Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

Κυριακή των Αγίων Πάντων,ΜΙΜΕΙΣΘΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ του + Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά




ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
(Ματθ. 10, 32-33, 37-38 καί 19, 27-30)
ΜΙΜΕΙΣΘΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
1. Τίποτε πάνω ἀπό τόν Χριστό

Ἑορτάζομε σήμερα τήν μεγάλη ἑορτή τῆς μνήμης τῶν ἁγίων Πάντων.
Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πάντων, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου ΚαλαμαράἈκούσαμε τόν ἀπόστολο πού μᾶς ἔλεγε: «Ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστοφῆς, μιμεῖσθε τήν πίστιν». Ἔχομε γύρω μας ἕνα μεγάλο νέφος. Σύννεφο ὁλόκληρο ἀπό ἁγίους. Ἔχομε ὑποχρέωση, ξέροντας ὅτι οἱ ἅγιοι ἐπέτυχαν καί εἶναι γιά πάντα κοντά στό Χριστό, στή βασιλεία του, νά μελετᾶμε τούς βίους τους, τί ἔκαναν, τί ἐσκέπτονταν, τί καρδιά διαμόρφωσαν καί νά τούς μιμούμεθα. Νά μιμούμεθα τά ἔργα τους, τίς σκέψεις τους τά συναισθήματά τους. Γιά νά ἁγιάζομε καί ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας. Καί ὅταν φύγομε ἀπό τή ζωή αὐτή, νά φύγομε μέ τήν ἐλπίδα ὅτι θά πᾶμε κοντά στό Χριστό καί ὄχι στήν ἀπώλεια.
   Στό Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός μᾶς ἔλεγε μέ κάποια αὐστηρότητα, «ἄν δέν ἀφήσει κανένας τόν πατέρα του καί τήν μητέρα του γιά χάρη μου, δέν εἶναι ἄξιος νά ρθεῖ κοντά μου. Ἄν δέν ἀφήσει τά παιδιά του καί τούς ἀδελφούς του, καί τά χωράφια του, δέν εἶναι ἄξιος νά ρθεῖ κοντά μου».  Βέβαια, δέν μᾶς ἀρέσει τόσο πολύ νά ἀκοῦμε τά λόγια αὐτά. Ἀλλά ὁ Χριστός δέν ἐννοεῖ ὅτι πρέπει ὁπωσδήποτε νά… δείρομε τόν πατέρα μας, νά «μουτζώνουμε» τόν πατέρα μας, νά ἐγαταλείψομε τήν γυναίκα μας καί τά παιδιά μας καί τά χωράφια μας.
Ἐννοεῖ ὅτι δέν πρέπει ποτέ, νά ἔχομε πάνω ἀπό τόν Χριστό, πάνω ἀπό τόν Θεό, πάνω ἀπό τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόν πατέρα μας, ὅσο ἱερό πρόσωπο καί ἄν εἶναι. Ἤ τήν μητέρα μας, ὅσο καί ἄν τήν ἀγαπᾶμε. Ἤ τά παιδιά μας, ὅσο καί ἄν ἔχομε χρέος νά θυσιαστοῦμε γιά χάρη τους. Ἤ τά χωράφια μας πού μᾶς δίνουν τό βιοπορισμό μας, ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο ἀγαθό, πάνω ἀπό τόν Χριστό.
2. Νήπια ὁδηγοί
   Διαβάζομε στούς βίους τῶν ἁγίων: Μία φορά ἔπιασαν μία γυναίκα καί τήν πῆγαν, τότε πού διώκονταν οἱ χριστιανοί, στό δικαστήριο. Κρατοῦσε στήν ἀγκαλιά της ἕνα παιδάκι μικρό.
Τῆς λέει ὁ δικαστής:
   -Λυπήσου τό παιδί σου. Δέν τό ξέρεις ὅτι ἅμα ἐσύ ὁμολογήσεις Χριστόν θά σέ σφάξουν; Ποῦ θά μείνει αὐτό τό παιδάκι; Λυπήσου τό παιδί σου.
   Ἀπάντησε ἡ ἁγία γυναίκα ἐκείνη:
   -Θεόν ἔχει. Θεόν ἔχει. Ἔχει Πατέρα τόν Θεό καί προστάτη τόν Θεό. Ἐγώ τί θά τοῦ κάνω;
   Καί ὁμολόγησε καί διακήρυξε ὅτι πιστεύει στό Χριστό. Καί τήν ἔσφαξαν.
   Ἄλλη περίπτωση: Μία μητέρα μάθαινε ἀπό μικρό τό παιδάκι της, νά κάνει τό Σταυρό του. Καί νά λέει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας μας. Ἡ ἁγία Ἀγαθονίκη. Τήν πηγαίνουν στό δικαστήριο καί ρωτᾶ ὁ δικαστής τό παιδάκι στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του:
   -Πέσε μου ἐσύ παιδί μου, ποιόν ἔχομε Θεό; Ποιός εἶναι ὁ Θεός; Ποιόν πρέπει νά προσκυνᾶμε παιδάκι μου γιά Θεό;
   Καί ἀπαντάει τό νήπιο πού βύζαινε ἀκόμη:
   -Τόν Χριστό. Τόν Χριστό.
   Γίνανε θηρία οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ διῶκτες τοῦ Χριστοῦ. Καί ἄρχισαν νά ταλαιπωροῦν τό μικρό παιδάκι, γιά νά τούς εἰπεῖ κάτι ἄλλο. Καί ἀπάντησε πάλι τό παιδί διδαγμένο ἀπό τήν μητέρα του:
   -Τόν Χριστό.
   -Ποιόν πρέπει νά σεβόμαστε Θεό;
   -Τόν Χριστό. Τόν Χριστό.
   Διαβάζομε στό βίο τοῦ ἁγίου Γεωργίου, πόσα ὑπέφερε γιά τόν Χριστό· μαρτύρια. Διαβάζομε στό βίο τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου· ἀπό δεκαοχτώ χρονῶν, μέχρι ἑκατόν πέντε χρονῶν, πῆγε εἰς τήν ἔρημο γιά νά ζήσει κοντά στό Χριστό, ἀπερίσπαστος ἀπό κάθε ἄλλη μέριμνα.
   Διαβάζομε πόσα ὑπέφερε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πόσα ὑπέφερε ὁ ἀπόστολος Πέτρος, τί ἔκανε ὁ Πρόδρομος καί τί ἔκανε ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Εἶναι φυσικό νά ζηλεύομε ἀπό μιά μεριά καί νά φοβόμαστε ἀπό τήν ἄλλη. Γι' αὐτό καί τούς ἐπικαλούμεθα στίς προσευχές μας καί λέμε: «Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύετε καί γιά μᾶς, νά μᾶς δυναμώνει ὁ Θεός καί νά μᾶς φωτίζει, γιατί βλέπομε τόν ἑαυτό μας μικρό καί ἀδύναμο».
   Ὁ Χριστός ἀναδεικνύει κάθε ἐποχή καί δούλους του καί ἁγίους.
   Τούς ἀναδεικνύει ὁ Χριστός· καί γίνονται μέ τό ἡρωικό τους φρόνημα τῆς πίστεως.
3. Δέν λυπήθηκαν τή ζωή τους
   Ἄς ποῦμε τώρα μία νεότερη ἱστορία.
Βρισκόμαστε στό 1943. Οἱ Γερμανοί ἕτοιμοι νά πυροβολήσουν μία ὁμάδα ἀνθρώπων γιά ἀντίποινα. Ὅλοι εἶναι νέοι. Ἀνάμεσά τους ἕνας κλαίει μέ σπαραγμό. Καί φωνάζει: «Παιδάκια μου, παιδάκια μου. Ποῦ θά μείνετε;» Δίπλα στεκόταν ἕνας παπάς. Πάει καί λέει στόν ἀξιωματικό τῶν Γερμανῶν: «Μπορῶ νά πάρω ἐγώ τί θέση αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου;» Ὁ ἀξιωματικός, πού ἔβλεπε τά κλάματα τοῦ νέου ἐκείνου πατέρα, λέει: «Ναί, ἅμα θέλεις…». Γι' αὐτόν δέν ὑπῆρχε θέμα. Εἶχε δοθεῖ ἐντολή τόσοι νά τουφεκιστοῦν, γιατί θυμᾶστε οἱ παληότεροι τί γινόταν τότε. Ἔρριξε κάποιος μιά ντουφεκιά, καί ἔλεγαν: «Θά ἐκτελεστοῦν εἴκοσι, τριάντα». Ἐκεῖνοι πού πέσανε μπροστά τους. Δέν χρειάζονταν περισσότερους.
   Πῆγε ὁ παπάς ἀντί γιά τό νέο, ἔκανε τό Σταυρό του, ἦρθε ἡ ντουφεκιά καί τόν σκότωσαν. Γιατί σκοτώθηκε; Γιατί ἀγάπησε τόν πονεμένο ἄνθρωπο περισσότερο ἀπό τόν ἑαυτό του. Τί ἔκανε μέ τήν πράξη του αὐτή; Ἔδειξε ὅτι ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι ἀνώτερη, πρέπει νά εἶναι πάνω ἀπό τή ζωή μας.
Ποιός μᾶς δίδαξε τί εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον; Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Πῶς μᾶς τήν ἐδίδαξε; Μέ ὅλα τά καλά πού εἶπε. Μέ ὅλα τά καλά πού ἔκανε. Καί προπαντός μέ τό νά σταυρωθεῖ γιά μᾶς. Πέθανε ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς, ἐπάνω στό Σταυρό. Καί εἶπε: «Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει». Μεγαλύτερη ἀγάπη δέν μπορεῖ νά δείξει κανείς, ἀπό τό νά πεθάνει γιά κάποιον ἄλλον.
   «Αὐτό πού ἔκαμα ἐγώ καί σεῖς πρέπει νά θέλετε νά τό κάνετε», εἶπε ὁ Χριστός. Καί ὁ μακάριος ἐκεῖνος ἄνθρωπος, ὁ παπάς, ἔχοντας γνώση τοῦ τί σημαίνει θέλημα Θεοῦ, ἀντικατάστησε τόν πονεμένο καί τόν χρήσιμο, κατά τήν γνώμη του τοὐλάχιστον, μέ τόν ἑαυτό του.
   Στεκόμαστε μέ σεβασμό καί μέ εὐλάβεια μπροστά στήν πράξη τοῦ ἁγίου ἐκείνου ἀνθρώπου, πού κληρονόμησε τήν αἰώνια ζωή καί Βασιλεία. Ἀλλά στεκόμαστε ἀκόμη μέ εὐλάβεια καί ἀπέναντι σέ ἀπό χίλιους-δυό ἄλλους ἀνώνυμους ἀνθρώπους, πού τήρησαν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
4. Ὁ νεαρός ραφτάκος
