοί άνθρωποι (ο Θεός να τους έχει καλά), τον συκοφαντούσαν -για εκλήματα πια- κι έτσι είχε πρόβλημα και με τον κρατικό μηχανισμό! Υπέση σκληρές ανακρίσεις, αν και γέρος... Και δόξα τω Θεώ, έκανε υπομονή.

Όταν πέθανε, σ' ένα νοσοκομείο της Αθήνας, τον κήδεψαν στο νησί του (που είχε γίνει "δικό του", επειδή είχε μετακομίσει & προσφέρει σπουδαίο έργο εκεί), αλλά στο δρόμο, που έπρεπε να κάνει στάση στον Πειραιά, του έκλεισαν την πόρτα της εκκλησίας κι έμεινε το φέρετρό του απ' έξω. Και μετά, ένας δεσπότης είπε: "Τρελαθήκατε; Αυτός είναι άγιος;", μέχρι που τη νύχτα τον είδε ολοζώντανο μπροστά του και άλλαξε γνώμη.

Δεν είσαι μόνος σου, λοιπόν. Έχουμε έναν άγιο που σου μοιάζει, αναγνώστη μου, έφηβε, απροσάρμοστε, μαυροντυμένε, σκουλαρικά, επαναστάτη, θαμώνα των Εξαρχείων, άφραγκε, ονειροπόλε, που γυρεύεις τον ουρανό και θέλεις να γίνει παράδεισος η κολασμένη γη.
Μου φαίνεται μάλιστα πως όλοι οι άγιοί μας σού μοιάζουν. Δε θέλω να το παίξω έξυπνος, αλλά νομίζω πως έχουνε να σου πούνε κάτι.

Γεννήθηκε το 1846 στην Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης από το Δημοσθένη και τη Μαρία Κεφαλά. Ονομάστηκε Αναστάσιος. Η οικογένεια του ήταν φτωχή, έτσι αφού τελείωσε το Δημοτικό και το Σχολαρχείο, δεκατεσσάρων χρονών παιδί, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και δούλεψε, αρχικά μόνο για στέγη και τροφή. Το 1868 πηγαίνει στη Χίο και γίνεται δάσκαλος στο Λιθί, έως το 1873. Μετά, γίνεται μοναχός με το όνομα Λάζαρος. Το 1877 χειροτονείται διάκονος και παίρνει το όνομα Νεκτάριος.

Το 1886 χειροτονείται πρεσβύτερος και λίγο αργότερα Αρχιμανδρίτης στο Κάιρο. Το 1889 χειροτονείται μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η αγιότητα του, τόσο πολύ φανερή στον κόσμο, έστρεψε εναντίον του τα διεφθαρμένα στοιχεία της εκκλησίας. Κάποιοι φιλόδοξοι κληρικοί διέβαλαν τον Άγιο στον ενενηντάχρονο Πατριάρχη... Τάχα ο Νεκτάριος εποφθαλμιούσε τη θέση του... Ο Νεκτάριος διώκεται άδικα, μέχρι που διώχνεται από την Αίγυπτο... Έρχεται στην Αθήνα χωρίς χρήματα ψάχνοντας για δουλειά για να ζήσει! Μένει στα Εξάρχεια και δεν έχει χρήματα να πληρώσει το νοίκι του... Παίρνει τη θέση του ιεροκήρυκα στην Εύβοια.. μετά στη Φθιώτιδα και Φωκίδα.... Οι εντυπώσεις που αφήνει παντού είναι εξαιρετικές, οι άνθρωποι τον αγαπούν...Το 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής.
 

Το περιβάλλον της Ριζαρείου

Στην ιερατική σχολή Ριζάρειο δεν φοιτούσαν μόνο πιστοί και παιδιά που ήθελαν να γίνουν ιερείς... φοιτούσαν και άπιστοι, παιδιά πολλών εύπορων οικογενειών, άτομα που ήρθαν γιατί το επίπεδο των σπουδών ήταν υψηλό κλπ.