   Ἄλλο παράδειγμα. Ἦταν ἕνας νεαρός στήν Κωνσταντινούπολη τό 1630 περίπου, ράφτης. Ἔραβε πάρα πολύ ὡραῖα, κοστούμια καί φορέματα. Καί πήγαιναν οἱ Τοῦρκοι καί οἱ Τούρκισσες νά ραφτοῦν. Ἀλλά αὐτός ἦταν δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Δούκας τό ὄνομά του. Πῆγε καί μία Τουρκάλα ἀρχόντισσα. Καί βλέποντας τό παιδί, ὀμορφόπαιδο, τό ἐρωτεύτηκε καί τὄβαλε πεῖσμα της, νά τό πάρει. Ἐκεῖνος δέν δεχόταν. «Ἐγώ δέν μαγαρίζω τόν ἑαυτό μου μέ Τουρκάλα, δέν μαγαρίζω μέ ἀπάτες» ἔλεγε.
   Τοῦ εἶπε ὅτι δέν τήν ἐνδιαφέρει νά γίνει γάμος.  Τῆς ἀρκοῦσε «ἡ φιλία του». Ἀλλά ὁ νεαρός ἄν τόν γάμο δέν δεχόταν, δέν δεχόταν πολύ περισσότερο τήν πορνεία.
Καί τί κάνει ἡ Τουρκάλα; Τόν κατηγορεῖ καί τόν κλείνουν στή φυλακή. Καί ἀρχίζουν τά βασανιστήρια. Πηγαίνει καί τοῦ λέει:
   -Τί προτιμᾶς, ἀπό τά δύο; Βασανιστήρια, ἤ νά ρθεῖς μαζί μου;
Ὁ νεαρός βασανίζεται ἕνα ὁλόκληρο μήνα, καί δέν ὑποχωρεῖ νά προτιμήσει τήν ἡδονή ἀπό τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Τέλος τόν σκότωσαν μέ μαρτυρικό θάνατο.
Γι’ αὐτούς τούς μάρτυρες λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τήν πίστιν».
5. Εἶσαι εὐεργέτης μου
   Ἦταν ἕνας ἄλλος ἅγιος, εἶχε τό σπιτάκι του καί τά μικρά πραγματάκια του, φτωχαδάκι ἦταν. Καί πήγαινε ἕνας «ἔξυπνος» κάθε τόσο, ἔμπαινε στό σπίτι του καί τοῦ ἀφαιροῦσε ὅ,τι  εὕρισκε μπροστά του. Εἶναι γραμμένη αὐτή ἡ ἱστορία στό Γεροντικό. Εἶναι βέβαια τῆς Ἐκκλησίας μας. Κάποια φορά, προχώρησε, ὅλο καί προχωροῦσε ἡ κατάσταση, ἀρρώστησε καί κινδύνευε νά πεθάνει ὁ φτωχός ἄνθρωπος.
Τότε, θυμήθηκε ὁ κλέφτης ὅτι εἶναι ἔνοχος ἀπέναντί του, καί πῆγε νά τοῦ ζητήσει συγγνώμην. Ὅταν λοιπόν ἐμφανίστηκε μπροστά στόν ἑτοιμοθάνατο γέροντα, τοῦ ἅρπαξε τό χέρι καί τοῦ τό φίλησε. Τοῦ κλέφτη τό χέρι ἅρπαξε καί φίλησε ὁ γέροντας. Ὄχι ὁ κλέφτης τοῦ ἀδικημένου. Ὁ καλός ἄνθρωπος φίλησε τό χέρι τοῦ κλέφτη.
   -Γιατί μοῦ φιλᾶς τό χέρι; Ρώτησε ὁ κλέφτης.
   -Φιλάω τό χέρι σου, πού θά μέ πάει στόν Παράδεισο, ἀπάντησε.
   -Γιατί;
   Γιατί ἐνῶ τόν ἔκλεβε, ἐκεῖνος δέν καταριόταν. Δέν ἔβριζε. Δέν τοῦ εἶπε τίποτε κακό. Ἀλλά προσευχόταν καί ἔλεγε: «Συχώρεσέ με Θεέ μου καί ἐμένα, συχώρεσε καί αὐτόν τόν ἄνθρωπο, πού μέ ἀδικεῖ». Καί εἶπε: «Ἔμαθα νά ἔχω ὅλο τό διάστημα αὐτό ἀνεξικακία καί ὑπομονή».
Τί μεγάλο πράγμα εἶναι νά μαθαίνομε νά ἔχομε ἀνεξικακία καί ὑπομονή. Ὄχι ἐκδικητικότητα, ἀλλά ἀγάπη.
Αὐτό ποῦ θά τό μάθομε ἄν δέν κοιτάζομε στούς βίους τῶν ἁγίων;
6. Τό κατάλαβαν μά ἦταν πολύ ἀργά
   Μία παλαιότερη ἐποχή ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πλούσιος πολύ. Καί γλεντζές μεγάλος. Ὅτι περισσότερο μποροῦσε τό ἔκανε, γιά νά εὐχαριστηθεῖ. Ἀλλά ἦρθε καί γι' αὐτόν ἡ ὥρα νά πεθάνει. Τότε ἔκανε μιά στροφή στό παρελθόν. Ἐξέτασε τή ζωή του. Καί τί βρῆκε λέτε; Ἀέρα κοπανιτό. Κενό, μηδέν. «Τί ἔκανα; Τί κέρδισα; Χόρτασα;» σκέφτηκε.
Ποιός χόρτασε ἀπό φαΐ;
Ποιός χόρτασε ἀπό κρασί;
Ποιός χόρτασε ἀπό ὁποιαδήποτε ἡδονή;
Ὅλα ἰσχύουν γιά τήν στιγμή πού τρῶς καί γιά τή στιγμή πού πίνεις. Μετά ἀπό λίγο, εἴτε ἔγινε εἴτε δέν ἔγινε εἶναι τό ἴδιο.
   Καί εἶπε ὁ πλούσιος: «Γράψετε ἐπάνω στόν τάφο μου: Ἐνθάδε κεῖται ἕνας ἠλίθιος. Ἐδῶ σ’ αὐτό τόν τάφο, εἶναι ἕνας ἠλίθιος. Πού πέρασε ὁλόκληρη τή ζωή του, χωρίς νά καταλάβει γιατί ἦρθε στόν κόσμο. Τί ἔπρεπε νά κάνει. Τί ἔπρεπε νά ἐπιξιώξει. Τί ἔπρεπε νά σκέπτεται».
Ἐρώτημα:
   -Δέν ἦταν πραγματικά ἠλίθιος ὁ ἄνθρωπος αὐτός; Πέρασε τή ζωή του ἄδικα. Χαμένη. Γιά πάντα χαμένη. Ποῦ νά συγκριθεῖ μέ τόν ἅγιο Ἀντώνιο; Ποῦ νά συγκριθεῖ μέ τόν ἅγιο Γεώργιο; Ποῦ νά συγκριθεῖ μέ τούς ἄλλους ἁγίους πού προτίμησαν καί νά χάσουν τά πάντα γιά τόν Χριστό καί γιά τήν ψυχή τους.
Ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα  πρόσωπα τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, ἦταν ὁ Ὀλμπέρ . Ὑπουργός τῶν οἰκονομικῶν τοῦ βασιλιά τῆς Γαλλίας, Λουδοβίκου τοῦ ΙΔ΄. Πού ἦταν ὁ μεγαλύτερος βασιλιάς τῆς Εὐρώπης στήν ἐποχή του. Γιά νά στηρίζεται ὁ βασιλιάς καί νά μπορεῖ νά κάνει τά μεγαλεῖα του, καί τούς πολέμους του, ὁ ὑπουργός τῶν Οἰκονομικῶν κάθε μέρα ἔστιβε τό κεφάλι του, πενήντα χρόνια βασίλευσε ἐκεῖνος ὁ βασιλιάς, γιά νά βρίσκει τά μέσα τά οἰκονομικά μέσα νά μπορεῖ νά κάνει ἐκεῖνα πού ἤθελε.
Πόσο κουράστηκε, πόσο στενοχωρήθηκε, πόσο ὑπέφερε; Μόνο ἐκεῖνος τό ξέρει.
Καί ὅταν πέθαινε, εἶπε τά ἑξῆς λόγια. Εἶναι γραμμένα. Εἶναι ἱστορία ἀληθινή: «Ταλαίπωρη ψυχή μου, ταλαίπωρη ψυχή μου. Ἄν ἔκανες τά μισά γιά τόν Θεό, ἀπ' ὅσα ἔκανες γι’αὐτόν τόν παλιάνθρωπο, θά εἶχες ἐξασφαλίσει ὄχι μιά φορά, ἀλλά δέκα φορές τή σωτηρία σου». Ἄν ἔκανες τά μισά, ἀπ' ὅσα ἔκανες γι' αὐτόν, ἕναν παλιάνθρωπο. Ἄν τά ἔκανες γιά τόν Θεό, δέν θά εἶχε σωθεῖ μιά φορά, ἀλλά δέκα φορές ἡ ψυχή σου.
Τί ὁμολόγησε αὐτός ὁ πανέξυπνος καί σοφότατος, κολοσσός, οἰκονομολογικό κεφάλαιο, γιά ὁλόκληρη τήν παγκόσμια ἱστορία;
Ὅτι ἦταν ἔξυπνος γιά τούς ἄλλους, βλάκας γιά τόν ἑαυτό του.
Ὅταν βλέπετε ἕναν ἄνθρωπο πανέξυπνο, ἀητονύχη, μή φαντάζεσθε ὅτι εἶναι πραγματικά ἔξυπνος. Ἔξυπνος εἶναι ἐκεῖνος πού ξέρει καί ξεχωρίζει ποία εἶναι οὐσία, μόνιμο, σταθερό, πραγματικά ὠφέλιμο καί ποιό εἶναι ἡ λεπτομέρεια. Ξέρεις τί εἶναι νά θυσιάζεις τή ζωή σου, τήν προκοπή σου, τό καλό σου, γιά μιά λεπτομέρεια;
Νά πάρομε τώρα ἕνα μικρό παράδειγμα, γιά νά δοῦμε πῶς γίνεται ἡ ἀπώλεια ἀπό μιά «λεπτομέρεια»:
Τοῦ λένε τοῦ παιδιοῦ. «Ξέρεις πόσο ὡραῖα θά εὐχαριστηθεῖς, ἅμα πάρεις ναρκωτικά;» Καί τό παιδάκι νεαρό, δεκαπέντε, δεκαοκτώ, εἴκοσι χρονῶν, ρωτάει:
-Ἀμάν, τόσο ὡραῖα θά αἰσθανθῶ;
-Δέν μπορεῖς νά τό φαντασθεῖς, τί ὡραῖα θά αἰσθανθεῖς. Ποτέ καί μέ τίποτε δέν αἰσθάνεσαι τόσο ὡραῖα.
Τό παίρνει τό ναρκωτικό, καί ἀπό κεῖ καί πέρα τοῦ ἀρέσει, καί «ἄντε λίγο ἀκόμη». Καί μετά;
Δέν χρειάζεται νά ποῦμε «τό μετά». Ὅποιος εἶχε τήν ἀτυχία κάποιο παιδί του νά πάρει τέτοια πράγματα, κλαίει γιά ὅλη του τή ζωή καί πονάει. Καί τό ἴδιο τό παιδί καταλαβαίνει ὅτι χάθηκε καί κατεστράφη. Γιατί; Γιατί προτίμησε τήν «λεπτομέρεια», ἀπό τήν οὐσία. Τό προσωρινό ἀπό τό μόνιμο.
7. Προσανατολίσου σωστά
Οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ὁ Χριστός τό φῶς τοῦ κόσμου, μᾶς διδάσκουν νά εἴμαστε πραγματικά ἔξυπνοι καί νά προτιμᾶμε τά μόνιμα καί τά αἰώνια. Ὄχι τό σῶμα, ἀλλά τήν ψυχή. Ὄχι τή γῆ, ἀλλά τόν οὐρανό. Γι' αὐτό μᾶς λένε ἐπιγραμματικά:
«Στρέφετε τό νοῦ σας στούς ἁγίους, βλέπετε τί κάνανε. Πῶς σκέπτονταν. Τί συναισθήματα καλλιεργοῦσαν στήν ψυχή τους καί μιμεῖσθε τους. Γιατί αὐτή εἶναι ἡ ἐπιτυχημένη ζωή. Καί ἡ ἐπιτυχημένη ζωή, ὁδηγεῖ στή μόνιμη ἐπιτυχία, πού εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ζωή κοντά στό Χριστό, στόν Παράδεισο».
Νά δώσει ὁ Θεός νά εἶναι γιά μᾶς ὁδηγητικά τά καλά παραδείγματα τῶν ἀνθρώπων πού ζοῦν πάνω στή γῆ καί τῶν ἁγίων πού εἶναι στόν οὐρανό. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,

ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία. Ἔγινε στό Γαλατά στίς 14/6/1998

Νέφος Μαρτύρων (Κυριακή των Αγίων Πάντων


Μετά την Ανάσταση, μαζί με άλλα, ο Ιησούς Χριστός είπε στους Αποστόλους και τα εξής· «λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς και έσεσθέ μοι μάρτυρες έως εσχάτου της γης». Θα λάβετε δύναμη, όταν θα έλθει σ’ εσάς το Άγιο Πνεύμα και θα είσαστε μάρτυρές μου, ως την άκρη της γης. Η Εκκλησία λοιπόν, αφού εόρτασε τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος, εορτάζει σήμερα τη μνήμη όλων των Αγίων της, που η αγιοσύνη τους είναι καρπός της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Για όλους λοιπόν τους Αγίους, που μαρτύρησαν «τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού», και που δεν είναι λίγοι, αλλά ένα ολόκληρο σύννεφο, θα μιλήσουμε σήμερα.
    Χριστιανός είναι ο άνθρωπος, που κάθε ημέρα δίνει «την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού», για την οποία λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη. Αυτό βέβαια δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά γίνεται με την προαίρεση και τη θέληση του ανθρώπου και με τη χάρη και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, «δι’ ον προφήται άπαντες και Θεού Απόστολοι μετά Μαρτύρων εστέφθησαν», καθώς ψάλλομε στον ύμνο της Πεντηκοστής. Αυτή η μαρτυρία είναι στ’ αλήθεια ένας αγώνας και μια πάλη, καθώς γράφει ο Απόστολος, όχι «προς αίμα και σάρκα», εναντίον δηλαδή φυσικών έχθρων και εναντιοτήτων, αλλά «προς τας αρχάς… του σκότους», ένας αγώνας και μια πάλη πνευματική. Γι’ αυτό και τα όπλα, που μεταχειρίζεται ο Χριστιανός για τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού είναι όπλα πνευματικά. Αυτό εννοεί ο Απόστολος, όταν γράφει· «ων ουκ ην άξιος ο κόσμος». Όσα υπέφεραν κι όσα κατόρθωσαν οι Άγιοι για τη μαρτυρία Ιησού Χριστού δεν ήταν και ποτέ δεν είναι άξιος να τα κατορθώσει ο κόσμος, με όλες τις φυσικές δυνάμεις και τα μέσα που μπορεί να διαθέσει. Αυτά είναι παθήματα και κατορθώματα, που ξεπερνάνε τα ανθρώπινα μέτρα, και οι Άγιοι τα κατόρθωσαν μόνο με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Έτσι, ως αποτέλεσμα της θείας δύναμης, που χορηγείται στους ανθρώπους ανάλογα με την προαίρεση και την πίστη τους, τα παθήματα και τα κατορθώματα των Αγίων αξίζουν περισσότερο απ’ όλο τον κόσμο. Και πραγματικά ό,τι θα μείνει και θα σταθεί κάποτε μπροστά στο Θεό, σαν πολύτιμο και ένδοξο έργο μέσα σε όσα πράττουν οι άνθρωποι θα είναι μόνο η μαρτυρία Ιησού Χριστού, το αίμα και το δάκρυ κι ο ιδρώτας των Αγίων «εν ονόματι Ιησού Χριστού».
      Αλλά στο γεγονός της μαρτυρίας συμβαίνει μεγάλο μυστήριο του Θεού, που είναι μυστήριο αγάπης και δεσμού μεταξύ όλων των Αγίων, και εκείνων που μαρτύρησαν και εκείνων που μαρτυρούν. Εκείνοι που μαρτύρησαν και βρίσκονται τώρα «εν χειρί Θεού», «ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν»· δεν είδαν να εκπληρώνεται η υπόσχεση του Θεού, δεν άκουσαν ακόμα το «Δεύτε οι ευλογημένοι», γιατί περιμένουν εκείνους που μαρτυρούν τώρα στη γη. Ο Θεός πρόβλεψε κάτι καλύτερο για μας· δεν θέλησε να είναι χωριστή η τελείωση εκείνων, που ο αγώνας τους ήταν κοινός με τον δικό μας. Όλοι μαζί θα δοξαστούν οι Άγιοι που δίνουν τη μαρτυρία Ιησού Χριστού, κι αυτό είναι το μέγα μυστήριο του Θεού, το μυστήριο της αγάπης και του δεσμού των πιστών μέσα στην Εκκλησία, την Εκκλησία που είναι τώρα στον ουρανό κι εκείνη που βρίσκεται ακόμα στη γη. Δεν θα ήσαν τέλειοι οι Άγιοι, αν δεν περίμεναν να φτάσουμε κι εμείς στη δική τους τελειότητα· «του Θεού περί ημών κρείττον τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσιν». Ο Θεός κάτι καλύτερο πρόβλεψε για μας, να μας περιμένουν δηλαδή οι Άγιοι, για να λάβουμε όλοι μαζί το βραβείο.
     Το μεγάλο αυτό μυστήριο του Θεού είδε και άκουσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης, όπως το γράφει στην Αποκάλυψη. Είδα, λέγει, κάτω από το ουράνιο θυσιαστήριο τις ψυχές εκείνων που σφάχθηκαν «διά τον λόγον του Θεού και διά την μαρτυρίαν του αρνίου». Και άκουσε ο Ευαγγελιστής τη φωνή των αθώων θυμάτων, που φώναζαν κι έλεγαν προς το Θεό· «έως πότε, Δέσποτα άγιε και αληθινέ, δεν κάνεις κρίση και δεν εκδικείσαι το αίμα των μαρτύρων που χύθηκε και χύνεται στη γη από τους εχθρούς σου;». Και στο δίκαιο αυτό παράπονο των αγίων Μαρτύρων δόθηκε η απάντηση του Θεού· να αναπαυθούν ακόμα και να περιμένουν λίγο, ώσπου να συμπληρωθεί ο αριθμός των αδελφών μαρτύρων, όλων εκείνων που μέλλουν μέχρι τη συντέλεια των αιώνων να δώσουν την καλή ομολογία και τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού.
      Η φωνή των Μαρτύρων βοά προς το Θεό, καθώς βοούσε η φωνή του δικαίου Άβελ και η απάντηση του Θεού προς τους δικαίους στον ουρανό είναι να αναπαύονται και να περιμένουν. Από το άλλο μέρος η παραγγελία του Αποστόλου προς τους δικαίους στη γη είναι να αγωνίζονται και να υπομένουν να μη λησμονούν το σύννεφο των μαρτύρων, που πριν από αυτούς έδωσαν την καλή ομολογία· να πετάνε από πάνω τους κάθε μάταιο κοσμικό βάρος· να φυλάγονται από την αμαρτία, που ενεδρεύει σε κάθε περίσταση και να τρέχουν τον αγώνα του βίου τους με υπομονή· «…τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων, όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν δι’ υπομονής τρεχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» .
      Και δεν είναι μόνο το σύννεφο των μαρτύρων που πριν από μας αγωνίσθηκαν κι έδωσαν τη μαρτυρία Ιησού Χριστού, αλλά πρώτος απ’ όλους ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο αρχηγός και θεμελιωτής της πίστεως μας· εκείνος που πήγε μπροστά απ’ όλους, τέλειωσε νικητής τον αγώνα και μας δείχνει τον τρόπο και μας δίνει τη δύναμη να τον τελειώσουμε κι εμείς το ίδιο. Επάνω του να είναι τα μάτια μας και στ’ αχνάρια του να περπατάμε. Ο ίδιος καλεί τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν, ελεύθερα και με τη θέλησή τους, όταν λέγει· «όστις θέλει…». Κι ο ίδιος τους προτρέπει να τον μιμούνται, όταν τους διδάσκει· «…ίνα, καθώς εγώ εποίησα υμίν, και υμείς ποιήτε».
     Πρέπει να προσέξουμε πως αυτό, που η θεία Γραφή λέγει μαρτυρία κι αυτό, που η Εκκλησία ονομάζει μαρτύριο, είναι το ίδιο. Η μαρτυρία Ιησού Χριστού φτάνει ως το μαρτύριο·  μαρτύριο του σώματος, που σφραγίζεται με αίμα και μαρτύριο της συνειδήσεως χρονιότερο και επιπονότερο, που ποτίζεται με ιδρώτα και δάκρυ. Η πείνα και η δίψα για τη δικαιοσύνη είναι πείνα και δίψα των αγίων, εκείνων που κάθε ημέρα μαρτυρούν και δίνουν την καλή ομολογία. Γι’ αυτούς είναι γραμμένο «ώδε έστιν η υπομονή και η πίστις των αγίων», γιατί οι άγιοι δεν κάνουν επανάσταση και δεν γκρεμίζουν για να φτιάξουν τον κόσμο, αλλά εργάζονται και χτίζουν για να γίνει καλύτερος ο κόσμος. Ο κόσμος δεν γίνεται καλύτερος με τη δική μας αδικία επάνω στους άδικους, αλλά με περισσότερη δικαιοσύνη και υπομονή των αγίων. Γιατί σκοπός δεν είναι να γίνει καλύτερος ο κόσμος, αλλά να γίνει πρώτα καλύτερος ο άνθρωπος, για να μπορέσει έτσι να φτιάξει τον κόσμο. Δεν είναι τα πράγματα που φτιάχνουν τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος που φτιάχνει τα πράγματα. Μέσα σ’ έναν κόσμο άδικο και βρώμικο, η φωνή του Θεού λέγει· «ο δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω έτι, και ο άγιος αγιασθήτω έτι». Όλο πιό δίκαιοι κι όλο πιό άγιοι, για να μπορέσουμε να φτιάξουμε τον κόσμο. Εδώ βέβαια ο λόγος δεν έχει τελειωμό. Υπάρχει τόση αντίθεση και σύγχυση στις γνώμες των ανθρώπων, που ό,τι και να πεις κινδυνεύεις να δεχθείς σφοδρή επίθεση από κάθε πλευρά. Όμως εμείς δεν λέμε δική μας γνώμη, αλλά ό,τι λέγει ο Θεός· «ο άγιος αγιασθήτω έτι».
      Ο κόσμος παρουσιάζει την εικόνα της Αποκάλυψης· είναι η αμαρτωλή γυναίκα, που πίνει και μεθά «εκ του αίματος των αγίων και εκ του αίματος των μαρτύρων Ιησού…». Και η Εκκλησία μέσα στον κόσμο, που προσπαθεί να τον προσλάβει και να τον μεταμορφώσει, εορτάζει σήμερα τη χριστιανική αγιοσύνη· την αγιοσύνη όχι σαν μια αφηρημένη έννοια και θεωρητική ιδέα, αλλά ως ζωντανή αρετή και προσωπική πείρα όλων των Αγίων. Αυτοί οι Άγιοι, οι με κάθε τρόπο «πεπελεκισμένοι διά την μαρτυρίαν Ιησού», όπως αναφέρεται στην Αποκάλυψη,  είναι ένα ολόκληρο σύννεφο, μέσα στο οποίο ζούμε και αναπνέουμε. Είναι ο ιερός κόσμος της Εκκλησίας, με τη ζωή και την παράδοσή της, μέσα στην οποία γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε και γινόμαστε «κατά δύναμιν Θεού» μάρτυρες των παθημάτων και της ανάστασης Ιησού Χριστού, καθώς και ελπίζουμε να γίνουμε «και της μελλούσης αποκαλύπτεσθαι δόξης κοινωνοί». Και ο κόσμος αυτός δεν είναι διανοητικό κατασκεύασμα, φτιαχτός και ιδεολογικός, αλλά πραγματικός και ζωντανός· ένα ολόκληρο «περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων». Αμήν.

(Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης +Διονυσίου, «Ο Λόγος του Θεού», τ. Β΄, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ.642-646)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ – Α΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ , 7.6.2015 υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λέρου κ.κ.Παισίου

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ – Α΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ , 7.6.2015