Όποιος έχει μπεί έστω και μια φορά για μία ώρα σε τάξη τόσο ανομοιογενή, καταλαβαίνει τη δυσκολια... πόσο μάλλον όλοι αυτοί οι άνθρωποι να συμβιώνουν καθημερινά...

ΠΡΩΤΗ   ΔΙΗΓΗΣΗ...

Κάποιοι μαθητές της ριζαρείου έκαναν σοβαρότατα παραπτώματα. Τους οδήγησαν στο διευθυντή λοιπόν για να τιμωρηθούν. Τι έκανε όμως ο Νεκτάριος;

Ζήτησε να μην του σερβίρεται φαγητό (του ίδιου, όχι των μαθητών...) για τρεις ημέρες. Θεώρησε ο Νεκτάριος τον εαυτό του υπεύθυνο, πίστεψε ότι ο ίδιος έκανε λάθος, δεν έμπνευσε τους μαθητές, δεν τους οδήγησε στη χάρη του Θεού. Την ώρα του κοινού δείπνου, ενώ οι άλλοι έτρωγαν, προσευχόταν στο Θεό για το πρόβλημα... Και δεν είναι δύσκολο για τον κάθε άνθρωπο να ξεχωρίσει τον υποκριτή από τον ειλικρινή...

Το ζήτημα αυτό συγκλόνισε την μικρή κοινότητα της ριζαρείου. Για πρώτη ίσως φορά στη ζωή τους οι άνθρωποι εκεί είδαν κάποιο διευθυντή να μην ψάχνει για ευθύνες στους άλλους αλλά στον εαυτό του. Η συγκλονιστική ταπείνωση του Νεκταρίου χώρισε το χρόνο στα δύο για την σχολή, το πριν και το μετά. Οι μαθητές άλλαξαν ριζικά. Οι φταίχτες του επεισοδίου δεν ήθελαν να φάνε ούτε αυτοί τις ημέρες που ο Νεκτάριος δεν έτρωγε...έκλαψαν πικρά... μετάνιωσαν... Μετά από αυτό όταν κάποιος έκανε ένα σοβαρό παράπτωμα έπεφταν πάνω του οι ίδιοι οι μαθητές να τον συνεφέρουν...τα λόγια τους ήταν συνήθως

"Θέλεις πάλι να μη τρώει ο Νεκτάριος... δεν τον βλέπεις πως αγωνίζεται εδώ μέσα... θα αρρωστήσει".

 

ΔΕΥΤΕΡΗ  ΔΙΗΓΗΣΗ...

Οι άνθρωποι που καθάριζαν τις τουαλέτες της σχολής καβγάδιζαν γιατί ο ένας ήθελε να ρίξει τον άλλο... ο Νεκτάριος ξύπναγε νωρίς και καθάριζε ο ίδιος τις τουαλέτες για να μην υπάρχει καβγάς... δεν κατηγόρησε κανένα... οι άνθρωποι που θα έπρεπε να καθαρίζουν ντράπηκαν και βρήκαν λύση...



ΤΡΙΤΗ ΔΙΗΓΗΣΗ...

Μια άλλη χρονιά ένας από τους εργάτες καθαριότητας αρρώστησε... ο Νεκτάριος άρχισε να καθαρίζει ο ίδιος στη θέση του, φοβούμενος ότι θα απολυθεί ο άρρωστος άνθρωπος. Και αυτό συζητήθηκε πολύ ανάμεσα στους μαθητές,όλοι έτρεμαν πλέον μήπως και τον στεναχωρέσουν, μήπως και του προσθέσουν και άλλο βάρος...


Το 1919 ο Νεκτάριος εισάγεται στο Αρεταίειο νοσοκομείο των Αθηνών... ένας γέροντας ιερέας με ένα φτωχό τριμμένο ράσο... Μετά από 50 ημέρες νοσηλείας χωρίς μέσο, και πριν ακόμη να εγχειρισθεί, παρέδωσε την Άγια ψυχή του στον Κύριο που τόσο αγάπησε στη ζωή του...