Αγαπητοί  μου  αδελφοί,
Η Ορθόδοξος Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα πανήγυρη ιερά και μεγαλοπρεπή, εορτάζει την εορτή των Αγίων Πάντων, οι οποίοι ομολόγησαν Πατέρα,Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα Ομοούσιον και αχώριστον. Αγωνίστηκαν γενναία κατά της κακίας του κόσμου τούτου και αγωνίστηκαν με την χάρη του Χριστού τον αγώνα τον καλό και επέτυχαν δια της κατά Χριστόν ζωής τους να γίνουν μέτοχοι της αιωνίου βασιλείας.
Χαίρει, λοιπόν, σήμερα ο ουρανός και ευφραίνεται η γή και η στρατευόμενη επί γης του Χριστού Εκκλησία τιμά με ύμνους και ωδές πνευματικές τα πανάξια τέκνα της, τους αγίους της και προβάλλει τούτους προς μίμηση.
Είναι αναρίθμητοι οι άγιοι, οι οποίοι ως εύοσμα άνθη, ως αστέρες πολύφωτοι του νοητού της Εκκλησίας στερεώματος έλαμψαν και διαλάμπουν στο διηνεκές, εν τη Εκκλησία του Χριστού. Είναι αναρίθμητοι οι άγιοι πού – εν λόγοις και έργοις, εν διδαχαίς και εν θαύμασι – δίκαια σήμερα τους τιμά η Εκκλησία και γεραίρει με άσματα, με ψαλμούς και ύμνους την μνήμη τους.
«Δεύτε πιστοί, σήμερον χορείαν επικροτήσαντες, ευσεβώς πανηγυρίσωμεν, και των αγίων Πάντων την ένδοξον και σεβάσμιον μνήμην ενδόξως τιμήσωμεν, λέγοντες, Χαίρετε Απόστολοι ένδοξοι, Προφήται και Μάρτυρες, και Ιεράρχαι, Χαίρετε οσίων ο δήμος και των δικαίων, Χαίρετε τιμίων γυναικών ο χορός μετά της Αειπαρθένου Μαρίας».
Η τιμή τους, υπό της στρατευόμενης του Χριστού Εκκλησίας, είναι δόξα του Θεού, ο οποίος γνωρίζει και θέλει να αμείβει τους ενάρετους και αγίους Του.  Η τιμή των αγίων είναι δόξα του Θεού, ο Οποίος αγίασε Αυτούς με την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, αφού και αυτοί ομολόγησαν τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού.
Η σταθερή ομολογία στον Χριστό φέρει τον άνθρωπο στην αιώνια μακαριότητα, εκεί πού δεν υπάρχει ούτε λύπη, ούτε στεναγμός, αλλά ζωή χαράς και ευλογίας, ενώ απεναντίας η άρνηση στον Χριστό φέρει την αιώνια καταδίκη, την αιώνια απομάκρυνση του ανθρώπου από την αγκαλιά του Θεού Πατέρα.
Ο πρωτοκορυφαίος των Αποστόλων, ο Πέτρος, στην πρώτη επιστολή του (κεφ. β, στιχ. 2-5) λέγει, «πετάξετε από πάνω σας κάθε είδους κακία, κάθε δολιότητα, υποκρισία, φθόνο και κάθε είδους κακογλωσσία».
Δυστυχώς, υπάρχουν άνθρωποι και τις ημέρες μας, πού ενώ με τα χείλη τους ομολογούν τις αλήθειες της  χριστιανικής θρησκείας, όμως η καρδιά τους «πόρρω απέχει» από τις αλήθειες του Ευαγγελίου.
Οι άνθρωποι αυτοί γίνονται εργάτες του διαβόλου και τοις αγγέλοις  αυτού. Ομιλούν μεγαλοφώνως για τον Θεό, προσεύχονται τακτικά, νηστεύουν και φέρουν σταυρό στο στήθος τους, αλλά έχουν μίσος και κακία και εκδίκηση για τον συνάνθρωπό τους, όπως κακία και μίσος έχει ο μνησίκακος διάβολος.
Ο Σατανάς ποτέ δεν θα παύσει να ζηλεύει και να πολεμά τον άνθρωπο, και «ως λέων ωρυόμενος… ζητών τινα καταπίη», και πάντοτε δολίως ρίπτει τη σαγήνη του και χρησιμοποιεί για τον σκοπό του και τέχνες και  τεχνίτες που να εργάζονται νυχθημερόν για το καταστρεπτικό έργο του μέχρι της  ολοκληρωτικής κατάργησης του κράτους του.
Οι μαγείες, μαντείες, μαγγανείες, αστρομαντείες, τα ξόρκια και τα τοιαύτα, δυστυχώς και στις ημέρες  μας ακούγονται, λέγονται και πράττονται και για όλα αυτά ενεργούν ύπουλα οι μάγοι, οι άνθρωποι εκείνοι που δεν ζούν την κατά Χριστό ζωή, αλλά μακριά από τον Χριστό εργάζονται τα έργα του σκότους, του αιώνος τούτου.
Η ψυχή τους μαύρη από τις αμαρτίες, δεν αισθάνονται καμία συγκίνηση και αίσθηση για κάτι το πνευματικό, το άγιο, το ιερό, και καθώς η βροχή δεν επηρεάζει τους βράχους από γρανίτη, έτσι και από τους εργάτες της ανομίας και της παρανομίας απουσιάζει παντελώς και δεν τους επηρεάζει η χάρις, το έλεος και η αγάπη του Θεού Πατρός.
Οι εργάτες αυτοί, άνδρες ή γυναίκες, ομοιάζουν με τάφους κεκονιαμένους πού έξωθεν μεν φαίνονται  ωραίοι, έσωθεν δε είναι γεμάτοι από ακαθαρσίες.
Οι εργάτες αυτοί της παρανομίας προφασίζονται δήθεν το καλό και χρησιμοποιούν διάφορα μαγικά εργαλεία και νομίζουν ότι με το να επικαλούνται την βοήθεια του σατανά, θα κάμουν καλό στο θύμα τους, στον κατ’ εικόνα Θεού άνθρωπο, προς χάρη του εντολέα τους, που δυστυχώς και από αυτόν απουσιάζει η χάρις του Θεού «η σωτήριος πάσιν ανθρώποις».
Το πνεύμα του διαβόλου, «το κωφό και άλαλο», επικαλούνται οι μάγοι, οι μάγισσες και με τα διάφορα εργαλεία και τεχνάσματα που επινοούνται από τον αρχηγό της πλάνης, τον σατανά, ενεργούν με σκοπό να επιτύχουν το ζητούμενο κατά του θύματός τους.
Σε περιόδους ηθικής διαφθοράς, ασέβειας ή ολιγοπιστίας, και κατάπτωσης του ανθρώπου, υπάρχει και ακμάζει η μαγεία. Αυτό το γεγονός δυστυχώς κυριαρχεί και στις μέρες μας προς χαρά του Διαβόλου, του αρχηγού της πονηρίας.
Αδελφοί μου,
Βεβαίως πολλοί ακούνε να διαδίδονται πολλά θαύματα της μαγείας, μερικοί μάλιστα ομολογούν ότι είδαν και έζησαν τέτοια γεγονότα, αν και πολλές φορές, πολλοί αδελφοί μας, έχουν την ψευδαίσθηση ότι βλέπουν και ακούν, ενώ στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει τίποτε.
Είναι γεγονός ότι το κακό προήλθε στον κόσμο, από την παράβαση της εντολής του Θεού, και κατά συνέπεια η παράβαση της εντολής αποτέλεσμα είχε την διάσπαση του ανθρώπου από την κοινωνία μετά του Θεού Πατρός. Τούτο το κακό, μπορεί να θεραπευθεί μόνο με την υπακοή του ανθρώπου στο θέλημα του Θεού Πατρός, και την μετ’ Αυτού επανασύνδεσή του.
Την δυνατότητα αυτή και μόνο αυτή προσέφερε Εκείνος που έκλεινε ουρανούς, με την ενανθρώπησή Του, ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, ο Οποίος συνέτριψε το κράτος και την δύναμη του διαβόλου και εχαρίσατο ζωήν αιώνιον εις τον κόσμον.
Μην φοβείστε, αδελφοί, τους εργάτες της πλάνης, και δολιότητας, μη φοβείστε τα μάγεια και τις  συναφές ένεργειες του Διαβόλου και των εργατών αυτού, αλλά ομολογούντες Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα,Τριάδα Ομοούσιο και αχώριστο, μένετε  πιστοί στον εν Τριάδι Θεώ παρ’ ου πάσα δόσις αγαθή και πάν δώρημα τέλειον».
Παράδειγμα έχουμε προς μίμηση τους Αγίους Πάντες, που τιμά σήμερα η Εκκλησία μας.
Οι Άγιοι Πάντες, μετά της Θεομήτορος, «δια πίστεως κατηγωνήσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω».
ΑΜΗΝ.  Ο.Λ.Κ.Α.Π. 



ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ Ο Ι Ε Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Ι « καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.» (Ματθ. ι΄ 38)

Ο Ι Ε Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Ι
« καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.» (Ματθ. ι΄ 38)
Τό κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀποτελεῖ ἕναν ἐσταυρωμένο. Kάποιοι ἴσως ἀδυνατοῦν νά ἀντικρύσουν μιά τέτοια εἰκόνα, δειλιοῦν ἐνώπιον αὐτῆς τῆς τοποθετήσεως καί στρέφουν τό πρόσωπο ἀλλοῦ, ὅταν εὑρεθοῦν ἀντιμέτωποι μέ παρόμοιες καταστάσεις. Ὅσοι ὅμως ἀνοίγουν καλά τά αὐτιά τους στό κάλεσμα, τό ὁποῖο ἀπευθύνει ὁ θεῖος Λυτρωτής, τόν ἀκοῦν νά λέγει: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι.» (Μαρκ. η΄ 34) Ὁταν ὁ Κύριος καλεῖ τούς ἀνθρώπους νά τόν ἀκολουθήσουν, τούς πληροφορεῖ ἐξ ἀρχῆς ὅτι θά πρέπει, ὡς ἄλλοι Κυρηναῖοι, νά κουβαλήσουν τό δικό τους σταυρό μέχρι τό Γολγοθᾶ τους. Ἡ ἀπόφαση εἶναι καθαρά δική τους καί αὐτοί εἶναι ἐλεύθεροι νά ἀκολουθήσουν τό δρόμο τοῦ Κυρίου ἤ νά τόν ἀποφύγουν. Ἔτσι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προβαίνει στήν ἀπόφαση νά συνταχθεῖ μέ ὅσους ἀκολουθοῦν τόν Κύριο, γνωρίζει ὅτι τόν ἀναμένει ὁ δικός του σταυρός. Ἡ ζωή τῶν πιστῶν δοκιμάζεται «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ». Τό μετάλλευμα τοῦ χρυσοῦ, ὡς γνωστόν, μέσα στή δυνατή φωτιά τοῦ καμινιοῦ λειώνει καί ξεχωρίζει ἀπό τίς διάφορες ἄχρηστες οὐσίες. Ἀφοῦ, λοιπόν, ξεχωρίσει καί συγκεντρωθεῖ σέ ἕνα μέρος, τότε ἀποβαίνει κατάλληλο γιά χρήση καί παράλληλα ἀποκτᾶ μεγάλη ἀξία. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ὁ Θεός δοκιμάζει τούς δικούς του, ἐπιτρέποντας νά τούς βροῦν διάφορες δοκιμασίες ὥστε νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τίς ποικίλες ἀδυναμίες καί τά πολλά ἐλαττώματα, τά ὁποῖα τούς κατατρύχουν καί νά ἐξαγνισθοῦν. Οἱ Ἅγιοι Πάντες καί φίλοι τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία σήμερα τιμᾶ καί προβάλλει, διῆλθαν τό στάδιο αὐτῆς τῆς ἐφημέρου ζωῆς ὡς ἐσταυρωμένοι, δηλαδή ὡς νεκροί μέσα στόν κόσμο. Ὑπῆρξαν νεκροί, ὡς πρός τό κοσμικό φρόνημα καί τά δελεάσματα τῆς πολυκέφαλης ἁμαρτίας καί γενικά τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Βεβαίως αὐτοί ὑπέστησαν, μέχρι νά δεχθοῦν τό ἁμαράντινο στεφάνι τῆς δόξης, πολλές δοκιμασίες, πόνους, στερήσεις, θλίψεις, διωγμούς καί παθήματα. Ὅλα, ὅμως, αὐτά τά θεώρησαν σκύβαλα (σκουπίδια) καί τίποτε δέν μπόρεσε νά τούς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ψυχῆς τους, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;» (Ρωμ. η΄ 35) Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ κλῆρος τῶν πιστῶν δέν εἶναι ἕνας ἀνθόσπαρτος περίπατος. Ἀντίθετα ἀποτελεῖ μιά πορεία μετ’ ἐμποδίων. Γιά τοῦτο καί «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. ι΄ 22). Δυστυχῶς κάποιοι ἀγνοοῦν αὐτήν τή μοναδική ἀλήθεια, ὡς πρός τήν οὐσία καί τό βάθος τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἔτσι ὅταν τούς βροῦν δεινά καί περιπέτειες στό διάβα τῆς ζωῆς τους, ἀντί νά ἐνσκύψουν στόν ἐσωτερικό τους κόσμο, νά τόν μελετήσουν καί νά διορθωθοῦν, πολλές φορές στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί ἐναντίον τῶν συνανθρώπων τους. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι μοι Ἰησοῦ Χριστῷ». (Φιλ. δ΄ 13) Ἄν οἱ πιστοί ἔμεναν ἀβοήθητοι ἀπό τόν Κύριο, θά ἀδυνατοῦσαν νά σηκώσουν τό σταυρό τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, γνωρίζει ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ἀδύνατοι, γιά τοῦτο δέν ἐπιτρέπει νά πειρασθοῦμε πέραν τῶν δυνάμεών μας. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πιστός δέ ὁ Θεός, ὅς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν». (Α΄ Κορ. ι΄ 13) Ἀφοῦ ἐκεῖνος ἐπιτρέπει τόν πειρασμό, ταυτόχρονα παρέχει καί τούς τρόπους νά ἀντιμετωπισθεῖ καί νά ξεπερασθεῖ. Κύριε, μέγα Σου τό ἔλεος. Δόξα σοι!