 Αν και δεν υπήρχα τότε, έχω ακούσει γι' αυτή τη φωτο ότι η σορός του αγίου έμεινε έξω από τις ΚΛΕΙΣΤΕΣ πόρτες του καθεδρικού ναού Πειραιά, περιμένοντας το καραβάκι για Αίγινα. Ανεπιθύμητος ο άγιος, όπως όλοι οι δίκαιοι, δεν του άνοιξαν τις πόρτες. Δόξα τω Θεώ.

Αν όλα είχαν μείνει εκεί, σήμερα ίσως κανείς δεν θα τον θυμόταν... Ο Κύριος όμως αποφάσισε κάτι άλλο...

Μόλις πέθανε στο νοσοκομείο ξεκίνησε η γνωστή διαδικασία με το σαβάνωμα... Όμως, το νεκρό σώμα, μύριζε πολύ όμορφα... κάτι σαν ιδρώτας ανάβλυζε από το πρόσωπο που μύριζε καλύτερα από το καλύτερο άρωμα... κάτι που φυσικά οι σαβανωτές δεν είχαν δει ποτέ...ούτε οι γιατροί... ούτε κανείς άλλος... Τα νέα διαδόθηκαν στο νοσοκομείο... Οι γιατροί και το προσωπικό άρχισαν να ρωτάνε, ποιός είναι ο φτωχός καλόγερος;... ποιός;... δεσπότης; πρώην γενικός διευθυντής στη Ριζάρειο;

Και άρχισε η πορεία που έκανε τον Νεκτάριο γνωστό στην κάθε άκρη, στο κάθε μικρό χωριό της Ελλάδας, στην κάθε γωνιά του κόσμου που ζουν Έλληνες... Η νεκροφόρα έφθασε στον καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδος στον Πειραιά... και κόσμος, πολύς κόσμος που ήθελε να δει τον ιδρώτα που έβγαινε απο το άγιο πρόσωπο και μύριζε τόσο όμορφα... Το καραβάκι "Πτερωτή" τον μετάφερε στην Αίγινα... έφθασε στις τέσσερις το απόγευμα στην Αίγινα... θα έλεγε κανείς ότι όλο το νησί περίμενε στην παραλία...Οι καμπάνες χτυπούσαν όπως τη μεγάλη Παρασκευή...

Τρεις μέρες και τρεις νύχτες ο κόσμος ερχόταν να δει το άγιο σώμα...που αδιάκοπα ανάβλυζε μύρο και η μυρωδιά δεν ήταν μυρωδιά νεκρού, ούτε μυρωδιά αυτού του κόσμου... Και ήρθαν τα θαύματα... τι να πει κανείς για αυτά σε όποιον δεν έχει δοκιμάσει επάνω του την ευεργεσία του Θεού... Η εκκλησία που τόσο ο Νεκτάριος αγάπησε και υπηρέτησε και τόσο κάποια από τα δειφθαρμένα, φιλόδοξα ή κοσμικά μέλη της τον πρόδωσαν και τον αδίκησαν, αναγνώρισε την αγιότητα του... κάτι που ο απλός κόσμος είχε ήδη κάνει μετά τα τόσα σημάδια που έστειλε ο Κύριος... Ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται... και ο ταπεινός ιερέας έγινε το παράδειγμα των ευλαβών ιερέων τα χρόνια που ήρθαν... και τόσο πολλών ανθρώπων...
πηγή : εδώ & εδώ

Τελικά την ΑΟΖ θα την χαράξουν οι ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΙ στο Αρχιπέλαγος Αιγαίου-Κύπρου;


Σημαντική η σημερινή ημέρα της εορτής των Αρχαγγέλων μπορεί και σημειολογική με μελλοντικές άμεσες προεκτάσεις.