Κυριακὴ Ἁγίων Πάντων (Α΄ Ματθαίου)NA OMOΛOΓOYME TON XΡIΣTO + Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος

Κυριακὴ Ἁγίων Πάντων (Α΄ Ματθαίου)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

NA OMOΛOΓOYME TON XΡIΣTO

«Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς…» (Ματθ. 10, 32)π. Αυγουστ. αμβ
ΤΟΝ λόγο αὐτὸν τοῦ εὐαγγελίου θὰ προσπαθήσω μὲ ἁπλᾶ λόγια νὰ ἑρμηνεύσω, ἀ­γαπητοί μου, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὑπάρχουν αὐ­τιὰ ἕτοιμα νὰ δεχθοῦν τὸν οὐράνιο σπόρο.

* * *

Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ἂν ἀγαπᾷς τὸ Χριστό, θὰ τὸν κηρύξῃς – θὰ τὸν ὁμολογή­σῃς. Καὶ ἂν τὸν ὁμολογῇς ἐσύ, θὰ σὲ ὁμολογήσῃ καὶ αὐτὸς μπροστὰ στὸν οὐράνιο Πατέρα του· δι­αφορετικά, θὰ σὲ ἀρνηθῇ καὶ αὐτός.
Πότε εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Χριστός; Τὰ εἶπε στοὺς ἀποστόλους προτοῦ νὰ τοὺς στείλῃ στὸ κήρυγμα. Ἀφῆστε τὰ δίκτυα, εἶπε, καὶ πηγαίνετε παντοῦ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο. Θὰ σᾶς καταδιώξουν, θὰ ὑπο­στῆτε μαρτύρια, θὰ εἶστε σὰν πρόβατα ἀνάμε­σα σὲ λύκους… Γιά φανταστῆτε δώδεκα ἀρ­νάκια μέσα σ᾽ ἕνα κοπάδι λύκων! Ποιός θὰ νικήσῃ; Καὶ ὅμως τὰ ἀρνάκια αὐτὰ ὄχι μόνο νίκη­σαν τοὺς λύκους, ἀλλὰ καὶ ἔκαναν τοὺς λύκους ἀρνιά! Πῶς ἔγινε αὐτό; Οἱ ἀπόστολοι δὲν εἶχαν ὅπλα. Μονα­δικὸ ὅπλο τους ἦταν ὁ λόγος. Κήρυ­ξαν καὶ ὡ­μολόγησαν τὸ Χριστὸ μπροστὰ σὲ ὅλους.
Ὁμολογία τῆς πίστεως! χρέος καὶ κα­θῆκον κάθε Χριστιανοῦ. Ὁ ἀ­πόστολος Πέτρος δείλιασε καὶ ἀρνήθηκε τὸ Χριστό. Δὲν ἔχω, λέει, καμμιά σχέσι μαζί του. Ἀπὸ φόβο τὸν ἀρνήθη­κε· ἀλλ᾽ ὅταν λάλησε ὁ πετεινὸς μετανόησε, ἔκλαψε, καὶ κατόπιν τὸν ὡμολογοῦσε δι­αρκῶς. Νὰ ὁμολογοῦμε λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς τὸ Χριστὸ ὅ­πως οἱ ἀπόστολοι. Μὴ κρατοῦμε τὴν πίστι μας κρυμμένη στὴν καρδιά μας. Εἶμαι Χριστιανός, λές. Πῶς ὅμως θὰ σὲ καταλάβω ὅ­­τι εἶ­σαι Χριστιανός; Ἐὰν ὁμολογῇς τὸ Χριστό.
Ποῦ νὰ τὸν ὁ­μολογοῦμε; «Ἔμπροσθεν τῶν ἀν­­­θρώπων», μπρο­στὰ στοὺς ἀνθρώπους (Ματθ. 10,32). Συγκεκριμένα σὲ τρεῖς περιπτώσεις·
⃝ Οἱ περισσότεροι σήμερα ὡς πρὸς τὴ θρησκεία εἶνε ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, δὲν πιστεύουν τίποτα. Δὲν ὑπάρχει Θεός, σοῦ λένε, καὶ νομί­ζουν πὼς ἐπειδὴ ἔμαθαν μερικὰ γράμματα ἔγιναν καὶ ἐπιστήμονες. Τί κάνεις λοιπὸν ἐσὺ ὅ­ταν τοὺς ἀ­κοῦς; Ἂν σιωπᾷς, κάνεις ἁμαρτία! Ἂν εἶσαι Χριστιανός, θ᾽ ἀπαντήσῃς. Μὰ δὲν εἶμαι θεολόγος δὲν εἶμαι παπᾶς, θὰ πῇς. Λάθος κάνεις. Ὅσο ἀγράμματος καὶ νά ᾽σαι, μπορεῖς νὰ πῇς πέντε λόγια.
Σ᾽ ἕνα χωριὸ ἦταν ἕνας τσοπᾶ­νος. Πῆγε ἐ­κεῖ ἕνας μεγάλος τάχα ἐπιστήμονας κ᾽ ἔ­λεγε στοὺς χωριάτες, πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός. Οἱ ἄλλοι σιωποῦσαν. Τὴν ὥρα ἐκείνη περνοῦ­σε ὁ γέρο – τσοπᾶνος καὶ τοὺς εἶδε μαζεμέ­νους. Τοῦ λένε· ―Αὐτὸς ἐδῶ, ποὺ ξέρει γράμ­ματα, μᾶς λέει πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός. Πλησιάζει ὁ τσοπᾶνος καὶ τὸν ρωτάει· ―Τί τοὺς λὲς ἐ­δῶ πέρα; ―Λέω, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Ποιός τὸν εἶ­δε τὸ Θεό; Ὁ τσοπᾶνος δὲν τά ᾽χασε. Ἦταν Αὔγουστος, ὁ ἥλιος ἔκαιγε τὶς πέτρες. ―Ἔλα ᾽δῶ, τοῦ λέει καὶ τὸν ἀνεβάζει σ᾽ ἕνα βράχο. Γιά κοίταξε λίγο τὸν ἥλιο. ―Μὰ δὲ μπορῶ, θὰ τυφλωθῶ. ―Ἔ, τοῦ λέει ὁ τσοπᾶνος, τὸν ἥ­λιο δὲ μπορεῖς νὰ δῇς καὶ τὸ Θεὸ θέ᾽ς νὰ δῇς; Τὸν ἔκανε κ᾽ ἔφυγε ἀπὸ ᾽κεῖ. Ἔτσι ἕνας ἀ­γράμματος ἀπεστόμωσε ἕναν ἄθεο. Κ᾽ ἐσὺ λοιπὸν μιμήσου τὸν τσοπᾶνο. Μὴν κλείνεις τὸ στόμα σου, μὴν ἀφήνεις τοὺς ἀ­θέ­ους νὰ σπέρνουν ἀμφιβολία. Ὁμολόγησε τὸ Χριστό.
Σ᾽ ἕνα ἄλλο πάλι χωριὸ
κάποιος μιλοῦσε στὸ καφενεῖο κι ἄρχισε νὰ λέῃ, ὅτι ὁ κόσμος – τὸ σύμπαν, ὅλα ἔγιναν μόνα τους. Τότε ἕ­νας ἀπὸ τοὺς θαμῶνες τὸν διέκοψε· Ἂν ἐσύ, τοῦ λέει, μοῦ ἀποδείξῃς ὅτι τὸ σπίτι ποὺ κάθεσαι φύτρωσε ἔτσι μόνο του, χωρὶς μηχανικοὺς καὶ τεχνῖτες, τότε κ᾽ ἐγὼ θὰ παραδεχθῶ ὅτι ὁ κόσμος ἔγινε μόνος του. «Κάθε σπίτι κάποιος τὸ χτίζει, κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ ἔφτειαξε τὸ σύμπαν (τὸ μεγάλο σπίτι) εἶνε ὁ Θεός» (Ἑβρ. 3,4).
⃝ Ἔτσι νὰ ὁμολογοῦμε τὸ Χριστὸ ἐμπρὸς σὲ ἀπίστους καὶ ἀθέους. Ἐκτὸς ἀπ᾽ αὐτοὺς ὅμως ὑπάρχουν καὶ οἱ αἱρετικοί. Αἱρετικοὶ λ.χ., ποὺ συχνὰ μπορεῖ νὰ συναντήσουμε, εἶνε οἱ λεγό­μενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἢ χιλιασταί. Κρατοῦν στὰ χέρια τὴ Γραφή, ἀλλὰ δὲν τὴν ἑρμηνεύουν ὅ­πως οἱ πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησί­ας. Τὴν ἑρμηνεύουν ὅπως θέλουν αὐ­τοὶ καὶ δι­­αστρεβλώνουν τὰ θεῖα νοήματα. Διδάσκουν πλανεμένα δόγματα· δὲν πιστεύουν στὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ, δὲν τιμοῦν τὴν Παν­αγία, δὲν κάνουν σταυρό, δὲν πιστεύουν στὰ μυστήρια, ἀθετοῦν τὰ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας.
Καὶ τώρα, ἐκμεταλλευόμενοι τὶς νέες συνθῆκες, ἀναπτύσσουν μεγάλη δρᾶσι. Κινοῦν­ται ἐλεύθερα στὴν πατρίδα μας, ἐν ἀντιθέσει μὲ ἄλλες χῶρες. Τὶς Κυριακὲς παίρνουν αὐ­το­κί­νη­τα καὶ κάνουν ἐξορμήσεις. Προχθὲς ἦταν στὴ Φλώρινα. Ἦρθε ἕνα πούλμαν μὲ 40 ἄτομα, σκορπίστηκαν στὶς γειτονιὲς καὶ μοίραζαν φυλλάδια. Εὕρισκαν γέρους γυναῖκες μικρὰ παιδιά, καὶ προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς ἑλκύσουν. Ἀλλὰ ἡ πόλις ξεσηκώθηκε καὶ τοὺς ἔδιωξε. Ἦταν μιὰ ὁμολογία Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως εἶνε τὸ εὐκολώτερο, ὄχι καὶ τὸ καλύτερο. Τὸ καλύ­τερο εἶνε, νὰ μελετᾷς καὶ νὰ γνωρίζῃς τὴν ἁγία Γραφή, καὶ νὰ πολεμᾷς τοὺς αἱρετικοὺς μὲ τὸ ὅπλο ποὺ ἐκεῖνοι μᾶς πολεμοῦν.
⃝ Ὁμολόγησε λοιπὸν τὸ Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἀθέους, ὁμολόγησέ τον μπροστὰ στοὺς αἱρετικούς. Ἀλλ᾽ ὑπάρχει καὶ τρίτη περίπτωσι. Κάποτε καλεῖσαι νὰ τὸν ὁμολογῇς καὶ μπροστὰ σὲ χριστι­ανούς! Μπᾶ, θὰ πῇς, τί λόγος εἶν᾽ αὐ­τός; Πρόκειται γιὰ χριστιανοὺς ἀ­συνεπεῖς, ψεύτικους. Λένε τώρα ὅτι πιστεύουν στὸ Χριστό, καὶ τὴν ἄλλη στιγμὴ τί κάνουν· ἀνοίγουν τὰ βρωμε­ρά τους στόματα καὶ βλαστη­μοῦν ἀ­κόμα καὶ τὰ θεῖα. Αὐτοὺς δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀνεχθῇς. Δι­ότι ἁμαρτάνει αὐτὸς ποὺ βλαστημάει, ἀλλὰ ἁ­μαρτάνεις κ᾽ ἐσὺ ποὺ τὸν ἀκοῦς καὶ σιωπᾷς. Ἡ σιωπή σου εἶνε ἔγκλημα. Πιστεύεις στὸ Χρι­στό; μὴν ἀφήνεις κανένα νὰ τὸν βλαστημάῃ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει· ἂν τὸν συμβουλεύσῃς βλάστημο δυὸ – τρεῖς φο­ρὲς καὶ δὲν ἀκούσῃ, χτύπα τον· χέρι ποὺ θὰ χτυπήσῃ βλάστημο θ᾽ ἁγιάσῃ. Ἂν ὅμως τὸν ἀ­κοῦς νὰ βλαστημάῃ καὶ δὲ σοῦ καίγεται καρφί, αὐτὸ εἶνε μία ἄρνησις τοῦ Χριστοῦ.
Ἀκοῦτε, σεῖς οἱ γυναῖκες, τὸν ἄντρα σας νὰ βλαστημάῃ καὶ γελᾶτε. Ἂχ ἐκεῖνο τὸ γέλιο! Ἂν εἶσαι Χριστιανή, ν᾽ ἀγαπᾷς τὸν ἄντρα σου. Ἀλ­λὰ ἂν ἀγαπᾷς μιὰ φορὰ τὸν ἄντρα σου, ἄ­πειρες φορὲς νὰ ἀγαπᾷς τὸ Χριστὸ καὶ νὰ πῇς· Ἄντρα, μὲ πίκρανες ἀπόψε, θὰ μείνω νηστικιά, δὲ θὰ φάω τίποτα. Ποιά γυ­ναίκα τὸ λέει αὐτό; Ἔρχονται στὴ μητρόπολι καὶ ζητοῦν διαζύγιο. ―Γιατί; ἐρωτῶ. ―Μοῦ ἔβρισε τὴ μάνα αὐ­τός. ―Τί τὴν εἶπε; ―Μιὰ αἰσχρὴ λέξι. Γι᾽ αὐτὸ δὲ θέλω νὰ τὸν βλέπω στὰ μάτια μου. ―Δὲ μοῦ λές, λέω, γιὰ τὴ μάνα σου εἶπε κακὸ λόγο· γιὰ τὸ Χριστὸ τί λέει; ―Καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημάει. ―Γιατί δὲ ζητᾷς διαζύγιο γι᾽ αὐτό; Τὸ ἕνα τὸ συγχωρεῖς, τὸ ἄλλο δὲν τὸ συγχωρεῖς…
Ἔπιασαν κάποιον στὴν Ἀθήνα ποὺ ἔγραψε τὴ νύχτα στὸν τοῖχο μιὰ κακὴ λέξι γιὰ τὸν πρω­θυπουργὸ κι ἀμέσως τὸν τιμώρησαν δυὸ χρόνια φυλακή. Ἄ, μεγάλος ὁ πρωθυπουργός, με­γάλοι ὅλοι οἱ ἄρχοντες, καὶ μικρὸς ὁ Χριστός, μικρὴ ἡ Παναγιά! Εἶνε κράτος αὐτό; Θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁ Θεός.
Τὸ Εὐαγγέλιο λοιπὸν λέει νὰ ὁμολογῇς τὸν Κύριο μπροστὰ σὲ ἀπίστους, σὲ αἱ­ρετικούς, ἀλλὰ καὶ σὲ βλαστήμους. Ἂν καθένας μας τὸ ἔκανε αὐτό, ἀλλιῶς θὰ ἦταν τὰ πράγματα.

* * *

Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, νὰ ὁμολογοῦμε τὸ Χριστό, καὶ ὄχι ἁπλῶς νὰ τὸν πιστεύουμε. Νὰ τὸν ἔχουμε ὄχι μόνο στὴν καρδιὰ ἀλλὰ καὶ στὸ στόμα. Χριστὸς στὴν καρδιά, Χριστὸς στὰ χείλη. Νὰ τὸν ὁμολογοῦμε καὶ μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ· τὸ πρωὶ μὲ τὸ ξύπνημα, στὴ δουλειά, στὸ τραπέζι, στὸ ταξίδι, στὸ δρόμο, παντοῦ.
Φθάσαμε δυστυχῶς στὸ κατάντημα, χριστι­ανοὶ νὰ ντρέπωνται νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους. Ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ εἶπε· Ἔ­κανα ἁ­μαρτία· ἐνῷ στὸ σπίτι κάνω τὸ σταυρό μου, ὅταν βρέθηκα σ᾽ ἕνα μεγάλο σαλόνι καὶ κάθισα στὸ τρα­πέζι ντράπηκα… Μὴ ντρέπεσαι· σή­κω ὄρθιος, κάνε τὸ σταυρό σου, καὶ ἂς σὲ κοροϊδεύῃ ὁ κόσμος ὅλος. Αὐτὸ θὰ πῇ Χριστιανός. Ἔτσι ὡμολογοῦσαν οἱ ἅγιοι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Στὸν Πόντο καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία ὑπάρχουν οἱ λεγόμενοι κρυπτοχριστιανοί. Ἀναγκά­ζον­ται ἐκεῖ νὰ φαίνωνται σὰν Τοῦρκοι. Μὰ ἐδῶ δὲν ἔ­χουμε Τουρκιά· ἔχουμε πατρίδα ἐλεύθερη καὶ δημοκρατία. Ὁμολόγησε λοιπὸν τὴν πίστι σου, πὲς τὴ γνώμη σου, μὴν ἀφήνεις τὸν ἄπιστο, τὸν ἄθεο, τὸν αἱρετικὸ καὶ τὸ βλάστημο νὰ κυριαρ­χοῦν. Γι᾽ αὐτὸ σοῦ ᾽δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα· γιὰ νὰ τὴν κάνῃς κιθάρα, κι ὅπου σταθῇς κι ὅ­που βρεθῇς νὰ ὁμολογῇς Ἰησοῦν «Χριστὸν Θε­οῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (Α΄ Κορ. 1,24)· ἀμήν.
Θέλω νὰ πιστεύω ὅτι τὰ πτωχὰ αὐτὰ λόγια δὲν ἔπεσαν στὸ δρόμο, δὲν ἔπεσαν στὰ ἀγκάθια, δὲν ἔπεσαν στὰ βράχια, ἀλλὰ ἔπεσαν σὲ ἐκλεκτὲς ψυχὲς καὶ θὰ ἀποδώσουν καρπό, πρὸς δόξαν Χριστοῦ· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Δημητρίου Καρυοχωρίου Ἑορδαίας 25-10-1977)