«Με μια τριπλή χειραψία επισφραγίστηκε η τριμερής συνάντηση του Καΐρου με την ομώνυμη κοινή διακήρυξη, η οποία καλεί σε έναρξη διαπραγματεύσεων για οριοθέτηση των ΑΟΖ μεταξύ των χωρών που δεν το έχουν πράξει.
Καλεί την Τουρκία να σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, να τερματίσει όλες τις έρευνες και ενέργειες εντός της κυπριακής ΑΟΖ και να αποφύγει παρόμοιες ενέργειες στο μέλλον.
Γίνεται επίσης αναφορά για λύση που θα επανενώνει την Κύπρο, στη βάση των ψηφισμάτων των ΗΕ και του διεθνούς δικαίου. Η διακήρυξη περιλαμβάνατε επίσης αναφορές στο μεσανατολικό και στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του ισλαμικού κράτους. Και οι τρείς ηγέτες έκαναν λόγο για ιστορική στιγμή και μια συνάντηση που τη χρωστούσαν στην ιστορία».
Ο πυροκροτητής όμως ΑΠΟ-ρυθμίστηκε και είναι έτοιμος ΝΑ ΕΚΡΑΓΕΙ … και λέγεται Τουρκία του νέου Χαλιφάτου Ευρώπης –Ασίας.
Α.Μιλώντας σε δημοσιογράφους, ο Ερντογάν, υποσχέθηκε «να σύρει το Ισραήλ στο Συμβούλιο Ασφαλείας» και αφού χαρακτήρισε την ισραηλινή αντίδραση «βαρβαρική ενέργεια» τόνισε ότι το Ισραήλ εκμεταλλεύεται το γεγονός καθώς η διεθνής κοινότητα έχει στραμμένη την προσοχή της στην Συρία για να προβαίνει σε βιαιότητες κατά των μουσουλμάνων.
«Ελπίζω η ισραηλινή κυβέρνηση να επιλύσει το ζήτημα άμεσα και να αποδώσει το τέμενος αλ Ακσά, στους μουσουλμάνους, σύντομα. Διαφορετικά το Ισραήλ θα υποστεί τις συνέπειες» είπε απειλητικά ο Ρ.Τ.Ερντογάν
Β. Κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στην Προύσα, που τώρα οι Τούρκοι την αποκαλούν Μπούρσα, ο Α.Νταβούτογλου, είπε τα εξής εξωφρενικά:
«Όπως στα χρόνια της κατοχής (σ.σ.: εννοεί την περίοδο που ο Ελληνικός Στρατός είχε απελευθερώσει τα εδάφη της Ιωνίας που κατοικούνταν από το τον 10ο αιώνα π.Χ. από Ελληνικούς πληθυσμούς) μπήκαν μέσα στο ταφικό μνημείο του Οσμάν Γκαζί στην Μπούρσα με τις μπότες τους, έτσι τώρα και αυτοί (Ισραηλινοί) προσπάθησαν να μπουν στο ιερό τέμενος Αλ Ακσά με τις μπότες τους. Όπως τότε οι δυνάμεις μας στην Μπούρσα τους εμπόδισαν(σ.σ.: τους Έλληνες) να μπουν μέσα, έτσι τώρα θα εμποδίσουν τις δυνάμεις κατοχής (το Ισραήλ) να μπουν μέσα, τόσο οι Παλαιστίνιοι όσο και όλοι οι μουσουλμάνοι θα σταθούν εμπόδιο σε αυτή την πράξη»!
ΦΕΤΟΣ οι ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΙ ακουμπούν με τις φτερούγες τους γείτονες που φαίνονται να χάνουν τις υποκριτικές διπλωματικές ισορροπίες τους!!!
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΑΡΧΑΓΓΕΛΙΚΑ και ΑΓΓΕΛΟΦΡΟΥΡΗΤΑ ΕΛΛΑΔΑ!!!
Δρ.Κωνσταντίνος Βαρδάκας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...