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ π. Περικλής Ρίπισης


Αποτέλεσμα εικόνας για κηρυγμα κυριακησ των αγιων παντων  



ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
'Η Εκκλησία μας για τη σημερινή γιορτή των Αγίων Πάντων επέλεξε την ευαγγελική περικοπή που αναγνώστηκε σήμερα στη Θ. Λειτουργία. Αλλά μέσα στην Κ. Διαθήκη που γράφτηκε σε χρόνια διωγμού της Εκκλησίας, η αγιοσύνη του χριστιανού συνδέεται με το θάρρος της ομολογίας του Ιησού Χριστού μπροστά στην εξουσία του αυτοκράτορα. Γι' αυτό η περικοπή απαιτεί στους πρώτους στίχους της πίστη στο Χριστό με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ακόμη και με την απώλεια της ζωής του.
Ο άνθρωπος που δεν μένει πιστός στο Χριστό όταν τον πιέζουν δυνάμεις να Τον αρνηθεί, δεν μπορεί να ελπίζει στον ερχομό ενός καλύτερου κόσμου. Ο άνθρωπος που σήμερα πιεζόμενος από ποικίλες δυνάμεις υποκύπτει, δεν μπορεί να περιμένει την έλευση το Χριστού, όταν θα έλθει ως βασιλιάς του κόσμου.
Είναι γεγονός, ότι στα λόγια του Χριστού που απαρτίζουν τη σημερινή ευαγγελική περικοπή η Εκκλησία δικαιολογημένα διάλεξε διδακτικά λόγια του Χριστού που περιγράφουν ακραίες καταστάσεις, γιατί και οι άγιοι της Εκκλησίας είναι μια ακρότητα της θρησκευτικής ζωής. Γι' αυτό το λόγο τους τιμούμε και τους εμπιστευόμαστε ως οδηγούς.
Η ακρότητα τους δεν είναι φως που τυφλώνει, αλλά φως που καθοδηγεί. Πρέπει να υπολογίσουμε, ότι τα χρόνια των διωγμών και του μαρτυρίου ήταν χρόνια επικίνδυνα για τη ζωή πολλών χριστιανών τους οποίους οι γονείς και οι συγγενείς τους εκλιπαρούσαν να απαρνηθούν το Χριστό και να δεχθούν τη θεότητα του αυτοκράτορα, για να σώσουν τη ζωή τους.
O Xριστός όμως εδώ λέει πως όποιος μπροστά στο επικείμενο μαρτύριο δείξει πιο πολύ αγάπη στον πατέρα ή τη μητέρα του και όχι στο Χριστό « ουκ εστι μου άξιος». Όποιος δεν είναι άξιος να σηκώσει το σταυρό του και ν' ακολουθήσει το Χριστό στο θάνατο δεν είναι άξιος να μετάσχει στη νέα ζωή που έφερε ο Χριστός. Αυτός που θα σώσει την ζωή του, κάνοντας υποχωρήσεις στην πίστη του για το Χριστό, αυτός θα χάσει τη ζωή του μέσα στη Β .τ .Θ. Αντίθετα αυτός που φαίνεται πως χάνει τη ζωή του, αυτός θα τη βρει στην αναμενόμενη Β. τ. Θ. Έτσι έγινε με τους Αγίους της Εκκλησίας των οποίων τη μνήμη πανηγυρίζει σήμερα των Αγ. Πάντων η Εκκλησία.
Τα λόγια αυτά φαίνονται ακραία και σχετίζονται με εξαιρετικά ακραίες καταστάσεις, όπως η εποχή των διωγμών, φαίνεται όμως καθαρά, ότι η Εκκλησία διάλεξε την Κυριακή των Αγ. Πάντων μια ακραία ευαγγελική περικοπή, γιατί θέλει να μας υπομνήσει, ότι η ζωή των Αγίων ήταν μια ακρότητα ευλογημένη από το Θεό για να γίνει και για μας παράδειγμα και υπόδειγμα. Οι Άγιοι είναι οι μπροστάρηδες μιας πορείας μέσα στη ζωή για να μπορέσει ο κόσμος κάποτε να φθάσει κάπου. Πρόκειται για τους ανθρώπους που έζησαν με οδηγό της ζωής τους μόνο με το : ή « όλα ή τίποτα». Οι Άγιοι δεν έκαναν στη ζωή τους συμβιβασμούς, διαπραγματεύσεις ούτε υποχωρήσεις.
Κι ακριβώς γι' αυτό το λόγο την Κυριακή των Αγ. Πάντων παρουσιάζεται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα με τα ακραία αληθινά του χρώματα , για να μας δείξουν έτσι πως η ζωή μας δεν είναι ένα παιχνίδι διαπραγματεύσιμο σε κανένα τομέα και για κανένα λόγο. Ο ι Άγιοι δεν ήταν υποδείγματα συμβιβασμού στη ζωή, αλλά υποδείγματα του πια πρέπει να είναι η κύρια και απόλυτη επιδίωξη μας κάθε φορά.
Μπορεί να πει κανείς : καλά, με αυτή την απολυτότητα οι Άγιοι δεν θυσιάζουν πολλά στη ζωή αυτή που μας βάζει συνεχώς μπροστά σε νέες προκλήσεις;
Ύστερα κάποιος συμβιβασμός δεν επιβάλλεται για τη λύση πολλών προβλημάτων μέσα στη ζωή; Αποκλείεται κάθε συμβιβασμός στις περιπτώσεις μπερδεμένων καταστάσεων;
Υπάρχουν πράγματι καταστάσεις ακραίες, όπως στο σημερινό ευαγγέλιο για τις οποίες δεν μπορεί να γίνει λόγος για συμβιβασμούς και διαπραγματεύσεις. Αυτές αφορούν το παρόν και το μέλλον μας. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που αφορούν το παρόν χωρίς να επηρεάζουν το μέλλον. Σε τέτοιες περιπτώσεις η έκβαση είναι ο διάλογος και η διαπραγμάτευση. Κι όταν σε μερικά ζητήματα υπάρχουν μια ή περισσότερες λύσεις, η κρίση και η απόφαση του χριστιανού υπέρ κάποιας απ' αυτές πρέπει να γίνεται υπό το πρίσμα της αιωνιότητας. Δεν πρέπει ο πιστός να αποβλέπει σε δικά του οφέλη και δεν παύει ποτέ να διακρίνει το προσωπικό από το αιώνιο.
Η ευαγγελική περικοπή τελειώνει με τέσσερες στίχους από το 19ο κεφ. του κατά Ματθαίου ευαγγελίου(27-30). Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία. Η περίπτωση αυτή των αποστόλων αφορά ιδιαζόντως στην περίπτωση των Αγ. Πάντων, όλων των Αγίων που γιορτάζονται σήμερα.
Ο Ιησούς υπόσχεται στους δώδεκα αποστόλους για τις θυσίες τους υπέρ του ευαγγελίου, όταν έλθει ο υιός του Ανθρώπου, να καθίσουν επί δώδεκα θρόνους για να κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Προσθέτει, ότι και όσοι χριστιανοί υπέστησαν θυσίες λόγω της χριστιανικής τους ιδιότητας θα λάβουν πολλαπλάσια και θα κληρονομήσουν την αιώνια ζωή. Χωρίς να παραλείψει να πει: « πολλοί που φαίνονται σήμερα πρώτοι θα κριθούν έσχατοι και κάποιοι έσχατοι θα αναδειχθούν τότε πρώτοι». Τα λόγια αυτά έχουν γενική ισχύ για κάθε εποχή.
Αυτά σε σχέση με τους αποστόλους του Χριστού. Ο Απ. Παύλος βεβαιώνει ότι η κρίση θα γίνει από τους αγίους ανθρώπους ως κριτές . Πολλά πράγματα θα ανατραπούν μέσα στο νέο κόσμο του Θεού. Πολλοί απ' αυτούς που τους θεωρούσαν « πρώτους» θα γίνουν «έσχατοι», ενώ κάποιοι που είναι « έσχατοι» τώρα θα γίνουν « πρώτοι».
Στο μέλλοντα αιώνα θα ανατραπεί η παρούσα κατάσταση. Τα λόγια αυτά μπορούν να ερμηνευθούν ποικιλοτρόπως. Το βλέπουμε στο Μτ. 20,6 σε σχέση με την παραβολή του αμπελώνα. Στη δική μας την περίπτωση αναφέρεται στα προηγούμενα είτε ως προς τούς αποστόλους είτε ως προς τους κοινούς πιστούς που υφίστανται σήμερα πλήθος ταπεινώσεων και εξευτελισμών από την κρατική εξουσία όσο και από τους άλλους πολίτες.
Είναι πιθανό η Εκκλησία να προτίμησε για τη σημερινή ημέρα τη γιορτή των Αγ. Πάντων μια περικοπή με τέτοια κατάληξη, έχοντας κατά νου, ότι ο μεγάλος αριθμός των αγίων προέρχεται από ανθρώπους απλούς και κατά κόσμο ασήμαντους. Αυτούς όμως ο Θεός ανέδειξε ως τα πρώτα φέροντας μέσα στον καινούργιο κόσμο του Θεού που έρχεται.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...